a11791

8
Όταν ο ελληνικός στρατός αποβιβά- στηκε στη Σμύρνη και προχώρησε στην ενδοχώρα για να την κατακτήσει ως «αείποτε ελληνική», βάδισε επάνω σε μια γη που εσώ- κλειε στρώματα ιστορίας που η εθνική ιδεο- λογία παρέβλεπε . τους πολιτισμούς πριν και μετά τον ελληνικό αποικισμό, τη διαφορετικό- τητα της προ-εθνικής οργάνωσης της εξουσίας και των τρόπων παραγωγής, και το επισφαλές της απόδοσης ακέραιων φυλετικών και τεχνο- τροπικών χαρακτηριστικών μετά από τις προ- σμίξεις που οι αδιάκοπες ανθρώπινες παλίρ- ροιες είχαν διαμορφώσει. Η Μεγάλη Ιδέα υ- ποχρέωσε στην αναπαραγωγή ενός εθνικού α- φηγήματος που δεν διέγραφε μόνο την πα- ρουσία των σύγχρονων μικρασιατικών πλη- θυσμών: στην αναζήτηση της «χαμένης» γεω- γραφίας του έθνους, μέσα από την κατανομή των αρχαίων τεχνέργων του, διέγραφε και τη συμβολή των άλλων αρχαίων λαών στο μι- κρασιατικό παλίμψηστο. Παρά τη δυσκολία να μελετά κάποιος το η- μιφεουδαρχικό χτες από την πλεονεκτική θέ- ση του μεταβιομηχανικού σήμερα, χάρη στις ά- φθονες πηγές της περιόδου είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πως, κι αν αρχαίοι λαοί μετα- τρέπονταν σε «επουσιώδεις» γείτονες και α- δρανείς φορείς του ελληνικού πολιτισμού, ώ- στε να επανεγγράφονται ως «ομογενείς», οι γνώσεις ήταν κιόλας πολλές στην αυγή του 20ού αιώνα, όπως και οι καταγεγραμμένες εν- στάσεις απέναντι στις καθιερωμένες προσεγ- γίσεις. Ανατολιστές είχαν δημοσιεύσει πολύ- μοχθες μελέτες για τους προελληνικούς πολι- τισμούς και για όσους στη συνέχεια συγχρω- τίσθηκαν με τον ελληνικό, με το συγγραφικό έργο τους γνώριμο στην ελληνική επιστημο- νική κοινότητα, αφού στην πλειοψηφία τους ήταν μέλη της Αρχαιολογικής Εταιρείας των Αθηνών. Κι ας παραβλέπονταν οι απόψεις τους ως επιζήμιες για το εθνικό ζήτημα, ήταν πια κοινός τόπος πως στην αλληλόδραση των λα- ών της Μικράς Ασίας οφειλόταν το ότι τα ελ- ληνικά φύλα επέζησαν στον πολυεθνοτικό μερ- καντιλισμό: μια «φυσική επιλογή» από μέρους τους, στη συγχώνευση και τη διαμόρφωση ε- κείνων των στοιχείων που συνέβαλαν στην ε- ξέλιξη της σκέψης και του καλλιτεχνικού αι- σθητηρίου, που, με σκηνικό τα πολύβουα πα- ράλια, εξέφρασαν οι κάτοικοί της. Ούτε οι μανιχαϊστικές προσεγγίσεις της Δύ- σης εξηγούν την εμμονή των ελλήνων λογίων σε ιδεοληψίες. Ο τριψήφιος αριθμός μελετών του 19ου αιώνα από Δυτικούςμαρτυρά την ει- λικρινή αγάπη τους για το «φως» που είχε γεν- νηθεί στους υδραυλικούς πολιτισμούς της Α- νατολής - προτού έρθει και την καταδικάσει σε στασιμότητα το «σκοτεινό Βυζάντιο» και ο «βάρβαρος» Σουλτάνος, ο κάποτε αυθέντης «Μέγας Τούρκος» των βενετσιάνικων αρχεί- ων. Αναγνώριζαν πως η Ανατολή αποτέλεσε μέρος ενός ιδιαίτερα διευρυμένου κοινωνικο- πολιτικού εργαστηρίου, στο οποίο η εθνικό- τητα υπήρξε μια συνεχής διαδικασία επιλο- γών -κι ας μην είχαν χρησιμοποιήσει αυτούς τους όρους για να το περιγράψουν- και είχαν γράψει για τις σύνθετες πνευματικές και καλ- λιτεχνικές τάσεις, που μαρτυρούσαν συνύ- παρξη των πληθυσμών, που εμπορεύονταν α- πό την Βαβυλώνα έως το Αιγαίο. Αναμφίβολα, ο προσδιορισμός «ελληνικό» από ένα σημείο και μετά αποτέλεσε μια υπερ- κείμενη πολιτιστική αξία που ξεπέρασε σημα- σιολογικά κατά πολύ τη γλωσσική αντίστιξη με τους Κάρες που έδινε ο Όμηρος, και ως τέ- τοια αξία διατηρήθηκε έως την αυγή των βυ- ζαντινών χρόνων. Αλλά δεν συνιστά μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία ανάλογη υπερκείμενη πολιτιστική αξία είχε επί δεκάδες αιώνες και ο όρος «Βαβυλώνιος». Και αναμφίβολα οι ξένοι, που με τις πολλές μελέτες καταδείκνυαν πως οι Έλληνες δεν ήταν οι μόνοι συντελεστές της α- νατολιακής ιστορίας, δεν εμπλέκονταν εθνο- πολιτικά με την Ανατολή, σε αντίθεση με τους Έλληνες, που έβλεπαν στα αρχαία υλικά κατά- λοιπα την αδιάσπαστη πολιτική συνέχεια του έθνους τους, άρα την εμπρόθετη δράση των αρχαίων μαστόρων για συνειδητή επέκταση της «ελληνικότητας». Δεν αμφισβητείται πως η Ανατολή είχε υπάρξει και των Ελλήνων ποι- ος θα μπορούσε να διαφωνήσει με την περι- γραφή του Αθανάσιου Σουλιώτη-Νικολαΐδη, που όταν τη σκεφτόταν του έρχονταν στο νου «οι τόσοι αρχαίοι Έλληνες που πηγαινοήρχοντο στον Μεγάλο Βασιλέα [Πέρση], οι επιγραφές των Βυζαντινών, οι τόσοι χριστιανογέννητοι Μ. Βεζί- ρηδες, οι Γενίτσαροι, και τόσα άλλα όμοια» 1 . Αλλά το εθνικό αφήγημα δεν είχε διάθεση να ανα- μετρηθεί με τους επιστημονικούς κανόνες. Η Μεγάλη Ιδέα, η κιβωτός του εθνικού κράτους που παρείχε το ιδεολογικό οπλοστάσιο για τον θρίαμβο της επέκτασής του, υποχρέωσε τους έλληνες αρχαιολόγους να καταφθάσουν στη Μικρά Ασία για να προσδιορίσουν, μέσα από τα ευρήματα, την υπέρ των Ελλήνων διαφορά το αντίθετο θα σήμαινε έκπτωση του αείποτε ηγεμονικού ρόλου της Ελλάδας και των δικαι- ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ, ΤΕΧΝΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ www.avgi-anagnoseis.blogspot.com Σύνταξη: Κώστας Βούλγαρης, Κώστας Γαβρόγλου, Γιώργος Μερτίκας, Άλκης Ρήγος, Πέτρος-Ιωσήφ Στανγκανέλλης, Kώστας Χριστόπουλος Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013 ΤΕΥΧΟΣ 559 ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ Μικρά Ασία Ιδεολογικές διαδρομές - εθνικές ταυτότητες ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗΣ ΠΑΥΛΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΠΑΥΛΗ Μικρά Ασία Ιδεολογικές διαδρομές - εθνικές ταυτότητες ΣΕΛ.1-2 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΟΥΒΑΛΗΣ Η αυθαιρεσία του «καινού» έναντι της «εξέλιξης» στη λογοτεχνία ΣΕΛ. 3 ΠΕΡΣΑ ΚΟΜΟΥΤΣΗ Σύγχρονη Αραβική Λογοτεχνία και η απήχησή της στον Δυτικό κόσμο ΣΕΛ. 4-5 ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΛΥΚΕΣΑΣ Μινώταυρος στο Σούνιο (ποίημα) ΣΕΛ. 6 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Ταξίδια στα Βαλκάνια ΣΕΛ. 6-7 ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΜΑΡΚΟΓΛΟΥ Αυτοσχόλια, ποιητή και πολίτη ΣΕΛ. 8

description

Αναγνώσεις_01.09.2013

Transcript of a11791

Όταν ο ελληνικός στρατός αποβιβά-στηκε στη Σμύρνη και προχώρησε στην

ενδοχώρα για να την κατακτήσει ως «αείποτεελληνική», βάδισε επάνω σε μια γη που εσώ-κλειε στρώματα ιστορίας που η εθνική ιδεο-λογία παρέβλεπε. τους πολιτισμούς πριν καιμετά τον ελληνικό αποικισμό, τη διαφορετικό-τητα της προ-εθνικής οργάνωσης της εξουσίαςκαι των τρόπων παραγωγής, και το επισφαλέςτης απόδοσης ακέραιων φυλετικών και τεχνο-τροπικών χαρακτηριστικών μετά από τις προ-

σμίξεις που οι αδιάκοπες ανθρώπινες παλίρ-ροιες είχαν διαμορφώσει. Η Μεγάλη Ιδέα υ-ποχρέωσε στην αναπαραγωγή ενός εθνικού α-φηγήματος που δεν διέγραφε μόνο την πα-ρουσία των σύγχρονων μικρασιατικών πλη-θυσμών: στην αναζήτηση της «χαμένης» γεω-γραφίας του έθνους, μέσα από την κατανομήτων αρχαίων τεχνέργων του, διέγραφε και τησυμβολή των άλλων αρχαίων λαών στο μι-κρασιατικό παλίμψηστο.

Παρά τη δυσκολία να μελετά κάποιος το η-μιφεουδαρχικό χτες από την πλεονεκτική θέ-ση του μεταβιομηχανικού σήμερα, χάρη στις ά-φθονες πηγές της περιόδου είμαστε σε θέσηνα γνωρίζουμε πως, κι αν αρχαίοι λαοί μετα-τρέπονταν σε «επουσιώδεις» γείτονες και α-δρανείς φορείς του ελληνικού πολιτισμού, ώ-στε να επανεγγράφονται ως «ομογενείς», οιγνώσεις ήταν κιόλας πολλές στην αυγή του20ού αιώνα, όπως και οι καταγεγραμμένες εν-στάσεις απέναντι στις καθιερωμένες προσεγ-γίσεις. Ανατολιστές είχαν δημοσιεύσει πολύ-μοχθες μελέτες για τους προελληνικούς πολι-τισμούς και για όσους στη συνέχεια συγχρω-τίσθηκαν με τον ελληνικό, με το συγγραφικόέργο τους γνώριμο στην ελληνική επιστημο-νική κοινότητα, αφού στην πλειοψηφία τουςήταν μέλη της Αρχαιολογικής Εταιρείας τωνΑθηνών. Κι ας παραβλέπονταν οι απόψεις τουςως επιζήμιες για το εθνικό ζήτημα, ήταν πιακοινός τόπος πως στην αλληλόδραση των λα-ών της Μικράς Ασίας οφειλόταν το ότι τα ελ-ληνικά φύλα επέζησαν στον πολυεθνοτικό μερ-καντιλισμό: μια «φυσική επιλογή» από μέρουςτους, στη συγχώνευση και τη διαμόρφωση ε-κείνων των στοιχείων που συνέβαλαν στην ε-ξέλιξη της σκέψης και του καλλιτεχνικού αι-σθητηρίου, που, με σκηνικό τα πολύβουα πα-ράλια, εξέφρασαν οι κάτοικοί της.

Ούτε οι μανιχαϊστικές προσεγγίσεις της Δύ-σης εξηγούν την εμμονή των ελλήνων λογίων

σε ιδεοληψίες. Ο τριψήφιος αριθμός μελετώντου 19ου αιώνα από Δυτικούςμαρτυρά την ει-λικρινή αγάπη τους για το «φως» που είχε γεν-νηθεί στους υδραυλικούς πολιτισμούς της Α-νατολής - προτού έρθει και την καταδικάσει σεστασιμότητα το «σκοτεινό Βυζάντιο» και ο«βάρβαρος» Σουλτάνος, ο κάποτε αυθέντης«Μέγας Τούρκος» των βενετσιάνικων αρχεί-ων. Αναγνώριζαν πως η Ανατολή αποτέλεσεμέρος ενός ιδιαίτερα διευρυμένου κοινωνικο-πολιτικού εργαστηρίου, στο οποίο η εθνικό-τητα υπήρξε μια συνεχής διαδικασία επιλο-γών -κι ας μην είχαν χρησιμοποιήσει αυτούςτους όρους για να το περιγράψουν- και είχανγράψει για τις σύνθετες πνευματικές και καλ-λιτεχνικές τάσεις, που μαρτυρούσαν συνύ-παρξη των πληθυσμών, που εμπορεύονταν α-πό την Βαβυλώνα έως το Αιγαίο.

Αναμφίβολα, ο προσδιορισμός «ελληνικό»από ένα σημείο και μετά αποτέλεσε μια υπερ-κείμενη πολιτιστική αξία που ξεπέρασε σημα-σιολογικά κατά πολύ τη γλωσσική αντίστιξημε τους Κάρες που έδινε ο Όμηρος, και ως τέ-τοια αξία διατηρήθηκε έως την αυγή των βυ-ζαντινών χρόνων. Αλλά δεν συνιστά μοναδικόφαινόμενο στην ιστορία ανάλογη υπερκείμενηπολιτιστική αξία είχε επί δεκάδες αιώνες και οόρος «Βαβυλώνιος». Και αναμφίβολα οι ξένοι,που με τις πολλές μελέτες καταδείκνυαν πως οι

Έλληνες δεν ήταν οι μόνοι συντελεστές της α-νατολιακής ιστορίας, δεν εμπλέκονταν εθνο-πολιτικά με την Ανατολή, σε αντίθεση με τουςΈλληνες, που έβλεπαν στα αρχαία υλικά κατά-λοιπα την αδιάσπαστη πολιτική συνέχεια τουέθνους τους, άρα την εμπρόθετη δράση τωναρχαίων μαστόρων για συνειδητή επέκτασητης «ελληνικότητας». Δεν αμφισβητείται πωςη Ανατολή είχε υπάρξει και των Ελλήνων ποι-ος θα μπορούσε να διαφωνήσει με την περι-γραφή του Αθανάσιου Σουλιώτη-Νικολαΐδη,που όταν τη σκεφτόταν του έρχονταν στο νου«οι τόσοι αρχαίοι Έλληνες που πηγαινοήρχοντοστον Μεγάλο Βασιλέα [Πέρση], οι επιγραφές τωνΒυζαντινών, οι τόσοι χριστιανογέννητοι Μ. Βεζί-ρηδες, οι Γενίτσαροι, και τόσα άλλα όμοια»1. Αλλάτο εθνικό αφήγημα δεν είχε διάθεση να ανα-μετρηθεί με τους επιστημονικούς κανόνες. ΗΜεγάλη Ιδέα, η κιβωτός του εθνικού κράτουςπου παρείχε το ιδεολογικό οπλοστάσιο για τονθρίαμβο της επέκτασής του, υποχρέωσε τουςέλληνες αρχαιολόγους να καταφθάσουν στηΜικρά Ασία για να προσδιορίσουν, μέσα απότα ευρήματα, την υπέρ των Ελλήνων διαφοράτο αντίθετο θα σήμαινε έκπτωση του αείποτεηγεμονικού ρόλου της Ελλάδας και των δικαι-

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ, ΤΕΧΝΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

www.avgi-anagnoseis.blogspot.com

Σύνταξη: Κώστας Βούλγαρης, Κώστας Γαβρόγλου, Γιώργος Μερτίκας, Άλκης Ρήγος, Πέτρος-Ιωσήφ Στανγκανέλλης, Kώστας Χριστόπουλος

Η ΑΥΓΗΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣΗ ΑΥΓΗΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013ΤΕΥΧΟΣ 559

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

Μικρά ΑσίαΙδεολογικές διαδρομές - εθνικές ταυτότητες

ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗΣ ΠΑΥΛΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΠΑΥΛΗΜικρά ΑσίαΙδεολογικές διαδρομές -εθνικές ταυτότητες

ΣΕΛ. 1-2

ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΟΥΒΑΛΗΣΗ αυθαιρεσία του«καινού» έναντι της «εξέλιξης»στη λογοτεχνία

ΣΕΛ. 3

ΠΕΡΣΑ ΚΟΜΟΥΤΣΗΣύγχρονη Αραβική Λογοτεχνίακαι η απήχησή τηςστον Δυτικό κόσμο

ΣΕΛ. 4-5

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΛΥΚΕΣΑΣΜινώταυρος στο Σούνιο(ποίημα)

ΣΕΛ. 6

ΑΓΓΕΛΙΚΗΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΥΤαξίδια στα Βαλκάνια

ΣΕΛ. 6-7

ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΜΑΡΚΟΓΛΟΥΑυτοσχόλια,ποιητή και πολίτη

ΣΕΛ. 8

ωμάτων της στη χάραξη νέων συνόρων. Κιόσο πιο έντονη ήταν η αντίθεση ανάμεσαστον μύθο και το παρόν, στο ιδεατό και τοπραγματικό, στην απαίτηση και στη δυνα-τότητα υλοποίησής της, τόσο πιο βάρβαροι ή-σαν οι Οθωμανοί, πιο δίκαιη η εκστρατείακαι πιο επιθετικά τα ιδεολογήματα που συλ-λήβδην εξελλήνιζαν την Ανατολή, περιορίζο-ντας στα καθ’ ημάς την ιστορική ανατομίατης. Με πρωτοστατούσες τις «πνευματικέςκορυφές», την Εκκλησία, το ΠανεπιστήμιοΑθηνών και την Ακαδημία, έως τις δυο Αρ-χαιολογικές Εταιρείες και τους ΦιλολογικούςΣυλλόγους, που με αβαθείς αναλύσεις προ-παγάνδιζαν την πανάρχαια ύπαρξη ενός ελ-ληνικού μικρασιατικού κράτους που εχθροίανά τους αιώνες σφετερίζονταν.

Να προστεθεί και ο μεγάλος ανακατα-σκευαστής της ιστορίας, ο αμεσότερος στηδιάχυση ιδεολογιών, και γι’ αυτό ο καταλυ-τικότερος στο πεδίο αναπαραγωγής εθνικώνκαι κοινωνικών στερεοτύπων, ο αστικός Τύ-πος. Που εξαντλούσε την πληροφόρησή τουστο πόσο μακριά είχε φτάσει ο ελληνικόςστρατός. Απόλυτα εμπρηστικός όταν επρό-κειτο για τον «εθνικό εχθρό», αλλά καθησυ-χαστικός και ανούσιος για τις πολιτικές εξε-λίξεις, με την επιστημονικοφανή γραφίδαπου είχε επισύρει το ειρωνικό σχόλιο του Σε-ραφείμ Μάξιμου: «Βδομάδες ολόκληρες προ-χωρούσε ο ελληνικός στρατός [...] σε έδαφος ξέ-νο και εχθρικό, που μόνο η αρχαιολογική ικα-νότητα των Ελλήνων δημοσιογράφων απεκάλυ-πτε πως όχι μονάχα ήτανε, μα και είναι ελληνι-κό»2. Ακόμα και στρατιωτικοί θα παραδε-χτούν, όταν όλα έχουν τελειώσει, πως το ι-στορικό και το αρχαιολογικό κριτήριο, το άλ-λοθι της προέλασης, είχε υπάρξει ανεπαρκές:«κι αν κάποτε Έλληνες είχαν κατοικήσει εδώ, α-φού τις τελευταίες χιλιετίες κατοικούν άλλοι λα-οί αυτοί έχουν αποκτήσει εθνικά δικαιώματα αλ-λιώς ας διεκδικούσαμε τον Καύκασο και την Κολ-χίδα από όπου οι πρωτο-έλληνες εξόρμησαν πριναπό χιλιετίες. Γιατί στα βάθη της Φρυγίας, στοντομέα Σεϊντή-Γαζή που είχε στρατοπεδεύσει ημεραρχία, Έλληνες δεν κατοικούσαν πια. Όσο γιατα σπασμένα μάρμαρα με ελληνικάς επιγραφάς,ναοί ηρειπωμένοι [...] αυτά ήσαν αι μόναι εκπρώτης αντιλήψεως δια τον μαχόμενον ελληνι-κόν λαόν, ασθενείς δικαιολογίαι του συνεχιζο-μένου πολέμου»3.

Η αστική ιστοριογραφία εγκλώβισε έκτο-τε την πολυπλοκότητα της φύσης του μικρα-σιατικού εγχειρήματος στη λέξη «καταστρο-φή» και στην αναπαραγωγή του «εθνικούτραύματος», με όλες τις μονόπλευρες συν-δηλώσεις του. Υπήρχε κι εκείνο το επίμονο ε-πιχείρημα, πως οι Μικρασιάτες επί αιώνες τε-

λούσαν υπό καθεστώς τυραννικό και ανέμε-ναν τη διάσωσή τους. Ξεφυλλίζοντας όμως τοχρονικό της περιοδείας του αρχαιολόγουΚωνσταντίνου Κουρουνιώτη στην Μικρά Α-σία, τον βρίσκουμε να κάνει μια στάση στοΣουσούζκιοϊ, στο μικρό καφενεδάκι που «ε-κρατούσαν συντροφικά εντός μικράς καλύβηςτούρκος εντόπιος χωρικός και ξένος χριστιανόςγνωστός μόνον με το όνομά του Κυριάκος»4. Α-ναρωτιέται κανείς πώς αντιλαμβανόταν οΚυριάκος την «τουρκική τυραννία», του μη-τροπολίτη Χρυσοστόμου5, τον «κτηνώδητουρκικό λαό», του Σπύρου Μελά6, τον «α-γριώτερον δυνάστην τον οποίον εγνώρισε ποτέ ηανθρωπότης», του στρατηγού Δαγκλή7, το «αι-μοβόρο θηρίο», του επιχειρηματικού κόσμου8.

Τα ιδεολογήματα της ελληνικής και της ευ-ρωπαϊκής ελίτ, αυθαίρετα και υπεροπτικά,χτίζονταν στα ανήλιαγα αναγνωστήρια καιστα σαλόνια των διασκέψεων, που κράταγαναπ’ έξω την καθημερινότητα όπου πραγμα-τικά δοκιμάζονταν οι ανθρώπινες σχέσεις.Έτσι όμως αναφαίνονταν οι αντινομίες τηςελληνικής εθνικής συγκρότησης και ο βαθμόςτης επινόησής της. Γιατί η συνιστορία τωνλαών της Μικράς Ασίας ακύρωνε τη βεβαιό-τητα του διαρκούς μίσους ανάμεσα σε χρι-στιανούς και μουσουλμάνους, για το οποίοκορυβαντιούσαν οι πολιτικοί, ο Κλήρος, ο α-στικός Τύπος. Πλήθος πηγών αποκαλύπτουνπως γενικότερα στις προ-εθνικές κοινωνίεςδεν υπήρξε η δυαδική τομή που διακινεί οεθνικός λόγος από τα χρόνια του αυτοκρά-τορα Λέοντα που ύψωσε το 717 τέμενος -»μα-γίσδιον»- στην Κωνσταντινούπολη για τους

μουσουλμάνους της, έως την Τραπεζούντατου 1900 που οι Κούρδοι χόρευαν για την Α-νάσταση γεμίζοντας χρώμα κίτρινο και κόκ-κινο τον αέρα9.

Η γερόντισσα Κωνσταντινιά, από το χω-ριό Εσμές κοντά στη Νικομήδεια, θυμότανπου «με τους Τούρκους ήμασταν σαν αδέλφια»:στους γάμους, στα βαφτίσια και σ’ όλες τιςελληνικές γιορτές ήταν πάντα μαζί μας, γλε-ντώντας και κερνώντας, και σκορπώντας λε-φτά. Το ίδιο έκαναν οι Έλληνες στις τουρκι-κές χαρές10. Ο πολεμικός ανταποκριτήςΜπομόν, που εκδήλωνε με κάθε ευκαιρία τηνπεριφρόνησή του για την «τουρκική φυλή»,διαπίστωνε πως στην Σμύρνη η «πλειοψηφίατων Τούρκων ζη άριστα μετά των Ελλήνων καιΑρμενίων, ενασχολούμενη με μικροεργασίας μετους όνους και καμήλους της»11. Ο στρατιώτηςΛευτέρης Παρασκευαΐδης είχε παρατηρήσειστη Μανταμάδο πως «Τούρκοι κι Έλληνες περ-νούν πολύ αγαπημένα, είναι καλοδεχτικοί, πρό-σχαροι και πολύ χουβαρντάδες»12 και ο προ-σκεκλημένος του ΥΠΕΞ, ως φωτογράφος τωνστρατιωτικών επιχειρήσεων, Ανρί-ΠωλΜπουασονά, γοητεύεται στην Κωνσταντι-νούπολη από τις «παράδοξες καταστάσεις. Έλ-ληνες και Τούρκοι πιασμένοι αλά μπρατσέτα. Έλ-ληνες από αντίθετες παρατάξεις. Γάλλοι που α-γνοούν τους Έλληνες»13. Ο Αναστάς Ήλογλου,από την Φιλαδέλφεια, θυμάται, φτάνονταςστην Σμύρνη για να αναχωρήσει με ένα ελ-ληνικό φορτηγό πλοίο την Μεγάλη Τρίτη του1923, πως ένας από τους «Τούρκους συνοδούςμας -λοχίας- με αγκάλιασε και με φίλησε: ‘Εύ-χομαι καλό ταξίδι’»14. Οι Καππαδόκες είχαν

ζήσει τόσο αρμονικά, ώστε χριστιανοί καιμουσουλμάνοι να τελούν τις λατρείες τουςδιαδοχικά στην ίδια εκκλησία, τη λαξευτήτου αγίου Μάμα, στην Μαμασό, κι αν πιστέ-ψουμε μια μαρτυρία, κάποιες φορές οι λει-τουργίες γινόντουσαν συγχρόνως15. Και ηΦιλιώ Χαϊδεμένου, από τα Βουρλά, είχε σχο-λιάσει πως «εμείς στη Μ. Ασία με τους Τούρ-κους ζούσαμε καλά, πολύ καλά. Αλλά σου φυ-τεύουν μέσα σου την εθνική σου καταγωγή κι ε-σύ αυτό το κρατάς, το προσπαθείς, είναι το ζή-τημα της πατρίδας»16.

Στην πραγματικότητα, λίγα πράγματα εί-μαστε σε θέση να γνωρίζουμε για τη σκέψηόσων κατοικούσαν έξω από τα αστικά κέντρααφού, μάλιστα, σε ημερολόγια και επιστολέςαυτοπροσδιορίζονταν συνήθως θρησκευτικάκαι όχι εθνικά. Όπως η πρόσφυγας Τσίν-γκου-Αϊβαλιώτου, ακόμα και μετά 30 χρόνιαπαραμονής στην Ελλάδα: «Βρίσκω έναν Τούρ-κο, ο οποίος είχε μεγάλη γνωριμία με έναν Χρι-στιανό [...] Με παίρνει και πάμε σ’ ένα σπίτι Χρι-στιανικό» «έπλενε ένας στρατιώτης χριστιανόςτα ρούχα του» «όταν ξημέρωσε, έρχονται οιΤούρκοι στρατιώτες» «Δεν μπορούμε να πούμεκαι το άδικο. Είχε Τούρκους καλύτερους απόΧριστιανούς» «Τι καλά υποδεχόμαστε μια μέρατον Ελληνικό Στρατό! Πήραμε τόση χαρά χωρίςνα ξέρουμε τι θα μας τρέξει» «σκοτωμένοι χιλιά-δες και αγνοούμενοι. Κι από τους Χριστιανούςτο ίδιο, νεκρούς και αγνοούμενους»17.

Όπως είναι αδύνατο να απαρτίσουμε μιααναλυτική εικόνα τού πώς οι Μικρασιάτεςαντιλαμβάνονταν την Ελληνική Διοίκησηκαι τι προσδοκούσαν από αυτήν, καθώς συ-

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ24

Η ΑΥΓΗ • 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

2

ΣΥΝΕΧΕΙΑ AΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

1 «Γράμματα από τα βουνά - Σημειωματάριον» (1905-15), στο Ρ. Σταυρίδη-Πατρικίου, Οι φόβοιενός αιώνα, Μεταίχμιο 2008, 207.2 Σ. Μάξιμος, Κοινοβούλιο ή Δικτατορία; Στοχαστής 1930 19.3 Δ. Αμπελάς, Συνταγμ/ρχης Πυροβολικού, Η Κάθοδος των Νεώτερων Μυρίων, 401π.Χ., 1922 μ.Χ.,Ιστορικαί Εκδόσεις (1937)3 1967, 45-6.4 Κ. Κουρουνιώτης, «Αρχαιολογικόν Ταξείδι εις Μ. Ασίαν», Σιδέρης-Εστία 1924, 404.5 Αρχείον του Εθνομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου, ΜΙΕΤ 2000, 128.6 Στο Σ. Σκαλιέρης, Λαοί και φυλαί της Μικράς Ασίας, Τύπος 1922, 97.7 Αναμνήσεις-Έγγραφα-Αλληλογραφία, Το Αρχείον του, Βαγιονάκη 1965,4278 Η Διεύθυνσις, στο Πανελλήνιον Λεύκωμα, Τόμος Α΄- Οικονομολογικά,1921, 5.9 Η. Dwight, Constantinople Old And New, Longmans, Green & Co. 1915, 332.10 Μ. Μερακλής «Ελληνοτουρκικά της Μικράς Ασίας», Η Λέξη, 1992, 709.11 Μπομόν, «Οι Τούρκοι της Σμύρνης», Daily Telegraph 11.8.21 (Γρ. Τύπου ΥπΕξ. 1921, 26).

12 23.7.1920, στο Λ. Παρασκευαΐδης, Αδελφή στρατιώτου», Ημερολόγιο και αλληλογραφία ενόςΦαντάρου της Μικρασιατικής Εκστρατείας, University Studio Press 2006, 71.13 Κων/πολη 26.7.1921, στο H-P Boissonnas, Μικρά Ασία 1921, Μπενάκη - ΙΜΕ 2002, 281.14 Ήλογλου, Ηλιάδης, «Απομνημονεύματα του παππού μας», στο Σμύρνη. Η ζωή και το τέλοςτης πόλης των «Γκιαούρηδων»», Τεγόπουλος 2009, 178.15 Ο τελευταίος ελληνισμός της Μικράς Ασίας, ΚΜΣ 1974, 44.16 Φ. Χαϊδεμένου, συνέντευξη στο «1822-2002, 80 χρόνων μνήμης», Εκπαιδευτήριο Μάνεση,μνήμη Αντώνη & Κωνσταντίνας Πικριδά, 2002.17 Τσίνγκου-Αϊβαλιώτου 1941-1954, φωτοτ. χειρόγραφο.18 Φ. Χαϊδεμένου, συνέντευξη στο «1822-2002, 80 χρόνων μνήμης», Εκπαιδευτήριο Μάνεση,μνήμη Αντώνη & Κωνσταντίνας Πικριδά, 2002.19 Μπομόν, «Μετά την νίκην», Daily Telegraph 31.7.21 (Γρ. Τύπου ΥπΕξ. 1921, 17-8).20 Έκθεσις Πεπραγμένων της Επιτροπής Εθνικής Αμύνης Κων/πόλεως, Κων/πολη 23.4.22(Αρχείο Βενιζέλου-Μπενάκη).

25ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ

Η ΑΥΓΗ • 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

3

Σε παρέες συζητιούνται, όλο και συ-χνότερα, τα ονόματα της τρέχουσας λο-

γοτεχνικής επικαιρότητας. Ποιος είναι, πώςφαίνεται, τι είπε, τι χλεύασε και τι ειρωνεύ-τηκε, τι εντύπωση δημιούργησε, πώς αύξη-σε τη διαδικτυακή φήμη του, γιατί και πώς τακατάφερε όλα τα ανωτέρω. Άλλο τόσο απου-σιάζει από το πνεύμα της συζήτησης η καλ-λιτεχνική αξία, η βάσανος και η δοκιμή τηςδημιουργίας υπό τις συγκεκριμένες συνθή-κες, η συγκινησιακή αποτίμηση του έργου, ηθέση του γράφοντος έναντι του αναγνώστηαλλά και η γραμματολογική του επάρκεια.

Εύκολα εξηγήσιμο, ως εκ τούτου, το επεί-γον - η σκιαγράφηση του προσώπου και τομέγεθος της αποδοχής του απαιτούν την ά-

μεση διαλεύκανση και τη σίγουρη τοποθέ-τησή του στο εφαλτήριο προς την καταξίωσηή την αποπομπή του. (Η ενημέρωση καλπά-ζει μέσα από οθόνες και συσκευές με γρήγο-ρες «συνδέσεις», με μόνη απαίτηση την ε-γρήγορση του χρήστη και την ενεργό καθή-λωσή του στα λογής τσιτάτα, τις ανακοινώ-σεις, τα επικοινωνιακά τεχνάσματα, τα έξυ-πνα-πονηρά σχόλια στον δαιδαλώδη μικρό-κοσμο των κοινωνικών δικτύων). Επ’ ουδε-νί όμως δεν υφίσταται το κριτήριο της απο-σκόπησης, απουσιάζει η επιμέρους εκτίμη-ση που αφορά την επάρκεια, τις φιλότιμεςεκφραστικές αφετηρίες κι αναζητήσεις, τηνολότητα της συγγραφικής προσφοράς, τηναπόλαυση είτε ακόμη τα τρωτά, αδύναμα ση-μεία της γραφής ενός εκάστου δημιουργού.Όλα μοιάζουν να είναι λυμένα, κατά μαγικότρόπο, επιμελώς τακτοποιημένα υπέρ μιας«σύνολης εικόνας», ενός φαντασιακού περι-τυλίγματος που αναδεικνύει το προϊόν στη βι-τρίνα του κόσμου των τεχνών και του πνεύ-ματος.

Ο χρόνος του έργου δεν ταυτίζεται με τηντρέχουσα στιγμή θέασής του. Ανάμεσα στα «ε-πίκαιρα ονόματα» της λογοτεχνίας, ετούτοτο αξίωμα αποσιωπάται, παραμένει ανερ-μήνευτο και σίγουρα δεν εμπλέκεται -ωςστοιχείο αδιέξοδης ενόχλησης- σε όλη αυτήτη δίνη προβολής, προώθησης, πολλαπλήςσυνδιαλλαγής. Σ’ αυτό το αλισβερίσι κατά-κτησης της κοινής γνώμης με περιθώριο συ-γκεκριμένο χρονικά, έχουν προεξάρχουσαθέση, «ιεραρχούν» τα μίντια (τα παραδοσια-κά με την ελλειπτική αντίληψη περί «νεοεμ-φανιζόμενου» αλλά και τα νεόκοπα «φρι-πρες» και τα ηλεκτρονικά που πάσχουν απόαξιακές υποδομές) όσο και οι αυτόκλητοι μέ-ντορες των πρωταγωνιστών, όπως εκδότες,δημοσιογράφοι, συγγραφείς-παράγοντες, δι-ευθυντές περιοδικών, βιβλιοπώλες.

Πίσω από την επιλήψιμη άνθηση του φαι-νομένου υποκρύπτεται η ανάγκη ανατροπήςτης πρότερης λαγνείας περί παλαιού ίσον έ-γκυρου κι ευάρεστου. Το παλαιό δεν είναινέο πια, απομυζήθηκε αρκούντως αλλά πα-ράλληλα δεν προετοίμασε το επόμενο παλαιόπου θα εξυπηρετούσε τη συνέχεια... Συμβαί-νει ωστόσο οι όροι να αντιστρέφονται ταχύ-τατα, εδώ και τώρα, αφού σημασία έχει το«πλασάρισμα» στην κονίστρα του ειδέσθαι. Το

τι γράφει κανείς μπορεί εύκολα να οροθετη-θεί κατασκευάζοντας ένα ψεύτικο, βολικό κα-λούπι (συνήθως, για λόγους ευκολίας, απο-καλείται μεταμοντέρνο). Η αντίληψη της λο-γοτεχνίας ως μέσου έκφρασης υποβιβάζεταιγια να αναδειχθεί, αντιστρόφως ανάλογα, σεπεδίο εναλλασσόμενης παρέμβασης στο γί-γνεσθαι της δημόσιας σφαίρας. Το στοίχη-μα μπαίνει στ’ όνομα του «νέου».

Από την άλλη πλευρά, γίνεται φανερό ότιο λόγος κατακερματίζεται από μιαν πολυφω-νία που θεωρητικοί ωσάν τον Γιούργκεν Χά-μπερμας επιδιώκουν να εγκιβωτίσουν σε μιανέα τάξη πραγμάτων, μη εποπτευόμενων τε-λικά από τον σύγχρονο άνθρωπο. Η καλοδε-χούμενη τεχνολογική διευκόλυνση επέτεινε-αντί του αντιθέτου: δεν συμμόρφωσε- τηναναπόφευκτη κρίση των πολιτισμικών α-ξιών στη διάρκεια του 20ού αιώνα, σίγουραδε, ανέδειξε τη μάζα της θρασύτατης ευκολίαςπου κάποιοι εκπρόσωποί της δοκιμάζουν ναυπερφαλαγγίσουν νήματα ηθικής, αναχώ-ματα στοχασμού, ποικιλότητα και ποιότητασυμπεριφορών, διάφορων από τη λογική τηςεμπορευματοποίησης.

Η συζήτηση μπορεί να εκταθεί. Δεν είναιπρωτότυπη ιστορικά η εμμονή στο κάτοπτροαπ’ ό,τι όφειλε στο είδωλο, στο στεγνό πρό-σωπο κι όχι στο εκπέμπον φως έργο. Ούτεβεβαίως πρέπει να μείνει ασχολίαστη η κα-νονιστική πρακτική των προηγούμενων λο-γοτεχνικών «γενεών» - μόνον που τώρα, σεσύγκριση με τότε, εκλείπει ο πήχυς της γνώ-σης, της προόδου και της συνείδησης τουσυγγραφέα για το ίδιο το περίγραμμά του. Α-νάμεσα σ’ αυτά τα αντιφατικά δεδομένα, σή-

μερα, βρίσκουν χώρο οι αυτοαναγωγές καιοι αυτοκρισίες, οι παραστάσεις δυνατών κι α-δυνάμων, όλα όσα αποτυπώνονται στον«γυάλινο κόσμο» των βραβεύσεων, των εκ-δηλώσεων, των εκδόσεων, των αναγορεύσε-ων, των δηλώσεων και των συνεντεύξεων,των ομαδοποιήσεων, των προκηρύξεων...

Συνδυάζοντας αυτές τις σκέψεις με την αι-σιόδοξη εμπειρία της πνευματικής δημι-ουργίας στους αιώνες, μπορεί να υποστηρι-χθεί η ελευθερία μετά τον περιορισμό πουπροξενεί αυτή η κατάσταση: Όποιος δεν«παίζει» στο σύστημα, το οποίο δομείται καινομιμοποιείται από τους ίδιους τους παίκτεςτου, είναι καταδικασμένος στη σιωπή καιτην παρασιώπηση. Ε, όχι λοιπόν... Υπάρχει ηάλλη όψη της πραγματικότητας που υπο-στηρίζει ότι η κατάσταση ετούτη είναι μιαφούσκα, όπως ακριβώς οι χρηματιστηρια-κές, που μέλλει να σπάσει. Είναι κατάστασηκι όχι εξέλιξη˙ αυθαιρεσία κι όχι κυρίαρχογεγονός. Το σημαντικότερο: δεν εισδύει, δενεπηρεάζει τη διανοητική διαδικασία και τηλογοτεχνική ζωή, και άρα επιτρέπεται εκ νέ-ου στη σιωπή να γίνει φωνή. Εάν επικρατή-σει αυτή η τελευταία άποψη, θα σημαίνει ό-τι πάλι επιβεβαιώνεται η α λα Μπόρχες α-πλή λογοτεχνική πράξη: πίστη στη φαντα-σία και θράσος της έκφρασης. Η τέχνη τουλόγου θα οδεύει σταθερά στον δρόμο της καιθα προσφέρει πολλές, ανάλογες και χρήσι-μες εμπειρίες. Γιατί όχι άλλωστε;

Ο Βασίλης Ρούβαλης είναι ποιητής, δημο-σιογράφος κι εκδότης του περιοδικού(.poema..)

νήθως αντιμετωπίζονται ως «ενιαίος χώρος»από τους ερευνητές. Κι ενώ δεν αποτέλεσανένα ομοιογενές σύνολο, ο σχηματικός τρό-πος παρουσίασής τους απαλείφει την ύπαρ-ξη των ενδιάμεσων καταστάσεων, που δια-φοροποιούσε και την από μέρους τους πρό-σληψη των γεγονότων. Γιατί πέρα από τις ι-δεοληπτικές φλυαρίες των λογίων και τωνοικονομικά ισχυρών της Κωνσταντινούπο-λης και της Σμύρνης, που κόμπαζαν πως α-ποτελούν απευθείας απογόνους μιας ιστορι-κής ελίτ, οι αγρότες και μικροέμποροι της Ιω-νίας, που ήταν και οι πολυπληθέστεροι, τοπιθανότερο είναι να απέβλεπαν πρωτίστωςστη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσήςτους στο σουλτανικό φεουδαρχικό καθεστώς.

Αλλά κι αυτή τη βελτίωση την ήθελαν μετους δικούς τους όρους, αφού σε αντίθεσημε τα εύσημα που αποδίδονταν στα εκσυγ-χρονιστικά μέτρα της Αρμοστείας, υπήρχανκι εκείνοι που δυσαρεστούνταν. «Όμως εγώθέλω να σας πω για τα χρόνια αυτά που ζούσα-με με την ελληνική διοίκηση [...] Θέλανε άλλουςνόμους, θέλανε άλλους τρόπους ζωής, δηλαδήδεν μας θέλανε να είμαστε έτσι όπως ήμαστε α-φελείς, αγαπημένοι με τους Τούρκους, αγαπη-μένοι μεταξύ μας. [...] Τις ντομάτες που φυτεύα-με στα κτήματα μας μάς τη μετρούσαν και τη φο-ρολογούσαν, ενώ τι συνέβαινε με τους Τούρκους:Αλωνίζαμε το αλεύρι, το σιτάρι και αφού το τε-λειώναμε έπρεπε να πάρουν οι Τούρκοι -αφούήμαστε στο τουρκικό κράτος- τους φόρους [...].Και αφού τελειώναμε το σιτάρι, επί παραδείγ-ματι τον αλωνισμό και κάναμε τις σωρούς, φω-νάζαμε τον Οσουρτζή [...]. Παίρναμε όσο παίρ-ναμε, όσο μας άρεσε και το βάζαμε σε μια άκρημε τα τσουβάλια. Μετά ερχόταν ο Οσουρτζής [...]το μετρούσε εκείνο που έβλεπε [...] Και χώριζε τοδικό του εκείνη την ώρα, αυτό που θάπαιρνε τοκράτος το’ βανε σ’ ένα τσουβάλι και το άφηνε ε-κεί και το πηγαίναμε εμείς, ο κάθε ένας με το ζώοτου. Εκείνο που του έδειχνες, εκείνο μετρούσε.Ποτέ δε ρώτησε, ακόμη κι αν έβλεπε κι άλλατσουβάλια, ποιανού ήταν αυτά. Αντίθετα, οι Έλ-ληνες ήθελαν να μας πάρουν φόρο από τις ντο-μάτες»18.

Εγγράμματοι και προεστοί που μιλούσανγια λογαριασμό τους, διαφορετικά αντιλαμ-βάνονταν τα όσα συνέβαιναν, όπως επίσηςπέρα από τους μουσουλμάνους που στελέ-χωναν τον κεμαλικό στρατό υπήρχαν και οιαδιάφοροι για τον πόλεμο, σε σχέση με ταζωτικότερα προβλήματα της επιβίωσής τους:στο Ουσάκ ήταν «ρακένδυτοι, χαρακτηριστικήαπόδειξις της πτωχείας των. [...] Παντού πτω-χεία, ελεεινότης και ένδεια. Ελαχίστην προσο-χήν αποδίδουσιν εις τον Κεμαλικόν πόλεμον καιτον Αρχηγόν αυτών»19. Και μόνο σκόρπιες α-ναφορές μάς βοηθούν να υποπτευθούμε τιςσκέψεις για την εξελισσόμενη τραγωδία ε-κείνων που δεν έπεφτε επάνω τους ο προ-βολέας της Ιστορίας. Όπως του «απλού χωρι-κού του Αδραμυτίου», που στην ερώτηση τουΠατριάρχη «περί της γνώμης των Μικρασια-τών εν τη παρούσα κρισίμω στιγμή απήντησεν:Εις ημάς, Παναγιώτατε, δεν τίθεται ζήτημα ζω-ής ή θανάτου αλλά ζήτημα εκλογής είδους θα-νάτου»20...

Προδημοσίευση από το βιβλίο: Εις το ό-νομα του Πολιτισμού: η αρχαιολογίαστην υπηρεσία της πολιτικής, στην Μι-κρά Ασία, επί ελληνικής κατοχής (1919-22), που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο α-πό τις εκδόσεις Βιβλιόραμα

Η Καλλιόπη Παυλή είναι δρ Ιστορίας τουΠαντείου Πανεπιστημίου Αθηνών

Η αυθαιρεσία του «καινού» έναντι της «εξέλιξης» στη λογοτεχνία

Εκδόσεις (.poema..) [email protected] | www.e-poema.eu

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ για όλη την Ελλάδα και την Κύπρο:Βιβλιοπωλείο «Λεμόνι», Ηρακλειδών 22, Θησείο,τηλ. 210-3451390

Το πρόσφατο, πολυσέλιδο αφιέρωματων «Αναγνώσεων», τώρα και σε βιβλίο

ΓΡΑΦΟΥΝ:

Αθηνά Βογιατζόγλου, ΚώσταςΒούλγαρης, Σπύρος Λ. Βρεττός,Δημήτρης Δημηρούλης, ΑλέξηςΖήρας, Μαρία Κούρση, ΤζέιμςΜέρριλ, Αλέξανδρος Μηλιάς, Παναγιώτης Νούτσος,Ευτυχία Παναγιώτου, Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, Εύη Προύσα-λη, Άλκης Ρήγος, Στέφανος Ροζά-νης, Βασίλης Ρούβαλης, Σάκης Σερέφας, Θωμάς Τσαλαπάτης,Σταυρούλα Τσούπρου, Μαρία Χατζηγιακουμή, Μαρία Ψάχου

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΡΟΥΒΑΛΗ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ26

Η ΑΥΓΗ • 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

4

Η Αραβική Λογοτεχνία δεν διαχω-ρίζεται, και δεν πρέπει να διαχωρίζε-

ται, από την παγκόσμια λογοτεχνία. Αλλά ανείναι να μιλήσουμε για την Αραβική Λογο-τεχνία ως μέσο διάδοσης των ιδιαιτεροτή-των ενός πολιτισμού, του αραβικού πολιτι-σμού, και την απήχησή της στον Δυτικό κό-σμο, τότε θα μπορούσαμε να πούμε με κάθεβεβαιότητα -άλλωστε είναι πια κοινός τόπος-ότι η Αραβική Λογοτεχνία ανέκαθεν αποτε-λούσε ένα τεράστιο κεφάλαιο της παγκό-σμιας λογοτεχνίας, με φανατικούς αναγνώ-στες, όχι μόνο στον αραβικό αλλά και στονΔυτικό κόσμο. Η απήχησή της μάλιστα στηΔύση, κυρίως, τα τελευταία χρόνια, ξεπερνάκάθε προηγούμενο.

Η σύγχρονη Αραβική Λογοτεχνία -εκτόςολίγων εξαιρέσεων- άρχισε ουσιαστικά ναγίνεται ευρύτερα γνωστή στην Ευρώπη σταμέσα της δεκαετίας του ‘70. Μέχρι τότε, ελά-χιστα δείγματα γαλλόφωνης αραβικής λογο-τεχνίας είχαν εμφανιστεί στη Δυτική αγορά,ενώ ο εξωτισμός και η ιδιαιτερότητα των θε-μάτων που άπτονταν του γεωγραφικού αυτούχώρου αποτελούσαν τα κύρια κριτήρια γιατην επιλογή των τίτλων, και ο αραβικός κό-σμος απεικονιζόταν μέσα από τη ματιά και ταβιβλία δυτικών λογοτεχνών, όπως του Π.Μπόλους, του Τζ. Όρτον, του Μπάρουζ, τουΝτάρελ, του Τσίρκα, και άλλων.

Στη μεταστροφή αυτή του ενδιαφέροντοςκαι της θέασης της Αραβικής Λογοτεχνίαςκαι της σύγχρονης κουλτούρας της από τουςΔυτικούς, συνέβαλε τα μέγιστα, κατά τη γνώ-μη μου, το βιβλίο του Παλαιστίνιου κριτικούτης λογοτεχνίας και στοχαστή ΈντουαρντΣαΐντ, με τίτλο «Οριενταλισμός» -ίσως το πιοσημαντικό και διάσημο από τα βιβλία του-που εκδόθηκε το 1978 και μεταφράστηκε α-μέσως σε πολλές γλώσσες. Το βιβλίο αποτέ-λεσε αφετηρία ευρύτατων συζητήσεων σεδιεθνές επίπεδο, καθώς στην ουσία ήταν μιακριτική μελέτη της Δυτικής αντίληψης γιατον «εξωτισμό» της Ανατολής, και αποδο-μούσε εκ βάθρων τη γνώση και την προκα-τάληψή μας για τη σύγχρονη κουλτούρα τηςΑνατολής, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα τηστενή σχέση αυτής της γνώσης με την ευ-ρωπαϊκή αποικιοκρατική εμπειρία. Η επιρ-ροή τού έργου αυτού στις κοινωνικές και αν-θρωπιστικές επιστήμες ήταν τεράστια, ενώ οαπόηχός της συνέβαλε αποτελεσματικά στονα στραφούν τα βλέμματα και το αυθεντικόενδιαφέρον του Δυτικού αναγνώστη στησύγχρονη αραβική σκέψη, και κατά συνέπειαστη λογοτεχνία και τους σημαντικούς εκ-προσώπους της.

Μέχρι τότε, λίγοι, γνώριζαν, για παράδειγ-μα, το έργο του μεγάλου στοχαστή Ταχά Χου-σέιν, του Εχσάν Αμπντ ελ Κοντούς, του Τα-ουφίκ αλ Χακίμ, του Γιέγια Χάκι, Γιούσεφ Ι-ντρίς, και άλλων μεγάλων μεγεθών της αρα-βικής διανόησης, που έθεσαν τα θεμέλια τηςσύγχρονης Αραβικής Λογοτεχνίας.

Η μεταστροφή του ενδιαφέροντος κορυ-φώθηκε τη δεκαετία του ‘80 και του ‘90 -μετις ίδιες περίπου χρονολογικές αναλογίες θα

έλεγα ότι συνέβη και στην Ελλάδα- κυρίωςμε τις μεταφράσεις του νομπελίστα συγγρα-φέα Ναγκίμπ Μαχφούζ, που ακολούθησανμε καταιγιστικούς ρυθμούς μετά τη βράβευ-σή του. Χρειάστηκε ένα Νόμπελ λογοτεχνίας,για να αφυπνιστεί εντελώς η Δύση από τονλήθαργό της και τις προκαταλήψεις της και ναστραφεί και πάλι με ανανεωμένο και αυθε-ντικό ενδιαφέρον στη λογοτεχνία της Ανα-τολής, να προσλάβει το μέγεθος και την πα-γκόσμια διάστασή της.

Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ, ο οποίος κατά γενι-κή ομολογία είναι ο πιο αντιπροσωπευτικός,ο πιο χαρακτηριστικός συγγραφέας, όχι μό-νο της Αιγύπτου αλλά και μιας συναρπαστι-κής Ανατολής που η μαγεία της αργοσβήνει,λόγω κυρίως των κοινωνικών και πολιτικώνμεταβολών, «εισήγαγε» την οικουμενικότη-τα της αραβικής λογοτεχνίας κυρίως στη Δύ-ση. Γιατί μετά απ’ αυτόν, τα προβλήματα τουμέσου Αιγύπτιου, που αντικατοπτρίζουν ε-κείνα του Άραβα, έγιναν διεθνή, ενώ το Κάι-ρο, όπου συναντάμε τον πυρήνα της αιγυ-πτιακής κοινωνίας, μέσα στις μικρές και με-γάλες γειτονιές του, έγινε μια παγκόσμια γει-τονιά, όπου ακόμα και ο κάτοικος στης Δύσηςάρχιζε να αναγνωρίζει σε αυτή εκφάνσειςτης δικής του ζωής. Ο Δυτικός αναγνώστηςάρχισε να περιπλανιέται σε μονοπάτια αν-θρωπίνων δραστηριοτήτων, αναγνωρίζο-ντας ότι είναι όλες συνηθισμένες και γνώρι-μες κινήσεις του βίου.

Ο Μαχφούζ υπήρξε μελετητής της ίδιαςτης ανθρώπινης κατάστασης, της υπαρξιακής

απελπισίας του ανθρώπου, εξαίροντας τιςζώσες αξίες της ζωής και θυμίζοντας ότι η α-ποσάθρωση ροκανίζει τις αξίες της, τις ψυχέςμας, και όχι τα αντικείμενα που μας περι-βάλλουν, ανεξαρτήτως εθνικότητας ή φύλου.Κηρύσσοντας την ίδια στιγμή ότι ο ευτυχι-σμένος άνθρωπος είναι δημιούργημα του ί-διου του ανθρώπου και ότι η μεγαλύτερη δυ-στυχία του είναι η αποδοχή της δυστυχίας. Σεόλο του το έργο, μας θυμίζει ξεκάθαρα τηνπαντοτινή αδυναμία του ανθρώπου απένα-ντι στη φύση του και τους τρόπους ζωής πουο ίδιος δημιούργησε, αλλά και στον εαυτότου με τον οποίο δύσκολα καταφέρνει να συ-νεννοηθεί, καθώς, όπως συμβαίνει με όλουςτους μεγάλους συγγραφείς, ο αιγύπτιος συγ-γραφέας τα συνήθη τα αναδεικνύει σε ση-μαδιακά, και τα φαινομενικά τιποτένια, σεκρίσιμα και ζωτικά.

Ακόμα και οι συμβολισμοί του πήραν κιαυτοί παγκόσμια διάσταση, ενώ τα ντόπιασύμβολα έγιναν οικουμενικά και παναν-θρώπινα, και συνεπώς αναγνωρίσιμα στονδυτικό αναγνώστη. Για παράδειγμα, ο μι-ναρές για τον Μαχφούζ συμβολίζει την ψυ-χική και πνευματική απομόνωση του αν-θρώπου, όπου γης. Το τζαμί αποτελεί το κα-ταφύγιό του από τους φόβους και τις αδυ-ναμίες του. Ακόμα και η θρησκεία αναφέ-ρεται σαν ένα οικουμενικό, πανανθρώπινοδόγμα κι αυτό αργότερα δημιούργησε σχο-λή. Το παράδειγμά του ακολούθησαν πολ-λοί άραβες συγγραφείς. Στη διαφορετικήπρόσληψη της σύγχρονης αραβικής λογο-

τεχνίας και στην κορύφωση του ενδιαφέ-ροντος των ξένων εκδοτών, αλλά και της α-πήχησής της στο αναγνωστικό κοινό, συ-νέβαλαν κι άλλοι λόγοι από τους οποίους ξε-χωρίζω τους εξής:

Ο πρώτος έχει να κάνει με το ότι τα έργατης πιο πρόσφατης αραβόφωνης πεζογρα-φίας, τις τελευταίες δεκαετίες δεν περιορί-ζονται πια στη ρεαλιστική αποτύπωση τηςαραβικής παραδοσιακής κοινωνίας και τωνανθρώπινων τύπων της, ούτε στη στερεό-τυπη θεματολογία του εξωτισμού, όπως γι-νόταν στο παρελθόν, αλλά άρχισαν να ξε-φεύγουν, σταδιακά στην αρχή κι έπειτα ε-ντονότερα, από τα γεωγραφικά όρια της Α-νατολής, ενώ ο πάλαι ποτέ ποιητικός ρεα-λισμός αντικαθίσταται τώρα από τον να-τουραλιστικό ρεαλισμό, την πολιτική αλλη-γορία. Πρωτότυπα ως προς το θέμα τους καιως ένα βαθμό ριζοσπαστικά έργα άρχισαννα γράφονται, με νέες αφηγηματικές τεχνι-κές κι ελλειπτικότητα στους διαλόγους, δί-νοντας έμφαση στα θέματα που τρέφουν καιδίνουν αφορμές για στοχασμούς. Οι παρα-δοσιακοί τρόποι αφήγησης έδωσαν τόπο σενέους τρόπους γλωσσικής έκφρασης. Οι ρα-γδαίες κοινωνικές αλλαγές, η χειραφέτησητης γυναίκας, η αυτεξουσιότητα των κρα-τών που βγήκαν από την εποχή της αποι-κιοκρατίας, το Παλαιστινιακό, ο πόλεμοςστο Ιράκ αλλά και η μαζική μετανάστευσημιας μεγάλης μερίδας νέων -συχνά αυτοε-ξόριστων- δημιουργών στην Ευρώπη δημι-ούργησαν καινούρια θέματα για μια νέα γε-

ΤΗΣ ΠΕΡΣΑΣ ΚΟΥΜΟΥΤΣΗ

Σύγχρονη Αραβική Λογοτεχνία

39ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ

Η ΑΥΓΗ • 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

5

νιά συγγραφέων που ανταγωνίζονται επά-ξια τους δυτικούς συναδέλφους τους.

Έτσι, η τάση της εσωστρέφειας και της υ-παινικτικής γραφής, που ήταν το κύριο χα-ρακτηριστικό της πεζογραφίας του παρελ-θόντος, στα σύγχρονα βιβλία έχει εντελώς ε-ξαφανιστεί και αντικατασταθεί από την α-μεσότητα του λόγου, την ευκρίνεια και τηνκαθαρότητα της αφήγησης, όχι μόνο ως προςτις περιγραφές αλλά κυρίως ως προς τις ιδέ-ες που προβάλλονται και τη γλώσσα που χρη-σιμοποιείται. Η στοχαστική διάθεση είναιπλέον εμφανής, η αυστηρή ματιά των δημι-ουργών απέναντι σε κάθε τι παλιό ή παρω-χημένο έχει επαναπροσδιορίσει τη σύγχρο-νη αραβική λογοτεχνία, καθιστώντας την ο-μόλογη εκείνης των σύγχρονων Δυτικών.Κάτι που ασφαλώς έχει άμεση σχέση με τοότι η σύγχρονη Αραβική Λογοτεχνία, ακόμακαι η ποίηση, τα τελευταία χρόνια αλλάζεισυνολικά τον παραδοσιακό της χαρακτήρα,θέλοντας πλέον να ικανοποιήσει ένα ευρύ-τερο αναγνωστικό κοινό έξω από τα όρια τηςκαι να εξομοιωθεί με τις υπόλοιπες λογοτε-χνίες του κόσμου. Η Αραβική Λογοτεχνία έ-γινε μία από τις «παγκόσμιες γλώσσες», μιαγλώσσα οικουμενική με σημαντική απήχη-ση στον Δυτικό κόσμο.

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την εμ-φάνιση μιας νέας γενιάς μεταφραστών απότα αραβικά, που ενδυνάμωσαν, εμπλούτισανκαι ενθάρρυναν τη μεταφραστική κίνηση α-πό τα αραβικά στην Ευρώπη, καθώς, έχο-ντας διαβάσει το πρωτότυπο, μπορούν πια νακατανοήσουν σε βάθος και να αξιολογήσουντις σκέψεις, τους ανθρώπινους χαρακτήρεςκαι τις κοινωνικές καταστάσεις ενός κόσμουίδιου μεν και την ίδια στιγμή πολύ διαφο-ρετικού απ’ ότι τον γνωρίζαμε έως τώρα. Κά-τω από αυτό το πρίσμα, αρκετά είναι τα βι-βλία που μεταφράστηκαν απευθείας από τααραβικά σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, προ-βάλλοντας και αναδεικνύοντας το ξεκάθαροστίγμα της Αραβικής Λογοτεχνίας και όλααυτά τα νέα χαρακτηριστικά που ανέφεραπιο πάνω, και που τη διακρίνουν από τη«Δυτικόμιμη» ή την καθαυτό ΕυρωπαϊκήΛογοτεχνία- κυρίως όμως όσον αφορά τηνοικουμενικότητα των θεμάτων που πραγ-ματεύεται.

Εκτός από τους παράγοντες που αφορούνστη σημασιολογία και το ύφος των κειμέ-νων, ο μεταφραστής έχει να αντιμετωπίσειτις γλωσσικές ιδιαιτερότητες, αναδεικνύο-ντας ταυτόχρονα τη σπουδαιότερη κατά-κτηση των σύγχρονων αράβων λογοτεχνών,που δεν είναι άλλη από τον χειρισμό μιαςνέας, πιο καίριας γλώσσας, πιο ανεπιτήδευ-της, καθημερινής, με τους ιδιωματισμούςκαι τις εκφράσεις της, μιας γλώσσας που κα-θρεφτίζει τις αλλαγές στα ήθη, στις νοοτρο-πίες και στις αντιλήψεις των αράβων δημι-

ουργών.Η απήχηση της σύγχρονης αραβικής λο-

γοτεχνίας έγινε εντονότερη, όταν τις τελευ-ταίες δύο δεκαετίες η ανάγκη διαλόγου, ε-πικοινωνίας, και γενικότερα ενός «ανοίγ-ματος» προς τη Δύση έγινε πιο επιτακτική,παρότι υπήρξε πάντα θέμα μείζονος σημα-σίας στην ανθρώπινη ιστορία. Η μαζική με-τανάστευση των πληθυσμών από τις λιγό-τερο προνομιούχες χώρες της Ασίας και τηςΑφρικής στις πιο προνομιακές της Ευρώ-πης, για αναζήτηση καλύτερων συνθηκών

ζωής, έχουν μετατρέψει τις περισσότερες ευ-ρωπαϊκές κοινωνίες, ιδίως στις αστικές πε-ριοχές, σε πολυπολιτισμικές, πολυθρησκευ-τικές και πολυφυλετικές κοινωνίες ή, αν θέ-λετε, φυλετικά μη αμιγείς. Μετά το ‘90, λόγωτης ραγδαίας μεταμόρφωσης του κοινωνι-κού ορίζοντα, ο οποίος σ’ ένα βαθμό κάποτεαντανακλάται στις λογοτεχνικές εκφράσεις,υπάρχει στη λογοτεχνία μια ξεκάθαρη στρο-φή ή τάση στην έννοια της διαπολιτισμικό-τητας και της προώθησης της διαφορετικό-τητας.

Τέλος, η αραβική άνοιξη συνεχίζει να φέρ-νει στο προσκήνιο την «αραβική παγκο-σμιοποίηση», την αραβική ανθρωπογεω-γραφία, την αραβική γλώσσα και τους τό-πους της, αναπροσδιορισμένους, αναγεν-νημένους σχεδόν, μέσα από τη στάχτη πουάφησαν οι πρόσφατες εξεγέρσεις. Η φτώχια,η ανεργία, η αναξιοκρατία, ο νεποτισμός, ηεκμετάλλευση από τη μεριά του κράτους, ηεξαντλητική γραφειοκρατία, η διαφθορά τηςαστυνομίας, οι μικρές εξουσίες που γίνονταιμεγάλες, η υπερκατανάλωση, όλα αυτά συν-θέτουν μια εξαιρετικά τολμηρή για τα αρα-βικά δεδομένα θεματολογία. Πιο σωστά, αρ-χίζουν να διαμορφώνουν σιγά-σιγά ένα νέοτοπίο, το οποίο καθορίζει νέες συντεταγμέ-νες και προδιαγράφει ίσως νέες τάσεις σε ό-τι αφορά την τέχνη, ειδικά τη λογοτεχνία. Οικοσμοϊστορικές αλλαγές που προκλήθηκανμετά την εξέγερση των απελπισμένων πολι-τών είχαν άμεση και ουσιαστική επίδρασηστη θεματολογία, ειδικά της πεζογραφίας,αλλά και σε μεγάλο βαθμό της ποίησης.

Ιδιαίτερα η ποίηση έπαιξε τον τελευταίοκαιρό ένα εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στηδιαφοροποίηση της αραβικής λογοτεχνίας,θα τολμούσα μάλιστα να πω ότι είναι αυτήπου στήριξε και στηρίζει ουσιαστικά τηνπραγματική αραβική άνοιξη, κατά συνέπειαεπηρέασε την πρόσληψη και την απήχησήτης στη Δύση. Τα ερωτικά θέματα, που κυ-ριαρχούσαν στο παρελθόν, αντικαθίστανταιπλέον από τους υπαρξιακούς προβληματι-σμούς, τον πολιτικό στοχασμό, την πολιτι-κή σκέψη.

Η Πέρσα Κουμούτση είναι συγγραφέας καιμεταφράστρια

και η απήχησή της στον Δυτικό κόσμο

Ω Πύργοι!Ήλθε πια ο καιρός, να εγκαταλείψετε το απανθρακωμένο σώμα.Αρκετούς νεκρούς δεν έχετε ξεθάψει, σ’ αυτή τη γη στεναγμώνέτσι όπως συνεχίζετε να σέρνετε πίσω σας τις συνωμοσίεςκαι τα σάπια πρωινά σας;Είναι πια καιρόςνα γεμίσουν οι κουρασμένες φλέβες μου με όλα όσα άγγιξαν την ερειπωμένη μου καρδιάπου εγκαταλείφθηκε στο ναό του Βαυαρών.Σαν το φεγγάρι που κρύφτηκε πίσω από την περαστική ομίχλη. Ω Πύργοι,Τίποτα δε με θωρακίζει πιαΕκτός από τη σιωπή μου.Φύγετεή κάντε με ό,τι θέλετε.Βάλτε με στο μάτι του κυκλώναΣκορπίστε τη χαρά μουΣτον χάρτη των συννέφων

και της συκοφαντίας.Πείτε ότι πέρασε από εδώ ή έμεινε εδώ.Στη συνείδησή της ουρλιάζουν τα φαντάσματα.Εκεί που υγραίνει τα χείλη τηςείναι τα όρια της Ουρούκ και το μυστήριο της Ακκάδ.Στο σώμα της κρύβονται οι δακρυσμένοι κήποιτης ιστορίας και της τραγωδίας τηςΠείτε ακόμαΔεν ήταν παρά ένα στολίδι στο στέμμα του Σαργώνμια ιέρεια του ολέθρουΦωνάξτε και μην ξεχνάτε να χαράξετε(πάνω) στα καταραμένα μνημεία σαςΌτι η καρδιά της EνεντουάναΉταν μεγαλύτερη από όλα τα Ευαγγέλια των τυράννων.

Αμάλ ελ Τζουμπούρι

Σε εκείνους που είναι πιο σκληροί και από τους τυράννους

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ40

Η ΑΥΓΗ • 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

6

Ενόσω οι στρατιωτικές επιχειρή-σεις των συνασπισμένων βαλκάνιων

στον Α΄ πόλεμο σε άλλα μέτωπα είχαν επι-τυχή έκβαση και σε άλλα επικρατούσε στα-σιμότητα, οι διπλωματικές διασκέψεις σταευρωπαϊκά fora αναλάμβαναν την υλοποί-ηση της «διανομής» των κατακτημένων ε-δαφών, με βάση δύο αρκετά γενικές «αρ-χές», «της Βαλκανικής ισορροπίας» και«των εθνοτήτων»: Τόσο η «βαλκανική ι-σορροπία», που εξαρτιόταν από την ευρω-παϊκή, όσο και οι εν τω γίγνεσθαι τότε «ε-θνότητες», αντί να αποτελέσουν εγγύησητων νέων συνόρων, νομιμοποιούσαν μάλ-

λον την επικράτηση των συμφερόντων τωνισχυρότερων ευρωπαϊκών/ βαλκανικών πο-λιτικών δυνάμεων. Δεν είχε άραγε αποδει-χθεί ότι κάθε προσπάθεια εθνικοποίησηςπληθυσμών της Ευρωπαϊκής Τουρκίας ετί-θετο πάραυτα υπό αίρεση και ότι, τελικά,μέσα στο οθωμανικό πλαίσιο καμιά διανο-μή δεν μπορούσε να θεωρηθεί «ακριβοδί-καιη» κι ακόμα πως (για να θυμηθούμε πά-λι τον Χ. Τρικούπη) όποιος θα έπαιρνε τηΜακεδονία, θα μπορούσε να την εθνικο-ποιήσει;

Στην παρατεινόμενη αναμονή της παύ-σης του πολέμου, ενώ τα διεθνή γεωπολι-τικά διακυβεύματα περιπλέκονταν, «η εκ-δηλωθείσα θέλησις της Ρουμανίας, όπωςπαίξη του λοιπού ρόλον βαλκανικόν και νατον παίξη από συμφώνου μετά των Ελλή-νων, Σέρβων και των Μαυροβουνίων εδη-μιούργησαν εν τη Ανατολή νέαν κατάστα-σιν». Η Ρουμανία είχε τηρήσει ουδετερό-τητα στον Α’ πόλεμο συντασσόμενη με τηνυπόλοιπη Ευρώπη· αυτή ωστόσο η επιλογήτης δεν την απάλλαξε από τις πιέσεις τηςΑυστροουγγαρίας, που φοβόταν την προ-σχώρηση της Ρουμανίας στη Βαλκανικήσυμμαχία, και της Ρωσίας, που έβλεπε μετρόμο τη Βουλγαρία να πλησιάζει την Κων-σταντινούπολη και αντίστοιχα επιζητούσεένα βαλκανικό αντίβαρο. Θέλοντας ωστόσονα επωφεληθεί από τις λεπτές ισορροπίες,η Ρουμανία ήγειρε διεκδικήσεις στο νότο -δεν γινόταν βέβαια λόγος για απελευθέρω-ση των ομοεθνών της στα αυστροουγγρικάκαι ρωσικά εδάφη: Έτσι, ανακαλύπτοντας τώ-ρα το βαλκανικό της χαρακτήρα, ζητούσενα ικανοποιηθούν διεκδικήσεις της στηβουλγαρική Δοβρουτσά, βάσει ιστορικώντης δικαίων.

Στο μεταξύ, ενώ οι ευρωπαϊκές δυνάμειςδιασκέπτονταν στο Λονδίνο για τη «διανο-μή» των κατακτημένων εδαφών, η Τετρα-πλή βαλκανική συμμαχία προήλαυνε ή εί-χε καθηλωθεί, όπως ο βουλγαρικός στρα-τός, από το Νοέμβριο, στην Τσατάλτζα, «κά-τω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης»,όπως τότε έγραφε ο Φερδινάνδος ντυμένοςμε «βυζαντινόν μανδύα», απορρίπτονταςπρόταση για ανακωχή, με την ελπίδα πωςσύντομα θα έμπαινε στην Αγία Σοφία ντυ-μένος ως βυζαντινός αυτοκράτορας. Ενώεκκρεμούσε λοιπόν η έκβαση των επιχει-ρήσεων στο θρακικό μέτωπο, ο Ρουμάνοςυπουργός Τ. Ιωνέσκο απαίτησε να δηλώσει«από τώρα» η Βουλγαρία, εάν η μόνη εκ-κρεμότητα για να προβεί στις εδαφικές πα-ραχωρήσεις προς τη Ρουμανία ήταν η κα-

τάκτηση της πολιορκούμενης Αδριανού-πολης. Επειδή ωστόσο και τα δύο μέρη ε-πιδείκνυαν «ζωηράν επιμονήν και αντί-στασιν», η πάνοπλη Ρουμανία χωρίς καθυ-στέρηση, έδωσε «προμηνύματα νέου πολέ-μου» κάνοντας και επιστράτευση· ταυτό-χρονα έθετε το γνωστό από το 19ο αι. «Κου-τσολαχικό» ζήτημα στη Βουλγαρία όπωςκαι στην Ελλάδα και τη Σερβία. Έτσι, κάθεμια από τις σύμμαχες χώρες αναγκαζόταντώρα να αναπροσδιορίσει τη θέση της τόσοαπέναντι στη Ρουμανία όσο και στη Βουλ-γαρία, με αποτέλεσμα η συνοχή της Συμ-μαχίας να δοκιμάζεται όλο και περισσότε-ρο.

Καθώς οι διαφορές ανάμεσα στους Ρου-μάνους συντηρητικούς και φιλελεύθερους,ως προς το εθνικό θέμα, ήσαν ασήμαντες, οιδιαφωνίες περιστράφηκαν μόνο γύρω απότη μέθοδο επίλυσής του: Ενώ ο πρωθυ-πουργός Τίτου Μαγιορέσκου και ο υπουρ-γός Εσωτερικών Τάκε Ιωνέσκο συνέχισαντις διπλωματικές επαφές με Σέρβους καιΈλληνες, ο υπουργός Γεωργίας Νικολάε Φι-λιπέσκου στράφηκε στην Πύλη για πολεμι-κή συμμαχία, στη συγκυρία της πολεμικήςστασιμότητας αλλά και της όξυνσης πουπροκαλούσε το ενδεχόμενο μιας «ατιμωτι-κής ειρήνης»· εδώ την πολεμική έξαψη τουπλήθους κανοναρχούσε, εκτός από τους ου-λεμάδες, και το Κομιτάτο που επανέκαμπτετώρα, από τον Ιούλιο του 1912. Συνεπώς ηστιγμή προοιώνιζε αίσια έκβαση στο ταξίδιτού Ρουμάνου εκπροσώπου της φιλοπόλε-μης μερίδας: Ο ρωμαντικός υπουργός, ενώαρχικά αρνιόταν τον πολιτικό χαρακτήρατου ταξιδιού του, αναχωρώντας δεν δίστα-σε να κάνει «απειλητικές», δηλαδή πολεμι-κές δηλώσεις.

Τις ίδιες μέρες ο ελληνικός τύπος, ιδιαί-τερα ο βενιζελικός (από τον οποίο αντλού-με την ανταπόκριση και τις δηλώσεις τουυπουργού), ταυτισμένος για ευνόητους λό-γους με τη Ρουμανία, γνωστοποιεί επιπλέ-ον και τα ρουμανικά ιστορικά δίκαια (το«Κουτσοβλαχικό» δεν περιλαμβάνεται σ’αυτά) στο αναγνωστικό του κοινό, προε-τοιμάζοντάς το, έτσι, ψυχολογικά για την«αδύνατη» ειρήνη και τον «δυνατό» πόλεμο(Όχι η αδύνατος ειρήνη αλλ’ ο δυνατός πό-λεμος, Ακρόπολις 3-1-1913). Μόνο που ο Β’Βαλκανικός πόλεμος -κι όσοι θα ακολου-θήσουν- θα κρατήσει υποθηκευμένη τηνπολιτική και την κοινωνική θέση όλων τωνβαλκάνιων.

Το σύνολο των παραπάνω διεθνών κα-τευθυντήριων «αρχών», δηλαδή της «βαλ-κανικής ισορροπίας», των «εθνοτήτων» καιτου «Ευρωπαϊκού πατριωτισμού» του πρω-θυπουργού της Γαλλίας Ρ. Πουανκαρέ, ε-ξαιρετικά ασαφείς ώστε να αποτελέσουν εγ-γύηση των νέων συνόρων, παραπέμπουνσε σημερινές ανάλογες αρχές, όπως των«ανθρωπιστικών επεμβάσεων», που εγκαι-νιάστηκαν στην ενωμένη Γιουγκοσλαβία,των «εθνοτικών» και λοιπών «ταυτότητων»,των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» με την ε-πιλεκτική τους εφαρμογή, του ευρωπαϊκού«συνταγματικού πατριωτισμού» του Χά-μπερμας κ.ά.

Η Αγγελική Κωνσταντακοπούλου διδάσκειΒαλκανική Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Ιω-αννίνων

ΑΧ. ΚΑΛ[ΕΥΡΑΣ],Η Ρουμανοβουλγα-ρική έντασις και αι τουρκορουμανικαίτρυφερότητες. Η αποστολή του κ. Φιλι-πέσκου εις Κωνσταντινούπολιν

Ιδιαιτέρα υπηρεσία. Πέραν 30 Δεκεμβρί-ου.

Ο κ. Φιλιπέσκου, υπουργός της Γεωργίας ενΡουμανία, φιλοξενείται ως γνωστόν απότριών ημερών εν τη πρωτευούση μας. Τις οσκοπός τού εις Κωνσταντινούπολιν ταξειδί-ου του εκλεκτού τούτου μέλους του Ρουμα-νικού υπουργείου και ισχυροτάτου παράγο-ντος του συντηρητικού κόμματος εν τω Πα-ραδουναβείω Βασιλείω; Ο Ρουμάνος υ-πουργός εξέφρασε βαθυτάτην έκπληξιν διό-τι τινές δημοσιογράφοι απέδωσαν εις την ε-πίσκεψιν αυτού πολιτικήν σημασίαν, ισχυ-ρισθέντες, μάλιστα, ότι πρόκειται περί Τουρ-κορουμανικής διπλωματικής συμπράξεωςεις τας παρούσας λίαν ανωμάλους περιστά-σεις. Αλλ’ ο κ. Φιλιπέσκου, εις τους δημοσιο-γράφους οίτινες επεσκέφθησαν αυτόν σή-μερον, εδήλωσεν ότι ήλθεν εις Κωνσταντι-νούπολιν ως απλούς περιηγητής, ως απλούςδιλλετάντης των ωραίων δύσεων και υμνη-τής του ηλίου και του φωτός, ως συλλέκτης τέ-

λος εκλεκτών ταπήτων, δι’ ούς έχει ιδιαιτέρανψύχωσιν... Μού είπον ότι ο κ. Φιλιπέσκου εί-νε ισχυράς θελήσεως άνθρωπος, δυνατούπνεύματος και διπλωμάτης επιδέξιος. Ατυ-χώς δι’ αυτόν αι δικαιολογίαι του δεν εφά-νησαν πολύ πιστευταί, εις τους θέλοντας ναεμβαθύνωσιν εις πάντα. Φαντασθήτε ολίγοντον Ρουμάνον υπουργόν ερχόμενον εν πλή-ρει χειμώνι εις Κωνσταντινούπολιν διά να ε-ντρυφήση εις το κάλλος του ουρανού μας καιεις την γοητείαν του ηλίου μας... Η Κωνστα-ντινούπολις εις τοιαύτην εποχήν είνε αλη-θής κόλασις. Βροχαί, θύελλαι, ψύχος, χιώνκαι λάσπη... Πού τα κάλλη της εαρινής φύ-σεως ή η γοητευτική θωπεία του φθινοπω-ρινού ηλίου μας. Διερχόμεθα την εποχήν τωνμελαγχολικωτέρων ημερών. Και ήλθεν ο κ.Φιλιπέσκου διά ν’ απολαύση σπαργώσανφύσιν και ζωογόνον φως... Ή ήλθε διά ν’ α-γοράση Περσικούς τάπητας...

Οπωσδήποτε ο κ. Φιλιπέσκου, και αν πι-στεύσωμεν ότι ως υμνητής των φυσικών ω-ραιοτήτων και του μεγάλου Ηλίου ήλθεν ειςΚωνσταντινούπολιν, επωφελήθη της ευκαι-ρίας διά να επισκεφθή επανειλημμένως τονΜεγάλον Βεζύρην, τον υπουργόν των Εξω-

ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Ταξίδια στα Εις παραμονάς εκρήξεως του

Ο εικονογραφημένος Παρνασσός, 13 Ιανουαρίου 1913

Ρουμάνος υπουργός στην Κωνσταντινούπολη, Ιανουάριος 1913

41ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ

Η ΑΥΓΗ • 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

7

τερικών και τον στρατηγόν Ναζήμ πασάν.Παρά τω τελευταίω μάλιστα τούτω ο Ρουμά-νος υπουργός παρέμεινεν επί δίωρον. Αγνοώτώρα εάν από το κονάκιον του Κιαμήλ πασάεθαύμασεν ο Ρουμάνος υπουργός χειμερινάτοπεία ή εις το μέγαρον του Ναζήμ πασά α-νεύρε πολυτίμους Περσικούς τάπητας διάτην συλλογήν του. Γλώσσαι όμως τινές, μησυγχωρούσαι την ηρεμίαν και αυτών τωνπεριηγητών υπουργών, βεβαιούσιν ότι αι τε-λευταίαι μακραί συνομιλίαι του κ. Φιλιπέ-σκου μετά του Μ. Βεζύρου και των λοιπώνυπουργών αφιερώθησαν αποκλειστικώς ειςτο ζήτημα της ειρήνης και των Ρουμανικώναξιώσεων. Εάν δε πιστεύσωμεν και εις τουςισχυρισμούς Ευρωπαίων ανταποκριτών ορωμαντικός του Βουκουρεστίου υπουργόςμέχρι μυελού οστέων ρεαλιστής, συνδιαλέ-χθη μετά των Τούρκων Κυβερνητών και πε-ρί στρατιωτικών τινών ζητημάτων ουχί, βε-βαίως, ασχέτων προς την ενεστώσαν κατά-στασιν. Δηλονότι προς την ενδεχομένην -κα-τά την προσωπικήν μου γνώμιν πολύ απί-θανον- επανάληψιν των εχθροπραξιών. Υπότινων μάλιστα εβεβαιούτο απόψε ότι εις τηνΡουμανικήν πρεσβείαν χθες την νύκτα ολί-γα λεπτά μετά την άφιξιν του Νουραδουν-γκιάν εφένδη εθεάθη εισερχόμενος και οπρεσβευτής της Αυστροουγγαρίας μαρκή-

σιος Παλλαβιτσίνι. Τι εκόμιζε; Κλάδον ελαί-ας; Ή λόγχης;

Οπωσδήποτε η συνδιάλεξις των τριών αν-δρών υπήρξε μακρά, αμφιβάλλω δε ολίγον ό-τι η συνομιλία των περιεστράφη αποκλει-στικώς περί τα χειμερινάς γοητείας του Βο-σπόρου μας -τι άχαρι ποίημα- ή περί των ενΚωνσταντινουπόλει Περσικών ταπήτων. Τιείνε όλα αυτά; Ρουμανικόν υπό μελέτην πρα-ξικόπημα;

Σήμερον το ενταύθα όργανον της Γερμα-νικής πρεσβείας έγραφεν απροκαλύπτως,σχολιάζον το ταξείδιον ενταύθα του Ρουμά-νου υπουργού. «Η υπομονή του Ρουμανικούλαού έχει τα όριά της. Καλά θα κάμουν οιΒούλγαροι να μη χάσουν καιρόν. Θα είνε πο-λύ αργά όταν το τηλεβόλον επανακροτήσηεις Τσατάλτζαν και τα Ρουμανικά στρατεύ-ματα εισβάλωσιν εις το Βουλγαρικόν έδα-φος».

Ο Φιλιπέσκου συνεδείπνησεν απόψε με-τά Αυστριακών και Γερμανών διπλωματών.Αργά θα προσήρχοντο και κυβερνητικοί πα-ράγοντες. Θ’ ανταλλάξωσι πολλάς τρυφερό-τητας, αλλά δεν πιστεύω όλα αυτά να είνεπρομηνύματα νέου πολέμου. Ελπίζω ναθριαμβεύση η αρχή του «Ευρωπαϊκού πα-τριωτισμού» του κ. Ποανκαρέ. Ούτως ή άλλωςόμως δυσχεραίνει πολύ την Ρουμανοβουλ-

γαρικήν κατάστασιν η έλλειψις ενός Κίνδερ-λεν Βαίχτερ και αποστέρησις του Κάιζερ τοι-ούτου συμβούλου προκειμένου περί τωνΡουμανικών πραγμάτων.

(Ακρόπολις 4-1-1913, 1 και 4).

Απειλητικαί δηλώσεις του κ. Φιλιπέσκου διά την Βουλγαρίαν

Ιδιαιτέρα υπηρεσία. Κωνσταντινούπολις5. Ο Ρουμάνος υπουργός κ. Φιλιπέσκου κα-τά την αναχώρησίν του, επανακάμπτων ειςΒουκουρέστιον μέσω Κωνστάντζας, είπε ταεξής εις τους δημοσιογράφους: «Ήλθον, εί-δον, απέρχομαι. Πανταχού ησθάνθην απη-χήσεις πολεμικών εν τη Σταμπούλ σαλπι-σμάτων. Δεν πιστεύω εις δεύτερον πόλεμον·τοσούτω μάλλον όσω εύχομαι να επιτευ-χθώσιν ειρηνικαί επιλύσεις όλων των ζητη-μάτων. Αλλ’ εάν η Τουρκία αποδυθή εις δευ-τέραν εκστρατείαν, η Ρουμανία την φοράνταύτην δεν θα σταυρώση τας χείρας, διότι έ-χει υποχρεώσεις ιεράς έναντι των τέκνωντης. Δεν θα επιτρέψη την δημιουργίαν Μ[ε-γάλης] Βουλγαρίας εκ της οποίας διηνεκώς θακινδυνεύη η ησυχία της. Και γνωρίζομεν τισημαίνουσι Βούλγαροι ισχυροί· θ’ αποτελώ-σι διηνεκή κίνδυνον δι’ όλους τους λαούς τηςΒαλκανικής.

(Ακρόπολις 7-1-1913, 1)

Λέον Τρότσκι, Τα Βαλκάνια και οι Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913, μετάφραση, εισαγωγή Π. Ματάλας, Θεμέλιο, Αθήνα1993, κεφ. 13ο, σ. 403 κ.ε.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ (;) ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥΗ ειρήνη του ΒουκουρεστίουΤην ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, αναμένεται από ώρα σε

ώρα η υπογραφή της συνθήκης που θα μείνει στη βαλκανική ιστο-ρία ως η Ειρήνη του Βουκουρεστίου του 1913. [...]

Πρέπει λοιπόν να πούμε για τις νέες συνοριακές γραμμές της Βαλ-κανικής Χερσονήσου πως, ανεξάρτητα με το πόσο θα κρατήσουν, έ-χουν χαραχτεί πάνω στα καταξεσκισμένα, αφαιμαγμένα και εξου-θενωμένα ζωντανά κορμιά των εθνών.Ούτε ένα απ’ αυτά τα βαλκανικά έθνηδεν κατόρθωσε να συμμαζέψει όλα τασκορπισμένα κομμάτια του. Και ταυτό-χρονα όλα τους, συμπεριλαμβανομένηςκαι της Ρουμανίας, περιέχουν τώραστην επικράτειά τους μια συμπαγή ε-χθρική μειονότητα.

Αυτοί είναι οι καρποί ενός πολέμουπου καταβρόχθισε -σε σκοτωμένους,τραυματίες και θύματα της αρρώστιας-πάνω από μισό εκατομμύριο άνδρες.Ούτε ένα από τα βασικά προβλήματατης βαλκανικής ανάπτυξης δεν επιλύ-θηκε.

Η οικονομική ανάπτυξη απαιτεί μιατελωνειακή ένωση ως πρώτο βήμαπρος μια ομοσπονδία όλων των βαλκα-νικών κρατών. Κι αντί αυτού βλέπουμετην εχθρότητα του καθενός εναντίον ό-λων, κι όλων εναντίον του καθενός. Ταβαλκανικά κράτη τρέφουν το αμοιβαίο

μίσος· και το ίδιο φοβερό μίσος αισθάνονται και τα κομμάτια των ε-θνών που είναι παγιδευμένα μέσα στα χωριστά κράτη. Οι υλικοίπόροι της χερσονήσου εξαντλήθηκαν για ένα μεγάλο διάστημα καιοι εθνικο-πολιτικές σχέσεις έγιναν πιο συγκεχυμένες από ό,τι ήτανπριν τον πόλεμο. Δεν είναι όμως αυτό το χειρότερο: ακόμα και απόεξωτερική, καθαρά διπλωματική άποψη, οι βαλκανικές σχέσεις δενέχουν διευθετηθεί ακόμα. Το ζήτημα των σερβο-ελληνικών συνόρωνδεν έχει ξεκαθαρίσει εντελώς, οι σχέσεις Σερβίας-Μαυροβουνίουπροκαλούν επιφυλακή και η τύχη της Θράκης επικρεμάται σαν ένααπειλητικό ερωτηματικό πάνω από τη χερσόνησο.

Η Ειρήνη του Βουκουρεστίου έχει φτιαχτεί από υπεκφυγές καιψέματα. Είναι το αντάξιο επιστέγασμα ενός πολέμου απληστίας καιεπιπολαιότητας. Μα ενώ επιστεγάζει αυτόν τον πόλεμο, δεν τον τε-

λειώνει. Έχοντας σταματήσει λόγω τηςαπόλυτης εξουθένωσης, ο πόλεμος θα ε-παναληφθεί όταν φρέσκο αίμα κυλήσειστις αρτηρίες.

Στη δεξίωση που πρόκειται να δοθεί τοΣάββατο στο βασιλικό παλάτι, προς τι-μήν των πληρεξουσίων, πολλά θα ειπω-θούν, χάριν των τύπων, για τη μεγάλησπουδαιότητα της Διάσκεψης του Βου-κουρεστίου. Τι αποκρουστική κοροϊδίατων όσων υπέστησαν οι λαοί θα είναιαυτοί οι λόγοι! Κι όμως το αίμα των σκο-τωμένων κραυγάζει πως χύθηκε άδικα.Τίποτα δεν επιτεύχθηκε, τίποτα δεν ε-πιλύθηκε... Το Ανατολικό Ζήτημα καίειακόμα, σαν μια απαίσια πληγή που χύ-νει δηλητήριο μέσα στο σώμα της καπι-ταλιστικής Ευρώπης.

Κιέβσκαϊα Μυσλ [=Σκέψη του Κιέβου],τχ. 206, 8/21 Ιουλίου 1913 (σ. 403 και408-9).

Μινώταυρος στο Σούνιο

έκοβε βόλτες κι έπαιρνε κεφάλιαπάνω στις στρωμένες κουρελού-δες επιτάφιοι νόμοιχαχάνιζαν, μπρούκληδες ανέμε-λοι με σιδερωμένη χαιρεκακίαέβγαινε φτηνά η χρονιά, αραίω-ναν οι διπλανοίξαπλάρωναν στο πυρίτιο τηςσυνθήκης, σπονδυλικές χελώνεςπερίμεναν λευκό πανί, απ’ τονΜαλέα κιόλας, τα μελτεμάκιαροδάνι η γλώσσα των πλαγίαυ-λωνπροπέλα ή ερπύστρια;οπόταν, γιόμιζε το φεγγάρι φρύ-γανα απ’ τ’ αρμενάκιαέκαναν και οι χειμώνες τη δου-λειά του κοβάλτιουόπως τα λάφια στην Ρόδο νύχια-ζαν τα φίδιατα τέρας χασκογελούσε ιεροφά-ντης της ασφάλειαςτα είδα όσα διηγούμαι, εμφύλιοςλιόσποροςτα ρετιρέ κάρφωναν στους απο-κάτω ορόφους βλέννεςπριν τους δείξουν κι αυτούς οιγύψινες μονοκατοικίεςτου ξανθωπούς βλεφάριζαν οιμελαχρινοί στην αστροφεγγιάστεριανούς οι νησιώτες για τουςστριμμένους δίφθογγουςοι κομμώτριες τους γραφείς γιαένα κινέζικο αμφιθέατροψευδοσάνταλα έβρισκαν οι αρ-τεργάτες στους γεωγράφουςψυχρά οι γυμναστές τους εικα-στικούς, καθότι ανήφοροςεπέμεναν οι άρχοντες, είναι φτη-νός ο Τάλωςη αιχμαλωσία μια κουμαριά πρινδεις Τριπολιτσάτζάμπα το παιχνίδι στον Λαβύ-ρινθο για τα τέκναπήδαγαν στα γκρέμια αυτοβού-λως οι εύπιστοι στο αλάτιμε πλάτες στο ναό πετούσαν χαρ-ταετούς εξισώσειςκαι πεταλίδες μ’ αφρόδιχτα μά-ζευε η αμνησία τουςχίλιες φορές όρτσαρε από μπρο-στά τουςμε το καΐκι ο Παπαδιαμάντηςκάμνοντας τον σταυρό τουαδύνατο να καταλάβουν. Σταλαγ-μίτες.Φαντάσουπροτιμώ να μην κλαίω καθόλουμη βρεθώ μπροστά τους με ξανά-στροφο δάκρυ.

Απόστολος Λυκεσάς

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΠΟΥΤΩΡΑ ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ Βαλκάνια (5)

Βαλκανικού ηφαιστείου (1911 - 1912)

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

428ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ

Η ΑΥΓΗ1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013

Θα ήθελα να σας δώσω πολύ σύντομα, να περιγράψω,το υπόβαθρο, το χρόνο και το χώρο, όπου τα ποιήματα

και τα γραφτά μου βρήκαν έδαφος για να φανερωθούν. Καιβέβαια όλα αυτά, που θα περιγράψω, δεν προσπαθούν να δι-καιολογήσουν τίποτε, μόνο να σημάνουν κάτι.

Λοιπόν.Γέννηση Σεπτέμβρης του 1935, οι γονείς από τη Μικρά Α-

σία, η οικογένεια του πατέρα από την Υοσγάτη της Καππα-

δοκίας, η οικογένεια της μητέρας από την Τραπεζούντα και τηνΣαμψούντα του Πόντου. Μέσα στην οικογένεια μιλιούνταιδιάφορες γλώσσες Ελληνικά, Τούρκικα, Αρμένικα και μια διά-λεκτος του Καυκάσου.

1940 Πόλεμος, στη συνέχεια Κατοχή. Στην Καβάλα, στηνΑνατολική Μακεδονία διπλή κατοχή, Γερμανική και Βουλ-γαρική, τα εδάφη προσαρτώνται στο Βουλγαρικό κράτος, ε-γκατάσταση αποίκων για την αλλοίωση του πληθυσμού, εν-θάρρυνση των μειονοτήτων, δεν υπάρχει Ελληνικό Δημόσιο,στην προσπάθεια να εξαφανισθεί οτιδήποτε το ελληνικό κλεί-νουν τα σχολεία, δεν λειτουργούν ελληνικά σχολεία σε όλη τηδιάρκεια της Κατοχής, με κρύβουν για να μην πάω σε Βουλ-γαρικό σχολείο, μια γειτόνισσα και η μητέρα μου κρυφά μουμάθαιναν να διαβάζω. Πείνα, κρύο, θάνατοι, φόβος, αλλά νο-μίζω, πως ποτέ παιδιά δεν έζησαν τέτοια ασυδοσία ελευθερίαςόσο τότε εμείς. Από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου τρέ-χαμε σε βουνά, σε θάλασσες, σε αλάνες, όμως γνωρίζαμε κα-λά και είχαμε συνείδηση τι σημαίνει πόλεμος και τι αντίστα-ση στον εχθρό.

Σεπτέμβρης του 1944 ο ΕΛΑΣ μπαίνει στην Καβάλα, αυτο-διοίκηση, τραυματίζομαι από γερμανική χειροβομβίδα, α-νοίγουν τα σχολεία, τα παιδιά της ηλικίας μου δεν γνωρίζουνκαθόλου γράμματα, πηδώντας τις τάξεις μέσα σε τρεις μήνεςφτάνω στην τετάρτη Δημοτικού, Φλεβάρης του 1945 η συμ-φωνία της Βάρκιζας, κλείνουν και πάλι τα σχολεία τέλος Μαρ-τίου, σε λίγο αρχίζουν να καταφθάνουν οι Εγγλέζοι και μαζίτους Ινδοί, Αυστραλοί, Νοτιοαφρικανοί και από πίσω το επί-σημο Ελληνικό Κράτος, ανοίγουν και πάλι τα σχολεία το φθι-νόπωρο.

Φοβερές ελλείψεις, δύσκολα χρόνια, χρόνια μίσους. Στη συ-νέχεια ο Εμφύλιος.

222

Η Καβάλα σχεδόν για έναν αιώνα, από τις αρχές του 19ουαιώνα μέχρι τη δεκαετία του 1950 υπήρξε το μεγαλύτερο κέ-ντρο επεξεργασίας καπνού. Με αυξομειώσεις είχε 15000 κα-πνεργάτες σε πληθυσμό περίπου 42000. Όμως αφού κατά πα-ράδοση οι καπνεργάτες ήταν σχεδόν όλοι αριστεροί αυτό σή-μαινε δρακόντεια μέτρα, σήμαινε τρομοκρατία. Γι’ αυτό μετάτον Εμφύλιο γίνεται προσπάθεια αλλοίωσης του πληθυσμού,μια δεκαετία με σκληρούς αγώνες και απεργίες κλονίζουν τηνπόλη, εκ των υστέρων σκέφτεσαι αυτοί οι άνθρωποι πώς σή-κωσαν τέτοια βάρη. Έτσι το 1953 με τον περίφημο νόμο Γονήδιαλύεται το καπνεργατικό επάγγελμα και κορυφώνεται η κρί-ση το 1958-1960, τότε που γενικεύεται η επεξεργασία των κα-πνών με μηχανές. Η Καβάλα μετά το 1960 δεν υπάρχει πλέ-ον, η ανεργία και η μετανάστευση συρρικνώνουν κάθε ικμά-δα. Στην συνέχεια δημιούργησαν μιαν άλλη πόλη.

222

Δύσκολη και στεγνή Εποχή. Δεν υπάρχουν βιβλία, δεν υ-πάρχουν βιβλιοθήκες, η μόνη επαφή με καλλιτεχνικά έργα εί-ναι κάποιες κινηματογραφικές ταινίες, αλλά και ο κινηματο-γράφος είναι απαγορευμένος, ο παιδονόμος γυρίζει και κα-ταγράφει: 7.30 πρέπει να κλειστούμε στο σπίτι. Τα μοναδικά

βιβλία βρίσκονται στο Κατηχητικό, στο Βρετανικό Συμβούλιοκαι στη βιβλιοθήκη του Κέντρου της Αμερικανικής Υπηρε-σίας Πληροφοριών, ήμασταν στερημένοι από τα πάντα.

Το 1953 τελείωσα το Γυμνάσιο, 1954-1958 βρίσκομαι στηνΑθήνα, σπουδές στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Ε-μπορικών Επιστημών, διαμονή σε φοιτητική στέγη, δυσκολίεςκαι στερήσεις, αλλά για πρώτη φορά υπάρχει μια τεράστια βι-βλιοθήκη για διάβασμα, για άπληστο διάβασμα.

Το 1955 ο ποιητής Γ.Ξ.Στογιαννίδης με φέρνει σε επαφή μετα ποιήματα του Μανόλη Αναγνωστάκη και του Μίλτου Σα-χτούρη, η συνάντηση ήταν καθοριστική.

Το 1956 σύνδεση με την Αριστερά. Το 1958 αναγκαστική ε-πιστροφή στην Καβάλα.

222

Ζώντας αυτά που σας περιέγραψα, μετά από δέκα χρόνωνπειραματισμών κι αναζητήσεων, δημοσίευσα για πρώτη φο-ρά ποίημά μου στην εφημερίδα ΕΡΕΥΝΑ της Καβάλας, τονΑύγουστο του 1958, με το ψευδώνυμο Π. Χ. Μαρτάκος. Σκέ-φτομαι πως ο συγγραφέας, όπως όλοι οι άνθρωποι, ζει κι αυ-τός τον Ιστορικό χρόνο αλλά και τον υποκειμενικό του χρόνο.Οι δύο χρόνοι συγχωνεύονται μέσα στον λόγο του συγγρα-φέα σε προσωπικό μύθο. Γιατί η μνήμη μετατρέπει την πραγ-ματικότητα σε Μύθο καθώς την μπολιάζει με το περιεχόμενοτου χρόνου. Έτσι, το βιωματικό υλικό, φιλτραρισμένο μέσα α-πό το υλικό σώμα του συγγραφέα, αναδύεται και πάλι σανγλώσσα. Μια γλώσσα που συνθέτει, σημαίνει και αφηγείταιμύθους που ερμηνεύουν τον κόσμο.

Το 1959 αρχίζω εργασία σε μεγάλη εξαγωγική εταιρεία κα-πνών, εκεί πια στην πράξη και όχι στη θεωρία αποδεικνύεταιτι σημαίνει διεθνές κεφάλαιο, ελληνικό κεφάλαιο και εξαρτη-μένη εργασία.

Το 1962 εκδίδω, σε ιδιωτική έκδοση, τα πρώτα μου ποιή-ματα, σε μικρή πλακέτα, με τίτλο Έγκλειστοι με την ενθάρρυν-ση του ποιητή Γ. Ξ. Στογιαννίδη και στο εξώφυλλο ένα σχέδιομε κάρβουνο δικό μου.

222

Να κλείσω με μια ανακεφαλαίωση:Ανήκω στη λεγόμενη δεύτερη μεταπολεμική γενιά, με συμ-

βατικούς προσδιορισμούς, σ’ αυτούς που γεννήθηκαν κάπουμεταξύ 1930-1940 και πρωτοδημοσίευσαν κάπου μεταξύ1951-1967, χωρίς να αποκλείονται οι εξαιρέσεις. Τους ποιη-τές της γενιάς μου προσδιορίζει ο πόλεμος, η Κατοχή, ο Εμ-φύλιος, αλλά η ωρίμανση αρχίζει μέσα στη μισαλλόδοξη πε-ρίοδο του μετεμφυλιακού κράτους που εδραιώνεται μετά τηνήττα της Αριστεράς. Η κρίση της ελληνικής κοινωνίας ακόμηεκεί έχει της ρίζες της. Οι ποιητές της γενιάς μου αναγκά-σθηκαν, από τις συνθήκες, σε μια αναδίπλωση για να επι-βιώσουν ακόμη και βιολογικά μέσα στην καθημαγμένη επο-χή, μέσα στην ερήμωση, γι’ αυτό και δεν ομαδοποιήθηκαν,δεν δημιούργησαν κοινά εκφραστικά μέσα, κοινούς χώρους.Υπάρχουν σαν μοναχικές φωνές. Κοινό τους χαρακτηριστικόη στέρηση για τα πράγματα της ζωής, ένα αίσθημα μόνωσης,η τραγική αντίληψη του κόσμου. Δεν είχαν ποτέ το αίσθηματου κορεσμού, της σπατάλης, την πολυτέλεια του περιττού,δεν είχαν τίποτε δικό τους, ή είχαν πολύ αργά για να το α-πορρίψουν. Σε μια εποχή διάψευσης προσδοκιών και ορα-μάτων, θέλοντας να μείνουν πιστοί στον εαυτό τους, αρνή-θηκαν την προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα με γνώση καιδεν πήραν μέρος στην κοινωνική διαρπαγή της καινούργιαςΕποχής.

Ήταν λοιπόν μια εποχή με στερήσεις και αφανισμούς.Πλούσια όμως σε γεγονότα, σε ανθρώπινα αισθήματα και ο-ράματα. Πλούσια σε συντροφικά βιώματα. Οι ποιητές της γε-νιάς μου σήκωσαν τις φτωχές τους λέξεις και πορεύτηκαν

στην έρημο της Εποχής. Ακόμη πορεύονται.

222

Γράφοντας λοιπόν κατέληξα πως έπρεπε να δέσω το ιδιω-τικό με το δημόσιο, το υπαρξιακό με το κοινωνικό, γιατί έτσιθα μπορούσα να μιλήσω για τον κόσμο και μιλώντας για τουςάλλους ίσως θα τολμούσα να βρω τον τρόπο να μιλήσω και γιατον εαυτό μου.

Η ΨΥΧΗ ΜΑΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΩΝΗ ψυχή μαςκαρφωμένο τομάρι στην τάβλα.

Μεγαλώσαμε όπως το δέντρο απλώνει σταθερά τους κύκλουςτου,ενώ οι εμπρηστές το απειλούνε,ταξιδέψαμε ακίνητοικι οι ρίζες μας πέσανεσε καθαρές φλέβες, σε σάπια νερά,ο κεραυνός πολλές φορές μας διάλεξε για καταφύγιο,

δεν αρνηθήκαμε την ψυχή μαςγιατί ο πόνος δεν είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος,γιατί η αγάπη δεν είναι το έσχατο όριο.

Η ψυχή μαςτομάρι στην τάβλα,με καρφιά και γάντζους,κάθε μέραστα χέρια των κερδοσκόπων.

[Το κείμενο αυτό διαβάστηκε σε εκδήλωση που οργάνωσετο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Καλαμαριάς και το περιο-δικό ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ του Γιώργου Κορδομενίδη για τον συγ-γραφέα Πρόδρομο Χ. Μάρκογλου]

Αυτοσχόλια, ποιητή και πολίτη

ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΜΑΡΚΟΓΛΟΥ