ΕΕ 8 15Β Προσβολή Στόχων Με Παρατηρούμενη Βολή

330
ΕΓΧΕΙΡΙ∆ΙΟ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΤΟΧΩΝ ΜΕ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕΝΗ ΒΟΛΗ ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΕΩΣ/3α ΕΕ 8-15Β ΑΘΗΝΑ ΜΑΪΟΣ 1995 ΤΥΠΟΓΡ. ΕΛΛΗΝIKOY ΣΤΡΑΤΟΥ

description

ΕΕ 8 15Β Προσβολή Στόχων Με Παρατηρούμενη Βολή

Transcript of ΕΕ 8 15Β Προσβολή Στόχων Με Παρατηρούμενη Βολή

ΕΓΧΕΙΡΙ∆

ΠΡΟΣΒΟΠΑΡΑΤΗ

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΕΩΣ/3α

ΕΕ 8-15Β

Τ

ΙΟ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ

ΛΗ ΣΤΟΧΩΝ ΜΕ ΡΟΥΜΕΝΗ ΒΟΛΗ

ΑΘΗΝΑ ΜΑΪΟΣ 1995 ΥΠΟΓΡ. ΕΛΛΗΝIKOYΣΤΡΑΤΟΥ

ΠΡΟΣ : ΓΕΣ/∆ΠΒ,ΤΥΕΣ ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΕΩΣ/3α

ΚΟΙΝ : ΓΕΣ/∆ΕΚΠ/3α (2)-∆ΥΠΟΣΤΗ Τηλεφ. (Εσωτ.) 3179 ΤΥΕΣ/Γ Υ∆ΝΣΗ Φ. 073.2/11 /98896

Σ. 798 Αθήνα, 25 Μάι 95 Συνηµ. Ένα (1) ΕΕ8-15Β

ΘΕΜΑ : Τεχνικά Εγχειρίδια

ΣΧΕΤ : α. ΣΚ 40-5/1985 β. Φ. 073.2/8/479410/Σ. 817/10 Μάι 95/ΓΕΣ/∆ΠΒ/3/2

1. Το ΕΕ 8-15Β µε τίτλο "Προσβολή Στόχων µε Παρατηρούµενη Βολή'' το οποίο υποβλήθηκε µε το (β) σχετικό

κ υ ρ ώ ν ο υ µ ε και εντελλόµεθα την εκτύπωση του από το ΤΥΕΣ σε πέντε χιλιάδες πεντακόσια (5.500) αντίτυπα, διαστάσεων 17,5 Χ 25 εκατ. του µέτρου, µε φωτογράφιση του πρωτοτύπου σε χαρτί λευκό σατινέ και σύµφωνα µε τις οδηγίες συντάξεως στρατιωτικών εγγράφων του (α) σχετικού.

2. Τη φροντίδα για την επίβλεψη και ορθή εκτύπωση αναθέτουµε στη ∆ΠΒ/ ΓΕΣ, η οποία να το προωθήσει στο ΤΥΕΣ και να δώσει τυχόν συµπληρωµατικές οδηγίες τεχνικής φύσεως.

3. Βαθµός ασφαλείας: "Κοινό".

4. Προτεραιότητα εκτυπώσεως: "Α"

5. Καταχώρηση στον ΣΚ 40-5 µε τα παραπάνω στοιχεία.

6. ∆ιανοµή µε µέριµνα του ΤΥΕΣ/Γ Υ∆ΝΣΗ σύµφωνα µε τον πίνακα του παραρτήµατος "Α".

7. Το σχέδιο της παρούσας µονογραφήθηκε από τη ∆ΥΠΟΣΤΗ/ΓΕΣ για την εκτύπωση και βιβλιοδέτηση.

8. Με την έκδοση του παρόντος καταργείται το ταυτάριθµο εκδόσεως 1973

Υπτγος Νικόλαος Γιουβάνης Ακριβές Αντίγραφο ∆ντής Α' Κλάδου

Φωτεινή Παπάζογλου Μ.Υ/Γ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ "Α" ΣΤΗ: Φ. 073.2/11 /98896/Σ. 798

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΕΩΣ/3α Αθήνα, 25 Μάι 95

Πίνακας ∆ιανοµής ΕΕ 8-15Β

Α/Α ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΝΤΙΤΥΠ.

1. ΓΕΕΘΑ/∆ΕΠΙΧ 1 2. ΕΓ-∆νσεις Ο-Σ/ΓΕΣ (Πλην ∆ΠΒ/ΓΕΣ) από 1 3. ∆ΠΒ/ΓΕΣ 3 4.

ΕΓ/1ης Στρατιάς, ΣΣ, ΑΣ∆ΕΝ, Μεραρχιών, Α∆ΤΕ(Α)-Ταξιαρχίες - Σ∆Ι από 1

5. ∆ΠΒ Σχηµατισµών από 3 6. Σχολή Πυροβολικού 200 7. ΚΕΠΒ 50 8. Λοιπές Σχολές Όπλων-Σωµάτων και Κ.Ε. από 2 9. ΑΣΠ-ΣΣΕ από 3 10. Μοίρες ΠΒ από 10 11. Μοίρες ΠΒ-ΠΕΠ από 5 12. Μοίρες ΠΕΠ από 5 13. Μοίρες Κ/Β "ΧΩΚ", Κ/Β "OSA-AK", Π.ΠΑΡ -ΤΕΑΣ από 2 14. ∆ΕΣ για τις ανάγκες επιστρατεύσεως 100 15. ∆ΙΣ-∆ΕΚΠ-Πολεµικό Μουσείο από 1 16. ΤΥΕΣ/Γ Υ∆ΝΣΗ (για απόθεµα) Υπόλοιπα

Ακριβές Αντίγραφο

Φωτεινή Παπάζογλου Μ.Υ/Γ

Ταξχος ∆ηµήτριος Μπάκας ∆ιευθυντής

ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ∆ΙΑΤΑΓΩΝ

Ο καταχωρήσας την τροποποίηση Α/Α Τρόπο ποιήσ.

Αριθµός και Ηµεροµηνία ∆ιαταγής

Ηµεροµηνία Καταχωρήσεως Τροποποιήσεως Βαθµός Ονοµατεπώνυµο Μονογραφή

Ι

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ ΜΑΧΗΣ

ΤΜΗΜΑ 1 ΓΕΝΙΚΑ 1. Γενικά. 1 2. Σκοπός. 1 3. Περιεχόµενο. 1 4. Σηµασία της Παρατηρήσεως για το Πυροβολικό. 2 5. Είδη Παρατηρήσεως. 2

ΤΜΗΜΑ 2 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ ΜΑΧΗΣ

1. Συνεργασία για την Εκτέλεση Βολής Πυροβολικού. 3 2. Αποτελεσµατικότητα του Πυροβολικού Μάχης. 5 3. ∆υνατότητες και Περιορισµοί. 9 4. ∆ιοικητής της Μονάδας Ελιγµού. 10

ΤΜΗΜΑ 3 ΟΜΑ∆Α ΠΑΡ - ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

1. Παρατηρητήριο (ΠΑΡ). 11 2. Οµάδα ΠΑΡ. 12 3. Ενηµέρωση Παρατηρητών - Συνδέσµων. 13 4. Καθήκοντα της Οµάδας ΠΑΡ. 15

ΤΜΗΜΑ 4 ΕΚΛΟΓΗ, ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡ

1. Γενικά. 18 2. Εκλογή ΠΑΡ. 19 3. Κατάληψη του ΠΑΡ. 19 4. Οργάνωση του ΠΑΡ. 21

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΤΟΧΩΝ

ΤΜΗΜΑ 5 ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

1. Γενικά. 24 2. Ενηµέρωση στη Ζώνη Παρατηρήσεως. 25 3. Κατάδειξη Στόχων. 29 4. Προπαρασκευή και Χρησιµοποίηση Ριπιδίου Παρατηρητή. 33 5. Σιωπηρά Επισήµανση. 36

6. ∆ιάγραµµα Φαινοµένων και µη Ζωνών. 41 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΧΩΝ ΤΜΗΜΑ 6

ΜΕΤΡΗΣΗ ∆ΙΑΒΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΓΩΝΙΩΝ 1. Γενικά. 45 2. Ορισµός του ∆ιαβήµατος (∆θ). 45 3. Μέτρηση ∆θ µε Γωνιοµετρικά Οργανα. 46 4. Μέτρηση ∆θ µε Πυξίδα. 46 5. Μέτρηση ∆θ µε τη Βοήθεια µιας Γραµµής Γνωστού ∆θ. 46 6. Μέτρηση ∆θ από το Χάρτη. 47 7. Μέτρηση Γωνιών. 49

ΤΜΗΜΑ 7 ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ

1. Μέτρηση µε Αποστασιόµετρο Laser. 50 2. Προσδιορισµός Αποστάσεως µε τον Ηχο. 50 3. Εκτίµηση Αποστάσεων. 51 4. Εκτίµηση Αποστάσεως από την Παρατήρηση των ∆ένδρων και

των Κλαδιών τους. 52 5. Προσδιορισµός Αποστάσεων µε τον Τύπο Μ = ΑΧ. 53

ΤΜΗΜΑ 8 ΠΡΟΣΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ

1. Προσδιορισµός Εγκαρσίων Αποστάσεων. 55 2. Προσδιορισµός Αποστάσεων κατά Μήκος της Γραµµής

Παρατηρήσεως. 57 3. Προσδιορισµός Υψοµετρικής ∆ιαφοράς. 58

ΤΜΗΜΑ 9 ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΧΩΝ

1. Γενικά. 60 2. Μέθοδοι Προσδιορισµού Στόχων. 60 3. Στρογγύλευση Στοιχείων. 61 4. Προσδιορισµός Στόχου µε Πολικές Συντεταγµένες. 61 5. Προσδιορισµός Στόχου µε Ορθογώνιες Συντεταγµένες. 63 6. Προσδιορισµός Στόχου µε Συσχέτιση προς Γνωστό Σηµείο. 64 7. Προσδιορισµός Στόχου µε τον Αριθµό του Στόχου ή ενός

Γνωστού Σηµείου. 66 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆

ΕΚΛΟΓΗ ΤΥΠΟΥ ΤΡΟΧΙΑΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑ 10

ΕΚΛΟΓΗ ΤΥΠΟΥ ΤΡΟΧΙΑΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΩΝ 1. Επιθυµητά Αποτελέσµατα. 67

2. Εκλογή Τύπου Τροχιάς. 68 3. Εκλογή Πυροµαχικών. 69 4. Συνδυασµοί Εκρηκτικών Βληµάτων και Πυροσωλήνων. 69 5. Βλήµατα Λευκού Φωσφόρου (ΛΦ). 72 6. Καπνογόνα Βλήµατα Εκτοξευοµένης Βάσεως (ΕΒ). 72 7. Φωτιστικά Βλήµατα. 73 8. Βλήµατα ∆ιασκορπιζοµένων Ναρκών (FASCAM). 73 9. Βελτιωµένα Συµβατικά Πυροµαχικά (ICM). 74

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΒΟΛΗΣ

ΤΜΗΜΑ 11 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΒΟΛΗΣ

1. Γενικά. 75 2. Ταυτότητα Παρατηρητή. 76 3. Προειδοποίηση. 76 4. Θέση του Στόχου. 76 5. Περιγραφή του Στόχου. 78 6. Μέθοδος Προσβολής. 79 7. Μέθοδος Βολής και Ελέγχου. 83

ΤΜΗΜΑ 12 ΑΚΥΡΩΣΗ ∆ΙΑΤΑΓΩΝ - ∆ΙΟΡΘΩΣΗ ΣΦΑΛΜΑΤΩΝ - ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΠΡΟΣ

ΤΟΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ 1. Ακύρωση ∆ιαταγών. 87 2. ∆ιόρθωση Σφαλµάτων. 88 3. Αναφορές προς τον Παρατηρητή. 89

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ - ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΒΟΛΗΣ - ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ 13 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

1. Πότε Εκτελείται Κανονισµός. 92 2. Σηµείο Κανονισµού. 92 3. Γραµµή Παρατηρήσεως. 93 4. Μέθοδοι Κανονισµού. 93 5. ∆ιαδικασία Κανονισµού. 94 6. Αρχές του Κανονισµού. 94 7. Αόρατη Βολή. 95 8. Χρήσιµες Οδηγίες για τον Παρατηρητή. 96 9. Εκτιµήσεις. 97 10. Μη Αντιληπτές ∆ιαρρήξεις. 98

ΤΜΗΜΑ 14

ΚΑΝΟΝΟΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ 1. Γενικά. 99 2. Εκτιµήσεις κατά ∆ιεύθυνση. 99 3. ∆ιορθώσεις κατά ∆ιεύθυνση. 101

ΤΜΗΜΑ 15 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ

1. Γενικά. 104 2. Εκτιµήσεις Βεληνεκούς. 105 3. Κανονισµός µε ∆ιαδοχικές Παρεµβολές. 107 4. Κανονισµός µε Ταχεία Παρεµβολή. 109 5. Κανονισµός µε ένα Βλήµα. 110 6. Κανονισµός µε Ερπυση. 110

ΤΜΗΜΑ 16 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΨΟΥΣ ∆ΑΙΡΡΗΞΕΩΣ

1. Γενικά. 110 2. Εκτιµήσεις Υψους ∆ιαρρήξεως. 111 3. ∆ιορθώσεις Υψους ∆ιαρρήξεως. 111 4. ∆ραστική βολή. 112 5 Παραδείγµατα. 112 6. Κανονισµός µε Αλλους Τύπους Πυροσωλήνων. 113

ΤΜΗΜΑ 17 ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΑ (ΑΙΤΗΣΕΙΣ) ΚΑΤΑ ΤΗ ∆ΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΛΗΣ

1. Γενικά. 113 2. Στοιχεία Εποµένων Παραγγελµάτων. 114 3. Αλλαγή ∆ιαβήµατος Γραµµής Παρατηρήσεως. 114 4. Ένδειξη "ΕΓΓΥΣ". 115 5. Αλλαγή Τύπου Τροχιάς. 115 6. Αλλαγή στην Κατανοµή του Πυρός (∆έσµη). 115 7. Αλλαγή Τύπου Βλήµατος. 116 8. Αλλαγή Τύπου Πυροσωλήνα. 116 9. Αλλαγή Ογκου Πυρός. 116 10. ∆ιόρθωση κατά ∆ιεύθυνση. 116 11. ∆ιόρθωση κατά Βεληνεκές. 117 12. ∆ιόρθωση Υψους ∆ιαρρήξεως. 117 13. Αλλαγή Περιγραφής Στόχου. 117 14. Αλλαγή Μεθόδου Βολής και Ελέγχου. 117 15. Αίτηση για Ενηµέρωση 5 δλ. πριν τη ∆ιάρρηξη. 117 16. Επανάληψη της Βολής. 118 17. Επιπρόσθετες Πληροφορίες. 118

ΤΜΗΜΑ 18 ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ

1. Γενικά. 118 2. ∆ραστική Βολή Μετά από Κανονισµό. 120 3. Επιτήρηση της ∆ραστικής Βολής και Τελική ∆ιόρθωση. 120

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΣΤΟΧΩΝ ΣΕ ΕΙ∆ΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 19 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΣΤΟΧΩΝ ΑΠΟ ΕΝΑΕΡΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

1. Γενικά. 123 2. Παρατήρηση από Ε/Π ή Α/Φ. 123 3. Ενηµέρωση του ΕΠΑΡ. 124 4. Προσδιορισµός Αρχικών Στοιχείων. 124 5. Παραδείγµατα Προσδιορισµού Θέσεως Στόχου και Γραµµής

Συσχετίσεως. 127 6. ∆ιαδικασία Βολής - Λεπτοµέρειες ∆ιεξαγωγής. 128

ΤΜΗΜΑ 20 ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΣ ΒΟΛΗ

1. Γενικά. 131 2. Αρµοδιότητα Λήψεως Αποφάσεως για Κατακόρυφη Βολή. 131 3. Αίτηση Βολής. 132 4. Κανονισµός. 132

ΤΜΗΜΑ 21 ΒΟΛΗ ΕΓΓΥΣ ΦΙΛΙΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ

1. Γενικά. 133 2. Αίτηση Βολής. 133 3. ∆ιαδικασίες στο Κ∆Π. 134 4. Κανονισµός. 136 5. Προσαρµογή της Βολής κάθε Πυροβόλου. 137 6. Ειδικά Σηµεία. 138

ΤΜΗΜΑ 22 ΑΝΑΣΧΕΣΕΙΣ

1. Γενικά. 139 2. Χαρακτηριστικά των Ανασχέσεων. 139 3. Προσδιορισµός της Θέσεως της Ανασχέσεως. 140 4. Αίτηση βολής. 142 5. Κανονισµός της Βολής. 143 6. Εκποµπή της Ανασχέσεως. 144

ΤΜΗΜΑ 23 ΚΙΝΗΤΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

1. Γενικά. 144 2. Απρόοπτοι Στόχοι. 145 3. Σχεδιασµένοι Στόχοι. 148 4. Εκτέλεση Κανονισµού. 149

ΤΜΗΜΑ 24 ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΚΙΝΗΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ (ΑΠΟΒΑΤΙΚΑ ΠΛΟΙΑΡΙΑ)

1. Όταν ∆ιατίθεται Σχέδιο Πυρός. 150 2. Όταν δεν ∆ιατίθεται Σχέδιο Πυρός. 152

ΤΜΗΜΑ 25 ΒΟΛΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ

ΤΜΗΜΑ 26 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΜΟΙΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ 27 ΣΥΝ∆ΥΑΣΜΕΝΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

1. Γενικά. 156 2. Βάση Προσδιορισµού Στόχων. 156

ΤΜΗΜΑ 28 ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΤΟΧΩΝ ΑΚΑΝΟΝΙΣΤΟΥ ΣΧΗΜΑΤΟΣ

1. Γενικά. 158 2. Προσδιορισµός Στόχων. 158 3. Κυκλικοί Στόχοι. 159 4. Γραµµικοί Στόχοι. 160

ΤΜΗΜΑ 29 ΒΟΛΗ ΜΕ ΒΛΗΜΑΤΑ ΠΡΟΠΑΓΑΝ∆ΑΣ

1. Γενικά. 160 2. Πυροµαχικά. 160 3. ∆ιεξαγωγή της Βολής. 161

ΤΜΗΜΑ 30 ΒΟΛΗ ΜΕ ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΜΕΤΡΟ LASER

1. Γενικά. 161 2. ΑΠ' Ευθείας ∆ραστική Βολή. 161 3. Κανονισµός µε ένα Βλήµα. 161 4. ∆ιαδικασία Προσδιορισµού Στοιχείων (Σχήµα 51). 162

ΤΜΗΜΑ 31 ΒΟΛΗ ΟΤΑΝ Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ∆ΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΕΝΟΣ

1. Γενικά. 163 2. Προσδιορισµός Θέσεως Στόχου. 163 3. Κανονισµός κατά τον Αξονα Βολής. 164

ΤΜΗΜΑ 32 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΟΛΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΗΧΟ

1. Γενικά. 165 2. Προσδιορισµός Θέσεως Στόχου. 165 3. Αίτηση Βολής. 165 4. Κανονισµός. 165

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΕΙ∆ΙΚΑ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ

ΤΜΗΜΑ 33 ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΑ ΒΛΗΜΑΤΑ

1. Χαρακτηριστικά. 167 2. Αίτηση Βολής. 168 3. Σηµεία Ιδιαίτερης Προσοχής κατά την Εκτέλεση της βολής. 171 4. Βολές Εγγύς Φιλίων Τµηµάτων. 171 5. Στοιχεία που Πρέπει να Λαµβάνονται Υπόψη. 172

ΤΜΗΜΑ 34

ΝΑΡΚΟΦΟΡΑ ΒΛΗΜΑΤΑ (ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ∆ΙΑΣΚΟΡΠΙΖΟΜΕΝΩΝ ΝΑΡΚΩΝ/FASCAM)

1. Χαρακτηριστικά. 172 2. Τύποι Ναρκοπεδίων. 174 3. Επιλογή του Τύπου των Ναρκών. 176 4. Επιλογή της Πυκνότητας του Ν/Π. 176 5. Επιλογή του Χρόνου Αυτοκαταστροφής των Ναρκών. 176 6. Προσδιορισµός των Σηµείων Γενέσεως του Ν/Π. 177 7. Αίτηση Βολής και Κανονισµός. 178 8. Παραδείγµατα Αιτήσεων Βολής. 179

ΤΜΗΜΑ 35 ΦΩΤΙΣΤΙΚΑ ΒΛΗΜΑΤΑ 1. Χαρακτηριστικά του Φωτισµού - Χρησιµοποίηση. 181 2. Τακτική Χρησιµοποίηση. 181 3. Μέθοδοι Προσβολής. 182 4. Αίτηση Βολής. 185 5. Κανονισµός. 185 6. Κανονισµός και ∆ραστική Βολή µε τη Βοήθεια Φωτισµού. 187 7. Παράδειγµα Βολής µε Φωτιστικό Βλήµα. 189

ΤΜΗΜΑ 36 ΚΑΠΝΟΓΟΝΑ ΒΛΗΜΑΤΑ

1. Τύποι Καπνογόνων Βληµάτων. 192 2. Χαρακτηριστικά του Καπνού. 194 3. ∆ιαδικασία Βολής µε Καπνογόνα Βλήµατα. 198 4. Παράγοντες που Επηρεάζουν το Σχηµατισµό Προπετά σµατος. 198

5. Βολή µε Καπνογόνο ΛΦ. 206 6. Χαρακτηριστικά Νέφους Καπνού. 206 7. Ταχύ Προπέτασµα Καπνού. 207 8. Επιµεληµένο Προπέτασµα Καπνού. 210

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 37 ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΝ

1. Γενικά. 221 2. Σκοπός των Επισηµάνσεων. 221 3. Πότε Εκτελείται Μια Επισήµανση. 221 4. Είδη Επισηµάνσεων. 222

ΤΜΗΜΑ 38 ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ

1. Γενικά. 222 2. Έναρξη Επισηµάνσεως Ακριβείας. 223 3. Κρουστική Επισήµανση Ακριβείας. 225 4. Εγκαιροφλεγής Επισήµανση Ακριβείας. 232 5. Ταχεία Εγκαιροφλεγής Επισήµανση Ακριβείας. 233 6. Επισήµανση Ακριβείας µε Περισσότερες της Μιας Μερίδας

Πυροµαχικών. 236 ΤΜΗΜΑ 39

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΜΕΣΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ ΠΤΩΣΕΩΣ (ΜΣΠ) ΜΕΣΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ ∆ΙΑΡΡΗΞΕΩΣ (ΜΣ∆)

1. Γενικά. 237 2. Θέση και Αρχικός Προσανατολισµός των Παρατηρητών. 238 3. Μετρήσεις και Αναφορές των Παρατηρητών. 238 4. Παράδειγµα. 241 5. Επισήµανση Μέσου Σηµείου Πτώσεως. 242

ΤΜΗΜΑ 40 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟ∆ΟΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ

1. Επισήµανση µε Ραντάρ. 243 2. Ταχεία Επισήµανση. 243

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΧΕΙΩΝ ΒΟΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

ΤΜΗΜΑ 41 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Γενικά. 245 2. Προσδιορισµός Αρχικών Στοιχείων Βολής. 246

ΤΜΗΜΑ 42 ΑΞΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

1. Γενικά. 2482. Λόγος Αναγωγής. 248 3. Κανονισµός κατά ∆ιεύθυνση. 249 4. Κανονισµός κατά Βεληνεκές. 250

ΤΜΗΜΑ 43 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΛΟΞΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΒΑΚΙΟ Μ10/Μ17

1. Γενικά. 252 2. Προσδιορισµός της Γωνίας Παρατηρήσεως. 253 3. Προετοιµασία του Αβακίου Μ10/Μ17. 253 4. Προσδιορισµός των Στοιχείων Βολής του Πρώτου Βλήµατος. 255 5. Μετατροπή των ∆ιορθώσεων του Παρατηρητή σε ∆ιορθώσεις ως

προς τη Γραµµή Βολής. 255 6. Προσδιορισµός Στοιχείων Βολής, 258

TMHMA 44 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΟΤΑΝ Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ∆ΕΝ ∆ΙΑΘΕΤΕΙ ΠΒΒ ή ΓΠΒ

1. Γενικά. 260 2. Προσδιορισµός Στοιχείων Βολής. 260 3. ∆ιορθώσεις Παρατηρητή - Εξαγωγή Στοιχείων Βολής. 261 4. Παράδειγµα. 262

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α ΓΩΝΙΟΜΕΤΡΟ - ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΜΕΤΡΟ LASER

ΤΜΗΜΑ 45 ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ

1. Γενικά. 264 2. Αρχικός Προσανατολισµός. 264 3. Αυτοπροσδιορισµός. 265 4. Προσδιορισµός Σηµείων Συσχετίσεως (ΣΣχ). 267 5. Προσδιορισµός Στόχων. 268 6. Κανονισµός και ∆ραστική Βολή. 269

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ∆ΙΟΠΤΡΩΝ, ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΠΥΞΙ∆ΑΣ ΚΑΙ

ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑΚΗΣ ∆ΙΟΠΤΡΑΣ ΤΜΗΜΑ 46 ∆ΙΟΠΤΡΑ

1. Γενικά. 270 2. Γενική Περιγραφή (Αφορά Ολους τους Τύπους). 270 3. ∆ίοπτρα Μ3. 270 4. ∆ίοπτρα Μ7. 271 5. ∆ίοπτρα Μ8 και Μ9. 271 6. ∆ίοπτρα Μ13 και Μ13Α1. 271 7. ∆ίοπτρα Μ15. 272

8. ∆ίοπτρα Μ16. 272 9. ∆ίοπτρα Μ17 και Μ17Α1. 272 10. ∆ίοπτρα ΜΚ 21. 272 11. Χρησιµοποίηση ∆ίοπτρων. 272

ΤΜΗΜΑ 47 ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΥΞΙ∆Α Μ2

1. Γενικά. 275 2. Περιγραφή. 275 3. Χρησιµοποίηση. 276

ΤΜΗΜΑ 48 ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑΚΗ ∆ΙΟΠΤΡΑ

1. Γενικά. 277 2. Περιγραφή. 278 3. Κεφαλή ∆ιόπτρας. 278 4. Τρίποδας µε το Υπέρεισµα. 278 5. Χρήση ∆ιόπτρας. 279

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

ΤΜΗΜΑ 49 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

1. Γενικά. 282 2. Προετοιµασία Πινακιδίου Γωνιών - Αποστάσεων. 282 3. Παρατηρήσεις για τις Τιµές του Πινακιδίου. 284

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ∆ ΥΠΟ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΝΤΥΠΩΝ ΓΙΑ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΜΗΜΑ 1.: ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ 291 ΤΜΗΜΑ 2.: ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ 293

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε ΕΚΛΟΓΗ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΩΝ ΓΙΑ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΤΟΧΩΝ

-XI-

ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ

Α Αριστερά Α/Κ Αυτοκινούµενο ΑΞΒΟΛ Αξιωµατικός Βολής ΑΞΕΠ Αξιωµατικός Επιχειρήσεων Αξκός Αξιωµατικός ADAM Ναρκοφόρα Βλήµατα κατά Προσωπικού ΑΠΑΡ Αξιωµατικός Παρατηρητής APICM Βελτιωµένα Συµβατικά Πυροµαχικά κατά

Προσωπικού ΑΣ Αξιωµατικός Σύνδεσµος AT Αρχική Ταχύτητα Α/Τ Αντιαρµατικό Α/Φ Αεροσκάφος ΒΑΠΑΡ Βοηθός Αξιωµατικού Παρατηρητή βλ. βλέπε ΒΟΕ Βασικές Οδηγίες Επιχειρήσεων ΒΣΚ Βοηθητικό Σηµείο Κανονισµού ΒΣΠ (ICM) Βελτιωµένα Συµβατικά Πυροµαχικά ΒΤ Βορράς Τετραγωνισµού Γ/Μ Γωνιόµετρο ΓΠΒ Γραφικός Πίνακας Βολής ∆ ∆εξιά ∆Ε ∆ιπλής Ενέργειας ∆θ ∆ιάθηµα ∆κτης ∆ιοικητής δ/λ ∆ευτερόλεπτο ∆Μ ∆ιοικητική Μέριµνα ∆ΠΒ ∆ιοίκηση Πυροβολικού ∆τ ∆ιαφορά Αρχικής Ταχύτητας Ε Εγκαιροφλεγή ΕΒ Εκτοξευοµένης Βάσεως Ε/Π Ελικόπτερο ΕΠΑΡ Εναέριος Παρατηρητής Επχία Επιλαρχία KB Κατακόρυφος Βολή ΚΓ Κατακόρυφη Γωνία Κ∆Π Κέντρο ∆ιευθύνσεως Πυρός ΚΕΒ Καπνογόνο Εκτοξευοµένης Βάσεως Κ/Π Κατά Προσωπικού Λ/Φ Λευκού Φωσφόρου

-XII-

Laser Γωνιόµετρο - Αποστασία µέτρο Λέιζερ MB Μαγνητικός Βορράς ΜΑΖ Μαγνητικό Αζιµούθιο Μ∆ Μετεωρολογικό ∆ελτίο ΜΣΠ/ΜΣ∆ Μέσο Σηµείο Πτώσεως/Μέσο Σηµείο ∆ιαρρήξεως µ. Μέτρα Ν/Π Ναρκοπέδιο DPICM Βελτιωµένα Συµβατικά Πυροµαχικά ∆ιπλής

Ενεργείας Παβ Πιθανή Απόκλιση Βεληνεκούς Παδ Πιθανή Απόκλιση ∆ιευθύνσεως ΠΑΠ Προκεχωρηµένος Αξιωµατικός Παρατηρητής ΠΑΡ Παρατηρητήριο Παυδ Πιθανή Απόκλιση Υψους ∆ιαρρήξεως ΠΒΒ Πίνακας Βολής Βιβλίου ΠΟΥ Πίνακας Οργανώσεως και Υλικού Πλην (-) Εγγύς Πυρκό Πυροβολικό RAAMS Ναρκοφόρα Βλήµατα Αντιαρµατικά Σ/Α Σταθµός Ασυρµάτου ΣΑΟ Σταθερή Απόκλιση Οργάνου Σ∆ Σταθµός ∆ιοικήσεως ΣΕ Στόχος Επισηµάνσεως ΣΠΥ Συντονιστής Πυρών Υποστηρίξεως ΣΣ Σώµα Στρατού Σ.Σχ. Σηµείο Συσχετίσεως ΣΤΥΠ Συµφωνία Τυποποιήσεως Συννες Συντεταγµένες Συν (+) Μακρά Σχ. Σχήµα ΣΧΕΑ Συσκευή Χειρισµού Εξ Αποστάσεως ΤΘ Τεθωρακισµένα ΤΟΜΠ Τεθωρακισµένο Οχηµα Μεταφοράς Προσωπικού ΤΠ Τάγµα Πεζικού ΦΤ Φίλια Τµήµατα FASCAM Ναρκοφόρα Βλήµατα / Οικογένεια

∆ιασκορπισθέντων Ναρκών Χαµ. Χαµηλή Χιλ. Χιλιοστό ΧΧΒ Χειριστής Χάρτου Βολής ΩΕΣ Ωρα επί Στόχου

-XIII-

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΡΩΝ

-Α-

Αγνοήσατε

91

Αίτηση Βολής

ορισµός

75

στοιχεία

75

διαβίβαση

75

Ακολουθούµενα από

85

Ακύρωση διαταγών

87

Ανάπαυση

85

Αναφορά πληροφοριών µάχης 16

Αναφορές προς τον παρατηρητή 89

Αξκός Παρατηρητής

γενικά καθήκοντα 15

ειδικά καθήκοντα

16

Απαντα εβλήθησαν

91

Αποτελεσµατικότητα Πυροβολικού 5

Αποστάσεις

εγκάρσιες

55,56

εκτίµηση

51

µέτρηση

50

προσδιορισµός

50

υπερεκτίµηση

52

υποεκτίµηση 51

-Β-

Βλήµα 72

Βοµβιδοφόρο 74

Εκρηκτικό 69

ΚΕΒ 72

ΛΦ 72

Ναρκοφόρο 73

Φωτιστικό 73

Βολή

ακριβείας 10

αόρατη 95

δραστική, 6, 118

εγγύς ΦΤ 80

είδος 79

κατακόρυφη 131

µε ΕΠΑΡ 123

κανονισµός 2

µε πυροβόλα του Ναυτικού 16

-Γ-

Γραµµή παρατηρήσεως 93

Γραµµή συσχετίσεως 76, 125

Γωνία παρατηρήσεως 91, 103

Γωνίες (µέτρηση) 49

-XIV-

-∆-

∆έσµες 82

∆ιάγραµµα φαινοµένων

και µη ζωνών 41

∆ιάθηµα

µέτρηση 46,48

ορισµός 45

∆ιακόψατε γέµιση 85

∆ια παραγγέλµατος µου 84

∆ιάρρηξη µη αντιληπτή 98

∆ιάστηµα 84

∆ιόρθωση

σφαλµάτων 88

κατά βεληνεκές 105

κατά διεύθυνση 101

καθ' ύψος 111

∆ραστική βολή 84

-Ε-

Εκτιµήσεις 97

διευθύνσεως 99

βεληνεκούς 104

Εξουδετέρωση στόχου 67

Επισήµανση 221

ακριβείας 222

ΜΣΠ/ΜΣ∆ 237 ραντάρ 243

ταχεία 243

Επαναλάβατε 85

Επόµενα παραγγέλµατα 114

- Ζ-

Ζώνη παρατηρήσεως

ενηµέρωση 25

εξοικίωση

27

-

κ-

Κανονισµός

83,92

Μέθοδοι 93

Αρχές 94

Κατά ∆ιεύθυνση 99

Κατά Βεληνεκές 104

Καταγράψατε στόχο 87

Καταστολή στόχου 68

Κατακόρυφος Βολή 131

Καταστροφή στόχου 67

Κατατοµή εδάφους 42

Κ∆Π 3

Κλιµάκωση 82,83

Κωλύµατα (παρατήρηση) 18

-XV-

-Λ-

Laser 264

-ο-

Οµάδα ΠΑΡ 11

καθήκοντα 15

σύνθεση 12

-Π-

Πανοραµατικό

αρχές σχεδιάσεως 38

κατασκευή 39

χρησιµοποίηση 37

Παρατήρηση

αδύνατη 85

έµµεση 2

εναέρια 3

επίγεια 3

µε ηλεκτρονικά µέσα 2

όψεως 2

σηµασία 2

Παρατηρητής 3

ενηµέρωση 13

προσανατολισµός 25

Παρεµβολή 95

Παρατηρητήριο εκλογή 19

κατάληψη 19

οργάνωση 21

ορισµός 11

Πέρας αποστολής βολής 87

Προσδιορισµός Στόχων

µέθοδοι 60

µε ορθογώνιες συννες 63

µε πολικές συννες 61

µε συσχέτιση 64

µε τον αριθµό στόχου 66

Προσοχή 90

Πυρά

συγκέντρωση 7

συντονισµός 15

σχεδίαση 15

κατανοµή 82

Πυροβολαρχία βολής 5

Πυροµαχικά

καταλληλότητα 8

εκλογή 69

Πυροσωλήνας

ακαριαίος 69

διατρητικού σκυροδέµατος 72

εγκαιροφλεγής 70

-XVI-

µε επιβράδυνση 70 προσεγγίσεως 71

-Ρ-

Ριπίδιο παρατηρητή

περιγραφή 33

προπαρασκευή 34

χρησιµοποίηση 35

-Σ-

ΣΑΠ 101

Σήµα προς ΠΑΡ 89

Σηµεία συσχετίσεως 27

Σηµείο Κανονισµού 92

Σιωπηρά επισήµανση 36

Σκαρίφηµα ΠΑΡ 41

Στοπ 85

Στόχος

αναζήτηση 2

αντικατάδειξη 32

αποτελέσµατα επί του 5

θέση 76

κατεγράφη 91

κατάδειξη 29

περιγραφή 78

Στρογγύλευση στοιχείων 61 Συλλογή πληροφοριών 2

Συνεχής φωτισµός 84

Συνεχής βολή 85

Συντονισµένος φωτισµός 84

-Τ-

Τύπος Μ=ΑΗ 53

Τύπος Μ=ΑΧ 53

-Χ-

Χιλιοστό Πυροβολικού 53

-Ω-

Ωρα επί στόχου 84

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ ΜΑΧΗΣ

ΤΜΗΜΑ 1 ΓΕΝΙΚΑ

1. Γενικά.

α. Το παρόν τεχνικό εγχειρίδιο συνετάγη µε βάση το Εγχειρίδιο Εκστρατείας 8-15β εκδόσεως 1973 (το οποίο και καταργεί), το FM 6-30 εκδόσεως Ιουλίου 1991 και τη ΣΤΥΠ 2934 (AARTY Ρ-1, τροποποίηση 2η).

β. Προτάσεις για διορθώσεις και τροποποιήσεις του εγχειριδίου να υποβάλλονται πλήρως αιτιολογηµένες στο ΓΕΣ/∆ΠΒ/2ο Γρ. µε κοινοποίηση στη ΣΠΒ/ΓΜΕ.

2. Σκοπός.

Ο σκοπός του εγχειριδίου είναι να αναλύσει και να επεξηγήσει τις ακολουθούµενες από το Πυροβολικό Μάχης διαδικασίες τεχνικής διευθύνσεως του πυρός, από πλευράς παρατηρήσεως της βολής, για την προσβολή στόχων. Θέµατα τακτικής φύσεως θίγονται µόνον όταν είναι αναγκαίο, µε σκοπό την καλύτερη κατανόηση των τεχνικών καθηκόντων του παρατηρητή.

3. Περιεχόµενο.

α. Στο εγχειρίδιο αυτό αναπτύσσονται οι διαδικασίες οι οποίες ακολουθούνται από τον παρατηρητή κατά την παρατήρηση όψεως, µε σκοπό την υποστήριξη των Μονάδων ελιγµού µε πυρά Πυροβολικού.

β. Στα παραρτήµατα του εγχειριδίου γίνεται συνοπτική περιγραφή των οργάνων τα οποία χρησιµοποιεί ο παρατηρητής.

γ. Η τεχνική διαβιβάσεως των αιτήσεων βολής και των άλλων στοιχείων τα οποία παραγγέλλει ένας παρατηρητής, δεν

2

περιλαµβάνεται στο παρόν εγχειρίδιο και περιγράφεται αναλυτικά στο Εγχειρίδιο Εκστρατείας 8-18 (Επικοινωνίες Πυροβολικού).

4. Σηµασία της Παρατηρήσεως για το Πυροβολικό.

α. Η παρατήρηση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση της αποστολής του Πυροβολικού Μάχης. Χρησιµοποιείται για την αναζήτηση στόχων, τον κανονισµό της βολής, όταν απαιτείται, την επιτήρηση της δραστικής βολής και την επιτήρηση του πεδίου της µάχης.

β. Η αναζήτηση στόχων αφορά στην ανακάλυψη στόχων και στον προσδιορισµό της θέσεως τους. Τα σχετικά στοιχεία του στόχου αναφέρονται στο Κέντρο ∆ιευθύνσεως Πυρός (Κ∆Π), το οποίο τα χρησιµοποιεί για τον υπολογισµό στοιχείων βολής.

γ. Ο κανονισµός της βολής είναι αναγκαίος για την προσαρµογή των πυρών στο στόχο, όταν δεν πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την εκτέλεση απ' ευθείας δραστικής βολής.

δ. Κατά τη δραστική βολή, ο παρατηρητής παρακολουθεί το στόχο, µε σκοπό να ελέγξει εάν επετεύχθει το επιδιωκόµενο αποτέλεσµα. Επειδή είναι ο µόνος ο οποίος βλέπει το στόχο, µπορεί να διευθύνει τη βολή και να αναφέρει τα αποτελέσµατα της στο Κ∆Π. Η αναφορά αυτή πρέπει να περιλαµβάνει την πλέον ακριβή εκτίµηση των απωλειών και των ζηµιών, καθώς και τυχόν απαιτούµενες διορθώσεις, ώστε η βολή να καταστεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσµατική.

ε. Η παρατήρηση Πυροβολικού αποτελεί σπουδαιότατο µέσο συλλογής πληροφοριών µάχης. Ο παρατηρητής Πυροβολικού έχει, σε σύγκριση µε τους άλλους Αξκούς της Μονάδας του, την πιο άµεση αντίληψη της περιοχής των φιλίων και εχθρικών δυνάµεων, της τακτικής καταστάσεως και της αποτελεσµατικότητας των πυρών και για το λόγο αυτό αποτελεί πολύτιµο όργανο πληροφοριών για τη Μονάδα του. Οι παρατηρητές πρέπει να αναφέρουν οποιαδήποτε πληροφορία µάχης (εχθρός, καιρός, έδαφος). Πληροφορίες οι οποίες δεν είναι απαραίτητες για την διεξαγωγή της βολής, πρέπει να αναφέρονται αµέσως, χωρίς όµως η ενέργεια αυτή να επιβραδύνει την εκτέλεση αποστολών βολής.

5. Είδη Παρατηρήσεως.

Η παρατήρηση του Πυροβολικού διακρίνεται στην παρατήρηση όψεως, στην παρατήρηση µε ηλεκτρονικά µέσα και στην έµµεσο παρατήρηση.

3

α. Η παρατήρηση όψεως διακρίνεται στην επίγεια και στην εναέρια. Η εναέρια παρατήρηση εξασφαλίζεται µε αεροσκάφη και ελικόπτερα που διατίθενται από την Αεροπορία Στρατού.

β. Η παρατήρηση µε ηλεκτρονικά µέσα γίνεται µε ραντάρ, συσκευές επισηµάνσεως ήχου και τηλεκατευθυνόµενα µη επανδρωµένα αεροσκάφη (Α/Φ).

γ. Η έµµεση παρατήρηση επιτυγχάνεται µε τη µελέτη και ανάλυση των αεροφωτογραφιών.

ΤΜΗΜΑ 2 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ ΜΑΧΗΣ

1. Συνεργασία για την Εκτέλεση Βολής Πυροβολικού.

Το πρόβληµα της υποστηρίξεως διά πυρών µιας Μονάδας ελιγµού επιλύεται µε τις συντονισµένες προσπάθειες του παρατηρητή, του Κέντρου ∆ιευθύνσεως Πυρός (Κ∆Π) και της Πυροβολαρχίας Βολής (Σχ. 1). Τα τρία αυτά τµήµατα του Πυροβολικού, πρέπει να είναι συνδεδεµένα µε επαρκές δίκτυο επικοινωνιών. Το ισχύον δόγµα απαιτεί να ενεργούν µε ταχύτητα και να καταβάλλουν συνεχώς προσπάθειες µειώσεως του απαιτούµενου χρόνου, για την αποτελεσµατική εκτέλεση µιας αποστολής βολής.

α. Παρατηρητής.

Ο παρατηρητής είναι ,ιτα µάτια" του Πυροβολικού Μάχης. Αναζητά και προσδιορίζει τη θέση κατάλληλων για το Πυροβολικό στόχων, µέσα στη ζώνη παρατηρήσεως του. Για να προσβάλλει ένα στόχο, διαβιβάζει την αίτηση βολής και όταν απαιτείται εκτελεί κανονισµό της βολής. Επιτηρεί τα πυρά του και παρέχει στοιχεία στο Κ∆Π.

β. Κέντρο ∆ιευθύνσεως Πυρός.

Το Κ∆Π αποτελεί τον "εγκέφαλο" του Πυροβολικού. Λαµβάνει την αίτηση βολής του παρατηρητή, προσδιορίζει στοιχεία βολής και τα µετατρέπει σε παραγγέλµατα βολής, τα οποία διαβιβάζει στα

4

πυροβόλα. Εκτελεί δηλαδή την τεχνική διεύθυνση του πυρός. Λόγω των µεγάλων αποστάσεων µεταξύ των µονάδων πυρός (πυροβολαρχιών) και των

Σχήµα 1. Συνεργασία για την Εκτέλεση Βολής Πυροβολικού.

5

απαιτήσεων για την ταχεία παροχή πυρών υποστηρίξεως, η τεχνική διεύθυνση του πυρός διεξάγεται συνήθως στο Κ∆Π της Πυροβολαρχίας. Το Κ∆Π Μοίρας παρέχει τακτική διεύθυνση του πυρός (τρόπο προσβολής των στόχων) και παρακολουθεί όλα τα δίκτυα βολής. Επιπλέον βοηθά τα Κ∆Π των Πυροβολαρχιών στην τεχνική διεύθυνση του πυρός, παρέχοντας σε αυτά στοιχεία βολής για τα σχέδια πυρός και ενεργώντας σαν εφεδρικό Κ∆Π, όταν απαιτηθεί.

γ. Πυροβολαρχία Βολής.

Η Πυροβολαρχία Βολής είναι "η γροθιά" του Πυροβολικού. Αποτελείται από τέσσερα (4) ή έξι (6) στοιχεία πυροβόλων και έχει σαν αποστολή την εκτέλεση των βολών, σύµφωνα µε τις διαταγές του Κ∆Π.

2. Αποτελεσµατικότητα του Πυροβολικού Μάχης.

α. ∆υνατότητα Ανταποκρίσεως µε Πυρά.

Για να είναι αποτελεσµατικό το Πυροβολικό στο σύγχρονο πεδίο της µάχης, πρέπει αφ' ενός να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των δυνάµεων ελιγµού και αφ' ετέρου να ακολουθεί διαδικασίες οι οποίες ελαχιστοποιούν το νεκρό χρόνο, µεταξύ του εντοπισµού ενός στόχου και της προσβολής του. Οι άνευ λόγου καθυστερήσεις, µπορεί να έχουν σαν αποτέλεσµα την ανεπαρκή και αναποτελεσµατική προσβολή του στόχου. Η δυνατότητα του Πυροβολικού να ανταποκρίνεται µε ταχύτητα στις απαιτήσεις της µάχης µπορεί να επιτευχθεί, µε την εκτέλεση των παρακάτω ενεργειών:

(1) Σχεδίαση των απαιτήσεων για πυρά, πριν το χρόνο εκποµπής τους.

(2) Μεθοδική και ταχεία επεξεργασία των αιτήσεων βολής. (3) Απασχόληση των δικτύων βολής για την εκτέλεση

εκείνων των αιτήσεων βολής, οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκτέλεση της αποστολής.

β. Αποτελέσµατα επί του Στόχου.

Η ικανότητα του Πυροβολικού Μάχης, να προσβάλλει αποτελεσµατικά ένα στόχο, εξαρτάται εν µέρει από το χρησιµοποιούµενο διαµέτρηµα και τη µέθοδο προσβολής. Το µέγιστο όµως αποτέλεσµα επιτυγχάνεται µε την εκτέλεση ακριβούς ΑΠ' ΕΥΘΕΙΑΣ ∆ΡΑΣΤΙΚΗΣ ΒΟΛΗΣ

6

και µε τη ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΥΡΩΝ.

Σχήµα 2. Αποτελεσµατικότητα των Πυρών σε Σχέση µε τον Αριθµό

των Βληµάτων του Κανονισµού.

(1) Εκτέλεση Απ' Ευθείας ∆ραστικής Βολής.

Μόνο τα ακριβή και αιφνιδιαστικά πυρά είναι αυτά

7

τα οποία προκαλούν επαρκείς απώλειες και φθορές στον εχθρό. Η εκτέλεση κανονισµού προειδοποιεί ότι πρόκειται να ακολουθήσει δραστική βολή, γεγονός το οποίο παρέχει στον εχθρό τη δυνατότητα να λάβει κατάλληλα µέτρα προστασίας και σχεδόν να εκµηδενίσει τις απώλειες από την εκτέλεση της δραστικής βολής. Για το λόγο αυτό, πρέπει να καταβάλλεται προσπάθεια προσβολής του στόχου µε απ' ευθείας δραστική βολή ή να εκτελείται κανονισµός µόνο όταν είναι απαραίτητος και µάλιστα εάν είναι δυνατόν µε ένα βλήµα. Στο σχήµα 2 παρέχεται µία ένδειξη της αποτελεσµατικότητας της δραστικής βολής, αναλόγως του αριθµού βληµάτων του κανονισµού.

ΕΝΑΣ ΚΑΛΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ

ΝΑ ΜΗΝ ΕΚΤΕΛΕΙ ΠΟΤΕ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ

ΓΙΑΤΙ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΟΤΙ Α∆ΙΚΑ

ΚΑΤΑΝΑΛΩΝΕΙ ΤΑ

ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ ΤΟΥ

(2) Συγκέντρωση Πυρών.

(α) Η συγκέντρωση όλων των διαθεσίµων πυρών Πυροβολικού σε ένα στόχο επιφέρει συνήθως τα καλύτερα αποτελέσµατα, µε την µικρότερη δυνατή κατανάλωση πυροµαχικών. Επιπλέον, µειώνει την πιθανότητα εντοπισµού της θέσεως των φιλίων µέσων πυρός από τα εχθρικά µέσα συλλογής πληροφοριών. Η αδυναµία συγκεντρώσεως των πυρών δίνει στον εχθρό τον απαραίτητο χρόνο να αντιδράσει, να αναζητήσει προστασία και να καλυφθεί πλήρως ή να εκκενώσει την περιοχή. Στο σχήµα 3 φαίνεται ο όγκος των πυροµαχικών τα οποία απαιτούνται, για να επιτευχθούν τα ίδια αποτελέσµατα σε ένα στόχο, από διαφορετικό αριθµό µονάδων πυρός. Οταν ο στόχος είναι προσωπικό, η εκτέλεση απ' ευθείας δραστικής βολής µε τρεις Μοίρες ανά µία, έχει σαφώς καλύτερα αποτελέσµατα από την εκτέλεση βολής µε µία Μοίρα ανά τρεις.

(β) Στο σχήµα 3 φαίνεται επίσης ότι για να επιτευχθούν τα ίδια αποτελέσµατα στο στόχο, η µία Μοίρα θα καταναλώσει 180 βλήµατα, ενώ οι τρεις Μοίρες µόνο 54. Οι µεγάλες αυτές διαφορές στον απαιτούµενο όγκο πυρός, οφείλονται στο ότι ελαχιστοποιείται το νεκρό διάστηµα µεταξύ των ριπών, µε αποτέλεσµα να µη δίνεται στον εχθρό η δυνατότητα να αντιδράσει. Με τις συγκεντρώσεις πυρών επιτυγχάνονται τα καλύτερα αποτελέσµατα, όταν προσβάλλονται στόχοι οι οποίοι µπορούν εύκολα να µεταβάλλουν την κατάσταση τους (π.χ. ακάλυπτο προσωπικό µπορεί εύκολα και γρήγορα, µε την πρώτη ριπή της απ' ευθείας δραστικής

8

Σχήµα 3. Σύγκριση Αποτελεσµάτων, Ανάλογα µε τη Συγκέντρωση Πυρών.

βολής, να µεταβληθεί σε προσωπικό µε κάλυψη). Αντιθέτως, οι συγκεντρώσεις πυρών δεν παρέχουν απαραίτητα αυξηµένα αποτελέσµατα σε "σκληρούς" στόχους (π.χ. άρµατα), διότι στην περίπτωση αυτή το σηµαντικότερο στοιχείο για την προσβολή του στόχου είναι ο όγκος πυρός και όχι η ταυτόχρονη πτώση των βληµάτων, καθ' ότι η κατάσταση του στόχου δεν αλλάζει σηµαντικά.

γ. Καταλληλότητα Πυροµαχικών.

Κατά την προσβολή ενός στόχου, ο επιλεγόµενος συνδυασµός βλήµατος - πυροσωλήνα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επιφέρει τα επιθυµητά αποτελέσµατα στο πλέον ευάλωτο τµήµα του στόχου

9

(π.χ. όταν ο στόχος είναι µια Πυροβολαρχία, πλέον ευάλωτο είναι το προσωπικό, αντί των πυροβόλων). Η µη ορθή επιλογή των κατάλληλων συνδυασµών βλήµατος - πυροσωλήνα έχει σαν αποτέλεσµα την υπερβολική κατανάλωση πυροµαχικών, χωρίς να υπάρχουν τα αντίστοιχα αποτελέσµατα. Στο σχήµα 4 γίνεται σύγκριση των καταναλώσεων πυροµαχικών και των αποτελεσµάτων επί του ιδίου στόχου.

Σχήµα 4. Κα

3. ∆υ

αβολής εξαρτάτπαρατηρητών

βστόχων πρέπενα εξαχθούν εκτελέσεως απ

ταναλώσεις Πυροµαχικών - Επιτυγχανόµενα Αποτελέσµατα.

νατότητες και Περιορισµοί.

. Η ακρίβεια των στοιχείων που περιλαµβάνονται στις αιτήσεις αι κυρίως από τις ενέργειες και τις δυνατότητες (εκπαίδευση) των

.

. Ο προσδιορισµός της θέσεως του παρατηρητηρίου και των ι να γίνεται µε τη µέγιστη δυνατή ακρίβεια, διότι µόνο έτσι µπορούν ακριβή στοιχεία βολής. Η ακρίβεια αυτή θα δώσει τη δυνατότητα ' ευθείας δραστικών βολών. Θα δώσει επίσης τη

10

δυνατότητα άµεσης και αποτελεσµατικής καταστολής των όπλων ευθυτε-νούς τροχιάς του εχθρού. Εάν η Μοίρα Πυροβολικού, η οποία υποστηρίζει µία Μονάδα ελιγµού, δεν έχει τις δυνατότητες αυτές, τότε η πιθανότητα επιτυχούς εκτελέσεως της αποστολής της Μονάδας αυτής µειώνεται στο ελάχιστο. Επί πλέον, η επιτυχής εκτέλεση ενός σχεδίου πυρός εξαρτάται από τον ακριβή προσδιορισµό της θέσεως των στόχων. Παρ' όλο του ότι η βολή Πυροβολικού είναι έµµεση, απαιτεί την άµεση επέµβαση του παρατηρητή για να γίνει αποτελεσµατική.

γ. Για να επιτευχθούν όµως οι παραπάνω επιδιώξεις, πρέπει να συντρέχουν και άλλοι παράγοντες. Η ακρίβεια των πυρών Πυροβολικού εξαρτάται από τη χρησιµοποιούµενη τεχνική και από το πόσο εκπαιδευµένος είναι ο παρατηρητής, ο οποίος εκτελεί τη βολή, ενώ εξ ίσου σηµαντικό ρόλο παίζουν και τα όργανα παρατηρήσεως, τα οποία χρησιµοποιεί.

δ. Ετσι, ο παραδοσιακός παρατηρητής µε τα δίοπτρα, την πυξίδα και το χάρτη, θα κάνει σηµαντικό σφάλµα στον προσδιορισµό της θέσεως του (αυτοπροσδιορισµός), ενώ αντίστοιχο σφάλµα θα κάνει και κατά τον προσδιορισµό της θέσεως του στόχου. Τα σφάλµατα αυτά είναι απαγορευτικά για την εκτέλεση απ' ευθείας δραστικής βολής, γεγονός το οποίο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, είναι σηµαντικότατο για την αποτελεσµατική προσβολή των στόχων. Για το λόγο αυτό απαιτείται η εκτέλεση χρονοβόρων κανονισµών της βολής, οι οποίοι έχουν σαν αποτέλεσµα τη σπατάλη πυροµαχικών, ενώ παρέχουν τη χρονική δυνατότητα στον εχθρό να καλυφθεί πλήρως ή να εγκαταλείψει την περιοχή. ∆εν πρέπει τέλος να διαφεύγει της προσοχής, η αύξηση της τρωτότητας της φίλιας Μονάδας Πυρός, η οποία στο δεύτερο ή τρίτο βλήµα του κανονισµού θα δέχεται τα πυρά αντιπυροβολικού του αντιπάλου.

ε. Οι παραπάνω περιορισµοί είχαν σαν αποτέλεσµα την ανα-γνώριση της ανάγκης εξοπλισµού του παρατηρητή µε µέσα τα οποία θα διευκόλυναν το έργο του. Ετσι ο παρατηρητής Πυροβολικού διαθέτει αποστασία µέτρο laser, το οποίο του δίνει τη δυνατότητα να προσδιορίζει τη θέση του και τη θέση των στόχων µε ακρίβεια 5 µέτρων, γεγονός το οποίο επιτρέπει την εκτέλεση απ' ευθείας δραστικών βολών σε όλους τους στόχους. Εννοείται βέβαια, ότι συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις εκτελέσεως απ' ευθείας δραστικής βολής. Εφ' όσον ο παρατηρητής διαθέτει αποστασιόµετρο, ο προσδιορισµός της θέσεως των στόχων θα πρέπει ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ να γίνεται ΜΟΝΟ µε αυτό.

4. ∆ιοικητής της Μονάδας Ελιγµού.

α. Ο ∆ιοικητής της Μονάδας ελιγµού πρέπει να εξασφαλίσει

11

ότι τα διατιθέµενα πυρά υποστηρίζουν το σχέδιο ενεργείας του. Ο Αξκός Σύνδεσµος (ΑΣ), σαν Συντονιστής Πυρών Υποστηρίξεως (ΣΠΥ), πρέπει να ευρίσκεται συνεχώς δίπλα του και να τον συµβουλεύει για θέµατα Πυροβολικού. Αντίστοιχα στο κλιµάκιο της Υποµονάδος, ο παρατηρητής γίνεται η "σκιά" του ∆κτή του Λόχου/Ιλης. Πριν την έναρξη της µάχης, ο τελευταίος θα πρέπει να αναθέσει στον παρατηρητή Πυροβολικού την εκτέλεση συγκεκριµένων ενεργειών, σχετικών µε την υποστήριξη διά πυρών, ώστε να είναι σίγουρος ότι αυτές θα ακολουθηθούν κατά τη διάρκεια της µάχης. Για παράδειγµα, εάν απαιτείται η εκποµπή προσχεδιασµένου ναρκοπεδίου (FASCAM), ο ∆κτης της Μονάδας ελιγµού θα µπορούσε να πει στον παρατηρητή: "Μόλις εντοπίσεις περισσότερα από 10 ΤΘ οχήµατα και άρµατα να περνούν τη διάβαση ΤΡΙΠΟΤΑΜΟΥ, να ζητήσεις την εκποµπή του προσχεδιασµένου Ν/Π".

β. Ο ∆ιοικητής της Μονάδας ελιγµού, καθώς και ο Συντονιστής Πυρών Υποστηρίξεως θα πρέπει να γνωρίζουν ότι, ενέργεια που δεν θα ανατεθεί σε συγκεκριµένο άτοµο, δεν πρόκειται ποτέ να εκτελεσθεί, διότι όλοι θα νοµίζουν ότι η ενέργεια αυτή είναι υπευθυνότητα κάποιου άλλου. Για παράδειγµα, η απλή αναφορά της υποχρεώσεως προσβολής κάποιου προσχεδιασµένου στόχου δεν είναι αρκετή. Πρέπει να έχουν καθορισθεί από πριν σαφή κριτήρια προσβολής του στόχου, καθώς επίσης να έχει επιβεβαιωθεί ότι ο υπεύθυνος για την προσβολή παρατηρητής ή Αξκός Σύνδεσµος έχει την δυνατότητα να φέρει σε πέρας την αποστολή αυτή.

ΤΜΗΜΑ 3 ΟΜΑ∆Α ΠΑΡ - ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

1. Παρατηρητήριο (ΠΑΡ).

α. Με το γενικό όρο "ΠΑΡ" νοείται κάθε παρατηρητήριο Πυροβολικού, το οποίο αναπτύσσεται από:

(1) Τους Προκεχωρηµένους Αξκούς Παρατηρητές (ΠΑΠ) ή Αξιωµατικούς Συνδέσµους (ΑΣ).

(2) Τις Μοίρες ή τις ∆ΠΒ/Σχηµατισµών (Στατικά ΠΑΡ), για την επέκταση ή συµπλήρωση του σχεδίου παρατηρήσεως.

(3) Οµάδα Παρατηρητών για την εκτέλεση άλλων αποστολών παρατηρήσεως (βάση προσδιορισµού στόχων, επισήµανση ΜΣΠ/ΜΣ∆).

12

β. Πρέπει να γίνεται προσπάθεια, ώστε όλα τα ΠΑΡ να προσδιορίζονται τοπογραφικά. Εάν αυτό δεν είναι δυνατό, τότε ο παρατηρητής θα πρέπει να προσδιορίσει τη θέση του παρατηρητηρίου µε τη µέγιστη δυνατή ακρίβεια. Η χρησιµοποίηση του αποστασιοµέτρου laser και των διαδικασιών αυτοπροσδιορισµού και αυξάνουν την ακρίβεια του προσδιορισµού της θέσεως.

2. Οµάδα ΠΑΡ.

Οµάδα ΠΑΡ είναι το προσωπικό και το υλικό το οποίο απαιτείται, για να εξασφαλισθεί η συνεχής παρατήρηση του πεδίου µάχης, καθώς και η αποκατάσταση και διατήρηση των επικοινωνιών.

α. Προσωπικό.

Η συνήθης σύνθεση της οµάδας ΠΑΡ είναι η εξής:

(1) Αξιωµατικός Παρατηρητής (ΑΠΑΡ).

(2) Βοηθός Αξιωµατικού Παρατηρητή (ΒΑΠΑΡ).

(3) Χειριστής ασυρµάτου.

(4) Οδηγός οχήµατος.

Παρατήρηση: Με τη χρησιµοποιούµενη στο Πυροβολικό ορολογία, συνηθίζεται να ονοµάζεται ΑΠΑΡ ο παρατηρητής του στατικού ΠΑΡ της Μοίρας ή της ∆ΠΒ. Ο παρατηρητής που διατίθεται στο Λόχο/Ιλη ονοµάζεται Προκεχωρηµένος Αξκός Παρατηρητής (ΠΑΠ). Σε ολόκληρο το εγχειρίδιο, µε τη λέξη ΑΠΑΡ υπονοείται και ο ΠΑΠ.

β. Υλικό.

(1) Η οµάδα ΠΑΡ διαθέτει όργανα παρατηρήσεως, µέσα επικοινωνιών, χάρτες, οπλισµό και µεταφορικά µέσα, σύµφωνα µε τον ΠΟΥ της Μονάδας της. Πρέπει επιπλέον να είναι εφοδιασµένη µε τα παρακάτω υλικά, τα οποία δεν αναγράφονται στους ΠΟΥ, τα οποία όµως είναι απαραίτητα για την εκτέλεση της αποστολής της:

(α) Πινακίδες χάρτου µε ζελατίνη και θήκη. (β) Αναγωγείς. (γ) Υποδεκάµετρα (χάρακες). (δ) Πλακίδια συντεταγµένων.

13

(ε) Αβάκιο Μ 10 ή Μ 17. (στ) Ριπίδια παρατηρητού.

(ζ) Μολύβια κοινά και ζελατίνης (µαύρο - µπλε - κόκκινο - πράσινο),

(η) Γοµολάστιχες. (θ) Καρφίδες, πινέζες, σελοτέϊπ. (ι) Τετραγωνισµένο χαρτί (µιλιµετρέ). (ια) Ηµερολόγιο παρατηρητή, (ιβ) Εντυπα Σιωπηρός Επισηµάνσεως, (ιγ) Σηµειωµατάριο, (ιδ) Βιβλιάριο σηµάτων, (ιε) Συσκευή ΑΡΧΙΜΗ∆ΗΣ, (ιστ) Μέσα κωδικογραφήσεως. (ιζ) Πτύο, σκαπάνη, (ιη) Ακόντιο µε φωτιστική συσκευή.

(2) Τα παραπάνω υλικά πρέπει να ευρίσκονται υποχρεωτικά, από τον καιρό της ειρήνης, µέσα σε κιβώτιο (ένα για κάθε παρατηρητή). Στο κιβώτιο αυτό, πρέπει επίσης να υπάρχουν και τα εξής εγχειρίδια:

(1) ΕΕ 8-15β (Προσβολή Στόχων µε Παρατη-ρούµενη Βολή).

(2) ΕΕ 8-21 (∆ιεύθυνση Βολής Πυροβόλων Ναυτικής Υποστηρίξεως).

(3) ΕΕ 8-9 (Μνηµόνιο Εφέδρου Αξκού Πυροβολικού).

(4) ΕΕ 8-18 (Επικοινωνίες Πυροβολικού). (5) Εγχειρίδιο χειρισµού του χρησιµοποιουµένου

Σταθµού Ασυρµάτου (Σ/Α). (6) Πίνακες Βολής (Βιβλίο) της χρησιµοποιούµενης

σκευής.

3. Ενηµέρωση Παρατηρητών - Συνδέσµων.

α. · Για να µπορέσει ο ΠΑΠ να εκτελέσει την αποστολή του, πρέπει να είναι πλήρως ενηµερωµένος για διάφορα θέµατα τα οποία τον αφορούν. Η ενηµέρωση αυτή γίνεται σε τρία στάδια:

(1) Πριν αναχωρήσει από τη Μονάδα του. (2) Οταν φθάσει στο Σ∆ της υποστηριζοµένης Μονάδας. (3) Με την άφιξη του στην προκεχωρηµένη γραµµή

14

των ιδίων τµηµάτων (Λόχου ή Ιλης).

β. Πριν αναχωρήσει από τη Μονάδα του ο ΠΑΠ, ενηµερώνεται στα παρακάτω θέµατα:

(1) Για την τακτική κατάσταση και την αποστολή, η οποία του ανατίθεται.

(2) Για τη θέση του Σ∆ της υποστηριζόµενης Μονάδας και για τα καταλληλότερα δροµολόγια που πρέπει να ακολουθήσει, για να φθάσει εκεί έγκαιρα και µε ασφάλεια.

(3) Για τις θέσεις των σηµείων συσχετίσεως (Σ.Σχ), τυχόν στόχων κλπ.

(4) Για ζητήµατα επικοινωνιών (διακριτικά κλήσεως και κώδικα, συχνότητες, ισχύοντες κώδικες (ΑΡΧΙΜΗ∆ΗΣ), σήµατα µε φωτοβολίδες κλπ).

(5) Για τις θέσεις των περιοχών αναπτύξεως της Μοίρας του (κανονικών, ανταλλακτικών, µελλοντικών).

(6) Για θέµατα ∆ιοικητικής Μερίµνης (∆Μ).

γ. ΣΤΟ Σ∆ της υποστηριζόµενης Μονάδας, ο ΠΑΠ παρουσιάζεται στον Αξιωµατικό Σύνδεσµο (ΑΣ), ο οποίος τον ενηµερώνει για τα εξής:

(1) Για το σχέδιο ενεργείας της υποστηριζόµενης Μονάδας.

(2) Για τη θέση του Λόχου/Ιλης µε την οποία θα συνεργασθεί και για τα δροµολόγια που οδηγούν στη θέση αυτή.

(3) Για τυχόν σηµαντικούς στόχους, οι οποίοι είναι ήδη γνωστοί.

(4) Για άλλα θέµατα, για τα οποία δεν ενηµερώθηκε πριν αναχωρήσει από τη Μονάδα του.

δ. Οταν φθάσει στην προκεχωρηµένη γραµµή των φιλίων τµηµάτων, ο ΠΑΠ εκτελεί τις παρακάτω ενέργειες:

(1) Συναντά το ∆ιοικητή του Λόχου/Ιλης και ενηµερώνεται για την τακτική κατάσταση, το σχέδιο ενεργείας, τη ζώνη παρατηρήσεως και τυχόν γνωστούς στόχους.

(2) Συναντά τον προκάτοχο του, εάν υπάρχει, και ενηµερώνεται πλήρως στη ζώνη παρατηρήσεως.

(3) Συνεργάζεται µε το ∆ιµοιρίτη και τους παρατηρητές των Ολµων, εφ' όσον υπάρχουν.

(4) Συννενοείται για θέµατα ∆Μ.

15

ε. Οι ΑΠΑΡ των Μοιρών/∆ΠΒ ενηµερώνονται µόνο από τη Μονάδα τους.

στ. Η ενηµέρωση των Αξκων Συνδέσµων Πυροβολικού εκτελείται αρχικά στη Μονάδα τους. Επί πλέον, κατά, την άφιξη τους στο Σ∆ της υποστηριζόµενης Μονάδας ενηµερώνονται συµπληρωµατικά για τα παρακάτω:

(1) Για το Σχέδιο Ενεργείας της υποστηριζόµενης Μονάδας.

(2) Για γνωστούς στόχους. (3) Για τη θέση του παρατηρητηρίου της Μονάδας ελιγµού.

4. Καθήκοντα της Οµάδας ΠΑΡ.

α. Γενικά Καθήκοντα του Αξκού Παρατηρητή.

Η αποστολή του παρατηρητή είναι να εντοπίζει κατάλληλους στόχους και να τους προσβάλλει έγκαιρα µε ακριβή και αποτελεσµατικά πυρά. Για να φέρει σε πέρας την αποστολή αυτή, θα πρέπει να µπορεί να εκτελέσει τα εξής:

(1) Σχεδίαση Πυρών.

Ο παρατηρητής συµµετέχει στην εκπόνηση του σχεδίου πυρός της Μοίρας του, µε το να υποβάλλει στον ΑΣ του Τάγµατος/Επιλαρχίας πίνακα στόχων. Στον πίνακα αυτό, καταγράφει τα στοιχεία των στόχων εκείνων, οι οποίοι όταν προσβληθούν, θα βοηθήσουν το ∆ιοικητή του Λόχου/Ιλης στην εκτέλεση της αποστολής του. Αυτός ο πίνακας στόχων εγκρίνεται από το ∆ιοικητή του Λόχου/Ιλης.

(2) Συντονισµός Πυρών.

Ο παρατηρητής συµµετέχει ενεργά στην εξέλιξη του αγώνα, βοηθώντας το ∆κτη του Λόχου/Ιλης στο συντονισµό των πυρών και συµβουλεύοντας τον για τα ισχύοντα µέτρα συντονισµού πυρών υποστηρίξεως.

(3) Προσδιορισµός Στόχων και Αιτήσεις Βολής.

Με τον ακριβή προσδιορισµό της θέσεως των στόχων, ο παρατηρητής θα µπορεί να εκτελεί απ' ευθείας δραστικές βολές

16

και έτσι θα επιτυγχάνει τα µέγιστα αποτελέσµατα, υποβοηθώντας έτσι τον ελιγµό του υποστηριζόµενου Λόχου/Ιλης.

(4) Αναφορά Πληροφοριών Μάχης.

Ο παρατηρητής, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, είναι ,ιτα µάτια" του Πυροβολικού. Πρέπει να επιτηρεί το πεδίο της µάχης και να αναφέρει κάθε πληροφορία η οποία έχει σχέση µε τον εχθρό (π.χ. το είδος του στόχου, το µέγεθος του, τη θέση του, τη δραστηριότητα του, το χρόνο που έλαβε χώρα αυτή η δραστηριότητα, το υλικό το οποίο διέθετε κλπ.). Τέλος, κύρια πηγή πληροφοριών είναι και η αναφορά του παρατηρητή µετά την εκποµπή κάθε δραστικής βολής. Ο παρατηρητής αναφέρει όλα τα αποτελέσµατα της δραστικής βολής και µε τον τρόπο αυτό δίνεται στον Αξκό Πληροφοριών της Μοίρας πλήρης εικόνα για την κατάσταση του εχθρού.

(5) Βολές µε Πυροβόλα του Ναυτικού.

Ο παρατηρητής θα πρέπει να µπορεί να εκτελέσει πυρά µε πυροβόλα Ναυτικού, εφ' όσον έχουν διατεθεί πλοία για υποστήριξη του αγώνα στην ξηρά, σύµφωνα µε το Εγχειρίδιο Εκστρατείας 8-21 "∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΟΛΗΣ ΠΥΡΟΒΟΛΩΝ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΩΣ".

β. Ειδικά Καθήκοντα Αξκού Παρατηρητή.

(1) Εκλέγει τη θέση του ΠΑΡ, έτσι ώστε να εξασφαλίζει την επιτήρηση ολόκληρης της ζώνης παρατηρήσεως του και προσδιορίζει τις συντεταγµένες του µε τη µέγιστη δυνατή ακρίβεια (εφ' όσον δεν έχουν προσδιορισθεί τοπογραφικά).

(2) Πραγµατοποιεί συνεχή αναγνώριση και ανάλυση του εδάφους στη ζώνη παρατηρήσεως του, σε συνδυασµό µε το χάρτη.

(3) Μελετά συνεχώς το έδαφος. Αναζητά τις διάφορες αποχρώσεις της βλαστήσεως, οι οποίες πιθανόν να του αποκαλύψουν την ύπαρξη στόχων. Εντοπίζει στο έδαφος και στο χάρτη όλους τους δρόµους, τα υδάτινα ρεύµατα και τα τεχνητά αντικείµενα (κτίρια, τριγωνοµετρικά σηµεία κλπ.) της ζώνης παρατηρήσεως του. Ο παρατηρητής πρέπει να γνωρίζει τέλεια το έδαφος.

(4) Εντοπίζει τα σηµεία συσχετίσεως (Σ.Σχ.). Προσδιορίζει τη θέση των χαρακτηριστικών σηµείων του εδάφους στο χάρτη του και καταγράφει τα στοιχεία τους (συντεταγµένες, ∆θ, απόσταση

17

κλπ.), διότι η εκ των προτέρων γνώση των σηµείων αυτών θα τον βοηθήσει µελλοντικά στον προσδιορισµό της θέσεως των στόχων.

(5) Συντάσσει τα απαραίτητα βοηθήµατα, τα οποία θα του επιτρέψουν την προσβολή κάθε εµφανιζόµενου στόχου µε ταχύτητα και ακρίβεια (πανοραµατικό ή σκαρίφηµα, εφ' όσον δεν διαθέτει χρόνο).

(6) Γνωρίζει την τακτική κατάσταση και την ιδέα ενεργείας του φιλίου ∆ιοικητού Λόχου/Ιλης, ώστε να παρέχει πυρά, τα οποία θα υποστηρίξουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον ελιγµό του.

(7) Γνωρίζει την εχθρική κατάσταση. Η γνώση του εχθρού (δυνατότητες, περιορισµοί, ακολουθούµενη τακτική, διαθέσιµο υλικό κλπ.) διευκολύνει τη διαδικασία σχεδιασµού των πυρών και την αποτελεσµατικότερη προσβολή των στόχων.

(8) Παρατηρεί συνεχώς τη ζώνη ενεργείας του υποστηριζόµενου Λόχου/Ιλης. Επιτηρεί τις κρίσιµες περιοχές, όπως είναι οι οδοί προσεγγίσεως, οι πιθανές περιοχές συγκεντρώσεως κλπ. Στόχοι οι οποίοι εµφανίζονται στο πεδίο της µάχης, εάν δεν προσβληθούν τη στιγµή εκείνη, θα χαθούν από το οπτικό πεδίο του παρατηρητή και έτσι θα χαθεί η ευκαιρία προσβολής τους. Για το λόγο αυτό, ο παρατηρητής οργανώνει την υπηρεσία στο παρατηρητήριο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται συνεχής παρατήρηση ηµέρα και νύκτα.

(9) Εξασφαλίζει συνεχώς την ύπαρξη και διατήρηση των επικοινωνιών, διότι χωρίς αυτές ουδέποτε θα προσβληθεί στόχος.

(10) Ευρίσκεται σε συνεχή επαφή µε το ∆ιοικητή του Λόχου/Ιλης. Με τον τρόπο αυτό µπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες του, προσβάλλοντας τους εµφανιζόµενους στόχους εντός της ζώνης ενεργείας του.

(11) Αναφέρει στο Κ∆Π τα επιτευχθέντα αποτελέσµατα στο στόχο µετά από κάθε βολή και ενηµερώνει συνεχώς για τη φίλια και εχθρική δραστηριότητα.

(12) Εξασφαλίζει την ασφάλεια του προσωπικού του. Αυτό το επιτυγχάνει µε τη σωστή εκλογή παρατηρητηρίου, την κάλυψη, την απόκρυψη και την παραλλαγή, καθώς και µε τη χρησιµοποίηση των κατάλληλων διαδικασιών ασφαλείας επικοινωνιών.

18

γ. Καθήκοντα Οπλιτών.

Τα καθήκοντα των Οπλιτών της οµάδας ΠΑΡ καθορίζονται από τον ΑΠΑΡ, ανάλογα µε την ειδικότητα, τις ικανότητες τους και σύµφωνα βέβαια µε τις παρουσιαζόµενες ανάγκες. Για να εξασφαλισθεί η συνεχής παρατήρηση, πρέπει ο κάθε Οπλίτης να εκπαιδευθεί σε περισσότερα από ένα καθήκοντα. Ο παρατηρητής θα πρέπει συνεχώς να εκπαιδεύει τους Οπλίτες της οµάδας του, ώστε ανά πάσα στιγµή, όλοι να µπορούν να εκτελέσουν, έστω και χονδρικά µια βολή και να χειρισθούν τον ασύρµατο.

ΤΜΗΜΑ 4 ΕΚΛΟΓΗ, ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡ

1. Γενικά.

Ενα παρατηρητήριο Πυροβολικού, για να δίνει τη δυνατότητα στον παρατηρητή να εκτελεί µε ευχέρεια τα καθήκοντα του, θα πρέπει να πληρεί τις παρακάτω προϋποθέσεις:

α. Να παρέχει την καλύτερη δυνατή παρατήρηση σε ολόκληρη τη ζώνη ενεργείας του υποστηριζόµενου Λόχου/Ιλης, η οποία θα πρέπει να είναι σαφώς καθορισµένη µε χαρακτηριστικά σηµεία στο έδαφος.

β. Να παρέχει, εάν είναι δυνατόν, δεσπόζουσα θέα στο κατεχόµενο από τις φίλιες δυνάµεις έδαφος.

γ. Να παρέχει παρατήρηση στα κωλύµατα (βλέπε παρατήρηση). δ. Να παρέχει απόκρυψη από την εχθρική επίγεια και εναέρια

παρατήρηση. ε. Να παρέχει δροµολόγια µε κάλυψη. στ. Να διευκολύνει τις επικοινωνίες.

Παρατήρηση: Η υποστηριζόµενη Μονάδα ελιγµού πρέπει να επιτηρεί συνεχώς τα κωλύµατα της και να έχει τη δυνατότητα να τα καλύπτει µε άµεσα και έµµεσα πυρά. Ενα κώλυµα το οποίο δεν καλύπτεται από πυρά, δεν αποτελεί κώλυµα για τον εχθρό. Ο παρατηρητής πρέπει να ενηµερώνεται από το ∆κτή της Υποµονάδας ελιγµού για τα τυχόν κωλύµατα της ζώνης ενεργείας του, τα οποία πρέπει να τηρεί υπό συνεχή επιτήρηση.

19

2. Εκλογή ΠΑΡ.

α. Η εκλογή της θέσεως του ΠΑΡ επιδρά σηµαντικά στη δυνατότητα του παρατηρητή να αναζητήσει στόχους και να επικοινωνήσει. Παίζει επίσης σηµαντικό ρόλο στην επιβίωση της οµάδας ΠΑΡ. Ο ∆κτής της Μονάδας ελιγµού και ο Συντονιστής Πυρών Υποστηρίξεως (ΣΠΥ) κάθε κλιµακίου πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι οµάδες ΠΑΡ θα καταλάβουν τέτοιες θέσεις, ώστε να µπορούν να υποστηρίξουν τον ελιγµό της Μονάδας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

β. Η εκλογή της θέσεως του ΠΑΡ γίνεται από τον Αξκό Σύνδεσµο, κατόπιν συννενοήσεως µε το ∆κτη του Τάγµατος/Επιλαρχίας. Πρέπει να στηρίζεται σε αναγνώριση και από το χάρτη και στα έδαφος. Κατά τη διάρκεια της αναγνωρίσεως από το χάρτη, πρέπει να χρησιµοποιείται το διαφανές καταστάσεως της Μονάδας ελιγµού, όπου θα φαίνονται οι ζώνες ενεργείας της, οι πιθανές θέσεις ΠΑΡ, καθώς και τα δροµολόγια από και προς αυτά. Κατά την αναγνώριση στο έδαφος πρέπει να λαµβάνονται µέτρα, ώστε να µην αποκαλυφθεί η θέση του ΠΑΡ, από τις κινήσεις οι οποίες θα γίνουν σε αυτό ή στη γύρω περιοχή. Είναι σοβαρό πλεονέκτηµα για ένα ΠΑΡ η ύπαρξη δροµολογίου, το οποίο να παρέχει κάλυψη και απόκρυψη από και προς αυτό.

γ. Οι θέσεις των παρατηρητηρίων Πυροβολικού, καθώς και αυτών της Μονάδας ελιγµού πρέπει να συντονίζονται, µε σκοπό να εξαλειφθούν ή τουλάχιστον να περιορισθούν οι µη φαινόµενες ζώνες. Για το λόγο αυτό, και εφ' όσον ο χρόνος επιτρέπει, θα πρέπει να κατασκευάζονται, το ταχύτερο δυνατόν, διαγράµµατα φαινοµένων και µη ζωνών.

δ. Αφού προσδιορισθούν χονδρικά οι θέσεις των παρατηρητηρίων, σε συνδυασµό βέβαια µε τη θέση των ∆κτών των Λόχων/Ιλών, γίνεται γνωστή στον παρατηρητή η περίπου περιοχή στην οποία θα εγκαταστήσει την οµάδα του. Εάν πρόκειται για ΠΑΡ Μοίρας, η περίπου θέση του ΠΑΡ καθορίζεται από τη Μοίρα Πυροβολικού.

3. Κατάληψη του ΠΑΡ.

α. Μόλις ο παρατηρητής φθάσει στην περίπου περιοχή του παρατηρητηρίου, θα πρέπει να επιλέξει το συγκεκριµένο πλέον σηµείο, το οποίο θα χρησιµοποιήσει για την εγκατάσταση της οµάδας του. Το σηµείο αυτό θα πρέπει να ευρίσκεται αρκετά ψηλά, ώστε να παρέχει θέα σε όλη τη ζώνη παρατηρήσεως. ∆εν θα πρέπει να είναι επάνω σε κορυφογραµµή, ούτε κοντά σε χαρακτηριστικά σηµεία του εδάφους. Ο παρατηρητής θα πρέπει να έχει κατά νου τα χαρακτηριστικά των θέσεων σε πρανές και αντιπρανές, τα πλεονεκτήµατα και µειονεκτήµατα των οποίων φαίνονται

20

και µειονεκτήµατα των οποίων φαίνονται στον πίνακα 1.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΘΕΣΕΩΝ ΠΑΡ ΣΕ

ΠΡΑΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΡΑΝΕΣ

ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

ΘΕΣΗ ΣΕ ΠΡΑΝΕΣ (ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΟΦΡΥΣ)

• Η θέα προς τα εµπρός και τα πλευρά είναι καλύτερη.

• Κατάληψη κατά τη διάρκεια της ηµέρας είναι δύσκολη, χωρίς την πιθανή αποκάλυψη της θέσεως. • Πυρά στην τοπογραφική οφρύ δεν

εξουδετερώνουν το ΠΑΡ. • Η Α/Σ επικοινωνία γίνεται πιο δύσκολη, µε πιθανή υποχρέωση τη χρησιµοποίηση ΣΧΕΑ.

• Το ύψωµα πίσω από το ΠΑΡ παρέχει φόντο, το οποίο υποβοηθά την απόκρυψη.

• ∆εν παρέχει κάλυψη από άµεσα πυρά του εχθρού.

ΘΕΣΗ ΣΕ ΑΝΤΙΠΡΑΝΕΣ • Η κατάληψη του ΠΑΡ µπορεί να γίνει και κατά τη διάρκεια της ηµέρας.

• Συχνά η θέα προς τα εµπρός περιορίζεται.

• Παρέχει µεγαλύτερη ελευθερία κινή-σεων.

• Κανονισµός εχθρικών πυρών στην τοπογραφική οφρύ, τυχόν να εξου-δετερώσει το ΠΑΡ.• Η εγκατάσταση, συντήρηση και από-

κρυψη των µέσων είναι ευκολότερη• Παρέχει µεγαλύτερη ασφάλεια από άµεσα πυρά.

β. Ο τρόπος καταλήψεως του ΠΑΡ εξαρτάται από την τακτική κατάσταση, το διατιθέµενο χρόνο και την ύπαρξη δροµολογίων. Οπως αναφέρθηκε παραπάνω, πρέπει να δίνεται προσοχή, ώστε να µην αποκαλυφθεί η θέση του ΠΑΡ από κινήσεις σε αυτό ή στη γύρω περιοχή, διότι θα αποτελέσει στόχο για τα εχθρικά µέσα πυρός. Εάν το ΠΑΡ ευρίσκεται σε πρανές, θα πρέπει να προτιµηθεί κατάληψη υπό συνθήκες περιορισµένης ορατότητας, σε αντίθεση µε τη θέση σε αντιπρανές, οπότε η κατάληψη γίνεται υπό προκάλυψη. Αµέσως µόλις η οµάδα ΠΑΡ καταλάβει το ΠΑΡ, ο παρατηρητής, εάν δεν είναι γνωστή η θέση του στο Κ∆Π, εκτελεί αυτοπροσδιορισµό, αναφέροντας κωδικογραφηµένες τις συντεταγµένες του και στη συνέχεια αρχίζει τον έλεγχο της ζώνης του, για να εξοικειωθεί µε αυτή. Οι λοιποί της οµάδας, αποκαθιστούν την επικοινωνία µε τον Αξκό Σύνδεσµο και το Κ∆Π. Στη συνέχεια αρχίζει η οργάνωση του παρατηρητηρίου.

21

γ. Εάν ο ΠΑΡ διαθέτει τεθωρακισµένο όχηµα µεταφοράς προσωπικού (ΤΟΜΠ), θα πρέπει να έχει κατά νου τα εξής:

(1) Επειδή υποστηρίζει ταχυκίνητη Μονάδα, οι µετακινήσεις από θέση σε θέση θα είναι συχνές και συνεπώς θα εκτελεί συνήθως τα καθήκοντα του από το όχηµα.

(2) Σε περίπτωση που αυτό είναι αδύνατο, λόγω µη υπάρξεως κατάλληλης θέσεως, τότε θα εκτελέσει τα καθήκοντα του από το έδαφος, έχοντας το όχηµα του σε κοντινή αποκεκρυµµένη θέση. Για να µην χάνει χρόνο σε περίπτωση µετακινήσεως του, προσπαθεί να µεταφέρει στη θέση του ΠΑΡ τα λιγότερα δυνατά µέσα.

(3) Για να προφυλάσσεται από τα όπλα ευθυτενούς τροχιάς, θα πρέπει συνεχώς να έχει το όχηµα σε κάλυψη σκάφους και µάλιστα σε τέτοια θέση, από την οποία να διευκολύνονται οι επικοινωνίες.

(4) Επειδή το ΤΟΜΠ δεν διαθέτει βαρειά θωράκιση, θα πρέπει να ευρίσκεται σε κάποια απόσταση από τα φίλια άρµατα, ενώ ταυτόχρονα η θέση του θα πρέπει να διαθέτει δροµολόγια εισόδου και εξόδου.

4. Οργάνωση του ΠΑΡ.

Η οργάνωση του ΠΑΡ περιλαµβάνει την αποκατάσταση των επικοινωνιών (ασύρµατη και ενσύρµατη), την οργάνωση της υπηρεσίας στο παρατηρητήριο και την οργάνωση του εδάφους.

α. Αποκατάσταση Επικοινωνιών.

Ο ΑΠΑΡ αποκαθιστά τις προβλεπόµενες ενσύρµατες και ασύρµατες επικοινωνίες, σύµφωνα µε τον ΠΟΥ της Μονάδας του. Επιπλέον, φροντίζει να ευρίσκεται σε συνεχή προσωπική, τηλεφωνική ή και ασύρµατη επαφή µε το ∆ιοικητή του υποστηριζοµένου Λόχου/Ιλης. Πρέπει να γνωρίζει ότι εάν ο εχθρός διαθέτει µέσα ραδιογωνιοµετρήσεως, σύντοµα η θέση του θα προσβληθεί και για το λόγο αυτό πρέπει να λάβει κατάλληλα µέτρα, όπως χρησιµοποίηση κεραίας κατευθυνόµενης εκποµπής, χρησιµοποίηση µικρής ισχύος σήµατος του Σ/Α, χρησιµοποίηση συσκευής χειρισµού εξ αποστάσεως (ΣΧΕΑ) κλπ. Τέλος, πρέπει να έχει υπ' όψη του ότι η αποκατάσταση επικοινωνιών είναι η πρώτη αναγκαιότητα, διότι χωρίς επικοινωνία δεν πρόκειται να προσβάλλει κανένα στόχο.

22

β. Οργάνωση της Υπηρεσίας στο ΠΑΡ.

(1) Παρατήρηση.

(α) Η παρατήρηση πρέπει να είναι συνεχής, καθ' όλη τη διάρκεια του 24ώρου, µε συνεχή εναλλαγή καθηκόντων του ΑΠΑΡ µε το ΒΑΠΑΡ.

(β) Η συνεχής υπηρεσία παρατηρήσεως δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερη των 2 ωρών, ιδίως όταν γίνεται σε µεγάλες αποστάσεις, διότι επέρχεται κόπωση των οφθαλµών του παρατηρητή, µε αποτέλεσµα τη µειωµένη απόδοση του.

(γ) Κατά τη νύκτα, εάν η οµάδα δεν διαθέτει όργανο νυκτερινής παρατηρήσεως, πρέπει να δίνεται στον παρατηρητή αρκετός χρόνος για να εξοικειωθεί στο σκοτάδι, πριν αναλάβει την υπηρεσία του.

(δ) Το ΠΑΡ οργανώνεται έτσι, ώστε το προσωπικό να εργάζεται αποτελεσµατικά, χωρίς να γίνεται αντιληπτό από τον εχθρό.

(2) Αναφορές και Καταγραφές του ΑΠΑΡ.

(α) Ο παρατηρητής αναφέρει οποιαδήποτε εχθρική δραστηριότητα παρατηρεί, προσδιορίζοντας τη µε όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία, ώστε να δοθεί η πλήρης εικόνα της εχθρικής δραστηριότητας.

(β) Αναφέρει ό,τι ακριβώς βλέπει και ποτέ αυτό που υποθέτει ή συµπεραίνει.

(γ) Ενηµερώνει συνεχώς τη Μονάδα του για κάθε µεταβολή της γραµµής των φιλίων τµηµάτων.

(δ) Τέλος, καταγράφει όλες τις πληροφορίες, διαταγές, παραγγέλµατα κλπ. στο ηµερολόγιο ΠΑΡ (Σχ. 5). Το ηµερολόγιο ΠΑΡ πρέπει να περιλαµβάνεται στα υλικά του ΠΑΡ από τον καιρό της ειρήνης και προετοιµάζεται σύµφωνα µε το υπόδειγµα του παραρτήµατος "∆".

(3) Ασφάλεια.

Επειδή η οµάδα ΠΑΡ δεν έχει µεγάλες δυνατότητες αυτο-προστασίας, ο παρατηρητής φροντίζει για την εγγύς ασφάλεια του ΠΑΡ, συνεργαζόµενος µε το ∆κτή του Λόχου/Ιλης που υποστηρίζει. Επιπλέον η εξασφάλιση της ∆ιοικητικής Μέριµνας της Οµάδας ΠΑΡ, είναι ένας ακόµη λόγος, για τον οποίο η θέση του ΠΑΡ πρέπει να ευρίσκεται στην περιοχή που καταλαµβάνει η Υποµονάδα ελιγµού. Τέλος ο παρατηρητής λαµβάνει

23

µέριµνα, ώστε όλοι όσοι προσέρχονται ή φεύγουν από το ΠΑΡ, να ακολουθούν αποκεκρυµµένο δροµολόγιο.

γ. Οργάνωση Εδάφους.

Η οργάνωση εδάφους στο ΠΑΡ περιλαµβάνει την κατασκευή του ΠΑΡ και των ατοµικών ορυγµάτων, καθώς και την παραλλαγή. Αρχίζει από τη στιγµή που επανδρώνεται, βελτιώνεται συνεχώς και σταµατά µόνο µε τη λήψη διαταγής µετακινήσεως. Το ΠΑΡ µπορεί να είναι µια απλή εκσκαφή, ένα όρυγµα µ άχης ή µια πλήρως οργανωµένη, από τον καιρό της ειρήνης, κατασκευή.

Ηµεροµηνία Ωρα

Λεπτοµέρειες Ενέργειες Αποτε-λέσµατα

09 09:42 Νοε ∆ύο οχήµατα 1/4 τόνων κινούµενα από Βορρά προς χωριό Ανθούσα.

Αναφέρθηκε στο Σ∆ Μοίρας.

09:56 Περίπολος 5 ανδρών κινούµενη προς ∆υσµάς.

Εβλήθη από όλµους Λόχου.

2 νεκροί.

10:24 Προσβολή Σ∆ Λόχου από Πυροβολικό.

Υπεβλήθη ΣΕΛΡΕΠ.

10:38 Φίλια ∆ρία µετακινήθηκε προς ∆υσµάς κατά 300 µ.

Ανεφέρθη στο Σ∆ Μοίρας.

10:45 Τρία άρµατα κινούµενα προς ύψωµα 258 (3864).

Προσεβλήθησαν την 10:47 (∆Γ 7621).

Απεκρύβησαν πίσω από το ύψωµα Αετός.

Σχήµα 5. Ηµερολόγιο ΠΑΡ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΤΟΧΩΝ

ΤΜΗΜΑ 5 ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

1. Γενικά.

Οπως για όλες τις δραστηριότητες η προπαρασκευή αποτελεί το ήµισυ της επιτυχίας, το ίδιο ισχύει και για την παρατήρηση. Ο ΠΑΡ θα πρέπει να εκτελέσει τις προπαρασκευαστικές εργασίες που περιγράφονται στο κεφάλαιο αυτό, εργασίες οι οποίες θα συµβάλλουν στον προσδιορισµό των στόχων µε ακρίβεια και ταχύτητα, καθώς επίσης και στην αποτελεσµατική προσβολή τους. Ετσι ο παρατηρητής:

α. Πριν αναχωρήσει από την Μονάδα του πρέπει:

(1) Να ενηµερωθεί πλήρως από το ∆κτή Πυροβολαρχίας, τον ΑΞΕΠ και τον Αξκό Πληροφοριών.

(2) Να κάνει αναγνώριση από το χάρτη. (3) Να ενηµερώσει την οµάδα του για την αποστολή την

οποία ανέλαβε και να δώσει οδηγίες για την προετοιµασία προ της αναχωρήσεως.

(4) Να ελέγξει τα υλικά του. (5) Να ελέγξει τις επικοινωνίες του και να ενηµερωθεί για

συχνότητες, διακριτικά κλήσεως, κλείδες κωδικογραφήσεως κλπ.

β. Μόλις καταλάβει το ΠΑΡ πρέπει:

(1) Να εκτελέσει αυτοπροσδιορισµό και να αναφέρει κωδικογραφηµένη τη θέση του στο Κ∆Π, εφ' όσον αυτή δεν είναι ήδη γνωστή.

(2) Να υλοποιήσει τη ζώνη παρατηρήσεως του, µε χαρακτηριστικά σηµεία στο έδαφος.

(3) Να τοποθετήσει στο χάρτη του όλα τα σηµεία τα οποία µπορεί να προσδιορίσει µε ακρίβεια. Να τοποθετήσει επίσης τη θέση των πυροβολαρχιών βολής της Μοίρας του (βλ. παρατήρηση).

(4) Να προπαρασκευάσει το ριπίδιο του παρατηρητή.

25

(5) Να προσδιορίσει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία, για όλα τα σηµεία στα οποία υπάρχει πιθανότητα να παρουσιασθούν στόχοι (σιωπηρά επισήµανση).

(6) Να κατασκευάσει πανοραµαπκό, ή εάν ο χρόνος δεν το επιτρέπει, σκαρίφηµα της ζώνης παρατηρήσεως του.

(7) Να κατασκευάσει διάγραµµα φαινοµένων και µη ζωνών, εφ' όσον ο χρόνος το επιτρέπει.

(8) Καθ' όλη τη διάρκεια των παραπάνω εργασιών, οι λοιποί άνδρες της οµάδας οργανώνουν το παρατηρητήριο.

(9) Τέλος, από τη στιγµή που ο παρατηρητής καταλάβει τη θέση του, δεν παύει να ενηµερώνει συνεχώς το ηµερολόγιο του για την εχθρική δραστηριότητα και τις αντίστοιχες δικές του ενέργειες.

γ. Η µη έγκαιρη περάτωση των προπαρασκευαστικών εργασιών δεν αποτελεί εµπόδιο για την προσβολή στόχων που εµφανίζονται στη ζώνη παρατηρήσεως του.

Παρατήρηση: Είναι γνωστό, ότι κατά την εκτέλεση της βολής χρησιµοποιείται η διαδικασία του λοξού κανονισµού. Κατά τη διαδικασία αυτή, δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει ο παρατηρητής τη θέση της πυροβολαρχίας η οποία εκτελεί τη βολή. Παρ' όλα αυτά, εάν ο παρατηρητής γνωρίζει το πού ευρίσκονται τα πυροβόλα, διευκολύνεται στην εκτέλεση της βολής.

2. Ενηµέρωση στη Ζώνη Παρατηρήσεως.

Η ενηµέρωση του παρατηρητή στη ζώνη παρατηρήσεως, σπάνια θα γίνει από κάποιον άλλο παρατηρητή. Συνήθως, η ενηµέρωση γίνεται σε πολύ βασικά σηµεία από το ∆κτή του Λόχου/Ιλης, ενηµέρωση την οποία ο παρατηρητής πρέπει οπωσδήποτε να επιδιώξει. Πάντως, είτε υπάρχει προκάτοχος του παρατηρητής είτε όχι, η ενηµέρωση θα πρέπει να περιλαµβάνει τον προσανατολισµό του, την αναγνώριση και εκλογή των σηµείων συσχετίσεως (Σ.Σχ.) και των γνωστών στόχων και τέλος την εξοικείωση µε τη ζώνη παρατηρήσεως.

α. Προσανατολισµός του Παρατηρητή.

(1) Η σειρά εργασιών την οποία ακολουθεί ο παρατηρητής για τον προσανατολισµό του, περιλαµβάνει σε συντοµία τα εξής:

(α) Προσανατολισµό του χάρτη.

26

(β) Προσδιορισµό της θέσεως του ΠΑΡ, µε τη µεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια (αυτοπροσδιορισµός).

(γ) Υλοποίηση στο έδαφος του Βορρά Τετραγωνισµού (ΒΤ) µε µια νοητή γραµµή, η οποία να περνά από το ΠΑΡ και από ένα ή περισσότερα χαρακτηριστικά σηµεία. Σε περίπτωση που ο παρατηρητής διαθέτει σταθερό γωνιοµετρικό όργανο (πυροβολαρχιακή διόπτρα, αποστασιόµετρο laser κλπ), παραλληλίζει τη γραµµή 0-3200 µε το ΒΤ, ώστε να µπορεί να µετρά διαθήµατα.

(δ) Αναγνώριση κατά σειρά του µεµακρυσµένου, των ενδιαµέσων και του εγγύς ορίζοντα, αρχίζοντας πάντοτε από αριστερά.

(2) Ο παρατηρητής πρέπει ανά πάσα στιγµή να είναι σε θέση να ενηµερώσει τον αντικαταστάτη του ή οποιονδήποτε άλλο επισκεφθεί το παρατηρητήριο. Παρακάτω δίνεται ένα παράδειγµα προσανατολισµού:

Παράδειγµα Προσανατολισµού:

Είµαι ο ΠΑΠ 67, ∆ΕΑ (ΠΒ) Γεωργιάδης ∆ηµήτριος, της 1938 Α/Κ ΜΜΠ.

Χάρτες: Θα αναφερθώ στους χάρτες 1:50.000 ΠΕΡΑΜΑ και ΩΡΑΙΟΠΟΛΙΣ.

Σηµείο Στάσεως: Ευρισκόµαστε στο ΠΑΡ 02, µε συντεταγµένες 834321 και υψόµετρο 325 µέτρα.

Καθορισµός του Βορρά: Ο Βορράς τετραγωνισµού περνάει από το ΠΑΡ, από το φουντωτό δένδρο 500 µ. µπροστά µας και από το τριγωνοµετρικό του υψώµατος ΑΚΜΟΝΑΣ.

Σηµεία µη Επιδεχόµενα Αµφισβήτηση: Η ασφαλτόστρωτη οδός από την ΩΡΑΙΟΠΟΛΗ προς ΑΝΘΟΥΣΑ, η σιδηροδροµική γραµµή από την ΩΡΑΙΟΠΟΛΗ προς Βορρά και το χωριό ΝΕΟΧΩΡΙ.

Μεµακρυσµένος Ορίζοντας: Από αριστερά προς τα δεξιά βλέπουµε το υψ. ΚΟΡΩΝΑ, στην κορυφή του οποίου υπάρχει ένας χαρακτηριστικός βράχος, σχήµατος κορώνας. ∆εξιότερα και στο βάθος της χαράδρας, φαίνεται το υψ. ΛΕΥΚΕΣ και ακόµα πιο δεξιά το υψ. ΣΠΗΛΙΑ. Στη συνέχεια, η χαρακτηριστική δασωµένη χαράδρα, το υψ. ΚΑΣΤΑΝΙΑ και τέλος το υψ. ΦΑΛΑΚΡΟ µε τους πυλώνες της ∆ΕΗ.

Ενδιάµεσος Ορίζοντας: Πάλι από αριστερά προς δεξιά, το υψ. ΤΣΟΥΚΝΙ∆Α, το δασωµένο υψ. ΠΟΥΡΝΑΡΙ και το υψ. ΜΠΟΥΚΑ µε τους χαρακτηριστικούς βράχους.

Εγγύς Ορίζοντας: Το ύψωµα ΜΑΡΜΑΡΑ µε τον αµπελώνα, το ύψωµα ΤΡΙΛΟΦΟΣ και δεξιότερα το υψ. ΤΡΥΓΩΝΕΣ.

27

Στόχοι: .............................................. Κατοικηµένοι Τόποι: Η ΩΡΑΙΟΠΟΛΗ, 10 χλµ. νότια

του παρατηρητηρίου και το ΝΕΟΧΩΡΙ, δεξιά µου. Συγκοινωνίες: Η σιδηροδροµική γραµµή, από την

ΩΡΑΙΟΠΟΛΗ προς Βορρά και η ασφαλτόστρωτη οδός, από ΩΡΑΙΟΠΟΛΗ προς ΑΝΘΟΥΣΑ.

Υδατογραφία: Κάτω από το υψ. ΛΕΥΚΕΣ φαίνεται η µικρή λίµνη ΤΣΙΚΝΙΑ και τα έλη που την περιβάλλουν.

β. Αναγνώριση και Εκλογή Σηµείων Συσχετίσεως.

(1) Το Σηµείο Συσχετίσεως (Σ.Σχ.) είναι ένα σταθερό, χαρακτηριστικό και ευδιάκριτο σηµείο στην περιοχή των στόχων, το οποίο χρησιµοποιείται από τον παρατηρητή σαν αφετηρία, για να προσδιορίσει τη θέση των στόχων. Η θέση των Σ.Σχ. πρέπει να είναι γνωστή και στο Κ∆Π.

(2) Οπως έχει ήδη αναφερθεί στο τµήµα 3, ένα από τα στοιχεία πάνω στα οποία ενηµερώνεται ο παρατηρητής πριν αναχωρήσει από τη Μονάδα του, είναι τα Σ.Σχ. Τα σηµεία αυτά, τα οποία είναι ήδη τοποθετηµένα στις πινακίδες βολής ή στη µνήµη των υπολογιστών, θα αποτελέσουν την αφετηρία προσδιορισµού στόχων, µε τις µεθόδους οι οποίες θα αναπτυχθούν στο επόµενο κεφάλαιο. Σε περίπτωση µη υπάρξεως εκ των προτέρων τέτοιων σηµείων ή εάν αυτά τα οποία έχουν καθορισθεί δεν είναι δυνατόν να χρησιµοποιηθούν, ο παρατηρητής πρέπει να εκλέξει άλλα Σ.Σχ. και να αναφέρει το ταχύτερο, µε τη µεγαλύτερη ακρίβεια, τη θέση τους στο Κ∆Π. Τα Σ.Σχ. πρέπει να εκλέγονται σε τέτοιο αριθµό, ώστε να καλύπτουν όλο το βάθος και πλάτος της ζώνης παρατηρήσεως.

(3) Η θέση των Σ.Σχ. πρέπει να προσδιορίζεται µε τη µέγιστη δυνατή ακρίβεια, η οποία εξαρτάται από το διαθέσιµο χρόνο, τα όργανα και τη µέθοδο που θα εφαρµοσθεί.

(4) Υπό δυσµενείς καιρικές συνθήκες, όταν στο έδαφος δεν υπάρχουν κατάλληλα σηµεία, ή σε ταχέως εξελισσόµενες καταστάσεις, ο παρατηρητής µε κατάλληλο παράγγελµα µπορεί να ζητήσει µια ριπή συσχετίσεως ή ένα καπνογόνο στο κέντρο της ζώνης παρατηρήσεως του. Το µέσο σηµείο πτώσεως της ριπής ή το σηµείο πτώσεως του καπνογόνου, µπορούν να χρησιµοποιηθούν σαν Σ.Σχ.

γ. Εξοικείωση µε τη Ζώνη Παρατηρήσεως.

(1) Η πλήρης εξοικείωση του παρατηρητή µε τη ζώνη

28

παρατηρήσεως, είναι ουσιώδης προϋπόθεση για την εκτέλεση ακριβούς βολής. Η εξοικείωση αυτή γίνεται προοδευτικά, µε τη βοήθεια του χάρτη και των λεπτοµερειών του εδάφους. Κατά την εξέταση του εδάφους, ο παρατηρητής θα πρέπει να αξιολογεί τις εδαφικές λεπτοµέρειες, τόσο από πλευράς χρησιµότητας τους στη διεύθυνση της βολής (προσδιορισµός στόχων, παρατήρηση της βολής κλπ.), όσο και από πλευράς τακτικής σηµασίας. Το τελευταίο θα τον βοηθήσει να εντοπίσει τις θέσεις στις οποίες είναι πιθανό να κινηθεί ο εχθρός, δηλαδή θέσεις οι οποίες θα αποτελέσουν µελλοντικούς στόχους.

(2) Στη συνέχεια αναπτύσσονται ορισµένα θέµατα, τα οποία ο παρατηρητής πρέπει να έχει υπ' όψη του, τόσο κατά την εξοικείωση µε τη ζώνη παρατηρήσεως, όσο και κατά την εκτέλεση της παρατηρήσεως της βολής.

(α) Η ζώνη παρατηρήσεως πρέπει να εξετασθεί απ' άκρου εις άκρον. Σε αντίθεση µε τον προσανατολισµό, η εξέταση του εδάφους αρχίζει από τον εγγύς ορίζοντα και καταλήγει στο µεµακρυσµένο. Η ζώνη παρατηρήσεως χωρίζεται σε µικρότερες ζώνες και ο παρατηρητής αρχίζει τη συστηµατική εξέταση κάθε ζώνης, από αριστερά προς τα δεξιά. Επειδή η εργασία αυτή είναι επίπονη, ο παρατηρητής θα πρέπει να ξεκουράζει κατά διαστήµατα τα µάτια του.

(β) Οι περιοχές οι οποίες έχουν ανοικτό χρώµα, εξετάζονται σχετικά γρήγορα. Οπου τα χρώµατα είναι σκούρα, απαιτείται επιµελής εξέταση, διότι το έδαφος εκεί δίνει µεγαλύτερες δυνατότητες αποκρύψεως. Κάθε ύποπτο αντικείµενο, σκιά, αντανάκλαση ή φύλλωµα, το οποίο δεν ταιριάζει απόλυτα µε το περιβάλλον, πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά.

(γ) Ο παρατηρητής πρέπει να είναι τόσο πολύ εξοικειωµένος µε τη ζώνη παρατηρήσεως του, ώστε να αντιλαµβάνεται αµέσως τυχόν αλλαγές οι οποίες θα συµβούν. Ο εχθρός θα προσπαθήσει να καταλάβει µια περιοχή, χωρίς να γίνει αντιληπτός. Η παραλλαγή την οποία θα χρησιµοποιήσει, σίγουρα θα αλλάξει την εµφάνιση της περιοχής, γεγονός το οποίο δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής του παρατηρητή.

(δ) Τις περισσότερες φορές, οι εχθρικές θέσεις αποκαλύπτονται από την κίνηση. Μια τέτοια κίνηση είναι συνήθως ασήµαντη, όπως τακτοποίηση της παραλλαγής, αντανάκλαση του φωτός κλπ. και σπάνια είναι ορατή µε γυµνό µάτι. Θα αποκαλυφθεί µόνο µετά από προσεκτική παρατήρηση της ύποπτης περιοχής.

29

(ε) Σε µεγάλες αποστάσεις και κυρίως σε ορεινό έδαφος, είναι δύσκολο να εκτιµηθεί το µέγεθος µεµονωµένων αντικειµένων. Στις περιπτώσεις αυτές, το µέγεθος εκτιµάται µε σύγκριση µε άλλα αντικείµενα γνωστού µεγέθους στην περιοχή.

(στ) Τα πλέον κατάλληλα όργανα για την παρατήρηση περιοχής είναι τα δίοπτρα. Εν τούτοις, σε µεγάλες αποστάσεις είναι προτιµότερη η πυροβολαρχιακή διόπτρα, η οποία έχει το πλεονέκτηµα να παρουσιάζει τα αντικείµενα µε περισσότερο ανάγλυφη µορφή.

3. Κατάδειξη Στόχων.

α. Γενικά.

Κατάδειξη στόχου είναι η διαδικασία η οποία ακολουθείται, για να υποδειχθεί η θέση ενός σηµείου στο έδαφος. Οι µέθοδοι καταδείξεως στόχων είναι οι εξής:

(1) Με οριζόντια και κατακόρυφη απόκλιση από γνωστό σηµείο.

(2) Με τη µέθοδο του κατακόρυφου ωρολογίου. (3) Με συσχέτιση προς πανοραµατικό.

(4) Με συσχέτιση προς αεροφωτογραφία. (5) Με σκόπευση στο στόχο, µε ένα σταθερό οπτικό

όργανο.

β. Μέθοδος Οριζόντιας και Κατακόρυφης Απόκλισης από Γνωστό Σηµείο.

Η θέση οποιουδήποτε στόχου µπορεί να καταδειχθεί, µε το να µετρηθεί η οριζόντια και η κατακόρυφη απόκλιση σε χιλιοστά του στόχου αυτού από ένα γνωστό σηµείο (π.χ. ένα Σ.Σχ). Για να µετρήσει ο παρατηρητής τις αποκλίσεις, χρησιµοποιεί τα δίοπτρα του ή άλλο γωνιοµετρικό όργανο. Τα στοιχεία τα οποία πρέπει να αναφερθούν, για να καταδειχθεί ο στόχος µε τη µέθοδο αυτή, αναφωνούνται µε την εξής σειρά: "Σηµείο Συσχετίσεως τάδε (ή η διασταύρωση ή το κατεστραµµένο άρµα). ∆εξιά (ή αριστερά) τόσα χιλιοστά, Ανω (ή κάτω) τόσα χιλιοστά".

Παράδειγµα:

Ο ΒΑΠΑΡ εντοπίζει δύο όλµους και αναφωνεί "ΣΤΟΧΟΣ. ∆ΥΟ ΟΛΜΟΙ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 100 Χ 100". Χρησιµοποιεί ένα Σ.Σχ. κοντά στη θέση των

30

Σχήµα 6. Κατάδειξη Στόχου µε Οριζόντια και Κατακόρυφη

Απόκλιση από Γνωστό Σηµείο.

όλµων και αναφωνεί "ΣΗΜΕΙΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΡΑΜΜΕΝΟ ΑΡΜΑ". Με τα δίοπτρα του µετρά την οριζόντια απόκλιση του στόχου από το Σ.Σχ., ίση µε 37 χιλ. και αναφωνεί ΑΡΙΣΤΕΡΑ 37 ΧΙΛΙΟΣΤΑ". Στρέφει κατακόρυφα τα "δίοπτρα του, µετρά την κατακόρυφη απόκλιση, ίση µε 16 χιλιοστά και αναφωνεί "ΑΝΩ 16 ΧΙΛΙΟΣΤΑ".

γ. Μέθοδος του Κατακόρυφου Ωρολογίου.

Κατά τη µέθοδο αυτή, η θέση του σηµείου καταδεικνύεται ως εξής:

(1) Φανταζόµαστε την πλάκα των δεικτών ενός ωρολογίου τοποθετηµένη κατακόρυφα στο έδαφος, µε το κέντρο της επάνω σε ένα Σ.Σχ. και την ώρα 12 κατακόρυφα επάνω από το Σ.Σχ. αυτό.

(2) Η θέση οποιουδήποτε σηµείου µπορεί να εκφρασθεί σαν συνάρτηση της ώρας στην οποία ευρίσκεται και της αποκλίσεως σε χιλιοστά από το κέντρο του ωρολογίου, δηλαδή από το Σ.Σχ. Για να µετρηθεί η απόκλιση σε χιλιοστά, ο παρατηρητής πρέπει να στρέψει τα δίοπτρα του, ώστε η οριζόντια κλίµακα να περνά από το κέντρο του ωρολογίου και το σηµείο το οποίο πρόκειται να καταδείξει.

31

Σχήµα 7. Κατάδειξη Σηµείων µε τη Μέθοδο του Κατακόρυφου Ωρολογίου.

(3) Ετσι στο σχήµα 7:

το Α ευρίσκεται σε "ώρα 2 και 35 χιλιοστά", το Β ευρίσκεται σε "ώρα 3 και 30 χιλιοστά", το Γ ευρίσκεται σε "ώρα 5 και 5 χιλιοστά", το ∆ ευρίσκεται σε "ώρα 8 και 35 χιλιοστά", το Ε ευρίσκεται σε "ώρα 11 και 30 χιλιοστά", το Ζ ευρίσκεται σε "ώρα 12 και 25 χιλιοστά".

(4) Η κατάδειξη γίνεται µε τον εξής τρόπο : "ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΥ ΩΡΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΑ∆Ε (Σ.Σχ. 2, εκκλησάκι, διασταύρωση κλπ.) ∆ΕΞΙΑ (ή ΑΡΙΣΤΕΡΑ) ΩΡΑ ΤΑ∆Ε, ΤΟΣΑ ΧΙΛΙΟΣΤΑ".

Παράδειγµα:

"ΣΤΟΧΟΣ. ΤΡΙΑ ΤΟΜΠ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 Χ 100. ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΥ ΩΡΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ. ∆ΕΞΙΑ, ΩΡΑ 5, 30 ΧΙΛΙΟΣΤΑ".

Παρατήρηση: Παρ' όλο που µε την αναφώνηση της ώρας στην οποία ευρίσκεται το σηµείο είναι σαφέστατο το ότι αυτό

32

ευρίσκεται δεξιά ή αριστερά του Σ.Σχ., εν τούτοις ο παρατηρητής αναφωνεί και το "∆ΕΞΙΑ ή ΑΡΙΣΤΕΡΑ". Αυτό γίνεται µε σκοπό να στραφεί απ' ευθείας το βλέµµα αυτού που ακούει την κατάδειξη αριστερά ή δεξιά του Σ.Σχ. Σε περίπτωση που ο στόχος ευρίσκεται σε ώρα 12 ή 6, αναφωνείται "ΑΝΩ" ή "ΚΑΤΩ" αντίστοιχα.

δ. Μέθοδος Συσχετίσεως προς Πανοραµατικό.

Κατά τη µέθοδο αυτή, ο στόχος καταδεικνύεται επάνω στο πανοραµατικό και στη συνέχεια αναγνωρίζεται στο έδαφος.

ε. Μέθοδος Συσχετίσεως προς Αεροφωτογραφία.

Η µέθοδος αυτή είναι ίδια µε αυτή του πανοραµατικού, µε τη διαφορά ότι χρησιµοποιείται αεροφωτογραφία. Για το σκοπό αυτό, µπορούν να χρησιµοποιηθούν είτε κατακόρυφες, είτε πλάγιες αεροφωτογραφίες.

στ. Σκόπευση µε Σταθερό Οργανο.

Αυτή η µέθοδος είναι η καλύτερη, εφ' όσον διατίθεται οπτικό όργανο µε σταθερή βάση (αποστασιόµετρο laser, πυροβολαρχιακή διόπτρα ή γωνιόµετρο).

ζ. Επαλήθευση Καταδείξεως (Αντικατάδειξη).

Οταν καταδεικνύεται ένας στόχος, πρέπει οπωσδήποτε να γίνεται αντικατάδειξη, µε σκοπό την αποφυγή παρανοήσεως. Το πρόσωπο το οποίο άκουσε την κατάδειξη, θα πρέπει να κάνει επαλήθευση, ως εξής:

(1) Χρησιµοποιεί σαν Σ.Σχ. το στόχο, ο οποίος τώρα µόλις καταδείχθηκε και καταδεικνύει ένα άλλο χαρακτηριστικό σηµείο στην περιοχή, π.χ. "ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΥ ΩΡΟΛΟΓΙΟΥ Ο ΚΑΤΑ∆ΕΙΧΘΕΙΣ ΣΤΟΧΟΣ. ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΩΡΑ 10, 20 ΧΙΛΙΟΣΤΑ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑΣ ΛΕΥΚΟΣ ΒΡΑΧΟΣ" ή "Σ.Σχ. Ο ΚΑΤΑ∆ΕΙΧΘΕΙΣ ΣΤΟΧΟΣ. ΑΡΙΣΤΕΡΑ, 20 ΧΙΛΙΟΣΤΑ, ΚΑΤΩ 10 ΧΙΛΙΟΣΤΑ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΦΟΥΝΤΩΤΟ ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟ ∆ΕΝ∆ΡΟ".

(2) Ενας άλλος τρόπος αντικαταδείξεως, είναι η περιγραφή ενός ευδιάκριτου χαρακτηριστικού σηµείου του στόχου. Ετσι, εάν καταδείχθηκε π.χ. ένα έλατο σαν σηµείο κανονισµού, η αντικατάδειξη θα µπορούσε να είναι: "ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΛΑΤΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΛΕΥΚΗ ΠΕΤΡΑ".

33

η. Παράδειγµα Καταδείξεως Στόχων για Ενηµέρωση του Παρατηρητή.

"ΣΗΜΕΙΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ Η ΚΟΛΩΝΑ ΤΗΣ ∆ΕΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ. ΑΝΩ, ΩΡΑ 12, 20 ΧΙΛΙΟΣΤΑ, ΕΥΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΙΑ ΛΕΥΚΗ ΑΓΡΟΙΚΙΑ. ∆ΕΞΙΑ, ΩΡΑ 2, 55 ΧΙΛΙΟΣΤΑ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟ ΦΟΥΝΤΩΤΟ ∆ΕΝ∆ΡΟ. ΤΟ ∆ΕΝ∆ΡΟ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ Σ.Σχ. 1".

"ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΥ ΩΡΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟ Σ.Σχ. 1. ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΩΡΑ 8, 85 ΧΙΛΙΟΣΤΑ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑΣ ΣΩΡΟΣ ΑΠΟ ΠΕΤΡΕΣ, ΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΜΕΝΟ ΑΓΡΟ. ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ Σ.Σχ. 2. ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΥ ΩΡΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟ Σ.Σχ. 2. ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΩΡΑ 10, 45 ΧΙΛΙΟΣΤΑ, ΕΥΡΙΣΚΕΤΑΙ ΕΝΑΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΒΡΑΧΟΣ, ΣΤΟ ΧΕΡΣΟ ΑΓΡΟ. ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ Σ.Σχ. 3".

"Σ.Σχ. 3. ΑΡΙΣΤΕΡΑ 15 ΧΙΛΙΟΣΤΑ. ΚΑΤΩ 12 ΧΙΛΙΟΣΤΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΣΤΑ∆Α ∆ΕΝ∆ΡΩΝ. ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΣΥΣΤΑ∆Α ΑΥΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΝ 4 ΒΑΡΕΙΣ ΟΛΜΟΙ. ΕΙΝΑΙ Ο ΣΤΟΧΟΣ Β∆ 7123".

Με τον τρόπο αυτό, ξεκινώντας ο παρατηρητής από µια αφετηρία και χρησιµοποιώντας τους διάφορους τρόπους καταδείξεως στόχων, µπορεί να κάνει πλήρη ενηµέρωση στη ζώνη παρατηρήσεως του.

4. Προπαρασκευή και Χρησιµοποίηση Ριπιδίου Παρατηρητή.

α. Περιγραφή.

Το ριπίδιο του παρατηρητή (Σχ. 8) είναι ένας διαφανής αναγωγέας, ο οποίος βοηθά τον παρατηρητή να τοποθετήσει στο χάρτη του σηµεία τα οποία βλέπει στο έδαφος. Είναι ένα σπουδαίο βοήθηµα για τον προσδιορισµό της θέσεως των στόχων, µε πολικές ή ορθογώνιες συντεταγµένες. ∆ιαθέτει δεκαεπτά (17) ακτινοειδείς γραµµές, οι οποίες είναι σχεδιασµένες ανά 100 χιλιοστά και καλύπτει συνολικά τοµέα 1600 χιλ. Οι αποστάσεις από το ΠΑΡ παριστάνονται µε τόξα ανά 500 µέτρα, από 1000 έως 6000 µέτρα, σε κλίµακα 1:50.000. Τα τόξα αυτά δε φαίνονται ολόκληρα επάνω στο ριπίδιο, παρά µόνο οι τοµές τους µε τις ακτινοειδείς γραµµές. Μόλις ο παρατηρητής προσδιορίσει τη διεύθυνση προς ένα στόχο, µπορεί να χρησιµοποιήσει το χάρτη του και το ριπίδιο, για να προσδιορίσει την απόσταση προς το στόχο αυτό.

34

Σχήµα 8. Ριπίδιο Παρατηρητή.

β. Προπαρασκευή.

Το ριπίδιο του παρατηρητή, το οποίο χορηγείται από την Υπηρεσία, όπως αναφέρθηκε προηγουµένως είναι υπό κλίµακα 1:50.000. Εάν ο παρατηρητής χρησιµοποιεί χάρτη µε διαφορετική κλίµακα, θα πρέπει να τροποποιήσει τις βαθµονοµίες του ριπιδίου, ώστε αυτές να ανταποκρίνονται στην κλίµακα του χάρτη.

(1) Τοποθετεί το ριπίδιο στο χάρτη, µε την ακµή του στη θέση του ΠΑΡ.

(2) Το περιστρέφει, ώστε η κεντρική ακτίνα του να περνά από το περίπου κέντρο της ζώνης παρατηρήσεως του.

(3) Στη συνέχεια το στρέφει λίγο, είτε προς τα αριστερά, είτε προς τα δεξιά, µε σκοπό µία από τις ακτίνες του να παραλληλισθεί µε οποιοδήποτε άξονα τετραγωνισµού του χάρτη (χ ή y).

(4) Τέλος, το σταθεροποιεί στη θέση αυτή και βάσει του διαβήµατος του άξονα τετραγωνισµού (1600, 3200, 4800, 6400) το αριθµίζει κατάλληλα, ανά 200 χιλ., µε µολύβι ή µαρκαδόρο ζελατίνης (υπ' όψη ότι το διάθηµα αυξάνεται προς τα δεξιά και ελαττώνεται προς τα αριστερά). Η αρίθµηση ανά 100 χιλ., εκτός του ότι δεν είναι απαραίτητη,

35

κάνει δυσανάγνωστο το ριπίδιο (Σχ. 9).

Σχήµα 9. Ριπίδιο ΠΑΡ Τοποθετηµένο στο Χάρτη.

γ. Χρησιµοποίηση.

(1) Μετράται το ∆θ προς το στόχο, µε οποιοδήποτε τρόπο.

(2) Εκτιµάται η απόσταση ΠΑΡ - Στόχος.

(3) Προσδιορίζονται οι δύο ακτίνες του ριπιδίου, µεταξύ των οποίων ευρίσκεται to ∆θ ΠΑΡ - Στόχος (π.χ. το ∆θ του στόχου Β∆ 7124 είναι 650 χιλ. και ευρίσκεται µεταξύ των γραµµών µε ∆θ 600 και 700). Φέρεται νοητά η ευθεία του διαβήµατος του στόχου.

(4) Με τη βοήθεια των τόξων του ριπιδίου, προσδιορίζεται η απόσταση του στόχου, επάνω στη νοητή ακτίνα του διαθήµατος του στόχου. Το σηµείο αυτό είναι η περίπου θέση του στόχου στο χάρτη.

(5) Στη συνέχεια, για να προσδιορισθεί η ακριβής θέση του στόχου, γίνεται µελέτη των επιπεδοµετρικών λεπτοµερειών του εδάφους, σε σύγκριση µε το χάρτη.

(6) Τέλος, προσδιορίζονται από το χάρτη οι

36

ορθογώνιες ή οι πολικές συντεταγµένες του στόχου (Κεφ. Γ).

Παρατήρηση: Σε περίπτωση κατά την οποία ο παρατηρητής δεν διαθέτει ριπίδιο ΠΑΡ, µπορεί να χαράξει στο χάρτη του ακτίνες ανά 100 χιλ., σχεδιάζοντας έτσι ένα υποτυπώδες ριπίδιο.

5. Σιωπηρά Επισήµανση.

Σιωπηρά επισήµανση είναι προετοιµασία του παρατηρητή, κατά την οποία προσδιορίζει στοιχεία, τα οποία θα τον βοηθήσουν κατά την προσβολή των στόχων. Τα στοιχεία αυτά είναι στην ουσία στοιχεία στόχων απαραίτητα στο Κ∆Π, (π.χ. διάθηµα, συντεταγµένες, υψόµετρο, συσχετίσεις προς γνωστά σηµεία κλπ.), τα οποία ο παρατηρητής προσδιορίζει εκ των προτέρων (εφ' όσον διαθέτει χρόνο), για πιθανούς µελλοντικούς στόχους στη ζώνη παρατηρήσεως του. Οι στόχοι αυτοί, συνήθως υποδεικνύονται από τον υποστηριζόµενο ∆κτή Λόχου/Ιλης ή προσδιορίζονται από τον ίδιο τον παρατηρητή, βάσει της γνώσεως την οποία απέκτησε κατά τη µελέτη του εδάφους. Τα αποτελέσµατα της σιωπηρός επισηµάνσεως καταγράφονται στο αντίστοιχο έντυπο και στο πανοραµατικό ή στο σκαρίφηµα του παρατηρητή. Οσο πιο πλήρης είναι η σιωπηρά επισήµανση, τόσο πιο έγκαιρη και ακριβής θα είναι η προσβολή των στόχων. Η σιωπηρά επισήµανση πρέπει να συνεχίζεται, µέχρις ότου καλυφθεί ολόκληρη η ζώνη παρατηρήσεως. Εύλογο είναι βέβαια, ότι η παραπάνω εργασία είναι συνάρτηση του διατιθέµενου χρόνου και της τακτικής καταστάσεως.

α. Εντυπο Σιωπηρός Επισηµάνσεως.

Στο έντυπο αυτό, ο παρατηρητής συµπληρώνει τα στοιχεία τα οποία προσδιορίζει για κάθε σηµείο ή στόχο της ζώνης παρατηρήσεως του. Στο παράρτηµα "∆" υπάρχει λευκό έντυπο σιωπηρός επισηµάνσεως, για αναπαραγωγή.

β. Πανοραµατικό.

(1) Γενικά.

Το πανοραµατικό (Σχ. 11) είναι µια γραφική αναπαράσταση υπό κλίµακα της µορφής του εδάφους, όπως αυτό φαίνεται από το παρατηρητήριο. Η σχεδίαση του απαιτεί αρκετό χρόνο και είναι πιο εύκολη, όταν γίνεται σε µιλλιµετρέ χαρτί. Ενα πανοραµατικό πρέπει να περιλαµβάνει:

(α) Τη γραµµή του ορίζοντα.

37

(β) Ενδιάµεσους προκαλύπτοντες όγκους. (γ) ∆ιάφορα χαρακτηριστικά του εδάφους, όπως

βλάστηση, υδατογραφία κλπ. (δ) Τεχνητά έργα, όπως κτίρια, δρόµους, γέφυρες,

κολώνες ηλεκτρικού ρεύµατος, σιδηροδροµικές γραµµές κλπ. (ε) Τυχόν υπάρχοντες στόχους, Σ.Σχ., σηµεία πιθανής

δραστηριότητας κλπ. (στ) Τέλος, τα στοιχεία τα οποία προσδιορίσθηκαν

από τον παρατηρητή, για τα παραπάνω σηµεία.

ΜΟΙΡΑ: ..................... ΠΑΠ: .................... ΣΥΝΝΕΣ .....................

ΕΝΤΥΠΟ ΣΙΩΠΗΡΑΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ

α/α Περιγραφή Στόχου

∆θ από το ΠΑΡ

Από-σταση Παρατ.

Απόσταση Παρατ. (1000 µ.)

ΓΘ από το ΠΑΡ

Συννες Υψό-µετρο

Υψοµ. ∆ιαφ.

1 Λεύκα 1830 2900 2.9 -13 269856 140 -40

2 ∆ιασταύ-ρωση 2020 4200 4.2 -16 283844 110 -70

3 Κατεστραµµένο άρµα 1670 3100 3.1 -15 273861 135 -45

4 Αποθήκη 2110 2300 2.3 -8 261848 160 -20

5 Συστάδα ∆ένδρων (δεξιά)

1850 3900 3.9 -14 279852 125 -55

6 Ασπρος Βράχος 1510 2100 2.1 -8 261868 165 -15

Σχήµα 10. Εντυπο Σιωπηρός Επισηµάνσεως.

(2) Χρησιµοποίηση Πανοραµατικού:

Το πανοραµατικό χρησιµοποιείται:

(α) Για την καταγραφή στοιχείων τα οποία προσδιορίσθηκαν κατά τη σιωπηρά επισήµανση ή κατά τη βολή, για µελλοντική εκµετάλλευση (προσβολή στόχων).

(β) Σαν βοήθηµα για την κατάδειξη στόχων ή για την ενηµέρωση οποιουδήποτε στη ζώνη παρατηρήσεως.

38

Σχήµα 11. Πανοραµατικό.

(3) Βασικές Αρχές Σχεδιάσεως Πανοραµατικού.

Κατά τη σχεδίαση ενός πανοραµατικού, πρέπει να τηρούνται οι παρακάτω αρχές:

(α) Πριν αρχίσει η σχεδίαση, πρέπει να γίνεται επιµεληµένη µελέτη του εδάφους µε γυµνό οφθαλµό και µε τα δίοπτρα.

(β) Πρέπει να χαρακτηρίζεται από απλότητα και σαφήνεια. Οσο λιγότερες εδαφικές λεπτοµέρειες περιλαµβάνει, τόσο σαφέστερο και πιο εύχρηστο γίνεται. Πρέπει να αποφεύγονται οι καλλιτεχνικές διακοσµήσεις.

(γ) Η κλίµακα του πρέπει να είναι µεγαλύτερη, όταν πρόκειται να σχεδιασθούν πολλές εδαφικές λεπτοµέρειες.

(δ) Οταν το έδαφος παρουσιάζει µικρές διακυµάνσεις, η κατακόρυφη κλίµακα πρέπει να είναι διπλάσια, τριπλάσια ή και τετραπλάσια της οριζόντιας (υπερυψωµένο πανοραµατικό).

(ε) Στην αρχή, οι γραµµές χαράσσονται µαλακά και στη συνέχεια δίνεται στερεοσκοπική µορφή στο πανοραµατικό, µε διαφορετικό τονισµό. Ο εγγύς ορίζοντας σχεδιάζεται εντονότερα του

39

µεµακρυσµένου, ενώ οι ενδιάµεσοι αναλογικά. (στ) Οι εδαφικές λεπτοµέρειες αποδίδονται µε πιστή

απεικόνιση της µορφής τους, εκτός από ορισµένες οι οποίες σχεδιάζονται µε τον παρακάτω συµβατικό τρόπο:

1/ Τα δάση και οι συστάδες δένδρων παριστάνονται µε την περίµετρο τους και µε κατακόρυφες γραµµές πυκνότητας ανάλογης µε την απόσταση τους από το ΠΑΡ. Οσο πιο µακριά είναι, τόσο πυκνότερες σχεδιάζονται οι κατακόρυφες γραµµές.

2/ Οι πόλεις και τα χωριά απεικονίζονται µε την περίµετρο τους και µε οριζόντιες και κατακόρυφες γραµµές. Απεικονίζεται επίσης η περίµετρος των κυριωτέρων κτιρίων.

(4) Κατασκευή Πανοραµατικού.

Οπως αναφέρθηκε παραπάνω, για την κατασκευή του πανοραµατικού προτιµάται η χρησιµοποίηση µιλλιµετρέ χαρτιού, ώστε να διευκολύνονται οι µετρήσεις, τόσο κατά τη σχεδίαση του πανοραµατικού όσο και κατά την ανάγνωση του. Στο επάνω µέρος του χαρτιού αφήνεται αρκετό περιθώριο, για την καταγραφή των στοιχείων τα οποία µετρώνται από τον παρατηρητή. Οι διαδοχικές εργασίες του παρατηρητή για την κατασκευή του είναι οι εξής:

(α) Μετρά µε ένα γωνιοµετρικό όργανο το εύρος της ζώνης παρατηρήσεως.

(β) Επιλέγει ένα σηµείο στο κέντρο της ζώνης παρατηρήσεως, κατά διεύθυνση και καθ' ύψος. Το σηµείο αυτό ονοµάζεται σηµείο βάσεως και το χρησιµοποιεί σαν αφετηρία για τη µέτρηση οριζοντίων και κατακόρυφων αποκλίσεων σε χιλιοστά, των σηµείων τα οποία πρόκειται να σχεδιάσει.

(γ) Επιλέγει τις κλίµακες του πανοραµατικού και καθορίζει το µέγεθος του χαρτιού το οποίο θα χρησιµοποιήσει.

(δ) Σηµειώνει στο χαρτί υπό κλίµακα το εύρος της ζώνης παρατηρήσεως και σχεδιάζει την περίµετρο του πανοραµατικού, βάσει των διαθηµάτων και των κατακόρυφων γωνιών της περιοχής που πρόκειται να σχεδιάσει.

(ε) Επιλέγει τα πιο χαρακτηριστικά σηµεία του εδάφους, τα οποία θα αποτελέσουν το σκελετό του πανοραµατικού. Τοποθετεί τα σηµεία αυτά στο πανοραµατικό, µε βάση το διάθηµα και την

40

κατακόρυφη γωνία που µέτρησε στο έδαφος.

(στ) Στη συνέχεια αποδίδει τη µορφή του εδάφους, σχεδιάζοντας το µεµακρυσµένο ορίζοντα και τις κύριες εδαφικές λεπτοµέρειες.

(ζ) Τοποθετεί τα Σ.Σχ., πιθανούς στόχους, στόχους που τυχόν ήδη έχουν προσβληθεί και τις άλλες εδαφικές λεπτοµέρειες.

(η) Τέλος, καταγράφει στο πανοραµατικό τα στοιχεία που τον ενδιαφέρουν για κάθε ένα σηµείο, µε τη χρησιµοποίηση ενός Τ. Στην κορυφή του Τ αναγράφεται το όνοµα του σηµείου (π.χ. Σ.Σχ. 2 ή Β∆ 7125 ή Αγροικία), ενώ αριστερά και δεξιά του τα στοιχεία τα οποία µέτρησε (διάθηµα, απόσταση, υψόµετρο και συντεταγµένες).

(θ) Ολες οι πληροφορίες οι οποίες θα περιληφθούν, πρέπει να είναι καθαρογραµµένες και οργανωµένες έτσι, ώστε να µην δηµιουργείται σύγχιση.

(ι) Τέλος, το πανοραµατικό θα πρέπει να ανανεώνεται συνεχώς, µε το να περιλαµβάνονται νέοι στόχοι, ανασχέσεις και µέτρα συντονισµού πυρών υποστηρίξεως.

Παρατήρηση: Τα πανοραµατικά τα οποία κατασκευάζονται από τον καιρό της ειρήνης θα ήταν καλό να είναι φωτογραφίες της περιοχής, ώστε η ενηµέρωση του παρατηρητή να είναι η πλέον ρεαλιστική. Για τη λήψη των φωτογραφιών θα πρέπει να χρησιµοποιείται ευρυγώνιος φακός, ώστε να φωτογραφίζεται ολόκληρη η περιοχή. Σε περίπτωση κατά την οποία δεν είναι δυνατή η κάλυψη ολόκληρης της περιοχής µε µια φωτογραφία, πρέπει να χρησιµοποιηθεί τρίποδας για να φωτογραφηθεί ολόκληρη η ζώνη παρατηρήσεως και οι φωτογραφίες πρέπει να έχουν κάποια επικάλυψη, ώστε να µπορούν να συγκολληθούν και να αποτελέσουν ενιαίο σύνολο. Τα στοιχεία των σηµείων που µετρώνται από το παρατηρητήριο δεν πρέπει να αναγράφονται επάνω στη φωτογραφία, αλλά σε χαρτόνι, επάνω στο οποίο πρέπει να επικολληθεί η φωτογραφία. Τέλος, η λήψη της φωτογραφίας πρέπει να γίνεται µε τη φωτογραφική µηχανή τοποθετηµένη στο ακριβές σηµείο, όπου θα ευρίσκονται τα µάτια του παρατηρητή σε µία πραγµατική κατάσταση, διότι διαφορετικά η φωτο-γραφία δεν θα ανταποκρίνεται σε αυτά που βλέπει ο παρατηρητής. Πανοραµατικά µε επικαλυπτόµενες φωτογραφίες θα πρέπει να κατασκευάζονται για τη θέση κάθε παρατηρητηρίου.

41

γ. Σκαρίφηµα Παρατηρητή.

(1) Οταν προβλέπονται συχνές µετακινήσεις του παρατηρητή και δεν διατίθεται αρκετός χρόνος για την κατασκευή πανοραµατικού, τότε σχεδιάζεται σκαρίφηµα (Σχ. 12).

(2) Αυτό είναι ένα πρόχειρο σχέδιο, στο οποίο φαίνεται η ζώνη παρατηρήσεως υπό κλίµακα, κατά προσέγγιση.

Σχήµα 12. Σκαρίφηµα Παρατηρητή.

6. ∆ιάγραµµα Φαινοµένων και µη Ζωνών.

α. Το διάγραµµα φαινοµένων και µη ζωνών (Σχ. 13) είναι ένα διάγραµµα της ζώνης παρατηρήσεως, το οποίο σχεδιάζεται σε διαφανές, µε την κλίµακα του χρησιµοποιούµενου χάρτη. Στο διάγραµµα αυτό φαίνονται τα τµήµατα της ζώνης παρατηρήσεως, τα οποία δεν είναι ορατά από το παρατηρητήριο. Κατασκευάζεται από το προσωπικό της οµάδας ΠΑΡ.

β. Ο κύριος λόγος για τον οποίο κατασκευάζεται, είναι για να ελεγχθεί εάν υπάρχουν µη φαινόµενες ζώνες στη ζώνη ενεργείας της υποστηριζοµένης Μονάδας. Ετσι, εάν κάποιο τµήµα της δεν καλύπτεται από παρατήρηση, είναι δυνατόν να προσδιορισθούν καταλληλότερες θέσεις για την ανάπτυξη των παρατηρητηρίων ή να ανατεθεί η παρατήρηση τους σε άλλα όργανα.

42

Σχήµα 13. ∆ιάγραµµα Φαινοµένων και µη Ζωνών.

γ. Το διάγραµµα φαινοµένων και µη ζωνών µπορεί να χρησιµοποιηθεί και σαν µέσο ελέγχου της θέσεως των στόχων που αναφέρει ο παρατηρητής. Ετσι, εάν ο στόχος που προσδιορίζει ο παρατηρητής ευρίσκεται σε µη φαινόµενη ζώνη, είναι προφανές ότι τα στοιχεία προσδιορισµού του είναι εσφαλµένα.

δ. Η σχεδίαση του διαγράµµατος βασίζεται στη σχεδίαση κατατοµών του εδάφους (Σχ. 14). Ο τρόπος σχεδιάσεως µιας κατατοµής περιγράφεται µε λεπτοµέρεια στο ΤΕ 8-202 (Τοπογραφία Πυροβολικού). Για την κατασκευή του διαγράµµατος φαινοµένων και µη ζωνών, χαράσσονται από το παρατηρητήριο ακτίνες οι οποίες να καλύπτουν τη ζώνη παρατηρήσεως και να µην απέχουν µεταξύ τους περισσότερο από 100 χιλιοστά, εκτός εάν το έδαφος είναι πολύ οµαλό. Αφού σχεδιασθούν κατατοµές κατά µήκος κάθε ακτίνας, χαράσσονται ευθείες γραµµές από το ΠΑΡ προς τα ψηλότερα σηµεία της κάθε κατατοµής. Στο σχήµα 14 φαίνονται καθαρά οι µη φαινόµενες ζώνες από τη θέση του

43

Σχήµα 14. Κατατοµή Εδάφους.

44

παρατηρητηρίου. Οι προβολές των µη φαινοµένων ζωνών [ευθεία (α)] µεταφέρονται κατάλληλα στον χάρτη ή σε διαφανές, ενώνονται τα αντίστοιχα σηµεία και έτσι παράγεται το διάγραµµα φαινοµένων και µη ζωνών του σχήµατος 13.

45

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΧΩΝ

ΤΜΗΜΑ 6 ΜΕΤΡΗΣΗ ∆ΙΑΘΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΓΩΝΙΩΝ

1. Γενικά.

Ο προσδιορισµός της διευθύνσεως στην οποία ευρίσκεται ένας στόχος, καθώς και η µέτρηση γωνιών είναι γνώσεις τις οποίες απαραίτητα πρέπει να διαθέτει ο παρατηρητής, για να φέρει σε πέρας οποιαδήποτε αποστολή βολής. Θα του χρησιµεύσουν για να προσανατολισθεί, να συσχετίσει το έδαφος µε το χάρτη του, να προσδιορίσει τη θέση του στόχου και να εκτελέσει κανονισµό της βολής.

2. Ορισµός του ∆ιαβήµατος (∆θ).

∆ιάθηµα (∆θ) είναι η οριζόντια, δεξιόστροφη γωνία, η οποία µετράται από το Βορρά Τετραγωνισµού (ΒΤ) προς τη δοθείσα διεύθυνση.

Σχήµα 15. Ορισµός του ∆ιαβήµατος.

46

3. Μέτρηση ∆θ µε Γωνιοµετρικά Οργανα.

Η µέτρηση ∆θ µπορεί να γίνει µε γωνιοµετρικά όργανα, όπως το γωνιόµετρο (Γ/Μ) Μ2, η πυροβολαρχιακή διόπτρα και το αποστασία µέτρο laser. Τα όργανα αυτά παρέχουν υψηλή ακρίβεια για τις ανάγκες της βολής, ενώ ταυτόχρονα διευκολύνουν τις εργασίες του παρατηρητή. Για να µπορέσει ο παρατηρητής να µετρήσει ∆θ µε τα όργανα αυτά, θα πρέπει να τα προσανατολίσει στο ΒΤ. Στη συνέχεια, αφού σκοπεύσει µε τον ανώτερο µηχανισµό προς οποιαδήποτε διεύθυνση, διαβάζει απ' ευθείας το ∆θ της διευθύνσεως αυτής, από την γωνιοµετρική κλίµακα του οργάνου.

4. Μέτρηση ∆θ µε Πυξίδα.

Χρησιµοποιώντας την πυξίδα Μ2 ο παρατηρητής εκτελεί µετρήσεις µε ακρίβεια 10 χιλ. Καλό θα είναι να προσδιορίζεται η Σταθερή Απόκλιση (ΣΑΟ) ανά τακτά χρονικά διαστήµατα και να τοποθετείται επάνω στην πυξίδα, ώστε ο παρατηρητής να µετρά απ' ευθείας διαβήµατα. Ο παρατηρητής πρέπει να λαµβάνει υπ' όψη του ότι οι µετρήσεις επηρεάζονται, όταν γίνονται κοντά σε σταθµούς ασυρµάτου (Σ/Α) ή σε µεγάλες συγκεντρώσεις µετάλλου (π.χ. οχήµατα, άρµατα κλπ.). Ακόµη και το εξωτερικό κράνος το οποίο φέρει ο παρατηρητής επιδρά στην παρεχόµενη ακρίβεια.

5. Μέτρηση ∆θ µε τη Βοήθεια µιας Γραµµής Γνωστού ∆θ.

Σχήµα 16. Μέτρηση ∆θ µε τη Βοήθεια Γραµµής Γνωστού ∆θ.

Εάν ο παρατηρητής γνωρίζει το ∆θ προς ένα σηµείο, µπορεί εύκολα να προσδιορίσει το ∆θ άλλων σηµείων. Αυτό που έχει να κάνει είναι

47

να µετρήσει την γωνιακή απόκλιση µεταξύ των δύο σηµείων και να την εφαρµόσει στο ∆θ του γνωστού σηµείου. Εάν το σηµείο αγνώστου ∆θ ευρίσκεται δεξιά προσθέτει τη γωνιακή απόκλιση, ενώ εάν είναι αριστερά την αφαιρεί. Αυτό γίνεται διότι το ∆θ αυξάνει προς τα δεξιά, ενώ ελαττώνεται προς τα αριστερά. Η µέτρηση της γωνιακής αποκλίσεως γίνεται µε τα δίοπτρα, τα δάκτυλα και την παλάµη κλπ.

Παραδείγµατα:

Ο παρατηρητής γνωρίζει ότι το ∆θ προς ένα µεµονωµένο φουντωτό δένδρο είναι 4130 χιλ. (Σχ. 16).

α. Θέλει να προσδιορίσει το ∆θ προς ένα στόχο, ο οποίος ευρίσκεται δεξιά του φουντωτού δένδρου. Με τα δίοπτρα του µετρά τη γωνιακή απόκλιση φουντωτού δένδρου - στόχου ίση µε 18 χιλ.

Αρα ∆θ προς το στόχο = 4130 + 18 = 4148 ~ 4150 χιλ.

β. Θέλει να προσδιορίσει το ∆θ προς ένα άλλο στόχο, ο οποίος ευρίσκεται αριστερά του φουντωτού δένδρου. Με τα δίοπτρα του µετρά τη γωνιακή απόκλιση ίση µε 74 χιλ.

Αρα ∆θ προς το στόχο = 4130 - 74 = 4056 ~ 4060 χιλ.

6. Μέτρηση ∆θ από το Χάρτη.

Σχήµα 17. Μέτρηση ∆θ µε Αναγωγέα.

α. Η θέση του παρατηρητηρίου είναι ήδη τοποθετηµένη στο

48

χάρτη του παρατηρητή. Εάν τοποθετηθεί και η θέση του στόχου, τότε µε τη βοήθεια του αναγωγέα µπορεί πολύ εύκολα να µετρηθεί το ∆θ προς το στόχο.

Παρατήρηση: Στο µέσο της οριζόντιας κλίµακας του αναγωγέα, υπάρχει συνήθως εκ κατασκευής µία µικρή οπή. Ο παρατηρητής διευκολύνεται στη µέτρηση ∆θ, εάν περάσει από την οπή αυτή µια κλωστή, µε την οποία θα υλοποιεί τη διεύθυνση του στόχου, κάθε φορά που θέλει να µετρήσει ένα ∆θ.

Σχήµα 18. Μέτρηση ∆θ µε το Ριπίδιο του Παρατηρητή.

β. Ο πιο εύκολος τρόπος µετρήσεως ∆θ από το χάρτη, είναι µε το ριπίδιο του παρατηρητή. Ο παρατηρητής σταθεροποιεί το ριπίδιο επάνω στο διαφανές του χάρτη µε σελοτέιπ κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ολόκληρη η ζώνη παρατηρήσεως του να περιλαµβάνεται µεταξύ των ακραίων γραµµών του ριπιδίου και στη συνέχεια το αριθµεί κατάλληλα, όπως περιγράφεται στο τµήµα 5, παραγρ. 4. Οταν θελήσει να µετρήσει το ∆θ προς ένα σηµείο, τοποθετεί το σηµείο αυτό στο χάρτη του και

49

προσδιορίζει το ∆θ του, µε οπτική παρεµβολή, βάσει των ∆θ των ακτινοειδών γραµµών του ριπιδίου.

7. Μέτρηση Γωνιών.

α. Για να µετρήσει οριζόντιες γωνίες ο παρατηρητής χρησιµοποιεί συνήθως ένα γωνιοµετρικό όργανο, όπως τα δίοπτρα (κυάλια), το γωνιόµετρο (Γ/Μ), την πυροβολαρχιακή διόπτρα ή το αποστασιόµετρο -Γ/Μ laser. Μπορεί επίσης να κάνει ταχεία µέτρηση µιας γωνίας, χρησιµοποιώντας σαν γωνιοµετρική συσκευή τα δάκτυλα και την παλάµη του ή άλλα αντικείµενα (υποδεκάµετρο κλπ.), µε την προϋπόθεση ότι τηρεί το χέρι του εντελώς τεντωµένο και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε αυτό να ευρίσκεται πάντοτε σε συγκεκριµένη απόσταση από το µάτι του. Για να εκτελέσει ο παρατηρητής µέτρηση γωνίας µε τα δάκτυλα και την παλάµη, θα πρέπει προηγουµένως να έχει προσδιορίσει τις γωνίες τις οποίες υποτείνουν. Σηµειωτέον ότι οι υποτεινόµενες γωνίες από τα δάκτυλα και την παλάµη είναι διαφορετικές από άτοµο σε άτοµο.

Σχήµα 19. Μέτρηση Γωνιών µε τα ∆άκτυλα και την Παλάµη.

β. Η µέτρηση κατακορύφων γωνιών γίνεται µε τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως και οι οριζόντιες. Η µόνη διαφοροποίηση είναι ότι όταν χρησιµοποιούνται γωνιοµετρικό όργανα η µέτρηση γίνεται µε τις κατακόρυφες κλίµακες των οργάνων αυτών. Η κατακόρυφη κλίµακα των διόπτρων δεν χρησιµοποιείται ποτέ για µέτρηση γωνιών. Για να γίνει µέτρηση κατακορύφου γωνίας µε τα δίοπτρα, ο παρατηρητής τα στρέφει κατά 90 µοίρες και χρησιµοποιεί την οριζόντια κλίµακα.

50

ΤΜΗΜΑ 7 ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ

1. Μέτρηση µε Αποστασιόµετρο Laser.

Είναι η πλέον ακριβής µέθοδος προσδιορισµού µιας αποστάσεως. Ο παρατηρητής δεν έχει παρά να στρέψει την κεφαλή του οργάνου προς το στόχο, να τοποθετήσει το νηµατόσταυρο στό κέντρο του στόχου χρησιµοποιώντας την εξωτερική σκόπευση και να πατήσει το αντίστοιχο κοµβίο. Τότε στην οθόνη του αποστασιοµέτρου θα εµφανισθεί η απόσταση του σηµείου που σκοπεύεται, µε ακρίβεια 5 µέτρων, Η ακρίβεια αυτή θεωρείται ικανοποιητική για τα δεδοµένα της βολής.

2. Προσδιορισµός Αποστάσεως µε τον Ηχο.

α. Οπως είναι γνωστό, η ταχύτητα του ήχου στον αέρα υπό κανονικές συνθήκες είναι περίπου 340 µέτρα ανά δευτερόλεπτο. Παρ' όλο του ότι οι διαφορές θερµοκρασίας και ο άνεµος διαφοροποιούν την ταχύτητα αυτή κατά µικρό ποσοστό, ο παρατηρητής θεωρεί για πρακτικούς λόγους ότι η ταχύτητα του ήχου είναι 350 µ/δλ.

β. Κατά τη µέθοδο αυτή, ο παρατηρητής µετρά το χρόνο ο οποίος µεσολαβεί από τη στιγµή που θα δει τη λάµψη µιας διαρρήξεως, µέχρις ότου ακούσει τον ήχο της ίδιας διαρρήξεως. Ο υπολογισµός της αποστάσεως παρουσιάζει αρκετή ακρίβεια, µόνον εάν γίνει ορθή µέτρηση του χρόνου. Αυτή µπορεί να γίνει µε ένα χρονόµετρο ή ένα ρολόι. Στην ανάγκη ο παρατηρητής µπορεί να µετρήσει το χρόνο σε δευτερόλεπτα, µετρώντας µε ελαφρά αργό ρυθµό: "χίλια ένα, χίλια δύο, χίλια τρία κλπ." Στη συνέχεια πολλαπλασιάζει το χρόνο σε δευτερόλεπτα που µέτρησε επί 350 και έτσι προσδιορίζει την απόσταση σε µέτρα.

γ. Η µέθοδος αυτή µπορεί να χρησιµοποιηθεί και για τον προσδιορισµό της αποστάσεως εχθρικών όπλων, των οποίων βλέπει τη λάµψη και ακούει την εκπυρσοκρότηση.

δ. Παραδείγµατα:

(1) Ο παρατηρητής βλέπει µια διάρρηξη και ταυτό-

51

χρονα αρχίζει µε το ρολόι του να µετρά το χρόνο, µέχρις ότου ακούσει τον κρότο της διαρρήξεως. Εστω ότι µέτρησε 4 δευτερόλεπτα. Τότε το βλήµα διερράγη σε απόσταση 350 Χ 4 = 1400 µέτρα από τη θέση του.

(2) Ο παρατηρητής βλέπει την πυροδότηση του βλήµατος ενός όλµου και µετρά το χρόνο, µέχρις ότου ακούσει τον ήχο της πυροδοτήσεως, ίσο µε 9 δευτερόλεπτα. Τότε η απόσταση του όλµου είναι 350 Χ 9 = 3150 ~ 3200 µέτρα από τη θέση του.

3. Εκτίµηση Αποστάσεων.

α. Η εκτίµηση της αποστάσεως ενός σηµείου από το παρατηρητήριο δεν είναι τόσο εύκολη διαδικασία και ιδιαιτέρως όταν το παρατηρητήριο δεν έχει δεσπόζουσα θέα, ή όταν το έδαφος είναι διακεκοµµένο. Στις περιπτώσεις αυτές τα βοηθήµατα τα οποία έχει προετοιµάσει ο παρατηρητής (πανοραµατικό), η καλή γνώση του εδάφους και η εκπαίδευση του αποτελούν σηµαντικούς παράγοντες για τον προσδιορισµό των αποστάσεων µε ακρίβεια. Η ανάλυση των λεπτοµερειών του εδάφους σε σύγκριση µε αυτές του χάρτη είναι απαραίτητη και διευκολύνει την εκτίµηση. Ο παρατηρητής θα πρέπει να κινηθεί νοερά από το παρατηρητήριο µέχρι το στόχο, ενώ ταυτόχρονα να συγκρίνει τα χαρακτηριστικά σηµεία τα οποία συναντά, µε αυτά που φαίνονται στο χάρτη, επάνω στην ίδια διεύθυνση.

β. Ο παρατηρητής µπορεί επίσης να προσδιορίσει την απόσταση προς ένα σηµείο, εκτελώντας συσχέτιση µε κάποιο άλλο σηµείο, του οποίου έχει ήδη προσδιορίσει την απόσταση. Τοποθετεί στο πανοραµατικό του το σηµείο αυτό και συγκρίνει την απόσταση του µε τις αποστάσεις των παραπλήσιων σηµείων.

γ. Εάν δεν έχει προλάβει να σχεδιάσει πανοραµατικό, θα κάνει εκτίµηση της αποστάσεως, µε µόνη βοήθεια το χάρτη του. Στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να έχει κατά νου τα εξής:

(1) Οι αποστάσεις υποεκτιµώνται, όταν η παρατήρηση γίνεται:

(α) Σε συνθήκες καλού φωτισµού (λαµπερή ηµέρα). (β) Με καθαρή ατµόσφαιρα και σε µεγάλα υψόµετρα.

52

(γ) Υπεράνω κοιλάδας, το µεγαλύτερο µέρος της οποίας δεν είναι ορατό.

(δ) Κατά µήκος της ευθείας ενός δρόµου. (ε) Υπεράνω υδάτινης επιφάνειας, χιονιού ή

άλλης επίπεδης σχετικά επιφάνειας (π.χ. καλλιεργηµένος αγρός). (στ) Σε φόντο το οποίο παρέχει αντίθεση µε το

χρώµα του αντικειµένου.

(2) Οι αποστάσεις υπερεκτιµώνται:

(α) Οταν η παρατήρηση γίνεται σε συνθήκες κακού φωτισµού ή υπό οµίχλη.

(β) Οταν φαίνεται ένα µικρό τµήµα του στόχου. (γ) Οταν η παρατήρηση γίνεται υπεράνω κοιλάδας, το

µεγαλύτερο µέρος της οποίας είναι ορατό. (δ) Οταν η παρατήρηση γίνεται σε φόντο, το οποίο

έχει ίδιο χρώµα µε το χρώµα του αντικειµένου. (ε) Οταν η ηµέρα είναι θερµή και ο παρατηρητής είναι

καθιστός, γονατισµένος ή ξαπλωµένος. Το φαινόµενο γίνεται εντονότερο, όταν το έδαφος έχει υγρασία.

δ. Η εκτίµηση της αποστάσεως µεταξύ δύο σηµείων διευκολύνεται µε την υλοποίηση κάποιας αποστάσεως στο έδαφος στην περιοχή των στόχων. Η απόσταση αυτή µπορεί να υλοποιηθεί µε βολή δύο βληµάτων από το ίδιο πυροβόλο και µε διαφορά βεληνεκούς 400 µέτρων (κλιµάκωση βεληνεκούς). Ο παρατηρητής µπορεί επίσης να υλοποιήσει µία γνωστή απόσταση στην περιοχή των στόχων, µε το να προσδιορίσει την απόσταση δύο γνωστών σηµείων από το χάρτη του. Τα σηµεία αυτά βέβαια θα πρέπει να µπορεί να τα αναγνωρίσει µε βεβαιότητα και στο χάρτη και στο έδαφος. Στη συνέχεια και αφού ο παρατηρητής πετύχει να υλοποιήσει µία γνωστή απόσταση στο έδαφος, τη χρησιµοποιεί σαν µέτρο συγκρίσεως και εκτιµά τις αποστάσεις µεταξύ άλλων σηµείων.

4. Εκτίµηση Αποστάσεως από την Παρατήρηση των ∆ένδρων και των Κλαδιών τους.

Οταν η ορατότητα είναι καλή, ο παρατηρητής µπορεί να χρησιµοποιήσει τα δεδοµένα του πίνακα της επόµενης σελίδας (Πίνακας 2) και να εκτιµήσει αποστάσεις, από τον τρόπο µε τον οποίο βλέπει µε γυµνό µάτι τους κορµούς, τα κλαδιά και το φύλλωµα των δένδρων.

53

ΠΙΝΑΚΑΣ 2 ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ∆ΕΝ∆ΡΩΝ

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ∆ΕΝ∆ΡΩΝ

1000 µέτρα • Ο κορµός και τα κύρια κλαδιά είναι ορατά. • Το φύλλωµα έχει εµφάνιση συστάδας. • Το φως διαπερνά το φύλλωµα.

2000 µέτρα • Ο κορµός είναι ορατός και τα κύρια κλαδιά διακρίνονται. • Το φύλλωµα φαίνεται σαν µια οµαλή επιφάνεια. • ∆ιακρίνεται η εξωτερική επιφάνεια των φυλλωµάτων κάθε δένδρου.

3000 µέτρα

• Ο κορµός είναι ορατός από τη µέση και κάτω. • Τα κλαδιά δύσκολα ξεχωρίζουν από το φύλλωµα. • Η εξωτερική επιφάνεια του φυλλώµατος δεν διακρίνεται εύκολα από τα φυλλώµατα άλλων δένδρων,

4000 µέτρα

• Ο κορµός και τα κλαδιά δύσκολα ξεχωρίζουν από το φύλλωµα. • Η εξωτερική επιφάνεια του φυλλώµατος όλων των δένδρων φαίνεται σαν µια οµαλή επιφάνεια. • Η κίνηση των κλαδιών από τον αέρα δεν είναι ορατή.

5000 µέτρα και περισσότερο • Ολόκληρη η δασωµένη έκταση φαίνεται λεία και σκοτεινή.

5. Προσδιορισµός Αποστάσεων µε τον Τύπο Μ = ΑΧ.

α. Ο τύπος των χιλιοστών Πυροβολικού ή τύπος Μ = ΑΧ είναι ένας βασικός τύπος, µε τον οποίο επιλύονται πολλά προβλήµατα. Στηρίζεται στην παραδοχή ότι µέτωπο ενός µέτρου υποτείνει γωνία ενός χιλιοστού, σε απόσταση ενός χιλιοµέτρου. Οταν ο παρατηρητής

Σχήµα 20. Χιλιοστό Πυροβολικού.

χρησιµοποιεί τον τύπο Μ = ΑΧ, θέτει όπου Μ το µέτωπο σε µέτρα και όπου Α την απόσταση σε χιλιόµετρα. Η επίλυση του τύπου ως προς Χ (Χ = Μ/Α) παρέχει την υποτεινόµενη γωνία σε χιλιοστά Πυροβολικού. Ο τύπος αυτός παρέχει ικανοποιητική ακρίβεια για γωνίες µικρότερες των 600 χιλιοστών. Για γωνίες µεγαλύτερες ή ίσες των 600 χιλ. χρησιµοποιείται ο τύπος των ηµίτονων (Μ = ΑΗ), όπου Μ το µέτωπο σε µέτρα, Α η απόσταση σε µέτρα και Η το ηµίτονο της υποτεινοµένης γωνίας.

54

ΠΙΝΑΚΑΣ 3 ΤΙΜΕΣ ΗΜΙΤΟΝΩΝ

(ΜΕ ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ∆ΕΚΑ∆ΙΚΟΥ)

ΧΙΛ 700 800 900 1000 1100 1200 1300 1400 1500 1600

Η 0.6 0.7 0.8 0.8 0.9 0.9 1.0 1.0 1.0 1.0

β. Η απόσταση προς ένα στόχο µπορεί να εκτιµηθεί επίσης µε τη χρησιµοποίηση των διαστάσεων του στόχου (εάν είναι γνωστές) και του τύπου Μ = ΑΧ. Για παράδειγµα, είναι γνωστό ότι το µήκος ενός ΤΟΜΠ (Μ 113) είναι 4.90 µέτρα. Εάν λοιπόν ο παρατηρητής βλέπει το πλευρό ενός ΤΟΜΠ δεν έχει παρά να µετρήσει τη γωνία την οποία υποτείνει (έστω 4 χιλ.). Στη συνέχεια εφαρµόζει τον τύπο Μ=ΑΧ, θέτοντας όπου Μ=4.9 µέτρα και Χ=4χιλ.

Μ = ΑΧ=Α = Μ / Χ = 4 .9 /4= 1.22χλµ. ~ 1200 µέτρα

Στον πίνακα 4 φαίνονται οι διαστάσεις των κυριοτέρων οχηµάτων Ανατολικού και ∆υτικού τύπου.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4 ∆ΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ∆ΥΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ∆ΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΟΧΗΜΑ

ΜΗΚΟΣ ΜΕΤΩΠΟΟΧΗΜΑ

ΜΗΚΟΣ ΜΕΤΩΠΟ Αρµατα Τ62 Τ72 6.6

6.9 3.3 3.6

Αρµατα Μ48Α1 Μ 60 A3 ΑΜΧ-30

6.7 8.3 6.8

3.8 3.6 3.1

Οχήµατα Αναγν/σεως

BRDM-2 BTR-60

5.7 7.2

2.4 2.8

Οχήµατα Μ38Α1 Μ715 Μ35Α2

3.5 5.6 6.7

1.5 2.2 2.8

ΤΟΜΠ BMP 6.7 2.9 ΤΟΜΠ

Μ113 4.9 2.7

Α/Α Οπλα ZSU 23-4 6.5 3.0

55

ΤΜΗΜΑ 8 ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ

1. Προσδιορισµός Εγκαρσίων Αποστάσεων.

Ο προσδιορισµός των εγκαρσίων αποστάσεων γίνεται είτε µε τον τύπο Μ = ΑΧ (εάν η µετρούµενη γωνία είναι µικρότερη των 600 χιλ.), είτε µε επίλυση του ορθογωνίου τριγώνου, εφαρµογή δηλαδή του τύπου Μ= ΑΗ (όταν η µετρούµενη γωνία είναι µεγαλύτερη ή ίση των 600 χιλ.)

α. Προσδιορισµός Εγκαρσίων Αποστάσεων µε τον Τύπο Μ=ΑΧ.

Μετράται η γωνιακή απόκλιση σε χιλιοστά µεταξύ των σηµείων των οποίων πρόκειται να προσδιορισθεί η απόσταση. Εφαρµόζεται ο τύπος Μ = ΑΧ, όπου Α η απόσταση από το ΠΑΡ προς το ένα από τα δύο σηµεία, σε χιλιάδες µέτρων.

Παράδειγµα:

Ο παρατηρητής θέλει να µετρήσει την εγκάρσια απόσταση µεταξύ του Σ.Σχ. 3 και του στόχου Σ (Σχ. 21). Με τα δίοπτρα του µετρά τη γωνιακή απόκλιση µεταξύ των δύο σηµείων, ίση µε 450 χιλ. Γνωρίζοντας ότι η απόσταση ΠΑΡ - Σ.Σχ. 3 είναι ίση µε 2400 µ. αντικαθιστά τις τιµές στον τύπο Μ = ΑΧ:

Μ = ΑΧ = 2.4 Χ 450= 1080 µ.

Σχήµα 21. Εφαρµογή του Τύπου Μ = ΑΧ.

56

Παρατήρηση:

Οταν η γωνία Γνωστού Σηµείου - ΠΑΡ - Στόχου είναι µικρότερη των 600 χιλ., τότε για πρακτικούς λόγους οι πλευρές ΠΑΡ - Γνωστό Σηµείο και ΠΑΡ - Στόχος θεωρείται ότι είναι ίσες.

β. Προσδιορισµός Εγκάρσιας Αποστάσεως µε τον Τύπο Μ = ΑΗ.

Ο τύπος Μ = ΑΗ είναι απλά η τριγωνοµετρική επίλυση ενός ορθογωνίου τριγώνου, όπου το ηµίτονο µιας γωνίας ισούται µε την απέναντι πλευρά (Μέτωπο) προς την υποτείνουσα του ορθογωνίου τριγώνου (Απόσταση).

Παράδειγµα:

Ο παρατηρητής θέλει να µετρήσει την εγκάρσια απόσταση µεταξύ του Σ.Σχ. 2 και του στόχου Σ (Σχ. 22). Μετρά τη γωνιακή απόκλιση των δύο σηµείων ίση µε 900 χιλ. Η απόσταση ΠΑΡ - Σ.Σχ. 2 είναι ίση µε 3200 µέτρα. Αντικαθιστά στον τύπο Μ = ΑΗ:

Μ = ΑΗ = 3200 Χ 0.8 = 2560 µ.

Σχήµα 22. Εφαρµογή του Τύπου Μ = ΑΗ.

Παρατήρηση: Η γνωστή απόσταση Α είναι πάντα η υποτείνουσα του ορθογωνίου τριγώνου.

57

2. Προσδιορισµός Αποστάσεων κατά Μήκος της Γραµµής Παρατηρήσεως.

α. Οπως αναφέρθηκε στην προηγούµενη παράγραφο, όταν η γωνία Γνωστού Σηµείου - ΠΑΡ - Στόχου είναι µικρότερη των 600 χιλ., τότε για πρακτικούς λόγους οι πλευρές ΠΑΡ - Γνωστό Σηµείο και ΠΑΡ - Στόχος θεωρείται ότι είναι ίσες. Ετσι στο παράδειγµα του σχήµατος 23, εάν η µετρούµενη γωνία είναι έστω 400 χιλ., η απόσταση ΠΑΡ - Σ.Σχ. 3 είναι 2000 µ. και η απόσταση ΠΑΡ - Στόχος Σ εκτιµήθηκε ίση µε 1600 µ., τότε η απόκλιση κατά βεληνεκές (κατά µήκος της γραµµής παρατηρήσεως) του στόχου Σ από το Σ.Σχ. 3 είναι 2000 -1600 = 400 µ. (ΈΓΓΥΤΕΡΟΝ 400").

Σχήµα 23. Υπολογισµός Αποστάσεως κατά Μήκος της Γραµµής Παρατηρήσεως (Γωνία Μικρότερη των 600 χιλ.).

β. Οταν η γωνία Γνωστού Σηµείου - ΠΑΡ - Στόχου είναι µεγαλύτερη ή ίση των 600 χιλ. (Σχ. 24), θα πρέπει πρώτα να υπολογισθεί η απόσταση ΠΑΡ - Σηµείου Σ'. Το σηµείο αυτό είναι η τοµή µιας καθέτου από το Σ.Σχ. προς τη γραµµή παρατηρήσεως.

Σχήµα 24. Υπολογισµός Αποστάσεως κατά Μήκος της Γραµµής Παρατηρήσεως (Γωνία Μεγαλύτερη ή Ιση των 600 χιλ.).

Ετσι στο σχήµα 24, αφού η µετρούµενη γωνία είναι 700 χιλ. και η γωνία στο Σ' είναι 1600 χιλ. (ορθή γωνία), τότε η γωνία στο Σ.Σχ. 3 είναι 900 χιλ.

58

Εφαρµόζοντας τον τύπο Μ = ΑΗ, βρίσκουµε ότι Μ = 2000 Χ 0.8 = 1600 µ. Τέλος, επειδή η απόσταση ΠΑΡ - Στόχος Σ εκτιµήθηκε ίση µε 2000 µέτρα, η απόκλιση κατά βεληνεκές θα είναι 2000 -1600 = 400 ("ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400").

3. Προσδιορισµός Υψοµετρικής ∆ιαφοράς.

α. Υψοµετρική ∆ιαφορά από το ΠΑΡ.

Για τον προσδιορισµό της υψοµετρικής διαφοράς ενός στόχου από το ΠΑΡ, εφαρµόζεται ο τύπος Μ = ΑΧ, όπου Μ είναι η ζητούµενη υψοµετρική διαφορά, Α η απόσταση του στόχου από το ΠΑΡ σε χιλιάδες µέτρων και Χ η γωνία θέσεως την οποία µέτρησε ο παρατηρητής προς τον στόχο. Η γωνία θέσεως είναι θετική ή αρνητική και εξαρτάται από τη θέση του στόχου, σε σχέση µε το οριζόντιο επίπεδο το οποίο περνά από το ΠΑΡ.

Σχήµα 25. Προσδιορισµός Υψοµετρικής ∆ιαφοράς από το ΠΑΡ.

β. Υψοµετρική ∆ιαφορά Στόχου από Γνωστό Σηµείο.

Ο παρατηρητής χρησιµοποιεί τη διαδικασία η οποία φαίνεται στο σχήµα 26. Μετρά τη γωνία θέσεως του γνωστού σηµείου και γνωρίζοντας την απόσταση του από το ΠΑΡ, εφαρµόζει τον τύπο

59

M = AX. To αποτέλεσµα είναι η υψοµετρική διαφορά του γνωστού σηµείου από το ΠΑΡ. Με την ίδια διαδικασία προσδιορίζει και την υψοµετρική διαφορά του στόχου από το ΠΑΡ. Αφαιρεί αλγεβρικά τις δύο υψοµετρικές διαφορές και µε τον τρόπο αυτό προσδιορίζει την υψοµετρική διαφορά του στόχου από το γνωστό σηµείο.

Παράδειγµα:

Ο παρατηρητής θέλει να µετρήσει την υψοµετρική διαφορά του στόχου Σ από το Σ.Σχ. 1 (Σχ. 26).

Κατακόρυφη Γωνία προς Σ.Σχ. 1 Κάτω 21 χιλ. Κατακόρυφη Γωνία προς Σ Ανω 13 χιλ. Απόσταση ΠΑΡ - Σ.Σχ. 1 : 1500 µ. Απόσταση ΠΑΡ - Σ 4200 µ.

Σχήµα 26. Προσδιορισµός Υψοµετρικής ∆ιαφοράς Στόχου και

Γνωστού Σηµείου.

Εφαρµόζει τον τύπο Μ = ΑΧ.

Μ = ΑΧ = 1.5 Χ (-21) = -31.5 ~ -32 µ. Μ = ΑΧ = 4.2 Χ (+13) = +54.6 ~ +55µ.

Συνεπώς η υψοµετρική διαφορά του στόχου Σ από το Σ.Σχ. 1 ισούται µε +55 - (-32) = +87 µ.

60

ΤΜΗΜΑ 9 ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΧΩΝ

1. Γενικά.

Μία από τις κύριες απαιτήσεις για την εκτέλεση ακριβούς βολής είναι ο ακριβής προσδιορισµός του στόχου ο οποίος πρόκειται να προσβληθεί. Η ικανοποίηση της απαιτήσεως αυτής συνεπάγεται οικονοµία πυροµαχικών, ταχύτητα και αποτελεσµατικότητα στη βολή. Για να µπορεί ένας παρατηρητής να προσδιορίζει µε ακρίβεια το στόχο στο έδαφος πρέπει:

(1) Να εκτελεί αυτοπροσδιορισµό της θέσεως του µε τη µεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια και σε κάθε περίπτωση εντός των 100 µέτρων.

(2) Χρησιµοποιώντας χαρακτηριστικά σηµεία του εδάφους, να προσδιορίζει εκ των προτέρων (για κέρδος χρόνου) τις συντεταγµένες των περιοχών οι οποίες είναι πιθανόν στο µέλλον να καταληφθούν από τον εχθρό.

(3) Να εκτελεί εξονυχιστική µελέτη του εδάφους, µε ταυτόχρονη σχεδίαση πανοραµατικού (σε στατικό αγώνα) ή σκαριφήµατος.

(4) Να συσχετίζει τη διεύθυνση των στόχων, µε κάποια ήδη γνωστή διεύθυνση, σχεδιασµένη στο χάρτη του.

(5) Να χρησιµοποιεί τα στοιχεία των βολών που έχει ήδη εκτελέσει, για µεγαλύτερη ταχύτητα και ακρίβεια.

(6) Να είναι σίγουρος ότι όλοι οι σχεδιασµένοι στόχοι είναι εύκολα αναγνωρίσιµα σηµεία στο έδαφος.

2. Μέθοδοι Προσδιορισµού Στόχων.

Μόλις ο παρατηρητής προσανατολίσει το χάρτη του, προσδιορίσει τη θέση του και συσχετίσει το έδαφος µε το χάρτη, είναι έτοιµος να εκτελέσει προσδιορισµό στόχων, δηλαδή να διαβιβάσει το πού ευρίσκεται ένας στόχος, κατά τρόπο ο οποίος να είναι κατανοητός στο Κ∆Π. Ο ακριβής προσδιορισµός του στόχου είναι ένας από τους σηµαντικούς παράγοντες για να εκτελεσθεί απ' ευθείας δραστική βολή.

61

Βέβαια, το σφάλµα του παρατηρητή στο προσδιορισµό του στόχου µπορεί να εξαλειφθεί µε κανονισµό της βολής. Οµως, εάν εκτελεσθεί κανονισµός, όπως αναφέρθηκε εκτεταµένα στο κεφάλαιο Α, χάνεται ο αιφνιδιασµός και τα αποτελέσµατα της απ' ευθείας δραστικής βολής. Ο παρατηρητής µπορεί να χρησιµοποιήσει τις εξής τέσσερις µεθόδους προσδιορισµού στόχων:

α. Με πολικές συντεταγµένες. β. Με ορθογώνιες συντεταγµένες. γ. Με τον αριθµό του στόχου ή ενός γνωστού σηµείου. δ. Με συσχέτιση προς γνωστό σηµείο.

3. Στρογγύλευση Στοιχείων.

Ολα τα στοιχεία προσδιορισµού των στόχων, τόσο κατά τη διαβίβαση της αρχικής αιτήσεως βολής όσο και κατά τα επόµενα παραγγέλµατα, προσδιορίζονται µε την ακρίβεια των χρησιµοποιουµένων οργάνων. Ο παρατηρητής στη συνέχεια στρογγυλεύει και διαβιβάζει τα στοιχεία που µέτρησε ή υπολόγισε, ως εξής:

α. Το διάθηµα, στην πλησιέστερη 10άδα χιλ. Εάν χρησιµοποιεί αποστασία µέτρο laser, στο πλησιέστερο χιλιοστό.

β. Την απόσταση, στην πλησιέστερη "100άδα µέτρων. Εάν χρησιµοποιεί αποστασιόµετρο laser, στην δάδα µέτρων.

γ. Τις αποκλίσεις κατά βεληνεκές, στην πλησιέστερη "100άδα µέτρων, εάν χρησιµοποιεί και στην πλησιέστερη 10άδα µέτρων.

δ. Τις αποκλίσεις κατά διεύθυνση, στην πλησιέστερη 10άδα µέτρων.

ε. Την υψοµετρική διαφορά, στην πλησιέστερη δάδα µέτρων. Εάν χρησιµοποιεί χιλιοστά, στο πλησιέστερο χιλιοστό.

στ. Τις συντεταγµένες, κατά προτίµηση στην πλησιέστερη δεκάδα µέτρων (δεκαµετρικές) π.χ. 6δ42376δ ή στην πλησιέστερη εκατοντάδα µέτρων (εκατονταµετρικές) π.χ. 6δ4376.

4. Προσδιορισµός Στόχου µε Πολικές Συντεταγµένες.

α. Κατά τη µέθοδο αυτή, ο παρατηρητής προσδιορίζει τη θέση του στόχου, σε σχέση µε τη δική του θέση. Συνεπώς, για να εκτελέσει πολικό προσδιορισµό είναι απαραίτητο να είναι γνωστή η θέση του παρατηρητηρίου στο Κ∆Π και µάλιστα τοποθετηµένη στην πινακίδα βολής ή στη µνήµη των υπολογιστών. Το κύριο πλεονέκτηµα της µεθόδου αυτής είναι η ταχύτητα µε την οποία ο παρατηρητής προσδιορίζει τη θέση του στόχου. Εάν το ∆θ είναι ορθό, τότε το βλήµα θα διαρραγεί επάνω ή πολύ

62

κοντά στη γραµµή παρατηρήσεως. Οταν ο παρατηρητής προσδιορίζει τη θέση του στόχου µε πολικές συντεταγµένες, διαβιβάζει το διάβηµα προς το στόχο, την απόσταση ΠΑΡ - Στόχος και την κατακόρυφη απόκλιση του στόχου από το ΠΑΡ.

β. Ο παρατηρητής ενεργεί όπως παρακάτω:

(1) Προσδιορίζει το ∆θ παρατηρήσεως (ΠΑΡ-Στόχος) µε µία από τις µεθόδους που αναφέρονται στο Τµήµα 6, µε ακρίβεια 10 χιλιοστών.

(2) Προσδιορίζει την απόσταση ΠΑΡ-Στόχος, χρησι-µοποιώντας τις µεθόδους του τµήµατος 7, µε ακρίβεια 100 µέτρων.

(3) Προσδιορίζει την υψοµετρική διαφορά ΠΑΡ-Στόχου όπως περιγράφεται στο Τµήµα 8. Εάν ο στόχος ευρίσκεται ψηλότερα από το ΠΑΡ διαβιβάζει π.χ. "ΑΝΩ 45", ενώ εάν είναι χαµηλότερα π.χ. "ΚΑΤΩ 70". Εάν χρησιµοποιεί γωνιοµετρική συσκευή, µπορεί να προσδιορίσει την καθ' υψος απόκλιση του στόχου σε χιλιοστά. Π.χ. "ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΜΕΙΟΝ 17" ή "ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΠΛΕΟΝ 22".

Σχήµα 27. Προσδιορισµός Στόχου µε Πολικές Συντεταγµένες.

γ. Σε περίπτωση που ο παρατηρητής διαθέτει αποστασιό-µετρο laser, µετρά και διαβιβάζει τα στοιχεία όπως ακριβώς τα λαµβάνει, διαβάζοντας τις αντίστοιχες κλίµακες του οργάνου. Ετσι το ∆θ διαβιβάζεται στο πλησιέστερο χιλιοστό, η απόσταση στα πλησιέστερα 5 µέτρα και η κατακόρυφη γωνία επίσης στο πλησιέστερο χιλιοστό.

63

δ. Παραδείγµατα:

(1) Με αποστασία µέτρο laser: "∆ΙΑΘΗΜΑ 1892, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 3145, ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ

ΜΕΙΟΝ 14". (2) Χωρίς αποστασιόµετρο laser:

"∆ΙΑΘΗΜΑ 1890, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 3100, ΚΑΤΩ 45".

5. Προσδιορισµός Στόχου µε Ορθογώνιες Συντεταγµένες.

α. Είναι µέθοδος κατά την οποία η θέση του ΠΑΡ δεν είναι απαραίτητο να είναι γνωστή στο Κ∆Π. Ο παρατηρητής χρησιµοποιώντας τα χαρακτηριστικά σηµεία του εδάφους, το πανοραµατικό του και τη γνώση του εδάφους σε συνδυασµό µε το χάρτη, τοποθετεί στο χάρτη του µία καρφίδα στη θέση του στόχου. Οταν αυτό δεν µπορεί να γίνει µε ταχεία οπτική εξέταση του χάρτη, τότε µετρά το ∆θ προς το στόχο και εκτιµά την απόσταση του από το ΠΑΡ. Υλοποιεί στό χάρτη του το ∆θ που µέτρησε, χρησιµοποιώντας το ήδη τοποθετηµένο ριπίδιο του παρατηρητή. Στη συνέχεια προσπαθεί να εντοπίσει τη θέση του στόχου στο χάρτη µε τη βοήθεια της αποστάσεως ΠΑΡ-Στόχος, συγκρίνοντας τις επιπεδοµετρικές λεπτοµέρειες εδάφους-χάρτη.

β. Οι συντεταγµένες µπορούν επίσης να προσδιορισθούν µε συσχέτιση της θέσεως του στόχου µε κάποιο χαρακτηριστικό σηµείο του εδάφους, το οποίο φαίνεται και στο χάρτη. Ο τρόπος αυτός απαιτεί προσοχή, ιδιαιτέρως σε απατηλό έδαφος, εκτός εάν η θέση του στόχου αποκλείει σφάλµα (διασταύρωση οδών, χαρακτηριστικό κτίριο, γέφυρα κλπ.).

γ. Μόλις ο παρατηρητής προσδιορίσει τη θέση του στόχου στο χάρτη και τοποθετήσει την καρφίδα, χρησιµοποιεί το πλακίδιο συντεταγµένων και εξάγει συντεταγµένες του στόχου µε ακρίβεια 10 µέτρων (8ψήφιες) ή 100 µέτρων (εξαψήφιες). Με τη βοήθεια του αναγωγέα, µετρά το ∆θ µε ακρίβεια 10 χιλιοστών και το συγκρίνει µε αυτό που µέτρησε µε την πυξίδα του. Τέλος εξετάζοντας τις υψοµετρικές καµπύλες του χάρτη, προσδιορίζει το υψόµετρο του στόχου µε ακρίβεια 5 µέτρων.

Παρατήρηση: Το υψόµετρο του στόχου κανονικά δίδεται από τον παρατηρητή. Εάν δεν δοθεί, προσδιορίζεται από το χειριστή χάρτου βολής (ΧΧΒ) του Κ∆Π.

64

Σχήµα 28. Προσδιορισµός Συντεταγµένων µε Πλακίδιο Συντεταγµένων.

δ. Τα απαιτούµενα στοιχεία για τον προσδιορισµό στόχου µε ορθογώνιες συντεταγµένες είναι οι συντεταγµένες, το υψόµετρο και το ∆θ προς το στόχο.

Παραδείγµατα:

''ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 40701730. ΥΨΟΜΕΤΡΟ 345. ∆ΙΑΘΗ- ΜΑ 630".

"ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 407173. ΥΨΟΜΕΤΡΟ 345. ∆ΙΑΘΗΜΑ 630".

6. Προσδιορισµός Στόχου µε Συσχέτιση προς Γνωστό Σηµείο.

Για να προσδιορισθεί ένας στόχος µε συσχέτιση προς γνωστό

65

σηµείο, απαιτείται το σηµείο αυτό να είναι τοποθετηµένο στην πινακίδα βολής ή στη µνήµη των υπολογιστών. Σαν γνωστά σηµεία συνήθως χρησιµοποιούνται τα Σ.Σχ. Τα στοιχεία τα οποία απαιτείται να διαβιβασθούν στο Κ∆Π είναι:

• Το ∆θ παρατηρήσεως (ΠΑΡ - Στόχος) (στα πλησιέστερα 10 χιλ.). Το ∆θ προσδιορίζεται όπως περιγράφεται στο τµήµα 6.

• Η κατά διεύθυνση απόκλιση (εγκάρσια απόκλιση) του στόχου από το γνωστό σηµείο (στα πλησιέστερα 10 µέτρα) (Τµήµα 8).

• Η απόκλιση κατά µήκος της γραµµής παρατηρήσεως (στα πλησιέστερα 100 µέτρα) (Τµήµα 8).

• Η κατακόρυφη απόκλιση (υψοµετρική διαφορά) γνωστού σηµείου - στόχου (στα πλησιέστερα 5 µέτρα). Η µέτρηση της γίνεται όπως περιγράφεται στο Τµήµα 8.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Η κατά διεύθυνση απόκλιση του στόχου δίδεται ως προς τη γραµµή ΠΑΡ - Στόχος και ΟΧΙ ως προς τη γραµµή ΠΑΡ - Γνωστό Σηµείο.

Σχήµα 29. Προσδιορισµός Στόχου µε Σ.Σχ.

Παράδειγµα:

"Σ.Σχ. 3. ∆θ 0840. ∆ΕΞΙΑ 160, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 300, ΑΝΩ 25". "Σ.Σχ. Ο ΣΤΟΧΟΣ Α∆ 7246. ∆θ 5390. ΑΡΙΣΤΕΡΑ 110, ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 500, ΚΑΤΩ 45".

66

7. Προσδιορισµός Στόχου µε τον Αριθµό του Στόχου ή ενός Γνωστού Σηµείου.

Ολοι οι γνωστοί στόχοι είναι τοποθετηµένοι στην πινακίδα βολής και στη µνήµη των υπολογιστών. Τα στοιχεία τα οποία πρέπει να διαβιβάσει ο παρατηρητής στο Κ∆Π είναι τα εξής:

• Ο αριθµός του στόχου.

• Το ∆θ παρατηρήσεως (∆θ ΠΑΡ - Στόχος).

Παράδειγµα:

"ΣΤΟΧΟΣ Α∆ 7245. ∆θ 1930".

67

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆ ΕΚΛΟΓΗ ΤΥΠΟΥ ΤΡΟΧΙΑΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΩΝ

ΤΜΗΜΑ 10 ΕΚΛΟΓΗ ΤΥΠΟΥ ΤΡΟΧΙΑΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΩΝ

1. Επιθυµητά Αποτελέσµατα.

Μόλις ο παρατηρητής προσδιορίσει ένα στόχο, θα πρέπει να αποφασίσει για τον τρόπο µε τον οποίο θα τον προσβάλλει, ώστε να επιτύχει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσµατα. Η γνώση των διατιθέµενων πυροµαχικών και των δυνατοτήτων τους, θα του επιτρέψει την ταχεία επιλογή του καταλληλότερου συνδυασµού βλήµατος - πυροσωλήνα. Ο ∆ιοικητής της Μονάδας ελιγµού, κατόπιν εισηγήσεως του Συντονιστή Πυρών Υποστηρίξεως, συνήθως καθορίζει τα επιθυµητά αποτελέσµατα επί των στόχων, τα οποία είναι καταστροφή, εξουδετέρωση ή καταστολή.

α. Καταστροφή.

Με την καταστροφή, ένας στόχος τίθεται εκτός ενεργείας µονίµως. Απώλειες στο προσωπικό της τάξεως του 30% ή µεγαλύτερες, στις περισσότερες περιπτώσεις καθιστούν µία Μονάδα αναποτελεσµατική κατά τη µάχη. Επίσης, φθορές στο υλικό σε ποσοστό 30%, οι οποίες επιφέρονται σε µικρό χρονικό διάστηµα, έχουν το ίδιο αποτέλεσµα. Για την καταστροφή "σκληρών στόχων" απαιτείται η εκτέλεση αµέσου βολής, ενώ οι υπόλοιποι στόχοι πρέπει να προσδιορισθούν µε µεγάλη ακρίβεια (τοπογραφική οργάνωση, συστήµατα προσδιορισµού θέσεως στόχων, κανονισµός). Για να γίνει καταστροφή ενός στόχου απαιτείται µεγάλη κατανάλωση πυροµαχικών και βολή από πολλές Μονάδες πυρός. Τέλος, η καταστροφή τεθωρακισµέ-νων ή στόχων σε οργανωµένες θέσεις και ορύγµατα µε πυρά Πυροβολικού είναι αντιοικονοµική.

β. Εξουδετέρωση.

Η εξουδετέρωση θέτει ένα στόχο προσωρινά εκτός µάχης. Η πείρα έχει αποδείξει ότι απώλειες ή φθορές σε ποσοστό 10% ή µεγαλύτερες εξουδετερώνουν το στόχο. Ο στόχος όµως αυτός, µόλις αναπληρώσει τις απώλειες του και επισκευάσει το υλικό του, είναι πάλι διαθέσιµος για µάχη. Οι βολές εξουδετερώσεως εκτελούνται εναντίον

68

στόχων των οποίων, η θέση έχει προσδιορισθεί µε ακρίβεια από το χάρτη, µετά από κανονισµό ή µε σύστηµα προσδιορισµού θέσεως εχθρικών στόχων. Τα µέσα πυρός που απαιτούνται για την εξουδετέρωση ενός στόχου ποικίλουν, αναλόγως του τύπου και του µεγέθους του στόχου, καθώς Και του συνδυασµού πυροβόλου - πυροµαχικών που θα χρησιµοποιηθεί.

γ. Καταστολή.

Η καταστολή ελαττώνει την ικανότητα ενός στόχου να εκτελέσει την αποστολή του. Η βολή εκρηκτικών βληµάτων µε πυροσωλήνα προσεγγίσεως ή η βολή καπνογόνων βληµάτων δηµιουργεί φόβο και σύγχυση στον εχθρό. Τα αποτελέσµατα των πυρών καταστολής διαρκούν συνήθως όσο διαρκεί η βολή και απαιτείται µικρή σχετικά κατανάλωση πυροµαχικών. Η αδυναµία όµως δηµιουργίας µονίµων αποτελεσµάτων στο στόχο, καθιστά τα πυρά καταστολής ακατάλληλα για τους περισσότερους τύπους στόχων.

2. Εκλογή Τύπου Τροχιάς.

α. Η επισκηπτική βολή παρουσιάζει γενικά τα εξής πλεονεκτήµατα, σε σχέση µε την κατακόρυφη:

(1) Για δεδοµένο βεληνεκές, η διάρκεια τροχιάς είναι µικρότερη και συνεπώς η βολή τελειώνει πιο γρήγορα.

(2) Το ορθογώνιο διασποράς για δεδοµένο βεληνεκές είναι µικρότερο. Εποµένως διευκολύνεται ο κανονισµός και οι βολές εγγύς φιλίων τµηµάτων είναι ασφαλέστερες.

(3) Η υπηρέτηση των πυροβόλων είναι απλούστερη και ιδιαίτερα για τα µεγαλύτερα διαµετρήµατα.

(4) Η εξαγωγή των στοιχείων βολής στο Κ∆Π είναι ταχύτερη και οι διορθώσεις εξ επισηµάνσεως πιο αξιόπιστες.

β. Η κατακόρυφη βολή παρουσιάζει τα εξής πλεονεκτήµατα:

(1) Κατ' αρχήν δεν εµφανίζεται πρόβληµα απυρόβλητου για την προσβολή στόχων σε βαθειές κοιλάδες ή πίσω από προκά-λυψη, όπως επίσης και όταν τα πυροβόλα ευρίσκονται σε βαθειά προκά-λυψη (π.χ. εντός χαραδρώσεων, εντός πόλεων κλπ).

(2) Επιτυγχάνεται µεγαλύτερη γωνία πτώσεως σε όλα τα βέληνεκή. Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιµο για την πλήρη εκµετάλλευση της θραυσµατοποιήσεως του εκρηκτικού βλήµατος, κατά την προσβολή ακάλυπτου προσωπικού.

69

(3) Για δεδοµένο γέµισµα και βεληνεκές, η µένουσα ταχύτητα είναι πάντοτε µεγαλύτερη αυτής που επιτυγχάνεται µε επισκηπτική βολή, γεγονός το οποίο παρέχει πλεονεκτήµατα, όταν προσβάλλονται στόχοι σε κάλυψη.

3. Εκλογή Πυροµαχικών.

Πριν ο παρατηρητής αποφασίσει για τον τύπο του πυροσωλήνα τον οποίο θα χρησιµοποιήσει, πρέπει να λάβει υπ' όψη του τα εξής:

α. Τη φύση του στόχου. β. Τη δυνατότητα του εχθρού να καλυφθεί. γ. Τη δυνατότητα του εχθρού να µετακινηθεί. δ. Την απαίτηση εκτελέσεως κανονισµού της βολής. ε. Το επιδιωκόµενο αποτέλεσµα.

Στο παράρτηµα "Ε" παρέχονται πληροφορίες για τα αποτελέσµατα των διατιθεµένων πυροµαχικών, καθώς και παραδείγµατα συνδυασµών βληµάτων - πυροσωλήνων για την προσβολή συγκεκριµένων στόχων.

4. Συνδυασµοί Εκρηκτικών Βληµάτων και Πυροσωλήνων.

Αναλόγως του στόχου ο οποίος θα προσβληθεί, το εκρηκτικό βλήµα συνδυάζεται µε πυροσωλήνες ακαριαίους, εγκαιροφλεγείς ή προσεγγίσεως.

α. Εκρηκτικό Βλήµα µε Ακαριαίο Πυροσωλήνα.

Ο πυροσωλήνας αυτός διαρρηγνύει το βλήµα µε την πρόσκρουση σε σταθερό αντικείµενο και χρησιµοποιείται εναντίον των εξής στόχων:

(1) Προσωπικού σε όρθια θέση. (2) Προσωπικού σε πρηνή θέση. (3) Μη τεθωρακισµένων οχηµάτων. (4) Στόχων υλικού.

Οταν ο συνδυασµός αυτός χρησιµοποιείται εναντίον στόχων προσωπικού το οποίο ευρίσκεται µέσα σε ορύγµατα, εκσκαφές, κτίρια ή διακεκοµµένο έδαφος, χάνει την αποτελεσµατικότητα του.

70

β. Εκρηκτικό Βλήµα µε Πυροσωλήνα µε Επιβράδυνση.

Σε ορισµένους κρουστικούς πυροσωλήνες υπάρχει η δυνατότητα να τεθεί επιβράδυνση 0.05 δευτερολέπτων. Με την επιβράδυνση αυτή επιτυγχάνεται είτε διείσδυση του βλήµατος στο στόχο, είτε εγκαιροφλεγής διάρρηξη, µετά από εποστρακισµό σε σκληρό έδαφος. Μπορεί επίσης να επιτευχθεί εγκαιροφλεγής διάρρηξη, όταν εκτελεσθεί βολή σε δασώδη περιοχή.

Σχήµα 30. Πυροσωλήνας µε Επιβράδυνση.

γ. Εκρηκτικό Βλήµα µε Εγκαιροφλεγή Πυροσωλήνα.

Ο εγκαιροφλεγής πυροσωλήνας διαρρηγνύει το εκρηκτικό βλήµα στον αέρα, κατά µήκος της τροχιάς του και σε συγκεκριµένο ύψος από το έδαφος. Χρησιµοποιείται για την προσβολή των εξής στόχων:

(1) Ακάλυπτου προσωπικού. (2) Προσωπικού σε ταχύσκαπτα. (3) Προσωπικού σε ορύγµατα. (4) Προσωπικού µέσα σε µη Τ/Θ οχήµατα.

Για τη χρησιµοποίηση του εγκαιροφλεγούς πυροσωλήνα απαιτείται η εκτέλεση κανονισµού ύψους διαρρήξεως ή η ύπαρξη διορθώσεων εξ επισηµάνσεως. Κατά την εκτέλεση κατακορύφου βολής θα

71

πρέπει να αποφεύγεται χρησιµοποίηση εγκαιροφλεγούς πυροσωλήνα, λόγω της µεγάλης πιθανής αποκλίσεως ύψους διαρρήξεως.

Σχήµα 31. Πυροσωλήνας Εγκαιροφλεγής ή Προσεγγίσεως.

δ. Εκρηκτικό Βλήµα µε Πυροσωλήνα Προσεγγίσεως.

Ο πυροσωλήνας προσεγγίσεως είναι τύπος πυροσωλήνα ο οποίος διαρρηγνύεται εγκαιροφλεγώς σε συγκεκριµένο ύψος από το έδαφος, µε τη βοήθεια ραδιοκυµάτων τα οποία εκπέµπει και λαµβάνει εξ ανακλάσεως. Εχει τα ίδια αποτελέσµατα µε αυτά του εγκαιροφλεγούς πυροσωλήνα, µε τη διαφορά ότι δεν απαιτεί την εκτέλεση κανονισµού ύψους διαρρήξεως. Ο συνδυασµός εκρηκτικού βλήµατος µε πυροσωλήνα προσεγγίσεως είναι εξαίρετος για αιφνιδιαστικά ή µη παρατηρούµενα πυρά. Επίσης είναι πολύ αποτελεσµατικός, όταν βάλλεται µε κατακόρυφη βολή. Χρησιµοποιείται εναντίον όλων των στόχων, οι οποίοι προσβάλλονται µε εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα. Οταν εκτελείται εγκαιροφλεγής βολή από εναέριο παρατηρητή (ΕΠΑΡ) θα πρέπει να χρησιµοποιούνται πυροσωλήνες προσεγγίσεως, διότι ο ΕΠΑΡ δεν µπορεί να µετρήσει σωστά το ύψος διαρρήξεως.

Παρατήρηση: Οι πυροσωλήνες προσεγγίσεως Μ513 και Μ514 δεν θα πρέπει να χρησιµοποιούνται υπό βροχή ή εναντίον στόχων οι οποίοι περιβάλλονται από νερό, χιόνι ή πάγο. Αντίθετα, οι πυροσωλήνες προσεγγίσεως Μ532, Μ728 και Μ732 δεν έχουν τέτοιους περιορισµούς. Οι πυροσωλήνες Μ728 και Μ732 ενεργοποιούνται σε ύψος διαρρήξεως περίπου 7 µέτρων και είναι πολύ εύκολο για ένα µη πεπειραµένο παρατηρητή να θεωρήσει ότι διέρρηξαν το βλήµα κρουστικώς. Η διάρρηξη

72

βλήµατος σε ύψος διαρρήξεως 7 µέτρων φαίνεται σαν πύρινη σφαίρα επάνω στο έδαφος. Οι πυροσωλήνες Μ513 και Μ514 λειτουργούν σε ύψος διαρρήξεως 20 µέτρων.

ε. Εκρηκτικό βλήµα µε Πυροσωλήνα ∆ιατρητικού Σκυρο-δέµατος.

Οι διατρητικοί σκυροδέµατος πυροσωλήνες βάλλονται µε εκρηκτικό βλήµα και µε όλα τα πυροβόλα, εκτός από το Μ110Α2. Χρησιµοποιούνται εναντίον στόχων από µπετόν ή κορµοξυλεία. Υπάρχουν δύο τύποι πυροσωλήνων διατρητικών σκυροδέµατος. Ο πρώτος έχει µικρή επιβράδυνση και χρησιµοποιείται κυρίως για κατάδειξη, για θρυµµατισµό και για αποµάκρυνση των σκύρων, τα οποία δηµιουργούνται κατά τη βολή εναντίον στόχων από σκυρόδεµα. Ο δεύτερος διαθέτει κανονική επιβράδυνση και χρησιµοποιείται για την καταστροφή στόχων από σκυρόδεµα.

5. Βλήµατα Λευκού Φωσφόρου (ΛΦ).

α. Τα βλήµατα Λευκού Φωσφόρου χρησιµοποιούνται για τα παρακάτω:

(1) Εµπρησµό. (2) Κατάδειξη. (3) Απόκρυψη φιλίων κινήσεων. (4) Αποτύφλωση του εχθρού.

β. Χρησιµοποιούνται για να καταστρέφουν τον εξοπλισµό του εχθρού ή να περιορίσουν την ορατότητα του. Βάλλονται εναντίον οχηµάτων, αποθηκών πυροµαχικών, αποθηκών πετρελαιολιπαντικών και εχθρικών παρατηρητηρίων. Μπορούν να χρησιµοποιηθούν για συσχέτιση κατά τον προσδιορισµό στόχων και κατά τον προσανατολισµό του παρατηρητή. Οταν είναι επιθυµητή εγκαιροφλεγής διάρρηξη, βάλλεται µε εγκαι-ροφλεγή πυροσωλήνα.

6. Καπνογόνα Βλήµατα Εκτοξευοµένης Βάσεως (ΕΒ).

Τα καπνογόνα βλήµατα εκτοξευοµένης βάσεως βάλλονται πάντοτε µε εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα και περιέχουν καπνογόνα κυάθια, τα οποία εξωθούνται εκτός του βλήµατος, κατά τη διάρκεια της πτήσεώς του. Τα κυάθια αυτά πέφτουν στο έδαφος και παράγουν καπνό, ο οποίος είναι σαφώς πιο αποτελεσµατικός από αυτόν του λευκού φωσφόρου, διότι

73

διαρκεί περισσότερο και δεν ανυψώνεται γρήγορα. Πάντοτε όταν βάλλονται καπνογόνα βλήµατα (είτε ΛΦ, είτε ΕΒ), πρέπει να λαµβάνεται σοβαρά υπ' όψη η διεύθυνση του ανέµου. Περισσότερες πληροφορίες για τη χρησιµοποίηση των καπνογόνων βληµάτων αναγράφονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο.

7. Φωτιστικά Βλήµατα.

Το φωτιστικό βλήµα είναι βλήµα εκτοξευοµένης βάσεως, το οποίο περιέχει ένα φωτιστικό κυάθιο και βάλλεται πάντοτε µε εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα. Το κυάθιο αυτό είναι προσαρµοσµένο σε ένα αλεξίπτωτο, το οποίο συγκρατεί την πτώση του. Συνήθως χρησιµοποιείται για το φωτισµό περιοχών στις οποίες υπάρχει ή είναι πιθανό να λαµβάνει χώρα εχθρική δραστηριότητα. Αναλόγως του διαµετρήµατος, ένα φωτιστικό βλήµα παρέχει φωτισµό για χρόνο µέχρι 2 λεπτά και φωτίζει περιοχή διαµέτρου µέχρι 1000 µέτρα. Περισσότερες λεπτοµέρειες αναγράφονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο των φωτιστικών βληµάτων.

8. Βλήµατα ∆ιασκορπιζοµένων Ναρκών (FASCAM).

α. Τα βλήµατα αυτά βάλλονται µόνο από οβιδοβόλα 155 χιλ., µε σκοπό τη στρώση ναρκοπεδίων (Ν/Π) αντιαρµατικών (Α/Τ) και κατά προσωπικού (Κ/Π). Χρησιµοποιούνται για να παρεµποδίσουν τον εχθρό να καταλάβει συγκεκριµένη περιοχή, να τον καθυστερήσουν όταν επιτίθεται ή να τον διοχετεύσουν σε χώρους καταστροφής του.

β. Μπορούν να βληθούν ηµέρα ή νύκτα, µε οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες και χρησιµοποιούνται στις επιθετικές ή τις αµυντικές επιχειρήσεις. Τα Α/Τ ναρκοφόρα βλήµατα χρησιµοποιούνται για τη δηµιουργία αντιαρµατικών ή αντιοχηµατικών Ν/Π. Τα ναρκοφόρα βλήµατα Κ/Π χρησιµοποιούνται σε συνδυασµό µε Α/Τ ναρκοφόρα βλήµατα, µε σκοπό να δηµιουργήσουν Α/Τ Ν/Π, τα οποία θα είναι δύσκολο να αρθούν από αποβιβασµένο προσωπικό.

γ. Τα ναρκοφόρα βλήµατα Κ/Π µπορούν επίσης να χρησιµοποιηθούν για τη δηµιουργία Ν/Π προσωπικού, µε σκοπό να παρεµποδίσουν τη χρησιµοποίηση του εδάφους από τον εχθρό και να τον αποδιοργανώσουν. Τέλος, µπορούν να χρησιµοποιηθούν και για βολές αντιπυροβολικού - αντιολµικού (Α/Π - Α/Ο).

δ. Οι νάρκες των βληµάτων αυτών αυτοκαταστρέφονται µε την πάροδο κάποιου χρόνου. Ο χρόνος αυτοκαταστροφής είναι

74

προτοποθετηµένος από το εργοστάσιο κατασκευής και εξαρτάται από τον τύπο του βλήµατος που βάλλεται. Περισσότερες πληροφορίες για τα ναρκοφόρα βλήµατα αναγράφονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο.

9. Βελτιωµένα Συµβατικά Πυροµαχικά (ICM).

Τα βελτιωµένα συµβατικά πυροµαχικά διακρίνονται σε βοµβιδοφόρα κατά προσωπικού (APICM) και βοµβιδοφόρα διπλής ενεργείας (DPICM). Βάλλονται µε εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα, εκτός της περιπτώσεως εκτελέσεως κρουστικού κανονισµού της βολής. Λεπτοµέρειες αναγράφονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο.

75

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΒΟΛΗΣ

ΤΜΗΜΑ 11 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΒΟΛΗΣ

1. Γενικά.

α. Αίτηση βολής είναι ένα σύντοµο σήµα, το οποίο προπαρασκευάζεται από τον παρατηρητή και περιλαµβάνει όλες τις πληροφορίες τις οποίες χρειάζεται το Κ∆Π, για να προσδιορίσει τα απαραίτητα για την προσβολή του στόχου στοιχεία. Είναι αίτηση προς το Κ∆Π και όχι διαταγή. Πρέπει να διαβιβάζεται γρήγορα και καθαρά, ώστε να γίνεται κατανοητή, να καταγράφεται και να επαναλαµβάνεται χωρίς σφάλµατα από το προσωπικό του Κ∆Π. Κάθε φορά που ο παρατηρητής εντοπίζει κάποιο στόχο πρέπει να προειδοποιεί τον ασυρµατιστή του, ώστε να του δίνει χρόνο να προετοιµασθεί (να λάβει επαφή µε το Κ∆Π). Στο χρόνο αυτό ο παρατηρητής προσδιορίζει τα στοιχεία του στόχου. Είναι σηµαντικό να διαβιβάζονται τα στοιχεία της αιτήσεως βολής αµέσως µόλις προσδιορίζονται. Η αναµονή συµπληρώσεως ολόκληρης της αιτήσεως βολής καθυστερεί τη διαδικασία προσβολής του στόχου.

β. Ανεξαρτήτως της µεθόδου η οποία χρησιµοποιήθηκε για τον. προσδιορισµό τής θέσεως του στόχου, µία αίτηση βολής περιλαµβάνει έξι στοιχεία και η πάγια σειρά µε την οποία αυτά διαβιβάζονται είναι η εξής:

(1) Ταυτότητα παρατηρητή. (2) Προειδοποίηση. (3) Θέση του στόχου. (4) Περιγραφή του στόχου. (5) Μέθοδος προσβολής. (6) Μέθοδος βολής και ελέγχου.

γ. Η διαβίβαση της αιτήσεως βολής γίνεται σε τρία τµήµατα. Τα στοιχεία που περιλαµβάνει κάθε τµήµα είναι τα εξής:

(1) Ταυτότητα παρατηρητή και προειδοποίηση. (2) Προσδιορισµός στόχου. (3) Περιγραφή στόχου, µέθοδος προσβολής και

µέθοδος βολής και ελέγχου.

76

2. Ταυτότητα Παρατηρητή.

Αυτό το στοιχείο της αιτήσεως βολής αποσκοπεί στην αποκατάσταση επαφής µεταξύ του παρατηρητή και του Κ∆Π, ενώ ταυτόχρονα ενηµερώνει για το ποιος αιτείται πυρά. Χρησιµοποιούνται τα ισχύοντα διακριτικά κλήσεως. Π.χ. "ΘΑΛΗΣ 20 Ε∆Ω ΘΑΛΗΣ 28".

3. Προειδοποίηση.

Με την προειδοποίηση, ο παρατηρητής ενηµερώνει ολόκληρο το δίκτυο βολής ότι πρόκειται να εκτελέσει βολή, δεσµεύοντας έτσι τους άλλους ανταποκριτές, για µη χρησιµοποίηση του δικτύου. Το βασικό παράγγελµα είναι "ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ". Ο παρατηρητής είναι δυνατόν να περιλάβει στην προειδοποίηση και τον αριθµό των πυροβόλων, τα οποία επιθυµεί να συµµετάσχουν στη δραστική βολή.

Παραδείγµατα:

"ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ 4ου ΠΥΡΟΒΟΛΟΥ". "ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ ∆ΕΞΙΟΥ ΟΥΛΑΜΟΥ". "ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑΣ". "ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ ∆ΥΟ ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΩΝ". "ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ ΜΟΙΡΑΣ". "ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ". "ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΑΠΑΝΤΑ ∆ΙΑΘΕΣΙΜΑ".

4. Θέση του Στόχου.

α. Η αναφορά της θέσεως του στόχου περιλαµβάνει δύο ή περισσότερα στοιχεία, ανάλογα µε τη µέθοδο την οποία χρησιµοποίησε ο παρατηρητής, για να προσδιορίσει το στόχο. Οπωσδήποτε όµως είναι απαραίτητος ο καθορισµός µιας γραµµής, µε βάση την οποία ο παρατηρητής θα δίνει τις διορθώσεις του, όταν θα απαιτηθεί κανονισµός ή διόρθωση της δραστικής βολής. Η γραµµή αυτή ονοµάζεται γραµµή συσχετίσεως. Συνήθως είναι η γραµµή Παρατηρητής - Στόχος. Είναι δυνατόν επίσης να είναι και η γραµµή Πυροβόλα - Στόχος ή και οποιαδήποτε άλλη χαρακτηριστική γραµµή, η οποία αναφέρεται στο Κ∆Π είτε µε το διάθηµά της, είτε µε την περιγραφή της.

Παραδείγµατα:

(1) "∆ΙΑΘΗΜΑ 5190" (είναι το ∆θ από τη θέση του παρατηρητή προς τον στόχο ή το ∆θ οποιασδήποτε γραµµής συσχετίσεως).

77

(2) "ΓΡΑΜΜΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ Η ΓΡΑΜΜΗ ΠΥΡΟΒΟΛΑ -ΣΤΟΧΟΣ" ή " ΓΡΑΜΜΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ Η ΣΙ∆ΗΡΟΓΡΑΜΜΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΑΠΟ ΒΟΡΡΑ ΠΡΟΣ ΝΟΤΟ".

β. Η θέση και το διάθηµα του στόχου διαβιβάζονται µε συγκεκριµένη σειρά, ανάλογα µε τη µέθοδο προσδιορισµού του στόχου:

(1) Με Ορθογώνιες Συντεταγµένες.

(α) Συντεταγµένες (µε τον απαιτούµενο βαθµό ακριβείας, ανάλογα µε το είδος της βολής) και υψόµετρο. Π.χ. "ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 267368, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 135".

(β) ∆ιάθηµα (παρατηρήσεως). Π.χ. "∆ΙΑΘΗΜΑ 4180".

Παράδειγµα:

"ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 657381, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 185, ∆ΙΑΘΗΜΑ 1840".

(2) Με Συσχέτιση προς Γνωστό Σηµείο.

(α) Γνωστό Σηµείο. Π.χ. "ΣΤΟΧΟΣ Α∆ 7001". Η θέση και το όνοµα του γνωστού σηµείου πρέπει να είναι γνωστά και στο Κ∆Π και στον παρατηρητή.

(β) ∆ιάθηµα Παρατηρήσεως. Π.χ. "∆ΙΑΘΗΜΑ 0760".

(γ) Απόκλιση κατά ∆ιεύθυνση (εάν υπάρχει). Π.χ. "∆ΕΞΙΑ (ΑΡΙΣΤΕΡΑ) 80".

(δ) Απόκλιση κατά Βεληνεκές (εάν υπάρχει). Π.χ. "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ (ΕΓΓΎΤΕΡΩΝ) 400".

(ε) Κατακόρυφη Απόκλιση (εάν υπάρχει). Π.χ. "ΑΝΩ (ΚΑΤΩ) 20". Εάν δεν υπάρχει απόκλιση κατά µία από τις τρεις έννοιες που αναφέρθηκαν παραπάνω (διευθύνσεως, βεληνεκούς, υψοµετρικής διαφοράς), το αντίστοιχο στοιχείο παραλείπεται.

78

(3) Με τον Αριθµό του Στόχου ή µε Γνωστό Σηµείο.

(α) Αριθµός του Στόχου. Π.χ. "ΣΤΟΧΟΣ Α∆ 3007".

(β) ∆ιάθηµα (παρατηρήσεως). Π.χ. "∆ΙΑΘΗΜΑ 1480".

(4) Με Πολικές Συντεταγµένες.

(α) ∆ιάθηµα (παρατηρήσεως). Π.χ. "∆ΙΑΘΗΜΑ 1920" ή "∆ΙΑΘΗΜΑ 1724".

(β) Απόσταση (παρατηρήσεως). Π.χ. "ΑΠΟΣΤΑΣΗ 2500" ή "ΑΠΟΣΤΑΣΗ 2825".

(γ) Κατακόρυφη Απόκλιση (εάν υπάρχει). Π.χ. "ΑΝΩ 35" ή "ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΠΛΕΟΝ 18".

5. Περιγραφή του Στόχου.

α. Η περιγραφή του στόχου είναι στοιχείο απαραίτητο στο Κ∆Π. Πρέπει να είναι σύντοµη και κατατοπιστική σε ικανοποιητικό βαθµό, ώστε να µπορέσει ο ΑΞΕΠ να κρίνει τη σπουδαιότητα του στόχου και να αποφασίσει τη µέθοδο προσβολής του. Η περιγραφή δυνατόν να περιλαµβάνει οποιοδήποτε ή όλα από τα παρακάτω:

(1) Είδος του Στόχου.

Παρέχονται πληροφορίες ως προς το είδος του στόχου. Π.χ. "∆ΙΜΟΙΡΙΑ ΠΕΖΙΚΟΥ" ή "ΧΩΡΟΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΩΣ ΛΟΧΟΥ".

(2) Βαθµός Προστασίας.

Παρέχονται πληροφορίες σχετικά µε το βαθµό προστασίας του στόχου (ακάλυπτος, εντός ορυγµάτων, εντός δάσους κλπ). Π.χ. "ΕΝΤΟΣ ΤΑΧΥΣΚΑΠΤΩΝ".

(3) ∆ιαστάσεις του Στόχου.

Παρέχονται κατά προσέγγιση οι διαστάσεις του στόχου σε µέτρα (µέτωπο, βάθος κλπ). Π.χ. "ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 Χ 100".

79

(4) Προσανατολισµός του Στόχου.

Παρέχεται το διάθηµα (διεύθυνση) του µεγαλύτερου (επιµήκους) άξονα του στόχου, στην πλησιέστερη πενηντάδα χιλιοστών. Π.χ "∆ΙΑΘΗΜΑ ΕΠΙΜΗΚΟΥΣ ΑΞΟΝΑ 2450".

(5) ∆ραστηριότητα του Στόχου.

Παρέχονται πληροφορίες σχετικά µε τη δραστηριότητα του στόχου. Π.χ. "ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΜΕΝΟΣ ΠΑ ΚΙΝΗΣΗ" "ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ", "ΣΥΜΠΤΥΣΣΟΜΕΝΟΣ".

β. Οι γραµµικοί στόχοι πρέπει να περιγράφονται µε το µήκος τους και το διάθηµα του επιµήκους άξονα τους.

γ. Για τους κυκλικούς στόχους πρέπει να δίνεται η ακτίνα τους. Π.χ. "ΑΚΤΙΝΑ 200".

δ. Η περιγραφή του στόχου παραλείπεται, όταν γίνεται επισήµανση.

6. Μέθοδος Προσβολής.

Με τη µέθοδο προσβολής καλύπτονται οι ειδικές διαδικασίες -πληροφορίες, οι οποίες απαιτούνται για την εκτέλεση της αποστολής βολής. Αυτές περιλαµβάνουν:

α. Είδος Βολής.

Με το στοιχείο αυτό, ο παρατηρητής ενηµερώνει το Κ∆Π ότι επιθυµεί να ακολουθήσει ειδική διαδικασία βολής. Εάν το είδος της βολής δεν αναφερθεί, αυτό σηµαίνει ότι ο παρατηρητής αιτείται βολή εξουδετερώσεως µιας περιοχής (βολή περιοχής). Τα είδη των ειδικών βολών τα οποία δυνατόν να δοθούν είναι:

(1) Επισήµανση. Είναι είδος βολής, η οποία αποσκοπεί στον προσδιορισµό διορθώσεων των στοιχείων βολής.

(2) Βολή Καταστροφής. Είναι είδος βολής, η οποία αποσκοπεί στην καταστροφή ενός στόχου σηµείου. Χρησιµοποιείται ένα πυροβόλο.

(3) Βολή Καταστολής. Είναι είδος βολής, η οποία απο-

80

σκοπεί στην καταστολή ενός στόχου. Απαιτείται µικρότερος αριθµός πυρο-µαχικών απ' ότι στην εξουδετέρωση.

(4) Κατάδειξη. Είναι είδος βολής, µε το οποίο ο παρα τηρητής επιθυµεί:

(α) Να προσανατολισθεί στη ζώνη παρατηρήσεως του.

(β) Να καταδείξει στόχους σε επίγεια τµήµατα, αεροσκάφη ή υποστηρίζοντα µε πυρά πλοία.

(5) Βολή Εγγύς Φιλίων Τµηµάτων. Είναι βολή η οποία εκτελείται όταν ο στόχος ευρίσκεται σε απόσταση µικρότερη των 600 µ. από τα φίλια τµήµατα (ΦΤ). Εάν γίνεται βολή µε πυρά Ναυτικού Πυροβολικού, ο στόχος θεωρείται ΕΓΓΥΣ", όταν τα ΦΤ ευρίσκονται σε απόσταση µικρότερη των 750 µ. για πυροβόλα µέχρι 5 ιντσών και µικρότερη των 1000 µ. για πυροβόλα µεγαλύτερα των 5 ιντσών. Για την ασφάλεια των ΦΤ εφαρµόζονται περιορισµοί και ειδικές διαδικασίες.

(6) Καπνογόνο Προπέτασµα. Υποδεικνύει τη χρησιµο-ποίηση καπνογόνων βληµάτων, για την απόκρυψη φιλίων εγκαταστάσεων και ελιγµών ή την αποτύφλωση του εχθρού.

(7) Φωτισµός. Υποδεικνύει τη χρησιµοποίηση φωτιστι-κών βληµάτων, µε σκοπό το φωτισµό µιας περιοχής.

β. Τροχιά.

Υπάρχουν δύο τύποι τροχιών. Η επισκηπτική και η κατα-κόρυφη. Οταν ο παρατηρητής επιθυµεί επισκηπτική βολή παραλείπει τη σχετική ένδειξη, ενώ όταν επιθυµεί κατακόρυφη παραγγέλλει: "ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΗ ΒΟΛΗ". Στην περίπτωση που ο παρατηρητής δεν έχει ζητήσει κατακόρυφη βολή και το Κ∆Π αποφασίσει ότι είναι αναγκαία η εκτέλεση της, πρέπει να ενηµερωθεί σχετικά ο παρατηρητής.

γ. Πυροµαχικά.

Το στοιχείο αυτό υποδεικνύει το είδος των πυροµαχικών και δυνατόν να περιλαµβάνει τον απαιτούµενο όγκο πυρός, ο οποίος τις περισσότερες φορές παραλείπεται.

(1) Είδος Πυροµαχικών.

Ο παρατηρητής θα πρέπει να παραγγέλλει κάθε

81

φορά τον τύπο των πυροµαχικών, τα οποία θα επιφέρουν τα καλύτερα αποτελέσµατα κατά την προσβολή του στόχου. Εάν δεν το καθορίσει, σηµαίνει ότι αιτείται βλήµα εκρηκτικό µε πυροσωλήνα ακαριαίο. Ο ΑΞΕΠ θα κρίνει εάν τα πυροµαχικά που ζήτησε ο παρατηρητής είναι κατάλληλα και θα τα διαφοροποιήσει εάν απαιτείται, ενηµερώνοντας τον παρατηρητή.

(α) Τα πυροµαχικά για τον κανονισµό και τη δραστική βολή, προσδιορίζονται από το βλήµα και τον πυροσωλήνα, όπως παρακάτω:

1/ Βλήµα. Π.χ. "ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ", "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ", "ΛΕΥΚΟΥ ΦΩΣΦΟΡΟΥ", "ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ", "ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ" κλπ.

2/ Πυροσωλήνας. Π.χ. "ΑΚΑΡΙΑΙΟΣ", "ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΩΣ", "ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΉΣ", "ΜΕ ΕΠΙΒΡΑ∆ΥΝΣΗ", "∆ΙΑΤΡΗΤΙΚΟΣ ΣΚΥΡΟ∆ΕΜΑΤΟΣ". Εάν ο επιθυµητός πυροσωλήνας είναι ακαριαίος ή εάν το αιτούµενο βλήµα βάλλεται µόνο µε ένα συγκεκριµένο τύπο πυροσωλήνα, το στοιχείο αυτό παραλείπεται. Π.χ. τα φωτιστικά βλήµατα, τα καπνογόνα εκτοξευοµένης βάσεως κλπ. βάλλονται πάντοτε µε εγκαιροφλεγείς πυροσωλήνες. Συνεπώς, όταν ο παρατηρητής αιτείται τα προαναφερθέντα βλήµατα δεν αναφέρει τον τύπο του πυροσωλήνα, διότι είναι ήδη γνωστός.

(β) Εάν το είδος των πυροµαχικών τα οποία θα βληθούν κατά τον κανονισµό και τη δραστική βολή διαφέρουν, τότε ο παρατηρητής µαζί µε τον τύπο του βλήµατος αναφέρει και τους όρους, "ΣΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ" ή "ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ", αναλόγως της περιπτώσεως. Οταν ο παρατηρητής επιθυµεί εκρηκτικό βλήµα και πυροσωλήνα ακαριαίο, τόσο κατά τον κανονισµό όσο και κατά τη δραστική βολή, δεν απαιτείται να αναφέρει τίποτα.

(γ) Παραδείγµατα.

1/ "ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ MET' ΕΠΙΒΡΑ∆ΥΝ-ΣΕΩΣ". Αυτό σηµαίνει ότι ο παρατηρητής αιτείται βολή µε εκρηκτικό βλήµα και πυροσωλήνα µετ' επιβραδύνσεως και στον κανονισµό και στη δραστική βολή.

2/ "ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΩΣ ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ". Αυτό σηµαίνει ότι αιτείται εκρηκτικό βλήµα µε πυροσωλήνα ακαριαίο κατά τον κανονισµό και πυροσωλήνα προσεγγίσεως κατά τη δραστική βολή.

3/ "ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΕΥΚΟΥ ΦΩΣΦΟΡΟΥ ΣΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ". Αυτό σηµαίνει ότι αιτείται βλήµα λευκού φωσφόρου κατά τον κανονισµό και εκρηκτικό βλήµα µε πυροσωλήνα ακαριαίο κατά τη

82

δραστική βολή. 4/ "ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΕΥΚΟΥ ΦΩΣΦΟΡΟΥ ΣΤΟΝ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ, ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΉΣ ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ". Αυτό σηµαίνει ότι αιτείται καπνογόνο λευκού φωσφόρου κατά τον κανονισµό και βλήµα εκρηκτικό µε πυροσωλήνα εγκαιροφλεγή κατά τη δραστική βολή.

(2) Ογκος Πυρός.

Είναι ο αριθµός των βληµάτων, τα οποία αιτείται ο παρατηρητής να βληθούν από κάθε πυροβόλο στη δραστική βολή. Π.χ. "ΑΝΑ ΤΡΕΙΣ". Χρησιµοποιείται ακόµη σαν προειδοποίηση για την προπαρασκευή ασυνήθους ποσότητας πυροµαχικών. Εάν ο αριθµός των βληµάτων δεν αναφερθεί, γεγονός το οποίο είναι και το συνηθέστερο, το Κ∆Π θα προσδιορίσει τον αριθµό των βληµάτων της δραστικής βολής και θα το διαβιβάσει στον παρατηρητή, σαν τµήµα του σήµατος προς τον παρατηρητή.

δ. Κατανοµή Πυρός.

Είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται ότι τα πυρά κατανέµονται ικανοποιητικά, για να καλυφθεί η έκταση του στόχου. Οταν στην αίτηση βολής δεν αναφέρεται η κατανοµή του πυρός, σηµαίνει ότι ο παρατηρητής αιτείται εκτέλεση βολής µε παράλληλη δέσµη. Στο στοιχείο αυτό είναι δυνατόν να περιληφθούν οι παρακάτω όροι, πλην του πρώτου:

(1) "∆έσµη Παράλληλη". Οι γραµµές βολής των πυροβόλων είναι παράλληλες. Συνήθως χρησιµοποιείται κατά τη δραστική βολή εναντίον στόχων περιοχής (παραλείπεται).

(2) "Συγκλίνουσα ∆έσµη". Οι τροχιές όλων των πυροβόλων συγκλίνουν σε ένα σηµείο. Το σχετικό παράγγελµα είναι "∆ΕΣΜΗ ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΑ".

(3) "∆έσµη Τόσων Μέτρων". Οι γραµµές βολής των πυροβόλων συγκλίνουν ή αποκλίνουν, αναλόγως της δέσµης που ζήτησε ο παρατηρητής. Π.χ. "∆ΕΣΜΗ 50 ΜΕΤΡΩΝ".

(4) "Κλιµάκωση Παρεκτροπής". ∆ύο βλήµατα βάλλονται µε διαφορετική παρεκτροπή αλλά ίδιο βεληνεκές, ώστε τα σηµεία διαρρήξεως να ευρίσκονται δεξιά και αριστερά της γραµµής Πυροβόλα -Στόχος (επί ευθείας γραµµής, κάθετης στον άξονα βολής) και σε απόσταση 400 µέτρων. Το σχετικό παράγγελµα είναι "ΚΛΙΜΑΚΩΣΑΤΕ ΠΑΡΕΚΤΡΟΠΗ".

83

-83-

(5) "Κλιµάκωση Βεληνεκούς". ∆υο βλήµατα βάλλονται µε διαφορετικό βεληνεκές αλλά ίδια παρεκτροπή, για διαρρήξεις εγγύτερον και µακρότερον του στόχου, κατά µήκος της γραµµής Πυροβόλα - Στόχος και σε απόσταση 400 µέτρων. Το σχετικό παράγγελµα είναι: "ΚΛΙΜΑΚΩΣΑΤΕ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ".

(6) "Κλιµάκωση Βεληνεκούς και Παρεκτροπής" ή "Ρόµβος". Βάλλονται δύο βλήµατα µε διαφορετικές παρεκτροπές, για διαρρήξεις και από τις δύο πλευρές της γραµµής Πυροβόλα - Στόχος και άλλα δύο µε διαφορετικό βεληνεκές, για διαρρήξεις εγγύτερον και µακρότερον του στόχου. Συνήθως, αυτό το είδος της δέσµης χρησιµοποιείται στη βολή φωτιστικών βληµάτων και οι αποστάσεις µεταξύ των διαρρήξεων είναι 400 ή 500 µέτρα, αναλόγως του τύπου του χρησιµοποιούµενου βλήµατος.

7. Μέθοδος Βολής και Ελέγχου.

α. Περιλαµβάνει ορισµένα στοιχεία, µε τα οποία ο παρατηρητής καθορίζει τον έλεγχο τον οποίο θα ασκήσει κατά τη διάρκεια της βολής στα εξής σηµεία:

(1) Στη εκτέλεση κανονισµού ή απ' ευθείας δραστικής βολής.

(2) Στη µέθοδο βολής. (3) Στο χρόνο εκποµπής των πυρών.

β. Τα χρησιµοποιούµενα παραγγέλµατα είναι:

(1) "ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ". Οταν η θέση του στόχου δεν έχει προσδιορισθεί µε αρκετή ακρίβεια ή όταν δεν συνηγορούν οι άλλοι λόγοι που αναφέρονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο, για την εκτέλεση απ' ευθείας δραστικής βολής, απαιτείται κανονισµός. Σε συνδυασµό µε το παράγγελµα "ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ", ο παρατηρητής µπορεί:

(α) Να καθορίσει πόσα πυροβόλα θα εκτελέσουν τον κανονισµό. Π.χ. "ΠΥΡΟΒΟΛΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ" ή "ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑ ΚΑΝΟΝΙΖΟΥΣΑ".

(β) Να προσδιορίσει ποιο ή ποια πυροβόλα θα εκτελέσουν τον κανονισµό. Π.χ. "4ο ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ" ή "∆ΕΞΙΟΣ (ΑΡΙΣΤΕΡΟΣ) ΟΥΛΑΜΟΣ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ".

(γ) Να αποφασίσει εάν τα πυροβόλα που καθορίσθηκαν, θα βάλλουν µε σειρά. Π.χ. "ΕΚ ΤΟΥ ∆ΕΞΙΟΥ".

84

(δ) Να προσδιορίσει το χρονικό διάστηµα µεταξύ των βολών των πυροβόλων που βάλλουν σε σειρά (εάν δεν το καθορίσει, το διάστηµα θα είναι 5 δευτερόλεπτα). Π.χ. "ΕΚ ΤΟΥ ∆ΕΞΙΟΥ 10 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ". Στις βολές ακριβείας δεν περιλαµβάνεται καµµία ένδειξη, καθ' όσον ο κανονισµός εκτελείται πάντοτε µε ένα πυροβόλο.

(2) "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ". Οταν δεν υπάρχει ανάγκη εκτελέσεως κανονισµού, γεγονός το οποίο πρέπει να επιδιώκεται, ο παρατηρητής παραγγέλει την εκτέλεση δραστικής βολής. Το παράγγελµα αυτό καθορίζει ότι το είδος και η ποσότητα των πυροµαχικών τα οποία ζητήθηκαν πρέπει να βληθούν µε τη µεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα και ακρίβεια και µε τον προβλεπόµενο ρυθµό βολής κάθε πυροβόλου. Κατά τη διάρκεια της δραστικής βολής, ο παρατηρητής µπορεί να διορθώσει το ΜΣΠ των βληµάτων, εφ' όσον το θεωρεί αναγκαίο. Ο παρατηρητής ή το Κ∆Π µπορούν επίσης να αλλάξουν τον αριθµό των πυροβόλων, το διάστηµα ή τα πυροµαχικά.

(3) "ΣΥΝΕΧΗΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ". Ο παρατηρητής µε το παράγγελµα αυτό αιτείται τη βολή φωτιστικών βληµάτων, σε χρονικά διαστήµατα τα οποία θα εξασφαλίσουν αδιάκοπο φωτισµό στην περιοχή του στόχου. Π.χ. "ΣΥΝΕΧΗΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ 15 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ". Ο παρατηρητής µπορεί επίσης να ορίσει τη διάρκεια για την οποία απαιτείται ο φωτισµός. Π.χ. "ΣΥΝΕΧΗΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ... ΜΕΧΡΙ...".

(4) "ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ". Ο παρατηρητής αιτείται τη βολή φωτιστικών βληµάτων, ώστε η περιοχή του στόχου να φωτίζεται τη στιγµή κατά την οποία διαρρηγνύονται βλήµατα άλλου τύπου. Η βολή των φωτιστικών βληµάτων µπορεί να ελέγχεται είτε από τον παρατηρητή, είτε από το Κ∆Π.

(5) "∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ' "ΠΥΡ". Χρησιµο-ποιείται όταν ο παρατηρητής επιθυµεί, για οποιοδήποτε λόγο, να ελέγξει το χρόνο εκποµπής των πυρών. Το παράγγελµα "ΠΥΡ" δίνεται αφού η µονάδα πυρός έχει αναφέρει "ΕΤΟΙΜΗ" ή όταν ο παρατηρητής επιθυµεί τα πυροβόλα να βάλλουν.

(6) "ΩΡΑ ΕΠΙ ΣΤΟΧΟΥ'. Είναι µέθοδος βολής, κατά την οποία διάφορες µονάδες Πυροβολικού και πλοία συντονίζουν το χρόνο εκποµπής των πυρών τους, ώστε να διασφαλισθεί ότι τα πρώτα βλήµατα θα προσβάλλουν ταυτόχρονα το στόχο, στο χρόνο ο οποίος έχει καθορισθεί.

(7) "∆ΙΑΣΤΗΜΑ". Το διάστηµα µπορεί να δοθεί σαν ρυθµός βολής, µε τον οποίο καθορίζεται ο αριθµός των βληµάτων που θα

85

βάλλει κάθε πυροβόλο ανά λεπτό. Π.χ· "ΡΥΘΜΟΣ ΒΟΛΗΣ 2" (το οποίο σηµαίνει 2 βλήµατα ανά πυροβόλο, ανά λεπτό). Μπορεί επίσης να δοθεί σαν αριθµός δευτερολέπτων, µεταξύ δύο διαδοχικών βληµάτων κάθε πυροβόλου. Π.χ. "ΑΝΑ 5, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, 10 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ".

(8) "ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ Α∆ΥΝΑΤΗ". Αυτό το παράγγελµα χρησιµοποιείται από τον παρατηρητή, για να καθορίσει ότι δεν µπορεί να εκτελέσει κανονισµό, αλλά πιστεύει ότι στη συγκεκριµένη περιοχή υπάρχει σηµαντικός στόχος, ο οποίος δικαιολογεί την προσβολή του χωρίς κανονισµό ή παρατήρηση.

(9) "∆ΙΑΚΟΨΑΤΕ ΓΕΜΙΣΗ". Το παράγγελµα αυτό χρησιµοποιείται κατά τη βολή δύο ή περισσοτέρων βληµάτων και σηµαίνει ότι τα πυροβόλα δεν θα γεµισθούν εκ νέου. Η βολή τελειώνει µε τα πυροβόλα κενά.

(10) "ΣΤΟΠ". Το παράγγελµα αυτό προκαλεί προσωρινή διακοπή της βολής, έστω και εάν τα πυροβόλα είναι γεµισµένα.

(11) "ΣΥΝΕΧΗΣ ΒΟΛΗ". Στο πυροβολικό µάχης και στα πυρά ναυτικής υποστηρίξεως, σηµαίνει γέµιση και πυροδότηση στον προκαθορισµένο ρυθµό βολής ή σύµφωνα µε το ρυθµό βολής του συγκεκριµένου πυροβόλου. Η βολή συνεχίζεται, µέχρις ότου δοθεί το παράγγελµα "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ" ή "∆ΙΑΚΟΨΑΤΕ ΓΕΜΙΣΗ" ή "ΣΤΟΠ".

(12) "ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟ ... ". Τµήµα παραγ-γέλµατος που χρησιµοποιείται για να επιβάλλει µια αλλαγή στο ρυθµό βολής, στο είδος των πυροµαχικών ή σε άλλο παράγγελµα της δραστικής βολής. Π.χ. "ΛΕΥΚΟΥ ΦΩΣΦΟΡΟΥ, ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟ ΕΚΡΗΚΤΙΚΑ".

(13) "ΑΝΑΠΑΥΣΗ". Παράγγελµα το οποίο υποδεικνύει στη µονάδα πυρός ή στο πυροβόλο προς το οποίο απευθύνεται, ότι δεν θα εκτελέσει βολή κατά τη διάρκεια ισχύος της διαταγής.

(14) "ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ".

α. Κατά τη διάρκεια του κανονισµού, σηµαίνει βολή ενός βλήµατος (ή βληµάτων) µε τα τελευταία στοιχεία βολής. Συνδυάζεται µε τροποποιήσεις για οποιαδήποτε αλλαγή στον αριθµό των πυροβόλων ή και των πυροµαχικών, εάν απαιτείται. Π.χ. ΌΥΛΑΜΟΣ ΚΑΝΟΝΙΖΩΝ, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ" (µέχρι τώρα, ένα πυροβόλο εκτελούσε τον κανονισµό).

86

ΜΝΗΜΟΝΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΒΟΛΗΣ

Ταυτότητα ΠΑΡ (α) Θ40 Ε∆Ω Θ46 Προειδοποίηση (α) Αποστολή Βολής. Προαιρετικά: Μονάδες Πυρός ή πυροβόλαΘέσηΣτόχου

(α) Ορθογώνιες Συντεταγµένες ΣΣχ. Πολικές Συντεταγµένες Αριθµός Στόχου

Συντεταγµένες, υψόµετρο, διάθηµα Σ.Σχ., διάθηµα, Α/∆, +/-, άνω/κάτω ∆ιάθηµα, απόσταση, άνω/κάτω (ή µέτρα) ή Γθ πλέον/µείον (χιλιοστά) Αριθµός στόχου, διάθηµα

Περιγραφή Στόχου (α)

Είδος Στόχου Βαθµός Προστασίας ∆ιαστάσεις Προσανατολισµός ∆ραστηριότητα

∆ιµοιρία ΠΖ/Τόσα Αρµατα/Τόσα Οχήµατα/Σ∆/ΠΑΡ/ΑΑ όπλο/Αποθήκη κλπ. Ακάλυπτος/σε ορύγµατα/σε δάσος/σε ταχύσκαπτα/σε σκέπαστρα Μέτωπο στόχου Χ Βάθος στόχου (π.χ. 200 Χ 100) ∆ιάθηµα επιµήκους άξονα (εάν είναι γραµµικός) Εργαζόµενος/Προετοιµαζόµενος για κίνηση

Είδος Βολής Τροχιά

Επισήµανση, βολή καταστροφής, κατάδειξη ΦΤ, εγγύς, καπνογόνο προπέτασµα, φωτισµός [περιοχής (β)] Επισκηπτική/Κατακόρυφος (Οταν δεν συµπεριληφθεί: επισκηπτική)

Βλήµα Καπνογόνο ΛΦ, Καπνογόνο ΕΒ, Βοµβιδοφόρο Κ/Π, Βοµβιδοφόρο Α/Τ [εκρηκτικό (β)] Πυρο-µαχικά Πυροσωλήνας Προσεγγίσεως, εγκαιροφλεγής µε επιβράδυνση [ακαριαίος (β)]Ογκος Πυρός Ανά τόσες (συνήθως παραλείπεται και καθορίζεται από το Κ∆Π)

Μέθοδος Προσβολής

Κατανοµή Πυρός ∆έσµη συγκλίνουσα, τόσων µέτρων, κλιµακώσατε βεληνεκές/παρεκτροπή [παράλληλη (β)]Μέθοδος Βολής (α) ∆ραστική Βολή /Κανονισµός

Συνεχής φωτισµός Συντονισµένος φωτισµός ∆ιά παραγγέλµατος µουΩρα επί στόχου τάδε Στοιχεία προαιρετικά ή ∆ιάστηµα εξαρτώµενα από τον τύπο

Παρατήρηση αδύνατη των χρησιµοποιουµένων∆ιακόψατε γέµιση πυροµαχικών. ΟρισµέναΣτοπ διαβιβάζονται σαν επόµενα Συνεχής βολή παραγγέλµατα (κατά τη Ακολουθούµενα από διάρκεια του κανονισµού ή Ανάπαυση της δραστικής βολής) Επαναλάβατε Καταγράψατε στόχο

Μέθοδος Βολής και Ελέγχου Μέθοδος Ελέγχου

Πέρας αποστολής Βολής Παρατήρηση: (α) Τα στοιχεία αυτά διαβιβάζονται στο Κ∆Π υποχρεωτικά.

(β) Εάν το στοιχείο δεν περιληφθεί, εκτελείται αυτό το οποίο είναι γραµµένο µέσα στην αγκύλη.

87

β. Μετά το πέρας της δραστικής βολής, σηµαίνει βολή ιδίου αριθµού βληµάτων και µε την ίδια µέθοδο που εκτελέσθηκε η δραστική βολή. Με το παράγγελµα αυτό µπορούν να συνδυασθούν τροποποιήσεις του αριθµού των πυροβόλων, του δια-στήµατος ή των πυροµαχικών. Μπορούν επίσης να δοθούν και τυχόν διορθώσεις. Π.χ. "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 200, ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΦ, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ" (η προηγούµενη δραστική βολή εκτελέσθηκε µε εκρηκτικά βλήµατα).

(15) "ΚΑΤΑΓΡΑΨΑΤΕ ΣΤΟΧΟ". Το παράγγελµα αυτό χρησιµοποιείται για να δηλωθεί ότι ο στόχος πρέπει να καταγραφεί, για µελλοντική προσβολή. ∆ίνεται πριν από το παράγγελµα "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ". Εάν ο παρατηρητής δεν ζητήσει την καταγραφή του στόχου, δεν µπορεί στη συνέχεια να χρησιµοποιήσει το στόχο αυτό σαν ΣΣχ.

(16) "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ". Παράγγελµα που δίνεται για την περάτωση της βολής σε συγκεκριµένο στόχο. Πρέπει υποχρεωτικά να ακολουθούν τα αποτελέσµατα της βολής επί του στόχου. Η αναφορά των αποτελεσµάτων της βολής θα πρέπει να δίνει στο Κ∆Π την πλήρη εικόνα του τι συνέβει στο στόχο. Η απλή αναφορά "ΣΤΟΧΟΣ ΕΞΟΥ∆ΕΤΕΡΩΘΗΚΕ" δεν αρκεί. Ο παρατηρητής πρέπει να είναι λεπτοµερής και ακριβής στην αναφορά του. Π.χ. "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ. ΣΤΟΧΟΣ ΕΞΟΥ∆ΕΤΕΡΩΘΗΚΕ. ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ. ΛΟΙΠΟΙ ΚΙΝΗΘΗΚΑΝ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΑΣ" ή "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ. ΕΝΑ ΤΟΜΠ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ. ΛΟΙΠΑ ∆ΙΕΣΚΟΡΠΙΣΘΗΣΑΝ".

ΤΜΗΜΑ 12 ΑΚΥΡΩΣΗ ∆ΙΑΤΑΓΩΝ - ∆ΙΟΡΘΩΣΗ ΣΦΑΛΜΑΤΩΝ - ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

1. Ακύρωση ∆ιαταγών.

Ολα τα παραγγέλµατα των παρατηρητών µπορούν να ακυρωθούν µε:

α. Το παράγγελµα "ΑΚΥΡΟ", συνοδευόµενο από την αρχική διαταγή ή αναφορά. Π.χ. "ΑΚΥΡΟ ΣΤΟΠ". ∆ιαταγές που περιέχουν την ποσότητα ή το είδος των πυροµαχικών, συνήθως ακυρώνονται µε νέα διαταγή για την ποσότητα ή το είδος των πυροµαχικών και η νέα αυτή

88

διαταγή εφαρµόζεται αµέσως.

β. Μία νέα σειρά διαταγών.

2. ∆ιόρθωση Σφαλµάτων.

α. Τόσο ο παρατηρητής κατά την διαβίβαση των στοιχείων της αιτήσεως βολής, όσο και το προσωπικό του Κ∆Π κατά την επανάληψη τους, είναι δυνατόν να διαπράξουν σφάλµατα. Εάν ο παρατηρητής αντιληφθεί ότι διαβίβασε εσφαλµένα στοιχεία, παραγγέλλει "∆ΙΟΡΘΩΣΗ" και ευθύς αµέσως διαβιβάζει το διορθωµένο στοιχείο. Το ίδιο κάνει και όταν διαπιστώσει ότι το Κ∆Π διέπραξε λάθος κατά την επανάληψη των στοιχείων.

Παράδειγµα:

Ο παρατηρητής διαβίβασε "ΣΤΟΧΟΣ Α∆ 2001. ∆ΙΑΘΗΜΑ 4680, ΕΤΟΙΜΟΣ". Αµέσως διαπίστωσε ότι διαβίβασε λάθος διάθηµα, αντί του ορθού 5680. Τότε παραγγέλλει "∆ΙΟΡΘΩΣΗ. ∆ΙΑΘΗΜΑ 5680, ΕΤΟΙΜΟΣ" και αφού λάβει τη σχετική επιβεβαίωση, συνεχίζει τη διαβίβαση της αιτήσεως βολής.

β. Εάν το λανθασµένο στοιχείο επηρεάζει και άλλα διαβιβασθέντα στοιχεία, τότε επαναλαµβάνει όλα τα στοιχεία της λανθασµένης εκποµπής µε την προβλεπόµενη σειρά, αφού διαβιβάσει πρώτα τη λέξη "∆ΙΟΡΘΩΣΗ".

Παράδειγµα:

Ο παρατηρητής διαβίβασε "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 200, ΜΑΚΡΟ-ΤΕΡΟΝ 400, ΑΝΩ 40, ΕΤΟΙΜΟΣ". Αµέσως αντιλαµβάνεται ότι έπρεπε να είχε διαβιβάσει "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 400". Τότε πρέπει να διαβιβάσει "∆ΙΟΡΘΩΣΗ. ΑΡΙΣΤΕΡΑ 200, ΕΓΓΎΤΕΡΩΝ 400, ΑΝΩ 40, ΕΤΟΙΜΟΣ", γιατί η αναφώνηση µόνο του "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 400", ακυρώνει αυτόµατα όλα τα στοιχεία που δεν αναφωνήθηκαν και το Κ∆Π δεν θα εφαρµόσει το "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 200, ΑΝΩ 40".

γ. Εάν ο παρατηρητής έχει ολοκληρώσει τη διαβίβαση της αιτήσεως βολής και στη συνέχεια διαπιστώσει ότι διέπραξε κάποιο σφάλµα ή παρέλειψε κάποιο στοιχείο, το διορθωµένο στοιχείο πρέπει να διαβιβασθεί µαζί µε τα υπόλοιπα στοιχεία τα οποία επηρεάζει.

Παράδειγµα:

Ο παρατηρητής διαβίβασε "∆ΟΞΑ 20 Ε∆Ω ∆ΟΞΑ 28

89

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ" "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 200, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400, ΑΝΩ 40 ΕΤΟΙΜΟΣ". "ΠΕΖΙΚΟ ΑΚΑΛΥΠΤΟ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200x100. ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ". Στη συνέχεια αποφασίζει να διορθώσει τον πυροσωλήνα, γιατί κρίνει ότι για τον υπ' όψη στόχο είναι καταλληλότερος ο πυροσωλήνας προσεγγίσεως. Τότε πρέπει να διαβιβάσει "∆ΙΟΡΘΩΣΗ, ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΩΣ ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ".

3. Αναφορές προς τον Παρατηρητή.

α. Σήµα προς τον Παρατηρητή.

(1) Μόλις ληφθεί η αίτηση βολής του παρατηρητή, το Κ∆Π προς το οποίο έχει απευθυνθεί, θα προσδιορίσει τον τρόπο µε τον οποίο θα προσβληθεί ο στόχος και θα διαβιβάσει την απόφαση αυτή µε ένα σήµα προς τον παρατηρητή, το ταχύτερο δυνατόν. Το σήµα προς τον παρατηρητή περιλαµβάνει τα εξής πέντε στοιχεία, τα οποία προέρχονται από τη διαταγή βολής του ΑΞΕΠ:

(α) Πυροβολαρχία(ες) ∆ραστικής Βολής: ∆ιαβι-βάζονται οι Πυροβολαρχίες που θα συµµετάσχουν στη δραστική βολή. Π.χ. "ΒΥΡΩΝ ΚΑΙ ΑΣΤΗΡ" ή "ΒΥΡΩΝ" ή "ΜΟΙΡΑ".

(β) Κανονίζουσα Πυροβολαρχία: Εφ' όσον γίνει κανονισµός, διαβιβάζεται η κανονίζουσα Πυροβολαρχία. Π.χ. "ΒΥΡΩΝ".

(γ) Αριθµός Βληµάτων κατά Πυροβόλο (ΑΝΑ): ∆ιαβιβάζεται ο αριθµός των βληµάτων που θα βληθούν από κάθε πυροβόλο, κατά τη διάρκεια της δραστικής βολής. Π.χ. "ΑΝΑ 3".

(δ) Αριθµός Στόχου: ∆ιαβιβάζεται ο αριθµός ο οποίος δόθηκε από τον ΑΞΕΠ,. για το συγκεκριµένο στόχο. Εάν ο παρατηρητής θέλει να τον χρησιµοποιήσει µελλοντικά σαν Σ.Σχ, θα πρέπει στο τέλος της αποστολής βολής να παραγγείλλει "ΚΑΤΑΓΡΑΨΑΤΕ ΣΤΟΧΟ".

(ε) Αλλαγές στην Αίτηση Βολής: ∆ιαβιβάζονται όλες οι τροποποιήσεις που αποφάσισε ο ΑΞΕΠ για την προσβολή του στόχου, σε σχέση µε αυτά που ζήτησε ο παρατηρητής στην αίτηση βολής του.

Παρατήρηση: Σε περίπτωση που η Πυροβολαρχία που θα εκτελέσει τη δραστική βολή, εκτελέσει και τον κανονισµό, τότε διαβιβάζεται µόνο το στοιχείο "ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑ ∆ΡΑΣΤΙΚΗΣ ΒΟΛΗΣ".

90

Παράδειγµα Σήµατος προς ΠΑΡ:

"ΜΟΙΡΑ, ΒΥΡΩΝ, ΑΝΑ 3, Α∆ 7214, ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ".

(2) Περισσότερες λεπτοµέρειες για το σήµα προς τον παρατηρητή αναγράφονται στο ΕΕ 8-15Γ. Εάν η αίτηση βολής δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθεί, το Κ∆Π θα ενηµερώσει τον παρατηρητή µε σήµα του παρακάτω τύπου "ΜΗ ∆ΙΑΘΕΣΙΜΑ ΠΥΡΑ, ΕΠΑΝΕΛΘΕΤΕ ΜΕΤΑ (ΤΟΣΟ ΧΡΟΝΟ) ή "ΜΗ ∆ΙΑΘΕΣΙΜΑ ΠΥΡΑ, ΒΟΛΗ ∆ΕΝ ΘΑ ΕΚΤΕΛΕΣΘΕΙ".

β. 'ΤΑ∆Ε ΕΤΟΙΜΟ" ή 'ΤΑ∆Ε ΕΤΟΙΜΗ". Ο όρος δηλώνει ότι το πυροβόλο ή τα πυροβόλα της Πυροβολαρχίας/Μοίρας είναι γεµισµένα, σκοπευµένα και έτοιµα να βάλλουν.

γ. 'ΤΑ∆Ε ΕΒΑΛΕ". Μόλις το πυροβόλο ή τα πυροβόλα βάλλουν, το Κ∆Π ενηµερώνει τον παρατηρητή µε το παράγγελµα "ΤΑ∆Ε ΕΒΑΛΕ". Π.χ. "Ο∆ΗΓΟ ΕΒΑΛΕ" ή "4ο ΕΒΑΛΕ" ή "ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΟΥΛΑΜΟΣ ΕΒΑΛΕ" κλπ. Οταν το παράγγελµα αναφέρεται σε εκτέλεση δραστικής βολής, τότε εννοεί την έναρξη της. Με την αναφορά "ΕΒΑΛΕ" µπορεί να συνδυασθεί και η διάρκεια τροχιάς.

δ. "ΠΡΟΣΟΧΗ". ∆ιαβιβάζεται πέντε δευτερόλεπτα πριν από το χρόνο πτώσεως του βλήµατος ή των βληµάτων όταν:

(1) Γίνεται κατακόρυφη βολή. (2) Η αποστολή ελέγχεται από εναέριο παρατηρητή. (3) Εχει ζητηθεί από επίγειο παρατηρητή.

Παρατήρηση: Εάν ένας παρατηρητής θέλει να τροποποιήσει το διάστηµα των πέντε δευτερολέπτων, ζητά την τροποποίηση µε αντίστοιχο παράγγελµα. Π.χ. "ΑΝΑΦΕΡΑΤΕ ΠΡΟΣΟΧΗ 10 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ".

ε. "∆ΙΑΡΚΕΙΑ ΤΡΟΧΙΑΣ". Η διάρκεια τροχιάς µπορεί να διαβιβασθεί στον παρατηρητή στο πρώτο βλήµα της αποστολής βολής, µε το παράγγελµα "ΕΒΑΛΕ" ή "ΕΤΟΙΜΟΣ". ∆ιαβιβάζεται επίσης, όταν το γέµισµα ή η τροχιά τροποποιηθεί στη διάρκεια της αποστολής βολής, όταν προσβάλλεται κινητός στόχος, στην κατακόρυφη βολή, στη βολή µε ΕΠΑΡ ή όταν ζητηθεί από τον ίδιο τον παρατηρητή. Π.χ. "4ο ΕΒΑΛΕ, 25 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ" ή "Ο∆ΗΓΟ ΕΤΟΙΜΟ, 25 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ".

στ. "ΠΙΘΑΝΗ ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΚΑΤΑ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ". Στις βολές

91

ι περιοχής, το Κ∆Π ενηµερώνει τον παρατηρητή όταν η πιθανή απόκλιση κατά βεληνεκές είναι µεγαλύτερη των 38 µέτρων, ενώ στην επισήµανση ακριβείας και στις βολές εγγύς φιλίων τµηµάτων, όταν είναι µεγαλύτερη από 25 µέτρα.

ζ. ''ΓΩΝΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΣ". ∆ιαβιβάζεται από το Κ∆Π στον παρατηρητή, στρογγυλευµένη στην πλησιέστερη "100άδα χιλιοστών, όταν είναι µεγαλύτερη ή ίση των 500 χιλ. ή όταν ζητηθεί από τον ίδιο.

η. "ΑΓΝΟΗΣΑΤΕ". ∆ιαβιβάζεται από το Κ∆Π, όταν για οποιοδήποτε λόγο ένα βλήµα βάλλεται µε λανθασµένα στοιχεία ή πυροµαχικά. Στη συνέχεια βάλλεται ένα άλλο βλήµα µε τα σωστά στοιχεία, χωρίς αίτηση από τον παρατηρητή, εκτός εάν έχει δοθεί το παράγγελµα "∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΈΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ".

θ. "ΑΠΑΝΤΑ ΕΒΛΗΘΗΣΑΝ". ∆ιαβιβάζεται µόλις τελειώσει η δραστική βολή, εκτός της περιπτώσεως κατά την οποία βάλλεται ένα βλήµα από ένα πυροβόλο. Π.χ. "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ, ΑΠΑΝΤΑ ΕΒΛΗΘΗΣΑΝ".

ι. "ΣΤΟΧΟΣ ΤΑ∆Ε ΚΑΤΕΓΡΑΦΗ". ∆ιαβιβάζεται από το Κ∆Π, όταν τελειώσει η καταγραφή ενός στόχου.

92

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ - ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΒΟΛΗΣ - ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ 13 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

1. Πότε Εκτελείται Κανονισµός.

Ο παρατηρητής εκτελεί κανονισµό όταν δεν µπορεί να προσδιορίσει το στόχο µε ικανοποιητική ακρίβεια, η οποία να δικαιολογεί την προσβολή του µε απ' ευθείας δραστική βολή. Η έλλειψη ακρίβειας στον προσδιορισµό του στόχου πιθανόν να οφείλεται σε περιορισµένη ορατότητα, απατηλό έδαφος, ανακριβείς χάρτες ή δυσχέρεια του παρατηρητή στον προσδιορισµό του στόχου. Εάν κατά τη γνώµη του έχει προσδιορίσει το στόχο µε ικανοποιητική ακρίβεια, τότε θα παραγγείλει "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ", µε σκοπό να επιτύχει αιφνιδιασµό του εχθρού και συνεπώς καλύτερα αποτελέσµατα. Το Κ∆Π, έστω και εάν ο προσδιορισµός του στόχου έχει γίνει µε ακρίβεια, µπορεί να διατάξει την εκτέλεση κανονισµού, εάν δεν υπάρχουν διαθέσιµες ισχύουσες διορθώσεις εξ επισηµάνσεως.

2. Σηµείο Κανονισµού.

Οταν είναι απαραίτητο να εκτελεσθεί κανονισµός της βολής, ο παρατηρητής πρέπει να επιλέξει ένα σηµείο κανονισµού. Στο σηµείο αυτό

Σχήµα 32. Σηµείο Κανονισµού στη Βολή Περιοχής.

93

θα επιδιώξει να προσαρµόσει το ΜΣΠ των διαρρήξεων του κανονίζοντος ή των κανονιζόντων πυροβόλων. Στη βολή περιοχής σαν σηµείο κανονισµού επιλέγεται ένα ευδιάκριτο σηµείο κοντά στο κέντρο της περιοχής του στόχου, π.χ. δένδρο, θάµνος, βράχος κλπ. (Σχ. 32). Αντίθετα στις βολές ακριβείας (επισήµανση ακριβείας και βολή καταστροφής) το σηµείο κανονισµού είναι ο ίδιος ο στόχος.

3. Γραµµή Παρατηρήσεως.

Είναι η γραµµή η οποία ενώνει τον παρατηρητή µε το σηµείο κανονισµού. Στη βολή περιοχής σαν γραµµή παρατηρήσεως θεωρείται µία ζώνη, της οποίας το πλάτος ισούται µε τη δραστική ζώνη του βλήµατος του υπ' όψη διαµετρήµατος.

4. Μέθοδοι Κανονισµού.

Για την εκτέλεση του κανονισµού, χρησιµοποιούνται οι παρακάτω µέθοδοι:

α. Κανονισµός µε ένα Πυροβόλο.

Παρ' όλο που στον κανονισµό µε ένα πυροβόλο υπεισέρ-χονται τα σφάλµατα της διασποράς, για λόγους οικονοµίας βληµάτων, ο κανονισµός εκτελείται µε ένα πυροβόλο. Η µέθοδος αυτή χρησιµοποιείται επίσης όταν επιζητείται µεγάλη ακρίβεια (βολή καταστροφής, επισήµανση) ή όταν κάποιο πυροβόλο πρόκειται να προσαρµοσθεί σε συγκεκριµένο σηµείο του στόχου.

β. Κανονισµός µε Ουλαµό.

Χρησιµοποιείται όταν υπάρχει κακή ορατότητα, λόγω οµίχλης, σκόνης ή όταν ο παρατηρητής ευρίσκεται σε δυσκολία να εντοπίσει τη διάρρηξη του βλήµατος της Μονάδας του, λόγω ταυτόχρονης βολής άλλων Μονάδων στην ίδια περιοχή.

γ. Κανονισµός µε Οµοβροντία.

Αυτή η µέθοδος κανονισµού χρησιµοποιείται όταν οι συνθήκες της προηγούµενης υποπαραγράφου υφίστανται σε τέτοιο βαθµό, ώστε ο κανονισµός µε ουλαµό να µη διευκολύνει τον παρατηρητή.

94

Παρατήρηση:

Οπου στο παρόν εγχειρίδιο αναγράφεται η λέξη "διάρρηξη" θα εννοείται διάρρηξη ενός βλήµατος, εφ' όσον ο κανονισµός εκτελείται µε ένα πυροβόλο ή το ΜΣΠ περισσοτέρων βληµάτων, εφ' όσον ο κανονισµός εκτελείται µε περισσότερα πυροβόλα.

5. ∆ιαδικασία Κανονισµού.

Η θέση της γραµµής παρατηρήσεως (ΠΑΡ - Στόχος) σε σχέση µε τη γραµµή βολής (Πυροβόλα - Στόχος) δεν επηρεάζει τον παρατηρητή στη διεξαγωγή του κανονισµού της βολής (πλην της περιπτώσεως κατά την οποία η γωνία που σχηµατίζουν είναι µεγαλύτερη των 500 χιλ.). Κατά τον κανονισµό δίνονται κατάλληλες διορθώσεις διευθύνσεως, βεληνεκούς και ύψους διαρρήξεως σε µέτρα, µε σκοπό να προσαρµοσθούν οι διαρρήξεις στο στόχο (σηµείο κανονισµού). Ο κανονισµός της βολής εκτελείται συνήθως σε σχέση µε τη γραµµή παρατηρήσεως.

6. Αρχές του Κανονισµού.

α. Προσδιορισµός του Στόχου µε τη Μέγιστη ∆υνατή Ακρίβεια.

Το γεγονός ότι τα στοιχεία βολής του στόχου θα προσδιορισθούν τελικά µε τον κανονισµό δεν σηµαίνει ότι τα αρχικά στοιχεία για το πρώτο βλήµα του κανονισµού δεν θα πρέπει να είναι τα ακριβέστερα δυνατά.

β. Εκτέλεση του Κανονισµού Πρώτα κατά ∆ιεύθυνση, Μετά κατά Βεληνεκές και Τέλος καθ' Υψος.

Αρχικά εκτελείται ο κρουστικός κανονισµός κατά διεύθυνση, µε σκοπό να αχθούν οι διαρρήξεις επάνω ή πολύ κοντά στη γραµµή παρατηρήσεως, ώστε να διευκολυνθεί στη συνέχεια ο κανονισµός κατά βεληνεκές. Εάν οι διαρρρήξεις δεν αχθούν επάνω στη γραµµή παρατηρήσεως, είναι αρκετά δύσκολο να εκτιµηθεί εάν µία διάρρηξη ευρίσκεται εντεύθεν ή εκείθεν του στόχου, σε σχέση µε τον παρατηρητή. Στη συνέχεια εκτελείται ο κανονισµός κατά βεληνεκές, αµέσως δε µόλις τελειώσει ο κρουστικός κανονισµός, συνεχίζεται ο εγκαιροφλεγής. Ενας πεπειραµένος παρατηρητής θα πρέπει να εκτελεί ταυτόχρονα κανονισµό τόσο κατά διεύθυνση, όσο και κατά βεληνεκές.

95

γ. Επίτευξη Παρεµβολής κατά Βεληνεκές.

Παρεµβολή του στόχου κατά βεληνεκές επιτυγχάνεται όταν παρατηρηθούν βλήµατα εντεύθεν και εκείθεν του σηµείου κανονισµού. Η κανονική διαδικασία για τον κανονισµό κατά βεληνεκές επιβάλλει την επίτευξη παρεµβολής κατά µήκος της γραµµής παρατηρήσεως, δεδοµένου ότι είναι δύσκολο να εκτιµηθεί το µέγεθος της αποκλίσεως της διαρρήξεως εντεύθεν ή εκείθεν του στόχου. Ο παρατηρητής εκτελεί διορθώσεις διευθύνσεως και ύψους διαρρήξεως, χωρίς να προσπαθεί να παρεµβάλει το στόχο, διότι οι αποκλίσεις αυτές προσδιορίζονται µε µετρήσεις και υπολογισµούς. Πεπειραµένοι παρατηρητές µπορούν να παραβλέψουν την αρχή αυτή, προκειµένου να επιτύχουν την ταχεία και αιφνιδιαστική προσβολή του στόχου. Περισσότερες λεπτοµέρειες για τον κανονισµό κατά βεληνεκές παρέχονται στο τµήµα 15.

Οταν ο παρατηρητής πρόκειται να δώσει διόρθωση, δεν θα πρέπει να έχει αµφιβολίες για τη θέση της διαρρήξεως. Εάν προσπαθήσει να διορθώσει διάρρηξη για την οποία έχει αµφιβολία, θα παρασυρθεί σε λανθασµένα συµπεράσµατα και σίγουρα θα χάσει χρόνο, καταναλώνοντας περισσότερα πυροµαχικά.

7. Αόρατη Βολή.

Αόρατη χαρακτηρίζεται η βολή, της οποίας η διάρρηξη δεν παρατηρήθηκε από τον παρατηρητή. Αυτό µπορεί να συµβεί στις παρακάτω περιπτώσεις:

α. Οταν ο παρατηρητής δεν µπόρεσε να παρατηρήσει τη διάρρηξη του πρώτου βλήµατος του κανονισµού.

β. Οταν το βλήµα διερράγη σε αόρατη ζώνη (µη φαινόµενη ζώνη). Σε διακεκοµµένο έδαφος είναι δυνατόν να υπάρχουν πολλές περιοχές αόρατες από το παρατηρητήριο. Για να περιορισθεί η πιθανότητα πτώσεως βληµάτων του κανονισµού σε τέτοιες περιοχές, µε αποτέλεσµα να βραδύνει ο κανονισµός, πρέπει να λαµβάνονται τα εξής µέτρα:

(1) Εάν ο στόχος ευρίσκεται κοντά σε µη φαινόµενη ζώνη εκλέγεται µία ορατή περιοχή πλησίον του στόχου και λαµβάνεται αυτή σαν αρχική θέση του στόχου. Ετσι το πρώτο βλήµα θα είναι σίγουρα ορατό, έστω και σε κάποια απόσταση από το στόχο.

(2) Κατά τη διάρκεια του κανονισµού, καταβάλλεται κάθε προσπάθεια εντοπισµού της αόρατης διαρρήξεως από τον ήχο του

96

βλήµατος κατά την πτήση, από τον κρότο της διαρρήξεως και από την πιθανή επίδραση της τελευταίας διορθώσεως που παραγγέλθηκε. Ετσι ο παρατηρητής συγκεντρώνει ενδείξεις και προσπαθεί να εξάγει συµπέρασµα για τη θέση της διαρρήξεως. Π.χ. εάν ακούσθηκε η διάρρηξη και η µόνη αόρατη περιοχή στην οποία το βλήµα θα µπορούσε να πέσει ήταν µια βαθειά γραµµή δεξιά του στόχου, τότε ο παρατηρητής µπορεί να υποθέσει ότι η διάρρηξη αυτή ήταν δεξιά του στόχου.

(3) Εάν δεν υπάρχουν παρόµοιες ενδείξεις, ο παρατηρητής πρέπει να παραγγείλλει διόρθωση βεληνεκούς ή διευθύνσεως. Εάν η γενική κατεύθυνση των βαθειών γραµµών περί την περιοχή του στόχου είναι κάθετη προς τη γραµµή παρατηρήσεως πρέπει να παραγγείλει διόρθωση βεληνεκούς. Εάν οι βαθειές γραµµές έχουν κατεύθυνση παράλληλη προς τη γραµµή παρατηρήσεως, προτιµότερη είναι η διόρθωση διευθύνσεως.

(4) Εάν υπάρχουν πολλές αόρατες ζώνες κοντά στο στόχο, θα παραστεί, ενδεχοµένως, ανάγκη προσεγγίσεως της βολής προς το στόχο µε διαδοχικά µικρά άλµατα, κατά µήκος ενός ορατού τµήµατος του εδάφους.

γ. Εάν στην περιοχή του στόχου βάλλουν ταυτόχρονα και άλλες Μοίρες, θα είναι πολλές φορές δύσκολο στον παρατηρητή να διακρίνει τα βλήµατα του κανονισµού της Μοίρας του. Στην περίπτωση αυτή, ενδείκνυται η χρησιµοποίηση της διαδικασίας "ΠΡΟΣΟΧΗ" ή και του κανονισµού µε Ουλαµό ή Πυροβολαρχία.

8. Χρήσιµες Οδηγίες για τον Παρατηρητή.

α. Το πρώτο βλήµα είναι δυνατόν να µην παρατηρηθεί είτε διότι διερράγη σε µεγάλη απόσταση από το στόχο, είτε διότι ο παρατηρητής δεν γνωρίζει καλά τη ζώνη του και παρατηρεί σε εσφαλµένη περιοχή. Επειδή η παρατήρηση µε τα δίοπτρα περιορίζει το οπτικό πεδίο, το πρώτο βλήµα πρέπει να παρατηρείται µε γυµνό οφθαλµό. Συνήθως είναι προτιµότερο ο µεν παρατηρητής να παρατηρεί µε γυµνό οφθαλµό, ο δε ΒΑΠΑΡ µε τα δίοπτρα του.

β. Οι παρατηρητές οι οποίοι φορούν γυαλιά, καλό θα είναι να αφαιρούν το προστατευτικό πλαστικό του προσοφθαλµίου φακού των διόπτρων, προκειµένου να αυξηθεί το οπτικό τους πεδίο. Για να αποφύγουν τη θραύση των γυαλιών, µπορούν να τοποθετήσουν µονωτική ταινία στο περίβληµα του προσοφθάλµιου φακού.

γ. Μόλις ο παρατηρητής ρυθµίσει για πρώτη φορά την

97

εστιακή απόσταση των διοπτρών του, µπορεί να σταθεροποιήσει τα ρυθµιστικά περικόχλια µε µονωτική ταινία, έτσι ώστε να µην είναι αναγκασµένος να ρυθµίζει τους προσοφθάλµιους φακούς, κάθε φορά που χρησιµοποιεί τα δίοπτρα του.

9. Εκτιµήσεις.

α. Εκτίµηση είναι ο προσδιορισµός από τον παρατηρητή της θέσεως µίας-διαρρήξεως (ή του ΜΣΠ οµάδας διαρρήξεων) σε σχέση µε τη γραµµή παρατηρήσεως (για την έννοια αριστερά - δεξιά) και σε σχέση µε το σηµείο κανονισµού (για την έννοια µακρά - βραχεία).

β. Οι εκτιµήσεις τις οποίες πρέπει να κάνει ο παρατηρητής για κάθε διάρρηξη είναι οι εξής:

(1) Εκτίµηση διευθύνσεως. Η απόκλιση σε χιλιοστά της διαρρήξεως, αριστερά ή δεξιά της γραµµής παρατηρήσεως.

(2) Εκτίµηση βεληνεκούς. Το εάν η θέση της διαρρήξεως ήταν µακρά ή βραχεία σε σχέση µε το σηµείο κανονισµού, καθώς και η περίπου απόσταση από αυτό.

(3) Εκτίµηση ύψους διαρρήξεως (όταν η διάρρηξη είναι εγκαιροφλεγής). Το εάν η διάρρηξη ήταν κρουστική ή εγκαιροφλεγής, καθώς και ο αριθµός των χιλιοστών στα οποία έλαβε χώρα η εγκαιροφλεγής διάρρηξη επάνω από το στόχο.

γ. Για να µπορεί ο παρατηρητής να κάνει ορθές διορθώσεις, θα πρέπει να έχει υπ' όψη του τα εξής:

(1) Οι εκτιµήσεις θα πρέπει να γίνονται τη στιγµή της διαρρήξεως, εκτός εάν καθυστερούνται µε σκοπό την εκµετάλλευση του καπνού ή της δηµιουργούµενης σκόνης.

(2) ∆ιορθώσεις της βολής οι οποίες βασίζονται σε παρατήρηση διαρρήξεως, για τη θέση της οποίας υπάρχει αµφιβολία, οδηγούν σε σύγχυση και απώλεια χρόνου.

(3) Οι εκτιµήσεις πρέπει να βασίζονται στο τι βλέπει ο παρατηρητής τη στιγµή της διαρρήξεως και όχι στο τι υποθέτει.

δ. Κατά τη διάρκεια της αρχικής εκπαιδεύσεως, ενδείκνυται

98

να ζητείται από τον παρατηρητή να αναφωνεί τις εκτιµήσεις του. Αυτό δεν είναι αναγκαίο κατά την εκτέλεση βολής από πεπειραµένους παρατηρητές.

10. Μη Αντιληπτές ∆ιαρρήξεις.

α. Μία διάρρηξη την οποία ο παρατηρητής ούτε άκουσε, ούτε είδε, χαρακτηρίζεται σαν "ΜΗ ΑΝΤΙΛΗΠΤΗ". Πολλοί είναι οι λόγοι για τους οποίους µία διάρρηξη δεν θα γίνει αντιληπτή από τον παρατηρητή:

(1) Πιθανόν το βλήµα να µη διαρραγεί και συνεπώς να µη δηµιουργήσει ούτε ήχο ούτε λάµψη.

(2) Η διαµόρφωση του εδάφους µπορεί να παρεµποδίσει τον παρατηρητή να δει τη διάρρηξη ή τον καπνό της.

(3) Οι καιρικές συνθήκες, τα εχθρικά ή τα φίλια πυρά πιθανόν επίσης να παρεµποδίσουν τον παρατηρητή να αντιληφθεί τη διάρρηξη.

(4) Πιθανόν ο παρατηρητής να µην ήταν συγκεντρωµένος, το Κ∆Π να έκανε σφάλµα στους υπολογισµούς ή το πυροβόλο να έβαλε µε λάθος στοιχεία βολής.

β. Για να καταλήξει ο παρατηρητής στο συµπέρασµα ότι το βλήµα ήταν µη διαρραγέν, πρέπει να ελέγξει την τελευταία διόρθωσή του. Εάν είναι το πρώτο βλήµα του κανονισµού, θα πρέπει να ελέγξει τον προσδιορισµό του στόχου και τα στοιχεία που διαβίβασε στο Κ∆Π. Εάν είναι σίγουρος ότι θα έπρεπε να έχει δει τη διάρρηξη, ζητά την επανάληψη της βολής µε το παράγγελµα "ΜΗ ΑΝΤΙΛΗΠΤΗ, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ".

γ. Εάν ο παρατηρητής πιστεύει ότι οι καιρικές συνθήκες και τα εχθρικά ή φίλια πυρά θα τον παρεµποδίσουν να δει τη διάρρηξη, τότε θα ήταν καλύτερα να αρχίσει τον κανονισµό µε δύο πυροβόλα ή ακόµη και µε ολόκληρη την Πυροβολαρχία. Εάν πάλι δεν παρατηρήσει το πρώτο βλήµα του κανονισµού, αλλάζει τη µέθοδο κανονισµού και χρησιµοποιεί περισσότερα πυροβόλα. Εχει επίσης τη δυνατότητα να αλλάξει το βλήµα του κανονισµού, ζητώντας να βληθεί ένα καπνογόνο, παρόλο που αυτό είναι πιθανόν να τον εµποδίσει στην παρατήρηση των εποµένων βληµάτων. Σε περίπτωση κακής ορατότητας, είναι προτιµότερο η παρατήρηση να γίνεται µε γυµνό µάτι, παρά µε τα δίοπτρα.

99

TMHMA 14 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ

1. Γενικά.

Σκοπός του κανονισµού κατά διεύθυνση είναι η µετακίνηση της διαρρήξεως ενός βλήµατος ή του ΜΣΠ οµάδας βληµάτων, επάνω ή πολύ κοντά στη γραµµή παρατηρήσεως.

2. Εκτιµήσεις κατά ∆ιεύθυνση.

α. Γωνιακή απόκλιση κατά διεύθυνση (Σχ. 33) είναι η γωνία από το σηµείο κανονισµού, µέχρι το σηµείο της διαρρήξεως, όπως αυτή µετράται από τη θέση του παρατηρητή. Στη διάρκεια του κανονισµού, ο παρατηρητής µετρά τη γωνιακή απόκλιση, χρησιµοποιώντας τα δίοπτρα του (ή οποιοδήποτε άλλο γωνιοµετρικό όργανο). Οι γωνιακές αποκλίσεις µετρώνται στην πλησιέστερη πεντάδα χιλιοστών στις βολές περιοχής και στο πλησιέστερο χιλιοστό, στις βολές ακριβείας. Εκτίµηση κατά διεύθυνση

Σχήµα 33. Γωνιακή Απόκλιση Κατά ∆ιεύθυνση.

100

είναι ο προσδιορισµός της γωνιακής αποκλίσεως κατά διεύθυνση και της εννοίας της αποκλίσεως (αριστερά, δεξιά). Οι δυνατές εκτιµήσεις κατά διεύθυνση είναι οι εξής:

(1) Κατεύθυνση: Η διάρρηξη ή το ΜΣΠ των διαρρήξεων ευρίσκεται επάνω στη γραµµή παρατηρήσεως. Υπενθυµίζεται ότι γραµµή παρατηρήσεως είναι µία ζώνη, της οποίας το πλάτος δεν υπερβαίνει τη δραστική ζώνη του χρησιµοποιουµένου βλήµατος.

(2) Αριστερά: Η διάρρηξη γίνεται αριστερά της γραµµής παρατηρήσεως.

(3) ∆εξιά: Η διάρρηξη γίνεται δεξιά της γραµµής παρατηρήσεως.

*

Σχήµα 34. Εκτιµήσεις κατά ∆ιεύθυνση.

β. Παραδείγµατα.

Στο σχήµα 34:

(1) Βλήµα Α: Ο παρατηρητής βλέπει τη διάρρηξη του βλήµατος δεξιά της γραµµής παρατηρήσεως και µετρά µε τα δίοπτρα του γωνία 20 χιλ. Εκτίµηση κατά διεύθυνση: "20 ∆ΕΞΙΑ".

101

(2) Βλήµα Β: Ο παρατηρητής βλέπει τη διάρρηξη του βλήµατος αριστερά της γραµµής παρατηρήσεως και µετρά µε τα δίοπτρα του γωνία 35 χιλ. Εκτίµηση κατά διεύθυνση: "35 ΑΡΙΣΤΕΡΑ".

(3) Βλήµα Γ: Ο παρατηρητής βλέπει τη διάρρηξη του βλήµατος επάνω στη γραµµή παρατηρήσεως. Εκτίµηση κατά διεύθυνση: "ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ".

Παρατήρηση: Οταν ο παρατηρητής δίνει την εκτίµηση του, πρώτα αναφωνεί τη γωνιακή απόκλιση (πόσα χιλιοστά) και στη συνέχεια την έννοια της εκτιµήσεως (αριστερά, δεξιά ή κατεύθυνση).

γ. Οι εκτιµήσεις κατά διεύθυνση δίνονται κατόπιν µετρήσεως από τη διάρρηξη εάν βάλλει ένα µόνο πυροβόλο ή από το ΜΣΠ/ΜΣ∆, εάν βάλλουν περισσότερα του ενός πυροβόλα.

3. ∆ιορθώσεις κατά ∆ιεύθυνση.

α. Γενικά.

Μετά την εκτίµηση, ο παρατηρητής θα πρέπει να διαβιβάσει στο Κ∆Π κατάλληλη διόρθωση, µε σκοπό να µεταφέρει τη διάρρηξη επάνω στη γραµµή παρατηρήσεως. Η διόρθωση αυτή ονοµάζεται διόρθωση κατά διεύθυνση και είναι η απόσταση σε µέτρα του σηµείου διαρρήξεως από τη γραµµή παρατηρήσεως. Μικρές διορθώσεις της τάξεως των 10 έως 30 µέτρων δεν πρέπει να παραγγέλλονται κατά τον κανονισµό βολής περιοχής, εκτός εάν πρόκειται να εκπεµφθεί δραστική βολή, να καταγραφεί ο στόχος ή εάν εκτελείται βολή ακριβείας.

β. Συντελεστής Αποστάσεως Παρατηρήσεως (ΣΑΠ).

Είναι ο αριθµός ο οποίος εκφράζει την απόσταση παρατηρήσεως (Παρατηρητής - Στόχος) σε χιλιάδες µέτρων.

(1) Οταν η απόσταση παρατηρήσεως είναι µεγαλύτερη ή ίση των χιλίων µέτρων, τότε ο ΣΑΠ στρογγυλεύεται στον πλησιέστερο ακέραιο αριθµό (χιλιάδες µέτρων).

102

Παρατήρηση: Οταν η απόσταση παρατηρήσεως είναι περιττό πολλαπλάσιο των 500 µέτρων (π.χ. 1500 µ., 2500 µ., 3500 µ.) κλπ., τότε σαν ΣΑΠ λαµβάνεται ο πλησιέστερος άρτιος αριθµός. Παράδειγµα:

Απόσταση Παρατηρήσεως = 6500 µ. ΣΑΠ =6 Απόσταση Παρατηρήσεως = 5500 µ. ΣΑΠ =6

Ενας έµπειρος παρατηρητής έχει τη δυνατότητα να στρογγυλεύει το ΣΑΠ στη πλησιέστερη 100άδα µέτρων ανεξάρτητα από την απόσταση παρατηρήσεως. Παράδειγµα:

Απόσταση Παρατηρήσεως = 6500 µ. ΣΑΠ =6,5 Απόσταση Παρατηρήσεως = 5400 µ. ΣΑΠ =5,4

(2) Οταν η απόσταση παρατηρήσεως είναι µικρότερη των 1000 µέτρων, τότε ο ΣΑΠ στρογγυλεύεται στην πλησιέστερη 100άδα µέτρων. Παράδειγµα:

Απόσταση Παρατηρήσεως = 700 µ. ΣΑΠ =0.7 Απόσταση Παρατηρήσεως = 900 µ. ΣΑΠ =0.9

γ. Υπολογισµός ∆ιορθώσεων κατά ∆ιεύθυνση.

Ο παρατηρητής για να υπολογίσει τη διόρθωση κατά διεύθυνση, πολλαπλασιάζει τη γωνιακή απόκλιση κατά διεύθυνση επί τον ΣΑΠ. Στρογγυλεύει το αποτέλεσµα στην πλησιέστερη 10άδα µέτρων και το διαβιβάζει στο Κ∆Π, προτάσσοντας την έννοια της διορθώσεως κατά διεύθυνση (δεξιά ή αριστερά). Π.χ. "∆ΕΞΙΑ τόσο" ή "ΑΡΙΣΤΕΡΑ τόσο". Η έννοια της διορθώσεως βέβαια θα πρέπει να είναι αντίθετη της εκτιµήσεως. Στον παρακάτω πίνακα δίδονται ορισ µένα παραδείγµατα υπολογισµού διορθώσεων κατά διεύθυνση.

Απόσταση Παρ. ΣΑΠ Εκτίµηση ∆ιόρθωση κατά ∆ιεύθυνση 5700 6 20 ∆ΕΞΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ 120 5500 6 25 ΑΡΙΣΤΕΡΑ ∆ΕΞΙΑ 150 4700 5 30 ΑΡΙΣΤΕΡΑ ∆ΕΞΙΑ 150 4500 4 40 ∆ΕΞΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ 160 4000 4 15 ΑΡΙΣΤΕΡΑ ∆ΕΞΙΑ 60 800 0.8 50 ∆ΕΞΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ 40 700 0.7 55 ΑΡΙΣΤΕΡΑ ∆ΕΞΙΑ 40

Παρατήρηση: Οπως φαίνεται από τις εκτιµήσεις και τις αντίστοιχες

διορθώσεις του παραπάνω πίνακα, οι διορθώσεις παραγγέλλονται στο Κ∆Π µε αντίθετη σειρά από ότι οι εκτιµήσεις (πρώτα η έννοια της διορθώσεως και µετά η διόρθωση σε µέτρα).

103

4. Επίδραση της Μεγάλης Γωνίας Παρατηρήσεως.

α. Γωνία παρατηρήσεως είναι η γωνία η οποία σχηµατίζεται από τη γραµµή παρατηρήσεως και τη γραµµή πυροβόλα - στόχος. Οταν η γωνία αυτή είναι 500 χιλ. ή µεγαλύτερη, ο παρατηρητής κατά τον προσδιορισµό των διορθώσεων κατά διεύθυνση, θα πρέπει να λαµβάνει υπ' όψη του και τη διασπορά του πυροβόλου κατά βεληνεκές. Αυτό το οποίο ο παρατηρητής βλέπει σαν απόκλιση κατά διεύθυνση είναι πιθανόν να οφείλεται στην κατά βεληνεκές διασπορά του πυροβόλου.

β. Στις περιπτώσεις αυτές ο παρατηρητής θα πρέπει να είναι συντηρητικός στο µέγεθος της διορθώσεως του. Για µικρές αποκλίσεις από τη γραµµή παρατηρήσεως δεν θα πρέπει να δίνει διόρθωση, εκτός εάν τα βλήµατα διαρρηγνύονται συνέχεια προς την ίδια πλευρά (δεξιά ή αριστερά). Μία ένδειξη για τον παρατηρητή είναι να δίνει σαν διόρθωση το ΜΙΣΟ ή και λιγότερο αυτής που υπολόγισε µε την κανονική διαδικασία. Τέλος θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός όταν παραγγέλλει διορθώσεις διευθύνσεως και ο στόχος ευρίσκεται εγγύς των φιλίων τµηµάτων.

γ. Στο σχήµα 35, το 1ο βλήµα του κανονισµού, ενώ θα έπρεπε να διαρραγεί στο στόχο (τα στοιχεία βολής του ήταν ορθά) διερράγη "δεξιά" ως προς τη γραµµή παρατηρήσεως, µόνο λόγω διασποράς. Εάν ο παρατηρητής ζητήσει εκτέλεση δραστικής βολής µε τη διόρθωση κατά διεύθυνση που υπολόγισε µε την κανονική διαδικασία, η δραστική βολή θα διαρραγεί πολύ κοντά ή επάνω στη γραµµή των φιλίων τµηµάτων.

Σχήµα 35. Επίδραση της Μεγάλης Γωνίας Παρατηρήσεως.

104

δ. Ο παρατηρητής είναι, σε αρκετές περιπτώσεις, προτιµότερο να χρησιµοποιήσει τη µέθοδο της ερπύσεως όταν αντιµετωπίζει δυσκολία στον κανονισµό της βολής µε τη µέθοδο των παρεµβολών.

ΤΜΗΜΑ 15 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ

1. Γενικά.

Υπάρχουν τέσσερις µέθοδοι τις οποίες µπορεί να χρησιµοποιήσει ένας παρατηρητής, για τον κανονισµό της βολής κατά βεληνεκές.

α. Κανονισµός µε ∆ιαδοχικές Παρεµβολές.

Είναι η καταλληλότερη µέθοδος κανονισµού, όταν ο παρατηρητής είναι άπειρος ή όταν γίνεται κανονισµός σε βολές ακριβείας (επισήµανση ακριβείας ή βολή καταστροφής). Με τη χρησιµοποίηση αυτής της µεθόδου, είναι µαθηµατικά βέβαιο ότι κατά την εκποµπή της δραστικής βολής τα βλήµατα θα διαρραγούν κατά βεληνεκές εντός αποστάσεως 50 µέτρων από το σηµείο κανονισµού.

β. Κανονισµός µε Ταχεία Παρεµβολή.

Η µέθοδος αυτή απαιτεί πεπειραµένο παρατηρητή και είναι η καταλληλότερη, όταν απαιτείται ταχεία εκποµπή της δραστικής βολής.

γ. Κανονισµός µε ένα Βλήµα.

Η µέθοδος αυτή επιτρέπει την ταχύτερη εκποµπή της δραστικής βολής, έναντι όλων των άλλων µεθόδων. Παρέχει όµως την ελάχιστη ακρίβεια, εκτός εάν ο παρατηρητής είναι πολύ πεπειραµένος ή είναι εφοδιασµένος µε γωνιόµετρο - αποστασία µέτρο laser.

δ. Κανονισµός µε Ερπυση.

Η µέθοδος αυτή χρησιµοποιείται, όταν ο στόχος ευρίσκεται εγγύς των φιλίων τµηµάτων.

105

2. Εκτιµήσεις Βεληνεκούς.

α. Οι δυνατές εκτιµήσεις βεληνεκούς είναι οι εξής:

(1) Μακρά.

∆ιάρρηξη η οποία φαίνεται πέραν του σηµείου κανονισµού, εκτιµάται σαν "ΜΑΚΡΑ".

(2) Βραχεία.

∆ιάρρηξη η οποία φαίνεται µεταξύ του παρατηρητή και του σηµείου κανονισµού, εκτιµάται σαν "ΒΡΑΧΕΙΑ".

(3) Στόχος.

Μία κρουστική διάρρηξη επάνω στο στόχο εκτιµάται σαν "ΣΤΟΧΟΣ". Η εκτίµηση αυτή χρησιµοποιείται µόνο στις βολές ακριβείας (επισήµανση - βολή καταστροφής).

(4) Ορθό Βεληνεκές.

(α) Μία διάρρηξη η οποία ευρίσκεται στο κανονικό βεληνεκές και πολύ κοντά στο σηµείο κανονισµού, εκτιµάται σαν "ΟΡΘΟ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ". Λέγοντας "πολύ κοντά στο σηµείο κανονισµού", εννοούµε µία απόσταση η οποία να µην υπερβαίνει το µισό της δραστικής ζώνης του βλήµατος, το οποίο χρησιµοποιείται στον κανονισµό.

(β) Μία ριπή ή σειρά η οποία έχει ίσο αριθµό µακρών και βραχειών διαρρήξεων, εκτιµάται σαν "ΟΡΘΟ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ".

(γ) Μία διάρρηξη επάνω στο σηµείο κανονισµού, σε βολές περιοχής, εκτιµάται σαν "ΟΡΘΟ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ".

(5) Αµφίβολος.

Μία διάρρηξη την οποία ο παρατηρητής βλέπει, αλλά δεν µπορεί να την κατατάξει κατά βεληνεκές σαν µακρά, βραχεία, στόχος ή ορθό βεληνεκές, την εκτιµά σαν "ΑΜΦΙΒΟΛΟ".

(6) Αόρατος.

Μία διάρρηξη εκτιµάται σαν "ΑΟΡΑΤΟΣ", όταν ο παρατηρητής δεν µπορεί να προσδιορίσει τη θέση της, παρ' όλο που

106

γνωρίζει ότι η διάρρηξη έχει λάβει χώρα (συνήθως την έχει ακούσει). Οι αόρατες βολές αναφέρονται στο Κ∆Π και ο παρατηρητής θα πρέπει να ζητήσει τολµηρή (µεγάλη) διόρθωση κατά διεύθυνση ή κατά βεληνεκές.

(7) Αόρατος Μακρά (Βραχεία).

Μία "ΑΟΡΑΤΟΣ" διάρρηξη, για την οποία ο παρατηρητής µπορεί µε βεβαιότητα να αναγνωρίσει ότι ευρίσκεται εκείθεν ή εντεύθεν του σηµείου κανονισµού, την εκτιµά σαν "ΑΟΡΑΤΟ ΜΑΚΡΑ" ή "ΑΟΡΑΤΟ ΒΡΑΧΕΙΑ" αντίστοιχα.

(8) Μη Αντιληπτή.

(α) Μία διάρρηξη την οποία ο παρατηρητής ούτε άκουσε, ούτε είδε, την εκτιµά σαν "ΜΗ ΑΝΤΙΛΗΠΤΗ".

(β) Ολες οι παραπάνω εκτιµήσεις ονοµάζονται θετικές, εκτός από την "ΑΜΦΙΒΟΛΟ", την "ΑΟΡΑΤΟ" και τη "ΜΗ ΑΝΤΙΛΗΠΤΗ". Για να µπορέσει ο παρατηρητής να εκτελέσει κανονισµό κατά βεληνεκές, θα πρέπει να έχει κάνει υποχρεωτικά θετική εκτίµηση της διαρρήξεως. Συνήθως µία διάρρηξη κοντά ή επάνω στη γραµµή παρατηρήσεως παρέχει θετική εκτίµηση βεληνεκούς. Οι εκτιµήσεις για διαρρήξεις οι οποίες δεν είναι κοντά στη γραµµή παρατηρήσεως θα πρέπει να βασίζονται στη γνώση του παρατηρητή για το έδαφος, τον καπνό της

Σχήµα 36. Εκτιµήσεις Βεληνεκούς.

107

διαρρήξεως, τις σκιές και τον άνεµο. Ακόµη και έµπειροι παρατηρητές θα πρέπει να δίνουν µεγάλη προσοχή για την εκτίµηση τέτοιων διαρρήξεων. Στο σχήµα 36, φαίνονται χονδρικά οι περίπου περιοχές των εκτιµήσεων βεληνεκούς, σε σχέση µε το στόχο.

(γ) Οι εκτιµήσεις των εγκαιροφλεγών διαρρήξεων για το βεληνεκές, βασίζονται στη θέση του ίχνους των θραυσµάτων στο έδαφος. Οταν οι εγκαιροφλεγείς διαρρήξεις είναι τόσο υψηλές, ώστε το ίχνος των θραυσµάτων στο έδαφος να µη µπορεί να παρατηρηθεί, η εκτίµηση για το βεληνεκές είναι "ΑΜΦΙΒΟΛΟΙ".

3. Κανονισµός µε ∆ιαδοχικές Παρεµβολές.

α. Οταν αρχίσει ο κανονισµός κατά βεληνεκές, ο παρατηρητής θα πρέπει να δίνει τέτοιες διορθώσεις, ώστε κάθε φορά να διαρρηγνύονται βλήµατα µε εκτίµηση αντίθετης έννοιας από την προηγούµενη διάρρηξη. Ετσι εάν η πρώτη διάρρηξη είναι "ΒΡΑΧΕΙΑ" θα πρέπει να δώσει τέτοια διόρθωση, ώστε να επιτύχει "ΜΑΚΡΑ" διάρρηξη. Αντίθετα εάν η διάρρηξη ήταν "ΜΑΚΡΑ" θα πρέπει να δώσει διόρθωση "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ". Σκοπός του σε κάθε περίπτωση είναι να παρεµβάλλει το στόχο. Να επιτύχει δηλαδή µία παρεµβολή του στόχου κατά βεληνεκές, συγκεκριµένου µήκους (ένα βλήµα "ΜΑΚΡΟ" και ένα "ΒΡΑΧΥ"). Αποτυχία του παρατηρητή να παρεµβάλλει το στόχο αµέσως µετά την πρώτη θετική εκτίµηση βεληνεκούς, θεωρείται σηµαντικό σφάλµα εκ µέρους του.

β. Για να παρεµβάλλει ο παρατηρητής το στόχο, θα πρέπει να δώσει τέτοια διόρθωση η οποία να βασίζεται στη θέση της διαρρήξεως. Ετσι εκτιµά την κατά βεληνεκές απόκλιση της διαρρήξεως από το σηµείο κανονισµού, τη διπλασιάζει και παραγγέλλει το αποτέλεσµα στο Κ∆Π, στρογγυλευµένο στο µεγαλύτερο άλµα (διόρθωση) των 100, 200, 400, 800 κλπ. µέτρων. Ετσι εάν π.χ. εκτίµησε απόκλιση κατά βεληνεκές περίπου 150 µέτρα "ΜΑΚΡΑ", το επόµενο παράγγελµα του θα πρέπει να είναι "ΕΓΓΥ-ΤΕΡΟΝ 400", δηλαδή 150 χ 2 = 300 και στρογγυλευµένο στο µεγαλύτερο άλµα, 400 µέτρα.

γ. Μόλις ο παρατηρητής παρεµβάλλει το στόχο κατά βεληνεκές, διχοτοµεί συνεχώς την παρεµβολή, µέχρις ότου αυτή γίνει κατάλληλη για την εκτόξευση της δραστικής βολής. Στη βολή περιοχής µε εκρηκτικά βλήµατα, η δραστική βολή αρχίζει µόλις επιτευχθεί παρεµβολή 100 µέτρων, η οποία και διχοτοµείται ή όταν επιτευχθεί ορθό βεληνεκές.

δ. Ο κανονισµός µε διαδοχικές παρεµβολές είναι διαδικασία η οποία απαιτεί χρόνο και βλήµατα και θα πρέπει να αποφεύγεται από

108

παρατηρητές µε κάποια εµπειρία στην παρατήρηση της βολής.

ε. Παράδειγµα.

Στο σχήµα 37 ο παρατηρητής διαβίβασε την αίτηση βολής του και η 1η διάρρηξη είναι "ΜΑΚΡΑ". Θα πρέπει να δώσει διόρθωση ικανή να παρεµβάλλει σίγουρα το στόχο.

Σχήµα 37. Κανονισµός µε ∆ιαδοχικές Παρεµβολές.

Επειδή εκτίµησε την απόσταση διάρρηξη - σηµείο κανονισµού περίπου 150 µ. δίνει διόρθωση ''ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 400" (150 Χ 2 = 300 * 400).

Η δεύτερη διάρρηξη είναι "ΒΡΑΧΕΙΑ". Ο παρατηρητής επιτύχει παρεµβολή 400 µ. Ακολουθεί τη µέθοδο της διαδοχικής παρεµβολής (διχοτόµηση παρεµβολής) και παραγγέλλει: "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 200" (400 / 2 = 200).

Η τρίτη διάρρηξη είναι "ΜΑΚΡΑ". Ο παρατηρητής ίδρυσε νέα παρεµβολή (200 µέτρων µε το 2ο και 3ο βλήµα). ∆ιχοτοµεί την παρεµβολή και παραγγέλλει: "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 100".

Με την τέταρτη διάρρηξη, η οποία ήταν "ΒΡΑΧΕΙΑ", ο παρατηρητής ίδρυσε και πάλι νέα παρεµβολή του στόχου, (100 µέτρων). Μπορεί δηλαδή να ζητήσει εκποµπή της δραστικής βολής: "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 50, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ". Τώρα είναι µαθηµατικά βέβαιο, ότι τα βλήµατα της δραστικής βολής θα διαρραγούν σε απόσταση µικρότερη των 50 µέτρων από το σηµείο κανονισµού.

109

4. Κανονισµός µε Ταχεία Παρεµβολή.

α. Οπως περιγράφηκε εκτεταµένα στο Κεφάλαιο "Α", η αποτελεσµατικότητα της δραστικής βολής ελαττώνεται µε γεωµετρική πρόοδο, όσο αυξάνονται τα βλήµατα του κανονισµού. Παρ' όλο που ο κανονισµός µε διαδοχικές παρεµβολές και εάν ακολουθηθεί σωστά, θα οδηγήσει τη δραστική βολή στο στόχο, είναι ταυτόχρονα αργός και όχι αποτελεσµατικός. Θα πρέπει να ακολουθείται ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΑΠΕΙΡΟΥΣ παρατηρητές. Ο παρατηρητής θα πρέπει να χρησιµοποιεί τη γνώση του για το έδαφος, την πείρα που απέκτησε στις προηγούµενες βολές, ορθή κρίση και τήν µέθοδο της Ταχείας Παρεµβολής.

β. Κατά τον κανονισµό µε Ταχεία Παρεµβολή, ο παρατηρητής εκτελεί την αρχική παρεµβολή του στόχου, µε την ίδια διαδικασία όπως και πριν. Στη συνέχεια ∆ΕΝ διχοτοµεί την παρεµβολή, αλλά τη χρησιµοποιεί σαν µέτρο, για να εκτιµήσει το µέγεθος της επόµενης διορθώσεως του. Ο παρατηρητής θα πρέπει να χρησιµοποιήσει κάθε ευκαιρία που του παρουσιάζεται, µε σκοπό να µικρύνει χρονικά τη φάση του κανονισµού. Θα πρέπει µετά το πρώτο βλήµα του κανονισµού να δώσει τέτοιες διορθώσεις, ώστε να εκτελέσει δραστική βολή όσο το δυνατόν ταχύτερα.

Παράδειγµα.

Σχήµα 38. Κανονισµός µε Ταχεία Παρεµβολή.

Στο σχήµα 38, η πρώτη διάρρηξη είναι "ΒΡΑΧΕΙΑ" περίπου 300 µέτρα. Ο παρατηρητής παραγγέλει "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 800" (300 Χ 2 = 600 ~ 800).

Η δεύτερη διάρρηξη είναι "ΜΑΚΡΑ" και απέχει οπτικά από το σηµείο κανονισµού κατά το 1/4 της παρεµβολής των 800 µέτρων, δηλαδή περίπου 200 µ.

Ο παρατηρητής παραγγέλλει "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 200".

110

Η τρίτη διάρρηξη είναι "ΒΡΑΧΕΙΑ" και απέχει σαφώς λιγότερο από το σηµείο κανονισµού, από ότι η δεύτερη διάρρηξη. Ο παρατηρητής παραγγέλλει: "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 50, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

γ. Η επιτυχία του κανονισµού µε ταχεία παρεµβολή του στόχου, επαυξάνεται µε την πείρα και την κρίση του παρατηρητή. Κάθε παρατηρητής θα πρέπει να επιδιώκει την εκτέλεση της ταχείας παρεµβολής, ώστε κατά τη µάχη να υπάρχει δυνατότητα άµεσης ανταπόκρισης µε πυρά.

5. Κανονισµός µε ένα Βλήµα.

Με τη µέθοδο αυτή δεν επιδιώκεται η παρεµβολή του στόχου. Ο παρατηρητής παρατηρεί τη θέση της πρώτης διαρρήξεως και προσδιορίζει την κατάλληλη διόρθωση, την οποία διαβιβάζει στο Κ∆Π, µε την ένδειξη "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ". Η τεχνική αυτή απαιτεί είτε πολύ πεπειραµένο παρατηρητή, είτε παρατηρητή ο οποίος διαθέτει laser.

Προσοχή: Εφ' όσον ο παρατηρητής διαθέτει αποστασιόµέτρο laser:

α. Εάν το Κ∆Π διαθέτει στοιχεία εξ επισηµάνσεως, εκτελεί ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ, ΜΟΝΟΝ ΑΠ' ΕΥΘΕΙΑΣ ∆ΡΑΣΤΙΚΕΣ ΒΟΛΕΣ.

β. Εάν απαιτείται εκτέλεση κανονισµού, εκτελεί ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΜΕ ΕΝΑ ΒΛΗΜΑ και αµέσως µετά ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ.

6. Κανονισµός µε Ερπυση.

Αυτή η µέθοδος κανονισµού χρησιµοποιείται µόνο στις βολές ΕΓΤΥΣ ΦΤ. Λεπτοµέρειες περιγράφονται στο αντίστοιχο τµήµα.

ΤΜΗΜΑ 16 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΦΟΥΣ ∆ΙΑΡΡΗΞΕΩΣ

1. Γενικά.

Εφ' όσον ο στόχος πρόκειται να προσβληθεί στη δραστική βολή εγκαιροφλεγώς µε εκρηκτικά βλήµατα, ο παρατηρητής θα πρέπει να

111

εκτελέσει κανονισµό ύψους διαρρήξεως. Για να αρχίσει ο κανονισµός ύψους διαρρήξεως, θα πρέπει να έχει τελειώσει ο κρουστικός κανονισµός. Θα πρέπει δηλαδή να έχει αχθεί το βλήµα επάνω ή πολύ κοντά στη γραµµή παρατηρήσεως και να έχει γίνει παρεµβολή 100 µέτρων του στόχου ή να έχει επιτευχθεί ορθό βεληνεκές. Ο παρατηρητής παραγγέλλει "ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΉΣ" και δίνει, εάν απαιτείται, κατάλληλη διόρθωση "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 50". Σκοπός του κανονισµού ύψους διαρρήξεως είναι να επιτευχθεί κατά τη δραστική βολή µέσο ύψος διαρρήξεως 20 µέτρων. Αυτό το επιτυγχάνει ο παρατηρητής µε διορθώσεις της µορφής "ΑΝΩ" ή "ΚΑΤΩ", στρογγυλευµένες στην πλησιέστερη δάδα µέτρων.

2. Εκτιµήσεις Υψους ∆ιαρρήξεως.

Οι δυνατές εκτιµήσεις ύψους διαρρήξεως είναι οι εξής:

α. ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ: Οταν βλήµα ή οµάδα βληµάτων διαρραγεί στον αέρα, ο παρατηρητής θα πρέπει να στρέψει τα δίοπτρα του κατακόρυφα και να µετρήσει την καθ' ύψος γωνιακή απόκλιση της διαρρήξεως από το έδαφος. Για παράδειγµα το βλήµα διερράγη δέκα χιλιοστά επάνω από το στόχο. Η εκτίµηση θα είναι "ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ 10".

β. ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ: Οταν το βλήµα ή οµάδα βληµάτων διαρραγεί στο έδαφος.

γ. ΜΙΚΤΗ: Οταν κατά τη διάρρηξη οµάδας βληµάτων, µετρήθηκε ίδιος αριθµός κρουστικών και εγκαιροφλεγών διαρρήξεων. (Π.χ. µία κρουστική και µία εγκαιροφλεγής).

δ. ΜΙΚΤΗ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ: Οταν σε µία οµάδα βληµάτων οι εγκαιροφλεγείς διαρρήξεις ήταν περισσότερες από τις κρουστικές. (Π.χ. τέσσερις εγκαιροφλεγείς και δύο κρουστικές).

ε. ΜΙΚΤΗ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ: Οταν σε µία οµάδα βληµάτων οι κρουστικές διαρρήξεις είναι περισσότερες από τις εγκαιροφλεγείς. (Π.χ. τρείς κρουστικές και µία εγκαιροφλεγής).

3. ∆ιορθώσεις Υψους ∆ιαρρήξεως.

Ο κανονισµός ύψους διαρρήξεως αρχίζει µε τη διχοτόµηση της κατάλληλης παρεµβολής βεληνεκούς και όπως αναφέρθηκε παραπάνω, έχει σαν σκοπό να επιτευχθεί ύψος διαρρήξεως ίσο µε 20 µέτρα. Από τη στιγµή

112

που αρχίσει ο εγκαιροφλεγής κανονισµός, ο παρατηρητής δεν δίδει πλέον διορθώσεις διευθύνσεως ή βεληνεκούς.

α. Εάν Γίνεται Κανονισµός µε ένα Πυροβόλο.

(1) Εάν το πρώτο βλήµα διαρραγεί κρουστικά, ο παρατηρητής δίνει πάντοτε διόρθωση "ΑΝΩ 40", µέχρις ότου επιτύχει εγκαιροφλεγή εκτίµηση.

(2) Εάν η διάρρηξη είναι εγκαιροφλεγής, ο παρατηρητής µετρά την καθ' ύψος γωνιακή απόκλιση της διαρρήξεως, την πολλαπλασιάζει επί το ΣΑΠ και παραγγέλλει την κατάλληλη διόρθωση (στην πλησιέστερη δάδα µέτρων), µε σκοπό να επιτύχει το επιθυµητό ύψος διαρρήξεως των 20 µέτρων.

β. Εάν ο Κανονισµός Γίνεται µε δύο Πυροβόλα.

(1) Εάν η πρώτη ριπή διαρραγεί κρουστικά, ο παρατηρητής δίνει πάντοτε διόρθωση "ΑΝΩ 40", µέχρις ότου επιτύχει εγκαιροφλεγή ή µικτή εκτίµηση.

(2) Εάν η ριπή είναι εγκαιροφλεγής, ο παρατηρητής µετρά την καθ' ύψος γωνιακή απόκλιση του ΜΣ∆, πολλαπλασιάζει µε το ΣΑΠ και δίνει κατάλληλη διόρθωση, για να επιτύχει το ύψος διαρρήξεως των 20 µέτρων.

(3) Εάν µία οµάδα βληµάτων είναι µικτή, παραγγέλει "ΑΝΩ 20, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

(4) Εάν παρατηρήσει διαρρήξεις οι οποίες απέχουν πολύ καθ' ύψος θα πρέπει να το αναφέρει στο Κ∆Π, ζητώντας επανάληψη της βολής. Π.χ "ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ. ∆ΙΑΣΠΟΡΑ ΥΨΟΥΣ ∆ΙΑΡΡΗΞΕΩΣ, 60 ΜΕΤΡΑ. ΜΕΣΟ ΥΨΟΣ ∆ΙΑΡΡΗΞΕΩΣ 40 ΜΕΤΡΑ".

4. Ο παρατηρητής παραγγέλλει "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ" µόνον όταν είναι σίγουρος ότι θα επιτευχθεί το ορθό ύψος διαρρήξεως. Συνεπώς ποτέ δεν ζητά δραστική βολή, εάν το τελευταίο βλήµα ήταν κρουστικό ή η διόρθωση ύψους διαρρήξεως είναι µεγαλύτερη από "ΚΑΤΩ 40".

5 Παραδείγµατα.

α. Μετά από παρεµβολή 100 µ. του στόχου, ο παρατηρητής

113

- 113 -

παρήγγειλε:" ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 50". Το πρώτο βλήµα διαρρηγνύεται κρουστικά και ο παρατηρητής

παραγγέλλει "ΑΝΩ 40". Το δεύτερο βλήµα, διαρρηγνύεται και αυτό κρουστικά και ο

παρατηρητής παραγγέλλει "ΑΝΩ 40". Το τρίτο βλήµα διαρρηγνύεται εγκαιροφλεγώς και 10 χιλιοστά

επάνω από το στόχο. Επειδή ΣΑΠ = 3, το ύψος διαρρήξεως είναι 3 χ 10 = 30 µέτρα. Το επιθυµητό ύψος διαρρήξεως είναι 20 µέτρα. Ο παρατηρητής παραγγέλλει "ΚΑΤΩ 10, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ" (30 - 20 = 10).

β. Το πρώτο βλήµα διαρρηγνύεται 25 χιλ. επάνω από το στόχο. ΣΑΠ = 3 και συνεπώς το ύψος διαρρήξεως είναι 3 Χ 25 = 75 µέτρα. Ο παρατηρητής παραγγέλλει "ΚΑΤΩ 55" (75 - 20 = 55) και το βλήµα διαρρηγνύεται 30 µέτρα από το έδαφος. ∆ιόρθωση "ΚΑΤΩ 10, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

6. Κανονισµός µε Αλλους Τύπους Πυροσωλήνων.

α. Οταν χρησιµοποιείται πυροσωλήνας µε επιβράδυνση για εγκαιροφλεγή βολή µε εποστρακισµό, δεν είναι δυνατόν να γίνει κανονισµός ύψους διαρρήξεως. Εάν η πλειονότητα των εποστρακιζοµένων βληµάτων διαρρηνύεται κρουστικά, ο παρατηρητής ζητά άλλου τύπου πυροσωλήνα.

β. Κατά τη βολή µε πυροσωλήνα προσεγγίσεως, το ύψος διαρρήξεως εξαρτάται από τη γωνία πτώσεως του βλήµατος. Οσο µεγαλύτερη είναι η γωνία πτώσεως, τόσο πιο µικρό είναι το ύψος διαρρήξεως. Εάν οι πυροσωλήνες προσεγγίσεως διαρραγούν κρουστικά, ο παρατηρητής πρέπει να αναφέρει "ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ" και το Κ∆Π θα τροποποιήσει τη ρύθµιση τους.

ΤΜΗΜΑ 17 ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΑ (ΑΙΤΗΣΕΙΣ) ΚΑΤΑ ΤΗ ∆ΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΛΗΣ

1. Γενικά.

Μόλις ο παρατηρητής διακρίνει την πρώτη διάρρηξη ή οµάδα διαρρήξεων στην περιοχή του στόχου, διαβιβάζει στο Κ∆Π παραγγέλµατα (αιτήσεις), µέχρις ότου προσβληθεί αποτελεσµατικά ο στόχος και τελειώσει η αποστολή βολής. Τα παραγγέλµατα αυτά ονοµάζονται επόµενα παραγ-

114

γέλµατα και περιλαµβάνουν τις µεταβολές των στοιχείων που έχουν ήδη διαβιβασθεί, καθώς και τις απαραίτητες διορθώσεις βεληνεκούς, διευθύνσεως και ύψους διαρρήξεως. Τα στοιχεία για τα οποία ο παρατηρητής δεν επιθυµεί διόρθωση ή µεταβολή, παραλείπονται.

2. Στοιχεία Εποµένων Παραγγελµάτων.

Στα επόµενα παραγγέλµατα είναι δυνατόν να διαβιβασθούν τα εξής στοιχεία και µε την εξής σειρά:

α. Αλλαγή ∆θ γραµµής παρατηρήσεως. β. Ενδειξη ''ΕΓΓΥΣ''. γ. Αλλαγή τύπου τροχιάς. δ. Αλλαγή στην κατανοµή του πυρός. ε. Αλλαγή τύπου βλήµατος. στ. Αλλαγή τύπου πυροσωλήνα. ζ. Αλλαγή όγκου πυρός. η. ∆ιόρθωση κατά διεύθυνση. θ. ∆ιόρθωση κατά βεληνεκές. ι. ∆ιόρθωση ύψους διαρρήξεως. ια. Αλλαγή περιγραφής στόχου. ιβ. Αλλαγή µεθόδου βολής και ελέγχου. ιγ. Αίτηση για ενηµέρωση 5 δλ. πριν τη διάρρηξη. ιδ. Επανάληψη της βολής. ιε. Επιπρόσθετες πληροφορίες.

3. Αλλαγή ∆ιαβήµατος Γραµµής Παρατηρήσεως.

Ο παρατηρητής θα πρέπει να αναφέρει στο Κ∆Π το νέο ∆θ προς το στόχο, κάθε φορά που αυτό θα διαφέρει από το προηγούµενο περισσότερο από 100 χιλ. Π.χ. ο παρατηρητής έχει αρχίσει κανονισµό, για να προσβάλλει 5 ΤΟΜΠ σε περιοχή 200 χ 100 και χρησιµοποίησε σαν σηµείο κανονισµού ένα δένδρο µε ∆θ 1840. Κατά τη διάρκεια του κανονισµού τα ΤΟΜΠ µετακινήθηκαν σε κάποια άλλη θέση, όπου ο παρατηρητής επιλέγει νέο σηµείο κανονισµού και µετρά νέο ∆θ προς αυτό, ίσο προς 1970 χιλ. Επειδή το νέο διάθηµα διαφέρει από το προηγούµενο του κατά 130 χιλ., σαν πρώτο στοιχείο του εποµένου παραγγέλµατος του θα είναι "∆ΙΑΘΗΜΑ 1970". Συνήθως το ∆θ στρογγυλεύεται στην πλησιέστερη 10άδα χιλιοστών. Μπορεί όµως ο παρατηρητής να το διαβιβάσει στο πλησιέστερο χιλιοστό, αναλόγως της ακριβείας που παρέχουν τα όργανα µετρήσεως.

115

4. Ένδειξη "ΕΓΓΥΣ".

α. Σε περίπτωση που ο στόχος κατά τη διάρκεια του κανονισµού µετακινηθεί προς τα φίλια τµήµατα (ΦΤ) και εισέλθει εντός της αποστάσεως στην οποία ένας στόχος θεωρείται "ΕΓΓΥΣ", ο παρατηρητής θα πρέπει να περιλάβει προειδοποίηση προς το Κ∆Π. Π.χ. ''ΕΓΓΥΣ, ∆ΥΤΙΚΑ, 500" (βλέπε αντίστοιχο τµήµα διαδικασίας προσβολής στόχων ''ΕΓΓΥΣ'').

β. Αντίθετα, σε περίπτωση που το Κ∆Π έχει ήδη προειδοποιηθεί οτι γίνεται βολή "ΕΓΓΥΣ" και στη συνέχεια ο στόχος αποµακρυνθεί από τα ΦΤ, ο παρατηρητής παραγγέλλει "ΑΚΥΡΟΝ ΒΟΛΗ ΕΓΓΥΣ ΦΤ".

5. Αλλαγή Τύπου Τροχιάς.

Οταν γίνει φανερό ότι απαιτείται κατακόρυφη βολή (KB) κατά τη διάρκεια του κανονισµού µε επισκηπτική βολή, ο παρατηρητής ζητά αλλαγή του τύπου της τροχιάς. Το ίδιο συµβαίνει όταν εκτελείται KB και διαπιστώνεται ότι δεν απαιτείται πλέον.

Π.χ. ο παρατηρητής έχει αρχίσει κανονισµό, για να προσβάλλει ένα χώρο συγκεντρώσεως οχηµάτων. Κατά τη διάρκεια του κανονισµού, τα οχήµατα µετακινούνται σε µία βαθιά χαράδρα, για να καλυφθούν. Ο παρατηρητής γνωρίζει από άλλες βολές που έχει κάνει στην περιοχή της χαράδρας, ότι στο σηµείο αυτό απαιτείται εκτέλεση KB και παραγγέλλει "ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΣ ΒΟΛΗ".

Ενας άλλος παρατηρητής αρχίζει κανονισµό µε KB, για να προσβάλλει οχήµατα τα οποία στάθµευσαν κατά µήκος οδού, µέσα σε µια πόλη µε ψηλά κτίρια. Κατά τη διάρκεια του κανονισµού, τα οχήµατα µετακινήθηκαν εκτός της πόλεως, όπου δεν απαιτείται πλέον KB. Ο παρατηρητής παραγγέλει: "ΑΚΥΡΟΝ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΣ ΒΟΛΗ".

6. Αλλαγή στην Κατανοµή του Πυρός (∆έσµη).

α. Για να επιτύχει ο παρατηρητής περισσότερο αποτελεσµατικά πυρά στο στόχο, µπορεί να ζητήσει µεταβολή της δέσµης, είτε µε την έναρξη της δραστικής βολής, είτε µετά την πρώτη ριπή. Ο παρατηρητής, για να προσαρµόσει τη δέσµη στο εύρος του στόχου, θα πρέπει να καθορίσει το εύρος της. Π.χ. "∆ΕΣΜΗ 50 ΜΕΤΡΩΝ" ή "∆ΕΣΜΗ ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΑ".

β. Σπανιότερα, όταν το σχήµα του στόχου είναι τέτοιο, ώστε να απαιτείται εφαρµογή ειδικών διορθώσεων, ο παρατηρητής περιγράφει στο Κ∆Π το σχήµα του στόχου, ώστε να προσδιορισθούν στοιχεία βολής για

116

κάθε ένα πυροβόλο ξεχωριστά. Π.χ. "ΕΙ∆ΙΚΕΣ ∆ΙΟΡΘΩΣΕΙΣ, ΜΕΤΩΠΟ 400, ∆ΙΑΘΗΜΑ 3600".

γ. Εάν ο παρατηρητής δεν επιθυµεί πλέον την ειδική δέσµη που προηγουµένως ζήτησε, παραγγέλλει πχ "ΑΚΥΡΟΝ ∆ΕΣΜΗ 50 ΜΕΤΡΩΝ".

7. Αλλαγή Τύπου Βλήµατος.

Οταν ο παρατηρητής θέλει να αλλάξει τον τύπο του βλήµατος που ήδη χρησιµοποιεί, παραγγέλλει την επιθυµητή µεταβολή. Π.χ. "ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ ∆ΙΠΛΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ" ή "ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΦ" (διότι διαπίστωσε ότι τα εκρηκτικά βλήµατα που χρησιµοποιούσε µέχρι τώρα, δεν ήταν αποτελεσµατικά).

8. Αλλαγή Τύπου Πυροσωλήνα.

Οταν ο παρατηρητής θέλει να αλλάξει τον τύπο του πυροσωλήνα που ήδη χρησιµοποιεί ή τα αποτελέσµατά του, παραγγέλλει την επιθυµητή µεταβολή. Π.χ. "ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ MET' ΕΠΙΒΡΑ∆ΥΝΣΕΩΣ" ή "ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ".

9. Αλλαγή Ογκου Πυρός.

Οταν ο παρατηρητής θέλει να αλλάξει τον αριθµό βληµάτων που βάλλονται ανά πυροβόλο, παραγγέλλει την επιθυµητή µεταβολή. Π.χ. "ΑΝΑ 2". Συνήθως η αλλαγή του όγκου πυρός γίνεται στη φάση της ενάρξεως της δραστικής βολής, στην επισήµανση ακριβείας ή στη βολή καταστροφής.

10. ∆ιόρθωση κατά ∆ιεύθυνση.

Εάν το βλήµα του κανονισµού διαρραγεί δεξιά ή αριστερά της γραµµής παρατηρήσεως, ο παρατηρητής προσδιορίζει την απαιτούµενη διόρθωση κατά διεύθυνση (στην πλησιέστερη 10άδα µέτρων), µε σκοπό να φέρει το βήµα επάνω στη γραµµή παρατηρήσεως. Π.χ. "∆ΕΞΙΑ 70".

Προσοχή: ∆ιορθώσεις διευθύνσεως µικρότερες από το µισό της δραστικής ζώνης του βλήµατος του χρησιµοποιούµενου διαµετρήµατος δεν δίνονται, εκτός εάν γίνεται επισήµανση ακριβείας, βολή καταστροφής ή ο παρατηρητής δίνει διορθώσεις, οι οποίες δεν πρόκειται να βληθούν.

117

11. ∆ιόρθωση κατά Βεληνεκές.

Εάν το βλήµα διαρραγεί µακρότερον του στόχου, ο παρατηρητής δίνει αντίστοιχη διόρθωση. Π.χ. ''ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 200". Αντίθετα, εάν το βλήµα διαρραγεί µεταξύ του παρατηρητή και του στόχου, η διόρθωση βεληνεκούς θα είναι της µορφής: "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 200".

12. ∆ιόρθωση Υψους ∆ιαρρήξεως.

Ο παρατηρητής προσδιορίζει και διαβιβάζει διορθώσεις ύψους διαρρήξεως, στρογγυλευµένες στην πλησιέστερη δάδα µέτρων. Π.χ. "ΑΝΩ 10'' ή ''ΚΑΤΩ 15".

13. Αλλαγή Περιγραφής Στόχου.

Ο παρατηρητής διαβιβάζει νέα περιγραφή στόχου, όταν θέλει να προσβάλλει νέο στόχο, χωρίς να διαβιβάσει νέα αίτηση βολής ή όταν η περιγραφή του στόχου αλλάξει σηµαντικά.

14. Αλλαγή Μεθόδου Βολής και Ελέγχου.

α. Εάν ο παρατηρητής θέλει να αλλάξει τη µέθοδο βολής, δίνει αντίστοιχο παράγγελµα.

Π.χ. εάν δεν µπορεί να διακρίνει το βλήµα του ενός πυροβόλου το οποίο εκτελεί τον κανονισµό, παραγγέλλει "ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΚΑ-ΝΟΝΙΖΩΝ".

Εάν θέλει να εκτελέσει ελεγκτική σειρά, παραγγέλλει π.χ. "ΕΚ ΤΟΥ ∆ΕΞΙΟΥ" ή "ΕΚ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ".

β. Εάν θέλει να αλλάξει τη µέθοδο ελέγχου, διαβιβάζει το αντίστοιχο παράγγελµα. Π.χ. "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ". Εάν στη µέθοδο ελέγχου έχει περιλάβει το "∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ", το τροποποιεί µε το "ΑΚΥΡΟΝ ∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΈΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ".

15. Αίτηση για Ενηµέρωση 5 δλ. πριν τη ∆ιάρρηξη.

Είναι πιθανόν ο παρατηρητής να έχει δυσκολία να αναγνωρίσει ή να παρατηρήσει τις διαρρήξεις της Μοίρας του. Αυτό µπορεί να συµβεί είτε διότι πρέπει να παραµένει τον περισσότερο χρόνο σε θέση αποκρύψεως, είτε διότι εκτελούνται και άλλες αποστολές βολής από άλλες

118

Μοίρες στην ίδια περιοχή. Στις περιπτώσεις αυτές, ζητά βοήθεια από το Κ∆Π µε το παράγγελµα "ΑΝΑΦΕΡΑΤΕ 5 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ ΠΡΟ ∆ΙΑΡΡΗ-ΞΕΩΣ". Το Κ∆Π, πέντε δλ. πριν διαρραγεί το βλήµα ή τα βλήµατα, διαβιβάζει το παράγγελµα "ΠΡΟΣΟΧΗ". Εάν ο παρατηρητής δεν επιθυµεί πλέον τέτοια ενηµέρωση παραγγέλλει: "ΑΚΥΡΟΝ ΠΡΟΣΟΧΗ".

16. Επανάληψη της Βολής.

α. Κατά τον κανονισµό, εάν ο παρατηρητής θέλει να βληθεί ένα βλήµα (ή οµάδα βληµάτων) µε τα ίδια στοιχεία, χωρίς δηλαδή διόρθωση βεληνεκούς, διευθύνσεως ή ύψους διαρρήξεως, διαβιβάζει το παράγγελµα "ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ".

β. Ο όρος "ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ" µπορεί να χρησιµοποιηθεί επίσης για να δηλώσει ότι ο παρατηρητής θέλει να επαναληφθεί η δραστική βολή µε ή χωρίς διορθώσεις άλλων στοιχείων. Π.χ. "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 100, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ" ή "ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ".

17. Επιπρόσθετες Πληροφορίες.

Εάν ο παρατηρητής επιθυµεί να διαβιβάσει πληροφορίες, οι οποίες είναι αναγκαίες για την εκτέλεση της βολής και δεν υπάρχει προκαθορισµένος τύπος αναφοράς (αντίστοιχο παράγγελµα), διαβιβάζει την πληροφορία αυτή σε σαφή και σύντοµη γλώσσα και µε τέτοια σειρά, ώστε να διευκολύνεται η αποστολή βολής και να µη δηµιουργείται σύγχυση.

ΤΜΗΜΑ 18 ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ

1. Γενικά.

α. ∆ραστική βολή είναι η φάση διεξαγωγής της βολής, κατά την οποία εκτοξεύεται στο στόχο ο όγκος του απαιτούµενου πυρός, για την επίτευξη του επιδιωκοµένου τακτικού αποτελέσµατος.

β. Σκοπός µιας βολής περιοχής είναι να καλυφθεί η περιοχή του στόχου µε επαρκή πυρά, ώστε να επιτευχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσµατα στο στόχο. Ο τύπος και η ποσότητα πυροµαχικών που χρησιµοποιούνται, είτε ζητήθηκαν από τον παρατηρητή, είτε αποφασί-

119

σθηκαν από τον ΑΞΕΠ, εξαρτώνται από το είδος του στόχου, το βαθµό προ-στασίας και την δραστηριότητα του. Εξαρτώνται επίσης από το επιδιωκόµενο αποτέλεσµα, την επάρκεια πυροµαχικών και άλλους παράγοντες.

γ. Ο παρατηρητής αιτείται δραστική βολή, µόλις τελειώσει ο κανονισµός. Εάν όµως ο προσδιορισµός του στόχου είναι αρκετά ακριβής και ταυτόχρονα υφίστανται και οι άλλες προϋποθέσεις για εκτέλεση απ' ευθείας δραστικής βολής, τότε ζητά απ' ευθείας δραστική βολή. Η εκτέλεση τέτοιων βολών θα είναι σε γενικές γραµµές η µόνη διαδικασία την οποία θα πρέπει να εκτελεί ο παρατηρητής, όταν διαθέτει αποστασιόµετρο laser.

δ. ∆ραστική βολή χωρίς κανονισµό εκπέµπεται όταν το Κ∆Π διαθέτει διορθώσεις λόγω µη κανονικών συνθηκών (διορθώσεις εξ επισηµάνσεως) και όταν:

(1) Ο στόχος είναι τοπογραφικά προσδιορισµένος ή έχει καταγραφεί.

(2) Ο στόχος προσδιορίσθηκε µε laser από τοπογραφικά προσδιορισµένο παρατηρητήριο.

(3) Ο στόχος ευρίσκεται κοντά σε τοπογραφικά προσδιορισµένο στόχο ή στόχο που έχει καταγραφεί.

(4) Ο στόχος ευρίσκεται επάνω σε χαρακτηριστικό σηµείο του εδάφους, το οποίο αναγνωρίζεται εύκολα στο χάρτη.

(5) Ο στόχος είναι µεγάλων διαστάσεων.

Οπως ήδη έχει αναφερθεί σε προηγούµενα τµήµατα, προσπάθεια του παρατηρητή θα πρέπει να είναι η προσβολή όλων των στόχων, µε απ' ευθείας δραστική βολή, διότι ΜΟΝΟ µε αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνονται τα µέγιστα αποτελέσµατα.

ε. Μετά το πέρας της δραστικής βολής, ο παρατηρητής αναφέρει "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ", καθώς και τα αποτελέσµατα που προκλήθηκαν στο στόχο. Η αναφορά των αποτελεσµάτων πρέπει να γίνει υποχρεωτικά, διότι από αυτήν ο Αξκός Πληροφοριών εξάγει πολύτιµα συµπεράσµατα. Η αναφορά "ΣΤΟΧΟΣ ΕΞΟΥ∆ΕΤΕΡΩΘΗΚΕ" δεν σηµαίνει τίποτε, διότι δεν επιτρέπει την εξαγωγή συµπερασµάτων. Αντιθέτως η αναφορά "ΣΤΟΧΟΣ ΕΞΟΥ∆ΕΤΕΡΩΘΗΚΕ. ∆ΥΟ ΟΧΗΜΑΤΑ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ, ΛΟΙΠΑ ∆ΙΕΣΚΟΡΠΙΣΘΗΣΑΝ. ∆ΕΚΑ ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ" είναι πλήρης και σαφής.

120

2. ∆ραστική Βολή Μετά από Κανονισµό.

α. Κατά ∆ιεύθυνση.

Ο κανονισµός κατά διεύθυνση τελειώνει όταν το ΜΣΠ ή ΜΣ∆ ευρίσκεται επάνω στη γραµµή παρατηρήσεως. Επειδή κατά τη διάρκεια του κανονισµού, ο παρατηρητής δίδει διαδοχικά διορθώσεις διευθύνσεως για να "φέρει" τις διαρρήξεις στη γραµµή παρατηρήσεως, δεν θα υπάρξει ανάγκη να γίνει µεγάλη διόρθωση µε την έναρξη της δραστικής βολής.

β. Κατά Βεληνεκές.

Ο κανονισµός κατά βεληνεκές τελειώνει, όταν ο παρατηρητής επιτύχει ορθό βεληνεκές ή διχοτοµήσει την κατάλληλη παρεµβολή βεληνεκούς. Οταν ο στόχος είναι σταθερός, µικρού βάθους και ευδιάκριτος ή πρόκειται να γίνει συγκέντρωση πυρών περισσοτέρων από µία Πυροβολαρχιών, η παρεµβολή των 100 µέτρων θεωρείται κατάλληλη για διχοτόµηση και έναρξη της δραστικής βολής. Αντίθετα, εάν ο στόχος έχει σηµαντικό βάθος ή η ακρίβεια προσδιορισµού του είναι µικρή, για την έναρξη της δραστικής βολής µπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη και η παρεµβολή των 200 µέτρων. Οταν η παβ είναι µεγαλύτερη ή ίση των 38 µέτρων, το Κ∆Π θα ενηµερώσει τον παρατηρητή µε το σήµα προς ΠΑΡ. Στην περίπτωση αυτή, ο τελευταίος θα αρχίσει τη δραστική βολή, διχοτοµώντας την παρεµβολή των 200 µέτρων.

γ. Καθ' Υψος.

Οταν χρησιµοποιείται εγκαιροφλεγής πυροσωλήνας, η δραστική βολή παραγγέλλεται όταν επιτευχθεί το ορθό ύψος διαρρήξεως ή όταν αναµένεται οτι η επόµενη διόρθωση θα έχει σαν αποτέλεσµα το ορθό ύψος διαρρήξεως. Εάν η εκτίµηση της δραστικής βολής είναι "ΜΙΚΤΗ", τότε ο παρατηρητής µπορεί να ζητήσει "ΑΝΩ 20, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ" ή "ΑΝΩ 20, ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ".

3. Επιτήρηση της ∆ραστικής Βολής και Τελική ∆ιόρθωση.

Ο παρατηρητής θα πρέπει να παρατηρεί µε προσοχή τα αποτελέσµατα της δραστικής βολής, να εκτιµά την ακρίβεια της και να προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια είναι απαραίτητη, για την εκπλήρωση της αποστολής βολής. Η αναφορά από τον παρατηρητή της τελικής διορθώσεως της δραστικής βολής είναι σηµαντικότατη, διότι βάσει αυτής

121

το Κ∆Π διορθώνει τα χρησιµοποιούµενα στοιχεία εξ επισηµάνσεως. Στον παρακάτω πίνακα, φαίνονται οι ενέργειες τις οποίες εκτελεί ο παρατηρητής στις διάφορες π εριπτώσεις, µε αντίστοιχα παραδείγµατα παραγγελµάτων.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ∆ΡΑΣΤΙΚΗΣ ΒΟΛΗΣ

ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑ

Ακριβής - Αποτελεσµατική Πέρας ΑΒ - Αναφορά Απο-τελεσµάτων.

ΠΕΡΑΣ ΑΒ. 8 ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ

Ακριβής - Αποτελεσµατική -Ο στόχος θα χρησιµοποιηθεί σαν Σ.Σχ.

Πέρας ΑΒ-Αναφορά Αποτε-λεσµάτων - Αίτηση για κα-ταγραφή.

ΠΕΡΑΣ ΑΒ. 8 ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ. ΚΑΤΑΓΡΑΨΑΤΕ ΣΤΟΧΟ'

Ανακριβής - Αποτελεσµατική Τελική διόρθωση δραστι-κής βολής. Πέρας ΑΒ -Αναφορά αποτελεσµάτων.

"∆ΕΞΙΑ 20, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 30 ΠΕΡΑΣ ΑΒ. 8 ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ

Ανακριβής - Αποτελεσµα-τική - Ο στόχος θα χρησιµο-ποιηθεί σαν Σ.Σχ.

Τελική διόρθωση δραστι-κής βολής. Πέρας ΑΒ -Αναφορά αποτελεσµάτων -Αίτηση για καταγραφή.

∆ΕΞΙΑ 20, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 30. ΠΕΡΑΣ ΑΒ. 8 ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ. ΚΑΤΑΓΡΑΨΑΤΕ ΣΤΟΧΟ'

Ανακριβής - Αναποτελεσµα-τική

∆ιόρθωση δραστικής βολής και επανάληψη ή κανο-νισµός από την αρχή.

∆ΕΞΙΑ 20, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 50. ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ" ή "∆ΕΞΙΑ 100.

ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 200, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ·

Ακριβής - Αναποτελεσµατική Επανάληψη ∆ραστικής Βο-λής.

ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ'

123

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΣΤΟΧΩΝ ΣΕ ΕΙ∆ΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 19 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΣΤΟΧΩΝ ΑΠΟ ΕΝΑΕΡΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

1. Γενικά.

α. Η παρατήρηση και ο κανονισµός των πυρών Πυροβολικού είναι δυνατόν να εκτελεσθούν και από Εναέριο Παρατηρητή (ΕΠΑΡ) της Αεροπορίας Στρατού. Κανονικά η παρατήρηση θα πρέπει να γίνεται από το συγκυβερνήτη του αεροσκάφους (Α/Φ) ή του ελικοπτέρου (Ε/Π), διότι είναι δύσκολο στον κυβερνήτη να εκτελεί χειρισµούς και συγχρόνως να διεξάγει τη βολή.

β. Λόγω της ταχύτητας, της µεγάλης ακτίνας δράσεως και της δυνατότητας να υπερπηδώνται τα φυσικά κωλύµατα, ένας παρατηρητής µέσα σε Α/Φ ή Ε/Π (ΕΠΑΡ) µπορεί να εκτελεί παρατήρηση της βολής σε µεγαλύτερες αποστάσεις, από ότι ένας επίγειος παρατηρητής.

2. Παρατήρηση από Ε/Π ή Α/Φ.

α. Ελικόπτερα.

Το Ε/Π είναι το βέλτιστο µέσο για την εκτέλεση παρατηρήσεως από εναέριο παρατηρητή. Επιλέγει ένα σηµείο αποκρύψεως, συνήθως µέσα στη φίλια περιοχή και στον κατάλληλο χρόνο παίρνει ύψος, µε σκοπό να αποκτήσει οπτική επαφή µε το στόχο (λίγο πριν τη διάρρηξη των βληµάτων). Με το τρόπο αυτό, προσπαθεί να εκτεθεί επί όσο το δυνατό µικρότερο χρόνο στα Α/Α όπλα και στα όπλα ευθυτενούς τροχιάς του εχθρού.

β. Αεροσκάφη της Αεροπορίας Στρατού.

Η παρατήρηση από τα ελαφρά αυτά Α/Φ περιορίζεται κανονικά σε ύψη και περιοχές οι οποίες θα επιτρέπουν την αποφυγή του επιγείου πυρός και των καταδιωκτικών εχθρικών Α/Φ. Συνήθως πετούν µέσα στη φίλια ζώνη ενεργείας, σε χαµηλό ύψος. Επειδή δεν µπορούν να παραµείνουν στατικά όπως τα Ε/Π, κινούνται στην περιφέρεια ενός κύκλου,

124

προσπαθώντας κάθε φορά να ευρίσκονται στο ίδιο σηµείο, τη στιγµή που διαρρηγνύονται τα βλήµατα. Η παρατήρηση από τα Α/Φ αυτά περιορίζεται σε µικρό βάθος της εχθρικής περιοχής.

3. Ενηµέρωση του ΕΠΑΡ.

α. Εφ' όσον είναι δυνατόν, ο ΕΠΑΡ και ο χειριστής του Α/Φ -Ε/Π θα πρέπει να ενηµερωθούν πλήρως από τον Αξιωµατικό Σύνδεσµο και τον Αξιωµατικό Πληροφοριών ή Αξιωµατικό Επιχειρήσεων της Μονάδας ελιγµού, την οποία πρόκειται να υποστηρίξουν. Η ενηµέρωση αυτή θα πρέπει να περιλαµβάνει τα εξής:

(1) Την τακτική κατάσταση, τις θέσεις του εχθρού και των Α/Α όπλων του, τις θέσεις των φιλίων Μονάδων και τις ζώνες ενεργείας τους, τη θέση της γραµµής επαφής και τις γραµµές συντονισµού. Ολες αυτές οι πληροφορίες θα πρέπει να δίδονται στον ΕΠΑΡ σχεδιασµένες σε διαφανή, τοποθετηµένα στους κατάλληλους χάρτες.

(2) Τις θέσεις αναπτύξεως όλων των µονάδων εµµέσου πυρός, τα Σ.Σχ., τους στόχους και τις περιοχές οι οποίες πρέπει να ερευνηθούν από τον ΕΠΑΡ.

(3) Τυχόν οδηγίες πτήσεως, χρόνο εκτελέσεως των βολών, τυχόν περιορισµούς και τα απαιτούµενα µέσα για τη διεξαγωγή της βολής.

(4) Λεπτοµέρειες επικοινωνιών, όπως συχνότητες, διακριτικά, χρόνους ελέγχου επαφής και προκαθορισµένα σήµατα.

4. Προσδιορισµός Αρχικών Στοιχείων.

α. Ο ΕΠΑΡ διαβιβάζει την αίτηση βολής, µε τον ίδιο ακριβώς τρόπο και διαδικασία, όπως και ένας επίγειος παρατηρητής. Προσδιορίζει τη θέση των στόχων είτε µε ορθογώνιες συντεταγµένες, είτε µε τη µέθοδο του σηµείου συσχετίσεως και της γραµµής συσχετίσεως. Επειδή το Α/Φ -Ε/Π αλλάζει συνεχώς θέσεις, η µέθοδος κανονισµού ως προς τη γραµµή παρατηρήσεως (ΠΑΡ - ΣΤΟΧΟΣ) δεν είναι εφαρµόσιµη, εκτός εάν ο ΕΠΑΡ χρησιµοποιήσει κατάλληλα τα όργανα του Α/Φ - Ε/Π. Ο προσδιορισµός της θέσεως του στόχου (µε τη µέθοδο του Σ.Σχ.) και οι τυχόν διορθώσεις της βολής (κατά τον κανονισµό), βασίζονται σε µία γραµµή συσχετίσεως.

125

β. Καθορισµός της Γραµµής Συσχετίσεως.

(1) Γραµµή Συσχετίσεως.

Είναι µια γραµµή, σε σχέση µε την οποία ο ΕΠΑΡ θα εκτελέσει τον κανονισµό της βολής. Το Κ∆Π θα πρέπει να γνωρίζει απαραίτητα το είδος της γραµµής και τη διεύθυνση της. Υπάρχουν τεσσάρων ειδών γραµµές συσχετίσεως τις οποίες µπορεί να χρησιµοποιήσει ο ΕΠΑΡ:

(α) Η γραµµή Πυροβόλα - Στόχος, (β) Η γραµµή Παρατηρητής - Στόχος, (γ) Η διεύθυνση των σηµείων του ορίζοντα, (δ) Μία εύκολα αναγνωριζόµενη γραµµή στο

έδαφος.

(2) Γραµµή Πυροβόλα - Στόχος.

Εάν ο ΕΠΑΡ γνωρίζει τη θέση της µονάδας πυρός η οποία θα εκτελέσει τη βολή, αυτοµάτως µπορεί να υλοποιήσει στο έδαφος τη γραµµή Πυροβόλα - Στόχος. Εαν πάλι δεν γνωρίζει τη θέση των πυροβόλων, ζητά τη βολή δύο βληµάτων, µε το παράγγελµα "ΚΛΙΜΑΚΩΣΑΤΕ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ". Τα δύο αυτά βλήµατα βάλλονται µε την ίδια παρεκτροπή και κλίσεις οι οποίες αντιστοιχούν σε βεληνεκή µε διαφορά 400 µ. µεταξύ τους. Η γραµµή που ενώνει τα σηµεία πτώσεως των δύο βληµάτων υλοποιεί στο έδαφος τη γραµµή Πυροβόλα - Στόχος. Μόλις ο ΕΠΑΡ υλοποιήσει τη γραµµή αυτή στο έδαφος (είτε µε την κλιµάκωση βεληνεκούς, είτε µε τη θέση του στόχου και των πυροβόλων) θα πρέπει να επιλέξει κάποια χαρακτηριστική γραµµή στο έδαφος (οδό, κορυφογραµµή, ρέµα κλπ), η οποία θα τον βοηθά να την θυµάται και να την αναγνωρίζει εύκολα. Οταν ο ΕΠΑΡ χρησιµοποιεί τη γραµµή πυροβόλα - στόχος δεν χρειάζεται να το περιλάβει στην αίτηση βολής του, διότι το Κ∆Π θα χρησιµοποιήσει αυτή σαν πάγια γραµµή συσχετίσεως.

(3) Γραµµή Παρατηρητής - Στόχος.

Το Α/Φ - Ε/Π διαθέτει όργανο πλοηγήσεως, το οποίο ανα πάσα στιγµή µετρά τη διεύθυνση του άξονα κινήσεως του. Οταν ο ΕΠΑΡ προσδιορίζει το στόχο ή κάνει τις εκτιµήσεις του, συνήθως το Α/Φ -Ε/Π είναι στραµµένο προς το στόχο και συνεπώς το όργανο πλοηγήσεως παρέχει το ∆θ παρατηρητής - στόχος. Οταν ο ΕΠΑΡ χρησιµοποιεί αυτήν την τεχνική, θα πρέπει να διαβιβάζει το ∆θ στην πλησιέστερη 10άδα µοιρών

126

(π.χ· "∆ΙΑΘΗΜΑ 70 ΜΟΙΡΕΣ"). Εαν το ∆θ παρατηρήσεως αλλάξει περισσότερο των 10 µοιρών, τότε ο ΕΠΑΡ θα πρέπει να το διαβιβάσει στο Κ∆Π, για να αλλάξει ο προσανατολισµός του αβακίου λοξού κανονισµού. Η µέθοδος αυτή είναι η προτιµότερη, διότι δεν εξαναγκάζει τον ΕΠΑΡ να προσανατολίζεται συνεχώς, ενώ ταυτόχρονα επαυξάνει τη δυνατότητα του Α/Φ - Ε/Π στην εκτέλεση ελιγµών.

(4) ∆ιεύθυνση των Σηµείων του Ορίζοντα.

Ο ΕΠΑΡ µπορεί να χρησιµοποιήσει σαν γραµµή συσχετίσεως τη διεύθυνση των σηµείων του ορίζοντα. Στο σχήµα 39 φαίνονται τα σηµεία του ορίζοντα, καθώς και τα διαβήµατα στα οποία θα προσανατολισθεί το αβάκιο λοξού κανονισµού στο Κ∆Π. Η µέθοδος αυτή θα πρέπει να είναι η τελευταία λύση για τον ΕΠΑΡ, διότι είναι η πλέον ανακριβής.

Σχήµα 39. Χρησιµοποίηση των Σηµείων του Ορίζοντα.

(5) Εύκολα Αναγνωριζόµενη Γραµµή στο Εδαφος.

Ο ΕΠΑΡ µπορεί να επιλέξει σαν γραµµή συσχετίσεως ένα χαρακτηριστικό του εδάφους, το οποίο να έχει γραµµικό σχήµα και να αναγνωρίζεται εύκολα στο χάρτη. Θα µπορούσε δηλαδή να επιλέξει ένα δρόµο, µια σιδηροδροµική γραµµή, µια τάφρο ή οποιαδήποτε γραµµή, η οποία υλοποιείται από χαρακτηριστικά σηµεία. Θα ήταν προτιµότερο η επιλογή της γραµµής αυτής να γίνεται πριν από την απογείωση, χωρίς αυτό

127

να απαγορεύει την επιλογή της κατά τη διάρκεια της πτήσεως.

Παρατήρηση: Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, εκτός εάν χρησιµοποιεί τη γραµµή πυροβόλα - στόχος, ο ΕΠΑΡ θα πρέπει να ενηµερώνει το Κ∆Π για τη χρησιµοποιούµενη γραµµή συσχετίσεως. Εαν δεν το κάνει, το Κ∆Π θα χρησιµοποιήσει τη γραµµή Πυροβόλα - Στόχος.

5. Παραδείγµατα Προσδιορισµού Θέσεως Στόχου και Γραµµής Συσχετίσεως.

α. "ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 723827, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 250, ΓΡΑΜΜΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ Η ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΑΠΟ ∆ΥΣΜΑΣ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΑΣ".

Ο ΕΠΑΡ έδωσε τις συντεταγµένες και το υψόµετρο του στόχου. Εδωσε επίσης και τη διεύθυνση σε σχέση µε την οποία θα δίνει τις διορθώσεις του, για να µπορέσει το Κ∆Π να προσανατολίσει το αβάκιο λοξού κανονισµού.

β. "ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 723872, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 250''.

Εδώ ο ΕΠΑΡ δεν έδωσε γραµµή συσχετίσεως και έτσι στο Κ∆Π θα χρησιµοποιηθεί για τον προσανατολισµό του αβακίου λοξού κανονισµού, η γραµµή Πυροβόλα - Στόχος.

γ. "ΣΗΜΕΙΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ Ο Σ3. ΓΡΑΜΜΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ Η ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΑΠΟ ∆ΥΣΜΑΣ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΑΣ. ∆ΕΞΙΑ 200, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400".

Ο ΕΠΑΡ προσδιόρισε τη θέση του στόχου µε συσχέτιση προς τον Σ3 και τη σιδηροδροµική γραµµή. Το κέντρο του αβακίου λοξού κανονισµού θα τοποθετηθεί στο Σ3 και στη συνέχεια η κεντρική γραµµή του αβακίου (0 - 3200) θα παραλληλισθεί µε τη σιδηροδροµική γραµµή, µε το βέλος να δείχνει προς ανατολάς. Τέλος η καρφίδα θα µετακινηθεί δεξιά 200 και µακρότερον 400.

δ. "ΣΗΜΕΙΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ Ο ΣΤΟΧΟΣ ΓΖ7140. ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΑ. ΑΡΙΣΤΕΡΑ 300, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 500".

Στην περίπτωση αυτή γίνεται η ίδια διαδικασία όπως και

128

στην παράγραφο 5γ, µε τη διαφορά ότι το αβάκιο θα προσανατολισθεί µε το βέλος προς το ∆Θ 2400 χιλ. (βλέπε Σχ. 39).

6. ∆ιαδικασία Βολής - Λεπτοµέρειες ∆ιεξαγωγής.

α. Με Αεροσκάφος.

Οπως ήδη έχει αναφερθεί στην παράγραφο 2 του παρόντος τµήµατος, επειδή το Α/Φ δεν µπορεί να παραµένει στατικό, θα πρέπει να κινείται σε κύκλους, προσπαθώντας κάθε φορά να ευρίσκεται στο σηµείο από το οποίο έγινε ο προσδιορισµός του στόχου και µάλιστα λίγο πριν από τη διάρρηξη του βλήµατος. Η διαδικασία αυτή απαιτεί καλό συντονισµό µεταξύ του Κ∆Π και του ΕΠΑΡ, ο οποίος θα πρέπει να γνωρίζει το χρόνο ο οποίος απαιτείται κάθε φορά για να εξαχθούν τα στοιχεία βολής και να τοποθετηθούν στα πυροβόλα, καθώς και τη διάρκεια τροχιάς.

β. Με Ελικόπτερο.

Το Ε/Π χρησιµοποιεί δύο µεθόδους για την εκτέλεση της βολής.

(1) Στη µέθοδο της στατικής αιωρήσεως, ο χειριστής του Ε/Π τοποθετεί το Ε/Π πίσω από δέντρα ή πίσω από εδαφικές εξάρσεις, οι οποίες όµως του επιτρέπουν συνεχή οπτική επαφή µε το στόχο.

(2) Στη µέθοδο της ανυψώσεως, ο χειριστής του Ε/Π αποκρύπτει το Ε/Π πίσω από κάποιο προκαλύπτοντα όγκο και το αποκαλύπτει 2-3 δευτερόλεπτα πριν τη διάρρηξη του βλήµατος. Ο ΕΠΑΡ παρατηρεί τη διάρρηξη και στη συνέχεια ο χειριστής µετακινεί πάλι το Ε/Π στην ίδια ή σε µια νέα θέση αποκρύψεως. Ο ΕΠΑΡ διαβιβάζει τις διορθώσεις του στο Κ∆Π, κατά τη διάρκεια της µετακινήσεως του Ε/Π.

γ. Προειδοποίηση του ΕΠΑΡ.

(1) Κατά τη βολή, εφ' όσον ο ΕΠΑΡ χρησιµοποιεί Α/Φ, ακολουθεί πάντοτε τη διαδικασία "∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ", χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο όταν επιβαίνει σε Ε/Π. Με τη διαδικασία αυτή, το Α/Φ θα µπορεί να τοποθετείται στην κατάλληλη θέση για την παρατήρηση κάθε βολής και έτσι θα έχει συνεχώς την ίδια οπτική εικόνα του στόχου. Το παράγγελµα "ΠΥΡ" του ΕΠΑΡ δεν θα πρέπει να επαναλαµβάνεται από τον ασυρµατιστή του Κ∆Π, αλλά να διαβιβάζεται απ' ευθείας στα πυροβόλα, για κέρδος χρόνου.

129

(2) Μετά την αναφορά ΈΒΑΛΕ" της Πυροβολαρχίας, διαβιβάζεται στον ΕΠΑΡ και η διάρκεια τροχιάς, ώστε ο τελευταίος να γνωρίζει τον περίπου χρόνο διαρρήξεως των βληµάτων. Π.χ. Ό∆ΗΓΟΝ ΕΒΑΛΕ, 32 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ, ΕΤΟΙΜΟΣ. Νέα διάρκεια τροχιάς διαβιβάζεται στον ΕΠΑΡ, εφ' όσον διαφέρει από την προηγούµενη περισσότερο από 5 δευτερόλεπτα.

(3) Το Κ∆Π, 5 δευτερόλεπτα πριν τη διάρρηξη του βλήµατος ή των βληµάτων, διαβιβάζει στον ΕΠΑΡ το προειδοποιητικό "ΠΡΟΣΟΧΗ", ώστε ο τελευταίος να επικεντρώσει την προσοχή του στο στόχο ή και να ανυψώσει το Ε/Π, όταν η βολή γίνεται από Ε/Π.

δ. Εκτέλεση Κανονισµού.

(1) Κατά ∆ιεύθυνση.

Ο ΕΠΑΡ µετρά την απόκλιση κατά διεύθυνση του βλήµατος από το στόχο σε σχέση µε γραµµή συσχετίσεως και τη µετατρέπει σε µέτρα µε τον τύπο Μ=ΑΧ. Στο σχήµα 40 προσδιόρισε την απόσταση της διαρρήξεως από το στόχο, ίση µε 200 µέτρα. Ετσι οπουδήποτε και αν ευρίσκεται το Α/Φ - Ε/Π, εάν ο ΕΠΑΡ χρησιµοποιεί σαν γραµµή συσχετίσεως τη σιδηροδροµική γραµµή, θα δώσει διόρθωση "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 200". Εαν ο ΕΠΑΡ χρησιµοποιεί σαν γραµµή συσχετίσεως τη γραµµή Πυροβόλα - Στόχος δεν θα δώσει διόρθωση διευθύνσεως, παρά µόνον βεληνεκούς.

(2) Κατά Βεληνεκές.

Ο ΕΠΑΡ ακολουθεί την ίδια διαδικασία που χρησιµοποιεί και ο επίγειος παρατηρητής, παρεµβάλλοντας κάθε φορά το στόχο. Στο παράδειγµα του σχήµατος 40:

Εάν χρησιµοποιεί σαν γραµµή συσχετίσεως τη γραµµή Πυροβόλα - Στόχος θα δώσει διόρθωση: "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400".

Εάν χρησιµοποιεί σαν γραµµή συσχετίσεως τη σιδηροδροµική γραµµή, δεν θα δώσει διόρθωση βεληνεκούς.

(3) Καθ'Υψος.

Ο ΕΠΑΡ χρησιµοποιεί την ίδια διαδικασία του επίγειου παρατηρητή. Σε ορισµένες περιπτώσεις που το Α/Φ κινείται ψηλά, δεν είναι εύκολο στον ΕΠΑΡ να µετρήσει το ύψος της διαρήξεως. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ΕΠΑΡ µπορεί να αναφέρει µόνο την εκτίµηση του. Π.χ. "ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ" ή " ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ".

130

Σχήµα 40. ∆ιορθώσεις ΕΠΑΡ.

ε. Μετρήσεις από τον ΕΠΑΡ.

Ο ΕΠΑΡ δεν έχει τη δυνατότητα να κάνει ακριβή προσδιορισµό της θέσεως του στόχου, ούτε να εκτελεί ακριβείς µετρήσεις, διότι χρησιµοποιεί γυµνό οφθαλµό. Η χρησιµοποίηση των διόπτρων είναι περιορισµένη, λόγω της παραµορφώσεως που προκαλεί το αλεξήνεµο και λόγω των δονήσεων του Α/Φ - Ε/Π. Ο ΕΠΑΡ είναι προτιµότερο να µετρά τις γωνιακές αποκλίσεις µε τα δάκτυλα και την παλάµη.

στ. ∆ραστική Βολή.

Ο ΕΠΑΡ παραγγέλει την έναρξη της δραστικής βολής όπως και ένας επίγειος παρατηρητής. Μόλις εκτελεσθούν οι αποστολές βολής ή τελειώσει ο χρόνος διαθέσεως του Α/Φ - Ε/Π, το Κ∆Π ενηµερώνει τον ΕΠΑΡ µε το παράγγελµα "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ, ΕΠΙΣΤΡΕΨΑΤΕ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΣΑΣ". Το Α/Φ - Ε/Π αποµακρύνεται και διαβιβάζει: "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ, ΕΠΙΣΤΡΕΦΩ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΜΟΥ"

131

ΤΜΗΜΑ 20 ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΣ ΒΟΛΗ

1. Γενικά.

α. Η βολή η οποία εκτελείται µε ύψωση µεγαλύτερη από την ύψωση µε την οποία επιτυγχάνεται το µέγιστο βεληνεκές για συγκεκριµένο γέµισµα, ονοµάζεται κατακόρυφος βολή. Η εκτέλεση της κατακόρυφου βολής συχνά είναι δυνατόν να απαιτηθεί, όταν τα πυροβόλα είναι ταγµένα σε βαθειά προκάλυψη ή µέσα σε κατοικηµένες περιοχές ή όταν βάλλουν επάνω από ψηλές κορυφογραµµές. Είναι δυνατόν επίσης να απαιτηθεί κατακόρυφος βολή, όταν ο στόχος ευρίσκεται σε αντιπρανές, σε πυκνά δάση και σε βαθειές εδαφικές κοιλότητες ή χαράδρες, όπου δεν µπορεί να προσβληθεί µε επισκηπτική βολή.

Σχήµα 41. Κατακόρυφος Βολή.

β. Ολοι οι τύποι σκευής που χρησιµοποιεί σήµερα το Ελληνικό Πυροβολικό πλην του πυροβόλου 175 χιλ. µπορούν να εκτελέσουν κατακόρυφη βολή. Οι όλµοι εκτελούν µόνο κατακόρυφη βολή. Τα πυροβόλα του Ναυτικού δεν είναι κατάλληλα για εκτέλεση κατακόρυφης βολής, λόγω της µεγάλης τους αρχικής ταχύτητας. Γενικά, οποιοδήποτε πυροβόλο στο οποίο µπορεί να τοποθετηθεί ύψωση µεγαλύτερη των 800 χιλ., έχει τη δυνατότητα εκτελέσεως κατακόρυφου βολής.

2. Αρµοδιότητα Λήψεως Αποφάσεως για Κατακόρυφη Βολή.

Ο παρατηρητής µετά τη µελέτη του εδάφους και του χάρτη, έχει συνήθως τη δυνατότητα να κρίνει για κάθε στόχο εάν απαιτείται ή όχι η

132

εκτέλεση κατακόρυφου βολής. Εάν δεν είναι σίγουρος, πληροφορεί το Κ∆Π ότι πιθανόν να απαιτηθεί η εκτέλεση της. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο ΑΞΕΠ αποφασίζει για το εάν απαιτείται ή όχι και πληροφορεί τον παρατηρητή, µε το σήµα προς τον παρατηρητή.

3. Αίτηση Βολής.

α. Οταν ο παρατηρητής επιθυµεί κατακόρυφο βολή, περιλαµβάνει στην αίτηση βολής του την ένδειξη "ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟΙ ΒΟΛΗ".

β. Θα πρέπει να προσδιορίσει το στόχο µε τη µεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, διότι µεγάλα άλµατα βεληνεκούς κατά το κανονισµό είναι δυνατόν να υποχρεώσουν το Κ∆Π να κάνει αλλαγή γεµίσµατος. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχει πολύ µικρή επικάλυψη στα βεληνεκή που επιτυγχάνονται από διαδοχικά γεµίσµατα.

γ. Η µεγάλη πιθανή απόκλιση ύψους διαρρήξεως, καθιστά απαγορευτική τη χρησιµοποίηση εγκαιροφλεγών πυροσωλήνων. Εποστρα-κισµός των βληµάτων, εάν στον πυροσωλήνα τοποθετηθεί επιβράδυνση, δεν είναι δυνατόν να γίνει λόγω της µεγάλης γωνίας πτώσεως. Εάν απαιτούνται εγκαιροφλεγείς διαρρήξεις, χρησιµοποιούνται πυροσωλήνες προσεγγίσεως, µε τους οποίους επιτυγχάνονται εξαιρετικά αποτελέσµατα. Οι πυροσωλήνες προσεγγίσεως θα διαρρηχθούν σε χαµηλότερο ύψος διαρρήξεως, από το αντίστοιχο της επισκηπτικής βολής.

δ. Λόγω της θέσεως την οποία έχει το βλήµα στην κατακόρυφο βολή (ο επιµήκης άξονας του σχεδόν κατακόρυφος), η πλευρική δέσµη των θραυσµάτων του είναι ιδιαίτερα αποτελεσµατική.

4. Κανονισµός.

α. Η διαδικασία εκτελέσεως κανονισµού, είναι ακριβώς η ίδια µε την επισκηπτική βολή.

β. Ο παρατηρητής πρέπει να έχει υπόψη του, ότι κατά τη διάρκεια του κανονισµού, µικρές διορθώσεις είναι πιθανόν να µην είναι αναγκαίες λόγω της αυξηµένης διασποράς, η οποία παρουσιάζεται στην κατακόρυφη βολή και να έχουν σαν αποτέλεσµα την απώλεια χρόνου.

γ. Λόγω της µεγάλης διάρκειας τροχιάς, το Κ∆Π διαβιβάζει στον παρατηρητή "Ο∆ΗΓΟ ΕΒΑΛΕ" ή "ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑ ΕΒΑΛΕ", µόλις βάλλουν τα πυροβόλα. Με την πρώτη αναφορά "ΕΒΑΛΕ" της αποστολής

133

βολής, το Κ∆Π διαβιβάζει και τη διάρκεια τροχιάς. Π.χ "Ο∆ΗΓΟ ΕΒΑΛΕ, 52 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ, ΕΤΟΙΜΟΙ". Επίσης 5 δευτερόλεπτα πριν τη διάρρηξη των βληµάτων, το Κ∆Π διαβιβάζει το παράγγελµα "ΠΡΟΣΟΧΗ", για να στρέψει την προσοχή του παρατηρητή στο στόχο.

ΤΜΗΜΑ 21 ΒΟΛΗ ΕΓΓΥΣ ΦΙΛΙΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ

1. Γενικά.

Οταν τα Φίλια Τµήµατα (ΦΤ) ευρίσκονται σε απόσταση µικρότερη των 600 µέτρων από το στόχο, η βολή χαρακτηρίζεται σαν ''ΕΓΓΥΣ". Στην περίπτωση αυτή, ακολουθείται ειδική διαδικασία, για να εξασφαλισθεί ότι τα ΦΤ δεν θα κινδυνεύσουν από τη βολή. Εαν γίνεται βολή από πυροβόλα Ναυτικού, ο στόχος θεωρείται ''ΕΓΓΥΣ", όταν τα ΦΤ ευρίσκονται σε απόσταση µικρότερη των 750 µ. για πυροβόλα µέχρι 5 ιντσών και µικρότερη των 1000 µέτρων, για πυροβόλα µεγαλύτερα των 5 ιντσών.

2. Αίτηση Βολής.

α. Οταν ο παρατηρητής πρόκειται να προσβάλει ένα στόχο ο οποίος ευρίσκεται σε αποστάσεις από τα ΦΤ µικρότερες αυτών που αναφέρονται στην προηγούµενη παράγραφο, περιλαµβάνει στην αίτηση του την ένδειξη "ΕΓΓΥΣ". Η ένδειξη αυτή συνοδεύεται υποχρεωτικά και από τη διεύθυνση προς την οποία ευρίσκονται τα ΦΤ σε σχέση µε το στόχο, καθώς και την απόσταση των ΦΤ από αυτόν. Η διεύθυνση της θέσεως των ΦΤ δίδεται σε σχέση µε τα σηµεία του ορίζοντα, π.χ.:

(1) ''ΕΓΓΥΣ ∆ΥΤΙΚΑ 400" σηµαίνει ότι:

(α) Η βολή είναι "ΕΓΓΥΣ". (β) Τα ΦΤ ευρίσκονται δυτικά του στόχου. (γ) Τα ΦΤ απέχουν από το στόχο 400 µέτρα.

(2) ''ΕΓΓΥΣ ΒΟΡΕΙΟ∆ΥΤΙΚΑ 500" σηµαίνει ότι:

(α) Η βολή είναι ''ΕΓΓΥΣ". (β) Τα ΦΤ ευρίσκονται βορειοδυτικά του στόχου.

134

(γ) Τα ΦΤ απέχουν από το στόχο 500 µέτρα.

β. Ο παρατηρητής προσδιορίζει τη θέση του στόχου, µε τη µεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια.

γ. Αίτηση βολής: ∆40 Ε∆Ω ∆47, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ ∆ΙΑΘΗΜΑ 2243, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 1255, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 37. ΕΤΟΙΜΟΣ. 4ΤΟΜΠ ΚΑΙ ΑΠΟΒΙΒΑΖΟΜΕΝΟ ΠΕΖΙΚΟ, ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 Χ 100. ΕΓΓΥΣ ΒΟΡΕΙΟ∆ΥΤΙΚΑ 400, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ

3. ∆ιαδικασίες στο Κ∆Π.

α. Ο ΑΞΕΠ ελέγχει την απόσταση του στόχου από τα ΦΤ, χρησιµοποιώντας την πινακίδα χάρτου, επάνω στην οποία ευρίσκεται το διαφανές τακτικής καταστάσεως. Στη συνέχεια υπολογίζει το περιθώριο ασφαλείας (δίκρανο σε µέτρα για το υπ' όψη γέµισµα και βεληνεκές + ακτίνα µεγάλων θραυσµάτων του· χρησιµοποιούµενου διαµετρήµατος) και ενηµερώνει, εάν απαιτείται, τον παρατηρητή. Σε περίπτωση που τα ΦΤ απέχουν από το στόχο απόσταση µικρότερη του περιθωρίου ασφαλείας, ο παρατηρητής προτείνει στον υποστηριζόµενο ∆κτη την εκτέλεση του κανονισµού και της δραστικής βολής όχι επάνω στο στόχο, αλλά σε ένα σηµείο το οποίο να ευρίσκεται πέραν του στόχου (κατά την έννοια της αποµακρύνσεως από τα ΦΤ) και σε απόσταση από αυτά τουλάχιστον ίση ή µεγαλύτερη του περιθωρίου ασφαλείας. Ετσι στο σχήµα 42 η απόσταση ΑΒ παριστάνει το µήκος του ορθογωνίου διασποράς, η απόσταση ΒΓ την ακτίνα µεγάλων θραυσµάτων και η απόσταση ΣΓ το περιθώριο ασφαλείας. Εάν το σηµείο Γ ευρίσκεται εντός της περιοχής των ΦΤ, ο παρατηρητής θα πρέπει να προτείνει στο φίλιο ∆κτη την εκτέλεση της δραστικής βολής στο σηµείο Ε, το οποίο θα πρέπει να ευρίσκεται σε τέτοια απόσταση, ώστε το σηµείο Γ να είναι εκτός της περιοχής των ΦΤ. Με το τρόπο αυτό, η βολή είναι ασφαλής για τα ΦΤ, ελαττώνονται όµως τα αποτελέσµατα των πυρών στο στόχο. Εάν απαιτείται η εκτέλεση της βολής ακριβώς επάνω στο στόχο, ακολουθούνται οι διαδικασίες που περιγράφονται στο τµήµα των "Ανασχέσεων".

135

Σχήµα 42. Περιθώριο Ασφαλείας Στόχου Εγγύς ΦΤ.

β. Για την προσβολή οποιουδήποτε στόχου ''ΕΓΓΥΣ", το Κ∆Π εξάγει στοιχεία βολής του οδηγού πυροβόλου για ένα σηµείο, το οποίο να απέχει απόσταση 300µ. από το στόχο, κατά την έννοια της αποµακρύνσεως από τα ΦΤ. Για το λόγο αυτό, ο παρατηρητής θα πρέπει να γνωρίζει ότι το πρώτο βλήµα του κανονισµού θα διαρραγεί περίπου 300µ. µακρυα από το στόχο. Περισσότερες λεπτοµέρειες αναγράφονται στο ΕΕ 8-15Γ.

Σχήµα 43. Στόχος Εγγύς Φιλίων Τµηµάτων.

136

4. Κανονισµός.

Κατά τον κανονισµό της βολής, ο παρατηρητής ακολουθεί τη παρακάτω διαδικασία:

α. Αρχικά εκτελεί κανονισµό µόνο κατά διεύθυνση, µε σκοπό να φέρει το βλήµα στην γραµµή παρατηρήσεως και να βοηθηθεί στο να κάνει σωστές εκτιµήσεις βεληνεκούς.

β. Ο κανονισµός βεληνεκούς γίνεται µε έρπυση. Αυτό σηµαίνει ότι ο παρατηρητής δεν προσπαθεί να παρεµβάλλει το στόχο. Αντίθετα, αιτείται τέτοιες διορθώσεις, ώστε το βλήµα να διαρρηγνύεται εκείθεν του στόχου και µε κάθε νέα διόρθωση, να το µεταφέρει βαθµιαία προς το στόχο. Για να γίνει αυτό, ο παρατηρητής αντί να διπλασιάζει την εκτίµηση του για την παρεµβολή του στόχου, διχοτοµεί την εκτίµηση, µε σκοπό να τηρήσει τα βλήµατα "ΜΑΚΡΑ" και να µην κινδυνεύσουν τα ΦΤ. Στρογγυλεύει κάθε φορά τα άλµατα στα 200, 100, 50 ή 25 µέτρα. Π.χ. η εκτίµηση του παρατηρητή για το πρώτο βλήµα ήταν "ΜΑΚΡΑ, ΠΕΡΙΠΟΥ 400 ΜΕΤΡΑ". Η διόρθωση του θα είναι "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 200" (400 / 2 = 200).

γ. Ο παρατηρητής δεν παραγγέλει διορθώσεις µικρότερες των 25 µέτρων. Είναι πιθανόν να απαιτηθεί η εκτέλεση δυο ή περισσοτέρων αλµάτων 25 µέτρων, µέχρι να τελειώσει ο κανονισµός. Οι µικρές αυτές διορθώσεις καθυστερούν την εκτέλεση της διαδικασίας και συνεπάγονται κατανάλωση πυροµαχικών, αλλά επιβάλλονται για λόγους ασφαλείας των ΦΤ. Σε περίπτωση κατά την οποία ο παρατηρητής λόγω εσφαλµένης εκτιµήσεως της πρώτης διαρρήξεως φθάσει στο "ΕΓΓΎΤΕΡΟΝ 25" και οι διαρρήξεις είναι "ΜΑΚΡΕΣ" και σε αρκετή απόσταση, µπορεί να δώσει διόρθωση µεγαλύτερη των 25 µέτρων, προσέχοντας να µην παρεµβάλλει ευρέως το στόχο και θέσει έτσι σε κίνδυνο τα ΦΤ.

δ. Σε ορισµένες περιπτώσεις, είναι δυνατόν ο στόχος να ευρίσκεται σε τέτοια θέση, ώστε τα ΦΤ να κινδυνεύσουν περισσότερο από τις διορθώσεις διευθύνσεως, παρά από τις διορθώσεις βεληνεκούς. Στις περιπτώσεις αυτές, ο παρατηρητής κάνει έρπυση και κατά διεύθυνση, µε τον ίδιο τρόπο όπως και κατά βεληνεκές, διχοτοµεί δηλαδή κάθε φορά την εκτίµηση διευθύνσεως.

ε. Ο κανονισµός τελειώνει όταν επιτευχθεί:

(1) Ορθό βεληνεκές, οπότε ο παρατηρητής παραγγέλει "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

137

(2) Βραχεία βολή, µετά από παρεµβολή 25 µέτρων. Ο παρατηρητής παραγγέλει "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ", η οποία εκπέµπεται στο τελευταίο βεληνεκές.

(3) Βραχεία βολή, µετά από παρεµβολή 50 µέτρων. Ο παρατηρητής παραγγέλει "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 25, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

Εάν κάποια διάρρηξη κατά τη διάρκεια του κανονισµού εκτιµηθεί σαν βραχεία µε παρεµβολή µεγαλύτερη των 50 µέτρων, διχοτοµείται η παρεµβολή και εφ' όσον το βλήµα διαρραγεί µακράν του στόχου, συνεχίζεται η διαδικασία της ερπύσεως κανονικά.

Παράδειγµα:

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ∆ΙΟΡΘΩΣΗ ΜΑΚΡΑ ΟΡΘΟ

ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ -25 ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ ή ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

ΜΑΚΡΑ ΒΡΑΧΕΙΑ

-25 ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ ή ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

ΜΑΚΡΑ (περίπου 100) ΒΡΑΧΕΙΑ

-50 +25, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ ή ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

5. Προσαρµογή της Βολής κάθε Πυροβόλου.

Μετά το τέλος του κανονισµού, ο παρατηρητής είναι δυνατόν να ζητήσει τη βολή µίας ελεγκτικής σειράς, µε σκοπό να προσαρµόσει τα πυρά κάθε πυροβόλου στο στόχο. Το Κ∆Π θα πρέπει να προσδιορίσει ειδικές διορθώσεις για κάθε πυροβόλο, λαµβάνοντας υπ' όψη τη διαφορά αρχικής ταχύτητας από το οδηγό. Εάν κατά την εκποµπή της ελεγκτικής σειράς παρατηρηθούν αποκλίσεις βληµάτων, οι οποίες δεν δικαιολογούνται από τους κανόνες της διασποράς, ο παρατηρητής θα πρέπει να παραγγείλει ατοµικές διορθώσεις για κάθε πυροβόλο, οι οποίες θα εφαρµοσθούν κατά την εκποµπή της δραστικής βολής. Η απόφαση για την εκποµπή ή όχι της ελενκτικής σειράς ανήκει στον παρατηρητή, ο οποίος θα πρέπει να λάβει υπ' όψη του το πόσο κοντά είναι τα ΦΤ, τον προσανατολισµό τους ως προς το στόχο, τη δυνατότητα να καλυφθούν κατά την εκποµπή της δραστικής βολής και κυρίως το πόσο θα καθυστερήσει η βολή λόγω της εκποµπής της ελεγκτικής σειράς, σε σχέση µε τη δυνατότητα του στόχου να αποµακρυνθεί.

138

6. Ειδικά Σηµεία.

α. Σχέδια Πυρός.

Η διαδικασία που περιγράφηκε στις προηγούµενες παρα-γράφους ισχύει για βολές εγγύς ΦΤ, µετά από κανονισµό. Εάν όµως ένας τέτοιος στόχος (εγγύς) περιλαµβάνεται σε ένα σχέδιο πυρός, η εκτέλεση κανονισµού και η προσαρµογή κάθε πυροβόλου θα εξαρτηθεί από το εάν επιτρέπονται οι βολές επισηµάνσεως και από τις δυνατότητες του εχθρού να προσδιορίσει τις φίλιες περιοχές αναπτύξεως και να εκπέµψει πυρά αντιπυροβολικού. Στην περίπτωση που οι βολές αυτές θα αποκαλύψουν τις φίλιες θέσεις, θα πρέπει οι στόχοι "ΕΓΓΥΣ" να προσδιορίζονται τοπογραφικά, να χρησιµοποιούνται διορθώσεις από Μ∆ και ∆τ, να εξάγονται ειδικές διορθώσεις για κάθε πυροβόλο και να ενηµερώνεται ο αντίστοιχος ∆κτής της Μονάδας/Υποµονάδας ελιγµού για την πιθανότητα πτώσεως θραυσµάτων ή και βληµάτων στην περιοχή των ΦΤ, αναλόγως βέβαια και του περιθωρίου ασφαλείας. Οπωσδήποτε όµως θα πρέπει να αποφεύγεται η εκποµπή προπαρασκευασµένων βολών εναντίον στόχων οι οποίοι ευρίσκονται πολύ κοντά στα ΦΤ.

β. Κατηγορία Στόχου.

Οι στόχοι εγγύς ΦΤ, κατ' αρχήν, θα πρέπει να είναι στόχοι Πυροβολαρχίας, λόγω της αυξηµένης διασποράς η οποία εµφανίζεται στις συγκεντρώσεις Μοίρας ή περισσοτέρων Μοιρών. Εάν υπάρχει σοβαρή ανάγκη και ο στόχος δεν είναι πολύ κοντά στα ΦΤ, µπορεί να γίνει κανονισµός από µία Πυροβολαρχία και να εκπεµφθεί η δραστική βολή από περισσότερες µονάδες πυρός, οι οποίες προηγουµένως θα έχουν βάλλει ελεγκτικά βλήµατα, για έλεγχο των στοιχείων τους.

γ. Πυροµαχικά.

(1) Κατ' αρχήν, θα πρέπει να αποφεύγεται η χρησιµο-ποίηση εγκαιροφλεγών πυροσωλήνων µε εκρηκτικά βλήµατα κατά την προσβολή στόχων ''ΕΓΓΥΣ", λόγω της αυξηµένης διασποράς των πυροσωλήνων αυτών.

(2) Κατά τον κανονισµό µε βοµβιδοφόρα βλήµατα ακολουθείται η ίδια διαδικασία µε τα εκρηκτικά. Οµως ο παρατηρητής θα πρέπει να λαµβάνει σοβαρά υπ' όψη του τη διεύθυνση του ανέµου, σε σχέση µε τη θέση της µονάδας πυρός και τη θέση των ΦΤ. θα πρέπει να κάνει τον κανονισµό µε ολόκληρη την Πυροβολαρχία, ενώ οι διορθώσεις του θα πρέπει να αναφέρονται όχι στο ΜΣΠ των βοµβιδίων, αλλά σε εκείνα τα

139

βοµβίδια, τα οποία ευρίσκονται πλησιέστερα προς τα ΦΤ.

ΤΜΗΜΑ 22 ΑΝΑΣΧΕΣΕΙΣ

1. Γενικά.

α. Ανάσχεση είναι προκαθορισµένη και αµέσως διαθέσιµη γραµµική συγκέντρωση πυρός, η οποία αποσκοπεί στην προστασία των φιλίων τµηµάτων και εγκαταστάσεων από επικείµενη κίνηση του εχθρού διαµέσου των φιλίων γραµµών ή περιοχών άµυνας.

β. Η έννοια της ανασχέσεως υφίσταται µόνο κατά την άµυνα. Η θέση της καθορίζεται από τον υποστηριζόµενο ∆ιοικητή, σε συντονισµό µε τα κωλύµατα, τα τελικά προστατευτικά πυρά των πολυβόλων και την πιθανότερη κατεύθυνση επιθέσεως του εχθρού.

γ. Για κάθε Πυροβολαρχία κανονικά σχεδιάζεται µία µόνον ανάσχεση. Οταν όµως η τακτική κατάσταση και το έδαφος το απαιτεί, είναι δυνατόν να σχεδιασθούν περισσότερες, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι η Πυροβολαρχία έχει τη δυνατότητα να τις προσβάλλει ταυτόχρονα. Ο ∆ιοικητής της Μονάδας ελιγµού, εκτός από τη θέση των ανασχέσεων, καθορίζει και την προτεραιότητα προσβολής τους από την Πυροβολαρχία. Αυτό σηµαίνει ότι όταν ζητηθεί η προσβολή δύο ανασχέσεων ταυτόχρονα, πρώτη θα προσβληθεί αυτή που έχει τη µεγαλύτερη προτεραιότητα. Επίσης, εάν κατά το χρόνο κατά τον οποίο προσβάλλεται µια ανάσχεση, ζητηθεί η προσβολή άλλης µε µεγαλύτερη προτεραιότητα, η Πυροβολαρχία εκτελεί µετάπτωση και προσβάλλει την ανάσχεση µεγαλύτερης προτεραιότητας. Η ανάσχεση είναι βολή εγγυηµένη και µε τη µέγιστη προτεραιότητα, γεγονός το οποίο σηµαίνει ότι τα απαραίτητα πυροµαχικά (για µία ανάσχεση) είναι προπαρασκευασµένα και έτοιµα για βολή. Εάν διαταχθεί εκποµπή ανασχέσεως, διακόπτεται η τυχόν εκτέλεση άλλης βολής και εκπέµπεται η ανάσχεση. Για τους παραπάνω λόγους, τα πυροβόλα όταν δεν εκτελούν άλλη βολή είναι σκοπευµένα στην κύρια ανάσχεση (πρώτης προτεραιότητας).

2. Χαρακτηριστικά των Ανασχέσεων.

α. Απόσταση από τα Φίλια Τµήµατα.

Οι ανασχέσεις τοποθετούνται προ του ΠΟΤ και στη

140

µικρότερη δυνατή απόσταση από αυτό, ώστε να είναι εγγυηµένη η ασφάλεια των φιλίων τµηµάτων, τουλάχιστον από την πτώση βληµάτων. Συνήθως τοποθετείται σε απόσταση 200 έως 400 µέτρων από τα φίλια τµήµατα.

β. Μήκος (Εύρος) Ανασχέσεως.

Το µήκος της ανασχέσεως, το οποίο µπορεί να καλυφθεί αποτελεσµατικά από µια Πυροβολαρχία, ισούται µε το µέτωπο της κανονικής της δέσµης. Εάν ο ∆ιοικητής της Μονάδας ελιγµού ζητήσει ανάσχεση µήκους µεγαλυτέρου από το κανονικό, ο Αξιωµατικός Σύνδεσµος και ο ΠΑΠ πρέπει να τον ενηµερώσουν ότι η αποτελεσµατικότητα της ανασχέσεως θα µειωθεί, σε συνάρτηση µε την αύξηση του µήκους της. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται η προσβολή ανασχέσεως µε µήκος µεγαλύτερο του κανονικού. Εάν η αύξηση του µήκους είναι µικρή, τότε στο Κ∆Π εφαρµόζονται στοιχεία για αποκλίνουσα δέσµη, ενώ εάν η αύξηση είναι µεγάλη, εφαρµόζεται η διαδικασία µετατοπίσεως της βολής κατά διεύθυνση από το ένα τµήµα της ανασχέσεως στο άλλο. Αυτό µπορεί να γίνει είτε µε ολόκληρη την Πυροβολαρχία σαν σύνολο, είτε κατά πυροβόλο, το οποίο θα βάλλει εναλλάξ σε κάθε ένα από τα σηµεία της ανασχέσεως που του έχουν ανατεθεί.

γ. Ρυθµός Βολής.

Ο ρυθµός βολής των ανασχέσεων καθορίζεται στις ΒΟΕ της ∆ιοικήσεως Πυροβολικού (∆ΠΒ) και συνήθως είναι ο µέγιστος του υπ' όψη διαµετρήµατος. Εαν δεν έχει καθορισθεί στις ΒΟΕ, εφαρµόζεται ο µέγιστος ρυθµός βολής.

δ. ∆ιάρκεια Βολής.

Καθορίζεται και αυτή στις ΒΟΕ της ∆ΠΒ και συνήθως δεν υπερβαίνει τα 10 λεπτά. Εάν απαιτηθεί µεγαλύτερη διάρκεια, ο παρατηρητής ζητά επανάληψη της βολής. Εαν η διάρκεια δεν καθορίζεται στις ΒΟΕ, εφαρµόζεται "ΒΟΛΗ ΣΥΝΕΧΗΣ", µέχρις ότου ο παρατηρητής δώσει το παράγγελµα "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ".

3. Προσδιορισµός της Θέσεως της Ανασχέσεως.

Κάθε ανάσχεση συνήθως προσδιορίζεται τοπογραφικά. Εαν δεν γίνει αυτό, τότε ο ΠΑΠ ή ο Σύνδεσµος την προσδιορίζει µε τη µεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια και τη διαβιβάζει στο Κ∆Π. Η θέση της ανασχέσεως θα

141

πρέπει να διαβιβάζεται πάντοτε κωδικογραφηµένη. Ο προσδιορισµός της θέσεως της ανασχέσεως γίνεται µε τους εξής τρόπους:

α. Με τις συντεταγµένες και το υψόµετρο των άκρων της.

Π.χ. Θέση Στόχου:

"ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 54246453, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 230. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 54316482, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 250. ∆ΙΑΘΗΜΑ 1670".

Περιγραφή Στόχου:

"ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΒΓ7100, ∆ΕΞΙΟ ΑΚΡΟ".

β. Με τις συντεταγµένες - υψόµετρο του άκρου στο οποίο θα εκτελεσθεί ο κανονισµός και το διάθηµα από το σηµείο αυτό προς το άλλο άκρο της ανασχέσεως.

Π.χ. Θέση Στόχου

"ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 54246453, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 230. ∆ΙΑΘΗΜΑ 1670".

Περιγραφή Στόχου:

"ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΒΓ7100, ∆ΕΞΙΟ ΑΚΡΟ; ∆ΙΑΘΗΜΑ ΑΝΑΣΧΕΣΕΩΣ 300".

γ. Εφ' όσον ο παρατηρητής διαθέτει αποστασία µέτρο laser και το ΠΑΡ είναι τοπογραφικά προσδιορισµένο, µε τις πολικές συντεταγµένες των δύο άκρων της ανασχέσεως.

Π.χ. Θέση Στόχου:

"∆ΙΑΘΗΜΑ 1672, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 935, ΑΝΩ 49 ΧΙΛΙΟΣΤΑ. ∆ΙΑΘΗΜΑ 1344, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 995, ΑΝΩ 27 ΧΙΛΙΟΣΤΑ. ∆ΙΑΘΗΜΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΣ 1344".

142

Περιγραφή Στόχου:

"ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΒΓ7100, ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΑΚΡΟ"

Η µέθοδος αυτή, εφ' όσον η ανάσχεση δεν έχει προσδιορισθεί τοπογραφικά, είναι η ακριβέστερη µέθοδος και εάν ο παρατηρητής διαθέτει αποστασιόµετρο laser είναι η µόνη την οποία θα πρέπει να ακολουθεί.

δ. Οι παραπάνω µέθοδοι προσδιορισµού της ανασχέσεως δεν είναι άκαµπτοι. Εαν η Πυροβολαρχία χρησιµοποιεί Η/Υ για την εξαγωγή στοιχείων βολής, είναι πιθανόν να απαιτείται η διαβίβαση και άλλων στοιχείων, όπως ∆ζ άκρων, ∆θ από συγκεκριµένο άκρο προς το άλλο κλπ. Οι διαφοροποιήσεις αυτές θα πρέπει να περιγράφονται στις ΒΟΕ Μοίρας.

4. Αίτηση βολής.

α. ∆20 Ε∆Ω ∆27, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 54246453, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 230, ∆ΙΑΘΗΜΑ 1670. ΕΤΟΙΜΟΣ. ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΒΓ 7101, ∆ΕΞΙΟ ΑΚΡΟ. ∆ΙΑΘΗΜΑ ΑΝΑΣΧΕΣΕΩΣ 300. ΕΓΓΥΣ ∆ΥΤΙΚΑ 300. ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ MET' ΕΠΙΒΡΑ∆ΥΝΣΕΩΣ ΣΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ.

β. Σε περίπτωση κατά την οποία η θέση της ανασχέσεως είναι γνωστή στο Κ∆Π, η αίτηση βολής θα είναι της µορφής:

∆20 Ε∆Ω ∆27, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ. ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΒΓ 7101. ∆ΙΑΘΗΜΑ 1670. ∆ΕΞΙΟ ΑΚΡΟ. ΕΓΓΥΣ ∆ΥΤΙΚΑ 300. ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ MET' ΕΠΙΒΡΑ∆ΥΝΣΕΩΣ ΣΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ.

143

5. Κανονισµός της Βολής.

α. Η σπουδαιότητα της ακρίβειας της βολής της ανασχέσεως, σε συνδυασµό µε την απόσταση της από τα φίλια τµήµατα, απαιτούν την εκτέλεση κανονισµού κατά τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε πυροβόλο να προσαρµοσθεί στο συγκεκριµένο σηµείο της ανασχέσεως. Εφαρµόζεται πάντοτε η διαδικασία των στόχων "ΕΓΓΥΣ". Ο παρατηρητής δηλαδή δεν εκτελεί παρεµβολή του στόχου, αλλά έρπυση.

β. Επειδή η θέση της ανασχέσεως είναι πολύ κοντά στα φίλια τµήµατα, δηµιουργείται πάντοτε κίνδυνος για αυτά. Συνεπώς κατά τη διάρκεια του κανονισµού θα πρέπει να λαµβάνονται τα απαραίτητα µέτρα ασφαλείας, σε συνεννόηση µε τον ∆ιοικητή της υποστηριζοµένης Μονάδας. Τα µέτρα αυτά µπορεί να είναι είτε αποµάκρυνση των τµηµάτων κατά την διάρκεια του κανονισµού, είτε κάλυψη τους στα ορύγµατα και στα αµυντικά έργα. Σε κρίσιµες καταστάσεις κατά τις οποίες τα παραπάνω δεν είναι εφικτά, είναι δυνατόν ο υποστηριζόµενος ∆ιοικητής να αποδεχθεί την πιθανότητα πτώσεως θραυσµάτων ή και βληµάτων ακόµη στην περιοχή των φιλίων τµηµάτων.

γ. Σαν σηµείο κανονισµού, επιλέγεται το ένα άκρο της ανασχέσεως, το οποίο καθορίζεται και στην αίτηση βολής. Ο κανονισµός γίνεται µε βλήµα εκρηκτικό και πυροσωλήνα µετ' επιβραδύνσεως, ώστε να µειώνονται για τα ΦΤ οι κίνδυνοι από θραύσµατα. Συνήθως ο κανονισµός εκτελείται µε το ακραίο εκείνο, πυροβόλο (1ο ή 6ο), το οποίο να αντιστοιχεί στο άκρο της ανασχέσεως, όπου θα εκτελεσθεί ο κανονισµός. (Οταν η βολή εκτελείται µε το ΣΤΕΠ "ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ" ο κανονισµός εκτελείται µε κεντρικό πυροβόλο). Μόλις τελειώσει ο κανονισµός, ο παρατηρητής ζητά πάντοτε την εκτέλεση µιας ελεγκτικής σειράς (π.χ. "ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑ ΕΚ ΤΟΥ ∆ΕΞΙΟΥ, 30 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ"). Το Κ∆Π, αφού εφαρµόσει τις πιο πρόσφατες διορθώσεις εξ επισηµάνσεως, προσδιορίζει τέτοια στοιχεία βολής, ώστε κάθε πυροβόλο να προσβάλλει συγκεκριµένο σηµείο της ανασχέσεως. Κατά τη διάρκεια της ελεγκτικής σειράς, ο παρατηρητής προσδιορίζει διορθώσεις για κάθε βλήµα, ώστε να προσαρµόσει το κάθε πυροβόλο στο σηµείο της ανασχέσεως που του αντιστοιχεί. Στη συνέχεια δίδει τις διορθώσεις στο Κ∆Π. Π.χ. "1ο ΚΑΛΩΣ. 2ο ∆ΕΞΙΑ 20. 3ο ΚΑΛΩΣ. 4ο ΚΑΛΩΣ. 5ο ΑΡΙΣΤΕΡΑ 20 ΕΓΓΎΤΕΡΩΝ 30. 6ο ΚΑΛΩΣ".

δ. Εαν ο κανονισµός δεν είναι δυνατός, η ανάσχεση πρέπει οπωσδήποτε να προσδιορισθεί τοπογραφικά και να εφαρµοσθούν οι πιο πρόσφατες και ακριβείς διορθώσεις (To laser του παρατηρητή θεωρείται ότι παρέχει τοπογραφική ακρίβεια). Στην περίπτωση αυτή είναι απαραίτητο να

144

γίνει επαλήθευση των στοιχείων, µε βολή ελεγκτικών βληµάτων.

ε. Λόγω των συνεχών αλλαγών των στοιχείων εξ επισηµάνσεως, τα στοιχεία βολής της ανασχέσεως δεν ισχύουν επ' άπειρον. Για το λόγο αυτό, περιοδικά θα πρέπει να γίνεται επαλήθευση των στοιχείων µε βολή, είτε η ανάσχεση προσαρµόσθηκε µε κανονισµό, είτε όχι.

στ. Οταν η πυροβολαρχία δεν διαθέτει Η/Υ για την εξαγωγή στοιχείων βολής και δεν υπάρχει χρόνος για την εκτέλεση της κανονικής διαδικασίας κανονισµού και προσδιορισµό ειδικών διορθώσεων, ο παρατηρητής ζητά ταχύ κανονισµό της ανασχέσεως. Προσδιορίζονται στοιχεία βολής όπως στους στόχους ''ΕΓΓΥΣ" και βάλλεται µια ριπή. Ο παρατηρητής αρχίζει τον κανονισµό µε το ακραίο εκείνο πυροβόλο, του οποίου το βλήµα διερράγη πλησιέστερα προς τη γραµµή της ανασχέσεως, χρησιµοποιώντας τη διαδικασία της ερπύσεως. ∆ιορθώσεις 50 µέτρων και µικρότερες δίδονται από τον παρατηρητή, αλλά δεν βάλλονται. Μόλις τελειώσει ο κανονισµός του πρώτου πυροβόλου, ο παρατηρητής παραγγέλει "∆ΕΥΤΕΡΟ ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ" και συνεχίζει την ίδια διαδικασία για όλα τα πυροβόλα.

6. Εκποµπή της Ανασχέσεως.

Το παράγγελµα για την εκποµπή της ανασχέσεως δίδεται, όταν ζητηθεί από τον ∆ιοικητή της Υποµονάδας ελιγµού, στον τοµέα της οποίας ευρίσκεται η ανάσχεση. Ο αντίστοιχος Αξιωµατικός Πυροβολικού διαβιβάζει την αίτηση στο Κ∆Π µε το ταχύτερο µέσο, παραγγέλλοντας τον αριθµό της ανασχέσεως (π.χ. "ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΒΓ7101, ΠΥΡ") ή το συνθηµατικό όνοµα της ανασχέσεως (π.χ. "ΠΑΝΘΗΡ 3, ΠΥΡ").

ΤΜΗΜΑ 23 ΚΙΝΗΤΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

1. Γενικά.

Οι στόχοι είτε είναι προσχεδιασµένοι, είτε είναι απρόοπτοι, συχνά κινούνται στο πεδίο της µάχης (κινούµενοι στόχοι) ή αρχίζουν να κινούνται µόλις προσβληθούν (στόχοι επιδεκτικοί κινήσεως) λόγω κανονισµού της βολής ή εκποµπής δραστικής βολής του φιλίου πυροβολικού. Επιπλέον, στην πραγµατικότητα οι στόχοι δεν παραµένουν στατικοί για µεγάλα χρονικά διαστήµατα και για το λόγο αυτό, ο παρατηρητής θα πρέ-

145

πει να γνωρίζει άριστα τη διαδικασία προσβολής των κινητών στόχων.

2. Απρόοπτοι Στόχοι.

α. Ο απρόοπτος στόχος είναι ένας στόχος, ο οποίος εµφανίζεται στο πεδίο κατά τη διάρκεια της µάχης και για τον οποίο δεν έχει γίνει προηγουµένως καµµία σχεδίαση. Κατά τη διάρκεια ενός αγώνα κινήσεως οι περισσότεροι στόχοι θα είναι απρόοπτοι. Η αίτηση βολής εναντίον ενός στατικού στόχου είναι µία "εύκολη υπόθεση". Ο παρατηρητής προσδιορίζει τη θέση του στόχου και διαβιβάζει την αίτηση βολής του. Αντίθετα, η αίτηση βολής για ένα κινούµενο στόχο είναι αρκετά σύνθετη διαδικασία. Ο παρατηρητής θα πρέπει να προσδιορίσει ένα σηµείο µπροστά από το στόχο, επάνω στη διεύθυνση της κινήσεως του και να εκτελέσει τη βολή κατά τέτοιο τρόπο, ώστε τα βλήµατα της δραστικής βολής και ο στόχος να φθάσουν στο σηµείο που προσδιόρισε, στον ίδιο ακριβώς χρόνο.

β. Για να προσδιορίσει ο παρατηρητής το σηµείο στο οποίο θα εκτελέσει τη δραστική βολή, εκτελεί τις παρακάτω ενέργειες:

(1) Μόλις εντοπίσει το στόχο, παρακολουθεί το πώς κινείται, µέχρις ότου προσδιορίσει τη διεύθυνση κινήσεως του.

(2) Καθώς ο στόχος κινείται από το σηµείο Α προς το σηµείο Β (Σχ. 44), προσδιορίζει την ταχύτητα του σε µέτρα ανά δευτερόλεπτο, χρησιµοποιώντας µία από τις τρεις παρακάτω µεθόδους:

(α) Με Εκτίµηση.

Εάν ο στόχος κινείται αργά µε 10 χλµ/ώρα, η ταχύτητα του είναι περίπου 3 µ/δλ. Εάν κινείται µε 20 χλµ/ώρα, η ταχύτητα του είναι 5-6 µ/δλ. Τέλος εάν κινείται µε 30 χλµ/ώρα, η ταχύτητα του είναι περίπου 8 µ/δλ.

(β) Με το Αποστασιόµετρο Laser.

Ο παρατηρητής προσδιορίζει πολικές συντε-ταγµένες Του στόχου στο σηµείο Α (Σχ. 44), ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να χρονοµετρά. Μόλις ο στόχος διανύσει κάποια απόσταση, προσδιορίζει νέες πολικές συντεταγµένες (σηµείο Β) και σταµατά τη χρονοµέτρηση. Στη συνέχεια µετατρέπει τις πολικές συντεταγµένες σε ορθογώνιες (π.χ. µε τοποθέτηση στο χάρτη) και µετρά την απόσταση που διάνυσε ο στόχος, µεταξύ των σηµείων Α και Β. ∆ιαιρεί την απόσταση αυτή µε το χρόνο που

146

µέτρησε και έτσι προσδιορίζει την ταχύτητα του στόχου σε µ/δλ.

Σχήµα 44. Προσδιορισµός Σηµείου για Εκτέλεση ∆ραστικής Βολής, Εναντίον

Κινουµένου Στόχου.

(γ) Mε Γωνιοµετρικό Οργανο (∆ίοπτρα, Πυρο-βολαρχιακή ∆ιόπτρα κλπ.).

Εάν ο στόχος κινείται κάθετα προς τη γραµµή παρατηρήσεως, ο παρατηρητής τοποθετεί το σταυρόνηµα του γωνιοµετρικού οργάνου στο κέντρο του στόχου και αρχίζει να χρονοµετρά, καθώς ο στόχος κινείται επάνω στην οριζόντια κλίµακα. Μετά από λογικό χρονικό διάστηµα, σταµατά την χρονοµέτρηση και µετρά τον αριθµό των χιλιοστών που κινήθηκε ο στόχος. Πολλαπλασιάζει τα χιλιοστά επί τον ΣΑΠ (προσδιορίζει δηλαδή τη µετατόπιση του στόχου) και διαιρεί το αποτέλεσµα διά τον αριθµό των δευτερολέπτων. Το πηλίκο είναι η ταχύτητα του στόχου σε µ/δλ.

γ. Μόλις ο παρατηρητής προσδιορίσει τη διεύθυνση και την ταχύτητα του στόχου, θα πρέπει να εντοπίσει τη θέση του σηµείου, στο οποίο θα εκτελέσει τη δραστική βολή. Προηγουµένως όµως, θα πρέπει να γνωρίζει το συνολικό χρόνο που απαιτείται για να εκτελεσθεί µία απ' ευθείας δραστική βολή (χρόνος για τη διαβίβαση της αιτήσεως βολής και για την αντίδραση του Κ∆Π και των πυροβόλων). Θα πρέπει επίσης να γνωρίζει τη διάρκεια τροχιάς των βληµάτων. Ο παρατηρητής προσθέτει τους δύο αυτούς χρόνους και πολλαπλασιάζει το άθροισµα επί την ταχύτητα του στόχου. Το αποτέλεσµα της πράξεως αυτής, στρογγυλευµένο στην πλησιέστερη 100άδα µέτρων, είναι η ελάχιστη απόσταση από το στόχο, στην οποία

147

µπορει να τοποθετήσει το σηµείο, όπου θα γίνει η βολή. Mε τον υπολογισµό αυτό είναι σίγουρος ότι όταν εκτελεσθεί η δραστική βολή, ο στόχος δεν θα έχει προσπεράσει το σηµείο που προσδιόρισε στο έδαφος, ενώ ταυτόχρονα αυτός, το Κ∆Π και τα πυροβόλα θα έχουν τον απαραίτητο χρόνο για να προετοιµασθούν. Βέβαια η πείρα είναι σηµαντικός παράγοντας, ο οποίος θα βοηθήσει τον παρατηρητή να προσδιορίσει πιο εύκολα το πόσο µακρυά από το στόχο θα τοποθετήσει το σηµείο όπου θα εκτελεσθεί η δραστική βολή. Οι όχι πλήρως εκπαιδευµένοι παρατηρητές θα πρέπει µετά την εύρεση της ελαχίστης αποστάσεως από το στόχο, να την αυξάνουν κατά το ήµισυ, ώστε να µην αντιµετωπίσουν πρόβληµα χρόνου.

Παρατήρηση: Σε περίπτωση που ο παρατηρητής δεν γνωρίζει τους χρόνους αντιδράσεως, ενδεικτικά αναφέρεται ότι ένας πιθανός συνολικός χρόνος από την έναρξη της αιτήσεως βολής, µέχρι την πτώση των βληµάτων είναι 200 δλ. (150 - 180 δλ. προετοιµασία βολής + διάρκεια τροχιάς).

Παράδειγµα:

Η απόσταση µεταξύ των σηµείων Α και Β του σχήµατος 44 µετρήθηκε ίση προς 50 µ.

Ο χρόνος που απαιτήθηκε για να διανύσει ο στόχος την απόσταση αυτή ήταν 10 δλ.

Συνεπώς η ταχύτητα του στόχου ήταν 50 µ. σε 10 δλ., άρα 5 µ/δλ (50/10).

Ο χρόνος που απαιτείται συνήθως για την εκτέλεση µίας βολής είναι περίπου 3 λεπτά (180 δλ).

Η διάρκεια τροχιάς είναι 20 δλ. Ο παρατηρητής θα επιλέξει ένα σηµείο για την εκτέλεση της βολής

στην προέκταση της κινήσεως του στόχου και σε απόσταση ίση ή µεγαλύτερη από: 5 µ/δλ x (180+20) δλ = 5 µ/δλ χ 200 δλ = 1000 µ.

Η µέθοδος ελέγχου της βολής θα είναι "∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΤΈΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ".

δ. Μόλις ο παρατηρητής προσδιορίσει το σηµείο στο οποίο θα προσβάλλει το στόχο, διαβιβάζει την αίτηση βολής, προσδιορίζοντας τη θέση αυτή και όχι τη θέση στην οποία ευρίσκεται ''τώρα" ο στόχος. Στη συνέχεια, θα πρέπει να προσδιορίσει στο έδαφος ένα άλλο σηµείο, το σηµείο πυροδοτήσεως. Μόλις ο στόχος φθάσει στο σηµείο πυροδοτήσεως, ο παρατηρητής θα παραγγείλει το "ΠΥΡ", ώστε τα βλήµατα και ο στόχος να φθάσουν ταυτόχρονα στο σηµείο προσβολής. Θα ήταν προτιµητέο, το σηµείο πυροδοτήσεως να είναι ένα ευδιάκριτο σηµείο στο έδαφος. Ο παρα-

148

τηρητής θα πρέπει να επιλέξει το σηµείο πυροδοτήσεως, λαµβάνοντας υπ' όψη τη διάρκεια τροχιάς και το χρόνο που µεσολαβεί από τη στιγµή που θα δώσει το "ΠΥΡ" µέχρι να πυροδοτήσουν τα πυροβόλα. Ο χρόνος αυτός είναι περίπου 5 δευτερόλεπτα. Προσθέτει τους δύο χρόνους και πολλαπλασιάζει το άθροισµα επί την ταχύτητα του στόχου. Το αποτέλεσµα είναι, η απόσταση του σηµείου πυροδοτήσεως, από το σηµείο προσβολής του στόχου.

Παράδειγµα:

Η διάρκεια τροχιάς είναι 20 δλ. Η ταχύτητα του στόχου είναι 5µ/δλ. Η απόσταση του σηµείου πυροδοτήσεως από το σηµείο

προσβολής θα είναι:

(∆ιάρκεια τροχιάς + χρόνος αντιδράσεως από το "ΠΥΡ" µέχρι την πυροδότηση) χ ταχύτητα στόχου = (20 δλ + 5 δλ) Χ 5 µ/δλ = 25 δλ χ 5µ/δλ= 125 µ.

Σχήµα 45. Προσδιορισµός Σηµείου Πυροδοτήσεως.

3. Σχεδιασµένοι Στόχοι.

α. Σχεδιασµένος είναι ένας στόχος γνωστός εκ των προτέρων, ο οποίος εκτιµάται ότι θα προσβληθεί κατά τη διάρκεια της επιχειρήσεως και για τον οποίο υπάρχουν έτοιµα στοιχεία βολής. Εκ πρώτης όψεως είναι αδύνατον ένας κινητός στόχος να είναι σχεδιασµένος. Οµως η ύπαρξη υποχρεωτικών διαβάσεων ή πιθανών κατευθύνσεων κινήσεως του εχθρού παρέχει τη δυνατότητα σχεδιάσεως τέτοιων στόχων.

β. Η διαδικασία από πλευράς παρατηρητή είναι ακριβώς η ίδια. Θα πρέπει µόλις εντοπίσει τον στόχο να προσδιορίσει την ταχύτητά του

149

και το σηµείο πυροδοτήσεως, θεωρώντας ότι ο στόχος θα περάσει από το σηµείο στο οποίο έχουν προσδιορισθεί τα στοιχεία βολής. Η µόνη διαφοροποίηση είναι η ελάττωση του απαιτούµενου χρόνου αντιδράσεως του Κ∆Π, διότι τα στοιχεία βολής είναι ήδη προσδιορισµένα. Σε περίπτωση που ο στόχος δεν κινηθεί προς το σηµείο προσβολής, ο παρατηρητής επιλέγει άλλο σηµείο προσβολής και ακολουθεί τη διαδικασία του απροόπτου στόχου.

4. Εκτέλεση Κανονισµού.

α. Εάν ο στόχος είναι επιδεκτικός κινήσεως, δεν είναι τοπογραφικά προσδιορισµένος ή εάν δεν υπάρχουν στοιχεία εξ επισηµάνσεως, ο παρατηρητής είναι υποχρεωµένος να εκτελέσει κανονισµό της βολής. Η ενέργεια όµως αυτή θα προειδοποιήσει το στόχο για την επικείµενη δραστική βολή, η οποία δεν θα είναι αποτελεσµατική, διότι ο στόχος θα έχει ήδη αποµακρυνθεί. Για να επιτευχθεί λοιπόν αιφνιδιασµός, ο παρατηρητής δεν εκτελεί κανονισµό επάνω στό στόχο, αλλά σε ένα γειτονικό σηµείο. Το σηµείο αυτό, το οποίο ονοµάζεται βοηθητικό σηµείο κανονισµού (ΒΣΚ), πρέπει να ευρίσκεται σε τέτοια απόσταση από το στόχο, ώστε να µην είναι εµφανής ο σκοπός του κανονισµού (περίπου 500 µ.). Ταυτόχρονα όµως, θα πρέπει να εκλέγεται σε τέτοια απόσταση από το στόχο, ώστε µε µία µόνο διόρθωση να µπορεί ο παρατηρητής να µεταφέρει τη βολή επάνω στο στόχο.

Σχήµα 46. Βοηθητικό Σηµείο Κανονισµού.

β. Η θέση του ΒΣΚ είναι προτιµότερο να εκλέγεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να ευρίσκεται στην ίδια απόσταση µε το στόχο και να αποκλίνει από τη γραµµή παρατηρήσεως µόνο κατά διεύθυνση. Αυτό γίνεται διότι αφ' ενός οι εκτιµήσεις κατά διεύθυνση είναι σαφώς πιο ακριβείς από αυτές του βεληνεκούς και αφ' ετέρου, διότι κάποιο βλήµα του κανονισµού θα µπορούσε να διαρραγεί κοντά ή και επάνω στο στόχο, λόγω της κατά βεληνεκές διασποράς, µε αποτέλεσµα την απώλεια του αιφνιδιασµού.

150

γ. Στην αίτηση βολής του ο παρατηρητής αναφέρει τα στοιχεία της θέσεως του ΒΣΚ, καθώς και την ένδειξη "ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ", µε σκοπό να γίνει γνωστό στο Κ∆Π ότι η δραστική βολή δεν θα γίνει στο σηµείο αυτό, αλλά σε ένα άλλο σηµείο (όπου ευρίσκεται ο στόχος), µε µεταφορά της βολής.

ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ:

Λ40 Ε∆Ω Λ47, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΝΕΣ 435247, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 220, ∆ΙΑΘΗΜΑ 1960, ΕΤΟΙΜΟΣ. 5 ΟΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΖΙΚΟ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 150 Χ 150, ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ,

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Μόλις ο παρατηρητής τελειώσει τον κανονισµό µε εκρηκτικό βλήµα στο ΒΣΚ (παρεµβολή 100 µέτρων) παραγγέλει "ΜΑΚΡΟ-ΤΕΡΟΝ 50 ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 50", "ΚΑΤΑΓΡΑΨΑΤΕ ΣΤΟΧΟ" και αµέσως µετά:

ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ. ∆ΙΑΘΗΜΑ 2120, ∆ΕΞΙΑ 450

∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

ΤΜΗΜΑ 24 ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΚΙΝΗΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ (ΑΠΟΒΑΤΙΚΑ ΠΛΟΙΑΡΙΑ)

1. Όταν ∆ιατίθεται Σχέδιο Πυρός.

α. Μόλις ο παρατηρητής εντοπίσει τα αποβατικά πλοιάρια, παρακολουθεί τη διεύθυνση κινήσεως τους και εκτιµά την ακτή αποβάσεώς, στην οποία θα καταλήξουν.

β. Στη συνέχεια προσδιορίζει την απόσταση των πλοιαρίων από την ακτή αποβάσεως, εκτελώντας µε το αποστασιόµετρο laser δύο µετρήσεις (µια στην ακτή και µία στο κέντρο της διατάξεως τους). Με βάση το διάθηµα παρατηρήσεως που µέτρησε, προσδιορίζει και το χιλιόµετρο ενεργού ακτής, στο οποίο κατευθύνονται τα πλοιάρια.

151

γ. ∆ιαβιβάζει την αίτηση βολής του, στην οποία ζητά την προσβολή του πρώτου φραγµού 1000 µ., ο οποίος παρεµβάλλεται στην κίνηση των πλοιαρίων προς την ακτή. Πχ.

Λ40 Ε∆Ω Λ48, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΦΡΑΓΜΟΣ 1000 ΜΕΤΡΩΝ Β63. ΤΕΣΣΕΡΑ ΑΒΑΚ ΚΙΝΟΥΜΕΝΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΚΤΗ Β. ΜΟΙΡΑ ΑΝΑ 2, ∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

δ. Η Μοίρα αναφέρει ετοιµότητα, ενώ ο παρατηρητής εκτελεί συνεχώς µετρήσεις µε το laser, προσδιορίζοντας την απόσταση των πλοιαρίων από την ακτή. Μόλις αυτά πλησιάσουν τον πιο αποµεµακρυσµένο φραγµό (αυτόν που προσδιόρισε στην αίτηση βολής του) παραγγέλει: "Ο∆ΗΓΑ ΠΥΡ".

ε. Τα σηµεία διαρρήξεως των τριών βληµάτων υλοποιούν τη θέση του φραγµού 63 της ακτής αποβάσεως Β.

(1) Εάν τα πλοιάρια ευρίσκονται πολύ κοντά στις διαρρήξεις και κινούνται προς τη θέση του φραγµού, ο παρατηρητής παραγγέλει "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

(2) Εάν είναι ακόµη µακριά, ο παρατηρητής περιµένει και αιτείται την εκτέλεση της δραστικής βολής, όταν το αποβατικό κύµα φθάσει κοντά στη γραµµή των τριών βληµάτων των οδηγών πυροβόλων, επάνω στην οποία έχει τοποθετήσει την οριζόντια γραµµή του νηµατο-σταύρου του αποστασιοµέτρού του.

(3) Εάν τα πλοιάρια έχουν προσπεράσει το φραγµό Β63, σηµαίνει ότι ο προσδιορισµός αυτού του φραγµού ήταν εσφαλµένος, οπότε διαβιβάζει νέο παράγγελµα, το οποίο θα πρέπει να περιλαµβάνει τον ορθό φραγµό.

ΦΡΑΓΜΟΣ 1000 ΜΕΤΡΩΝ Β53. ΜΟΙΡΑ ΑΝΑ 2. ∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

(4) Εκτελεί την ίδια διαδικασία, παραγγέλοντας πρώτα

152

την εκτέλεση κανονισµού (µε τα τρία οδηγά πυροβόλα) και στη συνέχεια δραστικής βολής, στους επόµενους φραγµούς προς τους οποίους κινείται το αποβατικό κύµα.

(5) Εάν η γραµµή των πλοιαρίων δεν έχει µέτωπο 1000 µέτρων, αλλά 300 ή 600 µ., τότε ανάλογα µε τη θέση τους, αιτείται την προσβολή του ή των αντίστοιχων φραγµών 300 µέτρων (63Α, Β ή Γ)·

(6) Εάν τα βλήµατα των οδηγών πυροβόλων διαρρα-γούν ορθά ως προς το βεληνεκές, αλλά δεξιότερα ή αριστερότερα από το αποβατικό κύµα, ή εάν τα πλοιάρια δεν κινούνται κάθετα προς την ακτή, ο παρατηρητής εκτελεί την ίδια διαδικασία, προσδιορίζοντας κάθε φορά τον επόµενο φραγµό προς τον οποίο θα κινηθούν.

Σχήµα 47. Προσβολή Αποβατικών Πλοιαρίων Οταν δεν Υπάρχει Σχέδιο Πυρός.

2. Όταν δεν ∆ιατίθεται Σχέδιο Πυρός.

α. Μόλις ο παρατηρητής εντοπίσει τα αποβατικά πλοιάρια και όταν αυτά ευρίσκονται πέραν του µεγίστου βεληνεκούς των πυροβόλων,

153

-

προσδιορίζει τις πολικές συντεταγµένες του κεντρικού πλοιαρίου και διαβιβάζει την αίτηση βολής του.

Παράδειγµα:

Λ40 Ε∆Ω Λ48, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ∆ΙΑΘΗΜΑ 1672, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 13425, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 4, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΤΕΣΣΕΡΑ ΑΒΑΚ. ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΡΗΣΗ 06.42 Ω, ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΣΕ ΕΝΑ ΛΕΠΤΟ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

β. Μετά ένα λεπτό ακριβώς, εκτελεί νέα µέτρηση µε το laser προς το ίδιο πλοιάριο και διαβιβάζει τα στοιχεία στο Κ∆Π:

∆ΕΥΤΕΡΗ ΜΕΤΡΗΣΗ, 06.43Ω. ∆ΙΑΘΗΜΑ 1676, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 13045, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 4, ΕΤΟΙΜΟΣ.

γ. Στο Κ∆Π, οι θέσεις των πλοιαρίων τοποθετούνται στην πινακίδα βολής και έτσι προσδιορίζεται γραφικά η διεύθυνση και ταχύτητα τους. Η ίδια διαδικασία επαναλαµβάνεται συνεχώς, µέχρις ότου τα πλοιάρια πλησιάσουν το µέγιστο βεληνεκές των πυροβόλων. Με τις πολλαπλές µετρήσεις επιβεβαιώνεται η διεύθυνση και η ταχύτητα κινήσεως τους.

δ. Ανάλογα µε το γνωστό στον ΑΞΕΠ βαθµό αντιδράσεως του συστήµατος ΠΑΡ - Κ∆Π - ΠΥΡΟΒΟΛΑ και ανάλογα µε τη διάρκεια τροχιάς, προσδιορίζονται στοιχεία βολής για το 3ο, 4ο, 5ο κλπ. λεπτό από την αρχική σκόπευση και καλείται ο παρατηρητής να επιτηρήσει τις δραστικές βολές στα σηµεία αυτά.

ε. Προϋπόθεση για την εκτέλεση της διαδικασίας, είναι ο ακριβής συγχρονισµός των ωρολογίων.

ΤΜΗΜΑ 25 ΒΟΛΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ

1. Η βολή καταστροφής είναι βολή κατά την οποία χρήσιµο-

154

ποιείται ένα µόνο πυροβόλο, µε σκοπό την καταστροφή ενός στόχου "σηµείου". Η διαδικασία είναι περίπου η ίδια µε αυτήν της επισηµάνσεως ακριβείας. Ο παρατηρητής εκτελεί κανονισµό της βολής, µέχρις ότου επιτύχει παρεµβολή 25 µέτρων. Στη συνέχεια διχοτοµεί την παρεµβολή µε το παράγγελµα "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 10" και παραγγέλει "ΑΝΑ ΤΡΕΙΣ". Μόλις βληθούν τα 3 βλήµατα, δίδει διόρθωση κατά βεληνεκές και κατά διεύθυνση και ζητά επανάληψη της βολής. Η διαδικασία βολής βληµάτων "ανά τρεις" συνεχίζεται, µέχρις ότου καταστραφεί ο στόχος και ο παρατηρητής παραγγείλει "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ, ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΤΕ-ΣΤΡΑΦΗ".

2. Συνήθως κατά τη διάρκεια του κανονισµού και στα αρχικά στάδια της δραστικής βολής, χρησιµοποιούνται ακαριαίοι πυροσωλήνες. Στη συνέχεια χρησιµοποιείται καταλληλότερος πυροσωλήνας για την καταστροφή του στόχου. Π.χ. πυροσωλήνας µετ' επιβραδύνσεως, διατρητικός σκυροδέµατος κλπ.

3. Λόγω της µεγάλης καταναλώσεως πυροµαχικών που απαιτούνται για την καταστροφή του στόχου και λόγω του µεγάλου χρόνου για την εκτέλεση της βολής, η βολή καταστροφής θα πρέπει να αποφεύγεται. Το είδος αυτό της βολής επιτρέπεται µόνο για στόχους οι οποίοι επιδρούν σηµαντικά στην αποστολή του φιλίου ∆κτη και εφ' όσον δεν υπάρχουν άλλα µέσα καταστροφής του.

ΤΜΗΜΑ 26 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΜΟΙΡΩΝ

1. Με τον όρο "Συγκέντρωση Πυροβολικού" εννοούµε µάζα πυρός, η οποία εκπέµπεται ταυτόχρονα από έναν αριθµό Μονάδων Πυροβολικού, µε σκοπό να επιτευχθούν τα µέγιστα δυνατά αποτελέσµατα σε στόχους µεγάλης σπουδαιότητας ή µεγάλων διαστάσεων. Αναλόγως των Μονάδων που συµµετέχουν, διακρίνονται σε "Συγκεντρώσεις Πυροβολικού Μεραρχίας", οπότε ο στόχος χαρακτηρίζεται σαν "ΣΤΟΧΟΣ ΜΕΛΙ" και σε "Συγκεντρώσεις Πυρκού Σώµατος Στρατού", οπότε ο στόχος χαρακτηρίζεται σαν "ΣΤΟΧΟΣ ΣΟΦΟΣ". Εάν ο στόχος πρόκειται να προσβληθεί από ορισµένες Μονάδες του Σχηµατισµού, τότε ο στόχος χαρακτηρίζεται µε την ταυτότητα των Μονάδων. Π.χ. "ΣΤΟΧΟΣ 108, 109, και 151 ΜΟΙΡΩΝ".

2. Η αρχή της συγκεντρώσεως των πυρών κατά την προσβολή των στόχων, όπως έχει αναφερθεί σε πολλά σηµεία του εγχειριδίου, είναι

155

µεγάλης σηµασίας και πρέπει να επιζητείται πάντοτε. Είναι προτιµότερο ένας στόχος να προσβληθεί µε "Μοίρα ανά 1" παρά µε "Πυροβολαρχία ανά 5". Βεβαίως η συγκέντρωση πυρών είναι επιβεβληµένη και στους στόχους µεγάλων διαστάσεων, οι οποίοι εξουδετερώνονται µόνο µε τη συγκέντρωση ανάλογης µάζας πυρών Πυροβολικού. Εξ άλλου η επίδραση των συγκεντρώσεων στο ηθικό και µάλιστα µε τη διαδικασία "ΩΡΑΣ ΕΠΙ ΣΤΟΧΟΥ" (ΩΕΣ) είναι πολύ µεγάλη (για λεπτοµέρειες βλ. ΕΕ 8-15Γ)·

3. Οι συγκεντρώσεις Πυροβολικού διακρίνονται σε "παρατηρού µενες" και "µη παρατηρούµενες". Οι παρατηρούµενες συγκεντρώσεις πυρών ελέγχονται πάντοτε από παρατηρητή και εκπέµπονται:

α. Με απ' ευθείας δραστική βολή από κάθε Μοίρα. β. Με κανονισµό από µία Μοίρα και µε απευθείας δραστική βολή από

τις υπόλοιπες. γ. Με κανονισµό από όλες τις Μοίρες και στη συνέχεια δραστική

βολή.

4. Οι συγκεντρώσεις εκτελούνται είτε µε πρωτοβουλία της προϊσταµένης ∆ΠΒ των Μοιρών που συµµετέχουν, είτε κατόπιν αιτήσεως µιας Μοίρας η οποία µπορεί να ζητήσει συγκέντρωση πυρών, εφ' όσον τα όργανα παρατηρήσεως της εντοπίσουν κάποιο σηµαντικό στόχο.

5. Για να εκτελεσθεί συγκέντρωση πυρών, πρέπει να υπάρχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:

α. Ολες οι Μοίρες που θα συµµετάσχουν να ευρίσκονται σε ενιαίο τετραγωνισµό. Εάν δεν ισχύει αυτό, τότε κάθε Μοίρα θα πρέπει να εκτελέσει δικό της κανονισµό.

β. Να διατίθενται επαρκείς επικοινωνίες, ώστε να εξασφαλίζεται ο συντονισµός και ο έλεγχος των πυρών.

γ. Ο στόχος να ευρίσκεται µέσα στις δυνατότητες βολής όλων των Μοιρών που θα συµµετάσχουν.

6. Κατά την εκτέλεση των συγκεντρώσεων, ακολουθείται είτε η µέθοδος εξαγωγής "καθαρών συντεταγµένων", είτε όταν ο χρόνος δεν επαρκεί η µέθοδος της ταυτόχρονης παρακολουθήσεως του κανονισµού από όλες τις Μοίρες που θα συµµετάσχουν. Και στις δύο αυτές περιπτώ σεις, από πλευράς παρατηρήσεως εφαρµόζεται η τεχνική των υπολοίπων βολών, µε ελάχιστες διαφοροποιήσεις στη διαδικασία. Λοιπά όπως ΕΕ 8-15γ.

156

ΤΜΗΜΑ 27 ΣΥΝ∆ΥΑΣΜΕΝΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

1. Γενικά.

α. Συνδυασµένη παρατήρηση είναι είδος παρατηρήσεως, κατά την οποία για την προσβολή ενός στόχου, χρησιµοποιούνται δύο ή περισσότεροι παρατηρητές, από διαφορετικά παρατηρητήρια. Για την αποτελεσµατική διεξαγωγή της βολής, όταν χρησιµοποιείται συνδυασµένη παρατήρηση, η γωνία τοµής των γραµµών παρατηρήσεως δεν πρέπει να είναι µικρότερη από 150 χιλ. Το µέγεθος της γωνίας αυτής είναι προτιµότερο να ευρίσκεται µεταξύ 300 και 500 χιλιοστών.

β. Η συνδυασµένη παρατήρηση χρησιµοποιείται για:

(1) Εκτέλεση επισηµάνσεων ΜΣΠ/ΜΣ∆ (βλ. Κεφάλαιο Επισηµάνσεων).

(2) Προσδιορισµό θέσεως στόχων από βάση προσδιο-ρισµού στόχων, για εκτέλεση απ' ευθείας δραστικών βολών.

γ. Η εγκατάσταση των παρατηρητών πρέπει να γίνεται κατά τη διάρκεια της ηµέρας, ώστε να µπορούν να προσανατολισθούν τα όργανα παρατηρήσεως και να υλοποιηθούν στο έδαφος, αντίστοιχες γραµµές προ-σανατολισµού για τη νύκτα. Οι παρατηρητές καταγράφουν τα ∆θ παρατηρήσεως των στόχων που εµφανίζονται. Κατά τη νύκτα, χρησιµοποιούν φωτιστική συσκευή και τοποθετούν το σταυρόνηµα του οργάνου παρατηρήσεως επάνω στη λάµψη του εχθρικού όπλου.

δ. Για την εκτέλεση της συνδυασµένης παρατηρήσεως, ο κάθε παρατηρητής απαιτείται να είναι εφοδιασµένος µε γωνιόµετρο ή πυροβολαρχιακή διόπτρα. Η χρησιµοποίηση πυξίδας και διόπτρων παρέχει µεγάλες αποκλίσεις στη µέτρηση γωνιών, γεγονός το οποίο έχει σαν αποτέλεσµα τον προσδιορισµό της θέσεως του στόχου, µε ακόµη µεγαλύτερο σφάλµα.

2. Βάση Προσδιορισµού Στόχων.

α. Για τον ταχύ και ακριβή προσδιορισµό της θέσεως των στόχων είναι δυνατόν να ιδρυθεί µία βάση προσδιορισµού στόχων (Σχ. 48). Η βάση αυτή αποτελείται από δύο παρατηρητήρια τοπογραφικά προσδιο-

157

ρισµένα, τα οποία πρέπει να ευρίσκονται σε τέτοια απόσταση µεταξύ τους, ώστε να σχηµατίζεται γωνία τοµής στο κέντρο της περιοχής των στόχων (γωνία έναντι βάσεως), εάν είναι δυνατόν, από 300 έως 500 χιλ. και τουλάχιστον 150 χιλ. Οι θέσεις των παρατηρητών θα πρέπει να έχουν σηµειωθεί στην πινακίδα βολής.

Σχήµα 48. Βάση Προσδιορισµού Στόχων.

β. Οταν ένας από τους δύο παρατηρητές εντοπίσει κάποιο στόχο, ενηµερώνει τον άλλο παρατηρητή για τη θέση του. Στη συνέχεια και οι δύο παρατηρητές µετρούν το ∆θ και την κατακόρυφη γωνία προς το στόχο. Ο πρώτος παρατηρητής διαβιβάζει την αίτηση βολής του περιλαµβάνοντας το ∆θ και τη ΓΘ προς τον στόχο. Με το πέρας της αιτήσεως βολής, ο δεύτερος παρατηρητής αναφέρει τα στοιχεία που µέτρησε. Πχ: "∆ΙΑΘΗΜΑ 2120, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 13".

γ. Εαν στο Κ∆Π χρησιµοποιείται πινακίδα βολής, για να προσδιορισθεί η θέση του στόχου γίνεται γραφική εµπροσθοτοµία. Για τον υπολογισµό του υψοµέτρου (ΖΣΤ), χρησιµοποιούνται τα υψόµετρα των παρατηρητηρίων (ΖΠΑΡ), οι οριζόντιες αποστάσεις (s) προς το στόχο από κάθε παρατηρητήριο (µετρώνται από την πινακίδα) και οι γωνίες θέσεως (ΓΘ) που ανέφεραν οι παρατηρητές. Χρησιµοποιείται δηλαδή ο τύπος:

εφ (ΓΘ) = ∆ζ/s=>∆ζ = sxε φ (ΓΘ)

Αυτή η υψοµετρική διαφορά προστίθεται αλγεβρικά στο υψόµετρο του παρατηρητηρίου και προσδιορίζεται το υψόµετρο του στόχου, µε τα στοιχεία που προσδιόρισε ο κάθε παρατηρητής. Το υψόµετρο του στόχου υπολογίζεται, προσδιορίζοντας τον µέσο όρο των υψοµέτρων που προήλ-

158

θαν από τους δύο υπολογισµούς.

δ. Εάν στο Κ∆Π, για την εξαγωγή των στοιχείων βολής χρησιµοποιούνται Η/Υ, τότε οι συντεταγµένες του στόχου προσδιορίζονται µε την βοήθεια του Η/Υ χειρός, µε επίλυση του προβλήµατος εµπροσθοτοµίας. Στη συνέχεια οι συντεταγµένες του στόχου εισάγονται στο ΣΕΠ ή άλλο Η/Υ, για να υπολογισθούν τα στοιχεία βολής.

ε. Σε περίπτωση που η θέση του στόχου δοθεί από το Κ∆Π, τότε ακολουθείται η διαδικασία προσανατολισµού των παρατηρητών που περιγράφεται αναλυτικά στο τµήµα των επισηµάνσεων ΜΣΠ/ΜΣ∆.

ΤΜΗΜΑ 28 ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΤΟΧΩΝ ΑΚΑΝΟΝΙΣΤΟΥ ΣΧΗΜΑΤΟΣ

1. Γενικά.

Οταν ο παρατηρητής διαβιβάζει αίτηση βολής για την προσβολή στόχων ακανόνιστου σχήµατος, θα πρέπει να προσδιορίζει τη θέση του στόχου µε επαρκή στοιχεία, τα οποία θα επιτρέψουν στο Κ∆Π να αποφασίσει για τον καλύτερο τρόπο προσβολής του.

2. Προσδιορισµός Στόχων.

α. Ο παρατηρητής µπορεί να προσδιορίσει τον στόχο µε τις συντεταγµένες των δύο άκρων του (Σχ. 49).

Σχήµα 49. Προσδιορισµός Στόχου µε Συντεταγµένες των δύο Ακρων.

159

Παράδειγµα: "Α20 Ε∆Ω Α27, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 168198, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 180. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 171196, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 210. ∆ΙΑΘΗΜΑ 1800, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΠΕΝΤΕ ΣΤΑΘΜΕΥΜΕΝΑ ΤΟΜΠ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ".

β. Εάν ο στόχος δεν είναι δυνατόν να περιγραφεί µε τις συντεταγµένες δύο σηµείων, ο παρατηρητής µπορεί να διαβιβάσει τις συντεταγµένες τριών ή και περισσοτέρων σηµείων (Σχ. 50).

Σχήµα 50. Προσδιορισµός Στόχου µε Συντεταγµένες Τριών Σηµείων.

Παράδειγµα:

Εάν ο στόχος ευρίσκεται σε µια γραµµή δένδρων τα οποία σχηµατίζουν κάποια γωνία, ο παρατηρητής διαβιβάζει τις συντεταγµένες των δύο άκρων και του σηµείου αλλαγής κατευθύνσεως: "Α20 Ε∆Ω Α27, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 168197. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 169198, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 190. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 170197. ∆Θ 960, ΕΤΟΙΜΟΣ. ∆ΙΜΟΙΡΙΑ ΠΕΖΙΚΟΥ ΣΕ ΟΡΥΓΜΑΤΑ. ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ".

3. Κυκλικοί Στόχοι.

Εάν ο στόχος έχει κυκλικό σχήµα, ο παρατηρητής µπορεί να διαβιβάσει τις συντεταγµένες του κέντρου και την ακτίνα του.

Παράδειγµα: "Α20 Ε∆Ω Α27, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 642738, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 280,

160

-160-

∆ΙΑΘΗΜΑ 3830, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΕΞΙ ΟΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΖΙΚΟ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕ ΑΚΤΙΝΑ 150

ΜΕΤΡΑ. ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ ΣΤΗΝ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ".

4. Γραµµικοί Στόχοι.

Εάν ο στόχος είναι γραµµικός, ο παρατηρητής µπορεί να τον προσδιορίσει µε τους τρόπους που περιγράφονται στο αντίστοιχο τµήµα των ανασχέσεων.

Παράδειγµα: ''Λ20 Ε∆Ω Λ27, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 642789, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 200, ∆Θ 3100, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΟΡΥΓΜΑΤΑ ΜΑΧΗΣ ΣΕ ΜΗΚΟΣ 200 ΜΕΤΡΩΝ ∆Θ ΕΠΙΜΗΚΟΥΣ ΑΞΟΝΑ 1000, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

ΤΜΗΜΑ 29 ΒΟΛΗ ΜΕ ΒΛΗΜΑΤΑ ΠΡΟΠΑΓΑΝ∆ΑΣ

1. Γενικά.

Η απόφαση για την εκτέλεση βολής µε βλήµατα προπαγάνδας λαµβάνεται στο ανώτατο κλιµάκιο. Το κλιµάκιο αυτό καθορίζει τα όρια της περιοχής, η οποία θα καλυφθεί από προκηρύξεις, καθώς και την ποσότητα των πυροµαχικών που θα βληθούν. Η βολή αυτή δεν απαιτεί ακρίβεια. Σαν ένδειξη δίδεται το ότι µία περιοχή 500 x 500 µέτρα µπορεί να καλυφθεί µε 25 βλήµατα προπαγάνδας οβιδοβόλου 105 χιλ.

2. Πυροµαχικά.

Στον Ελληνικό Στρατό δεν υπάρχουν τυποποιηµένα βλήµατα προπαγάνδας. Οταν παραστεί ανάγκη, η απαιτούµενη ποσότητα βληµάτων προπαρασκευάζεται από προσωπικό του ΣΥΠ. Η εργασία αυτή γίνεται µε αντικατάσταση των κυαθίων των βληµάτων µε προκυρήξεις. Σε ένα βλήµα 105 χιλ. µπορούν να τοποθετηθούν περίπου 500 προκυρήξεις διαστάσεων 10 χ 17 εκ., όταν βέβαια αφαιρεθούν τα κυάθιά του.

161

3. ∆ιεξαγωγή της Βολής.

∆εν απαιτείται ακρίβεια. Το Κ∆Π ανυψώνει την τροχιά του πρώτου βλήµατος κατά 100 µ. Ο παρατηρητής, παρατηρώντας τη διασπορά των προκυρήξεων στο έδαφος, παραγγέλει διορθώσεις ύψους διαρρήξεως σε µέτρα. Πχ.: "ΑΝΩ 50", ώστε να επιτύχει το ορθό ύψος διαρρήξεως των 100 περίπου µέτρων. Πχ. έστω ότι το βλήµα διερράγη σε ύψος 140 µ. Ο παρατηρητής θα δώσει διόρθωση "ΚΑΤΩ 40". Είναι πιθανόν επίσης η διεύθυνση και η ταχύτητα του ανέµου να υπαγορεύσουν στον παρατηρητή να παραγγείλει ταυτόχρονα και διορθώσεις διευθύνσεως ή βεληνεκούς, όταν οι προκυρήξεις πέφτουν µακρυά από την επιθυµητή περιοχή. Τέλος, η µεγάλη ταχύτητα του ανέµου, είναι πιθανό να εξαναγκάσει τον παρατηρητή να ελαττώσει το ύψος διαρρήξεως, ώστε να εξασφαλισθεί η πτώση των προκυρήξεων µέσα στην επιθυµητή περιοχή.

ΤΜΗΜΑ 30 ΒΟΛΗ ΜΕ ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΜΕΤΡΟ LASER

1. Γενικά.

Οπως έχει ήδη αναφερθεί, το αποστασία µέτρο laser παρέχει τη δυνατότητα στον παρατηρητή να προσδιορίζει τη θέση του στόχου µε µεγάλη ακρίβεια. Με το τρόπο αυτό, εάν η θέση του παρατηρητηρίου είναι τοπογραφικά προσδιορισµένη, δίνεται η δυνατότητα εκτελέσεως απ' ευθείας δραστικών βολών (εφ' όσον ισχύουν και οι γνωστές προϋποθέσεις).

2. ΑΠ' Ευθείας ∆ραστική Βολή.

Ο παρατηρητής προσδιορίζει µε το laser τις πολικές συντεταγµένες του στόχου και διαβιβάζει την αίτηση βολής, παραγγέλοντας στο τέλος: "∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

3. Κανονισµός µε ένα Βλήµα.

α. Εάν δεν ισχύουν οι προϋποθέσεις εκτελέσεως απ' ευθείας δραστικής βολής, ο παρατηρητής θα πρέπει να εκτελέσει κανονισµό. Αφού διαβιβάσει την αίτηση βολής του, µε την ένδειξη "ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ", βάλλεται ένα βλήµα. Ο παρατηρητής χρησιµοποιώντας το αποστασιόµετρο laser, προσδιορίζει τις πολικές συντεταγµένες της διαρρήξεως και τις διαβιβάζει στο Κ∆Π. Πχ.

"∆ΙΑΡΡΗΞΗ. ∆ΙΑΘΗΜΑ 0937,

162

-

ΑΠΟΣΤΑΣΗ 2145, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 12, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ."

β. Είναι φανερό, ότι η διαδικασία κανονισµού µε το αποστασιόµετρο laser µε ένα βλήµα δεν είναι τόσο ακριβής, διότι στη µέτρηση υπεισέρχεται το σφάλµα διασποράς του βλήµατος του κανονισµού. Εν τούτοις παρέχει το πλεονέκτηµα της ταχύτητας εκτελέσεως της δραστικής βολής και συνεπώς πρέπει να είναι η µόνη µέθοδος την οποία θα ακολουθεί ο παρατηρητής, όταν διαθέτει αποστασιόµετρο laser.

4. ∆ιαδικασία Προσδιορισµού Στοιχείων (Σχήµα 51).

Ο παρατηρητής έχει τις παρακάτω δυνατότητες:

α. Εάν το Κ∆Π διαθέτει ΣΕΠ, ΤΙ-59 ή Η/Υ, να διαβιβάσει τα στοιχεία της διαρρήξεως και να αιτηθεί εκποµπή δραστικής βολής, π.χ: "∆ΙΑΡΡΗΞΗ, ∆ΙΑΘΗΜΑ 245, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 3480, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 5, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

β. Να διαβιβάσει τα στοιχεία της διαρρήξεως όπως παραπάνω υποπαράγραφο 4α, ανεξάρτητα από το αν το Κ∆Π διαθέτει ΣΕΠ ή Η/Υ και οι υπολογισµοί να γίνουν στο Κ∆Π (πρέπει να προτιµάται από άπειρους παρατηρητές).

γ. Να προσδιορίσει και να διαβιβάσει απευθείας διορθώσεις συγκρίνοντας τα στοιχεία της διαρρήξεως µε αυτά του στόχου (στοιχεία µε τα οποία εβλήθη το πρώτο βλήµα του κανονισµού, Σχήµα 51), π.χ. "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 80, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟ 200. ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

δ. Προσδιορίζεται η κατακόρυφη απόκλιση µε πολλαπλασιασµό της διαφοράς µεταξύ της ΓΘ του στόχου και της διαρρήξεως επί το ΣΑΠ. Η διόρθωση στρογγυλεύεται στην πλησιέστερη πεντάδα µέτρων και διαβιβάζεται στο Κ∆Π µόνο όταν υπερβαίνει τα 30 µέτρα. Στο παρακάτω παράδειγµα δεν διαβιβάζεται διόρθωση καθ' ύψος:

ΓΘ Στόχου: +8 ΓΘ ∆ιαρρήξεως: -5 ∆ιαφορά: +3 Κατακόρυφη Απόκλιση: (+3 χ 3) = 9 µ. < 30 µ.

163

Σχήµα 51. Κανονισµός της Βολής µε Αποστασιόµετρο Laser.

ΤΜΗΜΑ 31 ΒΟΛΗ ΟΤΑΝ Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ∆ΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΕΝΟΣ

1. Γενικά.

Οταν δεν υπάρχει ορατότητα, ακριβείς χάρτες ή σε µία ταχέως µεταβαλλόµενη κατάσταση, ο παρατηρητής είναι δυνατόν να απωλέσει τον προσανατολισµό του. Ο παρατηρητής, ειδικά, που βρίσκεται µέσα σε κινούµενο όχηµα, αντιµετωπίζει πρόβληµα όσον αφορά τον προσανατολισµό του, γιατί το ∆θ µεταβάλλεται συνεχώς. Για να αχθούν τα πυρά επί του στόχου, όταν το ∆θ µεταβάλλεται ταχέως ή είναι άγνωστο στον παρατηρητή, απαιτείται όπως και ο παρατηρητής και το Κ∆Π αναπτύξουν πρωτοβουλία και κρίση.

2. Προσδιορισµός Θέσεως Στόχου.

α. Η θέση του στόχου προσδιορίζεται κατά τα γνωστά. Εάν ο προσδιορισµός αυτός δεν είναι δυνατός µε µία από τις κανονικές µεθόδους, ο παρατηρητής πρέπει να ζητήσει τη βολή ενός βλήµατος σε σηµείο, το οποίο να δύναται να αναγνωρίσει και κατόπιν να χρησιµοποιήσει το βλήµα αυτό σαν σηµείο συσχετίσεως για τον προσδιορισµό της θέσεως του

164

β. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει σηµείο εύκολα αναγνωρίσιµο, σαν τελευταία λύση, εκτελείται βολή συσχετίσεως µε βλήµα ή βλήµατα στο κέντρο της περιοχής των στόχων. Ο παρατηρητής αιτείται στη βολή συσχετίσεως βλήµατα εύκολα αναγνωρίσιµα, όπως λευκού φωσφόρου (ΛΦ), εγκαιροφλεγή ή και τα δύο (δυνατόν το είδος των πυροµαχικών να καθορίζεται στις ΒΟΕ της Μοίρας).

γ. Αν ο παρατηρητής δεν παρατηρήσει τη βολή, το Κ∆Π βάλλει εκ νέου σε διαφορετικό σηµείο ή αυξάνει το ύψος διαρρήξεως του βλήµατος. Η διαδικασία αυτή ακολουθείται µέχρις ότου ο παρατηρητής αναγνωρίσει τη διάρρηξη.

δ. Κατόπιν ο παρατηρητής χρησιµοποιεί το βλήµα αυτό σαν σηµείο συσχετίσεως και δίδει διόρθωση της βολής προς ένα εύκολα αναγνωρίσιµο σηµείο στο έδαφος (διασταύρωση, χαλάσµατα κλπ.). Οταν αχθεί το βλήµα επί του σηµείου αυτού, ο παρατηρητής αιτείται καταγραφή του και το χρησιµοποιεί σαν ΣΣχ για βολές εναντίον νέων στόχων.

3. Κανονισµός κατά τον Αξονα Βολής.

α. Οταν ο παρατηρητής δεν µπορεί να προσδιορίσει το ∆θ της γραµµής παρατηρήσεως ή όταν αυτό µεταβάλλεται συχνά (π.χ. όταν ο παρατηρητής έχει διατεθεί σε Μονάδα τεθωρακισµένων), είναι δυνατόν να αποφασίσει την εκτέλεση του κανονισµού, σε σχέση µε τον άξονα βολής. Για να υλοποιήσει τον άξονα βολής στο έδαφος, ενδέχεται να απαιτηθεί η βολή δύο βληµάτων. Οταν ο παρατηρητής εκτελεί κανονισµό σε σχέση µε τον άξονα βολής, ο ΑΞΕΠ πρέπει να εκλέξει για τον κανονισµό, Μοίρα της οποίας η θέση δίνει τη µικρότερη γωνία παρατήρησης.

β. Αλλη µία µέθοδος, που µπορεί να εφαρµοσθεί σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο παρατηρητής έχει προσανατολισθεί και µπορεί να προσδιορίσει διαθήµατα, αλλά λόγω της συνεχούς κίνησης του, το διάθηµα παρατηρήσεως µεταβάλλεται ταχέως, περιγράφεται παρακάτω:

(1) Ο παρατηρητής εκλέγει στο έδαφος µία χαρακτηριστική γραµµή, όπως µία οδό, σιδηροδροµική γραµµή, τάφρο που διέρχεται κατά προτίµηση πλησίον του στόχου και προσδιορίζει το διάθηµά της (από χάρτη ή µε οποιαδήποτε πρόσφορη µέθοδο).

(2) Τη γραµµή αυτή, τη χρησιµοποιεί σαν γραµµή συσχετίσεως και βασίζει τις εκτιµήσεις και διορθώσεις του επί της γραµµής αυτής όπως γίνεται και στην περίπτωση ΕΠΑΡ (τµήµα 19).

(3) Η µέθοδος αυτή απαιτεί πεπειραµένο παρατηρητή.

165

ΤΜΗΜΑ 32 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΟΛΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΗΧΟ

1. Γενικά.

Κατά τις επιχειρήσεις, όταν ο παρατηρητής έχει περιορισµένη ορατότητα, είναι δυνατόν η εκποµπή πυρών εναντίον εχθρικών θέσεων να γίνει µε τον ήχο.

2. Προσδιορισµός Θέσεως Στόχου.

Η θέση του στόχου µπορεί να καταδειχθεί στον παρατηρητή από την υποστηριζόµενη Μονάδα ή να προσδιορισθεί από τον ίδιο. Εάν ο παρατηρητής ακούει θορύβους στην εχθρική περιοχή (όπλα που βάλλουν, οχήµατα, κίνηση τµηµάτων κλπ.), έχει τη δυνατότητα να εκτιµήσει διεύθυνση και απόσταση από τη θέση του.

3. Αίτηση Βολής.

Οταν πρόκειται να χρησιµοποιηθεί κανονισµός µε τον ήχο, ο πα-ρατηρητής το αναφέρει στην αίτηση βολής του. Εάν υπεισέρχονται ζητήµατα ασφαλείας φιλίων τµηµάτων, τα στοιχεία της αιτήσεως πρέπει να προσ-διορισθούν ώστε να παρέχεται η απαιτούµενη ασφάλεια.

4. Κανονισµός.

α. Αµέσως µόλις ο παρατηρητής ακούσει τη διάρρηξη του βλήµατος του κανονισµού, εκτιµά τη διεύθυνση της διαρρήξεως και τη συγκρίνει µε τη διεύθυνση του στόχου. Η απόκλιση αυτή µετατρέπεται σε διόρθωση κατά διεύθυνση σύµφωνα µε τον τύπο Μ = ΑΧ.

β. Η απόσταση από τον παρατηρητή προς το σηµείο της διαρρήξεως είναι δύσκολο να εκτιµηθεί. Για το λόγο αυτό, θα καταστεί αναγκαίο για τον παρατηρητή να χρησιµοποιήσει τη διαδικασία της ερπύ-σεως για να πλησιάσει το στόχο. Η απόσταση αυτή µπορεί να προσδιορισθεί µε τη µέτρηση του χρόνου, ο οποίος µεσολαβεί µεταξύ της στιγµής της διαρρήξεως και της στιγµής της αφίξεως του ήχου στον παρατηρητή και του πολλαπλασιασµού του επί την ταχύτητα του ήχου, η οποία λαµβάνεται ίση µε 350 µ/δλ (στην περίπτωση αυτή πρέπει το Κ∆Π να αναγγείλει στον παρατηρητή τον ακριβή χρόνο πτήσεως του βλήµατος).

166

-166-

γ. Ο παρατηρητής πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός, όταν εκτελείται βολή σε διακεκοµµένο έδαφος (π.χ. υψώµατα ή όρη), γιατί ο ήχος µπορεί να περιτρέξει τον όγκο του υψώµατος πριν φτάσει στον παρατηρητή, δίδοντας µε τον τρόπο αυτό εσφαλµένη εκτίµηση της διευθύνσεως της διαρρήξεως. Για το λόγο αυτό πρέπει να βάλλεται, αρχικά, µία υψηλή εγκαιροφλεγής.

Παρατηρητής ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ∆θ 500, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 500, ΘΟΡΥΒΟΣ ΑΡΜΑΤΩΝ, ΒΟΛΗ

ΜΕ ΤΟΝ ΗΧΟ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ.

Κ∆Π ΕΒΑΛΕ. ΩΡΑ 11.33 ΠΡΩΤΑ, 47" ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ.

Παρατηρητής (Ακούει τη διάρρηξη σε απόκλιση 60 ∆ΕΞΙΑ από την κατεύθυνση του στόχου). ΑΡΙΣΤΕΡΑ 30.

Κ∆Π ΕΒΑΛΕ. ΩΡΑ 11.34' ΠΡΩΤΑ, 52" ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ.

Παρατηρητής (Ακούει τη διάρρηξη στην κατεύθυνση του στόχου την 11Ω. 34'. 54".). ΈΓΓΥΤΕΡΟΝ 100" (επειδή 11:34:54 --11:34 = 54", 54"-52" = 02", 2 χ 350 = 700 µ., 700 - 500 = 200 µ.)

Κ∆Π ΕΒΑΛΕ. ΩΡΑ 11.36' ΠΡΩΤΑ, 47" ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ.

Παρατηρητής (Ακούει τη διάρρηξη από την κατεύ- θυνση του στόχου την 11Ω. 36'. 48,5"). ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 50, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ. (Επειδή 11:36:48,5-11:36:47 = 01,5", 1,5 χ 350 = 525 µ., 525 - 500 = 25 µ., άρα ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 50).

167

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΕΙ∆ΙΚΑ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ

ΤΜΗΜΑ 33 ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΑ ΒΛΗΜΑΤΑ

1. Χαρακτηριστικά.

α. Τα βοµβιδοφόρα βλήµατα είναι βλήµατα εκτοξευοµένης βάσεως, τα οποία διαθέτουν έναν εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα και ένα συµπαγή κορµό, µέσα στον οποίο υπάρχει ένας αριθµός βοµβιδίων. Τα βοµβίδια αυτά, µε την ενεργοποίηση του εξωστικού γεµίσµατος από τον πυροσωλήνα, εξωθούνται από τη βάση του βλήµατος και διασκορπίζονται στην περιοχή του στόχου. Στον πίνακα 5 φαίνονται οι τύποι των βοµβιδοφόρων βληµάτων και ο αριθµός των βοµβιδίων τα οποία περιέχει κάθε ένα από αυτά. Τα βοµβιδοφόρα βλήµατα ονοµάζονται και βελτιωµένα συµβατικά πυροµαχικά (ICM). Υπάρχουν δύο κατηγορίες βοµβιδοφόρων βληµάτων: τα κατά προσωπικού (Κ/Π) (APICM) και τα διπλής ενεργείας (∆Ε) (DPICM).

ΠΙΝΑΚΑΣ 5 ΑΡΙΘΜΟΣ ΒΟΜΒΙ∆ΙΩΝ ΑΝΑ ΤΥΠΟ ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟΥ ΒΛΗΜΑΤΟΣ

ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΑ ΒΛΗΜΑΤΑ

ΠΥΡΟΒΟΛΟ ΤΥΠΟΣ ΒΛΗΜΑΤΟΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΒΟΜΒΙ∆ΙΩΝ

ΚΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 105 χιλ. 155 χιλ. 8 ιντσών

Μ444 Σειράς Μ449 Μ404

18 60

104 ∆ΙΠΛΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ 155 χιλ.

155 χιλ. 8 ιντσών

Μ483 Α1 GRM 49 Μ509

88 49

180

β. Τα βοµβιδοφόρα Κ/Π βλήµατα είναι τα πλέον αποτελεσµατικά εναντίον ακάλυπτου προσωπικού. Με την ενεργοποίηση του πυροσωλήνα στο κατάλληλο ύψος διαρρήξεως, πυροδοτείται η µαύρη πυρίτιδα του εξωστικού γεµίσµατος και τα παραγόµενα αέρια εξωθούν τα βοµβίδια από τη βάση του βλήµατος. Με την έξοδο του από το βλήµα, κάθε

168

βοµβίδιο αναπτύσσει δύο πτερύγια, τα οποία αφ' ενός οπλίζουν τον πυροδοτικό µηχανισµό του βοµβιδίου και αφ' ετέρου τηρούν το βοµβίδιο σε όρθια θέση, καθ' όλη τη διάρκεια της πτώσεως του. Οταν η πλάκα προσκρούσεως (στη βάση του βοµβιδίου) έλθει σε επαφή µε το έδαφος, το βοµβιδίο εκτοξεύει προς τα άνω ένα εκπηδούν σώµα, το οποίο διαρρηγνύεται σε ύψος 1,20 µ. έως 1,80 µ. µε σκοπό τη δηµιουργία απωλειών στο προσωπικό, από τα δηµιουργούµενα θραύσµατα.

Σχήµα 52. Βοµβίδιο Κ/Π Βληµάτων 105 χιλ.

γ. Τα βοµβιδοφόρα βλήµατα ∆Ε είναι τα πλέον αποτελεσµατικά για την προσβολή ελαφρά θωρακισµένων οχηµάτων και άλλων τύπων υλικού. Επίσης είναι αποτελεσµατικά και εναντίον προσωπικού. Με την έξοδο του από το βλήµα, κάθε βοµβίδιο αναπτύσσει µία πλαστική ταινία, η οποία αφ' ενός οπλίζει τον πυροδοτικό του µηχανισµό και αφ' ετέρου τηρεί το βοµβίδιο σε όρθια θέση, καθ' όλη τη διάρκεια της πτώσεως του. Με την πρόσκρουση, το κοίλο γέµισµα των βοµβιδίων εκρήγνυται. Το γέµισµα αυτό έχει δυνατότητα διατρήσεως ελαφρός θωρακίσεως, ενώ ταυτόχρονα τα δηµιουργούµενα θραύσµατα προκαλούν απώλειες στο προσωπικό.

2. Αίτηση Βολής.

α. Εκτέλεση Απ' Ευθείας ∆ραστικής Βολής.

Είναι η προτιµότερη µέθοδος, διότι λόγω του αιφνιδιασµού, επιτυγχάνονται τα καλύτερα αποτελέσµατα. Είναι βεβαίως απαραίτητη η ύπαρξη των προϋποθέσεων, για την εκτέλεση απ' ευθείας δραστικής βολής.

169

ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ

∆ΟΞΑ 40 Ε∆Ω ∆ΟΞΑ 47, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ∆θ 924, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 2945, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 17, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΧΩΡΟΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΩΣ ∆ΙΜΟΙΡΙΑΣ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 Χ 200. ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ Κ/Π, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Σχήµα 53. Βοµβίδιο Κ/Π Βληµάτων 155 χιλ. και 8 Ιντσών.

Σχήµα 54. Βοµβίδιο ∆Ε Βληµάτων 155 χιλ. και 8 Ιντσών.

170

β. Κανονισµός της Βολής.

Κανονισµός µπορεί να εκτελεσθεί είτε µε εκρηκτικό βλήµα και κατόπιν να γίνει µετάπτωση σε βοµβιδοφόρο, είτε µε βοµβιδοφόρο σε τύπο αυτοκαταδείξεως.

(1) Κανονισµός µε Εκρηκτικά.

ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ

∆ΟΞΑ 40 Ε∆Ω ∆ΟΞΑ 47, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. Σ.Σχ. Ο ΣΤΟΧΟΣ 7247. ∆ΕΞΙΑ 130, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 300, ΑΝΩ 40, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΠΕΝΤΕ ΤΟΜΠ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 300 χ 100, ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ ∆ΙΠΛΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Η βολή αρχίζει µε εκρηκτικά βλήµατα. Εκτελείται κανονισµός, µέχρις ότου επιτευχθεί παρεµβολή 200 µέτρων ή βλήµα του κανονισµού διαρραγεί σε απόσταση 150 µέτρα από το στόχο, οπότε διατάσσεται η εκτέλεση δραστικής βολής µε βοµβιδοφόρο βλήµατα, π.χ. "∆ΕΞΙΑ 40, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 100, ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ ∆ΙΠΛΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

(2) Κανονισµός µε Βοµβιδοφόρο σε Τύπο Αυτοκατα δείξεως.

Η µέθοδος αυτή δεν πρέπει να ακολουθείται, λόγω του µεγάλου κόστους και του περιορισµένου αριθµού βοµβιδοφόρων βληµάτων τα οποία διατίθενται. Η διαδικασία η οποία ακολουθείται είναι η παρόµοια µε αυτή του εκρηκτικού βλήµατος. Εκτελείται, δηλαδή, κρουστικός κανονισµός µε βοµβιδοφόρο βλήµα τροποποιηµένο σε τύπο αυτοκαταδείξεως και όταν επιτευχθεί παρεµβολή 200 µέτρων ή βλήµα του κανονισµού διαρραγεί σε απόσταση 150 µέτρων από το στόχο, διατάσσεται η εκτέλεση της δραστικής βολής. Το βοµβιδοφόρο βλήµα τροποποιηµένο σε τύπο αυτοκαταδείξεως διαρρηγνύει το βλήµα είτε κρουστικώς, είτε εγκαιρο-φλεγώς. Τα βοµβίδια δεν εξέρχονται του βλήµατος, αλλά διαρρηγνύονται µέσα στον κορµό του.

171

ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ ∆ΟΞΑ 40 Ε∆Ω ∆ΟΞΑ 47, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΙ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 234938 ΥΨΟΜΕΤΡΟ 215, ∆ΙΑΘΗΜΑ 970, ΕΤΟΙΜΟΣ. 8 ΤΡΟΧΟΦΟΡΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 250 χ 100. ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ ∆ΙΠΛΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

3. Σηµεία Ιδιαίτερης Προσοχής κατά την Εκτέλεση της βολής.

α. Ο παρατηρητής στην αίτηση βολής του θα πρέπει να καθορίζει κάθε φορά την κατηγορία βοµβιδοφόρων µε την οποία επιθυµεί την εκτέλεση της δραστικής βολής (κατά προσωπικού ή διπλής ενεργείας).

β. Λόγω της αρκετά µεγάλης διασποράς και του εύρους της περιοχής που καλύπτουν τα βοµβίδια, δεν δίνονται διορθώσεις κατά διεύ-θυνση και βεληνεκές, µικρότερες των 50 και 100 µέτρων αντίστοιχα.

γ. Λόγω της αξιοπιστίας του βλήµατος και του πυροσωλήνα, δεν απαιτείται κανονισµός ύψους διαρρήξεως πριν την εκτέλεση της δραστικής βολής. Αυτό σηµαίνει ότι µετά τον κρουστικό κανονισµό (είτε µε εκρηκτικό είτε µε βοµβιδοφόρο βλήµα) εκπέµπεται απευθείας δραστική βολή.

δ. Εάν κατά τη δραστική βολή παρατηρηθεί µεγάλος αριθµός µη διαρραγέντων βοµβιδίων ή η διασπορά των βοµβιδίων είναι µικρή, θα πρέπει να δοθεί διόρθωση ύψους διαρρήξεως "ΑΝΩ". Η διόρθωση αυτή θα πρέπει να είναι ακέραιο πολλαπλάσιο των 50 µέτρων και να µην υπερβαίνει τα 100 µέτρα. Υψος διαρρήξεως µεγαλύτερο του κανονικού δεν έχει σοβαρή επίδραση στον τρόπο λειτουργίας των βοµβιδίων. Ο παρατηρητής όταν απαιτηθεί, έχει τη δυνατότητα να αυξήσει ή να µειώσει τη διασπορά (ίχνος) των βοµβιδίων στο έδαφος, αυξάνοντας ή µειώνοντας αντίστοιχα το Υ∆.

ε. Για την επίτευξη αιφνιδιασµού, εφ' όσον πρόκειται να εκτελεσθεί κανονισµός, θα πρέπει να προτιµάται η µέθοδος του βοηθητικού σηµείου κανονισµού.

4. Βολές Εγγύς Φιλίων Τµηµάτων.

Οταν εκτελείται βολή εγγύς ΦΤ, θα πρέπει να δίδεται προσοχή, ώστε ο κανονισµός να αρχίζει σε απόσταση τουλάχιστον 600 µέτρων από τα

172

ΦΤ. Πρέπει επίσης να λαµβάνεται σοβαρά υπ' όψη η διεύθυνση και η ταχύτητα του ανέµου. Ο κανονισµός εκτελείται µε βοµβιδοφόρα βλήµατα (εγκαι-ροφλεγώς) και από όλα τα πυροβόλα της πυροβολαρχίας. Ο παρατηρητής δεν δίδει διορθώσεις για το ΜΣΠ των βοµβιδίων, αλλά για το σηµείο πτώσεως των βοµβιδίων εκείνων, τα οποία είναι πλησιέστερα προς τα ΦΤ.

5. Στοιχεία που Πρέπει να Λαµβάνονται Υπόψη.

α. Κάθε φορά που εκτελείται βολή µε βοµβιδοφόρα Κ/Π ή ∆Ε, το 2-3% των βοµβιδίων δεν διαρρηγνύεται. Το 50% αυτών των µη διαρραγέντων βοµβιδίων παραµένουν οπλισµένα και θα αποτελούν κίνδυνο για τα φίλια τµήµατα, τα οποία τυχόν θα κινηθούν στην περιοχή. Το δεδοµένο αυτό θα πρέπει να λαµβάνεται υπ' όψη κατά τη σχεδίαση και εκτέλεση πυρών µε βοµβιδοφόρα βλήµατα.

β. Τα βοµβιδοφόρα βλήµατα δεν πρέπει να βάλλονται σε δασωµένες περιοχές και σε βραχώδες ή ανώµαλο έδαφος. Επίσης δεν πρέπει να βάλλονται σε έδαφος µε κλίση µεγαλύτερη του 60%. Οι παραπάνω τύποι εδαφών αυξάνουν το ποσοστό των µη διαρρηγνυοµένων βοµβιδίων και ελαττώνουν την αποτελεσµατικότητα του βλήµατος.

γ. Τέλος η αποτελεσµατικότητα των βοµβιδοφόρων βληµάτων περιορίζεται, όταν το έδαφος στην περιοχή του στόχου είναι ελώδες ή καλυµµένο από πυκνό χιόνι ή νερό.

ΤΜΗΜΑ 34 ΝΑΡΚΟΦΟΡΑ ΒΛΗΜΑΤΑ (ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ∆ΙΑΣΚΟΡΠΙΖΟΜΕΝΩΝ

ΝΑΡΚΩΝ/FASCAM)

1. Χαρακτηριστικά.

Τα ναρκοφόρα βλήµατα βάλλονται µόνο από οβιδοβόλα 155 χιλ. Είναι εξωτερικά όµοια µε τα βοµβιδοφόρα και περιέχουν αντί για βοµβίδια νάρκες κατά προσωπικού (Κ/Π - ADAM) ή αντιαρµατικές (Α/Τ -RAAMS). Είναι βλήµατα εκτοξευοµένης βάσεως και βάλλονται µόνον εγκαιροφλεγώς. Οι νάρκες, µε την ενεργοποίηση του πυροσωλήνα και του εξωστικού γεµίσµατος, εξωθούνται από τον κορµό του βλήµατος και µε ελεύθερη πτώση πέφτουν στο έδαφος.

173

α. Αντιαρµατικά (Α/Τ) Ναρκοφόρα Βλήµατα Μ718 και Μ741.

(1) Περιέχουν 9 Α/Τ νάρκες (Σχ. 55), οι οποίες οπλίζονται µερικά δευτερόλεπτα µετά την πτώση τους και ενεργοποιούνται µαγνητικά, όταν τις πλησιάσει µεταλλική µάζα. ∆ιαθέτουν µηχανισµό αυτοκαταστροφής, ο οποίος µετά την πάροδο του προτοποθετηµένου από το εργοστάσιο χρόνου, διαρρηγνύει τη νάρκη.

(2) ∆ιακρίνονται σε βλήµατα Μ741, µικρού χρόνου αυτοκαταστροφής (δύο ωρών) και σε βλήµατα Μ718, µεγάλου χρόνου αυτοκαταστροφής (48 ωρών).

(3) Ορισµένες από τις νάρκες είναι εφοδιασµένες µε µηχανισµό απαγορεύσεως άρσεως. Ο µηχανισµός αυτός διαρρηγνύει τη νάρκη σε περίπτωση µετακινήσεως της από το προσωπικό άρσεως του ναρκοπεδίου.

Σχήµα 55. Α/Τ Νάρκη Ναρκοφόρου Βλήµατος.

β. Ναρκοφόρα Βλήµατα κατά Προσωπικού (Κ/Π) Μ692 και Μ731.

(1) Περιέχουν 36 νάρκες Κ/Π (Σχ. 56). Κάθε µία από τις νάρκες αυτές, όταν µετά την πτώση της στο έδαφος, έλθει σε κατάσταση ακινησίας, εκτοξεύει 7 σύρµατα παγιδεύσεως προς όλες τις κατευθύνσεις και σε απόσταση µέχρι 6 περίπου µέτρων από τον κορµό της νάρκης. Εάν κάποιο από τα σύρµατα αυτά µετακινηθεί, ενεργοποιείται η νάρκη και εκτοξεύει στον αέρα ένα εκπηδούν σώµα, σφαιρικού σχήµατος. Το σώµα

174

αυτό, όταν φθάσει σε ύψος 0.60 έως 2.40 µέτρα, διαρρηγνύεται και εκτοξεύει 600 περίπου ατσάλινα θραύσµατα, βάρους 1.5 grain (0.1 gr), προς όλες τις κατευθύνσεις. Εάν η νάρκη δεν ενεργοποιηθεί από εξωτερική επίδραση, τότε αυτοκαταστρέφεται, µετά την πάροδο του προτοποθετη-µένου από το εργοστάσιο κατασκευής χρόνου.

(2) ∆ιακρίνονται σε βλήµατα Μ692, µεγάλου χρόνου αυτοκαταστροφής (48 ωρών) και σε βλήµατα Μ731, µικρού χρόνου αυτοκαταστροφής (2 ωρών).

Σχήµα 56. Νάρκη Κ/Π Ναρκοφόρου Βλήµατος.

2. Τύποι Ναρκοπεδίων.

Για να εξασφαλισθεί αφ' ενός η καλύτερη δυνατή υποστήριξη του ελιγµού του φιλίου ∆ιοικητή και αφ' ετέρου η ασφάλεια των φιλίων τµηµάτων, είναι δυνατόν να στρωθούν τρεις τύποι ναρκοπεδίων:

α. Προσχεδιασµένα Ναρκοπέδια.

(1) Συµπληρώνουν το σχέδιο κωλυµάτων. (2) Συνήθως έχουν µέτωπο µικρότερο των 600 µέτρων. (3) Απαιτούν πλήρη συντονισµό από το 3ο ΕΓ, τον

Σύµβουλο Μηχανικού και τον Συντονιστή Πυρών Υποστηρίξεως (ΣΠΥ). (4) Λόγω του µεγάλου όγκου των απαιτουµένων

πυροµαχικών, απαιτείται σχεδίαση από πλευράς ∆Μ. Τα βλήµατα πρέπει να ευρίσκονται στη θέση των πυροβόλων, ώστε να είναι άµεσα διαθέσιµα όταν ζητηθεί η στρώση του ναρκοπεδίου.

(5) Συνήθως χρησιµοποιούνται νάρκες µεγάλου χρό-

175

νου αυτοκαταστροφής. (6) Παρέχεται αρκετός χρόνος, πριν τη βολή, για τον

υπολογισµό των ζωνών ασφαλείας. (7) Περιλαµβάνονται στον πίνακα στόχων του σχεδίου πυρός. (8) Εκπέµπονται στον χρόνο που αναγράφεται στο σχέδιο

πυρός ή ''τη αιτήσει".

β. Ναρκοπέδια Ευκαιρίας.

(1) Εκπέµπονται κατόπιν αιτήσεως βολής. (2) Υποστηρίζουν τον ελιγµό του φιλίου ∆ιοικητή µε τη στρώση

Ν/Π, αµέσως όταν απαιτηθεί. (Απαιτείται συντονισµός από το 3ο ΕΓ, το σύµβουλο Μηχανικού και τον Συντονιστή Πυρών Υποστηρίξεως).

(3) Είναι µεγέθους ενός τυπικού Ν/Π (400 χ 400 µ.). (4) Εκπέµπονται πάντοτε σύµφωνα µε τις κατευθύνσεις του

τακτικού ∆ιοικητή. (5) Είναι συνήθως συνδυασµός 24 Α/Τ και 6 Κ/Π ναρκοφόρων

βληµάτων (οι αριθµοί αυτοί είναι δυνατόν να αλλάξουν, σύµφωνα µε τις κατευθύνσεις του τακτικού ∆ιοικητή).

(6) Χρησιµοποιούνται µόνο βλήµατα µε νάρκες µικρού χρόνου αυτοκαταστροφής.

(7) Η ζώνη ασφαλείας του Ν/Π προσδιορίζεται µε βάση ένα µόνο σηµείο γενέσεως και ο υπολογισµός της γίνεται αµέσως µετά το πέρας της αποστολής βολής (στρώσεως).

γ. Ναρκοπέδια τα Οποία Στρώνονται σε Συνδυασµό µε Εκτέλεση Βολής µε Αλλα Πυροµαχικά.

(1) Εκπέµπονται είτε προσχεδιασµένα, είτε κατόπιν αιτήσεως. (2) Υποστηρίζουν τις φίλιες επιχειρήσεις µε το να παρενοχλούν

τον εχθρό, σύµφωνα πάντοτε µε τους περιορισµούς που θέτει ο τακτικός ∆ιοικητής. (Απαιτείται συντονισµός από το 3ο ΕΓ, το σύµβουλο Μηχανικού και τον Συντονιστή Πυρών Υποστηρίξεως).

(3) Το µέγεθος τους εξαρτάται από το είδος της επι-χειρήσεως.

(4) Χρησιµοποιούνται βλήµατα Α/Τ, Κ/Π ή και συνδυασµός τους στην τελευταία ριπή της δραστικής βολής.

(5) Χρησιµοποιούνται µόνον βλήµατα µε νάρκες µικρού χρόνου αυτοκαταστροφής.

(6) Η ζώνη ασφαλείας τους προσδιορίζεται αµέσως

176

µετά το πέρας της αποστολής βολής (στρώσεως).

3. Επιλογή του Τύπου των Ναρκών.

Ο τύπος των ναρκοφόρων βληµάτων, τα οποία θα χρησιµο-ποιηθούν επιλέγεται από αυτόν ο οποίος αιτείται τη στρώση του Ν/Π και εξαρτάται από τη φύση του στόχου.

α. Εάν ο στόχος είναι τεθωρακισµένα οχήµατα, τότε βάλλονται βλήµατα µε Α/Τ νάρκες (RAAM). Εάν είναι γνωστό ότι ο εχθρός διαθέτει προσωπικό άρσεως Ν/Π, τότε αµέσως µετά την εκποµπή των Α/Τ ναρκοφόρων βληµάτων, βάλλονται στο ίδιο σηµείο και ναρκοφόρα Κ/Π (ADAM).

ΠΡΟΣΟΧΗ: Τα ναρκοφόρα Κ/Π βλήµατα θα πρέπει ΠΑΝΤΟΤΕ να βάλλονται µε τις τελευταίες ριπές, όταν χρησιµοποιούνται σε συνδυασµό µε Α/Τ ναρκοφόρα ή άλλους τύπους πυροµαχικών.

β. Εάν ο στόχος είναι προσωπικό, χρησιµοποιούνται ναρκοφόρα βλήµατα Κ/Π. Τα βλήµατα αυτά µπορούν επίσης να βληθούν επάνω σε ήδη υπάρχοντα Α/Τ κωλύµατα, ώστε να παρεµποδισθεί η άρση τους από το εχθρικό προσωπικό.

γ. Οι στόχοι αντιπυροβολικού, εφ' όσον διαθέτουν αυτοκινούµενα ή πυροβόλα αγνώστου τύπου, προσβάλλονται µε συνδυασµό Α/Τ και ναρκοφόρων βληµάτων Κ/Π.

4. Επιλογή της Πυκνότητας του Ν/Π.

Η επιλογή της πυκνότητας του ναρκοπεδίου πρέπει να είναι ανάλογη του σκοπού του Ν/Π. Στον Πίνακα 6 φαίνονται οι πυκνότητες Ν/Π οι οποίες µπορούν να χρησιµοποιηθούν.

Παρατήρηση: Στο ναρκοπέδιο πυκνότητας 0.001 παρέχει θεωρητικά µία νάρκη ανά 1000 τετραγωνικά µέτρα ή µία νάρκη σε κάθε τετράγωνο πλευράς 32 µέτρων.

5. Επιλογή του Χρόνου Αυτοκαταστροφής των Ναρκών.

α. Η επιλογή του χρόνου αυτοκαταστροφής των ναρκών εξαρτάται από τους παρακάτω παράγοντες:

177

(1) Σχέδιο ενεργείας του φιλίου ∆ιοικητή (ισχύον και µελλοντικό).

(2) Τύπο του ναρκοπεδίου (προσχεδιασµένο ή ευκαιρίας). (3) Θέση του ναρκοπεδίου. (4) Τακτική κατάσταση (επίθεση ή άµυνα). (5) Φύση της εχθρικής δυνάµεως. (6) ∆ιαθεσιµότητα ναρκοφόρων βληµάτων (Α/Τ ή Κ/Π). (7) Υπάρχοντα χρονικά περιθώρια. (8) Εξουσιοδοτηµένο κλιµάκιο για στρώση ναρκοπεδίων

µε ναρκοφόρα βλήµατα.

ΠΙΝΑΚΑΣ 6 ΠΥΚΝΟΤΗΤΕΣ Ν/Π ΝΑΡΚΟΦΟΡΩΝ ΒΛΗΜΑΤΩΝ

ΣΚΟΠΟΣ ΝΑΡΚΟΠΕ∆ΙΟΥ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ Ν/Π ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ (ΑΝΑ ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΚΟ

ΜΕΤΡΟ)

Α/Τ ΝΑΡΚΟΠΕ∆ΙΑ Παρενόχληση Μικρή 0.001Ν/Π καλυπτόµενο από άµεσα πυρά βαρέων όπλων

Μέση 0.002

Ν/Π καλυπτόµενο από άµεσα πυρά ελαφρών όπλων

Μεγάλη 0.004

ΝΑΡΚΟΠΕ∆ΙΑ Κ/Π Σε συνδυασµό µε Α/Τ ναρκο-φόρα ή άλλα Α/Τ κωλύµατα ή για παρενόχληση

Μικρή 0.0005

Ν/Π καλυπτόµενο από άµεσα πυρά βαρέων όπλων

Μέση 0.001

Ν/Π καλυπτόµενο από άµεσα πυρά ελαφρών όπλων

Μεγάλη 0.002

6. Προσδιορισµός των Σηµείων Γενέσεως του Ν/Π.

α. Κινούµενοι Στόχοι.

Σαν σηµείο γενέσεως για έναν κινούµενο στόχο λαµβάνεται ένα σηµείο µπροστά από τον εχθρό, επάνω στον άξονα κινήσεως του και σε απόσταση 1000 µέτρων για κάθε 10 ΧΑΩ ταχύτητας του στόχου (Σχ. 57). Ετσι, εάν η ταχύτητα του στόχου είναι 30 ΧΑΩ, το σηµείο γενέσεως θα πρέπει να ευρίσκεται 3000 µέτρα εµπρός από τον

178

εχθρό. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται αρκετός χρόνος για τη βολή της απαιτούµενης ποσότητας βληµάτων, καθώς και την όπλιση των ναρκών.

β. Σταθεροί Στόχοι.

Σαν σηµείο γενέσεως για ένα σταθερό στόχο λαµβάνεται το κέντρο του στόχου (Σχ. 58). Η θέση του σηµείου ή των σηµείων γενέσεως προσδιορίζεται µε ακρίβεια 10 µέτρων, εφ' όσον πρόκειται να εκπεµφθεί απ' ευθείας δραστική βολή. Σε περίπτωση εκτελέσεως κανονισµού, ο προσδιορισµός της θέσεως του σηµείου γενέσεως θα πρέπει να γίνει µε ακρίβεια 100 µέτρων. Ο κανονισµός εκτελείται µε βλήµα Μ483Α1, τροποποιηµένο σε τύπο αυτοκαταδείξεως.

Σχήµα 57. Προσδιορισµός Σηµείου Γενέσεως Ν/Π για Κινούµενο Στόχο.

Σχήµα 58. Προσδιορισµός Σηµείου Γενέσεως Ν/Π για Σταθερό Στόχο.

7. Αίτηση Βολής και Κανονισµός.

α. Οταν διατάσσεται εκποµπή ναρκοφόρων βληµάτων, το

179

Κ∆Π πρέπει να καθορίσει και να ενηµερώσει έναν παρατηρητή, ο οποίος θα εκτελέσει την παρατήρηση της στρώσεως του Ν/Π.

β. Γενικά, η αίτηση βολής διαβιβάζεται και εκτελείται όπως µία βολή εναντίον στόχου ευκαιρίας. Ο κανονισµός εκτελείται µε βοµβιδο-φόρο βλήµα διπλής ενεργείας (DPICM) και στη δραστική βολή θα βληθεί συνδυασµός 24 Α/Τ και 6 Κ/Π ναρκοφόρων βληµάτων (δεν διαβιβάζονται στην αίτηση βολής), εκτός αν ο παρατηρητής αιτηθεί διαφορετικά.

γ. Βολή εναντίων στόχων ευκαιρίας εκτελείται, είτε µε απευθείας δραστική βολή είτε κατόπιν κανονισµού. ∆εν πρέπει να εκτελείται στρώση Ν/Π µε απευθείας δραστική βολή όταν το κέντρο του Ν/Π ευρίσκεται σε απόσταση µικρότερη των 700 µέτρων από τα πλησιέστερα ΦΤ. ∆εν πρέπει να εκτελείται βολή, όταν το κέντρο του Ν/Π ευρίσκεται σε απόσταση µικρότερη των 425 από τα πλησιέστερα ΦΤ.

δ. Ο κανονισµός για τα βλήµατα της οικογένειας διασκορπι-ζοµένων ναρκών εκτελείται όπως περιγράφεται στο τµήµα 33 - Βοµβιδο-φόρα Βλήµατα (λοιπά στοιχεία στον ΕΕ 8-15γ).

8. Παραδείγµατα Αιτήσεων Βολής.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Για την εκποµπή ναρκοφόρων βληµάτων, το Κ∆Π θα ενηµερώνει, εν γένει, κάποιον παρατηρητή για την στρώση Ν/Π. Η στρώση του Ν/Π θα, σχεδιάζεται µε το ΈΝΤΥΠΟ ΣΧΕ∆ΙΑΣΕΩΣ ΣΤΡΩΣΕΩΣ ΝΑΡΚΟΠΕ∆ΙΟΥ Μ Ε ΠΥΡΑ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ" (Σχήµα 59).

Απευθείας ∆ραστική Βολή. ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ ΕΡΜΗΣ 14 Ε∆Ω ΕΡΜΗΣ 47, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 324567, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 130. ∆ΙΜΟΙΡΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 400 x 400, ΝΑΡΚΟΦΟΡΟ ΚΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Κανονισµός της Βολής. ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ ΕΡΜΗΣ 14 Ε∆Ω ΕΡΜΗΣ 47, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 324567, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 130. Τ/0 ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 400 χ 400, Ν/Φ Α/Τ ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

(Εννοείται ότι θα εκτελεσθεί κανονισµός µε βοµβιδοφόρο ∆Ε).

180

Σχήµα 59. Εντυπο Σχεδιάσεως Στρώσεως Ναρκοπεδίου.

181

TMHMA 35 ΦΩΤΙΣΤΙΚΑ ΒΛΗΜΑΤΑ

1. Χαρακτηριστικά του Φωτισµού - Χρησιµοποίηση.

Με το φωτισµό του πεδίου της µάχης παρέχεται στις φίλιες δυνάµεις ικανό φως, µε το οποίο υποβοηθούνται οι χερσαίες επιχειρήσεις κατά τη νύκτα. ∆ιευκολύνει τη φίλια Μονάδα ελιγµού και τον παρατηρητή, εξυψώνει το ηθικό των φιλίων δυνάµεων ενώ ταυτόχρονα παρενοχλεί και αποτυφλώνει τον εχθρό. Πιο συγκεκριµένα τα φωτιστικά βλήµατα χρησιµοποιούνται για:

α. Το φωτισµό περιοχών στις οποίες υπάρχει υποψία για εχθρική δραστηριότητα.

β. Την εκτέλεση νυκτερινού κανονισµού και επιτηρήσεως της βολής.

γ. Την παρενόχληση του εχθρού.

δ. Την κατάδειξη της κατευθύνσεως επιθέσεως σε φίλια τµήµατα ή του δροµολογίου κινήσεως περιπόλων.

ε. Την κατάδειξη στόχων σε φίλια Α/Φ εγγύς αεροπορικής υποστηρίξεως και

στ. Την αποτύφλωση των οργάνων νυκτερινής παρατηρήσεως και σκοπεύσεως (ΟΝΥΠΑΣ) του εχθρού.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Πρέπει κατά τη βολή µε φωτιστικά βλήµατα να εκτελείται επαρκής συντονισµός ώστε να αποφευχθούν αντίστροφα αποτελέσµατα και αποτύφλωση των ΟΝΥΠΑΣ των φιλίων τµηµάτων.

2. Τακτική Χρησιµοποίηση.

Το µέγεθος του φωτισµού το οποίο απαιτείται για µια συγκεκριµένη αποστολή εξαρτάται από την απόσταση παρατηρητή - στόχου, τις συνθήκες ορατότητας και την έκταση (µέτωπο - βάθος) της περιοχής η οποία πρόκειται να φωτισθεί. Με την επιλογή της κατάλληλης µεθόδου προσβολής και µε τον έλεγχο του ρυθµού της βολής ο παρατηρητής µπορεί

182

να φωτίσει αποτελεσµατικά µία περιοχή, µε τη µικρότερη δυνατή κατανάλωση πυροµαχικών. Οι χρησιµοποιούµενοι µέθοδοι προσβολής περιγράφονται στην επόµενη παράγραφο. Στον πίνακα 7 παρέχονται οι ρυθµοί βολής για συνεχή φωτισµό και άλλες πληροφορίες σχετικά µε τη χρησιµοποίηση των φωτιστικών βληµάτων διαφόρων τύπων. Τα φωτιστικά βλήµατα είναι βλήµατα εκτοξευοµένης βάσεως και βάλλονται πάντοτε µε εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα (χωρίς ενισχυτή). Με την ενεργοποίηση του πυροσωλήνα το εξω-στικό γέµισµα ωθεί την φωτιστική συσκευή εκτός του κορµού του βλήµατος. Η φωτιστική συσκευή διαθέτει φωτιστική ουσία, που είναι προσαρµοσµένη πάνω σε µικρό αλεξίπτωτο και η οποία καίγεται µόλις εξέλθει του βλήµατος. Το βέλτιστο ύψος διαρρήξεως, για τα παλαιότερης κατασκευής βλήµατα Μ118 είναι 750 µέτρα. Για το βελτιωµένο τύπο Μ485, το βέλτιστο ύψος διαρρήξεως είναι 600 µέτρα, γιατί συνδυάζει µικρότερη ταχύτητα καθόδου, µε µεγαλύτερο χρόνο κατακαύσεως. Λοιπά όπως πίνακα 7.

ΠΙΝΑΚΑΣ 7 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΦΩΤΙΣΤΙΚΩΝ ΒΛΗΜΑΤΩΝ

ΟΒΙ∆Ο-ΒΟΛΟ

ή ΟΛΜΟΣ

ΒΛΗΜΑ ΤΥΠΙΚΟ ΥΨΟΣ ∆ΙΑΡΡΗ-ΞΕΩΝ (µέτρα)

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ∆ΙΑΡΡΗ-ΞΕΩΝ (µέτρα)

ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΚΑΥ-ΣΕΩΣ (δλ.)

ΡΥΘΜΟΣ ΒΟΛΗΣ ΓΙΑΣΥΝΕΧΗ ΦΩΤΙΣΜΟ (βλ./λεπτό)

ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΚΑΘΟ∆ΟΥ

(µ./δλ.)

105 χιλ Μ134Α2 750 800 60 2 10

105 χιλ. Μ143A3 750 800 70-75 2 10 155 χιλ. Μ118 750 800 60 2 10 155 χιλ. Μ485Α2 600 1000 120 1 5

4.2 in Μ335 700 500 60 2 10 4.2 in Μ335Α1 700 500 70 2 10 4.2 in Μ335Α2 400 1000 90 1 5

81χιλ. Μ301Α1 400 500 60 2 6 81χιλ. Μ301Α2 400 500 60 2 6 81χιλ. Μ301Α3 600 500 60 2 6

3. Μέθοδοι Προσβολής.

α. Ενα Πυροβόλο.

Χρησιµοποιείται όταν ο παρατηρητής θεωρεί ότι θα επιτευχθεί ικανοποιητικός φωτισµός από ένα µόνον πυροβόλο. Ο παρατηρητής παραγγέλει: "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ΕΝΑ ΠΥΡΟΒΟΛΟ".

183

β. ∆ύο Πυροβόλα.

Χρησιµοποιείται όταν οι συνθήκες ορατότητας είναι δυσµενείς (σκόνη, οµίχλη, καπνός) ή όταν η απόσταση παρατηρήσεως είναι µεγάλη. Τα δύο πυροβόλα βάλλουν ταυτόχρονα, από ένα βλήµα, στο ίδιο σηµείο. Ο παρατηρητής παραγγέλει: "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ∆ΥΟ ΠΥΡΟΒΟΛΑ".

γ. ∆ύο Πυροβόλα µε Κλιµάκωση Βεληνεκούς.

Η µέθοδος αυτή χρησιµοποιείται όταν το βάθος της περιοχής, η οποία πρόκειται να φωτισθεί, είναι µεγαλύτερο από το µέτωπο της ως προς τη γραµµή πυροβόλα - στόχος. Με την κλιµάκωση βεληνεκούς δηµιουργούνται λιγότερες σκιές από ότι στο φωτισµό σε ένα σηµείο. Ο παρατηρητής παραγγέλει "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ΚΛΙΜΑΚΩΣΑΤΕ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ". Το Κ∆Π προσδιορίζει στοιχεία βολής για δύο φωτιστικά βλήµατα κατά µήκος της γραµµής πυροβόλα - στόχος, µε κλιµάκωση ίση µε αυτήν που αναφέρεται στον πίνακα 7, ανάλογα µε το τύπο του βλήµατος (Σχ. 60).

Σχήµα 60. Κλιµάκωση Βεληνεκούς.

δ. ∆ύο Πυροβόλα µε Κλιµάκωση Παρεκτροπής.

Η µέθοδος αυτή χρησιµοποιείται όταν το µέτωπο της περιοχής, η οποία πρόκειται να φωτισθεί, είναι µεγαλύτερο από το βάθος της ως προς τη γραµµή πυροβόλα - στόχος. Ο παρατηρητής παραγγέλει "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ΚΛΙΜΑΚΩΣΑΤΕ ΠΑΡΕΚΤΡΟΠΗ". Το Κ∆Π προσδιορίζει στοιχεία βολής για δύο φωτιστικά βλήµατα, τα οποία βάλλονται δεξιά και αριστερά

184

της γραµµής πυροβόλα-στόχος. Τα βλήµατα διαρρηγνύονται σε µία γραµµή κάθετη στη γραµµή πυροβόλα-στόχος, µε κλιµάκωση ίση µε αυτήν που αναφέρεται στον πίνακα 7, ανάλογα µε το τύπο του βλήµατος (Σχ. 61).

Σχήµα 61. Κλιµάκωση Παρεκτροπής.

ε. Τέσσερα Πυροβόλα.

Η µέθοδος αυτή χρησιµοποιείται για φωτισµό µεγάλης περιοχής. Βάλλονται ταυτόχρονα τέσσερα φωτιστικά βλήµατα, τα δύο µε κλιµάκωση βεληνεκούς και τα άλλα δύο µε κλιµάκωση παρεκτροπής. Τα βλήµατα αυτά βάλλονται στις κορυφές ενός ρόµβου µε ορθές γωνίες, το κέντρο του οποίου ταυτίζεται µε το κέντρο του στόχου (Σχ. 62). Με τον τρόπο αυτό στη φωτιζόµενη περιοχή δηµιουργούνται ελάχιστες σκιές και δεν υπάρχουν σκοτεινά σηµεία. Ο παρατηρητής παραγγέλει: "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΥΡΟΒΟΛΑ".

ΠΡΟΣΟΧΗ: Η κλιµάκωση κατά διεύθυνση ή βεληνεκές ή και των δύο νοείται ως προς τη διεύθυνση βολής την οποία πρέπει να γνωρίζει χονδρικά και ο παρατηρητής.

185

4. Αίτηση Βολής.

Στην αίτηση βολής του ο παρατηρητής παραγγέλει "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ" προσδιορίζοντας έτσι τον τύπο του βλήµατος και τον τύπο του πυροσωλήνα, ο οποίος είναι πάντοτε εγκαιροφλεγής. Επίσης διαβιβάζει υποχρεωτικά και µία από τις µεθόδους προσβολής που αναφέρθηκαν στην προηγούµενη παράγραφο. Τα υπόλοιπα στοιχεία της αιτήσεως βολής προσδιορίζονται και διαβιβάζονται όπως και στα εκρηκτικά βλήµατα.

Σχήµα 62. Φωτιστικό, Τέσσερα Πυροβόλα.

5. Κανονισµός.

α. Κατά ∆ιεύθυνση και κατά Βεληνεκές.

Για τον κανονισµό κατά διεύθυνση και κατά βεληνεκές εφαρµόζονται οι κανονικές διαδικασίες των παρατηρούµενων βολών. Ο κανονισµός τελειώνει όταν το φωτιστικό βλήµα διαρραγεί εντός 200 µέτρων από την επιθυµητή θέση. Συνεπώς δεν δίδονται διορθώσεις µικρότερες των 200 µέτρων, τόσο κατά διεύθυνση όσο και κατά βεληνεκές.

β. Θέση της Φωτιστικής Συσκευής.

Η θέση της φωτιστικής συσκευής σε σχέση µε την προς φωτισµό περιοχή, εξαρτάται από το έδαφος και τον πνέοντα άνεµο. Σε

186

γενικές γραµµές, πρέπει να ευρίσκεται προς το ένα πλευρό της περιοχής και περίπου στο ίδιο βεληνεκές. Σε περίπτωση που φυσά ισχυρός άνεµος, το σηµείο διαρρήξεως θα πρέπει να επιλέγεται σε κάποια απόσταση από το σηµείο κανονισµού και προς την κατεύθυνση από την οποία πνέει ο άνεµος, ώστε η φωτιστική συσκευή να παρασυρθεί από αυτόν στη σωστή θέση. Εάν ο στόχος ευρίσκεται σε κεκλιµένο έδαφος, το σηµείο διαρρήξεως επιλέγεται στο πλευρό της περιοχής και ελαφρώς εγγύτερον. Τέλος για το φωτισµό έντονα δεσπόζοντος στόχου, για να επιτευχθεί καλύτερη ορατότητα, το σηµείο διαρρήξεως τοποθετείται πέραν του στόχου, µε σκοπό να φανεί καθαρά το περίγραµµα του.

γ. Υψος ∆ιαρρήξεως.

(1) Κατάλληλο ύψος διαρρήξεως είναι αυτό, το οποίο επιτρέπει στη φωτιστική συσκευή να σβήσει, τη στιγµή που πέφτει στο έδαφος. Οι διορθώσεις ύψους διαρρήξεως δίδονται σε πολλαπλάσια των 50 µέτρων. Οι διαφορές του χρόνου κατακαύσεως από βλήµα σε βλήµα είναι φυσιολογικές και δεν εξυπηρετεί σε τίποτε η προσπάθεια ακριβέστερου κανονισµού του ύψους διαρρηξεως.

Παρατήρηση: Οπως είναι γνωστό τα παθητικά όργανα νυκτερινής παρατηρήσεως διακόπτουν αυτόµατα τη λειτουργία τους όταν υπάρξει πολύ φως στην περιοχή στην οποία είναι σκοπευµένα. Για το λόγο αυτό, όταν ο παρατηρητής χρησιµοποιεί τέτοια όργανα, θα πρέπει να δώσει τέτοιες διορθώσεις ύψους διαρρήξεως, ώστε η φωτιστική συσκευή να σβήνει αρκετά ψηλά από το σηµείο κανονισµού (100 χιλ. περίπου)

(2) Οταν η φωτιστική συσκευή σβήσει κατά τη διάρκεια της πτώσεως της, αυτό σηµαίνει ότι το ύψος διαρρήξεως του βλήµατος είναι µεγάλο. Η διόρθωση εκτιµάται από το ύψος στο οποίο έσβησε η φωτιστική συσκευή. Ο παρατηρητής στρέφει κατακόρυφα τα δίοπτρα του και µετρά τη γωνία, σηµείο κανονισµού - παρατηρητής - σηµείο στο οποίο έσβησε η φωτιστική συσκευή. Εφαρµόζοντας τον τύπο Μ = ΑΧ, όπου Α ο ΣΑΠ του στόχου και Χ η µετρηθείσα γωνία, προσδιορίζει το ύψος (σε µέτρα) στο οποίο έσβησε η φωτιστική συσκευή. Το ύψος αυτό στρογγυλεύεται στην πλησιέστερη 50άδα µέτρων και δίδεται η διόρθωση π.χ. "ΚΑΤΩ 100".

Παράδειγµα:

Η φωτιστική συσκευή έσβησε στα 20 χιλιοστά από το έδαφος. ΣΑΠ = 3

187

∆ιόρθωση: 20 χ 3 = 60 µέτρα ~ 50 µέτρα, "ΚΑΤΩ 50".

(3) Οταν η φωτιστική συσκευή συνεχίσει να καίγεται µετά την πτώση της στο έδαφος, αυτό σηµαίνει ότι το ύψος διαρρήξεως ήταν χαµηλό και πρέπει να δοθεί διόρθωση "ΑΝΩ". Ο παρατηρητής θα πρέπει να µετρήσει το χρόνο τον οποίο η φωτιστική συσκευή καιγόταν στο έδαφος (σε δευτερόλεπτα). Στη συνέχεια πολλαπλασιάζει το χρόνο αυτό επί την ταχύτητα καθόδου της φωτιστικής συσκευής (βλ. πίνακα 7). Στρογ γυλεύει το αποτέλεσµα στην πλησιέστερη 50άδα µέτρων και δίδει τη διόρθωση π.χ. "ΑΝΩ 50".

Παράδειγµα:

Η φωτιστική συσκευή καιγόταν στο έδαφος επί 30 δλ. Βλήµα Μ485Α2 Ταχύτητα καθόδου φωτιστικής συσκευής βλήµατος Μ485Α2 = 5 µ/δλ. ∆ιόρθωση: 30 χ 5 = 150 µέτρα, "ΑΝΩ 150".

(4) Κανονικά ο κανονισµός κατά βεληνεκές, διεύθυνση και ύψος διαρρήξεως εκτελείται ταυτόχρονα. Αν το ύψος διαρρήξεως είναι χαρακτηριστικά εσφαλµένο ώστε να µην φαίνεται ο στόχος, δυνατόν να απαιτηθεί κανονισµός ύψους διαρρήξεως προ του κανονισµού των άλλων στοιχείων, µε σκοπό να υπάρξει αρκετό φως για να παρατηρηθεί ο στόχος. Μετά το πέρας του κανονισµού του φωτιστικού βλήµατος, ο παρατηρητής θα πρέπει να ελέγχει την αποτελεσµατικότητα του φωτισµού και εφ' όσον υπάρχει ανάγκη, να τροποποιεί το ρυθµό βολής, τον αριθµό των πυροβόλων ή/και τη µέθοδο προσβολής, µε σκοπό να εξασφαλίσει τον καλύτερο δυνατό φωτισµό µε τη µικρότερη κατανάλωση πυροµαχικών.

6. Κανονισµός και ∆ραστική Βολή µε τη Βοήθεια Φωτισµού.

α. Εάν κατά τον κανονισµό του φωτιστικού βλήµατος αποκαλυφθεί κάποιος στόχος κατάλληλος για προσβολή µε εκρηκτικά ή άλλου τύπου βλήµατα, ο παρατηρητής µπορεί να διαβιβάσει αντίστοιχη αίτηση βολής, κατά το γνωστό τρόπο. Εάν δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος προσδιορισµού της θέσεως του στόχου, µπορεί να χρησιµοποιήσει το ΜΣ∆ των φωτιστικών βληµάτων σαν Σ.Σχ. Στην αίτηση βολής του διαβιβάζει και το ∆θ του φωτιστικού βλήµατος. Η µέθοδος βολής και ελέγχου είναι συνήθως "∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ".

β. Εάν κατά τη διάρκεια του κανονισµού του εκρηκτικού (ή

188

άλλου τύπου βλήµατος), απαιτηθεί να δοθεί διόρθωση για το φωτιστικό για να αποφευχθεί τυχόν σύγχυση, θα πρέπει ο παρατηρητής πριν από κάθε διόρθωση, να προτάσσει τη λέξη "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ" ή "ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ" ή "ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ", π.χ "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 200. ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ, ∆ΕΞΙΑ 80, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 200".

γ. Μετά το πέρας του κανονισµού του φωτιστικού βλήµατος και εφ' όσον εντοπισθεί κατάλληλος για προσβολή στόχος, ο παρατηρητής έχει τις εξής δυνατότητες. Να παραγγείλει "ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ", "ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ ∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ" και "ΣΥΝΕΧΗΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ".

(1) Συντονισµένος Φωτισµός.

Με το παράγγελµα αυτό ο παρατηρητής "επιτρέπει" ο έλεγχος της πυροδοτήσεως του φωτιστικού και του εκρηκτικού (ή άλλου τύπου) βλήµατος να γίνεται από το Κ∆Π. Κατά τον αρχικό κανονισµό του φωτιστικού, ο παρατηρητής παραγγέλει "ΜΕΓΙΣΤΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ ............ΤΩΡΑ", κατά τη στιγµή του καλύτερου φωτισµού του στόχου. Το Κ∆Π µετρά το χρόνο από τη στιγµή της πυροδοτήσεως του φωτιστικού βλήµατος µέχρι να ακουσθεί το "ΤΩΡΑ". Στη συνέχεια, συγκρίνοντας το χρόνο αυτό µε τη διάρκεια τροχιάς του εκρηκτικού, µπορεί να διατάσσει τη βολή των εκρηκτικών βληµάτων, ώστε αυτά να διαρρηγνύονται στο στόχο κατά τη διάρκεια του µέγιστου φωτισµού.

(2) Συντονισµένος Φωτισµός δια Παραγγέλµατός µου.

Με το παράγγελµα αυτό ο παρατηρητής δηλώνει στο Κ∆Π ότι και το φωτιστικό και το εκρηκτικό βλήµα θα βάλλονται µόνον κατόπιν παραγγέλµατος του. Οταν το Κ∆Π διαβιβάσει ετοιµότητητα και για το φωτιστικό και για το εκρηκτικό βλήµα ο παρατηρητής παραγγέλει: "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ ΠΥΡ" και στη συνέχεια "ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ ΠΥΡ". Το παράγγελµα "ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ ΠΥΡ" το δίδει στον κατάλληλο χρόνο, ώστε αυτό να διαρραγεί στη διάρκεια του µέγιστου φωτισµού. Για καλύτερο συντονισµό των χρόνων πυροδοτήσεως, ο παρατηρητής µπορεί να ζητήσει από το Κ∆Π τη διάρκεια τροχιάς του εκρηκτικού βλήµατος. Εάν ο παρατηρητής θέλει να ελέγχει την πυροδότηση µόνο του εκρηκτικού βλήµατος και να αφήσει τον έλεγχο των φωτιστικών στο Κ∆Π παραγγέλει: "ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ ΑΚΥΡΟ ∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΜΟΥ" (ή και αντίστροφα). Ενας καλός παρατηρητής θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εκτελεί κανονισµό δύο εκρηκτικών βληµάτων για κάθε φωτιστικό βλήµα.

189

(3) Συνεχής Φωτισµός.

Με το παράγγελµα αυτό, ο παρατηρητής ζητά από το Κ∆Π να βάλλει συνεχώς φωτιστικά βλήµατα, ώστε η περιοχή του στόχου να παραµένει συνεχώς φωτισµένη. Το Κ∆Π, ανάλογα µε το τύπο του βλήµατος, ρυθµίζει το διάστηµα µεταξύ των φωτιστικών βληµάτων, σύµφωνα µε το ρυθµό βολής για συνεχή φωτισµό του πίνακα 7 και τις τυχόν τροποποιήσεις του ρυθµού βολής από τον παρατηρητή. Ο παρατηρητής εκτελεί κανονισµό και δραστική βολή του εκρηκτικού (ή άλλου τύπου) βλήµατος. Ο συνεχής φωτισµός θα πρέπει να αποφεύγεται λόγω της µεγάλης καταναλώσεως φωτιστικών βληµάτων.

7. Παράδειγµα Βολής µε Φωτιστικό Βλήµα.

α. Κατά τη διάρκεια της νύκτας, ο παρατηρητής ακούει θόρυβο βαρέων οχηµάτων σε ένα εκτιµώµενο ∆θ 5800 χιλ. ∆εν διακρίνει κανένα φως, ενώ στη περιοχή δεν υπάρχει καθόλου φωτισµός. Εκτιµώντας από τον ήχο και µετά από µελέτη του χάρτη του, ο παρατηρητής υπολογίζει όπ η πηγή του θορύβου προέρχεται από τις συννες 532176. Η θέση αυτή ευρίσκεται σε απόσταση 2.000 µ. περίπου από τη θέση του. ∆ιαβιβάζει την ακόλουθο αίτηση βολής στην πυροβολαρχία του (155 χιλ.), η οποία θα χρησιµοποιήσει βλήµα Μ485Α2:

ΗΡΩ 20 Ε∆Ω ΗΡΩ 27, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΙ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 532176, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 250, ∆ΙΑΘΗΜΑ 5800, ΕΤΟΙΜΟΙ. ΘΟΡΥΒΟΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ, ΠΙΘΑΝΩΣ ΑΡΜΑΤΑ, ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ΕΝΑ ΠΥΡΟΒΟΛΟ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ.

β. Το πρώτο φωτιστικό βλήµα διερράγη 100 περίπου χιλιοστά αριστερά της ύποπτης περιοχής και έσβησε 40 χιλ. επάνω από το έδαφος (µέτρηση µε τα δίοπτρα). Χρησιµοποιώντας ΣΑΠ = 2, ο παρατηρητής δίδει την εξής διόρθωση: "∆ΕΞΙΑ 200, ΚΑΤΩ 100, ΕΤΟΙΜΟΙ". (Απόκλιση κατά διεύθυνση = 100 χιλ. χ 2 = 200 µέτρα. Υψος διαρρήξεως 40 χιλ. χ 2 = 80 µέτρα ~ 100 µέτρα).

γ. Το δεύτερο φωτιστικό βλήµα διαρρηγνύεται βραχύ και κοντά στη γραµµή παρατηρήσεως, αλλά σε χαµηλό ύψος. Η φωτιστική συσκευή καιγόταν στο έδαφος επί 6 δευτερόλεπτα. Ο παρατηρητής δίδει την εξής διόρθωση "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400, ΑΝΩ 50, ΕΤΟΙΜΟΙ" (6 χ 5 = 30 ε

190

50 µέτρα).

δ. Το τρίτο βλήµα διαρρηγνύεται στο κατάλληλο υψος διαρρήξεως πάνω από την ύποπτη περιοχή. Λόγω όµως της καταχνιάς και της αποστάσεως παρατηρήσεως, ο φωτισµός είναι ανεπαρκής µε ένα µόνο πυροβόλο. Ο παρατηρητής πιστεύει ότι δύο βλήµατα θα είναι επαρκή αλλά θέλει να φωτίσει και ένα εγκάρσιο δροµολόγιο και να περιορίσει τις σκιές. Παραγγέλει: "ΚΛΙΜΑΚΩΣΑΤΕ ΠΑΡΕΚΤΡΟΠΗ".

Σχήµα 63. Βολή Πρώτου Φωτιστικού Βλήµατος.

ε. Τα δύο βλήµατα διαρρηγνύονται µε κανονική κλιµάκωση, στο κατάλληλο ύψος διαρρήξεως και ο παρατηρητής διακρίνει δύο άρµατα και προσωπικό στο δεξιό άκρο της φωτιζόµενης περιοχής (200 χιλ. δεξιά). Παραγγέλει: "∆ΕΞΙΑ 400, ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ, ∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛ-ΜΑΤΟΣ ΜΟΥ" και αµέσως µετά διαβιβάζει αίτηση βολής για βοµβιδοφόρα ∆Ε. Ο παρατηρητής δύναται να προσδιορίσει τη θέση του στόχου µε πολικές ή ορθογώνιες συντεταγµένες ή µε τη µέθοδο του Σ.Σχ., χρησιµοποιώντας σαν Σ.Σχ. το ΜΣ∆ των φωτιστικών, π.χ.

ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 537182, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 380, ∆θ 6100. ΕΤΟΙΜΟΣ, ∆ΥΟ ΑΡΜΑΤΑ

ΕΚ ΤΟΥ ΦΩΤΙΣΤΙΚΟΥ, ∆ΙΑΘΗΜΑ 6100, ΜΑΚΡΟΤΕΡΩΝ 100, ΕΤΟΙΜΟΣ,

191

ΚΑΙ ∆ΙΜΟΙΡΙΑ ΠΕΖΙΚΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 χ 100 ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ ∆Ε ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΜΕ ΕΚΡΗΚΤΙΚΑ" ΕΤΟΙΜΟΣ.

∆ΥΟ ΑΡΜΑΤΑ ΚΑΙ ∆ΙΜΟΙΡΙΑ ΠΕΖΙΚΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 χ 100 ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ ∆Ε ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΜΕ ΕΚΡΗΚΤΙΚΑ", ΕΤΟΙΜΟΣ.

στ. Ο παρατηρητής εκτελεί κανονισµό µε τα εκρηκτικά, όπως έχει περιγραφεί στην υποπαράγραφο "Συντονισµένος Φωτισµός, δια παραγγέλµατος µου", παραγγέλοντας "ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ ΠΥΡ" στον κατάλληλο χρόνο, ώστε αυτό να διαρραγεί κατά τη διάρκεια του µεγίστου φωτισµού. Με το πέρας του κανονισµού ο παρατηρητής παραγγέλει: "ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ ∆ΙΠΛΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 100, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

ζ. Η δραστική βολή προξενεί απώλειες στο προσωπικό, ενώ τα δύο άρµατα και το υπόλοιπο πεζικό αρχίζουν να κινούνται προς βορρά. Ο παρατηρητής επιθυµεί να επαναλάβει τη δραστική βολή. Παραγγέλει διόρθωση και για το φωτιστικό και για το βοµβιδοφόρο, παραγγέλοντας:

"ΦΩΤΙΣΤΙΚΟ, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400. ΒΟΜΒΙ∆ΟΦΟΡΟ, ∆ΕΞΙΑ 100, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ. ΕΤΟΙΜΟΣ".

η. Από την επανάληψη της δραστικής βολής ακινητοποιείται ένα άρµα, το πεζικό διασκορπίζεται και ο παρατηρητής παραγγέλει:

"ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ. ΕΝΑ ΑΡΜΑ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ, ΛΟΙΠΑ ΑΡΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΖΙΚΟ ∆ΙΑΣΚΟΡΠΙΣΘΗΚΑΝ ΠΡΟΣ ΒΟΡΡΑ. ΕΤΟΙΜΟΣ".

192

ΤΜΗΜΑ 36 ΚΑΠΝΟΓΟΝΑ ΒΛΗΜΑΤΑ

1. Τύποι Καπνογόνων Βληµάτων.

α. Καπνογόνα Εξαχλωραιθανίου.

(1) Τα καπνογόνα βλήµατα εξαχλωραιθανίου (HC) είναι καπνογόνα βλήµατα εκτοξευοµένης βάσεως (ΚΕΒ) και βάλλονται πάντοτε µε εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα. Περιέχουν έναν αριθµό καπνογόνων κυαθίων (τρία κυάθια το βλήµα 25 λιβρών - 105 χιλ. και τέσσερα το 155 χιλ.), µέσα στα οποία υπάρχει το εξαχλωραιθάνιο. Η χηµική αυτή ουσία είναι υγρο-σκοπική και καίγεται σε χαµηλή σχετικά θερµοκρασία. Ο παραγόµενος καπνός ανυψώνεται αργά και είναι πιο πυκνός υπό ασθενή βροχόπτωση ή όταν ο καιρός είναι υγρός.

(2) Με την ενεργοποίηση του εγκαιροφλεγούς πυροσωλήνα, το εξωστικό γέµισµα αναφλέγεται και παράγει αέρια, τα οποία εξωθούν τα καπνογόνα κυάθια εκτός του βλήµατος. Ο κενός κορµός του βλήµατος συνεχίζει την κίνηση επάνω στην τροχιά του, ενώ τα κυάθια, τα οποία έχουν ήδη αναφλέγει, πέφτουν στο έδαφος ελάχιστα εγγύτερον. Εάν η διάρρηξη είναι πολύ χαµηλή εγκαιροφλεγής ή κρουστική, τα κυάθια είτε εισχωρούν µέσα στο χώµα και παράγουν λιγοστό καπνό, είτε κτυπούν βίαια στο έδαφος και διασκορπίζονται προς όλες τις κατευθύνσεις (σκληρό έδαφος). Εάν η διάρρηξη είναι πολύ υψηλή, τα κυάθια πέφτουν στο έδαφος µε µεγάλη διασπορά, χωρίς στη συνέχεια να δηµιουργούν αποτελεσµατικό καπνό.

(3) Το κατάλληλο ύψος διαρρήξεως είναι εκείνο το οποίο φέρει τα κυάθια στο έδαφος συγκεντρωµένα, χωρίς αυτά να εισχωρούν στο έδαφος ή να διασκορπίζονται από την πρόσκρουση. Ενα ύψος διαρρήξεως περίπου 100 µέτρων παρέχει, στις περισσότερες περιπτώσεις, τα επιθυµητά αποτελέσµατα.

(4) Τα ΚΕΒ είναι τα πιο κατάλληλα για τη συντήρηση καπνογόνων προπετασµάτων. ∆εν προκαλούν απώλειες ή εµπρησµό. Η βολή ενός αριθµού εκρηκτικών βληµάτων ή βληµάτων ΛΦ µέσα στην καπνογόνο περιοχή, θα απαγορεύσει στο προσωπικό του εχθρού να σβήσει τα καιόµενα κυάθια.

193

β. Εγχρωµα Καπνογόνα.

Τα έγχρωµα καπνογόνα είναι και αυτά βλήµατα ΕΒ. Χρησιµοποιούνται για κατάδειξη και σηµατοδοσία και η µόνη διαφορά τους από τα καπνογόνα εξαχλωραιθανίου είναι το ότι παράγουν έγχρωµο καπνό (πράσινο, κίτρινο ή κόκκινο).

γ. Καπνογόνα Λευκού Φωσφόρου (ΛΦ).

(1) Τα καπνογόνα ΛΦ είναι βλήµατα τα οποία βάλλονται είτε µε ακαριαίο, είτε µε εγκαιροφλεγή πυροσωλήνα. Περιέχουν γόµωση ΛΦ και µία µικρή ποσότητα διαρρηκτικής γοµώσεως. Με την ενεργοποίηση του πυροσωλήνα η διαρρηκτική γόµωση διαρρηγνύει τον κορµό του βλήµατος, θρυµµατίζει και διασκορπίζει το ΛΦ, ο οποίος αναφλέγεται µόλις έλθει σε επαφή µε τον αέρα, παράγοντας πυκνό λευκό καπνό. Ο καπνός αυτός, λόγω της µεγάλης θερµότητας κατακαύσεως του ΛΦ, ανυψώνεται ταχύτατα προς τα άνω, σαν στήλη. Τα κατακαιόµενα κοµµάτια του ΛΦ έχουν εµπρηστικές ιδιότητες και προκαλούν απώλειες στο προσωπικό, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν εστίες πυρκαϊάς.

(2) Συνήθως χρησιµοποιούνται για εµπρησµό και πρόκληση απωλειών στο προσωπικό. Επειδή ο καπνός του ΛΦ ανυψώνεται γρήγορα, δεν ενδείκνυται η χρησιµοποίηση τους για τη συντήρηση προπετάσµατος καπνού, εκτός εάν η ταχύτητα του ανέµου είναι µεγαλύτερη των 10 κόµβων. Λόγω της µεγάλης ταχύτητας παραγωγής καπνού, µπορούν να χρησιµοποιηθούν για τον αρχικό σχηµατισµό προπετάσµατος (βλ. ταχύ προπέτασµα καπνού). Χρησιµοποιούνται επίσης για κατάδειξη, σηµατοδοσία και για διευκόλυνση του κανονισµού της βολής, όταν ο παρατηρητής δεν µπορεί να εντοπίσει το σηµείο πτώσεως των βληµάτων.

δ. Βελτιωµένα Καπνογόνα Βλήµατα Μ825.

To M825 είναι ένα βελτιωµένο καπνογόνο βλήµα εκτοξευοµένης βάσεως, το οποίο βάλλεται από οβιδοβόλα 155 χιλ. Είναι σχεδιασµένο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να παράγει προπέτασµα καπνού διάρκειας 5 έως 10 λεπτών. Το βλήµα αποτελείται από δύο κύρια τµήµατα. Το κέλυφος και την καπνογόνο ύλη. Η τελευταία αποτελείται από 116 κοµµάτια "τσόχας", τα οποία είναι εµποτισµένα µε λευκό φώσφορο. Το προπέτασµα καπνού παράγεται όταν η καπνογόνος ύλη, µετά από επενέργεια του εγκαιροφλεγούς πυροσωλήνα, εξωθηθεί από το κέλυφος του βλήµατος και διασκορπισθεί στο έδαφος. Τα εµποτισµένα µε ΛΦ

194

κοµµάτια '"τσόχας" καλύπτουν µία εδαφική περιοχή σχήµατος ελλείψεως και το κάθε ένα από αυτά, µόλις πέσει στο έδαφος, καθίσταται µία ξεχωριστή πηγή καπνού. Το βλήµα Μ825 ανήκει στην οικογένεια βληµάτων Μ483Α1.

2. Χαρακτηριστικά του Καπνού.

α. Γενικά.

Η αποτελεσµατική εκποµπή καπνογόνων προπετασµάτων από το Πυροβολικό στον κατάλληλο τόπο και χρόνο, βοηθά τον φίλιο ∆κτη να φέρει σε αίσιο πέρας την αποστολή του. Οταν ο καπνός χρησιµοποιείται κατάλληλα, µπορεί να µειώσει σηµαντικά την αποτελεσµατικότητα των µέσων του εχθρού τόσο κατά την ηµέρα όσο και κατά τη νύκτα. Με τον τρόπο αυτό αυξάνονται οι πιθανότητες επιτυχίας της αποστολής, µειώνοντας ταυτόχρονα τις απώλειες των φιλίων τµηµάτων. Ο καπνός περιορίζει επίσης την αποτελεσµατικότητα των ακτινών λέιζερ και παρεµποδίζει τη βολή κατευθυνοµένων βληµάτων. Ο καπνός µπορεί να χρησιµοποιηθεί για να παρεµποδίσει τη δυνατότητα του εχθρού να εκπέµψει αποτελεσµατικά πυρά, να παρακωλύσει εχθρικές ενέργειες και να απαγορεύσει στον εχθρό να συλλέξει πληροφορίες για τον ελιγµό και τις θέσεις των φιλίων. Στον Πίνακα 8 φαίνονται τα χαρακτηριστικά των καπνογόνων βληµάτων. Τα καπνογόνα µπορούν να χρησιµοποιηθούν για αποτύφλωση περιοχής, δηµιουργία προπετάσµατος ή σηµατοδοσία.

ΠΙΝΑΚΑΣ 8 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΠΝΟΓΟΝΩΝ ΒΛΗΜΑΤΩΝ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟ ΜΗΚΟΣ ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑΤΟΣ ΑΝΑ ΒΛΗΜΑ ΣΕ ΜΕΤΡΑ

ΟΒΙ∆Ο ΒΟΛΟ

ή ΟΛΜΟΣ

ΤΥΠΟΣ ΒΛΗΜΑΤΟΣ

ΧΡΟΝΟΣ ΓΙΑ ∆ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ-ΤΙΚΟΥ ΚΑΠΝΟΥ (σε δλ.)

ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΧΡΟΝΟΥ ΚΑΤΑΚΑΥ- ΣΕΩΣ ΠΛΕΥΡΙΚΟΣ

ΑΝΕΜΟΣ ΑΝΕΜΟΣ

ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ ή ΑΚΟΛΟΥΘΩΝ

Μ110Α2 (ΛΦ) 30" 60" έως 90" 100 50 155 χιλ. Μ116Β1 (ΕΒ) 60" έως 90" 4 λεπτά 350 75

Μ825 (Βελτ) 30" 7 λεπτά 100 95 105 χιλ. Μ60Α1 (ΛΦ) 30" 60" έως 90'' 75 50

Μ84Β1 (ΕΒ) 60" έως 90" 3 λεπτά 250 50 25 λιβρ. - 30" 2 λεπτά 100 50 4.2 ιντσ. Μ328Α1 (ΛΦ) 30" 1 λεπτό 150 40 81 χιλ. Μ375Α2 (ΛΦ) 30" 1 λεπτό 100 40

Παρατήρηση: Το βλήµα όλµου 4.2 ιντσών παράγει πιο αποτελεσµατικό καπνό από το αντίστοιχο του οβιδοβόλου 105 χιλ.

195

β. Αποτύφλωση.

Βάλλονται καπνογόνα βλήµατα ακριβώς επάνω στις θέσεις του εχθρού ή πολύ κοντά σε αυτές, µε κύριο σκοπό την προσωρινή παρεµπόδιση της παρατηρήσεως. Συνήθως η αποτύφλωση εκτελείται µε σκοπό:

(1) Να παρεµποδίσει τις µετρήσεις των εχθρικών ουλαµών λάµψεως και συνεπώς να παρεµποδίσει τα εχθρικά πυρά αντιπυροβολικού.

(2) Να αποτυφλώσει τα εχθρικά παρατηρητήρια και να µειώσει την ακρίβεια των παρατηρουµένων βολών.

(3) Να αποτυφλώσει τα εχθρικά όπλα ευθυτενούς τροχιάς συµπεριλαµβανοµένων και των κατευθυνόµενων Α/Τ βληµάτων, µειώνοντας έτσι την αποτελεσµατικότητα τους µέχρι και 90%.

(4) Να αποτυφλώσει τα εχθρικά laser (αποστασιό-µετρα ή/και καταυγαστές) και συνεπώς να µειώσει την αποτελεσµατικότητα τους.

(5) Να δηµιουργήσει υποψίες στον εχθρό και να τον εξαναγκάσει να αυξήσει τις περιπολίες του.

(6) Να εξαναγκάσει τα εχθρικά οχήµατα να κινούνται µε πολύ µικρή ταχύτητα ή και να ακινητήσουν προσωρινά.

(7) Να επαυξήσει τα προβλήµατα διοικήσεως και ελέγχου του εχθρού, παρεµποδίζοντας τα οπτικά σήµατα και αυξάνοντας τον όγκο των ασυρµάτων επικοινωνιών.

(6) Να παρεµποδίσει την παρατήρηση µε συσκευές νυκτερινής παρατηρήσεως και να περιορίσει τις δυνατότητες των περισσότερων συσκευών υπερύθρου ακτινοβολίας.

(9) Να αυξήσει την αποτελεσµατικότητα των φιλίων κω-λυµάτων.

196

Σχήµα 64. Βολή µε Καπνογόνα για Αποτύφλωση.

γ. ∆ηµιουργία Προπετασµάτων.

Τα καπνογόνα προπετάσµατα βάλλονται µεταξύ των εχθρικών παρατηρητηρίων και των φιλίων Μονάδων, µε σκοπό την απόκρυψη του ελιγµού των φίλιων Μονάδων. Ειδικότερα χρησιµοποιούνται για:

(1) Να εξαπατήσουν τον εχθρό. Ο καπνός παρασύρει τον εχθρό να εκτελέσει πυρά, µε αποτέλεσµα να αποκαλύπτει τις θέσεις του και να καταναλώνει τα πυροµαχικά του.

(2) Να καλύψουν τυχόν ακάλυπτα πλευρά, κατά την εκτέλεση του ελιγµού του φιλίου ∆κτη.

(3) Να υποβοηθήσουν τη δύναµη επιθέσεως να σταθεροποιηθεί απαρατήρητη επάνω στους ΑΝΣΚ, µε την εκποµπή καπνογόνων προπετασµάτων πέραν αυτών.

(4) Να υποβοηθήσουν τις ενέργειες διαβάσεως ποταµών υπό των φιλίων Μονάδων, µε την εκποµπή προπετάσµατος στο αρχικό προγεφύρωµα για την απαγόρευση συλλογής πληροφοριών από τον εχθρό. Επίσης τα καπνογόνα προπετάσµατα εξαπατούν τον εχθρό, όσον αφορά στην ακριβή θέση του αρχικού προγεφυρώµατος.

(5) Να υποβοηθήσουν τις φίλιες επιχειρήσεις άρσεως κωλυµάτων, µε την παρεµπόδιση της εχθρικής παρατηρήσεως και κατά συνέπεια την ελάττωση της ακρίβειας των εκτελουµένων απ' αυτών βολών.

197

Σχήµα 65. Καπνογόνο Προπέτασµα.

δ. Παραπλάνηση.

Εν καπνογόνο ροπ ασµα µπορ να ησιµοποιηθ ί µε α π έτ εί χρ εσκοπό να προκαλέσει σύγχυση στον εχθρό και να τον παραπλανήσει για τον τρόπο µε τον οποίο θα εκτελεσθεί ο φίλιος ελιγµός.

ε. Σηµατοδοσία.

Βολές µε καπνογόνα βλήµατα µπορούν να χρησιµοποιηθούν σαν προκαθορισµένα σήµατα, για τη διευκόλυνση της συνεννοήσεως (π.χ. άρση και µεταφορά πυρών Πυροβολικού, κατάδειξη στόχων σε αεροσκάφη κλπ.).

Παρατήρηση: Τα αποτελέσµατα της χρησιµοποιήσεως του καπνού κατά τη νύκτα δεν πρέπει να παραβλέπονται. Το σκοτάδι δίνει στην φίλια δύναµη ελιγµού µία ψευδαίσθηση ασφαλείας, η οποία µπορεί να αποβεί µοιραία. Ο εχθρός διαθέτει όπλα ευθυτενούς τροχιάς, τα οποία διαθέτουν συστήµατα νυκτερινής παρατηρήσεως και έτσι µπορεί να βλέπει και κατά τη νύκτα. Ο καπνός θα πρέπει να χρησιµοποιείται πάντοτε, και στις επιθετικές και στις αµυντικές επιχειρήσεις, διότι περιορίζει την τρωτότητα και επαυξάνει την αποτελεσµατικότητα της φιλίας δυνάµεως ελιγµού.

198

3. ∆ιαδικασία Βολής µε Καπνογόνα Βλήµατα.

Η εκτέλεση βολής µε καπνογόνα βλήµατα εναντίον στόχων διαφορετικών διαστάσεων ή µε διαφορετικό σκοπό, απαιτεί κάθε φορά τη χρησιµοποίηση διαφορετικής διαδικασίας από πλευράς Κ∆Π. Στο παρόν εγχειρίδιο περιγράφονται τρεις διαδικασίες (βολή µε καπνογόνο ΛΦ, ταχύ προπέτασµα καπνού και επιµεληµένο προπέτασµα καπνού), χωρίς να αποκλείεται η χρησιµοποίηση και άλλων µεθόδων, σε άλλες περιπτώσεις ή για άλλο σκοπό. Οι τρεις αυτές διαδικασίες φαίνονται στον πίνακα 9 και περιγράφονται αναλυτικά στις παραγράφους 5, 6 και 7 του παρόντος τµήµατος.

4. Παράγοντες που Επηρεάζουν το Σχηµατισµό Προπετά σµατος.

α. Καιρός.

Ο καιρός επιδρά σηµαντικά στον προσδιορισµό του σηµείου στο οποίο θα υπολογισθούν τα στοιχεία βολής και στη δηµιουργία και αποτελεσµατικότητα του καπνογόνου προπετάσµατος. Από τους παράγοντες που αναλύονται στη συνέχεια, αυτοί που κυρίως επηρεάζουν τη βολή είναι η κατάσταση των ατµοσφαιρικών συνθηκών, η διεύθυνση και η ταχύτητα του ανέµου.

(1) Κατάσταση των Ατµοσφαιρικών Συνθηκών.

Οι καιρικές συνθήκες, η ώρα του 24ώρου και η ταχύτητα του ανέµου είναι παράγοντες, οι οποίοι επιδρούν στη σταθερότητα της ατµόσφαιρας. Σύµφωνα µε τους παράγοντες αυτούς, η ατµόσφαιρα διακρίνεται σε σταθερή, ουδέτερη και ασταθή. Το καπνογόνο προπέτασµα το οποίο θα δηµιουργηθεί, είναι στενά συνδεδεµένο µε την ισχύουσα κατάσταση της ατµόσφαιρας. Ετσι όταν η κατάσταση της ατµόσφαιρας είναι σταθερή, οι προϋποθέσεις για ανάπτυξη καπνογόνου προπετάσµατος είναι ιδανικές. Οταν η κατάσταση της ατµόσφαιρας είναι ουδέτερη, οι προϋποθέσεις είναι ευνοϊκές, ενώ όταν είναι ασταθής, οι προϋποθέσεις δηµιουργίας προπετάσµατος είναι οριακές. Ο πίνακας του σχήµατος 10 χρησιµοποιείται από τον ΑΞΕΠ για να προσδιορίσει, ανάλογα µε τις συνθήκες που επικρατούν, τις προϋποθέσεις για δηµιουργία αποτελεσµατικού προπετάσµατος. Εν τούτοις και ο παρατηρητής θα πρέπει να γνωρίζει την επίδραση των καιρικών συνθηκών στη δηµιουργία του καπνογόνου προπετάσµατος.

199

ΠΙΝΑΚΑΣ 9 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΒΟΛΗ ΜΕ ΚΑΠΝΟΓΟΝΑ ΒΛΗΜΑΤΑ

∆ΙΑ∆Ι-ΚΑΣΙΑ ΓΙΑ

ΜΕΤΩ-ΠΟ ΣΤΟΧΟΥ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΥΡΟ-ΒΟΛΩΝ

ΤΥΠΟΣ ΠΥΡ-ΚΩΝ

∆ΕΣΜΗ ∆ΙΑΡΚΕΙΑ ΠΡΟΠΕΤΑ ΣΜΑΤΟΣ

∆ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ

ΕΛΕΓΧΟΣ

Εµπρησµό ή δηµιουργία απωλειών

ανάλογο σκευής

Πυρχία ή Ολµαρχία

ΛΦ Παράλληλη ή ειδική (β)

Εγκριση από ∆κτή

Λόχου/Ιλης (Υ)

Ταχύ Προ-πέτασµα Καπνού Πυροβόλων (α)

µέχρι 150 µ.

Ουλαµός (2 πυρο-βόλα)

1η ριπή: ΛΦ ή ΚΕΒ 2η ριπή: 2 ΚΕΒ

Παράλληλη ή ειδική (β)

30' έως 5 λεπτά

ΒΟΕ ή έγ-κριση από ∆κτή

Λόχου/Ιλης (Υ)

Ταχύ Προ-πέτασµα Καπνού Ολµων (α)

µέχρι 150 µ.

2 όλµοι ανά 2 βλήµατα ΛΦ

Παράλληλη 1 έως 3 λεπτά

ΒΟΕ ή έγ-κριση από ∆κτή

Λόχου/Ιλης (Υ)

Επιµεληµένο Προπέτα-σµα Καπνού Πυροβόλων

150 µ. έως 600 µ. (δ)

2.4 ή 6 πυροβόλα

ΛΦ ή ΕΒ Παράλληλη ή ειδική

4 έως 15 λεπτά

Εγκριση από ∆κτήΤΠ/ Επχίας (γ)

Επιµεληµένο Προπέτα-σµα Καπνού Ολµων

150 µ. έως 600 µ.

4 όλµοι 8 χιλ. ή 3-6 όλµοι 4,2"

ΛΦ Παράλληλη ή κανονική και/ή ειδική (β)

4 έως 15 λεπτά

Εγκριση από ∆κτήΤΠ/ Επχίας (γ)

Παρατηρήσεις: (α) Μ διαδικασία του ταχέως προπετάσµατος καπνού χρησιµοποιείται

για καταστολή στόχων ευκαιρίας (π.χ. αποτύφλωση βάλλοντος πολυβόλου). Ο παρατηρητής µετά τη βολή των τεσσάρων αρχικών βληµάτων, µπορεί να ζητήσει επανάληψη του ταχέως προπετάσµατος, δίδοντας και διόρθωση εάν απαιτείται. Μπορεί επίσης να ζητήσει αλλαγή του τύπου των καπνογόνων βληµάτων και να βληθούν 4 καπνογόνα ΕΒ ή 4 ΛΦ ή συνδυασµός αυτών. Το καλύτερο θα ήταν αυτό να είναι καθορισµένο από τις ΒΟΕ της Μοίρας. Οσον αφορά τους όλµους, τα βλήµατα που βάλλονται είναι πάντοτε ΛΦ, διότι δεν διατίθενται βλήµατα ΕΒ.

(β) Η επιλογή παράλληλης ή ειδικής δέσµης (διαφορετικά στοιχεία βολής για κάθε πυροβόλο ή όλµο) έγκειται στην κρίση του Αξκού Βολής και εξαρτάται από το διαθέσιµο χρόνο και την ύπαρξη ή όχι Η/Υ, µε τον οποίο θα εξαχθούν τα στοιχεία βολής.

(γ) Η εδώ εκτέλεση βολής µε καπνογόνα βλήµατα είναι πιθανόν να επηρεάσει την εκτέλεση του ελιγµού των φιλίων τµηµάτων. Για το λόγο αυτό, υπόκειται πάντοτε στην έγκριση του ∆κτη Λόχου/Ιλης ή Τάγµατος ΠΖ/Επιλαρχίας, ο οποίος αφ' ενός γνωρίζει επαρκώς τον ελιγµό και αφ' ετέρου, εάν απαιτείται, θα συνεννοηθεί µε το προϊστάµενο του κλιµάκιο.

(δ) Για µέτωπο στόχου µεγαλύτερο των 600 µέτρων, προσδιορίζονται δύο ή περισσότερα σηµεία γενέσεως, και εκτελείται η διαδικασία του επιµεληµένου προπετάσµατος σε κάθε ένα από αυτά.

200

(2) Ταχύτητα του Ανέµου.

Η κίνηση του καπνού εξαρτάται σαφώς από την ταχύτητα και τη διεύθυνση του ανέµου. Ανεµος ταχύτητας από 4 έως 14 κόµβους είναι ο καλύτερος για τη δηµιουργία καπνογόνων προπετασµάτων. Η καλύτερη ταχύτητα ποικίλλει, αναλόγως του τύπου του καπνογόνου βλήµατος (Σχ. 66). Ο παρατηρητής για να προσδιορίσει την ταχύτητα του χρησιµοποιεί, είτε την κλίµακα του πίνακα 11 είτε την παρατήρηση της ταχύτητας κινήσεως του καπνού ή της σκόνης των διαρρήξεων των εκρηκτικών βληµάτων κατά τη διάρκεια του κανονισµού. Κατά τη µέθοδο αυτή ο παρατηρητής χρησιµοποιεί τον τύπο: ''Ταχύτητα ανέµου σε ΜΑΩ = 2Α / Τ", όπου Α η απόσταση σε µέτρα που διανύθηκε από τον καπνό και Τ ο χρόνος σε δευτερόλεπτα. Για παράδειγµα, ο παρατηρητής µέτρησε απόσταση που διανύθηκε από τον καπνό, σε χρόνο 20 δλ., ίση µε 100 µέτρα. Συνεπώς:

Ταχύτητα ανέµου = 2Α / Τ = 200 / 20 = 10 ΜΑΩ.

Σχήµα 66. Χρησιµοποίηση Καπνογόνου Βλήµατος Αναλόγως της

Ταχύτητας του Αέρα.

(3) ∆ιεύθυνση Ανέµου.

Η διεύθυνση του ανέµου επηρεάζει τη κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί ο καπνός και συνεπώς τη θέση του ή αυτή των σηµείων γενέσεως την οποία θα προσδιορίσει ο παρατηρητής για τη βολή των καπνογόνων βληµάτων. Για να προσδιορίσει τη διεύθυνση του ανέµου στην περιοχή του στόχου, ο παρατηρητής παρακολουθεί την κίνηση του καπνού ή της σκόνης, την κλίση που παίρνουν τα κλαδιά των δένδρων και τα κύµατα του νερού.

201

ΠΙΝΑΚΑΣ 10 ΚΑΙΡΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙ∆ΡΑΣΗ ΣΤΗ ∆ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

ΚΑΠΝΟΓΟΝΟΥ ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑΤΟΣ

ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ∆ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΠΝΟΓΟΝΟΥ ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑΤΟΣ

ΩΡΑ

ΚΑΙΡΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ ΚΑΘΩΣ ΠΑΡΕΚΚΛΙΝΕΙ ΜΕ ΤΟΝ ΑΕΡΑ (∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ

ΑΝΕΜΟΥ)

Ι∆ΑΝΙΚΕΣ (Σταθερή Κατάσταση Ατµόσφαιρας)

1. Νύκτα - έως 1 ώρα µετά την ανατολή του ηλίου.

2. Ταχύτητα ανέµου µικρότερη από 5 κόµβους.

3. Ουρανός νεφελώδης λιγότερο από 30%. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Σταθερή Κατάσταση - Ιδανική για χρήση καπνογόνου.

ΕΥΝΟΙΚΕΣ (Ουδέτερη Κατάσταση Ατµόσφαιρας)

1. Συµβαίνει συνήθως 1 µε 2 ώρες πριν και µετά την ανατολή του ηλίου.

2. Επίσης όταν ο άνεµος έχει ταχύτητα 5 κόµβων ή µεγαλύτερη και/ή ο ουρανός είναι 30% νεφελώδης ή περισσότερο.

Ουδέτερη Κατάσταση - Ευνοϊκή για χρήση

καπνογόνου.

ΟΡΙΑΚΗ (Ασταθής Κατάσταση Ατµόσφαιρας)

1. Ηµέρα - τουλάχιστον 2 ώρες µετά την ανατολή.

2. Ταχύτητα ανέµου µικρότερη από 5 κόµβους.

3. Ουρανός λιγότερο από 30% νεφελώδης ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Ασταθής Κατάσταση - Οριακή για χρήση καπνογόνου.

(4) Γραµµή Μονάδα Ελιγµού - Στόχος.

Η διεύθυνση του ανέµου πρέπει να προσδιορισθεί σε σχέση µε τη γραµµή (θέση) Μονάδας ελιγµού - Στόχος. Ο παρατηρητής πρέπει να προσδιορίσει εάν ο άνεµος είναι αντίθετος, ακολουθών ή πλευρικός (βλ. σχ. 67). Η γραµµή Μονάδα ελιγµού - Στόχος είναι µία φανταστική γραµµή, από το σηµείο που θέλει ο παρατηρητής να αποκρύβει η Μονάδα ελιγµού µέχρι το κέντρο του στόχου. Ο παρατηρητής θα πρέπει σε συνεννόηση µε τον αντίστοιχο ∆ιοικητή να αποκρύψει τη Μονάδα ελιγµού στο πιο επικίνδυνο σηµείο της κινήσεως της.

202

ΠΙΝΑΚΑΣ 11 ΣΧΕΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΕΜΟΥ ΣΕ ΚΟΜΒΟΥΣ

ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΣΕ ΚΟΜΒΟΥΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Μικρότερη του 1 0 καπνός και η σκόνη από τη κίνηση των οχηµάτων ανυψώνεται κατακόρυφα. Τα φύλλα των δένδρων δεν

ύ1 έως 3 Η διεύθυνση του ανέµου διακρίνεται δύσκολα από τον καπνό ή τη σκόνη που δηµιουργείται από την κίνηση των οχηµάτων. Ελαφρά, αδιάκοπη κίνηση των φύλλων των δένδρων

4 έως 6 0 άνεµος αρχίζει να γίνεται αισθητός στο πρόσωπο. Τα φύλ-λα θροΐζουν.

7 έως 10 Τα φύλλα και µικρά κλαδιά σε συνεχή κίνηση.

11 έως 16 0 άνεµος σηκώνει σκόνη από το έδαφος και παρασύρει τεµάχια χαρτιού. Τα µικρά κλαδιά των δένδρων κινούνται.

17 έως 21 Κινούνται τα µικρά δένδρα µε φύλλα. Σχηµατίζονται µικρά κύµατα κοντά στις ακτές των λιµνών.

22 έως 27 Κινούνται τα µεγάλα κλαδιά των δένδρων. Ακούγεται σφύριγµα από τα τηλεφωνικά καλώδια και τα σύρµατα των φρακτών

28 έως 33 Κινούνται ολόκληρα τα δένδρα. Παρουσιάζεται δυσκολία στην κίνηση αντίθετα στον άνεµο.

Σηµείωση: 1 κόµβος ισούται µε 1.15 ΜΑΩ.

(5) Θερµοκρασία.

Αυξηµένη θερµοκρασία έχει σαν αποτέλεσµα τον ταχύτερο διασκορπισµό του καπνού.

(6) Υγρασία.

Η υγρασία της ατµόσφαιρας επηρεάζει την πυκνότητα και την ποσότητα του παραγόµενου καπνού. Οταν ο καιρός είναι υγρός, το καπνογόνο βλήµα, λόγω της υγροσκοπικής ιδιότητας της γοµώ-σεώς του, σχηµατίζει πυκνό νέφος καπνού, ενώ όταν ο καιρός είναι ξηρός, ο καπνός ανυψώνεται και διαλύεται γρήγορα. Ετσι σε βροχερό και οµιχλώδη καιρό, συνήθως δηµιουργείται αποτελεσµατικότερο προπέτασµα, ακόµη και όταν πνέει ισχυρός άνεµος, εκτός εάν βρέχει ραγδαία, οπότε το νέφος του καπνού παραµένει χαµηλά και διαλύεται.

203

β. ∆ιαθεσιµότητα Πυροµαχικών.

Ο περιορισµένος αριθµός καπνογόνων βληµάτων στους βασικούς φόρτους των Μοιρών αποκλείει την συντήρηση προπετασµάτων καπνού διαρκείας. Η κατανάλωση των βληµάτων αυτών ποικίλλει ανάλογα µε την αποστολή. Ολοι οι παρατηρητές θα πρέπει να γνωρίζουν την ποσότητα των διατιθεµένων πυροµαχικών, καθώς και την ποσότητα καπνού που µπορεί να παραχθεί. Οταν υφίστανται µεγάλες απαιτήσεις για βολές µε καπνογόνα, µπορεί να απαιτηθεί ανακατανοµή των βασικών φόρτων αρκετών Μονάδων ή χορήγηση επιπλέον βληµάτων για τη συγκεκριµένη επιχείρηση. Η εµπειρία της µάχης έχει αποδείξει ότι τα διατιθέµενα καπνογόνα βλήµατα δεν επαρκούν για την ικανοποίηση όλων των αιτήσεων βολής.

Σχήµα 67. Γραµµή Μονάδα Ελιγµού - Στόχος.

γ. ∆ιατιθέµενα Μέσα.

Πριν την εκτέλεση της βολής µε καπνογόνα βλήµατα ο παρατηρητής, ο Αξκός σύνδεσµος και ο ΑΞΕΠ πρέπει να λάβουν υπ' όψη τους όλα τα διατιθέµενα µέσα. Ο παρατηρητής θα πρέπει να εκτιµήσει και να προτείνει στο ∆κτη του Λόχου/Ιλης για το εάν θα χρησιµοποιηθούν πυροβόλα ή όλµοι. Ο ΑΞΕΠ της Μοίρας θα πρέπει να αποφασίσει για το ποια Πυροβολαρχία είναι η καταλληλότερη ή για το εάν θα χρησιµοποιήσει την ενισχύουσα Μοίρα, (εάν υφίσταται). Ο Αξκος σύνδεσµος παρέχει στο

204

∆κτη της Μονάδας ελιγµού τακτικές πληροφορίες, οι οποίες θα µπορούσαν να επηρεάσουν το τύπο των µέσων υποστηρίξεως τα οποία θα χρησιµοποιηθούν. Σε όλες τις περιπτώσεις τα µέσα είναι περιορισµένα και για το λόγο αυτό, θα πρέπει να λαµβάνονται υπ' όψη οι δυνατότητες του κάθε µέσου, για την, µε τον καλύτερο τρόπο, εκτέλεση της κάθε αποστολής.

δ. Εδαφος.

Η φύση της επιφάνειας του εδάφους, καθώς και η σύσταση του επηρεάζουν σοβαρά το σχηµατισµό του προπετάσµατος. Για την εκποµπή προπετασµάτων ισχύουν τα εξής:

(1) Εάν βληθούν καπνογόνα βλήµατα σε δασωµένη περιοχή στην οποία ευρίσκονται άρµατα, τότε τα τελευταία χάνουν την έννοια του προσανατολισµού.

(2) Ο καπνός συγκεντρώνεται στα χαµηλότερα σηµεία του εδάφους.

(3) Η βολή καπνογόνων βληµάτων σε ξηρή βλάστηση είναι πιθανόν να προκαλέσει φωτιά.

(4) ∆εν πρέπει να γίνεται βολή σε µαλακό ή ελώδες έδαφος, διότι τα καπνογόνα κυάθια εισχωρούν µέσα σε αυτό και παράγουν λίγο ή καθόλου καπνό.

(5) ∆εν πρέπει επίσης να γίνεται βολή σε νερό ή σε περιοχή µε χιόνι πάχους µεγαλύτερου των 10-15 εκατοστών, διότι η παραγόµενη από την καύση θερµότητα λειώνει το χιόνι και τα κυάθια σβήνουν.

(6) Η βολή σε εδάφη µε µεγάλη κλίση θα έχει σαν απο-τέλεσµα την αποµάκρυνση των κυαθίων από το σηµείο στο οποίο έπεσαν.

(7) Οταν το έδαφος είναι καλυµµένο από βλάστηση, τα µόρια του καπνού συγκρατούνται από αυτήν, µε αποτέλεσµα το προπέτασµα να έχει µεγαλύτερη διάρκεια.

(8) Σε σκληρό ή ανώµαλο έδαφος, τα κυάθια αναπηδούν και διασπείρονται ανώµαλα. Η διασπορά αυτή ελαττώνεται εάν η γωνία πτώσεως είναι µεγάλη και η µένουσα ταχύτητα µικρή. Για το λόγο αυτό, πρέπει να χρησιµοποιείται το ασθενέστερο δυνατό γέµισµα.

205

ε. Εχθρός.

Ο παρατηρητής θα πρέπει να γνωρίζει τον εχθρό και να προλαµβάνει τις ενέργειες του. Μερικοί κανόνες είναι οι εξής:

(1) Η αποτελεσµατικότητα των παρατηρητηρίων ή βαρέων όπλων ευθυτενούς τροχιάς µειώνεται κατά πολύ όταν εκτελεσθεί βολή µε καπνογόνα επάνω στη θέση τους.

(2) Οταν ο εχθρός αναπτύσσεται από φάλαγγα πορείας και λαµβάνει σχηµατισµούς µάχης, βολή µε συνδυασµό εκρηκτικών και καπνογόνων, τον εξαναγκάζει να κινείται µε κλειστές τις θυρίδες, ενώ παράλληλα του δηµιουργεί σύγχυση.

(3) Η δηµιουργία προπετασµάτων είναι πιθανόν να επιδράσει αρνητικά στις επιχειρήσεις των φιλίων Μονάδων ελιγµού. Είναι πιθανόν ο καπνός να µειώσει τις δυνατότητες των φίλιων τµηµάτων, περισσότερο από αυτές του εχθρού. ∆εν θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι είναι δυνατόν να καλυφθούν οι θέσεις των φιλίων από καπνό, σε περίπτωση που φυσά αντίθετος άνεµος. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να δίδεται µεγάλη σηµασία στα ανεπιθύµητα αποτελέσµατα, τα οποία τυχόν θα δηµιουργηθούν.

στ. ∆ιοίκηση και Ελεγχος.

(1) Η εκποµπή ενός καπνογόνου προπετάσµατος θα πρέπει να εγκρίνεται κάθε φορά από τον αντίστοιχο ∆κτη. Ετσι ένα ταχύ προπέτασµα καπνού θα εγκριθεί από τον αντίστοιχο ∆κτη Λόχου/Ιλης, για την υποστήριξη του οποίου εκπέµπεται. Αυτός γνωρίζοντας τον ελιγµό του Τάγµατος µπορεί να γνωρίζει εάν ο καπνός θα επηρεάσει τις φίλιες επιχειρήσεις, ενώ σε περίπτωση που δεν µπορεί να κρίνει, ζητά έγκριση από τον προϊστάµενο του, µε τον οποίο ευρίσκεται σε συνεχή επαφή. Το ίδιο ισχύει και για το ∆κτη Τάγµατος/Επχίας, ο οποίος εγκρίνει την εκποµπή του επιµεληµένου προπετάσµατος.

(2) Ο τακτικός ∆κτής, µετά τις προτάσεις 2ου σταδίου, θα πρέπει κάθε φορά να καθορίζει σε γενικές γραµµές τους κανόνες για τη χρησιµοποίηση του καπνού για την υποστήριξη της επιχειρήσεως και να θέτει τους τυχόν περιορισµούς. Εάν αυτό δεν γίνει, τότε ο Συντονιστής Πυρών Υποστηρίξεως, ο Αξκός Σύνδεσµος, ακόµα και ο ΠΑΠ θα πρέπει να ρωτήσουν τους αντίστοιχους ∆κτες για τις κατευθύνσεις τους, όσον αφορά τη χρησιµοποίηση των καπνογόνων. Ο υπεύθυνος για την επιχείρηση ∆κτης

206

θα πρέπει να συντονίσει τη χρησιµοποίηση του καπνού µε όλες τις Μονάδες, οι οποίες συµµετέχουν ή είναι δυνατόν να επηρεασθούν από τη χρήση του καπνού. Ο Αξκός Σύνδεσµος και ο Συντονιστής Πυρών Υποστηρίξεως θα πρέπει να συµβουλεύουν τον τακτικό ∆κτη σε θέµατα της χρησιµοποιήσεως των καπνογόνων προπετασµάτων, καθώς και να τον ενηµερώνουν για τη διαθεσιµότητα των πυροµαχικών - µέσων.

5. Βολή µε Καπνογόνο ΛΦ.

Οπως αναφέρθηκε σε προηγούµενη παράγραφο, το καπνογόνο ΛΦ µπορεί να χρησιµοποιηθεί για εµπρησµό ή/και πρόκληση απωλειών στο προσωπικό. Εάν υπάρχουν στοιχεία εξ επισηµάνσεως και ο στόχος προσδιορίσθηκε µε λέιζερ, ο παρατηρητής αιτείται απ' ευθείας δραστική βολή. Εάν πρέπει να εκτελεσθεί κανονισµός, χρησιµοποιείται πάντοτε εκρηκτικό βλήµα, µε σκοπό να µην αποκρυβεί από τον καπνό το σηµείο κανονισµού. Η βολή εκτελείται µε τη γνωστή διαδικασία, µε τη διαφορά ότι ο παρατηρητής παραγγέλει τη δραστική βολή µε το παράγγελµα: "ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΕΥΚΟΥ ΦΩΣΦΟΡΟΥ, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

Αιτήσεις Βολής:

Λ40 Ε∆Ω Λ48, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ∆θ 2046, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 3155, ΓΘ ΜΕΙΟΝ 13, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΕΞΙ ΟΧΗΜΑΤΑ ΑΝΕΦΟ∆ΙΑΖΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΕΖΙΚΟ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 χ 100 ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΦ, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Λ40 Ε∆Ω Λ48, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΝΕΣ 325614 ΥΨΟΜΕΤΡΟ 280, ∆θ 2050, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΕΞΙ ΟΧΗΜΑΤΑ ΑΝΕΦΟ∆ΙΑΖΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΕΖΙΚΟ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 200 χ 100 ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΦ ΣΤΗ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

6. Χαρακτηριστικά Νέφους Καπνού.

α. Ορισµοί.

(1) Σηµείο Γενέσεως.

Είναι το ΜΣΠ των κυαθίων ενός καπνογόνου βλήµατος ΕΒ ή περισσοτέρων βληµάτων, που βάλλονται προς τον ίδιο στόχο. Κάθε σηµείο γενέσεως συντηρείται κανονικά από ένα πυροβόλο.

207

(2) Σηµείο Κανονισµού.

Σαν σηµείο κανονισµού λαµβάνεται η θέση του αρχικού σηµείου γενέσεως, σύµφωνα µε τα δεδοµένα του πίνακα 12.

Σχήµα 68. Χαρακτηριστικά Νέφους Καπνού ενός Βλήµατος ΚΕΒ.

β. Ο καπνός µετακινείται µε τον άνεµο και αραιώνει όσο αποµακρύνεται από το σηµείο γενέσεως. Υπό ευνοϊκές συνθήκες, ο καπνός προσκολλάται στο έδαφος, ακολουθώντας κατά κάποιο τρόπο τη µορφολογία του και συγκεντρώνεται στις βαθιές γραµµές του.

γ. Τα χαρακτηριστικά του προπετάσµατος καπνού, ο οποίος παράγεται υπό ευνοϊκές συνθήκες από ένα σηµείο γενέσεως φαίνονται στο σχήµα 68.

7. Ταχύ Προπέτασµα Καπνού.

α. Περιγραφή.

(1) Ο αντικειµενικός σκοπός ενός ταχέως προπετάσµατος καπνού είναι η καταστολή ενός στόχου, µε αποτύφλωση της παρατηρήσεως του.

208

(2) Είναι αποτελεσµατικό µόνο για στόχους "σηµείο" ή για στόχους µε µέτωπο µέχρι 150 µέτρα.

(3) Εκπέµπεται µε απευθείας, δραστική βολή ανά δύο, από δύο πυροβόλα (συνήθως του κεντρικού ουλαµού της Πυρχίας).

(4) Είναι δυνατόν να είναι προσχεδιασµένο, οπότε περιλαµβάνεται στον πίνακα στόχων, που αποστέλει ο Αξκος Σύνδεσµος. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να λαµβάνεται σοβαρά υπ' όψη ότι µία αλλαγή στη διεύθυνση του ανέµου είναι πιθανόν να καταστήσει το προπέτασµα αναποτελεσµατικό.

(5) Επίσης είναι δυνατό να βληθεί εναντίον απρόοπτου στόχου.

(6) Εάν το προπέτασµα είναι αναποτελεσµατικό, λόγω εσφαλµένου προσδιορισµού της θέσεως του στόχου, τότε ο παρατηρητής αιτείται επανάληψη της βολής, διαβιβάζοντας ταυτόχρονα την κατάλληλη διόρθωση.

π.χ. Λ40 Ε∆Ω Λ48, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΝΕΣ 432649, ΥΨΟΜΕΤΡΟ 155, ∆θ 980. ΤΑΧΥ ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑ ΚΑΠΝΟΥ ΓΙΑ ΑΠΟΤΥΦΛΩΣΗ ΠΟΛΥΒΟΛΟΥ ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Εάν η βολή ήταν αναποτελεσµατική, ο παρατηρητής παραγγέλει: "∆ΕΞΙΑ 200, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 200, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ. ΕΤΟΙΜΟΣ".

β. ∆ιαδικασία.

(1) Πριν την εκτέλεση του ταχέως προπετάσµατος καπνού, ο παρατηρητής θα πρέπει να γνωρίζει ότι η καταστολή του στόχου µε εκρηκτικά βλήµατα είναι σαφώς ταχύτερη από την αντίστοιχη µε καπνογόνα, γιατί ως γνωστόν ο καπνός αργεί να δηµιουργηθεί. Από την άλλη πλευρά, εάν ο προσδιορισµός του στόχου δεν είναι ακριβής, η βολή µε καπνογόνα είναι πιθανόν να καταστείλει έστω και προσωρινά τον στόχο, ενώ η βολή µε εκρηκτικά δεν θα έχει αποτελέσµατα. Επίσης το ταχύ προπέτασµα καπνού είναι αποτελεσµατικό µόνο για στόχους "σηµείο" ή για στόχους που το µέτωπο τους δεν υπερβαίνει τα 150 µέτρα.

209

(2) Η εκτέλεση του ταχέως προπετάσµατος εκτελείται πάντοτε από δύο πυροβόλα. Κατά το σχηµατισµό του, βάλλονται τέσσερα συνολικά βλήµατα. Τρία βλήµατα ΕΒ και ένα ΛΦ. Κατά την επανάληψη της βολής βάλλονται τετράδες καπνογόνων βληµάτων ΕΒ. Τα βλήµατα ΛΦ βάλλονται µε ακαριαίο πυροσωλήνα, ενώ τα ΕΒ µε εγκαιροφλεγή. Ο παραπάνω συνδυασµός βληµάτων είναι ένας προτεινόµενος συνδυασµός, ο οποίος µπορεί να τροποποιηθεί κατά περίπτωση. Ετσι σε περίπτωση που η ταχύτητα του ανέµου είναι µεγάλη, µπορεί να χρησιµοποιηθούν µόνο βλήµατα ΛΦ τόσο στον αρχικό σχηµατισµό του προπετάσµατος όσο και στη συντήρηση του.

(3) Σε περίπτωση που το προπέτασµα δεν είναι αποτε-λεσµατικό, λόγω εσφαλµένου προσδιορισµού της θέσεως του στόχου, ο παρατηρητής δίδει διορθώσεις κατά διεύθυνση, όχι µικρότερες των 50 µέτρων και κατά βεληνεκές, όχι µικρότερες των 100 µέτρων. Το ύψος διαρρήξεως του καπνογόνου ΕΒ διορθώνεται ως εξής:

(α) Εάν το βλήµα διαρραγεί κρουστικά: "ΑΝΩ 100".

(β) Εάν τα κυάθια αναπηδούν υπερβολικά: "ΑΝΩ 50".

(γ) Εάν τα κυάθια διασπείρονται: "ΚΑΤΩ 50".

(4) Στην περίπτωση που δεν καλύπτεται η αποτυ- φλωτέα περιοχή, ο παρατηρητής είναι δυνατό να ζητήσει εκποµπή καπνογόνου σε δεύτερο σηµείο γενέσεως, διαβιβάζοντας διόρθωση σε σχέση µε το πρώτο σηµείο γενέσεως, π.χ.:

∆ΕΥΤΕΡΟ ΣΗΜΕΙΟ ΓΕΝΕΣΕΩΣ, ∆ΕΞΙΑ 500, ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 200, ΕΠΑΝΕΛΑΒΑΤΕ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Εάν ο παρατηρητής ήθελε απλώς να µεταφέρει το ταχύ προπέτασµα σε άλλο σηµείο γενέσεως, θα διαβίβαζε στο Κ∆Π:

∆ΕΞΙΑ 500, ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 200, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

(5) Ο παρατηρητής µπορεί να αιτηθεί συντήρηση του προπετάσµατος, π.χ.: "∆ΙΑΡΚΕΙΑ ΠΡΟΠΕΤΑΜΑΤΟΣ 15 ΛΕΠΤΑ, ΕΤΟΙΜΟΣ." ή να αιτηθεί το: "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ, ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΙΚΟ, ΕΤΟΙΜΟΣ." Εάν χρησιµοποιηθεί συνδυασµός καπνογόνων ΛΦ και ΕΒ

210

(4 βλήµατα), αναµένεται ότι ο καπνός θα είναι αποτελεσµατικός 30 δλ. µετά την πτώση των πρώτων βληµάτων και κυαθίων στο έδαφος και ότι το προπέτασµα θα διαρκέσει από 4 έως 5 λεπτά. Εάν απαιτείται µεγαλύτερη διάρκεια αποτυφλώσεως, ο παρατηρητής θα πρέπει να ζητήσει επανάληψη της βολής.

(6) Το σηµείο κανονισµού, το σηµείο δηλαδή το οποίο θα προσδιορίσει ο παρατηρητής και στο οποίο θα εξαχθούν στοιχεία βολής του ταχέως προπετάσµατος καπνού ονοµάζεται σηµείο γενέσεως του προπετάσµατος και η θέση του εξαρτάται από τη διεύθυνση του ανέµου (βλέπε Σχ. 69).

(α) Αντίθετος άνεµος (πνέει από το στόχο): Το σηµείο γενέσεως επιλέγεται επάνω στη γραµµή Μονάδα ελιγµού - Στόχος και 100 µέτρα εντεύθεν του στόχου ή και επ' αυτού.

(β) Ακολουθών άνεµος (πνέει προς το στόχο): Το σηµείο γενέσεως επιλέγεται επάνω στη γραµµή Μονάδα ελιγµού - Στόχος και τουλάχιστον 200 µ. εντεύθεν του στόχου.

(γ) Πλευρικός άνεµος: Το σηµείο γενέσεως επιλέγεται 100 µ. εντεύθεν του στόχου και 100 µέτρα δεξιά ή αριστερά της γραµµής Μονάδα ελιγµού - Στόχος, ανάλογα µε τη διευθύνσεως του ανέµου (πάντοτε προς την πλευρά από την οποία πνέει ο άνεµος).

Προσοχή: Οταν ο άνεµος είναι αντίθετος πρέπει να δίδεται προσοχή, γιατί είναι πιθανόν ο καπνός να καλύψει τα φίλια τµήµατα.

8. Επιµεληµένο Προπέτασµα Καπνού.

α. Περιγραφή.

Ο σκοπός ενός επιµεληµένου προπετάσµατος καπνού είναι είτε να παρακωλύσει την εχθρική παρατήρηση είτε να αποκρύψει το φίλιο ελιγµό. Βάλλεται όταν δεν απαιτείται η άµεση δηµιουργία προπετάσµατος. Ο κανονισµός εκτελείται πάντοτε µε εκρηκτικό βλήµα, µε σκοπό να µην αποκρύβει το σηµείο κανονισµού από τον καπνό. Μόλις γίνει παρεµβολή 200 µέτρων, δίδεται η κατάλληλη διόρθωση και βάλλεται καπνογόνο ΕΒ. Εκτελείται ο κανονισµός κατά βεληνεκές, κατά διεύθυνση και καθ' ύψος του καπνογόνου και βάλλεται η δραστική βολή.

211

Σχήµα 69. Θέση του Σηµείου Γενέσεως Ταχέως Προπετάσµατος Ανάλογα µε τη

∆ιεύθυνση του Ανέµου.

β. ∆ιαδικασία.

(1) Το επιµεληµένο προπέτασµα καπνού χρησιµο-µοιείται µε σκοπό να αποτυφλώσει µία περιοχή µετώπου µέχρι 600 µέτρων. Για στόχους µεγαλυτέρου µετώπου, ο παρατηρητής αιτείται περισσότερα του ενός επιµεληµένα προπετάσµατα.

(2) Οταν ο παρατηρητής προετοιµάζει την αίτηση βολής του για εκτέλεση επιµεληµένου προπετάσµατος θα πρέπει να προσδιορίσει τη θέση του σηµείου γενέσεως, δηλαδή του σηµείου κανονισµού (πίνακας 12). Στη συνέχεια προσδιορίζει τον τύπο των καπνογόνων τα οποία θα χρησιµοποιήσει (ΛΦ ή ΕΒ), το µέτωπο της περιοχής που πρόκειται να αποτυφλώσει και τη διεύθυνση του ανέµου, σε σχέση µε τη γραµµή Μονάδα ελιγµού - Στόχος.

(3) Ο παρατηρητής στην αίτηση βολής του θα πρέπει να συµπεριλάβει και το χρόνο επί τον οποίο θέλει το προπέτασµα να είναι αποτελεσµατικό. Εάν επιθυµεί αποτύφλωση του στόχου σε συγκεκριµένο χρόνο, θα συµπεριλάβει στην αίτηση βολής και το "∆ΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ

212

ΜΟΥ". Για να προσδιορίσει το χρόνο στον οποίο θα αναφωνήσει "ΠΥΡ" προσθέτει στη διάρκεια τροχιάς τον απαραίτητο χρόνο για την αρχική δηµιουργία του προπετάσµατος (30 δλ. για το καπνογόνο ΛΦ και 60 δλ. για το ΕΒ). Θα πρέπει επίσης να συµπεριλάβει το πυροβόλο το οποίο θα εκτελέσει τον κανονισµό. Εάν ο άνεµος είναι πλάγιος και πνέει από δεξιά ή αριστερά της γραµµής Μονάδα ελιγµού - Στόχος, παραγγέλει "∆ΕΞΙΟ" ή "ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ". Αντίστοιχα, εάν ο άνεµος είναι ακολουθών ή αντίθετος παραγγέλει "Ο∆ΗΓΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ".

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία γνωρίζει, ότι τα στοιχεία βολής εξάγονται µε Η/Υ, συµπεριλαµβάνει στην αίτηση βολής του το διάθηµα του µετώπου του στόχου, διότι τα δεδοµένα αυτά είναι απαραίτητα στον Η/Υ, για τον προσδιορισµό συγκεκριµένων σηµείων γενέσεως για κάθε πυροβόλο.

(5) Ενα επιµεληµένο προπέτασµα καπνού έχει, συνήθως, διάρκεια από 4 έως 15 λεπτά. Για την εκποµπή της δραστικής βολής χρησιµοποιούνται βλήµατα ΛΦ ή ΕΒ ανάλογα µε την ταχύτητα του ανέµου (Σχήµα 66), τα οποία βάλλονται µ ε ένα, δύο ή τρεις ουλαµούς της πυροβολαρχίας.

π.χ Λ40 Ε∆Ω Λ48, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. Σ.Σχ. 3, ∆θ 1650, ∆ΕΞΙΑ 100 ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 300, ΑΝΩ 20, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑ ΚΑΠΝΟΥ ∆ΙΑΡΚΕΙΑ 9 ΛΕΠΤΑ ΓΙΑ ΑΠΟΤΥΦΛΩΣΗ Α/Τ ΟΠΛΩΝ ΜΕΤΩΠΟ 500 ΑΝΕΜΟΣ ΠΛΕΥΡΙΚΟΣ, ΜΙΛΙΑ 10 ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

Λ40 Ε∆Ω Λ48 ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ. ΕΤΟΙΜΟΣ. Σ.Σχ. 3, ∆θ 1650, ∆ΕΞΙΑ 100 ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 300, ΑΝΩ 20, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑ ΚΑΠΝΟΥ ∆ΙΑΡΚΕΙΑ 9 ΛΕΠΤΑ ΓΙΑ ΑΠΟΤΥΦΛΩΣΗ Α/Τ ΟΠΛΩΝ ΜΕΤΩΠΟ 500 ΑΝΕΜΟΣ ΠΛΕΥΡΙΚΟΣ, ΜΙΛΙΑ 10 ∆θ ΜΕΤΩΠΟΥ 1900 ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

(6) Οπως αναφέρθηκε στην προηγούµενη παράγραφο, εάν το Κ∆Π προσδιορίζει στοιχεία βολής µε Η/Υ, είναι απαραίτητο να γνωρίζει και το ∆θ του µετώπου του στόχου. Ο παρατηρητής προσδιορίζει το ∆θ αυτό, καθώς και το µέτωπο του στόχου µε τους παρακάτω τρόπους:

213

(α) Από το Χάρτη του.

Τοποθετεί τα άκρα του µετώπου του στόχου, το οποίο θέλει να αποτυφλώσει και µετρά από το χάρτη το µέτωπο και το διάθηµα.

(β) Με τον Τύπο Μ = ΑΧ.

Οταν το µέτωπο του στόχου είναι κάθετο προς τη γραµµή παρατηρήσεως, ο παρατηρητής προσδιορίζει το µήκος του µε τον τύπο Μ = ΑΧ. Για να προσδιορίσει το ∆θ προσθέτει ή αφαιρεί 1600 χιλιοστά στο ∆θ παρατηρήσεως.

Σχήµα 70. Προσδιορισµός Μετώπου και ∆θ µε τον τύπο Μ = ΑΧ.

(γ) Με τη Βοήθεια Σχεδιαγράµµατος.

Ο παρατηρητής µετρά τα ∆θ και εκτιµά τις αποστάσεις από το ΠΑΡ προς τα άκρα του µετώπου της αποτυφλωτέας περιοχής και βάσει των στοιχείων αυτών κατασκευάζει ένα σχεδιάγραµµα υπό κλίµακα από το οποίο µετρά το ∆θ και το µέτωπο του στόχου.

(δ) Με το Αβάκιο Μ10/Μ17.

Ο παρατηρητής µετρά τα ίδια στοιχεία όπως (γ) παραπάνω. Τοποθετεί στον περιστρεφόµενο δίσκο τα δύο άκρα του µετώπου της αποτυφλωτέας περιοχής, µε τη βοήθεια της βαθµονοµίας των διαβηµάτων (εξωτερική µαύρη κλίµακα) και της τετραγωνισµένης βάσεως (χρησιµοποιώντας κατάλληλη κλίµακα). Το κέντρο του αβακίου παριστάνει τη θέση του ΠΑΡ. Στη συνέχεια περιστρέφει το δίσκο, µέχρις ότου το ευθύγραµµο τµήµα που ορίζεται από τα άκρα του µετώπου, παραλληλισθεί

214

µε οποιαδήποτε οριζόντια γραµµή της βάσεως του αβακίου. Το µήκος του µετώπου µπορεί να µετρηθεί µε τη βοήθεια της οριζόντιας γραµµής. Το ∆θ του µετώπου διαβάζεται στην εξωτερική µαύρη κλίµακα, στο σηµείο όπου τέµνεται η κλίµακα αυτή από την κεντρική, οριζόντια, κόκκινη γραµµή της βάσεως του αβακίου.

Σχήµα 71. Προσδιορισµός Μετώπου -∆θ µε τη Βοήθεια Σχεδιαγράµµατος.

(7) Η θέση του σηµείου γενέσεως του προπετάσµατος εξαρτάται απ υ θα χρησιµοποιηθούν (ΛΦ, ΕΒ ή ό τον τύπο των καπνογόνων ποΒελτιωµένο Καπνογόνο Μ825) και από τη διεύθυνση του ανέµου. Ο παρατηρητής προσ ιχεία του διορίζει το σηµείο γενέσεως, βασιζόµενος στα στοπίνακα 12 και από τη δι εύθυνση από την οποία πνέει ο άνεµος. Πρέπει ναεπιλέγει τέτοιο σηµείο, το οποίο να ευρίσκεται µεταξύ της Μονάδας ελιγµού και του στόχου και στην απόσταση που προβλέπει ο πίνακας. Εάν ο άνεµος είναι πλευρικός, το σηµείο γενέσεως θα πρέπει να ευρίσκεται εκτός του µετώπου του στόχου (αριστερά ή δεξιά του σε σχέση µε τη γραµµή Μονάδα ελιγµού - Στόχος), αναλόγως της διευθύνσεως από την οποία πνέει ο άνεµος. Εάν ο άνεµος είναι ακολουθών ή αντίθετος το σηµείο γενέσεως θα πρέπει να ευρίσκεται επάνω στη γραµµή Μονάδα ελιγµού - Στόχος.

γ. Κανονισµός της Βολής.

(1) Καπνογόνο Προπέτασµα µε Βλήµατα ΕΒ.

Εκτελείται κανονισµός µε εκρηκτικά. Οταν επιτευχθεί παρεµβολή 200 µέτρων ή βλήµα διαρραγεί σε απόσταση 100 µέτρων

215

από το σηµείο κανονισµού, ο παρατηρητής δίνει κατάλληλη διόρθωση και εκτελεί κανονισµό µε βλήµα ΚΕΒ, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 7β παραπάνω. Κατόπιν αιτείται δραστικής βολής.

(2) Καπνογόνο Προπέτασµα µε Βλήµατα ΛΦ.

Ο κανονισµός εκτελείται όπως περιγράφηκε στην παράγραφο 5 παραπάνω.

(3) Καπνογόνο Προπέτασµα µε Βελτιωµένα Καπνο γόνα Βλήµατα (Μ825).

Εκτελείται κανονισµός µε εκρηκτικά, µέχρι να επι-. τευχθεί παρεµβολή 200 µέτρων. Κατόπιν εκτελείται απευθείας δραστική βολή καθόσον δεν απαιτείται η εκτέλεση κανονισµού ύψους διαρρήξεως.

ΠΙΝΑΚΑΣ 12 ΘΕΣΗ ΣΗΜΕΙΩΝ ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΠΙΜΕΛΗΜΕΝΑ ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑΤΑ

∆ Ι Ε Υ Θ Υ Ν Σ Η Α Ν Ε Μ Ο Υ ΒΛΗΜΑ

ΠΛΕΥΡΙΚΟΣ ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΩΝ

ΛΦ 200 µ. εντεύθεν 150 µ. προς τη διεύθυνση από την οποία πνέει ο άνεµος

100 µ. εντεύθεν 200 µ. εντεύθεν

ΕΒ ή Μ825 200 µ. εντεύθεν 200 µ. προς τη διεύθυνση από την οποία πνέει ο άνεµος

100 µ. εντεύθεν 400 µ. εντεύθεν

Παρατήρηση: 0 όρος εντεύθεν αναφέρεται σε ένα σηµείο µεταξύ της Μονάδας ελιγµού και του Στόχου.

δ. Παράδειγµα:

Στο σχήµα 72 ο παρατηρητής θέλει να αποκρύψει την κίνηση της φίλιας Μονάδας ελιγµού, ώστε να αποφευχθούν οι βολές εναντίον της από ένα στόχο µετώπου 400 µέτρων. Αποφάσισε να ζητήσει

216

καπνογόνο προπέτασµα µε βλήµατα ΕΒ. Ο άνεµος είναι πλευρικός και πνέει από τα αριστερά της διατάξεως. Για το λόγο αυτό, επιλέγει σαν σηµείο γενέσεως, σηµείο, το οποίο να ευρίσκεται 200 µέτρα εντεύθεν του αριστερού άκρου του στόχου, και άλλα 200 µέτρα αντίθετα προς τη διεύθυνση του ανέµου. Στο σηµείο αυτό εκτελεί κανονισµό µε εκρηκτικό βλήµα και µόλις επιτύχει παρεµβολή 200 µέτρων ή βλήµα διαρραγεί σε απόσταση 100 µέτρων από το σηµείο κανονισµού, δίνει κατάλληλη διόρθωση και εκτελεί τον κανονισµό του ΚΕΒ. Επειδή ο κανονισµός γίνεται πάντοτε µε το πυροβόλο εκείνο το οποίο "συναντά" πρώτο ο άνεµος, συµπεριλαµβάνει στην αίτηση βολής του το παράγγελµα "ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ". Οταν εκτελεσθεί η δραστική βολή, τα βλήµατα του οδηγού πυροβόλου θα διαρρηγνύονται στο σηµείο γενέσεως του προπετάσµατος (σηµείο Β). Ο παραγόµενος καπνός, παρασυρόµενος από τον άνεµο, θα αναπτύσσεται και όταν φθάσει στο σηµείο Α θα έχει το κατάλληλο εύρος, ώστε να δηµιουργεί ικανοποιητικό προπέτασµα. Τα βλήµατα των άλλων πυροβόλων της δραστικής βολής θα διαρραγούν δεξιότερα του βλήµατος του κανονισµού και θα επαυξήσουν την πυκνότητα του καπνού και το µήκος του προπετάσµατος.

Σχήµα 72. Προσδιορισµός Σηµείου Γενέσεως.

Σηµείωση: Οταν ο παρατηρητής δεν αιτείται στην αποστολή βολής, το είδος των πυροµαχικών που θα χρησιµοποιηθούν στο προπέτασµα, εννοείται η χρησιµοποίηση ΚΕΒ.

217

ε. Πλήρες Παράδειγµα Επιµεληµένου Προπετάσµατος Κα-πνού.

(1) Η φίλια Ιλη πρόκειται να κινηθεί από το σηµείο στο οποίο ευρίσκεται (Σχ. 73) στη δασωµένη περιοχή που δείχνει το βέλος. Επειδή η κίνηση της θα γίνει αντιληπτή, ο ∆κτης της Ιλης αφού συνεννοήθηκε µε το ∆κτη του Τακτικού Συγκροτήµατος στον οποίο ανήκει, ζήτησε από τον παρατηρητή να εκπέµψει προπέτασµα καπνού επί 6 λεπτά, για να αποκρύψει την κίνηση του. Το µέτωπο του στόχου είναι 600 µέτρα και ο άνεµος είναι Νότιος - Νοτιοδυτικός. Ο ήλιος έχει ανατείλει πριν 30 λεπτά περίπου και ο ουρανός είναι νεφελώδης.

Σχήµα 73. Παράδειγµα Επιµεληµένου Προπετάσµατος Καπνού.

(2) Ο παρατηρητής θέλοντας να προσδιορίσει την περίπου ταχύτητα του ανέµου κοιτάζει τα φύλλα των δένδρων, τα ακούει να θροΐζουν, ενώ αισθάνεται τον άνεµο στο πρόσωπο του. Εκτιµά ότι ο άνεµος έχει ταχύτητα 6 κόµβων, είναι πλευρικός και πνέει από τα δεξιά της γραµµής Μονάδα ελιγµού - Στόχος. Για το λόγο αυτό, στην αίτηση βολής

218

του θα παραγγείλει "∆ΕΞΙΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ" και θα αιτηθεί βολή µε ΚΕΒ.

(3) Πρέπει στη συνέχεια να προσδιορίσει το σηµείο γενέσεως του προπετάσµατος. Το σηµείο αυτό θα πρέπει να ευρίσκεται εντεύθεν του δεξιού άκρου του στόχου κατά 200 µέτρα και 200 ακόµη µέτρα αντίθετα προς τη διεύθυνση του ανέµου (βλ. Πίνακα 12). Μετά τον προσδιορισµό της θέσεως του σηµείου γενέσεως διαβιβάζει την αίτηση βολής του:

ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ:

Λ40 Ε∆Ω Λ48, ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΒΟΛΗΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΣΥΝΝΕΣ 435987 ΥΨΟΜΕΤΡΟ 260, ∆θ 2010, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑ ΚΑΠΝΟΥ. ∆ΙΑΡΚΕΙΑ 6 ΛΕΠΤΑ, ΠΑ ΑΠΟΚΡΥΨΗ ΚΙΝΗΣΕΩΣ ΦΙΛΙΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ, ΜΕΤΩΠΟ 600, ΑΝΕΜΟΣ ΠΛΕΥΡΙΚΟΣ, ΜΙΛΙΑ 6, ∆ΕΞΙΟ ΚΑΝΟΝΙΖΟΝ, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ.

(4) Εκτελείται ο κανονισµός µε εκρηκτικά και ΚΕΒ και ο παρατηρητής παραγγέλει δραστική βολή:

1η ∆ΙΟΡΘΩΣΗ (Το βλήµα διερράγη ΜΑΚΡΑ 200):

ΕΓΓΥΤΕΡΩΝ 100, ΚΕΒ. ΕΤΟΙΜΟΣ.

2η ∆ΙΟΡΘΩΣΗ (Τα κυάθια διεσπάρησαν στην πε-ριοχή):

ΚΑΤΩ 50, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ. ΕΤΟΙΜΟΣ.

(5) Συντήρηση του Προπετάσµατος.

Στο Κ∆Π (Μοίρα 155 χιλ.) προσδιορίσθηκε ότι η βολή θα εκτελεσθεί µε 6 πυροβόλα (3 ουλαµούς), τα οποία θα βάλλουν ανά επτά, µε ρυθµό βολής 1 βλήµα ανά λεπτό. Το βλήµα του δεξιού πυροβόλου (κανονίζοντος) θα διασκορπίσει τα κυάθιά του στο σηµείο γενέσεως του προπετάσµατος και ο παραγόµενος καπνός θα είναι αποτελεσµατικός στο σηµείο Α. Κατ' αντιστοιχία ο καπνός των υπολοίπων πυροβόλων θα αρχίσει να δηµιουργείται αριστερότερα του σηµείου γενέσεως του προπετάσµατος.

219

Τα ΜΣΠ των κυαθίων των βληµάτων κάθε πυροβόλου, θα ευρίσκονται θεωρητικά επάνω σε µία γραµµή, κάθετη στο διάθηµα βολής, δηλαδή περίπου κάθετη στη γραµµή Μονάδα ελιγµού – Στόχος και ο συνολικά παραγόµενος καπνός θα αποτυφλώσει ολόκληρο το στόχο.

Ο παρατηρητής παρατηρεί τη βολή καθ' όλη τη διάρκεια του προπετάσµατος και ελαττώνει ή αυξάνει το ρυθµό που καθορίζεται από το Κ∆Π, εφόσον το προπέτασµα είναι πυκνό ή αραιό, παραγγέ-λοντας: ΈΝΑ ΒΛΗΜΑ ΑΝΑ ΛΕΠΤΟ, ΕΤΟΙΜΟΣ". Εάν το προπέτασµα επεκτείνεται άσκοπα προς τη µία πλευρά, ο παρατηρητής διακόπτει τη βολή ορισµένων πυροβόλων, παραγγέλοντας π.χ.: "5ο ΣΤΟΠ". Η βολή περατώνεται µε το παράγγελµα του παρατηρητή: "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ", που διαβιβάζεται µαζί µε τις απαραίτητες πληροφορίες για την αποτελεσµατικότητα του προπετάσµατος, π.χ: "ΠΡΟΠΕΤΑΣΜΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟ".

Σχήµα 74. Επιµεληµένο Προπέτασµα Καπνού µε Ακολουθούντα Ανεµο.

221

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 37 ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΝ

1. Γενικά.

Εάν κατά τη διάρκεια της βολής επικρατούσαν κανονικές συνθήκες υλικού, καιρού και θέσεως, τότε ένα πυροβόλο το οποίο θα εκτελούσε βολή µε µία ορισµένη ύψωση θα επετύγχανε το βεληνεκές που αναγράφεται στον αντίστοιχο πίνακα βολής, έναντι της υψώσεως αυτής, στο αντίστοιχο γέµισµα. Οµως οι κανονικές συνθήκες υλικού, καιρού και θέσεως δεν υφίστανται ποτέ ταυτόχρονα και συνεπώς το πρώτο βλήµα µιας αποστολής βολής, εάν βληθεί µε τα στοιχεία που παρέχει ο πίνακας βολής, σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις θα προσβάλλει το στόχο.

2. Σκοπός των Επισηµάνσεων.

Ο σκοπός των επισηµάνσεων είναι ο προσδιορισµός των διορθώσεων που απαιτούνται για την εξάλειψη του σφάλµατος, το οποίο οφείλεται στη συνδυασµένη (συνολική) επίδραση όλων των µη κανονικών συνθηκών. Οι διορθώσεις αυτές ονοµάζονται διορθώσεις εξ επισηµάνσεως. Η εφαρµογή των διορθώσεων αυτών στα στοιχεία βολής, παρέχει στην Πυροβολαρχία τη δυνατότητα να προσβάλλει µε απ' ευθείας δραστική βολή οποιοδήποτε στόχο είναι προσδιορισµένος µε ακρίβεια. Η διαδικασία αυτή αποκτά ιδιαίτερη σηµασία, όταν ο παρατηρητής διαθέτει αποστασιόµέτρο laser, το οποίο εάν χρησιµοποιηθεί από τοπογραφικά προσδιορισµένη θέση, του παρέχει τη δυνατότητα να προσδιορίζει τη θέση των στόχων µε µεγάλη ακρίβεια (5 µέτρων).

3. Πότε Εκτελείται Μια Επισήµανση.

α. Η επισήµανση είναι βολή της οποίας µοναδικός σκοπός είναι ο προσδιορισµός των διορθώσεων εξ επισηµάνσεως. ∆εν παρενοχλεί τον εχθρό, καταναλίσκει πυροµαχικά, είναι χρονοβόρα και κυρίως αποκαλύπτει στον εχθρό τη θέση των πυροβόλων. Για τους παραπάνω λόγους, οι βολές αυτές θα πρέπει να αποφεύγονται.

222

β. Αντί της εκτελέσεως βολών επισηµάνσεως οι διορθώσεις των µη κανονικών συνθηκών, πρέπει όταν είναι δυνατόν, να προσδιορίζονται από αποστολές βολής, οι οποίες διεξάγονται σε πραγµατικούς στόχους. Προϋπόθεση είναι ότι οι στόχοι αυτοί θα πρέπει να είναι τοπογραφικά προσδιορισµένοι. Η ύπαρξη αποστασιοµέτρου laser δίνει στον παρατηρητή τη δυνατότητα να προσδιορίζει τοπογραφικά όλους τους στόχους και συνεπώς ο προτιµητέος τρόπος για τον προσδιορισµό στοιχείων εξ επισηµάνσεως είναι µετά από εκτέλεση επιτυχούς δραστικής βολής. Επιπλέον µε τη µέθοδο αυτή µειώνεται η έκθεση των φιλίων µονάδων πυρός στα εχθρικά µέσα εντοπισµού θέσεως όπλων καµπύλης τροχιάς.

4. Είδη Επισηµάνσεων.

Οι επισηµάνσεις διακρίνονται σε:

α. Επισήµανση Ακριβείας (Κρουστική - Εγκαιροφλεγής).

β. Επισήµανση Μέσου Σηµείου Πτώσεως (ΜΣΠ) ή Μέσου Σηµείου ∆ιαρρήξεως (ΜΣ∆).

γ. Εναλλακτικές Μεθόδους Επισηµάνσεως:

(1) Επισήµανση µε Ραντάρ. (2) Ταχεία Επισήµανση.

ΤΜΗΜΑ 38 ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ

1. Γενικά.

α. Η επισήµανση ακριβείας (ΕΑ) διεξάγεται µε ένα πυροβόλο. Συνήθως αρχίζει κατόπιν διαταγής του Κ∆Π (ΑΞΕΠ), το οποίο καθοδηγεί τον παρατηρητή να εκτελέσει την επισήµανση σε συγκεκριµένο σηµείο στην περιοχή των στόχων. Το σηµείο αυτό ονοµάζεται στόχος επισηµάνσεως (ΣΕ) και συνήθως είναι τοπογραφικά προσδιορισµένο. Σε ορισµένες περιπτώσεις είναι δυνατόν η επιλογή του ΣΕ να γίνει από τον παρατηρητή, κατόπιν υποδείξεως του Κ∆Π. Τα χαρακτηριστικά ενός ΣΕ πρέπει να είναι τα εξής:

223

(1) Να ευρίσκεται στο κέντρο περίπου της περιοχής των στόχων.

(2) Να είναι σταθερός. (3) Να ευρίσκεται, εάν είναι δυνατόν, σε σχετικά οριζόντιο

έδαφος. (4) Να έχει µικρές διαστάσεις. (5) Να αναγνωρίζεται εύκολα στο έδαφος. (6) Να είναι τοπογραφικά προσδιορισµένος.

β. Οι συντεταγµένες των ΣΕ συνήθως προσδιορίζονται από το τοπογραφικό τµήµα της Μοίρας. Σε περίπτωση µη υπάρξεως τέτοιων στόχων, ο παρατηρητής, εφόσον διαταχθεί από τον ΑΞΕΠ, µπορεί να προσδιορίσει τη θέση ενός ΣΕ, χρησιµοποιώντας το αποστασιόµετρο laser. Σε περίπτωση που δεν διαθέτει laser µπορεί να επιλέξει σαν ΣΕ ένα χαρακτηριστικό σηµείο στο έδαφος, το οποίο να αναγνωρίζεται εύκολα και στο χάρτη του.

2. Έναρξη Επισηµάνσεως Ακριβείας.

α. Η ΕΑ αρχίζει µε ένα σήµα του Κ∆Π προς τον παρατηρητή, το οποίο είναι της µορφής:

(1) "ΕΚΤΕΛΕΣΑΤΕ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΕΑ ΣΤΟ ΣΕ1": όταν είναι επιθυµητή η εκτέλεση µόνο κρουστικής ΕΑ.

(2) "ΕΚΤΕΛΕΣΑΤΕ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗ ΕΑ ΣΤΟ Σ.Σχ. 2": όταν είναι επιθυµητή η εκτέλεση και κρουστικής και εγκαιροφλεγούς ΕΑ.

(3) "ΕΚΤΕΛΕΣΑΤΕ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗ ΕΑ ΣΤΟ Σ.Σχ 1. ΠΑΒ, 29 ΜΕΤΡΑ": όταν η πιθανή απόκλιση κατά βεληνεκές (παβ) είναι µεγαλύτερη ή ίση των 25 µέτρων.

(4) "ΕΚΛΕΞΑΤΕ ΣΕ2 ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕ ΣΥΝΤΕ-ΤΑΓΜΕΝΕΣ 2432. ΕΚΤΕΛΕΣΑΤΕ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗ ΕΑ": όταν ο ΑΞΕΠ δεν διαθέτει τοπογραφικά προσδιορισµένα σηµεία στην περιοχή των στόχων.

β. Ο παρατηρητής σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις:

(1) Αφού επαναλάβει το σήµα που έλαβε (π.χ. "ΕΚΤΕΛΕΣΑΤΕ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗ ΕΑ ΣΤΟ Σ.Σχ. 2, ΑΝΑΜΕΙΝΑΤΕ"), προσδιορίζει το ∆θ παρατηρήσεως (προς το ΣΕ) και το διαβιβάζει στο Κ∆Π π.χ. "∆ΙΑΘΗΜΑ 1520, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ".

225

(2) Στην περίπτωση που διαταχθεί να επιλέξει ΣΕ, τότε θα πρέπει αφού επαναλάβει το σήµα που έλαβε (π.χ. "ΕΚΛΕΞΑΤΕ ΣΕ2 ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕ ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 2432. ΕΚΤΕΛΕΣΑΤΕ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗ ΕΑ, ΑΝΑΜΕΙΝΑΤΕ"), να προσδιορίσει και να αναφέρει τις συντεταγµένες και το ∆θ προς το ΣΕ που επέλεξε,

π.χ- "ΣΕ2. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 24293225, ∆θ 1830" ή "ΣΕ2. ∆θ 1831, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 5135, ΓΘ ΜΕΙΟΝ12 ".

(3) Εδώ τονίζεται ότι εάν ο παρατηρητής δεν διαθέτει αποστασία µέτρο laser ο προσδιορισµός της θέσεως του στόχου πρέπει να γίνει µε οκταψήφιες συντεταγµένες (ακρίβεια 10 µέτρων).

(4) Με την αναφορά του διαβήµατος, ο παρατηρητής δηλώνει ότι είναι έτοιµος να παρατηρήσει την ΕΑ και το Κ∆Π χωρίς άλλη προειδοποίηση, βάλλει ένα βλήµα διαβιβάζοντας "Ο∆ΗΓΟ ΕΒΑΛΕ".

3. Κρουστική Επισήµανση Ακριβείας.

α. Ο σκοπός της κρουστικής επισηµάνσεως ακριβείας, από πλευράς παρατηρητή, είναι η επίτευξη δύο µακρών και δύο βραχέων εκτιµήσεων κατά µήκος της γραµµής παρατηρήσεως, µε βλήµατα που βάλλονται µε τα ίδια στοιχεία ή µε στοιχεία που διαφέρουν µεταξύ τους κατά 25 µέτρα (ή 50 µέτρα όταν η παβ είναι µεγαλύτερη ή ίση των 25 µέτρων). Αυτό κανονικά απαιτεί εκτιµήσεις από τέσσερεις διαφορετικές διαρρήξεις. Ωστόσο, η εκτίµηση ΣΤΟΧΟΣ ή ΟΡΘΟ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ µπορεί να θεωρηθεί ταυτόχρονα σαν ΜΑΚΡΑ ή ΒΡΑΧΕΙΑ εκτίµηση και εποµένως να απαιτηθεί µικρότερος αριθµός βληµάτων.

β. Μόλις ο παρατηρητής εντοπίσει την πρώτη διάρρηξη, δίδει κατάλληλες διορθώσεις και εκτελεί κανονισµό της βολής, µέχρις ότου επιτύχει παρεµβολή 50 µέτρων. Μετρά τις κατά διεύθυνση αποκλίσεις µε ακρίβεια εάν είναι δυνατόν 1 χιλ. και προσπαθεί να φέρει το βλήµα στη γραµµή παρατηρήσεως πριν τη διχοτόµηση της παρεµβολής των 200 µέτρων. Σαν κανόνας θεωρείται ότι δεν πρέπει να δίδονται διορθώσεις διευθύνσεως µετά την παρεµβολή των 200 µέτρων. Οι διορθώσεις "ΜΑΚΡΟ-ΤΕΡΟΝ" ή "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 100", καθώς και οι επόµενες διορθώσεις βεληνεκούς δεν θα πρέπει να συνοδεύονται από διορθώσεις διευθύνσεως. Εάν ο παρατηρητής µετά την παρεµβολή 200 µ. δώσει και διόρθωση κατά διεύθυνση, τότε το βλήµα αυτό και όλα τα προηγούµενα του δεν µπορούν να χρησιµοποιηθούν για την εξαγωγή των προσηρµοσµένων στοιχείων. Εάν το βλήµα δεν "αχθεί" στη γραµµή παρατηρήσεως πριν τη διχοτόµηση της

226

Σχήµα 75. Παράδειγµα Τελικών ∆ιορθώσεων Κατά Βεληνεκές.

227

παρεµβολής των 200 µέτρων, τότε δίδεται διόρθωση µόνο κατά διεύθυνση. Μετά την παρεµβολή των 200 µ. ο παρατηρητής καταγράφει τις κατά διεύθυνση αποκλίσεις των βληµάτων, διότι θα του χρησιµεύσουν στον υπολογισµό της τελικής διορθώσεως διευθύνσεως.

γ. Μετά την παρεµβολή των 50 µ., ο παρατηρητής ακολουθεί τις οδηγίες του πίνακα 13, στον οποίο φαίνονται οι ενέργειες για όλους τους συνδυασµούς των πιθανών εκτιµήσεων. Η πλήρης κατανόηση και εφαρµογή του πίνακα αυτού αποτελούν προϋπόθεση για την ορθή διεξαγωγή της επισηµάνσεως. Η επισήµανση τελειώνει όταν βληθούν δύο βλήµατα µε τα ίδια στοιχεία ή στοιχεία που διαφέρουν κατά 25 µέτρα και επιτευχθούν:

(1) ∆ύο βολές "ΣΤΟΧΟΣ". (2) Μία βολή "ΜΑΚΡΑ" και µία "ΒΡΑΧΕΙΑ". (3) Μία βολή "ΣΤΟΧΟΣ" και µία "ΜΑΚΡΑ" ή "ΒΡΑΧΕΙΑ".

δ. Οπως αναφέρθηκε σε προηγούµενη παράγραφο, όταν η παβ είναι µεγαλύτερη ή ίση των 25 µ., το Κ∆Π ενηµερώνει τον παρατηρητή. Στην περίπτωση αυτή, η οποία δεν είναι συνήθης, ο παρατηρητής ακολουθεί τις διαδικασίες του πίνακα όταν εκτελέσει παρεµβολή 100 µ. (και όχι 50 µ.). Οι διορθώσεις που παρέχει ο πίνακας τροποποιούνται ως εξής:

(1) "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 25" σε "ΜΑΚΡΟΤΕ-ΡΟΝ ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 50" αντίστοιχα.

(2) "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 10" σε "ΜΑΚΡΟΤΕ-ΡΟΝ ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 25" αντίστοιχα.

ε. Εάν υπάρξει αναξιοπιστία, ο παρατηρητής εκτελεί άλµατα 25 µ. (ή 50 µ. όταν παβ ≥ 25 µ.), µέχρις ότου επιτύχει εκτίµηση αντιθέτου εννοίας από την αµέσως προηγούµενη, οπότε τελειώνει η επισήµανση. Τα κύρια βλήµατα στην περίπτωση αυτή είναι τα δύο τελευταία. Η διόρθωση που θα δώσει ο παρατηρητής κατά βεληνεκές θα είναι (Σχ. 75):

(1) Εάν το τελευταίο βλήµα εκτιµήθηκε σαν "ΣΤΟΧΟΣ" ή ο ΣΕ ευρίσκεται εγγύς της τελευταίας διαρρήξεως/διαρρήξεων: "ΠΕ- ΡΑΣ,ΕΑ".

(2) Εάν το τελευταίο βλήµα ήταν "ΒΡΑΧΥ": "+10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

(3) Εάν το τελευταίο βλήµα ήταν "ΜΑΚΡΟ": "-10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

(4) Εάν ο ΣΕ βρίσκεται πλησιέστερα προς ένα ζεύ-γος εκτιµήσεως κυρίων βληµάτων: "+20, ΠΕΡΑΣ ΕΑ" ή "-20, ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

228

Παρατηρήσεις επί του Πίνακα 13:

(1) Οι αριθµοί στους µαύρους κύκλους (π.χ. 4 ) δηλώνουν τον Α/Α του κάθε βλήµατος.

(2) Οι εκτιµήσεις που λαµβάνονται υπ' όψη για τον υπολογισµό της τελικής διορθώσεως φαίνονται µέσα στις αγκύλες.

(3) Στις περιπτώσεις ΑΝΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ! χρησιµοποιούνται οι δύο τελευταίες αντίθετες ενδείξεις βεληνεκούς.

(4) Αν διορθωθεί η βολή µετά το ± 200 κατά διεύθυνση δεν λαµβάνονται υπόψη για τον υπολογισµό της τελικής διόρθωσης διεύθυνσης, οι προηγούµενες βολές.

(5) Οταν ο ΣΕ ευρίσκεται πλησιέστερα προς ένα ζεύγος εκτιµήσεων των κυρίων βληµάτων, διαβάζεται τελική διόρθωση βεληνεκούς "+20, ΠΕΡΑΣ ΕΑ" ή "-20, ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

(6) Οταν το τελευταίο βλήµα εκτιµήθηκε σαν "ΣΤΟΧΟΣ" ή οΣΕ ευρίσκεται πολύ εγγύς της τελευταίας διαρρή-ξεως ή διαρρήξεωνδιαβιβάζεται "ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

229

ΠΙΝΑΚΑΣ 13 ΣΥΝ∆ΥΑΣΜΟΙ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗΣ ΕΑ

230

στ. Ο παρατηρητής "σχεδιάζει" τις εκτιµήσεις κατά διεύθυνση σε σχέση µε το στόχο επισηµάνσεως στο "ΕΝΤΥΠΟ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΒΟΛΗΣ" στο 'ΤΜΗΜΑ 2, ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ" (Παράρτηµα "∆").

ζ. Με την αναφορά "ΠΕΡΑΣ ΕΑ", ο παρατηρητής εκτός από τυχόν διόρθωση βεληνεκούς, θα πρέπει να δώσει και διόρθωση διευθύνσεως, διότι όπως αναφέρθηκε παραπάνω, µετά την παρεµβολή των 200 µ., δεν επιτρέπεται η εκτέλεση τέτοιων διορθώσεων. Ο πίνακας 13, καθορίζει µέσα σε αγκύλες τους αύξοντες αριθµούς των βληµάτων, τα οποία πρέπει να λάβει υπ' όψη του ο παρατηρητής, για να προσδιορίσει την τελική διόρθωση διευθύνσεως. Τα βλήµατα αυτά ονοµάζονται κύρια βλήµατα και είναι αυτά που επέδρασαν κατά περίπτωση στη λήψη της αποφάσεως για το πέρας της ΕΑ. Ο παρατηρητής προσθέτει αλγεβρικά τις εκτιµήσεις κατά διεύθυνση των κυρίων βληµάτων, προσδιορίζει το µέσο όρο τους (ΜΟ) (διαιρεί το αλγεβρικό άθροισµα των εκτιµήσεων διά τον αριθµό των κύριων βληµάτων), πολλαπλασιάζει επί το ΣΑΠ και δίδει τη διόρθωση του. Π.χ. οι εκτιµήσεις των κυρίων βληµάτων ήταν: 2∆, 4Α, 5Α και 8Α. Ο Μ.Ο. τους είναι (- 2+4+5+8) + 4 = 4 χιλ. Οταν ο ΣΑΠ είναι 3, ο παρατηρητής θα δώσει διόρθωση κατά διεύθυνση: "∆ΕΞΙΑ 10" (3 Χ 4 = 12 = 10 µ.)

η. Παραδείγµατα Κρουστικής ΕΑ.

Εγινε επισήµανση ακριβείας (ΣΑΠ=3). Μέχρι και την παρεµβολή των 5 0 µ. οι εκτιµήσεις και αντίστοιχες διορθώσεις ήσαν οι εξής:

Εκτίµηση ∆ιόρθωση 1ο βλήµα - 20 ∆ Α 60 +200 2ο βλήµα + 5∆ -100 3ο βλήµα - 10∆ + 504ο βλήρα + 5∆ Ο∆(2) - 25

Τ α παραπάνω στοιχεία ισχύουν για όλα τα επόµενα παραδείγµατα.

Α/Α Βλήµατος

Εκτίµηση ∆ιόρθωση Παρατηρήσεις

5ο 6ο

ΣΤΟΧΟΣ ΣΤΟΧΟΣ

ΠΕΡΑΣ ΕΑ Λαµβάνονται υπ' όψη 5ο, 6ο βλήµα

5ο 6ο

-10∆ + 4Α

Α10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ Λαµβάνονται υπ' όψη: 5ο, 6ο βλήµα (10-4)+ 2= 3X3 = 9~ 10

5ο 6ο

-15∆ ΣΤΟΧΟΣ

Α20. ΠΕΡΑΣ ΕΑ Λαµβάνονται υπ' όψη: 4ο,5ο,6ο βλήµα (5+15+0) / 3=7X3 = 21 ~20 µ. ∆

231

-

5ο 6ο

ΣΤΟΧΟΣ +15∆

Α20. -10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ Λαµβάνονται υπ' όψη: 4ο,5ο,6ο βλήµα (5+15+0)+ 3 = 7X3 = 21~20 µ. ∆

5ο 6ο 7ο

-15∆ -8∆ + 10∆

Ο∆ (1). +25 Α30, -10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ

Λαµβάνονται υπ' όψη: 4ο, 5ο. 6ο, 7ο βλήµα [(5+15+8+10) / 4] Χ3 ~30µ.∆

5ο 6ο 7ο 8ο

+15∆ + 8∆ +12∆ -2∆

Ο∆ (1), -25 -25 Α20.+10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ

Αναξιοπιστία Επισηµάνσεως Λαµβάνονται υπ' όψη: 7ο, 8ο βλήµα (12+2)/ 2 = 7X3 = 21 µ. ∆

5ο 6ο 7ο

+15∆ + 8∆ -8∆

Ο∆ (1), -25 Α30.+10. ΠΕΡΑΣ

ΕΑ

Λαµβάνονται υπ' όψη (βλ. σχ. 76): 3ο, 5ο, 6ο, 7ο βλήµα (10+15+8+8)+4= 10 Χ 3= 30 µ. ∆

Σχήµα 76. Παράδειγµα Κρουστικής Επισηµάνσεως Ακριβείας.

232

4. Εγκαιροφλεγής Επισήµανση Ακριβείας.

α. Εφόσον µετά το πέρας της κρουστικής ΕΑ πρόκειται να εκτελεσθεί εγκαιροφλεγής επισήµανση, ο παρατηρητής αφού δώσει τις διορθώσεις του, ζητά πυροσωλήνα εγκαιροφλεγή. Π.χ. "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 20, ΜΑ-ΚΡΟΤΕΡΟΝ 10, ΠΕΡΑΣ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗΣ ΕΑ. ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟ-ΦΛΕΓΉΣ".

β. Σκοπός της εγκαιροφλεγούς επισηµάνσεως είναι η επίτευξη τεσσάρων εγκαιροφλεγών διαρρήξεων, µε βλήµατα τα οποία εβλήθησαν µε τα ίδια στοιχεία. Ο παρατηρητής µετρά το ύψος διαρρήξεως των βληµάτων αυτών και δίδει αντίστοιχη διόρθωση στο Κ∆Π για να επιτευχθεί ύψος διαρρήξεως 20 µέτρων.

Προσοχή: Η εγκαιροφλεγής επισήµανση ακριβείας πρέπει να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων, γιατί αυξάνει την έκθεση των φιλίων µονάδων προς τα εχθρικά µέσα εντοπισµού θέσεως όπλων καµπύλης τροχιάς. Στην περίπτωση που απαιτείται η εκτέλεση εγκαι-ροφλεγούς ΕΑ να προτιµάται η εκτέλεση ταχείας εγκαιροφλεγούς ΕΑ (παράγραφος 5 παρακάτω).

γ. Οταν η πρώτη διάρρηξη είναι κρουστική, ο παρατηρητής δίδει διόρθωση "ΑΝΩ 40". Μόλις επιτύχει εγκαιροφλεγή διάρρηξη, παραγ-γέλει "Ο∆ΗΓΟ ΑΝΑ 3, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ". Βάλλονται τα 3 βλήµατα και ο παρατηρητής δίδει διόρθωση, ώστε να προσαρµόσει το µέσο ύψος διαρρήξεως τους, στα 20 µέτρα από το έδαφος.

Παράδειγµα:

Οι τέσσερεις εγκαιροφλεγείς διαρρήξεις ήσαν: 5, 6, 3 και 5 χιλιοστά από το έδαφος. Μ.Ο.: (5+6+3+5) / 4 = 19 / 4 = 4.75 ~ 5 χιλ. ΣΑΠ = 3 Μέσο Υψος ∆ιαρρήξεως = 3 X 5 = 15 µ.

∆ιόρθωση: "ΑΝΩ 5, ΠΕΡΑΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ".

δ. Στην περίπτωση που µία ή περισσότερες από τις τρεις διαρρήξεις είναι κρουστικές, ισχύουν τα εξής:

(1) Οταν µία µόνον είναι κρουστική και οι άλλες δύο εγκαιροφλεγείς, τότε το ύψος διαρρήξεως θεωρείται ορθό και δεν δίδεται διόρθωση.

233

(2) Οταν οι δύο από τις τρεις είναι κρουστικές, τότε ο παρατηρητής δίδει διόρθωση "ΑΝΩ 10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

(3) Οταν και οι τρεις είναι κρουστικές δίδει διόρθωση "ΑΝΩ 20, ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

ε. Παράδειγµα:

Α/Α ∆ιαρ.

Εκτίµηση ∆ιόρθωση Παρατηρήσεις

1η Κρουστική ΑΝΩ 40 2η Κρουστική ΑΝΩ 40 3η Εγκαιροφλεγής 10 χιλ. Ο∆(3) ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 4η Εγκαιροφλεγής 14 χιλ. 5η Εγκαιροφλεγής 15 χιλ. 6η Εγκαιροφλεγής 11 χιλ. ΚΑΤΩ 15, ΠΕΡΑΣ (10 + 14+15+11)/ 4~12

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ ΣΑΠ = 3 12 χ 3 = 36 ~ 35

στ. Σε περίπτωση που η πρώτη εγκαιροφλεγής διάρρηξη της επισηµάνσεως είναι υψηλή εγκαιροφλεγής, ο παρατηρητής δίδει διόρθωση, ώστε να επιτύχει ύψος διαρρήξεως 20 µέτρων. Στη συνέχεια, εφόσον το βλήµα διαρραγεί σε ύψος 20 περίπου µέτρων, ζητά τη βολή των τριών βληµάτων.

Παράδειγµα: ΣΑΠ = 3

Α/Α Βλήµατος Εκτίµηση ∆ιόρθωση 1 Εγκαιροφλεγής 25 χιλ. ΚΑΤΩ 55 2 Εγκαιροφλεγής 10 χιλ. Ο∆(3) 3 Εγκαιροφλεγής 12 χιλ. ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 4 Εγκαιροφλεγής 13 χιλ. 5 Εγκαιροφλεγής 9 χιλ. ΚΑΤΩ 15, ΠΕΡΑΣ

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ

Είναι δυνατόν, όταν το κρίνει απαραίτητο ο παρατηρητής, να ζητήσει και βολή ελέγχου. Ωστόσο, η βολή ελέγχου δεν είναι αναγκαία για την περάτωση της ΕΑ.

5. Ταχεία Εγκαιροφλεγής Επισήµανση Ακριβείας.

α. Οταν ο χρόνος είναι περιορισµένος ή η Μονάδα κινδυνεύει να εντοπισθεί από τα ραντάρ Α/Π του εχθρού, εκτελείται ταχεία

234

εγκαιροφλεγής ΕΑ. Σκοπός της ταχείας επισηµάνσεως είναι να προσαρµοσθεί το ύψος διαρρήξεως στα 20 µ. από το έδαφος, µε δύο βλήµατα.

β. Ακολουθείται η παρακάτω διαδικασία:

(1) Οταν η πρώτη διάρρηξη είναι κρουστική, ο παρατηρητής δίδει διορθώσεις "ΑΝΩ 40", έως ότου επιτύχει εγκαιροφλεγή διάρρηξη, οπότε ζητά επανάληψη βολής, δηλαδή βολή ενός ακόµη βλήµατος µε τα ίδια στοιχεία.

(α) Εάν η διάρρηξη του εποµένου βλήµατος είναι εγκαιροφλεγής, τότε ο παρατηρητής διορθώνει το µέσο ύψος διαρρήξεως των δύο εγκαιροφλεγών διαρρήξεων (για διάρρηξη στα 20 µ.), παραγ-γέλοντας π.χ. "ΚΑΤΩ 15, ΠΕΡΑΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ".

(β) Εάν η διάρρηξη του βλήµατος είναι κρουστική ή χαµηλή εγκαιροφλεγής τότε ο παρατηρητής δίδει διόρθωση "ΑΝΩ 10, ΠΕΡΑΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ".

(2) Οταν η πρώτη διάρρηξη είναι χαµηλή εγκαιροφλεγής και του δευτέρου κρουστική, τότε δίδει διόρθωση "ΑΝΩ 20, ΠΕΡΑΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ".

ΠΙΝΑΚΑΣ 14 ΣΥΝ∆ΥΑΣΜΟΙ ΤΑΧΕΙΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΟΥΣ ΕΑ

235

γ. Ο παρατηρητής για να εκτελέσει τις διαδικασίες της ταχείας εγκαιροφλεγούς ΕΑ, ακολουθεί τις υποδείξεις του πίνακα 14, θεωρώντας µία διάρρηξη σαν χαµηλή εγκαιροφλεγή, όταν έχει ύψος διαρρήξεως µικρότερο των 5 µέτρων.

Σχήµα 77. Παράδειγµα Κρουστικής και Εγκαιροφλεγούς ΕΑ.

236

δ. Παραδείγµατα.

Α/Α ∆ιαρρήξεως

Εκτίµηση ∆ιόρθωση Παρατηρήσεις

1 Κ ΑΝΩ 40 2 Κ ΑΝΩ 40 ΣΑΠ = 2 3 Ε 15 ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 15 χ 2 = 30 µ. 4 Ε 20 ΚΑΤΩ 15, ΠΕΡΑΣ ΕΑ 20 χ 2 = 40 µ.

(30+40)/2=35-20 = 15 µ. 1 Ε ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 2 Κ ΑΝΩ 10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ 1 Ε ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 2 Ε χαµ. ΑΝΩ 10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ 1 Ε χαµ. ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 2 Κ ΑΝΩ 20, ΠΕΡΑΣ ΕΑ 1 Ε χαµ. ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 2 Ε ΑΝΩ 10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ 1 Κ ΑΝΩ 40 2 Ε χαµ. ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ 3 Ε χαµ. ΑΝΩ 20, ΠΕΡΑΣ ΕΑ

6. Επισήµανση Ακριβείας µε Περισσότερες της Μιας Μερίδας Πυροµαχικών.

α. Οι επισηµάνσεις ακριβείας περισσοτέρων της µίας µερίδας πυροµαχικών γίνονται κατά τον ίδιο τρόπο όπως και της πρώτης.

β. Μετά το τέλος της ΕΑ µε την πρώτη µερίδα, ο παρατηρητής ειδοποιείται από το Κ∆Π για να παρατηρήσει επισήµανση µε τη δεύτερη µερίδα: "ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑΤΕ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΕΑ ΜΕ ∆ΕΥΤΕΡΗ ΜΕΡΙ∆Α".

γ. Ο παρατηρητής εκτελεί την ΕΑ όπως και µε την πρώτη µερίδα, µε τη διαφορά ότι δεν διεξάγεται εγκαιροφλεγής ΕΑ µε τη δεύτερη µερίδα.

237

ΤΜΗΜΑ 39 ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΜΕΣΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ ΠΤΩΣΕΩΣ (ΜΣΠ) ΜΕΣΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ

∆ΙΑΡΡΗΞΕΩΣ (ΜΣ∆)

1. Γενικά.

α. Σε ορισµένες περιπτώσεις, ενώ είναι απαραίτητη η εκτέλεση επισηµάνσεως, δεν υπάρχουν ευδιάκριτα ή επακριβώς προσδιορισµένα σηµεία στην περιοχή των στόχων. Κατά την διάρκεια της νύκτας επίσης, η εκτέλεση επισηµάνσεως είναι αδύνατη, χωρίς την ύπαρξη φωτισµού ή συσκευής νυκτερινής παρατηρήσεως. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρµόζεται η διαδικασία της Επισηµάνσεως Μέσου Σηµείου ∆ιαρρήξεως (ΜΣ∆) ή Επισηµάνσεως Μέσου Σηµείου Πτώσεως (ΜΣΠ), (βλ. σχ. 78).

Σχήµα 78. Επισήµανση Μέσου Σηµείου ∆ιαρρήξεως.

β. Κατά την επισήµανση ΜΣ∆ χρησιµοποιούνται δύο παρατηρητές (01 και 02), οι οποίοι µε τα γωνιοµετρικά τους όργανα παρατηρούν ταυτόχρονα τις εγκαιροφλεγείς διαρρήξεις βληµάτων, τα οποία βάλλονται σε συγκεκριµένο σηµείο στην περιοχή των στόχων και σε συγκεκριµένο ύψος από το έδαφος. Το σηµείο αυτό, καθώς και το ύψος στο οποίο θα εκτελεσθεί η βολή επάνω από το έδαφος καθορίζονται από το Κ∆Π, το οποίο ελέγχει τη διεξαγωγή της βολής. Κατά τη βολή, χρησιµοποιείται ένα πυροβόλο, το οποίο βάλλει αριθµό βληµάτων µε τα ίδια στοιχεία βολής. Κάθε παρατηρητής (01 και 02), χρησιµοποιώντας γωνιόµετρο Μ2, πυροβολαρχιακή διόπτρα ή γωνιόµετρο laser, µετρά και αναφέρει το

238

διάθηµα από τη θέση του προς τη διάρρηξη κάθε βλήµατος. Ο ένας από τους δύο παρατηρητές αναφέρει και την γωνία θέσεως προς κάθε διάρρηξη·

γ. Η επισήµανση ΜΣΠ εκτελείται µε την ίδια ακριβώς διαδικασία, µε τη διαφορά ότι τα βλήµατα βάλλονται µε ακαριαίο πυροσωλήνα.

2. Θέση και Αρχικός Προσανατολισµός των Παρατηρητών.

α. Στις επισηµάνσεις ΜΣΠ/ΜΣ∆, η ακριβής θέση των παρατηρητών και ο ορθός προσανατολισµός των γωνιοµετρικών οργάνων είναι πρωταρχικής σηµασίας. Εκτελείται τοπογραφική οργάνωση και για κάθε παρατηρητήριο ιδρύεται µία γραµµή προσανατολισµού. Η ίδρυση της στάσεως προσανατολισµού, καθώς και η εγκατάσταση του παρατηρητή πρέπει να γίνονται κατά τη διάρκεια της ηµέρας, ώστε να είναι δυνατός ο προσανατολισµός των γωνιοµετρικών οργάνων. Εν τούτοις, η ακριβής θέση των οργάνων και το µεµακρυσµένο άκρο της γραµµής προσανατολισµού θα πρέπει, εάν είναι δυνατόν, να σηµαίνονται κατάλληλα, ώστε να µπορούν να αναγνωρισθούν και κατά τη διάρκεια της νύκτας. Ο παρατηρητής µε την κατάληψη του παρατηρητηρίου, αναπτύσσει το γωνιόµετρο επάνω στη στάση προσανατολισµού, το οριζοντιώνει και το προσανατολίζει. Από τη στιγµή αυτή και µετά µπορεί να µετρά διαθήµατα (∆θ).

β. Οταν ο ΑΞΕΠ επιλέξει το σηµείο στο οποίο θα εκτελεσθεί η βολή (προσωρινό σηµείο), το προσωπικό του Κ∆Π ενηµερώνει τους παρατηρητές µε ένα σήµα της µορφής:

"ΕΤΟΙΜΑΣΘΕΙΤΕ ΝΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΤΕ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΜΣ∆. 01, ∆ΙΑΘΗΜΑ 383, ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΠΛΕΟΝ 17, ΜΕΤΡΗΣΑΤΕ ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ. 02, ∆ΙΑΘΗΜΑ 3985, ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΠΛΕΟΝ 11. ΑΝΑΦΕΡΑΤΕ ΟΤΑΝ ΕΙΣΘΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ."

γ. Κάθε παρατηρητής, χρησιµοποιώντας τον ανώτερο µηχανισµό του γωνιοµετρικού οργάνου, τοποθετεί το διάθηµα που του καθορίσθηκε µε το παραπάνω σήµα. Χρησιµοποιώντας επίσης την κατακόρυφη κλίµακα του οργάνου, τοποθετεί τη γωνία θέσεως που του αντιστοιχεί. Τώρα, η οπτική γραµµή του οργάνου "βλέπει" στο σηµείο, στο οποίο αναµένεται ότι θα διαρραγούν τα βλήµατα της επισηµάνσεως.

3. Μετρήσεις και Αναφορές των Παρατηρητών.

α. Οταν οι παρατηρητές αναφέρουν ετοιµότητα για

239

παρατήρηση (π.χ "Ο1, ΕΤΟΙΜ0Σ ΓΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ"), βάλλεται το πρώτο βλήµα, µε το "ΠΥΡ" του Κ∆Π, το οποίο πρέπει να ενηµερώσει τους παρατηρητές µε το παράγγελµα "ΕΒΑΛΕ". Επίσης, 5 δευτερόλεπτα πριν τη διάρρηξη του βλήµατος εφιστάται η προσοχή των παρατηρητών µε το παράγγελµα "ΠΡΟΣΟΧΗ".

β. Μόλις διαρραγεί το βλήµα, ο κάθε παρατηρητής µετρά την κατά διεύθυνση απόκλιση του βλήµατος από τον κατακόρυφο άξονα του νηµατοσταύρου. Επειδή θα πρέπει να διαβιβάσει στο Κ∆Π το ∆θ προς τη διάρρηξη, εφαρµόζει την απόκλιση αυτή στο ∆θ που είναι προσανατολισµένο το όργανο. Εάν η απόκλιση είναι προς τα αριστερά αφαιρεί, ενώ εάν είναι προς τα δεξιά, προσθέτει.

Παράδειγµα: Η διάρρηξη του βλήµατος ήταν 23 χιλιοστά δεξιά του κατακόρυφου άξονα του νηµατοσταύρου. Η ανάγνωση στην οριζόντια κλίµακα διαθηµάτων του Γ/Μ (δηλαδή το ∆θ της οπτικής γραµµής του) είναι 383 χιλ. Αρα το διάθηµα προς την διάρρηξη θα είναι:

383+23 = 406 χιλ.

γ. Οπως αναφέρθηκε προηγουµένως, ένας από τους δύο παρατηρητές θα πρέπει να µετρά και τη ΓΘ προς τη διάρρηξη. Ο παρατηρητής αυτός µετρά µε τη βοήθεια της αρίθµησης του νηµατοσταύρου τον αριθµό των χιλιοστών που το βλήµα διερράγη άνω ή κάτω του οριζοντίου άξονα του νηµατοσταύρου. Στη συνέχεια συνδυάζει την απόκλιση αυτή µε την ανάγνωση της κατακόρυφης κλίµακας του οργάνου.

Παράδειγµα: Η διάρρηξη του βλήµατος ήταν 9 χιλ. επάνω από τον οριζόντιο άξονα του νηµατοσταύρου. Η ανάγνωση της κατακόρυφης κλίµακας του Γ/Μ είναι +17. Συνεπώς η ΓΘ προς τη διάρρηξη θα είναι: +17 +9 = +26 χιλ.

δ. Στη συνέχεια, οι παρατηρητές αναφέρουν στο Κ∆Π τις µετρήσεις τους, π.χ.: "Ο1, ∆ΙΑΘΗΜΑ 406, ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΠΛΕΟΝ 26" "02, ∆ΙΑΘΗΜΑ 5998".

ε. Το πρώτο βλήµα είναι δυνατόν να µην παρατηρηθεί από κάποιον ή και από τους δύο παρατηρητές. Μη κανονικές συνθήκες είναι δυνατόν να προκαλέσουν τη διάρρηξη του βλήµατος έξω από το οπτικό πεδίο των γωνιοµετρικών οργάνων. Ο παρατηρητής που δεν παρατήρησε τη διάρρηξη περιστρέφει τον ανώτερο µηχανισµό καθ' ύψος και κατά διεύθυνση και τοποθετεί τη διάρρηξη µέσα στο οπτικό πεδίο του γωνιοµετρικού του οργάνου. Αναφέρει στο Κ∆Π "ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ", οπότε το

240

βλήµα αυτό δεν θα ληφθεί υπ' όψιν κατά τους υπολογισµούς. Εάν το βλήµα διαρραγεί σε σηµείο µη ορατό (π.χ. πίσω από λόφο), ο παρατηρητής αναφέρει "ΑΟΡΑΤΟΙ, ΕΠΑΝΑΛΑΒΑΤΕ ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ". Μετατοπίζεται το προσωρινό σηµείο, υπολογίζονται νέα στοιχεία βολής, διαβιβάζεται νέο σήµα προς τους παρατηρητές για να προσανατολισθούν στο νέο σηµείο και επαναλαµβάνεται η διαδικασία.

στ. Μόλις οι παρατηρητές αναφέρουν το ∆θ και τη ΓΘ (ο ένας από τους δύο) της πρώτης διαρρήξεως, θα πρέπει να προσανατολίσουν τα γωνιοµετρικά τους όργανα στο ∆θ και στη ΓΘ, στην οποία διερράγη το πρώτο βλήµα. Η ενέργεια αυτή θα τους διευκολύνει, διότι οι αποκλίσεις των εποµένων βληµάτων από το κέντρο του νηµατόσταυρου θα είναι µικρότερες. Ετσι π.χ. ο παρατηρητής Ο1, θα µετακινήσει το νηµατό-σταυρο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η οριζόντια κλίµακα να έχει ένδειξη 406 χιλ. και η κατακόρυφη 26 χιλ (Σχ. 79).

Σχήµα 79. Επαναπροσανατολισµός Μετά την Πρώτη ∆ιάρρηξη.

ζ. Στο Κ∆Π, οι µετρήσεις για την πρώτη διάρρηξη συνήθως δεν λαµβάνονται υπ' όψη, διότι χρησιµοποιούνται για τον προσανατολισµό των παρατηρητών και την προθέρµανση του σωλήνα του πυροβόλου, το οποίο εκτελεί την επισήµανση. Εν τούτοις, οι παρατηρητές θα πρέπει να αναφέρουν τις αντίστοιχες µετρήσεις, γιατί η τακτική κατάσταση, η έλλειψη χρόνου και το γεγονός ότι το πυροβόλο ίσως έχει ήδη προθερµανθεί από άλλη βολή, είναι πιθανόν να οδηγήσουν τον ΑΞΕΠ στην απόφαση να χρησιµοποιήσει τις µετρήσεις αυτές.

241

η. Η διαδικασία µετρήσεως και αναφοράς της διευθύνσεως και της γωνίας θέσεως των εποµένων βληµάτων είναι η ίδια µε αυτήν του πρώτου βλήµατος. Η µόνη διαφοροποίηση είναι ότι οι παρατηρητές δεν επαναπροσανατολίζουν τα γωνιοµετρικά τους όργανα µετά από κάθε διάρρηξη. Η βολή της επισηµάνσεως ΜΣ∆ απαιτεί µετρήσεις 6 συνολικά βληµάτων. Μετά το πρώτο βλήµα, η µέθοδος βολής µετατρέπεται σε "Ο∆ΗΓΟ ΑΝΑ 6, 20 ∆ΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ" (ή όσα δευτερόλεπτα απαιτούνται). Το χρονικό διάστηµα µεταξύ των διαρρήξεων πρέπει να είναι αρκετό, ώστε να δίδεται χρόνος στους παρατηρητές να µετρούν και να καταγράφουν τα στοιχεία της κάθε διαρρήξεως.

4. Παράδειγµα.

Στο παρακάτω παράδειγµα περιγράφεται ολόκληρη η διαδικασία που ακολουθεί ένας παρατηρητής κατά την εκτέλεση επισηµάνσεως ΜΣ∆. Το παράδειγµα αναφέρεται στον παρατηρητή 01.

α. 0 παρατηρητής 01 φθάνει στο παρατηρητήριο του και εντοπίζει τη στάση προσανατολισµού. Στο αδιάβροχο χαρτονάκι που είναι δεµένο επάνω στο πασσαλάκι, είναι γραµµένο το ∆θ προς το µεµακρυσµένο σηµείο της γραµµής προσανατολισµού (1680 χιλ.), το οποίο είναι η αριστερή ακµή του κτιρίου µε την κόκκινη στέγη, 1500 µέτρα µακρυά και προς το αριστερό πλευρό, όπως κοιτά προς τους στόχους.

β. Ο παρατηρητής αναπτύσσει το γωνιόµετρό του (Γ/Μ) επάνω στη στάση και το οριζοντιώνει. Τοποθετεί στον ανώτερο µηχανισµό ένδειξη 1680 χιλ. και στη συνέχεια µε τον κατώτερο ταυτίζει τον κατακόρυφο άξονα του νηµατοσταύρου µε την αριστερή ακµή του κτιρίου µε την κόκκινη στέγη. Αναφέρει στο Κ∆Π ότι ευρίσκεται στη θέση του και µετά από λίγο λαµβάνει το εξής σήµα:

"ΕΤΟΙΜΑΣΘΕΙΤΕ ΝΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΤΕ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΜΣ∆. Ο1, ∆ΙΑΘΗΜΑ 2432, ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΠΛΕΟΝ 15. ΜΕΤΡΗΣΑΤΕ ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ. Ο2, ∆ΙΑΘΗΜΑ 1927, ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΜΕΙΟΝ 3. ΑΝΑΦΕΡΑΤΕ ΟΤΑΝ ΕΙΣΘΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ".

γ. Ο παρατηρητής 01, µε τον ανώτερο µηχανισµό του Γ/Μ, τοποθετεί την ένδειξη 2432 στην κλίµακα διαβηµάτων και ανυψώνει το νηµατόσταυρο, ώστε στην κλίµακα κατακόρυφων γωνιών να φαίνεται ένδειξη +15 χιλ. Στη συνέχεια αναφέρει στο Κ∆Π: "01, ΕΤΟΙΜΟΣ ΓΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ".

242

δ. Το Κ∆Π διαβιβάζει στο οδηγό πυροβόλο τα στοιχεία βολής, παραγγέλει "ΠΥΡ" και ενηµερώνει τον παρατηρητή µε το παράγγελµα " Ο∆ΗΓΟ ΕΒΑΛΕ" και 5 δευτερόλεπτα πριν τη διάρρηξη παραγγέλει "ΠΡΟΣΟΧΗ".

ε. Ο παρατηρητής µετρά τη γωνιακή απόκλιση της διαρρή-ξεως από το κέντρο του νηµατόσταυρου:

"41 χιλ. ΑΡΙΣΤΕΡΑ και 4 χιλ. ΚΑΤΩ"

Επειδή η διάρρηξη ήταν αριστερά, αφαιρεί 41 χιλ. από την ένδειξη της οριζόντιας κλίµακας του Γ/Μ (2432):

2432-41 =2391.

Επειδή η διάρρηξη ήταν κάτω από την οριζόντια κλίµακα του νηµατόσταυρου αφαιρεί 4 χιλ.:

+ 15-4 = + 11.

στ. Ο παρατηρητής 01 θα αναφέρει στο Κ∆Π: "Ο1. ∆ΙΑΘΗΜΑ 2391, ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΠΛΕΟΝ 11". Στη συνέχεια, χρησιµοποιώντας τον ανώτερο µηχανισµό του Γ/Μ µετακινεί το νηµατόσταϋρο, ώστε να σκοπεύει ("βλέπει") σε ∆Θ 2391 και ΓΘ +11 και προετοιµάζεται για τη µέτρηση των εποµένων διαρρήξεων.

ζ. Το Κ∆Π παραγγέλει στο πυροβόλο να βάλει 5 βλήµατα (ο ΑΞΕΠ αποφάσισε να χρησιµοποιήσει και το πρώτο βλήµα) ανά τριάντα δευτερόλεπτα, διότι οι παρατηρητές δεν είναι πλήρως εκπαιδευµένοι. Κάθε φορά που βάλλεται ένα βλήµα, ενηµερώνει τους παρατηρητές µε το παράγγελµα "Ο∆ΗΓΟ ΕΒΑΛΕ" και 5 δευτερόλεπτα πριν τη διάρρηξη παραγγέλει "ΠΡΟΣΟΧΗ". Μετά τη βολή των 6 συνολικά βληµάτων και εφ' όσον δεν απαιτούνται επιπλέον βλήµατα, το Κ∆Π παραγγέλει προς τους παρατηρητές "ΠΕΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΟΛΗΣ, ΑΝΑΦΕΡΑΤΕ ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ". Οι αρατηρητές αναφέρουν τα στοιχεία που µέτρησαν ως εξής: "1ο ∆ΙΑΘΗΜΑ ....ΓΘ ..... 2ο ∆ΙΑΘΗΜΑ........ΓΘ κλπ."

5. Επισήµανση Μέσου Σηµείου Πτώσεως.

Στην επισήµανση ΜΣΠ, το Κ∆Π επιλέγει σαν προσωρινό σηµείο ένα σηµείο στο έδαφος και κατά τη διάρκεια της βολής χρησιµοποιείται ακαριαίος πυροσωλήνας. Η ίδρυση των παρατηρητηρίων, ο προσανατο-λισµός των παρατηρητών και οι ακολουθούµενες διαδικασίες είναι οι ίδιες

243

ακριβώς µε αυτές της επισηµάνσεως ΜΣ∆. Παρόλο που οι διαρρήξεις δεν είναι εγκαιροφλεγείς, εν τούτοις ένας από τους δύο παρατηρητές µετρά και σ' αυτή την επισήµανση τις ΓΘ των διαρρήξεων, διότι µε τον τρόπο αυτό προσδιορίζεται πιο ακριβές υψόµετρο από αυτό που µπορεί να προσδιορίσει ο χειριστής χάρτου βολής µε εκτίµηση από το χάρτη.

ΤΜΗΜΑ 40 ΕΝΑΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟ∆ΟΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ

1. Επισήµανση µε Ραντάρ.

Τα ραντάρ Α/Π - Α/Ο (TPQ-36, TPQ-37), µπορούν να χρησιµοποιηθούν και για την εκτέλεση επισηµάνσεων. Τα πλεονεκτήµατα και η διαδικασία της επισηµάνσεως αυτής περιγράφονται αναλυτικά στο ΕΕ 8-15γ. Από πλευράς παρατηρήσεως, ο χειριστής του ραντάρ απλώς αναφέρει στο Κ∆Π τις συντεταγµένες και το υψόµετρο κάθε διαρρήξεως.

2. Ταχεία Επισήµανση.

α. Η τακτική κατάσταση ή οι περιορισµοί στην κατανάλωση των πυροµαχικών µπορεί να απαγορεύσουν την εκτέλεση µίας πλήρους επι-σηµάνσεως. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο ΑΞΕΠ διατάσσει να εκτελεσθεί µία ταχεία επισήµανση.

β. Στην ταχεία επισήµανση ο παρατηρητής ακολουθεί την κανονική διαδικασία κανονισµού της βολής, όπως παρακάτω:

(1) Εκτελείτε κρουστικός κανονισµός µέχρις ότου το βλήµα ευρεθεί σε απόσταση 50 µέτρων από το ΣΕ (ή 100 µέτρα, αν η παβ είναι µεγαλύτερη ή ίση των 50 µέτρων). Ο παρατηρητής δίνει διόρθωση "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ (ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ) 50".

(2) Βάλλεται το βλήµα και ο παρατηρητής δίνει διορθώσεις διευθύνσεως και βεληνεκούς για να έρθει το βλήµα στο στόχο "∆10, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ (ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ) 30, ΠΕΡΑΣ ΕΑ" ή "∆10, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟ (ή ΕΓΓΎΤΕΡΟ) 30, ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΗΣ", όταν πρόκειται να ακολουθήσει εγκαιροφλεγής ΕΑ.

(3) Εάν απαιτείται και εγκαιροφλεγής ΕΑ, βάλλεται ένα βλήµα για να εκτιµηθεί το ύψος διαρρήξεως. Ο παρατηρητής διαβιβάζει

244

διορθώσεις για να προσαρµόσει το ύψος διαρρήξεως στα 20 µέτρα: "ΑΝΩ 10, ΠΕΡΑΣ ΕΑ".

γ. Ταχεία Επισήµανση µε Χρησιµοποίηση Laser.

(1) Με τη χρησιµοποίηση του Γ/Μ - αποστασιοµέτρου laser σαν οργάνου παρατηρήσεως Πυροβολικού, µε το οποίο δεν εκτιµώνται, αλλά προσδιορίζονται επακριβώς οι πολικές συντεταγµένες της διαρρήξεως, απλοποιούνται κατά πολύ οι διαδικασίες της επισηµάνσεως. Ο παρατηρητής διαβιβάζει στο Κ∆Π το ∆θ, την απόσταση και τη ΓΘ των βληµάτων που βάλλονται στην επισήµανση. Ο αριθµός των βληµάτων καθορίζεται από το Κ∆Π και εξαρτάται από την επιδιωκόµενη ακρίβεια, σε συνδυασµό µε την επάρκεια του χρόνου και τη δυνατότητα του εχθρού να εντοπίσει τη θέση της Μονάδας πυρός µε ραντάρ Α/Π. Στον παρακάτω πίνακα 15 φαίνεται η σχέση της ακρίβειας, σε συνάρτηση µε τον αριθµό των βληµάτων που θα χρησιµοποιηθούν.

(2) Οταν ο παρατηρητής διαθέτει αποστασιόµετρο laser, συνήθως, η ταχεία επισήµανση εκτελείται µε βολή δύο (2) µόνο βληµάτων. Ο παρατηρητής µετρά τα στοιχεία της διαρρήξεως (∆θ, απόσταση και ΓΘ) του πρώτου βλήµατος και τα διαβιβάζει στο Κ∆Π. Το Κ∆Π υπολογίζει νέα στοιχεία βολής και βάλλει το δεύτερο βλήµα. Ο παρατηρητής µετρά και διαβιβάζει τα στοιχεία της δεύτερης διαρρήξεως. ∆εν βάλλεται άλλο βλήµα.

(3) Εάν απαιτείται η εκτέλεση και εγκαιροφλεγής ΕΑ ακολουθείται η διαδικασία που περιγράφηκε παραπάνω.

ΠΙΝΑΚΑΣ 15

Αριθµός Βληµάτων 1 2 3 4 5 6

Μέσα σε µία παβ 50% 60% 76% 82% 87% 90%

Μέσα σε δύο παβ 82% 94% 99% 99% 9% 99%

245

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΒΟΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

ΤΜΗΜΑ 41 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Γενικά.

α. Είναι δυνατόν οι συνθήκες, οι οποίες επικρατούν στο πεδίο της µάχης, να επιβάλουν τον προσδιορισµό των στοιχείων βολής από τον ίδιο τον παρατηρητή. Αυτό θα γίνει όταν καταστραφεί ή εξουδετερωθεί το Κ∆Π, οπότε ο παρατηρητής θα πρέπει να διαβιβάσει παραγγέλµατα βολής απ' ευθείας στα πυροβόλα. Οι διαδικασίες που περιγράφονται στο κεφάλαιο αυτό θα πρέπει να εφαρµόζονται µόνον όταν στην περιοχή αναπτύξεως της Πυροβολαρχίας δεν υπάρχει το απαραίτητο προσωπικό για των εξαγωγή στοιχείων βολής.

β. Ο παρατηρητής προσδιορίζει τα αρχικά στοιχεία βολής και στη συνέχεια εκτελεί τον κανονισµό, παραγγέλοντας προς τα πυροβόλα παρεκτροπή, ρύθµιση και κλίση. Με τον τρόπο αυτό, για την διεξαγωγή της βολής, απαιτείται µόνον ένας Αξκός στη θέση των πυροβόλων, ο οποίος θα αναµεταδίδει τα παραγγέλµατα βολής και θα ελέγχει την ορθή υπηρέτηση των πυροβόλων.

γ. Ο παρατηρητής µπορεί να ακολουθήσει µία από τις εξής διαδικασίες:

(1) Τη διαδικασία της "Αξονικής Παρατηρήσεως", όταν η γωνία παρατηρήσεως είναι µικρότερη ή ίση των 300 χιλ.

(2) Τη διαδικασία του "Λοξού Κανονισµού" µε το αβάκιο Μ10/Μ17, όταν η γωνία παρατηρήσεως είναι µεγαλύτερη των 300 χιλ.

δ. Για να µπορέσει ο παρατηρητής να προσδιορίσει στοιχεία βολής για τα πυροβόλα, πρέπει να διαθέτει πίνακες βολής (βιβλίο ή γραφικούς) της σκευής που χρησιµοποιείται. Σε περίπτωση που δεν διαθέτει πίνακες βολής ή/και προέχει η ταχύτητα, ακολουθεί τη διαδικασία που περιγράφεται στο τµήµα 44.

246

ε. Ο παρατηρητής θα πρέπει επίσης να γνωρίζει και τα εξής στοιχεία:

(1) Τις συντεταγµένες της θέσεως της Πυροβολαρχίας. (2) Το ∆ιάθηµα ∆ιευθύνσεως Επιτηρήσεως (∆Θ∆Ε) ή τις

συντεταγµένες του Στόχου Επισηµάνσεως, στον οποίο έχει κατευθυνθεί η Πυροβολαρχία.

2. Προσδιορισµός Αρχικών Στοιχείων Βολής.

α. Προπαρασκευή του Παρατηρητή.

(1) Τοποθετεί τη θέση της Πυροβολαρχίας στο χάρτη, µε τις συντεταγµένες της.

(2) Χαράσσει επάνω στο χάρτη τη διεύθυνση επιτηρήσεως µε τη βοήθεια του αναγωγέα. Εάν δεν είναι γνωστό το ∆Θ∆Ε, αλλά ο στόχος επισηµάνσεως, τον τοποθετεί στο χάρτη και ενώνει µε µία ευθεία γραµµή τη θέση της Πυροβολαρχίας µε τη θέση του ΣΕ. Επάνω στη γραµµή αυτή (∆Θ∆Ε) καταγράφει την παρεκτροπή διευθύνσεως επιτηρήσεως που αντιστοιχεί στο χρησιµοποιούµενο διαµέτρηµα (π.χ. για οβιδο-βόλα Μ109Α2: 3200 χιλ.).

(3) Τοποθετεί τη θέση του ΠΑΡ στο χάρτη.

(4) Τοποθετεί τη θέση του στόχου που προσδιόρισε στο χάρτη µε την προσφορότερη µέθοδο.

(5) Μετρά τη γωνία παρατηρήσεως (γωνία ΠΑΡ -Στόχος - Πυροβολαρχία).

β. Μέτρηση Βεληνεκούς.

Ο παρατηρητής µετρά την απόσταση Πυροβολαρχία -Στόχος (βεληνεκές) και επιλέγει το κατάλληλο γέµισµα µε το οποίο θα γίνει η βολή (π.χ. βεληνεκές = 6000 µ. και γέµισµα 5ο Πράσινο).

γ. ∆ιαβίβαση Τµήµατος του Αρχικού Παραγγέλµατος Βολής.

Ο παρατηρητής έχοντας επιλέξει το βεληνεκές και το

247

γέµισµα, διαβιβάζει στα πυροβόλα τµήµα του αρχικού παραγγέλµατος βολής για να επιταχύνει τη διαδικασία:

π.χ. "ΣΤΟΧΟΣ ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑΣ ΕΚΡΗΚΤΙΚΗ ΓΕΜΙΣΜΑ 5ο, ΠΡΑΣΙΝΟ ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ ΑΚΑΡΙΑΙΟΣ Ο∆ΗΓΟ ΑΝΑ ΜΙΑ ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑ ΑΝΑ ΤΡΕΙΣ".

. δ. Προσδιορισµός Παρεκτροπής.

Ο παρατηρητής µε τη βοήθεια του αναγωγέα, µετρά τη γωνιακή απόκλιση του στόχου από τη διεύθυνση επιτηρήσεως και την εφαρµόζει στην παρεκτροπή ∆Ε, χρησιµοποιώντας το µνηµονικό κανόνα:

"ΑΡΙΣΤΕΡΑ → + , ∆ΕΞΙΑ → -"

π.χ. εάν ο παρατηρητής µέτρησε απόκλιση του στόχου ίση µε 120 χιλ. αριστερά από τη γραµµή του ∆Θ∆Ε (3200), προσθέτει στην παρεκτροπή διευθύνσεως επιτηρήσεως, τα 120 χιλ. (3200 + 120 = 3320). Εποµένως, η παρεκτροπή που θα παραγγείλει στα πυροβόλα θα είναι 3320. Η παρέκκλιση αγνοείται.

ε. Προσδιορισµός Υψώσεως.

Ο παρατηρητής γνωρίζοντας το βεληνεκές και το γέµισµα και χρησιµοποιώντας τον πίνακα βολής, προσδιορίζει την ύψωση (για βεληνεκές = 6000 µ., στο 5ο Πράσινο γέµισµα, η ύψωση είναι ίση µε 302 χιλ.).

στ. Προσδιορισµός ΠΓΘ.

Αντί της ΠΓΘ ο παρατηρητής προσδιορίζει τη Γωνία Θέσεως (ΓΘ), θεωρώντας ότι η συµπληρωµατική γωνία θέσεως (ΣΓΘ) είναι αµελητέα. Ο υπολογισµός της ΓΘ γίνεται µε τον τύπο Μ = ΑΧ, βάσει της υψοµετρικής διαφοράς σε µέτρα (υψόµετρο Στόχου µείον υψόµετρο Πυροβολαρχίας) και του βεληνεκούς σε χιλιάδες µέτρων.

π.χ. Υψόµετρο Στόχου 390 µ. Υψόµετρο Πυροβολαρχίας 260 µ. Εποµένως ∆ζ + 130 µ.

248

Βεληνεκές στόχου 6000 µ. Αρα ΓΘ= +130-6 = 21.7 : +22 χιλ.

ζ. Προσδιορισµός Κλίσεως.

Η κλίση προσδιορίζεται προσθέτοντας την ύψωση µε την ΠΓΘ(302 + 22) = 324 χιλ.

η. ∆ιαβίβαση Στοιχείων Βολής.

Μετά τον προσδιορισµό των στοιχείων βολής, ο παρατη-ρητής τα διαβιβάζει στα πυροβόλα:

π.χ. "ΠΑΡΕΚΤΡΟΠΗ 3320. ΚΛΙΣΗ 324".

ΤΜΗΜΑ 42 ΑΞΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

1. Γενικά.

Οταν ο παρατηρητής ευρίσκεται επάνω ή κοντά στη γραµµή βολής (γωνία παρατηρήσεως µικρότερη ή ίση µε 300 χιλ.), η παρατήρηση ονοµάζεται αξονική. Στην περίπτωση αυτή τα σηµεία πτώσεως των βληµάτων φαίνονται από το παρατηρητήριο, όπως περίπου θα εφαίνοντο από τη θέση των πυροβόλων. Για παράδειγµα, µία διάρρηξη η οποία εκτιµήθηκε σαν "∆ΕΞΙΑ", είναι "∆ΕΞΙΑ" και από τη θέση των πυροβόλων. Συνεπώς, η έννοια της απαιτούµενης διορθώσεως κατά διεύθυνση είναι εύκολο να καθορισθεί.

2. Λόγος Αναγωγής.

Στο σχήµα 80 φαίνεται η θέση των πυροβόλων, το παρατηρητήριο και ο στόχος Σ. Εστω ότι ένα βλήµα διερράγη στη θέση ∆. Ο παρατηρητής µετρά τη γωνιακή απόκλιση της διαρρήξεως από το στόχο (γωνία δ) ίση µε 120 χιλ. Στην παρεκτροπή των πυροβόλων θα πρέπει να εφαρµόσει τη γωνία δ1 και όχι τη γωνία δ. Για τον υπολογισµό της δ1 πολλαπλασιάζει τη γωνία επί ένα συντελεστή, ο οποίος ονοµάζεται λόγος αναγωγής (λ). Ο λόγος αναγωγής ισούται µε το λόγο της Αποστάσεως

249

Παρατηρήσεως προς το Βεληνεκές (λ=Απόοταση Παρατηρήσεως/Βεληνε-κές). Ο συντελεστής αυτός εκφράζεται σαν κλάσµα µε αριθµητή την µονάδα και παρονοµαστή στρογγυλευµένο, για λόγους απλότητας, στον πλησιέστερο ακέραιο π.χ. 1/3, 1/4, 1/5 κλπ. Στο συγκεκριµένο παράδειγµα λ = 2000 + 6000 = 1/3. Συνεπώς η διόρθωση της παρεκτροπής µε την οποία εβλήθη το βλήµα θα ισούται µε: Αριστερά 120 χ 1/3 = Αριστερά 40 χιλ.

Σχήµα 80. Λόγος Αναγωγής.

3. Κανονισµός κατά ∆ιεύθυνση.

α. Γενικά ο παρατηρητής ακολουθεί την παρακάτω διαδικασία: (1) Προσδιορίζει το λόγο αναγωγής πριν από την έναρξη

της βολής.

(2) Με τα δίοπτρα ή µε το χέρι και τα δάκτυλα µετρά την κατά διεύθυνση απόκλιση της διαρρήξεως.

3) Πολλαπλασιάζει την απόκλιση επί το λόγο ανα-ωγής και εφαρµόζει το αποτέλεσµα στην παρεκτροπή µε την οποία εβλήθει το βλήµα, χρησιµοποιώντας τον µνηµονικό κανόνα:

"ΑΡΙΣΤΕΡΑ → + , ∆ΕΞΙΑ → -".

(4) Παραγγέλει τη νέα παρεκτροπή στα πυροβόλα.

250

Παράδειγµα Κανονισµού κατά ∆ιεύθυνση.

Ο παρατηρητής προσδιόρισε την αρχική παρεκτροπή προσβολής του στόχου, ίση µε 3185 χιλ.

Απόσταση παρατηρητής - στόχος = 1400 µ. Βεληνεκές πυροβόλα - στόχος = 5900 µ. Αρα λόγος αναγωγής = 1400 / 5900 ~ 1/4 Εβλήθη το πρώτο βλήµα, το οποίο διερράγη 65 χιλ. αριστερά του στόχου. Αρα διόρθωση παρεκτροπής = ∆εξιά 65 χ 1/4 ~ ∆εξιά 16 χιλ. Εποµένως νέα παρεκτροπή στόχου = 3185 -16 = 3169 χιλ.

4. Κανονισµός κατά Βεληνεκές.

α. Γενικά.

Η διαδικασία την οποία πρέπει να ακολουθήσει ο παρατηρητής για να εκτελέσει κανονισµό κατά βεληνεκές είναι η παρακάτω:

(1) Αρχικά πρέπει να παρεµβάλλει το στόχο. (2) Στη συνέχεια διχοτοµεί διαδοχικά την παρεµβολή,

µέχρις ότου πετύχει είτε παρεµβολή δικράνου είτε "ορθό βεληνεκές".

β. Προσδιορισµός ∆ικράνου.

(1) Πριν την έναρξη της βολής, ο παρατηρητής θα πρέπει να προσδιορίσει από τους πίνακες βολής το δίκρανο σε χιλιοστά και σε µέτρα. Για διευκόλυνση των υπολογισµών το δίκρανο σε χιλιοστά στρογγυλεύεται στην πλησιέστερη δάδα χιλιοστών. Επίσης το δίκρανο σε µέτρα στρογγυλεύεται στην πλησιέστερη 100άδα µέτρων ή όταν είναι µικρότερο από 100 µέτρα, στην πλησιέστερη 50άδα µέτρων.

(2) Παράδειγµα:

Οβιδοβόλο 155 χιλ. Μ109Α2 Αρχικό βεληνεκές 9600 µ. Γέµισµα 6ο Λευκό ∆ίκρανο σε χιλ. 8 χιλ. ~ 10 χιλ. παβ 26 µ. και άρα ∆ίκρανο (4x26) : 104 µ. ~ 100 µ.

251

γ. Χρησιµοποίηση ∆ικράνου.

Μόλις ο παρατηρητής προσδιορίσει το δίκρανο σε µέτρα και χιλιοστά, διαθέτει ένα µέτρο µε το οποίο θα µετατρέπει τις διορθώσεις βεληνεκούς σε χιλιοστά. Ετσι, µε τα στοιχεία του παραπάνω παραδείγµατος, εάν ο παρατηρητής διορθώσει την κλίση του πυροβόλου κατά ένα δίκρανο (10 χιλ.) θα αναµένει µετακίνηση της εποµένης διαρρήξεως κατά 100 περίπου µέτρα.

δ. Εκτέλεση Κανονισµού κατά Βεληνεκές.

(1) Μόλις ο παρατηρητής επιτύχει θετική εκτίµηση βεληνεκούς, θα πρέπει να παρεµβάλλει το στόχο. Εστω ότι ο παρατηρητής εκτίµησε την πρώτη διάρρηξη "ΜΑΚΡΑ, ΠΕΡΙΠΟΥ 200 ΜΕΤΡΑ, ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ". Η διόρθωση που θα έδιδε στο Κ∆Π θα ήταν ''ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 400". Αυτό το "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 400" πρέπει να το µετατρέψει σε χιλιοστά. Ο παρατηρητής ήδη γνωρίζει (στοιχεία του παραδείγµατος της παραγράφου 4β) ότι για κάθε 100 µέτρα θα πρέπει να εφαρµόσει διόρθωση κλίσεως ίση µε ένα δίκρανο, δηλαδή 10 χιλ. Αρα για 400 µ. απαιτούνται 4 δίκρανα, δηλαδή 40 χιλ.

(2) Η παρεµβολή του στόχου γίνεται σε δίκρανα και τα χρησιµοποιούµενα άλµατα είναι πάντοτε της τάξεως των 2, 4, 8 ή 16 δικράνων.

ε. ∆ραστική Βολή.

Μόλις τελειώσει ο κανονισµός, εκπέµπεται η δραστική βολή ως εξής:

(1) Εκτίµηση "ΟΡΘΟ ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ": Με τα τελευταία στοιχεία βολής.

(2) Παρεµβολή δικράνου: ∆ιχοτοµείται η παρεµβολή.

στ. Παράδειγµα Κανονισµού κατά Βεληνεκές.

Οβιδοβόλο 155 χιλ. Μ109Α2, γέµισµα 5ο Πράσινο. Αρχικό

βεληνεκές στόχου 6100. Αρα ύψωση = 308 χιλ. ΠΓΘ = ΓΘ = 12

χιλ. Αρα κλίση = 320 χιλ.

252

∆ίκρανο σε χιλιοστά (έναντι βεληνεκούς 6100) = 4 ~ 5 χιλ.

Παβ = 15 µ. και άρα

∆ίκρανο σε µέτρα = 4 Χ 15 = 60 ~ 50 µ.

Α/Α Βλήµα-τος

Παραγγέλµατα Παρατηρητή

Εκτίµηση Παρατηρητή

Επεξήγηση

1 Κλίση 320 ΒΡΑΧΕΙΑ ΠΕΡΙΠΟΥ 200 µ.

Η διόρθωση θα πρέπει να είναι µακρότερον 400 δηλ. 8 δίκρανα (400 / 50 =8). 8 δίκρανα = 40 χιλ. (8 Χ 5 = 40) Αρα επόµενη κλίση = 320 + 40 = 360.

2 Κλίση 360 ΜΑΚΡΑ Πρέπει να διχοτοµηθεί η παρεµβολή 8 δικράνων (40 χιλ.). Αρα επόµενη λίση=340

3 Κλίση 340 ΒΡΑΧΕΙΑ Πρέπει να διχοτοµηθεί η νέα παρεµβολή των 4 δικράνων (20 χιλ.). Αρα επόµενη κλίση 350.

4 Κλίση 350. ΒΡΑΧΕΙΑ Πρέπει να διχοτοµηθεί η παρεµβολή 2 δικράνων (10 χιλ.) µεταξύ 2ου και 4ου βλήµατος. Αρα επόµενη κλίση 355.

5 Κλίση 355 ΜΑΚΡΑ Εγινε παρεµβολή δικράνου η οποία διχοτοµείται και εκπέµπεται η δραστική βολή

Πυροβολαρχία ανά 3 ΚΛΙΣΗ 352

Επιτυχής ∆ραστική Βολή

ΤΜΗΜΑ 43 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΛΟΞΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΒΑΚΙΟ Μ10/Μ17

1. Γενικά.

α. Κατά την εφαρµογή της διαδικασίας αυτής, ο παρατηρητής θα πρέπει να διαθέτει αβάκιο Μ10/Μ 17, µε το οποίο θα µετατρέπει τις διορθώσεις του, σε σχέση µε τη γραµµή παρατηρήσεως, σε διορθώσεις σε σχέση µε τη γραµµή βολής. Βάσει των διορθώσεων αυτών (ως προς τη γραµµή βολής) προσδιορίζει τα στοιχεία βολής, τα οποία και διαβιβάζει στα πυροβόλα. Η διαδικασία του λοξού κανονισµού χρησιµοποιείται όταν η γωνία παρατηρήσεως είναι µεγαλύτερη των 300 χιλ.

253

β. Η διαδικασία που περιγράφεται στο τµήµα αυτό, µπορεί να χρησιµοποιηθεί και από τον Αξιωµατικό Βολής της πυροβολαρχίας. Στην περίπτωση αυτή, ο παρατηρητής διαβιβάζει κανονικά τις διορθώσεις του, ενώ ο ΑΞΒΟΛ τις µετατρέπει σε διορθώσεις ως προς τη γραµµή βολής και στη συνέχεια σε παραγγέλµατα βολής.

γ. Στο παρόν τµήµα θεωρείται σαν δεδοµένο ότι όλες οι εργασίες γίνονται από τον παρατηρητή και ότι στη θέση των πυροβόλων υπάρχει κάποιος Αξκος, ο οποίος απλά αναµεταδίδει τα στοιχεία βολής του παρατηρητή, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνος για την ορθή υπηρέτηση των πυροβόλων.

δ. Οι ενέργειες τις οποίες ακολουθεί ο παρατηρητής για την εκτέλεση βολής µε τη διαδικασία του λοξού κανονισµού διακρίνονται στις παρακάτω τρεις φάσεις:

(1) Προσδιορισµός των στοιχείων µε τα οποία θα βληθείτο πρώτο βλήµα του κανονισµού.

(2) Μετατροπή των διορθώσεων του παρατηρητή, από διορθώσεις ως προς τη γραµµή παρατηρήσεως σε διορθώσεις ως προς τη γραµµή βολής (σε µέτρα).

(3) Προσδιορισµός των στοιχείων βολής.

2. Προσδιορισµός της Γωνίας Παρατηρήσεως.

α. Ο παρατηρητής µετά τον προσδιορισµό του στόχου, τον τοποθετεί στο χάρτη του και στη συνέχεια µε τον αναγωγέα µετρά τη γωνία παρατηρήσεως (ΠΑΡ - Στόχος - Πυροβόλα).

β. Μπορεί επίσης, να υπολογίσει τη γωνία παρατηρήσεως συγκρίνοντας το διάθηµα παρατηρήσεως µε το διάθηµα Πυροβολαρχία -Στόχος. Η θέση του παρατηρητή σε σχέση µε τη γραµµή βολής (δεξιά ή αριστερά της) φαίνεται και για τις δύο περιπτώσεις από το χάρτη.

3. Προετοιµασία του Αβακίου Μ10/Μ17.

α. Για να µπορέσει ο παρατηρητής να προσδιορίσει τις διορθώσεις ως προς τη γραµµή βολής, θα πρέπει πρώτα να προετοιµάσει το αβάκιο του. Περιστρέφει το δίσκο του αβακίου και τοποθετεί το κόκκινο 0 επάνω στο κόκκινο βέλος της βάσεως. Στη συνέχεια σηµειώνει στον περί-

254

στρεφόµενο δίσκο ένα στίγµα, επάνω στον αριθµό που αντιστοιχεί στη γωνία παρατηρήσεως.

(1) Εάν η θέση του παρατηρητή είναι δεξιά από τη γραµµή βολής, τότε τοποθετεί το στίγµα στους µαύρους αριθµούς, οι οποίοι είναι δεξιά από το κόκκινο βέλος της βάσεως.

(2) Εάν η θέση του παρατηρητή είναι αριστερά από τη γραµµή βολής, τότε τοποθετεί το στίγµα στους κόκκινους αριθµούς, οι οποίοι ευρίσκονται αριστερά από το κόκκινο βέλος της βάσεως.

β. Με τον τρόπο αυτό, εάν περιστρέψει τον κινητό δίσκο και τοποθετήσει το στίγµα επάνω στο κόκκινο βέλος, αυτοµάτως επιτυγχάνει µία γραφική αναπαράσταση της σχετικής θέσεως της γραµµής παρατηρήσεως και της γραµµής βολής, έτσι:

Σχήµα 81. Τοποθέτηση της Γωνίας Παρατηρήσεως.

255

(1) Η κεντρική µαύρη γραµµή (άξονας) του περιστρε-φόµενου δίσκου παριστάνει τη γραµµή παρατηρήσεως.

(2) Η κεντρική, κόκκινη, κατακόρυφη γραµµή (άξονας) της βάσεως παριστάνει τη γραµµή βολής.

(3) Το κέντρο του αβακίου παριστάνει την τελευταία διάρρηξη (Σχ. 81).

γ. Αυτή η γωνία παρατηρήσεως χρησιµοποιείται καθ' όλη τη διάρκεια της βολής, εκτός εάν η παρεκτροπή των πυροβόλων διαφοροποιηθεί περισσότερο από 200 χιλιοστά από την παρεκτροπή µε την οποία εβλήθη το πρώτο βλήµα του κανονισµού.

4. Προσδιορισµός των Στοιχείων Βολής του Πρώτου Βλήµατος.

Ο παρατηρητής χρησιµοποιεί τη διαδικασία που περιγράφεται στο τµήµα 41.

5. Μετατροπή των ∆ιορθώσεων του Παρατηρητή σε ∆ιορθώσεις ως προς τη Γραµµή Βολής.

α. Μόλις ο παρατηρητής παρατηρήσει τη θέση της διαρ-ρήξεως, προσδιορίζει τή διόρθωση του. Τη διόρθωση αυτή την προσδιόρισε ως προς τη γραµµή παρατηρήσεως και συνεπώς πρέπει να τη µετατρέψει σε διόρθωση ως προς τη γραµµή Πυροβόλα - Στόχος. Για να γίνει αυτό, ο παρατηρητής χρησιµοποιείτο αβάκιο Μ10/Μ17, όπως παρακάτω:

(1) Περιστρέφει τον κινητό δίσκο και τοποθετεί το κόκκινο µηδέν στο κόκκινο βέλος.

(2) Τοποθετεί τη διόρθωση που προηγουµένως προσδιόρισε, χρησιµοποιώντας τα τετραγωνίδια της βάσεως του αβακίου (καθορίζει κατάλληλη κλίµακα). Ετσι εάν π.χ. η διόρθωση του ήταν "∆ΕΞΙΑ 80, ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 200" θα ξεκινήσει από το κέντρο του αβακίου (θέση της διαρρήξεως), θα πάει δεξιά 8 τετραγωνίδια, εγγύτερον 20 τετραγωνίδια και θα τοποθετήσει ένα στίγµα (βλ. σχ. 82). Στο παράδειγµα αυτό, ο παρατηρητής θεώρησε την πλευρά του ενός τετραγωνιδίου ίση µε 10 µέτρα. Η κλίµακα αυτή δίδει τη δυνατότητα τοποθετήσεως των περισσοτέρων διορθώσεων. Εάν όµως απαιτηθεί, µπορεί να θεωρηθεί η πλευρά του τετραγωνιδίου ίση προς 20 ή περισσότερα µέτρα.

256

Σχήµα 82. Τοποθέτηση ∆ιορθώσεως στο Αβάκιο.

(3) Περιστρέφει το δίσκο του αβακίου, µέχρις ότου το στίγµα το οποίο τοποθέτησε κατά την προετοιµασία του αβακίου (τιµή της γωνίας παρατηρήσεως) έλθει έναντι του κόκκινου βέλους. Με τη µετακίνηση αυτή, το στίγµα της διορθώσεως του παρατηρητή δεν αλλάζει θέση ως προς τη γραµµή παρατηρήσεως.

257

Σχήµα 83. Μετατροπή ∆ιορθώσεως ως προς τη Γραµµή

Πυροβόλα - Στόχος.

(4) Μετρά από το κέντρο του αβακίου τη διόρθωση ως προς τη γραµµή βολής. Στο σχήµα 83 φαίνεται ότι η διόρθωση αυτή θα είναι "∆ΕΞΙΑ 165, ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 140".

258

6. Προσδιορισµός Στοιχείων Βολής, α. Παρεκτροπή.

(1) Ο παρατηρητής προσδιορίζει το 100/Β είτε από το ΓΠΒ, είτε διαιρώντας τον αριθµό 100 δια του βεληνεκούς του στόχου (σε χιλιάδες µέτρα). Π.χ Αρχικό Βεληνεκές = 5200 µ., άρα 100 / Β = 100 / 5.2 = 19.23 ~19 χιλ.

(2) Για να προσδιορίσει τη διόρθωση παρεκτροπής, πολλαπλασιάζει το 100/Β επί τον αριθµό των εκατοντάδων της κατά διεύθυνση διορθώσεως. Με τον τρόπο αυτό στο προηγούµενο παράδειγµα η διόρθωση παρεκτροπής θα είναι: 1.65 Χ 19 = 31.4 ~ 31 χιλ. ∆ΕΞΙΑ.

(3) Χρησιµοποιώντας τον µνηµονικό κανόνα "ΑΡΙΣΤΕΡΑ - + , ∆ΕΞΙΑ - -'', αφαιρεί 31 χιλ. από την παρεκτροπή µε την οποία εβλήθη το προηγούµενο βλήµα.

β. Κλίση.

(1) Ο παρατηρητής θα πρέπει να προσδιορίσει την κλίση, χρησιµοποιώντας µία από τις παρακάτω διαδικασίες:

(α) Με τους Πίνακες Βολής: Προσθέτει στο βεληνεκές, έναντι του οποίου προσδιόρισε τα στοιχεία του προηγούµενου βλήµατος, τη διόρθωση όπως µετράται από το αβάκιο. Εναντι του νέου βεληνεκούς προσδιορίζει τη νέα ύψωση είτε από τους ΓΠΒ, είτε από τον ΠΒΒ. Στην ύψωση που προσδιόρισε, προσθέτει αλγεβρικά και την ΠΓΘ, την οποία χρησιµοποίησε στη βολή του πρώτου βλήµατος (βλέπε παράδειγµα παραγράφου 7).

(β) Με τον Συντελεστή "C": Προσδιορίζει τον συντελεστή "C", δηλαδή τη µεταβολή υψώσεως για µεταβολή βεληνεκούς κατά 100 µέτρα είτε από τον Πίνακα Βολής Βιβλίου (ΠΒΒ), είτε από το Γραφικό Πίνακα Βολής (ΓΠΒ), έναντι του αρχικού βεληνεκούς. Η τιµή αυτή του συντελεστού "C" στρογγυλευµένη στο πλησιέστερο χιλιοστό, χρησιµοποιείται καθ' όλη τη διάρκεια της βολής. Μόλις ο παρατηρητής προσδιορίσει από το αβάκιο τη διόρθωση βεληνεκούς, τη διαιρεί διά 100 (προσδιορίζει δηλαδή τη διόρθωση σε 100άδες µέτρων) και πολλαπλασιάζει το αποτέλεσµα επί το συντελεστή "C. Το αποτέλεσµα αντιστοιχεί στη διόρθωση βεληνεκούς και εφαρµόζεται στην κλίση του τελευταίου βλήµατος.

259

(2) Παράδειγµα (συνέχεια):

Οβιδοβόλο 155 χιλ. Μ109Α2, Γέµισµα 4ο Πράσινο. Αρχικό βεληνεκές: 6300 µ.

Αρχική ύψωση: 418 χιλ. Η διόρθωση βεληνεκούς, από το αβάκιο Μ10/Μ 17 (ως

προς τη γραµµή βολής) είναι "ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 230". Από τον ΠΒΒ, έναντι βεληνεκούς 6300 ο συντελεστής "C"

είναι 10 χιλ. (Σε βεληνεκές 6300 η ύψωση είναι 418. Σε βεληνεκές 6400 η ύψωση είναι 428. Αρα συντελεστής "C" = 428 - 418 = 10 χιλ.)

∆ιόρθωση υψώσεως = (230 + 100) Χ 10 = 2.3 Χ 10 = 23 χιλ Αρα νέα ύψωση = 418 - 23 = 395 χιλ.

7. Παράδειγµα.

α. ∆ίδονται: Πυροβολαρχία οβιδοβόλου 155 χιλ. Μ109Α2.

Γωνία παρατηρήσεως 650 χιλ. Παρατηρητής αριστερά της γραµµής βολής. Βεληνεκές στόχου από το χάρτη 7200 µ. Γέµισµα 5ο Πρ. Υψόµετρο Στόχου 330 µ. Υψόµετρο Πυρχίας 270 µ. Απόκλιση στόχου δεξιά από τη ∆Ε 174 χιλ.

β. Προσδιορισµός στοιχείων πρώτου βλήµατος.

Παρεκτροπή (3200 -174) 3026 ∆ζ (330 -270) +60 µ. ΠΓΘ - ΓΘ = +60 + 7.2 - +8.3 +8 χιλ. Υψωση (από ΠΒΒ έναντι 7200 µ.) 388 χιλ. Αρα κλίση (388 + 8) 396 χιλ. 100/Β = 100 + 7.2= 13.9 14 χιλ.

γ. Εβλήθη το 1ο βλήµα και η διόρθωση του παρατηρητή ήταν "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 180". Από το αβάκιο Μ10/Μ17 η διόρθωση ως προς τη γραµµή πυροβόλα - στόχος θα είναι "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 150, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 110".

Αρα νέο βεληνεκές (7200 +110) 7310 µ. Υψωση (έναντι 7310) 396 χιλ. Αρα κλίση (396 + 8) 404 χιλ. Παρεκτροπή = [3026 + (1.5 Χ 14)] 3047

260

δ. Εβλήθη το 2ο βλήµα και η διόρθωση του παρατηρητή ήταν ΈΓΓΥΤΕΡΟΝ 100". Από το αβάκιο Μ10/Μ 17 η διόρθωση ως προς τη γραµµή πυροβόλα - στόχος θα είναι "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 60, ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ 80".

Αρα νέο βεληνεκές (7310 - 80) 7230 µ. Υψωση (έναντι 7230) 390 χιλ. Αρα κλίση (390 + 8) 398 χιλ. Παρεκτροπή = [3047 +(0.6X14)] 3055

ε. Εβλήθη το 3ο βλήµα και η διόρθωση του παρατηρητή ήταν "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 50, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ". Από το αβάκιο Μ10/Μ17 η διόρθωση ως προς τη γραµµή πυροβόλα - στόχος θα είναι "∆ΕΞΙΑ 30, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 40".

Αρα νέο βεληνεκές (7230 + 40) 7270 µ. Υψωση (έναντι 7270) 393 χιλ. Αρα κλίση (393 + 8) 401 ιλ. Παρεκτροπή = [3055 - (0.3 Χ 14)] 3051.

ΤΜΗΜΑ 44 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΟΤΑΝ Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ∆ΕΝ ∆ΙΑΘΕΤΕΙ ΠΒΒ ή ΓΠΒ

1. Γενικά.

Σε περίπτωση που ο παρατηρητής δεν διαθέτει πίνακες βολής (ΠΒΒ ή ΓΠΒ) ή προέχει η ταχύτητα εξαγωγής στοιχείων βολής, µπορεί να προσδιορίσει στοιχεία για τα πυροβόλα, χρησιµοποιώντας την τεχνική που περιγράφεται στο παρακάτω τµήµα:

2. Προσδιορισµός Στοιχείων Βολής.

α. Προσδιορίζονται από το χάρτη ή εάν δεν διατίθεται χάρτης εκτιµάται, το βεληνεκές Πυροβολαρχία - Στόχος.

β. Προσδιορίζεται το γέµισµα, χρησιµοποιώντας τους παρακάτω κανόνες:

(1) Οβιδοβόλα 105 χιλ.: Το γέµισµα είναι ίσο µε το βεληνεκές σε χιλιάδες µέτρων συν ένα. Π.χ. για βεληνεκές 4000 µ. το

261

γέµισµα είναι 5ο.

(2) Οβιδοβόλα 155 χιλ.: Το γέµισµα είναι ίσο µε το βεληνεκές σε χιλιάδες µέτρων. Π,χ. για βεληνεκές 5000 µ. το γέµισµα είναι 5ο (είτε πράσινο είτε λευκό).

(3) Οβιδοβόλα 203 χιλ. (8 ιντσών): Το γέµισµα είναι ίσο µε το βεληνεκές σε χιλιάδες µέτρων µείον ένα. Π.χ. για βεληνεκές 5000 µ. το γέµισµα είναι 4ο.

γ. Προσδιορίζεται η παρεκτροπή βολής µε τον ίδιο τρόπο που περιγράφεται στο τµήµα 41.

δ. Το πρώτο βλήµα βάλλεται µε κλίση 240 χιλ.

3. ∆ιορθώσεις Παρατηρητή - Εξαγωγή Στοιχείων Βολής.

Οι διορθώσεις διευθύνσεως και βεληνεκούς πρέπει να προσδιο-ρίζονται σε σχέση µε τη γραµµή Πυροβόλα - Στόχος. Η διαδικασία που ακολουθείται για µετατροπή τους σε στοιχεία βολής είναι η εξής:

α. Ο παρατηρητής προσδιορίζει το 100/Β, διαιρώντας τον αριθµό 100 µε το βεληνεκές σε χιλιάδες µέτρων και το στρογγυλεύει στην πλησιέστερη εκατοντάδα µέτρων. Παράδειγµα για Βεληνεκές = 4600, το 100/Β =100/4.6 = 21.74~22 χιλ.

β. Προσδιορίζεται η διόρθωση παρεκτροπής, πολλαπλασιάζοντας το 100/Β επί την κατά διεύθυνση διόρθωση σε εκατοντάδες µέτρων, π.χ. εάν η διόρθωση διευθύνσεως είναι ∆120, τότε η διόρθωση παρεκτροπής θα είναι ∆120 / 100 Χ 22 = ∆1.2 Χ 22 = ∆26.4 ~ ∆26 χιλ.

γ. Προσδιορίζεται η παρεκτροπή βολής, εφαρµόζοντας τη διόρθωση σε χιλιοστά στην παρεκτροπή που εβλήθη το προηγούµενο βλήµα, χρησιµοποιώντας τον κανόνα "ΑΡΙΣΤΕΡΑ -> +, ∆ΕΞΙΑ -» -".

δ. Σύµφωνα µε τον παρακάτω Πίνακα 16 και αναλόγως της χρησιµοποιούµενης σκευής, προσδιορίζεται ο συντελεστής µεταβολής κλίσεως. Ο συντελεστής αυτός, εντελώς χονδρικά, δίδει τον αριθµό των χιλιοστών που απαιτούνται για να διαρραγεί το βλήµα 100 µ. ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ ή ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ του στόχου. Π.χ. για οβιδοβόλο Μ109Α2 και γέµισµα 5ο, ο συντελεστής µεταβολής κλίσεως κατά 100 µ. είναι 11-5 = 6 χιλ.

262

ΠΙΝΑΚΑΣ 16 ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ ΚΛΙΣΕΩΣ

ΤΥΠΟΣ ΠΥΡΟΒΟΛΟΥ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ ΚΛΙΣΕΩΣ

105 χιλ. :Μ101Α1 13 µείον γέµισµα

155 χιλ. :Μ114 Α1 12 µείον γέµισµα

155 χιλ. : Μ109Α1/Α1Β/Α2/Α3 11 µείον γέµισµα

8 ιντσών: Μ110/ Μ110 Α1/ Μ155 10 µείον γέµισµα

ε. Πολλαπλασιάζεται ο συντελεστής µεταβολής κλίσεως επί τον αριθµό των 100άδων µέτρων της διορθώσεως βεληνεκούς. Ετσι εάν η διόρθωση βεληνεκούς είναι π.χ. "ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400", η διόρθωση κλίσεως θα είναι +4X6= +24 χιλ.

στ. Προστίθεται αλγεβρικά η διόρθωση κλίσεως στην κλίση του προηγουµένου βλήµατος.

ζ. Προσδιορίζεται η ρύθµιση βολής, εκτιµώντας τη διάρκεια τροχιάς.

η. Προσδιορίζεται η διόρθωση του ύψους διαρρήξεως µε την εφαρµογή 0.1 µονάδας ρυθµίσεως ανά δεκάδα µέτρων στην προηγούµενη ρύθµιση (άνω αφαιρείται, κάτω προστίθεται).

ΠΡΟΣΟΧΗ: Η περιγραφείσα διαδικασία είναι αξιόπιστη µόνο για το 3ο, 4ο, και 5ο γέµισµα των πυροβόλων που αναφέρονται στον Πίνακα 16.

4. Παράδειγµα.

α. Οβιδοβόλο Μ109Α1Β. Βεληνεκές = 5000 µ., συνεπώς θα χρησιµοποιηθεί 5ο

γέµισµα. Συντελεστής µεταβολής κλίσεως = 6 (11 - 5, Πίνακας 16).

Παρεκτροπή ∆Ε = 3200 χιλ. ∆Θ∆Ε - 600 χιλ. ∆θ Πυροβολαρχία - Στόχος = 730 χιλ. ∆ιαφορά διαθηµάτων = ∆ΕΞΙΑ 130 χιλ. (730 - 600).

263

Αρα παρεκτροπή βολής = 3200 -130 = 3070. Κλίση βολής 240.

β. Εβλήθη το πρώτο βλήµα και η διόρθωση του παρατηρητή ήταν: "ΑΡΙΣΤΕΡΑ 100, ΜΑΚΡΟΤΕΡΟΝ 400".

100/Β = 100 + 5 = 20 χιλ. ∆ιόρθωση παρεκτροπής= ΑΡΙΣΤΕΡΑ 100+100x20=20 χιλ.

Νέα παρεκτροπή: 3070 + 20 = 3090. ∆ιόρθωση κλίσεως (400 + 100) Χ 6 = 24 χιλ. Νέα κλίση = 240 + 24 = 264 χιλ.

264

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ "Α" ΣΤΟΕΕ 8-15 Β

ΓΩΝΙΟΜΕΤΡΟ - ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΜΕΤΡΟ LASER

ΤΜΗΜΑ 45 ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ

1. Γενικά.

Το γωνιόµετρο-αποστασιόµετρο laser είναι µια φορητή ηλεκ-τροοπτική συσκευή, η οποία χρησιµοποιείται για τη µέτρηση αποστάσεων, οριζοντίων και κατακόρυφων γωνιών. Είναι σχεδιασµένη για να χρησιµοποιείται από τους παρατηρητές Πυροβολικού για τον προσδιορισµό στόχων και την εκτέλεση του κανονισµού της βολής. Σε ολόκληρο το εγχειρίδιο, για λόγους συντοµίας αναφέρεται σαν "laser".

2. Αρχικός Προσανατολισµός.

α. Ενα σηµαντικό πλεονέκτηµα του laser είναι ότι, εάν προσανατολισθεί, παρέχει τη δυνατότητα στο χειριστή του να µετρά απ' ευθείας απόσταση και διάθηµα του στόχου τον οποίο σκοπεύει. Η ακρίβεια του ∆θ αυτού εξαρτάται άµεσα από τον ορθό αρχικό προσανατολισµό του.

β. Για να προσδιορίσει ο παρατηρητής τη θέση των στόχων, χρησιµοποιεί τη µέθοδο των πολικών συντεταγµένων. Βάσει του ∆θ, της αποστάσεως και της κατακόρυφης γωνίας, το Κ∆Π τοποθετεί το στόχο στην πινακίδα ή στον Η/Υ µε σηµείο αναφοράς τη θέση του παρατηρητηρίου.

γ. Είναι εµφανής η ανάγκη για τον ακριβή αρχικό προσανατολισµό του laser, καθώς και για τον ακριβή προσδιορισµό της θέσεως του παρατηρητηρίου.

δ. Ο καλύτερος τρόπος για τον αρχικό προσανατολισµό είναι µε τη χρησιµοποίηση στοιχείων τοπογραφικής οργανώσεως. Οταν ο παρατηρητής γνωρίζει το ∆θ από τη θέση του προς ένα µεµακρυσµένο σηµείο, προσανατολίζει τό όργανο όπως παρακάτω:

(1) Οριζοντιώνει τη συσκευή,

265

(2) Απασφαλίζει την κλίµακα µετρήσεως οριζοντίων γωνιών.

(3) Σκοπεύει το µεµακρυσµένο σηµείο και στη συνέχεια περιστρέφει την κλίµακα των οριζοντίων γωνιών, µέχρις ότου έναντι του δείκτη έρθει ένδειξη ίση µε το ∆θ του σηµείου αυτού.

(4) Ασφαλίζει την κλίµακα και στη συνέχεια µε τον ανώτερο µηχανισµό µπορεί να µετρά απ' ευθείας διαβήµατα.

ε. Εάν δεν έχει γίνει τοπογραφική οργάνωση, ο παρατηρητής χρησιµοποιώντας την πυξίδα του (στην οποία έχει τοποθετήσει τη ΣΑΟ) µετρά µε τη µέγιστη δυνατή ακρίβεια το ∆θ προς ένα σηµείο στο έδαφος. Στη συνέχεια, γνωρίζοντας το ∆θ, προσανατολίζει το laser, χρησιµοποιώντας τη διαδικασία που περιγράφηκε παραπάνω.

3. Αυτοπροσδιορισµός.

Είναι η διαδικασία την οποία ακολουθεί ο παρατηρητής, για να προσδιορίσει τις συντεταγµένες της θέσεως του και το ∆θ προς ένα γνωστό σηµείο, όταν δεν υπάρχουν στοιχεία τοπογραφικής οργανώσεως.

α. Αυτοπροσδιορισµός µε δυο Γνωστά Σηµεία.

Ο παρατηρητής προσδιορίζει στο έδαφος δύο τριγωνοµετρικά σηµεία και µετρά προς κάθε ένα από αυτά, την απόσταση και την κατακόρυφη γωνία. Μετρά επίσης την οριζόντια γωνία µεταξύ των δύο αυτών σηµείων, η οποία θα πρέπει να είναι µεγαλύτερη των 300 χιλ. και στη συνέχεια διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στο Κ∆Π, κωδικογραφηµένα. Το προσωπικό του Κ∆Π, αφού προσδιορίσει τη θέση του ΠΑΡ και το ∆θ προς ένα από τα σηµεία αυτά, τα διαβιβάζει στον παρατηρητή. Η µέθοδος αυτή είναι η πλέον ακριβής και πρέπει να προτιµάται.

Παράδειγµα :

Α 20 Ε∆Ω Α 27 ΑΥΤΟΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ, ΕΤΟΙΜΟΣ. ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΟ 284. ΑΠΟΣΤΑΣΗ 6240, ΓΘ ΠΛΕΟΝ 11. ΕΤΟΙΜΟΣ. ∆ΕΞΙΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΟ 321. ΑΠΟΣΤΑΣΗ 7965, ΓΘ ΠΛΕΟΝ14. ΕΤΟΙΜΟΣ. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΓΩΝΙΑ 477. ΕΤΟΙΜΟΣ.

266

Το Κ∆Π κάνει τους απαραίτητους υπολογισµούς και διαβιβάζει στον παρατηρητή :

Α 27 Ε∆Ω Α 20. ΕΤΟΙΜΟΙ. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 32854324 ΥΨΟΜΕΤΡΟ 223. ∆θ ΠΡΟΣ ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΟ 284 ΕΙΝΑΙ 2444. ΕΤΟΙΜΟΣ.

Σχήµα 84. Αυτοπροσδιορισµός µε δύο Γνωστά Σηµεία.

β. Αυτοπροσδιορισµός µε ένα Γνωστό Σηµείο και µια ∆ιάρρηξη.

Εάν στην περιοχή υπάρχει µόνο ένα γνωστό σηµείο, ο παρατηρητής µπορεί να ζητήσει τη βολή ενός εκρηκτικού ή καπνογόνου βλήµατος ΛΦ και να χρησιµοποιήσει τη διάρρηξη του σαν δεύτερο γνωστό σηµείο. Θα πρέπει να επιλέξει σηµείο βολής, το οποίο να απέχει κατά διεύθυνση τουλάχιστον 300 χιλ. από το γνωστό σηµείο. Οταν βληθεί το βλήµα, ο παρατηρητής µετράει απόσταση και ΓΘ προς τη διάρρηξη και τη διαβιβάζει στο Κ∆Π.

Παράδειγµα:

Α 20 Ε∆Ω Α 27, ΑΥΤΟΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΜΕ ΕΝΑ ΒΛΗΜΑ. ΕΤΟΙΜΟΣ. ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΣΗΜΕΙΟ, ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΟ 284. ΑΠΟΣΤΑΣΗ 6240 ΓΘ ΠΛΕΟΝ 11. ΚΑΠΝΟΓΟΝΟ ΛΦ ΣΕ ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 384627. ΕΤΟΙΜΟΣ. Αφού βληθεί το καπνογόνο, ο παρατηρητής διαβιβάζει: ∆ΕΞΙΟ ΣΗΜΕΙΟ, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 7245, ΓΘ ΠΛΕΟΝ 7. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΓΩΝΙΑ 414. ΕΤΟΙΜΟΣ.

267

Το Κ∆Π κάνει τους απαραίτητους υπολογισµούς και διαβιβάζει στον παρατηρητή τη θέση του και το ∆θ προς το γνωστό σηµείο, µε ένα σήµα της ίδιας µορφής µε αυτό της προηγούµενης παραγράφου.

Σχ 8 ία ∆ιάρρηξη. ήµα 5. Αυτοπροσδιορισµός µε ένα Γνωστό Σηµείο και µ

γ. Αυτοπροσδιορισµός µε δύο ∆ιαρρήξεις.

(1) Η µέθοδος αυτή χρησιµοποιείται όταν δεν υπάρχουν γνωστά σηµεία στην περιοχή. Ο παρατηρητής επιλέγει δύο σηµεία τα οποία να απέχουν κατά διεύθυνση τουλάχιστον 300 χιλ. στα οποία ζητά την εκτέλεση της βολής. Βάλλεται το πρώτο βλήµα, ο παρατηρητής µετρά το ∆θ, την απόσταση και τη ΓΘ και τα διαβιβάζει στο Κ∆Π (πλην του ∆θ). Εκτελεί τις ίδιες ενέργειες για το δεύτερο σηµείο και στη συνέχεια αφαιρεί τα δύο ∆θ, για να προσδιορίσει την εσωτερική τους γωνία, την οποία διαβιβάζει και αυτή στο Κ∆Π.

δ. Οταν χρησιµοποιούνται µια ή δύο διαρρήξεις για την εκτέλεση του αυτοπροσδιορισµού, ελαττώνεται η ακρίβεια προσδιορισµού των συντεταγµένων του ΠΑΡ, λόγω της διασποράς των βληµάτων. Για το λόγο αυτό οι µέθοδοι αυτοί πρέπει να αποφεύγονται.

4. Προσδιορισµός Σηµείων Συσχετίσεως (ΣΣχ).

Οταν ο παρατηρητής προσδιορίσει επακριβώς τη θέση του (είτε

268

µε τοπογραφική οργάνωση, είτε µε αυτοπροσδιορισµό), θα πρέπει να προσδιορίσει πολικές συντεταγµένες προς αρκετά χαρακτηριστικά σηµεία (ΣΣχ) γύρω από τη θέση του. Το Κ∆Π οπλίζει την πινακίδα ή τον Η/Υ µε τα σηµεία συσχετίσεως. Ο παρατηρητής µπορεί να τα χρησιµοποιήσει για την εκτέλεση βολών (ή προσδιορισµού της θέσεως ενός στόχου) ή και όταν αργότερα µετακινηθεί σε άλλη θέση, δύναται να χρησιµοποιεί τα σηµεία αυτά για να εκτελέσει αυτοπροσδιορισµό.

Σχήµα 86. Χρήση Αποστασιοµέτρου Laser για τον Προσδιορισµό ΣΣχ και της Νέας Θέσης του Παρατηρητή.

5. Προσδιορισµός Στόχων.

Εφ' όσον η θέση του ΠΑΡ είναι γνωστή στο Κ∆Π, ο παρατηρητής µπορεί να χρησιµοποιεί το laser για να προσδιορίσει επακριβώς τη θέση των στόχων, µε τη µέθοδο των πολικών συντεταγµένων. Επειδή η µέθοδος αυτή είναι ταχύτατη και παρέχει τοπογραφική ακρίβεια είναι η µόνη την οποία πρέπει να χρησιµοποιεί ο παρατηρητής, εκτός των περιπτώσεων που ο στόχος είναι τοπογραφικά προσδιορισµένος ή ευρίσκεται πολύ κοντά σε τοπογραφικά προσδιορισµένο στόχο.

269

6. Κανονισµός και ∆ραστική Βολή.

α. Οταν η θέση του laser είναι τοπογραφικά προσδιορισµένη και αυτό είναι ορθά προσανατολισµένο, οι µετρήσεις του παρατηρητή είναι ακριβέστατες και η θέση των στόχων θεωρείται τοπογραφικά προσδιορισµένη. Αυτό παρέχει τη δυνατότητα στο Κ∆Π να εκτελεί απ' ευθείας δραστικές βολές. Ωστόσο, σε ορισµένες περιπτώσεις που δεν θα υπάρχουν στοιχεία εξ επισηµάνσεως (πχ. στην πρώτη βολή της Πυροβολαρχίας από µια νέα θέση), ο παρατηρητής θα εκτελέσει κανονισµό της βολής. Μόλις διαρραγεί το πρώτο βλήµα του κανονισµού, ο παρατηρητής θα προσδιορίσει ∆θ, απόσταση και ΓΘ προς το σηµείο της διαρρήξεως και θα τα διαβιβάσει στο Κ∆Π.

Πχ "∆ΙΑΡΡΗΞΗ. ∆Θ 2047, ΑΠΟΣΤΑΣΗ 3125, ΚΑΤΩ 7 ΧΙΛΙΟΣΤΑ"

β. Ο παρατηρητής έχει επίσης τη δυνατότητα, κυρίως όταν το βλήµα έχει διαρραγεί πολύ κοντά στο στόχο, να δώσει απ' ευθείας διόρθωση, χωρίς να χρησιµοποιήσει το laser.

Πχ. "∆ΕΞΙΑ 20, ∆ΡΑΣΤΙΚΗ ΒΟΛΗ".

γ. Η χρησιµοποίηση του laser για την εκτέλεση του κανονισµού, παρέχει τη δυνατότητα στον παρατηρητή να ζητήσει δραστική βολή µε την µέτρηση των στοιχείων της πρώτης διαρρήξεως, δηλαδή να εκτελεί κάθε φορά κανονισµό µε ένα βλήµα. Λόγω όµως της διασποράς προτιµάται να βάλλεται και δεύτερο βλήµα πριν την εκτέλεση δραστικής βολής.

δ. Λοιπά όπως Τµήµα 30 και ΕΕ 8-15γ.

270

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ "Β" ΣΤΟ ΕΕ 8-15 Β

ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ∆ΙΟΠΤΡΩΝ, ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΠΥΞΙ∆ΑΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑΚΗΣ ∆ΙΟΠΤΡΑΣ

ΤΜΗΜΑ 46 ∆ΙΟΠΤΡΑ

1. Γενικά.

Τα δίοπτρα είναι όργανα τα οποία χρησιµοποιούνται για παρατήρηση. Οι τύποι των διόπτρων που χρησιµοποιούνται από τους παρατηρητές Πυροβολικού φέρουν στο εσωτερικό τους βαθµονοµηµένο νηµατόσταυρο, για την κατά προσέγγιση µέτρηση µικρών γωνιών. Τα δίοπτρα που δεν φέρουν νηµατόσταυρο, χρησιµοποιούνται για γενική παρατήρηση. Είναι όργανα ελαφρά και χρησιµοποιούνται εύκολα από τον παρατηρητή.

2. Γενική Περιγραφή (Αφορά Ολους τους Τύπους).

Τα δίοπτρα αποτελούνται σε γενικές γραµµές από δύο πρισµατικά τηλεσκόπια, τα οποία µπορούν να περιστρέφονται γύρω από ένα κοινό άξονα. Με την περιστροφή αυξάνεται ή ελλατώνεται η απόσταση µεταξύ των προσοφθαλµίων φακών και έτσι µπορεί να προσαρµοσθούν στα µάτια οποιουδήποτε παρατηρητή. Η εστιακή απόσταση του κάθε προσοφθαλµίου φακού ρυθµίζεται από διαφορετικό κοµβίο. Μέσα σε κάθε τηλεσκόπιο υπάρχει διάταξη πρισµάτων, µε την οποία επιτυγχάνεται απόκλιση των οπτικών γραµµών κάθε τηλεσκοπίου. Με τον τρόπο αυτό οι αντικειµενικοί φακοί απέχουν περισσότερο µεταξύ τους από ότι οι υποκειµενικοί και παρέχουν στο χρήστη τους καλύτερη στερεσκοπική όραση. Στις επόµενες παραγράφους περιγράφονται οι διάφοροι τύποι των χρησιµοποιουµένων διόπτρων. Περισσότερα στοιχεία στο ΤΕ 32 - 918.

3. ∆ίοπτρα Μ3.

Τα δίοπτρα Μ3 φέρουν βαθονοµηµένο νηµατόσταυρο στο αριστερό τηλεσκόπιο, για τη µέτρηση οριζοντίων και κατακόρυφων γωνιών (Σχ. 87).

271

Σχήµα 87. Βαθµονοµηµένες Κλίµακες ∆ιόπτρων Μ3, Μ8, Μ9, Μ13,

Μ13Α1, Μ16, Μ17 και Μ17Α1.

Η οριζόντια κλί χαραγµένη ανα 10 χιλ., από 0-50 αριστερά και δεξιά του µακα είναι κέντρου του οπτικού πεδίου. Είναι αριθµηµένη µε τους αριθµούς 1, 2, 3, 4 και 5, οι οποίοι αντιστοιχούν σε 10, 20, 30, 40 και 50 χιλ. Υπάρχουν επίσης και τρεις κατακόρυφες κατακόρυφη κλίµακα είναι βαθµονοµηµένη σε κλίµακες. Η δεξιάγυάρδ ι τον εντοπισµό βοηθητικών σηµείων σκοπεύσεως ες κα χρησιµοποιείται για των τυφεκίων και πολυβόλων 0.30. ∆εν µπορεί δηλαδή να χρησιµοποιηθεί από τους παρατηρητές Πυροβολικού. Η χρησιµοποίηση της περιγράφεται αναλυτικά στο ΤΕ 32 - 918. Η αριστερή κατακόρυφη κλίµακα και αυτή που ευρίσκεται στο κέντρο είναι βαθµο ηµ και η µεν αριστερή έχει εύρος 20 χιλ. (4 νοµ ένες ανά πέντε χιλιοστά, χαραγές), ενώ η κεντρική έχει εύρος 10 χιλ. (2 χαραγές).

4. ∆ίοπτρα Μ7.

Τα δίοπτρα αυτά δεν φέρουν εσωτερική βαθµονοµία για τη µέτρηση γωνιών και συνεπώς χρησιµοποιούνται µόνο για γενική παρατήρηση.

5. ∆ίοπτρα Μ8 και Μ9.

Είναι όµοια µε τα δίοπτρα τύπου Μ3, πλην ορισµένων διαφορών τεχνικής φύσεως. Χρησιµοποιούνται όπως και τα Μ3.

6. ∆ίοπτρα Μ13 και Μ13Α1.

Είναι όµοια µε τα δίοπτρα τύπου Μ3, µε τη διαφορά ότι είναι πιο ανθεκτικά στην υγρασία.

272

7. ∆ίοπτρα Μ15.

∆εν φέρουν εσωτερικές βαθµονοµίες, είναι µεγαλύτερα από τα Μ3 και χρησιµοποιούνται από την Αεροπορία. Υπάρχουν δύο τύποι. Ο Μ15, ο οποίος διαθέτει ενσωµατωµένο φίλτρο, για τη µείωση των λάµψεων από τον εξωτερικό φωτισµό και ο τύπος Μ15Α1, ο οποίος φέρει υποδοχή, για τοποθέτηση του φίλτρου Μ1. Το φίλτρο αυτό είναι µια συσκευή η οποία τοποθετείται επάνω στους αντικειµενικούς φακούς των διόπτρων. Για κάθε ένα προσοφθάλµιο φακό διαθέτουν ένα ζεύγος φίλτρων. Το ένα από αυτά τα φίλτρα είναι σταθερό και εξουδετερώνει τις ανακλάσεις του φωτός. Το άλλο είναι κινητό, ρυθµίζεται από το χρήστη και ελέγχει τον εισερχόµενο στα δίοπτρα φωτισµό τον οποίο µπορεί να περιορίσει στο 0.1% του πραγµατικού.

8. ∆ίοπτρα Μ16.

Είναι όµοια µε τα δίοπτρα Μ7, µε τη διαφορά ότι φέρουν εσωτερικές βαθµονοµίες και µπορούν να χρησιµοποιηθούν για οποιαδήποτε σκοπό. Είναι µεγαλύτερου µεγέθους από τα δίοπτρα Μ3.

9. ∆ίοπτρα Μ17 και Μ17Α1.

Τα δίοπτρα Μ17 και Μ17Α1 είναι όµοια µε τα Μ15 και Μ15Α1 αντίστοιχα, µε τη διαφορά ότι φέρουν εσωτερικές βαθµονοµίες.

10. ∆ίοπτρα ΜΚ 21.

Υπάρχουν δύο τύποι. Τα ΜΚ 21 και τα ΜΚ 21Α1. Τα ΜΚ 21 από κατασκευής διαθέτουν φίλτρο, ενώ στα ΜΚ 21Α1 χρησιµοποιείται το φίλτρο Μ1. Και οι δύο τύποι δεν φέρουν εσωτερικές βαθµονοµίες και χρησιµοποιούνται από την αεροπορία για παρατήρηση από αεροσκάφος.

11. Χρησιµοποίηση ∆ίοπτρων.

α. Θέση Παρατηρήσεως.

Ο παρατηρητής πρέπει να σταθεροποιεί τα δίοπτρα και µε τα δύο του χέρια και να τα πιέζει ελαφρό στα µάτια του, ώστε να τηρούνται συνεχώς στην ίδια απόσταση. Για να αποφεύγει την κόπωση και για να περιορίσει τις ακούσιες κινήσεις των χεριών του, θα πρέπει να τα χρησιµοποιεί από τη θέση του καθηµένου ή του πρηνούς, είτε να τα στηρίζει σε κάποιο σταθερό υποστήριγµα.

273

ΠΙΝΑΚΑΣ 17 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ∆ΙΟΠΤΡΩΝ

Α/Α Τύπος ∆ιόπτρων

Μεγέ-θυνση (φορές)

Ανοιγµα Προσοφθαλ-µίων Φακών (mm)

Οπτικό Πεδίο

(µοίρες)

Βάρος χωρίς Θήκη (kgr)

Βάρος µε

Θήκη (kgr)

1. Μ3 6 30 8ο 30' 0.710 1.164 2. Μ7 7 50 7ο 16' 1.164 1.902 3. Μ8 6 30 8ο 30' 0.625 1.107 4. Μ9 6 30 8ο 16' 0.625 1.192 5. Μ13- 9 30 8ο 30' 0.710 1.164 6. Μ13Α1 7 50 7ο 16' 1.476 2.612 7. Μ15- 7 50 7ο 16' 1.164 1.9028. Μ15Α1 7 50 7ο 16' 1.504 2.640 9. Μ16

Μ17- Μ17Α1 ΜΚ21- ΜΚ21Α1

7 50 7ο 16' 1.249 2.063

β. Ρύθµιση Ανοίγµατος ∆ιόπτρων.

Η απόσταση µεταξύ των προσοφθάλµιων φακών (άνοιγµα διόπτρων) αποτελεί ατοµικό χαρακτηριστικό κάθε παρατηρητή και ρυθµίζεται ανάλογα. Ο χειριστής παρατηρεί µέσα από τα δίοπτρα ένα µεµακρυ-σµένο σηµείο και ταυτόχρονα αυξάνει ή ελλατώνει το άνοιγµα των τηλεσκοπίων, περιστρέφοντας τα γύρω από το στροφέα τους. Η εργασία αυτή συνεχίζεται, µέχρις ότου οι δύο κύκλοι, οι οποίοι φαίνονται ότι αποτελούν το οπτικό πεδίο, ταυτισθούν. Στη συνέχεια ο παρατηρητής καταγράφει την ανάγνωση της κλίµακας του στροφέα, ώστε να τη χρησιµοποιεί στη συνέχεια σε όλους τους τύπους των διόπτρων.

γ. Ρύθµιση Προσοφθαλµίων Φακών.

Η ρύθµιση των προσοφθαλµίων φακών γίνεται χωριστά για κάθε ένα µάτι. Ο παρατηρητής αφού ρυθµίσει το άνοιγµα των διόπτρων κοιτάζει µέσα από τους προσοφθάλµιους φακούς ένα µεµακρυσµένο χαρακτηριστικό αντικείµενο στο µέσον περίπου της ζώνης παρατηρήσεως. Στη συνέχεια καλύπτει µε το ένα χέρι του, τον έναν αντικειµενικό φακό και µε το άλλο περιστρέφει το κοµβίο εστιάσεως του ακάλυπτου φακού, µέχρις ότου το µεµακρυσµένο αντικείµενο φανεί καθαρά. Την ίδια ακριβώς εργασία

274

πρέπει να κάνει και για τον µη εστιασµένο φακό. Θεωρητικά, κάθε φορά που ο χειριστής των διόπτρων παρατηρεί ένα αντικείµενο σε διαφορετική απόσταση, θα πρέπει να κάνει νέα ρύθµιση (εστίαση). Στην πράξη όµως αυτό δεν γίνεται, διότι η αρχική ρύθµιση γίνεται σε κάποια µέση απόσταση και ισχύει για όλες τις αποστάσεις, εκτός από τις πολύ µικρές. Ο παρατηρητής µπορεί να καταγράφει τις αναγνώσεις των κοµβίων εστιάσεως των διόπτρων και να τις χρησιµοποιεί για όλους τους τύπους των διόπτρων.

δ. Χρησιµοποίηση των Εσωτερικών Βαθµονοµιών.

(1) Οριζόντια Κλίµακα.

Οταν το κέντρο της οριζόντιας κλίµακας (µηδέν) τοποθετηθεί σε ένα σηµείο στο έδαφος, τότε µε τη βοήθεια της βαθµονοµίας της κλίµακας µπορούν να αναγνωσθούν οριζόντιες γωνίες προς τα αριστερά ή δεξιά του στόχου,

(2) Κατακόρυφες Κλίµακες.

Η αριστερή και η κεντρική κλίµακα µπορούν να χρησιµοποιηθούν για τη µέτρηση µικρών κατακόρυφων γωνιών. Για µεγαλύτερες γωνίες, ο παρατηρητής περιστρέφει τα δίοπτρα του κατά 90° και κοιτάζοντας από τον αριστερό προσοφθάλµιο φακό, µετρά την κατακόρυφη γωνία µε τη βοήθεια της οριζόντιας κλίµακας, η οποία µε την περιστροφή έχει γίνει κατακόρυφη.

(3) Κλίµακα Βεληνεκούς.

Η δεξιά κατακόρυφη κλίµακα των διόπτρων χρησιµοποιείται για τη βοηθητική σκόπευση τυφεκίων και πολυβόλων 0.30. Περισσότερα στοιχεία για τον τρόπο χρησιµοποιήσεως της περιγράφονται στο ΤΕ 32-918.

Προσοχή: Η κλίµακα αυτή δεν χρησιµοποιείται από τους παρατηρητές Πυροβολικού.

275

TMHMA 47 ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΥΞΙ∆Α Μ2

1. Γενικά.

Η ατοµική πυξίδα Μ2 είναι όργανο το οποίο χρησιµοποιείται για τη µέτρηση οριζοντίων γωνιών, µαγνητικών αζιµουθίων, διαβηµάτων και κατακόρυφων γωνιών.

2. Περιγραφή.

α. Η πυξίδα αποτελείται από τον κορµό και το κάλυµµα. Οταν δεν χρησιµοποιείται, τοποθετείται µέσα σε δερµάτινη ή πλαστική θήκη. Ο κορµός φέρει στο εσωτερικό του µια κλίµακα αζιµουθίων, χαραγµένη ανά 20 χιλ. και αριθµηµένη ανά 200 χιλ. από 0 έως 6400 χιλ. Η κλίµακα αυτή είναι δυνατόν να περιστραφεί, µε τη βοήθεια ενός ρυθµιστικού κοχλία, ο οποίος ευρίσκεται στο πλευρό της. Στο κέντρο της βάσεως της πυξίδας και κάθετα προς αυτήν, υπάρχει ένας µικρός σταθερός άξονας, επάνω στον οποίο συγκρατείται και αιωρείται η µαγνητική βελόνη. ∆ίπλα στον άξονα αυτό υπάρχει ένας κοχλίας, ο οποίος συγκρατεί τον κυλινδρικό χωροβάτη, το σφαιρικό χωροβάτη, καθώς και το δείκτη της κλίµακας κατακόρυφων γωνιών. Ο κοχλίας αυτός περιστρέφεται όταν ο χρήστης περιστρέψει ένα µικρό µοχλό, ο οποίος ευρίσκεται στην πίσω πλευρά της πυξίδας. Στη βάση της πυξίδας, υπάρχει επίσης µια κλίµακα κατακόρυφων γωνιών, χαραγµένη ανά 20 χιλ. και βαθµονοµηµένη ανά 200 χιλ. από 0 έως 1200 χιλ. δεξιά και αριστερά από το 0. Στη βάση της πυξίδας τέλος υπάρχουν τα αρχικά των σηµείων του ορίζοντα (Ε=Ανατολή, W=∆ύση, S=Νότος) και ένας αστερίσκος ο οποίος υποδεικνύει το Βορρά. Στο άνω µέρος της πυξίδας υπάρχει ένας σταθερός δείκτης αζιµουθίων -διαβηµάτων. Στο επάνω χείλος της υπάρχει ένα ωστήριο, το οποίο όταν πατηθεί ασφαλίζει τη µαγνητική βελόνη. Η άνω επιφάνεια της πυξίδας καλύπτεται από γυάλινη πλάκα.

β. Στο άνω µέρος του κορµού είναι αντιδιαµετρικά προσαρµοσµένα, το κάλυµµα της πυξίδας και το οπίσθιο στόχαστρο µε το στέλεχος του. Στο εσωτερικό του καλύµµατος είναι τοποθετηµένο ένα κάτοπτρο, το οποίο χρησιµοποιείται για ανάγνωση των κλιµάκων. Στο κάτω µέρος του φέρει µια σκοπευτική θυρίδα, η οποία διχοτοµείται από µια σκοπευτική γραµµή. Στο κάλυµµα της πυξίδας είναι προσαρµοσµένο το εµπρόσθιο στόχαστρο.

276

3. Χρησιµοποίηση.

α. Πως Κρατείται η Πυξίδα.

Ο χειριστής της πυξίδας, για να λαµβάνει σωστές ανα-γνώσεις, πρέπει να την κρατά µε τα δύο του χέρια. Οταν χρησιµοποιείται από τη θέση του καθήµενου ή του πρηνούς, κατά τρόπο ώστε να στηρίζονται οι αγκώνες του ή όταν είναι τοποθετηµένη επάνω σε σταθερό αντικείµενο, περιορίζονται οι ακούσιες κινήσεις, οι οποίες επηρεάζουν την ακρίβεια. Ο χρόνος ταλάντωσης της µαγνητικής βελόνης µπορεί να περιορισθεί, εάν ο χρήστης πατήσει κατάλληλα το ωστήριο ασφαλίσεως της µαγνητικής βελόνης. Κατά τη σκόπευση ο χειριστής κρατά σταθερά την πυξίδα και περιστρέφει το σώµα του.

β. Προετοιµασία για Μέτρηση ∆ιαβηµάτων.

Με την πυξίδα Μ2 µπορούν να µετρηθούν διαθήµατα, εφ' όσον γίνει η κατάλληλη ρύθµιση. Ο χειριστής περιστρέφει την κλίµακα αζιµουθίων µε τη βοήθεια του ρυθµιστικού κοχλία και τοποθετεί τη ΣΑΟ (Σταθερή Απόκλιση Οργάνου) έναντι του σταθερού δείκτη της πυξίδας. Από τη στιγµή αυτή και µετά, η πυξίδα µετρά διαθήµατα. Εάν έναντι του σταθερού δείκτη της πυξίδας έχει τοποθετηθεί η ανάγνωση 0, τότε η πυξίδα µετρά µαγνητικά αζιµούθια.

γ. Μέτρηση Αζιµουθίων και Λήψη ∆ιαβηµάτων.

Ο χειριστής κρατά την πυξίδα σταθερά στο ύψος των µατιών του, µε το οπίσθιο στόχαστρο προς το µέρος του. Ανοίγει το κάλυµµα της πυξίδας, ώστε να σχηµατισθεί γωνία 45° περίπου µε την κυρίως πυξίδα. Με το τρόπο αυτό, η ανάγνωση της κλίµακας των αζιµουθίων γίνεται εύκολη, µέσω του καθρέπτη του καλύµµατος. Ο χειριστής οριζοντιώνει το όργανο µε τη βοήθεια του σφαιρικού χωροβάτη, σκοπεύει στο υπ' όψη σηµείο από τη θυρίδα του καθρέπτη και διαβάζει µέσω του κατόπτρου τη βαθµονοµία προς την οποία κατευθύνεται το µαύρο άκρο της µαγνητικής βελόνης.

δ. Σκόπευση.

Το βασικό σηµείο για την εκτέλεση σκοπεύσεων µε ακρίβεια, είναι να τηρείται η πυξίδα πάντα οριζόντια, ώστε η µαγνητική βελόνη να κινείται ελεύθερα. Ο χειριστής µπορεί να σκοπεύσει µε τους εξής τρόπους:

277

(1) Χρησιµοποιώντας τη σχισµή του συγκρατητικού στελέχους (σε κατακόρυφη θέση) και τη θυρίδα του κατόπτρου (υπό γωνία 45°).

(2) Χρησιµοποιώντας το οπίσθιο στόχαστρο (το συγκρατητικό στέλεχος παράλληλο προς την επιφάνεια της κύριας πυξίδας) και τη θυρίδα του κατόπτρου (υπό γωνία 45°).

(3) Χρησιµοποιώντας τις ακίδες των δύο στοχάστρων (µε το κάλυµµα και το συγκρατητικό στέλεχος πλήρως ανεπτυγµένα).

Εφ' όσον ο στόχος ευρίσκεται σε χαµηλότερο επίπεδο από το χειριστή της πυξίδας, τότε αναγκαστικά θα πρέπει να ανυψώνεται το οπίσθιο στέλεχος, ώστε η πυξίδα να τηρείται πάντοτε οριζόντια.

ε. Μέτρηση Κατακόρυφων Γωνιών.

Κρατείται η πυξίδα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ο κορµός της να είναι κατακόρυφος, το οπίσθιο στόχαστρο προς την πλευρά του χειριστή και ο µικρός µοχλός χειρισµού των χωροβατών προς τα δεξιά. Ανοίγεται το κάλυµµα της πυξίδας, µέχρις ότου σχηµατίσει γωνία 45° µε την επιφάνεια του κορµού της πυξίδας. Αναπτύσσεται πλήρως το συγκρατητικό στέλεχος και περιστρέφεται το στόχαστρο του, ώστε να σχηµατίσει ορθή γωνία. Σκοπεύεται το υπ' όψη σηµείο, µέσω της σκοπευτικής γραµµής της θυρίδας του κατόπτρου. Στη συνέχεια περιστρέφεται ο µικρός µοχλός και οριζοντιώνεται ο κυλινδρικός χωροβάτης, ο οποίος παρατηρείται µέσω του κατόπτρου. Η κατακόρυφη γωνία λαµβάνεται από την αντίστοιχη κλίµακα. Εφ' όσον ο δείκτης ευρίσκεται προς την πλευρά του χειριστή, πριν δηλαδή από το µηδέν, η κατακόρυφη γωνία είναι θετική. Ακριβείς µετρήσεις γίνονται µόνον όταν κατά τη µέτρηση η πυξίδα τηρείται κατακόρυφα.

ΤΜΗΜΑ 48 ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΑΚΗ ∆ΙΟΠΤΡΑ Μ65

1. Γενικά.

Η πυροβολαρχιακή διόπτρα τύπου Μ65 χρησιµοποιείται για παρατήρηση και µέτρηση οριζοντίων και κατακορύφων γωνιών.

278

2. Περιγραφή.

Αποτελείται από δύο κύρια µέρη. Την κεφαλή και τον τρίποδα µε το υπέρεισµά του. Μετά τη χρήση της, τα δύο µέρη αποσυναρµολογούνται, η κεφαλή τοποθετείται σε ειδικό κιβώτιο µεταφοράς και το υπέρεισµά καλύπτεται από ειδικό κάλυµµα, το οποίο προσαρµόζεται στον τρίποδα.

3. Κεφαλή ∆ιόπτρας.

Αποτελείται από ένα σύστηµα δύο τηλεσκοπίων. Κάθε ένα από αυτά φέρει προσοφθάλµιο φακό, περικόχλιο ρυθµίσεως προσοφθαλµίου φακού βαθµονοµηµένο σε διοπτρίες, αριθµό πρισµάτων ολικής ανακλάσεως, αντικειµενικό φακό και κάλυµµα αντικειµενικού φακού. Κάτω από τα δύο τηλεσκόπια υπάρχει µία κλίµακα και ένα κοµβίο, µε το οποίο ρυθµίζεται η απόσταση των προσοφθαλµίων φακών. Πιο πάνω και προς την πλευρά των αντικειµενικών φακών, υπάρχει το κοµβίο καθ' ύψος σκοπεύσεως, δύο κοµβία επιλογής εγχρώµων διαφραγµάτων και θυρίδα για τη φωτιστική συσκευή. Τέλος, στο κάτω µέρος του συστήµατος υπάρχει, µία υποδοχή για την προσαρµογή της κεφαλής της διόπτρας στο υπέρεισµά, το κοµβίο απελευθερώσεως της κεφαλής από το υπέρεισµά, η κλίµακα κατακόρυφων γωνιών µε το χωροβάτη της, το µικροµετρικό τύµπανο και το µικροµετρικό κοµβίο. Το δεξιό τηλεσκόπιο φέρει εσωτερικά νηµατόσταυρο και τετραγωνισµό, ο οποίος καλύπτει ολόκληρο το οπτικό του πεδίο. Ο τετραγωνισµός αυτός χρησιµοποιείται για τη µέτρηση οριζοντίων και κατακόρυφων γωνιών. Κάθε πλευρά των τετραγωνιδίων που σχηµατίζονται υποτείνει γωνία (οριζόντια ή κατακόρυφη) ίση προς 10 χιλ. Ο κεντρικός νηµατόσταυρος είναι χαραγµένος ανά ένα χιλιοστό.

4. Τρίποδας µε το Υπέρεισµα.

Η πυροβολαρχιακή διόπτρα µπορεί να τοποθετηθεί στον τρίποδα Μ17 για όρθιο χειριστή και στον τρίποδα Μ10 για καθήµενο ή πρηνή χειριστή. Και στους δύο τύπους τρίποδα προσαρµόζεται το υπέρεισµα Μ48.

α. Τρίποδας Μ17.

∆ιαθέτει τρία ξύλινα σκέλη, των οποίων το µήκος µπορεί να αυξοµειωθεί. Τα σκέλη ασφαλίζονται σε οποιοδήποτε ύψος, µε τη βοήθεια συσφιγκτικών κοχλιών. Τέλος τηρούνται στην ανοικτή θέση µε ασφαλιστικούς µοχλούς.

279

β. Τρίποδας Μ10.

Αποτελείται από τον κορµό και τρεις µεταλλικούς πασσάλους σταθερού (µικρού) µήκους, οι οποίοι τοποθετούνται υπό κλίση σε αντίστοιχες οπές του κορµού.

γ. Υπέρεισµα Μ48.

(1) Προσαρµόζεται και στους δύο τύπους τριπόδων. Αποτελείται από τον κορµό, ο οποίος περιστρέφεται είτε µε τη βοήθεια δύο µικροµετρικών κοµβίων είτε µε τον ταχύ µηχανισµό (κατώτερο), µε τη βοήθεια του ασφαλιστικού περικοχλίου. Στο µέσο του κορµού υπάρχει µια κλίµακα αζιµουθίων, χαραγµένη ανά 100 χιλ. και βαθµονοµηµένη ανά 200 χιλ.

(2) Στον ανώτερο µηχανισµό του κορµού είναι προσαρµοσµένος ένας σφαιρικός χωροβάτης, ο οποίος χρησιµοποιείται για την οριζοντίωση του οργάνου. Στον ανώτερο µηχανισµό υπάρχει επίσης ένας δείκτης, µε τη βοήθεια του οποίου γίνονται οι µετρήσεις οριζοντίων γωνιών. Καθώς περιστρέφεται ο ανώτερος µηχανισµός, ο δείκτης δεικνύει την ανάγνωση της γωνίας στην κλίµακα αζιµουθίων. Η περιστροφή του ανώτερου µηχανισµού γίνεται και µε ένα µικροµετρικό κοµβίο, χαραγµένο ανά 1 χιλ,και βαθµονοµηµένο ανά 10 χιλ.

5. Χρήση ∆ιόπτρας.

α. Ανάπτυξη Οργάνου.

Ρυθµίζεται το µήκος των σκελών του τρίποδα, αναπτύσονται τα σκέλη και πιέζονται οι όνυχες, ώστε να εµπηχθούν καλά στο έδαφος. Ασφαλίζονται οι ασφαλιστικοί µοχλοί και ελέγχεται η σύσφιξη των κοχλιών των ποδών. Στη συνέχεια τοποθετείται η κεφαλή της διόπτρας µε τη βοήθεια του κοµβίου απελευθερώσεως. Το κοµβίο αυτό πρέπει να πιέζεται προς τα µέσα τόσο κατά την τοποθέτηση της κεφαλής, όσο και κατά την αφαίρεση της. Οριζοντιώνεται το όργανο µε τη βοήθεια του σφαιρικού χωροβάτη του υπερίσµατος και του περικοχλίου, το οποίο ευρίσκεται κάτω από αυτό.

β. Προπαρασκευαστικές Εργασίες.

(1) Επιλέγεται το κατάλληλο ζεύγος εγχρώµων διαφραγµάτων, µε τη βοήθεια των κοµβίων, τα οποία φέρουν τις ενδείξεις

280

Ν=άχρωµο, C=λευκό, Α=κίτρινο, R=KOKKIVO.

(2) Ρυθµίζονται διαδοχικά οι προσοφθάλµιοι φακοί µε τα αντίστοιχα κοµβία και καταγράφονται οι αναγνώσεις.

(3) Ρυθµίζεται η απόσταση των προσοφθάλµιων φακών για το συγκεκριµένο χειριστή ή τοποθετείται η αντίστοιχη ανάγνωση στην κλίµακα, εφ' όσον είναι γνωστή.

γ. Μέτρηση Οριζοντίων Γωνιών.

Με τη βοήθεια του κοµβίου του ανώτερου µηχανισµού, τοποθετείται ανάγνωση µηδέν και στην κλίµακα και στο µικροµετρικό κοµβίο. Με το µικροµετρικό κοµβίο ή µε τη βοήθεια του ταχέως µηχανισµού, στρέφεται το όργανο, µέχρις ότου η κεντρική κατακόρυφη γραµµή του νηµατοσταύρου ταυτισθεί µε το σηµείο µε το οποίο ορίζει την αριστερή πλευρά της µετρούµενης γωνίας. Στη συνέχεια, µε τη βοήθεια του µικροµετρικού κοµβίου ή της ταχείας κινήσεως του ανωτέρου µηχανισµού, φέρεται η ίδια κατακόρυφη γραµµή του σταυρονήµατος στο σηµείο το οποίο ορίζει τη δεξιά πλευρά της γωνίας. Είναι πιθανόν να απαιτηθεί να µετακινηθεί καθ' ύψος η διόπτρα, µε τη βοήθεια του κοµβίου καθ' ύψος σκοπεύσεως, ώστε τα σηµεία που σκοπεύονται να ευρεθούν µέσα στο οπτικό πεδίο της διόπτρας. Η τιµή της γωνίας λαµβάνεται από την κλίµακα αζιµουθίων και από το µικροµετρικό κοµβίο. Οταν η γωνία που πρόκειται να µετρηθεί είναι µικρότερη από 50 χιλ. τότε καλύτερα η µέτρηση να γίνεται µε την εσωτερική τετραγωνισµένη κλίµακα του νηµατοσταύρου.

δ. Προσανατολισµός του Οργάνου.

Για να γίνει µέτρηση διαθηµάτων ή µαγνητικών αζιµουθίων, θα πρέπει η διόπτρα να προσανατολισθεί προς το Βορρά Τετραγωνισµού (ΒΤ) ή το Μαγνητικό Βορρά (MB) αντίστοιχα.

Ο προσανατολισµός γίνεται ως εξής :

(1) Εκλέγεται ένα µεµακρυσµένο σηµείο, ορατό από τη θέση της διόπτρας, µε γνωστό ∆θ ή µαγνητικό αζιµούθιο (ΜΑΖ).

(2) Με τη βοήθεια του ανωτέρου µηχανισµού τοποθετείται το γνωστό ∆θ ή ΜΑΖ στην κλίµακα αζιµουθίων.

(3) Με τον κατώτερο µηχανισµό σκοπεύεται το

281

µεµακρυσµένο σηµείο. Από τη στιγµή αυτή και µετά η διόπτρα είναι προσανατολισµένη στο ΒΤ ή MB αντίστοιχα.

Προσοχή: Μετά τη σκόπευση, ο κατώτερος µηχανισµός δεν πρέπει να µετακινηθεί.

ε. Μέτρηση Κατακορύφων Γωνιών.

Με τη βοήθεια του κοµβίου καθ' ύψος σκοπεύσεως, τοποθετείται το κέντρο του νηµατοσταύρου στο σηµείο προς το οποίο θα µετρηθεί η κατακόρυφη γωνία (ΚΓ). Με τη βοήθεια του αντίστοιχου κοµβίου, οριζοντιώνεται ο χωροβάτης κατακόρυφων γωνιών. Η τιµή της γωνίας λαµβάνεται από την αντίστοιχη κλίµακα και το µικροµετρικό κοµβίο.

στ. Μέτρηση Καταχωρηµένων Γωνιών Μεταξύ δύο Σηµείων (Ευρισκοµένων σε Ιδια Απόσταση).

Για γωνίες µικρότερες των 100 χιλ. χρησιµοποιείται η τετραγωνισµένη κλίµακα του νηµατοσταύρου. Για µεγαλύτερες γωνίες, µετράται η ΚΓ των δύο σηµείων και προσδιορίζεται η διαφορά τους.

282

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ''Γ'' ΣΤΟΕΕ 8-15Β

ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

ΤΜΗΜΑ 49 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

1. Γενικά.

Μία από τις προϋποθέσεις για την εφαρµογή του σχεδίου πυρός κατά γραµµικά κινουµένων στόχων στη θάλασσα (αποβατικά πλοιάρια) είναι η ύπαρξη αποστασιοµέτρων laser και η εκτέλεση της βολής από τοπογραφικά προσδιορισµένο παρατηρητήριο.

2. Προετοιµασία Πινακιδίου Γωνιών - Αποστάσεων.

α. Σε περίπτωση µη υπάρξεως αποστασιοµέτρου laser, είναι δυνατόν ο παρατηρητής να προσδιορίσει µε αρκετά µεγάλη ακρίβεια την οριζόντια απόσταση ΠΑΡ - πλοιάρια µε τη χρησιµοποίηση Γ/Μ Μ2. Ο παρατηρητής µε το Γ/Μ του µετρά την κατακόρυφη γωνία προς τα πλοιάρια (γωνία α).

Σχήµα 88. Μέτρηση Κατακόρυφης Γωνίας προς τα Πλοιάρια.

283

Επειδή το υψόµετρο του παρατητηρίου είναι γνωστό (τοπογραφικά προσδιορισµένο), είναι πολύ εύκολο να προσδιορίσει την οριζόντια απόσταση µέχρι τα πλοιάρια επιλύοντας το γνωστό τύπο ο οποίος ισχύει στα ορθογώνια τρίγωνα: εφαπτοµένη της µιας γωνίας ισούται µε την απέναντι πλευρά προς την προσκειµένη. Συγκεκριµένα στο τρίγωνο του σχήµατος 88 ισχύει: εφ α = z / s.

β. Επειδή κατά τη µάχη ο παρατηρητής θα είναι δύσκολο να κάνει τέτοιους υπολογισµούς, θα πρέπει από την ειρήνη να κατασκευασθούν πινακίδια, όπως αυτό του Σχήµατος 89 και να τοποθετηθούν στο φάκελλο κάθε παρατηρητηρίου. Ετσι ο παρατηρητής, µόλις µετρά την κατακόρυφη γωνία προς τα πλοιάρια, θα ανατρέχει στο πινακίδιο αυτό και θα προσδιορίζει την απόσταση, έναντι της γωνίας που µέτρησε.

954 ΤΕ 3ο Γραφείο

ΠΙΝΑΚΙ∆ΙΟ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΩΝ ΓΩΝΙΩΝ - ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟΥ "ΑΧΛΑ∆ΟΥ''

Κατακ. Γωνία

Από-σταση

Κατακ. Γωνία

Από-σταση

Κατακ. Γωνία

Από-σταση

-250 350 -51 1730 -28 3150 -230 380 -49 1800 -27 3270-210 420 -47 1880 -26 3390-190 460 -45 1960 -25 3530-170 520 -43 2050 -24 3680-150 590 -41 2150 -23 3840-130 680 -40 2210 -22 4010-120 730 -39 2260 -21 4200-110 800 -38 2320 -20 4410-100 880 -37 2390 -19 4650-90 980 -36 2450 -18 4900-80 1100 -35 2520 -17 5190-75 1180 -34 2600 -16 5520-70 1260 -33 2670 -15 5880-65 1360 -32 2760 -14 6300-60 1470 -31 2850 -13 6780-57 1550 -30 2940-54 1630 -29 3040

Σχήµα 89. Πινακίδιο Κατακόρυφων Γωνιών - Αποστάσεων.

284

Το πινακίδιο του σχήµατος 89 έχει κατασκευασθεί θεωρώντας ότι το υψόµετρο του παρατηρητηρίου είναι 78 µ. και η ελάχιστη γωνία µέχρι την ακτή είναι 250 χιλ. Επειδή η πυροβολαρχία είναι 105 χιλ. και είναι ταγµένη 4500 µ. µακρυά από την παραλία, υπολογίσθηκαν αποστάσεις µέχρι 6500 περίπου µέτρα.

3. Παρατηρήσεις για τις Τιµές του Πινακιδίου.

α. Οι κατακόρυφες γωνίες για τις οποίες έγιναν οι υπολογισµοί, ελήφθησαν στην αρχή ανά 20 χιλ., στη συνέχεια ανά 10, ανά 5 κλπ., µέχρι ανά 1 χιλ. Αυτό έγινε γιατί στις µεγάλες γωνίες, αντιστοιχεί µικρή διαφορά βεληνεκούς και δεν απαιτείται τόσο µεγάλη ακρίβεια. Το ανά πόσα χιλιοστά θα ληφθούν οι γωνίες, έγκειται στην κρίση του ΑΞΕΠ. Πάντως η διαφορά βεληνεκών µεταξύ δύο διαδοχικών γωνιών, θα προτιµάται να µην υπερβαίνει τα 100 µ.

β. Επίσης όσο µικραίνει η κατακόρυφη γωνία, τόσο αυξάνεται το σφάλµα προσδιορισµού της αποστάσεως. Ετσι εάν ο παρατηρητής αντί για -14 χιλ. µετρήσει -13, κάνει αυτοµάτως σφάλµα 490 µέτρων.

γ. Σηµαντική τέλος επίδραση έχει, στην ακρίβεια των υπολογισµών το υψόµετρο του παρατηρητηρίου. Οσο πιο ψηλά είναι το παρατηρητήριο τόσο πιο ακριβή αποτελέσµατα υπολογίζονται. Αυτό είναι φανερό, καθόσον εάν ένα παρατηρητήριο ευρίσκεται στο ύψος της επιφάνειας της θάλασσας δεν µπορεί να προσδιορισθεί καµµία απόσταση, διότι η κατακόρυφη γωνία προς τα πλοιάρια θα είναι πάντοτε ίση µε µηδέν (εφ 0= 0).

285

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ "∆" ΣΤΟΕΕ 8-15Β

ΥΠΟ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΝΤΥΠΩΝ ΠΑ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ

287

ΠΑΠ: ΣΥΝΝΕΣ

ΜΟΙΡΑ:

ΕΝΤΥΠΟ ΣΙΩΠΗΡΑΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΩΣ

α/α Περιγραφή Στόχου

∆θ από το ΠΑΡ

Από-στασηΠαρ.

ΣΑΠΓΘ

από το ΠΑΡ

Συννες Υψό-µετρο

Υψοµ. ∆ιαφ.

289

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

Ηµεροµηνία Ωρα Λεπτοµέρειες Ενέργειες Αποτελέσµατα

291

ΕΝΤΥΠΟ ∆ΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΒΟΛΗΣ ΑΠΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ

ΤΜΗΜΑ 1.: ΑΙΤΗΣΗ ΒΟΛΗΣ 1. ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡ. 2. ΠΡΟΕΙ∆ΟΠΟΙΗΣΗ 3. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 4. ∆ΙΑΘΗΜΑ 5. ΜΑΘΗΜΑ (ΠΟΛΙΚΕΣ) β. ΑΠΟΣΤΑΣΗ (ΠΟΛΙΚΕΣ) 7. ΑΝΩ/ΚΑΤΩ (ΠΟΛΙΚΕΣ) 8. ΓΩΝΙΑ ΘΕΣΕΩΣ (ΠΟΛΙΚΕΣ) 9. ΣΗΜΕΙΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΩΣ 10. ∆ΙΑΘΗΜΑ 11. ΑΡΙΣΤΕΡΑ/∆ΕΞΙΑ 12.

ΜΑΚΡΟΤΕΡΟ/ΕΓΓΥΤΕΡΟ 13. ΑΝΩ/ΚΑΤΩ

14. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΤΟΧΟΥ 15. ΜΕΘΟ∆ΟΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ 16. ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ/ΠΥΡΟΣΩΛΗΝΑΣ 17. ΜΕΘΟ∆ΟΣ ΒΟΛΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ 18. ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΣ

19. ΣΑΠ 20. ΣΗΜΑ ΠΡΟΣ ΑΠΑΡ

∆ΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΒΛΗΜΑΤΩΝ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

∆ΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ ΒΕΛΗΝΕΚΟΥΣ

ΥΦΟΥΣ ∆ΙΑΡΡΗΞΕΩΣ

ΥΨΟΥΣ ∆ΙΑΡΡΗΞΕΩΣ

ΒΕΛΗΝΕΚΟΥΣ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ

21. ΑΡΧΙΚΗ ΒΟΛΗ

22. 23. 24. 2S. 2β. 27.

293

ΤΜΗΜΑ 2.: ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ 28. ΣΗΜΑ ΠΡΟΣ ΑΠΑΡ 29. ∆Θ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΣ 30. ΣΑΠ

ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ∆ΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΒΛΗΜΑΤΩΝ

31. ΑΡΧΙΚΟ ΒΛΗΜΑ

32. 33. 34. 35. 3β. 37. 38. 38. 40. 41. 42. 43. 44.

295

ΣΥΝ∆ΥΑΣΜΟΙ ΚΡΟΥΣΤΙΚΗΣ ΕΑ

297

ΣΥΝ∆ΥΑΣΜΟΙ ΤΑΧΕΙΑΣ ΕΓΚΑΙΡΟΦΛΕΓΟΥΣ ΕΑ

299

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ "Ε" ΣΤΟ ΕΕ 8 - 15Β.

ΕΚΛΟΓΗ ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΩΝ ΓΙΑ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΤΟΧΩΝ

1. Στους παρακάτω πίνακες καταγράφονται οι συνδυασµοί βληµάτων - πυροσωλήνων για την προσβολή τυπικών στόχων µε πυροβόλα.

2. Λοιπά όπως ΕΕ 8 - 15γ.

301

ΠΙΝΑΚΑΣ (Ο∆ΗΓΟΣ) ΠΑ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΤΥΠΙΚΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΜΕ ΠΥΡΟΒΟΛΑ

ΕΙ∆ΟΣ ΣΤΟΧΟΥ

ΒΟΛΗ ∆ΙΑΜΕ-ΤΡΗΜΑΤΑ

ΒΛΗΜΑ ΠΥΡ/ΛΗΝ ΕΚΡΗΚΤ.

ΕΠΙΘΥΜΗΤΑ

ΑΠΟΤΕΛΕ-ΣΜΑΤΑ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕ Ι Σ

(α) (β) ... (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ) 1. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

Ολα ΕΚΡ Προσεγ-γίσεως, Εγκαιρο-φλεγής

Κατα-στροφή

Απαιτείται συγκέντρωση πυρών. Η διαδικασία ΩΕΣ είναι η πιο αποτε-λεσµατική. Η πρώτη ριπή έχει τα καλύτερα αποτελέσµατα.

Ολα ΕΚΡ Προσεγ-γίσεως, Εγκαιρο-φλεγής

Εξουδετέ-ρωση

Απαιτείται συγκέντρωση πυρών εκτός εάν ο στόχος είναι µικρός διαστάσεων.

Ολα ΕΚΡ Προσεγ-γίσεως, Εγκαιρο-φλεγής Ακαριαίος

Κατα-στολή

0 χρόνος αντιδράσεως είναι κρίσιµος για ενεργούς στόχους. Προτιµάται ο πυροσωλήνας προσεγγίσεως.

Ολα APICM Μ577 Κατα-στροφή

Σε στόχους µεγάλων διαστάσεων απαιτείται συγκέντρωση πυρών. Η διαδικασία ΩΕΣ είναι η πλέον απο-τελεσµατική.

Ακάλυπτο ή σε θέσεις µά-χης χωρίς υπερ-κάλυψη

Παρατη-ρούµενη ή µη παρατη-ρούµενη

Ολα APICM Εξουδετέ-ρωση

Ριπές Πυρχίας είναι επαρκείς.

302

(α) (β) (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ) Ολα ΕΚΡ Ακαριαίος

Επιβρα-δύνσεως (Εποστρα κισµός).

Εξουδετέ-ρωση

Απαιτείται συγκέντρωση πυρών, Η διαδικασία ΩΕΣ είναι η πιο αποτε-λεσµατική. Χρήση βληµάτων ΛΦ, ώστε να εξαναγκαστεί το προσωπικό να εγκαταλείψει τις θέσεις µάχης·

Ολα ΕΚΡ Προσεγ-γίσεως, Εγκαιρο-φλεγείς, Επιβρα-δύνσεως, Ακαριαίος

Κατα-στολή

0 χρόνος αντιδράσεως είναι κρίσιµος για ενεργούς στόχους. Χρήση καπνού για παρεµπόδιση παρατηρήσεως. Προτιµάται πυροσωλήνας προσεγγίσεως.

Ολα APICM Μ577 Εξουδε-τέρωση

Απαιτείται συγκέντρωση πυρών, Η διαδικασία ΩΕΣ είναι η πιο αποτε-λεσµατική.

Σε θέσεις µάχης µε υπερκά- λυψη

Παρατη-ρούµενη

Ολα APICM Μ577 Κατα-στολή

Χρησιµοποίηση ICM ενδιάµεσα, για καλύτερα αποτελέσµατα.

Σε υπό-γεια σκέ-παστρα και σπη-λιές

Παρατη-ρούµενη

Ολα (προτιµό-τερα 155 χιλ και άνω).

ΕΚΡ Επιβρα-δύνσεως, Ακαριαίος

Κατα-στροφή

Χρησιµοποίηση αµέσου βολής ή βολής εφόδου. Κατά διαστήµατα βάλλονται ΕΚΡ µε πυροσωλήνα ακαριαίο για αποµάκρυνση της πα-ραλλαγής, της καλύψεως και των συντριµάτων (χαλίκων).

303

(α) (β) (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ) Επιτιθέµε νο κατά της θέσεως της Πυρχίας

Παρατη-ρούµενη

105 χιλ Ολα

ΕΚΡ APICM

Εγκαιρο-φλεγείς

Κατα-στροφή

0 πυροσωλήνας να διαρρηγνύει το βλήµα στον ανιόντα κλάδο της τροχιάς.

Παρατη-ρούµενη

Ολα HE Προσεγ-γίσεως Εγκαιρο-φλεγής

Κατα-στολή

Βάλλονται ΕΚΡ ώστε τα άρµατα να κλείσουν τις θυρίδες και το προσω-πικό εκτός αρµάτων, να καλυφθεί ή να διασπαρεί. Χρήση ΛΦ για απο-τύφλωση και εµπρησµό. Ο ΛΦ ίσως παρεµποδίσει τον κανονισµό. Για µη παρατηρούµενη προτιµώνται DPICM.

155 χιλ. DPICM Μ577 Κατα-στολή

Προτιµάται συγκέντρωση πυρών. Παρατη-ρούµενη ή µη πα-ρατηρού-µενη

203 χιλ DPICM Μ577 Κατα-στολή

Προτιµάται συγκέντρωση πυρών.

Παρατη-ρούµενη

155 χιλ. FASCAM Μ577 Παρεµπό-διση κινή-σεως

Παρατη-ρούµενη

155 χιλ Copper-head

Κατα-στροφή

Αρµατα

Αµεση Βολή

105 χιλ HEP, HEP-T,

Κατα-στροφή

Χρήση ταυτόχρονα αντιαρµατικών και βληµάτων κατά προσωπικού,

304

(α) (β) (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ) Παρατη-ρούµενη

Ολα ΕΚΡ Προσεγ-γίσεως, Εγκαιρο-φλενής

Κατα-στροφή

Να αναγκαστούν τα οχήµατα να κλείσουν τις θυρίδες και το συνο-δεύον προσωπικό να καλυφθεί ή να διασκορπισθεί.

155 χιλ. APICM DPICM

Μ577 Εξουδετέ-ρωση

Οι συγκεντρώσεις πυρών είναι πιο αποτελεσµατικές.

203 χιλ. APICM DPICM

Μ577 Εξουδετέ-ρωση

Οι συγκεντρώσεις πυρών είναι πιο αποτελεσµατικές.

Παρατη-ρούµενη ή µη πα-ρατηρού-µενη

155 χιλ. FASCAM Μ577 Παρεµπό-διση κι-νήσεως

Τεθωρα-κισµένα Οχήµατα Μεταφοράς Προ-σωπικού (ΤΟΜΠ)

Παρατη-ρούµενη

155 χιλ. Copper-head

Κατα-στροφή

∆είτε λεπτοµέρειες για τα άρµατα.

Ολα ΕΚΡ Προσεγ-γίσεως, Εγκαιρο-φλεγή

Κατα-στροφή

Προτιµώνται τα βλήµατα ICM.

155 χιλ. DPICM Μ577 Κατα-στροφή

Οχήµατα Παρατη-ρούµενη ή µη πα-ρατηρού-µενη

203 χιλ. DPICM Μ577 Κατα-στροφή

305

(α) (β) (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ) 3. ΟΠΛΑ

AT εκτο-ξευτές

Παρατη-ρούµενη

Ολα ΕΚΡ Ακαριαίος Κατα-στολή

0 χρόνος αντιδράσεως είναι κρίσιµος. Βολή µε πυροσωλήνα προσεγγίσεως ή βλήµα DPICM, ανάλογα µε τον τύπο της οχυρώσεως.

4. ΑΕΡΑΜΥΝΑ Ολα HE Προσεγ-

γίσεως Κατα-στροφή του

όπλου

Προτιµώνται βλήµατα ICM. Μπορεί να χρησιµοποιηθεί καπνός για πα-ρεµπόδιση εκτελέσεως βολής σε Α/Φ. Εάν ο στόχος είναι σηµείο (το-πογραφικά προσδιορισµένος µε χρήση συγκλίνουσας δέσµης).

155 χιλ. DPICM Μ577 Καταστρο φή του όπλου

Τεθωρα-κισµένα οχήµατα µεταφο-ράς Α/Α όπλων -πυραύλων

Παρατη-ρούµενη ή µη πα-ρατη-ρούµενη

203 χιλ. DPICM Μ577 Καταστρο φή του όπλου

Ολα ΕΚΡ Ακαριαίος Κατα-στολή

Τροχοφόρα τεθω-ρακισµένα οχή-µατα µεταφοράς Α/Α όπλων

Παρατη-ρούµενη

Ολα ΕΚΡ Ακαριαίος Κατα-στολή

0 χρόνος αντιδράσεως είναι κρίσιµος.

306

(α) (β) (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ) Ολα ΕΚΡ, ΛΦ Προσεγ-

γίσεως, Εγκαιρο-φλεγής

Κατα-στροφή του

όπλου

Χρησιµοποιείται ΛΦ για εµπρησµό υλικών. Για το προσωπικό, βλέπε αντίστοιχο πίνακα.

Ολα APICM Μ577 Η διαδικασία ΩΕΣ είναι η πιο απο-τελεσµατική. Για το προσωπικό, βλέπε αντίστοιχο πίνακα. Απαιτείται συγκέντρωση πυρών.

Ρ/Μ πυ-ροβόλα, όλµοι, πολλαπλοί εκ-τοξευτές

Μη πα-ρατηρού-µενη

155 χιλ. FASCAM Μ577 Παρεµπό-διση κινή-σεως

Χρήση βληµάτων ADAM, σε συνδυ-ασµό µε εκρηκτικά ή ICM για παρατεταµένα αποτελέσµατα.

Ολα ΕΚΡ, ΛΦ Προσεγ-γίσεως Εγκαιρο-φλεγής

Εξουδε-τέρωση

Χρησιµοποιείται ΛΦ για εµπρησµό των υλικών.

Ολα εκτός 105 χιλ.

DPICM Μ577 Εξουδε-τέρωση

Προτιµούνται βλήµατα ICM.

Αυτοκι-νούµενη πυρχία

Μη παρα-τηρού-µενη

155 χιλ. FASCAM Μ577 Παρεµπό-διση κινή-σεως

Χρήση βληµάτων ADAM σε συνδυ-ασµό µε εκρηκτικά ή ICM για πα-ρατεταµένα αποτελέσµατα.

ΕΚΡ Προσεγ-γίσεως Εγκαιρο-φλεγής

Κατα-στροφή του

όπλου

Πύραυλοι εδάφους εδάφους

Μη παρα-τηρούµενη

Ολα εκτός 105 χιλ.

DPICM Μ577 Καταστρο φή όπλου

Χρησιµοποιείται συγκλίνουσα δέ-σµη, εάν ο χρόνος και ο προσδιο-ρισµός θέσεως του στόχου το επι-τρέπει. Εάν το σφάλµα προσδιορι-σµού της θέσεως του στόχου είναι µεγαλύτερο από 200 µ., απαιτείται συγκέντρωση βληµάτων ICM.

307

(α) (β) (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ) 5. ∆ΙΑΦΟΡΟ

Ολα ΕΚΡ Ακαριαίος Εγκαιρο-φλεγής, Προσεγ-γίσεως

Κατα-στροφή

155 χιλ. DPICM Μ577 Κατα-στροφή

Χρησιµοποιείται συγκλίνουσα δέσµη εάν ο χρόνος και ο προσδιορισµός θέσεως του στόχου το επιτρέπουν. Εάν το σφάλµα προσδιορισµού της θέσεως του στόχου είναι µεγαλύτερο των 200 µέτρων, απαιτείται συγκέντρωση πυρών.,

Ραντάρ Μη παρα-τηρούµενη

203 χιλ. DPICM Μ577 Κατα-στροφή

Προτιµούνται βλήµατα ICM.

Ολα ΕΚΡ Ακαριαίος Κατα-στολή

155 χιλ. DPICM Μ577 Κατα-στολή

Ενδιάµεσα πυρά ίσως να είναι χρή-σιµα. Τα εκρηκτικά βλήµατα είναι προτιµότερα, όταν ο χρόνος αντι-δράσεως είναι σηµαντικός.

Σ∆ Πυρο-βολικού και ΠΑΡ

Παρατη-ρούµενη

203 χιλ. DPICM Μ577 Κατα-στολή

Ολα HE Προσεγ-γίσεως Εγκαιρο-φλεγής

Καταστρο φή ή

Εξουδετέ-ρωση

155 χιλ. DPICM Μ577

Χρησιµοποίηση βληµάτων ADAM για παρατεταµένα αποτελέσµατα. Εάν στο στόχο υπάρχει προσωπικό και υλικά προτιµώνται βλήµατα DPICM.

Σταθµοί ∆ιοική-σεως

Μη παρα-τηρούµενη

203 χιλ. DPICM Μ577 Χώροι ανεφο-διασµού

Μη παρα-τηρούµενη

Ολα ΕΚΡ, ΛΦ Ακαριαίος Μεγάλο σφάλµα προσδιορισµού της θέσεως του στόχου απαιτεί συ-γκέντρωση πυρών, ώστε να καλυφθεί αυτός πλήρως.

308

(α) (β) (Υ) (δ) (ε) (στ) (ζ)

Πλοιάρια (Λέµβοι)

Παρατηρούµενη

Ολα ΕΚΡ

Εγκαιρο-φλεγής Κατα-στολή

Προσβολή προσωπικού µε διαδικασία κινητών φραγµών.

Γέφυρες

Παρατηρούµενη ή µη πα-ρατηρούµενη

Ολα µε προτίµηση 155 χιλ. ή µεγαλύ-τερα

ΕΚΡ

Ακαριαίος ∆ιατρητικού Σκυροδέµατος, Επιβραδύν-σεως

Κατα-στροφή

Η διεύθυνση βολής προτιµάται να είναι παράλληλη προς το µεγάλο άξονα της γέφυρας. Καταστροφή µονίµων γεφυρών γίνεται καλύτερα µε καταστροφή των υποβάθρων τους. Χρήση ακαριαίου πυροσωλήνα για ξύλινες ή πλωτές

Παρατηρούµενη

155 χιλ. Coppe

rhead

Κατα-στροφή

Οχυρω-µατικά έργα

Παρατηρούµενη

Ολα µε προτίµηση 155 χιλ. ή µεγαλύ-τερα

ΕΚΡ

∆ιατρητικού Σκυροδέµατος, Επιβραδύν-σεως, Ακαριαίος

Κατα-στροφή

Χρησιµοποίηση του ισχυρότερου δυνατού γεµίσµατος στις βολής εφόδου και στην άµεση βολή.

155 χιλ.

Copperhead

κατάστροφή