τύραννοι

11
H τυραννία στην αρχαία Ελλάδα Ορισμός Τύραννος: αρχ. [ήδη σε ομηρικό Ύμνο], πιθανό δάνειο του προελληνικού υποστρώματος ή από αρχαία γλώσσα της Μ. Ασίας (όπως συμβαίνει με τα συνώνυμα ἄναξ, βασιλεύς). Ας σημειωθεί ότι η λ. τύραννος δήλωνε τον απόλυτο άρχοντα, ο οποίος δεν υπέκειτο σε κανέναν έλεγχο ή νομική διάταξη. Τύραννος: άτομο που κυβερνά ή γενικά ασκεί εξουσία με αυταρχισμό, σκληρότητα, αυθαιρεσία. Τυραννία: σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η τυραννία οριζόταν ως μορφή διακυβέρνησης όπου η εξουσία ανήκει σε ένα μόνο πρόσωπο κυβερνώντος, το οποίο διοικεί σύμφωνα με το ατομικό του συμφέρον. Ονομαστοί τύραννοι της αρχαιότητας ήταν: Ο Περίανδρος της Κορίνθου Ο Κύψελος της Κορίνθου Ο Πεισίστρατος της Αθήνας Ο Πολυκράτης της Σάμου Ο Ιέρων Α' των Συρακουσών Ο Διονύσιος ο Πρεσβύτερος των Συρακουσών. Ο Περίανδρος ο Κορίνθιος Ο Περίανδρος ο Κορίνθιος (668 π.Χ. 584 π.Χ.) ήταν τύραννος της Κορίνθου που διαδέχθηκε τον πατέρα του Κύψελο που είχε ανατρέψει την δωρική αριστοκρατία. Ήταν περιώνυμος για την κακουργία αλλά και τη μεγαλοπραγμοσύνη και σοφία του. Υπήρξε στην αρχή πολύ ηπιότερος από τον πατέρα του αλλά αργότερα παρασύρθηκε σε αδικοπραγίες και ωμότητες. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι κάποτε ο Περίανδρος ζήτησε συμβουλή από τον τύραννο της Μιλήτου Θρασύβουλο πώς να στερεώσει καλύτερα την Αρχή του και έλαβε με συμβολική πράξη την απάντηση ότι θα πρέπει να εξοντώσει κάθε ισχυρό αντίπαλο ή αντιδρώντα στο έργο του. Έκτοτε ο Περίανδρος δεν δίστασε ακόμη και να διαπράξει φόνους οικείων του. Έτσι φόνευσε με λακτίσματα τη γυναίκα του Λυσίδη την οποία και αποκαλούσε θωπευτικά «Μέλισσα». Μεταμεληθείς, με την ιδέα της εξιλέωσης, πρόσθεσε νέο αποτρόπαιο έγκλημα όταν κάλεσε σε επίσημη εορτή στην αυλή του τις επιφανέστερες γυναίκες της Κορίνθου τις ξεγύμνωσε και έκαψε τα ενδύματα και τα κοσμήματά τους επί της πυράς της εστίας. Τον εκ Λυσίδης γιο του Λυκάφρονα επειδή αντέδρασε στις

Transcript of τύραννοι

Page 1: τύραννοι

H τυραννία στην αρχαία Ελλάδα

Ορισμός

Τύραννος: αρχ. [ήδη σε ομηρικό Ύμνο], πιθανό δάνειο του προελληνικού

υποστρώματος ή από αρχαία γλώσσα της Μ. Ασίας (όπως συμβαίνει με τα συνώνυμα

ἄναξ, βασιλεύς). Ας σημειωθεί ότι η λ. τύραννος δήλωνε τον απόλυτο άρχοντα, ο

οποίος δεν υπέκειτο σε κανέναν έλεγχο ή νομική διάταξη. Τύραννος: άτομο που

κυβερνά ή γενικά ασκεί εξουσία με αυταρχισμό, σκληρότητα, αυθαιρεσία.

Τυραννία: σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η τυραννία οριζόταν ως μορφή

διακυβέρνησης όπου η εξουσία ανήκει σε ένα μόνο πρόσωπο κυβερνώντος, το οποίο

διοικεί σύμφωνα με το ατομικό του συμφέρον.

Ονομαστοί τύραννοι της αρχαιότητας ήταν:

Ο Περίανδρος της Κορίνθου

Ο Κύψελος της Κορίνθου

Ο Πεισίστρατος της Αθήνας

Ο Πολυκράτης της Σάμου

Ο Ιέρων Α' των Συρακουσών

Ο Διονύσιος ο Πρεσβύτερος των Συρακουσών.

Ο Περίανδρος ο Κορίνθιος

Ο Περίανδρος ο Κορίνθιος (668 π.Χ. – 584 π.Χ.) ήταν τύραννος της Κορίνθου που

διαδέχθηκε τον πατέρα του Κύψελο που είχε ανατρέψει την δωρική αριστοκρατία.

Ήταν περιώνυμος για την κακουργία αλλά και τη μεγαλοπραγμοσύνη και σοφία του.

Υπήρξε στην αρχή πολύ ηπιότερος από τον πατέρα του αλλά αργότερα παρασύρθηκε

σε αδικοπραγίες και ωμότητες. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι κάποτε ο

Περίανδρος ζήτησε συμβουλή από τον τύραννο της Μιλήτου Θρασύβουλο πώς να

στερεώσει καλύτερα την Αρχή του και έλαβε με συμβολική πράξη την απάντηση ότι

θα πρέπει να εξοντώσει κάθε ισχυρό αντίπαλο ή αντιδρώντα στο έργο του.

Έκτοτε ο Περίανδρος δεν δίστασε ακόμη και να διαπράξει φόνους οικείων του. Έτσι

φόνευσε με λακτίσματα τη γυναίκα του Λυσίδη την οποία και αποκαλούσε θωπευτικά

«Μέλισσα». Μεταμεληθείς, με την ιδέα της εξιλέωσης, πρόσθεσε νέο αποτρόπαιο

έγκλημα όταν κάλεσε σε επίσημη εορτή στην αυλή του τις επιφανέστερες γυναίκες

της Κορίνθου τις ξεγύμνωσε και έκαψε τα ενδύματα και τα κοσμήματά τους επί της

πυράς της εστίας. Τον εκ Λυσίδης γιο του Λυκάφρονα επειδή αντέδρασε στις

Page 2: τύραννοι

συμπεριφορές του αυτές εξόρισε στην Κέρκυρα που τότε υπαγόταν στην Κόρινθο.

Όταν αργότερα τον ανακάλεσε, ο Λυκάφρονας αρνήθηκε την πατρική και δημόσια

θέση λέγοντας πως δεν μπορεί να συζεί με τον φονιά της μητέρας του. Τότε ο

Περίανδρος δέχθηκε να παραιτηθεί υπέρ του γιου του και να αποσυρθεί στην

Κέρκυρα. Όταν όμως πληροφορήθηκαν τούτο οι Κερκυραίοι φοβούμενοι μη τύχουν

άλλης καταπίεσης φόνευσαν τον Λυκάφρονα. Ο Περίανδρος τότε για να τους

τιμωρήσει συγκέντρωσε 300 παίδες των καλλιτέρων οικογενειών της Κέρκυρας και

τους έστειλε στο Βασιλιά της Λυδίας Αλυάττη για να τους ευνουχίσει κατά το

ασιατικό έθιμο. Το πλοίο όμως προσάραξε στη Σάμο και οι νέοι ελευθερώθηκαν.

Ο Περίανδρος αν και αγαπούσε τις στρατιωτικές επιδείξεις φαίνεται πως δεν

ενεπλάκη σε εξωτερικούς πολέμους. Τον μοναδικό που οργάνωσε ήταν κατά του

πεθερού του Προκλέα, τυράννου της Επιδαύρου, με αιτία το θάνατο της κόρης του.

Αυτές είναι περίπου οι μαρτυρίες των παλαιών που διασώθηκαν περί του Περίανδρου

που ίσως να είναι ψευδείς ή υπερβολικές αν γίνει σύγκριση με άλλα γεγονότα από τα

οποία διαπιστώνεται ότι επί εποχής του η Κόρινθος ανυψώθηκε σε δύναμη και ακμή

και έφθασε να γίνει θαλασσοκράτειρα. Εκτός όμως αυτού ο Περίανδρος υπήρξε και

κοινωνικός αναμορφωτής, νομοθέτησε κατά της ασωτίας, πολυτέλειας, εύρεση

εργασίας σε φτωχούς και φορολογίας των πλουσίων. Προστάτευσε τα γράμματα και

τις τέχνες και κατέστησε την αυλή του κέντρο πνευματικής και καλλιτεχνικής

δημιουργίας. Για δε τη σπάνια θυμοσοφία του κατατάχθηκε μεταξύ των επτά

σοφών του αρχαίου κόσμου.

Προϊόντα της διανοητικής γονιμότητας και ανθηρότητάς του αποτελούν αφενός ένα

μακρύ ποίημά του με τίτλο «Υποθήκες στον ανθρώπινο βίο» από το οποίο ελάχιστα

αποσπάσματα διασώθηκαν και αφετέρου τα αποφθέγματά του που αποστάζουν

ευγένεια αισθήματος, αλάθητο πείρα και πρακτική σοφία, στοιχεία που βεβαίως δεν

συνάδουν με τις περί αυτού κακόβουλες ιστορίες (έστω και στην έκταση που του

αποδίδονται).

Κύψελος

Ο Κύψελος, ήταν ο πρώτος τύραννος της Κορίνθου και κυβέρνησε την

πόλη ευνοώντας τις κατώτερες τάξεις και φερόμενος σκληρά προς τους

αριστοκράτες. Κατά την διάρκεια της ηγεμονίας του, η πόλη ανέπτυξε το εμπόριο και

ίδρυσε νέες αποικίες. Ήταν γιος του Ηετίωνα και της Λάβδας.

Το 657 π.Χ., η ηγεμονία των Βακχιάδων τελείωσε.

Ο Πολέμαρχος Κύψελος, βοηθούμενος από ένα χρησμό των Δελφών, ανέλαβε την

ηγεμονία και κυβέρνησε την πόλη επί τριάντα χρόνια. Οι εξόριστοι Βακχιάδες

έφυγαν άλλοι στην Κέρκυρα και άλλοι στην Σπάρτη και Ετρουρία.

Ως φόρο τιμής προς στους Δελφούς, έκτισε ένα θησαυροφυλάκιο εκεί.

Ο Κύψελος ήταν γιος της Λάβδα και του Αιτίωνα από την Γονούσα, μία κόμη της

Σικυώνας Η μητέρα του ανήκε στη οικογένεια των Βακχιάδων, αλλά επειδή ήταν

κουτσή από το ένα πόδι, κανένας από αυτούς δεν την ήθελε. Τελικά παντρεύτηκε

έναν απλό πολίτη, αν και αυτό απαγορευόταν στους Βακχιάδες.

Όταν το γεγονός έγινε γνωστό, το μαντείο των Δελφών με αρκετούς χρησμούς

προειδοποίησε την πτώση των Βακχιάδων και την εξορία τους από τα παιδιά της

Λάβδας. Αργότερα οι Βακχιάδες φοβούμενοι τους χρησμούς προσπάθησαν να

Page 3: τύραννοι

σκοτώσουν το νεογέννητο παιδί της, αλλά η μητέρα του το έκρυψε σε μία κυψέλη

(σεντούκι). Από αυτό το γεγονός πήρε το όνομα, Κύψελος.

Οι απόγονοι του έκαναν δωρεά στην Ολυμπία, μία κυψέλη από ξύλο βελανιδιάς,

διακοσμημένη με εικόνες και παραστάσεις μυθολογικές και σκαλισμένες με χρυσό

και ελεφαντοστό.

Όταν ο Κύψελος ανήλθε στην εξουσία της Κορίνθου μοίρασε τα βασιλικά κτήματα,

επέβαλε βαρύτερη φορολογία στους μεγαλογαιοκτήμονες και εκδίωξε τους

αντιφρονούντες. Παράλληλα, προσπάθησε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για πιο

ευρεία συμμετοχή του λαού στα κοινά. Ενίσχυσε επίσης το εμπόριο και τη βιοτεχνία.

Έγινε γνωστός πανελληνίως λόγω των εντυπωσιακών αναθημάτων που προσέφερε

στα ιερά της Ολυμπίας και των Δελφών. Λέγεται ότι αυτός καθιέρωσε τα Ίσθμια.

Βασίλεψε για τριάντα χρόνια και τον διαδέχθηκε ο γιος του Περίανδρος, το 627 π.Χ.

Ο Πεισίστρατος

Ο Πεισίστρατος υπήρξε κατά διαστήματα τύραννος στην Αρχαία Αθήνα, για

συνολικά περίπου 20 χρόνια, στην περίοδο 561 έως 527 π.Χ. Προσπάθησε και

κατάφερε να επιβάλει τυραννίδα τρεις φορές χρησιμοποιώντας άλλοτε συμμάχους

από διάφορες πόλεις, άλλοτε από την ίδια την Αθήνα όπου υπήρχαν έντονες διαμάχες

εξουσίας μεταξύ αντίπαλων ισχυρών οικογενειών, άλλοτε μισθοφορικό στρατό και

άλλοτε τραγελαφικά τεχνάσματα. Τις πρώτες δύο φορές κατάφερε να επιβληθεί για

μικρό χρονικό διάστημα, μετά το οποίο ανατράπηκε και εξορίστηκε. Την τρίτη φορά

όμως έμεινε στην εξουσία μέχρι το θάνατό του. Αυτός επήλθε από φυσικά αίτια και

σε μεγάλη ηλικία του Πεισιστράτου, το 527 π.Χ., οπότε τον διαδέχτηκαν

οι Πεισιστρατίδες.

Η πρώτη τυραννίδα

Ευφυής και φιλόδοξος, προσπάθησε στη συνέχεια δυο φορές να καταλάβει την

εξουσία με στρατηγήματα, τα αποτελέσματα των οποίων είχαν βραχυπρόθεσμη

επιτυχία και τον οδήγησαν δυο φορές στην εξορία.

Την πρώτη φορά, το 561 π.Χ., αυτοτραυματίστηκε και μαχαίρωσε επίσης τα

μουλάρια του. Εμφανίστηκε αιμόφυρτος στην αγορά με δυο πληγωμένα μουλάρια,

και υποστήριξε ότι γλίτωσε από βέβαιη δολοφονία, καθώς υπερασπιζόταν τα δίκαια

των αδυνάμων. Δεν κατονόμασε τους αντιπάλους που του επιτέθηκαν αλλά παρενέβει

ένας φίλος του και άρχων, ο Αριστίων, που είπε ότι ο δήμος πρέπει να εκδώσει

ψήφισμα για την προστασία του Πεισίστρατου. Σύμφωνα με το ψήφισμα θα

επιτρεπόταν πλέον ο Πεισίστρατος να διαθέτει προσωπική φρουρά από ενόπλους και

συγκεκριμένα από 50 κορυνηφόρους (άνδρες οπλισμένους με ρόπαλα).

Ο Σόλωνας αντέδρασε σε αυτό εντονότατα, αλλά δεν εισακούσθηκε. Κατηγόρησε

ευθέως τον Πεισίστρατο ότι είχε αυτοτραυματιστεί σαν τον Οδυσσέα, μόνον που

εκείνος το είχε κάνει για να ξεγελάσει εχθρούς ενώ ο Πεισίστρατος ήθελε να

ξεγελάσει συμπολίτες του. Έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη δημοκρατία

λέγοντας ότι στόχος του Πεισίστρατου ήταν να χρησιμοποιήσει ενόπλους άνδρες για

να καταλύσει τη δημοκρατία. Διαπίστωσε όμως ότι οι μεν αριστοκρατικοί φοβούνταν

Page 4: τύραννοι

να αντιδράσουν (μια που ήταν και ύποπτοι για το υποτιθέμενο επεισόδιο εναντίον του

Πεισίστρατου) οι δε δημοκρατικοί ήταν σύσσωμοι με το μέρος του Πεισίστρατου.

Οπότε ο Σόλωνας είπε στο δήμο "αποχαυνωθήκατε όλοι σας" και αποχώρησε

αποκαρδιωμένος. Όντως ο Πεισίστρατος χρησιμοποίησε πολύ σύντομα αυτή την

προσωπική φρουρά - την οποία τεχνηέντως αύξησε σημαντικά σε αριθμό - και

κατέλαβε την Ακρόπολη και την εξουσία.

Ο Πεισίστρατος δεν κατέλυσε τότε τις βασικές δημοκρατικές λειτουργίες και

προσπάθησε να κυβερνήσει προσωποπαγώς δίχως να θίξει το πολίτευμα σε καίρια

σημεία, πλην όμως πολύ γρήγορα (ίσως σε λίγους μήνες ή το πολύ μέσα σε ένα

χρόνο) ανατράπηκε και εξορίστηκε. Στην ανατροπή του πρωταγωνίστησαν οι

συνασπισμένοι εναντίον του εκπρόσωποι των ολιγαρχικών και των εμπόρων, δηλαδή

οι Λυκούργος και Μεγακλής. Πλην όμως η λυκοφιλία των δύο ανδρών που

εκπροσωπούσαν συμφέροντα αντίθετων κοινωνικών ομάδων, δεν κράτησε πολύ. Οι

ολιγαρχικοί ήθελαν να αλλάξει η κατάσταση εις βάρος της αστικής τάξης ώστε η

πολιτική εξουσία να περάσει και πάλι αποκλειστικά στα χέρια των ευγενών (δηλαδή

των γαιοκτημόνων ουσιαστικά), οι δε έμποροι που είχαν πια αρκετά χρήματα

απαιτούσαν να έχουν άποψη στα πολιτικά και στήριζαν τον Μεγακλή για να

αντισταθεί στις ολιγαρχικές κινήσεις.

Η δεύτερη τυραννίδα

Ο Πεισίστρατος, εκμεταλλευόμενος τη νέα διαμάχη των αντιπάλων του, συμμάχησε

με το Μεγακλή, ο οποίος για να απαλλαγεί από το Λυκούργο και τους ολιγαρχικούς,

και θεωρώντας ότι ο πλούτος του αρκούσε για να ελέγξει τον Πεισίστρατο, δέχτηκε

να τον στηρίξει σε μια μορφή ήπιας τυραννίας ώστε να μην ανατραπεί το σύστημα

του Σόλωνα. Του έδωσε μάλιστα για σύζυγο την κόρη του ώστε τα παιδιά που θα

αποκτούσε με αυτήν να ένωναν τις δύο οικογένειες, των Αλκμεωνιδών και των

Πεισιστρατιδών. Με αυτό τον όρο ο Μεγακλής βοήθησε τον Πεισίστρατο να

καταλάβει την εξουσία.

Για να κερδίσει την εύνοια των Αθηναίων αυτή τη φορά ο Πεισίστρατος επινόησε ένα

τέχνασμα που ο Αριστοτέλης περιγράφει ως χονδροειδέστατο. Έβαλε πάνω σε άρμα

μια νεαρή και υψηλή γυναίκα ντυμένη με πανοπλία και περικεφαλαία και εν πομπή

την έφερε από την Παιανία στην Ακρόπολη διαδίδοντας ότι ήρθε η ίδια η Αθηνά για

να τον στέψει άρχοντα της πόλης. Ο λαός της Αθήνας πράγματι εντυπωσιάστηκε και

ο Πεισίστρατος έγινε τύραννος για δεύτερη φορά το558 π.Χ.

Αυτή τη φορά η τυραννίδα κράτησε 2 χρόνια (αν και δεν συμφωνούν όλοι οι

ιστορικοί για τις χρονολογίες). Πάντως σύντομα η συμμαχία του Πεισίστρατου με

τον Αλκμεωνίδη Μεγακλή άρχισε να κλονίζεται επειδή ο τύραννος έδειξε εξαρχής ότι

απέφευγε να κάνει παιδιά με την κόρη του πολιτικού συμμάχου του. Ο Μεγακλής

ήταν γενικά σε δύσκολη θέση γιατί ο λαός των Αθηνών δεν συμπαθούσε τους

Αλκμεωνίδες λόγω του Κυλωνείου Άγους αλλά και επειδή μεγάλη μερίδα του

πληθυσμού ήταν φτωχή και δημοκρατική. Οι τελευταίοι στήριζαν απόλυτα τον

Πεισίστρατο και οι έμποροι δεν αρκούσαν για να τον ανατρέψουν. Ο Μεγακλής

συμμάχησε το 556 π.Χ. με τον Λυκούργο για άλλη μια φορά και έτσι κατάφερε πάλι

να ανατρέψει τον Πεισίστρατο.

Η τρίτη τυραννίδα

Page 5: τύραννοι

Αν και εξόριστος και χωρίς περιουσία, ο Πεισίστρατος δεν έμεινε άπραγος.

Κατόρθωσε χάρη στην επινοητικότητά του να αποκτήσει τον έλεγχο ορυχείων

αργύρου και χρυσού στη Μακεδονία και τη Θράκη, και να πλουτίσει. Έτσι, με

μισθοφόρους από το Άργος και στρατό που του εξασφάλισε ο φίλος

του Λύγδαμις από το νησί της Νάξου, και αριστοκράτες φίλοι του από τη Θήβα,

τη Θεσσαλία και την Ερέτρια, ο Πεισίστρατος έπλευσε από

την Ερέτρια στον Μαραθώνα. Από εκεί επιστράτευσε κατά της Αθήνας και νικώντας

τις δυνάμεις του Λυκούργου και Μεγακλή που τον περίμεναν στην Παλλήνη, έγινε

κυρίαρχος των Αθηνών για τρίτη φορά, το 545 π.Χ., και μέχρι το τέλος της ζωής του.

Οι αντίπαλοι του αναγκάσθηκαν να αυτοεξορισθούν, ενώ ο Σόλωνας προσπάθησε να

απευθυνθεί στον λαό και πάλι για να τον προτρέψει να αντισταθεί στην τυραννία,

χωρίς επιτυχία. Δύο χρόνια αργότερα ο ηλικιωμένος Σόλων πέθανε από φυσικά αίτια.

Κατά την τυραννία του ο Πεισίστρατος δεν κατέλυσε τους θεσμούς. Αντίθετα

σεβάστηκε τους νόμους του Σόλωνα, διατήρησε τον υπάρχοντα διοικητικό μηχανισμό

της Αθήνας, αλλά φρόντισε να τοποθετήσει σε όλες τις θέσεις-κλειδιά ανθρώπους της

απόλυτης εμπιστοσύνης του. Επίσης κατάφερε με ειρηνικά μέσα να αφοπλίσει τους

Αθηναίους πείθοντάς τους ότι θα τους προστάτευε με στρατό που θα τον πλήρωνε

από προσωπικά και δημόσια έσοδα, και έστρεψε τα ενδιαφέροντά τους στην

καλλιέργεια της γης και στην τόνωση του εμπορίου. Για να διασφαλίσει το καθεστώς

του από τους αντιφρονούντες ο Πεισίστρατος πήρε ομήρους μερικούς νέους από

αριστοκρατικές οικογένειες και τους έστειλε στη Νάξο, στον Λύγδαμι, και εξόρισε

όσους αρνήθηκαν να συμβιβαστούν, όπως τους Αλκμεωνίδες.

Ο Πεισίστρατος έκανε αναδασμό της γης που δήμευσε -δηλαδή όχι όλης της

γαιοκτησίας των πλουσίων, αλλά εκείνων που είχαν εξοριστεί- και την διένειμε στους

ακτήμονες. Φρόντισε επίσης για τους αγρότες δίνοντάς τους χαμηλότοκα δάνεια.

Θέσπισε κινητά δικαστήρια στην ύπαιθρο για την επίλυση των διαφορών. Με τον

τρόπο αυτό περιόρισε την αστυφιλία και αύξησε την αγροτική παραγωγή.

Ο Πεισίστρατος ενθάρρυνε και τη βιοτεχνία και το εμπόριο, και καλυτέρευσε κατά

πολύ την οικονομία της Αθήνας με τη φορολογία της δεκάτης (10% επί του

εισοδήματος). Με τα χρήματα που εισέπραττε από τους φόρους κατασκεύασε

δρόμους και πολλά άλλα δημόσια έργα, μνημεία και ναούς που ομόρφηναν την

Αττική αλλά ταυτόχρονα πρόσφεραν δουλειά στον αστικό πληθυσμό. Αυτά τα

χρόνια, πολλά Αττικά προϊόντα εξήχθησαν στην Ετρουρία και Αίγυπτο, Μικρά

Ασία και πόλεις της Μαύρης Θάλασσας, κυρίως κρασί, λάδι και αρώματα.

Μερικά από τα διασημότερα έργα της εποχής του Πεισίστρατου ήταν το υδραγωγείο,

η Εννεάκρουνος ή Καλλιρρόη, το Εκατόμπεδον στην Ακρόπολη προς τιμήν της

Αθηνάς, εκεί όπου αργότερα χτίστηκε ο Παρθενώνας, και ο ναός του Ολυμπίου Διός,

ο οποίος τελικά ολοκληρώθηκε αιώνες αργότερα από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα

Αδριανό.

Πάντως για κάποια από αυτά τα έργα, οι ιστορικοί αποδίδουν στον Πεισίστρατο και

πολιτική σκοπιμότητα, ότι δηλαδή επεδίωκε για παράδειγμα με μεγαλεπήβολα σχέδια

όπως με το ναό του Ολυμπίου Διός να κρατά το λαό ικανοποιημένο και συνάμα

αρκετά απασχολημένο, ώστε να μην εντρυφεί στην πολιτική και να είναι ο ίδιος

ανενόχλητος στην τυραννίδα του. Σε πολιτική υστεροβουλία, πιθανόν σε συνδυασμό

και με το θετικό κίνητρο να διευκολύνει το λαό, αποδίδουν και το μέτρο του για

Page 6: τύραννοι

περιοδεύοντες δικαστές. Αυτοί ναι μεν έλυναν επιτόπου πολλές διαφορές πολιτών

στην Αττική και τους γλίτωναν από αδικίες και ταλαιπωρίες σε μετακινήσεις προς το

άστυ, αλλά παράλληλα κρατούσαν και τους πολίτες στους δήμους τους, μακριά από

το δήμο της Αθήνας όπου θα μπορούσαν ίσως να δημιουργήσουν προβλήματα στον

Πεισίστρατο.

Στην εποχή του Πεισίστρατου καταγράφηκαν για πρώτη φορά και τα Ομηρικά

Έπη ενώ στην βιβλιοθήκη του, τη μεγαλύτερη σε όλες τις ελληνικές πόλεις, είχαν

πρόσβαση όλοι οι πολίτες. Η αττική αγγειοπλαστική επί των ημερών του γνώρισε

μεγάλη άνθηση.

Στο πλαίσιο της φιλολαϊκής πολιτικής του ο Πεισίστρατος αναδιοργάνωσε και

αναβάθμισε τις κυριότερες γιορτές της Αθήνας, όπως τα Διονύσια και

τα Παναθήναια. Περιέλαβε στους εορτασμούς της πόλης και αθλητικούς, μουσικούς

και ποιητικούς αγώνες. Λέγεται μάλιστα ότι ο Θέσπις, ο προπάτορας του αρχαίου

ελληνικού θεάτρου, αναδείχτηκε νικητής στον ποιητικό αγώνα των Μεγάλων

Διονυσίων επί Πεισιστράτου, το 535 ή το 533 π.Χ.

Στα είκοσι σχεδόν χρόνια της τρίτης τυραννίδας του Πεισίστρατου η Αττική δεν

ενεπλάκη σε κανέναν πόλεμο. Οι σχέσεις του Πεισίστρατου με τους γείτονες, και

κυρίως την επικίνδυνη Μεγαρίδα, υπήρξαν άριστες. Το ίδιο και με τις περισσότερες

ελληνικές πόλεις. Οι φιλικές σχέσεις του με το λιμάνι της Δήλου (το θρησκευτικό

κέντρο των Ιώνων), είχε ως αποτέλεσμα η Αθήνα να γίνει ο ηγέτης της Ιωνικής

φυλής. Σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες η τυραννίδα του Πεισίστρατου ήταν

μάλλον ήπια, σχεδόν «δημοκρατική».

Μετά τον θάνατο του Πεισίστρατου τον διαδέχθηκαν οι γιοι του Ιππίας και Ίππαρχος,

οι οποίοι και υπήρξαν οι τελευταίοι τύραννοι της Αθήνας. Το τυραννικό πολίτευμα

της Αθήνας καταλύθηκε το 510 π.Χ.

Συνολικό έργο

Στο διάστημα της διακυβέρνησης του σπάνια εφάρμοζε στυγνή τυραννία και

φρόντιζε να κρατά πολιτικές ισορροπίες μη καταλύοντας όλους τους θεσμούς.

Εντούτοις με πολλούς τρόπους παρακώλυε την πραγματική λειτουργία

της δημοκρατίας και έλεγχε όλους τους μηχανισμούς της εξουσίας, παίρνοντας κατά

καιρούς και ακραία, σαφώς τυραννικά μέτρα.

Εξόρισε για παράδειγμα όλους τους σημαντικούς αντιπάλους του, που ήταν οι

"παράλιοι", δηλαδή οι αριστοκράτες και οι μεγαλέμποροι υπό

τον Αλκμεωνίδη Μεγακλή, και οι "πεδιακοί", δηλαδή οι επίσης αριστοκράτες, αλλά

ολιγαρχικοί στις πεποιθήσεις γαιοκτήμονες υπό τον Λυκούργο γιο του Αριστολαΐδη.

Πήρε συγγενείς όλων των αντιπάλων του ως ομήρους ώστε να μην τολμούν να του

αντιταχθούν όσοι παρέμεναν στην Αθήνα - έστειλε τους ομήρους στη Νάξο όπου

έγινε τύραννος ο προσωπικός φίλος του Λύγδαμις.

Δήμευσε τις περιουσίες όσων εξόρισε και τις μοίρασε στους ακτήμονες ή στους

μικροκτηματίες και γενικά πήρε στη συνέχεια οικονομικά μέτρα υπέρ των αγροτών,

βοσκών, θητών και φτωχών που αποτελούσαν και το βασικό λαϊκό έρεισμά του.

Page 7: τύραννοι

Στήριξε την πολιτική του στον "πόλεμο κατά των πλουσίων" αλλά πήρε και μέτρα

που τον έκαναν αρεστό ακόμα και σε εκείνους, επειδή τόνωσαν το εμπόριο και τη

βιοτεχνία. Αυτό το έκανε τόσο για να ευημερεί η πόλη, όσο και για να

προσεταιρίζεται όσους αριστοκράτες και αστούς εμπόρους μέχρι πρόσφατα στήριζαν

το κόμμα των "παραλίων" ή εκείνη την εποχή, των Αλκμεωνιδών.

Απέφυγε τους πολέμους και στα ειρηνικά χρόνια της κυβέρνησής του η οικονομία της

Αθήνας βελτιώθηκε σημαντικά, κατασκευάστηκαν πολλά έργα και δημιουργήθηκε

σημαντική βιβλιοθήκη.

Ο ίδιος είχε σημαντικά εισοδήματα από προσωπικές επιχειρήσεις που απέκτησε

στο Παγγαίο όσο ήταν εξόριστος και έτσι δεν επιβάρυνε ιδιαίτερα τον κρατικό

προϋπολογισμό με προσωπικές δαπάνες που θα τον αποξένωναν από το λαό.

Συνέδεσε το όνομα του με σπουδαία εξωραϊστικά έργα (Εννεακρούνος πηγή,

τελεστήριο της Ελευσίνας) καθώς και την προσπάθεια για δημιουργία βιβλιοθήκης.

Ο Πολυκράτης της Σάμου

Ο Πολυκράτης ήταν τύραννος της Σάμου κατά το δεύτερο μισό του 6ου

αιώνα π.Χ.

Ήταν γιός του Αιάκη και εγγονός του Συλοσώντα.

Ανάληψη εξουσίας

Δεν είναι γνωστό ποια χρονολογία ακριβώς πήρε την εξουσία. Εκμεταλλεύτηκε μια

γιορτή της Ήρας όταν όλοι βρίσκονταν έξω από την πόλη και ανέτρεψε το καθεστώς

μαζί με τους αδερφούς του, που από τον Ηρόδοτο αναφέρονται ως Παντάγνωτος και

Συλοσών. Μοίρασαν το νησί σε τρία μέρη και ο καθένας διοικούσε από ένα, όμως ο

Πολυκράτης σκότωσε τον Παντάγνωτο και εξόρισε τον Συλοσώντα.

Ακολουθώντας τη συνηθισμένη τακτική των τυράννων ο Πολυκράτης προσπάθησε

πρώτα απ' όλα να εδραιώσει την εξουσία του. Σκότωσε ή εξόρισε όσο μπορούσε

περισσότερους γεωμόρους, δηλαδή μεγαλογαιοκτήμονες, οι οποίοι επιθυμούσαν να

εγκαταστήσουν στη Σάμο ολιγαρχικό πολίτευμα. Ο Πολυκράτης έφτιαξε ένα στόλο

από εκατό πλοία και χίλιους τοξότες και λεηλατούσε τα νησιά του Αιγαίου, όπως για

παράδειγμα τη Ρήνεια της Δήλου, την οποία αφιέρωσε στο Δήλιο Απόλλωνα.

Κατάφερε επίσης να νικήσει το συνασπισμένο στόλο της Μιλήτου και της Λέσβου.

Σύμμαχοι και αντίπαλοι

Είχε συμμαχήσει με τον τύραννο της Νάξου, Λυγδάμη, και με

τον φαραώ της Αιγύπτου, Άμασι. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Άμασις βλέποντας ότι

ο Πολυκράτης ήταν πολύ τυχερός τον συμβούλεψε να ξεφορτωθεί κάτι πολύτιμο που

είχε επάνω του για να μην θυμώσει τους θεούς. Έτσι ο Πολυκράτης πήρε ένα

δαχτυλίδι και το πέταξε στη θάλασσα. Μετά από μερικές μέρες ένας ψαράς έφερε στο

Πολυκράτη δώρο ένα μεγάλο ψάρι που είχε πιάσει. Ετοιμάζοντας το ψάρι οι

υπηρέτες βρήκαν μέσα το δαχτυλίδι του Πολυκράτη. Τότε ο Πολυκράτης χαρούμενος

έστειλε γράμμα στον Άμασι εξηγώντας του τι είχε συμβεί. Ο Άμασις διέλυσε τη

συμμαχία του με τον Πολυκράτη, πιστεύοντας ότι ένας τόσο τυχερός άνθρωπος

αναμφισβήτητα θα είχε πολύ άσχημο τέλος. Το πιο πιθανό όμως είναι η συμμαχία να

Page 8: τύραννοι

διαλύθηκε, επειδή ο Πολυκράτης είχε στείλει βοήθεια στον Καμβύση όταν αυτός

επιτέθηκε στην Αίγυπτο.

Ο Πολυκράτης θέλοντας να απαλλαγεί από τους πολιτικούς του αντιπάλους, τους

έστειλε ως βοήθεια στον Καμβύση στην εκστρατεία του κατά της Αιγύπτου,

ζητώντας του να βρει τρόπο να τους ξεφορτωθεί. Οι Σάμιοι όμως το κατάλαβαν και

επέστρεψαν από την Αίγυπτο για να επιτεθούν στον τύραννο. Κατάφεραν να τον

νικήσουν στη θάλασσα, αποκρούστηκαν όμως στη στεριά. Επέστρεψαν μαζί με

βοήθεια από τους Σπαρτιάτες και τους Κορίνθιους αλλά μετά από πολιορκία σαράντα

ημερών αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την προσπάθεια.

Θάνατος

Ο Πολυκράτης δολοφονήθηκε το 522 π.Χ. πέφτοντας στην παγίδα του σατράπη των

Σάρδεων, Οροίτη. Αυτός μισούσε τον Πολυκράτη είτε γιατί είχε αποτύχει να

κατακτήσει τη Σάμο είτε γιατί ο Πολυκράτης είχε περιφρονήσει έναν Πέρση πρέσβυ.

Γνωρίζοντας την απληστία του Πολυκράτη, του διαμήνυσε ότι η περιουσία του

κινδύνευε από τον βασιλιά της Περσίας και τον κάλεσε για να τον βοηθήσει

υποτίθεται στη φυγάδευση του θησαυρού του, υποσχόμενος στον Πολυκράτη τη

μισή. Ο Πολυκράτης, παρά τις συμβουλές των φίλων του καθώς και την προφητεία

της κόρης του (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι το κορίτσι είχε δει ένα άσχημο όνειρο που

σήμαινε ότι ο πατέρας του θα πεθάνει), πήγε στις Σάρδεις. Εκεί ο Οροίτης τον

συνέλαβε και έβαλε να τον γδάρουν ζωντανό και έπειτα να τον σταυρώσουν.

Έργα

Κατά τη διάρκεια της τυραννίας του, ο Πολυκράτης έκανε πολλά σπουδαία έργα στη

Σάμο. Έφερε από τα Μέγαρα τον υδραυλικό Ευπαλίνο, ο οποίος κατασκεύασε το

«Ευπαλίνειο όρυγμα» που ύδρευε με ασφάλεια την πόλη σε περίπτωση πολιορκίας.

Περιτείχισε την ακρόπολη Αστυπάλαια, όπου έχτισε το πλούσιο ανάκτορο του. Στα

ανάκτορά του έμειναν οι λυρικοί ποιητές Ανακρέων και Ίβυκος. Επί ημερών του

ακόμη τρία ήταν τα πιο αξιοθαύμαστα έργα που ξεχώρισαν: το Άστυ, το εν θαλάσση

χώμα και το Ηραίο. Αυτά δόξασαν και τη Σάμο και τον Πολυκράτη. Αυτά θαύμαζε

και θαυμάζει, ως τώρα, έστω και καταστραμμένα όλος ο κόσμος, ελληνικός και

ξένος.

Το Άστυ. Η αρχαία πόλη Σάμος. Το ιερό άστυ. Την είχαν χτίσει, ο Τεμβρίωνας και ο

Προκλής. Ο Πολυκράτης όμως τη στόλισε και την έκαμε "πρώτη απ' όλες τις πόλεις,

ελληνικές και βαρβαρικές", της εποχής εκείνης.

Ιδιαίτερα στολισμένη ήταν η παραλία. Εκεί βρισκόταν: Η Αγορά, το Αγορανομίο

(Δημαρχείο), το Αρχείο, το Βουλευτήριο, το Πρυτανείο, όπου συνεδρίαζαν οι

γεωμόροι, η Λαύρα, το Ηρώο, ο Ανδρώνας ή Πεδίτης και άλλα.

Στολίδι σπουδαίο ήταν το θαυμάσιο ανάκτορο του Πολυκράτη, χτισμένο πάνω ψηλά

στην ακρόπολη. Σκορπισμάνα σε διάφορα άλλα μέρη της πόλης ήταν: Το Ημικύκλιο

του Πυθαγόρα, ναοί διάφοροι, σχολεία, θέατρα, Βιβλιοθήκη, Πινακοθήκη, αγάλματα

και άλλα.

Το εν θαλάσση χώμα. Έργο λιμενικό σπουδαίο. Το φυσικό λιμάνι της παλιάς Σάμου,

το σημερινό λιμάνι του Πυθαγορείου, αρχίζει από τον καβοφονιά και τελειώνει στη

βάση του υψώματος του κάστρου και της Μεταμόρφωσης. Με τα τεχνικά λιμενικά

Page 9: τύραννοι

έργα του Πολυκράτη, έγιναν οι δυό λιμενοβραχίονες, που χώρισαν τον λιμάνι σε δυο

μικρότερα. Το εξωτερικό και το εσωτερικό. Το πρώτο ήταν εμπορικό και το δεύτερο

οι νεώσοικοι, όπως το έλεγαν, ναύσταθμος δηλαδή, για τις Σάμαινες και τα

ναυπηγεία. Η ακρογιαλιά χώθηκε με χώμα και επάνω εκεί έγινε προκυμαία.

Με το πέρασμα του χρόνου, μέρος του λιμανιού προσχώθηκε και τα διάφορα

λιμενικά έργα καταστράφηκαν. Στα 1860, ο Ηγεμόνας της Σάμου, Μιλτιάδης

Αριστάρχης, με απόφαση της Σαμιακής Βουλής, έφερε Ευρωπαίους μηχανικούς και

έφτιασαν το σημερινό λιμάνι. Όλα τα σημερινά έργα του λιμανιού θεμελιώθηκαν

πάνω στα αρχαία.

Το Ηραίο. Ναός της προστάτισσας του νησιού, της θεάς Ήρας. Ο μεγαλύτερος απ’

όσους είχε δει ο Ηρόδοτος, ο πρώτος αρχαίος περιηγητής και πατέρας της ιστορίας.

Δεν ήταν μέσα στο Άστυ. Βρισκόταν 5 χιλιόμετρα έξω απ' αυτό, στη νοτιοδυτική

ακρογιαλιά του κάμπου της Χώρας. Η μετάβαση ως εκεί, καθώς και η επιστροφή,

γινόταν απο δρόμο πλατύ 4 μέτρα και πλακόστρωτο. Λεγόταν Ιερά Οδός και ήταν

πολύ όμορφος. Δεξιά και αριστερά τον στόλιζαν ωραίες οικοδομές, βωμοί, τάφοι,

ναοί αγάλματα, θάμνοι καλλωπιστικοί και διάφορα αειθαλή δέντρα. Λογαριάζουν ως

δυο χιλιάδες τα αγάλματα εκείνα.

Τον έχτισαν τόσο μακριά, γιατί πίστευαν, πως εκεί, κάτω από μια λυγαριά της

ακροποταμιάς του ποταμού Ίμβρασου, γεννήθηκε η Ήρα. Ο πρώτος ναός, που

χτίστηκε, ήταν ξύλινος και κάηκε. Στον τόπο του χτίστηκε άλλος, μεγαλύτερος και

μαρμαρένιος. Αργότερα τον έχτισε ξανά, σε ρυθμό ιωνικό, ο Αρχιτέκτονας Ροίκος.

Τον έκαψε ο βασιλιάς της Περσίας Κύρος και τέταρτη φορά τον έχτισε πλούσιο και

μεγαλόπρεπο, ο Αρχιτέκτονας Θεόδωρος, ο γιός του Ροίκου, με διαταγή του

Πολυκράτη.

Είχε μήκος 109 μέτρα περίπου (108,73), πλάτος το μισό (54,58) και ύψος γύρω στα

25 μέτρα. Ήταν περίπτερος, δίπτερος, με 133 μαρμαροκολώνες. Απ' αυτές σώζεται

σήμερα μία μονάχα. Κι αυτή χωρίς ραβδώσεις, ατελείωτη και μισογκρεμισμένη. Η

στέγη του ήταν καμωμένη από κεραμίδες, ζωγραφισμένες με διάφορες όμορφες

παραστάσεις.

Ηραίο δεν ήταν μονάχα ο ναός. Ήταν συγκρότημα ολόκληρο. Στη μέση βρισκόταν ο

μεγαλόπρεπος ναός. Και γύρω του, ο τόπος όλος ήταν γεμάτος από μικρούς ναούς,

στήλες με επιγραφές, βωμούς και αγάλματα. Η σκάλα έπιανε όλο το πλάτος της

ανατολικής πλευράς και είχε έξι σκαλοπάτια. Μπροστά στη σκάλα ήταν ο μεγάλος

βωμός. Πλούτος και πολυτέλεια αφάνταστη.

Ανάλογος με την μεγαλοπρεπή εξωτερική όψη του ναού ήταν και ο εσωτερικός του

διάκοσμος. Αρχιτέκτονες, γλύπτες και ζωγράφοι, Σαμιώτες όλοι τους, κατάφεραν να

τον κάνουν ισάξιο με τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου.

Στην μέση του ήταν τοποθετημένο το λατρευτικό σύμβολο της θεάς, ξόανο, κορμός

δέντρου δηλαδή, ακατέργαστος στην αρχή και δουλεμένος ύστερα από τον περίφημο

γλύπτη Σμίλι. Αργότερα στη θέση του ξόανου έστησαν μεγαλόπρεπο άγαλμα, πρώτα

από χαλκό και μαρμάρινο έπειτα, και το ξόανο το τοποθέτησαν δίπλα του.

Το υπέροχο αυτό άγαλμα παράσταινε την Ήρα όρθια, ντυμένη νυφικά, με πέπλο

ανεμιστό, καλάθι στην κεφαλή και στο κάθε χέρι μικρό ποτήρι. Στα 389 μ.χ. το

μεταφέρανε στην Πόλη και στα 480 το κατέστρεψαν.

Page 10: τύραννοι

Σπουδαιότερα από τα αγάλματα του ναού ήταν; ο Ζεύς, η Αθηνά και ο Ηρακλής, του

μεγάλου γλύπτη Μύρωνα και από τους ανδριάντες, οι ανδριάντες του αρχιτέκτονα

Θεόδωρου, του Αλκιβιάδη, του Κόνωνα, του Τιμόθεου, του Πυθαγόρα και άλλα.

Υπήρχαν ακόμη μέσα στο ναό σπουδαίοι πίνακες ζωγραφικής, έργα μεγάλων

ζωγράφων, όπως η εικόνα του Πολυκράτη και του βασιλιά της Αιγύπτου Άμασι, ο

περίφημος πίνακας του Μανδροκλή, που παρίστανε τη ζεύξη του Βοσπόρου από το

βασιλειά Δαρείο, στην εκστρατεία του ενάντια στους Σκύθες και ο πολύτιμος πίνακας

του Τίμανθου, "Μονομαχία του Αίαντα και του Οδυσσέα για τα όπλα του Αχιλλέα".

Σωστή πλούσια πινακοθήκη.

Αλλά και με πολύτιμα τάματα, στολίδια και μεγάλης αξίας άμφια του αγάλματος της

θεάς, ήταν στολισμένος ο ναός. Η αυλή ήταν γεμάτη πλουμιστά παγώνια.

Όλο το συγκρότημα ήταν τριγυρισμένο με τοίχους γερούς για λόγους ασφαλείας,

όπως τα σημερινά μοναστήρια.

Ιέρων Α΄ των Συρακουσών

Ο Ιέρων ήταν τύραννος της πόλης των Συρακουσών. Ήταν δευτερότοκος γιος του

Δεινομένη από την Γέλα και διοίκησε τις Συρακούσες από το 477 έως το 466 π.Χ.

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του οι Συρακούσες γνώρισαν μεγάλη ακμή.

Πολέμησε σε αρκετές μάχες στο πλευρό του μεγαλύτερου αδελφού του, Γέλωνα, ο

οποίος λίγο πριν το θάνατό του, το 478 π.Χ., τον όρισε ως διάδοχό του. Το γεγονός

αυτό τον έφερε σε σφοδρή αντιπαράθεση με τους μικρότερους αδελφούς του,

Πολύζαλο και Θρασύβουλο, η σύγκρουση όμως αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή

έπειτα από επέμβαση του ποιητή Σιμωνίδη.

Επανίδρυσε την πόλη Κατάνη, αφού πρώτα εξόρισε τους κατοίκους της

στους Λεοντίνους, (στο ίδιο μέρος εξόρισε και τους κατοίκους της Νάξου),

εποικίζοντας την με 5000 Συρακούσιους και 5000 Πελοποννήσιους μισθοφόρους του

στρατού του και την ονόμασε Αίτνα. Από εκεί πήρε και το προσωνύμιο «Αιτναίος».

Το 474 π.Χ. νίκησε τους Τυρρηνούς και τους Καρχηδόνιους συμμάχους τους,

καταλύοντας έτσι οριστικά την θαλασσοκρατία των πρώτων.

Ως κυβερνήτης χαρακτηριζόταν πράος και εξαιρετικά ικανός, ενώ υποστήριξε τους

ποιητές, τους μουσικούς και γενικά τους καλλιτέχνες. Στην αυλή του διέμεναν πολλοί

λαμπροί άνδρες της εποχής όπως ο Σιμωνίδης, ο Ξενοφάνης, ο Επίχαρμος, ο

Αισχύλος, ο Πίνδαρος, ο Βακχυλίδης και άλλοι ενώ γύρω στο 470 π.Χ. συνδέθηκε με

τον εξόριστο από την Αθήνα, Θεμιστοκλή. Επίσης ο Πυθίων του αφιέρωσε μια

αξιοθαύμαστη για την χάρη της και για το ύψος των ιδεών Ολυμπιακή ωδή, όταν οι

ίπποι του Ιέρωνα κέρδισαν στους Ολυμπιακούς αγώνες το 468 π.Χ.

Από την άλλη πλευρά όμως, χαρακτηριζόταν ως φιλάργυρος ενώ ήταν ο πρώτος ο

οποίος εφάρμοσε δίκτυο κατασκοπεία, χρησιμοποιώντας τους ονομαζόμενους από

τους Αρχαίους, «ωτακουστές».

Πέθανε το 466 π.Χ. και ετάφη στην Κατάνη, ο τάφος του όμως καταστράφηκε από

τους παλαιούς κατοίκους της πόλης όταν αυτοί επέστρεψαν από την εξορία.

Page 11: τύραννοι

O Διονύσιος ο Πρεσβύτερος

Διονύσιος ο Πρεσβύτερος, γιος του Ερμοκράτη, (431 ή 430 π.Χ. – 367 π.Χ.) ήταν

τύραννος των Συρακουσών.

Βιογραφία

Για την ζωή του Διονύσιου μαθαίνουμε λεπτομέρειες κυρίως από το έργο του

ιστορικού Διόδωρου του Σικελιώτη «Ιστορική Βιβλιοθήκη» του (βιβλίο ΙΓ΄και

επόμενα).

Οι Συρακούσες από το 410 π.Χ. βρίσκονταν σε πόλεμο με τους Καρχηδόνιους. Ο

Διονύσιος διακρίθηκε πολεμώντας με επιτυχία και κατόρθωσε να ανακηρυχθεί από το

δήμο στρατηγός αυτοκράτωρ, αν και πολλοί Συρακούσιοι ήταν αντίθετοι επειδή είχε

πάρει με το μέρος του στρατιώτες και λαό, άλλοτε συκοφαντώντας και άλλοτε

δωροδοκώντας. Τέλος όμως αναδείχτηκε φανερά τύραννος όταν κατέλαβε την αρχή

το 405 π.Χ. και τη διατήρησε για 38 χρόνια, μέχρι δηλαδή το θάνατό του το 367 π.Χ..

Πρώτη σύζυγός του ήταν η θυγατέρα του στρατηγού Ερμοκράτη, μετά το θάνατό της

όμως έλαβε δυο συζύγους - την Αριστομάχη, αδελφή του Δίωνα, φίλου του

φιλοσόφου Πλάτωνα και την Δωρίδα από τους Λοκρούς.

Ήταν ωμός, δεσποτικός και φιλόδοξος ως χαρακτήρας, δύσπιστος προς όλους και

θανάτωσε πολλούς πολίτες του κατά τους πολέμους του, για να προμηθευτεί χρήματα

δημεύοντας τις περιουσίες τους. Θεωρούσε τον εαυτό του μεγάλο ποιητή και στην

αυλή του φιλοξενούσε ποιητές και φιλοσόφους επειδή του άρεσε να τον κολακεύουν,

αλλά δεν ανεχόταν τις επικρίσεις τους, γι' αυτό άλλωστε και διέταξε να εκδιωχθεί από

τις Συρακούσες ο Πλάτων, τον οποίο εκείνη την περίοδο τον φιλοξενούσε ο φίλος του

Δίων, γυναικάδελφος του Διονύσιου. Ο Πλάτων απέφυγε τον θάνατο, αλλά πωλήθηκε

ως δούλος και εξαγοράστηκε από τον Κυρηναίο Αννίκερι.

Ο Διονύσιος στις αναμετρήσεις του με τους Καρχηδόνιους (397-368) κατόρθωσε

τελικά να φτάσει ως το δυτικό άκρο της Σικελίας (368 π.Χ.), όμως η νικηφόρα του

προσπάθεια ματαιώθηκε από τον αιφνίδιο θάνατό του 367 π.Χ. Ορισμένοι

υποστηρίζουν ότι δηλητηριάστηκε από τον γιο του Διονύσιο τον Νεώτερο, άλλοι ότι

πέθανε από ναρκωτικό φάρμακο που ήπιε για να ελαφρύνει τους πόνους ασθένειας

και άλλοι ότι πέθανε από χαρά, επειδή νίκησε σε δραματικούς αγώνες στην Αθήνα με

την τραγωδία του «Έκτορος λύτρα».

Κελέση Γεωργία

Κελέση Ελπίδα

Υπεύθυνος Καθηγητής: Μιχαηλίδης Νικόδημος