Η νεράιδα του δάσους

4
Η ΝΕΡΆΙΔΑ ΤΟΥ Η ΝΕΡΆΙΔΑ ΤΟΥ ΔΆΣΟΥΣ ΔΆΣΟΥΣ από τη Μαρία Καπελλάκη Μια φορά κι έναν καιρό, στα πολύ παλιά τα χρόνια, σε ένα χωριουδάκι πέρα από τους μακρινούς ορίζοντες, και πίσω από τα πελώρια βουνά, ζούσαν δύο μικρά αδελφάκια μαζί με την μητέρα τους. Δυστυχώς ο πατέρας τους είχε πεθάνει πριν χρόνια και η μητέρα τους έκτοτε προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μεγαλώσει τα παιδιά της, όμως δύσκολα κατάφερνε να τα βγάλει πέρα, αφού τα μεροκάματα στο χωρίο ήταν λίγα, και πάντα προτιμούσαν τους νεότερους για τις δουλειές τους. Όμως εκείνη δεν το έβαζε ποτέ κάτω, και πάντα προσπαθούσε ώστε να υπάρχει έστω κι ένα πιάτο φαΐ στο σπίτι για τα παιδιά της, και πάντα με χαμόγελο τα έπαιρνε αγκαλιά και τους έλεγε αμέτρητες ιστορίες για τη νεράιδα του δάσους που πάντα πρόσεχε τους φτωχούς, και πως κάποια μέρα θα ερχόταν και στο δικό τους σπιτικό για να τους γεμίσει με αμέτρητα φαγητά πάνω στο φτωχικό τους τραπέζι... *******

description

Η Νεράιδα του δάσους Μαρία Καπελλάκη Δωρεάν Η νεράϊδα του δάσους, πάντα βοηθούσε τους φτωχούς αρκεί η καρδιά τους να ήταν αγνή και γεμάτη καλοσύνη. Σέ ένα μικρό απομακρυσμένο χωριουδάκι, ζούσε μια φτωχή μητέρα με τα δύο της παιδάκια που πίστευε πως κάποια μέρα θα ερχόταν και σε εκείνη η νεράϊδα, κι έτσι δεν έπαυε ποτέ να λέει ιστορίες για εκείνη στα παιδιά της. Άραγε όμως, η νεράϊδα του δάσους θα επισκεφτεί τελικά τη μητέρα?

Transcript of Η νεράιδα του δάσους

Η ΝΕΡΆΙΔΑ ΤΟΥΗ ΝΕΡΆΙΔΑ ΤΟΥΔΆΣΟΥΣΔΆΣΟΥΣ

από τη Μαρία Καπελλάκη

Μια φορά κι έναν καιρό, στα πολύπαλιά τα χρόνια,σε ένα χωριουδάκι πέρα από τουςμακρινούς ορίζοντες, και πίσω από τα πελώρια βουνά,ζούσαν δύο μικρά αδελφάκια μαζί με την μητέρα τους.

Δυστυχώς ο πατέρας τους είχε πεθάνει πριν χρόνια και η μητέρα τους έκτοτε προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μεγαλώσει τα παιδιά της, όμως δύσκολα κατάφερνε να τα βγάλει πέρα, αφού τα μεροκάματα στο χωρίο ήταν λίγα, και πάντα προτιμούσαν τους νεότερους για τις δουλειές τους. Όμως εκείνη δεν το έβαζε ποτέκάτω, και πάντα προσπαθούσε ώστε να υπάρχειέστω κι ένα πιάτο φαΐ στο σπίτι για τα παιδιά της,και πάντα με χαμόγελο τα έπαιρνε αγκαλιά και τουςέλεγε αμέτρητες ιστορίες για τη νεράιδα του δάσουςπου πάντα πρόσεχε τους φτωχούς, και πως κάποιαμέρα θα ερχόταν και στο δικό τους σπιτικό για να τουςγεμίσει με αμέτρητα φαγητά πάνω στο φτωχικό τους τραπέζι...

*******

Ένα καλοκαιριάτικο πρωινό, κι ενώ η μητέρα με τα δύο παιδιά ήταν έξω στον κήπο και προσπαθούσαννα μαζέψουν λίγα κηπευτικά, μια άγνωστη γριούλασταμάτησε μπροστά από το μικρό φράχτη του σπιτιού, και κοίταξε την οικογένεια με παράξενο ύφος, χωρίς να την αντιληφθούνε.

Η μητέρα ωστόσο, λίγα λεπτά αργότερα, είδε την ηλικιωμένη γυναίκα να στέκεται έξω στο δρόμο, και έτρεξε γρήγορα να την καλωσορίσει, και επειδή φαινόταν αρκετά ταλαιπωρημένη, της πρότεινε να έρθει μέσα στο φτωχικό της για να της δώσει ένα ποτήρι νερό. Η γριούλα, κοίταξε για λίγο τη μητέρα στα μάτια, προσπαθώντας λες να διαβάσει την καρδιά της και να δει αν ήταν τόσο καλή όσο έδειχνε.

Σχεδόν αμέσως χαμογέλασε και σαν να ήταν ικανοποιημένη από αυτό που είδε, κούνησε τοκεφάλι της θετικά, και ακολούθησε τη μητέρα προςτο σπίτι. Τα δύο αδελφάκια βλέποντας την παράξενηγιαγιούλα, ακολούθησαν κι αυτά από πίσω γεμάτα περιέργεια.

Μόλις μπήκανε μέσα στο σπίτι, η μητέρα έβαλετη γριούλα να κάτσει στην καρέκλα, και αμέσως σχεδόν της έφερε ένα ποτήρι με νερό. Εκείνη πήρε το ποτήρι, αλλά πριν πιει γύρισε και είπε στηνμητέρα με μια φωνή που ίσα που έβγαινε από τοστόμα της.

-Καλή μου, να ξέρεις πως τούτο το καλό η μοίραθα στο ξεπληρώσει, γιατί πολλά σπίτια πέρασα μα κανένα δεν μου πρόσφερε νερό, όπως έκανεςεσύ!

Έπειτα, ήπιε το νερό και σηκώθηκε να φύγει.Η μητέρα, βάζοντας της στο χέρι ένα κομμάτι από

το μπαγιάτικο καρβέλι που είχε φυλαγμένο για τομεσημεριανό τους, αποχαιρέτησε τη γριούλα με έναγλυκό χαμόγελο.Εκείνη απομακρύνθηκε, και σε λιγότερο από λίγα λεπτά είχε εξαφανιστεί από το δρόμο.

Η μητέρα αρκετά ικανοποιημένη, φώναξε τα παιδιά της να έρθουν μέσα για να φάνε το μεσημεριανό τουςπου δεν ήταν άλλο παρά λίγο μπαγιάτικο ψωμί καισούπα από χόρτα που είχε μαζέψει το πρωί.Τα δύο αδελφάκια, έτρεξαν αμέσως αφού η πείνα τα είχε θερίσει στο στομάχι, και παίρνοντας αγκαλιά τηναγαπημένη τους μητέρα, μπήκαν όλοι μαζί μέσα στο σπίτι για να ετοιμάσουν το τραπέζι και να φάνε.

Αυτό όμως που αντίκρισαν μπαίνοντας, άφησε έκπληκτη τη μητέρα και τα δυο της παιδιά, αφού πάνω στο ξύλινο δαρμένο τραπέζι τους υπήρχαν απλωμένα δεκάδες πιάτα γεμάτα αχνιστά φαγητά, αμέτρητα φρεσκοψημένα καρβέλια και στη μέση μια τεράστιααχνιστή και ξεροψημένα γαλοπούλα. Η μητέρα δενμπορούσε να πιστέψει στα μάτια της, βλέποντας αυτό το λουκούλλειο γεύμα να βρίσκεται πάνω στοτραπέζι της, και χωρίς να ξέρει από που είχε έρθει.

Τα δύο αδέλφια ωστόσο, ξεπέρασαν γρήγορα τηνέκπληξη και τρέχοντας γρήγορα μέσα φωνάζονταςευτυχισμένα, όρμισαν στα φαγητά με λαιμαργία.

Η καημένη η μητέρα τότε άρχισε να κλαίει από ευτυχία, και μόλις θυμήθηκε τα λόγια της γριούλας κατάλαβε τί εννοούσε τελικά, αλλά επίσης συνειδητοποίησε πως η γριούλα αυτή που τους είχε επισκεφτεί πριν λίγο δεν ήταν άλλη από τη νεράιδα του δάσους!

Όμως η τύχη της μητέρας δεν είχε τελειώσει εκεί, αφού σαν γύρισε να κοιτάξει προς τα έξω για να βεβαιωθεί

πως η νεράιδα δεν ήταν κάπου εκεί κοντά, είδε τον κήπος της ολάνθιστο και τα κηπευτικά της φορτωμένα.Τότε μια γλυκιά φωνούλα ψιθύρισε στα αυτιά της...

-”Μην κλαις άλλο καλή μου, γιατί από σήμερα τα παιδιάσου κι εσύ δεν θα πεινάσετε ποτέ ξανά!... Η καλοσύνησου ανταμείφθηκε.”

Και πράγματι, η μητέρα και τα δύο της παιδάκια δεν πείνασαν ποτέ ξανά!

ΤΈΛΟΣ

Δίδαγμα: Πάντα η καλοσύνη ανταμείβεται!