Keynes, Και Mετά;

16
1 Keynes, και μετά; Ο παλιός κόσμος πεθαίνει Αφού επί δύο συναπτές δεκαετίες, έψαλλαν τον ύμνο της φιλελεύθερης Σχολής του Σικάγου και των κοινωνικών δολοφόνων της, οι εφημερίδες γιορτάζουν σήμερα την επιστροφή του Keynes. Από τη μία κρίση στην άλλη, μερικά από τα απογοητευτικά του ευρήματα παραμένουν πράγματι ανησυ- χητικά επίκαιρα: «Ο διεθνής καπιταλισμός, σε παρακμή σήμερα, και στου οποίου τα χέρια βρεθήκα- με μετά τον πόλεμο, δεν είναι καμιά επιτυχία. Έχει αποστερηθεί την ευφυία, την ομορφιά, τη δικαιο- σύνη, την αρετή, και δεν τηρεί τις υποσχέσεις του. Εν ολίγοις, δεν μας αρέσει και αρχίζουμε να τον περιφρονούμε. Αλλά όταν αναρωτιόμαστε με τι να τον αντικαταστήσουμε, είμαστε εξαιρετικά αμήχα- νοι». 1 Πρέπει να ειπωθεί ότι στην παρακμάζουσα Αγγλία του μεσοπολέμου, αυτή η χαμηλή υπόληψη του καπιταλισμού ήταν αρκετά κοινή. Το 1926, την ίδια τη χρονιά των μεγάλων απεργιών όταν ο Τρότσκι ανέλυε στο «Πού πηγαίνει η Αγγλία;», την υπερατλαντική μεταφορά της ιμπεριαλιστικής ηγεσίας, ο GK Chersterton σαν καλός καθολικοκοινωνιστής νοσταλγός της μικρής αγροτικής και εμπορικής ιδιοκτησίας, κατέληγε στη διάγνωση ότι «Το σημερινό οικονομικό σύστημα, είτε το ονο- μάζουμε καπιταλισμό είτε αλλιώς, έχει ήδη αποβεί ένας κίνδυνος που μετατρέπεται σε θανατηφόρο ». Και πρόσθετε, πολύ πριν από τη χρυσή εποχή των χρηματιστών και των δανείων υψηλού κινδύνου: «Αυτό που πάει στραβά στον πιστωτικό κόσμο, είναι ότι περιέχει πάρα πολύ φαντασία˙ τρέφεται με επινοημένα πράγματα» 2 . Αυτή η σύγχυση έχει σήμερα αυξηθεί από την αποτυχία των γραφειοκρατι- κά σχεδιασμένων κοινωνιών και των κρατικών οικονομιών. Ο διεθνής καπιταλισμός , ωστόσο, εξα- κολουθεί να στερείται την ευφυία και την ομορφιά, και είναι σίγουρα ακόμη πιο περιφρονητέος. Σήμερα όπως και χθες, το φιλελεύθερο δόγμα και η «πολιτική φιλοσοφία που σφυρηλατήθηκε το δέκατο έβδομο και δέκατο όγδοο αιώνα για να ανατρέψουν βασιλείς και αρχιερείς », μετατράπηκε σε «βρεφικό γάλα που είχε κατακλύσει τα βρεφοκομεία» 3 . Το ερώτημα, «με τι να τον αντικαταστήσου- με;» εμφανίζεται ακόμα πιο επιτακτικό - και αγωνιώδες. Οι πολιτικές δυνάμεις, όπως η σοσιαλδημοκρατία, που ισχυρίστηκαν μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ότι θα τον καλλιεργήσουν και θα τον ομορφύνουν μοιάζουν, επίσης, ξέπνοες. Όσα έγραφε κάποτε ο Keynes για τον ιστορικό φιλελευθερισμό, εφαρμόζονται σήμερα, λέξη προς λέξη, σε αυ- τούς τους σοσιαλιστές της αγοράς. «Τα πολιτικά διακυβεύματα που κινητοποιούσαν τα κόμματα τον δέκατο ένατο αιώνα [αντικαταστήσετε με: «εικοστό αιώνα»] είναι τόσο πεθαμένα όσο και ένα αρνί που σερβιρίστηκε την περασμένη εβδομάδα, και ενώ ανακύπτουν τόσα ζητήματα για το μέλλον, αυτά δεν έχουν βρει ακόμη μια θέση στα προγράμματα των κομμάτων στα παλαιά προγράμματα των οποί- ων είναι διεσπαρμένα [...]. Οι θετικοί λόγοι για να είναι κανείς φιλελεύθερος [αντικαταστήσετε με: «σοσιαλδημοκράτης»] είναι πολύ ισχνοί σήμερα. Συχνά δεν είναι παρά η τυχαιότητα των ιδιοσυ- γκρασιών ή των ιστορικών μνημών, κι όχι μια πολιτική απόκλιση ή ένα καθαυτό ιδανικό εκείνο που χωρίζει πλέον ένα νεαρό προοδευτικό συντηρητικό από τον μέσο φιλελεύθερο [Σοσιαλιστή] . Οι πα- λιές πολεμικές κραυγές πνίγονται ή σιωπούν» 4 . Απόδειξη από τους Kouchner, Besson, Jouyet Rocard, εν αναμονή συνέχειας. 1 J.-M. Keynes, L’Autosuffisance nationale (Η Εθνική Αυτάρκεια), 1932, στο La Pauvreté dans l’abondance (Η Φτώχεια Μέσα στην Αφθονία), Paris, Tel Gallimard, 2007, σελ. 203. 2 G.K. Chesterton, Outline of Sanity (Σκιαγράφημα Μετριοπάθειας) (1926). Traduction française : Plaidoyer pour une propriété anticapitaliste(γαλλική μετάφραση: Συνηγορία για μια αντικαπιταλιστική ιδιοκτησία), Paris, Édition de l’Homme nouveau, 2009, σσ. 34 και 212. 3 J.-M. Keynes, La Fin du laisser-faire(Το Τέλος του Laisser-faire), ibid., σ. 69. 4 J.-M. Keynes, Suis-je un libéral ?,(Είμαι Φιλελεύθερος;) ibid., σ. 18-20.

description

Άρθρο του Daniel Bensaïd

Transcript of Keynes, Και Mετά;

Page 1: Keynes, Και Mετά;

1

Keynes, και μετά;

Ο παλιός κόσμος πεθαίνει

Αφού επί δύο συναπτές δεκαετίες, έψαλλαν τον ύμνο της φιλελεύθερης Σχολής του Σικάγου και των κοινωνικών δολοφόνων της, οι εφημερίδες γιορτάζουν σήμερα την επιστροφή του Keynes. Απότη μία κρίση στην άλλη, μερικά από τα απογοητευτικά του ευρήματα παραμένουν πράγματι ανησυ-χητικά επίκαιρα: «Ο διεθνής καπιταλισμός, σε παρακμή σήμερα, και στου οποίου τα χέρια βρεθήκα-με μετά τον πόλεμο, δεν είναι καμιά επιτυχία. Έχει αποστερηθεί την ευφυία, την ομορφιά, τη δικαιο-σύνη, την αρετή, και δεν τηρεί τις υποσχέσεις του. Εν ολίγοις, δεν μας αρέσει και αρχίζουμε να τον περιφρονούμε. Αλλά όταν αναρωτιόμαστε με τι να τον αντικαταστήσουμε, είμαστε εξαιρετικά αμήχα-νοι».1

Πρέπει να ειπωθεί ότι στην παρακμάζουσα Αγγλία του μεσοπολέμου, αυτή η χαμηλή υπόληψη τουκαπιταλισμού ήταν αρκετά κοινή. Το 1926, την ίδια τη χρονιά των μεγάλων απεργιών όταν ο Τρότσκι ανέλυε στο «Πού πηγαίνει η Αγγλία;», την υπερατλαντική μεταφορά της ιμπεριαλιστικής ηγεσίας, ο GK Chersterton σαν καλός καθολικοκοινωνιστής νοσταλγός της μικρής αγροτικής και εμπορικής ιδιοκτησίας, κατέληγε στη διάγνωση ότι «Το σημερινό οικονομικό σύστημα, είτε το ονο-μάζουμε καπιταλισμό είτε αλλιώς, έχει ήδη αποβεί ένας κίνδυνος που μετατρέπεται σε θανατηφόρο». Και πρόσθετε, πολύ πριν από τη χρυσή εποχή των χρηματιστών και των δανείων υψηλού κινδύνου: «Αυτό που πάει στραβά στον πιστωτικό κόσμο, είναι ότι περιέχει πάρα πολύ φαντασία˙ τρέφεται με επινοημένα πράγματα»2. Αυτή η σύγχυση έχει σήμερα αυξηθεί από την αποτυχία των γραφειοκρατι-κά σχεδιασμένων κοινωνιών και των κρατικών οικονομιών. Ο διεθνής καπιταλισμός , ωστόσο, εξα-κολουθεί να στερείται την ευφυία και την ομορφιά, και είναι σίγουρα ακόμη πιο περιφρονητέος. Σήμερα όπως και χθες, το φιλελεύθερο δόγμα και η «πολιτική φιλοσοφία που σφυρηλατήθηκε το δέκατο έβδομο και δέκατο όγδοο αιώνα για να ανατρέψουν βασιλείς και αρχιερείς», μετατράπηκε σε «βρεφικό γάλα που είχε κατακλύσει τα βρεφοκομεία»3. Το ερώτημα, «με τι να τον αντικαταστήσου-με;» εμφανίζεται ακόμα πιο επιτακτικό - και αγωνιώδες.

Οι πολιτικές δυνάμεις, όπως η σοσιαλδημοκρατία, που ισχυρίστηκαν μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ότι θα τον καλλιεργήσουν και θα τον ομορφύνουν μοιάζουν, επίσης, ξέπνοες. Όσα έγραφε κάποτε ο Keynes για τον ιστορικό φιλελευθερισμό, εφαρμόζονται σήμερα, λέξη προς λέξη, σε αυ-τούς τους σοσιαλιστές της αγοράς. «Τα πολιτικά διακυβεύματα που κινητοποιούσαν τα κόμματα τον δέκατο ένατο αιώνα [αντικαταστήσετε με: «εικοστό αιώνα»] είναι τόσο πεθαμένα όσο και ένα αρνί που σερβιρίστηκε την περασμένη εβδομάδα, και ενώ ανακύπτουν τόσα ζητήματα για το μέλλον, αυτά δεν έχουν βρει ακόμη μια θέση στα προγράμματα των κομμάτων στα παλαιά προγράμματα των οποί-ων είναι διεσπαρμένα [...]. Οι θετικοί λόγοι για να είναι κανείς φιλελεύθερος [αντικαταστήσετε με: «σοσιαλδημοκράτης»] είναι πολύ ισχνοί σήμερα. Συχνά δεν είναι παρά η τυχαιότητα των ιδιοσυ-γκρασιών ή των ιστορικών μνημών, κι όχι μια πολιτική απόκλιση ή ένα καθαυτό ιδανικό εκείνο που χωρίζει πλέον ένα νεαρό προοδευτικό συντηρητικό από τον μέσο φιλελεύθερο [Σοσιαλιστή] . Οι πα-λιές πολεμικές κραυγές πνίγονται ή σιωπούν»4. Απόδειξη από τους Kouchner, Besson, Jouyet Rocard, εν αναμονή συνέχειας.

1 J.-M. Keynes, L’Autosuffisance nationale (Η Εθνική Αυτάρκεια), 1932, στο La Pauvreté dans l’abondance (Η Φτώχεια Μέσα στην Αφθονία), Paris, Tel Gallimard, 2007, σελ. 203.

2 G.K. Chesterton, Outline of Sanity (Σκιαγράφημα Μετριοπάθειας) (1926). Traduction française : Plaidoyer pour une propriété anticapitaliste(γαλλική μετάφραση: Συνηγορία για μια αντικαπιταλιστική ιδιοκτησία), Paris, Édition de l’Homme nouveau, 2009, σσ. 34 και 212.

3 J.-M. Keynes, La Fin du laisser-faire(Το Τέλος του Laisser-faire), ibid., σ. 69.

4 J.-M. Keynes, Suis-je un libéral ?,(Είμαι Φιλελεύθερος;) ibid., σ. 18-20.

Page 2: Keynes, Και Mετά;

2

Το άθλιο μέτρο ενός άθλιου κόσμου

Ανάγοντας την εμπορευματική αξία κάθε πλούτου, κάθε προϊόντος, κάθε υπηρεσίας στον κοινωνι-κά αναγκαίο χρόνο εργασίας για την παραγωγή του, ο νόμος της αγοράς έχει ως στόχο να μετρήσει το απροσμέτρητο, να ποσοτικοποιήσει το μη ποσοτικοποιήσιμο, να αποδώσει σε κάθε πράγμα μια χρηματική αξία. Ως γενικό ισοδύναμο, το χρήμα έχει τη μαγική δύναμη να μεταμορφώνει τα πάντα.Δράστης μιας καθολικής μετάφρασης, «συγχέει και ανταλλάσσει τα πάντα, είναι ο κόσμος ανάποδα,η μετατροπή και τη σύγχυση όλων των γενικών και ανθρώπινων ποιοτήτων» 5.

Επίκαιρο ερώτημα: Σε τι αντιστοιχεί ο μισθός ενός καθηγητή-ερευνητή του πανεπιστημίου; Μετα-μορφωμένος σε πωλητή εμπορευματικών υπηρεσιών, υποτίθεται ότι στο εξής θα πουλάει γνώσεις των οποίων η εμπορευματική αξία θα έπρεπε να μετρούν οι διαδικασίες αξιολόγησης (όπως η πο-σοτική βιβλιομετρία). Ωστόσο, δεν πωλούν ένα προϊόν (μια γνώση πραγμάτων-εμπόρευμα), αλλά λαμβάνουν για τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας για την παραγωγή και την αναπαραγωγή της εργατικής τους δύναμης (συμπεριλαμβανομένου του χρόνου εκπαίδευσης) μια χρηματική απο-ζημίωση, μέχρι νεωτέρας, από τη φορολογική διανομή. Πρόκειται μόνο για το χρόνο που δαπα-νάται στο εργαστήριο ή το χρόνο που δαπανάται μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή (χρονομε-τρήσιμος από ένα ενσωματωμένο ρολόι) ; Σταματάει να σκέφτεται όταν διαβάζει στο μετρό, ή κάνει το τζόκινγκ του; «Μεταξύ χρήματος και επιστητού, κανένα κοινό μέτρο» (Αριστοτέλης): ένα τόσο πιο ακανθώδες ζήτημα όσο η παραγωγή των γνώσεων είναι πλέον εξαιρετικά κοινωνικοποιη-μένη, δύσκολα προσωποποιήσιμη, και περιέχει μεγάλη ποσότητα νεκρής εργασίας.

Η τρέχουσα κρίση είναι μια ιστορική κρίση - οικονομική, κοινωνική, οικολογική - του νόμου της αξίας. Το μέτρο όλων των πραγμάτων δια του αφηρημένου χρόνου εργασίας έχει γίνει, όπως ο Μαρξ προέβλεψε στα χειρόγραφα του 1857, ένα «άθλιο» μέτρο των κοινωνικών σχέσεων. «Δεν μπορείς να διαχειριστείς αυτό που δεν μπορείς να μετρήσεις», επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά ο Μ. Pavan Sukhdev, ο πρώην διευθυντής της Deutsche Bank στη Βομβάη, στον οποίο η Ευρω-παϊκή Επιτροπή ανέθεσε την σύνταξη μιας έκθεσης για να «προσφέρει μια πυξίδα στους ηγέτες του κόσμου» έτσι που «να αποδοθεί πολύ γρήγορα μια οικονομική αξία στις υπηρεσίες που παρέχο-νται από φύση»6! Η μέτρηση κάθε πλούτου υλικού, κοινωνικού, πολιτιστικού, με μόνο ζύγι τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο για την παραγωγή του γίνεται ωστόσο όλο και πιο προβληματική,, λόγω της αυξημένης κοινωνικοποίησης της εργασίας και μιας μαζικής ενσωμάτωσης πνευματικής εργασίας σε αυτή την κοινωνικοποιημένη εργασία.

Ο μακρύς χρόνος της οικολογίας δεν είναι ο σύντομος χρόνος των τιμών των μετοχών! Η απόδοσημιας «οικονομικής αξίας» (χρηματικής) στις υπηρεσίες της φύσης προσκρούει στο ακανθώδες πρόβλημα του καθορισμού ενός κοινού παρονομαστή των φυσικών πόρων, των υπηρεσιών σε αν-θρώπους, των υλικών αγαθών, της ποιότητας του αέρα, του πόσιμου νερού, κλπ. Θα χρειαζόταν ένα διαφορετικό ζύγι από το χρόνο εργασίας, και ένα άλλο όργανο μέτρησης από την αγορά, ικανά να αξιολογούν την ποιότητα και τον μακροπρόθεσμο αντιλογισμό των άμεσων κερδών.. Μόνο μια κοινωνική δημοκρατία θα μπορούσε να συντονίσει τα μέσα με τις ανάγκες, λαμβάνοντας υπόψη την μακρά και αργή χρονικότητα των φυσικών κύκλων, και να θέσει τους όρους των κοινωνικών επιλογών ενσωματώνοντας την οικολογική τους διάσταση.

Έξοδοι από την κρίση;

Η σημερινή κρίση δεν είναι λοιπόν μια κυκλική κρίση, όπως αυτές που το σύστημα γνωρίζει, πε-ρισσότερο ή λιγότερο, κάθε δέκα ή δώδεκα χρόνια. Πρόκειται για μια ιστορική κρίση του νόμου

5 Marx, Manuscrits de 1844 (Χειρόγραφα του 1844), Paris, Éditions sociales, 1962, σ. 123.

6 Libération, 5 Ιανουαρίου 2009.

Page 3: Keynes, Και Mετά;

3

της αξίας. Ο καπιταλισμός εκδηλώνει εκεί όχι μόνο την αδικία του, αλλά επίσης και την τριπλά κα-ταστροφική του πλευρά: στην κοινωνία, στη φύση, και ως εκ τούτου στο άνθρωπο ως ένα φυσικό κοινωνικοποιημένο πλάσμα. Είναι, επίσης, κι ας μην αρέσει στους προφήτες της εξόδου από την κρίση χάρη σε ένα θαυματουργό πράσινο New Deal, μια κρίση των φανταστικών λύσεων για τοπ ξεπέρασμα των κρίσεων του παρελθόντος. Συχνά ξεχνάμε ότι τα κεϋνσιανά γιατρικά έχουν μεν συμβάλει σε προσωρινές αναζωογονήσεις, αλλά ότι μετά από μια σύντομη βελτίωση στα 1934-1935, η οικονομία γνώρισε μια ξαφνική υποτροπή στα 1937-1938. Τίποτα λιγότερο από έναν πα-γκόσμιο πόλεμο δεν θα ήταν αρκετό για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη διαρ-κείας της « ενδόξου τριακονταετίας». Ξεχνάμε επίσης τις συνθήκες μέσα στις οποίες επρόκειτο να εφαρμοστούν τα συνιστώμενα μέτρα τόνωσης: ταξική συνεργασία που ανελάμβαναν τα σχετικά ισχυρά συνδικάτα μέσα στο νομικό πλαίσιο του κράτους-έθνους, και η ύπαρξη αποθεμάτων καπιτα-λιστικής συσσώρευσης χάρη στην αποικιακή κυριαρχία των ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων. Αυτές οι συνθήκες έχουν για τα καλά αλλάξει7.

Για την αποτελεσματικότητα των συστάσεων του, ο Keynes ήθελε λογικά «να ελαχιστοποιηθεί η αλληλεξάρτηση μεταξύ των εθνών» αντί «να οδηγηθεί στο μέγιστο.» Εκτιμούσε «ότι η αύξηση της εθνικής αυτάρκειας και της οικονομικής απομόνωσης θα [του] διευκόλυνε το έργο»8. Έκτοτε, η οικονομική απορρύθμιση και το άνοιγμα των αγορών προώθησαν αντίθετα την αλληλεξάρτηση στοπλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, έτσι ώστε σήμερα το κράτος-έθνος να είναι αποδυναμωμένο και οι συμβατικές σχέσεις διαστρεβλωμένες.

Ας προσθέσουμε ότι, αγνοώντας μεγαλοπρεπώς τους οικολογικούς περιορισμούς τα κατώφλια και τα όρια, ο Keynes πίστευε ότι θα μπορούσε να ποντάρει στην αφθονία και την απεριόριστη πρόοδο.Εκτιμούσε το 1928 ότι «το οικονομικό πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί ή να μπει στο δρόμο για την επίλυσή του σε εκατό χρόνια» (δηλαδή σε είκοσι χρόνια από σήμερα). Ήταν πεπεισμένος ότι η αν-θρωπότητα προσέγγιζε ένα σημείο όπου «ελευθερωμένη από τον κλοιό των οικονομικών μερί-μνων», θα ήταν σε θέση να αφοσιωθεί πλήρως στο να δώσει περιεχόμενο στην ελευθερία της. Σε προφητικούς τόνους ανακαλώντας ορισμένα κείμενα του Μαρξ, ανακοίνωνε ότι «η φθορά και η προνοητικότητα» πρέπει οπωσδήποτε να παραμείνουν ο θεός μας «για λίγο ακόμα», αλλά ότι ανα-πόφευκτα μας οδηγούσε «έξω από το τούνελ της ανάγκης στο φως της ημέρας»9.

Μετρίαζε ωστόσο αυτό το ενθουσιώδες όραμα ενός λαμπρού μέλλοντος, προσφέροντας στα πιο δύστροπα πνεύματα μια πιο σκοτεινή υπόθεση: «Κάποιοι κυνικοί θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι μόνο ο πόλεμος μπορεί να βάλει τέλος σε μια μεγάλη κρίση. Μέχρι στιγμής, πράγματι, μόνο τον πόλεμο έχουν κρίνει οι κυβερνήσεις σοβαρό για να χρηματοδοτηθεί σε μεγάλη κλίμακα μέσω δανει-σμού»10. Αυτοί οι κυνικοί δυστυχώς κατέληξαν να έχουν δίκιο. Κατά μείζονα λόγο σήμερα, αν πρέπει να φυλαχτούμε από την ψευδαίσθηση της επανάληψης, πρέπει να προβλέψουμε ότι η έξοδοςαπό την κρίση, αν πρόκειται πράγματι για μια ιστορική κρίση του καπιταλιστικού λογισμικού, δεν εναπόκειται κατά κύριο λόγο σε σοφά οικονομικά γιατροσόφια, αλλά θα υπέθετε την πλανητική ανακατανομή των συσχετισμών δύναμης μεταξύ τάξεων υπό τη βάσανο μειζόνων πολιτικών γεγο-νότων.

7 Ο Toni Negri υποστηρίζει ότι «έχει καταστεί σήμερα αδύνατο να ξανασερβιριστεί ο Keynes. Το Κεϋνσιανό New Deal περιελάμβανε μια θεσμική ρύθμιση που επαγόταν τρεις προϋποθέσεις: ένα έθνος-κράτος ικανό να αναπτύσσειανεξάρτητες εθνικές οικονομικές πολιτικές ˙ τη δυνατότητα μέτρησης των μισθών και των κερδών στο πλαίσιο μιας σχέσης αναδιανομής δημοκρατικά αποδεκτής˙ εργασιακές σχέσεις που να επιτρέπουν μια διαλεκτική μεταξύ των συμφερόντων της επιχείρησης και εκείνων της εργατικής τάξης στο πλαιο του νόμου». Toni Negri, «No New Deal is possible» («Κανένα New Deal δεν είναι δυνατό»), Radical Philosophy n° 155, Μάιος – Ιούνιος 2009.

8 J.-M. Keynes, « L’Autosuffisance nationale », (Η Εθνική Αυτάρκεια), 1932, στο La Pauvreté dans l’abondance (Η Φτώχεια Μέσα στην Αφθονία) op. cit., σ. 200.

9 J.-M. Keynes, Perspectives économiques pour nous petits-enfants (Οικονομικές Προοπτικές για τα Εγγόνια μας), ibid., σσ. 112 και 117..

10 J.-M. Keynes, op. cit., σ. 184.

Page 4: Keynes, Και Mετά;

4

Κομμουνισμός στις Ηνωμένες Πολιτείες;

Το 1935, ενώ ο Keynes ονειροπολεί, στη Γενική Θεωρία11, για τα μέσα σωτηρίας του καπιταλι-σμού από το ναυάγιο, ο εξόριστος Λεόν Τρότσκι επιδίδεται σε μια εκπληκτική άσκηση πολιτικής φαντασίας για το τι θα μπορούσε να είναι ο κομμουνισμός στις ΗΠΑ12. Φαντάζεται ότι «το κόστος μίας επανάστασης» θα ήταν «ασήμαντο», εν σχέσει με τον εθνικό πλούτο και τον πληθυσμό σε σύ-γκριση με όσο είχε κοστίσει στη Ρωσία. Προβλέπει ένα προοδευτικό μετασχηματισμό των κοινωνι-κών σχέσεων, με την πειθώ μάλλον παρά με τον καταναγκασμό: «Φυσικά, τα αμερικανικά σοβιέτ θα καθιέρωναν τις δικές τους γιγαντιαίες γεωργικές επιχειρήσεις, ως εθελοντικές σχολές κολεκτιβο-ποίησης. Οι αγρότες σας θα μπορούσαν εύκολα να υπολογίσουν εάν είναι προς το συμφέρον τους να παραμένουν απομονωμένες νησίδες, ή να συμμετάσχουν στη δημόσια αλυσίδα.» Η ίδια μέθοδος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να οδηγήσει το μικρό εμπόριο και τη βιοτεχνία να εισέλθουν στηνεθνική οργάνωση της βιομηχανίας. Χάρη στον έλεγχο των πρώτων υλών, των πιστώσεων και των παραγγελιών, οι βιομηχανίες αυτές «θα μπορούσαν να παραμείνουν φερέγγυες μέχρι τη σταδιακή εν-σωμάτωσή τους και χωρίς καταναγκασμό στο κοινωνικοποιημένο οικονομικό σύστημα».

Απορρίπτοντας την ιδέα ότι η ταχεία εκβιομηχάνιση της Σοβιετικής Ένωσης αποτελούσε μοντέλο,ο Τρότσκι λέει ότι δεν μπορεί να τεθεί τέτοιο θέμα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ΗΠΑ θα ήταν σε θέση να αυξήσουν σημαντικά το επίπεδο της λαϊκής κατανάλωσης από την έναρξη ήδη της οικονο-μικής τους ανανέωσης: «Είστε προετοιμασμένοι γι αυτό όπως καμία άλλη χώρα. Πουθενά αλλού η μελέτη της εσωτερικής αγοράς δεν έχει φτάσει σε ένα επίπεδο τόσο υψηλό όσο στις ΗΠΑ. Η μελέτη αυτή έγινε από τις τράπεζες σας, τα τραστ σας, τους μεμονωμένους επιχειρηματίες σας, τους μεγαλε-μπόρους σας, τους εμπορικούς αντιπροσώπους σας, και τους αγρότες σας. Η κυβέρνησή σας θα κα-ταργήσει απλά όλα τα εμπορικά απόρρητα, θα συνθέσει όλες τις ανακαλύψεις που έγιναν για το ιδιω-τικό κέρδος, θα τις μετατρέψει σε ένα επιστημονικό σύστημα οικονομικού σχεδιασμού. Η κυβέρνησή σας θα βρει υποστήριξη για το σκοπό αυτό στην ύπαρξη μεγάλων στρωμάτων μορφωμένων, με κριτι-κό πνεύμα, καταναλωτών. Με το συνδυασμό των εθνικοποιημένων στρατηγικής σημασίας βιομηχα-νιών, των ιδιωτικών επιχειρήσεων, και της δημοκρατικής συνεργασίας των καταναλωτών, θα ανα-πτύξετε γρήγορα ένα εξαιρετικά ευέλικτο σύστημα για την κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού σας. Αυτό το σύστημα δεν θα διευθύνεται ούτε από τη γραφειοκρατία ούτε από την αστυνομία, αλλά από την άμεση πληρωμή τοις μετρητοίς. Το πανίσχυρο δολάριο σας θα διαδραματίσει καίριο ρόλο στη λει-τουργία του σοβιετικού συστήματος σας. Είναι μεγάλο λάθος να συγχέουμε τη «σχεδιασμένη οικονο-μία» με το «ελεγχόμενο νόμισμα». Το νόμισμά σας πρέπει να λειτουργήσει ως ρυθμιστής που θα με-τρήσει την επιτυχία ή την αποτυχία του σχεδιασμού σας.»

Αυτά τα λόγια σημαδεύονται αδιαμφισβήτητα από έναν απερίσταλτο παραγωγιστικό ενθουσιασμόκαι από τις ψευδαισθήσεις της προόδου. Ωστόσο, δεν είναι λιγότερο αξιοσημείωτο το ότι υπογραμ-μίζουν πως ο σοσιαλισμός, σε μια ανεπτυγμένη χώρα, θα μπορούσε κάλλιστα να φιλοξενήσει ένα συνδυασμό διαφόρων μορφών ιδιοκτησίας και να μειώσει σημαντικά το μέγεθος του διοικητικού και γραφειοκρατικού μηχανισμού. Μακριά από ροβινσωνιάδες για την κατάργηση με διάταγμα κάθε νομισματικού μέτρου, επιμένει στον ουσιαστικό ρόλο του νομίσματος ως ελεγκτή για μια με-γάλη μεταβατική περίοδο: «Μόνο όταν ο σοσιαλισμός αντικαταστήσει επιτυχώς το χρήμα με τον διοικητικό έλεγχο, θα μπορούσε να εγκαταλειφθεί ένα νόμισμα με κανόνα χρυσού. Τα χρήματα δεν θαείναι τότε πλέον τίποτε περισσότερο από απλά κομμάτια χαρτιού, όπως τα εισιτήρια για το τραμ ή το θέατρο. Με την ανάπτυξη του σοσιαλισμού, αυτά τα κομμάτια χαρτιού θα εξαφανιστούν με τη σειρά τους˙ και ο έλεγχος της ατομικής κατανάλωσης - νομισματικός ή διοικητικός - θα πάψει να είναι απα-ραίτητος εφόσον υπάρχει αφθονία για όλους!».

11 J.-M. Keynes, Théorie générale de l’emploi, de l’intérêt et de la monnaie (Γενική Θεωρία της Απασχόλησης του Τόκου και του Χρήματος), Paris, Payot, 1969

12 L. Trotski, Le Communisme aux États-Unis, (Ο Κομμουνισμός στις ΗΠΑ) 25 Μαρτίου 1935, in Œuvres, Paris, EDI.

Page 5: Keynes, Και Mετά;

5

Αυτή η έσχατη προσφυγή στην υπόθεση (ή μπαλαντέρ) της αφθονίας (που συμμερίζονται ο Τρότσκι και ο Keynes μέσα στην οικολογική απερισκεψία τους) παραπέμπει την κατάργηση κάθε νομισματικού μέτρου του πλούτου που ανταλλάσσεται, σε ένα απροσδιόριστο μέλλον. Ο Τρότσκι βιάζεται να διευκρινίσει ότι «ο χρόνος δεν έχει έρθει ακόμα, μολονότι η Αμερική θα πρέπει οπωσδή-ποτε να φτάσει εκεί πριν από κάθε άλλη χώρα˙ μέχρι τότε, ο μόνος τρόπος για να φτάσετε σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξης είναι να διατηρήσετε έναν αποτελεσματικό ρυθμιστή και μέτρο αναφοράς για τηλειτουργία του συστήματός σας.» Στην πραγματικότητα, διευκρινίζει, «τα πρώτα χρόνια της ύπαρξήςτης, μια σχεδιασμένη οικονομία, ακόμη περισσότερο από όσο ο παλαιού τύπου καπιταλισμός, χρειάζεται ένα υγιές νόμισμα.» Με ειδική αναφορά στον Keynes, απορρίπτει επίσης την ιδέα ότι η νομισματική χειραγώγηση μπορεί να είναι η θαυματουργή λύση για τις αντιφάσεις και την κρίση του καπιταλισμού: «Ο καθηγητής που ισχυρίζεται ότι θα διευθύνει ολόκληρο το οικονομικό σύστημα,επιδρώντας πάνω στη νομισματική μονάδα, είναι σαν τον άνθρωπο που θέλει να σηκώσει από το έδα-φος και τα δύο του πόδια ταυτόχρονα».

Σε αυτό το σύντομο άρθρο, ο Τρότσκι επαναλαμβάνει αρκετές φορές ότι «η Αμερική δεν θα πρέπεινα μιμηθεί τις γραφειοκρατικές μεθόδους μας». Στη Ρωσία, «η έλλειψη ειδών πρώτης ανάγκης έφερε άγριες διαμάχες για την κατοχή ενός κομματιού ψωμιού ή ενός μέτρου παραπανίσιου υφάσματος». Η γραφειοκρατία «αναδύθηκε από αυτό τον αγώνα ως μεσολαβητής, ως ένα παντοδύναμο διαιτητικό δικαστήριο». Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να προμηθεύσουν εύκολα τους ανθρώπους «μεό,τι είναι απαραίτητο για τη ζωή», πολύ περισσότερο που «οι ανάγκες σας, οι προτιμήσεις και οι συ-νήθειές σας δεν θα ανέχονταν ποτέ να διανέμεται το εθνικό εισόδημα από τη γραφειοκρατία σας». Εφόσον η κοινωνία θα ήταν οργανωμένη ώστε να παράγει για την ικανοποίηση των αναγκών και όχι για το ιδιωτικό κέρδος, «το σύνολο του πληθυσμού θα κατανεμόταν έτσι σε νέα μορφώματα που θα βρίσκονταν σε διαπάλη μεταξύ τους και θα εμπόδιζαν μια αλαζονική γραφειοκρατία να επιβάλει την κυριαρχία της» Αυτός ο πλουραλισμός θα ήταν εγγύηση κατά της «διόγκωσης του γραφειοκρα-τισμού» χάρη σε «μια πρακτική άσκησης της δημοκρατίας, στην πιο ευέλικτη μορφή διακυβέρνησης που υπήρξε ποτέ». Αυτή η οργάνωση δεν θα μπορούσε βέβαια «να κάνει θαύματα», αλλά θα επέτρε-πε την αντίσταση στο «πολιτικό μονοπώλιο του μοναδικού κόμματος που στη Ρωσία μεταμορφώθη-κε το ίδιο σε γραφειοκρατία και προκάλεσε την γραφειοκρατικοποίηση των Σοβιέτ».

Στο γραφειοκρατικό σχεδιασμό και στα διατάγματα κολλεκτιβοποίησης υπαγορευμένα από τα πάνω προς τα κάτω, ο Τρότσκι αντιπαραθέτει στην ζωτικότητα της ανοικτής συζήτησης σε ένα δη-μόσιο χώρο όπου ασκούνται οι δημοκρατικές ελευθερίες της οργάνωσης, του συνέρχεσθαι, της έκ-φρασης. Ξαναβρίσκει έτσι τις εμφάσεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ, όταν υπερασπίζεται, στην περί-φημη κριτική της για τη Ρωσική Επανάσταση, το φλογερό επαναστατικό αναβρασμό ο οποίος «δη-μιουργεί την σφύζουσα, δεκτική πολιτική ατμόσφαιρα, που επιτρέπει στα κύματα της κοινής γνώμης, στους παλμούς της λαϊκής ζωής να ενεργήσουν ακαριαία πάνω στα αντιπροσωπευτικά όργανα»13. Ο Τρότσκι είναι ακόμα πιο ακριβής «Ένα οικονομικό πλάνο ανάπτυξης ενός, πέντε ή δέκα χρόνων˙ ένα πρόγραμμα για την εθνική παιδεία˙ η κατασκευή ενός νέου δικτύου μεταφορών˙ ο μετασχηματι-σμός της γεωργίας, ένα πρόγραμμα για τη βελτίωση του τεχνολογικού και πολιτιστικού εξοπλισμού της Λατινικής Αμερικής˙ ένα πρόγραμμα για τις στρατοσφαιρικές επικοινωνίες˙ ευγονική ... Ιδού τόσακαι τόσα ζητήματα για διαμάχη, για έντονη εκλογική μάχη, και παθιασμένη συζήτηση στον Τύπο και στις δημόσιες συνεδριάσεις». Γιατί η Σοσιαλιστική Αμερική «δεν θα μιμούνταν το μονοπώλιο του τύ-που όπως ασκείται από τους ηγέτες της γραφειοκρατίας της ΕΣΣΔ». Η εθνικοποίηση των τυπογρα-φείων, των χαρτοβιομηχανιών και των μέσων διανομής θα σήμαινε απλά «ότι δεν θα ήταν πλέον επιτρεπτό στο κεφάλαιο να αποφασίζει ποιες εκδόσεις θα γίνονται, αν θα πρέπει να είναι προοδευτι-κές ή αντιδραστικές, «ξερές» ή «ζουμερές» πουριτανικές ή πορνογραφικές».

Αυτό το όραμα φέρει σίγουρα πολλές αυταπάτες, κυρίως λόγω της οικολογικής του αμέλειας, ως προς τις προοπτικές του σοσιαλισμού της αφθονίας σε μια αναπτυγμένη χώρα. Μας παρέχει όμως

13 Rosa Luxemburg, La Révolution russe (Η Ρωσική Επανάσταση), Œuvres, τόμος II, Paris, Maspero, 1971.

Page 6: Keynes, Και Mετά;

6

και ενδιαφέρουσες υποδείξεις υπό το φως του πρώτου πειράματος κοινωνικής επανάστασης και γραφειοκρατικής αντεπανάστασης.

Ουτοπικός καπιταλισμός ...

Το 1926 ήδη, ο Chesterton υποστήριξε ότι «για να σωθεί η ιδιοκτησία» θα πρέπει «να διανεμηθεί σχεδόν όσο πλήρως και αυστηρά το έκανε η Γαλλική Επανάσταση». Ο «διανεμητισμός» του, που υπερασπίζεται την αποκατάσταση της μικρής ιδιοκτησίας εναντίον του μονοπωλίου και την αναβίωση των συντεχνιών εναντίον των τραστ, απεικονίζει επακριβώς αυτό το «μικροαστικό σο-σιαλισμό, τόσο αντιδραστικό όσο και ουτοπικό» («Για τη μεταποίηση, το σύστημα των συντεχνιών, για τη γεωργία η πατριαρχία, να η τελευταία λέξη») που επικαλείται και το Κομμουνιστικό Μανι-φέστο. Το 1935, αντιμέτωπος με τη Μεγάλη Ύφεση, ο John Maynard Keynes εξακολουθεί ακόμα να ψάχνει τον καλύτερο τρόπο για να σώσει επιστημονικά τον καπιταλισμό, ενώ ο εξόριστος Λεόν Τρότσκι προσπαθεί να φανταστεί ένα δημοκρατικό σοσιαλισμό επέκεινα του καπιταλισμού. Μπρο-στά στη μεγάλη κρίση του Μεσοπολέμου, και οι δύο, ακόμη και αν δεν της αποδίδουν τα ίδια χαρα-κτηριστικά, έχουν από κοινού μια πίστη στην πρόοδο και στον ορίζοντα αφθονίας της, και συμμερί-ζονται μια πίστη στην επιστήμη της οικονομίας και της κοινωνίας. Ο πρώτος βάζει – ήδη –τα δυνα-τά του για να επαναθεμελιώσει τον καπιταλισμό ρυθμίζοντάς τον και ηθικοποιώντας τον, αλλά ανακοινώνει σαφώς ότι σε περίπτωση αποτυχίας δεν θα έμενε άλλη εναλλακτική λύση, από τον εμ-φύλιο πόλεμο και τον πόλεμο σκέτο. Ο δεύτερος βλέπει στο κομμουνιστικό της ξεπέρασμα τον μόνο τρόπο για την αποσύνθεση της αστικής κοινωνίας, αλλά, από προδομένη επανάσταση σε χα-μένη επανάσταση, παρουσιάζει όλο και πιο ξεκάθαρα την επικείμενη καταστροφή, μέχρι να δει κατά πρόσωπο ρητά το ενδεχόμενο της Εβραιοκτονίας.

Στη Γενική Θεωρία, ο Keynes θεωρεί – ήδη – ότι επείγει η ανάγκη να ηθικοποιηθεί ο καπιταλι-σμός: «Ενόσω αρέσκονται οι εκατομμυριούχοι στην κατασκευή μεγάλων σπιτιών για να κατοικούν ζωντανοί και πυραμίδες για να φυλάξουν τα λείψανά τους μετά το θάνατό τους ή ενόσω μετανιώνο-ντας για τις αμαρτίες τους, ανεγείρουν καθεδρικούς ναούς και προικοδοτούν μοναστήρια ή ξένες αποστολές, η εποχή εκείνη που η αφθονία του κεφαλαίου αντιτίθεται στην αφθονία της παραγωγής μπορεί να αναβληθεί». « Αλλά δεν είναι λογικό ότι μια σώφρων κοινότητα θα δεχόταν να συνεισφέρεισε τέτοια έξοδα»14.

Για τον Keynes «η εξαφάνιση του εισοδηματία ή του ανεπάγγελτου καπιταλιστή», παράσιτου, θα είχε το πλεονέκτημα να μην απαιτεί «καμία επανάσταση»15. Θα χρειαζόταν γι' αυτό «να προχωρή-σουμε κατά δύο κατευθύνσεις ταυτόχρονα»: να τονωθούν οι επενδύσεις και την ίδια στιγμή να εφαρ-μοστούν «όλα τα είδη των μέτρων για την αύξηση της ροπής προς κατανάλωση». Διότι «τίποτε δεν μας εμποδίζει να αυξήσουμε τις επενδύσεις και, στον ίδιο χρόνο, να φέρουμε την κατανάλωση όχι μόνο στο επίπεδο εκείνο το οποίο, κατά την τρέχουσα κατάσταση της ροπής προς κατανάλωση, αντι-στοιχεί στην αυξημένη ροή των επενδύσεων, αλλά σε ένα επίπεδο υψηλότερο ακόμη»16. Θα χρεια-ζόταν, για να επιτευχθεί αυτό, «να ανατεθούν στα κεντρικά όργανα ορισμένες εκτελεστικές αρμο-διότητες που ανατίθενται σήμερα κυρίως στην ιδιωτική πρωτοβουλία», σεβόμενοι πάντως «μια ευ-ρεία περιοχή της οικονομικής δραστηριότητας». Βέβαια, «η διεύρυνση των κρατικών λειτουργιών που είναι απαραίτητες για την αμοιβαία ρύθμιση της ροπής προς κατανάλωση και της υποκίνησης των επενδύσεων, θα φαινόταν σε έναν πολιτικό αρθρογράφο του δέκατου ένατου αιώνα ή σε έναν σύγχρονο αμερικανό χρηματοδότη, μια φρικτή παραβίαση των αρχών του ατομισμού». Ωστόσο, θα ήταν «ο μόνος τρόπος για να αποφευχθεί μια πλήρης καταστροφή των υφιστάμενων οικονομικών

14 Théorie générale, op. cit., σ. 236.

15 Στο ίδιο , σελ. 390.

16 Στο ίδιο , σελ. 338.

Page 7: Keynes, Και Mετά;

7

θεσμών»17 .

Για εκείνους που επαφίενται στις προσωρινές αποφάσεις του αμφιλεγόμενου δικαστηρίου της ιστορίας, ο Keynes φαίνεται να κερδίζει την υπόθεση. Μόνο όμως με το κόστος ενός παγκοσμίου πολέμου και χάρη σε μια εξαιρετική ανάπτυξη που οφείλεται εν μέρει στην ανοικοδόμηση και στους νέους συσχετισμούς δύναμης (κοινωνικούς και γεωπολιτικούς) κατέστησαν δυνατοί οι «συμ-βιβασμοί» ή τα κοινωνικά «συμβόλαια» της ένδοξης τριακονταετίας18. Κατέληξαν ωστόσο, να δια-βρώνουν το ποσοστό κέρδους και η φιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση που ξεκίνησε στα τέλη της δε-καετίας του 1970 δεν είχε άλλο σκοπό παρά να αποκαταστήσει την κερδοφορία του κεφαλαίου και να απελευθερώσει τη συσσώρευσή του από τους κεϋνσιανούς περιορισμούς. Η επαναφορά των πε-ριορισμών αυτών, θα ήταν η επιστροφή πίσω στο σημείο μηδέν για να ξαναβρούμε και πάλι τις αντιφάσεις από τις οποίες οι φιλελεύθερες πολιτικές του τελευταίου τέταρτου του αιώνα προσπάθη-σαν να ξεφύγουν.

Το να υποθέσουμε ότι είναι εφικτή η αρμονία μεταξύ της υποκίνησης της ροπής προς κατανάλωση(και των μέσων για την ικανοποίησή της) και της υποκίνησης των επενδύσεων, και μάλιστα εξα-σφαλίζοντας παράλληλα ένα ποσοστό κέρδους ή μια οριακή αποδοτικότητα κεφαλαίου ελκυστική, σημαίνει να φανταστούμε έναν κόσμο τόσο απίθανο όσο ένα άχρωμο ουράνιο τόξο. Αυτός είναι, για να κυριολεκτήσουμε, ο ιδεολογικός λόγος του ουτοπικού καπιταλισμού. Ο Keynes φαίνεται να θέλει να πιστεύει ότι το κερδοσκοπικό χρηματιστικό κεφάλαιο είναι ένα οίδημα που πρέπει να εξα-λείψουμε από το υγιές σώμα του παραγωγικού κεφαλαίου: «Έτσι ορισμένες κατηγορίες επενδύσεων διέπονται λιγότερο από τις προβλέψεις των πραγματικών επαγγελματιών επιχειρηματιών και περισ-σότερο από τη μέση πρόβλεψη ανθρώπων που λειτουργούν στο Χρηματιστήριο, όπως αυτή εκφράζε-ται από την κίνηση των μετοχών». Είναι, λέει ενδεικτικά, «σαν ένας γεωργός, αφού σκουντήξει το βαρόμετρο του στο πρόγευμα, να αποφάσιζε μεταξύ δέκα κι έντεκα η ώρα να αποσύρει το κεφάλαιό του από την αγροτική εκμετάλλευση, ύστερα να εξέταζε μέσα στην εβδομάδα να το επενδύσει και πάλιεκεί»19. Πράγματι, «οι περισσότεροι επαγγελματίες κερδοσκόποι ενδιαφέρονται πολύ λιγότερο να κάνουν μακροπρόθεσμες προσεκτικές προβλέψεις της αναμενόμενης απόδοσης μιας επένδυσης σε όλητη διάρκεια της ύπαρξής της από το να μαντέψουν λίγο πιο νωρίς από το κοινό, τις μελλοντικές αλλα-γές της συμβατικής βάσης αποτίμησης». Αυτές οι «διακυμάνσεις από μέρα σε μέρα» ασκούν στην αγορά «μια επιρροή τελείως υπερβολική όσο επίσης και παράλογη»20.

Αυτός ο παραλογισμός, δεν είναι ωστόσο μια διαταραχή του υπαρκτού καπιταλισμού, αλλά η ίδια η ουσία του: η αυτονόμηση της χρηματοπιστωτικής σφαίρας και ο φετιχισμός «του χρήματος που γεννάει χρήμα» με παρθενογένεση δεν είναι παθολογικές αποφύσεις αλλά φαινόμενα συναφή προς την ενδότερη λογική της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Ομοίως, «η κληρονομική αρχή» του πατρο-γονικού καπιταλισμού, μέσα στην οποία ο Keynes πίστευε ότι διακρίνει «τα σπέρματα της παρακ-μής» δεν είναι τίποτε άλλο από την απαραίτητη νομική μορφή της ιδιωτικής συσσώρευσης και με-ταβίβασης του κεφαλαίου21. «Η κατάργηση της κληρονομιάς» (των μεγάλων μέσων παραγωγής, επι-κοινωνίας και ανταλλαγής), το τρίτο από τα δέκα προγραμματικά σημεία του Κομμουνιστικού Μα-νιφέστου, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με μια ριζική αλλαγή των σχέσεων ιδιοκτησίας.

17 Στο ίδιο , σελ. 394.

18 Ή για τον Keynes, « οριακή αποτελεσματικότητα κεφαλαίου » που την θεωρεί τον ουσιαστικό παράγοντα που κα-θορίζει τις κυκλικές κρίσεις. Βλέπε τη Théorie générale(Γενική θεωρία), op. cit., σσ. 326 και 398.

19 Théorie générale (Γενική θεωρία), op. cit., σ. 166.

20 Στο ίδιο , σσ. 171, 172.

21 J.-M. Keynes, Suis-je un libéral ?(Είμαι Φιλελεύθερος;), op. cit., σ. 21.

Page 8: Keynes, Και Mετά;

8

... Ουτοπικός σοσιαλισμός ...

Το να θέσεις το ερώτημα αν υπάρχει ζωή επέκεινα του καπιταλισμού και με τι θα μοιάζει ένα εναλλακτικό μοντέλο κοινωνίας σημαίνει αντίθετα να διατρέξεις τον κίνδυνο να εμπλακείς στην γλίστρα των ουτοπικών εικασιών, καθώς έχεις ήδη αφαιρέσει τις αβεβαιότητες της ταξικής πάλης και των πολιτικών δυνάμεων. Στην προσπάθειά του να βρει τις όσο το δυνατόν πιο συγκεκριμένες εναλλακτικές προς τη λογική της αγοράς, ο Thomas Coutrot προτείνει «την κατάφαση της κοινωνί-ας των πολιτών προς αντι-εξουσίες που ασκούν πίεση επί του Κράτους και του Κεφαλαίου, και την άμεση κατασκευή των εναλλακτικών οικονομικών δυνάμεων, ή για να το πούμε διαφορετικά τον έλεγχο των πολιτών πάνω στην αλληλέγγυα οικονομία»22. Η «περικύκλωση της εξουσίας του κεφαλαί-ου μέσα σε έναν πόλεμο θέσεων όπου η αλληλέγγυα οικονομία και ο έλεγχος των πολιτών συνδυάζουντις κατακτήσεις τους για να εγκαθιδρυθούν προοδευτικά ως εναλλακτική στην καπιταλιστική ηγεμονίαστον οικονομικό τομέα». «Αναδεικνύουν – αν βάλουμε σε παρενθέσεις το θέμα των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας – ένα μη-καπιταλιστικό μοντέλο οικονομικής οργάνωσης, το μοντέλο της μη μισθωτής αυτοδιαχείρισης με κοινωνικοποίηση των αγορών»23.

Αυτό το «μοντέλο», εγκαθιδρυμένο με κόστος έναν παράξενο εγκλεισμό εντός «παρενθέσεων» των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, και θεμελιωμένο πάνω στο στοίχημα της προοδευτικής «περικύκλω-σης» της καπιταλιστικής εξουσίας που επιτρέπει την κατάφαση σε μια εναλλακτική στο πολιτικό πεδίο, συντάσσεται με την παράδοση των ουτοπικών σοσιαλισμών. Στο βαθμό που θέτει, επίσης, εντός παρενθέσεων το πολιτικό ζήτημα και αυτό της εξουσίας (που υποτίθεται ότι εξουδετερώνεται δια της περικύκλωσης), ποντάρει στην ανωτερότητα της λογικής απέναντι στον αγοραίο παραλογι-σμό. Στην πραγματικά υπαρκτή ταξική πάλη, δεν πρόκειται για διαγωνισμό ορθού λόγου. Δεν μπο-ρείς να περάσεις «προοδευτικά», με ειρηνική μετάβαση από ένα δικαίωμα (το δικαίωμα της ιδιο-κτησίας) στο άλλο (το δικαίωμα στην ύπαρξη). Ανάμεσα σε δύο δικαιώματα που αντιπαρατίθενται, θυμίζει με νηφαλιότητα ο Μαρξ, «εκείνη που αποφασίζει είναι η δύναμη». Αυτός είναι ο λόγος που η υπέρβαση των «ουτοπικών σοσιαλισμών» δεν έγκειται, όπως θα μπορούσε κανείς να πιστέψει, σε μια φτενή μετάφρασή τους σε «επιστημονικό σοσιαλισμό», αλλά σε μια επαναστατική στρατηγική ικανή να αρθρώσει το τέλος και τα μέσα, το σκοπό και την κίνηση, την ιστορία και το συμβάν. Δεν πρόκειται λοιπόν να βάλουμε τις κατσαρόλες του μέλλοντος να βράσουν, αλλά να εργαστούμε μέσα στην παρούσα αθλιότητα για να ιχνηλατήσουμε τους δυνατούς κόσμους επέκεινα του κεφα-λαίου. Η συγκεκριμένη πολιτική πάλη καθορίζει τους δρόμους και μερικές φορές επιβάλλει απρόσμενες απαντήσεις. Για να σκιαγραφήσουμε το περίγραμμα ενός άλλου αναγκαίου κόσμου, που ακριβώς πρόκειται να καταστήσουμε δυνατό, έχουμε μόνο ενδείξεις που δεν είναι δογματικές εφευρέσεις, αλλά διδάγματα βγαλμένα από την παρελθούσα εμπειρία των κοινωνικών κινημάτων και των επαναστατικών συμβάντων.

... Και η επαναστατική εναλλακτική

Είναι δυνατός ένας άλλος κόσμος; Το να λες πως η υγεία, οι πρακτικές γνώσεις, η ζωή δεν είναι προς πώληση, ή ότι το πανεπιστήμιο και το νοσοκομείο δεν είναι επιχειρήσεις, σημαίνει να θέτεις το ζήτημα της υπέρβασης/μαρασμού των εμπορευματικών σχέσεων και κατηγοριών: «Πρέπει να πιάσουμε στην τανάλια την μισθωτική εμπορευματική λογική, από τα μέσα με το μετασχηματισμό της εργασίας, από τα έξω με την επέκταση ενός εγγυημένου εισοδήματος παρεχόμενου σε είδος υπό τη μορφή της επέκτασης των δωρεάν παροχών και της συναφούς δραστικής μείωσης του χρόνου εργασίας: η ανάκτηση του χρόνου για το ίδιο το άτομο που τον διαθέτει ελεύθερα είναι ο

22 Y a-t-il une vie après le capitalisme ? (Υπάρχει Ζωή μετά τον Καπιταλισμό;) Υπό την διεύθυνση του Στάθη Κου-βελάκη, Paris, Le temps des cerises, σ. 89.

23 Στο ίδιο , σελ. 99.

Page 9: Keynes, Και Mετά;

9

πιο αποτελεσματικός τρόπος για να περιοριστεί στο αυστηρώς ελάχιστο η εμπορική σφαίρα»24. Η αποεμπορευματοποίηση των κοινωνικών σχέσεων δεν ανάγεται σε μια αντίθεση μεταξύ του επί πληρωμή και του δωρεάν. Παρέμβλητο μέσα σε μια ανταγωνιστική οικονομία της αγοράς, ένα πα-ραπλανητικό δωρεάν (που χρηματοδοτείται από τη διαφήμιση) μπορεί εξίσου να χρησιμοποιηθεί ως όπλο ενάντια σε μια επί πληρωμή ποιοτική παραγωγή. Αυτό απεικονίζει ο αυξανόμενος αριθμός των δωρεάν εφημερίδων σε βάρος μιας εργασίας ενημέρωσης και έρευνας που κοστίζει.

Μπορεί κανείς να φανταστεί περιοχές άμεσης ανταλλαγής – μη χρηματικής – αγαθών για χρήση ή εξατομικευμένων υπηρεσιών. Αλλά αυτό το «παράδειγμα της δωρεάς» δεν μπορεί να γενικευθεί, παρεκτός κι αν βάζουμε με το μυαλό μας μια επιστροφή σε μια αυτάρκη οικονομία του αντιπραγ-ματισμού. Ωστόσο, κάθε κοινωνία διευρυμένης ανταλλαγής και πολύπλοκου κοινωνικού καταμερι-σμού εργασίας απαιτεί μια λογιστική και έναν τρόπο αναδιανομής του πλούτου που παράγεται. Το ζήτημα της αποεμπορευματοποίησης είναι επομένως αδιαχώριστο από τις μορφές ιδιοποίησης και τις σχέσεις ιδιοκτησίας. Η γενικευμένη ιδιωτικοποίηση του κόσμου – δηλαδή, όχι μόνο των προϊ-όντων και των υπηρεσιών, αλλά και των πρακτικών γνώσεων, της ζωής, του χώρου, της βίας – είναιεκείνη που τρέπει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης της ανθρώπινης εργατικής δύναμης, σε εμπο-ρεύματα προς πώληση. Είμαστε μάρτυρες έτσι, σε μεγάλη κλίμακα, ενός φαινόμενου παρόμοιου μεαυτό που συνέβη στις αρχές του XIX αιώνα με μια επίθεση κατά κανόνα ενάντια στα εθιμικά δι-καιώματα των φτωχών: ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση των κοινών αγαθών και μεθοδική καταστροφή της παραδοσιακής αλληλεγγύης (της οικογένειας και του χωριού χθες, των συστη-μάτων κοινωνικής προστασίας σήμερα)25.

Οι διαμάχες για την πνευματική ιδιοκτησία λένε πολλά πάνω σε αυτό το θέμα: «Η παραμικρή ιδέαπου ενδέχεται να δημιουργήσει μια δραστηριότητα, τιμολογείται, όπως στον κόσμο του θεάματος, όπου δεν υπάρχει ούτε μία έμπνευση, ούτε ένα σχέδιο που δεν καλύπτεται εν τω άμα από δικαιώμα-τα πνευματικής ιδιοκτησίας. Αγώνας δρόμου εν όψει της ιδιοποίησης, εν όψει των κερδών. Δεν το μοιραζόμαστε: το κυριεύουμε, το ιδιοποιούμαστε, το κυκλοφορούμε. Θα 'ρθει ίσως καιρός που θα είναι αδύνατο να εκφέρουμε μια οποιαδήποτε απόφανση χωρίς να ανακαλύψουμε ότι είναι δεόντωςπροστατευμένη και υπόκειται σε δικαιώματα ιδιοκτησίας26. «Με την υιοθέτηση, το 1994, της συμ-φωνίας TRIPS ( Trade Related Aspects of Intellectual Property Rights, Εμπορικές Πτυχές των Δι-καιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας) στο πλαίσιο των συμφωνιών του γύρου της Ουρουγουάης (από όπου προέκυψε και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου) οι κυβερνήσεις των μεγάλων βιομη-χανικών χωρών κατάφεραν να επιβάλουν παγκοσμίως τον σεβασμό των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.Πριν από αυτό, όχι μόνο δεν ήταν διεθνώς αναγνωρισμένο το κύρος τους, αλλά πενήντα χώρες συ-νολικά απέκλειαν τελείως την κατοχύρωση ευρεσιτεχνίας σε ουσίες και δεν αναγνώριζαν παρά ευ-ρεσιτεχνίες σχετικές με διαδικασίες κατασκευής.

Από το 1970, είμαστε μάρτυρες μιας απολυτοποίησης των δικαιωμάτων πλήρους ιδιοκτησίας, μιαςτρομερής ατομικής ιδιοποίησης από τις πολυεθνικές, της γνώσης και της πνευματικής και καλλιτε-χνικής παραγωγής γενικότερα. Καθώς η πληροφορία γίνεται μια νέα μορφή κεφαλαίου, ο αριθμός των ευρεσιτεχνιών που κατατίθενται κάθε χρόνο έχει εκτοξευτεί (156.000 το 2007). Μόνες τους, η Monsanto, η Bayer και η BASF έχουν καταθέσει 532 ευρεσιτεχνίες για τα γονίδια ανθεκτικότητας στην ξηρασία. Εταιρείες επονομαζόμενες «trolls» αγοράζουν χαρτοφυλάκια ευρεσιτεχνιών για να καταθέσουν αγωγές για αντιποίηση εναντίον παραγωγών των οποίων η δραστηριότητα χρησιμο-ποιεί ένα σύνολο άρρηκτα συνδυασμένων γνώσεων. Αυτός ο αγώνας δρόμου για την ευρεσιτεχνία,

24 Michel Husson, « L’Hypothèse socialiste»(Η σοσιαλιστική Υπόθεση), στο Y a-t-il une vie après le capitalisme ?, op. cit., σ. 49. βλέπε επίσης Viv(r)re la gratuité. Une issue au capitalisme vert, sous la direction de Paul Ariès, Villeurbanne, éditions Golias, 2009

25 Βλέπε Daniel Bensaïd, Les Dépossédés. Karl Marx, les voleurs de bois et le droit des pauvres (Οι Αποστερημένοι. Ο Κάρολος Μαρξ, οι κλέφτες ξυλείας και το δικαίωμα των φτωχών), Paris, La Fabrique, 2006

26 Marcel Hénaff, « Comment interpréter le don »(Πως ερμηνεύεται το χάρισμα) , Esprit, février 2002.

Page 10: Keynes, Και Mετά;

10

αυτή η νέα μορφή περίφραξης εναντίον της ελεύθερης πρόσβασης στο επιστητό, δημιουργεί μια πραγματική «φούσκα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας».

Επιτρέπει νομικά την κατοχύρωση ευρεσιτεχνίας πάνω σε ποικιλίες καλλιεργήσιμων φυτών ή ζώων κτηνοτροφίας και στη συνέχεια των ουσιών ενός ζωντανού πλάσματος, θολώνοντας την ίδια στιγμή τη διάκριση μεταξύ εφεύρεσης και ανακάλυψης, και ανοίγοντας το δρόμο για τη νεοϊμπε-ριαλιστική λεηλασία μέσω της ιδιοποίησης των παραδοσιακών ζωολογικών ή βοτανολογικών γνώσεων. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο ότι η κατοχύρωση των αλληλουχιών DNA θα αποτελούσε προσβολή στη θεία δημιουργία, αλλά ότι η διασάφηση ενός φυσικού φαινομένου θα μπορεί στο εξής να είναι αντικείμενο ενός δικαιώματος ιδιοκτησίας. Η περιγραφή μιας γονιδιακής ακολουθίας είναι κάτι που γνωρίζεται και όχι κάτι που γίνεται. Ωστόσο, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα πνευματικά δικαιώματα είχαν αρχικά, ως αντιστάθμισμα, μια απαίτηση δημόσιας κοινοποίησης της σχετικής πρακτικής γνώσης. Ο κανόνας αυτός έχει παρακαμφθεί πολλές φορές (εν ονόματι κυρίως του στρατιωτικού μυστικού). Αλλά ο Λαβουαζιέ δεν κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το οξυ-γόνο ούτε ο Αϊνστάιν τη θεωρία της σχετικότητας, ούτε οι Watson και Crick τη διπλή έλικα του DNA. Από τον XVII αιώνα, η πλήρης κοινοποίηση ευνοούσε τις επιστημονικές και τεχνικές επανα-στάσεις˙ στο εξής, το μέρος των αποτελεσμάτων που μπαίνουν στο δημόσιο πεδίο μειώνεται, ενώ αυξάνει το μέρος εκείνων που κατάσχονται με κάποιο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας είτε για να πωληθούν ή για να αποφέρουν κάποια πρόσοδο.

Το 2008, η Microsoft ανακοίνωσε την ελεύθερη πρόσβαση από το Internet δεδομένων που αφο-ρούσαν την ναυαρχίδα του λογισμικού της και επέτρεψε τη δωρεάν χρήση για μη εμπορική ανάπτυξη. Δεν επρόκειτο, διευκρίνισε αμέσως σε συνέντευξή του στο Mediapart ο διευθυντής του νομικού της τμήματος Marc Mosse, για ανακίνηση της συζήτησης περί πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά μόνο για μια «απόδειξη ότι η πνευματική ιδιοκτησία μπορεί να είναι δυναμική». Μπροστά στονανταγωνισμό από το ελεύθερο λογισμικό, εμπορικά λογισμικά όπως της Microsoft αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν εν μέρει σε αυτή την λογική του δωρεάν, του οποίου η θεμελίωση είναι η οξυ-νόμενη αντίφαση ανάμεσα στην αποκλειστική ιδιοποίηση κοινών αγαθών και στην κοινωνικοποίη-ση της πνευματικής εργασίας η οποία αρχίζει με την πρακτική του λόγου. Το καπάρωμα και η στέρηση της γης υποστηρίχτηκαν άλλοτε στο όνομα της αγροτικής παραγωγικότητας της οποίας η αύξηση υποτίθεται ότι θα εξάλειφε σιτοδείες και λιμούς.

Σήμερα, το νέο κύμα των περιφράξεων έχει με τη σειρά του ως πρόσχημα τον αγώνα δρόμου για την καινοτομία και την επείγουσα παγκόσμια επισιτιστική κατάσταση. Όμως, ενώ η χρήση της γης ήταν «αμοιβαίως αποκλειστική» (ό,τι ιδιοποιείται ο ένας, δεν μπορεί να το χρησιμοποιήσει ο άλ-λος), προκειμένου για τη χρήση των θεωρητικών και των πρακτικών γνώσεων δεν υπάρχει αντίζη-λος: το αγαθό δεν σβήνει μέσα στη χρήση που του έχει γίνει, είτε πρόκειται για γονιδιακή αλληλου-χία είτε για ψηφιακή εικόνα. Από τον αντιγραφέα μοναχό έως το email, περνώντας από την τυπο-γραφία ή τη φωτοαντιγραφή, το κόστος της αναπαραγωγής μειώνεται ασταμάτητα. Γι αυτό και, για να δικαιολογηθεί η αποκλειστική ιδιοποίηση, σήμερα επικαλούνται περισσότερο την τόνωση της έρευνας παρά τη χρήση του προϊόντος.

Επιβραδύνοντας τη διάχυση της καινοτομίας και του εμπλουτισμού της, η ιδιωτικοποίηση αντι-φάσκει με τους ισχυρισμούς του φιλελεύθερου λόγου για τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Η αρχή του ελεύθερου λογισμικού καταγράφει αντίθετα στον τρόπο της τον εξαιρετικά συνεργατικό χαρακτήρα της κοινωνικής εργασίας που αποκρυσταλλώνεται σε αυτό. Το μονοπώλιο του ιδιοκτήτηαμφισβητείται όχι πια, όπως στους φιλελεύθερους, εν ονόματι της καινοτομικής αρετής του αντα-γωνισμού, αλλά ως εμπόδιο στην ελεύθερη συνεργασία. Η αμφισημία του αγγλικού όρου free εφαρμοσμένη στο λογισμικό κάνει να ομοιοκαταληκτούν το δωρεάν με το ελεύθερο.

Όπως και την εποχή των περιφράξεων, οι απαλλοτριωτές του σήμερα προσποιούνται ότι προστα-τεύουν τους φυσικούς πόρους και ότι ευνοούν την καινοτομία. Ο αντίλογος που προέβαλε το 1525

Page 11: Keynes, Και Mετά;

11

η Χάρτα των εξεγερμένων γερμανών αγροτών εξακολουθεί να είναι επίκαιρη: «Οι άρχοντες μας απαλλοτρίωσαν τα δάση, και εάν ο φτωχός άνθρωπος χρειάζεται κάτι, πρέπει να το αγοράσει σε δι-πλή τιμή. Η γνώμη μας είναι ότι όλα τα δάση πρέπει να επιστρέψουν στην κυριότητα της κοινότη-τας ολόκληρης, και θα πρέπει να είναι σχεδόν ελεύθερη για τον καθένα από την κοινότητα να ξυ-λεύεται από αυτά χωρίς να πληρώνει. Θα πρέπει μόνο να το ανακοινώσει σε μια επιτροπή εκλεγ-μένη για το σκοπό αυτό από την κοινότητα. Με αυτό θα αποτραπεί η εκμετάλλευση»27.

Επτά στρατηγικές υποθέσεις

1. Η πρώτη προϋπόθεση κοινωνικής χειραφέτησης, η οποία καθορίζει τόσο ένα μετασχηματισμό της έννοιας της εργασίας όσο και τις συνθήκες μιας συγκεκριμένης πρακτικής της δημοκρατίας, εί-ναι η αποεμπορευματοποίηση της εργατικής δύναμης. Συνεπάγεται τον επιμερισμό του χρόνου ερ-γασίας και την εγγύηση του δικαιώματος στην εργασία για όλους και όλες, ξεκινώντας με μια δρα-στική μείωση του χρόνου εργασίας. Το 1919, μόλις έληξε ο πόλεμος, ο Λένιν συνιστούσε στους γερμανούς κομμουνιστές να υιοθετήσουν ημέρα εργασίας έξι ωρών. Ο Keynes πήγε το θράσος μέχρι του σημείου να θεωρήσει ότι θα ήταν δυνατές, για μια κοινωνία ικανή να τιθασεύσει την ύβρη της , «βάρδιες των τριών ωρών την ημέρα ή δεκαπέντε ωρών την εβδομάδα», επειδή «τρεις ώρες την ημέρα είναι υπεραρκετές για να ικανοποιήσουν τον γέρο-Αδάμ στους περισσότερους από μας»28. Στη Γενική Θεωρία , ο ίδιος βέβαια αναγνωρίζει ότι «προς το παρόν, η συντριπτική πλειοψη-φία των ατόμων προτιμούν την αύξηση του εισόδηματός τους από την αύξηση του ελεύθερου χρόνου τους», και ότι «δεν μπορούμε να υποχρεώσουμε αυτούς που προτιμούν ένα πρόσθετο εισόδημα να απολαμβάνουν αντ' αυτού πρόσθετο ελεύθερο χρόνο». Αλλά σήμερα, όπως και χθες, το ερώτημα (που ο Keynes δεν θέτει) είναι να ξέρει κανείς γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι μπορεί να προτιμούν ναεργάζονται περισσότερο για να κερδίσουν περισσότερα σε μια αλλοτριωμένη εργασία, από του να σφίξουν το ζωνάρι μέσα σε χρόνο κατ' επίφαση μεν ελεύθερο, αλλά εξίσου αποξενωμένο και άδειο.Η εμπειρία του 35ωρου με ευελιξία και μισθολογική αποζημίωση θα κόμιζε εποικοδομητικά στοι-χεία για μια απάντηση. Ο επιμερισμός του χρόνου εργασίας με εγγυημένο το δικαίωμα στην απα-σχόληση, και ελλείψει αυτής, με ένα εγγυημένο αξιοπρεπές εισόδημα, θα σήμαινε την επέκταση του κοινωνικοποιημένου μισθού εκείθεν των τρεχόντων συστημάτων κοινωνικής προστασίας, και συνεπώς το μαρασμό της καταναγκαστικής εργασίας και της μισθωτής εκμετάλλευσης.

2. Ο πολλαπλασιαστής του Keynes που υποτίθεται ότι εξασφαλίζει μια δυναμική που τείνει προς την πλήρη απασχόληση, συνδέει την υποκίνηση των επενδύσεων με την υποκίνηση της «ροπής προς κατανάλωση». Αλλά να καταναλώνουμε τι, και πώς; Πάνω από έναν αιώνα πριν, ο Μαρξ είχε διεισδύσει φωτίζοντας στην εγγενή λογική της καταναλωτικής κοινωνίας, «Ο καθένας μηχανεύεται τρόπους για να δημιουργήσει στον άλλο μια νέα ανάγκη για να τον εξαναγκάσει σε μια νέα θυσία, να τον υποβάλει σε μια νέα εξάρτηση και να τον ωθήσει προς ένα νέο τρόπο απόλαυσης. Μαζί με την μάζα των αντικειμένων αυγατίζει και η αυτοκρατορία των αλλοτρίων όντων στα οποία ο άνθρωπος έχει υποταχθεί, και κάθε νέο προϊόν ενισχύει περισσότερο την αλληλοεξαπάτηση και την αμοιβαία λεηλασία. Η ποσότητα του χρήματος γίνεται ολοένα και περισσότερο η ενιαία και ισχυρή ιδιότητα τουανθρώπου˙ όπως ακριβώς υποβαθμίζει κάθε ον στην αφαίρεσή του, έτσι υποβαθμίζεται και ο ίδιος, μέσα στην ίδια του την κίνηση, σε ένα ον ποσοτικό. Η απουσία μέτρου και το υπέρμετρο γίνονται το αληθινό του μέτρο»29. Η απάντηση σε αυτήν την υπέρβαση του μέτρου συνίσταται στην εύρεση ενός ανθρώπινου μέτρου που αντιτάσσει την ορθολογική ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών απέναντι στην απεριόριστη επιδίωξη της απόλαυσης.

Αυτό ίσως έχουν κατά νου ορισμένα ρεύματα που διεκδικούν την απομεγένθυση. Αλλά εάν υπάρ-

27 Παράθεση του K. Kautsky, La Question agraire(Το Αγροτικό Ζήτημα), Paris, 1900, p. 2528 J.-M. Keynes, La Pauvreté dans l’abondance( Η Φτώχεια Μέσα στην Αφθονία), op. cit., σ. 114.29 Marx, Manuscrits de 1844 (Χειρόγραφα του 1844), op. cit., σ. 100

Page 12: Keynes, Και Mετά;

12

χει, όπως διαπιστώνει ο Henri Lefebvre, «μεγέθυνση χωρίς ανάπτυξη», θα πρέπει να μπορεί να υπάρχει και μια επιλογή ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και του κοινωνικού πλούτου, ποιο-τικά διαφορετική από την μεγέθυνση την προσαρτημένη στην οικολογική αμέλεια του αγώνα δρόμου για το μέγιστο άμεσο κέρδος. Αυτός είναι ο λόγος που ο Jean-Marie Harribey προτιμά να μιλάει για επιβράδυνση παρά για απομεγένθυση30. Πρόκειται πράγματι για ριζική, μέσω δημοκρατι-κής συζήτησης, αλλαγή των κριτηρίων της κοινωνικής ανάπτυξης, και όχι για επιβολή, μέσω μιας αυταρχικής οικολογίας ή αυθεντίας των ειδικών, του ασκητισμού και της λιτότητας σε όλους. Το σημαντικό είναι πως η ίδια η ιδέα μιας «αειφόρου» ανάπτυξης, που κόπτεται για τις φυσικές συνθή-κες αναπαραγωγής του είδους μας, απαιτεί (όποιες και αν είναι οι προβληματικές ερμηνείες που μπορεί να προσδώσει η έννοια της αειφορίας) μια μακρά χρονικότητα, δεν συμβιβάζεται με τα στιγμιαία κοντόφθαλμα αρμπιτράζ των αγορών. Η διαχείριση των μη ανανεώσιμων πόρων (κυρίως οι επιλογές στο ζήτημα της παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας), καθώς και οι κλιματικές αλλαγές, οι συνέπειες της ρύπανσης των ωκεανών, της αποθήκευσης των πυρηνικών αποβλήτων, της αποψίλωσης των δασών, απαιτούν αποφάσεις και μακροπρόθεσμες επιλογές σχεδιασμού των οποίων το πεδίο εφαρμογής υπερβαίνει κατά πολύ τη διάρκεια μιας εκλογικής εντολής.

3. Ο Keynes υποστήριζε την ανάγκη να ενισχυθεί η δημόσια παρέμβαση για να συγκρατήσει τις θανατηφόρες υπερβολές και υπερβάσεις του laissez-faire. Αλλά διαιώνιζε έναν αυστηρό διαχωρι-σμό μεταξύ του πολιτικού και του οικονομικού, μεταξύ του κράτους και της αγοράς: «Εκτός από την ανάγκη μιας κεντρικής διεύθυνσης ώστε να διατηρηθεί η αντιστοιχία μεταξύ της ροπής προς κατα-νάλωση και του κινήτρου για επενδύσεις, δεν υπάρχει πλέον σήμερα λόγος να κοινωνικοποιηθεί η οι-κονομική ζωή». Για να υποτάξεις (όχι να καταργήσεις) την αγορά στις κοινωνικές ανάγκες και στις περιβαλλοντικές επιταγές, είναι αντιθέτως απαραίτητο να «ξανασυναρμολογήσεις» την οικονομία μέσα στο πολύπλοκο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων, με άλλα λόγια να καταστήσεις την οικονο-μία αληθινά πολιτική. Αυτή είναι η έννοια ενός αυτοδιαχειριστικού και δημοκρατικού σχεδιασμού: όχι μια ορθολογική τεχνική διαχείρισης, αλλά μια άλλη αντίληψη των κοινωνικών σχέσεων η οποίααντιπαραθέτει την κοινωνική αλληλεγγύη απέναντι στον εγωιστικό υπολογισμό, το κοινό καλό, τις δημόσιες υπηρεσίες και την κοινωνική ιδιοποίηση απέναντι στην ιδιωτικοποίηση του κόσμου και στον αδίστακτο ανταγωνισμό όλων εναντίον όλων.

4. «Μια μάλλον ευρεία κοινωνικοποίηση των επενδύσεων θα αποδειχθεί», παραδέχτηκε ο Keynes, «ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί , προσεγγιστικά, η πλήρης απασχόληση, πράγμα που δεν σημαί-νει ότι θα πρέπει να αποκλείσουμε τους συμβιβασμούς και τα παντοειδή σχήματα που επιτρέπουν στο κράτος να συνεργαστεί με την ιδιωτική πρωτοβουλία»31. Τη στιγμή των χρηματιστικών σκανδάλων και της χωρίς καμία ανταπόδοση διάσωσης των τραπεζών από την κρατική εξουσία, αυτά τα λόγια φαίνονται σχεδόν ανατρεπτικά. Είναι ωστόσο, εύλογα. Μια δημόσια υπηρεσία πίστωσης και ασφάλισης θα ήταν το μέσον για να καθοδηγηθούν οι επενδύσεις, να οργανωθεί η προοδευτική με-τατροπή των βιομηχανικών κλάδων που έχουν πληγεί και είναι περιβαλλοντικά προβληματικοί, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, να αναληφθεί μια μεγάλη ενεργειακή μετάβαση και, γενικότερα, να υποταχθεί η οικονομία στις δημοκρατικά καθορισμένες κοινωνικές προτεραιότητες. Η κοινωνικο-ποίηση των επενδύσεων μέσω ενός δημόσιου τραπεζικού μονοπωλίου είναι μία από τις αναγκαίες συνθήκες (και όχι ικανές) για μια σχεδιασμένη αειφόρο ανάπτυξη βασισμένη σε μια πλειονότητα μορφών κοινωνικής ιδιοκτησίας (δημόσιες υπηρεσίες, κοινά αγαθά, συνεταιριστικός τομέας αλλη-λέγγυας οικονομίας) που δεν θα συνεπάγονταν την κατάργηση της αγοράς, αλλά την υποταγή της στην πολιτική και κοινωνική δημοκρατία. Στην προοπτική αυτή το νόμισμα, όπως και ο Τρότσκι οραματίστηκε στο άρθρο του για τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα συνέχιζε να παίζει κάποιο λογιστικό ρόλο διότι, εκτός κι αν δεχθούμε αξιωματικά την αφθονία, οι τιμές παραμένουν αναντικατάστατες προκειμένου να αποτιμηθεί το κλάσμα της αποκρυσταλλωμένης μέσα στα αγαθά και στις υπηρεσί-

30 Jean-Marie Harribey, « Sept propositions pour une économie économe »(Επτά Προτάσεις για μια οικονόμα οικο-νομία), Y a-t-il une vie…, op. cit.

31 Théorie générale (Γενική Θεωρία), op. cit., σ. 391.

Page 13: Keynes, Και Mετά;

13

ες κοινωνικής εργασίας. Αλλά η πολιτική καθοδήγηση της οικονομίας δεν θα βασιζόταν μόνο στην κοινωνική ιδιοκτησία των μεγάλων μέσων παραγωγής, επικοινωνίας και ανταλλαγής. Απαιτεί, επί-σης, τον δημόσιο έλεγχο του νομισματικού εργαλείου από την Κεντρική Τράπεζα και μια εξαιρετι-κά αναδιανεμητική δημοσιονομική πολιτική32.

5. Στο «Κράτος και Επανάσταση» , ο Λένιν υποστήριξε ότι η πολιτική δημοκρατία, και όχι η απλήδιοικητική και γραφειοκρατική διαχείριση, θα μπορούσε από μόνη της να αποδειχθεί ανώτερη των βραχυπρόθεσμων υπολογισμών των αγορών και να διανέμει καλύτερα τον πλούτο σύμφωνα με έναν συλλογικό καθορισμό των κοινωνικών αναγκών και της ιεράρχησής τους. Σε ορισμένους μαρ-ξιστές, για τους οποίους το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των καταπιεσμένων εθνών ήταν απραγμα-τοποίητο κάτω από τον καπιταλισμό ενώ καθίστατο περιττό στο σοσιαλισμό, ο Λένιν απαντούσε εκτων προτέρων: «Η συλλογιστική αυτή, δήθεν πνευματώδης αλλά πραγματικά λαθεμένη, θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε κάθε δημοκρατικό θεσμό, διότι ένας δημοκρατισμός αυστηρά συνεπής είναι απραγ-ματοποίητος σε καθεστώς καπιταλισμού, και σε καθεστώς σοσιαλισμού κάθε δημοκρατία καταλήγει σε μαρασμό [...]. Η ανάπτυξη της δημοκρατίας στο έπακρο, η αναζήτηση των μορφών αυτής της ανάπτυξης, η δοκιμασία τους στην πράξη κλπ, τέτοιο είναι ένα από τα πιο ουσιώδη καθήκοντα της πάλης για την κοινωνική επανάσταση. Αποκομμένος, κανένας δημοκρατισμός, όποιος κι αν είναι, δεν θα δώσει το σοσιαλισμό: αλλά στη ζωή, ο δημοκρατισμός ποτέ δεν θα ληφθεί αποκομμένος. Θα ληφθεί εν συνόλω. Θα ασκήσει επίσης μια επιρροή στην οικονομία που θα κεντρίσει το μετασχηματι-σμό της»33.

Η νέα κοινωνία θα πρέπει πράγματι να εφευρεθεί χωρίς οδηγίες χρήσεως, μέσα στην πρακτική εμπειρία εκατομμυρίων ανδρών και γυναικών. Ένα κομματικό πρόγραμμα δεν προσφέρει από αυτή την άποψη, έλεγε η Ρόζα Λούξεμπουργκ, παρά «μεγάλες πινακίδες που υποδεικνύουν την κατεύθυν-ση» που ακόμη κι αυτές έχουν έναν χαρακτήρα πιο πολύ ενδεικτικό, επισήμανσης ή επιφυλακής, παρά οριστικό. Ο σοσιαλισμός δεν θα μπορούσε να χορηγηθεί από τα πάνω. Βέβαια, «προϋποθέτει μια σειρά αναγκαστικών μέτρων κατά της περιουσίας, κ.λπ.», αλλά αν « μπορείς να θεσπίσεις την αρ-νητική πλευρά, το γκρέμισμα», δεν συμβαίνει το ίδιο με «τη θετική πλευρά,την οικοδόμηση: νέα γη, χίλια προβλήματα». Για την επίλυση αυτών των προβλημάτων, η πιο πλατιά ελευθερία, η πιο πλατιάδράση του πληθυσμού είναι αναγκαία. Αλλά η ελευθερία «είναι πάντα τουλάχιστον η ελευθερία εκείνου που σκέφτεται αλλιώς». Δεν είναι η ελευθερία, αλλά ο τρόμος εκείνος που αποκαρδιώνει: «Χωρίς γενικές εκλογές, χωρίς απεριόριστη ελευθερία του Τύπου και του συνεταιρίζεσθαι, χωρίς μια ελεύθερη διαπάλη των απόψεων, η ζωή ωχριά σε όλους τους δημόσιους θεσμούς, φυτοζωεί και η γρα-φειοκρατία παραμένει το μόνο ενεργό στοιχείο».

Αυτές οι προειδοποιήσεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ βρίσκουν έτσι αναδρομικά όλη τους τη σημα-σία. Από το 1918, ανησυχούσε μήπως τα κατ' εξαίρεση μέτρα, προσωρινά δικαιολογημένα, γίνουν ο κανόνας στο όνομα μιας καθαρά εργαλειακής αντίληψης του κράτους ως μηχανισμού κυριαρχίας μιας τάξης πάνω σε μια άλλη. Η επανάσταση θα αρκούνταν απλώς να το περάσει σε άλλα χέρια: «οΛένιν λέει ότι το αστικό κράτος είναι ένα όργανο καταπίεσης της εργατικής τάξης, το σοσιαλιστικό κράτος ένα όργανο καταπίεσης της αστικής τάξης, ότι κατά κάποιο τρόπο δεν είναι παρά ένα ανε-στραμμένο καπιταλιστικό κράτος. Αυτή η απλοϊκή αντίληψη παραλείπει το ουσιώδες: ότι για να ασκή-σει η αστική τάξη την κυριαρχία της, δεν υπάρχει καμία ανάγκη για να διδάξει και να εκπαιδεύσει πο-λιτικά το σύνολο των λαϊκών μαζών, τουλάχιστον όχι πέραν ορισμένων στενά χαραγμένων ορίων. Γιατη δικτατορία του προλεταριάτου όμως, εδώ ακριβώς βρίσκεται το ζωτικό στοιχείο, η πνοή χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει»34.

32 «Εφόσον η δημοσιονομική πολιτική χρησιμοποιείται σκοπίμως ως μέσο για να επιτευχθεί μια πιο δίκαιη κατανο-μή των εισοδημάτων, συνεισφέρει πολύ στο να αυξηθεί η ροπή προς κατανάλωση» (Keynes, Γενική Θεωρία , op . cit ., σ. 111)

33 Λένιν, L’État et la Révolution(Κράτος και Επανάσταση), Œuvres, τόμος XXV, éditions de Moscou, σ. 489

34 Rosa Luxembourg, La Révolution Russe (Η Ρωσική Επανάσταση)

Page 14: Keynes, Και Mετά;

14

Χρειάστηκαν τα οδυνηρά μαθήματα της γραφειοκρατικής αντεπανάστασης, ώστε, στην Προδο-μένη Επανάσταση , ο Τρότσκι να αντλήσει τα συμπεράσματα αρχών σχετικά με την ανάγκη για την αυστηρή ανεξαρτησία των κομμάτων και των συνδικάτων από το κράτος και για τον πολιτικό πλου-ραλισμό: «Στ' αλήθεια, οι τάξεις είναι ετερογενείς, σπαρασσόμενες από εσωτερικούς ανταγωνισμούς και δεν φτάνουν στους στόχους τους παρά μόνο μέσα από την πάλη τάσεων, ομάδων και κομμάτων. Καθώς μια τάξη αποτελείται από πολλές μερίδες, η ίδια τάξη μπορεί να σχηματίσει περισσότερα κόμ-ματα. Παρομοίως, ένα κόμμα μπορεί να στηρίζεται σε μερίδες πολλών τάξεων. Δεν θα βρεθεί σε ολόκληρη την πολιτική ιστορία, ούτε ένα κόμμα που να αντιπροσωπεύει μια ενιαία τάξη, εφόσον, βέβαια, δεν συγκατανεύσουμε στο να πάρουμε για πραγματικότητα μια αστυνομική μυθιστορία»35. Αυτά τα αποφασιστικά λόγια αναγνωρίζουν, και θεμελιώνουν κατ' αρχήν (πολύ πριν από τον Bourdieu) την αυτονομία του πολιτικού πεδίου που δεν ανάγεται σε μια απλή αντανάκλαση των κοινωνικών τάξεων.

6. Σε αντίθεση με τον αντιδραστικό θρύλο που παρουσιάζει το κομμουνιστικό πρόγραμμα ως άρ-νηση ή θυσία του ατόμου στην ανώνυμη συλλογικότητα, αυτοί οι πρωτοπόροι το συνέλαβαν ως «μια ένωση στην οποία η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων». Αν η συλλογική χειραφέτηση είναι αδιανόητη χωρίς την ατομική ευδοκίμηση, αυτό πάντως δεν σημαίνει ότι είναι μια μοναχική απόλαυση. Ο φιλελευθερισμός ενώ διατείνεται την ευδοκίμηση του ατόμου, ενθαρρύνει στην πραγματικότητα τον εγωιστικό υπολογισμό μέσα στον ανταγωνισμό όλων εναντίον όλων, με άλλα λόγια, έναν ατομικισμό χωρίς ατομικότητα ούτε προσωπικότητα, διαπλασμένο από τον διαφημιστικό κομφορμισμό. Η ελευθερία που προσφέρεται στον καθένα, δεν είναι η ελευθερία του πολίτη είναι, πρώτα απ' όλα, η ελευθερία να καταναλώνει με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να επιλέγει μεταξύ τυποποιημένων προϊόντων. Η απολογητική του κινδύνου και η κουλτούρα της προσωπικής αξίας χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για πολιτικές εξατο-μίκευσης και κατεδάφισης της αλληλεγγύης, με την εξατομίκευση των μισθών, του χρόνου εργασί-ας, των κινδύνων (για την υγεία, τα γηρατειά ή την ανεργία)˙ για την εξατομίκευση των συμβατι-κών σχέσεων αντί για τις συλλογικές συμβάσεις και το κοινό δίκαιο˙ για την κατεδάφιση του εργα-σιακού καθεστώτος, με το πρόσχημα της καλύτερης αναγνώρισης των ατομικών τροχιών.

Όταν το Σοσιαλιστικό Κόμμα τοποθετεί το ζήτημα του ατόμου στις προτεραιότητες της σκέψης για το πρόγραμμά του, δεν κάνει τίποτα παραπάνω από το να τρέχει πίσω από τη φιλελεύθερη μυ-στικοποίηση. Για να γεμίσει υποτίθεται ένα ιδεολογικό κενό και τα άτομα να αντικαταστήσουν τις κοινωνικές τάξεις, το θέμα αρδεύει όλο και περισσότερο τη σοσιαλιστική νεογλώσσα και συμμε-τέχει σε μια ρητορική άμιλλα προς τις σαρκοζικές του χρήσεις: ατομική ιδιοκτησία, ατομική επιτυ-χία, ατομική ασφάλεια, κ.λπ. Αυτή η ιδεολογική εκμετάλλευση του ζητήματος του ατόμου εκτρέπειπροσδοκίες καθ' όλα νόμιμες μέσα στις κοινωνίες μας. Η ανάπτυξη των ικανοτήτων και των δυνα-τοτήτων του καθενός είναι κριτήριο προόδου πιο πειστικό από πολλές βιομηχανικές «οικοκτονικές»επιδόσεις. Δεν είμαστε όμως καθόλου υποχρεωμένοι να αντιπαραθέσουμε τάξεις και άτομα. Η ανα-γνώριση του αποφασιστικού ρόλου της αντίθεσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, δεν υποχρεώνει σε παραίτηση από τις προσωπικές ανάγκες ευδοκίμησης, αναγνώρισης, δημιουργικότητας. Ο καπι-ταλισμός διατείνεται ότι τις ικανοποιεί, ενώ στην πραγματικότητα τις περιχαρακώνει μέσα στα στε-νά όρια του αγοραίου κομφορμισμού και του εμπορικού περιτυλίγματος, συσσωρεύοντας μα-ταιώσεις και απογοητεύσεις.

Η αξιοποίηση της ατομικότητας ή ο «ενικός πληθυντικός» είναι αντιθέτως η ενίσχυση της κριτι-κής του καπιταλισμού, χωρίς να ξεμάκρεμα από αυτήν. Πώς γίνεται, αλήθεια, η επίκληση της ατο-μικής πρωτοβουλίας και της ατομικής ευθύνης να μην υποχωρεί μπροστά στην υποταγή σε λογικές κυριαρχίας, αν δεν εφαρμοστεί μια αναδιανομή του πλούτου, των εξουσιών και των πολιτιστικών μέσων; Πώς εκδημοκρατίζονται οι δυνατότητες ατομικής εκπλήρωσης του καθενός χωρίς αυτή τηνανακατανομή, που σχετίζεται με συγκεκριμένα μέτρα θετικής δράσης κατά των φυσικών ή κοινωνι-

35 L. Trotski, La Révolution trahie (Η Προδομένη Επανάσταση), Paris, Minuit, 1963, σ. 177.

Page 15: Keynes, Και Mετά;

15

κών ανισοτήτων; Η καπιταλιστική κοινωνία ξυπνά πόθους, ανάγκες, επιθυμίες που δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει. Παράγει κοινωνικές και πολιτιστικές επιδιώξεις που η εξουσία του κεφαλαί-ου δεν μπορεί να ικανοποιήσει στη συντριπτική τους πλειοψηφία. Για να ευδοκιμήσει, το σύγχρονο άτομο χρειάζεται κοινωνική αλληλεγγύη (κώδικα εργασίας, κοινωνική ασφάλιση, σύνταξη, μισθο-λογικό καθεστώς, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας). Είναι αυτές οι δομές αλληλεγγύης, τις οποίες ακριβώς οι φιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις προορίζονται ειδικά να καταστρέψουν, προς όφελος μιας αδίστακτης ανταγωνιστικής ζούγκλας.

7. Μπροστά στη βιαιότητα της κρίσης και την έκρηξη της ανεργίας, υψώνονται φωνές για να υπο-στηρίξουν τον προστατευτισμό, ξεκινώντας με έναν «ευρωπαϊκό προστατευτισμό». Στο όνομα της «αναγκαίας αντιστοιχίας οικονομικών και κοινωνικών χώρων», ο Emmanuel Todd είναι ένας πρω-ταθλητής του είδους36. Ο στόχος δεν θα ήταν να απωθηθούν οι εισαγωγές, όπως ο Charles Martel απώθησε άλλοτε τους Άραβες στο Πουατιέ, και όπως ο Michel Jobert προσπάθησε το 1982 να απω-θήσει τα γιαπωνέζικα βίντεο, αλλά να «δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μία άνοδο των μισθών», έτσι ώστε η προσφορά να δημιουργεί και πάλι επιτόπου την ίδια της τη ζήτηση. Η υπόθεση ενός ενάρετου κύκλου, όπου η ανάκαμψη του εισοδήματος θα είναι αρκετή για να ενισχύσει την εγχώριαζήτηση, η οποία θα έφερνε ανάκαμψη της παραγωγής, αποκαλύπτει ωστόσο, ένα νόμο των αγορών τόσο απατηλό όσο κι εκείνοι του Say και του Ricardo.

Το ζήτημα δεν είναι θέμα αρχής ή δόγματος. Να προστατέψουμε; Αλλά να προστατεύσουμε τι, εναντίον τίνος, και πώς; Αν η Ευρώπη άρχιζε να υιοθετεί κοινωνικά κριτήρια σύγκλισης στην απα-σχόληση, στο εισόδημα, στην κοινωνική προστασία, στο εργατικό δίκαιο, να εναρμονίζει τη φορο-λογία, θα μπορούσε νομίμως να υιοθετήσει μέτρα προστασίας, όχι πια ιδιοτελή συμφέροντα των βιομηχάνων και των χρηματιστών, αλλά δικαιώματα και κοινωνικές κατακτήσεις. Θα μπορούσε νατο κάνει με επιλεκτικό και στοχευμένο τρόπο, αντιπαραβάλλοντας συμφωνίες αλληλέγγυας ανάπτυξης με τις χώρες του νότου στον τομέα της μετανάστευσης, της τεχνικής συνεργασίας, του δίκαιου εμπορίου. Χωρίς αυτά, ένας προστατευτισμός των πλουσίων θα είχε ως κύριο αποτέλεσμα την απόθεση των ζημιών της κρίσης στις φτωχότερες χώρες. Το να φαντάζεσαι, αντιστρόφως, ότι ένα μέτρο τελωνειακής προστασίας θα αρκούσε για να οδηγήσει μηχανικά στη βελτίωση και ομογε-νοποίηση των ευρωπαϊκών κοινωνικών συνθηκών, σαν να ήταν ουδέτερο από τεχνική άποψη μέσα σε μια ταξική πάλη που οξύνει η κρίση, είναι μια μεγάλη αφέλεια. Οι εργάτες θα είχαν αντίθετα τα μειονεκτήματα των γραφειοκρατικών και των συνοριακών μπελάδων χωρίς τα κοινωνικά οφέλη.

Εάν, σύμφωνα με τον Todd, είναι σήμερα πλειοψηφικά επιθυμητός από τους εργάτες και τη νεο-λαία, ένας τέτοιος προστατευτισμός δεν θα καθυστερούσε, είτε να πέσει μέσα στην πιο τετριμμένη «προτίμηση των εθνικών (ή ευρωπαϊκών) προϊόντων», όπου το «να παράγουμε ευρωπαϊκά!» θα γι-νόταν «δουλειά στους ευρωπαίους!». Όπως ακριβώς χθες το Εθνικό Μέτωπο δεν χρειάστηκε στο σύνθημα «να παράγουμε γαλλικά!» παρά μόνο να προσθέσει...«με γάλλους» ! Είτε πάλι να μην αντέξει για πολύ την αντιδημοτικότητα του στην κοινή γνώμη. Έχουμε ήδη δει, παρά τις επίσημες αγορεύσεις κατά του προστατευτισμού, να δυναμώνει, με τις διαδηλώσεις στη Βρετανία και στην Ιρλανδία κατά των μεταναστών εργατών Πολωνών ή άλλων, ο πειρασμός της «εθνικής προτίμη-σης»: «Αγοράστε αμερικάνικα!» στη Νέα Υόρκη, ή «δουλειά στους βρετανούς» στο Λονδίνο. Από αυτόν τον σοβινιστικό προστατευτισμό μέχρι το ρατσισμό και την ξενοφοβία, δεν είναι παρά ένα βήμα απόσταση, που τόσο πιο εύκολα διασχίζεται όσο αυτοί οι εργάτες (12 εκατομμύρια χωρίς χαρτιά μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου 8 εκατομμύρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση ) προορίζονται σε περιόδους κρίσης για να χρησιμεύσουν ως «μεταβλητές προσαρμογής», είτε έμμε-σα με μαζικές απελάσεις στο πλαίσιο της «εθνικής προτίμησης» για προσλήψεις, είτε ασκώντας πίεση στους μισθούς χάρη στην ανοχή προς μια τεράστια μαύρη αγορά εργασίας37.

36 Emmanuel Todd, Après la démocratie (Μετά τη Δημοκρατία), Paris, Gallimard, 2008

37 Συνηγορώντας υπέρ ενός μη-αυτάρκους προστατευτισμού (στην εφημερίδα Le Monde diplomatique , Μάρτιος 2009), ο Jacques Sapir τον ορίζει ως την απαραίτητη προϋπόθεση για την τόνωση της ζήτησης με την αύξηση των

Page 16: Keynes, Και Mετά;

16

Όλες αυτές οι υποθέσεις είναι προφανώς ασυμβίβαστες με τις ανταγωνιστικές λογικές και τους θε-σμικούς περιορισμούς της παγκόσμιας αγοράς. Η υλοποίησή τους προϋποθέτει λοιπόν να ξανατεθείαπό την αρχή το ζήτημα.

Μπροστά στη βιαιότητα της κρίσης και στην απελπισία των ρεφορμιστών χωρίς μεταρρυθμίσεις, ορισμένα από τα μέτρα που περιλαμβάνονται στην παλιά κεϋνσιανή κασέλα μπορεί να φαίνονται σε κάποιους σχεδόν επαναστατικό θράσος. Σε ένα τέτοιο σημείο ώστε κανείς τους δεν βλέπει τη δυνατότητα μιας στρατηγικής συμμαχίας μεταξύ κεϋνσιανών ρεφορμιστών και επαναστατών κομ-μουνιστών. Χάνεται από τα μάτια μας το ουσιώδες. Όταν οι επιζώντες μιας ρεφορμιστικής Αριστεράς σχεδιάζουν μια κεϋνσιανή Ευρωπαϊκή εναλλακτική στο φιλελευθερισμό, είναι δυνατόν να βαδίσουμε για λίγο μαζί, αν είναι πραγματικά έτοιμοι να αγωνιστούν για να βγούμε από τις ισχύουσες ευρωπαϊκές συνθήκες, για να καθιερωθούν ευρωπαϊκά κοινωνικά πρότυπα για το μισθό, την απασχόληση, την κοινωνική προστασία, το εργατικό δίκαιο, για να προωθηθεί μια ισχυρά αναδιανεμητική φορολογική εναρμόνιση ή για να κοινωνικοποιηθούν τα μέσα παραγωγής και ανταλλαγής που απαιτούνται για την κατασκευή ευρωπαϊκών δημόσιων υπηρεσιών στον τομέα της ενέργειας, των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών. Αλλά αυτό θα απαιτούσε μια πολιτική κατά 1800 αντίθετη προς όσα, εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα, έχουν κάνει όλες οι αριστερές κυβερνήσεις στην Ευρώπη στις οποίες έχουν ως επί το πλείστον ενεργά συμμετάσχει.

Υποθέτοντας ότι μας βρίσκονται ρεφορμιστές επαρκώς αποφασισμένοι να πάρουν αυτό το δρόμο, θα μπορούσαμε να πολεμήσουμε δίπλα δίπλα για τους κοινούς στόχους, και οι κινητοποιήσεις αυ-τές θα μπορούσαν να ασκήσουν μια κοινωνική δυναμική που θα οδηγούσε εκείθεν των αρχικών στόχων. Αλλά αυτό δεν θα σήμαινε μια αρμονική σύνθεση μεταξύ κεϋνσιανισμού και μαρξισμού. Ως συνολικό πολιτικό σχέδιο, και όχι ως άθροισμα επιμέρους μέτρων, το πρόγραμμα του Keynes, φωναχτά το διακήρυξε, είναι να σώσει το κεφάλαιο από τους ίδιους τους δαίμονές του. Εκείνο του Μαρξ είναι να το ανατρέψει.

μισθών. Ωστόσο, παίρνει την προφύλαξη να ξεκαθαρίσει ότι αυτός ο επιλεκτικός προστατευτισμός δεν θα καλύπτειόλες τις χώρες με χαμηλούς μισθούς, αλλά μόνο «εκείνες των οποίων η παραγωγικότητα συγκλίνει με τα δικά μας επίπεδα και που δεν εφαρμόζουν κοινωνικές και οικολογικές πολιτικές εξίσου συγκλίνουσες»