Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη....

22
βικη κοσμοπουλου Το τσόφλι Δώδεκα ζεύγη πεζών σκιΤσΑ βικη κοσμοπουλου κΕΔΡοσ

Transcript of Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη....

Page 1: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

βικη κοσμοπουλου

Το τσόφλι

Δώδεκα ζεύγη πεζών

σκιΤσΑ

βικη κοσμοπουλου

κ Ε Δ Ρ ο σ

Page 2: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

Kάθε γνήσιο αντίτυπο φέρει την υπογραφή της συγγραφέως.

βίκη κοσμοπούλου: Το τσόφλι

ISBN 978-960-04-4891-7

Επιμέλεια-Διόρθωση: μαρία σπανάκηHλεκτρονική σελιδοποίηση-διόρθωση: Νικολέττα Δουλάμη

© Βίκη Κοσμοπούλου, 2018© Eκδόσεις Kέδρος, A.E., 2018

Kέδρος Εκδοτική Α.Ε.Γ. Γενναδίου 3Αθήνα 106 78τηλ. 210 38 09 712-14 • φαξ 210 33 02 655www.kedros.gr • www.facebook.com/kedros.gre-mail: [email protected]

Page 3: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

«Δεν ονειρεύτηκα ποτέ το χρόνοΚαι τη συντροφιά τουΜήτε την απουσία του οσφράνθηκα ποτέΣε κάποιο ελάχιστο ηδονικό μου ύπνο»

Γιώργος σαραντάρης, «Του χρόνου ανάγλυφη εικόνα»

Page 4: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό
Page 5: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

9

Πίσω στη Βενετία

Δ εν έχει καλή σχέση με τον χρόνο. Απόδειξη ότι δεν φοράει ποτέ ρολόι. Την εκνευρίζει κι εκείνο το επίμονο τικ τακ που μοιάζει να θέλει να επιβάλλει τον ρυθμό του. Εξάλλου μια χαρά την είχε βρει τη δικαιολογία ότι, συνέχεια μες στη λάντζα, θα το χα-λούσε η υγρασία. κάπως έτσι έχει απωθήσει μνήμες από τότε που ήταν κορίτσι, αποφεύγει να βλέπει τις ρυτίδες της και καθυστερεί πάντα στα ραντεβού της. Έτσι άργησε και σ’ αυτό το ραντεβού με το μέσα της. μα είχε έρθει η ώρα του.

Αυγουστιάτικο πρωινό. Είναι καθισμένη, ακίνη-τη κάμποσα λεπτά, στη σκουριασμένη μπίντα. μια σταγόνα χαράζει πορεία στο σώμα της. Έχει βρεθεί εκεί να δει όλα όσα της είχε πει πως σήμαινε για κεί-νον. λίγο πριν είχε στριμώξει κομμάτια ύφασμα στην

Page 6: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

10

καρό βαλίτσα της· φθαρμένες ράντες στα φορέματα, ξεφτισμένα κρόσσια στα φουλάρια, τρύπιες δαντέλες στα εσώρουχα, ξηλωμένοι πόντοι σε κάλτσες μονές. πάντα αναρωτιόταν γιατί τις φύλαγε έτσι αταίρια-στες στο βάθος του τελευταίου συρταριού.

πήρε μαζί και το φουλάρι που της είχε χαρίσει σε μια ηλιόλουστη κυριακάτικη βόλτα τους. Την ίδια μέρα τής είχε προσφέρει κι ένα μπουκετάκι γιασε-μιά. «Για σε μια», του είχε πει με το χαρακτηριστικό γελάκι της να γλιστράει μέσ’ από τα χείλη της, εννο-ώντας βέβαια τον εαυτό της. Όχι πια. κάποια άλλη θα ξεφλουδίσει τον καρπό του μασώντας τον, για να φτάσει στα κουκούτσια του. πλέον θα ψωνίζει μόνο για κείνη, θα μαγειρεύει μόνο για κείνη, θα χρωστάει μόνο για κείνη. «μόνη. Ένα, δύο, ένα», μουρμουρί-ζει αγνοώντας την αρμονία των έντεκα χτυπημάτων του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό της.

«Είσαι το λιμάνι μου», της είχε πει. Είναι εκεί αγκυλωμένη να δει όλα όσα της έλεγε

ότι ήταν για κείνον. Ταξιδιώτες πηγαινοέρχονται· πιτσιρικάδες φορτωμένοι με σλίπιν μπαγκ, γριές που ακροβατούν στα μπαστούνια τους, μια παρέα από ξεμυαλισμένες ζωντοχήρες. κάπου ανάμεσά τους της φαίνεται πως βλέπει τον εαυτό της. η φασαρία

Page 7: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

π ι σ ω σ τ η β ε ν ε τ ι α

11

τη συνεφέρνει, αλλά το βλέμμα της χάνεται και πάλι στα μαντίλια των αποχαιρετισμών.

ο μισός νους της κάνει τα δικά του ταξίδια. σύν-νεφα πυκνά, κύματα αγριεμένα, ράγες σκουριασμέ-νες, άσφαλτος πληγωμένη. μονόδρομοι σημαδεμέ-νοι σε χάρτες σκισμένους. στροφές. ποτέ δεν θα μά-θει τι μυστικά κρατούν στις θηλυκές καμπύλες τους. η οσμή της ηδονής τους δεν θα εισχωρήσει ποτέ στα επιλεκτικά ρουθούνια του.

ο άλλος μισός κάνει απεργία. κρύβεται στο εύ-θραυστο σκαρί του. Αρνείται να δουλέψει. Αρνείται να παράξει. Απλώς αρνείται. μιμείται το πείσμα και την απάθεια τού ακατονόμαστου. Την ώρα του φευ-γιού της δεν μπόρεσε να ξεστομίσει τίποτα. καθόταν στο παράθυρο με το ένα πόδι κρεμασμένο, ίδιος πρω-ταγωνιστής σε ασπρόμαυρη ταινία, και κοιτούσε με τη φλόγα των ματιών του. στάχτες παντού. Αλλόκο-τοι στροβιλισμοί, κόντρα στους δείκτες του ρολογιού, πάνω στο υφαντό του ήλιου. «Διάλυση. λύση διά σου;» ψελλίζει ειρωνικά. πάντα της άρεσε να κάνει λογοπαίγνια, και εκείνος πάντα τη θαύμαζε γι’ αυτό.

μα τώρα στέκεται εκεί – κάβος θαλασσοδαρμέ-νος, άλυτος –, κουλουριασμένη στον ανεμοστρόβιλο τού είναι της. «Χτες, προχτές, σήμερα, τότε, τώρα, κάποτε». σημάδια στον χρόνο γίναν όλα κουβάρια

Page 8: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

12

– νήμα πάνω στο νήμα, χρώμα πάνω στο χρώμα –, πλέξη μπλεγμένη. κάνει αναδρομές φευγάτες. στέ-κεται σε μια άνοιξη· δεν πάει καιρός, ή έτσι τουλάχι-στον νομίζει, που κάθε του χάδι άνθιζε ανεμώνες, κα-θώς η βασίλισσα τον κέντριζε με λήθης κεράσματα.

βέβαια ξέρει ότι και να θέλει να την ξεχάσει δεν θα μπορέσει. Έχει εγκλωβιστεί στη φτηνή κολόνια της. κάθε φορά, πριν τον συναντήσει, παρφουμα-ριζόταν ξανά και ξανά μέχρι να σφραγιστεί και ο τελευταίος πόρος της, μην τυχόν ξεθυμάνει το άρω-μα λεμονανθού. Φανταζόταν σκηνές όλο ρομάντζο, σαν αυτές που διαβάζει στα λυτρωτικά Άρλεκιν· πως τάχα τον ζαλίζει η μυρωδιά της και τη χορεύει εκστα-σιασμένος στη μέση του δρόμου ή της κάνει ερωτική εξομολόγηση στη μέση του πάρκου ή τη φιλάει πα-θιασμένα στη μέση της πλατείας. μα τώρα χωρίζει... στη μέση.

σαν να ’ταν μια καλοστημένη συνωμοσία υπενθύ-μισης, δυο πιτσιρίκια τρέχουν πίσω της ταλαιπωρώ-ντας ένα ξεχαρβαλωμένο παιχνίδι. παιδιά δεν είχαν. Έπειτα από δύο αποτυχημένες εγκυμοσύνες και...νταν νταν νταν... τόσες ήταν οι απόπειρες εξωσωμα-τικής, το ’χε πάρει απόφαση· αυτός θα ήταν το παιδί της. πάντα αισθανόταν ότι έπαιζε σαν κακομαθη-μένο αγόρι· τότε, στον γεμάτο γαρδένιες κήπο τής

Page 9: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

π ι σ ω σ τ η β ε ν ε τ ι α

13

νιότης της, με τα καλογυαλισμένα παιχνίδια του, και αργότερα, όταν αδιάφορα αναστάτωνε τα κιτρινι-σμένα ξεκούρδιστα πλήκτρα της. Νιώθει ακόμα την ηχώ τους να γαργαλάει τις χορδές της. «μι, ρε, σι. σόλο», παραληρεί.

Ένας γεράκος την προσπέρασε κουτσαίνοντας. «ποια ιστορία να κρύβουν οι ρυτίδες του;» σκέφτηκε και αμέσως «Ω, διάολε! Τι με νοιάζει;» και τα δικά της κύτταρα κάνουν τώρα αθόρυβα τη δουλειά τους. Διαγράφουν ανήλιαγα φαράγγια στο μέτωπο, ανά-μεσα στα φρύδια και στα χείλια. Χείλια-δεσμοφύλα-κες στα θέλω της. Χρόνια να προλαβαίνει τις επιθυ- μίες του, ξέχασε τις δικές της. Τώρα τα κύτταρά της ύπουλα τσαλακώνουν μονοπάτια, να τους ανοίξουν δρόμο.

Είναι εκεί ασάλευτη, γαντζωμένη στις φθορές της. Ασάλευτη, με δυο μάτια υγρά να καθρεφτίζουν τις εναλλαγές των χρωμάτων. Από τον νου της περνούν σαν ανεπιθύμητοι επισκέπτες το αγαπημένο του ντουέτο και η φωνή του. Το ρολόι σιγοντάρει ανά δύο συλλαβές. «Πόσο άλλαξες... πόσο άλλαξα ». Το σιγοτραγουδούσε τα πρωινά την ώρα που ξυριζόταν ενώ εκείνη ετοίμαζε τον καφέ του – βαρύς γλυκός και όχι. «Ακόμη και στον καφέ αρνήσεις», σκέφτηκε, αλλά πάντα πετύχαινε το καϊμάκι, για να του κάνει

Page 10: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

14

τα γούστα. Ένα σύννεφο σκοτεινιάζει το μισό της πρόσωπο, το μισό της χέρι, το μισό της μισοφόρι, το μισό ηλιοκαμένο πόδι της. μοιάζει και νιώθει να ξεθωριάζει.

ο ουρανός ξεπλένει τα πινέλα του. Ξέρει ότι το μαβί είναι το αγαπημένο του χρώμα και το αποστρέ-φεται. Ένα σούρουπο βαμμένο τής το ’χε ψιθυρίσει στο αριστερό αυτί – εκεί πιάνουν, έλεγε, περισσότε-ρο τα φλογερά τα λόγια: «Είσαι το λιμάνι μου». Τον κοίταξε κατάματα και προσφέροντας τους κόκκινους κλειδοκράτορές της τού είπε ξέπνοα: «Ma vie!» μα η ζωή της τώρα είναι φιλμ νουάρ τυλιγμένο σε παλιές μπομπίνες.

κάνει απολογισμό, ενώ οι κλειδώσεις της απολαμ-βάνουν την αργία τους. ο αμφιβληστροειδής έχει φτάσει στη νιρβάνα του. Ένας λυγμός χοροπηδά στον λαιμό της. Τα μηνίγγια της χορεύουν στον ρυθ-μό της φλέβας της και των εννέα υπενθυμίσεων της ζωής. ο δρόμος αδειάζει. μια ζητιάνα μόνο σέρνει το βρώμικο καρότσι της σε μαύρο φόντο. σερνόταν στο σώμα της και αυτός. σύμη, σαμοθράκη, σέρι-φος· όλες γεύτηκαν στα σπλάχνα τους το σπαρτάρι-σμά της. «σκουλήκι», σπαράζει μέσα της.

Ταράζεται με την ίδια της την έσω φωνή. οι πα-λάμες της ταξιδεύουν αυτόματα στη μύτη, στο στό-

Page 11: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

π ι σ ω σ τ η β ε ν ε τ ι α

15

μα, στ’ αυτιά. Από το στόμα της ξεχύνονται άλφα μαζεμένα. η κάψα του καλοκαιριού ραγίζει. Δυο πε-ριστέρια ξεγελούν τη βαρύτητα.

κρυμμένη στις χούφτες της, φωλιασμένη στην τα-λάντευση του κορμιού της, είναι εκεί να δει τι σή-μαινε για κείνον. «σε μισώ», φωνάζει σαν να θέλει ν’ ακουστεί ως το δυαράκι της Αγήνορος. μισός κι αυτός, μισή κι εκείνη στέκονται, όχι μαζί – ποτέ πια μαζί –, αλλού ο καθένας, σαν άλλοι, αλλοτινοί, αλ-λότριοι και αλλοτριωμένοι. Τα κύτταρά της κράζουν αντίο.

Νταν. Αντίο στο δυαράκι της Αγήνορος και στη χαλασμένη του βρύση. Νταν. Αντίο στις κατσαρό-λες και στα τηγάνια της. Νταν. Αντίο στο κρεβάτι τους. Νταν. Αντίο και στον περιπτερά, από όπου αγόραζε τα βιπΕΡ, και στον φούρναρη, στον χασά-πη, στον μανάβη... Νταν. Αντίο στις γλάστρες της. Νταν. Αντίο στον πιτσιρικά που την κοίταζε καθώς τις πότιζε. Νταν. Αντίο στη σπασμένη πλάκα του πεζοδρομίου που πάντα σιχτίριζε. Νταν. Αντίο στη λάντζα. Νταν. Αντίο στα καλογυαλισμένα της παρ-κέτα. Νταν. Αντίο στο βουλιαγμένο στρώμα τους, το ποτισμένο από ουσίες του κορμιού. Νταν. Αντίο και στις καλές της γόβες – τις ξέχασε, βλέπεις, μες στη βιασύνη της να του αδειάσει τη γωνιά.

Page 12: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

16

Έχοντας χορέψει μόνη μισή περιστροφή γύρω από την αλήθεια, παίρνει την καρό βαλίτσα της, που μοιάζει με το σταυρόλεξο της ζωής της, και φεύγει προσπαθώντας να βρει τις ισορροπίες της. Θέλει να πάει στη μάνα της, την κυρα-βενετία, να κουρνιάσει στην αγκαλιά της και να κλάψει. Είναι σίγουρο ότι δεν θα τη ρωτήσει τίποτα και ότι το πρωί θα της έχει φτιάξει το αγαπημένο της γλυκό.

Ξέρει εκείνη, κάτω από τα μπικουτί της, ανάμεσα στα ραφτικά και στα κατσαρολικά της, πως ο χρόνος τα βάζει όλα σε μια τάξη. πάντα έλεγε ότι ο χρό-νος είναι σαν το γαζί που μπαλώνει τα σκισίματα. Χρόνια μπαλώνει, κόβει και ενώνει· κάτι παραπάνω καταλαβαίνει.

Ξεμακραίνει προς το πατρικό της τρεκλίζοντας πάνω στις πλατφόρμες της. Ήταν εκεί να δει τι σή-μαινε για κείνον. Το μόνο που είδε ήταν αφίξεις και αναχωρήσεις.

Page 13: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

17

Εξ αμελείας

Ά φηνε το οινόπνευμα να φουντώνει το μέσα του· να καίει τα απομεινάρια της ψυχής του, να πυρώνει τα λογικά του. Άφηνε τη νικοτίνη να επιχρίζει μα-στόρικα τα ξεφτίσματα της αντοχής του. Άφηνε το τσιγάρο να αργοσβήνει ηδονικά μέσα στο υγρό μπλε των ματιών του. Άφηνε τα χέρια του, τα πόδια του, τη ράχη του να αυτονομούνται. Άφηνε τις κορνίζες, το βάζο, τα μπιμπελό να προδίδουν τη μνήμη του. Άφηνε τη σιωπή της ανάσας του να κυριαρχεί στο ρευστό του αέρα. Την ώρα που η στάχτη κυλούσε λάγνα στο κοφτό της σάλας, η δαντέλα σηκώθηκε και πλέχτηκε στο κορμί του. Την άφησε να τον πνίξει με τους λεκέδες από τα τρα-πεζώματα του γά- μου τους.

Page 14: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό
Page 15: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

19

Στο ντιβάνι

A ρχίζω;...Όλα ξεκίνησαν στην τρίτη δημοτικού. «Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγει- ρεύουν, βίκτορα», μου είχε πει ο δάσκαλος. «μα δεν πεινάω, κύριε», του είχα απαντήσει με δυο τσαλακώ-ματα ανάμεσα στα φρύδια μου, «σας είπα να σηκωθώ να ξύσω το μολύβι, γιατί δεν έχω δεύτερο». Ευτυχώς, οι φωνητικές μου χορδές δεν υπάκουσαν στο μυαλό μου, που ξεφώνιζε με ακριβή σειρά τα εξής: «ποιοι είναι αυτοί οι φρόνιμοι και ποια τα παιδιά τους; και τι μαγειρεύουν; Τι εννοεί; Τρελάθηκε; καλά λέει ο παππούς ότι τους ανθρώπους που ξέρουν γράμματα δεν τους καταλαβαίνει». ο δάσκαλος γέλασε και με ένα «Άντε, σήκω να το ξύσεις» ξεπρόβαλε καινούργια μύτη στο μολύβι μου, που όλο και κόνταινε, όλο και φαγωνόταν απ’ τα γράμματα και τις μουντζούρες. Θα χρειαζόμουν σύντομα καινούργιο.

Page 16: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

20

Όλο το απόγευμα τα λόγια του γυρνούσαν στο μυαλουδάκι μου. Το βράδυ ονειρεύτηκα καμιά ει-κοσαριά παιδιά πάνω από ένα τεράστιο καζάνι να ανακατεύουν φασολάδα με μακριές κουτάλες, σαν κι αυτές που είχε η γιαγιά μου στο χωριό όταν έφτια-χνε παστό. Τα παιδιά ρωτούσαν το ένα το άλλο «πεινάς», «Όχι. Εσύ;», «ούτε εγώ», και συνέχιζαν να ανακατεύουν. Δίπλα τους ήταν κάποιοι μεγάλοι, που έδειχναν πολύ περήφανοι. μες στον ύπνο μου σκέφτηκα ότι αυτοί ήταν οι «φρόνιμοι».

Το πρωί ξύπνησα χαρούμενος που είχα λύσει το μυστήριο. Είπα το όνειρο στη γιαγιά μου, τη μάνα της μάνας μου, που πήγε να φέρει τον Καζαμία. Ύστερα από κάμποση αναζήτηση, ξεφώνισε κάτι τέ-τοιο «Να το! Αν το καζάνι είναι γεμάτο, θα υπάρξουν διαφωνίες με κάποιο κοντινό σας πρόσωπο. μην τα πιστεύεις αυτά, πουλάκι μου», και έκλεισε το βιβλια-ράκι που είχε πάντα στο κομοδίνο της.

Έκανα τηλεφώνημα στο χωριό, στους άλλους παππούδες. Το σήκωσε η γιαγιά μου και ζήτησα αμέσως τον παππού, να του καυχηθώ ότι έλυσα τον γρίφο του δασκάλου. ο παππούς έβαλε τα γέλια. Τον έφερα στο μυαλό μου να χασκογελάει ακουμπώ-ντας στη μαγκούρα του και μετά να τη σηκώνει για να στρώσει το μουστάκι του. «Γιατί γελάς, παππού;

Page 17: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

σ τ ο ν τ ι β α ν ι

21

Αφού το ονειρεύτηκα φως φανάρι, που λέει και η γιαγιά». Εκείνος μου είπε κάτι σαν «μπορεί να μην τους καταλαβαίνω αυτούς που ξέρουν γράμματα, αυτό όμως το κατάλαβα. Θα σου πω σε λίγες μέρες που θα έρθεις». καθώς επέμενα ότι το όνειρό μου εξηγούσε τα λόγια του δασκάλου, παραδεχόμουν ότι και ο ονειροκρίτης μια χαρά τα έγραφε περί διαφω- νιών. Τον χαιρέτησα απογοητευμένος και έτρεξα στο κομοδίνο της γιαγιάς να πάρω τον Καζαμία.

οι μέρες πέρασαν γρήγορα κι έφτασαν οι δια-κοπές του πάσχα. λίγα χιλιόμετρα μακριά από τις όχθες του Ασωπού – μήπως σου λέω πολλές λεπτο-μέρειες; – ο παππούς με υποδέχτηκε με το γνωστό ανακάτεμα των μαλλιών μου και το φιλί στο μέτωπο, αφήνοντας το χέρι του, που μόλις είχε αρχίσει να έχει ένα ελαφρύ τρέμουλο, να γλιστρήσει στην πλάτη μου, για να τη χτυπήσει τρυφερά. Εγώ, ψυχραμένος από το τηλεφώνημα, τον χαιρέτησα ξερά παραλεί-ποντας το «μου» των προηγούμενων διακοπών και έτρεξα στη «γιαγιάκα μου», που μοσχοβολούσε βασι-λικό και χωριάτικο σαπούνι – ακόμα έχω τη μυρωδιά της στα ρουθούνια μου.

Το απόγευμα πήγα στο καφενείο με τον παπ-πού. καθίσαμε αντικριστά κάτω από τον πλάτανο – αλήθεια, τι πλάτανος ήταν αυτός! – και ήπιαμε

Page 18: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

22

πορτοκαλάδα χωρίς ανθρακικό. «πείνασες;» με ρώ-τησε ύστερα από λίγη ώρα. «Ναι», του απάντησα, κι εκείνος με πείραξε «Έφτιαξες καμιά φασολάδα;» Έσφιξα τα χείλια μου και του φώναξα «παππού!», ενώ εκείνος μου έκλεισε συνωμοτικά το μάτι, έγει-ρε στο τραπεζάκι και κούνησε το δάχτυλο: «Έλα να σου πω». «Όχι», του είπα και σταύρωσα τα χέρια μου. «Έλα που σου λέω, μαγκάκο». μ’ άρεσε που με έλεγε «μαγκάκο» και υπέκυψα. Έγειρα κι εγώ πάνω στο τραπέζι και τον άκουσα να μου λέει ψιθυριστά: «καβάτζες. Να ’χεις καβάτζες». Το μυαλό μου πήγε στο «καζαμίας» και μετά στο «καζανόβας» που είχα ακούσει σ’ ένα τραγούδι και στο «καμβάς» που μας είχαν πει στα καλλιτεχνικά και στην «κάβα» του κυρ μένιου στη γειτονιά, αλλά το «καβάτζες» δεν το είχα ξανακούσει. «πάμε να φάμε», μου είπε και χτύπησε τη μαγκούρα του στο τσιμέντο.

«Γυναίκα, έχουμε κανένα ξυραφάκι καβάτζα;» τον άκουσα να ρωτάει το άλλο πρωί μέσα στον ύπνο μου – τι σου είναι το μυαλό, σαν χτες το θυμάμαι. η για-γιά έσυρε τα πόδια της προς την τουαλέτα κι εκείνος φώναξε: «Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. Έτσι, γυναίκα;» Τις υπόλοιπες μέρες χρησιμοποιούσε τη λέξη σε κάθε ευκαιρία. μια μέρα άνοιξε το ντουλάπι της κουζίνας δήθεν πως έψαχνε

Page 19: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

σ τ ο ν τ ι β α ν ι

23

κάτι και μου είπε: «κοίτα δω καβάτζες που έχει η γιαγιά σου».

Γυρνώντας στην Αθήνα άνοιξα το λεξικό, έτσι, για να επιβεβαιώσω αυτό που είχα καταλάβει. Χρόνια μετά άκουσα για τη θεωρία περί κατοχικού συνδρό-μου, που αν την ήξερα τότε, μάλλον θα του την είχα πετάξει αυθάδικα.

Ύστερα από λίγο καιρό ο παππούς αρρώστησε, και έτσι το καλοκαίρι δεν πήγα στο χωριό. Τότε ήταν που ασχολήθηκα με το λεξικό. Έπαιζα ένα παιχνίδι με τον εαυτό μου· άνοιγα τυχαία το λεξικό σε μια σε-λίδα, έκλεινα τα μάτια μου και διάλεγα με το δάχτυλό μου μια λέξη. Ένα σωρό άγνωστες λέξεις, και μια μέρα, εκεί γύρω στον Δεκαπενταύγουστο θυμάμαι, γιατί η μάνα μου μάς είχε αρχίσει τη βαριά νηστεία, ο δείκτης μου βρίσκει τη λέξη! καβάτζα ουσ. (λαϊκ.) ό,τι φυλάσσεται για μελλοντική χρήση, απόθεμα. «Να ’χα καμιά σοκολάτα καβάτζα», μονολόγησα και σκέφτηκα τον παππού να μου επαναλαμβάνει στα κΤΕλ: «και όπως είπαμε, να ’χεις καβάτζες».

Τον Νοέμβρη πήγαμε στο χωριό για την κηδεία. Είχα κρυμμένο στο σακάκι μου ένα ξυραφάκι. Το έκρυψα όσο καλύτερα μπορούσα στις χούφτες μου και, όταν πήγα να τον χαιρετήσω, το έβαλα στο πλάι, κάτω από τα γαρίφαλα, ψιθυρίζοντάς του «κα-

Page 20: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

24

βάτζα». Χωρίς να είμαι πολύ σίγουρος, ήταν τότε που θυμήθηκα ότι στο νηπιαγωγείο νόμιζα ότι τα σύννε-φα είναι αφρός ξυρίσματος και εκείνος μου έλεγε χα-μογελώντας «για να ξυρίζονται οι παππούδες». και κάπως έτσι όλα έκαναν έναν κύκλο και τυλίχτηκαν σαν κλωστή σε κουβαρίστρα, καβάτζα για τα μπαλώ-ματα μέσα μου. Έχω γράψει κι ένα ποίημα για κείνη τη μέρα. Γράφω πού και πού – σ’ αρέσει η ποίηση;

Για τους επόμενους μήνες τον έβλεπα συχνά στον ύπνο μου – είσαι κι εσύ απ’ αυτούς που αναλύουν τα όνειρα, έτσι; –, για τους επόμενους μήνες είχα πάντα ένα ακόμη μολύβι, μία ακόμη γόμα, μία ακόμη ξύστρα, για τους επόμενους μήνες ο δάσκαλος με κα-μάρωνε κρυφά. Έγινε ένα μ’ εμένα η συμβουλή του παππού, την ακολούθησα ή μ’ ακολούθησε σ’ όλο το σχολείο, μέχρι την τελευταία τάξη. «...Ως καλός μοι ο πάππος», έλεγε το παράδειγμα για τη δοτική ηθική, κι εγώ θυμήθηκα ξανά τον παππού και την ηθική του περί καβάτζας. Θα ’ταν περήφανος, που ο «μαγκάκος», πραγματικός μάγκας πια, είχε το παρα-τσούκλι καβάτζας.

και άκου να δεις τώρα, γιατρέ, μεγαλώνοντας δεν είχα μόνο πράγματα για καβάτζα. Είχα πάντα μια κο-πέλα stand by, έτσι το ’λεγα τότε, σε περίπτωση που ήθελα να σουτάρω την πρώτη, έναν ακόμη «φίλο»

Page 21: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

σ τ ο ν τ ι β α ν ι

25

στα υπόψη για να παίρνω σημειώσεις στο πανεπι-στήμιο, εναλλακτικό βύσμα για τις μεταθέσεις στον στρατό και πάντα συναισθήματα σε εφεδρεία, μην προδώσω τον «μαγκάκο». «κράτα καμιά πισινή», με είχε συμβουλεύσει και ο πατέρας μου παίρνοντας το ύφος του μέντορά μου. Να ’χω απόθεμα σκληράδας, μην πληγωθώ, απόθεμα εγωισμού να τους βγω από πάνω, απόθεμα αλαζονείας, μη με πάρουν στο ψιλό.

Όταν έπιασα δουλειά στην εταιρία, ένας γέρος, που μοίραζε την αλληλογραφία, με προειδοποίησε: «Να φυλάς τον απαυτό σου εδώ μέσα, πιτσιρίκο». Από «μαγκάκος» «πιτσιρίκος», τι υποβιβασμός, αλλά τη συμβουλή την ακολούθησα και προνοούσα πάντα μη γίνει καμιά στραβή.

η δουλειά πήγαινε καλά, φύλαγα και τον απαυτό μου, πήρα προαγωγές και έτσι αγόρασα αμάξι, μια τζιπάρα – τι να σου λέω... – και πούλαγα μούρη. πά-ντα λάστιχο ρεζέρβα στο πίσω μέρος και στο μπρο-στινό εναλλάξ οι γυναίκες α, βου και γου, έτσι τις αποκαλούσα τότε για φιγούρα στους φίλους. «στον έρωτα δεν πρέπει να τα δίνεις όλα», έλεγα στην πα-ρέα βγάζοντας λίγο από τον παππού που έκρυβα μέσα μου. και κάπως έτσι, από ένα αστείο κάποιου από δαύτους, επανήλθε το εφηβικό παρατσούκλι μου και η α, βου και γου έμαθαν τι εστί καβάτζας και

Page 22: Το τσόφλι - media.public.gr · του ρολογιού του Αϊ-Νικόλα. μόνη. Ακόμη και το αλατόνερο αρνείται τον αντικατοπτρισμό

ΤΟ ΤΣΟΦΛΙ

26

έμεινα μόνος για κάμποσο καιρό, μέχρι να καθαρίσει το όνομά μου – με καταλαβαίνεις.

Τα πράγματα δεν είχαν την πορεία που περίμενα και έφυγα από τη δουλειά, με φύγανε δηλαδή – μη σου λέω και ψέματα – και δεν είχα καβατζώσει αρκε-τά χρήματα. Είχα, αλλά όχι αρκετά. Τα σπατάλησα στα σούρτα φέρτα και ένιωθα ότι είχε ξεθυμάνει από καιρό το χνότο του παππού στο αυτί μου. Άρχισα να τον βλέπω πάλι στα όνειρά μου και ξυπνούσα τρο-μαγμένος, αφού τα λόγια του μου ακούγονταν πια σαν απειλή. και αισθανόμουν ένοχος και προδότης που είχε ψοφήσει ο μέρμηγκας μέσα μου, ο προνο-ητικός, που με τριβέλιζε χρόνια μουρμουρίζοντας: «Θα ’θελα να ’μουν τζίτζικας να τραγουδάω όλη μέρα και να πάθω ανακοπή από ευτυχία, μόλις με στροβιλίσουν με έναν σπάγκο τρία ατίθασα παιδιά γελώντας». Είχε πάθει την ανακοπή, του είχα κάνει και την κηδεία. μόνος. Εγώ ο παπάς, εγώ και το κοράκι.

σαν άλλος σίσυφος τώρα ο μέρμηγκάς μου ανε-βαίνει το βουνό του κουβαλώντας την πραμάτεια του να την ακουμπήσει, αλλά συνεχώς κατρακυλάει στα σωθικά μου, και εγώ, μην έχοντας δεύτερη ψυχή, δεν μπορώ να του προσφέρω την καβάτζα που ζητάει... Θα πεις κάτι;