του νεκρού-αδερφού

13
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥ PANOS FILOLOGOS Του νεκρού αδελφού (σύντομη παρουσίαση) Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια σου κόρη, την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη, την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε! Στα σκοτεινά την έλουζε, στ’ άφεγγα τη χτενίζει, στ’ άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της. Προξενητάδες ήρθανε από τη Βαβυλώνα, να πάρουνε την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα. Οι οχτώ αδερφοί δε θέλουνε κι ο Κωσταντίνος θέλει. «Μάνα μου, κι ας τη δώσομε την Αρετή στα ξένα, στα ξένα κει που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω, αν πάμ’ εμείς στην ξενιτιά, ξένοι να μην περνούμε. — Φρόνιμος είσαι, Κωσταντή, μ’ άσκημα απιλογήθης. Κι α μόρτει, γιε μου, θάνατος, κι α μόρτει, γιε μου, αρρώστια, κι αν τύχει πίκρα γή χαρά, ποιος πάει να μου τη φέρει; — Βάλλω τον ουρανό κριτή και τους αγιούς μαρτύρους, αν τύχει κι έρτει θάνατος, αν τύχει κι έρτει αρρώστια, αν τύχει πίκρα γή χαρά, εγώ να σου τη φέρω». Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα, κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοι κι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν, βρέθηκε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο. Σ’ όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ’ όλα μοιρολογιόταν, στου Κωσταντίνου το μνημειό ανέσπα τα μαλλιά της. «Ανάθεμά σε, Κωσταντή, και μυριανάθεμά σε, οπού μου την εξόριζες την Αρετή στα ξένα! το τάξιμο που μου ‘ταξες, πότε θα μου το κάμεις; Τον ουρανό ‘βαλες κριτή και τους αγιούς μαρτύρους, αν τύχει πίκρα γή χαρά, να πας να μου τη φέρεις». Από το μυριανάθεμα και τη βαριά κατάρα, η γης αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε. Κάνει το σύγνεφο άλογο και τ’ άστρο χαλινάρι, και το φεγγάρι συντροφιά και πάει να της τη φέρει. Παίρνει τα όρη πίσω του και τα βουνά μπροστά του. Βρίσκει την κι εχτενίζουνταν όξου στο φεγγαράκι. Από μακριά τη χαιρετά κι από κοντά της λέγει: «Άιντε, αδερφή, να φύγομε, στη μάνα μας να πάμε. — Αλίμονο, αδερφάκι μου, και τι είναι τούτη η ώρα; 1

Transcript of του νεκρού-αδερφού

Page 1: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

Του νεκρού αδελφού (σύντομη παρουσίαση)

Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια σου κόρη,την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη,την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε!Στα σκοτεινά την έλουζε, στ’ άφεγγα τη χτενίζει,στ’ άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της.Προξενητάδες ήρθανε από τη Βαβυλώνα,να πάρουνε την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα.Οι οχτώ αδερφοί δε θέλουνε κι ο Κωσταντίνος θέλει.«Μάνα μου, κι ας τη δώσομε την Αρετή στα ξένα,στα ξένα κει που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω,αν πάμ’ εμείς στην ξενιτιά, ξένοι να μην περνούμε.— Φρόνιμος είσαι, Κωσταντή, μ’ άσκημα απιλογήθης.Κι α μόρτει, γιε μου, θάνατος, κι α μόρτει, γιε μου, αρρώστια,κι αν τύχει πίκρα γή χαρά, ποιος πάει να μου τη φέρει;— Βάλλω τον ουρανό κριτή και τους αγιούς μαρτύρους,αν τύχει κι έρτει θάνατος, αν τύχει κι έρτει αρρώστια,αν τύχει πίκρα γή χαρά, εγώ να σου τη φέρω».

Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα,κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοικι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν,βρέθηκε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο.Σ’ όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ’ όλα μοιρολογιόταν,στου Κωσταντίνου το μνημειό ανέσπα τα μαλλιά της.«Ανάθεμά σε, Κωσταντή, και μυριανάθεμά σε,οπού μου την εξόριζες την Αρετή στα ξένα!το τάξιμο που μου ‘ταξες, πότε θα μου το κάμεις;Τον ουρανό ‘βαλες κριτή και τους αγιούς μαρτύρους,αν τύχει πίκρα γή χαρά, να πας να μου τη φέρεις».Από το μυριανάθεμα και τη βαριά κατάρα,η γης αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε.Κάνει το σύγνεφο άλογο και τ’ άστρο χαλινάρι,και το φεγγάρι συντροφιά και πάει να της τη φέρει.

Παίρνει τα όρη πίσω του και τα βουνά μπροστά του.Βρίσκει την κι εχτενίζουνταν όξου στο φεγγαράκι.Από μακριά τη χαιρετά κι από κοντά της λέγει:«Άιντε, αδερφή, να φύγομε, στη μάνα μας να πάμε.— Αλίμονο, αδερφάκι μου, και τι είναι τούτη η ώρα;Αν ίσως κι είναι για χαρά, να στολιστώ και να ‘ρθω,κι αν είναι πίκρα, πες μου το, να βάλω μαύρα να ‘ρθω.— Έλα, Αρετή, στο σπίτι μας, κι ας είσαι όπως και αν είσαι».— Κοντολυγίζει τ’ άλογο και πίσω την καθίζει.

Στη στράτα που διαβαίνανε πουλάκια κιλαηδούσαν,δεν κιλαηδούσαν σαν πουλιά, μήτε σαν χελιδόνια,μόν’ κιλαηδούσαν κι έλεγαν ανθρωπινή ομιλία:«Ποιος είδε κόρην όμορφη να σέρνει ο πεθαμένος!

1

Page 2: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

— Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;— Πουλάκια είναι κι ας κιλαηδούν, πουλάκια είναι κι ας λένε».Και παρεκεί που πάγαιναν κι άλλα πουλιά τούς λένε:«Δεν είναι κρίμα κι άδικο, παράξενο μεγάλο,να περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους!— Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;πως περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους.— Απρίλης είναι και λαλούν και Μάης και φωλεύουν.— Φοβούμαι σ’, αδερφάκι μου, και λιβανιές μυρίζεις.— Εχτές βραδίς επήγαμε πέρα στον Αί—Γιάννη,κι εθύμιασέ μας ο παπάς με περισσό λιβάνι».Και παρεμπρός που πήγανε, κι άλλα πουλιά τούς λένε:«Για ιδές θάμα κι αντίθαμα που γίνεται στον κόσμο,τέτοια πανώρια λυγερή να σέρνει ο πεθαμένος!»Τ’ άκουσε πάλι η Αρετή κι εράγισε η καρδιά της.«Άκουσες, Κωσταντάκη μου, τι λένε τα πουλάκια;— Άφησ’, Αρέτω, τα πουλιά κι ό,τι κι α θέλ’ ας λέγουν.— Πες μου, πού είναι τα κάλλη σου, και πού είν’ η λεβεντιά σου,και τα ξανθά σου τα μαλλιά και τ’ όμορφο μουστάκι;— Έχω καιρό π’ αρρώστησα και πέσαν τα μαλλιά μου».

Αυτού σιμά, αυτού κοντά στην εκκλησιά πρoφτάνoυν.Βαριά χτυπά τ’ αλόγου του κι απ’ εμπροστά της χάθη.Κι ακούει την πλάκα και βροντά, το χώμα και βοΐζει.Κινάει και πάει η Αρετή στο σπίτι μοναχή της.Βλέπει τους κήπους της γυμνούς, τα δέντρα μαραμέναβλέπει το μπάλσαμο ξερό, το καρυοφύλλι μαύρο,βλέπει μπροστά στην πόρτα της χορτάρια φυτρωμένα.Βρίσκει την πόρτα σφαλιστή και τα κλειδιά παρμένα,και τα σπιτοπαράθυρα σφιχτά μανταλωμένα.Κτυπά την πόρτα δυνατά, τα παραθύρια τρίζουν.«Αν είσαι φίλος διάβαινε, κι αν είσαι εχτρός μου φύγε,κι αν είσαι ο Πικροχάροντας, άλλα παιδιά δεν έχω,κι η δόλια η Αρετούλα μου λείπει μακριά στα ξένα.— Σήκω, μανούλα μου, άνοιξε, σήκω, γλυκιά μου μάνα.— Ποιος είν’ αυτός που μου χτυπάει και με φωνάζει μάνα;— Άνοιξε, μάνα μου, άνοιξε κι εγώ είμαι η Αρετή σου».

Κατέβηκε, αγκαλιάστηκαν κι απέθαναν κι οι δύο.

2

Page 3: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

1. ΕισαγωγικάΤο ποίημα του νεκρού αδελφού ανήκει στις παραλογές (μπαλάντες) που είναι επικολυρικά δημοτικά τραγούδια και έχουν ως κύρια γνωρίσματα την αφηγηματικότητα και τη δραματικότητα. Υπάρχει ένας αφηγητής που αφηγείται με τρόπο ποιητικό ένα δραματικό περιστατικό πραγματικό με στοιχεία μυθικά ή και εντελώς πλαστό.Οι παραλογές χωρίζονται σε αυτές που είναι σχετικές με λαϊκές παραδόσεις και δοξασίες (που ανήκει και το ποίημα του νεκρού αδελφού).Άλλες κατηγορίες είναι σχετικές με την οικογενειακή ζωή, την κοινωνική, την εθνική, τη ναυτική.Οι κατηγορίεςα) Θέματα μυθολογικά: Στηρίζονται σε λαϊκές παραδόσεις και δοξασίες, όπου δεσπόζειη πίστη σε στοιχειά, λάμιες και δράκους.β) Θέματα από την οικογενειακή και κοινωνική ζωή: αγάπες, έρωτες, αποπλανήσεις,απιστίες ανδρών και γυναικών και δράματα τιμής, άτυχοι γάμοι και χωρισμοί, αναγνωρίσειςσυγγενών, συζύγων και αδελφών.γ) Θέματα από την ιστορία και την εθνική ζωή. δ) Θέματα από τη ναυτική ζωή: εδώ συμπεριλαμβάνονται θαλασσινοί θρύλοι και παραδόσεις.

2. Νοηματική απόδοσηΤο τραγούδι αναφέρεται σε μια μητέρα με εννιά γιους και μια κόρη, την Αρετή. Όταν ήρθανε προξενητές από τη Βαβυλώνα, για να ζητήσουν την Αρετή σε γάμο, σε οικογενειακό συμβούλιο, που έγινε, αποφασίστηκε να την δώσουν, παρόλο που τα οχτώ αδέλφια διαφωνούσαν. Κυριάρχησε η άποψη του Κωσταντή, του μικρότερου αδελφού ο οποίος ορκίστηκε πως, αν έρθει θάνατος ή αρρώστια, θα πάει να φέρει τηνΑρετή από τα ξένα. Ύστερα από τον ξενιτεμό της Αρετής, ήρθαν στην οικογένεια άσχημα χρόνια, αφού και τα εννιά αδέλφια της πέθαναν. Κι η μάνα μόνη έκλαιγε στομνήμα του Κωσταντή και τον καταριόταν, που δεν τήρησε την υπόσχεσή του. Τότε με υπερφυσικό τρόπο ο Κωσταντής σηκώθηκε από τον τάφο και πήγε στην Αρετή, για να την φέρει πίσω στη μάνα τους. Καθώς τα δύο αδέλφια γύριζαν στο σπίτι της μάνας καβάλα πάνω στο άλογο, τρεις φορές τα πουλιά εξέφρασαν το θαυμασμό τους για το θέαμα, που περπατούσε δηλαδή η Αρετή με έναν πεθαμένο, τον Κωσταντή. Μόλις έφτασαν στο σπίτι, ο Κωσταντής γύρισε στον τάφο του, ενώ η Αρετή πήγε στη μητέρα της. Ευτυχισμένες οι δύο γυναίκες αγκαλιάστηκαν και πέθαναν μαζί.

3. Ενότητες1η ενότητα: (Στίχοι 1-5) Περιγραφή της οικογένειας: Εδώ περιγράφεται η οικογένειακαι ταυτόχρονα φαίνεται η αγάπη και η φροντίδα που έδειχνε η μάναπρος την κόρη της.2η ενότητα: (Στίχοι 6-17) Ο ερχομός των προξενητάδων και το οικογενειακόσυμβούλιο: Κεντρικό ρόλο παίζει εδώ ο διάλογος της μάνας με τον Κωσταντή,του μόνου από τα εννιά αδέλφια που ήθελε να δώσει σε γάμο την Αρετή καιπου στο τέλος ορκίστηκε πως, αν κάτι κακό συμβεί, θα πάει να την φέρει πίσω.3η ενότητα: (Στίχοι 18-28) Ο θάνατος των εννιά αδελφών και ο θρήνος τηςμάνας: Πολύ καιρό μετά από τον ξενιτεμό της Αρετής, συμφορές έπεσαν στοσπίτι. Και τα εννιά αδέλφια πέθαναν, αφήνοντας μόνη τη μητέρα τους, η οποίαέκλαιγε στο μνήμα του Κωσταντή και τον καταριόταν, γιατί δεν τήρησε τον όρκο

3

Page 4: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

που είχε δώσει.4η ενότητα: (Στίχοι 29-32) Ο Κωσταντής σηκώνεται από τον τάφο: Αυτό είναιτο αποτέλεσμα της μητρικής κατάρας. Αφού λοιπόν σηκώνεται, πηγαίνει καιβρίσκει την αδελφή του στα ξένα.5η ενότητα: (Στίχοι 33-41) Η συνάντηση του Κωσταντή και της Αρετής: Ταδύο αδέλφια συναντιούνται νύχτα, γεγονός που παραξενεύει την Αρετή. Στο ερώτημάτης δεν παίρνει απάντηση, όμως κάθεται στο άλογο του αδελφού τηςκαι μαζί παίρνουν το δρόμο της επιστροφής στο μητρικό σπίτι.6η ενότητα: (Στίχοι 42-65) Το ταξίδι της επιστροφής: Καθώς τα δύο αδέλφιαγυρίζουν στο σπίτι της μάνας, τρεις φορές ακούν τα πουλιά να συζητούν μεταξύτους με ανθρώπινη φωνή και να σχολιάζουν το θέαμα που βλέπουν. Ένανπεθαμένο και μια ζωντανή καβάλα στο ίδιο άλογο. Η εικόνα προκαλεί δέος σταπουλιά, που τη συζήτησή τους την ακούει η Αρετή. Τρεις φορές προσπαθεί ηγυναίκα ρωτώντας τον αδελφό της να μάθει τι συμβαίνει, όμως και τις τρεις οΚωσταντής την παραπλανά. Αλλά η Αρετή υποψιάζεται πως κάτι συμβαίνει καιφοβάται. Ιδιαίτερα την ανησυχεί η μυρωδιά από λιβάνι του αδελφού της και τοότι έχουν πέσει τα μαλλιά του και το μουστάκι του.7η ενότητα: (Στίχοι 66-68) Ο αδελφός εξαφανίζεται: Μόλις τα δύο αδέλφιαφτάνουν μπροστά στην εκκλησία, ο Κωσταντής χάνεται μπροστά από την Αρετή,η οποία ακούει την ταφόπλακα να βροντά και το χώμα να βουίζει. Ο αδελφόςτης ξαναγύρισε στη γη. Έτσι η Αρετή μαθαίνει την αλήθεια.8η ενότητα: (Στίχοι 69-82) Η Αρετή συναντά τη μητέρα της: Από την εκκλησίαη Αρετή πηγαίνει στο σπίτι μονάχη της. Εκεί συναντά μια εικόνα ερήμωσης.Στον κήπο της δεν ανθίζουν πια λουλούδια και τα δέντρα έχουν ξεραθεί. Ταχορτάρια στην πόρτα φανερώνουν το μέγεθος της εγκατάλειψης. Η Αρετή χτυπάτην πόρτα κι από μέσα ακούγεται η φωνή της μάνας. Μια νέα αποκάλυψηγίνεται. Η Αρετή μαθαίνει πως όλα τα αδέλφια της έχουν πεθάνει. Αμέσως μετάγίνεται η αναγνώριση και οι δύο γυναίκες πεθαίνουν αγκαλιασμένες.

4. Γλωσσικά- πραγματολογικά- ερμηνευτικά

Ήλιος δε σου την είδε: Η φράση αυτή δείχνει είτε α) μεγάλη φροντίδακαι προστασία που εξασφαλίζει η οικογένεια στην κόρη είτε β) την ομορφιά τηςκόρης, αφού, σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη, το λευκό δέρμα ήταν σημάδι ομορφιάς.

4

Page 5: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

Προξενητάδες: Είναι πρόσωπα που μεσολαβούν ανάμεσα σε δύο οικογένειεςγια να πραγματοποιηθεί ένας γάμος.Βαβυλώνα: Πρωτεύουσα της αρχαίας Βαβυλωνίας, της μεγάλης αυτοκρατορίας.Η πόλη έμεινε γνωστή για τους κρεμαστούς της κήπους, που δικαιολογημένατους θεωρούσαν σαν ένα από τα επτά θαύματα της αρχαιότητας. Βέβαια,την εποχή στην οποία αναφέρεται το τραγούδι, η Βαβυλώνα δεν έπαιζεκανέναν ιδιαίτερο ρόλο. Ήταν απλώς ένα σύμβολο πλούτου και δόξας, που έδινεακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα στην πρόταση των «προξενητάδων» και μετρούσεπερισσότερο στην απόφαση της οικογένειας.Βάλλω τον ουρανό κριτή: Δηλαδή ορκίζομαι στο όνομα του θεού. Εδώως «ουρανός» εννοείται ο «θεός».Ανέσπα τα μαλλιά της: Δηλαδή τραβούσε τα μαλλιά της. Με αυτόν τοντρόπο φαίνεται ο μεγάλος πόνος της. Η ενέργεια αυτή ήταν συνηθισμένη κατάτην αρχαιότητα.Κριτής: Ο δικαστής, ο εγγυητής, εδώ ο θεόςΚατάρα: λόγος μαγικός που συνοδεύεται από χειρονομίες και εκτοξεύεται εναντίον κάποιου για να του συμβεί κάτι κακό.

Πουλιά: μοτίβο της δημοτικής ποίησης, εδώ αλλά και σε άλλα δημοτικά τραγούδια προωθούν τη δράση ή το διάλογο.

5. Αφηγηματικές ΤεχνικέςΑφήγηση: από ένα παντογνώστη αφηγητή σε γ’ ενικό πρόσωπο.Μάλιστα ξεκινά με προσφώνηση προς τη μάνα και με β’ πρόσωπο.Μονόλογος· μάνας (επίκληση στο νεκρό Κωνσταντίνο με αναθεματισμούς)· πουλιών (με ανθρώπινη λαλιά, στοιχείο της τεχνική του δημοτικούτραγουδιού, που εκφράζουν την έκπληξη και το θαυμασμό της φύσηςγια το πρωτοφανές γεγονός)Διάλογος· Κωνσταντίνου - μάνας· Κωνσταντίνου – Αρετής· Αρετής - μάναςΣε αρκετά σημεία ο αφηγητής δίνει το λόγο στους ήρωές του. Έτσι:α) περιορίζει τη μονοτονία της αφήγησης και χαρίζει ποικιλία στο λόγο.β) ηθογραφεί άμεσα τα πρόσωπα: από αυτά που λένεαντιλαμβανόμαστε καλύτερα τις ιδιότητες του χαρακτήρα τους, τηνπροσωπικότητά τους, τα συναισθήματά τους.γ) προσδίδει στο λόγο δραματικότητα και ζωντάνια, αυθεντικότητα,θεατρικότητα, αφού με τους διαλόγους είναι σα να έχουμε τα πρόσωπανα δρουν μπροστά στα μάτια μας.° Η αφήγηση είναι ευθύγραμμη, δίχως αναδρομές και πρόδρομεςαφηγήσειςΕπιτάχυνση (συμπύκνωση του χρόνου αφήγησης – με περίληψη/σύνοψη=> επιτάχυνση ρυθμού αφήγησης)· αυτά που συνέβησαν στο μεταξύ,

5

Page 6: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

o (Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα,o κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοιo κι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πέθαναν)δίνονται πολύ πυκνά μέσα σε τρεις στίχους με σχήμα πολυσύνδετο(και σαν.... κι εμπήκε... κι έπεσε κι οι εννιά...) Επιβράδυνση για λόγους αφηγηματικής οικονομίας (παράταση τουχρόνου αφήγησης με διάλογο Αρετής – Κωνσταντή)Προϊδεασμός: χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοι

6. Ανάλυση επτά θεμάτων του ποιήματος1. Η δομή της οικογένειας (στ. 1-17): Φαίνεται ότι η οικογένεια έχει χαρακτήραπατριαρχικό. Κατ’ αρχήν, υπάρχει αυστηρή ιεραρχία· κεφαλή της οικογένειαςείναι ο πατέρας· και όταν λείψει, τον αντικαθιστά η μητέρα, η οποία αποφασίζεισε όλα τα σοβαρά ζητήματα. Σημαντικό ρόλο στη λήψη των αποφάσεων παίζειτο συμβούλιο των αδελφών, ενώ δεν έχουν καμία συμμετοχή τα κορίτσια τηςοικογένειας, ακόμη και σε ζητήματα ζωτικής γι’ αυτά σημασίας.

2. Η γυναίκα και ο γάμος (στ. 1-17): Η γυναίκα αντιμετωπίζεται σαν ένα μέλοςπου χρειάζεται ιδιαίτερη προστασία και βοήθεια από τους υπόλοιπους. Της λείπεικάθε ανεξαρτησία και αυτενέργεια. Ο γάμος γίνεται με προξενιό. Στη λήψητης απόφασης δεν παίζει κανένα ρόλο η ίδια η γυναίκα. Κάποιοι άλλοι θα αποφασίσουν αν θα την παντρέψουν ή όχι. Εδώ την απόφαση θα πάρει η μητέρα,αφού ακούσει τις γνώμες των γιων της.3. Η ξενιτιά (στ. 6-11, 24-25, 78): Η ξενιτιά είναι ένα στοιχείο που έχει σημαδέψειτη ζωή και τη σκέψη του Έλληνα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η μάναφοβάται να δώσει την κόρη της για γάμο στα ξένα, γιατί δεν θέλει να τη χάσει.Αντίθετα ο Κωσταντής, σκεπτόμενος ψυχρά υπολογιστικά, θέλει να παντρέψειτην αδελφή του, ώστε να έχει κάποιον που θα τον φιλοξενήσει, στα μακρινάταξίδια που κάνει (Φαίνεται ότι ασχολείται με το εμπόριο). Ο χαρακτήραςτης ξενιτιάς είναι διπλός: ευλογία και κατάρα μαζί.4. Ο όρκος (στ. 15-17): Ο όρκος παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. Ο Κωσταντής επικαλείται το θεό και τους αγίους και υπόσχεται πωςό,τι κι αν συμβεί, αυτός θα φέρει την αδελφή του πίσω από τα ξένα. Ο όρκοςείναι βαρύς και δεν μπορεί να μην πραγματοποιηθεί. Έτσι, αν και νεκρός, οΚωσταντής σηκώνεται από τον τάφο και φέρνει την αδελφή του πίσω. Τα λόγιακαι οι υποσχέσεις είχαν ιδιαίτερη βαρύτητα και δεν μπορούσε κανείς να τα παραβείεύκολα. Έτσι ο όρκος γίνεται στοιχείο που οδηγεί σε παραπέρα εξέλιξη, το μύθο, δίνοντάς του νέα ώθηση.5. Το ανακάλεμα του νεκρού (στ. 22-32): μάνα κλαίει και μοιρολογεί πάνω στουςτάφους των νεκρών της γιων. Ιδιαίτερη όμως είναι η ένταση πάνω από τον τάφοτου Κωσταντή. Η μάνα τον καταριέται, γιατί ήταν αυτός που επέμενε να δώσει σεγάμο την Αρετή και του ζητά να πραγματοποιήσει το τάξιμο που έκανε. Του θυμίζειότι είχε βάλει κριτή και μάρτυρες τους αγίους και τον ουρανό. Τα λόγια αυτάφέρνουν αποτέλεσμα. Η κατάρα της μάνας κάνει τη γη να ταραχτεί και ο Κωσταντήςσηκώνεται από τον τάφο του. Γίνεται βρυκόλακας και πηγαίνει να πραγματοποιήσειόσα υποσχέθηκε. Βέβαια, οι βρυκόλακες βγαίνουν από τον τάφο για να προκαλέσουν συνήθως κακό, ενώ ο Κωσταντής κάνει κάτι καλό και επιθυμώντας να τηρήσει όσα υποσχέθηκε, πηγαίνει να φέρει την κόρη στη μητέρα.6. Η μεταβολή της τύχης: Είναι χαρακτηριστική η μεταβολή που πραγματοποιείταικατά την εξέλιξη του μύθου. Έτσι, ενώ στην αρχή βλέπουμε την εικόνα μιας δυνατής

6

Page 7: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

και ενωμένης οικογένειας, όσο ο μύθος εξελίσσεται, τα πράγματα αλλάζουν.Στην αρχή πεθαίνουν οι εννιά γιοι. Το αίσθημα που κυριαρχεί από κει και πέρα είναι η μελαγχολία, ο φόβος, και η αγωνία για την τελική έκβαση της υπόθεσης. Η πρόσκαιρη χαρά της συνάντησης μάνας και κόρης απλώς επιτείνουν και κάνουν ακόμη πιο έντονο τον πόνο από το θάνατό τους, που είναι και ο τελικός νικητής.7. Τραγική ειρωνεία (στ. 35-65): Στον αναγνώστη είναι ξεκάθαρο από την αρχήότι ο Κωσταντής είναι ένας νεκρός που σηκώθηκε από τον τάφο του, είναι βρυκόλακας. Όμως η Αρετή έχει άγνοια του γεγονότος. Βέβαια, όσα γίνονται τηνβάζουν σε υποψίες: ο ξαφνικός ερχομός του Κωνσταντή μέσα στη νύχτα, τα λόγιατων πουλιών, το γεγονός ότι ο αδελφός της μυρίζει λιβάνι και ότι του έχουνπέσει τα μαλλιά και το μουστάκι του, όλα αυτά τα σημάδια κάνουν την Αρετή ναανησυχεί, δίνοντας μια ατμόσφαιρα μυστηριακή σε όλο το ποίημα. Όμως η Αρετήδε μαθαίνει την αλήθεια παρά μόνο στο τέλος, όταν φτάνει πια στην εκκλησιάκαι ο Κωσταντής ξαναγυρίζει στη γη.

7. Αξιολόγηση του τραγουδιού: Το τραγούδι «του νεκρού αδελφού» κατέχει σημαντική θέση στη νεοελληνική λογοτεχνία και μάλιστα στο ξεκίνημά της, ενώ ταυτόχρονα η σημασία του ξεπερνά τα στενά γεωγραφικά όρια της πατρίδας μας. Ο πρώτος που ανέδειξε τη σημασία του ήταν ο Ν. Πολίτης, ο οποίος έγραψε χαρακτηριστικά ότι το «άσμα τούτο αποδεικνύεται αναντιρρήτως εκ των αρίστων της δημώδους φιλολογίας, ου μόνον της ελληνικής αλλά και των άλλων λαών». Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και ο ποιητής Κ. Παλαμάς, ο οποίος ήταν εντυπωσιασμένος «από την ομορφάδα του τραγουδιού του βρυκόλακα» [εννοεί του νεκρού αδελφού]. Υπογραμμίζοντας τη σπουδαιότητα της συγκεκριμένης παραλογής, όπως και όλων των δημοτικών μας τραγουδιών, ο Παλαμάς έγραφε ότι«τα τραγούδια αυτά... είναι σαν έργα Τέχνης, και πως μπορεί περήφανα να συγκριθούνε με το δείνα ποίημα του δείνα περίφημου ευρωπαίου ποιητή». Έτσιαξιολογούσε τα δημοτικά μας τραγούδια ο Κ. Παλαμάς, τοποθετώντας τα στην ίδια σειρά με τα έργα των διασημότερων Ευρωπαίων ποιητών. Το τραγούδι αυτό αποτελείται από οχτώ ενότητες που είναι ταυτόχρονα και διαφορετικές σκηνές.

8. Παράλληλο κείμενοΟ τρόπος που καλούσαν το νεκρό να βγει από τον τάφο, για να βοηθήσεισε μια δύσκολη κατάσταση, είναι γνωστός ως «ανακάλεμα». Διαβάστε απότη μετάφραση του Ι. Γρυπάρη τους στίχους του Αισχύλου (Πέρσες: 628-680). Βρίσκετε ομοιότητες με τους στίχους 22-29 του τραγουδιού μας;Απάντηση:Τα δύο αποσπάσματα, ο θρήνος της μάνας πάνω στον τάφο και το απόσπασμαστους Πέρσες του Αισχύλου, είναι «ανακάλεμα», αφού και στις δύο περιπτώσεις οι νεκροί καλούνται να βγουν από τον τάφο για να βοηθήσουν σε μια δύσκολη

7

Page 8: του νεκρού-αδερφού

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Α’ ΛΥΚΕΙΟΥPANOS FILOLOGOS

κατάσταση. Όπως η μάνα καλεί το γιο της να τηρήσει τον όρκο του, έτσι και ο χορός των Περσών γερόντων, ύστερα από τη συντριβή του Ξέρξη στη Σαλαμίνα, καλεί το πνεύμα του νεκρού βασιλιά Δαρείου, για να τους βοηθήσει να βγουν από τη δύσκολη κατάσταση. Βέβαια, ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις υπάρχει και μια διαφορά. Οι Πέρσες παρακαλούν τον πεθαμένο βασιλιά να σηκωθεί και να τους βοηθήσει, ενώ η μάνα της παραλογής μας καταριέται τον πεθαμένο γιο της, γιατί δεν τήρησε τον όρκο του, και απαιτεί να πραγματοποιήσει το τάξιμό του. Κατά τα άλλα όμως, και στις δύο περιπτώσεις έχουμε ανακάλεμα ενός νεκρού.

Απόσπασμα από την τραγωδία «ΑΙΣΧΥΛΟΥ ΠΕΡΣΕΣ»Δεύτερο στάσιμοΣεβαστή βασίλισσα των Περσώνστέλνε λοιπόν και συ τις χοές σουστα βασίλεια του Άδη απ’ τη γηκι εμείς θα ζητήσουμε με ύμνουςνα σταθούν βοηθοί μας.Μακάριοι εσείς θεοί του κάτω κόσμουανεβάστε ξανά την ψυχή του στο φωςγιατί αυτός, που ξέρει απ’ όλους καλύτερα,μπορεί να βρει στα βάσανά μας γιατρικό,αυτός μόνο το τέλος μπορεί να μας πει.Άραγε με ακούει ο μακαρισμένοςο ισόθεος βασιλιάςπου σε γλώσσα γνώριμη, περσική,τον φωνάζουν με κλάματα και μοιρολόγιακαι με θλιβερά ξεφωνητά;Όσο μπορώ ψηλότερα θα διαλαλήσωτη μαύρη συμφορά που μας βρήκε.Άραγε μ’ ακούει βαθιά μες απ’ τον τάφο του;Αλλά, εσύ, Γη,και σεις οι άλλοι άρχοντες των νεκρών,αφήστε από τα βασίλειά σας ν’ ανεβεί στο φωςη μακαρισμένη, περήφανη ψυχήο Θεός των Περσών που γεννήθηκε στα Σούσα.Στείλτε τον επάνω αυτόνπου όμοιό του ως τώρα δεν έχει σκεπάσειτο χώμα της Περσίας.Πόσο πολύ αγαπητός είναι ο άντρας,πόσο πολύ αγαπητός ο τάφοςπου σκεπάζει μια τόσο αγαπημένη ψυχή.Αιδωνέα, στείλε τον ν’ ανεβεί σε μαςστείλε τον έξω στο φως, Αιδωνέα,το Δαρείο, τον ασύγκριτο βασιλιά μας.Γιατί εκείνος ποτέ δεν επήγαινενα καταστρέψει το στρατό τουσε άδικες πολεμικές συγκρούσεις.

8