ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

27
ΕΛΠ 10: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Κεφάλαιο 3, Τόμος Α : Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΥΛΙΑΝΗ Γ. ΣΟΥΒΑΤΖΗ ___________________________________________________________________________________________ _______________________________________________________ Ενότητα 3.1 Υποενότητα 3.1. 1 Το ενδιαφέρον για τις αρχαιότητες και η αρχαιολογική έρευνα στην Ελλάδα από τα τέλη του 18 ου αιώνα ώς το τέλος της βασιλείας του Όθωνα (1862) Η υποενότητα εξετάζει με συντομία τα περί αντιμετώπισης των ελληνικών αρχαιοτήτων από τα τέλη του 18 ου αιώνα ως το 1862. Ας τα δούμε λοιπόν με χρονολογική σειρά: τέλη 18 ου αρχές 19 ου αι. Πλήθος ευρωπαίων περιηγητών επισκέπτονται κυρίως την Πελοπόννησο και τη σημερινή κεντρική Ελλάδα. Για ποιο λόγο; Για να θαυμάσουν τις σωζόμενες αρχαιότητες. Για να ανακαλύψουν αρχαιότητες. Για να μεταφέρουν ορισμένες στις πατρίδες τους για τις συλλογές τους ή για συλλογές άλλων (πριγκήπων, βασιλέων, πλουσίων ευγενών). Έτσι λοιπόν: Λεηλατούν (βλ. Έλγιν και Ακρόπολη στο διάστημα 1801-1805). Αγοράζουν από τούρκους πασάδες αλλά και από ντόπιους. Διενεργούν ανασκαφές (βλ. ναός Αφαίας Αθηνάς στην Αίγινα το 1811, ναός ------------------------------------------------------- ------------------------------------------ Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013 1

description

Περιλήψεις Α΄ Τόμου ΕΛΠ 10

Transcript of ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Page 1: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

ΕΛΠ 10: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

Κεφάλαιο 3, Τόμος Α:

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ

ΕΛΛΑΔΑ

ΣΤΥΛΙΑΝΗ Γ. ΣΟΥΒΑΤΖΗ

__________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Ενότητα 3.1

Υποενότητα 3.1. 1 Το ενδιαφέρον για τις αρχαιότητες και η αρχαιολογική έρευνα στην

Ελλάδα από τα τέλη του 18ου αιώνα ώς το τέλος της βασιλείας του Όθωνα (1862)

Η υποενότητα εξετάζει με συντομία τα περί αντιμετώπισης των ελληνικών αρχαιοτήτων από τα τέλη του 18ου αιώνα ως το 1862. Ας τα δούμε λοιπόν με χρονολογική σειρά:

τέλη 18ου –αρχές 19ου αι.

Πλήθος ευρωπαίων περιηγητών επισκέπτονται κυρίως την Πελοπόννησο και τη σημερινή κεντρική Ελλάδα. Για ποιο λόγο;

Για να θαυμάσουν τις σωζόμενες αρχαιότητες. Για να ανακαλύψουν αρχαιότητες. Για να μεταφέρουν ορισμένες στις πατρίδες τους για

τις συλλογές τους ή για συλλογές άλλων (πριγκήπων, βασιλέων, πλουσίων ευγενών). Έτσι λοιπόν:

Λεηλατούν (βλ. Έλγιν και Ακρόπολη στο διάστημα 1801-1805).

Αγοράζουν από τούρκους πασάδες αλλά και από ντόπιους.

Διενεργούν ανασκαφές (βλ. ναός Αφαίας Αθηνάς στην Αίγινα το 1811, ναός Απόλλωνα στις Βάσσες το 1812).

από αρχές 19ου αι.

Οι Έλληνες διαφωτιστές αφυπνίζουν το ενδιαφέρον των Ελλήνων, με στόχο:

Εθνική αφύπνιση –ανάταση. Εξάλειψη αρχαιοκαπηλίας.

Σημείο αναφοράς: η πρόταση Κοραή για την ίδρυση ενός

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

1

Page 2: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Ελληνικού μουσείου (1807).

1813 Ιδρύεται η Φιλόμουσος Εταιρεία στην Αθήνα. Στόχοι: Η βελτίωση της παιδείας των υπόδουλων ακόμη

Ελλήνων. Η διάσωση της αρχαιολογικής κληρονομιάς.

Σημεία αναφοράς: Αναφέρεται στα αρχαία μνημεία ως ‘Εθνικαί Οικοδομαί’, εργάζεται για τη δημιουργία μουσείου στην Ακρόπολη.

Εποχή Επανάστασης(1821-1827)

Η Προσωρινή Διοίκησις των Ελλήνων (Σύνταγμα Τροιζήνας 1827, άρ. ΙΗ΄)

Απαγόρευσε την πώληση και μεταφορά αρχαιοτήτων εκτός επικράτειας.

Επέβαλε τη συγκέντρωση/φύλαξη αρχαιοτήτων σε ασφαλή μέρη.

Διόρισε «Εφόρους της Παιδείας» σε κάθε περιοχή, με υποχρέωση να εντοπίζουν, να συγκεντρώνουν και να καταγράφουν αρχαιότητες.

Καποδίστριας(1828-1831)

Ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας:

Εξέδωσε διατάγματα για περιορισμό της αρχαιοκαπηλίας – αναγκαιότητα παραμονής αρχαιοτήτων στην Ελλάδα (1828 και 1829).

Διόρισε Έκτακτους Επιτρόπους στις επαρχίες, οι οποίοι είχαν ως μέλημα τη συγκέντρωση και τη διάσωση αρχαιοτήτων, ακόμη και τη διενέργεια ανασκαφών.

Διευκόλυνε τη διενέργεια ανασκαφών στην αρχαία Ολυμπία από την επιστημονική αποστολή Expedition Scientifique de Morée το 1829.

Ίδρυσε αρχαιολογικό μουσείο στην Αίγινα (1829), σε χώρους του Ορφανοτροφείου. Πρώτος διευθυντής: Ανδρέας Μουστοξύδης (ως το Μάρτιο του 1832).

Σημειώνεται ότι, παρά τα μεγάλα βήματα, οι καταστροφές μνημείων από άγνοια ή/και συμφέρον συνεχίστηκαν.

Περίοδος Όθωνα(1832-1862)

Η σύσταση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (διάταγμα 3/4/1833). Πρώτοι Γενικοί Έφοροι οι Γερμανοί Anton Weissenburg και Ludwig Ross. Από το 1836 ο Κυριάκος Πιττάκης.

Για πρώτη φορά συντάσσεται ειδικός αρχαιολογικός νόμος το 1834.

Ιδρύεται η Αρχαιολογική Εταιρεία, με έδρα την Αθήνα, το 1837. Η Αρχαιολογική Εταιρεία κάλυπτε την αδυναμία του κράτους να ασχοληθεί όπως θα έπρεπε με τις αρχαιότητες. Εξακολουθεί να υφίσταται και να έχει ενεργό ρόλο σήμερα.

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

2

Page 3: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

2 εκδόσεις: Πρακτικά και Αρχαιολογική Εφημερίς, και οι δυο συνεχίζουν ως σήμερα.

Αξιοποιούσε δωρεές. Διοργάνωνε κυκλοφορία ειδικών λαχνών («λαχεία

υπέρ των αρχαιοτήτων»). Πουλούσε ως οικοδομικό υλικό τους άχρηστους

λίθους των ανασκαφών. Έκανε ανασκαφές και αναστηλώσεις (κυρίως στην

Αθήνα και στο χώρο της Ακρόπολης). Τα ευρήματα αρχικά συγκεντρώνονταν ως

αρχαιολογικής συλλογή του νεοσύστατου Πανεπιστημίου Αθηνών, αργότερα (1863) μεταφέρθηκαν στο Βαρβάκειο Λύκειο.

Δεν έλειψαν βεβαίως οι πολιτικές παρεμβάσεις και οι προσωπικές αντιπαραθέσεις, αλλά η Εταιρεία φρόντιζε να προχωρεί και να προσφέρει, έστω κι αν οι συνθήκες (οικονομικές, τεχνικές, πολιτικές) δεν ήταν πάντα οι καλύτερες.

Πρωτοβουλίες που δείχνουν το κρατικό ενδιαφέρον κατά την περίοδο Όθωνα:

Η ενίσχυση της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Πρόσκληση γνωστών Ελλήνων και Ευρωπαίων

αρχιτεκτόνων (ανασκαφές, αναστηλώσεις, δημιουργία νέων κτιρίων στα πρότυπα του νεοκλασικισμού): Schaubert, Hansen, Ziller, Stauffert, Καυταντζόγλου, Κλεάνθης, Κάλκος.

Στέγαση κινητών ευρημάτων στο Θησείο, το οποίο είχε οριστεί ως «Κεντρικόν Αρχαιολογικόν Μουσείον» (1834).

Πολλά ήταν όμως και τα προβλήματα: Αρχαιότητες στο έλεος των φυσικών φαινομένων. Νέες αρχαιότητες από οικοδομικές εργασίες. Δεν υπήρχαν χρήματα για απαλλοτριώσεις. Αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη χρησιμοποιούνταν ως

οικοδομικό υλικό. Αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη ασβεστοποιούνταν σε

καμίνια. Κατεδάφιση του μεσαιωνικού και τουρκικού οικισμού

της Ακρόπολης (1834 -1842). Εκτός Αθήνας: σχεδόν ανύπαρκτη αρχαιολογική

δραστηριότητα, λαθρανασκαφές από ντόπιους, αρνητική δράση ξένων περιηγητών.

Το 1846 ιδρύεται η Γαλλική Σχολή των Αθηνών (École française d’ Athénes) και έτσι εμφανίζονται στην Ελλάδα οι ξένες Αρχαιολογικές Σχολές. Πρόκειται για οργανισμούς που διενεργούν ανασκαφές στην Ελλάδα (βλ. περισσότερα στην επόμενη υποενότητα).

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

3

Page 4: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Υποενότητα 3.1.2Η «Μεγάλη Ιδέα» και η αρχαιολογική έρευνα στην Ελλάδα

κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα

Τα τέλη του 19ου αιώνα, μετά τον Όθωνα, αποτελούν περίοδο με σημαντικές εξελιξεις στην αρχαιολογική έρευνα και επιστήμη. Ας δούμε τις κυριότερες εξελίξεις:

Αρχαιολογική Εταιρεία

Γενικός Γραμματέας ο Στέφανος Κουμανούδης. Επί των ημερών του η Εταιρεία:

Ανασκαφές και εκτός Αθήνας: Αττική (Ελευσίνα από το 1882), Βοιωτία, Πελοπόννησος (Επίδαυρος από το 1881), Κυκλαδες.

Αγορά αρχαιοτήτων από ιδιώτες. Απαλλοτρίωση εκτάσεων για διενέργεια

ανασκαφών. Πρώτες αναστηλώσεις και αποκαταστάσεις

αρχαίων μνημείων (λέων της Χαιρώνειας, τύμβος Μαραθώνα, μνημεία Ακρόπολης).

Αρχαιολογική Υπηρεσία

Παρά τα προβλήματα (ολιγάριθμο προσωπικό, οικονομικές δυσχέρειες) έχουμε πρόοδο, ιδιαίτερα με τη δράση του Γενικού Εφόρου Παναγιώτη Καββαδία, μετέπειτα Γενικού Γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρείας ως το 1920.

Ανασκαφές στην Ακρόπολη (1885-1890) με εντυπωσιακά ευρήματα, κυρίως γλυπτά αρχαϊκής εποχής.

Έκδοση του επιστημονικού περιοδικού Αρχαιολογικόν Δελτίον με ανασκαφικές εκθέσεις και ειδικές μελέτες (από το 1888, συνεχίζει ως σήμερα).

Σύνταξη και ψήφιση του νέου αρχαιολογικού νόμου το 1899 (αρ. ΒΧΜΣΤ΄ = 2646).

Οι ανασκαφές έχουν απήχηση στην κοινή γνώμη (πολλές οι αναφορές στον τύπο της εποχής). Εκδίδονται και διανέμονται εγκύκλιοι και φυλλάδια για τη διαφύλαξη των αρχαιοτήτων. Εξακολουθεί όμως η αρχαιοκαπηλία (σύληση ολόκληρων νεκροταφείων, όπως στην αρχαία Κόρινθο και στην Τανάγρα), η αδυναμία του κράτους να ελέγξει, η προβληματική διαφύλαξη ιδιαίτερα στην επαρχία.

Οι ξένες Αρχαιολογικές Σχολές

Μετά τη Γαλλική Σχολή το 1846 ιδρύονται: το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (Deutsches

Archäologisches Institut) το 1874. η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών (American

School of Classical Studies) το 1882. η Βρετανική Σχολή Αθηνών (British School at

Athens) το 1886. το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο

(Österreichisches Archäologisches Institut) το 1874.

Αλλά πώς προέκυψαν αυτές οι ξένες Σχολές; Πρόκειται για αποστολές που λειτουργούν με ξένα

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

4

Page 5: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

κεφάλαια και με την άδεια του κράτους της Ελλάδας.

Αντίστοιχες Σχολές έχουμε την εποχή αυτή σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο στα εδάφη της καταρρέουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Σχετίζονται με τη γενικότερη πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και τις ευρωπαϊκές επιρροές στα κόμματα και στην ελληνική πολιτική σκηνή.

Ασκούσαν τη δική τους πολιτιστική πολιτική, η οποία συμβάδιζε με τη γενικότερη πολιτική των κυβερνήσεων των χωρών τους, βλ. ενδεικτικά τις περιπτώσεις ανασκαφών Ολυμπίας από Γερμανούς (βλ. μελέτη περίπτωσης 1, σελ. 185-186 του Α΄ τόμου του εγχειριδίου ΕΛΠ10) και Δελφών από τους Γάλλους (βλ. μελέτη περίπτωσης 2, σελ. 186-187 του Α΄ τόμου του εγχειριδίου ΕΛΠ10).

Αρχαιολογία και «Μεγάλη Ιδέα»

Η «Μεγάλη Ιδέα» αποτελεί ιδεολογία της εποχής με κεντρικό ρόλο στην ελληνική πολιτική. Στην πράξη αποσκοπούσε στην απελευθέρωση εδαφών που ιστορικά (από την εποχή του Βυζαντίου) κατοικούνταν από ελληνορθόδοξους. Οι έλληνες αρχαιολόγοι, συνειδητά ή όχι, συνέβαλλαν με τη δράση τους στη διαμόρφωση της ελληνικής εθνικής συνείδησης και κατ’ επέκταση στη «Μεγάλη Ιδέα».

Ο Ερρίκος Σλήμαν

Ο γερμανός πλούσιος ιδιώτης Ερρίκος Σλήμαν (Heinrich Schliemann):

Ανέσκαψε την Τροία (1870-1873), θέλησε να συνεχίσει και σε θέσεις της Ελλάδας, γνωστές και άγνωστες την εποχή εκείνη.

Ανέσκαψε τις Μυκήνες το 1876, αφού πήρε την άδεια από το ελληνικό κράτος, χάρη στη φήμη του, στις καλές του σχέσεις με την άρχουσα τάξη στην Ελλάδα, στην ελληνίδα σύζυγό του Σοφία, στην οικονομική του ευρωστία.

Οι ανασκαφές του, παρά τις αντιφάσεις στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων, άνοιξαν το δρόμο σε ολόκληρη γενιά προϊστορικών αρχαιολόγων.

Προϊστορική αρχαιολογία: η αρχή

Κυρίαρχη μορφή ο Χρήστος Τσούντας: Ανασκάπτει και δημοσιεύει για πάνω από 30 χρόνια

(1877-1910). Ανασκαφές στη Θεσσαλία, στην Πελοπόννησο, στις

Κυκλάδες. Θέτει τις βάσεις για τη μελέτη του νεολιθικού, του

μυκηναϊκού και του κυκλαδικού πολιτισμού. Εργάζεται με υποδειγματική για την εποχή του

μεθοδικότητα.

Βυζαντινή αρχαιολογία

Ιδρύεται το 1884 η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία. Οργανώνεται η πρώτη έκθεση με βυζαντινά κειμήλια των μελών της Εταιρείας. Δυστυχώς πολλά κτίσματα των μεσαιωνικών και νεοτέρων χρόνων γκρεμίστηκαν, αφού κυριαρχούσε η λανθασμένη αντίληψη

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

5

Page 6: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

ότι τα «κλασικά» είναι σημαντικότερα.

Έρευνες εκτός Ελλάδας

Την εποχή αυτή (τέλη 19ου αιώνα) η Ελλάδα περιοριζόταν περίπου στα όρια των σημερινών περιοχών της Στερεάς Ελλάδας, Πελοποννήσου και Κυκλάδων. Ας δούμε συνοπτικά την αρχαιολογική δραστηριότητα εκτός Ελλάδας:

Κρήτη: Από την αρχή της ίδρυσής της (1899) η αυτόνομη Κρητική Πολιτεία έχει αρχαιολογικό νόμο και ξεχωριστή Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Το 1878 συστάθηκε ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος με έδρα το Ηράκλειο με σκοπό τη διάδοση της παιδείας, την περισυλλογή και τη συγκέντρωση κρητικών αρχαιοτήτων για την ίδρυση Κρητικού Μουσείου.

Αρχαιολογικές έρευνες από αμερικανούς και ευρωπαίους πού έσπευσαν να ζητούσουν τις σχετικές άδειες. Ξεχωρίζει η Αρχαιολογική Ιταλική Αποστολή στην Κρήτη (Missione Archeologica Italiana in Creta) το 1898.

Το 1900 αρχίζει τη μεγάλη του ανασκαφή στην Κνωσό ο άγγλος Sir Arthur Evans.

Σάμος: Η ημιαυτόνομη Ηγεμονία της Σάμου ψήφισε ειδικούς νόμους (1855 και 1898) περί αρχαιοτήτων, ιδιοκτησίας αρχαιοτήτων και ανασκαφικών αδειών στο νησί.

Ιδρύθηκε αρχαιολογικό μουσείο στο Βαθύ το 1895. Ιδρύθηκαν πολιτιστικοί σύλλογοι με στόχο τη

διενέργεια ανασκαφών. Ενδεικτικά σημειώνονται οι ανασκαφές στην πόλη της αρχαίας Σάμου και στο Ηραίον από τον σάμιο αρχαιολόγο Θεμιστοκλή Σοφούλη.

Ρόδος: Όπως σε διάφορες περιοχές όπου η ένωση με την Ελλάδα φάνταζε πολύ μακρινή, στη Ρόδο ξένοι αρχαιολόγοι εξασφάλιζαν άδειες ανασκαφών από την Οθωμανική αυτοκρατορίας με στόχο το προσωπικό κέρδος και τη μεταφορά αρχαιοτήτων στις χώρες τους. Τέτοιο χαρακτήρα είχαν οι πρώτες ανασκαφές στην Ιαλυσό και στην Κάμιρο της Ρόδου.

Σαμοθράκη: Συστηματικές ανασκαφές στο ιερό των Μεγάλων Θεών από τον αυστριακό Alexander Conze (1873 και 1875).

Συμμετοχή αρχιτέκτονα (για τα σχέδια) και φωτογράφου στις ανασκαφές αυτές. Ήταν η πρώτη φορά που συνέβη κάτι τέτοιο συστηματικά.

Για πρώτη φορά δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στα μικροευρήματα καθημερινής ή/και λατρευρικής χρήσης.

Αρχαιολογι Αυξημένο ενδιαφέρον για την ίδρυση μουσείων σε όλες

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

6

Page 7: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

κά μουσεία τις πόλεις τις Ελλάδας και σε θέσεις με αυξημένη ανασκαφική έρευνα. Σημειώνεται η ίδρυση και λειτουργία των εξής στην Αθήνα:

Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο (1866). Μουσείο Ακροπόλεως. Νομισματικό Μουσείο. Επιγραφικό Μουσείο.

Πολιτιστικοί σύλλογοι

Εμφανίζεται και διαδίδεται ο θεσμός των πολιτιστικών συλλόγων ή εταιρειών στην Ελλάδα αλλά και εκτός. Η δράση τους στοχευε:

στο ενδιαφέρον για την τοπική ιστορία, τη λαογραφία, τη λαϊκή τέχνη.

στη διάσωση βυζαντινών και νεοτέρων μνημείων. στην έκδοση περιοδικών. στην προώθηση αρχαιολογικών και εθνογραφικών

ερευνών. στην καταγραφή και συντήρηση τοπικών μνημείων,

κυρίως εκκλησιών.

Υποενότητα 3.1.3Η αρχαιολογική δραστηριότητα στην Ελλάδα

από τις αρχές του 20ου αιώνα ώς τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Η αρχαιολογική δραστηριότητα στην Ελλάδα κατά τον 20ο αιώνα και ώς τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση. Σημειώνεται ότι στην ελληνική επικράτεια έχουν πλέον ενσωματωθεί νέες περιοχές: η Θεσσαλία, η Ήπειρος, η Κρήτη, η Μακεδονία, η Θράκη, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Π. Καββαδίας

Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη υποενότητα, ο Παναγιώτης Καββαδίας είχε κυρίαρχη θέση στα αρχαιολογικά δρώμενα (Γενικός Γραμματέας της Αρχαιολογικής Εταιρείας και συνάμα Γενικός Έφορος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ως τη απομάκρυνσή του το 1909). Επί των ημερών του:

Αυξήθηκαν οι οργανικές θέσεις αρχαιολόγων, Επιμελητών και Εφόρων, σε όλη την επικράτεια. Διορισμός μετά από διαγωνισμό.

Θεπίστηκαν υποτροφίες για μετεκπαίδευση αρχαιολόγων στο εξωτερικό.

Συστάθηκε η Αρχαιολογική Επιτροπή, πρόδρομος του Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Ήταν η αρμόδια επιτροπή για κάθε απόφαση σχετικά με αρχαιολογική δραστηριότητα.

Πολλά νέα μουσεία, ιδιαίτερα στην επαρχία. Συστηματοποιήθηκαν και προχώρησαν

αναστηλωτικές εργασίες (Ακρόπολη Αθηνών, Μυστράς).

Το 1905 διοργανώθηκε το Α΄ Διεθνές Αρχαιολογικό

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

7

Page 8: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Συνέδριο στην Αθήνα.

Μετά το 1909: θεσμοί και νόμοι

Ο Καββαδίας απομακρύνεται μετά την επανάσταση στο Γουδί (1909) λόγω των φιλοβασιλικών του αισθημάτων. Η αρχαιολογική δραστηριότητα όμως συνεχίζεται με τους εξής θεσμούς και νόμους:

Συστάθηκε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Αρχαιολόγων, ο οποίος υπάρχει ως σήμερα.

Νόμος του 1910: «Περί της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του Κράτους» Συστάθηκε «Τμήμα Αρχαιολογικής Υπηρεσίας»

στο Υπουργείο Παιδείας, αρμόδιο για κάθε αρχαιολογικό θέμα κρατικής δικαιοδοσίας.

Καταργήθηκε ο θεσμός του Γενικού Εφόρου, αντικαταστάθηκε από τον Διευθυντή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (ένας από τους Εφόρους με 10ετή τουλάχιστον υπηρεσία).

Η Αρχαιολογική Επιτροπή αντικαταστάθηκε από το Αρχαιολογικό Συμβούλιο.

Η Ελλάδα διαιρέθηκε σε 7 αρχαιολογικές περιφέρειες (15 από το 1915).

Νόμος του 1910: «Περί Ιδρύσεως Ειδικού Αρχαιολογικού Ταμείου» Αξιοποιούσε τους οικονομικούς πόρους από

διάφορες πηγές. Ήταν ο πρόδρομος του σημερινού Ταμείου

Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (Τ.Α.Π.Α.).

Έτσι ξεκίνησε η έκδοση αρχαιολογικών οδηγών και καρτών.

Έτσι ξεκίνησαν οι εκθέσεις κινητών αρχαιολογικών ευρημάτων.

Έτσι προέκυψε ο θεσμός του εισιτηρίου για την επίσκεψη σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους το 1914.

Έτσι η αρχαιολογική έρευνα αυτοχρηματοδοτείται ως ένα βαθμό.

Νόμος του 1911: «Αρχιτεκτονικό Γραφείο σχολικών κτιρίων και συντηρήσεως αρχαίων μνημείων και αρχαιολογικών μουσείων»Πρόκειται για τον πρόδρομο της μετέπειτα Διεύθυνσης Αναστηλώσεων. Ανέλαβε τις αναστηλωτικές εργασίες της Ακρόπολης (1895-1935). Ενδιαφέρον για αναστήλωση αρχαίων και βυζαντινών μνημείων εκτός Αττικής.

Δυο ακόμη νομοθετήματα («Περί τρόπου εκτελέσεως αρχαιολογικών ανασκαφών» το 1927 και «Περί αρχαιοτήτων» το 1932) συμπληρώνουν κενά και καλύπτουν ελλέιψεις στην αρχαιολογική νομοθεσία.

Στην πράξη:

Αυξάνονται οι ανασκαφές και οι αρχαιολογικές δημοσιεύσεις.

Διενεργούνται ανασκαφές μικρότερης κλίμακας

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

8

Page 9: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

σε πολλές περιοχές της χώρας. Η Αρχαιολογική Υπηρεσία διενεργεί σωστικές

ανασκαφές, προκειμένου να διευκολυνθεί η καλλιέργεια της γης, καθώς και η ανοικοδόμηση σύγχρονων οικισμών. Σωστικές ανασκαφές διενεργεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία και σήμερα, προκειμένου να επεμβαίνει άμεσα για τη διάσωση αρχαιοτήτων.

Οι νέοι επιστήμονες έχουν κάνει ειδικές σπουδές και είναι καλύτερα καταρτισμένοι από τους προκατόχους τους.

Εμφανίζονται οι πρώτες γυναίκες αρχαιολόγοι (Άννα Αποστολάκη, Σέμνη Καρούζου, Ιωάννα Κωνσταντίνου).

Πραγματοποιούνται τοπογραφικές έρευνες για τον εντοπισμό αρχαίων θέσεων – μνημείων και την καταγραφή τους.

Ερευνώνται παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου.

Χρησιμοποιούνται τα αρχαία ελληνικά τοπογραφικά τοπωνύμια αντί των ξενικών (τουρκικών, σλαβικών, αλβανικών), τα οποία ήταν σε χρήση ιδιαίτερα στην Ήπειρο και στη Μακεδονία. Για τον σκοπό αυτό συστάθηκε η λεγόμενη Τοπωνυμική Επιτροπεία.

Προβλήματα: Οι έλληνες αρχαιολόγοι διέθεταν περιορισμένα

τεχνικά και οικονομικά μέσα σε σχέση με τους ξένους συναδέλφους τους.

Πρόκειται για την περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής και των χιλιάδων προσφύγων. Τα κονδύλια λοιπόν για αρχαιολογική έρευνα ήταν πολύ περιορισμένα. Μόνο η Αρχαιολογική Εταιρεία είχε σχετική οικονομική ευχέρεια για διενέργεια αρχαιολογικών ερευνών σε ικανοποιητικό βαθμό.

Αρχαιολογική δράση στις νέες περιοχές

Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913) η Ελλάδα επεκτάθηκε προς βορρά και νότο με την προσάρτηση της Θεσσαλίας, της Ηπείρου, της Κρήτης, της Μακεδονίας, της Θράκης, των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.

Είδαμε ότι από το 1915 οι αρχαιολογικές περιφέρειες αυξήθηκαν σε 15.

Το 1920 ιδρύονται δυο χωριστές Εφορείες Βυζαντινών Αρχαιοτήτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Αξιοποιούνται οι πληροφορίες από το έργο των ξένων περιηγητών.

Παρατηρείται αρχαιολογική δράση από ομάδες λογίων των νέων περιοχών, οι οποίοι διασώζουν αρχαιότητες και δημιουργούν πυρήνες μεταγενέστερων μουσείων. Η δράση των ομάδων αυτών περιλάμβανε: Έκδοση περιοδικών δημοσιευμάτων. Διαλέξεις και περιηγήσεις. Συλλογή πληροφοριών και αρχαιολογικών

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

9

Page 10: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

τεκμηρίων. Χρηματοδότηση ερευνών και μικρής κλίμακας

ανασκαφών.

Οι ενέργειες ενίσχυσης της αρχαιολογικής δραστηριότητας στόχευαν επιπλέον στην ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας και της ιστορικής συνείδησης των νέων επαρχιών.

Θεσσαλία: Η Φιλάρχαιος Εταιρεία της Οθρύος στον Αλμυρό ανέπτυξε ξεχωριστή δράση με πρωτεργάτη τον Νικόλαο Γιαννόπουλο. Δημιούργησε τοπικό μουσείο, εξέδωσε περιοδικό.

Ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος, πρώτος Έφορος, ανέπτυξε καθοριστική δράση για τη θεσσαλική αρχαιολογία. Συνέχισε το έργο του Τσούντα στη Θεσσαλία, μελέτησε τη θεσσαλική τοπογραφία, οργάνωσε τοπικές αρχαιολογικές συλλογές, ίδρυσε το Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου.

Την περίοδο του Μεσοπολέμου ξεκίνησε η ανασκαφή των παλαιοχριστιανικών μνημείων της Νέας Αγχιάλου.

Μακεδονία: Ιδρύθηκε το 1913 προσωρινή Αρχαιολογική Υπηρεσία με αρχαιολόγους που υπηρετούσαν στα εκεί ελληνικά στρατεύματα.

Λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση ανακηρύχθηκαν «εθνικά αρχαιολογικά μνημεία» σημαντικά κτίσματα των βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων της Θεσσαλονίκης (τείχη, Λευκός Πύργος, Αγ. Δημήτριος, κ.ά.).

Συγκεντρώνονται αρχαία ευρήματα σε όλες τις πόλεις.

Το 1913 αποφασίζεται η ίδρυση Βυζαντινού Μουσείου Θεσσαλονίκης, χωρίς τελικά να υλοποιηθεί.

Δημιουργήθηκε η Αρχαιολογική Υπηρεσία του Γαλλικού Στρατού της Ανατολής (Service Archéologique de l’ Armée Française d’ Orient) με δράσεις περιορισμένης έκτασης ανασκαφών και περισυλλογής υλικού, το οποίο δυστυχώς κατέληξε στο εξωτερικό.

Το ενδιαφέρον στράφηκε στα ανεξερεύνητα κέντρα του βασιλείου των αρχαίων Μακεδόνων (Πέλλα, Αμφίπολις, Δίον).

Νησιά Ανατ.

Αιγαίου:

Περισυλλογές αρχαιοτήτων και δημιουργία συλλογών από τοπικές αρχές, Εκκλησία, και ντόπιους. Οι συλλογές στεγάζονταν σε σχολεία και στις μητροπόλεις.

Έλληνες αρχαιολόγοι άρχισαν να περιοδεύουν και να διενεργούν ανασκαφές από το 1913.

Ήπειρος: Ανασκαφές στη Δωδώνη (από το 1920) και στη Νικόπολη (από το 1913).

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

10

Page 11: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Τοπογραφικές έρευνες. Μελέτη πλούσιας εκκλησιαστικής αρχιτεκτινικής

(και στη Βόρειο Ήπειρο).

Θράκη: Το δυτικό τμήμα της Θράκης ενσωματώθηκε το 1920 και συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες ξεκίνησαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Κρήτη: Η Κρήτη ενώθηκε με την Ελλάδα το 1914, αλλά είχε ήδη διαμορφωμένη αρχαιολογική δραστηριότητα από το 1899 (έλληνες και ξένοι αρχαιολόγοι).

Διαιρέθηκε σε δυο αρχαιολογικές περιφέρειες.Μικρά Ασία:

Έλληνες αρχαιολόγοι βρέθηκαν στη Μικρά Ασία πριν την Καταστροφή μαζί με τον ελληνικό στρατό. Εργάστηκαν κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Τα αποτελέσματα των ερευνών τους δημοσιεύτηκαν στον 7ο τόμο του Αρχαιολογικού Δελτίου (1921/2), όπου αναφέρονται:

Ανασκαφές σε διάφορες θέσεις (Κλαζομενές, Νύσσα, ναός Αγ. Ιωάννη).

Καθαρισμός αρχαιολογικών θέσεων (Έφεσος, Πέργαμος) και διορισμός φυλάκων.

Επίβλεψη και υποστήριξη έργου ξένων Σχολών στην περιοχή.

Περισυλλογή και φύλαξη αρχαιοτήτων.

Οι ξένες αρχαιολογικές αποστολές

Οι ξένες Σχολές ανέπτυξαν μεγάλη αρχαιολογική δραστηριότητα ώς τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1940). Συνέχισαν παλαιές ανασκαφές, ξεκίνησαν νέες, έκαναν περιοδείες, φωτογραφίσεις και αποτυπώσεις, δημοσίευσαν το έργο τους (άρθρα, μονογραφίες, επιστημονικές σειρές). Παράλληλα ακολουθούσαν τις επιλογές και τα συμφέροντα των χωρών τους. Ειδικότερα:

Γαλλική Αρχαιολογι

κή Σχολή:

Συνέχεια ανασκαφής Δελφών. Εκτεταμένη ανασκαφή στη Δήλο. Αρχαιολογική εξερεύνηση της Θάσου και των

Φιλίππων στην Ανατ. Μακεδονία. Αποκάλυψη μινωικού ανακτόρου Μαλλίων στην

Κρήτη και αναστήλωση.

Γερμανικό Αρχαιολογι

κό Ινστιτούτο:

Ανασκαφές του Wilhelm Dörpfeld σε μυκηναϊκές θέσεις: Μυκήνες, Τίρυνθα, Κακκόβατος Μεσσηνίας).

Ανασκαφές στον Κεραμεικό της Αθήνας και κατασκευή μουσείου.

Ανασκαφές στο Ηραίο της Σάμου.

Βρετανική Σχολή

Αθηνών:

Ανασκαφές σε Μυκήνες. Φυλακωπή Μήλου. Σπάρτη. Περαχώρα (ανασκαφές του Hamphrey Payne).

Αμερικανική Σχολή

Κλασικών Σπουδών:

Ανασκαφές σε Αρχαία Αγορά των Αθηνών. Είχαν τα χρήματα

για τις αναγκαίες αγορές και αποζημιώσεις από το Ίδρυμα John Rockefeller.

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

11

Page 12: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Προϊστορικές θέσεις μινωικής Κρήτης. Προϊστορικές θέσεις της κυρίως Ελλάδας

(Δυτική Πελοπόννησος, Βοιωτία, ανάκτορο Νέστορα στην Πύλο)

Όλυνθος Χαλκιδικής (ανασκαφές του David Robinson).

Αυστριακό Αρχαιολογι

κό Ινστιτούτο:

Διέκοψε τις ανασκαφές στην Έφεσο. Ανέλαβε ανασκαφική δράση στη Δυτική

Πελοπόννησο: Αρχαία Ήλις στην Ήλιδα. Αίγειρα στη Αχαΐα.

Ιταλική Αρχαιολογι

κή Σχολή:

Ανασκαφές στη Κρήτη (Πρινιάς, Αρκάδες, Γόρτυνα). Μεγάλο πρόγραμμα ανασκαφών, ερευνών και

ανστηλώσεων στη Φαιστό. Ανασκαφές στη Λήμνο (Πολιόχνη, Ηφαιστεία, ιερό

Καβείρων).

Αρχαιολογία στα Δωδεκάνησα

Τα Δωδεκάνησα ήταν υπό ιταλική κατοχή από το 1912 ως το 1947, όταν προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα. Την περίοδο λοιπόν των αρχών του 20ου αιώνα ώς τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η αρχαιολογική δραστηριότητα ελεγχόταν από το φασιστικό καθεστώς της Ρώμης. Συνοπτικά:

Ίδρυση Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με εδρα τη Ρόδο. Ανασκαφές σε Ρόδο, Ιάλυσο, Κάμιρο, Κω, Κάλυμνο,

Νίσυρο, κ.α. Ίδρυση του Ιστορικού – Αρχαιολογικού

Ινστιτούτου Ρόδου (Instituto Storico – Archeologico di Rodi) με αντικείμενο την προστασία αρχαιολογικών χώρων και μνημείων στην περιοχή (συμπεριλαμβανομένης της γειτονικής Ανατολίας), με πλούσια βιβλιοθήκη και αρχείο φωτογραφιών και σχεδίων.

Δημοσίευση ανασκαφικών πορισμάτων σε ειδικές επιστημονικές σειρές.

Συντήρηση και αναστήλωση μνημείων (κυρίως σε Ρόδο και Κω).

Δημιουργία προστατευόμενων περιοχών στο ιστορικό κέντρο των πόλεων Ρόδου και Κω με απώτερο σκοπό τη δημιουργία αρχαιολογικών πάρκων.

Ίδρυση Αρχαιολογικού Μουσείου Ρόδου, στη θέση όπου βρίσκεται ως σήμερα.

Περίοδος Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και Κατοχής

Επρόκειτο για πολύ δύσκολα χρόνια για την ελληνική αρχαιολογία.

Διακοπή ερευνών. Καταστροφές από τα κατοχικά στρατεύματα. Ανασκαφές χωρίς επίσημη άδεια με τα ευρήματα να

φεύγουν εκτός Ελλάδας. Ζημιές στα μνημεία από βομβαρδισμούς. Ζημιές στα μνημεία από αφαίρεση αρχιτεκτονικών

μελών, για να χρησιμοποιηθούν ως οικοδομικό υλικό για στρατιωτικές εγκαταστάσεις.

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

12

Page 13: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Λεηλασίες αφύλακτων αρχαιολογικών χώρων και συλλογών.

Ευτυχώς, μεγάλο μέρος των εκθεμάτων των περισσοτέρων μουσείων είχε φυλαχθεί εν όψει του πολέμου και έτσι σώθηκε σε μεγάλο βαθμό η ελληνική αρχαιολογική κληρονομιά.

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

13

Page 14: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Υπο-ενότητα 3.1.4

Η μεταπολεμική αρχαιολογική δραστηριότητα στην Ελλάδα

Ο 20ος αιώνας χαρακτηρίζεται συνολικά από την εντατικοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας σε όλα τα επίπεδα. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και ιδιαίτερα από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 και εξής, η ανάπτυξη της αρχαιολογικής έρευνας είναι πλέον αλματώδης. Η ανάπτυξη αυτή συμπορεύθηκε, όπως πάντα, με τις εξελίξεις της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, οι οποίες κατά την περίοδο αυτή έχουν τα εξής κύρια χαρακτηριστικά:

εξωτερική μετανάστευση

εσωτερική μετανάστευση – αστικοποίηση

ταχεία τουριστική ανάπτυξη

ταχεία ανοικοδόμηση

Αρνητικές συνέπειες των εξελίξεων αυτών

ερήμωση της υπαίθρου, με αποτέλεσμα την άνθηση των λαθρανασκαφών

εσπευσμένη και συχνά ανεξέλεγκτη ανοικοδόμηση, με αποτέλεσμα την καταστροφή θαμμένων αρχαιοτήτων αλλά και νεότερων παραδοσιακών κτιρίων

εσπευσμένη και ανοργάνωτη τουριστική ανάπτυξη, τις περισσότερες φορές χωρίς τη γνωμοδότηση των αρμόδιων αρχαιολογικών οργάνων, με αποτέλεσμα: την επιλεκτική προβολή του παρελθόντος, με το βάρος να πέφτει

σχεδόν αποκλειστικά στην κλασική αρχαιότητα και να παραμελούνται οι προηγούμενες και οι επόμενες εποχές (συνοδεύθηκε και από αντίστοιχες φεστιβαλικές εκδηλώσεις σε σχετικά μνημεία, όπως στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου και στο Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού στην Αθήνα)

τις βιαστικές και όχι πάντα επιστημονικά ορθές αναστηλώσεις των μνημείων

επέκταση των ανασκαφών χωρίς την παράλληλη αύξηση του δυναμικού της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας

αντιπαράθεση, αντί για συνεργασία, των αρχαιολόγων από τη μια και των πολιτών (ιδιοκτητών ακινήτων, εργολάβων κλπ.) από την άλλη, με την πολιτεία να αφήνει συχνά ακάλυπτους, νομοθετικά και ηθικά, τους πρώτους (κάτι που συνεχίζεται σε σημαντικό βαθμό και σήμερα)

Θετικές συνέπειες των εξελίξεων αυτών

αύξηση των αρχαιολογικών ανασκαφών (σωστικών και συστηματικών), έστω και με τις παραπάνω αδυναμίες και ελλείψεις

φύλαξη, περιφράξεις, διαμορφώσεις, σήμανση των αρχαιολογικών χώρων

Σημαντικές όψεις και φορείς της αρχαιολογικής έρευνας

διευρεύνηση νέων θέσεων όλων των Εποχών – προϊστορικών, κλασικών και παλαιοχριστιανικών (βλ. παρακάτω για τις αρχαιολογικές Εποχές και Πίνακα σελ. 212 του εγχειριδίου)

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

14

Page 15: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

συστηματικές ανασκαφές θέσεων της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού και των πρώιμων ιστορικών χρόνων– οικισμοί και νεκροταφεία

εντατικοποίηση της έρευνας σε Μινωικές, Κυκλαδικές και Μυκηναϊκές θέσεις – οικισμοί, ακροπόλεις, ανάκτορα, τάφοι

συνέχιση της έρευνας κλασσικών θέσεων και μνημείων (γνωστών και νέων) – ιερά, πόλεις, θέατρα, τείχη, τάφοι

αναζήτηση παλαιοχριστιανικών μνημείων , κυρίως μεγάλων εκκλησιών του τύπου της βασιλικής

στροφή του ενδιαφέροντος προς την εξερεύνηση ολόκληρων οικισμών και όχι απλώς μεμονωμένων κτιρίων, καθώς και στην τοπογραφία

Αναστάσιος Ορλάνδος : καθηγητής της Αρχιτεκτονικής και της Βυζαντινής αρχαιολογίας, Γενικός Γραμματέας της Αρχαιολογικής Εταιρείας, Διευθυντής της Υπηρεσίας Αναστηλώσεων. Πρωτοστάτησε στην αναστήλωση πολλών αρχαίων και βυζαντινών μνημείων και επηρέασε γενιές αρχαιολόγων και αρχιτεκτόνων

Υπηρεσία Αρχαιοτήτων: κρατικός φορέας, με ικανό αλλά ολιγάριθμο αρχικά δυναμικό και περιορισμένη χρηματοδότηση. Από το 1974 και εξής υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού, ονομάζεται Αρχαιολογική Υπηρεσία και επεκτείνεται με πολλές κατά τόπους αρχαιολογικές εφορείες ή εφορείες αρχαιοτήτων σε όλη την Ελλάδα

τη δεκαετία του 1960 ιδρύονται πολλά νέα μουσεία σε όλη την Ελλάδα, ιδιαίτερα στη βόρεια Ελλάδα και την Αττική, συχνά μέσα στους αρχαιολογικούς χώρους και με υποδειγματικό τρόπο (π.χ. μουσείο Αρχαίας Αγοράς Αθηνών μέσα στη Στοά του Αττάλου και μουσείο-έκθεση βασιλικών τάφων Βεργίνας), ενώ ανακαινίζονται και πολλά από τα παλαιότερα. Η πολιτική της ίδρυσης νέων τοπικών μουσείων ή της ανακαίνισης παλαιότερων συνεχίζεται μέχρι και σήμερα

σημαντική η συμβολή των ξένων Αρχαιολογικών Σχολών σε όλα τα παραπάνω – διενέργεια ανασκαφών και ίδρυση/ανακαίνιση μουσείων

συνεχής αύξηση των επιστημονικών συνεδρίων, ημερίδων, συναντήσεων

μεγάλη αύξηση επιστημονικών αρχαιολογικών περιοδικών – ελληνικών και ξένων

αύξηση έγκυρων αρχαιολογικών οδηγών για τους επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

15

Page 16: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Ενότητα 3.2

Υπο-ενότητα 3.2.1Στόχοι και αποτελέσματα των αρχαιολογικών ερευνών στην Ελλάδα

Συμβολή της αρχαιολογικής έρευνας

αποκάλυψη άγνωστων πολιτισμών

επιβεβαίωση ή διάψευση των αρχαίων πηγών

τεκμηρίωση και κατανόηση πολιτισμών χωρίς γραπτές μαρτυρίες

καθιέρωση νέων τρόπων αρχαιολογικής σκέψης, σε σύνδεση με την εκάστοτε κοινωνική πραγματικότητα

συστηματοποίηση της αρχαιολογικής σκέψης και μελέτης

Πάντως καμία ανασκαφή μέχρι τώρα δεν μπόρεσε να εξαντλήσει όλον τον χώρο στον οποίο αρχικά απλωνόταν μια αρχαία θέση, για δυο κύριους λόγους: α) πολύ μεγάλος αριθμός αρχαιολογικών θέσεων στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με συνήθως πολύ μεγάλη ποσότητα υλικού από την καθεμιά ώστε για την πλήρη αποκάλυψη μιας θέσης χρειάζονται πολλά χρόνια και διαδοχικές γενιές αρχαιολόγων, και β) περιορισμένη χρηματοδότηση

Υπάρχουν τρία κύρια είδη επιτόπιας αρχαιολογικής έρευνας, ανάλογα με τα ερευνητικά ερωτήματα αλλά εξίσου και με τις εκάστοτε οικονομικές συνθήκες και κοινωνικές επιταγές:

Συστηματική ανασκαφή

Σωστική ανασκαφή

Έρευνα επιφανείας ή επιφανειακή έρευνα

Υπο-ενότητα 3.2.2Η αρχαιολογική έρευνα της προϊστορίας και των πρώιμων ιστορικών χρόνων

Σημαντικοί σταθμοί, όψεις και πρόσωπα της προϊστορικής έρευνας

Χρήστος Τσούντας. Αποκάλυψη του Νεολιθικού και του Κυκλαδικού πολιτισμού ως ιδιαίτερων πολιτισμικών ενοτήτων. Συστηματικές ανασκαφές μετά τον Σλήμαν στις Μυκήνες, αναγνώριση του ανακτόρου. Η αναγνώριση πάρα πολλών θέσεων, οι ανασκαφές και οι δημοσιεύσεις του έθεσαν τις βάσεις για τη μελέτη του Νεολιθικού, του κυκλαδικού και του Μυκηναϊκού πολιτισμού ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα

Νεολιθική Εποχή

Ανασκαφές Τσούντα σε Σέσκλο και Διμήνι της Θεσσαλίας στις αρχές του 20ου αιώνα, και μετέπειτα συνέχιση των ανασκαφών στις θέσεις αυτές από νεότερους αρχαιολόγους στο β’ μισό του 20 αιώνα

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

16

Page 17: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Συνέχιση και εντατικοποίηση της έρευνας της Νεολιθικής Εποχής στη Θεσσαλία μέχρι και σήμερα. Εντοπισμός εκατοντάδων οικισμών και ανασκαφή πολλών από αυτούς

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες η έρευνα της Νεολιθικής, την οποία μονοπωλούσε η Θεσσαλία, έχει επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα

Σήμερα ο αριθμός των καταγεγραμμένων Νεολιθικών θέσεων στην Ελλάδα ξεπερνάει τις χίλιες. Έλληνες και ξένοι μελετητές επιλύουν προβλήματα χρονικής διαδοχής των διαφόρων φάσεων της Νεολιθικής και επιδίδονται στην εμβάθυνση τομέων δραστηριότητας των νεολιθικών ανθρώπων

Τα πολιτιστικά επιτεύγματα των Νεολιθικών κοινωνιών αποτυπώνονται στα υλικά κατάλοιπα που μας κληροδότησαν (οικισμοί, ταφές, κεραμεική, εργαλεία, ειδώλια, κοσμήματα κλπ.) και τα οποία μιλούν με μοναδική ευγλωττία και ζωντάνια για το φυσικό περιβάλλον, την κοινωνική οργάνωση, τις οικονομικές δραστηριότητες, την καλλιτεχνική έκφραση, την ιδεολογία, τις αντιλήψεις και τους κώδικες συμπεριφοράς των νεολιθικών ανθρώπων

Χαλκολιθική Εποχή: το μεταβατικό στάδιο μεταξύ Νεολιθικής Εποχής και Εποχής του Χαλκού, το οποίο συνδυάζει πολιτισμικά χαρακτηριστικά της Νεολιθικής Εποχής με την κατεργασία και χρήση των μετάλλων (χαλκός, άργυρος, χρυσός), η οποία συμβατικά θεωρείται ότι χαρακτηρίζει την αμέσως επόμενη εποχή (δηλαδή την Εποχή του Χαλκού)

Πρώιμη Εποχή του Χαλκού: εκτός από την εντατικοποίηση της μεταλλουργίας και μεταλλοτεχνίας, ξεκινάει και μια πρώιμη μορφή αστικοποίησης, με τη δημιουργία πρωτο-αστικών κέντρων σε όλη την Ελλάδα (κυρίως στις παράκτιες περιοχές)

Κυκλαδικός πολιτισμός (Πρώιμη Εποχή του Χαλκού)Ένας από τους σημαντικότερους πολιτισμούς του προϊστορικού Αιγαίου. Μικροί οικισμοί με λιθόκτιστα σπίτια, νεκροταφεία με κιβωτιόσχημους τάφους, και μαρμάρινα ειδώλια και αγγεία αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά του. Οι προϊστορικοί Κυκλαδίτες αξιοποιούν τον ορυκτό τους πλούτο (π.χ. άργυρος, χαλκός, μάρμαρο, μόλυβδος), γίνονται πρωτοπόροι στη ναυσιπλοΐα και στη χάραξη νέων θαλάσσιων δρόμων για τα δίκτυα ανταλλαγών. Ο Κυκλαδικός πολιτισμός (και άρα η γνώση μας για αυτόν), κυρίως τα νεκροταφεία και τα μαρμάρινα ειδώλια, υπέστη σοβαρό πλήγμα από τις λαθρανασκαφές, με προορισμό το διεθνές παράνομο εμπόριο αρχαιότητων και τις ιδιωτικές συλλογές

Πολιτισμός του Βορειοανατολικού Αιγαίου (Πρώιμη Εποχή του Χαλκού) (Λήμνος, Λέσβος, Σάμος, Χίος, Σαμοθράκη)Εντυπωσιακή ανάπτυξη πολυάνθρωπων, οχυρωμένων οικισμών με σαφή πρωτο-αστικό χαρακτήρα και προηγμένη πολεοδομική διάταξη, oι οποίοι έχουν συγγενή πολιτισμικά χαρακτηριστικά με μια σειρά οικισμών στα γειτονικά τους Μικρασιατικά παράλια (συμπεριλαμβανομένης και της Τροίας)

Μινωικός πολιτισμός (Μέση και Ύστερη Εποχή του Χαλκού)

Άρθουρ Τζον Έβανς (Αrthur John Evans). Βρετανός αρχαιολόγος, ο οποίος διενήργησε την πρώτη συστηματική ανασκαφή μεγάλης κλίμακας, πρωτοποριακή για την εποχή (1900), καθώς και αναστήλωση του ανακτόρου της Κνωσσού. Εξίσου σημαντική η ανακάλυψη περίπου 3.000 πινακίδων Γραμμικής Α και Γραμμικής Β. Η συμβολή του στη συστηματοποίηση της έρευνας και μελέτης του

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

17

Page 18: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Μινωικού πολιτισμού ήταν καθοριστική. Η ανασκαφή στην περιοχή της Κνωσού συνεχίζεται ακόμα και σήμερα από τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών

Μινωικά ανάκτορα, επαύλεις (μικρότερες οικιστικές ενότητες με αρχιτεκτονική διάρθρωση παρόμοια με τα ανάκτορα) και οικισμοί έχουν εντοπιστεί και ερευνηθεί κατά δεκάδες σε ολόκληρη την Κρήτη, ενώ πάρα πολλοί σύγχρονοί τους οικισμοί στα νησιά του Αιγαίου με έντονα μινωικά χαρακτηριστικά μαρτυρούν την πολιτισμική κυριαρχία των Μινωιτών κατά την εποχή αυτή

Χάρη στην έντονη ερευνητική δραστηριότητα γύρω από το Μινωικό πολιτισμό διαθέτουμε πολυπληθείς πληροφορείες για μια σειρά τομείς – την αρχιτεκτονική, την οικονομία, τη διοίκηση, την κοινωνική ιεραρχία, τις τέχνες, τις τελετές και τις δοξασίες

Ο λαμπρός αυτός πολιτισμός εν μέρει καταστρέφεται και συνολικά παρακμάζει γύρω στο 1450 π.Χ., ενώ παράλληλα εμφανίζεται ο Μυκηναϊκός πολιτισμός

Μυκηναϊκός πολιτισμός (Ύστερη Εποχή του Χαλκού, Πελοπόννησος)

Ερρίκος Σλήμαν (Heinrich Schliemann). Γερμανός έμπορος, αυτοδίδακτος αρχαιολόγος. Οι ανασκαφές του στην Τροία και τις Μυκήνες κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα βοήθησαν να καθιερωθεί ένα ιστορικό υπόβαθρο για τις ιστορίες και τους μύθους του Όμηρου και του Βιργίλιου, ενώ παράλληλα άνοιξαν το δρόμο για την εξερεύνηση του παρθένου μέχρι τότε πεδίου της προϊστορικής αρχαιολογίας. Δέχθηκε δριμεία κριτική για τις καταστροφικές ανασκαφικές μεθόδους του (οι οποίες απείχαν πολύ από μια επιστημονική, συστηματική ανασκαφή) και χαρακτηρίσθηκε ως «ανασκαφέας θησαυρών»

Τα κύρια χαρακτηριστικά του Μυκηναϊκού πολιτισμού, ιδίως των μεγάλων Μυκηναϊκών κέντρων (Μυκήνες, Τίρυνθα, Πύλος, Θήβα, Ορχομενός, Αθήνα), συνίστανται στις oxυρωμένες ακροπόλεις (Κυκλώπεια τείχη) που περιλαμβάνουν και τα ανάκτορα, τους θολωτούς τάφους, τους θαλαμωτούς τάφους, τις πινακίδες της Γραμμικής Β΄ γραφής, καθώς και σε πλήθος υλικών αντικειμένων που προσφέρουν, όπως και στην περίπτωση του Μινωικού πολιτισμού, πολύτιμες πληροφορίες για την οικονομία, τη διοίκηση, την κοινωνική ιεραρχία, τις τέχνες, τις τελετές και τις δοξασίες

Πρώιμοι ιστορικοί χρόνοι

Πρωτογεωμετρική και Γεωμετρική περίοδος

διερεύνηση των αιτίων καταστροφής και εγκατάλειψης των Μυκηναϊκών κέντρων και της μείωσης του αριθμού των οικισμών

παρακολούθηση της σταδιακής αποκατάστασης των ρυθμών ανάπτυξης σε προϋπάρχουσες θέσεις, καθώς του βαθμού ανάπτυξης νέων οικισμών

οι οικισμοί τώρα φαίνεται να χτίζονται σε φυσικά οχυρωμένες θέσεις

οικισμοί, ιερά και νεκροταφεία

γενικά, περιορισμένα αρχιτεκτονικά λείψανα

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

18

Page 19: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Υπο-ενότητα 3.2.3Αρχαιολογική έρευνα των ιστορικών χρόνων

Αρχαϊκή, Κλασική, Ελληνιστική, Ρωμαϊκή περίοδος

διαθέσιμες πολλές γραπτές πηγές (επιγραφές, κείμενα αρχαίων συγγραφέων κλπ.)

αρχικά, το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στα διάσημα ιερά της αρχαιότητας λόγω περιγραφών των αρχαίων και σύγχρονων περιηγητών και λόγω των προσδοκιών για «εντυπωσιακές ανακαλύψεις» (βλ. παραπάνω, Σημείωση 1 και 3)

τεκμηριώθηκαν η φυσιογνωμία, τα όρια, η οργάνωση και η λειτουργία των ιερών

εμπλουτίσθηκε η γνώση για τους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς της αρχαιότητας

μελετήθηκε ο κύκλος ζωής και διάρκειας των ιερών (ακμή, παρακμή, διακοπή εξαιτίας της επικράτησης του χριστιανισμού κλπ.)

από τον 19ο αιώνα ξεκινάει η έρευνα των νεκροταφείων. Και πάλι, όπως σε πολλές άλλες περιπτώσεις (π.χ. Κυκλαδικά νεκροταφεία), πολλά ευρήματα έπεσαν θύματα της αρχαιοκαπηλίας και των λαθρανασκαφών

ερευνώνται επίσης ταφικά σύνολα και μεμονωμένοι επιβλητικοί τάφοι (π.χ. τύμβος Μαραθώνα και μακεδονικοί «βασιλικοί» τάφοι)

η ανεύρεση ασύλλητων τάφων με πολλά κτερίσματα πλούτισε τις γνώσεις μας για πλήθος δραστηριοτήτων, ταφικών πρακτικών, κοινωνικής διαστρωμάτωσης κλπ.

η ανασκαφική έρευνα οικισμών καθιερώνεται μόλις στα μεταπολεμικά χρόνια (καθότι προηγουμένως η καθημερινή ζωή δεν θεωρείτο ότι αποτελούσε ελκυστικό εύρημα ή μέρος των «μεγάλων ανακαλύψεων» -- βλ. παραπάνω, Σημείωση 1 και 3)

οι ανασκαφές επεκτείνονται και εκτός σύγχρονης Ελλάδας, στις θέσεις των αρχαίων ελληνικών αποικιών στον ευρύτερο μεσογειακό χώρο (Μικρά Ασία, νότια Ιταλία και Σικελία κλπ.)

διάφοροι παράγοντες επιδρούν ανασταλτικά στη διερεύνηση αρχαίων οικισμών, όπως η καταστροφή αρχαίων λειψάνων λόγω ανοικοδόμησης των σύγχρονων πόλεων στις ίδιες θέσεις με τις αρχαίες, η διαχρονική κατοίκηση των ίδιων οικισμών μέχρι τα νεότερα χρόνια, η μεγάλη έκταση ενός αρχαίου οικισμού που καθιστά αδύνατη την πλήρη αποκάλυψή του, αλλά και η απαξίωση των ευρημάτων της καθημερινής ζωής συγκριτικά με εκείνα από τα νεκροταφεία, τα ιερά κλπ.

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

19

Page 20: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

η έμφαση κατά την ανασκαφή ενός αρχαίου οικισμού δινόταν πάντα στα «σπουδαιότερα», δημόσια οικοδομήματα (θέατρο, ναοί, αγορά, Γυμνάσιο κλπ.) εις βάρος των ιδιωτικών κατοικιών

για την Ελληνιστική περίοδο πάντως, γνωρίζουμε πολλά περισσότερα γύρω από την καθημερινή ζωή, την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία των πόλεων (Όλυνθος, Πέλλα, Δήλος κ.ά.), καθώς και για τα ανάκτορα των Ελληνιστικών μοναρχών (Βεργίνα, Πέργαμος κ.ά.)

η επιλεκτική προβολή συγκεκριμένων ευρημάτων ή θέσεων της κλασικής αρχαιότητας και η ιδεολογική τους χρήση συνεχίζεται σε ένα βαθμό μέχρι και σήμερα (π.χ. βλ. Παράδειγμα 9 του εγχειριδίου σχετικά με τη σημασία που δόθηκε στην αποκάλυψη των «βασιλικών» τάφων της Βεργίνας για την προώθηση εθνικών συμφερόντων)

Υπο-ενότητα 3.2.4

Η αρχαιολογική έρευνα του βυζαντινού πολιτισμού

Στην έρευνα του Βυζαντινού πολιτισμού επέδρασαν όλοι οι ανασταλτικοί παράγοντες που ίσχυσαν για την έρευνα της Προϊστορίας. Επιπλέον:

Ο ζήλος του κλασικισμού μάλιστα, όχι μόνο καθυστέρησε την αναγνώριση και εκτίμηση των Βυζαντινών αρχαιοτήτων αλλά και τα έφερε αρκετές φορές στο χείλος της καταστροφής

Ως αποτέλεσμα, η αρχαιολογική έρευνα του Βυζαντινού πολιτισμού στην Ελλάδα άρχισε πάρα πολύ αργά, στα πρώτα βήματα της στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά συστηματικά μετά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα

Εκτός Ελλάδας, στην Τουρκία η έρευνα των χριστιανικών μνημείων επηρεάσθηκε από την εθνική και θρησκευτική μισαλλοδοξία και διεξάγεται αποκλειστικά από ξένους αρχαιολόγους, αλλά και στην Ιταλία, με τις πολύ αξιόλογες χριστιανικές αρχαιότητες, είναι αισθητή η απουσία των Ελλήνων αρχαιολόγων από την έρευνα

Το Ινστιτούτο του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία είναι το μοναδικό ελληνικό ερευνητικό ίδρυμα σχετικά με την εποχή αυτή στο εξωτερικό και αναπτύσσει σημαντική δραστηριότητα μόλις από τη δεκαετία του 1950 και εξής

Η Βυζαντινή Αρχαιολογία έχει στη διάθεσή της ένα πλούσιο απόθεμα από γραπτές πηγές από βυζαντινούς λόγιους και χρονογράφους

Ο Γεώργιος Λαμπάκης, ένας από τους ιδρυτές της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, ξεχωρίζει με τη δράση του κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα

Παλαιοχριστιανική περίοδος

επίκεντρο του ενδιαφέροντος είναι οι εκκλησίες τύπου βασιλικής

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

20

Page 21: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

Αναστάσιος Ορλάνδος: ένας από τους πρώτους ανασκαφείς-μελετητές αυτής της κατηγορίας μνημείων τον 20ο αιώνα (δεκαετίες 1930-1960) (βλ. και παραπάνω υπο-ενότητα 1.3.4)

γενικά και μέχρι πολύ πρόσφατα, το κέντρο βάρους της παλαιοχριστιανικής έρευνας πέφτει την εκκλησιαστική αρχιτεκτονική και ό,τι αυτή περιλαμβάνει (ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, γλυπτά, βαπτιστήρια κλπ.), και ιδίως στη λειτουργικότητα και την αισθητική της σε σχέση το χριστιανικό δόγμα

Περίοδος Εικονομαχίας και Μεσοβυζαντινή

προσδιορίζονται νέοι τύποι εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής

διαπιστώνεται ο ιδιαίτερος τύπος του απλού οκταγωνικού ρυθμού (π.χ. Όσιος Λουκάς Βοιωτίας, Μονή Δαφνίου Αθήνας)

ιστορική μελέτη των ισχυρών πολιτικών κέντρων της εποχής (π.χ. Δεσποτάτο της Ηπείρου)

Νικόλαος Μουτσόπουλος και Νικόλαος Δρανδάκης: σημαντικοί μελετητές της Μεσοβυζαντινής περιόδου

Yστεροβυζαντινή και Μεταβυζαντινή περίοδος

ώθηση στην έρευνα δίνεται από τους λογοτέχνες και ζωγράφους της γενιάς του 1930, οι οποίοι στράφηκαν στα βυζαντινά πρότυπα έκφρασης από αντίδραση στις δυτικές επιδράσεις στην τέχνη της εποχής τους

Φώτης Κόντογλου: τοιχογράφησε ναούς σε νεοβυζαντινό ύφος

κυριαρχία της παραδοσιακής τεχνικής της τέμπερας για τη ζωγραφική τοιχογραφιών και φορητών εικόνων

αναζήτηση της σχέσης των ελλαδικών δημιουργιών με την καλλιτεχνική παραγωγή της υπόλοιπης Βαλκανικής, που αποτελούσε οργανικό κομμάτι του Βυζαντίου

Ανδρέας Ξυγγόπουλος και Μανόλης Χατζηδάκης: διεισδυτικές μελέτες της Μεταβυζαντινής ζωγραφικής

στροφή της αρχαιολογικής έρευνας στην κοσμική αρχιτεκτονική, πέραν δηλαδή των εκκλησιαστικών μνημείων, ιδίως στις Βυζαντινές οχυρώσεις και τα κάστρα

ανασκαφή και αποκατάσταση των παλαιότερων φάσεων των μοναστηριακών συγκροτημάτων που συνέχισαν να χρησιμοποιούνται για αιώνες (π.χ. οι μονές των Μετεώρων)

η ανασκαφική έρευνα των οικισμών, των πόλεων και της καθημερινής ζωής ξεκινάει μόλις τη δεκαετία του 1980

η αξιοποίηση όλων πλέον των ευρημάτων αποκαλύπτει σύνθετο πλέγμα σχέσεων ανάμεσα στην πολιτική και την εκκλησιαστική εξουσία, καθώς και ανάμεσα στην κεντρική εξουσία (Κωνσταντινούπολη) και την τοπική εξουσία

ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην αποτύπωση των κτητορικών επιγραφών πάνω στα μνημεία

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

21

Page 22: ΠΕΡΙΛΗΨΗ Α'ΤΟΜ. 3 ΚΕΦ.

σημαντική πρόοδος στη συντήρηση ευπαθών αντικειμένων (τοιχογραφιών, εικόνων, υφασμάτων, παπύρων) και στην αναστήλωση των αρχιτεκτονικών μνημείων

την πορεία της Βυζαντινής έρευνας επηρεάζει ιδιαίτερα το ιδιότυπο καθεστώς των εν λειτουργία Βυζαντινών μνημείων που βρίσκονται στην ιδιοκτησία της Εκκλησίας, και η λεπτή ισορροπία μεταξύ κράτους (Υπουργείο Πολιτισμού, αρχαιολόγοι) και εκκλησιαστικών αρχών.

_________________________________________________________________________________

-------------------------------------------------------------------------------------------------Στυλιανή Σουβατζή, Καθηγήτρια-Σύμβουλος ΕΛΠ10, ακαδημαϊκό έτος 2012-2013

22