ο καταδικος τελικο

11
Πεζογράφος (1872-1923) Ο Κ. Θεοτόκης υπήρξε ρωμαλέα φυσιογνωμία της δημοτικής πεζογραφίας. Δημοτικιστής με ευρεία μόρφωση ασχολήθηκε με τη συγγραφή και με μεταφράσεις. Πατριώτης, πήρε μέρος στον πόλεμο του 1898. Σοσιαλιστής, ιδεολόγος και ονειροπόλος, έκλεισε στα έργα του τους οραματισμούς για μια κοινωνία στηριγμένη σε βάσεις δικαιοσύνης και ευτυχίας. Το 1889 πήγε στο Παρίσι, όπου σπούδασε φιλοσοφία και μαθηματικά. Το 1907 στη Γερμανία, όπου παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, γνωρίστηκε με το Χατζόπουλο και έγινε υπέρμαχος του σοσιαλισμού. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κέρκυρα, εργάστηκε για τη διάδοση του σοσιαλισμού και αργότερα του βενιζελισμού. Ήταν γλωσσομαθής και μελετούσε ξένα λογοτεχνικά έργα από το πρωτότυπο. Παρά την πλούσια και αρχοντική καταγωγή του, τον απασχόλησαν τα προβλήματα του απλού λαού, η κοινωνική αδικία και η πολιτική διαφθορά. Σπουδαία έργα του τα εκτεταμένα αφηγήματα «Η τιμή και το χρήμα», « Ο Κατάδικος », « Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα» και το μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους ». Το έργο του ανανεώνει την ηθογραφική πεζογραφία και διακρίνεται για τους κοινωνικούς προβληματισμούς του και τη ρεαλιστική γραφή. «Τα τέσσερα μυθιστορήματα του Θεοτόκη είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, και, παρ’ όλο που οι σοσιαλιστικές απόψεις του συγγραφέα είναι έκδηλες, ο υπαινιγμός που προκύπτει, ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να διαρθρώσουν την κοινωνία τους διαφορετικά, έχει ως αποτέλεσμα να αποβούν ακόμα πιο τραγικές οι ζωές των ηρώων του, που ακολουθούν τη μοιραία τους πορεία, χωρίς καμιά επέμβαση του συγγραφέα, μέσα στο φυσικό πλαίσιο της κερκυραϊκής κοινωνίας, τα πρώτα χρόνια του αιώνα. Τα τέσσερα αυτά έργα γεφυρώνουν το χάσμα που χωρίζει το ηθογραφικό στοιχείο και την αγροτική παράδοση από το νέο αστικό μυθιστόρημα». (R. Beaton, 1996, Εισαγωγή στη νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Αθήνα: Νεφέλη, σελ. 146) Γραμματολογική τοποθέτηση του έργου Ο Κατάδικος είναι ένα εκτεταμένο αφήγημα που γράφτηκε το 1919 και είναι από τα πιο ώριμα έργα του συγγραφέα. Είναι ένα έργο ψυχολογικής ηθογραφίας που αποκλίνει από το συνηθισμένο κοινωνικό ηθογραφικό διήγημα (όπου ηθογραφούνται πρόσωπα της επαρχιακής ζωής με τα ήθη και τις συνήθειές τους, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τον Παπαδιαμάντη), αφού επίκεντρό του είναι οι ψυχολογικές μεταπτώσεις και συγκρούσεις των δύο ηρώων που εκπροσωπούν δύο διαφορετικές ηθικές στάσεις ζωής . Ο έντονος ρεαλισμός δεσπόζει και μέσω αυτού στηλιτεύονται οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες (κοινωνικός προβληματισμός). Ο χώρος του είναι η Κέρκυρα και παρουσιάζει την ιστορία ενός βασανισμένου ανθρώπου που υποφέρει καρτερικά μια άδικη καταδίκη και θυσιάζεται για την αγάπη και την καλοσύνη. Το κείμενο που θα διδαχθείτε από το σχολικό σας βιβλίο είναι διήγημα αν και αποτελεί απόσπασμα από το εκτεταμένο αφήγημα.

Transcript of ο καταδικος τελικο

Page 1: ο καταδικος  τελικο

Πεζογράφος

(1872-1923)

Ο Κ. Θεοτόκης υπήρξε ρωμαλέα φυσιογνωμία της δημοτικής πεζογραφίας. Δημοτικιστής με

ευρεία μόρφωση ασχολήθηκε με τη συγγραφή και με μεταφράσεις. Πατριώτης, πήρε μέρος στον

πόλεμο του 1898. Σοσιαλιστής, ιδεολόγος και ονειροπόλος, έκλεισε στα έργα του τους

οραματισμούς για μια κοινωνία στηριγμένη σε βάσεις δικαιοσύνης και ευτυχίας. Το 1889 πήγε στο

Παρίσι, όπου σπούδασε φιλοσοφία και μαθηματικά. Το 1907 στη Γερμανία, όπου παρακολούθησε

μαθήματα φιλοσοφίας, γνωρίστηκε με το Χατζόπουλο και έγινε υπέρμαχος του σοσιαλισμού. Στην

ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κέρκυρα, εργάστηκε για τη διάδοση του σοσιαλισμού και αργότερα του

βενιζελισμού. Ήταν γλωσσομαθής και μελετούσε ξένα λογοτεχνικά έργα από το πρωτότυπο. Παρά

την πλούσια και αρχοντική καταγωγή του, τον απασχόλησαν τα προβλήματα του απλού λαού, η

κοινωνική αδικία και η πολιτική διαφθορά.

Σπουδαία έργα του τα εκτεταμένα αφηγήματα «Η τιμή και το χρήμα», «Ο Κατάδικος», «Η ζωή

και ο θάνατος του Καραβέλα» και το μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους». Το έργο του

ανανεώνει την ηθογραφική πεζογραφία και διακρίνεται για τους κοινωνικούς προβληματισμούς του

και τη ρεαλιστική γραφή.

«Τα τέσσερα μυθιστορήματα του Θεοτόκη είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, και, παρ’ όλο που οι

σοσιαλιστικές απόψεις του συγγραφέα είναι έκδηλες, ο υπαινιγμός που προκύπτει, ότι οι άνθρωποι θα

μπορούσαν να διαρθρώσουν την κοινωνία τους διαφορετικά, έχει ως αποτέλεσμα να αποβούν ακόμα πιο

τραγικές οι ζωές των ηρώων του, που ακολουθούν τη μοιραία τους πορεία, χωρίς καμιά επέμβαση του

συγγραφέα, μέσα στο φυσικό πλαίσιο της κερκυραϊκής κοινωνίας, τα πρώτα χρόνια του αιώνα. Τα τέσσερα

αυτά έργα γεφυρώνουν το χάσμα που χωρίζει το ηθογραφικό στοιχείο και την αγροτική παράδοση από το νέο

αστικό μυθιστόρημα».(R. Beaton, 1996, Εισαγωγή στη νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Αθήνα: Νεφέλη, σελ.

146)

Γραμματολογική τοποθέτηση του έργου

Ο Κατάδικος είναι ένα εκτεταμένο αφήγημα που γράφτηκε το 1919 και είναι από τα πιο ώριμα

έργα του συγγραφέα. Είναι ένα έργο ψυχολογικής ηθογραφίας που αποκλίνει από το

συνηθισμένο κοινωνικό ηθογραφικό διήγημα (όπου ηθογραφούνται πρόσωπα της επαρχιακής

ζωής με τα ήθη και τις συνήθειές τους, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τον Παπαδιαμάντη),

αφού επίκεντρό του είναι οι ψυχολογικές μεταπτώσεις και συγκρούσεις των δύο ηρώων που

εκπροσωπούν δύο διαφορετικές ηθικές στάσεις ζωής . Ο έντονος ρεαλισμός δεσπόζει και μέσω

αυτού στηλιτεύονται οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες (κοινωνικός προβληματισμός).

Ο χώρος του είναι η Κέρκυρα και παρουσιάζει την ιστορία ενός βασανισμένου ανθρώπου που

υποφέρει καρτερικά μια άδικη καταδίκη και θυσιάζεται για την αγάπη και την καλοσύνη. Το

κείμενο που θα διδαχθείτε από το σχολικό σας βιβλίο είναι διήγημα αν και αποτελεί απόσπασμα

από το εκτεταμένο αφήγημα.

Page 2: ο καταδικος  τελικο

H υπόθεση του έργου

Η υπόθεσή του τοποθετείται σε ένα αγροτικό χωριό της Κέρκυρας όπου ζουν ο Γιώργης

Αράθυμος με την όμορφη γυναίκα του, τη Μαργαρίτα και τα τρία παιδιά τους, και ο

Τουρκόγιαννος που δουλεύει ως υποτακτικός τους.

Στη ζωή της οικογένειας μπαίνει ο Πέτρος Πέπονας, ένας γείτονας που αισθάνεται δυνατό

έρωτα για τη Μαργαρίτα. Ο Τουρκόγιαννος που τρέφει ένα βαθύ και κρυφό αίσθημα για τη

Μαργαρίτα («τη λατρεύει σαν Παναγία») έχει υποψιαστεί και παρακολουθεί το ζευγάρι

προσπαθώντας να εμποδίσει την παρεκτροπή της Μαργαρίτας.

Η παρουσία του Τουρκόγιαννου έχει γίνει ενοχλητική για τον Πέτρο και τη Μαργαρίτα∙ γι’

αυτό τον διαβάλλουν στο Γιώργη, που διώχνει άγρια τον Τουρκόγιαννο από το σπίτι. Την άλλη

μέρα ο Γιώργης βρέθηκε δολοφονημένος. Οι υποψίες έπεσαν στον Τουρκόγιαννο, που

καταδικάστηκε σε ισόβια (Κατάδικος).

Ο Πέτρος και η Μαργαρίτα παντρεύονται. Λίγο αργότερα ο Πέτρος συλλαμβάνεται για κάποιο

αδίκημα και φυλακίζεται. Μέσα στη φυλακή θα έρθει αντιμέτωπος με τον Τουρκόγιαννο και υπό το

βάρος των ενοχών του θα ομολογήσει πως εκείνος σκότωσε το Γιώργη, για να έχει δική του τη

Μαργαρίτα.

Παρόλο που η ομολογία του θα μπορούσε να απαλλάξει τον άδικα καταδικασμένο

Τουρκόγιαννο, εκείνος μη θέλοντας να διαταράξει την «ευτυχία» της Μαργαρίτας, δεν αφήνει τον

Πέτρο να αναλάβει την ευθύνη της δολοφονίας, επιλέγοντας έτσι να παραμείνει για πάντα στη

φυλακή.

Τα πρόσωπα

Ο Τουρκόγιαννος ήταν το παιδί μιας χριστιανής Αρβανίτισσας, την οποία είχε βιάσει ένας

Τούρκος στη Χειμάρρα. Η μητέρα του, που είχε έρθει στην Κέρκυρα ως εργάτρια, μόλις κατάλαβε

πως είναι έγκυος, αποφάσισε να μείνει στο κερκυραϊκό χωριό και να μεγαλώσει εκεί το παιδί της,

ώστε να γλιτώσει τη ντροπή απέναντι στους γονείς και τους συγχωριανούς της.

Στη μητέρα του Τουρκόγιαννου θα παραχωρήσει ένα καλύβι ο πατέρας της Μαργαρίτας, για να

μπορέσει να γεννήσει εκεί το παιδί της. Κατόπι με πολλές δυσκολίες, ξενοδουλεύοντας και

ζητιανεύοντας θα παλέψει να το μεγαλώσει, υπομένοντας τις κατηγορίες και τις προσβολές των

χωριανών, που τη θεωρούσαν κοινή γυναίκα κι έλεγαν πως κοιμάται μ’ όποιον τύχει για χρήματα.

Μόλις ο Τουρκόγιαννος μεγάλωσε λίγο κι ήταν σε θέση να εργάζεται στα κτήματα, βγάζοντας

τα απαραίτητα χρήματα για να εξασφαλίζει τη δική του διαβίωση και της μητέρας του, εκείνη

ξεψύχησε, «σα να μην είχε ζήσει παρά για να με ανασταστήσει!», όπως έλεγε για εκείνη ο

Τουρκόγιαννος.

Ο Τουρκόγιαννος που θα εργαστεί στα κτήματα του πατέρα της Μαργαρίτας, θα την ερωτευτεί

βαθιά και θα προσπαθήσει μάλιστα να τη φιλήσει, μόνο και μόνο για να έρθει αντιμέτωπος με τη

σκληρή άρνηση της κοπέλας. Από ντροπή απέναντι στον πατέρα της, που του είχε προσφέρει

δουλειά και τον είχε βάλει στην οικογένειά του, θα φύγει από το χωριό με την ελπίδα να βρει αλλού

μια κοπέλα ν’ αγαπήσει.

Παρά τις προσπάθειές του όμως, -θα προσφερθεί να παντρευτεί μια κοπέλα που την είχε

ατιμάσει ένας παντρεμένος, αλλά δε θα του τη δώσουν, καθώς ο παντρεμένος θα τη δώσει στον

αδερφό του, με την προοπτική να μπορεί να τη χαίρεται όποτε θέλει- δε θα μπορέσει ποτέ να

ξεχάσει την αγάπη που είχε για την οικογένεια της Μαργαρίτας και για το χωριό στο οποίο

Page 3: ο καταδικος  τελικο

γεννήθηκε, έτσι θα επιστρέψει σε αυτό και θα θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία του συζύγου της

Μαργαρίτας, του Γιώργη Αράθυμου.

Έχοντας μεγάλο σεβασμό για τον Αράθυμο κι έχοντας υποψίες για τη σχέση της Μαργαρίτας

με τον Πέτρο, θα την παρακολουθεί στενά, αναγκάζοντάς τη να τον εκδιώξει από το σπίτι.

Η Μαργαρίτα, ήταν μια πολύ όμορφη γυναίκα, που παντρεύτηκε με συνοικέσιο το Γιώργη

Αράθυμο. Παρόλο που δεν τον αγαπούσε, είχε γρήγορα εκτιμήσει τον καλό του χαρακτήρα κι είχε

δουλέψει με προθυμία μαζί του, φέρνοντας ευπορία στο άλλοτε παρακμασμένο σπιτικό του.

Η ζωή της θα μπορούσε να έχει κυλήσει με ηρεμία κοντά στον καλόψυχο άντρα της, αλλά η

Μαργαρίτα είχε δελεαστεί από το επίμονο ενδιαφέρον του Πέτρου Πέπονα, του όμορφου γείτονά

τους. Θα ενδώσει έτσι στις πιέσεις του και θα συνάψει μαζί του μια ριψοκίνδυνη σχέση.

Όσο καιρό η σχέση της με τον Πέτρο ήταν κρυφή και παράνομη, η Μαργαρίτα ένιωθε πολύ

ερωτευμένη μαζί του και ανυπομονούσε να βρεθεί κοντά του. Από τη στιγμή όμως που θα

δολοφονηθεί ο άντρας της και θα παντρευτεί τον Πέτρο, το αίσθημά της γι’ αυτόν θα ελαττωθεί

αισθητά. Παρά το γεγονός ότι ο Πέτρος ήταν πολύ πιο όμορφος από τον άντρα της, δεν είχε την

ποιότητα του χαρακτήρα που είχε εκείνος, γεγονός που κάνει πολύ γρήγορα τη Μαργαρίτα να

αναπολεί τις στιγμές που ο Γιώργης ζούσε.

Όταν μάλιστα ο Πέτρος της ομολογήσει πως εκείνος σκότωσε τον άντρα της, η Μαργαρίτα θα

αρχίσει να τον φοβάται και να τον απεχθάνεται.

Ο Πέτρος Πέπονας, που έχει μεγαλώσει δίπλα στην οικογένεια της Μαργαρίτας, έτρεφε

πάντοτε συναισθήματα για την όμορφη κοπέλα∙ συναισθήματα που τράπηκαν σε ένα φλογερό

έρωτα, από τη στιγμή που άρχισε να βοηθά στα κτήματα του Αράθυμου και τύχαινε να περνά

πολλές ώρες κοντά της.

Το πάθος του για τη Μαργαρίτα, όχι μόνο δε θα κατευναστεί με τη σχέση τους, αλλά θα ενταθεί

σε τέτοιο σημείο, ώστε να σκέφτεται κάθε πιθανό τρόπο για να είναι για πάντα μαζί της.

Η πρώτη του πράξη θα είναι να ξεφορτωθεί τον Τουρκόγιαννο, που παρακολουθεί διαρκώς τη

Μαργαρίτα, δυσκολεύοντας κατά πολύ τις συναντήσεις του ζευγαριού. Θα βάλει έτσι σε υποψίες

τον Αράθυμο πως ο Τουρκόγιαννος θέλει τη γυναίκα του κι εκείνος εξοργισμένος θα τον χτυπήσει

και θα τον διώξει από το σπίτι του.

Έπειτα θα παραφυλάξει μια νύχτα τον ερχομό του Αράθυμου, που είχε πάει να πουλήσει τα δύο

βόδια της οικογένειας, και θα τον σκοτώσει, μη έχοντας κι ο ίδιος παραδεχτεί στον εαυτό του πως

ήταν αποφασισμένος να φτάσει στο έγκλημα.

Όταν, μάλιστα, διαπιστώσει πως κανείς δεν τον υποψιάζεται και πως οι χωροφύλακες έχουν

συλλάβει τον Τουρκόγιαννο για τη δολοφονία του Αράθυμου, θα αισθανθεί ασφαλής. Στη δίκη

άλλωστε του Τουρκόγιαννου θα φροντίσει με τη μαρτυρία του να καταστήσει σαφές πως ο

Τουρκόγιαννος είχε κάθε λόγο να θέλει νεκρό τον Αράθυμο.

Εντούτοις, παρόλο που θα καταδικαστεί ο Τουρκόγιαννος κι εκείνος θα παντρευτεί την

ανυποψίαστη Μαργαρίτα, δε θα μπορέσει να βαστάξει μέχρι τέλους τις τύψεις του. Θα ομολογήσει

έτσι το έγκλημά του στη Μαργαρίτα.

Ενδεικτικές επισημάνσεις

1. Ο τίτλος του έργου

Ο συγγραφέας Άγγελος Τερζάκης σχολιάζει τον τίτλο του αφηγήματος:

«Ο Κατάδικος απομένει έργο συνειδητά απαισιόδοξο κι από την άποψη τούτη ο τίτλος του κρύβει μια

γενικότητα δηλωτική. Δεν είναι ο συμπτωματικά καταδικασμένος, σε μια περίπτωση δικαστικής

πλάνης, άτυχος άνθρωπος. Είναι ο καταδικασμένος μοιραία από τη ζωή, ο παρίας της, σύμφωνα με

Page 4: ο καταδικος  τελικο

μια αναγκαιότητα αναπόδραστη, αδυσώπητη κι αδιάφορη προς κάθε ηθική προσταγή, αφού κι εκείνη,

με τη σειρά της, βρίσκεται έξω από τους σκληρούς ζωικούς νόμους». (Άγγ. Τερζάκης, 1955,

«Εισαγωγή» στη Βασική Βιβλιοθήκη, αρ. 31, Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Αθήνα, σελ. 26)

2. Η Δομή του έργου

Το απόσπασμα είναι μια ολοκληρωμένη πράξη και δίνει την εντύπωση μιας ολοκληρωμένης

θεατρικής πράξης, που περιέχει πολλές επιμέρους σκηνές (ενότητες).

Ι. «Ήταν απόγιομα … τα γαληνά του κι αθώα μάτια» Ο χώρος της φυλακής και τα πρόσωπα-φυλακισμένοι, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει η

μορφή του Τουρκόγιαννου.

ΙΙ. «Η σιδερένια πόρτα άνοιξε …. –Κι από πού είσαι;»

Ο Πέτρος Πέπονας στη φυλακή και ο διάλογος με τους φυλακισμένους».

ΙΙΙ. «Είπε τ’ όνομα του χωριού του … Κι εφώναξε.»

Ο Πέπονας ακούει από μακριά τις απόψεις του Τουρκόγιαννου για την μετάνοια, την καλοσύνη

και τον έλεγχο της συνείδησης και διατυπώνει τις δικές του ιδέες για την ευτυχία.

IV. «-Αι-Γιάννη Τουρκόγιαννε … -Είναι αθώος είπε ο άλλος»

Η ταραχή του Πέτρου Πέπονα όταν ο επιζωήτης κάλεσε τον Τουρκόγιαννο στο κελί του.

V. «Πάμε να του μιλήσεις … -Μεγάλος δε βαστάχτηκες ως το τέλος!

Ο Πέπονας ομολογεί το έγκλημά του και ζητάει συγγνώμη.

VΙ. «Κι ο Τουρκόγιαννος είχε βγει τώρα … κι εμπήκε ξανά κλαίγοντας στο κελί του»

Ο Τουρκόγιαννος συγχωρεί τον Πέπονα και αναλαμβάνει το έγκλημα.

3. Αφηγηματικοί τρόποι

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί στο διήγημά του ποικιλία αφηγηματικών τρόπων:

Αφήγηση: Ο αφηγητής δεν ανήκει στους ήρωες του έργου (είναι ετεροδιηγητικός ή μη

δραματοποιημένος αφηγητής), είναι ο τύπος του παντογνώστη αφηγητή που παρατηρεί και

καταγράφει τα πάντα από μηδενική εστίαση (παρακολουθεί τα πρόσωπα, καταγράφει τις

σκέψεις, αντιδράσεις και τα λόγια τους και καθιστά τον αναγνώστη αυτόπτη και αυτήκοο

μάρτυρα). Η αφήγηση γίνεται σε γ΄ γραμματικό πρόσωπο (διήγηση) και είναι γραμμική. Με την

αφήγηση η ιστορία τοποθετείται στο χώρο και στο χρόνο και παρουσιάζονται τα πρόσωπα της

ιστορίας.

Διάλογος: Με αυτόν ζωντανεύουν τα πρόσωπα και οι αντιδράσεις τους και το κείμενο αποκτά

φυσικότητα και θεατρικότητα. Επίσης, αποτελεί στοιχείο ρεαλισμού, αφού μέσα σ’ αυτόν

διαγράφονται οι χαρακτήρες των ηρώων και φωτίζονται η στάση και η συμπεριφορά τους.

Εφόσον αφήγηση και διάλογος εναλλάσσονται υπάρχει μεικτός τρόπος αφήγησης.

Περιγραφή: Υπάρχει σε μικρή έκταση και μέσα σε αυτή αποδίδονται η εμφάνιση των

προσώπων και η ατμόσφαιρα της φυλακής. Προσδίδει ρεαλισμό.

Ελεύθερος πλάγιος λόγος: Με αυτόν τον τρόπο αποδίδονται οι σκέψεις και τα συναισθήματα

του Πέπονα.

Αναδρομική αφήγηση: Υπάρχει, για παράδειγμα, στις αναμνήσεις του Πέπονα από τη

δολοφονία του Αράθυμου και τη δίκη του Τουρκόγιαννου.

4. Χρόνος-χώρος.

Ο χρόνος της ιστορίας είναι προγενέστερος (η ιστορία εκτυλίσσεται στο παρελθόν) από το

χρόνο της αφήγησης (παρουσιάζεται με φυσική χρονική σειρά των γεγονότων με εξαίρεση μια

Page 5: ο καταδικος  τελικο

μικρή αναδρομική διήγηση, εκεί όπου ο Πέπονας αναφέρεται στο φόνο του Αράθυμου) και είναι

συγκεκριμένος: Είναι χινόπωρο, απόγιομα.

Ο χώρος είναι αρχικά το προαύλιο της φυλακής και έπειτα ο εσωτερικός της χώρος.

5. Τα πρόσωπα

Ο συγγραφέας για τη δημιουργία χαρακτήρων χρησιμοποιεί τη δραματική μέθοδο. Διαγράφει

τους χαρακτήρες μέσα από τη συμπεριφορά τους, δηλαδή μέσα από όσα κάνουν και από όσα λένε

τα ίδια τα πρόσωπα (δυναμική παρουσίαση). Με αυτή τη μέθοδο ο αναγνώστης αφήνεται να

σχηματίσει τη δική του γνώμη για το χαρακτήρα των προσώπων.

Ο ΤΟΥΡΚΟΓΙΑΝΝΟΣ:

Είναι ο κεντρικός ήρωας του αποσπάσματος. Παρουσιάζεται ως ένα πλάσμα αγαθό και άβουλο,

ως ένας «απόστολος του καλού» με απέραντο ψυχικό μεγαλείο. Αποδέχεται με ψυχική καρτερία

την αδικία και θυσιάζεται για την αγάπη και την καλοσύνη. Κάνει αποστολή της ζωής του το

παρήγορο κήρυγμα της ταπεινοσύνης πιστεύοντας ότι ο άνθρωπος είναι φύση ηθική και θα

πρέπει να αγωνίζεται αδιαφορώντας για τις υλικές απολαύσεις της ζωής. Η ζωή του πρέπει να

είναι γεμάτη από καλοσύνη, ένα συνεχές ανέβασμα και να αποφεύγει την αμαρτία. Αλλά και

όταν φτάσει στην αμαρτία, η μεταμέλεια και η ειλικρινής εξομολόγηση, πρέπει να τυχαίνει

ανάλογης συγχώρεσης και λύτρωσης. Οι απόψεις του θυμίζουν ιδιαίτερα τη χριστιανική

διδασκαλία (σήκωμα των αμαρτιών των άλλων, αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, ακόμα και

προς τους εχθρούς) για λύτρωση ύστερα από μεταμέλεια και ειλικρινή εξομολόγηση, αλλά και τη

σωκρατική διδασκαλία για την έμφυτη ηθική συνείδηση, ότι δηλαδή, στην καρδιά του ανθρώπου

υπάρχει ριζωμένηη ιδέα του αγαθού και της αρετής. (ουδείς εκών κακός). Ο Τουρκόγιαννος λοιπόν,

εκπροσωπεί την καλοσύνη, την αγαθότητα, την πραότητα, την καρτερία, την ανιδιοτελή αγάπη.

Χρειάζεται ωστόσο να επισημάνουμε ότι ο Τουρκόγιαννος επιδεικνύει μια αδικαιολόγητη

παθητική αποδοχή της μοίρας του και δεν αγωνίζεται για να την αλλάξει. Δεν παλεύει για τη

διεκδίκηση της αθωότητάς του, αλλά παραχωρεί γενναιόδωρα στον ένοχο Πέπονα το δικαίωμα της

ζωής.

Ποιες γνωστές ηθικές θεωρίες απηχεί η στάση του Τουρκόγιαννου:

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν θεοποιήσει τις τύψεις της ηθικής συνείδησης (Ερινύες)

Ο Πλάτωνας απηχώντας το κήρυγμα του διδασκάλου του Σωκράτη πρέσβευε ότι ο

άνθρωπος έχει μέσα του την ιδέα του αγαθού.

Οι στωικοί φιλόσοφοι κηρυτταν επίσης, ότι η αρετή είναι σύμφυτο γνώρισμα του κόσμου.

Το χριστιανικό ηθικό κήρυγμα της αγάπης και της καλοσύνης, που δίνει μεγάλη ηθική αξία

στη μετάνοια και στη σωτηρία που αυτή προσφέρει στην ψυχή του αμαρτωλού (βλ.την

ειλικρινή μετάνοια του τελώνη και της πόρνης στο Ευαγγέλιο)

Ο Διαφωτιστής Ρουσσό θεωρούσε τη φύση αθώα και την κοινωνική ζωή ως υπεύθυνη για

τη δημιουργία ελαττωμάτων.

Η ανοχή του ήρωα θυμίζει ήρωες του Τολστόι και του Ντοστογιέφσκι (ρωσική λογοτεχνία)

Υπάρχει στον Θεοτόκη απήχηση της ινδουιστικής σκέψης (Μαχάτμα Γκάντι)(Αξίζει να

πούμε ότι ο συγγραφέας γνώριζε σανσκριτικά!)

Υπάρχει τέλος απήχηση των σοσιαλιστικών ιδεών που ο συγγραφέας υποστήριζε.

Ο ΠΕΠΟΝΑΣ:

Ο Πέπονας παρουσιάζεται, τουλάχιστον στην αρχή, ως ο ηθικός αντίποδας του Τουρκόγιαννου.

Αυτός στηρίζει την ευτυχία της ζωής στα υλικά αγαθά και στην ατομική ευημερία (ο

άνθρωπος μετριέται με το χρήμα). Δε διστάζει να πατήσει σε πτώματα, προκειμένου να

Page 6: ο καταδικος  τελικο

ικανοποιήσει το ατομικό του συμφέρον. Δεν έχει ηθικές αναστολές, είναι αδίστακτος. Ό,τι θέλει

από τη ζωή του το αρπάζει χωρίς ηθικούς φραγμούς. Ο Πέπονας εκπροσωπεί τον τύπο του

ισχυρού, που διαμορφώνει με το ίδιο του το χέρι την τύχη του εκπροσωπώντας τη νιτσεϊκή

θεώρηση της δύναμης. Για τον Πέπονα το μόνο που έχει σημασία είναι στο τέλος να αποκτά ο

καθένας εκείνο που θέλει, έστω και με ανήθικα μέσα, έστω κι αν χρειαστεί να φτάσει στο

έγκλημα. Η δική του θεώρηση των πραγμάτων προσηλώνεται στο τελικό αποτέλεσμα, χωρίς όμως

να λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις που θα έχει στην ψυχή του η τέλεση ενός εγκλήματος. Μοιάζει

να μην υπολογίζει τις συνεπακόλουθες τύψεις, έστω κι αν ήδη βασανίζεται από αυτές

Συμπερασματικά, ο Τουρκόγιαννος αντιπροσωπεύει την ηθική στάση ζωής σε αντίθεση προς

την κτηνώδη θεώρηση της ζωής που εκπροσωπεί ο Πέπονας και αποδεικνύει ότι η ηθική της

αγάπης είναι ανώτερη από την ηθική της δύναμης.

Ποιες ψυχικές μεταπτώσεις του Πέπονα παρακολουθούμε στην εξέλιξη

του αποσπάσματος;

Η πρώτη ένδειξη για την αρχικά θετική διάθεση του Πέτρου είναι η συμπόνια που δείχνει

στους κρατούμενους, όταν για να τους δώσει ελπίδα του διαβεβαιώνει ψευδώς πως είναι αλήθεια

όσα έχουν ακούσει για την αλλαγή της κυβέρνησης και για τις επικείμενες χάρες σε πολλούς

φυλακισμένους.

Έπειτα απαντά με προθυμία στις ερωτήσεις τους σχετικά με τη δική του ποινή και δηλώνει

ευχαριστημένος, καθώς το χωριό του θα τον υποδεχτεί με αγάπη, αφού εμπόδισε τον κλητήρα που

επιχείρησε να κατασχέσει την περιουσία ενός συγχωριανού του.

Η διάθεσή του όμως θ’ αλλάξει μόλις ακούσει τη φωνή του Τουρκόγιαννου καθώς οι τύψεις

του για το φονικό θ’ αρχίσουν να τον κυριεύουν. Μόλις, πάντως, πληροφορηθεί από τους άλλους

κρατούμενους ότι πράγματι αυτός είναι ο Τουρκόγιαννος θα επανακτήσει την αυτοσυγκράτησή

του και θα επιχειρήσει να αντικρούσει τις απόψεις του Τουρκόγιαννου σχετικά με την αξία της

καλοσύνης και της μεταμέλειας.

Υποστηρίζει έτσι με δυναμισμό την άποψή του πως ο άνθρωπος πρέπει να μετέρχεται

οποιουδήποτε μέσου για ν’ αποκτήσει αυτό που θέλει∙ σε μια προσπάθεια ίσως να καθησυχάσει τον

ίδιο του τον εαυτό πως το έγκλημά του ήταν δικαιολογημένο.

Εντούτοις, καθώς οι άλλοι κρατούμενοι θα τον ρωτούν επίμονα αν ο Τουρκόγιαννος είναι

πράγματι ο φονιάς του Αράθυμου, ο Πέτρος θα καταληφθεί εκ νέου από τις ενοχές του.

Μάλιστα αντί να απαντήσει σχετικά με την αθωότητα ή όχι του Τουρκόγιαννου, θα αναφερθεί

στο γεγονός ότι ο Τουρκόγιαννος ήταν εμπόδιο ανάμεσα σ’ αυτόν και τη Μαργαρίτα, καθώς και

στη μαρτυρία του στη δίκη που είχε ως στόχο να τον στείλει στην κρεμάλα.

Η ψυχική κατάσταση του Πέτρου θα κλονιστεί ακόμη περισσότερο όταν θα αρχίσει να μιλά με

τον Τουρκόγιαννο, ο οποίος θα τον κατηγορήσει για τη στάση που κράτησε απέναντί του. Μόλις

άλλωστε ο Τουρκόγιαννος ακούσει πως ο Πέτρος έχει πια παντρευτεί τη Μαργαρίτα, θα τον

ρωτήσει με δέος πως μπόρεσε να κάνει κάτι τέτοιο, αφήνοντας έτσι την υπόνοια για το έγκλημά

του.

Μπροστά στον ταραγμένο Τουρκόγιαννο και στις επίμονες ερωτήσεις των κρατούμενων, που

είχαν αρχίσει να υποψιάζονται την αλήθεια, ο Πέτρος θα αισθανθεί έντονη αναστάτωση και δε θα

μπορεί πια να συγκρατήσει τον εαυτό του. Θα ξεσπάσει σε κλάματα, θα σωριαστεί κάτω και θα

παραδεχτεί πως εκείνος ήταν ο φονιάς του Αράθυμου.

Ο Πέτρος αφήνεται στη δύναμη εκείνη που τον οδηγούσε στην πλήρη καταστροφή του και

συγκρατείται μόνο με τη μεγαλόψυχη κίνηση του Τουρκόγιαννου, που δε θέλησε να τον αφήσει

να πάρει την ευθύνη του εγκλήματος, για να μη τεθεί έτσι σε κίνδυνο η ευτυχία της Μαργαρίτας.

Ποια από τις προηγούμενες στάσεις επικρατεί τελικά και με ποιο τρόπο;

Page 7: ο καταδικος  τελικο

Η αυτοθυσία του Τουρκόγιαννου που δε θέλει να φέρει νέα αναστάτωση στη Μαργαρίτα -

καθώς πιστεύει πως εκείνη δε γνωρίζει ποιος πραγματικά είναι ο φονιάς του άντρα της - και η

απόφασή του να χρεωθεί ο ίδιος οριστικά το φόνο του Αράθυμου, θέτει ένα υψηλό παράδειγμα

ανιδιοτελούς αγάπης.

Ο Τουρκόγιαννος βάζει την ευτυχία της Μαργαρίτας, της γυναίκας που αγαπά, πάνω από τη

δική του κι έτσι θυσιάζει τον εαυτό του, προκειμένου εκείνη να παραμείνει ευτυχισμένη. Η πράξη

αυτή αναδεικνύει την αγνότητα και την αλήθεια της αγάπης του για τη Μαργαρίτα, φέρνοντάς τον

σε πλήρη αντίθεση με τον εγωιστικό και κτητικό Πέτρο, που σκέφτεται μόνο τις δικές του

επιθυμίες.

Εκείνο που δε γνωρίζει ο Τουρκόγιαννος είναι πως στην πραγματικότητα η Μαργαρίτα είναι

δυστυχισμένη και πως ο Πέτρος ενώ ξέρει πόσο βασανίζεται η Μαργαρίτα μένοντας κοντά του

επιμένει να την κρατά δέσμια σ’ ένα γάμο που βασίστηκε στην εξαπάτηση.

Πάντως, η ηθική στάση του Τουρκόγιαννου βρίσκει την εφαρμογή της και στον ίδιο τον Πέτρο,

ο οποίος παρά τη σκληρότητα με την οποία επιδίωξε τη Μαργαρίτα, δεν κατορθώνει ν’ αντέξει τις

ενοχές του και μετανιώνει για την πράξη του αποδεικνύοντας ότι έχει και αυτός τη «θεϊκιά αχτίδα

της καλοσύνης». Όπως παραδέχεται, άλλωστε, από τη στιγμή που σκότωσε τον Αράθυμο δεν

γνώρισε ούτε μια γλυκιά στιγμή, αφού βλέπει παντού μπροστά του τον ίσκιο του νεκρού να του

ζητά να τον σκοτώσει και δεύτερη φορά («ο ίσκιος του δε μ’ άφηκε γλυκιά στιγμή», «μου

φανερωνότουν στον ύπνο»), μιας και παντρεύτηκε τη γυναίκα του. Ο δυνατός και πανίσχυρος

άνδρας εκλιπαρεί τελικά τον οίκτο και τη συγχώρεση («ω συμπάθησε») του θύματός του και

συντετριμμένος δέχεται την καλοσύνη και την ανωτερότητα του Τουρκόγιαννου. Δικαιώνεται

επομένως, η ηθική θεωρία του Τουρκόγιαννου…

Μια άλλη οπτική της στάσης του Τουρκόγιαννου

Το τέλος δεν φέρνει την κάθαρση γιατί δεν τιμωρείται ο ένοχος ούτε απαλλάσσεται ο αθώος. Η

στάση του Τουρκόγιαννου εκφράζει την παραίτηση από τη ζωή και δημιουργεί απορίες σχετικά με

το πρότυπο που προβάλλει ο συγγραφέας: καταξιώνει τη σωκρατική καρτερικότητα στην αδικία

και τη χριστιανική «στροφή της άλλης παρειάς» ή δείχνει την απογοήτευσή του από το κοινωνικό

σύστημα που καταδικάζει τον ενάρετο άνθρωπο στην περιθωριοποίηση και την παθητική αποδοχή

της μοίρας του; Είναι και τα δύο πιθανά.

«Ο “Κατάδικος”, ο Τουρκόγιαννος θέλω να πω, άλλους τους έπεισε, σ’ άλλους προκάλεσε

αμφιβολίες και αντιρρήσεις. Τι αξίζει σαν μονάδα κοινωνική; Και πού οδηγεί η χριστιανική καλοσύνη

του; Και μπορεί η καλοσύνη αυτή να γίνει θεμέλιο κοινωνικής ζωής; Μερικοί από τους κριτικούς του

Θεοτόκη αναζήτησαν πρότυπα του Τουρκόγιαννου σε σελίδες του Ντοστογιέφσκυ και του Τολστόι.

Νομίζω πως η έρευνα έπρεπε να γίνει κι αλλού: στη γενική πνευματική ατμόσφαιρα που

διαμορφώθηκε από την επίδραση της ρωσικής λογοτεχνίας. Αυτή η αποστροφή για τη βία, που κατέχει

τον Τουρκόγιαννο, είναι, βέβαια, διάθεση του Θεοτόκη, που τη γέννησε ο κοινωνικός

προσανατολισμός του. Είναι όμως και η τελευταία ψυχική του κατάσταση, το καταστάλαγμα από μιαν

επώδυνη αναζήτηση του βαθύτερου μυστικού της ζωής όχι στις υψηλές διάνοιες αλλά στην αγαθότητα

μιας αδύναμης και απροστάτευτης ύπαρξης, που δεν έχει διεκδικήσεις, δεν έχει ανάγκες κι έχει βρει

τον προορισμό της». (Π. Χάρης, 1976, Έλληνες πεζογράφοι, Αθήνα: Εστία, τόμ. ε΄, σελ. 26)

Εξιδανικεύεται τελικά ο Τουρκόγιαννος ως χαρακτήρας; Αν όλοι τηρούσαν μια απόλυτα

καλοσυνάτη και παθητική στάση θα αποκαθίστατο η δικαιοσύνη μέσα στην κοινωνία και θα

επιλύονταν τα κοινωνικά προβλήματα;

Page 8: ο καταδικος  τελικο

Ο ΕΠΙΖΩΗΤΗΣ:

Λειτουργεί ως δικαστής σε ένα άτυπο δικαστήριο, ελέγχοντας τις πράξεις των άλλων προσώπων.

Είναι τύπος αρχηγικός, συμπεριφέρεται ως επικεφαλής, επικρίνει και ανακρίνει, χλευάζει και

σαρκάζει.

Τι σημαίνει η φράση του επιζωήτη «μεγάλος δε βαστάχτηκες ως το τέλος»;

Ο Πέτρος ενώ έχει ήδη κατορθώσει να παντρευτεί τη Μαργαρίτα, να κερδίσει το σεβασμό του

κόσμου και το κυριότερο να μη κινήσει καμία υποψία για το φόνο του Αράθυμου, κάτι που θα του

επέτρεπε να φτιάξει τη ζωή του, όπως την ονειρευότανε πάντα, λυγίζει υπό το βάρος των ενοχών

του.

Έτσι, αν κι έχει εφαρμόσει μέχρι εκείνη τη στιγμή τα σκληρά κηρύγματά του σχετικά με τη

δύναμη που πρέπει να δείχνει ο άνθρωπος που θέλει να είναι αληθινά ευτυχισμένος, τελικά δεν

κατορθώνει να μείνει δυνατός μέχρι τέλους. Ομολογεί το έγκλημά του κι είναι έτοιμος να πληρώσει

για ό,τι έκανε, χάνοντας ουσιαστικά διαμιάς όλα εκείνα για τα οποία αδίκησε τόσους ανθρώπους.

Ο άνθρωπος γίνεται αληθινά μεγάλος, ηρωϊκός, θεϊκός, υπεράνθρωπος όταν σηκώνει το βάρος

των πράξεών του. Η παρατήρηση, επομένως, του ισοβίτη υποδεικνύει πως ο Πέτρος δεν είχε την

απαιτούμενη δύναμη, ώστε ν’ αντέξει τις ενοχές και να χαρεί αυτά που απέκτησε σκοτώνοντας τον

Αράθυμο. Πρόκειται για μια αλήθεια εμφαντικά διατυπωμένη από ένα άτομο κατώτερο ηθικά και

σκληρό…

6. Γλώσσα – Ύφος

Η γλώσσα του αφηγήματος είναι η δημοτική, με ελάχιστους ιδιωματισμούς της τοπικής

διαλέκτου της Κέρκυρας.

Το ύφος είναι σοβαρό, παραστατικό, γλαφυρό και διακρίνεται για τη φυσικότητά του. Είναι

γοργό λόγω των ασύνδετων και ίσως κάπως ανιαρό με τη φορτική χρήση του «και» ή με τον

μακροπερίοδο λόγο.

7. Τα εκφραστικά μέσα του διηγήματος

Εικόνες : παραστατικές, ζωηρές, ανάγλυφες των ψυχικών καταστάσεων, έτσι που να

βοηθούν στην εξέλιξη του μύθου. Δίνονται κυρίως μέσα από το διάλογο και άλλες από

αυτές είναι στατικές, άλλες κινητικές και άλλες ακουστικές.

Σχήματα λόγου: (μεταφορές, παρομοιώσεις, προσωποποιήσεις…)

Ειρωνείες του επιζωήτη που φτάνουν ως τον σαρκασμό και δείχνουν το χαρακτήρα και τη

στάση του απέναντι στη ζωή.

Κλιμακωτή χρήση των ρημάτων, που λειτουργούν έτσι ώστε να αισθητοποιούν την

έντονη ταραχή του Πέπονα (αναστατώθηκε – επάλεψε –εκοκκίνιζε – εκιτρίνισε – ίδρωνε – οι

φλέβες του λαιμού του εφούσκωναν – το μυστικό τον έπνιγε – ω συμπάθησε – τρέμει

σύγκορμο – κλάμα τον ετίναξε – ίδρος τον έλουσε – εγώ εσκότωσα)

8. Στοιχεία ρεαλισμού στο αφήγημα

Θυμίζουμε τα βασικά χαρακτηριστικά του ρεαλισμού, όπως αυτά καταγράφονται στην

εισαγωγή για τη Νέα Αθηναϊκή Σχολή:

α) δείχνει μια τάση προς την αντικειμενικότητα

β) αφήνει τα γεγονότα να μιλήσουν μόνα τους

γ) παρουσιάζει κοινές εμπειρίες και

δ) επιλέγει κοινά θέματα.

Page 9: ο καταδικος  τελικο

ε)Ένα άλλο κοινό γνώρισμα του ρεαλισμού είναι ότι τηρεί κριτική στάση απέναντι στην

κοινωνία. Η κριτική του στάση διαμορφώνεται από τις μεταβαλλόμενες συνθήκες της ζωής. Ο

ρεαλιστής μυθιστοριογράφος ενδιαφέρεται λιγότερο για τα ηρωικά κατορθώματα και τις

περιπέτειες και περισσότερο για τις καθημερινές πράξεις και τα καθημερινά επεισόδια.

Αντιμετωπίζει κριτικά τις συμβατικές αξίες και τοποθετεί τους ήρωές του στα θύματα της

κοινωνίας.

Το γεγονός ότι ο Θεοτόκης είναι ρεαλιστής πεζογράφος καθίσταται εύκολα εμφανές από την

αντικειμενικότητα με την οποία παρουσιάζει τα γεγονότα της ιστορίας που αφηγείται. Ο

συγγραφέας χρησιμοποιεί έναν παντογνώστη αφηγητή, με μηδενική εστίαση, που αφηγείται τα

γεγονότα εντελώς αποστασιοποιημένος από αυτά. Παρατηρούμε, δηλαδή, πως ο αφηγητής δε

σχολιάζει τα δρώμενα, δε διατυπώνει προσωπικές σκέψεις και δεν επιχειρεί να καθοδηγήσει

τον αναγνώστη προς μια ορισμένη άποψη.

Ο συγγραφέας αφήνει τα γεγονότα της ιστορίας να μιλήσουν μόνα τους, να δημιουργήσουν

εντυπώσεις και να συγκινήσουν τον αναγνώστη, χωρίς να χρειάζεται η δική του παρέμβαση με

επεξηγήσεις ή με μελοδραματικές περιγραφές. Ενώ θα μπορούσε, δηλαδή, ο αφηγητής να

επηρεάσει τον αναγνώστη του έργου με συγκινητικές περιγραφές που θα φόρτιζαν συναισθηματικά

το κείμενο, παρατηρούμε πως επιλέγει λιτές περιγραφές που ακολουθούν ομαλά την κορύφωση

της ιστορίας.

Συνάμα, ο συγγραφέας επιλέγει να μιλήσει για μια ιστορία απλών καθημερινών ανθρώπων

του νησιού του, κι όχι για τα κατορθώματα κάποιου ήρωα που ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα.

Επίσης, το θέμα του, αν και ξαφνιάζει ίσως, δεν αποτελεί κάτι το ασυνήθιστο για τον βίο των

ανθρώπων του νησιού, όπου συχνά ξέσπαγαν αντιζηλίες για χάρη μιας όμορφης γυναίκας.

9. Παράλληλα κείμενα 1Ο Παράλληλο κείμενο: Αρχές Φιλοσοφίας, Θεωρητικής Κατεύθυνσης, Θεοδ. Πελεγρίνης,

Παιδ. Ινστιτούτο, ΟΕΔΒ 2002, σ. 114

«Ο Κ. Θεοτόκης είχε μελετήσει το έργο του Φρ. Νίτσε. Ο γερμανός φιλόσοφος

διέκρινε δύο διαφορετικές μορφές ηθικής συμπεριφοράς. Με τον όρο «κύριος» ο Νίτσε χαρακτηρίζει τον άνθρωπο εκείνο που έχει αναπτυγμένη την επιθετική

διάθεση και την επιθυμία να επιβληθεί στους άλλους.[...] Αντίθετα τα ανθρώπινα πλάσματα που χαρακτηρίζονται από μετριοπάθεια, που είναι υποχωρητικά και διέπονται από φόβο, τα ονομάζει «δούλους».[...] Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των δύο αυτών

τύπων ανθρώπων υπαγορεύουν δύο διαφορετικές μορφές ηθικής συμπεριφοράς: την ηθική του κυρίου και την ηθική του δούλου. Σύμφωνα με την ηθική του κυρίου, το καλό εκπορεύεται από τη βούληση

για δύναμη, ενώ οτιδήποτε την υπονομεύει είναι κακό. «Η αγάπη για επιχειρήσεις, η παρατολμία, η εκδικητικότητα, ο δόλος, η αρπακτικότητα ή η δίψα για δύναμη» είναι τα αισθήματα που πρέπει να διέπουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου. Σ’ αυτά, σύμφωνα με την ηθική του δούλου,

αντιπαρατίθενται «ο οίκτος, η ζεστή καρδιά, η χείρα βοηθείας, η καρτερικότητα, η φροντίδα, η ταπεινότητα, η φιλικότητα». Στο πλαίσιο της ηθικής του δούλου η διεκδίκηση αναδεικνύεται σε αιτία

κακού, ενώ η αδυναμία είναι η πηγή του καλού».

Ερώτηση: Αναγνωρίζετε σε χαρακτήρες του Κατάδικου του Κ. Θεοτόκη χαρακτηριστικά των

τύπων αυτών; Δικαιολογήστε την απάντησή σας.

2ο Παράλληλο κείμενο: Ντοστογιέφσκι, «Αδερφοί Καραμαζώφ»

«Να θυμάσαι πως δεν μπορείς να γίνεις κριτής κανενός΄ γιατί ο κριτής, προτού να κρίνει τον

εγκληματία, πρέπει να ξέρει πως είναι κι αυτός εγκληματίας και ένοχος… Αν μπορείς να πάρεις πάνω

σου το έγκλημα του κατηγορουμένου που δικάζεις μέσα στην καρδιά σου, κάνε το αμέσως και πόνεσε

εσύ αντί για κείνον. Ακόμα και όταν σε υποχρεώνει ο νόμος να δικάσεις, ν’ αποδώσεις δικαοσύνη

όσο το δυνατό μ’ αυτό το πνεύμα, γιατί ο εγκληματίας, μόλις φύγει, θα καταδικάσει πολύ αυστηρότερα

Page 10: ο καταδικος  τελικο

τον εαυτό του από το δικαστήριό σου. Αν φύγει ανεπηρέαστος και σε κοροϊδέψει, μη σου κάνει

εντύπωση. Δεν ήλθε η ώρα του ακόμα.Θα ’ρθει όμως. Και αν δεν έρθει γι’ αυτόν, θα ’ρθει για

κάποιον άλλο, που θα καταλάβει, θα πονέσει, θα κατηγορήσει και θα καταδικάσει τον εαυτό του και

έτσι θα ολοκληρωθεί η αλήθεια».

Ερώτηση: Πιστεύετε ότι το κείμενο του Ντοστογιέφσκι απηχεί και τις αποψεις του Κ Θεοτόκη

στη στάση του ηρωα Τουρκόγιαννου; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.

3ο Παράλληλο κείμενο: Γ. Χορτάτση, Ερωφίλη, Πράξη Γ΄ Σκηνή Ε΄

Ο Φιλόγονος, βασιλιάς της ΑιγυπτιακήςΜέμφιδας, ανέβηκε στο θρόνο σκοτώνοντας τον αδελφό

του. Στο απόσπασμα που ακολουθεί καυχιέται για την τόλμη του, που τη θεωρεί τη μεγαλύτερη

αρετή στη φύση και σε αυτήν οφείλει όλα τα αγαθά που χαίρεται.

Πλει’ άξια: πιο άξια

Αποκοτιά: απερίσκεπτη τόλμη

Ερώτηση: Να συγκρίνετε και να βρείτε αναλογίες ανάμεσα στις απόψεις του βασιλιά

Φιλόγονου και σε εκείνες του Πέτρου Πέπονα για το πρότυπο της ευτυχίας (σ. 150 σχολ. βιβλίου

«Υπάρχει στον κόσμο κι άλλη ευτυχία…Κι είσαι ευτυχισμένος; τον ερώτησε κάποιος;»)

Page 11: ο καταδικος  τελικο