παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια...

6
Ν την είδιες, μάτια μου, τση Κιος ντην όμορφη Παναγιά; Ντήνε προσκύνησες ντη Θεομάνα μας; Η τεράστια βυζαντινή εικόνα της, σωσμένη από την Κιώτισσα Μάλαμα Μαυρουδή, αφού τριγύρναε για χρόνια στην Ελλάδα, από το 1934 βρίσκεται πια «καρφωμένη» για πάντα στη νέα ντης πατρίδα, ντην αργολική Κιο, μέσα στην όμορφη εκκλησιά που τση χάρισε ο καραβοκερός Απόστολος Κιουζές - Πεζάς. Πολλές φορές αξιώθηκα και ντην είδια και τσ’ άναψα ένα κεράκι. Πάντοτες με κοίταε με κείνα τα πελώρια βυζαντινά μάτια ντης κι ήντανε το πρόσωπό ντης λιμάνι άφατης γαλήνης, παρηγοριά και σκέπη γούλου του ντουνιά! Μα συλλογιέμαι κείνη ντην πρωτινή ταπεινή εκκλησίτσα της, στην παλιά βιθυνική Κιο, τότε που γιόμιζε προσκυνητάδες όχι μονάχα απέ ντην Ελληνίδα θαλασσούπολη του Μαρμαρά, μα κι απέ γούλα τα τριγυρινά μέρη, κοντινά και μακρινά, απέ ντη Νίκαια, ντη Λεύκη, το Βεζίρχάνι και τα Κιουπλιά, απέ το Κουρί, το Κατερλί, το Αρμουτλί και το Τσινάρι, απέ ντην Πόλη, ντην Αρετσού, τση Γιάλοβας τα ρωμιοχώρια και ντη Νικομήδεια, απέ τα Μουντανιά, ντη Συγή, την Τρίγλια και ντην Προύσα, απέ το Σουσουρλούκι, το Ντεμιρντέσι, το Πελλαδάρι και τσι Λιγουμούς. Συλλοΐζομαι τα πόσα πέρασε μέσα σε τόσοι χρόνοι, σε ζαμάνια κακά και σε κοσμοχαλασές απανωτές, απέ ντον δωδέκατο αιώνα που ανεστορήθηκε η όμορφη ζουγραφιά ντης. Τι κατατρεγμοί, τι πόλεμοι, σφα’ές, σεισμοί και διωγμοί, τι φόβοι και τι τρόμοι! Κι αυτή εκεί, στήριγμα και σκέπη τση κιώτικης Ρωμιοσύνης, σε πείσμα των καιρών και των άγριων αθρώπων. Κι όταν ηκάηκε η παμπάλαιη βυζαντινή εκκλησιά τσης σε κείνη ντη μεγάλη φωτιά τση Κιος, το 1856, σαν από θάμα ησώθηκε μονάχα αυτή! Χέρια ευλαβικά την αποθέσανε σε ταπεινό παρεκκλήσι, ώσπου να’ ρτει η ώρα να ξαναγενεί και πάλι η μεγάλη εκκλησιά τσης. Αναμετρώ τα θάματά ντης και μετρημό δεν έχουνε! Ο λοϊσμός μου τρέχει σε κείνα τα χρόνια τα παλιά. Βλέπω κιόλας τσι Κιώτες ψαράδες, τα γεμιτζάκια, τσι γριπαροί και τσι καραβοκεροί να ντήνε περικαλάνε για το καλό ταξίδι στα μπουγάζια τση Άσπρης και τση Μαύρης Θάλασσας και για τ’ ασημένια μπερεκέτια τση ψαροθρόφας θάλασσας του Μαρμαρά. Κι η χήρα, ο γέροντας, τ’ αρφανό, τ’ αρρώστου η μάνα, η κάθε Κιώτισσα μάνα καταφεύγει στη Μάνα του Θεού, που γροικά τσι μανάδες του κόσμου αλάκερου κι είναι το ποκούμπι τους, το γιαρτίμι κι η παρηγόρια τους. Καλέ γλυκιά μου Παναγιά, που ‘σαι πολύ κοντά μου, βοήθα τα παιδάκια μας, να χαίρετ’ η καρδιά μου. Θαρρώ πως τώρα δα αρχοντοπούλες και φτωχές νοικοκεράδες ζητήσαν τη βοήθεια και ντη συνδρομή τση Θεομάνας, για να δέσει ο κουκουλόσπορος, να βγουν τα μαμούνια, να γενούν οκάδες τα κουκούλια και τα μετάξια, να γιομώσουν μπερεκέτι τα σπίτια και τα μποτζεκλίκια τση Κιος. Να κι η αγροτιά, τσεφτσήδες, ξωμάχοι και ρεντζιπέρηδες, λαδάδες, μπαγτζήδες, κεχαγιάδες και κρασοπουλητάδες που πλαούνε στη Θεομάνα, για να θεριέψουν τα λογιού λογιού μαξούλια και να γενεί μπόλικο και βλοημένο του κοσμάκη το έχει. Σιναφλήδες, παζαρίτες, θαλασσινοί κι εμπόροι μπαινοβγαίνουν στο ταπεινό κιώτικο κλησιδάκι και τάζουνε πολλά, για να πάνε καλά οι δουλειές και ν’ αβγαταίνουν οι λίρες στα κεμέρια τους. Ακόμα κι οι Τούρκοι ντήνε τιμούσανε ντη Θεομάνα μας, φέρνοντας με τσι ντενεκέδες κερί και λάδι, μαλαματοπλούμιστα ολομέταξα κεντίδια, παράδες πολλοί, κουρμπάνια και φαγιά, να φάει γούλο το παναΰρι, για ν’ αξιωθούνε κι αυτοί μια στάλα απέ ντη Χάρη της, για να ‘χουνε γεροσύνη και γλυτωμό απέ τα βάσανα και τα κασαβέτια τση ζήσης. Μα το μεγαλύτερο θάμα τσης είναι που ηγλύτωσε ατή τσης η ίδια μέσα απέ κείνο ντο χαλασμό και ντην απολωλάδα του ’22 κι ήρτε στην Ελλάδα, διωγμένη και κυνηγημένη απέ ντον τόπο ντης, όπως τόσες και τόσες προσφυγοπούλες Παναγιές, Μικρασιάτισσες και Θρακιώτισσες. Άραξε για πάντα στ’ αργίτικο περιθαλάσσι, για να ‘ναι μαζί με τσι δικοί ντης αθρώποι, με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός, προστάτισσα και συντρέχτρα, ελπίς και καταφυγή του ανθρώπου στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. Πρωταυγουστιά του 2015. (Το άρθρο δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα της Νέας Κίου Αργολίδας, το Σεπτέμβρη του 2001 και συμπληρώθηκε στις 31 Ιουλίου 2015). Γράφει ο Θοδωρής Κοντάρας, φιλόλογος, ερευνητής (Στους όπου γης Κιώτες) Η Κίος στη Μικρά Ασία 7

Transcript of παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια...

Page 1: παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός,

Ντην είδιες, μάτια μου, τση Κιος ντην όμορφη Παναγιά; Ντήνε προσκύνησες ντη Θεομάνα μας;

Η τεράστια βυζαντινή εικόνα της, σωσμένη από την Κιώτισσα Μάλαμα Μαυρουδή, αφού τριγύρναε για χρόνια στην Ελλάδα, από το 1934 βρίσκεται πια «καρφωμένη» για πάντα στη νέα ντης πατρίδα, ντην αργολική Κιο, μέσα στην όμορφη εκκλησιά που τση χάρισε ο καραβοκερός Απόστολος Κιουζές - Πεζάς. Πολλές φορές αξιώθηκα και ντην είδια και τσ’ άναψα ένα

κεράκι. Πάντοτες με κοίταε με κείνα τα πελώρια βυζαντινά μάτια ντης κι ήντανε το πρόσωπό ντης λιμάνι άφατης γαλήνης, παρηγοριά και σκέπη γούλου του ντουνιά! Μα συλλογιέμαι κείνη ντην πρωτινή ταπεινή εκκλησίτσα της,

στην παλιά βιθυνική Κιο, τότε που γιόμιζε προσκυνητάδες όχι μονάχα απέ ντην Ελληνίδα θαλασσούπολη του Μαρμαρά, μα κι απέ γούλα τα τριγυρινά μέρη, κοντινά και μακρινά, απέ ντη Νίκαια, ντη Λεύκη, το Βεζίρχάνι και τα Κιουπλιά, απέ το Κουρί, το Κατερλί, το Αρμουτλί και το Τσινάρι, απέ ντην Πόλη, ντην Αρετσού, τση Γιάλοβας τα ρωμιοχώρια και ντη Νικομήδεια, απέ τα Μουντανιά, ντη Συγή, την Τρίγλια και ντην Προύσα, απέ το Σουσουρλούκι, το Ντεμιρντέσι, το Πελλαδάρι και τσι Λιγουμούς. Συλλοΐζομαι τα πόσα πέρασε μέσα σε τόσοι χρόνοι, σε

ζαμάνια κακά και σε κοσμοχαλασές απανωτές, απέ ντον δωδέκατο αιώνα που ανεστορήθηκε η όμορφη ζουγραφιά ντης. Τι κατατρεγμοί, τι πόλεμοι, σφα’ές, σεισμοί και διωγμοί, τι φόβοι και τι τρόμοι! Κι αυτή εκεί, στήριγμα και σκέπη τση κιώτικης Ρωμιοσύνης, σε πείσμα των καιρών και των άγριων αθρώπων. Κι όταν ηκάηκε η παμπάλαιη βυζαντινή εκκλησιά τσης σε κείνη ντη μεγάλη φωτιά τση Κιος, το 1856, σαν από θάμα ησώθηκε μονάχα αυτή! Χέρια ευλαβικά την αποθέσανε σε ταπεινό παρεκκλήσι, ώσπου να’ ρτει η ώρα να ξαναγενεί και πάλι η μεγάλη εκκλησιά τσης. Αναμετρώ τα θάματά ντης και μετρημό δεν έχουνε! Ο

λοϊσμός μου τρέχει σε κείνα τα χρόνια τα παλιά. Βλέπω κιόλας τσι Κιώτες ψαράδες, τα γεμιτζάκια, τσι γριπαροί και τσι καραβοκεροί να ντήνε περικαλάνε για το καλό ταξίδι

στα μπουγάζια τση Άσπρης και τση Μαύρης Θάλασσας και για τ’ ασημένια μπερεκέτια τση ψαροθρόφας θάλασσας του Μαρμαρά. Κι η χήρα, ο γέροντας, τ’ αρφανό, τ’ αρρώστου η μάνα, η κάθε Κιώτισσα μάνα καταφεύγει στη Μάνα του Θεού, που γροικά τσι μανάδες του κόσμου αλάκερου κι είναι το ποκούμπι τους, το γιαρτίμι κι η παρηγόρια τους. Καλέ γλυκιά μου Παναγιά, που ‘σαι πολύ κοντά μου,βοήθα τα παιδάκια μας, να χαίρετ’ η καρδιά μου. Θαρρώ πως τώρα δα αρχοντοπούλες και φτωχές νοικοκεράδες ζητήσαν τη βοήθεια και ντη συνδρομή τση Θεομάνας, για να δέσει ο κουκουλόσπορος, να βγουν τα μαμούνια, να γενούν οκάδες τα κουκούλια και τα μετάξια, να γιομώσουν μπερεκέτι τα σπίτια και τα μποτζεκλίκια τση Κιος.Να κι η αγροτιά, τσεφτσήδες, ξωμάχοι και ρεντζιπέρηδες,

λαδάδες, μπαγτζήδες, κεχαγιάδες και κρασοπουλητάδες που πλαούνε στη Θεομάνα, για να θεριέψουν τα λογιού λογιού μαξούλια και να γενεί μπόλικο και βλοημένο του κοσμάκη το έχει. Σιναφλήδες, παζαρίτες, θαλασσινοί κι εμπόροι μπαινοβγαίνουν στο ταπεινό κιώτικο κλησιδάκι και τάζουνε πολλά, για να πάνε καλά οι δουλειές και ν’ αβγαταίνουν οι λίρες στα κεμέρια τους.Ακόμα κι οι Τούρκοι ντήνε τιμούσανε ντη Θεομάνα μας,

φέρνοντας με τσι ντενεκέδες κερί και λάδι, μαλαματοπλούμιστα ολομέταξα κεντίδια, παράδες πολλοί, κουρμπάνια και φαγιά, να φάει γούλο το παναΰρι, για ν’ αξιωθούνε κι αυτοί μια στάλα απέ ντη Χάρη της, για να ‘χουνε γεροσύνη και γλυτωμό απέ τα βάσανα και τα κασαβέτια τση ζήσης. Μα το μεγαλύτερο θάμα τσης είναι που ηγλύτωσε ατή τσης

η ίδια μέσα απέ κείνο ντο χαλασμό και ντην απολωλάδα του ’22 κι ήρτε στην Ελλάδα, διωγμένη και κυνηγημένη απέ ντον τόπο ντης, όπως τόσες και τόσες προσφυγοπούλες Παναγιές, Μικρασιάτισσες και Θρακιώτισσες. Άραξε για πάντα στ’ αργίτικο περιθαλάσσι, για να ‘ναι μαζί με τσι δικοί ντης αθρώποι, με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός, προστάτισσα και συντρέχτρα, ελπίς και καταφυγή του ανθρώπου στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.Πρωταυγουστιά του 2015.

(Το άρθρο δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα της Νέας Κίου Αργολίδας, το Σεπτέμβρη του 2001 και συμπληρώθηκε στις 31 Ιουλίου 2015).

Γράφει ο Θοδωρής Κοντάρας, φιλόλογος, ερευνητής

(Στους όπου γης Κιώτες)

Η Θεομάνα τση Κιος

παραδόσεις

Η Κίος στη Μικρά Ασία

7

Page 2: παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός,

Τα παρεκκλήσια σεπτής Κυράς

Γράφει η Ελένη Καμάρα, δημοσιογράφος

Στις 23 Αυγούστου 2016, η Ραφήνα θα πανηγυρίσει και πάλι, σχεδόν πενήντα

χρόνια μετά, τα εννιάμερα της Θεοτόκου, στο αναστηλωμένο εκκλησάκι της Παναγίτσας. Αυτό που, πρώτο το 1923, αγκάλιασε τον ξεριζωμένο ζεστό ελληνισμό, που έφεραν τα καράβια του καπετάν Φίλιππου Καβουνίδη από τη Μικρασιατική Τρίγλια στη νέα Γη. Ενορία, ποίμνιο και προσκυνητές από τις γύρω

περιοχές στα χνάρια των προγόνων τους, θα τιμήσουν το πρώτο παρεκκλήσι της Παντοβασίλισσας, σε μια γιορτή, που θα σηματοδοτήσει νέα πνευματική εποχή, καθώς, στο εξής εκεί θα τελείται η λειτουργία του Σαββάτου. Μέσα στο ταπεινό εκκλησάκι της Παναγίτσας, άνθρωποι πονεμένοι από το διωγμό, δυνάμωσαν την πίστη τους και πέτρωσαν το μισεμό τους, για να δώσουν νέα ρίζα στις γενιές τους. Στην Παναγίτσα, οι Τριγλιανοί εναπόθεσαν τις δύο εφέστιες εικόνες τους, τη θαυματουργή εικόνα της Παντοβασίλισσας και της Αγίας Επίσκεψης (σήμερα φυλάσσεται στο Βυζαντινό Μουσείο), τα ιερά σκεύη και το ευαγγέλιο του εθνομάρτυρα Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης. Εκεί λειτούργησε η πρώτη εκκλησία και το πρώτο Δημοτικό σχολείο για τα 60 προσφυγόπουλα, τα δύο πρώτα χρόνια. Εκεί και ο πρώτος κοιμητηριακός ναός. Δίπλα της, με ορίζοντα τη θάλασσα και ο τάφος του γενναίου καπετάνιου. Σαν ίσκιος μόνος πάνω στον πευκόφυτο βράχο, η Παναγίτσα ή και εκκλησάκι της Φανερωμένης, έως το 1923 δεχόταν τη φροντίδα των Αρβανιτών αμπελουργών κυρίως από τα Σπάτα, αλλά και των Σαρακατσάνων βοσκών της περιοχής, που την ευλαβούνταν με μεγάλη τιμή και θορυβώδη τριήμερα πανηγύρια στη χάρη της, κατασκηνώνοντας ακριβώς απέναντι στον ομώνυμο λόφο της.

Η κτίση της τυλιγμένη στην αχλή του Μεσαίωνα, μεταξύ 17ου και 18ου αιώνα (εικάζεται το 1746) σε ρυθμό Βασιλικής μονόκλιτης, λιθόκτιστη με ξύλινη στέγη, κτιστές τοιχογραφίες στο τέμπλο και την κόγχη της Πλατυτέρας, τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα. Η ανάδειξή τους και η αναστήλωση του ναού, έγιναν με τις άοκνες προσπάθειες της Ενορίας και επιχορήγηση από τα ΕΣΠΑ, όπως υπογραμμίζει ο πατέρας Δημήτριος Μπακόπουλος. Το νέο χώμα αποδείχτηκε μαλακό και φιλόξενο

για τους Τριγλιανούς πρόσφυγες, που βολεύτηκαν και πρόκοψαν. Από το 1929 ο συνοικισμός οργανώνεται με δίκτυα κοινής ωφέλειας, πλατείες και την πρώτη εκκλησία της Παντοβασίλισσας, στο σημείο που βρίσκεται το κτήριο του ΟΤΕ. Με εράνους και προσωπική εργασία ολοκληρώθηκε ο ναός , όπου μεταφέρθηκαν η εικόνα της Παναγίας και τα υπόλοιπα άγια κειμήλια. Λειτούργησε έως το 1947. Από το 1945, όμως οι κάτοικοι ρίχτηκαν και πάλι στη δουλειά. Με σχέδια του αρχιτέκτονα Σόλωνα Κυδωνιάτη και τεράστια κινητοποίηση των τριγλιανών τέκνων, εντός και εκτός Ελλάδος, έως το 1950 ανήγειραν το μεγαλοπρεπή καθεδρικό ναό, βυζαντινού ρυθμού Βασιλικής μετά τρούλου, για τη σεπτή προστάτιδά τους, στο κέντρο της πόλης. Τα επίσημα εγκαίνιά του έγιναν το 1956 και από τότε ο χρόνος της πόλης πηγαινοέρχεται πάνω στο ρολόι του καμπαναριού της Μεγαλοκυράς της Ραφήνας, χτυπώντας και το ρυθμό της ζωής. Από την πρώτη εκκλησία διατηρήθηκε ο χώρος της Αγίας Τράπεζας, το σημερινό παρεκκλήσι του Αγίου Φανουρίου, που καθημερινά δέχεται τις ικεσίες ντόπιων και ξένων περαστικών. Το μεγάλο πλατύσκαλο της Παντοβασίλισσας κοσμεί, από το 1996, το παρεκκλήσι του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, σταυροειδής ναϊσκος με τρούλο. Αφιέρωμα Τριγλιανών για τη μεγάλη προσφορά στη γενέτειρά του. Η Παναγίτσα

Παντοβασίλισσα - Παρεκκλήσι Αγ. Χρυσοστόμου

8

Page 3: παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός,

Σε ειδική θήκη φυλάσσεται το Ευαγγέλιο του μαρτυρικού ιεράρχη, το οποίο τίθεται σε προσκύνημα, κάθε χρόνο στη γιορτή του, την Κυριακή πριν από την ύψωση του Τιμίου Σταυρού.Όμορφη κώμη η Ραφήνα, από τη μια η θάλασσα με το λιμάνι και απ΄την άλλη το βουνό με τη θέα. Αυτό το στρατηγικό συνδυασμό εκμεταλλεύτηκαν οι γερμανοί κατακτητές, στα χρόνια του πολέμου και γέμισαν τον τόπο παρατηρητήρια, βάσεις και πολυβολεία. Έστησαν

και το αρχηγείο τους, το οχυρό, στο «μάτι» της περιοχής, το λόφο της Παναγίτσας. Την έζησαν καλά την κατοχική μπότα οι κάτοικοι της Ραφήνας. Αλλά η προσφυγιά είχε σφυρηλατήσει το νέο αίμα, που οργανώθηκε

στην Αντίσταση. Στις 17 Ιουλίου 1944, της Αγίας Μαρίνας, οι Γερμανοί

έκαναν μπλόκο και έστειλαν στο απόσπασμα 21 Ραφηνιώτες, ως αντίποινα για το θάνατο δύο αξιωματικών τους. Σώθηκαν τελικά οι 20 και έταξαν στην Αγία Μαρίνα ένα παρεκκλήσι στη μνήμη της, που, διαχρονικά, θα μαρτυρά το θαύμα της. Και το εκπλήρωσαν. Στο γερμανικό πολυβολείο, μέσα στα σπλάχνα του απόκρημνου βράχου, πάνω από το λιμάνι της Ραφήνας, έγινε το εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας. Τα στενά σκαλοπάτια του δεν οδηγούν πλέον σε ένα σκοτεινό απομεινάρι του πολέμου, αλλά σε έναν χώρο πίστης και ελπίδας. Κάθε Ιούλιο, στις 17 ζωντανεύει η γιορτή της με εσπερινό, περιφορά και αρτοκλασίες στην καλοκαιρινή φεγγαράδα την παραμονή και πρωινό όρθρο, με πανηγυρική λειτουργία, ανήμερα. Δίπλα από το θόλο της Αγίας Μαρίνας, στην κορυφή του βράχου, εκεί όπου διασταυρώνονται οι βοριάδες, τον Οκτώβριο του 1947 τρεις Ραφηνιώτες έκτισαν τον Άη Νικόλα. Το κατάλευκο μονόκλιτο εκκλησάκι με το λιτό καμπαναριό, που παραπέμπει σε κυκλαδίτικη εκκλησιαστική αρχιτεκτονική έγινε σύμβολο της μεταπολεμικής Ραφήνας, μέχρι τις μέρες μας. Ο προστάτης Άγιος των ναυτικών δέχεται καθημερινά τις ικεσίες των πιστών για το καλοτάξιδο.

Στο προαύλιό του, η μαρμάρινη προτομή του πλοιοκτήτη και φλογερού πατριώτη Φίλιππου Καβουνίδη μαρτυρά, με την αιώνια σιωπή του, το πέρασμα των ξεριζωμένων στη νέα πατρίδα. Αγαπημένο σημείο συνάντησης, ο γραφικός Άη Νικόλας, όπου ντόπιοι και παραθεριστές απολαμβάνουν την αυγουστιάτικη πανσέληνο και αποχαιρετίζουν τα μελτέμια. Στις 6 Δεκεμβρίου σημαιοστολίζεται και γιορτάζεταιανελλιπώς.Τα τελευταία χρόνια η ενορία της Παντοβασίλισσας

απέκτησε το λιθόκτιστο εκκλησάκι της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, στο χώρο του Δημοτικού Κολυμβητηρίου Ραφήνας. Η γραφικότητα του τοπίου προσελκύει την προτίμηση ντόπιων και ξένων, που το επιλέγουν για γάμους και βαπτίσεις. Στην πορεία της προς τη σύγχρονη εποχή, η Ραφήνα εμπλουτίστηκε με νέους οικισμούς και ενορίες, άξιες μελλοντικής αναφοράς, με όμορφες εκκλησιές και, πάνω από 20 παρεκκλήσια να ζουν και να αναπνέουν μέσα στη φύση, όλα με αιτία τις αναμνήσεις των ανθρώπων και την ιστορία του τόπου.

Τίμιος Σταυρός

Πηγές:• Κείμενα Στάθη Δημητρακού στο site, triglianoi.gr • Άννα Μιχοπούλου, «Ραφήνα και Τρίγλια» Χτίζοντας

ένα γεφύρι από το Αιγαίο στην Προποντίδα• Θανάσης Πιστικίδης, «ΤρίγλιαΒιθυνίας»• Περιοδικό Λ.Ε.Ρ. «τ ΄ ανάβλεμμα»

Άγιος Φανούριος

Αγία Μαρίνα

Άγιος Νικόλαος

της Παντοβασίλισσας, της Ραφήνας

9

Page 4: παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός,

Τραγούδια και Γράφει

Στίχοι-μουσική: Πάνος Τούντας (1935)

Πρώτη εκτέλεση: Ρόζα Εσκενάζυ

Δημητρούλα μου, θέλω απόψε να μεθύσωκαι μ’ εσένανε μερακλού να γλεντήσω

έλα πάμε στη Ραφήνα (1), αλανιάρα μουπου’ χει ψάρια (2) και ρετσίνα (3) παιχνιδιάρα μου.

Θα σου φέρω λατέρνα(5) κάνε κέφι και κέρνα τα ναζάκια σου άστα με τη γάμπα σου σπάστα κι όλα εγώ τα σπασμένα, τα πληρώνω για σένα.Δημητρούλα μου, τράβα ένα κρασάκι ακόμα, βαλ΄το κούκλα μου το ποτήρι σου στο στόμα

ρούφα ακόμα μια ρετσίνα να μεθύσουμεκαι το βράδυ, βρε τσαχπίνα, να γλεντήσουμε.Θα σου φέρω λατέρνα, κάνε κέφι και κέρνα

κι όλα εγώ τα σπασμένα, τα πληρώνω για σένα.Ταβερνιάρη μου, φέρε μας και κοκκινέλι (4)

κι η αγάπη μου τον καρσιλαμά χορεύει κούνησέ μου το λιγάκι το κορμάκι σου,

χτύπα μου το, τίκι- τίκι- τακ το τακουνάκι σου.Δημητρούλα μου γειά σου, πάρτα όλα δικά σουτα ναζάκια σου άστα, με τη γάμπα σου σπάστα και όλα έγω τα σπασμένα,τα πληρώνω για σένα.

Σχόλια:(1) Δημητρούλα μου…έλα πάμε στη Ραφήνα: Ο συνθέτης περιγράφει στο τραγούδι την Ραφήνα που έχει ψάρια και ρετσίνα, που είχε κοκκινέλι και λατέρνες. Στην πρώτη εκτέλεση το τραγουδάει η περίφημη Ρόζα Εσκενάζυ. (2) ψάρια: Τα ψάρια τα έφερναν στη ψαρόσκαλα της Ραφήνας οι ψαροπούλες του Νότιου Ευβοϊκού. Ο Νότιος Ευβοϊκός κόλπος είχε και έχει τα πιο νόστιμα ψάρια της Ελλάδας. (3) ρετσίνα: Στη Ραφήνα τα αμπέλια (υπάρχουν λίγα ακόμα) παρήγαγαν σταφύλια κυρίως σαββατιανά. Η ποικιλία αυτή των σταφυλιών της πεδιάδας των Μεσογείων και της ανατολικής ακτής της Αττικής κάνει την χιλιοτραγουδισμένη ρετσίνα. (4) κοκκινέλι: Το κοκκινέλι γινόταν με ανακάτεμα μούστου σαββατιανού με ποσότητα μούστου από μαύρα σταφύλια. Περιοχή που απέχει περίπου 500 μέτρα από τη θάλασσα μεταξύ του Μεγάλου Ρέματος και του Δάσους ήταν τα «Μαύρα Αμπέλια», με κλήματα που παρήγαγαν μαύρα σταφύλια. Υπάρχει μέχρι σήμερα το τοπωνύμιο «Μαύρα Αμπέλια». (5) λατέρνα: Στην Ραφήνα οι λατέρνες ήταν παράδοση από την Τρίγλια της Προποντίδας Μικράς Ασίας. Οι Τριγλιανοί γιόρταζαν και γλεντούσαν στην πατρίδα με τις μελωδίες της λατέρνας. Την παράδοση αυτή την μετέφεραν στην Ραφήνα, όπου μέχρι το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχαν λατέρνες.Υπάρχει κι ένα άλλο τετράστιχο για τη Ραφήνα στο τραγούδι του Τούντα «Μαρίκα τη δασκάλα»:…… Ένας νιος λεβέντης πρώτης, ο ψαράς ο Παναγιώτηςτη δασκάλα τη γνωρίζει και τηνε καλημερίζειέχω δυο λαβράκια φίνα που `ρθαν τώρα απ΄ τη Ραφήναπάρε να τα βράσεις, μια ψαρόσουπα να φτιάξεις.….....…

Γράφει Στάθης Δημητράκος, ιατρός ερευνητής

“Δημητρούλα”

10

Λιμάνι Ραφήνας 1970 (φωτ. αρχείο Στ. Δημητρακού)

Λιμάνι Ραφήνας 1950 (φωτ. αρχείο Στ. Δημητρακού)

Page 5: παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός,

Στου γιαλού τα βοτσαλάκια κάθονται δυο καβουράκια…κι΄η μαμά τους η κυρία καβουρίνα, πάει τσάρκα με τον σπάρο στη Ραφήνα…Με μάγεψε το τραγούδι που άκουσα από το ραδιόφωνο .Μόλις είχα πρωτοέρθει από τη γενέτειρά μου Αρκαδία, στην Αθήνα. Χίλια εννιακόσια εξήντα ένα ήταν. Στα Τουρκοβούνια κατοικούσα.Κατά πού πέφτει η Ραφήνα, ρώτησα τη θεία μου Ελένη που με φιλοξενούσε. Είναι μακριά, να πάμε εκδρομή, να γνωρίσω το γιαλό και τα καβουράκια;Χαμογέλασε η υπερήλικη θεία μου, και καλωσυνάτη καθώς ήταν, χρέη μητέρας έκανε, μου υποσχέθηκε πως θα πραγματοποιηθεί η επιθυμία μου.

Καλοκαιράκι του 1961. Γλυκοχάραμα.΄Η καρότσα του φορτηγού γέμισε από νιάτα, χαρά και τραγούδι. Ούτε και που καταλάβαμε το δίωρο που χρειάστηκε να φτάσουμε στην πανέμορφη Ραφήνα.Μαγεία οι πρώτες ηλιαχτίδες που προανήγγειλαν τον ηλιοκράτορα. Η Θάλασσα λαμποκοπούσε. Το τραγούδι του παφλασμού, τα κοχύλια, τα βότσαλα, η αύρα η θαλασσινή, το γραφικό λιμανάκι, τα ψαροκάικα, οι τράτες, οι ψαρόβαρκες, τα σπαρταριστά ψάρια, μέθη και σαγήνη. Στη Ραφήνα το πρώτο μου κολύμπι.Απλά βράχηκα. Βουνίσια! Πρώτη φορά έβλεπα θάλασσα. Όση γοητεία, άλλο τόσο φόβο μου προξενούσε.Ρουφήξαμε ήλιο και αλμύρα, φάγαμε ολόφρεσκο ψαράκι, περπατήσαμε ξυπόλητοι στην αμμουδιά, στα φύκια και στα θαλασσόχορτα, μαζέψαμε κοχύλια, νοιώσαμε τους πανέμορφους ήχους της θάλασσας και της εξοχής, προσκυνήσαμε στο γραφικό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου που στέκει βιγλάτορας στο φρύδι του λιμανιού αγναντεύοντας τον Ευβοϊκό, και την ώρα που ο ήλιος βυθιζόταν πίσω από την βουνοκορφή πλημμυρίζοντας την πλάση με μύρια χρώματα και σχήματα, ώρα δειλινού, ώρα φανταστική και ονειρική, ανεβασμένοι στην καρότσα του φορτηγού, ξεκινήσαμε για την επιστροφή μας στην Αθήνα, τραγουδώντας στου γιαλού τα βοτσαλάκια…

Η ομορφιά της Ραφήνας μ΄αιχμαλώτισε και ενώ συντρόφευε όνειρα και ρεμβασμούς μου, για χρόνια…-ποιος να μου το έλεγε πως σήμερα θα ήμουν μόνιμος κάτοικος πέριξ της Ραφήνας. Μια Ραφήνα πολύ διαφορετική από το χθες, που

συνεχίζει όμως να είναι ζωοδότρα ,όμορφη, γοητευτική, με το μεγάλο πάρκο της, το λαογραφικό μουσείο, τη βιβλιοθήκη, καφετέριες και ουζερί, με το πανέμορφο κολυμβητήριο μέσα στο πεύκο και στα λουλούδια.Σε συνεπαίρνει το κελάρυσμα του βραχωμένου συντριβανιού. Μια παραδεισένια γωνιά της Ραφήνας που γαληνεύει, ξεκουράζει, ψυχαγωγεί μικρούς και μεγάλους μακριά από την πολύβουη Αθήνα και την καταλυτική μονοτονία.

Ευχαριστώ σε όμορφη προσφυγοπούλα Ραφήνα, για τη χαρά που μου δίνεις.

Θύμησες της Ραφήνας Γράφει η Θεοδώρα Κουφοπούλου-Ηλιοπούλου, συγγραφέας - ποιήτρια

Ποιός να μου το ΄λεγε.... .

11

Ραφήνα 1966 (φωτ. αρχείο triglianoi.gr)

Ραφήνας 1960 (φωτ. αρχείο Στάθη Δημητρακού)

Page 6: παραδόσεις - EASTRUNNER · με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ’ αγγόνια τους, βοηθός,

Γράφει ο Αντώνης Λαζαρής, βιολόγος - ερευνητής

Η ιστορία του λιμανιού της Ραφήνας είναι πολύ παλιά. Ξεκινά, κάπου, στα 1907 με την κατασκευή της πρώτης υποτυπώδους προβλήτας από τον Αλέξανδρο Σκουζέ με σκοπό την εξυπηρέτηση των αλιευτικών σκαφών που διακινούσαν τα ψάρια τους μέσω της Ραφήνας. Το λιμάνι της Ραφήνας αποτελούσε σημαντική Σκάλα για τα ψαροκάικα που άφηναν εδώ τα ψάρια τους, για να προωθηθούν μέχρι την Αθήνα με σούστες αρχικά και φορτηγά στη συνέχεια. Η κατασκευή του μικρού μόλου από τον Αλέξανδρο Σκουζέ

εξυπηρετούσε επιπλέον τις ανάγκες του τσιφλικιού του Σκουζέ, το οποίο ανερχόταν σε 30.000 στρέμματα και απλωνόταν από το Πικέρμι μέχρι τη Ραφήνα. Από το λιμάνι της Ραφήνας γινόταν, επίσης, η μεταφορά του λιγνίτη, που η εξόρυξή του γινόταν στα Λιγνιτωρυχεία της Διασταύρωσης.Με την έλευση των Τριγλιανών προσφύγων, το λιμάνι αρχίζει να αναπτύσσεται ακόμα περισσότερο διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην οικονομία της μικρής τότε κωμόπολης. Τη δεκαετία του ‘30 οι ανάγκες μεγαλώνουν και το λιμάνι σιγά-σιγά επεκτείνεται. Πραγματοποιούνται στοιχειώδη λιμενικά έργα. Αρχίζουν, πλέον, να χρησιμοποιούν το λιμάνι και μεγαλύτερα επιβατηγά πλοία που ταξίδευαν για το Αλιβέρι, την Κάρυστο και την Άνδρο, όπως το “Τρίγλια”, το “Κώστας”, το “Αετός”, το πρώτο “Μοσχάνθη”.

Αλεξάνδρεια – ΡαφήναΣτην Κατοχή το λιμάνι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην

διαφυγή πολυάριθμων πατριωτών, ελλήνων και ξένων, προς τη Μέση Ανατολή. Σύμφωνα με αφηγήσεις παλιών κατοίκων της Ραφήνας, οι διαφυγές ήταν πολύ καλά σχεδιασμένες και γίνονταν κάτω από τη μύτη των Γερμανών. Ένα καλά οργανωμένο δίκτυο εξασφάλιζε την επιτυχία των επιχειρήσεων αυτών. Η μεταφορά τους γινόταν, συνήθως, μέχρι το Φελλό της Άνδρου, ή τον Πλατανιστό της Καρύστου. Από εκεί τους παραλάμβανε κάποιο συμμαχικό υποβρύχιο, για να τους προωθήσει προς την Τουρκία, ή την Αλεξάνδρεια.

Το θρυλικό καΐκι “Αγία Κυριακή” έχει μείνει βαθιά ριζωμένο στη συλλογική μνήμη των ανθρώπων. Το γνωστό τραγούδι αποτυπώνει με το δικό του τρόπο μια ηρωϊκή εποχή για τη Ραφήνα και την Ελλάδα. Στη Ραφήνα το Ε.Α.Μ. διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτής της ιστορίας.

Μετά την ΚατοχήΑμέσως μετά την Κατοχή, ξεκινούν δρομολόγια ανάμεσα

στην Άνδρο και τη Ραφήνα. Είναι μια πολύ δύσκολη εποχή. Το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού ακτοπλοϊκού στόλου έχει καταλήξει στον βυθό των θαλασσών μας. Τα καΐκια αναλαμβάνουν να συνδέσουν το Γαύριο, το Μπατσί, το Κόρθι, τη Χώρα με τη Ραφήνα. Πρώτo απ’ όλα τα καΐκια πρέπει να ξεκινά το Π/Κ «Κότσικας».Είναι αυτό που αναφέρεται πρώτο χρονικά στην εφημερίδα «Η Φωνή της Άνδρου». Κάθε Σάββατο μεσημέρι αναχωρεί από τη Ραφήνα για Γαύριο, Μπατσί, Κόρθι και Χώρα Άνδρου. Μια πραγματική Οδύσσεια. Και την Κυριακή το μεσημέρι αναχωρεί από τη Χώρα για Ραφήνα ακολουθώντας το αντίστροφο δρομολόγιο. Κάθε Τετάρτη και Παρασκευή αναχωρεί “εκ Μπατσίου και Γαυρίου” το Π/Κ «Ιόνιον» για Ραφήνα, δεχόμενο επιβάτες και εμπορεύματα. Κάθε Σάββατο μεσημέρι αναχωρεί στις 2 μ.μ, το ταχύπλουν πετρελαιοκίνητον “Αγία Παρασκευή» των αδελφών Πανταζή για Κόρθι και Ραφήνα. Από τη Ραφήνα αναχωρεί κάθε Τετάρτη στις 09:00 για Άνδρο και Κόρθι. Σύντομα θα ξεκινήσει δρομολόγια από τη Ραφήνα για την Άνδρο το νεότευκτον Π/Κ «Δ. Σιγάλας», εφοδιασμένο με μηχανή 90 ίππων. Το αποκαλούμενο κότερο «Αφροέσσα ΙΙ» θα προστεθεί και αυτό στον κατάλογο των πλοίων που εξυπηρετούν τη γραμμή της Άνδρου. Αρχικά ξεκίνησε τα δρομολόγιά του από το Πόρτο Ράφτη. Στην πορεία μεθόρμισε και αυτό στη Ραφήνα. Κάθε Τετάρτη αναχωρούσε για Γαύριο-Μπατσί-Κόρθι-Άνδρο και κάθε Σάββατο για Γαύριο-Μπατσί.

Το λιμάνι Ιστορία ... Τα πρώτα πλοία

Λιμάνι Ραφήνας 1947, (φωτ. αρχείο Ιούλιου Διρμίκη, από αρχείο Στ. Δημητρακού)

12