ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ...

17
1 Α' ΑΡΣΑΚΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΨΥΧΙΚΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΦΥΛΑΚΗ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΚΑΡΟΥΜΠΑΛΗΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2013-2014 ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΑΛΤΑΣ

Transcript of ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ...

1

Α' ΑΡΣΑΚΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΨΥΧΙΚΟΥ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΦΥΛΑΚΗ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΚΑΡΟΥΜΠΑΛΗΣ

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2013-2014

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΑΛΤΑΣ

2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ

ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΕΦΣΚΙ

Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1821 στη Μόσχα .Ο πατέρας του ήταν γιος

κληρικού, και δεν ήταν αριστοκράτης. Σύμφωνα με την παράδοση της εποχής

θα έπρεπε να γίνει και αυτός κληρικός, κατόρθωσε όμως να

σπουδάσει ιατρική, έγινε στρατιωτικός γιατρός και με τη σταδιοδρομία του

αυτή μπήκε στην κληρονομική αριστοκρατία. Φεύγοντας από τη στρατιωτική

υπηρεσία τελείωσε την καριέρα του ως διευθυντής ενός πτωχοκομείου

στη Μόσχα. Έτσι η κοινωνική

αφετηρία του Ντοστογιέφσκι

βρισκόταν κατά κάποιον τρόπο στο

σύνορο της αριστοκρατίας και

των Rasnotchinzen , οι οποίοι είναι

άτομα του μη αριστοκρατικού μεσαίου

στρώματος, με προσωπικές

ικανότητες και επιτεύγματα, τα οποία

είχαν κατορθώσει να αποκτήσουν

πρόσβαση στο ανώτερο στρώμα,

κυρίως ως καλλιτέχνες,

δημοσιογράφοι, συγγραφείς, δάσκαλοι

(ιδίως οικοδιδάσκαλοι), γιατροί, επίσης

σε άλλα επαγγέλματα διανοουμένων

που ως προϋπόθεση είχαν ένα

υψηλότερο πνευματικό επίπεδο. Έτσι, ο πατέρας του ήταν «ευγενής πρώτης

γενιάς κι από νομική άποψη ανήκε στα προνομιούχα ανώτερα στρώματα,

χωρίς όμως μεγάλη κοινωνική θέση.» Ο πατέρας του Ντοστογιέφσκι θα

αγοράσει το 1831 ένα μεγάλο αγρόκτημα με τρία χωριά και για να εξασφαλίσει

την οικογένειά του και για να έχει πρόσβαση στην αριστοκρατία. Έτσι ο

νεαρός Φιοντόρ «δεν μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και στη στέρηση» αλλά

μέσα σε συνεχείς οικονομικούς υπολογισμούς και παρατηρώντας την

πραγματική φτώχεια στους ασθενείς του πτωχοκομείου. Ο πατέρας του θα

δολοφονηθεί το 1839 επειδή ήταν ιδιαίτερα μισητός από τους χωρικούς λόγω

του σκληροτράχηλου και αυταρχικού του χαρακτήρα. Ο Ντοστογιέφσκι ύστερα

από μία αρχική κατ΄ οίκον διδασκαλία πήγε οικότροφος σε δύο σχολεία

στη Μόσχα, ένα από τα οποία γαλλικό. Όταν τέλειωσε το σχολείο συνέχισε τις

σπουδές του στην Πετρούπολη σε κρατική στρατιωτική σχολή μηχανικών και

για σύντομο χρονικό διάστημα άσκησε αυτό το επάγγελμα.

3

Το 1843 αποχωρώντας οριστικά από αυτό το επάγγελμα έλαβε την απόφαση

να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη λογοτεχνία. Αυτό δεν ήταν παρά το

αποτέλεσμα μίας μακράς πορείας, η οποία ξεκινούσε από τα χρόνια της

σχολικής εκπαίδευσής του: σταθερός ήταν ο προσανατολισμός του

στη λογοτεχνία.

Τον Απρίλιο του 1849 ο Ντοστογιέφσκι συνελήφθη και πέρασε από έκτακτο

στρατοδικείο. Η κατηγορία ήταν για συμμετοχή σε προδοτική συνωμοσία. Την

άνοιξη του 1849 είχε προσχωρήσει σε μια πολιτικοφιλοσοφική λέσχη που

έγινε γνωστή ως κίνηση Πετρασέφσκι. Η ποινή που επιβλήθηκε στον

Ντοστογιέφσκι ήταν τέσσερα χρόνια καταναγκαστικά έργα και στρατιωτική

υπηρεσία ως απλός στρατιώτης για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Στο

δικαστήριο δεν αρνήθηκε ούτε τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του ούτε το

ενδιαφέρον του για τον ουτοπικό σοσιαλισμό, ιδιαίτερα για τις ιδέες του Σαρλ

Φουριέ ή τη διαμαρτυρία του για πολλά φαινόμενα της ρωσικής

πραγματικότητας. Στις 16 Νοεμβρίου 1849 ο Ντοστογιέφσκι και οι σύντροφοί

του δικάστηκαν και καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Ακολούθησε ένας πόλεμος

νεύρων με εικονικές εκτελέσεις και ατέλειωτες ώρες παραμονής σε μια

πλατεία της Πετρούπολης, στις 22 Δεκεμβρίου του 1849, σε αναμονή του

εκτελεστικού αποσπάσματος. Η ποινή του μετατράπηκε τελικά σε τετραετή

εξορία και καταναγκαστικά έργα στο Ομσκ της Σιβηρίας. Το φθινόπωρο

του 1855 έγινε υπαξιωματικός και τον επόμενο χρόνο προήχθη σε

αξιωματικό. Τον Μάρτιο του1859 του επιτράπηκε να επιστρέψει στην

Ευρωπαϊκή Ρωσία, όχι όμως ακόμα στις μεγάλες πόλεις. Αυτό θα γίνει

τον Δεκέμβριο του 1859. Την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας θα κάνει

τον πρώτο του γάμο: γνωρίζει και παντρεύεται τον Φεβρουάριο του 1857 την

Μαρία Ισάγιεβα που λίγο πριν είχε χηρέψει.

Το 1859 επέστρεψε στην Πετρούπολη και εξέδωσε μαζί με τον αδελφό του

δύο περιοδικά τα οποία, όμως, δεν σημείωσαν επιτυχία με αποτέλεσμα ο

Ντοστογιέφσκι να βρεθεί καταχρεωμένος. Ο μόνος τρόπος για να

συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Την

ίδια περίοδο εκδηλώθηκε το σχεδόν νοσηρό του πάθος για τα τυχερά

παιχνίδια-ακριβώς ως αποτέλεσμα αυτής της οικονομικής δυσχέρειας- που

τον έφερε στο χείλος της υλικής και της σωματικής καταστροφής. Σε αυτό το

διάστημα έγραψε τα καλύτερα του έργα: Ο παίκτης, Οι αδερφοί

Καραμάζωφ, Έγκλημα και Τιμωρία, Ο Ηλίθιος, Οι δαιμονισμένοι. Όταν

κατάφερε πλέον να ανασάνει από το βάρος των χρεών ανέλαβε τη διεύθυνση

του περιοδικού Πολίτης και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του

περιοδικό, Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα, που σε αντίθεση με τις

προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία. Πέθανε

το 1881 στην Πετρούπολη σε ηλικία 60 ετών.

4

ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΣΟΛΖΕΝΙΤΣΙΝ

Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1918 στην πόλη Κισλοβόντσκ

της Σταυρούπολης και ανατράφηκε από τη μητέρα του Ταϊσίγια, κόρη ενός

εύπορου κτηματία που έχασε την περιουσία του μετά την Οκτωβριανή

Επανάσταση. Ο πατέρας του Ισαάκ,

πρώην αξιωματικός του αυτοκρατορικού στρατού, είχε σκοτωθεί

σε κυνηγετικό ατύχημα λίγο μετά τη σύλληψή του. Σπούδασε μαθηματικά στο

Πανεπιστήμιο του Ροστόβ (Ντον), ενώ

ταυτόχρονα παρακολουθούσε

μαθήματα δια αλληλογραφίας

του μοσχοβίτικου Ινστιτούτου

Φιλοσοφίας, Λογοτεχνίας και Ιστορίας.

Αυτή την περίοδο γνώρισε την πρώτη

του σύζυγο Ναταλία Ρεσετόβσκαγια,

φοιτήτρια χημείας, με την οποία

παντρεύτηκε στις 7

Απριλίου 1940 (χώρισαν δώδεκα χρόνια

αργότερα, αλλά ξαναπαντρεύτηκαν το

'57 και ξαναχώρισαν το '72).Κατά

το Μεγάλο Πατριωτικό

Πόλεμο υπηρέτησε ως

αξιωματικός Πυροβολικού του Κόκκινο

Στρατού και παρασημοφορήθηκε δύο

φορές για τα κατορθώματα της μονάδας που διοικούσε. Κατά τα τέλη του

πολέμου όμως συνελήφθη, διότι σε ένα γράμμα προς φίλο του αναφερόταν

ειρωνικά για την προσωπικότητα και τις ικανότητες του Ιωσήφ Στάλιν.

Συνεπεία τούτου κατηγορήθηκε για αντισοβιετική προπαγάνδα (το διαβόητο

άρθρο 58 του σοβιετικού Ποινικού Κώδικα επί Στάλιν) και μεταφέρθηκε στη

Μόσχα για ανάκριση. Στις 7 Ιουλίου 1945 καταδικάσθηκε σύμφωνα με το

άρθρο 58 σε ισόβια εκτόπιση και οκταετή καταναγκαστική εργασία από ένα

έκτακτο δικαστήριο, στο οποίο δεν κλήθηκε καν να υπερασπισθεί τον εαυτό

του. Την πρώτη οκταετία της ποινής ο Σολζενίτσιν πέρασε από διάφορα

στρατόπεδα εργασίας στο ασιατικό τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης. Στη

συνέχεια τοποθετήθηκε σε «σαράσκα» (ερευνητικό κέντρο που απαρτιζόταν

από καταδικασμένους) και προς το τέλος σε ειδικό στρατόπεδο για πολιτικούς

κρατουμένους. Το 1953 έληξε η ποινή της καταναγκαστικής εργασίας, όμως

λόγω της ισόβιας εκτόπισης δε διέθετε ελευθερία μετακίνησης. Ήδη έπασχε

από καρκίνο, ο οποίος αντιμετωπίσθηκε την τελευταία στιγμή σε

ένα νοσοκομείο της Τασκένδης (1954).

5

Με την αποσταλινοποίηση μπόρεσε επιτέλους να επιστρέψει

στα ευρωπαϊκά εδάφη της χώρας, όπου εργάσθηκε ως καθηγητής μέσης

εκπαίδευσης. Παράλληλα επιδόθηκε στη συγγραφή, αλλά κρατούσε αυτή τη

δραστηριότητα μυστική. Χρόνια αργότερα, όταν αποδεχόταν το βραβείο

Νόμπελ, έγραψε για αυτήν την περίοδο πως όχι μόνο ήταν πεπεισμένος ότι δε

θα έβλεπε ούτε μια γραμμή από τα κείμενά του τυπωμένη, αλλά δεν άφηνε

ούτε τους πιο κοντινούς του ανθρώπους να τα διαβάσουν υπό το φόβο ότι θα

ξαναέμπλεκε. Τελικά το 1961 βρήκε το θάρρος να απευθυνθεί

στον ποιητή Αλεξάντερ Τβαρντόβσκι, αρχισυντάκτη του περιοδικού Νόβι Μιρ

(Νέος Κόσμος), δίνοντάς του το χειρόγραφο τού Μια μέρα στη ζωή του Ιβάν

Ντενίσοβιτς, όπου περιέγραφε μια μέρα από τη ζωή στο γκουλάγκ. Ο

Τβαρντόβσκι το δημοσίευσε στο περιοδικό τον επόμενο χρόνο, με ειδική

μάλιστα άδεια από το Νικήτα Χρουστσόφ. Ακολούθως εκδόθηκε σε βιβλίο.

Ο Ιβάν Ντενίσοβιτς προκάλεσε σοκ τόσο στη σοβιετική όσο και στην

παγκόσμια κοινή γνώμη. Δεν ήταν μόνο το ζήτημα της φρίκης των γκουλάγκ

που πραγματευόταν, αλλά και το γεγονός ότι ένα βιβλίο με τέτοιο περιεχόμενο

κυκλοφορούσε ελεύθερα και αλογόκριτα στη Σοβιετική Ένωση, δείχνοντας σε

ποιον βαθμό είχε φθάσει η αποσταλινοποίηση. Σύντομα εκδόθηκε στις

περισσότερες γλώσσες του κόσμου - οι πρώτες εκδόσεις στα αγγλικά έγιναν

σχεδόν ταυτόχρονα με τη ρωσική έκδοση, το 1963.

Το «διάλειμμα ελευθερίας» για το σοβιετικό πνευματικό κόσμο ήταν μικρό -

το 1964 ο Χρουστσόφ εξαναγκάσθηκε σε παραίτηση και τις τύχες της ΕΣΣΔ

ανέλαβε ο Λεανίντ Μπρέζνιεφ. Ο Σολζενίτσιν ξανάρχισε να έχει προβλήματα

με τις αρχές. Το 1965 η μυστική αστυνομία κατέσχεσε κάποια χειρόγραφά του

και γενικά σε κάθε ευκαιρία τού γινόταν σαφές ότι βρίσκεται σε δυσμένεια.

Όταν το 1970 του απενεμήθη το Νόμπελ Λογοτεχνίας, δεν τόλμησε να πάει

στη Στοκχόλμη για να το παραλάβει, φοβούμενος ότι θα του αρνούνταν την

επανείσοδο στη χώρα.

Το 1973 κυκλοφόρησε στη Δύση το σπουδαιότερο έργο του, το Αρχιπέλαγος

Γκουλάγκ . Οι σοβιετικές αρχές εξοργίσθηκαν, αλλά λόγω της παγκόσμιας

αναγνωσιμότητας του αδυνατούσαν να λάβουν ποινικά μέτρα εναντίον του.

Τελικά το 1974 πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει τη χώρα, αποστερούμενος

τη σοβιετική ιθαγένεια. Πέρασε για λίγο από τη Δυτική Γερμανία και

την Ελβετία, ώσπου τελικά εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ - αρχικά

στην Καλιφόρνια, μετά από πρόσκληση του Πανεπιστημίου Στράτφορντ, και

από το 1976 στο Βερμόντ. Μολονότι στις ΗΠΑ έχαιρε μεγάλων τιμών και

απόλυτης ελευθερίας (για πρώτη φορά στη ζωή του), ουδέποτε ένιωσε άνετα.

Γενικά αντιπαθούσε την κυρίαρχη κουλτούρα της τηλεόρασης, ενώ

χαρακτηριστικά δεν κατάφερε ποτέ να μιλήσει καλά αγγλικά. Ασχολήθηκε

κυρίως με τη συγγραφή ενός πολύτομου έργου για την ιστορία της μετάβασης

από την τσαρική στην κομμουνιστική Ρωσία υπό τον τίτλο Κόκκινος Τροχός .

Το 1990 η κυβέρνηση Γκορμπατσόφ τού επαναχορήγησε τη

σοβιετική ιθαγένεια, αλλά ο Σολζενίτσιν επέστρεψε μόνο μετά τη διάλυση της

ΕΣΣΔ το 1994 μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του. Τα παιδιά τους προτίμησαν να

παραμείνουν στις ΗΠΑ. Εγκαταστάθηκαν σε μία εξοχική κατοικία στη δυτική

Μόσχα, όπου έζησε μέχρι το θάνατό του στις 3 Αυγούστου του 2008, σε

ηλικία 89 ετών.

6

Σε αυτά τα τελευταία χρόνια ο κλονισμός της υγείας του ήταν εμφανής.

Ασχολήθηκε κυρίως με δύο έργα, το Σιτάρι ανάμεσα στις μυλόπετρες

(μυθιστορηματική βιογραφία για τη ζωή του στην Αμερική) και το Διακόσια

χρόνια μαζί (η ιστορία της εβραϊκής κοινότητας στη Ρωσία), τα οποία

κυκλοφόρησαν στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

ΣΤΗΝ ΡΩΣΙΑ ΤΟΥ 19ου ΚΑΙ 20ου ΑΙΩΝΑ

19ος Αιώνας

Στη Ρωσία στα μέσα του 19ου αιώνα έγιναν μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που

σε συνδυασμό με το ιστορικό φόντο της εποχής επηρέασαν την μετέπειτα

ιστορία.

Έτσι λοιπόν ξεκινώντας από το 1853 όπου

η Ρωσία αρχικά εισβάλλει στις Οθωμανικές

επαρχίες της Μολδοβλαχίας, γεγονός που

οδηγεί στον Κριμαϊκό πόλεμο. Λίγους μήνες

αργότερα, το 1854, Άγγλοι και Γάλλοι

τάσσονται υπέρ των Οθωμανών, ενώ

προκειμένου να αποφύγουν τον πόλεμο και

με τη Αυστροουγγαρία τα ρώσικα

στρατεύματα αποχωρούν από την

Μολδοβλαχία. Ένα χρόνο περίπου

αργότερα, πεθαίνει ο τσάρος Νικόλαος και

τον διαδέχεται ο γιος του Αλέξανδρος Β'

ενώ το 1856 υπογράφεται συνθήκη ειρήνης

λήγοντας τον Κριμαϊκό Πόλεμο. Έτσι Η

Μαύρη Θάλασσα αποστρατικοποιείται. Η Ρωσία χάνει τις εκβολές του

Δούναβη, παύει να θεωρείται προστάτης των χριστιανών υπηκόων της

Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και χάνει την επιρροή της πάνω στα πριγκιπάτα

του Δούναβη. Δύο χρόνια αργότερα, στην ανατολή, υπογράφεται η Συνθήκη

του Αϊγκούν όπου τα Ρωσοκινεζικά σύνορα μεταφέρονται ανατολικά στον

ποταμό Αμούρ. Τρία χρόνια μετά έρχεται μια χρονιά ορόσημο για την Ρωσία

καθώς καταργείται η δουλοπαροικία με διάταγμα στις 19 Φεβρουαρίου του

1861. Η καταργηθείσα αγγαρεία όμως αντικαταστάθηκε από τις «πληρωμές

εξαγοράς», δηλαδή οι απελευθερωμένοι δουλοπάροικοι υποχρεώθηκαν να

εξαγοράσουν από τους γαιοκτήμονες το κομμάτι γης το οποίο καλλιεργούσαν

,στο πλαίσιο των σχέσεων δουλοπαροικίας, για τον εαυτό τους. Για μια

ολόκληρη περίοδο μετά τη θεσμοθέτηση της μεταρρύθμισης, οι αγρότες

υποχρεώνονταν να καταβάλλουν δόσεις σε χρήμα, είδος, ή εργασία προς

τους γαιοκτήμονες, μέχρι να εξοφλήσουν ολόκληρο το ποσό της εξαγοράς.

Μετέπειτα, το 1863 έχουμε την Εξέγερση του Ιανουαρίου , που ήταν

8

ουσιαστικά αντιρωσική, και έγινε στην Πολωνία. Τον Μάιο του 1864 τελειώνει

ο πόλεμος του Καυκάσου ενώ τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς γίνονται

μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα στη Ρωσία ενώ το 1867 γίνεται η

εξαγορά της Αλάσκας από τους Αμερικανούς.

Πρέπει να σημειωθεί ότι την περίοδο πριν την κατάργηση της

δουλοπαροικίας, οι δουλοπάροικοι, ή μουζίκοι, που ήταν αγράμματοι και είχαν

ελάχιστα δικαιώματα και αποτελούσαν την συντριπτική πλειοψηφία του

πληθυσμού κάτι το οποίο καθιστούσε τη Ρωσία μια οικονομία που στηριζόταν

κυρίως σε αγροτικό επίπεδο. Η βιομηχανία εκείνη την περίοδο αποτελούσε

ένα μικρό κομμάτι της οικονομίας και για αυτό οι εργάτες αποτελούσαν την

μειοψηφία. Παράλληλα υπήρχαν και άλλες τάξεις, όπως αυτή των

Rasnotchinzen που ήταν άνθρωποι του μεσαίου κοινωνικού στρώματος.

Κυρίως ήταν άτομα με προσωπικές ικανότητες και επιτεύγματα, τα οποία

είχαν κατορθώσει να αποκτήσουν πρόσβαση στο ανώτερο στρώμα, κυρίως

ως καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, δάσκαλοι (ιδίως

οικοδιδάσκαλοι), γιατροί, επίσης σε άλλα επαγγέλματα διανοουμένων που ως

προϋπόθεση είχαν ένα υψηλότερο πνευματικό επίπεδο. Τέλος ήταν και οι

αριστοκράτες που ήλεγχαν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις και ήταν το ανώτερο

κοινωνικό στρώμα.

20ός Αιώνας

Το 1917 ήταν χρονιά ορόσημο για την Ρωσία αλλά και για όλο τον κόσμο

καθώς λαμβάνει χώρα η Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση και η Ρωσική

Αυτοκρατορία διαλύεται και έρχεται στη θέση της, και σχηματίζεται για πρώτη

φορά ένα σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό κράτος, η Ε.Ε.Σ.Δ.. Αυτό είχε ως

αποτέλεσμα μια σειρά από μεταρρυθμίσεις στη Ρωσία που επέφεραν μεγάλες

αλλαγές στην οικονομία, αλλά και ανακούφιση στα κατώτερα εργατικά

στρώματα.

Πρώτα, καθιερώθηκε ένα ωράριο εργασίας 41 ωρών την εβδομάδα, ενώ

μεταξύ των ηλικιών 16-18 36, 15-16 24 ώρες ενώ για τα ανθυγιεινές εργασίες

επίσης 36. Σε όλους τους εργαζόμενους εξασφαλίζονταν μέρες εβδομαδιαίας

ανάπαυσης και ετήσιες άδειες με αποδοχές. Επίσης, μεγάλη προσοχή δόθηκε

στις κοινωνικές ασφαλίσεις, στην ασφάλεια και στην υγιεινή της εργασίας, στις

εργαζόμενες μητέρες αλλά και στο υγειονομικό αλλά και εκπαιδευτικό

σύστημα. Αυτά βοήθησαν στο να υπάρχουν συντάξεις για γηρατειά, για

αναπηρία, και λόγω απώλειας του προστάτη της οικογένειας. Το όριο ηλικίας

για συνταξιοδότηση, λόγω γηρατειών, για τους άνδρες ήταν τα 60 χρόνια, για

τις γυναίκες τα 55 χρόνια. Οι εργάτες και υπάλληλοι που απασχολούνταν σε

βαριές και ανθυγιεινές εργασίες, έπαιρναν σύνταξη στα 50 χρόνια ηλικίας οι

άνδρες και στα 45 οι γυναίκες. Συμπληρωματικά ευεργετήματα, τόσο ως προς

την ηλικία όσο και ως προς τα χρόνια υπηρεσίας, παρέχονταν κατά τη

9

συνταξιοδότηση των γυναικών που γέννησαν από 5 παιδιά και πάνω και τα

μεγάλωσαν ως τα 8 τους χρόνια. Επίσης, μόνο το πρώτο μισό της δεκαετίας

του ’80, μειώθηκαν κατά 20% τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές

ασθένειες.

Καθιερώθηκε

δωρεάν σύστημα

υγείας, με

δωρεάν παροχή

φαρμάκων,

επιτρέποντας έτσι

να επιτευχθεί μια

άνοδος του

μέσου όρου

θνησιμότητας.

Τέλος σημαντικές

ήταν και οι

μεταρρυθμίσεις

στο εκπαιδευτικό σύστημα. Καθιερώθηκε δωρεάν παιδεία που είχε ως

αποτέλεσμα μεταξύ της περιόδου 1920-1940 να μάθουν γράμματα 60

εκατομμύρια ενήλικες, φτάνοντας το 1959 όπου ο αναλφαβητισμός είχε

εξαφανιστεί. Τέλος η δύναμη της θρησκείας είχε περιοριστεί σημαντικά καθώς

σύμφωνα με τα κομμουνιστικά ιδεώδη η θρησκεία αποτελεί έναν

αναχρονιστικό δεσμό που τείνει να καταπιέζει τον λαό. Εκτός από αυτές τις

μεταρρυθμίσεις εκείνης την περιόδου είχε προηγηθεί ο Μεγάλος Πατριωτικός

Πόλεμος που έληξε με την οριστική νίκη του Κόκκινου Στρατού εις βάρος των

ναζιστικών γερμανικών δυνάμεων στο Βερολίνο στις 8 Μαΐου του 1945,

γεγονός που ανέδειξε την Σοβιετική ένωση σε υπερδύναμη.

Μετά από τον πόλεμο ο Στάλιν παρέμεινε αρχηγός της Ε.Σ.Σ.Δ. μέχρι το 1953

όπου και πέθανε. Στην διάρκεια που ήταν στην εξουσία συνέβησαν πολλά

αμφιλεγόμενα γεγονότα που οδήγησαν και στον Ψυχρό Πόλεμο. Εισήγαγε την

αναγκαστική αγροτική κολεκτιβοποίηση. Η αρχή της κολεκτιβοποίησης ήταν

ότι θα αντικαθιστούσε τα μικρής κλίμακας μη μηχανοποιημένα και ελάχιστα

παραγωγικά αγροκτήματα με μεγάλης κλίμακας μηχανοποιημένα

αγροκτήματα που θα παρήγαγαν προϊόντα πιο αποδοτικά. Στα μέσα με τέλη

της δεκαετίας του 30' έγιναν τέσσερις δίκες που έμειναν γνωστές ως δίκες της

Μόσχας. Εκεί έγιναν εκατοντάδες ομαδικές εκτελέσεις με στόχο τους εχθρούς

του καθεστώτος του Στάλιν. Επίσης κατά τη διάρκεια της εξουσίας του

εκατομμύρια βρέθηκαν στα γκουλάγκ, κυρίως στη Σιβηρία, όπου οι συνθήκες

διαβίωσης ήταν απάνθρωπες και οι περισσότεροι που κατέληγαν εκεί

πέθαιναν.

Μετά τον θάνατό του όμως, όπου την εξουσία την ανέλαβε ο Χρουστσόφ,

υπήρξε μια περίοδος δέκα χρόνων περίπου, αποσταλινοποίησης. Σε χιλιάδες

10

κρατούμενους στα στρατόπεδα εργασίας επιτράπηκε να επιστρέψουν πίσω,

ενώ έδωσαν την ελευθερία σε αρκετούς συγγραφείς και δημοσιογράφους να

επικρίνουν τον Στάλιν. Εικόνες και αγάλματα του Στάλιν αφαιρέθηκαν, και έτσι

απομυθοποιήθηκε η εικόνα του. Παρ'όλα αυτά το σύστημα που δημιούργησε

ο Στάλιν παρέμεινε και με την αποχώρηση του Χρουστσόφ, η περίοδος αυτή

της αποσταλινοποίησης τέλειωσε. Έτσι οι μετέπειτα ηγέτες της Σοβιετικής

Ένωσης ακολούθησαν το σύστημα αυτό προκειμένου να προφυλάξουν την

εξουσία τους.

11

KΕΦΑΛΑΙΟ Δ'.

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΔΥΟ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥΣ

Πριν αναλυθούν οποιεσδήποτε διαφορές ή ομοιότητες είναι σημαντικό να

αναφέρουμε ότι και τα δύο έργα είναι εκπληκτικά κομμάτια της Ρωσικής και

πιθανότατα και παγκόσμιας λογοτεχνίας. Έτσι είναι αρκετά δύσκολο να

βρούμε αφορμές για να πούμε αν κάποιο έργο είναι υψηλότερης ποιότητας ή

όχι δεδομένου ότι γράφτηκαν και σε διαφορετικές εποχές και περιστάσεις.

Ξεκινώντας λοιπόν μια εμφανής ομοιότητα είναι ότι και ο Ντοστογιέφσκι αλλά

και ο Σολζενίτσιν είναι συγγραφείς με παγκόσμια φήμη και επίσης το

αποτύπωμα των δύο

αυτών έργων ήτανε

τεράστιο καθώς επίσης

έχουν μεταφραστεί σε έναν

μεγάλο αριθμό γλωσσών.

Ο βασικότερος λόγος για

το ότι τα δύο αυτά έργα

είχαν τόσο μεγάλη

απήχηση και μέχρι σήμερα

βρίσκονται αναγνώστες να

τα διαβάζουν και ειδικοί να

τα αναλύουν, είναι ότι μας

δίνουν μια σαφή εικόνα

στους ανθρώπους αλλά

και της κοινωνίας των αναφερόμενων εποχών. Ξεκινώντας λοιπόν με το

προγενέστερο βιβλίο, συμπεραίνουμε πρώτον ότι η πλειοψηφία των

ανθρώπων ήτανε οι λεγόμενοι <<μουζίκοι>> γνωστοί ως δουλοπάροικοι.

Αυτή η ομάδα ατόμων ήταν κυρίως αγράμματοι και δούλευαν ως αγρότες.

Παρ' όλα αυτά έτρεφαν μεγάλη αγάπη για το θέατρο όπως και

καταλαβαίνουμε μέσα από το <<Αναμνήσεις από το σπίτι των Πεθαμένων>>

αφού όταν έρχεται η περίοδος των Χριστουγέννων οι κατάδικοι οργανώνουν

μια εκπληκτική παράσταση ενώ εν τω μεταξύ έχουν κοπιάσει για αυτήν και

έχουν συγκρατήσει την συμπεριφορά τους ώστε να μην ακυρωθεί. Στο <<Μια

ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς>> δεν έχουμε σαφής και τόσο εκτεταμένες

αναφορές αναφορικά με τον Ρωσικό λαό όμως μπορούμε να καταλάβουμε ότι

πια ακόμα περισσότεροι άνθρωποι έχουν έστω τις βασικές η ακόμα και

κάποιες πιο ειδικευμένες γνώσεις πράγμα το οποίο το καταλαβαίνουμε όταν

βλέπουμε να υπάρχει συνομιλία μεταξύ των καταδίκων για την τέχνη

12

παρουσιάζοντας διαφορετικές απόψεις για αυτήν λόγου χάρη ότι η τέχνη είναι

ένας τρόπος έκφρασης των ανθρώπων. Όμως, δεν βλέπουμε κάτι ανάλογο με

την θεατρική παράσταση που αναφέρει ο Ντοστογιέφσκι στον Σολζενίτσιν.

Επίσης, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι και τα δύο έργα δημοσιεύονται σε

σημαντικές στιγμές της ιστορίας. Το <<Οι αναμνήσεις από το σπίτι των

πεθαμένων>> βγαίνει το 1862, όπου έναν χρόνο πριν έχουμε την κατάργηση

του θεσμού της δουλοπαροικίας, ενώ το <<Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς>>

το 1962 όταν η Σοβιετική Ένωση διανύει ήδη εδώ και πέντε χρόνια μια

περίοδο αποσταλινοποίησης και έχουμε μεγαλύτερη ελευθερία λόγου και

κατάργηση αρκετών στρατοπέδων συγκέντρωσης και απελευθέρωση

αρκετών σοβιετικών καταδίκων. Επίσης ο Σολζενίτσιν εξέτισε δέκα χρόνια σε

στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Σιβηρία ενώ ο Ντοστογιέφσκι 4 χρόνια

καταναγκαστικής εργασίας στο Ομσκ.

Τώρα αναφορικά με την ζωή στη φυλακή υπάρχουν πολλά πράγματα τα

οποία μπορεί να ειπωθούν. Πρώτα, ας επικεντρωθούμε με το πρόγραμμα και

την ζωή των κρατουμένων. Ξύπνημα το πρωί, δουλειά, φαγητό ύπνος, είναι

τα τέσσερα βασικά στοιχεία που παρατηρούμε στον Σολζενίτσιν και πέρα από

αυτά δεν υπάρχει άλλη δραστηριότητα που να μπορούν να κάνουν οι

κατάδικοι. Αυτό οφείλεται όχι μόνο στην έλλειψη χρόνου αλλά και στις

συνθήκες ζωής στα γκουλάγκ. Οι κατάδικοι αναγκάζονται να ξυπνάνε το πρωί

τα χαράματα να κάνουν κοπιαστική εργασία μέχρι το μεσημέρι που κάνουν

διάλλειμα για το φαγητό, το οποίο φυσικά δεν φτάνει για να καλύψει τις

ανάγκες ενός κατάδικου με τέτοια εργασία εκτεθειμένο στις άγριες φυσικές

συνθήκες της Σιβηρίας, και μετά να ξαναγυρίσει στη δουλειά μέχρι να

βραδιάσει και να γυρίσει στα καταλύματα για να κοιμηθεί. Ένα τέτοιο

πρόγραμμα είναι λογικό να αναγκάζει τον κατάδικο να σκέφτεται τίποτα άλλο

εκτός από το πώς θα επιβιώσει. Δεν είναι παράξενο λοιπόν το ότι ο

Σολζενίτσιν περιγράφει μια ημέρα αφού όλες οι άλλες δεν διαφέρουν σε

τίποτα. Η σκληρή αυτή εργασία και οι φτωχές μερίδες δικαιολογούνταν με το

πρόσχημα της φιλόπονης και της πρόθυμης εργασίας προβάλλοντας ως

πρότυπα άτομα σαν τον Αλεξέι Σταχάνωφ, έναν εργάτη που το όνομα είχε

γίνει ταυτόσημο της εργατικότητας υπόδειγμα για όλους τους εργάτες σε μια

σοσιαλιστική κοινωνία. Είναι σχεδόν βέβαιο, πώς η Ε.Σ.Σ.Δ. χρησιμοποιούσε

τα γκουλάγκ προκειμένου να λυγίσει όλους τους πιθανούς αντιπάλους,

υπαρκτούς ή μη τρομοκρατώντας παράλληλα όλους τους υπολοίπους για να

μην εκφράζουν αντιρρήσεις σχετικά με τον τρόπο διακυβέρνησης. Αυτό

φαίνεται και από τις κατηγορίες για τις οποίες βλέπουμε τον κάθε κρατούμενο

να έχει καταδικαστεί. Ο ίδιος ο ήρωας του βιβλίου ο Σούχωφ, καταδικάστηκε

ως κατάσκοπος των γερμανών γιατί είχε αποδράσει από αυτούς κάποια

στιγμή του πολέμου. Αυτός ο σκοπός επιτυγχάνεται καθώς βλέπουμε τον

Σολζενίτσιν να λέει: <<Η σκέψη του κατάδικου δεν είναι ελεύθερη … Μια ιδέα

κρατάει σε μόνιμη ταραχή "Μήπως βρούνε το ψωμί μου στο αναρρωτήριο; Θα

με εξαιρέσουν το βράδυ στο αναρρωτήριο; Θα πάει ο Μπαινόφσκι στο

13

πειθαρχείο;">> Στον Ντοστογιέφσκι βλέπουμε επίσης ότι το φαγητό ήταν

ανεπαρκής για καλύψει τις ανάγκες ενός κρατουμένου, όμως ήταν πιο εύκολο

να βρουν καλύτερο φαγητό από τις γύρω περιοχές. Και εκεί οι κρατούμενοι

έκαναν χειρωνακτική εργασία όμως όχι σε τέτοιο βαθμό. Όλα αυτά επέτρεπαν

στους κρατουμένους να έχουν χρόνο να ασχοληθούν με κάτι δικό τους γιατί

αλλιώς όπως μας λέει και ο Ντοστογιέφσκι δεν περνούσε η ώρα. Έτσι ο

Ντοστογιέφσκι είχε τον χρόνο και την όρεξη να αναλογιστεί αυτά που γινότανε

γύρω του οδηγώντας τον σε αρκετά συμπεράσματα. Κατάλαβε μεταξύ άλλων

την εμπάθεια των μουζίκων απέναντι στους κατάδικους καθώς πολλά από τα

εγκλήματα των συγκρατουμένων του έγιναν από την άθλια κατάσταση στην

οποία είχαν βρεθεί, φτώχεια, πείνα, εξαθλίωση. Επίσης κάθισε και ανέλυσε

την φύση ενός εγκληματία και τι ήταν αυτό που ωθούσε έναν ήρεμο άνθρωπο

στο να διαπράξει ένα έγκλημα και συχνά αρκετά βίαιο. Επιπρόσθετα,

βλέπουμε ότι να έχουν τις αργίες ελεύθερες όπως η Κυριακή, τα

Χριστούγεννα, το Πάσχα αλλά και το Σαββάτο για τους Εβραίους και των

Μουσουλμάνων ανάλογα, γεγονός το οποίο μας δείχνει ότι υπήρχε και μια

θρησκευτική ανοχή πράγμα το οποίο δεν υπάρχει στη Σιβηρία αφού και τις

αργίες δούλευαν αλλά και άνθρωποι βρέθηκαν εκεί όπως ήταν αυτός ο

Βαπτιστής. Επίσης και οι δύο συγγραφείς μοιραζόντουσαν το ίδιο κρεβάτι με

έναν νεαρό που τον χαρακτήριζε αγνότητα και άλλα καλά χαρακτηριστικά.

Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι το πρωινό ξύπνημα είναι το ίδιο άγριο και

στις δύο περιπτώσεις όμως από τον Ντοστογιέφσκι λαμβάνουμε μια σχετικά

πιο ζωηρή απεικόνιση ενώ από τον Σολζενίτσιν παίρνουμε μια εικόνα εντελώς

υποτονική. Σπιουνιές και κλεψιές γινόταν και στα δύο στρατόπεδα αλλά ο

Ντοστογιέφσκι μας δίνει μια πιο αναλυτική εικόνα για τα <<καρφιά>> και ότι οι

υπόλοιποι κρατούμενοι τους σέβονταν ενώ ο Σολζενίτσιν μας αναφέρει ότι

τους σκότωναν και τους μισούσαν. Υπήρχαν επίσης και οι λαθρέμποροι οι

οποίοι έβαζαν μες το ποτά σουγιάδες και άλλα αντικείμενα που

απαγορεύονταν.

14

Όμως, ας δούμε μερικές άλλες διαφορές. Ο Ιβάν Ντενίσοβιτς είναι ένας απλός

αγρότης και στρατιώτης στον Κόκκινο Στρατό την διάρκεια του Μεγάλου

Πατριωτικού Πολέμου ενώ ο Αλέξανδρος Πέτροβιτς ένας μορφωμένος

αριστοκράτης. Επίσης, το θέμα της συμβίωσης που αναφέρει ο

Ντοστογιέφσκι δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον Σολζενίτσιν όπου εκεί

συγκατοικούν τετρακόσια άτομα ενώ στην <<παράγκα>> του Ντοστογιέφσκι

μόνο τριάντα. Οι κρατούμενοι στο <<Σπίτι των Πεθαμένων>> έφεραν όλη την

ημέρα βαριές αλυσίδες ενώ στο <<Μια ημέρα>> απλά τον αριθμό τους. Και

τα δύο στρατόπεδα ήταν καλά προφυλαγμένα και περιφραγμένα αλλά στο

στρατόπεδο του Ντενίσοβιτς βλέπουμε ότι η φρουρά ήταν μεγαλύτερη και

όταν συνοδευόταν κάποιοι κρατούμενοι υπήρχαν περισσότεροι φρουροί από

ότι στον Πέτροβιτς. Αναφορικά με το θέμα της τιμωρίας, οι κρατούμενοι στον

Ντοστογιέφσκι τους μαστίγωναν, αλλά μετά τους έστελναν στο νοσοκομείο για

να αναρρώσουν, ενώ στο <<Μια ημέρα>> τους έστελναν στο πειθαρχείο.

Επίσης, στο <<Σπίτι των πεθαμένων>> βλέπουμε την ύπαρξη ζώων που δεν

υπήρχαν στο στρατόπεδο του Ντενίσοβιτς. Κάτι άλλο το οποίο αποτελεί

σημαντική διαφορά είναι ότι ο Σολζενίτσιν μεγάλο τμήμα του βιβλίου του το

αναφέρεται στα γεύματα. Μας περιγράφει τις τιτάνιες προσπάθειες του

Σούχωφ να πάρει παραπάνω φαΐ για να επιβιώσει και πως όταν αυτό

επιτυγχάνεται νιώθει μια παραπάνω ικανοποίηση.

Τέλος, είναι αρκετά σημαντικό να αναλυθεί και το θέμα της ελευθερίας το

οποίο συναρτάται και με την εργασία. Ο Ντοστογιέφσκι αναφέρει ξεκάθαρα

πως όλοι οι κατάδικοι κάνανε όνειρα για την ελευθερία. Παρ' όλα αυτά

15

εξέφρασε και την άποψή του, πιθανώς και την ανησυχία του ότι οι

περισσότεροι από τους κρατουμένους όταν θα απελευθερώνονταν θα

επέστρεφαν στο κάτεργο γιατί θα ξαναδιέπρατταν τα ίδια αδικήματα. Αναφέρει

όμως και περιπτώσεις καταδίκων οι οποίοι επέλεξαν να κάνουν κάποιο

έγκλημα για να πάνε στη φυλακή καθώς επιβίωναν με το ζόρι και ότι δουλειά

κάνανε την κάνανε για τους άλλους με την αμοιβή τους να είναι πενιχρή και

ανάξια της δουλειάς που είχαν προσφέρει. Πιθανότατα λοιπόν αυτή η μερίδα

καταδίκων να μην ένοιωθαν ελεύθεροι ούτε όταν βρισκόταν έξω από την

φυλακή επιλέγοντας έτσι το κάτεργο καθώς εκεί και θα είχαν μέρος να βάλουν

το κεφάλι τους και να φάνε αρκετό φαΐ. Γενικά όμως αυτό που κράταγε

ζωντανούς τους κρατούμενους ήταν η ελπίδα πως θα αποφυλακιστούν καθώς

έτσι θα ανασταίνονταν από το σπίτι των πεθαμένων όπως μας λέει

χαρακτηριστικά ο Ντοστογιέφσκι στο τέλος του βιβλίου του. Αντίθετα, μέσα

από το <<Μια Ημέρα>> καταλαβαίνουμε πως οι κρατούμενοι είχαν πάψει να

αποβλέπουν στην απελευθέρωσή τους, καθώς ήξεραν πως μόλις τέλειωνε η

καταδίκη τους θα τους έριχναν άλλα δέκα χρόνια. Έτσι, είχαν καταλάβει πως

δεν θα έβγαιναν από εκεί παρά μόνο νεκροί. Έτσι το μόνο που τους

απασχολούσε ήταν το φαΐ. Όμως βλέποντας πως νοιάζονταν για την

επιβίωσή τους, βαθιά μέσα τους πρέπει να ήλπιζαν πως κάποια μέρα θα

επέστρεφαν σπίτια τους. Επίσης βλέπουμε πως αν και έβλεπαν την ελεύθερη

εργασία σαν κάτι καλό, αποδοκίμαζαν την καταναγκαστική εργασία με το

μαστίγιο θεωρώντας πως έκανε τους κατάδικους ακόμα χειρότερους.

16

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Αδιαμφισβήτητα αυτά τα δύο έργα είναι από τα πιο σημαντικά κειμήλια της

ρωσικής κουλτούρας και λογοτεχνίας. Εκφράζουν τόσο τα αισθήματα ενός

καταπιεσμένου λαού όσο και την ανάγκη για επιβίωση, ελευθερία και

<<ανάσταση από τους νεκρούς>> των κατάδικων όχι μόνο στις απάνθρωπες

συνθήκες διαβίωσης στα σταλινικά στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλά και στον

19ο αιώνα. Αλλά οι κατώτερες τάξεις, αλλά και πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι

στη Ρωσία τον 19ο αιώνα είχαν να ελπίσουν σε αυτές τις αριστερές ή

φιλελεύθερες ιδεολογίες, ενώ η πλειοψηφία των Ρώσων αλλά και άλλων

εθνικοτήτων της Ε.Σ.Σ.Δ. είχαν εισπράξει τρομερή απογοήτευση αρχικά από

τον Στάλιν, το Κόμμα και τα ανώτατα Σοβιέτ που κατακρήμνισαν τις όποιες

ελπίδες του λαού για ισότητα και δικαιοσύνη. Αυτό είναι κάτι που γίνεται

εμφανής στα δύο βιβλία καθώς ενώ ο Ντοστογιέφσκι αναλύει θέματα όπως

της εξαθλίωσης που οδηγεί στο έγκλημα και της καταναγκαστικής εργασίας

που δεν έχει κανένα θετικό αποτέλεσμα, ο Σολζενίτσιν επικεντρώνεται στον

αγώνα για επιβίωση και των συνθηκών ζωής αλλά και της καθημερινής ζωής

των καταδίκων.

17

ΒΙΒΛΙΟΦΡΑΦΙΑ

Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Αναμνήσεις από το Σπίτι των Πεθαμένων, Άρης

Αλεξάνδρου, Εκδόσεις Γκοβόστη, Αθήνα, 1990

Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, Μια Ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς, Δημήτρης Β.

Τριανταφυλλίδης, Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα, 2009

Μιχαήλο Μιχαήλωφ, Ρωσικά Θέματα, Ευάγγελος Γεωργίου, Εκδόσεις

Γεωργίου Ευαγγεαίου, Αθήνα, 1972

http://erodotos.wordpress.com/

http://raskolnikovgr.blogspot.gr/