ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ: Η...

Post on 29-Dec-2019

10 views 0 download

Transcript of ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ: Η...

  • 1

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ: Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ

    Χαρακτηριστικά φιλοσοφικών ερωτημάτων

    Η ιδιαιτερότητα των φιλοσοφικών ερωτημάτων είναι εμφανής στα εξής:

    Δεν ξέρουμε από πού να ξεκινήσουμε την ανάλυσή τους και ποια μέθοδο να χρησιμοποιήσουμε.

    Τα ερωτήματα αυτά ασκούν πάνω μας μια παράξενη γοητεία, προκαλούν δέος ή αμηχανία ή μας

    εκνευρίζουν όταν οδηγούμαστε σε αδιέξοδο.

    Πολλές φορές βιαζόμαστε να τα παρατήσουμε, αν όμως επιμείνουμε, ανακαλύπτουμε τα όρια της

    ανθρώπινης σκέψης.

    Γι’ αυτό και μπορούμε να αποκαλέσουμε τα ερωτήματα αυτού του είδους οριακά, θεμελιώδη ή έσχατα.

    Ακόμη κι αν δε βρούμε απαντήσεις, αξίζει να δοκιμάσουμε ακριβώς επειδή τα ερωτήματα αυτά είναι

    οριακά και η αναζήτηση των απαντήσεων θα μας συναρπάσει και θα διευρύνει τον πνευματικό μας

    ορίζοντα.

    Κατά συνέπεια, τα φιλοσοφικά ερωτήματα μας βοηθούν να ανοίγουμε νέες προοπτικές στη γνώση και στην πράξη, κατ’ επέκταση στη ζωή μας.

    Τι ονομάζεται «φιλοσοφία»;

    Η φιλοσοφία είναι σκέψη πάνω στην ίδια τη σκέψη και τις δυνατότητές της.

    Πολλοί χρησιμοποιούν τον όρο για να δηλώσουν και τα προϊόντα της, π.χ. τις φιλοσοφικές θεωρίες.

    Πρέπει να τονίσουμε τον δυναμικό και «ανοιχτό» χαρακτήρα του να φιλοσοφούμε.

    Καντ: Είναι σωστότερο να μαθαίνουμε «πώς να φιλοσοφούμε» και όχι ένα έτοιμο «σώμα» φιλοσοφικών

    αντιλήψεων και θεωριών.

    Χρήση της λέξης «φιλοσοφία»

    Δύσκολο να κατανοήσουμε την ιδιαίτερη μορφή σκέψης πάνω στην ίδια τη σκέψη, η οποία παρουσιάζεται

    με διαφορετικές μορφές.

    Τον περασμένο αιώνα και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες έχει γίνει κατάχρηση της λέξης «φιλοσοφία»

    στην καθημερινή γλώσσα.

    Η ευρύτητα της εφαρμογής της λέξης αυτής μας οδηγεί σε πολύ περισσότερες από μία «φιλοσοφίες», π.χ.

    φιλοσοφία του ανθρώπου, της κοινωνίας, των μαθηματικών, της τέχνης κλπ.

    Συνέπεια της ευρύτατης εφαρμογής του όρου «φιλοσοφία»

    Επικράτησε σύγχυση για το αντικείμενό της, η οποία οδήγησε σε μια αίσθηση «δικαιώματος ελεύθερης

    χρήσης» του όρου. Έτσι χρησιμοποιούμε συχνά φράσεις, όπως «φιλοσόφησέ το» ή «πρέπει να αλλάξουμε

    τη φιλοσοφία μας».

    Φιλοσοφία τελικά δεν είναι κάθε σκέψη, συνήθεια ή κανόνας, όπως δεν είναι θεωρία της φυσικής και

    κάθε απλή παρατήρηση ενός φυσικού φαινομένου.

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ:ΒΑΣΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

    Οι φιλόσοφοι για να απαντήσουν σε οριακά ερωτήματα που αφορούν τη σκέψη και τη ζωή μας

    προσπαθούν:

    Να ξεκαθαρίσουν γενικές και αφηρημένες έννοιες

    Να αιτιολογήσουν βασικές πεποιθήσεις

    Να διαμορφώσουν μια συνολική και συνεκτική θεώρηση του κόσμου και της θέσης του ανθρώπου μέσα σ’

    αυτόν

    Να αναδείξουν αρχές και αξίες που θα ρυθμίσουν και θα δώσουν νόημα στη ζωή μας.

  • 2

    1. Διασάφηση γενικών εννοιών

    Είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε διάφορες γενικές και αφηρημένες έννοιες, π.χ. χρόνος, ελευθερία,

    δικαιοσύνη κλπ. για να φιλοσοφήσουμε.

    Είναι πιθανό να έχουν άλλη σημασία στο πλαίσιο της επιστημονικής έρευνας και άλλη στο πλαίσιο της

    καθημερινής συζήτησης.

    Εξετάζουμε αν μπορούμε να δώσουμε έναν ορισμό για να μη συγχέουμε τη μία έννοια με την άλλη.

    2. Αιτιολόγηση βασικών πεποιθήσεων

    Όταν φιλοσοφούμε απορούμε ακόμη και για τα αυτονόητα.

    Οι φιλόσοφοι δε διστάζουν να μάς υπενθυμίζουν ότι οι αισθήσεις μας και η λογική μας συχνά σφάλλουν και

    ότι ακόμη και τα προφανή μπορεί να αλλάξουν.

    Μάς καλούν λοιπόν να προσπαθήσουμε να αιτιολογήσουμε ακόμη και τις πιο βασικές μας πεποιθήσεις,

    αυτές που αποκτήσαμε από την εμπειρία μας ή από την οικογένεια, το σχολείο κ.ο.κ.

    Ακόμη κι αν αποτύχουμε να αιτιολογήσουμε τις πεποιθήσεις μας, καλό είναι να ξέρουμε γιατί αποτύχαμε.

    3. Διαμόρφωση μιας συνολικής θεώρησης του κόσμου και της θέσης του ανθρώπου μέσα σ’

    αυτόν

    Η κοινή εμπειρία μας, η θρησκεία, οι επιστήμες, η τέχνη μάς φανερώνουν διαφορετικές όψεις του κόσμου,

    οι οποίες μπορεί και να συγκρούονται μεταξύ τους.

    Η φιλοσοφία είναι η πνευματική δραστηριότητα που καλείται να μεσολαβήσει ανάμεσα σε αυτές τις

    «εικόνες» και να μας βοηθήσει να τις συμφιλιώσουμε, να τις ιεραρχήσουμε ή να εξηγήσουμε πώς

    σχετίζονται μεταξύ τους.

    Από την αρχαιότητα οι φιλόσοφοι επιδιώκουν να συνδυάσουν τις διάφορες γενικές θεωρίες και αντιλήψεις

    και να διαμορφώσουν μια συνολική και λογικά συνεκτική θεώρηση του κόσμου και της θέσης του

    ανθρώπου μέσα σ’ αυτόν.

    Τα «μεγάλα» ερωτήματα για τη ζωή, το θάνατο κλπ. μπορούν να φωτιστούν.

    Είναι πολύ δύσκολο να έχουμε μια γενική εποπτεία όλων αυτών που ξέρουμε ή νομίζουμε ότι ξέρουμε λόγω

    του καταιγισμού των γνώσεων.

    4. Καθοδήγηση της πράξης και οργάνωσης του τρόπου ζωής μας

    Από την εποχή των σοφιστών και του Σωκράτη η φιλοσοφία φαίνεται να έχει και πρακτικούς στόχους.

    Η ανάλυση και η διασάφηση των εννοιών, η αιτιολόγηση των βασικών πεποιθήσεων και η επεξεργασία

    μιας συνολικής θεώρησης του κόσμου και του ανθρώπου υποδεικνύουν αρχές και αξίες που θα ρυθμίσουν

    και θα νοηματοδοτήσουν τη ζωή μας.

    Η θεωρία πρέπει να καθοδηγεί και τις πράξεις μας.

    Το πώς πρέπει να ζούμε ως άτομα, το πώς να συμπεριφερόμαστε ο ένας στον άλλον, το πώς να

    οργανώνουμε την κοινωνία και τους πολιτικούς θεσμούς απασχολούν και σήμερα τους φιλοσόφους.

    Ιδιαίτερα για την αρχαιοελληνική σκέψη, η φιλοσοφία είναι και τέχνη του βίου.

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΡΙΤΗ: ΚΛΑΔΟΙ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

    Οι κλάδοι της φιλοσοφίας ορίζονται ή προσδιορίζονται με βάση τα φιλοσοφικά προβλήματα που καλούνται να συζητήσουν. Μεταξύ άλλων έχουμε τους εξής κλάδους: Γνωσιολογία: είναι θεωρία της γνώσης σχετικά με τις δυνατότητες, τις πηγές, τα είδη και τις μεθόδους απόκτησής της. Μεταφυσική ή οντολογία: ερευνά τη βαθύτερη υφή ή δομή ή σύσταση της πραγματικότητας. Είναι μια γενική θεωρία αυτού που υπάρχει ή σχετικά με το τι υπάρχει. Π.χ. υπάρχει θεός, υπάρχει μεταθανάτια ζωή κ.λπ.

  • 3

    Αξιολογία ή πρακτική φιλοσοφία: περιλαμβάνει την ηθική, την πολιτική φιλοσοφία και την αισθητική. Ασχολείται με αρχές και αξίες που κατευθύνουν ή θέλουμε να κατευθύνουν τη ζωή μας. Λογική: ασχολείται με τον τρόπο ή τη μέθοδο σκέψης. Λογίζεται συνεπώς ως όργανο της ορθής νόησης∙ δηλαδή όργανο ή εργαλείο για να σκεφτόμαστε ορθά.

    ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ

    Για να υποστηρίξει κανείς τις απόψεις του ή τις ιδέες του χρειάζεται να χρησιμοποιεί επιχειρήματα. Πώς οργανώνεται το επιχείρημα; Ξεκινάμε από τις προκείμενες [=προτάσεις με λιγότερο ή περισσότερο λογικό περιεχόμενο] και καταλήγουμε στο συμπέρασμα: συμπερασματική πρόταση. Η λογική μας επιτρέπει να διακρίνουμε πότε ένα επιχείρημα είναι ή δεν είναι έγκυρο. Έγκυρο είναι, όταν το συμπέρασμα συνάγεται κατ’ αναγκαιότητα από αληθείς προκείμενες [δες τα παραδείγματα του εγχειριδίου σ. 11] . Τα φιλοσοφικά επιχειρήματα δεν αναπτύσσονται μέσα στο θεωρητικό περιβάλλον των επί μέρους επιστημών, αλλά συγκροτούν τα στοιχεία τους από κοινές απόψεις. Επίσης χρησιμοποιούν συνήθως την καθημερινή γλώσσα και όχι κάποια ειδική ορολογία.

    ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

    Σε παλαιότερες εποχές δε γινόταν διάκριση μεταξύ φιλοσοφίας και επιστημών.

    Από τη φιλοσοφία αποσπάστηκαν σιγά σιγά επιμέρους γνωστικά πεδία, τα οποία αργότερα αποτέλεσαν τη

    φυσική, τη βιολογία κτλ.

    Παρά τη μεγάλη εξέλιξη των επιστημών, η φιλοσοφία εξακολουθεί να υφίσταται ως μια διαφορετική

    εκδήλωση του πνεύματος.

    Διακρίνεται από τις επιστήμες ως προς: το βαθμό γενικότητας, την έμφαση στη διερεύνηση εννοιών, την

    επιμονή στη βαθύτερη αιτιολόγηση βασικών πεποιθήσεων και τη σημασία της για τη νοηματοδότηση της

    ανθρώπινης ύπαρξης.

    Η φιλοσοφία προηγείται των επιστημών: έτσι μπορεί να συμβάλλει στη θεμελίωση των αρχών τους, στον προσδιορισμό των εννοιών τους, στην οργάνωση των μεθόδων τους. Η φιλοσοφία όμως έρχεται και «μετά» από τις επιστήμες: δηλαδή συνοψίζει και ερμηνεύει και αξιολογει τα πορίσματα των ερευνών τους. Η φιλοσοφία δεν στέκεται «δίπλα» στις επιστήμες, δηλαδή δεν είναι μια παράλληλη επιστήμη, αλλά στέκεται «πάνω» ή «κάτω». Η φιλοσοφική σκέψη δεν έχει τη γραμμική εξέλιξη που έχουν οι επιστήμες.

    Επιστρέφει διαρκώς σε ερωτήματα που παραμένουν «ανοικτά» από τη φύση τους και προσπαθεί να τα

    φωτίσει.

    Δεν μπορεί να αγνοεί την εξέλιξη της επιστημονικής προσέγγισης του κόσμου.

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΕΤΑΡΤΗ:ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

    1. Αμφισβητήσεις της αξίας της φιλοσοφίας

    Τα φιλοσοφικά ερωτήματα μας φαίνονται στην αρχή παράξενα, ενώ οι φιλόσοφοι επιμένουν υπερβολικά

    στην επεξήγηση εννοιών που θεωρούνται δεδομένες και στην αιτιολόγηση θέσεων που οι περισσότεροι

    δεχόμαστε χωρίς συζήτηση.

    Για τον απλό άνθρωπο η φιλοσοφική αναζήτηση είναι κουραστική, γιατί ζητά να εμβαθύνουμε στα διάφορα ζητήματα. Επίσης μοιάζει άσκοπη και ανώφελη, αφού δεν οδηγεί σε απτά αποτελέσματα. Άλλοι πιστεύουν ότι η φιλοσοφική σκέψη είναι απρόσιτη και άλλοι ότι η φιλοσοφική ενασχόληση είναι χάσιμο χρόνου, γιατί δεν οδηγεί σε πρακτικά αποτελέσματα παρά αναλώνεται σε σχολαστικές συζητήσεις χωρίς αντίκρισμα.

  • 4

    Δεν παραγνωρίζεται και το γεγονός ότι η κριτική στάση του φιλοσόφου πολλές φορές θεωρείται επικίνδυνη, γιατί μοιάζει να υπονομεύει τη θρησκευτική πίστη, να κλονίζει βεβαιότητες, να αμφισβητεί τους πολιτικούς θεσμούς κ.λπ.

    Παραδείγματα δίωξης ή καταδίκης φιλοσόφων

    Η κριτική στάση που υιοθετούν οι φιλόσοφοι απέναντι σε βασικά ζητήματα θεωρείται από αρκετούς και

    επικίνδυνη, επειδή κλονίζει τη σιγουριά μας και ενδεχομένως υπονομεύει την πίστη μας στη θρησκεία, στις

    παραδόσεις και στους πολιτικούς θεσμούς της κοινωνίας μας.

    Αναξαγόρας (αθεΐα), Σωκράτης (εισαγωγή στην κοινωνία «καινών δαιμονίων» και για «διαφθορά των

    νέων»), Πλάτων (αιχμαλωσία στη Σικελία), Τζορντάνο Μπρούνο (καύση στην πυρά λόγω αιρετικής

    διδασκαλίας), Σπινόζα (αφορισμός από την εβραϊκή κοινότητα του Άμστερνταμ), Καντ (απαγόρευση του

    βιβλίου του για τη θρησκεία), Μπ. Ράσελ (φυλάκιση λόγω της εναντίωσής του στη συμμετοχή της

    Βρετανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο).

    Αλληγορία του σπηλαίου

    Η Πολιτεία περιλαμβάνει την Αλληγορία του σπηλαίου, με την οποία ο Πλάτων εξηγεί τη Θεωρία των Ιδεών του.

    Σύμφωνα με τον αλληγορικό μύθο οι άνθρωποι ζούμε σαν φυλακισμένοι μέσα στις παραισθήσεις και τις αυταπάτες μας και δεν μπορούμε να γνωρίσουμε την αλήθεια γιατί μας εμποδίζουν τα δεσμά των αισθήσεων αλλά και τα δεσμά των εξουσιαστών, που χειραγωγούν τις αισθήσεις μας ώστε να αντιλαμβανόμαστε μόνο την πραγματικότητα όπως την καθορίζουν εκείνοι. Κάποια στιγμή μερικοί δεσμώτες απαλλάσσονται επιτέλους από την επιρροή των δογμάτων, χάρη στην παιδεία και τον ορθό λόγο και επιτέλους με καθαρή σκέψη μπορούν να γνωρίσουν την αλήθεια βασιζόμενοι σε αποδείξεις.

    2. Η χρησιμότητα της φιλοσοφίας Η φιλοσοφία δεν είναι ούτε άχρηστη ούτε επικίνδυνη. Μας βοηθά να αποφύγουμε τη σύγχυση εννοιών, να ανιχνεύσουμε απαντήσεις σε «μεγάλα ερωτήματα» της ύπαρξής μας, να συνειδητοποιήσουμε τα όρια της γνώσης μας και να διαμορφώσουμε συνολικές αντιλήψεις για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Εξάλλου η χαρά της διανοητικής έρευνας μας επιτρέπει να βγούμε από τη ρουτίνα της καθημερινότητας και να δούμε τα πράγματα από κάποια απόσταση. Η μελέτη της φιλοσοφίας έχει πρακτική σημασία και συμβάλλει στην προσωπική ανάπτυξη του ατόμου και στην κοινωνική πρόοδο. Η άσκηση στην επιχειρηματολογία οξύνει την κριτική μας ικανότητα, μας προστατεύει από λογικά σφάλματα και μας δίνει τη δυνατότητα να ελέγξουμε και να διορθώσουμε πολλές προκαταλήψεις.

  • 5

    Η φιλοσοφία διευρύνει τον πνευματικό μας ορίζοντα και μας φανερώνει θεωρητικές ή πρακτικές δυνατότητες που δεν είχαμε σκεφτεί προηγουμένως, όπως συνέβη στην περίπτωση του Νεύτωνα ή του Αϊνστάιν. Και στον χώρο των νομικών και των πολιτικών συζητήσεων ο κριτικός ρόλος της φιλοσοφίας είναι πολύτιμος. Οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού (Ρουσό, Λοκ, Βολταίρος) επεξεργάστηκαν τις ιδέες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κοινωνικού συμβολαίου. Σύγχρονοι φιλόσοφοι (Ράσελ, Σαρτρ, Μαρκούζε και Τσόμσκυ) ήρθαν σε αντιπαράθεση με την πολιτική εξουσία. Και στην προσωπική μας ζωή θα μπορούσαμε να βρούμε παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι η φιλοσοφική συζήτηση μας βοήθησε να καταλάβουμε καλύτερα ένα πρόβλημα και να πάρουμε σωστότερες αποφάσεις. Κάθε άνθρωπος θα αισθανθεί κάποια στιγμή την ανάγκη να «φιλοσοφήσει». Πρέπει να προσπαθήσει να «φιλοσοφήσει» με μεθοδικότητα, σοβαρότητα και λογική αυστηρότητα στη σκέψη του.

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΕΜΠΤΗ: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

    Η φιλοσοφική δραστηριότητα δεν βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου.

    Κάποιοι φιλόσοφοι έχουν υποστηρίξει μάλιστα ότι τα φιλοσοφικά ερωτήματα καθορίζονται εξ

    ολοκλήρου από την εποχή και την κοινωνία μέσα στην οποία τίθενται.

    Ακόμη κι αν τα ερωτήματα αυτά έχουν να κάνουν με σταθερά και υπερχρονικά δεδομένα (π.χ..

    γέννηση, θάνατος), εντούτοις ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνονται και η έμφαση που τους δίνεται

    ποικίλλει από εποχή σε εποχή, από πολιτισμό σε πολιτισμό.

    Προσωκρατικοί φιλόσοφοι (7ος και 6ος π.Χ. αι.) Μεταφυσικά ή οντολογικά ερωτήματα για την υφή της πραγματικότητας

    Εποχή σοφιστών και Σωκράτη (5ος αι. π.Χ) Στροφή στην πρακτική φιλοσοφία και ειδικότερα στην ηθική

    Κατά τον Μεσαίωνα (11ος – 15ος αι.) Κυριαρχούν θεολογικά ερωτήματα σχετικά με τη σχέση γνώσης και πίστης

    Νεότερη εποχή από τον Ντεκάρτ μέχρι και τον Καντ (17ος – 18ος αι.)

    Στροφή στη γνωσιολογία

    Χέγκελ (19ος αι.) Δίνεται έμφαση στη φιλοσοφία της ιστορίας και τονίζεται η σημασία της ιστορικής εξέλιξης της φιλοσοφικής σκέψης. Ο Χέγκελ πιστεύει ότι μπορούμε να κατανοήσουμε την ίδια την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας μέσα από τη μελέτη αυτής της εξέλιξης.

    Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αι. Νέα στροφή στις φιλοσοφικές αναζητήσεις (φιλοσοφία της γλώσσας, λογική), ενώ παράλληλα δίνεται έμφαση και στην καλύτερη κατανόηση της ανθρώπινης ύπαρξης.

    Οι φιλόσοφοι δεν μπορούν να αγνοούν την ιστορία του ανθρώπινου στοχασμού.

    Η μελέτη του παρελθόντος και των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών που επικρατούν σε διάφορες

    ιστορικές στιγμές τούς επιτρέπει να ερμηνεύουν καλύτερα το πώς πρωτοεμφανίστηκαν κάποια

    προβλήματα και να παρακολουθούν τις διαφορετικές προσπάθειες για την αντιμετώπισή τους.

  • 6

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ, ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

    1.Λέξεις και νόημα

    Με τη γλώσσα εκφράζουμε τις σκέψεις μας και επικοινωνούμε με τους άλλους ανθρώπους. Υπάρχει

    ουσιαστική σχέση ανάμεσα στον νου και τη γλώσσα.

    Η γλώσσα αποτελείται από λέξεις.

    Η λέξη είναι το μικρότερο τμήμα της γλώσσας που έχει νόημα.

    Μερικές λέξεις σημαίνουν ένα συγκεκριμένο πράγμα, π.χ. η λέξη «Όλυμπος» αναφέρεται σε ένα

    συγκεκριμένο ελληνικό βουνό.

    Είναι επομένως ένα είδος «ταμπέλας» αυτού του συγκεκριμένου πράγματος.

    Ένα σύνολο από λέξεις – ταμπέλες πάντως δεν μπορεί να αποτελέσει γλώσσα.

    Οι λέξεις δεν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους, αλλά με τον συνδυασμό τους δημιουργούμε προτάσεις, οι

    οποίες εκφράζουν σύνθετα και περίπλοκα νοήματα.

    Υπάρχουν πολλά είδη λέξεων (μέρη του λόγου).

    Πολλές φορές μια λέξη είναι δυνατόν να οριστεί από άλλες λέξεις, π.χ. η λέξη «τετράγωνο» σημαίνει

    «ορθογώνιο παραλληλόγραμμο που έχει όλες τις πλευρές του ίσες».

    Δεν είναι όμως δυνατόν όλες οι λέξεις να μπορούν να οριστούν.

    Κάποιες θα πρέπει να έχουν άμεσο νόημα και πάνω σ’ αυτές θα πρέπει να βασίζονται οι άλλες.

    Σχέση λέξεων- πραγμάτων σημειακό τρίγωνο

    “σημαίνον” (γλωσσική μορφή- λέξη)

    “σημαινόμενο” (περιεχόμενο νοήματος-έννοια) “αναφερόμενο” (πράγμα που δηλώνεται)

    Οι λέξεις σχετίζονται με τις έννοιες (ή είναι ονόματα για τις έννοιες), ενώ οι έννοιες αναφέρονται σε

    σύνολα πραγμάτων.

    Παράδειγμα:

    Με τη λέξη «βιβλίο» δεν αναφερόμαστε μόνο σ’ ένα συγκεκριμένο βιβλίο που κρατάμε στα χέρια μας, αλλά

    και σε όλα τα άλλα βιβλία που υπάρχουν ή υπήρξαν ή θα υπάρξουν στο μέλλον.

    Κάποιος άλλος που λέει αυτή τη λέξη κατανοεί ό, τι ακριβώς κι εμείς, παρόλο που τα βιβλία από τα οποία

    έχει άμεση εμπειρία μπορεί να είναι τελείως διαφορετικά από τα δικά μας. . Τέλος, κάποιος που μιλάει

    Αγγλικά, όταν προφέρει τη λέξη “book”, εννοεί ό,τι κι εμείς με τη λέξη “βιβλίο”.

    Υπάρχει λοιπόν κάποια ιδέα, κάποια έννοια η οποία καλύπτει όλες τις περιπτώσεις βιβλίων και εκφράζεται

    στις διάφορες γλώσσες με διαφορετικές λέξεις, αφού η έννοια βιβλίο” είναι ίδια (μία και μοναδική), όποια

    γλώσσα κι αν μιλάμε

    Έτσι είναι δυνατή η μετάφραση από μια γλώσσα στην άλλη, αφού αλλάζουμε τις λέξεις που

    χρησιμοποιούμε για τις ίδιες έννοιες.

    Συμπέρασμα: Οι λέξεις δε χαρακτηρίζουν συγκεκριμένα πράγματα αλλά έννοιες. Επειδή όμως οι έννοιες

    αναφέρονται σε σύνολα ομοειδών πραγμάτων, το νόημα των λέξεων έχει καθολικό χαρακτήρα (καθολικές

    έννοιες).

  • 7

    2.Οι καθολικές έννοιες

    Εκτός από τις έννοιες που δηλώνουν ένα σύνολο ίδιων πραγμάτων, έχουμε και έννοιες που δηλώνουν

    χαρακτηριστικά πραγμάτων(ιδιότητες ή αφηρημένες καταστάσεις).

    Π. χ. στην ερώτηση «τι είναι δικαιοσύνη;» δεν αρκεί να αναζητήσουμε τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σε όλες

    τις πράξεις, γιατί οι πράξεις μας δεν είναι απλώς δίκαιες ή άδικες.

    Υπάρχουν διαβαθμίσεις ∙ άλλες πράξεις είναι λιγότερο και άλλες περισσότερο δίκαιες. Ίσως και να μην

    υπάρχουν απόλυτα δίκαιες πράξεις.

    Το ίδιο συμβαίνει και με την έννοια “λευκό” (όπως και με πολλές άλλες έννοιες). Μήπως υπάρχει μία

    καθαρή ουσία της λευκότητας, που είναι πάντα ίδια και η οποία δίνει στα πράγματα (όταν αυτά μετέχουν,

    λίγο ή πολύ, σ’ αυτήν) το χαρακτηριστικό της λευκότητας;

    Δυϊσμός του Πλάτωνα/Θεωρία ιδεών

    Ο Πλάτων ονομάζει τις καθαρές ουσίες ιδέες.

    Οι ιδέες είναι πράγματα υπαρκτά, ανεξάρτητα από τον αισθητό κόσμο, αιώνια και αμετάβλητα.

    Αυτά μπορούμε να τα προσεγγίσουμε και να τα γνωρίσουμε μόνο με τον νου και όχι με τις

    αισθήσεις.

    Με αυτόν τον τρόπο ο Πλάτων οδηγείται σ’ έναν δυϊσμό.

    Θεωρεί ότι υπάρχουν δύο κόσμοι, ο αισθητός κόσμος της εμπειρίας μας και ο κόσμος των ιδεών,

    που είναι νοητός και υπερβαίνει τις αισθήσεις.

    Έννοιες «Καθόλου»

    Ο Αριστοτέλης αντιδρά έντονα στη θεωρία του Πλάτωνα.

    Ονομάζει τα πράγματα ή τις ουσίες «καθόλου» (καθολικές έννοιες).

    Αυτές δεν είναι πράγματα ξεχωριστά από τα φυσικά αντικείμενα, αλλά προκύπτουν από αυτά μέσω

    νοητικής αφαίρεσης.

    Σχηματίζουμε δηλαδή στον νου μας την καθολική έννοια της λευκότητας, όταν από διάφορα λευκά

    αντικείμενα αφαιρέσουμε όλες τις άλλες ιδιότητες και κρατήσουμε μόνο την έννοια του λευκού.

    Εμπειριστές φιλόσοφοι

    Παρόμοια θέση με αυτήν του Αριστοτέλη παίρνουν και οι εμπειριστές φιλόσοφοι (Τζον Λοκ,

    Ντέιβιντ Χιουμ) όσον αφορά τις καθολικές έννοιες.

    Γι’ αυτούς τους φιλοσόφους, όταν σκεφτόμαστε ένα τρίγωνο, σχηματίζουμε στο μυαλό μας μία

    εικόνα για κάποιο τρίγωνο και φροντίζουμε να χρησιμοποιούμε για τον σχηματισμό αυτής της

    εικόνας μόνο τα χαρακτηριστικά που είναι κοινά σε όλα τα τρίγωνα. Άρα η αντικειμενική

    πραγματικότητα υπάρχει στο μυαλό μας ως παράσταση, την οποία διαμορφώνουμε εμπειρικά με

    τις αισθήσεις.

    Ωστόσο, κάθε εικόνα δεν παύει να είναι κάτι ατομικό, κάτι που αφορά σε μεμονωμένο άτομο.

    Αυτό που έχουμε στο μυαλό μας είναι η σκέψη μας για τη λευκότητα και όχι η λευκότητα ως ουσία.

    Αν η καθολική έννοια «λευκό» ήταν σκέψη, τότε οι καθολικές έννοιες δε θα ήταν ίδιες για όλους

    μας, αφού οι σκέψεις διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο.

    Ονοματοκρατία (Νομιναλισμός)

    Κάποιοι θεωρούν ότι οι καθολικές έννοιες δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν με κανέναν τρόπο.

    Έχουμε μόνο επιμέρους ατομικά πράγματα.

  • 8

    Υπάρχουν βέβαια γενικές λέξεις, λέξεις δηλαδή που χρησιμοποιούνται από όλους, όπως «λευκό»,

    αλλά όχι πράγματα, όπως η «λευκότητα».

    Η θεωρία αυτή λέγεται νομιναλισμός ή ονοματοκρατία και πρωτοδιατυπώθηκε από φιλοσόφους

    του Μεσαίωνα (Βοήθιος, Γουλιέλμος του Όκαμ).

    Οι νομιναλιστές θεωρούν ότι ένα πράγμα ανήκει λόγου χάριν στην κατηγορία βιβλίο, επειδή μοιάζει

    με κάποιο δεδομένο βιβλίο που το παίρνουμε ως βασικό παράδειγμα.

    Η απάντηση όμως αυτή χρησιμοποιεί ήδη την καθολική έννοια της ομοιότητας. Χωρίς αυτή την

    καθολική έννοια δεν μπορούμε να κρίνουμε αν δύο πράγματα είναι όμοια.

    3. Μη ρωτάτε για το νόημα, ρωτήστε για τη χρήση

    Παρ’ όλα τα παραπάνω φιλοσοφικά προβλήματα, στην καθημερινή μας ζωή χρησιμοποιούμε τη γλώσσα χωρίς κανένα πρόβλημα. Έτσι κάποιοι σύγχρονοι φιλόσοφοι (με σημαντικότερο τον Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν) προτείνουν να επικεντρωθούμε μόνο στη χρήση της γλώσσας. Η γλώσσα είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο. Δεν τη φτιάχνει κάποιος για τον εαυτό του - και μ’ αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχει “προσωπική” γλώσσα. Η γλώσσα είναι μια ικανότητα που την αποκτάμε όλοι από τη χρήση της με τους συνανθρώπους μας. Με τη γλώσσα δε μεταδίδουμε μόνο πληροφορίες δηλώνοντας ή περιγράφοντας καταστάσεις πραγμάτων. Με τη γλώσσα κάνουμε επίσης διάφορα πράγματα, όπως όταν υποσχόμαστε κάτι, όταν διατάζουμε, όταν ευχόμαστε, όταν παρακαλούμε κτλ. Γι’ αυτόν τον λόγο και κάποιοι φιλόσοφοι, όπως ο Τζον Όστιν, μιλούν για την επιτελεστική λειτουργία της γλώσσας και ονομάζουν τις αντίστοιχες προτάσεις επιτελεστικές, διότι αυτές δεν περιγράφουν, αλλά επιτελούν (κάνουν) κάτι. Όταν μαθαίνουμε μια γλώσσα, “συνδεόμαστε” με ένα σύστημα που πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Έτσι, μαθαίνουμε το νόημα μιας λέξης παρατηρώντας το πώς χρησιμοποιούν οι άλλοι άνθρωποι αυτή τη λέξη. Επομένως η χρήση της λέξης έχει νόημα μόνο ως μέρος της ευρύτερης χρήσης της λέξης αυτής στη γλώσσα μας. Είναι όμως κάθε χρήση λέξεων ή φράσεων “νόμιμη”;

    Κριτική θεωρίας Αν το νόημα μιας λέξης ή φράσης βρίσκεται στη χρήση της, τότε πώς εξηγείται το γεγονός ότι δύο

    διαφορετικές λέξεις ή φράσεις έχουν το ίδιο νόημα; Αν το νόημα μιας λέξης βρίσκεται στη χρήση της, τότε οι διάφορες γλώσσες θα έπρεπε να είναι

    συστήματα λίγο πολύ ασύμβατα μεταξύ τους. Πώς είναι λοιπόν δυνατή η μετάφραση από μια γλώσσα σε μια άλλη;

    Δεδομένου εξάλλου ότι στο πλαίσιο αυτής της θεωρίας δε γίνεται δεκτή η ύπαρξη καθολικών εννοιών, τότε πώς είναι δυνατόν η χρήση μιας λέξης από όλους τους ομιλητές της ίδιας γλώσσας να της δίνει καθολική διάσταση;

    Αν το νόημα μιας λέξης περιλαμβάνει όλες τις δυνατές χρήσεις της, τότε είναι δυνατόν να μιλάμε για λανθασμένη (ή καταχρηστική) χρήση; Μήπως έτσι το νόημα της λέξης παραμένει πάντα, λίγο ή πολύ, απροσδιόριστο;

    Όπως και πολλά άλλα φιλοσοφικά ερωτήματα, έτσι και το ερώτημα για το νόημα των λέξεων παραμένει ανοικτό. Ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο εξετάζουμε το θέμα ή ανάλογα με άλλες φιλοσοφικές θέσεις μας, είναι δυνατόν να φθάσουμε σε διαφορετικά συμπεράσματα.

  • 9

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΕΤΑΡΤΗ: ΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ 1. Λόγος και λογική

    Λόγος: ομιλία, συζήτηση, λέξη, διήγηση, λόγος (βγάζω λόγο) δύναμη της διάνοιας, λογική σκέψη, αιτιολόγηση. επιχειρηματολογία, λογισμός, λογαριασμός… Λογικός: ο έχων ορθό λόγο ή κρίση, ο ικανός στη λογική σκέψη, εύλογος Λογική ή Λογική Τέχνη: 1. επιστήμη της ανθρώπινης σκέψης 2. επιστήμη που μελετά τους νόμους της σκέψης 3. επιστήμη που ασχολείται με τους νόμους της ορθής σκέψης 4. επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη των έγκυρων επιχειρημάτων, δηλαδή με ποιους τρόπους οδηγούμαστε αναγκαστικά σε κάποια συμπεράσματα, αν δεχτούμε κάποιες υποθέσεις. (αριστοτελική λογική «Αναλυτικά Πρότερα»)

    2. Σύντομη ιστορική αναδρομή Προσωκρατικοί φιλόσοφοι -Πλάτωνας- σοφιστές: Στοιχειώδεις προβληματισμοί πάνω στους κανόνες της λογικής. Σοφιστές:(δημοκρατία → ρητορική → πολιτική)

    Διδασκαλία τέχνης πειθούς. Επαρκής υποστήριξη δύο αντίθετων απόψεων. Χρήση αληθοφανών αλλά μη έγκυρων επιχειρημάτων («σοφίσματα»).

    Αριστοτέλης - Θεμελιωτής της λογικής:

    Συστηματική μελέτη λογικών θεμάτων, ταξινομώντας τις διάφορες μορφές προτάσεων και έγκυρων επιχειρημάτων.

    Λογική κατηγορημάτων: το βασικό κύτταρό της είναι η έννοια και σε έναν συλλογισμό το συμπέρασμα βγαίνει λόγω του κατάλληλου συνδυασμού των όρων στις τρεις προτάσεις.

    Αναλλοίωτη σχεδόν η λογική του ως το 19ο αι. «Όργανον» = 6 συνολικά έργα λογικής.

    Στωικοί φιλόσοφοι – Χρύσιππος:

    Λογική προτάσεων: το βασικό κύτταρό της είναι η απλή πρόταση, η οποία δεν αναλύεται πιο πέρα σε υποκείμενο και κατηγόρημα, και το συμπέρασμα βγαίνει λόγω της σχέσης που έχουν οι προτάσεις μεταξύ τους. Η μία προκείμενη είναι υποθετική πρόταση.

    Άραβες & Χριστιανοί φιλόσοφοι Μεσαίωνα:

    Σχολιασμός έργων Αριστοτέλη – λογική. Βελτίωση σημείων αριστοτελικής λογικής.

    16ος αι. κ.ε.: Ύφεση στη λογική έρευνα (εξαίρεση: Λάιμπνιτς). Μέσα 19ου αι. κ.ε.:

    Αναζωπύρωση ενδιαφέροντος από φιλοσόφους και μαθηματικούς για τη λογική. Συμβολική ή μαθηματική λογική (Ντε Μόργκαν, Μπουλ, Μπολζάνο). Σχολές: Αλγεβρική (Περς, Βεν), Λογιστική (Φρέγκε, Ράσελ), Φορμαλιστική (Χίλμπερτ). Γκέντελ. Επίδραση και βασικό εργαλείο της σύγχρονης αναλυτικής φιλοσοφίας. Προβληματισμός για το αν η λογική είναι μέρος της φιλοσοφίας ή αποτελεί απαραίτητο εργαλείο

    (“όργανον”) για τη φιλοσοφία. Η λογική έρευνα σήμερα γίνεται κυρίως από τους μαθηματικούς ενώ μέχρι και τον 19ο αιώνα

    γινόταν σχεδόν αποκλειστικά από φιλοσόφους. Σήμερα θεωρείται ανεξάρτητη επιστήμη.

  • 10

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΕΜΠΤΗ: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ

    1. Έννοιες

    Στην αριστοτελική λογική οι έννοιες τυποποιούνται με σημείο αναφοράς το πλάτος και το βάθος:

    Πλάτος: Το σύνολο των ομοειδών πραγμάτων που υπάγονται σ’ αυτήν: όχημα

    (αυτοκίνητα, φορτηγά, μοτοσικλέτες, ποδήλατα)

    Βάθος: Σύνολο κοινών ιδιοτήτων των αντικειμένων που υπάγονται σ’ αυτήν

    (όσο μεγαλύτερο το βάθος, τόσο στενότερο το πλάτος. Π.χ. ζώο,

    θηλαστικό)

    Γένος: Κάθε ευρύτερη έννοια που περιέχει στο πλάτος της μία ή περισσότερες

    στενότερες έννοιες

    Είδος: Η στενότερη έννοια που περιλαμβάνεται στο πλάτος ενός γένους

    (οικία: γένος, δυάρι: είδος)

    Προσεχές

    γένος:

    Το αμέσως ευρύτερο γένος μιας έννοιας

    Προσεχές

    είδος:

    Το αμέσως στενότερο γένος μιας έννοιας

    Ειδοποιός

    διαφορά:

    Το γνώρισμα που διαφοροποιεί το πλάτος του προσεχούς γένους και

    του προσεχούς είδους

    Ο καλύτερος τρόπος να ορίσουμε μια έννοια είναι μέσα από το προσεχές γένος και την ειδοποιό διαφορά

    Με σημείο αναφοράς το πλάτος, οι έννοιες ενδέχεται να είναι (σχήμα βιβλίου)

    Επάλληλες: Ίδιο πλάτος: σπίτι- κατοικία

    Υπάλληλες: Έχουν σχέση γένους- είδους: ζώο- θηλαστικό

    Επαλλάσσουσες: Το πλάτος τους συμπίπτει σε ένα μέρος: γυναίκα- επιστήμονας

    Παράλληλες: Εμπεριέχονται στο πλάτος άλλης ευρύτερης έννοιας: δυάρι-

    οροφοδιαμέρισμα

    Με σημείο αναφοράς το βάθος, οι έννοιες ενδέχεται να είναι

    αντίθετες Βρίσκονται στην άκρη μιας κλίμακας , ανάμεσα στις οποίες

    υπάρχουν ενδιάμεσες. Π.χ. άσπρο- μαύρο

    αντιφατικές Η μια είναι άρνηση της άλλης, χωρίς να υπάρχει ενδιάμεσο. Π.χ.

    αλήθεια- ψεύδος

  • 11

    2. Προτάσεις

    Δηλωτικές ή αποφαντικές προτάσεις: δηλώνουν γνώμες ή πεποιθήσεις που μπορούν να χαρακτηριστούν αληθείς ή ψευδείς. Στην απλή δηλωτική σε μια έννοια (Υ) αποδίδουμε μια άλλη (Κ), οι δυο έννοιες συνδέονται με ένα συνδετικό ρήμα. Π.χ. «Η Μαρία είναι μαθήτρια»

    καταφατικές Το κατηγόρημα αποδίδεται με βεβαιότητα στο υποκείμενο π.χ. «το

    τραπέζι είναι ξύλινο»

    αποφατικές Το κατηγόρημα αποδίδεται με αρνητικό τρόπο στο υποκείμενο π.χ.

    «Η πορτοκαλιά δεν είναι θάμνος»

    καθολικές Το κατηγόρημα λαμβάνεται σε ολόκληρο το πλάτος π.χ. « Όλοι οι

    άνθρωποι είναι θνητοί»

    μερικές

    ατομικές:

    Το κατηγόρημα αναφέρεται σε ένα μέρος του πλάτους π.χ. «Κάποιοι

    άνθρωποι είναι νευρικοί»

    Το υποκείμενο είναι ένα συγκεκριμένο άτομο ή αντικείμενο πχ. «Η

    Μαρία είναι μαθήτρια»

    Οι αντίθετες προτάσεις δεν μπορούν να είναι συγχρόνως αληθείς, αλλά μπορούν να είναι συγχρόνως ψευδείς π.χ. « Η Κική είναι ψηλή» και η «Κική είναι κοντή»

    Οι αντιφατικές προτάσεις δεν μπορεί να είναι συγχρόνως και αληθείς και ψευδείς π.χ. «Η Κική είναι ζωντανή» και «Η Κική είναι νεκρή»

    Οι συμπληρωματικές μπορούν να είναι συγχρόνως είτε αληθείς είτε ψευδείς «Μερικοί άνθρωποι είναι ανόητοι» -« Μερικοί άνθρωποι δεν είναι ανόητοι»

    3. Συλλογισμοί

    Οι συλλογισμοί συνιστούν μια συγκεκριμένοι μορφή επιχειρημάτων, όπου το συμπέρασμα προκύπτει από

    δυο προκείμενες προτάσεις της μορφής Υ-Κ και εμπλέκονται τρεις έννοιες

    Το υποκείμενο του συμπεράσματος ονομάζεται ελάσσων όρος Το κατηγόρημα του συμπεράσματος ονομάζεται μείζων όρος Ο τρίτος όρος που είναι στις προκείμενες ονομάζεται «μέσος όρος»

    Σχήματα

    συλλογισμών

    Παραδείγματα

    Μ-Κ

    Υ-Μ

    Άρα Υ-Κ

    Όλοι οι σκύλοι είναι ζωντανοί οργανισμοί

    Το μπουλντόγκ είναι σκύλος

    Το μπουλντόγκ είναι ζωντανός οργανισμός

    Κ-Μ

    Υ-Μ

    Άρα Υ-Κ

    Τα ψάρια δεν είναι θηλαστικά.

    Τα δελφίνια είναι θηλαστικά.

    Τα δελφίνια δεν είναι ψάρια.

    Κ-Μ

    Μ-Υ

    Άρα Υ-Κ

    Οι Κώοι είναι Έλληνες

    Οι Έλληνες είναι Ευρωπαίοι

    Μερικοί Ευρωπαίοι είναι Κώοι

    Μ-Κ

    Μ-Υ

    Άρ Υ-Κ

    Οι γύπες είναι πτηνά

    Οι γύπες είναι σαρκοφάγοι

    Μερικά σαρκοφάγα είναι πτηνά

  • 12

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

    ENOTHTA ΠΡΩΤΗ: ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤH ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ (σελ. 60-64)

    H σκεπτικιστική πρόκληση - Διαφορετικά είδη σκεπτικισμού Οι φιλόσοφοι ξεκινούν συνήθως τις συζητήσεις τους στον χώρο της γνωσιολογίας με το ερώτημα αν η γνώση για τα πράγματα που δεχόμαστε πως υπάρχουν είναι δυνατή. Παρατηρούν πως η ικανότητά μας να συλλάβουμε με τον νου μας την πραγματικότητα υπόκειται σε σοβαρούς περιορισμούς.

    Οι αισθήσεις μας συχνά μας εξαπατούν, όπως, για παράδειγμα, όταν ένα σχήμα μάς φαίνεται διαφορετικό από μεγάλη απόσταση ή κάτω από ορισμένες συνθήκες φωτισμού.

    Σε κάποιες περιπτώσεις κάνουμε λάθος στους συλλογισμούς μας και προβληματιζόμαστε για τους κανόνες που διέπουν τη σκέψη μας.

    Τέλος εκφράζονται διαφορετικές απόψεις και παρατηρείται ασυμφωνία σε πολλά και σημαντικά ζητήματα.

    Από αφορμή τέτοιες και άλλες παρόμοιες εμπειρίες, οι φιλόσοφοι αμφιβάλλουν για το αν μπορούμε να έχουμε βέβαιη γνώση για τον κόσμο ή αν έχουμε μια ψευδή αντίληψη γι’ αυτόν. Οι φιλόσοφοι που υποστηρίζουν ότι μας λείπουν τα ασφαλή κριτήρια για να αποφασίσουμε εάν και πότε γνωρίζουμε κάτι αληθινό, που θέτουν υπό αμφιβολία τη βεβαιότητά μας για τη γνώσης ονομάζονται σκεπτικοί ή σκεπτικιστές. Η αντίστοιχη φιλοσοφική στάση ονομάζεται σκεπτικισμός. Ο σκεπτικισμός έχει μακρά ιστορία: από την αρχαιότητα έως σήμερα. Υπάρχουν διάφορες μορφές σκεπτικισμού. α) Αμφισβήτηση της δυνατότητας γνώσης και επιδίωξη της αταραξίας (αρχαίος σκεπτικισμός) Πρώτες σκεπτικιστικές αμφιβολίες για τη γνώση:

    – Προσωκρατικοί – Σοφιστές – Σωκράτης

    Συστηματικός σκεπτικισμός: Α) «Πυρρώνειος»: από τους οπαδούς του Πύρρωνα από την Ηλεία (3ος αιώνας π.Χ.)- είχε πρακτικό χαρακτήρα. Γνωρίσματα:

    Ι. επίτευξη αταραξίας, ψυχικής γαλήνης ως απόρροια της αποδοχής ότι η γνώση την οποία αναζητούν οι επιστημονικές και φιλοσοφικές θεωρίες είναι ανέφικτη. ΙΙ. για κάθε θέμα υπάρχουν δύο αντίθετες αλλά ισοδύναμες-ισοσθενείς απόψεις. Έτσι δεν μπορούμε να αποφασίσουμε υπέρ της μιας ή της άλλης. ΙΙΙ. οφείλουμε να “επέχουμε”, να μην παίρνουμε δηλαδή θέση απέναντι σε οποιαδήποτε θεωρητική πεποίθηση σχετικά με τη φύση της πραγματικότητας. ΙV. Τα επιχειρήματα των αρχαίων σκεπτικών ονομάζονται τρόποι, ήτοι ισοδύναμες απόψεις που δεν μας επιτρέπουν να επιλέξουμε. Διατυπώθηκαν από τον Αινησίδημο (1ος αιώνας μ.Χ.) και τον Αγρίππα και μας παραδόθηκαν από τον Σέξτο Εμπειρικό (1ος-2ος αιώνας μ.Χ.). Παραδείγματα:

    – διαφορετικές εντυπώσεις από το ίδιο πρόσωπο και για το ίδιο πράγμα ανάλογα με τη συναισθηματική κατάσταση.

    – αντίθετες πεποιθήσεις λόγω διαφορετικού κοινωνικού περιβάλλοντος. Β) Ακαδημαϊκός: από αυτούς που δίδαξαν στην Ακαδημία του Πλάτωνα. Οι ακαδημαϊκοί (Καρνεάδης)

    είναι πιο μετριοπαθείς: δέχονται πως οι πεποιθήσεις μας έχουν ένα βαθμό πιθανότητας να είναι αληθείς.

  • 13

    β)Νεότερες μορφές σκεπτικισμού

    1) Ακραία μεθοδολογική αμφιβολία: υπάρχει κάτι για το οποίο δεν μπορώ να αμφιβάλλω;

    Ο Γάλλος φιλόσοφος Ρενέ Ντεκάρτ ή Καρτέσιος (17ος αιώνας) αναφέρεται συχνά ως εκείνος που συνέλαβε την πιο ακραία μορφή σκεπτικισμού. Αναζήτησε στέρεα θεμέλια για τη γνώση, με δεδομένα τα χαρακτηριστικά της εποχής του: ραγδαία ανάπτυξη της επιστήμης, έντονες θρησκευτικές έριδες ανάμεσα στους καθολικούς και τους προτεστάντες. Διατύπωσε κάποιες υπερβολικές σκεπτικιστικές υποθέσεις. α) δεν ξεχωρίζουμε με βεβαιότητα την κατάσταση του ονείρου, την οποία υποτίθεται ότι

    συνειδητοποιούμε μόνο αφού έχουμε ξυπνήσει, από την κατάσταση της εμπειρίας μας, όταν ήδη είμαστε ξύπνιοι.

    β) δεν μπορούμε να δεχτούμε με ασφάλεια λογικές και μαθηματικές αλήθειες, οι οποίες υποτίθεται ότι ισχύουν και όταν κοιμόμαστε και όταν είμαστε ξύπνιοι.

    γ) στήριξε την αμφιβολία του για τις μαθηματικές αλήθειες στην υπόθεση ότι μπορεί να μας έκανε να τις πιστέψουμε κάποιος «μοχθηρός δαίμονας».

    δ) μπορεί να είναι κανείς βέβαιος για ένα πράγμα: ότι τη στιγμή που αμφιβάλλει για την αλήθεια οποιασδήποτε πεποίθησης, αφού μπορεί να ονειρεύεται ή και να τον εξαπατά κάποιος “κακός δαίμονας”, πρέπει να υπάρχει ο ίδιος για να αμφιβάλλει, να ονειρεύεται ή να εξαπατάται. Όλες αυτές είναι μορφές σκέψης και το υποκείμενο, καθώς σκέφτεται, κατανοεί ότι πρέπει να υπάρχει, για να μπορεί να σκέφτεται. Αυτό είναι το νόημα του περίφημου επιχειρήματος του Ντεκάρτ “σκέφτομαι, [άρα] υπάρχω” (“cogito, ergo sum”).

    ε) το υποκείμενο που σκέφτεται αποτελεί μια άυλη, σταθερή οντότητα, μια ψυχή, η οποία είναι τελείως ξεχωριστή από το ανθρώπινο σώμα και μπορεί να υφίσταται ανεξάρτητα από αυτό.

    Πιστεύει ότι η αμφιβολία αίρεται μέσα από την απόδειξη της ύπαρξης του θεού. Τα επιχειρήματα για το ζήτημα του θεού είναι τα εξής: α) οι άνθρωποι είναι ατελή όντα και ως τέτοια δεν αποτελούν την αιτία της ιδέας της τελειότητας

    παρά την έχουν μόνο στο νου τους. Αναγκαστικά η αιτία υπάρχει έξω από τον ανθρώπινο νου∙ είναι η «πραγματικότητα» που αντιστοιχεί στον «τέλειο θεό». Άρα ο θεός είναι η αιτία που εμφυτεύει μέσα στον ανθρώπινο νου την ιδέα της τελειότητας.

    β) Όπως είχε υποστηρίξει και ο Άγιος Άνσελμος του Καντέρμπουρυ, και μόνο με το να συλλάβουμε με το νου μας κάποιο τέλειο ον θα καταλάβουμε ότι αυτό πρέπει να υπάρχει, γιατί αναγκαστικά η τελειότητα κρύβει μέσα της ύπαρξη (εφόσον η ανυπαρξία είναι ένα είδος ατέλειας).

    Κριτική θεωρίας Αν οι απόψεις του Ντεκάρτ περί ύπαρξης του Θεού είναι επιτυχημένες τότε ο πανάγαθος και

    παντοδύναμος δημιουργός αποτελεί εγγύηση πως οι σαφείς και ευκρινείς ιδέες μας για τη φύση της πραγματικότητας δε μας παραπλανούν. Τα επιχειρήματα του Ντεκάρτ για το θέμα του θεού δεν είναι πειστικά για τους περισσότερους φιλοσόφους.

    Μπορεί, για παράδειγμα, η ιδέα της τελειότητας να μην έχει προέλθει από την ανάγκη να υπάρχει θεός, αλλά να είναι σχηματισμένη μέσα στη σκέψη από τον ίδιο τον άνθρωπο.

    Ακόμη, η ύπαρξη είναι κάτι διαφορετικό από τις έννοιές μας και δεν μπορούμε να τη συμπεράνουμε από μια ιδέα που φανταζόμαστε, ακόμη κι αν αυτή είναι η ιδέα ενός απόλυτα τέλειου όντος.

    Οι υπερβολικές σκεπτικιστικές αμφιβολίες τις οποίες επινόησε ο Ντεκάρτ, παραμένουν αναπάντητες: Υπάρχουν άραγε άλλα υλικά αντικείμενα και πρόσωπα πέρα από τον νου του υποκειμένου που γνωρίζει

    πως υπάρχει εφόσον σκέφτεται; Πώς μπορεί κάποιος να σιγουρευτεί ότι οι πεποιθήσεις του για τον κόσμο δεν είναι απλώς προϊόντα

    ονείρου ή παραίσθησης; Πώς μπορεί να είναι βέβαιος ότι οι άνθρωποι, των οποίων βλέπει μόνο τα σώματα, έχουν εσωτερικές

    εμπειρίες και αισθήματα ίδια με τα δικά του;

  • 14

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΡΙΤΗ 1. Ορθολογισμός ή ρασιοναλισμός Οι ορθολογιστές φιλόσοφοι πρεσβεύουν τα εξής: Ι. Η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται από τον ορθό λόγο και στηρίζεται σ’ αυτόν. ΙΙ. Τα βασικά στοιχεία της γνώσης μας αναζητούνται στο νου μας. ΙΙΙ. Αυτή η γνώση αποκαλείται a priori ή προ-εμπειρική, γιατί φαίνεται να είναι δυνατή πριν ή ανεξάρτητα

    από οποιαδήποτε εμπειρία. Κύριοι εκπρόσωποι: Ι. αρχαιότητα: Πλάτων Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η γνώση βασίζεται στην ανάμνηση των ιδεών. Οι ιδέες αυτές υπάρχουν

    αιώνια και τις έχει αντικρίσει η αθάνατη ψυχή πριν να ενσαρκωθεί στο σώμα. Με την κατάλληλη νοητική άσκηση και με τη μελέτη των μαθηματικών η ψυχή μπορεί να γνωρίσει τη

    βαθύτερη πνευματική πραγματικότητα των ιδεών. Ο υλικός κόσμος αποτελεί ατελή αντανάκλαση των αιώνιων ιδεών.

    ΙΙ. Νεότερη εποχή: α) Ντεκάρτ Σύμφωνα με τον Ντεκάρτ, η γνώση ως συμπαγές οικοδόμημα στηρίζεται στις πεποιθήσεις που έχουν για

    θεμέλιό τους τον ορθό λόγο και γι’ αυτό είναι ακλόνητες. Τέτοιες πεποιθήσεις μπορούμε να παράγουμε με τη μέθοδο της συστηματικής αμφιβολίας. Τούτο σημαίνει ότι διατρέχουμε ένα σύνολο πεποιθήσεων για να επιλέξουμε στο τέλος της διαδικασίας,

    κατά την οποία αμφιβάλλουμε, εκείνες τις πεποιθήσεις που δεν μπορούμε να θέσουμε υπό αμφιβολία. κριτήρια για τις αληθείς ιδέες: η σαφήνεια και η ευκρίνεια. Αυτά τα γνωρίσματα καθιστούν τις ιδέες μας εναργείς. Τις βασικές μας ιδέες τις έχει εμφυτεύσει στο νου μας ο θεός. Είναι παραστάσεις των θεμελιακών γνωρισμάτων των υλικών και πνευματικών όντων. Τις συλλαμβάνουμε άμεσα και ενορατικά, δηλαδή χωρίς να καταφεύγουμε σε κάποια συλλογιστική

    διαδικασία. Η απόλυτη βεβαιότητα, στην οποία κατέληξε ο Ντεκάρτ, είναι το σκέφτομαι, άρα υπάρχω. Αυτή η βεβαιότητα προβάλλει στο νου μας άμεσα και δεν προκύπτει συμπερασματικά μέσα από κάποια

    συλλογιστική διαδικασία. Γι’ αυτό και το συμπερασματικό άρα καθίσταται περιττό. Η εν λόγω βεβαιότητα είναι το θεμέλιο, πάνω στο οποίο επιχειρεί ο φιλόσοφος να οικοδομήσει τη

    γνώση. Ο Ντεκάρτ εντόπισε το πρόβλημα της σύνδεσης των πεποιθήσεών μας με την πραγματικότητα στο

    πρόβλημα της σχέσης των πεποιθήσεων που στηρίζονται στον ορθό λόγο με τις πεποιθήσεις που στηρίζονται στην εμπειρική πραγματικότητα.

    β) Σπινόζα (17ος αι.)- γ) Λάιμπνιτς (17ος-18ος αι.) Μέσα από αξιωματικές και αποδείξεις εμπνεόμενες από τα μαθηματικά και τη γεωμετρία, ανέπτυξαν

    περίπλοκα μεταφυσικά συστήματα. Υποστηρίζουν ότι ο νους μας χρησιμοποιεί τις έμφυτες ιδέες και τις λογικές αρχές για να μπορεί να

    κατανοεί βασικές δομές της πραγματικότητας. δ) Χέγκελ ο ορθός λόγος συντελεί στο να κατανοήσουμε πλήρως την πραγματική εξέλιξη της ανθρώπινης

    ιστορίας και να προβλέψουμε την όλη πορεία της.

  • 15

    2. Εμπειρισμός Οι εμπειριστές υποστηρίζουν ότι η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται από τις αισθήσεις. Τα στοιχειώδη δεδομένα του περιβάλλοντος κόσμου αποτυπώνονται, εγγράφονται και

    καταχωρίζονται στο νου μας μέσα από την αισθητηριακή αντίληψη. Αυτή η καταχώριση είναι στιγμή δημιουργίας στοιχειωδών πεποιθήσεων ή ιδεών, απλών δηλαδή

    παραστάσεων αυτών των δεδομένων. Η στοιχειώδης πεποίθηση που πραγματοποιεί την καταχώριση είναι η θεμελιώδης και πρωταρχική

    γνώση, που αναζητούμε. Όταν καταγράφονται αισθητηριακές εντυπώσεις, η στοιχειώδης πεποίθηση έρχεται σε επαφή με την

    πραγματικότητα και έτσι εμποτίζεται με γνώση. Ι. Αρχαίοι φιλόσοφοι με εμπειριστικές απόψεις: α) Επίκουρος β) Αριστοτέλης: δίνει προτεραιότητα στη λειτουργία του νου για την επίτευξη επιστημονικής γνώσης. Προϋποθέτει όμως επαγωγική πορεία: από το ειδικό, το μερικό ή το συγκεκριμένο στο γενικό, το καθολικό και αφηρημένο. Το μερικό συλλαμβάνεται με τη λειτουργία των αισθήσεων που μας συνδέουν άμεσα με τον φυσικό κόσμο. ΙΙ. Νεότεροι (κυρίως Βρετανοί) φιλόσοφοι του εμπειρισμού: α) Μπέικον [ή Βάκων](16ος-17ος αι.) →γενικές αντιλήψεις των νεότερων εμπειριστών: έμφαση στο ρόλο των αισθήσεων κατά την απόκτηση της γνώσης . οι ιδέες που υπάρχουν στο νου μας και μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε την πραγματικότητα δεν είναι

    έμφυτες, αλλά διαμορφώνονται σύμφωνα με τις εντυπώσεις που μας προσφέρουν οι αισθήσεις. β) Τζον Λοκ (17ος αι) μιλάει για λειτουργία μιας εσωτερικής αίσθησης, ενός αναστοχασμού. αυτή η αίσθηση αποτυπώνει ως αντικείμενα και ό,τι λαμβάνει χώρα κατά την εσωτερική λειτουργία

    του νου. Π.χ. αυτό που λαμβάνει χώρα τη στιγμή που σκεφτόμαστε, αμφιβάλλουμε, επιθυμούμε κ.λπ. Δεν υπάρχουν στοιχεία της γνώσης a priori, ανεξάρτητα από την εμπειρία. Ο νους [ή η ψυχή] είναι ένας «άγραφος χάρτης» (tabula rasa), στον οποίο αποτυπώνεται το υλικό

    της εξωτερικής και εσωτερικής αίσθησης . γ) Μπέρκλεϋ (Ιρλανδός επίσκοπος, 17ος-18ος αι.) υποστήριξε ότι ο Λοκ έκανε το λάθος να δεχτεί ιδέες των οποίων την προέλευση δεν μπορούσε να

    εξηγήσει ικανοποιητικά, όπως εκείνες των εξωτερικών ως προς τον νου αντικειμένων, θεωρώντας ότι πρέπει να υπάρχει κάποιο υλικό υπόστρωμα με ιδιότητες που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε άμεσα πίσω από τις εντυπώσεις των αισθήσεων.

    ταυτίζει τις ιδέες του ανθρώπινου νου με την πραγματικότητα. “το να υπάρχει κάτι συνίσταται το να αντιλαμβάνεται ή να γίνεται αντιληπτό” υπάρχουν μόνο πνεύματα και ιδέες ή παραστάσεις μέσα σε αυτά τα πνεύματα τα πράγματα του κόσμου που μας περιβάλλει -και που είναι άυλα- υπάρχουν μέσα στον νου του

    υπέρτατου πνεύματος, δηλαδή του Θεού, ακόμη και όταν δε γίνονται αντιληπτά από τους ανθρώπους. ο θεός έχει εγκαθιδρύσει τους φυσικούς νόμους, τις κανονικές σχέσεις δηλαδή που συνδέουν τα

    πράγματα και οι οποίες μας επιτρέπουν να διακρίνουμε ετούτα τα πράγματα από τα πλάσματα της φαντασίας μας.

    η πραγματικότητα είναι μία, συγκεκριμένη όπως και οι ιδέες μας, με χρώματα, ήχους κ.λπ. οι αφηρημένες έννοιες είναι κατασκευές τη γλώσσας, όπως η έννοια “ύλη”, της οποίας το νόημα

    εξαντλείται στις εκάστοτε αναφορές μας σε κάτι που βλέπουμε, αγγίζουμε κτλ.

  • 16

    δ) Χιουμ (18ος αι.)- ο αυστηρότερος εμπειριστής η αποτύπωση στον νου αισθητηριακών εντυπώσεων είναι αυτάρκης, όσον αφορά τη συλλογή

    στοιχειωδών και θεμελιωδών γνώσεων, και δε χρειάζεται η πρόσθετη λειτουργία της εσωτερικής αίσθησης ή του αναστοχασμού.

    η συλλογή των δεδομένων του εξωτερικού κόσμου χάρη στη λειτουργία των πέντε αισθήσεων παρέχει περιορισμένη γνωστική δυνατότητα.

    σκεπτικισμός για τη δυνατότητά να αποκτήσουμε γνώση για την ύπαρξη και την υφή των όντων του εξωτερικού κόσμου και των αιτιακών σχέσεών τους, αλλά και οποιασδήποτε εσωτερικής, πνευματικής οντότητας.

    δεν μπορεί να αποδειχτεί πως αυτά έχουν αντικειμενική υπόσταση, επειδή συνθέτουμε τις παραστάσεις τους στη βάση στοιχειωδών, ατομικών εντυπώσεων.

    οι επαγωγικές γενικεύσεις, οι οποίες υποτίθεται πως μας επιτρέπουν να προβλέψουμε ότι το μέλλον θα μοιάζει με το παρελθόν και ότι οι φυσικοί νόμοι θα εξακολουθήσουν να ισχύουν, δεν έχουν πραγματική λογική ισχύ. Γίνονται αποδεκτές μόνο χάρη στη συνήθεια και στις ενστικτώδεις προσδοκίες μας, χωρίς τις οποίες δε θα μπορούσαμε να ζήσουμε.

  • 17

    3. Καντ: η ανάγκη συνθετικής προσέγγισης

    Επιδίωξη του Καντ (18ος αι.): γεφύρωση του ορθολογισμού με τον εμπειρισμό. Διερεύνησε το προφανές, τη συνεργασία των αισθήσεων με τον ορθό λόγο.(Η ευρύτερη αντιληπτική

    ικανότητα του νου στηρίζεται σαφώς στις λειτουργίες και των αισθήσεων και του λόγου∙ το πρόβλημα ήταν εξαρχής ότι δεν αρκούσε μια παθητική αιτιολόγηση, μια απλή συσσώρευση στοιχείων για να μετατρέψει μια πεποίθηση σε γνώση. Ούτε όμως και ο ορθός λόγος μπορούσε εύκολα, για χάρη του νου, να υπερβεί μόνος του την “εσωστρέφειά” του, να συνδέσει τις “δικές του” βεβαιότητες με τις αλήθειες του εμπειρικού κόσμου, την αυθεντική πηγή της γνώσης.)

    Αφετηρία αυτής της συνεργασίας είναι η συγκρότηση της εμπειρίας. Η εμπειρία προσφέρει το «υλικό» που καλείται να αξιοποιήσει ο λόγος. Αυτό το υλικό προσφέρεται με τη μορφή των εποπτειών, των άμεσων ενιαίων παραστάσεων. Η εμπειρική διάσταση του νου επεξεργάζεται ενεργητικά το υλικό που παραλαμβάνει. Ο νους το

    μορφοποιεί με στοιχεία που διαθέτει από πριν. Πώς κατανοείται αυτή η επεξεργασία; Ως τοποθέτηση του πρωτογενούς υλικού στον χώρο και στον χρόνο, οι οποίοι συνιστούν εγγενείς

    [=ενύπαρκτες] μορφές εποπτείας. Χώρος και χρόνος είναι απαραίτητες προϋποθέσεις της εμπειρίας. Άρα δεν γίνονται αντιληπτοί

    εμπειρικά παρά είναι αρχές. Κάθε πράγμα που περιέρχεται στην αντίληψή μας κατασταλάζει στο νου, παραλαμβάνεται από την

    καθαρή νόηση, αφού έχει διαμορφωθεί από τον χώρο και τον χρόνο ή στο πλαίσιο του χώρου και του χρόνου.

    Τι είναι λοιπόν τα πράγματα; Φαινόμενα που τα οργάνωσε ο νους μας και όχι πράγματα καθεαυτά. Ο ορθός λόγος δεν μας παρέχει απεριόριστες δυνατότητες για να κατανοήσουμε τα πράγματα καθεαυτά,

    τη βαθύτερη δομή του κόσμου, την ύπαρξη του θεού, την αθανασία της ψυχής. Δεν μας προσφέρει μια a priori θεωρητική γνώση, αλλά μόνο μια γνώση για τη δομή του κόσμου των

    φαινομένων. Η φιλοσοφική αναζήτηση για τον Καντ δεν πρέπει να είναι υπερβατική αλλά υπερβατολογική. Υπερβατική: η αναζήτηση που προχωρεί με στήριγμα τον λόγο πέρα από τα όρια της δυνατής

    ανθρώπινης εμπειρίας. Κατά τον Καντ, η υπερβατική γνώση (του Θεού, της αθανασίας της ψυχής, της βαθύτερης υφής της πραγματικότητας θεωρημένης καθεαυτήν) δεν είναι δυνατή, αντίθετα με ό,τι πίστευε η παραδοσιακή μεταφυσική.

    Υπερβατολογική: η γνώση που δεν ασχολείται με αντικείμενα αλλά με τον τρόπο της a priori γνώσης των αντικειμένων. Η υπερβατολογική φιλοσοφία έχει ως έργο να ερευνά αν και κατά πόσο είναι δυνατή μια γνώση a priori.

    Οι εποπτείες -ως προϊόντα αντίληψης ήδη επεξεργασμένα, προϊόντα με “νοητική σφραγίδα”- είναι πλέον προσιτές στη διαχείριση των νοητικών μας λειτουργιών.

    Τις βασικές αυτές λειτουργίες εκφράζουν “καθαρές”, αφηρημένες έννοιες, που ο Καντ αποκαλεί κατηγορίες της νόησης. Οι γενικότερες κατηγορίες είναι ακριβώς εκείνες των οποίων την προέλευση δεν μπορούσαν να εξηγήσουν οι εμπειριστές, και γι’ αυτό δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν σωστά το γεγονός της απόκτησης της γνώσης. Πρόκειται για τις καθαρές έννοιες της ποσότητας, της ποιότητας, της σχέσης και του τρόπου (όπως η ουσία, η αιτία, η ενότητα κτλ.), που λειτουργούν ως “θυρίδες” στις οποίες εντάσσονται οι εποπτείες ανάλογα με την απόδοση χαρακτηριστικών στα πράγματα που παρατηρούμε μέσα στον χώρο και τον χρόνο.

    Εποπτείες και κατηγορίες αλληλοσυμπληρώνονται: σύνθεση εμπειρισμού και ορθολογισμού. Το φιλοσοφικό εγχείρημα του Καντ αποτέλεσε τη βάση για κάθε περαιτέρω σύλληψη γνωσιακών

    συνθέσεων στη νεότερη εποχή. Σήμερα υπάρχουν ακόμη εκπρόσωποι λιγότερο ή περισσότερο καθαρών ορθολογιστικών και εμπειριστικών θεωρήσεων, κυρίως στον χώρο της φιλοσοφίας των μαθηματικών και σε εκείνον της φιλοσοφίας των φυσικών επιστημών αντίστοιχα.

  • 18

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΟΥ

    ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ 1. O όρος μεταφυσική και η έννοιά του

    Ο κλάδος της φιλοσοφίας που καλείται μεταφυσική πήρε το όνομά του από το έργο του Αριστοτέλη Μετά τα Φυσικά. Το έργο αυτό αποτελείται από μικρότερα έργα, που δεν έχουν γραφεί όλα την ίδια εποχή. Αργότερα οι σχολιαστές των έργων του Αριστοτέλη έδωσαν σ’ αυτή τη συλλογή τον τίτλο Mετά τα Φυσικά, γιατί στον κατάλογο των έργων του την τοποθέτησαν ύστερα από το βιβλίο του με τον τίτλο Φυσικά.

    Ο ίδιος ο Αριστοτέλης ονομάζει τη φιλοσοφία που αναπτύσσεται στο έργο του Μετά τα Φυσικά “πρώτη φιλοσοφία”, αναγνωρίζοντας τον κεντρικό και ουσιώδη χαρακτήρα της.

    O όρος “μεταφυσική” υπονοεί ότι ο κλάδος αυτός της φιλοσοφίας ασχολείται με ερωτήματα που βρίσκονται πέρα από τα όρια της φυσικής και ασχολείται με το ον στην καθολικότητά του.

    Είναι σχεδόν γενικά αποδεκτό ότι το κυριότερο ερώτημα της μεταφυσικής είναι το “τι είναι το ον”. Με το ερώτημα αυτό εννοούμε συνήθως “τι υπάρχει” και, ειδικότερα, ποια είναι τα βασικά είδη των όντων που υπάρχουν και μέσω ποιων γνωρισμάτων τα διακρίνουμε και τα κατηγοριοποιούμε. Έτσι η μεταφυσική φαίνεται να είναι σε μεγάλο βαθμό οντολογία.

    2. Μεταφυσική και γνωσιολογία

    Τα προβλήματα της γνωσιολογίας και της μεταφυσικής είναι αλληλένδετα και η διάκρισή τους είναι συχνά δύσκολη.

    Μπορούμε όμως γενικά να πούμε ότι, ενώ η μεταφυσική ασχολείται με το “τι είναι το ον”, η γνωσιολογία ασχολείται με “τη γνώση μας για το ον”.

    Στη συζήτηση ωστόσο για το ένα ερώτημα υπεισέρχεται αναγκαστικά και το άλλο. Για παράδειγμα, όταν μας απασχολεί το κλασικό μεταφυσικό πρόβλημα της σχέσης πνεύματος και σώματος, αναγκαστικά πρέπει να απαντήσουμε και σε ερωτήσεις του τύπου: “πώς γνωρίζουμε ότι και οι άλλοι άνθρωποι έχουν πνεύμα;”

    3. Τι σημαίνει να θέτει κανείς ερωτήματα για το “τι είναι το ον”

    Προτού φτάσει κανείς στο αφηρημένο ερώτημα “τι είναι το ον;”, έχει αντιμετωπίσει (σιωπηρά) απλούστερα ερωτήματα της καθημερινής ζωής όπως: “τι σχήμα έχει το τραπέζι μπροστά μου;” ή “από πόσα κομμάτια αποτελείται μια κινητή σκάλα;” Ή “πώς κατά κανόνα συμπεριφέρεται μια γάτα;”. Τα ερωτήματα αυτά, που αφορούν συγκεκριμένα όντα, δεν είναι μεταφυσικά και τις περισσότερες φορές μπορούν να απαντηθούν εύκολα μέσα από την εμπειρία μας.

    Όσο όμως τα ερωτήματα για το “τι είναι το ον” γίνονται πιο γενικά, τόσο η αντίληψή μας γι’ αυτά τα πράγματα γίνεται προβληματική και η απλή εμπειρία ή η επιστήμη φαίνεται να μην μπορούν να δώσουν απάντηση.

    Όλοι συμφωνούμε ότι υπάρχουν φυσικά “όντα”, όπως πέτρες, δέντρα, γάτες κτλ. Τι γίνεται όμως, αν ξεφύγουμε από το επίπεδο αυτών των απτών όντων; Για παράδειγμα, τι είναι τα έθνη; Είναι “πράγματα”, που έχουν ύπαρξη πέρα και πάνω από τις επιθυμίες και τις πράξεις των ατόμων που τα αποτελούν; Διαθέτουμε ελευθερία βούλησης ή οι πράξεις μας καθορίζονται αναγκαστικά από αυστηρούς φυσικούς νόμους; Επίσης, υπάρχει Θεός