Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

32

description

Με αναφορές σε περίπου διακόσιους, στην πλειονότητά τους άγνωστους έως σήμερα καλλιτέχνες (αγιογράφους, ζωγράφους και γλύπτες) που έζησαν στην Κρήτη την περίοδο 1800-1950, και με παρουσιάσεις και αναλύσεις έργων τους που συνοδεύονται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό, η μελέτη, "Η Κρήτη των καλλιτεχνών", αποσκοπεί να αποτελέσει μία πρώτη γνωριμία με κεντρικές όψεις της παραγνωρισμένης ιστορίας της καλλιτεχνικής ζωής του τόπου. ... Η πρώτη καταγραφή και αποθησαύριση ενός άγνωστου υλικού που διαμορφώνεται αργά και προβάλλει μέσα από τα τεράστια αναχώματα που είχα

Transcript of Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

Page 1: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών
Page 2: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

Ç ÊñÞôç ôùí Êáëëéôå÷íþí

Íôåíßæ-×ëüç Áëåâßæïõ

Á Ã É Ï Ã Ñ Á Ö É Á – Æ Ù Ã Ñ Á Ö É Ê Ç – Ã Ë Õ Ð Ô É Ê Ç

19ïò-20üò áéþíáò

Page 4: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

Copyright © 2010

EΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΚΙΜΑΚΗΣ

Τ. Τζουλάκη 8, Ηράκλειο Κρήτης

Τ.: 2810 288544 / F: 2810 285541

e-mail: [email protected], [email protected]

site: http://www.bigbook.gr

Επεξεργασία έκδοσης & φωτογραφιών: Kέρυ Πορτοκαλάκη

Επιμέλεια κειμένων: Τασούλα Μαρκομιχελάκη

Σχεδιασμός εξωφύλλου: Κέρυ Πορτοκαλάκη

Έργο εξωφύλλου: Νίκος Βισκαδουράκης

Εκτύπωση: Γραφικές Τέχνες ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ

Γ. Καζανάκης Δ/χοι ΑΒΕ

ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου Κρήτης

Τ.: 2810 382800

e-mail: mailto: [email protected]

ISBN: 978-960-9433-07-5

Page 5: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

Επίσκοπος Κνωσού Ευγένιος:

Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Ζωγραφική στην Κρήτη. Αντί Προλόγου………………….

Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη:

Κρήτη των Αγωνιστών Καλλιτεχνών…………………………………………………

Εισαγωγή ……………………………………………….............................................

Μέρος Α΄

Προοίμιο: Η Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Ζωγραφική την περίοδο της Τουρκοκρατίας

(17ος-18ος αι.) ....................................................................................................

1. Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Ζωγραφική τον 19ο αιώνα .......................................

2. Κρήτες καλλιτέχνες απόφοιτοι Ακαδημιών και Σχολών Καλών Τεχνών

Περίοδος Τουρκοκρατίας (19ος αι.) ..................................................................

3. Στο γύρισμα του αιώνα - Η περίοδος της Κρητικής Αυτονομίας ......................

Μέρος Β΄

4. Μεσοπόλεμος ..................................................................................................

5. Στα μέσα του 20ού αιώνα ................................................................................

Αντί Επιλόγου....................................................................................................

Κατάλογος εικόνων .............................................................................................

Βιβλιογραφία .......................................................................................................

Ευρετήριο ............................................................................................................

7

9

11

17

37

71

115

157

233

277

279

289

311

ÐÅÑÉÅ×ÏÌÅÍÁ

Page 6: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

7

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ----

Page 7: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

8

Page 8: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

9

ΚΡΗΤΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΩΝΤης Μαριλένας Ζ. Κασιμάτη

Επιμελήτριας της Εθνικής Πινακοθήκης

τ. Καλλιτεχνικής Διευθύντριας της Δημοτικής Πινακοθήκης Χανίων

Ιδιαίτερη τολμηρή η προσπάθεια της δοκιμασμένης ερευνήτριας και έμπειρης συναδέλφου

Ιστορικού της Τέχνης, Ντενίζ-Χλόης Αλεβίζου, να καταπιαστεί με μια εικαστική σκηνή που

δεν εκτυλίσσεται σε μητροπολιτικό κέντρο, έστω στην πρωτεύουσα της χώρας, αλλά σε ένα

πεδίο που ορίζεται από έναν ιστορικό-γεωγραφικό τόπο, έστω και αν ο τόπος αυτός δεν είναι

κανείς υποδεέστερος από την Κρήτη. Ποιο το ζητούμενο; Η πρώτη καταγραφή και αποθη-

σαύριση ενός άγνωστου υλικού που διαμορφώνεται αργά και προβάλλει μέσα από τα τερά-

στια αναχώματα που είχαν στηθεί στα χρόνια της σκλαβιάς και βρίσκει την ολοκλήρωσή του

στις μέρες μας. Μια πραγματικά μεγάλη προσπάθεια, ένα χειροπιαστό αποτέλεσμα, ένας

εμπλουτισμός της έρευνας της νεότερης ελληνικής ιστορίας της ζωγραφικής. Μια αποκάλυψη

ονομάτων, ζωγραφικών έργων και συλλεκτών, που δεν μπορούν πια να μας αφήσουν αδιά-

φορους. Η πρωτιά γι’ αυτήν την κριτική μελέτη και την συγκέντρωση του διάσπαρτου, όσο

και δυσπρόσιτου, υλικού ανήκει χωρίς αμφιβολία στην Ντενίζ.

Αίτημα με βαθιές πολιτικές ρίζες από τα μέσα του 19ου αιώνα – δεν ήταν λίγες οι φωνές

των Κρητών λογίων με αίτημα την ισχυροποίηση της εθνικής συνείδησης του χριστιανικού

πληθυσμού για πνευματική ανάκαμψη του τόπου. Ας μην συμπεράνει βιαστικά ο υπεραισιό-

δοξος ότι τα έργα του πολιτισμού, ειδικά οι εικαστικές τέχνες, ευνοούνται αμέσως, όταν λεί-

πουν τα ανάλογα εργαλεία στήριξης, οι επαγγελματικές σχολές, το κατάλληλο έμψυχο

δυναμικό. Άρνηση και αποκλεισμό εισέπραξαν στην τουρκοκρατούμενη ακόμη πατρίδα τους

οι πρώτοι φερέλπιδες νέοι Κρήτες ζωγράφοι, απόφοιτοι του Σχολείου των Τεχνών της Αθή-

νας. Ας εξαιρεθούν εδώ οι κρητογενείς Νικόλαος Κουνελάκης, Κωνσταντίνος Βολανάκης και

Αλέξανδρος Καλλούδης, που αποφασίζουν το μεγάλο βήμα του ξενιτεμού έχοντας ανταλλάξει

την επαγγελματική διάκριση με την απουσία του τόπου. Οι απόγονοι του Θεοτοκόπουλου,

οι Κρήτες πρόσφυγες ζωγράφοι «εκ της εχμαλώτου Κρίτις» και η ακμαία τέχνη τους στα

Επτάνησα έχουν από καιρό αποθάνει.

Όπως είναι αναμενόμενο, στοιχεία λόγια αναμιγνύονται με «αφελή» στην διεκπεραίωση

των αναγκών της νεοσύστατης «πελατείας» των πρώτων Κρητών ζωγράφων. Κοσμικοί ζω-

γράφοι μετατρέπονται εύκολα σε θρησκευτικούς ανάλογα με την παραγγελία, δεν αποκλείο-

νται και οι αντιγραφές από έγχρωμες χαλκογραφίες – μια παλιά τακτική πολλών ομογενών

ζωγράφων. Τα ιδιώματα συμπλέκονται, αποφέρουν, ωστόσο, όχι σπάνια γοητευτικά αποτε-

λέσματα.

Η έρευνα της Αλεβίζου εντάσσει, ορθότατα, στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται αριθ-

μητικά στην επαγγελματική ομάδα που ενδιαφέρει εδώ, και αυτά είναι αποκαλυπτικότατα:

Συνολικά 60 είναι οι καταγεγραμμένοι καλλιτέχνες στην Κρήτη σύμφωνα με την απογραφή

του 1881. Χαμηλό, καθόλου υπολογίσιμο το δυναμικό αυτό αν συγκρινόταν, υποθέτει κανείς,

Page 9: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

10

με τους λυράρηδες, χορευτές και τραγουδιστές∙ ανεβαίνει, ωστόσο, το 1900 στους 119. Η

πρώτη θεσμική ενέργεια της Κρητικής Πολιτείας για την ανάδειξη των «Ωραίων Τεχνών»

είναι, όπως δείχνει η συγγραφέας, η Α΄ Διεθνής Έκθεσις Χανίων το 1900. Πλούσια η συγκο-

μιδή της έρευνας σε ονόματα νέων, Κρητών και μη, βραβευθέντων και μη δημιουργών που

συμμετείχαν στην Έκθεση.

Φιλότεχνη ήταν πέρα από κάθε αμφιβολία η πολιτική του κόμματος των Φιλελευθέρων,

ενταγμένου έτσι κι αλλιώς στην νεωτερικότητα∙ προσωπικό το ενδιαφέρον του Βενιζέλου για

το μεμονωμένο έργο τέχνης και τον καλλιτέχνη, αδυνατούσε όμως να παράσχει οικονομική

στήριξη, όπερ και το ζητούμενο. Μόλις το 1924 ιδρύεται Σχολή Ζωγραφικής στο πλαίσιο του

«Συνδέσμου προς διάδοσιν των Καλών Τεχνών» στα Χανιά.

Από τον Κοκότση ώς τον Ερρίκο Φραντζισκάκη η απόσταση είναι μεγάλη: Από το «al natu-

rale», το φυσιοκρατικό ιδίωμα των πρώτων, μέχρι το καινοτόμο, με αναγωγές στον Cezanne

και τον Derain, του τελευταίου, εισβάλλουν πλέον άλλοι όροι δημιουργίας από εκείνους των

παλιών χρόνων που υπερβαίνουν τα στενά πλαίσια του τόπου. Επιστροφή στην παράδοση

της ζωγραφικής πατρίδας των ευρωπαίων προγόνων του 19ου αιώνα, επιχειρεί, μάλλον επι-

τυχώς, και ο Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης, ο κλασικός αρνητής του μοντερνισμού της μετα-

ξικής περιόδου.

Καθώς ολοκληρώνει την ενδελεχή της έρευνα η Αλεβίζου και φθάνοντας στις μέρες μας,

αναγνωρίζουμε πλέον ονόματα που έχουν υπερβεί τα όρια μια πατρίδας «θύλακα σιωπής».

Η δραστηριοποίηση της Βικελαίας Βιβλιοθήκης με εκθέσεις του Γιάννη Μιγάδη και του Θωμά

Φανουράκη, εντέλει υπαλλήλου του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου για τα προς το ζην,

δεν αποτρέπουν, ωστόσο, φαινόμενα αδράνειας και οπισθοδρομικότητας. Η συγγραφέας,

προς τιμήν της, όχι μόνο δεν τα αποκρύπτει, αλλά τα αναδεικνύει με γλαφυρότητα.

Όταν ένας καλλιτέχνης συστήνει στο κοινό, το κρητικό κοινό, έναν άλλον, όπως είναι η

περίπτωση του Φανουράκη και του Γιώργου Μανουσάκη το 1952, έχει συντελεστεί ήδη ένα

μεγάλο βήμα προόδου που ζητά την μίμηση.

Αίτημα καθοριστικό στην μελέτη της Ντενίζ-Χλόης Αλεβίζου είναι η ιχνηλάτηση και ανα-

γνώριση μιας νέας Κρήτης, αυτής των καλλιτεχνών οι οποίοι αποδεικνύονται κατά κύριο λόγο

«αγωνιστές» και σε αυτόν τον τομέα. Δύσκολο το εγχείρημα, ενδιαφέρον το ταξίδι στη διάρ-

κεια των 200 περίπου χρόνων. Θα δειχτεί, ελπίζω, στον επιμελή αναγνώστη ότι οι λίγοι καλ-

λιτέχνες στην αρχή της διαδρομής, διψασμένοι, ασπάζονται δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα,

καθένας τους όμως είναι μια ξεχωριστή περίπτωση. Ορισμένοι από αυτούς κάνουν καλή ζω-

γραφική, η καλλιτεχνική παραγωγή όμως εξαρτάται από το οικογενειακό και κοινωνικό-πολι-

τικό περιβάλλον, τον καιρό που γεννήθηκε ο καλλιτέχνης, την οξύτητα του πνεύματος. Όλοι

κάνουν τέχνη χωρίς ουσιώδη «κρητικά», πέρα από τα επιφανειακά, γνωρίσματα, πράγμα που

ισχύει άλλωστε και για την νεοελληνική τέχνη στο σύνολό της: Υπάρχουν Έλληνες καλλιτέ-

χνες αλλά όχι ελληνική φυσιογνωμία στην τέχνη. Μεμονωμένα στοιχεία είναι δυνατόν

να εμφανιστούν, υποσυνείδητης μάλλον προσφοράς, σκορπισμένα σε λιγοστά έργα από εκεί-

νους που ένιωσαν ένα σήμα από το ελληνικό –κρητικό– περιβάλλον. Αυτά τα σήματα, αυτούς

του δημιουργούς ανέδειξε για πρώτη φορά το βιβλίο της Ντενίζ-Χλόη Αλεβίζου.

Page 10: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

11

Η παρούσα μελέτη, με τίτλο «Η Κρήτη των καλλιτεχνών», έχει γενικό θέμα της το καλλιτε-

χνικό γίγνεσθαι στην Κρήτη του 19ου και του 20ού αιώνα.

Αποτέλεσμα σύνθεσης εν μέρει διάσπαρτου και εν μέρει έως σήμερα αθησαύριστου υλι-

κού που προέκυψε από έρευνα τεσσάρων περίπου χρόνων, αποσκοπεί να αποτελέσει μια

πρώτη γνωριμία με Κρήτες καλλιτέχνες (ζωγράφους, αγιογράφους και γλύπτες) της πε-

ριόδου (1800-1950) και με κεντρικές όψεις της καλλιτεχνικής ζωής του τόπου.

Ειδικότερα, η μελέτη δομείται σε δύο μέρη και 5 ενότητες:1

Μέρος Α΄

Προοίμιο: Η Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Ζωγραφική την περίοδο της Τουρκοκρατίας (17ος-

18ος αιώνας): Γίνεται αρχικά μια σύντομη αναφορά στα έως σήμερα γνωστά στοιχεία για

Κρήτες ζωγράφους/αγιογράφους οι οποίοι παρέμειναν στην Κρήτη επί Τουρκοκρατίας,

από τον 17ο έως και τον 18ο αιώνα.

1. Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Ζωγραφική τον 19ο αιώνα: Παρουσιάζονται Κρήτες αγιογρά-

φοι οι οποίοι συνέβαλαν ουσιαστικά στην ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωγραφική του τόπου

κατά τον 19ο αιώνα.

2. Απόφοιτοι Ακαδημιών και Σχολών Καλών Τεχνών (19ος αιώνας): Παρουσιάζονται Κρή-

τες καλλιτέχνες οι οποίοι, μετά τις σπουδές τους στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, επέστρε-

ψαν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους τη δύσκολη περίοδο των τελευταίων δεκαετιών της

Τουρκοκρατίας.

3. Στο γύρισμα του αιώνα. Η περίοδος της Κρητικής Αυτονομίας: Στο επίκεντρο του εν-

διαφέροντος της συγκεκριμένης ενότητας βρίσκεται η πολλαπλά ενδιαφέρουσα Α΄ Διεθνής

Έκθεση Χανίων του 1900, η οποία πραγματοποιήθηκε την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας

και η οποία συμπεριέλαβε και τον καλλιτεχνικό τομέα.

Μέρος Β΄

4. Mεσοπόλεμος: Παρουσιάζονται στοιχεία για καλλιτέχνες και την καλλιτεχνική παρα-

ÅÉÒÁÃÙÃÇ

1 Ας διευκρινιστεί, ειδικότερα, ότι παρά το γεγο-

νός ότι με τις ενότητες παρακολουθείται διαδοχικά

μια χρονολογικά εξελικτική πορεία, η οποία αντι-

στοιχεί σε γενικές γραμμές σε συγκεκριμένες

ιστορικές περιόδους, το έργο των παρουσια-

ζόμενων καλλιτεχνών εντάσσεται παράλληλα σε

περιόδους της ιστορίας της Νεοελληνικής τέχνης

οι οποίες δεν συμπίπτουν πάντα ούτε με αυτές της

πολιτικής ιστορίας της Ελλάδος ούτε –πολλώ δε

μάλλον– με αυτές της πολιτικής ιστορίας της

Κρήτης. Για τούτο, στις επιμέρους ενότητες η ανα-

φορά σε ιστορικά και πολιτικά γεγονότα ορίζει μεν

το γενικό πλαίσιο, αλλά μόνο επιλεγμένα στοιχεία

εξετάζονται αναλυτικότερα, όπου και όταν αυτό

κρίνεται απαραίτητο για την καλύτερη γνωριμία

μας με το καλλιτεχνικό δυναμικό της Κρήτης, που

αποτελεί άλλωστε και τον πρωταρχικό στόχο της

παρούσας μελέτης.

Page 11: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

12

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ

γωγή των δεκαετιών 1920 και ’30 σε όλη την Κρήτη, με επίκεντρο την πολιτιστική πολιτική

των Φιλελευθέρων, όσο και αυτήν της περίοδου της Μεταξικής δικτατορίας.

5. Στα μέσα του 20ού αιώνα: Στην ενότητα αυτή παρουσιάζεται η ζωή και το έργο καλλι-

τεχνών που βρίσκονται να σπουδάζουν στην ΑΣΚΤ τη δύσκολη περίοδο του Μεσοπολέμου

και οι οποίοι επιστρέφουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους κατά την πολιτιστικά και πνευματικά

“νεκρή”, όπως αποδεικνύεται, δεκαετία του ’50.

Όπως διαπιστώνεται από τις σύντομες παραπάνω περιγραφές των περιεχομένων, το

πρώτο μέρος περιλαμβάνει τις ενότητες που αφορούν στην «Κρήτη των καλλιτεχνών» πριν

από την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα (επίσημα το 1913), ενώ το δεύτερο, τις ενότητες

που αφορούν σε καλλιτέχνες και την καλλιτεχνική παραγωγή από την Ένωση της Κρήτης

με την Ελλάδα και εξής. Τούτο έγινε σκόπιμα και σχετίζεται με τις μεταβολές που παρατη-

ρούνται μετά την Ένωση τόσο στις συνθήκες ζωής των καλλιτεχνών όσο και στην ανάθεση,

παραγωγή και υποδοχή των έργων τους.

Πέραν των αναφορών σε Κρήτες καλλιτέχνες με σχετικές σπουδές σε Ακαδημίες και Σχο-

λές Καλών Τεχνών της Ελλάδας και του εξωτερικού, σημαντικό τμήμα της μελέτης αφορά

στους Κρήτες αγιογράφους της κάθε περιόδου. Εκτός από ζητήματα όπως το κατά πόσον

και με ποιους τρόπους επιβίωσε η ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωγραφική κατά την περίοδο

της Τουρκοκρατίας, ή ποιες τεχνοτροπικές και τεχνικές μεταβολές παρουσιάζει το σωζό-

μενο αγιογραφικό έργο ζωγράφων και αγιογράφων του 19ου και του 20ού αιώνα, που θί-

γονται στην παρούσα μελέτη, ο ρόλος της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ζωγραφικής υπήρξε

καθοριστικός μεταξύ άλλων και επειδή αποτέλεσε συχνά, όπως θα διαπιστωθεί, τη μόνη

διέξοδο επαγγελματικής ενασχόλησης για πληθώρα ζωγράφων που επέστρεψαν στη γε-

νέτειρά τους μετά τις σπουδές τους. Παράλληλα, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι

πληροφορίες και τα στοιχεία τα σχετικά με το κοσμικό έργο πολλών εκ των αναφερόμενων

αγιογράφων.

Η συμβολή αυτοδίδακτων ζωγράφων, που θα βρει ο αναγνώστης στην πέμπτη ενότητα

της μελέτης, αποτελεί επίσης αναπόσπαστο κομμάτι της «Κρήτης των καλλιτεχνών». Συ-

γκεκριμένα, ενδιαφέρει ότι οι ζωγράφοι αυτοί αναδεικνύονται σε τοπικό επίπεδο την πε-

ρίοδο κατά την οποία στο προσκήνιο βρίσκεται το αίτημα της «επιστροφής στις ρίζες», που

καθόρισε τις εξελίξεις της Νεοελληνικής τέχνης σε όλη την Ελλάδα με πολλούς τρόπους.

Τέλος, κρίθηκαν αναγκαίες οι συχνά εκτενείς μνείες σε Κρήτες καλλιτέχνες που σπού-

δασαν και έζησαν στο μητροπολιτικό κέντρο, η δράση και το έργο των οποίων αντιπαρα-

βάλλεται προς τη ζωή και το έργο των σύγχρονών τους Κρητών καλλιτεχνών που

επέστρεψαν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, φωτίζοντας έτσι και περαιτέρω κεντρικές διαφο-

ροποιήσεις στην καλλιτεχνική παραγωγή μεταξύ μητρόπολης και περιφέρειας, που με τη

Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Page 12: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

2 Ας επισημανθεί ότι μια πλήρης καταγραφή του

καλλιτεχνικού δυναμικού της περιόδου, που πα-

ραμένει έργο αναγκαίο όσο και οφειλόμενο, αφο-

ρά εξίσου στο έργο μη-Κρητών που έζησαν και

έδρασαν στην Κρήτη κατά την περίοδο αυτή.

Μνείες σε μη-Κρήτες καλλιτέχνες, διαφόρων ε-

ποχών, οι οποίοι είτε έζησαν είτε εξέθεσαν έργα

τους στην Κρήτη του 19ου και 20ού αι. περιέχο-

νται και στην παρούσα μελέτη διάσπαρτα.

13

σειρά τους φωτίζουν πτυχές και του ενδιαφέροντος ζητήματος της διάκρισης μεταξύ

εθνικού και τοπικού, τόσο πριν όσο και μετά την Ένωση. Σκόπιμες κρίθηκαν για τούτο

και ειδικότερες εκτενείς αναφορές σε επιλεγμένα καλλιτεχνικά γεγονότα των Αθηνών,

και ο συσχετισμός τους με καλλιτεχνικά πράγματα της Κρήτης της ίδιας περιόδου.

Αυτονόητο είναι ότι, στα πλαίσια της επιχειρούμενης πρώτης καταγραφής τού έως

σήμερα συλλεχθέντος υλικού, και με σκοπό μια πρώτη γνωριμία με την καλλιτεχνική

ζωή της Κρήτης του 19ου και του 20ού αι., επισημαίνονται μόνο κεντρικές όψεις. Βέ-

βαιο είναι ότι η συνεχιζόμενη έρευνα στο πολύπλευρα αυτό σημαντικό θέμα θα φέρει

στο φως νέα στοιχεία, που θα επιτρέψουν τον εμπλουτισμό των γνώσεών μας, και

κατ’ επέκταση θα δώσουν τη δυνατότητα πληρέστερης καταγραφής καλλιτεχνών,

δράσεων και γεγονότων, που με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε συνθετικότερες και

περισσότερο εξειδικευμένες μελέτες για τους καλλιτέχνες της Κρήτης των αιώνων

αυτών.2 Η παρούσα μελέτη, ωστόσο, αποτελεί ένα πρώτο σημαντικό βήμα προς αυτή

την κατεύθυνση, και για την πρωτοβουλία έκδοσής της, όσο και για την εμπιστοσύνη του,

ευχαριστώ θερμά τον κ. Α. Δοκιμάκη.

Κείμενα που πλούτισαν σημαντικά τη μελέτη αυτή, για τους ζωγράφους Ερρίκο Φραν-

τζισκάκη και Ανδρέα Γεωργιάδη, οφείλονται στον κριτικό της τέχνης Κωνσταντίνο Πρώιμο

(διδάκτορα Αισθητικής), τον οποίο ευχαριστώ και προσωπικά για τη σημαντική εν γένει συμ-

βολή του στην έρευνα, όσο και για την εμπιστοσύνη του.

Ανάμεσα στις ιδιαίτερες ευχαριστίες που οφείλονται σε όσους συνέβαλαν στην έκδοση

αυτή είναι και αυτές προς τον ζωγράφο Νίκο Βισκαδουράκη, για την τιμή που μου έκανε

αποδεχόμενος την πρότασή μου να φιλοξενηθεί έργο του στο εξώφυλλο, το οποίο με

τον τρόπο αυτό συμβάλλει εισάγοντας τον αναγνώστη αβίαστα στα βαθύτερα ζητήματα

που διερευνά η υψηλή σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία.

Η μελέτη αυτή, αποτέλεσμα μιας ευρείας όσο και δύσκολης ερευνητικής προσπάθειας,

που συμπεριέλαβε τη συλλογή πληροφοριών από αρχειακά έγγραφα, δημοσιευμένες και

αδημοσίευτες μελέτες, τον τοπικό Τύπο της κάθε περιόδου, όπως και προφορικές μαρτυ-

ρίες απογόνων ή συγγενών καλλιτεχνών, ιερέων, σύγχρονων καλλιτεχνών, αγιογράφων

και ερευνητών, βρήκε πολλούς συμπαραστάτες.

Πρώτα απ’ όλα στο πρόσωπο του Θεοφιλέστατου Επισκόπου Κνωσού κ. Ευγενίου, στον

οποίο οφείλεται η επισήμανση έργων της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ζωγραφικής και η

ÅÉÓÁÃÙÃÇ

Page 13: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

προτροπή να ασχοληθώ ερευνητικά με τη ζωή ξεχασμένων αγιογράφων του 19ου κυρίως

αιώνα, που συντέλεσε καθοριστικά στην ενδυνάμωση της απόφασής μου να διευρύνω τη

συλλογή πληροφοριών για το καλλιτεχνικό δυναμικό της Κρήτης. Τον ευχαριστώ επίσης για

το προσωπικό ενδιαφέρον που επέδειξε, την ευγένεια, το χρόνο και την εμπιστοσύνη του.

Για την εν γένει συμβολή τους ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλονται στον ζωγράφο Γιώργο

Κουνάλη για την καλοσύνη με την οποία αντιμετώπισε όλες τις απορίες μου πληροφορώ-

ντας με πάντα για όσα έψαχνα, και βέβαια στον ζωγράφο και Πρόεδρο του Φιλολογικού

Συλλόγου Χανίων «Ο Χρυσόστομος» κ. Αντώνη Πετρουλάκη, που με τον συνεργάτη μου

στην προσπάθεια αυτή Κωστή Πρώιμο συχνότατα τον ενοχλήσαμε για πληροφορίες σχετι-

κές τόσο με τη δράση του συλλόγου όσο και με καλλιτέχνες.

Ανάμεσα σε όσους τόσο συχνά ενόχλησα με τηλεφωνικές επικοινωνίες και επισκέψεις

μου, για την καλοσύνη και την ευγένειά τους αλλά και γ α την παραχώρηση του δικαιώματος

να φωτογραφίσω έργα των προσωπικών τους συλλογών, ευχαριστώ θερμότατα την κ. Κ.

και τον κ. Α. Αλεξανδρίδη, την κ. Μ. Ζαχαριάδη, τον κ. Ν. Ζαχαριάδη, τον πατέρα Ματθαίο

Ζηδιανάκη, την κ. Έ. Μαρκογιαννάκη, την κ. Κ. Σαριδάκη, και τον φίλο ζωγράφο Μ. Σαρι-

δάκη. Επίσης ευχαριστώ και τον κ. Κ. Παρθενάκη, τον κ. Μ. Λογαριαστάκη, την κ. Β. Αλε-

ξανδρίδη, τον κ. Γ. Παναγιωτάκη, τον κ. Γ. Χατζηδάκη, την κ. Ε. Λαγουδάκη, τον κ. Μ.

Φαρσάρη, τον κ. Μ. Καρκαβάτσο, και τον κ. Δ. Καρτάκι, για τις πληροφορίες που μου έδω-

σαν ή που μου επεσήμαναν.

Για το φωτογραφικό υλικό που μου παραχωρήθηκε από την Ι. Μονή Παναγίας της Ακρω-

τηριανής Τοπλού, ευχαριστώ ιδιαίτερα τον ηγούμενο της Μονής κ. Φιλόθεο Σπαντουδάκη

και τον αγιογράφο κ. Μ. Μπετεινάκη. Θερμές ευχαριστίες οφείλω για τον ίδιο λόγο στον κ.

Μ.Ι. Τρουλλινό, προϊστάμενο του εργαστηρίου συντήρησης της 28ης Ε.Β.Α. Ρέθυμνου και

στον κ. Δ. Αχτύπη. Ευχαριστώ επίσης τους ιερείς σε ναούς όλης της Κρήτης που διευκό-

λυναν το έργο μου.

Για έργα και φωτογραφικό υλικό που πλούτισε σημαντικά τη μελέτη αυτή, ευχαριστώ

θερμά την Εθνική Πινακοθήκη Αθηνών, το Μουσείο Κατσίγρα και τη Δημοτική Πινακοθήκη

Χανίων. Ιδιαίτερα ευχαριστώ τον κ. Κωστή Σχιζάκη, ιδρυτή του Μουσείου Εικαστικών Τεχνών

Ηρακλείου, για τη συμβολή του με υλικό και πληροφορίες για έργα και καλλιτέχνες, όπως

και για την ελευθερία που μου παρείχε χρήσης της βιβλιοθήκης του ΜΕΤΗ, πλούσιας σε

μελέτες και καταλόγους σχετικά με το καλλιτεχνικό δυναμικό της Κρήτης κυρίως του 20ού αι.

Επίσης την κ. Μ. Μπλιάτσου, επιμελήτρια της Πινακοθήκης Κατσίγρα, και τον κ. Ν. Πα-

παδάκη, Πρόεδρο του Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» Χανίων,

όπως και την κ. Χ. Αποστολάκη, βιβλιοθηκονόμο του Ιδρύματος, για τις πληροφορίες και

το αρχειακό και φωτογραφικό υλικό που μου παραχώρησαν.

Στον κ. Μ. Μαρινάκη, για τα όσα προσέφερε με γενναιοδωρία στη μελέτη αυτή, που συ-

μπεριλαμβάνουν πληροφορίες για καλλιτέχνες και έργα, όπως και φωτογραφικό υλικό,

14

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Page 14: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

15

οφείλω ξεχωριστές ευχαριστίες. Για χρήση φωτογραφικού υλικού και αναδημοσίευσή του

στη μελέτη μου, ευχαριστώ επίσης τον κ. Γ. Σπανδάγο, την κ. Μ. Τσιριμονάκη και τον κ. Κ.

Φυσαράκη.

Φίλοι που έσπευσαν να συνδράμουν αποστέλλοντας υλικό από επαρχίες και χωριά της

Κρήτης, αλλά και από τη Σύρο και τη Νάξο, υπήρξαν πολύτιμοι συμπαραστάτες του έργου

αυτού: Ευχαριστώ τον Δάνο Παπαδόπουλο, την Άρτεμη Γιάγκου, τη Μερόπη Χαρκούτση, τον

Κώστα Γαλετάκη, και την Πόπη Θραψανιώτη.

Ευχαριστώ, επίσης, τον ιστορικό ερευνητή και φίλο Μανώλη Χαλκιαδάκη, ο οποίος συ-

νέβαλε με περισσότερους τρόπους πρώτα στην έρευνά μου στο Αρχείο της Ιεράς Αρχιε-

πισκοπής Κρήτης, και κατόπιν πρόθυμα αποστέλλοντάς μου μελέτες και κείμενα από την

προσωπική βιβλιοθήκη του.

Τέλος, ευχαριστώ τον κ. Α. Πλαΐτη, που διευκόλυνε το έργο της ερευνάς μου στην Ιερά

Αρχιεπισκοπή· το προσωπικό της Βιβλιοθήκης της Εθνικής Πινακοθήκης και ιδιαίτερα την

κ. Ε. Καϊράκη, της Βικελαίας Δημοτικής βιβλιοθήκης Ηρακλείου, του Ιστορικού Μουσείου

Ηρακλείου και ιδιαίτερα την κ. Γ. Κατσαλάκη, της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Χανίων και ιδι-

αίτερα την κ. Θ. Μποράκη, της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου, όπως και της Δημοτικής

Βιβλιοθήκης Αγ. Νικολάου.

Η παρούσα μελέτη είχε την τύχη να έχει τελικό προσεκτικό αναγνώστη τη φιλόλογο κ.

Τ. Μαρκομιχελάκη, την οποία ευχαριστώ θερμά.

ÅÉÓÁÃÙÃÇ

Page 15: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών
Page 16: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

ÌÅÑÏÓ Á'

Προοίμιο

Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Ζωγραφική

την περίοδο της Τουρκοκρατίας

(17ος-18ος αι.)

Page 17: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών
Page 18: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

Περήφανος που υπηρετεί την «τέχνη της αγιογραφοσύνης», ο καλλιτέχνης

του 16ου-17ου αιώνα στην Κρήτη, «ζγουράφος» ή «σγουράφος την τέ-

χνην», «αγιώγραφος», «ζογράφος», «εικονογράφος» και «εικονογρα-

φεύς», «depentor», ή «pittor», όπως απαντά σε αρχειακά έγγραφα,1 ορίζει την

επαγγελματική του ιδιότητα με σαφήνεια. Στα δε έργα του που φεύγουν από την

Κρήτη, ή που τα ζωγραφίζει εκτός της γενέτειράς του, προσθέτει, δίπλα στην

υπογραφή του: «εκ της περιφήμου νήσου Κρήτης», «de Candia», ή και ειδικότε-

ρους προσδιορισμούς, όπως «του Κυδωνιαίου», «εκ Ρεθύμνης» κλπ.,2 δείγμα της

περηφάνιας του για τον τόπο του, και κυρίως πιστοποίηση της αξίας του έργου

του. Και τούτο δεν είναι τυχαίο.

Από την πλούσια βιβλιογραφία για τους Κρήτες ζωγράφους/αγιογράφους της

μεταβυζαντινής περιόδου και της αποκαλούμενης «Κρητικής Σχολής», «της μόνης

από τις ορθόδοξες “σχολές” που δικαιούται πραγματικά αυτό τον τίτλο στους

αιώνες αυτούς», όπως σημειώνει ο ιστορικός της βυζαντινής τέχνης Μανώλης

Χατζηδάκης,3 γνωστή είναι η επαγγελματική ενασχόληση πληθώρας καλλιτε-

χνών στις μεγάλες πόλεις της Κρήτης,4 οι οποίοι, μετά από πέντε έως επτά χρό-

νια μαθητείας τους κοντά σε κάποιον αναγνωρισμένο ζωγράφο, γίνονταν μέλη

1 Βλ. σχετικά Μ. Χατζηδάκης, Έλληνες Ζωγράφοι

μετά την Άλωση (1450-1830), ΚΝΕ-ΕΙΕ, τ. Α΄ Αθήνα

1987, και τ. Β΄, Μ. Χατζηδάκης – Ε. Δρακοπούλου,

Έλληνες Ζωγράφοι μετά την Άλωση (1450-1830),

ΚΝΕ-ΕΙΕ, Αθήνα 1997, λόγου χάρη στα λήμματα:

Γεώργιος Κλόντζας, Θεόδωρος Πουλάκης, Μανέ-

ας Σαβής, Εμμανουήλ Τζάνες και Κωνσταντίνος

Τζάνες, Φιλόθεος Σκούφος, Θεόδωρος Καιροφυ-

λάς, Ιωάννης Μαυρικάς (Μαντούφος), ή Ιάκουμος

Πασπαλάς. Βλ. επίσης Μ. Καζανάκη «Ειδήσεις για

το ζωγράφο Θωμά Μπαθά», στο Αφιέρωμα στον

Μ.Ι. Μανούσακα, Αριάδνη, 1 (1983), σ. 136 κ.ε.· της

ίδιας, «Οι ζωγράφοι του Χάνδακα κατά τον 17ο αι.

Ειδήσεις από νοταριακά έγγραφα», Θησαυρίσμα-

τα, 18 (1981), σ. 177-267· M. Κωνσταντουδάκη, «Οι

ζωγράφοι του Χάνδακος κατά το πρώτον ήμισυ

του 16ου αιώνος, οι μαρτυρούμενοι εκ των νοταρια-

κών αρχείων», Θησαυρίσματα, 10 (1973), σ. 291-380·

της ίδιας, «Νέα έγγραφα για ζωγράφους του

Χάνδακα (16ος αι.) από τα αρχεία του Δούκα και των

νοταρίων της Κρήτης», Θησαυρίσματα, 14 (1977), σ.

157-197· Α. Παλιούρας, «Η ζωγραφική εις τον Χάν-

δακα από 1550-1600», Θησαυρίσματα, 10 (1973), σ.

101-123. Γενικότερα για τη σχετική βιβλιογραφία βλ.

Σ. Παπαδάκη-Oekland, Η τέχνη στην Κρήτη. 4os-

18os αιώνας: βιβλιογραφία περιόδου 1900-1990

(συνεργ. Χρ. Τσιγωνάκη, Γ. Μοσκόβη), Ηράκλειο

1996.

2 Βλ. Χατζηδάκης, και Χατζηδάκης – Δρακοπού-

λου, ό.π., διάσπαρτα.

3 Χατζηδάκης, ό.π., σ. 79.

4 Όπως σημειώνει ο Χατζηδάκης, ό.π., σ. 79, μόνο

στο Ηράκλειο της περιόδου 1453-1526 φτάνουν τα

120 ονόματα.

19

Page 19: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

5 Βλ. Παλιούρας, ό.π., σ. 102, και κυρίως Μ.

Κωνσταντουδάκη, «Ειδήσεις για τη συντεχνία των

ζωγράφων του Χάνδακα του 16ου αι.», Πεπραγ-

μένα του Δ΄ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου

(Ηράκλειο 1976), τ. Γ΄, Αθήνα 1981, σ. 123-145.

6 Βλ. Μ. Κωνσταντουδάκη-Κιτρομηλίδου, «Οι Κρη-

τικοί ζωγράφοι και το κοινό τους: Η αντιμετώπιση

της τέχνης τους στη Βενετοκρατία», Κρητικά

Χρονικά, 26 (1986), σ. 246-261, και της ίδιας, «La

pittura di icone a Creta veneziana (secoli XV e XVI):

Questioni di mecenatismo, iconografia e pre-

ferenze estetiche», στο Venezia e Creta, Atti del

Convegno Internazionale di Studi (Ηράκλειο-Χανιά

1997), Βενετία 1998, σ. 459-507. Για τη μαζική

παραγωγή φορητών εικόνων, βλ. και Μ. Βασιλάκη,

«Από τους εικονογραφικούς οδηγούς στα Σχέδια

εργασίας των μεταβυζαντινών ζωγράφων», Ίδρυμα

Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 1995, όπου αναλύεται η

αλλαγή που σημειώνεται κατά τη μεταβυζαντινή

περίοδο στα εργαστήρια των Κρητών ζωγράφων με

την εισαγόμενη τεχνική των διάτρητων ανθιβόλων.

7 Για τον 17ο αιώνα βλ. ενδεικτικά Α. Ξυγγό-

πουλος, Σχεδίασμα ιστορίας της θρησκευτικής

ζωγραφικής μετά την Άλωσιν, Αρχαιολογική Εται-

ρεία, Αθήνα 1957 (κυρίως κεφάλαιο γ΄: «Η δυτική

επίδρασις», και ειδικότερα «Η προσπάθεια προς

ανανέωσιν», σ. 274 κ.ε., όπου σχολιάζεται εκτε-

νώς η ανάγκη που αισθάνονται οι ζωγράφοι της

Κρητικής Σχολής για ανανέωση, την οποία και

επιχειρούν με την εισαγωγή στοιχείων από την

τέχνη της δύσης, κυρίως του στοιχείου της “φυσι-

κότητας”).

8 Κωνσταντουδάκη-Κιτρομηλίδου, «Οι Κρητικοί

ζωγράφοι και το κοινό τους…», ό.π., σ. 253-254.

9 Βλ. στοιχεία όπως τη μνεία στη διαθήκη του

ζωγράφου Φιλόθεου Σκούφου «ζωγραφία στο να-

τουράλε» αναφορικά με την εικόνα του Επιτάφιου

Θρήνου (βλ. Χατζηδάκης – Ε. Δρακοπούλου, ό.π.,

σ. 365). Γενικότερα για τη γνώση των Κρητών

αγιογράφων στη ζωγραφική «στο νατουράλε»,

γνωστό είναι ότι ταξιδεύουν και διαμένουν στη

Βενετία, όπου και μελετούν τη δυτική ζωγραφική

και την τεχνική της ελαιογραφίας, ενώ δεν

αποκλείεται παράλληλα και Ιταλοί ζωγραφοί οι

οποίοι εγκαθίστανται την περίοδο αυτή στην

Κρήτη να δίδασκαν «τον ιταλικό τρόπο» στο ντόπιο

καλλιτεχνικό δυναμικό. Βλ. σχετικά Παλιούρας,

ό.π., σ. 109, ή τις σχετικές παρατηρήσεις του Ν.Β.

Δρανδάκη, Ο Εμμανουήλ Τζάνε Μπουνιαλής

θεωρούμενος εξ εικόνων του σωζομένων κυρίως

εν Βενετία, Αθήνα 1962, και ειδικότερα σ. 6-8 και

10, όπως και του Μ.Ι. Μανούσακα, «Αι δύο προσω-

πογραφίαι του Γαβριήλ Σεβήρου και ο ζωγράφος

Εμμανουήλ Τζανφουρνάρης», Θησαυρίσματα, 7

(1970), σ. 7-14.

της συντεχνίας των ζωγράφων5 και έστηναν το δικό τους εργαστήριο, όπου και

λάμβαναν συχνά μαζικές παραγγελίες τόσο από Ορθοδόξους όσο και από Κα-

θολικούς.6 Εργαζόμενοι με ευχέρεια σε δύο διαφορετικές τεχνικές και με δύο

διακριτές τεχνοτροπίες (in forma greca και in forma latina 7), οι περίφημοι Κρήτες

ζωγράφοι φιλοτεχνούσαν εικόνες οι οποίες, ήδη από τον 16ο αιώνα, συμπεριλαμ-

βάνονταν ακόμα και σε συλλογές αρχοντικών οικογενειών των κρητικών πόλεων

ως πολύτιμα έργα τέχνης.8

Παράλληλα, μνείες σε σωζόμενα έργα Κρητών αγιογράφων της περιόδου «εις

το νατουράλε»9 (προσδιορισμός ο οποίος σημαίνει τη “μίμηση της φύσης”, ή και

την εργασία με την τεχνική της ελαιογραφίας) αποτελούν μία ακόμη απόδειξη της

20

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Page 20: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

10 Γ.Κ. Μαυρομάτης, «Ο Κρητικός Πόλεμος (1645-

1669) σε ελληνικά κείμενα του 17ου αιώνα», στο Ο

Κρητικός Πόλεμος. Από την ιστορία στη λογοτεχνία,

επιμ. Στέφανος Κακλαμάνης, ΕΚΙΜ, Ηράκλειο 2008,

σ. 21. 11 βλ. R. Bancroft-Marcus «Ιντερμέδια», στον συλλο-

γικό τόμο Λογοτεχνία και Κοινωνία στην Κρήτη

της Αναγέννησης, επιμ. David Holton, ΠΕΚ, Ηρά-

κλειο 1997, κυρίως σ. 208-209.

12 Βλ. Στ. Αλεξίου, «Ο Κρητικός Πόλεμος του Τζάνε

ως λογοτέχνημα», στο Ο Κρητικός Πόλεμος. Από

την ιστορία στη λογοτεχνία, ό.π., σ. 14· σχετική πα-

ραπομπή στο Στ. Ξανθουδίδης, Χάνδαξ-Ηράκλειον,

Ηράκλειο 1927, σ. 74.

γόνιμης ανάμιξης πολιτισμικών παραδόσεων στην ενετοκρατούμενη Κρήτη, απο-

τέλεσμα, μεταξύ άλλων, κυρίως της μεταστροφής της πολιτικής της Βενετίας

απέναντι στον ορθόδοξο χριστιανικό πληθυσμό, στα τελευταία 100 χρόνια της κυ-

ριαρχίας της.

Με την Οθωμανική εισβολή σημαίνεται το τέλος της περιόδου που έγινε γνωστή

και ως «Κρητική Αναγέννηση». Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια του αποκαλούμενου

Κρητικού Πολέμου, που θα κρατήσει 25 περίπου χρόνια, και ο οποίος, όπως ση-

μειώνει ο Γ.Κ. Μαυρομάτης «πήρε τον χαρακτήρα της πάλης του χριστιανισμού

εναντίον του ισλαμισμού, από τη στιγμή που η έκβασή του θα καθόριζε αποφασι-

στικά τα όρια και τις σχέσεις διαφορετικών κόσμων και πολιτισμών»,10 η κατα-

στροφή και βεβήλωση εικόνων και εκκλησιών της Κρήτης από τον Οθωμανό

κατακτητή αποκτά ευρύτερες διαστάσεις.

Έτσι, αν στα τέλη του 16ου αιώνα, στην περίοδο της ακμής του Κρητικού Θεά-

τρου, ο Χορτάτσης σε Ιντερμέδιό του11 παρουσίαζε συμβολικά τη σημασία μιας

χριστιανικής εικόνας για την προστασία μιας πόλης για Οθωμανούς και Χριστια-

νούς στα χρόνια του Κρητικού Πολέμου, σε ένα από τα έως σήμερα πέντε γνωστά

ελληνικά έμμετρα κείμενα εμπνευσμένα από τα δραματικά γεγονότα «της επα-

ναστάσεως, της γενομένης εν τη αθλία νήσω Κρήτη», ο ποιητής και αγιογράφος

από το Ρέθυμνο Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής, απευθύνοντας «τον τελευταίον συ-

γκινητικόν αποχαιρετιστήριον θρήνον του τουρκεμένου Κάστρου»,12 ταυτίζει το

θρήνο για την κατάκτηση της πατρίδας από τον Οθωμανό με το θρήνο για τις κα-

ταστροφές των εικόνων και των εκκλησιών του τόπου:

Με θρήνους κι αναστεναγμούς και λύπηση και πρίκα

το χαλασμό των εκκλησιώ πάσα κιανείς εγροίκα.

Ρωμαίοι απού τα κάτεργα εβγαίνα και τα παίρνα,

με των παπάδω θέλημα στα κάτεργα τα φέρνα.

Ρημάσσουν όλες τσ’ εκκλησιές, τα σκεύη εσηκώνα,

21

ÐÑÏÏÉÌÉÏ (17ïò-18ïò áé.)

Page 21: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

13 Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή, Ο Κρητικός Πό-

λεμος (1645-1669), επιμ. Στ. Αλεξίου, Μ. Αποσκίτη,

εκδ. Στιγμή, Αθήνα 1995, σ. 494-495, (547, στ. 1-

22).

14 Η. Κολοβός – Μ. Σαρηγιάννης, «Οθωμανικές

Πηγές για τον Κρητικό Πόλεμο: Μία Επισκόπηση»,

στο Ο Κρητικός Πόλεμος. Από την ιστορία στη

λογοτεχνία, ό.π., σ. 204.

15 Βλ. Χατζηδάκης – Δρακοπούλου, ό.π., σ. 260,

όπου και μνεία σε έργο του Ιωάννη Δέκαρχου

(1670) με την υπογραφή «χειρ Ιωάννη Δεκάρχου

εκ της εχμαλότου Κρίτις».

κ’ επαίρνασινε χάρισμα κάθά ’μορφην εικόνα.

Και τους σταυρούς των εκκλησών οι λούτεροι να σπούσι,

που τύχαινε να τους βαστού και να τους προσκυνούσι!

Τα παλαιά κονίσματα, τα ’περευλογημένα,

τα κοίταζες να τα ’χουνε στες ρούγες ξαπλωμένα∙

και τότες οι αιρετικοί χωρίς φόβον επιάνα

κ’ εσκίζαν κ’ ετσακίζαν τσι κ’ εις τη φωτιά τσι βάνα.

Σκεπάσου τώρα, ουρανέ, με νέφαλα ν’ αστράψεις,

και, ήλιε λαμπρότατε, κοίταξε συ, να κλάψεις

το χαλασμό των εκκλησιών, τσι τόσες απ’ αδειάσα,

τσ’ εικόνες τσι ευγενικές, τσ’ άξες, οπού χαλάσα.

Ω παραχώρησις Θεού, οι Χριστιανοί να δούνε,

τέτοιες εικόνες άγιες σκύλοι να τες χαλούνε!

Ας είχασί τσ’ αφήσει εκεί, κι αμ’ όχι να τες πάρου,

στες εκκλησιές να στέκουνε κ’ οι Τούρκοι για να τά ’βρου

κι ως θέλα να τα κάμουνε, σκιάς να μηδέν τα δούνε,

τέτοιες εικόνες θαυμαστές ομπρός τως να χαλούνε.13

Με τη συνθηκολόγηση και του Χάνδακα, όταν, όπως αναφέρεται σε τούρκικα

αρχεία, «την πρώτη μέρα του ευλογημένου Τζεμαζιγιουλέβερ [27 Σεπτεμ-

βρίου], ημέρα Παρασκευή, την Τρίτη ώρα, τα κλειδιά του κάστρου παραδό-

θηκαν στον εξοχότατο Μεγάλο Βεζίρη»,14 το καλλιτεχνικό δυναμικό της

Κρήτης διασκορπίζεται. Καταφύγιο για τους καλλιτέχνες αυτούς θα αποτε-

λέσει η Βενετία, τα νησιά του Αιγαίου και, κυρίως, τα ενετοκρατούμενα

Επτάνησα.

Έτσι, και ενώ σε υπογραφές έργων προσφύγων πλέον Κρητών απαντούν

τώρα συγκινητικές προσθήκες όπως «εκ της εχμαλότου Κρίτις»,15 οι Κρήτες

αγιογράφοι βρίσκουν στη Ζάκυνθο, την Κεφαλονιά και την Κέρκυρα φιλόξενα

22

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Page 22: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

16 Χαρακτηριστικό είναι, από την άποψη αυτή, το

απόσπασμα από τον Κρητικό Πόλεμο του Τζάνε

Μπουνιαλή, ό.π., σ. 511: «Στο λογισμό τη Ζάκυθο

πάντα μου θα λογιάζω/γιατί μου βούθησε πολλά,

μα πλιο δεν την πειράζω./Κεφαλλονιάς και των

Κορφών περίσσα ευκαριστώ σας,/και χρέος έχω

μετά σάς πάντα μου και χρωστώ σας/κι όλοι μαζί

της Σκλαβουνιάς, κι ο Θεός να σας λυτρώσει/κι

ό,τί ’παθεν ο Χάντακας, εκεί να μην το δώσει».

566/567, στ. 25-30: «Το Κάστρο αποχαιρετά τους

αφέντες».

17 Βλ. λ.x. Ντ. Κονόμος, Ναοί και Μονές στη

Ζάκυνθο, εκδ. Ιονικής και Λαϊκής Τραπέζης, Αθήνα

1964, στα σχετικά με τους Ι.Ν. Παναγία η Επι-

σκοπιανή, Παναγία η Γαβαλούσα, ή και Παναγία η

Σκοπιώτισσα.

18 Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ιστορικός

της τέχνης Στέλιος Λυδάκης στη μελέτη του Η

ιστορία της Νεοελληνικής ζωγραφικής, τ. 3, Μέ-

λισσα, Αθήνα 1976: «Η Κρητική Σχολή όμως θα

ολοκληρωθεί κυρίως εκτός της Κρήτης, αφού οι

Κρήτες καλλιτέχνες εργάζονται στην ίδια τη Βε-

νετία, στα μεγάλα μοναστηριακά κέντρα της Ορ-

θοδοξίας –τον Άθωνα, τα Μετέωρα, το Σινά– ή και

στα Επτάνησα του 17ου αιώνα. Η Επτανησιακή

Σχολή είναι μία συνέπεια της Κρητικής. Διαμορ-

φώνεται μετά την πτώση της Κρήτης σ’ ένα χώρο

που, τελευταίο απομεινάρι της μη υποδουλω-

μένης στους Τούρκους υπόλοιπης Ελλάδας, εξα-

κολουθεί να είναι φέουδο της Γαληνοτάτης. Εδώ

ολοκληρώνεται η αναπροσαρμογή που είχε αρχί-

σει στους κόλπους της Κρητικής Σχολής» (σ. 14).

καταφύγια.16 Απαντούν σε έγγραφα να κτίζουν και να ιστορούν νέες εκκλησίες ή

να τοποθετούν σε αυτές όσες εικόνες πρόλαβαν να φυγαδεύσουν από τη σκλα-

βωμένη πατρίδα τους.17 Κυριότερα, σημαντική προβάλλει η συμβολή τους ως δα-

σκάλων της «τέχνης της αγιογραφοσύνης», δραστηριότητα που θα δώσει νέα

ώθηση στην ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωγραφική των νησιών του Ιονίου. Όπως

καταγράφεται στην ιστοριογραφία της νεοελληνικής τέχνης, η ώθηση αυτή οδηγεί

στη συνέχεια στην άνθηση της αποκαλούμενης Επτανησιακής Σχολής της ζωγρα-

φικής, και η Κρήτη, το έως τότε μεγάλο καλλιτεχνικό κέντρο, δίνει τη θέση της

στα νησιά του Ιονίου, στα οποία σημειώνεται η απαρχή μιας νέας περιόδου: της

πρώτης περιόδου της Νεοελληνικής τέχνης.18

23

ÐÑÏÏÉÌÉÏ (17ïò-18ïò áé.)

Page 23: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

Συμβόλαιο μαθητείας σε Κρητικό δάσκαλο στα Επτάνησα, στα 168519

19 Α. Προκοπίου, Νεοελληνική τέχνη. Εφτανησιώτικος νατουραλισμός, Μέλισσα, Αθήνα 1936, σ. 73-74.

24

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

1 Μαρτίου 1685 «Διά χρόνους δύο πρώτους ερχομένους, αρχινόντας από την

σήμερον, διά ναν το μάθη την αυτήν προφεσιόν της αγιογραφίας

και ομπλιγάρεται ο αυτός σινιόρ Λέος στο άνωθε τέρμινε ναν το

μάθη ναν το εβγάλη δάσκαλον εις αυτήν, με όμπλιγο περό του

αυτού σιορ Νικολού, ως καθώς προμετάρη ότι το αυτό του παιδί

να πηγαίνη κοντινουαμέντε κάθε μέρα από την αυγή έως το

γιόμα και από το γιόμα έως το βράδυ στον αυτόν σ. μόσχο και

να κάνη κάθε δουλειά οπού του δίνει της αγιογραφοσύνης, ακο-

λουθώντας τονε και εις άλλην χώραν, όπου ήθελε υπάγει, ο

αυτός σ. μόσχος και διά την αυτήν μάθησι όπου έχει ναν του

κάμη ο σ. μόσχος στο άνωθε τέρμινε εμείνανε δακόρδο ναν του

δίδη ο άνωθεν δοξαράς τον κάθε μήνα αβάντι τράτο ριάλι ένα

και έτζη από μήνα εις μήνα έως να τελειώσουν οι άνωθεν δύο

χρόνοι, μην ημπορώντας το αυτό παιδί να εύγη από το μάστορά

του ουδέ να βιτζιάρεται από κανένα βίτζιο και τελειώνοντας οι

αυτοί δύο χρόνοι να κοντινουάρη παριμέντι στη συντροφιά του

άνωθε σ. μόσχου, όθεν θέλει τον παίρνει διά άλλους χρόνους

δύο και εις αυτούς δύο χρόνους τους ύστερους να μην έχη ό-

μπλιγο ναν του δίδη άλλην πληρωμήν μόνον εις όσαις αγιογρά-

φισαις κάνει το παιδί να βγάνη πρώτα ο σ. μόσχος την σπέζα των

κολόρων και χρυσαφιών οπού θέλει ντοπεράρει και έπειτα το

ρέστο που θέλει σοπραβαντσάρει ναν το μοιράζουν στη μέση,

να πέρνη το μισό ο σ. μόσχος και το άλλο μισό ο άνωθεν Πανα-

γιώτης, και με πάττο ότι μη στέκοντας με τον αυτόν σ. μόσχον

όσο να τελειώσουν οι άνωθεν χρόνοι τέσσεροι, να είναι σοτοπό-

στος ο άνωθεν δοξαράς ναν του κορισποντέρη ριάλια εκατό».

Page 24: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

25

Παναγιώτης Δοξαράς, Χριστός Μέγας Αρχιερέας (δεσποτική εικόνα τέμπλου), 1721,

Ι.Ν. Αγ. Δημητρίου, πόλη Λευκάδας.

Έργο του αποκαλούμενου «σχολάρχη» της Επτανησιακής Σχολής της ζωγραφικής, και «πατέρα

της νεοελληνικής τέχνης» Πελοποννήσιου ζωγράφου, ο οποίος, κατά την παραμονή του στη

Ζάκυνθο, υπήρξε μαθητής του Κρητικού αγιογράφου από το Ρέθυμνο Λέου Μόσκου.

ÐÑÏÏÉÌÉÏ (17ïò-18ïò áé.)

Page 25: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

20 Το ερώτημα περί «της υπάρξεως εν Κρήτη

βραχείας, ίσως, πάντως ικανής συνεχείας της

μεταβυζαντινής τέχνης και μετά την υπό των Τούρ-

κων άλωσίν της» θέτει μεταξύ άλλων ο Τωμαδάκης

ήδη το 1936 (βλ. Ν.Β. Τωμαδάκης, «Βιβλιοκρισία.

Δημητρίου Σισιλιανού Έλληνες Αγιογράφοι μετά

την Άλωσιν, Αθήνα τύποις Πυρσού Α.Ε. 1935, σ.

242», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, 12

(1936), σ. 493).

21 Βλ. Ν. Σταυρινίδης, Μεταφράσεις τουρκικών

ιστορικών εγγράφων αφορώντων εις την ιστορίαν της

Κρήτης, Ηράκλειο τ. Α΄-Ε΄, εκδ. Βικελαία Δημοτική Βι-

βλιοθήκη, Δήμος Ηρακλείου, Κρήτη, 1975-1985 (τ. Ε΄

1985, έγγραφα της περιόδου 1752-1765 διάσπαρτα). 22 Για το ζήτημα των εξισλαμισμών βλ. όμως

ειδικότερα Μ.Γ. Πεπονάκης, Εξισλαμισμοί και επα-

νεκχριστιανισμοί στην Κρήτη (1645-1899), Ρέθυμνο

1997.

26

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ

Αν, όμως, το έργο και η συμβολή των Κρητών που κατέφυγαν στα Επτάνησα είναι

αρκετά γνωστά σήμερα, πολλά παραμένουν ακόμη άγνωστα για όσους καλλιτέ-

χνες/αγιογράφους παρέμειναν στη γενέτειρά τους. Ειδικότερα, αν και αναμφί-

βολα μετά την κατάκτηση της Κρήτης (1645-1669) οι κρητικές πόλεις παύουν να

αποτελούν ηγετικά καλλιτεχνικά κέντρα, ωστόσο ανεξακρίβωτο παραμένει το

εύρος και η σημασία της καλλιτεχνικής παραγωγής των ζωγράφων/αγιογράφων

που έμειναν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους.20

Ασφαλώς, οι συνθήκες ζωής μετά το 1669 δεν ευνοούσαν καλλιτεχνικές ενασχο-

λήσεις. Μια ματιά ακόμη και στα επίσημα τούρκικα αρχεία της περιόδου εύκολα κατα-

δεικνύει τη δυσχερή κατάσταση: φόνοι, βιασμοί, το βάρος των αναγκαστικών εισφορών

από τις οποίες ικετεύουν ξανά και ξανά τον κατακτητή να τους απαλλάξει, επικαλού-

μενοι την «αθλίαν κατάστασιν» στην οποία βρίσκονται. Αντιμέτωποι με ελλείψεις βασικών

ειδών διατροφής, όπως και με συχνά φαινόμενα λειψυδρίας, οι Κρήτες που θα παρα-

μείνουν ζουν καθημερινά «τρομοκρατούμενοι και απειλούμενοι δι’ αφορμάς ανυπάρ-

κτους και αβασίμους».21 Όσο για τη διατήρηση της πίστης τους, πέραν των

εξισλαμισμών,22 ενδεικτικές της κατάστασης είναι οι λιγοστές μνείες στα αρχεία, σε αι-

τήματα για την τέλεση των «σαθρών» –όπως απαντούν στα επίσημα έγγραφα– ιεροτε-

λεστιών στους ναούς τους, εκεί όπου «αναγιγνώσκεται το αναληθές ευαγγέλιον».

Δεν θα εξέπληττε συνεπώς αν τα χρόνια αυτά η εκκλησιαστική ζωγραφική εξέ-

λιπε στην Κρήτη. Ωστόσο, τη συνέχιση της παραγωγής ιερών εικόνων απρόσκο-

πτα, και μετά το 1669, πιστοποιούν ενυπόγραφα σωζόμενα έργα, όπως των

Κρητών αγιογράφων: ιερομόναχου Μακάριου Σκορδύλη (1674), ιερομόναχου

Παρθένιου Πάγκαλου (1676), Δημήτριου Πεδιώτη (17ος-18ος), Νικόδημου του

Αποστόλη (περ.1700), ιερομόναχου Ιάκωβου (1700), Γεώργιου Στάη (1705), ιερο-

μόναχου Αθανάσιου (1750), ιερέα Εμμανουήλ (1753/1763), Μιχαήλ Πρέβελη (1730/

1751 ), Νικήτα Σέπη (1721, 1723 και 1725), ιερομόναχου Μελχισεδέκ Παπαδόπου-

Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Page 26: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

23 Για τα γνωστά στοιχεία της ζωής και του έργου

των αγιογράφων αυτών βλ. συνδυαστικά, κυρίως

Ν. Καλογερόπουλος, Μεταβυζαντινή και Νεοελ-

ληνική τέχνη, Αθήνα 1926, Δ. Σισιλιάνος, Έλληνες

αγιογράφοι μετά την Άλωσιν, Αθήνα 1935, και

σχετικά Β. Τωμαδάκης: «Βιβλιοκρισία...», ό.π.,

Ι.Ν. Κριτσωτάκης, «Οι Κρήτες Ζωγράφοι της

Μεταβυζαντινής Σχολής», Μύσων, 3 (1934), σ.

97-162, Στ. Ξανθουδίδης, «Χριστιανικαί επιγραφαί

εκ Κρήτης», Αθηνά, 15 (1903), σ. 49-163, Μ.

Χατζηδάκης, ό.π., και του ίδιου, «Πνευματικός βίος

και πολιτισμός 1669-1821», στο Ιστορία του Ελληνι-

κού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1975,

τ. ΙΑ΄, σ. 244-273, Χατζηδάκης – Δρακοπούλου,

ό.π., Φ.Ι. Πιομπίνος, Έλληνες αγιογράφοι μέχρι το

1821, Μανούτιος, Αθήνα 1979 (βελτιωμένη έκδοση,

1984), Θ. Προβατάκης, «Κρήτες αγιογράφοι μετά

την Άλωση», Παράκλητος, 20-22 (1977), σ. 5-11, 5-

10 και 8-25, αλλά και G. Gerola, Monumenti veneti

nel l ’ isola di Creta, τ. I- IV, Βενετία 1905-1932

(Βενετικά Μνημεία της Κρήτης (Εκκλησίες), μτφρ.

Στ. Σπανάκης, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη,

Σύνδεσμος Τοπικών Eνώσεων Δήμων και Κοινοτήτων

Κρήτης, Κρήτη 1993). Βλ. παράλληλα και οδηγούς

μονών και ναών της Κρήτης όπως και Ν. Ψιλάκης,

Μοναστήρια και ερημητήρια της Κρήτης, τ. Α΄-Β΄,

Ηράκλειο 1992. Για γενική σχετική βιβλιογραφία

και ε ιδικότερες μελέτες έως το 1990 βλ.

Παπαδάκη-Oekland, Η τέχνη στην Κρήτη…, ό.π.

Θα σημειωθεί ότι πολλά στοιχεία, όπως και

φωτογραφικό υλικό, προέκυψαν και εξ αυτοψίας,

ενώ πολύτιμη πηγή στάθηκε κυρίως το έργο του

Ν. Γκίνου, αρχιμ., Καταγραφή Εικόνων και κει-

μηλίων, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης, Κρήτη 2001

(αδημοσίευτο). Ευχαριστώ και από αυτή τη θέση

τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Κνωσού κ. Ευγένιο,

που μου επέτρεψε να συμβουλευθώ και να

αντλήσω στοιχεία από την Καταγραφή.24 Ιδιαίτερα δε, κατά τις περιόδους εκείνες κατά

τις οποίες κατέχουν τη θέση Κρήτες επίσκοποι.

Βλ. σχετικά κυρίως Κ. Άμαντος, Σιναϊτικά Μνημεία

ανέκδοτα, Αθήνα 1927, και του ίδιου, Σύντομος

ιστορία της Ι.Μ. Σινά, Θεσσαλονίκη 1953, όπως και

Εμμ. Γ. Παντελάκη, «Το Σινά και η Κρήτη», Επε-

τηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, 1 (1938), σ.

165-185. Για τα μετόχια του Σινά στην Κρήτη βλ.

ενδεικτικά και Αικ. Παναγιωτουνάκου-Πατσουμά,

«Το Μετόχι της Αγίας Αικατερίνης στο Χάνδακα και

τα προνόμια των Σιναϊτών στην Κρήτη», Κρητική

Εστία, 7 (1999), σ. 31-49, όπως επίσης Α. Ηλίας, Τα

Μετόχια του Παναγίου Τάφου και της Μονής Σινά

στην Ελλάδα (1830-1888), εκδ. Ακρίτας, Αθήνα

2003.

λου (1725), Γεώργιου Κυδωνιέως (1756), Ματθαίου Μοξία (1762), ιερομόναχου

Σταμάτιου (1771) και Δημήτριου Σγουρού (1779).23

Πιο συγκεκριμένα, παρά τις εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες των χρόνων της

Τουρκοκρατίας, κεντρικός φαίνεται να παραμένει ο ρόλος κυρίως των μονών στη

συνέχιση της παραγωγής ιερών εικόνων, και σημαντικότερη ακόμη η διέξοδος

την οποία προσφέρει, ως φαίνεται, το Όρος Σινά, όπου απαντούν «πάνω από

4000 φορητές εικόνες μικρές και μεγάλες, πολλές εκ των οποίων είναι Κρητών»,

όπως σημειώνει σχετικά ο Κ. Άμαντος.24

Ανάμεσα στους καλλιτέχνες που θα εργαστούν στο Σινά και κατόπιν θα επιστρέ-

ψουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, ανήκουν οι αγιογράφοι αδελφοί Γεώργιος και

Ζαχαρίας Καστροφύλακας. Γνωστότερα είναι τα έργα τους στη συλλογή της

Αγίας Αικατερίνης των Σιναϊτών, στον Ι.Ν. Υπαπαντής (ή “μικρό” Άγιο Μηνά όπως

είναι γνωστότερος), αλλά και στον Ι.Ν. Αγίου Ματθαίου (Σιναϊτικό μετόχι) στο Ηρά-

κλειο, στο ναό της Παναγίας στις Αρχάνες, στη μονή Παντελεήμονος στο Φόδελε,

27

ÐÑÏÏÉÌÉÏ (17ïò-18ïò áé.)

Page 27: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

25 Βλ. Χατζηδάκης, Έλληνες Ζωγράφοι…, ό.π., σ. 119.26 Ό.π. Όπως επίσης σημείωνε ο Κριτσωτάκης, ό.π.,

σ. 157, «χρήζουν ειδικής μελέτης»· ο ίδιος, όμως,

θεώρησε ότι στη μελέτη του αυτή του 1934 «ίσως

πρώτην φοράν να έρχεται εις δημοσιότητα το όνομα

του Καστροφύλακα», ωστόσο έργα των Καστροφυ-

λάκων είχε επισημάνει ενωρίτερα ο Κ. Άμαντος (1928)

όπως και ο Δ. Δεναξάς (1920). Βλ. σχετικά και Χατζη-

δάκης – Δρακοπούλου, ό.π., σ. 73-74.

27 Βλ. Ν.Β. Τωμαδάκης «Ιωάννης Κορνάρος Κρης

Ζωγράφος (1745-1796)», Κρητικά Χρονικά, Β΄,

(Μάιος-Αύγουστος 1948), σ. 250-264: «δυνάμεθα να

δεχθώμεν ότι από το εργαστήριον των Καστροφυ-

λάκων εν Ηρακλείω εξήλθε ο ζωγράφος μας» (σ.

264), σημειώνοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να

ερευνηθεί από ειδικότερους η τεχνοτροπική συγγέ-

νεια των έργων τους.

28

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ

Γεώργιος Καστροφύλακας,

H Αγία Τριάδα, Ι.Ν. Χριστού,

Κάτω Μερά, Ιεράπετρα (εργαστήριο

συντήρησης 28ης Ε.Β.Α. Ρέθυμνο).

«Η ζωγραφική του ξεχωρίζει με τη λα-

μπρότητα των χρωμάτων, με τη διακο-

σμητική τους διάθεση, που τονίζεται

συχνά από την παρεμβολή συμπλη-

ρωματικών μοτίβων –λουλούδια, πλαί-

σια και άλλα– καθαρά οθωμανικού

χαρακτήρα».25

αλλά και σε άλλες περιοχές της Κρήτης, ενώ έργα τους σώζονται και στις Κυκλάδες

και στην Αίγυπτο, και βέβαια στο Όρος Σινά. Το γεγονός αυτό οδήγησε τον ιστορικό

της βυζαντινής τέχνης Μ. Χατζηδάκη να συμπεράνει ότι οι εικόνες κυρίως του Γε-

ωργίου Καστροφύλακα (1719-1752), για τον οποίο σημείωσε ότι μπορεί να θεωρηθεί

«ο αξιολογότερος και περισσότερο αντιπροσωπευτικός ζωγράφος» της πρώτης πε-

νηνταετίας του 18ου αι.,26 θα πρέπει να ήταν περιζήτητες.

Και ενώ τα έργα του Γεώργιου ή Ζώρζη Καστροφύλακα αποδεικνύουν αναμφίβολα

τη συνέχιση της παραγωγής έργων υψηλής ποιότητας σε τοπικό επίπεδο, η συμβολή

και των δύο αδελφών στα καλλιτεχνικά πράγματα του τόπου υπήρξε και ευρύτερη.

Συγκεκριμένα, φαίνεται πως διατηρούσαν εργαστήριο στον Χάνδακα, όπου μαθή-

τευσαν αρκετοί νέοι αγιογράφοι, ανάμεσα στους οποίους ο αγιογράφος Ιωάννης

Κορνάρος, «ο αξιολογώτερος των καλλιτεχνών της εκπεσούσης Κρητικής Τέχνης»,

όπως θα σημειώσει ο Τωμαδάκης, πρώτος βιογράφος του.27

Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Page 28: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

Ιωάννης Κορνάρος

Με καταγωγή είτε από τον Μυλοπόταμο είτε από τη Σητεία, ο Ιωάννης Κορνάρος

χαρακτηρίζεται τον 19ο αιώνα «διάσημος» αγιογράφος,28 και σημειώνεται μάλιστα

ως ιδιαίτερα ικανός στη μικρογραφία, «στο είδος όπου είχε ήδη διαπρέψει ο Θε-

όδωρος Πουλάκης», όπως σημειώνει συμπληρωματικά ο Μανόλης Χατζηδάκης.29

Σύμφωνα με τα στοιχεία και τις πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Κορνά-

ρου που παραδίδει ο Ν. Τωμαδάκης, ο Κορνάρος «ακουσίως» νυμφευμένος με

την υπηρέτριά του, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, και ιδιαίτερα οξύθυμος,

χτύπησε τον δεκαοκτάχρονο γιο του τον οποίο δίδασκε ζωγραφική, «διά της ζω-

γραφικής πήχεως» σκοτώνοντάς τον, και κατόπιν «μη υποφέρων την τύψιν της

συνειδήσεώς του» αναχώρησε για τη μονή Σαββαθιανών. Εκεί έλαβε το μοναχικό

σχήμα.30 Κατόπιν βρίσκεται στην Ι. Μονή της Παναγίας της Ακρωτηριανής Τοπλού,

όπου θα εργαστεί για ένα διάστημα και όπου θα φιλοτεχνήσει τα γνωστότερα σή-

μερα έργα του: Μέγας ει Κύριε και Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια.31

Από το Τοπλού, ο Κορνάρος έφυγε στα 1775 για το Όρος Σινά, όπου είχε κληθεί

από τον Κρητικό Επίσκοπο Κύριλλο (1759-1790), με τον οποίο πιθανολογείται ότι

είχε κάποια συγγένεια.32 Στη βιβλιογραφία επαναλαμβάνεται ότι στην εργασία του

στο Σινά διαπιστώνεται «κάποια διάθεση κρητικού σωβινισμού», καθώς πιστοποιού-

νται όχι μόνον επεμβάσεις του στις συνθέσεις παλαιότερων εικόνων αλλά και πα-

ραποίηση υπογραφών και χρονολογιών. Ιδιαίτερα σημειώνεται όμως, επίσης, και η

εκτίμησή του των Κρητών αγιογράφων Δαμασκηνού, Βίκτωρος, Αγγέλου και Κλόν-

28 Βλ. Τωμαδάκης, ό.π., σ. 257, όπου και οι

πληροφορίες από σχετικό χειρόγραφο σημείωμα

του λίγο νεότερου Στέφανου Νικολαΐδη το οποίο

παρατίθεται. (Για τον Νικολαΐδη βλέπε σ. 39 κ.ε.

της παρούσας μελέτης).

29 Χατζηδάκης, Έλληνες ζωγράφοι…, ό.π., σ. 119.

30 Βλ. Τωμαδάκης, ό.π., σ. 257, από το σχετικό

χειρόγραφο σημείωμα του Στέφανου Νικολαΐδη.

Ωστόσο, ο Τωμαδάκης σημειώνει τη σύγχυση που

προκύπτει από κάποια στοιχεία στις Σημειώσεις

αυτές.

31 Για τα έργα του στη Μονή Τοπλού Μέγας ει

Κύριε και Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια

(1765), βλ. ειδικότερα Gerola, Monumenti Veneti,

ό.π., τ. ΙΙ, 1908, σ. 311, Κ. Καλοκύρης, Η εικών

“Μέγας ει Κύριε” του Κρητός ζωγράφου Ιωάννη

Κορνάρου, εκδιδομένη επί τη διακοσιετηρίδι

αυτής, Θεσσαλονίκη 1970, και Θ. Προβατάκης,

Εικόνες του Ζωγράφου Ιωάννη Κορνάρου στη

Μονή Τοπλού Κρήτης, Αθήνα 1982.

32 Για τη μετάβασή του στο Σινά και τη στήριξη από

τον αρχιεπίσκοπο Κύριλλο (1759-1790), «ο οποίος

πιθανώς ήτο συγγενής του», βλ. και Άμαντος, ό.π.,

1953, σ. 64-65 και Χατζηδάκης – Δρακοπούλου,

ό.π., σ. 110.

29

ÐÑÏÏÉÌÉÏ (17ïò-18ïò áé.)

Page 29: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

33 Χατζηδάκης, Έλληνες ζωγράφοι..., ό.π., σ. 120.

30

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Ιωάννης Κορνάρος, Μέγας ει Κύριε, 1770, Ι.Μ. Παναγίας Ακρωτηριανής Τοπλού, Σητεία.

«Η τέχνη του, άψογη στη μαστοριά, λεπτολογεί με εξεζητημένη επίδειξη θεολογικής σοφίας, που

κληρονομεί από ορισμένη τάση των Κρητικών του 17ου αι., η οποία, αρκετά ανεπτυγμένη, χαρακτηρίζει

την εικονογράφηση της εποχής. Το σχέδιο είναι χαλαρό, το πλάσιμο γλυκερό, τα πρόσωπα ομοιό-

μορφα και στη χρωματολογία του ταιριάζουν ανοικτοί γαλάζιοι ουρανοί».33

Page 30: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

34 Για την αυτοπροσωπογραφία του στην αίθουσα

του Συνοδικού βλ. Κριτσωτάκης, ό.π., σ. 161, και σημ.

2. Βλ. και Χατζηδάκης – Δρακοπούλου, ό.π., σ. 111-

113, όπου και εικ. αρ. 58 «Τοπίο στο Σινά», στον

δεσποτικό θρόνο του αρχιεπισκόπου Σινά Κυρίλλου

του Κρητός, έργο του Κορνάρου (σ. 111).

35 Για το έργο του Κορνάρου ειδικότερα στην

Κύπρο βλ. επίσης Σ. Σοφοκλέους, «Η δράση του

Κορνάρου στην Κρήτη, στο Σινά (στην Αλεξάν-

δρεια;) και στην Κύπρο», Κυπριακές Σπουδές, Ν΄

(1986), σ. 228-256, όπως και του ίδιου «Ο ζωγράφος

Ιωάννης Κορνάρος και η σχολή του», Αρχαιολογία,

25 (1987), σ. 64-70. Για το θάνατό του μετά το 1812

βλ. Σοφοκλέους, ό.π., σ. 68-69.

τζα. Πέραν των παρατηρήσεων αυτών, αξιοσημείωτη είναι επιπροσθέτως η μνεία

και σε σωζόμενη Αυτοπροσωπογραφία του σημαντικού ζωγράφου αυτού, στο Σινά.34

Γνωστό είναι τέλος, ότι μετά το Σινά, ο Κορνάρος μετέβη στην Κύπρο, όπου

και πέθανε μετά το 1812 αφήνοντας και εκεί πλούσιο έργο αλλά και πολλούς

μαθητές.35

31

Ιωάννης Κορνάρος, Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια, 1765,

Ι.Μ. Παναγίας Ακρωτηριανής Τοπλού, Σητεία.

ÐÑÏÏÉÌÉÏ (17ïò-18ïò áé.)

Page 31: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών

36 Βλ. Κριτσωτάκης, ό.π., σ. 156. Θα προστεθεί εδώ,

ωστόσο, ότι στην αδημοσίευτη Καταγραφή Γκίνου

ό.π., στο τχ. 78 απαντά επίσης εικόνα του Πέτρου

Σερέπετζη στον Ι.Ν. Αγίου Μηνά της Ενορίας Επι-

σκοπής Πεδιάδος. Πρόκειται για τη φορητή εικόνα

Χριστός ο Μέγας Αρχιερεύς, με χρονολογία 1758

και με την προσθήκη στην υπογραφή «εξ Αγίου

Γεωργίου Ατζηποδιότη», που έτσι προσδιορίζει τον

τόπο καταγωγής του με ασφάλεια.

32

ÍÔÅÍÉÆ-ŠËÏÇ ÁËÅÂÉÆÏÕ

Σταμάτιος ο ιερομόναχος,

Ρόδον το Αμαράντον, 1771,

Ι.Μ. Παναγίας Ακρωτηριανής

Τοπλού, Σητεία.

Σύγχρονος του Ιωάννη Κορνά-

ρου, ο ιερομόναχος Σταμάτιος

αναφέρεται ότι μόνασε στην

Ι.Μ. Παναγίας Ακρωτηριανής

Τoπλού. Τόσο το θέμα όσο και

ο χειρισμός της σύνθεσης είναι

αξιοσημείωτα. Στο κάτω αριστερό

άκρο διακρίνεται αναπαράσταση

της Ι.Μ. Παναγίας Ακρωτηριανής

Τοπλού.

Την ίδια περίοδο που δρα ο Ιωάννης Κορνάρος, στην Κρήτη μαρτυρείται η πα-

ρουσία και άλλων αγιογράφων. Ειδικότερα, στον Χάνδακα αυτής της εποχής ζουν

και εργάζονται αγιογράφοι όπως ο Γεώργιος Τρυγώνης (έργο του στον Ι.Ν. Υπα-

παντής ή παλαιό ναό Αγίου Μηνά, 1753), και ο Πέτρος Σερέπετζης ή Σερέπετσης

ή Σερεπέτζος (έργο στον παλαιό Άγιο Μηνά, 1771), ο οποίος μάλιστα φαίνεται ότι

μιμούνταν τα έργα του Κορνάρου. Όπως αναφέρει ο Ι. Κριτσωτάκης, ο Σερέπε-

τζης «εκ Νεαπόλεως Μεραμβέλλου, ωραίος την όψιν, ήκμασε τον ΙΗ΄αιώνα, με-

τώκησεν εις Ηράκλειον ένθα και την τέχνην τού ζωγράφου ήσκησεν»· ο ίδιος

μελετητής, μνημονεύοντας το έργο του στον παλαιό Άγιο Μηνά προσθέτει: «Φαί-

νεται ότι επέδρασεν εις αυτόν ο Μέγας Δαμασκηνός και ο σύγχρονός του Ιωάννης

Κορνάρος, έργα των οποίων εγνώρισε και εμελέτησεν».36

Ç ÊÑÇÔÇ ÔÙÍ ÊÁËËÉÔÅ×ÍÙÍ

Page 32: Η Κρήτη των Καλλιτεχνών