Η Μεσογειακή Μακία

4

Click here to load reader

Transcript of Η Μεσογειακή Μακία

Page 1: Η Μεσογειακή Μακία

Η µεσογειακή µακία

Η µεσογειακή µακία

Μυρωδιές βοτανόκηπου και, παρ' όλη τη ζέστη, ο τόπος γύρω µας σφύζει από ζωή. Μέλισσες

βουίζουν καθώς πετάνε από το ένα άνθος στο άλλο για να µαζέψουν τη γύρη. Οι ακρίδες

χοροπηδάνε και οι πεταλούδες κόβουν βόλτες γύρω από τα κεφάλια µας. Βρισκόµαστε σε µια

µακία στην Αλόννησο. Για πολλές περιοχές της Μεσογείου, η µακία αποτελεί σήµερα τη συνήθη

µορφή βλάστησης, πράγµα που ισχύει επίσης για τµήµατα της Σκιάθου, της Σκοπέλου, της

Αλοννήσου και των Ερηµονήσων. Σίγουρα υπήρχε και πρωτογενής µακία (ενδεχοµένως σε

παράλια µέρη), όµως οι περισσότερες από τις εκτάσεις µακίας που βλέπουµε σήµερα είναι

δευτερογενείς θαµνότοποι (έχουν προέλθει δηλαδή από τον εκφυλισµό δασών).

Στη µακία βλέπει κανείς σήµερα αειθαλείς βελανιδιές, που κάποτε σχηµάτιζαν δάση, κυρίως η

αριά (Quercus ilex) στη δυτική Μεσόγειο και το πουρνάρι (Quercus coccifera) στην ανατολική.

Τώρα αναπτύσσονται το πολύ µέχρι το µέγεθος θάµνου, χωρίς να γίνονται ποτέ δένδρα. Στις

περισσότερες περιπτώσεις η βλάστηση της µακίας έχει διαµορφωθεί εδώ και αιώνες, ως

αποτέλεσµα της ανθρώπινης επέµβασης: εκχερσώσεις, φωτιές και υπερεντατική βόσκηση

αποψίλωσαν τα δάση αφήνοντας στη θέση τους θαµνότοπους.

Εξαιτίας των κατσικιών που τρώνε σχεδόν τα πάντα, η µακία δεν µπορεί να αναπτυχθεί στην

ολοκληρωµένη µορφή της, που είναι ένα δάσος από αειθαλείς βελανιδιές. Εκτός από τη

βόσκηση, υπάρχουν κι άλλες αιτίες που συµβάλλουν σ' αυτό το πρόβληµα. Τα δέντρα και οι

θάµνοι της µακίας, ή µάλλον του δάσους που έχει εκφυλιστεί σε µακία, εκτός από ξυλεία για

καυσόξυλα, οικοδοµές ή ξυλογλυπτική, παρέχουν ακόµα ρητίνες, ινώδεις ιστούς για υφάσµατα,

ταννίνες, αρωµατικά και βρώσιµα χόρτα και πάσης φύσεως φυσικά προϊόντα.

Στις ακτές της Αδριατικής της πρώην Γιουγκοσλαβίας -όπου µετά το Β' Παγκόσµιο πόλεµο

απαγορεύτηκε η βόσκηση - µπορεί κανείς σήµερα να δει πώς το δάσος άρχισε να αναγεννάτε

πάλι µε αργούς ρυθµούς, ύστερα από αιώνες υπερεκµετάλλευσης. Αυτή είναι µια διαδικασία που

απαιτεί χρόνο. Όπως εκτιµούν οι βοτανολόγοι ∆ηµήτριος Φύτος και Γεωργία Κάµαρη, για τη

φυσική αναδάσωση του νησιού Γιούρα θα χρειαστούν περίπου εκατό χρόνια, µε την

προϋπόθεση ότι θα σταµατούσε κάθε ανθρώπινη επέµβαση και θα περιοριζόταν πολύ η

βόσκηση.

Page 2: Η Μεσογειακή Μακία

Αλλά και σε κάποιες περιοχές της Αλοννήσου και της Σκάντζουρας, λίγα χρόνια µετά τον

περιορισµό της βόσκησης η µακία άρχισε να επανέρχεται στην άγρια µορφή της. ∆εν

δηµιουργούνται βέβαια τα αρχικά δάση, διαµορφώνεται όµως ένα τοπίο µε πυκνότερη και

ψηλότερη βλάστηση, πλησιέστερο σε αυτό που δηµιουργεί η φύση όταν αφεθεί ανενόχλητη.

∆ιαφορετικούς θάµνους συναντά κανείς σε µια "ψηλή" µακία (περίπου 3 µέχρι 5 µέτρα ύψος) και

σε µια "χαµηλή" µακία (µεταξύ 1,5 και 3 µέτρων ύψος). Το όνοµα µακία, άλλωστε, προέρχεται

από την Κορσική ονοµασία της λαδανιάς. Ως µακία χαρακτηρίζονται σήµερα θαµνότοποι µε

παρόµοια σύνθεση, χωρίς απαραίτητα να περιέχουν λαδανιές. Η µακία συχνά είναι πολύ πυκνή.

Πλήθος αγκαθωτών θάµνων, όπως ο µικρός ασπάλαθος (Calicotome villosa) και το αϊλάκι ή

αρκουδόβατος (Smilax aspera) σχηµατίζουν κατά τόπους ένα αδιαπέραστο αγκαθωτό πλέγµα.

Αντιπροσωπευτικά φυτά της "ψηλής" µακίας, εκτός από τις λαδανιές, τους ασπάλαθους και τα

πουρνάρια, είναι το θαµνοκυπάρισσο, η κουτσουπιά (Cercis siliquastrum), η

αγριοκουµαριά (Arbutus andrachne), η δάφνη (Laurus nobilis), το κιτρινόξυλο (Rhamnus

alaternus), η χαρουπιά (Ceratonia siliqua), το µεγάλο φιλλύκι (Phillyrea latifolia), η αγριελιά

(Olea europaea oleaster) και το ρείκι (Erica arborea).

Παράγοντες όπως η τοποθεσία, η ποιότητα του εδάφους, οι καιρικές συνθήκες, η βόσκηση ή

άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, µπορούν να επηρεάσουν τη σύνθεση της µακίας,

ευνοώντας περισσότερο ή λιγότερο κάποια από τα παραπάνω είδη.

Ένα ξεχωριστό φυτό της µακίας είναι ο σχίνος (Pistacia lentiscus). Μια ποικιλία του δέντρου

αυτού παράγει τη µαστίχα, αυτή την εύοσµη, πρασινωπή έως άχρωµη ρητινοειδή ουσία µε το

χαρακτηριστικό άρωµα, µε την οποία φτιάχνουν τσίχλες, αρωµατίζουν γλυκά κλπ.

Η µυρτιά (Myrtus communis), αυτός ο φουντωτός αειθαλής θάµνος που το καλοκαίρι γεµίζει µε

λευκά άνθη, είχε συµβολική σηµασία στην αρχαιότητα και συµβόλιζε την αγάπη που υπερβαίνει

το θάνατο. Ακόµα και σήµερα σε µερικά µέρη, στολίζουν τις νύφες µε κλαδιά µυρτιάς.

Πολλά από τα δέντρα και τους θάµνους της "ψηλής" µακίας συναντώνται και στη "χαµηλή"

µακία, σε χαµηλότερη µορφή. Πολλές φορές αυτό οφείλεται στα κατσίκια που τρώνε τις κορφές

και δεν αφήνουν τα φυτά να µεγαλώσουν. Συχνά, στη "χαµηλή" µακία, οι λαδανιές, οι

ασπάλαθοι, τα ρείκια και οι ασφάκες (Phlomis fruticosa) είναι συχνότερα από ό,τι στην "ψηλή"

µακία.

Εκτός όµως από τα δέντρα και τους θάµνους που αποτελούν τη µακία, υπάρχει και ένα πλήθος

άλλων µικρότερων φυτών που φυτρώνουν στο έδαφός της. Έτσι, την άνοιξη, η µακία παίρνει

άλλη όψη µε τα δεκάδες διαφορετικά αγριολούλουδα που ξεπροβάλλουν ανάµεσα από τους

θάµνους.

Στα φρύγανα

Page 3: Η Μεσογειακή Μακία

Όταν το έδαφος γίνεται πετρώδες, βραχώδες και άνυδρο, η µακία παραχωρεί τη θέση της στα

φρύγανα. Πρόκειται για περιοχές όπου η βλάστηση αποτελείται κυρίως από χαµηλούς θάµνους

(φρύγανα) καθώς και πολλά µονοετή ή βολβώδη φυτά. Όπως στη µακία, έτσι και στα φρύγανα

η βλάστηση είναι δευτερογενής, έχει δηλαδή διαµορφωθεί µετά από χρόνια αλόγιστης

εκµετάλλευσης των δασών και των θαµνότοπων από τον άνθρωπο.

Τα φρύγανα µοιάζουν µε την γκαρίνγκ της δυτικής Μεσογείου, µε χλωρίδα όµως χαρακτηριστική

της ανατολικής Μεσογείου. Πολλά φυτά της µακίας συναντώνται και στα φρύγανα, όπως οι

λαδανιές, οι σχίνοι, τα πουρνάρια και τα θαµνοκυπάρισσα, δεν µπορούν όµως να αναπτυχθούν

κανονικά και φτάνουν µόνο σε µέγεθος χαµηλού θάµνου.

Στα φρύγανα νοµίζει κανείς ότι βρίσκεται σε έναν απέραντο ευωδιαστό βοτανόκηπο. Ο αέρας

είναι γεµάτος µεθυστικά αρώµατα που αναδύονται από το θυµάρι (Thymus spec.), τη λεβάντα

(Lavandula spec.), το δεντρολίβανο (Rosmarinus spec.). Οι λαδανιές ευωδιάζουν και αυτές, µε

τις κολλώδεις ουσίες που εκκρίνουν τα φύλλα τους για να προστατεύονται από την ξηρασία.

Είδη λαδανιάς που συναντούνται στη µακία και στα φρύγανα είναι η κρητική λαδανιά (Cistus

creticus) και η ασπρολαδανιά (Cistus salviifolius). Από τα βολβώδη φυτά χαρακτηριστικοί

αντιπρόσωποι είναι ο κίτρινος ασφόδελος (Asphodeline lutea) και η σκιλλοκροµµυδα

(Urginea maritima). Κυρίαρχοι όµως στα φρύγανα είναι οι στρογγυλοί αγκαθωτοί θάµνοι.

Οι θάµνοι αυτοί διαθέτουν µια αποτελεσµατική φυσική προστασία: είναι γεµάτοι αγκάθια και

αιχµηρά κλαδιά ώστε να µην αποτελούν ελκυστική τροφή για τα ζώα. Τα συχνότερα

απαντώµενα φυτά εδώ είναι η αστοιβή (Sarcopoterium spinosum), η αφάνα (Genista

acanthoclada) και η γαλαστοιβή (Euphorbia acanthothamnus), καθώς και το αλογοθύµαρο

(Antyllis hermanniae), που µπορούν να αναπτυχθούν οε φουντωτούς θάµνους ύψους από µισό

µέχρι ένα µέτρο. Μερικά άλλα αγκαθωτά φυτά στα φρύγανα είναι ένα είδος θυµαριού

(Coridothymus capitatus), το θερόκαλο (Thymelaea tartonraira), το στουρέκι (Globularia

alypum) και η φουδούρα (Hypericum empetrifolium).

Ανάµεσα στους θάµνους φυτρώνουν την άνοιξη πολλά ορχεοειδή όπως ο όρχις ο

τετράστικτος (Orchis quadripunctata) ή το Aceras anthropophorum, καθώς και εκπρόσωποι

του γένους οφρύς, όπως τα Ophrys mammosa, Ophrys kotschyi και Ophrys flavomarginata.

Χαρακτηριστικά είδη της ανατολικής Μεσογείου, όπως τα Ophrys ferrum-equinum και Ophrys

aesculapii είναι αυτά που επικρατούν κατεξοχήν στα φρύγανα.

Η φύση δεν γνωρίζει σύνορα και έτσι δεν υπάρχουν σαφή όρια ανάµεσα στις δασώδεις περιοχές,

τους θαµνότοπους και τα φρύγανα. Αντιθέτως, ανάλογα µε τα δεδοµένα του κάθε τόπου,

αναπτύσσονται ενδιάµεσες και µεταβατικές µορφές, πράγµα που ισχύει και για τη διαδοχή των

φρύγανων µε την λεγόµενη "παράκτια στέππα".

Page 4: Η Μεσογειακή Μακία

Η "παράκτια στέππα"

Όταν το έδαφος αρχίζει να γίνεται ακόµα φτωχότερο, βγαίνουν στην επιφάνεια τα γυµνά βράχια

και τα φρύγανα δίνουν τη σκυτάλη σε έναν άλλο τύπο χλωρίδας που φυτρώνει σε βραχώδεις

πλαγιές. Χαρακτηριστική τέτοια χλωρίδα είναι αυτή που αναπτύσσεται στην περιοχή των ακτών.

Σε αυτές τις "ζώνες ακραίων συνθηκών" µόνο οι πραγµατικοί άσσοι της επιβίωσης µπορούν να

στεριώσουν.

Πολλά φυτά, από αυτά που συναντώνται στη µακία και στα φρύγανα, έχουν προσαρµοστεί

ώστε να επιβιώνουν και σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες. Παράδειγµα είναι η σκιλλοκροµµυδα,

που µε βολβούς που φτάνουν κατά µέσο όρο τα 15 εκατοστά σε µήκος, είναι µια ζωντανή

δεξαµενή νερού. Και οι διάφοροι ασφόδελοι επίσης αναπτύσσουν χοντρούς βολβούς, που όταν

ανθίζουν, µετατρέπουν αυτές τις απογυµνωµένες περιοχές σε µια πολύχρωµη όαση από

λουλούδια.

Στις Σποράδες µπορεί να συναντήσετε σποραδικά και φραγκοσυκιές (Opuntia ficus-indica).

Αυτό το παράξενο κακτοειδές φυτό, που φτάνει τα τέσσερα µέτρα ύψος, προέρχεται από την

τροπική ζώνη της Αµερικής και λέγεται ότι στην Ευρώπη το έφερε ο Κολόµβος. Σήµερα το

βλέπουµε σε πολλά µέρη στη Μεσόγειο, εκεί όπου οι συνθήκες το ευνόησαν.