elp30_grapti_ergasia_1_2013_14

3
ΕΛΠ 30/ ΓPAMMATA II NEOEΛΛHNIKH ΦIΛOΛOΓIA (19ος και 20ός αιώνας) Ακαδημαϊκό έτος 2013-2014 Θέμα πρώτης γραπτής εργασίας 1. Βασικό χαρακτηριστικό τόσο της επτανησιακής όσο και της φαναριώτικης ποίησης είναι η αξιοποίηση της φύσης για την έκφραση των ανθρώπινων καταστάσεων και συναισθημάτων. Να σχολιάσετε συγκριτικά τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώνεται το δίπολο Φύση-Θάνατος στα ποιήματα «Ο Καλογιάννος» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (επισυνάπτεται) και «Ο βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει» του Γεωργίου Ζαλοκώστα από το ΑΛΚ. (600 λέξεις) 2. Αναφερόμενος στην τελευταία γενιά των αθηναίων ρομαντικών ο Πάνος Μουλλάς γράφει: «Ουσιαστικά, το νέο στοιχείο δεν βρίσκεται ούτε στη γλώσσα ούτε στη στιχουργική τεχνική ούτε στη θεματογραφία . βρίσκεται στην ένταση της φωνής. Ό,τι ώς τώρα ήταν παράπονο μεταβάλλεται σε κραυγή διαμαρτυρίας . η μελαγχολία γίνεται κατάθλιψη, η παθητική αναμονή του θανάτου ενεργητική θανατοφιλία» (ΑΚΚ, σ. 91). Να συζητήσετε την παραπάνω παρατήρηση εξετάζοντας συγκριτικά τα ποιήματα «Η νοσταλγία» (1846) του Ιωάννη Καρασούτσα και «Ο φανός του κοιμητηρίου Αθηνών» (1867) του Δημητρίου Παπαρρηγόπουλου. (600 λέξεις) Ημερομηνία παράδοσης της εργασίας: Κυριακή, 24 Νοεμβρίου 2013 Καλή επιτυχία! ΟΔΗΓΙΕΣ 1. Όσον αφορά τη βιβλιογραφική τεκμηρίωση τηρήστε πιστά τις σχετικές οδηγίες που θα βρείτε στον σύνδεσμο http://study.eap.gr/mod/folder/view.php?id=2491 . (Θα συνδεθείτε με όνομα χρήστη και κωδικό πρόσβασης και θα κατεβάσετε το αρχείο «elp30_vivliografiki_tekmiriosi.doc») 2. Μη χρησιμοποιείτε πρόλογο και επίλογο, αλλά απαντήστε στα συγκεκριμένα ζητούμενα. 3. Αποφύγετε την παράφραση (=αναλυτική παράθεση του «νοήματος») των λογοτεχνικών κειμένων και επικεντρωθείτε στα ζητούμενα της εργασίας. 4. Αποφύγετε την παρουσίαση της ζωής και του έργου των λογοτεχνών και επικεντρωθείτε στα συγκεκριμένα κείμενα. 5. Ο σχολιασμός σας θα πρέπει πάντα να τεκμηριώνεται με αναφορές σε συγκεκριμένα αποσπάσματα ή στοιχεία των κειμένων.

description

elp30_grapti_ergasia_1_2013_14

Transcript of elp30_grapti_ergasia_1_2013_14

Page 1: elp30_grapti_ergasia_1_2013_14

ΕΛΠ 30 ΓPAMMATA II NEOEΛΛHNIKH ΦIΛOΛOΓIA (19ος και 20ός αιώνας)

Ακαδημαϊκό έτος 2013-2014

Θέμα πρώτης γραπτής εργασίας 1 Βασικό χαρακτηριστικό τόσο της επτανησιακής όσο και της φαναριώτικης ποίησης είναι η αξιοποίηση της φύσης για την έκφραση των ανθρώπινων καταστάσεων και συναισθημάτων Να σχολιάσετε συγκριτικά τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώνεται το δίπολο Φύση-Θάνατος στα ποιήματα laquoΟ Καλογιάννοςraquo του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (επισυνάπτεται) και laquoΟ βοριάς που τrsquo αρνάκια παγώνειraquo του Γεωργίου Ζαλοκώστα από το ΑΛΚ (600 λέξεις) 2 Αναφερόμενος στην τελευταία γενιά των αθηναίων ρομαντικών ο Πάνος Μουλλάς γράφει laquoΟυσιαστικά το νέο στοιχείο δεν βρίσκεται ούτε στη γλώσσα ούτε στη στιχουργική τεχνική ούτε στη θεματογραφία βρίσκεται στην ένταση της φωνής Ότι ώς τώρα ήταν παράπονο μεταβάλλεται σε κραυγή διαμαρτυρίας η μελαγχολία γίνεται κατάθλιψη η παθητική αναμονή του θανάτου ενεργητική θανατοφιλίαraquo (ΑΚΚ σ 91) Να συζητήσετε την παραπάνω παρατήρηση εξετάζοντας συγκριτικά τα ποιήματα laquoΗ νοσταλγίαraquo (1846) του Ιωάννη Καρασούτσα και laquoΟ φανός του κοιμητηρίου Αθηνώνraquo (1867) του Δημητρίου Παπαρρηγόπουλου (600 λέξεις)

Ημερομηνία παράδοσης της εργασίας Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Καλή επιτυχία

ΟΔΗΓΙΕΣ

1 Όσον αφορά τη βιβλιογραφική τεκμηρίωση τηρήστε πιστά τις σχετικές οδηγίες που

θα βρείτε στον σύνδεσμο httpstudyeapgrmodfolderviewphpid=2491 (Θα

συνδεθείτε με όνομα χρήστη και κωδικό πρόσβασης και θα κατεβάσετε το αρχείο laquoelp30_vivliografiki_tekmiriosidocraquo)

2 Μη χρησιμοποιείτε πρόλογο και επίλογο αλλά απαντήστε στα συγκεκριμένα

ζητούμενα

3 Αποφύγετε την παράφραση (=αναλυτική παράθεση του laquoνοήματοςraquo) των λογοτεχνικών

κειμένων και επικεντρωθείτε στα ζητούμενα της εργασίας

4 Αποφύγετε την παρουσίαση της ζωής και του έργου των λογοτεχνών και επικεντρωθείτε στα συγκεκριμένα κείμενα

5 Ο σχολιασμός σας θα πρέπει πάντα να τεκμηριώνεται με αναφορές σε συγκεκριμένα

αποσπάσματα ή στοιχεία των κειμένων

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης Ο Καλογιάννος

Ιωάννη Bαλαωρίτη τω γλυκυτάτω μου υιώ

Mη με ρωτάς πούθrsquo έρχομαι μη με ρωτάς πού τρέχω πατρίδα εγώ δεν έχω παρά του βάτου τrsquo άγριο τrsquo αγκαθερό κλαρί με δέρνει τrsquo ανεμόβροχο είμαι φτωχό πουλί Ο λόγκος το παλάτι μου και βιο μου είνrsquo η χαρά πετώ κορνιάζω ξέγνοιαστος όσο rsquoχω τα φτερά Λίγη δροσούλα τrsquo ουρανού τrsquo ακούραστο λαρύγγι μου το ξεφρύγει όταν διψώ και ζω μrsquo ένα μυρμήγκι

Ξυπνώ το γλυκοχάραμα του ήλιου την αχτίδα φορώ μαλαμοκέντητη βασιλική χλαμύδα κι αρχίζω το τραγούδι μου Στα σύγνεφrsquo ανεμίζει περήφανος σταυραϊτός τον κόσμο φοβερίζει κrsquo εγώ τον βλέπω και γελώ Δεν του φθονώ την τύχη ούτε με σκιάζει τrsquo άσπλαχνο το φοβερό του νύχι γιατί δεν καταδέχεται μrsquo εμένα να χορτάσει θεριό που προς τη δόξα του βρίσκει στενή την πλάση Tο κράζουν αυτοκράτορα του φόρεσαν κορόνα μας τό rsquoπλασαν δικέφαλο του γράφουν την εικόνα Στη μια τη φούχτα να κρατεί χρυσή τού δίνουν σφαίρα στην άλλη του γυμνό σπαθί κrsquo επήρε ο νους του αγέρα Το πρώτο του φθινόπωρου που φαίνεται λουλούδι είνrsquo η ξανθή μου κυκλαμιά Εγώ με το τραγούδι την ανακράζω από ψηλά κrsquo εκείνη στη φωνή μου γοργά προβαίνει ολόχαρη Πιστόν προξενητή μου το πρωτοβρόχι δέχεται στο φτωχικό κρεβάτι και δείχνεται στο φίλο της εντροπαλή δροσάτη Δεν σε ζηλεύω σταυραϊτέ Του πριναριού μου η μάζα αξίζει την κορόνα σου και τα χρυσά τσαπράζα Δεν ανεβαίνω σαν εσέ και σαν εσέ δεν πέφτω στην αρπαγή στο σκοτωμό κι άλλο ποτέ δεν κλέφτω παρά με το τραγούδι μου καμιά καρδιά καμένη Εσέ σε βάφουν αίματα εμέ η δροσιά με πλένει Ζω με τα φύλλα τα χλωρά με τrsquo άνθη θα πεθάνω κι αφήνω χωρίς κλάματα τον κόσμο αυτόν τον πλάνο Μια μόνη αγιάτρευτη πληγή έχω βαθιά κρυμμένη στην άκακή μου την καρδιά και κάποτε πικραίνει διαβάτη αυτή μου τη χαρά Είχrsquo αγαπήσει μια φορά στο πρώτο το ταξίδι μου μια καλογιαννοπούλα γκόλφι του λόγκου ατίμητο και σαν εμέ φτωχούλα Σrsquo ένα κλαρί παράμερο μακρά από κάθε μάτι εγώ κrsquo εκείνη εστήσαμε το νυφικό κρεβάτι και με τραγούδια αδιάκοπα και με τον έρωτά μας κρυφά κρυφά αναθρέφαμε διαβάτη τα παιδιά μας

Μια νύχτα που την έσφιγγα γλυκά με τα φτερά μου κrsquo ένιωθα μου λαχτάριζε στη φλογερή αγκαλιά μου ακούω που τρέμει το κλαρί και βλέπω έναν αστρίτη που κοίταζε να καταπιεί το φτωχικό μας σπίτι Tα μάτια που μου κάρφωσε στην όψη το θερίο η γλώσσα του η διχαλωτή το χνότο του το κρύο διαβάτη μrsquo εμαρμάρωσαν εσβήστηκα δεν είδα τη φοβερή μας τη σφαγή Στην πρώτην την αχτίδα του ήλιου που μrsquo επύρωσε ξυπνώ στη γη ριμμένο Mου λείπαν όλα τα παιδιά βαρύ κουλουριασμένο το σερπετό εκοιμότουνε μες στη φωλιά χορτάτο κrsquo η μάνα ετοιμοθάνατη που σπάραζε στο βάτο είχε τη σάρκα ολάνοιχτη Ορμώ την αγκαλιάζω του κάκου σκούζω δέρνομαι του κάκου τηνε κράζω Krsquo εκεί που της εμάλαζα τα ξεσχισμένα στήθη διαβάτη μου το αίμα της στην τραχηλιά μου εχύθη

Κι από τα τότε μόμεινε μες στην καρδιά η πικράδα και στο λαιμό παντοτινά γραμμένη η κοκκινάδα Αλλά δε θέλω κλάματα μακρά από μένα ο πόνος Βασιλικό παλάτι μου είναι τrsquo αράμνου ο κλώνος και βιο μου είνrsquo η χαρά Θέλω να ζήσω ξέγνοιαστος όσο rsquoχω τα φτερά

Page 2: elp30_grapti_ergasia_1_2013_14

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης Ο Καλογιάννος

Ιωάννη Bαλαωρίτη τω γλυκυτάτω μου υιώ

Mη με ρωτάς πούθrsquo έρχομαι μη με ρωτάς πού τρέχω πατρίδα εγώ δεν έχω παρά του βάτου τrsquo άγριο τrsquo αγκαθερό κλαρί με δέρνει τrsquo ανεμόβροχο είμαι φτωχό πουλί Ο λόγκος το παλάτι μου και βιο μου είνrsquo η χαρά πετώ κορνιάζω ξέγνοιαστος όσο rsquoχω τα φτερά Λίγη δροσούλα τrsquo ουρανού τrsquo ακούραστο λαρύγγι μου το ξεφρύγει όταν διψώ και ζω μrsquo ένα μυρμήγκι

Ξυπνώ το γλυκοχάραμα του ήλιου την αχτίδα φορώ μαλαμοκέντητη βασιλική χλαμύδα κι αρχίζω το τραγούδι μου Στα σύγνεφrsquo ανεμίζει περήφανος σταυραϊτός τον κόσμο φοβερίζει κrsquo εγώ τον βλέπω και γελώ Δεν του φθονώ την τύχη ούτε με σκιάζει τrsquo άσπλαχνο το φοβερό του νύχι γιατί δεν καταδέχεται μrsquo εμένα να χορτάσει θεριό που προς τη δόξα του βρίσκει στενή την πλάση Tο κράζουν αυτοκράτορα του φόρεσαν κορόνα μας τό rsquoπλασαν δικέφαλο του γράφουν την εικόνα Στη μια τη φούχτα να κρατεί χρυσή τού δίνουν σφαίρα στην άλλη του γυμνό σπαθί κrsquo επήρε ο νους του αγέρα Το πρώτο του φθινόπωρου που φαίνεται λουλούδι είνrsquo η ξανθή μου κυκλαμιά Εγώ με το τραγούδι την ανακράζω από ψηλά κrsquo εκείνη στη φωνή μου γοργά προβαίνει ολόχαρη Πιστόν προξενητή μου το πρωτοβρόχι δέχεται στο φτωχικό κρεβάτι και δείχνεται στο φίλο της εντροπαλή δροσάτη Δεν σε ζηλεύω σταυραϊτέ Του πριναριού μου η μάζα αξίζει την κορόνα σου και τα χρυσά τσαπράζα Δεν ανεβαίνω σαν εσέ και σαν εσέ δεν πέφτω στην αρπαγή στο σκοτωμό κι άλλο ποτέ δεν κλέφτω παρά με το τραγούδι μου καμιά καρδιά καμένη Εσέ σε βάφουν αίματα εμέ η δροσιά με πλένει Ζω με τα φύλλα τα χλωρά με τrsquo άνθη θα πεθάνω κι αφήνω χωρίς κλάματα τον κόσμο αυτόν τον πλάνο Μια μόνη αγιάτρευτη πληγή έχω βαθιά κρυμμένη στην άκακή μου την καρδιά και κάποτε πικραίνει διαβάτη αυτή μου τη χαρά Είχrsquo αγαπήσει μια φορά στο πρώτο το ταξίδι μου μια καλογιαννοπούλα γκόλφι του λόγκου ατίμητο και σαν εμέ φτωχούλα Σrsquo ένα κλαρί παράμερο μακρά από κάθε μάτι εγώ κrsquo εκείνη εστήσαμε το νυφικό κρεβάτι και με τραγούδια αδιάκοπα και με τον έρωτά μας κρυφά κρυφά αναθρέφαμε διαβάτη τα παιδιά μας

Μια νύχτα που την έσφιγγα γλυκά με τα φτερά μου κrsquo ένιωθα μου λαχτάριζε στη φλογερή αγκαλιά μου ακούω που τρέμει το κλαρί και βλέπω έναν αστρίτη που κοίταζε να καταπιεί το φτωχικό μας σπίτι Tα μάτια που μου κάρφωσε στην όψη το θερίο η γλώσσα του η διχαλωτή το χνότο του το κρύο διαβάτη μrsquo εμαρμάρωσαν εσβήστηκα δεν είδα τη φοβερή μας τη σφαγή Στην πρώτην την αχτίδα του ήλιου που μrsquo επύρωσε ξυπνώ στη γη ριμμένο Mου λείπαν όλα τα παιδιά βαρύ κουλουριασμένο το σερπετό εκοιμότουνε μες στη φωλιά χορτάτο κrsquo η μάνα ετοιμοθάνατη που σπάραζε στο βάτο είχε τη σάρκα ολάνοιχτη Ορμώ την αγκαλιάζω του κάκου σκούζω δέρνομαι του κάκου τηνε κράζω Krsquo εκεί που της εμάλαζα τα ξεσχισμένα στήθη διαβάτη μου το αίμα της στην τραχηλιά μου εχύθη

Κι από τα τότε μόμεινε μες στην καρδιά η πικράδα και στο λαιμό παντοτινά γραμμένη η κοκκινάδα Αλλά δε θέλω κλάματα μακρά από μένα ο πόνος Βασιλικό παλάτι μου είναι τrsquo αράμνου ο κλώνος και βιο μου είνrsquo η χαρά Θέλω να ζήσω ξέγνοιαστος όσο rsquoχω τα φτερά

Page 3: elp30_grapti_ergasia_1_2013_14

Μια νύχτα που την έσφιγγα γλυκά με τα φτερά μου κrsquo ένιωθα μου λαχτάριζε στη φλογερή αγκαλιά μου ακούω που τρέμει το κλαρί και βλέπω έναν αστρίτη που κοίταζε να καταπιεί το φτωχικό μας σπίτι Tα μάτια που μου κάρφωσε στην όψη το θερίο η γλώσσα του η διχαλωτή το χνότο του το κρύο διαβάτη μrsquo εμαρμάρωσαν εσβήστηκα δεν είδα τη φοβερή μας τη σφαγή Στην πρώτην την αχτίδα του ήλιου που μrsquo επύρωσε ξυπνώ στη γη ριμμένο Mου λείπαν όλα τα παιδιά βαρύ κουλουριασμένο το σερπετό εκοιμότουνε μες στη φωλιά χορτάτο κrsquo η μάνα ετοιμοθάνατη που σπάραζε στο βάτο είχε τη σάρκα ολάνοιχτη Ορμώ την αγκαλιάζω του κάκου σκούζω δέρνομαι του κάκου τηνε κράζω Krsquo εκεί που της εμάλαζα τα ξεσχισμένα στήθη διαβάτη μου το αίμα της στην τραχηλιά μου εχύθη

Κι από τα τότε μόμεινε μες στην καρδιά η πικράδα και στο λαιμό παντοτινά γραμμένη η κοκκινάδα Αλλά δε θέλω κλάματα μακρά από μένα ο πόνος Βασιλικό παλάτι μου είναι τrsquo αράμνου ο κλώνος και βιο μου είνrsquo η χαρά Θέλω να ζήσω ξέγνοιαστος όσο rsquoχω τα φτερά