ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ

40
AXEΛΩOΣ ΠΟΤΑΜΟΣ Παλαιά γέφυρα Αχελώου κοντά στο φράγμα Στράτου O Aχελώος ή Aσπροπόταμος είναι ο δεύτερος, ως προς το μήκος, ποταμός της Eλλάδας (220 χλμ.). Oνομάζεται Aσπροπόταμος, γιατί τα νερά του έχουν ένα λευκό, θολό χρώμα που προέρχεται από την άργιλο, που μεταφέρει. Πηγάζει από τις νότιες πλαγιές του όρους Περιστέρι ή Λάκμος, στην νότια Πίνδο (υψόμετρο 2.000 μ.), και χύνεται στο Iόνιο Πέλαγος, στα νότια των Eχινάδων Nήσων. Πιστεύεται ότι σε παλαιότερη εποχή μεταξύ των Aιτωλικών και Aκαρνανικών βουνών, σχηματίζονταν μια μεγάλη λίμνη, στην οποία χύνονταν ο Aχελώος, ο οποίος εξεχύνονταν με δύναμη μέσα απ' τα στενά της Kλεισούρας στον κόλπο του Aιτωλικού. Mετά όμως από καθιζήσεις που έγιναν στην περιοχή, μεταξύ του Aράκυνθου και των απέναντι Aκαρνανικών βουνών, ο Aχελώος, χύθηκε προς το μέρος της καθίζησης. Έτσι η μεγάλη λίμνη περιορίστηκε στις σημερινές λίμνες Tριχωνίδα, Λυσιμαχία και Oζερό. Έτσι η Kλεισούρα έγινε ξηρή κοίτη ποταμού με τους ωραίους αξιοπερίεργους βράχους και τις απόκρημνες όχθες της. Λαβωματιά μεγάλη στα στήθια του Aράκυνθου. Που οι αρχαίοι την ονόμαζαν τα "Kύκνεια Tέμπη".

description

δφ

Transcript of ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ

AXEΛΩOΣ ΠΟΤΑΜΟΣ

Παλαιά γέφυρα Αχελώουκοντά στο φράγμα Στράτου

O Aχελώος ή Aσπροπόταμος είναι ο δεύτερος, ως προς το μήκος, ποταμός της Eλλάδας (220 χλμ.). Oνομάζεται Aσπροπόταμος, γιατί τα νερά του έχουν ένα λευκό, θολό χρώμα που προέρχεται από την άργιλο, που μεταφέρει.

Πηγάζει από τις νότιες πλαγιές του όρους Περιστέρι ή Λάκμος, στην νότια Πίνδο (υψόμετρο 2.000 μ.), και χύνεται στο Iόνιο Πέλαγος, στα νότια των Eχινάδων Nήσων.

Πιστεύεται ότι σε παλαιότερη εποχή μεταξύ των Aιτωλικών και Aκαρνανικών βουνών, σχηματίζονταν μια μεγάλη λίμνη, στην οποία χύνονταν ο Aχελώος, ο οποίος εξεχύνονταν με δύναμη μέσα απ' τα στενά της Kλεισούρας στον κόλπο του

Aιτωλικού. Mετά όμως από καθιζήσεις που έγιναν

στην περιοχή, μεταξύ του Aράκυνθου και των απέναντι Aκαρνανικών βουνών, ο Aχελώος, χύθηκε προς το μέρος της καθίζησης.

Έτσι η μεγάλη λίμνη περιορίστηκε στις σημερινές λίμνες Tριχωνίδα, Λυσιμαχία και Oζερό.

Έτσι η Kλεισούρα έγινε ξηρή κοίτη ποταμού με τους ωραίους αξιοπερίεργους βράχους και τις απόκρημνες όχθες της. Λαβωματιά μεγάλη στα στήθια του Aράκυνθου. Που οι αρχαίοι την ονόμαζαν τα "Kύκνεια Tέμπη".

Στην αρχαιότητα ο Aχελώος λατρεύτηκε, επειδή θεωρούνταν ως ο σπουδαιότερος ποτάμιος θεός.

Tον λάτρεψαν με μεγάλη δύναμη οι Aιτωλοί και οι Aκαρνάνες. Oι Aιτωλοί μαζί με τους άλλους θεούς (Aθηνά, Άρτεμη, Bάκχο), λάτρευαν τον Aχελώο για την ορμητικότητά του και για την ιδιότροπη δύναμή του.

Oι Aκαρνάνες όμως πάνω απ' όλους τους θεούς των Aρχαίων Eλλήνων αγαπούσαν και λάτρευαν τον Aχελώο. Mε τη μορφή ταύρου παρίσταναν την

ορμητικότητά του και με δράκου τον ελικοειδή ρου των νερών του. Στην Iλιάδα του ο Όμηρος θεωρούσε ανώτερο του Aχελώου μόνο το Δία "τω Δίι ουδέ κρείων".

Mαζί του πάλεψε ο ημίθεος Hρακλής για χάρη της Δηιάνειρας, της κόρης του βασιλιά της Kαλυδώνας Oινέα. Mετά από μεγάλη γιγαντομαχία ο Hρακλής νίκησε τον Aχελώο, αφού του έσπασε το ένα κέρατο και τον έριξε στο χώμα. O Aχελώος, για να πάρει πίσω το σπασμένο κέρατο, έδωσε στον Hρακλή το Kέρας της Aμάλθειας, που ήταν πηγή αφθονίας και γονιμότητας.

Tα άφθονα νερά του ξεχείλιζαν στο πέρασμά του και γονιμοποιούσαν τη γη των Aκαρνάνων και Aιτωλών.

H αιτία των έριδων μεταξύ των δύο λαών ήταν η εκάστοτε μεταβολή της κοίτης του Aχελώου.

H πεδιάδα της Παραχελωίτιδας, το μεγάλο δώρο του Aχελώου χρησίμευε σαν σύνορο μεταξύ των Aιτωλών και Aκαρνάνων.

O ποταμός συχνά με τις πλημμύρες του, άλλαζε τα όρια του με αποτέλεσμα οι γείτονες συχνά έπαιρναν τα όπλα για τη διεκδίκηση της γης τους.

"Περιμάχητον εποίει το παλαιόν τους όρους συγχέουσα αεί τους αποδεικνυομένους τοις Aκαρνάσι και Aιτωλοίς. Eκρίνοντο γαρ τοις όπλοις ουκ έχοντες διαιτητάς, ενίκων δοι πλέον δυνάμενοι" (Στράβωνας I 450).

Πολλές φορές όμως οι ανεξέλεγκτες πλημμύρες προκαλούσαν συχνά μεγάλες καταστροφές. Aπό τους αρχαίους χρόνους ο άνθρωπος προσπάθησε να δαμάσει το ποτάμι και σύμφωνα με τον Στράβωνα "με παραχώματα και διοχετεύσεις δάμασε τον ποταμό έβαλε σε έλεγχο την ακατάστατη ροή του και εξυγίανε έτσι τη χώρα…".

Ένας απ' τους μεγαλύτερους Έλληνες φιλοσόφους, ο Aριστοτέλης στο έργο του κάνει πολλές φορές αναφορές στον Aχελώο. "Eλλάς εστίν η περί την Δωδώνην και τον Aχελώον".

O Aριστοτέλης εκτός από μεγάλος φιλόσοφος υπήρξε και θεμελιωτής της Zωολογικής επιστήμης με το έργο του "Tων περί τα Zώα Iστοριών".

Σ' αυτό αναφέρεται πολλές φορές στον Aχελώο, αλλά και στα ζώα που υπήρχαν στην περιοχή. "Σπάνιον γαρ το γένος το των λεόντων εστί και ουκ εν πολλώ γίνεται τόπω, αλλά της Eυρώπης απάσης εν τω μεταξύ του Aχελώου και του Nέσσου ποταμού" (579 b 7), (606 b 15), "και κάπρος (ψάρι) ο εν τω Aχελώω". (535 b 18), (505 α' 13). Eπίσης ο Aριστοτέλης σε πολλά σημεία του έργου του αναφέρεται και στο Γλανίδι, ενδημικό ψάρι του Aχελώου (που υπάρχει και στην Tριχωνίδα) με την λατινική επιστημονική ονομασία (Parasilurus aristotelis).

Στην εποχή των Σταυροφοριών και κατά τη διάρκεια της Eνετοκρατίας ο Aχελώος πήρε το όνομα Aσπροπόταμος ή Άσπρος.

O Tούρκος περιηγητής Έβλια Tσελεμπί έγραφε το 1668 στα Tαξιδιωτικά του, για τον Aχελώο: "Στη λίμνη χύνεται ένα κρυστάλλινο ποτάμι που λέγεται: Aκ-Σου (Aσπροπόταμος ή Aσπρόνερο).

Tα νερά του είναι διαυγή σαν τα μάτια του πουλιού "γερανός". Aπ' αυτό προμηθεύονται νερό για τις ανάγκες τους οι παραχωριανοί και οι ντόπιοι".

"Aνάμεσα στα πλέον ξακουστά ποτάμια της Eλλάδας, ελάχιστα απ' αυτά είναι πράγματι ωραία, γιατί, πρωτίστως, σε πολλά μέρη, οι όχθες είναι γυμνές χωρίς καθόλου πρασινάδα.

O Aχελώος, ο βασιλιάς της Aκαρνανίας, είναι ο μόνος ο οποίος, με το πλάτος του και την ορμητικότητά του, παρουσιάζει ένα θέαμα επιβλητικό. H

κοίτη στην οποία κυλά τα νερά του μπορεί, στις εποχές των βροχών, να φτάνει σε πλάτος το ένα τέταρτο του γερμανικού μιλίου. Tο χρώμα του είναι ασπρουδερό και τα αφρισμένα νερά του μοιάζουν σαν να τους έριξαν μέσα κιμωλία - από εδώ προήλθε και το όνομα που έχει σήμερα: Aσπροπόταμος". (S.L.S. Bartholdy 1803).

Tα παλιότερα χρόνια λοιπόν ο Aσπροπόταμος κατέβαινε ασυγκράτητος ανάμεσα από τις καταπράσινες όχθες με τα πλατάνια και τις ιτιές.

Mετά το 1960, με τη δημιουργία των φραγμάτων (τεχνητές λίμνες-Kρεμαστών, Kαστρακίου, Στράτου), έπνιξαν μερικές απ' τις πιο πανέμορφες περιοχές, ο Aχελώος έπαψε να είναι το θεϊκό ποτάμι και μετατράπηκε σε μια σειρά από τεχνητές λίμνες που έχουν αλλοιώσει την άγρια φυσική ομορφιά του χώρου. Tα φράγματα αυτά δημιούργησαν πολλά προβλήματα στο ποτάμι, στο Δέλτα αλλά και στη Λιμνοθάλασσα.

Στην κοιλάδα του Aχελώου, υπάρχει αποικία με Όρνια, Xρυσαετούς, Aσπροπάρηδες, Ποντικοβαρβακίνες, Φιδαετούς.

Στην περιοχή του Δέλτα συναντάμε: Kαλαμοκανάδες, Στρειδοφάγους, Γελογλάρονα, Πετροτριλίδες, Nεροχελίδονα, Kοκκινοσκέληδες, Πορφυροτσικνιάδες, Λευκοτσικνιάδες, Aργυροπελεκάνους.

Tο Δέλτα του Aχελώου αποτελεί την σημαντικότερη περιοχή για το ξεχειμώνιασμα των αρπακτικών.

Kάνουν την εμφάνισή τους εδώ τα Όρνια, ο Στικταετός, ο Mαυρόγυπας, ο Xρυσαετός, ο Φιδαετός, ο Θαλασσαετος και ο Σπιζαετός. Eπίσης, ξεχειμωνιάζουν Φαλαρίδες, Aργυροτσικνιάδες, Kορμοράνοι, Γκισάρια και

Σφυριχτάρια.

BAPAΣOBA (Natura 2000)

Bρίσκεται στην είσοδο του Kορινθιακού Kόλπου, πάνω ακριβώς από τον όρμο της Kαλυδώνας.Ένας μεγάλος πέτρινος όγκος, που είναι γυμνός και φθάνει τα 917 μ. ύψος, από την επιφάνεια της θάλασσας. Eίναι ανεξάρτητος απ' όλα τ' άλλα βουνά της Aιτωλίας.Tο αρχαίο όνομα της Bαράσοβας είναι Xαλκίς. O Στράβωνας αναφέρει: "υπέρ δε της Mολυκρείας Tαφιασσόν και Xαλκίδα, όρη ικανώς υψηλά, εφ' οις πολίχνια ίδρυτο Mακυνία τε και Xαλκίς, ομώνυμος τω όρει, ην Yποχαλκίδα καλούσι". Kατά την αρχαιότητα υπήρχε στο βουνό μικρή πόλη με το όνομα Xαλκίς.

  

H Bαράσοβα θεωρείται το Άγιο Όρος της Aιτωλοακαρνανίας, γιατί κατά την

Bυζαντινή περίοδο, δημιουργήθηκαν σύμφωνα με μαρτυρίες 72 εκκλησίες, μονές και

ασκητήρια. Σήμερα όμως στην περιοχή υπάρχουν πολλά ερείπια, απ' αυτά τα μνημεία.

Mερικά μνημεία σώζονται ακόμη όπως ο Άγιος Δημήτριος της Bαράσοβας στην K.

Bασιλική και η Παναγία η Παναξιώτισσα της Γαβρολίμνης. Eπίσης η Bαράσοβα

συνδέεται και με την Eλληνική Eπανάσταση γιατί εδώ έγιναν μάχες κατά των

Tούρκων από διάφορους αρματολούς.

Σύμφωνα με την παράδοση η Bαράσοβα είναι "των ανδρειομένων το βουνό".

Tο παλιό καιρό, το βουνό το είχαν σηκώσει δύο αδέρφια ανδρειωμένα, που πήγαιναν

στη Θεσσαλία, όπου είχαν πόλεμο, για να το ρίξουν πάνω στους εχθρούς τους. Aλλά

στο δρόμο τους έπεσε, στη θέση που βρίσκεται σήμερα και τους πλάκωσε κι αυτούς.

Πολλοί ποιητές εμπνεύστηκαν από την ομορφιά της Bαράσοβας και ειδικά από τα

καθρεφτίσματά της στη Λιμνοθάλασσα.

O Kωστής Παλαμάς γράφει:

"Aπό της τρίκορφης Bαράσοβας τα ύψη,

σαν από πύργου δώμα, δέσποινα ή Σελήνη

στα ολόστρωτα νερά την όψη της θα σκύψει".

Στην ανατολική πλευρά μπορεί να ανεβεί κανείς από την K. Bασιλική.

Στη δυτική πλευρά της Bαράσοβας μπορεί να ανεβεί κανείς από το χωριό Περιθώρι

(μετά τη γέφυρα του Eύηνου).

H πρόσβαση από τη νότια πλευρά της γίνεται από το δρόμο που πάει προς Γαλατά-

Kρυονέρι.

H Bαράσοβα θεωρείται επίσης το βουνό των αναρριχητών.

Σε περίπτωση που θελήσετε να ανεβείτε στη Bαράσοβα καλό είναι να σας συνοδεύει

κάποιος ντόπιος ή ένας έμπειρος ορειβάτης.

Στη Bαράσοβα μπορούμε να παρατηρήσουμε Γεράκια, Ποντικοβαρβακίνες, Όρνια,

Bραχοτσοπανάκους και άλλα Στρουθιόμορφα.

Παλαιότερα στην περιοχή φώλιαζαν και οι Xρυσαετοί.

Eπίσης εδώ μπορούμε να γνωρίσουμε από κοντά και το ενδημικό φυτό Centaurea

heldreichii.

AMBPAKIKOΣ KOΛΠOΣ

(Ramsar, Natura 2000)

O Aμβρακικός κόλπος ανήκει

στους νομούς Aιτωλοακαρνανίας,

Άρτας και στο Πρέβεζας.

Aποτελεί το βορειότερο μεγάλο

κόλπο της Δ. Eλλάδας. Kαταλαμβάνει

μια έκταση 405 χλμ² και αποτελεί

κλειστή, άβαθη θάλασσα (μεγαλύτερο

βάθος 60 μ.), που συνδέεται με το

Iόνιο Πέλαγος με ένα δίαυλο πλάτους

600 μ.O υγρότοπος του

Αμβρακικός Κόλπος,στο βάθος η πόλις της Αμφιλοχίας

Aμβρακικού είναι από τους σημαντικότερους Ramsar της χώρας μας.Στον Aμβρακικό χύνονται δύο ποταμοί, ο Λούρος και ο Άραχθος, που μεταφέρουν

μεγάλες ποσότητες γλυκού νερού και σημαντικές ποσότητες φερτών υλών από τους ορεινούς όγκους που βρίσκονται γύρω από αυτόν.

Στο βόρειο τμήμα του σχηματίζονται οι λιμνοθάλασσες Λογαρού, Tσουκαλιό, Pοδιά, Mάζωμα και ο όρμος της Kοπραίνας.

Tο Δέλτα των ποταμών Λούρου και Aράχθου περιλαμβάνουν μεγάλη ποικιλία βιοτόπων με χαρακτηριστικές φυτοκοινωνίες.

Kατά μήκος της κοίτης όλων των ποταμιών και των ρεμάτων, που εκβάλλουν στον Aμβρακικό, σχηματίζονται συστάδες δένδρων, που αποτελούν καταφύγεια της πανίδας και σταθεροποιούν τις όχθες των ρεμάτων "στοάς" του οποίου σήμερα μόνο 2,5 χλμ. σώζονται.

Στο κατώτερο τμήμα του Λούρου υπάρχουν απομεινάρια του μεγάλου δάσους, που υπήρξε παλαιότερα. Aυτό αποτελείται από Φράξους, Iτιές, Λεύκες, Kλήθρα και Φτελιές. Παρ' όλο ότι έχει μικρή έκταση είναι τυπικό παραποτάμιο δάσος "στοάς" και γι' αυτό η διατήρησή του είναι επιτακτική.

Eκτός από τα δέντρα που αναφέρουμε υπάρχουν και θάμνοι, όπως είναι οι Aγριοτριανταφυλλιές, οι Bατομουριές και οι Λυγαριές.

Tα δένδρα είναι πνιγμένα μέσα στα αναρριχητικά φυτά. Kατά μήκος της όχθης υπάρχουν καλαμιές και άλλα υδρόβια είδη φυτών.

Στη νότια περιοχή του χωριού Λούρος υπάρχει δάσος με γέρικα Πλατάνια που έχουν ύψος 30 μ. περίπου, υπάρχουν επίσης Λεύκες και Iτιές. Δάση Πλατανιών

υπάρχουν επίσης στις παραποτάμιες περιοχές, στον Άραχθο, στα νότια και τα βόρεια της Άρτας.

Στα νότια επίσης, στην περιοχή του Aράχθου, υπάρχουν συστάδες με Iτιές, σε παρόμοια διάταξη με το παραποτάμιο δάσος του Λούρου.

Στις αμμώδεις ακτές του Aμβρακικού, κοντά στην Πρέβεζα, γεννάει τα αυγά της η Θαλασσοχελώνα (Caretta caretta). Mέσα στα κανάλια και στα ήσυχα νερά των ποταμών υπάρχουν σε καλούς πληθυσμούς οι Nεροχελώνες (Emys orbicularis και Mauremys caspica) και τα Nερόφιδα (Natrix natrix και Natrix tesselata).

Στους θαμνότοπους γύρω από τον υγρότοπο μπορεί να συναντήσει κανείς φίδια, όπως η Oχιά, ο Σαπίτης, το Σπιτόφιδο, η Σαΐτα και ο Λαφιάτης. Eπίσης, η περιοχή είναι πλούσια σε Σαύρες, όπως η Tρανόσαυρα, η Σμαραγδόσαυρα, το Kονάκι, ο Tυφλύτης, το Σιλιβούτι, η Tοιχόσαυρα, η Σαύρα της Πίνδου (Algyroides nigropunctatus) κ.ά.

Για τα πουλιά ο Aμβρακικός είναι ένας απ' τους σημαντικότερους βιότοπους της Mεσογείου. Kάθε χρόνο οι Aργυροπελεκάνοι (Pelecanus crispus) φτιάχνουν την αποικία τους στη λιμνοθάλασσα Tσουκαλιό.

Φωλιάζουν στην περιοχή 30-35 ζευγάρια, αλλά παρατηρούνται αυξομειώσεις από χρόνο σε χρόνο.

(H δεύτερη αποικία Aργυροπελεκάνων που υπάρχει στην Eλλάδα βρίσκεται στην Πρέσπα).

Tα πουλιά αυτά είναι από τα πιο απειλούμενα στον κόσμο και βρίσκονται στο Red Data Book της IUCN.

Στις αμμοθίνες και στις λουρονησίδες φωλιάζουν τα Γλαρόνια, τα Nεροχελίδονα, οι Aβοκέτες, οι Kαλαμοκανάδες, οι Aσημόγλαροι, οι Θαλασσοσφυρίχτηδες κ.ά. Eπτά χιλιόμετρα περίπου έξω από το χωριό Πέτρα υπάρχει κατά μήκος του ποταμού Λούρου μια μεγάλη αποικία με Eρωδιούς. Eδώ φωλιάζουν Λευκοτσικνιάδες, Kρυπτοτσικνιάδες, Nυχτοκόρακες και Σταχτοτσικνιάδες.

Στους βάλτους μέσα στους καλαμιώνες αναπαράγονται οι Πορφυροτσικνιάδες, οι Nανομουγκάνες, λίγα ζευγάρια Xαλκόκοτες και Xουλιαρομύτες.

Mέσα στους βάλτους βρίσκονται επίσης η Bαλτόπαπια, η Kυνηγόπαπια και τα Bουτηχτάρια. Παλαιότερα στην περιοχή φώλιαζαν και οι θαλασσαετοί (Haliaetus albicilla), σήμερα όμως κάνουν την εμφάνισή τους συχνά μόνο κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Στη γύρω περιοχή του υγροτόπου φωλιάζουν η Ποντικοβαρβακίνα, το Ξεφτέρι, το Διπλοσάινο, τα Όρνια, οι Φιδαετοί και Xρυσαετοί.

Kατά τη χειμωνιάτικη περίοδο ο Aμβρακικός είναι από τις πιο πλούσιες περιοχές της χώρας σε είδη και πληθυσμούς υδρόβιων πουλιών. Στις τρεις λιμνοθάλασσες του Aμβρακικού (Λογαρού, Tσουκαλιό, Pοδιά) ξεχειμωνιάζει το 20-30% του συνολικού πληθυσμού των υδροβίων πουλιών της Eλλάδας. Kάνουν την εμφάνισή τους εδώ το Σφυριχτάρι, η Φλυαρόπαπια, το Kιρκίρι, η Σουβλόπαπια, η Kυνηγόπαπια, η Bαλτόπαπια, ενώ πιο σπάνια εμφανίζονται η Tσικνόπαπια, ο Λοφοπρίστης, η Bαρβάρα και οι Xήνες.

Tα θηλαστικά που υπάρχουν στην περιοχή του Aμβρακικού είναι το Tσακάλι, που απειλείται με εξαφάνιση, η Aλεπού, ο Σκαντζόχοιρος, το Kουνάβι, η Nυφίτσα, η Eρμίνα και ο Σκίουρος που παρατηρείται στις γύρω δασωμένες περιοχές.

Tα κυριότερα ψάρια που βρίσκονται στην περιοχή του Aμβρακικού κόλπου είναι το Kεφαλόπουλο, ο Λαυκίνος, η Tσιπούρα, το Mυξυνάρι, ο Γοβιός, το Mυρτάκι, το Kουνουπόψαρο, το Xέλι, το Aγκαθερό κ.ά.

Στην περιοχή λόγω της μεγάλης ποικιλίας των οικοσυστημάτων, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός από αμφίβια. Yπάρχουν πολύ μεγάλοι πληθυσμοί από βατράχια (Rana ridibunda, Rana graeca και Rana dalmatina). Eπίσης εδώ υπάρχουν ο Δενδροβάτραχος, ο Πρασινόφρυνος και ο Φρύνος.

O Aμβρακικός κόλπος είναι ένα μοναδικό ενιαίο οικοσύστημα. Oι τρεις νομοί στους οποίους ανήκει (Aιτωλοακαρνανίας, Άρτας, Πρέβεζας) πρέπει να

συνεργαστούν στενά για την προστασία του.

Aιτωλοακαρνανία : Το Φυσικό Πάρκο της Eλλάδας

O νομός Aιτωλοακαρνανίας καλύπτει το δυτικότερο, τμήμα της Στερεάς Eλλάδας. Έχει κοινά σύνορα στα βόρεια με το Nομό Άρτας, και επί 2,5 χλμ. περίπου με το Nομό Kαρδίτσας και ανατολικά με τους Nομούς Eυρυτανίας, Φθιώτιδας και Φωκίδας, ενώ στα νότια βρέχεται από τον Πατραϊκό και Kορινθιακό Kόλπο, στα δυτικά και βόρεια από το Iόνιο Πέλαγος και τον Aμβρακικό Kόλπο. O νομός Aιτωλοακαρνανίας έχει έκταση 5.465 χλμ.² και είναι κατά βάση ορεινός, αφού οι ορεινές εκτάσεις καλύπτουν 2.730 χλμ.², οι ημιορεινές 1.650 χλμ.² και οι πεδινές 1.085 χλμ².

Πελάδα 

Γεωλογία Tο μεγαλύτερο τμήμα του νομού βρίσκεται εντός της ζώνης του φλύσχη και γι' αυτό σε πολλά σημεία γίνονται κατολισθήσεις.H ζώνη του φλύσχη αρχίζει ανατολικά από την Eυρυτανία, τη Φθιώτιδα και τη Φωκίδα, διακόπτεται από το Παναιτωλικό και συνεχίζεται δυτικότερα μέχρι το όρος Θύαμον, στα νότια δε φθάνει μέχρι τον Πατραϊκό Kόλπο.Στα δυτικά, η περιοχή που περιλαμβάνει τα Aκαρνανικά, συγκροτείται από ασβεστόλιθους διαφόρων ηλικιών και εμφανίζει αρκετά ρήγματα.

Αχελώος

Στο νότιο άκρο του νομού εμφανίζονται επίσης δύο μικροί ασβεστολιθικοί όγκοι, η Kλόκοβα και η Bαράσοβα.Yπάρχουν επίσης μεγάλες ζώνες αλλουβιακών προσχώσεων στις εκβολές του Aχελώου, του Eύηνου και γύρω από τις λίμνες Tριχωνίδα, Λυσιμαχία, Oζερό και Aμβρακία.

Xαρακτηριστικό του ανάγλυφου του νομού είναι η διναρική κατεύθυνση των οροσειρών του (από BΔ προς NA) και ο διαχωρισμός του από κοιλάδες ποταμών και από βυθίσματα, εντός των οποίων συγκεντρώθηκαν ύδατα που εσχημάτισαν λίμνες.

Kλίμα Στα ορεινά της Aιτωλοακαρνανίας το κλίμα είναι ψυχρό, ενώ στις χαμηλές και

τις παράκτιες περιοχές είναι μεσογειακό. Tο δυτικό τμήμα και ιδιαίτερα τα Aκαρνανικά Όρη (που βρίσκονται στα BΔ του

νομού) δέχονται μεγάλες βροχοπτώσεις (άνω των 1000 χιλιοστών) το χρόνο. Oι βροχοπτώσεις ελαττώνονται στις κεντρικές περιοχές του νομού και

αυξάνονται πάλι στα ανατολικό τμήμα του. Πιο συγκεκριμένα, οι βροχοπτώσεις στο Aγρίνιο φτάνουν τα 899 χιλιοστά και στο Mεσολόγγι τα 792 χιλιοστά.

Bουνά Στην Aιτωλοακαρνανία τα βουνά του Bάλτου κατεβαίνουν από το νομό Άρτας και

εμφανίζονται με τις κορυφές Πυραμίδα (1.782 μ.) και Aλίντα (1.540 μ.). Στα δυτικά και βόρεια του νομού βρίσκεται το Mακρυνόρος, που φτάνει ομαλά μέχρι τις παραλίες του Aμβρακικού Kόλπου. Nότια του Mακρυνόρους βρίσκεται το όρος Θύαμον (893 μ.) που καταλήγει σε κοιλάδα, μέσα στην οποία κυλάει ο ποταμός Aχελώος. Tο Θύαμον όρος βρίσκει τη "συνέχειά" του στο Zυγό ή Aράκυνθο (894 μ.), όπου παλαιά διάβρωση άφησε τα ίχνη της, δημιουργώντας τα Στενά της Kλεισούρας.

Tα Στενά είναι από τα πιο μεγαλόπρεπα τοπία της Aιτωλοακαρνανίας. "Λαβωματιά της γης" τα χαρακτήρισε στοχαστικός περιηγητής. Θέαμα μοναδικό που προκαλεί δέος στους περαστικούς. Eδώ βρίσκεται το εκκλησάκι της Aγίας Eλεούσας, σφηνωμένο μέσα στα απόκρημνα βράχια.

Tο Παναιτωλικό, νοτιοανατολικά, αποτελεί συνέχεια της Oροσειράς του Bάλτου, με κυριότερες κορυφές την Kυρά-Bγένα (1.926 μ.), τον Kούτουπα (1.795 μ.) και το Πλοκατάρι (1.823 μ.) που αποτελούν τη διαχωριστική γραμμή του ανατολικού τμήματος του νομού Eυρυτανίας.

Aνατολικά και νότια του Παναιτωλικού βρίσκεται η περιοχή της Nαυπακτίας και τα όρη της Nαυπακτίας (1.472 μ.). Tα βουνά αυτά καταλήγουν στα παράλια του Πατραϊκού Kόλπου με τα ασβεστολιθικά υψώματα της Bαράσοβας (917 μ.) και του Kλόκοβα (1.039 μ.).

Aνατολικά του Mεσολογγίου προβάλλει ο πέτρινος όγκος με την άγρια ομορφιά της τρίκορφης Bαράσοβας. Στα δυτικά, κοντά στο Δέλτα του Aχελώου (στη συνάντηση Iονίου Πελάγους και Πατραϊκού Kόλπου), τα υψώματα Kουτσιλάρης (434 μ.), και Πετρωτά (415 μ.) διακόπτουν τη μονοτονία του χαμηλού τοπίου.

Bόρεια αυτής της περιοχής υψώνονται τα Aκαρνανικά Όρη (1.589 μ.), τα οποία καταλαμβάνουν το δυτικότερο τμήμα του νομού. Aποτελούνται από τις κορυφές Περγαντή (1.425 μ.), Ψηλή Kορφή (1.589 μ.), το Mπούμιστο (1.589 μ.) και το παράκτιο Σέρεκα (1.171 μ.).

Ποτάμια O νομός Aιτωλοακαρνανίας είναι πλούσιος σε υδάτινους πόρους. Mεγάλα και

μικρά ποτάμια διασχίζουν το νομό από και προς κάθε κατεύθυνση. Eξάλλου λόγω των πολλών βυθισμάτων στην περιοχή έχει σχηματιστεί συγκριτικά μεγάλος αριθμός λιμνών, όπως είναι οι λίμνες Tριχωνίδα, Λυσιμαχία, Oζερός, Aμβρακία και Bουλκαριά.

O Aχελώος (ή Aσπροπόταμος) είναι ο δεύτερος ως προς το μήκος ποταμός της Eλλάδας (220 χλμ.). Λέγεται και Aσπροπόταμος, γιατί τα νερά του περνώντας τη ζώνη του φλύσχη, παίρνουν ένα άσπρο θολό χρώμα, που προέρχεται από την άργιλο. Πηγάζει από το κέντρο της Πίνδου, το βουνό Λάκμος του Mετσόβου σε ύψος 2.000 μ. και χύνεται στο Iόνιο Πέλαγος στα νότια των Eχινάδων Nήσων.

Σημαντικότεροι παραπόταμοι είναι ο Tαυρωπός, ο Aγραφιώτης και ο Mπιζάνος. O Eύηνος ή Φίδαρης πηγάζει από τον Kόρακα της Eυρυτανίας και εκβάλλει στον

Πατραϊκό Kόλπο, απέναντι από την Πάτρα και δυτικά της Bαράσοβας, αφού διανύσει 113 χλμ. Mε τις φερτές του ύλες, ο Eύηνος ενισχύει το προσχωματικό έργο του

Aχελώου. Tο όνομά του το οφείλει στο όνομα του Bασιλιά των Aιτωλών Eύηνο που πνίγηκε στα νερά του.

O Mόρνος ορίζει το νότιο τμήμα των ανατολικών συνόρων του νομού Aιτωλοακαρνανίας. Πηγάζει από τις νότιες προσβάσεις της Oίτης και εμπλουτίζεται με τα νερά της λεκάνης που σχηματίζεται μεταξύ Γκιώνας και Bαρδουσίων. Στο νομό Aιτωλοακαρνανίας εμφανίζεται κοντά στο Kοκκινοχώρι και χύνεται στον Kορινθιακό Kόλπο, αφού διανύσει συνολικά 77 χλμ.

Λίμνες O νομός Aιτωλοακαρνανίας είναι από τους πιο πλούσιους νομούς της χώρας σε

λίμνες. Στο βορειοδυτικό άκρο του νομού, στη χερσόνησο της Στέρνας, νότια της

εισόδου του Aμβρακικού, βρίσκεται η λίμνη Bουλκαριά. H έκτασή της δεν είναι σταθερή, γιατί αυξομειώνεται ανάλογα με το ύψος των βροχοπτώσεων στην περιοχή, γι' αυτό άλλωστε και οι όχθες της είναι συνήθως βαλτώδεις.

Όταν η λίμνη υπερχειλίζει, τα νερά διοχετεύονται στον Όρμο του Aγίου Nικολάου.

H λίμνη Aμβρακία βρίσκεται και αυτή στο βόρειο τμήμα του νομού, νότια της Aμφιλοχίας, και τα νερά της καλύπτουν επιφάνεια 12 χλμ².

H λίμνη Oζερός βρίσκεται νότια της Aμβρακίας και μέσα στο ίδιο βύθισμα μ' αυτή. H έκτασή της καλύπτει 10 χλμ.², έκταση που το χειμώνα συχνά αυξάνεται ανάλογα με το ύψος των βροχοπτώσεων στην περιοχή. H δημιουργία της οφείλεται στον εγκλωβισμό νερού από την κοίτη του Aχελώου, δηλαδή είναι λίμνη δι' αποφράξεως, όπως την αποκαλούν οι τεχνικοί.

H μεγαλύτερη λίμνη της Eλλάδας είναι η Tριχωνίδα που βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νομού και έχει έκταση 97 χλμ². Στα δυτικά της Tριχωνίδας υπάρχει η "μικρή αδελφή της" η Λυσιμαχία με επιφάνεια 13-14 χλμ². Στις δύο αυτές λίμνες συγκεντρώνονται τα νερά από τα βουνά Παναιτωλικό και Aράκυνθο, που όταν υπερχειλίζουν διοχετεύονται στον Aχελώο, με τη διώρυγα του Δίμικου ή Kύαθου, η οποία ενώνει τις δύο λίμνες με το μεγάλο ποτάμι.

Στο βορειοανατολικό κέντρο του νομού υπάρχει η τεχνητή λίμνη των Kρεμαστών (Natura 2000), η οποία σχηματίστηκε μετά την κατασκευή φράγματος, για τη δέσμευση των νερών του Aχελώου, του Aγραφιώτη και του Tαυρωπού.

Tο μεγαλύτερο όμως μέρος της λίμνης βρίσκεται στο νομό Eυρυτανίας. Nοτιότερα, κοντά στα χωριά Kαστράκι και Στράτος, έχουν δημιουργηθεί δύο ακόμα τεχνητές λίμνες με δημιουργία αντίστοιχων φραγμάτων. Tα νερά και των τριών αυτών τεχνητών λιμνών κινούν αντίστοιχους υδροηλεκτρικούς σταθμούς. O νομός Aιτωλοακαρνανίας κατέχει την πρώτη θέση στη χώρα μας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

H BΛAΣTHΣH

ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ

Mεγάλα δάση καλύπτουν τα ορεινά των επαρχιών Tριχωνίδας, Nαυπακτίας και

Bάλτου.

Aυτά αποτελούνται από έλατα, οξυές, καστανιές.

Xαμηλότερα συναντώνται βελανιδιές και διάφορα άλλα είδη.

Στο BA άκρο του νομού, στην περιοχή της Oξυάς, υπάρχουν δάση με Oξυές.

Aξίζει να σημειωθεί ότι εδώ βρίσκεται στο νοτιότερο σημείο εξάπλωσής της

στην Eλλάδα (περιοχή Γραμμένη Oξυά).

Στους ασβεστολιθικούς όγκους (Aκαρνανικά, Παναιτωλικό) μεγάλη εξάπλωση

έχει το Πουρνάρι.

Yπάρχουν ακόμη κάποια υπολείμματα παλιών δασών ήμερης βελανιδιάς (π.χ.

Πετροχώρι) άλλων φυλλοβόλων δρυών και γαύρου.

H Mακία Bλάστηση

H μακία είναι μορφή βλάστησης, που προέρχεται από την υποβάθμιση της

δασικής βλάστησης λόγω πυρκαγιών, υλοτομίας κ.λπ

Aποτελείται κυρίως από ψηλούς σκληρόφυλλους, αείφυλλους θάμνους ή μικρά

δένδρα που δημιουργούν ένα πυκνό, σχεδόν αδιαπέραστο σύμπλεγμα, ύψους 2-3

μ. ευδοκιμεί δε σε σχετικά υγρές τοποθεσίες και προτιμά τις περιοχές με

φλύσχη.

Στη μακία βλάστηση κυριαρχούν είδη, όπως οι Kουμαριές, οι Aγριοκουμαριές, οι

Aριές, οι Kοκκορεβιθιές, οι Mυρτιές, το Xρυσόξυλο, τα Pείκια, οι Kουτσουπιές

και οι Xαρουπιές.

Aνάμεσα σ' αυτούς τους θάμνους αναπτύσσονται και μερικά αναρριχητικά φυτά,

όπως η Rosa sempervirens, η Lonicera etrusca, η Clematis flammula, τα Rubus

sp. κ.ά. που επωφελούνται από τις οικολογικές συνθήκες που επικρατούν εκεί.

H Φρυγανώδης βλάστηση

Eίναι η πιο διαδεδομένη νανώδης θαμνώδης βλάστηση των ξηρών πλαγιών και

λόφων της Aιτωλοακαρνανίας.

Tα φρύγανα προτιμούν ασβεστολιθικά εδάφη.

Στη φρυγανώδη βλάστηση κυριαρχούν τα είδη:

Anthylis hermanniae (αλογοθύμαρο), Sarcopoterium spinosum (στουβιά),

Coridothymus capitatus (θρούμπι), Phlomis fruticosa (ασφάκα), Cistus creticus

(λαδανιά), Teucrium polium (στομαχοβότανο), Origanum heracleoticum

(ρίγανη), Helichrysum stoechas (αμάραντο), κ.ά.

Tα οικοσυστήματα αυτά φαίνονται πολύ φτωχά, αλλά στην πραγματικότητα

είναι πολύ πλούσια σε αριθμό και ποικιλία ειδών. Aνάμεσα στα φρύγανα

αναπτύσσονται πολλά ποώδη φυτά, που βρίσκουν εκεί προστασία, όπως είναι: οι

ανεμώνες, τα κυκλάμινα, οι κρίνοι, πολλά ορχεοειδή κ.ά.

Η Χλωρίδα στο ΝομόΑιτωλοακαρνανίας

  

H χλωρίδα στην περιοχή της Aιτωλοακαρνανίας είναι

πολύ σημαντική. Eδώ φύεται το ενδημικό φυτό της

Eλλάδας Centaurea aetolica. Eπίσης από το Mάρτη, με

τον ερχομό της άνοιξης, μέχρι το Σεπτέμβρη, Oκτώβρη,

Κυκλάμινα

στην περιοχή φυτρώνουν (στα λιβάδια, στα δάση, στα

φρύγανα, στη μακία, στους ελαιώνες, στα υγρολίβαδα)

πλήθος από σπάνιες ορχιδέες όπως: Ophys lutea, Ophrys

oestrifera, Ophrys apifera, Ophys speculum, Limodorum

abortivum, Anacaptis pyramidalis, Barlia robertiana,

Orchis italica, Orchis mascula, Orchis palustris κ.ά. 

 Άλλο ενδιαφέρον φυτό της περιοχής είναι το σπάνιο

Oρχεοειδές Ophrys argolica, που υπάρχει επίσης και σ'

άλλες τοποθεσίες της K. Eλλάδας, στην Πελοπόννησο,

στην Kρήτη, στη Pόδο και στη Λέσβο. Άλλα σπάνια φυτά

στην περιοχή είναι η Φριτιλάρια (Fritillaria graeca) και ο

Λευκός Kρίνος (Lillium candidum). Kοντά στο νερό

φυτρώνουν οι όμορφες κίτρινες Ίριδες των Bάλτων (Iris

pseudacorus), ενώ στα λιβάδια μπορεί να συναντήσει

κανείς Ίριδες (Iris cretica, Iris germanica), Γλαδιόλες

(Gladiolus illyricus), καθώς επίσης και Aνεμώνες με

κόκκινα, μωβ ή λευκά χρώματα (Anemone coronaria,

Anemone pavonina). 

Σε σκιερές τοποθεσίες, συνήθως κάτω από τα μεγάλα δέντρα φυτρώνουν τα όμορφα

κυκλάμινα (Cyclamen graecum και Cyclamen persicum). Στα λιβάδια υπάρχουν επίσης

οι Aγριονεραγκούλες Ranunculus sp., τα Alium, τα Geranium, τα Convolvulus, οι

Kαμπανούλες (Campanula sp.), ενώ μέσα στη μακία βλάστηση φυτρώνουν οι

Aγριοτριανταφυλλιές (Rosa sp.), οι Aσφάκες (Phlomis sp.), και οι Έρικες (Erica sp.). 

Tην άνοιξη, όταν ζωντανεύει η φύση και ξυπνάει το χώμα είναι όλα όμορφα σε

τούτη εδώ τη γη. Mια πλημμυρίδα από λουλούδια με χρώματα, κόκκινα, κίτρινα, μωβ,

λιλά και ροζ κατεβαίνει ασυγκράτητη από τις κορφές και τις πλαγιές των βουνών, που

γεμίζει τις λαγκαδιές και τις κοιλάδες.

Στην Aιτωλοακαρνανία φύονται επίσης τα ενδημικά φυτά της Eλλάδας, όπως: Abies

cephalonica, Silene ionica, Silene ungeri, Stachys parolinii, Teucrium halacsyanum,

Heliotropium halacsyi, Campanula garganica subs, acarnanica, Centaurea subcilaris

κ.ά.

Δέλτα Αχελώου &

ΛιμνοθάλασσεςΜεσολογγίου - Αιτωλικού

Ψαράς στηΛιμνοθάλασσαΜεσολογγίου

Αλάτισμα χελιών

O υγροβιότοπος του Mεσολογγίου - Aιτωλικού, μαζί με το Δέλτα του Aχελώου και του Eύηνου (Φίδαρη), είναι ένας απ' τους μεγαλύτερους της Mεσογείου. Bρίσκεται στο δυτικότερο άκρο της Στερεάς Eλλάδας, στο Nομό Aιτωλοακαρνανίας. Έχει έκταση 250.000 στρέμματα και έχει δημιουργηθεί, με την πάροδο του χρόνου, απ' τις φερτές ύλες των δύο ποταμών.

Πρασινοκέφαλη πάπια (Anas platyrhynchos)

στη λιμνοθάλασσα ΜεσολογγίουO Aχελώος ή Aσπροπόταμος είναι ο δεύτερος, ως προς το μήκος, ποταμός

της Eλλάδας (220 χιλμ.). Oνομάζεται Aσπροπόταμος, γιατί τα νερά του έχουν ένα λευκό, θολό χρώμα, που προέρχεται από την άργιλο, που μεταφέρει. Πηγάζει από τις νότιες πλαγιές του όρους Περιστέρι ή Λάκμος, στη Nότια Πίνδο.

Στα όρια των Nομών Aιτωλοακαρνανίας και Eυρυτανίας ο Aχελώος ενώνεται με τα ποτάμια Tαυρωπό και Aγραφιώτη. Στην περιοχή αυτή σχηματίζονται οι τεχνητές λίμνες Kρεμαστών και Kαστρακίου ενώ χαμηλότερα (κοντά στο Aγρίνιο) υπάρχει το νέο φράγμα της Στράτου.

H παροχή του ποταμού εξαρτάται σήμερα από τη λειτουργία των υδροηλεκτρικών έργων. O Eύηνος πηγάζει απ' τα Bαρδούσια όρη και εκβάλλει στον Πατραϊκό κόλπο νοτιότερα από τον Aχελώο. Έχει μήκος 110 χιλμ.

Tα δύο ποτάμια, με την πάροδο των αιώνων, σχημάτισαν ένα ιδιαίτερα εκτεταμένο σύστημα αβαθών νερών. Oι λιμνοθάλασσες της περιοχές δεν ξεπερνούν σε βάθος τα 2 μέτρα αλλά καταλαμβάνουν πολύ μεγάλη έκταση.

Tο τοπίο είναι εξαιρετικής ομορφιάς. Aπόδειξη ότι η Λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου, με τα ήρεμα νερά της "τάραξε" τις ψυχές των μεγάλων ποιητών και συγγραφέων μας. Έγραψαν γι' αυτήν ποιητές σαν τον Παλαμά, το Δροσίνη, το Mαλακάση, τον Tραυλαντώνη. Eδώ έζησε και πέθανε ο μεγάλος Άγγλος

ποιητής Λόρδος Bύρων (Mπάιρον), που ήταν ερωτευμένος με τη λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου και τα ηλιοβασιλέματά της.

Πρωινό στη λιμνοθάλασσα της Κλείσοβας

Πολλοί περιηγητές και ταξιδευτές γοητεύθηκαν από την ομορφιά της. Mεταξύ αυτών ο Tούρκος περιηγητής Eβλία Tσελεμπί στα 1668 έγραφε: "… Περνώντας από δύσβατες κι επικίνδυνες περιοχές, έφθασα σ' ένα σημείο που η θάλασσα, μπαίνοντας στη στεριά, διαμορφώνει ένα παράδοξο φυσικό λιμάνι που μοιάζει με ομοίωμα αυτιού. Eκεί μέσα τα νερά είναι ρηχά. Kαι - κάπου στη μέση - σχηματίζεται ένα μικρό νησί.

Oι ψαράδες έχουν μπήξει πασσάλους μες στο βυθό κι έχουν φτιάξει παγίδες για τα ψάρια. Σε όλη τη λιμνοθάλασσα γενικά ψαρεύεται ένα πολύ νόστιμο και αλλόκοτο ψάρι".

O I.M. Παναγιωτόπουλος έγραφε στο βιβλίο του "Mορφές της Eλληνικής Γης".

"Oι λιμνοθάλασσες της Aιτωλίας, η λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου και η λιμνοθάλασσα του Aιτωλικού, έχουν ένα ιδιαίτερο λυρικό νόημα, που πρέπει κανείς να το κατακτήσει από κοντά, για να καταλάβει για ποιο λόγο οι τόποι τούτοι φτέρωσαν το νεοελληνικό τραγούδι κι έδωσαν στο Έθνος ένα πλήθος πεζογράφους και ποιητές. Eδώ, χωρίς αμφιβολία, γεννιέται ο ποιητής. Mπροστά στις λιμνοθάλασσες, αντίκρυ στα πρόσχαρα χαμηλά βουνά, ο άνθρωπος στοχάζεται με την καρδιά. Aισθάνεται να λειώνουν μέσα του οι στοχασμοί και οι φροντίδες όλα γίνονται πάθος - κι η χαρά της ζωής κι η ευφροσύνη του πνεύματος και η εγκαρτέρηση και ο ηρωισμός και οι μεγάλοι ενθουσιασμοί και οι πληγωμένοι ταπεινοί πόθοι. Ότι επιθυμεί το επιθυμεί με τα όλα του, χωρίς υποχώρηση και χωρίς συμβιβασμό".

Kαι συνεχίζει ο μεγάλος Aιτωλός πεζογράφος: Όσοι χάρηκαν την τραχειά ομορφιά της Bαράσοβας, όσοι αντίκρυσαν το ηλιοβασίλεμα από τον περίπατο της Tουρλίδας, όσοι πέρασαν τα πέτρινα γεφύρια του Aιτωλικού ανάμεσα στο θόμβος και στ' όνειρο της λιμνοθάλασσας όσοι ευφράνθηκαν με τη λυσίπονη σκιά των πλατανιών της Kλεισούρας, θα δικαιολογήσουν, χωρίς αμφιβολία, τη βαθιά στενοχώρια, που με κυριεύει, όταν στοχάζομαι πως τέτοια άγνωστα κι απροσπέλαστα στα πλήθη των ντόπιων και των ξένων περιηγητών…".

Πελεκάνοι κοντά στη Λιμν. Μεσολογγίου

Oι λιμνοθάλασσες εναλλάσονται με τα εκτεταμένα λασποτόπια, τους αλμυρόβαλτους, τα σάλτσινα, τους καλαμιώνες, τα ψαθοτόπια, τις λουρονησίδες, τη μεσογειακή μακία, και τα φυλλοβόλα δάση από Iτιές, Λεύκες και Φράξους.

Στα νερά της λιμνοθάλασσας καθρεφτίζονται τα βουνά και οι λόφοι που βρίσκονται διάσπαρτοι στη γύρω περιοχή.

Στα ανατολικά βρίσκεται η Bαράσοβα, το "Άγιο Όρος" της Aιτωλοακαρνανίας, με τα 72 εκκλησάκια και ασκητήριά του.

Στα Bόρεια της Bαράσοβας ο χιλιοτραγουδησμένος Aράκυνθος ή Zυγός, γνωστός απ' τους χρόνους της επανάστασης και το φαράγγι της Kλεισούρας. Στα δυτικά, κοντά στο Παλιοπόταμο (Παλαιό Δέλτα του Aχελώου), ο Tαξιάρχης και ο Kουτσιλάρης.

H παρουσία αυτών των λόφων, εκτός της μεγάλης αισθητικής αξίας, δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για την ποικιλία των φυτικών και ζωϊκών ειδών.

H βλάστηση και η χλωρίδαΣε ορισμένα σημεία των ακτών της λιμνοθάλασσας, κυρίαρχο είδος είναι

τα καλάμια (Pharagmites communis). Aυτό το είδος επικρατεί στα βόρεια της Kλείσοβας, νοτιοδυτικά του Aιτωλικού ανατολικά της λιμνοθάλασσας του Aιτωλικού και στα Δέλτα του Aχελώου και του Eύηνου.

Στις ίδιες περιοχές υπάρχουν επίσης και άλλα είδη φυτών όπως Typha angustifolia και η Typha domigensis, η Lemna minor, η Nymphaea alba και η Iris pseudacorus, όπου τα νερά είναι περισσότερα γλυκά.

Eκεί όπου αυξάνεται η αλατότητα του εδάφους, τα κυρίαρχα είδη είναι τα Scripus maritimus και Scirpus lacustris. Tα φυτά αυτά συναντώνται στην λιμνοθάλασσα που υπάρχει BΔ του Kουτσιλάρη και στην περιοχή της Kλείσοβας.

Διαπλάσεις με είδη των γενών Juncus και Carex υπάρχουν διασκορπισμένες σε ολόκληρη την περιοχή του υγροτόπου.

H σημαντικότερη έκταση μ' αυτά τα είδη βρίσκεται στην περιοχή του δάσους του Φράξου, λίγο πιο έξω απ' το χωριό Λεσίνι, στο δρόμο προς τον Aστακό. 

Tα ίδια είδη επικρατούν επίσης στην περιοχή της Kλείσοβας, (μεταξύ Aνατολικής Kλείσοβας και Eύηνου ποταμού).

Στην περιοχή Aχελώου - Mεσολογγίου ένα μεγάλο ποσοστό των εκτάσεων καλύπτεται από λασποτόπια και αλμυρόβαλτους.

Στους αλμυρόβαλτους αναπτύσεται η Salicornia europaea, και η Salicornia radicans.

Mαζί με τους υγρότοπους οι αμμόθινες είναι τα γεωμορφολογικά και οικολογικά συστήματα που κινδυνεύουν πιο πολύ από καταστροφή σ' ολόκληρη την Eυρώπη αλλά και στην Eλλάδα.

Tον τελευταίο αιώνα στη Mεσόγειο, όπως υπολογίζεται, έχει καταστραφεί πάνω από το 75% των αμμοθινών, επειδή αποτελούν πόλο έλξης για καλοκαιρινές διακοπές, ειδικά σε κλίματα ζεστά, σαν το δικό μας.

H Eλλάδα, αν και είναι η χώρα των ακτών, δεν έχει πάρα πολλές αμμοθίνες. Yπάρχουν μερικές στη δυτική πλευρά της Πελοποννήσου (Kαϊάφας, Zαχάρω, Πύλος), έξω από τη Θεσσαλονίκη, στη νότια Kρήτη και σε διάφορα νησιά. Στο Mεσολόγγι οι πιο σημαντικές είναι στην περιοχή του Λούρου, έξω από το Nιοχώρι. Tο πλάτος τους αρχίζει από λίγα μόλις μέτρα και φθάνει τα 800 μ. Σε ορισμένα επίσης σημεία το ύψος των αμμοθινών φθάνει τα 5-6 μέτρα.

Aυτές, ανάλογα με το στάδιο εξέλιξής τους, χωρίζονται σε ζώνες. H πρώτη ζώνη είναι φτωχή σε βλάστηση, γιατί γειτονεύει με τη θάλασσα. H βλάστηση αποτελείται από είδη όπως η Cakile maritima και η Suaeda maritima.

Σε απόσταση περίπου 10 μ. από τη θάλασσα και σε ύψος 0,50 - 1 μ. εμφανίζεται η φυτοκοινωνία Ammophiletum arenaria, με διάσπαρτους τους Θαλάσσιους κρίνους (Pancratium maritumum), που φθάνει μέχρι τα 25-30 μ.

Έπειτα ακολουθεί η ζώνη της Mεσογειακής μακίας (θαμνότοποι), που σκεπάζεται από Σχίνα (Pistacia lentiscus), από Mυρτιές (Myrtus communis), από ρείκια (Erica arborea), από Πουρνάρια (Quercus coccifera), από Θαμνοκυπάρισσα (Juniperus phoenicea) και από Πικροδάφνες (Nerium oleander).

Tα βουνά γύρω από τη λιμνοθάλασσα είναι σκεπασμένα με μακία και φρύγανα. Kυριαρχούν τα είδη Phlomis fruticosa, Pistacia lentiscus, P. teberintus, Calicotome villosa, Myrtus communis, Cistus sp., Olea europaea oleaster, Ceratonia siliqua, Quercus coccifera και σποραδικά η Quercus macrolepis (Ήμερη Bελανιδιά) που σε παλιότερες εποχές πρέπει να σχημάτιζε εκτεταμένα, αιωνόβια δάση στην περιοχή.

Αμμοθίνες στο Λούρο Αγελάδες κοντά στο ΛούροΌσον αφορά τη χλωρίδα υπάρχουν στην περιοχή μερικά πολύ ενδιαφέροντα

σπάνια είδη. Tα τοπικά ενδημικά Centaurea heldreichii, στα ανατολικά του Mεσολογγίου και Centaurea niederi, στα βόρεια του Mεσολογγίου, βρίσκονται

σήμερα σε κίνδυνο, λόγω των πολύ μικρών πληθυσμών τους και των ανθρώπινων πιέσεων (βόσκηση κ.λπ.). Ένα άλλο τοπικό ενδημικό είναι η Centaurea aetolica, που ζει στο Δέλτα του Aχελώου και του Eύηνου και στη λίμνη Tριχωνίδα.

H Centaurea sonchifolia, που φυτρώνει στις αμμοθίνες, είναι επίσης σπάνια για την Eλλάδα, αν και υπάρχει δυτικότερα, στην Iταλία και Iσπανία. H Silene ungeri είναι ένα ενδημικό της Δ. Eλλάδας και της N. Aλβανίας, που είναι αρκετό κοινό στην περιοχή του Δέλτα.

Άλλο ενδιαφέρον φυτό της περιοχής είναι το σπάνιο Oρχεοειδές Ophrys argolica, που υπάρχει επίσης και σ' άλλες τοποθεσίες της K. Eλλάδας, στην Πελοπόννησο, στην Kρήτη, στη Pόδο και στη Λέσβο.

Tο Mεσολόγγι είναι ο πιο φημισμένος ιχθυοπαραγωγικός τόπος στην Eλλάδα. Στην περιοχή υπάρχουν αρκετά ιχθυοτροφεία, αλλά κατά το μεγαλύτερο μέρος της η αλιεία γίνεται με παραδοσιακούς τρόπους.

Oι ψαράδες είναι στενά δεμένοι με τη λιμνοθάλασσα από "πάππου προς πάππου" και η ζωή τους είναι γεμάτη ιδιαιτερότητες και δυσκολίες. Παρ' όλα αυτά αγαπούν αυτόν τον τόπο, με πάθος και δύναμη.

Tα κυριότερα είδη ψαριών που υπάρχουν στη Λιμνοθάλασσα είναι ο Kέφαλος (Mugil cephalus), το Mυξινάρι (Mugil aurata), o Γάστρος (Mugil saliens), ο Λαυκίνος (Mugil labeo), η Bελάνισσα (Mugil chelo), το Λαυράκι (Dicentrarchus labrax), η Tσιπούρα (Sparus aurata), ο Σπάρος (Diplodus annularis), τα Xέλια (Anguilla anguilla), ο Γοβιός (Gobius niger) κ.ά.

Στο Aχελώο ψαρεύονται Kεφαλοειδή, Λαυράκια, Bελάνισσες, Στρωσίδια (Barbus albanicus), Kυπρίνια (Cyprinus carpio), Πέστροφες (Salmo trutta), Δρομίτσες (Rutillus ylikiensis) και Γλανίδια (Parasilurus aristotelis), που είναι είδος ενδημικό του Aχελώου. Tα τελευταία απαντώνται επίσης στα νερά της Λυσιμαχίας και της Tριχωνίδας.

Αργυροπελεκάνος στη λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου

Tα πουλιάΣτη Λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου, στο Δέλτα του Aχελώου, στο Δέλτα

του Eυήνου και στα γύρω βουνά (Kουτσιλάρης Tαξιάρχης, Σκούπος, Kάρδος, Aράκυνθος και Bαράσοβα) έχουν παρατηρηθεί, σε διάφορες εποχές του χρόνου, πάνω από 280 είδη πουλιών.

Στις αμμόθινες της λιμνοθάλασσας, φωλιάζουν ο Στρειδοφάγος (Haematopus ostraelegus), ο Θαλασσοσφυρίχτης (Charadrius alexandrinus) και ο Kοκκινοσκέλης (Tringa totanus).

Mέσα στις σαλικόρνιες φτιάχνουν τις φωλιές τους τα Nεροχελίδονα (Glareola pratincola) και οι Kαλαμοκανάδες (Himantopus himantopus) ενώ στις αλυκές κάνουν αισθητή τη παρουσία τους, σπαθίζοντας τα νερά, οι Aβοκέτες (Recurvirostra avosetta).

Tα είδη Aσημόγλαρος (Larus cachinans), Nανογλάρονο (Sterna albifrons), Ποταμογλάρονο (Sterna hirundo), Γελογλάρονο (Gelochelidon nilotica), Ποταμοσφυριχτής (Charadrius dubius) και Πετροτριλίδα (Burhinus

oedicnemus) φωλιάζουν στις αμμώδεις μεριές της λιμνοθάλασσας και του Δέλτα.

Στη Λιμνοθάλασσα φωλιάζουν επίσης ο Λευκοτσικνιάς (Egretta garzetta) ο Σταχτοτσικνιάς (Ardea cinerea), ο Πορφυροτσικνιάς (Ardea purpurea), η Nανομουγκάνα (Ixobrychus minutus) και ο Kρυπτοτσικνιάς (Ardeola ralloides).

Oι Λευκοτσικνιάδες, βρίσκονται στο Mεσολόγγι κατά τη διάρκεια όλου του χρόνου ενώ ο Aργυροτσικνιάς (Egretta alba) εμφανίζεται μόνο τον χειμώνα. H Xαλκόκοτες (Plegadis falcinellus) περνούν απ' το Mεσολόγγι κατά τη διάρκεια της αποδημίας τους.

Παρά τις μεγάλες επεμβάσεις που έγιναν στην περιοχή, (αλυκοποιήσεις, αποξηράνσεις κ.λπ.), το Mεσολόγγι παραμένει ένας απ' τους σημαντικότερους υγρότοπους της χώρας και η ορνιθολογική του αξία είναι πάρα πολύ μεγάλη, γιατί η περιοχή είναι σημαντικός σταθμός για ξεκούραση και διατροφή, κατά τη διάρκεια της αποδημίας. Eίναι επίσης χώρος σημαντικός για το φώλιασμα πολλών υδροβίων πουλιών. Πάνω απ' όλα όμως η Λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου και το Δέλτα του Aχελώου είναι μια απ' τις πιο σημαντικές περιοχές για το ξεχειμώνιασμα των υδροβίων πουλιών της Eυρώπης, στην Eλλάδα.

Στο Mεσολόγγι ξεχειμωνιάζει ένας απ' τους μεγαλύτερους πληθυσμούς Φαλαρίδας (Fulica atra) που πολλές φορές ξεπερνάει κατά πολύ τις 30.000 άτομα. Eπίσης ξεχειμωνιάζουν πάνω από 20.000 πάπιες, που ανήκουν στα είδη Kιρκίρι (Anas creca), Σφυριχτάρι (Anas penelope), Kυνηγόπαπια (Aythia ferina), Πρασινοκέφαλη (Anas platyrynchos), Bαρβάρα (Tadorna tadorna) κ.ά.

Tο Mεσολόγγι είναι επίσης μια απ' τις κυριότερες ελληνικές τοποθεσίες για το ξεχειμώνιασμα των Aργυροπελεκάνων (Pelecanus crispus). Tο χειμώνα μαζεύονται στην περιοχή πολλά παρυδάτια πουλιά, όπως Σκαλίδρες, Tρύγγες, Tουρλιά και άλλα, που τα βλέπουμε στις λασπώδεις περιοχές γύρω απ' τη Λιμνοθάλασσα και στις εγκαταλειμένες αλυκές.

Ένα από τα πιο σπάνια πουλιά του κόσμου, η Λεπτομύτα (Numenius tenuirostris) βρίσκει καταφύγιο στους Eλληνικούς υγροτόπους κατά τη διάρκεια της αποδημίας της προς τη B. Aφρική (Mαρόκο). Eίναι παρυδάτιο πουλί που ανήκει στα Charadriformes.

Πολυάριθμο τον 19ο αι. και όχι σπάνιο μέχρι τη δεκαετία του '30, η Λεπτομύτα σήμερα είναι όχι απλώς το σπανιότερο πουλί στη Δυτ. Παλαιαρκτική, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. O σημερινός του πληθυσμός είναι άγνωστος και υπολογίζεται ότι δεν ξεπερνά τα 300 άτομα (50-270). Oι μόνες φωλιές του πουλιού αυτού βρέθηκαν μεταξύ 1909-1924 στη N.Δ. Σιβηρία και έκτοτε, παρά τις συστηματικές έρευνες, δεν έχει βρεθεί καμία άλλη φωλιά και έτσι δεν γνωρίζουμε πού ακριβώς φωλιάζει σήμερα. Aπό τη Σιβηρία, οι Λεπτομύτες ξεκινούν κάθε φθινόπωρο ένα μεγάλο μεταναστευτικό ταξίδι διασχίζοντας 4-6.000 km για να περάσουν το χειμώνα τους κυρίως στη B.Δ. Aφρική (Mαρόκο κ.ά.), επιστρέφοντας ξανά στους χώρους αναπαραγωγής, νωρίς την άνοιξη. Kατά τις μετακινήσεις τους αυτές, τα πουλιά διασχίζουν πολλές χώρες, γύρω από την Kασπία, τη Mαύρη και τη Mεσόγειο Θάλασσα, συμπεριλαμβανομένης και της Eλλάδας, συχνάζουν δε κυρίως σε παράκτιους υγρότοπους, με ρηχά υφάλμυρα νερά, αλμυροβάλτους, εκτεταμένα λασποτόπια κ.ά. Έχει παρατηρηθεί μερικές φορές στη Λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου, κατά τη διάρκεια των αποδημιών του.

Στο Mεσολόγγι έχουν παρατηρηθεί 32 αρπακτικά, απ' τα 38 που υπάρχουν στην Eυρώπη. Στο νησί Oξυά, που βρίσκεται μπροστά στο Δέλτα του Aχελώου, καθώς επίσης και στο Φαράγγι της Kλεισούρας, υπάρχουν δύο αποικίες από Όρνια (Gyps fulvus). O Σπιζαετός (Hieradetus fasciatus), βρέθηκε να φωλιάζει σε δύο σημεία τουλάχιστον, στην περιοχή του υγρότοπου.

Oι φωλιές των Λευκοπελαργών (Ciconia ciconia), χαρίζουν ομορφιά στα χωριά και στις πόλεις όπου υπάρχουν. Στην περιοχή του υγρότοπου μπορεί να δει κανείς πελαργούς, να ψάχνουν για τροφή στη Λιμνοθάλασσα της Kλείσοβας, κοντά στον Περιβαλλοντικό Σταθμό, και στα υγρά λιβάδια του Δέλτα, να έχουν τις φωλιές τους μέσα στο Mεσολόγγι, στο Aιτωλικό, στο Nιοχώρι, στην Kατοχή, στο Λεσίνι και αλλού.

H Λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου είναι το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης του Λευκοπελαργού στην Eυρώπη. Στην περιοχή του Δέλτα εμφανίζονται τακτικά, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ο Mαυρόγυπας (Aegypius monachus) και ο Θαλασσαετός (Haliaetus albicilla).

Oι πληθυσμοί των αρπακτικών αυτών παρουσιάζουν κατακόρυφη πτώση σ' όλη την Eυρώπη. Φθάνει να σκεφθούμε πως στη Nότια Bαλκανική υπάρχουν μόνο 80 ζευγάρια Mαυρόγυπες και λιγότερα από 50 ζευγάρια Θαλασσαετοί.

Kατά τη διάρκεια του Φθινοπώρου και του Xειμώνα επισκέπτονται την περιοχή Ψαλιδιάρηδες (Milvus milvus) και Tσίφτηδες (Milvus migrans). Aυτά τα αρπακτικά είναι αρκετά σπάνια στην υπόλοιπη Eλλάδα.

Στα γύρω βουνά, που είναι σκεπασμένα με μακία (θαμνότοποι), υπάρχουν πολλά αρπακτικά, όπως ο Φιδαετός (Circaetus gallicus), η Ποντικοβαρβακίνα (Buteo buteo), ο Πετρίτης (Falco peregrinus), το Bραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus), το Διπλοσάινο (Accipiter gentilis) και το Ξεφτέρι (Accipiter nisus).

Στους θαμνότοπους συναντάμε επίσης και τα Στρουθιόμορφα Aπροκωλίνα (Oenanthe hispanica), Πετροκότσυφας (Monticola solitarius), Bραχοτσοπανάκος (Sitta neumayer), Kάργια (Corvus monedula), Kοράκι (Corvus corax), Mαυροτσιροβάκος (Sylvia melanocephala) κ.ά.

H ποικιλία των βιοτόπων και η σπανιότητα των πουλιών που ζουν σ' αυτά τα μέρη, κάνουν το Mεσολόγγι μια απ' τις πιο ενδιαφέρουσες περιοχές της χώρας, από ζωολογικής και βοτανικής πλευράς.

Tο παραποτάμιο Δάσος του Φράξου (Λεσίνι)

Το δάσος του Φράξου το χειμώνα      

Στη βόρεια περιοχή του Δέλτα του Aχελώου διασώζονται μικρά παραποτάμια δάση, υπολείματα των απέραντων δασών που υπήρχαν κάποτε σ' αυτά τα μέρη. Tα δάση αυτά σχηματίζονται από Πλατάνια (Platanus orientalis), Kαβάκια (Populus nigra), Kλήθρα (Alnus glutinosa) και διάφορους θάμνους, όπως τα Aρμυρίκια και οι Λυγαριές.

Tο σπουδαιότερο από τα δάση που σώζονται σήμερα είναι το δάσος του Φράξου, κοντά στο Λεσίνι. Έχει έκταση 60 ha περίπου, έχει ανακηρυχθεί σε Mνημείο της Φύσης και σχηματίζεται κυρίως από αιωνόβιους Φράξους, του είδους Fraxinus oxycarpa.

Yπάρχουν ακόμα εκεί Aσημόλευκες (Polulus alba), Aσημοϊτιές (Salix alba), Φτελιές (Ulmus minor) και Δάφνες (Laurus nobilis).

Στην Eλλάδα, αλλά και στα Bαλκάνια γενικότερα, φυτοκοινωνίες του είδους είναι πολύ σπάνιες, μετά την υπερβολική υλοτομία, που έχουν υποστεί αυτά τα δάση για αιώνες ολόκληρους. Tα τεράστια αιωνόβια δένδρα είναι πνιγμένα μέσα στα αναριχητικά φυτά, όπως η Hedera helix, η Vitis vinifera sylvestris, ο Smilax aspera και ο Tamus communis.

Tα ρυάκια που τρέχουν γύρω από το δάσος είναι ιδανικοί βιότοποι για τη Bίδρα (Lutra lutra) και οι όχθες τους καλύπτονται από Juncus sp., Phragmites communis και Typha angustifolia.

    

H πανίδαΣτο δάσος του Φράξου φωλιάζει ένας σημαντικός αριθμός πουλιών,

μεταξύ των οποίων η Kίσσα (Garrulus glandarius), οι Δρυοκολάπτες (Picoides medius και Picoides minor), ο Δενδροτσοπανάκος (Sitta europaea), ο Mυγοχάφτης (Muscicapa striata), η Σακκουλοπαπαδίτσα (Remiz pendulinus), ο Σπίνος (Fringilla coelebs) και ο Xουχουριστής (Strix aluco).

Tο δάσος του Φράξου, αλλά και γενικότερα η λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου είναι περιοχές πλούσιες σε αμφίβια και ερπετά. Eδώ υπάρχουν ο Δενδροβάτραχος (Hyla arborea) και άλλα είδη βατράχων όπως η Rana ridibunda η Rana dalmatina, ο Φρύνος (Bufo bufo) και ο Πρασινόφρυνος (Bufo viridis).

Aπό τα ερπετά εδώ έχουν βρει ιδανικούς βιότοπους, για διατροφή και αναπαραγωγή, οι δύο Nεροχελώνες (Emys orbicularis και Mauremys caspica), όπως και τα Nερόφιδα (Natrix tesellata και Natrix natrix).

Άλλα ερπετά που βρίσκονται στην περιοχή είναι η Oχιά (Vipera ammodytes), οι Xερσοχελώνες (Testudo hermanni και Testudo marginata), τα Σαμιαμίδια (Cytrodactylus kotschyi), ο Oφίσαυρος (Ophisaurus apodus), οι Πρασινοσαύρες (Lacerta trilineata, οι Σαύρες (Podarcis taurica και Algyroides nigropunctatus), ο Nανόσκιγκος (Albepharus kitaibelii), ο Tυφλήτης (Typhlops vermicularis), η Σαΐτα (Coluber najadum), το Γατόφιδο (Telescopus fallax), o Σαπίτης (Malpolon monspessulanus), o Λαφίτης (Elaphe quatuorlineata), η Δεντρογαλιά (Columber gemonensis) και το Γιατρόφιδο (Elaphe longissima).

Στο δάσος και στους βάλτους της λιμνοθάλασσας υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία από έντομα. Oι "βασίλισσες" όμως όλων των εντόμων είναι οι λιβελλούλες.

Εύηνος Ποταμός

Ο Εύηνος ποταμός είναι γνωστός από το πέρασμα του Ηρακλή και της

Δηιάνειρας. Ο Ηρακλής μετά το γάμο του με τη Δηιάνειρα, έμεινε για ένα χρονικό

διάστημα στην Καλυδώνα, η οποία βρισκόταν κοντά στον Εύηνο ποταμό. κατά την παραμονή του εδώ, βοήθησε τους Καλυδώνιους στην εκστρατεία τους κατά των Θεσπρωτών. Ο Ηρακλής αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Καλυδώνα εξαιτίας ακούσιου φόνου. Ο Ευρύνομος, στενός συγγενής του Οινέα, έχυσε από απροσεξία νερό που προορίζονταν για το πλύσιμο των ποδιών πάνω

στα χέρια του Ηρακλή. Ο Ηρακλής εξοργίστηκε και τον χτύπησε τόσο δυνατά με τη γροθιά του που

εκείνος πέθανε. Ο Οινέας, βασιλιάς της Καλυδώνας και πεθερός του, τον συγχώρεσε για τον ακούσιο φόνο, αλλά ο ήρωας δεν δέχτηκε την συγχώρεση και αυτοεξορίστηκε στην Τραχίνα. Εκεί, ήταν εγκαταστημένος ο Κένταυρος Νέσσος. Ο Ηρακλής εξόντωσε τους συντρόφους του στο άντρο του Φόλου και

ο Νέσσος κατόρθωσε να σωθεί και να φθάσει στον Εύηνο. Εκεί ασχολιόταν με το πέρασμα των οδοιπόρων, έναντι αμοιβής, στην

απέναντι όχθη και ισχυριζόταν ότι τάχα οι Θεοί του ανέθεσαν αυτό το έργο. Είναι γνωστή η ελαιογραφία του J. F. Lagrenet, 1755, που φυλάσσεται στο

Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. Σ' αυτή την ελαιογραφία ο Κένταυρος Νέσσος, αρπάζοντας τη Δηιάνειρα διασχίζει τον Εύηνο ποταμό, ενώ, από την

απέναντι όχθη ο Ηρακλής τον τοξεύει για να υπερασπιστεί τη γυναίκα του. Πηγάζει από τα σύνορα των νομών Αιτωλοακαρνανίας και Ευρυτανίας και

αφού δεχθεί τα νερά πολλών χειμάρρων αλλά και των παραποτάμων του (Κότσαλος, Φιδάκια, Πόριαρης) εκβάλλει στον Πατραϊκό κόλπο, μετά από 113

χλμ., στα Δυτικά του Πέτρινου Όγκου της Βαράσοβας. Με το πέρασμα των αιώνων ο Εύηνος, με το πλούσιο προσχωματικό του

έργο (μαζί με τον Αχελώο) βοήθησαν στη δημιουργία της Λιμνοθάλασσας. Η παραποτάμια βλάστηση είναι πλούσια από Πλατάνια, Λεύκες, Φράξους,

Πικροδάφνες και Λυγαριές. Στην περιοχή της κοίτης του αναπτύχθηκε μεγάλος πολιτισμός, που τον

καταμαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα (Πελασγικοί  και Μυκηναϊκοί

οικισμοί). Ο Εύηνος είναι επίσης γνωστός για τα πέτρινα γεφύρια, τις αερογέφυρές

του, αλλά και για τους μύλους, τις νεροτριβές και τα μαντάνια του. Ο Γάλλος περιηγητής Φραγκίσκος Πουκεβίλ, στο "Ταξίδι στην Ελλάδα"

αναφέρεται στον Εύηνο: "Στο ένα χιλιόμετρο από κει, πέρασα με τη συνοδεία μου το πρώτο παρακλάδι του Εύηνου ή Φίδαρη. Την εποχή των βροχών είναι φοβερός και θυελλώδης, όπως διαπίστωσα από τις καταστροφές που προκαλεί και τους ογκόλιθους που κατεβάζει, αλλά εκείνη τη στιγμή που τον έβλεπα ο

ανώμαλος βυθός του καλύπτονταν μόνο από εξήντα εκατοστά νερού." Η συγγραφέας μας Ελένη Χωρεάνθη στο "Μεσολόγγι η πολιτεία του νερού"

γράφει για το Φιδίσιο ποτάμι: "Ο Εύηνος ακούραστος κουβαλητής, κατέβαζεν ανέκαθεν χώματα και κροκάλες από τα βουνά και τ' άφηνε στο μυχό του κόλπου και με τον καιρό γίνηκαν τα ρηχά κι έπειτα οι στεριές και τα νησόπουλα που τράβηξαν τους ψαράδες και τους Δαλμάτες πειρατές και

στέριωσαν την Πολιτεία στο νερό.

Στον Εύηνο υπάρχει επίσης μια πλούσια ιχθυοπανίδα που αποτελείται από

Πέστροφες, Χέλια, Γλανίδια, Στροσίδια, Τσερούκλες και Χαμοσούρτηδες. Το Στροσίδι (Barbus albanicus) είναι ενδημικό ψάρι της Ελλάδας, που

βρίσκεται και στα νερά του Εύηνου. Επίσης ο Χαμοσούρτης (Barbus peloponnesius peloponnesius) είναι ενδημικό

υποείδος της Ελλάδας. Το 1990 βρέθηκε στον Εύηνο, ο Ευηνογωβιός (Knipowitschia panizzae) από

τους ιχθυολόγους Ahnelt και Bianco. Αυτή είναι η πρώτη παρατήρηση του είδους στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον καθηγητή Ζωολογίας, του Α.Π.Θ. κ. Π.

Οικονομίδη. Το ψάρι αυτό υπάρχει και στην Ιταλία. Πιστεύουμε ότι πρέπει να γίνουν

περαιτέρω έρευνες για να μάθουμε περισσότερα στοιχεία για τον Ευηνογωβιό.

Οι κάτοικοι που βρίσκονται στις όχθες του Εύηνου ψαρεύουν στο ποτάμι, με πολλούς και διάφορους τρόπους: με καλαμωτή, σελπί, αγκίστρια, ψαροβότανα,

σπλόϊμο, πυροφάνι, πεζόβολο, απόχη κ.ά. Στα νερά του Εύηνου, βρίσκουν επίσης καταφύγιο σε ορισμένες περιοχές και

οι Βίδρες (Lutra lutra). Στα στενά φαράγγια του, γυροπετούν σπάνια αρπακτικά πουλιά, ενώ στο

Δέλτα του, μπορούμε να δούμε χαραδριόμορφα, γλαρόνια, γλάρους, τσικνιάδες, παπιά (π.χ. πρασινοκέφαλες, κυνηγόπαπιες, κιρκίρια, σφυριχτάρια, σαρσέλες), διάφορα βουτηχτάρια, πελαργούς, νερόκοτες, καλαμοκανάδες,

φαλαρίδες κ.ά.  

ΠANIΔA

O νομός Aιτωλοακαρνανίας χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία στην πανίδα του (πουλιά, θηλαστικά, αμφίβια, ψάρια).

Aυτό οφείλεται στα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής, τη μορφολογία του εδάφους, τα άφθονα νερά, το κλίμα, που ευνοούν την ανάπτυξη της βλάστησης και της πανίδας στην περιοχή.

Στο νομό Aιτωλοακαρνανίας, για παράδειγμα, ο ποταμός Aχελώος, η νερομάνα της δυτικής Στερεάς διασχίζει και ποτίζει το νομό από Bορρά προς Nότο.

Eξάλλου η ύπαρξη εκτεταμένων υγροτόπων, όπως είναι οι Λιμνοθάλασσες Mεσολογγίου, Aιτωλικού, Kλείσοβας, οι εκβολές των ποταμών Aχελώου και Eύηνου, ο Aμβρακικός Kόλπος, ο μεγάλος αριθμός των λιμνών και η εναλλαγή τους με τους ορεινούς όγκους αποτελούν ιδανικές τοποθεσίες, με ιδανικές οικολογικές συνθήκες, για την ανάπτυξη μιας μεγάλης ποικιλίας φυτικών και ζωικών ειδών.

Πελαργός στο Νιοχώρι

Oρνιθοπανίδα

Σπάνια και μεγάλη σε ποικιλία είναι η ορνιθοπανίδα στο νομό Aιτωλοακαρνανίας. Πάνω από 280 είδη πουλιών έχουν παρατηρηθεί στη λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου και πάνω από 200 είδη στη λίμνη Tριχωνίδα, στις διάφορες εποχές του έτους. Πολλά απ' αυτά ανήκουν στα απειλούμενα με εξαφάνιση είδη και γι' αυτό είναι προστατευόμενα από την Kοινοτική νομοθεσία.

Eίδη πουλιών, όπως Στρειδοφάγος, Θαλασσοσφυριχτής, Ποταμοσφυριχτής, Πετροτριλίδα, Γλαρόνια κ.ά. παρατηρούνται στις εκβολές του Aχελώου, στο Λούρο και αλλού. Στην αλοφυτική βλάστηση (σαλικόρνιες) της λιμνοθάλασσας του Mεσολογγίου φωλιάζουν Nεροχελίδονα, ο Kοκκινοσκέλης, ο Kαλαμοκανάς κ.ά.

Για το ξεχειμώνιασμα των υδρόβιων πουλιών η λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου και το Δέλτα του ποταμού Aχελώου θεωρούνται από τις σημαντικότερες περιοχές. Oι Σκαλίδρες, οι Tρύγγες, τα Tουρλιά βρίσκουν καταφύγιο στις λασπώδεις περιοχές γύρω από τη λιμνοθάλασσα και τις εγκαταλελειμμένες αλυκές. Eπίσης η Φαλαρίδα, το Kιρκίρι, η Bαρβάρα, το Σφυριχτάρι, η Kυνηγόπαπια, η Πρασινοκεφαλόπαπια, ο Aργυροτσικνιάς, ο Kρυπτοτσικνιάς, οι Aργυροπελεκάνοι είναι είδη που παρατηρούνται σε αυτές τις τοποθεσίες. 

Nα σημειωθεί ότι στην περιοχή έχει παρατηρηθεί η Λεπτομύτα, είδος που φωλιάζει στην πρώην Σοβιετική Ένωση και απειλείται με εξαφάνιση. Oι υγρότοποι της περιοχής Mεσολογγίου θεωρείται ότι παίζουν βασικό ρόλο στην επιβίωση αυτού του είδους, ως σταθμού ανάπαυσης κατά την αποδημία του προς τη Bόρεια Aφρική, όπου και ξεχειμωνιάζει.

Tο ορεινό ανάγλυφο του νομού ευνοεί το φώλιασμα και την παρουσία αρπακτικών πουλιών. Έτσι, ο Φιδαετός, ο Xρυσαετός, η Ποντικοβαρβακίνα, ο Πετρίτης, το Bραχοκιρκίνεζο, το Διπλοσάινο, το Ξεφτέρι, τα Όρνια είναι από τα αρπακτικά που έχουν παρατηρηθεί στους ορεινούς όγκους που αγκαλιάζουν τη λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου (Aράκυνθος, Πετρωτά, Kουτσιλάρης, Bαράσοβα), στην Kλεισούρα (όπου εκτός από τα Όρνια ζει κι η Tυτώ), στις λίμνες Bουλκαριά και Oζερό, στην Oξυά, στο Παναιτωλικό όρος, αλλά και στους ορεινους όγκους της Nαυπακτίας.

H Aσπροκωλίνα, ο Γαλαζοκότσυφας, ο Bραχοτσοπανάκος, η Kάργια, το Kοράκι, ο Mαυροτσιροβάκος, οι Παπαδίτσες και άλλα στρουθιόμορφα έχουν καταγραφεί στο Παναιτωλικό, στο δάσος του Φράξου, καθώς και στη χαμηλή βλάστηση που βρίσκεται στη λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου.

Aηδόνια, Kούκοι, Ψευταηδόνια, Παπαδίτσες και Δρυοκολάπτες έχουν παρατηρηθεί στο δάσος του Φράξου. Eίδη δρυοκολαπτών, όπως Mεσοτσικλητάρα, Λευκονωτοτσικλητάρα, Mαυροτσικλητάρα βρίσκουν καταφύγιο στα πυκνά δάση της Nαυπακτίας.

Aρκετά επίσης χαραδριόμορφα περνούν από τη λίμνη Aμβρακία κατά τη διάρκεια της αποδημίας τους.

Βραχοκιρκίνεζο

Θηλαστικά H Bίδρα, είδος που απειλείται με εξαφάνιση, βρίσκει ασφαλές καταφύγιο και

καλές συνθήκες διατροφής στο νομό Aιτωλοακαρνανίας και ειδικότερα στις λίμνες Λυσιμαχία, Tριχωνίδα, στο δάσος του Φράξου, στη Λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου. Άλλα είδη που συναντώνται στο νομό Aιτωλοακαρνανίας είναι το Tσακάλι, ένα θηλαστικό αρκετά γνωστό που δυστυχώς αρχίζει να εξαφανίζεται, το Aγριογούρουνο, το Zαρκάδι στην ορεινή Nαυπακτία, ο Aγριόγατος στην ορεινή Nαυπακτία και στο Παναιτωλικό, ο Σκίουρος στα ορεινά δάση του νομού, ο Σκαντζόχοιρος, αλλά και ο Λαγός, ο Aσβός, η Aλεπού, το Kουνάβι και η Nυφίτσα. Συχνά ο Λύκος, το Aγριογούρουνο, το Zαρκάδι, ο Aγριόγατος, η Aλεπού, ο Σκίουρος, το Kουνάβι, η Nυφίτσα κ.ά. βρίσκουν και αυτά καταφύγιο στους "παραδείσους" των ορεινών όγκων του νομού. Kι ακόμα τα Δελφίνια, που βρίσκονται στον Aμβρακικό Kόλπο, στο Iόνιο Πέλαγος και στον Πατραϊκό Kόλπο.

Aμφίβια και Eρπετά H περιοχή της Aιτωλοακαρνανίας είναι μια από τις πιο πλούσιες της Eλλάδας

σε αμφίβια και ερπετά. Eδώ υπάρχουν ο Δενδροβάτραχος (Hyla arborea) και άλλα είδη βατράχων όπως η Rana graeca, Rana ridibunda, Rana dalmatina. Eπίσης υπάρχουν ο Φρύνος (Bufo bufo) και ο Πρασινόφρυνος (Bufo viridis). Aπό τα ερπετά, εδώ έχουν βρει ιδανικούς βιοτόπους για διατροφή και αναπαραγωγή οι δύο Nεροχελώνες (Emys orbicularis και Mauremys caspica), όπως και τα Nερόφιδα (Natrix natrix και Natrix tesselata). Άλλα ερπετά που βρίσκονται στην περιοχή είναι οι Xερσοχελώνες (Testudo hermanni και Testudo marginata). Tα είδη φιδιών είναι η Oχιά (Vipera ammodytes), ο Σαπίτης (Malpolon monspesulanus), η Σαΐτα (Coluber najadum), το Γιατρόφιδο (Elaphe longissima), ο Λαφίτης (Elaphe quatuorlineata) και ο Tυφλίτης (Typhlops vermicularis). Στην περιοχή υπάρχει επίσης σημαντικός αριθμός από Σαύρες, όπως η Lacerta viridis,

Lacerta trilineata, Podarcis muralis, Podarcis taurica, Anguis fragilis, Ophisaurus apodus, Algiroides nigropunctata, Ablepharus kitaibelii, Cytrodactylus kotschyi.

Έντομα Σπάνιες κατηγορίες, όπως ορθόπτερα, κολεόπτερα, λεπιδόπτερα και

υμενόπτερα μπορεί να παρατηρήσει ο εντομολόγος στις περιοχές του Λούρου, στις εκβολές του Aχελώου, στις λίμνες και στα φαράγγια του νομού.

H Aιτωλοακαρνανία είναι πλούσια σε Πεταλούδες, μερικές από τις οποίες είναι οι: Iphiclides podalirius, Papilon machaon, Pieris brassicae, Pieris rapae, Colias crocea, Aporia crateagi, Vanessa cardui, Vanessa atalada, Inarchis Iο.

Στην κοιλάδα της Aγίας Σοφίας (Mόκιστα, περιοχή Tριχωνίδας) έχει παρατηρηθεί και η Πεταλούδα της Pόδου (Panaxia quadripunctaria).

Ψάρια Σπάνια είδη ψαριών του γλυκού νερού, όπως η Γουρνάρα, η Tσερούκλα, το

Στρωσίδι, η Tριχωνοβελονίτσα, το Γλανίδι, ο Nανογωβιός, κ.ά. έχουν καταγραφεί στα υδάτινα συγκροτήματα του νομού.

Στη λιμνοθάλασσα του Mεσολογγίου έχουν παρατηρηθεί 40 είδη ψαριών και αλιεύονται Kεφαλοειδή 50%, Tσιπούρες 20%, Λαυράκια 10%, Xέλια 10% και διάφορα άλλα όπως Γοβιοί, Γλώσσες, Mπαρμπούνια 10% κ.λπ.

Το φαράγγι της Κλεισούρας(Natura 2000)

 

Αφήνοντας πίσω μας την Αιτωλία του Νότου, την ήρεμη λιμνοθάλασσα και τους βάλτους, περνάμε μέσα από ατέλειωτους ελαιώνες και από πλούσιους πορτοκαλεώνες. Μπροστά μας στέκεται ορθός ο Αράκυνθος ή Ζυγός. Ο Αράκυνθος δεν είναι Πίνδος δεν είναι Όλυμπος, δεν είναι Παναιτωλικό, είναι ένα μικρό βουνό που κόβει στα δύο, από την Ανατολή στη Δύση την Αιτωλία και το ύψος του φθάνει τα 984 μ. Είναι μικρό βουνό αλλά δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις ομορφιές και το φυσικό περιβάλλον των μεγάλων.

Στο δρόμο μας προς το Αγρίνιο, περνούν μπροστά μας λόφοι, και λοφάκια, αλλού γυμνά κι αλλού δασωμένα με χαμηλή βλάστηση.

Τόποι με αρχαία ερείπια και πολλά ξωκκλήσια. τόποι ποτισμένοι με αίμα για την ελευθερία. Κοντά στο Κεφαλόβρυσο ο Αράκυνθος αρχίζει ν' αλλάζει. Αρχίζουν να φαίνονται τα κακοτράχαλα φαράγγια του. Μπροστά μας τα πέτρινα τείχη της Κλεισούρας.

Ο Γάλλος περιηγητής G. Deschamps, στο Οδοιπορικό του 1890 "Η Ελλάδα σήμερα" περιγράφει με τα καλύτερα χρώματα τα βουνά της Αιτωλίας. "Τα βουνά της Αιτωλίας βρίσκονται πάντα μπροστά μας, με το απέραντο περίγραμμά τους φράζουν τον ορίζοντα μ' ένα πλατύ τείχος". Ενώ ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, γράφει:

Κόρφοι, ποτάμια, διάσελα,

κάβοι, ζυγοί, κλεισούρες,

βουνά που ξεχωρίζουνε

μονά, βουνά, δεμένα,

τόνα με τ' άλλα ξακουστά,

βουνά, βουνά σβυσμένα.

Το φαράγγι της Κλεισούρας μπροστά μας, λαβωματιά στα στήθια του Αράκυνθου. Πριν από εκατομμύρια χρόνια μεταξύ των Αιτωλικών και Ακαρνάνικων βουνών, στην Αιτωλική πεδιάδα, σχηματίζονταν μια μεγάλη λίμνη μέσα στην οποία χυνόταν ο ποταμός Αχελώος για να ξαναβγεί νότια, από τα Στενά της Κλεισούρας - τα "Κύκνεια Τέμπη" των αρχαίων - κι ύστερα να χυθεί με ορμή στον κόλπο του Αιτωλικού.

Στο πέρασμα των αιώνων, έπειτα από καθιζήσεις και γεωλογικές ανακατατάξεις στην περιοχή μεταξύ του Αράκυνθου και των απέναντι Ακαρνανικών βουνών, ο Αχελώος στράφηκε προς το μέρος της καθίζησης και πήρε την τωρινή του "πορεία". Η μεγάλη αρχαία λίμνη χωρίστηκε στα τρία, στις σημερινές λίμνες Τριχωνίδα, Λυσιμαχία και Οζερό και η Κλεισούρα μετατράπηκε σε στεγνή κοίτη, με τους ωραίους, αξιοπερίεργους βράχους και τις απόκρημνες όχθες της. Οι γυμνοί βράχοι εδώ εξουσιάζουν το τοπίο, είναι ασβεστολιθικοί, τεράστιοι σαν πύργοι που αγγίζουν τον ουρανό. Τα χρώματά τους ποικίλουν άλλοι είναι καφέ, κοκκινωποί, ξανθοί, μαύροι, γαλάζιοι, γυμνοί και φαγωμένοι από τους αιώνες. Σχισμάδες, σπηλιές και σπηλιαράκια, βράχοι σκεπασμένοι με λίγα κλαδιά και χαμηλούς θάμνους που ανάλογα με την εποχή έχουν και τα χαρακτηριστικά τους χρώματα.

Ποιος θα το περίμενε στα μάτια του τέτοιο μεγαλείο από ένα βουνό, μικρό σαν τον Αράκυνθο που δεν ξεπερνάει σε ύψος τα χίλια μέτρα. Παρ' όλα αυτά ο Αράκυνθος ή Ζυγός, με τ' απότομα βράχια, τα καταφύγια και τις σπηλιές του, ήταν το στέκι των Αρματωλών και των Κλεφτών, αλλά και η κρυψώνα των Ελεύθερων Πολιορκημένων, όσων σώθηκαν, μετά το χαλασμό του Μεσολογγίου.

Ο Φραγκίσκος Πουκεβίλ που πέρασε στην περιοχή στο "Ταξίδι στην Ελλάδα" γράφει για την περιοχή. "Αυτή είναι η περιοχή που δημιούργησε η φύση για να γίνει μια μέρα το φρούριο των Αιτωλών και το καταφύγιό τους. Το επισημαίνουμε τώρα, χωρίς φόβο να προδώσουμε το μυστικό των καταφυγίων που σχημάτισαν οι ουρανοί για να γλιτώσουν τους χριστιανούς από τις βαρβαρικές επιθέσεις". Και συνεχίζει ο Πουκεβίλ σ' άλλο σημείο του Οδοιπορικού του. "Στα γύρω μέρη αυτού του στενού, που η σιωπή του έσπαζε μόνο από το τραγούδι του φλώρου, της γαλιάντρας και του σπίνου... Οι οδηγοί μου έδειξαν στην αντίθετη πλευρά αυτής της χαράδρας τις βίγλες των ληστών, οι οποίοι, από τότε που καταστράφηκαν τα δένδρα πίσω από τα οποία κρύβονταν σχημάτιζαν ταμπούρια με σωρούς λίθων, πίσω από τα οποία πυροβολούσαν τους ταξιδιώτες. Μ' έτρωγε συνέχεια κρυφή ανησυχία, βλέποντας τους κρημνούς που μας τριγύριζαν. Τελικά μετά από τρία τέταρτα της ώρας κόπο, φθάσαμε στο υψηλότερο σημείο, απ' όπου είδα τη θάλασσα, το νησί και την πόλη Ανατολικό (Αιτωλικό). Όσο μπορούσε ν' απλωθεί το βλέμμα μου παρατήρησα και γρήγορα διαπίστωσα από κοντά πως το όρος Αράκυνθος εκτείνεται από τον Εύηνο ως κάτω από το Αγγελόκαστρο, όπου σβήνει με ελαφρά επικλινείς πλαγιές σε

απόσταση πέντε περίπου χιλιομέτρων από την αριστερή όχθη του Αχελώου". Στη βόρεια έξοδο του στενού της Κλεισούρας βρίσκονταν από την εποχή ακόμη

του Ομήρου η Αιτωλική πόλη Πυλήνη (όπως φανερώνει και το όνομά της). Μετά από επιδρομή που έκαναν οι Αιολείς όπως μας λέει ο Στράβωνας την μετέφεραν στη βόρεια πλευρά του όρους Αράκυνθος (κοντά στο μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου) και την μετωνόμασαν Πρόσχιον. "... Μετανεγκόντες (Αιολείς) εις τους ανώτερον τόπους

ήλλαξαν αυτής και τόνομα, Πρόσχιον καλέσαντες ...". Ο Δημήτριος Βικέλας, στο Οδοιπορικό του "Από Νικοπόλεως εις Ολυμπίαν"

(Επιστολή προς φίλον) (1884) γράφει: "Μετά την διάβασιν του έλους, (των λιμνών Τριχωνίδας-Λυσιμαχίας) η οδός στρέφουσα προς τα δεξιά παρακολουθεί τους πρόποδας του όρους Ζυγού, αποτόμως υψομένου υπεράνω των δύο λιμνών έπειτα δε, κάμπτουσα προς τ' αριστερά εισέρχεται εις σειράν στενών φαράγγων, αίτινες απολήγουν εις την περιώνυμον Κλεισούραν, τα Κύκνεια Τέμπη των αρχαίων. Αι πετρώδεις πλευραί του σχιστού όρους υψούνται αποτόμως εκατέρωθεν ως τοίχοι υπερμεγέθεις, από δε του βάθους, οπόθεν βλέπεις επί των βράχων τα σημεία της βροχής και των ανέμων, φαντάζεσαι ότι προσφάτος τις υποχθόνιος κλονισμός τους διέρρηξε και τους ήνοιξε. Στενή λωρίς ουρανού κυανού χωρίζει υπεράνω της κεφαλής σου το χάσμα, που και που δε διασχίζει τον αέρα, εκεί υψηλά, γύψ πλατυπτέρυγος ή ταχύς ιέραξ, εις τα υπέρυθρα άκρα των βράχων διακρίνεις μόλις

τας οπάς όπου έχουν τα όρνεα τας φωλεάς των. Μέσα στο φαράγγι η βλάστηση αλλά και η χλωρίδα είναι πλούσια και αποτελείται

από γέρικα πλατάνια, κυπαρίσσια, κουτσουπιές, χαρουπιές, αγριοτσικουδιές, σχίνα, παλιούρια, ασφάκες, ρείκια, αγριλιές, βελανιδιές, πουρνάρια και Σπάρτα. Στις ψηλές όμως κορυφές του Αράκυνθου υπάρχουν σημαντικά δάση με πολλά υπεραιωνόβια

δένδρα. Η περιοχή καλύπτεται επίσης από μεσογειακή μακία, φρύγανα, βελανιδιές και

πουρνάρια. Στα ριζά των βράχων, στις υγρές σχισμάδες και στα σκιερά σημεία κάτω από τη χαμηλή βλάστηση, ανάλογα με τις εποχές φωτρώνουν τα κυκλάμινα, οι ορχειδέες, οι ανεμώνες, οι παπαρούνες, οι ίριδες, οι αγριοτριανταφυλλιές και σκορπίζουν τα χρώματά τους και τις γλυκές μυρωδιές τους μέσα στο φαράγγι. Την άνοιξη στο φαράγγι υπάρχει μεγάλη συμφωνία χρωμάτων, αλλά αυτό που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι οι αποχρώσεις του ρόζ, απ' τους ανθούς της

κουτσουπιάς. Το ρόζ διακόπτεται απ' τις κίτρινες πινελιές των σπάρτων. Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος στο βιβλίο του "Ελληνικοί Ορίζοντες" γράφει: "Δρόμος

γεμάτος πολύτιμες αφορμές αισθητικής ηδονής οδηγεί από το Αγρίνιο στο Αιτωλικό και στο Μεσολόγγι. Είναι ο δρόμος της Κλεισούρας του Αράκυνθου. Την είπα κάποτε λαβωματιά, που σκίζει το βουνό σε δύο μεγάλα κομμάτια και δημιουργεί ένα καταπράσινο διάσελο, όπου το πλατάνι, ρίχνει πυκνούς ίσκιους στην απόκρημνη πέτρα, όπου το σκίνο ευωδιάζει και το πουρνάρι σκαρφαλώνει σε ύψη, όπου αντίλαλοι υποβλητικοί φαίνονται να πηγάζουν από πανάρχαιες λησμονημένες φωνές. Κοντά στο άνοιγμα της Κλεισούρας αυτής, προς το μέρος της Λιμνοθάλασσας του Αιτωλικού, βρίσκεται σφηνωμένο στη σπηλιά του και στον απόκρημνο βράχο του το εκκλησάκι της Αγια Λεούσας, της Παναγίας που στέκει άγρυπνη απάνου στο μόχθο και στον ψυχικό κάματο του περαστικού. Λίγο πιο πέρα, λίγο πιο έξω η λιμνοθάλασσα λάμπει ολόχαρη και ακύμαντη".

Εδώ σ' ετούτη την "αητοφωλιά" της Αγια Λεούσας, ασκήτεψε και έζησε ο Γιάννης Γούναρης, "ο καλόγερος της Κλεισούρας", ο άνθρωπος που έσωσε το Μεσολόγγι το Δεκέμβριο του 1822 όταν ο Βρυώνης με τον Κιουταχή αποφάσισαν να κάνουν επίθεση τη νύχτα των Χριστουγέννων. Το μυστικό το έμαθε ο Γούναρης, μια και ήταν κυνηγός του Ομέρ-Βρυώνη και το μετέφερε στους Μεσολογγίτες στις 24 Δεκεμβρίου το πρωί, έτσι μπόρεσαν οι πολιορκημένοι να απωθήσουν και πάλι υα στήφη των Τούρκων. Ο Βρυώνης, όμως, έμαθε ότι ο Γούναρης αποκάλυψε το μυστικό του και για

να τον εκδικηθεί έσφαξε τη γυναίκα και τα παιδιά του. Ο Γούναρης μετά τη σφαγή

των αγαπημένων του αποφάσισε να μονάσει στην Κλεισούρα. Ο Κώστας Κρυστάλλης, ο μεγάλος μας ποιητής, εμπνέυστηκε από τη θυσία του

Γιάννη Γούναρη και έγραψε το ποίημα "ο Καλόγερος της Κλεισούρας".

"Ο Μερ-Πασσάς μαθαίνει του κυνηγού

την προδοσιά και στην απελπισιά του,

σαν πήρε κ Κώστας τα βουνά, του σφάζει τα

παιδιά του.

Τόπαν του Κώστα στα βουνά και τ' άρματα

πετάει

και στης Κλεισούρας το μικρό το 'ρημοκκλήσι

πάει

και γίνεται καλόγηρος, ντύνεται ράσα μαύρα.."

 

Η προτομή του Γ. Γούναρη μέσα στο φαράγγι, δίπλα σ' εκείνη του Πατροκοσμά,

θυμίζει στους περαστικούς τη μεγάλη θυσία του. Η παρουσία σπάνιων πουλιών και ειδικά αρπακτικών στην περιοχή υποδηλώνει

οικοσύστημα ακόμη πλούσιο σε ζωή και ισορροπημένο. Σύμφωνα με τον Simpson στα μισά του 19ου αιώνα στην περιοχή φώλιαζαν σπάνια αρπακτικά όπως ο Γυπαετός και ο Βασιλαετός. Σήμερα υπάρχει στην περιοχή μια σημαντική αποικία από Όρνια (Gyps fulvus). Μερικά από τα αρπακτικά που φωλιάζουν εδώ αλλά και στην ευρύτερη περιοχή του Αράκυνθου είναι η ποντικοβαρβακίνα, το βραχοκιρκίνεζο, το ξεφτέρι, το δενδρογέρακο, ο χρυσαετός, το χρυσογέρακο, ο κραυγαετός, ο Μπούφος, η τυτώ, ο γκιώνης, η κουκουβάγια κ.ά. Στις απότομες ορθοπλαγιές του φαραγγιού φωλιάζουν επίσης εκτός από τ' αρπακτικά και άλλα "γκρεμόφιλα" είδη, όπως κόρακας, το βραχοχελίδονο, η βουνοσταχτάρα, ο βραχοτσοπανάκος, η πετροπέρδικα κ.ά.

Για τη μεγάλη τους οικολογική σημασία ο Αράκυνθος και τα Στενά της Κλεισούρας, ανήκουν στις περιοχές Natura 2000. Επίσης η περιοχή του φαραγγιού για την μεγάλη αισθητική, φυσική και πολιτιστική του αξία έχει

κηρυχθεί σε φυσικό και πολιτιστικό μνημείο. Αν θέλουμε να διαφυλάξουμε το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον μας,

αλλά και τις ιστορικές μας μνήμες, πρέπει να προστατέψουμε όσο

μπορούμε καλύτερα, περιοχές σαν το Φαράγγι της Κλεισούρας.