martyries

27
ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ: Ευαγγελία Τρουλινού Φιλόλογος Βασίλης Παπαστάμος Πληροφορικής Με την ευκαιρία της επετείου της 28 ης Οκτωβρίου Γυμνάσιο Πλατανιά 28-10-2012 www.gymnasio-platania.gr Σελίδα 1 από 27

description

Συλλογή αποσπασμάτων από λογοτεχνικά έργα που περιγράφουν τη Ναζιστική θυριωδία στα στρατόπεδα συγκέντρωσης

Transcript of martyries

ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣΑΠΟ ΤΑ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ: Ευαγγελία Τρουλινού

Φιλόλογος

Βασίλης Παπαστάμος Πληροφορικής

Με την ευκαιρία της επετείου της 28ης Οκτωβρίου

Γυμνάσιο Πλατανιά 28-10-2012

www.gymnasio-platania.gr

Σελίδα 1 από 18

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ε. Τρουλινού: Ο Ιάκωβος Καμπανέλης, το Μα

ουτχάουζεν και το πρόβλημα του κακού.

Β. Παπαστάμος : Για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου.

Σύντομα βιογραφικά σημειώματα

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ:

Ιάκωβος Καµπανέλης, Μαουτχάουζεν, Κέδρος, 1963 Αποσπάσματα από το βιβλίο

του:

α) Οι μισοί Γερμανοί ξέρανε για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως ... σ.σ. 83-85 β) Το Μαουτχάουζεν είναι κυψέλη εργασίας. .. σ.σ.129-131

Λούλα Βλαχούτσικου - Γιαννακοπούλου, Το νούμερο 42320 ήταν μία Ελληνίδα αγωνίστρια, από το βιβλίο «Η μαύρη Βίβλος της Κατοχής» ,σ.σ. 57-59

Πρίµο Λέβι, Τα τελευταία Χριστούγεννα του πολέμου, διηγήματα, Καστανιώτης, 2005 Απόσπασμα από το βιβλίο του:

Τα τελευταία Χριστούγεννα του πολέμου ... σ.σ. 11-14 και 18-22

Κοντομαρί: Η πρώτη εκτέλεση αμάχων στην Ευρώπη

Ίµρε Κέρτες, Το μυθιστόρημα ενός ανθρώπου δίχως πεπρωμένο, Καστανιώτης , 2003. Αποσπάσματα από το βιβλίο του:

α) Ένας τρόπος για να ξεφύγει κανείς από ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης ... σ.σ. 145-,147 β) Το ξύλο ... σ.σ, 157-159

Σελίδα 2 από 18

Ο ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ, ΤΟ ΜΑΟΥΤΧΑΟΥΖΕΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, σημαντικός θεατρικός συγγραφέας της μεταπολεμικής περιόδου, γεννήθηκε στη Νάξο το 1922 και πέθανε στην Αθήνα το 2011. Το 1943 στάλθηκε από τους Γερμανούς στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν, όπου παρέμεινε έως το 1945. Στο στρατόπεδο αυτό εξοντώθηκαν γύρω στους

240.000 κρατούμενους. Επέζησαν περίπου 30.000 άνθρωποι. Ο Καμπανέλλης ήταν ένας από τους λίγους επιζήσαντες. Τη συγκλονιστική αυτή εμπειρία την κατέγραψε στο πεζογράφημά του «Μαουτχάουζεν» (1963). Το χρονικό ξεκινάει από το καλοκαίρι του 1945, όταν ο πόλεμος τελειώνει. Το στρατόπεδο απελευθερώνεται και οι χιλιάδες κρατούμενοι, άνδρες και γυναίκες από όλη την Ευρώπη αρχίζουν να επιστρέφουν στις πατρίδες τους. Για τον συγγραφέα οι μέρες στο Μαουτχάουζεν από το '43 μέχρι το ‘45 ήταν εφιαλτικές.

Διαβάζοντας τις φοβερές περιγραφές και τα επεισόδια που συνέβησαν. αναρωτιέται κανείς πώς μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει σε τέτοιο σημείο αγριότητας και κτηνωδίας, και παρασυρμένος από μια ιδεολογία, τη φασιστική ιδεολογία, να εξοντώσει στο όνομα του φυλετικού ρατσισμού εκατομμύρια ανθρώπων. Κι όμως οι Ες Ες, οι βασανιστές, δεν έπαυαν στην προσωπική τους ζωή να είναι αφοσιωμένοι σύζυγοι, καλοί πατέρες, και λάτρεις της τέχνης και της μουσικής! Πώς είναι δυνατόν ο ίδιος άνθρωπος να είναι από τη μια μεριά απόλυτα κακός, ένα τέρας, και από την άλλη ένας ευαίσθητος οικογενειάρχης και καλλιτέχνης; Πώς είναι δυνατόν ένας λαός με τόσο υψηλό πολιτισμό, όπως είναι οι Γερμανοί, να υιοθέτησε μια ρατσιστική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία οι Εβραίοι, οι Τσιγγάνοι, οι αριστεροί, οι ομοφυλόφιλοι, οι αντιφρονούντες, οι αιχμάλωτοι πολέμου, θεωρούνται «κατώτερα» ανθρώπινα όντα που πρέπει να εξοντωθούν;

Σελίδα 3 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

Είναι δύσκολο να εξηγήσουμε το πρόβλημα του ηθικού Κακού, όπως παρουσιάστηκε στον 20ο αιώνα, στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το Κακό δεν χρειάζεται να προκύπτει από κάποια κρυφή πηγή μοχθηρίας ή από κάποιο σαδιστικό ένστικτο. Μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας ηθικής τυφλότητας ή αναισθησίας. Ο μέσος άνθρωπος, ο μέσος Γερμανός της ναζιστικής εποχής, θεωρούσε ότι έπραττε δίκαια και συμμορφωνόταν με τις εντολές της εξουσίας ίσως γιατί είχε χάσει την ηθική του ευαισθησία και έτσι μπόρεσε να πιστέψει στην ορθότητά τους.

Σήμερα, σε μία εποχή που δυσχεραίνει κάθε προσπάθεια να διασφαλίσουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα και να επιδιώξουμε την παγκόσμια ειρήνη, θα πρέπει να είμαστε σε συνεχή εγρήγορση, να μην αφήσουμε να ατονήσει μέσα μας η ηθική μας ευαισθησία. Όλοι οι λαοί θα πρέπει να καλλιεργήσουμε μέσα μας μια αίσθηση καθολικής ευθύνης για όσα συμβαίνουν στην ανθρωπότητα.

«Έτσι οι άνθρωποι θα νιώθουν υπεύθυνοι για όλα τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί, έτσι ώστε κανένας λαός δεν θα επιβαρύνεται με το μονοπώλιο της ενοχής, και κανένας λαός δεν θα θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο. Ο καλός πολίτης δεν θα αποστρέφει με φρίκη το βλέμμα του από τα γερμανικά ναζιστικά εγκλήματα αναφωνώντας «ευχαριστώ θεέ μου, που δεν είμαι κι εγώ τέτοιος» αλλά με φόβο και τρόμο θα αναγνωρίζει το ανυπολόγιστο Κακό για το οποίο είναι ικανή η ανθρωπότητα και θα είναι παντού έτοιμος να αγωνιστεί ασυμβίβαστα για να το αντιμετωπίσει.»*

* Χάννα Άρεντ. Essays in Understanding, 1930-1954

Ε. Tρουλιvoύ, φιλόλογος Για τηv εορτή της 28ης Οκτωβρίου 2012

Σελίδα 4 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

Για την επέτειο της 28ης ΟκτωβρίουΣτη Γεωγραφική έκταση που καλύπτουν τα χωριά από τα οποία έρχονται μαθητές στο Γυμνάσιο Πλατανιά εξελίχθηκε το κύριο θέατρο των μαχών της κατάληψης της Κρήτης από τα στρατεύματα κατοχής της ναζιστικής Γερμανίας. Αμέσως μετά την έκβαση της μάχης τα χωριά γέμισαν τόπους μαρτυρίου. Στο Κοντομαρί, στο Πατελάρι, στον Αλικιανό και στο Μάλεμε έγιναν ομαδικές εκτελέσεις αμάχων. Τι ήταν αυτό που οδηγούσε τους ανθρώπους να σφαγιάζουν άμαχους πολίτες; Μία απάντηση εντοπίσαμε στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου του Ι. Καμπανέλη «Μαουτχάουζεν»«Πλήθος οι συγκλονιστικές περιγραφές και τα επεισόδια στο βιβλίο του Καμπανέλη. Διαβάζοντάς τα αναρωτιέσαι πως μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει σε τέτοιο σημείο αγριότητας και κτηνωδίας και μάλιστα χωρίς να υποπτεύεται την πτώση του. Γιατί όλοι τούτοι οι βασανιστές, οι περισσότεροι τουλάχιστο, δεν έπαυαν να είναι τρυφεροί εραστές, αφοσιωμένοι σύζυγοι, φιλόστοργοι πατέρες. Η διπλή αυτή προσωπικότητα παραμένει ένα πρόβλημα που θα υπαινίσσεται τη διπλή φύση του ανθρώπου. »Οι συνολικές απώλειες του Ελληνικού Λαού σε ανθρώπινες ψυχές από το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο αποτυπώνονται παρακάτω :

Νεκροί πολέμου 1940-41 ………………………….13.327Εκτελεσμένοι (σε ολόκληρη την Ελλάδα) ………...56.225Θανόντες όμηροι (στα γερμανικά στρατόπεδα) ….105.000Νεκροί από βομβαρδισμούς …………………………7.120Νεκροί σε μάχες της Εθνικής Αντίστασης(σύμφωνα με γερμανικά στοιχεία) …………………20.650Νεκροί στη Μέση Ανατολή …………………………1.100Απώλειες Εμπορικού Ναυτικού …………………….3.500 Σύνολο 206.922Νεκροί από πείνα και σχετικές ασθένειες ….……..600.000Απώλειες από υπογεννητικότητα …………………300.000 Σύνολο απωλειών 1.106.922 (Σε σύνολο 7.344.860 σύμφωνα με την απογραφή του 1940)*

Για την επέτειο της Εθνικής εορτής επιλέξαμε, οι μαθητές να γνωρίσουν τους τόπους μαρτυρίου, να ακούσουν αυτόπτες μάρτυρες, και να μελετήσουν κείμενα που μαρτυρούν τα παραπάνω.

Παπαστάμος ΒασίληςΔιευθυντής του Γυμνασίου Πλατανιά

* Πηγή : Η Μαύρη βίβλος της κατοχής http://library.antibaro.gr/text/History/1940/Mavri_Vivlos_Katochis.pdf

Σελίδα 5 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

ΣΥΝΤΟΜΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

• Λούλα Βλαχούτσικου - Γιαννακοπούλου: ήταν κρατούμενη στα στρατόπεδα Ράβενσπρουκ και Μπούχενβαλντ

• Πρίµο Λέβι: (1919-1987) Ιταλός συγγραφέας Το 1942 οργανώνεται στην Αντίσταση αλλά το '43 συλλαμβάνεται από τη φασιστική πολιτοφυλακή και το '44 βρίσκεται κρατούμενος στο Aoυσβιτς, όπου τον βάζoυv να δουλέψει σε ένα εργοστάσιο ελαστικών στο Μόνοβιτς. Το βιβλίο του «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» (1947) είναι ευρέως γνωστό.

'Ιµρε Κέρτες: Ούγγρος συγγραφέας,

γεννήθηκε το 1929 στη Βουδαπέστη.

Εκτοπίστηκε το 1944 στο Αουσβιτς και ένα

χρόνο αργότερα στο Μπούχενβαλντ. Το 2002

βραβεύτηκε µε το Νόµπελ Λογοτεχνίας για το

σύνολο του έργου του. Το «μυθιστόρημα ενός

ανθρώπου δίχως πεπρωμέvο» (1975) είναι

ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του 20ου

αιώνα.

Σελίδα 6 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

Ιάκωβος Καμπανέλλης - Μαουτχάουζεν Α) Οι μισοί Γερμανοί ξέρανε για τα στρατόπεδα. (σ.σ. 82 – 85)

Κι ήθελα να συνεχίσω και να του πω: «Mα είναι αστεία αυτα;» αλλά το αυτοκίνητο ξεκίνησε, oι στρατιώτες ξανάρχισαν το ίδιο γερμανικό τραγούδι:

Φράχτεν, φρέχτεν σβάϊνεράϊκραχτεν, κρουχτεν χοvντεραϊ

αλο κλο, κλοκλο, κλο, κλο...

Κλοτσούσαν το πάτωνα της καρότσας, γούρλωναν τα µάτια τους, αγριεύανε τη φωνή τους. Παίζανε τους Γερµαναράδες και διασκεδάζανε του καλού καιρού Η Γιαννίνα ξεθάρρεψε, άρχισε να γελά και σε λίγο να τραγουδά μαζί τους. Το ίδιο κι εγώ: «Φράχτεν, φρέχτεν σβαινεράι»

Αφήσαμε τη Γιαννίνα στις παράγκες των γυναικών. Οι στρατιώτες αυτή τη φορά της είπαν: «Γκουντ νάιτ, γιανγκ λέιντι».

[ΒΡΗΚΑ ΚΑΡΦΙΤΣΩΜΕΝΟ ΣΤΟ ΜΑΞΙΛΑΡΙ µου ένα σημείωμα απ’ τον Σνάιντερ. «Ό,τι ώρα και να γυρίσεις έλα στις φυλακές να µε δεις. Θα: πιούμε ουίσκι, εκεί που άλλοτε πέθαιναν για δυο σταγόνες νερό». Η επιτροπή κι οι Αμερικάνοι είχαν αναθέσει στον Σνάιντερ τη διεύθυνση των φυλακών. Έδειξα στους στρατιώτες την ταυτότητά μου και είπα πως με ζητάει «ο ντόκτορ Σνάιντερ». Πρώτη φορά έμπαινα δω μέσα, Κοίταζα τη σειρά τις κλειδωμένες πόρτες. Τι ησυχία! Απίστευτο πως πίσω από καθεμιά μπορούσε να 'ναι φυλακισμένος ένας Ες-Ες, όπως ο Τσόλλερ, ο Τρουµ, ο Φασσλ. Απίστευτο ότι μπορούσε τώρα να τους χωράει ένα κελί.... Και τι τρομαχτική ησυχία! Ο Σνάιντερ καθόταν στο γραφείο της φυλακής μπροστά σ’ ένα σωρό από φωτογραφίες, έγγραφα, Ντοκουμέντα κάθε λογής «Κάθισε… έχεις, πιει ποτέ απ αυτό;.... Ναι, αλλά θα το’ χεις ακουστά, είναι ουίσκι. Τι βλάκες που είναι οι Γερμανοί Πίστεψαν έναν παράφρονα που φώναζε «δε θέλουμε βούτυρο, θέλουμε κανόνια». Οι Άγγλοι κι οι Αμερικάνοι δε θα πιστεύανε ποτέ εκείνον που θα τους έλεγε «δε θέλουμε ουίσκι, θέλουμε κανόνια», Να γιατί οι Γερμανοί χάνουν πάντα τον πόλεμο. Κάθε φορά παύουν να πιστεύουν στο βούτυρο και πιστεύουν στα κανόνια ... Αν δε σ' αρέσει το ουίσκι, µη στεναχωριέσαι. Όλα τα καλά πράγματα είναι δύσκολα στην αρχή…Είναι ώσπου να τα καταλάβεις ... Ο ταγματάρχης Ζάιμπελ µου ζήτησέ να αναλάβω τη διεύθυνση των φυλακών και να βοηθήσω τους Αμερικάνους της Στρατιωτικής δικαιοσύνης στη σύνταξη των καταθέσεων Ήμουν έτοιμος να φύγω μεθαύριο. Αλλά µε χαρά μου θα μείνω γι αυτή τη δουλειά. θα γυρίσω πιο ήσυχος σπίτι µου, άμα θα ξέρω πως δεν πρόκειται να γλιτώσει κανείς απ' αυτούς ... Έδωσα τ' όνομά σου για να κάνεις κατάθεση ... Θα καταθέσει κι ο Καζιµίρ Κλεμεντες κι ο Μάτυς κι ο Μπαλλίνα κι ο Μίλος Σλάνσκυ… Εδώ είναι τα βιβλία που είχατε κρύψει ... Οι Αμερικάνοι λένε πως θα 'πρεπε να πάρετε παράσημο ... Κουβάλησα κι ένα κρεβάτι εδώ, για να µη χάνω την ώρα μου στην παράγκα. ... 'Έχω πάρα πολύ δουλειά να κάμω 'Έννοια σου και θα σου τους περιποιηθώ µια χαρά εγώ όλους αυτούς τους νιτσεϊκούς και ροζεvµπεργκικούς δολοφόνους ... Δεν πρόκειται να φύγω απ' το Mαουτχάουζεν , πριν βεβαιωθώ ότι οι φάκελοί τους είναι αρκετά γεμάτοι για µια δικαστική απόφαση "εκατοντάκις εις θάνατον δι' αγχόνης"».

«Τι κάνουν τώρα;» ρώτησα τον Σνάιντεp. «Τι λένε;»

Σελίδα 7 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

«Δε λένε τίποτα. Σκέφτoνται! Χα, χα! Μάλιστα στα ξαφνικά άρχισαν να σκέφτονται! Ξαφνικά ανακάλυψαν το μυαλό τους! Όμως, µη γελιόμαστε! Αν γινόταν να. τους ξαναφέρεις στα πόστα τους, θα ξανακάνανε τα ίδια και χειρότερα! Όμως αυτοί θα δικαστούν. Θα κρεμαστούνε. Εντάξει! Όλους τους άλλους ποιος θα τους δικάσει; Τα εκατομμύρια, τα πολλά εκατομμύρια πολίτες που τα ξέρανε όλα και τα ανέχτηκαν όλα ... Ποιος θα τους δικάσει; Νομίζεις ότι όλες αυτές οι δολοφονίες γίνονταν µόνο στα κρυφά στο Αουσβιτς, στο Νταχάου, στο Γκούζεν, στο Mαoυτχάουζεν; Βλάκα ... Αυτά όλα άρχισαν στο Μόναχο και στο Βερολίνο απ' το 1933! ... Με γιορτές και τραγούδια! Θα σπάσω το κεφάλι όποιου θα 'χει τη γουρουνιά να μου πει πως δεν είχε ιδέα. Μπορείς να. φανταστείς ότι αυτοί οι αγαθοί δήθεν αγρότες, σε ακτίνα τουλάχιστον πενήντα χιλιόμετρα γύρω απ' το Μαουτχαουζεν, δεν ξέρανε τι γίνεται εδώ μέσα;... . είναι δυνατόν έξι ολόκληρα χρόνια που υπάρχει εδώ το στρατόπεδο να µην καταλάβανε τίποτα; ... Μήπως δε βλέπανε τα συνεργεία από σκελετωμένους κρατούμενους που δουλεύανε κάτω στο χωριό, στα χτήματα, στις σιδηροδρομικές γραμμές; ... Όλοι τα ξέρανε ... Ολόκληρη η Γερμανία απ’ άκρον εις άκρον, και θα σου το αποδείξω αμέσως ... Έχω εδώ την απόδειξη έτοιμη, για να την έχω πρόχειρη στην τσέπη µου και να τσακίζω στο ξύλο όποιον δήθεν ανίδεο Γερμανό πολίτη έχει αντίρρηση. Κοίταξε καλά αυτό το χάρτη της Γερμανίας, πριν την πάρει ο διάβολος! Βλέπεις όλους αυτούς τους κύκλους; Έχω μαρκάρει τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως! Ο κάθε κύκλος καλύπτει έκταση ακτίνας πενήντα χιλιόμετρων Τι αποδεικνύεται; Πως η μισή Γερμανία είναι μέσα στους κύκλους. Άρα, οι μισοί Γερμανοί ξέρανε οπωσδήποτε για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και τα στρατόπεδα εξοντώσεως!. .. Ύστερα απ' αυτό, αγαπητέ μου είναι δύσκολο να πιστέψω πως ο μισός γερμανικός λαός ήξερε κι ο άλλος μισός δεν είχε ιδέα Άλλωστε, τις ίδιες θηριωδίες που έκαναν τα Ες-Ες στα στρατόπεδα, τις έκανε µε την ίδια ευκολία η Βερμαχτ στα κατεχόμενα εδάφη. Όλοι τα ξέρανε!.]

Ιάκωβος Καμπανέλλης - ΜαουτχάουζενΒ) Το Μαουτχάουζεν είναι κυψέλη εργασίας. (σ.σ. 128 – 135)

«Εδώ μέσα, για να γλιτώσεις χρειάζεται µια κρούστα τρέλας γύρω στο μυαλό. Μπορείς να το πετύχεις αυτό;»

«Τι εννοείς;» «Είναι δύσκολο να σου εξηγήσω. Κοντολογίς; πρέπει να φροντίσεις να τρελαθείς λιγάκι.

Μην πάθεις ότι πάθαμε εμείς όταν πρωτοήρθαμε». " «Τι πάθατε;» «Σκεφτόμασταν συνέχεια µε το "γιατί;". Γιατί να δουλεύω έτσι; Γιατί να µε δέρνουν έτσι;

Γιατί να με ταΐζουν έτσι; Γιατί να µε ορίζουν έτσι; Κατάλαβες; Αν σου 'χει. κολλήσει αυτό το "γιατί", πιασ' τo, καρύδωσέ το και ρίξ' το στον καμπινέ, αλλιώς θα σε καρυδώσει. αυτό Ξέρεις πόσους συντρόφους χάσαμε; Δε θα γλιτώνανε όλοι! ... Όχι .. , Ποτέ. .. Όμως, ξέρεις πόσους έφαγε αυτό το "γιατί"; Το είδες, το κατάλαβες; Βρισκόμαστε στα χέρια παντοδύναμων τρελών…Οι Ες-Ες όλοι, μέχρι τον τελευταίο στρατιώτη, είναι παντοδύναμοι, τρελοί και φονιάδες! Κι όλα όσα γίνονται μέσα σ' ένα στρατόπεδο είναι αφύσικα, παράφρονα, απίστευτα, τρομαχτικά ... Άκου να δεις... Αν ξαφνικά ένα χέρι µ' έπαιρνε από δω μέσα και µ' άφηνε σ’ ένα δρόμο στη Βαρκελώνη, στη Νέα Υόρκη, στη Στοκχόλμη κι άρχιζα να λέω για το Mαoυτχάουζεν, ξέρεις τι θα γινόταν; Θα µε παίρνανε για τρελό, θα με κλείνανε μέσα!... Ήρθες σ’ έναν άλλο κόσμο...: Κατάλαβε το! Άρχισε, λοιπόν, να βάζεις την κρούστα γύρω στο μυαλό σου ... Πρέπει να τρελαθείς λιγάκι! Πρέπει να εναρμονιστείς ... Δεν είναι δύσκολο ... Ο φόβος, η πείνα, οι πεθαμένοι θα σε βοηθήσουν».

ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΜΕΡΑ ΤΟ ΠΡΩΙ, ενταγμένος σ' ένα «κινητό συνεργείο», πέρασα για έξω την πύλη του Μαουτχάουζεν Για πρώτη φορά απ' η νύχτα εκείνη που µας φέρανε. Ήμασταν

Σελίδα 8 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟεκατό όλοι όλοι και η φρουρά µας ένας Ες-Ες υπαξιωματικός και οχτώ στρατιώτες. Ήταν Νοέμβρης, ο καιρός βροχερός, ο πρωινός αέρας κρύος. Διασχίσαμε τον περιφερειακό δρόμο και πήραμε τον κατήφορο προς την εξωτερική πύλη, Άλλα συνεργεία. πήγαιναν µπρος, άλλα έρχονταν πίσω, άλλα στρίβανε προς το λατομείο, άλλα προς τα εργαστήρια, Άλλα προς το δάσος. Απ’ το νοσοκομείο ανέβαιναν τα μακριά καρότσια του κρεµατόριουμ. φορτωμένα µε τους; πεθαμένους της νύχτας

Στα δεξιά του κατηφορικού δρόμου ήταν σωροί αποκαΐδια που είχαν αδειάσει τ' αυτοκίνητα. Τ' αποκαΐδια ήταν καλύτερο υλικό για επίστρωση δρόμων απ’ το ψιλό χαλίκι. Ειδικά τώρα που θ' αρχίζανε οι βροχές. Δε λασπώνει τ αποκαΐδι. Όπως και να το κάνουμε, ο άνθρωπος είναι πάντα το καλύτερο υλικό αναντικατάστατο. Παράδειγμα ότι τ' αποκαΐδι από ανθρώπους είναι καταλληλότερο από το γαρμπίλι. Ξεπερνά και την πέτρα δηλαδή, που είναι ειδικότητα της, αποκλειστικότητα της να παράγει υλικά για την κατασκευή δρόμων. Ορίστε, το πρώτο συνεργείο είναι κιόλας εδώ, έτοιμο να πιάσει δουλειά

Να τους! Φτύνουν τα χέρια και πιάνουν τα φτυάρια Το Μαουτχαουζεν είναι κυψέλη εργασίας ... Όμως το δικό µας συνεργείο είναι το καλύτερο ... Απόδειξη το ότι δεν ξέρω πού πάμε ... Θαρρώ πως κι οι άλλοι δεν ξέρουνε. Πιο καλά έτσι. Μια έκπληξη έχει πάντα τα καλά της ... Μπορεί και να µη µας πηγαίνουν για δουλειά. Μπορεί να µας πηγαίνουν εκδρομή ... Ο'Γιόζεφ Μπαλλίνα έλεγε χτες τη νύχτα πως όλοι οι Ες-Ες είναι τρελοί. Το πιο πιθανό λοιπόν είναι να µας πηγαίνουν εκδρομή, συνδυασμένη µ' ένα μάθημα Φυσικής Ιστορίας ... Ο Ες-Ες υπαξιωματικός που περπατά πλάι μας µε το χέρι στην τσέπη φαίνεται πολύ σοβαρός και μορφωμένος νέος ... Φοράει γυαλιά και δε μιλάει καθόλου. Όποιος δε μιλάει σκέφτεται. σίγουρα σκέφτεται αυτά που έχει να πει για τα διάφορα φυτά. Είμαι ενθουσιασμένος, γιατί πάντα µου άρεσε η Φυσική Ιστορία από παιδί. .. Στη Νάξο, στο Δημοτικό, ο δάσκαλος όλη τη Φυσική Ιστορία µας τη δίδαξε στα χωράφια και στα λιβάδια ... Φαίνεται πως κι οι Ες-Ες ακολουθούν το ίδιο σύστημα ... Είναι βέβαια δύσκολο να παραδεχτεί κανείς ο τι πήραν αυτή τη μέθοδο απ το Δημοτικό Σχολείο της Νάξου ... Μάλλον πρόκειται περί συμπτώσεως... Τότε κάναμε και σχέδια... ζωγραφίζαμε τα φυτά και τα άνθη ... Δεν αποκλείεται να µας πουν να κάνουμε το ίδιο ... Να τα σχεδιάσουμε και να τα χρωματίσουμε ... Στην Ελλάδα όλα τα χρωματιστά μολύβια ήταν Φάµπερ ... Γερμανικά δηλαδή ... Άρα, εδώ θα ‘ναι πάμφθηνα… Μακάρι,.. Στο σχέδιο είμαι πολύ καλός…Έχω πολλές πιθανότητες να πάρω άριστα ... Το μόνο που δεν ξέρω είναι αν οι Ες· Ες βαθμολογούν κι αυτοί µε το «δέκα» ... Πρέπει να ρωτήσω τον Γιοζεφ Μπαλλίνα ... Αν και µου φάνηκε λίγο τρελούτσικος κι αυτός κι η θεωρία του ... «κάµε µια κρούστα τρέλας γύρω απ’ το μυαλό» ... Πώς δηλαδή; ... Πού να τη βρω την τρέλα;

Τι είναι τρέλα; ... Το βράδυ που θα γυρίσω στην παράγγα θα ρωτήσω τον γραμματέα Τρόσκα μήπως είναι ντιπ τρελός ο Μπαλλίνα, μήπως πρέπει να φυλάγομαι

Φτάσαμε κιόλας; στην εξωτερική πύλη. Μας μετράνε πάλι. Πρώτη φορά µας μέτρησαν στην πλατεία, δεύτερη φορά όταν περάσαμε τη μέσα πύλη. Και τώρα είναι η τρίτη φορά. Όλες τις φορές ήμασταν εκατό. Δίνουν τεράστια σημασία στην ακρίβεια ... Πόση φασαρία την άλλη φορά, για έναν πεθαμένο που έλειπε ... Δεν έμαθα ποτέ αν βρέθηκε ... Επιτέλους ακούμε ότι πάμε στην όχθη του ποταμού για φόρτωση άμμου, .. Δεν έχω φορτώσει ποτέ άλλοτε άμμο ... Στάσου να το σκεφτούμε ... Την άμμο τη φορτώνουν µε φτυάρια Φτυάρι δε δούλεψα ποτέ, παρά µόνο έτσι για παιχνίδι στην αυλή του Άλεκ ... Αυτός τώρα κοιμάται του καλού καιρού στο σπίτι του στην Αθήνα, στην οδό ,Αγησιλάου… Πάει αυτός, τον έφαγα...αυτός στην οδό ,Αγησιλάου µε τη μαμά του και τον μπαμπά του ... Εγώ µε φορεσιά κάτεργου, µε συνοδεία Ες-Ες, παρέα' µε Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου, µε Σέρβους παρτιζάνους, µε πολωνούς ομήρους, πάω στο Δούναβη να φορτώσω άμμο. ... Πως να το μάθει να σκάσει απ ζήλια του; Κάτι λέγαμε για ένα φτυάρι... Πως τώρα πρέπει να δουλέψω φτυάρι... Άρα δεν έχουμε Φυσική Ιστορία, αλλά Φυσική Αγωγή... Δεν έχω καμία αντίρρηση... Ούτε και κανείς άλλος, γι αυτό κι όλοι βαδίζουμε σταθερά, πρόθυμα, πειθαρχικά ... λινκς τσβάι, λινκς τσβάι, λινκς! ... Αφήνουμε τον αμαξωτό δρόµο" και πιάνουμε το δάσος ... Τα δέντρα είναι μούσκεμα., απ' την υγρασία της νύχτας και µας πιτσιλάνε µε σταγόνες... Παρατηρώ ότι στο λινκς πέφτουν περισσότερες σταγόνες απ όσες στο τσβάι.. θέλω να το πω και στους άλλους ... αλλά είναι όλοι τους πολύ σοβαροί. .. Έχω μάλιστα να προτείνω να κοπανάμε πιο δυνατά το πόδι και ταυτόχρονα να φωνάζουμε όλοι μαζί «λινκς» ... Πιστεύω πως έτσι θα πέφτουν πιο πολλές· σταγόνες και µε περισσότερη τάξη ... Τώρα υπάρχει µια σχετική αταξία.; Άλλες πέφτουν πριν της ώρας, .άλλες μετά ... Κάπου

Σελίδα 9 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟκάπου πέφτει και κανένα φύλλο. Να ένα που πέφτει ... έρχεται ... πρέπει να σταθεί πάνω στο σκούφο του μπροστινού µου ... έλα! .' Τζίφος. Ξέφυγε στο πλάι ... Χάθηκε µια μοναδική ευκαιρία ... Αμφιβάλλω αν ξαναβρεθεί ...

Να το ποτάμι, να και η άμμος που µας περιμένει ... Στους Ες-Ες αρέσει να. βγάζουν λόγους ... Ο υπαξιωματικός µας έχει πολύ ωραίο θέμα, αν θελήσει να βγάλει λόγο ... «Αυτή η άμμος περίμενε επί αιώνες τη σημερινή ημέρα. Αυτή η άμμος ζούσε µε την ελπίδα ότι η ανθρωπότητα δεν την ξέχασε. Αυτή η άμμος ξέρει ποιοι είστε, από που έρχεστε, και εμπιστεύεται την τύχη της σε σας. Φορτώστε την…» Φορτηγά αυτοκίνητα περιμένουν για το φόρτωμα... Στεκόμαστε. Ο υπαξιωματικός δίνει. οδηγίες κι οι στρατιώτες πιάνουν τα πόστα.. δύο ανατρεπόμενα αυτοκίνητα αδειάζουν φτυάρια. Παίρνει ο καθένας το δικό του ... ύστερα µας μοιράζουν σε ομάδες ... Άλλοι θα μαζεύουν την άμμο σε σωρούς ... Άλλοι θα την περνούν από χοντρή κρησάρα, για να ξεμένουν τα βότσαλα. Άλλοι θα τη φορτώνουν στ' αυτοκίνητα. Η ομάδα µου φορτώνει στ' αυτοκίνητα. Η δουλειά αρχίζει ... Ο Γιοζέφ Μπαλλίνα είναι τρελός. Άλλωστε φαίνεται. Πως δεν το κατάλαβα απ’ την πρώτη στιγμή; Δε θα 'ναι μέχρι σαράντα χρονώ; Θα 'ναι! ... Κι όμως έχει µια φαλάκρα τεράστια. Το λίγο μαλλί που του χει μείνει γύρω απ τ’ αυτιά και το σβέρκο είναι μαύρο σαν κάρβουνο. Η μύτη του είναι πλακουτσωτή, τα μάτια του μικρά και παίζουνε σαν κυνηγημένα. πολέμησε στο Τερουέλ και αλλού ... Σίγουρα κάτι τον έχει χτυπήσει στο κεφάλι! ... «Κάμε», λέει, «µια κρούστα τρέλας γύρω απ' το μυαλό σου, αλλιώς δε γλιτώνεις ... Πως να την κάνω αυτή την κρούστα; ... Δεν είναι ούτε µια ώρα που φτυαρίζω κι είμαι έτοιμος να σωριαστώ χάμω. Οι ώμοι µου έχουν εξαρθρωθεί, τα μπράτσα µου πονάνε, οι χούφτες µου έχουνε κάνει φουσκάλες ... Πώς θ' αντέξω; Άντε, άλλη μια. Κι άλλη µια ... Κι άλλη µια ... Μια για τον μπαμπά ... µια για τη μαμά... µια για τον Γιάννη ... µια για τον Μανώλη ... µια για τον: Χρίστο …µια για την Ελένη ... Ω, ευτυχώς, έχω πολλά αδέρφια …Μια για τη Φιλισία ... µια για την Όλγα … µια για τη Ρίτα …Μια για τον Γιώργο ... Έλα πάλι …, Έλα ... Μπράβο …Έλα ... Κουράγιο...

'Ώρα για το συσσίτιο. Tρελαθήκανε; Ούτε οι μισοί δεν μπαίνουν στην ουρά: Οι πιο πολλοί θέλουν να πάρουν τελευταίοι. Κάνουν το κορόιδο. Καθυστερούν. Γιατί; «Είναι πιο καλά να τρως τη σούπα σου τελευταίος όταν οι άλλοι την έχουνε φάει και κοιτάνε λαίμαργα τη δική σου! Όταν σε κοιτάζουνε πεινασμένοι την ώρα που τρως, νιώθεις καλύτερα το φαί που κατεβαίνει μέσα σου!»]

Η δουλειά ξαναρχίζει. Ο υπαξιωματικός όλο το πρωί έκανε βόλτες ή διάβαζε την εφημερίδα Φόλκισερ Μπεοµπάχτερ. Τώρα είναι ώρα να δουλέψει λιγάκι. Στριφογυρνά σα μανιακός ανάμεσά µας και µας κοιτάζει καλά, λες και ψάχνει για κάποιον που τον γυρεύει από καιρό. Τέλος, στέκει μπροστά σ’ ένα Ρώσο, ένα παλικάρι ως εκεί πάνω. Τον κοιτάζει λοξά και ρωτάει: «Τι πιστεύεις εσύ για την τελική νίκη;»

Ο Ρώσος δεν απαντά. Ο Ες-Ες ξαναλέει ... «Σε ρώτησα τι πιστεύεις για την τελική νίκη ...»Ο Ρώσος ούτε τώρα απαντά. Ο υπαξιωματικός τον ρωτάει: «Πώς σε λένε;» «Κερένσκυ», απαντά ο Ρώσος. «Ώστε δε φτάνει που είσαι μπολσεβίκος, σε λένε και Κερένσκυ από πάνω», ουρλιάζει ο Ες-Ες. «ο Κερένσκυ δεν είναι μπολσεβίκος», λέει ο Ρώσος. Ο Ες-Ες παίρνει φόρα και δίνει µια γερή γροθιά στον Κερένσκυ. Ο Ρώσος τινάζεται πίσω να φυλαχτεί και το κεφάλι του χτυπάει στη σιδερένια καρότσα του αυτοκινήτου. Ο Ες-Ες τον πιάνει απ' τους γιακάδες και προσπαθεί να. τον ταρακουνήσει, ενώ ταυτόχρονα σκούζει: «Αιχμάλωτος πολέμου, ε; Μπολσεβίκος στρατιώτης, ε; Πόσους Γερμανούς στρατιώτες σκότωσες, ρώσικο γουρούνι, υπάνθρωπε; Πόσους Γερμανούς στρατιώτες σκότωσες;» Ο Ρώσος δε βγάζει μιλιά. «Είναι κι άλλοι εδώ;» φωνάζει ο Ες-Ες. «Όλοι οι μπολσεβίκοι αιχμάλωτοι πολέμου νά 'ρθουν αμέσως εδώ. Οι Ρώσοι αφήνουν τα φτυάρια και μαζεύονται. Οι Ες-Ες στρατιώτες στα γύρω πόστα συνεννοούνται να χουν το νου τους, ανασηκώνουν τ’ αυτόματα.

Σελίδα 10 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟΤο νούμερο 42320 ήταν μια Ελληνίδα αγωνίστρια Προς το Προεδρείο της Ημερίδας για τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων

ίμαι μια από τκ; 16 Ελληνίδες κρατούμενες στο χιτλερικό στρατόπεδο του Μπούχενβαλντ, που επέζησαν. Και επειδή βρίσκομαι: στο νοσοκομείο χειρουργημένη και δεν μπορώ να παραβρεθώ στην Ημερίδα σας, στέλνω μια μικρή ανάμνηση από εκείνο το κάτεργο.

[ ... ] Στεκόμουν, όπως όλες μας, μπροστά στον τόρνο, όπου οι ναζί μάς υποχρέωναν να δουλεύουμε επί 12 ώρες, λειαίνοντας φονικούς; κάλυκες για τις σφαίρες. Κάποια στιγμή αφαιρέθηκα, και το βουητό του τόρνου γίνηκε το βουητό του τρένου, που με ταξίδευε στον τόπο μου, το νησί του Ευρίπου. Με τη φαντασία μου βρέθηκε στην πατρίδα μου, την όμορφη Λίμνη. Στο πατρικό μου σπίτι. Στεκόμουν στην κουζίνα, κοντά στο παράθυρο, κι έβλεπα τις πευκοβελόνες να τρυπώνουν μέσα απ' τη σήτα, κι ανάσαινα τη μοσκιά του πεύκου. Στο ρυθμό του τόρνου άκουγα τον αργαλειό της μητέρας μου και τη φωνή της «Κορίτσια! Τον καφέ και το βύσσινο του πατέρα σας! ... » Ήταν απομεσήμερο. Καλοκαίρι. Σ' αυτή τη θέση καθόταν ο πατέρας μας ξυπνώντας το απόγευμα και ρουφούσε, μαζί με τον καφέ του, το άρωμα του πεύκου. Μπροστά απ' τα μάτια μου πέρασαν οι

μορφές των δικών μου. Τις κρατούσα πάντα μέσα μου σαν φυλαχτό, και αναδύονταν στις πιο κρίσιμες στιγμές. Έπιασα κουβέντα με τα χέρια τους. Αναρωτιόμουν σε ποιο χέρι φορούσε ο πατέρας το δαχτυλίδι με την πέτρα, που πριν λίγα χρόνια ακόμα το στιφογύριζα στο δάχτυλό μου παίζοντας ...

Η μητέρα, θυμήθηκα, φορούσε τη βέρα της στο μεσαίο δάχτυλο. Θα φορούσα, άραγε, ποτέ βέρα εγώ;

Ξαφνικά, ένας κάλυκας σφύριξε στο αυτί μου. Τον είχε πετάξει η ομπερίνα, με άχτι. Η χιτλερίνα επιστάτρια που μας παρακολουθούσε .. Ένιωσε, φαίνεται, πως το νούμερο 42320 ταξίδευε αλλού. Είχε για λίγες στιγμές δραπετεύσει από την κόλαση του. Είχε διαπράξει έγκλημα. Από νούμερο, τόλμησε να ξαναγίνει άνθρωπος. Ένα κορίτσι που ονειρευόταν. Όχι! Έπρεπε, ώσπου να πεθάνω, να είμαι το νούμερο 42320 και τίποτε άλλο ... Ανταλλάξαμε ματιές με τις συμπατριώτισσές μου. Μιλούσαμε μόνο με τα μάτια. Πονάμε, πεινάμε, παγώνουμε, καιγόμαστε στον πυρετό και δουλεύουμε. Τα μάτια μόνο μάς απομένουν για να μιλάμε μεταξύ μας. Χωρίς σπασμωδικές κινήσεις, για να μην υποψιαστεί τίποτε η ομπερίνα, σκύβω στο κασονάκι όπου έπεφταν οι κάλυκες και, όσο πιο γρήγορα μπορούσα, τους ανακατεύω: να μην ανακαλύψει στον έλεγχο τις ρωγμές που έκανε ένα σιδεράκι, που βάζαμε στο κοπίδι του τόρνου, βγάζοντας σκάρτους, ακατάλληλους για το φονικό προορισμό τους κάλυκες. Αυτό το οργανωμένο σαμποτάζ από όλες µας ήταν η εκδίκησή µας, η ανάσα ζωής, η περηφάνεια µας. Η οµπερίνα απομακρύνθηκε κι εγώ, καθώς χάιδευα τους σκάρτους κάλυκες, ένιωσα ν' αναβλύζει από βαθιά μέσα µου το επονίτικο τραγούδι µας της Αντίστασης.

Σελίδα 11 από 18

Ε

Μιλούσαμε μόνο με τα μάτια. Πονάμε,

πεινάμε, παγώνουμε, καιγόμαστε

στον πυρετό και δουλεύουμε.

Τα μάτια μόνο μάς απομένουν για να μιλάμε μεταξύ μας.

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟΣυνεχίζαμε, κι απ' αυτό το έσχατο μετερίζι, τον αγώνα του λαού µας. Της γενιάς µας.Ανυπόταχτες! Άνθρωποι! Όχι νούμερα ...

Λούλα Βλαχούτσικου-Γιαννακοπούλου Κρατούμενη στα στρατόπεδα Ροβενσπρουκ και Μπούχενβαλντ Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο, Νοέμβριος 1998

Σελίδα 12 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

Πρίμο ΛέβιΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

[Απόσπασμα Α : Σελ. 11 έως 14]

Ο ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΜΑΣ, ΤΟ ΜΟΝΟΒΙΤΣ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟ ΑΟΥΣΒΙΤΣ, ήταν από πολλές απόψεις ασυνήθιστο. Ο φράχτης που µας χώριζε από τον κόσμο. και που συμβολιζόταν από τη διπλή περίφραξη του

συρματοπλέγματος, δεν ήταν ερμητικός όπως αλλού. Λόγω δουλειάς ερχόμασταν καθημερινά σε επαφή µε ανθρώπους «ελεύθερους», ή, εν πάση περιπτώσει, λιγότερο σκλάβους από εμάς τεχνικούς, μηχανικούς και Γερμανούς ομαδάρχες, Ρώσους και Πολωνούς εργάτες, Εγγλέζους αιχμαλώτους πολέμου, Αμερικανούς, Γάλλους, Ιταλούς. Επισήμως, µε εμάς, τους παρίες του ΚΖ (Konzentrations - Zentrum), απαγορευόταν οποιαδήποτε κουβέντα, αλλά η απαγόρευση συνεχώς καταστρατηγούνταν, άλλωστε τα νέα από τον ελεύθερο κόσμο έφταναν ως εμάς μέσα από χίλια κανάλια. Στους σκουπιδοτενεκέδες του εργοστασίου βρίσκαμε εφημερίδες. ίσως παλιές, δύο ή τριών ημερών, και φαγωμένες από τη βροχή, και διαβάζαμε µε λαχτάρα τα γερμανικά ανακοινωθέντα: κολοβά, λογοκριμένα, εγκωμιαστικά, αλλά παρ' όλα αυτά εύγλωττα. Οι σύμμαχοι αιχμάλωτοι πολέμου άκουγαν κρυφά Λονδίνο, ακόμα πιο κρυφά µας ενημέρωναν για τα νέα, που ήταν ενθαρρυντικά: τον Δεκέμβριο του 1944 οι Ρώσοι είχαν µπει στην Ουγγαρία και την Πολωνία, οι Εγγλέζοι βρίσκονταν στην ιταλική Ρομάνια, οι Αμερικανοί έδιναν σκληρές μάχες στις Αρδένες. αλλά ήταν ήδη νικητές στον Ειρηνικό κατά της Ιαπωνίας.

Άλλωστε για να μάθουμε πώς πήγαινε ο πόλεμος, δεν είχαμε ανάγκη από μακρινές ειδήσεις Τη νύχτα, όταν όλοι οι θόρυβοι του στρατοπέδου είχαν πλέον σβήσει, ακουγόταν όλο και πιο κοντά ο βόμβος του πυροβολικού: το μέτωπο δεν απείχε πάνω από εκατό χιλιόμετρα, κυκλοφορούσε μάλιστα η φήμη ότι ο Κόκκινος Στρατός βρισκόταν ήδη στα όρη Μπέσκιντ. Το απέραντο εργοστάσιο στο οποίο δουλεύαμε είχε βομβαρδιστεί αρκετές φορές από αέρος, µε µια επιστημονική και χαιρέκακη ακρίβεια: µία βόμβα, µία μονάχα, στο κέντρο ηλεκτροπαραγωγής, έτσι ώστε να βγει εκτός λειτουργίας για δύο εβδομάδες μόλις οι βλάβες επισκευάζονταν, και η τσιμινιέρα άρχιζε πάλι να καπνίζει, άλλη µία βόμβα, και πάει λέγοντας. Ήταν φανερό ότι οι Ρώσοι, ή οι σύμμαχοι σε συνεννόηση µε τους Ρώσους, ήθελαν να εμποδίσουν την παραγωγή αλλά να µην καταστρέψουν τις εγκαταστάσεις. Ήθελαν να τις πάρουν άθικτες µε το τέλος του πολέμου, όπως και πράγματι τις πήραν: σήμερα είναι το μεγαλύτερο εργοστάσιο συνθετικού καουτσούκ της Πολωνίας. Η αντιαεροπορική άμυνα ήταν ανύπαρκτη, δεν εμφανίζονταν μαχητικά αεροπλάνα, στις στέγες υπήρχαν πυροβολεία αλλά κι αυτά σταμάτησαν να ρίχνουν: ίσως να µην είχαν πλέον πυρομαχικά.

Η Γερμανία, µε λίγα λόγια, ήταν ετοιμοθάνατη αλλά οι Γερμανοί έμοιαζαν να µην το καταλαβαίνουν. Μετά την απόπειρα κατά του Χίτλερ τον Ιούλιο, η χώρα ζούσε μέσα στον τρόμο' αρκούσε µια καταγγελία, µια απουσία από τη δουλειά, µια απρόσεκτη κουβέντα, για να καταλήξει κανείς στα χέρια της Γκεστάπο ως ηττοπαθής, γι' αυτό στρατιωτικοί και πολίτες εκπλήρωναν τις υποχρεώσεις τους, όπως έκαναν πάντα, σπρωγμένοι ταυτόχρονα από το φόβο και από µια έμφυτη αίσθηση της πειθαρχίας. Μια φανατική και αυτόχειρας Γερμανία τρομοκρατούσε µια Γερμανία αποθαρρυμένη και βαθιά μέσα της ηττημένη.

Λίγο πριν, κατά το τέλος του Οκτώβρη, είχαμε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε «εκ του σύνεγγυς» µια μοναδική σχολή φανατισμού, ένα τυπικό παράδειγμα εθνοσοσιαλιστικής διαπαιδαγώγησης. Σε ένα ακαλλιέργητο χωράφι, δίπλα στο Στρατόπεδό µας, είχε στηθεί µια κατασκήνωση της Χιτλερικής Νεολαίας. Θα ήταν γύρω στους διακόσιους έφηβους, σχεδόν ακόμα παιδιά' το πρωί είχαν έπαρση της σημαίας, τραγουδούσαν πολεμοχαρή εμβατήρια, έκαναν ασκήσει; στο βάδην και στο σημάδι: ήταν οπλισμένοι µε παλιές καραμπίνες. Αργότερα καταλάβαμε ότι τους ετοίμαζαν για να τους στρατολογήσουν στο Volkssturm, εκείνον τον προχειροφτιαγμένο στρατό µε γέρους και μικρά παιδιά οι οποίοι, σύμφωνα µε τα παρανοϊκά σχέδια του Χίτλερ, θα έπρεπε να προβάλουν την τελευταία αντίσταση στους προελαύνοντες

Σελίδα 13 από 18

Τ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟΡώσους. Το απόγευμα όμως οι εκπαιδευτές τους, που ήταν βετεράνοι των Ες Ες, τους έφερναν ανάμεσά µας, την ώρα που ήμασταν απασχολημένοι να καθαρίζουμε τα ερείπια των βομβαρδισμών, ή να κτίζουμε προχειροφτιαγμένα και άχρηστα οχυρώματα από τούβλα ή από σακιά άμμου.

Τους έφερναν ανάμεσά µας σε µια «οργανωμένη επίσκεψη» και τους έκαναν μάθημα, µε δυνατή φωνή, λες κι εμείς δεν είχαμε αυτιά να ακούσουμε ούτε μυαλό για να καταλάβουμε. «Αυτοί, βλέπετε, είναι οι εχθροί του Ράιχ, οι εχθροί σας. Κοιτάξτε τους καλά: μπορείτε να τους ονομάσετε ανθρώπους; Είναι Untermenschen, υπάνθρωποι! Βρομάνε, επειδή δεν πλένονται' είναι κουρελήδες, γιατί δεν φροντίζουν τον εαυτό τους. Πολλοί μάλιστα ούτε που καταλαβαίνουν τα γερμανικά. Είναι ανατρεπτικά στοιχεία, ληστές, λωποδύτες από τις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης, εμείς όμως τους καταστήσαμε ακίνδυνους τώρα δουλεύουν για εμάς, είναι όμως ικανοί μονάχα για τις πιο πρωτόγονες δουλειές. Άλλωστε, είναι σωστό να κοπιάζουν για να επανορθώνουν τις ζημιές του πολέμου: είναι αυτοί. που θέλησαν τον πόλεμο. Αυτοί: οι Εβραίοι, οι κομμουνιστές και οι πράκτορες της πλουτοκρατίας». Οι στρατιώτες-παιδιά στέκονταν και άκουγαν, αφοσιωμένοι και παραζαλισμένοι. Βλέποντάς τους από κοντά, σου προκαλούσαν οίκτο αλλά ταυτόχρονα και τρόμο. Αδυνατισμένοι και φοβισμένοι, µας κοίταζαν µε ένα ατέλειωτο µίσος εμείς λοιπόν ήμασταν οι ένοχοι για όλα-τα κακά, τις κατεστραμμένες πόλεις, την πείνα, τους νεκρούς πατεράδες τους στο ρωσικό μέτωπο. Ο Φίρερ ήταν αυστηρός αλλά σωστός' σωστό ήταν να τον υπηρετήσουν.']

Εκείνη την εποχή δούλευα ως «ειδικευμένος» σε χημικό εργαστήριο μέσα στη φάμπρικα: είναι γεγονότα που έχω ήδη αφηγηθεί αλλού, περιέργως όμως, µε το πέρασμα των χρόνων οι αναμνήσεις εκείνες ούτε χλομιάζουν ούτε αραιώνουν, το αντίθετο, εμπλουτίζονται διαρκώς από λεπτομέρειες που πίστευα ξεχασμένες, και που μερικές φορές αποκτάνε καινούργια σημασία στο φως των αναμνήσεων κάποιου άλλου, κάποιων επιστολών που λαβαίνω ή κάποιων βιβλίων που διαβάζω. Χιόνιζε, έκανε πολύ κρύο, δεν ήταν εύκολο να δουλεύεις στο εργαστήριο. Μερικές φορές η θέρμανση δεν λειτουργούσε, και τις νύχτες η παγωνιά έκανε να σκάνε τα φιαλίδια των αντιδραστήρων και το δοχείο του αποσταγμένου νερού.

Συχνά έλειπαν οι πρώτες ύλες ή οι απαραίτητοι αντιδραστήρες για τις αναλύσεις, και τότε έπρεπε να τα βγάλουμε πέρα µε υποκατάστατα ή να τους φτιάχνουμε εμείς. Έλειπε το οξικό αιθύλιο που ήταν απαραίτητο για τη χρωματογραφία, κι ο υπεύθυνος του εργαστηρίου µου είπε να ετοιμάσω ένα λίτρο και µου έδωσε τις αναγκαίες ποσότητες οξικού οξέος και αιθυλικής αλκοόλης. Η διαδικασία είναι απλή , κι εγώ την ήξερα σχεδόν από μνήμης: την είχα δοκιμάσει στο Τορίνο, στη διάρκεια οργανικών συνθέσεων, το 1941. Μόλις τρία χρόνια πριν αλλά έμοιαζαν τρεις χιλιάδες.

[Απόσπασμα Β : Σελ. 18 έως 22]

Ένας ανθρώπινος Γερμανός δεν ξεπλένει τους αμέτρητους απάνθρωπους ή αδιάφορους Γερμανούς, αλλά βοηθά στο να καταρρεύσει ένα στερεότυπο.

"[Εκείνα τα Χριστούγεννα έμειναν αξέχαστα σε όσους έζησαν τον πόλεμο έμειναν αξέχαστα και σ' εμένα, γιατί σημαδεύτηκαν από' ένα θαύμα. Στο Άουσβιτς, οι διάφορες κατηγορίες κρατουμένων (πολιτικοί, κοινοί εγκληματίες, τσιγγάνοι, ομοφυλόφιλοι. κ.λπ.) μπορούσαν να δεχτούν πακέτα από το σπίτι, όχι. όμως οι Εβραίοι. Άλλωστε, από ποιον θα μπορούσαν να λάβουν: Από τις οικογένειές τους που είχαν εξοντωθεί ή είχαν κλειστεί στα εναπομείναντα γκέτο; Από τους ελάχιστου; εκείνους που είχαν ξεφύγει από τις επιδρομές, κρυμμένοι στις αποθήκες, στις σοφίτες, τρομοκρατημένοι και χωρίς χρήματα; Ποιος άλλωστε γνώριζε τη διεύθυνσή τους; Από όλες τις απόψεις, ζούσαμε νεκροί για τον κόσμο.

Κι όμως ένα πακέτο κατάφερε να φτάσει ως εμένα, σταλμένο από την αδελφή µου και τη μητέρα µου, που ήταν κρυμμένες στην Ιταλία, µέσω μιας αλυσίδας φίλων: ο τελευταίος κρίκος της αλυσίδας ήταν ο Λορέντσο Περόνε, ο κτίστης από το Φοσάνο για τον οποίο μίλησα στο Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος, το σπαρακτικό τέλος του οποίου αφηγήθηκα στο Λίλιθ. Το πακέτο περιείχε ιταλική σοκολάτα, μπισκότα και γάλα σε σκόνη, αλλά για να περιγράψω την πραγματική του αξία, την επίδραση που είχε πάνω σ' εμένα και στο φίλο µου τον Αλμπέρτο, οι κανονικές λέξεις είναι φτωχές. Οι λέξεις τρώω, τροφή, πείνα, ήταν οι όροι που στο Στρατόπεδο ήθελαν να πουν εντελώς διαφορετικά πράγματα από αυτό που έλεγαν οι συνηθισμένες λέξεις εκείνο το

Σελίδα 14 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟαναπάντεχο, το απίθανο, το απίστευτο πακέτο ήταν σαν ένας μετεωρίτης, ένα ουράνιο αντικείμενο, φορτωμένο µε σύμβολα: σύμβολα μιας ανυπολόγιστης αξίας και μιας ανυπολόγιστης ζωντανής δύναμης.

Δεν ήμασταν πλέον µόνοι: είχε υπάρξει ένας δεσμός µε τον έξω κόσμο. Και υπήρχαν απολαυστικά πράγματα για να τρώμε μέρες και μέρες. Υπήρχαν όμως και σοβαρά πρακτικά προβλήματα, που έπρεπε να λυθούν αμέσως: βρισκόμασταν στη θέση ενός περαστικού στον οποίο κάποιος χαρίζει στο δρόμο µια ράβδο χρυσού. Πού να τα βάλουμε: Πώς να τα διατηρήσουμε: Πώς να τα προφυλάξουμε από την πείνα των άλλων; Πώς να τα επενδύσουμε; Η πείνα που τραβούσαμε εδώ κι ένα χρόνο µας έσπρωχνε προς τη χειρότερη λύση: να τα φάμε όλα και αμέσως. Έπρεπε να αντισταθούμε στον πειρασμό. τα αδύναμα στομάχια µας δεν θα άντεχαν τη δοκιμασία, μέσα σε µια ώρα όλα θα κατέληγαν σε µια δυσπεψία αν όχι σε κάτι χειρότερο.

Δεν είχαμε σίγουρους κρυψώνες. Μοιράσαμε τα τρόφιμα σε όλες τις νόμιμες τσέπες των ρούχων µας, ράψαμε και παράνομες τσέπες στην πλάτη του σακακιού µας έτσι ώστε, ακόμα και σε περίπτωση έρευνας. να μπορούσαμε να διασώσουμε κάτι αλλά ήταν ενοχλητικό και κουτό να κουβαλάμε τα πάντα πάνω µας, ακόμα και στη δουλειά, στο εργαστήριο ή στον απόπατο. Ο Αλμπέρτο κι εγώ το συζητήσαμε για ώρα το βράδυ, μετά τη συσκότιση. Ανάμεσα µας ίσχυε µια απαράβατη συνθήκη: όλα όσα κάποιος από τους δύο κατόρθωνε να αποκτήσει, εκτός της κανονικής μερίδας, έπρεπε να μοιράζονται σε δύο ίσα μέρη. Σε αυτού του είδους τις επιχειρήσεις ο Αλμπέρτο τα κατάφερνε καλύτερα από µένα, γι' αυτό και συχνά τον είχα ρωτήσει τι συμφέρον είχε να δέχεται το συνεταιρισμό µε έναν παρτενέρ όχι ιδιαιτέρως αποτελεσματικό όπως ήμουν εγώ ο Αλμπέρτο όμως µου απαντούσε πάντα: «Δεν ξέρεις τι γίνεται καμιά φορά εγώ είμαι πιο γρήγορος αλλά εσύ είσαι πιο τυχερός». Για µια φορά αποδείχτηκε ότι είχε δίκιο.

Ο Αλμπέρτο διατύπωσε µια πρωτότυπη πρόταση. Αυτό που έπιανε περισσότερο χώρο ήταν τα μπισκότα: τα είχαμε σκορπίσει σχεδόν παντού. εγώ είχα βάλει μερικά ακόμα και µέσα στη φόδρα του σκούφου µου, και έπρεπε να είμαι ιδιαίτερα ποσεκτυκός να µην τα διαλύω κάθε φορά που αναγκαζόμουνα να τον βγάλω ξαφνικά για να χαιρετήσω κάποιον περαστικό Ες Ες. Ήταν μπισκότα όχι ιδιαιτέρως εύγευστα αλλά ωραία στην εμφάνισή τους θα έπρεπε να τα χωρίσουμε σε δύο μέρη και να χαρίσουμε μερικά στον Καπό και στον Πρεσβύτη του παραπήγματος, Κατά τον Αλμπέρτο αυτή ήταν η καλύτερη επένδυση: Θα αποκτούσαμε κύρος, και οι δύο «προύχοντες», παρότι χωρίς ένα αληθινό συμβόλαιο, θα µας ανταμείβανε δείχνοντας επιείκεια σε διάφορες περιπτώσεις. Το υπόλοιπο του πακέτου θα το καταναλώναμε εμείς, σε μικρές καθημερινές λογικές μερίδες. και µε τη μεγαλύτερη δυνατή μυστικότητα.

Στο Στρατόπεδο, όμως, ο συνωστισμός, ο συγχρωτισμός, το κουτσομπολιό και η αταξία ήταν τόσα ώστε η έννοια του µυστικού να σημαίνει ελάχιστα πράγματα. Το συνειδητοποιήσαμε μέσα σε λίγες μέρες σύντροφοι και Καπό µας κοίταζαν µε διαφορετικά µάτια. Δηλαδή µας κοίταζαν: όπως κάνουμε µε κάτι ή µε κάποιον που ξεφεύγει από τη νόρµα, που δεν αποτελεί πλέον µέρος του τοπίου αλλά βρίσκεται σε πρώτο πλάνο. Ανάλογα µε τους βαθμούς συμπάθειας που ένιωθαν για «του; δύο Ιταλούς», µας κοίταζαν µε φθόνο, µε συνενοχή, µε χαρά, µε λαχτάρα που δεν κρυβόταν. Ο Μεντί, ένας Σλοβάκος ραβίνος φίλος µου, µου είπε κλείνοντάς µου το µάτι: «Mazel tov», «µε καλό αστέρι». που αποτελεί µια ωραία γίντις και εβραϊκή διατύπωση µε την οποία συγχαίρει; κάποιον για ένα ευχάριστο γεγονός. Αρκετοί πλέον ήξεραν ή είχαν μαντέψει: το γεγονός µας χαροποιούσε και ταυτόχρονα µας ανησυχούσε: θα έπρεπε να είμαστε πλέον σε επιφυλακή, Πάντως. για καλό και για κακό, αποφασίσαμε από κοινού να επιταχύνουμε τους ρυθμούς της κατανάλωσης κάτι που έχεις ήδη φάει, δεν μπορούν να σου το κλέψουν.

Ανήμερα τα Χριστούγεννα δουλέψαμε όπως συνήθως: µαλιστα, επειδή το εργαστήριο ήταν κλειστό, µε έστειλαν μαζί µε άλλους να καθαρίσουμε κάποια ερείπια και να μεταφέρουμε σάκους µε χημικά προϊόντα από µια βομβαρδισμένη αποθήκη σε µια άλλη. Όταν το βράδυ επέστρεψα στο στρατόπεδο, πήγα στο εργαστήριο στις τσέπες είχα ακόμα µια καλή δόση σοκολάτας και γάλατος σε σκόνη, γι' αυτό περίμενα να αδειάσει µια θέση στην πιο απομακρυσμένη γωνία από την πόρτα της εισόδου. Κρέμασα το σακάκι σε ένα καρφί, ακριβώς πίσω µου: κανείς δεν θα μπορούσε να πλησιάσει χωρίς να τον δω. Άρχισα να πλένομαι όταν, µε την άκρη του ματιού µου, είδα το σακάκι σιγά σιγά να σηκώνεται. Γύρισα. Αλλά ήταν ήδη αργά: το σακάκι µε όλο το περιεχόμενό του. και µε τον αριθμό του μητρώου µου ραμμένο στο στήθος, είχε ήδη κάνει φτερά. Κάποιος. από το παραθυράκι που υπήρχε πάνω από το καρφί είχε κατεβάσει έναν σπάγκο µε αγκίστρι. Μισόγυμνος όπως ήμουν, έτρεξα έξω αλλά δεν ήταν κανείς. Κανείς δεν είχε δει τίποτα, κανείς δεν ήξερε τίποτα. Πέρα από όλα. είχα μείνει και χωρίς σακάκι. Αναγκάστηκα να πάω στο φροντιστή του παραπήγματος και να ομολογήσω το σφάλμα µου γιατί το να σε κλέψουν στο

Σελίδα 15 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟΛάγκερ είναι σφάλμα: µου έδωσε ένα άλλο σακάκι αλλά µε προειδοποίησε ότι έπρεπε να βρω βελόνα και κλωστή. και δεν τον ενδιέφερε το πώς να ξηλώσω τον αριθμό του μητρώου από το παντελόνι και να το ράψω το γρηγορότερο δυνατόν στο καινούργιο σακάκι, ειδάλλως, «bekommst du fϋnfundzwanzig», παίρνεις είκοσι πέντε ραβδισμούς.

Ξαναμοιραστήκαμε ό,τι είχαν οι τσέπες του Αλμπέρτο που είχε παραμείνει σώος και ανέτρεξε στις καλύτερες φιλοσοφικές του απόψεις. Είχαμε καταναλώσει περισσότερο από το μισό του πακέτου. έτσι δεν ήταν: Και το υπόλοιπο δεν είχε πάει εντελώς χαμένο, κάποιος άλλος πεινασμένος γιόρταζε τα Χριστούγεννα σε βάρος µας, ίσως μακαρίζοντάς µας. Και εν πάση περιπτώσει. για ένα πράγμα μπορούσαμε να είμαστε σίγουροι: εκείνα ήταν τα τελευταία Χριστούγεννα του πολέμου και της αιχμαλωσίας.

27 Μαρτίου 1984

Κοντομαρί: Η πρώτη εκτέλεση αμάχων στην Ευρώπη

Στις 2 Ιουνίου 1941, στο χωριό Κοντομαρί Χανίων, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 23 (;) άνδρες, ως αντίποινα για τις εκτελέσεις και τη σφαγή πολλών Γερμανών αλεξιπτωτιστών, που είχαν πέσει μέσα στους θάμνους. Πτώματα Γερμανών είχαν εντοπιστεί κοντά στο χωριό. Οι Γερμανοί όρμησαν στα σπίτια, έβγαλαν όλο τον κόσμο έξω, ξεχώρισαν τους άνδρες και τους εκτέλεσαν σε παρακείμενο ελαιώνα.

Η εκτέλεση έγινε από ομάδα αλεξι/στών υπό την ηγεσία του ανθυπολοχαγού της Luftwaffe, Horst Trebes και τη διαταγή του στρατηγού Kurt Student και ήταν η πρώτη μαζική εκτέλεση αμάχων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

O πολεμικός ανταποκριτής της Βέρμαχτ, (ανταποκριτής προπαγάνδας), που φωτογράφισε την εκτέλεση ήταν o Franz Peter Weixler

Σελίδα 16 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

Ιμρε ΚέρτεςΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΔΙΧΩΣ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ

[Απόσπασμα Α : Ένας τρόπος να ξεφύγει κανείς από ένα στρατόπεδο συγκεντρωσης Σελ. 145 έως 147]

Ξέρω -απ' όσα είδα, άκουσα ή έμαθα- τρεις τρόπους να ξεφύγει κανείς από ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Εγώ προσωπικά έζησα µε την πρώτη και, κατά τη γνώμη µου, την πιο σεμνή εναλλακτική, παρ' όλα αυτά: είναι κάποια κομμάτια της φύσης µας που, αυτό κατάλαβα, της ανήκουν αναφαίρετα για πάντα. Γεγονός είναι ότι η φαντασία µας παραμένει ακόμα και στην αιχμαλωσία ελεύθερη. Κατάφερα λόγου χάρη, ενώ τα χέρια µου ήταν απασχολημένα µε το φτυάρι ή την τσάπα - κάνοντας οικονομία κινήσεων, περιοριζοντάς τις πάντα στο απολύτως απαραίτητο, να µην είμαι τελείως απών. Αλλά και η φαντασία δεν είναι εντελώς απεριόριστη, τουλάχιστον έχει κι αυτή -όπως έμαθα- τα όριά της. Γιατί τελικά θα μπορούσα µε την ίδια προσπάθεια να βρεθώ παντού, στην Καλκούτα, στη Φλόριντα, στα 0µορφότερα μέρη του κόσμου. Κι όμως αυτό δεν ήταν αρκετά πραγματικό, δεν μπορούσα -για να το πω έτσι- να το πιστέψω κι έτσι συνήθως βρισκόμουν απλά και πάλι στην πατρίδα. Ναι, φυσικά, δεν ήταν κι αυτό λιγότερο παράτολμο παρά αν είχα μεταφερθεί λόγου χάρη στην Καλκούτα' κάτι όμως έβρισκα μέσα σε όλα αυτά, κάποια σεμνότητα, κάτι σαν δουλειά, ας πούμε, που δικαιολογούσε την προσπάθειά µου κι έτσι την επικύρωνε κατά κάποιον τρόπο. Σύντομα κατάλαβα λόγου χάρη ότι στην πατρίδα δεν ζούσα σωστά, δεν εκμεταλλευόμουν σωστά τις μέρες µου και μετάνιωσα για πολλά, για πάρα πολλά πράγματα. Υπήρξαν φορές που, όπως θυμόμουν, σκάλιζα μίζερα το φαγητό µου κι έπειτα έσπρωχνα το πιάτο στην άκρη, πολύ απλά επειδή δεν µου άρεσε, και τούτη τη στιγμή η πράξη µου αυτή µου φαινόταν σαν ακατανόητη και ανεπανόρθωτη παράλειψη. Ύστερα πάλι ήταν αυτά τα άσκοπα πέρα δώθε ανάμεσα στον πατέρα και στη μητέρα, που αφορούσαν το άτομό µου. Όταν θα ξαναγυρίσω στο σπίτι, έτσι σκέφτηκα, µ' αυτή την απλή και αυτονόητη χρήση των λέξεων, χωρίς να κομπιάσω καθόλου, λες και δεν µε ενδιέφερε τίποτε άλλο εκτός από τα ζητήματα που προέκυπταν απ' αυτό το φυσικότερο γεγονός του κόσμου: λοιπόν, όταν θα ξαναγυρίσω στο σπίτι, θα δώσω τέλος σε όλα αυτά, πρέπει να επικρατήσει ειρήνη - αυτό αποφάσισα. Ύστερα υπήρχαν στο σπίτι πράγματα που µ' εκνεύριζαν, που -όσο γελοίο κι αν είναι- τα φοβόμουν, κάποια μαθήματα λόγου χάρη, τους δασκάλους µου, ότι θα µε σήκωναν τάχα στον πίνακα και ότι μπορεί να µην τα πήγαινα καλά, και τέλος τον πατέρα µου, όταν μετά θα του ανακοίνωνα το αποτέλεσμα: τώρα ανακαλούσα κάθε τόσο στη μνήμη µου τους φόβους αυτούς και μάλιστα µόνο και µόνο επειδή µε διασκέδαζε να τους ξαναζώ και να χαμογελώ μαζί τους. Η αγαπημένη µου απασχόληση όμως ήταν να φαντάζομαι µια πλήρη, µια γεμάτη μέρα στο σπίτι, ξανά και ξανά, αν ήταν δυνατόν από το πρωί μέχρι το βράδυ, εξασκώντας τον εαυτό µου στη σεμνότητα. Γιατί θα µου κόστιζε σε δύναμη αν φανταζόμουν µια ιδιαίτερη, µια τέλεια μέρα μάλιστα - κι έτσι φανταζόμουν απλά µια άσχημη μέρα, µε το πρωινό ξύπνημα, το σχολείο, τη δυσάρεστη αίσθηση, το άσχημο μεσημεριανό φαγητό κι εδώ στο στρατόπεδο συγκέντρωσης έκανα πραγματικότητα τις τόσες πολλές δυνατότητες που είχα χάσει, που είχα απορρίψει, που τότε δεν είχα καν προσέξει, τις έκανα πραγματικότητα μπορώ να πω όσο το δυνατό τελειότερα. Το είχα ακούσει και τώρα μπορούσα να το επιβεβαιώσω και ο ίδιος πραγματικά, ούτε καν τα στενά τείχη της αιχμαλωσίας μπορούν να εμποδίσουν τη φαντασία µας να φτερουγίζει. Το µόνο πρόβλημα ήταν ότι όταν µε παρέσερνε τόσο πολύ που έφτανα να ξεχνώ ακόμα και τα χέρια µου, τότε σύντομα έμπαινε και πάλι σε ισχύ µε τεράστια έμφαση, µε τεράστια αποφασιστικότητα, η πραγματικότητα που ήταν απολύτως υπαρκτή εδώ.

Αυτό τον καιρό συνέβαινε συχνά στο στρατόπεδό µας η δύναμη των μπλοκ κατά το πρωινό προσκλητήριο να µην είναι η σωστή - όπως για παράδειγμα δίπλα µας, στο μπλοκ έξι. Ξέρουν όλοι πολύ καλά τι συνέβη, αφού το εγερτήριο σ' ένα στρατόπεδο δεν καταφέρνει να ξυπνήσει μονάχα εκείνους που έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να ξυπνήσουν πια αυτοί καταγράφονται λοιπόν. Αυτός όμως είναι ο δεύτερος τρόπος να ξεφύγει κανείς και ποιος δεν Θα έμπαινε -έστω για µία φορά, τουλάχιστον για µία φορά- στον πειρασμό, ποιος θα ήταν σε θέση να παραμένει πάντα

Σελίδα 17 από 18

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΛΑΤΑΝΙΑ ΧΑΝΙΩΝΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟακλόνητα σταθερός και μάλιστα κυρίως το πρωί, όταν ξυπνά ή µάλλον πετάγεται από τον τρόμο του για ν' αρχίσει µια καινούργια μέρα, μέσα στη σκηνή όπου έχει κιόλας αρχίσει η φασαρία, μέσα στον κόσμο που έχει κιόλας αρχίσει να σηκώνεται - εγώ πάντως δεν Θα μπορούσα να αντισταθώ,

[Απόσπασμα Β :Το ξύλο… Σελ. 157 έως 159]

[Και τέλος υπάρχει παντού και πάντα -αναμενόμενο ή μη, είτε το έχουμε προκαλέσει ή έχουμε προσπαθήσει να το αποφύγουμε- το ξύλο. Είχα και σ' αυτό το μερίδιό µου, εννοείται, ούτε περισσότερο αλλά ούτε και λιγότερο απ' ο,τι το συνηθισμένο, από το µέσο όρο, από το καθημερινό, όχι περισσότερο από τους άλλους, από τον οποιονδήποτε από µας που έτρωγε ξύλο. τόσο δηλαδή όσο απαιτούσαν όχι κάποια συγκεκριμένη, κάποια προσωπική ατυχία. αλλά απλά οι συνήθεις συνθήκες του στρατοπέδου. Θα είναι ασυνέπεια όμως αν δεν έλεγα ότι µία φορά έφαγα ξύλο όχι από κάποιον άντρα των Ες-Ες, που ήταν µάλλον αρμόδιος, µάλλον εξουσιοδοτημένος, µάλλον υποχρεωμένος για κάτι τέτοιο ή πως αλλιώς να το πω, αλλά από ένα στρατιώτη µε κίτρινη στολή που, έτσι άκουσα, ανήκε σε µια κάπως σκοτεινή οργάνωση ονόματι «Τοντ»1*, κάτι σαν υπηρεσία εποπτείας εργασίας. Ήταν εκείνη τη στιγμή παρών και µε είδε -φωνάζοντας και πηδώντας στον αέρα κι εγώ δεν ξέρω πώς- που άφησα το σακί µε το τσιμέντο να πέσει κάτω. Στ' αλήθεια, το κουβάλημα του τσιμέντου γινόταν σε κάθε μονάδα δεκτό µ' εκείνη τη χαρά που νιώθουμε σε σπάνιες περιπτώσεις και που ούτε καν αναμεταξύ µας δεν τις ομολογούσαμε - απόλυτα δικαιολογημένα, όπως κι εγώ πίστευα. Σκύβεις το κεφάλι, κάποιος άλλος σου βάζει το σακί στον ώμο, πηγαίνεις σ' ένα φορτηγό, εκεί κάποιος άλλος σου παίρνει το σακί από τον ώμο, ξαναγυρίζεις κάνοντας έναν ωραιότατο κύκλο, που τα όριά του καθορίζονται από τις εκάστοτε συνθήκες, κι αν είσαι τυχερός, περιμένουν ήδη κάποιοι πριν από σένα κι έτσι μπορείς να κερδίσεις λίγο χρόνο παραπάνω μέχρι το επόμενο σακί. Ένα τέτοιο σακί ζυγίζει συνολικά δέκα µε δεκαπέντε κιλά περίπου - παιχνιδάκι αν αυτό το έκανα σπίτι µου, θα μπορούσα κάλλιστα να παίζω και µπάλα ταυτόχρονα: εδώ όμως .σκόνταψα και το σακί έπεσε κάτω. Και πάνω απ' όλα σκίστηκε και το χαρτί κι έτσι το περιεχόμενο, το υλικό, η αξία, το πολύτιμο τσιμέντο άρχισε να χύνεται από το άνοιγμα και να σκορπίζεται στο έδαφος. Βρέθηκε με μιας μπροστά µου, ένιωσα μεμιάς τη γροθιά του στο πρόσωπό µου κι ύστερα, αφού µε είχε πετάξει κάτω, ένιωσα και την μπότα του στα πλευρά µου και τα χέρια του στο σβέρκο µου να µου πιέζουν συνεχώς το πρόσωπο στο έδαφος, στο τσιμέντο: να το ρουφήξω, να το μαζέψω µε τα νύχια µου, να το γλείψω - αυτό απαιτούσε, πολύ παράλογα. Ύστερα µε τράβηξε και µε σήκωσε όρθιο: «Θα σου δείξω εγώ, καθίκι, παλιόμουτρο, σκατoεβραίε”, έτσι που δεν πρόκειται να µου ξαναπέσει κανένα σακί, όπως µου υποσχέθηκε. Από κείνη τη στιγμή µου φόρτωνε αυτός προσωπικά το σακί στον ώμο, µόνο για µένα νοιαζόταν, µόνο εγώ τον απασχολούσα, µόνο εμένα ακολουθούσε µε το βλέμμα του μέχρι να φτάσω στο φορτηγό και να γυρίσω, κι εμένα έφερνε μπροστά ακόμα κι αν είχαν άλλοι σειρά. Τελικά φτάσαμε να παίζουμε ο ένας τον άλλο σχεδόν στα δάχτυλα, γνωριζόμασταν πια, έφτασα σχεδόν να διαβάζω στο πρόσωπό του κάτι σαν ικανοποίηση, ενθάρρυνση, για να µην πω περηφάνια, και -οφείλω να το παραδεχτώ- από µια συγκεκριμένη οπτική γωνία είχε δίκιο: αν και τρικλίζοντας, αν και διπλωμένος στα δύο, πότε πότε χάνοντας και το φως µου, τα έβγαζα πέρα πήγαινα κι ερχόμουν, κουβαλούσα κι έσερνα και μάλιστα χωρίς να µου πέσει ούτε ένα σακί κάτω κι αυτό ήταν για κείνον -το καταλάβαινα πολύ καλά- επιβεβαίωση. Από' την άλλη, όταν η μέρα εκείνη τελείωσε, ένιωσα ότι κάτι μέσα µου είχε χαθεί ανεπιστρεπτί, στο εξής νόμιζα κάθε πρωί ότι είναι το τελευταίο πρωί που θα σηκωνόμουν, σε κάθε µου βήμα νόμιζα ότι το επόμενο δεν θα το έκανα, σε κάθε µου κίνηση ότι την επόμενη δεν πρόκειται να την κατάφερνα προς το παρόν όμως τα κατάφερνα κάθε φορά.

1 Οργάνωση που πήρε το όνομά της από τον Φριτς Τοντ. ο οποίος το 1933 έγινε γενικός διευθυντής του γερμανικού οδικού δικτύου και το 1938 ίδρυσε την ομώνυμη οργάνωση (Σ.τ.Μ.).

Σελίδα 18 από 18