ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

10
«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισμό» Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδρομάχη Γκαζή 1 / 10 Σημειώσεις για το κεφάλαιο 1 Αρχαιολογία = ανθρωπιστική επιστήμη Στόχος = η ανασύσταση και κατανόηση του ανθρώπινου παρελθόντος (απώτερου και νεώτερου) Πώς ; Μέσα από τη μελέτη των (κάθε είδους) καταλοίπων της ανθρώπινης δραστηριότητας που έρχονται στο φως με την έρευνα (κυρίως με την ανασκαφή, αλλά όχι μόνο) Βασικές αιτίες ανάπτυξης 1. Επιρροή ∆ιαφωτισμού 2. Αυξανόμενος πατριωτισμός της μεσαίας αστικής τάξης 3. Ανάπτυξη αρχαιογνωστικού ενδιαφέροντος Στην αρχή συνδέεται στενά με την ιστορία της τέχνης, με την κλασική φιλολογία και το κέντρο βάρους πέφτει στο μεμονωμένο έργο τέχνης. Αυτό αλλάζει σιγά-σιγά περί τα μέσα του 20ού αι. και εξής, οπότε η αρχαιολογία προχωρά σε μια πιο σφαιρική μελέτη των ανθρώπινων κοινωνιών και καταφεύγει στη συνδρομή των θετικών επιστημών. Ιστορική Εξέλιξη 15 ος – 17 ος αι. Το στάδιο της αρχαιοδιφίας Κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης : «Ουμανιστές» με ευρύ πνεύμα και ενδιαφέροντα στρέφονται στη μελέτη της κλασικής λογοτεχνίας και τέχνης (λατινικής και αρχαίας ελληνικής) και προχωρούν στην κριτική αξιολόγηση των αρχαίων πηγών και μνημείων. Ιδιαίτερη ανάπτυξη αρχαιογνωστικών σπουδών στην Ιταλία (Ρώμη), όπου πολλά μνημεία διατηρούνται ακόμη. Κατά το 16 ο αι. (και ιδίως στο β΄ μισό), τίθενται οι βάσεις για την συστηματική παρατήρηση των μνημείων (σχεδίαση, μέτρηση, καταγραφή). Τέλη 16 ου και 17 ος αι. : Αρχή δημιουργίας ιδιωτικών συλλογών αρχαιοτήτων.

Transcript of ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

Page 1: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 1 / 10

Σηµειώσεις για το κεφάλαιο 1

Αρχαιολογία = ανθρωπιστική επιστήµη

Στόχος = η ανασύσταση και κατανόηση του ανθρώπινου παρελθόντος (απώτερου και νεώτερου)

Πώς; Μέσα από τη µελέτη των (κάθε είδους) καταλοίπων της ανθρώπινης δραστηριότητας που

έρχονται στο φως µε την έρευνα (κυρίως µε την ανασκαφή, αλλά όχι µόνο)

Βασικές αιτίες ανάπτυξης

1. Επιρροή ∆ιαφωτισµού

2. Αυξανόµενος πατριωτισµός της µεσαίας αστικής τάξης

3. Ανάπτυξη αρχαιογνωστικού ενδιαφέροντος

Στην αρχή συνδέεται στενά µε την ιστορία της τέχνης, µε την κλασική φιλολογία και το κέντρο

βάρους πέφτει στο µεµονωµένο έργο τέχνης. Αυτό αλλάζει σιγά-σιγά περί τα µέσα του 20ού αι.

και εξής, οπότε η αρχαιολογία προχωρά σε µια πιο σφαιρική µελέτη των ανθρώπινων κοινωνιών

και καταφεύγει στη συνδροµή των θετικών επιστηµών.

Ιστορική Εξέλιξη

15ος – 17ος αι. Το στάδιο της αρχαιοδιφίας

Κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης: «Ουµανιστές» µε ευρύ πνεύµα και ενδιαφέροντα

στρέφονται στη µελέτη της κλασικής λογοτεχνίας και τέχνης (λατινικής και αρχαίας ελληνικής)

και προχωρούν στην κριτική αξιολόγηση των αρχαίων πηγών και µνηµείων.

Ιδιαίτερη ανάπτυξη αρχαιογνωστικών σπουδών στην Ιταλία (Ρώµη), όπου πολλά µνηµεία

διατηρούνται ακόµη.

Κατά το 16ο αι. (και ιδίως στο β΄ µισό), τίθενται οι βάσεις για την συστηµατική παρατήρηση των

µνηµείων (σχεδίαση, µέτρηση, καταγραφή).

Τέλη 16ου και 17ος αι.: Αρχή δηµιουργίας ιδιωτικών συλλογών αρχαιοτήτων.

Page 2: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 2 / 10

17ος αι.: Οι «αρχαιοδίφες» προχωρούν πέρα από την παρουσίαση των µνηµείων στην ερµηνεία

τους. Περιηγητές, περιηγητικά κείµενα. 1685, η πρώτη συνειδητή ανασκαφή στη Νορµανδία.

1750 – 1820. Η γένεση της κλασικής αρχαιολογίας: κλασικισµός / Winckelmann

Ο 18ος αι. σηµατοδοτεί µια καµπή στη µελέτη της κλασικής αρχαιολογίας, καθώς το κέντρο

βάρους µετατίθεται από την Ρώµη προς την Ελλάδα και την Εγγύς Ανατολή. H Ελλάδα αποτελεί

απαραίτητο σταθµό του Grand Tour, δηλαδή του επιµορφωτικού ταξιδιού των µελών της

ευρωπαϊκής αριστοκρατίας. Κυκλοφορούν διάφορα συγγράµµατα και εµφανίζεται για πρώτη

φορά το 1685 ο όρος «αρχαιολογία» σε αντιδιαστολή προς την «αρχαιοδιφία».

Από το 1750 κ.ε. εµφανίζονται οι πρώτες προσπάθειες µελέτης και σχεδίασης αρχαίων

ελληνικών µνηµείων τόσο στην κυρίως Ελλάδα (π.χ. Stuart και Revett για την Αθήνα) όσο και

στα νησιά, την Μ. Ασία και την κάτω Ιταλία. Οι µελέτες αυτές έχουν άµεσο αντίκτυπο στην

ευρωπαϊκή αλλά και την αµερικανική αρχιτεκτονική (π.χ. Γλυπτοθήκη Μονάχου, Βρετανικό

Μουσείο, Καπιτώλιο του Tennessee) – Εποχή κλασικισµού (όχι µόνο στην αρχιτεκτονική).

Οι πρώτες µεγάλες συστηµατικές ανασκαφές όπου κρατούνται ηµερολόγια,

καταγράφονται οι εργασίες και σχεδιάζονται τα ευρήµατα. Π.χ. 1738 – 1748 Ηράκλειον και

Ποµπηία. Αυξανόµενο ενδιαφέρον για τους πολιτισµούς της Εγγύς και της Μέσης Ανατολής

(π.χ. γαλλική επιστηµονική αποστολή στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο).

Ο Johann Joachim Winckelmann

Θεµελιώνει την επιστηµονική ενασχόληση µε την ιστορία της τέχνης. Στο έργο του Ιστορία της

τέχνης της Αρχαιότητας (∆ρέσδη 1764) αναλύει την τεχνοτροπική (στυλιστική) εξέλιξη των

αρχαίων έργων τέχνης. Σε κάθε εποχή, γράφει, ταιριάζει ένα στυλ και έτσι διακρίνει:

το αρχαίο ή αρχαϊκό ύφος (7ος – 6ος αι.),

το υψηλό ή µεγαλοπρεπές (5ος αι.),

το ωραίο (4ος) και

το ύφος της µίµησης και της παρακµής (ρωµαϊκά χρόνια)

Εισάγει την έννοια της τεχνοτροπίας και της καλλιτεχνικής εξέλιξης και διατυπώνει το

εξελικτικό σχήµα «γένεση, ανάπτυξη, ακµή, παρακµή». Η επιρροή του ήταν µεγάλη, ειδικά στη

Γερµανία.

Page 3: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 3 / 10

Ο 19ος αι. Η επίδραση του ροµαντισµού και του θετικισµού

Ο ροµαντισµός αναπτύσσεται ως αντίδραση στον κλασικισµό του 18ου αι. Ο ροµαντισµός ασκεί

επίδραση στον τρόπο µε τον οποίο οι άνθρωποι αντιµετώπιζαν το παρελθόν. Για παράδειγµα,

στην ποίηση και τη λογοτεχνία επικρατεί ο εξωτισµός και ανθεί το ιστορικό µυθιστόρηµα. Στη

ζωγραφική απεικονίζονται συχνά ειδυλλιακά τοπία µε ερείπια και µνηµεία που αποπνέουν µια

αίσθηση νοσταλγίας. Στην αρχαιολογία αναπτύσσεται ενδιαφέρον για την ερµηνεία των

ελληνικών µύθων και την αρχαία ελληνική θρησκεία, αλλά και για τη συνολική µελέτη των

αρχαίων πολιτισµών και όχι µόνο των µεµονωµένων έργων τέχνης.

Η ανάδυση των εθνικών κρατών µετατρέπει την αρχαιολογία στο κατεξοχήν «εργαλείο»

ανάδειξης και ανασύστασης της εθνικής ταυτότητας. Έξαρση ανασκαφών, µελέτες κατά

κατηγορία (πλαστική, κεραµική, αρχιτεκτονική, κ.λπ.). Έµφαση στις γραπτές πηγές

(«φιλολογική αρχαιολογία»). Ιδεαλιστική αντίληψη για την αρχαία τέχνη.

Από το 1850 κ.ε. είναι εµφανής η επίδραση των θετικιστικών τάσεων. Οι αρχαιολόγοι

επιµένουν στην εξονυχιστική στυλιστική ανάλυση, ενώ, ταυτόχρονα, προσπαθούν να ελέγξουν

την ορθότητα των απόψεών τους και να καταλήξουν σε συγκεκριµένα συµπεράσµατα υπό το

πρίσµα µεθόδων που χρησιµοποιούνται στις θετικές επιστήµες (π.χ. η ανασκαφική έρευνα

επέτρεπε τον έλεγχο παλιότερων θεωριών). Ωστόσο, η εµµονή στη στυλιστική ανάλυση και

ταξινόµηση οδηγούσε σε απλή µελέτη της καλλιτεχνικής αξίας των έργων, χωρίς να λαµβάνεται

υπ’ όψιν το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο µέσα στο οποίο είχαν δηµιουργηθεί. Με αυτή την

έννοια, η αρχαιολογία εξακολουθούσε να εµφορείται από το πνεύµα και τις ιδέες του 18ου αι.

Η ανάπτυξη της προϊστορικής αρχαιολογίας

Έως τον 18ο αι. επικρατούσε η λεγόµενη «εκφυλιστική» αντίληψη για το παρελθόν (βλ.

Winckelmann παραπάνω). Σταδιακά, και κυρίως στα τέλη του 18ου αι., υπό την επίδραση των

ιδεών του ∆ιαφωτισµού για την ανθρώπινη πρόοδο, αναπτύχθηκε µια νέα, εξελικτική οπτική για

την ιστορία.

Στην αρχαιολογία υπήρξαν δύο σηµαντικές συµβολές προς αυτή την κατεύθυνση:

Α. Η συµβολή των Σκανδιναβών

Page 4: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 4 / 10

Christian Jurgensen Thomsen – το «σύστηµα των τριών εποχών» (εποχή του λίθου, εποχή

του χαλκού, εποχή του σιδήρου) που αποτελεί ως σήµερα τη βάση χρονολόγησης της

ευρωπαϊκής προϊστορίας.

Jens Jacob Worsaae – η σηµασία των συνευρηµάτων

Oskar Montelius – ανάπτυξη της τυπολογικής µεθόδου (για τη µελέτη οµοειδών

αντικειµένων)

Β. Η συµβολή της µελέτης της Παλαιολιθικής εποχής

Νέα επιστήµη της Γεωλογίας.

Το έργο του ∆αρβίνου – η έννοια της εξέλιξης χρησιµοποιήθηκε και για τη µελέτη του

πολιτισµικού παρελθόντος.

19ος – αρχές 20ού αι. Μεγάλες ανασκαφές και ίδρυση µουσείων

Ο 19ος αι. υπήρξε η εποχή των µεγάλων ανασκαφών και της ίδρυσης των µεγάλων ευρωπαϊκών

µουσείων. Η «ηρωική εποχή» της αρχαιολογίας...

Μεγάλες ανασκαφές στην Ιταλία, όπου δηµιουργούνται αρχαιολογικά ινστιτούτα και ακαδηµίες,

όπως η παπική Pontifica Accademia Romana di Archeologia. H ενοποίηση της Ιταλίας το 1860

δίνει το έναυσµα για την κρατική οργάνωση της αρχαιολογικής υπηρεσίας και την διάδοση των

ανασκαφών.

Στην Ελλάδα των πρώτων δεκαετιών µετά την ίδρυση του κράτους, σηµαντικός είναι ο

ρόλος της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας που ιδρύθηκε το 1837 (και είναι το αρχαιότερο

και µακροβιότερο επιστηµονικό ίδρυµα στην Ελλάδα). Μεγάλες ανασκαφές ξεκινουν ήδη στα

τέλη του 19ου αι. οι ξένες αρχαιολογικές σχολές στην Ελλάδα (π.χ. ανασκαφή στην Αρχαία

Κόρινθο από την αµερικανική σχολή κλασικών σπουδών στην Αθήνα).

Μεγάλες ανασκαφές διεξάγονται σε εδάφη της τότε οθωµανικής αυτοκρατορίας

(Τουρκία, Αίγυπτο, Λίβανο, κ.λπ) µε αποτέλεσµα να γεµίσουν µε αρχαιότητες της Εγγύς

Ανατολής πολλά ευρωπαϊκά και αµερικανικά µουσεία (κάτι τέτοιο δεν συνέβη στην Ιταλία και

την Ελλάδα διότι απαγορευόταν νοµοθετικά). Κλασικό παράδειγµα είναι ο Βωµός της Περγάµου

που µεταφέρθηκε στο Βερολίνο ολόκληρος και εκτέθηκε στο µουσείο που φέρει ως σήµερα το

όνοµά του.

Page 5: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 5 / 10

Την εποχή αυτή η πολιτική των ανασκαφών και η πολιτική των µεγάλων µουσείων

ταυτίζονται, ειδικά στην Ευρώπη όπου ιδρύονται πολλά κρατικά ή εθνικά µουσεία, τα οποία

έχουν συχνά πολιτικούς ή εθνικούς στόχους. Αντίθετα, τα πρώτα µουσεία στην Αµερική είναι

αποτέλεσµα ιδιωτικών πρωτοβουλιών (περισσότερα στον Γ΄ τόµο).

Αρχές 20ού αι. - Μεσοπόλεµος

Αυξάνεται το ενδιαφέρον για τη βελτίωση των ανασκαφικών µεθόδων, την υιοθέτηση νέων

τεχνικών χρονολόγησης και την τυπολογική κατάταξη των ευρηµάτων, ενώ σηµαντική αρχίζει

πλέον να θεωρείται και η εκτίµηση των συνευρηµάτων (context) καθώς και όλων των δεδοµένων

µιας ανασκαφής.

Παράλληλα, εντείνονται και οι θεωρητικές αναζητήσεις. Σηµαντική, για παράδειγµα,

ήταν η συµβολή του Ελβετού ιστορικού της τέχνης Heinrich Wolfflin που καθιέρωσε τις

διάφορες «καλλιτεχνικές κατηγορίες, όπως η πλαστική και η ζωγραφική φόρµα, η ανοικτή και η

κλειστή φόρµα, κ.λπ.

Ο Α΄ Παγκόσµιος Πόλεµος επιφέρει βαθιά κρίση στις ανθρωπιστικές αξίες. Σε αυτό το

πλαίσιο εντάσσεται το κίνηµα του «νεο-ουµανισµού» µε βασικό εκπρόσωπο τον Werner Jaeger.

Τονίζεται η διαχρονική αξία και επικαιρότητα του αρχαίου ελληνικού πολιτισµού.

Εκείνη την εποχή, αρχίζει η µελέτη των αρχαίων πρωτοτύπων και όχι των αντιγράφων,

όπως γινόταν έως τότε. Επίσης, η αρχαιολογική έρευνα αποκτά πιο συστηµατικό και πιο

µεθοδικό χαρακτήρα και ανεξαρτητοποιείται από την φιλολογική ερµηνεία και την κυριαρχία

των γραπτών πηγών. Αυτό ωθεί τους ερευνητές να στραφούν στη µελέτη της προϊστορίας.

Από τα θεωρητικά ρεύµατα που διατυπώνονται από το Μεσοπόλεµο και µετά,

αναφέρουµε:

α) τη λεγόµενη «πολιτιστική-ιστορική προσέγγιση» του παρελθόντος που πιστεύει στη

θεωρία της «διάχυσης» των πολιτισµικών φαινοµένων, και

β) την γερµανική «πολιτιστική-µορφολογική σχολή» που θεωρείται ότι εκφράζει την

ιστορική αντίληψη της δεκαετίας του ’30.

Τέλος, αξίζει να αναφερθεί η µνηµειώδης δουλειά του Sir John Beazley ο οποίος

µελέτησε εις βάθος την αρχαία ελληνική κεραµική και ταύτισε τους περισσότερους αθηναίους

αγγειοπλάστες και αγγειογράφους της αρχαϊκής και κλασικής εποχής που γνωρίζουµε σήµερα.

Page 6: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 6 / 10

Σηµειώσεις για το κεφάλαιο 2

Αρχαιολογία: Μύθος και πραγµατικότητα

Α. Ο Μύθος: τι δεν είναι αρχαιολογία

Ροµαντική περιπέτεια (π.χ. Indiana Jones)

«Ψευδο-αρχαιολογίες» (τύπου Erich von Dainiken, κ.λπ.)

Ανακάλυψη κρυµµένων «θησαυρών» – Αρχαιοκαπηλεία / Λαθρανασκαφή

Μεγάλα και εντυπωσιακά ευρήµατα

Η αρχαιολογία δεν είναι απλώς µια ανασκαφική δραστηριότητα.

Β. Η πραγµατικότητα: τι είναι αρχαιολογία

Αυτό που ενδιαφέρει τον αρχαιολόγο δεν είναι το εύρηµα καθαυτό,

αλλά, το γενικό σηµασιοδοτικό πλαίσιο των ευρηµάτων.

Η συστηµατική µελέτη των υλικών καταλοίπων του απώτερου ή του πιο πρόσφατου

ανθρώπινου παρελθόντος µέσω της εφαρµογής θεωρίας και πρακτικών µεθόδων

Page 7: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 7 / 10

Σηµειώσεις για το κεφάλαιο 3

Η αρχαιολογική µαρτυρία

Αρχαιολογική µαρτυρία: γενικός όρος που αποδίδεται στο σύνολο των αρχαιολογικών

δεδοµένων. Όλα τα υλικά κατάλοιπα της αρχαίας ανθρώπινης συµπεριφοράς που καταγράφονται

από τους αρχαιολόγους.

Βασικές µορφές:

1. τέχνεργα (κινητά ευρήµατα, αντικείµενα επεξεργασµένα από τον άνθρωπο, όπως

εργαλεία, όπλα, αγγεία)

2. κατασκευές (µη κινητά ευρήµατα, όπως πηγάδια, εστίες, βωµοί)

3. κτίσµατα (αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, όπως κτήρια, ανάκτορα, ναοί)

4. οικοδεδοµένα (οργανικά κατάλοιπα όπως κοχύλια, οστά ζώων, σπόροι, ιζήµατα)

Αρχαιολογικές θέσεις = τα µέρη όπου απαντώνται αρχαιολογικά δεδοµένα σε µεγάλες

πυκνότητες.

Αρχαιολογική γεωγραφική περιοχή = µια σαφώς οριοθετηµένη γεωγραφική έκταση που

περιλαµβάνει αρκετές αρχαιολογικές θέσεις.

Παράγοντες διαµόρφωσης της αρχαιολογικής µαρτυρίας

Α. Παράγοντες διάπλασης

Ευθύνονται για την αρχική απόθεση των υλικών καταλοίπων και είναι αποτέλεσµα της

ανθρώπινης συµπεριφοράς, και γι’ αυτό χαρακτηρίζονται ως ανθρωπογενείς ή πολιτισµικοί. Η

ανθρώπινη δραστηριότητα αποτυπώνεται µε διάφορους τρόπους στα αρχαία υλικά κατάλοιπα.

Για παράδειγµα, υπάρχουν:

∆ραστηριότητες που σχετίζονται µε τα τρία κύρια στάδια της ζωής των τεχνέργων,

κτισµάτων, κ.λπ., δηλαδή κατασκευή-χρήση-απόρριψη.

∆ραστηριότητες τελετουργικές, κατά τη διάρκεια των οποίων τέχνεργα, κατασκευές,

κ.λπ. αποτίθενται ή αφιερώνονται για τελετουργικούς σκοπούς

Page 8: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 8 / 10

∆ραστηριότητες απόκρυψης µε σκοπό τη διαφύλαξη (π.χ. νοµισµάτων)

∆ραστηριότητες ενταφιασµού

Το σηµαντικό είναι να µπορέσουν οι αρχαιολόγοι να διακρίνουν ποια ή ποιες ακριβώς από αυτές

τις δραστηριότητες έχει αφήσει τα ίχνη της στα υλικά κατάλοιπα της θέσης που ερευνούν.

Β. Παράγοντες µετάπλασης

Ευθύνονται για την τελική µορφή της αρχαιολογικής µαρτυρίας: από τη στιγµή της πρωτογενούς

απόθεσης των αρχαίων καταλοίπων έως τη στιγµή της αποκάλυψής τους από τους αρχαιολόγους

µεσολαβεί ένα µεγάλο χρονικό διάστηµα, κατά τη διάρκεια του οποίου πολλοί παράγοντες

(φυσικοί ή/και ανθρωπογενείς) ενδέχεται να αλλοιώσουν την αρχική µορφή της µαρτυρίας.

Πολιτισµικοί παράγοντες µετάπλασης

Σχετίζονται µε την ανθρώπινη δραστηριότητα που µπορεί να προκαλέσει είτε φθορά είτε

συντήρηση της αρχαιολογικής µαρτυρίας.

o Παραδείγµατα φθοράς: επαναχρησιµοποίηση των υλικών καταλοίπων (π.χ.

αρχιτεκτονικά µέλη σε «δεύτερη χρήση»), διαταραχή των υλικών καταλοίπων

(π.χ. οικοδοµικές δραστηριότητες, ζώα).

o Παραδείγµατα συντήρησης: µιουµιοποίηση νεκρών, εµπρησµός

Περιβαλλοντικοί παράγοντες µετάπλασης

Σχετίζονται µε την επίδραση του περιβάλλοντος. Τα ανόργανα υλικά (π.χ. λίθος µέταλλο,

ψηµένος πηλός) είναι συνήθως «άφθαρτα», κάτι που σηµαίνει ότι διασώζονται σε πολύ

καλύτερη κατάσταση. Αντίθετα, τα οργανικά κατάλοιπα (π.χ. δέρµα, οστά, ξύλο, σπόροι)

είναι «φθαρτά» και –κατά κανόνα- δεν διασώζονται. Υπό ειδικές συνθήκες, ωστόσο, τα

µεν ανόργανα ενδέχεται να καταστραφούν, τα δε οργανικά να συντηρηθούν.

o Παράγοντες φθοράς:

Χηµικοί (π.χ. νερό υπό µορφή βροχής ή υγρασίας, θαλασσινό νερό,

αλατούχα εδάφη, όξινα περιβάλλοντα)

Φυσικοί (π.χ. νερό σε κίνηση, ηλιακή θερµότητα, εναλλαγή υγρασίας και

ξηρασίας, τήξη και πήξη πάγου, αιολική ενέργεια)

Βιολογικοί (π.χ. µικροοργανισµοί, όπως µύκητες και βακτήρια)

o Παράγοντες συντήρησης:

Page 9: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 9 / 10

Χηµικοί (π.χ. ο οξειδωµένος χαλκός και σίδηρος ευνοούν τη διατήρηση

οργανικών καταλοίπων διότι είναι τοξικά για τους µικροοργανισµούς,

ασβεστολιθικά περιβάλλοντα διατηρούν οστά και µέταλλα, αλατούχα

εδάφη)

Φυσικοί (π.χ. φωτιά, ξηρά περιβάλλοντα όπως έρηµοι, ψυχρά

περιβάλλοντα, αναερόβια περιβάλλοντα)

Ανακεφαλαίωση στον Πίνακα 5, σελ. 108

Συµπέρασµα: Η αρχαιολογική µαρτυρία είναι πολυσύνθετη και, εποµένως, δεν θα πρέπει

να εκλαµβάνεται µε τη φαινοµενική της αξία, αλλά, αντιθέτως, οι αρχαιολόγοι πρέπει να

αναζητούν και να προσδιορίζουν τους ακριβείς παράγοντες διάπλασης ή µετάπλασης

που συνέβαλαν στη διαµόρφωση της αρχαιολογικής µαρτυρίας. Στην προσπάθειά τους

αυτή, είναι ουσιώδες να µπορούν να διακρίνουν ανάµεσα σε πολιτισµικούς/ανθρωπογενείς

και σε µη πολιτισµικούς/περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Βασικές αρχές της αρχαιολογίας

Το αρχαιολογικό πλαίσιο: η ακριβής θέση ενός ευρήµατος στο χώρο και τον χρόνο µαζί

µε το άµεσο περιβάλλον του.

∆ιακρίνεται σε:

Πρωτογενές (παράγοντες διάπλασης)

∆ευτερογενές (παράγοντες µετάπλασης)

Το αρχαιολογικό πλαίσιο προσδιορίζεται µε βάση:

το περίβληµα, δηλαδή το υλικό που περικλείει τα ευρήµατα, όπως χώµα, λάσπη.

την προέλευση, που είναι η ακριβής οριζόντια και κάθετη θέση ενός ευρήµατος

µέσα στο περίβληµα.

τη συσχέτιση, δηλαδή τη σχέση ενός ευρήµατος µε άλλα τόσο στην οριζόντια

διάσταση (χωρικό πλαίσιο) όσο και στην κάθετη διάσταση (χρονικό πλαίσιο).

Page 10: ELP42 Notes Tomos a Kef. 1-3 gazi

«Σπουδές στον Ελλληνικό Πολιτισµό»

Αρχαιολογία στον ελληνικό χώρο Ανδροµάχη Γκαζή 10 / 10

Η αρχή της συσχέτισης: η οριζόντια σχέση χώρου που έχει ένα εύρηµα µε άλλα ευρήµατα

σε µια θέση. Για παράδειγµα, ευρήµατα που βρίσκονται µέσα στο ίδιο περίβληµα

θεωρούνται σύγχρονα.

Η αρχή της επαλληλίας: η κάθετη σχέση (χρόνου) που έχει ένα εύρηµα µε άλλα ευρήµατα

σε µια θέση. Η αρχή αυτή προέρχεται από την Γεωλογία και µας λέει ότι τα στρώµατα της

Γης διατάσσονται το ένα επάνω από το άλλο. Πρόκειται για βασικότατη αρχή για την

αρχαιολογική στρωµατογραφία.

Στρωµατογραφία: η µελέτη της επάλληλης διάταξης των στρωµάτων σε µια θέση. Τα

στρώµατα είναι συνήθως και γεωλογικά και πολιτισµικά.

∆ιακρίνονται σε:

Κλειστά στρώµατα, που είναι αποτέλεσµα αδιατάρακτης πρωτογενούς

δραστηριότητας. Με άλλα λόγια, στρώµατα που έφτασαν ως εµάς άθικτα από τη

στιγµή της αρχικής τους διάπλασης.

∆ιαταραγµένα στρώµατα, που είναι αποτέλεσµα δευτερογενούς δραστηριότητας.

∆ηλαδή υπέστησαν διαταραχές και δεν αποδίδουν καθαρά την αρχική εικόνα µιας

θέσης.

Η «ανάγνωση» της στρωµατογραφίας µιας θέσης είναι πολύ σηµαντική για την σχετική

χρονολόγηση της θέσης.