Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

13
σήμαινε η αλλαγή της ώρας απ’ το στοματάκι του ξύλινου πουλιού, το γουργούρισμα της αδέσποτης γάτας που είχε περιμαζέψει η Ζοζεφίνα και όποτε δεν κυνηγούσε νυχτοπεταλούδες στην αυλή καθόταν και γουργούριζε ευτυχισμένη δίπλα από το κρεβάτι της Λέλας. που δεν έλεγαν να σταματήσουν τους καβγάδες ολάκερη τη νύχτα μερικές φορές. Εκεί που η Λέλα έλεγε «πάνε, έφυγαν» εκείνες ξαναγύριζαν κυνηγώντας η μια την άλλη, νιαουρίζοντας σαν να τις έγδερναν ζωντανές και δεν αποτελείωναν ποτέ τον καβγά τους πριν χαράξει η μέρα. Όλα τούτα, σαν έπεφτε το σκοτάδι, μαζί και με τις σκιές των γνώριμων αντικειμένων του σπιτιού, για τη Λέλα γίνονταν εφιαλτικά. Παντού, ήταν ξέχειλη μια νυχτερινή, σκοτεινή συνωμοσία. Ακόμα κι οι πατημασιές της, ακόμα κι αυτές την τρόμαζαν. Ο αντίλαλος των ίδιων των βημάτων της, την έκανε να πιστεύει ότι κάποιος την ακολουθούσε βήμα προς βήμα, ακόμα κι αν ήταν ξυπόλυτη Κι όταν η ξύλινη σκάλα που οδηγούσε από το ισόγειο στα υπνοδωμάτια, έκανε κανένα σιγανό τρίξιμο, η Λέλα έβαζε το κεφάλι μέσα στα σκεπάσματα και με κρατημένη την αναπνοή περίμενε να δει ποιος ανεβαίνει.Όμως η αλήθεια ήταν, ότι στη Λέλα άρεσε να μένει μόνη στο σπίτι. Χόρευε ακούγοντας Έλβις Πρίσλεϋ και Ανταμό, κρατώντας σφιχτά ένα μαξιλάρι στην αγκαλιά της ή ακούγοντας Μπητλς και Τομ Τζόουνς με καβαλιέρο το κοντάρι της ηλεκτρικής σκούπας. Δοκίμαζε τα ρούχα, τα παπούτσια, τα αξεσουάρ και τα καλλυντικά της Αυγούστας και τραγουδούσε μπροστά στον καθρέφτη. Έκανε την Ανν Μαρί Νταβίντ, τη Φρανσουάζ Αρντί, τη Συλβί Βαρτάν και τη Ρίτα Παβόνε, αλλά τραγουδούσε επίσης με τις ώρες το “pour un flirt”, τo “petit demoiselle”, τo “teenie weenie yellow polka- dot bikini” και το “stasera mi butto”. Και φυσικά, δεν φοβόταν τίποτα! Η Ζοζεφίνα η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη Η Ζ οζεφίνα η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη ΛΙΛΗ ΤΣΩΝΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ οσελότος

description

Μία νοσταλγική ματιά στην ελληνική κοινωνία των 50s, μέσα από ένα τρυφερό memoir, βγαλμένο από την καρδιά της Ζοζεφίνας. Πρόσωπα και αναμνήσεις, ανέκδοτα περιστατικά, άλλοτε αφοπλιστικά αστεία κι άλλοτε δραματικά, ξεχύνονται σα χείμαρρος από το παρελθόν. Την περίφημη μόδα της εποχής αποδίδει η Eλληνοϊταλίδα designer Αλεξάνδρα Χριστοπούλου - De Palo, με σκίτσα που σχεδίασε αποκλειστικά για τη χαριτωμένη αυτή έκδοση.

Transcript of Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Page 1: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ι Σοσελότος

Λ Ι Λ Η Τ Σ Ω Ν Η

Η Ζοζεφίναη άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Το τικ-τακ του εκκρεμούς, το γνώριμο «κούκου», κάθε φορά που

σήμαινε η αλλαγή της ώρας απ’ το στοματάκι του ξύλινου πουλιού, το

γουργούρισμα της αδέσποτης γάτας που είχε περιμαζέψει η Ζοζεφίνα

και όποτε δεν κυνηγούσε νυχτοπεταλούδες στην αυλή καθόταν και

γουργούριζε ευτυχισμένη δίπλα από το κρεβάτι της Λέλας. που δεν

έλεγαν να σταματήσουν τους καβγάδες ολάκερη τη νύχτα μερικές

φορές. Εκεί που η Λέλα έλεγε «πάνε, έφυγαν» εκείνες ξαναγύριζαν

κυνηγώντας η μια την άλλη, νιαουρίζοντας σαν να τις έγδερναν

ζωντανές και δεν αποτελείωναν ποτέ τον καβγά τους πριν χαράξει η

μέρα. Όλα τούτα, σαν έπεφτε το σκοτάδι, μαζί και με τις σκιές των

γνώριμων αντικειμένων του σπιτιού, για τη Λέλα γίνονταν εφιαλτικά.

Παντού, ήταν ξέχειλη μια νυχτερινή, σκοτεινή συνωμοσία. Ακόμα κι οι

πατημασιές της, ακόμα κι αυτές την τρόμαζαν. Ο αντίλαλος των ίδιων

των βημάτων της, την έκανε να πιστεύει ότι κάποιος την ακολουθούσε

βήμα προς βήμα, ακόμα κι αν ήταν ξυπόλυτη Κι όταν η ξύλινη σκάλα

που οδηγούσε από το ισόγειο στα υπνοδωμάτια, έκανε κανένα σιγανό

τρίξιμο, η Λέλα έβαζε το κεφάλι μέσα στα σκεπάσματα και με κρατημένη

την αναπνοή περίμενε να δει ποιος ανεβαίνει.Όμως η αλήθεια ήταν,

ότι στη Λέλα άρεσε να μένει μόνη στο σπίτι. Χόρευε ακούγοντας Έλβις

Πρίσλεϋ και Ανταμό, κρατώντας σφιχτά ένα μαξιλάρι στην αγκαλιά της

ή ακούγοντας Μπητλς και Τομ Τζόουνς με καβαλιέρο το κοντάρι της

ηλεκτρικής σκούπας. Δοκίμαζε τα ρούχα, τα παπούτσια, τα αξεσουάρ

και τα καλλυντικά της Αυγούστας και τραγουδούσε μπροστά στον

καθρέφτη. Έκανε την Ανν Μαρί Νταβίντ, τη Φρανσουάζ Αρντί, τη Συλβί

Βαρτάν και τη Ρίτα Παβόνε, αλλά τραγουδούσε επίσης με τις ώρες το

“pour un flirt”, τo “petit demoiselle”, τo “teenie weenie yellow polka-

dot bikini” και το “stasera mi butto”. Και φυσικά, δεν φοβόταν τίποτα!

Όποτε βρίσκοµαι στη Λυών, πετάγοµαι µέχρι το δεύτερο όροφο του Musée des Beaux-Arts, για να βρεθώ µπροστά στο πορτραίτο της «Τρελής» του Ζερικώ. Τις προάλλες, ο φύλακας του Μουσείου µε κοίταξε αλλόκοτα που µε άκουσε να τη φωνάζω… Μαρία! Τι φταίω εγώ που είναι ολόιδια µε τη φτωχούλα τη Μαρία, την αδερφή του Αριστείδη, των παιδικών µου χρόνων;

Σουουουτ! Μη µας ακούσουν… Ε, ναι… λοιπόν, εγώ είµαι η Ζοζεφίνα η άσπρη, η µαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη! Και δεν σας κάνω καθόλου πλάκα! Να κι οι οργαντίνες που µου έραβε η µαµά µου… ρωτήστε και τη Λέλα… Λέλαααα!!!!... Πες τους!!!!

[...] Είχε γεννηθεί το θέρο, στο σταροχώραφο που θέριζε ο πατέρας του µε

το δρεπάνι. Η µάνα του έδενε τα δεµάτια µε την κοιλιά στα δόντια. Εκεί την

έπιασαν οι πόνοι. Τον γέννησε και τον αφαλόκοψε µονάχη της, κάτω από έναν

έλατο. Έτσι κι αλλιώς δεν προλάβαινε να πάει στο χωριό. Ύστερα φώναξε τον

άντρα της, που συνέχιζε να θερίζει και δεν είχε πάρει είδηση, και του ’δειξε

το γιο του.[...]

[...] θα έπρεπε ν’ αρχίσει γαλλικά τότε, όπως την είχε συµβουλέψει η

Μαντεµουαζέλ Μαρί, που έµενε δίπλα τους, και θα χρειαζόταν δυο-τρία βιβλία

που δεν βρίσκονταν εύκολα και κόστιζαν κιόλας αρκετά. «Θα σου χρειαστούν

του παραχρόνου στο Γυµνάσιο» της είχε πει. «Του παραχρόνου; Μα… έχουµε

καιρό για του παραχρόνου! Θα ξανατραγουδήσω και θ’ αγοράσω βιβλίο! Την

κούκλα, όµως, που θα την ξαναβρώ;»… Της είχε πει ότι αυτά ήταν πιο χρήσιµα

από την κούκλα, που στο τέλος θα της έβγαινε και το κεφάλι και τα χέρια και

τα πόδια της. Εκείνη βέβαια, επέµεινε ότι τίποτα δεν θα της έβγαινε! Ούτε το

κεφάλι ούτε τα χέρια ούτε τα πόδια της! Τίποτα δε θα άφηνε να της βγει! Θα

την πρόσεχε σαν τα µάτια της! [...]

[...] Ο Στάθης οδηγούσε το φανταστικό αυτοκίνητό του. ∆εν κράταγε τίποτα στα

χέρια του, όµως έστριβε το ανύπαρκτο τιµόνι του κι άλλαζε τις ταχύτητες σαν

να υπήρχαν. Έκανε και κόντρες µε το Βελισσάρη. Εκείνος οδηγούσε το αόρατο

αυτοκίνητό του κι είχε για τιµόνι το καπάκι της ολοκαίνουργιας κατσαρόλας

της µάνας του. Σίγουρα το ’χε πάρει κρυφά, χωρίς να τον δει, και καµάρωνε

λέγοντας στο Στάθη «αγόρασα καινούργιο αµάξι, σ’ αρέσει;» [...]

Η Ζοζεφίναη άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Η Ζοζεφίνα

η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Λ Ι Λ Η Τ Σ Ω Ν Η

ΕΚ∆ΟΣΕΙΣοσελότος

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108E-MAIL: [email protected], [email protected]. ocelotos. gr

ΕΚ∆ΟΣΕΙΣοσελότος

Ένα memoir τρυφερό και ζεστό, αστείο και σοβαρό, γραµµένο µέσα από την καρδιά της Ζοζεφίνας, που ήθελε

σαν θα µεγάλωνε, να γίνει για λίγο...

ISBN 978-960-9499-78-1

Η Λίλη Μπαρτσιώκα-Τσώνη, κά-νει το ντεµπούτο της ως συγγρα-φέας µε τη «Ζοζεφίνα την άσπρη, τη µαύρη, την κίτρινη και την κόκκινη».

Ασχολήθηκε µε τη δηµοσιογραφία (1986-2001) ως ραδιοτηλεοπτική παραγωγός και παρουσιάστρια (FM-1, 90FM stereo, ΤRT, TV-1, STAR Κεντρικής Ελλάδος), σε εκποµπές για τις Τέχνες και τον Πολιτισµό, το Παιδί, την Οικολο-γία, την Υγεία και Ταξίδια στην Ευρωπαϊκή ενδοχώρα.

Εργάστηκε στις ∆/σεις ∆ιεθνών Σχέσεων & Συναλλαγών, Μελετών & Προγραµµατισµού και Επιθεώ-ρησης του K. K/τος της ΑΤΕ.

Φοίτησε στο Βρετανικό Συµβούλιο (International Relations, Com-merce & Trade Transactions).

Παρακολουθεί Κλασσικές Σπουδές στο Πανεπιστήµιο του Cambridge.

Έχει δύο παιδιά. Η κύρια κατοικία της οικογένειας, είναι στη Λαµία.

00_cover_zozefina.indd 1 7/12/2011 10:38:24 AM

Page 2: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

ΤιΤλος H Zoζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

ςυγγραφέας Λίλη Τσώνη Εικονογραφηςη Αλεξάνδρα Χριστοπούλου - De Palo,

Λίλη Τσώνη Εξώφυλλο Λίλη Τσώνη ςΕιρα Ελληνική λογοτεχνία [1358]0711/17 Copyright© 2011 Λίλη Τσώνη ΔΕυΤΕρη ΕκΔοςη Αθήνα, Αύγουστος 2011 ISBN 978-960-9499-78-1

Η επιμέλεια της έκδοσης έγινε από τις εκδόσεις οσελότος

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα Τηλ. : 210 6431108e-mail: [email protected], [email protected]

www. ocelotos. gr

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η κατ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτο-ανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορ-φή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγ-γραφέα.

Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ι Σοσελότος

Page 3: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Χαρισμένο σ’ όόόόλα τα παιδιά του κόσμου, άσπρα, μαύρα, κίτρινα και κόκκινα... Τα σημερινά, μα και σε ’κείνα του χτες και σ’ αυτά που θα γεννηθούν, όσο τούτος εδώ ο πλανήτης θα γυρίζει... Χαρισμένο και στο χαριτωμένο φαντασματάκι της αθωότητας των παιδικών μας χρόνων, που από καιρό σε καιρό –μολονότι πάντοτε ακάλεστο– με επισκέπτεται, χωρίς όμως ποτέ να με τρομάξει…

και στον πατέρα μου, που ήταν ο... μπαμπάς της Ζοζεφίνας,και στις αγριόχηνες, την Ίκσι και την Κάκσι, την Κόλμε και τη Νέλια, τον Άσπρο Χήνο, τον Βίζι και την Κούζι, που το κοπάδι τους το οδηγεί η ίδια πάντα αρχηγός, κι αυτή είναι η Άκα απ' το Κάμπνεκαϊζ...

Page 4: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

λιλη τσωνη

4 5

Π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν α

Πωσ ΜΕΓΑλωσΑ Ο κόσμος της Ζοζεφίνας, μέσα από μια μικρή χαραμάδα στο χρόνο..................................................................................................................6

ΚΑΠΟτΕ, ΜιΑ ΟιΚΟΓΕνΕιΑ Οι ρίζες της Ζοζεφίνας.....................................8

η ΚΟΥΚλΟΜΑΜΑ Σαν κοριτσάκι, δεν είχε ποτέ της μια κούκλα! .....................14

Ο ΠΑΠΠΟΥσ, Ο ΠΑτΕΡΑσ τΟΥ ΜΑΡιΟΥ Ο παππούς της Ζοζεφίνας και: ο Νέτος με το πατίνι του, ο Αχιλλέας με την κύλα του, ο Σίμος στα ξυλοπόδαρά του, μια νεαρή Γιαπωνέζα στο τσαγκάρικο και η Ελενίτσα που έφαγε φιδόχορτο. ............................................................................................20

τΟ ΡηΧτΟ, ΜΑλλινΟ ΒΕΡΜιΓιΟν ΦΟΡΕΜΑτΑΚι ΜΕ τΟν ΑσΠΡΟ ΔΑντΕλΕνιΟ ΓιΑΚΑ ΚΑι τΟν ΜΠλΕ ΦιΟΓΚΟ Ένα ατύχημα που δεν συνέβη. ........................................................................ 34

ΚΟΜΜωσΕισ λΟΥλΟΥΔιων Ήταν το αγαπημένο, κρυφό παιχνίδι της. .....41

ΕνΑ ΜΠΟΥΚΕτΟ ΓιΑ τη ΒΑσιλισσΑ Τι έπαθαν τα τριαντάφυλλα; ...... 47

ΜΠΡΑΒΟ η ΑΜΕΡιΚΑνΑ! Η Τζόαν η Αμερικάνα στη «Μαίρη Κουάντ» μίνι φούστα της, το δράμα των δυο μικρών κοριτσιών και η υιοθεσία τους. ..51

«ΚΟιτΑ τΟ ΠΟΥλΑΚι!» Γαμπροί από τον άλλη άκρη του Ωκεανού και νύφες που έλεγαν «κοίτα το πουλάκι!» ..........................................................60

η ΖΟZΕΦινΑ η ΑσΠΡη, η ΜΑΥΡη, η ΚιτΡινη ΚΑι η ΚΟΚΚινη Τα σοκολατάκια της Ντομινίκ... ...................................................................... 67

η ΓΡιΑ η ΒΟΥλΑ Πίστευε ότι μπορούσε να παχαίνει τα παιδιά... ................... 78

Οι ΜΑΓΟΥλΑΔΕσ Πως η Γριά η Βούλα «θεράπευε» τις μαγουλάδες... .......... 87

Ο ΑΡιστΕιΔησ ΚΑι η ΜΑΡιΑ Εκείνη -που έμοιαζε με την «Τρελή» του Ζερικώ- και οι γυναίκες με τις παρδαλές μαντήλες με τα τριαντάφυλλα. ..... 92

ΑνΑΖητησΕισ ΠΡΟσωΠων ΜΕσω τΟΥ ΕλληνιΚΟΥ ΕΡΥΘΡΟΥ στΑΥΡΟΥ Η Λέλα, το τυχερό καστανάκι και η Κάκια η γιατρίνα... ......... 99

Ο ΔιΚΟσ ΜΑσ Ο ΚΑτΑσΚΟΠΟσ Έγινε θέμα συζήτησης για τη γειτονιά και θέμα ζωγραφικής για την Άμπηγκεηλ. .................................................. 109

ΕνΑσ σΒιΓΚΟσ ΜΕ τΟ ΡΑΜΜΑ. Τα παιδιά εκεί, έφτιαχναν μόνα τους τα παιχνίδια τους. ...........................................................................................115

η ΚιΚιτσΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ Τώρα έρχεται μονάχα στα όνειρα... .....................124

η ΓιΑΓιΑ, η ΜητΕΡΑ τησ ΑΥΓΟΥστΑσ Ήταν σπουδαία και αξιοσέβαστη κι η αγαπημένη της προσευχή ήταν λατινική και αυτή ήταν η «Άβε Μαρία». .....................................................................................135

Page 5: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

4

Π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν α

5

Κι ΕΓω τωΡΑ ΠιΑ Λοιπόν ναι, που ξέρετε, μπορεί να είμαι κι εγώ η Ζοζεφίνα η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη κι η κόκκινη... Η Ζοζεφίνα η φίλη της Άκας από το Κάμπνεκαϊζ, και του Νιλς Χόλγκερσσον όπως και της Ελενίτσας, του Αχιλλέα, του Νέτου και του Σίμου, του Βελισσάρη, της Σωτηρίας και του Στάθη. Που φοβόμουν τη γριά τη Βούλα και την κοντούλα την Ουρανία και που εύχομαι να είχα γνωρίσει τη γιαγιά που πήρα το όνομά της, τον παππού τον Νικόλα που έμεινε για πάντα στη Γαλλία και μακάρι όλοι οι αγαπημένοι μου που έφυγαν να ήταν τώρα δα εδώ και... μου λείπει ο πατέρας μου...) .................153

ΕΥΧΑΡιστιΕσ ..........................................................................................................156

Page 6: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

λιλη τσωνη

6 7

Πώς μεγάλωσα...Έμαθα να οδηγώ στη μάντρα με τα χαλασμένα κι εγκα-

ταλελειμμένα αυτοκίνητα της γειτονιάς μου. Έκανα και τον οδηγό και τη μηχανή του αυτοκινήτου και την κόρ-να του. Και σταματούσα να κάνω τον οδηγό, τη μηχανή του αυτοκινήτου και την κόρνα του, μέχρι να περάσει από μπροστά μου ο “δικός μας ο κατάσκοπος…” κι ύ-στερα συνέχιζα μέχρι να με φωνάξουν οι μεγάλοι και να γυρίσω στο σπίτι.

Έμαθα να χορεύω κοιτάζοντας στα πόδια τα βήματα και στα κορμιά το ρυθμό, στα πάρτυ που με έπαιρναν κοντά τους η μαμά και ο μπαμπάς μου. Ανάμεσα στο χά-λι-γκάλι και το τσα-τσα, το βαλς, το τουίστ και το ταγκό, το τσάρλεστον, το σέικ και το μπλουζ.

Ταΐζοντας φιδόχορτο την Ελενίτσα, έμαθα τι θα πει φι-λία, επειδή δεν μου κράτησε ποτέ της κακία…

Έχασα για πάντα τη μικρή Κική κι από την απώλειά της έμαθα νωρίς, πώς είναι να χάνεις κάποιον και συ να ξέρεις ότι δε θα τον δεις ποτέ ξανά στο δρόμο σου, ού-τε από μακριά…

Με έμαθαν ν’ αγαπώ όλα τα χρώματα της παλέτας κι όλους τους ανθρώπους και να σέβομαι τη διαφορετικό-τητά τους, όποια κι αν ήταν. Μεγάλωσα μέσα στην αγά-πη και τη φαντασία… Οι γονείς, ο παππούς και η για-γιά, η πόλη ολάκερη…

Κι αλήθεια σας λέω, δεν ήταν λίγες οι φορές μέχρι να μεγαλώσω, που βοήθησα τη Σταχτοπούτα να σκουπί-

Page 7: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

6

Π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν α

7

σει γρήγορα-γρήγορα τις στάχτες απ’ το τζάκι, ενώ ψά-ξαμε πολλές φορές μαζί το πορσελάνινο γοβάκι της κι α-φού ποτέ δεν το βρίσκαμε, την παρηγορούσα καθισμέ-νη δίπλα της στην κολοκύθα-άμαξά της. Ούτε ήταν λί-γες οι φορές που, μικρούλα και κοντούλα, στάθηκα α-νάμεσα στους νάνους χωρίς να με πάρει είδηση η Χιονά-τη. Ούτε οι φορές που μαζί με τον μπαμπά μου, ψάχνα-με μες το δάσος τα ψίχουλα, για να βοηθήσουμε τον Κο-ντορεβυθούλη να βρει το δρόμο του, ούτε κι εκείνες ή-ταν λίγες… Και με έπαιρνε ο ύπνος στα γόνατα του παπ-πού, στην αγκαλιά της γιαγιάς, της μαμάς και της Λέ-λας κι εγώ ονειρευόμουνα πως με είχε στα φτερά της η αγριόχηνα η Άκα από το Κάμπνεκαϊζ… Και ξύπναγα πό-τε απ’ το θόρυβο που έκανε ο γίγαντας τη στιγμή που έ-πεφτε από τη μαγική τη φασολιά κι ακούμπαγε στη γη κι άλλοτε τη στιγμή που πέφτοντας εγώ, πατούσα το πό-δι μου μαζί με την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, που στο τέλος, μη νομίζετε, έμοιαζε να μην απέχει και πολύ από τη δική μου…

Page 8: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

λιλη τσωνη

8 9

Κάποτε, μια οικογένεια...

ΠΑιΔι, ΓένΟΥσ Δεν την έφερε ο πελαργός. Ούτε τη βρήκαν μέσα σε κανένα

από τα λάχανα του κήπου. Απλά, γεννήθηκε. Όπως τόσα και τόσα άλλα μωρά στον κόσμο. στο ιδιωτικό μαιευτήριο που άκουγε στο ό-νομα «Αγία Ελένη».

Μεγάλωνε παραδοσιακά. Με πολλή αγάπη και πολλά παραμύ-θια· πότε στα γόνατα της γιαγιάς ή του παππού και πότε στην αγκα-λιά της Αυγούστας ή της λέλας.

Αργότερα διάβαζε την Πολυάννα1, τη Λιλίκα2, τον Ζιλ και τη Ζα-κότ3. Και κόντευε να την πάρει ο ύπνος πάνω στα φτερά της Άκας από το Κάμπνεκαϊζ, της αγριόχηνας, πετώντας μαζί της και με τις

υπόλοιπες του σμήνους, την Ίκσι και την Κάκσι, την Κόλμε και τη νέλια, τον αγριόχηνο τον Βίζι και την Κούζι, αλλά και τον Άσπρο Χήνο, που στα δικά του τα φτερά ήτανε που

πέταγε ο νιλς Χόλγκερσσον...4 η Αυγούστα, ήταν η μητέρα της. Ήταν γύρω στα ει-

κοσιπέντε, με καστανά μαλλιά και μάτια. Ήταν απέριτ-τα όμορφη. Οι λεπτοί της τρόποι και η εξωτερική της φινέτσα, συμπλήρωναν μια προσωπικότητα που επι-

βαλλόταν θετικά στο χώρο, σε όποιον χώρο κι αν βρι-σκόταν, χωρίς καν να το προσπαθήσει.

Όπως ήξερε να φέρεται, ήξερε και να ντύνεται. σανέλ ταγιέρ, ριχτά μαντώ, γόβες στιλέτο. Βαθειά ντε-

κολτέ, ανοίγματα στην πλάτη. Ασορτί καπελάκια, εσάρ-πες, ακόμη και ίδια παπούτσια και τσάντες και γάντια· άλλοτε κοντούλικα, που σταματούσαν πριν τον καρπό,

άλλοτε μακριά, πάνω από τον αγκώνα. Αλλά και λου-

1 Η Πολυάννα (1913) της Eleanor H. Porter (πρωτότυπος τίτλος: Pollyanna). νουβέλα, η πρώτη της ομώνυμης σειράς.

2 Η Λιλίκα (1954) μικρή ηρωίδα σειράς βιβλίων (Martine στα Γαλλικά, Εmma στα Αγγλικά) των Gilbert Delahaye-Marcel Marlier.

3 Ο Ζιλ και η Ζακότ (α΄έκδοση 1879) ένα από τα πολλά «βιβλία για κορίτσια» της Luisa May Alcott (πρωτότυπος τίτλος Jack and Jill).

4 Από το βιβλίο Το Θαυμαστό ταξίδι του Νιλς Χόλγκερσσον (1906-1907, πρ -τότυπος τίτλος Nils Holgerssons underbara resa genom Sverige) που χάρι-σε στην σουηδέζα Selma Ottilia Lovisa Lagerlöf τον τίτλο της πρώτης γυναί-κας που βραβεύτηκε με Nobel λογοτεχνίας.

Page 9: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

8

Κάποτε, μια οικογένεια...

9

λουδάτες ή πουά, ριγέ και καρό φουσκωτές φούστες. σα-λοπέτες, blue jeans και παντελόνια κάντρι. Κοντούλικα ριχτά ζακετάκια, φιόγκοι, αγκράφες και τιράντες και πλατιές ελάνκα κορδέλες για τα μαλλιά, αλλά και μα-ρινιέρες και ελβιέλες για το περπάτημα...

Μια προσεγμένη γυναικεία σιλουέτα, με ένα εφη-βικό πρόσωπο. ένα δροσερό, μεγάλο κοριτσόπουλο, ακόμα και κάτω από τις προσεγμένες μεταμφιέσεις

της.... Πατέρας της ήταν ο Μάριος. ένας ντεστι-

γκές5. ένας πανέμορφος νεαρός άντρας, με ά-ψογους τρόπους και χόμπι του το διάβασμα, πέντε χρόνια μεγαλύτερος της Αυγούστας. Μεγαλωμένος σ’ ένα ορεινό χωριό και αυ-τοδημιούργητος, είχε αποδείξει με την ερ-

γατικότητά του, από τότε που ήταν μόλις δώ-δεκα χρονών παιδί μαθητευόμενος, ότι θα πήγαινε μπροστά. στα είκοσι οχτώ του διηύθυνε ένα ατελιέ ραπτικής, για άντρες κατά κύ-ριο λόγο, και για λίγες αλλά εκλεκτικές, κοκέτες και εύπορες πελά-τισσες, που τους άρεσε το προσεγμένο, στυλιζαρισμένο, εξαντρίκ ντύσιμο· πανωφόρια και παντελόνια, κοστούμια «le smoking»6 τρι-ών και τεσσάρων τεμαχίων, που το τρίτο τεμάχιο ήταν το γιλέκο και το τέταρτο η φούστα.

Με μοναδικό δάσκαλό του εκείνον του μονοθέσιου δημοτικού σχολείου του χωριού του, που κοντά του είχε βγάλει και τις έξι τά-ξεις, πέρα από τα όχι ιδιαίτερα ευχάριστα και εύκολα βιώματά του, αφού μεγάλωσε μέσα στην κατοχή, το μεγαλύτερο «συν» για κείνον ήταν η επιθυμία του για βελτίωση της ζωής του, από τότε που, παιδά-κι ακόμα, έπλαθε στο μυαλό του το μέλλον του και το ονειρευόταν.

Όμως, ο Μάριος είχε και μία πρακτική εξάσκηση στον κόσμο της μόδας στην ιταλία. Που οφειλόταν σε γεγονότα, που μάλλον μυθιστόρημα θύμιζαν, όπως είχαν συμβεί και όπως είχαν εξελιχθεί,

5 ιδιαίτερος, κομψός στους τρόπους και το πνεύμα, ξεχωριστός. (Αγγλικά: distinguished, Γαλλικά: distingué)

6 Δημιουργία του Yves Saint Laurent (1966, Le Smoking Tuxedo suit). Πρ -τοποριακό, δυναμικό, ημιεπίσημο, μακρύ, μίνιμαλ, ανδρικού στιλ τρουά-πιές (τριών τεμαχίων) κυρίως ένδυμα, για να φορέσουν οι γυναίκες ρούχα, που συνήθιζαν να φορούν μόνο άνδρες. έγινε δημοφιλές πρώτα μέσα από φωτογραφίες του Helmut Newton.

Page 10: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

λιλη τσωνη

10 11

κάτω από απρόβλεπτες συνθήκες, μιας ακόμα πιο απρόβλεπτης φι-λοξενίας και φιλίας.

ένΑσ ιτΑλΌσ στρατιώτης λοιπόν, Αντόνιο τον έλεγαν, είχε ξε-μείνει τραυματισμένος από τον πόλεμο, στο χωριό του μικρού τότε Μάριου. Κρύφτηκε κάμποσες μέρες ο ιταλός στον αχυρώνα του σπιτιού της οικογένειας του Μάριου. Ήταν τραυματισμένος, νηστικός κι αποκαμωμένος. τον ανακάλυψε κάποια μέρα τελικά ο σκύλος του σπιτιού, όταν κυνηγώντας μια κότα, η κότα έτρεξε να κρυφτεί στον αχυρώνα κι εκείνος την είχε ακολουθήσει μέχρι εκεί. η καχυποψία, οι επιφυλάξεις και οι αναστολές, παραμερίστηκαν τις πρώτες κιόλας στιγμές μετά τη μεγάλη έκπληξη. Άλλωστε, δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν από έναν κοντούτσικο, αδύναμο, σκελετωμένο και αξιολύπητο ανθρωπάκο, όπως ήταν ο Αντόνιο, όταν τον ανακά-λυψαν. τότε κατάλαβαν και γιατί έβρισκαν εδώ και αρκετές μέρες, σπασμένα τσόφλια αυγών πίσω από ένα δεμάτι τριφυλλιού σε μια γωνιά του αχυρώνα. τα αυγά που έβρισκε στις φωλιές που είχαν οι κότες εκεί γύρω και τα έτρωγε ωμά, τον είχαν κρατήσει στη ζωή, κατά πως φαινόταν, τις μέρες που κρυβόταν. Είκοσι έξι ολόκληρες μέρες, όπως τους έδειξε και τους ξανάδειξε με τα δάχτυλά του ο απρόσμενος φιλοξενούμενος κι επαναλάμβανε τους αριθμούς στα ιταλικά για να καταλάβουν… «ούνο, ντούε, τρε, κουάτρο, τσίνκουε, σέι, σέττε, όττο, νόβε, ντιέτσι, ούνντιτσι, ντόντιτσι, τρέντιτσι, κουατόρντιτσι, κουίντι-τσι, σέντιτσι, ντιτσιασέττε, ντιττσιόττο, ντιτσιανόβε, βέντι, βεντούνο, βεντιντούε, βεντιτρέ, βεντικουάτρο, βεντιτσίνκουε, βεντισέι τζιόρνι!» τον φρόντισαν και τον περιποιήθηκαν, τον τάισαν και του έδωσαν ένα κρεβάτι να κοιμάται κι ο ιταλός δεν έλεγε να φύγει. τους βοηθού-σε μάλιστα στις δουλειές της οικογένειας, στα χωράφια και στο σπίτι. Μάθαινε υποτυπώδη ελληνικά και το ίδιο έκανε απ’ την πλευρά του ο Μάριος, που πάσχιζε να μάθει ιταλικά. τις ελεύθερες ώρες, πήγαι-ναν στο ποτάμι για ψάρεμα και έτρεχαν με τ’ άλογα. Ο Αντόνιο ήξερε καλή ιππασία κι έδειχνε στο Μάριο διάφορες τεχνικές.

Όπως θυμόταν και γέλαγε με την καρδιά του ο Μάριος, κάποια μέρα που ο Αντόνιο του μάθαινε τα μυστικά της ιππασίας, για κά-ποιο λόγο το άλογο του Μάριου δεν τον υπάκουσε. συνέχιζε να τρέ-χει αφηνιασμένο και δεν σταμάταγε με τίποτα. τότε, κατατρόμαξε κι ο γάιδαρος, που βρέθηκε στο ίδιο μονοπάτι. Καβάλα στο γάιδα-ρο ήταν μια γριά συγχωριανή, μαζί με δύο δεμάτια ξύλα κι ένα φόρ-

Page 11: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

10

Κάποτε, μια οικογένεια...

11

τωμα καστανόχωμα. Πάνω στην τρομάρα του, ο γαϊδαράκος εκεί-νος είχε ρίξει κάτω τη γριά. το καστανόχωμα χύθηκε πάνω της. Ο Μάριος, που το άλογο του αμέσως μετά το πέσιμο της γριάς σταμά-τησε να καλπάζει και στύλωσε τα πόδια του, γελούσε ασταμάτητα αντί να κατεβεί και να τη βοηθήσει. Εκείνη πάλι, μάταια προσπα-θούσε να σηκωθεί, γιατί ο γάιδαρος της κράταγε πατημένο κάτω α-πό το ένα του πόδι, το μεσοφόρι της.

Μπροστά στην επιμονή του γαϊδάρου, η γριά με μεγάλη δυσκο-λία κι ύστερα από ώρα, κατάφερε να ελευθερωθεί απ’ το πάτημα του ζώου, σκίζοντας το μεσοφόρι της. Μόλις σηκώθηκε, άρχισε να χτυπάει με χέρια και με πόδια τον γάιδαρό της και να τον καταριέ-ται. Ύστερα, βάλθηκε να κυνηγάει, όχι το ζωντανό της, που μπρο-στά στις κλωτσιές της άρχισε να τρέχει γκαρίζοντας, αλλά το Μά-ριο, που στο μεταξύ είχε πηδήξει από το άλογο του και συνέχιζε να ξεκαρδίζεται στα γέλια, κρατώντας την κοιλιά του.

Ο Αντόνιο είχε φτάσει πάνω στην ώρα, χτυπώντας τη φοράδα του με το καμουτσίκι και φωνάζοντάς της παραγγέλματα στην ι-ταλική, στην προσπάθεια του να φτάσει επιτέλους το Μάριο, που μπορεί και να κινδύνευε έτσι όπως είχε κινήσει μ’ ένα άλογο, που κάλπαζε σαν τρελό. Αυτός ήταν που τον είχε γλυτώσει εκείνη τη μέ-ρα απ’ το θυμό της έξαλλης γυναίκας, που χτύπαγε το Μάριο όπου έφτανε με τα χέρια της και μ’ ένα σπασμένο κλωνάρι, που βρέθηκε μπροστά της. του τραβούσε τα μαλλιά και ούρλιαζε ότι θα του τα ξεριζώσει, μολονότι ο Μάριος ήταν σίγουρος ότι έτσι θα γινόταν, α-κόμη κι αν δεν του το διευκρίνιζε η γριά. Και ο Αντόνιο μπορεί να γλύτωσε το Μάριο, αλλά τις έφαγε κι ο ίδιος κι είδε κι έπαθε μέχρι να ξεκολλήσει απ’ τα χέρια της. Της φώναζε στα Ιταλικά «στρέγα, στρέγα!», δηλαδή «μάγισσα», «στρίγγλα», κάτι τέτοιο. η γριά νό-μιζε ότι της έλεγε «στέκα, στέκα!» που για τους ανθρώπους του χω-ριού σήμαινε «στάσου» και του απαντούσε «όχι, βρε παλιοϊταλέ, δε στέκομαι! Θα σε χτυπάω μέχρι να σε σκοτώσω!» Κι έσκυβε για πέτρες, που τις εκσφενδόνιζε και στους δυo τους. Εκείνοι έκρυβαν το κεφάλι με τα χέρια τους και χοροπηδούσαν για να γλιτώσουν α-πό το πετρoβόλημα. τελικά, ο αγροφύλακας ήταν που τους γλίτωσε και τους δυο από το «θάνατο διά λιθοβολισμού», που τους είχε κα-ταδικάσει η συγχωριανή.

ένα σωρό ακόμα μικροσυμβάντα, αστεία τα περισσότερα, είχαν δέσει το Μάριο με τον Αντόνιο. Για το Μάριο, ήταν σαν να’ χε απο-

Page 12: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

λιλη τσωνη

12 13

κτήσει ξαφνικά ένα μεγαλύτερο αδελφό, και μάλιστα έναν αδελ-φό, που δεν τον έδερνε, ούτε τον περιγελούσε σαν έκανε κάτι κου-τό. έναν αδελφό, που είχε ξεφυτρώσει ξαφνικά, για να τον προστα-τεύει. έναν αδελφό, που μπορεί να μην καταλάβαιναν ολοένα ο έ-νας τι έλεγε ο άλλος, όμως έμοιαζαν να συνεννοούνται οι δυο τους μια χαρά.

Όταν έφτασε, ύστερα από δυο-τρία χρόνια, να πάρει την από-φαση ο Αντόνιο να γυρίσει στην ιταλία, όλοι βουβάθηκαν. Όταν ήρθε κι η στιγμή να τον αποχαιρετήσουν, όλοι στο σπίτι έκλαιγαν. Αλλά τον Αντόνιο τον είχαν αγαπήσει κι όλοι στο χωριό κι ήταν κά-μποσα τα μάτια που βούρκωσαν, σαν έμαθαν ότι «φεύγει ο Ιτα-λός».

Ο Αντόνιο έφυγε για την πατρίδα του, γιατί οι δικοί του άνθρω-ποι τον περίμεναν. Όπως είχε υποσχεθεί στο Μάριο, δεν τον ξέχα-σε. η φιλία τους συνεχίστηκε κι όταν ο Αντόνιο πέρασε την Αδρια-τική. έστελνε καρτούλες κι ο Μάριος τις έδειχνε στους συγχωρια-νούς τα βράδια στο καφενείο του χωριού. «Αφτά ίνε «TRULLI» πο-λί ορέο σπίτι. Καλό κίµονα όλα» (αυτά είναι παραδοσιακά σπίτια «Τρούλλοι». Καλό χειµώνα σε όλους). «Χρόνια πολλά. Χαλί χρονιά όλα» (Χρόνια πολλά. Καλή χρονιά σε όλους). Προσπαθούσε να γρά-φει στα ελληνικά ο Αντόνιο. σε χαριτωμένα, αστεία, σπαστά (χιλιο-σπασµένα για την ακρίβεια) ελληνικά, κι όλοι στο χωριό καμάρω-ναν που ο ιταλός σεβόταν τη γλώσσα τους και την μάθαινε κιόλας.

στον Αντόνιο, λοιπόν, χρώσταγε ο Μάριος το ταξίδι του στην ιταλία, που –για τρία ολάκερα χρόνια– του είχε προσφέρει εκεί-νο ακριβώς που ήθελε· μια καλή πρακτική εξάσκηση δίπλα σ’ έναν σπουδαίο ιταλό μόδιστρο.

τη ΒΆΦτισΑν Ζοζεφίνα. Πήρε το όνομα της μάνας του πατέρα της. Μιας γιαγιάς, που δεν είχε προφτάσει να τη χορέψει στα γό-νατά της. τούτο το ιταλόφωνο το όνομα, η γιαγιά το χρώσταγε στη Ρωµανιόλα νονά της, τη ντόνα λουτσία. Μια νονά, για την οποία όλοι μιλούσαν, αλλά κανένας τους δεν είχε ποτέ γνωρίσει. Ούτε καν η ίδια η γιαγιά, αφού, όπως έλεγαν, μετά τη βάφτιση της γιαγιάς η νονά εκείνη είχε φύγει για την πατρίδα της και δεν ξαναγύρισε στην Ελλάδα. τη βαφτιστικιά της όμως, δεν την ξέχασε και της το απεδείκνυε έμπρακτα η ντόνα λουτσία και έπαψε να της το απο-

Το τικ-τακ του εκκρεμούς, το γνώριμο «κούκου», κάθε φορά που

σήμαινε η αλλαγή της ώρας απ’ το στοματάκι του ξύλινου πουλιού, το

γουργούρισμα της αδέσποτης γάτας που είχε περιμαζέψει η Ζοζεφίνα

και όποτε δεν κυνηγούσε νυχτοπεταλούδες στην αυλή καθόταν και

γουργούριζε ευτυχισμένη δίπλα από το κρεβάτι της Λέλας. που δεν

έλεγαν να σταματήσουν τους καβγάδες ολάκερη τη νύχτα μερικές

φορές. Εκεί που η Λέλα έλεγε «πάνε, έφυγαν» εκείνες ξαναγύριζαν

κυνηγώντας η μια την άλλη, νιαουρίζοντας σαν να τις έγδερναν

ζωντανές και δεν αποτελείωναν ποτέ τον καβγά τους πριν χαράξει η

μέρα. Όλα τούτα, σαν έπεφτε το σκοτάδι, μαζί και με τις σκιές των

γνώριμων αντικειμένων του σπιτιού, για τη Λέλα γίνονταν εφιαλτικά.

Παντού, ήταν ξέχειλη μια νυχτερινή, σκοτεινή συνωμοσία. Ακόμα κι οι

πατημασιές της, ακόμα κι αυτές την τρόμαζαν. Ο αντίλαλος των ίδιων

των βημάτων της, την έκανε να πιστεύει ότι κάποιος την ακολουθούσε

βήμα προς βήμα, ακόμα κι αν ήταν ξυπόλυτη Κι όταν η ξύλινη σκάλα

που οδηγούσε από το ισόγειο στα υπνοδωμάτια, έκανε κανένα σιγανό

τρίξιμο, η Λέλα έβαζε το κεφάλι μέσα στα σκεπάσματα και με κρατημένη

την αναπνοή περίμενε να δει ποιος ανεβαίνει.Όμως η αλήθεια ήταν,

ότι στη Λέλα άρεσε να μένει μόνη στο σπίτι. Χόρευε ακούγοντας Έλβις

Πρίσλεϋ και Ανταμό, κρατώντας σφιχτά ένα μαξιλάρι στην αγκαλιά της

ή ακούγοντας Μπητλς και Τομ Τζόουνς με καβαλιέρο το κοντάρι της

ηλεκτρικής σκούπας. Δοκίμαζε τα ρούχα, τα παπούτσια, τα αξεσουάρ

και τα καλλυντικά της Αυγούστας και τραγουδούσε μπροστά στον

καθρέφτη. Έκανε την Ανν Μαρί Νταβίντ, τη Φρανσουάζ Αρντί, τη Συλβί

Βαρτάν και τη Ρίτα Παβόνε, αλλά τραγουδούσε επίσης με τις ώρες το

“pour un flirt”, τo “petit demoiselle”, τo “teenie weenie yellow polka-

dot bikini” και το “stasera mi butto”. Και φυσικά, δεν φοβόταν τίποτα!

Όποτε βρίσκοµαι στη Λυών, πετάγοµαι µέχρι το δεύτερο όροφο του Musée des Beaux-Arts, για να βρεθώ µπροστά στο πορτραίτο της «Τρελής» του Ζερικώ. Τις προάλλες, ο φύλακας του Μουσείου µε κοίταξε αλλόκοτα που µε άκουσε να τη φωνάζω… Μαρία! Τι φταίω εγώ που είναι ολόιδια µε τη φτωχούλα τη Μαρία, την αδερφή του Αριστείδη, των παιδικών µου χρόνων;

Σουουουτ! Μη µας ακούσουν… Ε, ναι… λοιπόν, εγώ είµαι η Ζοζεφίνα η άσπρη, η µαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη! Και δεν σας κάνω καθόλου πλάκα! Να κι οι οργαντίνες που µου έραβε η µαµά µου… ρωτήστε και τη Λέλα… Λέλαααα!!!!... Πες τους!!!!

[...] Είχε γεννηθεί το θέρο, στο σταροχώραφο που θέριζε ο πατέρας του µε

το δρεπάνι. Η µάνα του έδενε τα δεµάτια µε την κοιλιά στα δόντια. Εκεί την

έπιασαν οι πόνοι. Τον γέννησε και τον αφαλόκοψε µονάχη της, κάτω από έναν

έλατο. Έτσι κι αλλιώς δεν προλάβαινε να πάει στο χωριό. Ύστερα φώναξε τον

άντρα της, που συνέχιζε να θερίζει και δεν είχε πάρει είδηση, και του ’δειξε

το γιο του.[...]

[...] θα έπρεπε ν’ αρχίσει γαλλικά τότε, όπως την είχε συµβουλέψει η

Μαντεµουαζέλ Μαρί, που έµενε δίπλα τους, και θα χρειαζόταν δυο-τρία βιβλία

που δεν βρίσκονταν εύκολα και κόστιζαν κιόλας αρκετά. «Θα σου χρειαστούν

του παραχρόνου στο Γυµνάσιο» της είχε πει. «Του παραχρόνου; Μα… έχουµε

καιρό για του παραχρόνου! Θα ξανατραγουδήσω και θ’ αγοράσω βιβλίο! Την

κούκλα, όµως, που θα την ξαναβρώ;»… Της είχε πει ότι αυτά ήταν πιο χρήσιµα

από την κούκλα, που στο τέλος θα της έβγαινε και το κεφάλι και τα χέρια και

τα πόδια της. Εκείνη βέβαια, επέµεινε ότι τίποτα δεν θα της έβγαινε! Ούτε το

κεφάλι ούτε τα χέρια ούτε τα πόδια της! Τίποτα δε θα άφηνε να της βγει! Θα

την πρόσεχε σαν τα µάτια της! [...]

[...] Ο Στάθης οδηγούσε το φανταστικό αυτοκίνητό του. ∆εν κράταγε τίποτα στα

χέρια του, όµως έστριβε το ανύπαρκτο τιµόνι του κι άλλαζε τις ταχύτητες σαν

να υπήρχαν. Έκανε και κόντρες µε το Βελισσάρη. Εκείνος οδηγούσε το αόρατο

αυτοκίνητό του κι είχε για τιµόνι το καπάκι της ολοκαίνουργιας κατσαρόλας

της µάνας του. Σίγουρα το ’χε πάρει κρυφά, χωρίς να τον δει, και καµάρωνε

λέγοντας στο Στάθη «αγόρασα καινούργιο αµάξι, σ’ αρέσει;» [...]

Η Ζοζεφίναη άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Η Ζοζεφίνα

η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

Λ Ι Λ Η Τ Σ Ω Ν Η

ΕΚ∆ΟΣΕΙΣοσελότος

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108E-MAIL: [email protected], [email protected]. ocelotos. gr

ΕΚ∆ΟΣΕΙΣοσελότος

Ένα memoir τρυφερό και ζεστό, αστείο και σοβαρό, γραµµένο µέσα από την καρδιά της Ζοζεφίνας, που ήθελε

σαν θα µεγάλωνε, να γίνει για λίγο...

ISBN 978-960-9499-78-1

Η Λίλη Μπαρτσιώκα-Τσώνη, κά-νει το ντεµπούτο της ως συγγρα-φέας µε τη «Ζοζεφίνα την άσπρη, τη µαύρη, την κίτρινη και την κόκκινη».

Ασχολήθηκε µε τη δηµοσιογραφία (1986-2001) ως ραδιοτηλεοπτική παραγωγός και παρουσιάστρια (FM-1, 90FM stereo, ΤRT, TV-1, STAR Κεντρικής Ελλάδος), σε εκποµπές για τις Τέχνες και τον Πολιτισµό, το Παιδί, την Οικολο-γία, την Υγεία και Ταξίδια στην Ευρωπαϊκή ενδοχώρα.

Εργάστηκε στις ∆/σεις ∆ιεθνών Σχέσεων & Συναλλαγών, Μελετών & Προγραµµατισµού και Επιθεώ-ρησης του K. K/τος της ΑΤΕ.

Φοίτησε στο Βρετανικό Συµβούλιο (International Relations, Com-merce & Trade Transactions).

Παρακολουθεί Κλασσικές Σπουδές στο Πανεπιστήµιο του Cambridge.

Έχει δύο παιδιά. Η κύρια κατοικία της οικογένειας, είναι στη Λαµία.

00_cover_zozefina.indd 1 7/12/2011 10:38:24 AM

Page 13: Η Ζοζεφίνα, η άσπρη, η μαύρη, η κίτρινη και η κόκκινη

12

Κάποτε, μια οικογένεια...

13

δεικνύει πια, µονάχα σαν πέθανε. Μονάχα τότε ο ταχυδρόμος έπα-ψε να φέρνει δέματα µε ολοκαίνουργα ρούχα σε υφάσματα πλουμι-στά και ραμμένα µε ευρωπαϊκό τρόπο και ευρωπαϊκά σχέδια κι ένα σωρό µικροπράγµατα και µπιχλιµπίδια, αξιοζήλευτα όσο και αλλό-κοτα και μάλιστα όχι μονάχα για τα µάτια του ελληνικού χωριού, αφού τέτοια ρούχα και αξεσουάρ δε φορούσαν καλά-καλά ούτε στις πόλεις. Περισσότερο θύμιζαν ρούχα κι αξεσουάρ για θεατρί-νες. Γι’ αυτό κι η γιαγιά, τα περισσότερα απ’ αυτά τα ’χε φυλαγμένα στο σεντούκι της, χωρίς ποτέ να τα χρησιμοποιήσει.

«Να τα πάρει το πρώτο κορίτσι που θα γεννηθεί και θα πάρει το όνοµά µου. Αν δεν γεννήσετε κανένας σας κορίτσι, τότε να τα µοι-ράσετε στις γυναίκες σας», έλεγαν ότι είχε πει η µάνα του Μάριου, η γιαγιά Ζοζεφίνα, στους δυο γιούς της.

η κόρη λοιπόν του Μάριου και της Αυγούστας, πήρε το όνοµα της γιαγιάς Ζοζεφίνας και µαζί µ’ αυτό κληρονόµησε και κείνο το πελώριο σεντούκι µε τα ρούχα και τα µπιχλιµπίδια που τα ’στελνε για χρόνια η νονά της γιαγιάς της, η ντόνα λουτσία.