ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6ΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΤΟ Ε.Κ.Κ.Ν....

47
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6 ΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΤΟ Ε.Κ.Κ.Ν. ΒΟΛΟΥ Σχολείο στη φυλακή: η απελευθερωτική παιδαγωγική πράξη

Transcript of ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6ΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΤΟ Ε.Κ.Κ.Ν....

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6ΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΤΟ Ε.Κ.Κ.Ν. ΒΟΛΟΥ

Σχολείο στη φυλακή: η απελευθερωτική παιδαγωγική πράξη

[2]

«Κοίτα δάσκαλε, αν νομίζεις ότι ήρθες εδώ για να μας διδάξεις

πώς να κόψουμε το δέντρο, τότε δεν μας είσαι ιδιαίτερα χρήσιμος

γιατί αυτό το ξέρουμε ήδη. Αυτό που χρειαζόμαστε να μάθουμε

από σένα είναι αν θα είσαι μαζί μας όταν το δέντρο θα πέφτει».

(Από ένα παράδειγμα του Πάολο Φρέιρε

για το ρόλο του εκπαιδευτή σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες)

[3]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Η εκπαίδευση στη φυλακή

Ιστορική αναδρομή

Αρχικά η εκπαίδευση στη φυλακή είχε θρησκευτικό χαρακτήρα. Το

1789 ο ιερέας William Rogers στη φυλακή Walnut Street στη

Φιλαδέλφεια οργάνωσε τα πρώτα μαθήματα για κρατούμενους με

την παρουσία, όμως, φρουρών κατά τη διάρκεια των μαθημάτων κι

ενός κανονιού, που τους στόχευε προκειμένου να αποκαταστήσει

την τάξη σε περίπτωση που οι κρατούμενοι παρεκτρέπονταν. Έναν

ολόκληρο αιώνα μετά η εκπαίδευση στη

φυλακή απέκτησε πια ουσιαστική

σημασία και μια πιο γενικευμένη μορφή.

Κατά τη χρονική περίοδο 1876-1900 ο

Zebulon Brockway, πρωτοπόρος διοικητής

της φυλακής Elmira στη Νέα Υόρκη για

πρώτη φορά θα συνδέσει την

εκπαιδευτική διαδικασία με την κοινωνική

επανένταξη, διακηρύσσοντας πως η εκπαίδευση στη φυλακή

μειώνει την υποτροπή. Ο Brockway έβαλε τα θεμέλια της

εκπαίδευσης στη φυλακή και εισήγαγε ιδιαίτερα καινοτόμα μέτρα

για τη σωφρονιστική πολιτική των προηγμένων κρατών.

Συγκεκριμένα, ήταν αυτός που προήγαγε την εκπαίδευση των

κρατουμένων με ειδικές ανάγκες, την εφαρμογή εξατομικευμένων

εκπαιδευτικών προγραμμάτων και την τήρηση ενός εκπαιδευτικού

φακέλου για κάθε κρατούμενο. Από αυτόν επηρεάστηκε ο Thomas

Mott Osborne, ο πιο σημαντικός αναμορφωτής του σωφρονιστικού

[4]

συστήματος στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο εύπορος πολιτικός της

εποχής κατάφερε να διεισδύσει στον υποπολιτισμό της φυλακής

Auburn προσποιούμενος τον κατάδικο σε μια

προσπάθεια να κατανοήσει καλύτερα τις ανάγκες του

συστήματος. Οργάνωσε σε λίγες μόνο εβδομάδες την Mutual Welfare

League, μια οργάνωση για την ειρηνική επίλυση των διαφορών

μεταξύ των εγκλείστων και σε λίγα μόνο χρόνια μετέτρεψε μια

φυλακή υψίστης ασφαλείας σε ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό ίδρυμα.

Στη συνέχεια εργάστηκε σε πολλές άλλες φυλακές οργανώνοντας

εκπαιδευτικά προγράμματα, ενώ στη γνωστή φυλακή Sing-Sing

ίδρυσε με τη βοήθεια των κρατουμένων σχολείο (Gehring, 1980).

Κατά το χρονικό διάστημα 1929/1940 -

περίοδος αναγέννησης στην ιστορία της

εκπαίδευσης στη φυλακή, ο Austin

MacCormick συνεχίζοντας τη δουλειά των

εμπνευσμένων προκατόχων του, ως

υπεύθυνος των φυλακών των Η.Π.Α.

δημιουργεί σχολεία και βιβλιοθήκες στα

περισσότερα καταστήματα κράτησης της

[5]

χώρας του, εκδίδει το πρώτο βιβλίο εξατομικευμένης εκπαίδευσης

του έγκλειστου πληθυσμού (“The education of Adult Prisoners”) και

πολλά σχετικά εγχειρίδια, ενώ επεκτείνει τις προσπάθειες για

πρώτη φορά τόσο στις γυναικείες φυλακές όσο και στους

ανήλικους παραβάτες. Τέλος, το 1930 ιδρύει την Εταιρία

Σωφρονιστικής Εκπαίδευσης και το 1937 το «Journal of Correctional

Education», το μοναδικό εξειδικευμένο έως τις μέρες μας,

επιστημονικό περιοδικό για θέματα εκπαίδευσης στη φυλακή. Μετά

τη δεκαετία του 1950 η εξάπλωση των εκπαιδευτικών

προγραμμάτων στη φυλακή είναι ραγδαία. Σήμερα σε πολλές

χώρες σε διεθνές επίπεδο λειτουργούν σχολεία μέσα στη φυλακή,

πραγματοποιούνται ποικίλα εκπαιδευτικά προγράμματα,

προσφέρονται σπουδές με γνωστικό αντικείμενο την Εκπαίδευση

στις φυλακές σε πανεπιστημιακό επίπεδο και λειτουργούν ειδικές

διευθύνσεις εκπαίδευσης των κρατούμενων στα Υπουργεία

Δικαιοσύνης. Το 1991 ιδρύεται ο ευρωπαϊκός οργανισμός για την

εκπαίδευση στη φυλακή (European Prison Education Association-

EPEA), για να προωθήσει και να διασφαλίσει την Εκπαίδευση στη

Φυλακή σε ολόκληρη την Ευρώπη και …πέρα από αυτή…

Η EPEA αναγνωρίζεται από το

Συμβούλιο της Ευρώπης ως ένας

διεθνής Μη –Κυβερνητικός Οργανισμός

(ΜΚΟ) με μέλη του πάνω από 40

ευρωπαϊκές χώρες. Στόχοι του η

προώθηση και ενσωμάτωση καλών

πρακτικών και αρχών για την

εκπαίδευση στις ευρωπαϊκές φυλακές,

[6]

η υποστήριξη της επαγγελματικής ανάπτυξης όλων όσων

σχετίζονται με την εκπαίδευση στη φυλακή, καθώς και η προώθηση

της έρευνας στον τομέα αυτό.

Το Νομικό πλαίσιο

Το δικαίωμα των κρατουμένων στην εκπαίδευση είναι δικαίωμα για

όλους και κατοχυρώνεται συνταγματικά με το άρθρο 16 παρ.4 του

Συντάγματος. Ο Σωφρονιστικός Κώδικας(Ν. 2776/1999) στο άρθρο

35 έχει προβλέψει και ρυθμίσει τα θέματα της εκπαίδευσης, της

άθλησης, των δραστηριοτήτων του ελεύθερου χρόνου και της

ψυχαγωγίας των κρατουμένων. Το δικαίωμα στην εκπαίδευσή τους

κατοχυρώνουν και οι συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης R(89)

12 για την εκπαίδευση στη φυλακή. Συγκεκριμένα, η εισήγηση Νο R

(89) υιοθετημένη από την επιτροπή των υπουργών στα κράτη- μέλη

για την εκπαίδευση στη φυλακή την 13η Οκτωβρίου 1989 κατά την

429η συνάντηση των Υφυπουργών υπό τους όρους του άρθρου 15β

του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης λαμβάνοντας

υπόψη:

Ότι το δικαίωμα στην εκπαίδευση είναι βασικό.

Τη σημασία της εκπαίδευσης στην ανάπτυξη του ατόμου

και της κοινωνίας.

Ότι ένα υψηλό ποσοστό των φυλακισμένων είχαν ένα πολύ

χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης συνεπώς έχουν μεγάλες

εκπαιδευτικές ανάγκες.

[7]

Ότι η εκπαίδευση στη φυλακή βοηθά στο να αναβαθμιστεί η

προσωπικότητα των φυλακισμένων και να βελτιωθεί η

αντιμετώπιση των συνθηκών κράτησης.

Ότι η εκπαίδευση στη φυλακή είναι ένας σημαντικός

παράγοντας για να διευκολυνθεί η επανένταξη του

φυλακισμένου στην κοινωνία.

μεταξύ άλλων προβλέπουν ότι πλέον ο αλφαβητισμός και η

βασική εκπαίδευση είναι προτεραιότητα για κάθε έγκλειστο κι ότι

όλοι οι κρατούμενοι έχουν ίδια πρόσβαση στην εκπαίδευση, την

επαγγελματική κατάρτιση, σε δημιουργικές δραστηριότητες,

κοινωνική εκπαίδευση, φυσική εκπαίδευση και αθλητισμό, καθώς

και δυνατότητα χρήσης βιβλιοθήκης. Ό, τι οι κρατούμενοι μπορούν

να συμμετέχουν σε εκπαιδευτικές διαδικασίες εκτός φυλακής κι ότι

η εκπαίδευση τους προετοιμάζει για τη ζωή μετά τη φυλακή. Στο

Σωφρονιστικό Κώδικα προβλέπονται ειδικά μέτρα για την

εκπαίδευση των αλλοδαπών κρατουμένων, εφόσον αυτό είναι

εφικτό στο συγκεκριμένο κατάστημα (άρθρο 35παρ. 4).

Το 1995 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με το «Λευκό Βιβλίο» για την

εκπαίδευση και την κατάρτιση, προβλέπει «να προσφερθεί στους

νέους που έχουν αποκλειστεί από το εκπαιδευτικό σύστημα ή που

φαίνεται ότι θα αποκλειστούν, τις καλύτερες δυνατότητες

κατάρτισης και την καλύτερη πλαισίωση για να τους ξαναδοθεί

αυτοπεποίθηση» και για τις φυλακές προβλέπει την ίδρυση των

σχολείων δεύτερης ευκαιρίας.

[8]

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των κρατουμένων

Η ομάδα των φυλακισμένων έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

Διακρίνονται από σοβαρές μορφωτικές και επαγγελματικές

ελλείψεις, προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες από το χώρο του

σχολείου, δυσκολίες ένταξης στην ομάδα, έλλειψη συνέπειας και

δέσμευσης στην παρακολούθηση ενός εκπαιδευτικού

προγράμματος, δυσκολίες στον καθορισμό των στόχων και στην

επίλυση προβλημάτων, χαμηλή αυτοεκτίμηση και έλλειψη

αυτοπεποίθησης. Παράλληλα, οι φυλακισμένοι αντιμετωπίζουν

συνθήκες εγκλεισμού, μέσα στις οποίες είναι πολύ δύσκολη η

δημιουργία ουσιαστικής σχέσης με τον εκπαιδευτή- δάσκαλο, αλλά

και ζητήματα που σχετίζονται με το πλαίσιο της φυλακής, όπως

είναι για παράδειγμα οι συχνές μετατάξεις, που τους εμποδίζουν

στη συνεχή παρακολούθηση ενός προγράμματος μέχρι την

ολοκλήρωσή του. Οι παραπάνω παράγοντες καθιστούν ιδιαιτέρως

δύσκολη την εμπλοκή των φυλακισμένων στα προγράμματα

κατάρτισης και εκπαίδευσης και αναδεικνύουν την ανάγκη για

[9]

ουσιαστική διερεύνηση των ενδιαφερόντων των ίδιων των

φυλακισμένων, ώστε να κινητοποιηθούν και να εμπλακούν ενεργά

στη μαθησιακή διεργασία. Η εκπαίδευση που απευθύνεται σε

φυλακισμένους είναι αναγκαίο να δίνει έμφαση στην απόκτηση

δεξιοτήτων, που θα τους βοηθήσουν να επανενταχθούν ομαλά μετά

την αποφυλάκιση. Παράλληλα, χρειάζεται να τους ωθεί και σε

κάθε είδους δημιουργικές δραστηριότητες, όπως η τέχνη σε όλες

τις μορφές της. Έτσι, οι φυλακισμένοι θα μπορέσουν να καλύψουν

τον άφθονο νεκρό τους χρόνο και θα επανεξετάσουν τη σχέση τους

με την εκπαίδευση και το εκπαιδευτικό σύστημα.

[10]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Σκέψεις και συναισθήματα για το σχολείο

Ζητήσαμε από τους μαθητές μας στο μάθημα να μας πουν τι

σημαίνει γι’ αυτούς η λέξη σχολείο. Να τι μας απάντησαν:

«ελευθερία, έκφραση, κατανόηση για τους άλλους,

συνεργασία, γνώση, ισότητα, στόχοι

διάλογος, ελπίδα, ζωή, ασφάλεια, κοινωνική δικαιοσύνη,

χώρος για όνειρο, καταφύγιο, συναίσθημα, δικαίωμα

δύναμη, ενδιαφέρον, ένα κομμάτι ουρανός,

δημιουργία, επικοινωνία, ομάδα, αξίες, ιδανικά, συμμετοχή».

“Sunflowers”, Vincent Van Gogh

[11]

«Ένας χώρος μικρός, μα γεμάτος ζεστασιά, γεμάτος συναίσθημα, που

έχει το προνόμιο να προσφέρει ασφάλεια, που γεννά όμορφα

συναισθήματα και να αφήνει ανοιχτή την πόρτα στην ελπίδα και τ’

όνειρο. Εδώ οι κρατούμενοι επενδύουν συναισθηματικά στη γνώση,

αλλάζουν, μαθαίνουν να λύνουν τα προβλήματά τους, αποκτούν

δεξιότητες, καταφέρνουν να διαχειρίζονται τη ζωή τους μέσα στη

φυλακή, βάζουν στόχους, δημιουργούν χώρο για τον εαυτό τους! Τους

τοίχους και των τριών αιθουσών κοσμούν τα έργα τους, ό, τι

αποτύπωσαν με χρώμα ή χωρίς μέσα

σε λευκό χαρτί. Ο καθένας τους έχει

αφήσει το σημάδι του εδώ, κατέθεσε

ένα κομμάτι της σκέψης, του ονείρου

του κι άφησε να διαφανεί ό, τι έχει

μεγαλύτερη ανάγκη γι’ αυτόν μέσα

εδώ, η ελευθερία μέσα από τη γνώση,

μέσα από την τέχνη και την

ονειροπόληση…»

“Hope”, George Frederic Watts

[12]

«Η φυλακή με ωφέλησε, καθώς έβαλε φρένο στο κατρακύλισμά μου,

και ιδιαίτερα μου έκανε καλό το σχολείο, που με δίδαξε την

ανθρωπιά, την αξία της μόρφωσης και του καθημερινού αγώνα,

για να γίνει κάποιος καλύτερος κι όχι πλουσιότερος. Σιγά -σιγά

εκτός από τα μεροκάματα που έπαιρνα για κάθε μέρα που

παρακολουθούσα τα μαθήματα, άλλαξα νοοτροπία και τρόπο

σκέψης. Γνώρισα τον κόσμο του βιβλίου και της σοφίας. Ανέβηκα

στην εκτίμησή μου, με αγάπησα. Δεν θα επέτρεπα ποτέ πια στον

εαυτό μου να εξευτελιστεί επιστρέφοντας στις άσχημες μέρες.

Σήμερα έχω πια καταλάβει τα λάθη μου και περιμένω την ευκαιρία

ν’ αποδείξω πως δεν είμαι πια ο ίδιος. Έμαθα να πιστεύω στο Θεό

και να προσεύχομαι. Άφησα στο έλεός Του την ύπαρξή μου κι

ένιωσα δυνατός κι έτοιμος ν’ ακολουθήσω το πεπρωμένο μου

ακόμη κι εδώ πίσω από τα συρματοπλέγματα… Πάνω απ’ όλα

αναπνέω. Μου αρκεί αυτό. Λυπάμαι μόνο για τ’ άσπρα μαλλιά του

πατέρα μου, το μαραζωμένο βλέμμα της μάνας μου και τις γκρίζες

αναμνήσεις που έχω αφήσει πίσω μου ν’ αμαυρώνουν τα νεανικά

μου χρόνια…»

Mario

“The fog warning”, Winslow Homer

[13]

«… Αγαπούσα το σχολείο. Το θεωρούσα μεγάλη αδικία σε βάρος

μου το να παρατήσω στη μέση το μεγάλο μου όνειρο. Έτσι,

συνδυάζοντας τη δουλειά με τη μάθηση αισθανόμουν πραγματικά

πολύ καλά. Σαράντα ευρώ μεροκάματο έπαιρνα και παράλληλα

μάθαινα και γράμματα. Μια μέρα ο ένας από τους συγκάτοικους

και φίλους μου ζήτησε τη βοήθειά μου σ’ ένα του πρόβλημα.

Πέθανε ξαφνικά η γιαγιά του- μου είπε- κι έπρεπε να φύγει για το

Ελμπασάν. Μου ζήτησε να μεταφέρω στη θέση του ενενήντα κιλά

χασίς στην Ελλάδα, γιατί διαφορετικά ο «αρχηγός» θα τον

τιμωρούσε αυστηρά- προφανώς θα του έκανε κακό. Το προσωπικό

του πρόβλημα έπρεπε λοιπόν να παραμεριστεί μπροστά στη

«δουλειά» που είχε αναλάβει να τελειώσει. Δεν είχα ποτέ σχέση με

τα ναρκωτικά κι ούτε μ’ ενδιέφερε ν’ αποκτήσω. Ζούσα ήσυχα,

ειρηνικά. Χαιρόμουν την κάθε στιγμή κι ήμουν περήφανος που

κατάφερα να δουλεύω και ταυτόχρονα να συνεχίζω το σχολείο.

Δάσκαλος ήθελα να γίνω. Αυτό ήταν τ’ όνειρό μου, ο σκοπός της

ζωής μου. Ο φίλος μου, όμως, είχε πρόβλημα κι εγώ δεν μπορούσα

να τον αφήσω αβοήθητο. Ξεκίνησα μια μέρα με τα πόδια και με το

παράνομο φορτίο για να περάσω τα σύνορα. Φοβόμουν πολύ. Δεν

ήξερα τι θ’ αντιμετωπίσω. Πρώτη μου φορά έκανα κάτι παράνομο.

Δύο ολόκληρες μέρες περπατούσα από τους Άγιους Σαράντα και με

προορισμό τα Γιάννενα. Με συνέλαβαν στο χωριό Δελβινάκι πριν

προλάβω να μπω μέσα στη πόλη και για δεκαπέντε μέρες με

κράτησαν στο Μεταγωγών. Πέρασα δύσκολες ώρες εκεί μέσα. Με

χτύπησαν πολύ προκειμένου να ομολογήσω, μα το δικό μου στόμα

παρέμεινε κλειστό. Να φωνάξω ήθελα, να τσιρίξω, να κλάψω, να

[14]

χτυπηθώ! Δεν έφταιγε κανείς άλλος παρά μόνο η ευπιστία μου και

ο μεγάλος μου σεβασμός στη φιλία…

Μόλις πέρασε εκείνο το φρικτό δεκαπενθήμερο μ’ έφεραν υπόδικο

στις φυλακές του Βόλου. Πήρα τηλέφωνο στο σπίτι μου και

σπάραξα σαν άκουσα το κλάμα της μάνας μου. Εννέα μήνες μετά

έγινε το δικαστήριο στα Γιάννενα. Εικοσιένα χρόνια κάθειρξης

αποφάσισαν οι δικαστές μου πρωτόδικα. Βρίσκομαι έγκλειστος στο

σωφρονιστικό κατάστημα εδώ και τρία χρόνια, ενώ το Εφετείο

πέρυσι το Δεκέμβρη μείωσε την ποινή μου στα δεκατρία χρόνια.

Σήμερα συνεχίζω να εκτίω την ποινή μου κι αν όλα πάνε καλά σε

πέντε χρόνια θα είμαι ελεύθερος. Όμως, περνάω δύσκολα και

τρελαίνομαι κάθε φορά που

σκέφτομαι πως ο φίλος μου εκείνος

είναι ελεύθερος, μπορεί ν’ αναπνέει

φρέσκο αέρα στη θέση μου και να

γλεντά ανενόχλητος, ενώ δεν μ’ έχει

πάρει ούτε ένα τηλέφωνο όλο αυτό

το δύσκολο για μένα διάστημα. Ούτε

ένα ευχαριστώ δεν μου είπε ούτε

έστω μια συγγνώμη.

‘The Scream’, Edvard Munch

Μια μέρα που δεν αισθανόμουν και πολύ καλά πήρα τηλέφωνο ένα

παλιό συμμαθητή μου, για να μάθω τι κάνει στη ζωή του. Έγινε

δάσκαλος, μου είπε και διδάσκει σε σχολείο στην πατρίδα. Στο

άκουσμα των λόγων του ένα τσίμπημα ένιωσα στην καρδιά μου…

Έκλεισα το τηλέφωνο βιαστικά. Άκουγα τη φωνή του να με ρωτά τι

[15]

κάνω εγώ, πού βρίσκομαι και προτίμησα να διακόψω τη συνομιλία.

Δεν ήθελα ν’ ακούσω πλέον!»

Coli

“Young girl in a green dress” Henri Matisse

[16]

« Μόνη μου παρηγοριά τα βιβλία»

Είναι κάτι στιγμές που οι δείκτες του ρολογιού σταματούν κι

ο χρόνος μοιάζει άδειος. Έρχονται μέρες που νομίζω πως η ζωή

μου δε λέει να προχωρήσει κι όλα είναι ίδια, σα να μην πέρασαν

τάχα τόσα χρόνια, σα να γεννήθηκα λες σε μία φυλακή και σε μία

φυλακή να πρόκειται κάποτε να πεθάνω. Οι εποχές αλλάζουν, η

μέρα περιμένει τη νύχτα, όλα ακολουθούν τη συνηθισμένη μοιραία

τους πορεία , μα εμένα δε με νοιάζει τίποτε απ’ όλα αυτά, γιατί η

ψυχή μου έχει παγώσει. Ώρες ολόκληρες περνώ με το κεφάλι μου

κρυμμένο στα σκεπάσματα, γιατί δεν θέλω να δω και να μιλήσω με

κανένα. Πολλά μπορεί κάποιος να πει για την κατάστασή μου αυτή,

όλοι ψάχνουν δήθεν τις αιτίες και προσπαθούν να δώσουν

συμβουλές και λύσεις. Κανείς τους πια δεν με αγγίζει. Θέλω να

μείνω μόνος μου, εγώ και το κενό. Εγώ κι ο κακός εαυτός μου, που,

όμως δεν πρόκειται ν’ αλλάξει κι ούτε να βγάλει ποτέ τη δήθεν

ξεχασμένη καλή του πλευρά. Σκέφτομαι κάπου- κάπου το θάνατο

για να γλιτώσω από δω, σαν άρρωστος από καιρό, ανήμπορος

καθώς είμαι να βρω γιατρειά και να πάψω να βασανίζομαι. Μόνη

μου παρηγοριά τα βιβλία, που μου ανοίγουν το παράθυρο του

κελιού μου αυτού και μ’ αφήνουν να δραπετεύω στον κόσμο και

στη ζωή εκεί έξω. Ταξιδεύω μαζί τους σε μέρη που τα κάγκελα κι

οι σιδερένιες αμπάρες δεν έχουν θέση! Εκεί που δεν υπάρχουν

φύλακες, κλειδωμένα στόματα, αρρωστημένα μυαλά και

πληγωμένες ψυχές! Εκεί που ακόμη γεννιούνται όνειρα, καθώς το

μυαλό δεν μπορεί να το νικήσει κανείς. Και το σπουδαιότερο, κι ο

χειρότερος εγκληματίας ακόμη έχει το κλειδί ν’ ανοίξει την πόρτα

τους και να ζήσει στιγμές ελευθερίας μέσα στις σελίδες τους!

[17]

Καμιά φορά βλέπεις τυχαίνει να βοηθάνε ως κι οι αυταπάτες ή τα

ψέματα. Η πραγματικότητα, άλλωστε, δεν μπορώ να πω πως

υποφέρεται πάντα… Προχτές ήρθε να μ’ επισκεφτεί κάποιος

συγγενής μου από την Αλβανία, μα αρνήθηκα να τον δω, γιατί δεν

ήθελα να τον δω φεύγοντας να με αφήνει πίσω… Αν δεν πήγαινα

σχολείο δεν θα υπήρχε πια τίποτε που θα μπορούσε να με βγάλει

απ’ τη σιωπή μου. Όμως, χάρη σ’ αυτό έμαθα ν’ αντέχω. Για να

βγω την άλλη μέρα το πρωί και να μπω στην τάξη, ν’ ανοίξω τα

βιβλία μου και να γεμίσω το νου μου με γνώση και την ψυχή μου με

κουράγιο. Κι ύστερα πάλι επιστρέφω πίσω κι εκεί τότε τίποτε δεν

υποφέρω. Κοιτάζω γύρω μου και βλέπω ανθρώπους νικημένους

απ’ την κόντρα τους με τη ζωή, όλους στοιβαγμένους σε πνιγηρούς

θαλάμους με τις ανάσες τους να μυρίζουν απ’ τον καπνό, με τα

σεντόνια τους μουσκεμένα απ’ τον ιδρώτα, παραιτημένους,

θυμωμένους με το σύστημα, αγανακτισμένους με τον εαυτό τους…

και λυπάμαι που κι εγώ είμαι ένας απ’ αυτούς και που τόσα χρόνια

τώρα ψάχνω και την παραμικρή ευκαιρία κάτι για μένα ν’

αλλάξει… Πάντσο

“Chair”, Vincent Van Gogh

[18]

«Θέλω να εκφράσω ευγνωμοσύνη στους δασκάλους μου»

Είμαι τρόφιμος φυλακής εδώ και τρία ολόκληρα χρόνια. Δεν έχω

χώρο ν’ αναπνεύσω εδώ μέσα. Πνίγομαι. Κάθε μέρα που περνά μου

στερεί ακόμη περισσότερο το οξυγόνο και με αποδυναμώνει!...

Ως εδώ, όμως. Δεν μου αρέσει να παραπονιέμαι, γι’ αυτό και δεν

θα μιλήσω άλλο για την εμπειρία μου. Άλλωστε, λίγο πολύ γνωστή

είναι η κατάσταση του εγκλεισμού σε όλους σας και ίσως πάλι

πολλοί από σας να μην ενδιαφέρονται και ν’ ακούσουν… Πήρα

χαρτί και μολύβι, για να εκφράσω ευγνωμοσύνη στους δασκάλους

μου, που έδωσαν σε μας, τα παιδιά του σχολείου, την ευκαιρία να

βγουν οι φωνές μας έξω από τα τείχη και ν’ αντηχήσουν στ’ αυτιά

σας. Αισθάνομαι βαθιά συγκινημένος που το δικό μας βιβλίο έχει

φτάσει τώρα στα χέρια σας και μπορεί ξεφυλλίζοντάς το να σας

δώσει την ευκαιρία όχι μόνο να μας γνωρίσετε περισσότερο, αλλά

και ν’ αλλάξετε ίσως τη γνώμη που είχατε ήδη σχηματίσει για μας,

τα παιδιά που κάποτε ξεστράτισαν και τώρα απλά πληρώνουν γι’

αυτό και προσπαθούν ν’ αντέξουν!

Άλμπερτ

“Shoes”, Vincent Van Gogh

[19]

Είναι το μόνο μέρος που δεν ακούω τη λέξη φυλακή, που οι

λέξεις δεν με προσβάλλουν…. Πριν πάω σχολείο έβλεπα μόνο

τοίχους, σίδερα κι ένα μικρό κομμάτι ουρανό. Το μάτι μου είχε

συνηθίσει να βλέπει κοντά, γιατί κάθε φορά που προσπαθούσα

να κοιτάξω μακριά, συναντούσα τείχη. Την προοπτική μου την

έδωσε το σχολείο. Ξαφνικά μεγάλωσε για μένα ο ανοιχτός

χώρος κι ας είναι μόνο στο μυαλό μου!

Ιλίρ

“The threatened Swan”, Jan Asselijn

[20]

«Εγώ νιώθω κάποιος εδώ! Με σέβονται και με υπολογίζουν κι ας

μη μου αξίζει. Από τη στιγμή που θα βγω από το κελί μου και

πάρω το δρόμο για το σχολείο, γίνομαι άλλος άνθρωπος! Από

ασήμαντος δίχως μόρφωση κρατούμενος γίνομαι ελεύθερος,

μορφωμένος, σημαντικός! Κι αυτό συμβαίνει κάθε μέρα για λίγες

μόνο ώρες! Κι έπειτα πάλι τα ίδια. Και το μετά είναι ακόμη πιο

σκληρό: είναι σα να ζω ξανά και ξανά εκείνη τη στιγμή που μ’

έριξαν μέσα εδώ…».

Κλάουσι

“Old Man in Sorrow”, Vincent Van Gogh

[21]

«Σήμερα είμαι ένας άνθρωπος διαφορετικός. Είμαι μαθητής της α’

γυμνασίου κι έχω μια ευκαιρία όχι να επιβιώσω πλέον, μα να ζήσω

μέσα στη φυλακή, όσο κι αυτό ακούγεται παράξενο. Αυτές τις

μέρες προετοιμάζουμε τη χριστουγεννιάτικη γιορτή. Κάθε μέρα

κάνω πρόβες στο θάλαμο, για να μην πω κάτι λάθος. Το σχολείο

έγινε το καταφύγιό μου. Άρχισα να ζω φυσιολογικά, να μη

φοβάμαι. Πλέον, κατάλαβα πως τα λεφτά που βγαίνουν εύκολα,

εύκολα και χάνονται. Αξία έχει να παλεύεις να χτίζεις σιγά- σιγά,

μέρα τη μέρα και μέσα από τις δυσκολίες μια ζωή με αξιοπρέπεια,

που θα σε γεμίσει υπερηφάνεια».

Ιντρίτ

“Γυναίκα με περιστέρια”, Picasso

[22]

«Στο σχολείο έμαθα ότι οι πέτρινοι τοίχοι δεν κάνουν τη φυλακή,

όπως και τα σιδερένια κάγκελα δεν κλείνουν απαραίτητα ένα

κλουβί. Οι δάσκαλοί μου μού έβαλαν μπροστά μου έναν καθρέφτη

απ’ όπου βλέπω το μέλλον μου με αισιοδοξία και το ότι βρίσκομαι

πίσω από τα κάγκελα δεν είναι τίποτε άλλο για μένα, παρά το

μισητό παρελθόν μου».

Ερμίρ

«Ο σκεπτόμενος», Rodin

[23]

«Το σχολείο με κάνει να νιώθω πως ζω σε παραμύθι έστω και για

λίγο, όταν η υπόλοιπη ζωή μου είναι στοιχειωμένη μέσα σε μία

φυλακή»…

Μαριάν

“The Round of the Prisoners”, Vincent Van Gogh

[24]

«Η ελευθερία θα ήταν ένας άγγελος με σπασμένα φτερά, αν δεν

υπήρχε η γνώση…»

Γιάννης

“Ariel on a Bat’s Back”, Henry Singleton

[25]

«Το σχολείο προσφέρει τη γνώση και με ταξιδεύει στο αύριο…»

Ρέντι

“A girl on a swing”, Winslow Homer

[26]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Η Θεατρική γραφή στη φυλακή

Οι κρατούμενοι στον άφθονο νεκρό κι ανεκμετάλλευτο χρόνο τους

μέσα στη φυλακή συνηθίζουν να επιδίδονται συχνά στην κατάθεση

και καταγραφή των προσωπικών εμπειριών τους προσπαθώντας

να αλαφρύνουν από τα βάσανα του εγκλεισμού. Μέσα από τη

θεατρική γραφή και το παιχνίδι ρόλων, άνθρωποι καθηλωμένοι σε

απραξία, καταδικασμένοι σε μαρασμό, ανακαλύπτουν την

ελευθερία ως έκφραση κι εφευρίσκουν τον δικό τους τρόπο να

αντιδράσουν ανοίγοντας παράλληλα, τη δική τους ατραπό στη ζωή

γεμάτοι δύναμη, κι αυτοσεβασμό και κατακτώντας την

ενσυναίσθηση.

Το συγκεκριμένο θεατρικό είναι το αποτέλεσμα συλλογικής

δουλειάς των μαθητών μας. Το εμπνεύστηκαν από τη ζωή τους

πριν μπουν στη φυλακή και αφήνουν να διαφανεί το άσχημο

παιχνίδι της μοίρας για τους παραβάτες, γι’ αυτούς που αδίκησαν

και έπαιξαν παράνομο παιχνίδι σε βάρος τελικά του ίδιου του

εαυτού τους. Οι δικές τους εμπειρίες και βιώματα αποτελούν για

μας παράδειγμα προς αποφυγή και γι’ αυτούς δυσάρεστη μνήμη,

μιας και η κατάληξη ήταν τραγική. Με την αναγνώριση, όμως, των

λαθών τους έφτασαν στην αριστοτελική κάθαρση. Ας

παρακολουθήσουμε μαζί τους την πορεία τους προς τη

συνειδητοποίηση.

[27]

«Καλό ταξίδι»

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ:

Σετέουι

Κάρλος

Ρενάτο

Ντάνι

Ρέντι

Στέλι

Τόνι

Ματέο

Ρίτα

Καφετζής

Ιδιοκτήτης κοσμηματοπωλείου

Μάριο

Αστυνομικός

[28]

Σκηνή πρώτη

Βρισκόμαστε στις φυλακές Κορυδαλλού. Είναι Δεκέμβρης, λίγες

μέρες πριν το 2008 φύγει οριστικά από τη ζωή μας.

Ο Σετέουι από την Αλβανία και ο καλύτερός του φίλος, Κάρλος,

σήμερα- την παγερή αυτή, μα και τόσο αλλιώτικη μέρα- είναι

επιτέλους ελεύθεροι! Η μεγάλη σιδερένια πόρτα της φυλακής που

τους φιλοξένησε για χρόνια, κλείνει πίσω τους και τους αφήνει

πια μόνους να προσπαθήσουν να στήσουν τη ζωή τους από την

αρχή.

- Κάρλος: Τσίμπα με, φίλε, δεν το πιστεύω αυτό που μου

συμβαίνει…

- Σετέουι: Πίστεψέ το! Κι όμως είμαστε έξω!

- Κάρλος: Έξω, ελεύθεροι… σήμερα τελειώνουν τα βάσανά μας!

- Σετέουι: Όχι, φίλε, σήμερα αρχίζουν τα δύσκολα! Ο χρόνος θα

δείξει αν τελικά αξίζουμε μια θέση στον ήλιο.

(Τον αγκαλιάζει για να τον αποχαιρετίσει)

-Κάρλος: Εδώ χωρίζουν οι δρόμοι μας…. Να προσέχεις.

- Σετέουι: Ξέρεις πού θα με βρεις… όποια ώρα…

[29]

Σκηνή δεύτερη

Ο Σετέουι πηγαίνει στο πατρικό του να δει τους δικούς του, μα εκεί

βρίσκει ένα γράμμα, όπου οι γονείς του τού ζητούν να μην τους

ενοχλήσει ποτέ ξανά, καθώς ντρέπονται γι’ αυτόν. Χάνει τη γη

κάτω από τα πόδια του… Μένει άναυδος! Χτυπά πίσω του την

πόρτα με θυμό και φεύγει για το καφενείο, το μέρος που σύχναζε

πριν μπει στη φυλακή. Περπατά στο δρόμο και μονολογεί. Δεν

μπορεί να πιστέψει πως δεν έχει πια κανένα! Στο μυαλό του

γυρίζουν διαρκώς τα λόγια της μάνας του: «Παιδί μου, δεν είναι

πως δεν σε αγαπάμε. Από τότε που έφυγες, όμως, δεν θέλω να

βλέπω κανένα. Το νιώθω στο βλέμμα τους πως μας

αντιμετωπίζουν τώρα πια διαφορετικά. Είμαστε, βλέπεις αυτοί

που αναστήσαμε έναν εγκληματία, έναν άνθρωπο επικίνδυνο δίχως

αισθήματα και φραγμούς. Συγχώρεσέ μας, γιε μου, προσπάθησε να

καταλάβεις. Ο πατέρας σου δεν τολμούσε ούτε έναν καφέ να πιει

στο καφενείο. Όλοι τον έδιωχναν με τον τρόπο τους, παιδί μου.

Έπρεπε να φύγουμε. Για να ζήσουμε ήσυχα τα λίγα χρόνια που μας

απομένουν, μάτια μου. Εσύ θα βρεις τρόπο, θα τα καταφέρεις και

να θυμάσαι πως δεν έχω τίποτε πιο ακριβό από σένα!».

Σετέουι: Ώστε, «τίποτε πιο ακριβό από μένα», έ; Αν κι η μάνα σου

σε διώχνει, ποιος μπορεί τελικά να σε αγαπά; (Μονολογεί ο Σετέουι

και μια πίκρα βάφει τα χείλη του…)

(Στο καφενείο)

Σε μια παρέα πέντε ατόμων αναγνωρίζει τους παλιούς του

φίλους και συγχωριανούς. Άνθρωποι του σιναφιού κι αυτοί, όλοι

[30]

τους πέρασαν σιδερένια πόρτα και χαράμισαν χρόνια από τη ζωή

τους πίσω από κλειδαριές ασφαλείας και συρματοπλέγματα.

Ο Ντάνι, o Ρέντι, o Στέλι, o Τόνι, o Ρενάτο που δεν γεννήθηκαν

κακοποιοί, μα που η χώρα τους τούς ανάγκασε ν’ αποδράσουν απ’

τη ζεστασιά της γης τους και να ψάξουν να ριζώσουν κάπου

αλλού λερώνοντας τ’ όνομά τους και ζώντας πια σαν κυνηγημένοι.

Όλοι τους κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι απ’ την ελεεινή τους

καθημερινότητα, μα με την ελπίδα πως κάποτε θα πιάσουν την

καλή!

Ο Σετέουι πλησιάζει την παρέα και πριν προλάβει ν’ αρθρώσει

λέξη, ο Ρενάτο τον αναγνωρίζει και παραγγέλνει σαμπάνια…

-Ντάνι: Γιορτάζουμε κάτι, Ρενάτο;

-Ρενάτο: Κάποιος γύρισε από τους νεκρούς, παιδιά!… ( στρέφει το

βλέμμα προς την πόρτα)

(Όλοι γυρίζουν έκπληκτοι και κοιτούν τον Σετέουι)

-Τόνι: Δεν το πιστεύω. Κοίτα ποιος μας θυμήθηκε!

-Ρενάτο: Έλα κοντά μας, φίλε.

(Τον αγκαλιάζουν με συγκίνηση)

-Σετέουι: Καλώς σας βρήκα, παιδιά. Χαίρομαι που είστε όλοι εδώ!

-Στέλι: Πότε βγήκες;

-Σετέουι: Χτες το απόγευμα.

-Ρενάτο: Πώς είναι οι δικοί σου;

[31]

-Σετέουι: Δεν με περίμεναν. Μ’ ένα γράμμα μου ζήτησαν να μην

τους ενοχλήσω ξανά. Ντρέπονται, λέει, για μένα και τα λίγα χρόνια

που τους απομένουν θέλουν να τα ζήσουν…

-Στέλι: Δεν είσαι ο μόνος! Όλοι μας ξεχασμένοι είμαστε εδώ.

-Ρενάτο: Μην το σκέφτεσαι, φίλε. Εμείς θα σε βοηθήσουμε να

σταθείς στα πόδια σου.

-Σετέουι: Έχουμε καιρό γι’ αυτά. Σας πεθύμησα, ρε παιδιά.

-Τόνι: Κι εμείς εσένα! Αναρωτιόμαστε συχνά τι απέγινες. Έμεινες

καιρό στη στενή, τελικά.

- Ρέντι: Καλώς ήρθες, Σετέουι. Καλός πολίτης! Να κοιτάξεις να

καλύψεις το χαμένο χρόνο και να ζήσεις κι εσύ λίγο!

( Τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους και γεμάτοι ελπίδες εύχονται όλα

να πάνε καλά από δω και πέρα)

-Τόνι: Πέρασε η ώρα, Ρενάτο.

-Ρενάτο: Συνεχίστε χωρίς εμένα. Πρέπει να λείψω για λίγο.

-Σετέουι: Η Ρίτα;

-Ρενάτο: Πού τη θυμήθηκες τώρα αυτή;

-Σετέουι: Δεν την ξέχασα ποτέ…

-Ρενάτο: Η φυλακή σε έχει μαλακώσει πολύ! (γελά δυνατά). Μην

μου πεις ότι θέλεις να τη συναντήσεις!

(Μετά από μικρή παύση)…

Μπορώ να το κανονίσω πάντως. Εντελώς τυχαία, τι λες;

[32]

-Σετέουι: Θα το ήθελα!

Σκηνή τρίτη

Ο Σετέουι φεύγει απ’ το καφενείο και πηγαίνει στο σπίτι του

παιδικού του φίλου. Είναι μια μονοκατοικία στην Σπύρου Πάτση.

Περνάει την εξώπορτα, χτυπά το κουδούνι. Ένα ψηλόλιγνο

μελαχρινό αγόρι ανοίγει την πόρτα.

-Σετέουι: Συγγνώμη που ενοχλώ, μα ψάχνω το σπίτι ενός παιδικού

μου φίλου. Ματέο τον λένε.

-Ματέο: Εγώ είμαι.

-Σετέουι: (εντελώς αμήχανα) Έχεις ρίξει μπόι… Ματέο…

-Ματέο: Δεν είναι δυνατό, Σετέουι, πάει τόσος καιρός! Έλα να σ’

αγκαλιάσω. Πέρασε μέσα. Πότε βγήκες;

-Σετέουι: Χτες το απόγευμα, μα θ’ αργήσω πολύ, ώσπου να το

νιώσω στο πετσί μου. Είναι βλέπεις, μεγάλο χτικιό η φυλακή. Δεν σ’

αφήνει εύκολα…

[33]

-Ματέο: Λογικό είναι, φίλε. Κράτησε τόσο πολύ άλλωστε, αυτό το

αστείο. Τι σκέφτεσαι να κάνεις από δω και πέρα;

-Σετέουι: Πού να ξέρω; Σήμερα βρέθηκα με το Ρενάτο και τους

άλλους. Με υποδέχτηκαν πολύ θερμά.

-Ματέο: Μην μπλέξεις πάλι μαζί τους. Χωρίς παρεξήγηση… δεν

τους εμπιστεύομαι.

-Σετέουι: Να λίγο στην αρχή… ώσπου να ορθοποδήσω. Μετά θα

φύγω… ναι, θα φύγω. Έχω πια την εμπειρία και το μυαλό να

καταλάβω πως δεν πρέπει να εμπιστεύομαι κανένα. Νομίζεις

ξέχασα πως ό,τι μου δίδαξε η φυλακή; Να σου πω, θα με

φιλοξενήσεις για λίγο καιρό στο σπίτι σου;

-Ματέο: Μην το σκέφτεσαι. Για όσο θέλεις. Αρκεί να προσέχεις.

-Σετέουι: Υπόσχομαι. Ο Ρενάτο σήμερα θα φέρει τη Ρίτα στο στέκι…

Θα έρθεις μαζί μου;

-Ματέο: Δεν την ξέχασες ακόμη, έ;

(Ο Σετέουι χαμηλώνει το βλέμμα κι απομακρύνεται).

[34]

Σκηνή τέταρτη

Ο Σετέουι και ο Ματέο μπαίνουν αθόρυβα στο καφενείο και

κάθονται στο διπλανό τραπέζι, όπου βρίσκονται ήδη ο Ρενάτο, οι

υπόλοιποι και η Ρίτα.

- Ρίτα (στο Ρενάτο) : Ποιο ήταν αυτό το τόσο σημαντικό που θέλεις

να μου πεις και μ’ έφερες εδώ;

- Ρενάτο: Κάποιος που σε πεθύμησε πολύ μου ζήτησε να το κάνω.

(Ανήσυχη εκείνη αρχίζει να ψάχνει με το βλέμμα γύρω

της κι η ματιά της μεγαλώνει, καθώς στέκεται στον αγαπημένο

της).

-Σετέουι: Ρίτα, πόσο μου έλειψες, Θεέ μου…

-Ρίτα: Γιατί με άφησες μόνη; ( ρωτά με σπαρακτική κραυγή

εκείνη).

-Σετέουι: Γιατί σ’ αγαπούσα και δεν ήθελα να είμαι το εμπόδιο στη

ζωή σου. Έπρεπε να συνεχίσεις μόνη…

-Ρίτα: Ποτέ δεν με ρώτησες τι πραγματικά ήθελα. Δεν με

υπολόγισες ποτέ. Έχεις άραγε καταλάβει πως δεν μπορώ να

προχωρήσω χωρίς εσένα;

-Ρενάτο (στον Σετέουι): Ερωτευμένε, σε περιμένω έξω… Μην

αργήσεις.

- Σετέουι: (με βιασύνη στη Ρίτα): Δώσε μου λίγο χρόνο. Θα γυρίσω

να σε πάρω.

[35]

-Ρίτα: Θα περιμένω… και μια ζωή αν χρειαστεί. Να προσέχεις.

- Σετέουι: (αγκαλιάζει τη Ρίτα) Μην ανησυχείς για μένα. Κοίτα τον

εαυτό σου το καλό που σου θέλω.

( Στρέφεται στο Ρενάτο ) – Λοιπόν, φίλε, γιατί με διέκοψες;

- Ρενάτο: Μια καλή πρόταση έχω να σου κάνω.

- Σετέουι: Σ’ ακούω.

-Ρενάτο: Είναι μια δουλειά με πολλά φράγκα. Ληστεία σε

κοσμηματοπωλείο. Για την περίπτωσή σου ό,τι χρειάζεται!

-Σετέουι: Είμαι μέσα.

-Ρενάτο: Θα τα πούμε το βράδυ.

-Σετέουι: Έγινε.

-Ματέο: Σκέψου καλά τι πας να κάνεις. Αρκετά χρόνια πέταξες στο

δρόμο.

-Σετέουι: Τελευταία φορά. Αυτή τη φορά δεν θα τη χάσω τη Ρίτα.

-Ματέο: Όπως νομίζεις. Η ζωή είναι δική σου, φίλε μου. Άλλωστε,

εσύ ξέρεις…

[36]

Σκηνή πέμπτη

Έξω από το κοσμηματοπωλείο στην οδό Κωνσταντινουπόλεως.

-Σετέουι: Άργησα…

-Ρενάτο: Έτσι όπως πάμε, γρήγορα θα καρφωθούμε.

- Σετέουι: Έτοιμοι όλοι;

- Ρενάτο:O Ντάνι με τον Τόνι και τον Ρέντι θα μπουν πρώτοι.

Έπειτα μπαίνουμε κι εμείς. Σύμφωνοι;

-Ντάνι, Στέλι, Ρέντι: Σύμφωνοι.

-Ρενάτο: Μόλις μας δείτε να μπαίνουμε τραβήξτε όπλο κι

ακινητοποιήστε τον ιδιοκτήτη.

Ξεκινάμε!

( Στο κοσμηματοπωλείο)

- Ντάνι: Καλημέρα.

-Ιδιοκτήτης: Ψάχνετε κάτι συγκεκριμένο, παιδιά;

- Ντάνι: Όχι κάτι συγκεκριμένο.

- Ρέντι: Τι θα μας προτείνατε για μια νεαρή κοπέλα;

……………………………………………………………..

( Λίγο πιο πέρα)

-Ρενάτο: (στον Σετέουι) Σήμερα θα καταλάβω αν η φυλακή σε

χάλασε! Όλοι έτοιμοι;

[37]

-Σετέουι: Ας το κάνουμε, λοιπόν!

( Ανοίγουν την πόρτα του κοσμηματοπωλείου)

-Ντάνι: Έρχονται, έτοιμος;

-Στέλι: Έτοιμος.

-Στέλι, Ντάνι: Ψηλά τα χέρια! Βγες από το ταμείο με τα λεφτά!

-Σετέουι: Ρενάτο, θα μπλέξουμε άσχημα! Είναι ο θείος του Μάριου!

-Ρενάτο: Δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω τώρα! Γέμισε την τσάντα

με τα χρυσαφικά να τελειώνουμε!

-Ιδιοκτήτης (κοιτά τον Σετέουι περίεργα): Εσένα, νεαρέ, νομίζω

πως κάπου σε ξέρω…

-Σετέουι: Δε νομίζω, γέρο! Πρώτη φορά έρχομαι εδώ.

-Ρενάτο: Πάμε να φύγουμε πριν μας την πέσουν οι μπάτσοι!

-Σετέουι: Φύγαμε!

-Ρενάτο: Ακολουθήστε με. Θα κρυφτούμε για λίγο σε μια παλιά

αποθήκη.

-Ντάνι: Τα καταφέραμε, παιδιά! Τα καταφέραμε!

-Σετέουι: Θάλασσα τα κάναμε! Με αναγνώρισε! Τώρα ο Μάριος θα

με κυνηγήσει!

-Ρενάτο: Ας κοπιάσει!

-Σετέουι: Σύνελθε, Ρενάτο! Δεν είναι μόνος του! Έχει ολόκληρη

συμμορία μαζί του, ξέχασες;

[38]

-Ρενάτο: Το ξέρω, μα ηρέμησε. Η μέρα η σημερινή είναι δική μας!

Θα δούμε τι θα κάνουμε μ’ αυτόν!

- Ρέντι: Έλα, Σετέουι, τίποτε κακό δεν πρόκειται να συμβεί. Όλα θα

πάνε καλά αυτή τη φορά.

-Στέλι: Στο χρωστάει η ζωή, φίλε μου. Σκέψου! Στο χρωστάει!

Ο Σετέουι έκανε λάθος και μέσα του το ξέρει. Το κακό είναι πως

τώρα πια δεν μπορεί να κάνει πίσω. Το όνειρό του, όμως, τον

περιμένει και πρέπει τώρα να πάρει σάρκα και οστά!

[39]

Σκηνή έκτη

(Έξω από το σπίτι του Ματέο)

-Σετέουι: Γεια χαρά!

-Ματέο: Όλα καλά;

-Σετέουι: Η δουλειά έγινε και τα λεφτά είναι καλά.

-Ματέο: Υποτίθεται πως πρέπει να είσαι χαρούμενος! Σε λίγο θα

έχεις δικό σου σπίτι και η Ρίτα θα είναι δική σου. Τι άλλο θέλεις;

-Σετέουι: Έχω μπλέξει άσχημα. Αυτός που ληστέψαμε ήταν ο θείος

του Μάριου και μ’ αναγνώρισε.

-Ματέο: Σου είπα από την αρχή να μην το κάνεις! Ο Μάριο είναι

σκληρός. Δεν θα το αφήσει έτσι αυτό.

-Σετέουι: Το ξέρω. Θα προσπαθήσω να ξεμπλέξω κάπως. Το

εύχομαι να γίνει έτσι. Ύστερα θα πάρω τη Ρίτα και θα φύγω.

Κουράστηκα πια!

-Ματέο: Καλά θα κάνεις!

-Σετέουι: Πάω στο στέκι να βρω το Ρενάτο να μιλήσουμε. Θα

έρθεις;

-Ματέο: Θα σε βρω εκεί…

(Στο στέκι )

-Σετέουι: Γεια σας!

[40]

-Ρενάτο: Ο Μάριο πέρασε από δω με το αμάξι του, μα δεν

σταμάτησε.

-Σετέουι: Αυτό δεν μου αρέσει καθόλου.

-Ρενάτο: Χαλάρωσε! Αν ήθελε να κάνει κάτι θα το είχε κάνει!

(Στρέφεται στον καφετζή): Πιάσε μια μπίρα για το φίλο μας.

-Σετέουι: Κάντες δύο. Έρχεται κι ο Ματέο.

-Ματέο: Γεια σας, παιδιά! Σετέουι, καθώς ερχόμουν είδα το Μάριο

και τα σκυλιά του να έρχονται προς τα εδώ! Διαλυθείτε!

-Ρενάτο: Κατά φωνή!

-Μάριο: Καλώς τ’ αλάνια! Καιρό είχαμε να τα πούμε, έτσι, Σετέουι;

-Σετέουι: Γεια σου, Μάριε. Πάμε λίγο έξω να τα πούμε οι δυο μας.

-Μάριο: Δεν έχουμε να πούμε πολλά, φίλε. Κάποιο χρέος έχεις να

μου ξεπληρώσεις. Τα ’βαλες με την οικογένειά μου και, φυσικά, τη

συνέχεια την ξέρεις. Επέλεξες τον πόλεμο ανάμεσά μας.

-Σετέουι: Δεν ήταν προσχεδιασμένο… Έτυχε. Και δεν είχα το χρόνο

ούτε μπορούσα και να το προλάβω.

-Μάριο: Σιχαίνομαι τις δικαιολογίες. Με αηδιάζεις. Κόφτο!

-Ματέο: Σετέουι, πρόσεχε!

Ο Μάριο πυροβολεί με μοναδική αγριότητα. Ο Ματέο μπαίνει στη

μέση και τραυματίζεται.

-Μάριο(προς τους συντρόφους του): Πάμε να φύγουμε, παιδιά.

Τελειώσαμε!

[41]

-Σετέουι (κοιτά το Ματέο με δακρυσμένα μάτια): Θεέ μου, φίλε μου,

τι έκανες; Γιατί πήρες τη θέση μου; Δεν το δέχομαι… Ένα

ασθενοφόρο φωνάξτεεε…!!! Γιατί έγινε αυτό; Γιατί κι αυτό;

-Ματέο: Να προσέχεις… Αύριο μια καινούργια μέρα θα έρθει και

ίσως μια νέα ευκαιρία για σένα…

-Σετέουι: Μίλα μου, Ματέο, μίλα μου!

-Ρενάτο: Είναι νεκρός! Πάμε πριν πλακώσουν οι μπάτσοι.

-Σετέουι: Δεν πάω πουθενά. Πέθανε για να μου σώσει τη ζωή και

δεν έφταιγε σε τίποτα… Ήταν ο μοναδικός μου φίλος! Το

αποκούμπι μου. Ήταν δικός μου άνθρωπος και τον έχασα κι αυτόν

πριν από λίγο. Μοιάζουν να ερήμωσαν όλα ξαφνικά στη ζωή μου.

-Ρενάτο: Δεν είναι ώρα για ενοχές ούτε για μελοδράματα. Πάμε να

φύγουμε.

-Σετέουι: Σου είπα: φύγε!

-Ρενάτο: Λυπάμαι, φίλε. Να ξέρεις μόνο πως ο Μάριο θα πληρώσει!

Ο Σετέουι μετά το θάνατο του Ματέο είναι ράκος από τις ενοχές…

Θέλει να μείνει μόνος βυθισμένος στις αναμνήσεις του.

Λίγες ώρες μετά …

-Καφετζής: Ήρθε η αστυνομία, παιδί μου…

-Αστυνόμος: Τι έγινε εδώ; Ποιος το έκανε;

-Σετέουι: Δεν ξέρω.

[42]

-Αστυνόμος: Γνωρίζεις και θα μιλήσεις. Από τότε που βγήκες

μεσολάβησαν πολλά.

-Σετέουι: Στο είπα: Δε γνωρίζω. Άσε με ήσυχο! Έχασα τον «αδερφό»

μου…

-Αστυνόμος: Όπως νομίζεις. Σε προειδοποιώ, όμως, πως αν σε

ξαναδώ μπλεγμένο σε τέτοια ιστορία, θα σε σκοτώσω.

Ο Σετέουι νιώθει νικημένος, δεν μπορεί να δεχτεί το θάνατο του

φίλου του. Κι ενώ οι τύψεις τον βασανίζουν διαρκώς, η Ρίτα

συνεχίζει να βρίσκεται πλάι του. Τώρα εκείνος την έχει ανάγκη

περισσότερο από ποτέ!

[43]

Σκηνή έβδομη

(Μετά την κηδεία) …

-Σετέουι: Έφυγε, Ρίτα, δε θα τον ξαναδώ ποτέ… Έφυγε για να ζήσω

εγώ. Όλα μπορώ να τ ’αντέξω, το χαμό κάποιου που αγαπώ, όμως,

όχι!

-Ρίτα: Δε φταις εσύ, αγάπη μου. Ο Ματέο έκανε την επιλογή του κι

εμείς οφείλουμε να το σεβαστούμε. Θα τον θυμόμαστε με αγάπη…

Τώρα θα έχεις εμένα!

-Σετέουι: Σ’ ευχαριστώ.

-Ρίτα: Για ποιο λόγο;

-Σετέουι: Που υπάρχεις.

-Ντάνι: Σετέουι, Σετέουι….

-Σετέουι: Τι τρέχει;

-Ντάνι: Ο Ρενάτο έχει σχεδιάσει να βρεθεί με τον Μάριο, για να

πάρει

εκδίκηση. Έλα μαζί μου, εμένα δεν με ακούει.

-Σετέουι: Πήγαινε κι έρχομαι.

-Ρίτα: Μην πας, σε παρακαλώ, δε θέλω να σε χάσω.

-Σετέουι: Δεν θα με χάσεις. Πρέπει να τους σταματήσω. Δεν

αντέχω κι άλλο θάνατο στη συνείδησή μου. Κατάλαβέ με. Μόλις

τελειώσει αυτό θα φύγουμε οι δυο μας.

-Ρίτα: Να προσέχεις και να γυρίσεις γρήγορα!

[44]

-Σετέουι: Θα σε δω αργότερα.

(Στο στέκι καθώς ο Ρενάτο τραβά το όπλο του).

-Ρενάτο: Ήρθε η ώρα σου να πληρώσεις, Μάριε.

-Μάριο: Κατέβασε το όπλο σου. Τώρα είμαστε πάτσι.

-Σετέουι: Ρενάτο, σταμάτα εδώ. Ακόμη δεν αναπαύτηκε η ψυχή του

Ματέο κι εσείς θέλετε να σκοτωθείτε; Αλλάξτε μυαλά. Φτάνει πια!

Ας μη χαθεί κι άλλη ζωή! Δώσε μου το όπλο.

-Ντάνι: Ήρθε η αστυνομία.

-Αστυνόμος: Πέτα το όπλο σου, Σετέουι.

-Σετέουι: Ηρέμησε, δεν πρόκειται να γίνει τίποτε.

-Αστυνόμος: Πέταξέ το, τώρα! Αυτή τη φορά δε θα στη χαρίσω!

(Πυροβολεί στον αέρα για εκφοβισμό, μα η σφαίρα χτυπά στον

απέναντι τοίχο, εξοστρακίζεται και βρίσκει τον Σετέουι)..

-Ρενάτο(στρέφεται στον αστυνόμο έντρομος): Τι έκανεεες; Τον

σκότωσες! Κάθαρμα, θα πληρώσεις για όλα τώρα! (Τραβά τη

σκανδάλη και τραυματίζει τον αστυνομικό. Ύστερα, χωρίς να

υπολογίζει τη σύγχυση και τον πανικό που δημιουργήθηκε και στο

λίγο χρόνο που του απομένει μέχρι τη σύλληψή του στρέφεται στον

πληγωμένο φίλο του )- Σετέουι, μίλα μου…

-Σετέουι (στο Ρενάτο, ενώ χάνει τη μάχη με τη ζωή): Βρες τη Ρίτα

και πες της ότι την αγαπώ και στη μάνα μου να με συγχωρήσει. Στο

βάθος τους καταλαβαίνω. Κι εσύ, φύγε να γλιτώσεις!

[45]

-Ρενάτο: Μη μιλάς, μην κουράζεσαι. Κράτα δυνάμεις. Δεν έχω

ανάγκη εγώ. Εσύ κοίτα να γίνεις καλά.

-Σετέουι: Ως εδώ ήταν για μένα, Ρενάτο. Δύσκολη ήταν η ζωή μου

και πιο άδοξο το τέλος μου. Μη λυπάσαι, όμως. Εκεί που πάω θα’

ναι καλύτερα.

-Ρενάτο (Μη μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά του για τον

απρόσμενο χαμό του φίλου του): Καλό ταξίδι, φιλαράκο!... Για μένα

θα είσαι πάντα εδώ… (κοιτάζοντας το κενό) - Ακούτε ρε! Είναι

άδικοοο ρεε!!!... (φωνάζει ο Ρενάτο την ώρα που οι αστυνομικοί τον

συλλαμβάνουν και του περνούν χειροπέδες).

Όσο για τον πρωταγωνιστή μας ξεψυχά εδώ και μαζί με τη ζωή

του τελειώνει κι η μικρή μας ιστορία. Πήρε το λάθος δρόμο μια

μέρα κι από κει και πέρα δεν κατάφερε να γυρίσει πίσω ξανά. Τα

λάθη του δεν πρόλαβε να τα διορθώσει, μα ούτε και την ευτυχία -

που τόσο επίμονα αναζήτησε- μπόρεσε να βρει. Αναρωτήθηκε

πολλές φορές γιατί δεν είχε μία ακόμη ευκαιρία, αφού πίστευε πως

το άξιζε. Η ζωή, όμως, όπως φαίνεται δε χρωστά χάρη σε κανέναν.

Ο καθένας μας παίρνει όσα αξίζει και πολλές φορές ούτε κι αυτά.

Μοιάζει να μην πιάνει πάντα η ευχή και να μη δίνονται απλόχερα

και σ’ όλους τ’ αγαθά της. Άραγε έδωσε κάτι η ζωή στο Σετέουι; Ή

μήπως τελικά του στέρησε κι αυτά που κάποτε εκείνος θεωρούσε

δεδομένα;

ΤΕΛΟΣ

[46]

Βιβλιογραφικές αναφορές

*Δημητρούλη,Κ., Θεμελή, Ο., Ρηγούτσου,Κ., (2006). Η εκπαίδευση

ενηλίκων στις φυλακές. Το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας στη

χώρα μας, Ανακτημένο από τα πρακτικά Συνεδρίου, Βόλος, 31

Μαρτίου- 2 Απριλίου 2006, σελ. 199-204.

*Βασικό επιμορφωτικό υλικό. Τόμος Γ’. η Αξιοποίηση των τεχνών

στην εκπαίδευση. Αθήνα, 2011, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.

*www.epea.org

[47]

Το βιβλίο αυτό είναι το τελικό προϊόν προγράμματος Αγωγής Υγείας με

τίτλο «Το σχολείο στη φυλακή ως μέσο ενδυνάμωσης των κρατουμένων»,

που υλοποιήθηκε κατά το σχολικό έτος 2012-13. Ευχαριστούμε τον

διευθυντή του σχολείου μας κ. Άγγελο Μιχόπουλο για την αμέριστη

υποστήριξη που μας παρείχε, τον πάντα αρωγό μας, διευθυντή του

σωφρονιστικού καταστήματος κ. Βασίλη Αποστολάκη, τον διευθυντή του

6ου γυμνασίου κ. Κωνσταντίνο Σιάππα, την κ. Κική Δανιηλίδου, υπεύθυνη

σχολικών δραστηριοτήτων της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Μαγνησίας,

καθώς και τους μαθητές μας που είναι οι εμπνευστές και οι κύριοι

δημιουργοί αυτής της δουλειάς.

Οι καθηγήτριες:

Ευαγγελία Σαλβάνου, ΠΕ06 & Αποστολία Κοτζαγιώτου, ΠΕ02