Τωβίτ

64

Transcript of Τωβίτ

- Εγώ

ο Τωβίτ

σ’ όλη μου

τη ζωή ακολούθησα τον δρόμο της αλήθειας και της δικαιοσύνης.

-Μοιραζόμουν το φαγητό μου με τους συμπατριώτες μου.

-Θύμωσε ο βασιλιάς

-Από πλούσιοι γίναμε πάμφτωχοι.

Μέχρι που τον

χτύπησε και η

τελευταία μαχαιριά η τύφλωση.

• Δόξαζε

ακατάπαστα

τον ουράνιο δωρεοδότη.

Μια σύζυγο πιστή σαν την Άννα και ένα γιο σαν τον Τωβία.

• Έτσι περνούσε

μέρα

τη μέρα

τη φτωχή και άσημη ζωή του.

-Μονάχα στην σκέψη, στη φρόνιμη συμβουλή του.

• -Εκεί κάτω στους Ράγους της Μηδείας ζει ένας καλός άνθρωπος.

ΡΑΓΟΥΣ ΤΗΣ ΜΗΔΕΙΑΣ

-Να του τα ζητούσες.

-Θα κάνω όπως προστάξεις πατέρα.

• -Να σταματήσεις στο σπίτι του Ραγουήλ.

-Έχει μια κόρη Σάρα την λένε.

• -Να σταματήσεις στα Επτάβανα να ξεκουραστείς. Πες τους και το δικό μου βάσανο. Πες του να προσεύχεται στο Θεό μη και λυγίσω.

-Κι εγώ πολύ τους σκέφτομαι συνεχίζω έντονα να προσεύχομαι για το άρρωστο

παιδί τους.

Ο Θεός να σε ευλογεί. Να ξέρεις όμως ότι θα ευλογήσω το ταξίδι εάν

βρεις ένα κατάλληλο άνθρωπο.

-Έξω από την πόρτα τους βρήκε.

• -Εγώ θα έρθω μαζί σου στην μακρινή πόλη και θα φέρω τα λεφτά.

-Καλός του φάνηκε ο ξένος του Τωβία.

Γνωστικός έμοιαζε . Αυτοσυστήθηκε με το

όνομα Αζαρίας.

-Ο Θεός είχε στείλει τον κατάλληλο άνθρωπο.

• Ήταν μαζί και ο σκύλος τους.

• -Η πορεία τους ήταν ήσυχη.

• Γρήγορα έφτασαν στον ποταμό Τίγρη.

-Απειλήθηκε από ένα ψάρι. Τότε ο Αζαρίας με κάποιο τρόπο

ηγεμονικό του λέει. Μη φοβάσαι τράβηξε το ψάρι στη στεριά.

-Τράβηξε το στην αμμουδιά. Άνοιξέ την κοιλιά του ψαριού και πάρε το συκώτι τη χολή και την καρδιά. Θα σου χρειαστούν αυτά στο σπίτι του

Ραγουήλ.

-Ο σκύλος βλέποντας όλα αυτά γαύγισε

δυνατά. Κάρφωσε το βλέμμα του

στον Αζαρία σαν να έβλεπε κάτι

υπερκόσμιο.

-Ο Τωβίας από την

πρώτη στιγμή τον

εμπιστεύτηκε. Γι’ αυτό και τώρα δεν

αμφέβαλε .

-Πως θα στηνόταν αυτό το νέο σπιτικό. Έχει ο Θεός

σκεφτόταν μονάχος του. Υπάκουσε.

Η σκέψη του συχνά πήγαινε

στο Ραγουήλ και στην

αρρώστια της Σάρας.

-Τη Σάρα θα παντρευτώ. Έχω

ακούσει ότι αυτή η κόρη είναι άρρωστη.

Αυτό είναι το θέλημα του Θεού.

Αυτός θα την θεραπεύσει.

-Στο σπίτι του Ραγουήλ έφτασαν γρήγορα όπως τα είχε πει ο

Αζαρίας.

Ο Ραγουήλ πολύ χάρηκε με τον ερχομό τους.

Τότε πήρε το λόγο ο Αζαρίας και είπε :-Ραγουήλ ο φίλος

μου ο Τωβίας ήρθε για να πάρει γυναίκα

του την κόρη σου.

-Αν πάρεις γυναίκα σου την κόρη μου θα πεθάνεις

πριν ξημερώσει.

- Εγώ σε αγάπησα κιόλας. Αν θέλεις έλα να παντρευτούμε.

• -Κι εγώ σε αγάπησα. Αλλά αν παντρευτούμε θα πεθάνεις πριν ξημερώσει.

• -Δεν θα πεθάνεις να θυμηθείς τα εντόσθια του ψαριού.

Έτσι ο Τωβίας και η Σάρα παντρεύτηκαν.

• Ο πιστός φίλος του Τωβία πήγε και κόλλησε στην πόρτα.

-΄Ακουσα τα γαυγίσματα του σκύλου και έτρεξα δίπλα στην πόρτα. Κι άκουσα την Σάρα να

βάζει τις φωνές.

-΄Εβαλε την καρδιά

και το συκώτι του

ψαριού.

-Σταμάτα ! Ο Τωβίας είναι ζωντανός.

-΄Εφυγε μακριά. Και μεις από δω και πέρα θα ζήσουμε ευτυχισμένοι.

Ετοίμασε γαμήλιο γλέντι.

-Εσύ μείνε εδώ.

-Θα πάω να φέρω τα λεφτά.

• Στο διάστημα αυτό συνέχισε το ταξίδι του.

• -Βρήκε το Γαβαήλ που πρόθυμα επέστρεψε τα χρήματα.

Μέσα σε μια μέρα και μια

νύχτα.

Ο Τωβίας παραξενεύτηκε.

Κίνησαν όλοι μαζί για το σπίτι τους.

• -Εσύ είσαι γιε μου.

Ο Αζαρίας είπε στον Τωβία. - Μη του γνέφεις δεν μπορεί να σε δει θυμήσου όμως τη χολή

του ψαριού.

Του έτριψε τα μάτια

• Αυτό ήταν από τότε ο Τωβίτ ξαναβρήκε το φως του.

Από δω η γυναίκα μου η Σάρα.

Έφτασε η ώρα να ανταμείψουν το Αζαρία.

Να του δώσουμε τα μισά χρήματα.

Όχι Τωβία. Εγώ είμαι φίλος σου αλλά δεν είμαι ο Αζαρίας.

Είμαι ο Ραφαήλ.

Εγώ ήμουν που σε συνόδευα στις καλές σου πράξεις.

• Εγώ φέρνω τις προσευχές στο θρόνο του Θεού.