«ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΘΥΡΑ» Ὅ - xee.gr · 111 σοφμυικοὸ 2016 Δὲν ἦταν...

12
109 Νοέμβριος 2016 σο φυσικὸ καὶ ἀξιοπρεπὲς εἶναι νὰ μπαίνει κανεὶς ἀπὸ τὴν πόρτα, τόσο ἄσχημο καὶ ἀναξιοπρεπὲς εἶναι νὰ πηδάει ἀπὸ τὸ παράθυρο. Ἡ τελευταία φράση ἔχει καταντήσει παροιμιώδης: «Μπῆκε ἀπὸ τὸ παράθυ- ρο»! Ἐξαπάτησε, δηλαδή, παραπλάνησε, γιὰ νὰ πετύχει κάτι παράνομο. Ἡ πόρτα ἡ κανονικὴ εἶναι ἡ εἴσοδος ποὺ διαλέγουν οἱ ἔντιμοι. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν εἰκόνα, τὴν ἀλληγορική, χρησιμοποίησε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὄχι μόνο ὁ Ποιμὴν ὁ καλός, ἀλλὰ καὶ ἡ θύρα τῶν προβάτων: «Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι᾽ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νομὴν εὑρήσει» (Ἰωάν. ι´ 9). Δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀμφιβολία. Μιὰ καὶ μοναδικὴ εἶναι ἡ πόρτα τῆς σωτηρίας. Μιὰ εἶναι ἡ θύρα ποὺ ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Πόρτες καὶ δρόμοι ποὺ φέρνουν στὴν ἀπώλεια εἶναι πολλὲς καὶ πολλοί. πόρτα, ἡ πύλη ποὺ ὁδηγεῖ κατ᾽ εὐθείαν στὴ ζωὴ καὶ στὴ σωτηρία εἶναι μία, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία· οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ´ 12), κατὰ τὴ διακήρυξη τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. «Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα». Κατηγορηματικὴ ἡ διαβε- βαίωση τοῦ Κυρίου. Ὅπως σὲ κάθε ἐποχή, ἔτσι καὶ τότε οἱ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ ψευ- δοπροφῆτες, οἱ Φαρισαῖοι καὶ ὅλοι οἱ ἀντίπαλοι τοῦ Ἰησοῦ, παρουσιάζονταν ὡς οἱ ἀναγνωρισμένοι ὁδηγοὶ τοῦ θεοκρατικοῦ Ἔθνους. Ὁ Κύριος τοὺς ἀμφισβητεῖ τὴν ποιμαντικὴ καὶ ὁδηγητική τους ἰδιότητα. Δὲν εἶναι ποιμένες. Δὲν ἀγαποῦν τὰ πρόβατα. Δὲν τὰ ποι- μαίνουν. Σκοπός τους ὄχι νὰ ποιμάνουν τὰ πρόβατα, ἀλλὰ τὸν ἑαυτό τους. Δὲν θυσιάζονται γιὰ τὸ ποίμνιο. Θυσιάζουν τὸ ποίμνιο στὶς προσωπικές τους φιλοδοξί- ες καὶ στὰ ἴδια συμφέροντα. Εἶναι κλέφτες καὶ ληστές. Δὲν «εἰσέρχονται διὰ τῆς θύρας». «Ἀναβαίνουν ἀλλαχόθεν». Ἀναρριχῶνται ἀπὸ τὸν τοῖχο. Πηδοῦν σὲ ξένο μαντρί, γιὰ νὰ θύσουν καὶ ἀπωλέσουν. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύριος τονίζει: «Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα». Μία θύρα, ἕνας ὁ Ποιμὴν ὁ καλός. Μὲ ἐνδιαφέρον προσωπικὸ γιὰ τὸ κάθε πρόβατο. Ποιμαίνει ποίμνη λογική, ὄχι ἄβουλο κοπάδι. Τὰ πρόβατά Του τὰ «καλεῖ κατ᾽ ὄνομα». Τὰ γνωρίζει καὶ Τὸν γνωρίζουν. Αὐτὸ εἶναι τὸ γνώρι- σμα τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένα, ἡ ἰδιαίτερη φροντίδα γιὰ τὸ κάθε πρόβατο. Φροντίδα ποὺ ξεπερνάει καὶ αὐτὰ τὰ ὅρια τῆς θυσίας. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν «μισθωτὸ» ποὺ «θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει», ὁ Ποιμὴν ὁ καλὸς «τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ἰωάν. ι´ 11-12). Καὶ ἡ ἀπορία. Πῶς τόσοι ἄνθρωποι στὶς ἡμέρες μας ἐγκαταλείπουν καὶ δὲν ἀκολουθοῦν τὸν καλὸ Ποιμένα, τὸν μοναδικὸ Σωτῆρα καὶ Λυτρωτὴ τῶν ἀνθρώπων, τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς, τῆς χαρᾶς, τῆς ἀλη- θινῆς εὐτυχίας; Πῶς ἐγκαταλείπουν οἱ διψῶντες τὴ λύτρωση τὴν «πηγὴ τοῦ ζῶντος ὕδατος» καὶ καταφεύγουν στὰ «συντετριμμένα φρέατα»; Πῶς σύγχρονοι ἄνθρωποι, μορφωμένοι καὶ προοδευτικοί, ἀκολουθοῦν, τυφλά, ψευτομεσσίες, συστήματα, ὕπο- πτες διδασκαλίες, ἀνάξιες καὶ γιὰ νηπιακὰ πνεύμα- τα; Πῶς φθάνουν στὸ κατάντημα νὰ ἀπορρίπτουν τὰ γερὰ θεμέλια τῆς πίστεως καὶ νὰ δίνουν τὴν ἐμπι- στοσύνη τους στοὺς «βεβήλους καὶ γραώδεις μύ- θους» τοῦ σκοτα- δισμοῦ καὶ τῆς ἀγυρτίας; Γιατί αὐτὴ ἡ ἔκρηξη τοῦ παραλογισμοῦ; Γιατί πληθύνθηκαν τόσο πολὺ στὶς ἡμέρες μας οἱ ἀστρολόγοι, οἱ μάγοι, οἱ μάγισσες, ὅλες οἱ ἐξευτελιστικὲς δεισιδαιμονίες μὲ τὰ γελοῖα τελε- τουργικά τους; Γιατί ἡ ἔντονη φυγὴ στὶς αἱρέσεις, στοὺς ἀνατολίτικους μυστικισμούς, γνωστικισμούς, γκουροῦ, κλπ; Ἐδῶ προβάλλει ἔντονα τὸ χρέος ὅλων τῶν πιστῶν. Νὰ παρουσιάσουν στὸν σύγχρονο κόσμο ποὺ παρα- παίει στὸ ἰδεολογικὸ χάος καὶ τὴν πνευματικὴ σύγ- χυση, τὴν θύρα, τὸν Χριστό, τὸ ἀληθινὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Μήνυμα χαρᾶς καὶ ἐλπίδας, ἀγάπης ποὺ ἀγκαλιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί, ὅπως ἐλέ- χθη, «δὲν εἶναι ἄγνωστο στὶς ἡμέρες μας τὸ περιεχόμενο τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι ἄγνωστη ἡ δύναμη τοῦ Εὐαγγελί- ου». Καὶ αὐτὴ ἡ δύναμη θὰ πρέπει νὰ γίνει γνωστή, νὰ παρουσιασθεῖ ζωντανὴ στὰ πρόσωπα τῶν ἀληθινῶν πιστῶν, γιὰ νὰ βρεῖ ὁ κόσμος τὴν θύρα τῆς σωτηρίας. «ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΘΥΡΑ» Ἔτος 106ον | Νοέμβριος 2016 | 4306 Μιὰ καὶ μοναδικὴ εἶναι ἡ πόρτα τῆς σωτηρίας. Μιὰ εἶναι ἡ θύρα ποὺ ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ὁ Χριστός. Τὸ χρέος ὅλων τῶν πιστῶν εἶναι νὰ παρουσιάσουν τὴν θύρα, τὸν Χριστό, στὸν σύγχρονο κόσμο.

Transcript of «ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΘΥΡΑ» Ὅ - xee.gr · 111 σοφμυικοὸ 2016 Δὲν ἦταν...

  • 109

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    Ὅσο φυσικὸ καὶ ἀξιοπρεπὲς εἶναι νὰ μπαίνει κανεὶς ἀπὸ τὴν πόρτα, τόσο ἄσχημο καὶ ἀναξιοπρεπὲς εἶναι νὰ πηδάει ἀπὸ τὸ παράθυρο. Ἡ τελευταία φράση ἔχει καταντήσει παροιμιώδης: «Μπῆκε ἀπὸ τὸ παράθυ-ρο»! Ἐξαπάτησε, δηλαδή, παραπλάνησε, γιὰ νὰ πετύχει κάτι παράνομο. Ἡ πόρτα ἡ κανονικὴ εἶναι ἡ εἴσοδος ποὺ διαλέγουν οἱ ἔντιμοι. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν εἰκόνα, τὴν ἀλληγορική, χρησιμοποίησε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὄχι μόνο ὁ Ποιμὴν ὁ καλός, ἀλλὰ καὶ ἡ θύρα τῶν προβάτων: «Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι᾽ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νομὴν εὑρήσει» (Ἰωάν. ι´ 9).

    Δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀμφιβολία. Μιὰ καὶ μοναδικὴ εἶναι ἡ πόρτα τῆς σωτηρίας. Μιὰ εἶναι ἡ θύρα ποὺ ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Πόρτες καὶ δρόμοι ποὺ φέρνουν στὴν ἀπώλεια εἶναι πολλὲς καὶ πολλοί. Ἡ πόρτα, ἡ πύλη ποὺ ὁδηγεῖ κατ᾽ εὐθείαν στὴ ζωὴ καὶ στὴ σωτηρία εἶναι μία, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία· οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ´ 12), κατὰ τὴ διακήρυξη τοῦ ἀποστόλου Πέτρου.

    «Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα». Κατηγορηματικὴ ἡ διαβε-βαίωση τοῦ Κυρίου. Ὅπως σὲ κάθε ἐποχή, ἔτσι καὶ τότε οἱ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ ψευ-δοπροφῆτες, οἱ Φαρισαῖοι καὶ ὅλοι οἱ ἀντίπαλοι τοῦ Ἰησοῦ, παρουσιάζονταν ὡς οἱ ἀναγνωρισμένοι ὁδηγοὶ τοῦ θεοκρατικοῦ Ἔθνους. Ὁ Κύριος τοὺς ἀμφισβητεῖ τὴν ποιμαντικὴ καὶ ὁδηγητική τους ἰδιότητα. Δὲν εἶναι ποιμένες. Δὲν ἀγαποῦν τὰ πρόβατα. Δὲν τὰ ποι-μαίνουν. Σκοπός τους ὄχι νὰ ποιμάνουν τὰ πρόβατα, ἀλλὰ τὸν ἑαυτό τους. Δὲν θυσιάζονται γιὰ τὸ ποίμνιο. Θυσιάζουν τὸ ποίμνιο στὶς προσωπικές τους φιλοδοξί-ες καὶ στὰ ἴδια συμφέροντα. Εἶναι κλέφτες καὶ ληστές. Δὲν «εἰσέρχονται διὰ τῆς θύρας». «Ἀναβαίνουν ἀλλαχόθεν». Ἀναρριχῶνται ἀπὸ τὸν τοῖχο. Πηδοῦν σὲ ξένο μαντρί, γιὰ νὰ θύσουν καὶ ἀπωλέσουν. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύριος τονίζει: «Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα». Μία θύρα, ἕνας ὁ Ποιμὴν ὁ καλός. Μὲ ἐνδιαφέρον προσωπικὸ γιὰ τὸ κάθε πρόβατο. Ποιμαίνει ποίμνη λογική, ὄχι ἄβουλο κοπάδι. Τὰ πρόβατά Του τὰ «καλεῖ κατ᾽ ὄνομα». Τὰ γνωρίζει καὶ Τὸν γνωρίζουν. Αὐτὸ εἶναι τὸ γνώρι-σμα τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένα, ἡ ἰδιαίτερη φροντίδα γιὰ τὸ κάθε πρόβατο. Φροντίδα ποὺ ξεπερνάει καὶ αὐτὰ τὰ ὅρια τῆς θυσίας. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν «μισθωτὸ»

    ποὺ «θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει», ὁ Ποιμὴν ὁ καλὸς «τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ἰωάν. ι´ 11-12).

    Καὶ ἡ ἀπορία. Πῶς τόσοι ἄνθρωποι στὶς ἡμέρες μας ἐγκαταλείπουν καὶ δὲν ἀκολουθοῦν τὸν καλὸ Ποιμένα, τὸν μοναδικὸ Σωτῆρα καὶ Λυτρωτὴ τῶν ἀνθρώπων, τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς, τῆς χαρᾶς, τῆς ἀλη-θινῆς εὐτυχίας; Πῶς ἐγκαταλείπουν οἱ διψῶντες τὴ λύτρωση τὴν «πηγὴ τοῦ ζῶντος ὕδατος» καὶ καταφεύγουν στὰ «συντετριμμένα φρέατα»; Πῶς σύγχρονοι ἄνθρωποι, μορφωμένοι καὶ προοδευτικοί, ἀκολουθοῦν, τυφλά, ψευτομεσσίες, συστήματα, ὕπο-πτες διδασκαλίες, ἀνάξιες καὶ γιὰ νηπιακὰ πνεύμα-τα; Πῶς φθάνουν στὸ κατάντημα νὰ ἀπορρίπτουν τὰ γερὰ θεμέλια τῆς πίστεως καὶ νὰ δίνουν τὴν ἐμπι-στοσύνη τους στοὺς «βεβήλους καὶ γραώδεις μύ-θους» τοῦ σκοτα-δισμοῦ καὶ τῆς ἀγυρτίας; Γιατί αὐτὴ ἡ ἔκρηξη τοῦ παραλογισμοῦ; Γιατί πληθύνθηκαν τόσο πολὺ στὶς ἡμέρες μας οἱ ἀστρολόγοι, οἱ μάγοι, οἱ μάγισσες, ὅλες οἱ ἐξευτελιστικὲς δεισιδαιμονίες μὲ τὰ γελοῖα τελε-τουργικά τους; Γιατί ἡ ἔντονη φυγὴ στὶς αἱρέσεις, στοὺς ἀνατολίτικους μυστικισμούς, γνωστικισμούς, γκουροῦ, κλπ;

    Ἐδῶ προβάλλει ἔντονα τὸ χρέος ὅλων τῶν πιστῶν. Νὰ παρουσιάσουν στὸν σύγχρονο κόσμο ποὺ παρα-παίει στὸ ἰδεολογικὸ χάος καὶ τὴν πνευματικὴ σύγ-χυση, τὴν θύρα, τὸν Χριστό, τὸ ἀληθινὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Μήνυμα χαρᾶς καὶ ἐλπίδας, ἀγάπης ποὺ ἀγκαλιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί, ὅπως ἐλέ-χθη, «δὲν εἶναι ἄγνωστο στὶς ἡμέρες μας τὸ περιεχόμενο τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι ἄγνωστη ἡ δύναμη τοῦ Εὐαγγελί-ου». Καὶ αὐτὴ ἡ δύναμη θὰ πρέπει νὰ γίνει γνωστή, νὰ παρουσιασθεῖ ζωντανὴ στὰ πρόσωπα τῶν ἀληθινῶν πιστῶν, γιὰ νὰ βρεῖ ὁ κόσμος τὴν θύρα τῆς σωτηρίας.

    «ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΘΥΡΑ»

    Ἔτος 106ον | Νοέμβριος 2016 | 4306

    Μιὰ καὶ μοναδικὴ εἶναι ἡ πόρτα τῆς σωτηρίας. Μιὰ εἶναι ἡ θύρα ποὺ

    ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ὁ Χριστός. Τὸ χρέος ὅλων τῶν πιστῶν εἶναι νὰ παρουσιάσουν

    τὴν θύρα, τὸν Χριστό, στὸν σύγχρονο κόσμο.

  • 110

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    Πεινάει καὶ ἡ ψυχὴ

    Τὸ δράμα τῆς ἐποχῆς μας. Ἑκατομμύρια ἄνθρωποι πεθαίνουν ἀπὸ πείνα. Καὶ εἶναι ὁ θά-νατος αὐτὸς ἀπὸ τοὺς πιὸ τρομερούς. Μιὰ συ-νεχὴς ἐξασθένηση, ἕνα ἀδιάκοπο σβήσιμο, μιὰ κατάπτωση δυνάμεων. Σκελετωμένες ὑπάρξεις, ἀνθρώπινες σκιές, ποὺ προκαλοῦν τὴ φρίκη.

    Καὶ τὸ ἀκόμα πιὸ τρομερὸ εἶναι, ὅτι πεθαίνουν ἄνθρωποι ἀπὸ πείνα σὲ μιὰ ἐποχὴ ὑπεραφθονί-ας. Σὲ ἐποχὴ ποὺ πλεονάζουν τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, οἱ ἀποθῆκες στενάζουν ἀπὸ ἐκλεκτὰ προϊόντα τῆς γῆς καὶ οἱ παραγωγοὶ δὲν ξέρουν ποῦ νὰ τὰ διαθέσουν.

    Ἄνθρωποι πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα! Ἀπὸ ἔλλειψη τροφῆς. Γιατὶ δὲν ἔχουν τὸν ἐπιούσιο. Δὲν ἔχουν ἕνα κομμάτι ψωμί. Καὶ εἶναι πραγμα-τικὰ τρομακτικὸ γιὰ τὴν ἐποχή μας.

    Ὑπάρχει ὅμως καὶ κάτι ἀκόμα πιὸ φοβερό. Δὲν πεθαίνουν ἄνθρωποι μονάχα ἀπὸ σωματικὴ πεί-να. Πεθαίνουν καὶ ἀπὸ πνευματική. Δὲν λιμο-κτονοῦν μονάχα τὰ σώματα, λιμοκτονοῦν καὶ οἱ ψυχές. Καὶ αὐτὴ ἡ λιμοκτονία εἶναι ἡ πιὸ τρομε-ρή. Ἀκριβῶς γιατὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν ζεῖ μονάχα μὲ ἄρτο. Ζεῖ καὶ μὲ ἄρτο. Πιὸ πολὺ ὅμως καὶ ἀπὸ τὸ καθημερινὸ ψωμὶ ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὸ πνευματικό. Ἀπὸ τὸν οὐράνιο ἄρτο. «Οὐκ ἐπ᾽ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ. δ´ 4). Πεινάει καὶ διψάει καὶ ἡ ψυχή. Λιώνει καὶ σβήνει καὶ χάνεται. Καὶ δὲν ὑπάρχει χειρότερο θέαμα ἀπὸ τὴν ἀποβι-ταμινωμένη ψυχή, τὴ σκελετωμένη, ποὺ «λιμῷ ἀπόλλυται» (Λουκ. ιε´ 17).

    Καὶ ὅλα αὐτὰ τὴ στιγμή, ποὺ δὲν λείπει ἡ τροφὴ αὐτή, ἡ πνευματικὴ τροφοδοσία. «Ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς», «τὸ οὐράνιο μάννα», ὑπάρχει σὲ ὑπερα-φθονία. Καὶ περιφρονεῖται. Καὶ ὁ τραγικὸς ἄνθρω-πος, σὰν ἄλλος ἄσωτος, προτιμάει νὰ σταυλίζεται στὰ σύγχρονα χοιροστάσια καὶ νὰ τρέφεται μὲ τὰ ξυλοκέρατα καὶ νὰ αὐτοκαταδικάζεται στὸν ἐξ ἀσιτίας πνευματικὸ θάνατο.

    Ἡ τροφὴ αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ ἐκείνη, ποὺ μᾶς προσφέρει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ τὸ ἄχραντο σῶμα Του καὶ τὸ τίμιο αἷμα Του. Θὰ ἄξιζε ἐδῶ νὰ ξαναδιαβάσουμε ὁλόκληρο τὸ ἕκτο κεφάλαιο ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου.

    Ὁ Ἰησοῦς μὲ θαυματουργικὸ τρόπο πολλαπλα-σιάζει τοὺς πέντε ἄρτους καὶ χορταίνει τὰ πλήθη. Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔχει καὶ ἕνα βαθύτερο συμβολισμό. Τοὺς παραπέμπει ἀπὸ τοὺς ἄρτους στὸν Ἄρτο. Σκοπός Του δὲν εἶναι ἁπλῶς νὰ κατευνάσει τὴν πείνα καὶ νὰ χορτάσει μὲ ψωμὶ τοὺς ἀνθρώπους. Ἄλλη τροφὴ θέλει νὰ προσφέρει στὶς πεινασμένες τους ψυχές. Τὰ πλήθη δὲν τὸ καταλαβαίνουν. Καὶ ὁ Κύριος τοὺς τὸ ξεκαθαρίζει. Καὶ τοὺς ἐλέγχει. Μὲ ζητᾶτε, τοὺς λέει, ὄχι γιατὶ εἴδατε τὰ θαύματα καὶ ἀπὸ αὐτὰ πεισθήκατε γιὰ τὴ θεϊκὴ ἀποστολή

    μου, ἀλλὰ γιατὶ φάγατε τὰ ψωμιὰ καὶ χορτάσατε. Δὲν πρέπει ὅμως ὅλο τὸ ἐνδιαφέρον σας νὰ στρέ-φεται στὴν ὑλικὴ τροφὴ ποὺ φθείρεται, ἀλλὰ στὴν πνευματικὴ ποὺ παραμένει ἄφθαρτη καὶ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν αἰώνια ζωή.

    Συγκρίνοντας τὴν τροφὴ αὐτὴ μὲ τὸ μάννα, ποὺ ἔπεφτε στὴν ἔρημο ὁ Ἰησοῦς προσθέτει: Οἱ πατέρες σας ἔφαγαν τὸ μάννα στὴν ἔρημο. Ἡ τροφὴ αὐτὴ τοὺς δόθηκε μὲ τρόπο ὑπερφυ-σικό. Παρ᾽ ὅλα αὐτὰ δὲν ἀπέφυγαν τὸ θάνατο. Ὁ ἀληθινὸς ἄρτος, ποὺ πραγματικὰ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανὸ εἶναι αὐτός, ποὺ μεταδίδει τὴν αἰώνια ζωή.

    Βαρυσήμαντη στὴ συνέχεια ἡ διακήρυξή Του: «Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. Καὶ ὁ ἄρτος ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» (Ἰωάν. στ´ 51).

    Καμιὰ πιὰ ἀπορία. Ὁ ἄρτος ποὺ προσφέρει ζωὴ πνευματικὴ στοὺς ἀνθρώπους καὶ ζωογονεῖ τὶς ψυχὲς καὶ δὲν τὶς ἀφήνει νὰ πεθάνουν τὸν πνευματικὸ θάνατο εἶναι ἕνας, ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, «ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ κα-ταβάς». Αὐτὸς ποὺ πρόσφερε τὴ σταυρικὴ θυσία γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ διακή-ρυξε, ὅτι «ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς» (Ἰωάν. στ´ 53).

    Ἂν δὲν ἔχετε στενὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Χρι-στό, ἂν δὲν ζεῖτε τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στὴν καθημερινή σας ζωή, ἂν δὲν παίρνετε τὸν Χριστὸ ἀκατακρίτως μὲ τὴ θεία Εὐχαριστία, δὲν ἔχετε μέσα σας ζωή. Εἴσαστε νεκροί. Ὄνομα ἁπλῶς ἔχετε ὅτι ζεῖτε. Δὲν ζεῖτε. Φυτοζωεῖτε. Δὲν τὸ αἰσθανό-σαστε; Τόσο τὸ χειρότερο. Ὅποιος δὲν αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη γιὰ τροφὴ εἶναι ἄρρωστος. Βρίσκεται στὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὸν πνευματικὸ χῶρο. Συμπτώματα πνευματικῆς νεκρώσεως πρέπει νὰ διαγνώσουμε, ἂν ἡ ψυχὴ δὲν πεινάει καὶ δὲν διψάει γιὰ τὴν οὐράνια τροφή, γιὰ τὸ σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

    Τὴν ἀνάγκη τῆς πνευματικῆς αὐτῆς τροφο-δοσίας τὴν αἰσθάνονται ἰδιαίτερα ὅλες οἱ ἅγιες ψυχές. Ἡ θεία Κοινωνία ἦταν γι᾽ αὐτοὺς ἀληθινὴ κοινωνία μὲ τὸν Χριστό. Θὰ μᾶς πεῖ ὁ ἱερὸς Χρυ-σόστομος: «Ἐπειδὴ ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶχε νεκρωθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ εἶχε καταντήσει ἔρημη ἀπὸ ζωή, τῆς ἔβαλε μέσα της σὰν ζύμη τὴ δική Του σάρκα, ποὺ ἦταν ὅμοια μὲ τὴ δική μας, ἀπαλλαγμένη ὅμως ἀπὸ τὴν ἀμαρτία καὶ γεμάτη ζωή. Ἔτσι τρεφόμενοι μὲ αὐτὴ ἀποβάλλουμε τὴν πνευματικὰ νεκρὴ φύση μας καὶ ἀποκτοῦμε τὴ ζωντανὴ καὶ ἀθάνατη μὲ τὴ συνειδητὴ καὶ συνεπὴ συμμετοχή μας στὸ ποτήριο τῆς ζωῆς».

  • 111

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    Δὲν ἦταν πιὰ μόνη

    67 ἐτῶν ἦταν ἡ Γαλλίδα Μ.Τ. Χάνει ξαφνικὰ τὸν ἄνδρα της. Νιώθει συντριπτικὸ τὸ χτύπημα. Δὲν μπορεῖ νὰ σηκώσει τὴν μεγάλη δοκιμασία. Αἰσθάνεται σὰν νὰ αἰωρεῖται στὸ κενό. Ὅλα χάθη-καν ἀπὸ μπροστά της. Ζητάει κάπου νὰ στηριχθεῖ, ἀπὸ κάπου νὰ πιασθεῖ. Τὸ ἀναζητάει καὶ δὲν τὸ βρίσκει. Γύρω της παγερὴ ἡ ἀδιαφορία. Παιδιὰ δὲν ἔχει, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποτελέσουν κάποιο ἀντίβαρο. Νὰ τῆς σταθοῦν μὲ ἀγάπη καὶ νὰ ἁπα-λύνουν τὸν πόνο της. Τί νὰ κάνει; Χωρὶς συμπα-ράσταση νιώθει σὰν λαβωμένο πουλὶ στὴν καται-γίδα. Ἡ ἀπόγνωση εἰσβάλλει καὶ κατακλύζει τὴν ἀφύλακτη ψυχή της. Τί νὰ τὴν κάνει μιὰ ἄσκοπη πιὰ γι᾽ αὐτὴν ζωή; Ἔτσι τὴν θεωρεῖ. Ἀσήκωτο τῆς φαίνεται τὸ φορτίο της. Καὶ ἡ τρομερὴ ἀπόφαση, μέσα στὴν παραζάλη της, δὲν ἀργεῖ νὰ παρθεῖ.

    Ζαλισμένη, μὲ θολωμένη σκέψη, σχεδὸν τρέχον τας, σὲ μιὰ στιγμὴ ποὺ δὲν ἐλέγχει τὸν ἑαυ-τό της, ρίχνεται στὸ ποτάμι ποὺ βρίσκεται ἐκεῖ κοντά. Τὰ νερὰ τὴν σκεπάζουν κι ἀρχίζουν νὰ τὴν παρασύρουν, γιὰ νὰ τὴν ξεβράσουν σὲ λίγο ἕνα θλιβερὸ κουφάρι.

    Ἔτσι δείχνουν τὰ πράγματα. Ἐδῶ ὅμως ὑπάρ-χει ἕνα ἀλλά... Γιατὶ ἐδῶ ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος. Ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, τῆς αὐταπαρ-νήσεως, τῆς θυσίας. Ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος, στὴν ψυχὴ τοῦ ὁποίου κυριαρχεῖ ἡ ἀγάπη, ἡ πηγαία καὶ ἀνιδιοτελὴς ἀγάπη. Καὶ ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι μόνο ἐφευρετικὴ καὶ πολυμήχανη. Εἶναι καὶ ἀποφασι-στικὴ καὶ ριψοκίνδυνη. Ἔχει μέσα της τὸ στοιχεῖο τοῦ ἡρωισμοῦ.

    Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, ποὺ δὲν βρέθηκε στὴν ὥρα τῆς μεγάλης δοκιμασίας, παρουσιά-στηκε τώρα, στὴ στιγμὴ τὴν πιὸ κρίσιμη τῆς ζωῆς της. Εἶναι ἕνας 18χρονος νέος. Στεκόταν στὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ. Ἀντιλαμβάνεται τὴν τραγικὴ σκηνή. Χωρὶς τὸν παραμικρὸ δισταγμὸ ρίχνεται στὸ νερὸ κι ἀρχίζει μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις νὰ κολυμπάει, γιὰ νὰ φθάσει ὣς τὴν ἄγνωστή του γυναίκα. Καὶ δὲν ἀργεῖ νὰ τὴν πλησιάσει.

    Καὶ νά. Ἀμέσως τὰ σκηνικὰ ἀλλάζουν. Μέσα στὸ ποτάμι ξετυλίγεται μιὰ σκηνὴ συγκινητική. Ἡ ἀπελπισμένη γυναίκα νιώθει ἕνα βαθὺ συγκλονι-σμό. Ξυπνάει μέσα της τὸ μητρικὸ φίλτρο. Αἰσθά-νεται κάτι τὸ πρωτόγνωρο. Ἕνα νέο παλικάρι νὰ διακινδυνεύει τὴ ζωή του γιὰ χάρη της! Γιὰ ποιὸ λόγο; Ποτέ της δὲν μποροῦσε νὰ φαντασθεῖ κάτι τέτοιο. Τί κι ἂν δὲν ἔχει δικά της παιδιά; Μέσα σ᾽ ἐκεῖνα τὰ ἀφιλόξενα νερὰ ἕνας καινούργιος κόσμος ἐλπίδας καὶ καλοσύνης ροδίζει μέσα της. Τὸν νέο αὐτό, ποὺ βρίσκεται κοντά της, τὸν νιώθει περισσότερο κι ἀπὸ παιδί της. Καὶ εἶναι, ἀφοῦ οὔτε τὴ ζωή του ὑπολογίζει γιὰ νὰ τὴν σώσει.

    —Παιδί μου, τοῦ φωνάζει μὲ πνιγμένη φωνή, σὲ ἱκετεύω, μὴν κινδυνεύεις γιὰ μένα.

    Τὸ γερὸ ὅμως παλικάρι, μὲ ὑπεράνθρωπη προσπάθεια, τὴν πλησιάζει καὶ τὴν τραβάει στὴ στεριά.

    Ἀλλὰ τὸ χρέος τῆς ἀγάπης εἶναι ἀνεξάντλητο γιὰ τὶς γενναῖες καρδιές. Καὶ ὁ νέος μας δὲν νομί-ζει, πὼς τὸ ξόφλησε. Κατάλαβε τὸ δράμα της. Γι᾽ αὐτὸ καὶ δὲν σταματάει στὴν πρώτη πράξη τῆς αὐτοθυσίας. Βλέπει πιὰ καθαρά, πὼς ἡ γυναίκα αὐτὴ δὲν ζητοῦσε νὰ τὴν βγάλει ἀπὸ τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ. Πιὸ πολὺ τοῦ ζητοῦσε νὰ τὴν βγάλει ἀπὸ τὸ μαῦρο πέλαγος τῆς ἀπελπισίας. Καὶ γιὰ νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ πέλαγος αὐτό, χρειάζεται τώρα ἕνας ἀκόμα πιὸ ἐπιδέξιος κολυμβητής. Ὁ κολυμβητὴς τῆς ἀγάπης.

    Τὴν ἑπομένη κιόλας ἡμέρα πῆγε νὰ τὴν δεῖ στὸ νοσοκομεῖο, ὅπου τὴν εἶχαν μεταφέρει. Μόλις εἶδε τὸν σωτήρα της, ἡ ἀπελπισμένη αὐτὴ γυναίκα ἄρχισε νὰ κλαίει. Δὲν ἤξερε πῶς νὰ ἐκφράσει τὴν εὐγνωμοσύνη της στὸν νέο αὐτό, πού, ὅπως εἶπε, τὴν ἔσωσε δύο φορές: Τὴν μιὰ βγάζοντάς την ἀπὸ τὸ ποτάμι καὶ τὴν δεύτερη ἀπὸ τὸ πέλαγος τῆς ἀπογνώσεως. Μὲ τὴν προθυμία του νὰ τὴν σώσει τῆς τόνωσε τὸ ἠθικὸ καὶ σκόρ-πισε τὴν μαυρίλα τῆς ψυχῆς της. Ἔνιωσε, πὼς δὲν ἦταν πιὰ μόνη καὶ πὼς ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ τὴν ἀγαποῦν εἰλικρινά, ἐνδιαφέρθηκαν γι᾽ αὐτὴν καὶ διακινδύνεψαν τὴ ζωή τους.

    Τὸ θαῦμα τῆς ἀνυστερόβουλης καὶ μέχρι θυ-σίας ἀγάπης καὶ μάλιστα ἀπὸ ἕνα νέο, κρύβει μέσα του τὸν πιὸ μεγάλο δυναμισμό, τὴν πιὸ ἀστραφτερὴ ὀμορφιά. Ποιὸς δὲν τὴν θαυμάζει; Καὶ πόσο θὰ φτώχαινε ὁ πλανήτης μας, ἂν δὲν εἴχαμε τέτοιες μεγαλειώδεις πράξεις ἀληθινοῦ ἀλτρουϊσμοῦ!

    Ἂν ὁ σύγχρονος κουρασμένος καὶ ἀπογοητευ-μένος ἄνθρωπος, ποὺ ἀσφυκτιᾶ φυλακισμένος στὸν στενόψυχο ἀτομισμό του, ἀποφάσιζε νὰ σπάσει τὰ δεσμὰ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ του, τότε θὰ εὕρισκε στὴν ἀνιδιοτελῆ προσφορά, στὴ γνή-σια ἀγάπη, τὴν λύση τοῦ ψυχικοῦ δράματός του...

    Ἂν ὁ σύγχρονος κουρα-σμένος καὶ ἀπογοητευμέ-

    νος ἄνθρωπος, ποὺ ἀσφυ-κτιᾶ φυλακισμένος στὸν

    στενόψυχο ἀτομισμό του, ἀποφάσιζε νὰ σπάσει τὰ

    δεσμὰ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ του, τότε θὰ εὕρισκε στὴν

    ἀνιδιοτελῆ προσφορά, στὴ γνήσια ἀγάπη, τὴν λύση

    τοῦ ψυχικοῦ δράματός του...

  • 112

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    ευα

    γγε

    λιο

    ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΟΣ ῍H ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ;«Τίς ὁ ἁψάμενός μου;»

    Ὁ Κύριος κατευθύνεται πρὸς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου. Πη-γαίνει νὰ σώσει τὴν ἑτοιμοθάνατη κόρη του. Γύρω του οἱ ἄνθρωποι ἔχουν δημιουργήσει κλοιὸ καὶ διαρκῶς τὸν πε-ρισφίγγουν. Μέσα σ᾽ αὐτὸν τὸν ἀναπόφευκτο συνωστισμὸ ὁ Κύριος ρωτάει: «Τίς ὁ ἁψάμενός μου;» Ποιὸς μὲ ἄγγιξε;ΟΙ ΠΟΛΛΟΙ ΣΥΝΩΘΟΥΝΤΑΙ

    Περίεργη φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως ἡ στάση τοῦ πλή-θους. Ὅλοι ἀρνοῦνται πὼς ψηλάφησαν τὸν Κύριο, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα τὸν «συνέθλιβαν». Δὲν εἶναι ὅμως ἀνεξήγητη ἡ στάση αὐτή. Ὅσοι ἔτυχε νὰ ἔλθουν σ᾽ ἐπαφὴ μαζί του τὸ πέτυχαν μᾶλλον μηχανικά. Ὑπὸ τὴν πίεση καὶ τὴν ὤθηση, ποὺ δημιουργεῖται σὲ στιγμὲς συνωστισμοῦ. Καὶ σὲ τέτοιες στιγμὲς δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι κανεὶς ἀπολύτως κύριος τῶν κινήσεών του. Ἑπομένως ὅσοι ἀρνήθηκαν ὅτι ἄγγιξαν τὸν Κύριο, ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια.

    Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σήμερα. Πλήθη ἀνθρώπων συνω-θοῦνται γύρω ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του, χωρὶς ὅμως καὶ νὰ τὸν προσεγγίζουν μὲ πίστη καὶ ἀφοσίωση. Πρὸς ὅλους αὐτοὺς ὁ Κύριος ἀπευθύνει τὴν ἴδια ἐρώτηση: «Τίς ὁ ἁψάμενός μου;» Ρωτάει τοὺς ἐκκλησιαζόμενους Χριστιανούς. Τί ἀποκομίζετε ἀπὸ τὴ θεία λειτουργία, ποὺ παρακολουθεῖτε; Τί κρατᾶτε γιὰ τὸν ἑαυτό σας ὅλοι ἐσεῖς, ποὺ τρέχετε στὰ κηρύγματα, τὶς θρησκευτικὲς ὁμιλίες, τὶς χριστιανικὲς συγκεντρώσεις; Τί ὠφελεῖσθε σεῖς, ποὺ ἀναλαμβάνετε ἱερὲς ἀποδημίες στὰ διάφορα χριστιανικὰ προσκυνήματα; Τί παίρνετε ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὸ παράδειγμα τῶν ἁγίων, τῶν ὁποίων τὴν μνήμη μὲ πολλὴ λαμπρότη-τα καὶ ἐπισημότητα ἐπιτελεῖτε; Καὶ ἡ ἀπάντηση: Εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ὁμολογήσουμε, ὅτι κατὰ κανόνα εἶναι ἀρνητική.

    Ἂς ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας, πῶς παρακολουθήσαμε τὴν τελευταία θεία λειτουργία. Ποῦ ἦταν ἡ προσοχή μας, τὰ μάτια μας, ἡ καρδιά μας; Ἂς κοιτάξουμε ἀκόμη τί γίνεται συνήθως στοὺς διάφορους ναούς, ποὺ πανηγυρίζουν. Καὶ θὰ δοῦμε νὰ ἐπαναλαμβάνεται ἡ ἱστορία. Καὶ θὰ ἀκούσουμε τὴν ἴδια ἀρνητικὴ ἀπάντηση ἀπὸ ὅλους, ὅπως καὶ τότε ποὺ ρώτησε ὁ Κύριος.

    Νὰ μὴν πηγαίνουμε λοιπὸν στὴν ἐκκλησία; Κανεὶς

    δὲν τὸ λέει αὐτό. Πηγαίνοντας ὅμως, νὰ πηγαίνουμε μὲ περισσότερη ψυχή. Νὰ βάλουμε σ᾽ ὅλες αὐτὲς τὶς πράξεις μας περισσότερη καρδιά, ὅπως ἡ αἱμορροοῦσα.ΜΙΑ ΨΥΧΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΕΙ

    Τὰ λόγια, μὲ τὰ ὁποῖα σχολιάζει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς τὴν πράξη της δείχνουν τὴν ψυχική της διάθεση. Ἐξωτερι-κεύουν τὸν ἐσωτερικό της κόσμο. «Ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα» ὁμολό-γησε τὴν πράξη της. Αὐτὲς οἱ λέξεις: ἔλαθε, τρέμουσα καὶ προσπεσοῦσα δείχνουν ἀκριβῶς τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ προσεγγίζει τὸν Χριστό. Ὄχι ὅπως οἱ πολλοὶ ἀπὸ συνήθεια καὶ χωρὶς καμιὰ συναίσθηση. Ἀλλὰ μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ θερμὴ ψυχικὴ διάθεση καὶ ἀφοσίωση.

    Φεύγοντας ἀπὸ τὸ σπίτι γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἢ τὸ κήρυγμα ἢ τὴν χριστιανικὴ συγκέντρωση νὰ θέσουμε στὸν ἑαυτό μας τὸ ἐρώτημα: Τί θὰ πάρω ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ πηγαίνω τώρα; Ποιὸ ἀπὸ τὰ αἰτήματα, ποὺ ἀπευθύνουμε διὰ τῆς θείας λειτουργίας στὸν Κύριο, θὰ τονίσω περισσότερο; Σὲ ποιὸ θέμα, σὲ ποιὸ πρόβλημα ποὺ μὲ ἀπασχολεῖ θὰ ἐπιμείνω πιὸ πολύ; Γιὰ ποιὸ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ θὰ μιλήσω μὲ μεγαλύτερη θέρμη στὸν οὐράνιο Πατέρα μου;

    Ἐπιβάλλεται αὐτὴ ἡ ψυχικὴ προετοιμασία. Γιατὶ ὁ κίν-δυνος παραμονεύει παντοῦ καὶ πάντοτε. Ἰδιαίτερα στὰ πνευματικὰ θέματα. Γι᾽ αὐτὸ θὰ προπαρασκευαστοῦμε. Θὰ μελετήσουμε κάτι ἀπὸ ἕνα βιβλίο οἰκοδομητικό. Θὰ σκε-φθοῦμε καὶ μόνοι μας ὅσο μποροῦμε. Θὰ προσευχηθοῦμε στὸν Θεὸ νὰ εὐλογήσει τὰ σχέδια καὶ τὶς προθέσεις μας.

    Κάποτε οἱ Χριστιανοὶ ἦταν λίγοι. Μιὰ μικρὴ κοινότητα ψυχῶν, ποὺ κάθε μιὰ ζοῦσε «ἐν Χριστῷ», σὲ στενὴ σχέ-ση καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Κύριο. Σήμερα οἱ Χριστιανοὶ εἶναι πολλοί. Δὲν ζοῦν ὅμως ὅλοι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Συνωθοῦνται γύρω του, χωρὶς ὅμως νὰ ἔχουν ὀργανικὸ δεσμὸ μαζί του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἕνας τέτοιος Χριστιανισμὸς δὲν τοὺς ὠφελεῖ. Ἐνῶ οἱ Χριστιανοὶ εἶναι τόσο πολλοί, ἐπιδροῦν τόσο λίγο στὴ σημερινὴ κοινωνία. Μόνο μιὰ ζωντανὴ ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστό, ὅπως ἔχει τὸ κλῆμα μὲ τὴν κληματαριά, θὰ ἀναζωογονήσει τοὺς Χριστιανοὺς καὶ θὰ τοὺς κάνει καρποφόρους.

    «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, ᾧ ὄνομα Ἰά-ειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρε-κάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. Ἐν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. Καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ρύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾿ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψα-το τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ πα-ραχρῆμα ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; Ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβου-σι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ. Ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾿

    ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώ-πιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει,

    θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. Ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. Ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πά-ντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου. Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς. Ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός».

    ΚΥΡΙΑΚΗ 6 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥΖ´ ΛΟΥΚΑ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Λουκᾶ η΄ 41-56ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γαλ. α΄ 11-19

  • 113

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    ευα

    γγε

    λιο

    Η ΓΝΗΣΙΑ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ«Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως».

    Ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη, ποὺ ἀκούσαμε σή-μερα, εἶναι κατ᾽ ἐξοχὴν ἐπίκαιρη. Μὲ ἔντονα χρώματα μᾶς δίνει μερικὰ στοιχεῖα τῆς γνήσιας φιλανθρωπίας. Στὴν κρί-σιμη ἐποχή μας, ποὺ ὅλα ἔχουν σαλευθεῖ ἀπὸ τὴ θέση τους, τοποθετεῖ τὴν φιλανθρωπία στὴν ὀρθή της βάση.Η ΣΥΜΠΟΝΙΑ

    Ὁ Σαμαρείτης περνάει ἀπὸ τὸ σημεῖο ὅπου βρίσκεται ὁ ταλαίπωρος τραυματίας. «Καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνί-σθη». Ἕνα κύμα εὐσπλαχνίας κατέκλυσε τὸν ἐσωτερικό του χῶρο. Στὴ λεπτὴ καὶ εὐαίσθητη καρδιά του ἄνθισε ἕνα βαθὺ αἴσθημα ἀγάπης.

    Αὐτὸ τὸ αἴσθημα τῆς συμπόνιας, αὐτὴ ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Σαμαρείτη ἀποτελεῖ τὸ ἕνα σκέλος τῆς χρυσῆς βάσεως γιὰ κάθε γνήσιο φιλανθρωπικὸ ἔργο. Ὅταν λείπει αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τῆς εὐσπλαχνίας, ὅταν δὲν συμμετέχει ἡ καρδιὰ τοῦ βοηθοῦντος στὸν πόνο τοῦ βοηθουμένου, τότε καὶ ἡ πιὸ μεγάλη προσφορὰ χάνει τὴν ἀξία της. Γιατὶ δὲν εἶναι τόσο τὸ ποσόν, καὶ τὸ εἶδος ποὺ θὰ δοθεῖ, ὅσο τὸ ποιόν, ἡ διάθεση τῆς προσφορᾶς. Κυρίως αὐτὴ ἔχει ἀξία.

    Καὶ τὸ ἐλάχιστο βοήθημα ποὺ θὰ δώσεις, μόνο σὰν ἐκδήλωση ἐσωτερική, σὰν καρπὸς τῆς καρδιᾶς παίρνει τὸ τίμιο ὄνομα τῆς φιλανθρωπίας, τῆς πραγματικῆς δηλαδὴ ἀγάπης πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Ἡ καρδιὰ εἶναι ἡ πηγὴ καὶ ἡ ρίζα ποὺ τρέφει καὶ ποτίζει τὸ δέντρο τῆς φιλανθρωπίας. Καὶ ὅταν προϋπάρχει αὐτὴ ἡ πηγὴ φυσικότατα ἀναπηδᾶ ἕνα δεύτερο στοιχεῖο: Ο ΜΟΧΘΟΣ

    Πόνεσε ἀλλὰ καὶ κοπίασε ὁ Σαμαρείτης. Ἔδωσε τὶς πρῶτες βοήθειες στὸ θῦμα τῶν ληστῶν. Ἔπλυνε τὰ τραύματα. Ἔδεσε τὶς πληγές. Τὸν μετέφερε μὲ τὸ ζῶο του στὸ πανδοχεῖο. Ὅλες αὐτὲς οἱ πράξεις, γίνονται μὲ κόπο καὶ ἱδρῶτα.

    Ὁ νοῦς σκέπτεται καὶ βρίσκει τὴ λύση τοῦ προβλήματος. Τὰ χέρια κινοῦνται καὶ δίνουν ὅ,τι κρατοῦν. Τὰ πόδια ὑπο-βάλλονται στὸν κόπο τῆς πεζοπορίας χάριν τοῦ ἀσθενοῦς ἀνθρώπου. Καὶ ὅλος αὐτὸς ὁ κόπος καὶ ὁ μόχθος γιατί; Διότι ὁ Σαμαρείτης ἔχει ὄντως φιλάνθρωπα αἰσθήματα. Γνωρίζει νὰ συνδυάζει ἄριστα τὴν ἀγάπη μὲ τὴν κούραση.

    Δὲν εἶναι ἑπομένως χωρὶς κόπο τὸ ἔργο τῆς φιλανθρω-πίας. Εἶναι γεμάτο μόχθους καὶ ταλαιπωρίες, στὶς ὁποῖες

    ὁπωσδήποτε θὰ ὑποβληθεῖς, ἂν θέλεις νὰ φέρεις τὴ σφρα-γίδα τῆς γνησιότητος. Καὶ θὰ τρέξεις, προκειμένου νὰ δι-εκπεραιώσεις μιὰ ὑπόθεση ἀγάπης. Καὶ ὄρθιος θὰ σταθεῖς γιὰ νὰ ἐκδώσεις κάποιο πιστοποιητικό, ἀναγκαῖο γιὰ τὴν εἴσοδο ἑνὸς ἀρρώστου σὲ νοσοκομεῖο. Καὶ θὰ ἀγρυπνήσεις στὸ προσκέφαλο ἑνὸς ἐγκαταλελειμμένου ἀσθενοῦς.

    Κάθε ἀγαθοεργία, ποὺ γίνεται χωρὶς τὸν προσωπικὸ μόχθο, μπορεῖ νὰ γίνεται καὶ ἀπὸ μὴ χριστιανικὰ ἐλατήρια. Μοιράζεις ἴσως γιὰ νὰ γραφεῖ τὸ ὄνομά σου στὶς στήλες τῶν ἐφημερίδων, ἢ σὲ κάποια μαρμάρινη πλάκα. Ἡ εὐαγγελικὴ ὅμως φιλανθρωπία, ἡ ἀγάπη τοῦ Σαμαρείτη ζυμώνεται μὲ τὸν τίμιο ἱδρώτα του. Καὶ κάνει τέλος τὸ τρίτο βῆμα, ποὺ εἶναι:Η ΥΛΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ

    Καὶ αὐτὴν ἔδωσε ὅταν χρειάστηκε. Δὲν εἶπε: Ἐγὼ ἔκανα ὅ,τι δὲν ἔκαναν ἄλλοι. Τώρα φθάσαμε στὸ πανδοχεῖο. Ἂς ἀναλάβουν ἐκεῖνοι τὴ φροντίδα καὶ τὴν περιποίηση τοῦ τραυματία. Ἀλλά, προκειμένου νὰ συνεχίσει τὸ ταξίδι του τὴν ἑπομένη, «ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωσε τῷ πανδο-χεῖ». Συγχρόνως ἀναλαμβάνει τὴν ὑποχρέωση καὶ δίνει τὴν ὑπόσχεση νὰ πληρώσει καὶ ὅσα ἄλλα χρήματα δαπανηθοῦν γιὰ τὴν πλήρη ἀποθεραπεία τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου. Ἔτσι ὁλοκληρώνει τὸ καλὸ ποὺ ἄρχισε.

    Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι ἄξιο ἰδιαίτερης προσοχῆς καὶ μελέτης. Γιατὶ δείχνει ὅτι ἡ φιλανθρωπία δὲν εἶναι μόνο αἰσθήματα καὶ λόγια. Δὲν εἶναι δηλαδὴ ἕνα ἔργο ποὺ μπορεῖ νὰ ἀσκεῖ κανεὶς μὲ τὸ ἀζημίωτο. Χωρὶς καὶ νὰ συνεισφέρει κάτι ἀπὸ τὸ φτωχικὸ ἔστω βαλάντιό του. Θὰ ὑποβληθεῖ, ἐφ᾽ ὅσον φυσικὰ μπορεῖ, καὶ σὲ κάποια ἔξοδα: Γιὰ τὴν ἀγορὰ τῶν ἀπαραίτητων πραγμάτων. Γιὰ τὴν ἐξόφληση ἑνὸς χρέους ἢ τὴν πληρωμὴ τοῦ ἐνοικίου τῆς χήρας, ποὺ ἀπειλεῖται μὲ ἔξωση.

    Γίνεται ὅμως αὐτὸ σήμερα; Συνήθως ὄχι. Ὅταν ἔλθει ἡ στιγμὴ νὰ βάλει κανεὶς τὸ χέρι στὴν τσέπη, προσπερνάει ἀδιάφορος. Δυσκολεύεται νὰ κάνει μιὰ μικρὴ θυσία.

    Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς μᾶς προβάλλει τὸν καλὸ Σαμα-ρείτη -τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του- ὡς ἐμπνευστὴ καὶ ὑπόδειγμα τῆς γνήσιας φιλανθρωπίας καὶ φωνάζει στὸν καθένα μας: «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως»!

    «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ πειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδά-σκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; Πῶς ἀναγινώσκεις; Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. Ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; Ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἄνθρω-πός τις κατέβαινεν ἀπὸ ῾Ιερουσαλὴμ εἰς ῾Ιεριχώ, καὶ λησταῖς περιέπεσεν· οἲ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. Κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέ-

    βαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντι-παρῆλθεν. Ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν

    καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδο-χεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδο-χεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ. ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. Τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς ληστάς; Ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. Εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως».

    ΚΥΡΙΑΚΗ 13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥΗ´ ΛΟΥΚΑ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Λουκᾶ ι΄ 25-37ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ἑβρ. ζ΄ 26 - η΄ 2

  • 114

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    «ΑΥΤΟ τὸ νικητήριο μήνυμα γιὰ τήν «ἐπὶ γῆς εἰρήνη» ποὺ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὸν ἀγγελικὸ χορὸ κατὰ τὴ νύχτα τῆς γεννήσεως τοῦ Χρι-στοῦ, ἦταν ἀπραγματοποίητη ὑπόσχεση; Δυὸ χιλιάδες χρόνια τώρα μετὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ, μόνο εἰρήνη δὲν ἦλθε. Ἐξακολουθοῦμε νὰ ζοῦμε σ᾽ ἕνα σπαρασσόμενο ἀπὸ ἀντιπά-θειες καὶ ἔχθρες κόσμο. Καὶ τὸ χειρότερο εἶναι πὼς τοὺς περισσότερους πολέμους τοὺς προκά-λεσαν καὶ τοὺς προκαλοῦν, εἴτε μὲ τὶς κοῦρσες τῶν ἐξοπλισμῶν εἴτε μὲ τὶς ζῶνες ἐπιρροῆς, χριστιανικοὶ λαοί...»

    Εἶναι φανερὸ πὼς ἡ χριστιανικὴ εἰρήνη, «ἡ εἰρή-νη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» (Φιλ. δ΄ 7), δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἀπουσία τοῦ πολέμου καὶ τῶν πολεμικῶν συγκρούσεων. Οὔτε εἰρήνη εἶναι ἡ ἰσορροπία δυνάμεων ἀνάμεσα στὶς ἀντιμαχόμενες παρατάξεις. Αὐτὴ ἡ «ἰσορροπία» μὲ τοὺς ἀνταγωνι-σμοὺς γίνεται ἰσορροπία τοῦ τρόμου καὶ μὲ τὴν ἔντα-ση ποὺ προκαλεῖ καταντάει σὲ ἀνισορροπία ἀπὸ τὸ τέντωμα τῶν νεύρων. Εἶναι τουλάχιστον ἀφέλεια καὶ ματαιοπονία νὰ κηρύττουμε ἀφοπλισμὸ χωρὶς προη-γουμένως νὰ ἀφοπλίζουμε τὶς καρδιές. «Ἐκ τῆς καρ-δίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι... κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι...» (Ματθ. ιε´ 19). Καρδιὲς φορτισμένες μὲ μίσος, μὲ γνώμονα τὸ θεοποιημένο συμφέρον, πῶς μποροῦν νὰ εἰρηνεύσουν καὶ νὰ ἀγω-νισθοῦν γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς εἰρήνης; Ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν ἐξορίσει τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν ζωή τους, ἀπὸ τὰ Κοινοβούλια καὶ τοὺς Διεθνεῖς Ὀργανισμούς, ἔχουν ἐξορίσει καὶ τὴν εἰρήνη ἀπὸ τὸν πλανήτη μας.

    Ἡ εἰρήνη γιὰ νὰ ἐπικρατήσει στὴ γῆ χρειάζεται μερικὲς προϋποθέσεις. Χωρὶς αὐτὲς θὰ ἀποτελεῖ χί-μαιρα καὶ οὐτοπία. Ἂς τὶς ἐπισημάνουμε.

    Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει εἰρήνη χωρὶς ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια θὰ ἐλευθερώσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ὑποκρισία, τὴν καχυποψία, τὴν ὑστεροβουλία, τὴν κρυψίνοια. Ἡ ἀλήθεια παίζει μὲ ἀνοιχτὰ χαρτιὰ καὶ διαλύει τὰ σύννεφα τῆς ἀβεβαιότητας. Ὁ λόγος της εἶναι «ναὶ ναί, οὒ οὔ· τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν» (Ματθ. ε´ 37). Οἱ λέξεις δὲν εἶναι παγίδες οὔτε ἀπατηλὰ μέσα ἀποπροσα-νατολισμοῦ. Πάνω στὸ καθαρὸ ἔδαφός της μπορεῖ νὰ βλαστήσει καὶ νὰ καρποφορήσει ἡ εἰρήνη. Δια-φορετικὰ θὰ πνιγεῖ στὰ σαπρόφυτα τῆς ὑποκρισίας καὶ τῆς ἀκάθαρτης διπλωματίας.

    Δυστυχῶς τὸ ψέμα καὶ ἡ ἀπάτη ποὺ κυριαρχοῦν συνήθως ἀνάμεσα στοὺς λαοὺς καὶ ρυθμίζουν τὶς διαπραγματεύσεις, τοξινώνουν τὶς ἀνθρώπινες σχέ-σεις, τορπιλίζουν τὶς καλὲς διαθέσεις καὶ ὑπονομεύ-ουν τὸ ἔδαφος γιὰ μιὰ εἰλικρινὴ προσέγγιση. Τὸ ψέμα τροφοδοτεῖ τὴ δυσπιστία καὶ μὲ τὴ δυσπιστία

    δὲν ὑπάρχει πλησίασμα καὶ συνεννόηση. Κοιτάζει πῶς ὁ ἕνας θὰ ἀμυνθεῖ ἀπὸ τὸν ἄλλο. Χρειάζεται ἐμπιστοσύνη γιὰ νὰ προχωρήσει ὁ διάλογος. Δια-φορετικὰ «τοῖς ἐξ ἐριθείας, καὶ ἀπειθοῦσι μὲν τῇ ἀληθείᾳ, πειθομένοις δὲ τῇ ἀδικίᾳ, θυμὸς καὶ ὀργή» (Ρωμ. β´ 8).

    Δὲν ὑπάρχει ἀκόμα εἰρήνη χωρὶς δικαιοσύνη. Ὁ προφήτης Ἡσαΐας χαρακτηρίζει τὴν εἰρήνη ὡς ἔργο δικαιοσύνης: «Ἔσται τὰ ἔργα τῆς δικαιοσύνης εἰρήνη» (λβ´ 7). Κατορθώνεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώ-πους ποὺ μακάρισε ὁ Κύριος: «τοὺς πεινῶντας καὶ διψῶντας τὴν δικαιοσύνην» (Ματθ. ε´ 6). Γράφει ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης: «Ἡ εἰρήνη τῇ δι-καιοσύνῃ συγκεκραμένη θεῖόν ἐστι χρῆμα· εἰ δὲ θατέρα ἄνευ τῆς ἑτέρας εἴη, λυμαίνεται τὸ τῆς ἀρετῆς κάλλος... Εἰρήνη ὄντος ἐκείνη ἐστίν, ἡ τῇ δικαιοσύνῃ καὶ τῇ εὐσε-βείᾳ σεμνυνομένῃ». Ἂν ἡ εἰρήνη δὲν στηρίζεται στὴ δικαιοσύνη πέφτει. Εἶναι ἀδύνατον νὰ συνυπάρξει ἡ εἰρήνη μὲ τὴν ἀδικία. Μιὰ τέτοια εἰρήνη θὰ ἦταν τελείως ψεύτικη καὶ ὑποκριτική.

    Ὅπως ποθεῖ τὴν εἰρήνη ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἔτσι ποθεῖ καὶ τὴν δικαιοσύνη. Ἡ ἀδικία, ὅπου καὶ ὅταν ὑπάρχει, πληγώνει βαθιὰ καὶ συχνὰ ἀθεράπευτα τὴν ψυχή. Τὴν ἀναστατώνει. Τὴν κάνει νὰ ἐπαναστατεῖ. Φυγαδεύει ἀπὸ τὴν καρδιὰ τὴν εἰρήνη. Προσφέρει τὸ γόνιμο ἔδαφος, γιὰ νὰ ἀναπτυχθοῦν ὅλα τὰ ἐπα-ναστατικὰ στοιχεῖα. Ἡ ἀδικία εἶναι χειρότερη ἀπὸ τὴ δυστυχία. Τὸ φοβερὸ δὲν εἶναι νὰ εἶσαι δυστυχής. Εἶναι νὰ εἶσαι ἀδικημένος. Πῶς ἕνας ἀδικημένος, ποὺ βλέπει τὸ δίκαιό του νὰ στραγγαλίζεται, τὸν ἱδρῶτα του νὰ γίνεται λάσπη, μπορεῖ νὰ ζεῖ εἰρη-νικά; Καὶ ἡ δικαιοσύνη δὲν περιορίζεται μόνο στὴ δίκαιη κατανομὴ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Περισσότερο ἀπαιτεῖ τὸν σεβασμὸ τῆς προσωπικότητας τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἡ ἐπικράτηση τῆς δικαιοσύνης ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν κυριαρχία τῆς εἰρήνης.

    Σχετικὸς μὲ τὴ δικαιοσύνη εἶναι καὶ ὁ σεβασμὸς τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου. Χωρὶς τὸν σε-βασμὸ στὸν ἄνθρωπο, στὸν κάθε ἄνθρωπο καὶ τὰ δικαιώματά του, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει εἰρήνη. Ἀλλὰ γιὰ νὰ σεβασθεῖ κανεὶς τὸν ἄνθρωπο, θὰ πρέπει πρῶτα νὰ σέβεται τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης, τὸν «ἄρχο-ντα τῆς εἰρήνης». Ἂν δὲν σέβεται τὸν Δημιουργὸ δὲν μπορεῖ νὰ σεβασθεῖ καὶ τὸ δημιούργημα. Νὰ γιατὶ ἡ εἰρήνη δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπικρατήσει στὴ γῆ, ἂν δὲν προασπίζεται τὴν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου, τὸ καλὸ τῶν ἀτόμων καὶ τῶν λαῶν καὶ ἂν οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ ἀνταλλάξουν ἐλεύθερα καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη τὰ πλούτη τῆς ψυχῆς καὶ τῆς διάνοιας τους. Ἔτσι τελικὰ ἡ εἰρήνη εἶναι ὁ καρπὸς τῆς ἀλήθειας, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης. Αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ ἦλθε νὰ φέρει ὁ Χριστιανισμὸς στὴ γῆ μας καὶ ἀπορρίπτουν οἱ ἄνθρωποι.

    «Ἐπὶ γῆς εἰρήνη» Α΄

    ΔΙΑΛΟΓΟΣ μὲ τοὺς ἀναγνῶστες μας

  • 115

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    Ὁ Χριστιανὸς δὲν εἶναι ὀνειροπόλος. Εἶναι ὁραμα-τιστής. Δὲν ὀνειροπολεῖ. Ὁραματίζεται καὶ συγχρόνως ἐργάζεται καὶ δημιουργεῖ. Τὸν ἐνδιαφέρει τὸ σήμερα, χωρὶς νὰ περιφρονεῖ τὸ χθὲς καὶ χωρὶς νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ αὔριο. Γνωρίζει ὅτι τὸ χθὲς ἑτοιμάζει τὸ σήμε-ρα καὶ τὸ σήμερα, μὲ τὴ σειρά του, προετοιμάζει τὸ αὔριο. Δὲν λησμονεῖ ὅτι «ὅποιος ξοδεύει τὸ σήμερα, κλαίγοντας τὸ χθές, θὰ χάσει τὸ αὔριο, κλαίγοντας τὸ σήμερα».

    Ἀπαραίτητο τὸ ξεκαθάρισμα αὐτό, γιατὶ δὲν εἶναι λίγοι, ποὺ κάνουν τὸ λάθος νὰ νομίζουν, πὼς ὁ Χρι-στιανὸς ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ παρὸν καὶ ἐνδιαφέρεται μονάχα γιὰ τὸ μέλλον. Περιφρονεῖ δῆθεν τὴν πα-ροῦσα ζωὴ καὶ στρέφει ὁλόκληρη τὴν προσοχή του στὴν ἄλλη, στὴ μέλλουσα.

    Κατηγορηματικὸς ὁ ἀκούραστος Ἀπόστολος θὰ στηλιτεύσει τὴ νοοτροπία τῆς φυγοπονίας. «Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω» (Β´ Θεσσαλ. γ´ 10), θὰ γράψει στοὺς Θεσσαλονικεῖς. Ὁ Χριστιανὸς δηλαδὴ πρέπει ἀδιάκοπα νὰ ἐργάζεται καὶ νὰ δρα-στηριοποιεῖται. Καὶ τὸ φωτεινὸ παράδειγμα τὸ ἔδινε μὲ τὴ ζωή του, ποὺ ἦταν μιὰ ζωὴ ἀδιάκοπου μόχθου, «ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ» (Β´Κορ. ια´ 27) «νύκτα καὶ ἡμέραν ἐργαζόμενος» (Β´ Θεσ. γ´ 8).

    Καὶ πόσες ἄλλες φορὲς ὁ Ἀπόστολος αὐτός, ποὺ φλεγόταν γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θὰ τονίσει τὴν ἀξία τοῦ σήμερα, τοῦ τώρα, τὴν ἀξιοποίηση τῆς κάθε στιγμῆς. Γιατὶ ἡ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς μας ἔχει αἰώνιο βάρος. Αὐτὴ μᾶς ἑτοιμάζει τὸ αἰώνιο μέλλον μας. Μιὰ ζωή, ἐπὶ παραδείγματι, στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης, φορτωμένη μὲ ἔργα ἀγάπης, ἑτοιμάζει ἕνα φωτεινὸ μέλλον. Κάνει τὸν πιστὸ νὰ ζεῖ καὶ νὰ προ-απολαμβάνει ἀπὸ τώρα τὴ χαρὰ καὶ τὴ μακαριότη-τα τοῦ οὐρανοῦ. Ὅπως καὶ μιὰ ζωὴ ἀδράνειας καὶ ἀπραξίας καταδικάζει ἀπὸ τώρα τὸν ἄνθρωπο στὸν μαρασμὸ καὶ τὴν πνευματικὴ νέκρα.

    «Σήμερα ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν...» (Ἑβρ. γ´ 15). Σήμερα, μᾶς λέει, νὰ προσέξουμε. Νὰ προσέξουμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς στέλνει τόσα μηνύματα σωτηρίας. Ἂν ἀκούσουμε τὴ φωνὴ αὐτὴ καὶ μόλις ἀντιληφθοῦμε τὸ προσκλητήριο τῆς ἀγάπης του νὰ ἀνταποκριθοῦμε ἀμέσως καὶ χωρὶς καμιὰ ἀναβολὴ νὰ ἀλλάξουμε ζωή. Διαφορετικὰ γιὰ ἐκεῖνον ποὺ ἀδια-φορεῖ ἢ περιφρονεῖ τὶς προσκλήσεις τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς ἐπισκέψεις τῆς ἀγάπης του, ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς σκληρύνσεως. Καὶ ἡ σκλήρυνση αὐτή, μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει στὸν ἠθικὸ παχυδερμισμὸ καὶ τὴν πνευ-ματικὴ νέκρωση.

    Σήμερα, λοιπόν, «καθ᾽ ἑκάστην ἡμέραν ἄχρις οὗ τὸ σήμερον καλεῖται, ἵνα μὴ σκληρυνθῇ τις ἐξ ὑμῶν ἀπάτῃ τῆς ἁμαρτίας» (Ἑβρ. γ´ 13), ἐπα-ναλαμβάνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ σωτηρία μας, δηλαδή, ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ σήμερα, ἀπὸ τὸ πῶς ζοῦμε τὴν κάθε στιγμή. Σὲ τέτοια θέματα κεφαλαιώδη δὲν χωροῦν ἀναβολές. Μιὰ τέτοια ἀναβολὴ εἶναι ἐπι-κίνδυνη. Μπορεῖ νὰ γίνει καταστρεπτική. Καὶ ὁ Χρι-

    στιανὸς ποὺ παραμελεῖ, ἔστω καὶ γιὰ λίγο, τὸν ἀγῶνα, δὲν εἶναι δύσκολο νὰ αἰχμαλωτιστεῖ γιὰ πάντα ἀπὸ τὰ θέλγητρα τῆς ἁμαρτίας.

    Ξεκαθαρισμένα πράγματα. Χριστιανὸς ποὺ ἀδια-φορεῖ γιὰ τὸ παρόν, ποὺ σταυρώνει σὲ ἀπραξία τὰ χέρια του, δὲν κατάλαβε ποτὲ τὸ χριστιανικὸ μήνυμα καὶ τὴν κλήση του. Καὶ εἶναι ὑποκρισία νὰ λέει, πὼς ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ μέλλον, ἀφοῦ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ παρόν.

    Ὅ,τι σπείρει κανεὶς σήμερα αὐτὸ καὶ θὰ θερί-σει αὔριο. Δὲν θερίζει κανείς, ἂν προηγουμένως δὲν ἔσπειρε. Καὶ ὁ πνευματικὸς ἀγώνας, εἶναι μιὰ σπορὰ καθημερινή. Αὐτὸς σφυρηλατεῖ χαλύβδινους χαρακτῆρες, δυνατὲς ψυχές. Ἡ καθημερινὴ προσπά-θεια, χωρὶς ἀνάπαυλα, γιὰ νὰ χτυπηθεῖ ὅ,τι ψεύτικο καὶ νὰ ξεριζωθεῖ ὅ,τι σάπιο ὑπάρχει μέσα μας, ἐλευ-θερώνει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας.

    Σπορὰ εἶναι καὶ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Σπέρνεις σήμερα τὴν καλο-σύνη, γιὰ νὰ δρέ-ψεις αὔριο τοὺς ὥριμους καρποὺς μιᾶς εὐαίσθητης καὶ καλλιεργημέ-νης ψυχῆς. Μὲ τὰ ἔργα τῆς καθη-μερινῆς ἀγάπης καλλιεργεῖς τὴν ψυχή σου, τὴν κάνεις εὐαίσθητη, τρυφερή, τὴν γε-μίζεις μὲ ἅγια καὶ ἱερὰ αἰσθήματα. Μιὰ τέτοια ψυχὴ ζεῖ ἀπὸ τώρα στὶς ὀμορφιὲς τοῦ Πα-ραδείσου. Προα-πολαμβάνει τὰ ἀγαθὰ τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ ἄλλη ζωὴ ἔρχεται σὰν μιὰ φυσικὴ συνέπεια καὶ σὰν ἕνα ἐπα-κόλουθο τῆς ἐδῶ ζωῆς. Δὲν εἶναι, δηλαδὴ, καθόλου ἄσχετη ἡ παροῦσα ζωὴ μὲ τὴ μέλλουσα. Τώρα ἑτοι-μάζουμε τὸ αἰώνιο μέλλον μας.

    Μιὰ ἀπάντηση σὲ ὅσους κάνουν τὴ λανθασμένη τοποθέτηση νὰ τὰ μεταθέτουν ὅλα στὸ μέλλον, στὴν ἄλλη ζωή. Αὐτοὶ κινδυνεύουν νὰ χάσουν μαζὶ μὲ τὴν παροῦσα καὶ τὴ μέλλουσα. Ἀσφαλῶς τὸ πλή-ρωμα τῆς χαρᾶς θὰ τὸ ἀπολαύσουμε στὸ ἀπώτερο μέλλον. Θὰ ἀρχίσουμε ὅμως ἀπὸ τώρα νὰ τὴν προ-γευόμαστε.

    Ἂν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν ἔκανε ἀπὸ τώρα τὶς θαυ-μαστὲς μεταβολὲς καὶ δὲν ἀνακαίνιζε ἀπὸ τώρα τοὺς ἀνθρώπους, θὰ ἦταν ἀπατηλὸς καὶ χωρὶς ἐνδιαφέρον. Ἀλλὰ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωὴ δὲν εἶναι ἀναμονή. Γι᾽ αὐτὸ καὶ μᾶς ὑπογραμμίζει, πὼς τίποτα δὲν βλα-στάνει στὸν οὐρανό, ἂν δὲν σπαρεῖ πρῶτα στὴ γῆ.

    Σπέρνει στὴ γῆ, θερίζει στὸν οὐρανὸ

    Σπορὰ εἶναι τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Σπέρνεις σήμερα

    τὴν καλοσύνη, γιὰ νὰ δρέ-ψεις αὔριο τοὺς ὥριμους

    καρποὺς μιᾶς εὐαίσθη-της καὶ καλλιεργημένης

    ψυχῆς. Μὲ τὰ ἔργα τῆς κα-θημερινῆς ἀγάπης καλλι-εργεῖς τὴν ψυχή σου, τὴν κάνεις εὐαίσθητη, τρυφε-

    ρή, τὴν γεμίζεις μὲ ἅγια καὶ ἱερὰ αἰσθήματα. Μιὰ τέτοια

    ψυχὴ ζεῖ ἀπὸ τώρα στὶς ὀμορφιὲς τοῦ Παραδείσου.

  • 116

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    ευα

    γγε

    λιο

    ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ«Ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ·

    ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;»Ὁ ἄνθρωπος τῆς σημερινῆς παραβολῆς δὲν ἦταν

    μόνο πλούσιος. Ἦταν καὶ ὁ ἄνθρωπος τὸν ὁποῖο εὐνό-ησαν πολὺ οἱ περιστάσεις. «Εὐφόρησεν ἡ χώρα» του, λέει ὁ Κύριος. Ὁ Θεὸς τοῦ ἔστειλε τὶς βροχὲς καὶ τοὺς ἀνέμους, τοὺς εὔκρατους καιρούς, τὴν ὥρα ποὺ ἔπρεπε. «Ἀνέτειλε τὸν ἣλιον» ὁ Πανάγαθος καὶ ἀνθο-φόρησαν τὰ δένδρα του, ὡρίμασαν οἱ καρποὶ τῆς γῆς, οἱ ἀγροί του πνίγηκαν στὰ μεστωμένα στάχυα. Ἔτσι τὸ χῶμα, ἡ γῆ του, ἀναδείχθηκε χρυσάφι πραγματικό. Τὰ μάτια του δὲν χόρταιναν νὰ ἀτενίζουν τὴν ὀμορφιὰ τῆς εὐφορίας. Ἄρχισε λοιπὸν ὁ πλούσιος τὶς φροντίδες, κατέστρωσε τὰ σχέδιά του, διότι εἶδε ὅτι οἱ ἀποθῆκες του δὲν μποροῦσαν πιὰ νὰ χωρέσουν τὴν πλούσια σοδιά του. «Καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συ-νάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου». Καὶ μετὰ σκέφθηκε: θὰ πῶ στὴν ψυχή μου· μὴν σκοτίζεσαι γιὰ τίποτα πιά, «ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Δὲν πρόλαβε ὅμως νὰ τὰ χαρεῖ, γιατὶ ἐκείνη τὴν νύκτα πέθανε. Πρὶν ξεψυχήσει ἄκουσε τὸν Θεὸ νὰ τοῦ δίνει ἕνα χαρακτηριστικὸ τίτλο. Δὲν τὸν εἶπε οὔτε ἁμαρτωλό, οὔτε ἄδικο. Τὸν ἀποκάλεσε ἀνόητο καὶ ἄμυαλο. «Ἄφρον, τοῦ εἶπε, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;» Καὶ ὁμολογουμένως ἦταν ἀνόητος ἀφοῦ ἔκανεΣΧΕΔΙΑ ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ

    Παράδοξος μᾶς φαίνεται κατ᾽ ἀρχήν, αὐτὸς ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ πλουσίου τῆς παραβολῆς. Πα-ράδοξος, γιατὶ παρουσιάζεται ὁ ἄνθρωπος νὰ ἔχει κάνει ἕνα σχέδιο καλὰ μελετημένο. Εἶναι ἕνα σχέδιο, ποὺ στηρίζεται πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα στὰ δεδομένα ποὺ ἔχει. Βασίζεται σ᾽ ἕνα σταθερὸ κεφάλαιο. Ἡ χώρα του εὐφόρησε. Οἱ καρποί του εἶναι ἕτοιμοι γιὰ τὴν ἀποθήκευση. Πατάει ἑπομένως σὲ σταθερὲς βάσεις. Δὲν περιμένει αὐτὸς τὸ ξένο κεφάλαιο. Ἔχει τὸ δικό του. Ἔπειτα τὸ σχέδιό του καλύπτει πολλὰ χρόνια. Ἔχει προοπτικὴ μεγάλη. Στὴν ψυχή του μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι ἔχει «πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά».

    Παρ᾽ ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς τὸν ὀνομάζει ἄφρονα. Καὶ εἶναι πράγματι ἀνόητος, γιατὶ λησμονεῖ τὸν Κύριο, δὲν ὑπολογίζει τὸν Παντοδύναμο. Κάνει σχέδια ὁ πλούσιος χωρὶς τὴ σκέψη τοῦ Θεοῦ. Οὔτε κὰν ὑπο-ψιάζεται πὼς ὑπάρχει καὶ κάποιος ἄλλος, ποὺ ἔχει τὸ λόγο του στὴ ζωή μας, ποὺ ἴσως νὰ πεῖ σὲ κάποια στιγμὴ «ταύτῃ τῇ νυκτὶ» φεύγεις. Ἔτσι συνέβη μὲ τὸν δυστυχὴ πλούσιο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου.

    Γεννᾶται ὅμως τὸ ἐρώτημα, μήπως κι ἐμεῖς συλ-λαμβάνουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ σχεδιάζει πολλὰ, χωρὶς

    τὴ σκέψη τοῦ θανάτου; Πρόκειται γιὰ ὅλες ἐκεῖνες τὶς περιπτώσεις ποὺ κάνουμε προοπτικὲς καὶ σχέδια ἀπὸ τὰ ὁποῖα λείπει ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ ὁ συνάνθρωπός μας. Καὶ ὅταν κυριαρχεῖ ὁ ἐγωκεντρισμὸς ἀναγκάζουμε τὸν Παντοδύναμο νὰ μᾶς τιτλοφορήσει ἀνόητους. Πόσο διαφορετικὴ ὅμως εἶναι ἡ κατάσταση ὅταν ἔχουμε καὶΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

    Ἐπιβάλλεται, τὸ θέλει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, νὰ ἔχει ὁ Χριστιανὸς ἕνα σχέδιο, μιὰ προοπτικὴ στὴ ζωή του. Χρειάζεται ὅμως αὐτὴ νὰ εἶναι φιλάνθρωπη καὶ νὰ στηρίζεται πάνω στὴν πέτρα, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι θὰ παραθεωρηθεῖ ὁ σχεδιασμός, ἡ πρόοδος. Ἡ χριστιανικὴ ὅμως προοπτικὴ δὲν ἀγνοεῖ τὸν Κυβερνήτη τοῦ σύμπαντος. Δὲν λησμονεῖ ὅτι ὄχι μόνο τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας, ὁ ἄνθρωπος, ἐξαρτᾶται ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τὸν Θεό. Θὰ κινηθεῖ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀλλ᾽ «οὐ τὸ πᾶν αὐτοῦ ἐστιν, ἀλλὰ δεῖται καὶ τῆς ἄνωθεν χάριτος» (Χρυσόστομος). Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ ἔλεγε: «Οἶδα, Κύριε, ὅτι οὐχὶ τοῦ ἀνθρώπου ἡ ὁδὸς αὐτοῦ, οὐδὲ ἀνὴρ πορεύσεται καὶ κατορθώσει πορείαν αὐτοῦ» (Ἰερεμίου ι´ 23). Δηλαδή, γνωρίζω Κύριε, ὅτι ἡ πορεία τῆς ζωῆς μου δὲν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ μένα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ σένα τὸν Παντοδύναμο. Ἔτσι ὁ πιστὸς κάνει τὰ σχέδιά του, ἀλλὰ πάντοτε λέει ὅ,τι καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «τοῦ Θεοῦ θέλοντος» (Πράξ. ιη´ 21) ἢ ὅπως ὁ θεῖος Ἰάκωβος γράφει, «ἐὰν ὁ Κύ-ριος θελήσῃ καὶ ζήσομεν καὶ ποιήσομεν τοῦτο ἢ ἐκεῖνο» (Ἰάκ. δ´ 15). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶναι δυνατὸν οἱ προοπτικές μας νὰ μὴν εὐοδωθοῦν ἢ καὶ νὰ μαται-ωθοῦν. Χριστιανικὴ προοπτικὴ σημαίνει ἀκόμη ὅτι τὸ καθετί, ποὺ σχεδιάζουμε πρέπει νὰ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄφρων πλούσιος οὔτε τὸν Θεὸ σκέφθηκε, οὔτε καὶ τὸ σχέδιό του ἦταν σύμφωνο μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ στηριζόταν στὸν ἐγω-ισμὸ καὶ τὴν πλεονεξία. Ἐφ᾽ ὅσον ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ὄχι μόνο ἀπὸ σῶμα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ψυχὴ αἰώνια καὶ ἀθάνατη, δὲν μπορεῖ νὰ διαγράφει ἀπὸ τὴ ζωή του κάθε τι ποὺ ἀναφέρεται στὸ πνευματικὸ πεδίο. Εἶναι ἀνόητο νὰ σχεδιάζουμε μόνο γιὰ τὸ τί θὰ φᾶμε καὶ τί θὰ φορέσουμε, χωρὶς νὰ ἐντάσσουμε μέσα στὴν προοπτική μας καὶ τί θὰ κάνουμε γιὰ τὸ πνεῦμα μας, τὴν ψυχή μας, τὴ βελτίωση τοῦ χαρακτήρα μας, τὸν πλησίον μας. Μιὰ χριστιανικὴ προοπτικὴ γιὰ μᾶς καὶ τὰ παιδιά μας θὰ περιέχει καὶ τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες, δὲν θὰ λησμονήσει ὅμως καὶ τὴν πνευματική μας τροφοδοσία. Ἔτσι θὰ φυγαδεύεται ἡ ἀγωνία καὶ τὸ ἄγχος ἀπὸ τὴ ζωή μας.

    Εἶπε παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· ἀνθρώπου τινὸς πλου-σίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; Καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ

    ἀγαθά μου, καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου.

    Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοί-μασας τίνι ἔσται; Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἐαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν».

    ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥΘ´ ΛΟΥΚΑ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Λουκᾶ ιβ΄ 16-21ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γαλ. στ΄ 11-18

  • 117

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    Στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο κάποιος ἄρχοντας ρωτάει μὲ ἀγωνία τὸν Κύριο Ἰησοῦ γιὰ κάποιο ζήτημά του, ποὺ τὸν ἀπασχολοῦσε σοβαρά. Ὁ Κύριος τὸν ἀκούει προσεκτικὰ καὶ στὸ τέλος τοῦ ὑποδεικνύει τὴ λύση! «Πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου... καὶ ἀκολούθησέ με». Ἡ λύση μοιάζει μὲ φυγή. Εἶναι μιὰ ἔξοδος. Ποιὸς λόγος ὅμως ἐπέβαλε αὐτὴ τὴ λύση;Η ΠΑΓΙΔΕΥΣΗ

    Ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος ἔκανε αὐτὴ τὴν πρόταση ἦταν γιατὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶχε πέσει σὲ μιὰ παγίδα τρομερή. Στὴν παγίδα τοῦ πλούτου. Καὶ κινδύνευε ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ ἡ ψυχή του.

    Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κατέβαλε πολλὲς καὶ ἀξιόλογες προ-σπάθειες, γιὰ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν παγίδα. Γιὰ νὰ σπάσει τὸν κλοιὸ ποὺ τὸν ἔπνιγε, καὶ ἐλεύθερος νὰ ἀναπνεύσει τὸν ζωογόνο ἀέρα, νὰ κατακτήσει τὸν οὐρανό: «Ταῦτα πά-ντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου», βεβαίωσε τὸν Κύριο στὴ σχετικὴ ἐρώτησή του. Πλὴν ὅμως δὲν τὸ κατόρθωσε.

    Ὑπάρχουν δυστυχῶς πολλὰ πάθη καὶ πολλὲς ἀδυνα-μίες, ποὺ μεταβάλλονται σὲ παγίδες θανάτου.

    Βλέπετε π.χ. κάποιους νὰ πιάνονται στὶς παγίδες τῶν προλήψεων. Θὰ τοὺς δεῖτε νὰ ἀσημώνουν ἕνα παλιοπέτα-λο, ἄχρηστο καὶ γιὰ τὰ ζῶα ἀκόμη, καὶ νὰ τὸ τοποθετοῦν, δυστυχῶς, δίπλα στὰ εἰκονίσματα τοῦ σπιτιοῦ τους. Ἐν τῷ μεταξὺ δὲν ἀποκλείεται τοὺς ἴδιους αὐτοὺς ἀνθρώπους νὰ βρεῖτε πρώτους τὴν Κυριακὴ στὸν ναό. Θὰ τοὺς ἀκούσετε νὰ μιλᾶνε γιὰ τὰ ὡραῖα ἔθιμα τῆς οἰκογένείας τους, γιὰ τὶς χριστιανικὲς παραδόσεις ποὺ κρατοῦν κλπ, κλπ.

    Ἄλλους πάλι θὰ βρεῖτε παγιδευμένους κάτω ἀπὸ τὴν παγίδα τοῦ φθόνου, τῆς μνησικακίας, τῆς ἀδικίας, τοῦ ψεύδους, τῶν διάφορων ἐκτροπῶν, ἢ μπλεγμένους στὰ δίχτυα τῆς πλάνης, τῆς αἱρέσεως.

    Δὲν θὰ δυσκολευτεῖτε καὶ πάλι νὰ βρεῖτε αὐτοὺς τοὺς ἴδιους ἢ τὰ ὀνόματά τους μεταξὺ τῶν ἐνισχυτῶν μιᾶς φιλανθρωπικῆς προσπάθειας, ἢ μεταξὺ τῶν ἀκροατῶν θρησκευτικῶν κηρυγμάτων.

    Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, πιασμένοι στὶς παγίδες τῶν διά-φορων παθῶν, κινδυνεύουν νὰ χάσουν τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

    Καὶ ὅμως. Φθάνει καὶ στὰ δικά τους αὐτιὰ καθαρὴ καὶ δυνατὴ ἡ φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ τοὺς καλεῖΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

    Στὴν ἐναγώνια ἀναζήτηση τοῦ πλούσιου ὁ Κύριος δὲν ἀπαντάει μὲ γενικότητες. Προτείνει συγκεκριμένα μέτρα ποὺ ἀφοροῦν τὸν συνομιλητή του ἀποκλειστικά. Γιατὶ τὰ μέτρα αὐτὰ ἀποτελοῦν «τὴν σανίδα σωτηρίας» ποὺ

    χρειάζεται. Τοῦ προτείνει μερικὲς κινήσεις καὶ ἐνέργειες, ἀπολύτως ἀναγκαῖες, γιὰ νὰ ἀπαγκιστρωθεῖ: «Πώλησον... καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι». Τοῦ δείχνει τὸν δρόμο τῆς ἐλευθερίας, τὴ χαρὰ τῆς προσφορᾶς καὶ τὸν προσκαλεῖ στὴ ζωὴ τὴν ἀληθινή. Τὴν ἴδια πρόσκληση ἐλευθερίας ἀπευ-θύνει πάντοτε ὁ φιλάνθρωπος Κύριός μας πρὸς ὅλους. Μὲ στοργὴ καὶ ἀγάπη.

    «Δεῦρο ἀκολούθει μοι», λέει σ᾽ ἐκείνους ποὺ τρέ-χουν ἀναζητώντας τὴν ἀλήθεια στοὺς ἀστρολόγους καὶ στὰ μέντιουμ. Πετάξτε ἀπὸ πάνω σας τὴν παγίδα αὐτή. Καὶ ἀκολουθῆστε με. Θὰ σᾶς ἀποκαλύψω, σᾶς ἔχω ἤδη ἀπο-καλύψει, ὁλόκληρη τὴν ἀλήθεια. Τὴν ἀλήθεια ποὺ φωτίζει ὅλα τὰ ζητήματα καὶ ἐλευθερώνει καὶ σώζει τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐγκολπωθεῖτε την.

    «Δεῦρο ἀκολούθει μοι», λέει σ᾽ ὅσους ἀμφιταλα-ντεύονται μεταξὺ δικαιοσύνης καὶ ἀδικίας. Ὅσο κι ἂν φαίνεται ἑλκυστικὸ καὶ εὔκολο στὴν ἀρχὴ τὸ ἄνομο κέρ-δος, τελικὰ ὁδηγεῖ στὴ δυσφήμηση, στὴ χρεοκοπία, στὸν θάνατο. Ἐπανόρθωσε τὰ λάθη καὶ τὶς ἀδικίες ποὺ ἔχεις μέχρι τώρα διαπράξει καὶ ἀκολούθησέ με. Ἡ ὠφέλεια ποὺ θὰ ἀποκομίσεις, εἶναι ἀφάνταστη. Εἰρήνη ψυχῆς. Γαλήνη συνειδήσεως. Εὐλογία Θεοῦ. Βασιλεία οὐρανῶν.

    «Δεῦρο ἀκολούθει μοι». Ἐξακολουθεῖ νὰ προσκαλεῖ ὁ Κύριος ὅλους ἐμᾶς, ποὺ εὐχαρίστως ἀνεχόμαστε τὴν «εἰρηνικὴ συνύπαρξη» τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ μέσα μας. Συγχώρησε ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς σου ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἔβλαψε χωρὶς νὰ σοῦ ζητήσει ὁ ἴδιος συγγνώμη. Γίνε σὺ μικρότερος καὶ ἐξυπηρέτησε τοὺς ἄλλους μὲ προθυμία καὶ χαρά. Λέγε πάντοτε καλὰ λόγια γιὰ ὅσους σὲ βρίζουν καὶ σὲ συκοφαντοῦν.

    Μὲ αὐτοὺς καὶ πολλοὺς ἄλλους τρόπους μᾶς ἀπευθύ-νει τὶς σωτήριες κλήσεις του, τὶς προσκλήσεις ἐλευθερίας ὁ Κύριος. Κάθε μέρα ποὺ ἀνατέλλει, ἐμεῖς τὴν βλέπουμε σὰν εὐκαιρία δράσεως καὶ δημιουργίας, σὰν χρόνο ποὺ μᾶς προσφέρεται νὰ χαροῦμε καὶ νὰ ἀπολαύσουμε τὴ ζωή. Βέβαια εἶναι καὶ αὐτό. Μὰ πρὸ παντὸς εἶναι μιὰ εὐκαιρία ἐξόδου ἀπὸ τὸ βασίλειο τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου, ὅπου κυκλοφοροῦμε καὶ ἀναπνέουμε. Εἶναι μιὰ πρόσκληση ἐλευθερίας.

    Παγιδευμένοι πολλοὶ ἀπὸ μᾶς στὴν παγίδα τῆς ἁμαρ-τίας καὶ τῶν παθῶν, πρὶν συνθηκολογήσουμε καὶ ὑποκύ-ψουμε πλήρως στὸν ἐχθρό, ἂς ἀκούσουμε τὴ φωνὴ τοῦ Σωτῆρος. Εἶναι ἡ ἴδια γνώριμη φωνὴ τῆς ἀγάπης. Μᾶς προσκαλεῖ στὴν ἐλευθερία καὶ τὴ ζωή: «Δεῦρο ἀκολού-θει μοι».

    «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, πειράζων αὐτόν, καὶ λέγων· διδάσκαλε ἀγα-θέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώ-νιον κληρονομήσω; Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; Οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς, ὁ Θεός. Τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. Ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. Ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θη-

    σαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα.

    Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσε-λεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! Εὐκοπώ-τερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. Εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι; Ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν».

    ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Λουκᾶ ιη΄ 18-27ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ἐφεσ. β΄ 4-10

    Η ΗΡΩΙΚΗ ΕΞΟΔΟΣ«Δεῦρο ἀκολούθει μοι».

    ευα

    γγε

    λιο

  • 118

    Νοέ

    μβρι

    ος 2

    016

    Μιὰ φράση ἁπλή, ἀλλὰ μὲ πολὺ βαθὺ περιεχόμενο, θὰ ἄξιζε νὰ τὴν προσέξουμε ἰδιαί-τερα. Θὰ μᾶς βοηθοῦσε στὶς κα-θημερινές, στὶς διαπροσωπικές μας σχέσεις. Κρύβει πολλὴ κοι-νωνικὴ πείρα: «Ὑπάρχουν μέσα στοὺς ἀνθρώπους πιὸ πολλὰ πράγ-ματα γιὰ νὰ θαυμάζουμε παρὰ γιὰ νὰ περιφρονοῦμε». Πολὺ σωστό. Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει τὰ σὺν καὶ τὰ πλήν. Τὶς θετικὲς καὶ τὶς ἀρνητικές του πλευρές. Πλεο-νεκτήματα καὶ μειονεκτήματα. Ἀρετὲς καὶ κακίες. Δὲν ἔχει μόνο ἀδυναμίες καὶ ἐλαττώματα. Ἔχει καὶ στιγμὲς ἄξιες θαυμασμοῦ. Καὶ στὸν πιὸ πεσμένο ἄνθρω-πο μποροῦμ�