1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ....

14
1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσωπικές αντωνυμίες Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός α΄ πρόσ. β΄ πρόσ. γ΄ πρόσ. α΄ πρόσ. β΄ πρόσ. γ΄ πρόσ. ονομ. ἐγὼ σὺ - ἡμεῖς ὑμεῖς (σφεῖς) γεν. ἐμοῦ, μου σοῦ, σου (οὗ) ἡμῶν ὑμῶν (σφῶν) δοτ. ἐμοί, μοι σοί, σοι οἷ, οἱ ἡμῖν ὑμῖν σφίσι (ν) αιτιατ. ἐμέ, με σέ, σε () ἡμᾶς ὑμᾶς (σφᾶς) Δυϊκός αριθμός: α΄ προσώπου ονομ., αιτιατ.: νὼ - γεν., δοτ.: νῷν β΄ προσώπου ονομ., αιτιατ.: σφὼ - γεν. δοτ.: σφῷν Σημείωση: Από τους τύπους της προσωπικής αντωνυμίας του γ΄ προσώπου εύχρηστοι είναι κυρίως οι τύποι οἷ, οἱ και σφίσι (ν). Στη θέση της ονομαστικής ενικού που λείπει γίνεται χρήση των δεικτικών αντωνυμιών ὅδε, οὗτος, ἐκεῖνος, και αντί των πλάγιων πτώσεων (γενική, δοτική, αιτιατ.) αυτής συνήθως χρησιμοποιούνται οι πλάγιες πτώσεις της οριστικής αντωνυμίας (αὐτός). Όταν για έμφαση προστίθεται στους τύπους των προσωπικών αντωνυμιών το (εγκλιτικό) μόριο γέ, τότε οι τύποι του ενικού της προσωπικής αντωνυμίας του α΄ προσώπου τονίζονται ως εξής: ἔγωγε, ἐμοῦγε, ἔμοιγε, ἐμέγε. 2. Δεικτικές αντωνυμίες 1. ὅδε, ἥδε, τόδε (= αυτός εδώ, αυτός δα, ο εξής) Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ονομ. ὅδε ἥδε τόδε οἵδε αἵδε τάδε γεν. τοῦδε τῆσδε τοῦδε τῶνδε τῶνδε τῶνδε δοτ. τῷδε τῇδε τῷδε τοῖσδε ταῖσδε τοῖσδε αιτιατ. τόνδε τήνδε τόδε τούσδε τάσδε τάδε Σημείωση: Η ὅδε, ἥδε, τόδε κλίνεται όπως ακριβώς το άρθρο (, ἡ, τὸ - οἱ, αἱ, τὰ) με το εγκλιτικό δὲ ύστερα από αυτό: τοῦδε, τῆσδε, τοῦδε κτλ. 2. οὗτος, αὕτη, τοῦτο (= αυτός) Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ονομ. οὗτος αὕτη τοῦτο οὗτοι αὗται ταῦτα γεν. τούτου ταύτης τούτου τούτων τούτων τούτων δοτ. τούτῳ ταύτῃ τούτῳ τούτοις ταύταις τούτοις αιτ. τοῦτον ταύτην τοῦτο τούτους ταύτας ταῦτα κλητ. (ὦ) οὗτος (ὦ) αὕτη - - - - ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ Δ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ

Transcript of 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ....

Page 1: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

1

Δημ. Πασχαλίδης

ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ

1. Προσωπικές αντωνυμίες

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός α΄ πρόσ. β΄ πρόσ. γ΄ πρόσ. α΄ πρόσ. β΄ πρόσ. γ΄ πρόσ.

ονομ. ἐγὼ σὺ - ἡμεῖς ὑμεῖς (σφεῖς) γεν. ἐμοῦ, μου σοῦ, σου (οὗ) ἡμῶν ὑμῶν (σφῶν) δοτ. ἐμοί, μοι σοί, σοι οἷ, οἱ ἡμῖν ὑμῖν σφίσι (ν) αιτιατ. ἐμέ, με σέ, σε (ἕ) ἡμᾶς ὑμᾶς (σφᾶς)

Δυϊκός αριθμός: α΄ προσώπου ονομ., αιτιατ.: νὼ - γεν., δοτ.: νῷν

β΄ προσώπου ονομ., αιτιατ.: σφὼ - γεν. δοτ.: σφῷν

Σημείωση:

Από τους τύπους της προσωπικής αντωνυμίας του γ΄ προσώπου εύχρηστοι είναι κυρίως οι

τύποι οἷ, οἱ και σφίσι (ν).

Στη θέση της ονομαστικής ενικού που λείπει γίνεται χρήση των δεικτικών αντωνυμιών ὅδε,

οὗτος, ἐκεῖνος, και αντί των πλάγιων πτώσεων (γενική, δοτική, αιτιατ.) αυτής συνήθως

χρησιμοποιούνται οι πλάγιες πτώσεις της οριστικής αντωνυμίας (αὐτός).

Όταν για έμφαση προστίθεται στους τύπους των προσωπικών αντωνυμιών το (εγκλιτικό)

μόριο γέ, τότε οι τύποι του ενικού της προσωπικής αντωνυμίας του α΄ προσώπου τονίζονται

ως εξής: ἔγωγε, ἐμοῦγε, ἔμοιγε, ἐμέγε.

2. Δεικτικές αντωνυμίες

1. ὅδε, ἥδε, τόδε (= αυτός εδώ, αυτός δα, ο εξής)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ονομ. ὅδε ἥδε τόδε οἵδε αἵδε τάδε γεν. τοῦδε τῆσδε τοῦδε τῶνδε τῶνδε τῶνδε δοτ. τῷδε τῇδε τῷδε τοῖσδε ταῖσδε τοῖσδε αιτιατ. τόνδε τήνδε τόδε τούσδε τάσδε τάδε

Σημείωση: Η ὅδε, ἥδε, τόδε κλίνεται όπως ακριβώς το άρθρο (ὁ, ἡ, τὸ - οἱ, αἱ, τὰ) με

το εγκλιτικό δὲ ύστερα από αυτό: τοῦδε, τῆσδε, τοῦδε κτλ.

2. οὗτος, αὕτη, τοῦτο (= αυτός)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ονομ. οὗτος αὕτη τοῦτο οὗτοι αὗται ταῦτα γεν. τούτου ταύτης τούτου τούτων τούτων τούτων δοτ. τούτῳ ταύτῃ τούτῳ τούτοις ταύταις τούτοις αιτ. τοῦτον ταύτην τοῦτο τούτους ταύτας ταῦτα κλητ. (ὦ) οὗτος (ὦ) αὕτη - - - -

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ

Δ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ

Page 2: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

2

Σημείωση:

1. Εκτός από τις κλητικές ὦ οὗτος και ὦ αὕτη δεν υπάρχει άλλη κλητική αντωνυμίας.

2. Πολλές φορές η δεικτική σημασία των δεικτικών αντωνυμιών επιτείνεται με την προσθήκη

στο τέλος αυτών του δεικτικού –ί: οὑτοσὶ (= οὗτος-ὶ), τουτουὶ κτλ., αὑτηί, ταυτησὶ κτλ. (=

αυτός εδώ, ετούτο δα, αυτό δα). Σ’αυτή την περίπτωση ο τόνος πέφτει πάντοτε στο δεικτικό -

ὶ (το οποίο είναι μακρόχρονο). Αν όμως πριν από αυτό υπάρχει βραχύ φωνήεν, αυτό

αποβάλλεται: ὁδὶ (= ὅδε-ί), τουτὶ (= τοῦτο-ὶ), ταυτὶ (= ταῦτα-ὶ). Το δεικτικό –ι το παίρνουν και

δεικτικά επιρρήματα, όπως ὡδί (= ὧδε-ί), οὑτωσὶ (οὕτως-ὶ > έτσι δα).

3. ἐκεῖνος, ἐκείνη, ἐκεῖνο ( = εκείνος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ονομ. ἐκεῖνος ἐκείνη ἐκεῖνο ἐκεῖνοι ἐκεῖναι ἐκεῖνα

γεν. ἐκείνου ἐκείνης ἐκείνου ἐκείνων ἐκείνων ἐκείνων

δοτ. ἐκείνῳ ἐκείνῃ ἐκείνῳ ἐκείνοις ἐκείναις ἐκείνοις

αιτ. ἐκεῖνον ἐκείνην ἐκεῖνο ἐκείνους ἐκείνας ἐκεῖνα

Σημείωση: Η αντωνυμία ἐκεῖνος, ἐκείνη, ἐκεῖνο κλίνεται όπως τα δευτερόκλιτα

τρικατάληκτα επίθετα (π.χ. καλὸς) αλλά χωρίς ν στην ονομαστική και αιτιατική ουδετέρου

ενικού αριθμού (ἐκεῖνο).

4. τοιοῦτος, τοιαύτη, τοιοῦτο ( = τέτοιος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ονομ. τοιοῦτος τοιαύτη τοιοῦτο(ν) τοιοῦτοι τοιαῦται τοιαῦτα γεν. τοιούτου τοιαύτης τοιούτου τοιούτων τοιούτων τοιούτων δοτ. τοιούτῳ τοιαύτῃ τοιούτῳ τοιούτοις τοιαύταις τοιούτοις αιτιατ. τοιοῦτον τοιαύτην τοιοῦτο(ν) τοιούτους τοιαύτας τοιαῦτα

Σημείωση: Οι αντωνυμίες τοιοῦτος, τοσοῦτος και τηλικοῦτος (σύνθετες από τις

αρχαιότερες αντωνυμίες τοῖος, τόσος, τηλίκος και της οὗτος) κλίνονται όμοια με την

αντωνυμία οὗτος, αὕτη, τοῦτο.

5. τοιόσδε, τοιάδε, τοιόνδε (= τέτοιος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός ον. τοιόσδε τοιάδε τοιόνδε τοιοίδε τοιαίδε τοιάδε γεν. τοιοῦδε τοιᾶσδε τοιοῦδε τοιῶνδε τοιῶνδε τοιῶνδε δοτ. τοιῷδε τοιᾷδε τοιῷδε τοιοῖσδε τοιαῖσδε τοιοῖσδε αιτ. τοιόνδε τοιάνδε τοιόνδε τοιούσδε τοιάσδε τοιάδε

Σημείωση:

Οι αντωνυμίες τοιόσδε, τοιάδε, τοιόνδε – τοσόσδε, τοσήδε, τοσόνδε και τηλικόσδε,

τηλικήδε, τηλικόνδε κλίνονται μόνο στο πρώτο μέρος αυτών (τοῖος, τοία, τοῖον – τόσος,

τόση, τόσον – τηλίκος, τηλίκη, τηλίκον) με το εγκλιτικό δὲ στο τέλος: τοσοῦδε, τοσῆσδε,

τοσοῦδε … // τηλικοῦδε, τηλικῆσδε, τηλικοῦδε …κτλ.

Page 3: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

3

6. τοσόσδε, τοσήδε, τοσόνδε ( = τόσος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. τοσόσδε τοσήδε τοσόνδε τοσοίδε τοσαίδε τοσάδε

γεν. τοσοῦδε τοσῆσδε τοσοῦδε τοσῶνδε τοσῶνδε τοσῶνδε

δοτ. τοσῷδε τοσῇδε τοσῷδε τοσοῖσδε τοσαῖσδε τοσοῖσδε

αιτ. τοσόνδε τοσήνδε τοσόνδε τοσούσδε τοσάσδε τοσάδε

Σημείωση: δες αντωνυμία τοιόσδε.

7. τοσοῦτος, τοσαύτη, τοσοῦτο(ν) ( = τόσος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. τοσοῦτος τοσαύτη τοσοῦτο(ν) τοσοῦτοι τοσαῦται τοσαῦτα

γεν. τοσούτου τοσαύτης τοσούτου τοσούτων τοσούτων τοσούτων

δοτ. τοσούτῳ τοσαύτῃ τοσούτῳ τοσούτοις τοσαύταις τοσούτοις

αιτ. τοσοῦτον τοσαύτην τοσοῦτο(ν) τοσούτους τοσαύτας τοσαῦτα

Σημείωση: δες αντωνυμία τοιοῦτος.

8. τηλικόσδε, τηλικήδε, τηλικόνδε ( = τόσο μεγάλος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. τηλικόσδε τηλικήδε τηλικόνδε τηλικοίδε τηλικαίδε τηλικάδε

γεν. τηλικοῦδε τηλικῆσδε τηλικοῦδε τηλικῶνδε τηλικῶνδε τηλικῶνδε

δοτ. τηλικῷδε τηλικῇδε τηλικῷδε τηλικοῖσδε τηλικαῖσδε τηλικοῖσδε

αιτ. τηλικόνδε τηλικήνδε τηλικόνδε τηλικούσδε τηλικάσδε τηλικάδε

Σημείωση: δες αντωνυμία τοιόσδε.

9. τηλικοῦτος, τηλικαύτη, τηλικοῦτο(ν) (= τόσο μεγάλος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. τηλικοῦτος τηλικαύτη τηλικοῦτο(ν) τηλικοῦτοι τηλικαῦται τηλικαῦτα

γεν. τηλικούτου τηλικαύτης τηλικούτου τηλικούτων τηλικούτων τηλικούτων

δοτ. τηλικούτῳ τηλικαύτῃ τηλικούτῳ τηλικούτοις τηλικαύταις τηλικούτοις

αιτ. τηλικοῦτον τηλικαύτην τηλικοῦτο(ν) τηλικούτους τηλικαύτας τηλικαῦτα

Σημείωση: δες αντωνυμία τοιοῦτος.

Page 4: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

4

3. Οριστική ή επαναληπτική αντωνυμία

αὐτός, αὐτή, αὐτὸ

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. αὐτὸς αὐτὴ αὐτὸ αὐτοὶ αὐταὶ αὐτὰ

γεν. αὐτοῦ αὐτῆς αὐτοῦ αὐτῶν αὐτῶν αὐτῶν

δοτ. αὐτῷ αὐτῇ αὐτῷ αὐτοῖς αὐταῖς αὐτοῖς

αιτ. αὐτὸν αὐτὴν αὐτὸ αὐτοὺς αὐτὰς αὐτὰ

Σημείωση: Πώς διακρίνουμε την οριστική από την επαναληπτική αντωνυμία αὐτός:

Παραδείγματα:

α. αὐτός: οριστική αντωνυμία (όταν «ορίζει» κάτι, το διαστέλλει, το ξεχωρίζει από άλλα

ομοειδή). Π.χ. Κῦρος ἀποκτεῖναι λέγεται αὐτὸς Ἀρταγέρσην

[= λέγεται πως ο Κύρος σκότωσε μόνος του (αυτός ο ίδιος και όχι κάποιος άλλος από τους

ακολούθους του, αυτοπροσώπως) τον Αρταγέρση].

β. αὐτός: επαναληπτική αντωνυμία (μόνο στις πλάγιες πτώσεις, επαναλαμβάνει κάτι για

το οποίο έγινε λόγος προηγουμένως). Π.χ. Κλεάρχῳ συγγενόμενος ὁ Κῦρος ἠγάσθη τε αὐτὸν

καὶ δίδωσιν αὐτῷ μυρίους δαρεικούς (αὐτὸν - αὐτῷ > Κλεάρχῳ).

[= ο Κύρος, όταν βρέθηκε μαζί με τον Κλέαρχο, τον εκτίμησε πολύ και του έδωσε δέκα

χιλιάδες δαρεικούς].

Η αντωνυμία αὐτὸς κλίνεται όπως η αντωνυμία ἐκεῖνος (σαν τρικατάληκτο επίθετο της

β΄ κλίσης σε –ος, -η, ον, π.χ. σοφός, σοφή, σοφόν, αλλά χωρίς το τελικό –ν στο ουδέτερο του

ενικού).

Η αντωνυμία αὐτὸς, όταν εκφέρεται μαζί με το άρθρο, σημαίνει ταυτότητα (ὁ αὐτὸς = ο

ίδιος, όχι διαφορετικός): ᾢκουν οἱ αὐτοὶ ἀεὶ (= κατοικούσαν πάντοτε οι ίδιοι).

Η αντωνυμία αὐτὸς, όταν παθαίνει κράση με το άρθρο, τότε η ονομαστική και αιτιατική

του ουδετέρου στον ενικό αριθμό σχηματίζεται όχι μόνο με την κατάληξη – ο αλλά και με

την κατάληξη – ον: (τὸ αὐτὸ > ταὐτὸ και ταὐτὸν.

4. Κτητικές αντωνυμίες

Α΄ Για έναν κτήτορα

α΄ πρόσωπο: ἐμός, ἐμὴ, ἐμὸν (= δικός μου, δική μου, δικό μου)

β΄ πρόσωπο: σός, σή, σὸν (= δικός σου, δική σου, δικό σου)

γ΄ πρόσωπο: ἑός, ἑή, ἑὸν (= δικός του, δική του, δικό του)

Β΄ Για πολλούς κτήτορες

α΄ πρόσωπο: ἡμέτερος, ἡμετέρα, ἡμέτερον (= δικός μας, δική μας, δικό μας)

β΄ πρόσωπο: ὑμέτερος, ὑμετέρα, ὑμέτερον (= δικός σας, δική σας, δικό σας)

γ΄ πρόσωπο: σφέτερος, σφετέρα, σφέτερον (= δικός τους, δική τους, δικό τους)

Α΄ Για ένα κτήτορα

Ενικός αριθμός

α΄ πρόσωπο β΄ πρόσωπο γ΄ πρόσωπο

ον. ἐμὸς ἐμὴ ἐμὸν σὸς σὴ σὸν ἑὸς ἑὴ ἑὸν

γεν. ἐμοῦ ἐμῆς ἐμοῦ σοῦ σῆς σοῦ ἑοῦ ἑῆς ἑοῦ

δοτ. ἐμῷ ἐμῇ ἐμῷ σῷ σῇ σῷ ἑῷ ἑῇ ἑῷ

αιτ. ἐμὸν ἐμὴν ἐμὸν σὸν σὴν σὸν ἑὸν ἑὴν ἑὸν

Page 5: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

5

Πληθυντικός αριθμός

α΄ πρόσωπο β΄ πρόσωπο γ΄ πρόσωπο

ον. ἐμοὶ ἐμαὶ ἐμὰ σοὶ σαὶ σὰ ἑοὶ ἑαὶ ἑὰ

γεν. ἐμῶν ἐμῶν ἐμῶν σῶν σῶν σῶν ἑῶν ἑῶν ἑῶν

δοτ. ἐμοῖς ἐμαῖς ἐμοῖς σοῖς σαῖς σοῖς ἑοῖς ἑαῖς ἑοῖς

αιτ. ἐμοὺς ἐμὰς ἐμὰ σοὺς σὰς σὰ ἑοὺς ἑὰς ἐὰ

Β΄ Για πολλούς κτήτορες

Ενικός αριθμός

α΄ πρόσωπο β΄ πρόσωπο

ονομ. ἡμέτερος ἡμετέρα ἡμέτερον ὑμέτερος ὑμετέρα ὑμέτερον γεν. ἡμετέρου ἡμετέρας ἡμετέρου ὑμετέρου ὑμετέρας ὑμετέρου δοτ. ἡμετέρῳ ἡμετέρᾳ ἡμετέρῳ ὑμετέρῳ ὑμετέρᾳ ὑμετέρῳ αιτιατ. ἡμέτερον ἡμετέραν ἡμέτερον ὑμέτερον ὑμετέραν ὑμέτερον

Πληθυντικός αριθμός

α΄ πρόσωπο β΄ πρόσωπο

ονομ. ἡμέτεροι ἡμέτεραι ἡμέτερα ὑμέτεροι ὑμέτεραι ἡμέτερα γεν. ἡμετέρων ἡμετέρων ἡμετέρων ὑμετέρων ὑμετέρων ἡμετέρων δοτ. ἡμετέροις ἡμετέραις ἡμετέροις ὑμετέροις ὑμετέραις ἡμετέροις αιτιατ. ἡμετέρους ἡμετέρας ἡμέτερα ὑμετέρους ὑμετέρας ἡμέτερα

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

γ΄ πρόσωπο

ονομ. σφέτερος σφετέρα σφέτερον σφέτεροι σφέτεραι σφέτερα γεν. σφετέρου σφετέρας σφετέρου σφετέρων σφετέρων σφετέρων δοτ. σφετέρῳ σφετέρᾳ σφετέρῳ σφετέροις σφετέραις σφετέραις αιτιατ. σφέτερον σφετέραν σφέτερον σφετέρους σφετέρας σφέτερα

Σημείωση:

Οι κτητικές αντωνυμίες κλίνονται σαν τα τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης σε –ος, -

η, -ον και –ος, -α, -ον: ἐμός, ἐμή, ἐμὸν (όπως σοφός, σοφή, σοφὸν) - ἡμέτερος, ἡμετέρα,

ἡμέτερον (όπως δίκαιος, δικαία, δίκαιον).

Η κτητική αντωνυμία του γ΄ προσώπου ἑός, ἑή, ἑὸν (για ένα κτήτορα) δεν είναι καθόλου

εύχρηστη στους πεζούς Αττικούς συγγραφείς, ενώ η σφέτερος, σφετέρα, σφέτερον (για

πολλούς κτήτορες) χρησιμοποιείται σπάνια και στη θέση της χρησιμοποιείται η γενική των

δεικτικών αντωνυμιών ή της οριστικής ή αυτοπαθούς αντωνυμίας: ὁ τούτου πατὴρ ή ὁ πατὴρ

αὐτοῦ (ἀντί: ὁ ἑὸς πατήρ) και τοὺς ἐκείνων φίλους ή τοὺς ἑαυτῶν φίλους (αντί: τοὺς σφετέρους

φίλους).

Page 6: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

6

5. Αυτοπαθητικές αντωνυμίες

ἐμαυτοῦ, σεαυτοῦ, ἑαυτοῦ

Ενικός αριθμός

α΄ προσώπου β΄ προσώπου

αρσενικό θηλυκό αρσενικό θηλυκό

γεν. ἐμαυτοῦ ἐμαυτῆς σεαυτοῦ σεαυτῆς δοτ. ἐμαυτῷ ἐμαυτῇ σεαυτῷ σεαυτῇ αιτ. ἐμαυτὸν ἐμαυτὴν σεαυτὸν σεαυτὴν

Πληθυντικός αριθμός

α΄ προσώπου β΄ προσώπου

αρσενικό θηλυκό αρσενικό θηλυκό

γεν. ἡμῶν αὐτῶν ἡμῶν αὐτῶν ὑμῶν αὐτῶν ὑμῶν αὐτῶν δοτ. ἡμῖν αὐτοῖς ἡμῖν αὐταῖς ὑμῖν αὐτοῖς ὑμῖν αὐταῖς αιτ. ἡμᾶς αὐτοὺς ἡμᾶς αὐτὰς ὑμᾶς αὐτοὺς ὑμᾶς αὐτὰς

γ΄ προσώπου

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο

γεν. ἑαυτοῦ ἑαυτῆς - ἑαυτῶν ή σφῶν αὐτῶν ἑαυτῶν ή σφῶν αὐτῶν -

δοτ. ἑαυτῷ ἑαυτῇ - ἑαυτοῖς ή σφίσιν αὐτοῖς ἑαυταῖς ή σφίσιν αὐταῖς -

αιτ. ἑαυτὸν ἑαυτὴν ἑαυτὸ ἑαυτοὺς ή σφᾶς αὐτοὺς ἑαυτὰς ή σφᾶς αὐτὰς ἑαυτὰ

Σημείωση: 1. Οι αυτοπαθητικές αντωνυμίες απαντώνται μόνο στις πλάγιες πτώσεις (γεν., δοτ., αιτιατ.).

2. Οι τύποι σεαυτοῦ, σεαυτῆς κτλ., ἑαυτοῦ, ἑαυτῆς κτλ. βρίσκονται και συνηρημένοι:

σαυτοῦ, σαυτῆς, σαυτῷ κτλ. αὑτοῦ, αὑτῆς, αὑτῷ, αὑτῇ κτλ.

3. Οι αυτοπαθητικές αντωνυμίες προήλθαν από συνεκφορά των πλάγιων πτώσεων των

προσωπικών αντωνυμιών με τις πλάγιες πτώσεις της οριστικής αντωνυμίας αὐτὸς (ἐμὲ - αὐτὸν

= ἐμαυτὸν, σὲ -αὐτὸν = σεαυτὸν κτλ.). Αυτό φαίνεται καθαρά και στον πληθυντικό αριθμό

(ἡμῶν αὐτῶν, ὑμῶν αὐτῶν κτλ.).

6. Αλληλοπαθητική αντωνυμία

ἀλλήλων

Δυϊκός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

(και για τα τρία γένη) Αρσενικό Θηλυκό Ουδέτερο

γεν. ἀλλήλοιν ἀλλήλων ἀλλήλων ἀλλήλων

δοτ. ἀλλήλοιν ἀλλήλοις ἀλλήλαις ἀλλήλοις

αιτ. ἀλλήλω ἀλλήλους ἀλλήλας ἄλληλα

Σημείωση:

Η αλληλοπαθής αντωνυμία δε συνηθίζεται στην ονομαστική και απαντάται μόνο στις

πλάγιες πτώσεις.

Προήλθε από συνεκφορά τύπων της αόριστης αντωνυμίας ἄλλος, όπως: ἄλλοι - ἄλλους >

ἀλλήλους, ἄλλαι - ἄλλας > ἀλλήλας κτλ.

Page 7: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

7

7. Ερωτηματικές αντωνυμίες

1.τίς, τίς, τί (= ποιος;)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

Αρσ. και Θηλ. Ουδ. Αρσ. και Θηλ. Ουδ.

ον. τίς τί τίνες τίνα

γεν. τίνος ή τοῦ τίνος ή τοῦ τίνων τίνων

δοτ. τίνι ή τῷ τίνι ή τῷ τίσι(ν) τίσι(ν)

αιτ. τίνα τί τίνας τίνα

2. πότερος, ποτέρα, πότερον (= ποιος από τους δύο;)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. πότερος ποτέρα πότερον πότεροι πότεραι πότερα

γεν. ποτέρου ποτέρας ποτέρου ποτέρων ποτέρων ποτέρων

δοτ. ποτέρῳ ποτέρᾳ ποτέρῳ ποτέροις ποτέραις ποτέροις

αιτ. πότερον ποτέραν πότερον ποτέρους ποτέρας πότερα

3. πόσος, πόση, πόσον

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. πόσος πόση πόσον πόσοι πόσαι πόσα

γεν. πόσου πόσης πόσου πόσων πόσων πόσων

δοτ. πόσῳ πόσῃ πόσῳ πόσοις πόσαις πόσοις

αιτ. πόσον πόσην πόσον πόσους πόσας πόσα

4. ποῖος, ποία, ποῖον (τι λογής;)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. ποῖος ποία ποῖον ποῖοι ποῖαι ποῖα

γεν. ποίου ποίας ποίου ποίων ποίων ποίων

δοτ. ποίῳ ποίᾳ ποίῳ ποίοις ποίαις ποίοις

αιτ. ποῖον ποίαν ποῖον ποίους ποίας ποῖα

5. πηλίκος, πηλίκη, πηλίκον (πόσο μεγάλος; ή: ποιας ηλικίας;)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. πηλίκος πηλίκη πηλίκον πηλίκοι πηλίκαι πηλίκα

γεν. πηλίκου πηλίκης πηλίκου πηλίκων πηλίκων πηλίκων

δοτ. πηλίκῳ πηλίκῃ πηλίκῳ πηλίκοις πηλίκαις πηλίκοις

αιτ. πηλίκον πηλίκην πηλίκον πηλίκους πηλίκας πηλίκα

6. ποδαπός, ποδαπή, ποδαπὸν (= από ποιον τόπο;)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. ποδαπὸς ποδαπὴ ποδαπὸν ποδαποὶ ποδαπαὶ ποδαπὰ

γεν. ποδαποῦ ποδαπῆς ποδαποῦ ποδαπῶν ποδαπῶν ποδαπῶν

δοτ. ποδαπῷ ποδαπῇ ποδαπῷ ποδαποῖς ποδαπαῖς ποδαποῖς

αιτ. ποδαπὸν ποδαπὴν ποδαπὸν ποδαποὺς ποδαπὰς ποδαπὰ

Page 8: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

8

7. πόστος, πόστη, πόστον (= τι θέση έχει σε μια αριθμητική σειρά; πβ. πρῶτος, τρίτος

κτλ.). Κλίνεται όπως το: πρῶτος, πρώτη, πρῶτον.

8. ποσταῖος, ποσταία, ποσταῖον (= σε πόσες μέρες; πβ.τριταῖος, τεταρταῖος κλπ.).

Κλίνεται όπως το επίθετο ὡραῖος, ὡραία, ὡραῖον.

Σημείωση: Εκτός από την αντωνυμία τίς, τί, όλες οι άλλες ερωτηματικές αντωνυμίες

κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης (σε –ος, -η, -ον ή –ος, -α, -ον, π.χ.

σοφός, σοφή, σοφὸν - δίκαιος, δικαία, δίκαιον).

7. Αόριστες αντωνυμίες

1. τίς, τίς (αρσ., θηλ.), τὶ (ουδ.) (= κάποιος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσ. και θηλ. ουδ. αρσ. και θηλ. ουδ.

ον. τὶς τὶ τινὲς τινὰ ή ἄττα

γεν. τινὸς ή του τινὸς ή του τινῶν τινῶν

δοτ. τινὶ ή τῳ τινὶ ή τῳ τισὶ τισὶ

αιτ. τινὰ τὶ τινὰς τινὰ ή ἄττα

2. ὁ δεῖνα, ἡ δεῖνα, τὸ δεῖνα (= ο τάδε, η τάδε, το τάδε)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. ὁ ἡ τὸ δεῖνα οἱ αἱ δεῖνες

γεν. τοῦ τῆς τοῦ δεῖνος τῶν τῶν δείνων

δοτ. τῷ τῇ τῷ δεῖνι τοῖς ταῖς (δεῖσι)

αιτ. τὸν τὴν τὸν δεῖνα τοὺς τὰς δεῖνας

Σημείωση: Η αντωνυμία δεῖνα στην αρχαία ελληνική ή μένει άκλιτη (τοῦ, τῆς δεῖνα –

τῷ, τῇ δεῖνα - τὸν, τὴν δεῖνα), όπως και στη νέα, ή κλίνεται κατά την γ΄ κλίση.

3. ἔνιοι, ἔνιαι, ἔνια (= μερικοί)

Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο

ον. ἔνιοι ἔνιαι ἔνια

γεν. ἐνίων ἐνίων ἐνίων

δοτ. ἐνίοις ἐνίαις ἐνίοις

αιτ. ἐνίους ἐνίας ἔνια

Επίθετα που ανήκουν στις αόριστες αντωνυμίες (επιμεριστικές αντωνυμίες)

1. πᾶς, πᾶσα, πᾶν (ο καθένας χωρίς καμιά εξαίρεση, πάντες = όλοι)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. πᾶς πᾶσα πᾶν πάντες πᾶσαι πάντα

γεν. παντὸς πάσης παντὸς πάντων πασῶν πάντων

δοτ. παντὶ πάσῃ παντὶ πᾶσι πάσαις πᾶσι

αιτ. πάντα πᾶσαν πᾶν πάντας πάσας πάντα

κλητ.* ὦ πᾶς πᾶσα πᾶν ὦ πάντες πᾶσαι πάντα

Page 9: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

9

*Σημείωση: η αντωνυμία πᾶς, πᾶσα, πᾶν χρησιμεύει και ως επίθετο ( = όλος, ολόκληρος),

π.χ. πᾶς ἀνήρ, πᾶσα πόλις.

2. ἕκαστος, ἑκάστη, ἕκαστον (= καθένας)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. ἕκαστος ἑκάστη ἕκαστον ἕκαστοι ἕκασται ἕκαστα

γεν. ἑκάστου ἑκάστης ἑκάστου ἑκάστων ἑκάστων ἑκάστων

δοτ. ἑκάστῳ ἑκάστῃ ἑκάστῳ ἑκάστοις ἑκάσταις ἑκάστοις

αιτ. ἕκαστον ἑκάστην ἕκαστον ἑκάστους ἑκάστας ἕκαστα

3. ἄλλος, ἄλλη, ἄλλο (= άλλος, αλλιώτικος, [έναρθρο =] υπόλοιπος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. ἄλλος ἄλλη ἄλλο ἄλλοι ἄλλαι ἄλλαι

γεν. ἄλλου ἄλλης ἄλλου ἄλλων ἄλλων ἄλλων

δοτ. ἄλλῳ ἄλλῃ ἄλλῳ ἄλλοις ἄλλαις ἄλλαις

αιτ. ἄλλον ἄλλην ἄλλο ἄλλους ἄλλας ἄλλας

Σημείωση: Η επιμεριστική αντωνυμία ἄλλος,ἄλλη, ἄλλο:

Κλίνεται ως τρικατάληκτο επίθετο της β΄ κλίσης σε – ος, -η, -ον, αλλά χωρίς τελικό ν

στο ουδέτερο ἄλλο (δες και δεικτική αντωνυμία ἐκεῖνος, ἐκείνη, ἐκεῖνο).

Έχει θέση επιθέτου, όταν συνοδεύεται από ουσιαστικό που βρίσκεται στην ίδια πτώση ή

σε γενική: π.χ. ἀνδρῶν ἄλλος, βροτὸς ἄλλος.

Όταν σημαίνει αλλιώτικος, διαφορετικός, συχνά συντάσσεται με γεν. συγκριτική ή β΄

όρο σύγκρισης: ἄλλα τῶν δικαίων, ἄλλα ἤ δίκαια = αλλιώτικα παρά δίκαια].

4. Οὐδείς, οὐδεμία, οὐδὲν / μηδείς, μηδεμία, μηδὲν ( = κανείς, χωρίς εξαίρεση)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αρ.

Αρσενικό Θηλυκό Ουδέτερο Αρσενικό

ον. οὐδεὶς οὐδεμία οὐδὲν οὐδὲνες

γεν. οὐδενὸς οὐδεμιᾶς οὐδενὸς οὐδὲνων

δοτ. οὐδενὶ οὐδεμιᾷ οὐδενὶ οὐδέσι(ν)

αιτ. οὐδένα οὐδεμίαν οὐδὲν οὐδὲνας

Σημείωση: οι αντωνυμίες οὐδεὶς και μηδεὶς κλίνονται όπως το αριθμητικό εἷς, μία, ἕν, αλλά

στο αρσενικό γένος έχουν και πληθυντικό αριθμό οὐδένες, μηδένες ( = κανείς, χωρίς

εξαίρεση).

5. ἀμφότεροι, ἀμφότεραι, ἀμφότερα ( = και οι δύο μαζί),

Σημείωση:

Η αντωνυμία ἀμφότεροι, ἀμφότεραι, ἀμφότερα χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό

αριθμό. Στον ενικό και στην αιτιατ. ενικού ἀμφότερον ως επίρρημα απαντάται μόνο στον

Όμηρο. Το ἀμφότερα ως επίρρημα χρησιμοποιείται στον Θουκυδίδη (= «αμφοτέρως», και

στα δύο μέρη).

Page 10: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

10

6. ἑκάτερος, ἑκατέρα, ἑκάτερον ( = καθένας από τους δύο). Κλίνεται κατά το επίθετο

δίκαιος, δικαία, δίκαιον.

7. ἕτερος, ἑτέρα, ἕτερον (= άλλος, ένας από τους δύο, δεύτερος, διαφορετικός)

8. οὐδέτερος, οὐδετέρα, οὐδέτερον / μηδέτερος, μηδετέρα, μηδέτερον (= ούτε ο ένας

ούτε ο άλλος)

Σημείωση:

Οι αντωνυμίες ἀμφότεροι, ἀμφότεραι, ἀμφότερα / ἑκάτερος, ἑκατέρα, ἑκάτερον / ἕτερος,

ἑτέρα, ἕτερον / οὐδέτερος, οὐδετέρα, οὐδέτερον / μηδέτερος, μηδετέρα, μηδέτερον κλίνονται

κατά το επίθετο δίκαιος, δικαία, δίκαιον.

Η αντωνυμία ἕτερος, όταν έχει άρθρο, παθαίνει κράση: ὁ ἕτερος > ἅτερος, τοῦ ἑτέρου >

θἀτέρου, τῷ ἑτέρῳ > θἀτέρῳ, τὸ ἕτερον > θἄτερον (δυοῖν θἄτερον = το ένα από τα δύο) κοκ.

Οι αντωνυμίες οὐδέτερος, μηδέτερος είναι σύνθετες από το οὐδὲ / μηδὲ και την ἕτερος,

σύμφωνα με την οποία και κλίνονται.

9. ποσός, ποσή, ποσὸν (= κάμποσος). Κλίνεται κατά το επίθετο σοφός, σοφή, σοφόν.

10. ποιὸς, ποιὰ, ποιὸν (= κάποιας λογής). Κλίνεται κατά το επίθετο φαιδρός, φαιδρά,

φαιδρόν.

11. ἀλλοδαπός, ἀλλοδαπή, ἀλλοδαπὸν (= από άλλο τόπο). Κλίνεται κατά το επίθετο

σοφός, σοφή, σοφόν.

8. Αναφορικές αντωνυμίες

Αναφορικές ονομάζονται οι αντωνυμίες με τις οποίες μια πρόταση αναφέρεται σε λέξη

άλλης πρότασης ή σε όλο το περιεχόμενο της πρότασης αυτής.

Οι αναφορικές αντωνυμίες είναι οι εξής:

1. ὅς, ἥ, ὃ (= ο οποίος),

9. ὅσπερ, ἥπερ, ὅπερ (= αυτός ακριβώς που),

10. ὅστις, ἥτις, ὅ,τι (= όποιος),

11. ὁπότερος, ὁποτέρα, ὁπότερον (= όποιος από τους δύο),

12. ὅσος, ὅση, ὅσον,

13. ὁπόσος, ὁπόση, ὁπόσον (= όσος),

14. οἷος, οἷα, οἷον (= τέτοιος, ό,τι λογής),

15. ὁποῖος, ὁποία, ὁποῖον(= ό,τι λογής),

16. ἡλίκος, ἡλίκη, ἠλίκον (= όσο μεγάλος),

17. ὁπηλίκος, ὁπηλίκη, ὁπηλίκον (= όσο μεγάλος),

18. ὁποδαπός, ὁποδαπή, ὁποδαπὸν (= από ποιον τόπο, σε πλάγια ερώτηση).

1. ὅς, ἥ, ὃ (= ο οποίος, αυτός που…)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο

Ονομ. ὅς ἥ ὅ οἵ αἵ ἅ

Γεν. οὗ ἧς οὗ ὧν ὧν ὧν

Δοτ. ᾧ ᾗ ᾧ οἷς αἷς οἷς

Αιτιατ. ὅν ἥν ὅ οὕς ἅς ἅ

Page 11: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

11

2. ὅσπερ, ἥπερ, ὅπερ (= αυτός ακριβώς που)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο

Ονομ. ὅσπερ ἥπερ ὅπερ οἵπερ αἵπερ ἅπερ

Γεν. οὗπερ ἧσπερ οὗπερ ὧνπερ ὧνπερ ὧνπερ

Δοτ. ᾧπερ ᾗπερ ᾧπερ οἷσπερ αἷσπερ οἷσπερ

Αιτ. ὅνπερ ἥνπερ ὅπερ οὕσπερ ἅσπερ ἅπερ

Παρατήρηση:

α) Η αντωνυμία ὅσπερ, ἥπερ, ὅπερ σχηματίζεται από την αντωνυμία ὅς, ἥ, ὃ και το

άκλιτο εγκλιτικό μόριο πὲρ (= ακριβώς). Κλίνεται και τονίζεται μόνο το α΄

συνθετικό.

3. ὅστις, ἥτις, ὅ,τι (= όποιος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο Ονομ. ὅστις ἥτις ὅ,τι οἵτινες αἵτινες ἅτινα - ἅττα

Γεν. οὗτινος - ὅτου ἧστινος οὗτινος- ὅτου ὧντινων ὧντινων ὧντινων

Δοτ. ᾧτινι - ὅτῳ ᾗτινι ᾧτινι- ὅτῳ οἷστισι(ν) αἷστισι(ν) οἷστισι(ν)

Αιτ. ὅντινα ἥντινα ὅ,τι οὕστινας ἅστινας ἅτινα- ἅττα

Σημείωση:

Οι αναφορικές αντωνυμίες κλίνονται σαν τα τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης.

Η αναφορική αντωνυμία ὅστις, ἥτις, ὅ,τι σχηματίζεται από την αναφορική

αντωνυμία ὅς, ἥ, ὃ και την αόριστη αντωνυμία τὶς, τί. Κλίνεται ως προς τα δύο μέρη

της και διατηρεί τον τόνο του α΄ συνθετικού.

Το ουδέτερο της αντωνυμίας ὅστις, για να διακριθεί από το σύνδεσμο ὅτι (= ότι,

πως, διότι), γράφεται: ὅ,τι ή ὅ τι (με διάστημα).

Στη γενική και δοτική ενικού (στο αρσενικό και ουδέτερο γένος)

χρησιμοποιούνται και οι τύποι ὅτου και ὅτῳ. Σπανιότατα, στη γενική και δοτική

πληθυντικού απαντούν και οι τύποι ὅτων και ὅτοις (ποιητ. ὅτοισιν).

Στην ονομαστική και αιτιατική ουδετέρου απαντάται και ο τύπος ἅττα ( < ἅτινα).

Προσοχή: ο τύπος ἄττα (με ψιλή) είναι β΄ τύπος της αόριστης αντωνυμίας ουδετέρου

γένους τὶ > τινὰ και ἄττα.

Για να εξαρθεί η αοριστία των αναφορικών αντωνυμιών προστίθενται τα μόρια:

οὖν, δήποτε, δηποτοῦν, τα οποία και τονίζονται, π.χ. ὁστισοῦν, ὁστισδήποτε,

ὁστισδηποτοῦν.

4. ὁπότερος, ὁποτέρα, ὁπότερον (= όποιος από τους δύο)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο Ονομ. ὁπότερος ὁποτέρα ὁπότερον ὁπότεροι ὁπότεραι ὁπότερα Γεν. ὁποτέρου ὁποτέρας ὁποτέρου ὁποτέρων ὁποτέρων ὁποτέρων Δοτ. ὁποτέρῳ ὁποτέρᾳ ὁποτέρῳ ὁποτέροις ὁποτέραις ὁποτέροις Αιτ. ὁπότερον ὁποτέραν ὁπότερον ὁποτέρους ὁποτέρας ὁπότερα

Page 12: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

12

5. ὅσος, ὅση, ὅσον

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο Ονομ. ὅσος ὅση ὅσον ὅσοι ὅσαι ὅσα Γεν. ὅσου ὅσης ὅσου ὅσων ὅσων ὅσων Δοτ. ὅσῳ ὅσῃ ὅσῳ ὅσοις ὅσαις ὅσοις Αιτ. ὅσον ὅσην ὅσον ὅσους ὅσας ὅσα

6. ὁπόσος, ὁπόση, ὁπόσον (= όσος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο Ονομ. ὁπόσος ὁπόση ὁπόσον ὁπόσαι ὁπόσαι ὁπόσα Γεν. ὁπόσου ὁπόσης ὁπόσου ὁπόσων ὁπόσων ὁπόσων Δοτ. ὁπόσῳ ὁπόσῃ ὁπόσῳ ὁπόσοις ὁπόσαις ὁπόσοις Αιτ. ὁπόσον ὁπόσην ὁπόσον ὁπόσους ὁπόσας ὁπόσα

7. οἷος, οἷα, οἷον (= τέτοιος) Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο Ονομ. οἷος οἵα οἷον οἷοι οἷαι οἷα Γεν. οἵου οἵας οἵου οἵων οἵων οἵων Δοτ. οἵῳ οἵᾳ οἵῳ οἵοις οἵαις οἵοις Αιτ. οἷον οἵαν οἷον οἵους οἵας οἷα

8. ὁποῖος, ὁποία, ὁποῖον (= ό,τι λογής)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο

Ονομ. ὁποῖος ὁποία ὁποῖον ὁποῖοι ὁποῖαι ὁποῖα

Γεν. ὁποίου ὁποίας ὁποίου ὁποίων ὁποίων ὁποίων

Δοτ. ὁποίῳ ὁποίᾳ ὁποίῳ ὁποίοις ὁποίαις ὁποίοις

Αιτ. ὁποῖον ὁποίαν ὁποῖον ὁποίους ὁποίας ὁποῖα

9. ἡλίκος, ἡλίκη, ἠλίκον (= όσο μεγάλος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο Ονομ. ἡλίκος ἡλίκη ἡλίκον ἡλίκοι ἡλίκαι ἡλίκα Γεν. ἡλίκου ἡλίκης ἡλίκου ἡλίκων ἡλίκων ἡλίκων Δοτ. ἡλίκῳ ἡλίκῃ ἡλίκῳ ἡλίκοις ἡλίκαις ἡλίκοις Αιτ. ἡλίκον ἡλίκην ἡλίκον ἡλίκους ἡλίκας ἡλίκα

Page 13: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

13

10. ὁπηλίκος, ὁπηλίκη, ὁπηλίκον (= όσο μεγάλος)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο Ονομ. ὁπηλίκος ὁπηλίκη ὁπηλίκον ὁπηλίκοι ὁπηλίκαι ὁπηλίκα

Γεν. ὁπηλίκου ὁπηλίκης ὁπηλίκου ὁπηλίκων ὁπηλίκων ὁπηλίκων

Δοτ. ὁπηλίκῳ ὁπηλίκῃ ὁπηλίκῳ ὁπηλίκοις ὁπηλίκαις ὁπηλίκοις

Αιτ. ὁπηλίκον ὁπηλίκην ὁπηλίκον ὁπηλίκους ὁπηλίκας ὁπηλίκα

11. ὁποδαπός, ὁποδαπή, ὁποδαπὸν (= από ποιον τόπο, σε πλάγια ερώτηση)

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο

Ονομ. ὁποδαπὸς ὁποδαπὴ ὁποδαπὸν ὁποδαποὶ ὁποδαπαὶ ὁποδαπὰ Γεν. ὁποδαποῦ ὁποδαπῆς ὁποδαποῦ ὁποδαπῶν ὁποδαπῶν ὁποδαπῶν Δοτ. ὁποδαπῷ ὁποδαπῇ ὁποδαπῷ ὁποδαποῖς ὁποδαπαῖς ὁποδαποῖς Αιτ. ὁποδαπὸν ὁποδαπὴν ὁποδαπὸν ὁποδαποὺς ὁποδαπὰς ὁποδαπὰ

Κλίση της αντωνυμίας

Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός

ον. ὁστισοῦν ἡτισοῦν ὁ,τιοῦν οἱτινεσοῦν αἱτινεσοῦν ἁτιναοῦν

γεν. οὑτινοσοῦν

- ὁτουοῦν

ἡστινοσοῦν οὑτινοσοῦν

- ὁτουοῦν

ὡντινωνοῦν ὡντινωνοῦν ὡντινωνοῦν

δοτ. ᾡτινιοῦν -

ὁτῳοῦν

ᾑτινιοῦν ᾡτινιοῦν-

ὁτῳοῦν

οἱστισιοῦν αἱστισιοῦν οἱστισιοῦν

αιτ. ὁντιναοῦν ἡντιναοῦν ὁ,τιοῦν οὑστινασοῦν ἁστινασοῦν ἁτιναοῦν

Γενικές παρατηρήσεις στις αντωνυμίες

1. Η κλητική ὦ οὗτος, ὦ αὕτη χρησιμοποιείται όταν κάποιος απευθύνεται προς κάποιον

του οποίου δε γνωρίζει το όνομα ή δε θέλει να τον ονομάσει: π.χ. ὦ αὕτη, τί ταῦτα τρέφεις;

(Αυτή ή: Εσύ, γιατί τα ανατρέφεις αυτά;)

2. Η αναφορική αντωνυμία ὅς στις φράσεις «καὶ ὅς / ἦ δ’ ὅς / ἦ δ’ ἥ» έχει δεικτική

σημασία (= και αυτός, είπε αυτός, είπε αυτή).

3. Το δεικτικό ὡς (= έτσι, μ’ αυτό τον τρόπο) γράφεται και ὥς (με δασεία και οξεία),

και βρίσκεται στις φράσεις «καὶ ὥς, οὐδ’ὥς, μηδ’ὥς» (= και έτσι, ούτε έτσι, μήτε έτσι).

4. Οι (συνήθως ποιητικές) δεικτικές αντωνυμίες τόσος, τοῖος, τηλίκος (= τόσος, τέτοιος,

τόσος ως προς την ηλικία, τόσο μικρός ή ηλικιωμένος), όταν παίρνουν στο τέλος το

εγκλιτικό δέ, κατεβάζουν τον τόνο κατά μία συλλαβή, π.χ. τοσόσδε (τόσος-δὲ), τοσοῦδε

(τόσου-δὲ), τοσήδε, τοσῆσδε, τοιόσδε, τοιοῦδε, τοιάδε, τοιᾶσδε, τηλικόσδε, τηλικοῦδε κτλ.

5. Μερικές από τις συσχετικές αναφορικές αντωνυμίες, για να μετατραπούν σε

ερωτηματικές, παίρνουν στην αρχή π, π.χ. ὅσος > πόσος, οἷος > ποῖος, ἡλίκος > πηλίκος,

ενώ οι ερωτηματικές γίνονται αόριστες, αν κατεβάσουν τον τόνο στη λήγουσα, π.χ. πόσος >

ποσὸς, ποῖος > ποιός, εκτός από το πηλίκος, που και αορίστως λέγεται πηλίκος.

Page 14: 1.ntontisnews.gr/wp-content/uploads/2018/06/ANTONYMIES-ARXAIA-AGNOSTO.pdf · 1 Δημ. Πασχαλίδης ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ 1. Προσ &πικές αντνυμίες Ενικς

14

Πίνακας των συσχετικών αντωνυμιών

Ερωτηματικές Αόριστες Δεικτικές Αναφορικές

τίς;

τίς,

οὐδείς, μηδεὶς,

πᾶς,

ὁ δεῖνα, ἔνιοι

ἕκαστος, ἄλλος

ὅδε, οὗτος, ἐκεῖνος ὅς, ὅστις, ὅσπερ

πότερος;

οὐδέτερος, μηδέτερος,

ἀμφότεροι, (ἄμφω),

ὁ ἕτερος,

ἑκάτερος

(ὁ ἕτερος) ὁπότερος

πόσος;

ποσὸς τοσόσδε, τοσοῦτος ὅσος, ὁπόσος

ποῖος;

ποιὸς τοιόσδε, τοιοῦτος οἷος, ὁποῖος

πηλίκος;

- τηλικόσδε,

τηλικοῦτος

ἡλίκος, ὁπηλίκος

ποδαπὸς;

ἀλλοδαπὸς - ὁποδαπὸς

Ερωτηματικές Αόριστες

τίς; = ποιος; τίς,

οὐδείς, μηδεὶς,

πᾶς,

ὁ δεῖνα, ἔνιοι

ἕκαστος, ἄλλος

= κάποιος,

= κανένας

= καθένας, όλοι,

= ο τάδε / μερικοί

= καθένας, άλλος

πότερος; = ποιος από τους δύο; οὐδέτερος, μηδέτερος,

ἀμφότεροι, (ἄμφω), ὁ

ἕτερος,

ἑκάτερος

= ούτε ο ένας ούτε ο

άλλος,

= και οι δύο

= άλλος (από τους δύο)

= ο καθένας από τους δύο

πόσος; = πόσος; ποσὸς = κάμποσος

ποῖος; = τι λογής; τίνος είδους ποιὸς = κάποιος

πηλίκος; = ποιας ηλικίας;

πόσο μεγάλος;

-

ποδαπὸς; = από ποιον τόπο; ἀλλοδαπὸς = από άλλο τόπο

Δεικτικές Αναφορικές

ὅδε, οὗτος,

ἐκεῖνος

αυτός εδώ, αυτός,

εκείνος ὅς, ὅστις,

ὅσπερ

= ο οποίος, όποιος,

= ο οποίος (ακριβώς)

(ὁ ἕτερος) = ο ένας από τους δύο ὁπότερος = όποιος από τους δύο

τοσόσδε,

τοσοῦτος

= τόσο πολύς, τόσο μεγάλος ὅσος, ὁπόσος = όσος

τοιόσδε,

τοιοῦτος

= τέτοιος οἷος, ὁποῖος = τέτοιος που, ό,τι λογής

τηλικόσδε,

τηλικοῦτος

= τόσο μεγάλης ηλικίας

= τόσο μεγάλος ἡλίκος,

ὁπηλίκος

= όποιας ηλικίας,

όσο μεγάλος

ὁποδαπὸς = από όποιον τόπο

Δημ. Πασχαλίδης