asfalistika

72
1 Ασφαλιστικά Μέτρα ΚΑΤΕΡΙΝΑ Θ. ΦΡΑΓΚΑΚΗ Δικηγόρος, LLM Υποψήφια Σύμβουλος Δ.Σ.Α. Α. Μουστοξύδη 16 Αθήνα, 11473, τηλ. 2106462627, 2106460354 κιν: 6936725106 φαξ : 2111158358 Email: [email protected] Web: www.fragkakis.eu biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 1

description

πραγματεία περί της πρακτικής των ασφαλιστικών μέτρων

Transcript of asfalistika

Page 1: asfalistika

1

Ασφαλιστικά Μέτρα

ΚΑΤΕΡΙΝΑ Θ. ΦΡΑΓΚΑΚΗΔικηγόρος, LLM

Υποψήφια Σύμβουλος Δ.Σ.Α.

Α. Μουστοξύδη 16 Αθήνα, 11473, τηλ. 2106462627, 2106460354

κιν: 6936725106φαξ : 2111158358

Email: [email protected]: www.fragkakis.eu

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 1

Page 2: asfalistika

2

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 2

Page 3: asfalistika

3

Ασφαλιστικά Μέτρα

Πρόλογος:

διαδικασία υποβολής – επίδοσης της αίτησης προσωρινή διαταγή και δημόσιο – ο.τ.α.

Ανταίτηση - Συμβιβασμός - Άμεση εκτέλεση

Υποχρέωση αποζημίωσης σε περίπτωση απόρριψης της κυρίας αγωγής

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ

(Κατάθεση – προσδιορισμός αίτησης – αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής , Το-

πική αρμοδιότητα, επίδοση, αίθουσες συζήτησης, σημείωμα, ανταίτηση –παρέμβαση,

πρακτικά, ευρετήρια αποφάσεων—λήψη αντίγραφων αποφάσεων, εκτέλεση αποφά-

σεων ασφαλιστικών μέτρων, ένδικα μέσα-έφεση-ανάκληση ή μεταρρύθμιση απόφα-

σης, αναίρεση από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (699παρ 2 &3 ΚπολΔ),αναίρεση

υπέρ του νόμου από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου)

Συνήθεις υποθέσεις λήψης ασφαλιστικών μέτρων της αποκλειστικής αρμοδιότητας

του Ειρηνοδικείου

Αίτηση Ασφαλιστικών Μέτρων Νομής ή Κατοχής

(Υλική αρμοδιότητα, τοπική αρμοδιότητα, παραγραφή, εκτέλεση απόφασης, έφεση,

αναίρεση, αναστολή εκτέλεσης, άσκηση κύριας αγωγής)

ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

ΣΥΝΝΟΜΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ

ΔΙΑΤΑΡΑΞΗ ΝΟΜΗΣ

ΝΟΜΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΔΑΝΕΙΟ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΟΙΟΝΕΙ ΝΟΜΗΣ – ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ - ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΝΟΜΗΣ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗ-

ΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ

Ανακοπή κατά Πρωτοκόλλου Διοικητικής αποβολής από δημόσια έκταση

Αίτηση ανατροπής κατάσχεσης κατ ‘άρθρο 1019 ΚπολΔ

Αίτηση εκποίησης κινητών πραγμάτων που υπάρχουν στο μίσθιο μετά την αποβολή

του μισθωτή (άρθρο 943 παρ. 2 και 3 Κ.Πολ.Δ)

Χορήγηση άδειας εκτέλεσης κατά τη νύκτα, τις Κυριακές και τις κατά το νόμο εξαι-

ρετέες ημέρες

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

(Κατάθεση – προσδιορισμός αίτησης – αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής , Το-

πική αρμοδιότητα, επίδοση, κτίρια συζήτησης, σημείωμα, ανταίτηση –παρέμβαση,

πρακτικά, ευρετήρια αποφάσεων, λήψη αντίγραφων αποφάσεων, εκτέλεση αποφά-

σεων, ένδικα μέσα-αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης απόφασης, λόγοι ανάκλησης

7,9

11

14

15

17

19

19

20

20

22

23

23

23

24

25

26

27

Πε

ριε

χό

με

να

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 3

Page 4: asfalistika

4

Κατερίνα Φραγκάκη

ή μεταρρύθμισης, αρμόδιο για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση δικαστήριο, υποχρεω-

τική ανάκληση, ένδικα μέσα, υποχρέωση άσκησης κύριας αγωγής)

Συνήθεις περιπτώσεις ασφαλιστικών μέτρων Ειρηνοδικείου και Πρωτοδικείου

Ανακοπή κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης χρήσης

Αίτηση αναστολής εκτέλεσης απόφασης που κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή

Αίτηση αναστολής εκτέλεσης διαταγής πληρωμής

Αίτηση αναστολής εκτέλεσης κατά το άρθρο 938 Κ Πολ.Δ επί ασκηθείσης ανακοπής

κατά της εκτέλεσης

ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΧΡΗΜΑ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ

Αίτηση για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης

Αίτηση για την χορήγηση άδειας εγγραφής προσημειώσεως υποθήκης

Ανακοπή κατά κατασχετήριας έκθεσης (άρθρο 954 Κ.Πολ.Δ (παλαιότερα αίτηση διόρ-

θωσης προγράμματος πλειστηριασμού)

Ανακοπή κατά το άρθρο 1000 ΚΠολ.Δ.

Ανακοπή κατά το άρθρο 933 παρ 1 Κ.ΠολΔ.

ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΝΕΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΑΤΑΙΩΣΗΣ

ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ – ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ

ΑΙΤΗΣΗ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΑΝΕΙΣΤΗ ΣΕ ΔΙΕΝΕΡΓΟΥΜΕΝΟ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ

Συνήθεις περιπτώσεις ασφαλιστικών μέτρων αποκλειστικής αρμοδιότητας του Μο-

νομελούς Πρωτοδικείου

Συναινετικές προσημειώσεις υποθήκης

Συναινετική ανάκληση απόφασης εγγραφής προσημείωσης υποθήκης

Άδεια εκποίησης εμπορευμάτων (άρθρο 7 Ν. 146/1914)

Αίτηση για τον αποκλεισμό προσωρινώς εταίρου συνδιαχειριστή για τη διενέργεια δια-

χειριστικών πράξεων σε ομόρρυθμη εταιρεία

Σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης ΕΠΕ με δικαστική απόφαση (άρθρο 11Ν.

3190/1995)

(Προϋποθέσεις, αρμόδιο δικαστήριο, αιτών- περιεχόμενο και αίτημα αίτησης, επί-

δοση, κατάθεση σημειώματος, ένδικα μέσα)

Έξοδος εταίρου από Ε.Π.Ε. (άρθρο 33 3190/1955)

(Προϋποθέσεις, σημείωση, αρμόδιο δικαστήριο- αιτών- περιεχόμενο αίτησης, κατά-

θεση της αίτησης, επίδοση, φύση της δικαστικής απόφασης, ένδικα μέσα, ενέργειες

μετά την έκδοση της απόφασης που δέχεται την αίτηση)

ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ Ε.Π.Ε. (άρθρο 19 Ν. 3190/1955) (ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΑ-

ΤΕΠΕΙΓΟΝΤΟΣ)

31

31

32

32

34

35

36

36

36

38

39

40

40

42

42

42

43

43

43

44

46

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 4

Page 5: asfalistika

5

Ασφαλιστικά Μέτρα

Αίτηση επίδειξης εγγράφων (άρθρο 902 Α.Κ)

Αίτηση για θέση ακινήτου ή επιχείρησης σε αναγκαστική διαχείριση (αρθρ. 1034 επ.

Κ.Πολ.Δ)

(ένδικα μέσα, αίτηση αναστολής εκτέλεσης, διαδικασία επιβολής, παύση αναγκαστι-

κής διαχείρισης, αντικατάσταση διαχειριστή ή επόπτη)

ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ Ή ΕΠΟΠΤΗ

Αίτηση για δικαστική μεσεγγύηση κατά τα άρθρα 725 επ.ΚΠολ.Δ.

ΕΥΘΥΝΗ ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΓΙΑ ΑΘΕΜΙΤΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ‘Η ΚΑΙ ΤΡΙΤΟΥ ΑΠΟΓΡΑΦΟΥ

Αίτηση αποβολής κατόχου ή νομέα από απαλλοτριωθέν ακίνητο (κατά το άρθρο 4

παρ. 1 εδ. β του ν. 1772/1988)

Διαφορές σχετικά με την είσπραξη αποζημίωσης απαλλοτρίωσης από το ταμείο πα-

ρακαταθηκών & δανείων (άρθρο. 8 παρ 3 Ν. 2882/2001)

Αίτηση κατά της απόφασης σωματείου που διέγραψε μέλος του

Άλλες συνήθεις περιπτώσεις λήψης ασφαλιστικών μέτρων

Ασφαλιστικά μέτρα με απόφαση της επιτροπής ανταγωνισμού

Ασφαλιστικά μέτρα με απόφαση του εισαγγελέως πρωτοδικών για προσωρινή ρύθ-

μιση σε περίπτωση αμφισβήτησης της νομής και κατοχής σε κτήματα μεταξύ του δη-

μοσίου και ιδιώτη (Α.Ν 1539/1938 “Περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων’’, όπως

τροποιήθηκε με το Ν.Δ 958/1971)

(Νομιμοποίηση αιτούντος, αρμόδιος εισαγγελέας, κατάθεση της αίτησης, επίδοση

αίτησης, στοιχεία αίτησης, αίτημα, συζήτηση της αίτησης, σημείωμα, μάρτυρες-πρα-

κτικά, απόφαση, λήψη απόφασης, εκτέλεση απόφασης, ένδικα μέσα)

Ενδεικτική νομολογία ασφαλιστικών μέτρων

Επείγουσα περίπτωση-επείγων κίνδυνος

Φύση της προσωρινής διαταγής-ακυρότητα διάθεσης (ΑΚ 176) μετά από έκδοση προ-

σωρινής διαταγής

Αναίρεση από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου

Αντικατάσταση ασφαλιστικού μέτρου με εγγυοδοσία

Ανάκληση απόφασης ασφαλιστικών μέτρων

48

50

53

54

55

55

61

62

63

64

64

65

65

65

68

69

69

71

71

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 5

Page 6: asfalistika

6

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 6

Page 7: asfalistika

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Θ εωρώ ιδιαίτερα ευτυχή τον εαυτό μου που στις δυσμές του βίου

μου καλούμαι να προλογίσω το πόνημα της Αικατερίνης Φραγ-

κάκης, κόρης του συναδέλφου και παλαιού συνεργάτη μου Θεοδώρου

Φραγκάκη και αναδεκτής της κόρης μου.

Το πόνημα της συγγραφέως είναι ομολογουμένως ένα λεπτομερές βοή-

θημα για όσους ασχολούνται με την ύλη των ασφαλιστικών μέτρων και

αποτελεί μεγάλη συμβολή για τις λύσεις των δυσκολιών, τις οποίες πα-

ρουσιάζει η καθημερινότητα της δικαστηριακής πρακτικής. Η εργασία της

συγγραφέως παρουσιάζει μία δυσανάλογη πληρότητα με την ηλικία της

και είναι άξια θαυμασμού για την τόλμη που επέδειξε στην ηλικία που δια-

τρέχει να ασχοληθεί με ένα τμήμα του Δικονομικού Δικαίου από τα πλέον

δύσκολα αλλά και ένα τμήμα που με πολλές διατάξεις του επιλύονται πολ-

λές ανθρώπινες σχέσεις.

Το πόνημα της νεαρής συναδέλφου θα αποτελέσει πραγματικό βοήθημα

στα δυσεπίλυτα νομικά προβλήματα, τα οποία εμφανίζονται κατά την

άσκηση της δικηγορίας και εύχομαι να δούμε σε λίγο καιρό και άλλο πό-

νημα της με άλλο περιεχόμενο, για το οποίο είναι άξια. Περαιτέρω εύχο-

μαι ολόψυχα επιτυχή σταδιοδρομία και ευτυχία στην προσωπική της ζωή.

Αθανάσιος Βαρυμπομπιώτης

Δικηγόρος ε.τ.

Συγγραφεύς- Διευθυντής

Εφημερίδας Ελλήνων Νομικών

και Κώδικος Νόμων

7

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 7

Page 8: asfalistika

8

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 8

Page 9: asfalistika

Αγαπητοί συνάδελφοι,

Hαπόπειρά μου να συ-

νοψίσω σε αυτό το

μικρό βοήθημα τη δικαστηριακή ύλη και

πρακτική των ασφαλιστικών μέτρων δεν κι-

νείται ούτε από επιστημονική αυτοπεποί-

θηση ούτε από μακρά εμπειρία. Η

διαδρομή άλλωστε που έχω καταγράψει

στο επάγγελμά μας είναι μεν μικρή, επαρ-

κής όμως για να με κάνει να συνειδητοποι-

ήσω τη μεγάλη διαδικαστική αξία τους στην

πραγμάτωση των εννόμων ιδιωτικών δι-

καιωμάτων αλλά και την ένταση εμφάνισής τους στην επαγγελματική καθη-

μερινότητα κάθε μαχόμενου δικηγόρου.

Η ανάγκη αυτή για εξοικείωση με την πρακτική, καθημερινή όψη των ασφα-

λιστικών μέτρων γέννησε την ιδέα αυτού του μικρού οδηγού, μια ελάχιστη

από μέρους μου συμβολή στον καθημερινό αγώνα που όλοι διεξάγουμε ανά-

μεσα στις πολύπλοκες γνωστικές διαδρομές και στις γραφειοκρατικές «συμ-

πληγάδες» του χώρου μας.

Με την ελπίδα ότι θα φανεί χρήσιμο στον αναγνώστη του, συνάδελφο δικη-

γόρο της πράξης, ανεξαρτήτως ηλικίας, θέτω την προσπάθεια αυτή στην

κρίση σας και εύχομαι η κοινή δικηγορική μας ζωή, σε επίπεδο δικηγορικό

αλλά και θεσμικό, να παρέχει διαρκείς ευκαιρίες εμπλουτισμού της και εν-

δυνάμωσης των δεσμών που μας συνδέουν.

Με εκτίμηση,

Κατερίνα Θ. Φραγκάκη

Δικηγόρος, LLM

Υποψήφια Σύμβουλος Δ.Σ.Α.

9

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 9

Page 10: asfalistika

10

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 10

Page 11: asfalistika

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ – ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

«…Από τις διατάξεις των άρθρων 686 παρ. 2 και 4

του ΚΠολΔ, που ορίζουν, η πρώτη ότι «η γραμματεία

του δικαστηρίου υποβάλλει αμέσως την αίτηση

(ασφαλιστικών μέτρων) στο δικαστή του Μονομελούς

Πρωτοδικείου ή τον Ειρηνοδίκη, ο οποίος ορίζει

τόπο, ημέρα και ώρα για τη συζήτησή της, διατάζει

την κλήση εκείνων κατά των οποίων απευθύνεται η

αίτηση, ορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γνωστο-

ποιηθεί σε αυτούς η κλήση, καθώς και το χρονικό

διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει, κατά την κρίση

του, μεταξύ της επιδόσεως της κλήσεως και της συ-

ζητήσεως» και η δεύτερη, ότι «η γνωστοποίηση γίνε-

ται με επίδοση εγγράφου που εκδίδεται από τη

γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο αναγράφεται

ο τόπος, η ημέρα και η ώρα της συζητήσεως ή με τη-

λεγραφική ή με τηλεφωνική πρόσκληση της γραμμα-

τείας του δικαστηρίου με δαπάνη του αιτούντος. Ο

δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου ή ο ειρη-

νοδίκης μπορεί συγχρόνως με την επίδοση της κλή-

σεως να διατάξει και την επίδοση αντιγράφου της

αιτήσεως» προκύπτει ότι στη διαδικασία των ασφα-

λιστικών μέτρων, αν η κλήτευση του καθού η αίτηση

δεν διατάχθηκε να γίνει με κάποιον ειδικό τρόπο, από

τους αναφερόμενους στην δεύτερη από αυτές, τότε

γίνεται κατά τις κοινές διατάξεις (βλ. Β. Βαθρακο-

κοίλη, ΚΠολΔ, άρθρο 686 αρ. 9, ΜΠΑθ 4511/1986

ΕλΔ 28.181, ΜΠΑθ 2507/1988 ΕλΔ 30.639). Ο τρό-

πος αυτός επιδόσεως που προβλέπεται από το

άρθρο 686 ΚΠολΔ, ισχύει εφόσον ο νόμος δεν ορίζει

αλλιώς, για τις υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων, και

για εκείνους που διαμένουν στην αλλοδαπή, έτσι και

στις περιπτώσεις αυτές, ενόψει της φύσεως της

υποθέσεως και της ανάγκης ταχείας εκδικάσεως

αυτών, δεν μπορούν να έχουν εψαρμογή οι διατά-

ξεις της από 15.11.1965 Συμβάσεως της Χάγης, «για

την επίδοση και κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστι-

κών και εξώδικων πράξεων που αφορούν αστικές ή

εμπορικές υποθέσεις», που κυρώθηκε με το Ν.

1334/1983 (βλ. και άρθρο 15 παρ. 3 αυτής) και συ-

νεπώς και σε αυτούς η γνωστοποίηση της κλήσεως,

η οποία αποβλέπει στην ουσιαστική γνωστοποίηση

της συζητήσεως, θα πρέπει να γίνεται με το μέσο που

επιλέχθηκε από το δικαστή (Βαθρακοκοίλης, άρθρο

686 αρ. 11 και 60)…» (ΜΠΑθ 10474/2000 ΔΕΕ 2001,

σ. 903, ΝΟΜΟΣ).

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΑΤΑΓΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟ – Ο.Τ.Α

«…Σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του

άρθρου 682 του ΚΠολΔ «Κατά την ειδική διαδικα-

σία των άρθρων 683 έως 703 τα δικαστήρια, σε

επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικεί-

μενος κίνδυνος, μπορούν να διατάζουν ασφαλι-

11

Ασφαλιστικά Μέτρα

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 11

Page 12: asfalistika

στικά μέτρα για την εξασφάλιση ή διατήρηση ενός

δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας καταστάσεως και

να τα μεταρρυθμίζουν ή να τα ανακαλούν. Το δι-

καίωμα είναι δυνατό να εξαρτάται από αίρεση ή

προθεσμία», ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 691

παρ. 2 του ίδιου Κώδικα «Αν το δικαστήριο κρίνει

ότι υπάρχει ανάγκη, έχει το δικαίωμα, μόλις κατα-

τεθεί η αίτηση και ώσπου να εκδοθεί η απόφαση

του, να εκδώσει και αυτεπαγγέλτως προσωρινή

διαταγή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση

ή στα πρακτικά, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να

ληφθούν αμέσως έως την έκδοση της αποφάσεως

του για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώ-

ματος ή τη ρύθμιση της καταστάσεως». Εξάλλου,

σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 700 παρ. 3

του ΚΠολΔ. «Οι προσωρινές διαταγές που αναφέ-

ρονται στο άρθρο 691 παρ 2. εκτελούνται μόλις

καταχωριστούν, κάτω από την αίτηση ή στα πρα-

κτικά, με βάση σημείωση του Δικαστή που τις εξέ-

δωσε και, αν πρόκειται για πολυμελές δικαστήριο,

του Προέδρου του». Τέλος, σύμφωνα με το εδά-

φιο ζ` του άρθρου 904 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα

«Εκτελεστοί τίτλοι είναι ζ) οι διαταγές και πράξεις

που αναγνωρίζονται από το νόμο ως τίτλοι εκτελε-

στοί». Από το συνδυασμό των προπαρατεθεισών

διατάξεων των άρθρων 691 παρ. 2 και 700 παρ. 3

του ΚΠολΔ προκύπτει ότι η προσωρινή διαταγή

που εκδίδεται από το δικαστήριο στο πλαίσιο της

διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων και καθο-

ρίζει τα ασφαλιστικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν

αμέσως, αποτελεί μία προσωρινή δικαστική προ-

στασία με τη μορφή της προσωρινής ρυθμίσεως

της καταστάσεως μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί

της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων, αφού περιέ-

χει συγκεκριμένη δικαστική επιταγή που εκδίδεται

από το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο, κατόπιν συ-

νοπτικής διαδικασίας και διαγνώσεως των λόγων

που την δικαιολογούν και εκτελείται κατά την προ-

βλεπόμενη ειδική διαδικασία λόγω της φύσεως

της, συνιστά δε τίτλο εκτελεστό από αυτούς που

αναφέρονται στο άρθρο 904 παρ. 2 περ. ζ` του

ΚΠολΔ (πρβλ. Ολ.ΑΠ 1154/1990, Ολ.ΑΠ 4/2004,

ΑΠ 866/2004, Μητσόπουλος Ελ. Δικαιοσύνη 1983

σ. 1137). Περαιτέρω, το Διεθνές Σύμφωνο για τα

ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, που, μαζί με το

προαιρετικό Πρωτόκολλο του, κυρώθηκε με το Ν.

2462/1997 και άρχισε να ισχύει για την Ελλάδα

από 5.8.1997 (Ανακοίνωση Υπ.

Εξωτ.Φ.0546/62/Α1/292/ Μ.2870/7.5.1997), έχει

σε υπερνομοθετική ισχύ κατά το άρθρο 28 παρ. 1

του Συντάγματος, στο άρθρο 2 παρ. 3 αυτού ορίζει

ότι: «Τα Συμβαλλόμενα Κράτη στο παρόν Σύμ-

φωνο αναλαμβάνουν την υποχρέωση: α) να εγ-

γυώνται ότι κάθε άτομο, του οποίου τα δικαιώματα

και οι ελευθερίες, που αναγνωρίζονται στο παρόν

Σύμφωνο, παραβιασθούν, θα έχει στη διάθεση

του μία πρόσφορη προσφυγή, ακόμη και αν η πα-

ραβίαση θα έχει διαπραχθεί από πρόσωπα που

ενεργούν υπό την επίσημη κρατική ιδιότητα τους,

β) να εγγυώνται ότι η αρμόδια δικαστική, διοικη-

τική, νομοθετική... αρχή ... θα αποφαίνεται πράγ-

ματι σχετικά με τα δικαιώματα του

προσφεύγοντος, και να προωθήσουν τη δυνατό-

τητα δικαστικής προσφυγής, γ) να εγγυώνται την

εκτέλεση, από τις αρμόδιες αρχές, κάθε αποφά-

σεως που θα έχει κάνει δεκτή τη σχετική προ-

σφυγή». Εξάλλου, το άρθρο 14 παρ. 1 εδ. α` του

ίδιου Συμφώνου ορίζει ότι: «Κάθε πρόσωπο έχει

το δικαίωμα η υπόθεση του να δικαστεί από..δικα-

στήριο...το οποίο θα αποφασίσει...και για αμφισβη-

τήσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αστικού

χαρακτήρα». Με τη διάταξη αυτή συμπορεύεται

και το δικαίωμα προσβάσεως σε δικαστήριο, που

καθιερώνεται με το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊ-

κής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

(ΕΣΔΑ), η οποία κυρώθηκε με το Ν.Δ. 53/1974,

καθώς και με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγμα-

τος. Οι ως άνω διατάξεις δεν ιδρύουν μόνο διεθνή

ευθύνη των συμβαλλομένων κρατών, αλλά έχουν

άμεση εφαρμογή και υπερνομοθετική ισχύ, άρα

θεμελιώνουν δικαιώματα υπέρ των προσώπων που

υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους. Οι διατάξεις

αυτές εγγυώνται όχι μόνο την ελεύθερη πρό-

σβαση σε δικαστήριο, αλλά και την πραγματική ικα-

νοποίηση του δικαιώματος που επιδικάσθηκε από

το δικαστήριο, δηλαδή το δικαίωμα αναγκαστικής

12

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 12

Page 13: asfalistika

εκτελέσεως, χωρίς την οποία η προσφυγή στο δι-

καστήριο θα απέβαλλε την ουσιαστική αξία και

χρησιμότητα της (πρβλ.Ολ,ΑΠ 21/2001, ΑΠ

2347/2009). Από τις εκτεθείσες συνταγματικές

διατάξεις και εκείνες του Διεθνούς Συμφώνου για

τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και της ΕΣΔΑ

σαφώς συνάγεται ότι, προς επίτευξη του επιδιωκό-

μενου με αυτές σκοπού της αποτελεσματικής δι-

καστικής προστασίας, επιτρέπεται η εκτέλεση κατά

του Δημοσίου, ΟΤΑ και νομικών Ν.Π.Δ.Δ. και των

κατά το άρθρο 691 παρ. 2 του ΚΠολΔ προσωρινών

διαταγών, ως τίτλων εκτελεστών κατά το άρθρο

604 παρ. 2 περ. ζ` του ίδιου Κώδικα, το περιεχό-

μενο των οποίων είναι δεσμευτικό με την έννοια

ότι κωλύει την παραγωγή εννόμων συνεπειών σε

πράξεις που αντίκεινται σε αυτό. Η υποχρέωση

συμμορφώσεως προς αυτές επιτάσσεται και με

την απειλή ποινικών κυρώσεων που προβλέπει η

ειδική ποινική διάταξη του άρθρου 232Α παρ. 1

του Π Κ, η οποία είναι ενταγμένη στο κεφάλαιο των

εγκλημάτων σχετικά με την απονομή της δικαιοσύ-

νης και στην οποία ορίζεται ότι `Όποιος με πρό-

θεση δεν συμμορφώθηκε σε προσωρινή διαταγή

δικαστή ή δικαστηρίου ή σε διάταξη δικαστικής

αποφάσεως, με την οποία υποχρεώθηκε σε παρά-

λειψη ή σε ανοχή ή σε πράξη που δεν μπορεί να

γίνει από τρίτο πρόσωπο και η επιχείρηση της

εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του ή σε

διάταξη εισαγγελέα σχετική με την προσωρινή

ρύθμιση της νομής μεταξύ ιδιώτη και Δημοσίου ή

Ο.Τ.Α. ή άλλου Ν.Π.Δ.Δ., τιμωρείται με φυλάκιση

μέχρι ενός έτους, αν η πράξη δεν τιμωρείται βα-

ρύτερα με άλλη διάταξη” (βλ. και 729/2/12.3.2010

γνωμοδότηση Εισαγγελέα Αρείου Πάγου). Η μη

συμμόρφωση προς τη νόμιμη υποχρέωση εκτελέ-

σεως της προσωρινής διαταγής πέραν της αποδυ-

ναμώσεως της σχετικής δικονομικής διατάξεως

του άρθρου 904 παρ. 2 περ. ζ` του ΚΠολΔ και της

παραβιάσεως των συνταγματικών επιταγών των

άρθρων 20 παρ. 1, 28 παρ. 1 και 95 παρ. 5, αντι-

στρατεύεται και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ που εγγυά-

ται την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο, στην

οποία περιλαμβάνεται ως αναγκαίο συμπλήρωμα

και η αναγκαστική εκτέλεση της αποφάσεως (βλ.

πρακτικά Ολ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συνεδρ. της

19ης.5.2010, ΑΠ 2347/2009, ΑΕΔ 18/2005). Ενό-

ψει τούτων, όταν για την αξίωση του φερόμενου

ως δικαιούχου δαπάνης (όπως στην περίπτωση

αποδοχής της εργασίας εργαζόμενων στο Δημό-

σιο, ΟΤΑ και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δι-

καίου) το δικαίωμα αυτού για την πραγμάτωση της

δαπάνης στηρίζεται σε προσωρινή διαταγή δικα-

στηρίου που εκδόθηκε στο πλαίσιο της διαδικα-

σίας των ασφαλιστικών μέτρων με δεσμευτικό

περιεχόμενο που κωλύει την παραγωγή εννόμων

συνεπειών σε πράξεις που αντίκεινται σ` αυτό, το

Ελεγκτικό Συνέδριο κατά το γενόμενο έλεγχο υπο-

χρεούται σε θεώρηση του οικείου χρηματικού εν-

τάλματος, αφού και αυτό υποχρεούται να

συμμορφωθεί με αυτή (προσωρινή διαταγή), διότι

δεν αποτελεί παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζή-

τημα κατά τον ασκούμενο έλεγχο του Συνεδρίου

ο έλεγχος της ορθότητας ή μη της προσωρινής

διαταγής, δηλαδή η νομιμότητα και βασιμότητα

των λόγων και των όρων που την δικαιολογούν, η

οποία αποτελεί γι αυτό νόμιμο δικαιολογητικό με

το οποίο αποδεικνύεται νόμιμη απαίτηση (βλ. πρα-

κτικά Ολ.Ελ.Συν της 9ης Γεν.Συν. της 19.5,2010).

Κατ` ακολουθία των προεκτεθέντων, η γνώμη μας

στο ερώτημα σας είναι: α) Οι προσωρινές διαταγές

του άρθρου 691 παρ. 2 του ΚπολΔ, είναι τίτλοι

εκτελεστοί και δημιουργούν υποχρέωση συμμορ-

φώσεως της Διοικήσεως κατά τις επιταγές των άρ-

θρων 20 παρ. 1, 28 παρ. 1 και 95 παρ. 5 του

Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 604 παρ. 2 περ. ζ`

του ΚΠολΔ. β) Η συμμόρφωση αυτή αφορά όχι

μόνο την αποδοχή της εργασίας των αιτούντων

(εργαζομένων στο Δημόσιο, ΟΤΑ και λοιπά νομικά

πρόσωπα δημοσίου δικαίου) αλλά και την κατα-

βολή των νομίμων αποδοχών τους, για το χρονικό

διάστημα που ορίζεται στην προσωρινή διαταγή

του δικαστή. Και γ) Η μη συμμόρφωση συνιστά το

προβλεπόμενο και τιμωρούμενο από το άρθρο

232Α του ΠΚ έγκλημα, υποκείμενο του οποίου

είναι αυτός που είναι υποχρεωμένος σε συμμόρ-

φωση, οποιοσδήποτε και αν είναι αυτός…» (ΓνμΕι-

13

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 13

Page 14: asfalistika

σΑΠ 7/2010, ΝΟΜΟΣ)

ΑΝΤΑΙΤΗΣΗ

«…Στην διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων

έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των άρ-

θρων 34 και 268 ΚΠολΔ και συνεπώς είναι επιτρε-

πτή η άσκηση ανταιτήσεως, έστω και αν αφορά

δικαίωμα διάφορο από το δικαίωμα της κυρίας αι-

τήσεως ή άλλο ασφαλιστικό μέτρο, η δε ανταίτηση

μπορεί να ασκηθεί και χωρίς προδικασία προφο-

ρικά στο ακροατήριο, υπό την προϋπόθεση όμως

ότι υπάγεται στην καθ` ύλην αρμοδιότητα του ίδιου

ή κατωτέρου δικαστηρίου και στο ίδιο είδος διαδι-

κασίας, ήτοι στην διαδικασία των ασφαλιστικών μέ-

τρων…» (ΑΠ 1284/2003, ΧρΙΔ 2004, σ. 232,

ΝΟΜΟΣ).

ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ

«…Ο δικαστικός αυτός συμβιβασμός που επιτεύχ-

θηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων,

αν και κατά τη διαδικασία αυτή δεν είναι αντικεί-

μενο διάγνωσης το ουσιαστικό δικαίωμα, έχει τις

ίδιες έννομες συνέπειες, επιφέρει δηλαδή κατάρ-

γηση της σχετικής δίκης (άρθ. 293 παρ. 1 ΚΠολΔ)

και το σχετικό πρακτικό αποτελεί τίτλο εκτελεστό

(άρθ. 904 παρ. 2 γ ΚΠολΔ). Περιορίζεται βέβαια

μέσα στα πλαίσια της δίκης αυτής, εκτός αν έχει

ήδη ρυθμιστεί με το συμβιβασμό αυτό και η κύρια

διαφορά, είτε είναι εκκρεμής είτε όχι, οπότε είναι

έγκυρος και επιφέρει και ως προς αυτή τα ίδια ανω-

τέρω αποτελέσματα και ειδικά ως προς την κύρια

διαφορά που δεν είναι εκκρεμής, καθιστά αβάσιμη

τη μεταγενέστερη γι` αυτήν αγωγή, δεδομένου ότι

ο δικαστικός συμβιβασμός δεν αναπτύσσει αρνη-

τική ενέργεια δεδικασμένου (βλ. Βαθρακοκοίλη

ΚωδΠολΔικ. Τομ. β, άρθ. 293 παρ. 13-14, σελ. 315

επ., Μπρίνια Αναγκαστική Εκτέλεση εκδ. β` παρ.

1921 σελ. 73, Νίκα Ο δικαστικός συμβιβασμός

(1984) σελ. 179 επ. και 249 επ., ο ίδιος, Υποκατά-

σταση του προβλεπόμενου από το ουσιαστικό δί-

καιο τύπου μέσω των πρακτικών δικαστικού

συμβιβασμού σε δίκη ασφαλιστικών μέτρων Δνη

42, σ. 583 επ., Κεραμέα - Κονδύλη - Νίκα Ερμηνεία

ΚΠολΔ τόμος Ι άρθ. 293 παρ. 8 σ. 586 και ως προς

τη μη παραγωγή δεδικασμένου από το συμβιβασμό

βλ. ΑΠ 1412/1979 ΝοΒ 28.1031, ΕφΑθ 2250/1986

Δ/νη 27.694)…» (ΕφΑθ 6343/2003 ΕλλΔνη 2004,

σ. 1102, ΝΟΜΟΣ).

ΑΜΕΣΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

«…Από τις διατάξεις των άρθρων 941 παρ. 1 και

2 ΚΠολΔ, 943 παρ. 1, 945 παρ.1, 946 παρ. 1 και

947 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, συνάγεται, ότι η άμεση

εκτέλεση γίνεται με τις ακόλουθες μορφές: α)

Παράδοση η απόδοση κινητών: ο δικαστικός επι-

μελητης αφαιρεί το κινητό από τον καθού, το πα-

ραδίνει στον υπερού και συντάσσει έκθεση (941

παρ. 1). Αν το κινητό δε βρίσκεται, τότε, κατ` αί-

τηση του δανειστή, ο οφειλέτης θα υποχρεωθεί

να δώσει βεβαιωτικό όρκο ότι δεν κατέχει το κι-

νητό ούτε γνωρίζει πού βρίσκεται (941 παρ. 2). β)

Παράδοση η απόδοση ακινήτου: ο δικαστικός

επιμελητής αποβάλλει τον καθού, εγκαθιστά στο

ακίνητο του υπερού και συντάσσει έκθεση (943

παρ. 1). γ) Επιχείρηση μιας πράξης: αν η πράξη

μπορεί να γίνει και από άλλους, ο δανειστής προ-

καλεί την επιχείρηση της πράξης αυτής με έξοδα

του καθού (945 παρ. 1), οπότε επακολουθεί έμ-

μεση εκτέλεση (κατάσχεση) προς ικανοποίηση-

της αντίστοιχης χρηματικής απαίτησης. Αν η

πράξη δεν μπορεί να γίνει απόάλλο πρόσωπο,

τότε γίνε ται αναπληρωματικη εκτέλεση, δηλ. ο

οφειλέτης αταδικάζεται σε χρηματική ποινή υπέρ

του δανειστη και σε προσωπική κράτηση (946

παρ. 1). δ) Παράλειψη μιας πράξης: γίνεται ανα-

πληρωματικη εκτέλεση, δηλ. απειλείται δικαστι-

κώς εναντίον του καθού χρηματική ποινή υπέρ

του δανειστή και προσωπική κράτηση. Και, αν ο

καθού δεν συμμορφωθεί, επακολουθεί η δικα-

στικη βεβαίωση της παράβασης και η καταδίκη

του με τη διαδικασία των εργατικών διαφορών

(947 παρ. 1) και ε) Ανοχή μιας πράξης: γίνεται

άμεση εκτέλεση, δηλ. ο δικαστικός επιμελητής

παραμερίζει βιαίως τα εμπόδια, που έχει δημι-

ουργησει ο καθού και συντάσσει έκθεση (947

παρ. 3)…» (ΜΠλάρισας 2932/2003 ΑρχΝομ

14

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 14

Page 15: asfalistika

2004, σ. 517, ΝΟΜΟΣ).

ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΑΠΟΡΡΙΨΗΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΑΓΩΓΗΣ

«…Κατά τη διάταξη του άρθρου 703 ΚΠολΔ: «αν

απορριφθεί τελεσίδικα ως αβάσιμη αγωγή για την

κύρια υπόθεση, όποιος ζήτησε να διαταχθούν

ασφαλιστικά μέτρα είναι υποχρεωμένος να κατα-

βάλει αποζημίωση για τη ζημία που προξένησε από

την εκτέλεση της απόφασης που τα διέταξε ή από

την εγγύηση που δόθηκε, μόνο αν γνώριζε ή από

βαρεία αμέλεια αγνοούσε ότι δεν υπήρχε το δι-

καίωμα». Με τη διάταξη αυτή θεμελιώνεται, με την

μορφή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ιδιόρρυθμη

αδικοπρακτική ευθύνη αυτού που εκτέλεσε την

απόφαση ασφαλιστικών μέτρων ή εκβίασε αντί-

στοιχα την παροχή εγγυοδοσίας. Ο παράνομος χα-

ρακτήρας ολοκλη-ρώνεται με την τελεσίδικη

απόρριψη ως νομικά και ουσιαστικά αβάσιμης της

αγωγής για την κύρια υπόθεση ή, ανάλογα, με την

τελεσίδικη παραδοχή ως βάσιμης αντίθετης αγω-

γής ή ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής (Κε-

ραμεύς/Κονδύλης/ Νίκας, ΚΠολΔ II (23000) 703,

αρ. 1)…» (ΕφΑθ 7217/2007 ΕλλΔνη 2008, σ. 238).

Α. ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ:

ΚΑΤΑΘΕΣΗ - ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΙΤΗΣΗΣ - ΑΙ-

ΤΗΜΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ:

Στο ισόγειο, Γραφείο 65. Σε περίπτωση αιτήματος

για χορήγηση προσωρινής διαταγής, απευθυνόμα-

στε στον Πρόεδρο Υπηρεσίας, στο ισόγειο, Γρα-

φείο 78. Εκθέτουμε προφορικά τους λόγους του

επείγοντος, αλλά και του άμεσου κινδύνου και της

βλάβης, που θα υποστεί ο εντολέας μας, προσκο-

μίζοντας και τα τυχόν σχετικά έγγραφα, ώστε να δι-

καιολογείται η έκδοση προσωρινής διαταγής.

Εναντίον της απόφασης, με την οποία χορηγείται

προσωρινή διαταγή, δικαιολογείται αίτηση ανάκλη-

σης ή μεταρρύθμισης, τηρουμένων των κατωτέρω

αναφερομένων, αφού και με αυτή (έκδοση προσω-

ρινής διαταγής) λαμβάνονται ασφαλιστικά μέτρα.

ΤΟΠΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: Το Ειρηνοδικείο της κα-

τοικίας του καθού ή του τόπου κατάρτισης της σύμ-

βασης ή του τόπου εκτέλεσης της απόφασης (Ειδι-

κότερα: άρθρα 22 επ., 25, 33, 40, άρθρο 683

Κ.Πολ.Δ). Σε περίπτωση ασφαλιστικών μέτρων

νομής ή κατοχής ακινήτου, κατά τα κατωτέρω, απο-

κλειστικά αρμόδιο κατά τόπο είναι το Ειρηνοδικείο

στην έδρα του οποίου ευρίσκεται το επίδικο ακί-

νητο.

ΕΠΙΔΟΣΗ: Όπως ορίσει ο Ειρηνοδίκης.

ΑΙΘΟΥΣΕΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ: Στο ισόγειο, Αριθμός

ακροατηρίων: 6, 8 και 9. Το Ειρηνοδικείο Αθηνών

συνεδριάζει, κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρα-

σκευή και δικάζει αιτήσεις περί αναστολής εκτελέ-

σεως αποφάσεων και διαταγών πληρωμής του

Ειρηνοδικείου Αθηνών.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ: Κατατίθεται στην έδρα ή στην προθε-

σμία που θα ορίσει ο Ειρηνοδίκης. Στις αιτήσεις

αναστολής, συνήθως, κατατίθεται επί της έδρας.

Σε περίπτωση που εκπροσωπούμε τον αιτούντα και

έχουμε λάβει προσωρινή διαταγή, την ημέρα της

δίκης ζητάμε από το Δικαστήριο την διατήρηση της

ισχύος της, μέχρι την έκδοση αποφάσεως.

ΑΝΤΑΙΤΗΣΗ - ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Η ανταίτηση ασκείται

είτε με δικόγραφο, που κατατίθεται κατά τ’ ανω-

τέρω, είτε με προφορική δήλωση ενώπιον του Ει-

ρηνοδικείου κατά την ημέρα της δίκης. Πρέπει

υποχρεωτικά να αναπτυχθεί προφορικά η ανταί-

τηση και δεν αρκεί να αναφερθεί στο σημείωμα

που θα κατατεθεί. Με το ίδιο τρόπο ασκείται και η

παρέμβαση (κύρια ή πρόσθετη).

ΠΡΑΚΤΙΚΑ: Στις δίκες για τη λήψη ασφαλιστικών

μέτρων ΔΕΝ τηρούνται πρακτικά, εκτός από τις

δίκες για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων νομής ή

κατοχής. Μπορούν να τηρηθούν πρακτικά με τη

σύμπραξη Γραμματέως, εφόσον το ζητήσει κά-

ποιος από τους διαδίκους και το επιτρέψει ο Ειρη-

νοδίκης.

ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ-ΛΗΨΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: Στο ισόγειο, Γραφεία 78, 79.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕ-

ΤΡΩΝ: Η εκτέλεση της απόφασης, που διατάσσει

ασφαλιστικά μέτρα γίνεται βάσει επικυρωμένου αν-

τιγράφου ή και επικυρωμένου αποσπάσματος

αυτής (δεν εκδίδεται απόγραφο), με τη σύνταξη επι-

15

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 15

Page 16: asfalistika

ταγής προς εκτέλεση, που επιδίδεται στον καθού ή

στους καθών και την πάροδο είκοσι τεσσάρων (24)

ωρών από την επίδοση (άρθρο 700 Κ.Πολ.Δ). Ει-

δικά για τις αποφάσεις που διατάσσουν ασφαλι-

στικά μέτρα νομής, η εκτέλεση της απόφασης

πρέπει να γίνει εντός ενός (1) έτους από την απο-

βολή ή την διατάραξη. Εντός έτους από την απο-

βολή ή την διατάραξη, πρέπει να ασκηθεί η τακτική

αγωγή νομής, ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου,

οπότε με την άσκηση της (κατάθεση και επίδοση

της αγωγής), αναστέλλεται και ο χρόνος παραγρα-

φής (ορ. κατωτέρω σχετικό κεφάλαιο).

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ - ΕΦΕΣΗ - ΑΝΑΚΛΗΣΗ Ή ΜΕΤΑΡ-

ΡΥΘΜΙΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Πλην των αποφάσεων επί

ασφαλιστικών μέτρων νομής (αναλύονται ειδικό-

τερα κατωτέρω) και της ειδικής ρύθμισης που θε-

σπίζεται με το άρθρο 699 ΚΠολΔ (όπως ισχύει μετά

την τροποποίησή του από το άρθρο 4Ε § 4 Ν.

3388/2005) και αναφέρεται παρακάτω υπ’ αριθμ.

12, δεν προβλέπεται η άσκηση ενδίκων μέσων σε

περιπτώσεις ασφαλιστικών μέτρων που δεν τέ-

μνουν οριστικά την κρινόμενη διαφορά. Προβλέ-

πεται η άσκηση αίτησης ανάκλησης ή

μεταρρύθμισης (άρθρα 696 – 698 ΚΠολΔ). Όσα

αναφέρονται κατωτέρω στο κεφάλαιο για το Πρω-

τοδικείο, σχετικά με την ανάκληση ή μεταρρύθμιση

αποφάσεων που διατάσσουν ασφαλιστικά μέτρα,

ισχύουν και για τις αποφάσεις ασφαλιστικών μέ-

τρων του Ειρηνοδικείου. Όμως για την περίπτωση

λήψης ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής δεν

προβλέπεται η από τους διαδίκους ανάκληση ή με-

ταρρύθμιση της απόφασης που τα διατάσσει

(άρθρο 734 παρ. 5 Κ.Πολ.Δ) για μεταβολή των

πραγματικών συνθηκών που επήλθε μετά την έκ-

δοση της αποφάσεως. Αντίθετα είναι δυνατή η

άσκηση αίτησης ανάκλησης τόσο της πρωτοβάθ-

μιας όσο και της δευτεροβάθμιας απόφασης από

τρίτο (εκτός των διαδίκων) πρόσωπο.

ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΚΗΣΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΑΓΩΓΗΣ: Σύμ-

φωνα με το άρθρο 693 § 1 ΚΠολΔ (όπως ισχύει

μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 4Ε § 1

Ν. 3388/2005), σε περίπτωση έκδοσης απόφασης

που διατάζει την λήψη ασφαλιστικών μέτρων, υφί-

σταται υποχρέωση άσκησης κύριας (καταψηφιστι-

κής ή αναγνωριστικής) αγωγής με αντικείμενο το

δικαίωμα προς εξασφάλιση του οποίου διατάχθηκε

το ασφαλιστικό μέτρο, μέσα σε προθεσμία 30 ημε-

ρών από την δημοσίευση της απόφασης. Μέσα

στην ίδια προθεσμία η αγωγή πρέπει να επιδοθεί

στον αντίδικο. Δεν υφίσταται η ανωτέρω υποχρέ-

ωση σε περιπτώσεις ασφαλιστικών μέτρων που

έχουν διαταχθεί με κοινή συναίνεση όλων των δια-

δίκων (άρθρο 693 § 3 ΚΠολΔ).

ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ

ΠΑΓΟΥ (699 §§ 2 & 3 ΚΠολΔ): Ο Εισαγγελέας του

Αρείου Πάγου έχει την δυνατότητα άσκησης αναι-

ρέσεως εναντίον κάθε απόφασης που εκδίδεται σε

αιτήσεις λήψης, μεταρρύθμισης και ανάκλησης

ασφαλιστικών μέτρων και στην οποία διάδικοι είναι

το Δημόσιο, ΟΤΑ, νομικά πρόσωπα δημοσίου δι-

καίου και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που

ανήκουν εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο, εφόσον κατά

την κρίση του δημιουργούνται ζητήματα με γενικό-

τερο ενδιαφέρον. Για τον λόγο αυτό είναι υποχρε-

ωτική, επί ποινή ακυρότητας, η επίδοση αυτών των

αποφάσεων στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

Επιχειρώντας μία σύντομη ανάλυση της διάταξης

του άρθρου 699 ΚΠολΔ (όπως αυτή ισχύει μετά την

τροποποίησή της με το άρθρο 4Ε § 4 Ν. 3385/2005)

είναι ανάγκη να σημειωθούν τα ακόλουθα (βλ. σχε-

τικά Ιωαν. Κατράς Αιτήσεις Ασφαλιστικών Μέτρων

& Άμυνα Αντιδίκου, σελ. 150):

(α) η προβλεπόμενη ακυρότητα δεν αναφέρεται

στο κύρος της ίδιας της απόφασης αλλά σε πρά-

ξεις εκτέλεσης που τυχόν επιχειρηθούν πριν την

επίδοσή της στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου

και την πάροδο της σχετικής τριακονθήμερης προ-

θεσμίας.

(β) σε περίπτωση άσκησης αναίρεσης είναι ανα-

γκαία η κλήτευση των διαδίκων της δίκης στην

οποία εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση.

(γ) σε περίπτωση αποδοχής της ασκηθείσας αναί-

ρεσης η υπόθεση αναπέμπεται κανονικά προς επα-

16

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 16

Page 17: asfalistika

νεκδίκαση στο δικαστήριο που εξέδωσε την αναι-

ρεθείσα απόφαση.

(δ) η σχετική ρύθμιση έχει ήδη κριθεί ως σύμφωνη

με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ, με βάση την με

αριθμ. 19/2007 απόφαση της Ολομέλειας του

Αρείου Πάγου.

13. ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΙ-

ΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ: Η δυνατότητα

άσκησης αναίρεσης υπέρ του νόμου από τον Ει-

σαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά οποιασδήποτε

απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 557 ΚΠολΔ εξα-

κολουθεί να ισχύει (ΟλΑΠ 13/1999). Ωστόσο, η

απόφαση που εκδίδεται δεν παράγει αποτελέ-

σματα μεταξύ των διαδίκων, εκτός αν στηρίζεται σε

υπέρβαση δικαιοδοσίας ή έλλειψη καθ’ ύλην αρ-

μοδιότητας.

ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΛΗΨΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙ-

ΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΑΙΤΗΣΗ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΝΟΜΗΣ Ή ΚΑΤΟΧΗΣ

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ

ΥΛΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: Το Ειρηνοδικείο είναι απο-

κλειστικά αρμόδιο για τη λήψη ασφαλιστικών μέ-

τρων νομής ή κατοχής (άρθρο 733 Κ.Πολ.Δ), είτε

αφορούν ακίνητο είτε αφορούν κινητό πράγμα.

ΤΟΠΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: Εάν η αίτηση για τη

λήψη ασφαλιστικών μέτρων αφορά ακίνητο, αρμό-

διο είναι το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του

οποίου ευρίσκεται το ακίνητο (άρθρο 29 παρ. 1

ΚΠολΔ). Εάν το ακίνητο βρίσκεται στην περιφέρεια

περισσότερων Ειρηνοδικείων, ο αιτών μπορεί να

επιλέξει ένα από αυτά (άρθρο 29 παρ. 2 σε συνδ.

με άρθρα 733 και 683 Κ.Πολ.Δ). Εάν η αίτηση

αφορά κινητό πράγμα, ισχύουν οι γενικές διατάξεις

του άρθρου 22 επ. Κ.Πολ.Δ, δηλαδή κατά τόπο αρ-

μόδιο είναι το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του

οποίου ο καθού έχει την κατοικία του ή αν δεν είχε

ποτέ κατοικία, την διαμονή του καθώς και του

τόπου όπου πρόκειται να εκτελεσθούν τα ασφαλι-

στικά μέτρα.

ΑΙΤΩΝ: Στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων νομής

αιτών είναι αυτός που απoβλήθηκε παράνομα από

τη φυσική εξουσίαση του πράγματος ως κυρίου και

έχει αξίωση απόδοσης της νομής από τον επιλή-

ψιμο νομέα (άρθρα 987 επ. Α.Κ) ή που τον απέβαλε

από τη δυνατότητα άσκησης της νομής επί του

πράγματος. Ειδικότερα αιτών μπορεί να είναι κάθε

φυσικό ή νομικό πρόσωπο ικανό να είναι νομέας,

ο νομέας μέρους πράγματος, ο συννομέας, ο επι-

λήψιμος νομέας, εφόσον συντρέχουν οι προϋπο-

θέσεις των άρθρων 988, 990 και 992 Α.Κ, ο

κληρονόμος, ο ειδικός διάδοχος, ο κάτοχος, ο οι-

ονεί κάτοχος και ο συγκάτοχος κατά των τρίτων, ο

κληρονόμος του κατόχου και ο δανειστής του

νομέα, σύμφωνα με το άρθρο 72 Κ.Πολ.Δ (Κ. Πα-

παδόπουλος, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ.

131).

ΚΑΘΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: Είναι εκείνος ή εκείνοι που

προέβησαν στην αποβολή ή επιχείρησαν ή επιχει-

ρούν τη διατάραξη.

Η κατάθεση, ο προσδιορισμός και η επίδοση της

αίτησης γίνεται κατά τ’ ανωτέρω. Στην αίτηση μπο-

ρεί να περιέχεται και αίτημα για την έκδοση προ-

σωρινής διαταγής, με αίτημα που προσιδιάζει στην

περίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ: Οι αξιώσεις από την αποβολή και τη

διατάραξη παραγράφονται μετά ένα (1) έτος από

την αποβολή ή τη διατάραξη (άρθρο 992 Α.Κ). Η

παραγραφή αρχίζει από την επόμενη ημέρα της

αποβολής ή της διατάραξης ανεξάρτητα από τη

γνώση ή όχι του αιτούντα νομέα και λήγει όταν πα-

ρέλθει η 19:00 ώρα της αντίστοιχης ημέρας του

επόμενου χρόνου. Εάν η τελευταία ημέρα είναι

Σάββατο ή άλλη μη εργάσιμη ημέρα, η προθεσμία

παρέρχεται την ίδια ώρα της επομένης εργάσιμης

ημέρας. Εάν πρόκειται για επαναλαμβανόμενες

διαταράξεις, αρχίζει νέα παραγραφή μετά από

κάθε διατάραξη. Επί συνεχούς διατάραξης η πα-

ραγραφή αρχίζει από την έναρξη. Εάν η διατάραξη

συνίσταται σε διαρκή κατάσταση (π.χ ανέγερση κτί-

σματος), η παραγραφή αρχίζει από τότε που έλαβε

χώρα η πράξη. Σε περίπτωση παροδικής διατάρα-

ξης μετά την ενέργειά της (Αν. Παπαχρήστου, Εμ-

πράγματο Δίκαιο). Η παραγραφή αναστέλλεται και

διακόπτεται σύμφωνα με όσα προβλέπουν οι δια-

τάξεις των άρθρων 255 - 270 Α.Κ. Η κατάθεση και

17

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 17

Page 18: asfalistika

επίδοση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν δια-

κόπτει την παραγραφή. Την παραγραφή την διακό-

πτει η έγερση (κατάθεση και κοινοποίηση) αγωγής

νομής ενώπιον του αρμοδίου τακτικού δικαστη-

ρίου. Χωρεί παραγραφή και εν επιδικία εάν παρέλ-

θει έτος από την τελευταία διαδικαστική πράξη.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Η απόφαση εκτελείται

με την επίδοση στον καθού επικυρωμένου αντιγρά-

φου της αποφάσεως ή και αποσπάσματος αυτής,

που διατάσσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων με

επιταγή προς εκτέλεση που συντάσσεται κάτωθι

αυτής. Η εκτέλεση πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα

σε ένα (1) έτος από την αποβολή ή τη διατάραξη,

εκτός αν συντρέχει λόγος αναστολής ή διακοπής

της παραγραφής, οπότε μπορεί να ολοκληρωθεί

μέσα στον αντίστοιχο χρόνο της αναστολής ή της

διακοπής.

ΕΦΕΣΗ: Η έφεση στις περιπτώσεις αποφάσεων

ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής, κατατίθε-

ται προ πάσης επιδόσεως ή σε προθεσμία δέκα

(10) ημερών από την επίδοση της αποφάσεως. Η

παραπάνω προθεσμία δεν αναστέλλεται στο χρο-

νικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου (Β. Μπρα-

κατσούλας, Ασφαλιστικά Μέτρα). Απευθύνεται στο

Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, κατατίθεται στο

Ειρηνοδικείο Αθηνών, στο ισόγειο, Γραφείο 64 και

προσδιορίζεται στο Πρωτοδικείο Αθηνών, στο κτί-

ριο δύο (2), στο δεύτερο (2ο) όροφο, Γραφείο 203

και στη συνέχεια για χορήγηση αντιγράφων, στο

Γραφείο 201. Ακολουθείται η διαδικασία των

ασφαλιστικών μέτρων και από τον επισπεύδοντα

διάδικο καλείται υποχρεωτικά ο αντίδικος του, στην

προθεσμία που ορίζει ο Δικαστής του προσδιορι-

σμού. ΕΡΗΜΟΔΙΚΙΑ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ «…Κατά το άρθρο

524 παρ. 3 ΚΠολΔικ, όπως ισχύει μετά την αντικα-

τάστασή του με το άρθρο 16 παρ. 3 ν. 2915/2001,

σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η

έφεση απορρίπτεται. Το ως άνω άρθρο έχει εφαρ-

μογή και όταν το Δικαστήριο επιλαμβάνεται της εκ-

δικάσεως εφέσεως κατά αποφάσεως των

ασφαλιστικών μέτρων προς προσωρινή ρύθμιση

κατάστασης νομής και συνεπώς, σε περίπτωση

ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτε-

ται, δοθέντος ότι δεν υπάρχει εξαίρεση στις εν

λόγω δίκες ούτε ειδική διάταξη ορίζουσα την τύχη

της έφεσης στην περίπτωση ερημοδικίας του εκ-

καλούντος κατά την εν λόγω διαδικασία, αφού ναι

μεν ορίζεται στο άρθρο 734 παρ. 3 εδ.β του

ΚΠολΔ ότι η έφεση δικάζεται κατά την ίδια διαδι-

κασία (των ασφαλιστικών μέτρων), δηλαδή τηρείται

η διαδικασία των άρθρων 686-702 ΚΠολΔικ, αυτή

όμως δεν προβλέπει για έκκλητη δίκη (βλ. ΠΠΠειρ.

2151/1997, Δημ. ΝΟΜΟΣ)...» (ΠΠΛαρίσης

222/2006 ΤΝΠ ΔΣΑ).

ΑΝΑΙΡΕΣΗ: Δεν προβλέπεται η άσκηση αιτήσεως

αναιρέσεως κατά της απόφασης του δικάζοντος

ως Εφετείου Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Κατά μία

άποψη δεν συγχωρείται αίτηση αναίρεσης υπέρ

του νόμου από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου

(ΟλΑΠ 47/1990). Κατ’ άλλη άποψη συγχωρείται αί-

τηση αναίρεσης υπέρ του νόμου από τον Εισαγγε-

λέα του Αρείου Πάγου (ΟλΑΠ 13/1999).

ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ: Είναι δυνατή η ανα-

στολή εκτέλεσης της απόφασης του Ειρηνοδι-

κείου, που δέχεται ολικά ή μερικά την αίτηση

ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής, κατ’

άρθρο 912 Κ.Πολ.Δ. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι

η νομότυπη άσκηση εφέσεως. Με το δικόγραφο

που ζητείται η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης

μπορεί να χορηγηθεί και σημείωμα προ πάσης

εκτελέσεως, με το οποίο θ’ απαγορεύεται η εκτέ-

λεση της μέχρις ότου συζητηθεί η αίτηση αναστο-

λής. Αρμόδιο είναι το Ειρηνοδικείο που εξέδωσε

την απόφαση και η κατάθεση και συζήτηση της αι-

τήσεως αναστολής γίνεται κατά τ’ ανωτέρω. Αρμό-

διο είναι και το Πολυμελές Πρωτοδικείο που

δικάζει την έφεση, με τις προϋποθέσεις του άρ-

θρου 913 Κ.Πολ.Δ.

ΑΣΚΗΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΓΩΓΗΣ: Η προθεσμία για την

άσκηση κύριας αγωγής σύμφωνα με το άρθρο 693

§ 1 ΚΠολΔ αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφα-

18

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 18

Page 19: asfalistika

σης των ασφαλιστικών μέτρων και όχι από την έκ-

δοση της πρωτόδικης απόφασης. Υποστηρίζεται η

άποψη (Ιωαν. Κατράς Αιτήσεις Ασφαλιστικών Μέ-

τρων & Άμυνα Αντιδίκου, σελ. 137) ότι δεν είναι

απαραίτητη η άσκηση τακτικής αγωγής νομής αλλά

αρκεί και η άσκηση διεκδικητικής αγωγής της κυ-

ριότητας. Όμως «…Όσον αφορά δε τις υποθέσεις

ασφαλιστικών μέτρων νομής, κύρια υπόθεση είναι

αυτή που αφορά τη δεσμευτική διάγνωση της αξι-

ούμενης νομής και όχι της κυριότητας (Κερα-

μεύς/Κονδύλης/Νίκα (Κράνης), ΚΠολΔ II (2000),

733, αρ. 4, ΕφΘεσ 3308/03 Αρμ. 2004. 252, ΕφΑθ

10801/1999 ΕλΔ 32.1072, ΕφΚρ 195/91 Αρμ. 1992.

934, Μπέη, Πολ. Δικ/μία αρ. 693, σ. 168, αρ. 7, Π.

Τζίφρα σε ΝοΒ 19 (1971) 6.1189 και Ασφαλ. μέτρα,

εκδ. δ` σ. 103 επ.). Τέλος η προστασία της νομής

διαχωρίζεται στο νόμο από την προστασία της κυ-

ριότητας (βλ. άρθ. 987, 1094 ΑΚ, 733 επ. ΚΠολΔ.,

ΑΠ 236/1996 ΕλΔ 1996.543, ΑΠ 713/1993 ΕλΔ

1995.132) οι δε αντίστοιχες αγωγές (νομής και διεκ-

δικητική) έχουν σαφώς διαφορετικό αντικείμενο…

» (ΕφΑθ 7217/2007, ΕλλΔνη 2008, σ. 238,

ΝΟΜΟΣ).

ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

«…Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων

117,118 και 688 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι η αί-

τηση ασφαλιστικών μέτρων για την προστασία της

νομής ή κατοχής, πρέπει, για να είναι ορισμένη να

περιέχει, εκτός των άλλων και τα ακόλουθα στοι-

χεία: α) ότι ο αιτών κατά το χρόνο της διατάραξης

ή αποβολής και της επίδοσης της αίτησης (αν πρό-

κειται για διατάραξη) ήταν νομέας του επιδίκου (ΑΠ

64/1972 ΝοΒ 20.763), β) το είδος του αντικειμένου

της προσβληθείσης νομής, επί δε ακινήτου τη

θέση, έκταση και όρια αυτού, γ) ότι ο καθ` ου σε

ορισμένο τόπο και χρόνο ενήργησε συγκεκριμένα

πραγματικά περιστατικά αποτελούντα διατάραξη

της νομής - αφαίρεση αυτής, παράνομα και χωρίς

τη θέληση του, δ) ότι συνέπεια της αποβολής ή δια-

τάραξης υπάρχει επείγουσα περίπτωση ή επικείμε-

νος κίνδυνος για τη λήψη του αιτουμένου

ασφαλιστικού μέτρου το οποίο πρέπει να κατατείνει

στην αποτροπή του και ε) αιτητικό δηλαδή αίτημα

το ληπτέο ασφαλιστικό μέτρο…» (ΕιρΛάρισας

59/2006 ΝΟΜΟΣ).

ΣΥΝΝΟΜΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ

«…Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 994

του ΑΚ, η νομή μπορεί να ανήκει κατά το περιεχό-

μενο της σε περισσότερα από ένα πρόσωπα, οπότε

υπάρχει κοινωνία κατ` ιδανικά μέρη (άρθρο 785

ΑΚ), δηλαδή σύννομη, στην περίπτωση δε παράνο-

μης προσβολής της από τρίτο πρόσωπο, κάθε συν-

νομέας έχει κατά του τρίτου τα δικαιώματα από την

προσβολή της νομής και κατά συνέπεια, και τις

αγωγές των άρθρων 987, 989 του ΑΚ. Αν τρίτος

λοιπόν, προσβάλλει μόνον έναν από τους συννο-

μείς, τότε αυτός μπορεί να ζητήσει μόνος του την

αποκατάσταση της προηγούμενης κατάστασης,

χωρίς να αιτείται και απόδοση της νομής σ` όλους

τους συννομείς, καθόσον μόνο το δικό του δι-

καίωμα προσβάλλεται, ενώ οι λοιποί συννομείς

είναι δυνατό να επέτρεψαν την προσβολή (βλ. Β.

Παπαδόπουλου «Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου»

έκδοση 1989 -131, 164 και Β. Βαθρακοκοίλη «Κώ-

δικας Πολιτικής Δικονομίας» άρθρο 734 αριθ.12,

ΑΠ 17/1997 ΕλλΔνη 38.1533, ΑΠ 438/2001 αδημ.

ΑΠ 300/1981 ΝοΒ 29.1502). Επίσης, από το συν-

δυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 5, 7 του

ν. 3741/1929 «περί ιδιοκτησίας κατ` ορόφους» και

1002, 1117 ΑΚ, 3 παρ. 1, 5, 8 και 13 του ν. 3741/29

προκύπτει ότι κάθε συνιδιοκτήτης δικαιούται να

κάνει απόλυτη χρήση των κοινών πραγμάτων, υπό

τον όρο να μη βλάπτει τα δικαιώματα των λοιπών

συνιδιοκτητών, ούτε να μεταβάλλει τον συνήθη

προορισμό αυτών. Αντίθετη συμφωνία των συνιδιο-

κτητών, που προβλέπει την αποκλειστική χρήση κοι-

νού πράγματος (ή μέρους αυτού) από ένα μόνο

των συνιδιοκτητών, είναι ισχυρή, εφόσον όμως

γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο και αυτό με-

ταγραφεί. Και τούτο, όχι μόνο κατ` επιταγή του άρ-

θρου 13 παρ. 1 του ν. 3741/1929 αλλά και κατά

επιταγή των άρθρων 367, 973,1117,1192 αρ. 1 και

1198 ΑΚ, αφού η συμφωνία περί αποκλειστικής

από συνιδιοκτήτη χρήσης κοινού πράγματος ενέχει

19

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 19

Page 20: asfalistika

περιορισμό της κυριότητας των λοιπών, γιατί έχει

κατ` αρχήν τον χαρακτήρα σύστασης δουλείας και

μάλιστα πραγματικής, για την οποία είναι εφαρμο-

στέες οι ανωτέρω διατάξεις (ΑΠ 377/1985 ΕΕΝ

1986.119, ΑΠ 752/1958, στον Κανέλλο, Η οροφο-

κτησία, 1988, σελ. 133, σημ. 16, ΕφΚερκ 169/1987

Αρμ 1987.942, ΕφΑθ 11108/1990 ΕλλΔνη

34(1993)1652, ΕφΑθ 10038/1990 ΕλλΔνη

32(1991)1666, ΕφΑθ 2289/87 ΕΔΠολ 1987.186,

Τσετσέκος, Η χωριστή ιδιοκτησία (οριζόντια και κά-

θετη), β` έκδ. 1994, σελ. 112,113, Καλλιμόπουλος,

ΕρμΑΚ, αρθρ.117, Κεφ. στ II, αριθ. 12,13,14 αριθ.

61,70)…» (ΕιρΛάρισας 59/2006 ΝΟΜΟΣ).

ΔΙΑΤΑΡΑΞΗ ΝΟΜΗΣ

«…Σε περίπτωση προσβολής της νομής με διατά-

ραξη, η αυτοτελής αξίωση για παράλειψη της στο

μέλλον (άρθρο 947 παρ. 1 ΚΠολΔ) προϋποθέτει ότι

υπάρχει ήδη μία τουλάχιστον διατάραξη στο παρελ-

θόν και σοβαρός φόβος να πραγματοποιηθεί δια-

τάραξη στο μέλλον, ή ότι η διατάραξη απειλείται

σοβαρά για πρώτη φορά (βλ. Κων. Παπαδόπουλος:

«Αγωγές Εμπρ. Δικαίου», παρ. 38β, σελ. 129, όπου

και παράδειγμα για την τελευταία περίπτωση). Η

συγκεκριμένη αυτή αξίωση, η οποία αρμόζει μόνον

οσάκις η πράξη διατάραξης ήταν παροδική και

υπάρχει κίνδυνος επανάληψης της (Μπαλής,

«Εμπορ. Δίκαιο», παρ. 19, Απ. Γεωργιάδης -Μιχ.

Σταθόπουλος, ΑΚ, Εμπρ. δίκαιο, τ. ν. έκδ. 1985,

άρθρα 989-990, σελ. 285, Βασ. Μπρακατσούλας,

“Η νομή και η προστασία της”, εκδ. 1995, σελ. 280,

Τάσος Αθανασόπουλος, «Εμπορ. Δίκαιο», σελ.

205), μπορεί να αποτελέσει το διατακτικό της από-

φασης ασφ. μέτρων νομής (διατάραξης), δεδομέ-

νου ότι δεν αποκλείεται από τη διάταξη του άρθρου

734 παρ. 2 ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία ο Ειρη-

νοδίκης δικαιούται να διατάξει κάθε πρόσφορο

μέτρο για την προσωρινή ρύθμιση της νομής, με

εξαίρεση τη μεσεγγύηση σε τρίτο (Βασ. Βαθρακο-

κοίλης, ό.π. τ. Δ`, έκδ. 1996, άρθρο 734, σημ. 40,

σελ. 344).Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την αρχή της

οικονομίας στην έννομη τάξη, ορθό είναι να γίνει

δεκτό ότι ειδικότερα η περίπτωση κατά την οποία

επίκειται αποβολή από τη νομή μπορεί (και πρέπει)

να αντιμετωπιστεί όχι μόνο με ασφαλιστικά μέτρα

νομής (ό.π για την περίπτωση σοβαρής απειλής δια-

τάραξης της νομής, Ειρ. Αθ. 1978/1977, ΕΕΝ

45/87), αλλά και με την προληπτική αγωγή παρά-

λειψης της διατάραξης ή αποβολής από τη νομή

(Σπυριδάκης: «Η αγωγή αποβολής από τη νομή»,

έκδ. 1997, παρ. 15, σελ. 47 επ., του ιδίου: «Η αγωγή

διατάραξης της νομής», εκδ. 1997, παρ. 13, σελ. 43

επ., ΑΠ 895/1976, ΑρχΝ 1977/170), αρκεί στην

αγωγή (προληπτική) διατάραξης της νομής, να ανα-

φέρονται ο κίνδυνος διατάραξης κατά τη συνήθη

πορεία των πραγμάτων και τα μέτρα που πρέπει να

ληφθούν, ώστε να αποτραπεί η απειλούμενη δια-

τάραξη, στη δε αγωγή (προληπτική) αποβολής από

τη νομή, ο κίνδυνος αποβολής κατά τη συνήθη πο-

ρεία των πραγμάτων…» (ΕιρΛάρισας 11/2006,

ΝΟΜΟΣ).

ΝΟΜΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΔΑΝΕΙΟ

«…Από τις διατάξεις των άρθρων 974, 984, 987,

989, 998 του Α.Κ., 29§1, 682§1, 733 και 734§2 του

Κ.Πολ.Δικ. συνάγονται τα ακόλουθα: Το Ειρηνοδι-

κείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το εκά-

στοτε επίδικο ακίνητο, είναι αποκλειστικά αρμόδιο,

για να λάβει ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή

ρύθμιση και προστασία της νομής ή της κατοχής

του ακινήτου, στις περιπτώσεις προσβολής αυτής

από τρίτο ή τρίτα πρόσωπα και εφ` όσον στη συγ-

κεκριμένη περίπτωση συντρέχει επείγουσα περί-

πτωση ή επικείμενος κίνδυνος. Η προσβολή της

νομής λαμβάνει χώρα είτε με αποβολή του νομέα

από αυτή είτε με διατάραξη του τελευταίου κατά

την άσκηση της νομής του και πάντα χωρίς τη θέ-

ληση του. Ως αποβολή από τη νομή νοείται η εξ

ολοκλήρου αποστέρηση από το νομέα της δυνατό-

τητας εξουσίασης του πράγματος με οιονδήποτε

τρόπο, η οποία πραγματώνεται είτε με αφαίρεση

είτε με παράλειψη απόδοσης του πράγματος μετά

τη λήξη συμβατικής σχέσης / όπως π.χ. της σχέσης

της μίσθωσης, της σχέσης του χρησιδανείου ή της

παρακαταθήκης κ.λ.π. εφ` όσον βέβαια στην τε-

λευταία αυτή περίπτωση η άρνηση απόδοσης,

20

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 20

Page 21: asfalistika

ούσα μη ευλογοφανής και καταφανώς αβάσιμη,

συναρτάται με βούληση αντιποίησης της νομής, αν-

τιποίηση η οποία βέβαια μπορεί να εκδηλωθεί και

στη διάρκεια της ισχύος της συμβατικής σχέσης,

εάν ο κάτοχος σε κάποιο δεδομένο χρονικό σημείο

εκφράσει με σαφή, άμεσο ή έμμεσο, τρόπο προς

το νομέα του πράγματος τη θέλησή του να νέμεται

στο εξής το όλο ή μέρος του πράγματος για ίδιο λο-

γαριασμό και με διάνοια κυρίου ως νομέας τούτου.

Ως διατάραξη, εξ άλλου, της νομής νοείται η από

τον προσβολέα δημιουργία εμποδίων στην άσκηση

της νομής του πράγματος από το νομέα του /

ακόμα και αν η σχετική ενέργεια του προσβάλλον-

τος δεν είναι βλαπτική / η οποία, όμως, δημιουργία

εμποδίων δεν εξικνείται μέχρι των ορίων της πλή-

ρους αποστέρησης άσκησης των εκφάνσεων της

φυσικής εξουσίασης του πράγματος. Η αποβολή ή

η διατάραξη της νομής, ωστόσο, αποτελεί προ-

σβολή της νομής, από την οποία ο νομέας μπορεί

να προστατευθεί με τις περί νομής αγωγές ή προ-

σωρινά με την κατόπιν αίτησής του λήψη ασφαλι-

στικών μέτρων, μόνο στις περιπτώσεις που αυτή

είναι παράνομη, γίνεται, δηλαδή, χωρίς δικαίωμα

του προσβολέα ή με δικαίωμα μεν αυτού, το οποίο,

όμως, ασκείται καθ` υπέρβαση του περιεχομένου

του. Έτσι και ενόψει αυτών, η απλή αμφισβήτηση

της νομής του νομέα, που γίνεται προφορικά ή με

την άσκηση κατ` αυτού αγωγής ή αίτησης, δεν συ-

νιστά παράνομη διατάραξη της νομής του και πολύ

περισσότερο παράνομη αποβολή του από αυτή.

Από την άλλη μεριά αναγκαία προϋπόθεση για το

νόμω βάσιμο της περί νομής αγωγής και της για την

προσωρινή προστασία της αίτησης για τη λήψη

ασφαλιστικών μέτρων συνιστά και η ύπαρξη αυτής

στο πρόσωπο του αιτούντος κατά το χρονικό ση-

μείο της αποβολής του / καθ` όσον, τεκμήριο ενε-

στώσας νομής από τη νομή που προϋπήρχε δεν

αναγνωρίζεται από το νόμο, μη έχοντος εφαρμογή

στην προκειμένη περίπτωση του κατά το άρθρο

1046 του Α.Κ. τεκμηρίου / ή στη διάρκεια της δια-

τάραξης αυτού (βλέπε: Απ. Γεωργιάδη - Μιχ. Στα-

θόπουλου «Αστικός Κώδιξ - Κατ` Άρθρο

Ερμηνεία», τόμος V, έκδοση 1985, υπό το άρθρο

984, αριθ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 11, 13, 19 και 20, σελ. 258,

259, 260 και 261, υπό το άρθρο 998, αριθ. 1, 2, 3,

4 και 5, σελ. 306 και 307, Βασίλη Αντ. Βαθρακο-

κοίλη «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας - Ερμηνευ-

τική - Νομολογιακή Ανάλυση», τόμος Δ΄, έκδοση

1996, υπό το άρθρο 733, αριθ. 1, σελ. 325, υπό το

άρθρο 734, αριθ. 2, 3, 4, 5, 36, 105 και 117, σελ.

332, 333, 334, 343, 358, 359, 364 και 365,

Εφ.Θεσ.1499/1997 ΕλλΔνη 39, 445, Ειρ.Χα-

λανδ.515/2005 Τ.Ν.Π. «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»,

Ειρ.Κοζ.8/1991 Αρχ.Νομ. 45, 62). Περαιτέρω, από

τις διατάξεις ειδικότερα των άρθρων 70, 682§1 και

734§2 του Κ.Πολ.Δικ. με σαφήνεια συνάγεται ότι η

αναγνώριση προσώπου ως προσωρινού νομέα ή

κατόχου αποτελεί παρεμπίπτον μόνο ζήτημα και όχι

ασφαλιστικό μέτρο, αυτό καθεαυτό και επομένως

το δικαστήριο δεν μπορεί να διατάξει ως ασφαλι-

στικό μέτρο, για την προσωρινή ρύθμιση της νομής

ή της κατοχής, μόνο την αναγνώριση του αιτούντος

ως προσωρινού νομέα ή κατόχου του πράγματος,

της σχετικής αίτησης του τελευταίου απορριπτομέ-

νης συνακόλουθα ως μη νόμιμης, εφ` όσον με

αυτή ζητείται αποκλειστικά και μόνο η αναγνώρισή

του ως προσωρινού νομέα ή κατόχου τούτου

(βλέπε: Κων. Παναγόπουλου, «Δέσμευση και επα-

νάληψη στα ασφαλιστικά μέτρα», έκδοση 1985,

παρ. 7, σελ. 88 με παραπομπές, Κεραμέα - Κον-

δύλη - Νίκα «Ερμηνεία Κ.Πολ.Δικ.», έκδοση 2000,

τόμος ΙΙ, υπό το άρθρο 734, αριθ. 5, σελ. 1444, Βα-

σίλη Αντ. Βαθρακοκοίλη ό.π., τόμος συμπληρωμα-

τικός, έκδοση 2001, υπό το άρθρο 70, αριθ. 2, σελ.

109, Ειρ.Ανδρ.1/2002 Αρχ.Νομ. 2005, 74,

Ειρ.Αθ.796/1988 Δ. 20, 463επ. με σύμφωνο σχόλιο

του Κων. Παναγόπουλου). Εξ άλλου, σύμφωνα με

τη διάταξη του άρθρου 810 του Α.Κ., με τη σύμ-

βαση του χρησιδανείου ο ένας από τους συμβαλ-

λομένους (αποκαλούμενος χρήστης) παραχωρεί

στον άλλο τη χρήση του πράγματος χωρίς αντάλ-

λαγμα και αυτός (αποκαλούμενος χρησάμενος)

έχει υποχρέωση να αποδώσει το πράγμα μετά τη

λήξη της σύμβασης, της τελευταίας διαφέρουσας

από άλλες παρεμφερείς συμβάσεις κατά το στοι-

χείο της χωρίς αντάλλαγμα παραχώρησης της χρή-

21

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 21

Page 22: asfalistika

σης του χρησιδανειζόμενου πράγματος. Αντικεί-

μενο του χρησιδανείου μπορεί να είναι κινητό ή ακί-

νητο πράγμα, ανήκον στον χρήστη ή και σε τρίτο

πρόσωπο, αρκεί το τελευταίο να έχει τη χρήση

αυτού. Η σύμβαση χρησιδανείου, η οποία

μπορεί να συμφωνηθεί για ορισμένο ή για αόριστο

χρόνο, χωρίς κατ` αρχήν η

διάρκειά της να υπόκειται σε περιορισμούς, λύεται,

εάν μεν είναι αόριστης χρονικής διαρκείας και

όπως συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 816

του Α.Κ., με καταγγελία οποτεδήποτε, μετά, όμως,

τη χρήση του πράγματος από τον χρησάμενο, ή

μετά την πάροδο του χρόνου κατά τον οποίο αυτός

μπορούσε να κάνει χρήση τούτου, ενώ εάν είναι

ορισμένου χρόνου / τέτοια δε υποστηρίζεται ότι

είναι και η σύμβαση χρησιδανείου με την οποία

συμφωνήθηκε ότι το χρησιδανεισθέν πράγμα θα

επιστρέφεται όποτε το ζητήσει ο χρήστης, καθώς

και εκείνη με την οποία συμφωνήθηκε να παραμεί-

νει ο χρησάμενος στην άνευ ανταλλάγματος χρήση

του πράγματος μέχρι του θανάτου του / είτε με την

πάροδο του, ρητά ή σιωπηρά, συμφωνηθέντος με

τη σύμβαση χρόνου, είτε και πριν από την πάροδο

του χρόνου αυτού, εφ` όσον, όμως, στην περί-

πτωση αυτή συντρέχει κάποια από τις οριζόμενες

με τη διάταξη του άρθρου 817 του Α.Κ. περιστάσεις

και συγκεκριμένα εάν ο χρησάμενος κάνει χρήση

του πράγματος εναντίον των όρων της σύμβασης,

ή εάν το χειροτερεύει, ή εάν το παραχώρησε χωρίς

δικαίωμα σε τρίτο, ή εάν ο ίδιος ο χρήστης χρει-

άσθηκε επειγόντως το χρησιδανεισθέν πράγμα, μη

δυνάμενος να προβλέψει εκ των προτέρων αυτή

την ανάγκη. Λήξαντος καθ` οιονδήποτε τρόπο του

χρησιδανείου, ο χρησάμενος υποχρεούται, όπως

προεκτέθηκε, να αποδώσει το χρησιδανεισθέν

πράγμα στον χρήστη, εφ` όσον δε αρνείται την

απόδοσή του, αντιποιούμενος για τον εαυτό του τη

νομή του χρήστη στο πράγμα και έχοντας εκδηλώ-

σει τούτο προς αυτόν, δημιουργείται παράνομη κα-

τάσταση, συνεπεία της οποίας και όπως προκύπτει

από τις διατάξεις των άρθρων 810, 819, 982, 984,

987, 997 και 998 του Α.Κ. 682§1, 733 και 734 του

Κ.Πολ.Δικ., ο τελευταίος, εκτός από την απορρέ-

ουσα από το χρησιδάνειο αγωγή, τη διεκδικητική

αγωγή και τις περί νομής αγωγές, δικαιούται, συν-

τρεχούσης επείγουσας περίπτωσης και επικείμε-

νου κινδύνου, να ασκήσει και την αίτηση για τη

λήψη ασφαλιστικών μέτρων, ζητώντας την προς

αυτόν απόδοση της νομής και της κατοχής του

πράγματος. Προφανώς, όμως και ενόψει των όσων

ήδη προεκτέθηκαν, δεν συντρέχουν οι όροι των

ανωτέρω συνδυασμένων διατάξεων και συνεπώς

δεν χωρεί η αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων,

όταν ο χρησάμενος αρνείται μεν την απόδοση, όχι

αντιποιούμενος, ωστόσο, τη νομή, αλλά ισχυριζό-

μενος ότι κατέχει το πράγμα δυνάμει ενεργούς

σύμβασης χρησιδανείου, στο βαθμό βέβαια που η

εν λόγω αμφισβήτηση της επικαλούμενης από τον

αιτούντα χρήστη λύσης της έννομης σχέσης είναι

ευλογοφανής και όχι καταφανώς αβάσιμη, γιατί

τότε πρόκειται για συγκαλυμμένη αντιποίηση της

νομής, την οποία, συνιστώσα πρόκριμα της περί

νομής δίκης, ο δικαστής μπορεί να κρίνει παρεμπι-

πτόντως, ακόμη και όταν δικάζει κατά τη διαδικασία

των ασφαλιστικών μέτρων (βλέπε: Π. Ζέπου «Ειδι-

κόν Ενοχικόν» έκδοση Β΄, παρ. 10 σελ. 282επ.,

Πασσιά «Ερμηνεία Α.Κ.» υπό το άρθρο 810,

αριθ.1επ. και ιδίως αριθ. 28 και 29, Καυκά «Ενοχι-

κόν Δίκαιον», υπό το άρθρο 810 αριθ. 38, 44 και

48, Απ. Γεωργιάδη - Μιχ. Σταθόπουλου ό.π., τόμος

ΙV, έκδοση 1982, υπό το άρθρο 810, αριθ. 1, 2, 3,

4, 5, 10, 11, 12, 13, και 16, σελ. 239, 240, 241 και

242, υπό τα άρθρα 816 έως 819, αριθ. 1, 2, 3, 4, 5,

6, 7 και 8, σελ. 246 και 247, Ειρ.Χαλ.515/2005 ό.π.,

Ειρ.Αθ.1321/1985 ΕλλΔνη 26, 761)…» (ΕιρΝικαίας

35/2008 ΝΟΜΟΣ).

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΟΙΟΝΕΙ ΝΟΜΗΣ – ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ -

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

«…Από την ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου

975 ΑΚ προκύπτει ότι οιονεί νομή ή νομή δικαιώ-

ματος (POSSESSIO JURIS) είναι η μερική φυσική

εξουσίαση του πράγματος που ασκείται με διάνοια

δικαιούχου ενεχύρου ή δουλείας, δηλαδή η οιονεί

νομή εκτείνεται σε μερικές μόνο αναφορές ή χρη-

σιμότητες του πράγματος, δηλαδή σ΄ αυτές που

22

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 22

Page 23: asfalistika

αποτελούν το περιεχόμενο ενός περιορισμένου εμ-

πράγματου δικαιώματος (ενεχύρου ή δουλείας).

Από τον παραπάνω ορισμό συνάγεται ότι στοιχεία

της οιονεί νομής είναι: α) η ύπαρξη μερικής φυσι-

κής εξουσιάσεως στο πράγμα, β) η θέληση του οι-

ονεί νομέα να ασκεί την εν λόγω φυσική εξουσία

με διάνοια δικαιούχου, χωρίς να απαιτείται και πε-

ποίθηση αυτού ότι ασκεί οιονεί δουλεία νομίμως

συσταθείσα και γ) η προς εξουσίαση θέληση να κα-

τευθύνεται στο ξένο πράγμα…» (ΕιρΡόδου

30/2008, ΝΟΜΟΣ).«…Η διάταξη του άρθρου 1147

ΑΚ αναγνωρίζει στον επικαρπωτή δικαίωμα στη

νομή του πράγματος και συγκεκριμένα μερική φυ-

σική εξουσίαση του πράγματος με διάνοια δικαιού-

χου (ΑΚ 975), δηλαδή δικαιούχου επικαρπίας

(οιονεί νομή επικαρπίας). Η κύρια νομή του ψιλού

κυρίου ασκείται στο όνομα του από τον επικαρ-

πωτή, που ασκεί έτσι παράλληλα με την οιονεί νομή

ως ίδιο δικαίωμα και την κύρια νομή ως αντιπρό-

σωπος του ψιλού κυρίου (ΑΚ 980 παρ. 1). Το δι-

καίωμα οιονεί νομής είναι απόλυτο και συνεπώς

ενεργεί όχι μόνο απέναντι του κυρίου ή του συστή-

σαντος την επικαρπία αλλά και απέναντι κάθε τρί-

του. Επί προσβολής της οιονεί νομής ο

επικαρπωτής έχει τις αγωγές περί νομής, την αυτο-

δύναμη προστασία, αλλά και τη δυνατότητα αιτή-

σεως ασφαλιστικών μέτρων (βλ. Γεωργιάδη -

Σταθόπουλο Εμπρ. Δίκ. υπό το άρθρο 1147)…» (Ει-

ρΑμαρουσίου 1178/2006 ΑρχΝομ 2008, σ. 54,

ΝΟΜΟΣ).

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ

ΝΟΜΗΣ

«…Η εκτέλεση αποφάσεως, με την οποία διατάσ-

σεται η παράδοση ή η απόδοση ακινήτου, συντε-

λείται με μόνη την αποβολή του καθού από το

ακίνητο και την εγκατάσταση σ` αυτό του υπερού

η εκτέλεση, συντάσσεται δε περί αυτού έκθεση

αποβολής (άρθρ. 943 παρ. 1 ΚΠολΔ). Σ` αυτή την

περίπτωση, δηλαδή της νομίμου κατά την αναγκα-

στική εκτέλεση αποβολής από το ακίνητο εκείνου

κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και της εγ-

κατάστασης στο ακίνητο εκείνου υπέρ του οποίου

γίνεται η εκτέλεση, δεν υφίσταται προσβολή της

νομής του οφειλέτη, κατά την έννοια του άρθρου

984 ΑΚ, αφού με τον ως άνω τρόπο η προσβολή

χωρεί νομίμως. Περαιτέρω, ναι μεν, συνεπεία ακύ-

ρου και γενικά παρανόμου αναγκαστικής εκτελέ-

σεως, είτε αποβάλλεται από το ακίνητο εκείνος

κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, είτε δεν

αποβάλλεται μεν, πλην όμως διεξάγονται διάφορες

διαδικαστικές πράξεις της εκτελέσεως, προσβαλ-

λομένης της νομής του διωκομένου οφειλέτη,

όταν, δηλαδή λ.χ. αυτός που ενεργεί μεν με δι-

καίωμα, καθ` υπέρβαση όμως του περιεχομένου

του, απολαμβάνει προστασίας η κατ` αυτόν τον

τρόπο προσβληθείσα νομή, πλην αυτή δεν προστα-

τεύεται διά των περί νομής αγωγών και αίτησης

περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων νομής των άρ-

θρων 987 και 989 ΑΚ αλλά και διά των ανακοπών

των άρθρων 933, 936 ΚΠολΔ και ασφαλιστικώς διά

της κατ` άρθρ. 938 ίδιου Κώδικα αίτησης αναστο-

λής (βλέπ. σχετ. Ιω. Μπρίνια: Αναγκ. Εκτέλεση

παρ.148, 265 - Γεωργιάδη - Σταθόπουλου ένθ`

ανωτ. και υπό το άρθρο 984)…» (ΕιρΛευκάδας

49/2004 ΑρχΝομ 2004, σ. 751, ΝΟΜΟΣ).

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΟ-

ΣΩΠΙΚΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ

«…Είναι νόμιμη (η αίτηση) στηριζόμενη στις διατά-

ξεις των άρθρων 974, 981, 987 ΑΚ, 943 παρ. 1, 947

παρ. 1 και 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί

χρηματικής ποινής και προσωπικής κρατήσεως ως

μέσον εκτελέσεως της αποφάσεως που θα εκδο-

θεί, αφού επί ακινήτων η εκτέλεση της αποφάσεως

γίνεται κατ` άρθρο 943 παρ. 1 ΚΠολΔ, δηλαδή ο

δικαστικός επιμελητής αποβάλει εκείνον κατά του

οποίου στρέφεται η εκτέλεση και εγκαθιστά εκεί-

νον υπέρ του οποίου γίνεται…» (ΕιρΜυτιλήνης

63/2002 ΑρχΝομ 2003, σ. 267, ΝΟΜΟΣ).

ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙ-

ΚΗΣ ΑΠΟΒΟΛΗΣ ΑΠΟ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΤΑΣΗ

Η ανακοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβο-

λής κατατίθεται κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα

και ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημε-

23

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 23

Page 24: asfalistika

ρών, από την επίδοση του πρωτοκόλλου. Στην ίδια

προθεσμία πρέπει να γίνει και η επίδοση της ανα-

κοπής. Αποκλειστικά αρμόδιο να δικάσει την ανα-

κοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής

είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, όπου ευρίσκεται

το αμφισβητούμενο ακίνητο, ανεξάρτητα από την

αξία του. Ακολουθείται η διαδικασία των ασφαλι-

στικών μέτρων, κατά τ’ ανωτέρω. Η άσκηση της

ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση του πρω-

τοκόλλου διοικητικής ανακοπής, είναι όμως δυ-

νατή η άσκηση αιτήσεως για αναστολή εκτελέσεως

του πρωτοκόλλου ενώπιον του Μονομελούς Πρω-

τοδικείου. Κατά της αποφάσεως που εκδίδεται επί

της ανακοπής χωρεί ΕΦΕΣΗ. Η έφεση κατατίθεται

στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου, που εξέδωσε

την απόφαση, προ πάσης επιδόσεως ή σε προθε-

σμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της απο-

φάσεως και απευθύνεται στο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ, στη Γραμματεία του οποίου και

προσδιορίζεται (Κτίριο δύο (2), πρώτος (1ος) όρο-

φος, Γραφείο 101). Και στην κατ’ έφεση δίκη ακο-

λουθείται η διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Δικάζεται στο Κτίριο Έξι (6), Αίθουσα επτά (7), Πιν.

ΙΑ.

ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΠΟΒΟΛΗΣ

ΑΠΟ ΔΑΣΙΚΗ ΕΚΤΑΣΗ

Η ανακοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβο-

λής, ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημε-

ρών, από την επίδοση του πρωτοκόλλου. Στην ίδια

προθεσμία πρέπει να γίνει και η επίδοση της ανα-

κοπής. Αποκλειστικά αρμόδιο να δικάσει την ανα-

κοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής

είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, όπου ευρίσκεται

το αμφισβητούμενο ακίνητο, ανεξάρτητα από την

αξία του. Ακολουθείται η διαδικασία των ασφαλι-

στικών μέτρων, κατά τ’ ανωτέρω. Η άσκηση της

ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση του πρω-

τοκόλλου διοικητικής ανακοπής, είναι όμως δυ-

νατή η άσκηση αιτήσεως για αναστολή εκτελέσεως

του πρωτοκόλλου ενώπιον του Μονομελούς Πρω-

τοδικείου. Κατά της αποφάσεως που εκδίδεται επί

της ανακοπής χωρεί ΕΦΕΣΗ. Η έφεση κατατίθεται

στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου, που εξέδωσε

την απόφαση, προ πάσης επιδόσεως ή σε προθε-

σμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της απο-

φάσεως και απευθύνεται στο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ, στη Γραμματεία του οποίου και

προσδιορίζεται (Κτίριο Δύο (2), πρώτος (1ος) όρο-

φος, Γραφείο 101). Και στην κατ’ έφεση δίκη ακο-

λουθείται η διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Δικάζεται στο Κτίριο Έξι (6), Αίθουσα επτά (7), Πιν.

ΙΑ.

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ ΚΑΤ’

ΑΡΘΡΟ 1019 Κ.Πολ.Δ.

Η αίτηση κατατίθεται κατά τα ανωτέρω αναφερό-

μενα. Με την αίτηση επιδιώκεται η ανατροπή κατα-

σχέσεως, εφόσον δεν ακολούθησε

πλειστηριασμός μέσα σε ένα (1) έτος αφότου επι-

βλήθηκε ή αναπλειστηριασμός, μέσα σε έξι (6)

μήνες από τον πλειστηριασμό. Σε περίπτωση που

υπάρχουν αναγγελίες ή έχει χωρήσει ορισμός επα-

ναληπτικού προγράμματος πλειστηριασμού και συ-

νακόλουθα δήλωση ή δηλώσεις συνέχισης αυτού

από τον ή τους επισπεύδοντες, πρέπει αφενός η αί-

τηση να στρέφεται και κατά των αναγγελθέντων δα-

νειστών και εκείνου ή εκείνων που έκαναν τις

δηλώσεις συνέχισης του πλειστηριασμού και αφε-

τέρου να ζητείται και η ανατροπή των αναγγελιών

καθώς και η διαγραφή της ή των δηλώσεων συνέ-

χισης του πλειστηριασμού. Η πάροδος του έτους

υπολογίζεται, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο

άρθρο 1019 Κ.Πολ.Δ. Η αίτηση κατατίθεται από κα-

θένα που έχει έννομο συμφέρον (π.χ. τον καθού η

εκτέλεση - οφειλέτη, τον νέο δανειστή, που επιθυ-

μεί να επιβάλλει νέα κατάσχεση, δεδομένου ότι δεν

επιτρέπεται η επιβολή δεύτερης κατάσχεσης εφό-

σον δεν έχει διαγραφεί η επιβληθείσα πρώτη κ.λ.π).

Αρμόδιο αποκλειστικά Δικαστήριο είναι το Ειρηνο-

δικείο του τόπου της εκτέλεσης (π.χ. εάν το κατα-

σχεθέν ακίνητο ευρίσκεται στην περιφέρεια του

Ειρηνοδικείου Καλλιθέας, αρμόδιο είναι το Ειρη-

νοδικείο Καλλιθέας, εάν ευρίσκεται στην περιφέ-

ρεια του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, το

24

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 24

Page 25: asfalistika

Ειρηνοδικείο Χαλανδρίου κ.ο.κ.). Η επίδοση της αι-

τήσεως γίνεται μέσα στην προθεσμία που θα ορίσει

ο Ειρηνοδίκης. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις (ιδίως

όταν η κατάσχεση είναι παλαιά και είναι δυσχερής

η επίδοση στον κατασχόντα ή έχει αποβιώσει και

είναι άγνωστοι οι κληρονόμοι του), μπορούμε να

ζητήσουμε να συζητηθεί η αίτηση χωρίς την κλή-

τευση του καθού. Η εξέταση μαρτύρων δεν είναι

απαραίτητη. Σε περίπτωση καταθέσεως σημειώμα-

τος, αυτό κατατίθεται είτε επί της έδρας, είτε στην

προθεσμία που θα ορίσει ο Ειρηνοδίκης. Χρειάζε-

ται πιστοποιητικό βαρών από το αρμόδιο Υποθηκο-

φυλακείο του ακινήτου, στο οποίο έχει επιβληθεί η

κατάσχεση και βεβαίωση από τον επί του πλειστη-

ριασμού υπάλληλο Συμβολαιογράφο, ότι δεν έχει

διενεργηθεί πλειστηριασμός. Καλό είναι τα πιστο-

ποιητικά να καλύπτουν την ημερομηνία της δικασί-

μου. Μετά την έκδοση της αποφάσεως, που

διατάσσει την ανατροπή της κατάσχεσης, επικυρω-

μένο αντίγραφο της (όχι σε φωτοτυπία), με σχετική

αίτηση, προσκομίζεται στον αρμόδιο Υποθηκοφύ-

λακα, προκειμένου να προβεί στη διαγραφή της.

Στην περίπτωση που έχει κατάσχει το Ελληνικό Δη-

μόσιο ή νομικά πρόσωπα που απολαμβάνουν των

προνομίων του Ελληνικού Δημοσίου, τότε δεν απαι-

τείται η διαγραφή της επιβληθείσης κατασχέσεως,

προκειμένου να επιβάλλουμε νέα κατάσχεση.

ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΠΟΙΗΣΗΣ ΚΙΝΗΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ

ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΟ ΜΙΣΘΙΟ

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΙΣΘΩΤΗ

(άρθρο 943 παρ. 2 και 3 Κ.Πολ.Δ)

Σε περίπτωση εκτέλεσης εξωστικής απόφασης, ο

αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής, ύστερα από την

τήρηση των οριζομένων στο νόμο (επίδοση απο-

γράφου της αποφάσεως ή της διαταγής απόδοσης

μισθίου, που διατάσσει την αποβολή του μισθωτή

από το μίσθιο, με κάτωθι αυτών επιταγή προς εκτέ-

λεση, πάροδος της οριζόμενης από το νόμο προ-

θεσμίας κ.λ.π), εκτελώντας την εξωστική απόφαση,

αποβάλλει εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η

εκτέλεση (μισθωτή, υπομισθωτή κ.λ.π) από το μί-

σθιο και εγκαθιστά σε αυτό τον εκμισθωτή. Τα κι-

νητά πράγματα, που βρίσκονται στο μίσθιο και δεν

είναι αντικείμενο της εκτέλεσης, παραδίδονται από

τον Δικαστικό Επιμελητή με απόδειξη σε εκείνον

κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση. Εάν αυτός

απουσιάζει ή αρνείται να τα παραλάβει, ο δικαστι-

κός επιμελητής τα παραδίδει είτε σε πρόσωπο που

ανήκει στην οικογένεια εκείνου κατά του οποίου

έγινε η εκτέλεση είτε σε πρόσωπο που έχει εξου-

σία να τα παραλάβει. Εάν δεν υπάρχουν τα πρό-

σωπα της παρ. 2 του άρθρου 943 ή αν αρνούνται

να παραλάβουν τα κινητά πράγματα, ο δικαστικός

επιμελητής τα παραδίδει σε μεσεγγυούχο τον

οποίο διορίζει ο ίδιος. Στη συνέχεια προσκαλείται

εγγράφως ο εξωσθείς - κύριος να παραλάβει τα

εν λόγω κινητά του πράγματα. Εάν αρνηθεί να τα

παραλάβει καλείται εγγράφως με εξώδικη δήλωση

να τα παραλάβει. Εάν και πάλι αρνηθεί, ο δικαστι-

κός επιμελητής, που εκτέλεσε την απόφαση, ή

οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον (μεσεγγυού-

χος, εκμισθωτής κ.λ.π) υποβάλλει αίτηση στο Ειρη-

νοδικείο του τόπου της εκτέλεσης (δηλαδή στο

Ειρηνοδικείο του τόπου, που βρίσκεται το ακίνητο),

η οποία συζητείται κατά την διαδικασία των ασφα-

λιστικών μέτρων, με την οποία ζητείται η άδεια για

την διενέργεια πλειστηριασμού των εντός του ακι-

νήτου ευρεθέντων κινητών πραγμάτων. Η αίτηση

υποβάλλεται κατά τα ανωτέρω και η συζήτηση της

διεξάγεται, όπως και στις άλλες περιπτώσεις ασφα-

λιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου. Κατά την

ημέρα της δικασίμου προσκομίζεται η εξωστική

απόφαση, η έκθεση του αρμόδιου δικαστικού επι-

μελητή, περί βίαιης αποβολής και εγκατάστασης

και η εξώδικη δήλωση προς τον καθού η εκτέλεση

για την παραλαβή των κινητών πραγμάτων. Στην

αίτηση μας μπορούμε να προτείνουμε τον επί του

πλειστηριασμού Συμβολαιογράφο, καθώς και τον

τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριασμού.

Κοινοποιούμε την απόφαση που εκδίδεται στον

ιδιοκτήτη των κινητών πραγμάτων. Ο πλειστηρια-

σμός δεν μπορεί να διενεργηθεί εάν τρείς (3) ημέ-

ρες πριν από τον χρόνο που έχει ορισθεί, δεν γίνει

δημόσια κήρυξη από τον αρμόδιο δικαστικό επιμε-

λητή, εφαρμοζομένων και όσων ορίζονται στο

25

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 25

Page 26: asfalistika

άρθρο 963 Κ.Πολ.Δ. Το πλειστηρίασμα κατατίθεται

δημόσια (δηλαδή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και

Δανείων), αφού αφαιρεθούν τα έξοδα. «…Κατ`

άρθρο 943 ΚΠολΔ, όταν υπάρχει υποχρέωση πα-

ράδοσης ή απόδοσης ακινήτου, τα κινητά πράγ-

ματα που βρίσκονται σ` αυτό και που δεν είναι

αντικείμενα εκτέλεσης παραδίδει ο δικαστικός επι-

μελητής στον καθ` ού η εκτέλεση. Όταν απουσιά-

ζει ή αρνείται αυτός να τα παραλάβει, ο δικαστικός

επιμελητής παραδίδει τα πράγματα σε μεσεγ-

γυούχο και με άδεια του Ειρηνοδίκη της περιφέ-

ρειας του τόπου όπου γίνεται η εκτέλεση, τα βγάζει

σε πλειστηριασμό. Εξάλλου κατά το άρθρο 963

ΚΠολΔ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρ-

θρου 943 παρ. 3 του ιδίου κώδικα, «την ημέρα του

πλειστηριασμού και αμέσως πριν αυτός αρχίσει,

πρέπει να γίνεται κήρυξη από κήρυκα στον τόπο

του πλειστηριασμού και αυτό να αναφερθεί στην

έκθεση του πλειστηριασμού, άλλως ο πλειστηρια-

σμός είναι άκυρος». Από τις διατάξεις αυτές συνά-

γεται ότι για τον πλειστηριασμό των εντός του

ακινήτου της εκτέλεσης ευρισκομένων κινητών

πραγμάτων, τα οποία όμως δεν είναι αντικείμενο

της εκτέλεσης, απαιτείται η τήρηση των ως άνω

προϋποθέσεων και διατυπώσεων, ήτοι προηγού-

μενη άδεια του Ειρηνοδίκη, χορηγούμενη ύστερα

από αίτηση του δικαστικού επιμελητή, του μεσεγ-

γουούχου ή εκείνου που έχει έννομο συμφέρον.

Η άδεια αυτή ορίζει τον τόπο του πλειστηριασμού,

τον υπάλληλο επί του πλειστηριασμού, την ημέρα

και ώρα του πλειστηριασμού. Ο υπάλληλος αυτός

θα συντάξει το πρόγραμμα κατά τα ισχύοντα σε

πλειστηριασμό ακινήτων (αρθρ. 960 ΚΠολΔ) και

δεν μπορεί να ορίσει τον πλειστηριασμό πριν πε-

ράσουν δέκα ημέρες, αφότου προσκληθεί εγγρά-

φως εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η

εκτέλεση να παραλάβει τα πράγματα, κλπ. Η τή-

ρηση όμως των ως άνω διατυπώσεων δεν είναι με

ποινή ακυρότητας του πλειστηριασμού. Η ακυρό-

τητα αυτή επέρχεται μόνο με συνδρομή του στοι-

χείου της βλάβης, η οποία δεν μπορεί ν`

αποκατασταθεί διαφορετικά παρά μόνο με την κή-

ρυξη της ακυρότητας, σύμφωνα με το άρθρο 159

αριθμ. 3 ΚΠολΔ, εκτός αν ορίζεται άλλως, ως την

περίπτωση που θα παραλειφθεί η κήρυξη (αρθρ.

963 ΚΠολΔ), η οποία πρέπει να γίνει τρεις μέρες

(αρθρ. 943 παρ. 3 ΚΠολΔ) πριν από την ημέρα του

πλειστηριασμού. Τέλος ενόψει της εφαρμογής της

διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων, σε περί-

πτωση μεταβολής των πραγμάτων, το Ειρηνοδικείο

που χορήγησε την άδεια, δύναται κατ` άρθρο 696

παρ. 3 ΚΠολΔ να ορίσει άλλη ημέρα πλειστηρια-

σμού, εντός ευλόγου βεβαίως χρόνου, λόγω της

ιδιαιτερότητας του πλειστηριασμού αυτού αλλά και

του σκοπού αυτού. Επίσης επιβάλλεται αναλογη

εφαρμογή της διάταξης αυτής, για την ταυτότητα

του δικαιολογητικού λόγου και στην περίπτωση που

δεν έγινε ο πλειστηριασμός, για λόγους νομικής

αδυναμίας τήρησης των διατυπώσεων αυτού.

Ούτω δύναται να ορισθεί νέα άλλη ημερομηνία

πλειστηριασμού, στην περίπτωση που λόγω απαγό-

ρευσης, κατ` άρθρον 940Α ΚΠολΔ, διενέργειας

οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης εντός του μηνός

Αυγούστου, δεν ηδύνατο να τηρηθούν οι απαιτού-

μενες (αρθρ. 943 παρ. 3 ΚΠολΔ) προθεσμίες κή-

ρυξης και δημοσιότητας του πλειστηριασμού…»

(ΕιρΛαμίας 215/2006 ΑρχΝομ 2007, σ. 348,

ΝΟΜΟΣ).

ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

ΚΑΤΑ ΤΗ ΝΥΚΤΑ, ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ

ΚΑΙ ΤΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ ΕΞΑΙΡΕΤΕΕΣ ΗΜΕΡΕΣ

Ο δικαστικός επιμελητής έχει την εξουσία, εφόσον

το απαιτεί ο σκοπός της αναγκαστικής εκτέλεσης,

να εισέρχεται στην κατοικία ή και σε κάθε άλλο

χώρο που βρίσκεται στην κατοχή εκείνου κατά του

οποίου στρέφεται η εκτέλεση, να ανοίγει τις πόρ-

τες και να κάνει έρευνες, καθώς και να ανοίγει

κλειστά έπιπλα, σκεύη ή δοχεία (άρθ. 929 παρ. 1

ΚΠολΔ). Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 929

ΚΠολΔ, κατά τη νύχτα, τις Κυριακές και τις ημέρες

τις κατά νόμο εξαιρετέες δεν μπορεί να γίνει

πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός αν ο Ειρη-

νοδίκης του τόπου της εκτέλεσης δώσει τη σχετική

άδεια, κατά την διαδικασία των άρθρων 686 επ.

ΚΠολΔ, υπό την προϋπόθεση ότι είναι νόμιμη η

26

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 26

Page 27: asfalistika

εκτέλεση που επισπεύδεται και πιθανολογείται

άμεση ανάγκη για την διενέργεια της αναγκαστι-

κής εκτέλεσης. Σύμφωνα με το άρθ. 940Α ΚΠολΔ,

που προστέθηκε με το άρθ. 10 παρ. 9 Ν.

2145/1993, «στο χρονικό διάστημα από 1-31 Αυ-

γούστου δεν επιτρέπεται η διενέργεια οποιασδή-

ποτε πράξης εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης

και της επιταγής προς εκτέλεση». Συνεπώς, κατά

την ορθότερη άποψη, σχετική αίτηση για διενέρ-

γεια πράξεων εκτέλεσης στο χρονικό διάστημα

από 1ης έως 31ης Αυγούστου, δεν είναι νόμιμη

(ΕιρΡόδου 146/1993, Αρμεν. 11, σελ. 1065).

Ο Δικαστικός Επιμελητής είναι υποχρεωμένος να

μνημονεύσει στη σχετική έκθεση που θα συντάξει

(π.χ έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, προσωπο-

κράτησης κλπ) την απόφαση με την οποία χορηγή-

θηκε η άδεια. Η παράλειψη αναφοράς της

απόφασης δεν δημιουργεί ακυρότητα, εκτός εάν

ο καθού η εκτέλεση προβάλλει και αποδείξει

βλάβη του.

Η αίτηση κατατίθεται κατά τ’ ανωτέρω, στο αρμόδιο

κατά τόπο Ειρηνοδικείο, που είναι εκείνο του τόπου

της εκτελέσεως. Η αίτηση μπορεί να συζητηθεί και

χωρίς την κλήτευση του καθού, εφόσον έτσι απο-

φασίσει ο Ειρηνοδίκης, που θα ορίσει δικάσιμο για

τη συζήτησή της.

Κατά την ημέρα της συζήτησης της αίτησης, προ-

σκομίζονται:

α. Ο τίτλος (δικαστική απόφαση, διαταγής πληρω-

μής κ.λ.π), που αποδεικνύει την αξίωση του αι-

τούντα, β. Η έκθεση επίδοσης του επικυρωμένου

αντιγράφου από το εκτελεστό απόγραφο, με την

κάτωθι αυτού επιταγή προς πληρωμή και γ. Βεβαί-

ωση του αρμόδιου Δικαστικού Επιμελητού, από την

οποία αποδεικνύεται ότι επιχείρησε να εκτελέσει

τον επιδοθέντα εκτελεστό τίτλο, κατά τις ώρες που

προβλέπει ο νόμος, αλλά η εκτέλεση του κατέστη

αδύνατη.

Β. ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ:

1. ΚΑΤΑΘΕΣΗ - ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΙΤΗΣΗΣ - ΑΙ-

ΤΗΜΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ:

Κτίριο Πέντε (5), Πρώτος (1ος) Όροφος, Γραφείο

101. Σε περίπτωση αιτήματος για χορήγηση προ-

σωρινής διαταγής, απευθυνόμαστε στον Πρόεδρο

Υπηρεσίας, στο κτίριο πέντε (5), Πρώτος (1ος) Όρο-

φος, Γραφείο 102. Εκθέτουμε τους λόγους και τον

άμεσο κίνδυνο, που δικαιολογεί τη χορήγηση προ-

σωρινής διαταγής, προσκομίζοντας και τα τυχόν

έγγραφα που αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς του

εντολέα μας. Συνήθως ο Δικαστής, μέσω της Γραμ-

ματείας, καλεί και την αντίδικο πλευρά, οπότε καλό

είναι να υποβληθεί το αίτημα νωρίς το πρωϊ (μέχρι

10:00 π.μ, το αργότερο), για να υπάρχει ο χρόνος

κλήτευσης του αντιδίκου την ίδια ημέρα, ιδιώς σε

περίπτωση αναστολής εκτέλεσης. Στην αντίθετη

περίπτωση ορίζεται συζήτηση της προσωρινής δια-

ταγής τις επόμενες ημέρες, οπότε πρέπει να κλη-

τευθεί ο αντίδικος. Ειδικότερα (άρθρο 691 ΚΠολΔ):

«1. Το δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να

συγκεντρώσει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για

το σχηματισμό της κρίσης του και με την απόφασή

του δέχεται ή απορρίπτει ολόκληρη ή εν μέρει την

αίτηση. 2. Αν το δικαστήριο κρίνει ότι υπάρχει

ανάγκη, έχει το δικαίωμα, μόλις κατατεθεί η αίτηση

και ώσπου να εκδοθεί η απόφασή του, να εκδώσει

και αυτεπαγγέλτως προσωρινή διαταγή, που κατα-

χωρίζεται κάτω από την αίτηση ή στα πρακτικά, σχε-

τικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν αμέσως

έως την έκδοση της απόφασής του για την εξασφά-

λιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση

της κατάστασης. 3. Η απόφαση που διατάζει ασφα-

λιστικά μέτρα πρέπει να ορίζει το ασφαλιστικό

μέτρο, καθώς και το δικαίωμα, στην εξασφάλιση ή

διατήρηση του οποίου αποβλέπει ή την κατάσταση

την οποία ρυθμίζει. 4. Αν γίνει δεκτό το αίτημα για

έκδοση προσωρινής διαταγής, η σχετική αίτηση

ασφαλιστικών μέτρων προσδιορίζεται για συζήτηση

μέσα σε τριάντα ημέρες. Αναβολή της συζήτησης

δεν επιτρέπεται, άλλως παύει αυτοδικαίως η ισχύς

της προσωρινής διαταγής, εκτός αν αυτή παρατα-

θεί από το δικαστήριο που εκδικάζει την αίτηση.

Όταν η έκδοση της προσωρινής διαταγής αφορά

σε υποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 663

Κ,Πολ.Δ., οι αντίδικοι καλούνται πριν από είκοσι

τέσσερις ώρες να εκφέρουν τις απόψεις τους. Στις

27

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 27

Page 28: asfalistika

υποθέσεις αυτές, αν δεν χορηγηθεί προσωρινή

διαταγή, η συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται

υποχρεωτικά εντός τριάντα ημερών από την κατά-

θεση της».

Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως για την έκδοση

προσωρινής διαταγής είναι δυνατή η εξέταση μαρ-

τύρων. Εναντίον της απόφασης, με την οποία χο-

ρηγείται προσωρινή διαταγή, δικαιολογείται αίτηση

ανάκλησης ή μεταρρύθμισης, τηρουμένων των κα-

τωτέρω αναφερομένων (υπ’ αριθμό 10) αφού και

με αυτή (έκδοση προσωρινής διαταγής) λαμβάνον-

ται ασφαλιστικά μέτρα.

2. ΤΟΠΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: Το Δικαστήριο της κα-

τοικίας του καθού ή του τόπου κατάρτισης της σύμ-

βασης ή του τόπου εκτέλεσης της απόφασης

(Ειδικότερα: άρθρα 22 επ., 25, 33, 40, άρθρο 683

Κ.Πολ.Δ).

3. ΕΠΙΔΟΣΗ: Όπως ορίσει ο Δικαστής.

4. ΚΤΙΡΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ: Πέντε (5) και ΠΡΟΚΑΤ. ΑΙ-

ΘΟΥΣΕΣ: Στο κτίριο πέντε (5), οι 1, 2, 3 και στο

ΠΡΟΚΑΤ οι αίθουσες 2, 3.

5. ΣΗΜΕΙΩΜΑ: Κατατίθεται στην έδρα ή στην προ-

θεσμία που θα ορίσει ο Δικαστής, στο Κτίριο Πέντε

(5), Πρώτος (1ος) Όροφος, Γραφείο 101. Στις αιτή-

σεις αναστολής το σημείωμα, συνήθως, κατατίθε-

ται επί της έδρας (υπάρχει ανακοίνωση στο

Πρωτοδικείο Αθηνών, σύμφωνα με την οποία, επί

αιτήσεων αναστολής το σημείωμα κατατίθεται

μέχρι τις 12 η ώρα της ημέρας της δικασίμου). Στις

ίδιες προθεσμίες κατατίθενται και τα έγγραφα που

αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς μας. Εάν εκπρο-

σωπούμε τον αιτούντα και έχει χορηγηθεί προσω-

ρινή διαταγή, δεν παραλείπουμε την ημέρα της

δίκης να ζητήσουμε την παράταση ισχύος της μέ-

χρις ότου εκδοθεί απόφαση.

6. ΑΝΤΑΙΤΗΣΗ - ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Η ανταίτηση ασκεί-

ται είτε με δικόγραφο, που κατατίθεται κατά τ’ ανω-

τέρω, είτε με προφορική δήλωση ενώπιον του

Δικαστηρίου κατά την ημέρα της δίκης. Πρέπει

υποχρεωτικά να αναπτυχθεί προφορικά η ανταί-

τηση και δεν αρκεί να αναφερθεί στο σημείωμα

που θα κατατεθεί. Με το ίδιο τρόπο ασκείται και η

παρέμβαση (κύρια ή πρόσθετη).

7. ΠΡΑΚΤΙΚΑ: Στις δίκες για τη λήψη ασφαλιστικών

μέτρων δεν τηρούνται πρακτικά. Μπορούν να τη-

ρηθούν πρακτικά, με τη σύμπραξη Γραμματέως,

εφόσον το ζητήσει κάποιος από τους διαδίκους και

το επιτρέψει ο Δικαστής.

8. ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: Κτίριο πέντε (5),

Πρώτος (1ος) όροφος. Η απόφαση αναζητείται με

την ημερομηνία δικασίμου και τον δικάσαντα Δικα-

στή.

9. ΛΗΨΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: Κτίριο

πέντε (5), Πρώτος (1ος) όροφος, Γραφείο 103 (Αρ-

χείο). Για τις περιπτώσεις των πλειστηριασμών (αι-

τήσεις αναστολής, ανακοπές κατά της

κατασχετήριας έκθεσης) οι αποφάσεις αναζητούν-

ται στο ίδιο κτίριο, στο Γραφείο 101.

10. ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: Η εκτέλεση της

απόφασης, που διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα γίνε-

ται βάσει επικυρωμένου αντιγράφου της ή επικυ-

ρωμένου αποσπάσματος αυτής (δεν εκδίδεται

απόγραφο), που επιδίδεται στον καθού ή στους

καθών, με επιταγή προς εκτέλεση, που επιδίδεται

στον καθού ή στους καθών και την πάροδο είκοσι

τεσσάρων (24) ωρών από την επίδοση (άρθρο 700

Κ.Πολ.Δ).

Απαιτείται πάροδος 24 ωρών από την επίδοση

(άρθρο 700 Κ.Πολ.Δ).

11. ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ. ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΚΛΗΣΗΣ Ή ΜΕ-

ΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Κατά των αποφά-

σεων που διατάσσουν ασφαλιστικά μέτρα δεν

συγχωρούνται ένδικα μέσα, εκτός από εξαιρετικές

περιπτώσεις, που ορίζονται από τον Κ.Πολ.Δ. (π.χ

κατά αποφάσεως επί αιτήσεως για αναγκαστική

διαχείριση, (άρθρο 1034 παρ. 2 ΚΠολΔ) ή έχουν

διαμορφωθεί από τη νομολογία με βάση την σκέψη

ότι η άσκηση ενδίκων μέσων κατά αποφάσεων

ασφαλιστικών μέτρων είναι παραδεκτή (με παράλ-

ληλη κάμψη της αρχής που καθιερώνεται στο

άρθρο 699 Κ.Πολ.Δ) στις περιπτώσεις που τέμνουν

οριστικά την κρινομένη διαφορά και η εκδίκαση της

οποίας έγινε κατά τη διαδικασία των άρθρων 686

Κ.Πολ.Δ επ. αποκλειστικά και μόνο λόγω των πλε-

ονεκτημάτων που παρέχει η εν λόγω διαδικασία,

όπως η ταχεία και ολιγοδάπανη εκκαθάριση της

28

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 28

Page 29: asfalistika

διαφοράς (π.χ στην περίπτωση έκδοσης από το Δη-

μόσιο διοικητικού πρωτοκόλλου κατάληψης εγκα-

ταλελειμμένου ακινήτου κατ’ άρθρο 34 Α.Ν

1939/1938 «περί προστασίας των δημόσιων κτημά-

των» (ΑΠ 661/1999), εξόδου εταίρου από Ε.Π.Ε,

αποκατάσταση πτωχού, ανακοπή κατά πρωτοκόλ-

λου αποζημίωσης χρήσης κ.λ.π). Πλην όμως, κατά

τα άρθρα 696 επ. ΚΠολΔ, η απόφαση που διέταξε

ασφαλιστικό μέτρο ή μεταρρύθμισε ή ανακάλεσε

απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, ανακαλείται εν

όλω ή εν μέρει από εκείνον που δεν έλαβε μέρος

ή δεν κλητεύθηκε κατά τη συζήτηση της αίτησης

και έχει έννομο συμφέρον. Το δικόγραφο της αι-

τήσεως για ανάκληση της αποφάσεως κατατίθεται

στην γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την

απόφαση και ισχύουν γιά την κατάθεση, συζήτηση

και έκδοση της αποφάσεως όσα αναφέρονται ανω-

τέρω, για την κατάθεση και συζήτηση της αίτησης

γιά λήψη ασφαλιστικών μέτρων.

11α. ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΚΛΗΣΗΣ Ή ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ:

Η αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης δεν λειτουρ-

γεί ως έφεση. Προβλέπεται μόνο για αποφάσεις

που δέχονται τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και όχι

για αποφάσεις που απορρίπτουν αίτηση λήψης

ασφαλιστικών μέτρων. Δεν επιτρέπεται για αποφά-

σεις, που έχουν ληφθεί μεν με τη διαδικασία ασφα-

λιστικών μέτρων αλλά τέμνεται ουσιαστικά η

διαφορά. Χωρεί στην περίπτωση κατά την οποία ο

έχων έννομο συμφέρον, δεν έλαβε μέρος ή δεν

κλήθηκε κατά τη συζήτηση της αίτησης, επί της

οποίας εκδόθηκε η απόφαση που διέταξε τη λήψη

ασφαλιστικών μέτρων ή εφόσον επήλθε μεταβολή

των πραγμάτων που δικαιολογεί την ανάκληση ή

μεταρρύθμιση της (άρθ. 696 παρ. 1, 3 ΚΠολΔ). Τα

γεγονότα που οδηγούν στη μεταβολή των πραγμά-

των (είτε αφορούν στα ουσιώδη πραγματικά περι-

στατικά για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, είτε

στον επικείμενο κίνδυνο που δικαιολογούν τη λήψη

τους), θα πρέπει να προέκυψαν μετά την έκδοση

της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων και να μην

έχουν τεθεί στην κρίση του Δικαστηρίου. Εφόσον

προϋπήρχαν και δεν έγινε επίκληση τους με ευ-

θύνη ή και χωρίς ευθύνη (ανυπαίτια) του αιτούντος,

δεν δικαιολογούν την ανάκληση ή μεταρρύθμιση.

Ακόμη δεν δικαιολογούν την ανάκληση ή μεταρ-

ρύθμιση απόφασης λήψης ασφαλιστικών μέτρων

πραγματικές πλημμέλειες (π.χ κακή εκτίμηση του

όλου αποδεικτικού υλικού κ.λ.π) ή νομικές πλημμέ-

λειες της απόφασης (π.χ εσφαλμένη ερμηνεία και

εφαρμογή του νόμου κ.λ.π), ούτε μεταβολή της νο-

μολογίας σχετικά με τη κρίση για το ασφαλιστέο δι-

καίωμα, ούτε, ακόμη και τυχόν νομοθετική

μεταβολή ή έκδοση απόφασης του Ανωτάτου Ειδι-

κού Δικαστηρίου (ΑΕΔ). Και αυτό διότι, όπως προ-

ελέχθη, η αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης δεν

λειτουργεί όπως το ένδικο μέσο της έφεσης.

11β. ΑΡΜΟΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΛΗΣΗ Ή ΜΕΤΑΡ-

ΡΥΘΜΙΣΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Για την ανάκληση ή με-

ταρρύθμιση αποφάσεως ασφαλιστικών μέτρων,

αρμόδιο είναι το Δικαστήριο που διέταξε τη λήψη

ασφαλιστικών μέτρων ή μεταρρύθμισε ή ανακάλεσε

απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, ύστερα από αίτηση

που υποβάλλεται από τα πρόσωπα που ορίζονται

στα άρθρα 696, 697,698 Κ.Πολ.Δ. Το Δικαστήριο

μπορεί ν’ απορρίψει την αίτηση ανάκλησης, ή να

ανακαλέσει (ολικά ή μερικά) ή και να μεταρρυθμίσει

την προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά το χρονικό

διάστημα από την έκδοση της απόφασης ασφαλι-

στικών μέτρων μέχρι την πρώτη συζήτηση στο ακρο-

ατήριο της αγωγής για την κύρια υπόθεση, αρμόδιο

είναι τόσο το Δικαστήριο που διέταξε την λήψη

ασφαλιστικών μέτρων, όσο και το δικαστήριο, στο

οποίο εκκρεμεί η κύρια υπόθεση. Κατ’ άρθρο 281

Κ.Πολ.Δ, συζήτηση θεωρείται εκείνη κατά την οποία

εκφωνήθηκε η υπόθεση και άρχισε η εκδίκαση της,

ανεξάρτητα από το αν το δικαστήριο άρχισε ή όχι

να εξετάζει την ουσία της. Έτσι, σε περίπτωση ανα-

βολής της δίκης για την κύρια υπόθεση πρώτη συ-

ζήτηση θεωρείται εκείνη που γίνεται αμέσως μετά

την αναβολή. Μετά την πρώτη συζήτηση της υπό-

θεσης αρμόδιο για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση

απόφασης ασφαλιστικών μέτρων είναι εκείνο της

κύριας υπόθεσης, ύστερα από αίτηση του διαδίκου

που έχει έννομο συμφέρον. Αρμόδιο είναι και το

Εφετείο, στην περίπτωση που εκκρεμεί ενώπιον του

η κύρια υπόθεση.

29

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 29

Page 30: asfalistika

11γ. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΑΝΑΚΛΗΣΗ: Κατ’ άρθρο 698

Κ.Πολ.Δ, η απόφαση που διέταξε ασφαλιστικό

μέτρο ανακαλείται ολικά ή μερικά

α. αν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη για την

κύρια υπόθεση κατά εκείνου, ο οποίος είχε ζητήσει

το ασφαλιστικό μέτρο και γίνει τελεσίδικη,

β. αν εκδοθεί οριστική απόφαση που τον ωφελεί,

και εκτελεστεί,

γ. αν συμφωνηθεί συμβιβασμός για την κύρια υπό-

θεση,

δ. αν περάσουν τριάντα ημέρες από την κατάρ-

γηση ή περάτωση της δίκης με άλλο τρόπο. Η κατά

τ’ ανωτέρω ανάκληση γίνεται με αίτηση εκείνου

που έχει έννομο συμφέρον, αν η κύρια υπόθεση

είναι εκκρεμής, από το δικαστήριο στο οποίο εκ-

κρεμεί και σε κάθε άλλη περίπτωση από το δικα-

στήριο που διέταξε το ασφαλιστικό μέτρο.

11δ. ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ: Κατά των αποφάσεων που δέ-

χονται ή απορρίπτουν αίτηση για ανάκληση ή με-

ταρρύθμιση απόφασης ασφαλιστικών μέτρων δεν

προβλέπονται ένδικα μέσα (άρθρο 699 § 1

Κ.Πολ.Δ). Εξαιρετικά ο Εισαγγελέας του Αρείου

Πάγου έχει την δυνατότητα άσκησης αναιρέσεως

εναντίον κάθε αποφάσεως που εκδίδεται σε αιτή-

σεις λήψης, μεταρρύθμισης και ανάκλησης ασφα-

λιστικών μέτρων και στην οποία διάδικοι είναι το

Δημόσιο, ΟΤΑ, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου

και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανή-

κουν εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο, εφόσον κατά την

κρίση του δημιουργούνται ζητήματα με γενικότερο

ενδιαφέρον. Για τον λόγο αυτό είναι υποχρεωτική,

επί ποινή ακυρότητας, η επίδοση αυτών των απο-

φάσεων στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΚΗΣΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΑΓΩΓΗΣ: Σύμ-

φωνα με το άρθρο 693 § 1 ΚΠολΔ (όπως ισχύει

μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 4Ε § 1

Ν. 3388/2005), σε περίπτωση έκδοσης απόφασης

που διατάζει την λήψη ασφαλιστικών μέτρων, υφί-

σταται υποχρέωση άσκησης κύριας (καταψηφιστι-

κής ή αναγνωριστικής) αγωγής με αντικείμενο το

δικαίωμα προς εξασφάλιση του οποίου διατάχθηκε

το ασφαλιστικό μέτρο, μέσα σε προθεσμία 30 ημε-

ρών από την δημοσίευση της απόφασης. Μέσα

στην ίδια προθεσμία η αγωγή πρέπει να επιδοθεί

στον αντίδικο.

«…Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 695 ΚΠολΔ η

απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων έχει προσω-

ρινή ισχύ που δεσμεύει το Δικαστήριο μέχρι την,

κατά τα άρθρα 696 - 698 ΚΠολΔ, ανάκληση ή με-

ταρρύθμισή της, κατά δε τη διάταξη του άρθρου

698 παρ. 1 εδ. α` του ίδιου Κώδικα, η απόφαση

που διέταξε ασφαλιστικό μέτρο ανακαλείται εν όλω

ή εν μέρει αν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη

για την κύρια υπόθεση κατά εκείνου ο οποίος είχε

ζητήσει το ασφαλιστικό μέτρο, και γίνει τελεσίδικη.

Η ορθή έννοια της διατάξεως αυτής είναι ότι η από-

φαση που έχει διατάξει ασφαλιστικό μέτρο ανακα-

λείται υποχρεωτικώς (ΟλΑΠ 497/1978 ΝοΒ 26.

668, ΑΠ 1058/2006 ΝΟΜΟΣ 2006. 397714, ΑΠ

1593/1992 Δίκη 24. 1123), όχι μόνον όταν η τελε-

σίδικη απορριπτική απόφαση που εκδόθηκε στην

κύρια δίκη αναφέρεται στην ουσία της αγωγής,

αλλά και όταν απορρίπτει την αγωγή για τυπικούς

λόγους, όπως λόγω αοριστίας (ΕΑ 5140/1998

ΕλλΔνη 39.1349, ΜΠΤρικ 479/2001 Αρμ.

2001.1400, ΜΠΑθ 7395/1989 Δίκη 1990.61, ΜΠΑθ

13761/1988 Δίκη 1989. 811, ΜΠΧίου 83/1986 Δίκη

1986. 811, ΒΑΘΡΑΚΟΚΟΙΛΗΣ ΕρμΚΠολΔ τ. Δ` στο

άρθρο 698 αριθμ. 5 σελ. 143). Κατ` εξαίρεση, αν

η κύρια αγωγή απορριφθεί για τυπικό λόγο (λ.χ. ως

αόριστη), εμποδίζεται η, κατά το άρθρο 698 παρ. 1

εδ. α` ΚΠολΔ, ανάκληση αν, πριν από την τελεσι-

δικία της απορριπτικής αποφάσεως ή μέσα σε εύ-

λογο χρόνο (30 το πολύ ημερών - Arg. από το

άρθρο 698 παρ. 1 εδ. δ` ΚΠολΔ) από αυτήν, ασκη-

θεί νέα αγωγή και επισπευσθεί η συζήτησή της

(ΜΠΤρικ 479/2001, ΜΠΑθ 13761/1988, ΜΠΧίου

83/1986 ό.π., ΒΑΘΡΑΚΟΚΟΙΛΗΣ ό.π. αριθμ. 30

σελ. 147 - 148). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη της

παρ. 2 του ίδιου άρθρου (698 ΚΠολΔ) η ανωτέρω

ανάκληση γίνεται με αίτηση εκείνου που έχει έν-

νομο συμφέρον, αν η κύρια υπόθεση είναι εκκρε-

μής, από το Δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί, και σε

κάθε άλλη περίπτωση από το Δικαστήριο που διέ-

ταξε το ασφαλιστικό μέτρο. Από την τελευταία αυτή

διάταξη προκύπτει ότι ο όρος «εκκρεμής υπόθεση»

30

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 30

Page 31: asfalistika

χρησιμοποιείται όχι με τη συνηθισμένη στη δικονο-

μία έννοια της εκκρεμοδικίας περί της οποίας ορί-

ζει το άρθρο 221 ΚΠολΔ (ΑΠ 1058/2006 ΝΟΜΟΣ

2006. 397714), αλλά με την ευρύτερη έννοια της

εκκρεμότητος της υποθέσεως ενώπιον των Δικα-

στηρίων μετά από άσκηση ενδίκου μέσου (ΑΠ

770/2006 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ 2006. 402507, ΒΑ-

ΘΡΑΚΟΚΟΙΛΗΣ ό.π. αριθμ. 12 σελ. 145)…»

(ΜΠΘεσ 8846/2007 ΝΟΜΟΣ).

ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΧΡΗΣΗΣ:

Η ανακοπή κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης χρή-

σης, ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημε-

ρών, από την επίδοση του πρωτοκόλλου. Στην ίδια

προθεσμία πρέπει να γίνει και η επίδοση της ανα-

κοπής. Αποκλειστικά αρμόδιο να δικάσει την ανα-

κοπή κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης χρήσης,

είναι ανάλογα με το ποσό της αποζημίωσης, το Ει-

ρηνοδικείο ή το Μονομελές Πρωτοδικείο του

τόπου, όπου ευρίσκεται το αμφισβητούμενο ακί-

νητο.

«…Κατά τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 115

του από 11/12-11-1929 Δ/τος «περί διοικήσεως δη-

μοσίων κτημάτων», το οποίο εκδόθηκε κατ` εξου-

σιοδότηση του άρθρου 2 του ν. 4266/1929 και

αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν. 5895/33

όπως περαιτέρω τροποποιήθηκε και συμπληρώ-

θηκε με τα άρθρα 20 α.ν. 1540/38, 19 α.ν. 1919/39,

2 α.ν. 1925/51 και 5 παρ. 4 του α.ν. 263/1968 σε

βάρος εκείνων, που χωρίς συμβατική σχέση καρ-

πώνονται ή κάνουν χρήση δημόσιων κτημάτων, βε-

βαιώνεται αποζημίωση για το χρονικό διάστημα που

έκαναν χρήση (παρ. 1). Η αποζημίωση ορίζεται με

πρωτόκολλο το οποίο κοινοποιείται σε αυτόν που

καρπώνεται ή χρησιμοποιεί το ακίνητο. Εντός

μηνός δικαιούται αυτός να ασκήσει ανακοπή ενώ-

πιον του Ειρηνοδικείου ή του Προέδρου Πρωτοδι-

κών, αναλόγως του ποσού της αποζημίωσης, οι

οποίοι, κρίνοντες εκ των ενόντων ακυρώνουν ή επι-

κυρώνουν το πρωτόκολλο ή περιορίζουν την απο-

ζημίωση. Κατά της αποφάσεως αυτής ουδέν

ένδικο μέσο επιτρέπεται. Αν όμως αμφισβητείται με

την ανακοπή το δικαίωμα του Δημοσίου, η από-

φαση του Ειρηνοδικείου ή του Προέδρου ουδεμία

ασκεί επιρροή στη δίκη για το δικαίωμα, η οποία

ήθελε κινηθεί ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου.

Το πρωτόκολλο αποζημίωσης, εφόσον δεν ανακο-

πεί εμπροθέσμως ή εφόσον επικυρωθεί ή τροπο-

ποιηθεί, αποτελεί τίτλο διοικητικής εκτέλεσης κατά

το νόμο περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, κατά

της οποίας ουδεμία ανακοπή χωρεί από τις διατά-

ξεις του νόμου αυτού (παρ. 2). Εξάλλου κατά το

άρθρο 3 παρ. 1 και 2 του Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δικ. στις πε-

ριπτώσεις που ειδικοί νόμοι παραπέμπουν σε δια-

τάξεις οι οποίες καταργούνται με το νόμο αυτό,

από την εισαγωγή του Κ.Πολ.Δ. εφαρμόζονται οι

αντίστοιχες διατάξεις του, ενώ στις περιπτώσεις

που διατάξεις του αστικού Κώδικα ή άλλου νόμου

παραπέμπουν στην αρμοδιότητα και στην επ` ανα-

φορά διαδικασία γενικά του Προέδρου Πρωτοδι-

κών, από την εισαγωγή του Κ.Πολ.Δ είναι αρμόδιο

το Μονομελές Πρωτοδικείο, δικάζοντας κατά τη

διαδικασία των άρθρων 686 επ. Κ.Πολ.Δικ., εκτός

αν ορίζεται διαφορετικά…» (ΑΠ 1389/2010,

ΝΟΜΟΣ). «...Η αποζημίωση ορίζεται με πρωτό-

κολλο, το οποίο κοινοποιείται σε αυτόν που καρπώ-

νεται ή χρησιμοποιεί το ακίνητο. Εντός μηνός

δικαιούται αυτός να ασκήσει ανακοπή ενώπιον του

Ειρηνοδίκου ή του Προέδρου Πρωτοδικών, αναλό-

γως του ποσού της αποζημίωσης, οι οποίοι, κρίνον-

τες εκ των ενόντων, ακυρώνουν ή επικυρώνουν το

πρωτόκολλο ή περιορίζουν την αποζημίωση. Κατά

της αποφάσεως αυτής ουδέν ένδικο μέσο επιτρέ-

πεται. Αν όμως αμφισβητείται με την ανακοπή το δι-

καίωμα του Δημοσίου, η απόφαση του Ειρηνοδίκου

ή του Προέδρου ουδεμία ασκεί επιρροή στη δίκη

για το δικαίωμα, η οποία ήθελε κινηθεί ενώπιον του

αρμόδιου Δικαστηρίου. Το πρωτόκολλο αποζημίω-

σης εφόσον δεν ανακοπεί εμπροθέσμως ή εφόσον

επικυρωθεί ή τροποποιηθεί, αποτελεί τίτλο διοικη-

31

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 31

Page 32: asfalistika

τικής εκτέλεσης κατά το νόμο περί εισπράξεως δη-

μοσίων εσόδων, κατά της οποίας ουδεμία ανακοπή

χωρεί... Περαιτέρω, οι ως άνω διαφορές δεν απο-

τελούν ασφαλιστικά μέτρα με την έννοια του άρ-

θρου 682 ΚΠολΔ., αλλά δικάζονται μόνο κατά την

διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων για την ταχύ-

τερη εκδίκασή τους, επειδή με αυτές τέμνεται ορι-

στικά η διαφορά. Επομένως δεν εφαρμόζονται οι

διατάξεις που προσιδιάζουν αποκλειστικώς στα ως

άνω ασφαλιστικά μέτρα, όπως είναι και η διάταξη

του άρθρου 699 ΚΠολΔ. Ως εκ τούτου υπόκεινται

αυτές στα προβλεπόμενα από τον ΚΠολΔ ένδικα

μέσα της έφεσης (άρθρο 511) και αναίρεσης

(άρθρο 552) (ΟλΑΠ 21/2002)…» (ΑΠ 1502/2003

ΕλλΔνη 2004, σ. 416).

Ακολουθείται η διαδικασία των ασφαλιστικών μέ-

τρων, κατά τ’ ανωτέρω. Κατά της αποφάσεως που

εκδίδεται επί της ανακοπής χωρεί ΕΦΕΣΗ. Η έφεση

κατατίθεται στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου ή

του Πρωτοδικείου, που εξέδωσε την απόφαση, προ

πάσης επιδόσεως ή μέσα σε προθεσμία τριάντα

(30) ημερών από την επίδοση της αποφάσεως και

απευθύνεται στο ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ή στο ΕΦΕ-

ΤΕΙΟ, αντίστοιχα (εάν πρόκειται για απόφαση του Ει-

ρηνοδικείου ή του Μονομελούς Πρωτοδικείου),

στη Γραμματεία του οποίου και προσδιορίζεται. Και

στην κατ’ έφεση δίκη ακολουθείται η διαδικασία

των ασφαλιστικών μέτρων.

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

ΠΟΥ ΚΗΡΥΧΘΗΚΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗ

Το Δικαστήριο, που εξέδωσε την απόφαση (Ειρη-

νοδικείο, Μονομελές και Πολυμελές Πρωτοδι-

κείο) ή την διαταγή πληρωμής (Ειρηνοδικείο,

Μονομελές Πρωτοδικείο) είναι αρμόδιο να δικά-

σει την αίτηση αναστολής. Εξυπακούεται, ότι η αί-

τηση αναστολής ασκείται σε περίπτωση που η

απόφαση έχει κηρυχθεί εν όλω ή εν μέρει προ-

σωρινώς εκτελεστή. Προϋπόθεση για την κατά-

θεση της είναι να έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα το

προβλεπόμενο ένδικο μέσο. Στο δικόγραφο ανα-

φέρουμε την άσκηση του ενδίκου μέσου, τους

λόγους για τους οποίους πιθανολογείται η εξα-

φάνιση της αποφάσεως, τον κίνδυνο που θα υπο-

στεί ο εντολέας μας από την τυχόν εκτέλεση της

αποφάσεως, την φερεγγυότητα του εντολέως

μας και το γεγονός ότι δεν θα υποστεί βλάβη ο

δανειστής από την αναστολή εκτελέσεως. Στο δι-

κόγραφο της αίτησης περιλαμβάνουμε αίτημα για

χορήγηση προσωρινής διαταγής, με την οποία ζη-

τούμε να ανασταλεί η εκτέλεση της απόφασης

μέχρις ότου συζητηθεί η αίτηση μας. Απευθυνό-

μαστε στον Πρόεδρο Υπηρεσίας, εκθέτοντας

τους λόγους που δικαιολογούν την χορήγηση της

προσωρινής διαταγής, προσκομίζοντας του επι-

κυρωμένο αντίγραφο του ασκηθέντος ενδίκου

μέσου και κάθε τυχόν έγγραφο που αποδεικνύει

τους ισχυρισμούς του εντολέα μας. Η ισχύς της

προσωρινής διαταγής ΑΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ

ΤΗΣ. Μαζί με το επικυρωμένο αντίγραφο της αί-

τησης και την κάτω από αυτό πράξη ορισμού δι-

κασίμου και κλήση του καθού ή των καθών να

παραστούν την ορισθείσα δικάσιμο, κοινοποι-

ούμε - εφόσον χορηγηθεί - και το σημείωμα της

προσωρινής αναστολής (προσωρινή διαταγή). Η

αίτηση για την αναστολή εκτελέσεως της αποφά-

σεως, πρέπει να κατατεθεί πριν από την εκτέλεση

της αποφάσεως ή της διαταγής πληρωμής (το αρ-

γότερο σε τρείς εργάσιμες ημέρες από την επί-

δοση του επικυρωμένου αντιγράφου εξ

απογράφου, με επιταγή προς πληρωμή ή συμ-

μόρφωσης προς το διατακτικό της απόφασης).

Εάν χωρήσει εκτέλεση, δεν συγχωρείται ανα-

στολή εκτελέσεως. Μάρτυρες εξετάζονται εκατέ-

ρωθεν στο ακροατήριο. Το σημείωμα και τα

σχετικά έγγραφα κατατίθενται είτε επί της έδρας

είτε στην προθεσμία που θα ορίσει το Δικαστήριο

(Στην πράξη σχεδόν πάντοτε κατατίθεται επί της

έδρας). Σε περίπτωση που έχουμε λάβει προσω-

ρινή διαταγή, ζητούμε από το Δικαστήριο την δια-

τήρηση της ισχύος της, μέχρις ότου εκδοθεί

απόφαση επί της αιτήσεως. Σε περίπτωση που

δεν έχει εκτελεσθεί η απόφαση και δεν υπάρχει

προσωρινή διαταγή αναστολής εκτελέσεως, μπο-

ρούμε να ζητήσουμε προφορικά από το Δικαστή-

32

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 32

Page 33: asfalistika

ριο, την ημέρα που δικάζεται η αίτηση αναστολής,

την έκδοση προσωρινής διαταγής.

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ

ΠΛΗΡΩΜΗΣ

Οι διαταγές πληρωμής εκτελούνται μετά πάροδο

τριών (3) εργασίμων ημερών από την επίδοση στον

οφειλέτη επικυρωμένου αντιγράφου εξ απογρά-

φου, με επιταγή προς πληρωμή (άρθρο 926

Κ.Πολ.Δ). Η αίτηση κατατίθεται, κατά τα αναφερό-

μενα ανωτέρω. Προϋπόθεση για την κατάθεση της

είναι να έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα ανακοπή στο

αρμόδιο Δικαστήριο (να έχει κατατεθεί και επιδο-

θεί. Στο δικόγραφο αναφέρουμε την άσκηση της

ανακοπής, τους λόγους για τους οποίους πιθανο-

λογείται η εξαφάνιση της διαταγής πληρωμής, τον

κίνδυνο που θα υποστεί ο εντολέας μας από την

τυχόν εκτέλεση της διαταγής πληρωμής, την φε-

ρεγγυότητα του εντολέως μας και το γεγονός ότι

δεν θα υποστεί βλάβη ο δανειστής. Στο δικόγραφο

της αίτησης περιλαμβάνουμε αίτημα για χορήγηση

προσωρινής διαταγής, με την οποία ζητούμε να

ανασταλεί η εκτέλεση της διαταγής πληρωμής μέ-

χρις ότου συζητηθεί η αίτηση μας. Απευθυνόμαστε

στον Πρόεδρο Υπηρεσίας, εκθέτοντας τους λό-

γους που δικαιολογούν την χορήγηση της προσω-

ρινής διαταγής, προσκομίζοντας του επικυρωμένο

αντίγραφο της ανακοπής, μαζί με την έκθεση επι-

δόσεως του Δικαστικού Επιμελητή που την επέ-

δωσε στον οφειλέτη και κάθε τυχόν έγγραφο που

αποδεικνύει τους ισχυρισμούς του εντολέα μας. Η

ισχύς της προσωρινής διαταγής ΑΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ

ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ. Μαζί με το επικυρωμένο αντίγραφο

της αίτησης και την κάτω από αυτό πράξη ορισμού

δικασίμου με κλήση του ή των καθών να παρα-

στούν κατά τη συζήτηση της, κοινοποιούμε και το

σημείωμα της προσωρινής αναστολής (προσωρινή

διαταγή). Η αίτηση για την αναστολή εκτελέσεως

της διαταγής πληρωμής, πρέπει να κατατεθεί πριν

από την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής (το αρ-

γότερο σε τρείς εργάσιμες ημέρες από την επί-

δοση του επικυρωμένου αντιγράφου εξ

απογράφου, με επιταγή προς πληρωμή). Εάν χω-

ρήσει εκτέλεση, δεν συγχωρείται αναστολή εκτε-

λέσεως. Μάρτυρες εξετάζονται εκατέρωθεν στο

ακροατήριο. Το σημείωμα και τα σχετικά έγγραφα

κατατίθενται είτε επί της έδρας είτε στην προθεσμία

που θα ορίσει το Δικαστήριο (Στην πράξη σχεδόν

πάντοτε κατατίθενται επί της έδρας). Σε περίπτωση

που έχουμε λάβει προσωρινή διαταγή, ζητούμε

από το Δικαστήριο την διατήρηση της ισχύος της,

μέχρις ότου εκδοθεί απόφαση επί της αιτήσεως

αναστολής. Σε περίπτωση που δεν έχει εκτελεσθεί

η διαταγή πληρωμής και δεν υπάρχει προσωρινή

διαταγή αναστολής εκτελέσεως, μπορούμε να ζη-

τήσουμε προφορικά από το Δικαστήριο, την ημέρα

που δικάζεται η αίτηση αναστολής, την έκδοση

προσωρινής διαταγής.

«….Από το άρθρο 913 παρ. 1 ΚΠολΔ, που ορίζει

ότι το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή ή την

έφεση μπορεί σε κάθε στάση της δίκης με αίτηση

του διαδίκου που υποβάλλεται με το δικόγραφο

της ανακοπής ή της έφεσης ή με τις προτάσεις,

μεταξύ των άλλων να διατάζει και την αναστολή

εκτέλεσης κατά το άρθρο 912 ΚΠολΔ, προκύπτει

με σαφήνεια ότι το Εφετείο έχει εξουσία να ανα-

στείλει την εκτέλεση απόφασης που κηρύχθηκε

προσωρινά εκτελεστή και μάλιστα άσχετα αν χο-

ρηγήθηκε ή όχι αναστολή κατ` άρθρο 912

ΚΠολΔ (Μπρίνιας, Αναγκ. Εκτελ. Τόμ. Α` παρ. 63

σελ. 174, Σταθέα, Εκτέλεση, τόμ. Γ` παρ. 873,

σελ. 1124, ΕφΑθ 12351/1987 ΑρχΝ 39,533,

ΕφΑθ 446/1990 ΕΔΠ 1992,307), δικάζοντας τη

σχετική αίτηση κατά τη διαδικασία των ασφαλιστι-

κών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ, Κεραμεύς-

Κονδύλης-Νίκας, Ερμ ΚΠολΔ, υπ` άρθρο 913

παρ. 4) και εκδίδοντας στην ανάγκη και χωριστή

απόφαση (ΕφΑθ 446/1990, ό.π., Μπρίνιας, ό.π.,

Νικόπουλος σε Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα ΕρμΚ-

ΠολΔ υπ` αριθ. 913 παρ. 3) με την προϋπόθεση

ότι η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθε-

σμα. Η ουσιαστική βασιμότητα της αίτησης εξαρ-

τάται από την πιθανολόγηση βλάβης σε

περίπτωση παραδοχής της έφεσης και λόγω της

εξαφάνισης της απόφασης που πρόκειται να

33

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 33

Page 34: asfalistika

εκτελεστεί…» (ΕφΘεσ 120/2009 ΕφΑΔ 2009, σ.

1118, ΝΟΜΟΣ).

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟ

ΑΡΘΡΟ 938 Κ.Πολ.Δ ΕΠΙ ΑΣΚΗΘΕΙΣΗΣ ΑΝΑΚΟ-

ΠΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η αναστολή της αρ-

ξαμένης εκτελέσεως, ανεξαρτήτως του εκτελεστού

τίτλου βάσει του οποίου επισπεύδεται. Πρέπει δη-

λαδή να έχει αρχίσει η αναγκαστική εκτέλεση με

την επίδοση στον καθού επιταγής προς πληρωμή ή

εκτέλεσης και να εξελίσσεται, χωρίς φυσικά να έχει

ολοκληρωθεί (με διενέργεια πλειστηριασμού κλπ)

μέχρι την συζήτηση της αιτήσεως, διότι αλλιώς αυτή

καθίσταται άνευ αντικειμένου. Απαιτείται προηγού-

μενη νομότυπη και εμπρόθεσμη άσκηση (κατάθεση

και επίδοση) ανακοπής κατά της εκτελέσεως κατά

τα άρθρα 933 επ. ΚΠολΔ. Αρμόδιο για να δικάσει

την συγκεκριμένη αίτηση αναστολής είναι το δικα-

στήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η ανακοπή.

Σύμφωνα με το άρθρο 933 παρ. 1 ΚΠολΔ, αρμόδιο

για να δικάσει την ανακοπή κατά της εκτελέσεως

είναι το Ειρηνοδικείο, εάν ο εκτελεστός τίτλος είναι

απόφαση του Ειρηνοδικείου, ενώ σε κάθε άλλη πε-

ρίπτωση, αρμόδιο είναι το Μονομελές Πρωτοδι-

κείο. Σύμφωνα με το άρθρο 933 παρ. 2 ΚΠολΔ,

κατά τόπο αρμόδιο για την άσκηση της ανακοπής

είναι το δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης, εφό-

σον μετά την επίδοση της επιταγής ακολούθησαν

και άλλες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας,

αλλιώς αρμόδιο είναι το δικαστήριο του άρθρου

584 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο η ανακοπή ει-

σάγεται στο δικαστήριο της γενικής δωσιδικίας του

ανακόπτοντος με την επιφύλαξη των διατάξεων

των ειδικών δωσιδικιών. Στο δικόγραφο αναφέ-

ρουμε την άσκηση του ενδίκου μέσου της ανακο-

πής, τους λόγους για τους οποίους πιθανολογείται

η ευδοκίμηση της ανακοπής μας, τον κίνδυνο προ-

κλήσεως ανεπανόρθωτης βλάβης του εντολέως

μας από την ενέργεια της εκτέλεσης, την φερεγ-

γυότητα του εντολέως μας και το γεγονός ότι δεν

θα υποστεί βλάβη ο δανειστής. Στο δικόγραφο της

αίτησης περιλαμβάνουμε αίτημα για χορήγηση

προσωρινής διαταγής, με την οποία ζητούμε να

ανασταλεί η εκτέλεση μέχρις ότου συζητηθεί η αί-

τηση μας. Απευθυνόμαστε στον Πρόεδρο Υπηρε-

σίας, εκθέτοντας τους λόγους που δικαιολογούν

την χορήγηση της προσωρινής διαταγής, προσκο-

μίζοντας του και κάθε τυχόν έγγραφο που αποδει-

κνύει τους ισχυρισμούς του εντολέα μας. Η ισχύς

της προσωρινής διαταγής ΑΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ

ΤΗΣ. Μαζί με την αίτηση κοινοποιούμε και το σημεί-

ωμα της προσωρινής αναστολής (προσωρινή δια-

ταγή). Για την άσκηση της αίτησης για την αναστολή

εκτελέσεως δεν τάσσεται από τον νόμο προθεσμία

από την ενέργεια της πράξεως αναγκαστικής εκτε-

λέσεως, της οποίας ζητείται η αναστολή. Πλην,

όμως, όταν με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η ανα-

στολή πλειστηριασμού, αυτή πρέπει να κατατεθεί

το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από

την ημέρα του πλειστηριασμού, οπότε η απόφαση

πρέπει να δημοσιεύεται έως τις 12:00 το μεσημέρι

της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού.

Μάρτυρες εξετάζονται εκατέρωθεν στο ακροατή-

ριο. Το σημείωμα και τα σχετικά έγγραφα κατατί-

θενται είτε επί της έδρας (πάντοτε στην περίπτωση

αναστολής πλειστηριασμού) είτε στην προθεσμία

που θα ορίσει το Δικαστήριο. Σε περίπτωση που εκ-

προσωπούμε τον αιτούντα και έχουμε λάβει προ-

σωρινή διαταγή (σημείωμα), ζητούμε από το

Δικαστήριο την διατήρηση της ισχύος της, μέχρις

ότου εκδοθεί απόφαση επί της αιτήσεως.

Σύμφωνα με το άρθρο 939 ΚΠολΔ, η απόφαση

που διατάσσει την αναστολή της αναγκαστικής

εκτελέσεως ή απόσπασμα της γνωστοποιείται στα

εκτελεστικά όργανα με επιμέλεια των διαδίκων ή

της γραμματείας του δικαστηρίου. Σε επείγουσες

περιπτώσεις η γνωστοποίηση της αναστολής μπο-

ρεί να γίνει από το δικαστήριο με υπηρεσιακό τη-

λεγράφημα ή και προφορικά, αφού το όργανο της

εκτέλεσης κληθεί να παρουσιαστεί στο δικαστήριο

για να του γίνει η γνωστοποίηση και αυτό βεβαιωθεί

με απλή σημείωση επί της αποφάσεως της αναστο-

λής. Αφότου γίνει η παραπάνω γνωστοποίηση απα-

γορεύεται να γίνει οποιαδήποτε πράξη

αναγκαστικής εκτελέσεως, εκτός εκείνων που έχει

34

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 34

Page 35: asfalistika

ειδικά επιτρέψει η απόφαση της αναστολής, και δεν

τρέχουν οι προθεσμίες οι ορισμένες για την ενέρ-

γεια των απαγορευόμενων πράξεων ενώ εκείνες

που άρχισαν διακόπτονται (άρθρο 939 παρ. 2

Κ.Πολ.Δ).

«…Κατά τη διάταξη του άρθρου 938 ΚΠολΔ, με αίτηση

του ανακόπτοντος μπορεί να διαταχθεί η αναστολή

της αναγκαστικής εκτέλεσης με εγγύηση ή και χωρίς

εγγύηση, αν ο δικαστής κρίνει ότι η ενέργεια της αναγ-

καστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη

βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση

της ανακοπής. Κατά την έννοια της παραπάνω διάτα-

ξης, αναγκαία προϋπόθεση για τη χορήγηση της ανα-

στολής εκτέλεσης, είναι η προηγούμενη ή σύγχρονη

με την υποβολή της σχετικής αιτήσεως, άσκηση της

κατ` άρθρο 933 ή 936 ανακοπής, όπως προκύπτει

από τη χρήση του όρου «ανακόπτοντος», προϋποτίθε-

ται δηλαδή η νόμιμη άσκηση ανακοπής με κατάθεση

και επίδοση δικογράφου. Περαιτέρω, ουσιαστική προ-

ϋπόθεση για την αναστολή είναι η πιθανολόγηση του

παραδεκτού της ανακοπής, καθώς και η βασιμότητα

ενός τουλάχιστον λόγου της. Τέλος, η χορήγηση της

αναστολής προϋποθέτει πιθανολόγηση ότι η, εκκρε-

μής ακόμη, αναγκαστική εκτέλεση, θα προκαλέσει

ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα (ΜΠρΑθ

1577/2009 ΕλλΔνη 2009.626, ΜΠρΑθ 9184/2006 Δ

2007.336, Κεραμέως - Κονδύλη - Νίκα Ερμηνεία

ΚΠολΔ υπό άρθρο 938 αρ. 1-2, Γέσιου - Φαλτσή Δί-

καιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Γενικό Μέρος [1998]

σελ. 804, Χαμηλοθώρη Ασφαλιστικά Μέτρα [2010]

σελ. 512)…» (ΜΠΗρακλείου 1928/2010, ΕΠολΔ 2010,

σ. 371).

ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΧΡΗΜΑ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ

«…Σύμφωνα με το άρθρο 933 § 4 ΚΠολΔ, οι ισχυ-

ρισμοί οι οποίοι αφορούν την απόσβεση της απαί-

τησης, για την ικανοποίηση της οποίας γίνεται η

εκτέλεση, πρέπει να αποδεικνύονται αμέσως (πα-

ραχρήμα), διαφορετικά απορρίπτονται και αυτεπαγ-

γέλτως ως απαράδεκτοι. Η ρύθμιση, που

καθιερώνει η διάταξη αυτή, είναι ειδική και υπερι-

σχύει των διατάξεων της τακτικής ή της ειδικής δια-

δικασίας, με την οποία εκδικάζεται κατά τα λοιπά η

ανακοπή και αποσκοπεί, με το απαράδεκτο που κα-

θιερώνει, στην αποφυγή παρέλκυσης της εκτελε-

στικής διαδικασίας και τον περιορισμό των δικών

περί την εκτέλεση, ώστε να μην αποδυναμώνονται

οι εκτελεστικοί τίτλοι με την καθυστέρηση της εκτε-

λέσεως τους. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής,

όπως προκύπτει από το περιεχόμενο και το σκοπό

της αλλά και από το γεγονός ότι αφορά δίκες περί

την εκτέλεση, όπου οι απαιτήσεις είναι εξοπλισμέ-

νες με εκτελεστό τίτλο, άμεση απόδειξη δεν σημαί-

νει απλώς προαπόδειξη, με την οποία, αν και την

προϋποθέτει δεν ταυτίζεται εννοιολογικούς, αλλά

απόδειξη των αποσβεστικών της εκτελούμενης

απαίτησης ισχυρισμών κατά την υποβολή τους,

μόνο με έγγραφα ή δικαστική ομολογία, γιατί αλ-

λιώς κινδυνεύει να φαλκιδευθεί και το δικαίωμα του

αντιδίκου για ανταπόδειξη. Ειδικότερα ως έγγραφο

που αποδεικνύει αμέσως, νοείται όχι μόνο το συμ-

βολαιογραφικό έγγραφο αλλά και το ιδιωτικό, εφό-

σον όμως προέρχεται από τον επισπεύδοντα την

εκτέλεση ή ενδεχομένως και από τρίτο αν είναι έγ-

γραφο διαθέσεως και όχι έγγραφο μαρτυρίας,

όπως είναι το περιέχον βεβαίωση ή μαρτυρία του

εκδότη έγγραφο για κάποιο περιστατικό ευρισκό-

μενο εκτός αυτού (ΕφΑθ 805/1987 ΕλΔ 29. 307,

ΕφΑθ 5632/ 1985 ΕλΔ 27.117 βλ. και Πελαγία Γέ-

σιου - Φάλτση, Δίκαιο Αναγκ. Εκτέλεσης Γενικό

Μέρος σελ. 642). Συνεπώς, για την απόδειξη των

ανωτέρω ισχυρισμών των αποσβεστικών της απαί-

τησης (όπως είναι οι ισχυρισμοί για την εξόφληση

της απαίτησης, για την δόση αντί καταβολής, για

την ύπαρξη ανανέωσης, για τον συμβιβασμό, για

την ύπαρξη συμφωνίας αφέσεως χρέους, για την

ύπαρξη συμφωνίας συμψηφισμού κ.λ.π.) δεν επι-

τρέπονται αποδεικτικά μέσα, που δεν πληρούν

τους όρους της ως άνω διάταξης, ούτε ένορκες βε-

βαιώσεις, ούτε εξέταση μαρτύρων, ούτε επαγωγή

όρκου, γιατί τα μέσα αυτά θεωρούνται ως μη πα-

ρέχοντα «παραχρήμα» απόδειξη. Η αδυναμία «πα-

ραχρήμα» απόδειξης δεν άγει σε ουσιαστική

απόρριψη των αποσβεστικών ισχυρισμών αλλά σε

απόρριψη τους ως απαράδεκτων και αυτεπαγγέλ-

35

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 35

Page 36: asfalistika

τως (ΟλΑΠ 10/1993 ΕλΔ 35.1243, ΑΠ 622/1999

ΕλΔ 41. 81, ΕφΑθ 5377/2001 ΕλΔ 45. 529, βλ.

Μπρίνιας Αναγκ. Εκτέλ. τόμ. Α` σελ. 439 επ.).

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ

ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ

Η αίτηση για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης

στην περιουσία του οφειλέτη, στα χέρια του ή στα

χέρια τρίτων, κατατίθεται κατά τα ανωτέρω αναφε-

ρόμενα, στο αρμόδιο, βάσει ποσού, Δικαστήριο.

Με την αίτηση μπορεί να ζητηθεί η έκδοση προσω-

ρινής διαταγής, με την οποία θα απαγορεύεται η

οποιαδήποτε μεταβολή στην πραγματική ή νομική

κατάσταση της περιουσίας του οφειλέτη - καθού,

μέχρι την συζήτηση της. Εάν η αίτηση αφορά την

επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης επί κινητών

πραγμάτων του οφειλέτη, μπορεί να ζητηθεί η αφαί-

ρεση τους από τα χέρια του και ο ορισμός μεσεγ-

γυούχου. Οι εκατέρωθεν μάρτυρες εξετάζονται

στο ακροατήριο. Το σημείωμα και τα σχετικά έγ-

γραφα κατατίθενται στο ακροατήριο ή στην προθε-

σμία που θα χορηγήσει το Δικαστήριο. Εάν

εκπροσωπούμε τον αιτούνται και έχει εκδοθεί προ-

σωρινή διαταγή, ζητούμε την διατήρηση της μέχρις

ότου εκδοθεί απόφαση επί της αιτήσεως. Εάν δεν

έχει εκδοθεί, μπορούμε να ζητήσουμε την έκδοση

προσωρινής διαταγής την ημέρα που συζητείται η

αίτηση από τον δικάζοντα Δικαστή. Σε περίπτωση

που η αίτηση γίνει δεκτή και επιβληθεί συντηρητική

κατάσχεση, ο αιτών, επιβάλλων την συντηρητική

κατάσχεση, οφείλει να ασκήσει (να καταθέσει και

επιδώσει) την κύρια για την απαίτηση αγωγή, ενώ-

πιον του αρμοδίου Δικαστηρίου, μέσα σε προθε-

σμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση του

εγγράφου για κατάσχεση στον οφειλέτη καθού η

αίτηση, εκτός εάν η κύρια αγωγή για την απαίτηση

έχει ήδη εγερθεί ή η συντηρητική κατάσχεση επι-

βλήθηκε βάσει διαταγής πληρωμής ή εάν επιδοθεί

διαταγή πληρωμής μέσα στην παραπάνω προθε-

σμία (άρθρο 715 παρ. 5 Κ.Πολ.Δ).

Στην αντίθετη περίπτωση, η απόφαση για συντηρη-

τική κατάσχεση αποβάλλει την ισχύ της. Στην πε-

ρίπτωση που εκπροσωπούμε τον καθού η αίτηση,

μπορούμε να υποβάλλουμε στο Δικαστήριο κατά-

λογο των περιουσιακών στοιχείων του εντολέα μας,

με τα έγγραφα που τα αποδεικνύουν, ώστε, απο-

δεικνύοντας την φερεγγυότητα του εντολέα μας,

να αποφευχθεί η επιβολή συντηρητικής κατάσχε-

σης.

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΕΓΓΡΑ-

ΦΗΣ ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΕΩΣ ΥΠΟΘΗΚΗΣ

Η αίτηση κατατίθεται, κατά τα ανωτέρω αναφερό-

μενα, στο αρμόδιο, βάσει ποσού, Δικαστήριο (το Ει-

ρηνοδικείο, σε περίπτωση που αξίωση μας

ανέρχεται μέχρι του ποσού των δώδεκα χιλιάδων

(12.000) ΕΥΡΩ και σε κάθε άλλη περίπτωση, που η

αξίωση υπερβαίνει το ποσό των δώδεκα χιλιάδων

(12.000) ΕΥΡΩ, το Μονομελές Πρωτοδικείο). Με

την αίτηση μπορεί να ζητηθεί η έκδοση προσωρι-

νής διαταγής, με την οποία θα απαγορεύεται η

οποιοσδήποτε μεταβολή στην πραγματική ή νομική

κατάσταση της περιουσίας του οφειλέτη καθού,

μέχρι την συζήτηση της. Οι εκατέρωθεν μάρτυρες

εξετάζονται στο ακροατήριο. Το σημείωμα και τα

σχετικά έγγραφα κατατίθενται στο ακροατήριο ή

στην προθεσμία που θα χορηγήσει το Δικαστήριο.

Εάν εκπροσωπούμε τον αιτούντα και έχει χορηγη-

θεί προσωρινή διαταγή ζητούμε την διατήρηση της

ισχύος της μέχρις ότου εκδοθεί απόφαση επί της

αιτήσεως. Εάν δεν έχει εκδοθεί προσωρινή δια-

ταγή, μπορούμε να ζητήσουμε από τον Δικαστή την

έκδοση της. Σε περίπτωση που η αίτηση γίνει δεκτή

και δοθεί η άδεια για την εγγραφή προσημειώσεως

υποθήκης, ακολουθείται η διαδικασία που αναφέ-

ρεται κατωτέρω στη συναινετική εγγραφή προση-

μειώσεως υποθήκης.

ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΚΑΤΑΣΧΕΤΗΡΙΑΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

(άρθρο 954 Κ.Πολ,Δ) (παλαιότερα ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΟΡ-

ΘΩΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ)

Με την ανακοπή αυτή επιδιώκεται η διόρθωση της

τιμής της εκτίμησης του δικαστικού επιμελητή, που

αφορά τα κατασχεθέντα και εκτιθέμενα σε δημό-

σιο αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητά πράγματα ή

την ακίνητη περιουσία του οφειλέτη. Στην κατά-

36

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 36

Page 37: asfalistika

θεση της ανακοπής αυτής δικαιούνται να προβούν,

ο επισπεύδων, ο καθού η εκτέλεση οφειλέτης και

οποιοσδήποτε τρίτος έχει έννομο συμφέρον (π.χ ο

αναγγελθείς δανειστής, του οποίου το έννομο συμ-

φέρον συνίσταται στο ν’ αυξηθεί η τιμή εκτίμησης

και κατ’ ακολουθία η τιμή της πρώτης προσφοράς,

ώστε να μπορέσει να ικανοποιήσει τις αξιώσεις

του). Αρμόδιο καθ’ ύλη Δικαστήριο είναι το Ειρηνο-

δικείο ή το Μονομελές Πρωτοδικείο, βάσει του

ύψους της απαίτησης (άρθρο 933 Κ.Πολ.Δ). Το

Μονομελές Πρωτοδικείο είναι αρμόδιο καθ’ ύλη

ακόμη και στην περίπτωση που η απαίτηση είναι της

αρμοδιότητος του Πολυμελούς Πρωτοδικείου.

Κατά τόπο αρμόδιο είναι το Δικαστήριο του τόπου

της εκτέλεσης (π .χ. εάν το ακίνητο υπάγεται στην

περιφέρεια αρμοδιότητος του Ειρηνοδικείου Καλ-

λιθέας και η απαίτηση είναι της υλικής αρμοδιότη-

τος του Ειρηνοδικείου, αρμόδιο είναι το

Ειρηνοδικείο Καλλιθέας, εάν το ακίνητο υπάγεται

στο Πρωτοδικείο Αθηνών και η απαίτηση είναι της

υλικής αρμοδιότητος του Πρωτοδικείου, αρμόδιο

είναι το Πρωτοδικείο Αθηνών, εάν το ακίνητο υπά-

γεται στο Πρωτοδικείο Πειραιώς και η απαίτηση

είναι υλικής αρμοδιότητος του Πρωτοδικείου, αρ-

μόδιο είναι το Πρωτοδικείο Πειραιώς κ.ο.κ). Η ανα-

κοπή κατατίθεται κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω.

Σύμφωνα με το άρθρο 954 Κ.Πολ.Δ, με ποινή απα-

ραδέκτου, η ανακοπή πρέπει να κατατεθεί προ

πέντε (5) τουλάχιστον εργασίμων ημερών από την

ημερομηνία του πλειστηριασμού. Το απαράδεκτο

της ανακοπής ερευνάται ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΩΣ από το Δι-

καστήριο. Σημειώνεται ότι, σε περίπτωση που για

το κατασχεμένο ακίνητο, προβλέπεται αντικειμε-

νική αξία για τον υπολογισμό του φόρου μεταβίβα-

σης, η εκτίμηση του Δικαστικού Επιμελητή δεν

μπορεί να υπολείπεται της αξίας αυτής, όπως αυτή

ισχύει κατά το χρόνο της κατάσχεσης (άρθρο 993

παρ. 2 Κ.Πολ.Δ). Οι εκατέρωθεν μάρτυρες εξετά-

ζονται στο ακροατήριο και στο ακροατήριο κατατί-

θεται και το σημείωμα με τα σχετικά έγγραφα. Η

απόφαση πρέπει να δημοσιευθεί, κατά το δυνατόν,

έως την 12η το μεσημέρι της προηγουμένης ημέ-

ρας του πλειστηριασμού (άρθρο 954 παρ. 4

Κ.Πολ.Δ). Σε περίπτωση που εκπροσωπούμε τον αι-

τούντα και γίνει δεκτή η ανακοπή, από το αρμόδιο

γραφείο (στο Πρωτοδικείο Αθηνών, Κτίριο 5, Γρα-

φείο 101, στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, 5ος όροφος,

Γραφείο 514, στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, στο ισο-

γειο, Γραφεία 78,79), λαμβάνουμε αντίγραφο της

απόφασης ή απόσπασμα αυτής, το οποίο προσκο-

μίζουμε στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο

Συμβολαιογράφο, προκειμένου να ματαιωθεί η διε-

νέργεια του πλειστηριασμού. Ο επί της εκτελέσεως

Δικαστικός Επιμελητής οφείλει να λάβει υπόψη του

την επί της τιμής διορθωτική απόφαση, να προβεί

στη διόρθωση της περίληψης της κατασχετήριας

έκθεσης και στην επανάληψη των επιδόσεων για

την οριζόμενη από την απόφαση νέα ημερομηνία

πλειστηριασμού (άρθρο 960 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ). Δη-

λαδή, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η ανακοπή

κατά της κατασχετήριας έκθεσης, ματαιώνεται ο

ορισθείς πλειστηριασμός και ορίζεται από το Δικα-

στήριο νέα ημερομη νία πλειστηριασμού.

«…Με το άρθρο 2 του νόμου 3714/2008 περί

«προστασίας δανειοληπτών και άλλες διατάξεις»

(ΦΕΚ 231 Α/7-11-2008) προστίθεται στο τέλος της

παραγράφου 1 του άρθρου 995 ΚΠοΛΔ εδάφιο,

το οποίο ορίζει ότι: «Ως τιμή πρώτης προσφοράς

για τον πλειστηριασμό ακινήτου ορίζεται η αξία

που προκύπτει από τον προσδιορισμό της αξίας

του με αντικειμενικά κριτήρια σύμφωνα με τις δια-

τάξεις των άρθρων 41 και 41 του ν. 1249/1982

(ΦΕΚ 43 Α`), όπως εκάστοτε ισχύουν και των κατ`

εξουσιοδότηση αυτών εκδιδόμενων κανονιστικών

αποφάσεων». Τέλος, η περιέχουσα μεταβατική

διάταξη του άρθρου 7 του ίδιου νόμου ορίζει οτι

«1. Οι διατάξεις των άρθρων 1-5 του παρόντος

νόμου εφαρμόζονται από την έναρξη της ισχύος

του και στις εκκρεμείς εκτελέσεις ως προς το ατέ-

λεστο μέρος της διαδικασίας αυτών και ως προς

τις πράξεις εκτελέσεως που θα γίνουν μετά την

έναρξη της ισχύος του. Το κύρος και οι έννομες

συνέπειες των πράξεων της διαδικασίας εκτελέ-

σεως που έχουν γίνει πριν από την έναρξη ισχύος

του παρόντος νομού δεν θίγονται. 2...». Με τις

37

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 37

Page 38: asfalistika

διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3 και 7 του ν.

3714/2008 τροποποιήθηκε εκτός των άλλων δια-

τάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και το

άρθρο 995 παρ. 1, το οποίο είναι ενταγμένο στο

πέμπτο κεφάλαιο του Κώδικα Πολιτικής Δικονο-

μίας και αφορά την κατάσχεση ακινήτων, πλοίων

ή αεροσκαφών του οφειλέτη. Συγκεκριμένα, προ-

στέθηκε τελευταίο εδάφιο στην πρώτη παρά-

γραφο του άρθρου, στο οποίο ορίζεται πλέον

ειδικά ο τρόπος προσδιορισμού της τιμής πρώτης

προσφοράς στους πλειστηριασμούς ακίνητων.

Μέχρι την ισχύ του ως άνω νόμου η τιμή της πρώ-

της προσφοράς στις περιπτώσεις πλειστηριασμών

ακίνητων προσδιορίζονταν από τη διάταξη του άρ-

θρου 993 παρ. 2 εδ. α` ΚΠολΔ σε συνδυασμό με

τη διάταξη του άρθρου 954 παρ. 2 περ. γ΄ ΚΠολΔ,

στην οποία αυτό παρέπεμπε. Ανέρχονταν, δε, η

τιμή της πρώτης προσφοράς στα δυο τρίτα της

αξίας του ακινήτου, όπως αυτή εκτιμήθηκε από το

δικαστικό επιμελητή. Μετά την ισχύ του ως άνω

νόμου (7-11-2008) και τη θέσπιση ρητής διάταξης

στο πέμπτο κεφάλαιο του Κώδικα Πολιτικής Δικο-

νομίας, που ορίζει τον τρόπο προσδιορισμού της

τιμής πρώτης προσφοράς στους πλειστηριασμούς

ακινήτων, ζήτημα ανακύπτει κατά πόσο εξακολου-

θεί να ισχύει η διάταξη του άρθρου 954 παρ. 2

περ. γ` ΚΠολΔ ή θεωρείται αυτή σιωπηρά καταρ-

γημένη, δεδομένου ότι ο νέος νόμος δεν περιέχει

διάταξη τροποποιητική του άρθρου 993 Αρτας

παρ. 1 εδ. α`. Ειδικότερα, το ζήτημα αποκτά πρα-

κτική σημασία στην περίπτωση που η τιμή της πρώ-

της προσφοράς υπολογιζόμενη με τον κανόνα

των 2/3 επί της εκτιμηθείσας από τον επιμελητή

αξίας του ακινήτου (άρθρα 993 παρ. 2 εδ. α` και

954 παρ. 2 περ. β` ΚΠολΔ) υπερβαίνει την αντι-

κειμενική του αξία, αφού η αντίστροφη περί-

πτωση, δηλαδή αυτή να υπολείπεται της

αντικειμενικής αξίας, φαίνεται να ρυθμίζεται ευ-

θέως από τη νέα διάταξη, η οποία ουσιαστικά εμ-

ποδίζει τον ορισμό της τιμής πρώτης προσφοράς

κατώτερα από την αντικειμενική αξία του ακινή-

του. Ο σκοπός της συγκεκριμένης νομοθετικής

ρύθμισης, που είναι η απαγόρευση πλειστηρια-

σμών ακινήτων σε τιμή κατώτερη της αντικειμενι-

κής αξίας τους, ώστε να αποτρέπονται οι εκποι-

ήσεις ακινήτων σε μη εύλογες αξίες και ιδιαίτερα

χαμηλές τιμές προς βλάβη των συμφερόντων των

δανειστών, των οφειλετών και της οικονομίας ευ-

ρύτερα (Αιτιολ. Εκθεση ν. 3714/2008), συνηγορεί

υπέρ της άποψης ότι θα πρέπει να θεωρηθεί ως

παράλληλα ισχύουσα η διάταξη του άρθρου 954

παρ. 2 περ. γ`, ήτοι ο κανόνας των 2/3, αφού ο

ορισμός της τιμής πρώτης προσφοράς ανώτερης

της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου πραγματώ-

νει τον ως άνω σκοπό του νόμου. Εξάλλου, η πα-

ράλειψη της λέξης «τουλάχιστον» στη διατύπωση

της νέας διάταξης σε σημείο που να υποδηλώνει

σαφώς ότι η αντικειμενική άξια αποτελεί το κατώ-

τερο σημείο για τον προσδιορισμό της τιμής πρώ-

της προσφοράς, δεν πρέπει να αποδοθεί σε

ηθελημένη παράλειψη του νομοθέτη, αφού τόσο

στην αιτιολογική έκθεση του νόμου όσο και στην

υπ` αριθμ. πρωτ. 129486/7-11-2008 εγκύκλιο του

Υπουργού Δικαιοσύνης ρητά αναφέρεται ότι η

τιμή της πρώτης προσφοράς θα πρέπει να είναι

τουλάχιστον ίση με την αντικειμενική αξία των ακι-

νήτων, εφόσον το ακίνητο βρίσκεται εντός σχέδιο

πόλεως, ενώ σε περίπτωση που το ακίνητο βρίσκε-

ται έκτος σχεδίου πόλης η οικισμού, που δεν έχει

ειδικούς όρους δόμησης, ο προσδιορισμός της

αντικειμενικής αξίας θα γίνεται σύμφωνα με ειδι-

κές διατάξεις…» (ΜΠΑρτας 54/2009, ΝΟΜΟΣ).

ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1000 Κ.Πολ.Δ.

Με την ανακοπή αυτή διώκεται η αναστολή του

ορισθέντος πλειστηριασμού, για χρόνο μέχρι έξι

(6) μήνες από την αρχικά ορισθείσα ημερομηνία

του πλειστηριασμού. Στην κατάθεση της ανακο-

πής αυτής δικαιούται να προβεί ο καθού η εκτέ-

λεση οφειλέτης. Αρμόδιο καθ’ ύλη Δικαστήριο

είναι το Ειρηνοδικείο ή το Μονομελές Πρωτοδι-

κείο, βάσει του ύψους της απαίτησης (άρθρο 933

Κ.Πολ.Δ). Το Μονομελές Πρωτοδικείο είναι αρ-

μόδιο καθ’ ύλη ακόμη και στην περίπτωση που το

ύψος της απαίτησης είναι της αρμοδιότητος του

Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Κατά τόπο αρμόδιο

38

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 38

Page 39: asfalistika

είναι το Δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης (π.χ.

εάν το ακίνητο υπάγεται στην περιφέρεια αρμο-

διότητος του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας και η απαί-

τηση είναι της υλικής αρμοδιότητος του

Ειρηνοδικείου, αρμόδιο είναι το Ειρηνοδικείο

Καλλιθέας, εάν το ακίνητο υπάγεται στο Πρωτο-

δικείο Αθηνών και η απαίτηση είναι της υλικής αρ-

μοδιότητος του Πρωτοδικείου, αρμόδιο είναι το

Πρωτοδικείο Αθηνών, εάν το ακίνητο υπάγεται

στο Πρωτοδικείο Πειραιώς και η απαίτηση είναι

της υλικής αρμοδιότητος του Πρωτοδικείου, αρ-

μόδιο είναι το Πρωτοδικείο Πειραιώς κ.ο.κ). Η

ανακοπή κατατίθεται κατά τα αναφερόμενα ανω-

τέρω. Σύμφωνα με το άρθρο 1000 ΚΠολΔ, με

ποινή απαραδέκτου, η ανακοπή πρέπει να κατα-

τεθεί προ πέντε (5) τουλάχιστον εργασίμων ημε-

ρών από την ημερομηνία του πλειστηριασμού. Το

απαράδεκτο της ανακοπής ερευνάται ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛ-

ΤΩΣ από το Δικαστήριο. Οι εκατέρωθεν μάρτυρες

εξετάζονται στο ακροατήριο. Στο ακροατήριο κα-

τατίθενται και το σημείωμα μετά σχετικά έγγραφα.

Για να χορηγηθεί η αιτούμενη αναστολή, πρέπει

να πιθανολογηθεί ότι δεν υφίσταται βλάβη του επι-

σπεύδοντος, να προσδοκάται βάσιμα ότι ο οφει-

λέτης θα ικανοποιήσει τον επισπεύδοντα, μέσα

στο χρονικό διάστημα της αναστολής ή ότι εάν πα-

ρέλθει το χρονικό διάστημα της αιτούμενης ανα-

στολής, θα επιτευχθεί μεγαλύτερο πλειστηρίασμα.

Η αναστολή χορηγείται πάντοτε με τους ακόλου-

θους όρους: α. Την καταβολή των τυχόν εξόδων

επίσπευσης του πλειστηριασμού, τα οποία καθο-

ρίζονται κατά προσέγγιση στην απόφαση β. Την

καταβολή του ενός τετάρτου (1/4) τουλάχιστον

του οφειλομένου στον επισπεύδοντα κεφαλαίου,

εκτός αν για εξαιρετικούς λόγους, που αναφέρον-

ται συγκεκριμένα στην απόφαση, το καταβλητέο

έναντι του κεφαλαίου αυτού ποσόν, πρέπει να ορι-

σθεί μικρότερο. Η απόφαση πρέπει να δημοσιευ-

θεί, κατά το δυνατόν, έως τις 12 η ώρα το

μεσημέρι της Δευτέρας, που προηγείται του πλει-

στηριασμού. Σε περίπτωση που εκπροσωπούμε

τον καθού η ανακοπή - επισπεύδοντα, χρήσιμο

είναι να προσκομίσουμε με το σημείωμα μας, πί-

νακα εξόδων του επί της εκτελέσεως δικαστικού

επιμελητού, ώστε να διευκολυνθεί το Δικαστήριο

στον προσδιορισμό τους. Σε περίπτωση που εκ-

προσωπούμε τον αιτούντα και γίνει δεκτή η ανα-

κοπή, τηρούμε τους όρους της αποφάσεως και

από το αρμόδιο γραφείο (στο Πρωτοδικείο Αθη-

νών, κτίριο 5, Γραφείο 101, στο Πρωτοδικείο Πει-

ραιώς, 5ος όροφος, Γραφείο 514, στο

Ειρηνοδικείο Αθηνών, στο ισόγειο, Γραφεία

78,79), λαμβάνουμε αντίγραφο της απόφασης ή

απόσπασμα αυτής, το οποίο προσκομίζουμε στον

επί του πλειστηριασμού υπάλληλο Συμβολαι-

ογράφο, προκειμένου να ματαιωθεί η διενέργεια

του πλειστηριασμού.

ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 933 παρ. 1

Κ.Πολ.Δ.

ΑΔΕΙΑ ΕΚΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΘΕΝΤΩΝ

ΚΙΝΗΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ

«…Σύμφωνα με το άρθρο 933 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ αν-

τιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η

εκτέλεση και κάθε δανειστή που έχει έννομο συμ-

φέρον, οι οποίες αφορούν την εγκυρότητα του

εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής

εκτέλεσης ή την απαίτηση, ασκούνται μόνο με ανα-

κοπή που εισάγεται στο ειρηνοδικείο, αν ο εκτελε-

στός τίτλος στον οποίο βασίζεται η εκτέλεση είναι

απόφαση του Ειρηνοδικείου, και στο Μονομελές

Πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση. Εξάλλου

σύμφωνα με το άρθρο 966 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ αν στο

νέο πλειστηριασμό δεν γίνει κατακύρωση, το αρμό-

διο δικαστήριο του άρθρου 933 που δικάζει κατά

τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., ύστερα από αί-

τηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μπορεί

να διατάξει να γίνει νέος πλειστηριασμός μέσα σε

τριάντα ημέρες, με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης

προσφοράς ή να επιτρέψει μέσα στην ίδια προθε-

σμία να πουληθεί ελεύθερα το πράγμα από τον

υπάλληλο του πλειστηριασμού σε εκείνον υπέρ του

οποίου έγινε η εκτέλεση ή σε τρίτον, με τίμημα που

ορίζεται από το δικαστήριο, το οποίο μπορεί να ορί-

σει και να πληρωθεί με δόσεις μέρος του τιμήμα-

39

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 39

Page 40: asfalistika

τος…» (ΕιρΡόδου 102/2003 ΝΟΜΟΣ).

ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΝΕΟΥ

ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΜΑΤΑΙΩΣΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ

– ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ

ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ

«…Από τις διατάξεις των άρθρων 966 παρ. 3 και 4

και 1003 παρ. 4 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι όταν κατά

τον δεύτερο πλειστηριασμό που προβλέπεται από

την παρ. 2 του άρθρου 966 του ΚΠολΔ δεν γίνει

κατακύρωση, το αρμόδιο

Δικαστήριο μετά από αίτηση αυτού που έχει έννομο

συμφέρον, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρ-

θρων 686 επ. του ΚΠολΔ, μπορεί διαζευκτικά είτε

να διατάξει τη διενέργεια νέου πλειστηριασμού

εντός τριάντα ημερών με την ίδια ή με κατώτερη

τιμή πρώτης προσφοράς, είτε να επιτρέψει μέσα

στην ίδια προθεσμία την, από τον υπάλληλο του

πλειστηριασμού, ελεύθερη εκποίηση του ακινήτου

και σε περίπτωση που και ο νέος (τρίτος) πλειστη-

ριασμός απέβη χωρίς αποτέλεσμα ή δεν επιτεύχ-

θηκε η ελεύθερη εκποίηση, το ως άνω Δικαστήριο

μπορεί είτε να άρει την κατάσχεση είτε να διατάξει

να γίνει αργότερα νέος πλειστηριασμός με την ίδια

ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς (βλ. Μπρίνια,

Αναγκ. Εκτέλεση, άρθρο 966 ΚΠολΔ, παρ. 365,

σελ. 934 επ., άρθρο 1003, παρ. 568, σελ. 1788 επ.,

Β. Βαθρακοκοίλη, άρθρο 966 ΚΠολΔ, αριθμ. 8,

ΜΠρΛαρ 1372/2004 Δικογρ 2005, 151, ΜΠρΑθ

3543/2000 ΑρχΝ 2001, 100, ΜΠρΚορ 283/1994

ΝΟΜΟΣ). Ο νομοθέτης με το όλο πνεύμα των δια-

τάξεων περί αναγκαστικής εκτέλεσης καθιστά

σαφές ότι η υπόψη διατάξεις του άρθρου 966 του

ΚΠολΔ, αποτελούν την έσχατη λύση για την περαί-

ωση της διαδικασίας της εκτέλεσης, η οποία δεν

είναι σε καμία περίπτωση εύλογο να παραμένει σε

εκκρεμότητα στο διηνεκές με συνεχείς ατελέσφο-

ρους πλειστηριασμούς, γεγονός το οποίο ασφαλώς

και προκαλεί βλάβη στον καθού η εκτέλεση (άρθρο

159 του ΑΚ, ΑΠ 1460/1998 ΕλλΔνη 38, 1548), εφό-

σον επιβαρύνεται αδικαιολόγητα με νέα έξοδα

εκτέλεσης, τα οποία μάλιστα αφαιρούνται πρώτα

από το πλειστηριασμό (άρθρο 975 παρ. 1 ΚΠολΔ,

ΑΠ 419/1998 αδημ., ΕφΑθ 9241/1998 ΕλλΔνη 40,

1591)…» (ΜΠΑλεξανδρούπολης 1019/2009 ΕφΑΔ

2010, σ. 114)

ΑΙΤΗΣΗ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΑΝΕΙΣΤΗ ΣΕ

ΔΙΕΝΕΡΓΟΥΜΕΝΟ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ

«…Με το άρθρο 973 § 2 ΚΠολΔ ορίζεται ότι κάθε

δανειστής, εφ` όσον έχει

απαίτηση που στηρίζεται σε τίτλο εκτελεστό και κοι-

νοποίησε σ` εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η

εκτέλεση επιταγή για εκτέλεση, μπορεί να συνεχί-

σει τον πλειστηριασμό. Με την § 4 του ιδίου άρ-

θρου, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4

§ 15 ν. 2298/1995 (υποκατάσταση μετά από δικα-

στική απόφαση), ορίζεται ότι κάθε δανειστής της §

2 μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο κατά το άρθρο

933 Δικαστήριο, που δικάζει κατά την διαδικασία

των άρθρων 686 επ., να του επιτρέψει να επισπεύ-

σει αυτός την εκτέλεση, αν ο πλειστηριασμός μα-

ταιώθηκε για δεύτερη φορά χωρίς σοβαρό λόγο,

καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που από την

στάση του επισπεύδοντος προκύπτει συμπαιγνία ή

ολιγωρία. Η ανάθεση της επίσπευσης στον αι-

τούντα μπορεί να εξαρτηθεί από την ματαίωση του

τυχόν επισπευδόμενου πλειστηριασμού. 0 δανει-

στής στον οποίο ανατέθηκε η επίσπευση, οφείλει

να προβεί στην κατά την § 3 δήλωση. 0 πλειστηρια-

σμός επισπεύδεται κατά τις διατάξεις της παραγρά-

φου αυτής. Με την προαναφερόμενη διάταξη του

άρθρου 973 § 4 του ΚΠολΔ, δια της οποίας σκο-

πείται η αποτροπή της συμπαιγνίας επισπεύδοντος

και οφειλέτου και της κακοπιστίας του πρώτου, ο

οποίος μόνος διαχειρίζεται την διαδικασία της

αναγκαστικής εκτελέσεως, παρεμβαίνει το κατά το

άρθρο 933 ΚΠολΔ Δικαστήριο, το οποίο παρέχει

τη δυνατότητα της υποκαταστάσεως σε ορισμένο

δανειστή. Η υποκατάσταση αυτή επέρχεται από την

δήλωση, κατά το άρθρο 973 § 3 ΚΠολΔ, για την

οποία δεν τάσσεται ορισμένη προθεσμία, αλλά οι

λοιποί δανειστές προστατεύονται επαρκώς με την

κατά το άρθρο 696 ΚΠολΔ, ανάκληση αποφάσεως.

40

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 40

Page 41: asfalistika

Αυτοί, όμως, δεν δικαιούνται να προβούν σε δή-

λωση υποκαταστάσεως, λόγω του ότι εκκρεμεί ήδη

και έγκαιρα συνεχίζεται έναντι των άλλων δανει-

στών η διαδικασία του πλειστηριασμού. Η υποβολή

της κατά το άρθρο 973 § 4 αιτήσεως, καθώς και η

έκδοση της σχετικής αποφάσεως, με την οποία πα-

ρέχεται η ευχέρεια υποκαταστάσεως σε ορισμένο

δανειστή, σημαίνουν ότι η διαδικασία της αναγκα-

στικής εκτελέσεως δεν αδρανεί, ώστε να παρέχεται

δικαίωμα υποκαταστάσεως σε οποιονδήποτε άλλον

δανειστή (βλ. Μπρίνια «Αναγκαστική Εκτέλεσις»,

εκδ. Β` άρθ. 973 § 389α, 392, 396β). Στην περί-

πτωση που ο προβαλλόμενος ενώπιον του Δικαστη-

ρίου λόγος υποκαταστάσεως είναι η συμπαιγνία ή

η ολιγωρία, δεν απαιτείται, ακόμη και όταν ο πλει-

στηριασμός έχει ματαιωθεί για δεύτερη φορά και

ο επισπεύδων έχει καταθέσει σχετική εντολή συνε-

χίσεως του, η αίτηση υποκαταστάσεως να ασκηθεί

μετά από την έκδοση της επαναληπτικής περιλή-

ψεως που θα ορίζει την ημερομηνία διεξαγωγής

του τρίτου πλέον πλειστηριασμού, διότι αυτή η προ-

ϋπόθεση απαιτείται μόνο για την περίπτωση που η

αίτηση υποκαταστάσεως στηρίζεται στο ότι μαται-

ώθηκε ο πλειστηριασμός για δεύτερη φορά χωρίς

σοβαρό λόγο. Επομένως, οι τροποποιήσεις του

άνω ν. 2298/1995 προσθέτουν δύο νέες περιπτώ-

σεις, όπου είναι δυνατή η υποκατάσταση του επι-

σπεύδοντος δανειστή (οιουδήποτε δανειστή ο

οποίος έχοντας εκτελεστό τίτλο έχει προηγουμέ-

νως επιδώσει επιταγή για εκτέλεση) με δικαστική

απόφαση κατά το άρθρο 973 παράγραφος 4

ΚΠολΔ, παρά το ότι η επίσπευση του πλειστηρια-

σμού συνεχίζεται, έστω και αν δεν έχουν προηγη-

θεί δύο ματαιώσεις (Πελ. Γεσίου - Φαλτσή Μελέτη

εις Δνη 37 σελ. 245 επ.: “Η επίδραση του ν.

2298/1995 στις θεμελιώδεις αρχές της αναγκαστι-

κής εκτελέσεως”, Γιαννούλης: Σκέψεις γύρω από

την τροποποίηση του ν. 2298/1995 στον Κώδικα

Πολιτικής Δικονομίας Δ. 26.(1995).845). Ακολού-

θως των ανωτέρω, συνάγεται ότι οι προϋποθέσεις,

η διαδικασία και οι έννομες συνέπειες του θεσμού

της υποκαταστάσεως, κατά την βασική τους δομή,

δεν θίγονται με το νέο άρθρο 973. Η δε εισαγωγή

της νέας ρυθμίσεως επισημοποιεί τώρα νομοθετι-

κώς όσα η θεωρία είχε υποδείξει σε περίπτωση

αναστολής που είχε διαταχθεί χωρίς αντιδικία με-

ταξύ οφειλέτη και επισπεύδοντος (επικυρώνοντας

στην ουσία συμφωνία αναστολής μεταξύ τους),

όπου η συμφωνία της αναστολής πρέπει, αφού

υποδηλώνει πρόδηλη συμπαιγνία ή τουλάχιστον

ολιγωρία (ούσης αρκετής της πιθανολογήσεώς

της), να εκλαμβάνεται ως ματαίωση της προόδου

της διαδικασίας της εκτελέσεως χωρίς σοβαρό

λόγο με την έννοια του άρθρου 973 § 4 ΚΠολΔ, δι-

καιολογούσα την αίτηση υποκαταστάσεως κατά το

νέο αυτό άρθρο {Πελ. Γεσίου - Φαλτσή ο.π.). Εξ

άλλου, από την ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων

του άρθρου 973 §§ 2, 3 και 4 ΚΠολΔ, αλλά και από

τον επιδιωκόμενο, ως άνω, σκοπό της υποκαταστά-

σεως του αρχικού επισπεύδοντος, προκύπτει

σαφώς, ότι ως «άλλη» απαίτηση του επισπεύδοντος

νοείται εκείνη που στηρίζεται σε άλλο εκτελεστό

τίτλο και όχι εκείνον για την εκτέλεση του οποίου

επιδόθηκε επιταγή και επιβλήθηκε κατάσχεση σε

ακίνητο του οφειλέτη. Αντίθετη εκδοχή, ότι δηλαδή

ο επισπεύδων μπορεί, κατά τη βούληση του, με

βάση τον ίδιο τίτλο, να επιβάλλει κατάσχεση και να

επισπεύσει πλειστηριασμό, για μέρος της εκ του τίτ-

λου απαιτήσεως του, και, στην συνέχεια, με αναγ-

γελία του για το υπόλοιπο της εκ του αυτού τίτλου

απαιτήσεως του, που συνεπάγεται τα αποτελέ-

σματα πλασματικής κατασχέσεως, να θεμελιώσει

δικαίωμα υποκαταστάσεως, με βάση την πλασμα-

τική κατάσχεση, θα είχε ως αποτέλεσμα την κατα-

στρατήγηση του επιδιωκόμενου με την

υποκατάσταση σκοπού και τη διαιώνιση της διαδι-

κασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως, την απο-

φυγή της οποίας επεδίωξε ο νομοθέτης με την

θέσπιση του δικαιώματος υποκαταστάσεως άλλου

δανειστή (ΑΠ 1002/2007 α` δημοσίευση Τράπεζα

Νομικών Πληροφοριών Νόμος). Ακολούθως όλων

όσων αμέσως ανωτέρω εξετέθησαν σχετικώς, η

έχουσα το προαναφερόμενο περιεχόμενο ένδικη

αίτηση είναι, νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις

των ως άνω §§ 2, 3 και 4 του προπαρατεθέντος άρ-

θρου 973 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι δεν συντρέχει εν

41

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 41

Page 42: asfalistika

προκειμένω η πρώτη περίπτωση της § 4 του άρ-

θρου 973 ΚΠολΔ, καθ` ην ο δανειστής μπορεί να

ζητήσει από το αρμόδιο κατ` άρθρο 933 δικαστή-

ριο να του επιτρέψει να επισπεύσει αυτός την εκτέ-

λεση αν ο πλειστηριασμός ματαιώθηκε για δεύτερη

φορά χωρίς σοβαρό λόγο, αλλ` η δεύτερη περί-

πτωση της § 4 του προαναφερομένου άρθρου 973

ΚΠολΔ, όπου, σύμφωνα και με όσα σχετικώς εξε-

τέθησαν στις αρχικές σκέψεις της παρούσης, δεν

απαιτείται ακόμη και όταν ο πλειστηριασμός έχει

ματαιωθεί για δεύτερη φορά και ο επισπεύδων έχει

καταθέσει σχετική εντολή συνεχίσεως του, η αί-

τηση υποκαταστάσεως να ασκηθεί μετά τη δήλωση

του επισπεύδοντος περί συνεχίσεως του πλειστη-

ριασμού και την έκδοση της επαναληπτικής περι-

λήψεως που θα ορίζει

την ημερομηνία διεξαγωγής του τρίτου πλέον πλει-

στηριασμού, εφ` όσον στην

προκειμένη αυτή περίπτωση η ματαίωση του πλει-

στηριασμού οφείλεται σε νόμιμο λόγο, ήτοι την

κατ` άρθρο 938 ΚΠολΔ αναστολή βάσει της υπ`

αριθ. 4147/2004 αποφάσεως του Μονομελούς

Πρωτοδικείου Αθηνών, ο οποίος δεν επιτρέπει την

υποκατάσταση του αιτούντος κατά την § 2 του άρ-

θρου 973 ΚΠολΔ (βλ. Ι. Μπρίνια, Αναγκαστική

Εκτέλεση υπ` άρθρο 973 σελ. 1010 και 1029)…»

(ΕφΑθ 1373/2008 ΕλλΔνη 2008, σ. 856, ΝΟΜΟΣ).

ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ

ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ΥΠΟΘΗΚΗΣ

Η αίτηση κατατίθεται στο κτίριο του Ειρηνοδι-

κείου, στο δεύτερο (2ο) όροφο, Γραφείο 201. Το

ασφαλιστέο ποσό πρέπει να είναι μεγαλύτερο των

12.000 ΕΥΡΩ. Η συζήτηση γίνεται στο δεύτερο

όροφο του Ειρηνοδικείου, Αίθουσες ακροατη-

ρίων 4 και 5. Πρέπει να έχουμε γραμμένη την

απόφαση τουλάχιστον σε δύο (2) αντίγραφα.

Απαιτείται, είτε να παρίσταται ο ίδιος ο καθού η

αίτηση (οφειλέτης), προκειμένου να συναινέσει,

είτε άλλο πρόσωπο με συμβολαι-ογραφικό πλη-

ρεξούσιο, στο οποίο θα περιέχεται η ειδική εν-

τολή από τον καθού η αίτηση οφειλέτη να

εμφανισθεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδι-

κείου και να συναινέσει στην εγγραφή προσημει-

ώσεως για το συγκεκριμένο ακίνητο και μέχρι το

αιτούμενο ποσό.

Ακόμη, απαιτείται κτηματογραφικό απόσπασμα

του προς προσημείωση ακινήτου. Ακολούθως,

λαμβάνεται επικυρωμένο αντίγραφο της αποφά-

σεως (όχι το επικυρωμένο αντίγραφο σε φωτοτυ-

πία) και συντάσσεται περίληψη μεταγραφής, στην

οποία, εκτός των άλλων, πρέπει να αναφέρεται ο

αιτών την εγγραφή, τα πλήρη στοιχεία του καθού

(οφειλέτη), ο αριθμός της αποφάσεως ασφαλιστι-

κών μέτρων, που διατάσσει την εγγραφή προση-

μειώσεως υποθήκης, το ποσό γιά το οποίο

ζητείται η εγγραφή της προσημειώσεως καθώς

και περιγραφή του ακινήτου του οφειλέτη. Σχε-

τική αίτηση, με κεκυρωμένο αντίγραφο της απο-

φάσεως ασφαλιστικών μέτρων, που διατάσσει την

εγγραφή προσημειώσεως (όχι σε φωτοτυπία),

καθώς και η περίληψη μεταγραφής υποβάλλεται

στον αρμόδιο Υποθηκοφύλακα, όπου ευρίσκεται

το ακίνητο του οφειλέτη και ζητάμε και λαμβά-

νουμε τα σχετικά πιστοποιητικά.

ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΗ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΕΓΓΡΑ-

ΦΗΣ ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΗΣ ΥΠΟΘΗΚΗΣ

Η αίτηση κατατίθεται κατά τ’ ανωτέρω, στο κτίριο

του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Αιτών είναι ο οφει-

λέτης, σε ακίνητο του οποίου έχει εγγραφεί προ-

σημείωση υποθήκης ή καθολικός ή ειδικός του

διάδοχος. Στρέφεται κατά του δανειστή ο οποίος

ενέγραψε την προσημείωση υποθήκης ή κατά

των καθολικών ή ειδικών διαδόχων του προϋπό-

θεση είναι η εξόφληση της απαιτήσεως για την

οποία έχει εγγραφεί η προσημείωση της υποθή-

κης.

Η αίτηση κατατίθεται κατά τα ανωτέρω και μ’

αυτήν ζητείται η ανάκληση της αποφάσεως που

42

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 42

Page 43: asfalistika

διέταξε την εγγραφή προσημειώσεως υποθήκης.

Είναι απαραίτητο να προσκομίζεται επικυρωμένο

αντίγραφο της αποφάσεως που διέταξε την εγ-

γραφή προσημειώσεως της υποθήκης.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Εξυπακούεται ότι, όταν το ποσό για το

οποίο εγγράφεται ή έχει εγγραφεί προσημείωση

υποθήκης είναι της αρμοδιότητος του Ειρηνοδι-

κείου (μέχρι 12.000 ευρώ) αρμόδιο και για την εγ-

γραφή και για την ανάκληση της απόφασης είναι

το Ειρηνοδικείο. Απλώς, επειδή λόγω δανείων, αλ-

ληλόχρεων λογαριασμών κλπ, συνήθως οι προση-

μειώσεις εγγράφονται για ποσό πάνω από 12.000

ευρώ το αναφέρουμε στις συνήθεις υποθέσεις του

Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

ΑΔΕΙΑ ΕΚΠΟΙΗΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

(άρθρο 7 Ν. 146/1914)

Η αίτηση κατατίθεται, κατά τα ανωτέρω αναφερό-

μενα. Χρειάζονται: α. Κατάσταση απογραφής εμ-

πορευμάτων (ποσοτική πραγματική χωρίς τιμές) σε

τρία (3) αντίγραφα. β. Υπεύθυνη δήλωση του Ν.

1599/1986, με περιεχόμενο: βα. Ότι την τελευταία

διετία δεν έχει γίνει άλλη εκποίηση εμπορευμάτων.

ββ. Ότι τα εμπορεύματα έχουν εισαχθεί στο κατά-

στημα, τουλάχιστον προ τριών μηνών. βγ.Ότι οι

λόγοι που αναφέρονται ως αιτία εκποίησης είναι

πραγματικοί.

Αντίγραφο της αίτησης επιδίδεται στον Πρόεδρο

του οικείου Εμπορικού Επιμελητηρίου, προκειμέ-

νου να κριθεί η αναγκαιότητα άσκησης παρέμβα-

σης κατά την εκδίκαση της αίτησης.

Μετά την κατάθεση της αίτησης και τον προσδιο-

ρισμό της, κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω, με ένα

επικυρωμένο αντίγραφο της αίτησης πηγαίνουμε

στο Σώμα Ορκωτών Λογιστών (Φωκίωνος Νέγρη

αριθμ. 3, τηλ. 210 8229835) προκειμένου να μας

δοθεί το όνομα του ορκωτού λογιστή, που θα χρη-

σιμοποιηθεί, μαζί με το όνομα του πραγματογνώ-

μονα που θα μας δοθεί από την Γραμματεία των

ασφαλιστικών μέτρων και ανάλογα με τα προς εκ-

ποίηση είδη για τον διορισμό πραγματογνωμόνων

που θα ελέγξουν την ειλικρίνεια της αιτήσεως εκ-

ποιήσεως.

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΣ

ΕΤΑΙΡΟΥ ΣΥΝΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΣΕ ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ

ΕΤΑΙΡΕΙΑ

«…Κατά τη διάταξη του άρθρου 771 ΑΚ, που εφαρ-

μόζεται και στην ομόρρυθμη εμπορική εταιρία

(άρθρο 18 ΕμπΝ), αν υπάρχει σπουδαίος λόγος για

να καταγγελθεί η εταιρία, ο οποίος αφορά παρά-

βαση των υποχρεώσεων εταίρου, το δικαστήριο

μπορεί, μετά από αίτηση όλων των λοιπών εταίρων,

να αποκλείσει από την εταιρία τον υπαίτιο. Οι εται-

ρικές υποχρεώσεις, η παράβαση των οποίων πα-

ρέχει το δικαίωμα αποκλεισμού του εταίρου,

εφόσον υπάρχει υπαιτιότητα του ως προς την πα-

ράβαση αυτή, είναι δυνατόν να επιβάλλονται από

την εταιρική σύμβαση ή το νόμο (ΑΠ 585/2004 ΔΕΕ

2004.1271, Αντωνόπουλος, Δίκαιο Εμπορικών Εται-

ριών/ Προσωπικές εταιρίες, έκδ. β` 1998, παρ. 20

IV Γ σελ. 114, Μηνούδης, εις Γεωργιάδη - Σταθό-

πουλου, Αστικός Κώδιξ, άρθρο 771 αριθμ. 6 και 7,

Καυκάς, ΕνοχΔικ έκδ. 1982, άρθρο 771 παρ. 4).

Περαιτέρω, το δικαστήριο έχει την εξουσία να δια-

τάξει ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή ρύθ-

μιση της καταστάσεως και ιδίως την απαγόρευση

στον εταίρο, για τον αποκλεισμό του οποίου συν-

τρέχει νόμιμος λόγος, να ασκεί διαχειριστικές πρά-

ξεις για την εταιρία ή να λαμβάνει γνώση της

πορείας των εταιρικών υποθέσεων και βιβλίων, ή

να εισέρχεται και να παραμένει στο κατάστημα της

εταιρίας, ή γενικά να αναμιγνύεται στα εταιρικά

πράγματα (ΜΠΛαρ 2562/2001 Νόμος

2001.451820)…» (ΜΠΘεσ 8320/2009 Αρμ. 2009, σ.

697).

ΣΥΓΚΛΗΣΗ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ

ΕΠΕ ΜΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (άρθρο 11 Ν.

3190/1955)

ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ. α. Υποβολή κατ’ αρχήν έγγρα-

φης αίτησης προς τον ή τους διαχειριστές της εται-

43

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 43

Page 44: asfalistika

ρίας από την μειοψηφία των εταίρων που εκπρο-

σωπεί τουλάχιστον το 1/20 του εταιρικού κεφα-

λαίου β. Παρέλευση είκοσι (20) τουλάχιστον

ημερών από την υποβολή της παραπάνω αίτησης,

χωρίς ο ή οι διαχειριστές να συγκαλέσουν την συ-

νέλευση των εταίρων.

ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: To Μονομελές Πρωτοδι-

κείο της περιφέρειας στην οποία έχει την έδρα της

η εταιρία, το οποίο δικάζει με τη διαδικασία των άρ-

θρων 686 επ. Κ.Πολ.Δ.

ΑΙΤΩΝ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΑΙΤΗΜΑ ΑΙΤΗΣΗΣ:

Αιτών ή αιτούντες είναι αυτοί που εκπροσωπούν το

ένα εικοστό (1/20) του εταιρικού κεφαλαίου. Στην

αίτηση πρέπει να γίνεται αναφορά στην άρνηση των

διαχειριστών να συγκαλέσουν τη συνέλευση των

εταίρων, συνοπτική έκθεση για τα θέματα της ημε-

ρήσιας διάταξης της συνέλευσης και αίτημα για χο-

ρήγηση άδειας από το Δικαστήριο για σύγκληση

της γενικής συνέλευσης από τους αιτούντες εταί-

ρους σύμφωνα με το άρθρο 945 ΚΠολΔ.

ΕΠΙΔΟΣΗ: Όπως ορίσει ο Δικαστής.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΟΣ: Όπως ορίσει ο Δικα-

στής.

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ: Κατά της αποφάσεως που δέχεται

ή απορρίπτει την αίτηση για τη σύγκληση γενικής

συνέλευσης Ε.Π.Ε χωρεί το ένδικο μέσο της έφε-

σης.

ΕΞΟΔΟΣ ΕΤΑΙΡΟΥ ΑΠΟ Ε.Π.Ε.

(άρθρο 33 Ν. 3190/1955)

ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ:

α. Ύπαρξη σπουδαίου λόγου (π.χ δυσμενής πορεία

των εταιρικών υποθέσεων, μη αποδοτικότητα της

επιχείρησης, κακοδιαχείριση και κακοδιοίκηση,

αδυναμία επίτευξης του κατά το καταστατικό εται-

ρικού σκοπού).

β. Η ύπαρξη του σπουδαίου λόγου να αποτελεί το

έσχατο μέσο.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Πρέπει να αποφεύγεται η καταχρη-

στική άσκηση του δικαιώματος εξόδου από τους

εταίρους.

ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Το Μονομελές Πρωτοδι-

κείο της περιφέρειας στην οποία έχει την έδρα της

η εταιρία, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των

686 Κ.Πολ.Δ.

ΑΙΤΩΝ - ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΑΙΤΗΣΗΣ: Αιτών ή αι-

τούντες είναι ο ή οι εταίροι της Ε.Π.Ε, που επιθυ-

μούν την έξοδο τους από την εταιρεία. Στην αίτηση

πρέπει να μνημονεύονται με σαφήνεια οι σημαντι-

κοί λόγοι για τους οποίους ζητεί την έξοδο του

καθώς και προσδιορισμός της αξίας της εταιρικής

του ή εταιρικής τους μερίδας.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ. Η αίτηση στο Μονομε-

λές Πρωτοδικείο Αθηνών κατατίθεται κατά τ’ ανω-

τέρω, στο κτίριο πέντε (5), Γραφείο 101. Στο

Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, κατατίθεται στον

πέμπτο (5ο) όροφο, Γραφείο 514.

ΕΠΙΔΟΣΗ: Η αίτηση επιδίδεται στο νομικό πρό-

σωπο της εταιρείας, όπως νόμιμα εκπροσωπείται

μέσα στην προθεσμία που θα ορίσει ο Δικαστής.

ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Η φύση της

σχετικής απόφασης είναι διαπλαστική και τα απο-

τελέσματα της επέρχονται από της τελεσιδικίας της.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Με την παραπάνω απόφαση προσδιο-

ρίζεται πάντοτε και η αξία της μερίδας του εξερχό-

μενου εταίρου.

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ: Κατά της αποφάσεως που δέχεται

ή απορρίπτει την αίτηση για έξοδο εταίρου από

Ε.Π.Ε χωρεί το ένδικο μέσο της εφέσεως. Έφεση

χωρεί και για το κεφάλαιο της αποφάσεως, που

προσδιόρισε την αξία της εταιρικής μερίδας του ή

των εταίρων (ΟλΑΠ 754/1986, ΕπΕμπΔ 1987, σελ.

74). Η έφεση κατατίθεται στη Γραμματεία του Μο-

νομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Κτίριο 3, 1ος

όροφος, Γραφείο 101), απευθύνεται στο Εφετείο

Αθηνών και προσδιορίζεται στον 5ο όροφο, Γρα-

φείο 115, στην αντίστοιχη θυρίδα. Στο Πρωτοδικείο

Πειραιώς, κατατίθεται στον πέμπτο (5ο) όροφο,

Γραφείο 516.

ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ

ΑΠΟΦΑΣΗΣ, ΠΟΥ ΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ. Επικυ-

ρωμένο αντίγραφο της απόφασης: α. επιδίδεται με

την επιμέλεια του ή των αιτούντων στην καθής εται-

ρεία περιορισμένης ευθύνης β. Μετά την τελεσιδι-

κία της αποφάσεως, η οποία κάνει δεκτή την αίτηση

για την έξοδο εταίρου από Ε.Π.Ε., επικυρωμένο αν-

44

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 44

Page 45: asfalistika

τίγραφο της αποφάσεως προσκομίζεται για θεώ-

ρηση στην αρμόδια ΔΟΥ, στο τ. Ταμείο Προνοίας

Δικηγόρων Αθηνών (εφόσον πρόκειται για εταιρεία

που έχει έδρα την Αθήνα) και στο τ. Ταμείο Νομι-

κών γ. Ακολούθως, η ίδια απόφαση δημοσιεύεται

στα βιβλία εταιρειών του Πρωτοδικείου Αθηνών

(Στο Κτίριο του Ειρηνοδικείου, στο δεύτερο όροφο,

Γραφεία 208 και 209) και δ. περίληψη της στο ΦΕΚ

Ανωνύμων εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης

Ευθύνης. Μαζί με το επικυρωμένο αντίγραφο της

απόφασης που διατάσσει τη έξοδο εταίρου από

Ε.Π.Ε, πρέπει να προσκομίζεται η έκθεση επιδό-

σεως αρμόδιου δικαστικού επιμελητή, που αποδει-

κνύει την επίδοση της, καθώς και πιστοποιητικό,

από το οποίο αποδεικνύεται ότι δεν έχουν ασκηθεί

κατ’ αυτής ένδικα μέσα (Κτίριο τρία (3), Γραφείο

101). Σε περίπτωση άσκησης έφεσης, προσκομίζε-

ται επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης του

Εφετείου, με την οποία είτε απορρίπτεται η έφεση

κατά της απόφασης που εδέχθη την αίτηση για την

έξοδο εταίρου, είτε γίνεται δεκτή η έφεση κατά της

απόφασης που απέρριψε την αίτηση για την έξοδο

εταίρου. Στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, το πιστοποι-

ητικό τελεσιδικίας λαμβάνεται στον πέμπτο (5ο)

όροφο, Γραφείο 516. Η πρωτόδικη ή η εφετειακή

απόφαση, κατά τ’ ανωτέρω αναφερόμενα, κατατί-

θενται στον πέμπτο (5ο) όροφο, Γραφείο 525.

«…Από το συνδυασμό των άρθρων 29 παρ. 1, 4 και

33 παρ. 2 του Ν. 3190/1955 «περί εταιριών περιο-

ρισμένης ευθύνης» και 3 παρ. 2 του ΕισΝΚΠολΔ,

προκύπτει ότι οι διαφορές για την έξοδο του εταί-

ρου από την εταιρία περιορισμένης ευθύνης ένεκα

σπουδαίου λόγου, καθώς και για τον προσδιορισμό

της αξίας της εταιρικής του μερίδας, οι οποίες δι-

κάζονταν από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών κατά την

διαδικασία των άρθρων 634 επ. ΚΠολΔ, από την ει-

σαγωγή του ΚΠολΔ υπάγονται στην καθ` ύλη αρ-

μοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, που

δικάζει κατά την διαδικασία των άρθρων 686 επ.

ΚΠολΔ. Οι διαφορές αυτές δεν είναι ασφαλιστικά

ή προς αυτά εξομοιούμενα ρυθμιστικά μέτρα, ούτε

η παραπομπή στην διαδικασία των ασφαλιστικών

μέτρων, η οποία γίνεται για την ταχύτερη εκδίκαση

τους, μεταβάλλει τη φύση της. Με την απόφαση δη-

λαδή του Μονομελούς Πρωτοδικείου δεν διατάσ-

σεται ασφαλιστικό μέτρο, αλλά τέμνεται οριστικά η

διαφορά. Ετσι στις διαφορές αυτές, δεν έχει εφαρ-

μογή το άρθρο 699 ΚΠολΔ, κατά το οποίο οι απο-

φάσεις που δέχονται ή απορρίπτουν αιτήσεις

ασφαλιστικών μέτρων, δεν προσβάλλονται με κα-

νένα ένδικο μέσο, αλλά οι εκδιδόμενες σε αυτές

αποφάσεις υπόκεινται στα ένδικα μέσα της έφεσης

και της αναίρεσης (βλ. ΑΠ 1675/1995 ΕλλΔνη

38,363, ΕφΑθ 2280/2008 ΔΕΕ 2008,1381)….Κατά

τις διατάξεις του άρθρου 33 του Ν. 3190/1955

«περί εταιριών περιορισμένης ευθύνης», «το κατα-

στατικόν δύναται να περιλαμβάνει διατάξεις περί

δικαιώματος των εταίρων όπως εξέλθωσι της εται-

ρίας ένεκα σπουδαίου λόγου, κατόπιν αποφάσεως

του Προέδρου Πρωτοδικών. Διά της αυτής αποφά-

σεως προσδιορίζεται και η αξία συμμετοχής του

εξερχόμενου εταίρου, κατ` ανάλογον εφαρμογήν

του άρθρου 29 παρ. 1 και 4». Από τις διατάξεις

αυτές συνάγεται ότι, το κατά την παρ. 1 δικαίωμα

του εταίρου να εξέλθει της εταιρίας, ασκείται με μο-

νομερή δήλωση του, που πρέπει να απευθυνθεί

προς την εταιρία, η δε κατά την παρ. 2 αίτηση για

έξοδο του, ένεκα σπουδαίου λόγου στρέφεται κατά

της εταιρίας, δεδομένου ότι αφορά την κατάσταση

της τελευταίας (ΑΠ 1071/1996 ΕΕμπΔ ΜΗ,289,

ΕφΑθ 2280/2008 ό.π.). Περαιτέρω, σπουδαίο λόγο

για την έξοδο εταίρου συνιστά η παράβαση εταιρι-

κών υποχρεώσεων, η μη αποδοτικότητα της επιχει-

ρήσεως, η σοβαρή διαταραχή των προσωπικών και

εταιρικών σχέσεων των εταίρων και οι διαφωνίες

και διενέξεις τους, συνεπαγόμενες αδυναμία συ-

νεργασίας τους για την επίτευξη του εταιρικού σκο-

πού. Για την στοιχειοθέτηση, εξάλλου, του

σπουδαίου λόγου, για την οποία ο νόμος δεν ανα-

φέρει πότε θεωρείται ότι υπάρχει, γίνεται δεκτό ότι,

σε αντίθεση προς τα οριζόμενα με το άρθρο

771ΑΚ, δεν προϋποτίθεται η ύπαρξη υπαιτιότητας

των υπολοίπων εταίρων ή των εκπροσώπων της

εταιρίας, ούτε το αναίτιο του ζητούντος την εκ της

εταιρίας έξοδο, αλλά η υπαιτιότητα του τελευταίου

45

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 45

Page 46: asfalistika

στην δημιουργία τέτοιου λόγου μπορεί, κατά τις πε-

ριστάσεις, να θεμελιώσει ένσταση του άρθρου 281

ΑΚ κατά της άσκησης του σχετικού δικαιώματος

(ΑΠ 1127/1988 ΕλλΔνη 31,328, ΕφΑθ 2280/2008

ό.π.).…» (ΕφΑθ 192/2010 ΔΕΕ 2010, σ.798,

ΝΟΜΟΣ).

ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ Ε.Π.Ε.

(άρθρο 19 Ν. 3190/1955)

(ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΝΤΟΣ)

«…Με το άρθρο 19 του Ν. 3190/1955, όπως η παρ.

1 και 4 αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 28 του Ν.

2339/1995 ορίζονται τα εξής: «1. Η διαχείριση που

έχει ανατεθεί με το καταστατικό σε ένα ή περισσό-

τερους εταίρους για ορισμένο χρόνο μπορεί να

ανακληθεί από το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη

διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739

επ. ΚΠολΔ) για σπουδαίο λόγο, εφόσον ελήφθη για

αυτό καταφατική απόφαση από τη συνέλευση των

εταίρων. Τέτοια απόφαση δεν απαιτείται όταν

υπάρχουν δύο μόνο εταίροι. Σε «περίπτωση επεί-

γοντος αποφασίζει προσωρινά το Μονομελές

Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία του άρθρου 686

επ ΚΠολΔ. Η διαχείριση που έχει ανατεθεί με το

καταστατικό σε εταίρους για χρόνο μη ορισμένο

ανακαλείται με απόφαση της συνέλευσης των εταί-

ρων οποτεδήποτε με την επιφύλαξη της τυχόν

αξιώσεως για αποζημίωση. 2. Ληφθείσης αποφά-

σεως της συνελεύσεως περί ανακλήσεως η κατά

την προηγούμενη παράγραφο αίτησις ανακλήσεως

ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Προέδρου των

Πρωτοδικών δύναται να ασκηθεί υπό παντός εταί-

ρου. 4. Η διαχείριση που έχει ανατεθεί με απόφαση

της συνελεύσεως των εταίρων σε εταίρους ή τρί-

τους μη εταίρους για ορισμένο χρόνο ανακαλείται

με απόφαση της συνελεύσεως των εταίρων οποτε-

δήποτε με την επιφύλαξη της τυχόν αξιώσεως για

αποζημίωση. Εάν οι εταίροι είναι δύο σε περίπτωση

διαφωνίας η διαχείριση μπορεί να ανακληθεί από

το δικαστήριο μόνο για σπουδαίο λόγο χωρίς από-

φαση της συνέλευσης των εταίρων. Σε περίπτωση

επείγοντος αποφασίζει προσωρινά το Μονομελές

Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία του άρθρου 686

επ ΚΠολΔ....». Από την ερμηνεία των ανωτέρω δια-

τάξεων προκύπτουν τα ακόλουθα: Α) οι από το κα-

ταστατικό ορισθέντες διαχειριστές - εταίροι της

ΕΠΕ, αν μεν έχουν οριστεί για ορισμένο χρόνο

ανακαλούνται με τη συνδρομή τριών προϋποθέ-

σεων δηλαδή: 1) απόφαση της συνέλευσης των

εταίρων, η οποία δεν απαιτείται επί διμελούς εται-

ρίας, 2) σπουδαίος λόγος και 3) απόφαση του Μο-

νομελούς Πρωτοδικείου, που δικάζει κατά τη

διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, Β) αν έχουν

οριστεί για αόριστο χρόνο (μη ορισμένο) με από-

φαση της συνέλευσης των εταίρων οποτεδήποτε

και Γ) οι διαχειριστές εταίροι ή τρίτοι, που έχουν

οριστεί με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων

για ορισμένο χρόνο, ανακαλούνται με απόφαση

της συνέλευσης των εταίρων οποτεδήποτε και

μόνο επί διμελούς εταιρίας και διαφωνίας των εταί-

ρων η διαχείριση μπορεί να ανακληθεί από το δι-

καστήριο υπό την προϋπόθεση συνδρομής

σπουδαίου λόγου χωρίς απόφαση της συνέλευσης

των εταίρων. Από όλα όσα προαναφέρθηκαν προ-

κύπτει με σαφήνεια, ότι παρέμβαση του δικαστη-

ρίου για την ανάκληση διαχειριστών ΕΠΕ (μετά την

τροποποίηση του άρθρου 19 Ν. 3190/1955 από το

άρθρο 28 Ν. 2339/1995) απαιτείται σε δύο περι-

πτώσεις: α) στην ανάθεση από το καταστατικό της

διαχείρισης σε εταίρους για ορισμένο χρόνο και β)

στην ανάθεση για ορισμένο

χρόνο με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων

της διαχείρισης διμελούς ΕΠΕ σε εταίρους ή τρί-

τους, εφόσον οι εταίροι διαφωνούν στην ανάκληση

του διαχειριστή και συντρέχει σπουδαίος λόγος.

Δεν προβλέπεται δηλαδή παρέμβαση του δικαστη-

ρίου για την ανάκληση καταστατικών διαχειριστών

διορισμένων για αόριστο χρόνο, τυχόν δε εκδιδό-

μενη δικαστική απόφαση έχει μόνο αναγνωριστικό

χαρακτήρα, δηλαδή αναγνωρίζει την ανάκληση και

εντεύθεν την περάτωση της σχέσεως εταιρία και

διαχειριστή. Από τις προαναφερόμενες διατάξεις

προκύπτει, ότι, ενώ στις ανωτέρω περιπτώσεις (κα-

ταστατικών διαχειριστών ορισμένου χρόνου και

διαχειριστών διορισμένων από τη συνέλευση των

46

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 46

Page 47: asfalistika

εταίρων για ορισμένο χρόνο), ορίζεται, ότι επί διμε-

λούς ΕΠΕ δεν απαιτείται c απόφαση της συνέλευ-

σης των εταίρων, για τους καταστατικούς

διαχειριστές αορίστου χρόνου διμελούς εταιρίας

περιορισμένης ευθύνης δεν ορίζεται ότι δεν απαι-

τείται απόφαση της συνέλευσης των εταίρων στην

περίπτωση, που τίθεται ζήτημα ανάκλησης κατα-

στατικού διαχειριστή. Ο νόμος και στην περίπτωση

αυτή αρκείται και προϋποθέτει μόνο απόφαση της

συνέλευσης των εταίρων, έστω και αν αυτή εκ των

πραγμάτων είναι ανέφικτη. Αν ο νομοθέτης ήθελε

να ρυθμίσει και την περίπτωση αυτή, θα το έκανε

με ρητή διάταξη, όπως το έκανε και στις περιπτώ-

σεις διαχειριστή ορισμένου χρόνου των παρ. 1 (κα-

ταστατικού) και 4 (ορισμένου από τη συνέλευση

εταίρου ή τρίτου). Δικαιολογητικός λόγος για την

εγκατάσταση διαφοροποιημένου καθεστώτος ανά-

κλησης είναι ότι η υπό προϋποθέσεις και κατά συγ-

κεκριμένη διαδικασία ανάκληση των διαχειριστών

- εταίρων, που διορίστηκαν για ορισμένο χρόνο

από το καταστατικό δηλαδή, συνήθως των ιδρυτών

εταίρων, εξασφαλίζει την διαχειριστική τους δράση

καθόλη την προβλεφθείσα ορισμένη διάρκεια (συ-

νήθως καθόλη την διάρκεια της εταιρίας, δηλαδή

από της συστάσεως μέχρι της αναγραφόμενης κα-

ταληκτικής ημερομηνίας) από κάθε μεταγενέστερη

αυθαίρετη ανάκληση. Στην αντίθετη περίπτωση, οι

εταίροι αυτοί πιθανώς να μην προέβαιναν στην

ίδρυση της εταιρίας, εάν γνώριζαν ότι διατρέχουν

τον κίνδυνο της οποτεδήποτε και ελευθέρως προ-

καλούμενης ανάκλησής τους (βλ. εισηγητική έκ-

θεση του νόμου). Σε κάθε άλλη περίπτωση

ανάκλησης διαχειριστών τέτοιος εξασφαλιστικός

της διάρκειας λόγος δεν συντρέχει, διότι είτε ο διο-

ρισμός έχει γίνει μεταγενεστέρως με απόφαση της

συνέλευσης των εταίρων, είτε η διαχείριση έχει

ανατεθεί στους διαχειριστές για αόριστο χρόνο είτε

τέλος, η ανάθεση της διαχειρίσεως έχει γίνει σε

τρίτο μη εταίρο. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του

άρθρου 69 ΑΚ, που έχει εφαρμογή και στις εμπο-

ρικές εταιρίες, όπως η ΕΠΕ (άρθρο 3 παρ. 1 Ν.

3190/1955) το Δικαστήριο μόνο σε δύο περιπτώ-

σεις διορίζει προσωρινή διοίκηση του νομικού προ-

σώπου και συγκεκριμένα όταν λείπουν τα πρόσωπα

που απαιτούνται για τη διοίκησή του, τούτο δε συμ-

βαίνει σε περίπτωση θανάτου, βαριάς ασθένειας,

μακράς απουσίας, απαγόρευσης, ανάκλησης, έκ-

πτωσης λήξης της θητείας, μονίμων διαφωνιών με-

ταξύ των διοικούντων και εντεύθεν αδυναμίας

λήψης απόφασης κλπ, καθώς και όταν τα συμφέ-

ροντα των προσώπων της διοίκησης συγκρούονται

προς εκείνα του νομικού προσώπου, όπως συμβαί-

νει στις περιπτώσεις που αναφέρει το άρθρο 66 ΑΚ

και επί αυτοσύμβασης (άρθρο 235 ΑΚ). Και ναι μεν

υποστηρίζεται η άποψη ότι η περίπτωση δικαστικού

διορισμού προσωρινών διαχειριστών ΕΠΕ υπάρχει

μόνο επί συγκρούσεως συμφερόντων, ενώ επί ελ-

λείψεως διαχειριστών τίθεται σε εφαρμογή η νό-

μιμη διαδικασία του άρθρου 16 του Ν. 3190/1955,

δηλαδή η διαχείριση θα ασκείται από όλους τους

εταίρους συλλογικώς, τούτο όμως θα μπορούσε να

γίνει δεκτό όταν δεν υπάρχουν εντελώς διαχειρι-

στές (θάνατος, παραίτηση) όχι και όταν υπάρχουν

μεν, αλλά συντρέχει περίπτωση αδυναμίας νομί-

μως ή πραγματικής για την άσκηση των καθηκόν-

των τους. Οπωσδήποτε πάντως θα πρέπει να γίνει

δεκτό, ότι η διάταξη του άρθρου 16 του Ν.

3190/1955 λειτουργεί «εάν δεν συνεφωνήθη

άλλως» και έτσι σε περίπτωση ύπαρξης σχετικής

συμφωνίας και αδυναμίας για οποιοδήποτε λόγο

λειτουργίας αυτής θα πρέπει να λάβει χώρα διορι-

σμός προσωρινών διαχειριστών κατά το άρθρο 69

ΑΚ και δεν θα λειτουργήσει το άρθρο 16. Προκει-

μένου όμως το δικαστήριο να διορίσει κατά το

άρθρο 69 ΑΚ προσωρινή διοίκηση ΕΠΕ απαιτείται

ως προϋπόθεση η προηγούμενη καταφατική από-

φαση της συνέλευσης των εταίρων, διότι ο νομο-

θέτης θέλησε να μην αγνοείται η γνώμη των

εταίρων. Βέβαια, κατά τη διάταξη του άρθρου 786

παρ. 3 ΚΠολΔ «το δικαστήριο μπορεί με αίτηση

όποιου έχει έννομο συμφέρον να αντικαταστήσει

την προσωρινή διοίκηση ή τους εκκαθαριστές για

σπουδαίους λόγους» και με τη διάταξη αυτή συμ-

πληρώνεται η διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ με τη θέ-

σπιση ουσιαστικού κανόνα ως προς την

αντικατάσταση της προσωρινής διοίκησης, πλην

47

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 47

Page 48: asfalistika

όμως δεν εθίγησαν οι υπάρχουσες διατάξεις του

Ν. 3190/1955, διότι, όπως από τη διατύπωση της

παρ. 1 του άρθρου 786 ΚΠολΔ, κατά την οποία

«όταν ζητείται κατά νόμο να διοριστούν ...», προκύ-

πτει, η δικαστική επέμβαση εκδηλώνεται όταν κατά

το ουσιαστικό δίκαιο προβλέπεται τέτοια επέμβαση.

Ετσι, ενόψει και της διάταξης του άρθρου 19 του

Ν. 3190/1955, για να διοριστούν από το δικαστήριο

προσωρινοί διαχειριστές, θα πρέπει να έχει προ-

ηγηθεί ανάκλησή των, δια του καταστατικού της

ΕΠΕ ή κατόπιν απόφασης των εταίρων, ήδη διορι-

σθέντων, κατά τις αναφερόμενες στο άρθρο 19

του Ν. 3190/1955 διακρίσεις…» (ΑΠ 294/2009 Αρμ.

2010, σ. 862, ΝΟΜΟΣ).

ΑΙΤΗΣΗ ΕΠΙΔΕΙΞΗΣ ΕΓΓΡΑΦΩΝ

(άρθρο 902 Α.Κ)

ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Το Μονομελές Πρωτοδι-

κείο στην περιφέρεια του οποίου ευρίσκεται η κα-

τοικία του κατόχου (καθού ή αίτηση) ή το προς

επίδειξη έγγραφο. Η αίτηση κατατίθεται κατά τ’

ανωτέρω. Δικαίωμα για την υποβολή της αίτησης

έχει καθένας που έχει έννομο συμφέρον να λάβει

γνώση εγγράφου, το οποίο ευρίσκεται στην κατοχή

άλλου, εάν το έγγραφο αυτό έχει συνταχθεί προς

το συμφέρον του αιτούντος ή πιστοποιεί έννομη

σχέση, που αφορά και αυτόν ή σχετίζεται με δια-

πραγματεύσεις, οι οποίες έχουν διεξαχθεί για μία

τέτοια έννομη σχέση είτε με αυτόν είτε με άλλον

προς το συμφέρον του. Απαραίτητη προϋπόθεση

είναι ο κάτοχος του εγγράφου ν’ αρνείται την επί-

δειξη του ή την παροχή αντιγράφου του. Έχει κρι-

θεί ότι έννομο συμφέρον έχουν (ενδεικτικά): Ο

μέτοχος ανωνύμου εταιρείας και ο εταίρος Ε.Π.Ε

για τα έγγραφα των εταιρειών. Ο συνιδιοκτήτης

από τον διαχειριστή πολυκατοικίας για τη λήψη αν-

τιγράφων των πρακτικών της γενικής συνέλευσης

των συνιδιοκτητών. Ο αφανής εταίρος για έγ-

γραφα που αφορούν τη λειτουργία της αφανούς

εταιρείας κ.λ.π. Η αίτηση, εκτός των άλλων, πρέπει

ν’ αναγράφει ότι ο καθού είναι κάτοχος των εγγρά-

φων κατά το χρόνο της δίκης και αρνείται την επί-

δειξή τους (ΑΠ 1701/2007) καθώς επίσης και τα

πλήρη στοιχεία των προς επίδειξη εγγράφων, προ-

κειμένου να κριθεί εάν αυτά είναι ουσιώδη για την

απόδειξη των ισχυρισμών του αιτούντος, άλλως

απορρίπτεται ως αόριστη. Έχει κριθεί ότι όταν η αί-

τηση αφορά την επίδειξη εμπορικών βιβλίων

(άρθρα 14-17 του ΕμπΝ), πρέπει να αναφέρονται

ειδικά τα εμπορικά βιβλία που αφορά, να προσδιο-

ρίζει με οποιοδήποτε τρόπο το σημείο τους, το

οποίο είναι χρήσιμο για την απόδειξη των ισχυρι-

σμών του αιτούντος και να εκθέτει το περιεχόμενο

του τμήματος αυτού καθώς και να αναφέρεται η

συγκεκριμένη σελίδα τους (ΑΠ 508/1993, ΕλΔνη

35.1299, ΕφΘεσ 1150/2001, αδημοσ., ΕφΘεσ

5720/1996, ΕλΔνη 38, 892, ΕφΑθ 1741/1994,

ΕλΔνη 36, 1261, ΕφΑθ 14698/1988 ΕλΔνη 36.1261,

ΕφΑθ 11203/1986, ΕλΔνη 11203/1986, ΕλΔνη

29.141). Σύμφωνα με τα άρθρα 450, 451, 452

Κ.Πολ.Δ, το αίτημα επίδειξης εγγράφων μπορεί να

υποβληθεί και στα πλαίσια εκκρεμούς δίκης, με την

άσκηση παρεμπίπτουσας αγωγής ή και με τις κα-

τατεθείσες προτάσεις. Στην περίπτωση που ζητείται

η επίδειξη εγγράφων με την κατάθεση προτάσεων,

το σχετικό αίτημα πρέπει να αναπτυχθεί και προ-

φορικά κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση της

υπόθεσης, ώστε να καταχωρηθεί στα πρακτικά της

δίκης. Η εκτέλεση της απόφασης γίνεται σύμφωνα

με τα άρθρα 452 παρ. 1, 941, 945, 946 Κ.Πολ,Δ.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Όταν ο καθού η αίτηση είναι νομικό

πρόσωπο (εταιρεία, σωματείο κ.λ,π), αυτή πρέπει

να στρέφεται και κατά του νομίμου εκπροσώπου

του (διαχειριστή, προέδρου, διευθύνοντος συμ-

βούλου), προκειμένου ν’ απειληθούν εναντίον του

οι ποινές που ο νόμος προβλέπει (χρηματική ποινή,

προσωπική κράτηση), ώστε να είναι περισσότερο

ευχερής και αποτελεσματική η εκτέλεση της απο-

φάσεως.

ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ – ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

«…Οι διατάξεις των άρθρων 901, 902 και 903 ΑΚ

ρυθμίζουν την επίδειξη πραγμάτων και εγγράφων

και καθορίζουν τους όρους με τους οποίους μπο-

ρεί να ζητηθεί και να πραγματοποιηθεί η επίδειξη

αυτή. Τα ζητήματα για την επίδειξη εγγράφων και

την χορήγηση αντιγράφων ρυθμίζουν και τα άρθρα

48

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 48

Page 49: asfalistika

450 επ. ΚΠολΔ αλλά και τα άρθρα 14-17 ΕΝ όπως

και ο Οργανισμός Δικαστηρίων. Βεβαίως, βασικό

δικονομικό αξίωμα είναι ότι κανείς δεν υποχρεού-

ται να δίνει στον αντίδικο του αποδεικτικά στοιχεία

για να τα χρησιμοποιήσει εναντίον του, πλην όμως

σε ορισμένες περιπτώσεις που προβλέπονται από

τις παραπάνω διατάξεις τόσον ο διάδικος όσον και

ο τρίτος υποχρεούνται να επιδείξουν έγγραφα τα

οποία κατέχουν, ακριβώς γιατί από αυτά μπορεί να

εξαρτηθεί η ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Εξάλ-

λου, οι διατάξεις του άρθρου 902 ΑΚ έχουν εφαρ-

μογή όταν δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη στην οποία

θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ειδικά το ζητού-

μενο έγγραφο, ενώ οι διατάξεις των άρθρων 450

επ. ΚΠολΔ ρυθμίζουν αποκλειστικώς την υποχρέ-

ωση των διαδίκων ή των τρίτων προς επίδειξη εγ-

γράφου κατά την διάρκεια εκκρεμούς δίκης, στην

οποία το επιδεικτέο έγγραφο πρόκειται να χρησι-

μοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο (ΕφΘεσ

1939/1998 ΕλλΔνη 40 (1999) 382, ΕφΘεσ

1783/1993 Αρμ ΜΗ 590, ΕφΑθ 16072/1988

ΕλλΔνη 34 (1993) 1366, ΕφΑθ 10381/1988 ΝοΒ

37.747). Κατά τις διατάξεις του άρθρου 902 ΑΚ,

όποιος έχει έννομο συμφέρον να πληροφορηθεί

το περιεχόμενο ενός εγγράφου που βρίσκεται στην

κατοχή άλλου έχει δικαίωμα να απαιτήσει την επί-

δειξη ή και αντίγραφο του, εάν το έγγραφο συντάχ-

θηκε για το συμφέρον αυτού που το ζητεί ή

πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και αυτόν ή

σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά

με τέτοια έννομη σχέση είτε απευθείας από τον ίδιο

είτε για το συμφέρον του, με την μεσολάβηση τρί-

των. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι

προϋπόθεση της δημιουργίας αξιώσεως για την

επίδειξη εγγράφου είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέ-

ροντος αυτού που ζητά την επίδειξη. Οι περιπτώ-

σεις εννόμου συμφέροντος για την επίδειξη

εγγράφου ή για την χορήγηση αντιγράφου, εξειδι-

κεύονται στην ανωτέρω διάταξη (902 ΑΚ) και ανα-

φέρονται σ’ αυτήν περιοριστικώς (ΕφΑθ

10381/1988 ΝοΒ 37.747, ΕφΑθ 1090/1981 Αρμ

1981 479, ΕφΠατρ 102/1964 ΝοΒ 14.1089, Γεωρ-

γιάδης-Σταθόπουλος, Αστικός Κώδιξ (IV) σελ. 552

επ.). Περαιτέρω γίνεται παγίως δεκτό ότι για το ορι-

σμένο της αγωγής ή της αιτήσεως προς επίδειξη

εγγράφων ο αιτών την επίδειξη πρέπει να προσδιο-

ρίζει ειδικώς και να περιγράφει επακριβώς τα έγ-

γραφα των οποίων ζητά την επίδειξη και να

αναφέρει το περιεχόμενο τους (ΑΠ 1341/2000

ΕλλΔνη 43 (2002) 406). Ο προσδιορισμός του επι-

δεικτέου εγγράφου με την ανωτέρω έννοια είναι

αναγκαίος, για να είναι δυνατόν να κριθεί εάν το

έγγραφο αυτό είναι ουσιώδες με την έννοια ότι

μπορεί να χρησιμεύει για την απόδειξη των ισχυρι-

σμών του αιτούντος την επίδειξη, γιατί μόνον έτσι

παρέχεται στον εναγόμενον η ευχέρεια να δώσει

εξηγήσεις για την κατοχή του εγγράφου και να

αμυνθεί και σε περίπτωση αμφισβητήσεως της κα-

τοχής εκ μέρους του εναγομένου μπορεί το δικα-

στήριο να διατάξει σχετικές αποδείξεις αλλά και

γιατί με τον τρόπον αυτόν γίνεται εφικτός ο προσ-

διορισμός του εγγράφου στο διατακτικό της απο-

φάσεως που είναι αναγκαίο και απαραίτητο για την

εκτέλεση της. Όμως, ως περιγραφή του εγγράφου

ικανή για το ορισμένο της αιτήσεως επιδείξεως

πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη με την οποία εξατο-

μικεύεται το έγγραφο χωρίς να είναι απαραίτητος

και ο ειδικότερος προσδιορισμός του περιεχομέ-

νου του, αλλά και όταν το αιτούμενο έγγραφο πε-

ριγράφεται με τρόπο που επιδέχεται εξειδίκευση

και εξατομίκευση και υπάρχει αντικειμενική αδυνα-

μία του αιτούντος να το προσδιορίσει εκ των προ-

τέρων επακριβώς, γιατί διαφορετικά η άσκηση της

σχετικής αξιώσεως πολλές φορές θα δυσχεραίνε-

ται υπερβολικώς (ΑΠ 209/1994 ΕΕΝ 1995.195, ΑΠ

508/1993 ΕλλΔνη 35 (1994) 1299,ΕφΘεσ

1150/2001 ΕλλΔνη 44 (2003) 520, ΕφΑθ 1741/1994

ΕλλΔνη 36 (1995) 1261, ΕφΑθ 14698/1988 ΕλλΔνη

34 (1993) 1366, Μανιτάκης, Το συνταγματικό δι-

καίωμα απόδειξης και το αίτημα επίδειξης εγγρά-

φου, ΕλλΔνη 44 (2003) 365). Περαιτέρω, η επίδειξη

εγγράφου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 902

ΑΚ μπορεί να ζητηθεί με αγωγή ή και με ανταγωγή,

εφ` όσον βέβαια συντρέχουν οι προϋποθέσεις πα-

ραδεκτού της τελευταίας που καθορίζονται στο

άρθρο 268 ΚΠολΔ, αλλά μπορεί να επιδιωχθεί και

49

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 49

Page 50: asfalistika

με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, μόνον

όμως όταν συντρέχει επείγουσα περίπτωση ή επι-

κείμενος κίνδυνος και η άποψη αυτή στηρίζεται στις

διατάξεις του άρθρου 731 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι το

δικαστήριο δικαιούται να διατάζει ως ασφαλιστικό

μιέτρο την ενέργεια, παράλειψη ή ανοχή ορισμένης

πράξεως από εκείνον κατά του οποίου στρέφεται

η αίτηση (ΜΠρΘεσ 24434/2001 Αρμ 2002 1186,

ΜΠΘεσ 7106/1994 Αρμ ΜΗ 668, ΜΠΘεσ

4926/2003 Αρμ 2004.1315, ΜΠΑθ 10575/1985

ΕλλΔνη 26. 1418, ΜΠΑθ 17453/1983 ΕλλΔνη

25.1227, ΜΠΠ 1209/2005, Γεωργιάδης-Σταθόπου-

λος, ένθ` ανωτ. σελ. 562, Τζίφρας, Ασφαλιστικά

μέτρα κατά τον ΚΠολΔ (1980) σελ. 321)…» (ΜΠΚα-

βάλας 738/2007 ΕπισΕμπΔικ 2007, σ. 935,

ΝΟΜΟΣ). «..Η επίδειξη εγγράφου με βάση το αρθ.

902 Κ.Πολ.Δ. μπορεί να ζητηθεί με αγωγή ή και με

ανταγωγή, εφόσον βέβαια συντρέχουν οι προϋπο-

θέσεις παραδεκτού της τελευταίας, που καθορί-

ζονται στο άρθρο 268 ΚΠολΔ. Η επίδειξη

εγγράφων ή η χορήγηση αντιγράφων μπορεί να

επιδιωχθεί και με ασφαλιστικό μέτρο, εφόσον συν-

τρέχει επείγουσα περίπτωση ή επικείμενος κίνδυ-

νος (βλ. ΜΠΘεσ 23434/2001 Αρμ 2002.1186,

ΜΠΘεσ. 7106/1994 Αρμ. ΜΗ΄, 668, ΜΠΑθ

10575/1985 ΕλΔ 26.1418, ΜΠΑθ 17453/1983 ΕλΔ

25.1227, Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, Ειδ. Ενοχ.,

άρθρ. 902, παρ. 2, σελ. 628, Τζίφρα, Ασφ.Μέτρα,

εκδ. 3η, σελ. 321, Κρουσταλάκη Δ 21). Η άποψη

αυτή στηρίζεται στο αρ. 731 ΚΠολΔ…» (ΜΠΣπάρ

1209/2005 ΕλλΔνη 2006, σ. 942).

Διευκρινίζεται ότι η υποβολή αίτησης σύμφωνα με

τα άρθρα 902 -903 ΑΚ προϋποθέτει τη μη ύπαρξη

εκκρεμούς δίκης στην οποία θα ήταν δυνατή η

χρήση του ζητούμενου εγγράφου διότι στην περί-

πτωση αυτή τυγχάνουν εφαρμοστέες οι διατάξεις

των άρθρων 450 επ. ΚΠολΔ.

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΘΕΣΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ

Ή ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΣΕ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

(αρθρ. 1034 επ. Κ.Πολ.Δ)

Κατ’ άρθρο 1034 Κ.Πολ.Δ ο δανειστής, προκειμέ-

νου να ικανοποιήσει χρηματική του αξίωση, μπορεί

να επιβάλλει αναγκαστική διαχείριση είτε σε ακί-

νητο είτε σε επιχείρηση του οφειλέτη. Η αίτηση κα-

τατίθεται κατά τ’ ανωτέρω και τηρούνται οι σχετικές

με το πινάκιο διατάξεις του άρθρου 226 Κ.Πολ.Δ.

Το σημείωμα κατατίθεται στην έδρα ή μέσα στην

προθεσμία που θα ορίσει ο Δικαστής. Απαραίτητη

προϋπόθεση είναι ο δανειστής να έχει εκτελεστό

τίτλο και να έχει επιδώσει στον οφειλέτη επικυρω-

μένο αντίγραφο από πρώτο απόγραφο εκτελεστό

της απόφασης που του επιδικάζει την χρηματική

αξίωση με επιταγή προς πληρωμή. Η αναγκαστική

διαχείριση αποτελεί μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης

για την ικανοποίηση του δανειστή. Η σχετική δίκη

αποτελεί δίκη περί την εκτέλεση και έχει εφαρμογή

το άρθρο 937 Κ.Πολ.Δ (παρέμβαση - ένδικα μέσα).

Έτσι, έχει δικαίωμα να παρέμβει κάθε δανειστής

εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, δεν

επιτρέπεται ανακοπή ερημοδικίας ούτε στο πρωτο-

βάθμιο ούτε και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο και

η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων δεν

αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.

ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 1035

Κ.Πολ.Δ, αναγκαστική διαχείριση δεν επιβάλλεται

για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

Αν το δικαστήριο κρίνει ότι από τα εισοδήματα του

ακινήτου ή της επιχείρησης δεν μπορεί να ικανο-

ποιηθεί μέσα σε λογικό διάστημα η απαίτηση του

δανειστή.

Αν το δικαστήριο κρίνει ότι το ποσό της απαίτησης

δεν δικαιολογεί να τεθεί το ακίνητο ή η επιχείρηση

σε αναγκαστική διαχείριση.

Αν πρόκειται για μικρή επιχείρηση ή ακίνητο μικρής

αξίας και το δικαστήριο κρίνει ότι θα ήταν ασύμ-

φορη η αναγκαστική διαχείριση και

Αν πρόκειται για επιχείρηση και το δικαστήριο κρί-

νει ότι συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι για να μην τεθεί

η επιχείρηση σε αναγκαστική διαχείριση.

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ. Κατά της απόφασης που διατάσσει

την αναγκαστική διαχείριση ή απορρίπτει την αί-

τηση για αναγκαστική διαχείριση προβλέπεται η

άσκηση εφέσεως προ πάσης επιδόσεως και μέσα

σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επί-

50

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 50

Page 51: asfalistika

δοση της απόφασης. Η έφεση κατατίθεται στη

Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου, που

εξέδωσε την απόφαση. Απευθύνεται στο αρμόδιο

Εφετείο. Κατά της εφετειακής αποφάσεως επιτρέ-

πεται η άσκηση αναιρέσεως, μέσα στην προθεσμία

που ορίζεται στο άρθρο 937 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ. Σύμφωνα με τις δια-

τάξεις του άρθρου 1034 παρ. 3 εδ. β, προβλέπεται

η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης που διατάσ-

σει αναγκαστική διαχείριση, εφαρμοζομένου του

άρθρου 912 Κ.Πολ.Δ. Απαραίτητη προϋπόθεση

είναι η νομότυπη άσκηση εφέσεως. Η αίτηση κατα-

τίθεται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέ-

δωσε την απόφαση (Μονομελές Πρωτοδικείο) και

ακολουθείται η συνήθης διαδικασία για την ανα-

στολή εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, που ανα-

φέρεται ανωτέρω.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ. Σε περίπτωση αποδοχής της

αίτησης για αναγκαστική διαχείριση ακινήτου ή επι-

χείρησης διορίζεται και αναγκαστικός διαχειριστής,

ο οποίος επιλέγεται από το Δικαστήριο. Ο αιτών δι-

καιούται να προτείνει συγκεκριμένο πρόσωπο για

τα καθήκοντα του διαχειριστή. Η διαχείριση δεν

έχει χρονική διάρκεια, αφού δεν μπορεί να καθο-

ρισθεί εκ των προτέρων ο χρόνος που απαιτείται

για την πραγμάτωση του σκοπού της.

Η επιβολή της αναγκαστικής διαχείρισης γίνεται με

επίδοση στον οφειλέτη (καθού η εκτέλεση) επικυ-

ρωμένου αντιγράφου της απόφασης που την δια-

τάσσει.

Κατ’ άρθρο 1036 Κ.Πολ.Δ, με επιμέλεια του δανει-

στή η απόφαση που διατάσσει την αναγκαστική

διαχείριση εγγράφεται, εάν μεν αφορά ακίνητο,

στα βιβλία κατασχέσεων του Υποθηκοφυλακείου

της περιφέρειας όπου ευρίσκεται το ακίνητο, εάν

δε αφορά επιχείρηση, σε ειδικό βιβλίο που το τηρεί

η γραμματεία του Πρωτοδικείου στην περιφέρεια

του οποίου ευρίσκεται η έδρα της υπό αναγκαστι-

κής διαχείρισης τεθείσας επιχείρησης (Πρωτοδι-

κείο Αθηνών, Κτίριο 5 Γραφείο 101, Πρωτοδικείο

Πειραιώς, 5ος όροφος, Γραφείο 514). Η εγγραφή

της αναγκαστικής διαχείρισης δεν εμποδίζει τη

διάθεση του ακινήτου ή της επιχείρησης, πλην

όμως η αναγκαστική διαχείριση εξακολουθεί να

υφίσταται και μετά τη διάθεση. Αν κατασχέθηκαν

το ακίνητο ή τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρη-

σης, παύει η αναγκαστική διαχείριση. Το ίδιο συμ-

βαίνει και στην περίπτωση που ο οφειλέτης

κηρυχθεί σε πτώχευση. Και στις δύο αυτές περι-

πτώσεις μπορεί να ζητηθεί η εξάλειψη της εγγρα-

φής της (άρθρο 1036 παρ. 3, εδ. 3 Κ.Πολ.Δ). Με

την απόφαση που διατάσσει την αναγκαστική δια-

χείριση, διορίζεται και διαχειριστής του ακινήτου ή

της επιχείρησης. Ο διαχειριστής πρέπει να είναι

πρόσωπο κατάλληλο και προτιμώνται όσοι ασκούν

το ίδιο ή συναφές επάγγελμα ή έχουν τις απαιτού-

μενες γνώσεις ή πείρα. Διαχειριστής μπορεί να

διοριστεί και ο οφειλέτης, αν το δικαστήριο κρίνει

ότι αυτό συμφέρει στην εκμετάλλευση του ακινή-

του ή τη λειτουργία της επιχείρησης. Στην περί-

πτωση αυτή διορίζεται συνάμα και επόπτης του

διαχειριστή. Διαχειριστής μπορεί να διοριστεί και

ένας από τους δανειστές. Αν ένας αξιόχρεος δα-

νειστής προτείνει για διαχειριστή ή επόπτη ορι-

σμένο πρόσωπο και δηλώνει ταυτόχρονα ότι

αναλαμβάνει την ευθύνη για τις πράξεις ή τις πα-

ραλείψεις του, προτιμάται το πρόσωπο που αυτός

προτείνει, κατά τη κρίση του δικαστηρίου. Τόσο ο

διαχειριστής όσο και ο επόπτης, που διορίστηκαν

οφείλουν μέσα σε προθεσμία οκτώ (8) ημερών

αφότου τους επιδοθεί η απόφαση να δηλώσουν

στον αιτηθέντα την αναγκαστική διαχείριση εάν δέ-

χονται το διορισμό τους, αλλιώς θεωρείται ότι τον

αποποιήθηκαν (άρθρο 1037 παρ. 4 ΚΠολΔ). Όπως

προελέχθη, η απόφαση που διατάσσει την αναγ-

καστική διαχείριση κοινοποιείται με επιμέλεια του

δανειστή που την ζήτησε στον οφειλέτη, στον δια-

χειριστή, στον τυχόν επόπτη που διορίστηκε και

στους ενυπόθηκους δανειστές. Αν ο οφειλέτης

αρνηθεί να συμμορφωθεί με την απόφαση, αυτή

εκτελείται κατά τις διατάξεις του άρθρου 947

ΚΠολΔ. Αφότου η περί αναγκαστικής διαχείρισης

απόφαση κοινοποιηθεί στον οφειλέτη, αυτός στε-

ρείται της διαχείρισης του ακινήτου ή της επιχεί-

ρησης. Ώσπου να αναλάβει τα καθήκοντα του ο

διαχειριστής, καθήκοντα διαχειριστή, ασκεί προ-

51

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 51

Page 52: asfalistika

σωρινά ο οφειλέτης και έχει την υποχρέωση να λο-

γοδοτήσει στο διαχειριστή. Σε περίπτωση που στο

ακίνητο ή στα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρη-

σης επιβληθεί συντηρητική ή αναγκαστική κατά-

σχεση, μεσεγγυούχος είναι ο διαχειριστής (άρθρο

1038 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ). Ο διαχειριστής ενεργεί όλες

τις πράξεις που είναι ενδεδειγμένες για την τακτική

και επωφελή οικονομική εκμετάλλευση του ακινή-

του ή της επιχείρησης και οφείλει να διατηρεί το

ακίνητο ή την επιχείρηση σε καλή κατάσταση και

να αποφεύγει πράξεις που βλάπτουν την οικονο-

μική τους κατάσταση. Ο διαχειριστής, μόλις ανα-

λάβει τα καθήκοντα του, ειδοποιεί με έγγραφο

τους οφειλέτες εκείνου κατά του οποίου έχει επι-

βληθεί η αναγκαστική διαχείριση και εκείνους που

συναλλάσσονται με την επιχείρηση, ότι ανέλαβε τη

διαχείριση του ακινήτου ή της επιχείρησης και πρέ-

πει σ’ αυτόν να καταβάλουν στο εξής τις οφειλές

τους και μαζί του να συναλλάσσονται. Ο διαχειρι-

στής ενεργεί κάθε δικαιοπραξία ή πράξη για να πε-

τύχει ο σκοπός της διαχείρισης και έχει το

δικαίωμα, για να συνεχιστούν οι εργασίες της επι-

χείρησης ή της εκμετάλλευσης του ακινήτου, να

συνάπτει δάνεια και να παρέχει ενέχυρο στις πρώ-

τες ύλες στα προϊόντα της επιχείρησης. Για κάθε

έννομη σχέση, που αφορά τη διαχείριση, και αν

ακόμη η σχέση αυτή γεννήθηκε πριν από τη δια-

χείριση, στο δικαστήριο παρίσταται ο διαχειριστής.

Οι διατάξεις των άρθρων 997 Α.Κ (προστασία κα-

τόχου) και 956 παρ. 6 Κ.Πολ.Δ εφαρμόζονται και

σ’ αυτή την περίπτωση. Ο διαχειριστής δεν μπορεί

χωρίς την άδεια του αρμόδιου Μονομελούς Πρω-

τοδικείου, η οποία παρέχεται δικάζοντας κατά τη

διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (686 επ

Κ.Πολ.Δ), να καταρτίζει δικαιοπραξίες με διάρκεια

μεγαλύτερη του ενός έτους (άρθρο 1039 παρ. 4

Κ.Πολ.Δ). Το Μονομελές Πρωτοδικείο, δικάζοντας

κατά την ίδια διαδικασία των ασφαλιστικών μέ-

τρων, ορίζει τη μηνιαία αποζημίωση του διαχειρι-

στή και του επόπτη (άρθρο 1041 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ).

Αν ο οφειλέτης δεν έχει τα μέσα για τη διατροφή

του, το Μονομελές Πρωτοδικείο, δικάζοντας κατά

την ίδια διαδικασία, ορίζει ένα χρηματικό ποσό που

πρέπει να του καταβάλλεται μηνιαίως για τα απα-

ραίτητα έξοδα της διατροφής του και τα έξοδα της

οικογενείας του (άρθρο 1041 παρ. 2 εδ. 1

Κ.Πολ.Δ). Αν ο οφειλέτης κατοικεί μέσα στο ακί-

νητο, έχει το δικαίωμα να συνεχίσει να κατοικεί

εκεί και μετά την επιβολή της αναγκαστικής διαχεί-

ρισης (άρθρο 1041 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ). Όμως, στην

περίπτωση που διαχειριστής έχει οριστεί ο οφειλέ-

της, δεν δικαιούται μηνιαίας αποζημίωσης (άρθρο

1041 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ). Ο διαχειριστής από τους

καρπούς και τα εισοδήματα του ακινήτου ή της επι-

χείρησης καταβάλλει τις αποδοχές του προσωπι-

κού, τους τακτικούς φόρους και τις εισφορές σε

ασφαλιστικούς οργανισμούς που γίνονται απαιτη-

τοί αφότου αρχίσει η αναγκαστική διαχείριση, εξο-

φλεί τα δάνεια που πήρε και γενικά καταβάλλει

όλα τα έξοδα που χρειάζονται για την εκμετάλ-

λευση του ακινήτου ή τη λειτουργία της επιχείρη-

σης (άρθρο 1042 Κ.Πολ.Δ). Το υπόλοιπο που

απομένει, αφού αφαιρεθούν τα ανωτέρω κατα-

βλητέα έξοδα, ο δανειστής το καταβάλλει στο δα-

νειστή μέχρις ότου ικανοποιηθεί η απαίτηση του

(άρθρο 1043 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ). Αν υπάρχουν και

άλλοι δανειστές εκτός από εκείνον που ζήτησε την

αναγκαστική διαχείριση, αναγγέλλονται με έγ-

γραφη δήλωση, η οποία επιδίδεται στον διαχειρι-

στή και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η

εκτέλεση (οφειλέτη) (άρθρο 1043 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ).

Αν αναγγέλθηκαν δανειστές, ο διαχειριστής κάθε

τρίμηνο συντάσσει πίνακα διανομής και με βάση

αυτόν πληρώνει εκείνον που ζήτησε την αναγκα-

στική διαχείριση και τους δανειστές που αναγγέλ-

θηκαν. Η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα

διανομής γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρ-

θρων 975, 976, 977 και 1007 Κ.Πολ.Δ. Για την κα-

τάταξη των απαιτήσεων του άρθρου 975 Κ.Πολ.Δ

(γενικά προνόμια), αντί της ημέρας του πλειστηρια-

σμού λαμβάνεται υπόψη η ημέρα κατά την οποία

άρχισε η αναγκαστική διαχείριση (άρθρο 1043

παρ. 3 Κ.Πολ.Δ). Μέσα σε δέκα (10) ημέρες αφό-

του συνταχθεί ο πίνακας διανομής ο διαχειριστής

καλεί εγγράφως τον οφειλέτη και τους δανειστές

προκειμένου να λάβουν γνώση του πίνακα (άρθρο

52

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 52

Page 53: asfalistika

1043 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ). Κατά της αναγγελίας δανει-

στή, καθώς και κατά του πίνακα διανομής, ο οφει-

λέτης και κάθε δανειστής, ο οποίος έχει

αναγγελθεί μπορεί, μέσα σε δέκα (10) ημέρες

αφότου περάσει η προθεσμία του άρθρου 1043

παρ. 4 να ασκήσει αντιρρήσεις στο αρμόδιο, κατ’

άρθρο 933 ΚΠολΔ δικαστήριο. Η άσκηση αντιρρή-

σεων κατά αναγγελίας ή κατά του πίνακα διανο-

μής, αναστέλλει την καταβολή στο δανειστή κατά

του οποίου στρέφονται οι αντιρρήσεις, μέχρις

ότου γίνει τελεσίδικη η απόφαση του δικαστηρίου.

Σε περίπτωση που παρέλθει η προθεσμία της παρ.

1 του άρθρου 1044 ΚΠολΔ και δεν ασκηθούν αν-

τιρρήσεις ο διαχειριστής καταβάλλει στους δανει-

στές με βάση τον πίνακα διανομής (άρθρο παρ.

1,2 ΚΠολΔ). Ο διαχειριστής οφείλει να υποβάλλει

κάθε έτος, καθώς και όταν περατωθεί η διαχεί-

ριση, έγγραφη λογοδοσία στον οφειλέτη, στον αι-

τηθέντα την αναγκαστική διαχείριση δανειστή και

στους δανειστές που αναγγέλθηκαν (άρθ. παρ. 1

ΚΠολΔ). Ο επόπτης του διαχειριστή επιβλέπει και

παρακολουθεί τη διαχείριση και έχει δικαίωμα να

εξετάζει τα βιβλία και τους λογαριασμούς της δια-

χείρισης και να ενημερώνεται για τη γενική κατά-

σταση της διαχείρισης (άρθρο 1045 παρ. 2

ΚΠολΔ).

Σε κάθε περίπτωση που το αρμόδιο δικαστήριο

του άρθρου 1040 παρ. 2 ΚΠολΔ (Μονομελές

Πρωτοδικείο, που δικάζει κατά τη διαδικασία των

ασφαλιστικών μέτρων), επιλύει διαφορά σχετική

με την αναγκαστική διαχείριση, καλείται και ο επό-

πτης. Ο διαχειριστής και επόπτης είναι υπεύθυνοι

να αποζημιώσουν τον οφειλέτη και τους δανειστές

κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου (άρθρο

1045 παρ. 4 ΚΠολΔ). Η προαναφερόμενη ευθύνη

του επόπτη και του διαχειριστή μπορεί να στηρίζε-

ται στις περί αδικοπραξιών διατάξεις (άρθρο 914

Α.Κ), αλλά και στις περί ευθύνης του εντολοδόχου

από κάθε πταίσμα (άρθρο 714 Α.Κ). Στην περί-

πτωση του άρθρου 1037 παρ. 3 εδ. β’, η ευθύνη

του δανειστή που πρότεινε τον διαχειριστή ή τον

επόπτη είναι σωρευτική (άρθρο 1045 παρ. 4

ΚΠολΔ). Η αναγκαστική διαχείριση παύει με τελε-

σίδικη δικαστική απόφαση του Μονομελούς Πρω-

τοδικείου της περιφέρειας όπου ευρίσκεται το ακί-

νητο ή έχει την έδρα της η επιχείρηση του

οφειλέτη, το οποίο δικάζει κατά την ίδια διαδικασία

των ασφαλιστικών μέτρων, ύστερα από αίτηση του

οφειλέτη, του δανειστή ή οποιουδήποτε άλλου έχει

έννομο συμφέρον.

ΠΑΥΣΗ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

α. Αν ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις εκείνου που ζή-

τησε την αναγκαστική διαχείριση και των δανειστών

που αναγγέλθηκαν ή αν αυτοί, με έγγραφη δήλωση

τους προς τον οφειλέτη παραιτήθηκαν από την

αναγκαστική διαχείριση β. Αν το δικαστήριο κρίνει

ότι η εξακολούθηση της αναγκαστικής διαχείρισης

δεν είναι ενδεδειγμένη ή ζημιώνει τα συμφέροντα

του οφειλέτη γ. Αν ο δανειστής που ζήτησε την

αναγκαστική διαχείριση δεν φρόντισε, μέσα σε λο-

γικό χρονικό διάστημα αφότου επιδόθηκε στον

οφειλέτη η απόφαση που διατάσσει την αναγκα-

στική διαχείριση, να αναλάβει τα καθήκοντα του ως

διαχειριστής ή ως επόπτης. Αφότου, με βάση την

τελεσίδικη απόφαση, εξαλειφθεί η εγγραφή στα ει-

δικά βιβλία, σύμφωνα με το άρθρο 1036 παρ. 1

Κ.Πολ.Δ, παύει η αναγκαστική διαχείριση του ακι-

νήτου ή της επιχείρησης (άρθρο 1046 Κ.Πολ.Δ).

ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ Ή ΕΠΟΠΤΗ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1040

Κ.Πολ.Δ, όταν το ζητήσει ο οφειλέτης ή κάποιος

από τους δανειστές, ο διαχειριστής ή ο επόπτης, το

αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο, δικάζοντας

κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. Κ.Πολ.Δ,

μπορεί να αντικαταστήσει το διαχειριστή ή τον επό-

πτη. Κάθε διαφορά σχετική με τη διαχείριση επι-

λύεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο, που

δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέ-

τρων, αν το ζητήσει ο διαχειριστής ή ο επόπτης ή ο

οφειλέτης ή οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον.

Το δικαστήριο μπορεί να ορίζει τον τρόπο που γί-

νεται η διαχείριση και να διατάζει κάθε μέτρο πρό-

σφορο γι’ αυτήν. Ως λόγοι για την αντικατάσταση

μπορούν να προταθούν οποιοιδήποτε που αφο-

53

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 53

Page 54: asfalistika

ρούν στο πρόσωπο του διαχειριστή ή επόπτη

καθώς και στον τρόπο της διαχείρισης.

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΜΕΣΕΓΓΥΗΣΗ

ΚΑΤΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 725 επ. ΚΠολΔ.

Σύμφωνα με το άρθρο 725 ΚΠολΔ, η δικαστική

μεσεγγύηση κινητών ή ακινήτων ή ομάδας πραγ-

μάτων ή επιχείρησης εάν υπάρχει διαφορά σχε-

τική με την κυριότητα, την νομή ή κατοχή ή

οποιαδήποτε άλλη διαφορά σχετικά με αυτά ή αν

κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου μπο-

ρεί να ζητηθεί η μεσεγγύηση, μπορεί να διαταχθεί

ως ασφαλιστικό μέτρο (άρθρο 725 παρ. 1

Κ.Πολ.Δ). Επίσης, μπορεί να διαταχθεί η δικα-

στική μεσεγγύηση εμπορικών ή επαγγελματικών

βιβλίων, εγγράφων και κάθε άλλου πράγματος,

αν ο αιτών έχει δικαίωμα να ζητήσει την επίδειξη

τους κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου

(άρθρο 725 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ). Απαραίτητη προ-

ϋπόθεση, όπως και σε κάθε περίπτωση αιτουμέ-

νου ασφαλιστικού μέτρου, είναι η συνδρομή

επείγουσας περίπτωσης και επικειμένου κινδύ-

νου, όπως επί απειλής, απώλειας, κατασ-τροφής

ή εκποιήσεως κινητού πράγματος ή πιθανολόγη-

σης χειροτερεύσεως ακινήτου ή απώλειας των

φυσικών του καρπών. Με την αίτηση δικαστικής

μεσεγγύησης επιδιώκεται η νομική και υλική δέ-

σμευση του διεκδικουμένου αντι-κειμένου, προ-

κειμένου να εξασφαλισθεί η μελλοντική άμεση

εκτέλεση της πιθανολογούμενης υποχρεώσεως

παροχής, στην περίπτωση υπάρξεως εκτε-λεστού

τίτλου. Στην αίτηση πρέπει επακριβώς να περι-

γράφονται τα πράγματα, των οποίων ζητείται η δι-

καστική μεσεγγύηση, ώστε να μην γεννάται

αμφιβολία ως προς αυτά καθώς και όλα εκείνα

τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία θεμελιώνε-

ται κατά νόμο η αξίωση του αιτούντος επ’ αυτών.

Στην αίτηση μπορεί να ζητηθεί να διορισθεί ως

μεσεγγυούχος συγκεκριμένο πρόσωπο.

ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ. Καθ’ ύλη αρμόδιο είναι το γε-

νικά καθ’ ύλη αρμόδιο να διατάξει ασφαλιστικά

μέτρα δικαστήριο (άρθρα 684, 683 παρ. 1, 2

ΚΠολΔ). Η κατά τόπο αρμοδιότητα ορίζεται από τις

γενικές διατάξεις (άρθρα 22-44, 48-51 ΚΠολΔ)

καθώς και την ειδική διάταξη του άρθρου 683 παρ.

2 ΚΠολΔ.

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΑΤΑΓΗ. Είναι δυνατή η έκδοση προσω-

ρινής διαταγής για την εξασφάλιση ή διατήρηση

του δικαιώματος του αιτούντος επί του πράγματος,

η οποία θα ισχύσει μέχρι της εκδόσεως αποφά-

σεως επί της αιτήσεως. Γι’ αυτήν ισχύουν όσα ανα-

φέρουμε ανωτέρω.

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ. Ισχύουν όσα αναφέρουμε

ανωτέρω.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. Η απόφαση που δέχεται

την αίτηση μεσεγγυήσεως και διορίζει μεσεγ-

γυούχο εκτελείται με επίδοση κεκυρωμένου αντι-

γράφου ή αποσπάσματος της στον καθ’ ου

οφειλέτη (εάν αυτός έχει διορισθεί μεσεγγυ-ούχος)

και καταγραφής του πράγματος από τον δικαστικό

επιμελητή, ο οποίος συντάσσει σχετική έκθεση,

όπως ορίζει ο νόμος. Εάν ο καθ’ου δεν είναι

παρών κατά την σύνταξη της παραπάνω εκθέ-

σεως, ο δικαστικός επιμελητής τον ειδοποιεί εγ-

γράφως εντός είκοσιτεσσάρων (24) ωρών από της

εκτελέσεως, εάν ο καθ ού έχει την κατοικία του

στον τόπο της εκτελέσεως, αλλιώς τον τυχόν τρίτο

ορισθέντα φύλακα των υπό μεσεγγύηση πραγμά-

των, ο οποίος υποχρε-ούται να ειδοποιήσει τον

καθ’ ου. Εάν διορισθεί ως μεσεγγυούχος άλλο

πρόσωπο, πλην του καθ’ ου, τότε εκτός της επιδό-

σεως στον καθ’ ου κατά τα ανωτέρω, πρέπει η από-

φαση να επιδοθεί και στον ορισθέντα

μεσεγγυούχο. Εάν η διαταχθείσα δικαστική μεσεγ-

γύηση αφορά ακίνητο, πρέπει να εγγραφεί στο βι-

βλίο κατασχέσεων της περιφέρειας, όπου

ευρίσκεται το ακίνητο.

Μετά την εκτέλεση της αποφάσεως που διέταξε

την δικαστική μεσεγγύηση, απαγορεύεται και είναι

άκυρη υπέρ του επισπεύδοντος την εκτέλεση η

διάθεση των πραγμάτων που έχουν τεθεί υπό με-

σεγγύηση.

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ. Δεν χωρούν ένδικα μέσα κατά της

αποφάσεως που διατάσσει δικαστική μεσεγγύηση.

Επιτρέπεται μόνον η ανάκληση ή η μεταρρύθμισή

της, όπως ορίζει ο νόμος για κάθε υπόθεση ασφα-

54

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 54

Page 55: asfalistika

λιστικών μέτρων (άρθρα 696 επ. ΚΠολΔ).

ΕΥΘΥΝΗ ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑ

«…Από τις διατάξεις των άρθρων 330, 333, 334,

335, 336, 822 και 823 ΑΚ, εφαρμοζόμενες και επί

μεσεγγυήσεως κατά την ΚΠολΔ 943 § 3, συνάγε-

ται, ότι σε περίπτωση αδυναμίας του Θεματοφύ-

λακα να αποδώσει το υπό τη φύλαξη του κινητό

πράγμα, αυτός, αν δικαιούται αμοιβής για τη φύ-

λαξη, γιατί συμφωνήθηκε η αμοιβή ή γιατί αυτή συ-

νάγεται από τις περιστάσεις (ΑΚ 822), τότε

ευθύνεται για κάθε πταίσμα, από δόλο ή αμέλεια,

δικό του ή των νομίμων αντιπροσώπων του ή για το

πταίσμα των προσώπων που χρησιμοποίησε για να

εκπληρώσει την παροχή και απαλλάσσεται από

κάθε υποχρέωση αν αποδείξει ότι η αδυναμία οφεί-

λεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη

αυτός ή τα πρόσωπα για το πταίσμα των οποίων ευ-

θύνεται, όπως για δικό του πταίσμα. Αν όμως δεν

οφείλεται αμοιβή για τη φύλαξη, τότε ο Θεματοφύ-

λακας ευθύνεται μεν κατ` αρχήν και για ελαφρά

αμέλεια, θα δύναται όμως να απαλλαγεί της ευθύ-

νης για αποζημίωση, όχι μόνον όταν αποδείξει το

μείζον, ότι δηλαδή, η μη εκπλήρωση της υποχρεώ-

σεως του προς απόδοση του πράγματος οφείλεται

σε γεγονός για το οποίο δεν υπέχει ευθύνη κατά

τις ΑΚ 330-334, αυτός ή τα πρόσωπα για το πταίσμα

των οποίων ευθύνεται σαν δικό του, αλλά και όταν

ισχυρισθεί και αποδείξει απλώς ότι κατέβαλε την

επιμέλεια που καταβάλλει για τις δικές του υποθέ-

σεις, ότι δηλαδή, στις δικές του όμοιες υποθέσεις

φυλάξεως κινητών δεν είναι επιμελέστερος, με την

επιφύλαξη από την ΑΚ 333 κατά την οποία όποιος

ευθύνεται με μέτρο μόνο την επιμέλεια που δείχνει

συνήθως στις δικές του υποθέσεις, δεν απαλλάσ-

σεται από την ευθύνη για βαριά αμέλεια. Το μει-

ωμένο μέτρο ευθύνης του θεματοφύλακα ισχύει

και στην περίπτωση που χρησιμοποιεί βοηθό εκ-

πληρώσεως και δεν πρέπει να συγχέεται το μει-

ωμένο αυτό μέτρο ευθύνης του οφειλέτη με το

ζήτημα του μέτρου ευθύνης του βοηθού εκπληρώ-

σεως, αφού ο τελευταίος, εφόσον δεν συνδέεται

συμβατικός με τον παρακαταθέτη, θα ευθύνεται,

βάσει της ΑΚ 914, για κάθε είδος πταίσματος. Ειδι-

κότερα, όταν υπάρχει ευθύνη για ελαφρά συγκε-

κριμένη αμέλεια του Θεματοφύλακα, θα απαιτηθεί

βέβαια, τέτοια αμέλεια του βοηθού, αυτή όμως θα

κριθεί σύμφωνα με τα υποκειμενικά κριτήρια του

προσώπου του οφειλέτη. Γιατί διαφορετικά θα με-

ταβαλλόταν παρά το νόμο το μέτρο ευθύνης που

επιβάλλεται στο Θεματοφύλακα. Επομένως, κριτή-

ριο θα είναι η συνήθης προσοχή που καταβάλλει ο

οφειλέτης στις υποθέσεις του και όχι εκείνη που

καταβάλλει ο βοηθός εκπληρώσεως. Εξ άλλου,

κατά την ΑΚ 824 εδ. β` ο Θεματοφύλακας δεν έχει

δικαίωμα να καταθέσει το πράγμα σε τρίτον, εκτός

αν εξουσιοδοτήθηκε γι` αυτό από τον παρακατα-

θέτη ή αν εξαναγκάστηκε από τις περιστάσεις ή αν

συνηθίζεται η περαιτέρω κατάθεση. Επίσης, κατά

την ΑΚ 825 εδ. α`, ο Θεματοφύλακας που κατέ-

θεσε το πράγμα σε τρίτον ευθύνεται, αν το έκανε

χωρίς δικαίωμα, για κάθε πταίσμα του τρίτου. Αν

έκανε την κατάθεση έχοντας το σχετικό δικαίωμα,

ευθύνεται για πταίσμα περί την εκλογή του τρίτου

(ΑΠ 1645/2005)…» (ΕφΑθ 87/2007 ΝοΒ 2009, σ.

860, ΝΟΜΟΣ).

ΑΙΤΗΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΓΙΑ ΑΘΕΜΙΤΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ

«…Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν.

146/1914 «περί αθεμίτου ανταγωνισμού» απαγο-

ρεύεται κατά τις εμπορικές, βιομηχανικές ή γεωρ-

γικές συναλλαγές κάθε προς το σκοπό

ανταγωνισμού γινόμενη πράξη, που αντίκειται στα

χρηστά ήθη. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή με την

οποία περιορίζεται νόμιμα η συνταγματικά κατοχυ-

ρωμένη οικονομική ελευθερία, ειδική έκφανση της

οποίας συνιστά η ελευθερία του ανταγωνισμού, ου-

σιώδες στοιχείο για τη θεμελίωση της αξίωσης του

θιγόμενου είναι το να εκτελείται η πράξη με σκοπό

ανταγωνισμού προς το εμπόριο ή τη βιομηχανία

που ασκεί άλλος και να αντίκειται στα χρηστά ήθη,

ως κριτήριο των οποίων χρησιμεύουν οι ιδέες του

εκάστοτε κατά γενική αντίληψη χρηστώς και εμ-

φρόνως σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώ-

55

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 55

Page 56: asfalistika

που. Γίνεται δεκτό ότι η συνδρομή του στοιχείου

της αντίθεσης στα χρηστά ήθη αφήνεται, λόγω μη

καθορισμού της εννοίας των χρηστών ηθών, στην

κρίση του δικαστή, ο οποίος οφείλει να αποφασίσει

μετά επιμελή εκτίμηση όλων των περιστάσεων κάθε

συγκεκριμένης περίπτωσης, αποβλέποντας κυρίως

στο εάν η ενέργεια προσκρούει στο αίσθημα του

ορθώς και δικαίως σκεπτόμενου ανθρώπου και της

βάσει αυτού διαμορφωμένης κοινής συνείδησης,

λαμβανομένης συγχρόνως υπόψη της κοινωνικής

αντίληψης που κρατεί κάθε φορά στις συναλλαγές

και του κύκλου των προσώπων στον οποίο εκδηλώ-

νεται. Υπό την άποψη αυτή, στην έννοια του αθέμι-

του ανταγωνισμού περιλαμβάνεται και η

χρησιμοποίηση μέσων τέτοιων, κατά το είδος

αυτών και το σκοπούμενο αποτέλεσμα, ώστε να

απειλείται ο πληττόμενος από αυτά στην επαγγελ-

ματική του κατάσταση με την υπόσκαψη τελείως ή

σχεδόν τελείως της οικονομικής του υπόστασης,

έστω και αν η πράξη, επιφανειακά ή μεμονωμένα

θεωρούμενη, φαίνεται θεμιτή ή νομικά άψογη [βλ.

ΕφΘεσ 2174/2006 Αρμ. 2007.73, ΠΠΑθ.

1120/2004 ΔΕΕ 2004.535, ΜΠΙωαν. 54/2006 Αρμ.

2006.72, ΜΠΑθ 9198/2003 ΕΕμπΔ 2004.423 με τις

εκεί παραπομπές στη νομολογία, ΜΠΠατρών

868/2001 ΔΕΕ 2001.711 Αθέμιτος Ανταγωνισμός

Νικ. Ρόκα, έκδοση 1996, σελ. 175 επ. (Σουφλε-

ρός)]…Επιπλέον, κατά τη διάταξη του άρθρου 13

του ίδιου νόμου (146/1914), όποιος κατά τις συναλ-

λαγές κάνει χρήση του ιδιαίτερου διακριτικού γνω-

ρίσματος καταστήματος ή βιομηχανικής

επιχείρησης, με τρόπο ο οποίος μπορεί να προκα-

λέσει σύγχυση με το ιδιαίτερο διακριτικό γνώρισμα,

το οποίο άλλος νόμιμα μεταχειρίζεται, μπορεί να

υποχρεωθεί σε παράλειψη της χρήσης και σε απο-

ζημίωση. Με την εν λόγω διάταξη του άρθρου 13

παρ.1 του ως άνω νόμου προστατεύεται και το ιδι-

αίτερο διακριτικό γνώρισμα καταστήματος ή βιομη-

χανικής επιχείρησης, που είναι μία λεκτική (λέξη

πραγματική ή φανταστική ή ονομασία που αναφέ-

ρεται είτε στην επωνυμία είτε σε ορισμένο κύκλο

πελατών, είτε σε ορισμένη τοπική προέλευση κ.λ.π.)

ή παραστατική ένδειξη, με την οποία εξατομικεύε-

ται και διακρίνεται ονοματικά η όλη επιχείρηση ή

κλάδος αυτής ή μόνο το κατάστημα, αποσκοπεί δε

στην αποφυγή της σύγχυσης της επιχείρησης που

παράγει ή γενικά εμπορεύεται το προϊόν που προ-

έρχεται από αυτή [βλ. ΠΠΑθ 6436/2008 & ΠΠΑθ

3096/2007 καταχωρημένες σε Τράπεζα Νομικών

Πληροφοριών «Νόμος», Δίκαιο Ανταγωνισμού Λ.

Κοτσίρη, έκδοση 1986, σελ. 157 επ., Αθέμιτος Αν-

ταγωνισμός Νικ. Ρόκα, έκδοση 1996, σελ.368

(Κουτσούκης)]. Τα διακριτικά γνωρίσματα, που

αποτελούν μέσα εξειδίκευσης της επιχείρησης,

προστατεύονται από τις διατάξεις του Ν. 146/1914,

με σκοπό την παρεμπόδιση της εκμετάλλευσης της

ξένης καλής φήμης και συγχρόνως την προφύλαξη

του καταναλωτικού κοινού από τον κίνδυνο σύγχυ-

σης. Κίνδυνος σύγχυσης υπάρχει όταν, λόγω ομοι-

ότητας δύο διακριτικών γνωρισμάτων, είναι πιθανό

να δημιουργηθεί παραπλάνηση στους συναλλακτι-

κούς κύκλους και συγκεκριμένα σε ένα όχι εντε-

λώς ασήμαντο μέρος των πελατών, όσο αφορά είτε

την προέλευση των εμπορευμάτων ή υπηρεσιών

από ορισμένη επιχείρηση, είτε την ταυτότητα της

επιχείρησης, είτε την ύπαρξη σχέσης συνεργασίας

μεταξύ των δύο επιχειρήσεων, ενώ τέτοια σύγχυση

πρέπει να αποφεύγεται, διότι ο σαφής σκοπός του

νομοθέτη είναι να αποτρέπονται πεπλανημένες εν-

τυπώσεις ως προς τη δραστηριότητα μίας επιχείρη-

σης και εκμετάλλευση της καλής της φήμης από

άλλη επιχείρηση [βλ. ΕφΑθ 103/2009 ΔΕΕ

2009.443, ΕφΑθ 6762/2007 ΕΕμπΔ. 2008.136,

ΕφΔωδ. 11/2007 καταχωρημένη σε Τράπεζα Νο-

μικών Πληροφοριών «Νόμος», ΠΠΑθ 2275/2007

ΔΕΕ 2007.915, ΜΠΑθ 7032/2008 Δνη 2009. 621,

Αθέμιτος Ανταγωνισμός Νικ. Ρόκα, έκδοση 1996,

σελ.338 (Τζουγανάτος)]. Η ύπαρξη κινδύνου σύγ-

χυσης αποτελεί κοινή προϋπόθεση για την προστα-

σία όλων των διακριτικών γνωρισμάτων (βλ. ΑΠ

310/1990 Δνη 32. 72, ΑΠ 197/1989 Δνη 31.1426,

ΕφΘεσ77/2007 Επισκ.ΕμπΔ 2007.504, Εφ-

Πειρ.291/2005 ΠειρΝομ 2005.200, ΕφΑθ

6260/2002 Δνη 44.803). Σε αντίθεση με τη γενική

απαγορευτική ρήτρα του άρθρου 1 του Ν.

146/1914, που απαιτεί ανταγωνιστικό σκοπό, στην

56

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 56

Page 57: asfalistika

περίπτωση του άρθρου 13 παρ.1 του νομού αυτού,

αρκεί η χρήση να γίνεται κατά τρόπο που μπορεί

να προκαλέσει σύγχυση έστω και αν αυτή δεν γίνε-

ται με ανταγωνιστικό σκοπό. Χρήση που μπορεί να

οδηγήσει σε σύγχυση είναι και η αυτούσια μίμηση

και η παραποίηση, δηλαδή η χρησιμοποίηση με μι-

κρές μεταβολές, που δεν αρκούν για να αποτραπεί

η σύγχυση. Η παραποίηση μπορεί να είναι οπτική,

ηχητική, εννοιολογική ή και συνειρμική, τον δε κίν-

δυνο σύγχυσης μπορεί να δημιουργήσει η ομοι-

ότητα λέξεων ή και αριθμών που αποτελούν το

γνώρισμα, εικόνων, ήχων, σχημάτων, χρωμάτων,

σχεδίων κ.λ.π. Σημασία έχει η γενική εντύπωση που

δημιουργείται και ο κίνδυνος σύγχυσης δεν απο-

κλείεται όταν η χρησιμοποίηση γίνεται με μικρές

παραλλαγές [βλ. ΕφΑθ 103/2009 ΔΕΕ 2009.443,

ΕφΑθ 5775/2005 ΔΕΕ 2006.616, ΕφΑθ 2809/1988

Δνη 30.158, ΜΠΛάρισας 891/2004 ΕπισκΕμπΔ.

2004.802, ΜΠΑθ 9198/2003 & ΜΠΠατρών

868/2001 όπ.π. Αθέμιτος Ανταγωνισμός Νικ. Ρόκα,

έκδοση 1996, σελ.133 (Σουφλερός)]. …Περαιτέρω,

από τα άρθρα 4-7 του Ν.1089/1980 «περί εμπορι-

κών και βιομηχανικών, επαγγελματικών και βιοτε-

χνικών επιμελητηρίων» ρυθμίζεται η υποχρέωση

αυτού που ασκεί εμπορική ή βιομηχανική επιχεί-

ρηση να προβεί σε σχετική γραπτή αναγγελία της

έναρξης των εργασιών της και κάθε σχετικής με-

ταβολής στο οικείο εμπορικό και βιομηχανικό επι-

μελητήριο. Μεταξύ των στοιχείων τα οποία πρέπει

να περιέχει η αναγγελία είναι κατά την παρ. 2 του

άρθρου 4 του νόμου 1089/1980 και η εμπορική ή

εταιρική επωνυμία υπό την οποία διεξάγονται οι ερ-

γασίες καθώς και ο τυχόν διακριτικός τίτλος της

επιχείρησης. Με την παρ. 3 του άρθρου 4 του Ν.

1089/1980 ορίζεται ότι κάθε νέα επωνυμία πρέπει

να διαφέρει κατά τρόπο ευδιάκριτο εκείνων που

έχουν εγγραφεί στο ίδιο πρωτόκολλο, ενώ σύμ-

φωνα με το άρθρο 8 του ιδίου νόμου (1089/1980)

ο δικαιούχος της επωνυμίας δικαιούται να την χρη-

σιμοποιεί αποκλειστικά, να συναλλάσσεται δι`

αυτής, δικαιούμενος να ζητεί και δικαστική προστα-

σία της επωνυμίας και του τίτλου του, κατά τις δια-

τάξεις αυτού του άρθρου και των άρθρων 57 και

επόμενα του Αστικού Κώδικα. Από τις πιο πάνω δια-

τάξεις, αλλά και από εκείνες του άρθρου 58 ΑΚ,

που εφαρμόζονται συμπληρωματικά λόγω της ευ-

θείας παραπομπής σ` αυτές του άρθρου 8 του Ν.

1089/80, προκύπτει με σαφήνεια ότι το δικαίωμα

στην προστασία της εμπορικής επωνυμίας είναι

απόλυτο, ώστε κάθε προσβολή του είναι παράνομη

εφόσον δεν υπάρχει λόγος ο οποίος να αίρει τον

παράνομο χαρακτήρα της. Για την προστασία της

αξίωσης του δικαιούχου προς άρση και παράλειψη

της προσβολής, η οποία συντελείται με την αμφι-

σβήτηση του δικαιώματος στην επωνυμία και το

διακριτικό τίτλο ή και με τη χρήση τους από άλλον,

δεν απαιτείται ο προσβολέας να ενεργεί με υπαι-

τιότητα, ώστε για τη θεμελίωση της αξίωσης για πα-

ράλειψη, όταν ο ενάγων επικαλείται τη συνδρομή

πιθανότητας σύγχυσης, - οπότε συντρέχει περί-

πτωση εφαρμογής και του άρθρου 13 παρ.1 του Ν.

146/1914, - αρκεί ότι γίνεται χρήση της επωνυμίας

κατά τρόπο που αντικειμενικώς (ανεξάρτητα από

την υπαιτιότητα του χρήστη) μπορεί να προκαλέσει

σύγχυση. Από τις ίδιες πιο πάνω διατάξεις τέλος

συνάγεται ότι το δικαίωμα στην εμπορική επωνυμία

αποκτάται κατά το ουσιαστικό σύστημα με την προ-

τεραιότητα στην πραγματική χρησιμοποίηση της

στις συναλλαγές, αρχή που διατρέχει όλο το δίκαιο

των διακριτικών γνωρισμάτων, ενώ η καταχώριση

έχει απλώς δηλωτική σημασία και αποτελεί μαχητό

τεκμήριο για το ότι αυτός που την ενέγραψε πρώ-

τος είναι ο πραγματικός δικαιούχος [βλ. ΕφΘεσ.

1422/2007 Επισκ.Εμπ.Δ. 2008.108, Αθέμιτος Αντα-

γωνισμός Νικ. Ρόκα, έκδοση 1996, σελ. 359 (Κου-

τσούκης)]. Τέλος, όταν ο προσβολέας ενεργεί με

υπαιτιότητα, και ιδίως με πρόθεση να επιφέρει σύγ-

χυση και να επωφεληθεί από τα πλεονεκτήματα της

προσβαλλόμενης επωνυμίας, τότε παρέχεται στο

δικαιούχο αξίωση αποζημίωσης κατά τις περί αδι-

κοπραξιών διατάξεις (βλ. ΕφΑθ 5121/2006 Δνη

2007.526, ΕφΛάρισας 217/2005

ΕπΕμπΔ.2005.694, ΕφΑθ 8221/2000 ΔΕΕ

2001.280, ΕφΑθ 10146/1989 ΕΕμπΔ 1991.535,

ΠΠΑθ.3096/2007 καταχωρημένη σε Τράπεζα Νο-

μικών Πληροφοριών «Νόμος»)…Από τις διατάξεις

57

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 57

Page 58: asfalistika

των άρθρων 1, 2, 4 παρ.1 εδ. α`, β` & γ`,18 παρ.1

και 26 του Ν. 2239/1994 συνάγονται τα εξής: α)

Σήμα θεωρείται κάθε σημείο, επιδεκτικό γραφικής

παράστασης, ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις

υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επι-

χειρήσεων, μπορούν δε να αποτελέσουν σήμα,

εκτός των άλλων, οι λέξεις, οι απεικονίσεις ή ο συν-

δυασμός αυτών, β) Με την καταχώριση του σήμα-

τος, η οποία γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζουν τα

άρθρα 6 επ. του ίδιου νόμου, παρέχεται στον κα-

ταθέτη το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης του σή-

ματος στα προϊόντα ή εμπορεύματα, για τη

διάκριση των οποίων αυτό προορίζεται, και συγκε-

κριμένα παρέχεται σ` αυτόν το δικαίωμα,να επιθέ-

τει το σήμα στα προϊόντα, ή εμπορεύματα, τα οποία

προορίζεται να διακρίνει, να χαρακτηρίζει τις πα-

ρεχόμενες υπηρεσίες, να επιθέτει αυτό στα περι-

καλύμματα και στις συσκευασίες των

εμπορευμάτων, στο χαρτί αλληλογραφίας, στα τι-

μολόγια, στους τιμοκαταλόγους, στις αγγελίες στις

κάθε είδους διαφημίσεις, ως και σε άλλο έντυπο

υλικό και να το χρησιμοποιεί σε ηλεκτρονικά, ή

οπτικοακουστικά μέσα (βλ. ΑΠ 1660/2008 & ΑΠ

330/2007 καταχωρημένες σε Τράπεζα Νομικών

Πληροφοριών «Νόμος»), ενώ όποιος χρησιμοποιεί

ή παραποιεί ή απομιμείται σήμα, που ανήκει σε

άλλο, για διάκριση όμοιων ή παρόμοιων προϊόντων

ή εμπορευμάτων, μπορεί να εναχθεί για παράλειψη

ή αποζημίωση ή και για τα δύο. γ) Παραποίηση του

σήματος συνιστά η ακριβής ή κατά τα κύρια αυτού

μέρη αντιγραφή ή αναπαράσταση του, ενώ απομί-

μηση αποτελεί η ιδιαίτερη προσέγγιση προς το ξένο

σήμα, η οποία, όμως, λόγω οπτικής ή και ηχητικής

εντύπωσης, που προκαλεί η όλη παράσταση, και

ανεξάρτητα από τις επί μέρους ομοιότητες και δια-

φορές των δύο σημάτων, είναι δυνατόν να προκα-

λέσει για το κοινό, με λήψη υπόψη, ως μέτρου, του

άπειρου μέσου ατόμου και όχι του εξειδικευμένου

χρήστη, σύγχυση υπό την έννοια θεώρησης, εκ

πλάνης, του προϊόντος, στο οποίο χρησιμοποιείται,

ως προερχομένου από την επιχείρηση του δικαιού-

χου του σήματος ή από επιχείρηση διάφορη μεν,

σχετιζόμενη όμως οργανικώς, προς την επιχείρηση

του δικαιούχου, κατά την παραγωγή ή τη διάθεση

του προϊόντος (βλ. ΑΠ 1227/2008 και ΑΠ

1030/2008 καταχωρημένες σε Τράπεζα Νομικών

Πληροφοριών «Νόμος», ΕφΑθ 103/2009 ΔΕΕ

2009.443 με τις εκεί παραπομπές στη νομολογία)…

.Ιδιαίτερη κατηγορία σημάτων αποτελούν τα «σή-

ματα φήμης», σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου

4 παρ.1γ του ανωτέρω νόμου. Στα σήματα αυτά ο

νομοθέτης παρέχει διευρυμένη νομική προστασία

πέραν της δια τα κοινά διακριτικά γνωρίσματα προ-

βλεπομένης, προς τον σκοπό αφενός της αποτρο-

πής του παρασιτικού ανταγωνισμού από τρίτους,

πλην του δικαιούχου, συνισταμένου στην εμπορική

αξιοποίηση της φήμης του σήματος προς ίδιο, αθέ-

μιτο όφελος, και αφετέρου του κινδύνου υπονό-

μευσης της ιδιαιτέρας των σημάτων αυτών

διακριτικής δύναμης. Η έννοια του «σήματος

φήμης», μη προσδιοριζόμενη από το νομοθέτη, δύ-

ναται να καθοριστεί με βάση ποσοτικά και ποιοτικά

κριτήρια, όπως (α) ο αυξημένος βαθμός καθιέρω-

σης του σήματος στις συναλλαγές, υπό την έννοια

ότι η ανταγωνιστική δύναμη της ένδειξης να εκδη-

λώνεται σε μεγάλο βαθμό, να έγινε δηλαδή γνωστή

πέραν από τον σχετικό κύκλο των καταναλωτών,

(β) η μοναδικότητα του σήματος, υπό την έννοια ότι

αυτό δεν έχει φθαρεί, χρησιμοποιούμενο κατά

τρόπο ευρύ από τρίτους σε ανόμοια προϊόντα, (γ)

η ιδιοτυπία στην εν γένει εμφάνιση και την εκφρα-

στική του δύναμη, (δ) η ύπαρξη ιδιαιτέρας θετικής

εκτίμησης του καταναλωτικού κοινού, αναφορικώς

με τα προϊόντα που διακρίνει, (ε) το καλυπτόμενο

από το σήμα μερίδιο αγοράς, (στ) η χρονική διάρ-

κεια της χρησιμοποίησης του, (ζ) το μέγεθος των

επενδύσεων που έχει πραγματοποιήσει η επιχεί-

ρηση για την προβολή του, και (η) η γεωγραφική

έκταση, εντός της οποίας το σήμα χαίρει φήμης

(βλ. και ΔΕΚ Υποθ. G.375/97). Εάν πρόκειται περί

σήματος φήμης η χρησιμοποίηση του μεταγενέστε-

ρου σήματος είναι απαγορευμένη, εάν θα προσπό-

ριζε στον χρήστη αυτού, χωρίς εύλογη αιτία,

αθέμιτο όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη

φήμη του προγενέστερου σήματος. Επί ενός τέ-

τοιου σήματος δεν είναι απαραίτητο να δημιουργεί-

58

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 58

Page 59: asfalistika

ται κίνδυνος σύγχυσης. Αρκεί ότι η χρήση του θα

βλάψει τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σή-

ματος φήμης ή θα προσπορίσει χωρίς εύλογη αιτία,

αθέμιτο όφελος στον μεταγενέστερο μη δικαιούχο.

Ειδικότερα, ενόψει της ως άνω διευρυμένης νομι-

κής προστασίας του σήματος φήμης, η προστασία

του έναντι του κινδύνου της υπόσκαψης δεν συ-

ναρτάται οπωσδήποτε από τη διαπίστωση τέτοιου

βαθμού ομοιότητας μεταξύ του φημισμένου σήμα-

τος και του υπό του μη δικαιούχου χρησιμοποιημέ-

νου σημείου, ώστε να υφίσταται κίνδυνος

σύγχυσης τους από το ενδιαφερόμενο κοινό. Αρκεί

η ύπαρξη για την προστασία του σήματος φήμης

κάποιου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των δύο ση-

μάτων, ώστε να είναι δυνατή υπό του καταναλωτι-

κού κοινού συνειρμική διασύνδεση του υπό του μη

σηματούχου χρησιμοποιούμενου σημείου και του

σήματος φήμης. Αθέμιτο δε

όφελος προσπορίζεται ο τρίτος, όταν, χρησιμοποι-

ώντας το ξένο σήμα φήμης, μεταφέρει στα προ-

ϊόντα που παράγει ή εμπορεύματα ή υπηρεσίες που

προσφέρει την καλή εντύπωση που έχουν για το

σήμα οι συναλλαγές, δημιουργώντας την εντύπωση

ότι ο δικαιούχος του σήματος φήμης βρίσκεται σε

οικονομικό και εν γένει οργανωτικό δεσμό με τον

τρίτο ή ότι επεξέτεινε τη δραστηριότητα του και στα

προϊόντα ή τις υπηρεσίες του τρίτου και εφόσον

αυτός ο (τρίτος) καρπώνεται χωρίς αντάλλαγμα την

προσπάθεια του σηματούχου να καθιερώσει το

σήμα του στην αγορά. Βλάβη του διακριτικού χα-

ρακτήρα του σήματος φήμης επέρχεται, κυρίως,

όταν αυτό χάνει την ελκτική του δύναμη. Το τελευ-

ταίο επέρχεται ακόμη και όταν το διακριτικό γνώρι-

σμα του τρίτου χρησιμοποιείται σε ανόμοια

προϊόντα ή υπηρεσίες. Παρά δε τη γραμματική δια-

τύπωση της διάταξης του άρθρου 4 παρ. 1 εδ. γ του

Ν. 2239/1994, στην οποία γίνεται μνεία περί μη πα-

ρόμοιων προϊόντων ή υπηρεσιών η διάταξη αυτή,

τελολογικώς ερμηνευομένη πρέπει να ερμηνευθεί

διασταλτικώς, καταλαμβάνουσα και τις περιπτώσεις

που το προγενέστερο σήμα φήμης χρησιμοποιείται

από τον μη δικαιούχο προς διάκριση παρόμοιων

προϊόντων ή υπηρεσιών. Τούτο δε γιατί η ανωτέρω

μνεία έχει ως σκοπό μόνο να υπογραμμίσει ότι οι

κανόνες αυτοί έχουν εφαρμογή και όταν δεν είναι

παρόμοια τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες [βλ. ΑΠ

1030/2008 ΕΕμπΔ 2008.891 & ΔΕΕ 2009.186, Εφ-

Πειρ. 478/2008 ΔΕΕ 2008.1371, ΕφΑθ 6762/2007

ΕΕμπΔ 2008.136, ΕφΑθ 4008/2006 ΔΕΕ 2007.183,

ΕφΑθ 3798/2005 Δνη 2006. 300, Απόφαση ΔΕΚ

στην υπόθεση G-408/01 ως προς την ερμηνεία του

άρθρου 5 παρ. 2 της οδηγίας 89/104/ΕΟΚ για την

προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών

περί σημάτων που είναι ταυτόσημο με το άρθρο 4

παρ.1γ του Ν. 2239/94, Αθέμιτος Ανταγωνισμός

Νικ. Ρόκα, έκδοση 1996, σελ. 342 (Τζουγανάτος),

Η Διαδικασία κτήσεως του δικαιώματος στο σήμα

(Βασικά Ζητήματα κατά το Ν.2239/1994 και τον κα-

νονισμό για το κοινοτικό σήμα) Ηλέκτρας Χαρίση-

Στάμου, έκδοση 1998, σελ.79-80, Baumbach –

Hefermehl, Warenzeichenrecht (WΖΟ) 12η έκδοση

1985 άρθρο 31 αρ.190]. ..Εξάλλου, κατά το άρθρο

4 του 40/1994 Κανονισμού (ΕΚ), μπορεί να αποτε-

λέσει κοινοτικό σήμα οποιοδήποτε σημείο επιδε-

κτικό γραφικής παράστασης, ιδίως λέξεις,

συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων των προσώ-

πων, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, το σχήμα προϊόν-

τος ή της συσκευασίας του, υπό την προϋπόθεση

ότι τα σημεία αυτά είναι ικανά να διακρίνουν τα

προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα

προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων.

Σύμφωνα δε με το αρ.9 του ίδιου Κανονισμού το

κοινοτικό σήμα παρέχει στο δικαιούχο αποκλει-

στικό δικαίωμα. Ο δικαιούχος δικαιούται να απαγο-

ρεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις

συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεση του: (α) κάθε

σημείο που ταυτίζεται με το κοινοτικό σήμα για προ-

ϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται με εκείνα για τα

οποία έχει καταχωρηθεί το σήμα, (β) κάθε σημείο

για το οποίο, λόγω του ταυτοσήμου ή της ομοιότη-

τας του με το κοινοτικό σήμα και του ταυτοσήμου

ή της ομοιότητας των προϊόντων, που καλύπτονται

από το κοινοτικό σήμα και το σημείο, υπάρχει κίν-

δυνος σύγχυσης από μέρους του κοινού (ο κίνδυ-

νος αυτός περιλαμβάνει και τον κίνδυνο

συσχέτισης μεταξύ σημείου και σήματος), (γ) ση-

59

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 59

Page 60: asfalistika

μείο, που ταυτίζεται ή ομοιάζει με το κοινοτικό

σήμα, για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν ομοιάζουν

με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρηθεί το κοι-

νοτικό σήμα, εάν αυτό χαίρει φήμης στην Κοινό-

τητα και η χρησιμοποίηση χωρίς εύλογη αιτία του

σημείου, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από το

διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του κοινοτικού σή-

ματος ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρα-

κτήρα ή τη φήμη (βλ. ΠΠΑθ 2275/2007 ΔΕΕ

2007.915). …Εξάλλου, μέσα προστασίας σε περί-

πτωση παράβασης των ως άνω διατάξεων είναι η

αξίωση για άρση της προσβολής και παράλειψη

αυτής στο μέλλον, μπορεί δε, εφόσον συντρέχουν

οι προϋποθέσεις, να ζητηθεί και η λήψη ασφαλιστι-

κών μέτρων κατά τις διατάξεις των άρθρων 682 επ.

και 731 ΚΠολΔ, με την απειλή μάλιστα των εμμέ-

σων ποινών εκτέλεσης του άρθρου 947 του ίδιου

Κώδικα, ενώ παράλληλα μπορεί να διαταχθεί η δη-

μοσίευση του διατακτικού της απόφασης στον ημε-

ρήσιο τύπο με δαπάνες του παραβάτη κατ’ άρθρο

22 του Ν.146/1914 [βλ. «Αθέμιτος Ανταγωνισμός»

Νικ. Ρόκα, έκδοση 1996, σελ.394 (Κουτσούκης) με

τις εκεί παραπομπές στη νομολογία]. Το δικαστήριο

έχει εξουσία στα πλαίσια της προσωρινής ρύθμισης

της κατάστασης να διατάξει την προσωρινή παρά-

λειψη ή την προσωρινή επιχείρηση πράξεων, προ-

κειμένου να προστατευθεί απόλυτο δικαίωμα

χωρίς με αυτό να θίγεται η διάταξη του άρθρου 692

παρ. 4 ΚΠολΔ. Και τούτο διότι η διάταξη αυτή δεν

απαγορεύει να ληφθούν τέτοιου είδους ασφαλι-

στικά μέτρα όταν υπάρχει μία διαρκής έννομη

σχέση. Η αξίωση προς παράλειψη μελλοντικών

προσβολών του απόλυτου δικαιώματος έχει από τη

φύση τόση διάρκεια όση είναι η διάρκεια της

ισχύος του δικαιώματος από το οποίο απορρέει.

Συνεπώς, η αξίωση αυτή είναι μία διαρκής έννομη

σχέση, η οποία, - όταν υπάρχει ανάγκη, - μπορεί να

τεθεί προσωρινά σε λειτουργία, χωρίς με αυτό να

κινδυνεύει να ματαιωθεί ο σκοπός της κύριας δίκης

(να ικανοποιείται οριστικά και αμετάκλητα το ασφα-

λιστέο δικαίωμα), δεδομένου ότι η παροχή του

«οφειλέτη» δηλαδή η υποχρέωση του να εκπληρώ-

σει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα από-

λυτα δικαιώματα τρίτων δεν εκπληρώνεται εφάπαξ

αλλά ισχύει στο διηνεκές (βλ. ΜΠΑθ 9198/2003

ΕΕμπΔ 2004.423, Τζίφρας, Ασφαλιστικά Μέτρα,

σελ.268-269)…Βασική προϋπόθεση για να διαταχ-

θούν ασφαλιστικά μέτρα, είναι η ύπαρξη εναγώγι-

μου δικαιώματος του αιτούντος, έστω και αν αυτό

τελεί υπό αίρεση ή προθεσμία, να έχει δε γεννηθεί

το δικαίωμα τούτο και να υπάρχει κατά το χρόνο

της συζήτησης της αίτησης και τέλος να πιθανολο-

γείται από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοι-

χεία. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 19 του

Ν.146/1914 «περί αθεμίτου ανταγωνισμού» σαφώς

προκύπτει ότι οι αξιώσεις για παράλειψη ή αποζη-

μίωση παραγράφονται μετά έξι (6) μήνες από το

χρονικό σημείο κατά το οποίο ο έχων την αξίωση

έλαβε γνώση της πράξης και του υπευθύνου προ-

σώπου, πάντως δε μετά τριετία από την τέλεση της

πράξης. Για τις αξιώσεις δε για αποζημίωση ουδέ-

ποτε αρχίζει η παραγραφή προ του χρονικού ση-

μείου κατά το οποίο προξενήθηκε η βλάβη. Επί

καταστάσεων διαρκούς προσβολής ή διαρκώς

επαναλαμβανόμενων ομοειδών πράξεων, τελου-

μένων προς το σκοπό ανταγωνισμού, η παρα-

γραφή της αξίωσης προς παράλειψη αρχίζει από

το χρονικό σημείο της γνώσης του υπεύθυνου προ-

σώπου και της πράξης, δηλαδή αφότου γεννήθηκε

η αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη.

Η έναρξη της παραγραφής για καταστάσεις διαρ-

κούς προσβολής τοποθετείται συνεπώς σε οποι-

οδήποτε χρονικό σημείο συνέτρεξαν τα ως άνω

στοιχεία της γνώσης. Η εξάμηνη παραγραφή της

αξίωσης προς αποζημίωση αρχίζει από τη γνώση

της πράξης του δράστη και της ζημίας. Και, τέλος,

η παραγραφή της αξίωσης προς άρση και ανά-

κληση της προσβολής αρχίζει από το χρονικό ση-

μείο κατά το οποίο ο προσβληθείς έλαβε γνώση

της πράξης, του υπεύθυνου προσώπου και της συ-

νέχισης ή της δυνατότητας της επιβλαβούς κατά-

στασης. Αντίθετη άποψη, κατά την οποία μετά από

καθεμία από τις διαρκώς επαναλαμβανόμενες κατ’

ιδίαν ομοειδείς πράξεις αρχίζει νέα παραγραφή,

οδηγεί στο απαράγραπτο της εν λόγω αξίωσης, αν-

τίκειται δε στη ρητή και ουσιαστική για την παρα-

60

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 60

Page 61: asfalistika

γραφή αυτής επιταγή του νόμου και μεταφέρει στο

επίμαχο ζήτημα τη λύση που δίδεται στο ποινικό δί-

καιο για τα διαρκή εγκλήματα, πράγμα που δεν βρί-

σκεται σε αρμονία με το σκοπό της παραγραφής

του άρθρου 19 του Ν. 146/1914, που είναι η ταχεία

εκκαθάριση των σχετικών αξιώσεων [βλ. ΑΠ

708/1990 ΕΕΝ 1992-234, ΕφΘεσ 1422/2007

Επισκ.ΕμπΔ.2008.108, ΕφΘεσ 2412/1997 Αρμ.

1998.455, ΕφΑθ. 12670/1989 ΑρχΝ 42-286, βλ.

«Αθέμιτος Ανταγωνισμός» Νικ. Ρόκα, έκδοση 1996,

σελ.422 (Α.Α. Γκούσκου), Λ. Κοτσίρη, Το Δίκαιο του

Ανταγωνισμού, σελ. 201-202]. Περαιτέρω, σε περί-

πτωση παράλληλης άσκησης αξιώσεων, η καθεμία

υπόκειται σε διάφορη παραγραφή (βλ. ΑΠ

836/2002 ΔΕΕ 2002.1267). Επομένως, όταν μία

πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού συνιστά συγχρόνως

αθέμιτη αδικοπραξία (άρθρο 919 ΑΚ), υπερισχύει

η μακρότερη παραγραφή του άρθρου 937 ΑΚ,

διότι οι προϋποθέσεις των αξιώσεων είναι διαφο-

ρετικές και δεν υπάρχει λόγος πλεονεκτικότερης

μεταχείρισης του δράστη, καθόσον η πράξη του

έγινε συγχρόνως προς τον σκοπό ανταγωνισμού

[βλ. «Αθέμιτος Ανταγωνισμός» Νικ. Ρόκα, έκδοση

1996, σελ.427-428 (Α.Α. Γκούσκου)]. Αν η πράξη

του αθέμιτου ανταγωνισμού συνιστά ταυτόχρονα

και παράβαση των άρθρων 57 επ. ΑΚ, η συρρέ-

ουσα αξίωση για παύση της προσβολής και για πα-

ράλειψη, που στηρίζεται στις εν λόγω διατάξεις του

ΑΚ, κατά την ορθότερη γνώμη, που ακολουθεί και

το Δικαστήριο τούτο, υπόκειται στη συνήθη εικοσα-

ετή παραγραφή (βλ. ΕφΘεσ 697/200ό Επι-

σκΕμπΔ.2007.729)…» (ΜΠΑμφισας 286/2009,

ΝΟΜΟΣ).

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΩΝ

ΚΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

«…Στην αναγκαστική εκτέλεση με προσωπική κρά-

τηση συνήθης στην πράξη είναι η προβολή αντιρ-

ρήσεων στηριγμένων στις ειδικές ρυθμίσεις των

άρθρων 1050 παρ.1 και 1054 του Κ.Πολ.Δ. Η εισα-

γωγή αυτών των δύο, ιδιαιτέρων ρυθμισμένων, εν-

δίκων βοηθημάτων στην προσωπική κράτηση

προφανώς υπηρετεί διπλό σκοπό: σε πρώτο στάδιο

την ανάγκη της παροχής έννομης προστασίας στον

οφειλέτη (1050 παρ.1) και σε δεύτερο, την καθιέ-

ρωση πρόσθετων εγγυήσεων, αφού πρόκειται για

δίκες που αφορούν την προσωπική ελευθερία

(1054). Το άρθρο 1050 δίνει τη δυνατότητα σ`

αυτόν που συλλαμβάνεται για να προσωποκρατη-

θεί να προβάλει αντιρρήσεις, που δικάζονται από

τον Πρόεδρο Πρωτοδικών στον οποίο αμέσως

προσάγεται. Ο Πρόεδρος Πρωτοδικών δικάζει

κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων

(άρθρα 686 επομ.). Περαιτέρω το άρθρο 1054 του

ίδιου Κώδικα ορίζει ότι κάθε διαφορά που αναφέ-

ρεται στην εκτέλεση της προσωπικής κράτησης

υπάγεται, αν δεν προβλέπεται κάτι άλλο, στο Πο-

λυμελές Πρωτοδικείο. Στην τελευταία αυτή περί-

πτωση τηρείται η τακτική διαδικασία και

επιτρέπονται ένδικα μέσα, με τις ειδικές αποκλίσεις

που προνοούν οι διατάξεις του επόμενου άρθρου.

Είναι φανερό ότι η προεδρική απόφαση, που εκδί-

δεται κατά το άρθρο 1050 Κ.Πολ.Δ. σύμφωνα με

τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, είναι προ-

σωρινή και δεν αποκλείει την εισαγωγή της διαφο-

ράς στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, κατά το άρθρο

1054 Κ.Πολ.Δ. για οριστική διάγνωση με προσφυγή

είτε του οφειλέτη είτε του δανειστή. Ο νόμος προ-

νόησε και επέτρεψε στον καθού να προβάλει τις

αντιρρήσεις του στον Πρόεδρο Πρωτοδικών για να

αποφευχθεί εντελώς η φυλάκισή του αν υπάρχουν

βάσιμοι, κατά την προεδρική κρίση, λόγοι. Η καθιέ-

ρωση του βοηθήματος αυτού δεν σημαίνει ότι η

κρίση του Προέδρου, είτε δέχεται είτε απορρίπτει

τις αντιρρήσεις είναι οριστική. Μια τέτοια εκδοχή

θα υποβάθμιζε τελικά τη σημασία της προσωπικής

κράτησης, ενώ από τις γενικές αρχές του δικαίου

μας η προσωπική ελευθερία και η ανθρώπινη αξιο-

πρέπεια αναγορεύονται σε πρωταρχικές αξίες

(άρθρο 2 παρ.1 και 5 παρ.3 και 3 του συντάγματος).

Από την καθιέρωση προστασίας του συλλαμβανο-

μένου, προκύπτει αντίθετα ότι ο δικονομικός νο-

μοθέτης θέλησε να του δώσει περισσότερες

εγγυήσεις και μέσα δικαστικής προσφυγής. Η

απόφαση, όμως του προέδρου πρωτοδικών, που

εκδίδεται κατ` εφαρμογή του άρθρου 1050

61

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 61

Page 62: asfalistika

Κ.Πολ.Δ. κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών

μέτρων, επί των αντιρρήσεων που προβάλλει εκεί-

νος που συλλαμβάνεται κατά την εκτέλεση απο-

φάσεως που διατάζει την προσωπική του κράτηση,

δεν υπόκειται σε ανάκληση ούτε σε ένδικο μέσο

και επομένως, ούτε σε έφεση, αλλά σε προσφυγή

ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου (βλ. Θεο-

δωρόπουλου, Κ.Πολ.Δ. εκδ. 1986 σελ. 877 και εκεί

παραπομπές και

συγγραφείς, ΕφΑθ 11275/1986 ό.π., ΕφΑθ

5348/1983, αντιθ. Β. Βαθρακοκοίλης, Κ.Πολ.Δ.

υπό άρθρο 1050, αριθμ. 6). Με την προσφυγή αυτή

που ασκείται ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδι-

κείου κρίνεται οριστικά η διαφορά σε σχέση με

την προσωποκράτηση του συλλαμβανομένου, είτε

διότι προσφεύγει στο άνω δικαστήριο ο προσωπο-

κρατηθείς, του οποίου οι αντιρρήσεις κατ` αρθρ.

1050 Κ.Πολ.Δ. απορρίφθηκαν, είτε διότι προσφεύ-

γει ο δανειστής ζητώντας να αναγνωρισθεί ότι συν-

τρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου για την

προσωπική κράτηση του οφειλέτου του, ο οποίος

μετά την παραδοχή των αντιρρήσεων που άσκησε

ο τελευταίος ενώπιον του Προέδρου Πρωτοδικών,

είναι ελεύθερος. Στη τελευταία ως άνω περίπτωση

της προσφυγής του δανειστή, εφόσον ευδοκιμήσει

αυτή εκείνος θα δύναται να δώσει εκ νέου εντολή

στον δικαστικό επιμελητή για την σύλληψη του αφε-

θέντος ελεύθερου με βάση την προεδρική από-

φαση οφειλέτη. Κατά της ως άνω με την τακτική

διαδικασία σε πρώτο βαθμό εκδοθείσας αποφά-

σεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου χωρούν,

όπως λέχθηκε, ένδικα μέσα. Εφόσον όμως το Πο-

λυμελές Πρωτοδικείο δικάσει (εσφαλμένα), την

άνω προσφυγή ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο και

εξαφανίσει την Προεδρική απόφαση, τότε παρόλο

που η απόφαση αυτή είναι λανθασμένη, δεν είναι

δυνατή η εκ νέου προσβολή της δι` εφέσεως,

αφού με έφεση προσβάλλονται μόνο οι οριστικές

αποφάσεις των πρωτοβαθμίων δικαστηρίων. Ειδι-

κότερα με τα άρθρα 12 παράγραφος 1, 18 και 513

παράγραφος 1 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι «Δύο

(αρθ. 12) μόνο βαθμοί δικαιοδοσίας των πολιτικών

δικαστηρίων υπάρχουν, των οποίων την τήρηση το

δικαστήριο εξετάζει και αυτεπαγγέλτως. Στην (αρθ.

18) αρμοδιότητα των Πολυμελών Πρωτοδικείων

υπάγονται: α) όλες οι διαφορές για τις οποίες δεν

είναι αρμόδια τα Ειρηνοδικεία ή μονομελή πρωτο-

δικεία και β) οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των

Ειρηνοδικείων της περιφερείας τους. Έφεση (αρθ.

513) επιτρέπεται μόνο κατά των αποφάσεων που

εκδίδονται στον πρώτο βαθμό α)... β) των οριστικών

αποφάσεων που περατώνουν τη δίκη κ.λ.π». Από

το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, προκύπτει ότι,

όπως κάθε απόφαση που εκδίδεται, καταρχήν υπό-

κειται σε όλα τα ένδικα μέσα του κοινού δικαίου.

Προϋπόθεση όμως, για την άσκηση των ένδικων

μέσων είναι, η ύπαρξη στη συγκεκριμένη περί-

πτωση όχι μόνο δευτεροβάθμιου δικαστηρίου,

αλλά και δυνατότητας να δικάσει στο βαθμό αυτό

(δεύτερο).

Ειδικότερα, προκειμένου για τις αποφάσεις των

Πολυμελών Πρωτοδικείων, που δίκασαν σε δεύ-

τερο βαθμό επί εφέσεως κατά αποφάσεων των

Μονομελών Πρωτοδικείων, δεν υπόκεινται πλέον

στο ίδιο ένδικο μέσο ενώπιον του Εφετείου, αφού

η οικεία δικαιοδοσία εξαντλήθηκε στο Πρωτοδικείο

που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, είτε με ειδική διά-

ταξη είτε, όπως με τις γενικές διατάξεις δικάζει στο

βαθμό αυτό το Εφετείο. Όπως, δηλαδή, οι οριστι-

κές αποφάσεις του Εφετείου, που εκδόθηκαν επί

εφέσεως Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου δεν υπόκειν-

ται στο ένδικο μέσο της εφέσεως αλλά μόνο σε

αναίρεση, ο ίδιος νομοθετικός λόγος συντρέχει

αποκλεισμού του ένδικου αυτού μέσου κατά των

παραπάνω αποφάσεων του Πολυμελούς Πρωτοδι-

κείου, που δίκασε σαν Εφετείο, εξαντλώντας την

δικαιοδοσία του δεύτερου βαθμού…» (ΕφΔωδε-

κανήσου 209/2004, ΝΟΜΟΣ).

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΥ

‘Η ΚΑΙ ΤΡΙΤΟΥ ΑΠΟΓΡΑΦΟΥ

«…Σύμφωνα προς τις διατάξεις των παραγρά-

φων 3 και 5 του άρθ. 918 ΚΠολΔ: «3. Ένα μόνο

απόγραφο δίνεται στον καθένα από εκείνους

που έχουν έννομο συμφέρον. Άλλο αντίγραφο

μπορεί να δοθεί, αν χαθεί εκείνο που δόθηκε ή

62

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 62

Page 63: asfalistika

για άλλο σοβαρό λόγο. 5.Αν ο αρμόδιος για την

έκδοση απογράφου αρνηθεί να το δώσει, η έκ-

δοση μπορεί να ζητηθεί από το Μονομελές Πρω-

τοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει ο

αρμόδιος για την έκδοση του απογράφου, με την

εφαρμογή της διαδικασίας των άρθρων 686

επ.».Κατά την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 918

παρ. 3 ΚΠολΔ, ένα μόνο απόγραφο χορηγείται,

προς το σκοπό της προστασίας των συμφερόν-

των του οφειλέτη, για την αποτροπή ταυτόχρονης

αναγκαστικής εκτέλεσης σε περισσότερα σε διά-

φορους τόπους κείμενα περουσιακά στοιχεία και

κατ’ ακολουθίαν άσκοπης πρόσθεσης επιβάρυν-

σής του με αυξημένα έξοδα, εξαιρετικώς δε και

δεύτερο σε περίπτωση απώλειας του πρώτου ή

συνδρομής άλλου σοβαρού λόγου ή αν προβλέ-

πεται η ακύρωσή του. Για τρίτο απόγραφο δεν γί-

νεται αναφορά στο νόμο, αλλά πρέπει να γίνει

δεκτό ότι τα όσα ορίζονται για το δεύτερο από-

γραφο εφαρμόζονται και για το τρίτο, όταν, για

τους ίδιους λόγους, παρίσταται ανάγκη έκδοσής

του. Πάντως, η για την έκδοση του ενός απογρά-

φου διάταξη δεν είναι δημόσιας τάξης, αλλά,

όπως αναφέρθηκε, έχει τεθεί προς το συμφέρον

του οφειλέτη, γι’ αυτό και είναι δυνατή η με συ-

ναίνεση του τελευταίου έκδοση δεύτερου απο-

γράφου. Αλλά και χωρίς τη συναίνεση του

οφειλέτη η χορήγηση δεύτερου απογράφου και

η βάσει αυτού ενεργούμενη εκτέλεση δεν είναι

άκυρη. Η εκτέλεση όμως του ενός απογράφου

καθιστά τυπικώς ανίσχυρο το άλλο. Δεν είναι επι-

τρεπτή η έκδοση απογράφου για μέρος της απαί-

τησης του τίτλου ή μόνο για τη δικαστική δαπάνη,

αν δεν χωρήσει προηγουμένως κατά τις νόμιμες

διατυπώσεις παραίτηση από την ενσωματωμένη

στον τίτλο απαίτηση (μερική ή ολική, αντίστοιχα).

Αυτό ισχύει και για τους τόκους. Η κρίση για τη

συνδρομή των προϋποθέσεων χορήγησης δεύ-

τερου απογράφου ανήκει στον αρμόδιο, κατά το

νόμο, για την έκδοσή του και, σε περίπτωση δια-

φωνίας, μετά από αίτηση αυτού που έχει έννομο

συμφέρον στο Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη

διαδικασία των άρθρ. 686 ΚΠολΔ, σύμφωνα με

την παρ.5, η οποία καταλαμβάνει, λόγω της γενι-

κότητάς της, και την περίπτωση αυτή. Στην αίτηση

πρέπει ν’ αναφέρονται οι λόγοι που δικαιολογούν

την έκδοση του δεύτερου απογράφου και ν’ απο-

δεικνύονται. Δυνατή είναι η κλήτευση του αντιδί-

κου του αιτούντος, όχι όμως και απαραίτητη,

ιδίως εάν παρήλθε εντωμεταξύ ικανός χρόνος

από την έκδοση του πρώτου απογράφου. Προς

την απώλεια εξομοιώνεται και η για οποιονδή-

ποτε λόγο αδυναμία ανεύρεσης του πρώτου απο-

γράφου.

Ποιοι είναι οι σοβαροί λόγοι για τους οποίους θα

πρέπει να ζητηθεί η έκδοση άλλου απογράφου,

δεν αναφέρονται στο νόμο. Η κρίση για το αν

υπάρχει ή όχι σοβαρός λόγος απόκειται στο αρ-

μόδιο για τη χορήγηση απογράφου όργανο και,

σε περίπτωση άρνησής του, μπορεί να ζητηθεί

από το Μονομελές Πρωτοδικείο, όπως προανα-

φέρθηκε, του οποίου αντικείμενο της απόφασης

είναι όχι ή έκδοση του απογράφου αλλά η έκ-

δοση διαταγής προς το αρμόδιο όργανο για τη

χορήγηση του απογράφου. Σοβαρός λόγος έκ-

δοσης δεύτερου απογράφου συντρέχει όταν ο

εκτελεστός τίτλος αφορά περισσότερες απαιτή-

σεις του ίδιου του δανειστή και το πρώτο από-

γραφο εκδόθηκε για μια μόνον απ’ αυτές, ενώ

μεταγενέστερα ζητείται να δοθεί απόγραφο για

άλλη απαίτηση που βεβαιώνει ο ίδιος εκτελεστός

τίτλος, και για την οποία δεν ίσχυε το αρχικό από-

γραφο. Επίσης, το δυσανάγνωστο του απογρά-

φου λόγω παρόδου του χρόνου, η βλάβη αυτού

(μελάνωση, σχίσιμο) κ.α., συνηθέστερος όμως

λόγος έκδοσης δεύτερου απογράφου είναι η

απώλεια του πρώτου (βλ. Βαθρακοκοίλη, άρθρ.

918, αριθ.16, Μπέη, Διαδικασίαι Μονομελούς

Πρωτοδικείου, 619)…» (ΜΠΓρεβενών 448/2008

Αρμ. 2009, σ. 570, ΝΟΜΟΣ).

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟΒΟΛΗΣ ΚΑΤΟΧΟΥ Ή ΝΟΜΕΑ ΑΠΟ

ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΘΕΝ ΑΚΙΝΗΤΟ (ΚΑΤΑ ΤΟ

ΑΡΘΡΟ 4 παρ. 1 εδ. β του ν. 1772/1988)

ΓΕΝΙΚΑ. Με τη μεταγραφή της πράξης εφαρμογής

επέρχονται όλες οι αναφερόμενες στη πράξη

63

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 63

Page 64: asfalistika

εφαρμογής μεταβολές στις ιδιοκτησίες, εκτός από

αυτές που οφείλεται αποζημίωση και για την συν-

τέλεση των οποίων πρέπει να ολοκληρωθούν οι

προβλεπόμενες διαδικασίες.

ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ. Το Μονομελές Πρωτοδικείο,

στην περιφέρεια του οποίου ευρίσκεται το απαλ-

λοτρωθέν ακίνητο.

ΑΙΤΩΝ. Σε περίπτωση που ο κάτοχος ή ο νομέας

αρνείται να παραδώσει το ακίνητο που του αφαι-

ρείται με την πράξη εφαρμογής, ο οικείος Ο.Τ.Α,

το Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ καθώς και κάθε ενδιαφε-

ρόμενος δικαιούνται να αξιώσουν την παράδοση

του ακινήτου.

ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ. Πρόσκληση του κατόχου ή νομέα

με την οποία καλείται μέσα σε προθεσμία 15 ημε-

ρών να παραδώσει το ακίνητο. Άρνηση του κατό-

χου ή νομέα να το παραδώσει στην παραπάνω

προθεσμία.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Το σημείωμα κατατίθεται κατά τα ανα-

φερόμενα ανωτέρω για τις άλλες υποθέσεις

ασφαλιστικών μέτρων.

ΠΡΟΣΑΓΟΜΕΝΑ ΕΓΓΡΑΦΑ.

α. Η κοινή υπουργική απόφαση και η πράξη εφαρ-

μογής με το πιστοποιητικό μεταγραφής της από το

αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο.

β. Στην περίπτωση που η απαλλοτρίωση έχει κη-

ρυχθεί από Ο.Τ.Α, η πράξη εφαρμογής και η από-

φαση του αρμόδιου Νομάρχη, με την οποία αυτή

κυρώνεται καθώς και το πιστοποιητικό μεταγραφής

της από το αρμόδιο Υποθη-κοφυλακείο.

γ. Το παραστατικό από το οποίο αποδεικνύεται η

καταβολή της τυχόν οφει-λόμενης αποζημίωσης

δ. Η έκθεση επιδόσεως αρμόδιου δικαστικού επι-

μελητή, από την οποία από-δεικνύεται η πρό-

σκληση του ενδιαφερομένου να παραδώσει το

ακίνητο και η πάροδος της προθεσμίας των δεκα-

πέντε (15) ημερών.

Με την απόφαση διατάσσεται η αποβολή του κα-

τόχου ή νομέα του απαλλοτριωθέντος ακινήτου.

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ. Κατά της αποφάσεως που θα εκδοθεί

χωρούν ένδικα μέσα (έφεση - αναίρεση) (ΟλΑΠ 21-

22/2002, 38/2002, ΑΠ 1401/2003, ΕλλΔνη

45.1054).

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ

ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ

ΑΠΟ ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ

& ΔΑΝΕΙΩΝ (άρθ. 8 § 3 Ν. 2882/2001)

Στο άρθρο 8 § 3 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλ-

λοτριώσεων (Ν. 2882/2001) προβλέπεται ότι κάθε

διαφορά σχετική με την απόδοση από το Ταμείο

Πα- ρακαταθηκών και Δανείων στο δικαιούχο του

ποσού της αποζημίωσης που κατατέθηκε από τον

υπόχρεο για την πληρωμή της επιλύεται οριστικά

από το μονομελές πρωτοδικείο στην περιφέρεια

του οποίου βρίσκεται η απαλλοτ-ριούμενη έκταση

ή το μεγαλύτερο μέρος αυτής με την διαδικασία

των ασ-φαλιστικών μέτρων. Η σχετική απόφαση

προσβάλλεται με έφεση και αναίρεση.

ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ

ΠΟΥ ΔΙΕΓΡΑΨΕ ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

«…Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 88 του ΑΚ

αποβολή μέλους σωματείου επιτρέπεται: 1) στις πε-

ριπτώσεις που προβλέπει το καταστατικό, 2) αν

υπάρχει σπουδαίος λόγος και το αποφασίσει η γε-

νική συνέλευση. Το μέλος που έχει αποβληθεί έχει

το δικαίωμα να προσφύγει στον πρόεδρο Πρωτο-

δικών μέσα σε δύο (2) μήνες αφότου του γνωστο-

ποιήθηκε η απόφαση, αν η αποβολή έγινε αντίθετα

προς τους όρους του καταστατικού ή αν δεν υπήρ-

χαν σπουδαίοι λόγοι για την αποβολή του. Από την

ανωτέρω διάταξη προκύπτει, ότι για τη δραστική

προστασία του μέλους εναντίον τυχόν αυθαιρέτων

ενεργειών του αρμοδίου συλλογικού οργάνου με

τις οποίες τούτο αποβάλλεται οριστικώς από τη δύ-

ναμη των μελών του, παρέχεται από το νόμο στο

πληπόμενο με τον τρόπο αυτό μέλος, η δυνατότητα

δικαστικής προσφυγής. Η προσφυγή πρέπει να

ασκηθεί μέσα σε προθεσμία δύο μηνών που αρχί-

ζει από τη γνωστοποίηση στο μέλος της περί απο-

βολής αποφάσεως. Η γνωστοποίηση αυτή μπορεί

να γίνει με κάθε πρόσφορο προς τούτο μέσο,

χωρίς την ανάγκη μεσολαβήσεως δικαστικού επι-

64

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 64

Page 65: asfalistika

μελητού, που μπορεί να εξασφαλίσει τη γνώση στο

αποβαλλόμενο μέλος, χωρίς να είναι κατά νόμο

απαραίτητο να κοινοποιηθεί στο αποβαλλόμενο

μέρος η ίδια περί αποβολής απόφαση (ΑΠ

490/2001 ΕλΔ 43.459)…» (ΕφΑθ 6680/2007

ΕλλΔνη 2008, σ. 1528, ΝΟΜΟΣ).

ΑΛΛΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΛΗΨΗΣ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ

ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 § 4 Ν.

703/1977, η Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι αποκλει-

στικά αρμόδια να λάβει ασφαλιστικά μέτρα αυτε-

πάγγελτα, μετά από αίτηση αυτού που έχει

υποβάλλει καταγγελία ή μετά από αίτηση του

Υπουργού Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγω-

νιστικότητας, όταν πιθανολογείται παράβαση των

άρθρων 1 και 2 του Ν. 703/1977 «Περί ελέγχου μο-

νοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του

ελεύθερου ανταγωνισμού» και συντρέχει επεί-

γουσα περίπτωση προς αποτροπή άμεσα επικείμε-

νου κινδύνου ανεπανόρθωτης βλάβης στον

αιτούντα ή το δημόσιο συμφέρον. Επίσης μπορεί

να απειλήσει χρηματική ποινή μέχρι 3.000 ΕΥΡΩ

για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης προς την από-

φασή της και να θεωρήσει αυτή καταπεσούσα,

όταν με απόφασή της βεβαιώνεται η μή συμμόρ-

φωση (Επιτροπή Ανταγωνισμού Ολομέλεια

251/2003, 262/2004, ΧρΙΔ 2004, σελ. 640 και 643).

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΙ-

ΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ

ΡΥΘΜΙΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ

ΤΗΣ ΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΟΧΗΣ ΣΕ ΚΤΗΜΑΤΑ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΗ (Α.Ν

1539/1938 “Περί προστασίας των δημοσίων κτη-

μάτων”, όπως τροποιήθηκε με το Ν.Δ 958/1971).

ΓΕΝΙΚΑ: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22

του Α.Ν 1539/1938 «περί προστασίας των Δημο-

σίων Κτημάτων» που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά

την εισαγωγή του ΚΠολΔ (άρθρο 52 παρ. 18

ΕισΝΚΠολΔ., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 70

παρ. 12 Ν.Δ 958/1971 και 53 του ΕισΝΚΠολΔ,

Εισ.Εφ.Αθην. 16/1974 ΕΕΝ 41.402), όταν μεταξύ

των οργάνων του Δημοσίου και ιδιώτου αμφισβη-

τείται η διακατοχή επί ορισμένου κτήματος μπορεί

να ζητηθεί η προσωρινή ρύθμιση του θέματος από

τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών μετά από αίτηση του

ιδιώτη ή απλό έγγραφο των οργάνων του Δημοσίου

(Π. Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα 1985, σελ. 420,

Παν. Θεοδωρόπουλου, Ερμην. Κ.Πολ.Δ σελ. 181

επ.). Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 1

του ΝΔ 31/1968 «Περί προστασίας της περιουσίας

των Οργάνων Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και ρυθμί-

σεως ετέρων θεμάτων», οι διατάξεις των άρθρων

1 έως και 24 του Α.Ν 1539/1938 «Περί προστασίας

των Δημοσίων Κτημάτων», όπως αυτές ισχύουν

εκάστοτε και οι συναφείς προς αυτές υπέρ του Δη-

μοσίου διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και επί

Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως για την προ-

στασία των κτημάτων τους. Σύμφωνα με τις διατά-

ξεις του άρθρου 22 του Α.Ν 1539/1938 ο

Εισαγγελέας αφού λάβει την αίτηση ή το έγγραφο,

ενεργεί αμέσως, ει δυνατόν, αυθημερόν επιτόπιο

εξέταση είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω κάποιου

ανακριτικού υπαλλήλου και ή διατάσσει την επανα-

φορά των πραγμάτων στην πρότερα κατάσταση ή,

σε περίπτωση που αμφιβάλλει για τον δικαιούχο σε

κατοχή ή αν από αυτό ουδεμία επέρχεται σοβαρή

βλάβη, διατάσσει την απαγόρευση διακατοχικών

πράξεων και στους δύο διαδίκους και κάθε τρίτο

μέχρις της υπό του δικαστηρίου λύσεως της διαφο-

ράς κατά τα προαναφερόμενα (Εισ.Πρωτ.Αθην.

16/2007).

Η απόφαση του Εισαγγελέως, που εκδίδεται κατά

την παραπάνω ειδική διαδικασία δεν δημιουργεί

προσωρινό ή οριστικό δεδικασμένο αλλ’ αποτελεί

προσωρινή ρύθμιση της πραγματικής κατάστασης

που υπάρχει για την αποφυγή μεταβολής στο επί-

δικο ακίνητο, μέχρι την οριστική επίλυση της δια-

φοράς και συνεπώς δεν αποκλείεται διαφορετική

ρύθμιση του ζητήματος από τα αρμόδια πολιτικά

δικαστήρια (ΕισαγΠρωτΟρεστ 3/91 ΕλλΔνη 32, σ.

65

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 65

Page 66: asfalistika

1545, Π. Θεοδωρόττουλου ΕρμΚΠολΔ σ. 593,

ΓνωμΕισΑΠ 37/59 ΝοΒ 8/861, ΓνωμΕισΑΠ 47/66

ΝοΒ 15/1023, ΕισΕφΠατρών 5/58 ΝοΒ 8/1004, Ει-

σΕφΑθ. 15/59 ΕΕΝ 36.358, ΕισΠρωτΑθ. «ΠΡΑΞΗ

ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ», 2004, σελ. 212). Έτσι, η δικαιοδοσία

των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων για την πα-

ροχή εννόμου προστασίας, ούτε αναιρείται ούτε

αποκλείεται από τις παραπάνω διατάξεις. Τα τα-

κτικά πολιτικά δικαστήρια μπορούν ν’ αποφασί-

σουν και διαφορετικά (ΕισΠρωτΑθ 78/1991, Δ. 23,

σ. 354).

ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ:

α. Αμφισβήτηση ανάμεσα σε ιδιώτη και το Δημόσιο

ή Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης της νομής

ή διακατοχής ακινήτου ή συστατικού του (άρθρο

954 αρ. 3 Α.Κ). Η διαδικασία αυτή δεν χωρεί επί

αμφισβητήσεως της νομής κινητών.

β. Ύπαρξη κατεπείγουσας ανάγκης ρυθμίσεως

που επιβάλλει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και

κίνδυνος από την αναβολή (π.χ αποφυγή συγκρού-

σεων, έριδων και διαπληκτισμών, πρόληψη μετα-

βολών της κατάστασης του επιδίκου κ.λ.π), και

γ. Ύπαρξη στο πρόσωπο του αιτούντα δικαιώματος

για την άσκηση διακατοχής από εμπράγματο δι-

καίωμα ή νομής (μη παρανόμου) ή και ενοχικού

έστω δικαιώματος. Η παραδοχή της άποψης αυτής

δεν έρχεται σε αντίθεση με το διδασκόμενο (Π. Τζί-

φρα, Ασφαλιστικά Μέτρα 1985, σελ. 419 – 420) ότι

με την προκειμένη διαδικασία δεν τέμνεται ζήτημα

νομής ούτε σκοπείται η δικαστική βεβαίωση της

διακατοχικής κατάστασης του επίδικου αλλά

απλώς επιδιώκεται η συντήρηση της υφιστάμενης

πριν από την προσβολή κατάστασης για να δοθεί

έτσι καιρός στο τακτικό δικαστήριο να ρυθμίσει

προσωρινά ή οριστικά το ζήτημα και τούτο γιατί

άλλο η μεθοδολογία της διάγνωσης και άλλο η νο-

μική σημασιολόγηση της απόφασης που εκδίδεται

και που φέρει χαρακτήρα κατά την επικρατούσα

άποψη αστυνομικού μέτρου (Εισ.Πρωτ.Αθην.

16/2007).

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Με τον όρο αμφισβήτηση εννοείται η

αντιποίηση της νομής, η οποία συνίσταται σε απο-

βολή και κατάληψη του επιδίκου. Οι παραπάνω δια-

τάξεις δεν εφαρμόζονται όταν υπάρχει διαφορά

μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και Οργανισμών

Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή των ανωτέρω και νομικών

Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή μεταξύ νομικών

προσώπων δημοσίου δικαίου (ΕισΕφΠατρών

10/1991, Δ.23, 352).

ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: Ύπαρξη εμπράγ-

ματου ή έστω ενοχικού δικαιώματος επί του διεκ-

δικούμενου ακινήτου ή των συστατικών αυτού.

ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ο Εισαγγελέας Πρω-

τοδικών της περιφέρειας στην οποία ευρίσκεται το

αμφισβητούμενο ακίνητο.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ: Στην Εισαγγελία Πρω-

τοδικών Αθηνών, στο κτίριο δέκα έξι (16), στο δεύ-

τερο όροφο, Γραφείο 217. Στο Πρωτοδικείο

Πειραιά, στον 4ο όροφο, Γραφείο 412. Προσδιο-

ρίζεται με επιμέλεια του Εισαγγελέως Πρωτοδι-

κών.

ΕΠΙΔΟΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ: Η αίτηση επιδίδεται από τον

αιτούντα δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από

τη συζήτηση της (Κ.Α. Παπαδόπουλου, Αγωγές Εμ-

πράγματου Δικαίου, 1992, σ. 230). Όμως, ο Εισαγ-

γελέας Πρωτοδικών μπορεί να ορίσει μικρότερη

προθεσμία για τη συζήτησή της και, ακόμη, μπορεί

ν’ αποφασίσει και χωρίς την κλήτευση του καθού.

Ειδικότερα, η αίτηση επιδίδεται από τον αιτούντα

δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζή-

τησή της όταν ο καθού είναι το Ελληνικό Δημόσιο,

ενώ εάν ο καθού είναι Δήμος ή Κοινότητα, η άνω

προθεσμία μπορεί να είναι από 24 ώρες έως 10

ημέρες πριν από την συζήτηση.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΙΤΗΣΗΣ: Εκτός από τα στοιχεία που

απαιτούνται κατά τα άρθρα 117 και 118 Κ.Πολ.Δ

και της ειδικής αναφοράς στο «επείγον» της λήψης

μέτρων, η αίτηση πρέπει να περιέχει τα οριζόμενα

από το άρθρο 688 ΚΠολΔ, μεταξύ των οποίων τα

πραγματικά περιστατικά που πιθανολογούν το δι-

καίωμα για την εξασφάλιση ή διατήρηση του

οποίου ζητείται η λήψη του μέτρου ή για την κατά-

σταση της οποίας ζητείται το μέτρο αυτό.

Αν δεν υπάρχει στην αίτηση η αναφορά των παρα-

γωγικών γεγονότων του ασφαλιστέου δικαιώμα-

τος, η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί ως

66

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 66

Page 67: asfalistika

απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως, καθώς ο έλεγχος

των παραγωγικών γεγονότων του προστατευτέου

δικαιώματος γίνεται αναγκαίως με βάση τους ισχυ-

ρισμούς που περιλαμβάνονται στην αίτηση. Η αί-

τηση (ακόμα και η αόριστη) συμπληρώνεται έως τη

συζήτησή της, όχι όμως με το σημείωμα ή με την

παραπομπή στην κύρια αγωγή που δεν ενσωματώ-

νεται στην αίτηση, το δε αίτημα που υποβάλλεται

για πρώτη φορά με το σημείωμα είναι απαράδεκτο

(ΕισΠρωτΑθην 16/2007).

ΑΙΤΗΜΑ: Η αποβολή του καταλαβόντος το επίδικο,

η εγκατάσταση του αποβληθέντος ή η καταστροφή

των τυχόν έργων που έγιναν από τον αποβλητέο.

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ: Η συζήτηση της αίτη-

σης γίνεται στο Πρωτοδικείο Αθηνών, στο κτίριο 16

(Εισαγγελία Πρωτοδικών), στην αίθουσα 12, στο

ισόγειο. Οι μάρτυρες εξετάζονται στο ακροατήριο.

Στο Πρωτοδικείο Πειραιά, η συζήτηση γίνεται στο

γραφείο του Εισαγγελέα Υπηρεσίας την ημέρα της

δικασίμου.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ: Η προθεσμία για την κατάθεση του

σημειώματος και την προσαγωγή των σχετικών εγ-

γράφων τάσσεται από τον Εισαγγελέα και κατατί-

θενται στο Γραφείο 217 του κτιρίου 16

(Γραμματεία). Στο ίδιο γραφείο υπάρχουν και τα βι-

βλία δημοσιεύσεως των αποφάσεων.

ΜΑΡΤΥΡΕΣ - ΠΡΑΚΤΙΚΑ: Εξετάζεται ένας μάρτυ-

ρας από κάθε διάδικο και τηρούνται υποχρεωτικά

πρακτικά.

ΑΠΟΦΑΣΗ: Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών με την

έκδοση της σχετικής απόφασής του διατάσσει

προσωρινά μέτρα αστυνομικής φύσης.

ΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Στο κτίριο 16, Γραφείο 217.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Η απόφαση του Εισαγγε-

λέα Πρωτοδικών, ως αστυνομικό μέτρο, εκτελείται

από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα αλλά επειδή

ταυτόχρονα αποτελεί και πράξη δικαστικής αρχής

σε ιδιωτική διαφορά, εκτελείται και - κατά τις δικο-

νομικές διατάξεις- με δικαστικό επιμελητή, στον

οποίο δίνεται η παραγγελία προς εκτέλεση κάτω

από αντίγραφο της τελεσίδικης απόφασης (βλ. Π.

Τζίφρα, Ασφ, Μέτρα, εκδ. 1976, σελ. 425,

Γνωμ.Εισ.ΕΑ 23/1976 Δ. 1976.618, Μ.Π.Βόλου

711/1986). Η απόφαση, μετά την τελεσιδικία της,

αποτελεί ιδιότυπο εκτελεστό τίτλο, πέραν από αυ-

τούς που ορίζονται στο άρθρο 904 ή άλλες ειδικές

διατάξεις και δεν περιάπτεται τον εκτελεστήριο

τύπο (απόγραφο).

ΠΡΟΣΟΧΗ: Με την ανωτέρω απόφαση του Εισαγ-

γελέα επ’ ουδενί δεν αναγνωρίζεται ούτε επιδικά-

ζεται η νομή του διεκδικούμενου ακινήτου στον

αιτούντα. Ούτε η σχετική αίτηση διακόπτει το

χρόνο παραγραφής (άρθρο 992 Α.Κ).

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ: Προβλέπεται η άσκηση ανακοπής

ενώπιον του ιεραρχικά ανωτέρου Εισαγγελέως

Εφετών, προ πάσης επιδόσεως της αποφάσεως

αλλά και μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών)

(άρθρο 22 παρ. 5 ΑΝ 1539/1938) από την κοινο-

ποίηση της απόφασης στον διάδικο που ηττήθηκε.

Η παραπάνω προθεσμία άσκησης της ανακοπής,

καθώς και η άσκηση της αναστέλλουν την εκτέ-

λεση της πρωτόδικης απόφασης του Εισαγγελέως

Πρωτοδικών. Η ανακοπή κατατίθεται στο κτίριο 16,

στο δεύτερο όροφο, Γραφείο 217.

Απευθύνεται στον Εισαγγελέα Εφετών. Προσδιο-

ρίζεται με επιμέλεια του Εισαγγελέα Εφετών, στον

τέταρτο (4ο) όροφο, Γραφείο 1027. Δικάζεται στο

γραφείο του Εισαγγελέα, ο οποίος θα τη χρεωθεί.

Ο δικηγόρος του ανακόπτοντος, ειδοποιείται τηλε-

φωνικά για να λάβει αντίγραφα προς κοινοποίηση.

Η προθεσμία κοινοποίησης ορίζεται συνήθως από

48 ώρες έως τρεις (3) ημέρες. Κατατίθεται σημεί-

ωμα, είτε την ημερομηνία συζήτησης είτε μέσα

στην προθεσμία που θα χορηγήσει ο Εισαγγελέας.

Μάρτυρες δεν εξετάζονται, εκτός εάν κριθεί ανα-

γκαίο από τον εισαγγελέα, ύστερα από υποβολή

αιτήματος. Για την έκδοση και την παρακολούθηση

της πορείας καθαρογραφής της αποφάσεως

απευθυνόμαστε στον τέταρτο (4ο) όροφο, Γραφείο

1027. Στον Πειραιά η ανακοπή κατατίθεται στον τέ-

ταρτο (4ο) όροφο, Γραφείο 412. Απευθύνεται στον

Εισαγγελέα Εφετών και δικάζεται στο Γραφείο του

Εισαγγελέα Υπηρεσίας, που δικάζει την ορισθείσα

δικάσιμο.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Κατά της απόφασης του Εισαγγελέα

για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων δεν συγχωρείται

67

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 67

Page 68: asfalistika

αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης ή αίτηση ακύ-

ρωσης.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ – ΕΠΕΙΓΩΝ ΚΙΝΔΥΝΟΣ

«…Σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 682

παρ. 1 του ΚΠολΔ, απαραίτητη προϋπόθεση προκει-

μένου να διαταχθεί το ασφαλιστικό μέτρο της συντη-

ρητικής κατάσχεσης (ή προσημείωσης υποθήκης) και

να ασφαλιστεί χρηματική απαίτηση είναι να συντρέχει

επικείμενος κίνδυνος. Ως επικείμενος κίνδυνος νο-

είται η πιθανολόγηση ότι πρόκειται προσεχής αποξέ-

νωση του οφειλέτη από την κατασχετή περιουσία του,

έτσι ώστε να είναι αδύνατη η επίσπευση εναντίον του

αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν κάποτε ο αιτών δανει-

στής θα αποκτήσει εκτελεστό τίτλο, μετά τον τερμα-

τισμό της διαγνωστικής δίκης. Έτσι η ελαττωμένη

περιουσιακή κατάσταση του καθ` ου δεν αρκεί για

να δικαιολογήσει τη λήψη του ασφαλιστικού μέτρου

της συντηρητικής κατάσχεσης ή της προσημείωσης

υποθήκης ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί επι-

κείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση πιθανή με-

ταβολή στο μέλλον της περιουσιακής κατάστασης

κάποιου προσώπου, διότι με τέτοια εκδοχή θα δικαιο-

λογείτο η λήψη ασφαλιστικών μέτρων και μάλιστα του

ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάστασης

ή της προσημείωσης υποθήκης σε κάθε εκκρεμή

αγωγή, ενόψει της ενδεχόμενης, κατά την κοινή

πείρα και λογική, μεταβολής ή ελαττώσεως της περι-

ουσιακής κατάστασης του διαδίκου. Απαιτώντας συ-

νεπώς ο νόμος επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα

περίπτωση εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους

ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδί-

κου, που δικαιολογείται από τη συνδρομή παρόντων

πραγματικών περιστατικών κάποιου συγκεκριμένου

κινδύνου ματαίωσης της απαίτησης ή επείγουσας πε-

ρίπτωσης της παρούσας στιγμής, η οποία είναι πιε-

στική και ανεπίδεκτη αναβολής και απαιτεί άμεση

ρύθμιση, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία ανεπα-

νόρθωτων ή δύσκολα αναστρέψιμων καταστάσεων

(βλ. ΜΠΑθ 449/2004 ΝοΒ 2004.831, ΜΠΠειρ

1248/1999 ΕΜετΔ 1999.337, ΜΠΑθ 3066/99 Δ

30.521, ΜΠΑθ 34339/98 ΔΕΕ 1999.494, ΜΠΑθ

11631/1998 ΔΕΝ 54.1506, ΜΠΑθ 12451/1997 ΝοΒ

45.1150, ΜΠΑθ 31951/1996 Αρμ 51.1499, ΜΠΑθ

31965/95 ΑρχΝ 48.690, ΜΠΠειρ 232/95 Δ 26.595,

ΜΠΘεσ 14413/1994 ΑρχΝ ΜΖ.751, ΜΠΑθ 22493/94

Δνη 37.707, ΜΠΑθ 23867/1993 ΝοΒ 42.233, ΜΠΑθ

8650/91 ΝοΒ 1992.304, ΜΠρΧαλκ 686/91 Δ

23.262)…» (ΜΠΡόδου 3417/2007, ΝΟΜΟΣ). «…Ως

επικείμενος κίνδυνος νοείται η πιθανολόγηση ότι

πρόκειται προσεχής αποξένωση του οφειλέτη από

την κατασχετή περιουσία του, έτσι ώστε να είναι αδύ-

νατη η επίσπευση εναντίον του αναγκαστικής εκτέ-

λεσης, όταν κάποτε ο αιτών δανειστής θα αποκτήσει

εκτελεστό τίτλο, μετά τον τερματισμό της διαγνωστι-

κής δίκης. Έτσι η ελαττωμένη περιουσιακή κατά-

σταση του καθ` ου δεν αρκεί για να δικαιολογήσει

τη λήψη του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής

κατάσχεσης ή της προσημείωσης υποθήκης ούτε

μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί επικείμενο κίνδυνο

ή επείγουσα περίπτωση πιθανή μεταβολή στο μέλλον

της περιουσιακής κατάστασης κάποιου προσώπου,

διότι με τέτοια εκδοχή θα δικαιολογείτο η λήψη

ασφαλιστικών μέτρων και μάλιστα του ασφαλιστικού

μέτρου της συντηρητικής κατάστασης ή της προση-

μείωσης υποθήκης σε κάθε εκκρεμή αγωγή, ενόψει

της ενδεχόμενης, κατά την κοινή πείρα και λογική,

μεταβολής ή ελαττώσεως της περιουσιακής κατάστα-

σης του διαδίκου…» (ΜΠΡόδου 1447/2007,

ΝΟΜΟΣ) «…Για το ορισμένο δε της σχετικής αιτή-

σεως, ως προς την προϋπόθεση της συνδρομής επι-

κείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης, πρέπει

σ αυτήν να γίνεται έστω και συνοπτικά αναφορά των

πραγματικών περιστατικών που πιθανολογούν τη

συνδρομή του επικείμενου κινδύνου ή της επείγου-

σας περίπτωσης και δεν αρκεί η αναφορά στη στε-

ρεότυπη διατύπωση του νόμου, αλλά απαιτείται

παράθεση συγκεκριμένων, έστω και συνοπτικώς, πε-

ριστατικών του εννοιολογικού προσδιορισμού των

προϋποθέσεων αυτών, διαφορετικά είναι απορρι-

πτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας της (βλ. ΕΑ

1173/1939 Δνη 42.764, ΜΠΠειρ 1248/1999 ΕΜετΔ

1999.337, ΜΠΚ 349/1988 Δνη 31.616, ΜΠΑθ

20368/1987 Δνη 29. 580, ΜΠΑθ 12407/1985 Δ

68

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 68

Page 69: asfalistika

16.725, Τζίφρα ο.ττ σελ.9, Β. Βαθρακοκοίλη, Ερμη-

νευτική - Νομολογιακή ανάλυση ΚΠολΔ, άρθρο 682,

αριθμ. 10)…» (ΜΠΡόδου 3623/2006, ΝΟΜΟΣ). «…

Δεν δύναται να θεωρηθεί ότι αποτελεί επικείμενο κίν-

δυνο ή επείγουσα περίπτωση, πιθανή μεταβολή στο

μέλλον της περιουσιακής κατάστασης κάποιου προ-

σώπου, διότι με τέτοια εκδοχή θα δικαιολογείτο η

λήψη ασφαλιστικών μέτρων και δη με την μορφή της

συντηρητικής κατάσχεσης σε κάθε εκκρεμή αγωγή,

ενόψει της ενδεχόμενης κατά την κοινή πείρα και λο-

γική μεταβολής ή ελαττώσεως της περιουσιακής κα-

τάστασης του διαδίκου… (ΜΠΑθ 22493/1994

ΕλλΔνη 37, 707)…» (ΜΠΑθ 449/2004, ΝοΒ, σ. 831).

ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ - ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΔΙΑΘΕ-

ΣΗΣ (ΑΚ 176) ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ

«…Η προσωρινή διαταγή του δικαστή, που εκδίδεται

σε υπόθεση της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων,

όπως και το σημείωμά του για την παρεμπόδιση της

αναγκαστικής εκτέλεσης, αποτελεί, ενόψει της εκ

του νόμου εξουσίας του προς τούτο, εκτελεστή

πράξη της δικαστικής αρχής, που δεσμεύει και τα

όργανα της εκτελέσεως στα οποία γνωστοποιήθηκε.

Τούτο δε ακόμη και αν στη συγκεκριμένη περίπτωση

δε συνέτρεχαν οι κατ΄ ιδίαν νόμιμοι όροι για την έκ-

δοση του σημειώματος, τη συνδρομή των οποίων

δεν επιτρέπεται να ελέγχουν τα όργανα της εκτελέ-

σεως. Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 1019

ΚΠολΔικ προβλέπεται η ανατροπή της κατασχέ-

σεως, αν δεν επακολουθήσει πλειστηριασμός μέσα

στο καθοριζόμενο χρονικό διάστημα. Η ανατροπή

αυτή απαγγέλλεται κατόπιν αιτήσεως του έχοντος

έννομο συμφέρον με απόφαση του Ειρηνοδικείου,

που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέ-

τρων…» (ΑΠ (ολ) 4/2004 ΝοΒ 2004, σ. 962. «…Από

το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 691 παρ.

2 και 700 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει, ότι η προ-

σωρινή διαταγή που εκδίδεται από το Δικαστή στα

πλαίσια της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων

και καθορίζει τα ασφαλιστικά μέτρα, που είναι λη-

πτέα αμέσως, προς εξασφάλιση του δικαιώματος ή

τη ρύθμιση της κατάστασης, μέχρι την έκδοση της

απόφασης, δεν είναι δικαστική απόφαση, αφού δεν

περιέχει διάγνωση της έννομης σχέσης που ρυθμί-

ζει, στερείται δε και των κατά το άρθρο 93 παρ. 3

του Συντάγματος και 305 του Κ.Πολ.Δ., στοιχείων

της δικαστικής απόφασης, που ανάγονται από το

νόμο σε προϋποθέσεις του κύρους αυτής και επίσης

δεν υποβάλλεται σε δημοσίευση, η οποία αποτελεί

κατά το άρθρο 313 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, προ-

ϋπόθεση του υπαρκτού της δικαστικής απόφασης.

Είναι όμως εκτελεστή πράξη της δικαστικής αρχής

(Ολομ. 4/2004) και επομένως δεσμευτική, με την έν-

νοια ότι πράξεις που είναι αντίθετες με το περιεχό-

μενό της, στερούνται νομιμότητας. Αν δε το μέτρο

που ορίσθηκε με την προσωρινή διαταγή και παρα-

βιάσθηκε, συνίσταται στην απαγόρευση διαθέσεως

πράγματος (μεταβολής της νομικής του κατάστα-

σης), η μεταγενέστερη της διαταγής διάθεση (εκποί-

ηση ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο και υποθήκη)

πλήττεται με ακυρότητα, όχι εκ του άρθρου 175 του

Α.Κ., αφού ο νόμος (άρθ. 691 παρ. 2 και 700 παρ. 3

του Κ.Πολ.Δ.), δεν προβλέπει ακυρότητα της απα-

γορευμένης με προσωρινή διαταγή διάθεσης, αλλά

εκ του άρθρου 176 του Α.Κ., σε συνδυασμό με το

άρθρο 691 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., κατ` αναλογία με

τα ισχύοντα επί δικαστικής απόφασης, με την οποία

προσομοιάζει (χωρίς και να είναι) η προσωρινή δια-

ταγή (Α.Π. 133/2004, βλ. και 561/1999 ). Η ακυρότητα

αυτή αποτελεί έννομη συνέπεια της παραβάσεως

της απαγορεύσεως, χωρίς να επιβάλλεται προηγού-

μενη μεταγραφή της προσωρινής διαταγής από τις

διατάξεις των άρθρων 1192-1198 Α.Κ. ή άλλη διά-

ταξη, άρα η ακυρότητα ισχύει και παρά τη μη μετα-

γραφή της προσωρινής διαταγής και την

επικαλούμενη καλή πίστη εκείνου προς τον οποίο

έγινε η διάθεση, ( Α.Π.133/2004 και 561/1999)…» (ΑΠ

866/2004 ΧρΙΔ 2005, σ. 27, ΝΟΜΟΣ).

ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

«…Σύμφωνα με το άρθρο 699 εδ. α` του ΚΠολΔικ,

αποφάσεις που δέχονται ή απορρίπτουν αιτήσεις

ασφαλιστικών μέτρων ή αιτήσεις για ανάκληση ή για

μεταρρύθμιση των μέτρων αυτών δεν προσβάλλονται

με κανένα ένδικο μέσο, εκτός αν ορίζεται διαφορε-

τικά. Με τα επόμενα εδάφια του ίδιου άρθρου, που

69

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 69

Page 70: asfalistika

προστέθηκαν με το άρθρο 4Ε παρ. 4 του ν.

3388/2005, ορίζονται τα εξής: «Ο Εισαγγελέας του

Αρείου Πάγου δικαιούται να ασκήσει αναίρεση εναν-

τίον κάθε απόφασης, αν κατά την κρίση του δημιουρ-

γούνται ζητήματα με γενικότερο ενδιαφέρον, η οποία

εκδίδεται σε αιτήσεις λήψης, μεταρρύθμισης ή ανά-

κλησης των ασφαλιστικών μέτρων και στην οποία διά-

δικοι είναι το Δημόσιο, οργανισμοί τοπικής

αυτοδιοίκησης, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου

και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν

εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο. Οι αποφάσεις αυτές επι-

δίδονται υποχρεωτικά επί ποινή ακυρότητας και στον

Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ως προς την προθε-

σμία για άσκηση αναίρεσης και ως προς τη διαδικασία

της εκδίκασής της ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων

552 επ. ΚΠολΔ. Η απόφαση η οποία εκδίδεται για την

αναίρεση αυτή παράγει γα τους διαδίκους τα αποτε-

λέσματα τα οποία προβλέπονται από τα άρθρα 579

έως και 582 ΚΠολΔ. Η προθεσμία της αναίρεσης,

καθώς και η άσκησή της αναστέλλει την εκτέλεση της

απόφασης». Κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας, από τη

διατύπωση των πιο πάνω διατάξεων που προστέθη-

καν, κατά τα προεκτιθέμενα, στην αρχική διάταξη του

άρθρου 699 ΚΠολΔικ και το σκοπό που με αυτές επι-

διώκεται, ο οποίος συνίσταται στον έλεγχο της νομι-

κής ορθότητας των αποφάσεων ασφαλιστικών

μέτρων, όταν διάδικος είναι το Δημόσιο ή νομικό πρό-

σωπο του ευρύτερου δημόσιου τομέα, δηλαδή πρό-

σωπα τα οποία, στην πραγματικότητα, διοικούν ή

έχουν στην κυριότητά τους και διαχειρίζονται την κρα-

τική περιουσία, προκύπτει ότι η δυνατότητα που πα-

ρασχέθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για

την άσκηση αναίρεσης κατά των πιο πάνω αποφά-

σεων, που δεν έχει τη νομική φύση της αναίρεσης

υπέρ του νόμου, δεν τον καθιστά διάδικο στη δίκη,

στην οποία εκδόθηκε η απόφαση και συνακόλουθα

ούτε οιονεί ομόδικο του διαδίκου εκείνου, ο οποίος

θα ωφεληθεί από την αναίρεση της απόφασης, ούτε

οιονεί αντίδικο του διαδίκου, τον οποίο η αναίρεση

βλάπτει, αφού ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου

ενεργεί ως ανεξάρτητος δικαστικός λειτουργός και

ως εκπρόσωπος της Πολιτείας, υποχρέωση της

οποίας είναι να περιφρουρεί τη δημόσια περιουσία,

και δικαιούται να ασκεί αναίρεση εναντίον κάθε από-

φασης ασφαλιστικών μέτρων, όταν διάδικος είναι το

Δημόσιο ή κάποιο από τα προαναφερόμενα νομικά

πρόσωπα, σε περίπτωση που κατά την κρίση του προ-

κύπτει ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, δηλαδή

εναντίον όχι μόνον της απόφασης, στην οποία το Δη-

μόσιο ή ένα από τα πιο πάνω πρόσωπα έχει ηττηθεί,

αλλά και της απόφασης, στην οποία αυτά έχουν νική-

σει. Και ναι μεν με τη δυνατότητα που έχει ο Εισαγγε-

λέας του Αρείου Πάγου να ασκεί αναίρεση υπέρ του

νόμου, χωρίς αποτελέσματα για τους διαδίκους, δια-

σφαλίζεται πάγια και ομοιόμορφη εφαρμογή του

νόμου, πλην όμως με τα ασφαλιστικά μέτρα συχνά

ρυθμίζονται θέματα ιδιαίτερα σοβαρά ως προς την

αληθινή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, με σοβα-

ρές επιπτώσεις για το Δημόσιο ή τα άλλα προαναφε-

ρόμενα νομικά πρόσωπα, στα οποία έτσι, χωρίς τη

δυνατότητα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να

ασκεί αναίρεση με παραγωγή αποτελεσμάτων και για

τους διαδίκους, ουδεμία προστασία εξασφαλίζεται,

ενόψει και του ότι ο νομοθέτης κρίνει, για να απο-

φευχθεί αύξηση της επιβάρυνσης του Αρείου Πάγου,

να μη δοθεί δικαίωμα άσκησης αναίρεσης σε όλες τις

υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων, γι αυτό άλλωστε,

με τη δικονομική μεταρρύθμιση του έτους 1971 (νδ

958/71) καταργήθηκε η αρχική δυνατότητα των δια-

δίκων να ασκούν αναίρεση κατά αποφάσεων ασφα-

λιστικών μέτρων, ενώ μια ενδεχόμενη ρύθμιση για την

παροχή δυνατότητας μόνο στο Δημόσιο ή στα νομικά

πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, να ασκούν

αναίρεση εφόσον έχουν ηττηθεί, θα καθιέρωνε μια

δικονομική ανισότητα. Με όλα τα παραπάνω δεδο-

μένα, η ήδη, με τις προαναφερόμενες διατάξεις, πα-

ρεχόμενη στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου

δυνατότητα, για άσκηση αναίρεσης κατά των πιο

πάνω αποφάσεων με παραγωγή αποτελεσμάτων για

τους διαδίκους, δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας

των δικονομικών όπλων και δεν αντίκεινται έτσι οι δια-

τάξεις αυτές στις περί ισότητας διατάξεις του άρθρου

4 παρ. 1 του Συντάγματος, αλλ` ούτε και στις διατά-

ξεις του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δι-

καιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με

το νδ 53/1974. Περαιτέρω, οι ίδιες πιο πάνω διατάξεις

70

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 70

Page 71: asfalistika

δεν αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1,

25 παρ. 1, 94 παρ. 4, 95 παρ. 5 του Συντάγματος, ούτε

στο Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και τα πολιτικά

δικαιώματα που μαζί με το προαιρετικό Πρωτόκολλό

του κυρώθηκε με το ν. 2462/1997, αφού με τις διατά-

ξεις αυτές δεν στερείται το δικαίωμα στην παροχή έν-

νομης προστασίας από τα δικαστήρια, ούτε

παρεμποδίζεται από κρατικά όργανα η αποτελεσμα-

τική άσκηση των δικαιωμάτων αυτών και η δυνατότητα

γενικά δικαστικής προσφυγής ή η αναγκαστική εκτέ-

λεση δικαστικών αποφάσεων, εφόσον βέβαια αυτές

καταστούν απρόσβλητες από ένδικα μέσα που ο

νόμος καθιερώνει, ούτε αναιρείται η υποχρέωση της

Διοίκησης να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές

αποφάσεις, όσα δε αντιθέτως υποστηρίζει η πιο κάτω

προσθέτως υπέρ των αναιρεσιβλήτων παρεμβαί-

νουσα είναι αβάσιμα…» (ΑΠ (ολ) 20/2007, ΝΟΜΟΣ)

(ΑΠ 19 (ολ) ΝοΒ 2008, σ. 1638).

ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

ΜΕ ΕΓΓΥΟΔΟΣΙΑ

«…Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 705 ΚΠολΔ, αν

διατάχθηκαν ασφαλιστικά μέτρα για να εξασφαλι-

σθεί χρηματική απαίτηση ή απαίτηση που μπορεί να

μετατραπεί σε χρηματική, το δικαστήριο που τα διέ-

ταξε ή το δικαστήριο που δικάζει την κύρια υπόθεση

έχει υποχρέωση, με αίτηση όποιου έχει έννομο συμ-

φέρον, να τα αντικαταστήσει με εγγυοδοσία υπέρ

εκείνου που τα ζήτησε. Η αντικατάσταση δηλαδή

είναι υποχρεωτική και αρμόδιο να τη διατάξει είναι

κατ` αρχήν το δικαστήριο που διέταξε τα ασφαλι-

στικά μέτρα, μετά όμως την εκκρεμοδικία της κύριας

υποθέσεως έχει και το δικαστήριο της κύριας δίκης

συντρέχουσα αρμοδιότητα, η οποία γίνεται αποκλει-

στική μετά την πρώτη συζήτηση της αγωγής για την

κύρια υπόθεση, όπως αυτό συνάγεται από την αντι-

διαστολή των διατάξεων των άρθ. 696 § 3 και 697

ΚΠολΔ (Κράνης στην ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κον-

δύλη/Νίκα (2000) άρθ. 705 αριθ. 3), που βρίσκουν

εφαρμογή, αφού η αντικατάσταση των αρχικών

ασφαλιστικών μέτρων με εγγυοδοσία ισοδυναμεί με

μεταρρύθμιση της αποφάσεως που τα διέταξε (βλ.

και ΕφΑθ 7995/1981 ΝοΒ 1982.260 Γέσιου - Φαλ-

τσή, γνμδ, ΕλΔ 1997.1745), ενώ κατ` άλλη άποψη το

δικαστήριο της κύριας δίκης έχει αποκλειστική αρ-

μοδιότητα από την αρχή ήδη της εκκρεμοδικίας για

την κύρια υπόθεση (Μπέης, ΠολΔικον V (1983) άρθ.

705 σ. 300-306. Τζίφρας, Ασφ.Μέτρα (1985) σ. 125).

Ενδέχεται πάντως η απόφαση ασφαλιστικών μέτρων

να προβλέπει η ίδια την αντικατάσταση των ασφαλι-

στικών μέτρων με εγγυοδοσία, ορίζοντας συγχρό-

νως και το είδος της εγγυοδοσίας. Στην περίπτωση

αυτή αίρονται αυτοδικαίως με την παροχή της εγ-

γυήσεως τα ασφαλιστικά μέτρα που διατάχθηκαν,

δηλαδή αυτά παύουν πλέον αυτοδικαίως να ισχύουν

είτε υλοποιήθηκαν εν τω μεταξύ είτε όχι, ενώ συγ-

χρόνως αποδυναμώνεται ως εκτελεστός τίτλος κατά

τη σχετική διάταξή της και η απόφαση που τα διέ-

ταξε. Η σχετική όμως με την εγγυοδοσία διάταξη της

αποφάσεως δεν θίγεται και δεν συμπαρασύρεται

από την αποδυνάμωση κατά τα λοιπά της αποφά-

σεως, αφού τότε θα ματαιωνόταν η λειτουργία της

εγγυοδοσίας (βλ. Κράνη, Η μετενέργεια των ασφα-

λιστικών μέτρων, Αρμ. 2003.1404). Η αποδυνάμωση

της αποφάσεως, που οφείλεται στον παραπάνω

λόγο και συνιστά μορφή της γενικότερης έννοιας

της καταλύσεως της αποφάσεως ασφαλιστικών μέ-

τρων (βλ. Κράνη όπ. ανωτ. σ. 1390), δεν απαιτεί τη

δικαστική βεβαίωση της (πρβλ. ΕφΑθ 5140/1998

ΕλΔ 1998.1346) και ούτε υπάρχει ασφαλώς έννομο

συμφέρον για την ανάκληση της αποδυναμωμένης

διατάξεως, δεν αποκλείεται όμως να ερευνηθεί στο

πλαίσιο διαφοράς κατά το άρθ. 702 ΚΠολΔ, αν μετά

την παροχή της εγγυήσεως επιχειρείται (ακύρως) η

εκτέλεση της αποδυναμωμένης διατάξεως ή υπάρ-

χει γενικώς αμφισβήτηση ως προς την ισχύ της (βλ.

για τις ανάλογες λύσεις στο πλαίσιο αποδυναμωμέ-

νης αποφάσεως κατά τα άρθ. 693, 694, 715 § 5, 727,

729 § 5 και 730 § 1 ΚΠολΔ, Κράνη, Λειτουργικές

δομές των ασφαλιστικών μέτρων, ΕλΔ 2003.1236-

1237, Δ. 2003.694-695)…» (ΕφΠειρ154/2005

ΕλλΔνη 2006, σ. 849, ΝΟΜΟΣ).

ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

«…Ως νέα στοιχεία που συνιστούν μεταβολή πραγμά-

των νοούνται, κατ’ αρχήν, τα πραγματικά περιστατικά

71

Ασφαλιστικά Μέτρα

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 71

Page 72: asfalistika

που έλαβαν χώρα μετά την έκδοση της ανακλητέας

ή μεταρρυθμιστέας απόφασης, τα οποία δεν είχαν

τεθεί στην κρίση του δικαστηρίου που εξέδωσε την

απόφαση. Έτσι συνιστούν μεταβολή πραγμάτων, που

μπορεί να δικαιολογήσει την ανάκληση ή μεταρρύθ-

μιση της απόφασης εκτός των άλλων: α) η έκλειψη

του κινδύνου, β) η ελάττωση ή αύξηση της περιουσίας

του οφειλέτη, γ) η υπό του καθ’ ου η αίτηση προ-

σφορά άλλου ασφαλιστικού μέτρου που εξασφαλίζει

εξίσου το δικαιούχο, δ) η απόσβεση της ενοχής με

οποιοδήποτε τρόπο, ε) η συναίνεση του καθ’ ου η αί-

τηση, έστω και χωρίς τη συνδρομή της μεταβολής των

πραγματικών περιστατικών. Περαιτέρω, κατά την

αληθή έννοια του νόμου, θεωρούνται ως νέα στοιχεία

που συνιστούν μεταβολή πραγμάτων και περιστατικά

που προϋπήρχαν της έκδοσης της προσβαλλόμενης

απόφασης και απλώς αποκαλύφθηκαν τώρα, και τα

οποία αν είχαν τεθεί υπόψη του δικαστηρίου θα εμ-

φάνιζαν εντελώς διαφορετική πραγματική κατάσταση

και θα το οδηγούσαν σε εντελώς διαφορετική κρίση

για το ληπτέο ασφαλιστικό μέτρο… Για την ανάκληση

λοιπόν απόφασης που διέταξε τη λήψη ασφαλιστικών

μέτρων απαιτείται να συντρέχουν αθροιστικά: α) γε-

γονός προϋφιστάμενο της εκδόσεως της προσβαλ-

λόμενης απόφασης, β) γεγονός που δεν προβλήθηκε

οπωσδήποτε κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδό-

θηκε αυτή, γ) γεγονός άγνωστο στο διάδικο, αποκα-

λυπτόμενο μετά την έκδοση αυτής, δ) το γεγονός

ωστόσο αυτό πρέπει όχι μόνο να είναι ουσιώδες, οδη-

γώντας σε διαφορετική απόφαση, αλλά αναγκαστικά

σε τέτοια, με την οποία αποτρέπεται άμεσος κίνδυνος

βλάβης του αιτούντος την ανάκληση της απόφασης…

» (ΜΠΑ 8105/2003 ΕλλΔνη 2006, σ. 940).«…Κατά το

άρθρο 698 παρ. 1 εδ. α και παρ. 2 ΚΠολΔ: «Η από-

φαση που διέταξε ασφαλιστικό μέτρο ανακαλείται

ολικά ή εν μέρει α) αν εκδοθεί οριστική απόφαση στη

δίκη για την κύρια υπόθεση κατά εκείνου, ο οποίος

είχε ζητήσει το ασφαλιστικό μέτρο και γίνει τελεσίδικη

.... Η ανάκληση που αναφέρεται στην παράγραφο 1

γίνεται με αίτηση εκείνου, που έχει έννομο συμφέρον,

αν η κύρια υπόθεση είναι εκκρεμής, από το δικαστή-

ριο, στο οποίο εκκρεμεί, και σε κάθε άλλη περίπτωση

από το δικαστήριο που διέταξε το ασφαλιστικό

μέτρο.» Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι, αν

ασκηθεί αναίρεση κατά της ως άνω τελεσίδικης από-

φασης, τότε, αρμόδιο για την ανάκληση του ασφαλι-

στικού μέτρου είναι το δικαστήριο του Αρείου Πάγου,

διότι ο όρος «εκκρεμής υπόθεση» στην παρ. 2 του

άρθρου 698 Κ.Πολ.Δ χρησιμοποιείται όχι με τη συνη-

θισμένη στη δικονομική έννοια που περιλαμβάνει και

την εκκρεμότητα της, υπόθεσης μετά από άσκηση αί-

τησης αναίρεσης ( βλ. ΑΠ 1354/2006). Από τις αυτές

διατάξεις προκύπτει περαιτέρω, ότι η τελεσίδικη απόρ-

ριψη της αγωγής είναι λόγος για υποχρεωτική ανά-

κληση του ασφαλιστικού μέτρου, ακόμα και αν έχει

ασκηθεί έκτατο ένδικο μέσο και ιδίως αναίρεση, το

αρμόδιο, όμως, για την εκδίκαση της ανακλητικής αί-

τησης δικαστήριο δύναται, στο πλαίσια του άρθρου

249 Κ.Πολ.Δ, να αναβάλει με απόφασή του τη συζή-

τηση της ανακλητικής αίτησης εωσότου εκδικασθεί το

έκτακτο ένδικο μέσο, αν πιθανολογείται, ότι θα ευδο-

κιμήσουν οι λόγοι, στους οποίους θεμελιώνεται το

έκτακτο ένδικο μέσο που εκκρεμεί…» (ΑΠ 896/2008

ΝΟΜΟΣ). «…Ο προσδιορισμός με τη διάταξη του άρ-

θρου 698 §§1 περ. α και 2 ΚΠολΔ ανωτέρω ως αρ-

μόδιου δικαστηρίου για την υποχρεωτική με την κατ’

αυτή προϋπόθεση ανάκληση της απόφασης που διέ-

ταξε το ασφαλιστικό μέτρο και εκείνου στο οποίο η

κύρια υπόθεση είναι εκκρεμής προϋποθέτει όχι την,

κατ’ άρθρο 221 ΚΠολΔ, εκκρεμοδικία, αφού αυτή

έχει λήξει στην εκτεθείσα περίπτωση με την τελεσιδι-

κία της ανωτέρω απόφασης, αλλά την παρά την τελε-

σιδικία αυτή ύπαρξη της έννομης σχέσης της δίκης

ως προς την κύρια υπόθεση η οποία στη εκτεθείσα

περίπτωση είναι αποτέλεσμα της άσκησης αναίρεσης

κατά της ανωτέρω τελεσίδικης απόφασης. Επομένως

στην τελευταία αυτή περίπτωση το Τμήμα του Αρείου

Πάγου, στο οποίο υπάγεται η σημειωθείσα αναίρεση

είναι αρμόδιο για την εκδίκαση της αίτησης ολικής ή

μερικής ανάκλησης ασφαλιστικού μέτρου, που δια-

τάχθηκε ύστερα από αίτηση εκείνου κατά του οποίου

στην κύρια δίκη εκδόθηκε η προσβληθείσα με την

αναίρεση τελεσίδικη απόφαση…». (ΑΠ 342/2004 ΝοΒ

53, σ. 464, ΝΟΜΟΣ).

72

Κατερίνα Φραγκάκη

biblio_Layout 1 03/02/2011 8:58 π.μ. Page 72