Metropolis Free Press 21.12.10

48
v xx

description

Το δικό μας 2010

Transcript of Metropolis Free Press 21.12.10

Page 1: Metropolis Free Press 21.12.10
Page 2: Metropolis Free Press 21.12.10

Αν το τέλος της χρονιάς δεν συνέπιπτε με το κλίμα των Χριστουγέννων, που οι άνθρω-ποι παραδοσιακά έχουν μια κάποια εορταστική διάθεση, τα «ειδικά» τεύχη της έντυπης ελληνικής παραγωγής (μαζί και το παρόν) που θα πέσουν στα χέρια σας αυτές τις ημέ-ρες, δεν θα έπρεπε να περιέχουν τίποτα άλλο από τον οικονομικό-κοινωνικό απολογι-σμό ενός εξαιρετικά δυσάρεστου έτους. Σε κάθε συζήτηση εδώ και μήνες, η λέξη «κρί-ση» είναι πρωταγωνίστρια και ρυθμιστής της διάθεσής μας. Ενδεικτικά, να αναφέρω, ότι δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός ότι, από τους ανθρώπους που βρίσκονται στο φιλικό μου περιβάλλον (ηλικίας 30-), κανείς δεν έχει δουλειά και κανείς δεν έχει ασφάλιση -ο Θεός να έχει καλά τους γονείς μας. Αυτό είναι το γεγονός της χρονιάς και είναι τόσο σημαντικότερο από τα υπόλοιπα, ώστε μοιάζει σχεδόν αφελές το να μιλά-

με για οτιδήποτε άλλο. Οπότε, στις σελίδες που ακολουθούν δεν θα βρείτε μια αντικειμενική αναδρομή της χρονιάς που πέρασε, αλλά μία απόλυτα υποκειμενική ανασκόπηση του «δικού μας» 2010, της χρονιάς μέσα από μικρά και μεγάλα γεγονότα, στα οποία επέλεξαν οι συνερ-γάτες μας να αναφερθούν, όπως αυτά σημάδεψαν τη ζωή τους. Γεγονότα από την προ-σωπική, εθνική και παγκόσμια ζωή, πρόσωπα και στιγμές με καλλιτεχνικό, κοινωνι-κό, πολιτικό και αθλητικό περιεχόμενο. Θα διαβάσετε για τον ερχομό του Μπομπ Ντί-λαν το καλοκαίρι και τον Τζούλιαν Ασάνζ, για εμπειρίες από το ταμείο ανεργίας, αλλά και από τον ελληνικό στρατό, για το Μουντιάλ της Νότιας Αφρικής και το iPad, για το τέλος του “Lost” και την απαγόρευση του καπνίσματος. Κατά την ετοιμασία του τεύχους, ρητή εντολή υπήρξε μόνο μία: «Μην ανοίξετε τις ατζέντες και τα ημερολόγια, δεν μας πειράζει να ξεχάσουμε κάτι». Ο στόχος αυτού του τεύχους, όπως προαναφέρθηκε, είναι να αποτυπωθεί η χρονιά, αυθαίρετα και προσωπικά, αλλού σοβαρά, αλλού με χιούμορ

και αλλού απλά νοσταλγικά. Διαβάζοντας, λοιπόν, το τεύχος σε εκτυπώσεις και ενώ ολοκλήρωνα αυτές τις γραμμές, προσέχοντας ένα-ένα τα κείμενα, που οι συνεργάτες διηγήθηκαν το «δικό τους» 2010, θυμήθηκα το τέλος από το «Φύλακα στη Σίκαλη»: «Δεν πρέπει να διηγιέσαι ποτέ τίπο-τα, σε κανέναν. Ετσι και το κάνεις, τότε όλοι αρχίζουν να σου λείπουν». Δεν παραθέτω αυτό το σημείο επειδή μετάνιωσα που στήσαμε έτσι το εορταστικό τεύχος, ούτε επει-δή άρχισε να μου λείπει οποιοσδήποτε. Απλώς θυμήθηκα ότι το «δικό μου» 2010, η πρώτη χρονιά των tens, όπως άρχισε να αποκαλείται η δεκαετία, ξεκίνησε στις 27 Ια-νουαρίου με την είδηση του θανάτου του (δημιουργού του) εφηβικού μου ήρωα. Ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών, αφήνοντας όμως ελεύθερο και αδέσμευτο πλέον το μύθο του Χόλντεν Κόλφιλντ να σημαδέψει γενιές και γενιές σε κάθε 2010 και 2011 και 2012 και πάει λέγοντας. Αυτό το τελευταίο προσωπικό σχό-

λιο, για να βρίσκομαι στο κλίμα των επόμε-νων σελίδων, συνοδεύεται από τις ει-

λικρινείς ευχές μου για έναν κα-λύτερο χρόνο που έρχεται.

Και για μένα και για όλους.

[email protected]

Ιδιοκτησία - Εκδοση: ΜETROPOLIS EΚΔΟΤΙΚΗ Α.Ε. Εδρα: Κύπρου 12Α Τ.Κ. 183 46 - Μοσχάτο, τηλ. 210 4823977l Σύμβουλος Eκδοσης: Κώστας Τσαούσης l Διεύθυνση Εκδοσης: Νατάσα Μαστοράκου, Βίκτωρας Δήμας, Αθως Δη-μουλάς l Στην οργάνωση, παραγωγή και επιμέλεια της έκδοσης συμμετέχουν οι: Νικήτας Καραγιάννης, Λένα Βλασταρά, Ανδρέας Γιαννόπουλος, Σοφία Ζήττα, Μαρίνα Κατσάνου, Ηλίας Κολοκούρης, Εμμανουήλ Παπαϊωάννου, Κωνσταντί-νος Πατακός, Γιώργος Πολυμενέας, Ντίνος Ρητινιώτης, Γιώργος Ρομπόλας, Ρενέ Σανς, Ειρήνη Σουργιαδάκη, Βάσια

Τζανακάρη, Χρήστος Τσαπακίδης, Αλέξανδρος Χαντζής, Χρήστος Χαντζής l Δημιουργικό: Δημήτρης Στεργίου l Εμπορικός Διευθυντής: Πάνος Πατρίκης l Διαφήμιση: Χρήστος Τσαούσης, Εμμανουέλα Χειρακάκη

l Φωτογραφίες: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Actionimages, AFP, ΕUROKINISSI Εκτύπωση: «Η Καθημερινή» Α.Ε.

[email protected]

Page 3: Metropolis Free Press 21.12.10
Page 4: Metropolis Free Press 21.12.10

4

12 Smoke like a Greek

Page 5: Metropolis Free Press 21.12.10
Page 6: Metropolis Free Press 21.12.10

6 2010

2 Δεκεμβρίου του σωτήριου έτους 2010. Τόσα χρόνια καψίματος σε ηλεκτρονικά sites. Απειρες νουβέλες επιστημονικής φα-ντασίας. Σκίτσα με ημίγυμνες να φοράνε στολή Star Wars. Στίχοι από μπάντες αφιε-ρωμένες στον Terminator. Το μόνο που δυ-στυχώς δεν αγόρασα ποτέ ήταν φωτόσπα-θο -και ας το είχαν σε προσφορά. Εγώ και η οργάνωση που εκπροσωπώ, γνωστή και ως UNW (United Nerds of the World), βρισκό-μασταν σε αναμμένα κάρβουνα. Περιμέναμε το βίντεο με τον εξωγήινο μεσσία.

Και η ώρα 9 μμ. το όνειρο έσβησε. Μια αντιπαθητική κοπελίτσα, επιστήμων της NASA γαρ, το είπε. Νέα μορφή ζωής στη Γη. Το ανακαλυφθέν βακτήριο ενσωματώ-νει βαθμιαία στο DNA του αρσενικό αντί για φώσφορο. Τρομακτικά σημαντική ανακά-λυψη. Ιδιαίτερα εάν σκεφτεί κανείς ότι θε-ωρούσαμε δεδομένο ότι η ζωή δομείται με έναν και συγκεκριμένο τρόπο. Λάθος. Από

δω και στο εξής θα πρέπει να

αναθεωρήσουμε. Πολύ ωραία -για όσους προσεγγίζουν το θέμα από επιστημονική σκοπιά. Ολους εμάς τους UNW μας ξενέρω-σε!

Ετσι, για το 2011 προβλέπεται οι έρευ-νες να στραφούν προς τη νέα αυτή μορφή ζωής. Και πιθανόν να έρθουν ακόμα πιο εντυπωσιακά στοιχεία στο φως. Σίγουρο εί-ναι ότι τα ΜΜΕ επιστημονικής χροιάς, βλέ-πε National Geographic, έχουν βρει θέμα για τουλάχιστον 12 μήνες. Οπότε όσοι έχετε

Nova -και έχετε βαρεθεί να βλέπετε το «Τό-τος, το τσιτάχ της καρδιάς μας»- θα δείτε πολύ ντοκιμαντέρ για βακτηρίδια. Τυχερά-κηδες...

Η ΣΕΧΤΑ ΤΟΥ ΑΡΕΙΑΝΟΥΕ, και χέστηκε η φοράδα στο Γενί Τζαμί τε-λικά με το βακτήριο! Διαφορετικά πράγμα-τα θέλαμε. Φανταστείτε η NASA να έδειχνε εξωγήινο με κέρατα να ουρλιάζει σαν δαί-μονας στους γαλαξίες. Αυτό θα ήταν είδηση.

Νέες θρησκείες θα ξεπετάγονταν. Ο σα-ϊεντολόγος Τομ Κρουζ θα ηγείτο της επανα-στάσεως. Σέχτες που θα έβαφαν το πρόσω-πό τους πράσινο προς τιμήν του εξωγήινου. Θα έκαιγαν μεγάλες φωτιές, σήματα καπνού στο θεό τους. Θα έφτιαχναν ναούς από πε-ταμένα κομπιούτερ. Θα δίδασκαν το μιλι-ταριστικό πασιφισμό. Θα κατέλυαν κάθε

2011Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, εμπρός ο νέος χρόνος! Βακτήρια, νέοι φόροι, το Χόλιγουντ. Wikileaks και τρομοκράτες. Ο Διαμαντίδης, ο Τόλκιν, οι Bon Jovi και σέχτες Αρειανών. Η σούπα του μέλλοντος. Κι όμως, όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν.

ά λλλλλλλλλήήήήήήήήή άάάάάάάάά όόόόόόόόό έέέέέέέέ όόόόόόόόό !!!!!!! ΒΒΒΒΒΒΒ ήήήήήήήή έέέέέέ όόόόόόόόό

Page 7: Metropolis Free Press 21.12.10

7

κυβέρνηση. Και θα έκαναν κάθε μέρα φε-στιβάλ. Κάτι σαν Γούντστοκ όλο το χρό-νο. Και ο θρησκευτικός αρχηγός Τομ επι-τέλους θα παντρευόταν την Πενέλοπε, ξέρε-τε, την Κρουθ, και θα την έκανε βασίλισσά του. Αμήν.

Και βέβαια η Ελλάδα θα σωζόταν. Οσοι νέοι φόροι και να έπεφταν στην πλάτη της, δεν θα μάσαγε. Θα είχε δύο βασικότατες πηγές εισοδημάτων. Πρώτον, οι σεχταρι-στές λάτρεις των εξωγήινων θα αγόραζαν τα όπλα τους από την Κρήτη. Και θα κατα-κτούσαν τον κόσμο με μπαλωθιές. Και δεύ-τερον, τα βιβλία του Δημοσθένη Λιακόπου-λου θα πουλούσαν δισεκατομμύρια σε όλες τις γλώσσες. Αλλωστε, το είχε πει εκείνος: o καιρός γαρ εγγύς. Η νέα ελληνική επιχειρη-ματικότητα θα κέρδιζε τη μέρα.

Ομως όχι, νικηθήκαμε, αδέρφια. Και πρέπει να τη βολέψουμε και τη νέα χρονιά με ταινίες όπως το “Apollo 18” του ανερχό-μενου Gonzalo Lopez. Που μιλάει για την πιθανή ανακάλυψη εξωγήινης ζωής ήδη από τα 1970. Aγιε Alien, έλα και πάρε με από αυτόν το φριχτό και βαρετό πλανήτη. Σε παρακαλώ.

ΟΙ AΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΡΡΟΗΣ Η γη είναι ένας αρχαίος κόσμος. Σήμερα ζούμε στην εποχή των γέρων. Ολα έχουν ως άξονα αυτούς. Ακόμα και τα μουσικά πράγ-ματα. Για παράδειγμα, τα δύο συναυλιακά γεγονότα το καλοκαίρι του 2011. Roxette και Bon Jovi. Ε, όχι! Κορίτσια και αγόρια, όχι άλλοι ροκάδες με ρυτίδες και μαλλιά πε-ρούκα. Δυστυχώς, τα ίδια και οι κοινωνίες. Τα ίδια και οι πολιτικοί άρχοντες τούτου του πλανήτη. Γηραλέα σκυλιά, που κάνουν κου-μάντο με παλιά κόλπα.

Φυσικά, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Πάντα κάποιος τη σκοτώνει. Ετσι και με το Wikileaks. Ξεκίνησε το 2006, αλλά έκανε πραγματικά αίσθηση τους τελευταίους μή-νες του χρόνου που φεύγει. Μάθαμε ότι κε-ντροαμερικανικές οργανώσεις τα παίρνουν από ναρκέμπορους, ότι ο Μπερλουσκό-

νι έχει λυσσάξει να παίρνει μίζες. Μάθαμε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες και κοιμηθή-καμε με την τηλεόραση ανοιχτή στο σαλόνι. Οπως συνήθως.

Ο Ούγκο Τσάβες δήλωσε ότι «Το Wikileaks απογυμνώνει τη διπλωματία των ΗΠΑ». Μάθαμε ότι οι Αμερικανοί διπλωμά-τες αποκαλούν «Μπάτμαν» τον Πούτιν. Ο μικρός φίλος του λέγεται Μεντβέντεφ. Ηρ-θαν στην επιφάνεια αθλιότητες των τελευ-ταίων αντιτρομοκρατικών πολέμων. Η Κίνα φοβάται μην βγουν δικά της άπλυτα στη φόρα. Γιατί θα είναι γεμάτα λεκέδες. Πιθα-νόν από αίμα.

Και όλα αυτά έκαναν εμάς τους ρομα-ντικούς συνωμοσιολόγους αυτού του κό-σμου να σκεφτούμε: δικαίωση. Επιτέλους φάνηκε ότι το 2011 τα πράγματα θα αλλά-ξουν. Δεν θα μας εμπαίζουν. Ανοιξαν οι ασκοί του Αιόλου. Κάθε ήπειρος θα επανα-στατούσε ενάντια στους καταπιεστές. Τώρα είχε την αφορμή. Νέες μορφές ηλεκτρονι-κής αδελφοποιήσης μεταξύ των λαών θα προέκυπταν. Αλλά τελικά τίποτα, ο Πούτιν μας πρόλαβε. Λίγο ως πολύ είπε: «Δεν έγινε και τίποτα που βγήκαν άπλυτα στη φόρα».

Προσγείωση. Μας θύμισε ότι οι κανό-νες της διεθνούς διπλωματίας είναι σκλη-ροί. Απάνθρωποι συχνά. Αλλά οι παίκτες που παίζουν τους ξέρουν. Και δεν τους πει-ράζει καθόλου. Τίποτα δεν θα αλλάξει. Αλλά ακόμα και αν όλοι οι λαοί ελευθερώνονταν πραγματικά το 2011, ελλοχεύει ένας ακό-μη κίνδυνος. Η Κίνα να έβρισκε ακόμα πιο πρόσφορο έδαφος. Για να τους εξαγοράσει όλους.

Οι κρατούντες του κόσμου αυτού είναι πιόνια σε μια παρτίδα σκάκι. Και εμείς η σκόνη που αιωρείται γύρω από το τραπέ-ζι τους.

Και με καρδιά γεμάτη απογοήτευση κοιτάω το 2010 να φεύγει και το 2011 να έρχεται. Κανένας γλεντζές εξωγήινος θεός δεν θα μας σώσει. Καμιά επανάσταση που θα κά-νει όλους τους ανθρώπους ίσους δεν βρί-σκεται προ των πυλών. Αντίθετα, κοιμάται τον άγριο ύπνο της. Και τελικά τι μου μένει; Η προσωπική επιτυχία ή η μπάλα. Για την πρώτη δεν εγγυώμαι τίποτα, για τη δεύτε-ρη δεν παίζει. Στην Πρέμιερ Λιγκ ίσως, εδώ όχι.

Αλλά, κυρίες και κύριοι, υπάρχει κατα-φύγιο. Το Χόλιγουντ! Αυτό το εκπληκτικό μέρος, όπου όλα είναι πιθανά. Επικές ται-νίες με ήρωες από άλλες όμορφες εποχές. Για προθέρμανση το “Season of the Witch”. Οπου ο Νίκολας Κέιτζ είναι για άλλη μια φορά πολύ ματσό. Μόνο που, αντί για πι-στόλια, κραδαίνει τη σπαθάρα του και φέρ-νει δικαιοσύνη στον κόσμο. Μεσαίωνας, βλέπετε. Μετά από αυτό θα πίνω «νερό της ζωής» και θα φοράω σκωτσέζικες φούστες. Περιμένοντας.

Το έμαθα από φίλο. Ο Τόλκιν ξανά στη μεγάλη οθόνη. Αυτή τη φορά τον σκηνοθε-τεί ο Guillermo Del Toro. Ξέρετε, ο δημι-ουργός του εκπληκτικού «Λαβύρινθου του Πάνα». Το Χόμπιτ από τα χέρια του. Εκρη-κτικός συνδυασμός, κλαίω από συγκίνηση. Αχ, 2011, με τα ωραία σου! Τι; Οχι, δεν εί-ναι δυνατόν… Οχι, όχι, μην μου το κάνε-τε αυτό. Το 2012 θα βγει στις αίθουσες λέει το IMDb.

Δηλαδή μέχρι και σε αυτό ξενέρα; Δη-λαδή μέχρι πού θα πάει αυτή η κατάσταση; Και όχι τίποτα άλλο, ούτε Μουντιάλ έχει. Καταραμένες μονές χρονιές. Δηλαδή με το Eurobasket θα τη βγάλω; Μόνο εκεί θα βρω ψυχική ανάταση; Αλλά όχι! Ούτε εκεί, ελ-λείψει Διαμαντίδη. Θα πρέπει να βλέπω το Σπανούλη να παίρνει 300 επιθέσεις ανά αγώνα. Με το στιλ «πάμε, γιουρούσι, αδέλ-φια». Οχι, δεν το μπορώ, δεν το αντέχω, δεν θα το ανεχτώ! Φέρτε μου μια χρονομηχανή, σας λέω!

Page 8: Metropolis Free Press 21.12.10

8 2010

Οταν μου ζητήθηκε να γράψω τα δύο σημαντικότερα γκά-τζετ της χρονιάς που φεύγει, για το πρώτο δεν χρειάστηκε να σκεφτώ δευτερόλεπτο. Είναι χωρίς αμφιβολία το iPad. Από τον Απρίλιο που κυκλοφόρησε, έφερε τα πάνω κάτω, κάνοντας τον κόσμο να μάθει πως οι ταμπλέτες δεν υπάρ-χουν μόνο για να διώχνουν τα κουνούπια, αλλά μπορούν να είναι και υπολογιστές. Η ευκρίνεια της οθόνης του βγά-ζει μάτι, όταν πληκτρολογείς πάνω του νιώθεις ότι παίζεις στο “Minority Report” και όσες επιχειρήσεις σχετίζονται με βιβλία και εφημερίδες βλέπουν σε αυτό το μεσσία τους. Φυσικά, όπως συμβαίνει με οτιδήποτε έχει επιτυχία, όλες οι υπόλοιπες εταιρείες προσπάθησαν να το αντιγράψουν, ωστόσο, παρά την ακριβή τιμή του, όλοι θέλουν αυτό της Apple. Ακόμα και αυτοί που το μισούν, κατά βάθος ξέρουν ότι το θέλουν.

Για τη δεύτερη θέση του γκάτζετ της χρονιάς, αν και ζορίστηκα λίγο να αποφασίσω, κατέληξα στο Kinect της Microsoft. Πρόκειται για μία συσκευή που δίνει τη δυνα-τότητα σε όσους παίζουν όλη μέρα βιντεοπαιχνίδια να λένε στη μάνα τους ότι δεν είναι κολλημένοι στον καναπέ. Χρη-σιμοποιεί κάμερες και αισθητήρες κίνησης για να σε βά-λει μέσα στο παιχνίδι: σκύβεις για να αποφύγεις εμπόδια, κλωτσάς τον αέρα για να βάλεις γκολ, δίνεις μπουνιές για να παίξεις μποξ. Η εικόνα για το πώς θα είναι τα βιντεοπαι-χνίδια σε μερικά χρόνια είναι μάλλον ξεκάθαρη.

Στην αντίπερα όχθη, χειρότερο γκάτζετ της χρονιάς θα μπορούσα να ανακηρύξω οποιοδήποτε μοντέλο οποιασδή-ποτε εταιρείας, που κατασκευάζει τρισδιάστατες τηλεορά-σεις. Αποτελούν μια απογοήτευση, καθώς είναι πανάκρι-βες, οι περισσότερες απαιτούν να είσαι σαν τον Νίο σε αφί-σα του “Matrix”, φορώντας γυαλιά μέσα στο σαλόνι σου και επιπλέον κυκλοφόρησαν σε μία περίοδο που οι περισ-σότεροι ακόμα πληρώνουμε τις δόσεις της επίπεδης τηλε-όρασης. Μπορεί μέσα στα επόμενα χρόνια η τιμή τους να πέσει και να γίνουν ξεκούραστες για τα μάτια, μέχρι τότε όμως εμείς θα πάρουμε ασπιρίνες για τη ζαλάδα και αυτές ένα χρυσό βατόμουρο ίσο με τις ίντσες τους.

Οσο για την πιο άχρηστη (ή την πιο αστεία) περίπτω-ση γκάτζετ της χρονιάς, η αλήθεια είναι πως οι επιλογές εί-ναι αμέτρητες, έχω όμως ιδιαίτερη αδυναμία στο θερμαστή πιτζάμας. Είναι μία συσκευή που τη βάζεις στην πρίζα και αναλαμβάνει το κρίσιμο έργο να σου ζεσταίνει τις πιτζάμες. Κάνει μόλις 30 ευρώ, πραγματικά τη λατρεύω, και αν οι φί-λοι Αμερικάνοι την έβαζαν στις εκπομπές τηλεμάρκετινγκ και την προμόταρε ο Τσακ Νόρις, θα ήταν λόγος για να ξα-ναδώ τηλεόραση στις τρεις το βράδυ.

Page 9: Metropolis Free Press 21.12.10
Page 10: Metropolis Free Press 21.12.10

10 2010

Page 11: Metropolis Free Press 21.12.10

11

Χρησιμοποιώ καθημερινά το διαδίκτυο εδώ και μια δεκαετία περίπου, αλλά ποτέ άλλοτε μία υπόθεση δεν το έχει ταράξει τόσο πολύ όσο αυτή του Wikileaks. Επειδή στο μυαλό των περισσότε-ρων το ίντερνετ είναι άναρχο και ανώνυμο -και έτσι πρέπει να παραμείνει-, οι οποιεσδήποτε προσπάθειες ελέγχου του πάντα τρομάζουν τους χρήστες του.

Και ξαφνικά, φέτος, εμφανίζεται στο προ-σκήνιο το Wikileaks (υπάρχει από το 2006), που αντιπροσωπεύει όλα τα ιδεώδη της ελεύθε-ρης διαδικτυακής ζωής: ο ιδρυτής του, ο Τζού-λιαν Ασάνζ, είναι πρώην χάκερ, βγάζει στη φόρα τα άπλυτα των Αμερικανών και των συμμάχων τους και επιπλέον το κάνει με στόχο όχι το κέρ-δος, αλλά το «κοινό συμφέρον». Οι Αμερικανοί αντιδρούν έντονα, αφού προκαλεί μεγάλη ζημιά στην εικόνα τους, προσπαθούν να το «ρίξουν» και ξεκινούν τον οικονομικό πόλεμο. Η Visa, η MasterCard και το PayPal μπλοκάρουν τους λο-γαριασμούς του, τη στιγμή που ο Ασάνζ μπαίνει φυλακή -αφού πρώτα τον κυνήγησε η Ιντερπόλ σε όλη την Ευρώπη. Για τους ιδεολόγους χάκερ, τους «χακτιβιστές», δεν υπάρχει μεγαλύτερη πρό-κληση από αυτή. Είναι αφορμή για κυβερνοπό-λεμο και τον παίρνουν στα σοβαρά. Στηρίζουν το Wikileaks δημιουργώντας εκατοντάδες mirror sites, ώστε να είναι προσβάσιμο από όλους και υπερφορτώνουν τους servers των εταιρειών που θεωρούν εχθρούς, με αποτέλεσμα να μην λει-τουργούν για ώρες. Η Mastercard, το PayPal και η Visa βγαίνουν εκτός λειτουργίας, ενώ το Amazon τη γλιτώνει παρά τρίχα.

Οι εξελίξεις ακόμα τρέχουν, και μάλιστα με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ενώ στα forums και το IRC επικρατεί πρωτοφανής αναστάτωση. Ασφαλή συ-μπεράσματα για το τι μέλλει γενέσθαι δεν μπο-ρούν ακόμη να βγουν, το μόνο βέβαιο, όμως, είναι πως, όταν πέσει η σκόνη, οι αλλαγές στο ίντερνετ θα δρομολογηθούν με ταχύτατους ρυθ-μούς. Το ζήτημα της «ασφάλειας» θα μπει ξανά μπροστά και μάλλον θα γίνει η αφορμή για ρα-γδαίες αλλαγές στον παγκόσμιο ιστό. Το διαδί-κτυο σίγουρα δεν πρόκειται να είναι το ίδιο μετά από όλα αυτά.

Το περιοδικό “Time” τον ανέδειξε πρόσωπο της χρονιάς, αφή-νοντας πίσω του το συντηρητικό κίνημα Tea Party, τον πρόεδρο του Αφγανιστάν Αμίντ Καρζάι, τον ιδρυτή του Wikileaks Τζούλιαν Ασάνζ και τους μεταλλωρύχους της Χιλής. Και πώς να μην το κά-νει άλλωστε, όταν το Facebook, η εταιρεία που ο 26χρονος Mark Zuckerberg διευθύνει, κοστολογείται πλέον στα 33,7 δισ. δολάρια και οι χρήστες του έχουν ξεπεράσει τα 500 εκατομμύρια. Αριθμός που σύντομα θα φαντάζει μικρός, παρά τα προβληματάκια σχετικά με τα προσωπικά δεδομένα και το πλήγμα που προκάλεσε στην εικόνα του η ταινία “The Social Network”. Εγινε έτσι ο δεύτερος νεότερος «Person of the year» στην ιστορία του περιοδικού μετά τον Charles Lindbergh, τον πρώτο πιλότο που έκανε την πτήση Νέα Υόρκη - Παρίσι χωρίς στάση και έλαβε το ίδιο βραβείο στα 25 του. Οι -πολλοί- επικριτές του θα υποστηρίξουν ότι τέτοιες διακρί-σεις θα πρέπει να απονέμονται με μεγαλύτερη προσοχή και πως παραείναι αμφιλεγόμενος, για να αναδειχθεί πρόσωπο της χρο-νιάς. Μπορεί και να έχουν δίκιο, ο Zuckerberg, όμως, έχει κα-ταφέρει κάτι μοναδικό: να υπάρχουν άνθρωποι που δεν καταλα-βαίνουν τη χρησιμότητα του ίντερνετ, όταν το Facebook δεν λει-τουργεί.

Page 12: Metropolis Free Press 21.12.10

12 2010

Οι εξελίξεις του 2010 μάς έφεραν αντιμέτωπους με μια καλά εδραιωμένη αλήθεια: ο Ελληνας πολλά μπο-ρεί να υπομείνει, αλλά η «κόκκινη γραμμή» στις αντο-χές του δεν είναι άλλη από την απαγόρευση της από-λαυσης του τσιγάρου του! Βαθιά συνυφασμένο με την προσωπικότητά του, την τάση του να φιλοσοφεί με την παρέα για όσα συμβαίνουν, από το ποδόσφαιρο μέχρι τις επιθέσεις του ΔΝΤ στο πορτοφόλι του, από τα μεγά-λα πολιτικά και οικονομικά σκάνδαλα μέχρι τα αποτε-λέσματα του DNA των παιδιών του Βοσκόπουλου και του Πασχάλη και από το νέο κόμμα της Ντόρας μέχρι το DVD της Τζούλιας, το δικαίωμα στο κάπνισμα αποτελεί ένα βασικό κεκτημένο, ένα τελευταίο οχυρό, το οποίο, όπως αποδεικνύεται, είναι διατεθειμένος να υπερασπι-στεί με το αίμα των πνευμόνων του.

Από τα συνοικιακά καφενεία μέχρι τα κοσμικά μπαράκια, τα εστιατόρια και τα θέατρα, η είδηση περί απαγόρευσης του καπνίσματος στους δημόσιους χώ-ρους έσκασε σαν πυρηνική βόμβα που διέλυσε και τα τελευταία αποθέματα υπομονής που υπήρχαν στην πιάτσα. Η πρωτοφανής αντίδραση των λαϊκών -και όχι μόνο- μαζών στο μέτρο σίγουρα θα έκανε την Αλέκα Παπαρήγα να αναρωτηθεί τι κάνει η ίδια λάθος και δεν καταφέρνει τόσο καιρό να επιτύχει μια ανάλογη συ-

σπείρωση του κόσμου ενάντια σε τόσα δεινά που τον απειλούν με απόλυτη εξαθλίωση.

Για τους Ελληνες, το κάπνισμα είναι πολύ περισ-σότερο από τη μαγκιά που αποτυπώθηκε στον ελληνικό κινηματογράφο και τα λαϊκά άσματα, μάλλον κάτι σαν «πιστοποιητικό» μιας βεβιασμένης κοινωνικής ενηλι-κίωσης. Για τις Ελληνίδες, αποτελεί απόδειξη ότι οι αγώνες τους για ισότητα επιτέλους καρποφόρησαν, ένα όπλο προσωπικής γοητείας, ικανό να τις μεταμορφώ-νει σε μανιώδεις Λυσιστράτες της τζούρας. Ο ξεσηκω-μός ενάντια στη ζοφερή προοπτική να μην είμαστε πλέ-ον σε θέση να «ανάψουμε» (όπου, όταν και όσο θέλου-με) τους αμέτρητους καημούς και τις ελάχιστες χαρές που μας απέμειναν ήταν απίστευτος και σίγουρα ένα από τα ορόσημα της χρονιάς. Αυτό συνειδητοποίησαν για ακόμα μία φορά και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, οι οποίοι με μεγάλη περιέργεια παρακολουθούν, ανάμε-σα σε άλλα δυσοίωνα, την εξέλιξη της ελληνικής αντι-καπνιστικής αντίστασης. Η εικόνα μιας ανεπανάληπτης Μελίνας με τσιγάρο στο χέρι έκανε πάλι το γύρο του κό-σμου, θυμίζοντας σε όλους πως αυτή η μάχη δεν θα τε-λειώσει εύκολα. Οπως φαίνεται, οι ήρωες εκτός από το να πολεμούν… καπνίζουν και σαν Ελληνες.

SMOKE LIKE A GREEK

Η ιστορία μου δεν είναι πρωτότυπη. Πρόκειται για μία ιστορία «ενηλικίωσης» απέναντι σε γραφειοκρατικές και πολιτικές κουτο-πονηριές, για μία ιστορία που ξεκινά ένα πρωινό στην είσοδο μιας πολυκατοικίας. Ο γείτονάς μου, ο Πέτρος, παιδί μετρημένο και σε-μνό, άρτι απολυθέν από τις ένοπλες δυνάμεις, «κατεβάζει» με κα-ταιγιστικούς ρυθμούς μερικά καθόλου μετρημένα «μπινελίκια». Στο άκουσμά τους ο πιο τραχύς λιμενεργάτης του Αμβούργου θα κοκκί-νιζε από ντροπή και ο λοχίας Χάρτμαν από το “Full Metal Jacket” θα ζητούσε ευγενικά και χαμηλόφωνα αυτόγραφο.

Μερικές στιγμές νωρίτερα, ο Πέτρος έσκιζε ένα λευκό φάκε-λο δημόσιας υπηρεσίας που είχε σταλεί στο όνομά του. Παραδο-σιακά, αυτοί οι φάκελοι σπανίως περιέχουν ευχάριστες ειδήσεις. Ούτε αυτός περιείχε. Η ΔΟΥ στην οποία ήταν εγγεγραμμένος ο Πέ-τρος τον ενημέρωνε για το ποσό περαίωσης για τα δύο τελευταία έτη. Ηταν ένα ποσό εξωφρενικό, δεδομένων των ετήσιων εσόδων του, τα οποία είχε δηλώσει με σχολαστικότητα μεγαλύτερη και από εκείνη που επιδεικνύει Ελβετός κλητήρας. Τι και αν δεν είχε υπερ-

βεί το φορολογητέο όριο; Τι και αν οι 97 από τις 99 σελίδες στο βι-βλίο «εσόδων-εξόδων» ήταν πιο λευκές και από τα σεντόνια άσπι-λης παρθένου; Τι και αν τα φύλλα που είχαν κοπεί από το «μπλοκά-κι» του μετριούνταν στα δάχτυλα των δύο χεριών; Ολα αυτά δεν εί-χαν την παραμικρή σημασία.

Το Υπουργείο Οικονομικών θεώρησε ότι τσίμπησε «λαβράκι». Ούτε μία στιγμή δεν πέρασε από το μυαλό του Πέτρου να καταβάλει τα χρήματα. Απλώς, ήταν η ασύλληπτη ειρωνεία του συμβάντος που πυροδότησε την έκρηξή του. Είναι η ίδια ειρωνεία, που αποφάσι-σε να «τρυπώσει» την τελευταία στιγμή σε αυτό το κείμενο: την ώρα που γράφονται αυτές οι τελευταίες γραμμές, ακούω από το ραδιό-φωνο πως ο κ. Παπακωνσταντίνου αποφάσισε να παραγράψει χρέη προς το Δημόσιο ύψους 24 δισ. ευρώ, τα οποία ήταν πεπεισμένος ότι δεν θα εισέπραττε ποτέ, στη συνέχεια όμως, φαίνεται πως άλλα-ξε γνώμη και ενέδωσε στις πιέσεις να κάνει μία προσπάθεια ακό-μα. Ευτυχώς, διότι σε δύο πράγματα έχω πίστη στην Ελλάδα: στους ελεγκτικούς μηχανισμούς και στο δελτίο καιρού της ΕΤ3.

Page 13: Metropolis Free Press 21.12.10
Page 14: Metropolis Free Press 21.12.10

14 2010

10Το παράδοξο του να θεωρούν άπαντες τους εαυτούς τους κερ-δισμένους μετά το πέρας των

εκλογών. Τελικά, σε αυτή τη χώρα ο ηττημέ-νος δεν αποδέχεται την ήττα του και ο νικη-τής δεν μπορεί να διαχειριστεί -προς όφελος του κοινωνικού συνόλου- τη νίκη του.

101Τον κόσμο, που

προσερχόμενος στις κάλπες δεν

ήξερε με τι κριτήριο ψη-φίζει. Αντι-μνημονιακά; Εχοντας ως γνώμονα την πολιτική του τοποθέτη-ση; Ή με βάση την τοπι-κότητα; Πλουραλιστικός οργασμός στην Ελλάδα του 2010…

2Την πρωτάκουστη, για τα ελληνικά δεδομένα, μη διενέργεια των καθι-

ερωμένων exit polls. Τα κανά-λια δικαιολογήθηκαν λέγοντας πως «λεφτά δεν υπάρχουν». Και μετά σου λένε πως τα ΜΜΕ «παπαγαλίζουν» την κυβερνητι-κή γραμμή.

3Την -όχι και τόσο μαζική- προσέ-λευση αλλοδαπών

στις κάλπες. Ανάθεμα αν ήξεραν τι και γιατί ψη-φίζουν. Σάμπως όμως, γνωρίζουν οι «ορίτζιναλ» Ελληνες;

4Την εκλογή υποψήφι-ου υποστηριζόμενου από την ευρύτερη κε-

ντροαριστερά στο δήμο Αθη-ναίων μετά από 24 ολόκλη-ρα χρόνια.

5Το γεγονός ότι και οι πολιτικοί μπορούν να νιώ-θουν μοναξιά. Ρωτήστε τον Κακλαμάνη, που είδε στο δεύτερο γύρο των εκλογών να «συμμαχεί»

εναντίον του το σύνολο του πολιτικού φάσματος. Του-λάχιστον του έμεινε ο Ψινάκης.

6Το 5,3% της Χρυσής Αυ-γής. Το οποίο, μάλιστα, εκτινάχτηκε άνω του 20%

σε περιοχές όπως ο Αγιος Πα-ντελεήμονας. Πρωτοφανής άνο-δος που δεν αντιμετωπίζεται με νότες από… εκκλησιαστικές συ-ναυλίες για τους ολίγους.

7Το κίνημα της (πρωτοφανούς) αποχής. Οσο και αν πολλοί εθε-λοτυφλούν, αυτό βροντοφωνά-

ζει παρών και δείχνει να αποκτά ποιο-τικά χαρακτηριστικά. Αναζητάει τα ώτα που θα το ακούσουν και εν συνεχεία θα το αντιπροσωπεύσουν θεσμικά. Προς το παρόν εις μάτην.

8Τη δήλωση του Μπουτάρη ότι έχει να βάλει

αλκοόλ στο στόμα του εδώ και 19 χρόνια.

9Τη δήλωση του Ανθιμου, ότι εντελώς τυχαία μπορεί και να εί-ναι «άρρωστος την ημέρα που

θα ορκιστεί η νέα δημοτική αρχή». Με τόσα σπυράκια που έβγαλε μετά την εκλογή Μπουτάρη, στοιχηματίζω πως θα επικαλεστεί ανεμοβλογιά.

Page 15: Metropolis Free Press 21.12.10
Page 16: Metropolis Free Press 21.12.10

16 2010

Page 17: Metropolis Free Press 21.12.10

17

Οταν δεν έχεις αμάξι, έχεις λίγο πολύ βι-ώσει όλους τους δυνατούς τρόπους μετα-κίνησης: τα λεωφορεία, τα τρένα, το με-τρό, το τραμ, τα ταξί, το λεγόμενο «ποδαρά-το», αλλά και το «φορτώνομαι στους φίλους μου»: «Ελα μωρέ, δύο λεπτά παράκαμψη θα κάνεις να με πετάξεις». Ολα τα παραπάνω, όπως ορθώς θα σκέφτεστε, πάσχουν. Τα μέσα μαζικής μεταφοράς είτε απεργούν είτε η κατάσταση μέσα σε αυτά είναι ασφυκτι-κή και δεν είναι 24ωρα. Τα ταξί είναι ακρι-βά και δεν έχω καμία όρεξη να διαπληκτί-ζομαι με τον οδηγό για το αν θα καπνίσει, αν θα κλείσω το παράθυρο ή αν θα ανοί-ξει αυτός το δικό του και αν πρέπει να μου δώσει τα δεκαπέντε λεπτά ρέστα που δικαι-ούμαι. Το «ποδαράτο» είναι πολύ καλό και υγιεινό, αλλά αφενός κουραστικό και αφε-τέρου χρονοβόρο. Αν πρέπει να πας από το Κέντρο στην Εθνική Αμυνα θες περίπου μία ώρα… Οσο για τους φίλους, ε, εντάξει, όλοι ξέρουμε ότι δεν είναι και ό,τι καλύτε-ρο να φορτώνεσαι πότε στο αμάξι του ενός και πότε στου άλλου.

Το ποδήλατο όμως; Αλλη η χάρη του! Ανεξάρτητο, γοητευτικό, κομψό, αεράτο!

Περήφανα δηλώνω, λοιπόν, ότι το 2010, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν μετακινήθηκα με κανένα άλλο μέσο πέρα από το ποδηλατάκι μου. Ολη τη χρονιά ένα ήταν το όνειρό μου: να δω το κοντέρ του να μηδενίζει. Αλλά, όταν επιτέλους κόντευα να φτάσω τα 999 χλμ., τσουπ, ένα κουμπά-κι πατήθηκε και το μηδένισα πριν την ώρα του. Μεγάλος ο πόνος μου, αλλά πού να σας εξηγώ…

Ας μπούμε όμως στο ψητό. Ολόκλη-ρο το 2010 πρέπει να ξόδεψα μάξιμουμ γύρω στα 60 ευρώ για τη μετακίνησή μου. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι ένας καλός εξοπλισμός, υπομονή με τους οδηγούς και καλή διάθεση. Ετσι, καβαλάς την Ευτέρ-πη (εντάξει, εσείς μπορείτε να βαφτίσετε το δικό σας ποδήλατο όπως θέλετε) και βρί-σκεσαι όπου επιθυμήσεις. Καμία αγωνία για το αν θα προλάβεις το τελευταίο λεωφο-ρείο ή μετρό, καμία έγνοια για το πόσο θα

σου πάρει το ταξί και για το πού θα βρεις να παρκάρεις.

Το παν είναι να πάρεις την απόφαση. Απαξ και καβαλήσεις το ποδήλατο, γίνε-σαι και πάλι παιδί. Κυκλοφορείς με αυτό για να κάνεις τις δουλειές σου, να βγεις για ποτό, να πας μια βόλτα. Οι ανηφόρες, που άλλοτε σου φαίνονταν σωστός Γολγοθάς, παίρνουν άλλη διάσταση. Τις ανεβαίνεις σε ένα λεπτό.

Οσο για μέσο κοινωνικοποίησης; Παίρνει άριστα. Οι ποδηλατικές ομάδες, που διοργανώνουν και από ένα διαφορε-τικό event κάθε εβδομάδα, αυξάνονται και πληθύνονται. Ετσι, περνάει μια ολόκλη-ρη χρονιά με τις Παρασκευές τα βράδια να αλωνίζεις σε όλη την Αττική παρέα με τους Freeday και τις Κυριακές τα πρωινά να χτυ-πάς κουδούνια αγνώστων, για να σε κερά-σουν γλυκό του κουταλιού, παρέα με τους Local Athens. Αν επιθυμείς πιο hardcore καταστάσεις, ψάχνοντας στο διαδίκτυο, θα βρεις παρέα για να πας από την Αθή-να μέχρι το Μαρκόπουλο ή για μια εκδρο-μή στην Αίγινα! Την πρώτη Δευτέρα κάθε μήνα μπορείς να βγεις και εσύ στους δρό-μους, για να διεκδικήσεις τα (αυτονόητα) δικαιώματά σου ως ποδηλάτης: πρόσβαση στο μετρό και ποδηλατοδρόμους. Κάπως έτσι φεύγουν οι μήνες και ούτε που κατα-λαβαίνεις το πώς φορτώθηκες τόσα χιλιό-μετρα στην πλάτη σου και το πώς ξεφορτώ-θηκες τόσα κιλά.

Μοναδικοί σου αντίπαλοι στις κούρσες σου θα είναι η κακοκαιρία και οι ασυνεί-δητοι οδηγοί, που όχι μόνο δεν σε προ-σέχουν, αλλά κολλάνε το χέρι στην κόρνα λες και έχουν δει μουλάρι στο δρόμο τους και προσπαθούν να το διώξουν. Α! Και ο Αϊ-Βασίλης, που λόγω οικονομικής κρίσης δεν θα σου φέρει ακριβά δώρα και, όσο και αν τον παρακαλάς, φέτος δεν πρόκει-ται να βρεις κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο ένα ποδήλατο, όπως ίσως έβρισκες όταν ήσουν παιδί. Θα πρέπει να το αγορά-σεις μόνος σου!

Page 18: Metropolis Free Press 21.12.10

1η Ιουνίου, Αθήνα. Ο ήλιος ρίχνει ένα εκτυ-φλωτικό φως στους δρόμους, βγάζει στη φόρα όλες τις πληγές της πόλης και σε κάνει να θες να κλείσεις τα μάτια σου σφιχτά. Περπατάω στον παράδρομο της Συγγρού, κουβαλώντας δύο τεράστιες σακούλες. Η μία γεμάτη φω-τογραφίες, η άλλη μπομπονιέρες. Η Συγγρού μού φαίνεται παράξενη -καθόλου περίεργο καθώς έχω να έρθω στη δουλειά σχεδόν ένα μήνα. Πήρα όλες τις νόμιμες άδειες, αποχαι-ρέτησα τους συναδέλφους και τον ελεύθερο εαυτό μου, και έφυγα για να πάω για ένα μήνα στο μεγαλύτερο πάρτι της ζωής μου, το μοναδικό όπου φόρεσα λευκό φουστάνι.

Φορτωμένη, λοιπόν, με σακούλες γεμά-τες καλούδια, ανεβαίνω τα σκαλιά της εισό-δου, χαιρετώ το φύλακα, μου εύχεται τα κα-λύτερα, ανεβαίνω στο δεύτερο όροφο, μπαίνω στην αίθουσα των γραφείων, με υποδέχονται με χαμόγελα και φωνές. Ολοι όμως είναι μα-γκωμένοι, γιατί κάτω από την ψευδοροφή με τα φθοριούχα φώτα αιωρείται το μαύρο σύν-νεφο των απολύσεων. Από τα περίπου δεκα-πέντε άτομα που δούλευαν αρχικά σε αυτό το γραφείο, λείπουν τουλάχιστον πέντε.

Ερχεται η σειρά μουΞέρω πως και η δικιά μου θέση είναι επίφο-βη, καθώς έχουν περάσει περίπου τρεις μήνες από τότε που κηδέψαμε ένα ιστορικό περιοδι-κό. Εκτοτε, στο γραφείο επικρατεί μια παράξε-νη ησυχία. Κάθε τηλέφωνο που χτυπάει κάνει τις καρδιές μας να σφίγγονται. Αστειευόμαστε, ενώ ταυτόχρονα περνάμε ώρες σε sites με αγ-γελίες, στέλνουμε μέιλ σε γνωστούς για κάνα εξτραδάκι. Την πρώτη απόλυση του γραφεί-ου τη μάθαμε από το συνάδελφο που ήρθε, τα είπε και έφυγε. Από εκείνη την ημέρα περίμε-να τη σειρά μου. Χτυπούσε το τηλέφωνο και δεν ήθελα να το σηκώνω. Καμιά φορά έλε-γα «μακάρι να με απολύσουν». Επί δύο μή-νες περίπου πήγαινα καθημερινά στο γραφείο και δεν έκανα τίποτα. Μια απόλυση θα σήμαι-νε πως θα έχανα την ασφάλισή μου, το μισθό, τα δώρα, τη ρουτίνα μου. Και όλα αυτά θα συ-νέβαιναν τη στιγμή που ετοιμαζόμουν για το γάμο μου, επιβεβαιώνοντας με ειρωνικό τρό-πο τη λαϊκή δεισιδαιμονία, που θέλει έναν το-μέα της ζωής σου να καταβαραθρώνεται, όταν ένας άλλος πηγαίνει εξαιρετικά.

Αφήνω τις σακούλες πάνω σε ένα από τα άδεια γραφεία. Δείχνω τις φωτογραφίες και-μοιράζω μπομπονιέρες. Ενας γραφίστας έρχε-ται και αφήνει μερικές εκτυπώσεις. Του δίνω μπομπονιέρα και του συστήνω το σύζυγό μου. Ανοίγω τον υπολογιστή, αφηγούμαι τα του γά-μου και περιγράφω το ταξίδι στην Κωνσταντι-

νούπολη ως το καλύτε-ρο της ζωής μου. Και ύστερα ρω-τάω τα νέα από το μέτωπο. Η απάντηση «απ’ το κακό στο χει-ρότερο» είναι ανα-μενόμενη. Βλέπω τις στοίβες με τα βι-βλία στο γραφείο του Γ. και με πιάνει η ψυχή μου. Στο γραφείο της Μ. υπάρχει ακόμα το κουτάκι με τις τσί-χλες της.

Ξαφνικά χτυ-πάει το τηλέφωνο. «Αυτό ήταν, παι-διά», λέω γελώ-ντας. Ολοι μου λένε «Αποκλείε-ται!». Κι όμως, με καλούν στο λογιστήριο. Κα-τεβαίνω σαν υ π ν ω τ ι σ μ έ ν η . Μπαίνω στο γραφείο του αρχιλογιστή, ένα χαρτί μπροστά μου, ο επίσημος λόγος περικοπές, το όνομά μου κά-τω-κάτω με ένα κενό, που περιμένει την υπο-γραφή μου. Αν δεν υπογράψω τι θα γίνει; Αν αρνηθώ; Τελικά υπογράφω. Δεν έχεις επιλογή στην πραγματικότητα. Ακούω βερεσέ τις κου-βέντες του για τον ΟΑΕΔ, για τα επιδόματα, μπλα μπλα, δεν ακούω πραγματικά, ώσπου η τελευταία του φράση με αποτελειώνει: «Τυχε-ρή είσαι που απολύεσαι τώρα, γιατί θα πάρεις ολόκληρη αποζημίωση». Για δες που έχου-με φτάσει, συλλογίζομαι. Δεν είμαι λυπημέ-νη, είμαι απίστευτα θυμωμένη. Θυμωμένη γιατί ήμουν καλή στη δουλειά μου και κανείς δεν νοιάστηκε. Θυμωμένη επειδή δεν έκανα τις καταγγελίες που έπρεπε. Θυμωμένη με αν-θρώπους που μου είπαν να τους εμπιστευτώ.

Αναρωτιέμαι αν υπολόγισαν ότι πλέον δεν τους συμφέρω, γιατί θα έπρεπε να μου δώσουν επίδομα γάμου, γιατί ίσως χρειαζό-μουν άδειες, αν αποφάσιζα να μεγαλώσω την οικογένειά μου. Από την άλλη, σκέφτομαι ότι θα έχω χρόνο, θα κάνω διακοπές, θα μπο-ρέσω να γράψω, να διαβάσω, να κάνω ό,τι με ευχαριστεί. Τώρα όμως πρέπει να μαζέψω τα πράγματά μου. Πώς μαζεύεις αρχείο δύο χρόνων; Δύο χρόνια γεμάτα μουσική, γέλια, αστεία, αγωνίες; Σε ευτελείς πλαστικές σακού-

λες. Μαζεύω χαρτιά, cd, μαρκαδόρους, πιρού-νια, κούπες, ένα ζευγάρι flat παπούτσια, μια ζακέτα, τις κάρτες μου, ένα συρραπτικό, παίρ-νω όλα τα περιοδικά για αρχείο, μου έχουν ήδη έτοιμο όλο το περιεχόμενο του υπολογι-στή μου σε DVD -μωρέ μπράβο οργάνωση!

«Απολύσανε και τον Ν.», μου λένε -τον γραφίστα που είχα συστήσει πριν από ένα τέ-ταρτο στο σύζυγό μου. Με το γάμο δεν φορτώ-νεσαι τα βάρη του άλλου; Ετσι και τώρα, φορ-τωνόμαστε τις σακούλες με τα απομεινάρια μιας δουλειάς, βγαίνουμε στο διάδρομο, χαι-ρετάμε το φύλακα και τη γραμματέα στο ισό-γειο και βγαίνουμε στη Συγγρού. Δεν κοιτά-ζω πίσω μου, φοβάμαι ότι μπορεί και να γίνω στήλη άλατος. «Το πιστεύεις ότι το έκαναν ενώ μοίραζα μπομπονιέρες;», του λέω με τη φωνή μου τρεις τόνους πάνω από το κανονικό. Με κοιτάει και σκάμε στα γέλια και ξαφνικά θυ-μάμαι ένα τραγούδι των Στέρεο Νόβα και ένα κύμα αισιοδοξίας με πλημμυρίζει. «Τους φό-βους που σε τρέφουν να τους κάνεις κάτι άλλο / Κάνε τους ποίηση ή μηχανήματα σπουδαία / Μη γυρνάς την πλάτη, μη ζεις στο ψέμα / Πολέμησε το άδικο και κάθε είδους βία / σκέψου θετικά και μη γελάς με ηλίθια αστεία».

Page 19: Metropolis Free Press 21.12.10

Δεδομένο πρώτο. Ο Ιανουάριος του ’10 με βρήκε ήδη απολυμένο. Δεν ήταν μια κανονική απόλυση σαν και αυτές που αξίζουν τον κόπο. Να σου πει, δη-

λαδή, το αφεντικό: «Κύριε Παπαϊω-άννου, είστε ένας άχρηστος, ανί-κανος, χείριστος υπάλληλος και κατά συνέπεια μαζέψτε τα πράγματά σας και περάστε από

το λογιστήριο». Δεν ήταν καν από τις απολύσεις εκείνες που μοιάζουν με τα πολιτισμένα διαζύγια. Οπου σε φωνάζει ο διευθυντής και μέσα σε ένα κλίμα κατάνυξης σε ενημερώνει πως: «Οι εποχές που ζούμε, κύριε Παπαϊ-ωάννου, είναι δύσκολες. Δεν θέλουμε να σε απολύσουμε. Το κάνουμε με βα-ριά καρδιά και αφού πρώτα κοιτάξαμε όλες τις εναλλακτικές λύσεις. Δυστυ-χώς, όμως, δεν υπάρχουν. Αναγκαζό-μαστε να μειώσουμε το προσωπικό για να επιβιώσουμε».

Οχι, η δικιά μου απόλυση ήταν τελείως διαφορετική. Ενα πρωί χτύπη-σα την πόρτα του αφεντικού, κάθισα στο γραφείο του, άναψα τσιγάρο και του είπα: «Τι θα γίνει, ρε αφεντικούλι; Θα με απολύσεις καμία φορά να μπω στο ταμείο ή θα μένω εδώ απλήρωτος επ’ άπειρον;». Συγκινήθηκε. Την ίδια στιγμή άνοιξε το κομπιούτερ του και μου έγραψε μια επισημότατη απόλυση. Με δυο σφραγίδες και μια υπογραφή. Πήγα στον ΟΑΕΔ να την καταθέσω. Την ίδια μέρα έστειλα πάνω από πενή-ντα βιογραφικά. Από τον άλλο μήνα θα ήμουν ταμειούχος.

Η χρονιά του ταμείουΤο ταμείο ανεργίας έχει ορισμένα σο-βαρά πλεονεκτήματα και ένα τεράστιο μειονέκτημα. Ξεκινάω από το δεύτερο. Δεν είναι αρκετό για τίποτα. Τα 454,25 ευρώ σε φέρνουν στα όρια της οικο-νομικής εξαθλίωσης. Τα πλεονεκτήμα-τά του, από την άλλη, είναι εμφανή. Ελεύθερος χρόνος. Το πρώτο διάστημα που το παίρνεις μπορείς να ξυπνάς ό,τι ώρα θέλεις, να ξεχάσεις τη λέξη αφε-ντικό και να πάρεις μια μικρή γεύση από τη ζωή που κάνει ο συνταξιούχος του ΟΓΑ. Ούτε αυτός παίρνει περισσό-

τερα και έχει δουλέψει μια ζωή. Πέρα από την όποια πλάκα όμως, όσο ο και-ρός περνάει σε πιάνουν τα υπαρξιακά σου. Δεν μπορούσα με τίποτα να χωνέψω πως, όταν με ρωτούσαν τι δουλειά έκανα, απα-ντούσα «άνεργος».

Οταν περάσουν οι πρώτοι μήνες και δεις ότι δεν υπάρχουν προοπτικές να φύγεις από αυτή τη μιζέρια, αρχίζεις να τρελαίνε-σαι και βλέπεις πως μπορείς να ρίξεις τα στάνταρ σου πολύ χαμη-λά, για να επανέλθεις στην αγορά. Στα μισά της χρονιάς λοιπόν, έψα-χνα για δουλειά σε οποιαδήποτε ει-δικότητα. Ποιες σπουδές τώρα, ποια δημοσιογραφική προϋπηρεσία, ποια προσόντα. Καλύτερα λαντζιέρης με πέ-ντε φράγκα στην τσέπη και το εργατικό κούτελο των ’60s καθαρό. Ή αν τύχει κάτι καλύτερο, αλλά στη ζούλα!

Οι περισσότεροι που έχουν βρε-θεί σε μια παρόμοια κατάσταση ξέρουν ότι το πιο σώφρων πράγμα που έχουν να κάνουν -αν δεν τύχει κάποια πραγ-ματικά καλή περίπτωση εργασίας- εί-ναι να βρουν μια ή δυο μαύρες δου-λίτσες να συμπληρώνουν το εισόδη-μα. Εγώ δεν λέω πως το έκανα, γιατί είναι κάτι παράνομο και ώρα θα ήταν να σκάσει ο ΟΑΕΔ και να ζητάει τα λε-φτά του πίσω. Αν όμως το έκανα και αν ήμουν, για παράδειγμα, φιλόλογος, θα είχα βρει μερικά ιδιαιτεράκια, που και καλά λεφτά δίνουν και επαγγελμα-τική ιδιότητα καθηγητή. Πράγμα απα-ραίτητο για την καταρρακωμένη ψυχο-λογία του ανέργου. Ετσι, αν, ξαναλέω αν το είχα κάνει, θα είχα κερδίσει μια αξιοπρεπή παράταση στην εύρεση μια φυσιολογικής δουλειάς. Φυτοζώισμα είναι και αυτό, αλλά ανάγκα και θεοί πείθονται ή διαφορετικά πενία τέχνας κατεργάζεται, κτλ.

Το 2010 μουΕχουμε ακόμα 2010 και τα πράγμα-τα είναι λίγο καλύτερα. Ειδικώς και ουχί γενικώς. Την ίδια αυτή χρόνια της άνεργης Οδύσσειάς μου είδα τρι-

γύρω μου χειρότερα. Κόσμο να τσακώνεται έξω από τα σκουπί-

δια του Σκλαβενίτη για λίγα πεταμένα τρόφιμα, ηλικιωμένους να μαζεύουν τα απομεινάρια των ζαρζαβατικών μετά τις λαϊκές αγορές, τον κόσμο στα συσ-σίτια της ενορίας μου να πληθαίνει. Το 2010, με έσοδο το ταμείο ανεργίας, είδα τη βενζίνη να ξεπερνά το 1,50. Τη ΔΕΗ να ακριβαίνει, τα τρόφιμα το ίδιο.

Το 2010 δεν πήγα διακοπές, όλη τη χρονιά δεν διασκέδασα, δεν πήγα θέατρο, είδα ελάχιστο σινεμά, ήπια με-τρημένα ποτά έξω. Το 2010 ένιωσα πως γύρισα μαζί με τη χώρα μου πολ-λά χρόνια πίσω.

Δεδομένο δεύτερο. Το ’10 φεύγει. Για κάποιους προσωπικούς λόγους, που δεν χωράνε σε αυτό το κείμενο και δεν ενδιαφέρουν κανέναν, τη χρονιά αυτή διδάχτηκα κάποια πράγματα. Δεν τα αναφέρω για να συγκινήσω, δεν αποτελούν ηλίθιες κοινοτοπίες των γιορτινών ημερών. Τα φράγκα είναι σημαντικά. Ακόμα και όταν λείπουν τραγικά πολύ, όμως δοκιμάστε να ακουμπήσετε το χέρι αυτών που αγα-πάτε. Φιλήστε τους, χαρείτε τους, ευ-χαριστήστε την τύχη, τη μοίρα, το Θεό που τους έχετε εκεί, καλά, ζωντανούς και μπορείτε και τους ακουμπάτε. Γιατί είναι τα πραγματικά «πρώτα» και απα-ραίτητα σημαντικά.

Page 20: Metropolis Free Press 21.12.10

20 2010

Επισήμως, ο τίτλος που δίνει η FIFA εί-ναι Third Place Match. Η τραγικότητα και η υπερβολή της μεσογειακής μας κουλτούρας αποδίδει αυτόν τον αγώνα ως Μικρό Τελι-κό. Πιο σωστά έτσι. Δίνεται το στίγμα της μι-κρής του σημασίας, της μελαγχολίας για το επερχόμενο τέλος της διοργάνωσης και αφή-νει όλη τη δόξα στο νικητή του Μεγάλου Τελι-κού της επόμενης ημέρας. Αν και παραδοσι-ακά οι Μικροί Τελικοί είναι όμορφα παιχνί-δια με πολλά γκολ και καθόλου άγχος, στην πραγματικότητα είναι το τελευταίο γεύμα που ζητάει ένας μελλοθάνατος και τίποτα παρα-πάνω. Στις 10 Ιουλίου, με έπαθλο το χάλκι-νο μετάλλιο, συναντήθηκαν στο Πορτ Ελίζα-μπεθ οι δυο πιο ενδιαφέρουσες ομάδες του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η Γερμανία και η Ου-ρουγουάη. Τον αγώνα τον είδα στα τραπεζά-κια της πλατείας Μαβίλη μαζί με ένα φίλο, χαζεύοντας το ματς, αλλά και συζητώντας διά-φορα άσχετα, χωρίς φοβερό κέφι όμως εί-ναι η αλήθεια. Το δοκάρι του Φορλάν στο τέ-λος, που δεν έστειλε το παιχνίδι στην παρά-ταση, ήρθε μαζί με την πτώση του νερού από το ιστορικό σιντριβάνι και χάρισε στην πλα-τεία μια ξαφνική ησυχία. Σαν μια τελεία στη νύχτα και το Μουντιάλ. Η ιστορία γράφεται στους Μεγάλους Τελικούς από τους νικητές, αλλά η προσωπική ιστορία κάθε ποδοσφαι-ρόφιλου που περιμένει κάθε τέσσερα χρό-νια το Μουντιάλ τελειώνει μία ημέρα νωρί-τερα με το Μικρό Τελικό. Δεν μας ενδιαφέ-ρει ο νικητής. Τη στιγμή που οι Γερμανοί φο-ρούσαν τα μετάλλιά τους, μας ενδιέφερε μόνο ότι από τους 64 αγώνες που είχαμε να δούμε, είχε μείνει μόλις ένας.

Page 21: Metropolis Free Press 21.12.10

21

101 Το ρολόι που μετράει αντίστροφα στο site της FIFA

για το επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο είναι ο χρόνος που απομένει για την ευτυχία. Το Παγκόσμιο Κύ-πελλο καλώς γίνεται κάθε τέσσερα χρόνια. Η γνω-στή ιστορία με την Ιθάκη που εύχεσαι να είναι μα-κρύς ο δρόμος κλπ.

2 Αυτό δεν το έμαθα στο Μουντιάλ, το ήξερα από πριν. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα μέσα στο θεσμικό σύ-νολο ενός κοστουμιού υποβαθμίζει το τατουάζ του Τσε που έχει στο μπράτσο του.

3 Επόμενη παγκόσμια πρωταθλήτρια θα είναι η Βρε-τανία. Με έπεισαν.

4 Κάποτε θα λέμε ότι είδαμε τον Βασίλη Τοροσίδη να κάνει αεροπλανάκι πανηγυρίζοντας το νικητήριο γκολ της Ελλάδας σε αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου.

5 Καινούργιες λέξεις που έμαθα: Ζαμπουλάνι, Πολο-κουάνε, βουβουζέλα, Τσαμπαλάλα.

6 Ο Ντίεγκο Φορλάν κάποτε ήταν ανέκδοτο. Ενας αστείος ξανθός λατινοαμερικανός. Μετά έγινε μεγά-λος γκολτζής. Σήμερα είναι στις αφίσες των κορι-τσίστικων δωματίων και στις λίστες των κορυφαίων όλων των εποχών.

7 Ο Γιόακιμ Λεβ γεννήθηκε για να κοουτσάρει τη Γερ-μανία σε μεγάλες διοργανώσεις φορώντας το ίδιο μπλε μπλουζάκι και για να δικαιώνει το χταπόδι (Θεός σχωρέσ’ το).

8 Ο Τσάβι και ο Ινιέστα μετέδωσαν την μπαρτσελονί-τιδα στην Εθνική Ισπανίας. Αυτό αρκούσε.

9 Η Ολλανδία ξέρει να τιμάει τις παραδόσεις.

10 Ο,τι έγινε στην παράταση του αγώνα ανάμεσα στην Γκάνα και την Ουρουγουάη είναι η καλύτερη από-δειξη ότι το ποδόσφαιρο είναι μια από τις σπου-δαιότερες εμπνεύσεις στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης.

Page 22: Metropolis Free Press 21.12.10

22

«Πιουρ ανμπρέακαμπλ τούρκις κρύ-σταλ! Γιου σι, μάι φρεντ;», φώνα-ζε και κοπανούσε τον χοντρό πάτο του τσαγοπότηρου στα μάρμαρα. Ο σγουρομάλλης Τούρκος έμπορος στο Γκραν Παζάρ της εφετινής Πολιτιστι-κής Πρωτεύουσας, της Κωνσταντι-νούπολης. Είναι η πολιτισμένη πρω-τεύουσα που δεν έχουμε. Ανεκτι-κή ακόμα και μέσα στην ιερή γιορτή του Ραμαζανιού. Θέλω να πω, ήμα-σταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο φέτος ανήμερα Δεκαπενταύγουστου, που γινόταν η λειτουργία στην Πα-ναγία Σουμελά. Ούτε Γκρίζων Λύκων διαμαρτυρίες είδαμε, ούτε εθνικιστές δημιούργησαν επεισόδια. Εδώ, αντί-θετα, στην πολιτισμένη Αθήνα, έγινε μια συναυλία αγάπης στον Αγιο Πα-ντελεήμονα προχτές. Μεταξύ μας να τα βρούμε δηλαδή, μην φανταστεί-τε πως καλέσαμε Ιμάμηδες στο Ναό. Αλλά ούτε καν για αυτό δεν είμαστε. Θερμοκέφαλοι εθνοσωτήρες κοπα-νούσαν τις κλειδωμένες πόρτες της εκκλησίας και απειλούσαν. Φώναζαν και τους εμπόδιζαν τα ΜΑΤ. Και οι πόρτες δεν έσπασαν ευτυχώς. Αλλά

στην Παναγία Σουμελά δεν κοπάναγε κανείς τις πόρτες...

Δεν με έπειθε ο έμπορος στο Γκραν Παζάρ. Ο πάτος του τσαγοπό-τηρου, έτσι κι αλλιώς, δεν θα έσπα-γε εύκολα. Πάτος είναι. «Να σε δω να κοπανάς το χείλος στα μάρμαρα, να σε παραδεχτώ, γιάβρουμ!». Δεν θα ραγίσει εύκολα και ο πάτος του 2010. Σαν το ποτήρι, όχι τόσο πυ-κνό στα χείλη, εύθραυστο και ανοι-χτό στην αφετηρία του. Αλλά με έναν πάτο από γυαλί παχύ-παχύ, χοντρο-κομμένο που να τον κοπανάς στα πα-τώματα στα τσακίρ κέφια, να σπάσει, να πάει και να μην ξανάρθει το 2010 και να μην σπάει εκείνος ο πάτος του με τίποτα. Προσπαθούσε ο άνθρω-πος να με πείσει. Παζάρι στο παζάρι, «έχετε κρίση στο Γιουνανιστάν» -πά-ντα στο κεφάλι μου ακούγεται Αυνα-νιστάν- «σου το αφήσω μόνον ογδό-ντα ευρώ το σετ, καρντάση». Ωσπου χτύπησε το τηλέφωνο. Ο Σπύρος, κά-ουτς σέρφερ στο ίδιο σπίτι με εμένα. «Φεύγουμε απόψε τελικά, φίλε, ετοι-μάσου!», είπε κι έκλεισε. Πάλι καλά. Τελείωναν τα λεφτά. Θα αναχωρού-

σαμε μόλις έφτανα στο σπίτι στο Οσμάνμπεη. Με το ταλαιπωρημένο μίνι κούπερ του Σπύρου του φωτο-γράφου-κάουτς σέρφερ.

Σήμερα είχαμε χωρίσει την πε-ριήγηση στην Πόλη. Ούτε Αγιασο-φιά ήρθε, ούτε Τοπ Καπί. Ημασταν, άλλωστε, τοπ ταπί. Το τηλέφωνο που χτύπησε με συνέφερε. Εφυγα βιαστι-κά από το Γκραν Παζάρ, καβάλα στο τραμ για πλατεία Ταξίμ. Μετρό από εκεί και Οσμάνμπεη για αποχαιρετι-στήριο παγωτό κάστανο από τον Μά-ντο, ένα γεράκο στη γωνία κάτω από το σπίτι. Μια τελευταία απόλαυση, πριν φύγουμε.

Ο Σπύρος θα έμενε πίσω αρχι-κά, να δει την Τουρκάλα αγαπητικιά του. Αλλά τελικά μειώθηκε το επίδο-μα ανεργίας, το έφαγε νωρίτερα και θα έφευγε σήμερα. Ετοιμάστηκα κι εγώ γρήγορα, να τελειώνουμε. Αφύ-σικη η βιασύνη του, βέβαια. Περίερ-γη. Σαν κυνηγημένος εγκατέλειπε την Κωνσταντινούπολη. Περίμενε ένα ει-κοσιτετράωρο χωρίς την παρέα μου, να τελειώσει τις δουλειές του και να φύγει. Δύο παρά το βράδυ. Ετοιμά-

στηκα, πακετάρισα, λαχάνιασα μέσα στην ασφυκτική υγρασία της αυγου-στιάτικης Κωνσταντινούπολης, όταν ο Σπύρος αποφάσισε να βάλει μια άνω τελεία στην αναχώρησή μας: νυχτερινή εξόρμηση στην Ιστικλάλ! Εν μέσω Ραμαζανιού, τι περίμενε να βρούμε δεν καταλαβαίνω.

Πίσω από το Πολεμικό Μου-σείο της Κωνσταντινούπολης είχε το εστιατόριο «Σουλτάνας». Τουρίστες με ανατολίτικα απωθημένα απολαμ-βάνουν υποταγμένο στα γούστα τους μπέλι ντανς, τις δικές τους τούρκικες χίλιες και μία νύχτες. Εμείς δεν πή-γαμε, όχι βεβαίως γιατί δεν είχαμε ανατολίτικα απωθημένα, παρά γιατί παράς δεν υπήρχε. Αφήσαμε το δα-νεικό κάουτς σέρφιν σπίτι και αρχί-σαμε την κατηφόρα από το Οσμάν-μπεη. Ωραία αυτή η ιδιότυπη «διαδι-κτυακή» φιλοξενία. Θυμίζει κάτι από εκείνες τις εποχές δίχως ηλεκτρικό. Αν έφτανες ταξιδιώτης σε ένα χωριό νύχτα, θα έβρισκες ένα πιάτο φαΐ και ένα κρεβάτι και ας μην γνώριζες κα-νέναν. Ταμάμ. Περάσαμε «ύποπτοι» από το Πολεμικό Μουσείο, προκα-

(multicultural)

Page 23: Metropolis Free Press 21.12.10

λώντας κάτι σαν «Αλτ!» από το σκο-πό φαντάρο απέναντι στο φωτογρα-φικό φακό.

Στο Ταξίμ, την κεντρική πλατεία της Πόλης ξεκινά η Ιστικλάλ, η «Ερ-μού» της Ιστανμπούλ. Κακόφημοι δρόμοι εδώ δεν υπάρχουν, οι βιτρί-νες είναι ακριβές. Ωστόσο, σε μια με-λαγχολική κάθετο της οδού Ιστικλάλ, ώρα τέσσερις πια, συναντήσαμε τη Σερτάμπ.

Οχι την υψίφωνο και ποπ Κων-σταντινουπολίτισσα Σερτάμπ Ερενέρ, αλλά τη Σερτάμπ την τραβεστί. Κοκ-κινομάλλα σαν το είδωλό της, χαρα-κωμένη στο πρόσωπο από κάποιον καυγά. Σαν το καλυμμένο με φτερά χερουβείμ της Αγιασοφιάς, η Σερ-τάμπ αρνήθηκε να βγει φωτογραφία. Μας είπε πως είναι από το Ιζμίρ, οι γονείς της δεν ξέρουν τίποτε για εκεί-νη σήμερα, νομίζουν πως σπουδά-ζει στο Πολυτεχνείο της Ιστανμπούλ και τη λένε ακόμα Ομάρ. Η κουβέντα υπήρξε ειλικρινέστατη.

Ηξερε καλά αγγλικά. Εμοιαζε πολύ μελαγχολική μέσα στην υγρα-σία και τον καύσωνα, χυμένη μέσα

στις γόβες της. Κουβεντιάζαμε στα όρθια. Δίπλα πουλούσαν το αντί-στοιχο τούρκικο «βρόμικο», ρύζι με καλαμπόκι. Αύγουστος, Ραμαζάνι, νηστεία καθολική, ούτε καν τσιγάρο πριν από τη δύση του ήλιου. «Δεν νιώθεις καθόλου ένοχη, Σερτάμπ;», τη ρώτησα. «Δεν πιστεύεις στο θεό; Είναι και Ραμαζάνι…». Ηθελα να την τσιγκλήσω, να δω. Θα μας έβριζε τούρκικα; «Πασάκα μου, έχεις λεφτά; Παρά;», ρώτησε σε καθαρά ελληνικά. Παρά τις ερωτήσεις για παρά, εμείς φύγαμε. Ομως η Σερτάμπ μου θύμι-σε την ίδια την Πόλη. Μια τραβεστί, μια ερμαφρόδιτη. Λίγο άντρας, λίγο γυναίκα. Μια γέφυρα ανάμεσα στα φύλα, ανάμεσα στις δυο ηπείρους. Λίγο Ευρώπη, λίγο Ασία. Λίγο κρά-τος, λίγο Ισλάμ. Λίγο Κωνσταντινού-πολη, λίγο Ιστανμπούλ. Μπάσταρ-δη. Αλλά και ισορροπημένη. Ανε-κτική απέναντι στο διαφορετικό, πε-ρισσότερο από τους νέους εθνοσω-τήρες του Αγίου Παντελεήμονα. Πο-λιτισμένη και αντάξια του ονόματός της. Κούκλα. Η Πόλη.

Το 2010 μπήκαμε στο βιβλίο Guinness για το μεγαλύτερο πεντοζάλη στον πλανήτη. Πάνω από 2.000 άνθρωποι ένωσαν τα χέρια τον Αύ-γουστο και χόρεψαν στην Κρήτη, για να πάνε κάτω τα φαρμάκια και οι επιπτώσεις της κρί-σης, για να δουν και την καλή πλευρά οι απο-θαρρυμένοι τουρίστες από τις μολότοφ, τα κλειστά λιμάνια και τα αεροδρόμια, βρε παιδί μου, αν θες να το δεις και ωφελιμιστικά από την πλευρά των Κρητικών.

Και έστω ότι ήταν μεγαλεπήβολο το σχέ-διο. Εστω ότι μπήκαμε στο βιβλίο Guinness όχι γιατί σπάσαμε το ρεκόρ, αλλά γιατί δεν υπήρ-χε προηγούμενο ρεκόρ. Εστω ότι η ανθρώπινη αυτή αλυσίδα έσπαγε κατά τόπους και τα χέρια δεν έβρισκαν άλλα χέρια, η κίνηση αναμφιβό-λως ήταν δημιουργική. Ηταν άνευ προηγουμέ-νου. Τελικά, μια ομάδα ανθρώπων διάλεξε μια διαφορετική μέθοδο για να πει κάτι, ό,τι και αν ήταν αυτό. Και το κυριότερο, είχε συμμετο-χή, την ίδια σχεδόν συμμετοχή που θα μπο-ρούσε να έχει μία πορεία στο κέντρο της Αθή-νας που θέλει να πει κάτι άλλο.

Αφιερώνω αυτές τις γραμμές στο «πώς», όχι στο «τι» ή στο «γιατί». Αναρωτιέμαι, αν 2.000 άνθρωποι χόρευαν κατά μήκος της Στα-δίου ή γύρω από τη Βουλή, θα έκαναν περισ-σότερο θόρυβο τα παπούτσια τους; Μπορεί όχι, μπορεί και ναι. Μπορεί να μου πεις ότι ο χορός δεν είναι διαμαρτυρία ή ότι «νηστι-κό αρκούδι δεν χορεύει». Δεν μιλάω για χο-ρούς και πανηγύρια. Μιλάω για συμμετοχή, για αποτελεσματικότητα. Το 2010 είδαμε τους καπνούς, τους νεκρούς, τα σπασμένα γυαλιά και τις πέτρες, φάγαμε τα δακρυγόνα και τα γκλομπ στο κεφάλι. Μήπως να ξανασκεφτού-με το «πώς»;

Page 24: Metropolis Free Press 21.12.10

Μερ

ικά

πράγμ

ατα

τα

π

αρα

κολο

υθεί

ς μόνο

απ

ό τ

ην

ασφ

αλή

απ

όστα

ση τ

ης

τηλε

οπ

τικής

οθόνης,

του κ

ινηματο

γράφ

ου ή

τω

ν σελ

ίδω

ν εν

ός

βιβλ

ίου. Είν

αι μακριν

ά, δεν

συμβα

ίνουν

στο

ν άμεσ

ο π

ερίγ

υρό σ

ου,

δεν

αφ

ορούν

τους

γείτ

ονέ

ς σου, τη

ζω

ή σ

ου. Σε

κάνο

υν

να α

να-

ρω

τιέσ

αι

πώ

ς εί

ναι

δυνα

τόν

να σ

υμβα

ίνουν

και

σφ

ίγγε

ις τα

χε

ίλη σου π

ου κυρτ

ώνο

υν

απ

ό μ

ια α

ρχικ

ή δ

υσπ

ιστί

α, η ο

ποία

αστρ

απ

ι-αία

μετ

ατρ

έπετ

αι

σε

αγα

νάκτη

ση. Μ

ετά, ξα

να-

μπ

αίν

εις

στη

ν καθημερ

ινότη

τα. Ω

ς εκ

εί.

Ωστό

σο,

η χ

ρονιά

που σ

ε λί

γες

ημέρ

ες

τελε

ιώνε

ι, μ

ου α

φήνε

ι κάτι

περ

ισσότε

ρο α

πό

φευ

γαλέ

α,

μακριν

ά στι

γμιό

τυπ

α.

Μου απ

ο-

τυπ

ώθηκε

μια

πικ

ρή γ

εύση,

ένα σ

υνα

ίσθη-

μα β

αθιά

ς απ

ογο

ήτε

υσης,

επ

ειδή γ

ια π

ρώ

τη

φορά σ

υνε

ιδητο

ποίη

σα ό

τι σ

την

Ελλ

άδα τ

ου

21ου α

ιώνα

, στη

ν ίδ

ια τ

η χ

ώρα

που γ

έννη-

σε

τη δ

ημοκρα

τία,

τα ό

ρια

της

ανε

κτι

κότη

τας

απ

έναντ

ι στη

«δια

φορετ

ικότη

τα»

έχουν

στε

-νέ

ψει

επ

ικίν

δυνα

. Ζώ

ντας

σε

μια

αθηνα

ϊκή

γειτ

ονιά

με

υψ

ηλό

ποσοστό

αλλ

οδαπ

ών,

εδώ

και

καιρ

ό π

αρα

κολο

υθώ

τι

ς συμπ

εριφ

ορές

τω

ν ομοεθ

νών

μου π

ρος

τους

«ξέν

ους»

να α

λ-λά

ζουν

και

να δ

ιαβρ

ώνο

νται,

όπ

ως

τα α

στα

-θή μ

ουσκεμ

ένα ε

δάφ

η μ

ιας

γυμνή

ς πλα

γιάς

μετ

ά α

πό κ

ατα

ιγίδ

α.

Το α

ποπ

νικ

τικό ά

ρω

μα

της

δυσανα

σχέ

τησης

των

συμπ

ατρ

ιωτώ

ν μου

για τη

ν π

αρουσία

τω

ν μετ

ανα

στώ

ν πλα

νά-

ται

στο

ν αέρ

α,

κάνο

ντας

τη δ

υσοσμία

απ

ό τ

α

βουνά

τω

ν σκουπ

ιδιώ

ν π

ου μ

ας

πνίγ

ουν

να

μοιά

ζει

με

Chan

el N

o5.

Εχο

ντας

ταξι

δέψ

ει ε

ντός

και

εκτό

ς Ελλ

ά-

δος,

δεν

είχ

α π

οτέ

αυτα

πάτε

ς γι

α τ

α π

ραγμ

α-

τικά μ

εγέθ

η τ

ης

φιλ

οξε

νία

ς τω

ν Ελλ

ήνω

ν, η

οπ

οία

μπ

ορεί

να κ

υμανθ

εί α

πό τ

ην

υπ

έροχη

θαλπ

ωρή ο

ικογε

νεια

κής

εστί

ας

μέχ

ρι το

αφ

ό-

ρητο

ψύχο

ς π

αγω

μέν

ης

στέ

πας.

Μετ

ά τ

ις δ

ρα-

ματι

κές

μετ

αρρυθμίσ

εις

που έ

φερ

ε στη

ζω

ή

μας

το Δ

ΝΤ,

η ζ

εστα

σιά

του κ

αλω

σορίσ

ματο

ς κοντ

εύει

να σ

βήσει

, αφ

ήνο

ντας

το κ

ρύο τ

ης

απ

όρριψ

ης

και

της

ανε

ξέλε

γκτη

ς, τ

υφ

λής

ορ-

Page 25: Metropolis Free Press 21.12.10

αόρρ

ψς

κα

τς

αεξ

έεγ

κτ

ς,τυ

φς

ορ

γής

να τ

υλί

γει το

υς

ανθ

ρώ

πους

γύρω

μου σ

αν

το α

σφ

υκτι

κό α

γκάλι

ασμα μ

ιας

πει

νασμέν

ης

ανα

κόντ

ας.

Οι

έχοντ

ες,

ακόμα,

κοιν

ή λ

ογι

-κή γ

νωρίζ

ουν

ακριβ

ώς

περ

ί τί

νος

πρόκει

ται

και

πώ

ς φ

τάσαμε

μέχ

ρι

εδώ

, οπ

ότε

δεν

ωφ

ε-λε

ί να

τα ξ

ανα

πούμε.

Οτα

ν όμω

ς το

ζητο

ύ-

μεν

ο ε

ίναι

ένας

απ

ολο

γισμός

της

χρονιά

ς η

οπ

οία

αρχε

ιοθετ

είτα

ι οσονο

ύπ

ω σ

το φ

άκελ

ο

του π

αρελ

θόντ

ος,

τότε

δεν

βρίσ

κω

κάτι

άλλ

ο

για τ

ο ο

ποίο

θα ή

θελ

α ν

α «

μιλ

ήσω

», α

φού

δεν

μπ

ορώ

, γι

α ε

υνό

ητο

υς

λόγο

υς,

να β

γω

και

να τ

ο ο

υρλ

ιάξω

απ

ό τ

ο μ

παλκ

όνι

μου.

Τις

προάλλ

ες π

αρα

κολο

ύθησα έ

να ε

πει

-σόδιο

του ε

ξαιρ

ετικ

ού ν

τοκιμ

αντ

έρ π

ου π

ρο-

βάλλ

εται απ

ό τ

ην

κρα

τική τ

ηλε

όρα

ση, το

«Δ

εν

ήρθα ε

δώ

για

δια

κοπ

ές»

του Ν

ίκου Σ

ούλη

, στο

οπ

οίο

ο σ

κηνο

θέτ

ης

μας

αφ

ήνε

ι να

«κρί-

νουμε

μόνο

ι μας

τους

γείτ

ονέ

ς μας»

, κατα

-γρ

άφ

οντ

ας

με

συγκ

λονισ

τική

αλή

θει

α

τις

σκηνέ

ς π

ου με

πλη

γώνο

υν

σε

καθημερ

ινή

σχε

δόν

βάση κ

αι

προσβά

λλουν

την

υπ

όστα

-σή μ

ου,

με

πρω

ταγω

νισ

τές

εκεί

νους

και

τους

αλλ

οδαπ

ούς

που ζ

ουν

κοντ

ά μ

ας.

Δεν

φαντ

α-

ζόμουν

ποτέ

ότι

στη

χώ

ρα μ

ου θ

α γ

ινόμουν

μάρτ

υρα

ς μια

ς τέ

τοια

ς θλι

βερής

κατά

στα

σης,

μέχ

ρι

που ή

ρθε

το 2

010,

για ν

α μ

ε κάνε

ι να

ανα

ρω

τηθώ

πού θ

α σ

ταματή

σει

όλο

αυτό

και

να ε

ξακριβ

ώσω

πόσο ε

ύκολα

το π

λήθος

γί-

νετα

ι όχλο

ς έτ

οιμ

ος

να ξ

εσκίσ

ει τ

ις σ

άρκες

οπ

οιο

υδήπ

οτε

«δ

ιαφ

ορετ

ικού»,

καθώ

ς και

πόσο καλά

καμουφ

λαρισ

μέν

ο εί

ναι

το δη-

λητή

ριο

πίσ

ω α

πό τ

α «

φιλ

ικά»

πρόσω

πα τ

ων

γειτ

όνω

ν μου,

πόσο γ

ρήγο

ρα η

χθεσ

ινή «

κα-

λημέρ

α»

μετ

ουσιώ

νετα

ι σε

ένα π

ελώ

ριο

ισο-

πεδ

ωτι

κό «

ανά

θεμ

α».

Είν

αι

απ

ογο

ητε

υτι

κό

να

ανα

καλύ

πτε

ις

ότι

τελ

ικά τ

ίποτα

σχε

δόν

δεν

είν

αι όπ

ως

φαί-

νετα

ι, α

λλά α

κόμα π

ιο τ

ρομακτι

κό ε

ίναι

να

ανα

καλύ

πτε

ις π

όσο π

ραγμ

ατι

κά τ

ιποτέ

νια

εί-

ναι

όσα φ

αίν

οντ

αι

ωρα

ία.

Δεν

εύχο

μαι

κάτι

άλλ

ο γ

ια τ

η χ

ρονιά

που έ

ρχε

ται

παρά μ

όνο

να

δώ

σει

σύν

εση ε

κεί

που τ

ώρα

πρυτα

νεύουν

η α

μάθει

α,

το μ

ίσος,

ο π

αρα

λογι

σμός

και

η

αδικ

ία.

Αυτό

και

μόνο

θα μ

ε κάνε

ι π

ολύ

ευ-

τυχισ

μέν

ο.

Page 26: Metropolis Free Press 21.12.10

Προσπέλαση μνήμης στην πληροφορική, με απλά λόγια, είναι η πρόσβαση σε κάθε κου-τάκι μνήμης για την εύρεση της πληροφορίας που θέλουμε. Στην προσπέλαση μνήμης μου για το προηγούμενο έτος, τα κουτάκια που ξε-χώρισα δεν ήταν και λίγα, αλλά σίγουρα εκεί-νη η Δευτέρα στις 3 Μαΐου ήταν κάτι παρα-πάνω από μια φέτα μνήμης στο μυαλό ενός ανθρώπου. Η Δευτέρα ήταν αποτέλεσμα ενός ολόκληρου αγώνα και μιας προσπάθειας πρω-τοφανούς για τα ελληνικά δεδομένα, και πόσο μάλλον για τα κινηματογραφικά. Ηταν παιδί της Ομίχλης.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Πολλούς μήνες πριν από τα Βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, είχε γεννηθεί μια κίνηση, μια προσπάθεια για αλλαγή. Αυτή είχε ξεκινήσει από κάποιους σκηνοθέτες, οι οποίοι μπουχτισμένοι από το υπάρχον κινηματογραφικό πλαίσιο, με τις ελ-λιπείς χρηματοδοτήσεις και τις «προβλέψι-μες» πια βραβεύσεις, αποφάσισαν να μην συμ-μετάσχουν στο 50ό Φεστιβάλ Κινηματογρά-φου Θεσσαλονίκης. Η κίνηση αυτή ονομάστη-κε «Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη» και στην πορεία της παρέσυρε παραγωγούς και σκηνο-θέτες (ταινιών μικρού και μεγάλου μήκους) και βρήκε συμμάχους σε πρόσωπα ηθοποιών, κριτικών κινηματογράφου, τεχνικών. Η κύρια απαίτηση: νέος κινηματογραφικός νόμος! Το Νοέμβριο του 2009, μάλιστα, το φεστιβάλ των

«Κινηματογραφιστών της Ομίχλης» -με προ-βολές των ταινιών που δεν είχαν συμμετάσχει στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης- έσπασε τα-μεία, με πλήθος κόσμου να γεμίζει την αίθου-σα Ελλη, ενώ τον ίδιο μήνα ιδρύθηκε η Ελ-ληνική Ακαδημία Κινηματογράφου με πρώ-το πρόεδρο τον σκηνοθέτη Τάσο Μπουλμέτη. Ενας έγκυρος θεσμός που περιλάμβανε όλους τους ενεργούς επαγγελματίες του ελληνικού κι-νηματογράφου ήταν γεγονός.

Είμαι σίγουρος ότι θα αναρωτιέστε γιατί σας τα λέω όλα αυτά, ενώ μέχρι στιγμής δεν έχω κάνει καμία αναφορά στο 2010. Η απά-ντηση αρχίζει από εδώ και κάτω. Μπαίνοντας, λοιπόν, στο 2010 και εν αναμονή του νέου κι-νηματογραφικού νόμου, η Ελληνική Ακαδη-μία Κινηματογράφου προχώρησε στην απο-νομή των πρώτων κινηματογραφικών βραβεί-ων. Η εκδήλωση θα λάμβανε χώρα στην Αθή-να, στην αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη του Με-γάρου Μουσικής Αθηνών, τη Δευτέρα 3 Μα-ΐου 2010. Κάποιες από τις πρωτοτυπίες της, πέρα από την πόλη, ήταν οι περιορισμένες υποψηφιότητες για κάθε κατηγορία βράβευσης (nominations, που λένε και στα Οσκαρ), οι οποίες προέκυπταν από την ψήφο 180 μελών της Ακαδημίας και η μη συνοδεία του βραβεί-ου με κάποιο χρηματικό ποσό. Είναι δύο στοι-χεία που έδιναν αξία στην υποψηφιότητα και έκαναν το διαγωνισμό πιο έγκυρο, μακριά από οικονομικά συμφέροντα.

Page 27: Metropolis Free Press 21.12.10

Λόγω μιας μικρού μήκους ταινίας που είχα κάνει εκείνη τη χρονιά, βρέθηκα και εγώ καλεσμέ-νος στα εν λόγω βραβεία. Ηδη από την προηγού-μενη εβδομάδα έψαχνα τον άνθρωπο που θα μοι-ραζόταν μαζί μου τη διπλή πρόσκληση, αλλά οι εν-δεδειγμένοι κωλύονταν. Ο Παντελής είχε γύρισμα, η Σπίλα έπιανε δουλειά, ο Χρήστος ήταν φαντά-ρος. Ο Θανάσης μπορούσε. Βρεθήκαμε έξω από το Μέγαρο. Χαμόγελα παντού, χαιρετισμοί, αγκαλιές. Κάτι καινούργιο ξεκινούσε και το ένιωθες. Δεν ήταν τα κλασικά αποστειρωμένα βραβεία. Ενώ εγώ προσπαθούσα να εξηγήσω στον Θανάση ποιοι εί-ναι όλοι αυτοί, δεκάδες ηθοποιοί, σκηνοθέτες, τε-χνικοί γέμιζαν το χώρο.

Με τα πολλά μπήκαμε στην αίθουσα. Το ει-σαγωγικό βιντεάκι μάς καλωσόριζε στα Βραβεία και έδειχνε αποσπάσματα από όλες τις ταινίες που συμμετείχαν. Παρουσιαστής ο Γιώργος Πυρπασό-πουλος, ο οποίος με κέφι, ζωντάνια και χιούμορ αντικαθιστούσε επάξια τον Γιώργο Κιμούλη. Μία από τις μεγαλύτερες πρωτοτυπίες η Ελληνική Ακα-δημία την επιφύλασσε για την απονομή. Τα βρα-

βεία απένειμαν άνθρωποι άσχετοι με το χώρο, αλλά σχετιζόμενοι με την κατηγορία με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Για παράδειγμα, ο Μανόλης Κορ-ρές, υπεύθυνος για την αναστήλωση-μοντάρισμα του Παρθενώνα, παρέδωσε το Βραβείο Μοντάζ και ο Γιώργος Γραμματικάκης, ο αστροφυσικός που έχει ασχοληθεί με το φως για χρόνια, παρέδωσε το βραβείο φωτογραφίας.

Ακόμα όμως και οι βραβεύσεις αυτές καθ’ αυτές ξέφευγαν από τα παλαιότερα κλισέ, με την εντυπωσιακή Μίνα Ορφανού να κερδίζει το Βρα-βείο Α΄ Γυναικείου Ρόλου και να ευχαριστεί κατα-

χειροκροτούμενη τους συνεργάτες της, «γιατί εγώ δεν είχα ιδέα τι είναι ο σινεμάς και μου το δείξα-νε πάρα πολύ βαθιά», και να εύχεται «αυτό το βρα-βείο να είναι η αρχή για όλους και για όλες που η διαφορετικότητά τους τους έχει αναγκάσει να εί-ναι στην αφάνεια». Ακόμα ένα σημείο που έκανε εντύπωση ήταν η ζωντανή αναπαραγωγή των μου-σικών θεμάτων των ταινιών που ήταν υποψήφιες για το Βραβείο Μουσικής, κάτι που έλειπε από τα προηγούμενα κρατικά βραβεία. Μία μεγάλη στιγ-μή ήταν η τιμητική βράβευση του Θανάση Βέγγου, ο οποίος υποβασταζόμενος ξεκίνησε την ομιλία με την πιο χαρακτηριστική του φράση «καλοί μου άν-θρωποι», με το κοινό όρθιο να τον αποθεώνει και τον Τάσο Μπουλμέτη να του δίνει το βραβείο λέγο-ντάς του: «για το γέλιο που μας χαρίσατε όλα αυτά τα χρόνια, αλλά πολύ περισσότερο για το αποψι-νό δάκρυ».

Στο κλείσιμο της βραδιάς ο «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου έφυγε κερδισμένος με πέ-ντε Βραβεία (Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου, Μο-ντάζ, Β΄ Ανδρικού Ρόλου στον Χρήστο Πασσαλή), ενώ ακολούθησε η «Στρέλλα» του Πάνου Κούτρα με τέσσερα βραβεία (Α΄ Γυναικείου Ρόλου στη Μίνα Ορφανού, Σκηνογραφίας, Ενδυματολογίας, Μακιγιάζ) και η «Ψυχή Βαθιά» του Παντελή Βούλ-γαρη με δύο (Μουσικής και Ηχου).

Στο δικό μας κλείσιμο της βραδιάς, μετά τα βραβεία ακολούθησε πάρτι στον εξωτερικό χώρο της αίθουσας με τους νικητές να αστράφτουν, αλλά και τους «χαμένους» μακριά από γκρίνια ή στενο-χώρια. Αποφασίσαμε με γνωστούς και φίλους να μεταβούμε στην κοντινή πλατεία Μαβίλη για το υπόλοιπο της βραδιάς. Κάτι καινούργιο είχε μόλις αρχίσει και ευτυχώς εμείς ήμασταν εκεί για να το δούμε στο ξεκίνημά του.

STAS

Page 28: Metropolis Free Press 21.12.10

28

Πρώτα είδαμε το τρέιλερ. Και είδαμε το Παρίσι να διπλώνει σαν χαρτί, τον Ντι Κάπριο να είναι πιο ώριμος, γοητευτικός, αποφασισμένος από ποτέ, τη Μαριόν Κοτιγιάρ ως την ομορφότερη και πιο καταραμένη γυναίκα στον κόσμο, αρκε-τούς ακόμα καταπληκτικούς ηθοποιούς (Κίλιαν Μέρφι, Μάικλ Κέιν, Ελεν Πέιτζ, κλπ.), ολίγη επιστημονική φαντασία, εξαιρετική μουσική, ψυχαναλυτικές αναφορές σε όνειρα, και όλα αυτά με την υπογραφή του Κρίστοφερ Νόλαν. Το περιμέναμε πώς και πώς.

Τα συστατικά του “Inception” παρέπεμπαν σε αριστούργημα. Ηταν; Περίπου. Στις ελληνι-κές αίθουσες ήρθε στο τέλος του καλοκαιριού, λίγο αφού είχε κάνει πρεμιέρα στην Αμερι-κή, έχοντας προλάβει να φτάσει στο IMDB σε βαθμολογία πάνω από εννιά -σήμερα βρίσκε-ται ακριβώς στο εννιά, βαθμολογημένο από πε-ρισσότερους από 250.000 χρήστες.

Τι ήταν τελικά το “Inception”; Ενα αρι-στούργημα που θα γραφτεί με χρυσά γράμμα-τα στην ιστορία του σινεμά ή ένα άκρως πετυ-χημένο μπλοκμπάστερ; Οι παρέες διχάστηκαν (ήταν εκείνη την περίοδο βασικό θέμα συζήτη-σης) σε inceptionικούς και αντιinceptionικούς. Οι μεν αποθέωναν την ταχύτητα της ταινίας, τα εφέ της, την πολυπλοκότητά της και οι δε κα-τηγορούσαν το Χόλιγουντ για ακόμα ένα κενό οπτικό πανηγύρι χωρίς νόημα.

Αν ρωτήσουμε και τις δυο πλευρές, θα συμφωνήσουν ότι ήταν έπειτα από καιρό μια ταινία που συζητήθηκε (μαζικά) τόσο πολύ και προκάλεσε τόσο αντικρουόμενες απόψεις. Αυτό που στην ουσία πετυχαίνει το “Inception” είναι να δημιουργήσει ένα είδος ποιοτικού μπλοκμπάστερ, που όντως δεν θέλει να πει τί-ποτα, που δεν υπόσχεται ότι ερμηνεύει τα όνει-ρα καλύτερα από τον Φρόιντ, που σε διασκεδά-ζει και σου γεμίζει ένα και πλέον δίωρο με άρι-στα κινηματογραφημένες εικόνες. Το αν αυτός είναι ο ρόλος της τέχνης, προφανώς, δεν θα το λύσουμε τώρα. Πάντως, ανάμεσα στον «Πολί-τη Κέιν» και την «Εκδίκηση της Ξανθιάς Νο2», υπάρχει ένα τεράστιο κενό με εκατομμύρια ται-νίες. Κάπου εκεί βρίσκεται και το “Inception”.

Page 29: Metropolis Free Press 21.12.10

Πριν από χρόνια θα μου άρεσε πολύ, ίσως επειδή βρισκόμουν ακό-μα κάτω από την εφηβική επήρεια του «Ψαλιδοχέρη». Πλέον το βα-ρέθηκα. Βαρέθηκα να βλέπω τον Τζόνι Ντεπ μασκαρεμένο και χι-λιοβαμμένο να κοιτάει απορημένος με τα τεράστια τάχα αθώα του μάτια, βαρέθηκα να βλέπω την Ελενα Μπόναμ Κάρτερ να χαραμί-ζεται παριστάνοντας αλλόκοτες μορφές, βαρέθηκα τον Τιμ Μπάρτον και τα εναλλακτικά του παραμύθια.

Τους βαρέθηκα και τους τρεις. Βαρέθηκα τις πομπώδεις ιστο-ρίες, τα εκκεντρικά κοστούμια, τα έντονα βαψίματα, τις (υποτίθε-ται) φοβερές ερμηνείες σε αντισυμβατικούς ρόλους. Το “Alice in Wonderland” δεν ήταν η χειρότερη ταινία της χρονιάς. Σίγουρα όχι. Ηταν μέτρια, ακόμα και συμπαθητική ίσως, σίγουρα όμως όχι κάτι ιδιαίτερο. Κυρίως όμως ήταν μια από τα ίδια. Μια επανάληψη που μάζεψε όπως πάντα ένα μικρό στρατό στις αίθουσες όλου του κό-σμου. Η Ελενα Κάρτερ μού είναι εξαιρετικά συμπαθής, αλλά δεν τη λυπάμαι, γιατί μόνη της θέλει και μπλέκει στα σινεφιλικά κλισέ -σύ-ντροφος γαρ του Μπάρτον.

Στεναχωριέμαι λίγο για τη νεαρά Αν Χάθαγουεϊ, η οποία ήταν η “White Queen” στην ταινία, τη συγχωρώ όμως, επειδή στη ζωή και την τέχνη πρέπει να τα δοκιμάζεις όλα μια φορά και επειδή στην εφηβεία της μπορεί να βρέθηκε κι αυτή υπό την επήρεια του «Ψα-λιδοχέρη» και να μην το έχει ξεπεράσει ακόμα. Οσο για την Αλί-κη, κατά κόσμον Μία Βασίκοφσκα, έχω να πω μόνο ότι είναι η νέα εκδοχή της Γκουίνεθ Πάλτροου. Η Αλίκη του Μπάρτον ήταν τόσο «μπαρτονική» που μου δημιούργησε σχεδόν απέχθεια, και φέτος επιτέλους, νιώθω κινηματογραφικά ελεύθερη, επειδή κατέρριψα το μύθο του.

Page 30: Metropolis Free Press 21.12.10

30 2010

Μια υποβαθμισμένη γειτονιά του Λονδίνου. Με καλούς και φιλήσυχους ντό-πιους, που τη νιώθουν σπίτι τους από τη μία και τους μετανάστες από την άλλη. Οι πιο πολλοί στα όρια της ανέχειας. Κάποιοι στα όρια του εγκλήμα-τος. Το εκρηκτικό μείγμα φέρνει φωτιά που τη λένε φανατισμό -και από τις δυο πλευρές. Τα προαναφερθέντα στοιχεία αποτελούν μέρος της παράστασης «Τα Ορφανά» στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Αλλο ένα στοιχείο της: οι ερμη-νείες, που τσακίζουν κόκαλα ή στομάχια, εάν προτιμάτε. Ιδιαίτερα της Μαρί-ας Κίτσου στο ρόλο της γυναίκας άξονα, γύρω από την οποία γυρίζει μια ολι-γομελής οικογένεια.

Εάν, όμως, η πρώτη ανάγνωση του έργου μάς φέρνει αντιμέτωπους με το ρατσισμό, στη δεύτερη το θέμα αλλάζει. Χειρότερα τέρατα ξεπροβάλλουν, αυτά των οικογενειακών μυστικών. Που όσο περισσότερα χρόνια παραμέ-νουν κρυμμένα στο σεντούκι, τόσο πιο άγρια γίνονται. Και τελικά, μόνο η αλήθεια τα λυτρώνει. Βέβαια, η αλήθεια έχει δηλητηριώδες δάγκωμα. Συχνά ρίχνει τους λυτρωμένους στο βάραθρο της αποξένωσης. Και εκεί είναι που μια παράσταση με τρόμαξε. Κάτι μου θύμισε. Γιατί με έκανε να αντιληφθώ το πόσο κοντά στην παθογένεια είναι οι ζωές όλων μας. Ακόμα και -ή μάλλον ιδιαίτερα- στο πλαίσιο του στενού οικογενειακού μας κύκλου.

Page 31: Metropolis Free Press 21.12.10

31

Το μόνο καλό στην ιστορία με τις συναυλίες στη Μαλακάσα είναι να καταφέρεις να τις δεις σαν εκδρομή. Να κάτσεις στο χορτάρι σαν να έκανες πικνίκ, να μυρίσεις λίγο πεύκο και να φας σαντουιτσάκια σε αλουμινόχαρτο. Αλ-λιώς, το ότι τραβιόμαστε μέχρι εκεί, τρώμε κί-νηση, πληρώνουμε διόδια, παρκάρουμε δυο χλμ. μακριά, δίνουμε αγώνα για να πιούμε μια μπίρα και οδηγούμε νυσταγμένοι μέσα στη νύχτα για να γυρίσουμε πίσω δεν έχει καμία πλάκα. Ωρες-ώρες όμως, τα καλύτερα συμβαί-νουν εκεί. Είτε λέγεται Ρότζερ Γουότερς κά-ποτε είτε Λέοναρντ Κοέν πρόπερσι είτε φέτο, Μπομπ Ντίλαν. Κι έτσι ξαναβρεθήκαμε εκεί. Ξαναπληρώσαμε διόδια, ξαναπαρκάραμε σχε-δόν στον Ορωπό, ξαναπεριμέναμε στην ουρά για μια μπίρα.

Το ζητούμενο για κάποιον που βρέθη-κε το βράδυ της 29ης Μαΐου στο Terra Vibe δεν ήταν βέβαια (ή δεν θα έπρεπε να είναι) να ακούσει τα τραγούδια του. Είναι άλλωστε γνωστό ότι δεν μπορεί. Η ερμηνεία του θύ-μιζε περισσότερο πρόζα. Αδύναμος να τρα-γουδήσει σωστά στα 69 του, για να αντέξει, έσπαγε τα κομμάτια του τόσο πολύ, ώστε ήταν σχεδόν αδύνατο να τα αναγνωρίσεις. Το “All along the watchtower” το κατάλα-βα λίγο πριν τελειώσει, αναγνωρίζοντας ένα

στίχο. Το ζητούμενο, λοιπόν, ήταν να βρεθείς κοντά του, στα δέκα μέτρα.

Να διακρίνεις τις ρυτίδες του, να δεις το βαρύ του βλέμμα, να νιώ-σεις την αύρα των κινήσεών του και να δικαιούσαι να λες στις επόμενες γενιές ότι είδες τον

Ντίλαν live. Τίποτα άλλο.Μέσα στη χρονιά, είδα αρ-

κετά άλλα live, από γκρουπ που έβγα-ζαν ενέργεια, που είχαν να παρουσιάσουν κάτι, που έβγαζαν ζωντάνια και επικοινω-νούσαν μέσω της μουσικής τους. Ο Ντί-λαν επικοινωνούσε μόνο μέσω της προ-σωπικότητάς του. Επειδή όμως μιλάμε για μια από τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές προσωπικότητες του 20ού αιώνα, άξιζε τον κόπο. Ηταν αρκετό. Και αν νιώθω τυχερός που τον είδα από κοντά, άλλο τόσο τυχερός νιώθω που είναι σύγχρονός μου -έστω και ετεροχρονισμένα- με διαφορά 42 ετών.

Επειδή στο μυαλό μου είναι το μου-σικό ισοδύναμο του Πικάσο, του Τζόις και του Χίτσκοκ. Επειδή, κάνοντας τον απολογι-σμό μου, το 2010 θα είναι, μεταξύ άλλων, η χρονιά που βρέθηκα στο ίδιο χωράφι με τον Μπομπ Ντίλαν.

Page 32: Metropolis Free Press 21.12.10

32 2010

Ακούω για τον καινούργιο δίσκο του Φοίβου Δεληβοριά από το Σεπτέμβρη. Στην αρχή λέγαμε ότι θα κυκλοφορήσει μέσα Οκτωβρίου, μετά πήγαμε στις αρ-χές Νοεμβρίου και μ’ αυτά και μ’ αυτά φτάσαμε Χριστούγεννα. Το έκανε επί-τηδες δεν υπάρχει αμφιβολία. Κάποιος από τους γείτονες τον ειδοποίησε ότι ακούω το «Χριστούγεννα» εδώ και ένα μήνα και αποφάσισε να μου χαρίσει και-νούργιο υλικό για φέτος. Παρόλα αυτά, δεν είχα μπει στον πειρασμό να ακούσω δείγμα της καινούργιας δουλειάς. Είχα ακούσει τον ίδιο να λέει ότι είναι ένας δίσκος ενηλικίωσης, ότι είναι πιο εσω-τερικός και ότι η μουσική που άκουγε τόσα χρόνια βγήκε στην επιφάνεια. Για την ανάγκη αυτού του κειμένου, αθέτησα το λόγο μου, βρήκα τα τέσσερα τραγού-δια που έχουν ήδη διαρρεύσει και πήρα την πρώτη γεύση. Στις πρώτες νότες χα-μογέλασα. Στο δεύτερο τραγούδι παρα-ξενεύτηκα ακούγοντας πιο ηλεκτρονι-κό ήχο, στο τρίτο άκουσα την Αρλέτα να

ερμηνεύει ένα αριστούργημα και στο τέ-ταρτο αναγνώρισα τον Φοίβο της καρ-διάς μας. Ψαχουλεύοντας λίγο στο δια-δίκτυο, βρήκα μια λίστα του Φοίβου με τα τραγούδια και τις ταινίες που τον επη-ρέασαν για να γράψει αυτά τα 11 κομ-μάτια. Μπορώ να γράψω μια αντίστοι-χη λίστα με τα 10 τραγούδια του Φοί-βου που μου άλλαξαν τη ζωή, αλλά δεν θα το κάνω ακόμα. Θα ακούσω τον «Αό-ρατο Ανθρωπο» και επιφυλάσσομαι για του χρόνου.

Υπάρχουν πολλοί που θεωρούν ότι οι Arcade Fire εί-ναι το σημαντικότερο σύγχρονο ροκ συγκρότημα στον κόσμο. Είμαι ένας από αυτούς. Επειδή οι νεαροί Κα-ναδοί έγδυσαν την indie μουσική από την άνευ όρων καταθλιπτική της υπόσταση και την έντυσαν με ένα μοντέρνο ρετρό καλλιτεχνικό στιλ, της έδωσαν και-νούργια ταυτότητα και την προώθησαν ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν φράντζα και κοκάλι-να γυαλιά. Τα δύο πρώτα τους άλμπουμ, το “Funeral” (2004) και το “Neon Bible” (2007) βρέθηκαν στις λί-στες με τα κορυφαία της δεκαετίας. Απόλυτα δίκαια. Οι μελωδίες τους ήταν πολύπλοκες αλλά άρτιες, ενώ το πλήθος μουσικών οργάνων που πλαισιώνει τους δύο βασικούς του γκρουπ, (ζευγάρι και στη ζωή) Win Butler και Regine Chassagne, αποτελεί με τον τρόπο του ένα ιδιαίτερο μείγμα. Το 2010 ξαναήταν η χρονιά τους. Επειδή, μετά από τρία χρόνια ετοιμασίας, έβγα-λαν τον περασμένο Αύγουστο έναν καινούργιο δίσκο. Το “The Suburbs” είναι στο ίδιο στιλ με τα προηγού-μενα άλμπουμ, στιχουργικά επιβλητικό, εντυπωσια-κό, οριακά ξεσηκωτικό (ειδικά μετά την τρίτη ακρό-αση) και με μία αστική προοπτική μιας ρεαλιστικής αισθητικής. Το κυριότερο, αποπνέει μια φρεσκάδα. Δεν μοιάζει με τίποτα άλλο, δεν το μπερδεύεις. Ο ήχος τους είναι μοναδικός και μοναδικά δικός τους. Τα 4άρια και 5άρια που μάζεψε από όλα τα μουσι-κά περιοδικά παγκοσμίως θα μπορούσαν να μην ση-μαίνουν τίποτα. Εν προκειμένω όμως, αποδεικνύουν ότι οι Arcade Fire δεν κάνουν κοιλιά, δεν κάνουν αρ-παχτές, δεν ρίχνουν το επίπεδό τους και συνεχίζουν σταθερά να γράφουν και να παίζουν ποιοτική μουσι-κή. Ο Μάικ Ντάιβερ από το BBC έγραψε ότι «θα μπο-ρούσες να το πεις το ‘OK Computer’ τους. Αλλά αναμ-φίβολα είναι καλύτερο από αυτό». Ψάχνοντας λοι-πόν για μεγάλες ατάκες, ακούστε άλλη μία: οι Arcade Fire ξαναγράφουν τη μουσική από την αρχή. Και ό,τι έχουμε διαβάσει (ακούσει) μέχρι στιγμής μάς αρέσει. Δυστυχώς, το πέρασμά τους από την Ελλάδα μοιάζει πολύ μακρινό όνειρο και λογικά στο τέλος κάτι θα γί-νει και θα ξαναδούμε τους Scorpions.

Page 33: Metropolis Free Press 21.12.10

33

Τη μάθαμε με το “Over the hill” και την αγαπήσαμε με το υπόλοιπο “Avatar”. Η Μonika αποτε-λεί την πιο ευχάριστη μουσική έκπληξη των τελευταίων ετών. Γιατί πέρα από μελωδική φωνή έχει τρομερή έμπνευση. Εχει τραγούδια που τα ακούς στο ραδιόφωνο και νομίζεις ότι τα λέει κάποιο ξένο συγκρότημα, γράφει μελωδίες που θα ήθελες να έχεις επινοήσει εσύ και στίχους που έχουν κάτι από το σήμερα. Ζει στην εποχή της και την αποτυπώνει με τον καλύτερο τρό-πο. Το “Over the hill” ήταν ένα εντυπωσιακό ξεκίνημα και το “Exit” ήρθε για να την καθιερώ-σει στη δισκοθήκη μας. Με το “Yes I do” πρωτοστάτη, το τραγούδι που γράφτηκε για ένα γάμο, και το αγαπημένο μου “Our love or How we lost it” να ακολουθεί, ο καινούργιος δίσκος της Monika ήταν κάτι παραπάνω από ικανοποιητικός. Μας ταξίδεψε τη χρονιά που φεύγει και μας έδωσε κάτι να μπορούμε να υπερηφανευόμαστε. Ακόμα και οι λάτρεις των ελληνικών στίχων έκαναν μια εξαίρεση για τη Μonika, γιατί τα τραγούδια της έχουν κάτι που σε πείθει. Σε πεί-θει να το ξανακούσεις, σε πείθει να ακούσεις και το επόμενο. Σε πείθει να την ακολουθήσεις σε ένα live. Και όσοι την ακολούθησαν δεν απογοητεύτηκαν ποτέ. Βάλτε, λοιπόν, το “Exit” στο repeat και αποχαιρετίστε τη χρονιά με τον καλύτερο τρόπο.

...μου αρέσουν και οι μπάντες που ακούνε τον τρόπο που χτυπούν οι καρδιές. Τον παλμό του κοινού πιο δυνατά από τα τύμπανα. Ετσι, οι I Like Trains, μια Παρασκευή του Δεκέμβρη στη σκηνή του Gagarin, έδωσαν μία από τις πιο θερμές συναυλίες που είχαμε την τύχη να πα-ρακολουθήσουμε μέσα στη χρονιά. Εδειξαν πως είναι μια μπάντα που μπορεί να αλλάζει διάθεση, που μπορεί να μην είναι αποκλειστι-κά μελαγχολική -αν και τα σώματα άρχισαν να κουνιούνται μόλις στο τρίτο κομμάτι, το γνωστό “Terra Nova”, παρόλο που τα δύο προηγούμε-να, με τα οποία άνοιξαν τη συναυλία και περι-έχονται στο νέο δίσκο, ήταν σαφώς πιο χαρού-μενα και ρυθμικά.

Πριν από δέκα περίπου χρόνια, ο Τάσος Μαχάς, ντράμερ τότε στα Διάφανα Κρίνα, σε μια χαλαρή μεσημεριανή συζήτηση, μου ανέπτυξε μια θεωρία για τη σχέση των κρουστών οργά-νων με το χτύπο της καρδιάς. Δεν τη θυμάμαι ακριβώς για να την παραθέσω σωστά, αλλά αυ-τός ο συσχετισμός είναι κάτι που επαναφέρω συχνά στη μνήμη μου, όταν ακούω μουσικές με έντονα κρουστά. Αυτό ίσχυσε εκείνη την ημέ-ρα και για το support group, τους δικούς μας Absent Without Leave -παρόλο που ντράμερ δεν υπήρχε επί σκηνής-, οι οποίοι προετοίμα-σαν κατάλληλα το έδαφος για την υποδοχή της κύριας μπάντας.

Τελικά, μου αρέσουν οι μπάντες με τα τύ-μπανα που χτυπούν όπως οι καρδιές. Τόσο έντονα και τόσο αληθινά. Τόσο γιορτινά. I Like Trains. Και με αντικαταστάτη ντράμερ, παρακαλώ.

Page 34: Metropolis Free Press 21.12.10

34

Τον Ράστα Τόμας δεν τον ήξερα μέχρι πριν από δύο μήνες. Τον ήξερε όμως το American Ballet Theatre και ο Πάτρικ Σουέιζι. Ο τελευ-ταίος την περίοδο που συνεργάστηκαν για τις ανάγκες της ταινίας “One last dance” είχε πει ότι ο Τόμας τα έχει όλα.

Οταν παρακολούθησα την παράσταση “Rock the ballet” στις αρχές Νοεμβρίου συμ-φώνησα απόλυτα μαζί του. Γιατί ο Τόμας έχει καταφέρει από κορυφαίος χορευτής κλασι-κού χορού να γίνει ένα από τα ινδάλματα του σύγχρονου και μάλιστα παγκοσμίως. Ο ίδιος, πριν από τέσσερα χρόνια, μάζεψε τους καλύ-

τερους χορευτές του Μπρόντγουεϊ και δημι-ούργησε τους Bad boys of Dance.

Τα «κακά αγόρια» της Νέας Υόρκης ανέβη-καν, λοιπόν, στη σκηνή του Badminton έχο-ντας στο πλευρό τους μία μόνο γυναίκα. Επτά άτομα συνολικά στη σκηνή ήταν ικανά να με κάνουν να μείνω με το στόμα ανοιχτό και τα μάτια γουρλωμένα. Ακουγα μελωδίες από τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια των U2, Black Eyed Peas, Prince, Coldplay και Μάικλ Τζάκ-σον και συγχρόνως έβλεπα χορογραφίες που ανακάτευαν το κλασικό μπαλέτο με τις δυνα-μικές κινήσεις του σύγχρονου χορού και τις

δύσκολες ακροβασίες της ενόργανης γυμνα-στικής με τις ρυθμικές φιγούρες του hip hop.

O ίδιος ο Τόμας χαρακτηρίζει το “Rock the ballet” «μπαλέτο του 21ου αιώνα». Δεν ξέρω αν έχει δίκιο ή όχι, εγώ πάντως δεν θα ξεχάσω ποτέ την καλύτερη χορογραφία του “With or without you” που μπορούσα να φα-νταστώ και μία βραδιά που δεν ήθελα να τε-λειώσει. Η εικόνα της Κατεχάκη βγαίνοντας αντί για την Time Square ήταν το μόνο μει-ονέκτημα!

Page 35: Metropolis Free Press 21.12.10

«Είσαι ολόκληρη αργεντίνικο τανγκό». Αυτός ο στίχος μου είχε κολλή-σει πηγαίνοντας στο θέατρο Ολβιο την περασμένη εβδομάδα. Τραγου-δώντας Θηβαίο γύριζα μέσα στο κρύο ψάχνοντας να βρω αυτή την κα-ταραμένη τη Φαλαισίας στο Γκάζι. Μετά από ένα τέταρτο έρευνας είχα ξεχάσει πια το τραγούδι και αναρωτιόμουν γιατί το ίδιο στενό μπο-ρεί να έχει διαφορετικό όνομα σε κάθε τετράγωνο. Απάντηση δεν μου έδωσε κανείς. Το θέατρο Ολβιο πάντως το βρήκα λίγο μετά τις 9. Και όταν βγήκα από αυτό στις 11:30, βρήκα την περιοχή ιδανική για μία τέτοια παράσταση.

To “Mala Junta: το τελευταίο τάνγκο” τοποθετείται σε μια κομβική νύχτα για την ιστορία του Μπουένος Αϊρες. Αλλά και να μην έχεις ιδέα πού είναι το Μπουένος Αϊρες, ποιος είναι ο Περόν και τι έγινε εκεί το 1976 δεν έχει καμία σημασία. Γιατί κατά βάθος η παράσταση αφορά το τάνγκο και μόνο αυτό. Η ομάδα Lo de Elli χορεύει στους ρυθμούς του τάνγκο με τις σκηνοθετικές οδηγίες των Esther Andre Gonzalez και Ελλης Καραδήμου, ενώ στο ρόλο του παρουσιαστή μουσικής ραδιο-φωνικής εκπομπής εμφανίζεται ο Γιώργος Νινιός. Κάτω από τη σκηνή και πάνω σε ένα χαλί είναι τοποθετημένοι οι τρεις μουσικοί της παρά-στασης, που δίνουν το δικό τους ξεχωριστό στίγμα. Εχω δει σίγουρα καλύτερους χορευτές τάνγκο, όπως και καλύτερες χορογραφίες. Αλλά πρώτη φορά σε ένα μικρό θέατρο στο Γκάζι ένιωσα ότι βρέθηκα για λίγο στο Μπουένος Αϊρες, άρχισα να κουνάω τα πόδια μου καθιστή σε ρυθμό 2/4 και χάζεψα από τόσο κοντά ένα μπαντονεόν.

Page 36: Metropolis Free Press 21.12.10

36 2010

Το κουδούνι χτυπάει επίμονα. Τρέ-χω να ανοίξω με το ένα παπούτσι στο χέρι την ώρα που ο Γιάννης ανοίγει τις σακούλες με το φαγη-τό. Η Μαρία και ο Αντρέας μπαί-νουν στο σπίτι και με μία κίνηση βγάζουν τα μπουφάν τους και πιά-νουν θέση στον καναπέ. Σχεδόν αγνοούν το παπούτσι στο χέρι μου, καθώς και τον Γιάννη, που ακό-μα παλεύει με το φαγητό στην κου-ζίνα. «Γρήγορα, γρήγορα, σε δέκα λεπτά αρχίζει», αναφωνεί η Μα-ρία σχεδόν διατάζοντάς μας να φέ-ρουμε φαγητά και ποτά στο τραπέ-ζι, να χαμηλώσουμε τα κινητά και να στρέψουμε το βλέμμα μας στην τηλεόραση.

Η μαύρη οθόνη θα μπορούσε να δείχνει «Απαράδεκτους», «Λάμ-ψη», «Δέκα μικρούς Μήτσους» ή «Στο παρά 5». Ολα αυτά όμως, αν μιλούσαμε για μια άλλη χρονιά. Γιατί το 2010 είναι η χρονιά του «Νησιού».

Η πιο ακριβή παραγωγή της ελληνικής τηλεόρασης αγαπήθηκε από όλους. Οχι γιατί διαφημίστηκε πολύ και είχε καλά εφέ. Αλλά γιατί είναι κανονική σειρά. Χωρίς φτη-νά κόλπα για να αποφύγει τα εξω-τερικά γυρίσματα, χωρίς οι ηθο-ποιοί να φωνάζουν για να ακου-στούν, χωρίς να σε κάνει απαραί-τητα να γελάς. Η μεταφορά του βι-βλίου της Βικτόρια Χίσλοπ αγγίζει ένα κομμάτι της ελληνικής ιστορί-ας που όλοι θέλαμε να ξεχάσουμε, αλλά μέσα από το «Νησί» βλέπου-με ποιοι πραγματικά είμαστε. Οτι μπορούμε να «εξορίσουμε» μια αρ-ρώστια, ότι μπορούμε να «εξορί-σουμε» ένα πρόβλημα. Είτε αυτό λέγεται λέπρα είτε ναρκωτικά είτε Aids.

Οι άνθρωποι που έζησαν εκεί ταλαιπωρήθηκαν, απελπίστηκαν, πείνασαν και ένιωσαν όσο κανείς άλλος την έννοια της απομόνωσης. Αλλά κατάφεραν όχι μόνο να επι-βιώσουν, αλλά και να επικοινω-νήσουν και να ερωτευτούν. Γιατί πάνω από όλα ήταν άνθρωποι που σε οποιεσδήποτε συνθήκες έχουν πάντα την ικανότητα να φτιάχνουν κοινωνίες από την αρχή.

Page 37: Metropolis Free Press 21.12.10

37

Δανάη Σκιάδη, τελικά όντως είμαι ερωτευμέ-νος μαζί σου. Το φα-νταζόμουν ήδη από το ‘‘Hardcore’’, αλλά φέ-τος το κατάλαβα.

Στα σίριαλ του Χριστό-φορου (και στους «4») τα πάντα είναι ζηλευ-τά. Ακόμα και ο τρόπος που ο κόσμος πενθεί, χωρίζει, μετακομίζει ή μαλώνει. Διασκεδαστι-κό, αλλά με τα χρόνια κουραστικό.

Ο Χριστόφορος είχε ήδη ψυλλιαστεί την τρέλα που θα ξεσπάσει με τους σεφ και τη μα-γειρική.

Οι «4», όπως και τα προηγούμενα σίριαλ του Χριστόφορου, πα-ρέμειναν μια ωραία αφορμή για να βρεθείς με φίλους και να φας πίτσα.

Δυστυχώς, οι προτά-σεις του Χριστόφορου πάνω στο ζήτημα «νέα, ωραία ηθοποιός μας συστήνεται» τέλειωσαν. Στους «4» τις ξέραμε όλες από πριν.

Ο Χριστόφορος θα σε ρίξει στο κρεβάτι. Σί-γουρα. Απλά είναι θέμα χρόνου.

Ο Χριστόφορος ξέρει.

Ο Χριστόφορος, πριν από τους «4», είδε την ξένη σειρά ‘‘Six Feet Under’’. Από ό,τι φά-νηκε, του άρεσε.

Οσο και αν κάποιοι δι-αμαρτύρονται για τα σενάριά του, οφείλουν να παραδεχτούν πως οι επιλογές των ηθο-ποιών στους οποίους βασίζονται είναι πά-ντα εκπληκτικές. Φυ-σικά αυτό συνέβη και στους «4». Ο Χριστόφορος πά-

ντα, όταν ετοιμάζεται να βγει, χορεύει και τρα-γουδάει.

1

2

3

4

5

67

89

10

Page 38: Metropolis Free Press 21.12.10

Οι «Διορθώσεις» (2001) του Τζόναθαν Φράνζεν θεωρούνται το σπουδαι-ότερο αμερικανικό μυθιστόρημα της δεκαετίας. Είναι το μανιφέστο της σύγχρονης μέσης αμερικανικής οικογένειας, που παίρνει το «Αμερικανι-κό Ειδύλλιο» του Ροθ και το πάει ένα βήμα παραπέρα. Το National Award of Books, το οποίο του απονεμήθηκε τότε, ήταν η μικρότερη επιβράβευση του 50άρη σήμερα συγγραφέα από το Ιλινόις, γιατί το βασικό του επίτευγ-μα ήταν ότι μπήκε στο πάνθεον της δυτικής λογοτεχνίας και ότι αντιμετω-πίζεται πλέον στη συνείδηση των αναγνωστών ως ένας από τους μεγα-λύτερους εν ζωή συγγραφείς.

Μέσα στη δεκαετία, οι «Διορθώσεις» (εκδόσεις Ωκεανίδα) κατη-φόρισαν στα κάτω ράφια των ελληνικών βιβλιοπωλείων, αποδεικνύ-οντας ότι στην κουλτούρα του Eλληνα αναγνώστη δύσκολα ενσωματώ-νεται ένα μυθιστόρημα 764 σελίδων. Τέλος πάντων. Από τότε και μετά, όλοι περίμεναν το επόμενο βιβλίο του. Και ο Φράνζεν απέδειξε ότι σέβε-ται τους αναγνώστες του, μη δημοσιεύοντας οτιδήποτε, αν δεν ήταν από-λυτα σίγουρος. Αυτό συνέβη τελικά τον περασμένο Αύγουστο. Εννιά χρό-νια μετά τις «Διορθώσεις», το “Freedom” εισέβαλε στη λογοτεχνική ιστορία και τρύπωσε περήφανα σε όλες τις λίστες με τα βιβλία της χρονιάς.

Στην Ελλάδα περιμένουμε τη μετάφρασή του, αλλά εξ αποστάσεως το αντιμετωπίζουμε ως το λογοτεχνικό γεγονός του 2010. Για του λόγου το αληθές, η πολυαναμενόμενη επιστροφή του Φράνζεν έσπασε και μια κατάρα που κρατούσε από το Μάρτιο του 2000: τότε ήταν η τελευταία φορά που φιλοξενήθηκε συγγραφέας στο εξώφυλλο του περιοδικού Time με τον Στίβεν Κινγκ. Ο συγγραφέας της χρονιάς, κατά τη γνώμη μας, περισσότερο και από τον θρι-αμβευτή των Νόμπελ Βάργκας Λιόσα, περισσότερο και από τον outsider κερδισμένο του Booker Χάουαρντ Γιάκομπσον.

Χρόνια πολλά είχαν να εκδοθούν οι ποιητι-κές συλλογές του Γιάννη Σκαρίμπα. Για μένα, έγιναν προσωπικό ανέκδοτο. Εξοδούχος και σουλάτσο σε παλαιοβιβλιοπωλεία. Ηξερα ότι δεν πρόκειται να βρω την έκδοση του 1970 (που μάλλον ήταν η τελευταία), αλλά παρό-λα αυτά την αναζήτησα μέσα σε βαρέλια στην Καστοριά, μέσα σε πρώην τελάρα μανάβικου στην Ορεστιάδα. Ενα καλαμπούρι εσωτερι-κής καύσεως με τους ντόπιους παλιατζήδες κατά τις χακί μεταθέσεις φέτος.

Ολο το 2010 μέχρι το φθινόπωρο, ρω-τούσα μήπως και έβρισκα τους επαρχιώ-τες προγόνους του παρόντος βιβλίου. Οταν πια ήρθα εδώ στην Αθήνα, είχαν ήδη βγει οι «Απαντες Στίχοι» (εκδόσεις Νεφέλη) του τρε-λού αυτού ποιητή της Χαλκίδας. Αρα έπρεπε να κλείσει η χρονιά με αυτόν τον κύριο. Εναν άνθρωπο που φρόντισε να συγχύσει τους πά-ντες με διαφορετικά αυτοβιογραφικά σημειώ-ματα, ώστε σήμερα να μην ξέρουμε σίγουρα πού γεννήθηκε και πότε. Εναν άνθρωπο που έπαιρνε τον τηλεφωνικό κατάλογο και συνέτασσε μηνύσεις αλφαβητικά. Εναν άνθρωπο που φύλαγε τα βιβλία του Καζαντζάκη στην κατάψυξη. Ο Γιάννης Σκαρί-μπας, με μια λοξή γραφή στα πεζά του, δεν γινόταν να είναι λιγότερο απολαυστι-κός στα ποιήματά του. Υπερρεαλιστικό χιούμορ, ειρωνεία και ανελέητος χλευασμός. Προκλητική γλώσσα με δικό της θεό. Στον τόμο περιλαμβάνονται και οι τρεις συλ-λογές του «Ουλαλούμ», «Εαυτούληδες» και «Βοϊδάγγελοι», μαζί με χρήσιμο γλωσσά-ρι, εισαγωγή και ερμηνευτικά σχόλια. Δυστυχώς ή ευτυχώς, ο Σκαρίμπας στην ποί-ησή του παραμένει αμελέτητος.

Γλίτωσε από τον κατακερματισμό χωρίς νόημα ή ήρθε τώρα η σειρά του; Πά-ντως, μακάρι με τη νέα αυτή έκδοση να διαβαστεί περισσότερο. Αν με τη μελοποί-ηση του Διονύση Τσακνή (δώρο στο παρόν πακέτο) τραγουδηθεί ο λόγος ενός αν-θρώπου της ελληνικής αριστεράς, όπως είπε στον Ιανό προχτές ο συνθέτης, καλό θα είναι.

Ο κόσμος στο λεωφορείο, όταν διαβάζει, προτιμά-ει συνήθως εφημερίδες και περιοδικά. Πιο εύκο-λα για το δρόμο. Σπανιό-τερα διαβάζει και βιβλία. Τους προηγούμενους μή-νες είδα δύο διαφορετι-κούς ανθρώπους να δια-βάζουν το ίδιο βιβλίο. Φο-βερό ρεκόρ.

Δεν ήταν τυχαίο, το «Κάτι θα γίνει, θα δεις» του Χρήστου Οικονόμου δεν το συνάντησα μόνο εκεί. Το είδα σε τσάντες φίλων, στο γραφείο συ-ναδέλφων, τελικά και στο κομοδίνο μου. Η ουσία των διηγημάτων δεν βρί-σκεται τόσο στην αισιόδο-ξη/παρηγορητική φράση του τίτλου, αλλά σε αυτήν που υποθέ-τουμε ότι έχει προηγηθεί: τι θα γίνει επιτέλους; Τα κείμενα είναι μια σπουδή στις φτωχογειτονιές της δυτικής Αττικής, στις δυσκο-λίες, στα προβλήματα σύγχρονων ρεαλιστικών ηρώων. Για έναν κύκλο νεαρών βιβλιοφάγων το «Κάτι θα γίνει, θα δεις» (εκδό-σεις Πόλις) ήταν το μικρό διαμάντι της χρονιάς. Από ένα συγγρα-φέα (στη δεύτερη δουλειά του) που εξελίσσεται σε σημαντικό κε-φάλαιο για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. Το συστήνουμε σε όλους, προειδοποιούμε ότι σε καμία περίπτωση δεν θα σας φτιά-ξει τη διάθεση, δεσμευόμαστε όμως ότι θα βελτιώσει την αισθη-τική σας.

Page 39: Metropolis Free Press 21.12.10

Το Σεπτέμβριο του 2004 το αεροπλάνο της πτήσης 815 της Oceanic Airways έπεσε κάπου στα ανοιχτά του Νότιου Ειρηνικού και στην αμε-ρικανική τηλεόραση γεννιόταν ένα από τα μεγαλύτερα πάθη που γνώρι-σε ποτέ η μικρή οθόνη. Στις 23 Μαΐου του 2010 το τελευταίο επεισόδιο του “Lost” παρακολουθήθηκε ζωντανά από 13,5 εκατ. τηλεθεατές σε όλο τον κόσμο και από αρκετά ανυπολόγιστα εκατομμύρια ακόμα τις επόμε-νες ημέρες. Ηταν μια σειρά που από το πρώτο της επεισόδιο προκαλούσε ερωτήματα. Οι περισσότεροι μαζευόμασταν σε σπίτια και βλέπαμε όλοι μαζί, ώστε να μπορούμε μετά να το συζητήσουμε. Αρχικά, μας απασχο-λούσαν απλά πράγματα, όπως τι δουλειά έχει μια πολική αρκούδα σε ένα τροπικό νησί, τι ακριβώς είναι ο φονικός καπνός και πότε εμφανίζεται, από πού ξεφύτρωσε η υπερσύγχρονη καταπακτή στη μέση του πουθενά, τι θέλει, τέλος πάντων, ο Μπεν από τη ζωή μας.

Οσο περνούσαν τα επεισόδια και οι κύκλοι, τα ερωτήματα γίνονταν πιο περίπλοκα και προς το τέλος χρειαζόσουν σημειώσεις, αν μάλιστα ήξερες και τα βασικά από τη Θεωρία της Σχετικότητας, όλο και κάπου θα σε βοηθούσαν. Από ένα σημείο και μετά, δεν μπορούσαν να υπάρχουν «λογικές» σεναριακές απαντήσεις και οι παραγωγοί πόνταραν σε ταξίδια στο χωροχρόνο, τα οποία σε επίπεδο μυθοπλασίας δεν αμφισβητούνται, αλλά παράγουν όλο και περισσότερη κουβέντα. Γνωρίζοντας κάποιον, το αν βλέπει “Lost” ήταν μια από τις πρώτες σου ερωτήσεις. Αν έβλεπε, εί-χες θέμα συζήτησης για αρκετή ώρα. Σε όλο το πρώτο μισό της χρονιάς, σε κάθε πηγαδάκι άκουγες μία απορία για το “Lost”, μαζί και μία πρόβλε-ψη για το τέλος. Την παραμονή του τελευταίου επεισοδίου, το ένιωθες στην ατμόσφαιρα. Μια συγκίνηση. Ενα άγχος. Μια ανυπομονησία. Υπήρ-χαν άνθρωποι που είχαν κουραστεί, αλλά δεν μπορούσαν να μην ξέρουν τι θα γίνει στο τέλος. Συντονίστηκαν κι αυτοί. Οι δρόμοι άδειασαν (που λέει ο λόγος). Και την επόμενη ημέρα έβλεπες συγκρατημένα πρόσωπα. Οι περισσότεροι περίμεναν κάτι καλύτερο, είπαν. Κάτι πιο σαφές, ίσως. Κάτι πιο εντυπωσιακό.

Νομίζω, όμως, ότι δεν ήταν ότι δεν άρεσε το τέλος. Ηταν απλώς μια ανθρώπινη αντίδραση στη λήξη αυτού του εξαετούς ναρκωτικού, της πιο «κολλητικής» τηλεοπτικής σειράς στην ιστορία, της σειράς που έκα-νε ακόμα και τους λιγότερο εξοικειωμένους ξεφτέρια στο downloading. Καθ’ όλη τη διάρκεια των έξι κύκλων στήθηκαν ειδικά φόρουμ, σάιτ και μπλογκ, έγιναν αφιερωματικές εκπομπές, βγήκαν κουκλάκια και επιτρα-πέζια και τα μισά κορίτσια της γης δήλωναν ερωτευμένα με τον Σόγιερ. Το “Lost” μπήκε στη ζωή μας πριν από έξι χρόνια και βγήκε φέτος, ένα ανοι-ξιάτικο βράδυ, αφήνοντάς μας την αίσθηση «τι θα γίνουμε χωρίς βαρβά-ρους». Το επόμενο τηλεοπτικό φετίχ αναζητείται.

Page 40: Metropolis Free Press 21.12.10

40 2010

«Δεν πάει άλλο η κατάσταση, τι θα κάνουμε; Πρέπει να μείνουμε μόνοι μας». Αρχές του χρόνου ο Νίκο-λας έριξε την ιδέα στο τραπέζι. Μόλις είχε τελειώσει από φαντάρος, όπως και εγώ, και έχοντας ζήσει πέ-ντε χρόνια στη Θεσσαλονίκη ως φοιτητής, δεν άντεχε στην ιδέα του να μείνει πάλι με τους δικούς του. Εγώ πάλι είχα περάσει σε σχολή στην Αθήνα, οπότε δεν είχα ποτέ αυτή την εμπειρία. Η απάντηση, λοιπόν, ήταν θετική χωρίς δεύτερη σκέψη. Και ας μην βγάζω 1.500 ευρώ το μήνα. «Ναι», ήταν και η απάντηση του Νίκου, του τρίτου της παρέας.

Μέχρι το τέλος του Μάρτη, η μετακόμιση έγι-νε και μπήκαμε στο νέο σπίτι. Τρεις παιδικοί φίλοι που επιτέλους συγκατοικούν. Και όσο καλό ακούγε-ται, τόσο καλό είναι και στην πραγματικότητα -μέχρι στιγμής τουλάχιστον.

Δυσκολίες υπάρχουν πολλές. Πώς να μην υπάρ-χουν, εξάλλου, όταν βγάζεις το μήνα ίσα-ίσα. Για αρχή, περιόρισα τις εξόδους μου. Πάω στο σούπερ μάρκετ και κοιτάω τις προσφορές. Πολλές φορές πάω και στο Lidl ή το Aldi, που, όταν έμενα με τη μάνα μου, τα σνόμπαρα. Μείωσα το λογαριασμό του κινη-τού μου. Χρησιμοποιώ λιγότερο το αυτοκίνητο. Ψω-νίζω αισθητά λιγότερο. Μαζευόμαστε, όμως, κάθε βράδυ στο σπίτι και πίνουμε όλη η παρέα. Βλέπουμε ταινίες. Παίζουμε Pro. Γελάμε περισσότερο. Στις αρ-χές του μήνα, όταν έχω φρεσκοπληρωθεί, κάνω και μεγάλη ζωή. Στο τέλος βέβαια, περνάω πέντε ημέρες με 10 ευρώ. Εχει και αυτό όμως τη φάση του.

Οπως φάση έχει και το να μαγειρεύεις μόνος σου. Να «τσακώνεσαι» με τους άλλους δύο για το ποιος πρέπει επιτέλους να πλύνει τα πιάτα. Να κλέβεις από τα τοστ τους και να κάνεις τον Κινέζο. Να βάζεις πλυ-ντήριο και, όταν απλώνεις τα ρούχα, να σου πέφτουν τα μισά στον ακάλυπτο. Να τους βάζεις -ή να σου βά-

ζουν- και καμιά φωνή να κάνουν ησυχία, όταν κοι-μάσαι και γυρνούν μεθυσμένοι.

Πολλοί μας είπαν ότι είναι δύσκολη η συγκατοί-κηση και καλύτερα να μείνουμε μόνοι μας. Διαφω-νώ κάθετα. Καταρχάς, στο οικονομικό κομμάτι -που είναι και το σημαντικότερο- όλα τα έξοδα «σπάνε» στα τρία. Ενοίκιο, λογαριασμοί, κοινόχρηστα. Οπως «σπάνε» και οι δουλειές του σπιτιού. Υπάρχουν στιγ-μές, βέβαια, που τσατίζεσαι με τους άλλους, που νιώ-θεις πως δεν μπορείς να συνεννοηθείς. Με τον εαυ-τό σου πολλές φορές δεν μπορείς να τα βρεις, πόσο μάλλον με τους άλλους. Από τη στιγμή, όμως, που δεν σκέφτομαι κάποια στιγμή στη ζωή μου να μονά-σω, το να μαθαίνω τα όριά μου και να προσαρμόζο-μαι και πάνω στις ανάγκες των άλλων το θεωρώ με-γάλο σχολείο -από τα μεγαλύτερα ίσως.

Και τώρα με την κρίση υπάρχει αβεβαιότητα και ανησυχία. Ο Νίκος ψάχνει για κανονική δουλειά εδώ και τέσσερις μήνες και υποαπασχολείται. Συχνά σκέ-φτομαι πως μπορεί η οικονομική κατάσταση να χει-ροτερέψει και να μην τα καταφέρουμε, να χρειαστεί να το διαλύσουμε. Δεν θα καταθέσω τα όπλα πάντως έτσι εύκολα, θα το παλέψω μέχρι τελικής πτώσης. Γιατί, παρά τα προβλήματα, το 2010 πέρασα καλύτερα από ποτέ. Γιατί πραγματικά αξίζει τον κόπο.

Page 41: Metropolis Free Press 21.12.10

41

MASTER CHEFYπάρχουν, επί-

σης, reality shows

με καθώς πρέπει

καθηγητές-κριτές χωρίς πομπώ-

δη λόγια, ψυχωτι-

κές αυτοαναφορές,

πλαστή αυστηρότη-

τα και κόντρες με-ταξύ τους.

Τελι

κά, δεν

πρέ

πει

να

γίνο

νται

επανα

φορέ

ς π

αικ

τών,

μια

και

πά-

ντα δ

ημιο

υργ

ούν

ανα

-στά

τωση. Ειδ

ικά α

πό

τη σ

τιγμ

ή π

ου α

υτό

δεν

συνέ

βη μ

ε τη

ν π

ε-ρί

πτω

ση τ

ου Η

λία Β

α-

λάση α

πό τ

ο S

urv

ivor,

δεν

αξί

ζει

να γ

ίνει

για

κανέ

ναν

άλλ

ον.

Πέρ

α απ

ό το

νικ

ητή

που

θυμό

μαστ

ε όλ

οι, ο

ι οικ

ει-

οθελ

ώς απ

οχωρή

σαντ

ες

αποτ

ελού

ν το

δεύ

τερο

άν-

θρωπο

άξιο

μνήμ

ης. Ε

ίτε

λόγω

των

συνθ

ηκών

απο-

χώρη

σης είτε λ

όγω το

υ χα

-

ρακτ

ήρα

που

βγαί

νει σ

το

προσ

κήνι

ο. Σ

το σ

υγκε

κρι-

μένο

παι

χνίδ

ι, η

Δέσπ

οινα

.

Το ό

νομα «

Γιάν-

νης»

, τε

λικά

, εί

ναι

πάρα

μα π

άρα

πολ

ύ

σύν

ηθες

. Γι

άν-

νης

Αποστ

ολάκ

ης,

Γιάνν

ης

Λουκ

άκος,

Γιάνν

ης

Μάργ

αρη

ς,

Γιάνν

ης

Μπουρ

οδή-

μος,

Γιά

ννος

Παν

α-

γόπουλ

ος.

Πέρα από το

πιπέρι υπάρ-

χουν πολλά

άλλα μπαχα-

ρικά.

Ακόμα και τα

φαγητά έχουν

ένταση.

Σε μισή ώρα

φτιάχνεις

ολόκληρο

πιάτο φαγητό

και όχι μόνο

ένα φρα-

πέ γλυκό με

γάλα και πα-

γάκια.

Το κομμά-τι σιλικόνης δεν χωράει

ολόκληρο στο φούρνο. Θέ-λει δίπλωμα.

1

23

4

5

ρρααα ααααπ

6

7

8 910

Yπάρχ

ουν

rea

lity

show

s που

μπο-

ρούν

να «

φιλ

οξε

-

νήσο

υν»

παίκ

τες

με

πρα

γματ

ική δ

ιάθε-

ση ν

α μ

άθουν

και

να ε

ξελι

χθούν

ουσ

ι-

αστ

ικά κ

αι που

μπο-

ρούν

να μ

ιλήσο

υν

σωστ

ά κ

αι ψ

ύχρα

ιμα.

ορε

ίς ν

α

φας

αυγό

με

ψάρι

και

άλλ

α

-θεω

ρητι

κά-

ατα

ίρια

στα

υλι

-

κά, αρκ

εί κ

ά-

ποιο

ς να

τα

μαγε

ιρέψ

ει σ

ω-

στά

.

Page 42: Metropolis Free Press 21.12.10

42 2010

Το πρόβλημα με τη θητεία στο στρατό είναι ότι δεν μοιάζει καθόλου με τη «Λούφα και Παραλλαγή». Μπορεί βέβαια και αυτό να είναι μόνο δική μου εντύπωση, δεδομένου ότι ήμουν από αυτούς που σχεδόν άθελά τους πέρα-σαν τη θητεία τους σε αυτό το μικρό στρατόπεδο-γαλατικό χωριό πίσω από τη Βουλή. Στο μόνο ίσως στρατόπεδο όπου οι νέοι μας δεν κουβαλάνε όπλα που μπορούν να σκοτώσουν -κυρίως- την ακοή σου, αλλά όπλα σχεδόν αντίκες, για τα οποία ποτέ δεν παρέχονται σφαίρες. Και που φυσικά γίνονται σύμβολα ρετρό φασιστικής προπαγάνδας ή καμάρια του έθνους, όπως το πάρει κανείς.

Δεν μπορείς να περάσεις μια θητεία γεμάτη λούφα και παραλλαγή σε ένα μέρος όπου η σκοπιά σου είναι στο σπίτι του Προέδρου της Δημοκρατί-ας και όπου πιο πολύ φοράς ντουλαμά παρά παραλλαγές. Δεν σου δίνεται το περιθώριο να σκεφτείς «Τι κάνω τώρα εγώ εδώ;», γιατί δεν φυλάς κάποιο μέ-ρος ξεχασμένο από το Θεό, ώστε να αναρωτιέσαι αν θα το πρόσεχε κανείς αν έλειπες. Και οι οποιοιδήποτε εχθροί, τους οποίους φανταζόμαστε ως έθνος, είναι μπροστά σου με μια φωτογραφική μηχανή.

Υποθέτω πάντως ότι αυτή η κάπως εναλλακτική θητεία μοιάζει με τις υπόλοιπες σε ένα βασικό στοιχείο: η καθημερινότητα στο στρατόπεδο μοιά-ζει τρομακτικά με κατασκήνωση για μεγάλα παιδιά, ενισχυμένη με δόσεις τε-στοστερόνης. Το γεγονός ότι βρίσκεται στην Αθήνα μόνο λίγο σου δίνει την εντύπωση ότι είσαι κοντά στο σπίτι σου, γιατί η πραγματικότητα του στρατο-πέδου, η κοινωνική της δυναμική, η κοινωνιόλεκτός της, οι μικρές και μεγά-λες παραδόσεις της είναι πιο ισχυρές από την πολιτική ζωή που έκανες πριν και μετά. Είσαι σε άλλη Αθήνα, μια Αθήνα που περιστρέφεται γύρω από το πόσο μακριά είσαι από το μνημείο του άγνωστου στρατιώτη. Και όταν όλο αυτό τελειώνει, η Βασιλίσσης Σοφίας και η Ηρώδου Αττικού δεν είναι ποτέ ξανά απλά δύο δρόμοι.

Page 43: Metropolis Free Press 21.12.10

43

Το δικό μου 2010 ξεκίνησε με μετάθεση. Στις 3 Ιανουαρίου, μέχρι το βράδυ, έπρεπε να βρίσκο-μαι στον Εβρο, στο χωριό Πλάτη, στο στρατό-πεδο «Λοχαγού Καρύδα». Κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων είχα ψάξει για info. Κάποιοι φί-λοι, φαντάροι παλιά και ώριμοι άνθρωποι πια, γέλασαν και είπαν πως δύσκολα θα βρω το χω-ριό στο χάρτη, αφού το κρύβει η πινέζα. Κά-ποιοι άλλοι, σοβαρότεροι, με πληροφόρησαν πως η Πλάτη βρίσκεται 40 λεπτά ή 40 χλμ. βό-ρεια της Ορεστιάδας. Γενικώς από την εφηβεία και ύστερα διατυμπάνιζα πως ήμουν προετοιμα-σμένος να κάνω τα πάντα για να αποφύγω τη θη-τεία. Οταν ήρθε η ώρα, κώλωσα. Από τη στιγμή που δεν κατάφερα να γλιτώσω την εμπειρία, η προοπτική του «πολύ κοντά στα σύνορα» με εν-διέφερε.

Τρένο από Αθήνα, λοιπόν, και 18 ώρες, αν θυμάμαι καλά, μέχρι Ορεστιάδα. Ολο κάπου σταματούσε και κάποιοι κατέβαιναν. Από Αλε-ξανδρούπολη το βαγόνι πήγαινε άδειο. Στην Ορεστιάδα με περίμενε ένας συμφαντάρος που είχα γνωρίσει στο κέντρο κατάταξης. Θα μετα-κινούμασταν στο χωριό με το αυτοκίνητό του. Είχε μεσημεριάσει και καθίσαμε να φάμε μαζί. Παραγγείλαμε κρασί για να το παίξουμε άνετοι, αλλά δεν κατέβαινε γουλιά. Βουβαμάρα και άγ-χος. Ντυθήκαμε στρατιώτες στην τουαλέτα της

ταβέρνας και ξεκινήσαμε.Είχε βραδιάσει και μετά από λίγο χιόνισε.

Υαλοκαθαριστήρες να τρελαίνονται και συζητή-σεις για τη σωστή στροφή. Χαθήκαμε. Μια αστυ-νομία μας έβαλε στον ίσιο δρόμο. Φτάσαμε στην πύλη. Δείξαμε ταυτότητες και περιμέναμε να έρ-θει κάποιος να μας παραλάβει. Προς το μέρος μας προχώρησε ένας παλιός. «Γάμησέ τα», σκε-φτήκαμε. «Δώστε μου κανένα σακίδιο», είπε αυ-τός. Τον κοιτάξαμε με απορία. «Μην ξεκινήσετε τις μαλακίες περί παλαιότητας», απάντησε.

Το χωριό Πλάτη, η άκρη του πουθενά, το τέλος του Θεού και η αρχή του Αλλάχ, η μητέρα του διάβολου, η «πινέζα», έγινε το χωριό μου. Η παλάμη μου. Η τσέπη μου. Συζήτησα με τη για-γιά για το σίριαλ που δεν έβλεπα, χάζεψα την Αδριανούπολη ενώ έδυε ο ήλιος, μάζεψα χειρό-γραφες αποδείξεις πληρωμής, είδα το θερμόμε-τρο να γράφει -14. Ο καιρός πέρασε.

Κρατούσα τότε ένα ηλεκτρονικό ημερολό-γιο. Κάποια στιγμή, μετά από νυχτερινή βολή, είχα γράψει: Αν και ωτοασπίδες, ο κρότος σοκα-ριστικός. Το όπλο χτυπάει με δύναμη τον ώμο, αφήνει φωτιά και εκσφενδονίζει το βλήμα. Νιώ-θεις τη δύναμη και τον τρόμο. Πώς γίνεται να επιτρέπουμε η κατεύθυνση να περιλαμβάνει αν-θρώπινο σώμα;

Page 44: Metropolis Free Press 21.12.10

44 2010

Δυσκολεύτηκα αρκετά ψάχνοντας κάτι αρκού-ντως χαρακτηριστικό από το δικό μου 2010. Τη λύση μου την έδωσε μέλος του συντονι-σμού της ύλης της εφημερίδας και άρρω-στος βάζελος, ο οποίος με πλησιάζει και μου λέει: «Γιατί δεν περιγράφεις την κατάντια του Ολυμπιακού της περασμένης σεζόν;». Μπο-ρούσες να δεις στο πρόσωπό του, την από-λυτα χαιρέκακη ηδονή ενός παναθηναϊκού, που είδε όλα του τα όνειρα να εκπληρώνο-νται τον περασμένο Μάιο: την ομάδα του ντα-μπλούχο (!) και εμάς τους… μισητούς λιμανί-σιους να τερματίζουμε στην 5η θέση της βαθ-μολογίας. Πέμπτοι… Το γράφω και μου ση-κώνεται η τρίχα! Ας όψεται ο Κόκκαλης, που αν και αποτελεί τον πλέον επιτυχημένο πρό-εδρο που έχει περάσει ποτέ από αυτήν την ομάδα (ακόμα και από τον ίδιο τον αείμνη-στο Γουλανδρή), βάλθηκε να μας τρελάνει με τις εμπνεύσεις του και μας «κέρασε» αμέτρητα υπογλώσσια στην τελευταία του χρονιά στην προεδρία της ομάδας.

Αν και όλη η χρονιά θα μπορούσε να χα-ρακτηριστεί απλά θλιβερή, εντούτοις είχε και πολλά αστεία στοιχεία. Τι να πρωτοθυμηθείς; Τον Τιμούρ τον Κετσπάγια και την ερασιτε-χνική προετοιμασία που έκανε στην ομάδα με συνέπεια να υπάρξουν περισσότεροι από 30 μυϊκοί τραυματισμοί μέσα στη χρονιά; Το διάδοχό του, τον Ζίκο, το βραζιλιάνο καρνα-βαλιστή; Οσο μεγάλη ήταν η μπάλα που ήξε-ρε ως ποδοσφαιριστής, τόσο μεγάλη ήταν και η «πλάκα» που είχε ως προπονητής. Για τον κακομοίρη τον Μπάντοβιτς, που ανέλαβε στα τέλη της σεζόν, δεν θα σχολιάσω καν.

Από πού να αρχίσεις και πού να τελειώ-σεις και με τους «κατά λάθος ποδοσφαιρι-στές» που έτυχε να φορέσουν πέρυσι τη φανέ-λα του ενδοξότερου συλλόγου αυτής εδώ της χώρας. Από τον Ντιόγκο, που ξοδέψαμε 10 εκατ. ευρώ για να τον «φορτωθούμε» από τη Βραζιλία μαζί με τη μητέρα του τη μουστακα-λού; Πιο πιθανό είναι να δεις την Παπαρή-γα πρωθυπουργό σε αυτήν τη χώρα, παρά τον Ντιόγκο να σκοράρει. Ή από τον Μαρέσκα, που όσο δύσκολο είναι για τον Καραγκούνη να κρατηθεί όρθιος πάνω από 10 δευτερόλε-πτα, τόσο δύσκολο ήταν και για αυτόν να βγά-λει σωστή πάσα στο ένα μέτρο; Κάτι Λεονάρ-ντους, Ζαϊρήδες και Ντάτολους τους αφήνω στην άκρη, γιατί και μόνο που τους θυμάμαι,

κινδυνεύω να πάθω εγκεφαλικό στα 27 μου. Που λέτε, για να παρακολουθήσω τον κα-

κόγουστο αυτό θίασο από κοντά, έδωσα ζε-στά-ζεστά από την τσεπούλα μου 450 ευρώ. Τόσο κοστίζει το εισιτήριο διαρκείας στο πέτα-λο της 7. Βέβαια, η αρρώστια για τον Ολυμπι-ακό δεν υπολογίζεται με χρήματα. Ετσι κι αλ-λιώς, ο Παπανδρέου με διαβεβαίωνε εκείνο τον καιρό πως λεφτά υπάρχουν. «Δεν γίνεται να το λέει μόνο και μόνο για να κερδίσει τις εκλογές», σκέφτηκα, και έτσι πήγα και πήρα το διαρκείας μου χωρίς να με βασανίζει η σκέ-ψη μήπως αργότερα στερηθώ αυτά τα χρήμα-τα. Οι μήνες πέρασαν και η ομάδα πήγαινε κατά διαόλου. Ολως περιέργως, κατά διαόλου πήγε και το κράτος. Και μετά σου λένε ότι ο Ολυμπιακός δεν είναι το κράτος...

Κουτσά στραβά, λοιπόν, βγήκαμε δεύτε-ροι και μπήκαμε στην πρωτόγνωρη διαδικα-σία των play off. Και τερματίσαμε τελευταίοι. Και ενώ το κλίμα μέσα, αλλά και γύρω από το σύλλογο μύριζε μπαρούτι, έγινε ξαφνικά αλλα-γή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς. Ο εφοπλιστής Μαρινάκης πήρε τη σκυτάλη από τον Σωκρά-τη, φέρνοντας νέα πνοή και γεννώντας νέες φι-λοδοξίες. Δεν γινόταν να μείνω στην απ’ έξω. Και να με πάλι να τρέχω κατακαλόκαιρο και να δίνω άλλα 360 ευρώπουλα για να ξαναπάρω νέο διαρκείας. Και εκεί που δεν είχαν «ανα-παυτεί» καλά-καλά τα λεφτουδάκια μου στο τα-μείο της ΠΑΕ, έρχεται αυγουστιάτικα ο ευρω-παϊκός αποκλεισμός από το μεγαθήριο του Ισ-ραήλ που ακούει στο όνομα Μακάμπι.

Η όση καλή διάθεση μού είχε απομείνει μετά τα τερτίπια του ΔΝΤ τους προηγούμενους μήνες πήγε στον αγύριστο. Μαζί της και πολ-λοί από τους πρωταγωνιστές του θιάσου. Νέες αλλαγές, νέες αφίξεις. Η επιστροφή του πο-λυλατρεμένου Βαλβέρδε, οι μεταγραφές τύπου Ριέρα, Ρόμενταλ, Πάντελιτς και τα νεοεμφανι-ζόμενα πουλέν σαν τον Μιραλάς και τον Φετ-φατζίδη έδιωξαν τη μουρμούρα και επανέφε-ραν την ομάδα στο επίπεδο του πρωταθλητι-σμού. Λίγο πριν μας εγκαταλείψει το καταρα-μένο το 2010, φιγουράρουμε στη γνώριμη 1η θέση της βαθμολογίας. Και πάνω από το Κα-ραϊσκάκη πλανάται πλέον ένα εξίσου γνώριμο συναίσθημα σιγουριάς για τη χρονιά που έρ-χεται. Αυτό της επερχόμενης κατάκτησης ενός ακόμη πρωταθλήματος.

Page 45: Metropolis Free Press 21.12.10

45

Για το μοναδικό πράγμα που θα ευγνωμο-νώ τον Νίκο Νιόπλια για όσο καιρό κάθι-σε στον πάγκο του Παναθηναϊκού θα είναι το 2-3 μέσα στη Ρώμη, πριν από δέκα μή-νες, ρεβάνς του επίσης νικηφόρου 3-2 στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας. Σύμφωνοι, πήρε και το νταμπλ, θεωρώ όμως ότι αυτό πιστώνεται περισσότερο στον μεγάλο Τεν Κάτε, που κακώς έφυγε από τον πάγκο της ομάδας -αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Τη βραδιά, ωστόσο, της 25ης Φεβρου-αρίου του 2010 δεν θα την ξεχάσουμε ποτέ,

καθώς έχει τη δική της ξεχωριστή θέση στην «τροπαιοθήκη» των σπουδαίων ευρω-παϊκών διπλών.

Φανταστική εμφάνιση, ένα επτάλεπτο στο πρώτο ημίχρονο, το οποίο ίσως είναι το πιο ονειρικό της ευρωπαϊκής ιστορίας της ομάδας, επιβλητική νίκη και μάγκικη πρόκριση. Ο Νίνης, στο καλύτερό του παι-χνίδι με την πράσινη φανέλα, οργίαζε, κερ-δίζοντας ένα πέναλτι, βάζοντας ένα γκολ και δίνοντας άλλο ένα «έτοιμο στο πιά-το». Και από κοντά ο Τζιμπρίλ Σισέ έκανε

τον Φιλίπ Μεξές να τον ψάχνει με τα κιά-λια, παραδίδοντας μαθήματα για το πώς παίζεται η θέση του σέντερ φορ στο 5-4-1. Και μαζί 7.000 εκστασιασμένοι οπαδοί στις κερκίδες του Ολίμπικο τραγουδούσαν χω-ρίς σταματημό και υποκλίνονταν στην ομά-δα. Μαγικές παναθηναϊκές στιγμές, διαφο-ρετικές από αυτές του δεύτερου μισού του 2010, που δεν θέλουμε να θυμόμαστε.

Με τα χέρια ψηλά και τις γροθιές σφιγμένες, νιώθοντας την από-λυτη ηδονή της επιβεβαίωσης, ο Ζοζέ Μουρίνιο πανηγύριζε τον περασμένο Απρίλιο μέσα στο Καμπ Νου την πρόκριση της Ιντερ στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Τα είχε καταφέρει για ακόμα μία φορά. Μέσα από έναν πόλεμο εντός και εκτός γηπέδου (με τις κλασικές προβοκατόρικες ατάκες του), κατάφερε να βγει νικητής στα νοκ άουτ παιχνίδια με την Μπαρτσελόνα, η οποία ως τότε έμοιαζε ανίκητη.

Η ανωτερότητά του και κυρίως η αλαζονεία του τον κατέστη-σαν persona non grata στη Βαρκελώνη και, επειδή ο Μουρίνιο τρελαίνεται να μπλέκει σε τέτοιες ιστορίες, αποφάσισε να αναλά-βει την τύχη της Ρεάλ και να γίνει ο λιγότερο αγαπητός άνθρωπος της πόλης. Σπάνιο, ίσως και πρωτοφανές στην ιστορία του ποδο-σφαίρου, ένας προπονητής να είναι (περισσότερο από οποιονδή-ποτε παίκτη) ο μεγαλύτερος σταρ του αθλήματος.

Γιατί αυτό είναι ο Μουρίνιο, ακόμα και αν η ομάδα του χά-σει μία φορά με πέντε γκολ: μια τεράστια προσωπικότητα και ένας σπουδαίος προπονητής. Τα τρόπαια που συλλέγει σαν γραμματό-σημα το αποδεικνύουν. Ακόμα περισσότερο, όμως, το αποδεικνύ-ει ότι, αν βάλει τις φωνές στον Κριστιάνο, αυτός θα σκύψει το κε-φάλι.

Page 46: Metropolis Free Press 21.12.10

[email protected]

Την επιθυμία μου να ολοκλη-ρώσω τις σπουδές μου στο πιά-νο. Παίζω πιάνο από τεσσά-ρων ετών, με ένα διάλειμμα τεσ-σάρων χρόνων, όταν σπούδα-ζα στην Κρήτη. Πριν από έξι μή-νες προσπάθησα να δώσω τις τε-λικές εξετάσεις, για να πάρω το πτυχίο μου. Κάτι η δουλειά, κάτι που καλοκαίριασε νωρίς και δεν μπορούσα να μαζέψω το μυα-λό μου (και τα χέρια μου), το εγ-χείρημα απέτυχε. Δεν έχω συ-νηθίσει να μην πετυχαίνω κάτι όταν το αποφασίζω, αλλά δυστυ-χώς στην περίπτωση του πιά-νου, όπως και των υπόλοιπων μουσικών οργάνων, όσο και να προσπαθείς την τελευταία στιγ-μή, δεν προλαβαίνεις να σώσεις το ναυάγιο. Και προφανώς, δεν το έσωσα. Τώρα είμαι περίπου στην ίδια θέση. Ετοιμάζομαι πάλι για τις εξετάσεις, που θα πρέπει να δώσω σε ένα μήνα από τώρα. Εχω υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι, αν δεν καταφέρω να ανέβω στη σκηνή και αυτή τη φορά, θα τα παρατήσω. Αλλά δεν θα χρει-αστεί...

Την επιθυμία μου να πάω στη συ-ναυλία των U2 (και πάλι). Την πρώτη φορά που ήρθαν στην Ελ-λάδα ήμουν μόλις 13 χρόνων. Η αδελφή μου είχε ανέβει στη Θεσσα-λονίκη, για να δει τη συναυλία μαζί με τη Δήμητρα. Εμένα όμως δεν με έπαιρνε μαζί με κανέναν τρόπο. Τι έκλαιγα, τι παρακαλούσα, τίπο-τα. Τώρα καταλαβαίνω γιατί δεν με πήρε μαζί της, αλλά εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω γιατί 13 χρόνια μετά, που πια μπορώ να πάω με τη δική μου παρέα, δεν κινητοποιή-θηκα εγκαίρως για να πάω στη συ-ναυλία τους στην Αθήνα. Οταν ξε-κίνησε η προπώληση, μου φάνηκε πολύ νωρίς για να ασχοληθώ. Οταν πλησίασε ο καιρός, δεν ήξερα αν θα δούλευα εκείνο το βράδυ. Στην πραγματικότητα, όμως, αμέλησα να κάνω κάτι που ήθελα πολύ. Κάπως έτσι, έχω χάσει σημαντικές συναυ-λίες και όχι μόνο. Ελπίζω να μην ακολουθήσω την ίδια πρακτική με τους Bon Jovi, γιατί πάλι θα κλαίω στο τέλος του 2011.

Την επιθυμία μου να αλλά-ξω σπίτι. Καθόλου πρωτό-τυπη ούτε η επιθυμία ούτε ο λόγος που καθυστέρη-σε την πραγματοποίησή της. Το σχέδιο έλεγε ότι τον Ιού-νιο θα τελείωνα τις εξετά-σεις του πιάνου και μετά θα έψαχνα για καινούργιο σπί-τι. Οπως μάθατε, οι εξετά-σεις δεν έγιναν ποτέ, άρα δεν έγινε και η μετακόμι-ση. Τώρα το σχέδιο λέει ότι η εύρεση σπιτιού θα γίνει από τον ερχόμενο Φεβρουά-ριο. Αρα η νέα χρονιά θα με βρει με κούτες και μονωτική στα χέρια. Αμήν!

Την επιθυμία μου να δω επιτέλους όλες τις ται-νίες του James Bond. Οσο και να φαίνεται πε-ρίεργο, η πρώτη μου επαφή με το δημοφιλή ήρωα έγινε στην προτελευταία του ταινία. Στο παρελθόν δεν έτυχε ποτέ να ασχοληθώ, αν και η τηλεόραση προέβαλλε συχνά τις περιπέτει-ες του. Βλέποντας όμως τις πιο πρόσφατες, άλ-λαξα γνώμη και τώρα θέλω να τις δω όλες από την αρχή. Κατάφερα, χάρη στον Παναγιώτη, να τις αποκτήσω, αλλά όχι να τις δω. Αν και το όπλο που σχηματίζουν στο πλάι, όπως εί-ναι τοποθετημένες με χρονολογική σειρά στη βιβλιοθήκη μου, με κοιτάει απειλητικά κάθε τόσο, δεν έχει καταφέρει να μου εξασφαλίσει τον απαιτούμενο χρόνο, για να τις παρακολου-θήσω. Οπως και να το κάνεις, 22 ταινίες δεν είναι και λίγες.

Την επιθυμία μου να περπατήσω στη γέφυ-ρα του Μπρούκλιν, αν και ήμουν τόσο κοντά. Την έχω δει σε τόσες ταινίες και είχα φαντα-στεί τον εαυτό μου να την περπατάει ένα μα-γικό σούρουπο. Το ταξίδι στη Νέα Υόρκη έγι-νε, κυρίως, για να δω την ανιψιά μου και όχι τόσο για να δω την πόλη. Παρόλα αυτά, τα είδα όλα -ή σχεδόν όλα. Εμεινα άπειρες ώρες στο MOMA, περπάτησα στην China Town, στο Soho και στην 5η λεωφόρο. Ψώνισα, έκανα πικνίκ στο πάρκο, άκουσα ζωντανά τζαζ, είδα το “Billy Elliot” και έσβησα κερά-κια με θέα το Empire State. Ομως δεν περ-πάτησα στη γέφυρα του Μπρούκλιν. Αιτία εί-ναι ο λάθος προγραμματισμός μας εκείνη την ημέρα. Πήγα στην China Town, είδα το Δη-μαρχείο, τη Wall Street και το σημείο μηδέν. Καταλήξαμε ύστερα από ώρες στην αποβά-θρα, ακριβώς κάτω από τη γέφυρα. Ο καιρός ήταν υπέροχος και η μαργαρίτα φράουλα που ήπια με την αδελφή μου, ήταν από τις πιο απολαυστικές της ζωής μου. Η βόλτα στη γέ-φυρα μεταφέρθηκε στο επόμενο ταξίδι. Ε, να έχω ένα λόγο να ξαναπάω!

Την επιθυμία μου να πιω έναν καφέ/ποτό με το φίλο και συνά-δελφο Α. Για την ακρίβεια, να πιούμε έναν καφέ/ποτό, που να μην σχετίζεται με τη δουλειά. Να μην είναι σε χώρο εργασίας, να μην έχουμε να πούμε για δου-λειά, να μην έχουμε να κανονί-σουμε συνεντεύξεις, παρουσιά-σεις, κείμενα. Και το αναφέρω, γιατί ξέρω ότι δεν είμαι η μόνη που φέτος δεν κατάφερε να πε-ράσει περισσότερο χρόνο με με-ρικούς φίλους. Οι πιο πολλοί στην ηλικία μου μιλούν στο τη-λέφωνο, στο MSN, στο Gmail, στο Facebook, αλλά δεν βλέπο-νται, δεν συναντιόνται, δεν μοι-ράζονται εμπειρίες. Και, για να μην με πείτε γκρινιάρα, ξέρω ότι η ευθύνη είναι όλη δική μας. Εγώ αναλαμβάνω τη δική μου και υπόσχομαι να βρω περισσό-τερο χρόνο για αυτούς που αγα-πάω. Εσείς;

Page 47: Metropolis Free Press 21.12.10
Page 48: Metropolis Free Press 21.12.10