Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία...

200

description

 

Transcript of Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία...

Page 1: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 2: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 3: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 4: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 5: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΚΤΩΡ ΟΤΓΚΩ

ΟΙ ΑΘΛΙΟΙ Τ Ο Μ Ο Σ Β'

ΕΚΔΟΣΕΙΣ << ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ »

ΕΜΜ. ΜΠΕΝΑΚΗ 42

ΑθΗΝΑΙ

1970

Page 6: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΚΤΩΡ ΟΤΓΚΩ

Page 7: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

Page 8: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 9: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΜΕΡΙΚΕΙ ΙΕλΙΔΕΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Α'

Ο ΛΟΥ ΔΟΒΙΚΟ~ ΦΙΛΙnnο~

Τό 1831 κ~ ι τό 1832, τόt οuό χρόνιιχ πού &κολοuθοuν δστεριχ &πό τ~ ν έπανά.στασ'ΥJ τοu Ίοuλίοu, εlναι &.πb τiς πιό &.ξιόλογες στιγμές τi')ς ίστορία.ς .

Άνά.μεσα σέ κείνα ποu προ'Υ)γ'ήθψαν κα.i σέ κείνα ποu &.κολοuθοίίν, τα. οuό

αδτ& χρόνια ύψώνονται σdtν 8ub 6οuνά.. 'Έχουν αότdt τα. 8ub 6ouνb. έπαναστα­

τικb μέγεθος κtt! πά.νω σ' α.uτα. διακρίνονται 6ά.ραθρα, καt πά.νω σ' α.uτ~ λά.μ­

πει -ή &λ'ήθειιχ, -ή "ήμέρ~ ιχδτ'ή, το ψώς τής &νθρώπt\Ι'Υj<; ψuχi)ς.

Ή πιχλινόρθωσ'ΥJ τijς οuνιχστείιχς; των Βοuρ6όνων, ~τσ.ν μι& ένοιά.ιιεση ψά.­σΥJ, &π' α.uτές ποu δύσκολα μπορεί κα.νε!ς νά. δώσει ιiΥ.pι61) δρισμό, ψιiση δποu

uπιiρχει μόχθος, 6οητό, μεμψιμοιρίες, δπνος κιχ! θόρu6ος, ποίι δέ σημιχίνοuν τί­

ποτε !λλο, πιχρόr. δτι ~να μεγάλο ~θνος, ~ψτα.σε σ' ~να. [στορικό στιχθμό. Αuτές

οί έποχές εΙνα.ι &.λ'ήθεια. πα.ρά.δοξες κ' έξαπατοίίν τοuς πολιτικοuς ποu θέλοuν

νa τίς έκμετα.λλεuτοuν.

Στήν &ρχή τό lθνος δέ ζητd πιχρόr. &νιiπαuσ'ΥJ! •Ολοι !Sιψοσν γιΟι ~νσ.

χαί μόνο πρaγμα: τ'fιν εlρ'ήνΥJ. ·ολοι τρέφοuν μια. μόνο φιλοδοξία., να. εΙ ναι μιχρο! xrι.t ιiφανεϊς. Εlοαν &.ρχετά., τά. μεγά.λα. γεγονότιχ, τι~ μεγά.λες περιπέ­

τειε~, τοίις μεγιiλοuς ιiντρε<;, δόξιχ σοι δ θεός τα. χόρτιχσσ.ν. Βρίσκονται στb

σοuροόπωμα μιίiς μέρα.ς μεγά.λης, σκληρΥ)ς, έπ!πσνης. Όδοιποροuντες lφτα.­

σα.ν στόv πρώτο στQ!.θμό μ.έ τό Μιριχμ.πώ, στό Sεότερο μ.έ τb Ρο6εσπιέρο, στον

τρίτο μέ τό Βον«π&.pτ'ΥJ. Άπόκιχμ~ν πι6.. Ό κ~θέν~ς ζ ητίi ε να χρε66.τι νά.

ξεχοuρα.στεί.

Βρίσκοuv λοιπόv κα.τά.λuμα., Hy'r) 6-νά.πα.uσ'r), λ!γ'f) !vεσ'r) κα.! δλοι ε!vα;ι

iuχ~pισ-;rιμ.iνοι.

Page 10: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

650

Άλλ& τcωτόχρονοc !ρχοντοcι στ~ν έπιφ&νειοι κοιί &λλοι πρ&γμοιτοι, γεγο­

νότα. ποu λένε τ' 5νομ6: τους κα.ί χτυποuν τίς πόρτεζ. Τά γεγονότα. α.uτ& πρό-6οιλοιν &πό τίς έπα.νοιστά.σειι; κοιί &Πό τοuς πολέμους. ·rπά.ρχΙJυν, ζοuν, !χουν δικα.ίωμα. ν~ Ξγκαταστα.θοuν μ€σα. στ~ν κοινωνία. κοιί έγκοιθίστοιντοιι. Τtι; π~­

ρισσότερες φορες τά γεγονότα. μοιάζουν μέ έπιμελrιτές ποu προετοιμάζουν τi) στέγσ.σrι των &ρχwν.

Κσ.ί τότε οί πολιτικοί φιλόσοφοι πιχρα.τηροtiν δτι, ένw οί κουριχσμtνοι

aνθρωποι ζητοuν &νά.πσ.υση, τ~ συντελεσμένα. γεγονό-.α. ζητοuν έγγυ'ήσεις. Κσ.ι ε!νιχι οί έγγυ1jσεις γιιΧ τ& γεγον6τιχ δ,τι είνσ.ι ~ &νά.πα.υση γι& τοίις κοuροισμ.έ­

νοuς ~νθρώπους.

Αότό ζ ητοlίσε 'ή Γα.λλία. &πό τοίις Βουρ6όνους μετιi τ~ν σ.uτοκρα.τορίσ., 1\ ,τι δrιλα.δΥ) ζrιτοίiσε κιχί ή Άγγλlοι &.πό τοίις Στιοuιχρτ μετά τόν Προτέκτοροι.

Οί έγγuijσεις ιχότες είνα. ι μιά ά.νά.γκη τιί)ν κα.ιρwν. Πρέπει νά δοθοuν.

Κα.ί τίς "χορrιγοuν>> μέν ο[ Υjγεμ.όν~ς, &λλά στ~ν πρα.γμ.οιτικό-.ητοι τίς ποιρέ­χει 1j Μνα.μrι τών πρα.γμά.των. Άλ1jθεια. 6α.θειά κα.ί πολίι χρήσιμη, τήν δπο(οι δμως οuτε οι Στιούαρτ στά 1662·, οuτε ο! Βουρ6όνοι στιi 1814 μπόρεσιχν νά κοιτα.λά.6οuν.

Ή 5uνα.στείσ. των Βοuρ6όνων, ποίι έπα.νi)λθε μετά τ'ήν πτώση τοu Νιχπο­

λέοντα., είχε τ~y Ολέθρια. ~ψέλεια. Υ~ πιστεύει δτι α.ότij ~τιχy ΠΟU !δινε κσ.ί

συνεπώς 1\,τι είχε δώσει μποροuσε δποτε ~θελέ νά τό ξα.νοιπ<Χρει. ·Μέσοι στ~ν ά.φέλειά. της, ή δuνα.στείιχ τG)ν Βοuρ66νων πίστευε δτι, δ 6ιχσιλικος οfχ.ος εl­

χε τό «θείον ο(κα.ιΟΥ» , ένω 1ι Γιχλλlα. δεν είχε τίποτε. ΠI!J; το πολιτικό οι­

κα.lωμα., ποίι πα.ρα.χωρήθηκε μέ τό σόντα.γμ.α. τοσ Λοuδοοίκι:Ju IH', ήτοιν &.­πλwς ενα. πσ.ριχκλό:οι τοσ θείου οικσ.ιώμσ.τος, ενα. πιχρσ.κλό:οι ποu &ποκόπrικε

&.πο τΥ) 6οup6ονικΥ) ουνα.στε(α. κα.ί χα.pιστικdι κά.πω; 8όθηκε στό γοιλλικό λοι6,

ως τΥjν ήμέριχ ποu δ 6ιχσιλιάς θά έπιθuμοuσε νά τb πά.ρει πίσω. 'Ενω ά.πο τi)ν rδιοι τή δuσιχpέσκειιχ ΠΟΙJ ΕΥΟtωθε ή 6ουp6ονική δuνα.στε(α. δτσ.ν !κα.νε τό « διί'J­

ρο» α.οτό, &:πρεπε νά κοιτοιλά.6ει οτι οέν προερχότοιν &.π' οιότήν.

Ή οuναστείσ. ιχοτή κα.τα. τό οέκα.το lνα.το α.ίώνσ. ψά.νηκε Μστροπη κα.ί

σέ κά.θε aνθηση τοσ έ:θνοuς ιiποο~!χτηκε δτι στενοχωριότα.ν, κα.τ~ τή λοιtκή lκψρα.ση, στροι6ομ.οuτσι:Jόνιοιζε. Αότό δέ δι<Χψεuγε &.πό τήν aντιληψη τοϋ λα.οσ.

Πίστεψε δτι είχε Ούνα.μη, έπειο~ ε!δε τ~ν α.ότοκpα.τορlα. νιΧ τρα.6ιέτα.ι &.­πό μπροστά. τη,, οπως ενα. σκηνικό θεά.τροu. Δε μπόρεσε νά. κιχτσ.λri6ει δτι κοιί ~ rοια. ήρθε κσ.τόι τον ϊδιο τρ6πο aτό θρ6νο.

Νόμισε πως είχ! ρίζες, έπειδή ήτα.ν τό πα.ρελθόν. Γελά.στηκε ομως. Να.ί,

ιiποτελοuσε μέρος τοu παρελθόντος, &.λλ~ τό πα.ρελθόν δλόκλrιρο ~τσ.ν ή Γαλ­

λ!α.. U! ρίζες τi)ς γα.λλικης κο~νων!α.ς οεν ~τα.ν στij 6οuρ6ονική ουνιχστείσ.,

&.λΗ στό ~θνο;. Οί 6α.θειε; α.οτ&ς ρίζες 6ρίσκοντα.ν πα.ντοu κοιί μόνο κά.τω

ά.πό το θρόνο δέν ύπηρχοιν.

Κι' δμ.ως, γεγονο~ θλι6ερό! dποκα.λοuσε πα.ρα.χωρ~σει~ •η~, ~ό•ό ποu ~-

Page 11: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

651

τ~ν κ~τιiχτ'ησ'Υ} τοu lθνου~, κ~t &.ποκ~λοuσε κ~τ~π~τ~σεις τοu λ~οσ, 15,τι ~­τ~ν δικ~ιώματα. τοΟ λα.οΟ.

'Έτσι, δτ~y της ψά.νrικε δτ ι ήρθε ή &pα., νομ.ίζοντΙΧς τον έα.uτ6 της &.p­κετ~ 1σχυρό κα.t 6α.θει~ ριζωμένο στ~ χώρα., πιστεuοντ~ς δτι α.uτ~ ήτα.ν ~

νικ-ήτρια τοο Βοναπάρτη, π'ήρ_ε τήν ιiπόψασή της, !ρριξε τον κό6ο. UΕνα πρωί,

όρθώθrικε &.ντψέτωπrι στη Γιχλλίιχ _ κα.ί , όψώνοντά.ς τ-fι ψων~, θέλφε ν' &.μψι ­

σ6'ητ~σει καt τήν κυρ ιαρχία τοu lθνως καt τΥ)ν έλευθερία. κιiθε πολίτη χωρι­

στά. . Μ' άλλα λόγια, ά.ρνήθψε στο εθνος, έκεϊνο ποu το εκα.νε !θνος, καί στον

πολίτrι, ~uτο ποlι τον lκα.νε πολίτrι.

Αότb σ~μα.ινα.ν στήν οόσία. τιΧ 8ια.τ&.γμα.τιi τοu Ίουλ!οu.

Ή 8uνιχστε(α. ~πεσε. Κα.ί ~πεσε 8(κα.ια.. 'Αλλ& δψείλοuμε ν& ποuμε 3τι

lγ ι να.ν μεγιΧλιχ γ~γον6τιχ κιχτ& τη 8ιιiρκειιχ της πα.ρα.μονης τΊJς, ~στω κ~ί

πλαγίως. Στο διιiστΥJμα. της ~υναστείας, το lθνος συνήθισε στο μεγαλείο τrjς εί·

ρήνΥJς, πράγμα ποlι ελειπε α.πο τήν αίιτοκρατορία τοσ Νιχπολέοντσ.. Ή Γσ.λ­

λία. lγινε λεuτερη κιχt μα.ζί 1σχup~. 'Έδωσε θά.ρpος στοlις &λλοuς λΜuς της

Εtιρώπrις. Έπ! Ρο6εσπιέρου , fι Γα.λλία μίλησε προς τα. [θνη μέ τ'ήν έπανιi­

στσ.ση, έπt Βονα.πιiρτη μίλησε με το κα.νόνι , έπl Λοuδο6!κοu ΙΗ' κα.l Κα.ρό­

λοu Ι' μίλησε μe τή 8ια.•;6ηση. Στα.μ&.τησε δ ιlνεμος, &ναψε πάλι ή λαμπάδα. .

θέαμα λαμπρό, διδακτικό, γοητευτικο θέα.μα.! Δεκαπέντε χρόνια λειτοupγη­

σσ.ν μέσα σε στα.θερη είpήνη ο( μεγάλες έκεϊνες &.ρχές, ή 1σότητα μπροστσ.

στο νόμο, ή έλευθερία. της σuνείδφης, ή έλεuθερίιχ τοu λόγου, ή έλευθερία.

τοσ τόπου, ή δυνα.τότητιχ στίς ίκιχνότητες νιΧ ψτιiσοuν σε κά.θε δημόσιο λει­

τοuργημα. .

Αuτο wς τα. 1830. Ο! Βουp66νοι στιiθψαν εν~ οpγΙJ.νο πολιτισμοΟ, ποlι

τσα.κίστηκε μέσ' στ&-χέρια. της θεία.ς πρόνοιιχς.

Ή πτώση των Βοuροόνων ~τα.ν γεμ&.τη μεγα.λείο, ~χι για. λογα.ριοcσμ6

τους, α.ηα. για. λογα.ριΙΧσμο τοο εονους. Μτοί lφυγΙΧν &.πb το θρόνο σεμνά.,

ά.λλα. χωρίς έπι6λητικότrιτιχ, οϋτε τη νεκρικη γα.λήνη τοu Κα.p6λοu τοu Α' της 'Αγγλίας ε!χε, οϋτε τήν &.ετίσιιχ φωνή τοu Νιχπολέοντσ. . 'Έφυγα.ν &πλwς .

Κα.τά.θεr:rα.ν τό στέμμα. κιχi δε διιχτήpΊJσα.ν το 6ιχσιλικο ψωτοστέψιχνο. 'Έοει­

ξιχν &.ξιοπρέπεια., οχι δμως κα.t μεγιχλεϊο .

Ό λΙΧός; Ό λΙΧός uπrjρξε ά.ξιοθΙΧόμΙJ.στος. το ~θνος, δταν ε να. πρω! προσ-

6λήθψε ενοπλιχ &πο 6ιχσιλικ~ &ντιχρσία., ιχίσθιiνθηκε τόση Μvιχμη, ώστε οΙJτε

κatv οργίστηκε. ΠεριορίστΥJκε στην . ~μυνιi του, κροcτήθηκε, έπανιiφερε τα.

πριiγμα.τιχ στΥι θέση τους, την κυ6έρνηση στό νόμο , το •)ς Βουρ6όνοuς στην έξο ­ρία., &.λλοίμονο! ΚΙΧ! σταμάτησε. Πηρε το 6ασιλιά ΚιΧpολο Ι ' &.πο το θρόνο

κα.l τον &.κοuμπησε κιiτω μαλα.κά καt με λuπη, καί με προσοχή μΥjν πιiθει τί ­

ποτε.

Κ' lτσι οί Βοuρ6όνοι φεtίγοvτσις, κέρ~ισαν το σε6ιχσμο τοσ γιχλλικοu l­

θνου;;, ά.λλα. δχι καί τfι μεταμέλειά. του. Δια.λόθηκιχν δπως τα. σύννεφα. στ6v

δρίζοντα..

Page 12: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

652

Ή !πσιν&:στσισ'Υ/ τι:ισ Ίι:ιυλίι:ιυ !κσινε &.μέσως κσιι !χθρι:ιuς κσιί ψιλι:ιυς, σ'

δλrι τ7) yf). ~ Αλλοι τ7)ν ~γκιiλ ιαασ.ν μ' ~νθοuαισ.αμό κσ.t χσ.ρ& κι' άλλοι lνοιω­

σσιν &ποστροψ~, κσιθένας σύμψωνα με τ~ ψtίση του. οι ~yεμόνzς τijς Εu?ώπης,

στ~ν &ρχ~ ~κλεισαν τά μάτια τους, σάν πρΙJσοληιι~νοι καί μσtζί κατάπληκτοι.

UΟταν τ~ άνοιξαν, &πείλησαν. Φ66ο; οχι παρά.δοξος, κσ-1 opyη δικαιολογη­

μένη. Ή έπανάστσιση ιχuτή, aεν lκοcνε κάv τ~ν τψ~ στ~ν ~ττημένη 6ασι­λεία νοc τη μεταχειριστεί έχθρ ικά και YOC χι)σει τό α[μ.α της. Μπροστά στις

δεσποτικές κυ6ερv~σεις, σ'ίς δποϊες σuμψέp~ι πιivτοτε ή ~λεuθεpία ν?ι.. συκο­

ψαντεί τόν έαυτό της, ή έποcvάσταση τoij Ί ουλ!ου &.μάρτησε, καί μ&:λιστσt θι­

π).ά. , γιατί ~ταν τεριiστια σε δύναμ"f) και μεγαλόψuχσ. &πιειΚΥJζ. Άλλά δεν έ­

πιχείρησσ.ν τίποτε έναντίον -:"f)ς, μά.λιστσ. οί περισσότερο δυσαρεστηιιένοι κσ.ί

όργισμένοι , τελικ&:, τή χαιρέτισαν. νοσο κι' aν ι'ιπά:ρχει έγωισμός κσtί μνησικσ.­

κία., ενα.ς μuστηριώδης σε6α.σμ6ς, ποu προέρχεται &.πό τ?ι.. γεγονότα, τά uπο­

τά:σσει.

Ή έπαν&:σταση "!:OU Ίοuλlου είναι δ θρίαμ6ος τοu δίκtΟΙJ. Έδtί) 6ρίσκε­

τσtι κσ.ί ή λαμπρότητά. της κσ;ί ή έπιείχεια πού gδειζε. Τό δίκιο ~τσ.ν θρισ;μ-

6εtίει aεν ~χει κσ.μμ.ιά &.νάγκη νά δθηγηθεϊ σ~ 6ιαιοπραγίες. Τό δίκιο είνα ι

ή δικσ.ιοσuνrι κα.l ή ά.λήθεισ..

Ό ιiyώνσ;ς σtuτός &vά.μεσσ; στο δίκιο Κ?: στήν πρσ.γματικότητσ; δι-χpκεί

ιiπό τ~ν &.ρχή τοu σχημσ.τισμοu τijς κοινωνία.ς. Σ' αuτb τb lργο &.ναλιίJνοuν

τή ζωή τοuς οί σοφοί, νΓι. στα.μα.τi)σει ή μονομαχία. α:uτή, νά συγχωνεuτεί ή

καθσ.ρij 1οέα μ~ τijν &.νθρώπινη πpσ;γμ.σ;τικ6τητα, να. ε1σχωρ)'jσει ε1pηνικ!Χ τό

δίκιο στ~y πραγματικότητα και 1ι πpα.yματικ6τψσt στο δίκιο.

~ Αλλο δμω, τό !ργο τών σοφών κα.ί fί.λλο τών έπιτηδείων.

·π έπα.νά.σταση τοu 1830 σταμάτησε γpήγr.ιpι:ι. καί δταy σταμσ.τήσει μtfx.

tπ~νιiστ~ση &πέρχοντ~ι οι &πιτήοειοι.

Ο! έπιτ~δειοι είνα.ι σtuτol πο•J λέyόντσtι πολιτικοl !ντρες. Άλλα δποu

uπά.pχ~ι έπιτηδειότ"l)τα κατ' ιiYά.jΚ"lJ uπά.ρχει Κ(Χί μικpόt"l)tα. v0ταν λέμ; έπι­τ"ήδι;ιοι , εlνσ;ι σ~ νdι λέμε μsτριοι.

Έπίσηι;;, συμ6σ.ίνει πολΗς φορές, δταν λέμε πολιτικοί &ντρες, εlναι σ~

να. λέμε προδότε~.

"Αν πιστέψουμε λοιπόν σ.uτούς τού~ tπιτ~θειου~, &παναστιiσεις ~πως αδ­

τή τοu 'Ιουλίου εlναι ιiρτ"f)pίες πού κόπηκαν κσ.t χρειliζονται &.μέσως έπίδε­

σμο. ΊΌ δικαίωμ(Χ τοu λQ:.ou, ποu δι«κηρtίχτηκε τόσο μεγαλ6ψωΥQ:., κουν~ θε­

μέλισ;, συγκλονίζει. Κσ.ι λοιπόν, μόλις τb οικαίωμσt ~πικuρωθεϊ, &:νά:yκη ν~

λΎ)φθεί φροντίδα γι~ τijν έξοuσίο:. Έδ<iJ, οί σοψοl δaν ξεχωρίζουν &πό τοuς έπιτ~~ειους &.κόμη, &.λλ~ &.ρχί­

ζοuν κιόλαι;; y~ δυσπιστοuν γι' σ.δτοός. Ή έξουσίσ., ναί. Άλλοc πρι~tΙJ. τί εΙ­

ναι έξοuσία; Δεuτερο dπό ποu πηγά.ζει; 0! tτιιτ"ήδειο ι προσποιCJuντ~ι δτι οi-,ι 6.ΚCJUYi α.ότοu~; τοίις ψιθupισμοu~,

Page 13: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

653

χ~ι &ξ~χολοuθοσν τό lpγo τοu~ χα.ί τοu~ έλιγμού~ τοuς. κ~τα. τοuς πολιτιΚοu~ ~uτούς, ΠΟU εfy~ι ιipχετiι iξ'JΠΥΟι, ώστε στl~ όστεpόοοuλε~ επιδιώξει~ tOU~

νιΧ οrί.ζοuν ενιι. προσωπείο ιiνιι.γκ~ι6τητctς κιι.l op!σκouv προσχήμ.α.τιι. γιιΧ νιΧ­

έξ~π~τ~σοuν, πρώτιστη &.νάγκη χά.θε .λ~οσ μετά. τ.Υιν &π~νά.στ~ση ε!ν~ι νά.

προμηθευτεί μι~ δυνα.στεtα.. 'Έτσι μόνο, λένε, μπορεί δ λα.ός νιΧ <Χπολα.ύσει

ε1pήνη , δηλ~δrι, τον χιι.ιpο ποlι χpειιiζετοιι γιιΧ νιΧ δέσει τι~ πληγές τοu κ~ι ν&

έπισκευιiσει το σπίτι του.

'Αλλ?!, δεν ε!να.ι κα.ί τόσο εuκολο πά.ντα. νά. ορεθεt μι~ δυνα.στεία. . Στ~ν

&.νιiyκ'Ι), δ πρώτος ~νθρωπος με μεyοιλο0)t~, ~ κιχί &πλώς δ πρώτος τuχερός,

μπr.ιρεί ν& γίνει 6ασιλιά.ζ . 'Έχει ~ ίστορία. τέτοια. πα.ρα.δείγμα.τα..

Γιά. τή δuν~στείιι. δμως &.π~ιτείτα.ι κα.ι &.pχα.ιότητα. κιι.τ~yωyijς, κληρο­

νομικότητct. οι 00\σιλικοι οίκοι μοιιiζοuν με τις σuκιες έκεtνες τών 'Ι νοιών,

τών δποίων κά.θε κλα.ρ(, κα.θώς κα.τε6α.ίνει &ζ κοcτω στ~ γη, πιά;νει ρίζα. κα.l γίνετα.ι κι' α.ότο σuκιrί.. :Κriθε κλα.pl λοιπόν τijς οuν01στείct~ μπορεί νιΧ γίνει

κι' α.ότό δυνα.στεία.. Μ~ τόν δρο δμως να σκύψει ω, το λσ.ό.

Aut~ εlνα.ι 'ή θεωρία. των επιτηδείων.

Νά. λοιπόν, ποι~ εtνα.ι 'ή μεγlί.λη τοuς τέχνη, μετ~ τ~ν επιτυχία. της έ-, • 1 e ιζ • λ. ι Ν' ι ι ο ι

πιχνιχστα.ση~ ν~ .:.κψοοι οuν το οιο. α. πpοψητεuοuν κα.τιχστροψες, νιχ στομω-

νοuν τόν ένθοuσιιχσμό, νά. σκεπά.ζοuν τό δίκιο, νά. περιτuλίγοuν μέσ~ σz μπιχ­

μπά.κι τό θρ!α.μ6ο, τό γiγιχντσ. λα.ό μέσα. σe ψα.νέλιχ κιχl να. τόν στέλνοuν νω­

ρίς - νωρlς να. κοιμηθεϊ, ν& έπι6ά.λοuν δί~ιτ~ στήν <Χκμα.ία. uyΞία.. :l'ό:, στέλ­

νουν τόν Ήρα.κλfί γι~ <iνιippωση κσ.l νά τόν περ:ποιοuντα.ι σσ.ν <iσθzνη κσ.ί, μ'

lνor. λόγο, νιΧ πctlpνouν πpο::ρ'Jλα.χτ ικά. μ.έτpct κατά. της όπεροολικijς εότuχία.ς .

Τό 1830 έψάρμοσε αuτή τij θεωp1α. κ' ετσι στα.μιiτησε τrιν &πα.νά.στα.ση

στά. μισά. τοσ δρόμοu.

Ποιός στιι.μ.ctτιi τίς &πιχνοr.στrί.σεις στά. μισά. τοu 8ρ6μοu;

Ή ιiστιχ.rι τά.ξη.

Για. τι;

Γ:~τt 1ι ciστική τά.ξη ε!να. ι τb σuμ.ψέρο, προωθημένο ώς τb χορτιχσμό. ~Ε­κα.·ια.ν λά.θος , &.λ'fιθειιχ, πι:ιu έκιχνιχν τοίις &.στοuς τriξη. οι &στι:ι( είνα.: ή [κα.­

νοπ~ιr;μένη μερίδα. τοσ λ~οσ. Ο! aστοί ~χοuν κα.ιpό νιΧ κιχθΎισοuν. ΆλλιΧ ιιι~ -:α.ρiκλοc δε μ.ποροΟμε νά. τΎιν ποΟμ.ε τάξη ;

Mi τb •ιfι. θέλουν δμως νfι. κα.θ~σοuν yprπopoc, όπά.pχει κίνδuνος ν~ στ-οc ­

μα.τiρο·η tήv ϊδια. τ~y ΠΙ)pείσ. 'ti)U iνθρώπινοu γένο•; ;; Ιlολλε; ψορeς επεσε σ'

οιίιτ~ τb λάθο~ +ι ά.στικ.Υι τ&.ξη. J/ρέπει δμως vά.μοcστε δίκ'l~οι. Ή ιiστιz.rι τά.ξη οc1σθαvότσ. ·ι, ϋστεpα ά.πb

τb ~::: ισμ.b τοtϊ 1830, τΎ1ν <i ·ιά.γκη μt~ς προσωρινή; &νά.πα.uλας, δχι τέλεια.ς ά. ­όρiνε~ας , &.μερψνφίιχς Χ!Χt τzμ.πελ~άς , ποu κλεivει χα.ί λίγη vτροπ'fι, ζηt')G­π ~να. προσωρινό στα.μ.ά.τημσ.. Χρεια.ζότα.y κα.l σ' α.ότr;ν κ α.ί στ-:/ι;; πολ:τ:κc/;; α:ιτο ε~. eνα.ς &νθρωπο~ ποu yά, σημα.1νει κα.ί ~πα.·ιάστοcση :ι.ιχί στα.θερ~-cητα 'tιt'J·

Page 14: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

654

τόχpονα.. Μ' ά.λλα. λόγια., ενα.ν άνθρωπο ποu νά. μπορεί νά. στεριώσει το πα.­

ρόν οι~ τοu σuμ6ι6α.σμοu των περα.σμένων με τά. μελλοuμενα.. Ό &νθρωπος α.ότός ε!χε κιόλα.ς 6ρεθεί. .. Ητα.ν δ Λοuδο6ίκος Φlλιππος

της; Αuρηλία.ς;.

Tbv !κα.vα.ν 6α.σιλι~ οι 221 ~ντιπρόσωποι. Ό Λα.φα.γιέτ τbν έστεψε. Κα.l τbν ονόμα.σα.ν «&ριστον των 13ημοκρα.τιώΥ» , Ή στέψη των 6α.σιλ ιόιδων της Γα.λ·

λία.ς; γινότ&.ν στη μητρόπολη τοu Ρέμς (Ρεψς) . Τώρα. ή μητρόπολη α.ότ~, &ντικα.τα.στόιθηκε με τb οημα.ρχεϊο τοu Πα.ρισιοu.

Αuτη ή &.ντικα.τόιστα.ση ~vbς δλόκληροu θρόνου, μ' /!να. μισό θρόνο, fιτα.ν

«το !ργο τοσ ετοuς 1830». ΆφοΟ δμω~ τελείωσα.ν το ~pyo οι έπιτ~δ~ιοι, φ~­

νψιε τό μέγα. &λ&.ττωμα. της λύσης ποu Ι!δωσι:χ.ν. υΟτι δηλα.δ'ή δλα. α.ότα έyινα.ν πα.ρ~ κα.ί «έp'Υjμην» τοίί &πόλuτοu δίκιοu.

'Γb ιΧπόλuτο δίκ:ο ψώνα.ξε: Δια.μα.ρτίιpομα.ι! Κ' έπειτα., πpιiγμα. φο6ερό, κρuψτηκε στη σκι&..

Ό Λοuδο6ίκος Φlλιππος ήτα.ν σποcνιος &.νθρωπος. Ε!χε δλες τίς ίδιωτι·

κές; &ρετές κα.ί πολλές; &πό τίς δημόσιες;. Φρόντιζε πολu γιά. την δγεία. τοu,

γιά. τήν περιοuσίrιι. τοu, γι~ τον έα.uτό τοu, γιά. τίς ύποθέσzις τοu. Γνώριζε

την aξία. τοίί ένbς λεπτοίί τijς &ρα.ς, /!χι δμως πά.ντοτε κα.ί την &ξίrιι. τοίί

χρόνοu. 'Ήpεμος, εiίθuμος, ειρηνικός, όπομονετικός, ιiγα.θό; &νθρωπος κα.l κα.­

λδς πρίγκιπα.ς. Πλιiγια.ζε στο ϊδιο κρε6ά.τι με τη γuνα.ίκα. τ •u κα.ί οι όπηρέτες

τοu έδειχνα.ν σέ Χιiθε εuκα.ιρία. τ'ij σuζuyικ'Υj τοu κλίνη στοuς &στοuς, πp&yμα. πολιJ ώψέλιμο, uστερα. &πb τίς πα.ρόινομες έπιδείξεις τών πpοηγοuμένων. Γνώ­

ριζε δλες τlς γλώσσες τijς Εορώπης κα.ί, πρ&γμ.α. &.κόμα. σπα.νιώτερο, ,;lς

γλώσσες κιiθε σuμφέροντος κα.ί τίς; μιλοuσε &ριστα.. θα.uμα.στος aντιπρόσωπος τijς ψεσα.ία.ς τ&.ξηι;;» , ιi.λλ~ ,ηγ ξεπερνοίίσε κιχ.ί fιτιχ.ν ~νώτερός της ά.πb κιiθε

&ποψη. Εfχε τb ~ξα.ίρετο πνεί'ίμα., δτι, ~νώ έκτιμοίίσε ,;'ijν κα.τα.γωγή τοu, 6α.­

σιζότα.ν κuρίως; στη δική τοu &.ξία., γι' α.ότο ά.ποκα.λοuσε τbν έα.uτό τοu Αuρrι· λια.νό κα.l δχι Βοuροόνο.

~Οσον κα.ιρό ~τα.ν «δψηλότα.τος» f)θελε νά. λοylζετα.ι δ πρώτος κιχί πιο

κα.θιχρόα.ψος πρίγκιπα.ς, &λλα. ά.πό την ήμέρα. ποu έγινε 6α.σιλι~;; δια.κήρuττε

πιhς εrνα.ι κοινός &στός. Χα.ρα.χτrιρισμένος 6.1ς Uρuλικος ψιλά.ργuρος , &.λλα. χω·

ρίς ά.ποδε!ξεις , fιτιχ.ν κα.τά. 6όιθος οίκονόμος, &.πο κείνοuς δμως ποu δα.πα.νοί'ίν

σποcτα.λιχ. για. τό κέψι τοuς, η γι~ τό κα.θijκον τοuς. Μορψωμένος, ά.λλ~ έλιiχι· στα. εuα.ίσθητος φιλολογικά.. Εuπα.τρίδrις, &.λλά. οχι tππότης. Άπλο'ίκό; , 1jρε· μος κα;t ψuχρός. Ή οικογένειά. τοu κα.l oc πιστοί του τον ελόιτρεuα.ν. Εόχόιpι­

στος σuζητητής, πολι,;ικός χωρlς πλόιvες, κuρια;ρχημ.ένος tiπb το ~μεσο σuμ1!έ·

ρον , κu6ερνοGσε &.πb κοντά. το ά.μ.εσο περι6ά.λλον τοu, ά.νίκα;νος γιά εu­

γνωμοσUνη κα;t γιά. μνησικακία.. Κα;τά.λλrιλος νά. 6όιζει την πλειοψηφία; τη ς 6ou­λijς νά. 6ρίσκει &δικο το μuστηpιώδες &κείνο κο:νό, ποu όποyόγγιζε στ~ θεμ-έ­

λια. τοu θρόνοu. 'Άνο ιγε ε\.ίκολα. τήν ψuχrι τοu, πολλές ψορες μά.λιστα. &πρό-

Page 15: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

655

σεχτοζ στ"ήν ~χδ'Υ)λωτιχόt'Υjtιi τοu, ιiλλ~ ~ζα.φετικ~ επι~έξιος μέσα. στην ιiπρο­

σεξίοι τοu. Πολuμ.ήχοινο~, πλούσιο~ σέ προσχήμ.α.τα. κα.ί σε προσωπεία.. Φόοι­ζε τ"ή Γα.λλία. με τ"ήν Εuρώπ'Ι) κα.ι τ"ήν Εuρώπ'ΙJ μέ τ"ή Γα.λλία.. Άνα.ντίρρ-ητα.

ιiγα.ποϋσε τ"ήν πα.τρίδα. του, ιiλλ~ προτιμοuσε &π' α.ότήν τ"ήν οlκογένειά. του.

Μικρολόγο~, όρθογρ<Χψος, ~γρuπvος, προσεκτικός, όξuοερκής, ά.κοόρα.στος. Κα.μ.­μι~ φοp~ lπεφτε σ' ιiντιφά.σεις και πα.λινωδοuσε. Τρα.γουδοuσε με πεποίθφ'Ι)

τ"ή Μα.σσα.λιώ.τιδα.. Άπρόσιτος στην ά.θυμία, στ"ήν πλ'ήξ'Ι), στον ερωτα. γι~ το ώ­ρα.ϊο Κα.L τό lδα.νικό, σε κιiθε πα.pιiτολμΥ) γεyyα.ιόt'Ι)tΙΧ, στην οuτοπία., στήΥ ορ­

γή, στ"ή μ.α.τα.ιο~οζ!α., στο φό6ο. Όχτw φορές &πειλήθΥ)κε &πο 6α.σιλοκτονία.

χ.α.ι π~v~οτε •'iί1i χα.μ.ογtλα.σε. Γεvvα.τος σ~y πολeμ.ιστijς, κ.α.ρτερικ.ός σ~ φιλό­σοφο~. Φο6ότα.ν μόνο μι~ γενική &να.τα.ρα.χή τijς Εόρώπ'Ι)~, για.τί ~τα.ν &.κα.τά.λ­

ληλος γιά. μεyά.λες πολιτικες περιπέτειες. Πρόθυμος πά.ντα. νά. δια.κινδuνεuσει

τ"ή ζωij -.ou, πο-.~ δμ.ως το !ργο του. Μετα.μ.όρφωΥε τή δύvα.μ.ij του σέ έπφροij, γι~ ν~ τbν όπα.κοόουν περισσότερο σ~ 8ιιΧ.νοια. πα.ρ~ σ~ 6α.σιλιά.. Πα.ρα.τ'Ι)ρ'Υ)­

τικός, &λλ!Χ δχι μιiντΥJς. Πρα.κτικbς vouς, εόχέρεια. λόγου, &ξα.ίσια. μνήμΥ) κα.ι

σ' ιχδτό μόνο !μοια.ζε μ! τbv Άλέξα.vδρο, τον Κα.ίσα.ρα. κιχί το Νιχπολέοvτιχ. Γνώ­

ριζε τ~ πριΧ.γμα.τιχ στίς λεπτομέρειές τοuς, τίς ημερομηνίες, τ& κύρια. ονόμα.τα.,

&γνοαϋσε δμωζ τί~ διιiφαρες τιiσεις, τ~ πά.θ'Ι), τά. πολλά. κα.ί 6ιιiψορα. aα.ιμόνια.,

τίς πολλές κα.ι 8ιά.φορε~ δρμ.ές τοu πλήθους, τίς μuστικές &8ημονίες τών ψuχών,

μ' ΕΥΙΧ λόγο, κά.θε τι ποu θ~ μποροίJσε κα.νεlς νά ονομάσει ιiόpα.το ρείJμα τώy

σuvειδ~σεωv. Κu6ερνοϋσε πολύ κα.t ae: 6α.σίλευε ά.ρκετιi. Πρωθυποuργος τοσ

loιou τοσ έα.uτοσ τοu. Τέλος, ~τα.ν l8ιόρρυθμο κα.ί &νώτερο πρόσωπο, ενα.ς ή­

γεμόνα.ς ποu κα.τόρθωσε νά 8Υjμιουργήσει έξοuσία. πα.ρά τb φιλοτciραχο τ~ς

Γα.λλία.ς κα.t ισχu πα.ρά. τη ζijλεια. τη~ Εόρώπης.

Ό Λοu8ο6tκος Φlλιππο~ θ& μποροuσε νά κα.τα.τα.χτεϊ ιlνά.μεσα. στοuς πιο

~πιφα.νεί~ !ντpες το{j α.ίώνα. τΟU ΚIXL ΟCΥ<iμεσα. στοuς πιο έπιψα.νείς ΕΥΟΟξοuς ΚΙJ­

οεpΥfjτες τfίς tστορία.ς, ~Υ εlχε οcγα.πήσει λίγο τή δόξα. κα.ι aν ε[χε το α.fσθημα.

τοσ μεγάλου στbν !διο 6α.θμb ποu εlχε τό α.rσθημΙΧ τοu ιbφέλιμου.

Πήγαινε σπιΧ.νια. στήν &κκλrισία. τών &να.κτόρων, κα.θόλου στο κυνήγι κα.ί

ποτέ στ;ήy δπερα.. Αόλή δέν είχε κα.θόλοu. 'Έ6γaινε Ιiπό τ~ Ιiνliκτ;ορα. μέ τήν

ομ.πρeλ"" κti.τω aπό τή μ.""σχti.λη. 'Ήτα.ν ι'Jα.σιλι&ς κα.ί δε ψeιροίiσε στιfμ.μ.α.. ?Η

τα.ν λίγο χτ!στ71ς, λίγο Κ7jπουρbς και λίγο γιατρός. "Αν τόχα.ινε νά πέσει κα­

νείς ιiπο τοuς Εππείς, ποu προηγοσvτο τοϋ ~μaξιοΟ τοu, τόν ψλε6οτομοuσε. ~ο­

πως δ Έpρίκος Γ' Sέν έ6yα.ινε ποτέ χωρίς τb έγχειρίδιό του, έτσι κ!Χί δ Λου­οο6ϊκος Φίλιππος 6έν l6γα.ινε χωρίς τό νυστέρι του.

Ut Βοup6ωνικοί χλεόα.ζα.ν α.uτb το γελοίο 6α.σιλι!Χ., τον πρώτο κα.ί μονσ.­

οικο πού !χuσε α.tμa ιiνθρώποu γιά νιΧ τον θερα.πεύσει.

Tt. μεγιiλο λιΧ.θος τοΟ Λουδο6ίκοu Φίλιπποu ήt!ΧΥ δτι, πολιτεύτηκε μ~ μ.;;­

τριοφpοσόνη έν ονόματι της Γα.λλίας. Το λά.θος α.οτό €χει τ;ή ρίζα. του στ ·i)'ι

όπεροολικ+ι οτοργη τοu Φίλιπποu προς τιΧ πα.ι8ιά. τοu. •Ηταν πά.νω &πb τb δέο·~

Page 16: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

656

πα.τέρα.ς. Κλωσσοσσε μιά. νέα. δuνα.στείΙΧ. ΚΙΧ.ί · γιά. νά. πα.λιώσει ιiuτή τή δuνΙΧ.­στε(ιχ, φερότιχν μέ όπερ6ολική δειλια. προς δλοuι;, πρα.γμιχ ποu δuσrχρεστοuσε τb

γα.λλικο λσ.ό, !νιχ λιχο μέ τόσο !νδοξε~ πολιτικές κcχί στρα.τιωτικές πcχρα.6όσεις.

Υ Αλλωστε, &.ν &.φιχιρέσοuμε τά. ΟΎjμόσιιχ κιχθ.Υικοντα. πού πρέπει ν&χοuν το πpο-

6ιiδισμ.α, δ Λοuδο6ίκοι; Φιλιππος είχε μ.ιά.ν οlκογένεια., !ξισ. πρσ.yμΙΧ.τικά. δλ'Υjς

τοu τi'jb στοργi)Ιϊ· 'Όλσ. τά. μ.Ελ'Υj τfjς οιχ.ογένειcχς fιτcχν γεμιiτα. ψυχικά. κα.ι πνεu­μ.σ.τικά. προτερ~μΙΧ.τσ.. Μιά. ά.πό τίb κόρες τοu, Μσ.ρίΙΧ., πρόσφερε το ονομσ. τi'jς γενια.ς τ'Υjς στοuς χ.σ.λλιτέχνει; κιχι πήρε το ονομ.α ιχότο &ξέχοuσα θέσ'Υj &.νιiμεσά.

-:οuς. Σμίλεψε ε να. μcχ~μά.ρινο ιi.ριστοuργημα ποu τό όνόμ.ασε Ίωιiννα. ντ' ~ Αρκ

κα.ί στο δποrο είχε 6ά.λει τ~ν tδιιχ της τ~ν ψuχή. Δύο &.πο τούς γιούς τοu Φί­λιπποu, εlχΙΧ.ν ιiποσπιiσει το δ'Υjμα.γωγικο !πα.ινο τοu Μέτερνιχ. «Σά. νέοι σπιΧ-

νιοι, σά.ν πρίγκιπες μονσ.δικο(». ·

Ό Λοuδοοίκοι; Φ!λιππος, πού τον lπωνόμ.α.ζσ.ν κσ.ί «ίσονομίσ.» , ε!χε μέσα. τοu τήν ιi.νrχ.ίρεση ττjς πα.λινόpθωσηι;; μαζί ·κοcι ττjς &πα.νιΧστασΥjι;. Ποτέ ~λλοτε

οέν πα.ροuσιιiστηκε τέτοια. ένσιipκωση τοu πνεuμrχ.τος μια.ς έποχ'ijς σ' ενcχν &ν­

θρωπο. Ό Λοuοο6ίκοι; Φίλιππος ε!νrχ.ι τό 1830 όποστrχ.τωμένο σέ 5-νθρωπο.

Είχε έπί πλέον μ.έ τό μέρος τοu κα.ί τijν προηγοόμεν'Υ/ &ξορία. τοu, μέγα. δίπλω­

μα. γιά. τό θρόνο . Ε!χε προγρσ.ψεt κα.t ε!χε περιπλα.νηθεί φτωχός. 'Έζησε μέ

τόν ίδρώτσ. τοu. Στήν Έλ6ετίσ., σ.(ιτ6ς, ενσ.ς &.πό τά. πλοuσιώτερσ. 6σ.σιλ6πσ.ιοσ.

τfίli Γσ.λλίσ.Ιϊ, πούλησε τό ~λογό τοu γιά. νά. φι:i.ει. Στο Ρα.ϊχενι:i.οu δίδrχ.σκε μrχ.­

θΎjμσ.τικά.. ΟΕ &να.μν~σεις σ.ότές &πό τb πσ.ρελθbν &νός βσ.σιλιά., ένθοuσία.ζα.ν

τ7)ν ιiστικ7) τιiξ'Υj. Κατά. τήν έπα.νιiστοcση τοu 1789 ήτα.ν μέλος τi'jς λέσχ'Υjς τών

'ΙοιΜ6tνωv .

Στά. χρόνια. τής 6α.σιλείσ.ς τοu Λοuδο6ίκοu Φίλιπποu, δ τόπος ήτα.ν έλεό­θερος, τό 6ijμσ. τής 6ouλijς έλεύθερο, ή σuνείδφ'Υj κα.t δ λόγος Ηεόθερσ.. Κσ.ί­

τοι γνώριζε τή δια.6ρωτική δtινcχμ.η ποu εχει το φώς γιά. τά. 6οcσιλικά. προνόμ,οc,

!.φΎjΟΕ το θρόνο έκτεθεφένο στο φώς. Ή ιστορία. θά. σημειώσει στό ενεργητικό

τοu α.ότή τοu τήν έντιμότΥjτα..

Ποιά. ε!να.ι fι ΚΟttΥjγορία. τοu j τι όπά.ρχει στο πσ.θητικό τοu j Λότος δ r­διος δ θρόνος. Άψσ.φέστε &.πό τόν Λοuδοβϊκο Φίλιππο το βσ.σιλιά., θά. μείνει δ

&νθρωποζ. Ό dνθρωποζ λοιπόν εrνα.ι Χα.λός. Koct τόaο κα.λbς μά.λιστιχ, wστε πολ­λέ~ ψορέ~ εlνιχ.ι ιiξιοθσ.ύμα.στος;. Σuχν~ μέσα. στi~ τόσο 6ιχ.ρειέΙϊ φpοντίδεΙϊ τοu,

δστερσ. aπb μιά. μέpσ. μιiχ'Υj~ μ' 8λη τ~ν εόpωπσ.ϊκ~ οιπλωμιχ.τι~. γύριζε το οριiο: στά. ιοια.(τερα. οια.μερ(σμα.τιi τοu και τ( νομίζετε εκα.νε; κα.τιiκοπος, νuστα.γμέ­

νο\;, επσ.ιρνε μ:~ ποινική δικοyρι7.φία. κιχ.ι ξενuχτοuσε μελετώντι7.ς τ~ πρrχ.κτικ~ μιά.~ ΟίΚΎjζ, μιά.ς ΚtΧ.tσtΟιΧα.στικΥίς ιiπόψα.Ο'Υjζ, για.τt ψpονοuσε δτι, Οeν ijτα.ν 6έ-

6α.ια. μικρο νά. ιiμύνεσα.ι κrχ.ι νά. κpα.τα.; τό κεφι1.λι ψηλά. Ιiπένα.ντι σ' δλη τήν

Εόpώπ'Υj, &.λλα. ήτ~ν &.κόμ'Υj μεγ~λότερο ν& &.ποσπα.ς &.πό τ~ χέρια. τοu δrιμιοu

τij ~ωij ένός &.νθpώποu. Έρχότιχν σ' ιiντιθεση μέ τόν σφρα.γιδοφίιλα.κιi τοu,

διαφιλονικοuσε βήμα. πpός 6i'jμα. ιiπό τού~ εισσ.γyελεtς τήν &γοuσσ. πρός τή λrχ.ι-

Page 17: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

657

μ.ητόμ.ο. Άποκιχ.λοσσε τοuς ε!σιχ.yγελεϊς «νόμω φλυά.ροuς». Πολλές φορές οί 8ι­κογpα.φίες γέμιζαν το γραφείο τοu. Τίς !ξέτιχ.ζε δλες, οέν ιΧ.νεχόταν fJ ψuχ~ του να. !yκατα.λείψει τα. &τυχα. έκεϊνα. κα.τα.δικα.σμένα. κεφά.λια.. Μιά. μ.έρσι. ε!χε πεί: «Άπόψε κέροισσι. έπτά.» .

ΚΜά. τά. πρώτα χρόνια τής 6α.σιλεία.ς του, ή θα.να.τικ'i) ποιν'i) σχεδbν κα­ταργημένη, wστε το ξα.να.στήσιμο της κα.ρμα.νιόλας ~τα.ν μιά. πρά.ξη βίιχ.ς ένιχ.ν­

τίον τοσ 6α.σιλιa. Μετά. την ά.ποτυχία. της δολοφονικής μ'Υ)χ11νης Ποu ε!χε στή­σει έναντίον τοu δ Φιεσκ(, δ βιχ.σιλια.ς είπε: «Κρίμα. ποu δέν τρα.uματ(στ'Υ)κα!

θά. μποροuσα. τότε νά. δώσω χά.ρη στον lνοχο». "Αλλοτε πά.λι, uπα.ινισσόμενος τις ~ντιορά.σεις των uπoupyων του, S.yρα.φε y:α. ε να. ν πολιτικο κιχ.τά.δικο: «ΕΙ­

να.ι μια. άπό τίς σπουδα.ιότερες μορψές τοσ κοr.ιροσ μ.α.ς. "Εδωσ11. χά.ρη σ' 11.uτόν,

τώρα. να. οοσμε ?λν μοσ την πιχ.pα.χωρήσοuν>>.

?Ητα.ν τρuψερος κα.l κα.λός. Γιά. μaς, ποu θεωροϋσε τ'ήν κ11λωσuν'ΥJ σπιi­

νιο μα.pyα.pιτιipι της ίστορία.ς, δ κιχ.λος τοποθετείτα.ι σχεοόν πά.νω άπό τό με­

γfι.λο.

Β'

Ρ ΑΓΙΣΜΑ Τ Α ΣΤ Α ΘΕΜΕι\ΙΑ

Ό ώκεα.νος uπερα.σπίζετα.ι τα. κuμα.τα, fJ θuελλα όπερασπίζετ11ι τόν &νε­μο, δ βα.σιλιΟις όπερα.σπίζετα.ι τή 6α.σιλεία., 'ή δημοκρατία ύπερα.σπίζεται τό λαό.

Τό σχετικό, ποu εlχε ή μοναρχία, &.ντιστέκετα.ι στό &.πόλuτο, πού ε!να.ι f) οη­μοκρα.τία.. Κα.τά. την σόγκροuση αότ1j ή κοινωνία ματώνεται, &.λλά. 11δτό ποu σήμερα. είναι πόνος, α.δριο θά. εΙνα.ι 'ή σωτηρία. της κα.ί, δπωσδ~ποτε δέ μπο­

ροϋμε να. κατακρίναμε τοuς &ντιμα.χόμ.ενοuς. Χωρίς &.μ.ψι6ολία., δ ενα.ς ιΧ.πό τοuς

δόο ~ντιπά.λοuς yελιέτα.ι, yια.τl το οίκα.ιο οέν στέκετα.ι δπως δ κολοσσός της Ρό­

δου, πά.νω σέ δυο οχθες, μ.έ τό Ε:να. τοu πόδι στήν δημ.οκρα.τία. κα.l τό &λλο στή

6α.σιλεία.. Τό δίκα.ιο ε!να.ι άδια.ίpετο κα.ί δλόκλ'Υ)ρο &πό τό ένα. μ.έρος. Άλλά. !­κείνοι πού &.πα.τώνται, &.πα.τώντα.ι ειλικρινά., ώστε κα.νένα.ς &λλος δέ φταίει γιά.

τίς όδuν'Υ)pές α.οτές συγκpοuσεις, πα.ρά. μ.όνο ή κα.κή μ.οtρα..

Ή κυ6έρν'Υ)ση τοϋ 1830 χρειά.στ'Υ)κε ν' &ρχίσει τή μά.χ'Υ) τήν &πομέν'Υ) κιό­λα.ς άπό τή γέννησή της. Τήν έπομένη συνά.ντησε άντίστα.ση, ϊσως προσπ'Υjρχε

της yέννφής t'Υ)ς.

Μόλις έyκα.ταστά.θηκε rΔσθά.νθ'Υ)κε τό ~δα.ψος νΟι σα.λεόει. Άπό μ.~να σέ

μ'ήνα. δ σά.λος μεyιiλωνε κιχt &.πό &.όριστος και ύπόκωφος εγινε φα.νερός.

Ή έπα.νά.στα.ση τοCί 'Ιουλίου έpμηνευότα.ν κα.τ?.ι. οιά.ψορους τρόπους. Κιχt &.πο κά.θε τέτοιcι. tρι-ιη~εlcι. yεννιότQ\)1 κ' !;να. ΠQλι.ικό κ6μμ.ι:lι. Ot 6oup6ovικot ελεγα.v:

-12

Page 18: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

658

«tπα.νά.στα.ση, εστω, &λλα. τότε για.τί α.uτός δ 6α.σιλιά.ς;» Τήν ίδια. Υ.ρα.υγη ε-

6y~ζ~y κ~ί οί δημοκρ~τικοί, ά.λλα. δτ~ν προερχότ~ν ά.π' ~ότοuς ήταν πιό λο­

γική. Άντιπά.λευε τό κα.θεστως τοu 'Ι_ουλίου &ν6;ντια. στήν &πιθεση τοσ πα.ρελ-

θ ι ' l ι ' ' 'θ ~ 'λλ 'Α ι ' ,λ ' ' οντος και ι::να.ντια. στην ε πι ε ση του με ον τος. ντιπροσωπευε α.υτ •1 τη στιγμη

τijv πάλη ποu εκα.ναν ο! μον~ρχικοι ~ιωνες &.πο τijν μια κ~ι το α.!ώνιο δίκα.ιο

&πο τήν ~λλη.

Στο μετα.ξu &σωτερικα. πολλα.πλα.σιά.ζοντα.ν π6;νω στην κοινωνία. δλα. τα.

&.κα.νθώδη προ6λήμα.τα., φτωχολογιά, θητεία., ·ήμερομίσθιο, ποινές, πορνεία., ή

τύχη τijς γυν~ίκα.ς, δ πλοϋτος , ή φτώχεια., ή πα.ρα.γωγή, ή κα.τα.νά.λωση, ή

κσ.τσι.νομ.η, τh σuνά.λλσι.γμ.σ., το νόμ.ισμ.σι., π ιστώσεις, δικσ.(ωμ.σ. το(j κ;;ψσι.λσι.(οu,

οικα.ίωμα. τijς έργα.σία.ς, δλα ~ότα. &ποτελοϋσα.',Ι κοινωνικο 6ραχνά..

Έκτός rl.πo τ&:. πολιτικ&:. κόμματα., μι&:. ?iλλη κίνηση έκδηλωνότα.ν. Στό

δημοκρα.τικό όργχσμ6, &ντα.ποκρινότα.ν δ φιλοσοψικ/:ις όργα.σμός. Τοuς στοχα.στ~ς

&π~σχολοuσε τό πρό6λημα της εόημερίας τοu λ~οu. Άνακινοuσαν δλα τα. ζη­

τήμ.α.τα., ε 1ρηνικ~, rl.λλ&:. βα.θειιi. Άπο το πρό6λυμ.α. της κcψμ.α.νιόλα.ς &ς τό πρό-

6λημα. τοu πολέμου . Ή έπuνά.στr:ι.ι:ιΎJ μίλφ=: γιΟι τΟι δικα.ιώι.ια.τα. τοu &.νθρώπου,

η κ~λλίτερα. τοίί &ντp~, ο! φιλόσοφοι πρόσθεσα.ν τα. δικαιώματα τής γυναίκα.ς

κα.l τα. δικα.ιιόμα.τα. τοσ πα.ιδιοί.ί.

Εrκοσι μηνες uστερα. α.πό τfιν έπα.νά.στα.ση τοσ 'Ιουλίου 6ρισκόι.ια.στε στa

1832, χρόνος φοβερός κα.ί &πειλητικός. 'Όλα. είχαν χειροτερέψει. Άπb τα. 1830, είχα.ν ξεσπάσει έδιί> κα.l κεί μικρeς τοπικeς στάσεις, ποu κα.τα.πνίγοντα.ν &μέ­

σως, &λλα. &νrι.γεννιόντα.ν, σΎ)μάδι δτι κάτω &πb το εδrι.φος της Γα.λλίιχς, ύπό-

6οσκε τρομερό όψαίστειο. Ή Γα.λλία.· κοίτα.ζε πρός τό Πα.ρίσσι. Τό Πα.ρίσι κοί­τα.ζε προς τή συνοικία. τοu 'Αγίου Άντωνίι:>υ. Αότή ή συνοικία. κι:ιυψ66ρα.ζε.

Στα. Κ~ΠΎ)λείrι. συζψοuσα.ν φα.νερά., zδριζα.v τfιν κυβέρνηση, οιά.6α.ζrι.ν

φυλλά.δια «&να.τρεπτικ&:.» ορκιζα.ν έργά.τ;;:; δτι << θ&:. 6ρεθοί.ίν στο δρόμο, σε περί­

πτωση συνσ.γερμο::ί» . Μιλοuσα.ν γιΟι δπλα., γιa σψσ.ϊρες, γενικιΧ τοuς τρόπους

ποu θά. έξοπλ ιστοσν. 'Έμπαιvσ.ν στά. κα.πηλεϊα., επι-η.ν Κα.i πολλοi α.π' α.uτοuς

ψώνσ.ζα.ν: <<Κά.πελσ. δ,τι κά.νει νιl. λά.οεις, eα. σaσ το πληρώσει 1j έπα.ν<Χστα.σψ>.

Στις 4 Άπριλίοu 1832, ενα.ς οια.6ά.της &νέ6ηκε στο πεζούλι κα.t φώναξε «Κά.τω ή !οιοκτησί~» .

Ή &.στυνομ.ία. &κουε στοuς δρόμους πα.ρά.ξενους δισ.λόγους:

-Κοίταξε ν& μα.ζέψεις ,δ,τι κά.νει να. λα.6αίvεις και να. έvτα.χθεϊς γρήγο-

ρα., ελεγε εvα.ς όψα.ντοuργός σ' ενσ.ν ~πιπλοποιό.

-Για.τ(;

-Δε σοu μυρίζει πα.ντοu μ.πcφούτι ;

Δυο κουρελ η ο ες περα.στ ι κο ι ελεγα Υ μεταξύ υυς:

- Ποιός μα.ς κυ6ερνα.;

-Ό , κuρ Φίλιππος.

-'Όχι, μα.ς κυ6εpνα. -1) &.στικΥ] τ&ζ'Υ).

Page 19: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

659

Ή κu6έpνφη ειδοποιήθηκε δτι στ~ σuνοικί~ Άγίοu Άντωνίοu, μοιpά.στη­

κc.tν οπλc.t κc.tί οι~κόσιες χιλι~οες ψuσίγγισ.. Τήν έπόμενη έ6οομ~ο~ μοφά.στη­

καν &λλες τpιά.ντα. χιλιά.δες. Τό περίεργο ε!ναι οτι ~ &στuνομία οέν κατόρθω­σε νrι. σuλλά.6ει κανέναν.

'Έπεσε στCι χέριc.t της ίl.νσ. γρά.ιψσ. μόνο ποu ~λεγε: «πλησιά.ζει fι fιι.t.έρσ. δποu, στlς τέσσερες ή wρrι., θ& έξοπλιστοuν όγδόντα χιλι~δες πrι.τριώτες».

Μέρc.t μέ τή μέρc.t δ έπc.tνc.tστc.tτικος πuρετος μεγά.λωνε. UΟλο το Ποφίσι,

δλη ή Γιχλλlιχ ορισκ6τιχν σ' &.νιχορσ.σμ6. Πιχντοu μuστικzς έτιχιρίες, Κεψσ.λή ε!­

χαν τ~ν κ.εντρικ~ έπιτροπή. Κόρια χέριrι. ή «Έταφία τijς Δρά.σεως» καί δ «Στρα­

τός τών Β~στιλλιτώΥ». Κα.ί δ στρα.τός !.'ιπονομεu6τα.ν τα.uτ6χρονα με τό λαό, οπως &.ποοείχθηκε

άργότερα.

Σε μερικές πόλεις της νότιας Γαλλίας ψότεuαν το δέντρο της έλεuθερία.ς,

κατ~ρτιc.t δηλιχδ-1; ποu ε!χιχν στήν κορψή ίf.νc.tν κόκκινο σκοuψο.

Τέτοι~ fιταν ή κατά.στ~ση. Πιό χαρακτηριστικi) ήταν ή κ~τά.στασ1J στό προά.στιο τοu Άγίοu Άντωνίοu. Πc.tλιό προά.στιο, πuκνοκc.t-cοικημένο σ~ν μ.uρ­

ιιr;yκοφωλιά., μe Πλ1)θuσμό έpyατικό, θα.ppα.λέο, εtJέξαπτο, ΠΟU ζοuσε σέ φooε­

pij οuστuχία και δεχόταν περισσότερο ά.πb κά.θε lί.λλ1J περιοχή τbν α.ντίχτuπο της &.νωμαλία.ς ποu έπικρα.τοuσε. Για.τί στίς έπιχνΙΧστ~σεις ή ψτώχεια. ε!να.ι

α.lτία. καί τα.uτόχρονα. &ποτέλεσμα.

Άπό τό προά.στιο α.uτό κuρ(ως ξεκινοuσαν πότε λεγεώνες &γρίων κσ.ί πό­

τε λεγεώνες ·ίιρώων κα.τ& τήν μεγ~λη έπσ.ν~στΙΧση τοu 1793.

'Αγρίων είπα.με. Σωστό ε!νΙΧι νCι δώσοuμε μ~ιΧν έξήγφη στή λέξη ΙΧuτή.

Uί τρα.χεϊς σ.uτοι lί.ντpε;, ποό, κατrι. τις κοσμογονικές έκε"tνες 'ήμέρες τοu έπα­

να.στσ.τικοu χά.οuς, έξορμοuσα.ν κΙΧtιΧ τοu ΠΙΧρισιοu, ξuπόλuτοι, όpγισμένοι, τρο­

μεροί μ.έ ρ6πα.λα. κrι.l μέ κοντ~ρια. σηκωμένrι., τ( ijθελαν; "Ηθελα.ν τό τέλος

της κα.τΙΧπ(εσης, τό τέλος της τuρσ.ννία.ς, τό τέλος της ρομψα.ία.ς, έργα.σία. γιιΧ

το\ις &ντρες, ι-ιόρψωση γιιΧ τ~ πc.tιδιά., &.ξιοπρεπij μετc.tχείριση γιCι τή γuνιχίκσ.,

Ελεuθερία., ά.δελφότ1)τα., ψωμl γι& δλοuς;, τi)ν εuημερία. τοu κόσμοu, τi)ν πρόο-

00. Κα.ι τrι. ζ1jτοuσα.ν δλα. α.uτrι. ά.γα.να.χτησμένοι, μ.ε τb pόπα.λο κα.l τb οuρλια.­

χτό, για.τί έξα.ντλήθηκε ή ύπομονή τοuς. 'Άγριοι! να.ί! Άλλά &γριοι τοu πο­

λιτισμού.

Ζητοuσα.ν τb δίκιο μ.ε μα.νία.. 'Ήθελσ.ν νCι οιά.σοuν τον κόσμ.ο να. μ.πε'ί στον

πα.ρ~οεισο, εστω κα.ί μέ τον τρόμο. Φα.ίνοντα.ν ο~ροα.ροι, ά.λλ& ~τrι.ν σωτijρaς;.

Άπ~ιτοuσα.ν τό φως, φορώvτ~ς τό προσωπείο της νόχτΙΧς.

Άπένα.ντι σ· α.uτοuς τοuς lί.γριοuς ~νθpώποuς, όπά.pχοuν &λλοι χα.μογελσ;­

στοί, χρυσοκέντητοι, μέ τα.ινίες, μέ ~στέρια., με κ~λτσες μετοιξωτές, με &σπpΙΧ

φτεριi, μz κίτρινοι γά.ντιrι., μέ κοιλογurι.λισμένα., &:στρΙΧφτερά παποότσιΙΧ, ποl.ι κά.­θοντσ.ι πλά.ϊ σ' ενα. τρα.πέζι στρωμ.ένο με οελοuδσ; κοντιΧ στο μα.ρμά.ρινο τζιiκι

τοuς κσ.ι πο\ι &πψ.ένοuν μέ πρσ.ότη-cσ. στήν &.ν~γκ'Υ) ν& διc.tτηρΎ)θοuν τ& περα.-

Page 20: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

660

σμ.έν~, δ μ.εσ~ίων~ς. το θείον δίκα.ιον, δ φα.νατισμ6ς, ~ ιiμιiθει~. ~ δοuλεία., ~

θα.νΜικη ποινή, δ πόλεμος, έξuμ.νώντα.ς μέ κόσμια. φωνΥ} Κ!Χί μέ πολλη εuyέ­

yει!Χ τό σπα.θί, τη φωτια. κ~ί τη λα.ιμψόμο. 'Εμείς, a.ν ποτe 6ρισκ.όμ.α.στα.ν

στrJν &.νά.yκη ν(ι, δια.λέξοuμε μ.ετα.ξu τών δόο, τοuς 6α.p6άpοuς τοu πολιτισμ.οu,

1) τοlις πολιτισμένους τής 6α.ρο~ρ6τητα.ς, θα. προτψ.οόσα.με τοuς 6α.ρ0ά.ροuς.

Άλλά., δόξα. τώ θεώ, uπά.ρχει κα.ί κά.τι &λλο, τρίτο, ποlι ιwτ:οροuμε να. δια.­

λέξωμ.ε. Δεν ε!να.ι &.νά.γκη νΓι. πέσομε κ~τα.κ6ρuφα. α.πο το 6ρά.χο, για. να. προ­

χωρήσομε προς τ& έμπρ6ς . Οuτε το οεσποτισμο θέλι:ψε, οuτε τήν τρομοκpα.τίσ..

θέλομε την πρόοδο μέ τον δμαλό κα.τ~φορο.

Ό θεός 7ψοvοετ. Ή πολιτικ'i) τοu θεοu είναι νχ Εξομα.λίιν~ι, να. κ~ν~ι δ­μα.λότεροuς τοuς ιiπότομοuς κα.τήψοροuς.

Γ'

Ο ENZOAQPA~ ΚΑΙ ΤΟ EΓliTEAEIO ΤΟΥ

Αuτη π:φίποu την &ποχή, δ Ένζολωράς, προβλiποντ~ς τήν !νδεχόμενη έξέλιξη, σuγκέντρωσε τοuς έπιτελείς τοu σέ σuνεδρία.ση στό καφενείο Μοuσα.ίο

κα.l τοuς έκα.νε μ.ιιΧν Οινα.σκ6πηση με με-.α.ψορες κα.l όπονοοuμ.ενα..

- Εrνα.ι α.νάyκ,η νΓι. γνωρίζομε ποu 6p ισκ6μ.α.στε κα.ί σε τι μποροuμε νά.

οα.σιστοuμε σε περiπ-.ωση &.νά.γκης. 'Άν χpειά.ζοντα.ι μα.χητές, πρέπει νσ. τοuς

έτοιμάσομε. "Ας μετρ'ήσοuμε τοuς &.νθρώποuς μα.ς. Πόσοι εϊμα.στε; Δεν είνα.ι

σωστο να. &.να.οά.λλομε α•)τές τίς ένέρyε ιες γιχ α.uριο. Ή πρόοδος δeν ~χει κα.ι-

. ρό νιΚ χά.νει. Οι στpα.τιώτες της πρέπε ι πά.ντοτε να. σπεuοοuν. 'Ανά.yκη να. ξα­

ναδοκψιiσομε α. ι)τά. πο•) ράψαμε:, νά. δοuμε ~.ν &γτέχοuν. Αuτά. πρέπει νά. γί-

. νοuν σ'ήμερα . Έσύ, Κοuρφερά:κ, πήγαινε νά. δεΙς τοuς ψοιτητές τοu πολuτε­

χγείοu. Σήμερα. εΙνα.ι τετά.pτη, οεγ εχοuν μ.c7;θημα.. Ό Φεγίι θΓι. δεϊ τοuς άλλοuς

της Γκλακιέρας. Ό Κομπεφερ μοu όποσχέθrικε ν& βρετ τοuς &,γθρώποuς τοu

llίκποu. Ό Βα.χορΕλ θ~ πrΧει στήν Έστpα.πrΧδα . Ό Πρου6α.lp τοuς οίκοδδμοuς,

τοuς bποίοuς βλέπω δτι εγινσ.ν λίγο χλιαροί . Ό Ζeιλu θCι.. πά.ε ι στοuς σποuδα.­

στές της κληνικης, θΓι. μετρήσει τό σφuγμο τής 'Ια.τρικης σχολής. Ό Άητος

θά. κά.νει μιά. 6όλτσ. στ' ιiνrΧκτορα γιΓι. νΓι.. πrΧρει πληροφορ(ες κα:l uστερα. θά. πε­

ράσει &πό τα. δικαστήρια. ν& ιιιλήσει μέ τούς vέοuς δικηγόpοuς . Έγω θά. πά.ω

ιiλλοu. -'Εγώ; ρώτησε δ Γκρο:.vτσ.ίρ.

Έσό; εrπε δ Ένζολωpά.ς.

Έγ<i>!

-Έσ•J οεv κά.vεις γισ. τίποτε &.φοu δεν πιστεuεις κα.t σέ τίποτε .

Page 21: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

661

- Πιστεόω σε σένιχ.

-Πιστεύεις σε μένα.; Mou κάνεις λοιπ~ν ιιιά. χά.ρη;

-Όποιιχο~ποτε χ<Χρη θέλεις. 'Ακόμα. κα.t νlχ σσu γuο:λίσω τά πο:πούτσιο:.

-'Όχι, δέ θέλω ιχότό. Νά μοu κά.νεις τή χά.ρη ν?z μην ά.νακα.τώνεσα:ι στίς οοuλειές μ<Χς.

Νά πίνεις τό &.ψέντι σοu κο:t νΓι. μ' aφ-ήσεις ήσuχο.

-"Α! Ένζολωpά., είσικι &.χά.ριστσς.

- Είσα.ι ίκα.νbς &σU νά π~ς στήν πόλη τοu Μα.ίν;

-Τόσο δρόμο δέ μ' εχεις ίκιχν~ νά κά.νω; Κι' δμως, τά πα.ποuτσια. μοu

είνσ.ι γερά., οοκίμα.σε, α.ν θέλεις .

Ό Ένζσλωράς εμει'ΙΕ λίγο σuλλογισιιένος κα.l uστερα. τοu είπε.

- ΠcΧ.ει κα.λcΧ., θχ σε οοκψ.ά.σω. Σοu &.να.θέτω λοιπον νά πα.ς στήν Πύλη

τοu Μα:t'Ι κιχί νά ιιιλ~σει; στοvς γλύπτ~ς.

Ό Γκριχντα.ίρ πλησίσ.σε τότε τδν Ένζολωpά κα.t τοu είπε στ' α.ότί.

- Μετνz Ύjσuχος. Φόρεσε &.μέσως τb κα.πέλο τσu κ' εφυγε.

-ΈκεΙνον τόν &.φηρημένο το Μά.ριο ηezλα , δ ΜcΧ.pιος ήτrι.ν κα.τά.λληλο;

γι, σ.ύτΥjν τή δοuλειcΧ. , ά.λλi δΕν ερχ::.τα.ι τ~ψ~. πια. μα.ζί μα. ς.

'ΊΌτερα. &.πο Ξνα. τέτιχpτο , ·lι α.ϊθοuσα -:οι:ί Μοuσα.ίοu f;τα.ν &.δεια:νfι.

'Όλοι ο! φΩ-οι των &.ναλφα.6ήτων εΙχα.ν &νχχωρήσει καθtνιχς γιΓι. τδ έρ­

γο τοu. Ό Ένζολωρά.ς 6γηκε τελεuτα.rος σ.π' δλοu;. Είχε ά.ναθέσει στον έα.uτ6

τοu νΓι.. επισκεφτεί το σtω.ογσ τη; Πσuγκοuρντ, &λΗ κιχθwς προχωpοuσε, σκέ­

φτψ.ε το Γχ,ρικvτα.ίρ.

-Δεν πά.ω w; την πuλη τοσ Μαtν νά ο(ί> τί κcΧ.νzι ο:uτός. Στ' &.λ~θειιχ

οά.λθηκz νά κά:νει δουλειά: , '/Ί μήπως κά.νει ο,τι κιχl τίς Ckλλες φορές j

Το pολόϊ χτuποuσ;; μίιχ, δτα.ν ό Ένζολωράς εμτ.:αινε σ' ενα. κσ.ψενεϊο ντοu­

μα.·Μ.σμένο &πο κα.πνοuς. 'Έρpιξε μι& ματια. στά τραπέζια. κα.ί 6λέπει το Γκρσ.ν­τα.ip κιχθισμένο σ' ενο: τραπέζι ά.πέ,ισ.ντι σ' ενα.ν &λλο νιi. ΠΟiίζει ντόμινο. Στά­

θηκε πίσω τοu καi &κοuει τον πα.ριχκ6:τω οιιiλογο.

-Διπλb €ξη .

- Τεσσιiριιχ.

-'Άσπρο.

-Δεν έχω.

-Λοιπόν Μο.

-'Έξη.

- Τρ!α.. -"Ασσο.·

- Έγω θΓι. 6ά.λω πρώτος.

- Σημείωσε τέσσερα..

-Μόλις και μe:τα. οία.ς.

Page 22: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

662

-Π~ίζε .

-'Έκιχ~ μέγα. λά.θος.

- Κ~λ~ Υ~ π~θεtς.

- Δεκ~πέντε.

-Πρόσθεσε ιiκόμ'η έφτά..

- Εtκοσtοόο.

- Αuτές τtς &ξά.ρες 8έν τίς περίμενες 6έ6α.ια.. ... Α ν τίς ε6γα.ζα. &πb τΥ;ν

&ρχή.. θσ. dλλ~ζε δλο το π~ιχν(οι . ..:.._ Π~λt εόο. -"Ασσο.

-" Ασσο! Νά. λοtπbν κ' έγώ πέντε. -Δέν lχω.

-Έσίι οέν g6ιχλες πρώτος;

-Ν~ι.

-"Ασπρο.

-'Έχεις τόχΥJ. Δόο . . -"Ασσο. -Οδτε πέντε. -Ντόμtνο.

-Ν~ π&.ρ' 'ή t;py"ή.

Page 23: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΕΠΟΝ ΙΝΗ

Ο ΑΓΡΟi THi ΚΟΡΥ ΔΑΛΛΙΔΑi

Ό Μ&.ριος ε!χε π~ρ~κολουθ~σει μ.έ τό: t~ι~ του τό: μ.&.τι~ την aπρόοπτη λuσ-η τής ένέδρα.ς τοu Ία.οέρ-η. Μόλις 8μως εφυyε δ Ία.οέρ-ης &πο το σπίτ ι τοu

Κά.ρα.κα., πα.ίρνοντα.ς μα.ζί τοu τοuς κer:κοποιοuς μέσα. σε τρία. &μά.ξια., οyηκε

κι' δ Μ&.ριος &πό τό σπίτι.

Ή ι'hρα. ~τα.ν έννι& τό 6ρ&.δι. Ό Μ&.ριος πijyε στό σπίτι τοu Κουρφερά.κ.

Ό Κουρφερ~κ, yι~ λόγους πολιτικούς , εΙχε έγκα.τα.λείψει τΊj λα.τινικΊj συνοι­

κί~ τών σπουοα.στών κα.t ε!χε έγκα.τα.στα.θεί σέ &λλη, έπα.να.στα.τικότερ-η, ποu

έδινε εuχα.pίστως α.συλο στοuς έπα.να.στά.τες. . Ό Μά.ριος ε!πε στόν Κουρφεpά.κ:

- '~"Ηρθοι ν& κοιμ.-ηθω στο σπίτι σου &π6ψε.

Ό Κουpφερά.κ, χωρl<:: ν' &πα.vτ"ήσει τίποτε , τρά.6ηξε το 'ένα. &πο τ& δύο

στρώματα., ποu ε!χε στό κρεβ&.τι του , τό · &πλωσε κά.τω κα.l τοu ε!πε:

-'Ορίστε.

Την aλλη μέρα., το πρωt στtς έι:ρτά., δ Μά.ριος γύρισε στο σπίτι τοσ Κά­ρα.κοι, πλ"ήρωσ:; το νοίκι κα.t δ,τι ιΧλλο χρωστοuσε στην κuρdG Πα.νιορ~α., ψόρτώ­

σε σ' ενα. &μάξι τα. βι6λία. του, το κρεΟάτι , το τραπέζι, τον κομο κα.l τις δυο

καρέκλες του κ' ~φυγε χωρίς ν' ά:pijσει διεύθυνση. ~οτα.ν "ίpθε δ Ία.οέρης

ν' ιiνΙΧκpίνει το Μά.ριο γιό: τα. γεγονότα. τής προηγοόμ.ενης νύχτΙΧς, ~ κυρ&

Πανώρια. τοu εlπε: -Έπηρε σijμερ~ τό πρωl τα. πρά.γμ~τά. του κ' εψυγε άπό τό σπίτ ι .

Ή γριό: θυρωρός ε!χε σχηι~α.τίσει την πεποίθηση, 1:\τι κοι! b Μάριος ήταν κά.πως συνένοχος μέ τοuς κλέψτες , ποu ε!χα.ν πιά.σει τ·ή νόχτα..

- Κα.λέ, ποιός θα. τό πίστευε; ελεγε στις &λλες θυρωροuς της γειτονι~ς,

ftνΙΧς νέος, ΠΟU τόν εολεπες ΚΙΧl θΙΧppοuσες πclJς ~ΟΑΕΠες κανένα. Κορίτσι!

Δυο fιτα.ν ο! er:!τίες ποu εκ~να.ν το Μά.ριο νσ. ι:ρόγει άμέσως &π' ~ότό το

Page 24: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

664

σπιτι. Ή μιά για.τl !νοιωθε &.ποστροψή, ψρίκη γι' α.ίιτο το σπίτι, μέσα. στο δ­ποίο είδε &.πο κοντά το πιο ψριχτο κοφκ(νωμ.α. της κο ινωνία.ς, τον κα.κο ψτω­

χό, ψριχότερο ίσως !Χπ' αuτb πού πα.ροuσιάζει δ κα.κος πλοuσιος. ·π &λλη, για­

τι δεν ήθελε νδι κα.τα.θέσει στην &.νά.κρ ιση, c/.ίτε να. πιiει μάρτuρα.ς στb δικα.­

στήριο κα.τιΧ τοίί θερνα.διέροu.

Ό Ία.οέρης όπόθεσε δτι δ νέος, ποu δεν ήξερε οuτε το έπιί)νuμ6 του, zίχε

ψοοηθετ κ' fψuγε, ίσως ν& μΎJν είχε γυρίσε ι στο δωμάτιο Υ.α.t ν7.. &.ποuσία.ζε r..ιJ.l κα.τ!Χ τη οιιiρκεια. τijς ένέδpα.ς. 'Οπωσδήποτε, ~κα.νε προσπάθειες γιΟι τήν &.­νεόρεσή τοu, ~λλά. δεν το κα.τά.ψερε.

Πέρασε Ενιχς μήνι'tς, δστερα. κι' &λλος. •ο Μά.ριος έξα.κολοuf\οϋσε νσ. μέ­

νει στο δωμά.τιο τοίί Κοuρψερά.κ. 'Από Χά.ποιον δικηγόρο ~μ.α.θε οτι δ θερνα.­

διέρος είχε προψuλα.κιστεϊ στή ψuλι;ι.κή της Φόρκης. Κάθε δεuτέρα. εδινε στο

δεσμοφόλα.κα. πέντε φρά.γκα γι& τό θερνα.διέpο. 'Ότα.ν δεν είχε δικιi τ?υ χρή­

ματα., δα.νειζότα.ν τ7.. πέντε φράγκα. &.πb τον Κουpφεράκ. Πρώτη φορ& στή ζωΎi

τοu οα.νειζότα.ν χp.ΥJΙ.ια.τα.. Λuτα. τi πεpιοδ ικ% πέντε φράγκα. &.ποτελοuσαν αϊ­

νιγμα και για. τον Κοuρφεράκ ποu τά ~δ ινε κα.t για. το θερνα.διέρο ποu τδι ~­

πα.ιρνε.

- Ποu πά.ει καl τ& ξοδεόει; συλλογιζότα.ν δ Κουρφερά.κ .

- Ποιός ν?ι. είνα.ι α.ότος ποu τ& φέρν~ι; &να. ρωτιόταν δ θερνα.διέρος .

Ό Μιiριος ~ταν κατα.στεvοχωρ'Ιjμένος, ,.;ερίλ•Jπος. 'Όλα. είχα.ν 7tΖσει πάλι

στb 6ά.ρα.θρο, 1ι ζωή τοu Όuθίστ'Ιjκε -r.ά.λ ι στb μυστήριο, οπου πλα. •J ιόταν Γι.λλο-

Εr!:! \ \ ..), Ι ' I \> ' I λ ' 1 ' \ τε . οε για. μια. στιγμ.1 μεσα. σ-:ο σκοτα.οι, κ7.ι μ.α. ιστα. α.πο κ?ντιχ, την κο-

πέλλα. πού &.γα.ποuσε, το γέρο πο.J φαινότα•i πατέρας της, τά άγνωστα α!)τΧ

πλά.σμα.τα., ποu ήτα.ν το μονα.δικδ του ένδια.φέρο , 'ή μόνη έλπίδα , fι ποcρηγο­

ριά. τοu σ' αότον τον κόσιιο. Καl ένG> νόμιζε δτι τά επ:ασ~, φόσηξε ιΧνφr;:; δu­

να.τος κα.l τά σκόρπισε σά σκ~ές. ΟΟτε κδιν ενα. Ι:χνος &.λήθειας μπ6ρεσ~ νά μά­

θει. Τώρα. μάλιστα. &γνοοuσε κα.ί τ' ο·ιομα., ποu πρtν νόμιζε δτι ήξερz. Οόpα.­

νlα. σίγουρα δέν τΥ;ν ηεγοcν. Το «Κορuδαλλίδα» ήταν πα.ρα.τσοόκλι. υ Ο σο γιά

το γέρο τί να. σκεφτεί; πρα.γμα.τικιi, άρσ.γε &.π6φzυγε τΥ;ν &.στυνομiα.; Ό fι pωϊ­

κος α.ότος ~νθρωπος νά ήτα.ν &.μφιοόλου δια.γωγijς; Για.τ! νά μ.ή ψωνά.ξει κα.­θόλοu; Για. τ( ορα.πέτεuσε κρυφά; ΤΗταν πα. τέρας της η 15χι; Τέλος ήτα. ν πρα­

γματικά δ ιivθpωπος πού δ θερνα.οιέρος ίσχuρίστηκε 8τι γνιίψισε, η μήπως

δ θερνα.διέρος ~κα.νε λάθος; προολ~ματα σκοτεινά., &λuτα..

'Όλα α.uτά, δμως, δεν &φα.ιpοuσαν τίποτε &πο την &γγελικη γο-ητεία.

τijς κόρης τοσ Λουξεμ6οόργοu. θέση &.λ'ήθεια. δδuνηρ'ή. Ό Μάριος είχε πάθος

στΥ;ν κα.ρ8ιά καl σκοτά.8ι στά. μάτια. Δεν είχε κά.ποιο Υχνος νά μπορεί κά.r.Qu

ν~ την ιiνα.ζητ~σει. Βέ6α.ια fι κοπέλλα. 6ρισκ6τα.ν κάποu, ιiλλ?ι. ποίί ; Να τrιν

ξα.να.δετ fι•α.ν ή μ6νη -.ou λα.χτά.ρα. κα.ί 'ή μονα.δικη ψpοντίδα. τοu, &.λλά δεν ε!­

χε κα.μμι~ έλπ(8ιχ.

Για. συμπλήρωμα της σuμφοpaς τοu, έπα.νεpχ6τα.ν κα.l 1ι φτώχεια.. Αlσθα.-

Page 25: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

665

νότ11.y πολtι κοvτιΧ του, π!σω του, την παγωμέν'Υ) πνο~ της. Μέσοι σ' ολ11. 11.0τά.

τα. ι?άσιχν11. συνθλιοότοιv κοιl είχε πα.ραμελ~σει τη δουλειιΧ του. Κα.t δέν δπάρ­

χει τίποτε πιο έπικίνδuνο &πο τ~ οιοικοπ~ τής οουλει&ς. Ή δουλειά. ε!vα.ι συ­

νήθεια., την δποία. EUΚIJAIΧ μΠΟiJΟυμε να πα.pα.τήσομε, ιiλλa οuσκολα. τ~ν ξανα.­

πιά.νομε.

Ό Μιiριος φθειρόταν σιγά, σιγά. "Αφηνε τον έαυτό του νά. τον Π!1.pα­

σzρνει δ κα.τήφορος τijς ιΧγιΧπης του. Δέ σuλλογιζότα.ν τίποτε άλλο, σ' α.uτ~

συγκεντρωνόταν δλόκληρο το είνα.ι τσu . 'Ένοιωθε &μ.υοpα δτι το πσ.λιό του κο­

στοuμι Οέ φοριόταν Πtά., tO καινούργιο πά.λιωσε, τά πουκάμισά. του τpίψτηκ11.Υ, τά. παποuτσι11. του το rοιο. 'Ένοιωθε δηλσ.δΎ) τη ζωή του να. τρίοεται, να φεuγει

κ' ελεγε με το νου του.

-"Αν μποροuσα τουλάχιστο να τ~ δω πρlν πεθάνω!

Tou έμενε &.κόμ.CG μια. Y.CGL μόνη γ λυκεια ίδέα, δτι κα.t έκείνΥ) τον είχε &.­γαπήσει, δτι α.οτο μαρτυρούσε το ολέμμ.α. :ης, οτι οuτε αοτη γνιοριζε τ' δνομά.

του, άλλά. Ίjξερε την ψυχή του κα.t δτι rσω;, δποu κι' δ.ν ι?ρισκόταν κρυμμ.ένη,

θά. -::Cιν &.γαποCiσε &κόμη. Ποιός ξέρει a.ν δεν τον σκεψτότα.ν κ' έκείνη, δπως

τη σκεφτόταν αότός;

Ή σκέψη α.uτη εpριχνε στην ψυχή του μερικzς &χτίδες, πο•) έμοιαζαν μ'

έλπίδα κα.l κάπου, κάπου, 1οι11.ίτεp11. πpος το 6pσ.οiκι, πού οί ψυχiς τG>ν έρω­

τευμένων γίνοντα.ι μελαγχολικώτεpες, έριχνε μέσα. σ' εvα τετράδιο τοuς πιο

&γνοός, τούς πιο αίθέριους ά.πο το•)ς οιαλογισμοuς, &πο τοuς δπο!ους δ ~ρωτ-χς

γέμιζε τ~ ψαντα.σία του. Γρά.ψοντσ.ς ετσι &πρόσωπα. μέσα στο τετρά.διο, ελεγε

δτι «Εγpα.ψε σ' Έκείν'Υ)ν» .

Ή ψυχΎ) πού εrναι έρωτευμένη κα.t πάσχει, εχει μέσ11. της κά.τι το θετο,

βρίσκεται στ~ν πιο α1θέpι!1., στ~ν πιό {ιψηλi) Κ!l.τά.σταση. u0ποιος δεν είδε τιΧ

πρά.γματα α.ότου του κόσμου καl τ~ν κα.ροια. των &.νθρώπων κιiτω &π' α.ότο το

οιπλο ψως, της ά.γά.πΥ)ς και τοu πόνου, δέν εrδε τίποτε άλΥ)θινο κι' οuτε ξέ­

ρει τίποτε σίγουρο.

Οί μέρες περνουσαν καt τίποτε νέο δέν πα.ρουσιαζόταν. Τοσ φσ.ινότοιν

ι.ι.ονά.χοι δτι το σκοτεινο διάστημα πού του &.πόμενε να. οια.τρέξει &.κόμ'Υ), μί­κρα.ινε &.πό στιγμ.Υj σε στιγμή . Νόμιζε 8τι εολεπε κι' δλοις τό χείλος της α.-

6uσσου τοu.

-"Q! lλεγε συνέχεια, οε θ~ τ~ν οω λοιπον πρtν &π' το τέλος!

Πέρα &.πο τη λα.τινικ~ συνr;ικία., πού κατοικοuν σχεδΟν ολοι οί σπουδα­

στές, κιχι ά.φοu περάσουμε τΥ)ν δοο Άγίου Ία.κώίJου κα.t ψτά.σουιιε &ς την Πό­λη, ciν στρίψαμε &.ριστερ~ κι' &.κολουθήσομε την έσωτερικΥj δεντροστοιχία., συ­

ναντοuμε μι& ώρα.1α. τοποθεσία με πpόι.σινο κα.t νερό τpεχοόμο:νο, μιιφο ποτα.­

μά.κι. Έκεϊ οί γυνα.ϊκες πλένουν, &πλώνουν τά. ροuχοι τους στον &.έρα., γέλια. κ' εuθυμες ψωνες &.κοόοντοιι, πρά.σιvο έκτείνετιχι ως πέρα κat γενικα. έκεί βρίσκει

κα.νεlς α.ότο το κά.τι ποu προσδίνει χάρη στό τοπίο.

Page 26: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

666

Μια. μέρα. οί μονα.χικοι περίπατοι τοσ Μ~ριοu, τον ~φερα.ν ως α.Οτb το τοπεϊο. Ή έρημ.ικη θέση κα.t το πρά.σινο τρά.6ηξα.ν την προσοχ-ή τοu. Ρώτησε

λοιπον ενα. δια.6ά;τη πώς Ηγετα.ι έκείνο το μέρcς.

·ο δια.6άτης άποκρίθηκε:

- ΕΙνα.ι δ ιiγρδς της Κορuοα.λλίοα.ς.

Και uστερα. άπb λίγο πρόσθεσε:

-'Εδώ εΙνι:χ.ι ποί.ι σκότωσε κά.ποτε δ Οuμπ~χ την ιiγα.πημένη τοu 6οσκο­

ποόλα..

Άλλα δ Μά.ριος μόλις ιΧκοuσε τi] λέξη «Κοpυδα.λλίδα.», οuτε πρόσεξε, οu­

τε &κουσε τίποτε ιΧλλο. "Ολη του ~ σκέψη συγκεντρώθηκε στb ονομι:χ. ι:χ.Οτό, ποu ε!χε &ντικιχστήσει τb &λλο τής Οοριχνlας στο b&.θος τής μ.ελιχγχολίιχς τοu.

- Μπά.! είπε, έδώ είναι ό ιiγρός της . 'Εδώ λοιπόν θ& μά.θω ποu κάθεται.

'Ακατανόητη ίδέι:χ., ά.λλιΧ κι:χ.i ά.κα.τα.νίκητη.

Ό Μά-ριος &.πο τότε έρχ6ντιχν κ&θε μέρα. στον &.γρb τΎjς Κορuόιχλλlοα.ς.

Β'

ΣτΙΣ ΦΥ ΛΑΚΕΣ ΚΥΟΦΟΡΟΥΝΤ ΑΙ Τ Α ΕΓΚΛΗΜΑΤ Α

Φά.νηκε τέλειος δ θpία.μ6ος τοίί Ίαβέρη μέσα. στο σπ ίτι τοίί Κά.ρακα, ιiλλιΧ

οεν ήταν τέτοιος. Κιχt πριi>τοι, πρώτιχ, σκέψη ποί.ι οεν τόν &ψησε ν~ ήσuχά:σει,

οεν εfχε κρατ-ήσει τον α.lχμά.λωτο. 'Όταν δ &νθρωπος έν(Ι,ντίbν τοίί δποίου εγι­νε ή ιiπόπειp(Ι, δρι:χ.πετεόει , εΙνι:χ.ι περισσότερο δποπτος ά.πο το οολοψόνο. Κοιt >I ι 1 ' ι I ._J, \ \ J, 'ξ I ~ I <I J, \ ισως το προσωπο οιuτο νιχ • 1 τιχν κιχι γιιχ τ. 1 ν ε οuσιοι ΠΟΑuτιμο, οσο • 1 τα.ν κα.ι

για τοuς ληστές.

'Ύστερα. είχε διαφύγει άπb τά χέρια 'tοίί 'Ιαοέρη καt δ Παρνασσός. Αu­τbς σuνόιντησε τήν Έπονίνη ποu πα.ρα.μ6νεuε πίσω άπb τ& δέντρα. τοu ορόμοu,

τΥ)ν πήρε κ' εφυγα.ν, προτιμώντας να. κά.νει ερωτα. με τΥ)ν κόρη, παρά. έγκλη­

μα. με τον πατέροι. Λότο τοσ 6γηκε σε καλό, εμεινε έλεόθερος. 'Όσο γι& τήν Έπονίνη, ~ Ία.6έρης τΥ)ν τσίμπησε τΥ)ν &λλη μέρα., μ~τρ ια. παρηγοριά., φυλα­

κίστηκε στiς Μα.γδα.ληνοσλες, 1.\πως κα.l ή ά.δελψ'ή της, ή Άζέλμα..

Τέλος, ενα.ς &.πο τοί.ις κuριώτεροuς κα.κοποιοός, δ ψοψιά.ς, ένώ μετα.ψερ6-

τα.ν στη φuλα.κη τ·ης Φόρκης, εyινz ιΧφα.ντος. Κανένας δeν ήξερε πώς εyινε.

Οί χωροφύλακες «δεν μποpοuσαν νιΧ καταλά.6οuν πως Ιtγινε καπνός» . ΕΙχε ξε­γλιστρ-ήσει άπο τlς χειροπέδες κα.l είχε έξα.τμιστεί &.πο τlς χα.ρα.μόιοες τοίί &:μα.­

ξιοίί. 'Άλλο ο€ γνώριζ(Ι,ν, παρ& μόνο δτι φτάνοντας στi] φuλιχκi] !λειπε δ ψο­

φιιΧς. 'Αναλύθηκε &pιχγε στο σκοτάδι, σά.ν νιφάδα. χιονιοίί στο νερό; 'Ή μ-ήπως ήτοι ν σuνεννοημένος μέ τοί.ις &.στuνομικοός; Ό 'Ια.6έpΥjζ δεν πα.pα.οέχοντ(Ι,ν Κ(Ι,μ-

Page 27: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

667

μια. &.π' αότές τtς περιπτώσεις, ά.λλά., δπωσδijποτε, ό Ψοφιά.ς tορα.πέτευσε και

οuτε ορέθηκε. Αότο το γεγονος προκά.λΜε περισσότερο όργη στόν Ίαοέpη ΠΙΧ­

pά εκπληξ-η.

aοσο για. τό Μά.ριο «αότό τδ χαζό δικηγορά.κο ποu, κσ.θiliς φαίνεται, φο-

6-ήθηκε» κιχl ποu 8€ θuμ6ταν τ' Cίνομά. τοu, δ Ίσ.οέρης οε νοιιχζόταν κιχt πολό.

"Αλλωστε, δικηγόρος fιταν, δέ μποροuσε να. χαθεί. Άλ_)..& ν& -l)τα.ν μ6vο δι­

κηγόρος;

Ό &.νιχκριτ~ς κατά. την προιχνά.κριση lκρινε σκόπιμο ενσ.ν ά.πο τούς κα­

κοποιοuς &κείνοuς νά. μ'ijν τδν ά.πομονώσει, οπως τούς άλλοuς, &λλ& ν& τον ρί­

ξει μέσα στούς &λλους κρατουμένους , με την &λπίοα δτι ά.πδ τη φλυαpίσ. του

θ&ογαινα.ν κι' &λλα. πpά.γμα.τα., &yνωστα. στην &.νά.κpιση. Ό ληστΥ]ς αύτός ή­

ταν δ Βόζουνσ.ς, πού τον ερpιξαν σε μια. αόλ'ή, κά.τω ά.πδ τδ &γρυπνο μάτι των οεσμοφu'λά.κων.

Ίό ονομα τοu Βuζουνα δε γραφόταν yιά. πρώτη φορά. στα. οιολίσ. τής ψu­λσ.κrjς. 'Άλλος Βόζουνα.ς φα. ι νότα. ν σημειωμένος σ' α.ότοc ά.πδ το 1811, δ Βό­ζουνα.ς τοu 1811 ~τα.ν πσ.τέρσ.ς τοu Βuζοuνα. τοu 1832.

Ό τελευταίος αuτος Βuζουνας ~ταν νέος ζωηρός, pωμαλeος, παμπόνηρος

κα.t έξα.ιρετικά. &πιτ-ήδειος. Άλλα στη φυλα.κη φα.ινόταν σά. ν& Ιtχει ά.ποολιχκω­

θεί. Πολλές φορές στεκ6τα.ν ώρες δλ6κληρες δρθιος στήν α.όλ'ή, κοντά. στο πα.­ριχθuρά.κι τοϋ καντηνιέρΎ) κα.t κοιτοϋσε σά.ν -ήλίθ ιος το γεμά.το α.lσχpοκέpθ~ια.

τψοκιχτιΗογο, πού &ρχιζε &.πό «σκόρδα. 62 λεπτά.» κα.t τελείωνε μέ «σιγάρα.

5 λεπτά.>>. 'Άλλοτε πάλι ~τρεμε δλ6κληρος κα.t χτuποϋσε τά. Οόντια. τ-:ιu, σιΧ

ν17. ε!χε pτγος, κα.t ζητοϋσε νά. μάθΕι lJ.ν ά.πο τά. ε1κοσιοχτ~> κpε6άτια τοu νοσο­

κομ:εlοu τής φuλα.κΎjς ~τα.v κανένα. &.δε ισ.ν6.

Ξα.φνικa κατά. το δεuτερο δεκαπενθ~μερο τοu Φεορουα.ρ1οu 1832, εγινε γνωστό δτι δ Βύζουνα.ς, α.ότδς δ «ά.ποκοιμισμένος>> νοuς, είχε στείλει με uπη­

ρέτες της φuλα.κής Cίχι με τ' 5νομά. τοu, &.λλά. &ξ όνόματος τριών ά.πο τοuς συν­

τρόφους του, τρ(ιχ δ ιαφοpετικα μηνύματα , γιά. τα δποία έοαπά.νΎ)σε συνολικά.

δuόμισu φρά.γκα., ποσb μεyά.λο, ποu προκάλεσε την προσοχη των όργά.νων της

φυλακής.

'Έκαναν ~ξονυχιστικές &νακpίσεις, ά.πο τίς δποϊες προiκuψε 3τι τb ποσόν

των δuόμισu ψpά.γκων, δηλαδή πεν~vτα σολδίων, ά.ναλυότα.ν ι;J; έξ'i')ς: Μια.

παραγγελία στδ Πά.νθεον δέκα σολδιά:, μιtΧ γιa τb Μπά.λvτεν - ΓκρtΧς Gααπέν­

τε σΙJλδια Χαί μίσ. για την πuλη τ'i') ς Γκρενελ εrκοσι πέντε.

Σ' αότ!Χ τα. τρία μέρη κα.τοικοuσαν τpείς ϋπσπτοι κιχl φοβεροί κακοποιοί,

δ Μαγκοπσ.ρα.διά.ς, δ έπιλεyόμενος παρσ.σοόσοuμος, δ δοξα.σμέvος , πρrίJην ΧΟ::ϊ:ά­

δικος τώv κατέργων καt δ Στακα.ρότσα.ς. Tb έπεισ6Ciιο αότο τρά.οΎ)ξε τήν πpο­

σοχη τής &.στυνομίας. Τούς uποπτεuθηκε γιά. μέλη τijς Πατρομιvέττας, πr/ι εί­

χε συλλά.οει κι' δλας δύο &.ρχηyούς της, το Ζαμπετά.κη καt τό Γοuλομά.ρα.. 'Έ-

6γαλα.ν το συμπέρασμα. οτι, τα. μηνόματα τοu Βόζοuνα, πού οεν εΙχιχν διεύθuν-

Page 28: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

668

ση ά.λλa τα δια.6ί6α.ζα.ν σ' ά.νθρώποuς πού περίμενα.\/ στο δρόμο, θά.πρεπε να. u­Π'JΟείχνοuν την προπσ.ρα.σκεuη κ~ποιοu νέοu έγκλήμα.τος. Ε!χα.ν στο μετα.ξύ

κι' άλλες &ποδείξεις. Σuνέλα6σ.v λοιπον καί τούς τρεϊς κσ.κοποιοuς καί vόμισσ.v

δτι μα.τα.(ωσιχν ετσι τη μηχανορραφία. τοu Βόζωvα, δποια.δήπσ<tε κι' αν ήταν.

Σχεοον μ.ισ. 6δομ.~δα., δστερα. &.π' α.οτσ. τσ. μέτρα., ενα.ς &.πό τοuς ψόλα.κες

της νuχτερινijς 6άρδια.ς, είδε &πο την θuρίδα. τοu θα.λάμοu ποu εμενε δ Βύ­

ζοuvα.ς, δτι αuτος δέν κοιμότα.ν, &.λλ&. κα.θό:ιχv στο στρώμα. τοu κ' εγρα.ψε. Ό

ψόλα.κα.ς &νοιξε την πόρτα κα.l μπηκε !Χμέσως μέσα., &λλσ. οέν πρόλα.6ε ν:Χ πιά­

σει το χα.ρτί. Ό Βύζοuνας μετα.φέρθηκε στην ά.πομόνωση. Ή ά.στuνομία. δε

μπόρεσε ν:Χ μάθει τίποτε περισσότερο.

Το 6Η)αιο ~ίvαι, δ~ι ~~v &λλΥJ μ~ρα έΕσφ~v~οvίσ'eΥ)'Ι{~ ψι& πόσ-eα>~ &τ:b

τΥιν αuλΥι τοu Βύζοuνα, στΥιν aλλ'Υ) α.uλΥι τΥ)ς φuλα.κΎjς, πάνω &.πό τό χτίριο ποu

χιlψ:ζε τlς οuό α.δλ.iς.

Πόστα. ονομά.ζοuν οι κρατούμενοι sνα. σ6wλο &.πδ ψίχα. ψωμί ζ~ψωμένη,

πο,'.ι στέλνοuν στην Ίρλα.νδία., δηλα.δή, πάνω &.πο τίς στέγες μια.ς φuλα.κ'ίjς, &.-' ' ' ').J, ' Ρ.) λ 'Η ' ' ' e ' ' ' ' ' ' ' ' πο τη μ.ια. α.u •1 στην ι.~. , η. ετοψοΜγια. <:.ιγα.ινει α.πο το Π(Χνω α.πο την

'Αγγλία., &πο το ενα. νησt στο ηλσ, &πο τήν 'Αγγλία. στήν 'Ιρλα.νδ1α.. Αότος δ σοιϊ)λος πέφτει στην aλλη αi}):ή κι' α.ότος ποu θΓJ. τύχει νά. τόν

οεϊ κα.l νά. τόν πάρει &.πο κάτω, τbv &.νοίγει κα.ί βρίσκει μέσα. Ε:να. σημείωμα.

πού &.πεuθtίνετα.ι σ' zνα.ν κατάδικο πcιlι μένει σs κείνη τήν &.χτίνα.. ~Αν τό 6pεί κpα.τοόμ.ενος, το οίνε ι στον προορισμό τ'J>J . .,., Αν το ορετ κczvέvα.ς ψόλczκczς η

κρα.τοuμεvος δργα.vο τΎjς όπηρεσία.ς, &.π' α.uτοuς ποu στίς φuλα.κες τοuς λένε

<<πρόοα.τα.» και στrΧ κά.τεργα. «<l..λεποuδες», το σηι1είω~ια πσ.ρα.οινετα.ι στη διεt\­

θ!Jνση τijς ψ!Jλα.κης κ:' &πο κετ στην &στuνοι1ία..

Ψώρα. τb σημεiωμα. εφτα.σε στον πρr;ορισμό το!J, στο Ζα.μπετά.κη, ενα.ν &.πδ

τοuς τέσσzροuς &ρχrιyοuζ τijζ Πατρομινiτται;, πα.ρ' ολQ πQύ 6ρισκότιχν στ~ν ιi­

πομ.όνωση. 'Ji -rrArττf'i crx~ ιι}rτrv i!υΝ y_rvnτt 'Ι'Ι:Ι'Jι\ ~V('Jr:t.C!J~ •

- Ζα.μπετά.κη, στην δδο Πλοuμέτ Εχει δοuλειά.. Κηπος μέ σιδερένια πόρτα..

Αότά. είχε γράψει δ Βύζοuνα.ς έκείvη τη νύχτα.. Πα.ρ' Βλη τήν έπιτ~ρηση

των φuλά.κων δ Ζα.μπzτά.κης 6pijκε τον τρ6πο νά. δια.6ι6άσει τό μ.ijνuμα. aπό τ'ή

ψuλα.κη της Φόpκη;, στην &λλη τΎ)ς Σαλπετριέρ, σz μισ. <<κα.λη ψίλψ', ποu

6ρισκ6ταv sκεΊ κρα.τούμενη. Auτ·lj πάλι, με τη σειρά. της, δια.616α.σε το μήνu­

μα. σέ μιιΧ γνωστ·ίι της, με τ' ονομα Γεωρyοuλα., uποπτη στην &.στuνομία., &λλά. ελεύθΞpΥ) δ..κόμ.η. Ή Γεωpγοόλα., ποu ό ιiνα.γνώστης σuvιiντησε κα.ι &.λλοu τ' f;νομά. "C'Υ)ζ, είχε σχέσεις μΕ τοuς θεpνα.οιέpοuς κα.t μποpοuσε, Π'Υ)γσ.ίνοντα.ς

νiι. Ξπισκεψτεί τ'ήν Έπονίνη, να. χρησιμέψει σιΧ γέψuρα. &νιiμ.εσα. στη Σα.λπε­

τριS:ρ κα.l τlς .Μα.γδαληνοuλες. 'Εκείνη iκρι6wς τ'ήν έποχή, επειοη ά.πό την evα.ντίον •ou _πσ.τέρα &.vli-

Page 29: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

669

κριση, οέ 6ρijκ~ν &.'~'οοείξzις ένοχης γιά τiς κόρες, ή ΈπονίνΎ) κα.ί ή Άζέλ­

μα. 6γijκα.ν ~πό τή ψυλα.κή.

'Όταν λοιπόν ή ΈπονiνΎ) 6γηκε ~πο ·τ~ ψυλα.κή, ή Γεωργοόλα τ~ν πε­ρίμενε στijν πόρτα. κα.i της zδωσε το μijνυμα τοu Βόζουνα προς το Ζα.μπετά:ιtη

κα.ί τα.υτόχρον~ της π~ρά;γγειλε νiΧ έρευνijσει τijν όπόθεσΎ), δσο μπορεί πιό

γρήγορα..

Ή Έπονίν'Ι) π'ijγε στ'fιν δδό Πλουμέτ, είδε τήν πόρτα. μέ τGι σιοερένι~ κά.γχ.ελ~ κ~t τον Κ'ijΠΟ 1 Π~ρΜijρησε, κα.τα.σκόπευσε, ΠΙΧpαμ6νεψε Χα.ί , ϋστεpα.

ά.πό λίγες μέρες, eψερε στή Γεωργο•jλ~ πα.ξψά;οι, ή ΙΈωρyοuλα δια.βί6ασε το

πα.ξιμά.δι στήν ~ρωμένη τοu Ζο:μπετά.κη. ΙΙα.ξιμά.δι στ·fι σκοτειν~ συμβολική

διά.λεκtο tών ψυλ~κών σημα.(νει: «Δέν όπά.ρχει δουλειά.».

Κα.ί έtσι δστεpα. ά.πό μιiΧ οδομά.δα., δτα.ν δ Ζα.μπετά.κης κα.i δ Βuζουνα.ς

δια.στα.υρώθηκα.ν στο δp6ι.t.ο, δ ενσις πηyα.(yοντα.ς στην ά.νά.κpιση κι' δ ~λλος

γυρνώντα.ς ά.π' αότ.Υιν, ά.ντά.λλαξα.ν τόν πα.ρακά.τω διά.λογο.

-'Έ, ή δδός Π; ρώτησε δ Βuζουνα.ς.

- Πα.ξιμά.οι, &.ποκpίθηκε δ Ζσψ.πετά.κης.

Τέτοια. ιiμ6λωση επα.θε το έμ6ρuο τοσ &yκλήμα.τος, ποu κυοφόρησε δ Βu­

ζουνα. στtς ψuλα.κές τ'ijς Φόpκης . Ή ~μβλωση δμως α.ότή εlχε συνέπειες, εν­

τελtί)ς δια.ψορετικές ά.πό το πρόγραμμα. τοu Βuζοιηα. , 'I'OU θα. τiς ά.να.ψέρομε στ·η

συνέχεια..

Πολλές φορές, ένώ νομίζει κα.νεlς οτι έδεσε κόμπο μέ μια. κλωστή, ~χει

δέσει κι' &λλες.

Γ'

ΟΓΠ .Aii.A ΤΟΥ κ. ΒΟϊΔΑ

Ό Μά.ριος δέν έπισκεπτότα.ν πια. κα.νένα.ν. Κά.ποu, κά.ποu ~;uχαινε ν' ii 'Ι­

ταμωθεί μέ τό γερο - Βο'ίδά..

Ό ~νθρωπος αότbς κα.τά.ρρεε &.πο μέρα σέ μέρα.. Κα.vένας πι(k δεν &yό­ραζε ά.πό τet οι6λία. του. Οι δοκιμές πι::ιu έκανz σ:όν κήπο τι::ιu 'Λο!Jστερλιτς

γιά. τό λl)uλά.κι, ά.πότuχα.ν εντελώς, το έδα.ψος δεν ήτα.ν :ι.α.τά.λληλο. Το μόνο

ποu κα.τά.ψερε fιτα.ν vat καλλιεpγr1σει μερα~ σπά.νια. φυτά., ΠI)U εόδοκιμοuν στrιν

όγρα.σία. κα.l στ+, σκιά. Άλλ?ι. πά.λι δεν &.ποθ7.ppvγθηκ~. Πηpε Μ~ια. v7. ΟΙ)Χι­

μά.σει μz δικές του δα.πά;vzς σέ μιά. κα.τά.λληλη εΎ.τα.ση τοσ Βοτα.νιr..οlί Ύ.:l(i'-O'j, ι.ι.ήπως &κzϊ κα.τά.ψzρνε ν' iiνα.πτuξε ι το λι::ιuλά.κι του. Άλλ?:ι.. χρειιiστηκε νi S:ί.­

λει &νέχειpο τlς χα.λκοyρα.ψίες του. Εfχε περιορίσ:.:ι το φαγητό του σe 0')0 ΙΧ!)-

Page 30: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

670

γ&., &πο τά. δποϊ~ το εν~ lδινε στ-ή γριά. όπηρέτρι&. τοu. Δεκ~πέντε μήνες είχε

να. τi)ς πληρώσει μισθό.

Δε γελοΟσε πιιΧ με το π~ιοιά.τικο έκεϊνο γέλιο, εγινε μ.ελ~γχολικός, Οόσ-' ~ ψ i ι:,1 l •ψ α λ' , • Μ, ' ι:, Ι τροπος κ επ~ ε ν~ οι::χετ~ι ι::πισκε εις, ωστε κ~ ~ εκ~νε ο ~ριος ποu οεν

πijγ~ινε νiι.. τον έπισκεφτετ . Τόχ~ινε, δταν δ κ. Βοϊδiι..ς πijγαινε στο Βοτανικο

κijπο, νά. οι~στ~uρών:;τιχι στο δρόμο με το Μ&.ριο. Ό Γέρος κι' δ νέος aεν &ν­

τ&.λλ~σ~ν λέξη, &.λλά. χ~φετιότ~νε μ' if.ν~ μελ~γχολικο κοόνημ~ τού κεφ~λιού.

Εrν~ι θλιβερό πράγμα ή δuστuχία νi!ι.. καταστρέψει καί τίς σχέσεις των ά.ν­

θρώπων. 'Ήτιχν ~λλοτε δuο φίλοι κ~t ,ώρ~ εγιν~ν ouo &πλοt περασ'tικο1.

Ό φίλοι;: τοu Χ. Βοϊδa, δ 6ι6λιοπώληι;: εΙχε πεθάνει. "Αλλον πια. σε γνώ­ριζε, πα.ρα. μόνο τα. 6ι6λια. τοu, τον κijπο του κα.ί τό λουλά.κι του. Αuτα. ήταν

ψείς μορφές, πού Ιtγινα.ν γι' ~ό'tον ή εό'tuχί~, ή εόχ~ρίσ'tηση κ~t ή έλπίοιχ.

Αt'ιτά. τοu &ρκοuσα.ν γι& νa κρατιέται στη ζωή.

-Να. δώ μ.ιιΧ μέρα., Ελεγε μέ τό νοσ του, να. τιναχτοσν έκεϊνα τiι.. γα.λά.­ζια. κεψιiλι~ κ~l 'tό'tε νιΧ δεϊς πλοστο. UΟλη λοιποy τήν rιμέp~ έργ~ζό't~Υ σ'tή

φuτεί~ τοσ 'Ινδικού κ~ι τδ Όρ&.δι έπέστρεφε σπίτι τοu, για. νά. ποτίσει τον κή­

πο του κα! ν&. δια.6ά.σει τi!ι.. 6ι6λί~ του. Ό κ. ΒοϊοιΧς έκείνη την έποχ'ή πλησία­

ζε τά. δγοόντιχ.

''Εν~ 6ράδι τοσ παρουσιάστηκε κάτι π~ρ&.δοξο. Είχε έπιστρiψει σ'tΟ σπί­

τι του καί ~ταν &κόμη μέρα. ΊΙ κυρα. Πλουτά.ρχου f)ταν &pρωστη καί πλά.για.ζε

στό κρε6ά.τι. Αuτος δείπνησε μ' εν~ κόκκαλο, στο δποϊο είχε &πομείνει λίγο

κρέας καί μ' €.να κομμιΧτι ψωμί ποu 6ρi)κε πά.νω στο τραπέζι τi)ς κουζίνας κα.ί

είχε κ~θίσει πά.νω σέ μιά. μεγά.λη πέτρα ποu χρησίμευε γιιΧ πά.γκος στον κij·

ΠΟ 'tΟυ.

Ό κ. Βο'ίδcΧ.ς κριχτούσε στα. χέρια τοu δuο μεγά.λ~ παλιcΧ. 6ι6λία κι' άρ­

χισε νά. τα. ξεφυλλίζει κσ.ί να. δια.6ά.ζει. Φ(7..ινότα.ν δτι τα. 6ι6λίσ; α.ό'tά. τόν ά.­

πιχσχολοσσα.ν σο6ιχρό:. Ή cρuσική δειλίιχ τοu τον εκιχνε εόιχίσθητο στίς δεισι­

δαιμονίες. Το €.να. &.π' α.uτά. τά. 6ι6λία. ·ίjτα.ν μια. δια.τpι6ή «για. τ'ήν &στα.σία.

των δαιμόνων», τό &λλο «γιιΧ τοuς διιχβόλοuς τοσ Μπω6έρτ». Είχε &μχίσει

να. 6ραδιό:ζει. Δια66:ζονοtας δ κ. Βο'ίδάς , ερρι)(νε το 6λέμ.μα τοu πά.vω &.πό τα.

6ι6λία κα.! κοιτοσσε, κα.τα. δια.λείμμα.τα , τα. φuτα. στόν κijπο, ά.νά.μεσα. στ' ii.λ­

λα ήτιχν κ' ενιχ θιχuμό:σιο ροδόδεντρο, μιά. &.πο τlς πιχρηγοριές τοu. Είχαν πε­

ρά.σει τέσσερες μέρες κ&.ψα.ς, ζεστοu &έρα. κα.! ~λιοu χωρίς σταγόνα 6poχijς.

τα. κλα.διά. τοσ ροδόδεντρου είχα.ν λuγίσει, τδ: μποuμποuκιοι εγερνα.ν μ.α.ρσ.μένα, τα. ψuλλα επεψτσ.ν, δλσ; ε!χσ;ν &.ν&.γκη &πh πότισμα. . Ό γερο - Βοϊδ&ς ήταν &.π6 κείνοuς ποu πιστεόοuν δτι τα. φuτα. "έχοuν κι' α.uτrΧ ψuχij. 'ΑλλrΧ έργά.στη­κε δλη τήν ήμ.έρα. στο οοτα.νικο για. το tνοικό τοu κσ;ί fι'tιχν κιχτά.κοπος, πώς

νι7. τι7. ποτίσει! 'Αλλα. δεν &ντεχε κ~l νόι τ& Όλέπεt σ' α.ότή τ~ν κα.τά.στα.ση.

Σηκώθηκε, &φησε τ& 6ι6λία. πά.νω στ'fιν πέτρα ποu καθόταν κα.l προχώρησε σκuψτος κα.ί τρικλίζοντας &ς το πηγάδι, &λλό:. μόλις επtασε τήν ά.λuσίο~

Page 31: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

671

α.ίσθά.νθηκε δτι δέν είχε δόνα.μη νιΧ. τρα.οήξει τόν κι:ιυοιΧ. οuτε &.δεια.νό. Τότε

γύρισε κα.t κοίτα.ξε με &.γωνία. τόν οuρα.νό, ποu ~ταν ξά.στερος καt γφά.τος

δ.στροι..

- Πα.ντοu άστρα.! είπε μέσα. του. Οuτε τό πα.ρα.μικρό σόννεψ"! οuτε ενα.

δά.κρυ νεροσ.

Κα.t 'to κεcp&;λι •ου, ποu γι~ μι~ στιγμij είχε riνα.σηκωθεΈ ν~ κοιτάξεt τόν οορανό, ξανά.πεσε 6α.ρu πά.νω σ•ό στήθος του.

Πάλι δμως τό &.να.σήκωσε κα.t πcΧλι κοίτα.ξε στο στερέωμα. ψ~θυρίζον•α.ς:

- UΕνα. δά.κρυ δροσιiλς! ε να ελεος!

Δοκίι~α.σε πά.λι νιΧ. τρα.οήξει τον κουβά., οέ μπόρεσε. 'Ακούει τότε μιιΧ. cpωνη να. τοσ λέει :

-Κύριε ΒοϊΟά., θέλετε ν~ ποτίσω έγw τό περι6όλι σας;

Τα.υ•όχρονα. &κούστηκε ενα.ς θόρυβος στ~ cpύλλα. καl παpουσιά.στηκε &.­πο τα κλα.δι!Χ τοu φράχτ'η εvα. κορίτσι ψ'ηλό, &δόνα.το, ποlι στά.θηκz μπροστά.

του κα!. τον κοίταξε με θά.ρρος. Περισσότερο μέ φά.ντα.crμα εμοια.ζε α.οτο το

κορίτσι μέσ' στο σύθαμπο, πα.ρδι μ.έ &.νθρώπινο πλά.σμα.. Πρtν &.κόμη ό γερο -Βοϊδάς σuνέλθει &.πο το φ66ο του, γιατt δπως εrπα.με τρόμ.α.ζε εδκολα., πρtν

προλά.6~ι y' ιiπα.ντήσει, το πα.ρά.δοξ-:; έκείΎο πλιiσμα είχε ~ρπιiξει τijν &.λuσίδα

κα.t τρα.οοuσε τό γεμά.το νερο κουβά.. Γέμισε το ποτιστήρι κι' δ γέρος κι:ιί1αζε

α.uτό τό πλά.σμα., ξuπόλuτο καt κουρελιασμένο , νιΧ τρέχει &πο πρα.σιιΧ σε πρα.σιά.,

σκορπώντα.ς τή ζωή δλόγuρά. τοu . Ό ψιθυρισμός τοΟ νεpοσ πά.νω στ7. φύλλα.

δρόσιζε τήν ψuχη τοu γερο - Βοϊο!λ. ΊΌu φα.ινότα.ν δτι τώρα. τό ροδόδεντρο

είιcpρα.ινότα.ν. ι

Άcpou &.δεια.σε τον πρώτο κου6ιΧ, το κορίτσι τρά.οηξ·ε κα.t δεύτερο κα.!.

τρίτο, ώσποu πότισε δλο τόν κήπο.

'Ότα.ν τελείωσε τή οοuλειά; της, δ γερσ - Βοϊδάς τήν πλησίασε μέ δα­

κρυσμένα. μ.ά.τια. κι' &.κούμπησε το χέρι τοu πά.νω στό μέτωπό της .

-Ό θεός νσ. σ' εόλογήσει! τής εΙπε. Είσαι €.νας άγγελος , αψοο ψρον­

τίζεις για. .α. λοuλοόοια..

-'Όχι, &.ποκρ!θηκε το κορίτσι, εΙι..ια.ι δ διά:6ολος, &.λλσ. οuτε κα.t ι..ιέ vοιc<.­

ζει γι' α.uτό.

Ό γέρος δμ.ως χωρίς να. περιμένει •-Υjν ιl.πά.νπισή •ής κα.l πρlν τrιν a-.-κοuσει, εlπε &να.στενά.ζοντα.ς:

-Τί κρίμα., τι κρίμα. νά. είμα.ι τόσο δuστuχijς καt τόσο φτωχός , ώστε

Υ~ μ.·(ι μ.πορώ σt τίποτε νό-. σε ώψελ ήσω!

-Μπορείτε κάτι νιΧ κά.νετε γιιΧ μένα., είπε ~ κοπέλλα.

-Τί;

-Να. μοσ πείτε ποσ κα.•οικεί δ κ. Μά.ριος.

Ό γέρος δέν κατά.λα6ε καλιΧ τί τοΟ είπε.

- ΙΙοιός κύριος Μάριος;

Page 32: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Καί σήκωσ;:; τό θολό ολέμμα τοu, ψrί.χνοντα.ς ν' άνα.κα.λέσει κrί.τι σΒησμένο &πο τη μνήμ'Υ) τοu.

-'Ένας νέος πού eρχότα.ν α.λλοτε έοG) .

-"Α! ναι. .. ψώναξε, ξέρω ποιον ~J.~U λές. Στrί.σοu να. οείς, δ Χuριος Μrί.pιος... δ 6αpώνο; Μά.pιος ΙΙομεpσιί! .Κατοικεί... &.λλ<Χ δeν κατοικεί &κεί πιrί. ... α! νά λοιπόν ποu οzν ξέρω ποσ κα.τοικει

"Ε , , , tf .. , _ "'~ σκuψε νχ τα.κτοποιησει ενα. κλα.pι τοu ροοοr.ιεντpοu κG:l τα.uτόχpονG:

συνέχισε ν&. μιλά.:

-"Α! τώρα. θuμrιθηκα.. Αuτός περνά.ει σuχν&. άπο το Βοuλε6ά.ρτο κα.ί πηyrι.lvει πpbς το ιιipος τοσ &ypoσ της Κορuοα.λλίοα.ς. Προς ~κεΈνο το μέρος δεν είνα.ι δύσκολο να. το συναντήσεις.

"Οταν δ κ. ΒοϊοCχ.ς &.νασηκώθηκε, κανένας πιά οεν ύπηpχε κοντά. τοu. Ί'ο κορίτσι είχε γίνει &ψα.ντο.

Άληθινrί., έλεγε, ?lν δεν z6λεπε τον κήπο μοu ποτισμένο, θά. ελεγα δτι

α.uτο ποu εΙοα καί τοσ μίλησG: οeν ήταν καρίτσι, iλλά. κiποιο πνεuμα.

"f στερα. &.πο μι& &ρα. είχε πέσει στό κρε~~τι τοu, &.ποκοψήθηκε σκεψτ6-μενος δτι το περί ά.στιχσία.ς των οα.ιμόνων 6ιολίο ποu οιά.6α.ζε σε θά. ήτα.ν tν­

τελώς ά.νuπόστα.το.

Δ'

ΠAPOYiiAZET ΑΙ iTO MAPIO

Λiγες μ.ipες με"tΧ ,ην επίσκεψη cι.uτ·l; 'tOU «&.ερικαίί πνεύματος» σ"tον κ.

Β .. ~ ' .. ' ( ~ Δ ' ' ' ' ' 111 ' ~ γ ' ' ' οιr:ια, ενα. πρωι ητα.ν · εuτερcι., η 11εpα. ποu c. 11' σφιος ι:ιαvει~οταν τα. πεντε

φρά.γκα. ά.πό τόν Κοuρφεριχκ, γιά. τό Θzpνα.δ ιέpQ) ό Μά.ριο; είχε 6ά.λει το

νόμισμα στljν τσέπη Κ!ΧL πpίν το τ.iει σ"tr1 ψuλ7.Κ1), βγήκε νά. «ΠΕpΠα."tήσει» ,

ελπίζοντcι.ς πι~)ζ στrιν Ξπιστpοφη 6 πεp!πατc; ·. ·,. 7Q Y οοηθοuσε νιΧ έpγαστεί

λίγο. "Άλλωστε, G:uτb εκ!ΧΥΖ κά.θε μέρα. λΕ/ .. ; J ηκωνότG:v α. π ο το κpεοάτι

Χα.θόταν μπpοστιΧ σ' ΕΥα. ω::λίο, επΙΥ.ιpVz Ε'Ια. i' 'JJ. λ'J χα.pτ( yιιΧ VX μεταψpά.σει κάτι α.πο τά. γεpμα.νικά. ΆλΗ. μόλις διrί.6α.ζε μεpικΕ.ς σειρi::ς aπο το κείμενο

Κ7.l προσπ.χθr:ισσz ν7.. ypά.ψzι μιά. , σταμα.τοσσε. 'Έβλεπε σιΧν ενα &στρο &. ν6:ιιεσα

στ~ χαpτf. καt σ:.Χ μάτια το'J, σηκιJ)νόταν τότ~, λlγο',;τας:

-- Θ:Χ πά.ω ό'>ς εξω vl:ι. πά.pω &.έpΙΧ, Ι:σως μοσ ερθzι οιά.θεση ν:Χ δ r:ιυλέψω .

Kxt τραοοσσε γι& τον &.γpο τής Κr:ιρuοα.λλiοα.ς. Κ' έκεί ομως π&.λι εβλε­πε μπροστά του το άστρο.

Έπiστpεφε στο δωμά.τιό του, ΕΚ('Ι.ΥΖ πά.λι προσπrί.θεια. νi οοuλέψzι, οΞv

το κα.τόμJωνz, ·rιτα.y &ΟιJνα."tΟ νfι. ypά.ψει συνέχεια, zστω πέντε σειpiς. Ί'ότε

Ηεγε:

Page 33: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

673

- Αδριο δ€ eα. 6γω, περισπ&τιχι ·το μυιχλό μου κιχί δ€ μπορώ πια. να. δου­

λέψω. Κι' δμως, κά.θε μέρα. εογα.ινε.

Περισσότερο κσ.τοικοuσε στόν ιiγρδ τijς Κορuδα.λλlδα.ς πα.ρα. στο δω­

μάτιο τοu Κοuρφεράκ.

'Εκεί, κοντα. στό ποτα.μά.κι κα.θότιχν έκείν~ τό πρωινο κιχί σκεφτότα.ν «'Ε­

κείνην» . Μέσα. στrιν όνειροπόλησή του συλλογιζότα.ν με θλίψη κιχ! τήν ψυχική

παρά.λυση, τΥ)ν &.νικανότητιi του για. δουλει&, τΥjν έξασθένηση κά.θε ένεpγητι­

κότητα.ς κιΈ &γιχνα.χτοuσε με τόν ϊδιο τον έα.υτό του, δτα.ν ξα.φνικιΧ α.κοuει μιιΧ

γνωστή ψωνή, ποu έλεγε:

-'Ά! νά.. τος .

Σηκώνει τ~ μιiτ:α κα.ί 6λέπει τή δυστυχισμένη έκείνη κοπέλλα., ποu εί­χε μπεί ενα. πρωί στο οωμά.τιό του , τή μεγα.λότερη cΧ.πο τtς δυο θυγα.τέpες

τοu θερνα.διέρου, τήν Έπονίνη. Τώρα. γνώριζε κιχί τ' ονομά της. Το παρά­

δοξο είνα.ι C\τι YJ ΚGίΠέλλα. α.ότή ήτα.ν d.κόμη περισσότερο φτωχή ά.λλ?ι. ομορφό­

τερη, δυο οήμα.τα. ποu εΙνα.ι πα.ρά.ξενο πώς στά.θηκε Εκα.νΥj να. τα. συνδυάσει .

Είχε κάνει διπλ-!) πρόοδο, ή μια. προς το φως κα.ί ~ &.λλη προς τή φτώχεια..

'Ητα.ν ξυπόλυτη κ~ί φοροuσε κουρέλια., δπως τήν ~μέρα. ποu μ.πijκε μ.ε τόσο θpά.σος στο οωι~ά.τ ιό τςιυ, cΧ.λλα. τώρα. τα. κουρέλια. τηs ijτα.ν δυο t.t.ψGJV ΠΙΧΑιό­

τερα., ο ί τρόπε.; μεγα.λUτερες κα.t τα. ράκη πιο βρώμικα.. Είχε τήν ίδια. 6ρα.­

χνrι φωνiι, τCι Ιδιο α.uθά.δικο κα.! ιΧστα.το ολέμμα., το ιδιο ρυτιδωμένο κα.ί κα.μ­

ι.ι.ένο &.π? τον Ύ)λιο μέτωπο. Είχε .κοιμΎ)θεϊ, κα.θwς φα.ίνετα.ι σε κάποιο aχυ­

ρώνα., γ:ι:ι.τ( στ~ μα.λλιά. τ·ης fίχε κομμά.τια. ιiπό άχυρο.

Κι' δμως , πα. ρ' δ λα. α.ιJτ& 'fιτα.ν ομορφη. Ώ! νεότητα.! πόσο λα.μπερο a­στέ ρ: ε!σα.ι!

~τά.θηκε μπροστα. στο Μάριο κα.ί στο χλωμο πρόσωπό της δια.κρινότα.ν

μόλι ς ενιχ χαμόγελο. Πέριχσα.ν λίγες στ ιγμες κα.t σ ιωποuσε σά. νιΧ μή μ.πσροuσε

ν?ι. μιλήσει.

- 'Γέλος πάντων, είπε, μπόρεσα. κα.l σ&ς 6pijκιx. Κα.λα. μσu είπε ό κ.

Βοϊδά.ς, πwς συχνά.ζετε σ' α.uτο το μέρος 'Έφα.γα. τον κόσμο νσ. σ~ς ζητώ.

Ν σ. ξέρα. τε! Δεν τά. μά.θα.τε; Με ε! χ α. ν οά.λει στ-Υj ψυλα.κή. Μ' &ψησα.ν δμως,

έπειδi) aε 6pijκα.v κα.μμι~ ιiπόδειξη ένα.ντίον μου κα.t γ ια.τt Ύjμουν ιiνήλικη.

"Ω! πόσο σ!Χς ζήτησα.! "Εξη οδομ.ά.δες :tώρα. ψάχνω- να. σ~ς 6ρω. Δεν κά.θε­στε πια. έκεί, στο σπίτι τοG Κά.ρα.κα.;

-'Όχι, είπε δ ΜιΧριος.

- Κα.τα.λα.οοι.(νω! θ~ ψuγα.τε έπειδ'Υj ~γι να. ν 15λα. έκείνα.. Δέ μοG λέτε, &.λrιθεισ., yια.τ ( ψορα.τε τέτοια. πα.λ:& ροGχα., τέτοιο πα.λιοκάπελλο; 'Ένα.ς νέος

σ~ ν έσiς, πρέπει ν~ εχει <Jψα.ίσ. ροuχcι. Ξέρετε, κuριε Μά.ριε; δ γερο - Βοrοα.ς σα.ς λέε ι , δ 6α.ρώνος Μ6.ριος .. . οε θυμ«μ.α.ι το &λλο σα.ς ονομ.α. πώς το είπε~ Δεν ει:ι. ι &.λ~θεια. Π~)ς δεν ~ίστε οο:pώνος; Είδα. μια. ψορα. ενσ. 6α.pιi>VO, τοu πηyα ενα. γρά.μμα.. οι 6α.ρώνο ι είvα.ι γέροι. Κά.θοντα.ι στόv κήπο τοG σπtτ tοG

43

Page 34: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

674

τους Υ.αί δια6άζουν εφημερίδα στον ήλιο. Καl τώρα ποu Υ.άθεστc: ;ι.uριε Μάριε; Ό Μά.ριος δεν &ποκ.ρι·ιόταν.

-"Α! τό πουκά.μισό σας είναι σ;ι.ισμiνο . θέλετε ν~ σα.ς τό ρ!Χψω;

"fστερα. ά.πο μικρi) σιωπή, μέ μ ιά.ν ~Κ:'fp:Χ.ση ποu σ·.ιοτείνια.ζε σιγ~ - σι-γά, πρόσθεσε:

- Δέ φαίνεστε Εuχα.ριστημέvος πο•:ι μ~ εϊδα.τε .

Ό Μάριος σώπα.ινε. ~Εμειvε κ ' εκείνη γι~ λίγο &.μίλητη, tίστερα. &.vα.στέ ­

ναξε ;ι.α.l συνέχισε:

-"Αν ήθελα τώρα, είπΕ, θά. μπ':ψοuσα. vά. σ:Χς κάνω vά. διώξΕτε α.uτ·iι τή

θλίψη.

- ΙΙως; ρώτησε δ Μ&:ριος. Τί εννοείς; Ή κοπέλλχ Μγκασε τa χεiλη της. Φάvηκε πwς δίστα.ζz νά. μιλψJει.

Τέλος &ποψάσισε.

- Δέ μέ μέλει. Είστε λυπημένος, θέλω να σα.ς οιί) χα.ροuμεψ) . l\'Ι6νο u­ποσχεθείτε μου πw; θχ δω το πρόσωπό σα.ς εuθuμο. θέλω v&. σ:Χς δω ·;':!.. γε­

λά.σετε ;ι.αί τότε ν&. σα.ς πώ: Κα:ημένε, ;ι.uριε Μriριε! θuμα.στε; uποσχεθ.Υι:ι.α.­

τε πwς θ~ μοu δώσετε δ,τι ζητήσω .. .

θειά .

- Ναί, &λλi λέγε λοιπον vά. δώ!

Ή κοπέλλα. κοίταξε το Μάριο κατιiμα.τα. καλ είπε:

-'Έμαθα ποu κάθετα. ι!

Χλώμιασε δ Μάριος. 'Όλο το αίμα. τοu μαζεύτηκε στην καρδιά τοu.

- Ποιός ποίί κιiθετα.ι;

-'Εκείνη γιά. την όποία μ.οΟ εϊπα.τε νά. μά.θω . Έι.είνη, ξέρετε ... - Κα.ί! είπε δ Μάριος κι' αiσθάνθψ.ε πwς ιιπερδ:ωότα.ν ή γί.ωσσ7. τοu.

- CH δεσποLνLδα! πρόσθεσε ~ ~Επονίνη κα.ι ταu~όχρονα. &.να.στέ~ια.ξε 6α.-

'() Μιiριος πετάχτηκε ορθιος κα.ί τijv &ρπαξε ά.πο το χέρι.

- Νά. ζεϊς! νΓι.. ζεϊς! πές μου λοιπόν ποίί ; π·ήγαιvέ με γρήγορα! πές μου,

ζ ήτησέ μοu δ,τι θέλεις! ποu κιiθετα.ι;

- θά. χρεια.στεt vα.ρθεtτε μα.ζί ιιοu, &ποκρίθηχ.ε ή κ6pη. Δεν ξέρω ν&.

σα.ς πώ το δρόμο κα.t τόν &.ριθμο τοu σπιτιοu, &.λλχ γνωρiζω Κ(ΧΑrΧ το σπίτι

κα.l οα. σ:Χς πσ.ω .

'l'ράβηξε το χέρι της κα.l είπε μ.έ ψωνή ποu- θα. σuγκινοίίσε κάθε Ιiλλον

πα.ρα.τηpητrι, έκτός &.πό το Μάριο, το μεθυσμένο κα.l πα.ρά.ψορο &πο τη χαρά,

πο•J οvτε καl τον ά.γγιξε καθόλου.

-'Ά! τί εlιχα.ριστημένο; ποu ~Ιστε!

'Ένα. μικρο σίιννεψο πέρασε &.πο τό μέτωπο τοίί Μά.ριοu. υ Αρπα.ξε &.πο

το μπράτσο τη·~ Έπονίνη;

-'Ορκίσου μοu ενα πρ&.γμα..

- 1'\ α. σα.ς όpκισ"tό); Τί θα. πεί α.ότό;

Page 35: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

675

-Στον π~τέρ~ σοu ... κά.νε μου ορκο, Έπονίνη, ν~ μ:ήν πείς στον nv:­:ou ποu εrν~ι ~ότο το σπίτι.

':ξΙ κοπέλλ~ γupισε προς το Μriριο μέ ϋψος εκπληκτο. 'Ε ι f ~ ι:ι ιι 1 λ' 'Ε ι - πονινη. πως ι,εpετε οτι με ενε ~ πονινη;

- Δός μοu α.ότ~ τ~ν όπόσχεση ποu σοu ζ~τησα.! Άλλ' ~ύτή ή &θλιlh ψriνηκε σ~ ν~ μήν &κοuσε.

- Τί ώρ~ί~! με εϊπα.τε Έπονίνη!

Ό Μιiριος τήν επια.σε κι' &.πQ το ?J.λλο μπιiτσο.

- Σέ πσφα.κα.λGJ! σέ πα.ρα.κα.λώ! πές μοu! "Ακοuσε α.ότο ποu σοu λέω,

κά.νε μοu ορκο Π~Jς οε θά. πείς στον πα.τέρα. σοu ΠΟU εtνα.ι α.ότό το σπίτι.

-Στον πα.τέρα. μου; "Α! να.ί, στόν π~τέp~ μοu! 'Όσο γι' α.uτό μείνετε

1jσuχος. Τόν πα.τέρα. μου τον f.χοuν στή <fUλ~κrι κα.t οuτε επιτρέπουν σέ κα.­νέν~ μ~ς νιΧ τον δεί . Κα.l τί μέ μέλει για. τον πα.τέρα. μοu; _

-Άλλ?ι.. δέ μοu ύτ:όσχεσ~ι. ψών~ξε δ Μά.ριος.

-Άψηστε με λοιπόν! είπε ή κοπέλλα. γελώντα.ς, πώς μέ κοuνα.τε ετσι!

Να. ι! να.ί! σα.ς ύπόσχομα.ι! σα.ς κιΧ ν ω δρκο. Τί μέ νοιά.ζει! Δέ λέω στον π~­

τέρα. μοu τίποτε. Τελείωσε! Εόχα.ριστηθ~κα.τε; 'Έχετε τίποτε άλλο ν?ι.. πείτε;

- Οuτε στον πα.τέρα. σοu, οuτε σέ κα.νένα., είπε δ Μά.ριος.

- Οuτε σέ κα.νένα. .

- Τώρα. π:Χμε νιΧ μοu δείξεις.

-Άμέσως τώρα. θέλετε;

- Να.ί, iμέσως.

-Έλα. τε λοιπόν. "Ω! τί εόχα.ριστημένος ποu είνα.ι!

υrστερα. &πb λίγα. ο~ματα., ή κοπέλλα. στά.θηκε.

Πολu κοντά. μοu ερχεστε κόριε Μά.ριε. Άψηστε ν?ι. πηγα.ίνω έγω μπρο­στα. κα.t &κολοuθα.τε με χωρlς νά. ψα.ίνεστε. Δέν πρέπει νά. 6λέποuν έ:να. νέο

σά.ν κ' εσα.ς ν' &.κολοuθετ μια. γuνα.ίκα. σά.ν εμένα..

'Ανθρώπινη γλώσσα. δέ μπορεί ν?ι. έκψρά.σει α.ότο ποu εκλεινε μέσα. της

ή λέξη «γuνοιίκοι>>, κοιθώς τΎ)ν πρ_όςρερε οιότΎ) ή κοπέλλοι.

Προχώρησε μερικα. Β~μα.τα. &κόμη κα.l πά.λι στά.θηκε, δ Μά.ριος τΥ)ν ε­

ψτα.σε. 'Εκείνη τότε τοσ μίλησε πά.λι, χωρlς νά. γυρίσει προς το μέρος τοu,

αλλά. &πο τά. πλιiγια..

-Άλ~θειeι:, θuμά.στε πως μοίί δποσχεθ~κeι:τε κά.τι ... Ό Μά.ριος εψα.ξε στlς τσέπες τοu. Δεν είχε στον κόσμο &.λλο, &πο τά.

πέντε ψριΧ.γκα., ποtι προοpίζον-ι;α.ν γι~ τό θεpνα.διέρο. τα. πήρε κα.l τ&6α.λε

στο χέρι της Έπονίνης.

ΑότΥ) &νο'ιξε τα. δά.χτuλά. της κι' &ψησε το νόμισμα. νιΧ πέaει κά.τω. Κα.ί,

κοιτά.ζοντα.ς μέ 6λέμμα. σκοτεινο τό νέο, τοu είπε:

- Δέ θέλω τ~ χρήμΜά. σα.ς.

Page 36: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 37: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Β/ΒΛ/Ο τ Ρ ι τ ο

ΤΟ ΣΠΠΙ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΠΛΟVΜΕΤ

Α'

ΤΟ ΚΡΥΦΟ Κ .Α Τ .Α Λ Υ Μ .Α

Στα μέσα τοu περασμένσu αlώνα , ενας διά.σημος δικαστικός, ποu Ύjθελε

νά. κρατήσει μuστικες τtς σχέσεις τοu μέ την έρωμένη τοu, γιατί την έπο­

χη &κείνη οι μεγιστά.νες τtς tπιοε(κνuο:.ν, ένώ ot &πλοί &στοl τίς lκρu6αν,

~χτισε ιιια ιιικρΎ) κατοικ(α, σ' εναν ερημικό δρόμο , στη συνοικία Άγίοu Γεp­

μανοu. Τό σπίτι αuτδ είχε στο ισόγειο δυο δωμά.τια καl μιά. κοuζίνΙΧ ΚΙΧί τp(ιχ οωμά.τια στ6 πρώτο πά.τωμα. . Μπpοστα είχε Κ'ijΠf) μέ μεγά.λη πόρτα σι ­

δερένια στο δρόμο .

Ό κήπος αuτός είχε την εκτο:.ση ένbς στρέμματος. Πίσω &πο το σπίτι ποίι

ψοιινότα.ν &πο το δρόμο, ,)πΎjpχε μι& αόλή στενή καl στό 6ά.θος αίιτής τή; α.ίι­

λΎjς 01)0 χαμηλα δωμά.τια. μέ ίιπόγειο , (ίJστε aν πο:.ροuσιοιζ6τα.ν &νά.γκη ιιπο­

ροuσε να χρησψοποιηθετ για κρuψό κα.τοιψόγιο ένος πα.ιοιοu κα.l τΎjς ποιροι­

μά. να. ς του.

Πiσω &π' αοτb τό σπιτά.κι δπΎjρχε μιά. κρυφή πόρτα, ποu €6yαιvε σ' ε ­'iα. μακρύ κα.ι πολύ στενο διά.ορομο, πλακοστρωμένο κα.t στριψογuριστ6, ξέ ­

σκεπο &.πδ πά.νω κοιl μαντρωμένο 1-'·έ ψηλοι)ς το(χοuς. Αοτός δ οιά.δρομος κρυ­

οόταv &ριστοτεχνικα καl κανείς δε μποροuσε να UΠΙ)ψια.στετ τf)·ι δπcφξή τοu . . 'Ακολουθούσε δλες τlς κα.μπές καl τlς γωνίες tών γειτονικών κήπων καί κα­τά.ληγε σέ μιαν &λλη πόρτα, κpυφη κι' σ..uτή, μα.κριά. &.πο την δοο Πλοuμέτ,

σ' άλλη συνοικία, στήν έρ"ημική fi.κpη τijς δδοϋ Βα.οuλώνα.ς.

Ό κ. δικα.στικος ~μπα.ινε ά.π' α.ύτη την πόρτα., &στε ~;οιl Γλν κανείς τόv

πα.ρακολοuθοuσε ήταν &.οόvατο να ψαvταvτεί 8τι δ κόριος αότός &πό τήν όδό

Βα6uλώνας έφτανε στήν δδό Πλοuμέτ. Πώς είχε κιχτορθωθεϊ α.uτό; Ή έξήγη­

ση δέν είνα.ι δόσκολη . uΟλη έκείνη ~ &.γροτική lκταση , &.πό τή μια μερια καl

Page 38: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

678

τ~ν &λλ'Υ) του διαδρόμου, &νijκε στο δικΜτικ6 . Άψοu ~χτισε το σπίτι γιά τον έοιυτό του κοιt σε συνέχεια. το οι.ά.ορομο, π<Jόλ~σε τμ'Υ)μα.τικa σέ μικρά κομ­μά:τια. γιb. κ-ήπους το &γρ6χτημιχ κι' οε ~γοpοιστές νόμιζΙΧν δτι Ενοις μονbς

τοίχος χιiψιζε τά χτi)μα.τά. τους, χωρlς νb. ψα.ντα.στοuy ποτe δτι δ τοίχος ΙΧ •)τος

.ηταy 8ιπλός . Μόνο τά πουλια. ε6λεποιν ΙΧότb τb πιχρά.δbξο.

οε οίκοοομeς α.δτeς οiν όπάρχουν σijμερα. πιά., &λλά στά 1829 σιJ)ζονταν ά.κόμ'Υ), καίτοι πα.μπιiλα.ιες καt εγκα.τα.λειμένες. Τόv Όχτώ6ρη λοιπόν ΙΧuτοσ

τοϋ χρόνου, ενα.ς ~λικιωμένος άνθρωπος νο 1κια.σε ιχότ~ τ·fιν κατοικία. μα.ζl με τΥ)ν uπά.pχοuσα. πα.λιά ΕΠ ίπλωση tOU οικα.σttΚΟU κα.l tO Οtά.δpομο ΠΟΙJ δοη­

γοiJσε στ~ν δδδ Βα.6υλώνα.ς. Ό νέος &νοικιοιστΥ]ς [κανε μερικeς ~πισκεuές,

πρόσθεσε δώ κα.l κεί δ ,τι ελειπε , επιδιόρθωσε τα. πλα.·κόστρωτα., τοuς 'οίχοu; ,

τίς σκά.λες, &ντικοιτάστησε τ& σποισμέν01 τζά.ι~"χ. κα.(, τέλος, ~ρθε κ' έγκα:α.­

σ,άθηκε μα.ζl με μιά. νεα.ρΥ) κοπέλλα. κα.l μ ιά γρ ιά Όπηρέτρ ια. . Μπή;ι.z· στb

σπίτι &θόρuοοι, σα. Υ~ ι.ιπηκε λα.θρα.ϊα;. ΚΙJυτσομπολιf.G δεν 'έγιναν , γ ι 'z τbν ά­

πλb λόγο δτι δεν uπijρχα.ν γείτονες δλ6γu:-ι:χ.

ΤΗταν δ Γιά.vvης Άγιά.vνης κα.l τό κοpί,σι -ητα.ν 1ι Τιτίκα.. Ή uπηpέ­

τριοι ~τιχv μιά δυστuχισμέv'Υ) γuνα.!κιχ , ποu την ελεγα.ν Παναγιώτα. καί ποu

δ Γιάννης Άγιά.ννης την ι;!χε σώσ:::ι ά.πο το νοσοκοι.ωο κrχί τ~ φτώχεια.. ΤΗ­

τα.v μιά γριά, έπα.ρχιώτισσα. κα.l τρα.!Jλή, :pί-χ πpο ;:ερήμα.τα. ποu zκ-χνα.ν το

Γιά:vνη Άγιά.ννη νά την κρίνει κα.τα.λληλότφ'Υ) ά.πb κάθε άλλη γιά νά την

πιiρει στο σπίτι τοu . Στον 1διοχτήτη της κ-χτοικία.ς είπε , δτι όνομιΧζετα.ι κύρι­

ος θερσα.νέμης κιχί δτι είνιχι είσοδημα.τία.ς .

Είχιχμε &ψ~σει το Γιά.ννη Άγιά.ννη στό μονα.σ,ήρι τοu Μικροu Πίκπ-:ιυ. Γι~τί ~φυγε; τί είχε συμβεί;

Δέ συνέβη τίποτε.

'Όπως θά. θuμ~τιχι δ ά.να.γνώστ'Υ)ς, δ Γιά.νν'Υ)ς Άyιά.ννης ήτα.ν εότυχι­

σμένος στο μοναστήρι, τ6σο, ίΔστε 1j συνείδησή τοu ιΧρχισε ν' άνησυχεί γιά τήν

Τιτίκα.. Τ~ν εολεπε κά.θε . μέρα, α.iσθα.νότα.v v' &να.πτόσσεται κ-χt νά μεγα.­

λώvει δλοένα. κα.t περισσ6τερο 1j πΙΧτpικ~ στοργή, ελεγε δτι 1j Υ.6pη α.ότη είνχι !:: ' ' ' 'Η θ' - ' J. ' ' , ' ' 0 vtΚΎ) τοu, πως τιποτε vco α. μποροuσε ν-χ τ. 1ν rχ.ποσπα.σει απο κοντα τοu, τ~

α.ύτο θi έξα.κολοuθοuσε για. πάντα, δτι 1j Τιτίκιχ θχ γινότrι.ν σ[yουp-χ κα.λ6γρια., " l J. , • θ\ .j; < 1 ") I > ' ' ' ' • οτι τr; μοναστ,1 ρι εκεινο α. • 1τα.ν ο κcισμος ο .ος κ~ι γι α.uτον και για κειν'Υ),

ιχuτbς θά. γερνοuσε έκεί μέσα, ένώ έκείνη θ?. μεγά.λωνε , έκεί θχ γzρνο>Jσε zκεί­

vη, έκεί θά πέθα.ιvε α.δτός, καl τέλος οι-χτηροuσε μι~ γλuκειά. ελπίδα. δτι δε

eα χώριζαν ποτέ .

Μέσα σ' α.u'~ τ~ν εuδα.ιμονία. δμως , είχα.ν &ρχίσει v& τόν 6-χσ-χν ίζο·n

κι' σ.λλες σκέψεις, ποu τον εψεpνα.ν σ' ά.μ'Υ)χαν ία.. Άνιχρωτιότα.ν τ.:ολλS:ς q;ο­

ρές, av 1j ε•)τuχία α.ότΎJ τ-?u &νήκει, i'J ~ν δeν fι,α.y lξαpτημένη κι ' ±πο -c ·iι ν

εύτυχία κά:ποιοu &λλοu r.Ησμοιτος . Άπο τ~ν εuτυχ ία. α.uτoiJ ,οσ κοριτσιοu , τ:c \'ι

τΥ)v έκι-ιεταλλεu6τοιν κα.t τΎ]ν εκλε6~ οι.uτός. ~Ελεγε μέ το νοσ τοu, δτι αδτb -co

Page 39: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

679

κορίτσι εfχε δικαίωμα. ν~ γνωρίσει τή ζωή προτοσ πα.pα.τηθεϊ &π' α.ύτ'ήν. 'Ότι

να την &.ποκ6ψει &.πδ τη ζωη κα.t μάλιστα. χωρίς ν?.J. ζητ~σει τη γνιlη.ιη της,

να τη στερ'ήσει &.π' δλες τlς χα.ρες της ζωής, με τή δικαιολογία. πwς τη γλό­

τωνε &.πό τίς οοκιμα.σίες α.uτοu τοu κόσμου, να tπωψεληθεί &.πο τ"fιν &γΨJtά

τrις κα.ί να τ'fιν aπομονώσει για να τΎ)ς ένστα.λιiξει στήν ψυχή τψ; τεχνητ·η

κλίση προς τ'i)ν καλογερική, πα.ρα.6ίαζε την &νθρώπινη ψόση ένος πλάσμ.α.­

τος κ' ελεγε ψέμα.τα. μ.προστσ. στό θεό. Κα.ί, ποιος ξέρει, ~ν ~ Τιτlκα. δe θα

τα ενοιωθε μια μέρα. δλ' α.uτα κα.l δε θ~ τον μισοuσε, 6λέποντα.ς τον έα.υτό

της καλόγρια., χωρlς τη θέλησή της; Αuτό, ιδιαίτερα, τοu ήταν ιΧνυπόψορο.

Άποψά.σισε λοιπόν ν~ ψόγει &.πb το μοναστήρι, ;J.ν κα.ί λυπ6τα.ν πολlι γι'

α.ότό. Κα.τα. τa 1:ί.λλα., φό6ος πιa δεν όπηρχε ϋστερα. &.πό πέντε χρόνια. έξα.φά.- '" νιση μέσα σε κείνους τσuς τέσσεpους τοίχους. Μποροuσε να έπιστpέψει ιΧνάμεσα

στοlις &.νθρώποuς ήσuχος. Γέρα.σε κι6λα.ς κα.l δλα. zίχα.ν &.λλά.ξει . ΤώpιΧ πιά.

ποιος θχ τον &.να.yνώριζε! ~ Αλλωστε κα.l σ. ν uπηρχε κίνδυνος &κόμη, ήτα. ν γι'

α.ότόν, τί οικαίωμα. είχε νά. κρα.τi κα.τοιοικασμένη την Τιτίκ!Χ στο μονα.στήρι, "' ' ' s.. ~ , . ' , Κ' , , , 1. , α. ν !Χυτος , 1τ!Χν κα.τα.οικα.σμενος στο κ!Χτεpγο; ι α.κομ'Υ), μπροστα. στο χρεος

-;;ί ε ί νcι.: ό κίνδυνος;; Κα.l τέλος πά:ντων, α.ς είχε πά.ντοτε τά νοΟ του, 7.ς εποιιρνε

ολα τiι. προψυλα.χτικ~ μέτρα, να μη τον &.νακαλuψουν.

'Όσο γιά. τ-ή μ6ρψωση τijς Τιτίκα.ς, ω?ιτη διδάχτηκε σχεδόν δσrι. μποροu­

σε να διδαχτεί μέσα. σε κείνο το μοναστήρι. Είχε τελειώσε ι τή σειρά. τιί)ν

ι..ι.αθημά.των.

ΠΥ)ρε λοιπον την &π6ψα.ση κα.t περίμενε την εδκα.ιρία ν~ την πρα.γμα.το­

ποιήσει. Κ' ή εδκα;ιρία δέν fλpγησε να πα;ρουσια.στεt. Ό γερο - θερσαν&μης

π&θα.νε.

Ό ΓιοcνΨης Άγιοcννrις πα.ρουσιά;στηκε τότε στην ά.γία. "ήγοuμένη κα.l της

είπε δτι, έπειοή πi'jρε μιά. κληρονομιά. μετά. το θά.νατο τοΟ ~δελψοu τοu , μι­

κρη f:έ~α.ια, &λλ& τ6ση, &στιz νά. μπορεί ν!Χ ζήσει χωρίς ν& ~ργά.ζεται, θ' &­ψ'Υ)νε την δπηρεσία. τοΟ μοναστrιριοu κα.l θά.παιρνε μαζί του κα.l τfιν κόρη

'Ε "'' " ~· 3. ~· ' ' ..;, Τ ' ~- ι ' ' • τοu. 'πειοη ομω;; οεν , 1 τσ.ν ο ικσ.ι? να ψυγει ,1 ιτικα ~πο το μονσ.στηρι κα.ι

να. μη γίνει κα.λογpιά., &.ψοσ μέσα σ' αότο μοpφώθrικε, παpα.κά.λεσε τ·fιν &γία

·fιγοuμένη ν&.. δεχτεί μιιΧν aποζημίωση γιiι. τιΧ πέντε χρόνια ποlι πέροισε ή Τι­

τίκα. μέσα. στο μοναστ'ήρι, &.πο πέντε χιλι&οες ψρά.γκα. .

~Ετσ( εφuγε δ Γιοcvvης Άγιά:ννης ά.πο τb μοναστήρι της α.!ώνια.ς λα.­

τρεία.ς .

Φεuγοντα~, π~ρε δ ίδιος κάτω &.πό τη μα.σχάλ'Ι), &.ρνοόμενος νά. τ~ν έμπι­

στεuτεί στ!Χ. χέρια. &.χθοφόροu, τη μικρη 6α.λίτσα., ποu κpα.τοuσε πάντιχ τb κλει­

δί της πά.·ιω του. Ή 6αλίτσα αότη ήταν ofJ μ6νψη περιέργεια. της Τιτίκας.

"Ας σημειωθε'ί δτι, δ Γι:Χ.ννης Άyιάννης είχε πάντα. α.uτή τη 6αλίτσα

κοντά τοu, δεν την aποχωρίστηκε ποτέ. Σε κά.θε μετακίνηση ήταν τά πρG)τΟ

πρ<Χγμα. ποu σuναποκ6μιζε. Ή Τιτίκα γελοϋσε μ' α.ότο καt τΥιν ηεγε «iJ &­

χώριστψ>, πpοσθέτοντα;ς:

Page 40: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

680

- Κ<χ.τ&.ντησα. ν~ τη ζ ηλεόω.

Ό Γιά.ννης Άγιά.ννης βγ'Υjκε στΥ)ν κοι•iωvία. οχι χωρίς προcρόλα.ξη, cρο-

6ότοιν πά.ντοι μΥ)ν ά.να.γνωριστ~ί.

Άνα.κά.λuψε το σπίτι τής δδοu Πλοuμετ κ' εσπεuσε Υ~ χωθεί έκεί μέσα..

Κληρονόμησε το ονομα Οuλτιψ)ς θερσανέμης.

Τα.uτόχρονα. ομως νοίκιασε κι' ά.λλα. δuο οια.μερίσμα.τα. σε δuο συνοικίες τοu Π<χ.ρισιοu, ποu είχαν &ρκετΥ) &.πόσταση μεταξύ τοuς. Το ~vοι στrι Δuτ:κ-fι

δδο κιχί το &λλο στήν δοο 'Ενόπλου. Κι' α.uτο yιa νά.χει κι' άλλα. κα.τα.ψύyια.

σε περίπτωση &.νά.γκης κιχ( Υ~ μ ή. ορεθεί περ:πλοινώμενος στο δρόμο, οπως έ­

κείνη τ~ νύχτα ποu ξέφuγε, ώς &κ θΙΧύμα.τος, · &πο τά. χέρια. τοu Ία6έρη.

Κοιτi διαλείμματα. πi)yα.ινε μαζί με τήν Τιτίκα , πότε στο gyα. κα.l πότε

στό &λλο κα.τάλuμοι, δποu περνοϋσε ενα.ν Ύι κα.ί ένά.μισu μijvoι, &.ψijνοντας την

Παναγιώτα στην δδο Πλοuμ~τ. Σ' α.ότ& τ& σπίτια τον όπηρετοuσοιν ol θuρω­

pοί, στοuς δποίοuς ελεyε οτι είναι εiσοδημα.τίσ.ς ά.πb τα. περίχωρα. χ' ερχότα.ν

στό Πα.ρίσι πάντα. γιά. μικρό οιά.στημιχ.

Αότb; δ άνθρωπος, ή κορuψη της &.ρετης, ·ljτα.ν ά.να.yκα.σμένος νΧ χρη­

σφ.οποιεί τpίrχ. σπίτιοι στο Παρίσι για. ν' ιiποψεuγει την ιiστuνομία.! ...

Β'

Ο ΓΙ.ΑΙ'ΙΙ'ΙΗ~ .ΑΓΙ.ΑΙ'ΙΙ'ΙΗ~ ΕΘΙ'ΙΟΦΥ ΛΑΚΑ~

Άλλα. 'ή κύρια. κα.τοικία. τοu ~τα.ν το σπίτι της δδοu Πλοuμ&τ , πο·'> τά.

δωμά.τια. τοu δρόμοu με τον κηπο τα. ποιρrχ.χώρησε στην Τιτίκα κα.ί την ίιπη­

ρέτριά. ης . Στά. πα.λα.ιά. μ.εγα.λοπρεπη κα.ί ~πίχpuσα. επιπλrχ. των έπά.vω δυο

οωμα.τίων, πρόσθεσε κα.ί νέα. &.ρκετ& πολuτελη, κατάλληλα. γιά. ελεύθερη κο­

πέλλιχ. 'Όλο το χειμ.ώνrχ. το στ;ίτι τijς Τιτίκας είχε θέρμανση δ:πο κά.τω ίi:ις

&.πά.νω.

'Εκείνος εμεyε στο ά.λλο, το χωριστ6 στb 6άθος τ'ijς α.όλfι;; , μ' i!.να. στρώ­

μα. πά.νω σ' i!.να. ξύλινο κpε6ά.τι, ενα. τρα.πέζι το ϊδιο &πλό, &πο πλανισμένη

σανίδα, δub ψάθινες καρέκλει; , i!.να. κα.νάτι πήλινο γι& νερ6, ι1ερικα. 13ιGλίοι,

τ~ν ά.γα.πημένη τοu 6αλίτσοι σέ μια. γωνιχ καί, χωρtς ν' ά.ν~βει φωτιά., τή

θερμ~στρα τοu. 'Έτρωγε μα.ζt μέ την Τιτίκα., &.λλιΧ δπήρχε πάντι:ιτε π~νω

στο τραπέζι γι' α.ότbν ψωμt μαϋρο ά.πο κριθάρι. 'Ότα.ν π'ijpε στήν όπηρεσία.

τοu τ~ ν Ποινιχγιώτοι τής ε!πε;

Ή δεσποινίδα. ε!να.ι ~ κupία. τοϋ σπιτιοu.

-Κα.\ σείς; ρώτφε ιf εκπληξη ~ Παναγιώτα.

-'Εγώ ε!μαι κιiτι κrχ.λλίτερο, ε!μrχ.ι δ πατέρας.

Page 41: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

681

Ή Τιτίκα εrχε διδαχτεί καλιΧ μέσα στb μοναστ-ήρι τήν ο!κια.κή οίκι:.ινο­μία, αύτη λοιπόν κρατοuσε qλα τά, Ε:ξοδα τοu σπιτιοu, ποό, άλλωστε, ήτα.ν

πολu μέτρια.. Κ&.θε μέρα δ Γι&.ννης Άγιά.ννης ~παφν;:: τήν Τιτίκα, ποu στη­

ριζόταν στο μπρ&.τσο του καl τήν πήγαινε περίπατο στιΧ πιο &.π6μ.ερα. τοu

κήπου τοu Άγίου 'Ιακώοου πά.ντοτε, για.τl α.uτ-Υ) fιτσ,ν πολu μσ,κpι& άπό το

σπίτι του. Ή ένορία τοu 'Αγίου Ίακι{>οου εfνα.ι &.πο τις πιο ψτωχες κ' 1iκανε

ΚΕί Πολλες έλεημοσuνες Καt Ο! οuστυχ~σμένοι τον περιτριγύριζαν, γ~' αοτο

και δ Θερναοιέρος εγραψε την Ξπιστολη «Πρός τοv φιλά.νθpωποv κup ιov της

εκκλησ1ας τοu Άγlου Ία.κώΌου».

Στο σπίτι της δδοu Πλοuμετ κα.νένσ.ς, ζένος, ozv ~μπcιινz. Ή Παναγιιi>τα 1iκανε τ& ψώνια., κι' δ Γιά.ννης Άγιά.ννης 1iψερνε τό νερό δ rοιος, d.πο μ ιά

Όρuση ποu δεν ήτ(Ι.ν μακρι:Χ &πb το σπίτι.

Στ+; Γαλλία, πολλα. σπίτια. έχουν στlς πόρτες μιάν δριζ6ντια. τρuπα, &.πb

την όποία ρίχνονται σ' ενα κουτι ποu ορίσκεται άπb μέσα., τα. γράμματα κι'

ο1 έψημερίδες. Ό Γιά.ννης Άγιά.ννης οuτε γρά.μι•.α.τ01 1iπα.ιρνε, ouτz εψηι~εpί­

δες, επαιρναv μόνο &πο το κουτl εκείνο, κατιΧ καψ:;uς, τ& εtοοποιη\·ήρια ποu

~ρριχνε δ ε1σπρά.κτορα.ς τG>v ψ6ρων κα.( τ(ς οιαταγ~ς της έθνοψυλακης, γιατ(

' ' Θ ' ? ~a ') π ' " λ I $. ι ' ο κυριος εpσtι.νεμης 'Υ/ταν ε νοψυ .α.κΙΧς. α.ρ ο ο που , 1 τΙΧΥ κρ'Jιιενος μεσ<Χ

στο μονtι:στήρι, Οέ μπόρεσε νά. ξεφύγει aπο την α.t)στηpΥ) ΕΠtστpά;τωση, ΠΟ'J ε­

κανε ή κυοέpνηση στα. 1831 .

'Γρεϊς wς τέσσερες ψορες το χρ6ν?, δ Γιά.ννης Άγιά.ννης ψοροuσε τη στο­

λ-η τοu έθνοφόλακα κ' Ε:κτελοuσε την δπηρεσία του, με χαρ& μά.λιστα, γιατι

κά.τω &π' τη στο λ η τr;u έθνοψόλιχκα fιτα.ν νόμιμα. μετtι:μοpψωμένος κ' έpχό­

ταν σ' Ε:πικοινωνία μ' δλο τον κόσμο. "Ίlτα.ν τ6τε, δ Γιά.ννης 'Αγιά.ννης έξrιν­

τα. χpονι'ί>ν, άλλ& ψα.ιν6τα.ν πενήντα καl δεν είχε καμμια διάθεση νχ φα­

νερώσει την πpαγμιχτικη ήλικία του, για. ν' &πtι:λλα.yεϊ ιiπό τχ καθήκοντα

tι:ύτά..

"()ταν εοyα.ινε με τ·ijν Τιτίκα, ντuν6ταν κα.λά;, i.Sπως εtδα.με, Κ!Χt ψο:ιν6-

τα.ν σιΧν aπόστρατος &ζιωματικός. 'Ότα.v δμως 1i6γαινε μ.όνας, κι' αuτο γινό­

ταν συνήθως το 6pα.δά~~~ ψοροίίσε πάντοτε έpγατιΚCt pοuχιχ κ' ΕνΟ: Κασκέτο ΠΟΙJ . τοu εκρυ6ε το πρόσωπα. Αuτο τb Ε:κtι:νε καl γι~ πpοψtίλα.ζΊJ καl &πο ταπεινο­

ψροσόνΊJ. Ή Τιτίκα. εΙχε συνηθίσ~ι τlς α.ίνιγματικες συνήθειες τοu πrι.τέpο:

της, flιστε δλ' tι:ότά. τα. παράδοξα οεν της 'έκαναν εντύπωση. "Οσο για την

Πα.νο:γιώτα., είχε τόσ'J σεοασμό στb Γιά.ννη Άγιά.Υν'Υ), πσu δ,τι Χι' σ.ν 'έκανε

τό θεωpοuσε καλό. Μι& μέρα, ό κρεοπώληc; είδε τbν κuρι6 της και της εΤπε:

-Παράξενος άνθρωπος.

Έκείνη τοu &πά.ντησε:

-Είναι Ε.νας &γιος.

Ktι:l ό Γιά.ννης Άγιά.ννης κtι:t ή Τιτίκα. κtι:l ή Παναγιώτα, 'έμπαινtι:ν κ

. . ~~γαιναν πά.ντα. &πb την πόρτα. της δSοΟ Βα.οuλώνα.ς, &στε οΕ:ν fJταν δυνατό

Page 42: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

682

ν!i. μαντέψει κανε!ς 8τι κατοικοuσα.ν στ~ν δδδ Πλοuμέτ, σ.ν δέν τοuς z6λεπε &πο τ~ σιδερένια. κάγκελα της πόρτας, πού εμενε πά.ντοτε κλειστ-ή. Ό Γιάν­νης Άγιάννης είχε &.ψ'ήσει &πίτηδες τον κήπο ά.κα.λλιέργητο, γι&. ν~ μ~ν προκαλεί την προσοχη κανενός.

Σ' αδτο ϊσως γελιόταν.

Γ'

ΦΥ ΛΛΑ ΚΑΙ ΚΛΑΡΙΑ

'() κijπος α.ότός, δπως fιτα.ν εγκα.ταλεψένος έδω .κα.t μισb α.ιωνα., εΙχε

κ~ταντ'ήσει άλλόκοτος, άλλιΧ κ' zuχά.ριστος . Σέ μι& γωνιCι. εtιλεπες ε•n.v πέτρι­

νο πάγκο, πιο κεί ενα - δuο πέτρινα. &.γά.λμα.τα. μοuχλι~σμένα. &.πο τη 6ροχη ' ' . , ι: , ' 1 J, ~ , ' , ζ , •

Κ~ι ιιzptΚΙΧ ΚαψΙΧσωτα., "οεκιχρψωιιενΙΧ ΙΧΠ'.Ι τ,/ν ΠΟΛUΚαιpια 1 ΠΟ'J σαπι αΥ Π~Υω

στον τοίχο. Δέν uπΎjρχαν δεντροστοιχiες , οδτε ποτιστικές πpα.σιές. Πα.ντοu &.­γριόχοpτα.. Είχε ψtίγει ή κηποcιριχη κι' οργίαζε ή φύση. Άφθονοϋσα.ν τ'

&γκά.θια. , ο[ τρι66λοι και τ' ά.γρι-:ιλοtίλοuδα.. Τδ: δέντρα εσκuοαν προς cfι. 6ά.­τα. κα.ι τα 6άτ.χ υψώνονταν προς τα. δέντρα., ο! περικοκλάδες περιτuλίγοντα.ν

στο•)ς κορμοuς κι' &.νέοιχινα.ν, τα. κλιχρι-Χ uποκλίνοντιχν. 'Ό,:ι σερνόταν κάτω

στη γη άνέοηκε γιά ν' &.ντcιμώσει δ,τι 6ρισκότcιν στον &έρα. κι' ί.S,τι κΙJμά.τι­

ζε στον &.έρα. χα.μ'ήλωνε ν' &.ντα.μώσει δ,τι ερπει στ~ γη. Κορμοι δέντρων,

κλωνά.ρια, ψtίλλα., τοuψες , ψα.λ(δες, &.yκά.θια., κλήμ.Μα. 1 &.να.κατεtίτηκα.ν, σ'

ενα. θερμο σψιχταγκά.λια.σμα. και μέσα σε κείνο το μικρο περι66λι τέλεσαν, κά.­

τω ά.πο το ά.γα.λλόμενο ολέμμα. τοσ Δημιοuργοϋ, το !ερο μυστήριο της &.δελ­

ψοσtίνης, σtίμ.οολο τη; &.νθριοπινης &.δελψότητα.ς. Ό Χi)πος α.ότbς ήτα.ν μια.

γιγάντιο: λόχμη, δηλα.δη πράγμα. &δια.πέρο:στο, δπως ή ζοtίγκλα., κατοικημένο

οπως ιιι<Ζ πόλη . Μέσο: ΕΧΕ( εσφιζε ή ζω'ή, οπως σε φωλιά., σκοτεινl:ις σα. μη­

τροπολιτικος νο:ός , εuωδιο:στος σ~v &.νθοδέσμη, μονήρης σάν τά.φος, ζωντο:νος σα.ν κuψέλη.

ΚΙΧ:Cι. :Υjν άνο ιξη , δ πελώριος ο:uτό; θάμνος, ά.πόλuτο: έλεόθερος, πίσω

aπb τr1 σιδερένιιχ πόρτα. τοu ΚΙΧt τοuς τέσσεροuς τοίχοuς του, όργία.ζε ΙJ.έσα.

στ~ μuστικ~ κο' α ίώνια. βλάστηση κα.ί -ι<.ιΧτω &.πο τ1jν &.να.τολ~ τοu fιλιοu &νσ.­

σκιpτοΟσ~ σχ~οbν σ!Χν &γpιο θηρίο, ποu ivα.πvέει τη λα.zτά.ρα. τσG κοσμογόνοu

ερωτα, πr/J ο:1σθά.νετο:ι ν& πλημμυρίζουν τiς φλέοες τ-:.υ κα.uτοl χuμοt τοG 'Α­

πρίλη, κοuνώντας δε στον &.έpα. τ·rιν τεράστια. χαίτη του, Ιtρρο:ινε τη νοτ:σμz­

vη γη , τα. σπασμένα. σκαλοπάτια, τ7. μοuχλιο:σμένα. &γάλμο:το:, &ς το πλακό­

στρωτο τοu ερημοu δρόμοu, με &vθη σαν aστέρια., με δροσοστιχλίδες σα. μα.ρ­

γα.ριτά.ρια., μ.ε τ-ή γονιμότητα, τ"ήν όμορψιά., τ-ή ζωή, τ-ή χα.ρ~ κα.t τ"ήν εuωο(α..

Page 43: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

683

Κιχτ~ τό ιιεσημέρι, χ:λιά.δες λεuκές πετα.λοuδεζ πετοuσα.ν εκει μέσα. κα.ί

~ταν το θέαμα. πρα.γμα.τικ~ θείο, ν?ι. βλέπεις τtς ζωντα.νες σ/ιτές νιφά.δε:; χιο­

νιοσ να. στρο6ιλiζσντα.ι μέσα. στό 6α.θύσκιο εκείνο κόσμο των 6λα.στήσεων. Έ­

κεr στο χα.ρούμενο ϊσκιο της πρα.σινά.δα.ς, . πλήθος ιiθwες φωνές μιλοuσα.ν γλu­

κα. στ"fιν ψuχ"fι κι' ο,τι ξεχνοuσα.ν vιΧ πouv μ.έ το κελά.ηδημά. τοuς τ-Χ ποuλιά.,

το σuμπλήρωνα.ν τα. φτερωτα. εντομα μέ το 6όμ6ο τοuς.

τeι χεψι!Jνιχ ·η λόχμη α.ύτ'Υ) ~τα.ν μα.όρη, μοuσκεμένη κι' &.χτένιστη κ:' α­φψε να. ψα.ίνετα.ι λίγο το · σπίτι. Ά·ιτl λοuλούδιιχ πά.νω στα. κλιχριά κcΛ δpο7 σοστιχλίδες πά.νω στα. λοuλούοια., ~βλεπε κα.νεtς μ.α.κριές &σημ.ένιες το:ινίες,

πο•) σ.ψηνrχν τα. σιχλιγκάρια. πάνω στον πuκvο κα.t κρόο τάπητα. ποu σχ'ι')μά.­

τιζα.ν τιΧ κίτρινα. φύλλα.. ΆλλιΧ μ.έ κά.θε τρόπο &πό κά.θε iiποψη , σε κάθε ιϊφα.

και σε κά.θε εποχ'Υ) του χρόνοu, την άνοιξη κα.ί το χειμώνα., το κα.λοκα.ίρι

κα.ί το φθινόπωρο, δ μικρο; σ/ιτος κήπος &πόπνεε μελαγχολία, ρεμβασμό, μο­

νιχξιά., Ηωθερ!α, &ποuσία. τοσ &νθρώπο!.Ι, την πα.ροuσία τοσ θεοσ. Κ' ή πσ.­

λια. σκουριασμένη πόρτα. εμοια.ζε σα. ν&λεγε:

- Αότος δ κήπος =J·n.ι δικός μοu.

Μά.τα.ια περικύκλω ·η.v τ6ν τόπο α.•)τό, τα. μεγαλόπρεπα. μ.έγcφσ., τό 6οu­

λεuτΎ)ριο, δ κεpαμεικός , τα πολuτελη άμά.ξ:α. ποlι κuλοuσαv στο>'ι; yε:τονικοuς

ορ6μοuς Άγίοu Δομινίκοu κα.ί Βοuργουνδία.ς κα.l τα. ποικ ιλόχρωμα. λεωφο­

ρεία., στ"fιν όδο Πλωμέτ βα.σίλεΙJε &.οια.τά.ραχτη ή έpημιά..

Ό θά.να.τος των πα.λιωv [διοχτητων, το πέρΜμα. μι&ς &πανά.στασης, ot παλιtς περιοuσίες ποu κα.τα.στράφηκαν, ή ιiποuσία., ή λησμονιά., σσ.ράν:α χρό­

νια. έγκα.τά.λειψης κ' έρημιii.ζ, ~τα. ν ιiρκετ?ι. γιιΧ νσ.... έπα.νσ.ψέροuν στ"fιν τοποθε­

σίιχ ιχ>},ή τ(ς ψτέρες, . τοuς ψλ6μοuς, τ(;. βάτα., τ(;. ψηλ?χ χόρτα, τχ μεγάλα Y. IJ.t

πλατύψΙJ)).σ. aγρια ψuτ&, τ!ς σQ:Οpες, τοuς κσ.νθά.pοuς, τ' άν'ήσυχα. κα.t γοργο­

κίνητα. εντομιχ.

υω: ιχ1)τ:Χ σ•Jνέτε~ναν νσ. έμφιχνιστοϋν, μέσα σε κείνeιuς τοu; τέσσεpοΙJς

τοίχοuς &.πο τ& εγκα.τσ. της γης , τ?: π~ντrχ μεyαλόπρεπα κα.t σ.γρισ.. Ή φύ­

ση, ποu της &.:-έσει ν?z φέρνει διαταράξεις σ' δ,τι δ &vθρωπος προσπαθεί γ);,

έξομ.α.λύvει, προσψέpετσ.t όλόκληρη ΚΙΧL στο ιιερμήγκι χιχ( στον iητό, πpοσφέp­

θηκε σ' &.φθοvία κσ.ι yονιμ6τψα. μέσα. σε κείνο τb πα.ptσtvb κηπά.p:ο, [..Ι.έ τήν

ϊδισ. τρα.χύτητσ. κιχl το ίδιο μεγιχλεϊο ποu πσ.ροuσιά.ζουν τiι.. πα.ρθένσ. κι' ά.πp6-

σιτσ. δάση τοu ΝέοΙJ Κόσμοu .

Κα.l πρα.γμα.τικά., τίποτε δkν είναι μικρο στον κόσμ.ο. Μόνο αότος ποu

εχει βσ.θει?z γνώση της ψύσης μτ:ορεϊ νΓι. το κσ.τα.λά.βει α.uτό.

ΊΙ &λγεβριχ &ψα.pμόζετσ.ι στιΥ.. σύννεψχ.. Ή ογρ'Υ) ιΧχτινο6ολία. τι7Jν άστρων

δίνε ι δύναμη στο τpισ.ντάψuλλο ΚΙΧt Κα.νένσ.ς οε [..Ι.Ποpεί ν% βεοσ.ιι:Jσει οτι τό &­pωμιχ τοσ λεuκάνθεμοu είναι &χρηστο στοuς &στερισμούς. 'Απ' σ.•?ιτο 6ycι.ivει

ο":ι ή τροχι& κσ.t τοu τελευτα.lοΙJ μόριο>J είναι &νuπολόγιστη. Μήπως εί:μα.σ-cε

σε θέση ν' &.ποφσ.νθοuμε, a.ν σuντελέστηκσ.ν ~ οχι δημιοuρylες κόσμων στο (ί.-

Page 44: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

684

πειpο με τ~ν πτώa'Υ) κόκκων άμμοu; 'Ή μ~πως μπόρεσε νσ. καταλtΧ6ει κανέ­

νας τtς &πά.λλrJλες κιχt &~ιο ιt/ιχϊες ~ιιποτες κιχt πιχλiρροιες τοu &πεφιχ μ.εγ&.λοu

κιχ[ τοίί ιΧπειpιχ μικpοίί, τ"fιν &π~χησ'Υ) τών α.(τιιiJν στa Οάθ'Υ) τ'Υjς >)r.α.pζrJς καt

των καταστροφιi)ν τ'Υjς δ'Υ)μιοuργίας;

'Γο μικρο συνεισφέρει κι' α.uτο κάτι, τό μικρο λοιπ6v είναι μέγα. κιχί το

μέγα. είνα.ι μικρό, ίκα.νοποιώντα.ς f: τσ ι τ"fιν &νά.γκη τf)ς 1σορροπία.ς. Τρομαχτι­

κο δρα.μσ. γι<Χ το aνθρώπινο πνzσμ.α.. Άνά.μεσιχ στ<Χ εμ.ψυχιχ κα.t τ<Χ άψυχα. ό­

π&.ρχει ενα.ς θα.υμά.σιος σύνδεσμος. Μέσα. "'6 &.νεξάντλητο α.uτο σύνολο, ποu &.­ποτελεϊται &πο τον Ύjλιο κα.t wς τήν τελευταία. έκείν'Υ) ψείρα πάνω στα φύλλα,

τίποτα. οεv πα.pα.γκωvίζετα.:, τα ·,ιά.ΥτΙΧ eχουv ιJ.νά.γκη το ενιχ ιJ.πο τό άλλο.

Το ψGJς δέ σηκώνει aτον α1θέpα. τα &.ρι!ψα.τα της γης άσκοπα, ξέρει τ(

κάνει. Ή νύχτα σκορπα τ~v &στρικΎ) οuσίσ. πά.νω στσ. κσ~μισμέvα άνθη. 'Όλα. τ<Χ πετειν<Χ τοu οόpανοu ψέpo•JV r.ά.τω &πο τiJv μ.ψοpά.νη των ποοιιίJΥ τους το

νήμα τοu &.πείρου. . Μια κάποια. έμφά.νιση μετέωρου διακόπτει πολλες φσρες τb νόιιο τf)ς

οιcι, ι ιίJνισης τοσ εrδους καt ενα &.νεπα.(σθητο χτύπημ.α. πού κά.vε ι το pά.μψος ~­

νος χzλιδονιοίί, για. νσ. σπάσει το κέλυφος τοσ α.uγοσ του να. ογεί, προάγει σέ

μέσο τη γέΥΥ'Υ)Ο'Υ) γήινου σκουληr.ιοσ η κ:χ.ί τήv &ιιψά.νιση ~vος Σωκρά.τη. 'Εκεί

ποu τελειώνει το τηλεσκόπιο, &.ρχίζει το μικροσκόπιο . Ποι6 &.πο τιΧ Μο [χει

μεγcι.λύτεprJ τ~ν οπτικότψα. . Δια.λέξτε.

Καl στ"fι μούχλα. &κόμη ύπ.±ρχει πλειάδα &.πδ &νθη, οπως μι&. φωτονε­

ψέλη &.ποτελείται &.πο μιa μερμηγκιιΧ &.στέρια. Ή ίδια &νΎjκοuστ'Υ) καt άταχτη

σχέσ'Υ) ύπάρχει &νάμεσα σc~ πράγματα τοΟ πνεύματος καt στα γεγονότα της

uλης. Στοιχεία. κα.t &pχές &vα.κα.τεuοvτιχι, πιχντρεύοντα.ι, πολλαπλασιά.ζο•fτα.ι

τ<Χ μέν &.πο τιΧ δέ, μέχρις δτοu δ όλικος με τbν πνευμ.ατικο κόσμ.ο κα:α.λήξουν

κά.τω &πο το ;:διο φιίJς. Το ψα.ιν6μενο αu:ο έπιτελείται &.ένα.α..

Μέσα. στις &.πέραντες κοσμογονικές ένα.λλαγΕ:ς ή καθολικ"fι ζω"fι παρέρχε­

ται καt παρουσιάζεται σε ποσότ'Υ)τες &γνωστες, κuλιί)Υτας τα πά.vτα. μέσα στο

rlόρα:ο μυστήριο των έκκρίσεων, χρησιμοποιώντας 't<Χ πά.ντα., χωρtς ν' &.ψήνει

v.X πά.ει χι:ψένο οuτε το i5νειρο , οuτε δ •Sπνος, σπέρνοντας έδω κά.ποιο ζωύφιο,

θpuμα.τίζοντας έκεί ενσ. αστρο, άλλοσ τρικλίζοντας, ιlλλοσ ερποντσ.ς, πα.ρά.γοv­

τα.ς άπο τ6 ψιίJς τη δύvιχμ:η κι' &.πο τη σκ'~ψη gyιχ ~τοιχείο, &.διά.ψθορη και &.­δια.ίρετη, διαλύον:α.ς τα. πά.ντα, έκτος &.πο το γεωμετρικό του εγώ, τοϋ &νά.-

γοντος τα. πά.ντα στο άτομο - ψυχ"fι καt στο θz6, &.ποκαλύπτοντιχς τά. πά.ντα..

Page 45: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

685

Δ'

.ΑΛΛ.ΑΓΗ ~IΔEPOflOPT .Α~

'Ότα.ν βγήκε ή Τιτίκα. &.πό τό μοναση]ρι, fιτα.ν &.κόμη σχεδόν πα.ιδί, λίγο

πα.ρα.πιΧνω &π& δεκα.τεσσιΧρων χρονών, βρισκόταν οηλα.δή στήν πιό «α.χα.ρη ή­

λικία.». υοπως εrπα.με &λλοτε, &κτbς ~πb τ~ μιΧτια. της, ψσ.ιν6τα.ν περισσότερο

ά.σχημη πιχριΧ δμορφη. Κιχνένιχ &.πό τα. χα.ρα.κτηpιστικά. της δεν fιτα.ν κα.κο­

ψτια.γμένο, &.λλιΧ ήταν &.δέξια., &.οuνα.τη, δειλi) κα.ι μα.ζt τολμηp~, μ' ενα λόγο,

κορίτσι μικρομέγαλο.

Είχε τελειώσει τόν κύκλο των μα.θημά.των τοu μονα.στηpιοu, δηλα.δ.Υι τΎ)ν

κα.τήχrιση, προ πα.ντος τ+rν εόλciβεια. προς τόι θεία.. υrστ:;:ρα. τήν « ίστορία.» ,

α.uτο δηλα.δ+ι ποίι όνομά.ζουν ίστορία. σ-c~ μΙJνα.στήρια., γεωγρα.ψία., γροψμα.τι-• κ ή, τlς μετοχές, τοίις βα.σιλιά.δες τi'j; , J':ιλλίας, . λίγη μουσική , λίγη 1χνογρα-

ψία. ν~ σχεδιά.ζει μιά. μ.ότη, κλπ. Άτ;ο ~:Χ &λλα. ομως δέν . ήξερε τ ίποτε, τ;pα­

γμα. ποίι είναι ώpα.ϊο για. ενα κορίτσι, &λλa και επικίνδυνο. Ή ψυχή έvος

κοριτσιοΟ δέν πρέπει v' &ψήvzτα.ι στο σκοτά.δι, γιατt ιipγότεpα δταν &.νοίξει

με μια.ς τa μά.τια. στο ψώς, οί εντυπώσεις γίνοντα.ι πολίι ζωηρές κα.l &.πότομες.

Μόνο οί μητέρες, με τήν ά.ξιοθαύμαστη διαίσθηση, γνωρίζουν πώς ν'

ά.νοίγουν τά. νοερά. μciτια. τώv θυγα.τιέρωv τους στο ψ6)ς τοΟ κόσμοu .. Προκειμέ­νου λοιπόν γιά. τ~ν δια.μ.όρφωση τ~ς ψυχ~ς ένος κοριτσιοu, 8λες μ.α.ζt ot κα­λόγριες τοu κόσμου, δεν &.ξίζο•η οσο μιιΧ μ.ά.vα..

Ή 'Γιτίκα.. μητέρα. δέ γνώρισε. Είχε πολλές μητέρες στό μοναστήρι. Ό

Γιά.ννης Άγιά.ννης είχε στΎ]v ψυχή του κειμήλια. στοργής γιά. την Τιτίκα., &.λ­λ.J. .ι f"1'""P~• ... ο. "P"'"'f~P'"' f::yv.<:, 1ιλιΙΙ.;ωμ..,vος ~vtιpωπος, πού 1Jέ γνώριςε τίπο­

τε &.π' α.ότά., ένω το Ε:ργο α.ότο της &.vα.τροψής κοριτσιοu, στη σοβα.ρη όπ6θεση

τijς προπα.ρα.σκευΥjς γ:Jναίκα.ς γιά. τη ζωή, εχει &.νά.γκ-η γνώσεων, γιά. ν' &.yω­

νιστεί κα.νεtς κα.τ~ τi')ς μεγά.λης έκείνης &.μά.θειιΧς, ποίι λέγεται rlθωότητα!

Τίποτε οέν προετοψά.ζει τόσο τ<Χ νεα.p~ κορίτσιοι γι<Χ τ<Χ πά.θη, 8σο τ~

μονα.στ~ρια., δποu τά κλείνοuν. Το μονα..στrιpι γυρίζει το διαλογισμο προς το

~γνωστο.

Ή κα.pδ~& ~κεϊ μέσσ., ιlψοu δέ μπορεί ν' ιlνοιχτεί σέ πλά.τος, τρέπετα.ι σε

6ά.Uος. ΊΌ μονα.στiιpι είνα. t μια. πίεση, ΠΟ'J για. y(J. κα.τα.νικiισει την aνθρώπ ινη

κ:ι.ρδιά., ε!να.ι ιiνά.yκη νiι. διαρκέσει σ' δλη τ+ι ζω·ή. Δ ια.ψορ::: τικ& &ιια. περά.σει

τ6 κατώφλι τοu μο·;αστηριc.u, έ-..<δiδετα.ι στα. έγκ6σμια. πά.θη &χα.λίνωτη.

~Οταν ή Τιτίκα. 6γrμε &.πb τό μονcιστ·/ιpι , δε μποροuσε να. 6pεΊ τiποτε ή­

σvχώτερο κ:ι.l μ.α.ζt πι~ iπικίvδvvο ιlπb το 'JΠ1τι τ·η; δοοίί Πλι:J!Jμ.έτ . llpψ.c

συνέχεια. τή-; μονα.ζιάς ·ι.α.l ιiρχΎ) τ·7jς tλ:::vθερi:ι . .;. Κήr.ος κλειστ6ς , ιΧ λλ<Χ y!ση

·φα.χειά., πλοuσια., ήοοyισ-; ι ·ι:r1 κα.ί μuροβόλσ .. Τα Ε~:ι. ονεφα. Βπως μέω. στ;;,

Page 46: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

686

μονα.στi)ρι, &λλά Χα.( &ντρες νέοι πού τούς θσ.μπόt)λεπε. Σιοερiνια. πόρτα. κα.t σ•ό μοvα.στήρι, σιοερέvια. πόρτα. κα.l δω, άλλά έδω 'ή πόρτα. 6ρισΧότα.ν πάνω στο δρόμο.

Άλλά., δπως εrπα.με, δτα.ν ~ρθε στο σπίτι α.ότο ήταν &.κόμη πα.ιοί. 'Ο Γι&.ννης 'Αγιά.vνης της πα.ρά.δωσε τον άκα.λλιέργητο Χijπο.

- Κά.νε 1.\,τι θέλεις μέσα. σ' α.ό•όν, της εrπε.

Κα.t 'ή Τιτίκα. διασκέδαζε. Μετα.κινοuσε 1.\λα. τa πuκν:Χ χορτά.ρια. κα.i τtς πέτρες, ψά.χνοvτα.ς κά."tω liπ' α.ότa γιιΧ ζοuζοόνια.. 'Έπα.ιζε &ς τ~ στιγμ~ πο:J

έρχότα.ν 'ή &ρα. νά πέσει στοuς μελαγχολικούς ρεμοα.σιιοuς τijς &ψηοικijς -lιλι ­κία.ς. Κι' &.γα.ποuσε τον κήπο α.ότο γι&. τιΧ εντομα. ποu εupισΧε στα. χ6ptα. , κά.τω &.πο τιΧ πόοια. της, &ς τή στιγμή πού ήρθε ή ώρα. ν& τον &.γα.πήσει γι&.

. τ άστρα. πού ε6λεπε &.νά.μεσα. ιiπο τα. κλαριά., πιiνω &πό τό κεψά.λι της.

Άγα.ποuσε τον πα.τέρα. της, οηλα.ο~ το Γιάννη Άγιά.ννη, μ' δλη της τr1ν ψuχ~ κα.l την κοφοιά. , τόν &.γα.ποuσε μ.έ μ.ι&ν &ψελi'j θuγα.τpικ~ περιπάθεια. κα.l θεωροuσε τον κα.λο α.ότον άνθρωπο ώς τον πιό ά.γα.πημένο κα.l &πιθuμητο σόντροψο.

Θuμα.τα.ι δ ιiνα.γνώστης, δτι δ κ. Μα.γδα.λην~ς οιά.οα.ζε πολύ, b Γιcί.ν~ης Άγι!Χννης κρ!Χτησε α.ότ~ τ~ σuνήθεια., τόσο, wστε εγινε εuχά.ριστος σuνομι­

λητ"ής.

Στούς περιπά.τοuς τοu Λοuξεμοοόρyοu, έξηyοuσε μέ λεπτομέρειες τα. πά.ν­

τα. στΎ]ν Τιτίκα., μιλώντα.ς μέ κείνα. πού διά.6α.σε κα.l με κείνα. πού ύπό- . ψερε. 'Η Τιτίκα. &vω τόν &κοuε, τ& μά.•ιrχ •ης πλrχνιόντσ.ν &όριστα..

Ό ά.πλbς α.uτος &νθρωπος ά.pκοuσε γιa τό στοχα.σμο τijς Τιτ1Χα.ς, δπως

άρκοuσε στα. μ.ά.τια. της δ ~γριος κηπος της. uοτα.ν κοuρα.ζότα.ν ν?ι. κuνηyz

τlς πετα.λοuδες ; &ρχ6τα.ν λα.χανισ.σμένη κοντα. στο Γιά.νvη 'Αyιά.ννη κ' nεyz: -"Α! -iόσο έτρεξα.! 'Εκείνος τη ψιλοuσε στό μeτωπο .

Ή Τιτίκrι: λά.τρεuε τόν κα.λΟv &νθρωπο. ΆκολοuθοGσε πά.ντrχ τ& ο~μα. ­

τά. τοu. uOπou 6ρισκότα.ν δ Γιά.ννης 'Αγιά.ννης έκεί κ' ή εόχα.ρ(στηση γι'

rχοτ"ήν.

Περισσότερο εόχrχρ ιστιόταν v&: περνα. στην πίσω rχόλ-ή, γιrχτt έκεϊ εμενε

δ Γιά.vvης Άyιά.vνης, περισσότερο tlγα.ποuσε το οωμά.τιό τοu με τlς ψά.θινες

κα.ρέκλες, &.πο τ:Χ πλούσια. επιπλωμένα. οωμ.ά.τιά. της.

Πολλες φορές, δ Γιά.ννης Άγιά.vνης, χαμογελώντας &.πο τ~ν εύτuχία. πού

α.1σθα.νότα.ν &.πο τ~ν ένόχληση, τής ~λεγε:

- Πrιyα.ινε λοιπον στο σπίτι σοu! 'Άφησέ με κα.ι λίγο μονά.χον! Κ!Χποu - κ!Χποu τον μ!Χλωνε κ' ε:κείvη μ.έ -tόv τρuψερό έκε'ίνο τρόπο, ποlι

lχε : τόση χά.ρη, 8τσ.ν &.πεuθύνετ~ι προς τόν π~τέρ~ &πό τόι. χείλη τής κό­

ρης.

, , ~ , , ο:.ι eLζ ~ λ' ' δ'ν - Πrχτέprχ, &γω κpuωvω στu σπιτι σου, γι~ τι u<> <:ι<Λ. εις εν~ χσ. ι κ:ι:ι ε

&νά.6εις ψωτιa στη σ6μ.πrχ ν& ζεσταίνεσαι;

Page 47: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

687

-'Έ, πΙΧιοl μ.οu! όπιΧ.ρχοuν τόσοι CΚ.νθρωποι πού ά.ξίζοuν πολύ περισσό­τερο ά.πb μένq., -ποu δεν lχοuν οuτε στέγη νιΧ σκεπιΧ.σοuν τό κεψά.λι τοuς.

- Τότε λοιπόν, για.τί στο δικό μοu το σπίτι εχει κιχί φω,ιιΧ κι' δ,τι &λλο χρειιiζετΙΧι;

- ΓιΙΧτί έσU ε!σιχι γuνιχίκχ παιδί μοu καί μάλιστα μικρή.

- Μπά.! κ<Χt πρέπει λοιπον οί ιiντρες νά. κρuώνοuν κα.t νά. κιχκοπεpνοuν; - Μερικοί &ντρες.

- ΚιχλtΧ, θα. ερχομαι τότε κ' έγw πολu σuχνά. έδω γιά. ν' &.νΙΧγκαστείς ν' &.νιi6εις κ' έ8ω ψωτιιΧ..

ΆκόμΥ) τοίί ιλεγε:

- ΙΙΙΧτέρΙΧ, γιΙΧτί τρως τόσο άσκΥ)μο φωμ[; - ΓιΙΧτί, πΙΧιοί μ.οu ... -'Έ, τότε θά. τρώω κ' έγw &π' ΙΧuτό.

:rια. να. μ.Ύjν τρώει κα.ί ή Τιτίκα. μα.Dρο ψωμί, δ Γι!Χννriς Άγιάννης ά.­

να.γκά.στΥ)Κε να. τρώει κι' α.uτbς &σπρο.

Ή ΊΊτίκα. θuμότΙΧν τά. νηπια.κιΧ της χρόνια: πολU &μuδρά. llpοσεuχότα:ν

πρωί ΚΙΧl ορ!Χδι γιά. τη μ.ητέprχ της, Π01J οέν τ"ij γνώρισε ΠΟτέ. 01 θεpνιχ ­

οιέpοι είχΙΧν μείνει στη μ.νήμη της σά. ouo μ.οpψές ά.π<Χίσιες. θuμ.6τrχν οτι μιά.

μέρσ. τijv εστειλΙΧΥ τΎι νύχτα. ν&. φέρει νερb &πb το δάσος. Νόμιζε δτι α.uτό

το μ.έρος ~τrχν πολU μrχκριά. ά.πο το Πrχρίσι . Ti); φα.ιν6τα.ν δτι ή ζω-ή της εί­

χε &.ρχίσει μέσα. σε μιά.ν &.6uσσο, ά.π' δποu τήν τρά.6ηξε δ Γιάννης Άγιάν­

νης. Ί'ά. ΠΙΧιοικά. της χρόνιrχ είχα.ν τuπωθεί στij ψα.Υτα.σ(α της, . σά.ν έποχij

πού 6pισκ6τα:ν περιτριγuρισμένη ά.πο σοιραντα.ποδα.pοuσές, ά.ράχνες κ<Χί ψίδια..

υοτα.ν τά. 6ρά.δια., πριν την πά.ρει δ uπνος, σκεφτ6τα.ν με τήν πα.ιδική της

ψα.ντα.σία., έπειδ'Υj δέ γνώριζε κrχθιχρtΧ, ?λν πρΙΧγμΙΧτικ&. ήτΙΧν κόpΥJ τσu Γιάν­

νη Άγιά.ννη, ψανταζόταν πwς ή ψuχΎJ τi)ς μητέρα.ς της είχε εισχωρήσει σ'

rχότο τον κα.λb άνθρωπο, κ' Ιiτσι -ήρθε νιΧ ζ-ήσει κοντά. της.

uΟτα.ν δ Γι!Χννης Άγι!Χννης κα.θότα.ν, ή Ί'ιτίκα ι:Χκοuμποίί-:Jε .τ6 μάγοuλό

της στ' &σπρα. τοu μ<Χλλιά. κα.l τότε διiκρuζε σιωπηλά, λέγοντΟ\ς μ.έ το νοu της:

«'Ίσως α.ότbς δ &νθρωπος νά. είνα.ι ή μητέρα. μοu>>. Άγνοοuσε κοιt τ' 15νομ.α. της μ.ητέpοις της. 'Όσες ψορές ετuχε νΓι. ρωτiι­

σει το Ι'ιιΧννη Άγιάννη, έκεϊνος σιώπησε . "Αν έπα.να.λά6α.ινε τήν έρώτηση,

α.uτος &.ποκριν6τ01ν μ' ενrχ χα.μ.6γελο .. Μιά. μέριχ έπέμενε στ"ijν ερώτφiι της

κα.l τότε το χα.μόγελο τοίί Γιά.ννη Άγιά.ννη ~γινε δά.κρu.

Auτ"ij ~ σιωπrι τοu Γιάννη Άγιά.ννη σκέπαζε τij Φαντίνα με σκ.6τος .

Γιατi ά.ριχγε; ιiπο προφύλcι.ξΥJ, fι ά.πb σε6ιχσμό; fι aπb φ66ο μήπως πα.ρα­

δώσει το ονομα. α.ότο στlς τύχες κ.α.l κιΧποια.ς ~λλης μνήμης, ~ξω ά.πο τή δική

τοu;

uοσο rι Τιτίκα; fJτ<~~ν μικρ-ή, δ ΓιtΧννης Άγιά.ννΥJς τi)ς μιλοuσε πρόθυμα. ' ..,).. r η ~~ .,, ' 'λλ ' ' - ?' '~ r για. τ, 1 μητερα. της , οτα.ν ομως εγινε νεα.pη κοπε α., 01uτο τοu ητα.ν αvuνcno .

Τοίί ψαινόταν δτι πιά. δεν τολμοίίσε. Για"tί τάχα; 'Εξαιτίας τi)ς Τιτίκ.α.ς, ες:;; ι-

Page 48: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

688

τίσ.ς της Φσ.ντίνσ.ς; Αίσθσ.νότσ.ν ενσ. εrδος θρησκευτικής φρίκης στΎ] σκέψη 15τι

μποροuσε νά. 6οcλει α.uτΥ) τη σκιά. στο μuα.λό της Τιτίκα.ς κα.i νiι, κά.νει τrι νεα.­

ρΥ) μέτοχο στό ενα. τρίτο της μοlρcι.ς τοuς . υοσο ϊερη τοσ ψσ.ινότσ.ν ~ σκιά. ε­

κε[νη, τόσο ψοβερώτερη την ενοιωθε. Σκεψτότα.ν τη Φα.ντίνα. κα.i ή σιγΥj πλά­

κωνε τό στήθος τοu. 'Έ6λεπε tΧμuδρά. μέσιχ στο σκοτάδι l::vιx πράγμα. ποu ε­

μοι!;(.ζε μέ θά.χτuλο πά.νω σέ στόμα..

Μήπως ή σεμνότητrt τijς Φα.ντίνrtς, ή σεμνότητrt ποu δτα.ν ζοuσz ξερι­

ζώθηκε άπο μέσα. της 6ία.ια., έπα.νijλθε δλόκληρη μετά. το Οά.να.τό της κα.l

κ!Χθησ~ π!Χνω στον τ!Χψο της, για. vά. έπσ.γρuπvα. όργισιJ.ένη γύρω &πο την ει­

ρήνη τΥ)ς νεκρijς κα.t γιά. νά. τη ψuλά.ει &.γα.να.χτισμένη μέσα. στον τάφο της;

Κσ.l μήπως δ Γιάννης Άyιάννης, χωρlς ν?ι. το κσ.τα.λσ.οσ.ίνει, &νεχότσ.ν την

πίεσή της; Έμείς ποu πιστεuομε στο θά.νσ.το, ~εν εlμα.στε κεt'I'Jt ποu θ' &.­πορρίπτα.με α.ύτΥj τη μυστηριακή Ε-ξήγηση. Γι' α.uτο γινόταν σ'ι..ε'6'-ν &Μνα.το

στό Γιά.vvη Άyιά.vvη vrι. προψέρει κα.l στrιv Τιτίκα &.κόμ.!;(. το ΟΨψα. Φσ.vτίνο:.

Μι& ιιέρα. ~ Τιτίκα. τοu εrπε: -Πα.τέpιχ , !Χπόψε εlδιχ τή μητέρα. μου στ' δνεφό ψ)U. Είχε δuο ιιzγά.-

λα. ψτερά. . 'Ότcι.ν ζοuσε ~ μ.ψέρα. μ.οu, θ& ~ταν &yι!;(. γuν!;(.ίΚ!;(..

-Γι& το μα.ρτuριό της, &.ποκρίθηκε δ Γιάννης 'Αyιάννης .

'Άλλωστε, δ Γιά.ννης Άγιά.vvης ήταν εότuχισιιένος.

'Ότα.ν ή Τιτίκα. εβγα.ινε μ.α.ζί τοu εξω, στήριζε τi; χέρι της στο μπράτσο

τοu, πεpήφα.νη κα.ί χα.ρσuμε:νη. Ό Γιάννης Άγιά.ννrις, 6λέποvτα.ς α.uτ?ι. τά.

τεκμήριο: της τρuψ~ρότητο:ς κο:l -.ης στοργής, ποu πr:ιοερχ?τα.v ιiποκλειστtκιΖ

κα.l μόνο. &π' α.ότόv, α.tσθσ.νότα.ν τήν κο:p_δ(ά. του vά. γεμίζει &πο &.γα.λλίσ.ση. Ό 6α.σα.νισμένος άνθρωπος σκφτοuσε ιiπ6 ίiΎγελιχή χα.pά. Νόμιζε στην πιχ­ρο:ψορά. τijς εuψροσύvης του, 15τι σ.uτό θ?ι. οια.ρχ.οuσε σ' δλη του τη ζωή. Σκε­

ψτότα.ν 8τι δεν ύπόcρερε &ρκετά. γι& νάνα.ι &ξιος τέτοια.ζ εuτuχία.ς κ' εuχα.pι­

στ:οuσε το θεό &πό τά. μύχια. της ψuχijς τοu, ποu εuδόκησε y' iyα.πηθzr τόσο, α.uτός, εvα.ς &θλιος, ~πο ενα. &.θωο πλά.σμσ..

της:

Ε'

ΡΟΔΟ ΑΙ~ΘΑΝΕΤ ΑΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ

ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ

Μιά. μ.έρο:, ή Τιτίκα. κοιτ!Χχτηκε τuχα.τα. στον κα.θρlψτη κα.ί είπε ι.ιiσα.

-Περίεργο! 'Γης ψάνηκε πwς Yj"CΙXY σχεδον ομορφη, πρ&yμα. ποu εφερε στην ψuχ'iι

της μιά. πα.ράξενη τιχpα.χή. Μέχρι τr; στιγμή εχι::ίνη δΕν είχε ψροντiσ~ι Π?>:~

Page 49: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

689

γι& το πρόσωπό της. 'Έβλεπε κα.μμι& φορά το πρόσωπό της στον καθρέφτη,

Γι.λλά ποτέ δεν είχε δώσε~ προσοχή . "Επειτα της είχαν πεϊ, πολλές φορές,

δτι ήτα. ν &σκημη. Μ6νο δ Γιάννης 'Αγιάννης &.πα.ντοuσε ήσυχα.:

-"Α, οχ ι, οχ ι.

Όπωσδijποτε, ή Τιτίκα. πίστευε πώς fιταν άσκημη κ' εγινε εψηοος μ

αuτη τr1 ν ιδέα, ή δπόία στά παιδιά είναι &νεχτή. Νά. δμως, ποu δ καθρέ­

φτης τής ελεγε τώρα., δπως δ Γιάννης Άγιιiννης:

-"Α, δχι, δχι.

'Εκείνη τη νόχτα δεν κ:1ψήθηκε.

-"Αν ~μοuν ομοpφη! σκεφτόταν. Τί πα.pά:ξενο θ&. ~τα.ν να. ~μοuν έyw δμορψη.

Και &ναθυμοόμενη τις συμμαθήτριές της έκείνες, ποu ή ομορφιά. τοuς

ε κανε eντ>jπωση στο μονα.στήpι, ε λεγε με το νοu της:

- Νά γίνω κ' έγώ ομοpφη σαν τή δεσποινίδα. τάδε;

Τήν &λλη μέρα. κοιτάχτηκε πιiλι στον κα.θρέφτη, κι' οχι τυχα.ία. δπως

&λλοτε, κι' &ρχισε ν' &.μφιΟάλλει.

- Ποu είχα τb νοu μου χθές; είπε, είμαι άσκημη.

Είχε &vκημ.::ι: κοψηθεϊ, τά μάτια. της ήτσ.ν πpησμ.ένα. κ' ή οψη της χλω­

μ~. Χθές δέν α.1σθάνθηκε τ6σο μεγάλη χα.ρά ποu πίστευε πwς fιτα.ν 15μορι:pη,

σήμερα ομως, ποu επα.ψε νσ. πιστεuει, ενοιωθε μεγά.λ1J θλίψ1J .• Δεν ήθελε πιά νά. ξα.να.κοιτ::ι:χτεί στόν κα.θρέψτη. Δεκα.πέντε μέρες προσπα.θοuσε νά. χτενίζε­

ται μέ τήν πλά.τη γυρισμένη προς α.uτόν.

Κiθε 6pά.δι, ϋστεpα. &.πο το φαγητό, συνήθως επα.φνε κά.τι να κεντήσει,

zνώ δ Γιιiννης Άγιιiννης κα.θόταν κοντά. της κα.t διάβα.ζε. 'Έτυχε μ.ιά φορά.,

σηκώνοντα.ς &.πο το κέντημα. τα μά.τια. της, ν& προφτάσει τον πατέρα. της ποu

τήν κοιτοΟσε κά.πως ά.νήσυχα.. 'Έμεινε εκπλrικτη ή κοπέλλα..

'Άλλοτε πά.λι, ένώ περνοuσε &.πο ενα. δρόμο, της ψά.νηκε δτι κάποιος

&νθρωπος, ποu α.οτη δεν τον είδε, ελεγε π(σω της:

-'Όμορφη κοπέλλα, &λλ& κακοντυμένη.

- Μπrί.! είπε ή Τιτίκα. κα.τά. νοσ, δέ θά. εννοεί εμ.ένα.. 'Εγώ, &.ντίθετα.

εlμα.ι κα.λοντυμένη κι' &σκημη .

Τότε ψοpοGσε &κόμη τα. ροGχα τοu μονα.στηpιοu.

Τέλος, μια. dλλ'Ι) μέρα. ποu επα.ιζε στόν κήπο, dκοuσε τήν Κα.'Ι)μέν'Ι) τή γρι&. Πα. να γιώτα. να λέει:

- Κupιε, κuριε, εϊδατε τη δεσποινίδα. τί ομοpφη ποu γίνετα.ι;

Ή Τιτίκα δέν &κουσε τήν &.πάντ-ηση τοu πα.τέpα. της, &.λλιΧ τ&. λόγια.

τής llα.ναγιώτας τής πpοκά.λεσα.ν ταρα.χή κα.l συγκίνηση . 'Έφυγε &.μέσως &πο

τον κΎjπο, &.νέβηκε στό δωμάτιό της, ετρεξε &μέσως στ~ν κα.θpέ-rτη, ποu τpείς

οδομ.ιiδες τον ε!χε &γκΜοιλείψει, κ' ~6γοιλε κρα.υγij. Δοκ1ιι7.'1~ εκπληξη κ' ή

rοια. &πο την ομορφιά. της.

44

Page 50: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

090

'Ήτ~ν ιi>ρ~ί~ κ~ί μα.ζί χ~ριτωμένη. Δε μπόρεσε νιΧ μη συμμεριστεί τη γνώμη τ'ijς Πα.ναφώτα.ς κα.ί τοΟ καθρέφτη της. 'Ήτ~ν σχηματισμένο το στη­θος της κα.ί γενικιΧ τό σώμα της, ή έπιοερμίο~ της είχε &σπρίσει, τά. μαλλιά

της γuά.λιζα.ν, μιιΧ ιΧγνωστη ~χτινο6ολία. ιΧν~6ε μέσα. ~τίς κόρες τών γα.λά.ζιων μα.τιιi)ν της. Ή πεποίθηση της κα.λλονης ήρθε σ' ~ότΥjν &πότομα., σά.ν ψώς ποu

&να τέλει. , Αλλωστε, οί &λλοι το παρσ.τ~ρησαν, ή Πσ.να.γιώτα. το είπε κα.τ'Υ/­

γορημ~τικιΧ κα.ί, κ~θ~)ζ φ~ίνεται, ό 6ια6ά.της έκείνος αuτην έννοοuσε, &μ:ρι­οολία. πι& δεν ~μενε. Κα.τέΟ'ΥjΚΕ πάλι στον κήπο, νόμιζε τον &α.uτό της 6σ.σί­

λισσα, άκοuε τιΧ ποuλιά. ν& κελαηδοuν κι' aς fιταν χειμώνας, Η5λεπε τον οό­

ρα.νζι χρuσωι.ιιένο, 'tQY ήλιο μέσα. στ~ οέντρα., ιlνθη πά.νω στοuς θά.μνοuς, f}τα.ν εξω &πο τον έα.uτό της, τρελλΎj, είχε κα.τα.ληcρθεί &πο μι&ν &.νέκcρραστη ΕΚ­στα.ση.

Ό Γιάννης Άγιάννης έξ &λλοu α.ίσθ~νότα.ν έ:να. ο~θu κι' &πεpίγp~πτο πόνο στ'fιν κα.ροιά.

τΗτα.ν dρκετος κα.ιpός ποu, πραγματικά., ε6λεπε κι' αuτός με τρόμο στην

ψuχή, δτι ή όμορψιιΧ της κοπέλλα.ς α.δτης &.χτινο6ολο0σε κά.θε μέρα κ~ί πε­ρισσότερο πάνω στο γλuκό της πρόσωπο. 'Ανοιξιάτικη αuγη γελαστή για. δ­

λοuς, γι' αότόν δμ.ως πένθιμη.

Ή Τιτίκα fιταν ομορψη &.pκετό κα.ιpο πpίν το καταλάβει. Άλλά. τοu

Γιά.ννη Ά yιά.ννη το μελαγχολικο βλέμμα. π λ ηyιJ)θηκε &π ο την πρώτη μέρα., ΠΟU είδε ν' ιiνΜέλλει το ιiπpοσδόκητο ΕΚείνο ψώς κα.ί νά. πεpιχuνετα.ι σ' ολο

το σώμα τijς νεαρής κοπέλλας. Ό Γιά.ννης Άγιά.νΥ"rJς κσ.τά.λα.6ε &.μέσως δτι

αότο σ~μΙΧ~νε μετιχ6ολi) στήν εότuχισμένη ζωή τοu. τόσο εότuχισμένη, wστε

δεν τολμοuσε οuτε να. μ.ετα.κινηθε! μ.έσΙΧ σ' α.ότήν, &.π6 cρόοο μ.ή διατα.pά.ξει τ!-'0 ~ θ , \ \ I \ I 0:0 \ \ .$, I

ποτε. ά.V ρωπος οωτος ποu περασε τα. πανοεινα. κα.ι ποu ~ 1τα.ν μα.τωμενος

ιiκόμα ιiπο τά. τρα.ύμ~τα. της μοίρας τοu, ποl) ήτα.ν σχεδΟν κα.κος κα.ί μετα.6λ1j­

θηκε σε &γιο, δ δποίος, &.φοΟ έσυρε τήν &λuσίδα. τοΟ κα.τέργοu, τώρα. πάλι

τρα.6ο0σε Γί.λλη ά.λuσίδα., &.όpατη 6έ6α.ια., ιiλλά. οχι λιγώτερο βα.ρειά., την ά.­

λuσίδα. της ιiτίμωσ'Υjς, δ &νθρωπος α.ότος ποίι &.κόμ.η οεν είχε λά.οει τήν &­ψεaη τοu νόμοu καί μποpvϋ ::ιε vά auλληψθεί σ~ κάθε στιγμή καί νa μετα­

φερθεί ά.πο τ~ σκ~ά. της ιipετ"ϊ)ς τοu, στο μέγα cρως τοG δημόσιοu έξεuτελι­

σμοΟ, δ aνθpωπος α.οτος εόλογ:,C>σ~ τοuς πάντες κα.l μ6νο Ι!. να. ζ ητοΟaε &.πο τον

'Ίψιστο, aπό τοuς &νθρώποuς, &πb :οuς νόμους , ιiπb τΥ)ν κοινωνία, ά.πb τη

cρuση, &πο τόν κόσμο, μόνο ενα: 'Η Τιτίκα. νιΧ τόν &.yαπα.! ΝιΧ μη στερηθεί • , I - τ ι ' Ν' ' • ... , ' θ ' ' <:' ' ' ~ -την α.γα.πη της ιτ κα.ς. α. μην εμποο ισ~ ι ο εος την κα.ροια. α.uτοu τοu πα.ι-

διοu νχ βρίσκεται μαζί τοu κα.l νιΧ μένε ~ μα.ζί τοu! Tou φα. ι νότα. ν δτι δσο ' τ ' θ I • I ) I '\ Ι"' , , τον :iγα.πά. η ιτικα., εpα.πεuετα.ι, !ΧνΙΧΠΙΧUετα.:, γα. ,ηνεuε~, ΠΛΊJ[ψupιι_ει !ΧΠΟ

&.yα..θά, &νταμείβετα.ι, aτεψανώνετα.ι. 'Όσο τον aγα.πα. ή Τιτίκα δλα. εΙνα.ι κα.λά! Δε ζητοuσι:: τίποτε Γί.λλι:J. "Αν τον ρωτοΟσε κα.νε[ς: Θέλε ις τίποτε κα.λ­

λ(τερο; θ' &.ποκpινότα.ν: 'Όχι! Κι' α.ν τοΟ Ιiλεγz ό θεός: θiλzις τόν οοpα.­

νό; Αοτbς θ' ιiπα.ντοuσε:

Page 51: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

691

-~Οχι, ζημιώνω.

Κ&.θε: τι πού &λλα.ζε: α.ότfι τοu τΥ]ν κα.τά;στα.σΎ), έστω κα.t στο έλιiχι­στο, τοuψερνε ρίγος, τοί) προξενοuσε ψόοο, για.τt τοολεπε σά.ν &.pχή &λλα.γijς.

Δεν ε:Ιχε μι:Χ.θει ποτ€ τί πράγμα. ε:Ινα.ι 1j κα.λλονή μιάς γuνα.ίκα.ς, &λλ!l. ιΧπό Ιiν­

στικτο α.tσθα.νότα.ν δτι ήτα.ν κά.τι τρομερό.

'Έβλεπε α.ότή τήν κσ.λλονή ποu &νθιζε κά.θε μέρα. κα.ί πιο θρια.μοεuτικα. κ' ελεγε:

-Τι ώpα.ία. ΠΟΙJ είνα.ι! Τι θά. γίνω έγιh τώρα. j

Σ' α.uτό, α.λλωστε, βρίσκετα.ι κ' ~ δια.ψορά. &νά.μεσα. στή στοργή μια.ς μη­

τερα.ς κα.ί τ~; στοργ~ς τ~ς οικ~ς τοu. 'Ό,τι α.ότος εολεπε με τόση ά.γωνία., μιά. μητέρα. θα. τδολεπε γεμι:Χ.τη χα.ρι:Χ. .

Δέν α.ργησα.ν νά. ψα.νερωθοuν τα. πρώτα. σuμπτώμ.α.τα..

Μόλις 1j Τιτίκα. ε!πε: &.ληθιν!l. ε!μα.ι ομ.ορψη! &.πό τήν &λλη κιόλα.ς μέρα.

άρχισε νά. προσέχε ι το ντύσιμό της . θuμ~θrικε τα. λόγια. τοσ δια.βιiτη: 'Όμορφη

κοπέλλα., ιiλλ!l. κα.κοντuμένη . ΈπωδΎ) ιια.ντείοu ποu πέρα.σε ιΧπό κοντι:Χ. της κ'

εσοησε, &.ψοu &ψησε στήν ψuχfι της τον ενα. ά.πο τοuς δuό σπόροuς, ποu ά.ρ­

γότερα. γεμίζeιuν τη ζωή τijς γuνα.ίκα.ς, τή ψιλα.ρέσκεια.. Ό α.λλος ε!να.ι δ Ιi ­

ρωτα.ς.

Κά.θε γuνα.ικεια. ψuχή ά.νθίζει μέσα. σ' α.ότή τή cριλα.ρέσκεια., 5τα.ν π ι ­

στέψει στήν όμορψιά. της . Ή Τιτίκα. έολεπε τώρα. τά. άκομψα. ψορέμα.τα., ποu

είχε cΧ.πό τό μονα.στ-ήρι κι' α.ίσθα.νότα.ν ιΧπέχθεια. κα.ί ντροπη γι' α.ύτι:Χ. . Ό πα.­

τέρα.ς της ί5εν της είχε &.ρνηθεϊ ποτ€ τίποτε. 'Έμα.θε &.μέσως δλη τήν τέχνη

τοu κα.πελλίνοu, τοu ψοuστα.νιο(), τών μα.νικετιών, τοί) ΠΙΧΠΟΙJtσιοu, τοί) όψά;­

σμα.τος ποu στέκει κα.λ!Χ, τοϋ χρώμ.α.τος πο\ι κολα.κεuει, μ' ~να. λόγο, τήν τέ­

χνη πο\ι κι:Χ.νει τήν Πα.ριζιά.να. γuνα.ίκα. πλι:Χ.σμα. χα.ριτωμένο, 6α.θu κα.ί πολU έ­

πικίνδuνο.

Δέν είχε περιiσει μ~να.ς κ' ή μικpη Τιτ!κα. ~γινε, στη θη6α.t8α. έκείνη της δδοu Βα.οuλώνα.ς , μιά. οχ ι μόνο &.πο τtς θελκτικές κοπέλλες τοσ Πα.ρι­σιοu, πρά.γμα. ποu κα.ί μόνο τοu δέ θil. f)τα.ν λ ίγο, &.λλά. κα.ί &.πο τίς κομψό­

τερες στο ντύσιμο . Έπιθuμοϋσε νιΧ την &.Ψtα.μώσει κα.t πά.λι «δ 8ια.6ά.τΎjς εκεί­

νος» γ ιά. ν' &κούσει τί θά. ελεγε κα.ί γιά. να. τοσ «δώσει ν?ι. κα.τα.λά.οει» . Τό γε­

γονος εΙνα.ι δτι ήξερε νά. δια.κρίνιοι μ' εόκολία. τό κα.πέλλο τοu &λψα. οϊκοu μό­

δα.ς, ά.πο το κα.πέλλο τοσ οητα..

'Ο Γιά.ννης Άγιά.ννης πα.pα.Χολοuθοuσε μ' &.γωνία. α.uτΕ.ς τtς όλέθριες προ­όδοuς κι' α.tσθα.νότα.ν δτι, ένώ έκείνος δέ μπσρσσσε ν' &να.ψτεpωθετ,. &.λλά. ή­

τα.ν ύποχpεωμένος νά. σέpνετα.ι πι:Χ.ντα., ~ το πολ\ι - πολu νά. περπα.τα., ~ολεπε

ν?:ι. ψuτρώνοuν ψτερΟι. στην Τιτlκα.. Κι' 1\μωι; "ιτα.ν ά.Μνα.το νά. π~ρα.τηρijσει δποι~δrιποτε γuν~ίκα. το ντύσι­

μο της Τιτίκα.ς κα.ί ν~ μή κα.τσι.λ~οει &.μ.iσως 1\τι α.οτή ~ κοπέλλα. δεν zίχε μητέρα.. Ή Τιτίκα. ιiγνοσuσε μερικές μικρολεπτομέρειες κα.l κ~ποιες εlδικες

Page 52: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

692

συνθΥjκες τΥjς γυνα.1κα.ς γύρω &πο το ντύσψ6 της. Π. χ. aν είχε μ.ητέp~ θ~

τijς ελεyε πώς μι!Χ νεσ.ρή κοπέλλσ. δε ντuνετσ.ι ποτε με δσ.μσ.σκ:ηνό ϋφα.σμα.

μ.ετ~ξωτ6.

Tijν πρώτη μέρα. ποu 6γijκε ή Τιτίκσ. με το φόρεμ& της &.πο μιχuρο οα.­

μσ.σκψο κσ.t το κσ.πέλλο της ά.πο άσπρο κρέπ, μόλις στηρίχτηκε στο μπρά:τσr;

τοΟ ΓιιΧννη ΆγιιΧννη, χα.ρούμ.ενη, . pλ6λα.μπρη, ροδοκόκκινη, περήφα.νη:

- Ιlα.τέρα., τοu είπε, πι7Jς με'· 6ρίσκε ις ετσ\ κσ.θώς ε!μα.\ ντυμένη;

Ό Γιά.ννης Άyιά.ννης αποκρίθηκε με ϋφος ποu εμοια.ζε με το πικρο έ­κεtνο τών ψθονερών.

-Ώρσ.ιότσ.τη!

Στον περίπατο, δ Γιά.νvη:; Άγ:ά.ννης εκείνη τήν ημερσ. σ•Jμπzρι::pέριJηκε με το συνηθισμένο τρόπο . ΆλλΟι. δτα.ν γόpισα.ν στό σπίτι ρώτησε τήν Τιτίκα.:

- Δέ θ~ φορέσεις πι~ εκείνη τήν άλλη σου φορεσιά: ... Auτij ·fι έρώτηση ~γινε στο δωμ·iτιο της Τιτίκιχς. Αuτή γuρίσε προς τΥ)

ντουλά:πιχ της, δποu κρεμότcι.v το πα.λιό της φουστά:νι κα.l &.πιΧντησε:

-"Α! τί θέλεις, πcι.τέρα., να. ξα.να.φορέσω α.uτη την &.ηδlα.; Δέν είνα.ι ροΟ­

χο γι~ Υ~ το φορέσει Πt~ κανείς. 'Εκείνο το κσ.πέλλο με κά:νει σ~ μι~ γρι~

κουκουοιΧyια..

Ό Γιά:ννης ΆγιιΧννης ιΧvα.στένα.ξε οα.θειιΧ.

'Από τή στιγμ.ή &κείνη, πσ.ρα.τήρησs δτι ή Τιτίκα, ποlι δlλλοτε ijθελε

νά. μένει πά:vτσ. στο σπίτι, λέγοντας: Πα.τέρα. , έy~) κα.λλίτερα. οισ.σκεδιΧζω &oG)

μα.ζί σου, ζητοuσε τώρα. κά:θε μέρσ. vα. 6γσ:ίνει περίπατο. Κα.l πρα.yμα.τικά.,

τί ώφελεϊ να. εχει κσ.νένα.ς ώρα.ίο πρόσωπο κα.l κομψο ντύσιμο, av δέν τά.

δείχνει ;

Ιlα.ρα.τήρησε .ι:κόμη δτι ή Τιτίκα δ~ν εuχα.ριστιότσ.ν πια. νά. περνά. τlς

ώρες της στην πίσω rι.uλή, δπως πρGησ., ιΧλλά. πρr;τιμοuσε τον κijπο, δπου

με μεγά.λη εδχαρίστησrι περιφερόταν κοντG< στη σιδερένια. πόρτα.. Δέν πα.τοΟ­

σε λοιπόν α.uτος στον κijπο, ά.λλά. σκυθρωπός κσ.l πικριχμένος, εμενε σ!Χ

σκύλος στην πίσω α.uλή.

Ή Τιτίκα , δταν κατά.λα.6ε δτι fιτα.ν ώpα.ία., iiχα.σε τη χά.ρη ποu εΙχε

δτοιν δεν τοξερε. ΧιΧρη γλυκ;:ά, γιατί ή κσ.λλονij είνσ.ι , riλήθειrχ, οuράνιο

πριiγμα., δτα.ν είνα.ι στολισμένη μt τη '; &:.ψέλεια. κα.l τ(ποτε π:ο &:.ξιολά.τρεuτο

ιiπο τijν άχτινοβόλσ. ιΧθωότητσ., κρσ.τώντrχς; στο χέρι της το κλειδί τοu ποιρά.­

δεισου χωplς να. το ξέρει. Άλλα. δ,τι lχοισε ή Τιτ(κ(l.. ιiπό τη χάρη τijς ιiθωότη­

τοις, το κέρδισε με τήν &.πόχτηση τοu &.λλου εκε(vου θέλγητρου τrις στοχοιστ:­

κότητα.ς. "Αν κιχl πλημμύριζε &π6 ·ήδονικες χαρες της νε6τψας, άπb τ"ijν ά.­

γνότητσ. κσ.l τijν κσ.λλονΎι , ή Τιτίκοι rf.πόπνεε . μι~ μελαγχολία τ.:•/.ι τΎιν εκοινε

ιΧχτι νο6όλα.

'Εκείνη ιΧκρι6ώς τΥ)ν εποχη τ"ijν ξοινσ.είοε ό Ινlά.ρ ιος , ϋστεprχ &.πο &:ξη

μ:Υjνες, στον περί πα. το τοΟ Λουξεμ6οόργου.

Page 53: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

693

ΕΝΑΡΞΗ ΤΗ~ ΜΑΧΗ~

Ή Τιτίκα. ορισκότα.ν aτή σκιά. της, δπως κα.t δ Μά.Dιος στή δική του,

πανέτοιμη γι' ά.νά.φλεξη . Το πεπρωμένο εργαζόμενο με τη μυστηριώδη ύπο­μονή του, εφεpε Ύjpεμα. κοντα. το ενα. στο &λλο τα. ουb α.uτα. πλά.σμα.τα., ποu

-ίjτα.ν γεμ.άτα. τρικυμισμένους ηλεκτρισμούς , ποu ~ψερνα.ν τον ~ρωτα. ιιέσα. τοuς,

δπως δυο σύννεφα. φέρνουν τον κεpα.υνο χ' εμελλε νά. σμίζοuν κα.t ν' &να.κα­

τωθοσν μ' ενα. ολέμμ.α., οπως τα. σύννεψα. με μιά.v &στpα.πή.

Τόση κοι.τά.χρηση τοu ολέμ.μ.α.τος lγιν;; στ~ έρωτιΎ.χ μ.uθιστορήμ.α.τα., ίbστε

πέρασε κι' α{y;:b σ' &νuπολψ~ία. . Σήμερα. μόλις τολμά νά. πεί κανείς δτι δuο

πλά.σμ.α.τα. &γα.πήθηκα.ν &πο τη οια.στα.ύρωση τοΟ βλέμματός τους. Κι' ομως, μ'

α.ότο τον τρόπο κα.t μόνο μ' α.uτ6ν γεννιέτα.ι δ Ι!pωτ-χς . Τ& όπόλοιπα. εΙνα.ι τ&

!)πόλοιπα. , iπέρχοντα.ι ϋστερα. &π' α.uτό. τίποτε πιο πpα.γμα.τικο ά.πο τοuς με­

γιΧλοuς σεισμ.ούς, ποu προκ-χλοuν δυb ψυχές ή μια. στήν &λλη κα.θιhς &ντα.λ­

λά.σσοuν α.ότή τήν &στρα.πή.

Κα.τα. τήv wρα. εκείνη, ποu ή Τιτίκα. εpριξε, χωptς να το κα.τα.λά.οε~ τb

ολέμμ.ιχ &κείνο ποu ιiνα.στάτωσε το Μ<Χριο, δ Μάριος δέν ι7.μ.ςρέ6α.λλε δτι κ ι'

&π' α.ότbν ~ψuγε βλέμμα. ποu &να.στά.τωσε τήν Τιτίκα..

ΤΥ); προκάλεσε τό ίδιο τρα.Ομα. κα.ί τ"fιv ιδια ά.γα.λλία.σ'Ι).

Άπδ πολ\ι πρίν, ή Τιτίκα. τbν εολεπε κα.t τbν έξέτα.ζε , οπως ολέποuν

καί περιεργάζονται τά. κορίτσια., κοιτά.ζωτας &λλοu. Ό Μά.ριος εuρισκε &-'

κόμη τήν Τιτίκα. άσκημη, οταν ή Τιτίκα. εupισκε το Μάριο ώρα.ϊο. Άλλσ. ' '>I ">' 1 ι δ ι 'ό ~ J, >">ι επειοη οεν την ~:pοσεχε νεος α.uτ ς, της ι 1τα.ν α.οια.φοpος.

Τi)ς -ίjτα.ν &διάψορος, κι' δμως δέν τi)ς διά.φεuγε οτι δ νέος α.ότος είχε

rίφα.ία. μαλλιά. , ώρα Ι α. μάτια., ώρα. ία. δόντια., γ λυκειά. φωνή, οτα.ν σuνομιλοuσε

ιιε τ'?uς ψιλ'?uς τ'?u, δτι οά.διζε κά.πως &δέξιιχ, a.ν θέλετε, &.λλGG οιιως με μ.ια.

ξεχωριστή δική τοu χάρη, οτι δε φαινόταν καθόλοu ν& στερείται πνεύμα­

τος, δτι είχε κάτι τb εuγεv_ικό, γ/:Jκό, άπλb κ~ι περήφανο στο δλο του κα.ί,

-;έλος, δτι ψαινόταν ςρτωχ6ς, &λλ~ κ α. θ ι:) ς π ρ έ π ε ι νέος.

Την ήμέpα. ποu τ~ μ&τια. τοuς σuναντΎ)θηκα.v κα.l δΎ)λωσα.ν μεμιάς μετα.­ζύ τοuς τa πpιJΊτα μυστιχa χι' &νέχφpα.στα. εχείνα πράγματα, ποu ψιθυρίζει τb

6λέμμα., στήν &ρχή rι Τιτίκ7. οεν κατά.λαοε τίποτε . 'Επέστρεφε σκεψτική στb

σπίτι τijς δδοu Δύσης, δποu δ ΓιciνΥ'Ι)ζ Άyιά.νν'Ι)ς, κατ& τη συνήθεια τοu,

είχε ερθει vά. περά.σει πέντε - itξη 6δομά.δες.

Τήν &λλη μέρα., μόλις ξύπνησε, θυμήθηκε τbν άγνωστο &κεtνο νέο, πού,

ενω τόσον κα.ιρb ~τα.ν ά.διά.φοpος καί πολu φuχρ6ς, τώρα. τi)ς φα.ιv6ταν δτι

Page 54: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

694

τήν πρόσεχε, &λλα. κα.μμιά. εόχα.ριστrιση δέν ενοιωσε &π' α.uτΥj τΥjν προσοχή.

'Ήταν μ&λλον εuσαρεστrιμέν't) μ' οιότο τον ~ΚQιτciεεχτο νέο. Κοιτα. 6οcθος &p­χισε ενας πόλεμος μέσα της. Tijς φάνrικε /\τι τώρα. ~ρθε, &πι τέλους, ~ ι~ψz

να. τόν εκδικηθεί κι' α.ότό τη·ι εκα.νε να. νοιώθει μια. παιδιιiτικη χαρά. Τώρα. ποu γνώριζε πιhς ήταν ώραία, οιίσθοινότα.ν, ~μυοριΖ &κόμ.α., δτι

κρατοuσε δπλο. Οί γυναίκες παίζουν μ.έ τΥjν καλλονή .. τους, /\πως τιΧ πα.ιοιά,

δτοιν κρα.τοσν μα.χα.φοcκι. Στό τέλος πλrιγώνοντα.ι.

θυμοuντα.ι ol &.να.γνωστες τοtις οιστα.γμοuς τοσ Μιiριου, τοuς χτόπους

της κα.ρδια.ς τοu, τοuς τρόμους. Κα.θότα.ν στόν πάγκο καί δέν πλ·ησία.ζε. Αuτl:ι

εκοινε τήν Τιτίκα. ν' &γα.να.χτετ . Μιά. μέρα. είχε πεϊ στό Γιάννrι Άγιάννrι:

-Πατέρα., δέν πα.με ν& περπα.τήσομε λ1γο προς &κείνο το μέρος;

Βλέποντας δτι δ Μιiριος οέν έρχότα.ν κοντιi τrις, πήγε έκε!νrι προς αu­

τόν. Σ' α.ότό, 8λες ο ί γυνα.τκες μοιιiζουν. Κ' επει-τ;α., πρα.γμα. πα.pά.ξενο, -τ;ό πρώτο σόμπτωμα. τοu γνήσιου ερωτα. στο νέο ε!να.ι ~ εειλία., στή νέα. ε!να.ι

~ τόλμη. Αuτό φα.ίνετα.ι άξιο άποpία.ς, κι' δμως εfνα.ι &.πλό . τα. δuό φuλα τεί­νουν νά σμίξουν κα.ί τότε παίρνει το Ιiνα. τίς tδιόητες τοϋ ά.λλου.

Έκείνrι τήν Ύ]μέpα., τb 6λέμμα. της Τιτίκα.ς εκα.νε τό Μιiριο πα.ριiξενο,

κα.ι τό 6λέμμ.α. τοu Μιiριοu eκα.νε την Τιτίκα. νά. τρέμει. Ό Μιipιος εφυγε

yφάτος θ&ppος. Ή Τιτίκα. γεμ.&.τΥ) &.νΥ)συχία.. Άπl:ι κείνΥ) τήν ~~ιέρα. λ&.­

τρευε δ ενας τόν &λλο.

Το πρώτο πpα.yμα. ποu α.tσθιiνθrικε 'ή Τιτίκα. ~τα.ν μιά θλίψη Όα.θειά. κι'

&όριστrι. Της φα.ινότα.ν δτι άπο τη μιά. μέρα. &ς την ά.λλ'f) ή ψυχή τrις εyινε

πένθιμ.rι. Εlχε τ'ήν ~ντόπωσ'f) δτι άλλαξε εντελι7Ις. Ή λzυκότητα. της ψυχής τι7Ιν

κοριτσιών, ά;πο δροσιά. κ' εuθυμία. φτια.γμέν'Υ), μοιά.ζει με .το χιόνι. Λυι;Ινει

στl:ιν ερωτα. κι' α.ότή, ποu ε!να.ι δ ~λιος τ'f)ζ-

Ή Τιτίκα. δε γνώριζε τί θά. πεϊ εpωτας . Οuοέποτε ά.κουσε ν~ προφέρε­

ται 'ή λέξη α•)τΥj μέ τήν έπίγεια σημασία. της. Στ&. 6ι6λία. τ'Υjς κλα.σσικ'Υjς

μουσικijς, ποu εμπα.ιναν στο μοναστήρι, ~ λέξrι ερως, &λλά.ζε κα.l γινόταν

θ έ ρ ο ς Υ) γ έ ~ ο ς. Άπ' α.ότό, πολλές φορές, -ή φpιiση γι•J6ταν αtνιγμα­

τικη καl γόμνα.ζε τΎj ι:ρα.ντασία τών μεγαλότερων μαθητριG1ν. 'Όταν π. χ. ά.­

παντοuσαν: <<"Αχ! πόσο εΙ να. ι εόχ&ριστος καί ποθητός δ γ~ρος! >> i'ι <<π&ει π~­

pασε τό θέρος!». Άλλα. ~ Τιτίκα. 6γijκε μ.ικpη άπο το μονα.στήpι, wστε δέν

πρόλα.οε να. οώσει προσοχή στο <<γέρο». Δέν 7jξερε λοιπόν τί ονομ.α ν7. οώσ~ι

σ' αότl:ι ποu α.[σθαν6ταν τώρα.. ΆλλιΧ μήπως γίνετα.ι άλα.ψpότερη Ύι &ρp(:Ι­

στεια., επειδΥj δ ιΧρρωστος δέν ξέρει τονομά. τrις;

Ή Τιτίκα. &yα.ποuσε πα.ροcψοpα., γιατί ήτα.ν ιiνίοεrι. Δέν ήξερε iJ.v σ.•)τb

~τα.ν χ.α.λο η χ.α.χ.6, ιiιι:ρiλψο η έπιχ.Ινεuν~, έπιτρεπ6μενο ή &.ποιγορεuμένο. 'Λ­

γαποuσε. Κα.t πολU θ' ιiποpοuσε α. ν κάποιος τ-η~ ελεγε:

- Δέν κοιμιΧσοιι; (;)! C~ιότl:ι &.παγοpεόετα.ι. Δέν τpώς; οιότl:ι ε!νCΙιι πr;ιλ•)

κακό. Αtσθ&.νεσαι 6α.ρuθuμία καt παλμ.οu~ στήν καρδιά; α.ότl:ι δέν έπιτρέπz-

Page 55: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

695

τrχ~. Κοκκινίζεις κrxi χλωμι~ζεις, 8τrχν gνrχς νέος μέ ιιrxuprx ροσχα. πα.pοuσι~­

ζετrχ~ σε κά.ποιrχ δεντροστοιχία.; α.δτο είνα.ι &.ξιοκα.τά.κριτο. Ή Τιτίκα. οέ οα.

μποροσσε να. κrχτrχλά.6ει τί της ελεγα.ν, κα.t θ' &ποκp~νότα.ν: Πιο ς είνα.ι οuνιχτό

ν& ψτα.ίω γ~α. πρaγμrχ πού, o::Jτi:: το γνωρίζω, οίίτε κrxt μπορώ να. κά.νω τί­ποτε;

Μ' α.δτό τόν τpόπο λciτpεuε τό ΜιΧpιο, σ~ν ενrχ πρ~γι-ια. χα.ριτωμ.ένο, ψω­

τεινb κι' &πίθrχνο. Έπειοή δμως ή &.κρ6τrχτ-η &ψέλειrχ σuνοέετα.ι μέ τήν &.κρ6-

τα.τη ψιλα.ρέσκεια., ψερότα.ν έλεόθερα., τοu χα.μογελοΟσε α.δθόρμ-ητα..

Περίμενε κά.θε μέρα. μ.' &.νuπομονησία. τήν &ρrχ τοσ πεpιπά.τοu. Εδρισκε

έκεί τό Μά.ριο κ' lνοιωθε &νέκψρΜτ-η &γα.λλία.σ-η &πό τήν πα.pοuσία. τοu. Πί­

στεuε δτι έζέφρα.ζε ολη της τή σκέψη με ειλικρίνεια., δτα.ν ηεγε στο Γιάννrι

Άγιά.νν-η:

- τί ώρα.ίος ποlι είνα.ι δ κήπος του Λοuξεμ6οόργοu!

Ό Μά.ριος κα.ί fι Τιτίκα. ζοσσα.ν δ gνα.ς γι& τόν ά.λλο, μέσ' στο σκοτ7.θι.

Δε σuνομιλοuσα.ν, δέ'J &λλα.ζα.ν χα.ιρετισμ6, δέ γνώριζε δ ενα.ς τον &λλο, μόνο

6λέποντα.ν. Κα.[, δπως τ' άστρα. στόν οuριiνό, πο•) τα. χωρίζοuν έκα.τομμόρια.

λεσγες, ζοuσα.ν μόνο γι& νά. 6λέποντα.ι.

Ή τ~τίκrχ στό μετα.ξu &.να.πτuσσότα.ν κα.t γινότα.ν σιγά - σιγά γuνα.ίκα.,

ομορφη, έρωτικ~, μέ σuνα.ίσθηση τijς κα.λλονijς της κrχί &γνοιlh τοσ ~ρωτά. της.

Κα.ί &πι πλέον ψιλά.pεσκ-η, &.λλ& &πό &.θωότ-ητα.. .

Ζ'

ΘΛΙΨΗ Π.ΑΝQ ~ΤΗ ΘΛΙΨΗ

οι πεpιστά.σεις τrjς ζωrjς ~χοuν δλες το δικό τοuς μuστικο ~νστικτο. Ή

ψόση, fι γριά κι' α.tώνιrχ μητέρα., ε ~δοποιοuσε κρuψά. κά.πως τό Γιά.ννη 'Λγιά.ν­

νη γι& τ-Υ)ν πα.pοuσία. το\ί Μά.pιοu. Ό Γιά.ννΥjς Άγιά.ννΥjς ~νοιωθε φpίκΥj. Δεν

εολεπz τίποτε, οέ γνι!>ριζε τίποτε, κι' δμως κοίταζε μ' έπίμονη προσοχή το

σκοτά.8ι , μέσα. στό δποίο ζοuσ<Ο, σιΧ νιΧ α. 1σθα.νότα.ν πώς &.πό τή μι& κά.τι ο!­

κοοομεϊτα.ι κι' &πό τήν &λλΎJ κά.τι γκρεμίζεται. Κι' δ Μά.ριος έπίσrις, εtοο­

ποιrιμένος ιiπο τήν rοια. μψέρσ., τή φuσrι (α.uτος είνα.ι δ νόμος τοu πα.νά.γα.­

θοu θεοu) , προσπrχθοσσε με κά.θε τρόπο ν& κρό6ετrχι &πό τον <<πα.τέρrχ» τijς

Ψιτίκα.ς. Άλλά. δέν τ& κα.τά.ψερνε πά.ντοτε, τόχα.ινε κα.μμt& ψορα. να. τόν 6λέ­

πει δ Γιάννrις Άγιά.ννrις. Τά. ψεpσίμα.τα. τοu Μά.pιοu οΕ:ν ~τα.ν πια. Κ!Χθόλοu ψu­

σικ~. Πολλές ψαρές, θέλοντα.ς νά. προψuλrχχτεϊ, επα.ιρνε δποπτες προψuλά:ξειι;;,

ά.λλ~τε πά.λt εκα.νε &οέξιες τολμrιp6τrιτες. Δέν &pχ6τΙΧ'Ι, δπως &λλοτε, κοντα. στον πάγκο ποtι κα.θότα.ν fι κοπέλλα.. Κα.θότσ..ν ιια.κριά. κ' εμενε σόι.ν ~κστrχτι-

Page 56: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

696

κός. Κρατοuσε itνα 6ι6λίο καί προσπο:όταν 1\τ ι διά.6αζε. "Αλλοτε ερχόταν μέ τδ παλιό τοu κοστούμι, τώρα. ψοροuσε κά.θε μέρα τδ καινούργιο. 'Ο Γιά.ννης Άγιά.ννης δέν ~ταν 6έ6αιος ~ν δ! διόρθωνε καί τιΧ ~λλιά. του σέ κομμω­τήριο. Τ~ μά.τια. τοu είχαν μιάν ά.λλ6κοτη ~~ψpαση, ψοροuσε γ!Χντια.! Μέ λί­γα λόγιοι, δ Γιά.ννΎjς ΆγιιiννΎjς ~ποστρεψότα.ν &πό τά 6ά.θη τΎjς ψuχΎjς τοu α.uτόν τό νέο.

Ή Τιτίκα. δέν ~ψηνε ν&. μαντέψει τίποτε δ πατέρας τ11ς ά.πδ τη συμπε­ριφορά. της. "Αν καί ή ίδια. ά.γνοοuσε τί ~κρι6ιί)ς α.[σθαν6τα.ν, κα.τα.λά.6αινε ομως οτι αuτδ ήταν κ&.τι ποu δέν ~πρεπε νιΧ το ψα.νεpώσει.

Άν&.μεσα στήν κλίση τi)ς Τιτίκα.ς yιά τον κα.λλωπισμb καl στην &μ.­φά.νιση τοu νέοu κοστοuμιοσ' ποu ψοροuσε δ &γνωστος νέος, όπi)ρχε κιiποιο;. παραλληλισμός, πού 6α.σιiν ιζε τδ Γιά.ννη Άγιά.ννη. "Ισως fιτα.ν τuχα.ία. συμ­

πτωση. Άναμψί6ολα. ήταν τυχαία.. Άλλά. , οuτε α.uτη ή σκέψη τον ήσύχιχζε.

Ποτέ Οέν άνοιγε τό στ6μα. του νχ jLtλήσει στην Τ ιτίκα y~' α.uτb τον a­γνωστο νέο, iλλά μια μέρα. σε μπόρεσε νιΧ κρατηθεί και μέσα. στην ά.όριστη

άπελπισία. του τΎjς ε!πε:

-Κοίταξε τό uψος αότοίί τοίί ν~ο•J, τί προσποιητο πού είναι! "Αν α.uτο γι νότα. ν πριν &.πό ενα. χρόνο, δτιχν ή Τιτίκα. 1jτα.ν . &κ6μα. ~Lt­

κρδ κι' &.διά.ψορο κοριτσά.κι, θ' &.ποκρινότιχν :

-"Οχι δά., ε!να.ι χαριτωμένος.

"Αν γινότιχν μετιΧ δέκα. χρόνια. κα.ί είχε στην κα.ρδιιΧ τον εpωτα. τοσ Μ-Χ­

ριου, θ' &.πιχντοίίσε:

- Πρα.yμα.τικά., προσποιψο κι' άνυτ:6ψcιρο, ~χεις δίκιο!

ΆλλιΧ σ' α.ί.ιτΥj τη στιyμη της ζωής της κα.l στην κατά.στα.ση ποl'> 6ρι­

σκότα.ν ή κα.ροιά. της, &.ποκρίθηκε μέ θα.υμ(Ι.στη άτα.ρα.ξία. κι ' άπόλuτη ~ρεμία:

- ΙΙοιός, έκείνος έκεί δ νέος;

Auτb κιχl τίποτε ~λλο , σ~ νά τόν z6λεπε τώρα. για πρώτη φορά στΎj ζωή

της.

- Τί &.νόητος είμα ι , συλλοyίστηκε δ Γιάννης Άγιά.ννης. ΟΙJτε κaν τόν είχε προσέξει, κ' έyw τής τον δείχνω.

"Ω &.ψέλεια των γερόντων! κιχί ώ 6ά.θος τών πιχιδιών!

'Ακόμη, κι' α.uτδ είνα.ι νόμος γιά τη νεαρη ήλικία. τοu πά.θους κα.t τΎjς

μέριμνας, γι& το•)ς σκληροός &.γώνες τοσ πρtiJτου Ιtρωτιχ κα.-:α. τίί>ν πρώτων έμ­

ποδίων, το κορίτσι να. μ~ν πιά.νετα.ι σέ κα.μ .. μια. παγίδα., ένιί> δ νέος πέφτει μέ­

σα σέ δλες. Ό Γιά.νvης Άγι~ννης είχε aρχίσει ενα.ν κρυψδ πόλεμο κα.τα. τοu

. Μά.ριου, τον όποίο δ Μάριος, μέ τΎjv εσχα.τη 6λα.κεία. τοσ π~θους κχί τ'Υ)ς "ήλt­

κ!α.ς τοu, οuτε τόv πήρε καθόλου χαμπciρι. Ό Γιά.ννης Άyιά:ννης τ-:;u lστησε

ενα. σωρό ένέδρες. "Αλλιχξε τtς ώρες τοu πεpι~~του, άλλα.ξε τον πciγκο του, ξέχα.σε το μαντήλι του, ήρθε μονά.χος στό Λοuξεμ6οuργο, δ Μά.ριος eπεσε σ'

δλες μέσα. μέ το κεψά.λι, δπως τ' &γρίμ.ι, κα.ί σ' δλ~ τα. &ρωτημα.τικα. ποu ε-

Page 57: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

697

στ'f)σε π&νω στό ορόμο τοu δ Γιά.ννΥJς Άγιά.ννης, εκείνος ά.ποκρίθψε μS: ά.φέ­

λεια, ναί! Ή Τιτίκα, στό μεrtα.ξό, εμενε τα.μποuρωμένη μέσα στ-Ι) ψο:ινομενt­

κη ξεγνοιασιά. της κο:l στην ά.τά.ρο:χη ~σuχία. τΎ)ς, τόσο κα.λιΧ μάλιστα, ώστε δ

ΓιάννΎJς Άγιάννης ε6γοιλε: το σuμπέρασμ.α οτι, αότος δ χά.χας είναι πο:ρά.φορα

ερωτευμένος μέ την Τιτίκα., ενω ~ Τιτίκα ά.γνοοuσε καt τ-Ι)ν i.ίπαρξ'ή τοu ά.­

κόμα.

Κι' 15μ.ως, σ'tό 6~θος τijς κα.ροι<iς του, οέν επαψε ν&. τρέμει. Άπό στιγμ-1)

σέ στιγμη μποροuσε να. σημάνει τό λεπτό, ποu ή Τιτίκα. θ' ιiγ~ποσσε κάποιον.

Μήπως ολα οέν ά.ρχίζουν ά.πό την ά.δια.φορία.;

Μια. ψορ!Χ. μόνο ή Τιτίκα εκο:νε εvα. σφά.λμο: ποu τον τά:ρα.ζε. Σηκωνό'Fα.ν ά.πο τον μπά.γκο τοu γι& να. ψόγουν, ιiψοσ είχαν καθ1Jσει τρείς ώρες κι' αuτη

τοσ είπε:

- Τόσο γρ'ήγορα;

Κι' δμως δ Γιά.ννης Άγιά.ννης έξακολοόθησε τοuς περιπά.τους στο Λουξεμ-

6οσργο, γιατl δέν ήθελε ν&. κά.νει κά.τι το ιiσuν-ήθιστο και γιοιτt ψο66τοιν μΎ)ν

προκοιλέσει την περιέργεια. της Τιτίκα.ς. Άλλfι., ΧIΧtrX τη διά.ρκειΙΧ των τόσο

γλuκων ώρων για. τοuς Μο έρωτευμένοuς, ένw ~ Τιτίκα. εστελνε το χαμόγελο

της στο Μά.ριο, ποtι μέσα στη γοητείΙΧ τοu, μόνο σ' ο:uτο ·ητα.ν προσηλωμένος,

δ Γιά.ννης Άγιά.ννης ~6λεπε τό Μά.ριο μέ μά.τιο: κόκ:κ.ινΙΧ ΚΙΧt τρομερά.. Αuτός

ΠΟU εlχε φτά.σει στο σημείο νΓJ. πιστεύει δτt ~τα.ν ιiνίκοινος πιά. 'Ιά. μισ-ήσει rJ.ν­

θρωπο, &ρχότΙΧ'ι σε στιγμές ποό, 6λέποντι:ι:ς το Μάριο έκεί, οι1σθοιν6τα.ν τόν

έαuτό τοu πάλι &γριο κ' α.ίμο66ρο κα.t δτι ιiνοίγοντα.ι κα( ξεσηκώνονται έ­

νά.ντιΙΧ σ' ΙΧuτόν το νέο, τa παλι&_ έκείνα. βάθη τής ψυχής του, ποu &.λλοτε ήταy

συσσωρευμένη τόση όργ-ή. Τι;ισ ψαινόταν δτι σχηματίζονται μέσα. του νέα 6-φα. ίστε ι ο:.

Μά. τί λοιπόν , ερχετα.ι νlι.. κά.μεt α.uτό το ον; Για τ( περιτριγυρίζει κά.θε

μέρα.; 'Έpχετα.ι νά. περιπολεί γόρω ιiπο τή ζω'ή, τίνος; f- ; bς Γιfι.ννη Άyιά.ν­

νη! Να. έπι6οuλεόετα.ι τΥ)ν εuτυχία του , γι& ν& τοtί τijν &ρπά.ξει κα.t νά. ψόγει

μα.ζί της! Κα.ι δ Γιά.ννΎ)ς Άγιά.ννης σκεψτόταν &.κόμη;

- Νοιί, γι' οιοτb ~ρχεται! 'Έρχε'tα.ι ν~ ζrιτfισει εpωτα! 'Έρωτα ; κ εγω

τότε τί θα. γίνω; Γι' οιuτο λοιπον ήμουν δ πιο άθλιος κ' uστερα. δ πιb δuσ-.:u­

χισμένος; γι' αοτb πέρα.σα &ξ-ήντα χρόνια. ζωης πιiνω στα. γόνοι τα.; yι' α.uτο

ίιπόφερα. οσα. μπορεί να ίιποφέρει άνθρωπος κοιt γέρασα. χωρtς να. γνωρίσω

νι~ τα.; κ' ~ζ rισα χωplς οικογένεια., χωρίς συγγενείς, χωplς φίλους, χωρlς γυ­

ναίκα., χωplς παιδιά. κα.t &.φφα σταγόνες ιiπ' το α.ίμα μου σ' δλες τtς πέτρες,

σ' ολα. τα. φρόyανα, σ' δλους τοuς τοίχους; ποu ~δειξα. &πιείκει.χ στον κ6οι.ι.ο,

&ν κα.t μοtί φέρθηκε τόσο σκληρά., ΠQU εδειξα. κα.λωσόννη στοuς ανθρώπους , α.ν

Κ<ΧL σε μένα ήτα.ν τόσο κα.κοf, ΠIJ'J εyινα. ~νθpωπος τίμιος Πcι:p' ολα οσα. Πέ­

pα.σα και μετοινόφα. για. ο,τι κα.κο εκα.να καt σuγχώρrισα δ,τι ΚGΙ.ΚΟ εκα.να.ν

Page 58: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

698

' ~)λ I έ "Ολ ' I I ' 1 I , ' .J. οι α. , οι σε μ να.; α. α.uτα. τα. uπuψερα. κα.~ τωρα. ποu • 1ρθε fJ στιγμ:ή νά.

OW, έπιτέλοuς, κ' έγw μιιΧν &ντα.μοιο~, τώρα. ΠΟU ψτιiνω στό τέλος τ6>ν δει­νG>ν μοu, τώρα. ποu &πόχτησα. α.uτb ποu ijθελα., ποu ά.γα.πιi>, ποu τb πλ~ρωσα., τό κέρδησα., τώρα. νιΧ ψόγοuν ολα. ~τσι &πότομα., νά. χιiσω τήv Τιτίκα., νά. χά.­σω τ'ή ζω'ή μοu, t'ή χα.ριi μοu, τ'ήν ψuχ~ μοu; Κι' α.uτό έπειδή ~ρθε στb vou ένός χα.ζοσ νέοu ν&ρθει στό Λοuξεμ6οuργο νά. μοQ δείξει τη χιipη της φιi­τσα.ς τοu;

Αuτα. σκεψτότα.ν κα.t τα. μιiτια. τοu κοκκίνιζα.ν κα.ί γίνονταν άγρια. κα.ί ψοοεpιi. Δεν ~μοια.ζε μέ &νθpωπο ΠΟU ολέπει άλλον άνθρωπο, οέν έμοtΙΧζε μ' έχθρό ποu 6λέπει έχθρ6, &λλιΧ μέ μολοσσό ποu &τενίζε ι κλέψτ"t). _

Τα. ιΗλα. ε!να.ι γνωστά. . Ό Μάριος δέ στα.μιiτφε τίς &περισκεψίες τοu.

Άκολοuθησε τ'ήν Τιτίκα. &ς τή Δuτικ'ή δοό . Μίλησε στb θupωρό. Άλλα. κι' δ θuρωρός μίλ"t)σε στb Γιάνν"t) Άyι&.ννη:

- Ποιός εΙνα.ι α.uτος δ νέος, κuριε, πού ήρθε κα.ί μέ ρώτησε μέ τόση περιέργεια. γιά. σ~ς j

ΤΥιν άλλη μέρα. λοιπόν, δ Γιά.νν"t)ς Άγιά.νν"t)ς eρριξε τή ιια.τιά. έκείν"t) στό

Μιiριο, ποό, έπιτέλοuς τ'ήν πήρε χΙΧμπάpι. ~rστερα. ά.πο δχτιί> μέρες δ Γιάν­

νης Άγιά.ννης είχε ψόγε ι κΙΧί ε!χε πά.ρει &π6ψΙΧση νά μήν ξα.vα.πΙΧτ~σzι οuτε στό Λοuξεμ6οupγο, ούτε στΥι Δuτική δΟό . 'Επέστρεψε στήν δδό Πλοuμέτ.

Ή Τιτίκα. δέν πα.ρα.πονέθηκε γι' α.uτό, δέν είπε τίποτε, δέv εκα.νε κα.μμιά.

&pώτηση, δέ θέλησε νιΧ μά.θει για.τί. Βρισκότα.ν ijδη στήν περίοδο , δποu φο-6οόιiα.στε μ~πως ε 1σχωρ~σει κα.νείς στ-Υj σκέψ"t) μα.ς κα.( πpοδώσομε τόν έα.uτό

μΙΧς. Ό Γιά.ννης Άγιά.ννrις δέν εfχε κα.θόλοu πείρα. ά.π' α.lιτές τl; ά.θλιότ"ητες, ΠΟΙJ εrνα.ι οί μ.όνες ΠΟU /iχοuν τόσ"t) γΑUΚUtΥ)τΙΧ ΚΙΧί τόσο θέλγψρο ΚΙΧί Of μόνες

ποu δε γνι!>ριζε. 1\ιχί Ξζα.ιτία.ς α.uτοu δεν κα.τά.λα.6ε κα.θόλοu πόση σημα.σlα. eο!χιο ή σ~ω-ιι;ή της Τιτ(χ~ς . Π:ι:.p~τήpηοιο μ.όvο δτ ι ij χ.οπιtλλα. ~γινε μελα.γχο­

λική κ' εγινε κι' α.uτbς σκυθρωπός. ΤΗταν κι' οί δuό άπειροι κα.! ή &.πειρία.

τοuς σuνα.yωνίζοντα.ν.

Μιά. μόνο φορά. θέλΎ)σε δ Γιά.ννΎ)ς 'Αyιά.ννΎ)ς νά. κά.νει μιά. δοκιμα.στικ'ή · &πόπειρα κα.l ρώτησε τήν Τιτίκα.:

- θέλεις νά. πάμε στόν κήπο τοu Λcuξεμβοόρyοu;

ΦG>ς, εόθuμ!α. δια.χόθηκε &.μέσως πά.νω στό χλωμό πρόσωπο τής Τιτίκσ.ς.

- Να.ί, ά.ποκρίθηκε ή κοπέλλα.

Πήγαν στb Λοuξεμ6οuρyο. Είχα.ν περά.σει οιιως τρε!ς μ'ijνες κα.t δ Μά.ριος

&πογοητεuμένος είχε στα.μα.τήσεt νQι πηγα.ίνεt.

Ό Μάριος λοιπόν οέν ~ταν έκεϊ.

Tr;v aλλrι μέρα. δ Γιά.ννης Άγιάννrις ρώτησΕ πά.λι τήν Τιτίκα.: - θέλεις ν&ρθεις στό Λοuξεμ6οuργο;

Έκε ί ν η ά.πά. ντησε ήπια. κα.ί λuπrιμένα.:

-'Όχι.

Page 59: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

699

Ό Γι&νν-ης Άyι&ννης πειρ&χτηκε &πο το θλιμένο δψος της κ~ι σuyκι­νήθ'Υjκε aπό τ'i)ν ήπιότ1Jτα..

τι να σuνέ6~ινε ά.ρα.γε μέσα. σ' α.ύτο το μuα.λό, το τόσο νεα.ρο καί τόσο &νεξιχνί~στο; Τί ν& έγκuμονοuσε; Τί ν& γινότ~ν μέσα. στην ψuχη της Τιτίκα.ς ; Πολλές νύχτες δέν κοιμότα.ν, εμενε καθισμένος π&νω στο κρεΜτι τοu μέ τό

κεψά.λι μέσα στ& χέρια. τοu κα.ί σκεψτότα.ν, νtί.χτες δλόκλ'Υ)ρες να 6ρεί, τί ν&

είνα.ι έκε'ίνο ποu &π~σχολε'ί το μuα.λο της Τιτίκα.ς.

Κα.l σ' α.οτές τίς στιγμές, (f)! πόσο νοστα.λγ~κιΧ εστρεψε τ& ολέμμα.τά τοu

πρός το μονα.στήρι! ΤΥ]ν &σπιλ'Υ) εκείνΎJ κορuφ~, τον τόπο εκείνο τών &yγέ­

λων, το ιiπρόσιτcι έκείνcι χιόνι της ιiρετης! Μέ πόση μετα.μέλεια. ά.να.θuμότα.ν τόν κ'Υ)πο έκείνο τοσ &.να.χωρητηρίοu, το γεμά.το &πο λοuλοόοι~ κι' &πο &προr.­

γες παρθένες περιορισμένες στοuς τοίχοuς, δποu ολα. τα. μόρα. κι' ολες οί ψu­

χές &.νεοα.ίνοuν κσιτ' εοθεl~ στον οορ~νό! Πόσο λά.τρεuε τη γι& πά.ντα. Χλει­

σμέΥΎ) ΕΚείΥΎ) 'Εδέμ, &πο τ~y δποία. οyήκε θεληματικά κα.ί κα.τέοηκε &.νόητα.!

Κα.t πόσο μετα.νοοσσε για τήν α.ύτοθuσία. τοu, vrx θέλει νΓJ. ξα.να.φέρει τΥ)ν Τι­

τίκ~ στον κόσμο, δ οuστuχ~ς α.ότος ήρω~ς της θuσ ία.ς, ποu τόν <lρπα.ξι: κα.ί

τον κα.τα.σπάρα.ξε ή ίδια. τοu ή &φοσίωσ1J. Κ' επανα.λά6α.ινε συνεχώς: -"Αχ! τί εκσ;νοι! τί eκσ;να.!

Άλλά., τίποτε &.π' οιότ& δέ φιχνέρωνε στην Τιτίκοι, πρός τήν δποίοι φε­

ρότα.ν πάντοτε '7;ρεμcι κα.ί μέ κα.λωσόνη. Ο! τρόποι του μά.λιστα. eγινcιν πιο

πα.τρικοl κα.ί πιό στοργικοl &.πό ά-λλοτε. "Αν κάτι μποροσσε v?J. φανερώσει

τ"fιν &λ&ττωση τής χ~ρα.ς τοu, ~ότό ήτ~ν ή περ:σσότεp1) μεγ<Χλοψuχία. τοu.

Κα.ί ή Τιτίκcι &πο τη οιΧή της πλευρά μ~ρ~ι.,ι.ότ~ν μ.έ το πέρ~σιJ.~ τοu

χρόνοu . Ίπόφερε &πο. τΥ)ν &ποuσ[α. τοσ Μά.ριοu, οπως εvοιωθε &.πέραντ11 &.­γα.λλίΜη ά.πό τi]ν πcιροuσίοι τοu, πα.ρά.δοξα., χωρίς κα.ί ή ίδια. ν7. κα.τα.λαο<Χί­

νει &.κριοώς για.τί. 'Αλλ-Χ κι' ~ότ~ οέν &ψησε τίποτε &λλο ν& οι~κρlνει δ

Γιά.νν1Jς Άγιά.ννης, έκτός &.πό τi] χλωμά.δα. της. Δέν Ε:πα.ψε νΓι. eχει τό πρό­

σωπό της το ϊοιο γλυκό κα.ί χα.μr.ιγελ~στο δψr.ις το•J.

Κα.ί μ6ν1J ομως α.οτ~ ή χλωμά.8cι .fιτ~ν &ρκετ~ γι& να κά.νει το Γιά.ννη Άγιιiννη ν' &.νησuχεί πολύ. Κάποτε τij ρωτοuσε:

-Τι έχεις;

Κι' α.ότi] &.ποκρινό":α.ν:

- Δέν εχω τίποτε .

uy στφ:ι. &.πό μικρΥ) σιγή, έπειο~ κι' ~ότΥ) μά.ντευz τόν ψυχικό πόνο τr.ιu

Γιιiννη 'Αγιά.νν1J, τον ρωτοσσε:

-Έσu δμως, π~τέρα , τί εχε~ς;

-Έγtί)! ά.πα.ντοσσε δ Γιά.νν1Jς Άγιά.νν1Jς, δέν εχω τίπστε! τί ν& ~χω;

τα δuδ αύτιΧ πλά.σμα.τα., τ:ο•) είχαν τόσο &.ποκλz(στικιΧ κα.ι τ6σσ σuγκινη­

τικά &.γα.πηθεϊ, ποu itζησα.ν τόσο κα.φό τό ενα. &.πό τό ~λλο, ύπόψερΙΧν σ~με-

Page 60: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

700

ρα. το ενα. πλά.ι στο άλλο, το εvσ. &ξσ.ιτίσ.ς τοu άλλου κσ.t οuτε ελεγα.ν τίποτε, οuτε μ.νησικα.κοuσα.ν, rι.ηα. πά.vτα. χα.μογελοuσε το ενα. στο &λλο.

Η'

ΟΙ ΑΛΥ~ΙΔΕ~

'Απ' α.δτά τά δυο πλά.σμα.τα., το πιο δυστυχισμένο -fιτα.v δ Γιά.ννης 'Αγιιiν­vης. Για.τ! ή νεότrιτα. κσ.! μ.έσσ. στ!ς θλίψεις τrις εχει πά.ντα. κά.ποιο ψwς δι­κό τrις.

Σε μ.ερ ικες στιγμές , δ Γιά.ννης Άγιά.ννης όπόφερε τόσο, ι'i>στε γινόταν παιδί. ΕΙνα.ι χα.ρα.χτηριστικδ τοσ πόνου ν' &.π'?κα.λόπτει τ~ν πα.ιδικ'ή πλευρ!Χ

τοο iνθρώπου. Αtσθα.νότα.ν δτι ή Τιτίκα. τοuφευγε άμετά.κ.λητα.. Έπιθυμοuσε

ν' άντα.γωνιστεί, να. τήν κρατήσει, να. την ενθουσιάσει με κά.ποια. εξωτερική λαμπρότητα.. 'Έτυχε να. δεί μιά. μέρα. νά. ΠΕι-'Ιά &.πο μπροστά. του ενα.ς στρα.τ'Υ)­

yος κ.α.οά.λα. στ' άλογο με τη μεγά.λη στολij. Ό Γιά.ννης Άγιά.ννης ζ-ήλεψε

ω'ιτο τον άνθρωπο με τά. χρuσά.. Θα. θεωροuσε τον &α.uτ6 του εοτuχισμ.ένο, av μπcpοuσε κι' α.uτός να. φορ~ί μιi τέτοια. στολ'fι, κά.νοντα; τ~ σκέψη δτι, ~ν ~

Τιτίκα. τον εβλεπε με τέτο:α. στολή θ&. θα.μπωνότα.ν κα.ί μάλιστα., δτσ.ν περ­

νοuσε με τ-Υjν Τιτίκα στηριγμένη στο μ.πpά.τσο _τ'?u, &.πο την πόρτα. τοσ Κερα.­

μεικοu π. χ. κα.ί οί σκοποί θ& τοίί πα.ρουσία.ζα.ν δπλα., δπωσοήποτε ... θά μπο­ροuσε vά. 6yά.λει &.πο την 1δέα. της Τιτίκα.ς νά κοιτά.ζει τούς νέους.

Κά.τι &πρόσμενο ήρθε γιά. νά. οια.τcφά.ξε: τ!ς θλιβερες αοτες . σκέψεις του. Άπο τότε πού εyκα.τα.στά.θηκα.ν στi'jv δδο Πλουμέτ, είχσ.ν συνηθίσει να. σrι­

κώνονται πολύ πρωί κα.ί νά. βγαίνουν εξω &.πο την πόλη, γι& να. βλέπουν τήv

iλνσ.τολΎ) τοο Ίjλιου.

'Ένα. τέτοιο πρωινο λοιπόν, ήτσ.ν Όχτώ6ρης τοίί 1831, σηκώθηκαν 6α­θει&. χα.pά.μα.τα. καί 6γήκ!Χν στά χωρά.ψισ.. Φα.ίνοντα.ν ά.κόμ.α. άστριχ στον οό­

ραvό, ή γη ήτα.ν μαύρη , τα χορτά.ρια &να.τρίχια.ζα.ν &πi:J τr;ν πρωινi) α.uρα., ε­

να.ς κορuδσ.λλος κελα.ηδοuσε ά.πο μ.εyά.λο δψος, σα. vά. 6ρισκότα.ν &.νά.μ.εσα. στ'

&στέρια. κ' ελεγε; δτι δ uμ·ιος αότος τοίί μ.ικροu ποuλιοu προς το άπειρο γαλή-

' νευε τΎ)v &.περα.ντοσόνη. Ή 'Αφροδίτη πρό6α.λε &πο ενα. μαίίρο λόφο στον α.ί­

θέριχ &.στριχψτερ-ή, σά.ν ψuχη ποu &.νε6ιχίνει στον οδρα.νό.

'ΌλΙΧ επνεα.ν γrι.λ'fινη κα.ί σιγαλιά.. Άπο μακριά φαίνονταν &.ραιοί έργά.­

τες ΠΟ'J π-ήγσ.ινΙΧΥ στη οοuλε:ά. τους.

Ό l'ιά.ννης Άγιά.ννης εΙχε καθίσει στο κατώφλι μ. ιάς κλειστής πόρτιχς

έξοχικοο σπιτ:οσ. Κα.θότιχν με τb πρόσωπeι γυρισμένο προς το δρόμο καί τίς

πλά.τες προς τΥjν &.νιχτολή. Ε!χe ξεχά.σει δτι θ&6γα.ιvε δ Ύjλιος, eίχe 6uθιστεί

Page 61: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

701

στtς μελαγχολικές τοu σκέψειζ. Σκεφτόταν τήv Τιτίκα, τήν εότuχία. τοu, a.ν

θέν εμπα.ινε κσ.νεtς &νά-.μεσά-. τοuς νιΖ τή θιο:ταρά.ξει, το φως, με τό όποίο εκεί­

νη γέμιζε τή ζω~ τοu, φως ποu ~τσ.ν ή πνοΥ) της ψuχης τοu. Καl ήταν σχε­

δόν εuτuχισμένος μ' αότούς τούς σuλλογισμοuς. Ή Τιτίκα., ποu στεκόταν κοντ&

τοu, κοίτα.ζε τt.t σόννεψα. ποδ &ρχιζα.ν ν" ροοίζοuν. Ξσ.ψνικ~ ή κοπέλλσ. φώ­

ναξε:

-Πα.τέρα , κοίτα.ξε ενσ. πλijθος, πού ερχετσ.ι tiπό κεϊ κάτω!

Ό Γιά.ννης Άγιά.ννης σήκωσε τ~ μά-.τι'.'·· Ή Τιτίκα είχε δίκιο. Έρχότα.ν ά.πό μακριά μι& μεγάλη σuνοδία φορτηγα. &μά.ξια. κσ.l κα.οσ.λά.­

pηοες. Σέ λίγο θισ.κρίνονταν τ' !Χμά.ξια, ήταν έφτά, τό . ενσ. κατόπιν τοσ &λ­

λοu καl το φορτίο τοuς ήταν ~νθpωποι .

οι θια6ά.τες συγκεντρώνονταν πά.νω στο δρόμο, ιiπό τή μια μερια κα.ί

την &λλη, ιiπό πεpιέpγεισ. να 8οσν τ'ή σuνοδία.. Σε κάθε &μάξι 6ρίσκονταν ε(­

κοσιτέσσεροι δεμένοι κα.τά.δικοι, ποu μετα.ψέpοντα.ν ιiπο τό ενσ. κάτεργο στό

~λλο. ~Ητσ.ν χ,ιτρινοπρά.σινοι !Χ.πb το πρωινο ψuχος. Φοροuσαν μπαμπιχκερ<Χ

παντελόνια καί είχαν γι>μνδ: τιΧ πόδια τοuς μέσα σέ ξΙJλοπά.ποuτσα..

οι φόλακες ποu τοuς σuνόδεuα.ν 6λχ,σπιμοuσα.ν. οι ά.λuσοδεμένοι δεν ε-

6γαζα.ν λέξη . Μερικοl κρατοuσα.ν κάτι ποu εμοια.ζε μέ μα.ίιρη πέτρα. κσ.t το­

ψερνα.ν στο στόμα. πpοσπα.θώντ;ι.ς νά το δαγκά.σοuν. ~Ητα.ν το ψωμί τοuς. Κσ.τιΧ

διαλείμματα. &κοuόταν δ χτt.ίπος pα.6διο0 ποu επεψτε σέ πλά.τες η πάνω στα. κε­

φάλια. . Μερικοt &π' σ.ύτούς τούς ά.νθρώποuς χα.σμοuριόνταν. Τα. κοuρέλια. τοuς

ήτα.ν φριχτά., τα. πόδια. κρέμοντσ.ν, τά κεψά.λια. σuγκρούοντα.ν , τα. σίδερα κοu­

δούνιζσ.ν τιΖ μάτια. ε6γα.ζαν άγριες ψωτιές Πίσω &πο τη σuνοδίιχ ετpεχα.ν τώρα.

πα.ιοιιΧ ποu κά.γχα.ζα.ν κα.ί κρα.ύγα.ζα.ν. ·

"Αν !πεψtε μιιΧ οpοχ~, πού θ!Ζ τήν tl.κολοuθοuσε άλλη κι' άλλη ΚΙΧt μοίι ­

σκεuε τα. ροuχοι - κοuρέλια. των κοιτα.δίκων κ' εψτα.νε &ς το κόκκα.λο, κα.l κολ­

λοuσα.ν τα πα.ντελόνισ. τοuς πάνω στα. σκέλη τοuς, κοιl γέμtζοιν νερό τδ: ξu­

λοπά.ποuτσά. τοuς, ή πομπή θιΧ σuνέχιζε τήν πορεία. της κ' έτσι πα.γωμένοuς καl

μοuσκεμένοuς, οί φt.ίλακες θ& τοuς εδερνιχν πά.λι, μόνο πο\ι οι κα.μτσικές οέ θα.

ι.ι.ποροσσσ;ν νόι δια.κόψοuν το τρίξιμο των δοντιων ιiπο το τουρτούρισμα.. <Η &­λuσίδα μέ τΎjν δποία ~τα.ν δλοι δεμένοι θδ: &ξσ.κολοuθοuσε να. τοuς κρσ.τα. liπo

τό λα.ιμό. 'Ήτα.ν &.δύνα.το ν:Χ μη φρίξει δ &νθρωπος, βλέποντσ.ς σέ τόσο ελεεινή

κα.τιΧστα.ση πλά.σμ.ο;τα ομ.()ιtΧ τοu.

τα. ρα.οδια. των δεσμ.οψuλάκων δέν εκσ.ναν έξαίρεση οuτε στοuς &.ppώ-\ ' , \ tt f? ~ ~ , t: ~ , , \ \ ., ~ ,

στοu;, ποu κειτονταν μεσα στο εοuοι.ιο αι.ια-.ι , οεμενοι με τ?; σκοινια. κι α.κινη-

τοι, δμοιοι με σα.κκι& γεμάτα. &θλιότητ?;.

Βγήκε δ -Ιjλιος. 01 ι.ι.οχθηροί στοχασμοί ψα.νεριiJθηκα.ν στο πρόσωπο των

κα.τα.δίκων. 'Η στιγμή ~τα.v ψοβερή. παροuσιά.στηκαν, φωτισμένοι ±πο τόv ΎΊ·

λιο, δο.ίμ.CJνzς χωρίς πρCJσωπεϊα., ψuχΕς θηρίων γuμ.νές. Μερικοί Ο:π' α.uτο.J;

είχα.ν κέψ: κα,t yι' &στεϊα.. Είχαν στο στόμα. σωληνά.κια. &πό φτ~p&. κ::ιλ γ:ι -

Page 62: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

702

σοuσα.ν π~νω στό πλήθος τών θεα.τών ψείρες &πό τa 6ρώμικα. κουρέλια. τους

κα.ί, μά.λιστα. , κα.τιΧ προτίμησrι πά.νω στl ς γuνα.ίκες.

Χάος &πό συμφορΕ:ς κα.l οά.σα.να. δλη α.ότΥj ~ φρικαλέα. προπομπ-ή! Κά.Οz

· κτήνοuς τή μορφή μποροuσες ν&. τή διακρίνεις στa πρόσωπα. α.ότών τιJ)ν iν­θρώπων. 'Έβλεπες &.νά.μεσά. τοuς γέροu;, νέοuς εψη6οuς, κρανία. γuμνά., γκρί­ζα. γένεια., τερα.τωδίες κuνικές, όποτα.γΕ:ς &ξα.γριωμένες, οψεις άγριες, &.πε­

γνωσμένες στά.σεις, ρόγχη χοίρων χωμένα. σε παντοειδή κασκέτα., κεφιiλ~α. σlι.'Ι

κοριτσιών μέ κα.τσα.ριΧ μα.κριιΧ τσοuλοόψια. στιΧ μά.γοuλα., πρόσωπα. πα.ιοικδι. κα.t

γι' α.ότό πιο ά.πα.ίσια., ά.ποσα.ρκωμένα. πρόσωπα. σα. σκελετοί, ποu δέν τοuς it­λειπε πι;ι;ρ~ 6 θ~να.τος.

Κά.θz ά.μά.ξι είχε τή δικ-ή τοu ψuσιογνωμία.. Στο Ιiνα. &.π' α.ότιΧ τρα.γοu­

δοuσα.ν χuδα.ίους στίχους, στο ά.μέσως έπόμενο οuρλια.ζα.ν, στο άλλο &πλωνα.ν

τα. χέρια. να. τοuς έλεήσοuν. Σ·tb &λλο Ι::τριζα.ν τα. θόντια., στο πιο πίσω βλα.­

στημοuσα.ν το θεό, ενα. άλλο ά.πειλοuσε τούς διαοά.τες . Τό τελεuτα.ίο σιγοuσε

σδι.ν -.ά.ψος. Ό Δά.ντης, σ..ν Ι::ολεπε τήν πομπή, σίγοuρα. θ&. νόμιζε οτι ορίσκον­

τα.ι σέ πορεία ο! έψτα. κόκλοι της κόλασής τοu.

'Επειδή τιΧ τρα.γοόδια. κα.t ο[ 6λα.στήμιες πλήθα.ινα.ν, Ιiνα.ς &.πό τούς &ν­

τρες της σuνοδία.ς, δ ά.ρχηγός τοuς ίσως, ά.νέμισε στον &.έρα. τ~ μαστίγιό τοu

κα.l μi τό σόνθηιια; α.ότό, χα.λά.ζι &.πό pα;οδισμ.οuς έπεφτε τuφλ&. π~νω στα.

έψτα. &μά.ξια. . Πολλοί &.π' αότή τήν ά.νθρώπινη μά.ζα μούγκριζαν κι' &ψpιζαν,

α;ότό διπλα.σία.σε τή χα. ρ&. τών παιδιών, πού εlχα.ν σuγκεντρωθεί σα. σόννεψο

ά.πό μόγες γόρω &.π' α.ότιΧ τιΧ κα.ρκινώματσ. τijς κοινωνία.ς.

Το μά.τι· τοίί Γιάννη Άγιά.ννη itγινε τρομα.χτικ6. Δέν ~τα.ν πια. μ.ά.τι &κει­

νο, Υjτα.ν γ"Jα.λί, πάνω στό δποίο &.ντικα.τοπτρίστηκα.ν δλες α.ότΕ:ς οί καταστροφές

κα;l φρίκες. θέλησε, δ ερημ.ος να. φόγει, ν&. μή 6λέπει το ψpιχτο θέα.μα., &.λλα.

δΕ.ν κατόρθωσε να. κινηθεί. θuμήθηκε δτι πρtν τρια.ντα.πέντε χρόνια. εlχε πέ­ράσει κι' α.ότός μΕ: τον ίδιο &.κριοώς τρόπο κι' &.πο τόν ίδιο δρόμο, μετα.φzρό­

μ.ενος, δπως κι' α.ότοί , ά.πο το Ιiνα. κάτεργο στο &λλο. - Πα.τέρα., τον ρώτησε ~ Τιτίκα., τρομ.α.γμένη κα.l μέ κομμένη τήν ά.ν:L­

πνο·ή, τί ά.μιiξια. είνα.ι α.ύτά.;

-'Έχοuν μέσα. κα.ταδίκοuς τοίί κα.τέργοu, &.ποκρίθηκε δ Γιά.ννης 'Α-

γιάννης.

- Κα.l ποu τοuς πάνε;

-Στο κάτεργο. 'Εκείνη τή στιγμή έπα.να.λ ήφθηκε δ -ρα.γδα.ίος ραβδισμός. κα.ί μα.ζ( μ.έ τ&.

ρα.6διδι. τών δεσμοψuλά.κων &.ν:ικctτεότηκα.ν κοιt τιΧ σποιθιιΧ τών χωροψuλά.κων κα.l χτuποuσα.ν κι' α.t'ιτά. μέ το πλα.τu. UΟλα. τά. κεφάλια. τών καταδίκων ε­σκuψα.ν. Μια. φρικαλέα. κα.ί ζωώδης όποτα.γή ά.πλώθηκε μέσα. &.πό τό μσ.ρτόpιο.

uΟλοι σώπ~σοιν με 6λέμματοι &.λuσοδεμένων λόκων.

Ή Τιτίκα. έτρεμε δλόκληρη.

Page 63: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

703

- Πor:tέp~, pώτησz, είν~ι ~νθpωποι &κόμη α.ότοί;

- 1'Ητα.ν κάποτε, &.ποκρ10ηκε δ δuστuχισμ.ένος.

"Α; σημειωθεί δτι 'ή μεταγωγ~ riπό το ενσ. κάτεργο στο άλλο, μποροuσε

νιΧ γίνει rlπb &λλο 8pόμο πιο σuντομο. Χρειάστηκε Βμω; νά. y/ι.'ΙΟ'Jν δλόκληρο κuκλο, ποu π~ρά;τεινz τ~ν οδuνηρ~ πορείι;ι, τρείς η τ,ισσερες :ιέpε ;, γι7. να.

μήν π:::ράσοuν δ:πό τήν πόλη Φοντενεμπλώ, δποu εμενε riκ6μΙΧ δ βασιλιάς.

Γιά. ν!Χ μ~ν ενοχληθεί λοιπόν τό μάτι τοu 6ασιλιιΧ iπό τ·iι θέα μιi; κ6λα.σης, προτίμησαν νχ πα.ρσr.τείνοu'.' α.ότfι τ~ν κόλα.ση. ·

Ό Γιάννης Άγιάννης γύρισε στό σπίτι το'J Ύjθικb ράκος, τόσο, ίbστε ο:jτε

πρόσεξε δτι ή Τιτίκ~ τοu εκανε κι' ά,λλες Ε:ρωcήσει; γι' α.uτά. ποu είδ~ν. Μ6νο

τb βράδι, δτα.ν η Τιτίκα. τόν ά.ψησε γιά. νά. πάει νά. πλα.γιάσει, τήν ~κοuσε

ποu ελεγε:

-~Α, θεέ μοu! μοu φαίνεται πwς α. ν riντά.μωνα στ6 δρόμο κα.νέ.ναν ά.π'

α.ότοlις τοuς rlνθρώποuς, θά. πέθα.ινα. κα.l μόνο ποu θόι τόν α.ισθα.νόμοuν κον­

τά. μοu.

Εuτuχώς, τήν ~λλη μέρα., χripη σi κriποια. έΟνικη γιορ-;·ή, εγιναν στό

Ιlα.ρίσι στρα.τιωτικές πα.ρελά.σεις, εικο•ιικέ; vα.uμα.χίες στο Σηκοuά'η., πupοτε­

χνijμα.τα, θεατρικές πα.ραστriσεις στά. 'Ηλύσια., φωταψίες π~vcou κα.ί μοuσικ!Χ

σuγκpοτήματα.. Ό Γιάννης Άγιά.ννης, πα.ρά. τίς σuνήθειές τοu, πηγε τrιv Τι­

τίκα στ~ γιορτ-ή γιά. ν& ·6jς διαλύσει την &νά;μ·ιηση τοu χτεσινοu τρα.γικοσ

Οεά.μά.τος. Ό Γιά.ννης Άγtά.ννη; φόρεσε, για. λόγοuς &.σφά.λεια;, τ-ή στολΥι το5

έθνοψpοupοϋ. Ή Τιτίκα., πpα.γμ.α.τικά., εόχα.pιστήθηκε πολύ, 6λέποντα.ς y ι ά.

πρώτη φορά. τέτοιες γιορτές, τόσο, ποίι δ Γιάννης 'Αyιάννης πίστεψε δτι δέν

τ'Υjς εrχε μείνει οuτε ϊχνος riπo τήν έφισ.λτικ~ έκείνη λιτα.νεία., ποu εlδε την

προηγούμενη.

Πέρα.σα.ν ~τσι μερικές μέρες. UEvα πρωt εrχ~ ώρα.ίον f)λιο κα.t οι oub 6γηκ~ν στ~ν πόρτσ. τοu κήποu. Ή ΤιτίκΙΧ, aσπροντυμένη, σ-:zκό-:αν δρθια

μπpοσ-.όι στο Γιά.vvη Άyιά.vνη κσ.t μαοοuσε -.ά. πέ-.σ.λ~ -.η; μ.:ψ'Γhρ(τα.ς , ά.γνο­ώντα.ς ά;κ6μη έκείνο πο.J λέμε «μ' ά;γαπα. δε μ' ά;γα.πα.». Ilou vά. -.:ο μά.θα.ινε;

Άποσποσσε &πλως τα. πέταλα. καl τάρριχνε κά.τω ενα. - ενα. "Αν uπήρχε μι& τέτα.ρτη χά.ρη ποu y~ τ~ν Ιtλεγα.ν μελα.γχολία. κα.ί νά. ή-τ;α.ν χα.μογελα.στή, θ~

ελεyες δτι ήτα.ν αότ1j. Ό Γιά.ΥΥ'Υ)ζ Άγιά.νν'Υ)ς κοίταζε με άγα.λλία.ση τά. δα.χτu­

λά.κια έκεϊνσ. ποu επαιζ~ν μέ τό λοuλοuδι κα.ί λφμ.ονοuσε τά πriντα μπροσ-τ;α.

στ~ν riχτινο6ολία. τοϋ πα.ιδιοίί. "Ενα. μικρο ποuλά.κι κελα.ηδοuσε ~κzί κσντά.

μέσα στό θά.μνο. 'Άσπρα. σύννεφα. 1-iιά.σχιζαν τόν οόραvό, τόσο πρόσχαρα, wστε

νόμιζες δτι μόλις τάιρ~ τοuς εδωσσ.v τήν έλεuθεpία τοuς. Ή Τιτίκα. έξα.κολοu ­θοuσε νόι μα.δi το λοuλοuδι της rlπορροψημέvη σ' α(ιτ6. Φα. : νότα.ν ν7. συλλο ­

γιέται κriτι, δχι δμως δuσά.pεστο. ~Εyεφε το κεφά.λι στόν ώμο τγ, ς i;;γ i zα.~

χαριτωμένα., δπως δ κuκvος κα.ί pώ-τ;ησε τό Γιά.ννη Άγ:ά.ννη: - Πα.τέρα., δε μοσ λές, tί πράγμα. εrνα.ι α.ότb το κάτεργο;

Page 64: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 65: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

'Αλήθηiι , θι•μiirιτε πως μιη• ίιποσχrθ{]κηη κιίτι .. . ε1πε ή 'Επον(νη .

Page 66: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 67: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΑΠ' τ Α ΚΑ ΤΩ ΒΟΗΘΕΙΑ

ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΑΠ' τ Α ΠΑΝΩ

Α

ΤΡΑΥΜΑτΙ~ΜΟ~ ΕΞQ, ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΜΕ~Α

'Έτσι σκοτείνια.ζε σιγά. - σιγά. ~ ζωij τοuς. Μιά. μόνο ίκα.νο-ποί-ηση τοuς

α.πόμ.ενε, ΠΟ'J τοuς εψερyε μεγά.λη εuχσ.ρίστηση κσ.ί ψuχσ.γωγίσ., πήγσ.ιyσ.ν ψω­

μί σ' οιuτοuς ποu πεινοuσοιν κιχι ροuχιχ σ' ιχοτοuς ποu κρόωνιχν. Στtς επισκέ­

ψεις α.vτές, δποu 'ή Τιτίκα. τίς περισσότερες ψορες σuνόοεuε τον πα.τέρα. της, " ι ~1 ~'λ' ~ ι ψ ' ' ι λ λλ' ~ ' ' '~ οτα.ν τuχα.ινε Π\Η\1 ες ΙΙUστ•;χισμ.ενες uχες κα.ι μα. ιστα. πο σ. πα.ι11ισ. Υ rz.νσ.-

κοuφιστοuν, η Τιτίκα. το 6pιiδι f)τα.ν λίγο χα.pοόμενη. Έκείνη τijν zπoχij εΙ­

χα.ν έπισκεψτεί τήν οικογένεια. 'Ιονοpέτη.

Τ~ν &λλη μέρα. &.πο κείνη τ~ν επίσκεψη, δ Γιιiννης Άyιιiννης πα.ροu­

σιά.στηκε στ~ν πόρτα. τοίi σπιτιοu τΎjς Τιτίκα.ς κα.ι κά.θησε στον κήπο, γα.λ~­

νιος δπως πά.ντα., α.λλά. με μιά. πληγή στο aριστερό μπρά.τσο, πολu ερεθι­

σμένη, ποLι lμ.οιοιζιο μ.έ κcΧψιμ.ο κα.l στlς έpωτ-Υjσιοις ποLι τοu lγινοιν, α.ότbς &.­πά.ντησε μ' δ,τι τοu ~ρθε κείνη τή στιγμή στο νοu. Έξα.~τία.ς τοu πuρετοu α.πο

τ-ήv πληγ-ή α.uτή, δ Γι~ννης Άγι~vvης lμ.ειvε κλεισμένος στο σπlτι evα. μ.ήvα..

Δέ θέλησε νά. κα.λέσεt για.τρό. "Οσες φορές 1ι . Τιτίκα. τον παρακινοuσε γι' αu­

τό, αύτbς ιiποκρινόταν:

- Κιiλεσε τότε !κεϊνον πού για.τpεόει τ~ σκuλιιi.

Ή Τιτίκα τοο &λλα.ζε τ~ν πληγ~ πρωι κα.ι οριiδι μέ τόση &γγελική προ­

θuμία. καt φαινόταν τόσο εuτuχισμένη πού μποροuσε νσ. τοu είναι σέ κιiτt

χρήσιμη, ώστε δ Γιιiννης Άγιιiννης ξα.ν&.6ρισκε δλη τήν πα.λι&. τοu χα.ρ&.. Οι φ6t;οι κι' or &.νήσuχ1ες οια.λόθηκοιν κιχl κοιτιiζοντοις μ.έ κιχμ.ιiρι τ-ήν Τιτ1-

κα., υ.εγε:

45

Page 68: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

706

-"Ας είνα.ι εόλογΎ)μένο τό τρα.uμα. μοu.

Βλέποντας ή Τιτίκα. τόν πα.τέρα. τΎ)ς νfι. ύποφέpει, ά.φΎ)σε σχεδόν '6 διΥ..6

τΎ)ς σπίτ ι κα.l άρχισε πά.λι νδι 6ρίσκει μεγά.λΎJ χα.ρ& στb ά.πομονωτrιρι(Ι τ(Ι:}

Γιάννη Άγιfι.ννΎJ. Περνοuσε σχεδΟν δλΎJ τ-fιν .iJμέρα. ϊ.οντά. τοu κα.t τοu οιά.-6α.ζε 6ι6λία. ποu τοσ ά.ρεσα.ν, γενικfι. 6ι6λία. περιηγητών . Ό Γιά.·;νης Άγιά.ν­

νης ξα.να.γεννιότα.ν, α.ίσθα.νότα.ν &.νέκψρα.στη &.πόλα.uση, 6λέπο:ιvτ7.ς τήv Τιτίκα.

ν' iσχολεϊτα.ι μ' α.ότόν. Τό Λοuξεμ6οuργο, ό α.γνωστος έκείνος νέος, ή με­

λαγχολία. κ' ~ ψuχρότητα. της Τιτίκα.ς, ολ' α.uτ~ τ~ σuννεψα. της ψuχης τοu

δια.λόθηκα.ν. Πολλές ψορές ελεγε μέ το νοσ τοu:

-τΗ τα. ν δ λα. πλά.σμα.τα. της φα.ντιισία.ς μοu.

Τόση α.!σθα.νότα.ν εδτuχία., ώστε ή φριχτ-fι κι' &προσδόκητη άνα.κά.λuψη τών θερvα.δι€ρων, μέσα. στο &ντρο τοσ Ίονδρέτη, τοσ ψα.ινότα.v σΟιν ονεφο.

Αδτός κατόρθωσε νfι. δραπετεύσει , τά ίχνη τοu χά.θηκα.ν, τί τbν ενοια.ζε για.

τ& &λλα.! Μόνο οκτειρε τοuς α.θλιοuς έκείνοuς. -Τώρα. , σκεψτότα.ν, α.ότοl 6ρίσκοντα.ι στή ψuλα.κή κα.l δέ μπ-:ψοuν νb.

κriνοuν κα.κό στήν κοινωνία., &λλ& τί έλεειν-fι α.ίιτ-fι -ή οικογένεια. τοu θερνα.­

διέροu!

'Όσο γι&. τήν &.να.τριχια.στική &κείνη όπτα.σία. τής σuν()δία.ς τών κα.τα.δί­κων, ή Τιτίκα. δέν ξα.νά.κα.νε λόγο.

Στο μ.ονα.στrιρι ή Τιτίκα. εrχc: οιδα.χτεϊ κα.ί μοuσικrι άπό μιά καλόγρια., τήν δσία. Μεχτίλδη. Εfχε μιά μικρή, γλuκειά ψωνίτσα. κα.ί κά.θε 6ρά.8ι, στό

φτωχικό τοu Γιά.ννη Άγιά.ννη, τρα.γοuδοuσε μελαγχολικά τρα.yοuδια., ποu κα.­

τα.σuγκινοuσα.ν κα.ί δια.σκέδα.ζα.ν το Γιά.ννη Άγιά.ννη.

τΗρθε ή &νοιξη. Ό κήπος α.ότή την έποχή ήτσ.ν όπέροχος κα.ί δ Γιά.ν-

νης Άγιfι.ννης είπε στήν Τιτίκα.:

- Για.τί δέ 6γα.ίνεις στόν κήπο νfι. κά.νεις περί πα. το; θέλω νά 6γα.ίνεις.

-'Όπως άγα.πιϊς, πα.τέρα., άποκρίθηκε ή Τιτίκα.. Κα.ί, γιfι. νσ. ικανοποιήσει τ-fιν eπιθuμία. τοu πα.τέρα. της, ξα.vά.ρχισε τοuς

περιπιiτοuς μέσα. στον κij πeι, πιό ςruχvb. μόνΎJ, για.τί, οπως εrπα.με, δ Γιιiννης

Άγιά.ννης &πόφεuγε νσ. βγαίνει στον κηπο ά.πο ψ66eι μη τον δouv &.πό τα.

κά.γκελα. της σιδερόπορτας. υο .;, τ , τ~ ' J , , • , , •

τιχν 'Ι ιτικα. ε>r.ιε ·π.ιν πσ.τ .. ρα. της ν α.να.ρρωνει κ εuχα.ριστημενο,

γέμισε &.πο [κα.νοποίηση κα.ί χα.ρά., τcou οι.ιως οuτε το πα.pα.τήpησε, γισ.τί γεν­

νήθηκσ.ν μέσα της σιγά. - σιγά κι' άπα.λά. Τα.uτόχρονσ.. ~pθε fι άνοιξη , Μά.ρ­της. Οι μέρες μεγά.λωνα.ν, δ χειμώyα.ς Ιiψειιγε . Το Μά.ρτιο δισ.δέχτηκε δ 'Α­

πρίλιος, -ή φίιση αότο το μήνα. έπιδρά yλuκ& στήν κα.ρδια τοu &νθρώποu,

εχει γοητεuτικές ιiντα.ίιγειες ποu προέρχονται &.πο τον οίιρα.νό, &.πο τσ. σύν­

νεφα., &.πb τδι δέντρα. , &.πο τα. λειοιiδια. κι' &πο τδι ά.vθη.

Την άνοιξη μπαίνει ψG)ς στlς θλιμένες ψuχές, δπως το μεσημέρι μπαίνει

ψώς στ& uπόγεισ.. Ή Τιτίκα. &.πα.λλά.χτηκε &.πο κά.θε θλίψη. 'Γο πρωί, κα.τfι.

Page 69: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

707

τtς δέκα., μετ~ το πρόγευμα., πολλeς ψορeς κα.τά.ψερνε Υ~ πα.pα.Ο1jpει το Γιά.ν­

ΥΥJ Άγιά.ννrι στον κijπο, έκεί 1tερπατοuσε μαζί τοu, δπο6αστά.ζοντα.ς τό πονε­

μένο τοu χέρι κα.t γελοuσε &.πό τη χα.ρ~ δτι ξεκοόρα.ζε τον πα.τέρα. τrις.

Ό Γιά.ννης Άγιά.ννΎJς μεθοuσε &.πο τη χcφά. τοu, 6λέποντά.ς τψ νσ. ξα.-Ν 1 ζ 1 ' " ι " ψ ' uλ "λ ι ναποχτΙΧ τη ωrιΡ"Ι κΙΧι ροeιοκοκκινrι ο 'Υ) της, κι ο ο ε εγε μεσΙΧ του:

-"Ας ε! να. ι είιλογrιμένο το τρα.uμα. μοu!

Κ' εόγνωμονοuσε τοtις θερνΙΧοιέροuς

UΟτα.ν έγινε έντελώς κα.Η ~ πληγή του, άρχισε πά.λι τοuς έρrιμικοuς πε­

ριπά.τους την α.ίιγή .

'Αλλ(;. πέψτει σέ μεγά.λη πλά.νη δποιος νομίζει δτι μπορ~τ ν~ περπα.τα. στίς ερrιμες κι' &.κιχτοίκητες περιοχeς το() ΠΙΧpισιοί3, χωρtς κα.νένΙΧ σuνΙΧπά.ν­

τrιμιχ.

Β'

Η ΚΥΡΑ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΥ ΕΞΗΓΕΙ AME~Q~

ΕΝΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ

'ΈνΙΧ 6pά.δι δ μικpδς ΓΙΧ6pι&ς δεν είχε φιiει τίποτε. θυμήθηκε δτι ε!να.ι

νrιστικος ά.π6 χθές. Το πρiγμα. γινότιχν οΙΧρu κι' &.οά.στα.χτο. Άποψά.σισε ν' ' ζ ι ι Β Ν "ξ '- 1 1 Π ι 1 > 1 θ ι Σ 1 α.νΙΧ ητησει τροψη . γηκε ε ω <hΠΟ το α.ρισι, στις ξ;;ρημικες τοπο εσιες. τοuς

έρrιμικοuς τόπους κά.τι μπορεί: να. ορεί κα.νείς, δποu δεν όπά.pχει άνθρωπος,

έκετ 6ρίσκετα.ι κά.τι. Προχώρησε &ς δτοu βρέθηκε σ' ενιχ χωριό, ποu τοσ ψά.­

νηκε πwς είνιχι το Άοόστεpλιτς.

Σε προηγοόμεvει;; περ ιπλανήσεις, είχε πα.pα.τΥJρ'ήσει έκεϊ εvαv πα.λιό κή­

πο κιχί μέσα. σ' α.ίιτόv ε!χε δεί ενιχ γέρο κα.t μια. γρ ιά.. Ό κήπος ε!χε κιχt μι&

μ.:ηλ~~ κσ.λή , γεμ.ά;τη μ.Υjλα. κα.t oe θά. τοϋ ήτα.ν Οόσκολο ν' &pπά;ξει ενα. μ.ηλο

:iπ' α.ίιτήν. Ένα. μήλο rιτα.ν για. το Γα.βρια. δλόκληρο οετπνο. UΕνα. μήλο, fιτα.ν

~ ζωή. Αίιτο ποu εγινε ά.ψορμή να. χιχθει δ Άοά.μ, μποροuσε να. σώσει το

Γα.οριά..

Μπήκε σ' ενα. στενό δρομ&:κο ερΥ)μΟ, ποu ~ μι& πλευρά. τοιι σχΥ)μα.τιζ6τctν

&πο τοuς θά.μνους τοu κ'ήποu, δποu ορισκότιχν ~ μ:ηλια. κιχί προχώρησε &ς έκετ

κοντά.. Το ψρά.χτη ποu τόν χώριζε &.πό τόν κήπο , μποροuσε δ Γιχ.οριcΧ.ς να. τόν δρασκελίσει μ' εύκολία.. Είχε κιόλας νυχτώσει, ή ι'tφα fιτσ.'Ι κσ.τά.λληλη, &λλα.

ένώ έτοιμα.ζότα.ν να. πηδήσει τb ψρά.χτη, ~κουσε μέσα στον κηπο δμιλίες. Στα.­μά.τησε λοιπόν κα.t κοίτα.ξε &νά.μεσιχ &πό τό φρά.χτη προς το μέρος ποu &κοu­

γ6τσ.ν ή σuζ'ήτΥ)ση .

Page 70: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

708

Δuο 6~μα.τα. πlσω &πο το ψρά.χτη όπrjρχε ενα.ς πέτρινος πιiγκος κα.ί πά.­νω σ' α.uτον κα.θότα.ν δ γέρος τοu κ~ποu κΙΧl μπροστά. τοu στεκότα.ν ή γριά.

κοιl τοσ !λεγε;

- Κόριε ΒοϊΜ , eχω νά. σοu πω κοιt κά.τι ~λλο.

-τι τρέχει, κuρά. Πλοuτά.ρχοu;

- Τί πα.ρά.ξενα. όν6μα.τα. 1 είπε μέ: το νοϋ τοu δ Γιχ6ριά.ς, α.uτbν τον λένε

κόριο Βοϊδά. κι' α.uτήν κυρά. Πλουτά.ρχου!

-Ό σπιτονοικοκόρης, είπε ή γριά., πα.ρα.πονιέτα.ι δτι τοσ χpωστοuμε τρείς

τρψην(ες κα.l δέ:ν τον πληρώνομε.

- σr στερα. ά.πο μιά. τρψηνία. ~κόμη θά. τοσ χpωστοσμε τέσσερες. - Κα.ί θιi μiς στείλει, λέει, νά. πάμε έκεi: ά.π' 8ποu -~ρθα.ιJ.ε.

- θά. π~μ.ε, τ! νά. γlνει! θά. π~με.

-Ή γuνα.ίκιχ._ ποu μας ψέρνει τά. ξόλα. θέλει νά. πληpωθει Δi θά. μιiς

ψέρει άλλα.. Το χειμώνα χωρίς ξόλιχ. .τί θιΧ κάνομε;

-'Έ, κοιl σό, γι' oιu"tb στενοχωpιέσσ;ι; εχι:ιμε τόν Ύjλιο.

-Ό χιχ.σά.πης θέλει χρfιμ.α.τοι γιά. νά. μά.ς δίνει κρέα.ς ά.πb oGJ κα.t πέρα..

- Auτb είναι κα.λό, έπειδΎ) uποφέρω τώρα. &πό το στομά.χι ι.ιου κοιt το

κρέοις μοtί !ρχετοιι κά.πως οοιρό.

- Κιχl τί θά. τρώμε λοιπόν;

-Wωμά.κι!

-Ό φωμά.ς θέλει νά. τοσ πληρώσαμε ενσ. μέρr.ις ά.π' α.uτά. ποu τοσ χρω-

στοϋμε, κιχl λέει πώς χωρίς λεψτά. φωμl δz δίνει.

- Πά.ει κα.λά.. -'Έ, κα.!. λοιπόν τί θά. ψ~ς;

-~Εχομε κιχ.!. τά. μijλα. τijς μηλια.ς μιχ.ς .

-Άλλά., κόριε, δέ μπορεί κα.νείς τέλος πιiντων να. ζεί χωρίς λεφτά..

- Κιχί. μ-ήπως eχω; μιχ.κά.ρι ν& είχα.

Ή γρια. ~φυγε μοuρμοuρίζοντα.ς. ~Εμε ινε μόνος δ γέρος κιχ.l ουθίστηκε

στοuς συλλοyισμοός του. Ό Γα.6pι&ς σκεψτότα.ν κι' α.ότός.

'Αντί νά. πηδfισει τό ψρ ά.χτη, δ Γα.οριά.ς ξα.πλώθηκε ά.πb κά.τω σ' ενιχ.

οα.θοόλωμιχ ποu σχημά.τιζα.v τά. κλαριά..

- Νά., μιά. κα.λή ψωλιά. , είπε μέσα. του δ Γσ.βριά.ς. '~δω θά. μποροtίσΙΧ

κιχ.l νά. ξημερώσω.

Ή πλά.τη τοu .ητσ.ν πολu κοντά. στ'ήν πέτριχ. ποu κιχ.θότιχ.ν δ γερο - Βοϊοά.ς

κιχ.l &κουε τήν ~να.πνο~ του.

'Έτσι δπως ~τιχ.ν ξσ.πλωμ.ένος κσ.l σκεψτότα.ν δ Γσ.οριά.ς, οιΙΧκρ ίνει ά.νιi­

μεσα. ~πό τά. κλα.ριά. ενα.ν &vθρωπο προχωρημένο στ~ν ~λικ(α., σκυψτό, σuλλο­

yισμ.ένο, μ.έ &πλά. ροuχσ., v~ βα.δίζει σιγόr. - σιγα. σέ κείνο τον ά.πόμ.ερο κιχl

στενο δρομ.ά.κο, σα. ν&κα.νε 6ρα.δινο περ[πα.το στά. χωρ&ψισ. κ&τω ά.πb το ψwς

τώy aστρων γι' riνσ;φuχij.

Page 71: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

709

Πίσω &.π' ιχότον ψά.νηκε οεότερη σκιά., ιiκολουθοίίσε κι' άλλος άνθρω­

πος , α.ότός δμως ~ταν λεπτός κ' εόκίνητος, &λλ& ρύθμιζε τ& 6Ύ]μιχτά. τοu,

ι.ιέ τ~ 6Ύ]μιχτιχ τοσ άλλου ποu έρχότα.ν μπροστιΧ. Φαινόταν νεώτατος κιχι κοιι­

ψα. ντυμένος. Ό νέος αότός είχε στό στόμα έ:να τριαντά.ψυλλο. Ό Γαβριάς , μόλις πλφίασε λίγο, τον γνώρισε, ήταν δ Πιχρνιχσσ6ς . 'Από τόν τρόπο ποu

&κολοuθοσσε τον ήλικ(ωμένο ποu προπορευόταν, δ Γα6ριιΧς κατιΗα6ε οτι t­-:οιμαζόταν γιιΧ έψοοο ένιχντ(ον τοu.

Το πΙΧιδί ενοιωσε θλίψη στήν κιχροιά., συμπόνεσε 6σ;θειιΧ σ;\ιτο το γέρο,

&λλιΧ τ( ν& κά.νει; Να. τρέξει να. τον 6οΥJθ'ήσει; Αότο ήταν &Μνα. το. Πως μπο­

ρεί μιιΧ &.οuνιχ.μίιχ ν& 6οηθήσει μιάν !Χλ/,η , κιχ.t μά.λιστα. σέ τέτοια περίπτωσ'Υ).

Ό Γα.6ρι&ς ήξερε καλα. αότο τb ψοοερό ληστή, ήτιχν ίκιχνός να. ξεμπερδέψει

κιχt μέ τοlις θuό στα. γρήγορα., μια. χα.ψιά. δ κα.θένα.ς ~τα.ν γι' αότόν. Προτί­

μ:ησε νιΧ μείνει στον κρυψώνα. τοu, ποu ήτα.ν κα.τιΧλληλος για. να παρακολου­

θήσει τ-η συνέχεια.

Δ~ν πρόλιχ6ε δ Γα.6pιας να τελειώσει τοuς συλλογισμοός του κιχ.ί 6λέπε ι ,

ξα.ψνικά., τον Πιχ.ρνασσο να. δρμa πά.νω στο γέρο, σά.ν τίγρη πά.νω σέ δνα.γρο, η σ&ν &pά.χν'Υ) πά.νω σέ μύγα. , τδν &ρπσ.ξε &πο τό γιιχκά. κιχ.ι κόλλησε πά.νω

του. Ό Γιχ.6ρ ι&ς σπά.ριχ.ζε iπό λόπη, μόλις κιχ.τά.ψεpε νά. μ'i] ξεφωνίσει . Δέν

πέρα.σε μια στιγμή και οί ouo &κείνοι ορίσκοντιχ.ν κά.τω, δ ενσ.ς πά.νω στον &λ­λο. Αότός ποlι ήτιχ.ν κά.τω σφά.δα.ζε μ' έπιθα.νά.τια. &γωνία. κάτω &.πό τό μιχ.ρ­

μά.ρινο γόνιχ.το ποu τοu κιχτιχπίεζε το στήθος. Ό Γα.6ριά.ς !μεινε κα.τά.πληχτος,

τα. πρά.γμα.τα. εγιναν &.ντίθετιχ. &.π' δ,τι περίμενε. 'Εκείνος ποu σψά.θαζε κά.τω

ήτιχν δ Πιχρνιχ.σσός. Έκείνος ποu 6ρισκότα.ν άπο πάνω ~ταν δ γέρος .

-Μωρέ μπρά.οο! τί φι:ι6ερος ε!να.ι αuτος δ ά.πόμα.χος , είπε μέσα. του δ

Γα.Όρι&ς καl ταυτόχρονα. χειροκρ6τ'Υ)σε , &.λλά. σιγά. , γιά. νά. μ'ήν ά:χ.ουστετ.

Στο μετα.ξu οί δυο ποu πά.λευιχ.ν εμενιχ.ν στή θέση τοuς &.κlνητοι. Τοlις

σφιχ.οιχ.σμοlις τοσ Πιχ.ρνιχσσοσ οια.θέχτηκε σιωπή .

- Ν& οεϊς ποu θά. τον σκ6τωσε! είπε δ Γιχ.6ριιΧς κιχ.τά. νοσ. Άλλα. δστεpιχ. ciπb λίγο 6λέπει το γέρο νιΧ σ'Υ/κώνετctι . aΩς !κείνη τ'Υj

στιγμή οέν είχε προφέρει λέξη κι' ο!ίτε είχε 6γά.λει κιl.μμιά. φωνή, μόνο τώ­

ριl. τον ιiκουσε νά. λέει στον Παρνσ.σσ6:

- Σ~κω &.πά.νω!

Ό Πα.ρνασσος σψώθηκε, &λλα. δ γέρος τόν κpα.τοίίσε &.κόμη. Ό Πα.p­να.σσός φα.ινότα.ν ταπεινωμένος και μαζί μιχ.νισ.σμένος, ~μοιιχ.ζε με λόκο ποlι

τόν κρατοuσε πρ6οιl.το.

Ό Γα.οριά.ς εολεπε κσ.l &κουε, προσπιl.θώντας να διπλα.σιά.σει τ~ν δρα-

ση Κll.t τ~ν ά.κοή. 'Ένοιωθε σ.πειρ'Υ) εuχα.ρίστ'Υ)ση &.π' ιχ.δτb τb θέctμ.ct.

Ό γέρο οιιχ.6ά.τΥJς ρώτησε τον Πα.ρνα.σσό:

- τί ~λικία ~χει'; - Δεκα.εννιιi ...

Page 72: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

710

- Δόξcχ. τω θεώ, ε!σcχ.ι νέος;, όγιijς κcx.t δυνcχ.τός, γιcχ.τι δεν έργιiζεσcχ.ι;

- :&ριέμιχ.ι.

-τι δοuλειά. κιiνεις;

-Τεμπέλrις. -'Εγώ σοσ μιλώ σοο~ρ<Χ. Μπορεί ν~ γίνει τίποτε γι~ σένcχ.; Τι θ~ ~θ ε-

λες ν~ i'jσουν;

-Κλέψτrις.

'Ακολούθησε μικρή σιωπ-ή. Ό γέρος ψ~ινότ~ν 6~θεια σuλλογισμένος.

Στεκδτα.ν &κίνrιτος, κρα.τώντα.ς πάντα. τον Πα.ρνα.σσό. Ό νεα.ρος λrιστijς εκα.νε &.πόπειρες ν' &.ποσπαατεί. Δυνατός κ' εόκίν'Υjτος, σκφτοuσε, τιναζόταν σ~ν &.­γρίμι πια.σμένο σε παγίδα. 'Έσπρωχνε, ~6α.ζε τρικλοποδιΕ:ς για να τον ρί­

ξει κά.τω, στριφογύριζε με κά.θε τρόπο. Άλλά. δ γέρος ψα.ινότα.ν νά. μη προ­

σέχει σ' 1\λα αότά.. Κρατοuσε τ~ οuό χέρια. τοσ Πα.ρνα.σσοσ μέ το ενα μόνο

δικό τοu, με δλ'f) τήν &δια.φορία. της &π6λυτ'f)ς οuνα.μΥ)ς.

Βγηκε τέλος δ γέρος &πο τοuς σuλλογισμοuς τοu κα.t κοίτα.ξε τον Πα.ρ­

να.σσο κα.τά.μα.τα.. 'Ίψωσε λίγ.ο τη ψων'ή τοu κι' άρχισε νά. τοu λέει, μέσ' στο

σκοτόιδι τ'Υjς νύχτα.ς, τ& πα.ρα.κόιτω λόγιcχ., &.πό τ& δποί~ δ Γcχ.6ριά.ς οέν !χα.σε

λέξ'f).

-Πα. ιοί μοu, ι ι' α.ότή τήν τεμπελιά., ποu ε!πες, μπα.ίνzις στήν πιο οα.­

σα.νισμέν'ΥΙ ζω-ή. Πρέπει νά. το σκεψτείς, είναι &νά.γκ'Υj ν& κοιτά.ξεις ν& 6ρείς

μιά. δουλειά.. ~Ετυχε ποτε νά. φα.ντα.στείς μ'f)χα.ν'Υ) ποu κά.νει τά. ψύλλα. τlς λα..

μαρίνες; Ε! ναι δπουλ'ΥΙ κα.t &γρια., ~λεος οέν lχει. Χρειόιζετα.ι μεγά.λ'ΥΙ προσο­

χ-ή. 'Άν σοϋ &ρπά.ξει μιά.ν &κρrι &.πο το ροϋχο σl)u, θά. περιiσεις δλόκλrιpl)ς μέσα. ιiπ' α.uτ'ήν, δπως τό ψύλλο της λα.μα.ρίνα.ς. Σά.ν α.uτij τη μηχανή, ε!ΨΧι

κα.t 'ή όκν'Υ)ρία., ~ τεμπελιά.. 'Όσο ε!να.ι κα.ιρός, κο(τα.ξε νιΧ στα.μιχτ'ήσzις κιχt

ν& σώσεις τον έcχ.uτό σου. Άλλοιώς, χά.θrικες. Λίγο &.κόμη κιχt θ&χεις περάσει

&.π' α.ότη τη μ'Υ)χα.νη κα.t θιΧ γίνεις πλά.κα. Δοuλειά λοιπόν, οοuλειά., ΙSχι ά.νά.­

πα.uσ'ΥΙ &πό δω κα.t πέρα!

,Να. κερδίζεις το ψωμί σου μΕ: το ίδρώτιχ σοu, δεν το θέλεις. Δε θέλεις

να κάνεις κα.l σu το χρέος σου, δπως οί &λλοι. Πολu κcχ.λά! Άλλά. τότε θά.

ε!σα.ι &λλοιώτικος &.πό τοuς &λλοuς. Ή &ργα.σία, ε!να,ι νόμος &πιχρά.οιχτος, ο­

ποιος τη διώχνει σά.ν ενοχλrιτικ'ή, τη δέχετcχ.ι σά.ν τιμωρίιχ. Δε θέλεις νά. γί­

νεις έργάτης; θά. γίνεις ·δοuλος. θες νά. την ά.ποψύγεις ά.πό τη μι& μεριά.;

θ& σ' &ρπά.ξει &.πb τΥjν &λλ'Υj. Δέ θέλεις ν& ε!σα.ι ψίλος t'Yjς; Γlνεσα,ι σκλά.-

6ος τΥJς, γίνεσα.ι σ&ν τοuς ά.ρα.πά.δες. Δε θέλ~ις τόv ίδρώτα. τίiJv τίμιων ιlv­

θρώπων; Πολu κα.λιi! θιΧχεις τον ίδριlηα. των κολασμένων. "Οποu ο! ιΧλλοι τρα.γοuδοuν, εσtι θ&χεις τον έπιθα.νάτιο ρόγχο. θιΧ 6λέπεις, &.πο μα.κριά, &.πb

κά.τω, τοuς &λλοuς vιΧ έργάζοvτα.ι κα.t θ& σοu ψα.ίvετα.ι δτι &.vιtπα.ύοντα.ι. Ό γεωργός, δ θεριστ-ής, δ νcχ.ότ'Υ)ς, δ σιδεράς, θά. σοu ψιχίνοντιχι, σιΧ μέσιχ σε ψG1ς,

μιχκά.ριοι μέσιχ στον πιχριΧδεισο. Το &.μόνι τοu σιδερa, θa σοu ψα.!νετα.ι εuλογία. '

Page 73: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

711

θεοίί! Το &λέτρι τοίί γεωργοίί, τό δρεπάνι τοίί θεριστη θ~ σοσ φα.ίνοντα.ι με­γιiλη εότuχlα.. Κα.! τί γιορτή Υ~ κu6ερνα.ς στον &νεμο το πλοίο σοu ελεόθε­

ρος! Έσu δμως, ό τεμπέλης, ό όκνηρός, θά. σκά.6εις, θά. σέρνεις, θ~ κuλιΧς, θ~

κοu6α.λα.ς, θ~ 6α.8ίζεις ά.οιά.κοπα.. θά. σέρνεις τήν &λuσίοα. σοu, ποu θ~ σέ κρα.­

τά σά.ν το ζώο, &πδ τδ λα.ιμ6, ζεμένος στο ζuγ6, ριγμένος στοG &δη τ~ τά.ρ­

τα.ρα.. Σκοπός σοu είνα.ι ν~ μή κά.νεις τίποτε. Πολu κα.λά.! 'Έ, λοιπόν, δέ. θά.

περά.σει 6οομά.οα., μέρα., &ρα., χωρίς κόπο, χωρ!ς ά.6ά.στα.χτο μόχθο. Τίποτε

δέ θ~ μπορείς ν~ σηκώσεις χωρίς ν' ά.να.στενά.ξεις. Σέ. κά.θε λεπτό ποu θ~

περν<Χ θά. τpίζοuν δλα. σοu τά. κόκκα.λα.. 'Ό,τι στοuι;; &λλοuι;; θά. φαίνεται φτε­

ρό, σέ. σένα. θά. ψα.ίνετα.ι όγκόλιθος. Τά. πιδ &πλά. πpά.γμα.τα., θ~ σοu ψαίνοντα.ι

ά.πόκρημνοι 6ρά.χοι, ~ ζω'i) γύρω σοu κόλα.ση. Νά. πrιγα.ίνεις, νά. ~ρχεσα.ι, ν' &.­να.πνέεις, δλ' α.t'ιτά. θά. σοu φα.ίνοντα.ι τρομερές έργα.σίες. Θα. νομίζεις δτι δ

πνεύμονά.ς σοu ζuγίζει- &κα.τό κιλά. 'Άλλοι θ~ σοG κα.θορίζοuν ά.πό ποu θά.

6α.δίζεις, &.πο δω θά. σοu λένε κι' οχι ά.πό κετ. Ό τuχιbν &νθρωπος ποu θέλει

ν~ 6γεϊ έξω, ά.νοίγει τήν πόρτα. κα.ί 6pέθηκε κιόλα.ς στδ δρόμο. Έσu δμως

γι~ νdι. ογείς ~ξω θdι, χρεια.στεί Υ~ τρuπήσεις τον τοίχο σοu. Τί κά.νει δ κόσμος

γιά. νά. κα.τε6εί στο δρόμο; Κα.τε6α.ίνει λίγα. η πολλά. σκα.λοπάτια. της σκά.λα.ι;;

τι•u. Έσu δμως γι~ νσ. κα.τεοετς στο δρόμο θά. χρεια.στεί νά. σκίσεις τά. σεντόνια.

σω σέ. λοuρίδες, νdι. τlς δέσεις κα.l ν~ κά.νεις μ' α.ότές μακρύ σκοινί, lπειτα. ν~

δρσ..σκελίσεις τό πα.ρά.θuρ6 σοu κα.ί νά. κρεμα.στείς μ' α.ύτδ τδ σκοινl στο χά.ος.

Κι' ΙΧ\ιτο θά. το κά.νεις τή νόχτα., με τήν κα.τιχιγίδα, με τή οροχή, μέσα στην

ά.νεμοζά.λ'Υj, χι' &ν το σχοινί εrνα.ι κοντό, &λλο δέ. σοσ μένει, πα.ρdι. νά. πέσεις ... κα.t ·ιCι.. πέσεις δποu τόχει, σε 6ά.ρα.θρο, δσο κι' av ε!να.ι τb δψος. 'Ή θ~ χρεια­

στεί ν' &.νοφριχ'Υjθεϊς μέσα. &.πο κα.μ.μιά. κα.πνοΟόχο, μέ. κίνδuνο νά. πνιγείς έκεί

μέσα.. 'Αφήνω τtς τρύπες ποu πρέπει να. 6γά.λεις Χα.l να. ξα.να.6ά.λεις εϊχοσι

φορές την i]μέρα. κα.i τοuς σο6ά.δες ποu πρέπει νά. κpύοεις στό στριίη.ια. σοu .

Πα.ροuσιά.ζετα.ι ι.ιιά. κλειδα.ριά, δ τίμιος &νθρωπος εχει στην τσέπη τοu το κλει­

δί της, φτιαγμένο ά.πδ τον κλειδαρά., &νοίyει καt 6γαίνει . Έσύ ~ν θελήσεις

νά. 6γεϊς, ε!σα.ι κα.τα.δικσ.:σμένος νά. κα.τα.σκεuά.σεις ενα. φο6ερο &.pιστοόργημα..

Νά. π&.ρειι; gν~~. σολδί &.πό κείνα. τά. χQντρ~ κα.ί να. το χωρίσεις στη μ.έση. Μέ

τί έpγα.λείσι; Πρέπει νά. τά. 6ρεϊς μόvος σοu. Είνσιι δική ,σοu οοuλειά.. Άπδ

κσινένσ; οέν περιμένεις νa σε ΟΟΎ)θήσει, μόνος σοu θά. ·σκεφ\εrς, μόνος σοu θά. 6ρεϊς τά. μέσοι. Θά. σΧά.ψεις uστερα. &.πb μέσιχ α.uτά. τά. ouo κομμά.τια., με προ­

σοχ~ να. μή τα. τρuπήσεις ποuθενά., να. μ~ πειράξεις το εξωτερικό τοuς Χσιt θά.

φτιά.σεις στήν ά.κpη l:i6λ τες, ετσι, &στ ε νά. 6ιδώνει σψιχτ~ τδ ε να. κομμά.τι με

το &λλο, οπως ενα. ΚΟUτά.κι ι.ιέ το Κα.Πά.Χι τοu, ψστε ενιχς ΠΟύ πιά.νει στο χέρι

τοu αύτο το σολδί, νά. μή κα.τα.λα.οα.ίνει τίποτε. οι φύλα.κες θa το 6ρίσκοuν

πά.νω σοu κσλ στiΖ μά.τια. τοuς θa φσ.:!νετα.ι ενα. νόμισμα. μικρ'Υjς ciξία.ς. Μόνο

σύ θά. γνωρίζεις πwς ε!να.ι μι~ θήκη. τι θά. lχεις 6ά.λει μέσα. σ' α.ότή τή θήκη j 'Ένα. μικρο έλα.τήριο ώρολογιοίί ποu θά. τοίί lχεις κά.νει δοντά.κια., &στε νά.

Page 74: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

712

γlνει πριόνι. Μ' α.ότό τό πριόνι, ποu οέ θ&χει μεγα.λότερο μάκρος ιΧπb μια. καρ­

φίτσα., θιΧ κόψεις το σ'jρτrι τ~ς κλειδαριάς, τόν κρίκο τής &.λuσίδα.ς, τό κ~γκε­

λο τοu πα.ρα.θυριοσ σου. Κα.!. α.ν ?'α.νένα.ς δεί α.ύiο το &πίθα.νο χα.τόρθωμα. τής

&.νεξά.ντλ'ιjτ'ιjζ UΠΟμονijς, α.ότό το ΚΜΙΧπληχτιΚΟ θα.Qμα. της τέχν'ης ΚIXL μά.θει οτι είνα.ι δικό σου έργο, ποιά. φαντά.ζεσα.ι, δτι θ~ εΙνα.ι η &.ντα.μοιοή σου; Tb σκοτεινb μπουντρούμι. Ν~ τ( σε περιμένει, α.uτb είνα.ι τb μέλλον σου. Ή τεμ­

πελιά., ο[ ~δονές, ο[ δια.σκεΟά.σεις, εΙνα.ι γκρεμοί &.πότομοι, ε!να.ι 6ιΧρα.θρα..

Ό &ν'θρωπος ποu θά. πεί <'δέ θέλω να. έpγαστω» καλλίτερα. είνα.ι ν&χει σκ~ψlόι

τb λά.κκο του. Το ν~ ζείς &.πό την ούσία. των &λλων κα.!. να. είσαι άχρηστος,

δηλα.δΥ] 6λα.6ερός, α.ύτό δδΎ)γεϊ στην πιο &θλια. δuστuχία.. Άλλοίμονο σε κεί­

νον ποLι θέλει να. εΙνα.ι πα.ρά.σιτος! θά. κατα.ντήσει σκουλήκι, ψε(ρα. τής κοι­

νωνίας. 'Ά! οε σ' ά.ρέσει να. οοuλεόεις! θέλ~ις μόνο να. τρως κα.λά., να. πίνεις

κα.λιΧ κα.ι νά ξcι.πλώνεσα.ι! 'Έ, λοιπόν, θα. πίνεις νερό, θόι τρως μα.uρο ψωμί,

θά. κοιμ<Χσα.ι πά.νώ σ' €να. σανίδι μ' €να. σίδερο δεμένο στα. μέλη σου καί, τή

νύχτα. θα. α(σθά.νεσα.ι τήν πα.γερότητά. του πά.νω στή σά.pκα σου! Θα. σπά.σεις

α.uτα. τα. σίδερα και θιΧ φύγεις; 'Ίσως το καταφέρεις. Θα. σέρνεσαι ομως σά.ν

έρπετiJ μέσα. στοLις θά.μνους κα.t θά. τρως χόρτα. σά.ν τα. ά.γpίμια. τοu δά.σους

Κα.ι. θα. σε ξανα.πιά.σουν. Κα.ί τότε, θά. περά.σεις χρόνια. πολλά. μέσα. σ' ενα. σκr>­

τεινό λά.κκο δεμένος μέ τήν ά.λυσίδα στον τοίχο Υ.α.ι θά. ζητ5'.ς ψηλα.φητ~ ~~

οριiiς τό στα.μνί σοu Υ~ πιείς νερό, θά. δα.γκά.νεις ενα έλεεινο ψωμί, εvα ψωμ!.

σά.ν τ& μα.uρα. τάρταρα, ποu δεν τό θέλουν κα.ί δέν τό τρGηιε οuτε πεινασμέ­

νοι σκύλοι, θα. τριί)ς κουκιά , τ!Χ δποία Ιtχουν φά.ει, πρίν &πb σένα., τά. σκου­

λ-ήκια. Λυπήσου τόν έι:ι.υτό σοu, δυστυχισμένε νέε! "Ακουσέ με, έμένα άκου­

σε. Τώρα, θέλεις να. φοράς καλή μαύρη τσόχα., γuα.λισμένα. πα.ποότσια, νά. κα.­

τσα.ρώνεις τά. μαλλιά. σου καt ν?ι. τ' &.λείψεις μέ ά.pωματικb λά.δι, γιά. ν' &.­ρέσεις στις γυναίκες. Άλλά. θά. σε κουρεύουν σύρριζα, θ?ι. σοσ δώσουν ν:Χ φο­

ρσ.ς μι:Χ κόκκινη κιχζά.κιχ καΙ. ξύλινα πα.πc-ύτσια. Τώρα. θέλεις ν& φορα.ς δα.­

χτuλίδι στό χέρι, &.λλ?ι. θά. σοσ φορέσουν κρίκο στο λαιμό. Κι' aν γυρίσεις

νΓι. κοιτάξεις γυναίκα., θά. σοu~θει ραι3οισμος στίς πλά.τες. Καί θ& μπεϊς έκεί

μέσα. εrκοσι χρονων κιχ!. θ~ 6γείς πενΥjντα.! θά. μπείς νέος, ροδοκόκκινος, ορο­

σερ6ς, μ.έ: ζωηρά. μά.τια., μέ ολα. σοu τα. Μντια γερά. κα.t &σπρα. κα.ί μέ τ?ι. ώ­

ραία νεανικά. σου μα.λλιά., κα.ί θά. 6γείς &.φα.νισμ.ένος, &.γνώριστος, γέρος ρυτι­

δωμένος, κα-μπουριασμένος, χωρtς δόντια, μέ άσπρα. μιχλλιά., φριχτ6ς. "Α,

πα.ιδί μου, διιΧλεξες τb χειρότερο δρόμο, δρόμο πού σε δδηγεί με σιγουριά.

στ~ν καταστροφή. Ή τεμπελι& είνιχι ~ 6αρύτερ'f) &.π' δλες τtς θουλειές. Πί­στεψέ με, μ:Yjv ιiκολουθ'ήσεις α.ότb τb τόσο κοπιαστικό έπά.γγελμα.. Δέν ε!να.ι εuκολο πρα.γμα. νά. γίνει κα.νεt ς κακοποιός, είναι λιγώτερο Μσκολο νά. εfνα.ι

τίμιος. Τώρα σ' &.ψήνω, πήγαινε καΙ. νά. θuμ!Χσαι αότά. ποu σοu είπα.. 'Αλή­

θεια., τί ήθελες &.πό μένιχ; Το πορτοφόλι μου; Πά.ρ' το. Κι' &.ψήνοντα.s τόν Πα.ρνα.σσb δ γέρος, τοuοα.λε μέσιχ στο χέρι το πόρτο-

Page 75: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

713

ψό!.~ τοu. Ό Πα.ρvα.σσός τό ζόγια.σε μι~ στιγμη στΥ)ν πα.λά:μη τοu, γιά. νά. δεί

Cί.ν είνα.ι &.pκετ" οα.ρό, κ' uστεpα. μ.έ τήv ίοια. πpοψόl.α.ξη ποu eα. Ι.ά:6α.ινε ?λν τό τ λ 'ψ ' 2( ' λ , ' ' , - ) -ειχε κ ε ει, το aφησε νι:ι. γ uστρησει στην πισω τσεπη τοu πα.ντε .ονιοu τc.u.

Άφου τελείωσα.ν ολ' α.uτά, δ γέρος του γύρισε τ'i)ν πλάτη κα.ι σuvέχισε

τόν περίπα.τ6 τοu Ύjσuχα..

- Πα.λιομα.γκούφη! ψιθόρισε πίσω τοu δ Πα.ρνασσ6ς .

Ό Πα.ρνα.σσος στ!Χθηκε κεϊ ά.κίνητος κα.ί κα.τά:πληχτος κα.ί τ(iy πα.ρα.­

κολοuθaί.ίσε ποu &πaμ.α.κρuν6τα.ν μέσ' στb σκοτά.οι. Αοτή τοu ή κα.τά.πληξη είχε

όλέθριες συνέπειες.

Έν6'> δ γέρος σ.πομ.α.κpuνότα.ν δ Γα.ορι~ς πλησία.ζε ά.θόρuοα..

Ό Γα.6ριά.ς πα.ρα.τήρησε 8τι δ γερο - Βοϊοά.ς, κοιμισι.ι.ένος ίσως, κα.θότα.ν &.κόμη πά:νω aτόν πέτρινο πά:γκο τσu. Byrjκε λοιπον μέσα. &.πό τά. κλα.διά. κι'

άρχισε νιΖ 6α.δίζει μ.έ τά. τέσσερα.. Προχώρησε μέσ' στό σκοτάδι κ' εψτα.σε πί­

σω &.πο τον Πα.ρνα.σσ6, ποίι &ξα.κολοuθοuσε ν& μένει &.κίνητος. Το χέρι τοu

πα.ιδιου γλύστρφε ήσuχα. στf;v πίσω τσέπη του Παρνα.σσοu κι' &φα.ίρεσε το

πορτοψόλι. Ό Γ(Ι.ι?ριά.ς, μετ& το κα.τ6ρθωιιά. τοu, σύρθηκε πά:λι σα. σσ.όρα. κά.­

τω &.πο τά. κλα.διά:, πίσω &πό τα. 6ποία. κ.ι:ι.θότα.ν δ γερο - Βοϊδά.ς, πέτα.ξε πά.νω

ciπo τό φρά:χτη τό πορτοφόλι κ' 1tφuγε τpέχοντα.ς.

Το πορτοφόλι επεσε πά.νω στο πόδι τοί.ί γερο - Bo·coi. Τό χτι)πημα. τον ξόπνησε. 'Έσκuψε κα.ι σήκωσε το πορτοφόλι &.πb Χά.τω κι' b φτωχός ο~ μπο­ροuσε νά. έξηγήσει τό ψα.ινόμενο. Το άνοιξε. Το πορτοψόλι είχε ouo θέσεις,

στή μιά. 6ρΥjκε μερικά. ψιλά νομίσμα.τα., στήv ά.λλη ε~η χpuσόι είκοσόψpσ..γιι.α..

Με δση γρηγορά.οα. μποροίίσε, πrjγε στήν όπηρέτριά: τοu κα.t τrjς εοειξε τό

εδρημα..

-Χριστός κα.ι Πανα.γιά:! φώνα.ξε fι κuρά. Πλοuτά.ρχοu, α.ύτο 1tπεσε &.π'

τον oupα. νό! ...

Page 76: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 77: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΤΟ ΤΕΛΟΙ ΔΕ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΗ

Α'

iΥΝΔ YAiMOi ΜΟΝΑΞΙΑi ΚΑΙ iTPATQNA

Ή 6~θότ~τη λόπη τijς Τιτίκ~ς, πρίν &πο τέσσεροuς - πέντε μijνες, εξοιφοι­

νιζότοιν σιγ.Χ - σιγ.Χ ΚIXt χωptς Υ~ το κα.τα.λα.6α.ίνει. ·π φuση , 'ή άνοιξη, τα

νιά.τιχ, fι στοpγ~ προς τον ποιτέpοι της , ή χοιp~ τG'>ν ποuλιων, το &pωιιοι των

λοuλοuδιG>ν στά.λοιζοιν στοιγόνοι - στοιγόνοι τ~ λήθη στη νεοινικη ψuχ'ή της. Άλ­

λά εσ6ηνε &ρα.γε fι φωτιά δλότελα. η σκεπα.ζότα.ν μέ στρώμα. τα. &.πο στιiχτη;

Το 6έ6ιχιο ε!νιχι δτι δέν οιtσθοινότοιν τη ψωτι~ ν~ τήν κσ.lει, 3πως πρίν .

'Ότοιν μι.Χ μέροι θuμήθψε ξα.φνικ& το ΜιΧριο: - Μπ~! είπε, οέν τον σuλλογίζομα.ι πιά.;

ΤΥ)ν ίδια. έκείνη 6δομά.δα., πα.ρα.τήρφε ά.πο την κοιγκελένιιχ πόptΙΧ ενΙΧν

ιiξιωμα.τικό των λογχοψόρων πολιJ ώροιϊο , πού περνοuσε στο ~pόμο. Φοροuσε

στολή όπέροχη, εlχε μιοc μέση σφήκα.ς, μά.γοuλα. κοριτσιοσ, μοuστά.κι σιδερω­

μένο, μciτιοι γοιλciζιοι, πρόσωπο στρογγυλό, ϋφος όπεροπτικο κΙΧί νόστιμο, δλΙΧ

τ' &ντίθετΙΧ τοσ Mciριou. Κοιί ποuρο στο στόμα..

Ή Τιτlκοι σκέφτψε πώς δ &.ξιωμα.τικος θά ~τα.ν &.πο το σύντα.γμα. ποu

εlχε στρα.τωνιστεί στ~ν δδό Βα.6uλώνα.ς.

Τ'ήν άλλη μέρα. τον εtδε τ:ά.λι να. πεpν&. Σημείωσε τΥjν &ροι κοιί &.πο κεί­

νη τΥj στιγμή, τuχα.ία. &ρα.γε; τόν ε6λεπε σχεδόν κά.θε μέρα. ποu περνοσσε.

Οί σuνά.οελφοι τοu &.ξιωμα.τικοu πρόσεξα.ν, δτι στον ιiπεριποiητο κijπο,

πίσω &.πό τΥ)ν πα.λιοc κιχί σκοuριιχσμένη κιχγκελόπορτα. , ζοuσε μια. &.ρκετα. 15-μορψη κοπέλλιχ, ποu βρισκόταν σχεο(Ν πά.ντα. εκεί τήν ώρα. ποu πεpνοi}σε ό

ιi>ρα.ίο;; &.ξιωμα.τικός. ·ο &.ξιωμα.τικος α.ότος δέν ε!να.ι &γνωστος στον &να.­

γνώστη, λεγότιχν θεόοοuλος Γιλνορμά.νοος.

Page 78: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

716

.;_ Πρόσεξες; τοσ ε λεγα ν. Πίσω &.πό κείνα τα. κάγκελα ε τ ναι ε να κορί­τσι, ποu σοi) κ~νeι γλuκ& μ&:: ι cι..

-Δεν εχω κσ.ιρό, &.ποκρινότcι.ν δ λογχοφόρος, aν εο ι να. προσοχή σ' 1:\λες δσες με κοιτάζοuν! ·

Λtιτα. γίνονταν, ιiκρι6ώς :όν καιρό ποlι δ Μάριος ελuωνε, λέγοντας: . -"Αν μποροuσοι ν& τήν ξcι.νcι.8ω τοuλά.χιστο μι& ψορα. πρ!ν πεθά.νω!

"Αν α.uτ~ 1) εuχ~ τοu πρα.yμα.τοποιότα.ν κα.! τόχαινε ν& οεί &κείνrι τή στιγμή την Τιτίκσ; να. κρυφοκοιτάζει if.νσ;ν &.ξιωμα.τικ&, θοc πέθαινε &.πό λόπη

χωρίς να. μπορέσει νοc 6γά.λει λέξη.

Κσ;t ποιός θα. εψτα.ιγε ; Κα.νένας.

Ό Μά.ριος fιταν &.πό τί ς ~διοσuyκρα.σίες έκείνες Π9U, 1:\ταν 6uθιστοuν στον πόνο μένουν καί ζοuν μέσα. σ' σ.οτόν. Ή Τιτίκοι, ~τίχν &;πο κείνες ποu 6uθίζον­

τα.ι στον πόνο, &.λλοc ξα.να.6γαίνcuν στ'Υjν έπιψά.νεια .

Τί γινόταν μέσα στήν ψuχ'fι της Τιτ!κα.ς; Πάθος ποlι είχε κα.τεuνα.στεί

κα.! κοφ.ότσ.ν. 'Ένσ.ς ερωτσ.ς μετέωρος &.κόι.ιη. Κ~τι το κα.θσ.ρο στ'ήv έπιψά.νεισ.,

θολό πα.ρα.κάτω, σκοτεινό στο οά.θος. Στ~ν έπιφά.νεια &.ντανσ.κλοuσε 1) μορφή τοu ώρσ.ίοu ιiξιωμα.τικοu, στο 66;θος, στόν πυθμένα., σωζότα.v . !Χραyε κά.ποια

&.νάμνηση; 'Ίσως. Ή Τιτίκα δμως το ά.yνοοuσε.

Β'

ΦΟΒΟΙ ΤΗ~ τιτικΑ~

Κο:τχ το πρώτο δεκα.Πενθijμφο τοσ 'Απρίλη, ό Γιάννης Άγιά.ννης &ποu­σίασε . υΟπως γνωρίζομε, ό Γιά.ννης Άγιά.ννης &ποuσίοιζε &πδ κοιιρο σε κοιφο

κατχ μακρά διαλείμματα.. Ποσ πijγα.ινε; Κα.νένας δεν ήξερε, οuτε -ή Τιτίκιχ. Ή &.ποuσία. του οια.pκι:ιuσε ουό, τδ πολu τρεϊς μέρες. Ή &.πουσία. τ-;0 Γιά.vνη · Άγιά.ννη σημειωνότιχv π~ντοτε δτσ.ν τελεlωνσ.ν τά χρήμcι.τcι..

Ό Γιάννης Άyιά.ννης έλειπε κα.ί φεuyοντα.ς &πο το r'fΠttι εrχε πεί:

- θά γupίσω uστεpα ιiπό τpείς μέρες.

Το 6ρά.δι, 1) Τιτίκα. 6ρισκόταν μόνη στο σα.λόνι κα! για. νχ περά.σει τήν &ρ~ της, &νοιξε τb πιά.νο κι' &ρχισε ν& ·ποιίζει lνοι σκοπό, τροιyQu8<~ντσις τον τσωτόχρονοι με σιγα.ν'Υj &πα.λ'Υj ψωνή uοτιχν τελείωσε το τριχγοόδι της,

ειιεινε συλλογισμένη.

'Έτσι, κιχθώς σκεφτόταν τΥjς ψά.νηκε πώς &κοuσε στον κΥjπο 6ήμοιτιχ.

Ποιός να. ~ταν; Ή Παναγιώτα. ά.ποκλείετα.ι, για.τί είχε πλσ.γιά.σει. Ή ώρα.

ήτοιν δέκσ;.

Page 79: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

717

Πfjγε κοντ~ στό κλειστό πσ;ριiθuρο κσ;t στιiθηκε ν' &κοuσει κσ;λλίτερσ;.

Πιiλι τijς ψιiνrικε πώς ~κοuσε βfιμσ.τσ. &.ντρικιi, βfιμσ.τσ. σιγσ.νιi.

"Ανοιξε τό ψεγγίτrι τοu πσ.ρσ;θuριοu της κσ;ί κοίτσ.ξε στόν κijπο. ":Ητσ;ν

πανσέλ'Υ)νος κ' έ6λεπr. κανείς σα. νa fιταν μέρα.

Δ!ν ε!~ε κα.νέvσ;. · · "Ανοιξε το πσ.ρά.θuρQ. 'Απόλυτη ήσuχίσ. στον κijπο κι' δ ορόμος δπως

π~vτα.

Ή Τιτίκα. όπόθεσε πώς εκσ;νε λά.θος. Δεν εοωσε πι~ προσοχη. "Αλλωστε

fιταν γενναία.

Τ~ν &λλη μέρσ;, κατα. τό σοuροuπο, περπατοuσε στόν κijπο της. Άν~­

μεσα. στοuς σuγκεχuμένοuς σuλλογισμοός της, νόμιζε δτι ~κοuε κliτ;ou - κ<Χποu

ο'ήματα, δπως τ~ν προ'Υ)γοuμενη, σα.ν κιiπο'ιος νά. περπατοuσε μέσ' στο σκοτάδι

κιiτω ά.πό τα. ~έντρα, δχι μ.ακ?ιιi της. Άλλα. σκεφτόταν δτι μπορεί να. προέρ­χετσιι &.πο το τρίψιμο τών κλσ.ριών, ποu τά. φuσοσσε &λσ.φρο &.ερά.κι, γι' αότο

καί ' ~εν εοωσε μεγιiλη προσοχή. 'Άλλωστε οεν εολεπε Και τίποτε.

Βγijκε ά.πό τοuς θά.μνοuς καt προχώρησε προς τ~ν πόρτα τοi} σπιτιοu της.

ΓιΟι. νdι. ψτά.σει στήv πόρτσ. επgεπε vdι. πψ~σει μ.ιdι. μικρή πρσ.σιvά.οοι. Τό φεγ­

yά.pι ε6yσ.ινε κείνη τ~ στιyμ~ κ' ή σκιά. της επεσε πιiνω στ~ χλόη.

Στιiθηκε τότε ~ Τιτίκα.τρομ.αyμένη.

Κοντά. στή σκιά. της πρόσεξε κι' &λλη σκιά. με ά.ντρικό κσιπέλλο στο κε­φά.λι. Γuρισε φοβισμένη τό κεφά.λι γιά. νdι. δε! ποιός ήτσ.ν, &.λλά. Sεν είοε τί­ποτε. Κοιτά.ζεt πά.λι κά.τω στη χλόη, η σκιιΧ είχε γίνει &φιχντη.

Μπαίνει πιiλι στοuς θιiμνοuς με θιiρρος, εψαξε πιχντοσ, σε κάθε γωνιά,

προχώρφε &ς τή σιοερένια πόρτσι, δέ βρήκε φuχή.

Α1σθά.νθηκε πώς ήταν πιχγωμένη. Ποσ νά. το &ποοώσει; στή ψιχντοισίοι

της; Άλλα. πώς; δuό μέρες σuνέχεια!

Τήν &λλη μέρα ξαναγuρισε δ Γιάννης ΆγιάννΎJς. Ή Τιτίκα τοu 'δι'Υ)γ.ή­

θηκε σ.ότο ποu νόμισε δτι είοε κοιt ~κοuσε, με τήν ελπίοοι 5τι δ ποιτέροις της θά. τ'ήv κα.θΎJσύχαζε. Πεplμεvε πwς δ πα.τέpα.ς tΎJς θά. σήκωνε τοuς CJμouς

καt θιΧ τijς ελεγε:

- Εlσσιι πσιιδί.

'Αντίθετα δμως, δ Γιά.ννης Άγιά.ννης εμεινε σκεφτικός. "fστεριχ &.πο

λίγο τijς εΙπε:

- Δέ eα. ήτοι. ν τίποτε.

Βρήκε κά.ποιοι πρόψσιση κσ.t οyήκε στόν κήπο. Ή Τιτίκα. τόν είδε νά.

&ζετά.ζει με μεyά.λ 'Υ) πpοσοχη -::η σι'δεpένια πόρτα.

'Εκείνη τη νuχτα η Τιτίκα: ζuπνφε Τώρα ijταν οέβα. ι ·η, :Χκοuσε καλ!Χ

δτι περπα.τοuσε ~νθρωπος κοντά. στήv πόρτα., κά.τω &.πο τό πα.ράθυp 6 της.

Τρέχει στο ψεγyίτη και τδv &.νοίγει. Βλέπει πρα.γμ.α.τικ&. μέσ<Χ στοy κ:ι}!Ι/)

Page 80: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

718

ε να. ν. &νθρωπο μέ χοντρο pα.οοί στο χέρι. Ένω έτοιμ.αζότιχν νιΧ φων~ξει, το

φεyyά.ρι φώτισε το πρόσωπο τοu ιiνθρώποu. ΤΗτα.ν δ πα.τέρα.ς της.

'Επέστρεψε ~ Τιτ(κα στο κρε6ιiτι της, λέγοντα.ς με το νοu της:

- Πολu &νφύχησε λοιπόν &π' α.δ-.ιΧ ποu ε!π~.

Ό Γιά.ννης Άγιά.ννης πα.ρά.μεινε στον κήπο 3λη έκείνη τη νύχτα., κα.θιhς

κ~t τlς ouo έπόμ.ενες. Ή Τιτίκα. τον έ6λεπε &πο το φεγγίτrι τοίί πα.ρα.θuριοu της.

Τi}ν τρίτrι νύχτα., το φεγγά:ρι εοyα.ινε πιο ιiργά.. θα ~τα.ν μία. μετα τα μεσά.νuχτα., δτα.ν &κοuσε οuνα.τό γέλιο κ~ι τή φωνή τοΟ πα.τέρα. της ποu τ'ήν

φώνα.ζε.

-Τιτίκα.!

Πετά.χ-.ηκε &πο το κpεοιiτι, φόρεσε ι:Χμέσως τό φόρεμ~ τη~ κ~ι &νοιξε το πα.ρά.θuρο. Ό πα.-.έρα.ς της ~τα.ν κά.-.ω στην πρα.σινιiοα..

- Σέ ξuπνrισα, τής ε!πε, γιιΧ νιΧ σε κα.θησuχιiσω. Πρόσεξε τη σκιά. ποu ε!χες οεί μέ το κα.πέλο σ-.ό κεφά.λι!

Κα.ί τα.uτόχρονα. τijς εοειχνε μιά. σκιά., ποu οια.γρα.ψότα.ν πιiνω στη χλόη

ιiπο το φεγγάρι κα.ί πρα.γμα.τικά. εμοια.ζε μέ σκιά. ιiνθρώποu ποu φοροοσε κα.­

πέλο. ΤΗτα.ν δ rσκιος μι<Χς κα.μ••ιά.13α.ς γειτονικοσ σπιτιοσ.

·ο Γι~ννης Άγι~ννης 'ήσύχα.σε έντελGJς. Άλλά. Yj Τιτίκα. δέν εοωσε προ­

σοχή, δέ σκέψτηκε vά. κοιτάξει, α.ν ~ κα.πνοοόχος 6ρισκόtα.ν σti) οιεuθuνση τής

σκιάς ποu εlχε οεί , -1} ποu. νόμισε πώς ε!οε κι' &ν τό ψεγγά.pι 6pισκότα.ν σtό tοιο σημείο. Οuτε σκέφτηκε δτι οί σκιές ιiπο τά. α.ψuχα. πριiyμα.τα. δέν έξα.ψα.νίζον­

τα.ι δτα.ν tίς κοιτάξει κανείς. 'Έτσι f)σύχασε κ' έκείνη.

Κι' δμως δστερα. ιiπό λίyες μέρες εγινε κι' &λλο &.ξιοπερίερyο.

Γ'

Τ Α ~ΧΟΛΙΑ ΤΗ~ flANAΓIQT Α~

Στον κΥ)πο, κοντ~ στη σιδερένια. έ.ξώπορτα, 6ρισκόταν ενας πέτρινος πά:y­κος, ποu κρu6ότα.ν &πό τα. 6λέl-'.μα.τα. τών περιέργων ~πδ ενα. &γιόκλημα., ά.λ­

λα. τόσο κοντά. στr;ν πόρτα., wστε τό χέρι ένδς δ:σ.οά.τη μπορούσε νά. τον ψτά.­σει, περvuJΥτα.; &.νά.μεσα. &.πό το κιγκλίδωμα. κα.ί το ά.γιόκλημα..

UΕνα. 6ράδι, τον lοιο έκείνο μήνα. 'Απρίλη, δ Γιά.νvης Άγιά.ννης 6γijκε έξω, κα.ί ή Τιτίκα., ιiφοu επεσε ό ~λιος, πήγε κα.ι κά.θηaε σ' α.ύτό τον πά.yκο. Ό a.έριχς ψ\iσοίίσε δροσερός μέσ' aτ~ ψύλλα . Ή Τιτίκα. ήτα.ν σuλλογισμένη.

Σ ' ' • ' λ λ' ' ' ). • ' λ ιy:Χ - σιyα. τψ ΚUpιεuε μια. με (J.yχo ((1. χωpις Κ(J.μμιοt'J α.ψορμη, '1) ~~ε α.yχο-

λία. ΠΟU ψέpνει τό σο{ιpΟUΠΟ ΚΙΧί ΠΟ'J πpοέpχετα.ι i'σως, ποιός ξέρει j &.πό το

Page 81: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

719

μ.uστ-ήριο τοu &λλοu κ6σμοu πο•'.ι &κείν'fj τ~ στιγμ~ ά.νοίγει το μν'ijμα. τοu. Μπο­

ρεί νά. προερχόταν ά.πό τ' ά.νοιγμένο μνήμα. ... της Φα.ντίνα.ς. Σ 'θ .s. τ ι 1ι • • • - • • • • ηκω ηκε •1 ιτ κοι, .,κοινε σιγοι το γuρο τοu κηπου, ποιτωντοις ποινω στοι

νοτισμένοι ά.πό τ~ 6ρα.οιν~ δροσιά. χόρτα. κα.t 6uθισμένη στtς μελαγχολικές σκέ­

ψεις, ελεγε με το νοϋ της:

- Αότ1j τ1jν &ροι πρέπει ν& ψορεt κοινεtς στον κήπο ξύλινοι ποιπούτσιοι,

&λλοιώς εtίκολα. ά.ρπά.ζει τό σuνά.χι.

Γόρισ<; πά.λι στόν π&:γκο. Ένω ~-.οιμ.οιζότοιν ν& κοιθlσει ε!Sε οτι, στή

θέση ποu ε!χε πρίν &πό λίγο &ψήσε:, 6ρισκότοιν μι& &ρκετ& μεγά.λη πέτρα.,

ποu οέν uπ'ijρχε πρώτα. έκεϊ.

Ή Τιτίκα. κοίτα.ζε τήν πέτρα. κι' ιί.ποροϋσε. Δέν έμενε ά.μψ ι 6ολία. δτι χέ­ρι &νθρ&ποu είσχώρησε ά.πό τ& κά.γκελα τijς πόρτας κι' &πό τό ά.γιόκλημα.

κι' &φ'Ι)σε κεί τiιν πέτρα.. Ή σκέΦ'fJ α.uτi) τ'ijς εψερε &ληθινb φόβο. Ή πέτρα. ήτοιν έκεt, τήν lολεπε, Sέν ήτοιν πι& Sημιούργημοι τijς ψα.ντοισlα.ς της. 'Έψυ­

γε χωρίς ν~ τολμ-ήσει ν& τ-Υjν &yγίξει κα.t χωρίς ν~ γυρίσει πίσω της. 'Έτρε­

ζε στο σπίτι κ' έκλεισε ιiμέσως τ~y πόρτα. κα.λά., πρόσθεσε μά.λιστΙΧ καί τ(;

σιδερένιο σόρτη, κοιt ρώτησε -;~ν Πα.vοιγιιlηοι:

- Πα.να.γιώτα., γόρισε δ πα.τέρα.ς;

-'Όχι, δέ γόρισε &.κόμη.

- Ποινα.γιώτοι, ξαν&.πε η Τιτίκα, τό 6ρ&.οι φροντίζεις νά κλείνεις κα.λά. τ~ν πόρτα. τοu κ-ήποu; Περνα.ς τtς ιiμπά.ρες ποu εχει;

-"Ω, γι' οιότCι κυρίοι ν& ε!σοιι ~συχη.

- Ε!νοιι τόσο ερημικό οιότCι τό μέρος!

-'Όσο γι& έρ'Υjμικό ε!να.ι. θ& μποροuσα.ν ν& σκοτώσουν μέρα. μεσημέρι

&νθρωπο κοιt χοιμπά.ρι νά. μ~ν π&.ρει κοινείς. "fστεροι κοιμάτα.ι κΙΧt ό Υnριος

τόσο μα.κρι& &πό μ&ς. 'Όμως μην έχεις κα.νένΙΧ φόβο, για.τt έγώ ιiμπα.ρώνω

πόρτες κα.t πα.ρά.θuρα.. 'Όσο νσ. πεϊς, μονα.χές γuνιχ\χες είμα.στε. Φα.ντά.σοu ν&

οείς ξα.ψνικ& μπροστά. σου ά.νθρώποuς, μέσα. στο δ'ωμόtτιό σοu κα.t να. σοu λένε,

«σιωπή» κα.t ν' &ρχίσοuν να. σο\ί κ66οuν το λα.ιμb δ&ν είνα.ι πο!.ι θ~ πεθά.νεις,

ολοι μα.ς θ& πεθά.νομε μι& μέρα., α.ότό δ καθένας τό ξέρει, &λΗ ν?χ α.ίσθανθι;ϊς

&κείνων των &.νθρώπων τ& χέpιοι πά.νω σου! Κα.t μπορείς ν&. ψα.ντΙΧστείς 11:οσQ

άσκημα. θ !Χ κό6οuν τ~ μα.χα.ίρια. τοuς! "Ω! &.να.τρίχια.σα.! ... π · ι ' ' 'λ ' • .;, Ί' ' Κ ι ξ ' λ ' ' ' - οιψε κα.ι σu, εu ογημενη, ειπε -.1 ι τ ικοι. ο τα. ε να. κ εισεις κοιΛοι

π~ντοϋ .

'Από τό :ρ6βο της ή Τlτίκ~ ο~τε τόλμφε νά της πει , πήyοιινε ν?ι. δ εϊς

μι?χ πέτρα. ποu 6&.λα.νε πάνω στον πέτρινr;ι πά.γκ.ο! Τής φα., ν6τα.ν δτι , a.ν άνοιγε

κείνη τή στιyμΎ] ή πόρτα., θιi εμπα.ινα • μέσα. «οί άνθρωπο ι>> . ~Εστειλε μόνο

τrιν Πα.να.yιώτα. y(;, κοιτά.ξει κοιί ν?ι. χλ~ίσει κοιλά. ολο τό σπίτι, &.πο πά.vω , , ) • 1 ς:, ' ' · "Ε λ ' ' ' ,. -μ.εχρι κ.σ;τω , κ .ειστηκε στr.ι r.ιωι.ιΙΧτιο τη~ εr.ια. ε τοuς σuρτες , κοιτcι.ςz ·πα.ντοu

κα.Ι. κά.τω &.πό τό Κρεβά.τι τΎJς κα.t πλά.για.σε. Κοιμήθηκε άσκημα.. 'Όλr; τή

νόχτα. εβλεπε την πέτρα., μ.εγ6;λη σ& βοuνο γφ&:το σπηλιές.

Page 82: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

720

Μετ~ τ~ν &ν~τολ~ τοu ~λιοu - κα.l εΙνα.ι χα.ρα.χτηριστικδ τοu ήλιοu δ­τα.ν &να.'tέλλει ν~ μα.ς κ~νει ν~ γελοuμε γι~ τοuς νuχτερινοuς ψ66οuς, κα.t τόσο περισσότερο, οσο μεγα.λό'tερος fιτα.ν δ ψό6ος μα.ς - μετα. την ά.να.τολη

τοσ ijλιou 'ή Τιτίκα., ξuπνώντα.ς είπε μέσα. της:

- Ε!χα. π~θει α.tηδ ποίι έπα.θα. κα.ί μέ ,η σκι& της κα.μιν~οα.ς 't1jν προη­

γούμενη νύχτα., μ€ τdι 6-ήμα.τα. ΠΟU μοu ψά.νηκε πwς &κοuσα. την περα.σμέΥ'Υ)

βοομ&ιοα. μέσα. σ'tον κηπο. Τόσο ψοβι'tσιιΧρα. λοιπον εγινα.; Κα.ί iι πέτρα. ποίι

μοu ψά.ν'Υ)Κε ΠWς ε!οα., θα. ε!να.ι σdιν τ& οήμα.'tι:χ. ΠΟU νόμισα. ΠWς ~ΚΟUσι:χ..

Ντύθηκε, κΜέοηκε στόν κήπο, ετρεξε στόν πέτρινο πιiγκο κα.l τήν έκο­

Ψ~ κρύος ιδρώτα.ς. Ή πέτpα. fιτα.ν έκεί.

Άλλα. δ ψόβος τ'Υ)ς ήτα.ν στιγμια.ίος. Αό'tο ποίι προκι:χ.λεί ψόοο τή νύχτα.,

τijν ήμέρα κινα. τ"ήν πέριέργεια.. - ΜπιΧ! είπε, για. να. δοuμε τ( ε!να.ι α.uτό;

Άνα.σήκωσε τήν πέτρα., (ήτα.ν ά.ρκετ& χοντρή) κα.ί ά.πό κά.τω 6λέπει κ~­

τι, ποu εμοια.ζε μέ γρ~μμα..

ΤΗτα.ν ενα.ς ψά.κελλος, ά.σψρά.γιστος κα.ί χωρίς έπιγρα.ψή, ά.ρκετα. χον-

τρδς δμως. . »Οχι πιά. φόβος, οuτε περιέργεια. fιτα.ν α.uτο ποu α.lσθα.νότα.ν, ά.λλά. πα.λ­

μοuς ά.γωνία.ς. Τρά.6'Υ)ξε ά.πό το ψά.κ.ελλο δλόκλ'Υ)ρο τετρά.οιο μέ ιiριθμημένες

σελίδες. Το ξεφύλλισε κα.l πρόσεξε δτι ό γρα.ψικbς χα.ρα.χτήρα.ς fιτα.ν λεπτός

κα.ί tiψα.ϊος.

'Έψα.ξε να. 6ρεί κά.ποιο 5νομα., ά.λλ& ήτα.ν ά.vuπόγρα.ψο. Σε ποιόν ά.πεuθό­

νοντα.ν α.ότά. ποu ήτα. ν γρα.μμένα. μέσα. σ~ό τετριΧδιο; Σ' α.ότ'ήν, κα.θwς ψα.ίνε­

τα.ι, ά.ψοu 'tό ά.ψησα.ν πά.νω στόν πιiγκο της. Ποιός tdι έγρα.ψε; Ή Τιτίκα. κοίτα.ξε τόν οορα.ν6, τό δρόμο, τίς ά.κα.κlες, τα. περιστέρια. ποίι ψτεροόγιζα.v

πά.νω στη γειψνίκη στέγη, τ~ ψύλλα. στιΧ χέρια. της κα.t μι~ ά.κα.τα.νίκrιτrι έπιθuμία. · τήν κυρίεψε νdι μά.θε; α.ύτα. πού ήτα. ν γρα.μμένα. έκεί μέσα..

Κιχί ν~ τί διιi6α.σε:

Δ'

Κ.ΑΡΔΙ.Α K.ATQ .ΑΓlΟ ΤΗΝ ΓlΕΤΡ.Α

τ , ! , 'Η ~ I * , ' ., I 6 λ, . ι ε να. ι ερωτα.ς; περιστοι.η τοu σuμπα.ντος σ ε να. κα.ι μ νο π α.σμα.,

κα.l fι ά.νά.τα.σ"ΙJ μια.ς κα.l μόνον f.ίπα.ρξης ·ως το θεό. Νά. δ ερωτα.ς . • **

Ό ερωτα.ς είνα.ι δ &.σπα.σμός των ά.γγέλων προς τ' &στρα. . • *"'

Πόσο 6α.ρεια. εΙνα.ι ή θλίψ'Υ) της ψuχης, δτα.ν προ~ρχετα.ι ά.πο τον ερωτα.!

Page 83: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Ή Τιτίκα πfiρε το χrρι τοι• καi τ ' ι'ικο{tμπησε στΥιν καρδι ιί. της. ' 0 Μάοιοc; αiσθάν­θηκε τό χαρτί κάτι•) άπό τΩ φόQε~Ηi. της %ιι.t ψιθίtριriF : Μ' cίγαπii; λοιπόΥ;

Page 84: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 85: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

721

Τί μεγάλο κεvο ιiπο τήv ιiποuσ!α τοu πλά.σμ.α.τος ποίι γεμίζει τό σUμπα.v!

)/Ω! πόσο ε!vα.ι &.λήθεια. 8τι το &.γα.πΥjμέvο ον γίνετα.ι θεος τοσ ιiνθρώπου! Ά­σφα.λwς κι' δ θε6ς &κ6μα. θ& το ζήλευε, &ν, ώς πα.τέpα.ς τG>ν πιiντων, δέν εt­

χε ΟΥjμ.ιουργήσει τήν κτήση γιά. τήν ψυχή , κα.ι τ~ν ψυχ~ για. τον ~pωτα. . • **

Ε!να.ι &.ρκετό ενα. χα.μ6γελο, Ιiνα. χα.μόγελο ιiπο μα.κριά., κά.τω &.πο [να.

κα.πελλίνο φτια.γμένο &.πό ιΧσπρο κρέπ, γιά. νCι. μ.πε! ή ψυχή στCι. πα.λά.τια.

τών όνείpων,

* ** Πίσω &.πο τCι. π!Χντσ. όπά.ρχε ι ό θεός , κα.l τά. πά.ντα. κρuοουν τό θεό. Τα.

πpά.γμα.τα. ε!να.ι μ.σ.uρα., τά. πλά.σμα.τα. &.διΟiψα.νη. 'Αγάπησες ενσ. ον, τοκα.νες

&.μέσως δια.φα.νές.

* ** Μερικές σκέψεις είνα.ι dκpι6ώς προσευχές . 'fπά.ρχουν στιγμές, κα.τCι. τlς

δποίες, δποια.δήποτε θέση κι' ?λν πα.ίρνει το σώμα., ή ψυχ~ μένει γονατιστή .

• ** Δυο ερα.στές χωρίσμένοι δια.σκεδιΧζουν τη λύπη τους μέ μύρια. πρά.γμα.τα.,

χιμα.ιρικCι. 6έ6α.ια., &.λλά. ~οtι ~χουν κα.l λίγο την πρα.γμα.τικότητά. τους. Τοuς εμποδίζουν να. ολέποντα.ι, οε μποροuν ν' &.λληλογρα.ψcuν , &,λ).ά. &πινcοσν μv­

ριους τρόπους έπικοινωνία.ς. Στέλνουν δ Ιiνα.ς στόν ά.λλον τCι. κελα.ηοιήμα.τα. τG>ν

πουλιών' την εuωοια. των λουλοuοιών' των πα.ιοιών το γέλιο, τοσ Ύjλιου το

φως, τlς πνοέ; τής ά.νοιξΥjς, τtς &.χτίνες τών &.στρων, την πλά.ση δλόκληρη.

Κα.ι πώς μπcρcuσε vά. γlvει &.λλοιώς; 'Όλιχ τCι. Ιiργα. τοσ Θεοu εγιναv γι& νά.

ίιπηρετοσν τον ερωτα.. Ό εpωτα.ς ε!vα.ι πpα.γμα. lσχυpό, τόσο, ωστε vά. εχει

δλη τη ψvση &.γγελιοφόρο του.

• **

Στις κα.ρδιές ιiνήκει περισσότερο τό μέλλον πα.pά. στά. πνεόμα.τα.. Ό ε­

ρωτα.ς είνα.ι δ μόνος ΠQU μπcρεί νά. κα.τα.λά.6ει κα.ι νσ. γεμίσει τον α.ίώνα. τον

&πα.ντα. . Το ιiπειρο εχ~ι &.νά.γκη &.πο το &.νεξά.vτλητο.

* •• Ό ερωτα.ς εtνα.ι σΓι.ν την ψuχη τΎ)ν ίδια.. Ε!να.ι της fδιας φvσης. Ε!vα.ι

σπινθήρας θεϊκός, δπως YJ ψυχή, είνα.ι &φθαpτος δτiως α')τή, ιiδια.ίpετος, ιiτε­

λεύτψ:ος, δπως αύτή. Ε!ναι μέσα. μα.ς φωτιά. &θά.νατη, &.ένα.η, την δποία. τί­

ποτε δέ ι.ιπορετ vά. περιορίσει, κα.ι τίποτε δέ μπορεί να. σ6ήσει. Κα.ίει , το α.ίσθα­

νόμα.στε &ς τό μεοcvλι μα.ς κι' ά.χτινο6ολεί ' το βλέπομε ό)ς τό 6ά.θος τ' oupα.νou.

"Ω έρωτα.! ώ λατρείες! γ λυκεια. ά.πόλαuση δύc ψυχι7>ν ποu συνενώνονται,

OVO καρδιών ΠΟU πά.λλει ή μ.ι (ι. γι(, τήν &λλ'Υj! θιipθετε Καt σΕ μένα, ούpάνιες

ciγαλλιιiσεις oz θ&.pθετε; περ(πατοι .δυο ~γα.πημένων σ' έpημικοuς -;όπο•Jς! l\Ιέ-

46

Page 86: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

722

ρες εiJθuμες, γεμά.τες εLιλογία, μέρες χαρα.ς. Κά.ποτε, μοtί ψαίνεται σά νά κό­

βονται ilipες aπb τη ζωη τών ά.γγέλων ΚΟ:t κατεοαίνοuν EOW κάτω, ο:ερχ6μ:::­

νες &πο τή μοίρα τών θνητών.

• •• Στην εlιτuχία εκείνων ποlι ά.γα.πιοuντα.ι, δ θεος δέ μπορεί νά δώσει τί­

ποτε &λλο, έκτος &πο απέραντη διιiρκεισ, Άλλα. δε μπορεί ν&. μεγαλώσει

την &νέκψρα.στη εuτuχία. ποu δίνει στην ψuχ·η δ lρωτα.ς. Ό eρωτα.ς είνα.ι

το πλ'ήρωμα τofj ά.vθρι!)ΠΟU, δ Θεος ε!να.ι το πλήρωμα. τ' οδρα.νοu.

* ** Βλέπει; εvα άστρο, το κοιτά.ζεις γιά δub α1τlες, γιατl ψεγγοt;ολα. καί

γιατί ε!να.ι &κατανόητο. Άλλά κοντά. σοu ~χεις &λληv ιiχτιvοβολίσ., τήv πιο

γλuκειιi, &λλο μ.εγά.λο μuσηΊριο: Τή γuναίκα. . .. ...

'Όλοι οί &νΟρωποι, οποιοι κι' ίJ.ν ειμα.στε, εχομε δ κcιθένcις ενcι δν, &.πο

τό δποtο &•ια.πνέομ.ε . "Αν αοτό ι.ια.ς λείψε~, μ.α.ς λείπει δ &.έpα.ς , πνιγόμαστε.

Κα.ι τότε πεθcιίνομε. Θά.vατος &πο ελλειψη Ιtpωτα, εrναι ψρ ιχτός. Εrναι &.σψu­

ξία. τi'jς ψυχής!

* ** 'Ότα.ν δ Ιtρωτα.ς οια.λUσει στο κcψίνι τοu ouo ψuχες κα.l τlς ιivα.μ.ίξει σέ

μιάν έvότητα. &.γγελική κα.ί ιερή, τό: δuο αότά πλά.σματα. οp'ijκα.ν το μυστήριο

της ζωής, τότε α.ότά εrνα.ι ο[ ouo CΙ.κρες μ:ά.ς καl τής α.ότής μ.οίρ(J.ς, τ&, δuο

φτερά ένος καί τοu αότοσ νου.

* ** Ί'Ύ)ν ήμ.έpα. ποu μια γ!Jvα.ίκα., πεpνι!Jντ:ι.; σ.πο μπροστά σr:ιu σοu φα.vεί Βτι

το Οά.δισμά. της σκορπi ψG);, 'Cετέλεστcι.: , -c ·ηy &.γα.πχς . K01t τότε πιά ΕΥα. μόνο

σοΟ μέ•ιει νά κάνεις, ν&. προσηλώσεις το ·ιeιu σω :::;' cιuτΊjν τόσο, wστε ν' &να.γκα.­

σ-cεί κι' α.ότΊj v&. σέ σκέψτετα.ι. • **

Alι-co ποlι tkρχίζει ό sρωτχς κα.νένα.ς δz μπορεί ν&. τ6 τελειι;Jσει πα.ρ& 6 θεός.

• •• 'Ο ιΧληθινο; Ιt ρωτα.ς πικρσ. ίvετα.t, &πελπίζετα.ι .Yi ένθοuσιά.ζ ετα.ι , τέpπετα.ι

&πb τά πιο μ:κ.ρά κα.ί τά πιο &λά.χ ι στα. πρά.γμα.τα., &πο ενα γά.vτι πο\ι πα.ρά.πε­

σε, &πό ενα μcιντήλι πι;; •) 6ρέθηκε. Ό &.ληθιvός εpωτα.;; εχει &νά.γκη σ.1ωνι6τη­

. τα.ς γιά. τiJν ιΧφοσίωσ~ τeι !J κα.t τlς έλπίδες: τοu . 'Αποτελείται &πο το &πεφο: μικρό .

* ... Είσσ.ι πέτρα.; vi γίνεις μαγνήτης . Είσαι φuτό; νά γίνεις εuα.ίσθητr; κι'

&.ρωμ.α.'tικ6. Ε ίσα. ι &-ιθ.pwπ-:ις; -ι& γίνεrς εpωτα.ς .

Page 87: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

• ... ϊ23

Τίποτε οέν είνα.ι &ρκετό στόν ερωτα. 'Έχεις τήν εuτuχία.; θέλεις; τον Π<Χ­

pά.οεισο. 'Έχεις τον παράδεισο; θέλεις τον οόρσ;νό. "Ω σείς ερωτευμένοι! δ λα.

α.uτ~ είνα.ι μέσα. στόν εpωτα.. 'Ασχοληθείτε νχ μά.θετε ν& τ~ βρίσκετε . Ό ~­

ρωτα; εχ'"ι σποuοή, δπως δ οόρα.νός, κα.t κciτι περισσότερο ά.π6 τiJν οuρα·;ό,

τήν ήδονή.

* ** Κα.ι.ψι~ τέτοια νέα έρχετα.ι ά.κόμη στον κήπο τοΟ Λοuξεμ6ούργου; -'Ό­

χι, κύριε. 'Έρχεται στ'fιν &κκλησ1α. κα.t &.κοuει τη λειτο•Jργία; -'Όχι πιά.,

δέν ερχεται. Μένει πά.ντοτε σ' &κείνο τό σπίτι; -'Όχι, μετακόμισε. Και ποu

κατοικεί τώρα; -Δε-ι ε!πε .

Θανά:σψ'J ν ' :iγνοείς ποu κι:ι.τοικεί ή ψυχή σου! .. **

Ό eρωτας εί-ι<Χι πα.ιοσ;ριωδlε;. "Ομως τζ.ζ ά.λλα. πciθη εχοuν μικροπρέπει-

ες. Αίσχος στα. πά.θη ποlι κά.ψ:ιυν τον &νθρωπο μικροπρεπη! ΤφΥj στb πά: ­

θος ποu τον κά:νει πα.ιδί.

* ** Παρciοοξι;ι! Ί\κοuστηκε α.uτο πι;ιτέ; Βρίσκομαι μέσα. ΙΗό 6αθu σκοτά.δι

της νίιχτ?.ς . " Εν?. πλόισμ<Χ πού εψυγε, ΠfJFε μα.ζί τοu τόν οόρrχνό μοu.

"Ω! νa πλrχγιά.ζcψ.ε μέσα. στό ϊοιο μ-ιήμα, δ eνας κοντό: στόν &λλον, κpα. ­

τώντ<Χς δ ενα.ς τό χέρι τοϋ 1J.λλοu και κά.ποu - κά.ποu, μέσα στο σκοτά.δι, να.

χαϊδεύουμε τlς &κρες τών δα. χ τύλων δ έ:νας τοΟ &λλοu! Τόσο θ' &.ρκοΟσε γιχ

μένα., θά. ήτα.ν πα.ρά.δεισος.

* .... 'fποψέρεις για τι &γα.r.iς; Άγά.πα. περισσότe.ρο. Τό ν&. πεθα.ίνεις ιiπό z­

ρωτα., είνα.ι το ίδιο με το ν& ζείς ά.πό epωτα. ·* **

"Ω &γαλλ1αση τGΊν π-Juλ ι ι:ί>v! ΚελiΧηδοϋν γισ.τl Ι::χοuν τΥ) ψωλιά. τοuς . .. **

Ό ~ρωτα.ς είναι οuρά.νισ. πνοΎj ά.πό τr1 ν α.Ορα τοΟ παραδείσου.

* ** Καρδιες . 6αθuστόχα.στες, πνεύμcησ. σοψά., δεχτείτε τΥ) ζωή δπω.; τ·Ιιν ε­

πλα.σz ό θεός . ΕΙνα.ι μα.κpχ δοκιμασία., &κα.τά):ηπτη προπαρα.σκεuη για. τ·ην

&γνωστη μοίρα. Ή μοίρα: α.ότή, τήν &ληθινή εννοώ, &ρχίζει για. τον &νθρωπο

&.πο τό πρώτο σκα:λοπάτι τοσ τά.ψοu. Τότε πα.ρωσ(άζετσ.ι κiτι σ' ()'.ότο'Ι Χα.l

τότε μόλις; δ &νθpωπος δ(CΙ.Κp1νει το δριστικό. Όρισt(Κ~ λέω. Οί ζωντσ..νοί

ολέποuν το &όριστο , μό·ιο στοuς νεκροuς γiνετσ.( δρατο το ~ριστιι..ό. Στό μετα.­

ξύ, &.γα.π&.τε και ύποφέρετε, Ηπiζετε κα.t σκέψτεστε . 'Αλλοlμ.οvο σ~ κεrνοv ποu

&.γά.πησε μόνο κορμιi, σχήμα. τα. χ' έπιφά.νειες! Ό θά.νrχτος θιΧ τeιu τb. tξη'·~-­

νίσει δλσ... Προσπα.θείτε v' &.γαπaτε ψuχές , γισ..τί αότΕ:ς eα. tίς ξα:να6ρείτε .

Page 88: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

724

• •• ΣuνιΧντφΙΧ aτό δρόμο ενz. νέο ψτωχότ~το, ποu &.yα.ποuσε . Πα.λιο τό ΚΙΧ­

πέλλα τοu, τριμμένο το ροuχο τοu, τρύπιοι οί &γκώνες τ(J!J .. τά. vzρά. εμπαινα.v στιΧ πα.πούτσια. τοu κα.l τ' ~στρα. εμπα.ιvα.v στ~v ψuχ'1] τοu.

* ** Πόσο μεγιΧλο εlνα.ι νά. σ' &.γα.ποuv! Ίπ~ρχει τίπrιτε μεyιχωτερο; Ναι

Ν' &γα πάς! 'Από τb πολu πιΧθος ή κσ.ροιά. γίνετοcι fιρωική . Άποτο:λεϊτα.ι πι&

μόνο &π' ο,τι είνα.ι κα.θα.ρο κι' &.yνό, κα.l στηρίζετσ.ι μ6νο σ' δ,τι είνσ.: όψηλο

κα.1. μέγα. υοπως είνα.ι ά.Οόνσ.το νά. ψuτρώσο:ι τσοuκνίδιχ . πιΧνω σε παγωμένο

χιόνι, τό ϊοιο είναι &.Μνατο ν?ι. Όλe>:στήσει σ' αuτη σκέψη ά.νιΧξια..

* ** .. Av δέν όπηρχε aτόν κόσμο κιiποιος ν' &.γαπά., θ&σοηνε δ fιλιος .

Ε'

Η TlτJKA ΜΕΤ Α ΤΗΝ Efli~TOAH

'Όσο οιιΧοιχζ~, ή Τιτίκα, 6uθιζ6τιχv σε σχ.έψzις. Τ~ στιγμη ποu σ~κωσε

τά. μάτια &.πό τον τελεuτe>:ίο στίχο τοu τετpe>:δίοu, δ ώpα.ίος &.ξιωμα.τικός Uί-"' " ) , , , , , ... , , ... , ~u

τα.v ,1 ωριχ τοu πεpασε μπpοστe>: e>:πο τη•; κΙΧγκελ.ωτη πορτα. τοu κηποu.

Τιτίκα. τόν 6pijχ.~ ά.π~χθη. ·

Πιiλι ~πεσe>:ν τά. μιΧτισ. της στο τετpά.Βιο. Ό γραψικ~ς χσ.pαχτήρe>:ς της

ψα.ινότe>:ν ώpe>:ιότα.τος. υΟλο το τετριΧο :ο ήτe>:ν γρα.μμένο &.πό τό ϊδιο χέρι,

Cι.λλΓ.ι. μέ δια.ψορετικό μελιiνι, πράγμα. ποu ψα.νέρωγε δτι ~τe>:'l γρσ.μμ.ένο κα.τά.

διe>:στήμα.τe>:, CGτιΧΚtιΧ 1 ά.σΚΟΠΙΧ 1 τuχα.ίΙΧ 1 σά,y α.να.στενα.γμός Πά.νω σε στενα.γμό.

Ή Τιτίκα. δέν εΙχε διοιbά.σει ποτε κά.τι ποιρόμ.οιο . ΚιΧθε εvα.ς ιiπό τούς μυστη­

ρ ιώδεις ~κείνοuς στίχοuς ελα.μπε μπροστά. στα. μά.τιe>: της κοιl τής γέμιζε τ+1 ν κα.ρδιά. μέ πα.pιiξενο ψGJς . Ή tiνα.τροφ~ ποu πήρε , τής είχε μιλήσει πά.ντοτε

γιι% την ψuχη κe>:l ποτε γι?ι. εpωτα., σχεδόν σ~ νΓ.ι. της eδινε την tδέα. τοί}

προσα.νά.μ7.τος κα.l κα.θόλοu της ψλόγα.ς. 'Γο χο:φόypcι.φ~ σ.uτο της aποκιiλuψε

α.πό-cομα. τόv ~ρωτα., το πά.θος, τ~ ζωή, την α.lωνιότητα., τη μοίρα. τοσ &.·ιθρι:J­

ποu, την ιiρχή, το τέλος τοu . τΗτα.ν σrχ'Ι χέρι ποu &vl')iχτψε κ' gpp~;ε στi

μιΧτια. της ξα.ψvικ?ι. μ~ά. χοuψτ:ι; iχτίδzς. 'Γί ήτα, ν α.uτο το χzφόyρα.:pο; Μισ.

επιστολή. Έπιστολη χωpις ν?ι. ypά.ψz~ δ~εuθuνση, χωρίς όπογpα.:ρή, χωρίς χpο­

νολr;γία., ιivώνuμη, 6ιαστικrι κι' &.νuστzpό6ο'Jλη, οιl:νιγμe>: 11:ο!.ι τb &.ποτελ-:JGσα.γ

&λήθειε~, ϋμνος ιiγά.πης yρcι.μ.μέvο; i;-;Cι ivθpωπο ποu είχε τ6 πόοι τ:?v τά :rο

Page 89: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

726

και τδ δά.χτuλο ύψωμένο στον οόραν6. ~οσοι στίχοι τόσες, θ~λεγε κανείς, στα­

λιχγμα.τιες ψuχής.

Τώρα; ποιός lγρα.ψε τtς σελίδες α.ότzς; &.πό ποιόν προέρχοντα.ι; Ή Τι­

τίκα. οuτε στιγμ~ δε δίστασε γι' α.ότό . 'Ένας μόνο. 'Εκείνος!

Φωτίστηκε το μuα.λό της ά.μέσως. 'Όλα. ~ρθαν στ~ν έπιφά.ν~ια. Αίσθανό­ταν ά.νέκφραaτη χαρά., 6αθειά &γωνία., εvδόμ.uχοuς παλμ.οuς. Της εγρα.φε έ ­

κ.εϊνος! Αuτος δ tδιος! το χέρι το δικό τοu εισχώρησε &πο τ&. κάγκελα.! &νιό

α.ότΥ] τον λησμονοuσε, αότος την &.νακά.λuψε! Άλλά τον είχε λησμον-ήσει

&ρα.yε; 'Όχι, ποτέ! πά.ντοτε τον &.γα.ποuσε, πάντοτε τον λά.τρεuε. Είχε σκε­

παστεί ή φωτιιΧ γιιΧ μερικό κα.ιpό, aλλ& κοuφόκαιγε καl μάλιστα. είχε προχω­

ρήσει 6ά.θύτερσ. κα.t τilipα φούντωνε πά.λι κα.ί τ-ήν πuρπολοίiσε με τlς φλ6γες τ ' 'δ , ' .;ι; ' 'θ , l , ' ' 6 , . . , ' της. ο τετρα. ιο αuτο , 1 τα.y σα. σπι α α.πυ ανα.μμ.ενο κr:ι.ρ οuνο, ποu επεσz στην

ψuχή της ά.πb κείνη την άλλη ψuχη καl ξα.ναφοuντωσε την πuρκα.γιά..

'Ώ νιχί! ελεγε μέσα τΥJς, τά ξιχνα6λέπω δλα.. Είνιχι α.uτσ. πο•) είχιχ κιόλας

δια6ά.σει μέσ' στά μάτια τοu.

Είχε οια6ά.σει γιά. τρίτη φοp~ τό τετρά.δ:ο, οτσ.ν δ όπολοχα.γος θεόδοu­

λος ξαναπ~ρα.σε &πb τη σιδερόπορτα τοσ κήποu, χτuπώντα.ς π:Χνω στο λιθό­

στρωτο τα. τακοuνια τοu, ετσι ποlι ν' &κοίιyεται το κουδούνισμα των σπιpοu­

νιGJν. Τον εΙδε <Χνοστο, &.νά.λα.το, σαχλό, &χα.ρο, δuσiρεστο, Βλάχα, αuθά.δη

καί πολι) ~σκημο. Ό &.ξιωμα.τικος της χαμογέλασε. Γύρισε. μ' &ποστροφ~ το

πρόσωπό της καl θδ: αισθανόταν χαρά, αν ύπi)ρχε τρόπος νa τοu πετάξει κά.τι

στο κεφά.λι.

'Έφuγε &μέσως, &νέ6ηκε στο δωμάτιό της κα.l κλειδώθηκε μέσα., γι& νά.

t;ια.οά.σε: πά.λι το χεφ6γρσ.:p'J, νά. το aποστηθίσει καl γιά νά. σκεφτεί . Άφοίi

το διά.6α.σε χορταστικά., τb φίλησε κrxl τοκρuψε στb στήθος της.

Τετέλεσται, f; Τιτίκιχ ξσ.νά.πεσε στο 6α.θuτα.το ά.γγελικb ~ρωτα.. Ή ιΧ­

Gυσσος τής Έοέι..1. &.νr;.!χτηκε πά.λι μπροστά. της.

uΟλη έκzίνη τήν ~μέρα. ~τσ.ν &.ψηρημένη. Δέ σκεψτόταν τίποτε &λλο.

Κα.τa δια.λείμμα.τα χλώμια.ζe: κι' άνατρίχια.ζε. τΗταν στιyμες ποu τi)ς φσ.ι­

vότσ.ν δτι ήτrχν 15νεψJ, γιά. νά. 6ε6α.ιωθεϊ α.γγιζε το ά.γαπημένο χσ.ρτl κά.τω

&πο το φόpεμιi της, τοσφιγγε πά.νω στ-ήy καρδιά. τ'Υ)ς, τb α.1σθα.ν6τα.ν πόtνω

στή σιiρκα της. "Αν δ Γιιiνvης Άyιά.ννης f~ν €6λεπε κείνη τή στΊγμή, θα. τρόμαζε μπροστ& σ' αότ-ή τ'i)ν &.σuνήθιστη χα.ρά. ποu &.χτινο6ολοuσε στά. μ.ά.­

τια. της.

-"Ω, ε!νσ.ι Gέοαιο, σκεψτ6τσ.ν, ε!να.ι ά.π' αίιτόν. 'Απ' α.uτον γιά. μένιχ.

Κα.ί πίστευε δτι κά.ποια. έπέμ6α.ση των &γγέλων, κά.ποια οup&νια. τύχη,,

τον έφεραν κοντά της.

"Ω μ.εταμόρψωση τr;.u ~ρω τα.! 'ή οuρά.νια. τuχη κα.t 'ή έπέμ6α.ση των ά.γ­

γέλων, fιτα.ν έκείνος δ ζuμωμένος σοGJλος ψωμιοίi, ποu πέτα.ξε ενα.ς κrχκοuργος σ' 'έ.vα.ν &λλο κακοuργο, πά.νω ά.πο τtς στέγες τi)ς φuλα.κi)ς τής Φόρκης, &.πο

τή μιά.v rxόHJ στ-i)ν &λλη.

Page 90: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

726

ΟΙ ΓΕΡΟΙ ΕΧΟΥΝ ΠΛΑ~ΤΕΙ ΓΙΑ Ν' .ΑΠΟΥ~Ι.ΑΖΟΥΝ

~THI'J ΚΑΤ .ΑΛΛΗΛΗ QPA

Μόλις 6ρά.διασε, 6 Γιάννη; Άyι6:ν·ιη; ογηκz εξω. 'Η Τιτίκα στσι.ωτη­κε, Χ'ένισε τ<Χ ,μαλλιά. -:ης δπως νόμιζε δτι τής πηγαίνουν καλλίτερα κα.l ψ6-ρεσε Ε.να. ψόρεμα., π'?u ήτα.ν πιο &.ν-:ιιχτο στο λαιμ6, &.πό π-χpαδρομή τοσ ψαλι ­

διοσ τής pά.πτριας, ·11 yια.τι ή t:δια. το Οέλησε ετσι. Κι' ολχ α.uτ& χωptς κ' ή ϊδια. ν~ ξέρει &.κριοGJς γιατί.

Θ&6yα.ινε εςω; "Οχ ι.

Περίμενε καμμιχ ~πίσκεψη; 'Όχι.

Κατέ6ηκε στbν κ ·fι π -:ι . ΊΙ Παvαyιι;Ηα. fιτχν 7.πΜχολημένη μέ τ+ιν κοuζί­ΨJ. της, στο πίσω μzp'?ς τής α..Jλης. 'Άρχισ~ ·ι7. τ.:ερτ.:α.τ% κ:Χ::ω &.π6 ,.χ κλα.ριi

τών δέντρων, πα.ραμερίζοντά.ς τα κά.που - κά.ποu μέ τ6 χέρι τη;, γιατl μ.εριχ~ ' ' ' ' J; λ' ... ' "Ε ' (\ . ' ' ~" JI ' α.π αυ-;α •(cι:ι.ν πο u χα.μηι.α.. -:σι πpοχωρησε ως τον πετpιvο παyκο. . πε-

τρα είχε μείνει πά.νω σ' α•'ιτ6ν.

Κά.θησz κ' ε6::ιλε το !Χπαλό λε:.ιχ6 της χφiκι πάνω σ ' α•"ιτΎ) την πέ­

τρα, σα. ν&θελε ν~ την χα.ιδέψε ι καl να. τrιν εuχα.ριστ'ήσει .

'Εκεί, αlσθά.vΟηκε "=Ύιν &νεξrιyητη έκείyη &ντύπωση ποlι οι:ικφά.ζομε, οτα.ν ΕΥας άνθρωπο; στέκεται πίσω μα;, πα.p' δλο ποu δεν τον 6λέπομε.

Γόρ ισε το κεψά.λι κα.l σηκώθηκε.

'Ήταν εκείνος.

'Ήτα.ν &.σκεπ'ής. Φαινότ::ιν χλωμός Y.cι.l πιb &.δόνατος. Μέσ' στό σκοτάδι μόλις δια.κριν6τα.ν το μσ.σρι:ι τοu κοστοόμι . τα. μ.ά.τ~α. τσ•J τα. σκέπαζ~ -;1; σΥ.Ο­

τάδι. Στii yλuκb πρόσωπό τοu είχ~ κά.τι δμσιο με το θά.να.τι:ι της νόχτας.

Δεν ήτα.ν &κόμη ψά.vτασμ.α. 1 οε ·ι ήτα.v δμω; κσ.t α.·ιθpωr-ος ζωνταν6ς. Το

καπέλλο του 6ριaκ6ταν ριγμένι:ι λlγα. t>ήματα. πιb πtpα, <Χνά.μ.εσ:χ σ-.ο:ι\ις θι:Χ­

μ.νοuς.

ΊΙ Τιτίκα. πι::ι.ρ ' όλίγο νCι. χά.σει τις α. ! ::ιθήσεις της. Δεν εf:Ιyαλε λiξη. Έπε ι ­

δΎ) αίσθανότα.ν 8τι τΎ]ν Ξλκόει έκείνος , πισωδρομοuσε. Αοτο; εμ.ενε &.κί-ιητος .

Δ~v ~βλεπε τα. μά.τια τοu κι' ομως ενοιωθ::: ,σ 6λέιιμα τοuς. Πισω1ψ:;μώντα;

&γγιξε τον κορμο &νος δέyτροu καl στ'ήpιξε σ' αuτοv τlς πλάτες τη;. Xωpl;

αuτb τb δέντρο οα.πεφτε κάτω.

Τό,ε &κοuσz τη ψωνrι τοu, ψων.ΥJ ποι) δέν cij•ι εΙχε ±κcuσz~ ποτέ Υ.αt

ποu μόλις &κοuόταν μέσα. στον ψιθuρισμ6 τ<i>ν ψόλλων:

- Σα.ς ζητώ σuγyνώμη ποlι μπήκα ~δω μέσα.. Δi μποpοuσα y7, ζ<i>, δε

ιιποροuσα. Υ~ δποψέρω &.λλο, γι' αότο ήρθσ .. Δ:α.βά.σΟΧτ~ ΚΕίνα. τα. φόλλα. 'ϊ'C'j ':)

&ψησα πά.νω σε κείνο τbν πά.γκο; Με θυμηθήκατε λίγο; Δεν εχετ~ ΚΟ:ΥΖ 'Ι'Υ.

Page 91: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

727

φ66ο &πδ μένιχ. Πέρα. σε τόσος καιρός! Θuμ!Χστε την fιμεριχ πού με κοιτά.ξα.­

τε; Στό Λοuξεμοοuργο. Κα.t την 1ιμέρα. ποlι περάσατε ά.πb μπροστά. μι:ιu. 7 1-Ι­

τα.ν στ(ς 16 'Ιουνίου κα.! στlς 2 'Ιουλίου. Πλησιάζει χρόνος. 'Απ6 τότε πέ­

pα.σε τόσος κιχιpδς χωρ1ς ν& σiς ξανα.δώ . Ρώτησα. στην &κκλησί7. Υ..σ.ί μου

είπιχν δτι οε σάς εολεπα.ν πιιi. Κατοικοuσιχτε στην δδb Δόσης, σέ μια. και­νούργια. οίκοδομ.ή, στi:ι τρίτο πά.τωμα.. Βλεπετε πwς το γνωρίζω . Γιιχτl σaς

παpα.κολοuθοuσα. ~Επειτα. σaς ~χα.σΟI. Μιά. ψορά. μοu ψά.νηκε πι!); σα.ς είδα.

ν?χ περνάτε ±πδ τό 'Ωδείο, κα.θόμουν κaτω ά.πδ τt;; στήλες της στο7.ς κα t :,ιά.-

6αζιχ εφημερίδα.. 'Έτρεξα. &.μέσως, &.λλά. τίποτε. ~Ητα.ν μιa &λλη, με γέλσ..σε

-:6 κσ,πελλίνο της, εμοιαζε με το δικό σα.ς. Τή νύχτα. ~ρχομα.ι έδGι. Μη ψοο~­

στε, δέ μ.έ βλέπει κα.νείς. 'Έρχομα.ι κα.t κοιτάζω τ?χ πrι.ράθυρά σα.ς ά.πb κοντά:.

ΠερπιχτGι πολύ σιγα. γιά. νά. μ.ή μ.' ά.κοuσετε, μ.πορεt νά φοβηθείτε. Προχθές

τό ορά.δι ~μουν πίσω σα.ς, γupίσα.τε ν?ι. δείτε κ' ~ψuγα ά.μέσως. Μιά. ψορά. σiς

&κοuσα. νιΧ τpιχγοuδaτε. 'ΊΙμοuν εuτuχισμένος. Σ&ς πειράζει a.ν σaς άκο{ιω ~ξω

&πό τa κλειστά. πα.ρά:θunα νά. τραγ?uδχ-;<;; Δ~ ν πρέπει να. ,~ς πεφά.ζει, είστε ,

πώς ν!.ι. σaς πώ, ό 1J..γγελός μου, ά.φfινετέ με νά. Ιtρχομαι λίγο. Νομίζω 8τι θά

πεθάνω. "Αν ξέρατε! σiς λατρεύω! Συγχωρείστε με , σάς μιλιί), οu":ε ξέρω τί

σiΧς λέω. Σaς πικρα.ίνω ϊσως ... -"Αχ, ι.ια.νούλσ, μου! είπε 1ι Τιτίκα. κα.l λύγισε , δε μποροuσε πι& νά.

κρατηθεί στ& πόδια της.

'Εκείνος ετρεξε κα.t τη συγκράτησε yά, μήν πέσει, τηv εσψιξε στην άγκrχ­

λιά. τι;;u χωρtς νά. κα.τα.λα.οrχίνει τί κάνει. Τη συγκρα.τοuσε ΞνG) κι' δ tδιος κλο­

νιζόταν κ' ~τα.ν ετοιμο; νιΧ πέσει. Τοσ ψα.ινόταν οτι το κεψάλι του ήταν. γεμάτο

κ~πyι:;uς, ΕΟλεπε ιiστρα.πές, ο[ σκέψεις του μπεροεύτηκα.ν, θόλωσε το ι.ιuα.λό

τοu. Τ-:;σ ψαινότα.ν οτι έκτελοΟσε θρησκευτικη πράξη ΚΙΧt τα.uτόχρονα. δτι ε­

κανε ίεροσuλία.. 'Άλλωστε δεν αίσθανότα.ν τον έλιΧχιστο σα.ρκικο πόθο γι ' αu­

,η τη χαριτωμένη γuνα.ίκα., ποu κρα.τοuσε τό σώμιχ της πά.νω στο στΎ)θος τοu. 7 Η-;;αy &.ποτρελλαμένος &.πδ τον ερωτα.

Ηijρε 1ι κόρη τό χέρι τοu κα.t τ' &κο{ιμπησε στην καροιά. της. Α,)τδς -;; 6τε

α.1σθά.νθηκε τδ χαρτl κάτω άπb το ψόρεμά της κα.ι ψιθύρισε:

-Μ' ιiγαπΙΧς λοιπόν;

'Εκείνη ιiποκρίθηκε με φωνΥj τ6σο σιγανfι , σχεοον σ~ν πνοή, ποu μόλις

ιi κούστηκε:

- Σwπιχ , το γνωρίζε ις .

Κ' εκρuψε τό πρόσωπό της, ΠΟΙJ κοκκίνησε , στο στήθος τοi} νέου. 'Εκεί­

νος ενοιωθε τΥ)ν ψuχή τοu νά. πλημμυρίζει ά.πb ένθοuσ:α.σμb καt περηφάνεια.

Κάθησαν π6:νω στόν πέτρινο πάγκο. Δε μιλοuσαν. Τ' &στρα. &pχισαν vά.

λά:μ.ποuν. Ηώς εγινε και τ~ χείλη τοuς συναντήθηκα. ν; ΗG)ς γίνεται κα.l τb

πουλt κελαηδi, κα.l τδ χιόνι λuώνει, κα.t τb τρια.ντά.φuλλο &.νοίγει, κα.t δ Μά:η;

ψοuντώνει κα.t λο>Jλουδίζει, κα.t χα.ρά.ζει ~ α.uy,η πίσω &.πδ τ& μιχuρα. δέντρα.

τ.ά.νω &.πb τΥjν ταραγι.ιένη χαίτη τών λόψω·~;

Page 92: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

728

'Ένα. φίλημα., κι' α.ύτb ήτα.ν τb πάν.

Άνα.τρίχια.σα.ν κι' οί οuό καt κοιτιiχτηκαν μέσ' στο σκοτά.δ ι μέ μά.τια. ποu &στρα.φτα.ν.

Δέν !νοιωθα.ν οtίτε τήν ψύχρα. τ1jς νύχτας, οuτε τήν πέτρα. ποu ~τα.ν κρύα., οuτε τ~ν uγρα.σ(α. τών χόρτων, &λλά. κοιτά.ζονταν και οι κα.ρ8ιές τοuς ήτα.ν γε· μά.τες στοχα.σμούς. Τ~ χέρια τοuς 6pέΡηκαν ένωμένα. χωplς νιΧ το κα.ταλά.-

6οuν.

Δεν τόν ρωτοίίσε ή κοπέλλα. κα.ί οuτε ήρθε κα.θόλοu στό νοu της , &.πό ποu μπήκε, πως κα.τά.φερε ν~ εισχωρήσει στον κ1jπο. ΤΎ)ς φαινόταν τόσο &.πλο 15τι

δ νέος α.ύτός 6ρισκότ~ν &κεί κοντά. της!

Κά.ποu • κά.ποu τb γόνατο τοu Mάptou άγγιζε τb γόνατο τijς Τιτίκας καt &.να.τρίχια.ζα.ν κι' οί οuό.

Κα.τιΧ οιαλείμματα ~ Τιτίκα. ψ ιθύριζε κα.μμιά. λέξη. Ή ψuχij τrις Ε'τρεμε πά.νω στα χείλη της, δπως μια σταγόνα. δροσιάς πά.νω στο άνθος .

"Αρχισα.v v7.. μ. ιλavε. Ή vόχτα f)τrι.v Ίjρεμη κι' δ οuρα.νbς πάνω &π' τ~

κεφά.λια. τοuς γεμά.τος α.στρα.. Τά. δυο α.οτά. πλάσματα. , τά. ά:γνά. σά.ν πνεόματα.,

εΙπαν τl;.. πά.ντα, τά. ονειρά. τοuς, τΎjv &.γά.πη τους, τΎjν &.πελπισία τους 8ταν δε

6λέπονταν . 0[ δub έκείν~ς ψ•Jχες δια.χόθηκαν ή μ.ι ·7.. ι..ιέο' στήν α.λλη , ι~Jστz

μέσα. σε μ ι ά. δψ1.. ή ψυχΥ) της νέας 6ρ ισκ6τα•ι μέσα. στΥjν ψυχΥj τοu παλλη­

καριοσ, κ' ή ψuχή τοu πα.λληκrι.pιοu μέσα. στήν ψυχή τ1jς νέας . Άφοu τα εί­

παν 8λα , αοτΥj στήριξε τό κεψά.λι της στον ώμ.ο του κα.t τον ρώτrισε:

- Πως σε λένε; - Μά.ριο . Κα.t σένα.;

-Τιtίκα.

Page 93: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΤΟ

Ο ΜΙΚΡΟ Σ Γ ΑΒΡΙΑΣ

Α'

ΑΝΕΜΟ~ TQN ANEMQN

Άπό τδ: 1823, ενGι τό καπηλειό τοu ΜομφΞρμiλ ξέπεφτε Χα.l λίγο - λίγο

6uθιζότιχν στα. χρέη, το ζεσyος τών θερνα.οιέρων aπόχτησε ~λλο: 5ub παιδιά ,

ιiyόρια. κα.l τ~ δuό. 'Όλα. μα.ζί πέντε, δub θuγα.τέρες καl τρεΙς γιοί . Πολλά. .

Ή Θερναδιέpοu ιiπαλλά.χτηκε &πο τα. δub τελεuταίο:, δταν ήτα.ν &.κ6μr1 πολu μικριΧ κα.l με χαρά. &.λλόκοτη yι~ μητέρα.. Στη yuνα.ίκα. α.ότη "ή φύση

δεν ήταν δλοκλrιpωμένrι . 'Ήτα.ν μrιτέρα., οχι δμως πιο πέρα. &.πο τtς κόρες

της. Τό μίσος της κα.τά. τοu tiνθρι\ιτ:ινοu γένοuς ιipχιζε ά.πb τ' &.γ6ρια της.

Προς τοuς γιοuς της ή κακία. της ήταν κα.τα.κόρuφη κ' ή καρδιά. της δύσβα­

τη γι' α.ότοuς. Είδαμε δτι &.ντιπα.θοuσε το μεγαλότερο . Άπεχθα.ν6τα.ν λο ιπον

κα.ί τ' &λλα. δuό. Γιατί; 'Έτσι. Ή πιό τρομερη α.ίτία. κ' ή ά.δια.φιλονίκψη &.πό­

κριση εlνα.ι << ~τσι».

- Τί τα. θέλω ~να. τσοσpμο πα.ιοιά.! ~λεγε α.uτη ή μητέρα..

~Ας εξηγ'ijσομε ΠGJς κα.τώρθωσαν οί θερναδιέροι ν' &παλλα.yοuν &πο τα.

OIJO τελεuτα.ίι:t πα.ιοιά. τοuς ΚΟ:L μά.λιστο: με Χέpοος.

Ή α.!σχpη &κείνη Γεωpyοόλα., γιά. την δποίΙΧ μιλ~σα.με κΙΧt πιο πά.νω,

ήτα. ν α.uτη ποu είχε κα.τα.φέρει νά. της δίνει δ γέpο Γι λ νοpμά.νδος Ε:ξοδα. σuντή­

ρησης yι~ τ~ δub παιδιά., ποu τοu είχε φορτώσει στην πλά.τη τοu. 'Εκείνη την

έποχΎJ ~πεσε θα.να.τηφ6ρα. επ ι δημία. κ' fι Γεωργοόλα. 'έχασε καί τα. δυ ό της α­

γοράκια. τΎ)ν ίδ ιο: μέρα, τό ενα τό πρωl καt τό άλλο το 6ρά.οι. Auτb ήτα.ν

μ.εγά.λη σuμφορ~ γι' α/ιτ'ijν, γ ια.τl μαζί με τα. πα ιδ ιά. της εχανε κα.ί τά. ογδόν­

τα. φράγκα κά.θε μ1jνα., πο•) πληρωνόταν τα.χτικιΧ μ.' έντολΎJ τοu κ. Γ ιλνοp­

μά.νδοu. Σκέφτηκε τότε ή Γεωρyοόλα. νιΧ 6ρεί δuό πα.ιδιιΧ κα.l δεν &ρyησε να.

Page 94: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

730

το κατ~ψέρει. Ή Θερναοιέρου είχε δυο της rδιας ~λικίας ~α.ι του ϊδιου φu­

λου, ποu της περiσωα.v. Περίφrιμη &ντικα.τά.στα.ση γιCι. •ή μιcl., εuχcl.ριστη ά.πα.λ· λαγη γιCι. την ?J.λλη . Τα. μικρ& των θερνα.διέpων εγινα.ν πα.ιδά. τi)ς Γεωpγού­

λα.ς. Ή Γεωργούλα. μόλις τ:Χ πήρε &λλαξε συνοικία.

Κα.νivα.ς δέν ύποπτεύθrικε τίποτε. Μόνο ~ Θερνα.διέpου ά.πα.ίτ-ησε για. την

προμήθεια. α.οτη δέκα. φράγκα. το μήνα.. Ή Γεωpγούλα. ύποσχέθ'Υ)κε να τιΧ δί­

νει, Υ.σ.l μάλιστα. τά. πλήρωνε, ά.φοu δ γέρο Γιλνορμά.νδος ιξακολουθοuσε να.

πληρώνει. Κcl.θε εξη μ'ίjνες ερχόταν ν& 6λέπει τά. μικρά.. Άπο τΎjν &.λλα.γΎj

δεν κατά.λα.βε τίποτε.

Σε κά.θε τέτοια επίσκεψη τοu γέρο Γι λ νορμά.vοου, ή Γεωργούλα. ά.να.ψω­

νοuσε:

- Κα.λέ, κύριε, πως σ&ς ιιοιά:ζουν!

'Εκείνη τΎjν εποχΎj δ Θερναδιέρος, &λλαξε έπώνυμο, εγινε ΊονδpέτΎJς.

ο ι δυο θυγα.τέρες του καt δ Γα.οpιάς, μόλις πpόλα.οα.ν να γνωρίσουν i;τ•. είχ<Χν

δυό μ.ικριΧ δ:δελφάκια. . Σ' έ:ν'Χ βαθμό δυστυχίας κι' ο[ πιο στεΨΛ σuγγε'ι ~ίς φα.ί­

vοντ'Χ ι στα. μάτιcι. τοσ ά.νθpώποu σα. σκιές, πού μ6λι; δ ιακρίνοντα.ι στο σκοτει­

'10 ~ά.θος τijς ζω·ϊjς κα.l εl)κολα χάνονται, γίνονται aόρατοι.

τ , ·" ' ' ·~ ' ~ ' ' ' Γ ') ' ' ' ό 'f)V Ί 1 μεpιχ ποu πα.pα.υινε τα ουο μικp'Χ στη εωργο•J ,α., μ.ε την uπ -σχεση νΓι. μΎ;ν τά. ξα.vα.ϊδzί ποτέ, εκα.vε πιΙJς δήθεν εΙχε κάποιο δισταγμό.

- ΠG>ς γίνεται! IΧU":O είvα.ι έγκα.τά.λειψη, είπε στον άντρα. τrις.

Ό θερναδιέpος &.πά:ιτ-ησε α.όθεντικ& κα.l φλεγμα.τικ&., δπως συνήθως:

- Τό ιδιο κα.ί χειρόcερα. εκα.νε κι' ό φιλόσοφος Ρουσσώ!

Άπο τb διστα.γμ6, -iι μητέρα. πέpα.σε στο φόβο:

-Άλλά., ?J.ν το μά.θει f) ιiστuνομίcι:, δε θΓι. μιiς δtώξει, συyχωρεϊτα.ι α.ότό;

Ό Θερvα.οιέρος &.ποκρίθηκε:

-'Όλα. σuyχωροuντα.ι. Κανένας δ€ θ& κα.τα.λ ιΗ!ει, τlποτε. Κ' uστεpα., πα.ι­

οιΓι. φτωχά., ποιός €χει οιά.θεση να γυρίσει ν&. τα. δεί &πb κοντά.; Ποιός &ν­

διαψέρετι:ιι νά. έξετά.σει &.πb ποίi κρα.τ/Χ ή σκοόψια. τους !

Ή Γεωργούλα. &γα.ποuσε τ~ λοuσα., ήθελε ν& εΙvσ.ι vτuμέvη με τη ΙLόοα.

Συγκα.τοικοΟσε με μιΓι.ν άλλη γuνcι:ίκα., δραστήρια. λωποδύτρια., μιαν Άγ­γλlδσ. ~κyα.λλισμέvη. 'Η Άyγλ1οα. α.δτΥj εΙχε πλούσια. σuστα.τικά. κα.t σχέσεις

με μεγά.λες ο1κοyένειες.

τα. δυο μικρά, πού πέρcι:σα.ν στην κηδεμονία. τijς Γεωρyούλα.ς, δε ζοσ­

σα.ν &σκημα.. τα. δγδόντα. ψρά.γκ'Χ τήν όποχpέωνα.ν ν?χ τα. περιποιείται, α.uτά f)τα.ν κα.l δ δικ6ς τ'Υ)ζ πόρος. Βρήκ.αν λοιπbν τά δυστυχισμένα. στή θετΥj μ.η­

τέρσ., ο,τι δέν είχσ.ν στη γνfισια., κσ.λά. ροuχα. κα.t κα.λη τ;;οφή. 'Έζησαν ετσι μερικά. χρόνιcι:. Ό Θερνcι:διέρος πpοσδοκοσσε μελλοντικά

δψέλη. ΜιΓι. μέρσ., πού ~ Γεωργούλα. τοl)δινε τά. δέκα. φράγκα., τb μηνιά.τικο,

τijς είπε: - Εfνα.ι &νά.γκη δ «πι:ιτέρα.ς τους» νά φροντ(σει γιά. την &.να.τροψή τους ...

Page 95: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

731

:Ξαφνικά, τα δυο δυστυχισμένα πλάσματα πετάχτηκαν στη μ~ση τοu ορό­

μου, κ' ετσι ά.ναγκάστηκαν ν!ι.. συνεχίσουν μονάχα τους τ~ ζωή.

Λίγον καιρο uστερσ., &.πό τότε ΠΟ•J ή Γεωργοuλα εοωσε το σημείωμα.

στ~ν Έπονίνη, σχετικα. με τΥ) δουλε ιιΧ στο σπίτι της 6δοσ Πλοuμέτ, ή &στυvο­

μ!σ. εκα.νε eψοδο στό σπiτι της Γεωpγοuλα.ς. Τη συνέλαβε σ&.ν ί.ίποπτη συνενο­

χής με τοuς κακοποιοuς ποu πιά.στηκσ.ν στο σπίτι τοu Ίονορέτη καl μΙΧζl μ.ε

τη Γεωργοuλα πήρανε κα.ι την τετραπέρατη 'Αγγλίδα, μαμζΗ Μίς.

τα. δυο μικρα. επαιζαν κείνη τη στιγμη στην πίσω α.uλΥι -zα.l δεν zίδα.ν

τίποτε, οuτε την &πιορομή, οuτε κα.l τr1 ν &.πχγωγή. υΟτα.ν θέλησα.ν v!ι.. μποuν

στο σπίτι τους, 6pijκαν τΎ)ν π6ρτα κλειοωμ.ένη καl τό σπίτ ι ~ρημο. 'Ένα.ς μπα­

λωματής, πο1) κα.θ6τα.ν &.πένα.ντι, τ& κάλεσε καl τοι'ις ~δωσε gνα zα.ρτl πο•)

&ψησε ή θετη μητέρα. τοuς γ ι ' σ.ύτά. Πάνω στο χα.ρτι ~τα.ν γραμμένα τονομα

κ' rι διεύθυνση του &.νθρι.ί>ποu, μέ τόν δποιο δ κ. Γιλνορμάνδο; eστελνε τχ

χρήμα. τα..

- Νά., πάρτε αuτο το χαρτί, τοuς είπε δ γείτονας. Δεν εΙνα.ι &διο πι&. το σπίτι σσ.ς. Πηγα ίνετε σ' αuτο τον Χύpιο . Κάθετσ.ι &οι7.> κοντ&ι. Στόν πpG>το

ορ6μο &.ριστερά. Ρωτείστε μ' αύτο το χα.ρτl καl θ!ι.. σiς τό δείξουν.

ΤιΧ παιδάκια. εφuγα.ν . Το μεγαλύτερο κρατοuσε 7.πο τό χέρι :6 μικρότε­ρο καl προχωροuσα.ν προς τ~ διεύθυνση ποu τοuς εrπε δ γείτιηcι.;. 'Έκανε

κρύο καl τα. δα.χτ,Jλάκια του παιδιοu, παγωμένα καθι~)ς ·ljτα.ν, οέ'ι κρατοuσαν

σψιχτa το χα.ρτl μέ τη διεύθυνση. ΈνG) k'στριβαν στ·fι γωνι:Χ τrισ δρόμου, ~να

Βuνατb φύσΎ]μα. &νέμοu τοU &ρπα.ξε τΟ χαρτί &πό τΟ χέρι. ΣτΟ μετα.ξύ είχε νu­χτώσει κα.L το πα.ιδt δε μπόρεσε ν?ι. το 6ρετ.

'Έιιεινα.ν ετσι π~ριπλα.vώτ~vα. στην τύχη μέσ' στην κρύα νuχτιχ.

Β'

ΟΓΊΟΥ Ο ΜΙΚΡΟ~ Γ ABPIA~ ΕΥΕΡΓΕΤΕΙΤ ΑΙ

.ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΓ .Α Ν.ΑΠΟΛΕΟΝΤ .Α

Πολλες ψορές, ή &νοιξη στο Πσ.ρίσι μοιάζει με τ(; χειμώνα.. Φυσα.vε ου­

να.τοl καl πα.yωμένοι ά.νεμοι. Τ~ν ά.νοιξη τοίί 1832, δ:'Υ.V επεσε ·ή μ~γάλη έπt­

δημία., α.{Ηοίί του α.ιώνα, στην Εupώπη, fι χολέρα , ο[ α.νzμοt ω)τοί ήτα.v πtb

&γριοι κα.ί πιο παγωμένοι rlπo ποτz ιΧλλοτε. Τcωτ6χρονcι. είχαν ;εσπάσει πολ­

λΕς θuελλες, ποu συνοδεuοντα.ν ά.π6 ά.στρα.πες και 6ροντές.

'Ένα βράδι ό καιρός -ηταv :6σο &cκημος , ι'ί>στε οί ΙΙαριζιάvοι είχαν -:.Υιν ~ ' (, ξ ' ' Ι' ' Ο' ' ξ ' ' ' εντuπωση οτι α.ναγuρισε ο ενα.ρrις. ι κα.τοικοι α.να.ψορεσα.ν τα. χεψ.ωνιι;ι,-

Page 96: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

732

τικα., δ κόσμος κυκλοφοροuσε με τ~ πανωψόριιχ. Ό μικρος Γα.Gριά.ς, τρέμοντας εδθuμα. κά.τω &.πο τck κοuρέλια. του, στεκότα.ν έκστατικος μπροστά σ' ltvrι. κου­

ρείο και κοίταζε. ΤΗταν έψοοιασμένος μ' ενα μά.λλινο γυνα.ικείο σά.λι, ποιος ξέρει πώς το 6ρijκε, κα.! μ' αuτο εrχε τυλίξει το κεψά.λι τοu καl το λα.ιμό, &ς τή μότη. ·

Ό μικρδς Γα6ριά.ς φα.ινότα.ν ν~ θα.υμ&ζει πολύ μιά. κέρινη νόψη, με eξω­μη τουΙΧλέττιχ καλ με άνθη στο κεφά.λι , ποίι περιστρεφόταν α.ότόμα.τα. μέσα. στή 6ιτρ(να. τοu κουρείου Κ<ΧL χ<ΧμογελοΟσε στοuς περσ.στικούς. Ή &λ~θειιχ δμως

· εΙνα.ι δτι ό Γα6ρι&ς πα.ρα.τ-ηροuσε τb τζάμι μήπως μποροuσε νά. Gά.λει στο χέρι κα.νένσ. &ρωμα.τικο σαπούνι, ποίι θά πήγσ.ινε δστερα να. το πουλήσει σε κιχνέ­ΥΙΧ μπιχpμπέpη ~ξω &.πό τήv πόλη. Πολλές ψορές κα.τciψερε μ' ιχuτό τόν τρόπο

νά έξασφαλίσει τον έπιούσιο τijς -ήμέρας. Σuνήθιζε τότε νά. λέει δτι «ξού­ριζε τούς μπα.ριιπέρηοες» .

'Ενώ ~κιχνε πως Gλέπει το εtοωλο κα.t έποψθΙΧλμιοΟσε το μοσκr;σά.πουνο, μουρμούριζε ταυτόχρονα. &.ν&μεσα. στά. οόντιιχ τοu. - Τήν Τρίτη. -'Όχι οέν

ήταν Τρίτη . -Τρίτη ήτα.ν. -''Ισως νά ήταν Τρίτη. - Να.ί, ήτα.ν Τρίτη.

'Άγνωστο τί &ννοοΟσε μ' ιχuτο το μονόλογο. "Αν δ μονόλογος &.να.ψερότα.ν στήν τελεuτ::χ.ία. ψορck ΠΟΙJ εψα.γε, πέρα.σαν

&πο τότε τρείς μέρες , γιιχτi κείνΥ) τ~ν 'ήμέρσ. fιταν Παρcισκευή.

Ό κοuρέα.ς στο μετ«tξ :J ξοόριζε, μέσα. στο κα.λck θερμαινόμενο κα.τά.στημά.

του, ενιχ κύριο, χωρiς νά. πιχραλείπει νά. ρίχνει, κα.τά. οιαλείμ.ματ<Χ, λοξές μ<Χ­

τιές προς τον έχθpό, οηλ<Χδ~ προς τό παγωμένο κι' α.t'ιθά.δικο χαμίνι, ποu ε!χε

6έ6αια. καl τά. ouo χέρια στlς τσέπες -;ou παντελονιοΟ του , &.λλ~ το μα.χα.ίρι

τijς πονηριάς του 6ρισκ6ταν εξω.

Ένω έξέτιχζε δ Γιχ6ρ ιάς τη 6ιτρίνα. με το ιiψσ.ϊο εrδωλο κιχl τ' &.γγλικά.

σα.ποόνια., δυο μικρά. παιδιά., το /tνα. λίγο μεγα.λότεpο &.πο τ' άλλο, ντυμένα. ΚΙΧ­

θσ.ρά και μικρότερα. ά.π ; ιχότόν , το EYIX 6}ς έψτά. χρονών καl το ~λλο &ς πέν-;ε,

&νοιξαν την πόρ-;α. τοu κοuρείου καl μπijκα.ν, ζητώντα.ς, ποιός ξέρει τί, έλεη­

μοσόν'Υ) rσως, μέ ψωνij πού lμοιαζε μ&λλον μέ κλά.μα. Π<Χρά. μέ παρά.κληση.

ΜιλοΟσα.ν ταυτόχρονα. κα.l τα. δυο κα.l τα. λόγια τοu:;; fιτα.ν &.κα.τιΗΎ)πτα., yια.τl

ο ι λuγμοl εκο6σ.ν τη ψ<ι)ν .ΥJ τους κα.l τά. δόντια. τους χτυποΟσα.ν ά.πό τb κρύο. Ό κουρέας, χωρlς νά. προσέξει κcι:θ6λου τί Ελεγαν , γόρισε θυμωμένος κ' εσπρω­

ξε το ενα. μέ τ' ά.p ιστερό του χέρι - στο άλλο κρσ.τοίίσε &.κόμα. το ξυρά.φι -καt το άλλο μέ το γόν<Χ-;ο &ς εξω σ-;δ δρόμο, εκλεισε πά.~ι τήν πόptα τοu, λέ­

γοντα.ς:

- Μπιχίνοuν μέσιχ με τόση εuκολίιχ κα.t ξεπα.γιά.ζουν τον κόσμο! · 'Γα. oub πα.ιοά.κια. πήραν πά.λι το δρόμο κλα1γοντας. Στο μετ«tξlι 5-ρχισε

ν!ι. 6ρέχει. Τρέχει δ μικpος Γα.οριάς πίσω τοuς κσ.t τοc πpοφτα.ίνει.

-Μωρέ, τί συμοα.ίνει; Τι ~χετε καί κλαίτε;

Page 97: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

733

- Δέ:ν ξέρομε ποu να. πα.με να. χοιμηθοuμε &.πόψε, &.ποκpίθηκε το μ.εγα.­

λύτερο.

-Μωρέ! α.uτό είνα.ι δλο σα.ς το κα.κό; ε!πε δ Γα.οριάς. Βρέ! για. δές,

μ.εγά.λο πρα.γμα.! Άμ' δέ: μοu λέτε πως είστε κουτορνίθια.;

Κα.1. πα.ίρνοντα.ς δψος ίιπεροχης, φιλοφροσύνης κα.! γλuκzια.ς προστα.σίιχς,

τοuς ε!πε:

-Έλ<iτε, lλ<iτε μωρά.. Έλα.τε μ.α.ζί μου κα.t μη φο6α.στε τίποτε.

-Έρχόμα.στε, κύριε, &.ποκρίθηκε το μ.εγα.λότερο.

Κα.t τα. δυό πα.ιδιά. ιiκολοuθησα.ν το Γα.6pιά, δπως θ' &.κολοuθοΟσα.ν aρ­χιεπίσκοπο . .Στα.μ.!Χ.τησα.ν ν?ι. κλαίνε.

Ό Γα.6ρι&ς π-ϊjρε το δρόμο προς τη Βα.στίλλη, <iψou Ιiρpιξε πίσω του, προς

τό κα.τliστημ.α. τοΟ κουρέα., μιCι. όργισμένη μα.τιά.

-Ιlα.ληά.νθpωπος, ~σπλα.χνος! Σωστος οuρα.γκουτάγγος, το τέρα.ς!

Μια. κοινΎj γυνα.ίκα., δτα.ν ε!δε στο δρόμο τδι τρία. πα.ιδια. να. προχωροuν στη γρα.μ.μ.η μ.' έπικεφα.λης τό Γα.6ριά, ε6α.λε τδι γέλια.. Το γέλιο α.δτο πpόσ-

6α.λε την &.ξιοπρέπεια. τijς τριά.δα.ς.

- Χα.ίρετε, φιλέσπλα.χνη δεσποινίς, είπε γελιι')ντα.ς δ Γα.βριliς.

ΠιΧλι, δστερα. &.πο μ.ιδι στιγμ.~, θυμ~θηκε τον κουρέα. κα.t πρόσθεσε: -'Έκα.να. λά.θος κα.t ε!πα. &.λλο ζώο, ψίδι επρεπε νά. πω κιχt είπα. οuρα.-

γκουτιΧγγος.

Ή &.γα.νά.χτησij του σ' ~κ~ίνο τον κουρέα., τον ε!χε κά.νει &πιθετικό. Κα.­

θιlις πηδοΟσε ένα. α.δλιΧκι, 6pέθηκε μ.προστα. σε μι?ι. γριCι. θυρωρό, ποu κρα.­

τοuσε μιά. μα.κρι& σκούlπα., κα.1. χωρίς νά. χά.σει κα.ιpό, τής είπε: -Κυρά;, 6γηκες 6λέπω σεργιάνι με τ' άλογό σου! ίlλλa τί το κρα.τ&ς

στό χέρι, θέν το κα.6α.λα.ς ν& σέ: κα.μ.cφώσομε!

Κα.! τα.υτόχρονα. πιτσίλισε τα. γυαλισμένα. πα.ποότσια. &νος δια.βά.τη.

- Πα.λιογα."ίδοόpι! τοσ ψώνα.ξε νευρια.σμένΙΧ δ δια.6άτης.

Ό Γα.6ρι?ι.ς σήκωσε τη μύτη του πάνω ιΧπο το σάλι του.

-Ό κύριος εχει τίποτε πα.ράπονο;

-Ένα.ντίον σου, κα.τεργάρη!

- Λυποuμα.ι, τό γρα.ψείο εΙνα.ι κλειστό, ε!πε δ Γα.βριάς, δε δέχομαι πιά.

πα.ρά.πονα..

Στο μ.ετα.ξό, &.νεβα.ίνοντα.ς τό δρόμο, πρόσεξε Κάτω <iπb μια.ν έξώπορτα.

Ε.νr.ι. κοριτσάκι δεκα.τpιών &ς θεκα.τεσσά.ρων χρονών, ποί.ι ζητοσσε έλεημοσύνη.

Φοροuσε ενα. φόρεμΙΧ τόσο κοντό, ωστε φα.ίνοντα.ν τιΧ γόνα.τά. της κ' ~τpεμε

δλόκληρη &.πό τό κρύο. Ή μικpη ε!χε μεγαλώσει ΚΙΧl το φοuστά.νι κόντυνε

κα.ι δεν της εκα.νε πιά.. Ή &.νά.πτυξη κά.νει κά.τι ΠΙΧιχν(οια.. Κονταίνει τb φό­

ρεμα. σΕ: μιά. στιγμη ποtι η γuμνιr.ι. γίνεται &σεμνη .

-"Ω, τrιν κα.ημένη! είπε δ Γα.6ριά.ς. Οuτε φοuστά.νι δέ:ν εχε ι μωps ! Ν :Χ,

δυστυχισμένη, πάρε τουλάχιστον α.ότό.

Page 98: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

734

Καί, ξετuλίγοντας &πό τό λαιμό τοu τb μάλλινο σάλι , τορρ ιξε πάνω στούς ά.δuνιzτοuς κιzί μπλά.Όοuς ώμοuς τής ζητιάνας.

Ή μικρij δέχτηκε το σά.λι σιωπηλά. κιzί κοίτιzζε το μικρό εύεργέτη της μ' &πορία. Τόν κ-:ιίταζε χωρlς νιΧ βγάζει λέξη, γιατl σ' ενα δρ ισμένο 6α.θμο

δuστuχίιz~ δ φτωχός, μέσ' στην κα.τά.,tληξή τοu, στενάζει γιtΧ το κα.κ6, κα.ί

πια. οεν εuχα.ρ ιστε! οiίτε για. το κσ.λό.

- Μπρρρ! Ιtκeι:νε δ Γσ.οριά.ς, μόλις εμ.εινε μ1 γuμ.νό τό λeι:ιμ6. Κρύο μωρέ,

πολύ κρuο! είπε κα.l τα. Οόντισ. τοu χτuποuσα.ν &κα.τά.πα.uστα.

Δεν πρόλα.οε να. τελειώσει τή ψράση τοu κα.ί ή βροχή εγινε ρα.γδαίσ. ,

επεφτε με λόσσα. Αύτός δ κα,κός ούρανός τιμωρεί, δπως φαiνεται, τίς καλές

πράξεις.

- Μά.να μ.οu! &.μ.' α.uτό πά.λι τί ε!να.ι; ψώνι1.ξε δ Γα.οpιά.ς. Θuμωσα.ν οι οuρα.νοί! 'Ά! δΕ: ν ήτα. ν αuτ-!) ~ σuμψωνία μας.

Κα.l σuνέχισε το δρόμο τοu. Τά. δuο μικρά. τον ά.κολοuθ'Jίίσαν πά.ντα..

lΙερvοuσα.ν 11πpοστά. &.πο itνα. ψοuρνο, 6 Γαβριά.ς γύρισε προς τούς σuν-τρόφοuς τοu κα.l είπε:

-'Έ, μωρά;! ψά;γα.τε τίποτε σήμερα.;

-"Uχι , κύριε, είπε το μεγΙΧ'λύτερο , οε φά.γα.μ.ε τίποτε &.πb το πρωί.

-Μ&. σε μοσ λέτε, πατέρα., μητέρα δεν ε χετε;

-'Έχομε , κύριε, κα.l πατέρα. κα.l μ.ά;νσ; , &.λλά. δ~ν ξέρομ~ ποu είνα.ι.

- Κα.ιφιά. φορά. είναι καλλ1τερο ιχοτό, παρά. νιΧ τοuς ξέρεις, είπε δ Γιχ-

6ριιΧς σα. ψιλόσοψος.

- Είνα.ι ouo Jψες τώρα. πού περπα.τοuμε στο δρόμο, ψά.ξα.με νά. 6ροuμε

τίποτε στίς γωνιες μiσ' στά. σκοuπίοια., ά.λλiι δz βρήκαμε τίποτε.

- Να.i, ξέρω, είπε δ Γα.6ριά.ς, πάνε οί σκύλοι καί τά. τρώνε δλα. .

Στο ιιε τα.ξu δ Γιχβρ ιά.ς είχε σταματήσε ι , εψαχvε τlς τσέπες τω, κά.τι ζη­

τοuσε κα.l δΕ:ν τδβρισκε, ψαχούλευε τιΧ Χοupέλισ. τοu Υ.D'.ί, τέλος, σ-Ιικωσ::. θρισ;μ­

βεuτικά. το κεψά;λι.

-Βρέθηκε! είπε , τιfψχ ήσuχάστε, θiι δειπνήσομ.ε κ·' οι τρε"ίς. Νά το . ... Ητα.ν εvα. σαλδ(.

Κα.t χωρtς να. δώσε ι ΚD'.φο στα. δub μtκρά. να κοιτά.ξοuv, τιΧσπρωξε μέσα.

στο ψοupνο κιχί , πετώντα.ς το Υόf~ισμα. πά;νω στο τpα.πέζι , ψώνα.ξε:

- JΙι'ωμιΧ! οG)σε μας γι& &: να. σολδί ψωιιι

'Ο ψωμχς πηpε εvα. ψωμl Χ7.l τσ μ.α.χcι.(ρ ι.

- Ψρ1::ι. κc.μμάτια. κάνε το, ε (π::. δ Γi7.6pιcΧς κ ·χl πρόσθεσε &.ξιοr.ρεπιος:

Εrμα.στε τρr::ίς.

~λέπΙJγ-;cι.; το φούρναρη να. ±πωεωpεί το>)ς τpείς στι~~λ;;')';; κα.ί νχ παίρ­

νε ι - ~;;α, μD'.upo κα.ροέλι, τοδρριξε ~·ια. &.γέρωzο 6λέιψα Χα. ~ -);ν ρώτησε: - Τί εΙ ν' α.ότ6;

- Ψωμ.ί , πολU καλο ψωμί , δεύτερης πο ιGιτητα.ς .

Page 99: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

735

-Τέτοιο κα.τά.μ.:ι:.ιρο! ψώνα;ξε δ Γα.οριά.ς. Δεν το θέλω. "Ασπpο, &φpά.­το ψωμί θέλω, Έγw φιλ~uω τα. πα.ιδιά. .

Ό &.ρτσπώλrις δέ μπόρεσε να. μη χα.μογελά.σει κα.ί, κσ.θ<l>ς ~κοοε το &σπρο ψωμί, κο1τα.ζε τιΧ πα.ιδι& σ& νιΧ τ~ λuπότ:ιν, πρα.γμα. ποu πείρα.ξε το Γα.6pιά..

- Τί μiς κοιτά.ζεις ετσι ά.πο πά.νω ι'~ς κά.τω; για.τί δηλαδή;

Ό &.pτοπώλης δεν &.ποκρίθηκε. 'Έκοψε το ψωμί, πηρε το νόμισμα. καt

τδpριξε στο ταμείο κι' δ Γα.βριά.ς είπε στοlις ψιλοξενοόμενοός του:

- Τ ρω τε πα.ιδιά.!

Πηpε τΟι τρίιχ κομ.μά.τια., εοωσε ~να. στο κά.θε πα.ιδl κα.l κρά.τrισε γιά.

τον έα.uτ6 τοu, α.uτb ποu τοu φά.νrικε μικρότερο. -Δρόμο τώρα., τοuς είπε.

Κα.t πηρα.ν πά.λι το δρόμο προς τη Βα.στίλλη. Κάποu - κά.ποu, δτιχν πεpνοuσιχν μπpοστα. άπο κιχνένιχ κιχτά.στημιχ μ.έ ψω­

τισμένη οιτρίνιχ, το μικρότερο liπo τχ ΠΙΧtδιιΧ στεκόταν κα.ί κοιτοuσε τ-lιν

wρα. σ' ενα. μολυβένιο ρολογά.κι ποlι κρ :ψ.ότα.ν μ' eνrι. σπr7..γγο &.πο το λα. ι­

μό του.

- Τή δουλειrι.. του ΙΧότό! ελεγε δ ΓΙΧ6pιά.ς. Είνα.ι δλότελα. κουτορνίθι

το κα.rιμένο.

Κ' ί.ίστερα. συλλογισμένος μοuρμοuριζε μέσ' &.πο τα. δ6ντι:ι τοu:

-Άκοσς, να. γονείς! Να. είχΙΧ έγw μικρa πΙΧιδιά.!

'Ότ!Χν πλησίιχζα.ν προς τή ψuλ:ικη της Φόρκης, ενα.ς δια.Οά.της φιbνα.ξε:

-Μωρέ Γα.6pιά., έσlι είσα.ι;

-"Α, δ Παρνασσός, είπε δ Γrι.οριr7..ς.

Ό Πα.pνΙΧσσος φοροuσε μπλε γuα.λιά., γιά. νΟι μήν ά.ναγνωpίζετιχι, άλλά.

δ Γα.ορι!l.ς οέ δυσκολεύτηκε ΚΙΧθόλου .

- Μπά., τί ροuχο είναι ιχότο ποlι ψόρεσες; κα.τr7..πλα.σμα. &.πi:ι λιvα.pό­

σπορο! Κα.l τί μα.τογυά.λια.! μπλέ. Βp-έ, γιατρος μοσ γίνηκες; Μπρά.οο, εΙσα.ι

μετιχμ.ορψωμένος βλέπω κιχλά..

-Σιγά., μωρέ! είπε δ ΙΙιχρvασσός, μ ή φωνά.ζεις!

Καt τρά.6ηξε τό Γιχ6ριιΧ μακpιιΧ dπό τα. φG)τα. των μαγαζιwv. Τ& δυο

μικρά. άκολοuθοσσαν μηχανικά., πια.σμέvα. α.πο το χέρι.

Μα.ζεύtΥ)Κα.Υ ολοι κά.τω &.πο το σκοτεινο θόλο μια.ς ι.ιεγά.λης πόρτας, ποu

τ"lις κi7;λuπτε &.πο τι7. βλέμμΙΧτΙΧ κι' &.πο τη βροχή.

- Ξέρεις ποu πά.ω; ρώτησε δ Πα.pνιχσσός.

-Στο μοναστήρι τ.ΥΊς Μετά.νοια.ς (*) , είπε δ Γιχ6ριά.ς.

-Χαμένε! &σε τ' &.στεϊα., πάω νΓι. βρω το ΖΙΧμπετά.κη.

_n Α, τό Ζα.μπετ&κη. Καί οεv τ?ν ~χουν στο ψρέσκο τιίψα.; είπε ό r~-

6pιocς.

(*) Καρμανιόλα.

Page 100: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

736

. - Τδστριψε; &.ποκρίθηκε δ Παρνασσός. Και διΎJγ'ήθηκε στο Γα6ριά, μέ λίγα λόγια, 8τι τc- πρωι εκείνης της ι­

διας ήμέρας δ Ζαμπετάκης, μεταφερόμενος στrι φuλα.κΎ) τής Κοvσι~ρζερί, δρα­

πέτευσε &πο το διάδρομο τής &.νάκρισης.

Ό Γα.6ριάς θΙΧtίμασε τΎ)ν πανοuργία. τοσ Ζαμπετάκη.

Ό ΠΙΧρνΙΧσσος πρόσθεσε &.κόμη μερικές λεπτομέρε:eς γ:χ την cί;πόδρα.­

ση τοσ Ζαμ.πετάκη κα.t στο τέλος είπε:

- Καt ποίί ν& 1]ξερες καl κά.τι ?J.λλα!

Ένω ά.κοuε δ Γα.6ριά.ς, είχε πά.ρει στ:Χ χέρια τοu eνα μπα.στοtίνι ποu

κρα.τοΟσε ό Πα.ρνα.σσος καt το περιεργαζόταν. Μ'Υ)χανικά. τρά.Όηξε τη λα6ή τοu κι' cί;μέσως πρόβαλε &:να μαχαιρίδιο.

-'Ά, φώνα.ξε δ Γα.6ριάς, τί είναι α.ότ6; Μήπως zχεις σκοπο να. τσα.κω­

θείς μέ τοuς σταuρωτήδες;

-Για. καλο καt γιιΧ κακό, &.ποκρίθηκε δ Πcψ(α.σσός, πά.ντα. πρέπει ν?:ι.

κρα.τ!Χ κα.νείς &πάνω τοu κάτι.

-'fπάρχει γι' &πόψε καμμιιΧ δουλειά; ρώτησz δ Γα.6ριάς. Ό Πα.ρνΜσος πήρε σο6α.ρο δφος κΙΧί προφέροντας &.ργδ:. τlς σuλλα.βές ,

&πάηησe:

- Δοuλειές σποuοαιες.

Κι' &.μέσως άλλσ.ξε κοu6έντα..

-Άλ'ήθεια., zίπε , δeν ξέρεις τί [πα.θΙΧ προχθές.

-Τί;

- Σuνα.ντώ κάποιον πολίτη στο δρόμ" καί μοσ κιl.vει δGψJ μια. διδα.-

χ'ή, δλόκληρο κijρuγμα., κα.i το πορτοφόλι τοu. 'Έ6αλ::ι το πορτο:ρόλι στην

πίσω τσέπη κ' δστερα &πο μ.ιά. σ"tιγμ.η ψάχνω στην τσέπη μοu .. . κα.i σε 6ρί·

σκω τίποτε!

- 01Jτε τη διδαχiι; ρώτησε δ Γα.βριιΧς γελώντα.ς .

- Ποίί πάς τώρα; ξανάπε δ Πσ.ρνασσός.

Ό Γα.βρι?:ι.ς ~δειξε τοuς δuο φιλοξενούμενούς τοu κα.ί eίπε:

- Πά.ω νά. Όά.λω τά. παιδιά να. κοιμηθοuν.

-Ποu;

- Στο σπ(τι μοu.

- Καt ποu είναι το σπίτι σοu;

-Στο σπίτι μοu ε!νΙΧι .

-'Έχεις λοιπbν κατοικία.;

- Κιχt 6έ6α.ιοι ~χω.

- Δέ μοu λές ποu κάθεσΙΧι ; -Μέσα. στον ελέφαντα. , &.ποκρίθηκε ό Γα6ριά.ς.

-Μέσα στον ελέφαντα! είπε δ ΠοιρνΜσός. - Κοιι 6έ6αιοι μέσα στον Ηέψαντοι, γιατί σοu ψαίνετοιι ποιράξενο;

Page 101: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

737

Ή &.π&ντ-ηση τοu ΓαSρι& ~ρριξε τόν Πσ.ρνασσό σε σκέψη. -Καλά. λές, μπρά.6ο σοu, έμένα δε μοu πέρασε dπο το μuα.λό. ΕΙσα.ι

κα.λά. έκεί μέσα.;

- Πολύ καλά.! είπε δ Γα6ριά.ς. Έκεϊ εεν ~χει πfιγα.~ ν ε - ελσ. δ &έρσ.ς,

δπως κά.τω &πο τίς γέφυρες.

-Κα! πώς μπαίνεις έκεί μέσα;

-Μπα.ίνω.

-'Έχει κα.μμ.ιά. τρόπα.;

- Να.ί, ~χει. ΆλλcΧ μήν το πεϊς σε κα.νένα.. Εfνα.ι μιcΧ τρόπα. aνά.μεσσ.

στ&. δub μπpΜτιν& πόδια.. Ή &στuνομίιι δ~ν τό ~iρει. - Κσ.ι σκοφψα.λώνεις έκεί πci.νω, κα•ci.λα.6α.. "rστερα. &.πο μικρή σιωπή δ Γα.6ριcΧς πρόσθεσε:

- Αύτ&. τα. μικρά. εχω μι&. σκά.λα. να. τ' &νε6ά.σω.

Ό Πα.ρνασσός γέλα. σε:

-llou στο διά.6ολο τα. 6p~κες α.uτά.;

Ό Γαορι&.ς άποκρίθηκε μέ &πλό•ητα.:

Μ Ν ' ι ' 1,1, ιι ι Πl- 1 1 ι Κ ~ - OU τα. χα.ρισε α.Ποψε ενας !.J,ΠΙΧpμπεpης. οι.ω να. τα. κοψ.ησω. <ΧΛΊJ-

νuχτα. κι' άν με χρεια.στείς κα.νένσ.. 6ρά.δι, ελα στον έλέφσ..ντσ... Θuρωρο δεν

εχει τό σπί-::ι μου. Ζήτησε μόνο τον κ. Γαοριά..

- Κσ..λά., είπε δ Πα.ρνσ..σσός.

Κα.t χωρίστηκσ.ν.

Ό ΙΙα.ρνσ.σσος τρά.6ηξε κσ.τά. τη Γρέ6η, δ Γιχ6ρι&.ς μέ τά. ouo μικρ&. σuνέ­χισε το δρόμο τοu πρl:ις τή Βα.στίλλη.

Πρ!ν &.πο είκοσι χρόνια σωζόταν &κόμη σέ μια. γωνιιΧ τ'Υ)ς πλατεία.ς τ'Υ)ς

Βα.στίλλrις ενιχς έλέφα.ντα.ς, φτιαγμένος dπο ξuλα. κιχ! λά.σπrι κ' είχε uψος

σαρά.ντα πόοιιχ. Στή ρά.χη ήτιχν χτισμένος ενας πόργος, πού eμοιαζε με σπίτι .

Ό έλέψα.ντας αuτος ε!χε κατσ..σκευσ..στεί μέ ύπόδειξη τοu Ναπολέοντα., για.

νά. στολίσει το μέρος έκεινο της πλιχτεία.ς. Τό άιγιχλμσ. ήτιχν περιψρσ.γμένο

με κ'*-γκελα..

"Οτιχν eψτσ..σσ..ν στον κολοσσο ιχότό, δ Γσ..6ριά.ς π'Υ)ρε μια. σκά.λα., πού ήταν

ριγμένη πιο κεί μέσα. στα. χόρτα και τήν έστrισε πάνω στο ενα. πόδι τοu κολοσσοΟ. Ή &κρη της σκά.λα.ς eψτσ..νε σέ μιά. μαόρη τρόπα. πού διακρινόταν

στήν κοιλιά. τοΟ έλέψαντσ...

Ό Γσ..6ριά.ς εδειξε τή σκάλα κσ..ι τήν τρόπα. στοuς δυο μικρούς προστα.-

τεuόμενοuς · τοu κιχ! τοuς είπε: -Άνε6εtτε κα.t χωθείτε έκεί μέσα..

ΤcΧ δub μικρ& κοίτα.ζα.ν σαστισμένα. τb σκοτάδι τijς τρόπας.

-ΜΥ) φο6ιΧστε καθόλου μωρά.! φώνσ..ξε δ Γσ..οριά.ς. Νά., κοιτά.ξτε.

Άγκά.λια.σε το ενα. πόδι τοΟ &λέψσ..V'tΙΧ κα.ί χωρίς νά. κσ.τα.δεχτεί να. χρη· σψοποι-ήσει τή σκιiλα., σκα.ρψιiλωσε μονομι&.: στήν τρόπσ... Μπήκε μέσα. στον

47

Page 102: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

738

κολοσσό σιΧν ~ρπετό ποu χώνετιχι σέ μιιΧ χιχ.ριχμιiοιχ τοίχοu κιχ.ί σέ μιιΧ στιγμή

~6γrχ.λε τό κεφιiλι τοu στήν άκρη τ'ijς σκοτεινης τρuπα.ς.

-Άνε6εϊτε τώρα. κα.t σεϊς, τοuς φώνα.ξε, θιΧ δείτε τι κα.λ~ εΙνα.ι έδώ

μέσα..

Τό μεγα.λόtερο άρχισε ν' ά.νε6αίνει δισταχτικά.. Ό Γα.6ριb.ς τοuοινε κοu­ράφο κιχ! δτιχν πλ·ησίσι.σε στήν τρuπιχ, τ5πιιχσε ~πό τό a.ια. χέρι καt τό 6ο~θησε

ν~ μπετ μέσα.

-Τώρα., τοQ ε!πε, κιiθισε.

'Έξω ~6ρεχε. Τό μικρότερο ~μεινε κιΧ.τω μόνο τοu στ~ πόδια. έκείνοu τοQ κολοσσοu, ήθελε να. κλιΧ.ψει, &.λλ~ φο66τιχν.

Ό Γιχορια.ς ιiγκιiλια.σε πά.λι το πόδι τοu ελέφαντα κα.t γλίιστρησε σb.ν πίθηκος κά.τω, &.ρπα.ξε τό νήπιο στήν &.γκα.λιιΧ. τοu κrx.t τ' ιiνέ6ιχσε U)ζ τη

μέση της σκιiλα.ς.

-Άνέ6ιχινε τώρα. μόνος σοu, τοQ εΙπε. θά σέ 6οηθώ κ' έγώ. Κα.t φώνα.ξε στό μεγσι.λuτερο:

-'Εγώ θ~ τον σπρώχνω &.πό κά.τω, έσu θά τόν τραβήξεις ιiπδ πά.νω. ''r στεριχ &.πο μια. στιγμή δ μικρός βρέθηκε μέσα. στήν τρύπα.. Ό Γα-

6ριά.ς, μπα.ίνοντα.ς, ~οωσε μια. κλωτσιά στή σκά.λσι. κα.t τήν πέτσι.ξε κά.τω στα.

χόρτα.. Γεμιiτος χα.ρα. &ρχισε να. χτuπα. πα.λαμιiκια.

-Τώρα είμαστε καλιi! Ζ'ήτω τό σUντσι.γμοc! 'Έ, μωριi! 6ρίσκεστε στο σπίτι μοu.

Πρα.γμσι.τικα. δ Γα.6ριάς 6ρισ-ιtότσι.ν στο σπίτι τοu.

"Q, &.να.πιiντεχη wφέλεισ. τοu &χρηστοu! Ό μέγιχς &κείνος κολοσσός,

πού οΕ Πσι.ρισινοί &.στοί στέκοντσι.ν κσι.Ι. τον ~6λεπα.ν με περιφρόνηση σα.ν έντε­

λώς &χρηστο πρ&γμιχ, χρησίμεψε για. νιΧ προφuλιiει κιχ.!. να. σι.ί)ζει, άπb τή λά.­

σπη, &.πο το χιόνι, &.πό τή 6ροχή, &.πό τόν πσι.γερό &.έροc, ενσ. μικρό πιχιοί χω· ρίς μιiνα., χωρίς ποcτέριχ, gyιx ά.Οίιvα.το πλιiσμα., νηστικό, γuμν6, άστεγο. Χρειιi­

στ'Ι)κε γι~ ν~ περ:μιχζεόει Ενα. ιiθώο πλιiσμιχ, ΠΟU YJ Κ'.Jιyωy(rx, το είχε ά.ποοιώ­

ξει. Χρειιiστηκε γιά νσ. κiνε ι μικρότερο το δΥjμόσιο ιiμά.ρτ'Ι)μΙΧ. ΤΗτιχν &.νοι­

χτο &σuλο σ' ενσι. πλιΧσμιχ πού τοϋ ε!χιχν κλείσε: δλες τίς πόρτες. Νιi, σέ τ!.

χρησίμεuε δ &λέφα.ντα.ς τijς Βα.στ ίλλης, ή πιχρά.οοξη έκείνη 1οέrχ. τοϋ Νιχπο­

λέοντα.. Ο! άνθρωποι περιφρόνψ•α.ν α.lιτή τήν ίοέα., δ θεός τij χρrισιμοπο1ησε.

- Πρώτ' ιiπ' δλα., είπε δ Γα.6ριιiς, μόλις μπ'i')ιtα.ν κι' οί τρείς μέσιχ, a~

ποuμε τοu θuρωροu δτι οέν είμcι.στε μέσcι..

Κα.l προχωρώντσι.~ μέσ' στό σκοτά.οι, μe τij σιγοuρι~ τοί.ί ιi.vθρώποu ποu

ξέρει κα.λ~ τό σπίτι τοu, πijρε μι~ σανίδα. κ' εκλε:σε την τρόπα. .

Ό Γα.6ρι~ς γuρισε πιiλι στο σκοτά.δι. Τ?ι. πα.ιδι?ι. &κοuσ~ν τότε το τσι­

τσίρισμιχ φωσφορικοu σπίρτοu. ΈκείνΥJ τήν έποχή οέν ήτ<Χν τελειοποιημ.έvιχ.

τ~ σπίρτιχ, δπως σijμερα. Ό Γιχ6ριιl.ς ~rχε &.ντt γι~ κερί, φuτίλι 6οuτηγμένο

στο ρετσίνι. Αδτό &νιχψε κιχί φωτίστηκε λίγο τό άντρο, σ.ν κα.ι κιiπvιζε πε-

Page 103: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

739

ρισσότερο &.π' /5σο ψώτιζε. 0! ~uό μικροί κοίτGt.ζGt.Υ γuρω τους κ' ΕΥΟιωθα.y

κά.τι πα.ρόμοιο μ' α.uτ6 ποu ένοιωθε δ 'Ιωνάς στ~ν κοιλιά. τοu κ~τους. 'Έ6λε­

πα.ν τοuς ~οκοuς κα.ί τίς σα.νίδες, ποu όποοά.στα.ζα.ν τή λά.σπη. Μερικοί δοκοί ' ·~ J, " ' ' ~λ λ ' ') ' ι τ κα.ι σα.νιοες •1τα.ν ετοψοι να. πεσοuν, Gt. οι ειχα.ν κιο ,ιχ.ς πεσει κα. ειχα.v γε-

μίσει τό κοίλωμα., wστε ό Γα.ορι&ς μΠοροuσε ν& περπα.τα. στήν κοιλι& τοσ έ­

λέψα.ντGt., 15πως π~νω σέ π~τωμα..

'Γο μ.ικρότερο &.πο τά. πα.ι~ιιΧ στριμώχτηκε κοντά. στόν &.δελψό του, κα.l

εlπε με χα.μηλή φων~:

- 'Γί σκοτειν~ ποu είνGt.ι!

Ό Γα.βρι&ς δέν &.νέχτηκε α.ότιΧ τά. λόγια., οχι 15μως για.τί τοu κα.κοψά.Υ'Υ)­

κε ποtι δε 6ρ'ijκα.ν κα.λο το σπίτι του, dλλά. γιά. να. διώξει το ψ66ο dπο μέ­

σcχ. τους.

-η κά.θεστε κα.ί λέτε, τοuς είπε, &σκημα. σα.ς φαίνετα.ι . Ποu . θέλα.τε

νιΧ σα.ς πά.ω; στό πα.λ~τι τοu Κεραμεικοu; Πολtι κα.λά. είμαστε έδώ. "Αν μέ­

νατε ~ξω; Γιά. σκεψτείτε. 'Έξω 6ρέχει, κά.νει κρόο, ψuσα. &έρα.ς, έ~ώ είμοιστε

προφυλαγμένοι. 'Έξω €χει εvα. σωρό &.νθρώπους, έδώ μέσα. δέν είναι κα.νένα.ς.

'Έξω δέν έχει οϋτε ψεγγ~ρι, έδω εχομ.ε το κερi μ.οu ... Στα.θείτε τώρα. νΓι. δείτε

καί το κρεοά.τ ι μου . Έλα.τε μα.ζί μοu .

Στο οά.θος της κοιλια.ς τοu έλέψα.ντοι, δποu το μέρος στένευε, ορισκότα.ν

το κρεο!Χτι τοσ Γα.βρι!Χ. Δηλαδή ενοι στρώμΙΧ ψ!Χθινο ΚΙΧί γιά. κοuοέρτα. ενα. tίψα.σμα. μά.λλινο γκρ.ίζο, σχεδόν κα.ινοόργιο. 'Γό κρεοιiτι ~τα.ν προψuλοιγμ.ένο

με συρμα.τόπλεγμα., σά.ν πα.ρα.πέτα.σμα..

- Πλα.γι~στε έδω, είπε δ Γα.ορι!Χς, κρα.τώντα.ς στο &:να. χέρι το ψως κα.t

παραμερίζοντας μέ το &λλο, λίγο το συρματόπλεγμα.. Πλα.γιά.στε yια.τί τώρα.

θά. σ6~σω τόν πολυέλα.ιο.

Ό μεγαλύτερος ιiπό τοuς ψιλοξενούμενούς του, κοιτώντας το διχτυωτό

πα.ροιπέτα.σμ.α., ρώτησε:

-η πράγμα. είναι α.uτό , κύριε;

- Αίιτό; ε!πε δ Γα.οριά.ς σοοα.ριΧ, α.ίιτο το lχω γιά. τά. ποντίκια.. Κοι-

μηθείτε!

Άλλά., φα.ίνετα.ι ενοιωθε τήν ιiνά.γκη, ίσως γιιΧ τήν έκπα.ίδευσ'ή το•Jς,

νά. πεί μερικά. λόγιt1. &.κόμα..

- Νά., α.uτα. ποu ολέπετε, τα. 6pηκοι κα.ί τά. κοu6ά.λ'Υ)σοι ενα. - ενα., σά.ν

τό μυρμ~γκι. Τίς ψά.θες τίς [χουν στό Βοτανικό Κήπο yιά. τά. θεριά.. Σκα.ρ­ψα.λώνεις λοιπον ιiπο &:να. χιχμ.ηλΟ πα.ριiθuρο' κα.ί βρίσκεις δσες θέλεις.

Κοιl λέγοντα.ς α.uτά., τόλιγε μ.έ τή μ.ιά. &κρη της κοuοέρτα.ς το μικρό-

τερο πα ι δι. Auτb μόλις ένοιωσε τή ζεστασιιΧ τοu σκεπά.σματος, ψιθuρισε:

- Τί ζεστά. ποu είναι! τι Uιpαία!

Ό ΓGt.6ριά.ς ερριξε ενα. 6λέμ.μα. &.γα.λλία.σης π~νω στο πά.πλωμGt..

-- Νά., κι' αuτά. τά. μά.λλινα σκεπά.σματα τά. [χουν στο ΒοτΙΧνικο Κήπο,

Page 104: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

740

για. τlς μ~ϊμοuδες. Τα. εrχ~ν για. τά. ζω~, ~γd) τοuς τά. π'ijp~. Κι' οvτε τοuς

κ~κοψ~νηκε πού τα. πΥ)ρα., γιrχτι τούς εrπ~ δτι τ& π~ίρνω γιά. τόν &λέψ~ντ~.

Σώπ~σε γιά. λίγο κ' ϋστερ~ πρόσθεσε:

- Πηδα.ς πάνω &.πό τόν τοίχο κ~ι γριΧψεις στά. π~λιιΧ σοu π~ποότσι~

τήν ιiστuνομία..

- Δέ ψο6aσ~ι τοlις χωροψόλα.κες να. μ. ή σέ OOUY; ρώτησε το μ.εγ~λίιτε­ρο, κάπως δειλά.

- Δέ λένε χωροψίιλοι.κες, στrχuρωτηδες λένε, αποκρίθηκε δ Γ~6ριάς.

Τό μικρότερο π~ιδt είχε τά. μιΧτια. τοu ιivοιχτιΧ, ιiλλι7. σιωποuσε, έπειiΗι

6pισκότοι.ν στήγ ~κρη της ψιiθα.ς, ένω τb μεγα.λ)Jτερο ~τ~ν στ~ μέσ'fl. Ό Γ~-6ριι7.ς τό περιτόλιξε μέ τήv κοuοέpτοι., δπως θaκοι.νε ~ μάνα., Κα.ί γι& ν?ι. τοu

ψτιάσει μ~ζιλάρι, εχωσε κιΧτω ~πό τrιv ψιΧθα. διά.ψορα. κοuρέλιοι.. υrστεροι. γύ­

ρισε προς τό μ.εyα.λίιτεpο:

-'Έ, 'toQ είπε, οέv εϊμα.στε κ~λιl. έοω μέσ~;

-"Α, ν~ι, πολu κα.λti, &.ποκρίθηκε τό πα.ιδί, κοιtάζοντ~ς τό r~6pιά. μέ ϋψος &.γγέλοu ποu σώθΥjκε.

τα. δuστuχισμένοc μικρά., μ' δλο πού ~τ~ν μούσκεμα. ιiπό -η 6ροχή, ~ρχι-

σrι.v vά. ζεστ~!vοντ~ι.

- Για.τί κλα.ίγα.τε πρωτuτεροι.; εrπε δ Γα.6ριάς.

Κα.ί οείχνοντα.ς τό μικρότερο στον &.δελψό τοu:

-'Εκείνο κα.λιΧ, elvα.ι μωρό ιiκόμ.η, ά.λλά. έσό, μεγιiλος τωρ~, κα.ί νi:χ.

κλ~tς! Sέν εlνα.ι σωστό.

- Βpεθήκ~με στη μέση τοu δρόμοu κα.ί δέν ξέρΙΧμε ποσ νά. πα.με . .Σπίτι οέν εlχα.με.

- Σπίτι δέ λένε. Στέκ ι νά. λές. 'Έτσι το λένε, εfπε δ Γ~6ριάς .

-Όλομόvα.χα. μέσ' στη νuχτα.!

-'Άκοuσε τώρα. νά. σοσ πω . Δέν πρέπει νά. στενοχωpιέσ~ι, οuτε κ~ί νά.

ξ~ν~κλtiψετε. Έγw eα. ψροντ(ζω για. σάς. θ?ι. δείς τί Υ..α.λα. ποu θά. περά.σομ.ε!

'Γb κα.λcικοι.ίρι θdι. πηγα.ίvομε στή Γκλα.σιέpα. με τον Κοuροuπη, εν~ ψίλο μοu,

θ(ι. ΚΟλuμποuμε ΚΙΧt θά, τpέχομ.e γuμ,Υοt νά. κά.νομε τ[ς πλuστρες ydι, Οα.ιμ.οy(ζον­

τα.ι1 νά. σκΙΧνε ά.π' το κ~κό τοuς. 'Όλες μα.ζί ψωνάζοuν, εχει μεγιΧλο γοuστο.

θά. σ&ς πηγα.ίvω στό θέΙΧτρο. Νά. οείς τ[ ομορψΙΧ ποu είvοι.ι . Γνωρίζω πολλούς

θεα.τpiνοuς. Μιά. ψορά. επα.ιξ,χ κιόλΙΧς. ΜιΧς 6~λ«νε, πολλα. πα.ιοι~ μα.ζ!, κά.τω

ιiπό έ:να μεγά.λο aσπρο σεντόνι νά. τρέχαμε. Εrοες κα.μμ.ια. φοριΧ τη θάλ~σσ~

με κuμα.τ~; "Ετσι κά.νcψε. K«l στο μελόδραμα; μποροίίμε να. πηγιχινομε χωρίς

νΓJ. πληρώναμε. Φαντάσοu δτι στο μέλ68ραμα ε!ν~ι &λλοι πού πληρώvοuν είκο-.

σι σολο(α. για. νά. μποίίv! υrστερα. θα. πrιγ~!νομε να. 6λέπομε ποu κό6οuν κε­

ψά.λια. στΥjν κα.ρμα.νι6λ~. θά. σ!Χς δείξω καί το δήμιο, ξέρω ποu κ~θετα.ι . Σα.μ.­

ψών όνομιiζετ~ι.

Page 105: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

741

'Εκείνη τ~ στ~γμη ~πεσε μιά στιχγόνα. ρετσίνι πά.νω στο δάχτυλο τοu

Γα.6ρι& ΚIXt τον έπιχνά.cpερε στ'ήν πραyματικότητιχ τijς ζωης.

-Ν~ πά.ρ' 'ή όpy'ή! είπε, το κερί μου πά.ει ν& κιχεί. Προσοχή! Δέ μπο­

ρώ νά κα.ίω περισσότερο &.πό . ενα. σολοί τό μήνα. uοταν πλα.γιά.σει κανείς πρέπει ν& κοιμ'Υ)θεί. Δέν €χομε καιρό Υ~ οια.6ά.ζομe: πα.ρα.μύθιΙΧ. Είνt'lι κιχί το ~λλο, δτι τb ψwς μπορεί νά. περάσει &.πb τ~ χα.ρα.μά.οοι κοιί va μaς πά.ρουν

χα.μπά.ρι ot στα.uρωτηSες.

- Νσ.ί, είπε τό μεγαλuτερο &.πb τά. πα.ιοιci, ε!ναι Κt'lί τb άλλο, μπορεί

νά. πέσει κιχμμι& σπ(θιχ πά.νω στ~ν Φιiθα. κιχ.ί νά. κιχ.εt τό σπίτι.

Στό ι..ι.ετοιξό, δ κιχιρός εξω &.γρ!εuε. Άνά.μεσιχ στίς 6ροντές &.κουότοιν

'ή pιχy'Οι:ι.ίσ νεpr;ποvτΥ) ποu ~οεpνε τ~ ρά.χη τοΟ κολοσσοσ.

-Ε ρ έχε οσο θέλεις! είπε δ Γα.6ριιiς. Ό χεφώνα.ς ε!νιχι 6λά.κιχς, zιiνει

την προιμά.τιοι τοu, χά.νει τόν κόπο του. Δέ μπορεί να μα.ς μουσκέφει κα.ί θυ­

μώνει δ πσ.λιόγερος. Τώροι σιωπη νά κοιμηθοtJμε. Σκεπαστείτε κοιλά., είστε

ετοιμοι; νά. σ6ήσω τό κερί μοu;

- Νοιl, είπε το μεγοιλότερο , είμα.στε ετοιμοι. 'Qρσ.!ο ε!νσ.ι το προσκέψα­

λό μοu, σά. ν~χω ποuπουλα κά.τω &.π' τό κεψά.λι μοu.

- Δέ λένε το κεψά.λι μου, παριχτ'ήρ'Υ)σε δ Γα6ριά.ς, τ~ν κοuτρσ. μου λένε.

τα δυό πιχιδιά. στριμώχτηκσ.ν τό ένα. κaντά. στό aλλο, γι& ν' &.cpήσουν

τόπο Κrlt στb Γι:ι6ριά.. Αuτόι;; πά.λι ψρόντισε ν& τ& σκεπά.σει κιχλλίτερα. κσ.ί

πρόσθεσε:

- Κοιμ:ηθείτε κα.λά..

Κ' εσ6φε τb κερί του.

Μόλις lσ6ησε τb ψώς, ιiκούστηκε θόpu6ος γύρω &.πό τό δίχτu κά.τω &.πό

τb όποίο πλά.yια.ζι:ιν τά. τρία. παιδιά.. Νόμιζες δτι νόχιοι Κιχί Μντια. γρα.τσού­

νιζιχν τό συρμιχτόπλεγμοι. Τα.υτόχρονιχ ά.κούονταν λεπτές καί σοu6λερές ψωνές.

Tb μικρότερο &.γορά.κι, &.κοuοντιχς tb θόρu6ο κι:ιί τίι;; όξείες ψων~ς, ψο-

6ήθ'Υ)κε κι:ι.ί σκr;ύντησε έλοιψρά. τόν &.δελψό ταυ, &.λλ' ι:ιύτος είχε ιiποκaιμ"f)θεί.

Τότε δ μ.ικρbς κυριευμένος ά.πο ψ66ο, τόλμησε νά. ψωνά.ξε~ το Γοι6ριά., riλλά.

μέ ψωνΥj ποίι μόλις riκοuό"tαν:

-Κύριε ... - Τί τρέχει; είπε δ Γιχ6ριά.ς, ποu μόλις ε!χε κλε!σει τ& μά.τια. τοu.

- Tl ε!νοιι αότ6;

-Ποιό; - Αότό ποu ξύνει τό σύρμοt.

- ΕΙνοιι ποντίκιοι, &.ποκρ!θηκε δ Γα.6ριά.ς.

Κι' &.κοόμπφι; πι:Χ.λι το κεφά.λι ταυ στb προσκέψα.λο. Πpιχγμοιτικι:Χ., στ'Υ)ν καιλι~ τau έλέcpοιντ~ ζοuσα.ν μ.υρι&.δες ποντικοι κα.ι

δσο εcpεyγε το κερι ήτιχν μοιζεμένaι, οέν τολμοuσιχν νά. προχωρήσουν, &.λλά. μόλις το σπήλΙΧιΟ, ΠΟU ήτι:t.ν 'ή πολιτε(ά, τοuς, euθ(στηκε O'tQ σκοτi7.8ι κα.t μυ-

Page 106: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

742

ρlστηκrχν νωπή ciiiρκrx, !ξόρμησα.ν λεφούσια. πά.νω στό σuρμα.τόπλεγμα, πού προστά.τεuε τό κρεοάτι τοu Γα.ορι~, κα.ι δά.γκrχνα.ν τ& σύρμα.τιχ.

Ό μικρός δε μποροuσε ν& κοιμηθεί.

-Κύριε! ξα.νΙΧείπε.

- Τί; ρώτησε δ Γα.οριάς.

- Είνα.ι μ.εγά.λα. α.uτ~ τ~ ποντίκια.;

-Πολύ μεγά.λιχ.

Πά.λι το πα.ιδt στσ.μ&:ι:ησε. Άλλά δστερα. &.πb λίγο, ψώνι:χ.ξε:

-Κύριε!

-Τι θέλεις;

- Για.τί οεν ε χεις έδιi) γά.το;

-'Έφερα. ενα.ν, &ποκρίθηκε δ Γα.6ριά.ς, ά.λλ~ μοϋ τόν φά.γα.νε. Τό μικρό &.ρχισε ν& τρέμει &πό τό ψόοο.

- Ποιός τόν ~ψα.γε; ρώτησε πάλι τό Γα.6ριιi. -οι ποντικοl.

- Μποροuν, κύριε, α.ύ~οt οί ποντικοt ν& μ&ς ψ~νε κΙΧt μ&ς; - Βέοα.ια. μπο)οuν, ιiποκρίθηκε δ Γα.6ριιiς.

Ό τρόμος τοu πα.ι·διοu κορuψώθηκε, ~λλ~ δ Γι:χ.6ρι~ς !σπεuσε νιΧ τό κα.Οη·

σuχά;σει:

-Μ ή ψο6!1σα.ι κα.θόλοu, δε μποροϋν ν~ μποϋνε μέσα.. Κ' επειτα. είμα.ι

έγώ έδGι. Νά., πιάσε τό χέρι μοu, α.ν φο6!1σα.ι. Σώπα. κrx.t κοφ'ήσοu!

Τα.uτόχρονα. δ Γιχ.6ριάς πi)ρε τό χέρι τοu μ.ικροu πιiνω ά.πό τόν &.δελψ6

τοu. Τό πι:χ.ιΜκι lσψιξε κείνο τό χέρι κ' Ιtνοιωσε νιΧ τοu φεύγει δ φό6ος. Τό

θά:ρρος κα.t ~ Ούνσ.μη lχοuν πά.νω στούς &.Οόνα.τοuς μι& τέτοια. μuστηριώοη

έπίορα.σ1J.

'Έγινε πά.λι σιωπή γupω τοuς. Οι κοu6έντες είχα.ν ιiπομα.κρύνει τούς

ποντικούς. Έπα.νήλθαν 6έ6α.ια. δστεpιχ. &πό λίγο κ' εκιχνα.ν μεγά.λο θόρu6ο,

&λλ~ τ~ πα.ιοι~ είχα.ν 6uθιστεί στον uπvo κα.t δεν &κοuσα.ν τίποτε πιιi.

Πέpα.σαν ο! ιορες τi)ς νύχτα.ς. Τό σκοτιiδι σκέπα.ζε τη μεγάλη πλατεία.

τής Βα.στίλλης. Ό χεψωνι&.τικος ι31.νεμος &.vα.κα.τεμένος με τή 6pοχή, Ο1JΚWΥό~

τα.ν δuνα.τός και άγριος κά.θε τόσο. τα. περίπολα. περιψέροντα.ν κα.ι ψά.χνα.νε

σέ κιiθε πόρτα, σε κιί.θε γωνιά., σε κιiθε δεν•φοστοιχία., σε κιiθε μά:ντpα, ζη­

τώντα.ς τούς νυχτερινούς &.λijτες τοu 'Πι:χ.ρισιοu. Περνοϋσα.ν σιωπηλά μπροστά

ά.πο τον έλέφα.ντα., &.λλ~ τό τέρα.ς α.uτο όρθιο κι' ιiκ ίνητο, με τ& μιiτιΙΧ ά.νο ι ­

χτ& μέσ' στό σκοτά.δι, φΙΧινότΙΧν ν' ά.να.λογίζετα.ι με &.γα.λλία.σ'Υ) τ'ijν κα.λ'ή τοu

πρά:ξΥJ. Σκέπαζε κα.1. προστιiτεuε &πό τόν οόρcχ.νό κι' &.πό τοuς ά.νθρώπΙJuς

τά τρία. ψτωχιΧ πα.ιοιιi, &.ποκοιμισμένα μέσα στην κοιλιά. τοu .

Κα.τa τά. χα.ριΧμ.α.τrχ.; ενα.ς &νθρωπος 6γijκε ιiπο τήν δδό Άγίοu Άντω­

νίοu, εψτα.σε τρέχοντα.ς. κοντά. στον έλέψαντcχ. ΚCX.l στά.θηκε κά.τω ~Πό τήν Μι­

λιά. τοu. Τά ροΟχσ. τοu !στσ.ζα.ν νερό, σημ.ά.οι δτι πέρα.σε ολη τΥj νuχτrχ. στό

Page 107: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

743

UΠΙ7.:θρα κ~τω &.πό τή 6ρσχή. Μόλις ~ψ't17.σ~ κ~τω &.πό τόν υ.έψα.ντιχ, εοιχλ~

μιά. φων-ή πιχρά.ξενη, πα•) μόνο πιχπαγά.λοι μποροίiν νά. προφέροuν. Έπιχνά.­

λα.6ε ·oub φορες α.uτ~ τ~ φωνή, ποu θά. μποpοίiσε ν' tiποοοθεί κάπως με τ~

ψρά.σrι , «κιρκικιού» !

ΣτΥι δεύτερη φορά. άπά.ντησε μιά. άλλη φωνΥ] μέσα. ιiπό τΥ]ν κοιλιά. τοσ έλέψα.ντα., κσ.θοψή κ' εuθυμrι ψωνή πα.ιδιοσ:

- Νιχί, νιχί!

Κα.ί σχεδόν τα.uτόχpονα., μετιχτοπίστηκε ή σανίδα. ποu εφρα.ζε τήν τρό­πα. στήν κοιλιά. τοu έλέψα.ντα. κα.l 6γηκε ~να. πα.ιδί, ποlι κσtτέ6rικe &.μέσως,

γλιστρώντας άπό τό π6δ: τοίi ελέφα.ντα. κιχl στά.θ't)κε μπροστά. στόν άνθρωπο .

Τό πα.ιοί fιτα.ν ό Γιχοpιά.;, δ ά-νθρωπος ποtι στεκόταν κά.τω ήτιχv δ Πα.pν17.σσός.

χέρι.

- Σέ χρεια.ζόμιχστε, τοσ ~Ιπε δ Πιχρνιχσσ6ς. ~Ελα. νά. μ~; δώσεις ενιχ

τό πα.ιδί χωρίς νά. ζ1Jτήσει κιχμμιά.ν έξήγησ'Υ), ιipκέσt'Υ)Κe: νά. πεί :

- Πα.με!

Κι' οί δuό τοuς τρά.6ηξιχν προς τΥjν δοο Άγίοu Άvτωνίοu, ιiπ' 15ποu ε!χε ~pθει δ Ιlα.pvα.σσός.

Γ'

ΟΙ Γ1ΕΡΙΓ1ΕΤΕΙΕ~ ΤΗ~ ΔΡΑΓ1ΕΤΕΥ~Η~

Νά. τί εΙχε γίνει τήν Τδ ιιχ έκε(ν't) νόχτα στΥj φuλακή τijς Φ6ρκ1)ς.

Ό Ζιχμπετά.κ'Υ)ς, δ Βύζοuνιχς, δ Γαuλομά.ριχς κι' δ θερνιχδιέρος είχα.ν σuμ­

ψωνήσει νά. δpα.πετεόσσuν, ποιρ' aλο ποlι δ θερνοιδιέρος ήτιχν &.παμονωμένο;

κιχί δεν έπιτρεπ6τιχν σε κανένα να. τ6ν έπισκεφτεί. Ό Ζα.μπετά.κης ε!χε κιόλας

οpιχπe:τe:ύσει, οπως ξέρομ~, &π' δσιχ δ Πιχρvοισσός, ~!πε στό Γα.6ριcΧ.. I

Ό Ποιρνrχσσός επρεπε νά 6οηθήσει κα.ί ·τοuς &.λλοuς &.π' eξω.

·ο Βtίζοuνιχς ιiπομονωμένος ενα. μήνα. μέσιχ στή φuλα.κή, ~λα.6ε κιχιpb

νά. πλέξει ενιχ σκο ι νί κσ.ί σέ σuνέχεισ. νά. μελετήσει κιχλά. ενα. σχέδιο. Τό ΚΙΧΚό

εΙνα: δτι 'ή &.πομ6νωσ1J πο\ι τΥ]ν έπ:6ά.λοuν σά.ν τιμωρία. στοuς κα.τά.οικοuς, τοtις

tπιτpέπει νά. σκέψτσντΙΧι ά.νετΙΧ, eνG> θ,ά.πp~πε νά. τσtις ά.ποισχολοuν σέ κά.ποιιχ

&ργα.σ(σt.

Βρijκε λο ιπόν κσ.ιρό νά. σκεφτεί δ Βuζοuνα.ς κα.ί 6γijκε άπό τΥ]ν ιiπομό­

νωσ'ΥJ μ' ενα. σκοινί. 'Επειδή τόv θεωpοϋσοι:ν πολlι &πικ(yουνο, τόν πijροι:ν &.πό

τήν οι:uλrι τοίi Μεγά.λοu Κιχρόλοu κrχί τόν ε6rχλrχν στή Νέrχ Πτέρuγα . Τό πρώ­

το πρ&.γμοc ποu 6pfικε έκεϊ, ~τοcν δ Γοuλομά.pα.ς, το δεύτερο ενιχ. καρψί. Δηλα­

δή μέ τό Γοuλομ.ά.pιχ 6pijκε τό εγκλημ.«, μέ τό κcι:ρψt τΥjν !λεuθeρίσ. .

Page 108: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

744

Ό Βύζοuνσ.ς, φσ.ινομενικ~ ~τα. ν λεπτijς · κρά.σ'Υ)ς, ίιποκριτικά νωθρός, 6λά.­r.σ.ς κ' εuγενικός, &λλιΧ στ~ν πpαγμα.τικότητα ~τα.ν πα.νοupγος. ΤΗτοcν γuμνα­

σμένος κ' έξιχ.ιρετικά έπιτήοειος ν' &.νιχ.ρριχσ.τιχ.ι στίς στέγες κα.t v~ κλέ6ει τιΧ μολύ6ια. ά.πο τά λούκια..

'Εκείνο ποu τον οιεuκόλuνε στ~ν ά.πόοpα.ση, ~ταν οτι τίς 1jμέpες εκείνες &πισκεύα.ζα.ν τlς στέγες της ψuλα.κijς κα.! διόρθωνα. ν τdι κερα.μίοιQι. "Λψψιχν

τiς σκα.λωσιές , δπως ~τα.ν φuσικό, κα.ί τη νύχτα. , δηλα.δΎ] γέφupες Κα. ί σκιiλες γιά. τήν &.πόοριχσ'ΥΙ· •rπά.ρχοuν 8μως κιχί ψύλα.κες κα.ί ύπηpiτες μέσα. στ~ φu­

λιχκή ποu πpοδίνοuν τήν ίιπ'Υ)pεσία. τοuς κσ.ί 6οηθοuν πολλές ψορες κιχτά.οικοuς

~· ιiποδpιiσοuν.

' 'Εκείνη λοιπbν τή νύχτα. Π?U δ Γα.6ρι~ς ψιλοξενοΟσε τ~ oub πα.ιοι~. δ Βύζοuνα.ς κι' δ Γοuλομά.pσ.ς, γνωpίζc.ντσ.ς 15τι δ Ζσψπετά.κης , πού δρα.πέ­

τεuσε το πρωί, το!)ς περίμενε στο δρόμο μα.ζί με --τον Παpνοcσσό, σηκιJ)θψιχν

ijσuχα. κα.l &ρχισα.ν νά. τρuποuν μέ το κα.ρψ ί, πού 6ρijκε δ Βύζοuvα.; τ~ν κιχ­

μινά.οσ. πού περνοuσε &π' τδ κελλί τοuς.

0[ 6pοντες κ' 1ι νεροποντή τοuς 6σ'ήθΎ)ΟΙΧΥ στΥ) δσ!)), ειά. τοuς , ό θόρu6ο;

ποu κάνσ.vε, μικρδς 6έ6α. ια., δέν iκοuότα.v . Στο ιοιΙJ κελλί f:μενα.ν κι' &λλοι

κατάδικοι, πού uποκρίνοντ?.ν ομως δτι κοιμοuντσ.ι. Ό Βύζοuνα.ς ~τα.ν έπιτ+

Οειος, δ Γοuλομάρα.ς πολu δuνα.τός. Τρύπησα.ν τ~ν κα.πνr.Μχο , ιiνσ.ρριχ1jθη-... , ' ,~ ' , ζ ' , ι ' ' ' e , κιχν, Αuγισιχν τσι σιοεριχ ποu εψρα. α.ν το α.νοιηια. τ'Υjς σ-;ψ κορψ'Υj κιχι r.ιρε-

θηκαν οί φο6~ροί κακοuργοι πά.νω στή στέγη .

ΊΙ 6ροχή κι' δ ~νεμ.ος μ.α.ίνοντιχν, ή στέγη γλuστpοασ~. "Εδ~σα.ν τ~ μ~~ν &κρη τοu σκοινιοu στά. λuγισμένα. σίδερ.χ τijς κα.πνο86χοu, ρίξσ.νε τήν άλλη

στο κενο κα.ί γλUστρησα.ν δ ενα.ς uστεp ' ά.π' τον ιiλλ'J σε μια.ν άλλ'Υ) στέγη

χσιμηλότερη, πήοησα.ν σε Ο'Jνέχεια. στΥ)ν αuλ"ή, ΠI)U οι κα.τά:δικοι εκσ.να.ν λοuτρb

κι' &.πο κεϊ &νοιξα.ν μ' εuκσλ ία τ~ν πόρτα. και 6ρέΟΎ)κιχν στο δρόμο. 'Όλα

αuτ& μέσα σε τρεϊς ώρες.

υrστερα &.πό λίγες στιγμές &.ντα.μώθηκσιν Κ(6λας μέ τb Ζαιιπετάκη καl

τόν Πα.pνα.σσb ποu περιφέροντα-ν εκεί γύρω. UΕνικ μέρος &πό το σκοινί τοuς ορισκότα.ν στιΧ χέρια. τοuς, το όπόλοι­

πο κόπηκε μέ το τpάf)ηγμα. κα.l κpφ6τα.ν &.πο -:η στέγη τ~; ψuλα.κijς.

'Εκείνη τ~ νύχτιχ, δ θερναδιέρος ~τα.ν ε ί δοποι'Υ)μένο;, κα.νένιχς δέ μπο­ρεί ν~ ξέρει πώς, για. τήν ιiπόδpα.ση τιϊιν άλλων κ' εμενz α.γρuπνος. ΤΗταν

κι' σιuτδς στην rδια. ψuλα.κή, ιiλλά. &.πομονωμένος σε κελλl τοi) πάνω πσ.τώμα.­

τος πού είχε ενα. φεγγίτ1J πάνω στΎ) στέγΎ) .

Κατ" τ~ μ.ία. ιιετ" τά. ιιεσιiνuχτα οιιiχρινε δuο σκι~ς πού πεpvι;Οσα.ν μπρο-ι ι ι έ ' ' I' ' ' J, θ ι λλ 'Η ' ι - ' στά. &πο το ψεγγιτη , ιι σ στ'Υ) οpοχη κα.ι στιι uε α.. ιιια. στα.ιια.τησ .. γιcι.

μιά στιγμη στό φεγγίτ1J κ' εσκuψε γιά. νά. κοιτάξει μέσ:χ.. τΗταν δ Βuζο'Jνα;. Ό θερvαδιέρος τον &.να.γνώρισε και κα.τά.λα.οε.

Τό θερνα.διέρο, έπειδή έθεωρείτο &.ρχηγος τ~ς σuμμορίιχς πού &.ποπειρ~-

Page 109: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

745'

1!ηκε ένοπλη λφτείιχ, τόν πιχριχκολοuθοuσιχν ιχuστηρότεριχ. Στ'Υ)ν πόρτα τοσ κελ­

λιοσ τοu στεκόταν πσ.ντα ενας ψροuρδς στρατιώτης. Ό σκοπδς αuτδς &λλαζε

κά.θε δub ώρες. Στα πόδια τοu ε!χα.ν περά.σει ά.λuσίδες καί κά.θε μέρα στίζ

τέσσερες τό dπόγεuμα δ δεσμοφύλακας εκα.νε έπίσκεψη, άφηνε κοντ!Χ σ: ο

κpεΜτι ~νοι ψωμί μοιϋpο, Ιlνοι στοιμνl μέ νεpδ κοιl μι& γοιΜθα. νεροζούμι, u­στεριχ έξέτιχζε τα. σίδερα τών ποδιών, καθιbς καt τα. σίδερα τοσ φεγγίτη. Ό

&νθρωπος αuτδς έρχότσ.ν και τή vόχτσ. οuδ φορες κ' έξέτα.ζε το κελλί.

Ε!χε δι.ιως κσιτσ.ψέρει να. τοϋ έπιτρέψοuν να. οισ.τηρήσει εvα. ιιεγσ.λο κα.ρ­

φί, σα σιδερένια σr.p~να, ποu είχε χώσει σέ μι&. χrιpαμά.δα τοu τοίχο'J για: να.

κρεμά.ει το ψωμί τοu καl «να. το .. προφuλά.ει ά.πο τοuς ποντικοuς» καθιt)ζ ελεγε .

Δ! ν τοϋ το &ρνήθηκαν γιατl το θεώρησαν &κίvεuνο, &φοσ ε!χαν . τόσο αόστη­ρή έπιτ~ρηση. Άργότψχ μ6νο θ!.ψ~θηκαν aτι ενας δεσμοφόλα.κας είχε πεί:

-Καλλίτερα θ&. ~ταν ν&. τ"ϋ &φηναν μι&. ξόλινη σψ~να γι&. το ψωμί.

Στίς ouo μετ& τα. μεσά.νuχτα. &λλα.ξσ.ν το σκοπό, εναν παλιο σ-::ρσ.τιώτη,

μ' €να νεοσύλλεχτο. αy στεpα &.πό λίγο ~ρ θ ε κα.ί δ δεσμοφuλακας για. τΥ] σuν'Ι) ­

θισμένη έπιθεώρηση, τα. 6ρ1jκε δλα έντιiξει, τό μόνο πο•) παρατijpησε ήταν·

οτι δ σκοπός ήταν πολ:) νέος. Σε QI)Q ώρες &ργότερα οταν ήρθαν ν' &:ντικατα­

στ'ήσοuv τδ νεοσόλλεχτο, τον 6ρήΧα.ν ξαπλωμένο να. κοψ.iiτα.ι μπρι:ιστCι στήν

πόρτα. τοu κελλιοu τοu θερνα.οιέpοu. 'Όσο για. το θερνα.δι:έpQ, ωjτος ε!χε

γίνει &φαντος. Μόνο τ&. σίδερά. το'J, σπΜμένα, 6ρίσκοντα.ν πά.νω στlς πλά.Υ.ες

τοu κελλιοu τοu. Στ'i) στέγη φαινόταν μια. τρuπα κι' ά.πb .-το Χρε6iτι zλειπε

μι!Χ σαν!δα. Μέσ' στο κελλί 6pέθηκε μια. μποτί).ια με κpασl μισοα.δεια.σιιέ­

νη. Φαίνεται aτι το άλλο μισδ είχε καταναλώσει δ σκοπος κα.ί γι' α.δτο ~τα.ν

6αθεισ. κοιμισμένι:Jς , γιατί διαπιστώθηκε οτι τό κρασί περιείχε καί ναpΧωτικι5.

Έπ!σης είχε ~ξαψσ.ν~σ,εί κ ' ή ξιφολόγχη τοu στρατιώτη.

Τη στιγμΥ] ποu εκαναν αuτές τlς &νακαλUψεις, uπόθεσα.ν δτι δ Θερναοιέ­

ρος θ& ήταν ποΜ μα.κριά.. Ή &λήθεισ. ομως ε!νΙΧι οτι , μπορ:::ί να. μη 6ρισκ6τα.ν

ι.ιέσα σε κείνο τb χτ1ριο, &.λλ& δεν ήταν &.παλλα.γμένσς &.κ6μη &πb τbν κίν­

δuνο.

Ό θερνσ.διέρος οταν 6γ1jκε στη στέγη, 6p1jκε τό κομμένο σκ"ιν1. τοσ Βu­

ζι:ιuνα ποu κρεμόταν &.πb τ~ σιδερένια κ~γκελσ. πσ•'.ι σκέπσ.ζσ.v την καπνο­

δόχο, &λλ& τ6 χομ.μιiτι αuτο ήταν κοντό και δz μπορούσε να. το χρφψο­

ποι1ισει κι' σ.u't6ς, δπως & Βuζοuνσ.ς κι' δ Γοuλοι.ιά.pα.ς. Άναγκά.στηκ:; να.

ζητ-ήσει &λλον τρ6πι:ι σωτηρ1ας. οι &.στραπες τbν οοηθοuσα•i καl ταu-:6-

χρονι:ι. τον τόφλωνι:ι.ν. Πως εκι:ι.νε κι:ι.t 6ρέθ'f)ΚΕ πά.νω στον τοίχο οικοδομής πού δεν έπικοινωνοuσε με το χτ1pιο της ψuλακης; ΚΙΧνένας οε ιιπ6p~σ~ ν~ τb ~ ~ ι Zl ~ t\ ι "Ι ' ' λ ' ' εςηγησει, ψεινε ΓJ.γνωστο ως τωρα. σως μεταχειριστηχε τις σκα ωσιες και

τ& σανιδώματα. ποu χp'Ι)σtμοποιοuσα.ν οί ~pγιiτες πού zπισκεuα.ζrχν τlς στέγες

της ψ!Jλσ.κης, ϊσως 'tOU χpησίμ.εuσε καl 'ή σιχν(οιχ ΠΟ'J ελειπε &πο 'tO κpεΟά.τι,

Page 110: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

746

&λ),~ δπωσοήποτε δ τοίχος !κείνος εrχε μεγάλη ιiπόσταση. τό &λμα τoij θερναοι.έρου φαινότα.ν έντελώς &.Ούνα.το. Βρήκε &ρα.γε κ&.ποια. νέα. μέθοδο, σοψίστηκε κciποιο νέο τρόπο; Μένει ά.νεξi)γητο . 'Ένα μόνο μποροuιιz ν~ ποu­

με, 1\τι ή τρομερή οίψΙΧ τής tΑευθεp(ΙΧς μ.ετΙΧοι*.λλει, Κ1Χf!-f!-ι17. ψοp6; 1 τ~ ο6.pα­θpα σέ λά.κκους, tCG σιδερένια. κά.γκελα σέ ΚΙΧΑα.ιιωτές, το ν&νο σέ: άθλητή,

τον &.ρθριτικο σέ πουλί τ' οtιρανοu, το βλάκα σέ θυμόσοφο, το θυμόσοφο σέ

μεγαλοφυή.

Δέ μ.ποροuμε νά κα.τ~λά.οομ.ε π&.ντΙΧ ποιά θιχόμ.α.τα. ε!να.ι ίκα.νbς δ ιΧ'Ιθρωπος νά κάνει, θέλοντ~Χς νά λυτρωθεί μέ τήν &.πόδριχση. 'Εκείνος ποu δριχπετεύει

ε!να.ι άνθρωπος &ιιπνευσμ.ένος, διχφ.όνιΙJς ~κείνες τlς ώρες. ΣτΥ) μΙ;στηρι(i)δη φω­

τεινότητα της φυyης όπά.ρχει άστρο ψωτεινο κιχί &.στριχπη κιχί Υjλεκτρισμ.6ς . Μή ρωτάτε ποτε πώς κιχτόρθωσε έκείνος δ ciνθρωπος κι' &.νέ6ηκε σ' έκείνrι

τή στέγη, η πώς κΙΧτέ6ηκε ιiπ' α.uτi)ν. Ή δύναμη τijς tρμijς τοσ ιiνθριί)ΠΙJΙJ

πρός την &.πελευθέρωση ε!νιχι κά.τι το &.προσμέτρητο .

Όπωσδήποτε δ θερναδιέρος μοuσκφιχ ά.πb τόν ίδρώτα καl &.πb τη 6ροχή,

μέ τά ροuχα. κιχτιχζεσκισμένα, μέ τά χέρια, τοuς ά.γκώ'Ιες, τά γόνατσ. ξεγδαρ­

μένα κα.l καταματωμένα., βρέθηκε στην κορψη ένbς όψηλοu τl')ίχου ερειπωμένης

ο lκοδομijς, ξιχπλωμένος μπρούμυτσ. κΙΧί μ' έξαντλήμένες έντελώς πιά. τlς δυνά­μεις του.

Το σκοινί ποu κpατοuσε 'fιταν κοντό, δ' τοίχος είχε τρία πατώμιχτιχ δψος

ιiπδ τδ λιθόστρωτο τοu δρόμου. Προστα.τe:υότα.ν ά.κόμη ιiπό τό σκοτάδι τijς νύ­

χτας, &.λλά ένοιωθε τρόμο καt φρίκη μέ τή σκέψη δτι, ά.πο στιγμή σέ στιγμή ,

το ρολόι της έχκλ rισίας θά χτυποίiσε τέσσερες, wρα ποu . θ' &λλαζιχν τό σκοπό

ΚΙΧ! θ&6ρισκιχν τδ νεοσύλλεχτο κοιμισμένο κσ.ί τη στέγη τijς ψυλα.κ'ί)ς τρυπη~

μένη "Ε~λεπε μέ: δέος στή λ&.μψ'Υ} τG>ν ψα.να.ριG>ν το δγρο κα.! μα.uρο λιθόστρω­

το, ποu ~τα.ν θά.νιχτος κιχl ταuτόχρονιχ έλεuθερίιχ.

Περίμενε χλωμός . ΚΙΧτόρθωσα.ν ot &λλοι συνένοχο( τοu ν~ ορΙΧπετεόσσuν; θάρχοντιχν σέ οοήθε ιά τοu: 'Έστηνε τ' α.uτί τοu ν' ά.κοόσει. Έκτός &.πό μιά νυ­χτερινή περίπολο, κιχνένα.ς ά.λλος δέν πέριχσε ά.πό τδ δρόμο έκείvο, 15ση ιϊφιχ

στεκόταν έκεί.

Χτύπησε τδ ρολόϊ τέσσεpες. Ό θερναδιέpος ά.νιχτρ ίχιασε ιiπό φρίκη. Σέ

λίγες στιγιιές &.κοόστηκε &.κιχθόριστος θόρu6ος &.πό τlς ψυλιχκές , 6σή καt θόρυ­

βος ποu &.κοuετιχι 8τοιν &.νοικαλυφτεϊ πwς κιΧποιος κοιτά.δικος ορα.πέτευσε. Πόρ­

τες ά.νοιγα.ν κ' εκλεινΙΧΥ, σιδερένιες ιiμπιΧρες ετριζΙΧν, ποδοβολητό στpσ.τιωτώy

ΠΟU ετρεχΙΧν 1 Οpα.χνέι. ψωνές Οεσμ.οψuλι*.κων, ή)(ος ιiπό τ~ 8πλα. τής ψροuριiς ΠΟU χτuποϋσΙΧν πιΧνω στο λιθόσ~ρωτο τών ΙΧόλG>ν, δλα. ΙΧότ~ εψτΙΧσοιν wς τ~ α.ό­τια. το(ί θερνιχδιέροu. Φώτα. ά.πό ψιχν~ρια. διιχκρίνοντα.ν ποu ά.νε6οκα.τέ6α. ι να.ν στ~ πα.ριiθυρΙΧ τιί>y θοιλιiμων ΠΟU εμενοιν ΚΙΧτιiοικοι, πuροσ6έστες είχοιν ΚΙΧτΙΧ­

φθ!Χσει α.πο τον κον,ινb στρατώνα . οι περικεφιχλαίες τοuς φωτίζονταν ά.πό ε­

να.ν &να.μμένο δσ.υλό , κα.θwς ετρεχιχν πι*.Υω στίς στέγες τijς ψυλοικijς . Τα.uτό-

Page 111: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

747

χρονιχ δ θερνιχοιέρος έβλεπε πρός τη μεριa τjjς Βιχστιλλης &μuopa νa χιχpά.ζει

"ή ιxuγij στά κρά.σπεδιχ τ' οuριχνοο.

Αuτος ορισκότιχν πιiνω στο στενό &κείνο τοίχο, πεσμένος ι.ι.πpοόμuτα. κά.τω

&.πό τη ρα.yδιχίιχ 6ροχ-ή , 6λέποντιχς οόο 6ά;ριχθριχ δεξιά κι' &.ριστερά;, χωρίς να.

μπορεί νά κινηθεί, κυριευμένος ά.πό τόν ϊλιγγο ένδεχόιιενψ; πτώσης κι' ά.πό

τό δέος μιii.ς 6έ6ιχιης σόλληψ~ς τοu. Ή σκέψη τοu π~γιχινε &.πό τη μία. tοέιχ

στην &λλη, δπως "ή γλώσσα. μιάς κιχμπιiνιχς.

-"Αν πέσω ε!μα.ι νεκρός, δ.ν μείνω είμα. ι πια.σμένος.

Σ' α.uτη τή θα.νά.σιμη &.γωνία. ορισκότα.ν οτα.ν, ξα.ψνικα. βλέπει στο δρόμο έ:νσ.ν &νθpωπο ποu περπιχτοΟσε κpυψ&:. κιχτ&:. μήκος τοu τοίχου, επειτιχ κι' άλλον

με τ~ν ϊδιιχ προφύλα.ξη, ϋστεριχ τρίτο κα.ι τέτα.ρτο. Άφοίί σuγκεντρώθηκα.ν κι'

οι τέσσεροι α.uτοί, iΊρχισα.ν να. συνομιλοuν. 'Ο θερνα.διέρος δε μποροοσε νlι. δισ.­

κρίνει τα. πρόσωπά; τους, &.λλα. it6αλε δλη την προσοχ-Υ) μ-ήπως &.κοόσει τίποτε

&.π' α.uτα. ποu θά ελεγιχν.

Κ~τι σ&:. ν &λπίδιχ πέρασε μπροστ&:. &πό τ&:. μ~τιιχ του. Ό πρώτος ελεγε:

- Π&με ν& φύγομε , τί Χα.θόμα.στε έδώ ν& κά.νουμ.ε;

'() δεύτεροο; ά.ποκρίθηκε . ' τ λ t t > 1 I f-' .), υ ο > ~ Τ θ I I Ι ~ . ου ουμι γινηκα.με α.πο τη οροχ.1 • που κι αν εινα.ι ιχ περα.σει το

περίπολο.

'Εκεί πιο κιΧτω είνα.ι δ στρατιώτης σκοπός. Θα. μσ.ς πιάσουν, ι.ι.όνο πα.με ,

τό κα.λό ποu σάς θέλω.

Ό τρίτος ένα.ντιώθηκε.

-Μη 6ιιiζεστε μωρέ, ας περιμένουμε &κόμη λίγο. Μπορεί, πο ιός ξέρει,

ν& itχεt τ'fιν &ν&.γκη μιχς.

Ό πρώτος Υ)τιχν δ Βuζοuνα.ς; , δ δεύτερος; δ Ζα.μπετά.κης, δ τρίτος δ Πα.ρ­

να.σσός. 'Όσο για. τόν τέτα.ρτο α.ότός σιωποuσε , &.λλα. δ ΘερνΙΧδιέρος τόν &.να­

ννώρισε &.πό τlς τερά.σ't't'ες πλά.τες. "Ήτιχν δ Γι:ιυλομά.ριχ:;;.

Ό Βύζουνα.ς &.ποκρίθψε ά.πότομσ. κι' οργισμένα., ιiλλά με χα.μηλij φων~

πά.ντΙΧ.

- Τί &.νάyκη να. μii.ς itχει; .Αuτος δεν μπόρεσε να. ψύyει. Δεν ξέρει &πό τέτοια.. Ποο να. κόψει δ νοΟς τοu να. σκίσει το πουκιiμισό τοu, να. κόψeι τ& σεν­

τόνια. του κιχ! νχ κά.τσει νά ψτιά.σει σκοινί, να. τρuπ·ήσει πόρτες, να. κάνει &ν­

τικλείδιιχ, ν?ι.. κόψει τα. σίδεριi . του, να. κρεμά.σ · τό σκοινί &.πέξω, ν& κρυφτεί,

ν& κα.ι.ι.ουφλα.ριστεϊ! Χρειά.ζετιχι -cέχ,νη και πονηp~ιi, οέ ψτιiνει ή οι κ ή τοu. Δzν ίιπά.ρχει τρόπος ν& τα. κcιτά.φερε, δεν εΙνα.ι δ ξενοδόχος για. τέτοιε -; δουλειές.

Ό Ζα.μπετά.κης πρόσθεσε:

-Κ' έγ~J πιστεύω οτι eα. τον επια.σαν στα πρά.σα. θελει μεγά.λη πονη­ριά. :Μπορεί Υ" τον τtίλιξε κα.νένας κα.τιiσκοπος , νσ . προοόθηκs &.πό κανiνιχ

κα.ρφί. θ:Χ έκμυστηρεύτηχε σε κανέναν κιχl τ'ήν επιχθε. Δεν ά.ΚQUζ τί κα.κό γί­νεται μέσα. στη ψuλιχκή. ΙΙ'l)ραv τοuς οα.υλοuς στο χέρι κα.ι ψάχνοuν τtς στέ-

Page 112: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

748

γες. Σίγουρ~ τόν τσίμπφ~ν. Εϊκοσι χρόνια. φυλα.κΥ) στή ρά.χη του. Έyι)> ?Jχ~

πwς φο6οuιια.ι , δεν είμα.ι δειλός , &λλa &δικα. κα.θόμα.στε ά.κόμη, σοu λέω δμως

πο)ς θά. τήν πά.θομε. 'Έλα. πιiμε νά. πιοuμε &:να. μπουκάλι πα.λιό κρα.σί.

-'Έτσι λές; Δέν ά.ψήνουν τοuς συντρόφους στtς οuσκολες στιγμές, είπε δ

Πα.ρνα.σσός.

- Μά., σοu λέω τόν ξα.νά.πια.σα.ν. Αύτή τήν &ρα. δ ξενΙJΟόχος σω δ!ν &.ξίζει οί\τ;< Ιiνα. σολδί. Δέν μποpοuμε τίποτε ν&. τοϋ κάνομε. Τό καλλίτερο ε!­

νσ.ι νά. τδ στρ1ψουμε άπό δι!J . Κά.Αε στιγμΎ) μοσ φαίνεται δτι θά. μ' ά.ρπά.ξει κά­ποιος σταυρωτΥ)ς ά.πο το χέρι.

Ή &ντίσταση τοu Πιzρνα.σσοu &ξασθενοuσε ιιε τη συζ'Υjτηση. Ή &λ'Υjθεια. ε[­

vαι 8τι κ~ι οί τέσσεροι ~uτοί, πιστοl στο σύντροφό τους, οπως ολοι οί κακοuρ­

yοι ΠΟ•J ποτέ οέν έγκατ~λείπουy δ ΕΥΙΧς τόν ά.λλο, περιφέρονταν ολη τΥ) νύχτα

γύρω &.πb τΥ) φυλ~κη της Φόpκης, χωρtς ν&. λογαριάζουν τόν κίνδυνο , με τΥjν

}λπίδα. •; :Χ 1δοuν τό θερvαδιέρο ν& ξεπροβάλει πά.vω &.πb κάποιον τοίχΌ. Άλλ&.

ή ρcηοα.ίιχ 6ροχ1j , πολιJ εuνοϊκή 6:t6αιcι γι& τοίις κα.κοπο~οός, έρήι~ωσε 8λ'.iυς

τοι)ς δpόμ.ους, τοuς πάγωσε, τ&, ροuχα t'?υς εσταζαν, δ θόρυβος πο.J ξέσπασε μέ­

σα. στη ψυλσ.κ'Υj, οί ιiΊρες ποLι περνοuσcι.ν, τά. περίπολα. , ή Ελπίδα. πο•) ά.πομα.­

κpυνότα.ν, δ φό6ος ΠfJu σιγά. , σ ιγlJ. ιΧρχισε ν:Χ τσίις κ: ιριεuει, 8λα. α.uτ:Χ το ι)ς πα.­

ρακινοσσ~ν νdG ψύyουν, ι~J στε κι ' δ ϊδιfJς ό Παρνασσός, ποu ~τα.ν Ίσως κσ.ι λίγο

γαμπρός τοu θερνα.δ ιέροv , δποχωpοuσε . Μιά. &.κόμ.η στ ~γμη κα.l θ&φευγαν. Ό

θεpνα.οιέρος σ.γκομσ.χl)uσε , άλλά. δέν τfJλμοuσε •ιχ φωνάξε ι, ~.ν &.κουότα.ν &.πό

τοίις δεσμοφύλα.κε; , i.φα.νιζότα.ν. Tou ~pΑε μι&. ίδέα: πηpε στό χέρι τοΙJ τό

σκο ~νt τοϋ Ruζουνιχ. πο•'J είχε ά.ποσπά.σει ά.πb τήv καπνοa6χο κ~ι τ~ρριξε στ~

πόδtα. τιiJν συντρόφων του .

-'Ένα. σκοινί, εΙπε δ Ζοψ.πετόικΥJς·

- Αuτο είvα.ι το σκοιν ί μου, &.ποκρ!θηκε δ Βuζουvας.

- Μωρε δ ξεν'.ίοδόχος είνα.ι εκεί πά.νω, είπε δ Πα.ρνα.σσός.

Σ"fικωσ~ν τ?ι. μ.όιτι~. Ό θερν~διέρος εΕΙy~λε λίγο τb κεψιiλι τοu.

- Γρ~yοpα.! μωρέ, είπε δ Πcφνα.σσός. ~Εχεtς &λλο Κ'ψμά.τι Βuζουνα.;

- Να.ί, το ε χω, νά. το! ...

-Δέσε τα δυό κομμάτια να τοu το ρίξουμε, θ~ τό δέσει στον τοίχο κα.l

μπορεί ·ιά τ'.iu φτάσεt νlJ. κα.τε6εί.

'Ο θερνα.διέp'.ίς τόλμησε ν?ι. μιλ~σει.

- Είμα.ι π ιασμένος &πό το κρuο, ~χω παγώσει .

- θ:Χ ζεσταθείς, θ&. ζzστα.θείς .

-Δεν ι~π-:ιp(ϊι νά σαλέψω.

-" AψYJCiE το κορμί σfJU να. γ λυσψ'ήσει καt σz πιάνουμε έμ.είς.

- Τά. χέρια. μου , δεν πιά.νοuν τCι. χέρισ. μοu! -Κάνε προσπόιθε ι~ νά. δέσεις μ.ονάχ~ τό σχοινί.

-Δε θα. μπορέσω.

Page 113: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

749

-Πρέπει ν' &νε6εϊ ενα.ς &πδ μ&ς, είπε δ Παρνοcσσ6ς.

- τί κά.θεσα: και λές! τρία πα.τώμα.τα. ίίψος, αποκρίθηκε δ Βuζοuνα.ς.

Κά.τω &.πb τον τοίχο δπήpχε ενα χαμηλό σπιτά.κι σ.κατοίκητο κ' ερει­πωμένο, ποu &.πb τ-ή στέγη τοu &.νέΌαινε, σχεδόν &ς το uψος τσu θερνα.διέροu,

μι~ πήλινη καπνο8όχος, tiλλ~ στενή.

-Άπb κεί ϊσως μποροuσε ν' &.νεβεί κανένας μας, είπε δ lΙΙΧρνα.σσ6ς.

- Άπb κείνο τb λοuκι; φώναξε δ Ζα.μπετά.κης, μεγάλος &νθpωπος ν' ά.-νε6ετ! ποτέ. Ν~ εtχιχμ.ε ε να. πα.ιοί .. .

-"Αχ! ποσ εΙ να. ι zνα πα.ιδί, είπε δ Βuζοuνας.

- Να.ί, ενα. πα.ιδι χpειζόταv, πρόσθεσε κι' δ ΙΌuλομιipα.ς. - Στσ.θεττε &8ω καl περιμένετε, ε!πε δ Πα.ρνασσ6ς. Το έχω το παιδί. Κι' &.μέσως έτρεξε προς τη Βιχστίλλη .

Ιlέρα.σα.ν έφτιΧ f) όχτ~) λεπτά, όχτω χιλιά.δες α.tώνες γι& τb θεpναδιέpο.

Ό ' Ζ~;μπετιkκης, δ Βύζοuνα.ς κα.t δ ΙΌuλομοcρας, gσψιγγαν τ~ δόντια κ' ετpε ­

μαν. Τέλος πcφοuσιά.στ"Ι)κε δ Παρνασσός λα.χαν-ια.σμένος κα.l σuνοδεu6μενος &πb το Γα.6ριά.. Ή βροχη έξακολοuθοuσε κα.t δ δρόμος ήτα.ν εpημος.

Μόλις !ψτα.σε δ Γα.οpιιkς, κοίτα.ξε μ.ε &τα.pαξ(α. τtς &ποΥ.pοuστικ.ες Εκείνeς

μορφeς μία, μία. κα.l τlς ά.ναγνώρισε . Τ& μα.λλιιi τοu itστα.ζαν νερό.

-Μωρέ, τοu λέει δ Γοuλομιiρας, εrσαι &ντρας, για. ν& δοuμε ε!σα.ι &ν­

τρα.ς;

Ό Γα6ρια.ς &νιχσήκωσε όπεροπτικ~ τοuς ώμοuς κι' &.ποκρίθηκε.

- Ποιός! έγώ; κά.τι πα.ιδια. σα.ν κ' έμένα. εΙναι ά.ντρες, καl κά:τι άντρες

σ~ν καί σ~ς είναι πα.ιοιά..

- Γιά. δeς γλώσσα ποu την έχει το βρωμόπαιδο! φώναξε δ Ζα.μπετά.ΚΎ)ζ.

-Άμή τί θαρρείς, πρόσθεσε δ Βuζοuνας, ενα παιδl τοσ Παρισιοu δεν εί-

να.ι σα. ν τ' &λλα. πα.ιδιιk!

- 'Γί ε!να.ι να. γίνει; ρώτησε δ Γαβpι&.ς.

-Ν~ σκα.ρφα.λώσεις εκεί πά.νω, tiπ' α.uτο το λοuκι, αποκρίθηκε δ Πα.p-νιχσσός . Ε!σα.ι Εκιχνός, μ.ωρε Γιχβρι&.;

- Κα.ι να. πά.ρεις μαζί σοu κα.t τοϋτο το σκοινί, είπ:; δ Ζα.μπετά.κ"Ι)ς.

- Νά. τb δέσεις εκεί, πρόσθεσε δ Βuζοuνσ.ς. -Στο πά:ιω μέρος α.ότοσ τοσ τοίχοu, ξα.ν&.πε δ Ζα.μπετά.κης . · - Στb σίδερο εκείvοu τοu παρα.θupιοu, auνέχισ~ δ Βίιζοuνα.ς. "Ε, κα.t δστερα; ρώτΎ)σε ό Γα6ριά.ς.

-"Τ στερα τί·ιtοτ' &λλο, ε!πε δ Γοuλομ&ρας.

τ ' ο;:,Ι >t:' Ι Ι ' ' ' I ο;:,ό I • ο πα.ιuι ε"'ετα.σε με τα. μα.τια. του το σκοινι, την κσ.πνοu χο, τον το ιχο,

το πα.ρά.θuρο κα.t τότ~ εκα.με Ε:να. περιφρονητ ικό μορφασμό, ποu σiιμα.ι vε :

- Αuτο εtνα.ι δλο, δλο!

"Ας σημειωθεί δτι δ σωλήνας α.ύτός fιταν σε πολλα μέρη σπσ.σμivο.;; χι

α.uτο διεuκόλuνε το ά.νέ6α.σμα..

Page 114: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

750

-Έκεr πά.νω είνι:χ.ι ενα.ς &νθpωπος, πού πρέπει νά. τόν σώσεις, είπε δ Πα.ρ­να.σσός.

-θέλεις ν?ι. τόν σώσι:. :ς; ρώτφε ό Βuζοuνα.ς.

-Άκοuς &κεr! &.ποκpίθηκε ~ό χα.μ.!νι, σ?ι. νά. ψα.ινότα.ν 'ή έρώτηση πολίι πα.ρά.δοξη κα.ί τα.uτόχpονιχ ε6γιχζε τ~ πιχποuτσιιχ τοu.

Ό Γοuλο~ρα.ς ά.ρπα.ξε τό Γα.6ρι?ι. κα.l τον ά.νέ6ιχσε πά.νω στή στέγη τής πα.ρά.γκα.ς, ποu οί σα.πισμένες σα.νίοες της, λόγισι:χ.ν κά.τω <Ζπο το 6ά.ρος τοσ πα.ι­

διοu, τοuδωσε uστερα. τό σκοινί, τό δποϊο δ Βuζοuνα.ς εlχε ένώσει στήν ά.ποu­

σίιχ τοu Ιlα.pνιχσσοu. Ό Γιχ6pιά.ς προχώρ-ησε στόν ά.γωγό, δποu εuκολα. μπi'jκε

μ.έσα., για.τi στή 66:ση ε!χε μεy6:λο &νοιγμα..

Ό θερνα.διέρος, πά.νω στόν τοίχο, περιμένοντιχς νά. ψιχνεί το κεφά.λι τοu

πα.ιοιοu ά.πό τήν κοιπνοΜχο, ή μόνη έλπ!οα. σωτηρία.ς τοu, gσκu6ε κα.l κοιτοu­

σε μέσιχ σ' α.ότή μ' &.γωνία.. Ή α.όγ'ή χά.ροιζε κα.ί φώτιζε &ιν;δρΟι τό κά.θιορο

μέτωπCι το;,ι κα.ι τ?ι. χλωμά., μπλά.6ιχ ά.πό τrιν ά.γωνίιχ κιχί τό φ66ο μά.yοuλά. τοu.

Ό ΓοιβριΟις μόλις eφτι:χ.σε στήν κορφή τόν ά.νιχγνώpισε.

- Μπά.! είπε, δ πιχτέρα.ς μοu! ... 'Έ, ιΧς εlνιχι κι' οιότός.

Κιχί πιχίρνοντοις τό σκοινί στα. Οόντιοι τοu, &.νέβηκε πά.νω στόν τοίχο, κα.­

βά.λησε στή ρά.χη τοu, δπως πά.νω σ' &λογο κ' εοεσε το σχοινί στό σίδερο τοu

ποιριχθuριοu .

urστερα. ά.πό μια. στιγμ1j, δ θερνα.διέρος 6ρισκότα.ν στο δρόμο με τοuς

σuντρόψοuς τοu.

Μόλις πά.τησε στο λιθόστρ(J)το τοu ορόμοu κ' ενοιωσε τόν έοιuτό τοu ~ξω

ά.πb τον κίνδuνο, τοuψuγε κα.ί 'ή έξά.ντληση κα.ί δ τρόμος κα.ί το πά.γωμα., δλα.

τά. οεινα. οια.λόθηκαν σα.ν καπνός καί ξόπνησε ά.μέσως 'ή ωμη κα.ί &yριcχ. έξu­

πνά.δα. τοu κα.ί νά. ποιά. ~τα.ν ή πρώτη κοu6έντα. πού εκα.νε α.uτος δ &νθρωπος.

- Τώρcχ. ποιόν θ& πσ.με ν& ψσ.με;

Περιττb νιΧ έξηγ.Υισομε τή σημα.σία. α.ότίί>ν των λέξεων, τόσο ψριχτΟι κοι­

τα.νοητών, ποu σημα.ίνοuν, ποιον θα. σκοτώσουμε κα.l μα.ζί θ?ι. ληστέψαμε. Νά. cpά:με, οηλα.δή ποιόν θΟι έξα.cpα.νίσομ.ε aπό τό πρόσωπο της γης.

Δεν εχομε καιρb να. μιλήσοuμε πολu έοω, είπε δ Βόζοuνα.ς. Μόνο oub λό­για καί να. χωρ(σομε aμέσως. ΤΗταν μιιΧ κα.λ-Υj οοuλειά. στήν δοό Ιlλοuμέτ, σ'

ενcχ. έρημικο δρόμο, σπίτι ά.πομονωμένο, εχει κi'jπο προς το δρόμο μέ πιχλιά. σι­

δερένιοι πόρτα καί μένοuν γuναϊκες μόνες τοuς.

-'Έ, κα.l δέν Υ.α.τα.πια.νόμα.στε μ' α.tιτή τή δοuλειά.; εlπε δ θερνα.διέρι:ις. -ΊΙ κόρη σοu ή Έπονίνη, πi'jγε κα.l είδε, &.ποκρίθηκε δ Ζα.μπετciκης.

-'Έφερε δμως στή Γεωργοόλα παξιμά.δt, πρόσθεσε δ Γοuλομά.ρας. Δέ

γίνετα.ι τίποτε. -Άψοu τb λέει ή κόρΎJ μοu, ετσι πρέπει να. εlνοιι, είπε δ θερνοιοιrοος.

Άλλα. πά.λι πρέπει να. δοuμε.

- Νοιί, να.ί, είπε κοιl δ Βόζοuvα.ς, πρέπει vrι. 6ε6οιιωθοuμε μόνοι μοις.

Page 115: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

751

Στο μετιχξό, κιχνένrχ.ς ά.π' ιχuτοίις τοίις ά.λιτήριοuς οεν πρόσεχε στο Γrχ.-

6ριιi, ποu στη οιιiρκεια τiίς σuνομιλία.ς κα.θόταν σέ μιιΧ πέτρα., περιμένοντας

μ'1jπως δ πατέριχς τοu τοuλεyε τίποτε, uστερα ψόpεσε τα. πα.ποότσια. τοu κιχt

ε!πε:

-'Έ, τελειώσrχ.με. 'Εμένα δέν μέ χρειάζεστε πιά., ~ δοuλειιΧ σας εγινε.

Πά.ω ν~ ξuπνήσω τ~ μωρά. μοu. Κ' ~ι:ρuγε.

'Έψuyα.ν τα.uτόχρονα. κα.t ol πέντε &λιτήpιοι. Άψοu ά.πομακρόνθηκε δ ΓαοριιΧς, δ Ζα.μ.πετά.κης πηpε κατ~ μέρος το

θερναειέρο καl τοu είπε.

- Τόν ε!δες αuτόν τό μικρό ; - Ποιό μικρό; - Αδτον ποίι σκα.ρι:ριiλωσε κα.t σοuφερε το σκοινί.

- Δεν τον πρόσεξα..

- Μοίί ψα.ίνεται πwς είνα.ι δ γιός σοu. Δέν ξέρω &ν κά.νω λιiθος, &.λλ~ α.δτός μοίί φαίνεται πwς ε!νσ.ι.

- Μπά.! ε!πε δ θερναοιέρος, λές;

Page 116: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 117: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Β/ΒΛ/Ο EBL10MO

Η ΑΡΓΚΩ

Α'

Η PIZA ΤΗ~

Τί εrν~ι ·ή Άργκώ; Εfνο:ι εθνος κο:t μαζt ίδίωμα. Είναι κλοπή κά.τω ιiπό τίς θuό μορψές της, λα.ός κα.t γλώσσα..

uOτc.tν, πρίν τpιciντα χρόνια δ όπσψαινόμενος, σ' ενα &λλο έργο τοu, τήν

«Τελεuτα.ία. μέρα. ένος κατα.δίκοu» μεταχειρίστηκε γιά. μερικοuς &.πο τοuς ij­ρωές τσu τήν Άργκώ, έξο:νέστησαν ολοι yιά. τό τόλμrιμα. κaιt ξεσήκωσα.ν ψα.­

σσ.ρία , δισ.μαρτuρόμενοι γι& τό τέτοιο γλωσσικό 1θίωι.ια.

«ΕίνΙΧ: φριχτο ιδίωμα ή Άργκ~1, φωνάζανε, είναι ή γλώσσα τών κατα-

5ίκων, είνσιι τά. ϊδια τά. κά.τερyaι, ή ψuλaική, είν!hι δ,tι ή κοινωνία. θεωρεί

aπεχθέστερο κλπ.» .

Ιlοτε οεν καταλάβαμε πρός τί α.uτες οί &ντιδράσεις.

Κι ' δτα.ν, πpίv μεp~κχ χρόνια, δ Μπαλζά.κ κι' δ Εόγέν~ος Σuη εκαναν

XPYJGY) τοu (διώμα. τος α.uτοσ, πά.λι οί ϊδιες διΙΧμα.ρτuρίες, ή ϊδια κα.τακραuγή: «'Η Άργκιίι είνα ι μυσαρό ιδίωμα, ή Άpγκω πpοκα.λεϊ ψpίκψ.

Κσ.νένσ.ς βέβαια δzν τό ά.ρνείται.

'Αλλά. aς μιΧς πουν, επιτρέπεται ~ οχι στό χεφοϋργο νά. έρεuνήσει με

τό vuστέρι τ-:ιu &ς τό 6ά.θος μιά. πληγή; eπιτρέπετα.ι η δχι στόν ψuχολόγο ν~

ε1σδόσει &ς τα. εγκα.τα της κοινωνίας;

Έμεϊς πιστεuα.με πάντα δτι χρειάζεται θάρρος, άξιο να. τό προσέξομε

με σuμπά.θειΙΧ, δπως οτα.·ι ~κπληρ~Jνομε έπιβεβλημένο καθήκον. ΝιΧ μήν έρεu­

yfρομε; νi:ι. μ ή μελεη'Jσομε ; Ν' &νακόψομε τήν πορεία πρbς τα. μπρός; Γιιχτί;

Βέ6αιΙΧ δεν είναι κ~θόλοu εuχά.ρ ιστο νά. έρεuνήσομε στ'fιν κοινωνικij ό­

πσστάθμη, έκεϊ ποu τελειώνει τό χGψα κι' &.ρχίζει. δ 6οuρΜς, η ν' &.vα-,κ<Χ­

λέψομε μέσα. στά. πηχτά. στρώματα., η νά. πιά.σομε κα.t νά. πετά.ξομε πά.νω στό

48

Page 118: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

754

λιθόστρωτο το σιχα.μερο α.uτο tδίωμ:χ ποu στά.ζει ί5οuρκο, ποu κά.θε λέξη τοu

μοιά.ζει σ~ 6ρώμικος σπόνοuλος τέρα.τος ποlι Ιiνα.(j'jpετα.ι ά.πο τό σ·~οτά.οι κα.t

το 6όρ6ορο.

Όμολογοuμε έπ(σης δτι προκα.λεί ά.λγεινΎ) έντuπωση ν~ κοιτά.ζει κα.ν~ίς γuμνη τήν &.κΟ\τονόμα.στη Άργκώ, κά.τω &πο το φώς της γνώσης.

Άλλα ποιός πα.ριχδέχτηκε ποτε ISτ: δ &.ποτροπ:α.σμος για κiτι, riποκλείει

τη μελέτη τοu; Άπο πότε δ για.τρ6ς &.ρνείτα. ι ν&. έπισκεψτε! &ρρωστο, δποια.­

δ~ποτε κι' &ν εΙνα.ι ή &.ρρώστεια. τοu; η ποιά. είνα.ι ή &ρρώστεια. &πο την δ­ποία. δ για.τρός δe θέλει νι:k διδαχτεί; Ποιός ψuσιοδίψης &.ρνήθηκε ποτε νι:k με­

λετ~σει τΥjν Ι!χιδνΙΧ, τον &ροuρα.ίο, το σκορπιό 1) τ1) σα.ρα.νταποδcιροuσα., Ηγον­τα.ς τί &σκημα. κι' &.ποκροuστικ~ πο,) ε!να.ι!

Αuτός ποlι θ ' Ιiπόστρεφε το πρόσωπο ά.πο τΎ)ν Άργκώ, θ&μοιικζε ι..ι.~ χει­

ροuργο ποu θ' &.ρνιότιΧν νrι. έξετιiσει iiνσ. ~ποιοδήποτε ά.πόστημα., gλκος, ·η

γιΧyγρα.ινα.. Μέ φιλόλογο ΠΟΙJ θιΧ οίστα.ζε νιΧ &ξετά.σε: ενα. γλωσσικο γεγονbς

η u.έ ψιλόσοψο ποlι δέ θ&.δινε προσοχή σε μια. &.νθρώπ:νη πρσ.yμα.τικότητα..

Γιατ ί, πρέπει νι:k ποΟμε σ' δσοuς δέν τό γνωpίζοcιν , ή Άργκw είναι

φιλολογικό φαινόμενο κα.t κοινω·;ικο &.ποτέλεσμα . Κα.t τ( είνα.ι κupίως 1) λε­

γόμενη Άργκώ; ΕίνιΧι ή γλώσσα. τής φτώχεισ.ς κα.t της έξιχθλίωσης.

Άπο τ1jν &ποψη αuτΎ) &.λλά.ζει φά.ση το ζήτημα., γενικεuεται κα.t ά.μί5λu­

νεται ή αποδιδόμενη μομ.ψή, για.τt ΙSλα. τ~ έπα.yγέλμα.τα., δλες οι τέχνες, θιJ.

μπορούσα.με ίσως να. ποuμε, ΙSλες ο [ ποικιλίες τής κοινωνικής tερα.ρχία.ς κα.t

δλες ο! μ.ορψες της πνεuμα.τικης έργα.σία.ς gχοuν τΎjν Άργκώ τους.

Ό ~μπορος, δ χρημα.τιστής, δ κωμικός, ό φιλόσοφος, δ κuνηγός, δ ψρε­

νολόγος, δ πεζος στρα.τιώτης, δ ίππέα.ς, δ δά.σκα.λος της ξιψα.σκία.ς, δ τuπο­

γρά.ψος, δ κλητήρα.ς, δ κωμωδιογράφος, ολοι ΙΧuτοt μιλοuν την Άρyκώ τους.

'Επίσης δ ζωγρά.ψος, δ να.uτικός , δ μηχα.ν:κός , δ σuμβολα.ιογά.φος . Ή κpυπτο­γpαψία. τf)ς διπλωμΙΧτ[α.ς, ή σuνθημα.τικΎ) &λληλογρΙΧψία. τοσ Ιlά.πα..

Ή νΙΧuτικΎ) γλώσσα., fι τόσο τέλεtΙΧ κα.ι τ6σο γpα.ψική , ποu τ·fι μετικχειρί­

στηκα.ν στtς ερεuνές τοuς ο! θα.λασσοπόροι Ζiχν Μπάpτ, Ν τuκέν, Σuψρέν κα.t

Ντuπερέ, ποu κά.θε τους φρά.ση &.ντΙΧποκρίνετΙΧι στοuς &νέμ.οvς, στ' ά.στέρια.,

στή θα.λα.σ<JοτιΧρα.χή, στή μπόρα., στη μπονά.τσα., στ(;; πιληοοpομ.ί~ς, στlς δ­

μ.ίχλες , δe μιλοΟσα.ν μιιΧν όπέροχη Άργκώ;

Χωρίς &μψι6ολία. ετσι είνΙΧι.

'Αλλ& ΙSσα. κΟ\ί ν& ποΟμι;, δ τρόπος α.uτος γιι:k την &ξήγηση της λέξης,

είνιΧι μια. &πέκτα.ση της Ι!ννοια.ς, ποlι οεν την ΠΙΧpα.δέχοντΙΧι ολοι.

'Εμείς δια.τηpοuμε τ Ύjν ά.κριΒi) κα.ί κα.θορισμ~νη σημ.α.σίΙΧ της. Ή Άργκw

είνcι.ι Άργκώ.

Ή yνrριιχ, 1ι κατ' έξοχην Άργκώ, aν tπιτpέπετα.ι νσ. σuζι;uξομε αuτές

τίς ΟυΟ λέξεις, ΠΟU ιiπό Πα.μπr7.λα.ια. έΥ.Uptά.ρχησε, είναι, το έπα.νΙΧλα.ι..ι.6ά.νομε,

ή &σκημη, ή &ν~σuχη, ή σuνθημα.τική, ή προδοτική, ή φα.pμα.κεpiJ, 1ι τpαχειά.,

Page 119: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

755

ή ιiψή, ή &πα.ίσια., ή πr;τι:ι.πΥ) γΑωσσι:ι. τής ψτώχειι:ι.ς, τής &θλιότητι:ι.ς.

ΣτΥ)ν &κμfι κά.θε έξουθtνωσης κι:ι.i δuστuχία.ς, όπά.ρχει μια εσχα.τη &θλιό­τητα., ποίι έξεγείρετι:ι.ι &γρια κι:ι.l διι:ι.οολικ~ ένι:ι.ντίον τοu σuνόλr;u τG')ν &γα.θών

κα.ι των είιπσρσuντων, των κα.θιερωμένων δικα.ίων. Είνα.ι πά.λη φριχτή, &λλοτε

δόλια., &λλοτε οία.ιη, άλλοτε μuσα.ρη κα.i άγρια., ρίχνετα.ι πά.νω στην κοινωνι­κ'ΙJ δια.οά.θμιση με τΟι οελόνια τής κι:ι.κία.ς καl τΟι έγκλημα.τικ~ ρόπαλα.

Γιά. την πά.λη αότή , ~ φτώχεια. επινόησε μιιΧ πολεμικη γλώσσα, την Άρ­γκώ.

ΕίνΙΧι εργο ποίι έξuπηρετεί τον rδιο τον πr;λιτισμό, έργο ποu επεκτείνει τη δpά.ση tGU κοινωνιολόγου, ή Εξάπλωση πάνω aπο τ'IJ λήθη κι:ι.l το χά.ος, ~στω κα.i eνα. μέρος δποια.σδήποτε γλώσσΙΧς ΠΟU μίλησε δ άνθρωπος, πρiν έξα.ψα.νι­

στεί. TY]v δπηρεσία. α.ότΥ) τΎ]ν πρόσψερε δ Πλα.uτος, &.κοuσι<Χ η έκοuσιι:ι., 6&.­ζοντα.ς στ"ή γλώσσα. δυο Κα.pθα.γενίων στρα.τιωτίί>ν λέξεις των Φοινίκων. T'fιv

όπηpεσία. σ.uτΥj 'tYJ'I πρόσψερε κα.ι δ Μολιέρος οά.ζοντα.ς στο στόμα. των προσώ­πων τώv κωμωδιών τοu κιΗ!ε λογής 18ίωμet κetl 18ια.ίτεp<Χ &.πό τlς &να.τολικeς

γλό)σσες . 'Αλλ&. θ& μiς ποuν δτι ή φοινικική , ή &να.τσλικ'fι κλπ. είνα.ι γλώσ­σες ποu rι.νήκοuv σε έθνη, σε χώρες, έvω ή &pγκώ, τ( χpειά.ζετα.ι ή &pγκώ;

ΓιιΧτί ν& τΎ-1 φέραμε στΥ)ν έπιψά.νεια κα.l v& μ'IJ τΥ)ν &ψήσομε ν& κα.τα.πον­

τιστεϊ;

Σ' α.ότοuς &πα.ντοϋμε: Άψοϋ ή γλώσσα. ποu μίλησε ίiνα Ε:θνος, η μι& χώρα.

είνα.ι άξια. προσοχής, yιι:ι.τί ν& μΎ)ν είνα.ι άξια μεγαλύτερης πρr;σοχijς ή γλώσ­

σα. ποu μίλησε μιCι. μερίδα. τ·ης πεvόμ.ενης, της φυτοζωοuσα.ς ά.νθpωπότητα.ς κ'

~ δυστuχία δλης τΥ)ς ο 1κοuι.ιένης;

Ό ίστορικός τών ηθών καi τών &vτιλήψεων δεν εχει λιγώτερο α.όστηρΎ]

α.ποστολrJ &.πο τον ίστοpικό των γεγονότων. Αuτος ποu γpά.φει για. τα. γεγο­

νότΙΧ iξετά.ζει την έπιψά.νειΙΧ τοϋ πολιτισμ.οϋ, τοuς ά.γώνες τώγ 6α.σιλιά.οωγ,

' • - e ' ' .,. ' ' - .s, ' ' ' ' τις γεvvησεις των οασιΑοπα.ιοων, τα συvοικεσια των •1γεμονων, τοuς ποΑε-

μοuς, τlς συνεδριά.σεις, τlς συνεντεύξεις, τοuς δημόσιους άντρες, τiς φα.νε­

ρeς έπα.νι:ι.στά.σεις, δλο τb &ξωτερικ6 . Ό &λλος ποu γρά.ψει γι!Χ τ!Χ 1jθη καί τ!Χ

zθιμα. οφείλει ν!Χ έξετά.ζει το εσωτερικό, το 6ά.θος. Τον έργα.ζόμενο λα.ό, ποu

ύποφέρε ι κ' έλπ!ζει κσ.ί περιμ.~vει. Την &ξουθεvωμ.έvη γυγα.(κα. ποu μοχθεί,

το πα.ιδl ποίι μένει ερμα.ιο κι' &γωνιά, τ'fιν όπολα.νθά.νοuσα. πά.λη τοσ &νθpώ­

ίιΟU με άνθρωπο, τίς σκοτεινες θηριωδίες, τίς προλήψεις, τίς συμφωνημένες

&.νομίες, τίς κρuψeς &ντιδρά.σεις τοσ νόμου, τiς μυστικες έξελίξεις της ψυ­

χής , τlς ά.όρα.τες φpικιά.σεις τίί>v μαζών, τα. θuμα.τα. της λιμοκτονίας , τοίις ξυ­

πόλυτους, τοuς γuμνούς , τοuς ά.πόκληρσυς, τα όρφα.νά., τοuς δuστυχισμένοuς,

τοu; &τψασμ~νους, δλοuς δσους σέρνονται σόι σκοuλήκια ιι~σ' στο σκοτά.δι.

Είνα.ι &νάγκη ν?ι. Λα.τε6εϊ μέ &.νθpωπιΟι κα.l μ' ι:ι.:Jσ;;ηpότητα. τα.υ;;όχpονα.,

σ&ν ιiδελφbς κα.! σαν κριτής, στα κά.τεργα. κα.i στο:Jς όπόνομοuς , δπσu σέρ­

νοντα.ι φίpδην μ ίγδην κα.ί κείνοι ποu μα.τώνουγ κα.i οί μα.στιγωτές, έκείνοι

Page 120: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

756

ποu κλα.ίνε κα.t κείνοι ποlι -..ια.τα.ριοίίντα.ι, !κείνοι πο.J uποφέροuν το κακό καl

κείΨΛ ΠΟU το κ~νοuν, οί οuστuχισμένοt κι' Οί ΚαΚΟΠΟtΟί.

Auτol ποlι έξετάζοuν τlς ψuχες κα.l τlς καροιες ~ΧΟ'JΥ &ρσί(ε μικρότερα

κα.θήκοντι:χ. ά.πο τοuς ίστορικοuς των έξωτερικών γεγονότων;

Μ'ήπως δ Μντης είχε λιγώτερα. νά. πεί ά.πό τό Μα.κια.6έλη; Μήπως το όπόστρωμα. τ'ijς κοινωνία.;, uποχθόνιο κα.t σκοτεινο κα.θιhς ε!­

να.ι, εχει λιγώτερη σποuοα.ιότητα. ά.π' οσα iι επιφάνεια.;

uΟτα.ν δε γνωρίζομε τή σπηλιά. μποpοuμε νά παuμε δτι γνωρίζομε τό 6οuνό;

Πρέπει νά. σημειωθεί δτι δ~ν πpέπ~ι νCι δποθέσομε, &π' ~ότ& ποό εϊποψε,

δτι ά.νιiμεσα. στίς ouiι κατηγορίες [στορικιίJΥ όπιiρχει κάποιος μεσότοιχος ΠΟU

τοuς χωρίζει. 'Όχι, κα.νένα.; oz μπορεί νά. είνα.ι κα.λος ιστορικός της δημό­

σιας κα.ί φανερής ζωής τών λα.GJΥ, σ.ν ΟΖΥ εrνα.ι τα.uτόχρονα., &ς ενα. δρισμένο

σημείο. χα.l ίστορικος τής &νδόμuχης καl κρuφης ζωής τοuς. Κι' ά.ντίστροφα..

Β'

ΑΡΓΚQ Γ10Υ ΘΡΗΝΕΙ ΚΑΙ ΑΡΓΚQ Γ10Υ ΓΕΛΑ

υΟπως εϊοα.με δλόκληρη ή ά.ργκω κα.l ή πρlν ά.πό τετρακόσια. χρόνια.,

i." . : ως κα.l ή σημερινή, δια.π'Ιέεtα.ι ά.Π~; τlι σ'Jμοe;λιστικ6 εκείνο πγείίμα., ΠΟU

δίνει σ' 8λες τlς λέξεις &λλοτε πένθψ.ο κι' &λλοτε iπειλητικ? UψQς. ~, αuτ"iJ'i

δια.κp(νει κα.νεlς τΎ]ν &γρια. θλίψη τών iλητώγ τής Αω.η; τώ•i θα.uμ.ιiτων, ποu ~παιζαν χαρτι :i μΕ: δικό τοuς σύστημα κα.! δικές τοuς τρά.πQuλες κοι.t ποlι

μερικες λεπτομέρειες ~χοuν σωθεί μέχρι τ!ς μέρες μας. Ί'Ι:ι οχτι!J σπα.θl π. χ.

πα.ρίστα.νε ε να. μεγά.λο δέντρο με όχτιb μεycl.λα. φύλλα τριφuλλιοίί ' σ~ ιιι~ φαν­

ταστική έκπροσι;Jπη.,η τοΟ δά..,οuς. Στή 6<Χση τοu Βέ·ιτροu α.uτοu δια.κpινότα.ν

φωτι!Ζ πο.J ~κα.ιγε , στην δποία. τpείς λα.yοt εψηνα-ι i!.·ιχ κuνηyό στη σοu6λσ.,

κα.t πίσω, π<Χνω σl ι.ιια.ν άλλη φωτιά, iiχvιζε μια. χύτρα., iπb τ'fι'ι δποίσ. πρό-

6α.ινε το κ.εφιiλι &νο;; σκόλοu.

Δέ•i είνσ.ι δuνα.το νσ. uπάpξ~ι οικτρότερη ε1κόνα. &Χδίκφης, πά.νω σl.,μ:~

τρά.ποuλα., δποu ψήvοντα.ι λαθρέμποροι στη φωτια. και 6ρά.ζ,?uν κι6δηλοποιοl

σ-.:ή χ•.Jτρσ .. Ό &θλιο;, 8σzς φορΕ.ς εχε: κσ.ιρο να. σκεφτεί, γίνετσ.ι μ.ικρος μπρο­

στα. στο νόμο κα.l κα.χεχτικ~; μπροστά στ"fιν κοινωνία.. Πέψω μπpούμuτα. κατά

γής κσ.t κοιτάζει πα.pα.κχλιί>ντσ.ς τόν οrκτ-:ι. Φα.ίvετα. ι πω; α. ( .,θά.γετσ,ι δτι ·ε­

χει ά.οικο .

Κχτα. τ? δέκατο οyδοο δμω; α.1ώνσ. το μελαγχολικό τη; 6φος, δ:γτικα.τχ­

στά.θηκ:;: στα. τρσ.yοόοια. τη~ μ.' εvσ. άλλο χα.ρωπό .

Page 121: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

7f>7

~Ενα. ά:Μνα.το φως ~ρχισε να φέγγει ά:πο τοuς ~θλιους α.ότι:Jός , σα νοc

μ'ή τούς Όιiροιινε πια. ή σuνείδησrι. Οί έλεεινές κι' &.ξιοθρ'ήν~τες α.uτες δμά.δες δέν εχουν π:ά. το &πελπισμένο θράσος τών πράξεών τους, &.λλά. το άσυνα(σθητο

θρά.σος τοu πνεύματος. Σημείο οτι 'Εχασαν τ'fι σuνα.ίσθ-ησ-η τijς &γκλ-ημcι.τικότη­

τά.ς τοuς, κα.t πwς αίσθά.νονται iνά.μεσα στο\.ις στοχαστές κα.t τοuς φ~λόσοψοuς

κά.ποια λα.νθιivοuσα. δποστήpιξη. Σ-ημείο πcl)ς ~ κλοπ'fι κα.ί ~ λε-ηλασία. ά:p­

χίζι:J•Jν νχ είσχωροuν &.κ6μα κα.ί μέσα. στχ δόγματα. κα.ί τά aοφίσμα.τα., χιivον­

τα.ς λίγο &.πο την ειδεχθή τοuς οψ-η, ι1ετα.γγίζοντά.ς τ-ης στα. δόγματα. καt τά.

σοφίσμα.τι-t. Σημείο τέλος, κά.ποιι-tς μελλοντικής 6λ&στησΥJς, &ν οέν προκλΥJθεϊ

κά:ποια. &.προσδόκ-ητ-η &.ντίδρα.ση.

Δέv κα.τ-ηγοροϋμε με τχ πα.ρα.πά.νω οϋτε τό δέκατο δγδοο α.lιί)να., οϋτε τή

ψιλοσοψία του. Το εργο τοσ δέκα.τοu ογδοοu α.1ώvα. είναι γερο καt καλό. Ο!

έγκuκλοπα.ιδικοί μέ τό Ντυντερό, οί φuσιοκρά.τες μέ &.ρχ-ηγό τον Τυρyκ6, οί φιλόσοφοι μ' έπικεψα.λης τό Βολτα.ϊρο κσ.t ο! οuτοπιστές, οι δπαδοl τοσ ίδα.νι­

κοu, όπδ τΎ]ν ήγεσία τοu ΡουσσιJ), είνα.ι τέσσερες ίερές λεγεώνες.

Σ' α.ύτούς όφείλετα.ι ή τεράστια. πορεία. προς το ψιi)ζ. Είνιιι οί τ€σσΞpες

έμπροσθοψuλα.κες τοu ιiνθριJ)πινοu γένους , πού προχωροuν προς τα. τέσσερα. σ-η­

ιιείιχ τοu δρίζοντα τijς ά:pετijς, τή Δικα.ιοσόνΥJ, τή Σuνεση , τ-ήv Έπιείκεια., τήν

'Ισχύ κα.ί στα τέσσερα. σ-ημεία. τijς προόοοu, δ Ντuντερό προς τό ώρα.ίο, δ Τυp­

γκο προς το wψέλιμο, δ Βολτα.ϊρος προς το ιiλ-ηθινο κι' δ Ρουσσιh πρός τό

δ(κα.ιο.

Άλλα. δυστυχώς, πα.ρά.λλ'Υ)λα. μέ τούς έργά.τες α.ότοuς 1ou πνεuμα.τος, 6ά.­

διζα.ν κα.l οι σοφιστές, πσ.ρά.σιτα. δηλητηριώδη μέσα στην πριiσινη σωτ'ήρια.

6λά.στ-ηση. Ένω δ δ'ήμιος εοα.ζε φωτιά πά.νω στο κεφαλόσκαλο τοu δικα.στικοu

μεγιiρου κα.l τ-Υjν τροψοδοτοuσε μέ τοc μεγάλα ά.πελωθερωτικ-Χ 6ι6λία. 'τοο α.1-

ι;)να, όπijρχα.ν συγypσ.ψείς, ξεχσtσμένοι σήμερσt, πο•) δημοσίευα.ν, μέ τΥ)ν &δεια.

κΙΧί τίς εόλιηίε; τοQ 6ασιλιά, &.ποσυνθετικά συyγρά.μμα.τα. πού τα. διά.6σtζα.ν

άπληστιι οί δυστuχισι1ένο~. Μεpικ~ !Χπ' αuτ~ τ~ συyγpιiμμ.α.τα, ποίι τ~ όπό­

θα.λπε ενας πρίγκιπας, 6ρlθ-ηκαν &ργότερα στή «Μuστικ-ή Βι6λιοθήκψ .

Αuτη ή δια6ρωτικΎj προσπά.θεισt fιτα.ν γενική, σ' 8λΎJ τΎjv Εuρώπη, άλλά.

στή Γερμανία., πολu περισσότερο ά.πb ά.λλοο, εκιινε ιiλ-ηθινη θpιιuσ-η. Σέ μι~

δρισμέν-η περίοδο μ.ά.λιστσt, ποίι τη δίν~ι σuνοπτικ& δ Σίλλερ στο δρσtμα.τικό

εργο τοu: «01 ΛΎ)στές», ή κλοπη ΚIXt ή δισtρπσtyΥι &.νέ6ηκσtν σε περιωπή δια.­

μαρτuρία.ς κιιτ& της ίοιοχτησία.ς και τοu κεψαλιιίου.

Τόι tlά.σσtνα. yεννοuν τήν όρy~.

Ένιϊ> οι τά:ξεις πού εu-ημεροον τuψλώνοντιιι ~ σ.ποκοιμοοντα.ι, γιιιτι ~τσι 1/ ά.λλοιώς 'Εχουν · Υ.λεισμένα τά. μ.ιiτ:σt κσtl δέ 6λέποuν πwς τό μίσος τGJν δυστυ­

χισμένων τάξεών &.νι1.6ει το οα.υλό τοu &.πό κά.ποιο πνεuμα. πού ά.δημονεί Υι εί­να.ι μοχθ-ηρό, πο•) όνειρεύετα.ι κι' ιiρχίζει νσ.. έξετά.ζει την κοινωνία..

Ή έξέτσtση ιιότΥj &.πb τό μίσος ε!να.ι τρομερή.

Page 122: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

758

Άπό δω προέρχονται οι τρομαχτικοl κλυοωνισμοl, τούς δποlους στ6 Πα­ρlσι όνόμα.σι:tν γιι:tκωοινισμούς, μπροστιΧ στούς .δποlους ό! πολ~τικές τα.ραχές ε!ναι πα.ιχνιδιiκια. Δέν είνα.ι πιιΧ fι πιiλη τοu δυναστευόμενου κατ~ τοu δυ­

νcΧστη, &λλά &νταρσlα., !ξέγερση τijς δυστυχ(ας κατα. τijς εόημερ(α.ς . Σ' αότ~ τ~ν κα.τά:στΜη 15λοι. καταρρέουν, τ!Χ π~ντα γκpεμ.(ζοvται. Το ξεσ~κωμα των μα.ζων εΙναι λα.ϊκοl σεισμοl, κetl τόν κίνδυνο &π' αότοuς

τούς σεισμοός, πού &πειλοuσε &μεσα δλη τΥjν Εuρώπη προς το τέλος τοσ δέ­κατου δγδοου α.ίώνα., τόν &να.χι:tlτισε fι γιχλλικη έπιχν~στα.ση, fι δπέpοχη κο:! χρηστή α.ότή δρά.ση τijς &.νθρωπότ'Ι)τιχς.

Ή γαλλικη επανάσταση, ποu δέν εΙναι τίποτε άλλο πα.ρά το lδα.νικό με

πcι.νοπλlι:ι. , όρθωθψε κα.ί μs μι~ κα.ί τ-fιν α?η-fι ~(αιη κίνηση ~ψραξε τijv πόρ­τα τοu κα.κοu κι' iΧνοιξε τ-fιν πόρτα τοu κetλou.

Φώτισε με την ά.λήθεια το ζήτημα, ά.νακ~ρυξε τήν ελευθερία., ~διωξε

τό μlα.σμα, έξυγία.νε τον αίώνα και δόξασε το λαό.

Μποροuμε να. ποuμε 3τι ~πλα.σε τον Cζνθρωπο γι!Χ δεύτερη ψοριi, ά.ψοσ

τοu εδωσε δεύτερη ψυχή, τό δικαίωμα.

Ό δέκατος ~να.τος α.1J>νι:χ,ς κληρονομεί κοι! χpησ ιμοποω το εργο της, καί, να. σ~μερα. "ή κr;ινων ικη κατι:ι.στροψη είνα.ι ά.πλούστα.τΙΧ &δίινα.τη .

Τυψλος α,ότος ποu την καταγγέλλει κι' &.νόητος αότός πο•) τ"fι ψο6a.τ~·­

Ή έπα.νά.στα.σ'Υ) είναι τό μπόλιασμα ποu εγ ινε στο γιrι.κω6ινισμό.

Με την έπα.νά.στα.ση έκείνη οί κοινωνικές συνθήκε ς αλλα.ξαv κα.l το κοι­

νωνικb καθεστ~Jς θεμελιώθηκε σέ γεpότερη 6ά.ση. Δέν uπά.pχε~ πια. μεσα.ίωνα.ς

μέσα. στόν όργανισμό μας . 'Έφυycιν &.πό -:ο cιfιJ.α ιιχς τ~ ψεουδα,ρχ ικ~ κα.l τ~

μονοφχικόl μικρόβια.

Το πν~uμα τijς έπσινά:στιχσης ε!να ι ήθικό. 'Ότr1. v κα.λλ ιεργεϊτι:ι.ι ή συνα ί ­

σθηση τοu δικαιώματος , &.νοι.πτύσσει και το α.rσθημα τοσ καθήκοντος .

Ό νόμος για. δλους είναι Ελευθερία, πού τελω:>νει έκεϊ ποu &ρχίζε ι

ή έλευθερία τοσ iΧλλου, κσ.τ~ τον εξοχο δpισμb -cοσ Ρο6εσπιέpοu.

Άπb τα. 1789 δ λαbς δλος έξυψώνεται μέ την έξ1ψωση -:οίί &.τόμου . Δεν όπciψχει κα.νένα.ς ποu μα.ζt μέ το δικαίωμά. τοu νdι μΎ)Υ κατά.χτησε κο:! το

ψως του, τ~ν ά.νθρωπιά. του . Τό νά ύποψέp€ι το &τψο &.πb την πείνα., προσβά­

λει καίρια. τ~ν τιμη της Γα.λλία.ς. Ή iξιοπpέπεια τοσ πολί-:η είνα ι εσωτεpικη

πανοπλ1α. 'Από οιί> &πορρέει το ά.δι~ψθ':ιρσ. Έξο•Jδετερώvοvτα~ ο ι νοσηρες έπι­

θυμίες κα.ί τα. μά.τια. μένουν &.παθή μπροστά στούς πειρασμούς.

Ή έπα.ναστα.τικ~ !ξυγία.νση είναι τέτοια, δποια ύπijρξε ή 14 'Ιουλίου

κσ.t 10 Αόγούστου, οέν ύπ:Χρχει πιιΧ συρψετός.

'Η πρώτη κραυγή τοu φωτισμένου καt ά.νυψωμένου 15χλου ~rναι : <<Πέθcι. ­νσ.ν · ο! σψετεριστές , ο! κλέφτες>> . Ή πρόοδος εrνα.ι τιμιότrιτα.

Ποιοί στά 1848 συνόδευα. ν τούς θησαυρούς τώv &.νσ.κτ6ρων; Ο! σκουτ.~­διαρέοι. Τέτοιοι άνθρωποι έψρούρησαν το θησαυροψuλά.κειο. Αuτοuς μέ -::Χ

Page 123: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

759

κουρέλια. έλά.μπρυνε ή ιiρετ'ή. Μερικές ιΧμα.ξες πά.νω στίς δποίες μετα.φέροντα.ν ο! θησιχ.υροί, είχιχ.ν μισοινο(χτά. κ ιοώτιοι μέσοι στά. δποίοι, &.νά.μεσιχ. στ' ιΧλλιχ. ,

δια.κρινότα.ν καί το σε6αστb στέμμα. τΥjς Γιχ.λλία.ς γεμά.το Ο (α.μά.ντιι:χ., ποu στήν

κορψ-ή του &.χτινοοολοσσε το μέγα. ρουμπίνι της οιχσιλείιχς , ποίι 1ι ιiξίιχ του

όπολογιζότα.ν σε τριά.ντα. &κι:χ.τομμόριι:χ. φρά.γκα..

η στέμμα α.uτό τό φρουροuσα.ν οι ξυπόλυτοι.

Δεν όπά.ρχει λοιπόν για.κω6ινισμ6ς. Λυποuμα.ι γιa λογα.ριιχσμο των έπι­

τηδείων. Tb τρομα.χτ ικb έκε!νο ψ66ητρο, δ γιιχ.κω6ινισμ6ς, ποu ~φερε το •ε­λευταίο του &.ποτέλεσμα, &.Μνιχ.το πιιΧ νά. γίνε ι ώφέλιμο .στήν πολιτική.

'Έγινε κομμάτια το μεγάλο έλα.τ~ριο τοu κόκκινου σκιά.χτρου. aΟλος δ κόσμος τό ξέρει πιά.. τα. πουλια. έξοικειώθηκαν με τό ιiντρείκελο, τα. ορνια.

κά.θησαν πά.νω σ' α.ότό . Ot &.στοι το 6λέπουν κοιι γελοuν.

Γ'

Ν' .ΑΓΡΥΓ1ΝΟΥΜΕ k.AI ΝΑ ΕΛΓ1ΙΖΟΜΕ

'Αλλ' &ποσοο~θηκε ~ριχ.γε κά.θe κοινωνικος κίνδυνος; 'Όχι 6έ6ιχ.ιοι. Ot γιιχκωοίνοι δέν uπά.ρχουν, γι' ΙΧuτο Υι κοινωνία. μπορεί νιΧ εrναι ήσυχΎj, το αr­

μ.α δέ θ' &.νεοεϊ πιιΧ στο κεφά.λι της. Πρέπει δμως νιΧ φροντίσει ν' ιiνιχπνέε ι

&νετιχ . Ό :ρ66ος τΥjς &ποπληξίcις δέν δπά.ρχει τιόροι, &.λλά ή φθίσΎ] διοιτηpείτι:χ.ι

πά.ντιχ. Λέγετιχι φτώχεια. , έξιχθλίωση .

Πεθα.ίνει δ ~νθρωπο; &.πb μι& ύπον6μευση τijς ύγεία.ς του, δπως κι' ιiπό

τον κεραυνό.

Το ξα.ναλέμε λοιπον καt θa το λέμε συνέχεια δτι πρώτιστο καθήκον εί­

ναι να. φροντίσομε γι~ το πλήθος των ά.πόκληρων κα.ι των δυστυχισμένων, νά. τοuς &.νιχ.κοuψίσομε, νιΧ τοuς ψωτ!σοιι~, νιΧ τοuς &.γιχ.πήσψε, νιΧ το•Jς μ.εγοι.λώ­

σομε τον δpίζοντα. , \la παρέξl)με τΥjν ~κπα.[ΟεUσΎj Χά.τω &π' ολες tίς μορφές

της, να. τοuς δίνομε το πα.ρά.δειγμα της &.γά.π'Υ)ς για. τήν έργασία., ποτέ το

πcιρά.οειγμιχ. τ~ς όκνηρίιχ.ς. Ν& έλα.ττώνομε το 6ά.ρος τοu &.τόμου , &.να.πτόσσον­

τιχς τtς γν~)σεις γιa το γενικό σκοπό, νά περιορίζομε τ~ φτώχεια, χωρίς νά περιορίζομ.ε τον πλοuτο, νa δημ.ιουργοuμε &.πέρα.ντα. στά.διιχ δημόσια.ς κα.ί λσ;ϊ:

κης δρα.στηριό'!;ψα.ς, νa γίνομε έκα.τόγχεφες Βριά.ρεω, γιa ν?:ι. τ' &πλώνομε

πιχντοσ, δπου ύπά.ρχουν έξουθενωμένοι κι' ά.δόνα.το ι , να. σuvε ισφέρομε ά.πό κοι­

νοu στο μέγα. [ργο της δημ(οuργία.ς έργοστι:χ.σίων γιιΧ κά.θε χέρι, σχολείων

γιά. κάθε ικα.νότr;τα. κα.ί πα.νεπιστr;μίων για. κάθε διάνοια..

Ν' α.uξά.νοuμε τ~ν &μοι6'ή, να. λιγοστεuουμε τον κόπο, ν~ ίσορροποuμε το

Page 124: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

760

οοuναι καί το λα6εϊν, ν& χορ-ηyοuμε &.πολα.6~ &.ν~λογα. μέ τ~ν πpοσπά.θεια. καί ίκα.νοποίrισrι ισοοuνα.μrι με τfιν &.νά.yκη.

Μ' &λλα. λόγια. ν' &.πα.ιτήσομε ά.πο τον κοινωνικο μηχανισμο ν& δώσει στοίις στερούμενους κα.ί στούς &.μόρψωτους περισσότερο ψGJς καt περισσότερrι

εuμ.ά.ρεια. Αuτο aς μή το λησμονοuν ποτέ oi &.νθρωπιστΕ:ς κι' aς το οιοα.χτοuν οί έyωιστές, ε!νοιι ή πρώτη &.πό τίς πολιτικές όποχρεώσεις κα.l &να.yκα.ιότητες.

Ή πνευμα.:tικ~ καt .Υιθικ~ &.νά.πτυξη δέν είνα. ι λ ιyώτερο &να.yκα.ία. &πο τΥ}ν όλική 6ελτίωση. Βέ6α.ια το παρελθόν lχει &κόμη μεγ~λtι &πίοραση στό πα.ρόν, ποu μόλις &ρχισε νά. παίρνει πά.νω του. Ή &.να.6ίωση αύτή τοσ πτώ­

ματος είναι πραγματικά κά.τι το κα.ταπληχτικό. Το 6λeπομ.ε τώρα. Υ~ κινείτα.ι και νά. ζυγώνει.

Ε!να.ι νικητής. Άπο νεκρός μετατράπηκε σε καταχτητή. 'Έρχεται μz

συνοδεία τή λεγεώνα του, τtς προλήψεις του, τή σπά.θα. του, το δεσποτ ισμό του,

μi τή σημα.ία. του κιχl τΎ)ν &μά.θειά. του, κέροισε οέκα μ.ά.χες αύτο τον καιρό.

Προχωρεί, &.πειλεϊ, γελα, 6ρίσκετα.ι στό· κατιί>φλι μα.ς . Έμzϊς στο μεταξu δΕ:ν

&.πελπιζόμΜτε, πουλ!Χμε το πεοίο, δπου στρσ.τοπ~δεύ~ι δ Ά 'ΙΥίβας.

Άφοu πιστεύομε, τ! μποροuμε ν& φο6ηθοuμε;

Ο! ίδέες δέν πα.λινορομοσνε, οπως σε γυρίζουν τά. ποτάμιιχ στήν π-ηγή

τους.

Αύτοί ποu ά.ρνοσντα.ι το μέλλον , α.ς το σκεφτοuν κα.λά.. Δ~ν κα.τα.οικά.ζουν

cb μέλλον, &.λλά. τόν &αυτό τους, ποu σημαίνει δτι τοu μετα.δί'iουν &.νίατο ν6-

σrιμα. Γιά. ν' αΠοφύγουν το ιχ~ριο, ενα.ς μόνο τρόπος δπά.ρχει, δ τοσ θα.νά.του. 'Εμείς σε θέλουμε κα.θόλοu τό θάνατο τijς ψυχής, &.λλα. κι' α.ύτον &.κόμη

το σωματικο δσο γίνεται 6ρα.Μτερα..

θιΧ μ.ιλ-Ιjσει ή σψίyyα., το α.ίνιγμ.ιχ θά. σιχψηνιστεϊ, το πρό6λημα. θά. λυθεί.

Ό λαός παρουσίασε τό προσχέδιο στό δέκατο ίlyδοο αίώνιχ, θ& ψιχνεί τέλειος

στο δέκιχτο ενιχτο.

Ε! ναι 6λά.κας llποιος &μφι6ά.λει γι' α.ύτό.

Το ψα.ινόμενο γιά. τη μελλοντικη εlιημερία. των λα.ών δλης τijς οίκουμ~­

νης εΙνα.ι θεϊκά. μοιραίο.

~ Απειρες παρορμήσεις δδηγοuν έπί το α.ύτο τίς ιΧνθρι~πινες πρά.ξεις, τlς

ψέρνοuν στήν κα.τιiλληλη στιγμή, πρός τή λογική, δηλα.δi) στήν ισορροπία , μ'

ενιι.. λ6yο, στΎ) οικα.ιοσόνη . , Μι~ δύνα.μη φτιαγμένη &;πb τόν οόρα.νδ και τ~ yr), έκπορεύεται &.πο τήν

&.νθρωπότητα. κα.ι τήν κυ6ερ.,α. Ή Οόνα.μη α.tιτη ε!ναι θα.υμ.ιχτοupγij. Μiιπωζ

yι!Χ νά λύσει τεpά.στια πpο6λήμ.ατα. ή δύνα.μη ιχuτή, θά. συναντήσει πψσσότε­

ρες δυσκολίες, ά.π' δσες της οημιουργοον ο! tiλλόκοτες περιπέτειες:

Βοηθημένη &.πb την ανθρώπινη σοφία. κι' &πb τή γνώση ποu τη; δίνουν

τΙΖ γεγονότα., έλά.χιστα φο6aται τίς tiντιδρά.σεις κα.ί δε δειλιάζει μπροστα.

στά προ6λήμ.οr.τα..' ποu ψοr.lνοντσιι &λυτα. στοuς κοινοuς κι' ά.Οόνιχτους ά.νθpώποu;.

Page 125: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

761

Ή δόνα.μη α.ύτΥ) εχει τΥ)ν ίκα.νότητα. ν& δίνει λύση , συσχετ ίζοντας τίς

ίοέες, δπως κα.l να ά.~τλεϊ οιδιiγμα.τα, συσχετίζοντας τα γεγονότα..

ΤιΧ πά.ντα. ι.ιποροuμ.ε νιΧ πρ?~εοκa.μ.ε &πb τη μυστηριώδη σ..ότη οόνσ..μ.η -:ης

πpοόδοu, ποu προορίζεται να. φέρει, μιχ ι:ψα. ία. μέρα., την Άνα.τολη μπpοστ&

στη Δύση στο ο~θος ένός τ~ψου κα.l να κα.λέσει σέ σuνοι~σκεψη το1)ς οόλε­

μάοες με τό Βονα.πά.ρτη στο Μθος της μεγά.λης πυρα.μίδα.ς.

Στ~ μεγαλοπρεπή πορεία. τGJν πνευμά.των προς τ& μπρ6ς, &.νά.παuλα. δεν όπάρχει . 'Αδιάκοπα. κι' ά.οίσταχτα. 6α.δίζομε μπροστά.. ·Στην οόσ ία ή κοινωνι­

κή ψιλοσοψία. ε!να.ι επιστήμη της είρήνης .

Αότή t..ι:ει γι& σκοπο κα.l ά.ποτέλεσμcι., δπως όψείλει νfι. εχε ι , μέ τη ι.ιε­λέτη ν?;, διαλύει τοuς θuμοuς κα.l κάθε ιiντα.γωνισμό . Έρευνα., έξετάζ~ι, &.νcι.­

λόει κ' επειτα. π~λι σuνα.ρι.ιολογε ϊ, ά.να.συνθέτει. Προχωρεί στην έξά.λειψη τοσ

μίσους &.πο κάθε πρ&γμα..

Ή έξόντωση μι&ς ολόκληρης κοινωνίας ά.πο μι& μπ6pα. ποu ξεσπ!Χ πά.νω

στοuς ά.νθρώποuς, ε!να.ι κ~τι ποu ά.ρκετές ψορέ; τCι εrοrχμε wς σrιμερrχ. Ή

1στορία. ά.ναψέρει aπεφα νcωάγια λαιi>ν κα.l βα.σιλέων. "Ερχετα.ι μέρ α., ποu

fιθη, νόμοι, εθιμα., θρησκείες, έξα.φα.νίζοντα.ι ά.πb τijν κα.τα.ιγίδr.ι. Ο ι πολιτισμοί τ6)ν 'Ινδιών, τ·ϊjς Χα.λδα.ία.ς , της Πεpσία.ς, της 'Ασσuρ ία. ς ,

της Αίγuπτου έξα.φα.νίστηκα.ν ό ενα.ς uστερ' &π' τόν &λλο. Γιατί ; Μ ν το γνω­

ρίζομε. Ποιά. τά Ελατήρια. α.ότιίJν τιίJν κα.τα.στροψιίJν; Οί κοινωνίες α.ότzς δέν

ήτα. ν δuνα.τό ν& περισωθοuν; η μήπως χά.θηκα.ν &πο δικό τοuς λά.θι:ις; κι, άν

είνα.ι ετσι για.τί δείχτηκα. ν έθελοτuφλοuσες; πόση δόση α.ύτοκτονία.ς lιπάρχει

στlς ψοοερές α.ότές κοιτα.στpr.ιψές ένός εθνους, μισ.ς ψuλijς;

Σ' δλα. α.ότα. τα. έρωτήμα.τα. δέ δ6θηκε μέχρι σήμερα. ίκα.νοποιητικΥj ά­πά.ντηση. Σκοτά.οι έξα.κολοuθεϊ ν& κα.λuπτει τοuς κατα.οικα.σμένοuς &κείνr.;uς

πολιτισμοuς.

φ ' " ~ ' ~' J, , 6) l ' ' ' ' α. ι νιοτοιι eιτι τr.ι σκα.ψος τοuς r.ιεν • 1 τοιν α.rt .uτοι στεγα.νr.J κοιι τα. νεpα. ποu

μπήκα.ν το 6οuλια.ξα.v.

Κα.t χωρίς να προσθέσομε τίποτε περισσότερο, κοιτα.ι.ιε με κα.τ~πληξη κα.l

δέος μέσα. στον ti>κιοα.νο του πα.ρελθόντος, ποu κά.τω &πο τά. πελιbp ια. κόμ.ατα.

των α.ίώγων κα.τα.ποντ ίστηκα.ν γιγά.ντια. σκά.φη α.uτανδρα., ή Βα.6uλώνα., ή Νι­

νεuij, ~ Τοιpσ6ς, οί Θηοες, ή Ρώμη,· &πο το ψοοεpο κ•Jκλώvα. ποu εξα.π6λu­σα.ν ά.κά.θεκτοι ολοι οί ά.σκοι τοίί σκοτεινοίί Αίόλοu

Κ' έκεί 6έ6αια. lιπά.ρχει σκοτάδι, έδGJ δμως uπά.ρχει φως. Δε γνωρίζομε

&.κόμη ά.πο ποιες &κpι6ώς &ρρώστειες κΜοιτpuχοντοιν eιί &ρχα.!οι πολιτισμοί, ~' ~- .... t1 ' ~ I ' , \ ~ - , ' , "Α uεν α.γνοι:ιuμε ομως τις uικες μcι.ς α.ρρωστειες, τις r.ιικες μας α.vαπηpιες . ρα.

εχοιιε το δικαίωμα. νά ρίξομε ψώς, ν' &,τ-.-,κα.λUψομε τά. κα.ρκινι;J:ια.τα. κα.ί ν&

θα.uμά.σομε τlς καλλονές τοu. ΝCι. εξετά.σοι.ιε ποu πονεϊ κα.l ν:Χ ο ιcι.πιστώσι:ιιιε

τfιν ΠΥJγη τ'Υjς νόσοu , νά μελετijσομε κα.ί νά 6pο0με τά μέσα. θεpα.πεία.ς .

Ό πολιτισμός μα.ς εΙνα.ι εpγο οuό χιλι~οων χρόνων. ΕΙνα.ι τα.uτόχρονοι

Page 126: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

762

Κι'ιί tέpι;Gς Κ!;G! θGtuμ.Gt ΚGΙ.ί φρονοΟμε δτι d,ξίζει τον ΚόΠΟ νά_ τΟν Οιασώσομε.

Γιά τό σκοπο α.ότο χρειά-ζετα ι νά σuντονιστοuν 5λες οι προσπά-θειες τής κοι­νων ικής μελέτης, στούς στοχαστές μπαίνει το μέγι'ι κιχθijκον νιΖ στηθοκοποσν

τον πολιτισμό μιχς.

Ή στηθοκόπΥ)σΥJ α.ότΥj Sίνει θά.ρρος κιχί ιΜηση σε &μιλλα.. Τήν &.νθρώ­πινη &.φθα.ρσία. βλέπομε κά.τω &.πδ την κοινωνικη &.θανιχσία. Ή γij ~χει κpι-l­

τijρες σε ορά.σrι ποu ξερνa.νε φωτιά., &.λλά. οεν πεθα.ίνει. Οί λα.ϊκ€ς &.ρρώστιες

δεν σκοτώνουν τα ιΧτομα. Κι' διιω; ιχuτοt Π'JU &.πασχολοuντα.ι με τtς κοινωνικες

&.ρρώστιες, πολλες φορεζ θεωροίίν μά.τα.ιrι τ-}jν προσπάθεια κα.ί &θερά.πευτη τη νόσο. 01 πιο lσχυροί &π' ιχίιτοuς, ο[ πιο &σθημ.ctτικοί, οι εtλικρινα. πονοσντες

yι& τ& οειν& τΥ)ς, &:χουν έπίσΥ)ς στιγμές ποu &ποθα.ρρuνοντιχι κιχί οιερωτωντα.ι

'Άριχγε θα καρποφορήσουν οι προσπάθειές μα.ς, θ' &.να.τείλει το φωτει­

νό μέλλον;

Άλλσ. τόσο λοιπόν πα.χu ε!να.ι τό σκοτ&οι, ι':ιστε νά μπαίνει α.δτό τό έ­

ρώτΥ)μιχ κιχί μ..&.λιστιχ τόσο &νφυχητικά.; 'Εμείς πιστεύουμε δτι τό σκοτάδι οι ο­

το δπά.ρχει μόνο στο πνεuμιχ των έγωιστG)ν κιχί των &θλίων.

{)[ έγωιστές είναι προληπτικοί, στη μόρφωσή τους σuνεργά.στΎjΚΕ ~ χλι­δη κα.ί ~ &.φθον1ιχ . Ή μ.έθΥJ τοσ πλοuτου αδξ'Υjσε τtς έπιθυμίες τους, fι εuμά.ρεια.

τούς φέρνει πα.ρα.ζά.λη ποu ξεκουφα.ίνsι τον &.νθοωπο κα.ί έμπνέει ψό6ο μ.ή πά.­

θουν τίποτε, lδέα. ποu σε μερικοu;; φέρνει &.ποστροφη κα.ί &.πέχθεια. γιά κά.θε

πονεμένο, για κά.θε πά.σχοντιχ. Ο! έγωιστές ~χουν &λ6γιστες έπιθυμίες κ' ενα.

εγω πού δλοένα. εξογκώνεται κα.t φρ&ζει την ψυχή τους.

οι αθλιοι, οί εξαθλιωμένοι είνα.ι φθονεροί, έπωφθιχλμιοuν τά ξένοι, μι­

σοuν δτιχν βλέπουν τοlις σ.λλοuς ν' &πολα.μοά.νουν' 6α.θείς &λχrιμιστες τής αν­

θρώπινης &ποκτ'ήνωσης ποu ρέπει στίζ; &.πολα.ύσεις. 'Έχοuν ιιιχόρη ψυχ-ή, θλί­

ψη, &.νά.γκη, &.πα.ισιοδοξία. κα.ί μολuσμένη κα.ί &πλοϊκη &μά.θεια .

Page 127: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Β ι ΒΛ ι Ο Ο Γ Δ Ο Ο

ΧΑΡΕΣ ΚΑΙ ΘλΙΨΕΙΣ

Α'

Γ1Λ ΗΡΕ~ ΦQ~

θά κατιiλαbε δ &ναyνώστης οτι Ύ) Έπονίνη, &ψοu &να.yνώρισε &πb τά

κάγκελα. της σιδe:ρόπορτα.ς τ~ν κάτοικο της δδοΟ Πλοuμέτ, δποu τ·i]ν είχε στεί­

λει ~ Γεωργοόλα., πρώτα. ψρόv-ησε ν" πα.ρα.πλα.νήσει κ01t ν' ιiπομ.01κpόνει το\ις

κακοuρyοuς &.πο κείνο το μέρος . vy στερα δδήyησε &κεϊ το Μά.ριο. Αuτός, ίί­

στερα. &πο πολλGJν ήμερων έκστά.σεις μπροστα. σ' α.uτη τήν πόρτα, πcφα.συp­

μένος &πο τη δόνα.μη εκείνη, πο\ι σπρώχνει το σίδερο προς το ι.ιαyνήτη κα.t

τον έρωτe:uμένο προς τlς πέτρες μέ τίς όποίες είναι χτισμένη ή κατοικία. τijς

&γα.πημένης του, μπήκε επt τέλους στον κήπο της Τιτίκα.ς, δπως στο πά.λΙΧι

ποτ€ ό Ρωμαίος στον κηπ-ο της Ίουλιέττας. Και εuκολώτερα. μ.ά.λιστα. δ Μά.­

ριος, ποu δέν είχε να. σκα.ρψα.λώσει εναν τοίχο, &λλά. νά. πα.ρα.μ.εpίσει ενσ. ά.πό

τά σκουρια.σμ.ένα. κά.γκελα. τής πόpτ01ς, ποό κοuνιότα.ν ιιέσ01 στη θήκη σά.ν γ:;;­

ροντικο δόντι. Ό δρόμος ήταν σχεδόν πά.ντα ερημος, ό νέος δεν κινδύνευε νά

τον δε'ί κανένα.ς ~

Άπο την εύλοyημένη εκείνη ώρα. , ποu οί δύο αuτές ψυχές &ρρα6ωνιά.­

στηκαν μ' ενα ψιλ(, δ Μάριος έρχότσ.ν κά.θε νύχτα. "Αν ή ΤιτίκΙΙΙ σ' έκείνη

τη στιγμ.η της ζωής της είχε έρωτευθεί κάποιον &ντρα. &σεμνο και αuθά.δη,

&σψαλwς θ' &φανιζόταν. Ό ερωτας οταv φτάσει στο σημείο νά είναι &.πόλu­

τος τuψλώνει την αtοω και τότε κσ.l οί κα.ρτe:ρικώτερες ψόσe:ις ένδίδοuν. Πό­

σους κινδόνους διατρέχετε εuyενικές ψυχές. Πολλές ψορές σείς δ1νετε την κ::ι.p­

διά., άλλά οί άντρες πα.ίρνοuν μόνο το κορμί σα.ς κα.ι τότε 6λέπετε την καρδιά

μ.έσ' στο σκοτά.οι κι' &.να.τριχιά.ζετε &.πό ψρίκη. Μέσο δρο δ ερωτ01ς οέν εχει, Ί)

&ψανίζει ή σώζει. v Ολη ή &.νθρώπινη μοίρα εγκειται σ' α.uτο το ο!λημμα.. Το

δίλημμα. αύτ6, χαμός η σωτΎJpία., τίποτε σ.λλο δεν τό 6άζει μπροστά. μα.ς τόσο

Page 128: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

7134

&μείλιχτα, δσο δ Ι!ρωτας. Ό Ι!ρωτο:ς ε!νο:ι r) ζω'fι r) θά.νο:τος. Λίκνο, μαζί, καί φέρετρο. Tb Ιδιο α.rσθημα. λέει ναί καί ~χι μέσα στΎ) •i &.νθpώπινη καpοιιi. Άπ' δλο: δσο: έδημιοόpγφε δ θεός, ή καpδιιΧ τοσ &νθρc;)ΠΟ'J είναι Ξκείνο ΠQU πα.­

ριiγει περισσότερο φώς κα.ί, ά.λλοίμονο! περωσότεpο σΥ.οτά.δι.

Εuδ6κr;σε δ Θεός, wστε δ ερωτας με τάν δΠQίΟ συνα.ντήθηκε ή Τιτίκα, νιΧ εΙνο:ι ιiπο κείνους ποu σι~ζουν.

'Όλr;; το Μά.ιο τοσ 1832, ά.ντά.μων:χ.ν κιiθε 6pά.δι στο φτωχδ εκείνον ά.γριό-' ' I I θ' I ' ~~ζ ~~ λ' ι 2 ~ ΚΎ)ΠΟ, κατω CΧΠΟ τοuς αιJ.νοuς ΠΟU εuωυια. α.ν, υυΟ Π α.σμα.τα. ψτιο:γιιενα. ιι..Πυ

. σεμvότητα. κα.ι &θωότψα., γεμά.τα. οuρά.νια εuι:ρροσύνΎ), πιο κοντιΧ προς ":οuς άp­χο:yγέλους πο:ρα. στοuς &νθρώτ:ους, ά.yνά., τ[μια., μ' ένθοuσια.σμο κι' &χτινο6ο­λίιχ, ποu ηα.μπα.ν το ενα στ~ μά.τια. τοσ &λλοu μέσα. στο σκοτά.δι. Άγγίζοντο:ν,

6λέπονταν, ά.γκαλιά.ζοντα.ν ιiλλ& 'JΠήpχε μια. ά.πόσταση ποu δεν τ-!Jv ξεπερνοu­

σα.ν ποτέ. Ό Μάριος α.1σθα.νότα.ν ενα. ψρα.γμό, τήν &γνότητα. της Τιτίκα.ς, κα.!

ή Τιτίκα α1σθα.νόταv ενα στήριγμα., τ'fιν τιμιότητα τοσ Μά.ριοu. Τ6 πpc>ιτο ψί­

λημο: ήταν κα.ί το τελεuτατο. Άπ6 τότz δ Μά.ριος δέν είχε τολμήσει να. προ­

χωρήσει πιο πέρα. &.πb εvα. &γγιγι~α. -ς;ιϊιν χειλtG)ν στΎjν !Χκpη τοσ χεpt'JO, 7) στό σά.λι, ·η σε μιιΧ μπούκλα &πο τιΧ μαλλιιΧ της Τιτίκα.ς. Ή Τιτίκα. γι' οιότl:ιν ή­

το:v ε·ια. &ρωμο:, δέν ήτα.ν γuνα.ίκα. Μόνο τi)ν ά.νά.πνεε. Auτi) οέ.ν τοϋ ιipνι6-

ταν τίποτε κι' α.ότl:ις οεν της ζητοσσε τίποτε. Ή Τιτίκα ήταν zuτυχισμένη κι'

δ Μά.pιος ενθουσιασμένος. Ζοσσα.ν σ' ενα. θέλγ'Ι)τρο, ποu θιΧ μποροuσε κανείς ν&

όνομά.σει, θιiμπωμα. μιας ψυχΎ)ς ά.πο μιιΧν ά.λλη ψυχή.

Σ' έκείνη τ~ στιγμ~ τοσ έpωΙα., στιγμ~ ΠΟ1J ή rJΟΟνή βρίσκεται κά.τω ά.πό

τήv aπόλυτη πα.ντοοuνα.μία τΎJς εκσ~ασης, δ Μάριος, δ &yγ:;λικl:ις κα.t &.γν~ς

Μά.ριος εuκολώτερο: θ' ά.νέ6α.ινε στο δωμά.τιο μι~ς κοινΎ)ς γυναίκας, παρα. ν' ιi­

να.σηκώσει το φόρεμα. τής Τιτίκας εστω μέχρι τον ά.στpά.γα.λο. 'Έτυχε κά.πο­

τε, στο φwς τοσ φεγγα.pιοϋ, ή Τιτίκα. νιΧ σκύψει γιιΧ ν& πά.ρει κιiτt &.πο κά.τω,

ή μπλούζα. της &νοιξε λίγο κα.ί ι:ρά.νηκε ή 6ιiση τοσ στήθους της. Ό Μά.ριος

γύρισε &.λλοu τa μά.τια..

Τί γι νότα. ν λοιπl:ιν ά.νά.μεσα. στιΧ δub α.ότιΧ πλά.σματα; Τίποτε. Λά.τpευα.ν

το ενα τ' ΓJ.λλο. τη νύχτα.,. οτα.ν περνοuσα.ν τίς ιJ>pες τους μαζί, δ κ'Υ)πος έκείνος ψα.ινότα.ν

σιΧν ζωvτα.νδς κα.t ίερδς τόπος. "Ανοιγα.ν ολα. τιΧ λουλούδια. κα.l τοuς θυμία.ζα.ν

με το &ρωμά. τους, σ.νοιγα.ν κα.ί οι ψυχές τοuς κα.ί ιΧπλωνα.ν μέσα. στ& λουλού­

δια.. Κα.l μεθοuσε γύρω ά.π' α.ότ& ~ τρυφηΗι φύσ-η, κα.l τ& δέντρα. ά.να.τρίχια.­

ζα.ν ιiπο τα. έpωτικa ψιθuρίσμα.τα.

Τί ~τrι.ν α.uτοt οί ψιθυρισμ,ι:ιί; Πνοές. Τiποτε &λλο. Οι πνοές α.ότές ήτα. ν t ' ' .... (Ιλ ' ι ' , Γ ι ' ~, λ θ' ' ν ικσ.vες να. συγκινουν ο Υ} εκεινη τ'Υ) ψuση. οητεια., που ουσκι:ι α. α. τ'Ι)ν . ενοι-

ωθε κα.νε!ς αν διιi6ο:ζε μέσο: σε κανένα. 6ι6λίο τίς συνομιλίες, κα.μωμένες για.

va σηκώνοντα.ι κα.ί va Οια.σκοpπίζοvτα.ι &.πl:ι τον &νεμο σα.ν κοιπνl:ις στα. ψόλλοι των δέντρων. Άψαφέστε &.π ο τοuς ψιθuρισμοuς δύο έρωτεuμένων τή μελωδία.

Page 129: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

765

ποu 6γιχίνει &πο τΎjν ψυχΎj κιχί τοuς συνοδεύει δπως μιli λίρα., το uπόλοιπο εΙ­

νσ.ι σκι!Χ. Κσ.t τότε λέτε: "Ω! σ.u"'"ο μόνο; 'Έ, νσ.ί, πσ.ιδα.ριώδη πρ6;γμα.τσ., &.νσ.­μιχσrιμιχτα., γ~λιιχ γι& τό μηο~ν, &vόητες λ~ξεις, 8,τι δπάρχει στόv κόσ:ιο πιό

όψηλό κιχί πιό 6αθu! Τά μόνα πράγματα. ποu aξίζει τόν κόπο νά λέγονται καί

ν' &κοόοντα.ι!

Νσ.ί, σ.uτές τtς &νοησίzς, σ.uτές τtς μωρίες, δ !Χνθρωπο;; ΠΟ'J δέν τtς πρό­

φερε ποτέ, ποu δέν τίς άκουσε ΠΟ'ί:S, είναι άνθρωπος ~λίθιος, βλά.κιχς, κακος

&νΟρωπος.

Ή 'Γιτίκα ελεγε στο Μ6;ριο.

- Ξ~p€ιc : ... με λέν~ Εuφpοσόν-η. - Εuφροσuνη; 'Όχι, Τιτίκσ. σε λένε.

-"Ω! Τιτίκα. είνσ.: ιΧσχημο ονομσ., μοσ τοδωσα.ν /iτσ: , οτσ.ν ήμ'Jυν μικρή.

Το Ιiληθινό μοu δνομα. είνα.ι Εuψροσόνη. Δέν το· &γα πάς α.ότο το 15νομα., Εο­

φροσuνrι;

- Νσ.ί ... δμως κα.t το ονομα. 'Γιτίκα δεν είναι &σχημο. -Το &.yαπaς καλλίτερα &πο το Εuφροσόνrι;

- ΝιΧ σοΟ πώ ... ναί.

-,;Ε, τότε λοιπον κ' &γw το &γσ.πG> κσ.λλίτερα.. Ιlρσ.γμα.τικά., Τιτίκσ. εί-να.ι ομορφο.

- Τιτίκιχ, λέγε με.

Κσ.t το χα.μόγελό της, κσ.θwς τ~ πρόφερε, ~κα.νσ.ν το διιΧλογο σ.οτο ε1Μλ­λιο, άξιο να στολίσει, οχι έπίγεια., &λλα. οupά.νια. λει6ά.δια. κα.ί δά.ση.

'Άλλοτε τόν κο ιτοσσε κιχτιΧμα.τα; κ' ελεyε.

- Κuριέ μοu, είσσ.ι ι\Jρσ.ίος, είσαι: ώρσ.ιότσ.τος, !\:χεις π·ιεσμα. δέν

κοuτός σ:Χv καί μένσ., ιΧλλ:Χ σ' ιχότό μόνο δέν μπορείς ν:Χ μέ ξεπεράσεις ,

γιχπώ!

σ' &.-

Κσ.t δ ΜιΧριος, ιιiσσ. σέ κείνο το μuρωιιένο uπα.:θρο, vόμι~ ~ ~~ '~' ; &κοuε

ωa-r, ποu τΥjν τρα.γeιuδοuσε κάποιο α.στρο. Κά.πc-τε ό Μά.pιος είπ::. στην Τιτίκα;.

- Φιχντά.σοu! ενσ.v κα.ιρό νόμιζα πwς σ' έλεγα; ν Οuρσ.νίσ..

Αuτ6 τοuς έκανε YCG γελάνε δλη τΎj νόχτα.

"Αλλοτε ό ΜιΧρως ετuχε να. πεί στην 'Γ:τίκα.

-"Ω! μια. ι~έριχ, στο Λοuξψβοσργ(j, μQΟ ήρθε v& κά.νω κομμ&.τισ. εvσ.Υ

&νάπηρο!

Στιχμά.τησε δμως &μέσως, δεν προχώρησε, γισ.τt επρεπΕ να. ι_ι.ιλήσΕt στ+ιν

_ Τιτiκιχ για. την κάλτσοδiτιχ της κι' αuτb τοu ητιχν &Μνιχτο. Τ6 μόνο ποu επέτρεπε στο Μάριο ό fι.γνός τοu ερωτα;ς, fιτιχ ν νa κιiνz ι κά­

ποτε Κ'l.Υένι:ι, κομπλιμέντο. "ΟΙ ' θ' ζ δ ~ι-· I ' ί ' τ I Τ' ω' I " >;' - •• . ψι uρι ε 1ν.ιcφιος, τι ωρα α ποu ε σαι. οσο pc.ιια, ωστε '-' ~ ·,

τολμώ va σέ κοιcάξω στ& μάτια:. Θα.υμιΧζω μόνο τό σuνολό σο·J. ΕΙσC<, ι ·,'i ( Bcr~

Page 130: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

766

ή χά.p'Υ). Δέν ξέρω τί μοu σuμ.οα.ίνει. Ή &κρη τοu φοpέμ~τός σοu δταv ά.φ~νει

vσ.. ψα.ίνετα.ι λίγο ~ α.κp'ΥJ του παποuτσιοu σοu, με κά.νει &κτος &α.u,οσ. 'Έπει~ τα. πόσο γ λuκ<Χ μ.ιλaς! Μιλaς κα.l ολέπω στ<Χ λόγια. σοu τόσ'ΥJ λογική, τόσο cρρ6-

vφ'Υ). Είνιχι στιγμές πιu μοίί cρα.ίvεσcι.ι ονειρο. ΜιλΙΧ , μίλcι. y(ι., σ' ά.κοόω καl νά.

σε θcι.uμά.ζω . Τιτίκα. μοu! Είμα.ι στ' &.λήθεια. τpελλός. Είσαι ιΧξια. λcι.τρείcι.ς. Με

τb μικροσκόπιο μελετώ τ(ι.. πόδ ια. σοu κα.ί την ψuχ~ σr;u μΕ. τb τ'Υ)λεσκόπιο.

Και fι Τιτίκα. σ.ποκρινόταν.

- Αtσθά.νομα.ι οτι ά.πb το πρωt wς τώρα, μ~γάλωσ~ &κόμη πιο πολtι το πά.θος μοu .

Ή Τιτίκα. ήτα.ν ιiκpt6ώς ή &φέλεια., ή σιψνότητα., ή οια.cρά.-;εια., ή λευκό­τητα., ή &.γνότητα., ~ α. tδώς, ή &.χτινο6ολία. . Βόρειο σέλα.ς σε σχήμα. γuνα.ίκα.ς,

α.ότη fιτα.v ή Τιτίκα..

Άλλά. πcψ' δλα. α.ότά. κα.l έν ά.γνοία. ά.κόμη των τόσο σφνών κα.l &.γνών

κα.ρδιων, ή &γρuπνrι ψόση δev &.ποuσιά.ζει ποτέ. Βρίσκεται έκεί μέ τον κτηνώ­

δΥJ κα.ί uψ'Υ)λο σκοπό της . Κα.l δποια.οήποτε κι ' i'J.ν ε!να.ι ή &θωότητα. των ψu­

χwν, 6λέπει δ κιχθένιχς κιχί στίς πιο σεμνές σuvα.ντ~σεις, τYjv κρuψη ιiπόχρωση

ποu κάνει νδι οια.κρίνετα.ι τb ζεuγά.ρι των ερωτευμένων ά.πb το ζεuγά.ρι Οόο

&.πλων φίλων.

Β'

Ο ~ΚΥ ΛΟ~ ΠΟΙΟ~ t-IT AI'J;

Μέσιχ στην εότuχία. τοuς, δ κόσμος ήτα.ν γι' α.ότοtις σχεδόν ά.νόπα.ρκτος.

Οtίτε πρόσεχαν τηv επιδημία. της χολέρα.ς ποtι θέριζε το Πα.ρίσι &κρ:οως έ­

κεϊνο το μ~ν~. Ό Μά.ριος ε!χε πεί στην Τιτίκα. δτι ~τα.ν δικηγόρος, δτι ζοuσε

γρά.φοντα.ς διά.φορα. εpγιχ γιά. τοuς οιολ ιοπώλες, 3τι δ πα.τέρα.ς τοu ήτα.ν σuν­τα.γμ.α.τciρχης κσ.t πwς εΙχε διακριθεί στοuς πολέμους , fιτα.ν Ύjρωα.ς, δτι ήτα.ν

όρφα.νος κα.l δτι είχε εvα.ν πcι.πποlι πλούσιο, με τόν δποϊο ήτα.ν τσακωμένος.

Της είπε Ιiκόμη δτι ε!χε τίτλο, Βα.pώνος πρά.γμιχ ποu δέν εκα.νε κα.μμιιΧ.ν έν­

τuπωση στην Τιτίκα.. Ό Μά.ριος Βα.ρωνος; ή Τιτίκιχ δεν κα.τά.λα.6ε οuτε τη

σημιχσία.. Ό Μά.ριος ήτα.ν Μά.ριος.

Ή Τιτίκα., με τη σειρά. της, του εlχε πεt 8τι &.να.τρά.ψηκε στο μοvα.στήρι

τοu Πίκποu, δτι ε!χε χάσει κι' α.ότή τή μrιτέριχ της, δπως δ Μά.ριος, δτ ι δ πα.­

τέρα.ς της λεγ6τα.ν θερσοινέμ:ης, πως ήτα.ν πολu καλός Χα.L πώς λuπότα.1J τοuς

φτωχοuς κα.l τοuς εδινε ο,τι μποpοϋσε κι' α.ότος cρτωχός δμ.ως, ποu στεροuσε

τόν ~α.uτό τοu γι~ ν~ μή λείψει τίποτε &.π' σ.ότήν.

Πpα.γμα. πα.ρά.δοξο! μέσα. στήν δ.ρμονίοι ποlι ζοuσε δ Μά.ριος, ά.1ιό τότε ποu

Page 131: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

767

έ6λεπε τ~ν Τιτίκα, τό παρελθόν ε!χε γίνει τόσο σιηκεχuμένο κ~ί τοο ψα.ί­

νοντα.ν τόσο μα.κρινιl ά.κόμη καt τrl πιο πρόσφατα, ωστε (ipκέστηκε σ' αοτα.

ποu τοΟ διηγήθηκε ή Τιτίκα. κα.ί οuτε θuμ'ήθηκε νrl την ρωτήσει γιιl τ:Χ γεγο­

νότα. τ~ς νuχτα.ς έκείνης στο άντρο τοu θεpνα.διέpου καl για. τό κά.ψιμο το() χεριοCί με τό πuρα.κτωμένο σίδερο η γι~ την περίεργη ψuγij του.

Ό Μά.ριοι; είχε λησμονήσει γι& τήν &ρα. τ& π~ντα., οuτε γνώριζε κά.θε οριiδι τί είχε κciνει τό πρωί, ποu είχε φά.ει, μέ ποιον είχε μιλήσει. Τ' α.ότι~

του ~ταν γεμά.τα τρα.γοuδιιχ, ποu τον εκα.νιχν Υ.ουφό για. κάθε τι άλλο. Μόνο

τις ώρες ποu ε6λεπε τ~ν Τιτίκα. ζοuσε, &.λλdι κα.ί τότε ορισκότα.ν ΙΗ~ οuρ&.νιιχ

καί ήτιχν φυσικό νrl ξεχνά. τά. έπίγειιχ. ~Ετσι ζοuν αuτοί οί νυχτο6ά.τες, ποu

τοuς &.ποκα.λοον &ρω-.όληπτοuς .

Κο:ί, ά.λλοίμονο! ποιός δεν τα. δοκίμασε δλα ιχότά.; Γιατί €ρχεται wρα καί

ογα.ίνομε ά.πό τον γαλά.ζιο α[θέρα κιχί για.τί νά. έξα.κολουθεr uστερα ή ζωή;

'Έτσι ζοΟσαν αότ& τα. δuο πλι:iσμΜα. μετέωρα, &.ν~μ.εσ~ στον οόριχνό κ~ί

στη γη, μετιχξu των Σεραφεiμ Κ<Χl των &νθpώπων. 'Όσο κι' tlν ijτα.ν ή Τιτί­

κα., στιγμές, στιγμ.&ς δ Μά.ριος εκλεινε τά. ολέψοφα μπροστά. της, για.τt δ ίi.ρι­

στος τρόποι; να. 6Ηπει κανείς τήν ψuχή , είνα.ι ν& κλείνει τα. 6λέψα.ρ~.

Ό Μιiριος κιχί ij Τιτίκιχ δeν έξέτιχζα.ν ποu θά. τοuς δδηγοuσε ιχuτό. θεω­ροuσα.ν πώς !ψτιχσα.ν στό σκοπό τοuς. Πα.ρά.δοξη 'ή ά.ξίωση των ά.νθpώπων νά.

θέλουν δ ερωτας ν~ δδηγεί κά.ποu.

Ό ΓιιΧννης ΆγιιΧννης είχε τέλεια. Γί.γνοισ. για. δλα. αuτά.. Ή Τιτiκα ήταν

εuθυμη κι' αότο &ρκοΟσε στο Γιά.ννη Άγιά.ννη νCι. είνα.ι εότυχής. Οί φροντί­

δες, οί σκέψεις τής Τιτίκα.ς γιά. τό Μά.ριο, δεν ά.φοιιροuσιχν τίποτε &.πο το κα.­

θα.ρό κα.Ι. γελαστο μέτωπό της. Βρισκόταν στην ήλικία ποu κpα.τά.ει τον €ρω­

τα, δπως δ &γγελος το κρlνο τοu. 'Ώστε δ Γιά.ννης Άγιά.ννης ήτα.ν fισυχος.

"Άλλωστε δταν δυο έρωτευμένοι συνεννοοuνται, ολοι πάνε πολu καλά.. Τον τρί­

το τον κρα.τa.νε σ~ τuψλωση μ~ τό πλήθος των μικpοπροφυλάξεων ποu πα.(p­

νουν. 'Έτσι, π.χ. ή Τιτiκα. δεν εψεpε ποτέ &.ντίρρηση στο Γιά.ννη Άγιά.ννη.

"Αν έκεϊνος 7jθελε ν?ι. 5γοuνε περίπατο, ναi, πολu καλά.. "Αν 'ίJθελε να. πε­ρά.σει τΥ) 6ρα.8uι:i του στο 8ωμ.ά.τιο της Τιτlκας, ή χα.ριΧ της ήτα.ν μ.εγιΧλη ... Έ­πειδij ά.ποχωροΟσε στίς δέκα τό 6priδι, δ Mripιoς δεν &:μπαινε στον κΥ)πο, δσες

ψορες γινότα.ν αuτό, πα.ρά. μετιl τlς δέκα. κα.ί δτα.ν ~ Τιτίκα &νοιγε τ& παρά­

θυρο ποu ε6λεπε στο δρ6μο. 'Έννοείτα.ι δτι τήν ήμέρα 8εν ψα.ινότα.ν ποτε δ

Μά.ριος. Ό Γιά.νν-ης Άγιά.ννης οϋτε θυμόταν πι~ πwς δπήρχε Μά.ριος. Μια.

φορ& μόνο ~τuχε ν~ πεί στήν Τι1:ίκα.:

- Μπά.! ποΟ &.κοuμ.πησες; ε χεις aσβέστες πίσω στ'fιν πλά.τη σοu.

Την προηγοuμενη 6pαου!Χ δ Μάριος ποι(ζοντοις μοιζi της, είχε στηρiζει

τlς πλά.τες της π<Χνω σ-cόν τοίχο.

Ή κυρ& Πα.ναγιώτοι πλάγισ.ζε νωρίς, μόλις τελείωνε τ!ς δουλε•. tς τr;ς, τη

μόνη ψpοντίοα. ποu είχε ήτα. ν ν!Χ πάει γι!Χ uπνο. Άyνοοuσε τ& π:Χντα. οπω; Χ: '

δ Γιά.ννης Άγιά.νvης.

Page 132: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

768

Ποτε δ Μ:ά.ριος δεν πά.τφο. τ9 πόδι του μέσα. στό σπίτι. Κάθε ψορ~ ποu εμπα.ινz Ύ) εογα.ινε πρόσεχε ν!Χ τοποθετεί κα.λ~ τό κά.γκελο τής πόp":%ζ στη θέ­

ση του, &στε νΓι.. ιιή οια.κρίvετα.ι τίποτε ~ντικα.vοvικό .

'Έφευγε συνήθως Κ%τα. τ~ μεσά.vυχτα., κα.ί γύριζε στο οωμά.τιο τοσ Κουρ­

ψεpάκ. Ό Κουpφεp&κ ελεγε στο Βα.χοpέλ.

- 'Γb ψα.ντά.ζεσα.ι; Ό Μάριος zρχετα.ι στό δωμάτιο νΓι.. κοιμηθεί μετιΧ τα.

μεσάνυχτα.! Ό llα.χορε.λ &.ποκρινότα.ν.

- Τά. βλέπεις; κα.λιΧ λένε, &.πό σιγα.νb ποτά.μι ... Κάπου, κά.που, ό ΚουρψερΓι..κ στα.ύρωνε τιΧ χέρια. κα.ί κοιτά.ζοντα.ς κα.τά.μα.­

τα. τό Μά.ριο τοσ ελεγε σο6α.ρ6:.

- Νεα.ρέ μου! πήρες livα. δρόμο ποu οε μ' οcρέσει κα.θόλου.

Ό Κοuρψερά.κ, πρα.κτικος &vθρωπος, οέ μ.ποροσσε vrι.. κα.τα.λά.6ει τοuς · πλα.­τώνικοuς έρωτες τοσ Μάρ ιου , κα.ί πολλες ψορες τbν μά.λωνε κα.t τbν -κα.λοϋσε νιΧ έπα.νέλθει στήν πρα.γμα.τικότητα.. υΕνα. πρωί τοσ εΙπε:

-'Εσύ, φίλε μου, μ.οσ δίνεις τήν έντύπωση πώς ζεϊς στb ψεyγιΧρι, στb

6α.σίλειο τώv όvείρων, στή χώρα. της ψα.ντα.σία.ς, σε. κά.ποια. πρωτεύουσα. ποu

όνομ.ά.ζετΙΧι Σα.πουνόψο:;σκα.. Κά.Υε μου τή χά.ρη κα.ί πές μου πώς τήν λένε;

Δέ γινότΙΧν 8μ.ως ν~ 6γεί τό μ.υστικb &οπό τΓι.. χείλη τοΟ Μάριου. Εόκολώ­

τερα. · μποpοuσα.ν νά. ζερριζώσοuv τα. νύχια. &.πb τ& Μχτυλά. του, πα.ρά. vά. τοσ &.ποσπά.σουv τtς τρεις συλλα.6ές ποu άποτελοσσα.ν το ίερο ονομα.: Τι-τί-κα.. Ό

&.ληθινός ερωτα.ς ε[να.ι πιο ψωτεινός &.πό tήν α.όγΥj ΚΙΧl πιο 6ου6ος &.πό τον

τά.ψο.

'Ένα. 6ρά.ο ι , ένώ δ ΜιΧριος προχωροuσε προς την δοό Πλουμ.έτ, σκυφτός

δπως συνήθως, &.κοόει κοντά. του μια. ψωνrι:

-Καλησπέρα. σα.ς, κύριε Μάριε.

Σήκωσε το κεψά.λι κσλ βλέπει την Έπονίνη. Ή θέα. α.ότ'iJ τοσ εκα.νε πα.­ρά.ξεvη έντύπωση. Οuτε μια. ψορα δεν είχε σκεφτεί α.ότο το κορίτσι, &.πό τήν

rιι.ιέρα. ποu τόν εΙχε δοηγήσει στήν δοό Πλουμέτ. Δέν τήν ξα.να.είδε κα.ί τήv είχε λησμονήσει έvτελώς. Εfχε λόγους vιΧ τήν εόγνωμονεί, τής 6'ιψειλε τηv

τωρινή του εότυχίσ., κι ' δμως τbν ένόχλησε ή πα.ρουσία. της.

-"Α, σό εΙ σα. ι Έπονίvη ; &.ποκρίθηκε λίγο τα.ρα.γμέvος, τί θέλο.ις;

-Θαω ... Κα.ί στα.μά.τησε. 'Έμοια.ζε ν!Χχει χά.σει τά. λόγια. της, ~ !Χλλοτε τόσο ξέ­

γvοιrχστη κοιί τολι~ηρη κοπέλλΙΧ. Προσπά.θησε y(χ χοιι.ιογελά.σει, &λλ(χ οtίτε κι'

ΙΧότο τό κα.τά.ψερε.

-'Ήθελα. νά. σιΧς πώ ... llά;λ ~ στα.μάτησε κ' εμεινε με τ~ μάτ ια. χα.μηλωμέvα..

- Κα.λ ηνόχτα. σα.ς , κόριε Μά.ριε, εΙπε οcπότομα. κ' ~cρυγε γρijγ.fjpα..

Page 133: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

7G9 r·

iKOTEINA ΕΡΓ Α

Την άλλη μέρα. ήτα.ν 3 Ίοuνίοu 1832. Ή μέρα. ποu είνσ.ι &.νάγκη ν?ι. ση­μειωθεί έξ σι1τίσις τών σποuδσιίων γεγονότων ποu, &κείνη ά.κριβώς τήv έποχή,

κρέμοντα.ν στον δρίζοντα. τοϋ Πα.ρισιοϋ σα.ν πuκνα. σύννεφα..

Ό Μά-ριος κιχτεuθuν6τe~v πcί.λι προς το σπίτι τijς Τιτίκα.ς, οτιχν διάκριvε

&.νά.μεσα. στ?ι. δέντρα. τοϋ δρόμοu τήν Έπονίνη v&ρχετιχι προς το μέρος τοu.

Δuο μέρες σuνέχεια.! 'Ά, α.ότο είνα.ι μεγάλη της &.δια.κρισία.. 'Άλλα.ξε λοιπόν

&.πότομα. κα.τεύθuνση κα.l προχώρησε πρός την δδο Πλοuμετ &.πο &.λλοv δρόμο.

Ή Έπονίνη τον πιχρα.κολούθησε χωρlς ιχότός νά. τό &.ντιληψτεϊ. Τον είδε

να. πα.ριχμερίζ:οι τb σιδερένιο κά.γκελο τijς πόρτα.ς κα.t νrι. μπαίνει στον κήπο.

-Τον είδες, είπε μέσοι. -;ης, μπα.ίνει κα.t μέσσ. στον κijπο. Πλrισία.σε στήν πόρτα, επιασε Ε.νιχ, Ε.να. τά. κά:γκελα. κιχl βρijκε α.ότό ποu

είχε ποι.ριχμερίσιοι δ Μάριος.

- Αότό ε!να.ι! μοuρμοuρισε μέ βα.θει?ι. λuπη.

Κα.t κάθισε εκεί κοντά., σε μια. γωνιά. , ετσι , wστε να. μη φαίνετα. ι &.πό μέ­

σe~. Μι:Χ &ρα. ει~zιvε έκεϊ &.κίvητη κσ.i οuθισμέvη στίς σκέψεις της.

Κα.τα. τlς δέκα. ~ &ρα., ενα.ς &.πο τοuς δuό , τρείς διαοά.τες της δδοu Πλοu­

μέτ, γέρος, ποu εσπευδε να. περάσει οσο πιο γρήγορα μποροϊίσε τον ερημο καl

κιχκόψημο &κzίνο δρόμο, καθιhς περνοϋσε Ύ.ΟΥτιΧ ιiπο τήν πόρτα., &κουσε μιά.V

uπόκωψη κα.l &πειλητική φωνη νά. Ηει.

-Γι' α.ότό τον ε6λεπα. κά.θε ορά.δι ν&.ρχετα.ι προς τά. δω!

Ό διΙΧ6άτης κοίτΙΧξε γύρω τοu , &.λλrΧ δέν είδε ψuχΊ], φοβήθηκε vrΧ προσέ­

ξει περισσότερο στή σκοτε ιγή γωνία ποu κσ.θότα.v η Έπονίνη, κσ.ί τάχuνε τό

6ijμσ. τοu.

'Έκανε πολu κσ.λά., για.τt uστερα. &πό λίγες στιγμές μπήκα.ν στήν δδδ

ΠλοuμΕ:τ εξη &.νθρωποι πολu uποπτοι , δ ενα.ς κα.τόπιν τοu ιΧλλοu, aν κα.t κρα­

τοuσαν μι?ι.v &.π6στιχση μετα.ξύ τοuς.

υ Αμα εφτα.σε δ πpG}τΟς κοντα. στiιν πόρτα τοϊί κήπου, σταμάτησε κιχl πε-

ρίμενε κσ.l τοuς &.λλους. Μι?ι. στιγμή &.κόμη κα.ί ε!χα.ν συγκεντρωθεί κα.ί οί εξη.

"Αρχισα.ν τότε yr); μ ιλοϋν ι~ε χGψηλή ψωνή.

-'Εδώ ε!να.ι, είπε ενας &π' α.ότούς.

-'Έχει μiσα. στο περιβόλι κα.vivα. σκόλο; ρώτησε ό &.λλος.

- Δέν ξέρω, Ι:ίμως για. κα.λδ κα.l για. κα.κό, πijρα. μα.ζί μου Ε.να. κΙΧλο

μποuκούνι (φόλλα) να. τοϊί pίξουμε.

-'Έχεις μα.στ!χα. (*) για. τα. γυα.λιιi;

- Να.l.

( •) "Ενγ. ε[δος ζί•μης ποiι βάζουν πάνω στά τζάμια γιά νά συγκρατήσει τα

κομ.μ&.τια νd. μή πtσουν και ?<άνουν θbρυδο.

49

Page 134: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

770

- Τά. κά.γκελ~ ε!ν~ι π~λιά., ε!πε &λλος με ψωνΎ) !γκΜτρίμυθου.

-Τόσο το ΚGtλλίτερο, aποκρίθηκε κείνος ποu ε!χε μιλiισει δεuτερος, δεν

θ ' ~κοuστεί το πριόνι στο κόψιμο.

Ό εκτος οέν είχε ά.νοίξει &κόμη το στόμα του, κοιτοuσε μόνο προσεχτικα. την π6pτGt κι' ίlρχιόε νά. έξετά.ζει ενσ, - ΕΥΙJ, τά. ·~ά.γκελΙΧ, δπως ε!χε κά.νει κ' ~

Έπον('η) πpiν ιiπ? λίγο. Μόλις &γγιξε έκείνο ποu ε!χε ~ποσπά.σει δ Μά.ρ:ος, ΕΥΙΧ

χέρι ογ-ηκε ξΙΧψνικά. ά.πδ το σκοτ&.οι κ' επεσε πά.νω στο μπράτσο του. Ταυτό­χρονιχ ενοιωσε VOG τον σπριl)χνουν ιiπο το στ-ηθος Υ.ΙΧl μιά. ψωνη τοt} ε!πε σιγά,.

-~Εχει μέσΙΧ σκύλο.

Ε!όε τότε μπροστά. του μιά. κοπέλλ~ χλωμΎj.

- Μωρε ποιά. ε!ν~ι σ,δτή; ψώνσ,ξε ξΙΧψνια.σμένος. -Ή κόρη σου.

•Ήτα.ν πρα.γμιχτικά. 'ή Έπονίνη, ποu μιλοuσε στό θερνα.διέρο .

Τότε οί &λλοι πέντε, δηλα.δΎ) δ Μrχγκοπ~pΙΧδιά.ς, δ Γουλομά.ρ~ς, δ ΖΙΧμπε­τά.κης, δ ΠαρνΙΧσσος κι' δ Βύζοuνα.ς, πλησίασαν &.θ6ρu6Gt κGtt μ.ε τη 6ρrχοuτη­

τα. &κείνη , ποu χαρακτηρίζει τοuς ά.νθρώπους τοG σκότους.

-τι κά.νεις έδώ; τ( θέλεις &.πό μiς; τρελλά.θηκες; φώνα.ξε δ θεpνσ,διέ­

ρος. 'Ήρθες νά. μ~ς &μποδίσεις ~πό τη δουλειά: μα.ς;

Ή Έπονίνη τόν &.γκά.λια.σε &.πο το λα.ιμο κ' ε6α.λε τά. γέλια..

-'Όχι, μπα.μπά.κα. μου, έτσι βρέθηκα. έοώ. Δέν σ!Χς έμποδ(ζω . ~πό τη

δουλειά. σα.ς, &.λλά. δέν σliς μήνυσα. μέ τη Γεωρyούλα δτι δέν εχει δουλειά. έ­

δω; Πσ,ξιμ.ά.δι, δε σ~ς ε tδοπο(ησα.; Φιλησέ με! Δέ μέ φιλοcς ίίστερα. ά.πb τό­

σον κα.ιpb ποlι ε χω νά. σέ δω! Ε!σαι λοιπόν ~ξ ω τώρα.;

Ό θερν~διέρος προσπά.θησε ν' ά.ποσπΙΧστεί ά.πό την ά.yκα.λιά. της Έπο­

-ι1νης, μ.ουρμ.ουρίζοντα.ς.

-~Ε, κ~λά., με φίλησες τώρα.. Ναί , ναl ογηκσ. &.πο τη ψuλακή. Τώρσ,

πήγαινε κΙΧl &ψησέ μας.

'ΑλλJ: ~ 'Επονίνη δεν τόν ιiψησε κ' έξΙΧκολουθοϋσε ν?ι. τον χα.ϊδεύει συ­νέχεια.

- Μπα.μπά.κιχ μου! πώς μπόρεσες καί 6γijκες, πώς το κα.τ6ρθωσες; Πρέ­

πει νάσα.ι πολ& εξuπνος για. να. το κσ,τορθώσεις. Πές μου! πές μου Π6)ς; Καί

~ μητiρα; ποG εΙνΙΧι ~ μητέρα μου;

- ΚΙΧλα. ε!ν~ι, ~ποκpίθηκε δ θεpνσ.διέpος, δεν ξέρω ποϋ 6ρίσκετα.ι. ~Α­

ψησέ μα.ς τώρα., πήγαινε.

-'Ά! ~uτο δέ μπορεί να. γίνει, εrπε ή Έπονίνη, νά. ~χω τέσσεροuς μή-

νες νά. σe δω κσ.l μόλις σε βρήκα. καl πρ6λσ.οΙΧ ν?ι. σέ ψι λ Ύjσω ν?ι. ψόγω κιόλΙΧς!

Κα.1. κρεμ&.c:sτηκε π&.λι &.πb το λα.ψb τοσ ΠGtτέpGt της.

-'Ά! μα τ! είνα.ι ιχι)τό το πρ~γμιχ! ψώνα.ξε δ ΖΙΧμ.πετιiκης.

- Τελε!ωνε! πρόσθεσε δ Γοuλομά.ρα.ς, μπορεί νά. πεpά.σει πεp!π9λο.

Ή Έπονίνη γύρισε προς τοuς πέντε &.λιτήpιοuς .

Page 135: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

771

-"Α! Ό κόpιος Βόζοuνιχς. Τί κάνεις Ζιχμπετά.κη. Κιχλησπέpιχ κόpιε Μαγκοπαρα.διά.. Δε με γνώρισες κύριε Γοuλομά.ρα; Τί νέα, Παρνασσέ;

-Μωρέ, ολοι σe γνώρισα. ν, πάει κα.λά., ε!πε δ θερνα.οιέpος, &λλb: avτε ~ήγα.ινε στο κα.λό. ΚΙΧληνόχτα., &ψησέ μα.ς fjσuχouς.

- ΑότΎ) η &ρα. είνα.ι για. τα. τσα.κά.λι(l., κι' οχ ι για. τtς κότες, είπε δ Πα.ρ-

να.σσός.

- Κα.τα.λα.6α.ίνεις Ότι εοω fjρθα.με για. οοuλειά.; πρόσθεσε δ Ζα.μπετάκης. Ή Έπονίνη επια.σε τον Πα.pνιχσσο &.πο το χέρι.

-Πρόσεξε Ί φώvα.ξε α.uτός, θα. κοπείς, κρα.τω μα:χα.ίpt στο χέρι μοu.

_:_ Πα:ρvα.σσέ μοu, είπε ~ Έποvίνη τρuφερά, είμιχι κόρη τοu πα:τέρα: μοu, , ' 'ιtι ' ' ' - "'\' Ζ ' ' Γ ) ' ' ' πρεπει να, πιστε'fετε α,uτο ποu σσ:ς Λεω. α,μπετα,κη, κuριε ou ,ομc;ι;ρα., α,uτη

τΥ]ν δπ6θεσrι την είχα:ν &ναθέσει σε μένα:. Δεν είμα.ι κα.νένα.ς ολά.κ.χς, πλrιρο­

ψοpήθηκα. κα.λ!Χ. Έοώ οeν εΙνα.ι να. γίνει οοuλει!Χ, Μικα. κινοuνεuετε. Σας

κάνω δρκο, σ' α.ότb τb σπίτι δοuλεια. δέν εχει . • το ξέρετε κι' &.πb &λλες ψορές οτι πα.ίρνω σωστές πληροψορίες.

-Μόνο γuνα.ϊκες κατοικοuν, εfπε δ Γοuλομ.<iρας.

-'Όχι, πi)γαν σe &λλο σπίτι, εδω δέ μένει κιχvέvα.ς τώρα..

-'Όμως εγω ολέπω ψώς, είπε δ Ζαμπετά.κης.

Κα.t εδειξε στi)ν Έπονίνη πίσω &πο τα. δέντρα., εva φώς ποu περιφερό­

τα.ν στο πάνω σπίτι. Ή Πα.vα.γιώτα. ε[χε μποuγάδιχ κα.t &πλωνε στο &νώγειο τα.

pοuχιχ να. στεyνώσοuv.

-τΗρθιχv κάτι πολt.ι φτωχοί κιχί κατοίκrισιχν, εrπε ~ Έποvίνrι, ε!να.ι άν­

θρωποι της &λεημοσύνης.

-'Άμε στο διάβολο! ψώνιχξε δ θερνιχδιέρος. Άψοu μποuμε μέσα. κα.l

δοuμε, τότε σοu λέω av είναι άνθρωποι της ελεημοσόvης αότοί οι φτωχοί σοu!

Κα.l τα.uτόχpονα. τrιν &:σπρωξε να. περ!Χσει.

- Πα.pνα.σσέ μοu, ε!πε ή ΈπQνίνrι, σu ποu ε!σα.ι τόσο κα.λός, μή μπητε

μέσα, σιΧς πα.ρα.κα.λώ, να. μη μπΊ)τε.

-θα. κοπεϊς σοσ εrπα, &ποκρίθηκε δ Παρνα.σσός .

- θα. ψuγεις ιiπο οώ, ψώνα.ξε νεuρια.σμ.ένος δ θεpνα.διέpος, ν' &.ψήσεις

τσuς &νθρώπους να. κά.νοuν τή δουλειά τοuς!

-'Επιμένετε λοιπον να. μπητε μέσα στο σπίτι; ρώτησε ή Έπονίνη.

- Λιγοuλά.κι! ιiπά.ντησε είρωνικα. δ &γκιχστρίμ.uθος.

Στήριξε τότε ή Έπονίνη τήv πλά.τrι της στην πόρτιχ, κσίτα.ξε κα.τά.μα.τα.

το:Jς εξη &λητήριοuς, πού δπλισμένοι ολοι φ!Χντα.ζα.ν μ.έσ' στη νuχτα. σα. δα(-\ ! Ι " t θ I I μονες κα.ι ε πε με εντονη κα. στα. εpη ψωνη:

_;Εγω λοιπόν aε θελω να. μ.πεϊτε!

"Εμεινα.ν &μορόντητοι.

-Λίγο aν οοκιμ<iσΕtε, σuνέχισε ή κοπέλλα., ίiν ά.γγίξετε α.ύτ& τ& κάγ-

Page 136: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

772

κελιχ. 6ά.ζω τίς ψωνές, χτυπώ τίς πόρτες δλων των σπιτιών, ξuπνω δλο τον

'Χόσμο 'X<Xt σ&ς πιά.νοuν κιχι τοuς ιξη.

- τό κά.νει, ε!πε κρυψ& δ θερνιχοιέρος στό Βόζουνα. κα.t στόν έγκά.στρί-

μυθο, ε!να.ι ίκα.ν~ νιΧ τό κά.νει.

-Άρχίζοντα.ς d.πό τόν πα.τέρσ. μου, πρόσθεσε ~ Έπον(ν'r).

Ό θεpνιχοιέpος οοκίμιχ.σε ν& τ~ν πλησιά.σει.

-Μ Υjν lρχεσιχι πολu κοντά. μοu! είπε στον πα.τέpα. τ1Jς.

-Μωρέ τί Μ χει ιχότή; μουρμούρισε μέσιχ στ" Sόντιιχ τοu δ θεpνιχ.διέpος.

κ· ί.Ιστεριχ πρόσθεσε.

- MωpYj σκύλου κόp'η!

Ή Έπονίνη γέλασε &.πιχίσιιχ.

-Λέγε δ,τt θέλεις, μέσιχ δμως 8έν μ.πιχίνει κ.ιχνένιχ.ς. 'Εγώ δ! ν είμα.t σκύ­

λου κόρη, ά.ψοσ εtμα.ι κ6p1J λUκοu. ΕΙστε εξ1J, ά.λλιΧ δε με νοιά.ζει κα.θ6λοu.

Ε!στε &ντρες κ' εγω είμιχι γuνιχίκιχ; oa σ~ς ψο6οσμα.ι. Σ' α.uτό τό σπίτι δ€ θιΧ μπείτε για.τί ετσι •ο θέλω έyώ. Σ~ς είπιχ δτι εχει σκύλο κιχί δέν σ~ς είπα.

ψέμιχτοι.. Ό σκύλος είμ' έγώ. Πηγαίνετε δποu θέλετε, έδώ μην ~ρχεστε, σ&ς

το &.πιχγοpειίω! Δε ψο6οσμα.ι κσ.νένιχν. "Αν σ&ς 6ιχστά.ει κά.ντε ενσ. 6ijμ.σ..

Κά.pψωσε το 6λέμμα. t1Jς πά.νω στο θεpνιχδιέρο κα.ι τοσ είπε: - 01Jτε σένιχ.!

Ό θερνιχδιέρος eκιχνε ενα. 6ήμα. ν& τijν πλησιά.σει.

- ΜΎ) ζυγώνεις! ψώνσ.ξε 1j Έπονίνη κα.l 1j 1Ιψη της lγινε ψο6ερή.

Στιiθηκε δ θεpνlhοιέρος κα.ί -.ης είπε μα.λα.κά..

- Κιχλά, δΕ. ν πλησιιiζω, &.λλά. μ.+ι ψωνά.ζεις τόσο δuνσ.τά. . Γισ.τί 6p! κό­

ρη μου θέλεις ν?ι. έμποδίσεις τοuς &νθpώπους ά.πb τη 8οuλι::ιά. τοuς; Άμ.+ι πώς

&λλοιώς eα. 6γά.λομε το ψωμ! μιχς. Δεν d.yα.πα.ς λοιπόν κιχθ6λου τόν πιχτέριχ σου;

- Μέ σκοτίζεις, &πckντησε 1j Έπονίνη. -Κι' δμως πρέπει νά. ζ~σομε, μα.ς χρειά.ζετιχι ψωμί ... -Ν .Χ π~τε νά. πνιγεϊτε.

Κιχί ά.ψοσ είπε ιχότά. , κάθισε κοντά. στ'Υjν πόρτο;, στijριξε τόν ά.γκώνιχ στό

γ6να.το κα.ί τη σιι:ι.γόνιχ πάνω στο χέρι κα.ι &pχισε ν" σ ιγοτριχ.yοuο(l. ενιχ σκο·

πό, χτuπώντα.ς στο puθμό -.ou τό πόδι της. Οί εξη κακοποιοί σuγκεντρwθψιrχ.ν για. ν' ά.ποφα.σ(σοuν τί θά. κά.Υ()tJΥ. τα

πρόσωπά. τους, εοειχνιχν θυμό κιχ.t τα.πείνωσΥJ.

Ή Έπονiνη τοuς κοίτα.ζε με uψος &γριο κσ.ι ψuχρό.

-Μωρέ α.ότΥj κά.ποιο λόγο εχει, κ~ποιο σuμψέρο, είπε δ Ζα.μπετά.κης.

Mijν εtνα.ι ερωτευμένη; ΕΙνα.ι κρίμσ. νά. χά.σομε α.ότΥj τη δοuλειιi . Δuδ γuνσ.ϊ­κες κ' ενσ.ς γέρος, κι' α.δτός μά.λιστα. κα.τοικε! στΎ)ν πίσω σ.uλij , χωριστά. &.π'

σι.ότές. Ό γέρο; πρέπει νά. είνα.ι κσ.νένα.ς Έορα.ϊος τσιψούτ1Jς . Δεν πρέπει να.

χ~σομε α.uτ~ τ~ δουλειά. μlσιχ &.π' τά. χέρια. μιχς.

Page 137: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

773

-'Έ, κιχ λ&.! μπήτε λοιπόν έσεϊς, ε!πε δ Πιχρνιχσσός, κά.ιιετε δ,τι κά.μετε κ' εγω μένω εξω μ' ιχuτή, κι' &.ν κάνει να 6ά.λει ψωvή ...

Κ' ~οειξε τa μιχχιχίρι ποu ~ γuμνi) λεπ(διχ τοu !λα.μψε στό φιϊ>ς τQΟ φα.­νιχριοu.

Ό θερνιχοιέρος οέ μιλοuσε, &.λλά. φl'!ιvότl'!ν πρόθuμος νιΧ κάνει δ,τι &.πο­

ψιiσιζα.v ο! &λλοι.

Ό Βύζοuνα.ς δμως ~τα.ν κα.l λίγο οlωνοσκόπος κα.t μ' δλο πού α.uτός ε!χε

εtσ'f)γηθεί τΎ]ν έπιχείρφ'r), στεκότα.ν &.μίλητος ΚΙ'!l σκεφτικός. Τόν ~ξεραν γιιΧ

τολμηρ6τιχτο ληστή, τοuς το είχε &.ποδείξει &λλωστε . Μια μέρα., ~τσι ά.πο πα­

λΥ)καριιΧ , εΙχs λεΥ)λατήσει έναν &.στuνομικό σταθμό. Κι' &.κόμη εγριχψε στίχοuς

κιχί τραγούθιιχ, &στέ ολιχ ιχuτά. lκαναν τοuς σuντρόψοuς τοu vιΧ τόv σέ6οvτα.ι

πολό.

Ό Ζα.μπετά.ΚΥ)ζ τον ρώτΥ)σε:

- Τί λες εσύ μωρέ Βuζοuνα;

- Τί νά. σ&ς πω; σήμερα το πρωι είδα ν& τσακώvοuντοιι δuο σποuργί-

τια , το 6pα.Οά.κι επεσα πά.νω σε μιά. γuναίκα ποu μοuστησε καeJγά.. 'Όλα αότά.

δέν είναι κα.λα σημάδια.. "Αν · μ' &.κοuτε , προτείνω να ψuγοuμε ά.πο δω.

Τέλος ά.ποψά.σισαν νά. ψύγοuv.

Στο δρόμο δ Πα.ρνασσος ε λεγε:

- Έγώ τcΧ. κανόνιζα καλά., της τ/5κλειvιχ το στόμα κιχt κάvα.με τή δοu-

λειά. μας μιά. χαρά..

Ό Ζαμπετάκης ά,ποκριθηκε:

-'Έ, δχι κι' &ς έκεϊ. Μια γuvαίκιχ οέv τή χτuπω ποτέ.

Μόλις εφτιχσαν στή γωνιά. τοίί ορόμοu σταμάτησα.ν κ' εγιvε ιι~ταξό τοuς

δ πιψχκάτω ΙΧtνιγμιχτικος διά.λογος.

- Ποu θά. ~~-με vά. πλα.γιά.σοuμε &.πόψε;

- Κά.τω &.πό τά. Παρίσια.. -'Έχεις μcχ.ζί σοu , θερvα.διέρο, τό κλειδt της κα.γκελόπορτα.ς;

-Καl ρωτιiς; Ή Έποvιvη τοuς ~κολοuθησε ~πb μακριά. &ς τ'ή λεωψόρο, εκεί χωpιστη­

κα.ν κα.ι χά.θηκιχv μέσα στο σκοτάδι.

· ι

Page 138: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

774

Δ

Ο M.APIO~ ΔΙΝ€1 ΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝi/-1

ΤΟΥ iΓ1ΙτtΟΥ ΤΟΥ iTHN τtτtΚ.Α

Ένω 'ή Έπονίνη, σκύλος μέ &νθρώπιν'Υ) φορqγή, κα.θότιχν κοντ& στ'ήν πόρ­

τα. τοσ κήποu κ' ~τpεψε σέ φuγη τοuς εξη κακοποιούς, δ ΜιΧριος βρισκόταν

κοντ& στ~ν Τιτlκα.

Ποτέ δ οίιρανός δέν είχε περισσότερα. &στέριιχ κιχί ποτέ δέν 7jτιχν 'tόσο

γοητευτικός, ποτέ τ~ δέντρα δέν τρεμούλιαζα.ν ετσι, ποτέ ~ μuρωδι& τών χόρ ­

των οέν 7jτιχν τόσο μοσχοβόλα.. Ποτέ τ~ ποuλιά 6έν ε!χα.ν κοιμηθετ τόσο γλuκιΧ

μέσrι στά φύλλα κrιί ποτέ οί &ρμονίες τοu σύμπα.ντος δέν ήτα.ν 'tόσο 'tα.ιpια­σμένες μέ τΥ;ν έσωτερικΥ) μουσικΥ) τοσ ερωτα.. Ποτέ δ Μιiριος δέν -1jτα.ν τόσο εδ­

τuχισμένος. Άλλα. ορ'ijκε τήν Τιτίκα. λ•Jπηιιένrι. Ή Τιτlκα είχε κλά.ψει. Τσ. μιiτια. τ'Υ)ς ήταν κόκκινα.

Αίιτδ ή'tα.ν το πρώτο σόvνεψο στο ούρά.νιο ονειρό τοu .

Πριί>τ' &.π' 8λα., δ Μιiριος τ-ή ρώτησε:

- τί εχεις;

Ή Τιτ(κα &.ποκρ(θηκε:

-θα. σοu πω.

urστερα. κά.θισε σ' ενα.ν πάγκο, κοντά. στΥ)ν πόρτα. τοu σπιτιοu της, κα.ί

πλιiι της δ Μά.ριος τρέμοντα.ς.

-Ό πα.τέρα.ς μοu είπε σήμερα. τό πρωί να. &τοιμα.στ<iJ, για.τι μπορετ να.

φύγομε γι& κά.ποιες uποθέσεις τοu.

Ό Μιiριος ~φριξε, το κορμί τοu ετρεμε δλόκληρο.

uοταν δ άνθρωπος 6ρίσκετα.ι στό τέλος της ζωής τοu, πεθαίνω σημα.ίνει

φεύγω, &.να.χωρω, δτα.ν ομως 6ρίσκετα.ι στήν iiρχή της, φεύγω σημα.iνει πε­

θαίνω . Κοντ~ στrιν Τιτίκα. α.ίσθα.ν6τα.ν 8τι 6ρίσκετα.ι κοντ& στο χτijμα. του,

κοντ~ στο δεσπότη κα.l μαζl σκλά.βο τοu. Τόσο πολlι είχαν &.να.κα.τέψει τίς

ψuχές· τοuς, ποο &ν κ&ποτε ήθελα.ν ν& πιipει δ κα.θένα.ς τη δική τόu, θ!Χ. τούς

ήτα.ν iiδύνα.το να. τή γνωρίσουν. - Α!J•ή ε!ναι ~ δική μοu . - "Ωzι, είναι ~

δική μοu. - Σέ 6εβα.ιω δτι κά.νεις λάθος. Αύτη έο<ίJ είμαι έγιο. - Σοu φαί­

νεται δτι ιχίιτή είσα.ι σύ, ιiλλιΧ είμαι έγώ. Ό Μιiριος ήταν κά.τι πο•) &.ποτε­

λοΟσε μέρος της Τιτίκα.ς κα.l ή Τιτίκα. ~τα.ν κά.τι ποu &ποτελοuσε μέρος τοu Mιipιou. Ό Μά.ριος α.ίσθα.νότα.ν τήν Τιτίκα. νά ζεί έντός τοu. Το να εχ~ι τΥ)ν

Τιτίκα , να. κατέχ~ι τ-Υ)ν Τιτίκα, γι' α.uτον ήταν το rοιο μέ την &ναπνοή τοu.

Μέσα λοιπόν σ' α.ύτη την πzπσίθφη, ιιέσα σ' αίιτΥ) τη μ~θη , σ' α.ίιτ-Υj τ-Υjν

πα.pθενικ·ή, &.πόλuτη κι' ά.νέκψpα.στη κα.τ±χτηση, οί λέξεις ψπορεί νfι. ψύγομε»,

~πεσαν ξα.ι:ρνικ& καί ή φωνη τΎjς πpαγματικότητι:.ις τοu ψι~·fαξε: «Ή Τιτlκα.

δεν ε!να.ι δική σοu!»

Page 139: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

775

Ό Mιiptoς ξύπνησε. Πρίν εξ'rJ οοομάοες, δ Μάριος ζοuσ:; eξω &πδ τη ζω'ή, ο! λέξεις μπορεί ν& ψίιγομε τον εμπ!Χσ(.(ν πά.λι ά.π6τομ!Χ σ' !Χότήν.

Δε μπόρεσε ν~ πεϊ λέξη. Ή Τιτίκα. α.lσθα.νότα.ν το χέρι του κρuο.

- Τί !χεις; τον ρώτησε τώp<Χ κι' <Χότή.

-Δεν κα.τά.λΙΧοα. κα.λα τί ~ίπες, ά.ποκρίθηκε δ Ινlά.ριος, τ6σο &.Μνατα.,

ώστε μόλις τον ά-κουσε "ή Τιτίκα. .

Σήμεp<Χ τδ πρωί, tπ<Χνά.λ<Χ6ε η κοπέλλ<Χ, δ Π<Χτέp<Χς μοi.ί είπε νά. tτοψα.­

στώ γι!Χ νά. φύγομε, είναι ιiνα.γκα.σμένος νά. κάνει itνα. ταξίδι, οτι χρειΙΧζ6ταν

ν' &γοριiσει ενιχ μπαοuλο μεyliλο γιά. τα. πρliyμrxτli μου χ' ενα. μικρότερο yι~

τa ΟtΚά. τοu, οτι μέσα σέ μιa οοομά.ο<Χ πρέπει νa είνΙΧι ~Α!Χ ετοψ.(.(, ΚΙΧί οτι θa

φόγομε ίσως για τ~ν Άyyλίrι..

-Άλλά. ιχύτδ είνα.ι τρομερό, τυριχννικό, φώνιχξε δ Μιiριος.

Κα.t ε!νr;ι;ι 6έ6<Χιο δτι, &κείνη τη στιγμή, μέσ<Χ στο μur;ι;λΟ τοσ Μ6.ριοu, δέν

όπijρχε καμμιιΧ κατ&.χρησ'Υ) έξοuσίας, 6ίας, τυραννίας, σκληρότ'Ι)τας, δμοια μ'

rι.ύτ'ήν, νΓι. φόyει δ θερσα.νέμ'Υ)ς γ ιΓι. τήν 'Αγγλία., για.τl είχε uποθέσεις εκε'ί κα.l

ν& παίρνει καt την κόρ'Ι) τοu μ.αζί.

- Καl πότε θά. γόyετε; τή ρώτησε π&.λι μ' &.Οόνιχτη ψωνή .

-Δεν μοi.ί ε!πε.

- Krxl πότε θΓι. γυρίσετε; -Δεν μοσ ε!πε πότε.

Ό Μάριος σ'Υ)κώθψε κα.l ε!πε ψυχρά;: -Τιτίκα., καt σu θ& πα.ς;

Ή Τιτίκα γύρισε τ& ι1ραία tΎJς ι_ιά.τια, τον κοίταξε γεμ&.τΎJ &.νΎJσuχία κι'

aποκρίθηκε:

-Ποσ;

- .Στήν 'Αγγλία.. θα πα.ς κα.l σό ;

-Πως θέλεις να. κιiνω; &πά.ντησε ένώνοντα.ς τα. χtρια..

- Λοιπδν θ& π&ς;

-"Αν πάει δ πα.τέρα.ς μου .

- uΩστε θ& πα.ς.

Ή Τιτίκα. πijρε το χέρι τοu Μιiριοu κα.t τ5σφιξε χωρίς ν' ά.πα.ντ'ήσεt.

- Κα.λά. είπε δ Μά.ριος . Τότε λοιπδν κ' έyιh θά. πά.ω κά.που &λλοu.

Τή σημ.α.σία αότής τής κοu6έντα.ς, η Τιτίκα περισσότερο τΥ)ν οιr;ι;ισθά.νθη­

κε παρά. τήν κα.τάλα.6ε. Τόσο πολύ χλώμια.σε, πού τδ πρόσωπό της εγινε κά­

τασπρο μέσ' στο σκοτά.ο ι .

- Τί θέλεις νιΧ πείς μ' αύτό; ψιθύρισε. ·

Ό Μάριος τήν κοίταξε κ' δστεpα σήκωνε &.ργά τα. μάτια. πpός τον ούρα.­

νb καt &ποκριθηκε:

-Τίποτε.

UΟτα.ν κα.τέ6α.σε πά.λι τα. 6λέψα.ρα. προς τη yij ε!δε τrιν Τιτίκα. να. τοσ

Page 140: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

776

χα.μοyελ&. Το χαμόγελο τi)ς yuνα.ίκας πού &γαποuιιε, €χει &.χτινο6ολία. κα.t διακρίνεται μέσ' στδ σκοτ&;οι.

- τι πα.ιδι~ ποu είμαστε! Ξέρεις Μάριε, μοσ ~ρθε μιά. ίοέα. .. - Τι;

-Να. φύγεις και σύ, ~ν ψύγοuιιε έμεϊς. θά. σοu πω ποu θά πdμε. 'Όποu

κι' άν είμα.ι θά.ρθεις νά. με 6ρείς.

Ό Μάριος είχε τιrψσ. πιά. ξυπνήσει, είχε έπσ.νέλθει στΎ)ν πραγματικότ'Ι)­τα. τi)ς ζωi)ς .

- Νά φύγω μαζί σοu! Τρελλ"fι είσαι; Για. νά. ψύyω χρειά.ζονται χρή­

ματα.. Δέν εχω. Να. πά.ω στΎ]ν 'Αγγλία.; Έγw χρωστώ πάνω &.πδ δέκα. είκο­σόφρα.γκα σ-: ον Κοuρψsρ&:κ, Μνα. ν ι:ρίλο μοu, ποu δεν τον ξέρεις . 'Έχω ε να πα­

λιό κα.πέλο, που δεν &ξίζει οuτε τρία ι:ρριΧγκα., εχω ενα. σακκά.κι, ποu τοσ λεί­

ΠΟUΥ μερικcΧ κοuμπι&:, το ποuκά.μισό μοu είvυ.ι σκισμένο και στά. παπούτσια μοu

μπα.ίνοuν νερά.. Είναι τώρα €ξη Gοομά.δες ποu οέν cpρόντισα. πια. γι' α.•)τ!Χ και δέν σοσ τό είπα. . 'Eyw ΤιτίΜ εlμα.ι Ιtνας δuστuχισμ.ένος νέο;. Με e>λέπεις tJ.όνο

τΥ; νύχτοι κσtί μ.οu χαρίζεις τον ερωτά. σσu. "Αν μ' €6λεπες την ·ήμέριχ δε θά.

μοuδινες σημασία! Ν& πάω στ"fιν 'Αγγλία.; Οuτε τό δια.οα.τήριό ι~οu οέν Ξχω

νά. πληρώσω.

Μόλις τελείωσε, στήριξε το μέτωπό το'J στον κορμ.ο ένος δέντροu, με τα. , ' ' \ \ , λ ' ' ' θ' ν ~ ) 'δ ' .... " χερια. πα.νω α.π.ο:ι το κεψα. ι, χωpις να αω ιχvετα.ι οuτε τ.1 φ ,ou α ποu τοΙJ ε -

γδερvε το δέρμcι., οuτε τον πupετό, ποu σcpuροκοποσσε τά. μηνίγγια. τοu, &.κίvη­

τος κ' Μτοψος νά. πεσει, σfι.ν ayα.λμα. τrjς &πελπισίας.

'Έμεινε ετσι &ρκετ"fι wρα.. Σε τέτοι.ο:ιu;; ~~uκειiJνες, δ &νθρωπος είναι ίκα.­

νός νά. μείν:::ι iκίvητος γι&. πάντα. Τέλσς, γύpισΞ. 'Άκ.ο:ιuσε πίσω τοu λυyμοu;

πνιyμένσuς.

Ή Τι:ίκα. εκλαιγ~ .

Τό-::ε έχεϊνο; ήρθε κοντά της, γο'ιά.τισε Χα.ί, σΧύ6οντας πi)ρε την &κρη

:οσ ποδιοu της, ποΜγοιινε iτ;i:ι το ψάρεμα, κα.t τQ cpίλησε.

·π Τιτίϊ.α. 'CQ'I άφησε νχ το κάνει &.μtλψΎj , δ zv τόν έμπόδισε. Είνα.ι στι ­

yμες ποu ή Υ'Jψι.[zα. &ποοέχετα.ι τη λα.τp:::ίcι. τοσ εpωτα., σα ο~α σκuθρωπΎ), &λ­

λα {ιπστα.yμένη .

- ΜΎ]ν κλαϊς, τΎ)ς είπε, μ"fιν κλα.ίς.

-Πως! &ι:ρσu εγι~J ιιπορεϊ vrι. ψόyω και στ'! νά. μήν εpθεις!

-Μ' &γα.π7.ς; Τιτίκα., ρώτησε. δ Μά.ριος.

Ή Τιτίκα. iτ:οΧpiθηκε με λuγμοuς τή λέξη έκείνη, πού θέλγει δσο ποτε ~, 1 ~ , ' ' ~ , οτα.ν προψερετα.ι 7.'Ια.μεσα. σ.πο οα.κρuα..

-Σε λα. τ ρεύω!

- Μήν χλαϊς , επανά.λα.οε δ Μά.ριος μ' &.νέκι:ρρα.στη τρuψερό,ητα.. Πές

μοu, θέλεις να. μ.οσ κά.νεις οιiηή τή χά.pη, να πά.ψεις να κλα.ίς;

-ΈσU μ' &γα πάς;· ρώτ't)σε ή Τιτlκα..

Page 141: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

777

'Ο ΜιΧριος πήρε το χέρι ;-ης. - Τιτίκο:, οέν ~οωσα ποτέ σέ κανένα το λόγο τής τιμής μ.οu, αότός δ

λόγος τιμijς μοu προκαλεί φό6ο, νοιώθω κοντά μοu τόν πατέρα μοu. Σοσ

οlνω λοιπόν το λόγο τijς τψijς μοu, τον πιο ίερο 15τι, a.ν ψύγεις, eα. πεθάνω.

Τα. λόγια α.ότα. τα. πρόφερε μέ τόνο γεμάτο μελαγχολία. Ή Τιτίκα. τρό­

μαξε. 'Ένοιωσε ρίγος, το κορμί της Ιtτρεμε. Τα. λόγια τοσ Μάριοu οέν &ψη­

ναν περιθώριο γι' &μφιβολία. Τόσο τρόμαζε, &στε σταμά.τησ:ε . να. κλαίει.

-Τώρα &κοuσε, είπε ό Μάριος, αuριο μη με περιμένεις.

-Γιατί;

-Να. με περιμένεις ι~εθΙΑόριο. - Να.l, &η~ για.τί;

-θα. ίδείς.

-Μια. μέρα. χωρlς να. σέ 1οιί>! Άούνα.το . ...,--'Άς θuσιά.σομε μια. μέρα, για. να. κερδίσαμε ίσως ολη μΙΑς τη ζωή. Κα. ι δ Μάριος πρόσθεσε σα. να. μ.ιλοσσε στοΥ ΕΙΧuτό τοu:

-Είναι &νθρωπος ΠΟ>J οέν &.λλά.ζει χαμμιά. &.πό τlς συνήθειές τοu, μόνο

τό 6ρά.δι δέχεται.

- ΓιιΧ ποιόν λές; ρώτφε ~ Τιτίκrχ.

-'Εγώ; οeν ε!πσ. τίποτε. -Λοιπόν, ποu έχεις τlς ελπίδες σοu;

-Περίμενε wς μεθαύριο.

- Το θέλεις δrc:Φσδήποτε;

- ΝΙΑί, Τιτίκα., τό θέλω .

Ή Τιτ(κσ. πήρε το κεψ6;λι τοu σ.vσ.μεσα. στα. χέρια. της, σηκώθηκε στlς 'JI ..., ~ ...., ' ' 1 \ ~~φ ' ' ..,. I ' α.κρες των ποοιων της, για. να. φτα.σει σtο u ος τοu, κ ερεuνοuσε μ.εσα. στα.

μάτια. τοu νιΧ διακρίνει την έλπίοα τοu.

'Αλήθεια., είπε δ Μάριος, είvα.ι &.νάγκη vά. σοu πω ποu μένω, μ.πορεί κάτι

να. συμβεί ... πόιός ξέρει. Μένω στο σπίτι ένός φίλοu μοu, λέγεται Κοuρφε­

pά.κ, «δοος Ταλοupyίας &pιθ. 16». 'Έψα.ξε στην τσέπη τοu, ΙtΌγα.λε Ιlνα. μ.α.χα.φάκι κα.l χ!Χρα.ξε: μ.' α.ότό πά­

νω στον τοίχο, «Όδός Ύαλοuρyίας &pιθ. 16». Στο μεταξu ~ Τιτίκα. &ρχισε πά.λι να τον κοιτάζει στα μά.τια..

- Πές μοu την 1δέα. σοu, Μά:ριε, Ιtχεις κά.ποια. ίδέα. α.ότη τη στιγμη

στό νοu σοu. "Ώ, πές μοu τψ για ν& πεpά.σω καλ& τη νύχτα!

-θέλεις να. σοu πώ τΥjν 1δέα. μ.οu; Νά., ε! να. ι &.ούνα.τον δ θεος να. θέ­

λει ν&: μ&ς χωρίσει. Περίμενέ με μεθΙΑόριο.

- Καt τt νοc κά.νω έyw wς τότε; Έσύ ... έσu εΙaαι εξω, π&.ς, εpχεaαι .. Τι εότuχισμένοι είναι οί άντρες! Έγώ, τώρα θα. μείνω όλομόνα.χη. 'Ώ, πόσο

eα. ε!μ.ΙΑι λuπημένη! Πές μοu α.uριο τό βριΧοι τί θ&: κάνεις; πές μοu!

- θιΧ κcΧ.νω μ.ιιΧ προσπάθεια., eνα. βήμα. έχω σκοπό να. κά.νω.

Page 142: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

778

-Τότε λοιπόν, έγd) ώς τότε θιΧ πα.ρακα.λιϊι το θεο ν& έπιτύχεις . Δέ

σέ ρωτώ άλλο, &ψοu δ~ θέλεις. Είσαι δ κόριός μου. θα. περάσω το αupια.vο

Βpά.δι με τή μουσική, θά. τραγουδήσω εκείνο το τραγούδι της <<Εύριά.νθης,,

ποu τ' άκουσες ενα. 6ρ6:δι εξω ι7.πο το παρά.θυpό μοu κα.t σ' &pεσε. Μ~θω.Jριο

δμως θ&ρθ~ις νωρίς. θ& σΞ περιμένω &πό τίς έννιά., νά. το ξέρεις. θεέ μου!

τί θλίψη! πόσο &πέραντες είναι οί μέρες . ~ Ακοuσες; στίς εννιά &κρι6Gις θ&

είμαι στίη κijπο γι&: σένα.

-Κ' έγώ.

Κιχί α.ύτόμιχτχ, σπρωγμένοι κι' οί δυο &.πό τ& ήλεκτρικά έκείvα ρεύμιχτιχ,

ποu κρα.τοuν σ~ &διάκοπη έπα.ψη ουό έpωτευμένους, i::πεσα.ν ό ενας στ~ν &.γκα.­

λ ~~ τοu ~λλοu, χωptς ν&. κα.τα.λιi6οuν πώι,; τ& χεlλη τους ένώθηκαν, &νω τ<Χ ι?λέμμιχτά. τους &.νυψωμένα κσλ γεμά.τα Οά.κρυα κα.l εκστιχση, κοίταζαν τ'

&στ ρ α..

σΟταν δ Μά.pιος 6γΎjκε, ό δρόμος ~τιχν ~ρημος. Βγ·ijκε τη στιγμή ποu -lj Έπονίνη παρακολουθοuσε τοuς κα~οποιοuς εκείνους ώς τή λεωψόρο .

Τήν wpα ποu δ Μ&.ριος είχε στηρίξει τό μέτωπό του στόν κορμό τοu δέν­

τρου , μ ιά. tδέα τοσ ήρθε στο μυα.λ6, μι1. t δέιχ πού, &.λλοίμονο! κι' δ tοιος τήν εuρισκε πσ.pά.λογη κι' &.κα.τόpθωτη. ΆλλΓι. πΎjpε μιάν ά.πεγνωσμένη &.πόψα.ση .

Ε'

ΓΕΡΙΚΗ ΚΑΙ ΝΕΑ ΚΑΡΔΙΑ ΑΝτJΜΕΤQΓlΕΣ

Ό γέρο Γιλνορμά.νδ?ς είχε έκείνη τ~ν έποχη γεμάτιχ τ& ένεν~ντα ενα. χρόνιιχ ζωijς. 'Έμενε πά.ντα. με την κ'6ρη του στό rδιο σπίτι, ποu τον είχιχμε &.ψήσει . Θυμάστε α.uτο τον άνθρωπο, ~ταν ά.πό τοuς πιχλιχιοuς έκείνους γέρους,

ποu περιμένουν τό θάνατο ορθιοι καt ποu ~ ~λικία. τοuς 6α.pα.(νει, &.λλά. δέν τοuς λυγίζει. Οίίτε ο! λόπες κι' δ πόνος τοuς κά.νουν ν& σκύψουν.

'Όμως έδώ κιχί λίγον κα.ιpο 'ή κόρη του Ηεγ~. «δ πατ~ρας έτσά.κισε

πιά.>> . Ό γέρο Γιλνορμά.νδος σε χσ;στούκιζε πι&: τίς uπηρέτριες, οuτε χτυπ?ίίσε

με το ραοΒί του τόσο δυνα.τ& την έξώπορτα, ~ταν ή Σοcρί~ &.ργοuσε ν& τοσ

~νοίξει. Ε!να.ι ~λήθειιχ δτι ε!χε χάσει το κέψι του. Δε λύγιζε, δέν παρα­

δινόταν, &.λλα. ένδόμυχιχ είχε χιχλσ;ρωθετ. Τέσσερ(); χρόνια. περίμενε τό Μά.­

ριο, στα.θερά., τον περίμενε μέ τήν πεποίθησΥ) δτι τό «πιχλι6πα.ιδο» αuτ6, σή­

μερσ;, α.uριο θα. έπα.νερχότιχν κιχl θά. χτυποϋσε τήv πόpτσ; του. Άλλά., τώρα

τελευταία, σε ώρες μελιχγχολία.ς, στίς μσ;ϋpες του ώρες, σκεφτόταν δτι λίγο

&.κόμη αν δ Μοcρ ιος ιiργοϋσε ... Δε θλι6ότα.ν γιατt θά. πέθαινε, uπ6ψερε τρομε­

ρ7. στη σκέψη δτι μπορεί vα. μή ξα.νά.6λεπε το :Μά.ριο . το να. μή δεί τον ~γ­

γvνό του, οδτε στιγμή είχε περά.σει &.πό τη σκέψ., του. Τώρα 3μως 1ι tSέ~

Page 143: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

779

σ.ότή περνοσσε &.πδ το μ\Jιzλ6 του κιzί τοσ πά.γω'.ιε το ιztμιz. Ή &.ποuσία, 8πως

σuιι6αίνει πά.ντα στα φuσικα κι' &.ληθινa αισθήματα, μεγά.λωσε &.κόμη π ιο

πολu τη στοpγη κ:J.ί την tiγά.πη τοσ παπποσ προς τόν α.χιΧpιστο έγγονό, πο•)

έcρυγε και τόν πα.ρ&τησε μ' έΚεϊνο τόν τρόπο. Τόν ήλιο, .τδν ιiJριχϊο ήλιο, τον &.ποζ ητά.ει κανείς πολύ περισσότερο τlς νόχτες τοu Δεκέμβρη πού τδ

ψuχpς είναι Sέκα οαθμοός . .. ,i

. Ό κ. ΓιλνορμιΧνοος 1jταν, η νόμιζε δτι ήταν έντελwς &.νίκανος να. κιΧν-ε ι σ.ότός, ό παπποός, τδ πρώτο Όijμα προς τον εγγονό του.

-Καλλίτερα να σκά.σω , ελεyε.

Δέν εδρισκε κανένιz σψά.λμιz στον έα.υτ6 του, κι' ομως ά.να.θυμόταν το

Μάριο μέ Όσ.θειά. &γά.πη κ.σ.l με rJouoή &π6γνωση κσ.λοσ κα.ί όπέργηροu &.ν­

θρώποu, πού νοιώθει νά πλησιάζει ~ ώρα. τ'i)ς &.να.χώρησής τοu γιά το σκοτά­

δι τής ~λλης ζωής.

Του επεcρτιzν κι6λσ.ς τά οόντισ., πρ&η.ι.α. ποt'.ι μεγάλωνε τή μ.ελιzγχολία.

του.

Ό Χ. Γιλνορμά.νοος, παρ' ολο πού οεν τ' δμολοyοuσε οuτε στον έαuτ6 -;ου, γιι;tτί θά ντpεπό-;ι;tν κσ.ί θ' ιiγα.νσ.χτοΟσε ψο6ερά., α.ν τ' δμολογοΟσz, δέν

ε!χε &.γαπήσει ποτε sρωμένη, δσο ά.γα.ποϋσε το Μά.ριο.

Είχε 6ά.λει νά κρεμά.σουν στον τοίχο τοΟ δωματίου του, &.πένσ.ντι ά.πο

τδ προσκέcριχλ6 του, γιά. νά. εΙνα.ι τό πρGJτο πράγμα. πο•) θΜλεπε δτα.ν ξυπνοu­

σε, Ε.να πορτραίτο τijς άλλης του κόρης ποu είχε πεθά.νει, της κuρία.ς Πομερ­

σό, ζωγρα.ψισμ~νο δταν α/πΥ) fιτα.ν ·δεκα.οχτ~> χρονών . Κοίτα.ζε πά.ντσ. α.uτο το

πορτραίτο κιχί μιά. μέρα., ένw τδ κοίτα.ζε, ψιθuρίσα.ν τά. χείλη του:

-Βρίσκω δτι μοιά.ζει πολό ... -:Με την ά.δελψiJ μοu; ρώτησε 'ή δεσποινίδα Γιλνορμά.νδοu . "Ω, 6έ6αια.

ποι.τέρσ..

-Και μ' cι.U-;όν ... πρόσθεσε δ γέρος.

Μια. ~λλη μέρα., εvG> κσ.θότι;ι.ν με τα. γόvατα ένωμένα. κα.ί τα μά.τια. σχε-

δόν κλειστά., σε μια. στά.ση &.θυμίιχς, τόλμησε 1ι κόρη του να τόν ρωτήσει:

-Πατέρα. , είστε πά.ντα. &.γα.νιχχτισμiνος;

Κα.ί σταμάτησε, χωρίς νχ τολμά να προχωρήσει.

- Με ποιόν; ρώτησε δ γέρος.

- Mt τόν κα.ημένο το Μά.ριο.

Σήκωσ~ aρy~ τό κεψχλι του, ~κοόμπησε π!Χνω στο τριzπέζι την &.δόνα.τη

καl ζαρωμένη γροθιά τοu κα.ί ψιJ>ναξε μ' δλη τ·fι Οόναμη ποu ~Ιχαν τχ πνω­

μόν~α. τοu:

-Τον καημένο λές ; ... το ψτωχό! Ό κύριος αότός κά.νε~ γι7. τfιν κρε­

μά.λα! ΕΙ ναι ενα.ς χαμένος, z'Ια.ς &.χιΧριστος, τιποτένιος, ματαιόδοξος , χω μ ς

καρο~ά., χωρlς σπλά.χνα., έyωιστiις καl κα.κος δ:.ιθρωπος.

Page 144: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

780

Κι' &.μέσως γύρισε το πρόσωπό τοu &.λλοσ, γι~ ν~ μ.Υj οεϊ ~ κόρrι του ~να Μκρυ ποu &.νέοrικε στ~ μά.τια του.

'Ί στερα. &.πο τρεΙς μέρες, ετυχε πι!tλι νά. βρίσκεται μόνος μέ τ~ ν κόρrι του. Πέρασα. ν τέσσερες ώρες σιωπής, ξαφνικά. τής φώναξε θυμ.ωιιένος:

- Εrπαμ.ε νά. μ. η μ.οσ &νΙΧψέρεις ποτέ αuτb τb 15νομα!

Ή θείΙΧ Γιλνορμάνδου δεν lκανε lκτοτε πιά. λόγο γι~ το Μάριο κα.t κα­κα.τά.λrιξε στο οα.Ηuστόχα.στο σuμπέpα.σμα: «δ πατέρας δέν &.γΙΧποuσε πολu τ~ν &.δελψή μου &.πο τότε ΠOtJ fJ μακαρίτισσα. eκα.yε κείΥΥJ τ~ν ά.νΟΥ)σία. τοu γά.­

μου τ'Υ)ς. Είνα.ι φυσικό λοιπόν νιΧ α1σθ&νεται τώρα &.πέχθειΙΧ κα! γι~ .το γιό της». Στο μετα.ξό , δσο κι' &.ν προσπά.θrισε ή γεροντοκόρη νιΧ δποκαταστήσει

το Μάριο μe τόν εόνι:Jοόμεν? της &.ξιωμΙΧτικο των λογχοψόρων δέν το ΚΙΧτόρ­θωσε . Ό Θεόδο\)λος δέν τά. κατά.ψερε καθόλου ν' &.ρέσει στον κ. Γιλνορμά.νδο. Το κενο της ΧΙΧροιας δέν είναι εuκολο να. γη.ιίσει. "Αλλωστε κι' b θεόδου­λος, παρ ' δλο ποu τον τρα.βοσσε ή μυρωδιά. τ'ij; κληρονομιάς, δέν εκανε κά.θε

προσπάθεια ν' ά.ρέσει στο γέρο και τοορισκε μεyά.λη &.γyα.ρεία ν' &.λλ&ξει τοuς

τρ6πους ζωής χά.ρ'Υ) ϊ:Υjς κληρονομιάς . Ό !Χyα.θος γέρος fιτα.ν Όαρετος κα.ί προ­

ξενοιJσε &.νίa στο λοyχοψόρο, κι' ό λογχοψόρος ~ποστροψη στο γέροντα.. Ό

Θεόδουλος ήταν οέοαια νέος εuθυμος , &.λλά. φλόα.ρος. Ματαιόδοξος κα.ί χu­

δα.ϊος , φίλος τwν &.πολαι)σεων κα.ί οχι εόχάριστος στη σuντpοφιιi του. Ε!να.ι

ιiλi;θεια. πως είχε &ρωμένε; κα.l τ& περισσότερα. &.π' α.ότά. ποu μ.' επα.ρση ελε­

γε δεν ~~:σ.ν ψέμα.τcι:, riλλά. κcι:t γι' cι:uτές μιλοϋσε άσκημα., περιφpονητιΧά. Χα.l

με δuσψημιστικη διά.θεση. Κά.θε τοu προτeρημα συνοδευόταν ά.πb διπλά. έλα.τ­

τώμα.-cα.. Ό κ. Γιλνορμά.νδος είχε οα.pεθεϊ νά. τον &.κοuει νά. διηγιέται τιΧ κα­

τορθώματά του &.νάμεσα. στις ο[κογένειες ποu κατοικοϊίσαν γuρω ά.πο το στρα­

τώνα.. Κα.l τέλος, δ Θε6δοuλος δτα.ν ~ι:-χόταν με τή στολή τοu, ψGψQuσε το

τρίχρωμο εθνόσημο, ποu δεν το χιJ)νεuε δ γέρος κ' εκνευριζόταν κά.θε φορά.

πού τον ιt6λεπε. Μιa :ιέρα. είπε στην κ6pη του;

-" Ακουσε ν& σοσ ΠG), το Θεόδουλο τον Βαρέθηκα., &.ρκετα. τον χόρ­

τΙΧσα.. Δέ μ' ά.pέσοuν πολu οί άνθρωποι τοϋ πολέμοu << Ε.ν καιρώ εlρήνrιc;» . "Αν

θέλεις &σ:J μπορείς νά. τον οέχεσcι:ι. 'Όσο γιά μένα, προτφω περισσότερο τοuς Ύjλιοκαμμένους εκείνους σα.κα.ρ<iκες πού κρα.τοίίν το σπα.θt στο χέρι, παρa α.ό­

cούς ποu περπα.το()y στο δρόμο κσ;l σέρνουν το σπα.θί τοuς στο λιθόστρωτο για.

ψιγοόρα.. Περισσότερο όποψερτος δ θόρυ6ος &.πο την κλαγγη των σπαθιών

στη μά.χη, πα.ρα δ κρότος ποu κά.νοuν τα θηκάρια τοuς στο δρόμο, τάχα. περ­

νά &.ξιωμα.τικος πολεμιστής. σοτα.ν κανείς είνι1.ι &.ντρας &.λrιθινος οuτε κομπορ­

ρ"f)μοσύνες καταδέχεται, οuτε κΙΧt τή μέση τοu σψίγγει σα δεσποινίδα.. Οϋτε

ψεuτοπα.υ:ηκα.ρι!tς, ouτs καμώματα. γuνιχικοόλιχς. Φόλιχξε το θεόδοuλο για. τον έαυτό σου.

θέλησε ή κόρη του νά. τοG θuμlσει:

-Κι' δμως, είναι μικρός σaς ά.νεψιός.

Page 145: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

781

Ό κ. Γιλνορμά.νδος lτυχε να. ε!να.ι πα.πποuς δ.πό τα. νύχια. &ς τό κεψά.­

λι, &.λλά μεγάλος θείος· καθόλου. Flχε &.ρκετό μυσ.λb κσ.ι γνώριζε να. συγκρίνει, κι' σ.ότό &.κρι6ως τόν ~­

κα.νε να. λυπ&τα.ι &.κόμ'Ι) περισσότερο για. τΎjν &.πώλεια. τοϋ Μά.ριου.

αΕνα. 6ρά.δι, στlς 4 'Ιουνίου, κα.θότιχν κοντά. στο τζά.κι του κιχl μ' δλο

πού ήτα.ν κα.λοκα.ίρι, είχε δ.να.μμένη κα.λη ψωτια. κα.ί θεριια.ιν6τα.ν. Ή κόρη

του 6ρισκότιχν στο διπλα.νο δωμά.τιο κ' ~ρρα.οε. Κοντά. του 6pισκότα.ν S.να τρα.­

πέζι, πά.νω στό δποίο στήριζε τόν &.γι:ώνσ. του ξαπλωμένος στην πολυθρόνα..

Δυο κεριa πά.νω στο _τραπέζι ψώτιζα.ν το οωμά.τιο.

Συλλογιζόταν, ~Χεlν'Υ) την &ρα., τb Μά.p ιο με ά.γά.π'Υ) χα.( με πικρία., '!ιι' δ­

πως συνήθως ή πικρία. κυρια.ρχοuσε. υΟτσ.ν ή πα.τρική του στοργή ~φτσ.νε σε

πα.ροξυσμό, κα.τά.ληγε πά.ντα. σε όργή . Προσπα.θcuσε λοιπον να. κα.τευνά.σει την

όpγή του ΧIXL νά. πείσει τον έαuτ6 του οτt ~τα.ν &.νά.γκΎ) να. Χά.Vεt UΠομονή.

Σιγα. - σιγα. τοπα.ιρνε &.πόψα.ση δτι δ Μi7.ριος οι θά. .ξα.να.γύριζε πιά., &.ψοσ οε ψά.νηκε &ς τώρα.. Ή λογική 1€\εγε δτι πρέπει να. το πciρει &.πόψα.σΎJ, ιiλλά. ή

πα.τρικ'Ι] του κα.ροιιΧ οέν ήτσ.ν ουνσ.το νά. στέρξει, οέ μπορούσε νιΧ δποτα.χτεί

σ' α.δτο πού ελεγε ή λογική κα.ί γι' α.uτό &πα.να.λciοα.ινε με πόνο:

- ΕΙνσ.ι δυνα.τό! γίνεται αuτό το πρi.γμα.! νa μ'fιν επιστρέψει ποτέ!

Είχε πέσει τό γεροντικό του κεφά.λι πά.νω στό στf)θος του και τό 6λέμ­

μ.α. του πά.νω στη στά.χτη τοu τζα.κιοίί, 6λέμι1α. θλψμ.ένο κα.l μα.ζί όργισμ.ένο.

Ένω 6ρισκ6τα.ν 6υθισμένος στίς μαuρες του σκέψεις, μπijκε ό γέρο UΠ'Υ) ­

ρέτης του, δ Μτιά.σκ κσ.t τον ρώτησε:

-Ό κύριος Μciριος, &.ψέντη, &πιθυμεί νά. σΙΧς οεϊ.

ΆνΙΧκά.θφε &.μέσως στήν πολυθρόνα. σά.ν πτώμα. τιού τινάχτηκε &.πο η­

λεκτρικο ρεσμα.. uολο του το α.ίμα. μα.ζeύτήκε στην ·κα.ρδιά., itγινe κα.τα.κίτρινος.

- Τί; δ κύριος Μά.ριος, είπες;

-'Εγώ δεν ξέρω, κ1ριε , ά.ποκρίθηκε δ ίιπηρέτη; φο6ισμiνος ά.πο τό ϋφος

του &.φέντη του, δέν τον είδα., ή Σοφία. μοσ είπε. «ΤΗρθε, λέει, εξu.> ενιχς νέ­

ος, πήγοιινε να. πείς στbν &.ψέντη πώς ε!νσιι δ κ . Μ&ριος» .

-~Ας περά.σει μέσα.... aποκρίθηκε τραυλίζοντας δ γέρο Γι λ vορμ.~vδος .

Κ' εμεινε &.κίνητος στη θέση -.;ou, μ.ε το κεψ~λ ι Υ~ τρέι1ει, μ.ε το μ.~τι κα.ρψω ­

μέvο στ-ήv πόρτα., &ς δτοu rίηξε και μπijκε στ' άλ~θεισ. εvσ.ς νέος. ΤΗτα.ν

δ Μά.ριος.

Ό Μά.ριος στ~θηκε στο κα.τώψλι, σ~ ν~ περίμ.εve τfιν &.οειΙΧ ν~ πpοχω­

ρ.Υισει μ.έσσι.

Ή &θλι6τητα των ρούχων του δε φο:ινότα.v στο μισοσκόταδο, μόνο τό πρό­

σωπό του φαι\ιότα.ν yαλ'ήνιο κι' &ξιοπρεπές, &.λλιΧ περίλυπο.

Ό γέρο Γιλνορμ.ά.νδος ~μ.ε ιvε &.ποσοολωμένος &π? κσ.τciπληξη και χα.ρc~ ,

~μειvε λίγες στιγμ.€ς δπως μπροστά σz μ.ιιΧ φωτειν-ή όπτασία . Εlvα.ι Θαύμα. πt7J ;

δεν εχΙΧσε τtς α.1σθήσεις του! 'Έ6λεπε το Μά.p ιο κ' zλεγε μ.έσα. τοu :

Page 146: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

782

-'Εκείνος είνα.ι, έκείνος:-'·

Τέλος τόν ξα.νά.6λεπε, ί.ίστφα. ιΧπό τέσσερα. χρόνια.! Τόν 6ρijκε ώρα.ιο, εό­

γενικό, &ξιοπρεπij, νέος πιά., &νψΧς τέλειος, χα.ριτωμzνος . Τοσ ήρθε ν' ιiνοί­

ξει τίς αγκαλιές τοu, ν~ φωvά.ξει, να. όρμήσει στό λαιμό τοu. Ή ψuχ1ι τοu

ιiνα.λόθηκε σΕ: &γα.λλία.ση, λόγια. πα.τρικijς στοργής, &γά.πης πλημμuριζα.ν τό

στijθος τοu, το φούσκωνα.ν με δρμή, οιά.ζοντα.ς να. ξεχuθοuν, να. πι::.τα.χτοσν

εξω. τέλος, δλη YJ τυφερότηtrχ &.νέ6ηκε στα. χείλη τοu, &.λλά; αuτες ~τα.ν οι &.ντιθέσεις τοσ χα.ρα.χτήρα. του, οε eρηκε σuμπα.θείς λέξzις να. εκφραστεί,

έξωτερικεuτηκε &.πότομα., σκληρά.:

-τι ήρθες έδώ νΓι. κά.νεις; ρώτησε τό νέο . Ό Μά;ριος ά.πά;ντησε μ.' &.μ.ηχα.ν (α.:

-Κύριε ... Ό γέρο Γι λ νορμά.νοος έπιθuμοίίσε νrχ χυθεί ό Μά.ριος στην ιiγκα.λιά. του,

τον ·δυσαρέστησε λοιπόν κοι! τοu Μά.ριοu δ τρόπος κα.l δ δικός τοu. Α1σθα.νότα.ν

δτι ιχuτός φέρθηκε &.πότομrχ κrxt δ Μάριος ψuχρά. τΗτα.ν &.vuπόφορο στbν κα.­

λό γέροντα. νtΧ α.1σθά.νετα.ι μέσα. τοu τόση &.γά.πη, τόση συγκίνηση κα.t ν?!. μη

μπορεί να. εκδηλωθεί ποιρtΧ μόνο μέ σκληρότητα.. Γeμισε πά.λι πικρία.. Διά;κοψε

τό Μά.ριο θuμωμένα.:

- Κοιί λοιπόν γιΜί ήρθες; Το κrxt λοιπbν σήμα.ινε, &.ψοu δεν gρχεσα.ι να. μέ φιλήσεις.

Ό Μά.ριος κοίτα.ξε τόν πα.πποu τοu, ποίι τό πρόσωπό τοu fιτα.ν χλωμό σ& μ.ά.ρμαρο κα.! εlπε πά.λι :

-Κuριε ... Ό γέρος μίλησε σοοαρα. τώρα. κ' lγινε πιο σα.φής:

- .Σuγγνώμ.η ήρθες να. μ.οu ζητήσεις; Άνα.γνώρισες τό σψά.λμ.α. σοu;

Νόμιζε δτι μ' ιχuτ6 τον τρόπο δδηγοuσε τb Μάριο στο σωστb δρόμο, δη

οιεuκόλuνε «το πα.ιοί» νά. έκοη!.ώσει τή μετά.νοιά. τr;u.

<Ο Μά.ριος δμ.ως ~ψριξε. Tou ζ ητοuσα.ν ν' &.πα.ρνηθεϊ τόν πα.τέρα. τοu.

Χα.μή!.ωσε τα. μά.τιrχ κι' &ποκρίθηκε:

-~Οχ ι.

-Τότε λοιπόν, ψώνα.ξε δ γέρος μέ τόνο ποlι Ιtδειχνε δuνα.τό πόνο κα.!

όργη μα.ζί, τότε τί με θέλεις;

<Ο Μά.ριος ενωσε τα. χέρια. πα.ρα.κλητικά., προχώρησε ά.κόμη evα. βήμα.

κα.t με φων~ σιγα.ν~ κα.ί τρεμοuλια.στή, είπε:

- Κύρ~ε, λυπηθείτε με . Ή λiξη α.uτη σπά.ρα.ξε την κιχροια. τοίί γέρο Γιλ·ιορμά.νοου, α.ν την ελ~γ~

νωρίτερα. θα. τον λύγιζε, &.λλα. δ Μάριος &pγησε πολύ. Ό πα.πποuς σηκιοθηκε.

Στήριξε πά.νω στο μπαστούνι του τ!Χ δut χέρια , τ& χείλη του ήτrχν άσπριχ, τ~

μέτωπό τοu eτρεμε, &λλιΧ τb Φ"Jλb &νά:στημά. τοu ~τα.ν π&νω &πb το Μά.ριο ποu

είχε σκίιψει το κεψά.λι.

Page 147: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

783

-Έγώ Υ~ σε λuπηθώ! ,'Ολόκληρος &ντρα.ς &ς έκετ π~νω , ζητ~ς ν?ι. σέ λuπηθεί ~να.ς γέρος ένενηντα.ενος χρονών! Έσtι μπα.tνει;; τώρα. στη ζωη κ'

έγώ βγαίνω ιiπ' ιχότ~ν. Π'Υ)γrχίνεις στά. θέατρα., aτούς χορούς , στα κα.φενεία. ,

σt~ σψα.ιρισ"tήρια., !χεις πνεσμα., ιiρέσεις στlς γuνα.ϊκες, είσα.ι ομορφος νέος.

'Εγώ φτύνω πάνω aτούς δα.uλοuς τ-ης φωτιάς μοu, τώρα. μέσ' στο κα.λοκα.ίρι.

Εfσα.ι πλούσιος ιΧπό τιΧ μόνα πλούτη πού &ξ1ζοuν σ' α.uτο cbν κόσμο. 'Εγώ ~­

χω ο λες τlς ψτώχειες των γηρ01τειών, της ιiρρώστεια.ς κα.l της έρημ~α.ς! 'Έ­

χεις κα.ί τά. τρια.ντα.Μο σω δόντια. , γερο στομάχι, τά. μάτια. ζωηρά, όγεία., εο­

θuμια., π•;κνα. μα.uρα. μα.λλιιΧ. Σε μένα. οέν εμεινα.ν OUcε ~σπρα. μα.λλι!Χ, εχα.σα.

τ~ δόντια. μοu, χ&νω τ~ πόδια. μοu , χάνω ,ό μνημονικό μοu, μπεροεόω πάντα. τά. όνόμα.τα. τριών ορόμων, &λλο θέλω νά. πω κα.ί λέω άλλο . ΝιΧ η κα.τάστα.ση

ή 8ική μοu. Έσtι εχεις μπροστά. σοu το μέλλον φωτεινό, γεμ~Χτο 1jλιο, έγώ ιΧρ­

χισα. ν?:ι. μ:ή ολέπω σ' α.οτο τίποτε, τόσο προχώρησα. προς τή νuχτα.. Έσtι ~­

χεις έοώ κα.l κετ ερωτες, έμένα. οέ μ' dγα.π:Χ κα.νένα.ς' πιά. σ' αuτο τον κόσμο,

κα.νένα.ς, κα.l μοσ λές νιΧ σέ λuπηθGJ! Πα.ρiοοξο! Ν α ενά. πρ~γμα. πού οέν

~ρθε κσ.θόλοu στό νοϋ τοϋ κωμικοiί Μολιέρου. "Αν πα.ίζετε μ' α.ότό τόν τρόπο

κα.l στά. δικαστήρια., κύριο~ οικηγ6ροι, σa.ς σuγχα.ίρω ε1λικρι νri. Είστε πρα.γμα.­

τικ?:ι. γελοίοι!

Κι' ό γέρος πρόσθεσε μέ όργ ισμένη πά.λι φωνή:

-Λοιπόν, κuριε! τί με θέλεις κα.l ήρθες;

-Κύριε, αποκρίθηκε ό Μάριος, ξέρω πώς ή πα.ροuσiα. μοu σιiς ε!να.ι

δuσ~Χρεστη, ιiλλά. ενα. μόνο πρα.γμα. ήρθα. ν'χ σα.ς ζητήσω κα.l φεύγω ιiμέσως.

- Ε!σα.ι ενα.ς ιiνόητος! εtπε δ γέρος. Ποιός σοσ εrπε νfι. φύγεις!

Αδτή ήτα.ν ή εκψρα.ση της δρμητικης τρυφερότητας, ποiι ό Γιλνορμάν­

οος α.1σθα.νότα.ν στο Οά.θος τής ψuχής τοu, θέλησε οηλα.οη μ' αοτό νιΧ πεί:

-Άλλ?;. ζήτησέ μοu σuyγνώμη! Ρίξοu γρήγορα. στην ιiγκα.λιά. μοu!

·ο κ. Γιλνορμά.νοος οια.ισθα.νότα.ν δτι ό Μά:ριος θά. τον &φηνε uστzρ~ !Χπό λίγο, οτι ~ ψuχpη UΠ()Οοχή τοu πίκραινε τό νέο, οτι δ !Χπότομος - τρό­

πος τοu τον ιiπωθοuσε. Άντιλα.μοα.νότα.ν δλα. α.uτιΧ κι' δ ψόοος τοu μεγά.λωνε

κα.ί λuπότα.ν. Έπε:'δ"i) ·ή λύπη τοu γύριζε &μέσως σε οργή, μεγά.λωσε ~ τρα.­

χuτητα τwν tpόπων τοu. 'Ήθελε νιΧ tον κα.ταλά.οει δ Μ~Χριος κι' δ Μά.p ιος

δέν κα.τα.λάοα.ινε τίποτε. Ό ά.γα.θος γέρος τοολεπε κα.l γινότα.ν εξα.λλος.

Άπεuθuνθηκε πά.λι προς το Μά.ριο:

- IIGJς ε! να. ι οuνα.τόν! ελειψz εντελώς ό σz6α.σμος πρός τον πα.πποu σοu,

~ψησες το σπίτι μοu γι?:ι. να. πiς , οέν ξέρω ποu, κα.τα.λuπησες τή θείο: σοu,

πήγες (γι' α.ότό δέν όπάpχει ιiμψιοολία.) νά. ζήσεις έλεόθεpη νεα.νική ζωfι,

νσ. κοιτάζει; σε ποια. θ ' rl.ρέσεις, να. οια.σκεΟ:Χζεις, νά. γuρίζεις σ' δτ.ο ι~.δήπι:ιτz

ιJψα. θιλει:; στό 8ωμιΧτιό σοu. Δεν εοωσες σηι\εία. ζωης τόσον καψό, δημ. ιοt)p ­

γησες χρέη χωρίς νά μοu πείς νά. τα πληρώσω, εκα.νεζ &νω - κά.τω τον y_6ι:ψο,

Page 148: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

784_

ολ~ γυαλια. - καρψιά κ' ερχεσαι δστερα ~πδ τέσσερα χρόνιrχ στο σπίτι μου κα.l δeν eχεις τίποτε άλλο νά. μοu πείς, &π' α.uτά. ποlι μοu εrπες;

Ό γοργός α.uτός τρόπος, με τόν δποtο Ύjθελε δ γέρος νά δημιουργήσει στον εγγονό του α.lσθήμ.ΙΧtα υ ίικης στοργής, δέν κv.τά.ψεpε Γί.λλο ιiπο τό y(ι.. σψpα.γί­σει τb στόμα. τοu Μά.ριου. <Ο κ . Γιλνορμά:ιοος σται)ρωσε τότε τΟ:. χέρια καί

πρόσθεσε με πικρία.:

-Λοιπόν νά. τελειιί)νομε. ~Ήρθες, λές, κά.τι να μοu ζητήσεις! Τί πράγμα. είναι; ά.ς τ' ~κοόσομε.

- 'Ηρθα, είπε δ Μά.ριος , με 6λέμμοι ~νθρώπου ποu γκρεμίζεται σέ 6ά.ρrχ­

θρο, ήρθα νδ:. σ&ς ζητήσω τήν Γί.δεια. νά. παντρευτώ.

Ό κ. Γιλvοpμά.νδος χτύπ'ησε ά.μέσως τό κουδούνι κα.l πα.ρουσιά.στηκε στΥ)ν πόρτα δ Μπά.σκ.

-Πες στΥ)ν κόρη μου v&ρθει.

υrστερα. ά.πο μια. στιγμή, ή πόρτα άνοιξε πάλι κοιί vά ή οεσποιvίοα Γιλ­

νορμά.νδου δε μπήκε, d.λλΓι.. εμφιχνίστηκε . "Ο Μά.ριος · στεκότα.ν ορθιος, με τα.

χέρια. κρηιασ[iένα, ά.μίλητος καί με uψος ενοχου. Ό κ. Γιλνορμά.νδος πήγαινε κ' έρχότα.ν στ6 μά.κρος κα.l το πλάτος τοσ οωμα.τίου . Γόρισε τότε στΥ)ν κόρη

του καί της λέει:

-Τίποτε. Νά., δ κύριος ~ά.ριος. Χαιpέτησέ τον! Ή εόγενία. του θέλε ι

να. πα.ντpευτεϊ. Γι' αότο σε ζ1;τησα. Τώρι>: μπορείς να. πηγαίνεις.

Ή ξερΥ) κα.ί σύντομη ψωv-fι του γέρου, μα.ρτυρουσε 8τι μέσα. του €6ραζε

δ θυμός. Ή θιοία κοiτrχξιο σασ't"σμένη τό Μά.ριο κα.l ψά.νηκε πως μόλις τόν ά.­

vα.γνώρισε, χωρίς να. κά.νει καμμ.ια. κίνφη, χωρίς va ογά.λει λέξη, &ξαψαν(στη­κε με τήν πνοή τοu πα.τέρα. της, πιο γρήγορα. ιiπο φτερο μπροστά. στη θύελλα..

Ό γέρο Γιλνορμά.νδος πλησίασε στό μετα.ξ>J τό τζά.κι κι' ακούμπησε τήν

r.λάτη του στο μάρμαρο.

- Να. παντρευτείς ! ε1κοσιενος χρονών νέος. Καί, καθιl>ς ψαίνετα.ι, ολα.

συμψωνημένα. Μόνο μιά.v Γί.δεια μένει νά. ζητήσεις! Μόνο μιά. δια.τύπωση ίι­

πολείπετα.ι. Κά.θισε. 'Από τότε ποu &.να.χιiψησες , &.πό τότε ποu οέν ελα.οα τΥ)ν

τιμή να σε δω, εχετε κά.νε ι μιά.ν &πα.νά.σταση. Οί ξuπόλuτοι κερδίσανε. Auτb

πρέπει νά. σιiς εόχαριστεί. Δέν είστε νομίζω δημοκρατικός, ιiπό τότε ποu είστε

6cφώνος j Δεν κατο:λα.6ο:ίνω ΠG)ς συμ6ι6ά.ζονται ο:uτα. τά ουο πρά.γμα.τα.. Πη­

ρες μήπως το παράσημο τοu 'Ιοuλίοu; ~Ησοuν κα.l σlι μ' αuτοuς ποu κuρίεu­

σο:ν το παλάτι του Λοό6ρου; 'Εδώ κοντά στήv δδΟ Άyίοu Άντωνίου , ά.ντί­

κρυ στ"fιν όδο Νονα.ίν - ν τ - Ί έρ, όπά.ρχει μιά ό61δα. κα.νονιοu χωμένη στον

τοίχο ι.ιέ τr1 ν έπιγρα.ψή 28 'Ιουλίου 1830. Πήγαινε νά τη δείς. Κά.νει κσιλο σ' 8ποιοv τή ολέπει. ''Α, τών ::riλων σου τCι. κα.μώμα.τα. εΙvα.ι ά.ριστουργήμ.α.τα.!

Λοιπbν θέλεις να. πα.ντρεuτεϊς; Κα.l μέ ποιά.ν; Μπορω χωρ!ς να. γίνω ά.διά.­

κριτος να. σε ρωτήσω ποιά είναι α.ότή μ.ε τήν δποίσι θέλεις νά. πσιντρευτεϊς;

Page 149: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

785

Στιχμ&.τ11σε, an~ πρίν προλ&.6ει δ Μ&.ριος ν' &ποκριθε!, πρόσθεσιt aπό­

τομα.:

- Πές μοu δμως, πριϊ>τιχ &.π' δλιχ, lχεις κσ.:νένιχ έπcΧ.γγελμα.; ε κιχ ν ες τί­ποτε περιοuσία.; πόσιχ κερδίζεις &.πδ τΎ) δικηγορικΎj σου· ;

-Τίποτε, ε!πε δ ΜrΧ.ριος 6λοσuρά. . -Τίποτε; Μόνο &.πό τ& χtλια διακόσια ψρά.γκα ποί:ι παίρνεις &πδ ΙJ-ένα.

περιμένεις να. ζήσεις;

Ό Μά.ριος δέν &ποκρινότα.ν.

-Τότε λοιπόν κιχτιiλιχ6α, ή νύψη θ& ε!νιχι πλούσια..

-'Όσο είμ.α.ι κ' έγώ.

-τι; δεν ~χει κα.θόλοu προίκα.;

-'Όχι.

-'Ελπίδες γι' ιiργότερα.;

- Δέν πιστεύω.

- Μέ το μεσοψόρι λοιπον θ~ τΎ)ν π&.ρεις; Και τί πρ&γμα είναι δ πα.-τέρα.ς της;

-Δεν τον ξέρω.

- Αότη π6)ς δνομriζετιχι;

-Δεσποινίς θερσα.νέμη.

- θέρισε τί; ... - θερσα.νέμης έπονομά.ζετα.ι δ πιχτέρα.ς της.

- ττττ τ( ; ψώνιχξε δ γέρος. -Κύριε!

Ό κ. Γιλνορμά.vδος τόν διέκοψε κιχί eίπε σα. ν& μιλοCίσε στόν έα.uτό τοu:

- Κα.τά.λα.6α., ε1κοσιενος χρονών, χωρίς έπιiyγελμα., μόνο χίλιιχ διιχκό-

σια. ψpά.γκα. τό χρόνο ... rι κuρία. 6α.ρώνη Πομ.εpσtι θ& ΠΎ)γα.ίνει, κα.θwς ψα.ίνε­

τιχι, μόνη της ν' &.γορά.ζει μι&ς πεντά.ρα.ς άνηθο.

-Σάς πα.ριχκα.λιi), φι;)νιχξε δ Μάριος, ολέποντα.ς νιΧ έξιχφα.νίζετα.ι κ' η τε­

λεuτιχίιχ τοu έλπίδιχ,· γι& τ' 5νομιχ τοσ θεοσ! γονα.τιστός σ~ς ίκετεόω ν& μοσ οώσετε τήν &8εια. ν& πα.ντρεuτώ.

Ό γέρος ξέσπασε σ' ενα. γέλιο ιiλλόκτο, ένώ τα.uτόχpονα. εοrιχε κα.ί μι­

λοuσε:

- Χά.! χιi! χιi! 'Ήρθες λοιπόν νιΧ ζητΎjσεις την άδεια. τη οικΎj μοu! ιΧ­

πδ σε6α.σμδ 6έ6α.ια. προς τον πιχπποσ σοu. Κα.ί νομίζεις δτι δέν ε!μα.ι μέσα. στη

σκέψη σοu. Νψίζεις πιbς &γω πιστεύω 8τι <lν είχες την νόμιμη ήλικία., a.ν

~σοuν είκοσιπέντε χρονών, θιΧ σκεφτόσοuν Clν ύπιiρχει πα.ππούς! Νομίζεις πως

δέν κιχτιχλιχ6ιχ(νω δτι δέν θοφχόσοuν κα.θόλοu y?;, μ' έpωτήσεις, 8τι οuτε κάν

δτι πα.γτρεότηκες θδl μ.ά.θα.ινα. θ~ ~κα.νες τοu κεψιχλιοσ σοu κιχt το πολu ν&

μοιJλεγες, εγω θιΧ τΎ)ν πά.ρω δπο·ια.δήποτε κι' αν ε!να.ι. Δέν lχω ποι.πούτσι: ω?ι­τή δέν εχει ποuκά.μ.ισο; Άδιά.ψοpο. θέλω ν& κά.νω μι& οοuτι?J. στή θιiλα.σσα. τ·ijς

50

Page 150: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

786

δuστuχία.ς μ.e μ.ιά. γυvα.ίκα. στb λα.ιμό μου. Αuτό, κύριε, δεν θ~ γίνει ποτέ, οό­

οέποτε!

- Πα.τέρα. μου! ...

-Ποτέ!

Ό τόνος με τόν δποίο πρόφερε αότό τό «Ποτι, δ γtρος, ~κοψε κά.θε ελ­

πίδα. τοσ Μά.ριου. ΙΙέρα.σε το δωμά.τιο μέ :Χρyχ 6ήμα.τα., με τό κεφά.λι σκυφτό,

τρικλίζοντας καt μοιά.ζο'tτ".ς περισσό-.ερο ι.ι.έ ά,yθρωπο ποtι χά.νετα.ι, πεθαίνει,

πα.ρα ποu φεύγει. Ό κ. Γιλνορμά.νδος τον παρακολουθοΟσε με .α. μ.ά.τια κα.l

τη στιγμ.η 'ΠΟV εψτα.σε στ'ijv πόρτα. κα.l fιτα.ν itτοψ.ος νά. 6yεί, δ γέρο; προχώ­

p'Ι)σε δpμΥJtικά., &ρπα.ξε το Μιiριο &πο το σ6έρκο, τόν γupισε πίσω, τόv ερpιξε σε μια. πολυθρόνα. καl τοσ είπε:

- Κά.θισε ν :Χ μοσ τα. δι ηγηθείς!

'() Μά.pιος κοίτ<Χζε τόν πΙΧπποό του σα.στισμένος.

- Λέγε μοu, πρόσθεσε δ γέρος. Να. ι.ι.οσ τ!Χ διηyηθεϊς δλα., ιχότby τον !­pωτιχ πως ετυχε κα.l τον επια.σες; λέγε, δλιχ εrπ<Χ να. μ.οσ τ& πείς. Τί &γρί­

μιιχ, τί τιχλαίπωροι, εrναι οι σημερινοί νέοι!

- Πα.τέρα! ξανά.πε δ Μά.ριος ... Ή οψη τοσ γέρου φωτίστηκε ά.πb μιά.ν &vέκφpαστη ά.χτινο6ολία.

- Να.ί, κα.λά., λέγε με πατέρα σου.

Τόση &.γα.θότητα , τόση γλυκύτητα. κα.ί τόση πα.τρικη &γά.πη εκλεινε i} τρα.χύττιτΙΧ τοσ yέροu, ίf)στε δ Μά.ριος στο ~π6το~~ο αότο πέρασιια., &πb τ'ijν α­

πελπισία. στην ΗπίδΙΧ, εμεινε εκθα.μ6ος. Ε1χε καθίσει κοντ:Χ στο τpα.πέζι κα.ί

κάτω &πό τό φώς των δuο κεριών δ γέρο Γιλvσρμά.vδος κοιτοΟσε τά. παλιω­

μένα. ροΟχα. του με &.ποpία.

-Έγώ, λοιπόν πα.τέρα. μου, εlπε δ Μά.pιος.

-'Άκοuσε να. σΙJΟ πιtι, φιi>vαξε δ κ. Γιλνοpμά.νδο;;, δια.κόπτοντά.ς τον, πρα.-

yμα.τικα. δεν έχεις λεφτά.. Βλέπω κc.tt eΙσ<Χι ντuι.ι.ένος σ:Χν κα.νέyοις ά.γωγδύτης.

'Έψα.ξε μέσα. σ' itνα. σupτά.ρι , πήρε &πο μέσα itYα. πouyyl κc.tl τ' ιΧκοόμ.πη­

σε π&νω στb τρα.πiζι.

- Νά, πά.pε έκα.το ε1Κ!:ΙΟ6f>p~γκα. ν' &.γοpά.σεις εvοι κ~ινοόργιο κα.πέλο.

-Πατέρα μοu, eξα.κeιλούθφε δ Μά.pιος, καλέ μοu πcηέpα.! aν ξέρατε

π6σο τ~ν &.γ~πιi)! Πρώτη φορ:Χ την εlδα. στο Λοuξεμ6οGpγο, zρχ6,~ν ΕΚΖί γιά. ' Σ , ' , ι'Οοο\ Υ~ , , , ~ \ ξ' ... , ' ,

περιπα.το. την α.ρχrι -οεν ει.ιωσα πpοσοχη, zπειτα. , ι.ιεν εpω πω; εγινε α.υτο,

τrιν &γά.πrισα.. Πόσο όπέφερα.! πόσο δuστυχισμέyος ijμουν. Τέλος , την βλέπω

τώρα., κά.θε μέρα., στο σπίτ: της, χωρlς ν:Χ το ξέ ρε: δ ποιτiρ<Χς τη;. Τιiψα. φzύ­

γουν! Φα.νταστείτε τ~ δυσωχία. μοu! Βλεπόμα.στε στον κήπο της τ~ 6pάi3ucr..

Ό πο:τέρα.ς της θέλει νά. τ'ijν πά.pzι στ'ijν 'Αγγλία.. Σκέφτηκα. ναρθώ ν'ι. σiiς

ορώ Κ!ΧL να. σ5.; τ~ διηγηθώ. :M!:iG φαίνετοιι π<bς υ~ τρ~/λιχθιϊ) , θ' ~ρρωστήσω

6α.pιά., θ:Χ πεUά.νω, θ:Χ πνιγώ. Ιlpέπ~ι δπωσδήπl)τε νά. τΥjν πc.tντpzuτG). Αότη

Page 151: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

787

εrναι δλη ή ά.λ"ήθεια. Νομίζω δτι οέν ξέχασα τίποτε. Κάθεται στήν δδb Πλοu­

μέτ, σ' ενα σπίτι μ.έ κήπο, έκεί, πρός τήν πλευρ~ τών ά.πομ.ά.χων.

Ό γέρο Γιλνορμάνδος καθόταν κοντb. στο Μάριο γεμάτος &.γαλλίαση. Μό­λ ις &κουσε τή λέξη Πλουμέτ, στά.θηκε συλλογισμένος σ~ νά.θελε κά.τι ν~ ξα­

νrχψέρ~ι σ"tή μν"ήι..ι.η του.

-llλουμ.έτ είπες! στήν δοο Πλουμ.έτ; Στάσου σε πα.ρα.καλώ! Δεν ε!να.•ι

νομίζω ενας στρατώνας κάποu έκεί; "Α, 6έ6αια. "Ακουσ.'Χ. το Θεόδουλο, τον

έξά.δελψό σου ν~ μ..ιλά γι' ΙΧuτψ. Τον γνωρίζεις, ,r, λαγχοψόρο τόν ά.ξιωμrχτι­κό. Πιστεόω ο-;ι ξέρεις νιΧ διαλέγεις, δέν eχεις &σκ'Υ)μΟ γοf.ιστο. Λένε πwς είναι ιiρΚετά. χαριτωμένη. ~Ας μείνει ιiπδ με"tΙΧξό μα.ς , νομίζω δτι αuτδς δ χάχας δ λογχοψόρος, δ έξά.δελψός σου , την ψιγόριζε. Δέν ξέρω &ς ποu εcρτα.­σε. Τέλος πάντων, &.οιά.ψορο. 'Άλλωστε δεν πρέπει καt νά. τον πιστεόει κα­

νείς. Τοσ ά.ρέσει νά. κα.uχιέτrχι. Τί νά. σοο πώ Μά.ριε! Τό ορίσκω φuσικο νΓι..

είναι έρωτε•Jμένος ενα.ς νέος της ήλικίrχς σου. Κα.λλίτερrχ σε ά.γα.πώ έρωτευ­

μένο, πα.ρά. 'Ιακω6ϊνο. Δέ χρειάζεται σuζήτ'Υ)σ'ΥJ δτι σέ προτιμώ γο'Υ)τευμένο

ιiπό εναν ποοόγuρο ... τί λέω ενα. ... δέκα. ποδόγuροuς, πα.ρά. &.πό τόν Ρεοε­

σπιέρο. Κα.ί σέ δέχετα.·ι λοιπόν α.ότή -ή μ.ικρή κρυψά &πο τον πατέρα. τ'ΥJς. Εί­

ναι φυσικό. Στον καιρό μου είχα. κ' έγw ενα πλήθος τέτοιες ίστορίες. Σ' α.u­τές τtς περιστά.σεις δμως, πρέπει ν' ιiποψεόγει κιχνείς το ψιχγικο μέρος. Μα.­

κριά &πό τ& στέφανα.. Γλιστρά. δ στοχα.στικός νέος καί οέν πιάΥετα.ι. Έγω γέ­

ρασα σ' α.ότά. Τuχα.ίνει οέοα.ια. κα.t κα.μμιΓι.. στενοχώρια., ά.λλά. τότε χρειά.ζετα.ι

όπομ.ονη, δ,·tι εγινε, εγινε. 'Έρχετα.ι δ έγγονος στον πιχπποu, ποu είνα.ι κα.λος

άνθρωπος στο 6ά.θος, κα.l ποu στό σuρτάρι τοο πάντα. Βρίσκονται μερικά. λοu­

δοΒίκια. Tou λέει, πα.πποο α.lιτο κι' α.lιτό. Ό πα.πποuς &.ποκρίνετα.ι, α.ότο είνα.ι

πολύ cρuσικό, rχότά εχουν τιΧ νιά.τιχ. 'Ήμουν κ' έγw νέος, θ& γεράσεις κιχl σU

μ;ιά μέρα. κα.l θ& κάνεις το rοιο στιΧ έyyόνια. σου. Πάρε έκα.το - ,διακόσια φλου­

ριά.. Γλέντησε. Μακριά. δμως ά.πό παντρειά., μέ κατά.λα.6ες;

Ό Μά.ριος στεκότrχν σιΧν ιiπολιθωμένος. 'Απο την κα.τά.πληξ'Υ) δεν μπό­

ρεσε ν' &.ρθρώσει λέξ'Υ), κοuνησε μόνο ά.ρνψικά. το κεφά.λι.

Ό γέρο Γιλνορμάνδος ε6α.λε τιΧ γέλια., μισόκλεισε το γέρικο 6λέψα.ρό

τοu, τον χτύπησε χα.ϊοεuτικά ιJ.έ τήν πα.λά.μ'Υ) στο γόνατο, τον κοίταξε κατά.μ.α­

τrχ κα.t τοtί ε!πε στοργικά. σηκώνοντας τοuς ώμους .

-Χαζέ! έρωμένη μόνο, έρωμένη νά. τήν έχεις!

Ό Μά.ριος κιτρivησε. Δέv κα.τά.λα.6ε τiποτε ά.π' α.uτά. ποu τοu ε!πε δ πrχπ­ποός του. 'Όλrχ 8.σα. &κουσε πέρrχσrχν ά.πb μπροστά. του σά.ν ψσ.ντrχσμrχγορία.

Τίποτε ιΧπ' δλrχ rχuτά. οέν μποpοuσε νάχει σχέC)Ύ), η ν&. έψrχρμοστεί στην Τιτί­

κα., σ' έκεtνο τον κρίνο .. Ο ά.γσ.θός γέρος παρσ.μ.ιλοuσε. 'Αλλά. μ.έσrχ σ' έκεί­

ψj το πα.prχμιλΥJτΟ εrπε μι~ λέξ'Υj ποu δ Μά.ριος τήν κrχτάλrχ6ε, κrxl ~ λέξη rxu­τ'fι ήτ'l.v θα.νά.σιμη προσΒολή γιά. τήν Τιτίκιχ. «'Ερωμένη νά τήν εχεις» , ή λέ­

ξη μπήκε σά.v μ.α.χα.ίρι στήν κα.ρ8ιά τοtί Μά.ριου.

Page 152: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

788

Σηκώθηκε, πijρε το κα.πέλο ιlπό κιitω κα.ί προχώρησε μέ 6Yjμa &ποψασι­στικο προς τ~ν πόρτα. Έχε!, γόρισε, ~κα.νε μιά τσ.πεινΥι όπόκλιση μπροστ~ στον πσ.πποu τοu, ~κωσε πάλι το κεψάλι του, κσ.~ εlπε:

-'Εοώ κσ.t πέντε χρόνια προσ6ιiλcι.τε τον πcι.τ"iρΙΧ μου. Στιμ.ερσ. προσ6ιiλε­τε τij γuνα.ίκα. μοu. Δέν σ:i~ ζητώ πι~ τίποτε, κόριε. Σ~ς προσκuνώ.

Κσ.τάπληκτος δ γέρος &νοιζε το στόμιχ, &πλωσε τ~ χέρια σέ μιdι. rφοσπιi­

θεισ. ν~ σηκωθεί, &.λλ~ πρlν προλάβει νιΧ προφέρει λέξrι, iι πόρτα. εΙχε κλείσει

κι' δ Μιiριος εΙχε έξσ.ψcι.νιστεt.

Ό γέρος εμεινε λίγες στιγμές &.κίνητος σιΧν κερcι.υνόπλψτος, χωρlς ν~

μπορεί οuτε ν~ μιλήσει, οuτε y' ά.νΙΧΠΥεόσει, σάν χά;ποιο χέρι ViX το~σψιγγε τό λ~ιμ.ό. Τέλος, κατιiφεpε ν' &.πΜπα.στεί &.πb τ~ν πολuθρόνα, lτρεξε προς τΥjν

πόρτα, Cίσο μπορεί ν~ τρέξει ενα.ς γέρος στιΧ ένενν~ντσ. τοu χρόνια., τ~ν &νοιξε

κα.t φώνσ.ξε : - Β~i)θειcχ.! Τρέξετε! Ποιρduσιιiστηκε fι . κόρrι τοu κα.t κα.τόπιν της οί όπ'Υ)ρέτες. -Τρέξετε να τον προψτιiσετε, ψώνσ.ξε ά.ξιοΜΠ'Υ)'tΟC. τι τοϋ lκσ.νσ.! Αu­

τδς ε!\Ισ.ι τρελλός, φεύγει! "Αχ, θεέ μ.οu! ΑότΥj τΥ) φορ~ δέν θ~ γυρίσει.

ΠΥjγε προς τό ποιριi.θuρο τοσ οpόμ.οu , τό &νοιξε με τά γεροντικά. τοu χέ­ρια., ποu !τρεμσ.ν, εσκυψε δλόκληpος &π' α.ότό, ένώ δ Μπά.σκ κιχt 'ή Σόψιοι μό­

λις κιχ'tιi.ψερνσ.ν νdι. 'tOY σuγκpα.τοϋν, τpσ.6ώντα.ς τον προς τιΧ πίσω, κα.l ψώναξε: - Μιiριε! Μάριε! Μιiριε! Μιiριε!

ΆλλιΧ δ Μιiριος δέν μποροuσε ν' &.κοόσει, εlχε κι' δλοr.ς σ'tpίψει . 'tij γωνιdι. τοϋ ορόμου , ε!χε ιiπομσ.κρuνθε ί.

Ό γέρος lψερε Suό- τρεϊ:ς φορές κor.l τ& 8uiι χέρια. στ~ μά.γοuλιi τοu, γδέρ­

νοντιiς τα., εκα.νε προς τιΧ πίσω τpικλίζοντcι. ς κιχl σωριιir;τηz.ε σέ μ. ι dι. πολu­

θρόνcι., &ψωνος, χωplς 8ιiκpu, κοuνώντσ.ς τb κεψά.λι κα.l σσ.λεόοντα.ς σιΧν ~λί­

θιος τα. χείλη. Δεν εlχε πιιΧ τίποτ' &λλο στdι. μά.ηα. κα.l στijν κα.p6ιιi, ιiπό χιiοζ

κα.l σκοτά.δι.

Page 153: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒι\10 ΕΝΑΤΟ

ΠΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ;

Α'

Ο ΓΙΑΝΝΗ~ ΑΓΙΑΝΝΗ~

Τ-ήν ίοια. έκείνη μέρα, κατά. τ!ι;; τέασερει;; τό &.πόγευμιχ, δ Γιά.Υν'Υ}ς Άγιά.ν­

'Ι'Υ}ς καθότσι.ν μόνος στά πιά έprιμικο μέρος τοu Πε8!οu τοu "Αρεως. Εrτε &.πο

προψόλιχξ'Υj, ε!τε γιά. νά. α.ότοσυγκεντρώνετα.ι ~ κιχ! έτσι ά.πά τις μετσι.6ολές ποtι . γίνονται σιγά.- σιγά. aτij ζωij των ά.νθρώπων, ε6γιχινε σπά.νια. τώρα. μέ την Τι­τίκα.. Φοpοuσε τΥjν έργιχτικ'ή τοu μ.πλοόζα. κιχ! παντελόνι μπα.μπα.κερό κ' lκρu­

οε τό πρόσωπό τοu μέ τό κασκέτο του, ποu εlχε μιχκρu γείσο. Για. την Τιτ(κα.

~τα.ν τώρα έντελως 1Jσυχος , εlχε διιχλυθεί έκείνο ποu παλιότερα. τόν εlχε τρο­μ.ιΧ.ξει κα.t &.να.στα.τώσει, &.λλα. έί3ώ κσι! μερικές μέρες ε!χε &λλου είδους ιiν-η­

σuχlες;.

Μιά. μέρα, περπα.τώντα.ς στη λεωψόρο ε!οε το Θ.:ρνα.8ιέρο. Δέν τον ιiνα.­

γνώρισε 6έ6"ιιχ δ θερνιχοιέρος, χόψη στή μετσιμι:pίεσ~ τοu, &.λλά. &.πό τότε τόν ξιχνα.εϊδε πολλές φορέι;; και 6ε6αιώθηκε δτι δ 6ερνιχδιέρος περιι:pέρετσ.ι έκετ

γuρω κα.! πα.ρα.μονεuει. Αuτο -ητ"ν ιiρκετο νά. τον κιΧ.νει νά. π&-.ρει σοβα.ρή &.πό­

φΜη. Ή πα.ρουσlα. τοίί θερνιχοιέρου έγκυμονοσσε μεγ,ά.λο κ!νουνο. I

Έκτος ομως &π' σ.ότά. τό Παρίσι φα.ινότα.ν &.ν'ήσυχο έκείν'ΥJ την έποχ'ή .

Έξ αίτ!α.ς των πολιτικών τα.ρα.χων ~ ιiστuνομ!α. ~τσ.ν &γρuπνrι κα.ι πολu φιλύ­

ποπτη κα.t σε τέτοιες στιγμ.ές δ κίνί3uνος; εlνα.ι μεγιiλος γιά. οποιον lχει lοια.ί­

τερους λόγους ν& κρό6ει τijν uπα.ρξ~ του. Ό Γιά.ννης Άγιά.ννrις ά.ποφά.σισε λοι­

πόν ν& φόyει, κσι.! να. φύγει 5χι μόνο ιi.πό τb Πσ.ρ!σι , ιiλλά. κα.! ιiπό τή Γα.λλlα..

'Όλα. ιχότά. τάν ε!χιχν ρίξει σέ 6σ.θειά. σuλλογ~.

Τέλος, &νοr. γεγονός ά.νεξ~γ'Υjτο , τόν lκοr.νε &.κ6μ'Υj πιό ά.ν~συχο. Τό πρω!

έκε!νrις τη~. 'ήμέρα.ς σrικώθrικε κ' εκα.νε πεplποr.το μέσοι στόν κfjπο. Τά. πor.pιi-

Page 154: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

790

θ - τ, .1. , , ) , 'Ε·· · - · , ~ upιx τ'fjς ιτικιχς • 1τα.ν α.κψr; κ ,ειστα.. 'χει ποu πεpπα.τοuσε το μα.τι τοu ε·

πεσε πά.νω σε κείνα τιΧ γρά.μμα.τα. ΠΟΙJ ~τ:α.v χα.pά.γμένα. στον τt?ίχο . Πλησίοcσε

κα.t τ~ οιάοα.σε: «δοος Ύα.λοupγία.ς &ριθ. 16». ΤιΧ γpά.μμα.τΙΧ ~":<ΧV ψΙΧνεpο οτι χα.ρά.χτψΙΧV πρόσφατα.. 01 χα.ρα.κές ~τα.ν

κάτασπρες πά.νω στον παμπrΗαιο τοίχο καt ~ σκόνΥ) &πό το ξuσιμο τοu ":οίχοu

~ταν &κόμ'Υ) πά.νω στ~ χόρτα. Το πιθα.vι!!τερο ~τα.v οτι τόι γpάμμσ.τα χα.ρά.χτη ­

κσ.ν την tδισ. νόχτσ..

Τί ήταν; Τί σήμαινε σ.ύτη ή οιεuθuνσΎJ; σ'Υ)μά.οι γι& &λλσuς, ε1δσπσί·ηcrΎJ για. τόν ίδιο; 'Οπωσδήποτε ήταν ψα.vερο οτι &γνωστο·ι &vθρωποι iiμπσ.ινα.ν στον

κήπο . θuμ~Ο'Υ)κε κ~ι τ' άλλα πα.pά.δοξα πεpιcrταταά, ποu ~Ιχιχv &.vΥJmιχ~~ει τfιv Τιτίκα.. Χ!λιες ίδέες πφvοuσαv &.πό το μuαλό τοu . Δε θέλΥJσε vά. πεί τί-

,J, τ , , , , , 2. , ποτε στ ,1 ν ιτικΙΧ για να. μΊJΥ τ'Yjv ~νησuχισει.

'Όπως κσ.θόταν συλλογισμένος στο &.πόμερο καl κα.τΥJφορικο μέρσς τοu Πεδίοu τοu 'Άρεως, εΙδε τfι σκι& &.vθρώποu πού στά.Οηκε πίσω τ,u, προς το

πά.νω μέρος. ΚΙΧθwς f)ταν ετοιμος vά. γuρlσει vά. δεί ποιος f)τα.v, ~πεσε gyoι

χα.ρτάκι διπλωμένο στα. τέσσερα πάνω στιΧ γόνατά; τοu. Το πi)ρε, το ά.νοιξε

κιχi διά.6ΙΧσε:

-ΝΑ ΑΛΛΆΞΕΤΕ ΣΠΙΤΙ .

οι λέξεις ήτα.ν γρα.μ.μέvες με μολU6ι. Σηκώθηκε &.μ.έσως δ Γιά.vνης Άγιά.ννης, &.λλά. οέν ε!οε κα.vένα.ν. Κοίτα.­

ξε γύρω κα.l ε!δε ενα ανθρώπινο σχήμα, μεγαλύτερο κά.πως &πδ παιδt κα.l

μικρότερο &:πο &vτρα., vά. πηδa εvα.v τοίχο κα.l vά. έξα.ψανίζετσ.ι.

Ό Γιά.ννψ; Άγιά.νν'fjς γι)ρισε &μέσως στο σπίτι τοu 6α.θεια. σuλλογ~­

σμένος.

Β'

0 ΜΑΡΙΟΌΣ

ΌΟ Μ!Χριος είχε ψόγει &.πο τόν ΠΙΧΠΠCiό τCiu &.πελπισμένος κα.ί περίλuπος,

μ' ολο ΠΟU ελάχιστες έλπί8ες είχε οτα.ν εκα.γε αύτη την έπίσκΕψΎ).

Περιπλανήθηκε στοuς δρόμοuς, κα.τα.φόγιο για. δλοuς εκείνους πσu ύπο­

ψέροuν. ΜόpιΙΧ πρ~γμα.τα. σuλλογιζότα.v , ά.πο τα. δποίσ. δεν εμεινε κανένα στη

μνήμΎ) τοu . Κα.τιΧ τlς Οόο μετ~ τιΧ μεσ~vuχτα. γύρισε στο δωμάτιο τοσ Κο:ιpψε­

ρaκ κ' επεσε στο στρώμα. με τα. ροϋχα. Μόλις τά. χα.ρά.μα.τα &.ποκσψήθηκε με

το ψριχτο κσι.t 6α.ρu έκεϊνο uπνο, ποu ά.ψή·ιει να. μuρμ.ηγκι<Χζοuv οι ίδέες μέσα

στο κεφά.λι . 'Όταν ξόπνrισε είδε οpθιοuς, με το κιχπέλο στο κεφάλι κ' Ιtτοιμοu;;

νιΧ 6γοuν, τον Κοuρψερά.κ, τον Έvζολωρά. τον Κομπεψεp κα.t τόν Φzγό.

Page 155: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Ό Κοuρψερά.κ τοσ εΙπε:

~'Έρχεσα.ι κα.t σU στΎjν κηδεία. τοu στρα.τηγοu Λα.μά.ρκ;

Τοσ φάνηκε δτι δ Κουpφεpά:κ τοu μιλοuσε κινέζικα..

791

Βγήκε ομως Οστερα ά.π' α.uτοός, οά.ζοντα.ς στην τσέπη τοu τ" ouo πιστό­λια., ποu τοσ είχε &μπιστεuτεt δ 'Ια.6έpης, γι" τόι γεγονότα. &κείνα. τijς 3 Φε-6pουα.pίου ., ποu εκτοτε είχα.ν ιiπομείνε't στα. χέρια. του κα.l ~τα.ν &κόμη γεμάτα..

Δόσκολο να. ποi.ίμε ποιά. μαύρη σκέψη 6α.σά.νιζε το μuα.λό τοu κα.t τά. πijρε μα­

ζί τοu. 'Όλη την ήμέρα. πφιψερότα.ν άσκοπα.. Κα.τά. διαλείμματα. εορεχε, &λλα.

α.uτος οuτε το α.1σθαvότα.ν. Άγόρα.σε το μεσ'Υ)μέρι ένος σολδίου ψωμl γιά. να. γεu­

μ.α.τίσει, τ/Sοα.λε στ~ν τσέπη τοu κα.t το ξέχα.σε &κεϊ. 'Υπά.ρχοuν στιγμες ποu

δ άνθρωπος εχει gνα. κα.μίνι μέσα στο κpα.νίο του. Ό Μιiριος βρισκόταν σέ μιά.

ά.π' α.uτές τlς στιγμές. Δέν ελπιζε τίποτε, οέ ψο6ότα.ν τίπQτε, σ' α.ότ~ τΎjν κα.­

τάσw.ση 6ρ-ισκότα.v &πο το προ'Υ)γοόμενο 6pά.δι. Περίμ.ενε μ' &νυπομονΥJσία να.

6ραδυάσει. Μια. σκέψΥJ μόνο είχε κα.θαp~ στο μυαλό ταυ, δτι στlς έννιά. το

6ριiοι επρ·επε νά. δει τ~ν Τιτίκα. Α.Jτ~ ή 't'ελεuτα.ία. εότuχία ~ταν 8λο τοu το

μ.έλλον, επειτα. σκοτάδι. Κα.τά. οια.στήμα.τα., κα.θwς περπα.τοi.ίσε στlς πιό έpYJμt·

κές λεωφόρους, τοσ φα.·ινότα.ν πώς &κοuε ά.λλόκοτοuς θόρu6οuς κα.l 6yα.ίνον­

•α.ς &.πο τοuς σuλλοyισμοuς τοu, ελεγε: Τί νόι εΙ να. ι; Μήπως μά.χονται;

Κατ& το σούρουπο, στlς έννια. ά.κρι6ιί>ς, 6ρισκόταν στ~ν δδο Πλουμέτ.

'Όταν πλφίασε στα. κά.yκελα. τijς πόρτα.ς, τ" ξέχα.σε δλα. Σα.ρά.ντα δχτι:) ώ­

ρες εrχε νά. tθεϊ τΥ]ν Τιτίκα.. Τώρσ. θ& τ-fιν ξα.νά.6λεπε. Κά.θε άλλη σκέψη έ­

ξα.φα.νίστηκε &.πό το μυα.λό του, μια. μόνο χαρά., 6α.Οειά. κι' ά.νέκψρα.στη κu-.

ριιiρχφε. Μιτό τό έξα.ίσιο εχοuν α.uτές ο! στιγμές, τίς ζεt b άνθρωπος σ~ν α. ί­

ιί>νες καί γεμίζοuν δλοκληpωτικ& τΥιν κα.ρδιά..

Ό Μά.ριος μετατόπισε τό κάγκελο κα.l μπijκε στόν κήπο. Ή Τιτίκα. δεν

-1jτα.ν στό μέρος ποu τον περίμενε πά.ντα. Πέρασε τοuς θά.μνοuς κα.l προχώρησε

προς την πόρτα. τοu σπιτιού της. 'Εκεί θά. με περιμένει, συλλογίστηκε. 'Η

Τιτίκα. δεν fιτα.ν οuτε έκεϊ. Σήκωσε τα. μά.τια. κα.l εΙδε δ't'ι τα. παριiθuρα. fιτα.ν κλειστά.. 'Έκα.νε ενα. γύρο στον κijπο, ερημος κι' α.ίιτός. Τότε γuρισε στο σπί­

τι κα.ί, τρελλδ; &πο τον ερωτα., σκοτεινια.σμένος &.πό τ'Υjν &.νησuχία., με σφιγμέ­

ν'Υ) τ~ν ψυχ~ ιiπb τη θλίψ'Υ), χτυποi.ίσε τά. πα.ριiθup~. Χτόπησε, ξανα.χτύπησε, &.ψηψώντα.ς τον κίνοuνο νa πα.ροΙJσιαστεί Υι 6λοσυρη μοpφη τοi.ί πα.τέρ~ κα.ί να.

τον ρωτ.Υισει τί γίιρευε. Τό κα.κο α.uτο ~τα.ν μ'Υ)δΕν γιά. το Mιip·tO, μ.προστa στο

&λλο ποu δια.ισθα.νότσ.v κιόλα.ς. Με τα τά. χτυπήμα.τα. &ρχισε να φωνάζει: Τι­τίκα.! Τιτίκα.! με τόνο μά.λιστα &πι τακτικό. Κα.μμιά. ά.π6:ντησ'Υ). Τετέλεστα.ι.

Κα.νένα.ς στον κ'Υjπο, κα.νένα.ς στό σπίτι.

'Έμεινε ό Μάριος κα.l κοίτα.ζε &.πελπισμένα το πένθιμο έκείνο σπίτι, το

σκοτεινό σ&ν μνijμα., το 6οΙJ6ό , τό &δειο. Κοίτα.ξε τον πέτρινο πιiyκο, δποu είχε περιiσει τόσες ευτυχισμένες ιiψες κοντα. στην Τιτίκα.. Κιiθισε τότε στόι. σκα.­

λι?.ι. τ'Υjς πόpτας, με την κα.ρδι& γεμά.τη μελα.γχολία. καl &.πόφα.σ'Υ). Εuλόγησε

Page 156: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

792

τbν ~ρωτά. τοu στ~ 6ά.θη της ψuχης τοu κΙΧi είπε στον έωJτό τοu, δτι, &ψοu

ή Τιτ(κα. εφuyε, άλλο δεν τοσ &πομένει π~~:ρ" δ θrivΙΧτος. :Ε:οr.ψvικ~ ~κοuει μιιΧ φωνή, ΠΟU φα.ινό~ν νάpχετοr.ι &.πο το δρόμο.

- Κύριε Μ&.ριε!

Ό ΜιΧριος σηκώθηκε f.Ιρθιος. - τι ε!γιχι; ε!πε.

-Έδώ ε!στε κύριε Μά.ριε;

-ΝΙΧι.

-Κύριε Μά.ριε, σ!Χς περιμένουν οι φιλοι σα.ς στό δδόφρα.yμα. της δδοσ Κα.ννα.6!οα.ς.

Ή φωνΥ] α.uτ+; θ€ν ήτοr.ν άγνωστη στό Μά.ριο. ~Εμοια.ζε 1ιε τή 6pα.χνΥ]

κα.t τρα.χειιΧ ψωΥ'ή της Έπινίνης. ~Ετρεξε ά.μέσως στήv πόρτα., μετιχτόπισε

το κά.yκελο, ΕΟγα.λε ~ξω tO ΚΕCf'ιiλι τοu κιχ( ολέπε ι 'gyr;.y Υ~ χά.vετα.ι τpέχοντα.ς μέσ' στό σκοτά.οι. Tou φιΧνηκε σιΧν vεα.pb πα.ιδί.

Ο κ. ΒΟϊΔΑΣ

Τό 6α.λά.ντιο τοσ Γιά.νvη Άγιtkvνη στοc~ηκε ά.νώcρελο στον κ. ΒοϊΜ. .. Ό κ. Βοϊδ!Χς &.ξιοσέ6αστος μέσ' στ.Υιν πα.ιδ ιά.τι:ι.η α.·jστηρότητά. του, aε θέλφε

γά δεχτεί τό δiiψο τ' οupανοσ. Δέν τό χι:φεσz δ νοuς tO!J 3τι l[γ('J. &στρο μπο­

ρεί ν!Χ γίνει νομίσματα. κor.l μά.λιστα. χρυσα. λοuοο6ίκια.. Πιi)ς να. μαντέψει δτι τb έξ oupα.νou ... χρ'Υjμα προερχ6τα.ν &.πό τό Γα.6pιά.. Πηγε λοιπογ τ~ χρ'ήμ.οr.­

τα. στήy ιiστuyομ.ίοr. ΚGr.l τιJ. ΠΙΧρά.οωσε σα.ν Ιiπωλεσθ:fyτα., ΠΟΙJ τ(). Οpήκz ΙΧuτος

κα.i τ' &φησε να. δοθοuν στο δικα.ιοuχο.

Βέ6οr.ια. τό 6α.λά:ντιο είχε χοr.θεί &.πό κά.ποιοv, &.λλr1. οΙ) τε cb ζ ήτφε κοr.­

νένα.~ οϋτε κιχl τbv κ. Βοϊ8ιΧ 6οήθησε.

~Άλλωστε, δ κ. ΒοϊΜς έξα.κολοuθοuσε νιΧ 6•Jθίζεται ολο Y.or.t πιο 6οcθει!Χ

στή ψτώχειοr.. 'Όλες τοu ot προσπά.θειες ν?.ι. κοr.λλιεργήσει το 1νδικό λοuλ4,κι

πijγα.ν χα.μ.ένες, &.π6τuχz κα.ί στό ΟΟ'tοινικb κηπο, οπω; είχε ά.:τοτύχει κor.t στό

Χ'fjΠά.pιό τοu. ΊΟν προηγούμενο χρόνο χρωστοuσε το•:ις μ.ισθοuς τη; κυρα. Πλόu­τά.ρχοu, τιhpα., δπως εϊθα.με, χpωστοuσε τί~ τριμηνίες τοu ένοικίου τοu. Το κοι­

τ~στημ.α. ιΧπ(ι το όποίο είχε οοcνειστεί, 6ά.ζοvτα.ς έvέχειρο τlς χοr.λκογp!Χψ ίες τοu ερyου τοu, ~ψοu πέρασοr.ν δεκοcτpεϊς μijνες τlς ποuλησε . 'Έτσι ο~·ι τοσ &.πό­

μεινε τίποτε ιΧπ' δλο τό 1tpyo της ζωης τοu. 'Άρχισε ν!Χ τρώει τα. τελευταίοr.

χρήματα &.πb τα &.ντίτυπα.. Rλέποντα.ς γό: τελειώγουν κι' α.uτ~ τα. λίγα χρ"ή­

μα.τοr., πα.ρ~τησε κα.l τον κηπο του ακαλλιέργητο ποu γέμισε &.γριοχόρτα.ρα..

Page 157: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

793

Πολu νωρίτερα. είχε πα.ριχτηθετ liπo τ~ δuό α.uγ~ κα.ι τό λίγο 6οδινό που ε­

τρωγε. Περιόρισε τ~ν τροφή του σέ ψωμί κα.i πιχτ~τες. Εrχε ποuλήσει κιχi τ~ τελεuτα.ϊα. του επιπλα. και δ,τι διπλό είχε σε σκεπά.σμσ.τα. κιχι ροuχιχ, τέλος

κα.t τtς χα.λκογριχφίες τοu κΙJtt τ~ τελεuτΙJtίΙJt &.ντίτuπΙJt. Δια.τηροϋσε δμ.ως α.κόμ.η

τά πολυτιμότερα &πό τά 6ι6λία τοu, μερικιΧ &.πb τιΧ δποία σπανιώτιχτα, μετα­ξu Q(.uτων ΚQ(.l τό «Διογένη Λα.έρτψ, τuπωμένον στ~ 1644 στij Λuών, με τiς

περίφημες παραλλαγ!ς στό χειρόγριχψο 411, ποu 6ρίσκετΙJtι στό Βιχτικιχνό,

γρα,μμένο στό δέκατο τρίτο α.!ώνα. κα.t στά δub χειρόγραφα τ~ς Βεν~τίας,

ποu δ Έρρίκος 'Ετιέν έξερεόνφε τόσο ά.ποδοτ:κά..

Ό κ. Βοϊδάς δέν &να.6ε ποτέ ψωτιδι στό 8ωμά.τι6 τοu κα.t κοψότα.ν πρtν

νuχτώσει καλιi, yι!Χ ν!Χ μΎ)ν καίει κερί. Νόμιζε κα.νείς δτι δέν είχε γείτονες,

δτα.ν ~6γιχινε τόν &πόψεuγαν κι' α. ο το 8! οιά.ψuγε &πο τήν προσοχ-ή του. Ή

δυστuχία ένός παιδιοΟ προκιχλετ τό ενδιαφέρον κά.ποιας μητέρας, ~ δυστuχία

!νος νέοu κινεί το &νοια.ψέpον κά.ποιιχς κοπέλλα.ς, ή δuστuχίιχ ένός γέρου δέ

συγκινεί κιχνένα. . Είνιχι &π' 3λες τiς δυστυχίες ~ πιο ψuχpή. ΠQ(.ρ' δλιχ ιχοτά.

δμως, δ κ. Βοϊδα.ς δέν ~χασε ~ντελώς τΥιν πα.ιδικΥι γαλήνr; τοu. το μ~τι τοu

~πα.ιρνε &.κόμη μιά. ζωηpά.οιχ 3τα.ν κο(τα.ζε τά. 6ι6λία. -τ;οu κα.ι μ!Χλιστιχ δτιχν

κοίτα.ζε το «Διογένη Λα.έρτψ>, ποu ~τα.ν μοναοικο &ντίτuπο. Ή 6ι6λιοθήκ'f/

τοu 'ijτcxν -τ;b μόνο επιπλο πού δια.τηροΟσε ά.κόμη, πέρα. ά.πό τ!Χ ά.πολότως ά.­

ναγκα.ία..

Μιδι μέρα. -ή Χυρδι Πλουτά.ρχοu το Ο είπε:

- Δέν εχω. ν' ά.γορά.σω τό φα.γητό.

Δέν ε!χe 8ηλα.οη ν' &.γορά.σει τό ψωμί ΚQf.t τίς λίγες πα.τά.τες, τό σuνη­

θισμένο.

· -Πάρε κα.l πες δτι θά. το πληρώσομε ά.ρyότεριχ.

-Ξέρεις κα.λά. πwς δέ μοΟ δίνουν μέ πίστωση.

Ό κ . Βοϊδα.ς &νοιξε τη 6ι6λιοθήκη τοu, κοίτα.ζε πολλην &ριχ τά. οι6λίΙJt

τb ενιχ μετδι -τ;ό "λλο, σδιν πιχτέpας πού ήτιχν ά.νιχγκασμένος νά. Οuσι~σει ενα

&.πο τιΧ ΠIJttOtά. τοu, έπειτα. &.pπα.ξε ενQ(., το6α.λε κά.τω &.πο τή μQ(.σχά.λη κα.ί

6γ'i')κε εξω. ~fστεpα. &πό οuό ώρες yUpισε χωp(ς τό 6ι6λίο, ιiψ'Ι)σε τpιά.ντQι.

σολοία. πά.νω στο τpα.πέζι ΚQ(.L ε!πε στήν κυρ!Χ Πλουτά.pχου:

- Ilιipε ψα.γητό.

Άπό κείνη τij στιγμ-ή, ~ κυρδι Πλοuτά.ρχου είδε νδι πέψτει πά.νω στό ιi­

θωο πρόσωπο τοu yέpou ενιχ σκοτεινο πέπλο, ΠΟU δέ σηκώθηκε ΠΟ'tέ πιά.

Την &.λλη μ.spCt, τήν πα.pCtπά.νω μέρα., κα.t κά.θε ιιέρΙJt ~τα.ν &.νά.γκη νrι

ποuληθεϊ κι' &λλο 6ι6λίο. Ό κ. Βοϊδά.ς ε6γαινε ιiπο το σπίτι μ' ε·ισ. 6ι6λίο

καt γόριζe: μ.' ενα. ιi.σημ.ένιο νόμισμcι.. Βλέποντιχς οί μe:τιχτφιΧτες των 6:6λίων δτι fιτσ.ν ά.νQ(.γκα.σμένος νδι ποuλιΧ τδι 6ι6λίΙJt τοu, τ' ιiγόρα.ζα.ν γιά ενα. ψpά.γκο,

α.tιτ!Χ ποu έκετνος τ!Χ είχε ά.γοpάσει είκοσι fι και τριά.ντα ψριiγκσ., πολλές φο­

ρές μά.λιστιχ &.π' ιχuτοuς τούς tδιους. 'Ό ενας τόμος δστεριχ ιiπο τον &λλο ε-

Page 158: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

794

cρεuyα.v, &σπου &δεια.σε ή 6ι6λιοθ~κ:η. ~Ερχονταν στιyμzς ΠΟΙJ ελεyε, εχει δ

Θεός, ειμα.ι όγδόντr:ι. χρονισν. Μιτb σήιια.ινε δτι ε!-χε τήν Ελπίδα πιJJς θιl. ;;ε­

λείωvα.·ι -:![ μtpε; του, ~plv τελειώσουν τ& 6ι6λ1α. του.

Ή μελαγχολία του μεγά.λωνε . .Μιχ μέρα. ομως δοκίμασε κ.αl μια χαρά..

Βγήκε ιι ' ενα β ιβλίο, ΠΟ'J το ποtίλησε ·φια.vτα.πέv;;ε σολδ(α. κα.l γtίριζε μ' ενα.

&λλο ποι) τ' &.y6ρα.σε σαράντα.

- ΧρωστιjΊ κα.ι πέν:ε σολδία., ~Ιπε χα.pσύμενος στ~ν κυρ& Πλουτά.ρχου.

Έκείνη :ήν Ύjμέpα. δεν Ιtφα.γε. 7 Ητα.ν μέλrJ; τi); Β-:;τα.νικής Έτα.ιρlας. 'Εκεί ή ψτώχεια. του ήτα.ν γνω­

στή. 7Ηpθε λοιπbν μ.ια. ιιέρα ν& τbν επισκεφτεί δ πρόεδρος τijς Έτα.ιpίας α.u­

της κα.l τοu uποσχέθηκε v&. μιλi;σzι σχετικa στον ύποuργο Γεωργίας, κα.t

πpαγμα.τικ& κράτησε τ-!Jν uπ6σχεσ~ του.

- Ma πGJς γίνεται , φών:ι:ξε δ ύπο'Jpyός. Βέβαια.! ΒέΌα.ια! 'Ένα.ς γέρος

&vΟpωπι:;ς έr.ιστήμωv! Βι:;;;α.νολ6γ-:;ς! 'Ένα. ς &vθρωπος ;;όσον &κα.κος! Ά να.μ.­

φι66λως πρέπει ν& γίνη κά.τι δι' ω)τόν.

Τήν liλi.rι μέpσ. δ κ. Βσϊδa; ~λr:ι.6ε πpόσχ.ληση ν7.. πά.ει στο γεσμα τοσ

ύπι:ιvργοu κ' εοειξε, -cρέμ.ι:ιv-cα.ς ά.πb τΥ) χαρά., τb γρά.μμα. στήν κυρά Πλου­

τά.ρχοu.

~ Σωθήκα.με! τΊj:;: εΙπε.

ΤΥ)ν δpισμέvη ι'ίψα τ:·ηγε στ(ι σπίτι τι:ισ •)πι:ιυpγοίί . Πα.ρα.τήρησε δτι τα.

pοuχα. του, τ& πα:πο{ιτσια. -cου, γ~vικ& ή τ.εpι6ολ~ του, r.pι:;;εvι:ιuσε κα.τά.πλΥ)ξη

στο•)ς ύπηpέτες. Κet.vένα.ς OEV τotj ιιίλησε , r:/.ίτε κ ι ' δ ιοιι:;; δ •)π-;υpγ6:;. KiXtl1. τtς δέκrk τΟ 6ρά0ι, ξyιj) &κόμη περlμ.ενε Χά.ποι~; ν~ τeιU ά.π~uθόνει τδ λόγο,

&κeιυσε τΎ) γυναίκα. τοu ύπουργοίί, ι])pα.ία. κuptα. μ' zξωμ:η τοuα.λέττet., πι:ιu οuτε

να. τr1 ν πλησιιiσει τ6λμησ~, να. ρωτα.: «Κα.λέ, ποιό:; είvα.ι &κείνος δ γέρο:; κtί­

ριος; » .

Γύρισε στb σπίτι του κα.τά τα. μεσάνυχτα, με τα. πόδια. κα.t με ραγδαία

6pοχ'ή. Είχε ποuλ'ήσει ενα. 6ι6λίο γι7. νσ. πληρώσει το ιiμιiξι, ΠΟ'J τf.Jγ πfjγε

στb σπίτι τοu uπουργοu.

Κά.θε 6ρά.δι είχε σΙJνηθίσει ν!Χ δια.6ά.ζει, πplv τ:λαyιά.σει, λίγες σελίδες

iπb το << Δι-:ιγέγ-η Λα.έpτψ. Γνώριζε &.ρκετdι κα.λ~ τcΧ. &.ρχαία. έλλψικdι καl

κα.τα.λά.6α.ινε κα.Η. τb κε[μενο . Αότ~ fιτι:ι.ν ή μόνη χet.pά., Υ} μόνη ά.πόλα.υση. · llέpασα.ν ετσι μzpικε; έβοι:ιμά.δες. Ξα.φνικα πέφτει &.pρωστη ·ή κυρα ΠλΌυ­

τά.ρχοu. Ί"πά.ρχει κά.τ ι &κόμη χ~ιρότ~ρο &π~ το ν& μή μπι:ιpεϊ:; ν' &yι:ιρ&σεις

ψωμί ά.π6 .:ο φοσpνο . Να. μ~ μτ:'.Jpει; ν' &.γοpά.σεις φά.pμet.κα. &πCι το φα.ρμα.­

κοπeι ι ό. 'Έv!J. δp&.δ ι δ γι7.-:pος διά.τα.ξz g,n ψipμ7.Μ ipκ~-.:σ. &.Υ.ρ ι βό. Κα.l σΟι.

' ' " ' ' ~ ' 1 1

' ,J, ' 1

' 6 θ • Ψι. μην ~ψτ!J.vε α.υτο η 7.pρωστει?. χειρ-:;:ερευε κ?.ι •1>et.v α.να.γκη να. ρε ει νο-

σοκ6μα. . Ό κ. Βeιϊδfι.; ~.νι:;ιξε -:ri 6ι6λιοθήκΎJ -:lju, οέ'ι εΙχε ά.πομείνει ηλο 6ι-

6λίο, τό μ6 ·ιι:ι πc.ύ είχε κρα.τ~σει fjταv 6 << Διογένης Λα.έρτης» .

Τό πΥjpε κά.τω ά.τ:6 τή μα.σχά.λη καί 6γijκz εξω. ~Ητα.ν 4 'Ιουνίου 1832.

Page 159: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

795

'Λφοσ περιπλα.ν'ήθηχε ±pκετη ι'ΙψΧ, γupι'Jε με ~Χrι.τδ φράγκ?.. 'Ακούμπησε τη ,..., ' , •ι ι ' \ ι " - '' ' "'-ΥJΛΥ) με τχ είκι:.'Jι πεvτι:.ypχγκα. κο·ιτχ στο προσκεψα.ΛΟ της οφρωστη; Χι

iποΙJupθψ'.ε στο δωμάτιό τοu, χωρlς v7. 6γά.λει λέξη.

Την &λλη μέp?., πρl·ι iκ6μη ξη:ιc:ρι;Jσει καλά, 6γηκε κα.t κάθισε στόν

κήπο τω, κοvτχ -:;το φρά.χτη κ' Ξμεινε κει &κ!νητος ιιz σκυμμένο το κεφάλι.

Κάρφωσε τ6 μά.τι του π.±vι•J σclς μα.prι.μένες πρασιές ":QU. 'Έορεχε κα.τ& διrι.­

ση'ιιι?.τα., &λλά α/ιτός ψ7.ιv6τα.·ι vά 11-IJ τό κα.ταλα6rι.1vει. Τό iπ6γευιι7. της r­διΙΧς ·ήμέρα.; Πripά.ξεv-:ιι θ6p!J0(,[ ξέσπΜΙΧΥ ιιέσ' στο Πcι.ρ[σι. 'ΈμοιΙΧζ?.V με εκ­

πυρσοκροτήσεις δπλων, σά,y :ουψεκιές.

'Ο γερο - Rοϊ~άς 'Jήκωσε το Χεψά.λι τ'.i Ι) πά.νω &πο το φpιiχτη Y.7.l είοε

~να.v πεpιοολάpη πο•) πεp'Jοuσε σ:ο δρόμο.

-η ε[ν7.ι; τι τρέχει; τον ριJηησε.

'() κηπ'.iυp6ς, κρατt!Jvτας "=ΎJv τσάπ7. σ":οΥ rfψo, &πά.vτησε &τάρα.χα.:

- Τ1.pα.χες ξεσψιί>θψαν, :πα.νά.σταση i!χομε.

-::- Τα.p?.χές; - Να.1, Χ"=υπιοuvτα.ι.

- Κα.ι για.τί χ~·;πιοΟvτα.ι;

-"Α! γι~τl χi'JπιοQ',ιτα.ι pωτΖς! είπε δ κηποup6ς.

- Σ~ ποιό μέpο;; ξα.να.ρώτησε δ Χ. Βοϊδά.ς.

-'Εκεί, κατ~ το 'Οπλοστάσιο.

~() γερο - ΗιiίδιΧς μπi)κε στΟ σπίτι τσΙJ, πfιρε τό κ -~πέλλ'J -:ou, ζ ~~ησε

μηχα.'ΙtΚ& if.ψχ ~t6λί'J yt& ν?J. το κρατά κά.τω &π~ τ-η μα.σχά.J.η ΚΙΥ. l !lYj 6pt­σκοντα.; κα.νzνο:, εΙπε:

-"Λ, λησμ6ν-ησα.! ... κα.l 6yrjκε στοuς δρ6μοuς σαστισμένος.

Page 160: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 161: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΚΑΤΟ

Η 6 ΙΟΥΝΙΟΥ 18~2

Α'

Η ΕnΙΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟ!

Άπό τι 8ΥJμιοupγεττ~ι μι~ στιΧσΥJ; 'Από τό μΥJ8έν κι' &.πό δλ~. Άπό ή­λεκτρtσμό ποu σχ'Υ)ματίζετα.ι λίγο - λίγο, &πό μια. φλόγα. ποu ξεπετιέτ~ι ξα.­

φνικιΧ, &.πό μι& 8όν~μ'ΥJ ποt.ι πλα.νιέτα.ι, &πό μ.ιά. πνοή ποt.ι πεpνά.ει. Ή πνοή α.ότή σuνα.ντli. κεφιΧλια. ποu σκέπτοντα.ι, πνεuμ.α.τα. όνειροπολοuντα., ψuχές ΠQ'J

όποφέροuν, πά.θη φλογισμένα., φτώχειες πο:) οupλ~ά.ζοuν, κα.l τά. ξεσηκώνει.

Γιά. ποσ; - Στήν τύχ'Υ). Μέσα. &πό τίς πολιτείες, &πδ το•),-; νόμοuς, &πό τrιν εόημε­

ρία., τΥjν σ.λα.ζονία. κα.!. τον κuνισμο τGJY ιΧλλων &νθpώτ.:ων.

0! όργισμένες πεποιθήσεις, οί πσψοξuσμ.ένοι &νθοuσια.σμ.οί, ο! &ρεΟισιιi­νες ά.γα.να.χτήσεις, οί σuγκρα.τ'Υ)μένες &ρειμ.ιΧνιες δρμές, οί &ζrιμ.μένες νεα.νικες

τόλμες, οί γεννα.!ες τuφλότητες, ή περιέργεια., fι &πιθuμ.ία. της d.λλα.yης, . ή 8ίψα. τοϋ &.προσ8όκητοu, τά. &.κσιθόρtστα. μίση, οί μνησικα.κίες, κά.~ε κε'ΙQb'J_~

ξία. ποu νομίζει δτι ή μοίρα. δ!ν τή 6οηθ~, τά. κενά. δνεφα., ή έλπίδα. νΙ-;. 6p'J•jy &.πό τό γκρέμ.ισμα. μ.ιιΧ οιέξοοο, κα.ί τέλος, χα.μ.ηλότεpα. , Ει ουρψετός, δ 6'JJρ~

κος ιχ.ότός ποu πιχ.ίρνεt εuκολα. φωτιά, νά. τά. στοιχεία. μιιiς στά.σr;ς, μι&ς zξa- .· γερσης;.

uο,τι Πtό μεγά.λο κα.ί δ,τt πtό &θλtο. Ή στά.ση ε!να.t l.να. ε!οος σίψοuνα.

τ~ς κοινωνικ~ς &.τμόσφα.ιρσ.ς, σίφοuνιχ.ς ποu σχημι'lτίζετα.ι σε μιά. δρισμένη κα.­

τά.στι'lση κοινωνικijς θερμοκρα.σία.ς κα.!. σέ μιά. στιγμή. Στό σψο6ίλισμά. τοu

σηκώνετα.ι, τρέχει, ,6pοντάϊ, &.ποσπιi, γκpεμ.!ζει, ξεppιζώνει, ποψα.σέρνοντα.ς με­

γά.λες Κι'lί μικρές φύσεις, τά. 1σχupά. κιχ.l τ' &Μνα.τα πνεύμ.α.τα., κσpμο,';ς ~t ·,~ .. τρων κα.t ctχupα..

Page 162: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

798

Άλλο1μ.οvο σε .;.είΥΟΥ ποlι σuνεπηρε, κι' &.λλο!μ.ονο σε κzίνον ποlι θ& σκον­τάψει &πάνω του. θ& τοlις σuντρίψει, θ& τοlις &ξαψανίσει και τοlις δuό.

Σ' αuτο•)ς ποlι συνεπαίρνει μεταδίνει μιά. παράδοξη Οόναμη. Γεμίζει τον

τuχόντ::ι. μ.έ τ'fι Οόν::ι.μ.η των γεγονότων, τοlις μ.ετΙΧοά.λλει δλοuς σέ δοίδες. Τόν ιiχθοφόρο τον κάνει στρατηγό.

Σuμψωνα μέ μερικο•)ς κα.t κα.τα.χθόνιοuς πολιτικοuς, μιά. μικρη έξέyερση ιbφελεί τ'fιν έξουσία. Είναι &ξίωμα.: ή &ξ έγερση έδραιώνει τις κυοερνήσεις

πο•) δέν μπόρεσε ν' ιiνα.τρέψε:. Γίγεται &φορμη νά. δοκιμαστεί ή πίστη τοu

στρατοσ, συγκεντρώνει τοuς ιiστοuς, ξεμοuδιάζει τά. μπράτσα της ιiστuνομίας.

ΕΙναι μι& γυμναστική, σχεδbν μ.ιχ όyιεινή. Ή &ξουσία ΙΧ1σθά.νεται τον tΙΧuτό

της πιο γερο δστερα. ιiπό μ.ι&ν έξέγεpση, οπως δ κpuολογημ.ένος δστερα ιiπό

μ.ι~ κΙΧλ'fι έντριοή.

Β'

ΤΟ ΒΑΘΟ~ ΤΟΥ ZI-ITI-IMA ΤΟ~

'fπά.ρχουν δuο ξεσπάσμΙΧτΙΧ όpγijς, ή στά.ση ΚΙΧt ή έξέγερση, ή μιΙΧ εχει

ά.δικο, ή ά.λλη ~χει δικα.ίωμα.. Στά. δημοκρα.τικά. πολιτεuί.ια.τα., τά. μόνα. ποu ΟΙΧσlζονται στ-ή Οικαιοσόνη, σuμ.οα.(yει κό:.ποτε YtX σψετερίζετα.ι τ-ήy &ξοuσ(ΙΧ

μιά. φα.τρία.. Τότε ξεσηκώνεται το σUνολο, καί ή &ναγκαία διεκδίκηση των δι­

καιωμάτων τοu, φτάνει πολλές φορές &ς τb σημείο νfι. πάρει τά. δπλα. Σ'

δλα τ& ζητήματα ποlι ιiφοροuv τη σuλλογικη κuριαρχίΙΧ, δ πόλεμος τοσ δλοu

κατ& τοσ μέρους είναι έξέyερση, ή έπίθεση τοσ μέρους κατ& τοσ δλου εί\Ι'ΙΧι

στάση. Ή επίθεση κατά. τοσ Κεραμεικοσ είναι ά.δικη η δίκα.ιη, ιiνάλογα. με

τό τί ιiντιπpοσωπεuει, τό 6ασιλι& ~ τ-ή δημοκρατικ-ή Έθνοσuνέλεuση. Τό rδιο

κα.νόνι στημένο κατ& τοσ πλήθοuς, α.λλοτε εχει δίκιο κι' ά.λλοτε α.δικο. ·π

&πιψιΧνεια. ε!vα.ι ~ fεiια., το 6ιΧθοs εiια.ψορετικό. Τά. μ.ισθοψόρα. στρα.τεόμ.α.τα. ό­

περα.απίζονται τ-ήν ψευτιά., ό Βοναπάρτης τ"ήν &λήθεια. 'Εκείνο ποu επλα.σε ή

κα.θολικη ψηφοφορία. με την ελεuθερ!α. κα.ι την κuρια.ρχία. της, σε μπορεί νά.

ΚΙΧτα.στραψεί &πό τ-ήν οχλαγωyίΙΧ τοu οpόμοu.

Το ϊδιο συμβαίνει καί στ& ζητfιματα τοu πολιτισμοίί, χθές τb πλijθος

Ε:6λεπε με κα.θαρο μάτι, α.uριο ένδέχετα.ι. νά. βλέπει με θολό μάτι. Τό σπάσιμο

των ι_ι.ηχανων, ή λεηλασία των &ποθηκων, ή κα.ταστροψ"ή των σιδηροορόμ.ων,

ή &νατlναξη των &ποοαθρων, τό ξεστράτισμα τοu πλΎjθοuς, ή &ρνητική στάση

. τοu λα.οσ προς τ-ή ν πρόοδο, δ Pcψ .. u δολοφονοuμενος &πο τοuς μα.θητές, ό Ροuσ-σw έξωστρcι.κιζ6μενος &πο τ-ήν Έλοετία κα.t λιθοοολοuμενος, ε!ναι στάση.

Το Ίσρα.i)λ ενάντια στο Μωuσή, ή 'Αθήνα ενά.ντια στο Φωκίωνα, ή Ρώ-

Page 163: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

799

μη &νάντια. στό Σκ_ιπlωνα., εΙνrχ: στ7.ση. Τό Πrχρίσι &νάντ:α. σ·crι Βα.στlλλr1 ,

είναι έζέyψ~ΥJ. Οί στρατιώτες &νά.ντια στον 'Αλέξανδρο, οί ναuτες ενά.ντια

στο Χριστόφορο Κολόμβο, είναι μιά κιχί η ιχότΥj ιΧποστιχσί?:. Γιατί; Έπειοη

αUτό πc/J εκα.νε δ 'Αλέξα.γΟρος γι~ τήν 'Ασία. μ .. ε τQ σπαθί είναι α.ότΟ ποU

εκιχνε ό Κολόμβος yιά την Άμερικη μέ την πu;ίδιχ. Ό 'Αλέξανδρος δπως κocl

ό Κολόμβος &.να.κrχλόπτουν eνα.ν κόσμο. Αuτές οι δωρεές ένος δλόκληροu κό­

σμοu στον πολιτισμο δυνιχμώνοuν τ-Υ) λάμψη τοιι, ίf)στε, κάθε &.ντίστιχση σ'

α.uτη την προσφορά αποτελεί ιΧδίκΥ)μΟC. Κιχμμ:ά φορα. δ λαός προδίνει τον

έα.uτό τοu. Ό οχ λος ε ίνα.: &κείνος ποu τον προδίνει. Ό σειοι~ος <Χ π ο τ~ πάθη ΚιΧt την &.μά.θεια. εΙνα.ι εντελιϊ)ζ διιΧφορετικο; &.π6 το σεισμο της προόδοu. 'Εξέ­

γερση, να.ί, &.λλ?; γι!Χ λογαριασμό ένός μεγαλείοu. Δείξτε μοu, γι!Χ ποσ κατεu-

θ , 'Ε!: , • ό , - I , , κ , θ "λ λ , ξ , uνεστε; .,εγερση εινrχι μ νο εκεινο ποu πα.ει μπροστα.. α. ε α. η ε εγερ-

σ'f) είναι 6λα.6φή. Κά.θε 6ίιΧιο 6ijμα. ποu δδηγεί πρ/:ις τα. πίσω είνιΧι στάση,

είνα.ι όπισθοδρόμ ηση το σ &.νθριίJπι νοu γένοuς. Ή &ξ έγερση είναι ή οργισμένη

<Χλήθεια.. Ό Ντα.ντον κα.τ~ τοu Λοιιδο6ίκοιι _ δεκάτι:Fu εκτοu, εΙνα.ι εξέγερση.

Ό Έμπέρ κατά τοσ Νταντόν, είνιχι στάση.

Γι' ιχότό, κιχθι!Jς λέει ό Λα.φα.γιέτ, rJ.ν η εξέγερση, σε μερικές περιστά.­

σεις, είνα.ι τ/:ι π:ό ιερο κα.θijκον, ή στάση μπορεί να. είνα.ι ή πι/:ι όλέθρια. &.πό­

πειρα.

Κά.θε ενοπλΥJ διαμαρτuρία, &.κόμΥJ κοcί ή πι/:ι δίκαιΥJ, &.ρχίζει &.π/:ι την

ϊδια &.κα.τα.στα.σία καί ταρα.χή. Πρίν να.ρθεί το ψώς στ/:ι δίκιο, γίνετα.ι φασα.­

ρία., όχλα.yωγία., θόρu6ος κα.ί &.φρός. Στήν &.ρχΎ) ή έξέγερση είνα.ι στάση, δ­

πως ό ποταμός στrιν &.ρχη είναι χείμαρρος. Σuνi)θως έκβά.λλει στόν ωκεανό,

ποu λέγετα.ι &πα.νάστα.ση. Κάπ-.:ιτε δμ.ως ή &ξέyερση, &νώ κα.τε6α.ίνει &.πό τtς ψηλες έκεϊνες κορφές ποu δεσπόζουν τον Υjθικb όρίζοντα., δηλα.δ'Υ) τη δικα.ιο­

σόνη, τij σοφία., τij λοyικi), τό δίκιο, και σχημα.τίζετι &.πό τό κά.τα.σπρο χιόνι

τοσ tδα.νικοu, uστεpα. &.π/:ι μακp/:ι κα.τpακuλισμα &π/:ι 6pά.χο σε 6pά.χο κι' &.ψοu

καθρεφτιστεί στ& κατιχκά.θαρα νερά. τ'f); δ οuρα.νο; καl πλ'f)θuνει στΎ) θρια.ι.ι-

6ετJτική της πορεία. &.πό χίλια. ποτα.μ<Χκια. ποu χuνοντα.ι ο' α.\ιτi)ν, χάνεται ξα. ­

ψνικ!Χ μέσοι σε βόθρο, 8πως δ Pijvoς μέσιχ στό τέλμα.. Ό βόθρος α.οτος σκά­

βεται πά.ντιχ iπο τά περιορισμένα. κα.t (διοτελη σuμφέροντιχ της &στικης τά.ζης.

'Όλα. α.ότ!Χ δμ.ως &.νήκ-.:ιuν στο πα.ρελθόν, τό μέλλον είνα.: &λλο. Ή κα.θο­

λικi) ψηφοφορία., eπίτεuyμα. τιϊJν τελεuτα.ίων χρόνων, εχει α.uτ/:ι τ/:ι &.ξιοθα.uμα.­

στο, οτι &ποσuνθέτει τη στά.σΥ) στη γέννησi) τΥ)ς, και οτι, δίνοντας ψηφο στrιν &ξέyεpση, της &.φα.ιpεί το δπλο. Ή έξά.λειψη τGJν πολέμων, κα.ί τοu έμφόλιου

κα.ι τιϊJν σuv6ρωv, είνα.ι 1) &να.πόφεuκτη πρόοδος. αΟ,τι κα.ι FJ.ν είναι το Σήμε­

ρα, τό Α\)pιο θ% είναι η ε(ρ'ήνη.

Όπωσοrιποτε τ~ ιδιοτελή ΟΙJμφέροντα. της &στικης τά.ξης έλά.χ;στα ψρον-'ζ I 'θ ) ' , ~ , ~ , ' ' , '!: ' Γ ., ' \ '' τι οuν νΓ/. μα. οuν κα. ,7. τι ι;ια.φερει η στα.ση α.πο την ε.,εγερση . ι α:ηην ο-

λα. είναι ά.να.τpοπή, &.ντα.pσία. κα.ί τα.pα.χή. Ό σχόλος ζητά ν&. δetγκάσι:ι τον

Page 164: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

80U

&ψέντη του, πρέπει λσιπόν νά. τιμt.)ρηθεϊ, ν' &.λυσοεεθεϊ. Γιχυγίζει διιως δ σκό­λος, !τσι ιiλuσοδεμένος κα.t δαρμένος, &ς ·~του τό κεφά.λι τσu σκ•Jλου γιγrι.·ι­τώνετα.ι ξα.ψνικιΧ κιχι μ.έσιχ στο σκοτ~οι ψα.!νετα.ι σ~ν κεφά.λι λιοντα.pιοu.

Και τότε fι &.στικΎ) τά.ξ") φωνά.ζει: «Ζήτω δ λιχός! ,, . Τώριχ, μ.ετιΧ τΎjν έξ'ήγ~ση α.uτ'ή, μπαίνει το &ρώτημ.οc, τί ε!νοcι γι& τ-ήν

ίστορίιχ το κίνημιχ τοu 'Ιουνίου 1832; Στά.ση ή εξέγερση; Ε!να.ι έξέγεpσΎ).

Το κίνημ.οc έκεϊνο ε!χε τόσο μεγα.λείο κα.i στΎjν α.tφνίδια. εκpηξ'ή του καl στΥ} θλι6ερΎ) κα.τά.πνιξ~ τοu, wστε κι' rι.ότοt ποu τό θεωροuν σ~ στιiση, τό ιi­νιχψέpοuν με σεβασμό.

Τ~ γεγον6τοι. ποu θιΧ Sιηγηθοσμε, ιiνιiγονται στό δρα.μα.τικό καt ζωντα.νο &κείνο μέρος της [στορία.ς, ποu δ ιστορικός τιΧ πιχpιχλείπει ιiπο ελλειψη χρό­

νου κοι.! χώρου. Κι' δμως σ' α.uτό, κα.θώς εrπα.με, βρίσκεται ή ζω-ή κσιt δ πσιλ­

μός τ'ijς ψοp~ς τών &νθpώπων.

Γ'

ΜΙΑ ΚΗΔΕΙΑ AlτiA ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ

Κα.τιΧ τ-ήν &νc. ι ξη τοΟ 1832, πα. ρ' δλο πο•) έπi τpείς j.J.Ύjvες fι χόλέρα. εt­χε πα.γι!1σει τιΧ πνεuματα κα.i κατzuνιiσει τ-fιν όpy-f1 τους, το Ποι.pίσι Υjτα.ν προ

πολλοσ ετοιμο γιιΧ έξiγεpση. ΌΗ πόλη τοσ Πα.ρισιοσ μοι~ζει με πυρ()66λο, ποu

δταν είναι γφά.το, φ-:&.νει μιιΧ σπίθοι. γι~ ν:Χ πrkpει φωτιιi. Τον 'Ιοuνιο τοσ

1832, Ίι σπίθα ~·cα.·ι 6 Αά.νατος ένός στpατηγοσ, τοu στρcιτ")γοu Λαμά.ρκ. 'Ο Λα.μόψΥ. ·Τιτ.σ.ν άνθρωπeις ποu ε!χε φήμη κα.ί δριiση. Ε!χε φανεί &v­

δρείος καt στό τ.εδί'J -:rις μά.χης έπt Να.π>:ιλέeιντιχ, κιχt στο οημ.α. τής Βουλής

ιιετιΧ τΥ}v παλινόρθωση τών Βωρ6ό·ιων . "Ήταν 1κcινος ρήτορrι.ς , δπως κσιt γ~ν­

νrι.το ποι.λληκά.pι. Τον α.yσ.ποϋσε δ λιχός, γισ.τί πίστευε στο μέλλον, τον &γα.­

ποuσε δ 15χλοι;, γιrι.τt είχε yzννrι.ίσ. πολεμήσει στά πε8ία τijς μrkχης κrι.l είχε

uπηpετήσει πιστά. τον α.:Jτοκρά.τοpα.. 'Αποστρεφόταν τiς σuνθi)κες -cou 1815 σάν μ.ιά προσωπικΥ] προσ6ολri κσ.t μ.ισοΟσε τον ΟύΕλιγκτων. Ό ΝΙΧΠ()λέων πέ­

θανε προφέροντα.ς τη λέξη σ τ p α. τ ι ά.. Ό Λα.μάρκ πρόφερz τ·f; λέξη

π σ; τ p 1 ο σ;.

'Γο θά.νιχτό τοu τ.ον περίι.ιενα.ν. Ό λσ.ος τον z6λεπε καί τον ψο66τ:ι.·ι -,7:ι

ιiπcίJλεια. καt ζημιά. του. Ή κΙJοέρνηση σιΧν εόκα.ιρία. Ό θά.να.τσς σ. 1)τbς ΕfΞpε

πένθος. 'Όπως κά.θε πικpίιχ, ετσι και τό πένθος μπορεί νιΧ δδηyrισεl σ' εξέ­

yεpσ"). Κι' α.ότο &κρι6ώς eγινε.

Τ'ήν παρα.μον'ή κrι.t το πρωt τής 6 Ίοuν1οu, fι;ιzrσ. τ:ο·~ δρίστηκz γ~~ την

Page 165: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Παντού, στούς δρόμοt~ς, στ~c; πλατFίFι;, στtι; lι.γορfι;, tργ/ι.τες, φοιτητές , μfλη όρ­

γανώσεων, κάθε είδοιις ι'ί.νθριιJΠΟL, διάοαζαν προκηρίιξεις, φιίJναζαν «Σtά οπλα!»

~σπα~αν, &νό.σκαl>αν, σήκωναν δδοφρctγματα.

Page 166: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 167: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

801

Κ'r)οεlσ. τοϋ Λσ.μ.&.ρκ, τό προ&.στιο τοu Άγlοu Άντωνlοu, dπ' δποu θ~ περνοϋ­σε "ή σορός;, π'l)pε δψ'J) φο6ερij. Ό καθένας δπλιζότα.ν μ' δ,τι πρόχειρο εδρισκε.

'Ένα.ς !νθρωπος, μέ τ' iSνομιχ. Ζιχκελ!ν, &νθpωπος οpα.στijριος, πλφ!σ.ζε

tούς έργιiτει;; πού περνοϋσιχν, δποιοι κι' ιiν ήτα. ν, κιχι τοuς !λεγε:

-'Έλα. ν~ σέ κεριiσω.

Πλήρωνε δέκα. σολοlα. κpα.σί κα.ί τous pω-.οuσε:

-"Εχεις δοuλειά.; • -'Όχ,.

- Πήγα.ινε στην πuλ'r) Σα.ρόν, θ~ 6pείι;; κιiποιον ποu λέγετα.ι Φιλσπιέp

κα.ί θα. σοu δώσει δοuλει&..

'Εκεί δ έργά.tΎJς εi.ίρισκε δπλα. κα.ί φυσίγγια..

Μερικοί γνωστοί ιiρχ'r)γοί !κα.νοιν τόν •οιχuορόμο, 81Jλα.ο'ή ετρεχιzν ιiπό τόν ενσ. στόν &λλο κα.ί τοuς !στελνιχν νά. εlοοποιήσοuν κοιι νά. μιχζέψοuν τοuς

ιiνθρώποuς -rouς. Σ-.~ κα.πηλε'~ μα.ζεόοντα.ν δμιiδες κα.t ψιθύριζαν:

- Ποu lχεις tό πισ-.όλι σοu;

-Κ&. τω &.π' τ~ μπλοuζα. μοu. Κ' έσό;

-Μέσα. στό ποuκά.μισό μοu.

Λαιπόν, στίς 5 Ίauν!ou, "ή ΚΎ)δείιz τοσ στρα.τ'Υ)γοσ Λα.μ!Χρκ διάσχισε τό

Πα.ρlσι μέ κ&.θε σ-.ρα.τιωτικ~ μεγιχλοπρέπειοι, οιόξΎ)μένΎJ κα.ί &πό t~ προφuλα.­χ-.ικ~ μέτρα. τijς έξοuσία.ς. Δuό τιiγμα.τα. πεζικοu κιχ!. δέκα. χιλιά.οες ~θνοψροu­

ροί σuνοοεuα.νε τό φέρεψο. Π!σω τοuς ιiκολοuθοϋσα.ν τ~ πuρο66λα.. Τ~ νεκρο­

φόρα. τ'ή σέρνανε νέοι. Άκολοuθοuσα.ν &μέσως &πόμα.χοι ιiξιωμα.•ικ.ο(, κρα.•ώv­tοις κλοιρι~ δά.φνΎ)ς. 'Έπειτα. &πειρο πλijθος, τιχρα.γμένο, πα.pά.ξενο, πpόσψuγες

&π' δλα. τ« !θνη μέ σημιχίες ισπιχνικές, ι-t~λικές, γερμα.νικές , πολωνικές, πα.ι­δt~ μέ κα.τα.πριiσινα. κλα.ρι~ στό χέρι, &ντρες μέ ριχ6δι&., &λλοι μέ ξlφη, 6ιΧ.­

οιζα.ν ιiκα.W.στοι'tα., &λλ~ δλοι μέ μι~ ΦuX'iJ· Άνα.ρ!θμΎ)tΟι θεα.τές στούς δρό­

μους, π&.νω στ~ δένψοι~ σ'tοuς έξώσ•ες, σ-.ις σ-.έγες, μuρμ'ηyκιές ιiπό &ντρες, γuνα.ϊκες, πα.ιδιιi. Τ~ μά.τια. γεμά.•α. &γωνία. κa.i περιέργεια.. ~Ενα. πλήθος δ­

πλισμένο περναuσε, κ' ενα. &λλο πλijθας σκεψ-.ικό κι' &νήσuχο κοίτιχζε.

Πα.ρα.•ηροϋσε κιχι fι κu6έρΥ"ησΎ). Πα.ρα.τηpαuσε μέ τό χέρι στ~ λα.6ή τοΟ

ξίψαuς. Ή α.όλή -.οο ΛοU6ροu ήτιχν γεμά.'tΎJ πuρο6ολικ6, στήν πλιχτε!ιχ Λοu­

δα61κοu Οεκά.ταu πέμπτοu, τέσσεpες ϊλες [ππικοίi εταψες Π~Υω σ-.' ιί.λογιχ, πιό

κε-ι άλλες !λες δρα.γόνων. Στούς στρ~τωνες· είχε οιιχτα.χθεϊ έπιψuλα.κή. Ή ~­

ξοuσίσ. κριχτοuσε π&.νω ιiπό ... ~ κεψ&.λιιz tou ~πειλητικοϋ πλijθοuς; εtκοσιτέσσε-' ρες χιλιιiδεςς στpιχτιώτες μέσιχ στ~ν πόλη κιχι τρ ιά.ντα. χιλιΜ;ες σ't~ προά.σ-.ιιχ .

'Ανά.μεσιz σtό πλ~θος πού σUνόδεuε τ~ν πομπij, κuκλοφοροuσα.ν δι&.φοpες

ψΥjμες. 'Ένα. πρόσωπο ιί.γνωσ-.ο σ~οpποσσε -.ην είδφ'Υ) δτι, σέ μιά. δpισμέΥΎJ

ώριχ, οuό έργ&.τες θ&νοιγcι.ν τήν πόρτιχ &νός έργασ•ιχσίαu δπλων. 'ΕSώ κα.t κεϊ ,

μέσα. στό πλijθος, -.ό κuριιχρχΎ)μένο ιiπό εδγενικές σuγκιν'ήσεις, €6λεπες κιχi. φuσιογνωμ.!ες κιχκοποιων κα.t ά.χρείσ. στόμιχτιχ, ΠQU eΗγσ.ν: «"Qριχ γιά. ~ρ-

51

Page 168: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

802

πσ.γ~, yιά. ρεμοόλσ.» . Για.τί μερικές τα.ρα.χές &.να.κα.τώνοuν τδ ~uθδ τώv τελ­μri.τωv κσ.ι τότε &.vε6α.ίvει στο κα.θσ.pδ νερό άφθονος 6οuρκος . Αότb τb φα.ιν6-

μεvο οέν ε!να.ι ξ.i-; cι ~ ·;;ίς «κσ.λα όργα.νωμ.ένες» ά.στuνομ.ίες.

Ή πομπij προχώρ"ησε μέ &.ργά. 6~μσ.τα. κ,α.ί πένθψ'ΥJ &πισ'Υ)μότψσ., &.πb το σπCτι τοu πένθοuς, ως τ'i) Βσ.στίλλΥJ. Κσ.τά. δισ.λείμμα.τσ. ε6ρεχε, &.λλά. το

πλήθος eμενε &.οιιΧφορο. Πολλά. έπεισόοια. σημειώθηκαν κα.τιΧ τη δισ.δρομ.iι.

Κα.θwς τδ φέρετρο εκα.vε τό γόρο της στ~λ'ΥJς Βcχντώμ, πέτρες ρίχτ'Υ)καν κα.τά.

τοu οοόκα Φtτς - Τζέ'ΥJμς, ποu ψri.νηκε σ' εvα. μπα.λκόνι με το κσ.πέλλο στο

κεψιΧλι, δ γcχλα.τικbς &λέκτορcχς &ποσπιΧστηκε &.πb μιά. λα.ϊκΥj σημ.cχία. κcxt ποδο­

πατ~θ'Υ)κε μέσα. στ~ λά.σπη, ενα.ς χωροφόλα.κα.ς πλ"ηγώθrικε κα.τ& τ~ δια.δρο­μ.Υj μέ μιιΧ σπα.θιά., ενcχς &.ξιωματικος φώναξε «εΙμ.α.ι δΎ)μοκρσ.τικός i ». Ο! φοι­τ'Υ)τi::ς τοu ΙΙολuτεχνείοu, πα.ρά. την &.πσ.γόρεuσ'ΥJ, εψτcχσcχν κι' αότοt και τijν

έμψά.vισή τοuς το πληθος τ~ ν όποοέχτrικε με φωνές: «Ζ~τω το Πολυτεχνείο!

Ζήτω ή δημοκρα.τίοι!». Στη Βcχστ(λλη μοικρές γραμμέs κι' ά.λλωv περίεργων,

·ποu κα.τέ6σ.ινcχν ιiπο τη σuνοικίσ. τοu Άγίοu Άντωνίοu, ένώθrικα.ν μ.έ την πομ.­

πη κcxt τότε ά.ρχισε ~να.ς ψο6ερδς <Χνα.6pασμός.

'Ένα. ς &.κοόστrικε νά. Μι:: ι στο α,πλανό τοu:

-Βλέπεις έκεϊνον έκετ ιιέ το κόκκινο γενιiκι; .~ό'tός είνσ.ι ποu θιΧ πεί . πότε πρέπει νά. πuρο6ολ'Υ)σοuν.

το φέρετρο πF..ρα.σε τi) Βα.σ•ίλλη, προχώρησε κ' εψτα.σε στη γέψuρα. τοu

Άοόστερλπs. Έκι::τ c;τα.μ.ιiπισ;;. 'Ένο:ς κόκλος σχημ.σ.τίστηκε γόρω ά.π' σ.οτό.

Το άπειρο πλΥ)θος σώπασε. Μιλοuσε δ Λα.ψα.γιέτ, &.ποχα.ιρετοίίσε το Λα.μιΧρκ.

υΟλα τα. κεψri.λια. ά.ποκσ.λόφτηκα.ν κι' ολες οί κα.pδιες επσ.λλσ.ν ά.πο σuγκί­

v'Υ)ση. Τότε πcχροuσι&.στ'ΥJΚε ενα.ς κα6α.λιiρης ντυμένος μέ μα.Ορσ., &.νιiμεσα. στο

ιtλijθος, με μια. κόκκινrι σημα.ία., μερικο!. λένε Π(ίJς κpα.τοίίσε ενα. κοντά.pι μέ

κόκκινο σκοίίφο.

Ό Λcχφα.γιές cΧπόστρεψε τδ πρόσωπο.

Ή κό-ι.κινη σημσ.ία. ξεσήκωσε θόελλα. κα.t χιΧθηκε μέσct σ' σ.ότήν . Μι~

ψο6ερη κρcxuγij σηκώθηκε, μια κρσ.uγη ποlι σuντιiρσ.ξε δλο το πλjjθος.

-Στο Πά.νθεον το Λα.μά.pκ! στο Πά.νθεΟ'I! -'0 Λ?.ψαγιέτ στο Δημα.ρχεϊο! ΙΙολλοι νέοι, ένώ δ λαός ζητωκρα.όγαζε, ~σuρα.ν τή νεκροψόρα προς τη

γέφuρα τοίί Άοuστερλιτς κα.t το Λcχψαγιέτ, μέσα. σ' ενα. ά.μιΧξι, προς το 8rι­

μα.ρχεϊο.

Στο μετα.ξό, &.πο την ά.λλrι α.κρη τής γέψupας, φάνηκε το !ππικό Π?οJ·

έpχότα.ν -να. κλείσει την zξοδο. Στ-ή δεξιά. 5χθ'fJ, άλλο ίππικο με δρα.γόvοu; πα.ροuσιri.στrικε μπροστά. στο πλήθος ποu &.κολοuθοίίσε το Λα.ψσ.γιέτ. Οι δρσ.-

- ' ' Ί ' ' " ΕΑ ' γόνοι πpοχωροuσαν α.ργα., σtωπηΛο t , με uψος t~ οσuρο.

ΣΕ: διακόσια. μέτρα &.πο τij γέψuρα. σταμά.τησα.ν. Το ά.μά.ξt μέ το . Λα-

Page 169: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

803

φοcγιέτ προχώρφε πρδς α.uτοuς. Έκείνοι ~νοιξα.ν τ~ ψιΧλα.γγιΧ τοuς, &ψησσιν

το πλήθος νά. περά.σει κ' uστερα ξοcνά.κλzισα.ν πίσω του.

Έκείνη τή στιγμ~. ο! ορσιγόνοι κα.ι τό πλήθος ερχον-tα.Υ σ' &πα.ψή. οι γu­

να.ίκες τρομοcγμένες εψεuγα.ν.

Τί εγινε σ' α.ότη την δλέθρια. στιγμή; Κα.νένα.ς οέ μπορεί νιΧ πεί. Δu~

σUννεψα. σκοτειν!χ χώθηκα. ν τό ενα. μέσα. στό &λλο. "Αλλοι λένε οτι ιΗοόστrι­

κσ.ν riπo τη μεριιΧ του Όπλοστά.σιοu σά.λπιγγες πού εδινα.ν το σUνθημα. της

έπέλα.σης. "Αλλοι λένε οτι ενα. πα.ιοt τρα.uμά.τισε μέ μα.χα.ίρι eνσ.ν riπo τοuς

δρα.γόνοuς. Ή ά.λήθεια. εΙνα.ι οτι πέσα.νε τα.υτόχρονα. τpείς πuρο6ολισμοί. Ά­

πό τον πρώτο σκοτώθηκε ενα.ς ίλα.ρχος, dπό τό δεύτερο μι& γριά πού εκλεινε τό πα.ρ&.θuρό της, κι'δ τρίτος εκοψε την έπωμ.ίδσ. ένός &.ξιωμ.σ.τικου. Μιά. γu­

να.ίκοc ψώνα..ξε:

- Πολu γρήγορrι. ά.ρχίσrι.νε!

Πα.ροuσιοcστηκε ξσιψνικό: μι~ !λη ορα.γόνων Υ~ κα.λπά.ζε~ μέ γuμν~ σπα.­

θιά. κocl y(ι. σα.ρώνει δ,τι εuρισκε μπροστά. τrις.

Τετέλό:στσ. ι . Αοτδ ήτrι.ν. Ή δργή κορuψώνετα.ι, 'ή θuελλα. γεν·ικεύετα.ι. ΙΙέτρες πέψτοuν βροχή, ά.ρχίζοuν οι πuροοολισμοί, σrικώνετα.ι τό πρώτο δοό­

ψρα.γμα.. Οί νέοι μέ τή νεκροφόρα. πεpνοον τή γέφυροc τρέχοντας κα.l ρίχνο'Ι­τα.ι πά.νω στή ψροuρά.. Τρέχοuν οι κιχριχμπινιέpοι σ' ένίσχuσή της, ot δρα.γό­

νοι σπαθίζουν δεξιιΧ κι' &ριστερά., το πλήθος σκορπίζετα.ι &.πό οιί) κι' &.πό κεί,

ά.τμ.όσψrι.ψχ πολέμ.οu ψτεροuγίζει στιΧ τέσσερα. σημεία. τοΟ Πα.ρισιου, ά.κοuον­

τιχι φωνές: << Στ!χ οπλα.». Τρέχοuν, δ ενα.ς πα.τεί τόν ~λλο, &λλοι ψεύγοuν, ~λ­

λοι dντιστέκοντα.ι. Ή δργή φουντώνει την έξέγερση, οπως δ &νεμος τή ψωτιιΧ.

Δ'

ΟΙ ANABPAiMOI EKEINOY ΤΟΥ KAIPOY

Τίποτε δέν ε!να.ι πιο πσ.ριΧοοξο &.πό το ξέσπα.σμ.α. μια.ς τα.ρα.χ'ijς. Τ~ π&.ν­

τα. ξεσπα.νε ά.πότομοc. Το πρ66λεπα.ν; τΗ ταν προπαροcσκεuα.σμένο; 'Όχι. Άπό

που 6γ9jκε λοιπόν; Βγ'ijκε riπό τ~ λιθόστρωτσ. των δρόμωv. Άπό που επεσε;

Άπό τά. σUννεφα.. Άλλοu ~ έξέyερσrι ~χει χα.ρα.χτ-ήρα. σuνωμ?σ(α.ζ, &.λλοu ξα.­

ψνικου ξεσπά.σμα.τος. Ό τuχών &ρπά.ζει ενα. λα.ϊκό ρευμα. κα.t τ' δδηγεί δποu

\:Jέλει. Ή &.ρχη yει..ιιΧτη ψό6ο κα.ί φρίκη, &.να.κα.τωμένη μέ κά.ποια. ιiπι:ιτρόπα.ιη

εuθuμία.. Πpώτά. &κοuοντα.ι ψωνές, lπειτ~ κλείνοuν τ!Χ κατrχστρώμα.τα. κ' έξα.­

ψα.νίζοντα.ι τιΧ έκθέμα.τα. των eμοορων, σε σuνέχεια. πέφτουν που κα.l που τοu­

cρεκιές, ~νθρωπο; τρέχοuν γιόG νόG σωθοuν, πόρτες κλείνοντα.ι μ.ε κρότο, δπη­ρέτριες γελοuν στίς α. όλές κοcί λένε, «θά. γίνουν ιστορίες, θ&χeιμz γ Ηντι! ''·

Page 170: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

804

Δέv πέρα.σε !vα. τέτα.pτο τ'ijς ώpσ.:ς κσ.:ί vιΧ τί γιvότσ;y σ· δλες σχεδδν τις σuνοικ(ες τοu ΠιχρισιοΟ. ·

Έοώ είκοσι \Ι~v ι μ€ μακριΟ: μσ;λλι!Χ κσ;ί γένεισ;, εμπσ;ιyσ;ν σ· ~νσ; ΚιΧΠ't)λειb κσ.:i σέ ~ιι~ στιγμή ε6γιχινοιν &π' ιχότό, κροιτώντα.ς δριζόντιιχ μι~ τρlχρωμ'η Ο'η·

μαία., σκεπασμένη μέ κρέπ μαuρο, μ' έπικεφαλijς τρείς &ντρες δπλισμένοuς,

ό ενα:ς μέ σπσ;θί, δ dλλος μέ τοuφέκι, δ τρίτος μέ κοντάρι.

Έκεϊ εvσ.:ς πολlτ't)ς κσ.:λοντuμένος, μ' έξοyκωμένη κοιλιcΧ, ψιχλακρός, μ.έ

ψηλό μέτωπο, μα.uρσ; γένεια. κα.ι μοuστά.κι &γριο, πρόσφερε φσ;νερ~ στοuς οια.­οά.τες ψuσίηισ.:.

Άλλοσ ~ντρες με γuμνα μπριiτσα περιφέρανε μαuρη σημαία κα! πιiνω σ' α.ότή γραμμένες μέ λεuκ~ γρά.μμοcτιχ ο! λέξεις: «Δημοκριχτlιχ Υ] θάνατος•>.

Σέ μιά σuνοικίσ.: λεηλάτησαν ενσ.: έργοστιiσιο οπλων, σέ τρεϊς άλλες τρία

. bπλοπωλεία και μέσα σέ λίγα. λεπτ~ της ώρας τ" μόρια χέρια. τοίί πλήθοuς

&ρπσ;ζσ;ν δ~α.κόσισ; τριά:ντct τοuψέκια., δλα σχεοον οίκροτιχ, &ξήντσ.: τέσσερα.

σπα.θιά., δyοόντα. τρ (:< πιστόλια.. ΓιΟ: vO: δπλιστοuv περισσότεροι, δ εvα.ς επα.ιρvε το τοuψέκι κι' δ &λλ'.1ς τ"fι λόγχη.

Χ τuποuσσ;ν τις πόρτες, gμπσ;ιvα.ν στά. σπίτια. κ' εφτισ;να.ν φuσέκισ.:. Μιά.

yuvσ.:ίκσ.: δ:ηγότσ;y: «Δέν ijξι;pσ; τ( είναι τά. ψuσέκισ;, μοu τιiοειξε δ ι7.vτρα.ς μοu».

Σ' ενιχ δρόμο ήτetν ξαπλωμένος νεκρός ενα.ς χτίστΥJς, ποu σκοτώθrικε ά.­πο σψσ;lpct δπλοu.

Γενικά στοuς ορ6μοuς, στις οχθες, στl πλσ.τεϊες, στlς &πο6ά.θρες, στtς &­γορές, α.ντρες λα.χανισ;σμέyοι, έρyά.τες, φοιτψές, μέλη όργα.νώσεων, κάθε εr­

δοuς &vθρωποι, οιιΗ3σ.ζσ.v προκηpuξ;;;ις, ψώναζ<Χv: «Στ&; 1.\πλσ.!» εσπσ.ζσ.v τ~

φανά.ρια των δρόμων, ξέζεuα.ν τ' &μ6:ξια, ά.νά.σκα.δα.ν τΟ: λιθόστρωτα, ξεpρί­

ζωνσ.:ν τά. δέντpσ;, εφσ.:χνσ;y στα ι)πόγεια., κuλοuσαν οιχpέλιιχ, σuσσώpεuσ;y πέ­

τρες, επιπλσ., σσ;ν(οες, σήκωνα.ν δοοψρ<1;γματ~ .

Πίεζσ.ν το:Jς ψιλ-ήσuχοuς &στο:Jς να. το,jς δώσουν χέρι 6ο-ήθεια.ς. 'Έμ.παι­

νιχν στΟ: σπίτια. οποu -Υjτιχν μόνο yuνιχίκες, -::ίς &νά.γκαζctν yδ; τοuς πα.pα.οώ­

σοuv τdι 8πλα; τών &.ντpών τοuς κ' ~γρα.ψσ.ν με κιμωλία.: «Τdι 8πλα; πα;pα86-

θηκctΥ>>. Μερικοί όπόypσ..ψcι:ν μέ τΟ: δνόμσ;τά. τοuς &.ποδε ίξεις παpιχλιχ61jς, δ­

πλων, σπcι:θιων κλπ. κ' ελεyιχν: «Αϊlριο στείλτε ν& τ~ πά-ρετε &.πb τη Δημσ.p­

χεία.» . Άφόπλιζαν μεμονωι.ιένοuς όπλ(τες ποu σuvαντοGσ;χν στό δρόμο, ξόλω­

vα.ν τtς επωμίδες &ξιωμα.τικών.

Στη σuνοικίσ; Άyίοu Ία.κώοοu , ο! ψοιτητες eβyιχινσ..ν σέ σμήνη &πο τ!Χ. σπίτισ. κσ.l μοίρσ.ζιχν στο:Jς θια.6ά.τες δπλα.. Μόνο σ' ενα μέρος ο1 κάτοικοι &ντι­

στάθψ~α.ν κα.ι χάλσ.σσ.:ν ctuτot οί ίδιοι τό δδόψpσ;γμσ; κιχί μόνο σ' ΕΥΙΧ μέρος

οί ~π!);νσ.:στά.tες λύγισσ.ν κ' &γκQΙ.tcιιλείποντα.ς στην δθb Τέμπλοu το μισοτε­

λειωμένο δδόφραyμά: τοuς, οά:λctνε φωτιά στο στρα.τωνισμο &νδς &ποσπιiσμα­

τος τ'ijς &Ovoψpoυpiς. Το &.πόσπιχσμct α.δτό 6ρηκε στο όθόψριχγμct μιζχ. κόκκι-

Page 171: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

805

νη σημα.ίιχ, ενιχ δέμα. με φυσέκια κιχ!. τριχκόσιες σφαίρες πιστολιοu. Οί έθνο­

ψρουροί εσκισα.ν τη σημα.ίι.χ. κα.t κά.ρψωσα.ν τ& κουρέλια. της στίς μuτες των

λογχών τους.

Δέν ε!χε περiσει μι&. ώρα κιχί ξεφuτρωσιχν &.πό τη γη είκοσιεφτ& δδο­

ψρά.yμ.α.τα., μόνο στη συνοικία. τής &.yoρ ii.ς. ΈΑνα.pίθμ.ητα. ~λλα. στίς εϊκοσι ~λ­

λες συνοικίες τοu Ιlιχρισισu. Ή έξέγεpσ'Υ) πpοχωροuσε μέ την πιb σοφή στρα.­

τιωτικij ταχτική. Διιiλεξιχν με τρόπο θαυμαστό τοuς πιό στενοuς κιχt φιδω­

τοuς ορόι.ιοuς, μ.έ γων ιές, γuρίσμα.τι.χ. κα.ί <Χλλα. προσκόμ.μ.ι.χ.τα. κοιt μ.ά.λιστοι τοuς

δρόμους τ~ς &yοριΧς, πο•) σχημά.τιζαν &.λΎ)θινb λαούρινθο. 'Έλεγοιν δτι 'ή &­τοιφία. των Φίλων τοσ Λα.οο ε!χε ιiνα.Μ6ει τrι διεuθuνση τijς έζέγεpσης. Ή &.'λήιtεια. είνα.ι 15τι τη διεύθυνε 'ή γενικη δρμή.

Πα.ντοu καl &στρα.πια.ία 'ή &ξέγερσ'Υ) εlχε σηκώσει δοοψρά.γμα.τα. κα.t ε!­χε κοιτα.λιi6ει δλες τtς θέσεις τ'Υjς φρουράς. Κα.τα. τ1.ς πέντε τb &.πόγευμα., ~

&ξέγερση ήταν κύρια. στb ~ναι τρίτο τοσ Πα.ρισιοσ.

Στο μετα.ξίι χτυποuσε συναγερμός. οι έθνοψuλα.κες δπλίζον'tοιν &.μέσως

κα.t οι λόχοι τους εοyαινα.ν &πb τ~ δ'Υ)μα.ρχια.κιΧ χτίpια., τ& συντιiyμα.τα. ά.πό τοίις στρα.τωνες.

Ή έξέyερση είχε μεταΜλει τb κέντρο τοu Πα.ρισιοu σε ψροόριο rkπ<Χτη­

το, έλ ικοειδές, γιγάντιο. Έκεϊ ~ταν 'ή έστ(α, έκεί ~ταν τb σημείο ποu θ~

κρίνοντα.ν ολα.. Τ& &λλα. ήτοιν &ψφ.α.χίες. 'Απόδειξη οτι έκεί 6' ιiποφα.σίζον­τα.ν τιΧ πά:ντα. είναι 8τι, έκεί, δεν εΙχα.ν &ρχlσει &κόμη οί μά.χες.

Σε μερικιΧ συντά.γμιχτα, ο! στρ~τιώτες fιτιχν ά.μφί6ολοι, πράγμα. ποu εκα.νε πιb σκοτεινή τήν κρίση ποίι πλησία.ζε. Οι Πα.ρισινοί οέy εΙχα.ν ξεχιiσει μέ

πόσο Ενθοuσιασμb δ λιχος εlχε χειροκροτήσει, τόν 'Ιούλιο τοίί 1830, τrιν οό8~­τερότητα τ'?ίί 53ου συντά:yμσ.τος πεζικοσ. Δυό γεννα.ίοι σ.ντρες, δοκιμασμ.ένοι

&.πό το πα.ρελθόν στοlις μεyά.λους πολέμους, δ στρα.τά.ρχης Λuμ.πd> κι' δ στρα.­

τηγός Μπυζώ, είχα.ν τ~ν ά.ρχηyία. των στρα.τευμά.των. Ό Μπuζw ύπb τbν

Λuμ.πι!>. Πολuά.ριθμ.α. περίπολα. πzριψέροvτα.ν, μέ πpοπομπο εναν ά.στυνόμο,

γι' &vαγνώρισrι στοός δρ6μοuς τiiς έξέγερσrις. 'Αλλ~ καί ot tπαvαστ&.τες, &­π& τή ι.~.ερ ιά. τοuς, τοποθετοϋσα.ν σκοποuς στtς γωνιές των στα.υροδρομιων κ'

~στελνα.ν τολμηρ& πελlπολα. ~ξω &πb τΟ: δοοψρά.yμα.τα. . Ή κu6έρνηση μ' ενοι

στρα.το στij διά.θεσ~ της οίστα.ζε. Ή νuχτα ζύγωνε κ' 1ι κα.μπά.να. τοσ Σα.lν • Μερρu a.κ.οuότα.v ν~ σημα.!νει τον κίνοuνο. Ό τότε όποuργος των στρα.τιωτι­κω~, στρα.τά.ρχης Σοόλτς, ποu είχε δεϊ τ~ μά.χη τοu Άούστερλιτς, τιJι. παρα.­

κολοuθοuσε σκυθρωπός.

οι 6ετερά.νοt α.uτοί, συνηθισμένοι στ~ στρcχτιωτικ~ τα.χτικ·ή, τ~y πυξ(δα.

α.ότΥ}ν των μαχών, μπερδεύονται κα.l τb. χά.νοuν δτα.ν τύχοuν μπροστά. στόv

&.πέρα.ντο σιiλο, ποίι λέγεται όργή λι:ι.οu. Ό &νεμος των έπα.νιχστά.σεων είναι δύσκολος στb χειρισμ.6 τοu.

'Έψτανοιν οι έθνοψύλοικες των προα.στίων γρήγορα. κα.l ~τοιχτα.. Τό 12ο

Page 172: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

806

σόντιχγμ.σt κιχτέ6ιχινε σχε8ον τρέχοντιχς ιiπο τον "Α γιο Διr;νύσιο. Το 14ο ιiπό

την Κοuρμπε6οuά.. Τά πuρο66λοι τijς στριχτιωτικijς σχολής τοποθετ~θηκοιν στην πλιχτε!α. Κα.ρροuσέλ, ~λλιχ κα.νόνια. κα.τέ6α.ινα.ν ιiπο τη Βεγγέν .

.Στ' &νά.κτορα τοu Κεραμ.εικοu γιν6τιχν ~ρημ.ιά.. Ό Λουοο~ίκος - Φίλιππος ήτα. ν γαλ '.νιος.

Ε'

ΜΟΝΟ iTO ΓlAPiil iYMBAINOYN

"Οπως εrπσtμ.ε, μέσα σε ουδ χρόνια. το Πα.pίσι είχε οεϊ κι' &λλες tξε­

γέρσεις. Έκτός ιiπό τίς ξεσηκωμένες συνοι-- ~ες, i) δψη τοu Παρισιοu φαίνε­

τα;ι πιχρά.δοξα. fισuχη σέ κά.θε τα.pα.χή. τό Πα.ρίσι συvηfΗζει ά.μέσως σε δλα..

Μιά στάση; ο€ν εΙνα.ι τίποτε λένε , κ' Ιtχουν τ6σες &.σχολ1ες οί &νtlρωποι, ι~>στε

δε χάνουν την 'ήσuχία, τους για τόσο μικρα πράγματα. Μόνο αότS:ς ο! γιγάν­

τιες πόλεις ι~ποροσν Υ~ πιχρουσιάσουν τέτοισt θεά.μ.α.τσt. Συνήθως;, δτα.ν ξεσπά­

σει μ.ι& επσ.νά.στα.ση, δτσ.ν &.κουστεί το τύμπανο ν~ 6σ.ρά.ει σ•Jναγερμό, δτα.ν

οοΟν εξοοο τοσ στpα.τοσ, δ κα.τοιστημοιτά.ρχης λέει στο γείτονά του:

- Φα.lνετιχι 8τι σ' &κείνο το ορόμ.ο, .γ1 σ' &κείνη -.η σ•nοικlα. το πρ&yμα

θ' ιi νά.ψει.

Καμμιά. φορά. μπορεί νά. μην ά.ναφέροuν οuτε δptμο, ά.λλa &.μέριμνα ν&

ποlίν:

-θ' &.νά.ψει κά.που.

Σέ σuνέχεια δτα.ν ά.κοuστοuν ο! πuρο6ολ~σμοl καl οί σtiλπιγγες τοίί τα.χτι­κοο στρσtτοΟ ό κα.τιχστημσtτά.pχης λέει:

-"Α, &νιχψε γι& κσ.λά., ά.νσ.ψε κσ.i πά.ει .

'Ίστερα, &.πο μιά. στιγμrι, a.ν ο! μά.χες πλησιά.ζοuν προς το μοcγαζί του,

τό κλείνει γρήγορα. κα.ί φορεί 6ιαστικά. τη στολή του . Δηλα.οη ά.σψα.λίζει τά.

έμ.πορεόμα.τά. του κα.ί τρέχε ι νά. έκθέσει τήν rοια. τή ζωή τοu σε κlνδ:ηο.

Γίνονται μάχες στοuς δpόμοuς, στα σταupοδρόμια, χάνει κα.l ξαναπαίρνει

δ στροιτός δΟοψρά.γμα.τα., το α.!μα. τρέχει, τά. μυδpά.λλια. στpοιπσ.τσά.ροuν τίς ο­

ψεις τών σπιτιGJν, οί σφα.ίρες σκοτι~νοuν &.νθρι!Jποuς πάνω στά. κρεΜτια. τους,

οί δρόμοι στριί>νοντ:αι &.πό πτώμα.τα κα.l λ ίγο πιο πέρα, στοuς ιiμέσω; έπόμε­

νοuς δρ6μοuς, &.κοίιετσ.ι μέσιχ στά. κσ.φενεία. δ χτύπι:ις &πb τiς μπίλιες τι7>ν

σφαιριστηρίων. Τά. θέιχτριχ &.νοίγουν τtς πόρτες τους κιχt πιχίζουν κωrιωδ(ες. Οι περ ίεp·

Page 173: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

807

γοι συζητοϋν κα.ί γελοuν λίγο πιο πέρα. άπδ τούς δρόμους, δποu μαίνεται δ

πόλεμος. Τ' &μ&.ξια. κυκλοψοροuν, συνεχίζουν τή οουλειά. τους . Οι προσκεκλη­

μένοι σε γεuμα πάνε στήv πpόσκλφη κα.t πολλες ψοp€ς το γεuμα. οίνεται στήv t8ια. συνοικία πο\.ι γίvοντιχι οι μά.χες. ΣτιΧ 1831 στιχμά.τησε 'ή μά.χη, ώς

δτου περά.σε ι ~ συνοδεία ένος γά.μου.

Αότοt ποu πr;uλσuν στοuς ορόμους οιά.ψορα. ποτ&., περνοuν ίιέσιχ &.πό τή yριχμ.μη της μά.χης κσ.ι παvε &πο τiς θέσεις τοu στρα.τοu στα δοοφρά.γμα.τσ.,

προσψέροντιχς &.μερόλψηιχ τ' ri.να.ψυκτικά. τους, η τα δυνοcτα. κpοcσιά., πότε

στήν κu6έρνηση κα.t πότε στήν &να.pχία..

Αότα τα πα.pά.δοξα. γίνονται στό Πσ.ρίσι. Κσ.ί για νrι. γίνονται α.ότά., δυο πpά.γμ.α.τιχ είvα.ι άπα.pα.ίτητα., το μεγοιλετο τοσ Πα.pισιοu κι' δ εuθυμ.ος χα.ρα.­

χηΊpσ.ς του. Άπα.ιτείται νrι. είνα.ι ~ πόλη τοu Βολτα.ίρου κα.t μαζί τοu Ναπο­

λέοντα.

Άλλά., &νω ετσι eχουν τ& πρά.yμα.τιχ, στlς 5 'Ιουνίου ~ μεyά.λη πόλη ε­νοιωσε κά.τι ανώτερο άπ' αuτο πού μποpοuσε να. 6α.στά.ξει ~ καρτεροψυχία

της. Στίς 5 'Ιουνίου 1832 φοβήθηκε . 'Έβλεπες ποcντοϋ κα.i στις πιο άπόμ.α.κρες

συνοικίες κα:t στtς πιο &.διά.ψορες, νά. κλείνοντιχι πόρτες, πιχρά.θυρα., &νω &.κό­

μη fιτα.ν μέρα.. Οί τολμηροl δπλίζοντα.ν, ο[ δειλοί χών'Jντιχν στιΧ σπίτια. τους.

Οι δια.6ά.τες &ξιχψα.νίστηκιχν . Πολλοί δρόμοι ~τα.ν gρημοι. Διαοίδοντιχν ε1οή­

σεις &.νησυχητικες κιχί ουσ&.ρεστες .

Πwς οί Λυμπw καt Μπuζw συσκέπτονταν, πιhς συγκέντρωνιχν στρατο κα.t πwς τ& μεσάννχτα. η τδ πολu τ& ξημερώμιχτα θ& χτυποuσιχν τιχυτόχpονιχ με

τέσσερες ψάλιχyγες κιχτά. τοu κέντρου των στα.σιιχστών. Ή μ.ιά. &.πδ τη Βα.­

στίλλη, 'ή δεύτερη ιiπο την Πόλη τοu Άγίοu Μαρτίνου, 'ή τp[τ't) ιiπδ τη Γρέ-

6'1) κα.ί "ή τέτα.pτ't) ιiπδ τήν &γορά.. ~οτι κα.νένιχ; δεν ήξερε ποιά θdt -fιτα.ν 'ή

εξέλιξη καt οτι ή κατ&.σταση ~τιχν πολύ σοοιχρή κα.t τ& μ.έτριχ ποο επιχιρνιχν

σπουοα.ία.. Οί διστα.γμοt τοu στρα.τrl.ρχη Σούλτς μεγά.λωνα.ν τtς ιiνησυχίες . Για.­

τί οέv &.ποψά.σ:ζε &.κόμη νά. επιτεθεί ; Τ! περίμενε; Το 6έ6α.ιο είναι οτι δ στρ?:­

τά.ρχης Σσολτς ήταν &.νfισυχος κα.l 6α.θειιΧ συλλογισμένος. Ό γηpιχιδς λέ­οvτιχς; '11α.ινότα.ν νά. οσψρα.ίνετα.ι μέσα. στο σκο-τ;ά.δι ενα. -τ;έρα.ς ποu fιτα.ν &γνω­

στό του .

'Εκείνο τό 6ράδι τά θέατpιχ οεν &νοιξα.ν, τά περ1πολα. περιψέpοντα.y

&γριεμέv~. Στοcμα.τοΟσα.ν τοuς οια.6ά.τες, τούς ερεuνοΟσα.ν, πιά.vα.νε τούς uπο­

πτους . " Ως τtς; &vvια. τό οράδ ι όχτα.κόσια. ~'οιια. κλε1στηκα.ν σ-τ;tς ψυλα.κές.

Άσuνfιθιστος φό6ος κα.τείχε δλοuς &.νεξα.ίρετα. τοuς κατοίκους.

Κά.Cε σπίτι άμπα.pωνότα.ν κοcλά., μ:ητέpες, σόζuγοι, &.δελφΕ:ς άνησuχοuσα.ν.

Το μόνο ποu &.κουότα.v ήτα. ν, «α. χ , θεέ μ.ου! ποϋ είνα.ι; οε γύρισε &.κόμ.ψ>.

'Έ6γα.ινα.ν στο κατώφλι ν' &κοόσοuν ποu γινόταν φιχσα.pία, ιiπο ποu €ρχοντα.ν

οί ψωvές, οι μ.ακριvοί κρότοι κ' ελεγα.v μ.ετ?:ξό τους, << νά., ιχuτο ε!να.ι τό ίπ­πικό» . 'Ή, «αοτο εΙvα.ι το πυρο6ολικ6». 'Άκοuαv τlς σά.λπιγγες, τΟι τόμ.πα.νοι,

Page 174: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

808

τοuς πυρο6ολισμοuς κα.ί πρό πα.ντός τόν πένθιμο fιχο τΥjς κα.μπά.να.ς τοϋ Ά­

_ylou Μερpό, ποί.ι σήμαινε &.8ιriκοπα. τόν κlνοuνο. Περlμενα.ν τον πρώτο κα.νονιο­~ολιαμ.6 . "Ανθρωποι δπλισμένοι 6γα.ίνα.νε ιiπο τlς γωνιkς των Sρ6μων κ' έξα.­

ψα.νίζοντα.ν πriλι, ψωνriζοντα.ς: «Μπfjτε στ~ σπίτια. σα.ς!» κι' δ κόσμος ~τpε­

χε ν& κλει·οωθεί. 'Όσο προχωροuσε 1j νόχτα., τ6αο μ.εγά.λωνε ~ ιiνηουχ!α. κα.ί

το Πα.plσι γιν6τα.ν πιο πένθιμο.

Page 175: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Β/ΒΛ/Ο ΕΝΔΕΚΑΤΟ

ΜΙΑ ΠΝΟΗ ΑΔΕΛΦΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΘΥΕΛΛΑ

Α'

t-1 ΓlOit-lit-1 ΤΟΥ Γ ABPIA ΚΑΙ t-1 ΚΑΤ ΑΓQΓt-1 Tt-li

τ~ στιγμ~ ποu δ λ~ός, &κολοuθι~vτ~ς τό ψέρετρο , σuγκροόστηκε μέ τό στρσι.το ~ξω &πο τό Όπλοστ~σιο κσι.l &λλοι δρμοuσα.v με ψωv!ς ~ίθεσης κσι.l

άλλοι χλωμοl &.πb φό6ο ετρεχα.ν y' &.πομα.κρuνθοuν, ενα. πα.ιδl κοuρελιά.ρικο,

πού πεpvοuσε μπροστιi ιiπο !v~ π~λ~ιοπωλεϊο, δποu μιιi γuvα.ίκιJt ποuλοuσε οιά­

ψορα. πιχλιοc πρά.γμ~τα., εΙθε &vά.μεσιχ στ άλλα. κ' rtvσ. σκοuρισ.σμένο πιστόλι,

το &ρπα.ξε κσι.t φώvσι.ξε:

- Kuρoc τέτοιιJt! πώς σ! λένε, ιχότό τό πα.ίρνω θα.νεικό.

Κα.ι χωρtς YOC περιμέ-.ιει &πάvτ'Υjση, εψuγε τρέχοντας.

"fστεριJt ιiπό οuό λεπτά, εν~ πλήθος ιiπό τρομοκpιJtτημένοuς πολίτες ποu

~ψεuγιχν &πο την κη8είιχ, συν~vτησε το πα.ι8l ιχότο στό 8ρ6μο, κοuνώντα.ς ρu­

θμικa το πιστόλι στό χέρι κα.ι τpα.γοuδώvτα.ς:

Στοc σκοτεινά, στοc σκοτεινGι

ΤGι πάντ~ c:ριJtίνοvτιJtι 6ouvιi

Λιγ~κι πά.ροι. πέρσι.

Σοu φέγy' ~ κσι.λημέρα.

Κοίτα. νοc ζήσεις μ' &.pετ~ 'ΨηλιΧ κσι.πέλλο μοu πλ~τό.

τb π~ιθt σι.uτό ~τσι.ν δ Γσι.οριιΧ.ς πού πήγσι.ινε στό·ν πόλεμο.

Μόλις εφτα.σε στij λεωφόρο, πρόσεξε δτι τό πιστόλι τοu δεν εlχε λύκο.

Τίνος ήτα. ν οΕ στίχοι α.uτοί, με τοuς δποίοuς ρύθμιζε τό 6ij~ τοu; "Ά-

γνωστο. Ποι6ς ξέρει; rσως κα.l δικο1 τοu. 'Έκα.νε τρείς μ~νες μα.θητεuόμενο, τuπογρά.ψος, ιi>στε ~τσι.ν γpσι.μ1-1α.τισμένο χσι.μίνι δ Γσι.6pιά.ς.

Page 176: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

810

Δεν πέ"ρα.σε φuσικa &π' το μuαλδ τοσ Γα6ρι<Χ ή 18έtι οτt τιΧ ο•λ νήπια.,

πού φιλοξένησε τη νύχτα. έκείνη, ήτσ.ν ιiδελψά.κια. τοu, κα.l πι.hς είχε παlξει τό ρόλο τ~ς θείας πρ6νοιας . Γι& τ' &.δελφ&κια. τοu κα.τa τη βροχερη κα.l &θλια. ικείvη νύχτα., γι& τον πα.τέρα. τοu το πρωί. Τέτοια. ~ταν ή νόχτα τοu . 'Άψησε

τον πα.τ~ρα. τοu μ€ τοuς σuντρόψοuς τοu κα.l γύρισε ά.μέσως στον έλέφαντ& τοu. Κα.τέ6ασε μ' έπιδεξιότητα. τά ·Ouo πα.ιδά.κια, μοιράστηκε μα.ζ( το•Jς τ9 δποιο­

δήποτε φα.γητο κ' ~ψuγε &φοu τ~ έμπιστεύτηκε στην ά.γι.&η μητέρα, το δρόμο,

ποu σχεδόν είχε ά.ναθρέψει κι' α.ότον τrn ίδιο. Τοuς είπε, ά.ψήνοντιΧς τα., νa

έπιστρέψοuν το βρά.δι στο ίδιο μέρος κα.ί τ' &.ποχα.ιρέτησε ~ιε τιΧ πα.ρα.κά.τω

λόγια.:

-'Έ, ~γώ τb ι:rτp1bω τώρα., ψzόγω πα.ιοιά., ?.ν οε ορεττε το μπα.μπα κα.l

τη μα.μά., να.pθείτε πά.λι έδG) ν-Χ μέ Όρεϊτε. θα κοιτά.ξω κάτι να. σ&ς οίκονο­

μήσω να. φ&τ κα.t να. σα.ς κοιμήσω.

Άλλα τα δuο πα.ιδια δέv ξα.να.γύρισα.v , fι ~ έζοuσία. τά. σuνά.ντησε περι­φερόμενα. κα.1. τ~ μά.ζεψε, Υ) κανένας ά.γόρτης τ&κλεψε, η χά;θηκetν μtσα. στο

I. λα6όρινθο τοσ Πcφισιοσ. Με λίγα. λόγια., δ Γα.βριι:Χ.ς δέν τα. ξα.να.εϊδ:::. Πέρα-σαν δέκα Υ) δώδεκα. ~6δομά.δες &.πb κείνη τ-Υj νύχτα κα.ί πολλες φορες ετuχε

ν' ά.να.ρρωτηθεϊ, ξύνοντας το κεφά.λι τοu:

-τι 8ιιΧ6ολο να. έ:γινα.v τιΧ δuό μοu παιδιά.; Στο μετα.ξu τ:ροχωροΟσε μέ το πιστόλι στο χέρι. ΚΙΧθιlις πpοχωροσσε πα.­

pα.τ'ήpησε δtι σ' α.uτό τό δρόμο δλα. τ&. μα.γα.ζι&. ήταν κλω~τ&, έκτος &.πb ~να.

ποό ποuλοuσε γλuκύσμ.ΙΧτα., πp&γμα &ξιο προσοχfjς. Ό Γα.οριά.ς στα.μά.τησε, · iϊρχισε νά. ψά.χνει προσεχτικα. τlς τι:rέπες τοu, &.λλα. δs 6ρfjκε οδτε όβολό. 'Έ·

6σ.λε φωνή:

- Μά.vα μ.οu! και σuvέχισε το δρόμο τοu. Τόση ~ταν ή &.γΙΧνά.χτησή τοu κΙΧί ή όργή τοu, ποu δεν είχε ν' &.γορά.­

σει ενσ. γλυκό, εστω eνα. κσ.λτσοuνιiκι, ~Jστε ξέσπα.σε στα οια.φ'Υ)στικa τιί)V θεά.­

τpωv, εσκιζε, μέρα μεσημέρι, 8ποu εολεπε ρεκλά.μα .

Β'

Ο ΓΕΡΟ~ ΘΑΥΜΑΖΕΙ ΤΟ ΓlΑΙΔΙ

Ό Γα.βριάς, προχωρώντας εφτα.σε μπροστά. στο κοuρείο το\} &ξιου ΚΟU·

ρέα ποu εδιωξε τιΧ παιδ&κια., τα δποt~ ~tιτός δδήγησε πσ.τρικα κα.l τ&μπα.σε

στΎ)ν κοιλια. τοu έλέφα.ντα.. Χωρίς να. χά.σει καιρό, πήρε μια. πέτρ~, τ~ν ~ρρι­ξε μ' δση δόν~μη είχε στη 6ιτρ!να. τοu κοuρείοu καl το6α.λε στα. πόδια..

'U κοuρέας, ποu &κεlνη τή στιγμή ξούριζε εvα.ν παλιό στρ~τιώτη, λε-

Page 177: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

811

γεωνά;ριο, ποu στον καιρό τijς αuτοκρατορία.ς ε!χε πάρει μέρος σ' δλες τίς μά­

χες, [τρεξε ξα.ψνια.σμένσς πρός την πόρτα. κα.t εΙδε τό Γα.οριδl νδl τρέχει κα.τδl

την &γορά. · -Κοίταξε τώρα, κοίταξε! λέει στον &πόμαχο. Ποιός τό πείρα.ξε αuτο

τό χα.μ.1νι κ' ~σπα.σε τδl τζά.μια.! 'Έκα.νε τό κα.κό μ.όνο γιδl τό κα.κό.

Στο μεταξu δ Γαβριάς κοuνώντας τό πιστόλι τοu στον &.έρα, ~νοιωθε λίγο -λίγο vrι. ψοuvτώvει δ πολe:μ~κός τοu οίστρος.

-'Όλα. θιΧ πα.vε καλά., ελεγε καt προχωροuσε. Καιρός νιΧ ξαψριστεί το τσοuκά.λι. Oi μ.ποuρζοuά.οες a.ς κά.τσοuνε στ' α.δγά. τοuς. Έμ.πρός πα.λληκά.­

ρια, στή λεωφόρο γίνεται κα.κb μεγά.λο. Έγώ τΥj ζωή μοu μπροστα. στήν πα­

τρίδα. δεν τη λογα.ριά.ζω. Κά.τω δ δεσποτισμός, ζήτω η δημοκρα-τία.! Να. πά.ρ'

η δργή! λίγο σεβασμό κα.t σε μα.ς τά σκuλιά.

Έκείνη τij στιγμή, γλόστp~~ε τb 8-λογο ένος έθνοφόλακα, τοu τά.γματος

τώv λογχοψόρων, κ' επεσε μιχζί με τον κα6eχλάρη τοu. Ό Γιχοριδlς &κοόμπη­

σε τb πιστόλι τοu σtb λιθόστρωτο, βο"ήθησε τbν άνθρωπο νιΧ σ' . · ωθεί κ' uστε­pα. τόν 6οήθησε νΓι. σ'Υ)κώσοuν τ' ~λογο. Μόλις τελείωσε, πijpε το πιστόλι τοu

χ,' έξα.κολοόθησε τb δρόμο τοu

Φτάνοντας στΥjν άγοριΧ τοu Άγίοu Ίωάννοu, ένώθΎ)Κε με μια δμά.δα. ποu

έπικεψαλijς 'ης ή'α.v δ Έvζολωpά.ς, δ Κομπεψεp καt δ Φεγό. Σε λίγο προσ,έ­

θηκαν δ Βαχορελ κι' δ Προuβαίp. τΗταν σχεδόν .Ολοι δπλισμένοι. Ό Ένζο­

λωριΧς κρατοϋσε έ:να τοuψέκι κuν'Υ)γετικb δίκροτο, ό ΚομπεψΕp τοuψέκι έθνο­ψρσuροσ κα.t σ,η ζώνη δuό πισ,όλια. πσu ψα.ίνοντα.ν, για.τt τό σα.κκά.κι 'ou ήτα.ν ξεκούμπωτο. Ό Προuβαίρ είχε ενα παλιό κοντοτοόφεκο τοϋ ίππικοϋ. Ό

ΒαχορΕ:λ είχε μια. καpαμπίνα, δ Κοuρψερα.κ κι' δ Φεγu &πο μια. σπάθα, δ τε­

λεuτα.ίος πρσχωpοtίσε ι.ιπροστά., ψωνοcζοντα.ς:

- Ζ'ήτω ~ Πολωνία!

'Έρχονταν &πό τijν &πο6ιΧθρα Μορλαίν, χωρίς γρα.6ά.τες, χωρίς καπέλ-λιχ, μοόσκει..ι,α. ά.πό ,η οpοχ'ή , λα.χαvια.σμένοι κιχt με μιΧτια ποu &στραψταν.

Ό Γα6ριιΧς τοuς Πλ'Υ)σίασε Ύjρεμα:

- Ποσ πάμε; ρώτησε.

-'Έλα. ~ι.GGζί, &.ποκρίθηκε δ Κοuρψεροcκ.

Πίσω ά.πb τb Φεγu βάδιζε ~ καλλίτερα. σκιρτοuσε σιΧν ψάρι στιΧ νεριΧ τijς

έξέγερσης, δ Βαχοpέλ. Φοροσσε ενrχ κόκκινο γιλέκο κ' ελεγε λόγιrχ ποu τpό­

μιχζα.ν τούς δια~ά.τες. Τό χρώμα τοu γιλέκοu τοu κα.τα.ψΜισε gναν &.πό το•)ς

δια6ά.τες, ποu φο6ισμένος φώναξε :

-Νά. οι κόκκινοι!

- 'Γί κόκκινοι, τ( κόκκινοι! ε!πε δ Βαχοpέλ. Φό6ος σ' ~πια.σε &.πό μιδl

παπα.ροόvα., ά.στέ! Δεν κά.νεις κα-λλίτερα. τb στα.uρό σοu κιχί ν' &.ψήσεις τιΧ κε­

ρασφόρα. να. ψο6οuντα.ι το κόκκινο!

Ko:t τ6 μά.τι τοu επεσε σέ μ.ια. τοιχοκόλληση. 7Ητα.ν μ.ιcΧ ά.vα.κοίνωση τοu

Page 178: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

μΎ)τροπολίτΎJ τοu Πιχρισιοu, ποίι έπέτρεπε ατό <<ποίμνιό τοu» νά. τρώει σ.ύγά.

τήν Τεσσσ.ρσ.κοστ~. Ό Βιχχορέλ ςρώνιχξε:

-Ποίμνιο, εόψΎ)μισμόι;;, &.ντί νιΧ λέει ζώα. τετριΧποοσ..

Κι' &.πόσπσ.σε τ~ν &.γγελίσ. &.πό τόν τοίχο. Αότό &νθοuσίιχσε το Γα.6ριιΧ. Άπό κείνΎJ τη στιγμ-Υj, δ ΓΙΧ6p ι<Χς πρόσεχε κσ.t μελετοuσε κά.θε κ(ν"f)σ"f) τοu

Βα.χορέλ.

- Βιχχορέλ, ε!πε δ Ένζολωρά.ς, δέν Ιtκανες καλά., ~χεις Μικο. 'Έπρεπε

ν' &.φ~σεις αότ~ τήν &.γγελίσ. στήν 'ήσuχία. της , !χομε &λλες δσυλειές. Σπα.­'tα.λ~ς &.νώφελσ. την όpγij σοu. Φuλαξε τό &.πόθεμ~ σοu ν~ το χρφφοποιijσειζ

anoσ. ·ο στρα.·ηώ'tης 6έ ρίχνει εξω &.πb τb στόχο τοu καί δέ χρειάζεται νιΧ σοσ πω, δτι οπωι;; γlνεται μέ τό τοuςρέκι τό tοιο πρέπε: ν~ γίνετα.ι κα.t μ.έ τijν ψuχ-Υj.

-Ό κα.θένας εχει τlς ίδέες τοu, Ένζολωρά., ά.πά.ντησε δ Βιχχορέλ. Τό 6ικό μοu στομάχι , &.δελςρέ, δέ χωνεύει αότό τό έπισκοπικό πεζογρά:ςρημα.. Έ­

γw θέλω να τρώω αόγ:Χ. χωρtς άδεια.. "Αλλωστε δεν ξοδεύομα.ι, προγuμνά:ζο­

μ.α.ι, &.κονlζομαι. 'Έσκισα. α.ότή τήν ιΧγγελία για ν' ά.νοίξει 1ι ορεξ-Υj μοu.

Έοω, δ Βσ.χορέλ, εΙδε σ' ενα παράθυρο ενα. χλωμο νέο ιι& μα.uρο γένι ν:Χ.

τοδς κοιτ&.ζει, καθώς π:φνσuσα.ν. ΤΗτα.ν, φαίνεται, φίλος των &.να.λψα.6-ήτων,

γιατί δ Βιχχορέλ -~οσ ψώνα.ξε:

- Φuσέκια γρijγορrι.! έτοίμαζε, ~τοlμιχζε!

"Εν<Χ πολuθ6pu6ο πλήθος 'touς ά.κολοuθοΟσε. Φοιτητές, κα.λλιτέχνες , έρ­

γά.τες, μέλη δια.φ6ρων μuστικών &τα.φειG>ν , δπλισιιένοι με ριχ6διά. , μέ ξιφολόγ­

χες, μερικοί, 1\πως δ Κομπεψέρ, μέ πιστόλιιχ κpuμ.μένιχ στα πιχντελόνιιχ τοuς.

αΕνα.ς γέρος, ή μα.λλον όπέργηρος, περπα.τοuσε μιχζι μ' ολο έκε!νο τό πλf)θοι;;.

"Οπλο δέν κριχτοuσε , &.λλα τάχuνε τό 6ήμα τοu να. μή μείνει πίσω, ?.ν κσ.ι

ψαινότα.ν πολtι σuλογισμένος.

Μόλις τbν ε!δε δ Γα.6pιάς:

- Μπιi! ά.μ' α.uτbς τί εfvα.ι; εlπε στον Κορψe:ριiκ.

- "Ενας γέρος, ά.ποκρίθηκε &κείνος, γελώντας.

'Ήταν δ κ. Βοϊδά.ς.

Page 179: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

813

Ο ΓΕΡΟ~

Άλλα. ε!Υ<Χι κ~ιpό να. ποuμε τ! ε!χε συμ6εr.

Ό Ένζολωρaς κ~ί οί φlλοι του 'iίτ~ν μέσιχ στό πλijθος ποu συνόδευε τήν κηοεfιχ. 'Ότιχν ot δριχγόνοι lκσ.νιχν &πέλσ.ση κιχt πέσιχνε μ.έ γuμ.να. σπσ.θιb. π!i­

νω στο πλήθος, δ Ένζολωριiς, δ Κουρψερ~κ κι' δ Κομπεψέρ, ~τιχν &πό τοuς πρώτους 'πού φώνιχζιχν: «Στα δοοφριiγμιχτιχ! » Λfγο π ιό πέρα. πρόλιχ6ιχν ενιχ

γέρο ποu προχωροuσε μπροστά. τοuς.

'Εκείνο ποu τριi6ηξε τήν προσοχ-ή τοuς ~τ~ν τό δτι, δ γέροι; περπ~τοuσε

τρεκλίζοντιχς, σ~ μεθuσμένος, κα.ί έπιπρόσθετα. κρα.τοuσε τό κα.πέλο τοu στό

χέρι, π~ρ' ολο ποu lορεχε. Ό Κοuρφερb.κ &.νιχγνώρισε τόν κ. Boϊori, &πειοή

τον είχε δεr πολλές φορές ποu συνόδευε τό Μά.ριο &ς τ'ήν πόρτ~ του. Γνωρf­

ζοντα.ς τό ψιλijσuχο κα.ί δειλό χα.pιχκτήρα. τοu 6:6λιόψιλου κσ.ί όπέργηροu !πι­

τρόποu, &.πόρησε ποu τόν l6λεπε &ν!Χμεσσ. σέ κε ίνη τήν οχλο6ο'Υj , λ ίγιχ 6-Υjμιχ­

τα. &.πό τίς έφόοους τοσ ίππικοΟ, κά.τω &.πό τίς σφα.ίρες ποu επεφτιχν 6ροχ'ή

κα.t τόν πλησ(α.σε.

-Κύριε Βοϊο~, -.ou ε!πε, πρέπει νά. γuρίσε-.ε στό σπίτι σσ.ς.

-Γι~τι;

-Μ~ οέν 6λέπετε, δ κόσμος θ~ γfνει !1νω - κά.τω.

-ΠοΜ κσ.λά..

- θα. χτuπηθοuν μέ σπα.θιά., μέ τουφέκια., κύριε Βοϊο~. - Πά.ει κιχλά..

· ~ Κσ.t μέ κσ.νόνισ..

- Κιχλιi, πολu κιχλά.. Σεϊς ot &λλοι ποσ πηγιχfνετε; - Π~με να. γκρεμ.ίσοuμ.ε τήν κu6έρνηση. - ΠολU Κ«λά..

Κ' έξιχκολοuθοuσε νά. προχωρεί μ.ιχζί τοuς. 'Έκτοτε οέν πρόψερε λέξη.

Μόνο πού τό 6ijμ.ιχ τοu lγινε ξσ.ψνικά. στιχθερό. Μερικοί έργά.τες πΥjγ~ν νά.

τοσ προσφέροuν το μ.πρά.τσο τοuς, &.λλά. σ.ότος &.ρνfιθηκε μ' ενιχ κούνημιχ τοu

κεφιχλιοΟ, προχωροuσε σχεδόν στήν πρώτη γριχμμ.ή τijς ψιΧ.λλιχγιχς, lχοντιχς τήν κlνηση &νθρώποu ποu 6ιχ81ζε ι ζωηρά. κιχί το πρόσωπο &.νθρώποu ποu κοιμ~τιχι.

Ε!οες το &.γιχθό cx.uτo γεροντά.κι τι λύσσιχ ποu τf)ν έχει; ψιθuριζιχν μετιχ­

ξό τοuς οί φοιτητές.

Διιχ13όθηχε μέσα. στή ψά.λιχγγιχ η ψήμη 5τι δ γέρος ιχότός ~τιχν ινιχς &.πό

τοuς &.ντ ;προσώποuς τijς πιχλι~ς έπιχνιχστιχτ ιΧijς έθνοσυνέλεuσης - !να.ς _ &πο τοuς τuραννοκτόνους.

Page 180: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

814

Tb πλijθος προχωροuσε πρbς τηv δοό 'fα.λοuργια.ς. Ό μ.ικpός Γ~βpι~ς ή­τοιν στήν κεψt1.λή της ψά.λαγγας και τραγοuοοuσε μ' δλ·η του τη δuνοιμη.

«Ή Στ~ ~·· · ·οι

πλένει πιά.τοι

Κι' δ χοιτζijς τη λιχχτα;pά..

Τδ τσιμποuκι

Στό σεντοtίκι

Άκοuμ.πα. κιχί τήν κοιτα..

"Αχ, μωρή

ώχ, μωp·ή

Μ+, μοu κά.νεις τό 6α.ρύ

θεόν μόνο εvα.v ~χω

εvt7. μόνο ΒΜιλιά. .. . »" Αμε χά.σοu!

Τά. ψt7.pά. σοu

τά. μ.οuστιί;κια οέν μπορώ

έχω ψιλο

σαν το μijλο,

Σ~v έμέν~ δροσερό 'Άχ. μωρ~! ...

Κα.t τό πλήθος προχωροuσε πρός -.bv u Α γιο Μέpρu.

Δ'

ΟΙ ΝΕΟ~Υ ι\ι\ΕΧΤΟΙ

Ή δμciδ~ μεyιΧλωνε κά.θε στιyμ'ή. Λίγο πιο πέρα; lvα.ς &νθρωπος ψηλός,

με ψα.ρά. ~λλιά., με μορψή σοοιχρή κα.l τριχχειά., ήρθε κ' ~νώθηκε μαζί τοuς.

Ό Κοupψεριiκ, δ Ένζολωρά.ς, κι' δ Κομ.πεψέρ πρ6σεξα.ν α.rηή -.ήv -.ολμηρij φu­

σιογνωμίt7. ΠΟU τοuς εκανε έντίιπωση, &λλ~ κα.νείς τrιuς δέν τδν ήξερε . Ό Γα.-

6ριά.ς, &.πα.σχολημένος στο Υ~ τρα.γοu·δα., y(ι, σψup(ζει καί νά. τρέχει μπpοστ(ι.

χτυπώντας τlς πόρτες κα.ι τ~ πα.ρά.θuρα. των ~γα.ζιών με τή λα.οή τijς πι­

:πόλα.ς -.ou, ποu δέv είχε λύκο, δέν πρόσεξε τόν ά.νθρωπο αύτόv.

Περνώντα.ς τήv δδό 'rα.λοuργίt1.ς, πέpασα.v μπροστ~ &πb την πόpτιχ τοu Κοuρφερά.κ.

-Άκριοώς, σά. νά. το εfχα. παρα.γγελίιχ, εfπε αuτός. Ξέχα.σα. το πορτο­

φόλι μοu κ' 'έχα.σα το καπέλο μοu.

Page 181: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

815

Χωρίστηκε &.πδ τδ πλήθος κι' ά.νέ6ηκε στο οω~τιό του, πηδώντας τρια

τρια. iιΧ σκαλιά.. Πήρε ενα πα.λιο κα.πέλο κα.ι το πορτοc:pόλι του. Κα.ι &κόμη ενα

μεγιiλο κιοώτιο, ποu τ~χε κρυμμένο στ' άπλυτα. ροuχα. του. Καθwς κατέ6αtνε

πά.λι τρέχοντας, 'ή θυρωρος τον στα.μά.τησε.

- Κuριε Κουρc:pερά.κ!

-τι θέλεις;

- Εlναι έδώ κ&ποιος ποu θέλει ν?ι. σ~ς μιλήσει. -Ποιός;~;

-Δεν τδν ξέρω.

- Ποσ εrv~t; -Μέσα. στήν κά.μσtριi μου.

- Δεν ~χω κα.φό.

- ΜιΧ σα.ς περιμένει πά.νω &.πο μιιi &ρα νιi γυρίσετε! πρόσθεσε fι θυ-

ρωρός.

Ταυτόχρονα. , πα.ρουσιά.σθηκε μέσα. ιiπο τό θυρωρείο ενα.ς νεα.pος έpγά.της,

ά.Οόνατος, χλωμός, κοντος στο ιiνά.στημοι, με c:pοικίSες στό πρόσωπο, ντυμένος

με μι~ πα.λι~ μπλοuζα. κ' eνα. παντελόνι 6ελοuδινο μπα.λωμένο. 'Έμοιαζε πε­

ρισσότερο με κορίτσι ντυμένο μέ ά.ντρικa ροuχα. πCΧp& με ά.ν:ρσ. . Βγοιίνοντας

&πο τό θυρωρείο, &πευθόνθηκε προς τον Koupc:pεpaκ με Όρα.χνΎι ψων~, ποu οέν

ε!χε τίποτε κοινο μέ τ~ yυναικείCΧ.

- ΣΙΧς πaρα.καλώ, δ κ. Μά.pιος ποu ορίσκεται;

- Δέν ξέρω, οέν ε!ν' έοω.

- θ?ι. γυρίσει ά.πόψε;

- Δέν ξέρω. Έy&J πά.ντως δέ θιΧ γυρίσω.

Ό ά.γνωστΟ<Ο έργ&τ'Ι)<Ο τον κοlτaξε κα.τά.μα.τα και τον ρώτησε.

-Για.τl;

-Τιaτί; Διότι.

- Τι!ψα. ποu πηγαίνετε;

- Τί σέ νοtά.ζει έσένα. ; - θέλετε νόι. μ.οσ οώσετε νόι. κουοα.λιiω &γω α.ότb το κι6ώτιο ποlι. κρα.-

τ&.τε;

-Πά.ω στ& δδοψρά.yμaτα..

-θέλετε ν&ρθω μ.α.ζί σα.ς;

-"Α ν θέλεις! ιiποκρίθηκε δ Κουρφερά.κ. Ό δρόμος ε!v' έλεόθερος γι?ι.

δλους.

Κ' εψυyε τρέχοντας, yι?ι. ν?ι. προψτά.σει τοuς ψίλους του. 'Ότα.ν τοuς εφτιχ­σε, ε·δωσε σ' eνοιν &.π' οιuτοuς νιi κρα.τa το κι6ώτιο. Μόνο uστερα. &πο eνα. τέ­

τapτο, πρόσεξε δτι δ νέος έκείνος ~ρyά.της τοuς είχε πραγμα.τικa &.κολουθ~σει.

υΕνα. τέτοιο πλΎjθος, δέν πηγα.ίνει &.κρι66"Jς έκεί ποu θέλει. Είπαμε 15τι

τρέχουν δποu τα πιχpα.σUpει εvα. ψuσημοι τοσ &.νέμου. Πέρα.σα.ν την όδό Σα.ίν -Mεppu κα.\ 6pέθηκα.ν ξσι.c:pνικά στήν δδο Άγίοu Διονυσίου.

•·· . . τ [f

Page 182: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 183: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

\

\' ,~ \

Στήν ά.γορά. τοϋ tΑγίου 'l<ι)άννου , ό Γ(ι.8ριό.ς ένό)θηκε μf: μιft όμάδα πο\ι έπικε ­

φαλής της ήταν ό Ένζολωράς, ό Κομπεφf:ρ καt ό Φεγύ.

Page 184: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)
Page 185: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

ΒΙΒΛΙΟ ΔΩΔΈΚΑΤΟ

ΚΟΡΙΝΘΟΣ

Α'

I~TOPIA ΤΗ~ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ . OIKOΔOMHiH THi

ΣτήΥ δοό κ~ΥΥ~οίο~ς, δπήρχε έκείΥΎJ τήy έποχή €,yσ, ξ~κουσμένο ΚΙΧΠΎJ·

λείο, πού τδλεγιχν «Κόρινθος» . Το δδόφριχγμιχ πού όψώθrικε έκεϊ, επ~ιξε σποu­

οα.ϊο ρόλο κα.t κρα.τ~ τηy πρώτrι θέση στην [στορία. πού διηyοόμα.στε, ιΧν κ~ί

δ θρύλος τοu έπισκιάστηκε κάπως &.π'.> το δδόφριχγμιχ Σαίν • Μεpρό, μέ τούς &­πίθιχνοuς 'ήρωισμοuς τοu. Ή πα.λ ιά τοu όyομα.σία. ~τα.ν «Κα.πηλείο των Ρόοων» .

Τον περ~σμένο ~ω.ιν~, εν~ς ιiπο τοuς εLιφά.ντιχστους διχσκάλους της ζωyριχφι­

κης , δ Ν~τοuάρ, πελάτης τοι) κιχπrιλείου, ε!χε ζωγριχφίσει ενα. τσα.μπl στα.­

φuλι τi)ς Κορίνθου. Ό Κάπελιχς , &πό τη χα.ρ~ •ou, ~οα.λε ν& του γρ&.ψοuν με

χρυσχ γρά.μμΜιχ, κά.τω &.πο το τσα.μπt «Το στιχφόλι τής Κορίνθου» . 'Επειδή ο!

σuν•μrισεις εlν~ι πολu πρόσφορες στοuς μπεκρήδες, •ολεyα.ν μονολεκτικdι <<Κό­

ρινθος» . 'Έτσι 6γήκε ΚQ:l ή όνομα.σί~ <<Κα.πηλείο Κόρινθος>> . Ό τελευτα.ίος &.­πό τοlις δια.Οδχοuς τοu .κα.πηλείου όνομιχζότ~y Λuκος.

Στο κιχπ'Ι)λείο τοσ Λύκου δέν επινα.ν μόνο, ά.λλ~ ετρωγα.ν κι' δλσ.ς. Πrι­

γα.ινε πολlις κ6σμ.ος κι' ιiπb Sιά.φορες περ~σχες τοu ΙΙιχpισιοu ν& γεuστεί τοuς γεμιστοuς κuπρίνους, στοuς δποίους ε!χε εtδικότ'Υ)t(]; κα.ί δέν τοlις εδp ισκα.ν

ποuθεν~ ά.λλοu.

Τίποτε &π' δλ<Χ α.ότιΧ δεν δπάρχει σήμερα.. Ό Λιχ6ύp~νθος άπο τα. στενα.

δρομάκι~ γι) ρω &πό τό κ~πηλεϊο, ά.νΜκάφτηκε, δια.νοίχτrικ.ε &.πό τιΧ 184 7. 'Έ­τσι σήμεριχ, οuτε όδbς Κσ.ννσ.6 ίδα.ς, ο\ί•ε Κόρινθος δπcφχει , έξ~ψανίστrικ~ν &πό

έ:ν<Χ κ~l μόνο πλιχτύ δρόμο, την δδό Ρα.μπυτώ.

52

Page 186: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

818

'Από κείνους πού σύχνα.ζα.ν στό κσ.π'Υ)λείο, ~τα.ν κι' δ Κουρφιψl..κ μέ τού;

φίλους του. Ό Γκρσ.ντσ.ίρ ήτα.ν δ πρώτος πο\ι ε!χε aνα.κΙΧλύψ~t την Κόρινθ'j.

'Εκεί ~πινα.ν, ετρωγα.ν, φώνα.ζα.ν κα.ί, ~ πλ~ρωνα.ν λίγο, Υ) κα.κοπλrιρωνα.ν , rι

δέν πλ~ρωνσ.ν κα.θ6λου, π~ντσ. τούς κσ.λωσόριζα.ν. Ό Λuκος ήτα.ν κα.λb' &ν­θρωπος , μ' δλο πού ε!χε τρα.χείς τρόποuς, ψα.ινότιχν π&:ντιχ μουτρωμένος κ' έδει­

χνε περισσότερη διά.θεση ν?ι. τσα.κωθεί πιχρ& να. σερ6ίρει τ~ σοuπσ.. Ή πσ.ρσ.δο­

ξότητα. σ.δτή δίpεσε στο\.ις πελά.τες, πόu δλο κα.t πλ'ήθα.ινα.ν. Είχε μεγιiλα. μοu­στά.κια. κι' rι μορφή του ~τσ.ν &γριωπrι, ·ή φωνή του τρσ.χειά., &γρια., &.λλιΧ κα.­

λόκα.ρδος. Βά.θος κωμικό κα.t έπιφά.νεια. τρσ.γικ"ή.

Ή γυνσ.ίκα. του, ή κυρ~ Λόκα.ιvα., fιτα.ν ενα. πλά.σμα. πολίι &σκ'Υ)μο κα.l μέ γέν~ια..

Ό γερο-Λuκος πέθα.νε κα.τα. 'to 1830. Μσ.ζί 'tου πέθα.νε κα.t ~ τέχν'Υ) τΎjς

μα.γειρικijς τών κυπρίνων . Ή γuνα.ίκα. τοu σuνεχισε νιΧ κρα.τ~ τήν τσ.6έpνα.,

ιiλλα. ,α. ψα.γ'Υ)t?ι. ήτα.ν &σκ'Υ)μσ., δεν κλ'Υ)pονόμ'Υ)σε τ~ν τέχν'Υ) τοu &ντρα. της.

Το κρασί, ποtι δέν fιτrι.ν ποτέ: κα.λ6, τώρα. εγινε χειρότερο. 'Όμως δ Κουρφερά.κ κο:l οί φίλοι του έξσ.κολουθοuσrι.ν νά. Π'Υ)yσ.ίνουν στην Κόρινθο, «ιiπό εδλά.6εισ.» ,

κα.θιhς ελεγε 6 'Αετός. Δόο σερ6ιτότες, ή Σσ.66ρε καt Σιψά.οω, ποτέ δey έμα.θε κα.ν~ίς ιΧν ε!χσ.ν

ιiλλσ. όνόμ.α.τσ., ΟΟ'Υ)θοσσιχν τ'i)ν κυρα. λuκσ.ινα στο σεp6ίpισμrι..

Ή Σιχοόρε, χοντρή, στρογγuλή, κοκκινομά.λλα. κα.ί φωνα.κλοσ, 'ijτιχν πιο

dσκ'Υ)μ'Υ) ιiπό κ~θε μυθολογικό τέρα.ς, π&:ντως λιγώτερeι δtσκημ.η &οπό 'tYJY κυ­

ρ~ ηις.

Ή Στιψ~δω, ψηλή, λεπτή, dσπρ'Υ), λυμφσ.ντική κριiσ'Υ), μέ μελα.νοuς κu­

κλους στά. μιiτιιχ, ήτα.ν πά.ντιχ κrι.τά.κοπ'Υ) κ' έξσ.ντλημένη. Πρώτη ξυπνοuσε,

τελεuτο:ία πλιiγια.ζε, uπrιρετοuσε δλον τόν κόσμο, &.κόμη κιχί την &λλη όπηρέ­

τριιχ, σιωπηλrι κrι.ί tjρεμη, χσ.μοyελώντα.ς μέσα στήν κοόρrι.σή της , μ' ενα. χα.μ.ό­

γελο &μυδρb κ' &ποκοιμ.ισμ.ένο .

Β'

ΓlPQT Α Γ A~TEIA

σΟπως είπιχμε, δ Άετbς εμενε περισσότερο στο δωμ.ά.τ ιο τοu ΖολU. Οι

Μο ψ!λοι ζοuσrι.ν μ.rι.ζί, ~τρωγα.ν μ.rι.ζί, κοιμ.όντα.νε μ.ιχζ ί . Είχα.ν τi πά.ντα. κο~­

νά. , κιχt λέγοντας κοινά. δέ:ν &ξιχιροuμε τίποτε.

Ί'ό πρωί τ-ης 5ης 'Ιουνίου, π'ijγιχν να. γευμιχτίσουν στήν Κόρινθο . Ί'οu Ά­

ετοσ τιΧ ροuχοι ήτιχν παλιά., ~νGJ δ Ζολ\ι ήτα.ν κα.λοντuμ.ένος .

Page 187: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

819

'Ήτα:ν ~ ώρα: έvvι~ το πρωί, 8τιχν μπijκιχv στ~ν Κόρινθο . Άνέ6ψα.ν στό

πρώτο πά.τωμιχ, δποu τούς uποδέχτ'Υ)ΚΙΧν ~ Σα.6όρε κα.l YJ Στιψάδω. - Γp"ήγοpα., στρείδια., τuρί κα.ί χοιρομέρι, είπε δ Άετός.

Κάθφα:ν στ~ τρα:πέζι. Ή α:ϊθοuσα: ήτα:ν ~δεια:, &λλος έκτός &π' ·α.uτο•)ς δέν όπijρχε.

Ή Στιψάδω εψερε οcμέσως κι' οcκούμπφε μι~ μποτίλιιχ κρα:σί στο τpιχ­

πέζι. l'νώριζε το Ζολύ κα:t τόν 'Αετό.

Κα:θιbς ετρωγα.ν τα. πρώτα. στρείδια., ενα. κεφάλι πρόοα:λε οcπό τή σκά.λα:

κα.ί μια. φωνή οcκοόστηκε να. λέει:

-llερνοuσα: κα.ί μz πήρε ή εόχά.pιστ'Υ) μuρωδια. τupιou τής Μπρι κα.ι Οέν

&ντεξα., ε1σέpχομα:ι κα:θιbς βλέπετε.

'Ήτα:v δ Γκpοιντοιίρ.

Ηijρε μι~ κα.ρέκλα., πλ'Υ)σία.σε κα.l κάθ'Υ)σε στό rοιο τρα.πέζι. 'Έγιvα.v τpε"ίς.

Ή Στιψάδω, μόλις είδε τόν Γκρα.ντα.ίρ, εψερε στό τροιπέζι ουb μποτίλιες

κρα.σί.

- Κα.t τtς δuό μποτίλιες eα. τίς πιείς; τόν pώτ'Υ)σε δ 'Αετός.

Ό Γκρα.ντα.ίp &.ποκpίθηκε.

- uΟλοι ο! ά-νθρωποι ξύπνφα.v, μόνο σύ έμεινες μπουντα.λιΧς. Δύο μπο­

τίλιες κρα.σl δiν &κοuσα. ποτε νά. προξεvοσν έκπληξη σ' ενοιv άνθρωπο.

Κα.ί οι μεν δύο πρώτοι εrχα.ν άρχίσει :iπb το ψα.ΥΎJτό, δ Γκpοιντα.ίp δμως

ιiπό τό κpοισi. uΩσπου ν' &νοιγοκλείσοuν τα. μάτια. τοuς ε!χε πιεί τή μισή

μποτίλια..

- Κα.τά.λα.6α., είπε ό 'Αετός, τό στομάχι c<ου θ&χει κα.μμι~ τρύπα., δπως

δ πόθος τών Δα.να.tδων.

-Μπορεί, δπως €χει κα.l δ &.γκώνα.; σοu, &.ποκpίθηκε δ Γκρα.ντα.ίρ. Κι' &.ψοu άδεια.σε το ποτήρι του πρόσθεσε:

-" Ακοuσε να. σοσ πώ 'Αετέ , ιiς &.ψi)σομε τώρα; τοuς έπιτιΧψειοuς, το κο­

στούμι σου πάλιωσε πά.ρα πολύ.

- Να.ί, τό έλπίζω, οcπά.ντησε δ Άετός, γι' α.ότό τα.ιριάζομε έγιb κι' α.ότό πολτ:ι κ~λιΧ. Προσα.ρμ6στηκε σ' ολοι μοu τΟι. χούγια, σ' δλες τtς κιν-fισειr;; τοϋ σώ­

μα.τός μοu , οέν μ' ενοχλεί κα.θόλοu. Δέν τό νοιώθω πά.νω μοu, πα.ρα. μόνο δτι μοu κρrχτ~ ζέστη. Μ' il.vα. λόγο, τά. πα.λιά. ροuχα μοιά.ζοuν μέ τοuς καλούς

ψίλοuς .

-'Έχει δίκιο δ Άε1ός, ψώνα:ξε δ Ζολό, ενιχ πα.λιό ροuχο εrνιχι ενα.ς πα-

λιός ψιλος.

- Γκρανταίρ, ρώτφε δ Άετός, &.πό τ~ λεωφόρο ερχεσα.ι; .

---.'Όχι.

- Πρlν &.πό λίγο, έγd) κι' δ Ζολύ είδα.με ποu πέpα.σε ~ κεψαλή τijς

πομπ~ς.

- θσ.uμάσιο θέα:μσ.! ψώνthξε δ Ζολό, lπρεπz ν& 1δzίς.

Page 188: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

820

- Κοίτα.ξε δια.φορά., εΙπε δ 'Αετός. Κοίτα,ξε ~σuχ(α, ποu όπά.ρχει σ' α.ότο το ορόμ.ο. Ποιός ν~ πιστέψει οτι το Παρίσι είνα.ι ιiναστατωμένο αοτή τή στι­

γμ~; 'Απ' α.ύτδ νοιώθει κα,νείς 8-ιι &λλοτε σ' αύτό -τό μέρος ~τα. ν δλο μονα.­

στ~ρια.. Διά.οα.σα. περιγρα.φές. Ό τόπος &δώ γupω fιτα.ν γεμ.ά.τος κα.λόγεpοuς,

κα.ποuκίνοuς, δλόκληρη μ.uρμ.ηγκοψωλιά.. Άπο κείνους τοuς ξυπόλυτους, τοuς

&λλους με τα σα.ντά.λια,, κουρεμένοι, &.κούpεuτοι, γzνιiτοι, ξουpισμένοι, άσπροι,

μαupοι, στσ.χτεpοί, ψρα.γκισκανοί, κσ.ρμελίτες, ιJ.ικροί κα.ί μεγάλοι αuγοuστίνοι,

νά., σ& ν τοc μσ.λλιοc τής κεψα.λf)ς μοu, ?J.ν δεν μοu είχαν , πέσει τα. μισά..

- Μη μιλά.τε γι~ κα,λόγηροuς, τον Ιiκοψε δ Γκρα.ντα.ίρ, μι:ιu φέρνει ψα. ­

γούpα. στο σώμα..

Κα.l μ.όλις τέλειωσε, ε6α.λε μιi κραuγ'fι.

- Πούψ! κιχτιiπιιχ ε να. στρείδι 6ρώμικο. Τώρα θα. μέ. πιά.σει πά.λι ~ όπο­

χοντρία. μοu. Τα. στρείδια, ε!να.ι χα.λα.σμένα., οί uπηρέτριες άσχημες. Βδελύσ­

σομαι κα.l μισώ τό ιiνθρώπινο γένος . Πρtν &.πb λίγο πέρα.σα. !Χπο τη μεγά.λη

δrιμοτικrι 6ι6λιοθrικ.rι , στήν όδό Ρισελιέ, έκείνος έκεϊ δ σωρος τα. ~στρα.κα., ποu λέγονται βι6λ ία , μοσ ψέρνοuν !Χνα.γοόλα. κα.t μόνο ποu τα. συλλογίζομαι .

ΙΙόσο χοφτί! πόσο μελ6;νι! πόσα. δρνιθοσκα.λίσματα! 'Άνθρωποι κά.θησαν κα.l τάγραψα.ν δλα. αότά.. Μωρέ ποιός Ύ)λιθιος είπε δτι δ άνθρωπος είνα.ι δίποδο

ά.πτερο; Ξνώ εκα.μ.ε τόσο χρrιση φτερ<J"Jν νδι γpόtφει; 'Άλλο. Χθες σuνιiντησα.

στο δρόμ.ο μ.ι~ γνωστ'fι μοu νi.σ., ομορψη σα.v τήν άνοιξη, τή 6λέπω χαρού­

μενη, γοητευμέΨΙ), εοτuχισμένη, πετοίίσε στοuς οuρα.ΥΟUς ij άθλια., ij έλεειν.Υj!

κα.l ξέρετε γιατί; Έπειδi) ενα.ς τρα.πεζίτης, ολογιοκωμένος, !Χποκpοuστικός,

καταδέχτηκε ... να. την a.ποχτήσει! Άλλοίμrηο καl τρισα.λλοίμονο! -ή γuνα.ίκα

καραδοκεί κα.t τον εμπορο, δσο καt το δα.νδή. ο ι γά.τες 6λέπεις δέν κuνηγοσν

μόνο ποντίκια., ιiλλi και τα. ποuλιά.. Auτij 'ή κοπέλα, δεν ε!νetι δuο ι.ι.rινες, ποu

κe>:θ6τα.ν ι:ρρόνιμη στο φτωχικό ·της σπιτά.κι, εpα.6ε, ετρωγz το ψωμά.κc της τί­

μιΙΧ, κοιμότΙΧΥ σ' lf.να κpε6ά.τι έκστpα.τεία.ς , πλά.ι σε μιοc γλά.σψΙΧ μέ λοuλοuοια.

ποu ε!χε στο πα.ριiθuρό της . Ήτα.ν εόχα.ριστr1μένη. Σrιμ.ερα. είναι έρωμένη τοσ _τραπεζίτη. Ή μετα:6οΗι εγιν::. προχθές τη νύχτα. Σ:Χς λέω, χθές σuνά.ντησα. στο

. δρόμο ΙΧuτο το θuμα., .κσ.τσ.χα.pοΙ)μενο, ε\ιτuχισμ€νο . ΊΌ φοοερό, το &.ηδιιΧστικό

είναι, δτι α.οτή η &θλιet, ή γsλοί(l. ήταν ομορψη κσ.l χΟές, δσο κα.t προχθές. Ό

6λογιοzωμένος τρα.πεζίτης δz φcι:ινότ!7.ν καθ6λοu πά.νω στή μορψή της. Τ~ τρι­

αντά.ψuλλα τοuλά.χιστον εχουν α:uτο τό κα.λb η το κα.κ6, δτι ι:ρα.ίνοντα.ι τα. rχνη

τΎjς κά.ιιπιetς πο•) πέρα.σε &.πο πά.νω τοuς . 'Έ, λο ιπον τελείωσε . 'Ηθική δέν u­πά.pχει πιχ πά.νω στή γf). Καt νά. η άπ6δειξη . Ή μuρτιά., crύμοολο τοίί ~pωτο:,

ή δά.ψνη, σι)μ6ολο τοu πολέμου, 'ή έλιά, σύμ6ολο τΊjς ε1ρήνη ς, η μηλιά., ποu

εψερε ανω - κά.τω τον Άοcιμ μέ τδν ά.πΧγορεuμέ'ΙΟ κα.ρπ6 της , δλες είνα.ι

.τφόγονοι τοσ ποδόγυρου. 'Όσο yιi το δίχσ. ιο , άς μιλήσε ι κα.t κα.νέvας άλλος.

()1 ΓΙΧλάτες όρέγοντα.ι τήν Κλοuζα., ή Ρώμη ποu τήν πpοστcι.τ ::ύε ~, ρωτά. τοuς

Γσ.λιiτες, τί κακ6 σα.ς €κΙΧ ν ε -lι Κλούζα; Ό Βρέννος &.πα.ντσ.: 'Ό,τι κσ.κο εκ.α:-

Page 189: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

s2ι

YrJ.Y σε σένσ. οί Αϊκοuοι, οί Βόλσκοι καl Σα6ίνοι, ποu ~ταν yείτr;yές σοu. οι

Κλοuζιανοί είναι κ' έμσ.ς γείτονές μ.χς. Έηοοuμ.ε τ~ γειτονεία &.κρ ι οG'J; δπως κοιί σείς. 'Έκλεψες τ-Υ)ν "Αλμ.πα., ποιίρνομε καί μείς τΥjν Κλοιίζα. Ή Ρώμη τό­

τε είπε: 'Όχι, δέν θ~ τ~ν π6;ρετε. Ό Βρέννος κυρίευσε κα.ί τΥjν Ρώμη, κοιι

ϋστεροι ψώναξε : νοe victis! «Οόαί τοίς ήττημέvοις! » . Νά. Μι ο είναι το δίκαιο. Δ"ΙλαδΥj αότος ό κόσμος είναι γεμά.τος ά:πο σα.pκο66ρα θ'f/pία, ιiπο &ρποιχτικ~ ορνεα, ά:πό yερά.κια. ΆνΙΧtρ ιχιά.ζω.

UΑπλωσε το ποτήρι του στο Ζολύ κι' ΙΧότός τοσ τό γέμισε. · rστερα κα­

":ά.π:ε μ.ονομιιiς το κpασί καί σuνέχισε Υ~ μιλιΧ, χωρίς σχεδ(;y Υά. διακοπεί κα­

θόλου .

•ο Βρέννος ποu κυριεuει τ-ήν Ρώμ'f}, εΙνα.ι ά.pπαχτικο ορνεο. Ό τρα.πεζί­τ'Υ)ς πού κυριεύzι τ~ ψτωχή ρά.πτρ ια, είναι το rδιο . uοση ν:ροπΥj εχει δ ενα.ς,

~χει ΚΙΧί δ &λλος. Κι' ο! δυο είναι έξ ϊσου &.χpείοι. ~έν πιστεuω λοιπόν σs τί­ποτε . Μια. &λΎ)θεια. μόνο όπι);pχει, νά πίνεις . Όποιcι:δήποτε yνι:ψη, 1δέα, cρρό­

ν'f}μα. κι' aν ~χεις, πα.νε. Κά.θεσα.ι καί μοu λές λεωcρόρο, νεκρικ-ή πομπij, συ­

ναγερμοuς , κα.l τά ρέστα . Τί; πά.λι έπιχνά.σταση θ&χομε; Άπορω ειλικρινά.,

yι' αότά τά ψτωχιΧ μέσα. τΥ)ς θείcι:ς Πρόνοιcι:ς. Είναι &.νά.yκ'f} ν-Χ κ&θετ<Χι Χι'

σ.uτος κά.θε στιγμή ν' &.νοίγει τον όχετό ποu Βουλώνει . 'Ορίστε , τα. νερ& .στα.­

μά.τφα.ν πά.λι, δεν τρέχουν. Έπα.νιΧστασ'f} λοιπον άμέσως . Έyω στή θ~σ"Ι τοu,

θά. τ~ ά.πλοποιοuσα τα. πpά.yμα.τσ.. Θα. δδ'f/γοuσα &.πο τό αuτί στρωτά. καί ομοp­

cρcι: τδ &.νθρώπινο γένος . θ&πλεκα τα. γεγονότα. ενα πρός εvα, τοuς κρίκους αu­

της τΥ)ς ά.λυσίδας τον ενα. ΧCΧτ6πιv τοσ ά.λλοu χωρίς σπα.σίμ.α.τα.. Τί χρειάζον­

ται τ& !κτσ.κτα ΙJ.έσσ.; Αότό πού &σείς όνομά.ζεται πρόοδο, προχωρεί πρbς τ11.

έμπρδς: ιi)θοuμενο &.πό δuό κιν'f}τΥ)ρες, τοuς ά.νθρώπι:ιυς και τα. γεγονότα. Το δυ­

σάρεστο είναι, δτι ά.πο κσ.φό σ~ κσ.ιρό y(νετα.ι &.ναγκα.ία ~ έξαίρΕσ'f/ . Καί για.

τ& γεγονότα και γιά τοuς &.νθριόποuς δzν &.ρκοαν τιΧ συνηθισμένα. Χpειά.ζοντα.ι

&.νά.μεσα στc.uς &νθpιίJποuς μεyαλοφu ίες και ά.νιΧμ.εσα. στα. γεγονότα &παναστά.­

σεις. Άπσ.ιτοuνται σημσ.ντικές σuμπτώσεις , χωρίς αότές δε γίνετα.ι τίποτΕ, ιιιιΧ

τρuπ« στο νερ6. Άκ6μα. κα.ί δ οίιρανός εχει &.,νά.γΧΊ) ιiπο τέτοιοtΙς πρωτcι:"

γωνιστές , αν λά.6οuμε όπ' οψ"Ι μα.ς τούς κομΎ)τες. Σε ιιια. στιγμή, ποu κανένας

δεν τό περιμένει, σοu κολλ~ ό θεός ενα. μετέωρο στόν τοίχο τοσ στερεώματος ,

καί το κα.μα.ρώνεις μ' &.νοιχτο το στόμα. "Ενα. ά.στρο με μιά. &.πέρα.ν~:rι ο•?ιρά..

Καί μ' σ.uτb τι;άζει δ Κα.ίσα.ρ τά πέταλα., δ Βροuτος τοu δίνει μι11. ιkχαιρι~ καί δ θεός μιά. κομ.ητιά. ... ΚριΧκ! καί νά. σοu Ιiμέσως f.να 66ρε ιο σέλας, μιά έ­

πα.νά.σταση, ενας μέγας ~ντρσ.ς. Tb 1793 μέ μεγά.λ('Ι. yριiμμα.τα, προμ.'f}νuεται

δ Νσ.πολέων. Ό κομήτ"Ις τοu 1811 τοιχοκολλημένος στον οupα.νό. Μπά.μ!

Μπούμ! εκτακτο θέα. μα. . Σηκώστε τ& μά.τια σσ.ς προς τον ?uρcι:νό μuyοχιicρτες!

'Όλα. είνα.ι ξεμαλλιασμένα, ά.χτένιστα. , και τό ά.στρο κα.ί τό δρά.μα . θεέ μοu! έσU τ~ κ&νεις α.ύτά. ; Αuτά είναι 6έ6σ.ισ. μεγά.λα, ά.λλά οχ ι ά.pκετά.. Α1σθά.νο­μαι 15τι δεν ήμουν πλασμένος για. παρισινό;;, δ'Υ)λα.δή νά τα.λοιντεύομ.α.ι &.ν6.με-

Page 190: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

822

σσ. στο χώρο τG>ν χσ.σομ.έρηοων κιχ. ι στό χώρο τ6>ν ταρα.χοποιών! Μ& τ~uς θε­ούς τοu Όλόμποu, έyw ημοuν πλσ.αμ.ένος γι!Χ. vrl ε!μ.ιχι ΤQuρκQς. Ν~ 6λέπω δ·

λην την ~μέρα. τις ό~λ!σκες ν~ χορεόοuν τοuς θσ.uμιiσtοuς έκείνοuς ~οονι­κούς χορούς κσ.ί ν~ κιiθQμσ.ι στσ.uροπόοι, κρα.τώντας το ναργιλέ μοu . 'Ή τοu­

λά.χιaτον μικρο'Υjγεμ.ιί}νσ.ς Γερμσ.ν6ς, ν~ προμΥJθ~όω μ ισό στρσ:ttώτη στη yερ­

μσ.νικη Όf!-QσΠQVΟ!σ. κσ.ί Υ~ περνώ τίς ώρες μοu στο νοc στεγνώνω τίς κά.λ­

τσες μοu πά.νω στο ψρά.χτη μοu, Sηλσ.οη στη μεθόριο τijς έπικρά.τειά.ς μοu! Νά.,

γι~ ποι~ πεπρωμένα ijμ.ouν πλσ.σμ.ένος! Νσ.ί, είπσ. πιhς ήθελα. ν& ε!μα.ι Τοσρ­

κος κσ.ί οέν πσ.ίρνω το λόγQ μοu πίσω. Δεν κα.τσ.λσ.6σ.ίνω γισ.τί τάχσ. λένε γι&

'tΙJUς τούρκοuς, δσα ΧllΧti Ην~ . Ό Μω6:μεG lχει κ~'ι κ()\λό. ΌψεlλQU\.Ι.e σz-6ιχσμό σ' σ.δτόν ποu έψεσρε τ& σερά.yισ. με τ& οίιρί κσ.ί τσύς πσ.pά.οεισQuς μ,$

τίς όοα.λίσκες! Ν& μη κα.ΚΙJλσγοσμe τό μωα.μeθΙΧν ισμό, είνα.ι ·ή μόνη θρησκΕί!J.

πού κοσμεί τα. ι ιiπδ ενσ.ν δpνιθώνσ.! Έπσ.νσ.λα.μοά.νω λο ιπόν, κρσ.σί κιχί πά.λι

κρσ.σl. Ή γ'ij e!να.ι μιοc μεγά.λη &νοφία.. Κα.ί τώpσ. α.uτοί οί ιiνόΥJτοι θ& πάνε

ν& πισ.στοuν &.πδ τα. μσ.λλ ιιi, να. σπά.σοuν τ~ μοστρσ. τοuς, να. σψα.γοuνε μεσο­

κσ.λόκα.ψJ, 'Ιοόνιο μήνα., σε κσ.ιρο πού θ~ μποpοuσιχν ν-Χ πiνε έξοχή μ' ενσ. /). μορψο πλά.σμσ. πλά.ι τσuς, ν' &.νσ.πνeόσο•Jν το fί.ρωμιχ τ-:ιu θερισμένοu σσ.νοu. Ά­νοησί'λ! ·φσ.νη &νοησiιχ ! πplν &.πδ λίγο ε!οα. eνα. πα.λιο ψα.νά.ρι σπσ.σμ.ένQ, σ'

eνιχ πσ.λιχιοπωλεϊο, κα.t μ:-Χ σκέψη μοu -ηρθε στο v'Jϋ. Κσ.ιρδς ε!να.ι, είπα. , ν<Χ

ψωτιζ6ταν τb &.νθρι!!τ:ιν~ γένος. Νά., δρίστε, επεσα. πά.λt στ~ ιιελα:γχολία:! τί είνα.t τέλος πά.ντων νά Υ.α.τσ.πιείς eνα. χα.λσ.σμένο στρείΟt καί ν~χεις μι~ έπι­

κείμ.ενη έπσ.νά.στσ.ση •jπ' οψη σοu! ~Ω! &ηοια.στικος πσ.λιόκeισμος!

-Άλ"ήθεισ., είπε~ &πσ.νιiστΜ'ΥJ, ψιl)νσ.ξε δ Ζr:ιλό, κιχθιi)~ ψα.lvετα.ι, δ Μά.-

ριο; ε!ν7.ι στ~ κα.λ~ έρωτεuμένος.

- λΗ πο~ά., ξέρετε; ρώτησε δ 'Αετός.

-'Όχι.

-τι είπες;

-'Όχι σο\ί λέω.

- Tou Μιiριοu οί ερω~eς! ψώνσ.ξε δ Γκp~ντιχ(p. Νά. σάς ΠιίΙ έγιi} τ( εϊ-

οοuς θ& elνιχι. Ό Μά.pιος, ψlλοι μοu, ε'ίνσ.ι εν~ς &:τμός, θ~ 6ρijκε λοιπον κσ.μ­

μι<Χν όμίχλη. Ό Μά.ριι;ς ε!νιχι iπό τη ρά.τaα. τιϊ>ν ποιητών. ΠοιΥJτης ε!νσ.ι τσ.u­

τόσημος το\ί τρελλοtί. Ό Μά.ριος μέ τη Μ~ρία. τοu, με τή Μ~ρ:έττα. τ-:ιu, με τή

.Μιχρίτσα. τοu, ψα.vτα.aτεϊτε τι !Χστεϊο ζεuγά.ρι έρωτεuμένων θ& είνσ.ι . "Εκστα.­ση, μέσα. στην δπr:ιία. θιΧ ξεχνο\ίν κα.ί το ψlλ'Υjμσ.. Άγνοί πά.vω στη γ'ij, iλλά.

ζεuγcιρωμένοι στοι)ς οuριχ.νοuς. ΊΙΙ'uχε~ ΠΟ'J ~χοuν α.ίσθήσεις . Κ"Jψοtίντα.: ιι~ζ t

μέσσ. στ' ιiστρα. τ' οίιρα.νοϋ!

Ό Γκρα.ντσ.tρ έτι;lμσ.ζε τή δεότερη μτ.r:ιτlλια. κι' tσως κα.t τή δεuτερrι δ­

μ.ιλία. τοu , όταν πρ66α.λε οε{ιτερο κεψά.λι στή σκά.λα.. 7Ητα.ν &:να. πσ.ιδί ιι6λις οiκα. χρόνων, κοuρελιά.ρικο, κίτρινο, με πρόσωπο a~ν μοuaο•)δ: ζιf>r:ι•J, μέ π!Jκν~

&χτένιστα. μα.λλιά., μέ μά.τια. ζωηρά., ι.ιοuσκψένο &π? τη 6ρο-χή κα.ί χα.pouιJ.zνr,,

Page 191: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

Το πιχtδ! ιχότό, ιiν κιχ! δε γνώριζε κιχνένιχν &πb τοuς τρείς, προχώρησε χωρίς δισταγμό πρός τον Άετό.

- Σείς είστε δ κ. Άετός;

- Νιχί τί θέλεις;

-Μ' έστειλε ενιχς ξανθός, ψηλός, ιiπό τ~ λεωψόρο, ναρθιίJ έδιί). Γνωρί-ζεις, μοσ λέει , τήν κuρ~ Λόκcχ. ινα. ; Νcχ.ί, τοσ ιiποκρίθηκcχ. , τή χ-ήρα, στήν δδό Καννα6ίδα . Π-ήγαινε , μοu λέει , κιχ! θ .Χ 6ρεϊς έκεί έναν κύριο 'Αετό, νιΧ τοu πείς &.πο μέροuς μοu, "Αλβα. - Βήτα. Κcχ.τά.λα.6cχ. πwς cχ.ότό το κιiνοuν γιιΧ ν' ιiστει ­εuθοσν μα.ζί σα.ς. Mou ~·8ωσε κcx.l δέκα. σολδιιΧ γι& τον κόπο μοu.

- Ζολu, δά.νzισέ μοu δέκα σολδιιi, είπε δ 'Αετός καί, γuρlζοντας πρός τόν Γκρcχ.ντcχ.(ρ:

- Γκρα.ντα.ίρ, οέκcχ. σολοιιi.

Ό Άετbς €δωσε zϊκοσι σολδ ιά στό παιδί. - Εuχα.ριστω , είπε α.ότό. - Πιί!ς σ~ λένε; τό ριόtΥ)σε δ Άετός.

- Κοuροuπη, είμα.ι φίλος τοu Γα6ρια..

-Μείνε έδω μαζί ~ια.ς, είπε δ 'Αετός. - Δέν μπορώ, ιiποκρίθηκε το πα.ιοί, είμα. ι με τον κόσμ? στ-ην κηδεία..

Έγω είμα.ι πού ψωνιiζω κά.τω δ uποuργός Πολινιά.κ!

Κι' &ψοu χα.ιρέτησε τοuς τρείς κuρίοuς , μέ τόν τρόπο ποu χα.ιρετοtίν τ&

χα.ι.ιίνια., οταν Οέλοuν νχ οείξοuν μεγάλο σε6ιχσμ6, δrιλα.οή σοuρσιμο πολύ πpός

τ& πίσω τό ενα πόδι, εφuγε.

- Είνα.ι γνήσιο χαμίνι α.uτό, ε!πε δ Γκpα.ντα.ίρ, μόλις lψuγε τό παιδί.

Ποικίλα. είναι καl τιΧ είδη τιί.Ιν χα.μινιGJν.

Στό μεταξό, δ Άετο; σκεφτόταν. Α, Β, αότό 6έ6α.ιΙΧ σημαίνει Κηδεία τοu

Λα.μιiρκ .

-Ό ξανθος κα! ψηλός, είΠε δ Γκριχντα.ίρ, πρέπει ν& ε!να.ι δ Ένζολωρ&ς . -"Ε, θιΧ πα.με; είπε δ 'Αετός.

- Βp~χει, &ποκρίθΥ)κε δ Ζολό , κα.l ξέpεtς; "Εχω κά.νει δρκο νιΧ πάω στή

φωτιά. , ά.λλ~ οχι κα.ί στb νερό. Δεν θέλω να. ι.ιέ πιι:Ιr.σει σuνιiχι.

-Έγι1J οέν τό κοuνιi) &.πό OG! ' -,tρ6σθεσε δ Γκρα.ντα.ίρ. ΠροτιμιίJ ε να γεu­

ιιιχ, πα.p(χ. Ενα λείψΙΧνΟ.

Λ ' :.:' - I ' ~ • 'Α ' Τό ε ' λ ' - 'Ά' ' - "ιοtτ::eιν uεν π1.με. φω•ηςε rJ ετος. τε vΙΧ τε νιχ πιοuμε. ΑΑω-

στ~ μπ?ρzι ν7. λείψει κα.νz!; &πο μι7. κr;οεία., χωρίς ν7. λείψει κι ' ά.πό μιιΧ z. πανά.στα.ση.

-~Α, δσο γιιΧ τ-ην έπανά.στα.ση οεν aποr>εόγω, εrπε δ Ζολό.

'Ο 'Αzτός ετριψε τα. χέρια. τοu .

- Τέ),ο; πά.ντωv, ~χομε νχ συμπληρι~σομε τi;ν zπ:χνά.στα.σrι τΙJΟ 1R3(). -Έμένα μ: ά.φήνει σχεδόν ιioιrifopo ή &πα.v&.σ,Qiσ-iι σσι.~, εlπε δ Γ~ψ:ι:•J-

Page 192: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

824

•σ.lρ. Έγω δεν ιiντιπιχθώ σ.uτ~ν έοώ τήν κυοέρνrιση. Το στέμμσ. της μετιχ6λ~­

θηκε σέ σκοuφο μπσ.μπσ.κερό. το σκi)πτρο της σ' &λεξιοροχιο.

Ή αίθουσιχ ~τ~ν Ο'ΚΟ'tε ιν'ή . τα. πυκνα. σύννεφα έμπόδιζιχν τό φώς τΎ)ς ~μέρσ.ς . Στό κσ.πηλεϊο, στο δρόμο , δέν όπΎ)ρχε ψυχ-ή. 'Όλος δ κόσμος είχε πά.Ξι « νιΧ. οεί τά. γεγονότα» . .

-Μωρέ πιχιδιά., μεσ'Υ)μέρι ε!να.ι ~ μεσά.νuχτιχ; φώνιχξε δ 'Αετός. Έγω

δέν 6λiπω •ό Ι'.ί&χτuλό μου. ~Ε! Στιφάδω , φiρε φιί)ς!

Ό Γκριχντιχ1ρ, ~πινε μελιχγχολικός.

Ό Ένζολωρά.ς με περιφρονεί, ψιθόρισε. Βέοσ.ιιχ δ Ένζολωρ(χ.ς σκέφθηκε:

'Ο Ζολu ε!να.ι &ρρωστος, δ Γκραντιχtρ είναι μέθυσος. Κα.l ~στειλε τόν Κου­pοuπη στον 'Αετό. "Αν έρχοτα.ν δ rδιος, θιl. τον ιiκολοuθοuσα. . Μένω λοιπον

κ' έγω τώρα. ιiδιά.φορος . Ένζολωρ& φίλε! δέν ~ρχομσ.ι στήν κrιδείσ. σου, οχ ι .

~Εμεινα.ν ~τσι κι' οί τρεϊς στο κα.πηλείο. Κατ&. τίς δub μετά. τό μεσημέ­

ρι το τριχπέζι τοuς ήτα.'Ι γεμάτο &δειες μπ,τίλιες . Δυο κερι(χ. φώτιζιχν τήν αϊ-, θουσα., τό gνσ. μέσσ. σ' f.νιχ Χ'Υ)ροπ'ήγιο μπρο{ιτζινο, πο•) πpcι:σίνιζε , κα.ί τό ά.λλο

π&νω σέ μια. . ρα.γισμένη μποτlλια..

-Μωρέ πα.ιδιά., αεγε δ Γκρα.ντα.ίρ, ποιός &ρα.γε πi)γε κσ.l ξεκρέμα.σz

χωρίς τήν &δειά. μου τ' &στρσ. κα.t τά.στησε έδ6> σα. ν κεριά.;

Ό 'Αετός, ιiν καί ήτσ.ν &.ρκετά. μεθυσμένος, δ ια.τηροίίσε την ~ρεμία. τοu.

Είχε κα.θίσει κοντα. στb πρε6ά.ζι τοu &νοιχτοu πα.ρσ.θuριοu κα.l ή ράχη του μ.οu­

σκευότιχν &πb τη 6ροχ.fι ποu επe:ψτε ρα.yδιχίιχ, ε6λεπε σιωπηλός μόνο τοuς δuό

φιλοuς του.

Ξα.φνικά. &.κοόει πίσω του θόρu6ο , 6~μα.τα 6ια.στικά. κιχl φωνές:

- Στά. οπλιχ.

Γόρισe: κσ.ί είδε στi)ν δδδ 'Αγίου Δ ιονuσίοu, δηλιχοη στην ά.κρη τ'Υjς δδοu

Καννα.61δα.ς, τόν Ένζολωρά., ποu περνοuσε μέ το δίκροτο στά. χέριιχ, κιχl το

Γο:6ρια. μέ την πιστόλιχ τοu , τό Φεγu κα.l τον Κι:ιυρφερά.κ μ~ τα. σπιχθιά. τους, ·τον Πρου6σ.ίρ μέ τό κοντοτοuφεκό του, τον Κομπεψέρ ιιέ τό στρο:τιωτικο δπλο κιχl τον Βαχορελ &πlσ'Υ)ς ι.ιε το τουφέκι τοu, κ-χl κιχτόπιν τοuς δλο έκεϊνο τ '

δπλισμένο Κ'Χl τρικυμισμένο πλήθος .

Ή δδbς Κα.ννα.οίοοις δέν εΙχε μεγάλο μ'Υjκος, δ Άετbς σχημάτισε μΕ: τιΧ

χέρ ια τοu τηλε6όα καί ςρώνα.ξε:

- Κοuρφεροcκ! Κουρφερά;κ! ~Ε!

Ό Κοuρψερ&κ ~κοuσε τ' δνομ& τοu , γύρισε κιχl εtδε τόν 'Αετό , μπi)κε

στην δδο Κο:νν~6(6ιχς, προχώρησε λίγα. 6ήμΙΧτα. κcι:l φώνσ.ξε:

- Τί θέλε ις,;

-Ποϋ πάτε;

- N?k σηκώσουμε δδόφριχγμα, &.ποκρίθηκε δ Κοuρφεpά.κ.

-'Οδόφραγμα; Έδιό εΙνιχι κιχ:iλληλο το μέρος. Έοιί> ν&. τό σηκώσzτε!

- Κιχλα. λέει δ Άετ?ς , εΙπz b ΚοupψψΧκ στοuς &.λλι:ιuς .

Κα.l fL' ενσ. νεϋμ~, το πλi)θος χύθηκε στην δδb ΚΙΧννΙΧοίδοις.

Page 193: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

825

Ο ΓΚΡΑΝΤ .AIP ~KOTEINI.A~E

Πριχγμα.τικ&, ή θέση ~τα.ν πεpίψημ.η γι~ δοόψριχγμα. . Γιιχτί ή δοός Κιχν­

νιχ6ίοιχς, στi'jν εϊσοΟό τ'Υ)ς &πό τi'jν δδb Άγίου Διονυσίου, ~τα.ν πλατειά., πρός

. τό κα.πΥjλετο τής ••Κορίνθου» στένευε βιχθμιιχτα καί κατά.ληγε σχεδδν σ' &.διέ­

ξοδο. Ή δοόζ Μοντετοοp ποο πεpνοuσε μ.ετιχξu τοί1 χτιpίοu της Κορίνθου κιχι

τi)ς δδοu Κανναβίοας, μποροuσε εuκολα νιΧ ψριχχτετ οεξι~ κι' &.ριστερ~ κα.l

κά.θε δυνατότητα. έπίθεσης γινότα.ν &Μνα.τ'Υ). Μόνο &πό τi'jν δοο Άγίοu Διονυ­

σίου, or]l.aoi') κατά. μέτωπο καl &.κιΧλυπτιχ, μποροuσε δ &ντίπα.λος ν& έπιτεθεί.

Ό 'Αετός, μ.' δλο ποtι ήταν μεθυσμένος, είχε τ'ή στρι:t.τ'Υ)yικi) ματιιΧ τοίί Άννί6ιχ νηψιiλιοu.

Μέ τi'jν είσ6ολή τοu πλf.θοuς στΥ)ν δδδ Καννα6ίοα.ς, δ ψ66ος &πλώθηκε

σ' 8λο τό δρόμο . Οί ·οια.6&τες έξαψα.νίστ'Υ)καν &στραπιαία, δεξιά. , άριστεριΧ &ζ

τό 6ά.θος , πόρτες, παράθυρα. &.πό τιΧ lσ6γε~α. &ς τίς σοψίτες κλείστηκα.ν. Μιά.

γρι~ τρομιχγμέν'Υ) ε6αλε ενιχ στρώμα. πίσω &.πό τό πα.ρά.θup6 της, γι& ν& προ­

φυλαχτεί κιχλλίτεριχ &.πό τlς σψα.τρες. Μόνο ή Κόρινθος εμεινε iλνοιχτi), κι'

α.οτό γιιχτι τό πλi)θος είχε δρμ'ήσει έκεί μέσα..

- Πα.να.γία. μ.οu! Πιχνιχγίιχ μοu! ψώνΙΧζε &ναστενά.ζοντιχς ή κυρά. Λι)-

κα.ινα.

Ό 'Αετός κατέ6'Υ)κε νά προuπαντ'ήσει τόν Κουρφερά.κ . •ο Ζολο ~σκuψε &πό τό πιχρά.θυρο 'κιχt ψώνιχξε: -'Έ! Κουρcρερά.κ cρίλε, πGΊς οέν πijpεζ μι& όμ.πρέλλα. μ.α.ζί σοu νά. μ'ή

6ρέχεσιχι; 'Έτσι θά. κρuολογήσειζ.

Στό μετα.ξό, τb πλήθος μέσα. σέ λ!γα. λεπτά., ε!χε ξεκολλ'ήσει δλα τά. σί­

οερά. &.πό τά. χιχμ'Υ)λet πα.ρά.θυρα. τοίi κα.π'Υ)λεlοu κα.l εrχε &νιχσκόr.ψει μέγιχ μέ­

ρος τοίi λιθόστρωτοu. Ό Γα.6ριά.ς κι' δ Βιχχορέλ, επια.σα.ν ενιχ Κάρο ΠΟ!) Περ­

νοuσε φορτωμένο μέ σ6φμένο &.σ6έστη κα.l τ' &να.ποδογόρισα.ν κά.τω &πό · τlς πέτρες, πο•) &διά.κοπιχ κοu6ιχλοuσε τό πλΥ)θος. Ό Ένζολωρά.ς ά.νοιξε τb όπ6-

γειο κι' 3σα. &δεια. 6α.pέλια. βρέθηκα. ν μέσιχ, τ~στειλε νΓι. πpοστεθοuν στb ύλικό

τοu δδοψρά.γμιχτος.

'Ότα.ν δ Κοuρcρερά.κ κι' · δ 'Αετός γύρισαν στb δρόμο, δ μισbς ~τιχν κι6-

λα.ζ ψριχγμένος με τείχος ψηλότερο &πό &.νθρώπινο &νά.στημιχ.

Τίποτε δέ μπορεί νά. συγκριθεί μέ το χέρι του λα.οίi, !iτα.ν α.l>τό χτίζει κ!i­

θε τι ποtι μπορεί νά χτιστεί &πό γκρεμίσμιχτιχ.

Ή Σα6όρε καt -ή Στιφά.οω ε!χ~ν &:ν~κιι.τεuτετ μ.έ τοος tpγιΧτες. ΚοuΌ11.­

\οu~11.ν κι' ιχuτές πέτρες.

Page 194: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

826

:Ενα. λεωψ?ρεϊο, με ουό άσπρα. άλογα., περνοuσε &.πό τ~ν δΜ Άγίου Διqνuσίου , το πλΥjθι:ις το στσιμά.τησε.

Ό 'Αετός δρασκέλισε τό σωρό τtς πέτρες 1 ~τρεξε, κρά.τησε τδν &.μα.ξιi, άνοιξε Υ~ 6γoiJv οί έπι6άτες, 6οi)θησε εόyεvικ& τtς κuρίες ν& κα.τε6οuv , ~οιω­ξε τον δδ'Υ)γο κα.t ξα.να.γόρισε με τ' &λογα. κα.t τ' &μά.ξι, λέγοvτα.ς:

- Τά. λεωφορεία. δέv περνοuv μπρι:ιστά. &.πο τ~ν Κόρινθο. << Ou πα.ντός πλεrv ές Κόρινθοv».

urστερα. &.πό μι~ στιyμi) , τ~ ά.λοyο;, ξεζεμ.έvα., ~φευγσ.ν στ~ν τόχη &.πb

τΥjν Μό Μοντετοόρ, ένιi> το &.μά.ξι, ριγμένο με τό πλευρό, σuμπλi)ρωνε τό δ­Οόφρσιγμα..

Ή κuρά. Λuκα.ινα., τρέμfJντα.ς &.πb φόβο, είχε κα.τα.ψόγει στ? πά.νω πά.­

τωμιχ τοσ κα.πηλείοu. 'Από τό ψό6ο της κοίτα.ζε χωρις νά. 6λέπει. Οδτε κσ.t τολμοuσε νά. 6yά.λει Ηξη , &.λλά ψιθόριζε μόνο:

- Το τέλος τοσ κόσμου! τό τέλος τοσ κόσμι:ιυ!

Ό Ζολu φιλοuσε τον τραχόδερμι:ι, κόκκινο Υ.σιt ρυτιδωμένι:ι λιχψb της Κ'J­ριiι. Λόκα.ινα.ς, κ' ελεγε είρωνικ~ στό μεθυσμένο Γκpα.ντιχ!p:

-Άγα.π'Υ)τέ ψιλε, έγώ θεωρώ πάντοτε τό λα.ιμό μια.ς γuνα.ίκιχς σα.ν τό

&.6ρότεpο πράγμα..

Άλλά. δ Γκpανταίρ έφτασε στά. &.νώτσιτσι 3ψη τοu διθόpα.μ6ου. Ή Σσι6ό­

ρε είχε ά.νε6εr κείv'Υ) τ'ή στιγμi) στό πρώτο πάτωμιχ , δ Γκpσ.ντα.ίρ τ~ν είχε &.ρ­

πά.ξει ά.πό τή μέση, τ~ν τpά.οηξε πpός τό πα.pά;θupο τοQ δρόμου, χ' έ6α.λε ου~

να. τα. κι' ά.στσ.μά.τητα γέλια.

-~ Ασκημ'Υ) ε!νσ.ι 'ή Σιχ6όρε, ε!vσ.ι δ,τι ιiσκημότερο μπορεί νά. φαντα­

στεί δ &νθρωπος! Ή Σσι66ρε ε!νσιι μι~ χίμα.ιρα., ά.λλά. ε!νtΧι κόρη πολtι κtΧλ"ή,

σ&ς έγγυώμα.ι δτι θιΧ. πολεμ~σει γενναία.. Κσιί ·ή κυρά. Λόκσιινσ., μή τήν 6λέ­

πετε ποu είνιχι γριά., εχει πιχληκα.ριά. δση δέν φα.ντά.ζεστε. Κοιτάξτε, εχει μουστά.κισι, τά κληρονόμησε &.πό τόν &ντρα. της. Κι' σιuτή θιiι. πολεμ.i]σει. Αu­

τές ol ουό θά. τρομοκρα.τi]σουν τοuς &.ντίπιχλους. Μόλις τίς οοuν, οέν θά. ξέρουν

ποσ νά. π~νε νά. κpυψτοϋν. 'Ότι θ' &.να.τρέψουμε τ'ήν κυ6έpνηση ε!να.ι τόσο

6έ6σ.ιο, δσο 6έ6σ.ιο ε!νσ.ι gτι &.νά.μεσα στό μσιργσιρικό όξu κσιί στό μυρμηκικό,

όπιipχουν ~νδιιiμεσα όξέα. . Miiς είνα.ι &.13 ιά.φορο α.ι)τό . Ό πα.τέρσ.ς μου, με &.ν­

τιπσιθοuσε για.τί δέν μπ?ροuσα. vά. κσ.τα.λά.6ω τ~ ιισ.θημσιτικά.. Στό δικό μου

νου δεν χωpά:ει ιiλλο, πσ.ρ~ ερωτ~ς κα.ί Ηευθερία. Έγω είμα.ι b Γκρσιντσιίρ, τό κα.λό πα.ιδί! 'Επειδή δέν είχα. ποτέ χpi]μα.τα., συνi)θισσ. σ' ιχύτδ κ' έτσι δε

μοvλ~ιφα.ν ποτέ. "Αν δμως b 8ιά.6ολο; τl;ψερνε νά. ε!μtΧ: πλοόσιος, νά. ξέpετJ

Ι:ίτι, στόv κόσμο φτωχοί δε fl~ δπ'i'jρχιχ.v. "Αχ! γιιχτl τιΧ πιχχειά. πορτοφόλια. νοc

μ~'Ι τ~ χουν οί κα.λές ΚtΧpδιές! τι ώpα.ίtΧ θ~ fιτιχy τ~ πρ!Χ.γμσ.τα.! Φιχvτιχστείτε

νοc είχε δ Ί ησοuς Χριστός τ~ πλοuτ'Υ) τι:ισ Ρότσιλντ π. χ . Πόσα. καλοc θά. εκα.vε!

Σα.6όρε φ!λησέ ιιε! Ε!σα.ι φιλ~~ΟVΥ) κα.ί ντροπα.λi), πιό πετα.χτi) σε i)θελα.!

Page 195: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

827

'Έχεις μ&.γουλ~ πού οέv μπορεί να. τα. φιλψJει κα.vεις π~ρα σαν μά.γοuλα. &.οερ­ψΥ)ς, &λλα. π&.λι lχεις κάτι χείλη ποu ζητοuν φιλί &ρα.στη!

- Πα.ψε πια. κρα.σο6ά.ρελο! φώνα.ξε δ Κοuρφερά:χ.

- Είt.t.~ι κα.πετ&.νιος έγιu πού μέ ολέπε~ς κ~ι κα.θηγητής πά.σης φιλο-λογίας.

Ό Ένζολωρα.ς πού στεκότα.ν πά.νω ~το ~Οόφρα.yμα., σ~κωσε το ι:ψιχίο κα.ί α.όστηρb πρ6σωπ6 τοu κα.ί κοίτα.ξε 6λοσuρ& τον Γκρα.ντα.ίρ.

- Γκρα.ντα.ίρ, τοu φώνα.ξε, πήyα.ινz νa χωνέψεις τ~ κρα.σί σου t.ιακρι& &.π? οω! Έοω εχομε &.ν&.γκη έπ~να.στατικοu ένθοuσιασμοσ κι' 15χι μεθυσμένου.

Μήν ά.τιμιiζεις το δΜφριχγ~ .

'Ο οργισμένος α.ίιτbς λόγος είχε μιά. πα.ριiδοξ'ΥJ έπίδpα.σ"1J στον Γκρα.ν­

τα.ίρ. Νόt.t.ιζε κα.νείς δτι τοuριξ~ν z·;~ κου6ά. πηωμένο νερό. Φιiνηκε σα.ν vά.

σuν'Υjλθε &.καριιχϊιχ &πb το μεθόσει. Κ&.θισε σ' εν~ τρα.πέζι κοντά. στο π~pιiθυ­

ρο, !Χκοόμπησε το κεψ&.λι στούς ιiγκwνες καί κο(τσ.ξε τον Ένζολωρά. μ' ιiνέκ­

φρσ.στη γλυκότητα..

-~ Αφησέ με, τοu εfπε να. κοιμ'Υ)θώ έδG'ι.

-Άλλοu r.ήγ~ινε νά. κοιμηθείς, φώναξε δ Ένζολωρά.ς. Άλλα. δ Γκρα.ντα.ίρ κιΧρφωσε τ& θολωμένα. μιΧτια. τοu στl:.ν Ένζολωρ&

κα.ι ξ α ναεϊπε.

-" Αψησέ με έοG'ι νά. κοψηθιίι, ιjισποu να. πεθ&.νω έοώ.

Ό Ένζολωρά.ς τον κοίταξε περιφρονητικά..

- Γκραντα.ίp, οuτε νά. πιστεόεις τίποτε είσαι ίκα.νός, οuτε να. σκεφτείς,

οuτε νά. θέλεις, οuτε ν& ζήσεις, ι:ιΙJτε ν& πεθ&.νεις.

Ό Γκpαντσ.ίρ &πά:ντησε μέ σο6σ.p~ φωνή.

-θα. 8εtς!

Τρσ.όλισε &κόμη μερικές &.κσ.τά.ληπτες λέξεις κα.ί, τέλος, τ~ κεφάλι τοu

!πεσε 6~ρύ π&.νω στο τρα.πέζι και μιά. στιγμή ά.ργότερα., τbν πi')ρε uπνος 6αθύς.

Δ'

.ΑΠΟΠΕΙΡΑ Π.ΑΡΗΓΟΡΙ.Αί ΣΤΗΝ ΚΥΡΑ Λ YK.AINA

Ό Βαχορέλ, 6λέποντας τb δοόφρα.γμα. να. ύψώνετα~, φι~να.ξε έκστα.τικό;. Κι:ιιτ&.ξτε, κοιτ&.ξτε! δ οpόμι:ις τ( ομι:ιρφος ΠQΙJ εγινε, ξεγ•ψνι~flηκε σΧν

τή γυνα.ίκα. ποlι πάει στb χορό!

Ό Κουpφεpά.κ, άφοu γύμνωσε τb κα.πηλείο, προσπα.θοuσz ν~ πα.ρηγ'Jρ~­

σει τ~ν κup& ΛόκΙΧινα..

-'Έ, κυρά. Λόκαινα, προχθές δέν παρΙΧπονιόσουν πώς σοϋ κά.να.ν μήνυ-

Page 196: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

828

σrι κα.ί σέ κα.τΙΧοίκα.σ~ τδ οικΙΧστ'ήριο σε πρόστιμο , γιατί 1ι Στιφά.δω τ(να.ξε τό χα.λί &π6 τδ πα.ρά.θυρο·;

ΝΙΧ( , κα.λέ μου κύριε Κουρφερά.κ, α.uτο είvΙΧι &λήθειΙΧ. 'Ά, θεέ μου, τ(;

κι' α.uτο το τρα.πέζι θά. μοϋ το Μλετε πάνω σε κεϊνον τό οιά6ολο; Σωστά, ~­κΙΧτδ φρά.γΚΙΧ μοu Π"i')ρε 'ή ΚυοέρΥφΥ], γιά. το χαλί ΚΙΧί γιά. μιά. γλάστρα. ΠΟύ

~πεσε &.πό τό πα.ρά.θυρο στό δρόμο. Έκατό φpά.γκα μ.οu πf)ρΙΧν οί &θε6φο6οι.

- ΚΙΧλιΧ τούς λές, κυρά ΛuκΙΧινα., γι' α.uτό κ' έμεtς τώρα. θιΧ τοι)ς έκδι­κηθοσμε καί θ' &ποζημιωθείς.

Ή κυρα. Λόκα.ινΙΧ δε φαινόταν νά. κατα.λα6α.ίνει τ~ν &.ποζημίωση πού τής

όποσχ6τα.ν δ Κουρψερά.κ. Άλλά. εμεινε iJ ταλαίπωρη ικανοποιημένη, σά.ν τ~ γυναίκα. εκείνη τοu "Αρα.6α., πού 8τα.ν τΥj χα.στοόκισε δ &ντρΙΧς της, πf)γε στον

πα.τέρα. της νά. ζητήσει εκδίκηση.

- ΠΙΧτέρα., χρωστάς νά. πληρώσεις στον &ντρα. μου τΥιν προσ6ολrι με προσ6ολή.

-'-Πώς! τί σοσ ~κα.νε; ρώτησε δ πατέρας.

- Μ' έρρά.πισε!

- Σέ ποιό &πο τά δυο μά.γουλα;

- Στό ά.ριστερό.

Ό πα.τέρα.ς ΗJωσε τότε itvα. χα.στοόκι στό δεξί μάγουλο τής κόρη του κα.ί

τi')ς είπε:

-Όρίστε, σέ ίκανοποίησα. Πήγαινε τώρα. καt πές στον &ντρα. σου 8τι, &.ψοu α.ότδς χα.στοόκισε τΥjν κόρη μόυ, χΙΧστοόκισα, κ' έγw τij γ,υναίκα του.

Ή ΒροχΥι είχε σταματήσει. Τό πλf)θος μεγά.λωνε. Μερικοί έργά.τες ε­

φεpα.ν ενσ.. 6αρέλι μπαρούτι, ενα πανέρι γεμάτο μποτίλιες 6ιτρι6λι. Σπιiσα.νε

το μοναδικο ψα.νάρι της δοοu Κα.νvα.61δα.ς κα.! το &.πένΙΧντι της δδοu 'Αγίου

Διονυσίου, καθwς καί 8λα τ& ψχνά.ρια. τών γειτονικG1ν δρ6ιιων .

· Ό Ένζολωpά.ς, δ Κομπεφέp κι' δ Κουρφεράκ διεuθυναν τά πά.ντα.. Τώ­ρα. uψώνοντα,y ΟυΟ δοοψρά.γμΜα. τα.υ-;;6χρονα., κα.ί τα. ουό στηριζόμενα. στήν

οίκοδομij της Κορίνθου. Το itνα. ~φραζε τijν δ/36 Καννα.6ίδα.ς, τό &λλο ~κλεινε

τΥιν δδό ΜΌντετοuρ &.πδ τήν πλεupα. της στενης όδοσ Κύκνου. Δούλευαν σ' α.Ο­τδ το εργο κα.μμια. πενηντα.ρια. άντρες. Τpιιiντα. &.π' α.uτοuς e:!χαν 15Πλα, ποu

τ' &pπΙΧξα.y στο δρόμο, σπάζοντας ενα δπλοπωλείΟ.

'Όλοι, μικροί κα! μεγά.λοι, έpγά.τες κα.! φοιτητές, δοuλευα.ν 6ια.στικά νά

τελειώσουν το εpγο, κ' ένώ 6οηθοuσe: δ ενας τον άλλο, κου6έντια.ζα.ν τα.υτ6-

χpονα, για. τίς πιθα.νότητες επιτυχίας.

'Έλe:γα.ν, οτι κατά. τίς τρe:ϊς μετά. τά. μεσάνυχτα. θά. τQuς εστελνα.ν ένι­

σχόσεις, 15τι ενα σόνταγμα ήταv σίγοΙJρα μέ το μέρος τους , 8τι 15λο τό Πα.pίσι

είχε ξεσηκωθεί. UΟλΙΧ α.ότα. τιΧ. συζητοuσοιν μ.έ κέψι, μ.' έγκά.ρδιοι εuθυμίοι,

νόμιζες δτι ήταν ολοι &οeλφιοι, μ.' 8λο ποu δέ γνώριζε το ~ν()μ.α. δ Ι!νοις τοΟ

&λλοu.

Page 197: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

829

'Έχουν σ.ότδ τό ώρσ.ίο οί μεγιiλοι κίνδυνο~, φέρνουν στό φως τΎjν &.οελ­

φοσιίνη των ιiγνώστων.

Στο μ.α.γειρεtο είχα.ν &.νιΧψει φωτιιi κα.t μέσα. σ' eνα. κα.λοόπι χόνοντα.ν σφα.!ρες, ηυωνα.ν κουτιΧλια., πηρούνια. κα.t κιΧθε σκεuος ποu ήτα.ν &.πο κα.σσ(­

τεpο fι μολuοι. Ταυτόχρονα ~πιvαν κιόλας. Στο οά.θος όπijpχε μι& αϊθουσα

σψα.ιριστηpίου. 'Εκεί 'ή κuρ~ Λόκα.ινα., 'ή Σα.οόρε, 'ή Στιψιl.δω, δια.ψορετικιi &πηρεα.σμένες η κιΧθε μιά, η πρώτη είχε ά.ποβλα.κωθεί, η οεύτερη ήτα.ν λα.χιχ­

νια.σμένη, 1ι τρίτη ιiν~σuχη, εσκιζα.ν διιl.φοpα. παλιά πανιά καt τιΧκα.να.ν ξαντό. Τρεtς έπα.να.στιΧτες τlς βοηθοuσα.ν κα.l τlς έπιβλέπα.νε. "'Ητα.ν τρία. πρόσχα.ρα. πα.λληκάρια. με πuκνιi μα.λλιά, γένεια. κα.t μα.κριιΧ μουστάκια., ποu τιi Μχτυ­

λά τους δμ.ως έξα.ινα.ν το λινο μ.' Επιτηοειότητα. riσπρr;ροuχοuς, ένω 1J οψη

τους προξενοuσε τρόμο στίς τρεtς yυνα.ίκες.

Ό ψηλδς &κείvος ιΧντρσ.ς, τόν δποίο δ Κουρφεράκ, δ Ένζολωρά.ς κι' δ

Κομπεφερ είχα.v πα.ρα.τηρήσει τΎ]ν wρσ. ποίι προσκολλιότσ.ν στΎjν δμάδσ., δτσ.ν

προχωροuσα.ν πρός τΎjν δοό Κιχννα.6ίδα.ς, ~ργιχζ6τιχν στb δ06ψριχγμ.ιχ. ·ο Γιχ-6ριιΧς δοuλεuε στό μεγάλο δδόφρα.γμ.σ. .. Ο νέος &κείνος ποu περίμενε τbν Κουρ­φερά.κ στb σπίτι τοu κα.t τbν είχε ρωη'ισει γιιi τb ΜιΧριο, είχε &ξα.φα.νιστεί ιi­

πb τήν wpα. ποu είχα.ν πιάσει κιχί &να. τρέψει τb λεωψοpείο.

Ό Γα.βριιΧς, με μεγιl.λη χα.ρά, πήγα.ινε, έρχότα.ν, riνιΧσα.ινε, κα.τέ6α.ινε,

6ροντοuσε, &στpα.ψτε. 'Έλεγες δτι τb πιχιοt α.ότb είχε &.ποστολή ν~ δίνει κου­

ράγιο σε δλοuς. Τον κέντριζε τίποτε; Βέβαια., "ή φτιr)χεtσ. τοu τον εσπρωχvε,

ή dθλιότητά τοu κα.t ή χα.ριl. τοu τοtίδινε τά. φτεριl.. Ό Γα.6ριά.ς ήτα.ν dνεμr;­

στρό6ιλος. Τόν ε6λεπσ.ν &.διά.κοπα., τόν ιΧκοuα.v πά.ντα.. Γέμιζε τόv &.έρα., κα.­

θwς βρισκόταν τ~ν tδια στιγμ~ πα.ντοϋ. ΊΟν αισθανόταν τό τερά.στιο δδόφραγμ.α.

κα.6άλα. στη ράχη τοu. Πείριχζε το,)ς dργόσχολους, παρότρυνε τούς τεμ.πέλη­οες, ξα.να.ζωντιiνευε τοuς κουρασμένους, κέντριζε τοuς σκεφτικούς, έκα.νε ιΧλ­

λοΙJς νιΧ εόθuμοuν, &.λλους νά. νεupιάζοuν, €6ιχζε δλο τον κόσμο σε κίνηση,

κεντοuσε ιχότbν το ψοιτητή, πείραζε κείνο τbν &pγιiτη, μ.' ενα. λόγο σωστή

μύγα. στ' &.λογσ. ποu εσερνα.ν τ~ν τερά.στιet έπιχνα.στα:τικij &μα.ξσ.. Στά. μικρά; του χέρια. riέY(J."Y) κίνηση, στδι. μικρά. του πνι>υμ.όνι(J. ή &.lνα.η

κρα.υγ-ij:

- Γειά. σα.ς, μωρε πσ.λληκά.ρισ.! κι' &λλες πέτρες, κι' &λλα. 6α.ρέλια.!

ποσ &.λλοu εχει πέτρες; Λίγη λιiσπη χρειά.ζετιχι έοώ νά. κλείσουμε μιά. τρύπα..

Μια. σκα.ψι~ aκόμη. Μικρό εyινε τό δδ6ψρα.yμ.ά. σα.ς, μικρό! πρέπει ν?ι. τό ψη­λώσετε. Βά.λτε &.πά.νω ο,τι ν&.να.ι. Νά., πά.ρτε μι?ι. τζα.μόπορτα., τί τijν καμα­

ρώνετε τόσην wpα.!

οι έργά.τες 6ά.λα.νε τίς ψωνές, μόλις ~κο~σα.ν τζαμόπορτα..

-τι νά. την κά.νομε τΎ]ν πόρτα. με τά γuα.λιά., μωρέ π(τσικο; -Πίτσικα. εΙστε σεϊς, dποκpίθηκε δ Γα.οριάς. Σ' eνrx δδόψρrχyμσ; μ : i

πόρτα. μz γuα.λιά. πά.ει, κα.t πολύ κα.λά. μάλιστα.. Εuκολα. το χτuποσν, riλλά Ού-

Page 198: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

830

σκολσ. τό πιχίρνauν. 'Εσείς, κσ.θιhς φσ.ίνετσ.ι, οέν κλέψα.τε κ~μμιά. ψορά. μi'ιλα.,

γιά. νά. σκα.ρψα.λοοσετε πά.νω σέ μά.ντριχ μέ γu~λιά. στ~ ν κορφή! Τα. γυα.λιά. κό6ουν τοtις κά.λους των &θνοψυλά.κων, ά.ν 8οκιμά.σουν ν' ιiνε6οσν. Άμ.' ·cb γυα.­λt ε!νιχι μπιχμπέσικο. Κρίμα., δέ δοuλεuει ~ φιχντσ.σίιχ σιχς, 8έν πιiει μα.κpιά. δ

νοuς σοι~!

ο()σο κοίτα.ζε τΥjν πιστόλα. τοu χωρίς λόκο, &ξα.γριωνότ~ν. 'Έτρεχε ιiπό

tόν ~να. σtόν άλλο κιχί φ<ίινιχζε:

- "Ενιχ τουφέκι! θέλω κ' εyω ε ναι tοuψέκι! Γιιχτί δέ μοο δίνετε;

- Σέ σένα. τοuφέκι; είπε δ Κομπεψέρ

- Μπά., ιiπά.ντ-ησε δ Γιχ6pιά:ς, κιχt για. τ( δχι; Έγω στά. 1~30 είχα. t?u-φέκι, οτα.ν πιιΧστηκα.ν μ.έ tόν Κιiρολο 8έκα.tο.

Ό Ένζολωρά.ς σήκωσε τούς t'i>μouς.

-"Ας 6ροσμε πρώtα. γιά. tούς &ντρες κ' uστερα. δίνουμε κα.ί στά. πιχιδιιi.

Ό Γα.οριά.ς γuρισε κιχt τόν χοίτα.ξε πεp.Υιφα.να..

-"Αν σκοτωθεrς πρώτα. &.πό μένα., θά. πι:Χρω τό δικό σου, νά. ξέρεις.

- Χα.μίνι! είπε δ Ένζολωρά.ς.

- Λοyι6ηα.τε! ά.πιiνt'Υ)σε δ Γιχ6ρι&.~.

Έκείν1J τij στιγμή, ψιiν'Ι)κε στfιν άκρη' ~?0 δρόμοu ενιχς κομψεuόμενος

νεα.νίιχς, δ Γιχ6ριιiς, &ψησε tbν Ένζολωρά. κar.t ψoovar.ξ<::;

-'Έλα μιχζί μιχς, κιχλόπιχιδο! τί οιιiοολο! γι' ιχuτ~ν τ~ φτωχειά. τ'ήν

πα.τρί8ιχ, τίποtε; · Ό νειχνία.ς ~γιν.: &φιχντος.

Ε'

ΟΙ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΕΣ

Uί ~ψ1Jμερίοες τής έποχής εγριχφιχν, οτι τό δδόψρα.yμ~ τής δοοσ Κιχννιχ-618ιχς ~tιχν ψ'Ι)λό κ' !ψτιχνε &ς το πρώτο πιiτωμιχ τG)V σπιτιών, κιχt γι' α.uτό

~ταν ιiπόρθψο. Αοτο 8έν ~τοιν σωστό. Ή ιiλήθεια. ε!να.ι, 13-n δέν ε!χε πι:Χνω

&.πό εξ'Ι) ~ έψτά. πόδια. δψος. ΤΗτσ.ν ετσι ψτιιχγμένο, wστε οι πολεμιστές νά.

μποροΟν νά. κα.λόπτοντα.ι πίσω ιiπ' α.ύtό, η, δτα.ν χpειιχζότα.ν ν' dνε6ιχίνοuν στην

κορφή, χιiρη σέ μιιΧ σειρά. πλιiκες ποu ε[χιχν τοποθετήσει κοιτά. tέτοιeι τρόπο,

πού σχ'Ι)μά.τιζσ.ν σκα.λοπι:Χτιιχ στό έσωτερικό. 'Απέξω ~τα.ν &.νοομιχλο κι' &.8ιιi-

6οιtο, εtσι κιχθι\)ς ~tα.ν μ.πλεγμένιχ τρα.πέζιιχ, 6α.ρέλιe>:, πέtpες, σιχνίοε;, ά;μ.ά.­

ξιιχ, πόρτες κα.t άλλα. &τιχχτα. ριγμένα.. "Ενα. ιΧνοιyμιχ μικρό, πι:/ι μόλι; χωρούσε

ν:l. πεpά.σε~ ά.π' ιχuτό ΕΥ!Χς ιΧνθρωπος, ε!χα.ν iψfjσεt ιiνά.μεσιχ στόΥ tι:ιίχο τώ·ι

Page 199: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

831

σπιτιών κα.t στ'ήν &κρη τcιu δοcιφριiγμ.~τcις, γιό\ ν~ όπά.ρχει οίοοος. Στην κορ­

φή τcιu δοcιψρά.γμ.α.τος κuμ.ά.τιζε μι~ κόκκινrι σrιμα.ία..

Το &λλο δδόφρα.γμα., τ? μικρο τijς δδeιu Μοντετcιtιρ οε φα.ινότα.ν, για.τt

το κά.λuπτε ή οίκοδομ.ή τοQ κα.πηλείοu.

(/Ολη α.uτη ~ οοuλει~ έγινε ά.νεμπόοιστα. μέσα. σέ μι:Χν ίiψι., χωρίς ν:Χ

πrι.ροuσιrι.στεί οuτε ενιχ στριχτιωτικο κιχπέλλcι, cljτε μια. ξ~ψολόγχΥ). οε λιγο­

στοί δια.6ά.τες ΠQU περνοQσα.ν ερριχνα.ν μι~ μ.α.τιά.' έβλεπα. ν τό δδόφρα.γμα. κα.ί

τά.χuνα.ν το 6~μα. τοu~ ν' ά.πcιμα.κρuνθcιuν.

~Αφcιu τελείωσαν τ:Χ δuό δδcιψρciγμα.τα. κ' εστησα.ν τη σrιμα.lα., τρά.6rιξα.ν

ενα. τραπέζι έξω &πό τό κιχπηλεϊο, κι' δ Κοuρψερ:Χκ &νέ6ηκε πιiνω σ' σ.οτό. Ό Ένζολωρ~~ εψερε τότε το κι6ώτιο καt δ Κοupψερ:Χκ το &νοιξε. Το κι6ώτιο αοτό ήταν γεμά.το ψuσέκισ.. 'Ότσ.ν ε!δσ.ν α.ότ:Χ :ά. ψuσέκια., &.κόμη κα.t οι πιο

γεννα.ϊοι, σuγκιν~θηκα.ν, κ' έπικρά.τησε γι~ μι~ στιγμη σιγή.

Ό Κοuρφεpάκ τάκανε διανομή χαμογελώντιχ~ -Πi'jρε δ κα.θένσ.ς τριά.ντα. ψuσέκια.. Πολλοί ε!χα.ν μ.πα.ροuτι κι' ~ρχισιχν νιΧ

ψτιά.νοuν κι' &λλrι με τι~ σφrι.ίρες ποu 'έχuναν μέσιχ στό κιχπηλεtο. uοσο για.

το 6α.ρέλι με το μπσ.ροότι, Υjτrι.ν πιiνω σ' ενσ. τρα.πέζι πα.ρά.μ.ερα. κοντ~ στήν

πόρτα. κα.t τό κρα.τοίίσα.ν γι~ &ριχ ιiνά.γκrις.

Σ' ολο το Π(ιιρίσι ιiκοόοντα.ν τά. τόμπιχνα. ποu κιχλοuσα.ν το στριχτο στα. δ­

πλα., &λλ' ιχοτό κιχτά.ντησε στο τέλος ενα.ς θόρuοος μονότονος, στον δποiο οέν

πρόσεχε κιχνένα.ς. Ό θόρuοος α.\ιτοςς πότε ιiπομα.κρuνότιχν κrι.t πότε πλφία.ζε.

τα. τοοφέκια. κι' οί κrι.ριχμπίνες γεμ!ζοyτα.ν δλα. μ.α.ζι, χωρ!ς 6ια.σUνη κσ.ί

μ' έπίσημη σο6α.ρότητα.. Ό Ένζολωρ~ς εψuγε γι~ ν~ τοποθετήσει τρείς σκο­

ποu<; έξω ιiπό τ~ δοοφρά.yμrι.τιχ, ενrι. στην δδό Κιχννιχ6!δα.ς κα.t τοu<; &λλcιuς

οuό στοuς δρόμοuς ποu διιχστιχuρώνοντα.ν μ~ τήν δδο Μοντετούρ.

'Έπει-.α., ιiψοQ τ~ δοοψρά.γμ.οιτα. ~τrι.ν zτοιμα. κα.t κα.θορίστηκιχν οί θέσεις,

γέμ.ισα.ν τ~ τοuψέκιrι., τοποθέτησαν τοuς σκοποuς στοuς ψο6εροtις έκείνοuς δρό­

μοuς, ποίι ψuχή δέν περνοQσε, τριγuρισμένcιι ά.πό τ~ 6ou6~ σπίτια. πού μ.οιά.­

ζα.νε νεκρά. κι' 8ποu οέ σά.λεuε τίποτε κι' οuτε &νrι.πνοΥ] δέν &χοuότιχν, τυ­

λιγμένοι ά.Π:ό τό σκοτά.δι τijς νuχτα.ς, <lνά.μ.εσα. σ' α.ότb το σκοτάδι κσ.t τή νε­κρική σιγiι, δπcιu δ &νθρωπος ενοιωθε δτι κά.τι το ψριχτδ κιχl το τρα.yικδ lρ­

χότιχ.ν, πεpίμενιiν μέ το 8πλο στό χέρι, 1jσuχοι, aποφα.σισμ.ένοι κα.t γεμά.τοι

τόλμ'Υ).

Page 200: Οι Αθλιοι τόμος Β - Βίκτορ Ουγκώ - Παγκόσμια Λογοτεχνία 1970 (part1)

832

~ΤΟ ΜΕΤΑΞΥ

Κα.ι σ' α.uτές τlς ώρει;; τijι;; &.να.μονijς τί γιν6τcχν; Πρέπει ν~ το ποσμε, για.τ! είνα.ι κι' α.ότο ιστορία.

'Ενώ οί &ντpες eψτια.να.ν ψuσέκια. κι' οι yuνα.ϊκες ξα.ντό, ένώ μι~ με­yιiλη χuτρrχ, yεμriτη λuωμένο κασσίτερο κα:! μολίι6ι, eογα.ζε &.τμοtις πά.νω σ'

i1νcx ψοuρνέλο, κ' &νω ot σκοποί ιiyρuπνοσσα.ν πιiνω στο δδόψρrχyμα., με το δ­

πλο στο χtρι, κ' ένω δ Ένζολωριiς, τοίί δπο!οu τ'ήν προσοχ'ή τίποτε δεν ή­

τα.ν [κα.νο Υ~ τ'ήν ά.ποσπιiσει Ιiπό τό Εργο, ιiγρuπνοuσε πάνω στο\ις σκοπούς,

δ Κομπεφέρ, δ Κοuρφεριiκ, δ Προuοcχ!ρ, δ Φεγό, δ 'Αετός, δ Ζολό, δ Βα.χο· ρελ κα:! μερικοί ά.λλοι, σuγκεντρώθηκα.ν οπως στlς πιο εtρηνικeς κ' εi)θuι.Ι.ες

μέρες τijς ψοιτητικijς τοu~ ζωης κι' άψοu κιiθησ~ν σε μι!Ζ yωνι!Ζ τοu κα:πη­λείοu, &.π' δποu μποροuσα.ν ν& ολέποuν τl γινότcχν στο δρόμο, με τι~ κα.ρα.μπί­

νες τοuς ετοιμες, οί ώρα.ϊοι α.uτοί νέοι, τόσο κοντ~ στον εσχα.το κίν8uνο, &ρχt· σα.ν ν" τρcχγουδοσν κα.l ν' <iπcχγγέλουν έρωτικο\ις στίχους ...

Ή &ρα:, δ τόπος, οι νεα.νικές &.να.μ.νήσεις, μ.ερικ" &στρα. πο\ι &ρχιζα.ν Υ~

λιiμ.πουν στον οόρcχνό, ή νεκρικi) ήσuχία. των εpημων εκείνων δρόμων, fδινα.ν

μιά. πα.θητική γοητεία. στο\ις στίχους α.ότοός, πο\ι το\ις τρα.γουδοuσα.ν με χα.μη­

λi) φωνή, :η το\ις ιiπά;yyελλε δ Προuοα.ίρ, ποό, 15πως είπα.με, -fιτσ.ν τρυφερός

ποιητfιι;;.

Στο μετα.ξu, στο μικρο δδόψρα.yμα. &.νιΧψα.νε i1να. ψα.νιΧρι, κα.t σ'tο μ.εyι1.λο

μιά διiδrχ, περιτοιχισμένη ιiπό τίς τρείς πλεuρες με πλά.κες, eτσι ποtι ν" προ·

φuλά.yετα.ι &.πό τόν &.έρα. κα.ί νά. ρίχνει το ψω~ της πιiνω στή σrιμ.rχία.. Ό δρό­μος κα.! το δδόφρα.γμα. lμενσ.ν 6υθισμένσ. στό σκοτά.δι κα.l μόνο ή κόκκινη ση·

μα.ία. ψωτιζότα.ν ψο6ερά κιiπως, γιατί πρόσθετε στb κόκκινο χρώμα: τijς ση­

μα.ία.ς μ.ιά.ν &γρια. πορψuρότητα..

Ζ'

Ο ΥΨΗΛΟ~ ΕΘΕΛΟΝΤΗ~

ΤΗ ταν πιά νuχτα. κα.ί κα.νένα:ς δε φα.ινότα:ν. , Ακοuες, κάποu - κά.ποu, ε να:

&.κα.θόριστο 6οuητο κα.! ιiρα.ιοός, ιiλλ~ μα.κρινοtις πuρο6ολισμούς. Ή ήσuχία., πο\ι παρατεινόταν, εδειχνε. πwς ή κu6έρνηση δ€ 6ια:ζ6τα.ν κα.l 15τι συγκέντρω­νε τlς δuνά.μεις της. or πενfιντα: τοu δδοψρcίγμα:τος περίμενα.ν νά τοuς έπιτε­

θοuν έξήντα. χιλιά.δες.