Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

37
ΨΥΧΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΠΑΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΗΒΩΝ KΡΙΤΗΡΙΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ - ΚΙΝΗΤΡΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ - ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ - ΕΝΑΝΤΙΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ του Καθηγητή Γιάννη Παπαδάτου

Transcript of Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Page 1: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

ΨΥΧΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΠΑΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΗΒΩΝ

KΡΙΤΗΡΙΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ - ΚΙΝΗΤΡΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

- ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ - ΕΝΑΝΤΙΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

του

Καθηγητή Γιάννη Παπαδάτου

Page 2: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

KΡΙΤΗΡΙΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Ορισµοί

Ένα σηµαντικό ζήτηµα αποτελεί η διευκρίνηση του όρου «ψυχική υγεία». Κι

εδώ βεβαίως δε συγκλίνουν όλες οι απόψεις, ιδιαίτερα για την ψυχική υγεία των

παιδιών, επειδή είναι µία διαδικασία εξέλιξης. Μπορεί ένα παιδί να έχει συµπτώµατα

στην ηλικία των επτά ετών και να µην έχει στα δέκα. Δεν είναι σταθερά γραµµική η

σωµατική, ψυχολογική και συναισθηµατική του εξέλιξη. Κάποια πράγµατα που

συµβαίνουν σε κάποια φάση της ηλικίας του δε σηµαίνει πως το ακολουθούν στα

µετέπειτα χρόνια. Παραδείγµατος χάρη, ο δείκτης νοηµοσύνης παιδιών 3-4 χρονών δε

συσχετίζεται άµεσα µ' αυτόν που έχουν στα δέκα.

Είναι ποικίλες οι θεωρίες που προσπαθούν να ερµηνεύσουν την εξέλιξη του

παιδιού, βιολογικές, γνωστικές, συµπεριφολογικές, ψυχολογικές, κοινωνικές. Δεν

υπάρχει συµφωνία µεταξύ τους. Κάθε µία απ’ αυτές προσπαθεί να την εξηγήσει µε

δικά της κριτήρια.

Πάντως και για τους ενήλικες και για τα παιδιά µπορούµε να αναφέρουµε µια

γενική προσέγγιση και θα εστιάσουµε στον προσδιορισµό της ψυχικής υγείας των

παιδιών.

1. Στατιστικό κριτήριο

Αν πάρουµε τον πληθυσµό της Ελλάδας ή µιας περιοχής και τους µελετήσουµε

όλους σε σχέση µε το ύψος ή την ψυχική τους υγεία, η πλειοψηφία των µελών θα

είναι κάπου στη µέση (µια καµπύλη κατανοµής). Κατ’ αυτήν την προσέγγιση, αυτοί

Page 3: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

που ανήκουν στο κέντρο είναι οι φυσιολογικοί, ενώ αυτοί που ανήκουν στα άκρα

είναι οι παθολογικοί. Συνήθως, το 95% του πληθυσµού είναι υγιές, ενώ το 5% είναι

«άρρωστοι». Ένα παράδειγµα είναι η νοηµοσύνη, µετράµε την νοηµοσύνη, όλων των

ατόµων. Το 1% µε 3% έχουν νοηµοσύνη κάτω από 70 (νοητική καθυστέρηση). Το

1% µε 3% στο άλλο άκρο είναι υψηλή πάνω από 130 ή 140.

Με το στατιστικό µοντέλο δεν κρίνουµε το περιεχόµενο του τι είναι

φυσιολογικό και τι παθολογικό. Θεωρούµε φυσιολογική συµπεριφορά όποια

συµπεριφορά έχουν οι πιο πολλοί. Υγιής είναι ο τρόπος συµπεριφοράς της

πλειοψηφίας ενός πληθυσµού. Τα µειονεκτήµατα αυτού του κριτηρίου είναι:

α) Για να ισχύει αυτό το κριτήριο θα πρέπει να θεωρήσουµε ότι η συµπεριφορά

της πλειοψηφίας είναι υγιής ψυχικά. Ενδέχεται σ' έναν ορισµένο πληθυσµό η

πλειοψηφία να είναι ψυχικά άρρωστοι. Άρα, το µειονέκτηµά του είναι ότι θεωρεί ότι

η πλειοψηφία είναι υγιής, ενώ υπάρχουν καταστάσεις που δε συµβαίνει αυτό.

β) Αυτό το κριτήριο δεν καθορίζει ειδικά χαρακτηριστικά που συγκροτούν την

ψυχική υγεία. Λέει απλώς ποιος είναι στις άκρες µιας κατανοµής και ποιος είναι στο

κέντρο. Όποιος είναι στο κέντρο είναι υγιής, όποιος στις άκρες είναι παθολογικός.

Υπάρχουν όµως πρωτόγονες φυλές που επιβραβεύουν τη συµπεριφορά του

παθητικού ατόµου µε αποµόνωση των επιθετικών και άλλες φυλές που συµβαίνει το

αντίθετο.

2. Απουσία ψυχικής υγείας

Ψυχικά υγιές άτοµο ορίζεται εκείνο στο οποίο υπάρχει απουσία ψυχικής νόσου.

Ψυχική υγεία είναι µια κατάσταση που δεν υπάρχει αρρώστια.

Η αδυναµία του κριτηρίου είναι ότι ορίζει κάτι αρνητικά. Ψυχικά υγιές είναι

ένα άτοµο που δεν είναι άρρωστο. Αν ζητήσει κάποιος ένα Πιστοποιητικό Υγείας, ο

γιατρός θα γράψει ότι δεν παρουσιάζει παθολογικές εκδηλώσεις. Δε λέµε είναι

ψυχικά υγιές άτοµο. Τα µειονεκτήµατα του κριτηρίου είναι:

α) Δεν ορίζει το τι είναι ψυχικά υγιές

β) Χρησιµοποιείται µόνο από κάποιους ειδικούς

Στην ουσία το δεύτερο κριτήριο έχει την αξία του στο βαθµό που είναι

προσδιορισµένο το τι είναι ψυχική αρρώστια. Αυτό όµως το κριτήριο, παρά τα

µειονεκτήµατά του, είναι αυτό που χρησιµοποιείται στην πράξη. Δηλαδή, ένα παιδί

Page 4: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

είναι ψυχικά υγιές, όταν πάει σ' έναν παιδοψυχίατρο και εκείνος πει ότι δεν του βρήκε

τίποτα, είναι καλά. Αυτό είναι το µοντέλο που εφαρµόζεται στην πράξη.

3. Κριτήριο της υποκειµενικής δυσφορίας

Όταν ένα άτοµο ή ένα παιδί λέει πως δεν είναι καλά αυτό είναι ένα στοιχείο για

να βγάλεις συµπέρασµα πως υπάρχει ένα πρόβληµα. Αφού το υποστηρίζει το ίδιο και

αυτό του προκαλεί δυσαρέσκεια, είναι ένα στοιχείο για να πούµε ότι υπάρχει

πρόβληµα.

Μειονεκτήµατα αυτού του κριτηρίου είναι:

α) Κάποια άτοµα εκφράζουν εύκολα το τι αισθάνονται, ενώ άλλα δεν το

εκφράζουν εύκολα.

β) Λαµβάνει υπόψη του πώς αισθάνεται ένα άτοµο, δε λαµβάνει όµως υπόψη

του πώς αισθάνονται τα άλλα άτοµα από τη συµπεριφορά κάποιου. Μπορεί π.χ. ένα

παιδί, «να τα σπάσει όλα», αλλά να λέει ότι είναι καλά.

γ) Όσο πιο βαριά είναι κάποιος, τόσο πιο δύσκολα καταλαβαίνει ότι έχει

πρόβληµα. Δηλαδή, αν η δυσκολία προσαρµογής ή διαταραχής είναι πάρα πολύ

µικρού βαθµού, το παιδί έχει συναίσθηση. Αν όµως έχει µια βαριά ψυχική διαταραχή,

δεν έχει επίγνωση της κατάστασής του.

4. Κριτήριο της κοινωνικής αποδοχής

Δηλαδή το τι πιστεύουν οι άλλοι για το άτοµο. Αν υπάρχουν είκοσι παιδιά σε

µια τάξη και τα δεκαοκτώ λένε ότι αυτό το παιδί είναι προβληµατικό, θα πρέπει να

σκεφθεί κανείς ότι τα πολλά παιδιά έχουν δίκιο µε βάση αυτό το κριτήριο. Αφού όλα

τα παιδιά συµφωνούν ότι αυτό το παιδί έχει πρόβληµα, κάτι πρέπει να συµβαίνει. Ή

σε ένα χωριό ένας που θεωρείται ότι έχει ψυχικά προβλήµατα οι άλλοι τον

αποµονώνουν, λένε «ο τρελός του χωριού». Σ' αυτό το κριτήριο δε λαµβάνουµε

υπόψη το τι λέει το άτοµο, λαµβάνουµε υπόψη τι λένε οι γύρω του (οικογένεια,

σχολείο, χώρος εργασίας, γειτονιά).

Τα µειονεκτήµατα του κριτηρίου είναι:

Δίνει έµφαση στις κοινωνικές αντιδράσεις και απόψεις και

αγνοεί πώς αισθάνεται το άτοµο. Μπορεί να αισθάνεται καλά, αλλά δεν το ρωτάει

κανένας.

Page 5: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Αυτό εφαρµόζουµε στην πράξη για σοβαρές περιπτώσεις. Δηλαδή, αν κάποιος

έχει επικίνδυνη διαταραγµένη ψυχική συµπεριφορά, τότε ύστερα από διάγνωση

γίνεται αναγκαστική νοσηλεία σε ψυχιατρείο.

α) Το µειονέκτηµα του κριτηρίου είναι ότι δίνει έµφαση στην κοινωνική

επίπτωση και αντίδραση και βεβαίως θεωρεί παθολογικό ό,τι δεν είναι σύµφωνο µε

το κατεστηµένο σύστηµα αξιών. Δηλαδή στο Μεσαίωνα έκαιγαν τους υστερικούς,

αλλά µαζί έκαιγαν και πρωτοποριακούς επιστήµονες, όπως π.χ. το Μπρούνο.

β) Ακόµη αυτό το κριτήριο θεωρεί ότι κάποια πλειοψηφία έχει υγιείς απόψεις

για θέµατα ατοµικής συµπεριφοράς, ψυχικής υγείας. Και βεβαίως, για τις κοινωνικές

συµπεριφορές τα πράγµατα είναι σχετικά ασαφή.

5. Κριτήρια υγιούς ατόµου

Έχει γίνει προσπάθεια να προσδιοριστεί το τι είναι ψυχικά υγιές µε θετικούς

όρους και συντελεστές. Αναφέρουµε µερικούς προσδιορισµούς:

α) Ένα ψυχικά υγιές άτοµο έχει ικανότητα προσαρµογής, δηλαδή, η ικανότητα

προσαρµογής του θα πρέπει να είναι ικανού βαθµού. Αυτό σηµαίνει ότι θα πρέπει να

ικανοποιεί τις βασικές του βιολογικές ανάγκες. Δηλαδή, αφού είναι ψυχικά υγιές

άτοµο θα πρέπει να βρει τρόπο ικανοποίησης των βασικών του αναγκών. Αν δεν τις

ικανοποιεί, κάτι συµβαίνει. Θα πρέπει να προσπαθεί και να επιδιώκει να τις

ικανοποιήσει µέσα στα πλαίσια των υπαρχόντων περιορισµών. Αν η ικανοποίηση

αυτών των αναγκών είναι επιτρεπτή, τις ικανοποιεί εκείνη την ώρα, αν πρέπει να

περιµένει, θα περιµένει, αν είναι αδύνατον να τις ικανοποιήσει, θα πρέπει να βρει

κάποιους άλλους τρόπους.

β) Επίγνωση της προσωπικής ταυτότητας, δηλαδή ότι είναι ένα συγκεκριµένο

άτοµο. Η ταυτότητα φτιάχνεται σταδιακά από τα παιδικά χρόνια.

γ) Ύπαρξη ενός γενικότερου σκοπού.

δ) Να µπορεί να κατανοεί, να έχει επίγνωση των αναγκών των άλλων ατόµων,

ιδιαίτερα των ετερόφυλων σ' αυτές τις σχέσεις. Έχει κάποιος τις δικές του ανάγκες,

αλλά έχουν και οι άλλοι ανάγκες και πρέπει να τις κατανοεί.

ε) Επίγνωση του κοινωνικού ρόλου.

στ) Η αντοχή στις ψυχοπιεστικές συνθήκες του περιβάλλοντος.

Page 6: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

ΚΙΝΗΤΡΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

Τα κίνητρα της ανθρώπινης συµπεριφοράς µπορούµε να τα κατανοήσουµε

καλλίτερα, εάν υποθέσουµε ότι υπάρχουν για να καλύπτουν κάποιες υπαρκτές

ανάγκες βιολογικές, ψυχολογικές, κοινωνικές.

Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσµο λειτουργώντας µε ένα µηχανισµό βιολογικού

σχεδιασµού που του επιτρέπει µία «αυτόµατη» προσαρµογή στο φυσικό του

περιβάλλον. Ένα µέρος αυτής της προσαρµογής εξαρτάται από µερικά βασικά

ένστικτα που διαθέτει. Με τον όρο ένστικτο προσδιορίζεται «ένα πολύπλοκο σύνολο

δράσεων κληρονοµικώς προδιαγεγραµµένων που είναι κοινές σε όλα τα άτοµα του

αυτού είδους, χωρίς να είναι αποτέλεσµα προηγούµενης µάθησης. Υπάρχει εκ

γενετής και είναι προσδιορισµένο σε ένα σκοπό, του οποίου το άτοµο που ενεργεί δεν

έχει συνείδηση».

Οι φυσικοί (βιολογικοί) µηχανισµοί προσαρµοστικότητας επιτρέπουν σε ένα

εκατοµµύριο ζώα και µισό εκατοµµύριο φυτά να υπάρχουν σήµερα σαν διαφορετικές

µορφές ζωής στον πλανήτη µας.

Στα κατώτερα ζώα η προσαρµογή γίνεται ενστικτωδώς από τη βαθµίδα των

ερπετών και στα ανώτερα ζώα αρχίζει να χρησιµοποιείται και η µάθηση, η εµπειρία.

Στον άνθρωπο µε την ανάπτυξη του εγκεφάλου του η συµπεριφορά του

µετασχηµατίζεται σε ανώτερο επίπεδο µε µηχανισµούς αυτορρύθµισης και

κοινωνικής σκοπιµότητας. Χαρακτηριστικό σηµάδι είναι η σχέση βάρους εγκεφάλου

προς το σώµα που είναι 1:560 στον ελέφαντα, 1:130 στη γάτα, 1:175 στο χιµπατζή,

1:43 στον άνθρωπο.

Page 7: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Βιολογικές ανάγκες

Οι πιο βασικές βιολογικές ανάγκες έχει προσδιοριστεί ότι αφορούν στα εξής:

α) Οργανικές ανάγκες: Οι σηµαντικότερες από αυτές είναι η λήψη τροφής,

νερού, ο ύπνος, η ξεκούραση, κ.ά. Ο οργανισµός έχει ανάγκη να αναπληρώνει µε

τακτική λήψη τις ουσίες που καταναλώνει στην λειτουργία του. Φυλακισµένοι έχουν

µερικές φορές «σπάσει»µε τη µη χορήγηση φαγητού για λίγες ηµέρες, όπως επίσης µε

το συστηµατικό εµπόδισµα του ύπνου. Σε πειράµατα µε εθελοντές παρατηρήθηκε ότι

ύστερα από έλλειψη 72 µε 98 ώρες ύπνου άρχισαν να δηµιουργούνται ψυχικές

διαταραχές ή πνευµατική αποδιοργάνωση. Μειωµένη διατροφή έχει παρατηρηθεί σε

µελέτες του Β΄ Παγκοσµίου Πολέµου να προκαλεί µαζί µε τη µείωση του βάρους και

δραµατικές ψυχολογικές αλλαγές.

β) Ασφάλεια και αποφυγή του πόνου: Ο άνθρωπος από τη βρεφική του ηλικία

αποφεύγει τα οδυνηρά ερεθίσµατα και τα αντικείµενα που του προκάλεσαν πόνο στο

παρελθόν. Καταστάσεις σε έντονη ταλαιπωρία, υπερβολική ζέστη, κρύο,

αποφεύγονται. Σηµαντικός πόνος αλλά και «ψυχικός πόνος» είναι δυσάρεστες

καταστάσεις.

γ) Ερεθίσµατα και δραστηριότητα: Επιστηµονικές µελέτες έχουν αποδείξει ότι

η ψυχολογική απαρτίωση εξαρτάται από ένα ικανοποιητικό επίπεδο εξωτερικών

ερεθισµάτων που προσλαµβάνεται από το άτοµο. Σε πειράµατα µε µέγιστη µείωση

εξωτερικών ερεθισµάτων παρατηρήθηκε ύστερα από λίγες ώρες πνευµατική

αποδιοργάνωση µε ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις. Άλλες παρατηρήσεις

διαπίστωσαν ότι υπερβολικά πολλά ερεθίσµατα δηµιουργούσαν επίσης πνευµατικές

δυσκολίες.

Για την υγιεινή και σωστή διατήρηση της ψυχικής ισορροπίας απαιτείται ένα

άριστο επίπεδο ερεθισµάτων και δραστηριότητας (ούτε υπερβολικά ούτε υποτονικά).

δ) Σεξ: Η ερωτική λειτουργία αποτελεί βασική συνιστώσα της ανθρώπινης

προσωπικότητας. Υπάρχουν όµως σηµαντικές διαφορές µεταξύ των ατόµων ως προς

τον τρόπο έκφρασης του σεξ, όπως στη σεξουαλική ένταση, τη φαντασία, την

εµπειρία, τον αριθµό των ερωτικών πράξεων.

Η σηµασία του σεξ είναι λιγότερο σηµαντική, πιθανόν µόνο από το αίσθηµα

της πείνας. Ο τρόπος ικανοποίησης εξαρτάται κυρίως από τις κοινωνικές και

ερωτικές εµπειρίες.

Page 8: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Ψυχολογικές ανάγκες

Οι ψυχολογικές ανάγκες στον άνθρωπο εξαρτώνται κυρίως από κοινωνικούς

παράγοντες και από την προσωπική διαµόρφωση της προσωπικότητας.

α) Ψυχολογική υποστήριξη.

1) Η κατανόηση, η πρόβλεψη, η δοµή της πραγµατικότητας. Ο άνθρωπος από

τη φύση του είναι περίεργος και αγωνίζεται πάντα να κατανοήσει και να ερµηνεύσει

το γύρο του κόσµου. Για να µπορέσει να συγκροτήσει και να κινητοποιεί την

προσωπικότητά του έχει ανάγκη της σωστής εκτίµησης της λειτουργίας της

κοινωνίας, όπως εκφράζεται στις συνήθειες, στα έθιµα, στους νόµους και στους

θεσµούς.

Ο άνθρωπος δεν αγαπά την αµφιβολία, την ασάφεια, το χάος. Οι περισσότεροι

των ανθρώπων προτιµούν να γεµίζουν τα κενά από τις πληροφορίες τους και να

επιλέγουν τις εκδοχές από αµφίβολες καταστάσεις που είναι προτιµότερες γι’ αυτούς.

Στις περιπτώσεις που νέες εµπειρίες είναι αντίθετες προς την προσωπική τους

θεώρηση των πραγµάτων, τότε δηµιουργείται «γνωστική ασυµφωνία» και

αισθάνονται δυσάρεστα µέχρις ότου µπορέσουν να συµβιβάσουν τα αντίθετα

δεδοµένα σε µία νέα σύνθεση χωρίς αντιφάσεις.

2) Επάρκεια, ικανότητα, ασφάλεια: Κάθε άτοµο έχει ανάγκη να αισθάνεται

ικανό να χειρίζεται τα προβλήµατά του. Η ανάγκη για ασφάλεια αναπτύσσεται σε

στενή σχέση µε την ανάγκη για επάρκεια. Η ανάγκη για ασφάλεια είναι µία από τις

αιτίες της ανάπτυξης του συστήµατος κοινωνικών ασφαλίσεων.

3) Αγάπη και στενή σχέση: Η ανάγκη τού να αγαπάς και να αγαπιέσαι είναι

βασική για την υγιή ανάπτυξη και λειτουργία της προσωπικότητας. Σε σειρά µελετών

σε παιδιά διαπιστώθηκε ότι ο πιο κρίσιµος παράγοντας από όλους τους άλλους για τη

σωστή ανάπτυξη τους ήταν η αγάπη και η ζεστή επαφή µε τους γονείς και µε τους

άλλους. Το παιδί που αισθάνεται ότι αγαπιέται και ότι είναι αποδεκτό είναι ικανό να

αγνοήσει άλλες πιθανές µειονεξίες που ίσως έχει, όπως σωµατική αναπηρία ή

καταστάσεις φτώχειας, κ.λπ.

Η ανάγκη για στενές φιλικές σχέσεις µε άλλα πρόσωπα συνεχίζεται σε όλη τη

διάρκεια της ζωής και γίνεται ακόµη πιο σηµαντική σε περιόδους σοβαρών

προσωπικών δυσκολιών, σε στρες και σε περιόδους κρίσεων. Σε µελέτη που έχει γίνει

Page 9: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

βρέθηκε ότι η ανάγκη για στενή σχέση ήταν η µεγαλύτερη ανάγκη σε ανθρώπους που

είχαν ανίατη νόσο στα τελευταία στάδια.

Επίσης, έχει διαπιστωθεί ότι ο κύριος λόγος στην ανάπτυξη σηµερινών

κοινοβίων στο σύγχρονο κόσµο από χίππυς, από θρησκευτικές οµάδες, από

ανθρωπιστικούς ψυχολόγους, κ.ά. έχει κίνητρα δηµιουργίας κλίµατος αγάπης και

στενών σχέσεων µεταξύ των µελών της οµάδας.

4) Να ανήκεις, να σε αποδέχονται, να σε επιδοκιµάζουν. Το αναπτυσσόµενο

βρέφος εξαρτάται πλήρως από τη βοήθεια των άλλων. Αναπτυσσόµενο το παιδί

αντιλαµβάνεται γρήγορα ότι όταν συµπεριφέρεται µε αποδεκτό από τους δικούς του

τρόπο, επιβραβεύεται ενώ αντίθετα τιµωρείται, όταν ξεφεύγει από τα αποδεκτά

πρότυπα. Όταν το παιδί αρχίζει να κινείται εκτός της οικογένειας, βρίσκει αντίστοιχες

καταστάσεις. Γι’ αυτό το άτοµο όταν ενηλικιώνεται, προσπαθεί να είναι αποδεκτό

από τα άτοµα που παίζουν ένα σηµαντικό ρόλο στην οµάδα που ανήκει

(επαγγελµατική, σχολική, φιλική, κ.λπ.). Οι θετικές ενισχύσεις, επιβεβαιώσεις που

προσλαµβάνει το άτοµο στις διαπροσωπικές σχέσεις, είναι εξαιρετικά χρήσιµες.

5) Αυτοεκτίµηση – αυτοαναγνώριση. Στενά δεµένα µε το αίσθηµα της

επιδοκιµασίας και αποδοχής από τους άλλους είναι το αίσθηµα της αυτοεκτίµησης και

της αυτοαναγνώρισης. Η προσωπική αξία αξιολογείται από το άτοµο. Εάν ένα άτοµο

αξιολογεί θετικά την προσωπική του αξία – φυσική εµφάνιση, µόρφωση, οικονοµική

κατάσταση, κ.ά.– αυτό του παρέχει αίσθηµα σιγουριάς και ικανοποίησης.

Είναι ενδιαφέρον να σηµειώσουµε ότι, αφού η βασική εκτίµηση για τον εαυτό

µας παγιωθεί, δεν την αλλάζουµε εύκολα παρά τις αλλαγές που πιθανόν να έχουµε

στην πορεία της ζωής. Αυτό που εµείς πιστεύουµε για τους εαυτούς µας µπορεί να

εκφραστεί µε αυτό που είµαστε σήµερα, αυτό που ήµαστε χθες και θα είµαστε αύριο.

6) Αξίες – νόηµα – ελπίδα. Οι γενικότερες κοινωνικές αξίες που ενστερνίζεται

το άτοµο δίνουν νόηµα στους σκοπούς και τα πλάνα του ατόµου στο παρόν και στο

µέλλον. Αυτοί οι σκοποί µαζί µε την ελπίδα για την επιτυχία τονώνουν τη φιλοδοξία

και το βοηθούν στις προσπάθειές του.

Παρατηρήσεις σε φυλακές έδειξαν ότι οι φυλακισµένοι που έχασαν την

ελπίδα, σταµάτησαν τις δραστηριότητές τους, σκεπάστηκαν µε µία κουβέρτα και

περίµεναν τον θάνατο. Άλλες παρατηρήσεις έδειξαν ότι η έλλειψη ελπίδας είναι η

βασικότερη αιτία που οδηγεί σε αυτοκτονίες.

β) Αγώνας πραγµατοποίησης δυνατοτήτων:

Page 10: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Η ζωή του ατόµου διεξάγεται συνέχεια για την πραγµατοποίηση των

δυνατοτήτων που έχει προικιστεί από τη φύση του. Έχουν περιγράψει ότι «Η

ανθρώπινη ζωή είναι µία µάχη ενάντια στην άγνοια, στον πόνο, στο

απραγµατοποίητο, στο κακό και γενικά ενάντια στην αφάνεια των πραγµάτων: Αλλά

είναι επίσης ένας αγώνας για κάτι... Η λέξη πραγµατοποίηση περιγράφει καλλίτερα

από κάθε άλλη τη θετική πλευρά της ανθρώπινης εξέλιξης και ανάπτυξης. Η

αναγνώριση των έµφυτων ιδιοτήτων από το άτοµο και των νέων δυνατοτήτων της

φυλής του, η ικανοποίηση των αναγκών του, πνευµατικών και υλικών, η ανεύρεση

νέων εµπειριών, ο σχηµατισµός της προσωπικότητας είναι ένας συνεχής αγώνας.

1) Η ανάπτυξη και η χρήση των δυνατοτήτων: Η ανεύρεση και η ανάπτυξη

καινούριων δυνατοτήτων, η βελτίωση των παλαιών, χρειάζεται να γίνεται από το

άτοµο στη προσπάθεια του να τις εφαρµόσει σε καινούρια πεδία. Ακόµη και ένα µη

προικισµένο άτοµο µπορεί να αναπτύξει ικανότητες σε αντικείµενα που του είναι

κατάλληλα.

2) Ανεύρεση αύξησης ικανοποίησης: Η ικανότητα του ατόµου να βρίσκει

ικανοποίηση από διάφορες εµπειρίες το παρακινεί να προσδοκά ένα ορισµένο πεδίο

ικανοποίησης µε ό,τι ασχολείται.

3) Ανάπτυξη δεσµών µε τον κόσµο: Είναι µία επέκταση της ανάγκης για

αγάπη. Ο εγωκεντρισµός και οι περιορισµένες σχέσεις µε τους άλλους οδηγούν σε

µείωση των δραστηριοτήτων και σε µη ικανοποίηση. Αντίθετα τα άτοµα που

µπορούν να αναπτύξουν καλές σχέσεις µε τους άλλους ή ασχολούνται µε τα κοινά,

αισθάνονται έντονα το συναίσθηµα της ικανοποίησης, ακόµα και αν οι επιδιώξεις

τους δεν ικανοποιηθούν.

4) Ανάπτυξη της ατοµικότητας: Στενά δεµένος µε τον αγώνα ανάπτυξης των

ατοµικών δυνατοτήτων είναι και ο αγώνας ανάπτυξης της ατοµικότητας, δηλαδή το

να γίνει ο άνθρωπος «ο αληθινός εαυτός του» ή να δηµιουργήσει το άτοµο που θα

ήθελε να γίνει.

Οι αγώνες του ατόµου για πραγµατοποίηση δεν παίρνουν αυτόµατη

ικανοποίηση και η έκφρασή τους µπορεί να είναι δύσκολη ή αδύνατη µερικές φορές.

Ο νευρωτικός ασχολείται πολύ µε την υπεράσπιση του εαυτού του και

λιγότερο µε την ανάπτυξη της ατοµικότητάς του. Ο άνθρωπος που είναι

υποχρεωµένος να δίνει τη µάχη για την καθηµερινή επιβίωση δεν του µένει χρόνος,

για να αναπτύξει ελεύθερα την προσωπικότητά του. Οι άνθρωποι σε τέτοιες

περιπτώσεις έχουν συνήθως το αίσθηµα του ανεκπλήρωτου και ανικανοποίητου. Η

Page 11: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

ζωή τους είναι χωρίς νόηµα, διότι τους λείπει η ικανοποίηση της ολοκλήρωσης του

εαυτού τους.

Κοινωνικές Δυνάµεις Ενεργοποίησης

Μέχρι τώρα εξετάσαµε την ενεργοποίηση σε επίπεδο ατοµικών αναγκών και

επιτεύξεων. Εν τούτοις όµως, οι κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν

µεγάλη σηµασία στην ανάπτυξη ή αναχαίτιση των προσπαθειών για την ολοκλήρωση

των ατοµικών ιδιοτήτων και επιδιώξεων. Ακόµη οι περιβαλλοντικές ανάγκες

καθορίζουν συχνά και την ατοµική συµπεριφορά.

α) Κοινωνική αναστολή και ανάπτυξη κινήτρων. Με το σύστηµα των

κοινωνικών και ηθικών αξιών, µε την επιβολή επαίνων ή ποινών, η κοινωνία

ενθαρρύνει την ικανοποίηση ορισµένων αναγκών, ενώ απαγορεύει άλλες π.χ. στις

περισσότερες κοινωνίες η σεξουαλική συµπεριφορά ρυθµίζεται από την κοινωνία.

Γενικά, µη συνηθισµένες συµπεριφορές απαγορεύονται, ενώ ενθαρρύνονται άλλες

ανάγκες, όπως η ανάγκη κοινωνικής αναγνώρισης.

Οι έπαινοι ή οι ποινές που ρυθµίζονται από την οµάδα και τα µοντέλα των

αξιών της, επίσης επηρεάζουν τους στόχους που σκοπεύουν τα µέλη τους, καθώς και

τα µέσα που χρησιµοποιούν π.χ. στην κοινωνία µας επιβραβεύονται οι στόχοι της

ακαδηµαϊκής µόρφωσης, της οικονοµικής επιτυχίας, της ηγεσίας, της

δηµιουργικότητας κ.λπ. Και ενώ υπάρχουν πολύ αποδεκτοί τρόποι, για να φθάσει

κανείς στους στόχους αυτούς, υπάρχουν συγχρόνως και περιορισµοί. Η χρήση µη

αποδεκτών τρόπων συνεπάγεται υποβολή ποινής στο άτοµο που τις χρησιµοποίησε.

β) Ανάγκες οµάδων και κοινωνίας: Οι κοινωνικές οµάδες έχουν βασικές

ανάγκες µε την ίδια έννοια που έχουν τα άτοµα π.χ. η διατήρηση της οµάδας

εξαρτάται από τις σχέσεις µεταξύ των µελών τους, πράγµα που συνεπάγεται ύπαρξη

«οµοιοστατικών µηχανισµών» όπως τα έθιµα, οι νόµοι και τα µέσα εφαρµογής τους.

Όταν η κανονική λειτουργία ή το σχήµα δοµής της διαταράσσεται, αµέσως γίνονται

προσπάθειες για την επαναφορά της ισορροπίας. Αυτό ισχύει για τις µικρές και τις

µεγάλες οµάδες π.χ. εάν ο αρχηγός σκοτωθεί στη µάχη αναπληρώνεται αµέσως. Οι

ανάγκες της οµάδας και της κοινωνίας είναι σηµαντικοί παράγοντες της

συµπεριφοράς των ατόµων. Συνήθως, οι ανάγκες των οµάδων επιδιώκουν το

συµφέρον των µελών τους. Εν τούτοις, οι ανάγκες των οµάδων ή κοινωνιών µπορούν

να είναι αντίθετες µε των ατόµων, όπως π.χ. όταν µία νεαρή µητέρα πρέπει να

Page 12: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

εργάζεται πολύ για να υποστηρίξει την οικογένειά της ή όταν ένας στρατιώτης

αναγκάζεται να βάλει τη ζωή του σε κίνδυνο.

Page 13: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ

Συχνό θέµα σε συζητήσεις µε γονείς, δασκάλους, συγγενείς και φίλους είναι η

έλλειψη σεβασµού, η επιθετικότητα, η αντικοινωνική συµπεριφορά των νέων. Το

σύνολο αυτών των συµπεριφορών χαρακτηρίζονται σαν Διαταραχή Διαγωγής. Οι

αιτίες και οι µορφές έκφρασης τους ποικίλλουν. Η Αµερικάνικη Ψυχιατρική Εταιρεία

διαπίστωσε ότι οι διαταραχές διαγωγής είναι από τις συχνότερες µορφές διαταραχών

στα παιδιά.

Η ταξινόµηση ICD-10, του Παγκόσµιου Οργανισµού Υγείας, αναφέρει ότι «Τα

βασικά χαρακτηριστικά των διαταραχών της διαγωγής, είναι η επαναλαµβανόµενη

και επίµονη δυσκοινωνική, επιθετική ή προκλητική διαγωγή. Στις πλέον ακραίες

µορφές της, η συµπεριφορά αυτή συνεπάγεται, πιο βίαιες από τις αναµενόµενες για

την ηλικία του παιδιού παρεκτροπές από τα κοινωνικώς αναµενόµενα όρια».

«Μεµονωµένες αντικοινωνικές ή εγκληµατικές πράξεις», δεν επαρκούν για να τεθεί η

διάγνωση της «διαταραχής διαγωγής». Θα πρέπει επίσης να σηµειώσουµε ότι επί

µέρους χαρακτηριστικά διαταραχών διαγωγής µπορεί να εκφράζουν συµπτώµατα

άλλων ψυχιατρικών διαταραχών. Η εµφάνιση µιας µη συνηθισµένης και έξω από τα

συµβατικά όρια συµπεριφοράς ενός παιδιού ή εφήβου µπορεί να παρασύρει µερικές

φορές µη έµπειρους ειδικούς Ψυχικής Υγείας σε λανθασµένη διάγνωση ύπαρξης

διαταραχής διαγωγής.

Page 14: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Επιδηµιολογία

Η συχνότητα της διαταραχής αγωγής, έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι

συχνότερη στις αστικές, παρά στις αγροτικές περιοχές. Η ακριβής διαπίστωση του

αριθµού των παιδιών και εφήβων που εµφανίζουν την διαταραχή, εξαρτάται από το

δείγµα του πληθυσµού που µελετάται και από τα ερευνητικά εργαλεία που

χρησιµοποιούνται για την αιτιολόγησή τους. Για αγόρια µέχρι την ηλικία των 18 ετών

το ποσοστό υπολογίζεται από 6% µέχρι 16% και για κορίτσια από 2% µέχρι 9%

(DSM-IV 1994). Φαίνεται ότι κοινωνικοί ή άλλοι παράγοντες σχετίζονται µε την

συχνότητα εµφάνισης της διαταραχής.

Σε µελέτη εφήβων στο Missuri µε χρησιµοποίηση των κριτηρίων του DSM-III

διαπιστώθηκε ότι στο 8,7% των νέων, εµφανίζουν διαταραχές διαγωγής, ενώ σε

µελέτη στο Mannheim της Γερµανίας, µε χρησιµοποίηση όµως των διαγνωστικών

κριτηρίων του ICD-9 διαπιστώθηκε ότι µόνο 1% των παιδιών 8 ετών εµφανίζει την

διαταραχή (Essey και συν., 1990). Έχει γίνει προσπάθεια να υπολογισθούν οι α-

ντικοινωνικές πράξεις των εφήβων που εµφανίζονται στο δικαστήριο. Υπολογίστηκε

ότι 4% περίπου των εφήβων στις ΗΠΑ είχαν εµφανιστεί το 1972 στο δικαστήριο,

κατηγορούµενοι για παραβατικές πράξεις (Sanders, 1981).

Πορεία Ανάπτυξης

Χρόνος έναρξης

Η πληθώρα των αιτιολογικών παραγόντων, που συµµετέχουν στην εκδήλωση της

Διαταραχής Διαγωγής, έχει δηµιουργήσει την ανάγκη να µελετηθεί αυτή καθ' αυτή η

πορεία ανάπτυξης δηµιουργίας της διαταραχής. Αρκετοί ερευνητές έχουν

επικεντρώσει την προσοχή τους στην κατανόηση της διαδικασίας ανάπτυξης

διαταραχής (Farrington, 1986, Loebor και συν., 1993, Paterson, 1989).

Η έναρξη της διαταραχής διαγωγής εµφανίζεται από την ηλικία των 5-6 ετών,

αλλά είναι συνηθέστερη στα τελευταία χρόνια της σχολικής ηλικίας και στα αρχικά

της εφηβικής ηλικίας. Σπάνια είναι η έναρξη µετά τα 16 έτη και συνήθως δεν

µεταβιβάζεται στην ενήλικη ζωή.

Η πορεία από τις ελαφρότερες επιθετικές ενέργειες, στην αντικοινωνική

συµπεριφορά και στις εγκληµατικές πράξεις, δεν αφορά στο σύνολο των παιδιών ή

Page 15: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

των εφήβων. Ένα παιδί µπορεί να παραµείνει στα αρχικά στάδια, χωρίς να

προχωρήσει στα επόµενα.

Ο βαθµός της εξέλιξης της συµπεριφοράς των ατόµων εξαρτάται από πολλούς

παράγοντες. Ένας από τους πιο σηµαντικούς έχει

υποστηριχθεί ότι είναι η ηλικία έναρξης των χαρακτηριστικών ενεργειών της

διαταραχής.

Με βάση την ηλικία έναρξης έχουν προταθεί δύο υποκατηγορίες της διαταραχής:

α) ο τύπος της παιδικής έναρξης και β) ο τύπος της εφηβικής έναρξης. Καθοριστικό

χρονικό σηµείο για την κατάταξη στην µία ή την άλλη κατηγορία, έχει ορισθεί η

ηλικία των 10 ετών. Στον εφηβικό τύπο, θα πρέπει να υπάρχει απουσία οποιουδήποτε

κριτηρίου της διαταραχής πριν την ηλικία των 10 ετών (DSM-IV).

Αρκετές µελέτες έχουν υποστηρίξει ότι η ηλικία έναρξης της διαταραχής είναι

σηµαντικός παράγοντας, διότι σχετίζεται µε τη σοβαρότητα της. Η πρώιµη ηλικία

έναρξης πριν την ήβη έχει συνήθως µονιµότερη και σοβαρότερη πορεία. (Earls 1994,

Topan και Thomas, 1995). Τα άτοµα που έχουν παιδικού τύπου διαταραχή έχουν

περισσότερες πιθανότητες από τον εφηβικό τύπο να συνεχίσουν την διαταραχή και

στην ενήλικη ζωή ως διαταραχή αντικοινωνικής προσωπικότητας.

Επίσης έχει αναφερθεί ότι στη διαταραχή παιδικού τύπου υπάρχει συχνότερη

εµφάνιση και άλλων διαταραχών, όπως Διαταραχή Ελαττωµατικής Προσοχής,

Μαθησιακές δυσκολίες και Ακαδηµαϊκές δυσκολίες (Hinshaw και συν., 1993).

Μονιµότητα των Διαταραχών Διαγωγής

Είναι δύσκολο να προσδιορισθεί ποιες συγκεκριµένες συµπεριφορές της παιδικής

και εφηβικής ηλικίας θα σταθεροποιηθούν στην πορεία του χρόνου σε «διαταραχή

διαγωγής» στους νέους (Fergusson και συν., 1995) και «αντικοινωνική διαταραχή

προσωπικότητας» στους ενήλικες. Όπως ήδη αναφέραµε, η πρώιµη εµφάνιση

διαταραχής συµπεριφοράς. προδιαθέτει και για συνέχιση αντικοινωνικής συµπεριφοράς

στους ενήλικες. (Caspi και συν., 1987, Parker και Asher, 1987).

Μια ιδιαίτερα αξιόλογη έρευνα των Roff και Wirt (1984), µελέτησε τη διαχρονική

πορεία 2.543 παιδιών Δηµοτικού µέχρι την ηλικία των 27 ετών. Στις αρχές της

δεκαετίας του 1960 έγινε καταγραφή 17.000 παιδιών Δηµοτικού. Έγινε επιλογή 5

παιδιών από κάθε τάξη, δύο αγόρια, δύο κορίτσια. Ένα εξ' αυτών ήταν το πλέον

δηµοφιλές αγόρι ή κορίτσι και το άλλο το ολιγότερο δηµοφιλές. Ένα πέµπτο παιδί

Page 16: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

ανήκε σε µέση δηµοτικότητα. Από αυτά τα παιδιά µελετήθηκαν 2.543, που είχαν

επαρκή στοιχεία και υπήρχε συνέντευξη στα επόµενα χρόνια.

Διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά που ανήκουν στη χαµηλότερη δηµοτικότητα είχαν

αρκετά µεγαλύτερη παραβατική συµπεριφορά συγκριτικά µε εκείνα υψηλής και

µέσης δηµοτικότητας. Από αυτά τα παιδιά συνεχίστηκε η µελέτη σε 1.127 άτοµα.

Ελήφθη υπ' όψιν εκτός της συνέντευξης και η γνώµη των δασκάλων, που είχε

εκφραστεί για τα προβλήµατα συµπεριφοράς που είχαν στο σχολείο. Η πολυπαραγο-

ντική στατιστική επεξεργασία των δεδοµένων των 1.127 περιπτώσεων έδειξαν 4

βασικές κατηγορίες θεµάτων που συσχετίζονται µε την ανάπτυξη παραβατικής

συµπεριφοράς.

Οι 4 κατηγορίες ήταν: α) Η παρουσία επιθετικότητας και ανυπακοής, β) Η

έκφραση άγχους και ανησυχίας γ) Η χαµηλή σχολική επίδοση δ) Η αδιαφορία και το

µειωµένο κίνητρο συµµετοχής στις σχολικές δραστηριότητες. Μελετήθηκε επίσης και

η προπαραβατική συµπεριφορά σε 6 παράγοντες, όπως: κλοπή στο σχολείο, κλοπή

στην κοινότητα, προβλήµατα µε το νόµο, αποµάκρυνση από το σπίτι, ψέµατα και

σκασιαρχείο.

Κάθε παιδί αξιολογήθηκε στις 4 κατηγορίες που αναφέραµε.

Ελήφθη επίσης υπ' όψη η προπαραβατική συµπεριφορά και το είδος της

ενδοοικογενειακής ζωής. Μελετήθηκαν αρχεία παραβατικών πράξεων στις ηλικίες

των 18.24 και 27 ετών. Διαπιστώθηκε, ότι: α) στα αγόρια, η επιθετική και

προπαραβατική συµπεριφορά στην παιδική ηλικία, είχε άµεση συσχέτιση µε τη

µεταγενέστερη παραβατική συµπεριφορά τους ως έφηβοι και ενήλικες. Επίσης ότι η

κοινωνική τάξη και τα προβλήµατα οικογένειας είχαν έµµεση και όχι άµεση συσχέτι-

ση µε τη µεταγενέστερη συµπεριφορά.

β) Για τα κορίτσια δεν υπήρξε άµεση συσχέτιση µεταξύ της πρώιµης

επιθετικότητας και της µεταγενέστερης αντικοινωνικής συµπεριφοράς. Όµως, ή

σοβαρότητα των οικογενειακών προβληµάτων στην παιδική ζωή, συνδέονται άµεσα

µε την παραβατική συµπεριφορά των εφήβων. Τα προβλήµατα διαγωγής στην

παιδική ηλικία για τα κορίτσια εξελίσσονται συχνότερα σε συναισθηµατικές και

κοινωνικές δυσκολίες, παρά σε εγκληµατικές συµπεριφορές (Caspi, 1987).

Σε άλλες µελέτες διαπιστώθηκε ότι το 27% των παιδιών ηλικία 8-10 ετών, που

είχαν διαταραγµένη συµπεριφορά, εξελίχθηκε σε εφήβους µε παραβατική

συµπεριφορά (Farrington, 1973). Δεν πρέπει βεβαίως να ξεχνάµε ότι η µεγάλη

πλειοψηφία των παιδιών µε διαταραχή συµπεριφοράς στην παιδική ηλικία δεν

Page 17: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

εξελίσσεται σε αντικοινωνική και εγκληµατική συµπεριφορά στην ενήλικη ζωή

(Robins, 1966, Rutter και Gilles, 1984) (M.566).

Αιτιολογία και Παθογένεια

Κοινωνιολογικές θεωρίες

Για πολλά χρόνια η κοινωνιολογική αιτιολογία των προβληµάτων διαγωγής και

της αντικοινωνικής συµπεριφοράς είχε δεσπόζουσα θέση.

Σύµφωνα µε την κοινωνιολογική θεωρία, οι δύσκολες συνθήκες ζωής λόγω των

υπαρχόντων κοινωνικών και οικονοµικών δοµών στη σύγχρονη κοινωνία,

επηρεάζουν την συµπεριφορά των νέων. Λόγω των κοινωνικών συνθηκών οι νέοι

αδυνατούν να έχουν επιτυχία στους στόχους τους µέσω αποδεκτών και νόµιµων

διαδικασιών, και καταφεύγουν στην παράβαση των κανόνων (Mertus, 1957, Sanders,

1974). Επίσης, υποστηρίζεται ότι δεν υπάρχει ανώµαλη ψυχική συµπεριφορά αλλά

αποδοχή των διαφορετικών απόψεων, που υποστηρίζονται από την παραβατική

υποκουλτούρα (Cohen, 1953).

Όµως µερικές µελέτες έδειξαν ότι η επίδραση της παραβατικής κουλτούρας της

υποοµάδας, στην οποία συµµετέχουν οι νέοι δεν είναι η αιτία της αντικοινωνικής

τους συµπεριφοράς, αλλά ότι η επιθετικότητα αυτή προϋπήρχε πριν την ένταξη στην

παραβατική παρέα (Hirschi και Hinderlany, 1977).

Είναι φυσικά γεγονός ότι οι αντικοινωνικές συµπεριφορές

έχουν συχνότερη εµφάνιση σε υποβαθµισµένες περιοχές εντός των πόλεων µε

κοινωνική αποδιοργάνωση, όπως επίσης σε καταστάσεις ενδοοικογενειακών

συγκρούσεων, ύπαρξης ψυχικών διαταραχών, αλκοολισµού ή χρήσης ουσιών

εξάρτησης από µέλη της οικογένειας. (Hernstein, 1983).

Νεώτερες κοινωνιολογικές θεωρίες εστιάζουν στη µελέτη της επίδρασης των

παραγόντων του περιβάλλοντος στη συµπεριφορά των ατόµων.

Μάθηση της Επιθετικότητας - Τηλεοπτικά Προγράµµατα

Η επιθετικότητα είναι βασικό στοιχείο της Διαταραχής Διαγωγής. Έχει

υποστηριχθεί ότι η επιθετική συµπεριφορά των παιδιών είναι η ανταπόδοση ανάλογης

συµπεριφοράς προς αυτά (Patterson, 1976).

Page 18: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Επίσης ο Bandura (1965) παρατήρησε ότι παιδιά νηπιαγωγείου µιµούνται

επιθετικές συµπεριφορές και προτείνει ένα µοντέλο επιθετικότητας για να ερµηνεύσει

την συµπεριφορά τους. Υποστηρίζει, βάσει του «µοντέλου επιθετικότητας» ότι νέοι

τρόποι επιθετικής συµπεριφοράς που παρατηρούνται, θα συµπεριληφθούν στο

ρεπερτόριο των επιθετικών ενεργειών, που θα χρησιµοποιήσουν στο µέλλον.

Τα παιδιά έχουν πολλές ευκαιρίες για να παρατηρήσουν επιθετικά πρότυπα

συµπεριφοράς. Οι ίδιοι οι γονείς, που τιµωρούν τα παιδιά τους, προσφέρουν ένα

πρότυπο επιθετικής συµπεριφοράς. Έχει παρατηρηθεί ότι παιδιά που παρουσιάζουν

επιθετική ή αντικοινωνική συµπεριφορά έχουν αδέλφια, πατέρα ή παππού µε

επιθετική ή και εγκληµατική συµπεριφορά (Farrington, 1987). Επίσης έχει

παρατηρηθεί εξαιρετικά υψηλή συχνότητα επιθετικής συµπεριφοράς στα σπίτια

παιδιών που εκδήλωσαν επιθετική συµπεριφορά (Kaphani, 1992).

Έχει συχνά αναφερθεί ότι η τηλεόραση και τα άλλα ΜΜΕ προσφέρουν αφειδώς

πρότυπα επιθετικής συµπεριφοράς. Τα παιδιά που βλέπουν συχνά τηλεοπτικά

προγράµµατα που εµπεριέχουν σκηνές βίας, παρουσιάζουν πιο επιθετική

συµπεριφορά συγκριτικά µε άλλα συνοµήλικα που βλέπουν σπανιότερα (Freedman,

1986). Επίσης εξελικτικές µελέτες, διαπίστωσαν ότι παιδιά που προτιµούν βίαια

τηλεοπτικά προγράµµατα στην παιδική ηλικία, έχουν συχνότερα επιθετική και

εγκληµατική συµπεριφορά ως ενήλικες.

Οι εκδηλώσεις βίας αποτελούν ένα από τα σηµαντικότερα προβλήµατα στη

σύγχρονη κοινωνία (Παπαδάτος, 1986). Εκδηλώσεις τροµοκρατίας

«χουλιγκανισµού», βιαιοπραγιών, αλλά και καταστροφής αντικειµένων έχουν

υπόστρωµα την επιθετική συµπεριφορά. Είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό ότι οι

ανθρωποκτονίες, αλλά και οι αυτοκτονίες είναι από τις πρώτες αιτίες θανάτου στους

νέους και στους ενήλικες (Παπαδάτος και Χατζηϊωάννου, 1986).

Η µελέτη των αιτιών της βίαιης συµπεριφοράς αποτελεί µόνιµο αντικείµενο των

επιστηµών του ανθρώπου. Οι τεχνολογικές αλλαγές αποτελούν µείζονες

περιβαλλοντικούς παράγοντες στη διαµόρφωση της ανθρώπινης συµπεριφοράς

(Αλεξανδρόπουλος, Παπαδάτος και Μιχαλακέας, 1988). Είναι γι' αυτό αναγκαία η

µελέτη εκείνων των παραµέτρων των τηλεοπτικών προγραµµάτων που αυξάνουν

βραχυπρόθεσµα ή µακροπρόθεσµα τη βίαιη συµπεριφορά.

Ο άνθρωπος, όπως και τα ζώα, έχει νευροφυσιολογικούς µηχανισµούς που τον

καθιστούν ικανό να συµπεριφέρεται επιθετικά. Η ενεργοποίηση αυτών των

Page 19: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

µηχανισµών εξαρτάται και από περιβαλλοντικούς παράγοντες. Στον άνθρωπο η

επιθετική συµπεριφορά έχει µεγαλύτερο γνωστικό έλεγχο απ' ότι στα ζώα.

Τα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης και ιδιαίτερα η τηλεόραση έχουν τη δυνατότητα

να επηρεάζουν και να διαµορφώνουν την αντίληψη του ανθρώπου αρνητικά ή θετικά.

(Παπαδάτος, 1986). Ακόµη και αν η τηλεόραση είχε ουδέτερα προγράµµατα και µόνο

ότι το άτοµο προσηλώνεται και ακινητοποιείται για ολόκληρες ώρες, έχει προφανώς

άµεσες ή έµµεσες φυσιολογικές και ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις στο ίδιο και το

περιβάλλον του. Οι επιδράσεις της τηλεόρασης είναι ιδιαίτερα κρίσιµες στην παιδική

και εφηβική ηλικία, κατά τη διάρκεια των οποίων διαµορφώνεται η προσωπικότητα

του ατόµου.

Σ' αυτές τις ηλικίες αφιερώνεται σηµαντικός χρόνος στην παρακολούθηση

προγραµµάτων σε όλες σχεδόν τις χώρες. Υποστηρίζεται µε βάση ερευνητικά

δεδοµένα ότι:

α. Τα παιδιά που παρατηρούν τηλεοπτικά προγράµµατα αυξάνουν το βαθµό

µιµητισµού αυτών που είδαν.

β. Ότι οι έφηβοι που παρακολουθούν κάποιο πρόγραµµα τηλεοπτικής βίας είναι

δυνατό να παρουσιάσουν αύξηση του ατοµικού τους επίπεδου βίας.

γ. Διαπιστώθηκε µε δηµοσκοπήσεις θετική συσχέτιση µεταξύ νέων ανθρώπων µε

αυξηµένο βαθµό επιθετικότητας και του ποσού τηλεοπτικών προγραµµάτων βίας που

βλέπουν (Αλεξανδρόπουλος, Παπαδάτος και Μιχαλακέας, 1988).

Οι περισσότεροι ερευνητές συµφωνούν ότι η συχνή παρακολούθηση τηλεοπτικών

βίαιων προγραµµάτων αυξάνει την επιθετικότητα (Atkinson, Atkinson και Hilgard,

1983, Myers, 1983, Penrod, 1983, Mc Connell, 1980, Jones, Hendrick και Epstein,

1979).

Τα συµπεράσµατα επίσης του National Institute of Mental Health (NIMH, 1982)

υποστηρίζουν την παραπάνω άποψη. Ο βαθµός επιθετικότητας δεν αυξάνεται

µοναδικά µε την παρακολούθηση τηλεοπτικών σκηνών βίας, αλλά εξαρτάται από

πολλαπλούς παράγοντες, όπως τον τηλεοπτικό χρόνο, το βαθµό βίας και λογικής

επεξήγησης (δικαιολογηµένη ή όχι βίαιη συµπεριφορά), το φύλο, την ηλικία του

τηλεθεατή, τη νοηµοσύνη και γενικά την ιδιοµορφία της προσωπικότητας του.

Επίσης, σηµαντικός είναι ο επηρεασµός από την οικογένεια ή το άµεσο περιβάλλον

όσον αφορά την παρακολούθηση και αξιολόγηση των διαφόρων τηλεοπτικών

προγραµµάτων.

Page 20: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Άλλες µελέτες υποστηρίζουν ότι η επιθετικότητα αυξάνεται παράλληλα µε την

αύξηση του χρόνου παρακολούθησης τηλεοπτικής βίας (Eron και Huesmann, 1987,

MacCob, 1954). Οι Heath, Kruttschnitt και Ward (1986), εξέτασαν 48 φυλακισµένους

για εγκληµατικές πράξεις, άνδρες 18-25 ετών. Ερεύνησαν το ποσοστό

παρακολούθησης τηλεοπτικής βίας όταν ήσαν σε ηλικία 8-12 ετών και υποστηρίζουν

ότι η τηλεοπτική βία και η κακοποίηση παιδιών από τους γονείς τους υπήρξαν οι

βασικοί λόγοι διαµόρφωσης της επιθετικής συµπεριφοράς τους.

Γνωρίζουµε ότι η πορεία µάθησης είναι µία αλληλουχία γνώσεων και πράξεων που

αρχίζει ταυτόχρονα µε τη ζωή του ανθρώπου. Εποµένως εάν συγκεκριµένη πορεία

µάθησης επηρεαστεί από την παρακολούθηση βίαιων τηλεοπτικών προγραµµάτων,

λογικά αναµένεται ένας βαθµός επιθετικότητας στην προσωπικότητα του µελλο-

ντικού ενήλικα (Rowell, 1986). Αν και ο Murdock (1976) βλέπει τον τηλεθεατή ως

ενεργό δέκτη και αντικειµενικό παρατηρητή της τηλεθεατής πραγµατικότητας, συχνά

αυτό είναι προνόµιο µόνο των ενηλίκων. Όσον αφορά στα παιδιά, η αντικειµενική

πραγµατικότητα συχνά ταυτίζεται µε την τηλεοπτική και ιδιαίτερα όταν δεν έχει

διαµορφωθεί γνώµη πάνω σε πρωτόγνωρα θέµατα (Faulkner, 1975).

Η διαφορά του φύλου έχει µελετηθεί σε σχέση µε την τηλεοπτική βία και την

επιθετική συµπεριφορά. Τα παιδιά διαλέγουν τηλεοπτικά προγράµµατα ανάλογα του

φύλου τους (Calvert και Huston, 1987). Η ηλικία και το φύλο είναι σηµαντικοί

παράγοντες για την κατανόηση του τηλεοπτικού περιεχοµένου, το δε επίπεδο κατα-

νόησης της τηλεοπτικής πραγµατικότητας χαρακτηρίζει τον επηρεασµό της

περαιτέρω συµπεριφοράς (Kent, Nixon και Rendell, 1986). Περισσότερη

επιθετικότητα έχει παρατηρηθεί σε επιθετικά αγόρια που παρακολούθησαν

τηλεοπτικά προγράµµατα βίας παρά σε µη επιθετικά (Josephson, 1987).

Έχει παρατηρηθεί ότι τα παιδιά επηρεάζονται στην κριτική τους για τους

χαρακτήρες των τηλεοπτικών προγραµµάτων από τη γνώµη των αδελφών τους,

ιδιαίτερα όταν τα αδέλφια τυχαίνει να είναι 3-6 χρόνια µεγαλύτερης ηλικίας (Haefner

και Wartella, 1987).

Επίσης, παιδιά µε χαµηλή νοηµοσύνη (I.Q.) αυξάνουν περισσότερο την

επιθετικότητά τους απ' ότι τα παιδιά µε κανονική νοηµοσύνη όταν παρακολουθούν

ταινίες κινουµένων σχεδίων (cartoons) µε βία (Sprafkin, Gadow και Grayson, 1987).

Η παραπάνω άποψη µας οδηγεί στην βασική θεωρία που έχει χρησιµοποιηθεί για την

επεξήγηση της τηλεοπτικής βίας και της ατοµικής επιθετικής συµπεριφοράς, τη

θεωρία της κοινωνικής εκµάθησης. Αν το άτοµο διατηρεί µία ενεργό στάση απέναντι

Page 21: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

στην τηλεοπτική πραγµατικότητα (Murdock, 1976) τότε είναι επόµενο να επεκτείνει

το γνωστικό του πεδίο λαµβάνοντας υπόψη τα πρότυπα προς µίµηση που παρουσιάζει

η τηλεόραση (Bandura, Ross και Ross, 1961; Bandura και Walters, 1963). Άτοµα που

πολύ συχνά έβλεπαν τηλεόραση, ανέπτυξαν ιδέες για τον κόσµο και την επίλυση

προβληµάτων βάσει των τηλεοπτικών προτύπων (Hawkins και Pingree, 1987,

Welnow, 1986).

Έχει παρατηρηθεί ότι όσο περισσότερα είναι τα επιθετικά πρότυπα, τόσο

µεγαλύτερη είναι και η ανάπτυξη της επιθετικότητας. Σε κοινωνίες που τα παιδιά

επιτρέπεται να συµπεριφέρονται επιθετικά π.χ. στη Σουηδία η επιθετικότητα είναι

σηµαντικά µεγαλύτερη απ’ ότι σε χώρες, όπως π.χ. στην Κίνα (Εkblad, 1986).

Αυτό που φαίνεται να ενδιαφέρει περισσότερο τα παιδιά είναι η µορφή και ο

τρόπος συµπεριφοράς των τηλεοπτικών χαρακτήρων (Brown, 1988). Ο Schramm

(1961) παρουσίασε διάφορα περιστατικά συµπεριφοράς νέων παιδιών που άµεσα

µιµήθηκαν τηλεοπτικούς ρόλους. Ορισµένες αρνητικές επιδράσεις λόγω µιµήσεων

χαρακτηρίζονταν από πράξεις κλοπής, διαρρήξεων, απειλή, πολιτών και αυτοκτονία

(Remsberg, 1982).

Γενικά πέραν της αύξησης της επιθετικότητας η αύξηση της αντικοινωνικής

συµπεριφοράς και η καθυστέρηση της ικανότητας της ανάγνωσης και γραφής

(Corteen και Williams, 1986) έχουν θετικά συσχετισθεί µε την τηλεόραση.

Η βιοµηχανία τηλεοπτικών προγραµµάτων επιµένει ότι η παρακολούθηση

τηλεοπτικής βίας είναι ευεργετική, διότι υποβοηθεί στην εκφόρτιση των επιθετικών

επιθυµιών. Ο Freud υποστήριξε ότι η ικανοποίηση των επιθετικών ενστίκτων µπορεί

να ολοκληρωθεί φαντασιωτικά. Εκφράστηκε η θεωρία της κάθαρσης βάση της οποίας

η εκτόνωση της επιθετικότητας γίνεται µε την παρατήρηση τηλεοπτικών θεµάτων

βίας (Berkovitz, 1969). Αυτή η άποψη προσπαθεί να ερµηνεύσει την καθιέρωση του

φαινοµένου της τηλεοπτικής βίας, αλλά δεν επεξηγεί τα ευρήµατα αύξησης της

επιθετικότητας άµεσα συνδεδεµένα µε την τηλεοπτική βία (Andison, 1976).

Οι Feshback και Singer (1971) παρουσίασαν µία παραλλαγή της θεωρίας της

κάθαρσης. Υποστήριξαν ότι η τηλεόραση βοηθά στον ερεθισµό της φαντασίας και ότι

η ερεθισµένη φαντασία ικανοποιεί κάποια ανάγκη. Σύµφωνα µε τον Feshback και

Singer υπάρχουν δύο τρόποι που επενεργεί η φαντασία στη µείωση της επι-

θετικότητας. Πρώτον, τιµωρώντας κάποιον, φανταστικά, µειώνεται η εκδοχή της

πραγµατικής τιµωρίας και δεύτερο, η φανταστική επεξεργασία της βίας µπορεί να

Page 22: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

καταστήσει αντιληπτά τα αρνητικά αποτελέσµατα της ενδεχόµενης πράξης και να

προκαλέσει φόβο στον τιµωρό. Ως αποφυγή του φόβου µειώνεται η επιθετικότητα.

Έρευνες που έγιναν µε τους Feshback και Singer (1971) δεν αποδεικνύουν την

αξιοπιστία της θεωρίας της κάθαρσης. Άλλοι

επίσης εξωτερικοί παράγοντες επιδρούν στην επιθετική ή µη επιθετική συµπεριφορά

των εξεταζοµένων. Για παράδειγµα, παιδιά που παρακολούθησαν µη επιθετικές

ταινίες µπορεί να παρουσίασαν αύξηση της επιθετικότητας µόνο και µόνο για το

γεγονός ότι αναγκάστηκαν να παρακολουθήσουν κάποιο τηλεοπτικό πρόγραµµα πέρα

των ενδιαφερόντων τους.

Οικογενειακές Επιδράσεις

Η ύπαρξη ενδοοικογενειακής βίας και η επιθετική συµπεριφορά µελών της

οικογένειας επιδρούν σηµαντικά στη δηµιουργία συµπεριφορών Διαταραχής

Διαγωγής. Έχει διαπιστωθεί συχνή ύπαρξη παράνοµης ή εγκληµατικής

συµπεριφοράς, σε οικογένειες παιδιών µε προβλήµατα διαγωγής (Kazolin, 1985

Ruter και Giller, 1984). Σε εξελικτικές µελέτες έχει παρατηρηθεί ότι ανάλογη

συµπεριφορά που εµφανίζεται σταθερά και σε προηγούµενες γενιές της ίδιας

οικογένειας, να συνεχίζεται ανάλογα η αυτή και στα νεώτερα µέλη (παιδιά) της

(Huesmann και συν., 1984).

Αρκετοί οικογενειακοί παράγοντες συµµετέχουν ως «αιτία» στην εκδήλωση των

διαταραχών διαγωγής, όπως το οικονοµικό και κοινωνικό επίπεδο της οικογένειας, η

διάσπαση της οικογένειας, η ανεπαρκής γονεϊκή φροντίδα, η γονεϊκή απόρριψη και η

γονεϊκή ψυχοπαθολογία. (Frick, 1994, Patterson, 1986).

Σχέση Γονιών και Παιδιού

Το είδος σχέσεων Παιδιού και Γονιού επιδρά στην ανάπτυξη της συµπεριφοράς

του. Το είδος δηλαδή της γονεϊκής φροντίδας και η µορφή της πειθαρχίας επιδρά

στην ανάπτυξη των προβληµάτων διαγωγής. Η απειθαρχία, το πείσµα, η µη

συµµόρφωση, είναι τα πρώτα δείγµατα προβληµατικής διαγωγής του παιδιού µε τους

γονείς του. Οι γονείς των παιδιών µε προβλήµατα διαγωγής συνηθίζουν να δίνουν

περισσότερες εντολές, να κάνουν περισσότερες ερωτήσεις και κριτική από άλλους

Page 23: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

γονείς, καθώς επίσης να συµπεριφέρονται µε προσβλητικό τρόπο, θυµό ή γκρίνια

(Delfini και συν., 1975, Forehand και συν., 1975). Δύο τύποι γονεϊκών εντολών σε

παιδιά µε προβλήµατα διαγωγής έχουν παρατηρηθεί. Ο «Άλφα τύπος» εντολών, κατά

τον οποίο οι κινήσεις και χειρονοµίες είναι κατάλληλες προς αυτές, συµβατές και

αληθοφανείς και ο «Βήτα τύπος» εντολών, που είναι ασαφείς, διακοπτόµενες ή

εκτελούνται τελικά από το γονιό, και έτσι το παιδί δε µαθαίνει και δε διαµορφώνεται

προς αυτές (Kosphand και Mc Malon, 1981).

Εξωοοικογενειακοί Παράγοντες στη Λανθασµένη Γονεϊκή Συµπεριφορά

Έχει παρατηρηθεί ότι γενικότερα προβλήµατα που απασχολούν τους γονείς

εκφράζονται µε τη συµπεριφορά τους στην ανατροφή των παιδιών τους. Η ύπαρξη

προβληµάτων ανεργίας, οικονοµικών προβληµάτων, αρνητικών προσωπικών

γεγονότων είναι συχνότερα σε γονείς παιδιών µε προβλήµατα διαγωγής (Patterson και

συν., 1989). Επίσης, προβλήµατα ψυχοπαθολογίας των γονιών, όπως ο αλκοολισµός,

οι ναρκωτικές ουσίες συµµετείχαν στη δηµιουργία προβληµάτων διαγωγής (West και

Prinz, 1987).

Συζυγικές διαµάχες: Έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη σαφούς σχέσης ανάµεσα στα

συζυγικά προβλήµατα και τα προβλήµατα συµπεριφοράς των παιδιών (Ο’ Leary και

Emery, 1986). Συζυγικές συγκρούσεις και διαζύγια έχουν συχνά παρατηρηθεί σε

παιδιά µε παραβατική συµπεριφορά και προβλήµατα διαγωγής. Ολιγότερες συζυγικές

συγκρούσεις και µεγαλύτερη συνεργασία έχουν ως αποτέλεσµα λιγότερα

προβλήµατα διαγωγής στα παιδιά (Hetherigton και συν., 1989). Όταν υπάρχει

εχθρικότητα µεταξύ των συζύγων, τότε υπάρχει αρνητικότερη επίδραση στα παιδιά

από ότι η ύπαρξη µόνο διαφωνιών (Houtiles και συν., 1989).

Διαπροσωπικές σχέσεις: Προβλήµατα στις διαπροσωπικές σχέσεις έχουν

παρατηρηθεί στην Διαταραχή Διαγωγής, Η επιθετικότητα των παιδιών συχνά

συνδέεται από απόρριψη από τους συνοµήλικους τους. Η απόρριψη δε δηµιουργεί

αρνητική συµπεριφορά, αλλά συνδέεται µε την µελλοντική εµφάνιση

παραβατικότητας, και αντικοινωνικής συµπεριφοράς ως ενήλικες (Baum, 1989,

Parker και Usher, 1987).

Η επιθετικότητα των παιδιών και η απόρριψη από τους συνοµήλικους τους

συνδυάζεται µε ελλείµµατα στην επεξεργασία κοινωνικών πληροφοριών και στους

τρόπους επίλυσης διαπροσωπικών προβληµάτων. Τα παιδιά αυτά έχουν λιγότερες

Page 24: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

εναλλακτικές λύσεις για κοινωνικά προβλήµατα παίρνουν λιγότερες πληροφορίες,

και τοποθετούνται στα προβλήµατα µε εχθρικότητα (Slady και Guerra, 188). Η

εχθρικότητα είναι συχνά συµβατή µε το σύστηµα αυτών που είχαν οικοδοµήσει. Το

παιδί µε προβλήµατα διαγωγής «Αισθάνεται ότι είναι εντάξει, αν χτυπήσει κάποιον ή

κάποια που δεν του αρέσει».

Η επιθετικότητα επίσης µπορεί να προτιµάται από το παιδί λόγω των αρνητικών

διαπροσωπικών σχέσεων που έχει και λόγω της αύξησης του αισθήµατος

αυτοεκτίµησης που του προκαλείται από αυτήν (Bandura, 1980). Έχει αναφερθεί

παιδιά µε επιθετική συµπεριφορά ότι αισθάνονται περισσότερο εµπιστοσύνη στον

εαυτό τους, όταν είναι επιθετικά. Επίσης, ότι έχουν δυσκολία να ελέγξουν την

επιθετικότητα τους και έχουν την προσδοκία ότι η επιθετικότητα προκαλεί άµεση α-

νταµοιβή και µειώνει την αντιπαθητική µεταχείριση από τους άλλους.

Ευρήµατα από µελέτες υποδεικνύουν ότι η πρόσληψη, η επεξεργασία και οι

απαντήσεις σε θέµατα εχθρικότητας πραγµατοποιούνται µε µεροληπτικό και

παραµορφωτικό τρόπο από τα άτοµα µε Διαταραχές Διαγωγής (Dodge, 1993).

Βιολογικοί Παράγοντες

Η προσπάθεια να αποδοθούν σε βιολογικούς ή γενετικούς παράγοντες η

αντικοινωνική και η εγκληµατική συµπεριφορά των ατόµων, έχει υποστηριχθεί µε

διάφορες µορφές από τους περασµένους αιώνες. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν οι

απόψεις του Ιταλού Lambroso στα τέλη του 19ου αιώνα που υποστηρίζει ότι η

εγκληµατικότητα οφείλεται σε "Στίγµατα εκφυλισµού" και ότι διαφαίνεται από

στοιχεία της σωµατικής εµφάνισης των ατόµων, όπως, µεγάλοι λοβοί των αυτιών,

σαρκώδη και προεξέχοντα χείλη, πληθώρα ρυτίδων, κ.λ.π. Οι απόψεις του Lambroso

ότι αδρές ανατοµικές αλλαγές συνδέονται µε την εγκληµατικότητα, εγκαταλείφθηκαν

µε την πάροδο του χρόνου, όµως η προσπάθεια για ανεύρεση λεπτών βιολογικών και

ψυχο-φυσιολογικών ελλειµµάτων στη λειτουργία του εγκεφάλου, συνεχίζεται.

Γενετικοί Παράγοντες

Η µελέτη που έγινε στην Δανία µε βάση δεδοµένα από αρχεία κοινωνικών

υπηρεσιών έδειξε ότι η εγκληµατική συµπεριφορά ήταν συχνότερη σε βιολογικούς

συγγενείς ενηλίκων µε εγκληµατική συµπεριφορά συγκριτικά µε συγγενείς ατόµων

Page 25: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

που προέρχονταν από υιοθεσία (Mednick και συν., 1981). Το προαναφερθέν εύρηµα

είχε µικρότερη σηµασία στους ενήλικες, παρά στους εφήβους

Έχουν γίνει προσπάθειες να βρεθούν χρωµοσωµικές ανωµαλίες σε ορισµένα

άτοµα µε εγκληµατική συµπεριφορά. Παρατηρήθηκε η ύπαρξη µεγαλύτερης

αναλογίας ατόµων µε τη χρωµοσωµική ανωµαλία 47ΧΧΧ σε φυλακές και

ψυχιατρεία. Εν τούτοις, η πλειοψηφία των ατόµων µε 47ΧΧΧ χρωµόσωµα βρίσκεται

εκτός φυλακών και ψυχιατρείων (Casey και συν., 1996). Πιθανόν, η έρευνα

αναφέρεται σε ορισµένο τύπο παραβατικής συµπεριφοράς συνοδευόµενης µε

επιθετικότητα µε µεγαλύτερη γενετική προδιάθεση.

Έχει παρατηρηθεί πάντως ότι παιδιά µε παραβατική συµπεριφορά έχουν γονείς

που υποφέρουν συχνά από σοβαρές ψυχιατρικές παθήσεις (Moffiti, 1987).

Νευρολογική Ευπάθεια

Έχει παρατηρηθεί ότι εγκεφαλικές βλάβες και εγκεφαλικές δυσλειτουργίες έχουν

συσχέτιση µε προβλήµατα συµπεριφοράς. Διαπιστώθηκε ότι µικρό βάρος εµβρύων

κατά τη γέννηση έχει σχέση µε µεταγενέστερα προβλήµατα συµπεριφοράς. (Breslay

και συν., 1988). Επίσης παρατηρήθηκε ότι βρέφη µε περιγεννητικές δυσκολίες σχετί-

ζονται µε συχνότερη βίαιη συµπεριφορά, τα επόµενα χρόνια (Kandel, 1992). Άτοµα

στα οποία ορισµένες περιοχές του εγκεφάλου (υποθάλαµος, αµυγδαλές, µεταιχµειακό

σύστηµα), είχαν όγκο ή κύστη παρουσίαζαν επεισόδια επιθετικότητας (Effioti, 1992).

Επιθετική συµπεριφορά προκαλείται µε πειραµατικό ερεθισµό του πυρήνα αµυγδαλής

του εγκεφάλου στα ζώα (Siegel, 1968). Βλάβες επίσης του µετωπιαίου λοβού

συνδέονται µε διαταραχές συµπεριφοράς (Luria, 1980). Σε ορισµένες βαριές

διαταραχές συµπεριφοράς διαπιστώθηκε η ύπαρξη ψυχοκινητικής επιληψίας (Lewis

και συν., 1982).

Σε παιδιά µε διαταραχή προσοχής και υπερκινητικότητας έχουν διαπιστωθεί

προβλήµατα συµπεριφοράς. Επίσης, παιδιά µε ελάσσονα νευρολογικά προβλήµατα

έχουν δυσκολία σε χοροπηδήµατα (σχοινάκι). Χαµηλός συντονισµός κινήσεων και

δυσχέρειες στην πρόσφατη µνήµη συνδέονται µε διαταραχές συµπεριφοράς

διαγωγής.

Page 26: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Γνωστική Ευπάθεια

Ένα ζήτηµα που έχει µελετηθεί σε αρκετές εργασίες είναι η νοητική ικανότητα σε

παιδιά µε διαταραχές διαγωγής. Έχει διαπιστωθεί ότι αρκετά συχνά ο δείκτης

νοηµοσύνης των παιδιών µε διαταραχές διαγωγής είναι στα κατώτερα όρια του

φυσιολογικού ή σε µεθοριακό επίπεδο του δείκτη νοηµοσύνης (Hirschi και

Hindelang, 1977, Putter και Giller, 1984 κ.α.). Επίσης έχουν διαπιστωθεί χαµηλές επι-

δόσεις σε λεπτές δοκιµασίες και ύπαρξη σχολικών αποτυχιών (Wilson και Hernstein,

1986).

Διαταραχές µάθησης εµφανίζονται συχνά σε παιδιά µε διαταραχές αγωγής

(Poremha, 1970). Οι δυσκολίες σε γραπτά και εξετάσεις συµβάλλουν στη σχολική

αποτυχία. Η ύπαρξη ανεπιθύµητων συµπεριφορών και οι χαµηλές επιδόσεις στο

σχολείο ίσως οφείλονται σε πυρηνικότερη γνωστική ευπάθεια και δεν είναι

επακόλουθο της διαταραχής διαγωγής.

Κλινική Εικόνα

Σύµφωνα µε το DSM-IV η βασική εικόνα της διαταραχής διααγωγής είναι η

επαναλαµβανόµενη και επίµονη συµπεριφορά κατά την οποία παραβιάζονται βασικά

δικαιώµατα των άλλων και οι βασικοί κανόνες κοινωνικής συµπεριφοράς, ανάλογα µε

την ηλικία του παιδιού ή του εφήβου. Αυτές οι συµπεριφορές οµαδοποιούνται σε

τέσσερις κατηγορίες:

α) Επιθετική συµπεριφορά που απειλεί ή προκαλεί βλάβη στον άλλο άνθρωπο ή τα

ζώα

β) Μη επιθετική διαγωγή η οποία επιφέρει απώλεια ή καταστροφή ιδιοκτησίας

γ) Απάτη ή κλοπή

δ) Σοβαρές παραβιάσεις κανόνων.

Τρία ή περισσότερα χαρακτηριστικά αυτής της συµπεριφοράς πρέπει να είναι

παρόντα τους τελευταίους δώδεκα µήνες και τουλάχιστον να υπάρχει το τελευταίο

εξάµηνο. Η επίπτωση αυτής της συµπεριφοράς να προκαλεί σηµαντική µείωση στην

κοινωνική, ακαδηµαϊκή ή επαγγελµατική λειτουργία του ατόµου. Επειδή συνήθως τα

άτοµα µε διαταραχές διαγωγής προτιµούν να ελαχιστοποιούν τα προβλήµατα διαγωγής

θα πρέπει να λαµβάνονται πληροφορίες και από άλλα πρόσωπα από το οικογενειακό,

σχολικό ή επαγγελµατικό περιβάλλον. Αναλυτικότερα τα κριτήρια που τίθενται από το

DSM-IV για τη διάγνωση της διαταραχής διαγωγής είναι τα εξής:

Page 27: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Α. Ένας επαναλαµβανόµενος και επίµονος τρόπος συµπεριφοράς, κατά τον οποίο

παραβιάζονται βασικά δικαιώµατα των άλλων ή οι βασικοί, ανάλογα µε την ηλικία,

κοινωνία, κανόνες. Απαιτείται η παρουσία τριών (ή περισσότερων) από τα ακόλουθα

κριτήρια τους τελευταίους 12 µήνες, µε τουλάχιστον ένα κριτήριο παρόν τους τε-

λευταίους έξι µήνες:

Επιθετικότητα σε ανθρώπους και ζώα

1. Συχνά εκφοβίζει, απειλεί ή τροµοκρατεί άλλα άτοµα.

2. Συχνά αρχίζει σωµατική συµπλοκή.

3. Έχει χρησιµοποιήσει όπλο που µπορεί να προκαλέσει σοβαρή σωµατική βλάβη

σε άλλους (π.χ. ρόπαλο, τούβλο, σπασµένο µπουκάλι, µαχαίρι, πυροβόλο).

4. Έχει επιδείξει σωµατική σκληρότητα σε ανθρώπους.

5. Έχει επιδείξει σωµατική σκληρότητα σε ζώα.

6. Έχει κλέψει µε επίθεση στο θύµα (π.χ. επίθεση και ληστεία, αρπαγή

πορτοφολιού, απόσπαση µε βία, ένοπλη ληστεία).

7. Έχει εξαναγκάσει άλλο άτοµο σε σεξουαλική δραστηριότητα µαζί του.

Καταστροφή ιδιοκτησίας

8. Ύστερα από προµελέτη έχει απασχοληθεί µε την πρόκληση φωτιάς µε την

πρόθεση να προκαλέσει σοβαρή ζηµία.

9. Ύστερα από προµελέτη έχει καταστρέψει ιδιοκτησία άλλων (µε άλλο τρόπο

εκτός από την πρόκληση φωτιάς).

Απάτη ή κλοπή

10. Έχει διαρρήξει κάποιο άλλο σπίτι, κτίριο ή αυτοκίνητο.

11. Συχνά λέει ψέµατα για να εξασφαλίσει αγαθά ή εύνοια, ή για να αποφύγει

υποχρεώσεις (π.χ. κοροϊδεύει τους άλλους).

12. Έχει κλέψει αντικείµενα µη ευτελούς αξίας χωρίς επίθεση σε κάποιον (π.χ.

κλοπή από κατάστηµα, αλλά χωρίς διάρρηξη πλαστογραφία).

Σοβαρές παραβάσεις κανόνων

Page 28: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

13. Συχνά µένει έξω τη νύχτα παρά τις γονεϊκές απαγορεύσεις, έναρξη πριν την

ηλικία των 13 ετών.

14. Έχει φύγει από το σπίτι όλη τη νύχτα τουλάχιστον δύο φορές, ενώ έµενε µε

τους γονείς ή τους κηδεµόνες (ή µία φορά χωρίς να επιστρέψει για µεγάλο χρονικό

διάστηµα).

15. Έχει συχνά αδικαιολόγητες απουσίες στο σχολείο, µε έναρξη πριν την ηλικία

των 13 ετών.

Β. Η διαταραχή της συµπεριφοράς προκαλεί κλινικά σηµαντικά έκπτωση της

κοινωνικής, σχολικής ή επαγγελµατικής λειτουργικότητας.

Γ. Αν το άτοµο είναι 18 ετών ή περισσότερο, δεν πληρεί τα κριτήρια της

Αντικοινωνικής Διαταραχής της Προσωπικότητας.

Προσδιορισµός του τύπου µε βάση την ηλικία έναρξης:

Τύπος Παιδικής Έναρξης: έναρξη τουλάχιστον ενός κριτηρίου χαρακτηριστικού για

Διαταραχή της Διαγωγής πριν την ηλικία των 10 ετών.

Τύπος Εφηβικής Έναρξης: απουσία οποιουδήποτε κριτηρίου χαρακτηριστικού για

Διαταραχή της Διαγωγής πριν την ηλικία των 10 ετών.

Προσδιορισµός της βαρύτητας:

Ήπια: Λίγα επιπλέον προβλήµατα διαγωγής, εάν υπάρχουν, αυτών που

απαιτούνται, για να τεθεί η διάγνωση και τα προβλήµατα διαγωγής προκαλούν µικρή

µόνο βλάβη σε άλλους.

Μέτρια: Ο αριθµός των προβληµάτων διαγωγής και η επίπτωση τους στους

άλλους είναι ανάµεσα στο «ήπια» και «σοβαρή».

Σοβαρή: Πολλά προβλήµατα επιπλέον αυτών που απαιτούνται, για να τεθεί η

διάγνωση ή τα προβλήµατα διαγωγής προκαλούν αξιοσηµείωτη βλάβη σε άλλους.

Τα παιδιά µε διαταραχή διαγωγής εµφανίζουν και τα εξής κοινά χαρακτηριστικά

(Μάνος και Χριστιανόπουλος, 1988):

Α) έχουν τάση για βραχυπρόθεσµα κέρδη που συνήθως εξασκείται σε βάρος

άλλων ατόµων από το περιβάλλον του.

Β) έχουν περιορισµένη ικανότητα σε κοινωνικές λειτουργίες σε σύγκριση µε

παιδιά της ηλικίας τους, και συνήθως έχουν αρνητική εικόνα για τους άλλους.

Γ) δεν ανταποκρίνονται συνήθως σε κοινωνικές αµοιβές αλλά σε συγκεκριµένα

πράγµατα π.χ. τροφή, χρήµα ή τιµωρία.

Page 29: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Διαφορική Διάγνωση

Η διαφορική διάγνωση θα στηριχθεί στη λεπτοµερή εξέταση ανάλογα µε την

ηλικιακή ανάπτυξη του παιδιού. Είναι σκόπιµο να υπάρχει διασταύρωση

πληροφοριών από τα παιδιά, γονείς, δασκάλους και το ίδιο το παιδί ή τον έφηβο.

Απαιτείται προσεκτική κλινική εξέταση. Η εξέταση µε βάση συγκεκριµένα

ερωτηµατολόγια για πληρέστερη αξιολόγηση είναι χρήσιµη.

Χρησιµοποιούνται τα:

1) The Child Behavior Problems Cheklist (Achenbach και Edel-brok).

2) Diagnostic Interview for Children - Revised (Costello και συν., 1984).

3) Interview Schedule for Children (ISC Kovacs, 1985). Η εκτίµηση για τη

διάγνωση θα στηριχθεί και στον αποκλεισµό διπολικής διαταραχής διάθεσης,

σχιζοφρένειας, επιληπτικών διαταραχών. Επίσης, θα στηριχτεί στη µελέτη για

τραυµατισµό στον εγκέφαλο, τροχαίο, πτώση, κ.λ.π. Η διαφορική διάγνωση επίσης

προκύπτει από µαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές προσοχής, υπέρ-κινητικότητα,

µέτρια πνευµατική καθυστέρηση αποσχιστική διαταραχή. Η διαταραχή διαγωγής και

η προκλητική εναντιωµατική συµπεριφορά, θα πρέπει να µελετηθούν στα πλαίσια

πιθανής σεξουαλικής κακοποίησης του ατόµου στο παρελθόν.

Θεραπεία

Η πολλαπλή αιτιολογία αλλά και οι ποικίλες εκφράσεις των διαταραχών διαγωγής

απαιτούν πολλούς τρόπους αντιµετώπισης τους. Οι γνωστικές και οι συναισθηµατικές

δυσλειτουργίες που συναντώνται στα παιδιά µε διαταραχές διαγωγής, οι

οικογενειακές συνθήκες ζωής, και ο τρόπος τιµωρίας αντικοινωνικών πράξεων

συµµετέχουν στην εκδήλωση των διαταραχών διαγωγής και συνδέονται µε τη

θεραπεία τους. Στην πράξη η αντιµετώπιση υλοποιείται µε παρέµβαση στην

οικογενειακή και σχολική ζωή, όπως και στα ίδια τα παιδιά.

Εκπαίδευση γονέων

Η κατάλληλη εκπαίδευση των γονέων στην αντιµετώπιση των διαταραχών

διαγωγής των παιδιών τους παρουσιάζεται ως η πλέον αποτελεσµατική µέθοδος

(Dumas, 1989). Οι γονείς διδάσκονται να δίνουν λακωνικές εντολές αφήνοντας στο

παιδί επαρκή χρόνο για να υπακούσει, αµείβοντας στη συνέχεια τη συµµόρφωση του.

Page 30: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Επίσης, επιδιώκεται να µειωθούν τα προβλήµατα συµπεριφοράς, όπως ξέσπασµα

οργής, επιθετικότητας, κραυγές κ.α. (Wells και συν., 1980).

Ένα συγκεκριµένο µοντέλο εκπαίδευσης προτείνει ο Paterson που εστιάζει στη

βελτίωση των γονεϊκών ενεργειών σε σχέση µε τη συµπεριφορά του παιδιού ή του

εφήβου. Το µοντέλο αυτό στηρίζεται στις θεωρητικές απόψεις της κοινωνικής

µάθησης (Paterson και συν., 1975, Paterson και συν., 1992).

Στο πρόγραµµα εκπαίδευσης του Paterson διδάσκονται οι γονείς να επισηµαίνουν

τα προβλήµατα να παρατηρούν και να καταγράφουν τη συµπεριφορά, να ενισχύουν

τις κατάλληλες κοινωνικές συµπεριφορές και να αποφύγουν να ενισχύουν

ανεπιθύµητες συµπεριφορές. Η θετική ενίσχυση είναι η κύρια επιλογή, όµως ήπια

τιµωρία -δεν αφορά σωµατική τιµωρία- µπορεί να εφαρµοστεί, όταν είναι απαραίτητο

για να δηµιουργηθούν τρόποι διαπραγµατεύσεις µε το παιδί για αλλαγή της

συµπεριφοράς του.

Κάθε οικογένεια παρακολουθείται σε τακτική βάση από ειδικό ψυχικής υγείας.

Επίσης, υπάρχει τηλεφωνική επαφή µε τον θεραπευτή για έκτακτες καταστάσεις.

Όταν υπάρχουν προβλήµατα συµπεριφοράς στο σχολείο γίνεται συνεργασία του

θεραπευτή µε τους εκπαιδευτικούς. Η ύπαρξη ιδιαίτερων προβληµάτων των γονιών,

κατάθλιψη, οικογενειακές δυσκολίες, χαµηλό κοινωνικοοικονοµικό επίπεδο, δυ-

σκολεύει την εκπαίδευση των γονιών στην σωστή γονεϊκή τους συµπεριφορά.

Ο τρόπος που οι γονείς ανατρέφουν τα παιδιά τους, οι κανόνες οικογενειακής

συµβίωσης, οι ενισχύσεις και οι αποδοκιµασίες στη συµπεριφορά των παιδιών

επιδρούν σηµαντικά στην ψυχολογική και κοινωνική ανάπτυξή τους (Herbert, 1989)

πιστεύοντας στην κατάλληλη ανατροφή για την πρόληψη ανεπιθύµητων

συµπεριφορών προτείνει στους γονείς να ακολουθούν ορισµένους κανόνες, όπως:

1. Να διατηρείτε δεσµούς στοργής και σεβασµού µε τα παιδιά σας.

2. Να επιµένετε σε σταθερές κοινωνικές και ηθικές απαιτήσεις. Αυτές οι απαιτήσεις

θα πρέπει να είναι ξεκάθαρες και να θέτουν αντικειµενικούς σκοπούς, θα πρέπει να

δίνουµε στο παιδί ή στον έφηβο ένα λογικό αριθµό επιλογών µέσα σε συγκεκριµένα

όρια.

3. Διαλέξετε προσεκτικά τους κανόνες σας. Οι επιλεγόµενοι κανόνες θα πρέπει να

συνδέονται άµεσα µε την καλή ανάπτυξη, τη συναισθηµατική και κοινωνική

ωρίµανση του νέου. Οι κανόνες να είναι απλοί, δίκαιοι, κατανοητοί.

4. Να είστε συνεπείς. Η απαίτηση για συµµόρφωση των παιδιών απαιτεί όπως και

οι γονείς να είναι συνεπείς σ’ αυτά που ζητούν.

Page 31: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

5. Να είστε επίµονοι. Απαιτείται επιµονή σε βάθος χρόνου και όχι για λίγο

διάστηµα.

6. Να ερµηνεύετε τους κανόνες δίνοντας λογικές εξηγήσεις. Η µάθηση των νέων

συµπεριφορών από τα παιδιά διευκολύνεται, όταν οι γονείς δίνουν λογικές εξηγήσεις

για τους στόχους, τους πειρασµούς και τις απαγορεύσεις που υποστηρίζουν.

7. Να δίνετε στους νέους υπευθυνότητες. Η ανάπτυξη υπευθυνοτήτων π.χ. επίβλεψη

µικρότερων αδελφών βοηθά την ωριµότητα του νέου.

Η εκπαίδευση των γονέων διαπιστώθηκε ότι συχνά δεν επαρκεί από µόνη της για

να έχει τα επιθυµητά αποτελέσµατα που προσδοκόνται. Γι' αυτό είναι σκόπιµο να

συµπληρώνεται και µε άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις, που εστιάζουν σε τεχνικές

λύσεις προβληµάτων και στις σχολικές δραστηριότητες.

Εκπαίδευση σε Τεχνικές Λύσεις Κοινωνικών Προβληµάτων

Ενώ η εκπαίδευση των γονιών αποσκοπεί στη διόρθωση της διαγωγής του παιδιού

µε σηµείο αναφοράς την οικογένεια, άλλες προσεγγίσεις εστιάζουν στην αλλαγή

τρόπου λειτουργίας του ίδιου του παιδιού. Οι τεχνικές λύσεις προβληµάτων

αποσκοπούν στην εκπαίδευση των νέων στην επίλυση διαπροσωπικών προβληµάτων

µε βάση τις µαθησιακές γνωστικές θεωρίες. Ο Kardin και συνεργάτες (1989) µε-

λέτησαν την αλλαγή συµπεριφοράς σε 97 παιδιά µε διαταραχές διαγωγής. Τα παιδιά

ήταν ηλικίας 7-13 ετών. Η θεραπευτική αντιµετώπιση διήρκεσε αρκετούς µήνες και

αποτελείτο από 25 συνεδριάσεις µε την ευθύνη έµπειρων θεραπευτών. Η εκπαίδευση

στις τεχνικές έγινε µε σταδιακά βήµατα δυσκολιών µέσω παιχνιδιών, σχολικών

δραστηριοτήτων, διήγηση ιστοριών και εξάσκηση σε πραγµατικές συνθήκες. Επίσης

συνήθως υπήρχε συνδυασµός µε δραστηριότητες παιξίµατος ρόλων, παρατηρήσεις

των άλλων και παρακολούθηση προτύπων. Μετά από ένα χρόνο εξέτασης των αποτε-

λεσµάτων διαπιστώθηκε βελτίωση της συµπεριφοράς των παιδιών στο σπίτι και στο

σχολείο.

Οµάδες Συνοµήλικων

Η επίδραση των συνοµήλικων στη συµπεριφορά είναι σηµαντική ιδιαίτερα στους

εφήβους. Η δηµιουργία θετικών διαπροσωπικών σχέσεων µε τους συνοµήλικους

θεωρείται κρίσιµος παράγοντας για την αντιµετώπιση διαταραχών διαγωγής. Έχουν

Page 32: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

προταθεί αρκετοί µέθοδοι εκπαίδευσης των νέων για την εκµάθηση τρόπων

καλλίτερης συνεργασίας µεταξύ συνοµήλικων µε ιδιαίτερη έµφαση στην αντιµε-

τώπιση των διαδικασιών απόρριψης, από την οµάδα. Έχουν δηµιουργηθεί οµάδες

συνοµήλικων στο σχολείο, γίνονται συζητήσεις σε ηµερήσια βάση για τρόπους

βελτίωσης αρνητικών συµπεριφορών και ανάπτυξης της υπευθυνότητας από τα

παιδιά. Χρειάζεται να αναπτυχθούν συνεργατικοί τρόποι µάθησης σε εκπαιδευτικά

και αθλητικά θέµατα. Έχουν προταθεί συγκεκριµένοι τρόποι βελτίωσης των αλλη-

λοεπιδράσεων στην οµάδα των συνοµήλικων (Henggeler, 1989).

Αντιµετώπιση στο Σχολείο

Αρκετά προγράµµατα αντιµετώπισης συµπεριφορών που ανήκουν στα πλαίσια

των διαταραχών διαγωγής έχουν εφαρµοστεί στις Η.Π.Α. στα πλαίσια των σχολείων.

Εκπαιδευµένοι δάσκαλοι ενισχύουν ή αποθαρρύνουν συµπεριφορές µε λεκτικό ή

εξωλεκτικό τρόπο ανάλογα µε την συµπεριφορά των παιδιών (Abramowitz, 1994).

Μια πανάρχαια µέθοδος επίδρασης σε µη επιθυµητές συµπεριφορές από µαθητές

είναι η αποβολή, (ανάλογη µε τον εξοστρακισµό των Αρχαίων Ελλήνων) από την

τάξη κατά την ώρα του µαθήµατος του µη συµµορφούµενου µαθητού. Η θετική

επίδραση της αποβολής κατά την ώρα του µαθήµατος θα εξαρτηθεί από την

ικανότητα των δασκάλων να πείσουν την τάξη να συµµετάσχει στην περαιτέρω

διεξαγωγή του µαθήµατος σε ικανοποιητικό επίπεδο (Abramowitz, 1994).

Έχουν γίνει προσπάθειες να συσχετίσουν τις χαµηλές σχολικές επιδόσεις µε την

παραβατικότητα. Έχουν δηµιουργηθεί προγράµµατα εκπαίδευσης στηριζόµενα σε

γνωστικές αρχές που υλοποιούνται στο σχολείο. Αυτή η αντιµετώπιση συνδυάζεται

µε εβδοµαδιαίες επισκέψεις στο σπίτι για να εκπαιδευτούν οι γονείς, ιδιαίτερα οι

µητέρες στην αντιµετώπιση των προβληµάτων.

Θεραπεία σε Ίδρυµα

Σε σοβαρές περιπτώσεις διαταραχών διαγωγής που συνδέονται για εγκληµατικές

δραστηριότητες, η εισαγωγή σε ειδικά ιδρύµατα όπως είναι τα Αναµορφωτήρια θέτει

ζητήµατα κατάλληλης αντιµετώπισης των νέων που έχουν εισαχθεί.

Έχουν υπάρξει προγράµµατα µε επιτυχία στην βελτίωση συµπεριφοράς. Η

εκπαίδευση των νέων εντός του Ιδρύµατος γίνεται µε χρησιµοποίηση θεραπείας

περιβάλλοντος, απασχολησιοθεραπεία και βελτίωση των σχολικών επιδόσεων της.

Page 33: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

Επίσης έχουν εφαρµοστεί µέθοδοι οικονοµικής ανταµοιβής µε βελτίωση της

συµπεριφοράς. Όµως ενώ επιτυγχάνεται βελτίωση στη συµπεριφορά των νέων όσο

είναι µέσα στο ίδρυµα, η βελτίωση δε συνεχίζεται στην επιστροφή στην πραγµατική

κοινωνική ζωή (Henggeler, 1989, Rutter και Giller, 1983).

Κοινωνικά Προγράµµατα

Έχουν επίσης αναπτυχθεί προγράµµατα σε επίπεδο κοινότητας. Ενισχύουν κυρίως

την κοινωνική συµπεριφορά των παιδιών. Κοινοτικά προγράµµατα έχουν

χρησιµοποιηθεί και από στατιστές Τριτοβάθµιας εκπαίδευσης (Hamparian, 1987).

Φαρµακευτική Αγωγή

Δεδοµένης της πολυπαραγοντικής αιτιολογίας των διαταραχών διαγωγής η

θεραπευτική τους αντιµετώπιση µε φάρµακα είναι πολλαπλή. Έχουν χορηγηθεί για

θεραπευτικούς σκοπούς, φαρµακευτικές ουσίες, όπως διεγερτικά, αντικαταθληπτικά,

λίθιο, αναστολείς µονοαµινοοξειδάσης, κλονιδίνη, ηρεµιστικά, αντιεπιληπτικά, και β

αναστολείς (Werry, 1994). Συχνά η φαρµακευτική αγωγή στοχεύει στην

αντιµετώπιση του ψυχοπαθολογικού υπεδάφους των διαταραχών. Σε εφήβους µια

επιθετική συµπεριφορά και παρανοειδείς ιδέες, η χορήγηση αντιψυχωσικών είναι

συχνά χρήσιµη. Στην περίπτωση ύπαρξης επιληπτικού υπόβαθρου σε βίαιες

συµπεριφορές τα αντιεπιληπτικά είναι επίσης χρήσιµα. Σε περίπτωση συνύπαρξης

διαταραχών διαγωγής µε συναισθηµατικές διαταραχές τα αντικαταθληπτικά συνι-

στώνται, όπως και η καρβαµαζεπίνη και το λίθιο, όταν συνυπάρχει διπολική

διαταραχή διάθεσης. Η χορήγηση των φαρµακευτικών ουσιών δεν επαρκεί από µόνη

της για αξιόλογα θεραπευτικά αποτελέσµατα και απαιτείται συνδυασµός µε

ψυχοθεραπευτικές µεθόδους.

Ψυχοθεραπεία

Διάφορες µορφές ψυχοθεραπείας έχουν χρησιµοποιηθεί όπως, συµπεριφορικές,

γνωστικές, ψυχοδυναµικές, εκπαιδευτικού προσανατολισµού, οικογενειακή και

οµαδική. Η επιλογή ψυχοθεραπείας είναι συνάρτηση των συγκριτικών συµπτωµάτων

που εµφανίζει κάθε παιδί. Οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις είναι µακροχρόνιες και

Page 34: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

απαιτούν καλή συνεργασία µε την οικογένεια. Γενικότερα, οι θεραπευτικές

προσεγγίσεις για να έχουν µακροχρόνια αποτελέσµατα, απαιτούν και αλλαγές στο

οικείο οικογενειακό και κοινωνικό υποστηρικτικό σύστηµα

Page 35: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

ΕΝΑΝΤΙΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Ο τύπος αυτός της διαταραχής ανήκει στην ευρύτερη περιοχή των διαταραχών

διαγωγής και συνήθως συναντάται σε παιδιά µικρότερα από 10 ετών και διαρκεί

τουλάχιστον 6 µήνες. Το κύριο γνώρισµα αυτής της διαταραχής σύµφωνα µε το ICD-

10 (1992) είναι «ένας τύπος επίµονα αρνητικής, εχθρικής, εναντιωµατικής,

προκλητικής και απορρυθµιστικής συµπεριφοράς, η οποία βρίσκεται σαφώς έξω από

τα φυσιολογικά όρια της συµπεριφοράς ενός παιδιού της ίδιας ηλικίας και του ίδιου

κοινωνικο-πολιτισµικού πλαισίου και η οποία δεν περιλαµβάνει τις σοβαρότερες

παραβιάσεις των δικαιωµάτων των άλλων». Η συχνότητα της διαταραχής

υπολογίζεται σε 2-16% των παιδιών και εφήβων (DSM-V).

Η διαταραχή είναι συχνότερη στα αγόρια τουλάχιστον στην περίοδο πριν την ήβη.

Σε παιδιά προσχολικής ηλικίας εµφανίζεται προβληµατική συµπεριφορά και

υπερβολική ευερεθιστότητα, δυσκολία να παραµένουν ήρεµα, έντονη

υπερκινητικότητα. Στην σχολική ηλικία παρουσιάζεται χαµηλή αυτοεκτίµηση,

αστάθεια συναισθήµατος, χαµηλή ανοχή στην µαταίωση, υβριστικές εκφράσεις και

πρόωρη έναρξη χρήσης καπνού, αλκοόλ και ουσιών εξάρτησης. Συχνά δια-

πληκτίζονται µε τους γονείς, τους δασκάλους ή τους συνοµήλικους.

Η εναντιωµατική συµπεριφορά είναι συνηθέστερη στην προσχολική και εφηβική

ηλικία γι' αυτό η διάγνωση της διαταραχής απαιτεί προσοχή και πρέπει να τίθεται

όταν υπάρχουν αρκετά χαρακτηριστικά συµπτώµατα. Η έκφραση των συµπτωµάτων

είναι σταθερή στο οικογενειακό περιβάλλον. Όµως, µπορεί να µην εµφανίζονται

Page 36: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

πάντα στο σχολείο, ή στην κοινότητα. Τα συµπτώµατα της διαταραχής εµφανίζονται

συνήθως όταν το παιδί συναλλάσσεται µε ενήλικες ή συνοµήλικους που του είναι

γνωστοί. Γι' αυτό µπορεί να µην εµφανιστούν συµπτώµατα κατά τη διάρκεια της

κλινικής εξέτασης. Μία σηµαντική αναλογία των περιπτώσεων µε εναντιωµατική

προκλητική διαγωγή µετακινείται στην κατηγορία των διαταραχών διαγωγής.

Διαφορική Διάγνωση

Η εναντιωµατική προκλητική διαταραχή εµφανίζεται αρκετά συχνότερα σε

οικογένειες, στις οποίες ο ένας τουλάχιστον γονιός έχει ιστορικό διαταραχών

διάθεσης διαγωγής, ελλειµµατικής προσοχής, υπερκινητικότητας, αντικοινωνικής

προσωπικότητας ή διαταραχής εξάρτησης από ουσίες εξάρτησης.

Οι επιπτώσεις από τη συµπεριφορά των ατόµων µε εναντιωµατική προκλητική

διαταραχή είναι λιγότερο σοβαρές από τις διαταραχές διαγωγής και στις τυπικές

περιπτώσεις δεν υπάρχει επιθετικότητα προς τον άνθρωπο ή τα ζώα, καταστροφή

ιδιοκτησίας, κλοπές ή απάτες. Για να τεθεί η διάγνωση δεν πρέπει να υπάρχουν τα

επιπλέον συµπτώµατα που προσδιορίζουν τη διαταραχή διαγωγής, επίσης δεν τίθεται

η διάγνωση αν συνυπάρχουν διαταράξεις. Διαταραγµένη διάθεση ή ψυχωτικές

διαταραχές επίσης θα πρέπει να γίνουν αντικείµενο προσεκτικής διαφορικής

διάγνωσης µε βάση περιπτώσεις διαταραχών ελλειµµατικής προσοχής,

υπερκινητικότητας, ελλειµµατικής ακοής ή διαταραχής λόγου.

Σύµφωνα µε το DSM-IV θα πρέπει να εµφανίζονται τα εξής χαρακτηριστικά για

να τεθεί η διάγνωση.

Α: Ένας τύπος συµπεριφοράς µε αρνητισµό, εχθρικότητα, και προκλητικότητα που

διαρκεί τουλάχιστον έξι µήνες και κατά την διάρκεια της οποίας υπάρχουν τέσσερα ή

περισσότερα από τα ακόλουθα:

(1) συχνά χάσιµο ψυχραιµίας

(2) συχνοί καβγάδες µε ενήλικες

(3) συχνά εναντιώνεται ενεργά ή αρνείται να συµµορφωθεί µε τις απαιτήσεις ή

τους κανόνες των ενηλίκων

(4) συχνά εκ προµελέτης ενοχλεί ανθρώπους

(5) συχνά κατακρίνει τους άλλους για τα δικά του (της) σφάλµατα ή κακή

συµπεριφορά

(6) είναι συχνά εύθικτος(-η) ή ενοχλείται εύκολα από τους άλλους

Page 37: Psyhikes Diatarahes Paidiwn Kai Efivwn

(7) είναι συχνά θυµωµένος(-η) και πικαρισµένος(-η)

(8) είναι συχνά κακεντρεχής ή εκδικητικός(-ή)

Ένα κριτήριο ισχύει µόνον εάν η συµπεριφορά εµφανίζεται συχνότερα από ό,τι

τυπικά παρατηρείται σε άτοµα ανάλογης ηλικίας και αναπτυξιακού επιπέδου.

Β. Η διαταραχή της συµπεριφοράς προκαλεί κλινικά σηµαντική έκπτωση της

κοινωνικής, ακαδηµαϊκής ή επαγγελµατικής λειτουργίας.

Γ. Αυτές οι συµπεριφορές δεν εµφανίζονται αποκλειστικά στη διάρκεια της

πορείας Ψυχωτικής Διαταραχής ή Διαταραχής της Διάθεσης.

Δ. Δεν πληροί τα κριτήρια της Διαταραχής της Διαγωγής και, αν το άτοµο είναι 18

ετών ή περισσότερο, δεν πληροί τα κριτήρια της Αντικοινωνικής Διαταραχής της

Προσωπικότητας.

Θεραπεία

Η αντιµετώπιση της διαταραχής έχει σκοπό να µπορέσει το παιδί να ελέγχει την

συµπεριφορά του. Οι ψυχοθεραπευτικές τεχνικές χρησιµοποιούνται στην οικογένεια,

στο σχολείο ή στο ίδιο το παιδί και είναι ανάλογες µε την αντιµετώπιση των

διαταραχών διαγωγής.