Metropolis Free Press - Μάρτιος 2015

Post on 21-Jul-2016

219 views 3 download

description

Η Αθήνα μέσα απο τις στοές - Ο οδηγός εξερεύνησης της Νατάσσας Παππά

Transcript of Metropolis Free Press - Μάρτιος 2015

Ευγενία Δημητροπούλου Κωνσταντίνα ΜιχαήλΤάσος Αποστόλου

Μάρτιος 2015

www.metropolispress.gr

Η Αγία Τερέζα της «Πιαφ» Πρωταθλήτρια του κέρλινγκΤο αρσενικό των «Ηρωίδων»

Σκανάρετε το QR Code στην αρχή των κειμένων και ανακαλύψτε έξτρα περιεχόμενο

Metropolis

Ο οδηγός εξερεύνησης της Νατάσσας Παππά

Η Αθήνα μέσα απο τις στοές

Edito

Γνωρίζετε την κυρία Ολγα Πετροπούλου;

Ο αστυνόμος Μπέκας των ημερών μας -κατά την ταπεινή μου γνώμη- είναι γυναίκα! Ναι, γυναίκα! Μια νέα υπαστυνόμος που η στολή το-νίζει αισθησιακά τη θηλυκότητά της, διαβάζει μετά μανίας Μπόρ-

χες, ακούει τζαζ και Χατζιδάκι στο iPod της και προτι-μά την Τήνο για ολιγοήμερες διακοπές. Το όνομα της, Ολγα Πετροπούλου. Τη συναντάμε για πρώτη φορά στο αστυνομικό τμήμα της Κυψέλης να ξεδιαλύνει σε ένα δύσκολο και πολλαπλά φορτισμένο πολιτικά και κοινωνικά περιβάλλον γειτονιάς τον φόνο του Τζαμάλ, μετανάστη από το Μπανγκλαντές, από μια συμμορία Χρυσαυγιτών.

«Για τέταρτη φορά μέσα στην ίδια εβδομάδα η Ολγα Πετροπούλου είχε νυχτερινή βάρδια στο τμήμα. Οπως το συνήθιζαν, οι άνδρες συνάδελφοί της, εκμεταλλευ-όμενοι την αντιπάθεια του Διοικητή προς τις γυναίκες εν γένει, αλλά και προς τη συγκεκριμένη αξιωματικό ειδικότερα, είχαν καταφέρει για άλλη μία φορά να τη

ρίξουν. Σιγά μην έκαναν αυτοί βάρδια τη νύχτα της Τσικνοπέμπτης. Ας καθόταν μέσα η «κουλτουριάρα» - «έτσι κι αλλιώς, αυτή δεν τρώει, προσέχει τη σιλου-έτα της», σχολίασαν με κακία. Ο χοντρός τόμος με τα Απαντα πεζά του Μπόρχες, μόνιμα εγκατεστημένος πάνω στο γραφείο της, ήταν εν μέρει υπεύθυνος τόσο για το παρατσούκλι της όσο και για τα κακεντρεχή σχόλια των άλλων αξιωματικών που υπηρετούσαν στο τμήμα της Κυψέλης. Της αναγνώριζαν βέβαια το δικαί-ωμα, ως γυναίκα, να μη διαβάζει αθλητικές εφημερί-δες˙ αν ήθελε όμως να σκοτώσει την ώρα της, υπήρχε το TV Ζάπινγκ, η Espresso, άντε και το Elle αφού το έπαιζε διανοούμενη. Αυτό όμως το τεράστιο τούβλο με το ξενικό όνομα, που αν και νοτιοαμερικάνικο δεν ανήκε σε ποδοσφαιριστή, τους άναβε τα λαμπάκια. Βλέποντάς τη βυθισμένη στις σελίδες του, σκύλια-ζαν. Οταν μάλιστα συνειδητοποίησαν ότι ανάμεσα σ’ αυτούς και το κρεβάτι της κοπέλας -που η στολή τόνιζε αισθησιακά τη θηλυκότητά της- ανοιγόταν μια άβυσσος, η αντιπάθεια μετατράπηκε σε μίσος. Ομως η Ολγα ήταν εξαιρετικά ικανή...».

Η Ολγα Πετροπούλου, σύμφωνα με όλες τις ενδεί-ξεις, ήρθε για να μείνει. Δεν είναι περαστική από την αστυνομική λογοτεχνία. Τουλάχιστον, αυτό μας αφή-νει να καταλάβουμε ο δημιουργός της, ο συγγραφέας Τεύκρος Μιχαηλίδης. Το σπονδυλωτό «Εγκλήματα δη-μοσιονομικής προσαρμογής» με υπότιτλο «Επτά φω-τογραφίες της κρίσης», όσες και οι ιστορίες που η Πε-τροπούλου καταφέρνει να βγάλει το φίδι από τη τρύ-πα -σχεδόν πάντα με διφορούμενο επαγγελματικό κό-στος/οφελος-, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις.

«Δεν μου λες; Πού πας και τα βρίσκεις αυτά τα περί-πλοκα; Μπας και τα γράφει αυτός ο Ισπανός που σέρ-νεις συνέχεια μαζί σου;». Ρώτησε ο προϊστάμενος της για να λάβει την πληρωμένη απάντηση της Πετροπού-λου: «Αργεντίνος, κύριε αστυνόμε, Αργεντίνος. Μην ανησυχείτε ο Μπόρχες δεν ασχολείται με αστυνομι-κές ιστορίες. Λοιπόν, θα συνεχίσω να ψάχνω και θα σας κρατήσω ενήμερο».

Κώστας Τσαούσης

kt@m-media.gr

2

Publi

Το νερό, ο επονομαζόμενος και ως «λευκός χρυσός», είναι ένα από τα βασικά συστατικά της ζωής, το οποίο η ΕΥΔΑΠ διαχειρίζεται και δι-ανέμει με σεβασμό και ευαισθησία. Εχοντας πάντα στο επίκεντρο των

πρακτικών της, το τρίπτυχο κοινωνία, άνθρωπος και φυσικό περιβάλλον, η ΕΥΔΑΠ αναπτύσσει την επιχει-ρηματική της δράση, ταυτόχρονα με τις αρχές της Εται-ρικής Κοινωνικής Ευθύνης που εφαρμόζει στο σύνολο των ενεργειών της με στόχο τη συνεχή και πολυεπίπεδη προσφορά στο κοινωνικό σύνολο.

Το 1992 σε συνδιάσκεψη του ΟΗΕ σχετικά με το Περι-βάλλον και την Ανάπτυξη, καθιερώθηκε η 22α Μαρτί-ου ως η Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό, με στόχο την ευαισθητοποίηση, αλλά και την ανάδειξη της σημαντι-κότητας του μοναδικού αυτού φυσικού πόρου.

Η ΕΥΔΑΠ από την ίδρυσή της λειτουργεί αναγνωρίζο-ντας πως η διαχείριση του νερού αποτελεί πρώτα και πάνω από όλα μία ζωτικής σημασίας παροχή προς την κοινωνία. Το νερό πρέπει να είναι ένα αγαθό προσιτό σε όλους και η ΕΥΔΑΠ φροντίζει μέσα από οργανω-μένες δράσεις και πρωτοβουλίες να διασφαλίζει πως όλοι οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση σε υψηλής ποιότη-τας πόσιμο νερό. Η συνεισφορά στην πρόοδο και την ευημερία της ελληνικής κοινωνίας με την ταυτόχρονη βιώσιμη επιχειρηματική ανάπτυξη αποτελεί τη βάση της στρατηγικής της ΕΥΔΑΠ. Στο πλαίσιο αυτό η Εταιρεία επιδεικνύει κοινωνική ευαισθησία μέσα από την υλο-ποίηση οργανωμένων δράσεων και πρωτοβουλιών που στοχεύουν στην υποστήριξη του κοινωνικού συνόλου.

Πιο συγκεκριμένα η ΕΥΔΑΠ παρέχει ειδικά τιμολόγια χαμηλής χρέωσης σε ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, πολύτεκνες και μονογονεϊκές οικογένειες με τρία παι-διά, καθώς και σε υπερήλικες άνω των 75 ετών με χα-μηλό εισόδημα. Επιπλέον, έχει θέσει σε εφαρμογή νέο πρόγραμμα διακανονισμού οφειλών καταναλωτών, που περιλαμβάνει προσωρινή αναστολή των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης μέχρι ποσού 3.000 ευρώ και απλούστευση της διαδικασίας διακανονισμού με γρή-γορη έγκριση των αιτημάτων χωρίς την υποχρέωση υποβολής πλήθους δικαιολογητικών.

Με αρωγό το ανθρώπινο δυναμικό της εταιρείας, η ΕΥΔΑΠ εργάζεται ακατάπαυστα για να παρέχει στους πολίτες υψηλής ποιότητας υπηρεσίες. Ως εκ τούτου, φροντίζει παράλληλα να παρέχει στο προσωπικό της ασφαλείς συνθήκες εργασίας, ίσα δικαιώματα και ευ-καιρίες για όλους τους εργαζομένους, καθώς και να υλοποιεί συνεχώς προγράμματα επιμόρφωσής τους.

Επιπλέον, η εταιρεία, αναγνωρίζοντας τη σημασία των επιπτώσεων που επιφέρει η κλιματική αλλαγή, τη μείω-ση της διαθεσιμότητας των φυσικών πόρων και τη διαρ-κή υποβάθμιση του περιβάλλοντος, εντάσσει συνεχώς στην επιχειρηματική της δραστηριότητα διαδικασίες που αποσκοπούν στη μείωση του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος.

Για τον λόγο αυτό, περιορίζει τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις που προκαλούνται από τη λειτουργία της και υιοθετεί τις πιο σύγχρονες μεθόδους για την ορθο-λογική χρήση του νερού σε όλο τον κύκλο διαχείρισής του. Αποδεικνύει έτσι την περιβαλλοντική της υπευθυ-νότητα μέσω της εξοικονόμησης φυσικών πόρων και ενέργειας, αλλά και μέσω της συνεχούς ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης εργαζομένων και πελατών.

Μέσω του ειδικά σχεδιασμένου εκπαιδευτικού προ-γράμματος «Ο Σταγονούλης», το οποίο απευθύνεται σε δημοτικά σχολεία ή σε παιδιά σχολικής ηλικίας μέσω των σχολειών τους, έχει προσεγγίσει με υπευ-θυνότητα χιλιάδες παιδιά τα τελευταία 20 χρόνια, στα οποία μαθαίνει να αντιλαμβάνονται τη σημα-σία του νερού για τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Μέσα από πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό τα παιδιά κατανοούν τη διαχρονική αλληλεπίδραση ανθρώ-που-περιβάλλοντος και αντιλαμβάνονται ότι το νερό αποτελεί προϋπόθεση της ανθρώπινης ύπαρξης και ζωής στον πλανήτη, αναντικατάστατο φυσικό πόρο, οικονομικό αγαθό μείζονος αξίας και περιβαλλοντικό στοιχείο. Επιπλέον η ΕΥΔΑΠ συνδυάζοντας και το κομ-μάτι του πολιτισμού, φροντίζει ώστε να αναδεικνύεται η ιστορία της ύδρευσης μέσω του υψηλής αξίας ιστο-ρικού υλικού που διαθέτει, με την έκδοση λευκωμάτων, αλλά και άλλων δράσεων.

Στόχος της ΕΥΔΑΠ είναι να ευαισθητοποιεί όλο και περισσότερους πολίτες πάνω στο κομμάτι της ορθής διαχείρισης του νερού και του σεβασμού του φυσικού περιβάλλοντος, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα κορυ-φαίας ποιότητας πόσιμο νερό και σύγχρονες και ολο-κληρωμένες υπηρεσίες.

Η 22α Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα Νερού, είναι ημέ-ρα ευθύνης και υπενθύμισης πως το νερό που για εμάς θεωρείται αυτονόητο, για εκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη αποτελεί είδος πολυτελείας. Η βρύση μας «στάζει θησαυρό», τον οποίο όλοι πρέπει να δια-χειριζόμαστε με σεβασμό και σύνεση.

22 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα Νερού

Εταιρική Υπευθυνότητα ΕΥΔΑΠΦροντίδα για τον Ανθρωπο και το Περιβάλλον

Μάρτιος 20153

Index

Το όραμα του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του, Νίκου Διαμαντή

Η Γιάννα Βασιλείου συστήνεται στο αθηναϊκό κοινό

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά...38

Ολα όσα αγαπώ...50

Ο Στρατής Μπουρνάζος γράφει για το ένθετο της κυριακάτικης «Αυγής»

Η Νατάσσα Παππά χαρτογραφεί τις στοές της Αθήνας

Ενθέματα...20

Στοές...24

Οκτώ προϊόντα με υψηλή ποιότητα και ξεχωριστό storytelling

Ο Μιχάλης Σαράντης είναι ο νικητής του χρυσού σταυρού

Λέσβος...43

Βραβείο Χορν..52

Η Φρόσω κάνει την επανάστασή της

Από την όπερα στη μικρή οθόνη

Μιχαήλ...36

Αποστόλου...48

Μία... νύφη συνομιλεί με την Πιαφ

Δημητροπούλου...58

H Μαργαρίτα Μυτιληναίου συνεχίζει να αγαπά το ραδιόφωνο

Μέντα...18

Η «Κατερίνα» του έγινε το απόλυτο θεατρικό talk of the town

Ζωγραφίζοντας με καμβά ένα ζευγάρι παπούτσια

Νανούρης...60

Nadeen...62

Ο Αρτώ εναντίον όλων

Ανδρεάδη...54

Η σύγχρονη κλασική μουσική στα καλύτερά της!

Σκύλλας...56

www.metropolispress.gr / metropolis@metropolisnews.gr / Facebook: MetropolisPress / YouTube: MetropolisPressΙδιοκτησία - Εκδοση: Μ media Α.Ε. / Εδρα: Κύπρου 12Α, Τ.Κ. 183 46 - Μοσχάτο, τηλ. 210 4823977, φαξ 210 4832887 Διεύθυνση: Κώστας Τσαούσης Project Manager: Βίκτωρας ΔήμαςΕιδικός Σύμβουλος: Θάνος ΤριανταφύλλουΣυντονισμός: Νατάσα Μαστοράκου, Χρήστος ΤσαπακίδηςΣύνταξη: Ανδρέας Γιαννόπουλος, Νικήτας Καραγιάννης, Βούλα Σουρίλα, Δημήτρης ΧαλιώτηςΥποστήριξη: Βασίλης ΛουκανίδηςΕκτύπωση: «Καθημερινές Εκδόσεις» Α.Ε.

METROPOLIS 12/1064

Σκίτσο: Πέτρος Χριστούλιας 6

Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Δημήτρης Σιάμπος

Ο δαιμόνιος κιθαρίστας που συνοδεύει αγαπημένους νέους καλλιτέχνες στις συναυλίες τους

7 Μάρτιος 2015

xxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxx

Στάθης Δρογώσης

Τραγουδοποιός και δημοτικός σύμβουλος της Αθήνας με την Ανοιχτή Πόλη

Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

8

Λένα Δροσάκη

Η μεγάλη νικήτρια του θεατρικού βραβείου Μελίνα Μερκούρη

Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

9 Μάρτιος 2015

Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Γιώργος Πουρνάρας

Ιδιοκτήτης του Yoko Sushi & Bento στο Κολωνάκι

10

Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Ελένη Γιαννοπούλου

Εδώ και δύο χρόνια πίσω από το μικρόφωνο

του toradiofono.gr

11 Μάρτιος 2015

12

Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης

Χάρη σε μία διαφωτιστική έρευ-να του Business Insider μάθαμε ότι η ελληνική οικονομία δεν είναι η μόνη που βρίσκεται σε μαύρο χάλι. Το κατοπτρικό της είδωλο βρίσκεται σε έναν κόσμο αρκετά γνώριμο τα

τελευταία τέσσερα χρόνια: το Γουέστερος. Η Σάρα Σίλ-βερσταϊν διάβασε τα βιβλία του Τζορτζ Μάρτιν και μας παρουσίασε σε ένα διαφωτιστικό βίντεο τεσσάρων λε-πτών την οικτρή οικονομική κατάσταση των Επτά Βα-σιλείων. Ο Σιδηρούς Θρόνος ξοδεύει χρήματα σε μη παραγωγικές δραστηριότητες (γαμήλιες γιορτές και τουρνουά με κονταρομαχίες) και δανείζεται με τρομα-κτικούς ρυθμούς. Αποτέλεσμα; Χρωστάει τρία εκατ. χρυσούς δράκους (το υψηλότερο σε αξία νόμισμα της χώρας) στον Οίκο των Λάννιστερ, δύο εκατ. στη Σι-δηρά Τράπεζα του Μπράαβος και ένα εκατ. στην Εκ-κλησία. Το χρέος, μάλιστα, έχει πάψει να είναι βιώσι-μο, μια και το εισόδημα του στέμματος με το ζόρι αρ-κεί για να καλύψει μόνο τους τόκους! Και δεδομένου ότι η Σέρσεϊ έχει διακόψει τις πληρωμές προς την τρά-πεζα και το ιερατείο, η πρώτη προσπαθεί να βρει και να υποστηρίξει έναν βασιλιά που θα τιμήσει τις υποχρε-ώσεις του (γεια σας, υψηλότατε Στάννις!). Υπερανά-λυση; Ισως. Αλλά και ένα ξεκάθαρο δείγμα του πόσο πολύ μας έχει γοητεύσει ο φανταστικός κόσμος του κυρίου Μάρτιν.

Ανήμερα του Πάσχα, το “Game of thrones” επιστρέ-φει για τον πέμπτο του κύκλο. Πού έχουμε αφήσει τους αγαπημένους μας ήρωες; Δεδομένου ότι θα ακολου-θήσει μία σύντομη επισκόπηση των τελευταίων εξελί-ξεων στη σειρά, εάν δεν έχετε παρακολουθήσει μέ-χρι το τέλος του τέταρτου κύκλου, θα σας συνιστού-σα να σταματήσετε να διαβάζετε… Μείναμε εμείς κι εμείς; Ωραία! Ας ξεκινήσουμε από τον Βορρά. Ο Μπραν Σταρκ φτάνει επιτέλους στον προορισμό του και πρόκειται να ξεκινήσει εντατικά μαθήματα μεταφυ-σικής από τον μάγο πίσω από το κοράκι με τα τρία μά-τια. Νεότερα από τον Μπραν δεν πρόκειται να έχουμε σε αυτή τη σεζόν, μια και η ιστορία του ήδη προχώρη-σε βαθιά μέσα στο πέμπτο βιβλίο της σειράς (το τελευ-ταίο που έχει εκδώσει μέχρι στιγμής ο Μάρτιν από τα συνολικά επτά).

Στο τείχος, ο από μηχανής… Στάννις πραγματοποι-εί έφοδο εναντίον των Γουάιλντλινγκς που επιτίθενται εναντίον της αποδυναμωμένης Νυχτερινής Φρουράς για να περάσει το Τείχος και σώζει το τομάρι του Τζον Σνόου και της σκυθρωπής παρέας του. Από εκεί, ο Στάννις θα ξεδιπλώσει τις επόμενες κινήσεις του για να κατακτήσει το στέμμα του Γουέστερος που δικαιω-ματικά του ανήκει. Νοτιότερα, η μικρή Αρυα σαλπάρει για το Εσσος, την ίδια στιγμή που ο Μικροδάχτυλος έχει καταφέρει να πάρει με το μέρος του τη Σάνσα και υπό τον έλεγχό του την Κοιλάδα των Αρρυν.

Στο Κινγκς Λάντινγκ επικρατεί αναστάτωση. Ο Τύρι-ον δραπετεύει και έχοντας σκοτώσει τον πατέρα του καταφεύγει και αυτός στο Εσσος μαζί με τον Βάρυς. Εν τω μεταξύ, ο θάνατος του Ομπερυν Μαρτέλ βάζει επιτέλους τον ομώνυμο Οίκο στο παιχνίδι - και σίγου-ρα οι μπάσταρδες κόρες του Ομπερυν (οι θανάσιμες Sand Snakes) και ο αδελφός του Ντόραν (ο αρχηγός του Οίκου) θα κλέψουν φέτος την παράσταση. Την ίδια στιγμή, η Νταινέρυς προσπαθεί να θέσει υπό τον έλεγ-χό της τόσο την πόλη Μηρήν που έχει κατακτήσει, όσο και τους δράκους της.

Η ιδιαιτερότητα του πέμπτου κύκλου (και ως εκ τούτου και του επόμενου) είναι ότι πλέον καλύπτει παράλλη-λα την ύλη του τέταρτου και του πέμπτου βιβλίου της σειράς “A song of ice and fire” και αυτό γιατί τα δύο βιβλία ουσιαστικά εκτυλίσσονται ταυτόχρονα, απλά εστιάζουν σε διαφορετικούς χαρακτήρες. Το ανησυ-χητικό είναι, όμως, ότι κατά γενική ομολογία η σειρά έχει αρχίσει να αποκλίνει από την πενταλογία-που-θα-γίνει-κάποια-στιγμή-επταλογία. Ο ίδιος ο Μάρτιν αποκάλυψε πρόσφατα ότι σε αυτή τη σεζόν θα δούμε χαρακτήρες να σκοτώνονται, αν και εξακολουθούν να ζουν στα βιβλία. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον να μην εί-ναι από τους βασικότερους.

Παρόλα αυτά, αυτό είναι το λιγότερο σημαντικό. Η σειρά έχει αρχίσει και εξαντλεί τη διαθέσιμη γραπτή ύλη και μέχρι του χρόνου θα έχει φτάσει μέχρι και το τέλος του πέμπτου βιβλίου. Σύμφωνα με τον εκδότη του Μάρτιν, μάλιστα, δεν προβλέπεται η έκδοση του έκτου βιβλίου “The winds of winter” φέτος. Τι σημαίνει

αυτό πρακτικά; Οτι κάποια στιγμή η σειρά θα αρχίσει να προπορεύεται των βιβλίων. Αυτό, άλλωστε, παραδέ-χτηκαν πρόσφατα και οι παραγωγοί της, Ντέιβιντ Μπέ-νιοφ και Νταν Γουάις. Συγκεκριμένα, στην κοινότητα Oxford Union ο πρώτος δήλωσε: «Εύχομαι να υπήρ-χαν ορισμένα πράγματα που δεν θα χρειαζόταν να τα χαλάσουμε, αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή. Το σόου πρέπει να συνεχιστεί και αυτό πρόκειται να κάνουμε». Είναι η πρώτη φορά λοιπόν που οι θεατές της σειράς θα είναι σε θέση να κάνουν spoilers στους αναγνώστες των βιβλίων και όχι το αντίθετο.

Τα πράγματα ίσως να ήταν διαφορετικά εάν άλλαζε ο προγραμματισμός και η σειρά επεκτεινόταν τελικά σε δέκα σεζόν, αντί για επτά που προβλέπεται προς το παρόν. Το θέμα ανακινήθηκε πρόσφατα από τον διευ-θυντή προγράμματος του HBO, Μάικλ Λομπάρντο, ο οποίος έχοντας προφανώς γλυκαθεί από την τεράστια απήχηση της σειράς το πήγε λίγο πλαγίως: «Θα μου άρεσε ως θεατή και παραγωγό εάν το σόου έφτανε στα 10 χρόνια; Οπωσδήποτε». Προς το παρόν, ωστόσο, το δίδυμο Μπένιοφ-Γουάις φαίνεται αμετακίνητο στην αρ-χική του θέση.

Οπως και να έχει, πάντως, η επιτυχία του “Game of thrones” είναι αναμφισβήτητη. Και αυτό επιβεβαιώνε-ται από το γεγονός ότι τα δύο τελευταία χρόνια ήταν η σειρά με τα περισσότερα downloads μέσω torrents. Σε μία προσπάθειά του να μειώσει την πειρατεία, το HBO αποφάσισε κάτι πρωτόγνωρο: την ταυτόχρονη προβο-λή (simulcast) των φετινών επεισοδίων σε 170 χώρες. Στο πρότζεκτ συμμετέχει και η Ελλάδα, με τα κανάλια Novacinema να προβάλλουν κάθε επεισόδιο στις τέσ-σερις η ώρα τα χαράματα της Δευτέρας με ελληνικούς υπότιτλους. Τώρα, αν με ρωτήσετε πόσο αποτελεσματι-κό θα είναι αυτό το σύστημα κατά της πειρατείας, επι-τρέψτε μου να έχω τις επιφυλάξεις μου.

Στο Γουέστερος και στο Εσσος

Μάρτιος 201513

Μέρες αρκετές το γυρόφερνα στο κεφάλι μου. Ηθελα απαντήσεις για μένα, σήμερα, δύο ολόκληρους μήνες μετά τις εκλογές: για το κύμα του εντεινόμενου αντι-ευρωπαϊσμού και ειδικότερα, για τον αντιγερμανισμό-αχταρμά, τα τσαλιμάκια των κοινοβουλευτικών απένα-ντι στη συμμορία της Χρυσής Αυγής και των αποφυλα-κισμένων ηγετικών στελεχών της, την επαναβεβαίωση ως σταθεράς πανευρωπαϊκής αξίας του αντιφασισμού και τόσα άλλα, μικρά και μεγάλα. Μίλησα με φίλους ιστορικούς - η αγαπημένη Αννα Μαρία Δρουμπούκη μου πρότεινε λύσεις και πρόσωπα. Το ίδιο και ο στα-θερός συνομιλητής Παναγής Παναγιωτόπουλος. Τους ευχαριστώ και από εδώ για τη συνδρομή και τη συνει-σφορά τους. Αλλά, η συνταγή δεν έδενε.

Ενα βράδυ πέρασα από τις Πλειάδες. Βρήκα τον Αλκη και την Αλεξάνδρα... υπ' ατμόν. Ετοίμαζαν την παρου-σίαση του εξαιρετικού βιβλίου του καθηγητή Πολυμέ-ρη Βόγλη για τον Εμφύλιο «Η αδύνατη επανάσταση - Η κοινωνική δυναμική του Εμφυλίου Πολέμου». Είχαν μαζέψει τους πάγκους με τα βιβλία, είχαν τοποθετήσει τις καρέκλες και τα καρεκλάκια. Κι όμως έσπευσαν να με ενημερώσουν για τις νέες εκδόσεις και να με εξυπη-ρετήσουν πρόθυμα.

Ζήτησα το καινούργιο του Πατρίκιου. Τις σημειώσεις του ποιητή και διανοούμενου μαχητή της Αριστεράς - σημειώσεις που ξεκινούν το 1980, λίγο πριν το ΠΑ-ΣΟΚ και φθάνουν μέχρι τις μέρες μας. Ζήτησα και το καινούργιο του ευθύβουλου στοχαστή του νέου Ελλη-νισμού Γιάννη Κιουρτσάκη «Γυρεύοντας στην εξορία την πατρίδα σου», αλλά και το συλλογικό «Ο δεξιός εξτρεμισμός στην Ευρώπη» (στην εξαιρετική μετάφρα-ση της Ελίζας Παπαδάκη), όπου η καθηγήτρια Βασιλι-κή Γεωργιάδου γράφει για την ελληνική εμπειρία του φαινομένου.

Ας ξεκινήσουμε από τον Πατρίκιο και από μια σημείω-ση του 1988 για τα «αδύναμα ευρωπαϊκά κράτη» που ο συγγραφέας συσχετίζει με εκείνα της ελληνιστικής περιόδου. Ο Πατρίκιος με πόνο στις λέξεις του μιλά για την εμπειρία της οικοδόμησης του κοινού ευρωπα-ϊκού σπιτιού, αλλά και για τα φαντάσματα του μαύρου παρελθόντος που επιστρέφουν…

«Σ΄ αυτή τη δημόσια συζήτηση στο Γαλλικό Ινστιτούτο ένας ευπρεπής κύριος με περιποιημένη γενειάδα λέει ευγενικά αλλά γεμάτος σιγουριά: 'Ο πολιτισμός που έχουμε πεθαίνει. Γιατί προσπαθούμε να τον συντηρή-σουμε; Δεν είναι καλύτερα να τον αποτελειώσουμε και να φτιάξουμε στη θέση του έναν άλλο;'. Πάντα ξαφνιά-ζομαι όταν βλέπω κάποιον που ονειρεύεται να γίνου-με σαν την Καμπότζη του Πολ Ποτ». Η σημείωση έχει τόπο και ημερομηνία: Αθήνα, 3 Μαΐου 1988.

Από το βιβλίο του Γιάννη Κιουρτσάκη επέλεξα ένα από-σπασμα με αναφορά στη Χρυσή Αυγή και όχι μόνο: «Αν θέλουμε να πάψει να μολύνει και άλλους ταλαίπω-

ρους και ανίδεους πατριώτες μας, πρέπει να καταλά-βουμε πρώτα εμείς και να δείξουμε σε όσους μπορούν να μας ακούσουν -ιδίως στους νέους, που ζουν το δράμα της ανεργίας και αισθάνονται ίσως τον πειρα-σμό να συμπαραταχθούν με οποιοδήποτε επιδιώκει να γκρεμίσει το 'σάπιο πολιτικό σύστημα'-,να καταλάβου-με και να δείξουμε τι είναι αυτός ο λόγος: όχι απλώς ένα τερατώδες ψέμα, που μόνο δεινά εγκυμονεί, ακό-μα και για εκείνους που πιστεύουν πως το ψωμί τους το τρώνε οι μετανάστες, αλλά και ένα καρκίνωμα του συλλογικού σώματος, που βαθαίνει τον εσωτερικό του διχασμό και το οδηγεί σε βασανιστικό θάνατο το δικό μας καρκίνωμα. Δεν αγνοώ ότι για τη γιγάντωση της Χρυσής Αυγής ευθύνονται βαριά όλες οι 'μνημονιακές' κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων, οι οποίες 'νομι-μοποίησαν' την άκρα Δεξιά, είτε καλώντας τη στους κόλπους της, είτε καλλιεργώντας την ξενοφοβία, είτε ενοχοποιώντας αποκλειστικά για τη διάχυτη σήμερα κοινωνική βία τους αριστερούς της αντιπάλους. Αυτά είναι βάσιμα, αν και πιστεύω ότι ακόμα πιο μεγάλη ευ-θύνη γι' αυτή τη φρίκη φέρει το οικoνομικό διευθυντή-ριο που μας έχει επιβληθεί, το οποίο εξοντώνει οικο-νομικά και κοινωνικά ευρύτατα λαϊκά και μικροαστικά στρώματα. Ας μην ξεχνάμε ότι ο απύθμενος πρωτογο-νισμός του ναζισμού, παλιού και νέου, είναι, όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, ένα νεωτεριστικό φαινόμενο: ένα προϊόν των μαζικών καπιταλιστικών κοινωνιών, που πα-ράγουν σε κάθε κρίση στρατιές ανέργων, ανήμπορων και τσακισμένων υλικά και ηθικά ανθρώπων, έτοιμων να ενστερνιστούν φανατικά κάθε κήρυγμα που ρίχνει όλες τους τις συμφορές στους 'άλλους'. Κι αν η Χρυσή Αυγή είναι το πιο ελεεινό και επικίνδυνο από τα νεο-φασιστικά κόμματα που φουντώνουν σήμερα σε όλη την Ευρώπη, τούτο δεν οφείλεται, νομίζω, σε κάποιο ιδι-αίτερο μικρόβιο που ενδημεί στον τόπο μας (απ' όσο ξέρω, ο φασισμός, όσα καθάρματα κι αν μάζεψε κατά καιρούς στις τάξεις του, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει μια συγκροτημένη πολιτική ιδεολογία στην Ελλάδα), αλλά στο γεγονός ότι η οικονομική κρίση δοκιμάζει τη χώρα μας πολύ πιο βίαια από παντού στην ευρωπαϊκή ήπειρο.

»Αν περιοριστούμε, ωστόσο, στη δική μας συλλογική ευθύνη, εκείνο που προσωπικά με βασανίζει πιο πολύ είναι ο εκτραχηλισμός της κοινωνίας μας, στο κατό-πι της ηγετικής της τάξης, χρόνια πριν από την κρίση. Αραγε το δηλητήριο της ψευτιάς και της καταφρόνιας το στάλαξαν στην κοινή μας γλώσσα μόνο οι σημερινοί νεοναζί; Το υπαινίχθηκα πιο πάνω: το έγκλημα -έγκλη-μα διαρκές- άρχισε να τελείται με τον κάλπικο λόγο ασυνείδητων πολιτικών, κενολόγων ρητόρων, ημιμα-θών δημοσιολόγων και ακαλλιέργητων τεχνοκρατών, ο οποίος, όσο αποκάλυπτε την αναλήθεια, την ιδιοτέλεια και την απάτη του -κάτι χειρότερο, τη διαφθορά όσων τον χειρίζονταν-, τόσο βαθύτερα αποξένωνε όλο και μεγαλύτερα τμήματα του λαού από το πολιτικό και οι-κονομικό κατεστημένο και από τα κόμματα του λεγόμε-νου σήμερα 'συνταγματικού τόξου'. Και τι να πω για την απίστευτα χυδαία 'υποκουλτούρα', με την οποία η ελεγ-

Η ιστορία είναι πάντα

14

Κείμενο: Κώστας Τσαούσης

παρελθόν

χόμενη από άνομα συμφέροντα εμπορική τηλεόραση δεν σταμάτησε επί δεκαετίες να θρέφει τον κοσμάκη, αναμοχλεύοντας με σαδιστική μανία τον κοινωνικό βυθό και σπέρνοντας, μαζί με τον φόβο για τον 'ξένο', τον φθόνο και τους 'αποπάνω' και τον πιο κυνικό μηδε-νισμό; Αυτά καλλιέργησαν το έδαφος όπου φύτρωσε και θέριεψε το δηλητηριώδες δέντρο που σήμερα μας τρομάζει. Ναι, τούτη η αρρώστια είναι η δική μας.

»Ας είναι. Δεν έχω γιατρικό γι' αυτή τη λέπρα - μακά-ρι να το βρουν όσοι έχουν λόγο στη δημόσια ζωή. Εκείνο που εγώ προσπαθώ να κάνω είναι να ανασύρω πάλι και πάλι στην επιφάνεια, από τα βάθη κάθε λέ-ξης που λέω ή γράφω, τα υπολείμματα της ανάπηρης ανθρωπιάς μας, για να τα φανερώσω σε όσο γίνεται περισσότερους ανθρώπους. Στο κάτω κάτω, έστω κι αν η γλώσσα μας κρύβει κάμποσο σκοτάδι, κάποιοι από εμάς χρειάζεται να δείξουμε το φως της. Προπάντων όταν εκείνο φέγγει τόσο λίγο για τους πιο πολλούς. Ας ανακαλέσουμε στη μνήμη μας τον αθάνατο λόγο της Αντιγόνης, ειπωμένο αιώνες πριν από την έλευση του Χριστού: 'ούτοι συνέχθειν, αλλά συμφίλειν έφυν' (Αντιγόνη, στ. 563). Οχι, δεν γεννηθήκαμε για να μοι-ραζόμαστε το μίσος, αλλά την αγάπη. Μόνο αυτό το συμφίλειν είναι ικανό να μας χαρίσει κάποια λύτρωση σε τούτη τη ζωή και να κρατήσει ζωντανά τα έργα και τις πράξεις μας για τους επιγενόμενους. Και χρειάζεται να το αποζητούμε ακόμα πιο πολύ όταν, όπως συμβαί-νει σήμερα, γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Τουλάχιστον να το λέμε και να το ζούμε με συμπόνια για κάθε άν-θρωπο - κι ας μας σφάξουν τα 'παλικάρια' της Χρυσής Αυγής».

Η προσωπική ματιά του Κιουρτσάκη στα πράγματα με συγκινεί, γιατί έχει το θάρρος να ξεφεύγει από τις σκο-πιμότητες της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας να κοιτά τα εσώτερα των Νεοελλήνων που δεν «τους βρίσκεις πλέον πουθενά». Το βιβλίο του Κιουρτσάκη ήταν για μένα ερεθιστικό για τη σκέψη μου για τη συνέχεια, για τις προοπτικές… Σταματώ εδώ και δίνω τη σκυτά-λη στο επιστημονικό λόγο της καθηγήτριας Βασιλι-κής Γεωργιάδου: «α) Τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, όταν οι δεξιοί λαϊκιστές και οι ακροδεξιοί της Ευρώπης άρχιζαν να καταγράφουν εκλογικές επιτυχί-

ες τη μία μετά την άλλη, οι Ελληνες ομοϊδεάτες τους παρέμειναν κυριολεκτικά στο περιθώριο της κομματι-κής σκηνής. Η κατάσταση στην Ελλάδα άλλαξε λίγο πριν και, ριζικά, μετά την έκρηξη της παρούσας χρη-ματοοικονομικής κρίσης. Πρόκειται για ένα χρονικό διάστημα που σηματοδότησε το τέλος της ελληνικής 'ομαλότητας'. Η χρηματοοικονομική κρίση κατέδει-ξε ακριβώς πόσο στέρεα είχε ριζώσει εν τω μεταξύ ο δεξιός εξτρεμισμός. Πίσω από την 'ελληνική ομαλότη-τα', κρυβόταν μια χώρα με υψηλές κρατικές δαπάνες και χαμηλή παραγωγικότητα, με έναν κρατικό τομέα αναποτελεσματικό και αδιαφανή, καθώς και με μια έντονα πολιτειακή οικονομία, με ισχυρά οργανωμένα συμφέροντα, τα οποία αξιοποίησαν την πελατειακή νο-οτροπία και τη λογική του καρτέλ που διείπε τη σχέση τους με τα κόμματα και το κράτος. Η κρίση ευνόησε το ακροδεξιό δυναμικό, που υπέβοσκε, να βγει στην επιφάνεια. Κάτω από τον μανδύα της αντικαπιταλιστι-κής και της αντιευρωπαϊκής ρητορικής, όπως και ενός λόγου καταγγελτικού της παγκοσμιοποίησης και του πολιτισμικού πλουραλισμού, το κοινωνικό δυναμικό που ήταν επιρρεπές σε ένα τέτοιο patchwork-αφήγημα εξαπλώθηκε διαπερνώντας όλο το πολιτικό πεδίο, από τα αριστερά ως τα δεξιά του ιδεολογικού άξονα.

»β) Ο Λαϊκός Σύνδεσμος - Χρυσή Αυγή. Πρόκειται για ένα ιδιότυπο κόμμα, που φέρει γνωρίσματα πολιτοφυ-λακής και δρα ως ιδιωτικός παραστρατιωτικός μηχανι-σμός (militia). Από υπάρξεώς του (το 1983), υπερασπί-ζεται ανοιχτά τον εθνικοσοσιαλισμό, χρησιμοποιεί τα σύμβολά του (αγκυλωτός σταυρός), τις τελετουργικές αναπαραστάσεις του (χιτλερικός χαιρετισμός), τα μο-τίβα του λόγου του (φυλετισμός, αντισημιτισμός), τα μέσα της δράσης του (πολιτική βία).

»Στις διπλές βουλευτικές εκλογές του 2012, έχοντας λίγο πριν δοκιμαστεί στην τοπική σκηνή του Δήμου της Αθήνας (2010), πραγματοποίησε ένα μεγάλο άλμα, μετακινούμενο από την πολιτική ασημαντότητα, στην οποία επί δεκαετίες βρισκόταν, στην κεντρική πολιτική σκηνή μιας χώρας βυθισμένης στην κρίση.

»γ) Οι εκλογείς έβγαλαν προσωρινά τη Χρυσή Αυγή από τη θέση του κομματικού παρία στην οποία βρισκό-

ταν επί τρεις δεκαετίες, ή ο πολιτικός εξτρεμισμός έχει ήδη αναχθεί σε συνιστώσα της κομματικής σκηνής; Το κομματικό σύστημα στην Ελλάδα εμφανίζει ρευστότη-τα και μεταβατικότητα. Εάν διαθέτουν βάθος οι πολιτι-κές ευκαιρίες που εκκολάπτονται για τον πολιτικό εξ-τρεμισμό και τους εκφραστές του, θα εξαρτηθεί από πολλά: από την στάση των θεσμών απέναντι σε ακραία φαινόμενα που κινούνται πέραν των ορίων της συ-νταγματικής τάξης και της δημοκρατικής κουλτούρας, αλλά και των ίδιων των πολιτών, που έχουν καθήκον να ορθώσουν ένα στέρεο φράγμα ενάντια στην ακρο-δεξιά πλημμυρίδα».

Το θέμα προφανώς δεν κλείνει. Επεται συνέχεια και η δύναμη είναι προς την μεριά μας. Τη μεριά των ενερ-γών συνειδητοποιημένων πολιτών μιας ευρωπαϊκής χώ-ρας όπου ο αντιφασισμός δεν είναι ένα απλό σύνθημα για μαθητικές εκδηλώσεις με φουστανέλες και γιατα-γάνια ακριβώς γιατί υπάρχουν και οι κραυγές των ΟΥ-Κάδων στις παρελάσεις…

*Ο τίτλος προέρχεται από σημείωση του Τίτου Πα-τρίκιου.

«Ο πειρασμός της Νοσταλγίας», Τίτος Πατρίκιος, εκδόσεις Κίχλη, πρώτη έκδοση Μάρτιος 2015«Γυρεύοντας στην εξορία την πατρίδα σου», Γιάννης Κιουρτσάκης, εκδόσεις Πατάκη, 2015«Ο δεξιός εξτρεμισμός στην Ευρώπη», συλλογι-κό έργο, συμμετέχουν: Brigitte Bailer, Tamás Boros, Gideon Botsch, Yngve Carlsson, Roberto Chiarini, Radu Cinpoe, Βασιλική Γεωργιάδου, Katrine Fangen, Mridula Ghosh, Christoph Kopke, Marcin Kornak, Riccardo Marchi, Michael Minkenberg, András Biró Nagy, Kristina Nauditt, Rafa Pankowski, Britta Schellenberg, Martin Schulz, Zoltán Vasali, Fabian Virchow, Harald Weilnböck, Gerd Wermerskirch, επι-μέλεια: Ralf Melzer, Sebastian Serafin, μετάφραση: Ελίζα Παπαδάκη, εκδόσεις Πόλις 2014

Μάρτιος 201515

Κείμενο / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Η σχέση του Γιώργου Υφαντή με το μολύβι του ήταν πάντ-α ιδιαίτερη: εκεί έβρισκε καταφύγιο στα δύσκολα παιδικά του χρόνια, ζωγραφίζοντας λευκές κόλλες χαρτ-ί, αλλά και… τσιμπώντας με αυτό τους συμμαθητές του. Το μολύβι έμελλε να γίνει και το βασικό εργαλείο της δουλειάς του μερικά χρόνια αργότερα. Κι αυτ-ό γιατί σήμερα είναι σκιτσογράφος, υπογράφοντας μεταξύ άλλων σκίτσα στο ένθετο της εφημερίδας «Καθημε-ρινή», το «Εφημεριδάκι». Σύμφωνα με τον ίδιο, του αρέσει πολύ να γνωρίζει νέους ανθρώπους και να κάνει καινούργιους φίλους. Σπάνια δίνει συνεντε-ύξεις γιατί θέλει περισσότερο να αποτυπώνει τις σκέ-ψεις του στο χαρτί και στα σκίτσα του: «Είναι αυτ-ά που με εκφράζουν περισσότερο», μου λέει ψιθυριστά. Ο Γιώργος είναι ιδιαίτερα εξωστρεφές άτομο και λατρεύει να μοιράζεται ιδέες, σκέψεις, άλλα και προσωπικές στιγμές. Ο ίδιος πιστεύει ότι έχει αρκετ-ή τρέλα για να τη χαρίσει στον κόσμο, ή τέλος- πάντων εκεί που πιστεύει ότι μπορεί να πιάσει τόπο. Παρέα με τον Βουκεφάλα, τη μοτοσικλέτα του, του αρέσει να ταξιδεύει όσο μπορεί. Ετσι, άλλω-στε, εμπνέεται τις περισσότερες φορές. Και το μεγα-λύτερο όνειρό του; Να γνωρίσει καλύτερα τον κόσμο μέσα από τα ταξίδια με τη μηχανή του!

Ο Γιώργος έπιασε το μολύβι στα χέρια του από την προσχολική ηλικία. Από τριών ετών έκανε παντού μου-ντζούρες. Οπου έβρισκε λευκό χώρο έπαιρνε το μολύ-βι του και έκανε τις πρώτες του καλλιτεχνικές επεμβά-σεις. Μεγαλώνοντας όμως ανέπτυξε, όπως ήταν φυσι-κό, πολύ την αισθητική του, βλέποντας έτσι πτυχές και συνδυασμούς σχημάτων, από το σημείο του παρατη-ρητή, στοιχεία που οι άλλοι δυσκολεύονταν να δουν.

Οπως μου εξομολογήθηκε ο ίδιος, «στο σπίτι που με-γάλωσα υπήρχε έντονη βία, ψυχική, άλλα και σωματι-κή. Εβλεπα τα λάθη, τα ξεσπάσματα, το άδικο. Αυτό λοιπόν, σε συνδυασμό με τη δική μου σκέψη και λογι-κή, με βοήθησε να αναπτύξω το χιούμορ μου, και να καλυτερέψω την δική μου συμπεριφορά στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους και ειδικότερα με τους φίλους μου. Σχεδιάζοντας παντού και συνέχεια, κατάφερνα να ξεφεύγω, να εκφράζομαι ήσυχα χωρίς να ενοχλώ κανέναν, να μπορώ να βγάζω από μέσα μου και να με-ταφέρω πάνω σε μια κόλλα χαρτί αυτό που έκανε καλό στην ψυχή μου. Ηταν ένας τρόπος ψυχοθεραπείας για μένα να σχεδιάζω, να τραβώ γραμμές. Αυτό εγώ το ονομάζω δημιουργικότητα».

Και προσθέτει ο Γιώργος: «Στο σήμερα, λοιπόν, έχο-ντας κάνει την αυτοδιδασκαλία μου και τις σπουδές μου και έχοντας αναπτύξει την αίσθηση του χιούμορ, βρίσκομαι σε ένα επίπεδο που μπορώ να κάνω τον κό-σμο να γελάσει. Είναι ένας συνεχής στόχος αυτός. Γνωρίζοντας ότι όλοι οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη το γέλιο, κάνω τα πάντα για αυτό. Τα πάντα για μένα εί-ναι τα σκίτσα μου, οι γελοιογραφίες μου, οι εικονο-γραφήσεις μου. Παράλληλα, έχω πάντα την καλή διά-θεση να πω ένα αστείο στην παρέα, ή να δημιουργήσω ένα βίντεο με κάποιο θέμα και να το μοιραστώ στο δι-αδίκτυο με τους φίλους μου και τον υπόλοιπο κόσμο. Σε κάποιους δεν αρέσουν τα αστεία μου και η δου-λειά μου, ίσως επειδή είμαι πολύ φίλος με τις βωμο-λοχίες και το εκκεντρικό χιούμορ. Αλλά και σε έμενα δεν μου αρέσουν πάντα αυτά που κάνω και προσπαθώ να βελτιωθώ. Κάθε μέρα! Στο υβρεολόγιό μου συμπε-ριλαμβάνομαι κι εγώ, χωρίς εξαίρεση. Ο αυτοσαρκα-σμός είναι σημαντικό εργαλείο και το λαδώνω να μη σκουριάσει».

Με όπλο ένα μολύβι

16

18

Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

«Με λένε Μαργαρίτα και δουλεύω στο ραδιόφωνο από το, μακρινό, 1987». Με αυτά τα λόγια παρουσι-άζει τον εαυτό της η Μαργαρίτα Μυ-τιληναίου στο site του ραδιοφωνικού σταθμού Μέντα 88 FM. Με χιούμορ

αυτοχαρακτηρίζεται «μια από τους δύο ramolimentalists» του σταθμού και δεν ξεχνάει ποτέ να αναφέρει ότι είναι -και θα είναι- πάντα σε απόσταση οκτώ μαθημάτων από το πτυχίο της αγγλικής φιλολογίας.

Από πολύ νωρίς την κέρδισε το ραδιόφωνο, αλλά και η μουσική εν γένει. Εχει δουλέψει σχεδόν σε όλα τα αθη-ναϊκά ραδιόφωνα, έχει μια από τις πιο αναγνωρίσιμες γυναικείες φωνές και παράλληλα έχει κάνει επιμέλειες σε θεατρικές παραστάσεις και μουσικά προγράμματα, σεμινάρια ραδιοφώνου, voice-over σε διαφημίσεις, έχει γράψει κείμενα, στίχους και τόσα άλλα.

Το στούντιο όμως είναι ο χώρος που νιώθει περισσότε-ρη ασφάλεια. Είναι σαν δεύτερο σπίτι της. «Μου πήρε αρκετό καιρό να βρω τον βηματισμό μου 'στον αέρα'», μου λέει η ίδια και συνεχίζει: «Είκοσι οκτώ χρόνια ραδι-οφωνικών πτήσεων ακούγονται πολλά. Και είναι. Αλλά η ασφάλεια και η σιγουριά που νιώθω μέσα στο στού-ντιο την ώρα της εκπομπής δεν συγκρίνονται με τίποτα».

Από το 1987 που έκανε την πρώτη της εκπομπή μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει δεκάδες πράγματα στην ελλη-νική μουσική και ειδικά στο ραδιόφωνο. Της ζήτησα να τα βάλει σε μια σειρά: «Τότε έπαιζα δίσκους βινυλίου, τώρα μπορώ μέχρι και mp3. Τότε χρυσός δίσκος σήμαι-νε πωλήσεις 50.000 κομματιών, τώρα μόλις 5.000. Τότε δεν υπήρχε playlist, τώρα υπάρχει κυρίως αυτό. Τότε δεν υπήρχαν συγκροτήματα media, τώρα υπάρχουν κυρίως αυτά. Τότε οι παραγωγοί μιλούσαν και επέλεγαν ό,τι ήθε-λε η ψυχή τους. Τώρα -ως επί το πλείστον- ό,τι επιθυμεί ο προϊστάμενος/διευθυντής/ιδιοκτήτης. Τότε ψάχναμε και ρωτούσαμε και μαθαίναμε. Τώρα η πληροφορία έρχεται σερβιρισμένη στο πιάτο. Τότε αγοράζαμε με ευ-λάβεια τα δισκάκια μας. Ενδιάμεσα, οι δισκογραφικές μάς έστελναν τα CD στους σταθμούς. Τώρα μόλις ένα-δύο τραγούδια από κάθε δίσκο έρχονται μέσω e-mail από τις εταιρείες στον υπολογιστή μας. Τότε έπαιρνα εφημερίδες και περιοδικά για να ενημερώνομαι. Τώρα

έχω έναν ολόκληρο κόσμο μπροστά μου μέσα σε ένα PC. Και τα κοινωνικά δίκτυα πανταχού παρόντα! Θες να συνεχίσω;».

Γελάμε και συνεχίζουμε να απαριθμούμε. Συνεργασίες, ραδιοφωνικούς σταθμούς, τραγούδια, συχνότητες, αν-θρώπους, στίχους. ANT1, Σκάι, Μελωδία, Δίεση, ΕΡΤ, συνεργασίες τις οποίες η Μαργαρίτα θυμάται με μεγά-λη αγάπη. «Σε όλες χρωστάω κάτι. Στο Δεύτερο και τη Σοφία Μιχαλίτση, στην αρχή μου, γιατί μου έδωσαν μια ευκαιρία. Στον ANT1 γιατί εκεί είδα τι σημαίνουν οι live εκπομπές. Στον Σκάι γιατί μου έμαθε τι σημαίνει ενημε-ρωτικό και ψυχαγωγικό ραδιόφωνο με ακροαματικότη-τες 50-60%. Στον Μελωδία γιατί κάποιοι τρελοί στήσα-με ένα ραδιόφωνο με βάση ένα είδος τραγουδιού που ήταν έξω από τα τότε δεδομένα. Στον Δίεση, τον παλιό Σταθμό, που ξαναμοίρασε την τράπουλα από την αρχή. Στα κρατικά ραδιόφωνα γιατί εκεί πίστεψα στη δύναμη των πολλών που -ανεξάρτητα από τις όποιες διαφορές- αγαπούν το μέσο, σέβονται το παρελθόν και ξέρουν να προβάλλουν το καινούργιο».

Ολα αυτά ανήκουν όμως στο παρελθόν. Τον τελευταίο ένα χρόνο και κάτι η Μαργαρίτα Μυτιληναίου μετά από μια σύντομη απουσία βρίσκεται και πάλι πίσω από το μικρόφωνο, αυτή τη φορά στον ραδιοφωνικό σταθμό Μέντα 88 FM. «Αυτή η προσπάθεια ξεκίνησε τον Δε-κέμβριο του 2013. Το Πάσχα του ’14 νομίζω ότι επικε-ντρωθήκαμε στο μουσικό προφίλ που έχουμε σήμερα. Το σκεπτικό είναι απλό: να ενώσουμε τα τραγούδια που αγαπάμε, τις δεκαετίες τους, το tempo και το ύφος τους σε ένα διαφορετικό χαρμάνι, τόσο και τέτοιο που να δί-νει βαθιές ανάσες!» μου λέει. Συγκεκριμένο σκεπτικό, συγκεκριμένες επιλογές και παραγωγοί που αγαπούν το ραδιόφωνο και συνεχίζουν να το κάνουν με τον τρόπο που έμαθαν κάποτε. Επιλέγουν τραγούδια, τα βάζουν στη σειρά, ανακαλύπτουν καινούργια, ξαναθυμούνται τα παλιά. Τόσο απλά. Και ευτυχώς ο κόσμος το έχει αντιληφθεί. «Οταν μετά από 15-16 μήνες λειτουργίας ενός σταθμού ο κόσμος σου δίνει το 4,5% της ραδιο-φωνικής πίτας, σημαίνει ότι κάτι καλό γίνεται, κάτι καλό κάνουμε. Και θα συνεχίσουμε», σχολιάζει η ίδια.

Ξαναγυρνάμε στη μουσική και στα τραγούδια που η Μαργαρίτα αγαπάει περισσότερο. «Ως ιδιοσυγκρασία

αγαπώ πιο πολύ τα 'συννεφιασμένα' τραγούδια, αυτά που λέμε 'μελαγχολικά'. Αγαπώ και κάποιες μελωδίες χωρίς λόγια, αυτές που αποκαλούμε ορχηστρικά κομ-μάτια. Τα τραγούδια 'έξω καρδιά' μπορεί να μου δώσουν πρόσκαιρη χαρά, αλλά δεν γράφουν μέσα μου όπως τα υπόλοιπα», απαντάει και υπογραμμίζει ότι οι προτι-μήσεις της έχουν αλλάξει με τα χρόνια και χαίρεται για αυτό. «Μεγαλώνω. Καταλαβαίνω. Απογοητεύομαι και ενθουσιάζομαι. Ψάχνω με μανία να βρω νέες φωνές και ωραία τραγούδια. Καμιά φορά η επαναληπτικότητα ή το αναμενόμενο των καταξιωμένων δημιουργών και ερμη-νευτών με τσακίζει. Μόνη βασική μου σταθερά, από την αρχή, είναι ο Μάνος Χατζιδάκις. Από εκεί και πέρα όλα είναι ρευστά». Χατζιδάκις και πιο συγκεκριμένα η «Κο-ντέσα Εστερχάζυ» από «Το χαμόγελο της Τζοκόντας» είναι και η πρώτη μελωδία που της έρχεται στο μυαλό όταν κλείνει τα μάτια.

Οσο για την Αθήνα, σύμφωνα με τη Μαργαρίτα σε αυτή ταιριάζει πλέον πιο μελαγχολική μουσική. «Αν με ρώτα-γες πριν 10 χρόνια, θα σου έλεγα πως της ταιριάζει κάτι χαρούμενο. Τώρα, στην εποχή που 'όλα τριγύρω αλλά-ζουνε κι όλα τα ίδια μένουν', θα έβαζα το 'Βαλς των μα-τιών' του Σταύρου Λάντσια. Γιατί; Γιατί έχει μια μελαγχο-λία και μια γλύκα και ένα κρυφό συναίσθημα έτοιμο να βγάλει φτερά και να πετάξει».

Κλείνοντας τη ρωτάω αν μπορούσε να παίζει σε κάθε εκπομπή ένα τραγούδι, ποιο θα ήταν αυτό. «Δεν υπάρχει ένα τέτοιο τραγούδι, ευτυχώς. Δεν μου αρέσει να επανα-λαμβάνομαι. Και -για να πω την αλήθεια- δεν μπορώ να προγραμματίζω εύκολα τα τραγούδια της εκπομπής μου γιατί η διάθεσή μου αλλάζει εύκολα. Μια καλή ή κακή είδηση, ο καιρός, ένα τηλεφώνημα, ένα status update, όλα μπορούν να με επηρεάσουν. Η επιλογή των τραγου-διών, 28 χρόνια μετά, γίνεται με βάση την ανάγκη μου να επικοινωνήσω με τον κόσμο. Θέλω να πιστεύω, χωρίς προγραμματισμούς και αναμενόμενα 'κολλήματα'».

Η Μαργαρίτα των ερτζιανών

Μάρτιος 201519

20

Κείμενο: Στρατής Μπουρνάζος

Eνθεμα και «Ενθέματα». Τι είναι έν-θεμα; Είναι «το μπόλι, ο βλαστός από ήμερο και καρποφόρο δένδρο που μπολιάζεται στο άγριο υπο-κείμενο και το κάνει καρπερό, με ωραία εύχυμα κι εύγευστα φρού-

τα», όπως μας λέει το «Μέγα Λεξικόν όλης της Ελλη-νικής Γλώσσης» του Δ. Δημητράκου. Οπως εξηγούσε ένας από τους θεμελιωτές των «Ενθεμάτων» της «Αυ-γής», ο Αγγελος Ελεφάντης, «από το άγριο υποκείμε-νο, με τα ξινόπικρα ή άνοστα φρούτα, να πεταχτούν καινούριοι βλαστοί που θα κάνουν μια μέρα ωραία και ζουμερά φρούτα, χάρη στο 'ένθεμα' των μη επαγγελ-ματιών συνεργατών της». Το όνομα, λοιπόν, «Ενθέμα-τα» μας εισάγει στο πνεύμα του εγχειρήματος. Είμαστε ένα οκτασέλιδο ένθετο, κάθε Κυριακή, στην «Αυγή». Ξεκινήσαμε το 1996 με διευθυντή τον Γιάννη Βούλγα-ρη και ακολούθησε, το 2000-2008, ο Αγγελος Ελε-φάντης. Σήμερα τα επιμελείται ο Στρατής Μπουρνάζος ενώ τη συντακτική ομάδα συμπληρώνουν ο Μάνος Αυ-γερίδης, η Μαρία Καλαντζοπούλου και η Ιωάννα Με-ϊτάνη.

«Γνώμες και Ιδέες, Λόγος και Τέχνες» είναι ο υπότιτ-λός μας. Θέλουμε να είμαστε ένα ένθετο κριτικό, κι-νηματικό και μαχητικό, με ανεξαρτησία γνώμης αλλά και παρεμβατικό, μορφωτικό και πολιτικό. Νιώθουμε μια άβυσσο να μας χωρίζει τόσο από τον στείρο ακα-δημαϊσμό όσο και από τον στεγνό κομματικό λόγο. Τοποθετούμαστε στον χώρο της ανανεωτικής και ρι-ζοσπαστικής Αριστεράς. Στηρίζουμε κριτικά την προ-σπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είμαστε όμως -όπως και η «Αυγή» συνολικά- κομματικό όργανο ή έντυπο γραμ-μής. Θέλουμε να είμαστε ένα εργαστήριο ιδεών, ένα παράθυρο στην κοινωνία και τον κόσμο. Ξεκινώντας από ένα γεγονός, μικρό ή μεγάλο της επικαιρότητας, προσπαθούμε να το ανοίξουμε, να πάμε σε βάθος. Eτσι, τον μήνα Μάρτιο, εκτός από τα μεγάλα θέματα της επικαιρότητας, φιλοξενήσαμε, μεταξύ άλλων, άρ-θρα για το bullying, τη δίκη της Χρυσής Αυγής, την άνοδο της Λεπέν, τη δημόσια ραδιοτηλεόραση, τους Eλληνες φωτογράφους που απεικονίζουν την κρίση, τη στάση των γερμανικών μέσων ενημέρωσης έναντι της Ελλάδας. Συχνά κάνουμε μικρά αφιερώματα: με την ευκαιρία ενός σημαντικού νέου βιβλίου, για έναν στοχαστή όπως ο Eρικ Χομπσμπάουμ ή ο Τόνυ Τζαντ, για ένα θέμα όπως η ελευθερία στο διαδίκτυο, ο νεο-ναζισμός, ο ρόλος των social media στις σύγχρονες εξεγέρσεις, ο Μάης του ’68, σύγχρονες αναγνώσεις του μαρξισμού, τα Δεκεμβριανά.

Με λίγα λόγια θέλουμε τα «Ενθέματα» ένα εργαστή-ριο ιδεών, από σκοπιά αριστερή και κριτική. Δεν μας

αρέσουν οι πλατφόρμες και τα σεντόνια, προσπαθού-με ο λόγος μας να είναι σαφής, οξύς και νευρώδης, με χιούμορ, με πάθος που δεν θολώνει ωστόσο την κρί-ση. Παράλληλα, θέλουμε να είμαστε παράθυρο στον κόσμο: να παρακολουθούμε την κίνηση των ιδεών, τον διάλογο και τις αντιπαραθέσεις, τα κινήματα, σε ζητή-ματα αιχμής, σε ευρωπαϊκό αλλά και διεθνές επίπεδο. Γι’ αυτό και μεγάλο μέρος της ύλης μας είναι συνεντεύ-ξεις με ξένους στοχαστές ή μεταφράσεις από περιοδικά -ηλεκτρονικά και έντυπα-, όπως το “ROΑR magazine” (για τα ευρωπαϊκά κινήματα), το “Mediapart” (για τα γαλλικά πράγματα), το “Jadaliyya” (για τον αραβικό κόσμο), το “LeftEast” (για τα Βαλκάνια, την κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη), το αμερικανικό “Jacobin”.

Τα «Ενθέματα» δεν θα μπορούσαν να είναι αυτό που είναι χωρίς τρία καθοριστικά στοιχεία: πρώτον, την Αρι-στερά και τα κινήματα˙ δεύτερον, την «Αυγή»˙ τρίτον, τους ανθρώπους τους. Για τα δύο πρώτα θα πω μόνο ότι είναι ο αέρας τον οποίο αναπνέουμε. Οσον αφο-ρά την «Αυγή» ειδικότερα, πέρα από ένθετο, νιώθουμε οργανικό κομμάτι αυτής της σπουδαίας εφημερίδας, μας δίνει μεγάλη χαρά και ώθηση μοιραζόμαστε (με τη διεύθυνση και τους ανθρώπους της) κοινές αγωνίες, προβληματισμούς και όνειρα.

Τέλος, τα «Ενθέματα» δεν θα ήταν αυτό που είναι χω-ρίς τους ανθρώπους τους. Πρώτα από όλα τη συντα-κτική τους ομάδα, την κινητήρια δύναμη για την έκ-δοσή τους: τον Μάνο Αυγερίδη, τη Μαρία Καλαντζο-πούλου, την Ιωάννα Μεϊτάνη (και, παλιότερα, τη Σο-φία Ζουμπουλάκη, την Κατερίνα Λαμπρινού, τον Γιάν-νη Μπαλαμπανίδη και τον Κώστα Σπαθαράκη). Χωρίς τις ιδέες, το πάθος, τον χρόνο τους, με δυο λέξεις την ψυχή και το μυαλό τους, τα «Ενθέματα», απλά, δεν θα υπήρχαν.

Είναι όμως και πολλοί άλλοι: όλοι όσοι και όσες θα στείλουν ένα κείμενο, θα κάνουν μια επισήμανση, θα μεταφράσουν, θα αναδημοσιεύσουν, θα μιλήσουν πα-ραέξω για τα «Ενθέματα». Είναι όλοι και όλες που τα περιβάλλουν με ενδιαφέρον, με στοργή, με αγάπη, νοιάζονται γι’ αυτά, χαίρονται αλλά και κάποιες φο-ρές διαφωνούν ή και θυμώνουν μαζί μας: η φαντασια-κή κοινότητα των αναγνωστών και των φίλων, όλων αυ-τών που τα αισθάνονται, περισσότερο ή λιγότερο, δική τους υπόθεση.

Γι’ αυτό ακριβώς τα «Ενθέματα» δεν είναι μόνο οι οχτώ σελίδες κάθε Κυριακή (και η αντίστοιχη παρουσία στο διαδίκτυο). Είναι και το εντευκτήριόν μας, στην οδό Βαλτετσίου, στα Εξάρχεια, όπου συζητάμε - και το κα-λοκαίρι πίνουμε ένα ποτό στη βεράντα. Είναι οι εκδη-

λώσεις που κάνουμε, συνήθως με το RedNotebook, ένα εγχείρημα με το οποίο μας συνδέουν αδελφικές σχέσεις (ανάμεσα σε άλλα για την την Αραβική Ανοι-ξη, το Occupy Wall Street, την ακροδεξιά). Το πάρτι μας, κάθε χρόνο στα τέλη του Ιούνη, στον υπέροχο κήπο του Συλλόγου των Αρχαιολόγων, στο Θησείο. Τα χιουμοριστικά δρώμενα, με κορυφαίο «την περιφορά του παστιτσίου». Και πολλά ακόμα. Το ταξίδι συνεχίζε-ται, και σας καλούμε όλους και όλες σε αυτό…

H περιφορά του Παστιτσίου, Σεπτέμβριος 2012

Σε κατανυκτικό κλίμα, εκατοντάδες πιστοί εόρτασαν τη μνήμη του αγρίου και θερμοφόρου πατρός Παστι-τσίου. Η περιφορά του παστιτσίου (ένα ταψί) ξεκίνησε από την ιερά σκήτη «Ενθεμάτων», στην οδό Βαλτετσί-ου. Ο ιερομόναχος Ευστράτιος ο Κρης εξήγησε πώς «κατά τη διάρκεια του τυραννικού μνημονιακού ζυγού, ο σεπτός Παστίτσιος προϋφύλαξεν την σκήτην ημών και το ευλαβές εκκλησίασμά της (μαρξιστάς, κομ-μουνιστάς, τροστκιστάς, συριζιστάς, ανταρσυστάς, αντιεξουσιαστάς, ενίοτε και ρεφορμιστάς) από πάσα απειλήν, κρατικήν αυθαιρεσίαν, ου μην αλλά και κα-ταστολήν». Ταυτόχρονα, εξέφρασε τη συγκίνησή του που θα συλλειτουργούσε με δύο εκλεκτούς αδελφούς, «υπέρλαμπρους αστέρες του πασταφαρισμού», τον θεοφιλέστατο χωρεπίσκοπον Τσαμαδού Ιωάννην και τον υπέρτιμον πάσης Ηλιουπόλεως Εμμανουήλ.

Τέσσερις ευλαβείς νέοι σήκωσαν την τάβλα, στο κέ-ντρο της οποίας ήτο τοποθετημένο εντός υάλας πυρέξ το ιερόν παστίτσιον. Το πλήθος, σε κατάσταση ένθεου ενθουσιασμού, ακολουθούσε ψάλλοντας κοντάκια και απολυτίκια όπως «Χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρ-νά», «Εκ της νεότητος ο πειρασμός», «Του Γέροντος η μπεσαμέλ ποτέ της δεν σουρώνει, μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι», «Εραναν το φέισμπουκ παστίτσιο με κρέ-μα», «Ενας είναι ο εχθρός, ο ιμπεριαλισμοοοοός!».

Η λιτανεία, διαμέσου της πλατείας Εξαρχείων, έφτα-σε στην (κοινωνικήν) μητρόπολιν Τσαμαδού. Πλήθος ευσεβών είχαν στολίσει τους προαύλιους χώρους του Στεκίου Μεταναστών με κεριά, ενώ άλλοι θαμνώνες περίμεναν γονυπετείς στις καρέκλες τους. Ανεπέμφθη-σαν ύμνοι και δεήσεις, εψάλη η συνταγή του παστι-τσίου, ενώ η βραδιά κορυφώθηκε με τον θρησκευτικό ύμνο «Εχετε ψαράδες ψάρια, αστακούς και καλαμά-ρια;» (η ερώτηση του Ιησού στους αλιείς) και το ιδιόμε-λον «Εχουμε καλή σαρδέλα, σαν την έμορφη κοπέλα!» (η απάντηση των αλιέων). Η περιφορά ολοκληρώθηκε στη σκήτη «Ενθεμάτων». Οι ππ. Εμμανουήλ, Ευστράτι-ος και Ιωάννης ευλόγησαν το παστίτσιον, το οποίο και επολλαπλασιάσθη (τρία ταψιά). Ακολούθησε παστι-τσοκλασία και κρασοκατάνυξις. Ευλόγησον!

«Ενθέματα», μπόλια και ιδέες

Μάρτιος 201521

Κείμενο: Γιώργος ΤσακνιάςΚείμενο: Θοδωρής Τριανταφύλλου

Ο σαξοφωνίστας Charles Lloyd δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, τουλάχιστον για τους φί-λους της jazz. Ενας πολύ μεγάλος καλλιτέχνης, ένας πραγματικός «ζωντανός θρύλος», αν θέ-λουμε να χρησιμοποιήσουμε έναν κλισέ χαρα-κτηρισμό. Με μια καριέρα πάνω από 50 χρόνια και μια πληθώρα ιστορικών ηχογραφήσεων στον χώρο της jazz, αποτελεί και στις μέρες μας μια απολύτως δημιουργική μονάδα, που δεν σταμα-τάει ούτε στιγμή να ανιχνεύει νέους μουσικούς δρόμους και να επιδιώκει πρωτότυπες συνεργα-σίες.

Στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα αγαπητός, γεγονός που ευοδώθηκε περαιτέρω και με την πολύ επι-τυχημένη συνεργασία του με την Μαρία Φαρα-ντούρη. Σε αυτό το πλαίσιο, η κυκλοφορία δυο σπουδαίων αρχειακών του ηχογραφήσεων από τα μέσα των ‘60s, την περίοδο ακριβώς που το περιπετειώδες κουαρτέτο του Lloyd «απογειωνό-ταν», λίγους μήνες πριν από τη δισκογραφική εταιρεία Resonance records, αποτέλεσε μια πολύ σημαντική είδηση για τους φίλους της jazz. To κουαρτέτο του Lloyd αποτελούσαν τότε ο μεγά-λος Ούγγρος κιθαρίστας Gabor Szabo, παλιός γνώριμος του σαξοφωνίστα από τα γκρουπ του Chico Hamilton, o μπασίστας Ron Carter, ένας από πιο δραστήριους μπασίστες στην ιστορία της jazz και βέβαια αναντικατάστατο μέλος του θρυ-λικού δεύτερου κουιντέτου του Miles Davis. Τέ-λος, στα τύμπανα βρίσκουμε τον Pete La Roca. Ο ίδιος ο Lloyd είχε μόλις εγκαταλείψει το γκρουπ του Cannonball Αdderley.

Το κουαρτέτο του Lloyd με τη εντυπωσιακή σύν-θεση δεν άφησε γνωστές ηχογραφήσεις. Αυτό το μουσικό κενό ήρθε να καλύψει η έκδοση της Resonance. Πρόκειται για δυο ηχογραφήσεις με διαφορά λίγων μηνών μεταξύ τους το καλοκαίρι του 1965 σε μια Αμερική που πραγματικά πολιτι-κά και πολιτιστικά βράζει.

Η μία είναι ηχογραφημένη στο πλαίσιο ενός αβανγκάρντ φεστιβάλ στο Judson Hall, έναν αρ-κετά φόρμαλ χώρο και setting στο οποίο το κου-αρτέτο του Lloyd ήταν το μοναδικό jazz event. Πρόκειται για ένα σετ που σώθηκε χάρη στο με-ράκι του 19χρονου τότε φοιτητή του Κολούμπια και μεγάλου λάτρη της jazz George Klabin, ση-μερινού ιδιοκτήτη της Resonance.

Η δεύτερη ηχογράφηση αφορά μια εμφάνι-ση στο Slugs’ Saloon, έναν χώρο πιο hip, πιο underground και εν τέλει πιο δεκτικό σε jazz live. Ο ήχος είναι λίγο κατώτερης ποιότητας αλλά η ενέργεια και η ένταση επί σκηνής αποτυπώνονται με θαυμάσιο τρόπο στην ταινία του φορητού κα-σετοφώνου Nagra που έφερε μαζί του ο Bjorn von Schlebrugge και στον οποίο χρωστάμε αυτόν τον ανέκδοτο μέχρι σήμερα μουσικό θησαυρό.

Η Resonance κυκλοφόρησε μαζί αυτές τις δυο ξεχασμένες στιγμές της jazz σε μια υπέροχη έκ-δοση υπό τον γενικό τίτλο "Manhattan stories", τακτοποιώντας ένα δισκογραφικό κενό στην πορεία του μεγάλου Charles Lloyd. Κάπως έτσι ακουγόταν η ανήσυχη jazz μισό αιώνα πριν, τόσο μοντέρνα και δημιουργική ακούγεται και σήμερα.

Στην Ελλάδα είναι άκρως επίκαιρο το θέμα των γκραφίτι πάνω σε έργα τέχνης και κτίρια παραδοσιακά ή διατηρητέα. Ας δούμε όμως ένα αντίστροφο παράδειγμα: πρόσφατα, ο Add Fuel (κατά κόσμον Diogo Machado), street artist από τη Λισαβόνα, ζωγράφισε ένα κουτί της ΔΕΗ (ή, τέλος πάντως, όπως λέγεται η αντίστοιχη πορτογαλέζικη ΔΕΗ) με τρόπο τέ-τοιο που να μοιάζει σαν από μέσα να είναι επενδεδυμένο με azulejos, τα παραδοσιακά πλακάκια που αποτελούν σήμα κα-τατεθέν της πρωτεύουσας της Πορτογαλίας. Ο Add Fuel χρη-σιμοποίησε στένσιλ και σπρέι για να μιμηθεί με απίστευτη πι-στότητα τα azulejos -είναι έμπειρος εξάλλου, καθώς έχει αξι-οποιήσει το παραδοσιακό μοτίβο και σε άλλα έργα του-, ενώ πρόσθεσε τη σκίαση που δημιουργεί την ψευδαίσθηση του βάθους και των δύο στρωμάτων.

Το έργο αναζητά τον σύγχρονο και δημιουργικό τρόπο επα-νασύνδεσης με την παράδοση της πόλης, στον ζωντανό ιστό του αστικού τοπίου. Η παρέμβαση έγινε με την άδεια της ΔΕΗ και στο πλαίσιο του πρότζεκτ “Trampolins Gerador”, μιας προσπάθειας της ΜΚΟ Mistaker Maker να προωθήσει τη σύγχρονη τέχνη και, κυρίως, τη street art στις γειτονιές της Λισαβόνας.

Street art και παράδοση

Charles Lloyd: Μanhattan stories

Τa κείμενa δημοσιεύτηκaν στο dimartblog.com.

22

Κείμενο: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Ανακοινώθηκε η λίστα των υποψηφίων για το Man Booker International Prize, ένα βραβείο που δίνεται κάθε δύο χρόνια σε συγγραφείς για τη συνολική προ-σφορά τους στο μυθιστόρημα. Σε αντίθεση με το (απλό) Booker, το International δεν αφορά μόνο αγγλόφωνους συγγραφείς. Ιδού η φετινή λίστα:

César Aira (Αργεντινή)Hoda Barakat (Λίβανος)Maryse Condé (Γουαδελούπη)Mia Couto (Μοζαμβίκη)Amitav Ghosh (Ινδία)Fanny Howe (ΗΠΑ)Ibrahim al-Koni (Λιβύη)László Krasznahorkai (Ουγγαρία)Alain Mabanckou (Δημοκρατία του Κονγκό)Marlene van Niekerk (Νότιος Αφρική)Η ανακοίνωση του τελικού νικητή θα γίνει στις 19 Μαΐου.

Τα μέλη της επιτροπής περιγράφουν την εμπειρία της ανάγνωσης για την επιλογή των υποψηφίων ως «απο-λαυστικά συναρπαστική». «Το μυθιστόρημα σήμερα βρίσκεται σε έξοχη φόρμα: είναι ένα πεδίο διερεύνη-σης, ένας χάρτης της ανθρώπινης καρδιάς […] ένα πη-γάδι απολαύσεων, ένα εργαστήριο της γλώσσας. Ειλι-κρινά, νιώθουμε πως ήρθαμε πιο κοντά στο δέντρο της γνώσης».(Υπενθυμίζεται ότι τα προηγούμενα χρόνια το βραβείο αυτό απονεμήθηκε σε μερικά ιερά τέρατα: στη Λίντια Ντέιβις το 2013, στον Φίλιπ Ροθ το 2011, στην Αλις Μονρό το 2009, στον Τσινούα Ατσέμπε το 2007 και στον Ισμαήλ Κανταρέ το 2005.)

Και πώς να μη ζηλέψεις τα μέλη αυτής της επιτροπής; Και πώς να μη νιώσεις πολύ, πολύ παράξενα διαβάζο-ντας την απροσδόκητη αυτή λίστα;

Ως βιβλιόφιλος (ή βιβλιομανής), έχεις τον ρυθμό σου στην ανάγνωση, παρακολουθείς τι καινούργιο κυκλο-φορεί, διαβάζεις όσα μπορείς, εκνευρίζεσαι όταν κά-ποιο βιβλίο αποδεικνύεται πολύ κατώτερο των προσ-δοκιών σου γιατί νιώθεις πως έχασες την ευκαιρία να διαβάσεις κάτι πραγματικά καλό, ξαναδιαβάζεις παλιά και αγαπημένα, επιστρέφεις σε κλασικούς, τσιμπάς με χαρά πληροφορίες για ό,τι τυχόν κάνει ντόρο στο εξωτε-ρικό (δηλαδή στην Αγγλία, στην Αμερική, άντε και στη Γαλλία) - και ξαφνικά έρχεται η λίστα του Man Booker International Prize και σε στέλνει στο προγλωσσικό στά-διο: γιατί ανακαλύπτεις ότι, προφανώς, υπάρχει λογοτε-χνία -και μάλιστα καλή λογοτεχνία- στη Λιβύη και στον Λίβανο και στο Κονγκό και στη Μοζαμβίκη και στη Γου-αδελούπη. Στη Γουαδελούπη, για τον Θεό. Και γιατί να μην υπάρχει, βέβαια; αναρωτιέσαι μετά. Ελα ντε. Ισως φταίει που ο μέσος (καλλιεργημένος, έστω) Δυτικός άν-θρωπος μπορεί να σκεφτεί τη Γουαδελούπη γενικά πέ-ντε-έξι φορές στη ζωή του. Πόσο μάλλον να σκεφτεί

τη λογοτεχνία της. Αλλά υπάρχει. Φυσικά και υπάρχει. Μέρος της έχει μεταφραστεί, μάλιστα, και στα αγγλι-κά. Και τότε συνειδητοποιείς πόσο στενά είναι τα όριά σου σε σχέση με τον μεγάλο κόσμο, τις γλώσσες και τη γλώσσα. Συνειδητοποιείς πως «έχεις γεννηθεί με μια λίστα βιβλίων προς ανάγνωση που ποτέ δεν θα τελειώ-σεις».

Εντάξει, τι να γίνει; σκέφτεσαι, αναστενάζεις και το προ-σπερνάς. Διότι ακόμα κι αν δεν υπήρχε καλή λογοτε-χνία στη Γουαδελούπη, πάλι θα ήταν αδύνατο να διαβά-σεις όλα όσα λαχταράς. Τότε όμως προκύπτει το επό-μενο αμείλικτο ερώτημα: αν έπεφτε στα χέρια σου ένα βιβλίο του Κονγκολέζου Αλαίν Μαμπάνκου ή της Μα-ρίζ Κοντέ, της Γουαδελουπιανής συγγραφέως που είναι υποψήφια για το Man Booker International, θα το διά-βαζες; Θα το επέλεγες έναντι του καινούργιου Κόου, ας πούμε, ή ενός Χένρι Τζέιμς που σου έχει ξεφύγει; Είναι, νομίζω, σχεδόν το αντίστοιχο δίλημμα με την προσφο-ρά ενός σαββατοκύριακου στο Λονδίνο (όπου έχεις πάει καμιά δεκαριά φορές) από τη μια ή ενός στη Γου-αδελούπη (που δεν ξέρεις καλά-καλά πού πέφτει) από

την άλλη. Τι διαλέγεις; Αυτό που ξέρεις ή αυτό που είναι (εντελώς) άγνωστο και εξωτικό;

Φυσικά, απάντηση δεν υπάρχει. Είναι, δε, κάπως αστείο ότι κάτι τέτοιο ενδέχεται να σκέφτονται και αναγνώστες από την Αργεντινή, λόγου χάρη, για την ελληνική λογο-τεχνία, έστω κι αν έχει αποσπάσει δύο Νόμπελ. Οσο κο-ντά κι αν ερχόμαστε, όσες γέφυρες κι αν χτίζουν οι εκ-δότες και οι μεταφραστές, ο κόσμος παραμένει πολύ μεγάλος, και η λίστα των προς ανάγνωση ατέλειωτη και διαρκώς επιμηκούμενη. Και ο χρόνος μας (εκτός από τα λεφτά) περιορισμένος. Μάλλον θα πρέπει να θεωρού-με ευτύχημα πως έστω και ένας από τους υποψήφιους συγγραφείς για το Man Booker International του ’15 πρόκειται να εκδοθεί στην Ελλάδα - ο Ούγγρος Λάζλο Κράζναορκαϊ από τις εκδόσεις Πόλις. Μοναδικό κατα-φύγιο, η φιλοσοφημένη παραίτηση: ίσως μετά από αυτή τη λίστα, κάποιοι άλλοι άνθρωποι, κάπου στον κόσμο, να διαβάσουν τα βιβλία της Κοντέ από τη Γουαδελούπη. Και να τα χαρούν.

Το δράμα του βιβλιόφιλου

23 Μάρτιος 2015

24

Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης

Αν τα τελευταία δύο χρόνια έτυχε να συναντήσετε μια κοπέλα στο Κέντρο να φωτογραφίζει τις στοές του εμπορικού τριγώνου και να προ-σπαθεί να τις χαρτογραφήσει, τότε γνωρίζετε ήδη τη Νατάσσα Παππά.

Η 28χρονη ασχολείται εδώ και μερικά χρόνια με το πρότζεκτ αυτό και πριν από λίγο καιρό είχε τη χαρά να το κρατήσει τυπωμένο σε ένα πρωτότυπο βιβλίο-οδηγό.

«Είμαι γραφίστρια και είμαι καλά», μου λέει η Νατάσ-σα όταν αποφασίζουμε να αρχίσουμε τη συνέντευξη. Γιατί η βόλτα μαζί της στο Κέντρο είχε από ξενάγηση και χάζεμα βιτρίνας μέχρι σχόλια για κοινούς γνω-στούς και φίλους.

«Σπούδασα γραφιστική στο ΤΕΙ και μετά πήγα για Erasmus στο Βέλγιο», αρχίζει να μου εξιστορεί. «Δού-λεψα δύο χρόνια στην Ελλάδα σε ένα δημιουργικό γραφείο, οπότε μπήκα κατ' ευθείαν στα ωραία μονοπά-τια της γραφιστικής. Δεν χρειάστηκε να περάσω από διαφημιστικές εταιρείες και άλλα τέτοια. Μετά πήγα στην Ολλανδία για μεταπτυχιακό και το 2012 αποφά-σισα να γυρίσω στην Ελλάδα». Πριν τη ρωτήσω γιατί αποφάσισε να γυρίσει στην πατρίδα της, ειδικά μια εποχή που η χώρα μας δεν βρισκόταν και στην καλύ-τερη φάση της, αναρωτιέμαι τι μεταπτυχιακό αποφάσι-

σε να κάνει. «Είχε να κάνει με τη γραφιστική και τον δημόσιο χώρο», απαντάει και εντυπωσιάζομαι. Η ίδια αγαπάει τον αστικό ιστό, αν και μεγάλωσε στη Βαρυ-μπόμπη. «Με τα πρώτα δικά μου χρήματα πήγα και νοί-κιασα ένα σπίτι στο Θησείο. Μου άρεσε πολύ η πόλη, να περπατάω και να φωτογραφίζω συνεχώς».

Παρόλα αυτά δεν ήταν αυτός ο τομέας η αρχική επιθυ-μία της. Ηθελε να σπουδάσει γραφιστική εξειδικευμέ-νη σε εκδόσεις και βιβλία. Την ενδιέφερε αυτή η πλευ-ρά του σχεδιασμού που έχει να κάνει περισσότερο με την επικοινωνία. Να σκέφτεται μια ιδέα, να ψάχνει τρόπους να την υλοποιήσει, να καταπιάνεται με κάτι από την αρχή μέχρι το τέλος. «Στη σχολή στην Ελλά-δα δεν είχαμε τέτοιες επιλογές. Μπορούσες να γίνεις ή εικονογράφος ή ανιματέρ. Τα μαθήματα τυπογραφί-ας ήταν ελάχιστα και αυτά old school. Από το δεύτε-ρο έτος κατάλαβα όμως τι μου άρεσε και ξεκίνησα να διαβάζω ξένα περιοδικά και να πηγαίνω στο εξωτερικό όσο πιο συχνά μπορούσα», μου λέει η Νατάσσα και θυμάται ότι τον πρώτο καιρό στην Ολλανδία ανακά-λυπτε συνεχώς μια άλλου είδους γραφιστική. Μπορεί αντί για τις εκδόσεις να ασχολήθηκε με τον δημόσιο χώρο, αλλά τελικά κατάφερε να συνδυάσει και τα δύο με ιδανικό τρόπο. «Η πτυχιακή μου ήταν πολύ σχετική με αυτό. Είχα φτιάξει ένα περιοδικό που άφηνες στον δημόσιο χώρο και όποιος ήθελε το διάβαζε, έγραφε

σχόλια πάνω στα άρθρα, ακόμα και δικά του άρθρα. Ηταν μια πολύ ανοιχτή ιδέα, την οποία μου ζήτησαν να παρουσιάσω και σε μια έκθεση περιοδικών στο Λου-ξεμβούργο, όπου ήταν όλα τα ανεξάρτητα περιοδικά».

Ευτυχώς για εκείνη, μπήκε από νωρίς σε ένα χώρο πολύ εξειδικευμένο. Στην Ολλανδία βρέθηκε να σπου-δάζει μια γραφιστική που είχε να κάνει με την κοινωνι-ολογία, τη φιλοσοφία και πράγματα που και η ίδια δεν φανταζόταν ποτέ. «Εκεί κατάλαβα ότι όλα αυτά έχουν να κάνουν με την επικοινωνία», σχολιάζει η ίδια. Εκτός όμως από σπουδές, η Νατάσσα ξεκίνησε να δουλεύει σε ένα γραφείο που έκανε παρεμβάσεις στην πόλη και ήθελε αυτό το φιλικό και αυθόρμητο στοιχείο που έχει ως Ελληνίδα να τους βοηθήσει να το περάσουν στην πόλη τους. «Φυσικά αυτό ήταν πολύ δύσκολο», μου αναφέρει. «Προσπαθούσαν, αλλά εμένα όλο κάτι μου έλειπε. Δεν λέω ότι δεν το έκαναν καλά, αλλά είναι όπως όταν έρχεται ένας Ολλανδός και φτιάχνει ένα σχέδιο για την Ομόνοια που είναι πολύ ωραίο, αλλά εμάς δεν μας ταιριάζει. Κάτι αντίστοιχο».

Κάπως έτσι το 2012 αποφασίζει να γυρίσει πίσω και να ψάξει στην Ελλάδα με ποιο τρόπο θα «παντρέψει» τη γραφιστική της με τον δημόσιο χώρο. Εχει ήδη αρχίσει να φωτογραφίζει στοές, χωρίς να ξέρει ακόμα πώς θα τις χρησιμοποιήσει. Στο μεταξύ ξεκινάει να δουλεύει

26

μαζί με τον Παναγιώτη Τσακόπουλο πάνω σε ένα βι-βλίο για τη μεταπολεμική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα και κάνει πράξη όσα έμαθε, αλλά και όσα ονειρευό-ταν όλα αυτά τα χρόνια. Από το εξώφυλλο, τον σχεδι-ασμό, την επιλογή των φωτογραφιών, μέχρι τον τρόπο που οι τελευταίες θα τοποθετηθούν, η Νατάσσα τα έχει επιμεληθεί όλα. Για αυτό και νιώθει πολύ περή-φανη για το βιβλίο «Αναγνώσεις της ελληνικής μετα-πολεμικής αρχιτεκτονικής» και τη συνεργασία της με τον Τσακόπουλο. «Είχα την ευκαιρία να δημιουργήσω με τον τρόπο που ήθελα γιατί είχα να κάνω με έναν αρχιτέκτονα που καταλάβαινε τη σκέψη μου. Ενα βι-βλίο 700 σελίδων ήταν τεράστιο πρότζεκτ για εμένα που μόλις ξεκινούσα. Χαίρομαι πολύ που πάει τόσο καλά και σε λίγο θα μπει και στις σχολές», τονίζει.

Φυσικά παράλληλα με όλα αυτά δεν σταματάει ποτέ να ασχολείται με τις στοές. Είχε αρχίσει ήδη όμως το θέμα να γίνεται λίγο trend από ομάδες πόλης και διάφορες δράσεις που λάμβαναν χώρα εκεί. «Συνειδητοποίησα ότι κάτι δεν μου αρέσει», παρα-δέχεται η Νατάσσα και προσθέτει: «Η εκμετάλλευση των χώρων δεν γινόταν με τον καλύτερο τρόπο και φοβόμουν ότι πολύ γρήγορα κάποιοι από αυτούς θα έχαναν τον χαρακτήρα τους», αναφέρει. «Είχα κάνει την έρευνα, είχα βγάλει φωτογραφίες, είχα κάνει τη χαρτογράφηση μέσα από παλιούς χάρτες και google maps, αλλά ακόμα δεν είχα καταλήξει», συμπληρώνει.

Τελικά προσέγγισε το θέμα όπως έκανε στην Ολλαν-δία, με ένα πρότζεκτ. Αφού συγκέντρωσε όλο το υλι-κό, έψαξε να βρει ποιο ήταν το πραγματικό πρόβλη-μα για εκείνη. Και αυτό ήταν ότι δεν υπήρχε σήμανση,

οι στοές ήταν σκοτεινές και εγκαταλειμμένες. «Τώρα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση», μου διευκρινίζει ενώ πίνουμε τον καφέ σε μια από τις στοές που έχει μελετήσει. Αυτή η έλλειψη σήμανσης την οδήγησε στις ταμπέλες εξόδου και τελικά η Νατάσσα έφτιαξε έναν πολύ διαφορετικό χάρτη. Εναν οδηγό που έχει μαζεμένες τις στοές του εμπορικού τριγώνου. Δεν πρόκειται, πάντως, για μια απλή καταγραφή. Δεν την ενδιέφερε, άλλωστε, να πει στον αναγνώστη τι πρέπει να κάνει. Την ενδιέφερε να μπορεί ο άλλος να κρα-τήσει το βιβλίο και να κάνει τη δική του βόλτα στις στοές, να καταγράψει την εμπειρία του, να χαθεί και να ξαναβρεθεί σε γνώριμα στέκια.

Γιατί η κάθε στοά δεν έχει μόνο μια ιστορία, δεν έχει μόνο μια ανάγνωση, δεν έχει καν μόνο μια είσοδο ή έξοδο. Η Νατάσσα κράτησε εξάλλου μόνο τις στο-ές που συνδέουν δρόμους μεταξύ τους˙ έφυγαν οι τυφλές και σιγά σιγά η αφαίρεση μεγάλωσε. Αν και περιμένεις έναν οδηγό με φωτογραφίες και κατόψεις, η ίδια σκέφτηκε να κρατήσει μόνο το σχεδιάγραμμα της κάθε στοάς. Μια κόκκινη γραμμή με διαφορετικό κάθε φορά σχέδιο που αποτυπώνει την πραγματική κατάσταση της στοάς σήμερα. «Βασίστηκα στην έν-νοια της εξόδου και του εναλλακτικού δικτύου σύν-δεσης της πόλης. Μπορεί να περάσεις μέσα από μια στοά και να έχει ησυχία παρόλο που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, να δεις εικόνες από άλλη εποχή, να δεις άλλο κόσμο, να έχεις μια προσωπική επαφή με τους ανθρώπους. Οπότε φέρνω στην επιφάνεια όλο αυτό και ταυτόχρονα έχοντας αυτές τις φωτο-γραφίες μπροστά και πίσω που είναι σαν καρτ πο-στάλ διατηρώ τις εικόνες των πινακίδων εξόδου που σιγά σιγά και αυτές χάνονται».

Τελικά το βιβλίο έχει τρεις αναγνώσεις. Εναν χάρτη στο εξώφυλλο που δείχνει μαζεμένες όλες τις στο-ές, ένα σχεδιάγραμμα με την κάτοψη της καθεμιάς και φωτογραφίες στο μπροστινό και πίσω μέρος. Για την ακρίβεια έχει όσες αναγνώσεις μπορεί κανείς να σκαρφιστεί. Γιατί είναι και μια καλή ευκαιρία να γυ-ρίσει κάποιος σιγά σιγά όλες τις στοές της Αθήνας -μια και οι περισσότερες είναι άγνωστες-, να σημειώ-νει ημερομηνίες, εμπειρίες, συναντήσεις, βόλτες. Ενα αστικό ημερολόγιο που αν το αγαπήσεις θα γίνει ένα πολύτιμο εργαλείο για τις βόλτες σου στο Κέντρο και θα σε βοηθήσει να ανακαλύψεις μια Αθήνα που δεν φαντάζεσαι ότι υπάρχει.

Μιλώντας με τη Νατάσσα αναρωτιέμαι πώς κατέλη-ξε σε αυτή τη τόσο μίνιμαλ απεικόνιση. «Στην αρχή ξεκίνησα να κάνω ένα βιβλίο με φωτογραφίες από τις προσόψεις, αλλά ήταν πολύ βαρετό. Ηθελα να το εμπλουτίσω με κείμενα, αλλά δεν υπήρχαν και κατά-λαβα ότι έβγαιναν πολύ ωραία σχήματα από τις στο-ές, αυτό ήταν και το αναπάντεχο της ιστορίας. Ολη αυτή η αφαίρεση ήταν για εμένα ρίσκο, δεν ήμουν σίγουρη αν ο κόσμος θα μπει στη διαδικασία να ακο-λουθήσει τη λογική του, αλλά είμαι πολύ χαρούμενη που ακούω θετικά σχόλια», αναφέρει η ίδια.

Ο οδηγός πόλης «Εντός στοάς - Αθηναϊκά περάσμα-τα» έχει εκδοθεί από το Χαρτοβασίλειον και προς το παρόν είναι διαθέσιμος στο Forget Μe Νot στην Πλάκα και στον Ιανό σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ενώ σύντομα θα κυκλοφορήσει και σε άλλα κεντρικά καταστήματα.

Μάρτιος 201527

28

Μάρτιος 201529

30

Μάρτιος 201531

32

Μάρτιος 201533

34

Μάρτιος 201535

36

Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Εδώ και λίγους μήνες οι Ελληνες τηλεθεατές έχουν αποκτήσει το δικό τους αγαπημένο άθλημα. Τέσ-σερις παίκτες, βαριές πέτρες και δύο σκούπες έχουν αναστατώσει τα βράδια της Τρίτης και έχουν κάνει

το κέρλινγκ μόδα. Στην πραγματικότητα, το τελευταίο πανελλήνιο πρωτάθλημα κέρλινγκ διεξήχθη στο Γιαμί-κοβο της Βουλγαρίας το 2008 και από τότε το άθλημα δεν έχει καθόλου αγωνιστική δράση. Ολα αυτά στην πραγματική ζωή, γιατί στη νέα σειρά του Γιώργου Κα-πουτζίδη «Εθνική Ελλάδος» το κέρλινγκ έχει την τι-μητική του και μέσα από αυτό ήρωες της καθημερινό-τητας βιώνουν τα δικά τους προβλήματα και προσπα-θούν να τα λύσουν με κόπο και πολλή προσπάθεια.

Και αν όλα αυτά δεν είναι ακριβώς αυτό που θα περί-μενε κάποιος από την καινούργια σειρά του σεναριο-γράφου, λίγο τον απασχολεί όπως φαίνεται. Και καλά κάνει. Οσοι λατρέψαμε άλλωστε το «Παρα πέντε» φο-βόμασταν να δούμε μια αντιγραφή του. Σύμφωνα με την Κωνσταντίνα Μιχαήλ, πρωταγωνίστρια της σειράς, ο Καπουτζίδης έχει ξεπεράσει πια το άγχος της σύγκρι-σης. Οσο και αν οι ηθοποιοί αναρωτιόντουσαν αν το κοινό θα ακολουθήσει τον ρυθμό της σειράς που δεν έχει το εμφανές χιούμορ του «Παρά πέντε», εκείνος έμοιαζε απόλυτα σίγουρος. «Υπήρχαν στιγμές κατά τη διάρκεια της δημιουργίας της σειράς που εμείς αμφι-βάλλαμε για την αντίδραση του κοινού. Ο Γιώργος και σιωπηλά ο σκηνοθέτης μας Αντώνης Αγγελόπουλος ήταν όμως πεπεισμένοι. ‘Εχουν αλλάξει οι εποχές, άλ-λαξα και εγώ. Εγώ αυτά θέλω να πω, αν δεν τους αρέ-σουν δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο’, μας έλεγε ο Γιώρ-γος», θυμάται η Κωνσταντίνα Μιχαήλ, η οποία συνερ-γάζεται για πρώτη φορά με τον σεναριογράφο.

Στο παρελθόν υπήρχε η σκέψη μιας συνεργασίας τους, όμως αυτή δεν ευοδώθηκε και έτσι πέρυσι το Πάσχα βρέθηκαν και οι δύο καλεσμένοι σε μια εκπομπή και είπαν τα πρώτα «γλυκά λόγια». «Η συνεργασία μας είναι καρμική, υπέροχη», λέει η Κωνσταντίνα. «Εχουν βαρεθεί να μας ακούνε να λέμε ότι όλα είναι καλά, αλλά εμείς αγαπιόμαστε και μέσα και έξω. Ο Γιώργος είναι σπιρτόζος, είναι ένα γλύκας και όλοι τον αγαπά-με πάρα πολύ. Και οι συντελεστές και οι τηλεθεατές», συμπληρώνει. Ειδικά οι τελευταίοι έδειξαν και αυτή τη φορά ότι εμπιστεύονται το ένστικτό του. Γιατί μπορεί

με την «Εθνική Ελλάδος» να μην ξετρελάθηκαν όλοι από την αρχή, αλλά σε κάθε επεισόδιο κερδίζει όλο και περισσότερους θαυμαστές. «Η σειρά αυτή κάνει μια τομή, δείχνει πώς έπρεπε να είναι πάντα τα σίρι-αλ», μου λέει η Κωνσταντίνα. «Βλέπω πώς παίζουμε και αναρωτιέμαι γιατί πριν ήμασταν σαν ψάρια σε ενυ-δρείο. Τώρα όλα είναι φυσικά, πιο αληθινά».

Οι λόγοι που οδήγησαν την Κωνσταντίνα να δεχθεί να συμμετάσχει στη σειρά είναι, πέρα από την εκτίμησή της στον Καπουτζίδη, η δραματική χροιά που έχει ο ρόλος της και τα σκληρά θέματα με τα οποία κατα-πιάνεται η «Εθνική Ελλάδος». «Χάρηκα πολύ που η Φρόσω είναι ένας άνθρωπος που κλαίει και γελάει και φυσικά όταν όλοι διαβάζαμε το σενάριο γνωρίζαμε ότι το θέμα του ρατσισμού θα συγκινούσε ιδιαίτερα το κοινό». Η Φρόσω είναι μια γυναίκα που έχει ταλαι-πωρηθεί ιδιαίτερα. Είναι παντρεμένη με έναν αρκετά σκληρό άνθρωπο, ρατσιστή και βίαιο. Στην πορεία της σειράς κάνει την επανάστασή της, αλλά η αλλαγή δεν θα έρθει όσο εύκολα νομίζουμε. «Οταν έχω να γυρίσω μια δύσκολη σκηνή είναι σαν να πηγαίνω να δώσω εξετάσεις στο πιο δύσκολο διαγώνισμα», εξο-μολογείται η ηθοποιός και συνεχίζει: «Και στο τέλος φεύγουμε όλοι ράκος, έτσι που το μόνο που θέλω είναι να κάτσω στον καναπέ και να κοιτάω το ταβάνι. Πάντα είχα μια ιδιαίτερη ευαισθησία στην καταπίεση και την περιθωριοποίηση του γυναικείου φύλλου. Προσεγγίζω τον ρόλο μέσα από τις εμπειρίες των ανθρώπων που ζουν γύρω μου. Στο περιβάλλον μου, στη γειτονιά μου, στην ελληνική επαρχία που τόσο αγαπώ, αλλά και στα σαλόνια που όλα δείχνουν όμορφα αλλά όταν κλείνει η πόρτα πέφτει ράβδος».

Η βία έκανε και τη Φρόσω να σκεφτεί για πρώτη φορά στη ζωή της το διαζύγιο. Και δεν μιλάμε μόνο για τη γροθιά που δέχτηκε σε ένα από τα προηγούμενα επει-σόδια, αλλά και την ψυχολογική βία που βίωνε για πολλά χρόνια. «Ακόμα και με τους καινούργιους τρό-πους διαβίωσης και λειτουργίας της κοινωνίας, η γυ-ναίκα δεν παύει να υποβιβάζει τον εαυτό της. Η βία δεν είναι ένα καινούργιο φαινόμενο στο σπίτι της Φρόσως, αλλά η συνειδητοποίηση ότι χάνει την επικοινωνία με το παιδί της την ταρακουνάει. Η μπουνιά είναι σαν να άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Και φυσικά η ευκαιρία που της έδωσε η αδερφή της να συμμετάσχει στο κέρ-λινγκ, η ευκαιρία να φύγει από τη μιζέρια της. Πατάει

στον πάγο και ουσιαστικά πατάει στα πόδια της. Βέ-βαια τα πράγματα δεν αλλάζουν από τη μέρα στην άλλη. Αλλά ταρακουνήθηκε και όταν ταρακουνιέσαι όλα είναι πιθανά».

Η Φρόσω είναι μια ήσυχη γυναίκα, νοικοκυρά και καλή μητέρα. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζει. Το πρωί δου-λεύει στο κομμωτήριό της και το βράδυ μαζεύει εκεί κρυφά τις αλλοδαπές φίλες της και παίζουν μπιρίμπα. Μια γυναίκα από την Κίνα που καταλαβαίνει ελάχιστα ελληνικά, μία μουσουλμάνα και μία μαύρη είναι οι κα-λύτερες φίλες της Φρόσως το βράδυ και οι θανάσιμοι εχθροί του συζύγου της το πρωί.

Η Κωνσταντίνα μένει στην Κυψέλη και είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη σε θέματα ρατσισμού και φασι-σμού. Πιστεύει ότι υπάρχει ακόμα ένα μεγάλο μέρος του κοινού που ζει μέσα στο πρόβλημα, όμως προτιμά-ει να το κρύβει κάτω από το χαλί. Μέσα από τη σειρά όμως βλέπουμε ότι αυτή η διαφορετικότητα που προ-βάλλεται μαλακώνει λίγο τις γωνίες του προβλήματος. Για εκείνη, η γειτονιά της Φρόσως δεν έχει τίποτα το περίεργο. «Γίνομαι απλώς μια γυναίκα πιο απλή από αυτό που είμαι στη ζωή, τα υπόλοιπα μου φαίνονται απολύτως φυσιολογικά. Βλέπω αντιδράσεις ανθρώ-πων που ζουν στα βόρεια προάστια και είναι λες και ζουν σε άλλη χώρα. Οπως όταν περνάς πρώτη φορά την Brooklyn Bridge στη Νέα Υόρκη νομίζεις ότι είναι ψεύτικο το σκηνικό και παίζεις στον ‘Νονό’. Ετσι είναι και με εμάς. Για κάποιους μοιάζει ψεύτικο, αλλά είναι εκεί αυτοί οι άνθρωποι, υπάρχουν και χρειάζονται την στήριξή μας».

Η συζήτηση με την Κωνσταντίνα περνάει με ευκολία από την πολιτική στα κοινωνικά ζητήματα, στην Κυψέ-λη που τόσο αγαπάμε και οι δύο και στην υποχρέω-σή μας να βοηθάμε αυτούς που το έχουν ανάγκη. «Εί-μαστε τελικά ρατσιστές;» τη ρωτάω. «Δεν θέλω να πι-στεύω ότι είμαστε, αλλά το βλέπω, υπάρχει. Και δεν είναι μόνο ο Κινέζος, ο μαύρος, είναι και ο κοντός, ο χοντρός, ο άσχημος, ο γκέι. Δεν μπορούμε να δε-χθούμε την διαφορετικότητα, είναι λες και έχουμε μεί-νει στο άγαλμα του Πραξιτέλη. Και δεν μπορούμε να δούμε ότι δεν είμαστε καν σαν αυτόν!» λέει η Κωνστα-ντίνα γελώντας και αποφορτίζει την ατμόσφαιρα λίγο πριν κλείσουμε.

Με τη σκούπα στο χέρι

Μάρτιος 201537

38

Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης

Δεν είναι η πρώτη φορά που συνα-ντώ τον Νίκο Διαμαντή. Τον γνω-ρίζω από το θέατρο Σημείο. Είναι ένας άνθρωπος αφοσιωμένος στο θέατρο. Ζει για το θέατρο. Αυτό που δεν γνώριζα είναι ότι γεννήθηκε και

μεγάλωσε στον Πειραιά. Το έμαθα τώρα, που ανέλα-βε νέος καλλιτεχνικός διευθυντής στο Δημοτικό Θέ-ατρο Πειραιά.

«Γεννήθηκα στην Παλιά Κοκκινιά. Εκεί είναι το πατρικό μου μέχρι σήμερα. Εχω γείτονες φίλους, ανθρώπους που έχω παίξει μπάλα σε αυτή τη γειτονιά. Πήγα σχο-λείο στη Ράλλειο εδώ απέναντι και στη συνέχεια στην Ιωνίδειο», μου λέει καθώς συζητάμε στο γραφείο του στο Δημοτικό Θέατρο.

Βρίσκομαι περικυκλωμένος από οργανογράμματα, ημερολόγια, αυτοκόλλητα χαρτάκια με ιδιόχειρες ση-μειώσεις πάνω. Και οι τέσσερις τοίχοι αυτού του μικρο-σκοπικού γραφείου έχουν γεμίσει ασφυκτικά από σχέ-δια, ιδέες και σκέψεις του νέου καλλιτεχνικού διευθυ-ντή. «Θέλω να τα βλέπω μπροστά μου», παραδέχεται χαμογελώντας. Μου αρέσει πολύ αυτή η εικόνα. Μου αρέσει που έχει βάλει χαρτάκια μέχρι και για τον Ιού-νιο του 2016.

«Ο πολιτισμός είναι μια υπόθεση ανάπτυξης σε βάθος χρόνου. Αν ζητήσεις από τον πολιτισμό κοντοπρόθε-σμες επενδύσεις, το πιθανότερο είναι να πέσεις σε λα-ϊκίστικες λύσεις. Τις έχουμε δει αυτές να συμβαίνουν πολύ συχνά», μου εξηγεί. «Το Δημοτικό Θέατρο πρέ-πει να βρει έναν βηματισμό, ώστε να γίνει ένας εξω-στρεφής, αναπτυξιακός οργανισμός που θα δημιουρ-γεί σπινθήρες στην πνευματική μας ζωή. Οφείλει να αποτελέσει στέγη και αφορμή δημιουργίας», συνεχίζει συνοψίζοντας το όραμά του.

«Πώς μπορεί να γίνει αυτό πράξη;» τον ρωτάω και ο ίδιος στέκεται σε κάποια σημεία-κλειδιά του προγράμ-ματος που ανακοίνωσε και τα οποία θεωρεί ενδεικτι-κά των προθέσεών του. «Ενα γεγονός που σφραγίζει την επανεκκίνηση του Δημοτικού Θεάτρου είναι η έκ-θεση ‘Τα στοιχειώδη’ του Χρήστου Μποκόρου. Πρωτο-παρουσιάστηκε στο Μπενάκη με μεγάλη επιτυχία και δίνει το μέτρο κάποιων πραγμάτων που θα μπορούσαν να είναι οδηγός όσων συμβαίνουν γύρω μας. Αυτό σε συνδυασμό με τον ‘Φάουστ’ και τον παιγνιώδη ‘Ρω-μαίο και Ιουλιέτα’, που θα παρουσιαστεί εντελώς δια-φορετικά, αποτελούν τα τρία βήματα πάνω στα οποία το Δημοτικό Θέατρο χτίζει τους πυλώνες του», μου επι-σημαίνει.

Ιδιαίτερη μνεία επιφυλάσσει για μία εκδήλωση που δεν ανέφερε στην πρόσφατη συνέντευξη τύπου. «Την επό-μενη άνοιξη θα γίνει μία πνευματική παρουσίαση πάνω στα Προσφυγικά. Τι είναι τα Προσφυγικά του Πειραιά; Τι πρόσφεραν; Πώς οι πρόσφυγες πήραν στην πλάτη τους την Ελλάδα και άλλαξαν τις οικονομικές, κοινω-νικές και πολιτιστικές συνθήκες ζωής; Είναι μία έκθεση που αφορά όλες τις συνοικίες του Πειραιά. Είναι ένα τεράστιο κομμάτι της ελληνικής ιστορίας», παρατηρεί.

Το πρόγραμμα που ανακοίνωσε για την ερχόμενη σεζόν εκφράζει μόνο ένα μέρος του οράματός του. Σχεδιάζει πολλά ακόμα, με έμφαση στην εξωστρέφεια. «Συζητεί-ται μία συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο τον ερχό-μενο Οκτώβριο με πολύ σύγχρονα γαλλόφωνα έργα. Επίσης, την ερχόμενη άνοιξη θα γίνει μία συγκεντρωτι-κή συζήτηση με κάποιους θεατρικούς οργανισμούς του εξωτερικού γύρω από την περφόμανς, το κείμενο, το με-τα-κείμενο, την πνευματική δημιουργία και τον ρόλο της σε συνδυασμό με workshops. Κι ακόμη, είμαστε σε επα-φή με έναν οργανισμό από την Ευρώπη για να μπορέ-σουμε να τον φέρουμε εδώ με μία ιστορική, αλλά από-λυτα σύγχρονη παράσταση», μου αποκαλύπτει.

Πάνω απ’ όλα όμως στην ατζέντα του μοιάζει να είναι η εξυγίανση και ο εξορθολογισμός του θεάτρου. Πώς μπορεί όμως κάποιος να δημιουργεί όραμα, όταν η θη-τεία του ως καλλιτεχνικός διευθυντής διαρκεί μόνο έναν χρόνο; Πώς μπορεί κάποιος να κριθεί για το έργο του μέσα σε έναν μόλις χρόνο;

«Κατ’ αρχάς, εγώ ζητάω να κριθώ από την πρώτη μέρα. Δεν ζητάω καμία πίστωση χρόνου. Φυσικά αναγνωρί-ζω ότι μέσα σε έναν χρόνο δεν μπορείς να παράγεις έργο. Μπορείς όμως να παράγεις προγραμματισμό. Μπορείς να εξυγιάνεις έναν οργανισμό και να στήσεις ένα καθαρό οργανόγραμμα. Και του χρόνου εδώ είμα-στε. Και, όπως έχω ξαναπεί, θα είμαι εδώ για να παρα-δώσω», σχολιάζει.

Γνωρίζοντας και από τον προηγούμενο καλλιτεχνικό διευθυντή, Τάκη Τζαμαργιά, αρκετές από τις διοικητι-κές παθογένειες του Δημοτικού Θεάτρου, επιχειρώ να κατανοήσω πώς ο Νίκος Διαμαντής θα υπερκεράσει τα διάφορα γραφειοκρατικά κωλύματα που μπορεί να βάλουν φρένο σε κάποια από τα σχέδιά του. Το κυ-ρίαρχο πρόβλημα στην περίπτωση του Δημοτικού Θε-άτρου βρίσκεται στην έλλειψη αυτοδιοίκητου. Σύμφω-να με τα μέχρι τώρα δεδομένα, ο καλλιτεχνικός διευ-θυντής κάνει τις προτάσεις του, αλλά είναι απαραίτη-τη η έγκριση αυτών από το ΔΣ του Οργανισμού Πολι-τισμού Αθλητισμού και Νεολαίας του δήμου (ΟΠΑΝ). «Ολα τα αποφασίζω εγώ. Είναι δική μου ευθύνη», μου λέει κατηγορηματικά ο Νίκος Διαμαντής κι εγώ ανα-ρωτιέμαι αν έχει αλλάξει κάτι σχετικά με το αυτοδιοί-κητο. «Οχι, αλλά υπάρχει απόλυτη σχέση εμπιστοσύ-νης ανάμεσα στα τρία μέρη που χειρίζονται το θέατρο. Υπάρχει απόλυτη σχέση εμπιστοσύνης από τον δήμαρ-χο, κύριο Μώραλη, προς εμένα και από τον ΟΠΑΝ και τον πρόεδρό του, κύριο Ελληνιάδη, προς εμένα. Με βάση αυτή πορεύομαι», μου διευκρινίζει.

Επανεκκίνηση σε νέα βάση

Μάρτιος 201539

«Δεν μπορώ να ξέρω τι συνέβαινε στις σχέσεις του προηγούμενου καλλιτεχνικού διευθυντή με τον δήμο. Εγώ προσωπικά τιμώ τον κύριο Τζαμαργιά και ο δήμαρ-χος επίσης. Θεωρώ ότι είναι σημαντικό για έναν υγιή οργανισμό να έχει συνέχεια, ακόμα κι αν αλλάζει δι-ευθυντή, αλλάζει στόχους και επιδιώκει να χτίσει ένα πρόγραμμα σε μία τελείως διαφορετική λογική», συ-νεχίζει.

Ενα από τα πρώτα πράγματα για τα οποία δεσμεύθηκε ο Νίκος Διαμαντής είναι η περικοπή σχεδόν κατά 25% του ετήσιου κόστους λειτουργίας του Δημοτικού Θεά-τρου, το οποίο πλέον θα ανέρχεται στα 900.000 ευρώ. Ωστόσο και υπό αυτή τη συνθήκη τα πράγματα είναι δύσκολα, αφού η επιχορήγηση που λαμβάνει ετησίως από τον ΟΠΑΝ είναι στα 350.000 ευρώ. «Τα υπόλοι-πα 550.000 ευρώ έχουν διασφαλιστεί. Θα τα παρουσι-άσω με σαφήνεια τον Σεπτέμβριο», μου λέει χωρίς να μπει σε λεπτομέρειες, αλλά αναλύοντάς μου τον πυρή-να του σκεπτικού του. «Ο τρόπος που βηματίζει οικονο-μικά το Δημοτικό Θέατρο είναι λίγο διαφορετικός από πριν. Είναι λίγο διαφορετικός όσον αφορά το θέμα του οργανογράμματός του. Υπάρχουν κάποιες αλλαγές που του έχουν επιτρέψει να χτίσει έναν εσωτερικό κανο-νισμό, ο οποίος θα το κάνει ταχύτερο και ασφαλέστε-ρο. Επίσης, υπάρχει μία σαφής προοπτική. Η προοπτι-κή μιας τριμερούς συνεργασίας ανάμεσα στο υπουρ-

γείο Πολιτισμού, την περιφέρεια Αττικής και τον δήμο Πειραιά, που θα οδηγήσει σε μία αμοιβαία στήριξη του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά».

«Αρα να περιμένουμε οικονομική στήριξη από το υπουργείο Πολιτισμού;» αναρωτιέμαι. «Χτίζουμε μία σχέση θεσμική με το υπουργείο Πολιτισμού, που εί-ναι κάτι τελείως διαφορετικό από τις συγκυριακές επι-χορηγήσεις με τις οποίες προσωπικά διαφωνώ κάθε-τα. Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά δεν είναι ο φτωχός συγγενής παρόμοιων πολιτιστικών ιδρυμάτων. Πρέπει να αντιμετωπιστεί επί ίσοις όροις. Και δεν εννοώ μόνο οικονομικά˙ αναφέρομαι στις προγραμματικές συμβά-σεις», μου ξεκαθαρίζει.

«Ταυτόχρονα επιδιώκω να δημιουργήσουμε ένα χορη-γικό μοντέλο με τον κόσμο του Πειραιά. Είμαστε σε επαφή με το Εμπορικό Επιμελητήριο του Πειραιά και τον κύριο Κορκίδη και χτίζουμε ένα πλάνο παρέμβα-σης», προσθέτει και είναι σαφές ότι είναι αποφασισμέ-νος να συμμαχήσει για τη στήριξη του Δημοτικού Θε-άτρου με τις παραγωγικές δυνάμεις της τοπικής κοινω-νίας.

Η δική του κόκκινη γραμμή ακούει στη λέξη λογοκρι-σία. «Δεν είμαι διατεθειμένος σε ένα δημόσιο θέατρο να μπω σε συζητήσεις περί λογοκρισίας. Οι καλλιτέ-

χνες πρέπει να είναι ελεύθεροι να κάνουν τη δουλειά τους όπου κι αν βρίσκονται. Αυτή τη στιγμή, αν κάτι εί-ναι ζωντανό στη σύγχρονη τέχνη, οφείλεται στην ανε-ξαρτησία της. Η σύγχρονη τέχνη είναι ανυπάκουη και αναρχική», μου επισημαίνει.

Την ίδια στιγμή τάσσεται υπέρ της εναλλαγής προσώ-πων σε θέσεις διευθυντικού χαρακτήρα. «Πιστεύω ότι τα πρόσωπα πρέπει να δημιουργούν διάδοχες καταστά-σεις μέσα στους οργανισμούς που δουλεύουν. Στους σύγχρονους ευρωπαϊκούς πολιτιστικούς οργανισμούς η αλλαγή των διευθυντών γίνεται πολλές φορές με την ταυτόχρονη παρουσία και των δύο για ένα μεγάλο χρο-νικό διάστημα μέχρι να ενημερωθεί ο επόμενος. Η ανά-πτυξη είναι τελείως διαφορετικό πράγμα από ένα προ-σωποκεντρικό μοντέλο διοίκησης», μου υπενθυμίζει.

«Αυτό που θέλω είναι το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά να είναι παράδειγμα αξιοκρατίας». Είναι μία φράση την οποία θα επαναλάβει εμφατικά αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας. Του το εύχομαι. Το ζήτη-μα της αξιοκρατίας είναι το μεγάλο του στοίχημα σε μία χώρα που η λέξη (σχεδόν) αγνοείται.

40

Κείμενο: Λήδα Γαλανού, Πόλυ Λυκούργου, Γιώργος Κρασσακόπουλος, Μανώλης Κρανάκης / Φωτογραφία: Μύριαμ Φώτου

Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ένα κινηματογραφικό site που η αγαπη-μένη του ατάκα από το σινεμά εί-ναι το “You had me at hello” από το «Τζέρι Μαγκουάιρ»; Αρκετά, μάλ-λον, μια και για ένα μέσο και μια

επιχείρηση που ξεκίνησε το 2011, όταν η οικονομική κρίση είχε ήδη στρογγυλοκαθίσει στην αγορά, το ζη-τούμενο δε θα μπορούσε να είναι ο οικονομικός θρί-αμβος, η ίδρυση της ColbyCο. Αντίθετα, το μόνο που μπορεί να έχει μια δύναμη και την αντίστοιχη υπομονή μέσα σ’ αυτή τη χρονική στιγμή είναι ο ρομαντισμός και με ρομαντισμό ξεκίνησε το Flix.gr.

Για να εξηγούμαστε, ο ρομαντισμός δεν έχει καμιά σχέση με αφέλεια, μονόκερους κι ερασιτεχνισμό: υπάρχει πάθος και πείσμα στον ρομαντισμό, σαν αυτά που μας κάνουν, τέσσερα χρόνια τώρα, να δουλεύου-με ασταμάτητα, πρωί και βράδυ, σαββατοκύριακα και αργίες, σε γενέθλια και Δεκαπενταύγουστους. Θέλει πολλή δουλειά το Flix και απόλυτη αφοσίωση: θέλει διαρκή τροφοδότηση, πρωτότυπη και υπεύθυνη, για να διατηρεί το προφίλ όχι ενός προσωπικού «ημερολογί-ου», αλλά ενός επαγγελματικού website που καλύπτει τον ελληνικό και διεθνή κινηματογράφο, που διεκδικεί αναγνώστες και διαφήμιση και που, με το ίντερνετ να είναι η μόνη πραγματική εφαρμογή της παγκοσμιοποίη-σης, συναγωνίζεται όλα τα ξένα κινηματογραφικά sites που το κοινό μπορεί, με την ίδια ευκολία, να διαβάζει.

Η μέθοδός μας για να το καταφέρουμε αυτό ήταν από την αρχή ξεκάθαρη. Θέλαμε ένα κινηματογραφικό site ενημερωμένο και ζωντανό. Αφθονία στις ειδήσεις, με φιλτράρισμα φυσικά και σημασία στην αξιοπιστία. Δι-κές μας παραγωγές σε θέματα και σε βίντεο. Ανταπο-κρίσεις από Φεστιβάλ και εκδηλώσεις με αμεσότητα και μπρίο. Κριτικές με άποψη και επιχειρήματα. Και έμφαση σ’ εκείνο το πεδίο όπου το Flix μπορεί στ’ αλήθεια να κάνει τη διαφορά, το ελληνικό σινεμά και οι δημιουργοί του. Και σ’ όλα αυτά, μια κάλυψη που πάντα να έχει το κάτι παραπάνω, είτε ως υλικό, είτε ως άποψη και που να αναδεικνύει συνεχώς την αγάπη μας για το σινεμά. Ακούγεται τετριμμένο αλλά δεν είναι. Το σινεμά είναι ο κόσμος μας και η δουλειά μας, την υποστήριξη και την ανάπτυξή του θέλουμε, όχι την πα-ρακμή του. Είναι πολύ εύκολο να γράφεις αφοριστι-κά κείμενα για σκηνοθέτες, ηθοποιούς και ταινίες. Το δύσκολο είναι, σ’ έναν κόσμο με ελάχιστο attention span, να κάνεις κάποιον ν’ ανακαλύψει και να εκτιμή-σει. Κι αυτό προσπαθεί πάντα να κάνει το Flix, ευλογώ-ντας το σπίτι του, τον κινηματογράφο.

Το Flix το στήσαμε από την αρχή με μια σφιχτή ομάδα που δεν μεγάλωσε πολύ ακόμα - κυρίως γιατί θέλουμε τους συνεργάτες μας να τους αμείβουμε, κανείς μας δεν πιστεύει στο τζάμπα. Ετσι, οι τέσσερίς μας, η Λήδα Γαλανού, η Πόλυ Λυκούργου, ο Γιώργος Κρασσακό-πουλος και ο Μανώλης Κρανάκης, συνεργάτες από τις παλιές μέρες του Περιοδικού Σινεμά και στενοί φίλοι -δεν θα μπορούσαν αλλιώς να έχουν περάσει τέσσερα

δύσκολα χρόνια χωρίς καυγάδες και ρήξεις- στηρι-χτήκαμε στη Radial για τον σχεδιασμό και το στήσιμο του Flix, μια ομάδα με έμπνευση και στιλ και σε λίγους και καλούς συνεργάτες: τον σκηνοθέτη Νίκο Πάστρα που από την αρχή έδωσε στα videos μας ταυτότητα και χαρακτήρα, τον Dark Tyler που γνωρίζει όσο κανείς την αξία της μικρής οθόνης, τον Παναγιώτη Λουκά που ενώ μετοίκησε στο Βερολίνο εξακολουθεί κάθε εβδο-μάδα να φορτώνει το πρόγραμμα αιθουσών όλης της Ελλάδας στο site και κατά καιρούς υπέροχους guests, από τα κομιξικά του Μανώλη Βαμβούνη μέχρι τα μου-σικά του Νίκου Πετρουλάκη.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά πέρασαν τέσσερα χρόνια και, ευ-τυχώς, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι το Flix θα ζήσει πολλά ακόμα. Με μια όλο και καλύτερη θέση στη διαφημιστική αγορά, με την ανάπτυξή του, το application του, νέα σχέδια, νέα όνειρα, περισσότερα έσοδα ελπίζουμε, για να μπορούμε να πραγματοποιού-με αυτά που θέλουμε. Και να έχουμε κουράγιο, οι τέσ-σερίς μας, ώστε παρά τα αδιέξοδα της εποχής, τις προ-σωπικές απώλειες, τα βουνά που έχουμε να διαβούμε καθημερινά, να βάζουμε το κεφάλι κάτω και να δου-λεύουμε για κάτι που αγαπήσαμε πολύ και που πιστεύ-ουμε ότι έχει λόγο ύπαρξης. Σινεμά να υπάρχει και θα υπάρχουμε κι εμείς. Και κοινό. Που στάθηκε μπρο-στά στο Flix, στην οθόνη του, από την πρώτη μέρα, που γράφει σχόλια με πάθος, που αναγνωρίζει σ’ αυτό ένα κύρος και το εμπιστεύεται. Οι αναγνώστες μας. They had us at hello.

Το σινεμά είναι ο κόσμος μας

Μάρτιος 201541

Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος

Μπορούν τα ελληνικά αποστάγμα-τα να σταθούν ισάξια δίπλα σε ποτά όπως η μπύρα και να διεκδικήσουν το δικό τους -έστω και μικρό- μερί-διο αγοράς; Σίγουρα το εγχείρη-μα ακούγεται και είναι πάρα πολύ

δύσκολο, μια και μιλάμε για εταιρείες-κολοσσούς που δραστηριοποιούνται στον χώρο. Τα όνειρα ωστό-σο είναι για τους τολμηρούς. Και αν κρίνουμε από τη Yamas, τη νέα ελληνική σειρά ποτών RTDs (Ready to Drink) που δημιούργησε ο Δημήτρης Μητράκος, τότε δεν αποκλείεται να έχουν και ευτυχή κατάληξη. Ο Δη-μήτρης εξάλλου δεν είναι νέος στον χώρο του φαγη-τού και του ποτού. Εγινε ευρύτερα γνωστός μέσα από την προσπάθεια του στο Poqa, ένα luxury ελαιόλαδο που προωθεί σε αγορές του εξωτερικού μαζί με τους συνεργάτες του.

Για να επιστρέψουμε όμως στη Yamas, η σειρά απο-τελείται από χαμηλόβαθμα αλκοολούχα ποτά (με 4% αλκοόλ), πλούσια σε ανθρακικό, συνοδευόμενα από διάφορες γεύσεις: ούζο με λεμόνι, μαστίχα με πορτο-κάλι και τσίπουρο με λάιμ και τζίντζερ, σε μια vintage

συσκευασία περιεκτικότητας 275 ml. Οπως εξηγεί ο Δημήτρης, «η σειρά προϊόντων Yamas ενσωματώνει σε ένα μπουκάλι τη φιλία, τη διασκέδαση, το χαμόγελο, τον ήλιο, τη θάλασσα και την παράδοση της Ελλάδας. Ενα προϊόν 100% ελληνικό, το οποίο διατηρεί την ποιότητα των παραδοσιακών γεύσεων σε ένα άριστο αποτέλεσμα που ικανοποιεί όλες τις ηλικίες, άνδρες και γυναίκες».

Οσον αφορά τις τρεις γεύσεις, η περιγραφή τους, σύμφωνα με τον Δημήτρη, είναι χαρακτηριστική: α) Ouzo - lemon. Το εθνικό μας ποτό. Είναι αλκοολούχο, αποκλειστικά ελληνικό. Είναι ένα όνομα διακριτικό, κατά παράδοση, ενός αποστάγματος που η ιστορία του χάνεται στα βάθη των αιώνων. Το ούζο είναι ένα απόσταγμα που οφείλει τους οργανοληπτικούς χα-ρακτήρες του στις ουσίες που χρησιμοποιούνται για τον αρωματισμό του και πιο συγκριμένα στον γλυ-κάνισο. β) Mastic - orange. Η μαστίχα, γνωστή από την αρχαιότητα για τις ευεργετικές και θεραπευτικές τις ιδιότητες, είναι η αρωματική ρητίνη που μας προ-σφέρει το μαστιχόδενδρο, ένας θάμνος που ευδοκιμεί αποκλειστικά και μόνο στη νότια Χίο. Ο συνδυασμός

της με χυμό πορτοκάλι δίνει ένα αποτέλεσμα ιδιαίτε-ρα εύγευστο και διαφορετικό για αυτούς που αγαπούν το άρωμα της μαστίχας και αναζητούν εκλεπτυσμένες γεύσεις. γ) Tsipouro - lime & ginger. Το τσίπουρο είναι ένα αυθεντικό ελληνικό προϊόν συνδεδεμένο άρρηκτα με τον τρόπο ζωής, φιλοξενίας και διασκέδασης των Ελλήνων. Ο συνδυασμός του με χυμό λάιμ και τζίντζερ δίνει ένα εκρηκτικό πικάντικο δροσερό αποτέλεσμα δημιουργώντας μια παγωμένη αίσθηση, πλημμυρίζο-ντας τον ουρανίσκο με μπουρμπουλήθρες.

Αυτό το καλοκαίρι, λοιπόν, μπορείς να αναζητήσεις τα Yamas σε μπαρ και σούπερ-μάρκετ. «Καταθέτουμε τη δική μας φρέσκια, καινοτόμα και απολαυστική πρότα-ση στην αγορά των ποτών», προσθέτει ο Δημήτρης και καταλήγει: «Κίνητρό μας είναι 'το αίσθημα του να παίρ-νεις κάτι παραδοσιακό και να το μετατρέπεις σε κάτι καινούριο με άριστη ποιότητα'».

Στην υγειά μας!

42

Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος

Από το νησί της Σαπφούς

Εάν σου ζητούσε κάποιος να ονομάσεις την πατρίδα του ούζου, τότε δίχως πολλή σκέψη θα απαντούσες η Λέσβος. Και όχι άδικα, αφού πολλοί γνωστοί παραγωγοί του δημοφιλούς ποτού δραστηριοποιούνται στο νησί προωθώντας το προϊόν τους, τόσο στην εγχώρια αγορά, όσο και στο εξωτερικό. Οι εμπορικές δραστηριότητες ωστόσο των κατοίκων του τρίτου μεγαλύτερου νησιού στην Ελλάδα δεν εξαντλούνται στο ούζο. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι Λέσβιοι αποφασίζουν να εκμεταλλευτούν τα αγαθά που τους προσφέρει

απλόχερα η γη τους και να τα προσφέρουν στο καταναλωτικό κοινό με όρους σύγχρονου μάρκετινγκ. Είτε λοιπόν μιλάμε για σάλτσες που βασίζονται σε υπεραιωνόβιες παραδοσιακές συνταγές, είτε για τυριά που οι καταβολές τους χάνονται στα βάθη των αιώνων, είτε ακόμα και για… φρεσκοεμπνευσμένα λικέρ με μεγάλες φιλοδοξίες, ένα είναι σίγουρο: η Λέσβος έχει όλα τα φόντα για να ακμάσει και πάλι εμπορικά και να γίνει ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της ευρύτερης περιοχής.

43 Μάρτιος 2015

Αξιοποιώντας συνταγές που χρονολογούνται από το 1895 και προέρχονται από τη μητέ-ρα του, Λέλα, και τις γιαγιάδες του, Ευθυμία και Ελένη, ο Νίκος Παπαγιαννίδης ίδρυσε το 1999 τη δική του οικοτεχνία. Ανάμεσα στα προϊόντα που παράγει ξεχωρίζουν οι σπιτικές σάλτσες, όπως αυτές με ντομάτα και φράου-λα, λιαστή ντομάτα και ούζο, ντομάτα, βαλσά-μικο και πιπεριές, αλλά και ντομάτα και πορ-τοκάλι. «Η παραγωγή γίνεται βάσει σχεδίου HACCP, με την προσωπική μου φροντίδα, και δεν περιέχει συντηρητικά, χρώματα ή άλλες χημικές ουσίες. Το ούζο που χρησιμοποιείται σε κάποια από τα προϊόντα μας είναι από τη Μυτιλήνη και οι σάλτσες σβήνονται με λευκό κρασί, ενώ διατηρούνται σε παρθένο ελαι-όλαδο οικογενειακής παραγωγής», τονίζει ο Νίκος Παπαγιαννίδης. Αυτή τη στιγμή τα προϊόντα του εξάγονται σε Γερμανία, Βέλγιο, ΗΠΑ, Καναδά, Ολλανδία, Νορβηγία, Χιλή, Κύπρο και Αγγλία και κάποια από αυτά είναι μοναδικά στην παγκόσμια αγορά. Πρόσφατα εξάλλου βραβεύτηκαν σε έναν από τους ση-μαντικότερους διαγωνισμούς σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα Great Taste Awards στο Λονδίνο.

ΣΑΛΤΣΕΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗΣ

ΠΑΣΤΑ ΛΕΒΑΗ Ε&Κ ΜΠΟΥΧΛΗΣ ΑΕ είναι μια οικογενεια-κή επιχείρηση που ξεκίνησε το 1953 από τον Κωνσταντίνο Μπουχλή. Σήμερα η τρίτη γενιά

συνεχίζει την παράδοση και παράγει, επε-ξεργάζεται και τυποποιεί προϊόντα της

Λέσβου με τον πιο παραδοσιακό τρόπο. «Αλατίζουμε τον γαύρο,

τη σαρδέλα, τον κολιό και τα 'ψήνουμε' στην πέτρα για έξι μήνες περίπου. Οσο για το σκουμπρί, αυτό καπνίζεται», εξηγεί η Ειρήνη Μπουχλή. Ανάμεσα στα παστά της εταιρείας βρίσκονται οι σαρδέλες σε αλάτι, οι σαρ-δέλες σε λάδι, οι αντσούγιες σε αλάτι, οι κολιοί σε αλάτι

και το σκουμπρί σε λάδι. «Με παλιές συνταγές, σεβασμό

στην παράδοση και πάθος για υψηλή ποιότητα, δημιουργούμε

προϊόντα που ικανοποιούν και τους πιο απαιτητικούς. Ολα παρασκευάζονται

εντελώς παραδοσιακά, χειροποίητα και με παντελή απουσία χημικών συντηρητικών». Σε περίπτωση μάλιστα που είσαι λάτρης των πα-στών, υπάρχει και μία συμβουλή: για καλύτε-ρο αποτέλεσμα, πριν το σερβίρισμα, τινάζεις το περιττό αλάτι και ξεπλένεις με λίγο ξίδι αντί για νερό.

Το πιο φημισμένο, αλλά και το μοναδικό τυρί Προστατευόμενης Ονο-μασίας Προέλευσης που προέρχεται αποκλειστικά από το νησί της Λέσβου, είναι το λαδοτύρι Μυτιλήνης. Το όνομά του το οφείλει στην παραδοσιακή τεχνική συντήρησης μέσα σε ελαιόλαδο, η οποία προσ-δίδει στο τυρί πικάντικη γεύση και άρωμα. Επιβάλλεται να το δοκι-μάσεις από τη Γαλακτοκομική Λέσβου, η οποία χρησιμοποιεί γάλα αποκλειστικά από τις φάρμες του νησιού. Το γάλα συλλέγεται καθη-μερινά από τουλάχιστον 500 κτηνοτρόφους, ενώ τα ζώα εκτρέφονται με παραδοσιακές μεθόδους και ζουν κυρίως σε ελεύθερη βόσκηση. «Είναι γνωστό ότι το νησί της Λέσβου ξεχωρίζει για την ανεπανάληπτη ποικιλία του σε αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά. Για αυτό και τα τυ-ριά χαρακτηρίζονται από αρωματικές αποχρώσεις αιγαιοπελαγίτικων βοτάνων», λέει η Φλώρα Σιαμανδούρα, υπεύθυνη επικοινωνίας της Γαλακτοκομικής Λέσβου, και καταλήγει: «Το πρόβειο γάλα δίνει στα τυριά υπέροχη βουτυρένια υφή, γεμάτη γεύση και ιδιαίτερα αρώματα. Την πλούσια γεύση των τυριών ολοκληρώνει το προσεκτικό αλάτισμα που γίνεται αποκλειστικά με φυσικό θαλασσινό αλάτι».

ΛΑΔΟΤΥΡΙ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

Με εμπειρία πολλών ετών στην τέχνη της απόστα-ξης, ο Γιάννης Γιαννακάκης δημιούργησε στις αρχές του 2000 την Ποτοποιία Ψαροπούλα. Εδώ και 15 χρόνια, λοιπόν, ο ίδιος και οι συνεργάτες του ασχο-λούνται με την παραγωγή και την εμφιάλωση παρα-δοσιακών ποτών, με το ούζο Ψαροπούλα να είναι το βασικό τους προϊόν. Αποστάζεται με γλυκάνισο και άλλα αρωματικά βότανα μέσα σε χάλκινους άμ-βυκες, ενώ κύρια χαρακτηριστικά του είναι η απαλή του γεύση και το γλυκό του άρωμα. Η περιεκτικότητά του σε αλκοόλ φθάνει το 40% και μπορεί να το βρει κανείς σε συσκευασίες που ξεκινούν από τα 50 ml και φθάνουν μέχρι τα 5 λίτρα. «Το ούζο Ψαροπούλα είναι γλυκόπιοτο και με γεύση που σου δίνει αμέσως τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της λεσβιακής γης. Ο ήλιος, η αλμύρα, τα αρωματικά φυτά του τόπου μας και φυσικά η σταθερή του ποιότητα δίνουν ένα ούζο που κλείνει μέσα του όλη τη μυτιληνιά ψυχή μας», υποστηρίζει. Η επιχείρηση παράγει τέσσερα ακόμα ούζα καθώς και το μπράντι Απόλλων, με ξεχωριστή, ιδιαίτερα εκλεκτή γεύση.

ΟΥΖΟ ΨΑΡΟΠΟΥΛΑ

44

Ο Γιάννης Καμπέρος έχει δημι-ουργήσει από το 2007 στο Σκα-λοχώρι Λέσβου, βορειοδυτικά του νησιού, μια οικογενειακή επιχείρηση με την ονομασία Με-λισσοκομικό Εργαστήρι. Πρό-κειται για μία πρότυπη μονάδα παραγωγής και τυποποίησης μελιού, αλλά και μελισσοκομι-κών προϊόντων, όπως γύρη, βα-σιλικός πολτός, πρόπολη και κε-ρήθρα με μέλι. Τα προϊόντα του διατίθενται τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Βέλγιο και τη Γερμα-νία. «Το Μελισσοκομικό Εργα-στήρι είναι η μεγαλύτερη και πιο άρτια οργανωμένη μελισσοκο-μική μονάδα στη Λέσβο», ανα-φέρει με υπερηφάνεια ο Γιάννης Καμπέρος και προσθέτει: «Τα μελισσοσμήνη μας μεταφέρο-νται σε όλες τις ανθοφορίες του νησιού, ενώ στις εγκαταστάσεις μας εφαρμόζουμε το σύστημα ISO 22000». Οι ποικιλίες του μελιού που παράγονται είναι συνολικά πέντε: ανοιξιάτικης ανθοφορίας (με απαλή γεύ-

ση, αρωματικό και κιτρινωπό χρώμα), από άνθη και αγριο-λούλουδα (με χαρακτηριστική γεύση και άρωμα), με θυμάρι (με άρωμα θυμαριού και λου-λουδιών καλοκαιρινής ανθοφο-ρίας), καστανιάς (έντονο άρωμα και υπόπικρη γεύση) και ρείκης (υψηλής διατροφικής αξίας με ιδιαίτερη γεύση και άρωμα).

ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΓΛΙΓΛΗΣ

Εχοντας ως βάση το ούζο Πλωμαρίου και σε αρμονικό συνδυασμό με τα κάστανα Αγιάσου και το αγιασώτικο καστανόμελο οι άνθρωποι της Ποτοποιίας Γιαννατσή δημιούργησαν το λικέρ Castanelli. Σύμφω-να με τον υπεύθυνο της ποτοποιίας, Μανώλη Συρέλλη, πρόκειται για ένα ελαφρύ και μυρωδάτο ηδύποτο, από απόσταξη 100%, που πίνε-ται πολύ ευχάριστα σκέτο, με θρυμματισμένο πάγο ή παγωμένο στην κατάψυξη. Μπορεί να συνδυαστεί με γλυκά σοκολάτας ή με εσπερι-δοειδή, αλλά και παραδοσιακά γλυκίσματα, ενώ ακολουθώντας τον κύκλο ζωής του αγιασώτικου κάστανου παράγεται μία φορά το χρόνο. «Με το Castanelli θέλουμε να δείξουμε την ικανότητά μας να συνδυ-άζουμε μέσα στον άμβυκα το μοναδικό άρωμα του τοπικού γλυκά-νισου, με εξαιρετικά λεσβιακά αγροτικά προϊόντα όπως το κάστανο. Αν και είναι μια επίπονη διαδικασία για μας η παραγωγή αυτού του προϊόντος, έχουμε άμεση ανταπόδοση του κόπου μας από την αποδο-χή στην αγορά». Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει και στο πώμα της συσκευασίας, το οποίο είναι από ξύλο λεσβιακής ελιάς, δουλεμένο από ντόπιο ξυλογλύπτη.

Στο νοτιοανατολικό τμήμα της Λέσβου, 40 χιλιό-μετρα από την πόλη της Μυτιλήνης, στην περιφέ-ρεια του Δήμου Γέρας, βρίσκονται τα ελαιοκτήματα της οικογένειας Γλιγλή, συνολικής έκτασης 250 στρεμμάτων και 3.500 δέντρων. Εκεί ο Γρηγόρης Γλιγλής συνεχίζει την οικογενειακή του παράδο-ση που κρατάει από το 1907, παράγοντας έξτρα παρθένο και παρθένο βιολογικό ελαιόλαδο. «Το 2007 δημιουργήσαμε το δικό μας εμφιαλωτήριο και ακολουθούμε πιστά τους κανόνες βιολογικής γεωργίας. Βραβευτήκαμε μάλιστα στην 3η Με-σογειακή έκθεση ελιάς και ελαιολάδου 'ΕΛΑΙΟ-ΤΕΧΝΙΑ 2010' με ασημένιο ΚΟΤΙΝΟ Ποιότητας Εξαιρετικού Παρθένου Ελαιολάδου και Καλύτερης Συσκευασίας Τυποποιημένου Ελαιολάδου», τονίζει χαρακτηριστικά. Η ελαιοποίηση γίνεται την ίδια ημέρα της συγκομιδής ή το αργότερο τρεις ημέρες μετά, ώστε η οξύτητα του ελαιόλαδου να είναι τόσο χαμηλή που να του επιτρέπει να χαρακτηριστεί ως έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Η έκθλιψη του καρπού γίνεται με μηχανικά μέσα και το ελαιόλαδο οδη-γείται σε ειδικές ανοξείδωτες δεξαμενές κλειστού τύπου, όπου παραμένει τουλάχιστον δύο μήνες για να κατακαθίσουν οι ξένες ύλες. Το 70% της συνο-λικής του παραγωγής εξάγεται στη Γερμανία, ενώ το υπόλοιπο προωθείται σε delicatessen και βιολο-γικά καταστήματα στην Ελλάδα.

ΛΙΚΕΡ CASTANELLI

Ο Παναγιώτης Καραβατάκης έχει δημιουργήσει από το 2002 στη Γέρα, περίπου 25 χιλιόμετρα έξω από τη Μυτιλήνη, το αγρόκτημα Τεπές. Καλλιεργώντας περισσότερα από 2.000 αιωνόβια ελαιόδεντρα, και έχοντας εγκαταστήσει μέσα στο οικογενειακό του κτήμα μια μονάδα παραγω-γής και επεξεργασίας βρώσιμων ελιών, κατάφερε να εμπορεύεται σήμερα κατά κύριο λόγο το συγκεκριμένο προϊόν. «Οι συνθήκες που παράγεται το προϊόν μας», υποστηρίζει, «αλλά και οι καλλιεργητικές τεχνικές που εφαρμόζονται, του δίνουν μία γεύση μοναδική και ιδιαίτερη. Εμείς εφαρμόζουμε τις πιο απλές παραδοσιακές και φυσικές μεθόδους κατά τη διαδικασία της μετα-ποίησης, αλλά και της συσκευασίας. Νιώσαμε την υποχρέωση να αναδείξουμε τον τόπο μας και αυτό κάνουμε». Οπως μάλιστα εξηγεί, η μέθοδος του ξεπικρίσματος που ακολουθεί στην ελιά γίνεται αποκλειστικά με καθαρό νερό -διαδικασία που απαιτεί εβδομάδες ή και μήνες-, σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική της βύθισης σε διάλυμα καυστικού νατρίου, κατά την οποία όλα γίνονται μέσα σε 16 ώρες. Ανάμεσα στα προϊόντα του αγροκτήματος θα βρει κανείς πράσινες ελιές, ξιδάτες, με μπούκοβο, ελαιόλαδο και φυσικά την περίφημη πάστα ελιάς σε τρεις γεύσεις: πράσινη, μαύρη φυσική και μαύρη πικάντικη.

ΠΑΣΤΑ ΕΛΙΑΣ ΤΕΠΕΣ

ΜΕΛΙ ΜΕΛΟΣΤΑΓΜΑ

Φω

τογρ

αφ

ία:

Purp

leS

heep

.gr

45 Μάρτιος 2015

21ος Αιώνας Επιμέλεια: Χρήστος Τσαπακίδης

Παίξε με τη φλόγα

Χωρίς σανίδα

Ενας αναπτήρας νέας γενιάς ανάβει το κερί ή το γκαζάκι χωρίς να δημιουργεί φλόγα. Χάρη σε μία φρέσκια πατέντα, το Illume ArcLighter χρησι-μοποιει μία τεχνολογία που θυμίζει τέιζερ, καθώς δημιουργεί ηλεκτρικό φορτίο υψηλής έντασης ανάμεσα στις δύο άκρες του για να ανάψει αυτό που θέλεις. Το προϊόν είναι ιδιαίτερα οικονομικό για την τσέπη σου και φιλικό προς το περιβάλλον, καθώς διαθέτει μπαταρία λιθίου και επαναφορτίζει

εκατοντάδες φορές μέσω USB. Είναι επίσης αρκε-τά καλαίσθητο, καθώς μοιάζει με ένα ευμέγεθες στυλό, με την άκρη του να αποτελείται από ένα πυ-ρίμαχο κράμα ψευδαργύρου. Το υπόλοιπο σώμα αποτελείται από πλαστικό ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες. Αναμένεται να αρχίσει να κυκλο-φορεί τον προσεχή Νοέμβριο. www.arclighter.com

Οι μαχαιροθήκες είναι επικίνδυνες, πρώτον εάν έχεις παιδιά στο σπίτι και δεύτερον εάν τη βρει μπροστά του ένας επίδο-ξος διαρρήκτης τη στιγμή που προσπαθείς να τον απωθήσεις. Το LockBlock Knife απαλείφει αυτούς τους κινδύνους. Είναι μία μαχαιροθήκη που ουσιαστικά «κλειδώνει» στις θέσεις τους τα μαχαίρια. Και άντε μετά ο κανακάρης σου ή ο εισβο-λέας να καταφέρει να τραβήξει μαχαίρι.

http://bit.ly/1DSXrpy

Βρισκόμαστε εν μέσω μίας εποχής που αμ-φισβητούμε και αναθεωρούμε τα πάντα. Για-τί να αφήσουμε απ’ έξω το skateboard; Τα Sidewinding Circular Skates είναι ένα προϊόν που έρχεται να αντικαταστήσει τον αγαπημέ-νο σύντροφο των σκεϊτάδων. Αποτελείται από δύο τροχούς (διαμέτρου 25 εκατ. ο καθένας) που δεν συνδέονται μεταξύ τους, επιτρέπο-ντας σαφώς μεγαλύτερη ελευθερία κινήσε-ων, για παράδειγμα στις περιστροφές, αλλά και μεγαλύτερη δυσκολία στην κίνηση (λέω εγώ τώρα…). Για να φρενάρεις απλά αγγίζεις τα δάχτυλα του ποδιού σου στο έδαφος. Αν πάλι δεν έχεις αυτοπεποίθηση να κάνεις το άλμα από το σκέιτ στο Sidewinding Circular Skates, μαζί με το τελευταίο παρέχεται ένα πτυσσόμενο ραβδί που ενώνει τους δύο τρο-χούς για μεγαλύτερη ευστάθεια. Κοστίζει 92,5 ευρώ και απευθύνεται σε ηλικίες άνω των 8 ετών.

http://bit.ly/1CUI5Rq

Ground warsΜια φορά και ένα καιρό, σε έναν γαλαξία πολύ-πολύ κοντά, η Boeing κατοχύρωσε μία πατέντα που θυμίζει πολύ «Πόλεμο των άστρων». Η νέα τεχνολογία θα δημιουργεί ένα πεδίο δύναμης που θα προστατεύει τα οχήματα από εκρήξεις. Πιο συγκεκριμένα, με τη βοήθεια αισθητήρων θα εντοπίζει κοντινές εκρήξεις, υπολογίζοντας ταχύτατα την απόσταση από όπου προέρχονται. Στη συνέχεια, θα ενεργοποιεί ένα λέιζερ (εναλλακτικά θα χρησιμοποιούνται μικροκύματα), το οποίο θα αυξάνει ραγδαία τη θερμοκρασία στον αέρα ή το νερό που παρεμβάλλεται ανάμεσα στις εκρήξεις και το απειλούμενο όχημα. Η θερμότητα δημιουργεί ουσιαστικά μία ασπίδα πλάσματος, η οποία χάρη στην υψηλή θερμοκρασία και τη μεγάλη πυκνότητά της θα προστατεύει αποτελεσματικά το όχημα που κινδυνεύει. Η συγκεκριμένη τεχνολογία ασφαλώς μας φέρνει στο μυαλό τις επίγειες μάχες που έχουμε παρακολουθήσει στις ταινίες του Τζορτζ Λούκας, όπου ξεχωρίζουν οι τεράστιες ασπίδες ενέργειας που προστατεύουν τόσο τα άρματα μάχης, όσο και τους πεζικάριους.

http://1.usa.gov/1LNETvh

Μάχαιρα έδωκες

Ο μπαμπάς των AutobotsΤα Transformers ζουν και βασιλεύουν. Μπορεί να μην κρύ-βονται κάπου στη Σαγκάη, όπως είδαμε στο “Revenge of the Fallen”, όμως το αρχηγείο τους παραμένει μέσα στην κινεζική επικράτεια, περίπου 1.000 χλμ. από την παραθα-λάσσια πόλη. Εκεί, ένας αγρότης και ο γιος του φιλοξενούν αυτή την περίοδο τον Optimus Prime και τον Bumblebee. O Γιου Τσιλίν, ο οποίος έχει background στις Καλές Τέχνες, εντόπισε μία ευκαιρία στην απήχηση που έχουν τα νοήμονα ρομπότ στην Κίνα και την άδραξε. Εγκατέστησε το ατελιέ του σε ένα εγκαταλειμμένο εργοστάσιο και άρχισε να κα-τασκευάζει ρέπλικες χρησιμοποιώντας παλιά εξαρτήματα αυτοκινήτων και σκραπ. Στην αυλή του φιγουράρουν πλέον τα δύο τεράστια Autobots, ενώ αρκετά από τα προηγούμενα έργα του έχουν πωληθεί - με ορισμένα από αυτά να εκτίθε-νται σε εμπορικά κέντρα ανά την Κίνα. Η ενασχόληση πα-τέρα και γιου είναι μάλιστα ιδιαίτερα προσοδοφόρα, αφού τους εξασφαλίζει ετήσιο εισόδημα περίπου 145 χιλιάδων ευρώ, σε μία χώρα όπου το μέσο ετήσιο εισόδημα δεν ξε-περνά τα 6,5 χιλιάρικα.

http://bit.ly/1xavtDG

46

Μάρτιος 2015

Τον μπόγια!

Γόβα χαμαιλέοντας

Μπαταρία 2.0

Είναι κάποιοι που λατρεύουν τόσο πολύ το κατοικίδιό τους, που δεν ξέρουν πώς να εκδηλώσουν την αγάπη τους. Και ορισμένες φορές το κάνουν με τον πλέον άκυρο τρόπο! Οπως η Ελμάιρα των “Tiny toons”. Ή οι τύ-ποι της εταιρείας PARTY, οι οποίοι δημιούργησαν ένα τζάκετ με δεκάδες LED για σκύλους. Ο φωτισμός μπο-ρεί να αποδώσει χιλιάδες χρώματα και να δημιουργήσει κινούμενες εικόνες, επιβεβαιώνοντας επάξια το brand name του προϊόντος (“Disco dog”). Το τζάκετ μπορεί να συνδεθεί με το smartphone σου μέσω Bluetooth. Οταν, μάλιστα, ο σκύλος σου αρχίσει να απομακρύνεται, ενεργοποιείται η ένδειξη “LOST DOG”, λες και αυτός που θα τον βρει δεν θα το καταλάβει...

http://prty.nyc

Η Podo Labs φέρνει τις selfie σε μία νέα εποχή. Δεν χρειάζεται πια να αυτοφωτογραφίζεσαι με προτετα-μένο το ένα χέρι ή να προσπαθείς να βρεις πού θα ακουμπήσεις την κάμερα για να ενεργοποιήσεις την αυτόματη φωτογράφιση και να τσακίζεσαι να πά-ρεις πόζα μέσα σε 10 δευτερόλεπτα. Το Podo είναι η πρώτη κάμερα “stick and shoot”. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Οτι μπορεί να κολλήσει σε οποιαδήπο-τε επιφάνεια για να σε βγάλει μία αξιοπρεπέστατη φωτογραφία. Χάρη μάλιστα στη σύνδεση Bluetooth μπορείς να την ενεργοποιήσεις από απόσταση, αφού έχεις στηθεί με την ησυχία σου. Εχει ανάλυση 8 MP, ενώ τραβάει βίντεο 720p στα 30fps. Επίσης, μπορείς να τραβήξεις time-lapse. Το Podo app, το οποίο προς το παρόν είναι διαθέσιμο για συσκευές iOS και Android, σου προσφέρει μία σειρά από επι-λογές και πληροφορίες, όπως ανάλυση και διαστά-σεις της φωτογραφίας και κατάσταση μπαταρίας.

www.podolabs.com

Γυναίκα αναγνώστρια, το Volvorii Timeless είναι το μο-ναδικό ζευγάρι γόβες που θα χρειαστείς για τις εξό-δους σου. Και αυτό γιατί μπορεί να αποκτήσει πολλά διαφορετικά σχέδια. Πώς γίνεται αυτό; Χάρη στο e-ink (τεχνολογία που χρησιμοποιούν και οι e-readers) που καλύπτει την επιφάνειά του. Εσύ απλά επιλέγεις το σχέ-διο που θέλεις στο smartphone σου και με σύνδεση Bluetooth, τα παπούτσια υπακούν!

http://bit.ly/1Fzg3LH

Το καλό με τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες είναι ότι σου εξοικονομούν χρήματα και κά-νουν καλό στο περιβάλλον. Το κακό με αυτές είναι ότι εάν δεν έχεις εύκαιρο συμβατό φορ-τιστή όταν αδειάσουν, τότε πολύ απλά μένεις από ενέργεια. Η ομάδα Lightors Smart προ-τείνει μία απλή λύση. Οι μπαταρίες Lightors έχουν ενσωματωμένη υποδοχή micro USB και επομένως μπορείς να τις φορτίσεις εύκολα με τη χρήση ενός συμβατού καλωδίου, το οποίο χρησιμοποιούν άλλωστε και οι περισσότερες φορητές συσκευές σήμερα. Μπορούν να φορ-τιστούν περισσότερες από 500 φορές. Θα δι-ατεθούν σε μεγέθη ΑΑ και ΑΑΑ, ενώ η τιμή τους δεν διαφέρει από αυτές των απλών επα-ναφορτιζόμενων, καθώς η μία εξάδα στοιχίζει περίπου 25,5 ευρώ. Οι πρώτες αποστολές ξε-κινούν τον ερχόμενο Αύγουστο.

http://bit.ly/1N4kQ99

Κρίνεται στο... podoΠολυμορφική τσάντα

Η μόδα συναντά την τεχνολογία και εγένετο η HiSmart, μία καλαίσθητη τσάντα που μετατρέπεται σε τέσσερις διαφορε-τικές, προκειμένου να καλυφθεί κάθε ανάγκη σου (τσάντα πλάτης, ταχυδρόμου ή δύο μορφές σλινγκ), ενώ ταυτόχρο-να σε διατηρεί σε συνεχή επαφή με το smartphone σου για όσο διάστημα την κουβαλάς μαζί σου. Χάρη στο σχετικό app και το ειδικό τηλεχειριστήριο που βρίσκεται εγκατε-στημένο στο λουράκι της μπορείς να εκτελέσεις πληθώρα λειτουργιών: να γνωστοποιείς την τοποθεσία όπου βρίσκε-σαι, να απαντάς στις κλήσεις σου χωρίς να χρησιμοποιείς το κινητό σου, να ακούς την αγαπημένη σου μουσική, να ηχογραφείς, να τραβάς φωτογραφίες και να εντοπίζεις ανά πάσα στιγμή τόσο την τσάντα, όσο και το κινητό σου. Ως τσάντα καθεαυτή, διαθέτει 12 τσέπες για να μη διαμαρτυρη-θείς ποτέ ότι δεν έχεις αρκετές, ενώ είναι κατασκευασμένη από αδιάβροχο καραβόπανο για να προστατεύει τις φορη-τές συσκευές σου με κάθε καιρό, με το λουράκι να αποτε-λείται από ιταλικό δέρμα. Η τιμή του ξεκινά από 175 ευρώ.

http://bit.ly/1xuznYe

47

48

Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

Από τη σκηνή του θεάτρου Ολύμπια και τις παραγωγές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ο Τάσος Αποστόλου τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στα παγκάκια του Κέντρου να ερωτοτροπεί με την Αλεξάνδρα Κ*. Και δεν μιλά-με για την ιδιωτική του ζωή, αλλά για την επαγγελμα-τική. Ο βαθύφωνος πρωταγωνιστής της όπερας παίζει στην τηλεοπτική σειρά «Ηρωίδες» του Mega και κάνει τις νεαρές θαυμάστριες να ψάχνουν στο διαδίκτυο το όνομά του. Τον συνάντησα σε ένα καφέ κοντά στην Πα-νόρμου, στο μόνιμο στέκι του. «Τα μεσημέρια που δεν μπορώ να τραγουδάω στο σπίτι, έρχομαι εδώ και δια-βάζω», μου λέει ο Τάσος και ο κόσμος που κατοικεί στη γειτονιά μοιάζει να τον αγαπά ιδιαίτερα.

Ο ίδιος χαμογελά πλατιά όταν αναφέρεται στη σειρά και μου εξηγεί ότι η υποκριτική δεν είναι για αυτόν μια τόσο καινούργια υπόθεση. Πριν από την όπερα είχε σπουδάσει θέατρο και είχε συμμετάσχει σε σημαντι-κές παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης δίπλα σε σπουδαίους ανθρώπους του χώρου, όπως ο Μίνως Βολανάκης, καθώς και στο «Μετέωρο βήμα του πελαργού» του Αγγελόπουλου. Για δέκα χρόνια πίστευε ότι η υποκριτική είναι το μέλλον του, παρόλο που ασχολούνταν παράλληλα με το τραγούδι. «Ο μόνιμος καυγάς με τον τότε δάσκαλο μου ήταν ότι αυτός ήθελε να κάνουμε όπερα και εγώ του έλεγα ότι πάω στην όπερα για να γελάσω. Ολα αυτά που έβλεπα εκεί μου φαίνονταν ψεύτικα. Κάποια στιγμή έκανα κάτι μεικτό, μια παιδική όπερα και κάποια μιούζικαλ και κατάλαβα ότι το πράγμα οδηγούσε προς τα εκεί. Θα ήμουν αχάριστος αν δεν αφοσιωνόμουν στην όπερα», εξομολογείται ο ίδιος.

Τα χρόνια που ακολούθησαν βρήκαν τον Τάσο στην Ιταλία με υποτροφία του Ιδρύματος Ωνάση να σπουδά-ζει τραγούδι και παράλληλα να παρακολουθεί σεμινά-ρια υποκριτικής. Ολες αυτές τις γνώσεις τις εφαρμόζει στους ρόλους που του δίνονται αργότερα στην όπερα. «Για να είναι κάποιος καλός στην όπερα πρέπει να είναι και καλός ηθοποιός;» τον ρωτάω και είναι κατηγορη-ματικός: «Κατά τη γνώμη μου 100%. Και αυτό είναι το μεγάλο έλλειμμα που υπάρχει στην Ελλάδα, οι τρα-γουδιστές της όπερας δεν κάνουν υποκριτική. Βέβαια εγώ την έκανα κατά τύχη. Δεν ξέρω αν ξεκινούσα από την αρχή με όπερα αν θα έκανα υποκριτική μετά. Αλλά βοηθάει πολύ στην ερμηνεία, αυτό είναι σίγουρο».

Οι καταπληκτικές ερμηνείες του Τάσου στην όπερα τον οδήγησαν στα τηλεοπτικά πλατό. Η Αλεξάνδρα Κ*, σε-ναριογράφος της σειράς «Ηρωίδες» είναι φαν του εί-δους και γνώριζε ήδη τον τραγουδιστή από τις εμφανί-σεις του. «Κάποια στιγμή μέσω Facebook λαμβάνω μια ψιλοαστεία-ψιλοσοβαρή πρόταση να συμμετάσχω στη σειρά. Η πρώτη αντίδραση μου ήταν σχεδόν αρνητική, αλλά μετά άρχισα να διαβάζω αποσπάσματα από το σενάριο και εντυπωσιάστηκα», επισημαίνει. Εκτός από το σενάριο και την Αλεξάνδρα «που είναι φοβερή στο ψήσιμο», όπως αναφέρει ο Τάσος, όλη η ομάδα σέβε-ται απόλυτα τους χρόνους και τις επιθυμίες του. «Είχα φυσικά πολλούς ενδοιασμούς. Το συζήτησα με πολύ κόσμο και το σκέφτηκα πολύ προσεκτικά. Αλλά τελι-κά δέχτηκα».

Αν τον ρωτήσεις αν το έχει μετανιώσει θα σου πει με βεβαιότητα «όχι» και αυτό γιατί τα γυρίσματα δεν τον ενοχλούν στο να συνεχίσει τη βασική του δουλειά και κυρίως το καθημερινό του διάβασμα. Γιατί στο επίπε-δο που έχει φτάσει ο αγαπημένος βαθύφωνος η φωνή χρειάζεται συνεχώς εξάσκηση. Και μπορεί να γλυκά-θηκε λίγο με την τηλεόραση και να θυμήθηκε πόσο πολύ αγαπάει το θέατρο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα άφηνε την όπερα για χατίρι του. Και αυτό όχι μόνο επειδή την αγαπάει πολύ, αλλά επειδή είναι ένα τόσο απαιτητικό είδος που δεν μπορείς να το εγκαταλείψεις για έξι μήνες για να κάνεις κάτι άλλο και μετά να επι-στρέψεις. «Με ενδιαφέρει να κάνω πράγματα μόνο εφόσον αυτά μπορούν να συνδυαστούν με την όπερα. Δεν τέθηκε ποτέ το δίλημμα να αφήσω την όπερα», υπογραμμίζει ο ίδιος.

Ο Τάσος Αποστόλου δεν σταματά ποτέ να μελετά. Η καθημερινή μελέτη είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του. «Αυτή είναι και διαφορά μας με τους ηθο-ποιούς», μου λέει. «Οταν έπαιζα στο θέατρο, αλλά και σήμερα, δεν είχαμε στην Ελλάδα την κουλτούρα της μελέτης. Στην όπερα αν δεν έχεις την πειθαρχία να κάτσεις σπίτι σου πέντε ώρες τη μέρα να διαβάσεις το έχεις χάσει το τρένο. Αν δεν τραγουδήσω μια μέρα μετά χρειάζομαι άλλο τόσο για να επανέλθω. Είναι πολύ απαιτητικό είδος».

Απαιτητικό και ακριβό, μια και ο Τάσος πιστεύει ότι αυ-τός είναι ο κύριος λόγος που δεν μπορούμε στην Ελ-λάδα να έχουμε παραπάνω από μια όπερες. «Η Εθνική

Λυρική Σκηνή έχει κάνει πρωτόγνωρα ανοίγματα τα τε-λευταία τέσσερα-πέντε χρόνια και οι παραστάσεις της είναι σχεδόν όλες sold out. Εχει αποκτήσει νέο κοινό, παιδιά 25 ετών που έρχονται με σκισμένα τζιν. Εχει πάψει πια να είναι η όπερα μόνο για τις κυρίες με τις γούνες, αλλά παραμένει πάντα ένα πολύ ακριβό σπορ. Παρόλο που η Λυρική πάει καλά, με την επιχορήγηση συνεχώς να μειώνεται μετά από ένα σημείο αναρωτιέ-σαι αν βγαίνει. Γιατί η όπερα σε όλο τον κόσμο δεν βγαίνει εύκολα από τα εισιτήριά της. Εχει ορχήστρες, χορωδίες, υπαλλήλους, κτίρια. Βγαίνει είτε από χορη-γούς, που στην κρίση έχουν φαντάζομαι μειωθεί πολύ, είτε από επιχορηγήσεις», εξηγεί.

Για τα πράγματα στην Ελλάδα δεν είναι καθόλου αισι-όδοξος. «Οταν σε μια κρίση δεν επενδύει κανείς στον πολιτισμό και στην παιδεία, δεν μπορείς να σκέφτεσαι θετικά», μου λέει μιλώντας για την κατάσταση μέχρι σήμερα, θεωρώντας ότι είναι ακόμα νωρίς για να κρίνει τον σημερινό υπουργό Πολιτισμού. Είναι όμως πολύ χαρούμενος που βλέπει νέους χώρους πολιτισμού να ανοίγουν στην Αθήνα και μικρές ομάδες να προσπα-θούν με τον τρόπο τους να πάνε την όπερα ένα βήμα παραπάνω. «Οποιος πιστεύει ότι όταν ανοίγει ένας νέος χώρος κλέβει κόσμο από τον προηγούμενο είναι αφελής», αναφέρει μιλώντας για τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών και τις αλλαγές που έχει φέρει στο πολιτι-στικό τοπίο της Αθήνας. «Η Στέγη έχει κάνει άπειρα πράγματα, έχει καλύψει τρύπες και κενά. Είναι χαζό να προτιμάμε να μένουν τα πράγματα στάσιμα για να μη χάσουμε τη δουλίτσα μας, γιατί τελικά θα τη χάσουμε. Η κυρία με τη γούνα θα πεθάνει κάποια στιγμή, πρέπει να τελειώνουμε με αυτό το στερεότυπο».

Ο Τάσος δεν έχει καμία σχέση με τους αποστειρωμέ-νους καλλιτέχνες που φαντάζεται κάποιος ότι υπάρ-χουν στην όπερα. Για αυτό άλλωστε ταίριαξε τόσο καλά στις «Ηρωίδες», γιατί σε ένα βαθμό κάνει τον εαυτό του. Τραγουδιστής της όπερας και εκεί, μελετά στο σπίτι με τις ώρες και όταν η σύζυγος του φωνάζει στο τηλέφωνο για υφάσματα και λεπτομέρειες στους γάμους που διοργανώνει, εκείνος βάζει τα ακουστικά και χάνεται στη μουσική του. Αργότερα πίνει σφηνάκια με την Αλεξάνδρα σε ένα μπαρ στη Μαβίλη και προ-σπαθεί να την πείσει ότι δεν είναι και τόσο καλό παιδί. Αραγε θα τα καταφέρει;

Ενας βαθύφωνος για τις Ηρωίδες

Μάρτιος 201549

50

Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης

Ενα είναι το κακό με τη Γιάννα Βα-σιλείου: δεν ξέρεις από ποια πλευ-ρά του ταλέντου της να ξεκινήσεις. Είναι συνθέτρια, αλλά είναι και στι-χουργός. Είναι τραγουδίστρια, αλλά μην απορήσεις εάν τη δεις επί

σκηνής να παίρνει την κιθάρα για να παίξει και να τρα-γουδήσει το «Παπάκι» του Ασιμου ή πίσω από το πιά-νο για να παίξει άλλα αγαπημένα της τραγούδια. Το πε-ρασμένο φθινόπωρο κυκλοφόρησε το πρώτο της άλ-μπουμ, με τίτλο «Ολα όσα αγαπώ». Από εκεί ξεχωρί-ζουν τόσο το ομότιτλο τραγούδι, όσο και το «Λόγια αγάπης» (σε στίχους και μουσική της ίδιας), καθώς και η διασκευή της στο «Κάθε φορά που θα ‘ρθεις βρέ-χει», που ερμήνευσε για πρώτη φορά πριν από 30 χρό-νια η Τάνια Τσανακλίδου.

Η Γιάννα ασχολείται με τη μουσική από τότε που θυμά-ται τον εαυτό της. Σαν παιδί, έλαβε πολλά διαφορετικά μουσικά ερεθίσματα, όπως λέει. «Είχα άμεση επαφή με την κλασική μουσική λόγω των σπουδών μου στο πιάνο που ξεκίνησαν σε πολύ μικρή ηλικία και φυσικά άκουγα και ό,τι σύγχρονο ελληνικό ή ξένο επέλεγε η οικογένειά μου», συμπληρώνει.

Οταν ήταν μικρή, εκδήλωνε την αγάπη της για τη μου-σική με όποια ευκαιρία της προσφερόταν. «Τα σχολικά μου χρόνια ήταν κυρίως μουσικά, σε χορωδίες, ορχή-στρες, μαθητικές μπάντες και πολλά μαθήματα μουσι-κής, χωρίς ποτέ κάτι από όλα αυτά να επιβάλλεται από τους δικούς μου. Ηταν πάντα δικές μου επιθυμίες και μάλιστα φαινόταν περίεργο, μια και κανένας από την οικογένειά μου δεν έχει βαθύτερη σχέση με τη μου-σική», θυμάται. Παρόλα αυτά, τόσο η οικογένειά της, όσο και οι φίλοι της ήταν ιδιαίτερα υποστηρικτικοί σε αυτό το πάθος της: «Για μένα ήταν ξεκάθαρο ανέκα-θεν ότι αυτή είναι η ζωή μου, οπότε ήταν σαφές αυτό και για την οικογένεια και τους φίλους μου που πάντα με ενίσχυαν με κάθε τρόπο», επισημαίνει χαρακτηρι-στικά.

Ο πρώτος της δίσκος με τίτλο «Ολα όσα αγαπώ» κυ-κλοφόρησε το περασμένο φθινόπωρο και φέρει με έντονα γράμματα την υπογραφή της Γιάννας. Είναι χαρακτηριστικό πως υπογράφει τη μουσική σε όλα τα πρωτότυπα τραγούδια, τους στίχους στα τέσσερα από αυτά (στα υπόλοιπα δύο τους στίχους έχει γρά-ψει η Χριστίνα Κόκοτα), ενώ ανέλαβε την παραγωγή του άλμπουμ, αλλά και την ενορχήστρωση από κοινού με τον Αντώνη Ανδρέου. Επρόκειτο για ένα ιδιαίτερα απαιτητικό πρότζεκτ, η προετοιμασία του οποίου έπεσε κυρίως επάνω στους ώμους της. Το αποτέλεσμα όμως άξιζε τον κόπο. Η ίδια σχολιάζει για την απόφασή της να ασχοληθεί τόσο στενά με τον δίσκο της: «Οδηγή-θηκα σε αυτό τυχαία, αλλά τελικά συνειδητοποίησα

πως μόνο έτσι θα μπορούσε να γίνει. Φυσικά πάντα με την πολύτιμη βοήθεια των συνδημιουργών και συνε-νορχηστρωτών μου στο πλευρό μου. Είναι βέβαιο πως θα επιλέξω τον ίδιο τρόπο και στο μέλλον, αφού πλέον έχω αποδεχτεί πως είναι στοιχείο του χαρακτήρα μου να θέλω όλα να περνάνε από τον έλεγχο και την κρίση μου».

Αυτό που κάνει τόσο ιδιαίτερο τον ήχο της Γιάννας εί-ναι οι σπουδαίες ενορχηστρώσεις των τραγουδιών, τόσο στο άλμπουμ της, όσο και στις ζωντανές της εμ-φανίσεις. Δίνουν ένα ιδιαίτερο βάθος στις ερμηνείες της. Αναρωτιέμαι εάν τις βλέπει ως «συγκριτικό πλεο-νέκτημα». «Δεν το έχω σκεφτεί ως πλεονέκτημα, αλλά ως ανάγκη δική μου να ακούσω τις πλούσιες αυτές ενορχηστρώσεις και να τις ενσωματώσω στις μελωδίες που τραγουδάω», αποκρίνεται και συνεχίζει: «Η μελω-δία είναι αυτή που είναι. Ο στίχος επίσης. Ο κόσμος της μουσικής όμως αναπτύσσεται με την ενορχήστρω-ση, πάντα με σεβασμό όμως στην πρώτη ύλη και την ουσία του κάθε τραγουδιού».

Κοιτώντας τα ονόματα των μουσικών που συμμετέχουν στο άλμπουμ «Ολα όσα αγαπώ», τα περισσότερα είναι πολύ γνώριμα: Σέρτζιου Ναστάζα (βιολί - Καμεράτα, Kyklos Ensemble), Οτίλια Αλιτέι (βιολί - Καμεράτα), Αντώνης Ανδρέου (τρομπόνι, ενορχήστρωση - Pink Martini) και πολλοί άλλοι. «Είμαι πολύ χαρούμενη που μου έκαναν την τιμή είκοσι υπέροχοι μουσικοί να δουλέψουμε μαζί και ο καθένας να βάλει την πινελιά του στα τραγούδια μου. Το αποτέλεσμα δε θα ήταν το ίδιο χωρίς το ταλέντο τους. Εκαναν τη διαδικασία πολύ πιο εύκολη και διασκεδαστική», επισημαίνει με ευγνω-μοσύνη η Γιάννα για τη συνεργασία της με αυτή τη μίνι “dream team” μουσικών.

Η νεαρή τραγουδοποιός-τραγουδίστρια ενέταξε επί-σης στον δίσκο της δύο διασκευές ιδιαίτερα τρυφε-ρών τραγουδιών: του «Κάθε φορά που θα ‘ρθεις βρέ-χει» και του “Where or when”. Και το έκανε μάλιστα με εξαιρετικό τρόπο. «Μπήκα στη διαδικασία να δια-σκευάσω κάποια τραγούδια για τις πρώτες μου εμφανί-σεις, και ήδη μου γεννήθηκε η επιθυμία να συμπεριλά-βω κάποια από αυτά σε επερχόμενες δισκογραφικές δουλειές μου», λέει σχετικά. «Μου αρέσει να επανα-συστήνω στον κόσμο παλιότερα τραγούδια μέσα από τη δική μου μουσική ματιά».

Και αφού έφτασε η συζήτηση στη διασκευή του “Where or when”, αναρωτήθηκα εάν θα δοκίμαζε κά-ποια στιγμή να γράψει αγγλικό στίχο, δεδομένου ότι πολλοί νέοι Ελληνες καλλιτέχνες στρέφονται προς αυτή την κατεύθυνση. Το ότι το έχει κάνει ήδη δεν θα έπρεπε να μου προκαλέσει έκπληξη, μια και πρόκει-ται για ένα τόσο δραστήριο πνεύμα. «Υπάρχουν ‘στο

συρτάρι’ αγγλικοί στίχοι μου. Εάν τους εκθέσω κάποια στιγμή σίγουρα θα είναι σαν ένα μικρό στιγμιότυπο και όχι ο βασικός κορμός της δουλειάς μου. Απολαμβάνω να τραγουδάω ξένα τραγούδια, αλλά οι σκέψεις που βγαίνουν από την ψυχή μου, που αυτές θέλω να κάνω στίχους, είναι στη γλώσσα μου», εκμυστηρεύεται δεί-χνοντας σαφή προτίμηση στον ελληνικό στίχο.

Η Γιάννα είχε ωστόσο παρουσία και στο μιούζικαλ “Rocky Horror Show” του Κωνσταντίνου Ρήγου (ο οποίος υπογράφει και τη σκηνοθεσία δύο βίντεο-κλιπ της) που απολαύσαμε πρόσφατα στο REX. Ανέλαβε τόσο την απόδοση των στίχων στα ελληνικά, όσο και τη φωνητική διδασκαλία. «Ηταν πολύ σημαντική και απολαυστικότατη εμπειρία για μένα η απόδοση των στίχων και είναι κάτι που θέλω οπωσδήποτε να ξανα-κάνω. Θα με ενδιέφερε λιγότερο να παίξω σε κάποιο μιούζικαλ, παρόλο που έχω κάνει και σπουδές πάνω σε αυτό, και φυσικά μόνο εάν ο ρόλος θα ήταν κυρίως τραγουδιστικός, όπως της Christine από το αγαπημένο μου “Phantom of the Opera”», λέει η ίδια.

Στα live της στον Σταυρό του Νότου Plus, εκτός από την προσωπική της δουλειά απολαύσαμε μία μεγάλη «βεντάλια» από αγαπημένα τραγούδια. Αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, όμως, ήταν ότι στο encore γνωρίσαμε μία πιο λαϊκή πτυχή της˙ για παράδειγμα, η Γιάννα ερμήνευσε το «Λίγα ψίχουλα αγάπης» που αγαπήσαμε με τη φωνή της Σωτηρίας Μπέλλου. Τη ρωτώ εάν σκοπεύει να εντάξει και στοιχεία λαϊκού τρα-γουδιού στο ρεπερτόριό της ή εάν έχει θέσει ορισμένα όρια ως προς το πού θα κινηθεί. «Υπάρχουν μέσα μου στοιχεία της λόγιας λαϊκής μουσικής, τα οποία δεν έτυ-χε να συμπεριληφθούν σε αυτόν τον δίσκο μου, αλλά στα πρώτα μου live ήθελα να εκθέσω ελεύθερα πολ-λές πτυχές της μουσικής μου προσωπικότητας, οπότε δεν απέκλεισα τίποτα. Τα όρια νιώθω πως πρέπει να μπαίνουν κυρίως στον τρόπο αντιμετώπισης και διαχεί-ρισης των μουσικών και ‘εξωμουσικών’ ζητημάτων και επιλογών και όχι στα μουσικά παιχνίδια που θα επιλέ-ξει να κάνει ο κάθε καλλιτέχνης», μου απαντά.

Κλείνοντας, ζητώ από τη Γιάννα να μου πει εάν ξεχω-ρίζει ορισμένους νέους Ελληνες μουσικούς και εάν υπάρχει κάποιος με τον οποίο θα ήθελε να συνερ-γαστεί. «Είναι πολλοί νεότεροι και μεγαλύτεροι που εκτιμώ τη δουλειά τους και θα ήθελα στο μέλλον να κάνουμε όμορφα πράγματα μαζί. Είμαι γενικώς υπέρ των μουσικών συνεργασιών. Θεωρώ ότι είναι ένα από τα προτερήματα της μουσικής. Σε βγάζει από τη μονα-ξιά σου», καταλήγει.

Τα λόγια της Γιάννας

Μάρτιος 201551

52

Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

«Φεύγοντας από την τελετή βράβευσης μπήκα στο αμά-ξι του Μιχάλη Οικονόμου κι αρχίζαμε να ουρλιάζου-με από τη χαρά μας. Μετά ο Μιχάλης μου ανέθεσε τα τρία challenges που υπάρχουν για τον τιμώμενο. Δεν θα στα πω, είναι μεταξύ μας», μου λέει γελώντας. Ο Μι-χάλης Σαράντης είναι ο φετινός νικητής του Βραβείου Χορν. Επειδή όμως ένα βραβείο ποτέ δεν χαρακτήρισε κανέναν, ο Μιχάλης πάνω απ’ όλα είναι ένας εξαιρετι-κός ηθοποιός και ένας πολύ καλός συμπαίκτης. Ναι, αυτό το τελευταίο είναι και το πιο σπουδαίο. «Μου άρε-σε πάντα αυτή η αίσθηση της ομάδας», μου λέει. Κι έτσι έχει μάθει να δουλεύει. «Προτιμώ να είμαι το κουδουνά-κι σε μία πολύ ωραία παράσταση, παρά πρωταγωνιστής σε μια παράσταση που δεν έχει νόημα».

Το είχε από μικρός αυτό. Από τότε που έπαιζε μπάλα με τους φίλους του στις αλάνες. «Οταν βάζει γκολ η ομάδα δεν έχει σημασία ποιος έβαλε το γκολ. Πάντα το γκολ το βάζει η ομάδα», σχολιάζει. Ο Μιχάλης εί-ναι παιδί του κέντρου. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ομόνοια. «Τη νοσταλγώ τη Ζήνωνος των παιδικών μου χρόνων. Ηταν μια υπέροχη αγορά. Υπήρχε κάποτε πολ-λή ζωή εκεί. Καφεκοπτεία, ρουχάδικα, μανάβικα, μπα-κάλικα, τυροπιτάδικα… Μια αγορά με εκατομμύρια μυ-ρωδιές. Παντού είχε διαφορετικές εικόνες», θυμάται. Το ποδόσφαιρο ήταν η μεγάλη του αγάπη. Επίσης σαν παιδί ήθελε να γίνει αρχικά γιατρός και μετά πολιτικός μηχανικός. «Το τελευταίο δεν ήξερα γιατί. Μου άρε-σαν και οι δύο λέξεις μαζί. Λέω, τι κάνει και ο πολι-τικός και ο μηχανικός μαζί;». Τελικά δεν έγινε τίποτα από τα δύο. Εγινε ηθοποιός.

«Πώς κι έτσι;» τον ρωτάω. «Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να ασχοληθώ με το θέατρο. Κάναμε στο σχολείο κάποιες παραστάσεις. Ε, μετά χάνεται το θέατρο…», μου λέει. Η διετία ανάμεσα στα 18 με τα 20 είναι αυτή που ανα-τρέπει όλη την κοσμοθεωρία του Μιχάλη. «Τελειώνο-ντας το σχολείο αρχίζω και κάνω παρέα με έναν ζω-γράφο κι αρχίζω να ψάχνομαι λίγο. Αρχίζω να έχω μία επαφή με την τέχνη», μου εξομολογείται. Είναι η εποχή που τα ονόματα του Κουν, του Χατζιδάκι, του Τσαρού-χη αρχίζουν να στροβιλίζονται στο κεφάλι του. Μια μέρα ένας φίλος του τού λέει ότι θα πάει σε δραματι-κή σχολή. «Θέλω κι εγώ!» φωνάζει ο Μιχάλης. Κάπως έτσι θα φοιτήσει για έξι μήνες στον Ιασμο και ύστερα στη Δραματική Σχολή του Τέχνης. «Κάτι ωραίο μου μύ-ριζε εκεί», μου επισημαίνει.

Ο πρώτος ρόλος έρχεται αναπάντεχα νωρίς και με τις πιο ιδανικές συνθήκες. Λύσανδρος στο «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» του Σαίξπηρ, που σκηνοθετεί ο Νίκος Μαστοράκης για το Τέχνης στη Μικρή Επίδαυ-ρο. Ο Μιχάλης έχει μόλις τελειώσει το πρώτο έτος της σχολής. «Ο Διαγόρας Χρονόπουλος με πρότεινε στον Μαστοράκη. Επειδή ήμουν ακόμα όμως μαθητής, με είχε βάλει ο Διαγόρας να πουλάω προγράμματα πιο πριν. Ημουν κανονικά με το κοστούμι της παράστασης έξω και πουλούσα προγράμματα. Είχα τόσο άγχος, που αυτό με έκανε να ηρεμήσω. Και μετά πήγα κι έπαι-ξα», θυμάται.

Ο Διαγόρας Χρονόπουλος ήταν ο αγαπημένος του δά-σκαλος. «Με αγαπούσε πολύ και τον αγαπούσα πολύ κι εγώ. Και με βοηθούσε πολύ, όπως και όλους τους μαθητές του. Μας έσπρωχνε στο θέατρο. Θα τον θυ-μάμαι με πολλή αγάπη», μου λέει συγκινημένος με τον πρόσφατο χαμό του δασκάλου του.

«Πόσο σημαντικά είναι για σένα τα βραβεία;» αναρω-τιέμαι. «Εγώ βραβείο δεν είχα πάρει ποτέ. Τώρα που πήρα φυσικά και είμαι πολύ χαρούμενος. Οχι ότι έγινε κάτι τεράστιο, απλά νιώθω σαν να αναγνωρίζεται όλος αυτός ο κόπος, ότι κάποιοι μου χτυπάνε την πλάτη λέγοντάς μου ότι είμαι στον σωστό δρόμο. Ετσι θέλω να βλέπω το βραβείο», μου επισημαίνει και βγάζει και μου δείχνει τον χρυσό σταυρό του Δημήτρη Χορν. Το πρόσωπό του λάμπει.

Αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εντατικές πρόβες για τον «Βυσσινόκηπο», που σκηνοθετεί ο Νίκος Καραθά-νος για τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Ακόμα μία συ-νεργασία με τον Καραθάνο μετά την αριστουργηματική «Γκόλφω» του. Ο Μιχάλης κρατάει βαθιά μέσα στην καρδιά του την «Γκόλφω». Ηταν η ομορφότερη στιγμή του στο θέατρο ως τώρα. «Το μαγικό σε αυτή την παρά-σταση ήταν οι άνθρωποί της», παρατηρεί.

Πολλοί από αυτούς συναντιούνται και στον «Βυσσινό-κηπο», που θα κάνει πρεμιέρα στις 22 Απριλίου. «Αυτό το έργο είναι ένα αριστούργημα κι αν δεν το αντιμε-τωπίσεις ως αριστούργημα δεν πρόκειται να κάνεις τί-ποτα. Αυτοί οι άνθρωποι, οι ήρωες του Τσέχωφ, είναι ώρες ώρες πιο αληθινοί από εμάς. Εμείς στη ζωή μας κλεινόμαστε στο καβούκι μας, δεν ανοιγόμαστε, δεν επικοινωνούμε… Και βλέπεις ένα έργο, που είναι εξό-

φθαλμο το πόσο εκτεθειμένοι και εύθραυστοι είναι αυ-τοί οι άνθρωποι. Χρειάζεται μία άλλη δυναμική. Πρέπει να παραδεχτείς λίγο την καμπούρα σου για να πας πα-ρακάτω με αυτά τα έργα», σημειώνει κι εγώ δεν ρωτάω περισσότερα. Απλά ανυπομονώ να δω την παράσταση. Σαν τρελός περιμένω.

Την ίδια ανυπομονησία έχω και για τον «Αίαντα», που θα παρουσιάσουν το καλοκαίρι (31 Ιουλίου και 1η Αυγούστου) στη Μικρή Επίδαυρο σε σκηνοθεσία της Σύλβιας Λιούλιου. Ακόμα μία πολύ ωραία παρέα. «Θα ’μαστε ο Φραγκούλης, ο Τοκάκης, ο Αβαρικιώτης, η Κόκκαλη, ο Τριανταφύλλου, ο Χανακούλας… Εμένα εί-ναι η αγαπημένη μου τραγωδία από τη σχολή ο ‘Αία-ντας’. Νομίζω θα γίνει ένα ωραίο εργαστήριο, αν μη τι άλλο», σχολιάζει.

«Ποια είναι η ιδανική συνθήκη ζωής για σένα;» τον ρω-τάω λίγο πριν το τέλος. «Δεν ξέρω. Ξέρω ότι για μένα θα ήταν ιδανικό κάποια στιγμή να μπορώ να κοιμηθώ ήσυχος. Οποια ζωή και να ήταν αυτή, η ιδανικότητά της θα φαινόταν από τον τρόπο που ξαπλώνω να κοι-μηθώ, από το ότι θα πέσω για ύπνο και δεν θα έχω κα-μία έγνοια. Αυτό μου λείπει», μου απαντά και για λίγα δευτερόλεπτα χάνομαι στις σκέψεις μου. Μάλλον δεν την περίμενα αυτή την απάντηση.

Οταν η συζήτηση έρχεται στο σήμερα τον αισθάνομαι σε αυτό το περίεργο μεταίχμιο που βρισκόμαστε οι πε-ρισσότεροι από τη γενιά μας. «Νιώθω ότι επικρατεί ένα κύμα ανασφάλειας συνεχώς, που δεν μας αφήνει να σκεφτούμε καθαρά. Από την άλλη οφείλουμε να αντι-σταθούμε σε όλο αυτό. Να ξεπεράσουμε τον φόβο. Ο φόβος είναι ο μεγαλύτερος φόβος. Εδώ οι άνθρω-ποι δεν μπορούν να αγαπηθούν, γιατί φοβούνται. Πρέ-πει να τελειώνουμε με αυτό το πράγμα. Πάμε κι ό,τι γί-νει. Κάτι καλό θα γίνει. Οχι;» μου λέει κοιτώντας με σαν να αποζητά ένα ναι. Οσο η γενιά μας έχει παιδιά σαν τον Μιχάλη, τότε η απάντηση είναι μία. Ναι, κάτι καλό θα γίνει.

Θεατρικός συμπαίκτης

Μάρτιος 201553

54

Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης

«Το θέατρο που βλέπω σήμερα στην Ελλάδα μου αρέσει πολύ πιο πολύ από το θέατρο που έβλεπα το 2006», μου λέει. Ηταν τότε που η Ιόλη Ανδρεάδη φεύγει για το Λον-δίνο για να σπουδάσει σκηνοθεσία

στη RADA και στο King’s College London. Τα χρόνια που ακολουθούν τη βρίσκουν να σκηνοθετεί παραστά-σεις στο Λονδίνο, το Εδιμβούργο, το Βερολίνο και τη Νέα Υόρκη, ενώ παράλληλα γράφει και τη διδακτορι-κή της διατριβή πάνω στο Θέατρο και την Τελετουργία, την οποία και ολοκληρώνει το 2013. Λίγο καιρό μετά επιστρέφει στην Ελλάδα.

«Γιατί επέστρεψες;» τη ρωτάω. «Σταμάτησα να βλέπω την Αγγλία σαν Γη της Επαγγελίας. Είναι μια αρκετά ξενοφοβική κοινωνία, με αρκετές διακρίσεις, ενώ το Λονδίνο συγκεκριμένα για να το χαρείς πρέπει να έχεις πολλά χρήματα. Αυτό που είχα πιστέψει τα πρώτα χρόνια στην Αγγλία ήταν ότι υπάρχει μία αξιοκρατία, ότι η ανάδειξή σου δεν συνδέεται με οικογένειες, φι-λίες και χρήματα. Μετά διαπίστωσα ότι τα πράγματα λειτουργούν με συγγενικό τρόπο με τον δικό μας. Και μου φάνηκε λίγο μάταιο το να περνάω αυτά που θα περνούσα εδώ σε μία ξένη χώρα, μακριά από την οικο-γένειά μου και τους φίλους μου», μου εξομολογείται.

Τη συναντάω με αφορμή το έργο της «Αρτώ / Βαν Γκογκ, avec un pistolet», που παρουσιάζεται κάθε Σάββατο και Κυριακή στο θέατρο Σημείο. Ενα έργο με κεντρικό ήρωα τον Αντονέν Αρτώ, έναν από τους σημαντικότερους Γάλλους ποιητές, συγγραφείς και θε-ωρητικούς του θεάτρου, που ήρθε σε απόλυτη ρήξη με το κοινωνικό κατεστημένο της εποχής του, θεωρήθηκε «τρελός», κλείστηκε για χρόνια σε ψυχιατρικά ιδρύμα-τα και τελικά οδηγήθηκε στην αυτοκτονία, χτυπημένος και από τον καρκίνο, το 1948.

Η πρώτη επαφή της Ιόλης με το έργο του Αρτώ ήταν μέσα από το διδακτορικό της. Το πρώτο έναυσμα θα το δώσει όμως ένα άλλο θεατρικό του έργο, οι «Τσέντσι», το οποίο διάβασε μετά από προτροπή του πατέρα της. «Ενθουσιάστηκα. Είναι ένα έργο κατά της επίσημης κα-θολικής θρησκείας, που ασκεί παράλληλα και έντονη κριτική στον θεσμό της οικογένειας. Εχει να κάνει με την ιστορία ενός πατέρα που βιάζει την κόρη του, αν κι αυτό δεν το βλέπουμε ποτέ επί σκηνής», μου εξηγεί η Ιόλη, η οποία έχει ήδη προγραμματίσει να σκηνοθε-τήσει το έργο, σε δική της μετάφραση, την ερχόμενη σεζόν στο Ιδρυμα Κακογιάννης.

Στο πλαίσιο της έρευνάς της για τους «Τσέντσι», αλλά και τον ίδιο τον Αρτώ, η Ιόλη επισκέπτεται πέρυσι τέ-τοια εποχή μία έκθεση με τίτλο «Αρτώ / Βαν Γκογκ» στο Παρίσι. «Αυτή η έκθεση είχε ως αφετηρία το δο-κίμιο του Αρτώ 'Βαν Γκογκ: Ο αυτόχειρας της κοινω-νίας', μέσα στο οποίο ο Αρτώ αναφέρεται σε πίνακες του Βαν Γκογκ. Η έκθεση λοιπόν συνδύασε το γραπτό του Αρτώ με τους πραγματικούς πίνακες του Βαν Γκογκ επιτυγχάνοντας μία απίστευτα δημιουργική σύνθεση», μου λέει η Ιόλη.

Γοητευμένη από την έκθεση, η Ιόλη παίρνει και διαβά-ζει το δοκίμιο του Αρτώ. Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα… «Το μετέφρασα και στη συνέχεια έγραψα ένα νέο έργο που εμπνέεται από αυτό. Περίπου το ένα τέταρτο του έργου αποτελεί διασκευή του δοκιμίου του Αρτώ και το υπόλοιπο είναι τελείως πρωτότυπο με αφορμή το έργο και τη ζωή των δύο ανδρών», μου επισημαίνει.

Η Ιόλη βάζει τον Αρτώ (τον ερμηνεύει ο Ιωάννης Πα-παζήσης) να δίνει μία φανταστική διάλεξη. Ηρθε η ώρα να μιλήσει. Οι ακαδημαϊκοί, οι ψυχαναλυτές, οι κριτικοί και οι πάσης φύσεως αναλυτές και δικαστές των πάντων μπαίνουν στο στόχαστρό του. «Ο λόγος που με φέρνει απόψε εδώ ήταν ένα συναίσθημα που δύσκολα ομολογεί ένας άνθρωπος της διανόησης, αν μπορώ να διεκδικήσω αυτόν τον τίτλο. Το συναίσθημα αυτό είναι η οργή. Η οργή εναντίον όλων εκείνων των απατεώνων, οι οποίοι εντελώς αυθαίρετα και αβασάνι-στα, βασισμένοι στα πλέον υψηλά, ευαίσθητα και ανε-ξήγητα της ανθρώπινης φύσης είναι έτοιμοι να ξαπλώ-σουν και να δέσουν στο χειρουργικό τραπέζι των πιο απλοϊκών, των πιο σχηματικών αναλύσεων μία ιδιοφυΐα και να την κομματιάσουν με το βρώμικο νυστέρι τους», φωνάζει.

«Ο Βαν Γκογκ δεν ήταν τρελός. Ηταν ξεχωριστός», μο-νολογεί λίγο αργότερα ο Αρτώ στο έργο της Ιόλης. «Πώς μεταφράζεται για σένα η τρέλα;» τη ρωτάω. Μένει για λίγο σκεπτική κι ύστερα αποφασίζει να μου απαντήσει με ένα παράδειγμα. «Ηρθε να παρακολου-θήσει την παράσταση κάποιος κύριος, που στο τέλος χειροκροτούσε όρθιος. Με βρίσκει μετά και μου μιλά-ει πολύ ένθερμα. Μου λέει: 'Πόσο έχετε κατανοήσει βαθιά όλο αυτό το φαινόμενο με τις αυτοκτονίες εν μέσω κρίσης… Δεν φταίνε οι άνθρωποι, η ίδια η κοι-νωνία τους οδήγησε σε αυτό'. Ηταν πολύ εύστοχη η παρατήρησή του. Θέλοντας λοιπόν να συνεχίσω τη συζήτηση μαζί του, τον ρωτάω: 'Εσάς πώς σας λένε;'. Και γυρίζει και μου λέει: 'Δεν ξέρεις πώς με λένε'. Τα χάνω. 'Οχι. Συγγνώμη', του απαντώ. 'Λογικό να μην ξέ-

ρεις πώς με λένε. Με έχουν εξαφανίσει. Ερχονται σπίτι μου, το κάνουν άνω κάτω, καταστρέφουν τα πάντα που έχουν να κάνουν με το όνομά μου και μετά λένε ότι το έκανα εγώ'. Ολα αυτά με τον ίδιο τόνο φωνής, χω-ρίς να αλλάξει το βλέμμα του, τίποτα», μου διηγείται η Ιόλη και την κοιτάζω σαν χαμένος. «Αυτή είναι μία εικόνα που έρχεται τώρα πρόσφατα στο μυαλό μου σε σχέση με την τρέλα», συνεχίζει. «Αυτός ο άνθρωπος έκανε μία πολύ λογική ανάγνωση του κειμένου του έργου και ταυτόχρονα είχε ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης που δεν συμβαδίζει με τον τρόπο που σκεφτό-μαστε εμείς. Εναν τρόπο δικό του, που εμπεριείχε και μία επιθετικότητα περισσότερο προς τον εαυτό του και λιγότερο προς τους άλλους».

Την τελευταία του επίθεση ο Αρτώ τη φυλάει για όλους εκείνους που αναφέρονται στο κοινό γούστο. Ολους εκείνους που του φόρεσαν την ταμπέλα του «αιρετι-κού» στο όνομα του κοινού γούστου. «Το κοινό γού-στο είναι κάτι που με ενοχλεί. Αγαπώ το προσωπικό γούστο, που οδηγεί ίσως σε μία συζήτηση και διαμάχη με τον διπλανό σου», σχολιάζει η Ιόλη. Αυτή τη συζή-τηση επιζητά και στον τρόπο που δουλεύει. «Πιστεύω σε ένα θέατρο που να υπάρχει αλληλοσεβασμός ανά-μεσα στους ανθρώπους που δουλεύουν μαζί. Ενα θέ-ατρο συνόλου», μου τονίζει, προσθέτοντας ότι αγαπά τους σκηνοθέτες με προσωπικό στίγμα. Οσον αφορά στη φόρμα, η Ιόλη ανήκει στους νέους σκηνοθέτες που τους ενδιαφέρει η ρεαλιστική εκφορά του λόγου και όχι μία φορμαλιστική, πειραματική προσέγγιση. «Μου αρέσει ο τρόπος εκφοράς που θυμίζει πραγμα-τική ζωή κι αυτό έχω σπουδάσει και στο Λονδίνο. Με ενδιαφέρει όμως και το να τοποθετεί κάποιος ένα κλα-σικό έργο σε ένα πιο άχρονο τοπίο», μου εξηγεί.

Η ίδια αυτό το όραμά της για ένα θέατρο συνόλου παλεύει να το κάνει πράξη. Χαρακτηριστική είναι η συνεργασία της μαζί με 11 ξένους σκηνοθέτες στο πλαίσιο του World Wide Lab, που δημιουργήθηκε το 2011 στη Νέα Υόρκη. «Η ομάδα αυτή των 12 σκηνο-θετών δημιουργήθηκε από μία μεγαλύτερη ομάδα 70 σκηνοθετών που συμμετείχαν σε αυτό το εργαστήριο. Σίγουρα πολλοί θεωρούν ότι δεν είναι εφικτή η συνα-πόφαση όταν έχουμε να κάνουμε με θέατρο και ίσως και μέσα από αυτόν τον διάλογο να μετατοπίζεται και ο στόχος του να εκφραστεί, όπως θέλει, ο κάθε καλλιτέ-χνης προσωπικά», παρατηρεί η Ιόλη και καταλήγει: «Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ δύσκολο αυτό το στοίχη-μα. Δεν τα καταφέρνουμε πάντα, αλλά τις φορές που τα καταφέρνουμε νιώθουμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Για μένα σημασία έχει που το προσπαθούμε».

Συνομιλώντας με τον Αρτώ

Μάρτιος 201555

56

Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης / Φωτογραφία: Αλεξάνδρα-Ζωή Γεωργίου

Το βράδυ της 19ης Φεβρουαρίου είχα την τύχη να παρακολουθήσω τη συναυλία του Kyklos Ensemble που έκλεισε το διήμερο συνέδριο «Σύνθεση και Μεσόγειος». Σε αυ-τήν ακούστηκαν έργα από συνθέτες

με καταγωγή από χώρες της Μεσογείου. Ενα από αυτά έκλεψε την παράσταση: το “Grief gestures” αποτελεί έμπνευση ενός Ελληνα μόλις 28 χρονών. Ο Δημήτρης Σκύλλας κατάγεται από τον Βόλο και ζει μόνιμα από το 2005 στη Βρετανία, όπου ακολούθησε τις σπου-δές του στο πιάνο, τη μουσικολογία και στη σύνθεση, κερδίζοντας πολλές υποτροφίες. Ο ίδιος δεν κρύβει το πάθος του για τη σύγχρονη κλασική μουσική, κάτι που δεν συνηθίζεται για μουσικούς της ηλικίας του, οι οποίοι στρέφονται ως επί το πλείστον σε άλλα είδη μουσικής.

Οπως η συντριπτική πλειονότητα των συνθετών, των οποίων τα έργα ακούστηκαν στις 19 Φεβρουαρί-ου, ο Δημήτρης ήταν παρών στη συναυλία. Το “Grief gestures” έλαβε το θερμότερο χειροκρότημα. Τον ρώ-τησα τι σημαίνει για τον ίδιο αυτή η ανταπόκριση. «Εί-ναι απόλυτα τιμητικό για μένα, δεν θα μπορούσα να ζη-τήσω κάτι περισσότερο», μου απαντά, για να προσθέ-σει όμως για την ανταπόκριση του κοινού ότι «δεν εί-ναι μια αξία σταθερή. Ισως δηλαδή σε κάποιο άλλο πε-ριβάλλον, με διαφορετικούς μουσικούς και διαφορετι-κούς κώδικες επικοινωνίας, να μην είχε την ίδια δεκτι-κότητα. Ως τώρα όμως, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Σκοτία, το “Grief gestures” έχει εκτιμηθεί ιδιαίτερα και δεν κρύβω ότι μου δίνει τεράστια χαρά. Αυτό σημαίνει πως η μουσική μου ίσως περιέχει ένα στοιχείο τα οποίο μπορεί να επικοινωνήσει τόσο με το μουσικό όσο και το ευρύτερο κοινό. Και έτσι, μόλις εξέφρασα μία βασι-κή μου ανάγκη ως δημιουργός».

Το συγκεκριμένο έργο στηρίζεται πάνω στο ηπειρώτικο μοιρολόι, επομένως είναι επηρεασμένο από παραδοσι-ακά ακούσματα. Αναρωτιέμαι εάν φοβάται ότι η διαμο-νή του στο Λονδίνο τον απομακρύνει από αυτά και εάν πιστεύει ότι η μουσική που θα συνθέσει στο μέλλον θα έχει περισσότερα δυτικοευρωπαϊκά στοιχεία. «Πιστεύω πως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο! Στη διάρκεια των πρώτων φοιτητικών μου χρόνων, τα δυτικά στοιχεία ήταν περισσότερο έντονα στα έργα μου, ίσως επειδή ένιωθα την ανάγκη να ενταχθώ σε μια ομάδα συνθε-τών με κοινή αισθητική. Μεγάλο λάθος… Μέσα στα

επόμενα χρόνια και νιώθοντας ένα είδος γλυκιάς νο-σταλγίας για τη χώρα μας, η παράδοση ξύπνησε μόνη της μέσα μου, κάτι σαν μητρική γλώσσα του ήχου. Δεν χρησιμοποιώ παραδοσιακά στοιχεία σε όλες τις συν-θέσεις μου, όλες όμως κρύβουν μέσα τους μια βαθιά ελληνικότητα. Αυτό σημαίνει πως έχουν επιρροές από στοιχεία, όπως οι λεκτικοί και σωματικοί κώδικες επι-κοινωνίας, το φως και η φιλοξενία!», μου λέει ο Δη-μήτρης.

Ακούγοντας ορισμένες συνθέσεις του, διακρίνει κα-νείς μία μεταφυσική αίσθηση. «Αν μπορώ να δεχτώ ότι αυτό συμβαίνει, πιστεύω πως προέρχεται από το γεγο-νός ότι η μουσική μου συντελείται και από εξωμουσι-κά στοιχεία, όσο κι αν αυτό ακούγεται περίεργο. Εχω μια τρομερή ανάγκη να συγχρονιστώ με κάτι ανώτερο από εμάς τους ίδιους. Κάποιοι το αποκαλούν Θεό, άλ-λοι έρωτα, άλλοι σύμπαν», σχολιάζει σχετικά ο νεα-ρός συνθέτης.

Στη συνέχεια ζητάω από τον Δημήτρη να μου πει ποιο από τα έργα του ξεχωρίζει. «Αυτή η ερώτηση με δυ-σκολεύει. Σίγουρα το “Grief gestures”, μαζί με μερι-κά άλλα, βρίσκεται στην κορυφή της προτίμησης μου. Κάθε έργο εκφράζει κάτι διαφορετικό. Υπάρχει βέβαια και ένα άλλο έργο το οποίο ξεχωρίζω ήδη και το οποίο δεν έχει γραφτεί ακόμη, τουλάχιστον στο χαρτί. Το έχω σκεφτεί όμως καλά και είναι πιθανό να κατακτήσει την πρώτη θέση στην προτίμησή μου, όταν έρθουν οι σω-στές συγκυρίες ώστε να το παρουσιάσω», εκμυστηρεύ-εται, κεντρίζοντας περισσότερο την περιέργειά μου.

Η επόμενη στάση του Δημήτρη στην Ελλάδα είναι το Αthenaeum στο Θησείο. «Πρόκειται για ένα ρεσιτάλ πιάνου με τίτλο ‘Πιάνο και παρόν’ που θα πραγματο-ποιηθεί στις 2 Απριλίου. Γίνεται σε συνεργασία με τη συνθέτρια Λίνα Τόνια και τους πιανίστες Θοδωρή Ιω-σηφίδη και Μαρία Μυλαράκη. Ο σκοπός μας ήταν να συνυπάρξουμε σε μια ‘ζεστή’ μουσική βραδιά και να παρουσιάσουμε κάποια σύγχρονα έργα, γι’ αυτό άλ-λωστε επιλέξαμε έναν μικρό χώρο. Είναι όμορφο να συνεργάζεσαι με καλλιτέχνες της ηλικίας σου, ιδιαί-τερα όταν στο ενδιάμεσο υπάρχει και φιλία», λέει εν-θουσιασμένος.

Ο Ελληνας συνθέτης έχει δηλώσει ότι όλοι πρέπει να ξέρουν τι είναι η σύγχρονη κλασική μουσική. Με ποιους τρόπους θα μπορούσε άραγε το συγκεκριμένο

είδος να αποκτήσει μεγαλύτερη απήχηση στο κοινό και με πώς θα μπορούσε να συμβάλει ο ίδιος; «Ενας πολύ βασικός παράγοντας είναι η ενημέρωση», μου απαντά. «Ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει, να μάθει το ποιόν της δουλειάς μας, για να μπορεί στη συνέχεια να το κατα-λάβει. Ας υποθέσουμε πως ένα εξαιρετικό εστιατόριο έχει ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον μενού, όμως για να το διαβάσει κανείς, θα πρέπει πρώτα να πληροφορηθεί για το ίδιο το εστιατόριο! Για να γίνει πιο δημοφιλής η σύγχρονη μουσική πρέπει βέβαια να το επιθυμούν και οι δημιουργοί. Εμένα προσωπικά με εξιτάρει η ιδέα πως αυτό που γράφω θα παρουσιαστεί μπροστά σε αν-θρώπους. Με τρελαίνει. Στοχεύω, κυρίως ως ανάγκη και λιγότερο με λογική σκέψη, σε έναν ψυχοσωματι-κό συντονισμό με τον ακροατή, ο οποίος αποτελεί μια ενιαία μάζα με το υλικό και τη δομή του έργου». Και καταλήγει: «Εάν κάνεις κάτι προσωπικό και ειλικρινές προς τον εαυτό σου, τότε είναι σχεδόν σίγουρο πως αυτή η ενέργεια θα αγγίξει και άλλους ανθρώπους».

Η συζήτηση στρέφεται σε ένα πιο προσωπικό θέμα. Ρω-τάω τον Δημήτρη εάν του λείπει η Ελλάδα και εάν θα ήθελε κάποια στιγμή να επιστρέψει για να μείνει εδώ μόνιμα. Φαίνεται απρόθυμος να «εγκλωβιστεί» σε μία απόφαση με μόνιμο χαρακτήρα: «Δεν γνωρίζω πραγ-ματικά τι θέλω, γνωρίζω όμως τι δεν θέλω, και αυτό εί-ναι να αναγκαστώ κάποια στιγμή να επιλέξω ανάμεσα στην Ελλάδα και το Λονδίνο. Εχω την ανάγκη να χωρί-σω τη ζωή μου, όχι σε δύο μέρη αλλά σε τρία: Το Λον-δίνο, την Ελλάδα και τις υπόλοιπες χώρες όπου έχω σκοπό να δραστηριοποιηθώ στο μέλλον. Καθώς με εν-διαφέρουν πολύ τα παραδοσιακά ακούσματα και άλ-λων πολιτισμών, δεν το θεωρώ απίθανο να εξερευνή-σω την Ασία, για παράδειγμα την Ιαπωνία και τη Νό-τια Κορέα».

Οσο για τα σχέδιά του μετά το ρεσιτάλ στο Αthenaeum; «Το αμέσως επόμενο βήμα είναι ένα τρίο για δύο πιά-να και κρουστά, μια ανάθεση για το Kyklos Ensemble για τους Δημήτρη Δεσύλλα, Γιώργο Λαζαρίδη και Στέ-φανο Θωμόπουλο. Αυτοί οι τρεις μουσικοί κατέχουν ένα τρομερό επίπεδο τεχνικής και εκτελεστικής αρτιό-τητας, το οποίο έχω ως στόχο να χρησιμοποιήσω υπέρ του έργου! Στη συνέχεια, θα ξεκινήσω μια σειρά σόλο ρεσιτάλ πιάνου με έργα κυρίως δικά μου αλλά και άλ-λων σύγχρονων συνθετών, με την αρχή να γίνεται αυτό το καλοκαίρι στο Πήλιο!».

Ειλικρινείς χειρονομίες

Μάρτιος 201557

58

Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

«Εσύ ανήκεις εδώ. Δεν είσαι για τη Νομική», της είχε πει ο Παντελής Βούλγαρης σε ένα γύρισμα για τις «Νύφες», όπου η νεαρή -φοιτήτρια της Νομικής ακόμα- Ευγενία Δημη-τροπούλου συμμετείχε με έναν μι-

κρό, βωβό ρόλο. Και πράγματι η Ευγενία δεν τον διέ-ψευσε. Αν και κατάφερε να τελειώσει τη Νομική πολλά χρόνια αργότερα, η υποκριτική ήταν αυτή που την κέρ-δισε πανηγυρικά.

Τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια τα πέρασε στη Λα-μία. Οποια παράσταση παρουσιαζόταν εκεί, την έβλε-πε. Τα καλοκαίρια έπιανε μόνιμο στασίδι στην Επίδαυ-ρο. Το χωριό του πατέρα της ήταν αρκετά κοντά, οπό-τε δεν έχανε παράσταση. «Θυμάμαι ένα σκηνικό στον 'Οιδίποδα τύραννο', που έκανε ο Ρόμπερτ Στούρουα με την Καρέζη και τον Καζάκο. Ηταν το 1986. Ημουν πάρα πολύ μικρή. Οταν ο Αγγελιοφόρος (Αννα Μα-κράκη) άναψε τσιγάρο έγινε ο κακός χαμός. Σηκωνό-ταν ο κόσμος και φώναζε. Φοβήθηκα. Θυμάμαι να ρω-τάω τον μπαμπά μου τρομαγμένη: 'Μπαμπά, οι άνθρω-ποι που πάνε θέατρο μιλάνε έτσι άσχημα, βρίζουν;'», μου λέει γυρίζοντας τον χρόνο πίσω.

Η αγαπημένη της ηθοποιός ήταν η Καρυοφυλλιά Κα-ραμπέτη. «Τη θαύμαζα και τη θαυμάζω πάρα πολύ. Θυ-μάμαι, ήμουν ακόμα στο σχολείο όταν έκανε τη 'Μή-δεια' και έφερα τα πάνω κάτω για να πείσω τη μαμά μου να έρθουμε στην Αθήνα για να δούμε την παρά-σταση. Επιστρέψαμε στη Λαμία ξημερώματα για να εί-ναι η μαμά μου την άλλη μέρα το πρωί στη δουλειά της», μου εξομολογείται γελώντας.

Η ιδέα να γίνει ηθοποιός της πρωτομπήκε στο σχολείο. «Συμμετείχα σε θεατρικό εργαστήρι, αλλά ενώ το αγα-πούσα πολύ όλο αυτό, το φοβόμουν κιόλας. Δεν ήξε-ρα κανέναν και μου φαινόταν πολύ δύσκολο να έρθω στην Αθήνα και να γίνω ηθοποιός», μου εξηγεί τονί-ζοντάς μου ότι πάντα τη γοήτευε το παρασκήνιο, αυτό που συμβαίνει πίσω από μία παράσταση.

Στα 18 της περνάει στη Νομική Αθηνών. «Ηταν μια επι-στήμη που με αφορούσε. Βέβαια μέχρι την τελευταία στιγμή ήμουν ανάμεσα στη Νομική και το Μεταφραστι-

κό. Ο αδερφός μου σπούδαζε ήδη στην Κέρκυρα και σκεφτόμουν μήπως πάω κι εγώ εκεί. Τελικά υπερίσχυ-σε και η αγάπη μου για τη Νομική και το θέλω μου να έρθω στην Αθήνα», παραδέχεται. Το θέατρο όμως συ-νεχίζει να δίνει δυναμικό «παρών» στη ζωή της, αφού συμμετέχει στο Θεατρικό Εργαστήρι της σχολής.

Εκεί την ξεχωρίζει και η casting director από τις «Νύ-φες», Ελευθερία Δημητρομανωλάκη. Τη διαλέγει να κάνει μία από τις πολλές νύφες στην ταινία. Ρόλος κομπάρσου, τίποτα το σπουδαίο. Ομως το σύμπαν μοιάζει να συνωμοτεί υπέρ της Ευγενίας… «Γυρίζου-με τη σκηνή που είναι όλες οι νύφες μαζί. Εμένα με βάζουν να κάθομαι μόνη μου πάνω σε ένα κρεβάτι κι έτσι φαινόμουν. Είναι αυτό που λέμε στο σινεμά 'δημι-ούργησα ρακόρ'. Δεν μπορούσα να λείπω από το επό-μενο γύρισμα που ήταν η συνέχεια της σκηνής. Δεν γινόταν να μπει κάποια άλλη στη θέση μου. Μου λένε ότι πρέπει να είμαι και τους εξηγώ ότι δίνω μάθημα την επόμενη μέρα. Τελικά δεν πήγα να δώσω το μάθημα. Προτίμησα το γύρισμα», μου λέει χαμογελώντας παι-χνιδιάρικα.

Κάπως έτσι αρχίζουν όλα… Η πλάστιγγα μέσα της έχει γείρει πια αποφασιστικά υπέρ της υποκριτικής. Αποφασίζει να δώσει εξετάσεις σε δραματική σχολή. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της πάλι ο θεός του θεάτρου μοιάζει να της κλείνει το μάτι… «Γινόταν μία οντισιόν για τον 'Ερρίκο Δ'' του Πιραντέλο από τον Δημήτρη Μαυρίκιο εδώ στο Εθνικό. Ο καθηγητής μου, ο Ευδόκιμος Τσολακίδης, με παρότρυνε να στείλω ένα βιογραφικό. Πέρασα τρεις οντισιόν και τελικά με πή-ραν. Στην ουσία μπήκα σε διαδικασία πρόβας προτού καν μπω στη Δραματική», μου επισημαίνει.

Εχει μόλις τελειώσει τη Δραματική Σχολή όταν θα μπει στη ζωή της το «Νησί». Η Ευγενία ετοιμάζει τη βαλίτσα της για την Κρήτη για να ζήσει μία από τις ομορφότε-ρες εμπειρίες της ζωής της. «Συνάντησα τις προάλλες τυχαία τον Στέλιο Μάινα και πραγματικά χάρηκα και συγκινήθηκα πολύ που τον είδα. Γενικά λέμε στις δου-λειές ότι περάσαμε ωραία, αλλά στο 'Νησί' πραγματι-κά περάσαμε πολύ ωραία. Ισως ήταν και το γεγονός ότι ήμασταν εκτός Αθήνας και οι άνθρωποι εκεί ήταν η καθημερινότητά μας. Μέναμε σε ένα τύπου ξενοδο-

χειακό συγκρότημα, όπου είχε ο καθένας το δωματιά-κι του, και είχαμε το θάρρος να πηδάμε δύο και τρία μπαλκόνια και να μπαίνουμε στο δωμάτιο του άλλου για να πάρουμε νερό ή να ψωνίζει κάποιος κάτι και να ψωνίζει και για τον διπλανό. Από την άλλη βέβαια δου-λεύαμε πάρα πολύ σκληρά γι’ αυτό το αποτέλεσμα και χωρίς ακόμα να ξέρουμε την αποδοχή που θα είχε από τον κόσμο», μου λέει.

Το «Νησί» την κάνει διάσημη. Ολα τα φώτα στρέφο-νται πάνω της. Η Ευγενία όμως δεν μοιάζει να θαμπώ-νεται από αυτά. Μένει προσηλωμένη στη δουλειά της. Κάνει θέατρο, πολύ θέατρο. Κάπως έτσι τη συναντάμε φέτος, για ακόμα μία φορά, στη Σκηνή Κοτοπούλη του Εθνικού στην «Πιαφ», στο πλευρό της Ελεονώρας Ζουγανέλη. «Υποδύομαι την Αγία Τερέζα. Είναι ένας ρόλος που δεν υπάρχει στο κείμενο της Παμ Γκεμς. Ο Αντώνης Γαλέος και ο Πέτρος Ζούλιας, που έκαναν τη διασκευή, ήθελαν να βάλουν κάποια στοιχεία για τη ζωή της Πιαφ, που δεν ακούγονταν στο υπάρχον κείμενο. Η Αγία Τερέζα δεν έχει καμία σχέση με τη Μητέρα Τερέζα. Είναι όντως αγία για τους Καθολικούς και ήταν όντως προστάτιδα της Πιαφ, γιατί μικρή είχε νοσήσει από κερατίτιδα και κινδύνεψε να χάσει το φως της. Στην παράσταση λοιπόν υποδύομαι την Αγία Τερέ-ζα, όπως τη βλέπει η Πιαφ. Κάθονται μαζί και κάνουν τσιγάρο, είναι πολύ σκληρή με την Πιαφ όταν πρέπει, είναι κοντά της την τελευταία νύχτα… Εχει μία κανονι-κότητα ως ηρωίδα», παρατηρεί.

Για την Ελεονώρα έχει να πει μόνο τα καλύτερα. «Η Ελεονώρα εκτός από υπέροχη φωνή είναι κι ένα κορί-τσι που δουλεύει πάρα πολύ. Είναι πραγματικά υπέρο-χη στην παράσταση. Και το αξίζει».

«Ονειρεύεσαι ρόλους;» τη ρωτάω λίγο πριν κλείσω το μαγνητόφωνό μου. «Ονειρεύομαι πολλές συνεργασί-ες με συναδέλφους, που βασικά ντρέπομαι όταν τους λέω συναδέλφους. Καλύτερα να τους πούμε ηθοποι-ούς που θαυμάζω», μου απαντά χαμογελώντας. Το αλαβάστρινο πρόσωπό της κοκκινίζει ελαφρά. Είναι τόσο όμορφη.

Από τις «Νύφες» στην «Πιαφ»

Μάρτιος 201559

60

Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης

«Φέτος με την 'Κατερίνα' για πρώτη φορά στη ζωή μου αισθάνθηκα ότι δικαιούμαι κι εγώ να κάνω θέατρο». Τον κοιτάζω σαστισμένος. Ομολο-γώ ότι δεν περίμενα να ακούσω κάτι τέτοιο από τον Γιώργο Νανού-

ρη. «Εχεις κάνει τόσες παραστάσεις…» του λέω. «Ναι, δεν ξέρω. Ισως επειδή είναι κάτι που έφτιαξα εντελώς από το μηδέν ακούγοντας ολοκληρωτικά το ένστικτό μου με μεγάλο ρίσκο. Εκανα ακριβώς ό,τι ήθελα και μου το επέτρεψε αυτό και η Λένα και ο Λόλεκ και ο Αύγουστος. Τη νιώθω πολύ σαν παιδί μου την 'Κατερί-να'», παρατηρεί.

Ο Γιώργος φέτος δικαιούται να είναι χαρούμενος. Η «Κατερίνα» του έγινε το απόλυτο θεατρικό talk of the town. Πρέπει να κλείσεις σχεδόν έναν μήνα πριν για να βρεις εισιτήριο. «Πώς νιώθεις;» τον ρωτάω. «Ηρεμος. Επειδή είμαι ένας πολύ αγχώδης άνθρωπος κι επειδή κι αυτό που κάνω είναι κάτι αγχωτικό από τη φύση του, φέτος που τα πράγματα πήγαν καλά έδωσα στον εαυτό μου την ευκαιρία για λίγους μήνες να ηρεμήσει», μου απαντά. Το «ήρεμος» μην το δέσετε και κόμπο. Οταν ο Γιώργος λέει «ήρεμος», εννοεί ότι είναι καλά μέσα του. Ως προς το έξω του, συνεχίζει να τρέχει, να σκέφτεται, να δημιουργεί, να ξυπνάει αχάραγα και να παίρνει το laptop του σημειώνοντας ιδέες.

«Είμαι σε μια στιγμή της ζωής μου που τα πράγμα-τα πάνε καλά», παραδέχεται. «Πριν από δύο χρόνια ήμουν σε μια φάση που τα πράγματα δεν πήγαιναν κα-θόλου καλά. Και ξέρω ότι μπορεί σε δύο χρόνια τα πράγματα πάλι να μην πηγαίνουν καλά. Οι ζωές μας κάνουν κύκλους. Αυτό που ξαναζωντάνεψε μέσα μου με την 'Κατερίνα' είναι η ελπίδα. Η επιτυχία της 'Κατε-ρίνας' μου δίνει την ελπίδα ότι ακόμα και σε μία φάση που τα πράγματα πάνε χάλια συνολικά μπορείς και μό-νος σου να αυτοτροφοδοτηθείς».

Το σπουδαίο είναι ότι με την «Κατερίνα» του ο Γιώργος ξύπνησε την ελπίδα και σε άλλους πολλούς. Μίλησε στην καρδιά τους. «Το θέατρο δεν είναι γκαλερί. Δεν μπορείς να πας σε μια παράσταση και να μη νιώσεις έστω για δυο λεπτά το στομάχι σου να σφίγγεται, τα μάτια σου να υγραίνονται, να γελάσεις αν είναι κωμω-

δία. Το θέατρο μεταφέρει συναισθήματα στον θεατή. Πριν από τρία χρόνια ήμουν σε μία φάση, που ανα-ρωτιόμουν 'καλά εδώ ο κόσμος χάνεται κι εσύ θες να κάνεις θέατρο;'. Αλλά τελικά καταλαβαίνω ότι κάνω κι εγώ κάτι χρήσιμο. Τώρα με την 'Κατερίνα' πάρα πολύς κόσμος που παλεύει με την κατάθλιψη ή δικοί του άν-θρωποι είναι καταθλιπτικοί, μας στέλνει μηνύματα στο Facebook και μας γράφει πόσο βοηθήθηκε», μου εξο-μολογείται τονίζοντας ότι η επιτυχία της «Κατερίνας» είναι μία συνισταμένη παραγόντων: «Το κείμενο του Κορτώ, η δουλειά μου, η Λένα, ο Λόλεκ… Ολα αυτά δέσανε και λειτούργησαν μαγικά. Αν έλειπε κάτι απ’ όλα αυτά, δεν θα ήταν ίδια η 'Κατερίνα'».

Με την παράσταση να σαρώνει στο Θησείον και να παίρνει παράταση τόσο μετά το Πάσχα, όσο και για την επόμενη σεζόν, ο Γιώργος έχει ρίξει αυτή την πε-ρίοδο όλο του το βάρος στη συνεργασία του με τον Σταύρο Ξαρχάκο και τη Μαρινέλλα στη «Σονάτα του Σεληνόφωτος», που θα παρουσιαστεί στις 15, 16 και 17 Ιουλίου στην Πειραιώς 260 στο πλαίσιο του Φεστι-βάλ Αθηνών.

«Μου το πρότεινε ο Ξαρχάκος όταν είδε την 'Κατερί-να'», μου λέει όταν τον ρωτάω πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία. Ο Γιώργος θα σκηνοθετήσει αυτό το νέο μουσικό έργο του Ξαρχάκου πάνω στο αγαπημένο ποί-ημα-μονόπρακτο του Γιάννη Ρίτσου. «Ο Ξαρχάκος ήθε-λε μία πιο φρέσκια, αλλιώτικη ματιά και γι’ αυτό πρό-τεινε να το σκηνοθετήσει ένας άνθρωπος νεότερης γε-νιάς, όπως είμαι εγώ», μου εξηγεί και μοιάζει πραγμα-τικά γοητευμένος από αυτή την απρόσμενη συνεργα-σία. «Ξαναγράφει μουσική μετά από πάρα πολλά χρό-νια και έχει κάνει, κατά τη γνώμη μου, εξαιρετική δου-λειά. Επίσης συνεργάζεται για πρώτη φορά με τη Μαρι-νέλλα, η οποία τραγουδά ένα είδος που δεν έχει ξανα-τραγουδήσει ποτέ», μου λέει, επισημαίνοντάς μου ότι η Μαρινέλλα θα υποδυθεί κανονικά την κεντρική ηρω-ίδα του Ρίτσου με κάποια μέρη από το ποίημα να είναι μελοποιημένα.

«Θα είναι αρκετά μινιμαλιστικό, με ένα πιάνο. Αλλά θα παίξουμε με φωτισμούς», μου λέει χωρίς να θέλει ακό-μα να επεκταθεί στο τι ακριβώς θα δούμε. Αντιθέτως, θα μπορούσε να μιλάει για ώρες για τον Ξαρχάκο και

τη Μαρινέλλα. «Είναι πραγματικά υπέροχοι και οι δύο. Είμαι συγκινημένος με τον τρόπο που δουλεύουν αυτοί οι δύο άνθρωποι. Είναι πραγματικά σαν να δουλεύω με δύο ανθρώπους που βγαίνουν τώρα στη δουλειά. Δου-λεύουν ατέλειωτες ώρες, με τρομερό πάθος και τρομε-ρή ενέργεια. Αναρωτιέμαι κάποιες φορές πώς γίνεται… Εχω πρόβα μαζί τους και είμαι πολύ ευχάριστα ανα-στατωμένος κι αυτό οφείλεται στη δική τους ενέργεια».

Θα πρέπει να κάνουμε υπομονή μέχρι τα μέσα Ιουλίου για να ανακαλύψουμε τι μας ετοιμάζουν. Οπως υπο-μονή θα πρέπει να κάνουμε και για την πολυαναμενό-μενη συνεργασία του Γιώργου με την Bijoux de Kant και τον Δημήτρη Δημητριάδη. Το έργο του τελευταίου «Απόφραξη» με τον Γιώργο στον ρόλο του Νάρκισσου ήταν να παρουσιαστεί στο Θησείον στα τέλη Απριλίου, αλλά το βεβαρυμένο επαγγελματικό πρόγραμμα όλων μετέθεσε την πρεμιέρα για τον ερχόμενο Οκτώβριο.

«Με τον Γιάννη Σκουρλέτη θέλαμε από παλιά να δου-λέψουμε μαζί, αλλά δεν προέκυπτε. Η ιδέα ξεκίνησε ως εξής: επειδή πια είμαστε όλοι νάρκισσοι, είμαστε με ένα κινητό στο χέρι και αυτοφωτογραφιζόμαστε, απο-φασίσαμε να κάνουμε κάτι σε σχέση με αυτό. Απευ-θυνθήκαμε στον Δημήτρη Δημητριάδη, ο οποίος έγρα-ψε ένα νέο κείμενο που έχει να κάνει με τον μύθο του Νάρκισσου, αλλά το πραγματικό του θέμα είναι η μο-ναξιά. Είμαστε νάρκισσοι γιατί κοιτάμε μόνο τον εαυ-τό μας και το είδωλό μας. Δεν σηκώνουμε το βλέμμα να δούμε τον απέναντί μας», μου εξηγεί για το νέο του υποκριτικό στοίχημα.

Εχει δίκιο. Στην «Κατερίνα» ο Γιώργος φωτίζει επί μιά-μιση ώρα τα πρόσωπα της Λένας και του Λόλεκ με έναν φακό. Στη ζωή μας αυτόν τον φακό τον γυρνάμε όλη την ώρα, σχεδόν εμμονικά, πάνω μας. «Πού θα επέλεγες να φωτίσεις με τον φακό σου στην Ελλάδα του σήμερα;» τον ρωτάω λίγο πριν το τέλος της κου-βέντας μας. «Στα πρόσωπα των ανθρώπων. Αυτά θα ήθελα να δω», μου απαντά. «Θα ήθελα να φωτίσω τα πρόσωπα των παιδιών, των νέων, των συνταξιούχων. Και θα ήθελα να είναι απέναντί τους οι άνθρωποι που έχουν φέρει την χώρα σε αυτή την κατάσταση».

Δικαίωμα στην ελπίδα

Μάρτιος 201561

62

Κείμενο: Βάσια Ρούσσου

Η ταλαντούχα εικαστικός Δήμητρα Ψυχογυιού έχει γράψει και εικονογραφήσει παραμύθια, παραδίδει μα-θήματα ζωγραφικής, κοσμήματος, ραπτικής και πλεξί-ματος και τα τελευταία δύο χρόνια ζωγραφίζει, μεταξύ άλλων, παπούτσια. Η ονομασία αυτών, Nadeen. Η πρώ-τη φορά που συνάντησα τη Δήμητρα ήταν όταν πήγα στο εργαστήρι της «Πέτρα-Ψαλίδι-Χαρτί» στα Ανω Πε-τράλωνα για να παρακολουθήσω μια μουσική παρά-σταση, μετά το τέλος της οποίας είχα την ευκαιρία να γνωρίσω και τη δουλειά της. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκαναν τα ζωγραφισμένα στο χέρι παπούτσια. Λίγο καιρό αργότερα ξαναβρέθηκα στο εικαστικό εργαστή-ρι της για να μιλήσουμε για τις δημιουργίες της και με την ευκαιρία να παραγγείλω το δικό μου ζευγάρι πα-πουτσιών.

«Η ιδέα των παπουτσιών ξεκίνησε πριν από δύο χρό-νια, όταν έμεινα έγκυος στον γιο μου. Σκεφτόμουν ότι θα ήταν μια πολύ καλή ιδέα όταν έρθει στη ζωή να του ζωγραφίσω ένα ζευγάρι παπούτσια. Και όπως ο καθένας βάζει στο Facebook μια φωτογραφία από ένα τοπίο ή από μια προσωπική στιγμή, εγώ έβαλα αυτά τα παπούτσια, θέλοντας να μιλήσω για το χαρμόσυνο γε-γονός. Κι άρχισαν να με ρωτάνε πόσο κάνουν, να μου λένε ότι θέλουν κι εκείνοι. Κι έτσι ξεκίνησε, από τύχη», μου λέει. Ο γιος της, μάλιστα, είναι ο νονός των πα-πουτσιών της. «Η πρώτη λέξη που είπε ο γιος μου ήταν ‘ναντίν’. Οταν έπεφτε, όταν σκόνταφτε, όταν έκανε κά-ποια ζημιά έλεγε ‘ναντίν, ναντίν’. Κι έλεγα ότι είναι ο φύλακας άγγελός του που έχει το όνομα Nadeen. Γι’ αυτό και στο λογότυπο, πάνω στο ‘d’ υπάρχει ένα φτε-ρό. Είναι το φτερό του Nadeen, του αγγέλου».

Στα παπούτσια του γιου της είχε ζωγραφίσει ψάρια. Αλλωστε, η θάλασσα και η ποίηση είναι από τα αγα-πημένα της θέματα. «Αγαπημένο θέμα η θάλασσα, αγαπημένο θέμα η ποίηση σε σχέση με τη θάλασσα. Χρησιμοποιώ πάρα πολύ την ποίηση του Ελύτη στα παπούτσια μου». Δεν την εμπνέουν, όμως, μόνο αυτά. «Μου αρέσει πάρα πολύ να ζωγραφίζω μουσικά θέμα-τα, ήλιους και φεγγάρια, τη μέρα και τη νύχτα, αυτή την εναλλαγή. Στο ζευγάρι, το κάθε παπούτσι είναι διαφο-ρετικό, οπότε κάνω πχ. τη μέρα και τη νύχτα, την πόλη και το χωριό, το παλιό και το καινούργιο ή ιδέες μέσα από τα παραμύθια. Δημοφιλή θέματα είναι η Κοκκινο-σκουφίτσα με τον λύκο και ο Μικρός Πρίγκιπας». Γιατί τη γοητεύουν οι αντιθέσεις; «Γιατί είμαι γεμάτη αντιθέ-σεις και γιατί η ζωή μας είναι γεμάτη αντιθέσεις», μου απαντάει.

Οποιο κι αν είναι το θέμα του εκάστοτε ζευγαριού, το χρώμα κυριαρχεί. «Αγαπώ πολύ το χρώμα και ήταν ένα στοίχημα για μένα ακόμα και στους ανθρώπους που φοράνε μαύρα ρούχα κυρίως να μπορούν να υποστη-ρίξουν ένα τέτοιο ζευγάρι παπουτσιών. Το νόημα όλης

αυτής της ιστορίας είναι ότι επειδή το παπούτσι έχει τον συμβολισμό ότι σε πάει παραπέρα, είναι το βήμα μπρο-στά. Κάνε ένα βήμα μπροστά προς μια ζωή περισσότε-ρο πολύχρωμη».

Η ανάγκη για αισιοδοξία και χαμόγελο είναι ένας από τους λόγους που ο κόσμος αγοράζει τα παπούτσια Nadeen. «Οι κυριότερες ηλικίες που φοράνε τα πα-πούτσια μου είναι από 25 μέχρι 60 ετών. Είναι άνθρω-ποι που έχουν ανάγκη τη χαρά, που έχουν ανάγκη να βάλουν χρώμα στη ζωή τους μέσα στη δυσκολία της καθημερινότητας», υπογραμμίζει. Ποια είναι τα βήμα-τα για τη δημιουργία ενός ζευγαριού Nadeen; «Συνερ-γάζομαι με ένα εργοστάσιο που έχω ψάξει πολύ κι έχω βρει ότι έχει πολύ καλή ποιότητα παπουτσιού. Παίρνω τα παπούτσια, έχω κάποια συγκεκριμένα σχέδια και πάνω σε αυτά ζωγραφίζω. Ο πελάτης μου μού λέει το χρώμα που θέλει και το νούμερο. Οσον αφορά το θέμα, είτε μου το αφήνει ελεύθερο, είτε μου προτείνει εκείνος κάτι που έχει στο μυαλό του και κάνουμε ένα συνδυασμό», μου εξηγεί.

Φωτογραφίες των παπουτσιών που ζωγραφίζει δημο-σιεύει στο Facebook και στην ιστοσελίδα του εργαστη-ρίου της μέχρι να ετοιμαστεί το site για τα παπούτσια. «Ετοιμάζω τώρα το site, το nadeenshoes.com. Μέχρι το Πάσχα θα είναι έτοιμο. Θα μπορούν να παραγγεί-λουν και να αγοράσουν μέσα από το site μου». Δεν θα είναι όμως ακριβώς e-shop. «Πιστεύω ότι το e-shop είναι λίγο απρόσωπο. Τα συγκεκριμένα παπούτσια χρειάζονται την προσωπική επαφή. Εξάλλου, είναι πα-πούτσια χειροποίητα, δεν μπορούν να ξαναβγούν τα ίδια», διευκρινίζει.

Αρκετές από τις δημιουργίες της μπορεί κάποιος να τις θαυμάσει από κοντά στο εργαστήρι της. «Από το 2008 έχω το εργαστήρι ‘Πέτρα-Ψαλίδι-Χαρτί’, που ξεκίνησε να είναι ο χώρος μου για να ζωγραφίζω, να εικονογρα-φώ τα παραμύθια και για να βάζω όλα μου τα υλικά. Αυτό το πράγμα άρχισε να ζητάει και να απλώνεται. Και κάθε χρόνο μου ζητάει και κάτι καινούργιο. Ετσι, άρχισαν να γίνονται μαθήματα ζωγραφικής, ραπτικής, κοσμήματος, μαθήματα βελονάκι και βελόνας σε ενή-λικες και παιδιά. Είναι περισσότερο ένα δημιουργικό εργαστήρι, όπου κανείς μπορεί να έρθει εδώ για να βοηθηθεί η φαντασία του να ανοίξει τα φτερά της. Το πιο σημαντικό από όλες αυτές τις διαδικασίες, πέρα από το ότι η δημιουργία είναι θεραπευτική διαδικασία, είναι ότι όταν μαζεύονται οι άνθρωποι κερδίζουν αυτό που υπήρχε παλιά κι έχουμε χάσει, το ότι υπήρχαν οι γειτονιές, το ότι μιλάγανε κυρίως οι γυναίκες μεταξύ τους. Εδώ δίνεται αυτή η δυνατότητα», τονίζει.

Εκτός από τις σπουδές της πάνω στη γραφιστική και τη διακόσμηση στη σχολή Βακαλό, η Δήμητρα έχει παρα-

κολουθήσει μαθήματα αγιογραφίας του Γιώργου Κόρ-δη. «Η αγιογραφία είναι μια τέχνη που με επηρέασε απόλυτα. Ο δάσκαλός μου με πολλή αγάπη μου έδειξε αυτά που έμαθα. Κι από τότε ζωγραφίζω με αυτόν τον τρόπο. Επέλεξα να κάνω και τα παραμύθια μου χρησι-μοποιώντας βυζαντινά στοιχεία. Πολλούς τους γοήτευ-σε αυτό το στοιχείο που για εμένα θεωρείται μοντέρνο, αλλά κάποιους άλλους τους απογοήτευσε. Πολλοί εκδότες μου είπαν: ‘Δεν το ρισκάρουμε να εικονογρα-φήσεις εσύ αυτό το παραμύθι, διότι φοβόμαστε ότι δεν θα είναι εμπορικό’. Δυστυχώς ή ευτυχώς έκανα αυτή την επιλογή και δεν το μετανιώνω», εξομολογείται.

Δεν υπάρχει κανένας λόγος να το μετανιώσει, άλλω-στε, αφού όχι μόνο δεν απαρνήθηκε αυτό που την εκφράζει, αλλά και επιλέχτηκε για να εικονογραφήσει σημαντικά βιβλία. «Ξεκίνησα με τις εκδόσεις Αγκυρα, που μου εμπιστεύτηκαν τα παραμύθια ‘Ο εγωιστής γίγαντας’, ‘Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας’, ‘Το αηδόνι και το τριαντάφυλλο’ του Οσκαρ Ουάιλντ. Εχω ει-κονογραφήσει αρκετά ακόμα, μεταξύ των οποίων, τα βιβλία ‘Παραμύθι χωρίς όνομα’ και ‘Τρελαντώνης’ της Πηνελόπης Δέλτα (εκδόσεις Αγκυρα), τα παρα-μύθια ‘Κάθε νεράιδα και δουλειά’ της Λότης Πέτρο-βιτς-Ανδρουτσοπούλου (εκδόσεις Πατάκη), ‘Μικρές ιστορίες για το μεγάλο μας κόσμο’ της Δήμητρας Π. Πυργελή (εκδόσεις Παρρησία)».

Δεν έχει εικονογραφήσει, όμως, μόνο βιβλία άλλων συγγραφέων, αλλά και δύο δικά της παραμύθια. «Εχω γράψει δύο παραμύθια, τα οποία είναι ‘Η μυγδαλιά και το φεγγάρι’ και ‘Ο κηπουρός του ουρανού’ και κυκλο-φορούν από τις εκδόσεις Αγκυρα. Δεν τολμώ ποτέ να αποκαλέσω τον εαυτό μου συγγραφέα, γιατί αυτά τα παραμύθια ξεπήδησαν από μια εσωτερική ανάγκη να πω δύο ιστορίες μου. Είναι πολύ προσωπικές στιγμές». Και τα δύο βιβλία περιέχουν CD με την αφήγηση των παραμυθιών και τραγούδια. «Ηταν μια μεγάλη χαρά που ο Νίκος ο Κουρουπάκης από το Τρίφωνο έγραψε τη μουσική και τραγούδησαν η Μάρθα Φριντζήλα, η Βικτωρία Ταγκούλη και άλλοι αγαπημένοι τραγουδι-στές».

Αυτή την περίοδο, η Δήμητρα ζωγραφίζει εκτός από παπούτσια και λαμπάδες. «Υπάρχουν και τα εποχιακά είδη που μου αρέσει πολύ να φτιάχνω. Τώρα για το Πάσχα ετοιμάζω λαμπάδες πάντα με θέμα ζωγραφικό, που μπορούν να συνδυαστούν με τα παπούτσια - δώρο για τα βαφτιστήρια», λέει και μας προσκαλεί στο Πα-σχαλινό Bazaar, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στο εργαστήρι της, το Σαββατοκύριακο, 4-5 Απριλίου, από τις 11 πμ. έως τις 6 μμ. για να διαλέξουμε λαμπάδες κι άλλα δώρα, που ετοίμασε μαζί με τις μαθήτριές της.

Art makes me fly…

Μάρτιος 201563

64

Κείμενο: Δημήτρης Βαρελάς / Φωτογραφίες: Πέτρος Δελλατόλας

Θησείο. Οδός Ηρακλειδών. Διάση-μος πεζόδρομος του Ιστορικού Κέ-ντρου. Στο νούμερο 10 συναντάμε ένα εντυπωσιακό κτίριο που χτίστη-κε το 1845 για να στεγαστούν οι Στάβλοι του βασιλιά Οθωνα. Εδώ

στεγαζόταν για πολλά-πολλά χρόνια ο θρυλικός «Στά-βλος», που κατέβασε ρολά πέρυσι. Από τον Αύγουστο μια νέα ομάδα ανέλαβε να αναδιαμορφώσει τον χώρο, με ποικίλες και ξεχωριστές ιδέες στο μυαλό. Ετσι γεν-νήθηκε τον Ιανουάριο του 2015 το Root Artspace, ένας δυναμικός χώρος τέχνης και διασκέδασης, που περι-λαμβάνει καφέ/μπαρ/εστιατόριο, αλλά και πολλούς χώρους που αξιοποιήθηκαν ως εκθεσιακοί χώροι, χώ-ροι προβολών και παραστάσεων, κατάστημα βινυλίων και κελάρι κρασιών.

Ο μεγάλος πολυεπίπεδος χώρος των 1.000 τετραγωνι-κών μέτρων απλώνεται περιμετρικά του εντυπωσιακού αίθριου. Στις αίθουσες δεξιά και αριστερά της εισόδου στεγάζεται το εστιατόριο, ενώ υπάρχει κι ένα τεράστιο μοναστηριακού στιλ τραπέζι. Η αισθητική και το design στον χώρο είναι αρκετά minimal και urban, ενώ χρη-σιμοποιούνται φυσικά υλικά. Ολα τα έπιπλα -ανοιχτό-χρωμου ξύλου- φτιάχτηκαν στο Root και όλα είναι δια-θέσιμα προς πώληση. Ετσι, εκτός από το art shop με τα είδη δώρων, οτιδήποτε άλλο υπάρχει μέσα στον χώρο μπορεί κανείς να το αγοράσει.

Στο δεξιό μέρος του αίθριου βρίσκεται το μακρόστε-νο μπαρ και ακριβώς από πίσω του η κουζίνα. Ολο το κομμάτι της κουζίνας και των ροφημάτων είναι ιδιαί-τερα προσεγμένο και ξεχωριστό. Ο κατάλογος είναι φτιαγμένος από ανακυκλωμένο χαρτί. Ο καφές ετοι-μάζεται ειδικά για το Root, υπάρχει ποικιλία βοτάνων και ροφημάτων πλούσιων σε αντιοξειδωτικά, ενώ ειδι-κή μέριμνα γίνεται στα κοκτέιλ -που επιμελείται ο Γιάν-νης Σαμαράς- ώστε να μη χρησιμοποιείται ζάχαρη και γλουτένη. Η σεφ Αυγερία Σταπάκη έχει δημιουργήσει ένα μενού βασισμένο στη σύγχρονη μεσογειακή κουζί-

να στην οποία έχει εντάξει την Paleo φιλοσοφία. Paleo είναι η νοοτροπία φαγητού που προέρχεται από την παλαιολιθική εποχή, όταν οι άνθρωποι τρέφονταν με αγνές και ακατέργαστες τροφές, πλούσιες σε πρωτεΐ-νες και βιταμίνες, και όχι με τυποποιημένα και επεξερ-γασμένα φαγητά. Ορισμένα από τα πιάτα που κερδί-ζουν αμέσως την προσοχή είναι ο καγιανάς με ντομα-τίνια, βασιλικό και αυγό ποσέ, η ψητή γλυκοπατάτα με κουκουνάρι, μέλι, σταφίδες και ροκφόρ, το κοτόπου-λο σχάρας γεμιστό με κατσικίσιο τυρί, λιαστή ντομά-τα και λαχανικά σοτέ με μελάσα και παλαιωμένο βαλ-σάμικο, η πίτσα από χαρούπι με ντομάτα, μοτσαρέλα μπουράτα, προσούτο, φύτρες ρόκας και λάδι τρούφας, και από επιδόρπιο το αχλάδι ποσέ με ωμό brownie και πρόβειο γιαούρτι. Στα κοκτέιλ βρίσκουμε το Sugar Man με μαύρο ρούμι, κρέμα βουτύρου μπανάνας, σι-ρόπι καραμέλα, φρέσκο λάιμ, μπίτερ από τριφύλλι και το Root Spice Flavor με cachaca, χυμό λεμόνι, μάνγκο, καρότο, σιρόπι τζίντζερ και σιρόπι από κάρδαμο. Ξεχω-ριστή κατηγορία αποτελούν τα Wellness Drinks όπως το Too Damn Hot που έχει πίσκο, γάλα αμυγδάλου με μέλι, λικέρ Chambord, λάιμ και μπίτερ κακάο.

Ανεβαίνοντας τη σκάλα, στον επάνω όροφο συναντάς τα γραφεία του Root, το art shop και εκθεσιακούς χώ-ρους που φιλοξενούνται εκθέσεις. Στο ισόγειο του ίδιου κτιρίου υπάρχει μια μακρόστενη αίθουσα με επί-πεδα όπου γίνονται προβολές. Ηδη τους πρώτους μή-νες λειτουργίας του, το Root διοργάνωσε το Root Film Festival Zero Edition που περιελάμβανε πληθώρα ται-νιών μικρού μήκους απ' όλο τον κόσμο και με προ-σκεκλημένους αναγνωρισμένους καλλιτέχνες του κι-νηματογράφου. Δεν θα έπρεπε να εκπλαγείτε αν πέσε-τε πάνω σε μαθήματα μουσικών οργάνων ή workshops ηθοποιίας ή άλλων τεχνών.

Στην αριστερή πλευρά του αίθριου συναντάμε το μικρό κατάστημα Rooted Records που διαθέτει επιλογές βινυ-λίων με -κυρίως- jazz, blues, funk, soul, ethnic και avant-garde ακούσματα. Η πόρτα και τα παντζούρια του μι-

κρού αυτού χώρου είναι από τα πιο εντυπωσιακά στοι-χεία ολόκληρου του χώρου και είναι αποτέλεσμα ξυσί-ματος που έφερε στην επιφάνεια αναρίθμητα στρώμα-τα χρωμάτων. Ακριβώς δίπλα στο δισκοπωλείο υπάρ-χει μια σκάλα που οδηγεί σε ένα υπόγειο κελάρι. Κατε-βαίνοντας -και προσέχοντας να μη χτυπήσεις το κεφά-λι σου-, καταλαβαίνεις πόσο εύκολη ήταν η απόφαση να διαμορφωθεί αυτός ο χώρος σε κάβα κρασιών. Με περίπου 50 ετικέτες, μπορεί κανείς να επιλέξει το μπου-κάλι που θα πιει στον χώρο συνοδεία του γεύματός του ή να το αγοράσει για δώρο. Στις δυο άκρες αυτής της πλευράς υπάρχουν οι πόρτες που οδηγούν στις τουα-λέτες που είναι ευρύχωρες και έχουν στους τοίχους ιδιαίτερα σχέδια ζωγραφισμένα στο χέρι.

Τη μουσική επιμέλεια στο Root αναλαμβάνουν αναγνω-ρισμένοι DJs της Αθήνας, κυρίως με τα ακούσματα που αναφέραμε παραπάνω, ενώ διοργανώνονται και θεμα-τικές βραδιές. Στο πρόγραμμα συμπεριλαμβάνονται και live συναυλίες μουσικών και συγκροτημάτων που στην πλειοψηφία τους είναι unplugged.

Σκοπός του Root Artspace είναι «να αποτελέσει μια σύγχρονη πλατφόρμα έκφρασης καλλιτεχνών και δη-μιουργικών ομάδων από την Ελλάδα και το εξωτερικό, ανοιχτή σε νέες εμπειρίες, ιδέες και συνεργασίες», όπως υποστηρίζει η ομάδα που το αποτελεί. Ενας μο-ντέρνος κομψός πολυχώρος που μπορεί άνετα να γίνει all-day στέκι και όχι απλά να πλασάρεται ως τέτοιος. «Θέλουμε να έρχεται οποιοσδήποτε και να νιώθει άνετα, να μπορεί να κάτσει ώρες, να δοκιμάσει ένα ενδιαφέρον πιάτο ή ένα κοκτέιλ και παράλληλα να πα-ρακολουθήσει κάποιο live event ή να περιπλανηθεί σε μια έκθεση», προσθέτει η ομάδα. Με τις ρίζες στο πα-ρελθόν και τη ματιά στο μέλλον, το Root Artspace ήρθε να προσφέρει κάτι γνήσια διαφορετικό και να μείνει.

Ενα art στέκι στο Θησείο

Μάρτιος 201565

66

5

17 3

1

4

Κείμενο / Τεκμηρίωση: Χάρης Σαββίδης

Οι λόφοι ανατολικά του Ιλισού (1), στις υπώρειες του Υμηττού, βρίσκονταν για πολλούς αιώνες έξω από την αστική οργάνωση της Αθήνας (2). Εξω δη-λαδή από την κατοικημένη περιοχή, όπως τη γνω-ρίζουμε εδώ ανατολικά της Ακρόπολης και δυτικά πάντα της κοίτης του Ιλισού. Τους συναντάμε ως αγρούς, βρίσκουμε από την αρχαιότητα μικρούς να-ούς (3) και ιερά (4), εξωκκλήσια και ανεμόμυλους (5)… Και φτάνουμε στην επανάσταση του 1821 και τον Οθωνα, οπότε κρίνεται αναγκαία η οργάνωση των λόφων αυτών με σημαντικές χρήσεις.

Το νεότευκτο νεκροταφείο της πόλης (6), το οποίο όλες οι μεγάλες οικογένειες της πόλης θα θελή-σουν να αναδείξουν ως μια ξεχωριστή γλυπτοθήκη, θα δημιουργήσει ζωή. Από τη μια, η νέα (αμαξιτή) γέφυρα επί του Ιλισού οδηγεί σε μια φυτεμένη λε-ωφόρο, την οδό Αναπαύσεως, από την άλλη, οικο-γένειες νησιωτών μαρμαρογλυπτών θα θελήσουν να οργανώσουν τα πρώτα εργαστήρια στον δρόμο αυτό προκειμένου να εξυπηρετήσουν την κίνηση λόγω του νέου νεκροταφείου. Και από τότε -μέσα του 19ου αιώνα- μέχρι και τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες του ‘50 και του ’60, σημαντικοί καλλιτέ-χνες τόσο του εικαστικού χώρου, όσο και της μου-σικής και της αρχιτεκτονικής, θα προτιμήσουν αυτή τη γωνιά της Αθήνας για κατοικία και εργασία (7).

Το όνομα Μετζ το συναντήσαμε μια φορά και μόνο σε μια διαφήμιση (κακόφημου) ξενοδοχείου (8). Να έδωσε αυτό το όνομά του; Μάλλον τυχαία. Το

μεγάλο έργο που άλλαξε τη σχέση της γειτονιάς με την πόλη και τα μνημεία της ήταν η υπογειοποίηση του Ιλισού και η νέα λεωφόρος Αρδηττού (9). Εκεί, ένας μικρός δρόμος, από αυτούς που ανηφόριζαν οι φοιτητές του Απάρτη για να πάνε στο μάθημά τους στο εργαστήριο του γλύπτη στο νούμερο 13, έγινε μια από τις πιο σημαντικές αρτηρίες της πρω-τεύουσας, όλο κίνηση και καυσαέριο. Η ένωση της λεωφόρου Συγγρού με τη λεωφόρο Κηφισίας πήρε δεκαετίες, αλλά κατάφερε να αλλάξει οριστικά τη μορφή του αττικού τοπίου.

Ο Ιλισός έγινε δρόμος, ενώ η μικρή οδός Αρδητ-τού είδε να κατεδαφίζεται ολόκληρη η δυτική πλευ-ρά της. Αυτοκίνητα, τρόλεϊ, τραμ, όλα πια θα περ-νούν από εκεί. Ετσι, σήμερα (10) η γειτονιά έχει τα γνωρίσματα του υπόλοιπου κέντρου της Αθήνας. Παλαιά σπίτια δεν υπάρχουν, εκτός ολίγων εξαιρέ-σεων (11): ένα σημαντικό αθηναϊκό σπίτι του 1880 περίπου (12) και μια σημαντική μεταπολεμική πο-λυκατοικία, αυτή του Αρη Κωνσταντινίδη (13) στα όρια της συνοικίας πίσω από το Καλλιμάρμαρο.

Ο Ανεμόμυλος κατεδαφίστηκε (έγκλημα όποιος κι αν το έκανε) στη δεκαετία του ’80 και ένας σύλλο-γος κατοίκων παλεύει για να σώσει ένα ιδιαίτερο αρχαιολογικό χώρο. Αυτόν του ναού της Αγροτέ-ρας Αρτέμιδος, ενός ναού που υπήρχε ατόφιος και εν λειτουργία μέχρι τις τελευταίες ώρες πριν από την Επανάσταση. Σήμερα (14), πέραν της κατοι-κίας, τα μπαρ της Μάρκου Μουσούρου είναι μπε-

λάς. Η εξάντληση της αγοράς ακινήτων έχει κάνει και εδώ εμφανή τα σημάδια της (15). Ομως το χρώμα (16) και οι φυγές (17), μαρτυρούν ότι εδώ ο αέρας παραμένει κάπως διαφορετικός.

Πηγές:1-2-5-6-12: Φωτοθήκη του Πανεπιστημίου του Στρα-

σβούργου3-4: Από το Λεξικό του Γιάννη Τραυλού για την Τοπο-

γραφία της Αθήνας7-9: Αεροφωτογραφίες ΥΠΕΧΩΔΕ από το αρχείο της

elytron.eu10: Bing Maps, κολάζ από πολλές αεροφωτογραφί-

ες (Χ.Σ.)11-14-15-16-17: Φωτογραφίες Χ.Σ.13: Από την Εργογραφία του Αρη Κωνσταντινίδη, εκ-

δόσεις ΑΓΡΑ

Πέραν του Ιλισού

67 Μάρτιος 2015

68

1

6

16

7

9

8

69 Μάρτιος 2015

11

14

10

12

13

15

Κείμενο: Πόπη Διαμαντάκου

Ομπρέλα, αθλητικά, αδιάβροχο και η καρδιά σφιγ-μένη. Από μικρή είχα αποστροφή για τις στρατιωτι-κές παρελάσεις. Ακόμη και τότε που δεν καταλάβαινα, μωρό στην καρδιά της Χούντας, τους συμβολισμούς και το αίσθημα του κόσμου. Είχα τα δικά μου αισθή-ματα. Εβρισκα τρομακτικά τα όπλα. Διόλου γιορτινά. Για γιορτινή είχα τη μαθητική παρέλαση. Α, ναι, αυτή μου άρεσε, γιατί χάναμε μαθήματα και βρίσκαμε ένα σωρό φίλους εκεί που συγκεντρωνόμαστε με τα σχο-λεία, βρίσκαμε και φλερτ - φτερούγιζαν οι εφηβικές καρδιές. Και πάλι είχα τις απόψεις μου, να κρατάμε όλα τα παιδιά σημαίες, να μην ξεχωρίζει κανείς. Τέλος πάντων, λίγο η περιέργεια και λίγο η διαστροφή -να πιω το ποτήρι ως το τέλος- με οδήγησαν στο Σύνταγμα αυτή τη βροχερή και φορτισμένη 25η Μαρτίου.

Οι εξαγγελίες για γλέντια με φουστανέλες αμέσως μετά την επίδειξη όπλων και εκπαιδευμένων για πόλε-μο νιάτων του τόπου είχαν ήδη προκαλέσει σύγχυση συμβόλων και συμβολισμών. Είχαν ήδη ξυπνήσει μνή-μες σε πολλούς, από τις εποχές της χούντας, όταν η παράδοση γινόταν καθήκον με το ζόρι για να καλύψει με ένδοξους μύθους του παρελθόντος ένα πνιγηρό και ανελεύθερο παρόν, γινόταν σύμβολο της απομόνωσής μας από τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτά ξύπνησαν με τις εξαγγελίες για γλέντια με φουστανέλες στο Σύνταγμα. Ημουν περίεργη αν θα 'ταν το ίδιο.

Ετριζε ο τόπος όταν βγήκα στην πλατεία από τις σκά-λες του μετρό. Ερπύστριες. Σφίχτηκε η ψυχή μου. Πάντα σφίγγεται όταν ακούω ερπύστριες. Δεν είμαι η μόνη. Αλλά είπαμε, καιροί ειρήνης έχουν αλλάξει τους συμβολισμούς. Κοιτώ το πρόγραμμα. Τυπωμένο

από το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμυνας. Μπροστά μια ζωγραφιά με φουστανελάδες από το 1821. Parade program, γράφει για τους τουρίστες, να ξέρουν. Εχω φτάσει στη «σκηνή» που βγαίνουν τα τεθωρακισμένα, Armor, Medium Tank Company, (LEO2 HEL). Να το δι-ασκεδάσω.

Ο ουρανός μολυβί και η βροχή να μη σταματάει. Εσπρωχνε κόσμος με ομπρέλες να δει, όχι πολύς. Ηταν και ο καιρός. Να 'φταιγε αυτός που δεν είχε χαρά όλο αυτό γύρω μου; Είχε περιέργεια. Και υποχρέωση γονιών να σπρώξουν τα βλαστάρια τους μπροστά στη σειρά. Δίπλα μου έτρεχαν με τις ομπρελίτσες τους και τις παραδοσιακές τους στολές μια χούφτα Θρακιώτισ-σες του συγκροτήματος που θα χόρευε σε λίγο. Πέρα-σαν και φουστανελάδες και τρεις Καστελοριζιές.

Ο κόσμος συνωστιζόταν -μια λεπτή φέτα στην Αμαλίας και την Πανεπιστημίου- σιωπηλός. Περίεργα σιωπηλός. Θεατής. Τίποτε άλλο. Για την ακρίβεια μου φαινόταν απόλυτα απαθής. Μερικά σχόλια μόνον. Κάπως κοσμι-κά. Σαν αυτά που ακούγονται στα μεσημεριανάδικα. Είναι και η γυναίκα του Τσίπρα; Τη βλέπεις; Μπορούμε να δούμε ως εκεί; Λες κι έβλεπαν τηλεόραση.

Μερικοί τουρίστες στα μπαλκόνια της Μεγάλης Βρε-τανίας τραβούν το βλέμμα. Ενα από τα ελάχιστα κτί-ρια που έχουν απομείνει από τον καιρό εκείνο, που χτιζόταν η πόλη και η χώρα, εμπνευσμένος κλασικι-σμός του αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν, ο μόνος που «κατόρθωσε να αποδώσει το αττικόν μεγαλείον». Φουστανέλες περνούν δίπλα μου. Πιο βιαστικές. Τε-λειώνει η παρέλαση και περιμένουν όλοι τους χορούς.

Στριμώχνεται μια χούφτα κόσμος, στην αρχή της Πα-νεπιστημίου, εκεί που κάνει κούρμπα ο δρόμος. Τότε που χαράχτηκε, όταν η πόλη έγινε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, ήταν συμφέροντα πολλά, μαζί και του στρατηγού Μακρυγιάννη, που είχε αγοράσει την περιοχή μέχρι τους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Από τότε τα ζικ-ζακ στους δρόμους για να βολευτούν όλοι.

Ο κόσμος κάνει κύκλο γύρω από τους χορευτές. Για την ακρίβεια, έναν κύκλο μπροστά από τον Aγνω-στο Στρατιώτη και έναν στον δρόμο, επί της Αμαλίας. Αυτό είναι όλο. Και η μπάντα, λίγο πιο πέρα, παιανίζει έναν ωραίο τσάμικο. Ακίνητος ο κόσμος μπροστά της. Σπρώχνονται μόνον σιωπηλοί και κλείνουν όλο και πε-ρισσότερο τον κύκλο. Θέλουν να δουν. Απλοί θεατές. Και πολύ σιωπηλοί.

Να φταίει η βροχή; Να φταίει η σύγχυση των συμβο-λισμών; Να είναι η απογοήτευση ότι περίμεναν υπερ-παραγωγή και βρήκαν ένα φτωχό θέαμα; Μερικοί βρί-σκουν ευκαιρία να καθίσουν στις καρέκλες των επισή-μων, να ξαποστάσουν. Ούτε κουβέντα στον διπλανό. Καμιά εθνική ανάταση. Κόπωση μόνο.

Αυτό ήταν όλο. Τα social media είχαν πάρει φωτιά. Το ίδιο και οι τηλεοράσεις. Κόντρες για την παρέλαση, έλεγαν οι τίτλοι και στα πάνελ καβγάς για τις φουστα-νέλες και μιλιά για την ιστορία, την πραγματική, να ξέρουμε τι γιορτάζουμε. Αυτό ακόμη ταμπού. Και ο κό-σμος όλο και πιο σιωπηλός, όλο και πιο απόμακρος, όλο και πιο… θεατής. Αυτό με τρόμαξε πιο πολύ από τις ερπύστριες.

Ομπρέλες, τανκς και φουστανέλες

70