απομνημονευματα του μακρυγιαννη

27
Σκηνή πρώτη: Αφηγητής, Παπάς, τρεις μαθητές Αφηγητής: (διαβάζει από το βιβλίο, φορώντας γυαλιά) «Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, σελ. 9: Κεφάλαιο: «Ο νεοελληνικός διαφωτισμός»: «Όλοι, χωρίς εξαίρεσιν, έχουν χρέος να ηξεύρουν γράμματα. Η Πατρίς έχει να καταστήση σχολεία εις όλα τα χωρία διά τα αρσενικά και θηλυκά παιδιά. Εκ των γραμμάτων γεννάται η προκοπή, με την οποίαν λάμπουν τα ελεύθερα έθνη». (βγάζει τα γυαλιά και κοιτάει προς το κοινό, γεμάτος περισυλλογή) Γράμματα… Προκοπή… Ελευθερία. Μάλλον… αυτό το τρίπτυχο είχε στο νου του ο Ρήγας Φεραίος όταν έγραφε το Θούριο… Μάλλον… αυτό το τριπλό σάλπισμα είχε στο νου του ο Νικόλαος Γύζης όταν ζωγράφιζε το «Κρυφό Σκολειό». (ξαναφοράει τα γυαλιά και συνεχίζει να διαβάζει): «Τα γράμματα που διδάσκονταν στο κρυφό σκολειό τα παιδιά, ήταν αποσπάσματα των μεγάλων δασκάλων του Γένους που μιλούσαν στις ψυχές τους και τα προετοίμαζαν για τη μεγάλη στιγμή… Πετάγεται ένας από τους μαθητές: «Πότε θα πάρω και εγώ τα όπλα να πολεμήσω;» (συνεχίζει ο αφηγητής) Τέτοια αποσπάσματα ήταν , από το «Σάλπισμα Πολεμιστήριον» του Αδαμάντιου Κοραή, από τον «Θούριο» του Ρήγα Βελεστινλή , από το ποιητικό έργο του Ανδρέα Κάλβου, « Ωδαί» Αποσπάσματα από το «Σάλπισμα Πολεμιστήριον» του Αδαμάντιου Κοραή «Οι Ηπειρώται… ενθυμήθητε* τα κατορθώματα των προγόνων σας. Εσείς και παλαιά εφάνητε ανδρείοι, και σήμερον ακόμη εδείξατε με τας κατά των αγρίων Πασάδων νίκας, ότι δεν εχάσατε την προγονικήν μεγαλοψυχίαν.

Transcript of απομνημονευματα του μακρυγιαννη

Σκηνή πρώτη Αφηγητής Παπάς τρεις μαθητές

Αφηγητής (διαβάζει από το βιβλίο φορώντας γυαλιά)

laquoΑπομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 9 Κεφάλαιο laquoΟ νεοελληνικός διαφωτισμόςraquo

laquoΌλοι χωρίς εξαίρεσιν έχουν χρέος να ηξεύρουν γράμματα Η Πατρίς έχει να καταστήση σχολεία εις όλα τα χωρία διά τα αρσενικά και θηλυκά παιδιά Εκ των γραμμάτων γεννάται η

προκοπή με την οποίαν λάμπουν τα ελεύθερα έθνηraquo

(βγάζει τα γυαλιά και κοιτάει προς το κοινό γεμάτος περισυλλογή)

Γράμματαhellip Προκοπήhellip Ελευθερία Μάλλονhellip αυτό το τρίπτυχο είχε στο νου του ο Ρήγας Φεραίος όταν έγραφε το Θούριοhellip

Μάλλονhellip αυτό το τριπλό σάλπισμα είχε στο νου του ο Νικόλαος Γύζης όταν ζωγράφιζε το laquoΚρυφό Σκολειόraquo

(ξαναφοράει τα γυαλιά και συνεχίζει να διαβάζει)

laquoΤα γράμματα που διδάσκονταν στο κρυφό σκολειό τα παιδιά ήταν αποσπάσματα των μεγάλων δασκάλων του Γένους που μιλούσαν στις ψυχές τους και τα προετοίμαζαν για τη μεγάλη στιγμήhellip

Πετάγεται ένας από τους μαθητές laquoΠότε θα πάρω και εγώ τα όπλα να πολεμήσωraquo

(συνεχίζει ο αφηγητής) Τέτοια αποσπάσματα ήταν από το laquoΣάλπισμα Πολεμιστήριονraquo του Αδαμάντιου Κοραή από τον laquoΘούριοraquo του Ρήγα Βελεστινλή από το ποιητικό έργο του Ανδρέα Κάλβου laquo Ωδαίraquo

Αποσπάσματα από το laquoΣάλπισμα Πολεμιστήριονraquo του Αδαμάντιου Κοραή

laquoΟι Ηπειρώταιhellip ενθυμήθητε τα κατορθώματα των προγόνων σας Εσείς και παλαιά εφάνητε ανδρείοι και σήμερον ακόμη εδείξατε με τας κατά των αγρίων Πασάδων νίκας ότι δεν εχάσατε την προγονικήν μεγαλοψυχίαν

Οι Θεσσαλοί και Μακεδόνεςhellip ενθυμήθητε ότι οι πρόγονοι σας κατετρόπωσαν τον Δαρείον όστις ήτον ασυγκρίτως φοβερώτερος βασιλεύς από τον σημερινόν άνανδρον τύραννον της Ελλάδος

Οι Πελοποννήσιοι και οι λοιποί Έλληνεςhellip μη λησμονήσετε τα τρόπαια όσα κατά των βαρβάρων ανέστησαν οι προπάτορές σας

Και σεις εξαιρέτως οι Μαϊνώταιhellip συλλογισθήτε ότι είσθε αίμα Σπαρτιατών

Όλοι ομού όσοι με το λαμπρόν όνομα των Ελλήνων δοξάζεσθε βάλετε καλά εις τον νουν σας ότι αφ όσας δυστυχίας δύναται να πάθη ο άνθρωπος η πλέον απαρηγόρητος είναι η δουλεία

Αποσπάσματα από το Θούριο του Ρήγα Βελεστινλή

laquoΕλάτε μ έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν

να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν

Συμβούλους προκομμένους με πατριωτισμόν

Να βάλωμεν εις όλα να δίδουν ορισμόν

Οι Νόμοι νάν ο πρώτος και μόνος οδηγός

Και της Πατρίδος ένας να γένη αρχηγός

Γιατί κ η αναρχία ομοιάζει τη σκλαβιά

Να ζούμε σα θηρία ειν πλιο σκληρή φωτιάraquo

Ανδρέας Κάλβος Ωδαί laquoΕις Σάμονraquo

Όσοι το χάλκεον χέριβαρύ του φόβου αισθάνονταιζυγόν δουλείας ας έχωσιΘέλει αρετήν και τόλμηνη ελευθερία

β

Αυτή επτέρωσετον Ίκαρονmiddot και αν έπεσενο πτερωθείς κ επνίγηθαλασσωμένοςmiddot

γ

Αφ υψηλά όμως έπεσεκαι απέθανεν ελεύθεροςΑν γένης σφάγιον άτιμονενός τυράννου νόμιζεφρικτόν τον τάφον

ΠΑΠΑΣ (κοιτάει προς τα παιδιά)

Όταν διαβάζω τον Αδαμάντιο Κοραή τον Ρήγα Βελεστινλή τον Ανδρέα Κάλβο τότε ήθελα

να έχω κοντά μου όλο το υπόδουλο γένος μας μάρτυρα και της αγανάκτησής μου και των

δακρύων μου δακρύων αληθινών δακρύων απαρηγόρητων τα οποία μου φέρνει η

ανάμνηση ότι έτσι και οι πρόγονοί μου οι αμίμητοι αρχαίοι Έλληνες ήξευραν να τιμούν τη

σοφία

Δύστυχη πατρίδα Ως πότε θα υποφέρουν τα τέκνα σου Πότε θα έρθει η Μεγάλη Στιγμή

Σκηνή δεύτερη Αφηγητής Ξάνθος Σκουφάς Τσακάλωφ

(συνεχίζει να διαβάζει)

laquohellip και η Μεγάλη Στιγμή έφτασε Η πιο Ιερή Στιγμή από όλεςraquo

(κοιτάει το κοινό και απrsquo έξω)

Τα παλικάρια ορκίζονται laquoΕλευθερία ή Θάνατοςraquohellip Τα παλικάρια ορκίζουν οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ο Εμμανουήλ Ξάνθος ο Νικόλαος Σκουφάς και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ

Ξάνθος laquoΟρκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) οικειοθελώς ενώπιον του αληθινού Θεού ότι θα είμαι για όλη μου τη ζωή απόλυτα πιστός στην Εταιρεία

Σκουφάς Ορκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) ότι θα τρέφω στην καρδιά μου αδιάλλακτο μίσος κατά των τυράννων της Πατρίδας μου κατά των οπαδών και κατά των ομοφρόνων τους Θα ενεργώ πάντα με τρόπο που να τους βλάπτει και όταν το επιτρέψουν οι εξελίξεις θα συμβάλλω στην πλήρη καταστροφή τουςraquo

Τσακάλωφ Ορκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) εις εσέ ω ιερά και αθλία πατρίς Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους σου ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν τα ταλαίπωρα τέκνα σου Εις τα ίδια μου δάκρυα τα οποία χύνω κατ αυτήν την στιγμήν Εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλος εις εσέ Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου και η ευτυχία σου ανταμοιβή των κόπων μουraquo

Αφηγητής (συνεχίζει να διαβάζει)

Όμως οι όρκοι της Φιλικής Εταιρείας δόθηκαν σε μια ιδιαίτερα δυσμενή για την ελληνική υπόθεση στιγμή Το 1815 νικήθηκε οριστικά ο Ναπολέοντας και οι φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης παραμερίστηκαν Τότε ιδρύθηκε η Ιερή Συμμαχία με πρωτοβουλία των νικητών (κυρίως της Αυστρίας της Ρωσίας και της Πρωσίας) οι οποίοι επιθυμούσαν να διατηρηθεί το laquoπαλαιό μοναρχικό καθεστώςraquo Για τον λόγο αυτό ήταν αντίθετοι σε κάθε επαναστατική κίνηση καταδικάζοντάς την ως επικίνδυνη Η Ιερή Συμμαχία λοιπόν καταδικάζει την ελληνική Επανάσταση Και τότεhellip

Ξάνθος laquoΚατάλαβα τότε πως ότι κάνουμε θα το κάνουμε μόνοι μας και ότι δεν έχουμε καμία ελπίδα από τους ξένους Ας είναιhellip Θα στείλουμε επιστολές παντού στους δικούς μας και θα τους κατηχήσουμε στο σκοπό μας για να είμαστε όλοι έτοιμοι Εικοστή πέμπτη Μαρτίου θα είναι η μέρα της Γενικής Επανάστασηςraquo

Και οι τρεις μαζί laquoΕλευθερία ή Θάνατοςraquo

Σκηνή Τρίτη

Αφηγητής (διαβάζοντας)

laquoΑπομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 99 laquoΗ αποτυχία της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και η θυσία του Ιερού Λόχουraquo

laquohellip Έτσι πιεσμένος από τις καταστάσεις ο αρχηγός της επανάστασης Αλέξανδρος Υψηλάντης περνάει τον παραπόταμο του Δούναβη τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τελικά τη σημαία της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας Δύο μέρες αργότερα στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδει επαναστατική προκήρυξη με τον τίτλο laquoΜάχου υπέρ πίστεως και πατρίδοςraquo και συγκροτεί τον Ιερό Λόχοhellip

(Κοιτώντας με απορία το κοινό) Νομίζω ότι για τον ιερό λόχο έχει γράψει ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος

Α Κάλβος

Ο Ιερός Λόχος ήτο στρατιωτικό σώμα που ιδρύθηκε από τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη στη Φωξάνη πόλη στα όρια της Μολδαβίας με τη Βλαχία στα μέσα Μαρτίου του 1821 και συγκροτήθηκε από εθελοντές σπουδαστές των ελληνικών παροικιών της Μολδοβλαχίας και της Οδησσού κυρίως Ήταν η πρώτη οργανωμένη στρατιωτική μονάδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και του ελληνικού στρατού γενικότερα Ο Υψηλάντης πίστευε πως οι νεαροί αυτοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν την ψυχή του στρατού του Γιrsquo αυτό τους ονομάτισε από το κλασικό όνομα του Ιερού Λόχου των Θηβών

Οι άνδρες του Ιερού Λόχου ήτο πεζοί και ιππείς εφοδιασμένοι με καραμπίνες και ξιφολόγχες Έφεραν στολές που αποτελούσαν μίγμα ελληνικής και ευρωπαϊκής στολής από μαύρο ύφασμα καλούμενοι εξ αυτού μελανοφόροι ή μαυροφόροι φέροντας επίσης στο μαύρο πηλίκιο τρίχρωμο λοφίο (ως εθνόσημο) κάτω από το οποίο υπήρχε η φράση Ελευθερία ή Θάνατος και το σήμα της νεκροκεφαλής με χιαστί οστά σαν σύμβολο της νίκης πάνω στον θάνατο

Η σημαία του Ιερού Λόχου ήτο τρίχρωμη το κόκκινο συμβόλιζε τον πατριωτισμό το λευκό την αδελφοσύνη και το μαύρο τη θυσία Στη μία πλευρά της σημαίας αναγραφόταν το ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ και υπήρχε η εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Στην άλλη πλευρά υπήρχε η εικόνα του Φοίνικα αναγεννόμενου από τις φλόγες και αναγραφόταν ΕΚ ΤΗΣ ΣΤΑΚΤΗΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ

Αφηγητήςhellip (κοιτώντας με περίσκεψη το κοινό) η Αναγέννηση όμως δεν ήταν γραφτό να έρθει ακόμα

(διαβάζοντας) laquoΈτσι χάθηκε μέσα σε λίγη ώρα μία από τις γλυκύτερες ελπίδες της Ελλάδας ο Ιερός Λόχος Αλλά έστω και αν νικήθηκε αφού εγκαταλείφθηκε μόνος και τόσο ολιγάριθμος απέναντι σε υπεράριθμο εχθρό επιβεβαίωσε υπό την ηγεσία πατριώτη και

γενναιόψυχου αρχηγού του Αλέξανδρου Υψηλάντη τι μπορεί να κατορθώσει το πατριωτικό αίσθημα η στρατιωτική τάξη και η αγάπη προς κάθε τι το ευγενές νέων καλής ανατροφής έστω κι αν αυτοί μόλις είχαν επιστρατευθεί και μόλις είχαν διδαχθεί τη χρήση της λόγχης Ως τέτοιος ο νέος Ιερός Λόχος αναδείχθηκε αντάξιος της τιμής του αρχαίου και όπως εκείνος γράφτηκε στην αρχαία ελληνική ιστορία έτσι και αυτός γράφτηκε στη νέα γενόμενος σε μικρογραφία το πιστό αντίγραφο του πρωτοτύπου

(κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Ευτυχισμένες οι ψυχές των ιερολοχιτών Με όση προθυμία και τιμή προσήλθατε σφάγια ιερά υπέρ της πατρίδας με τόση χάρη να δεχθείτε από τις ουράνιες δυνάμεις την τιμή εκείνη την οποία ως οφειλή προσφέρει στο όνομα και τη μνήμη σας το σύνολο των γνήσιων βλαστών της Ελλάδαςraquo

Κάλβος

Εις τον Ιερόν Λόχον

laquoΑς μη βρέξη ποτέτο σύννεφον και ο άνεμοςσκληρός ας μη σκορπίσητο χώμα το μακάριονπου σας σκεπάζει

Ω γνήσια της ΕλλάδοςΤέκνα ψυχαί που επέσατεεις τον αγώνα ανδρείωςτάγμα εκλεκτών Ηρώωνκαύχημα νέον

Αλλ αν τις απεθάνηδιά την πατρίδα η μύρτοςείνε φύλλον ατίμητονκαι καλά τα κλαδιάτης κυπαρίσσουraquo

Ας το δροσίση πάντοτεμε τ αργυρά της δάκρυαη ροδόπεπλος κόρηΚαι αυτού ας ξεφυτρώνουναιώνια τ άνθη

Σας άρπαξεν η τύχητην νικητήριον δάφνηνκαι από μυρτιάν σας έπλεξεκαι πένθιμον κυπάρισσονστέφανον άλλον

Σκηνή τέταρτη αφηγητής πασάς τέσσερα άτομα στο σεράι δύο Σουλιώτισσες

Αφηγητής (κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Μπορεί η επανάσταση να απέτυχε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες όμως η φλόγα της επανάστασης ολοένα θέριευε και φούντωνε όπως στο ηρωικό Σούλι

(διαβάζοντας και φορώντας τα γυαλιά) Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 199 laquo Ο Αλή πασάς και το ηρωικό Σούλι) hellip

Οι άγραφοι νόμοι των Σουλιωτών

laquoΤα έθιμα και οι θεσμοί των Σουλιωτών υποχρέωναν κάθε πατριώτη να είναι ευσπλαχνικός προς τους ομογενείς και τους ομοθρήσκους του και σε κάθε περίπτωση να τους βοηθά Να είναι επίσης πιστός στη θρησκεία του και άσπονδος εχθρός της οθωμανικής τυραννίας Όποιος ήταν δειλός στον πόλεμο όλοι τον περιφρονούσαν Επίσης κατέκριναν όποιον είχε πληγωθεί στην πλάτη γι αυτό και οι ηλικιωμένοι που ήταν γονείς γενναίων ανδρών συνήθιζαν να περηφανεύονται στις συναναστροφές τους και να λένε Ευχαριστώ το Θεό γιατί τα παιδιά μου σκοτώθηκαν η τραυματίσθηκαν στη μάχη και κανένας δεν χτυπήθηκε από πίσω Αυτά πίστευαν για τη γενναιότητα και τη δειλία και γι αυτό οι Σουλιώτες ποτέ δεν έδειχναν τα νώτα τους στους εχθρούς αλλά έπρεπε ή να νικήσουν ή να σκοτωθούν ένδοξαraquo

Στα γράμματα που τους έστελνε συχνά-πυκνά ο Αλή πασάς για να παραδοθούν αυτοί και ο αρχικλέφτης ο Κατσαντώνης η απάντηση ήταν πάντα η ίδια

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ (διαβάζει το γράμμα) Βεζύρ Αλή Πασά σε χαιρετούμεν

Η πατρίς μας είναι απείρως γλυκυτέρα και από τα πουγκεία σου και από τους ευτυχείς τόπους τους οποίους υπόσχεσαι να μας δώσεις Όθεν ματαίως κοπιάζεις επειδή η ελευθερία μας δεν πωλείται ούτ αγοράζεται σχεδόν με όλους τους θησαυρούς της γης παρά με το αίμα και θάνατον έως του τελευταίου Σουλιώτου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Αχ μες στη μαυρίλα ξεροψήνομαι Μες στην όχτρητα και την προδοσία τρώω τη ζωή μου Γιατί ωρέ με πολεμούνε άνθρωποι συντοπίτες μου Γιατί μου σκοτώνουνε τους τσοχανταραίους μου Γιατί μου καταστρέφουνε το βιος μου Γιατί μου πίνει το αίμα αυτός ο χαΐνης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης Μιλάτε ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Κλέφτης είναι Πασά μου πόλεμο κάνει Τι ήθελες να κάνει

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Γιατί να είναι Κλέφτης ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ξέρω εγώ γιατί είναι Κλέφτης Έτσι του σφύριξε Μάζεψε καμπόσους ο

τσαχπίνης κι έπιασε το βουνό και κάνει τον καπετάνιο

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Μου καψε πάλι τις θημωνιές μου ο αγιογδύτης Τη θροφή των παλικαριών

μου από το στόμα τους την πήρε Καταστροφή μεγάλη μου καμε Και για ποιον ωρέ τα

μαζεύω εγώ τ αγαθά μου με το αίμα της καρδιάς μου Για το λαό δεν τα μαζεύω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ κυβερνώ ποιος κυβερνά

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ πλουτίζω ποιος πλουτίζει

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για ποιον ωρέ Βασιλική χτίζω γέφυρες δρόμους λιμάνια κάστρα Για ποιον

κάνω πολέμους

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Για μας Πασά μου για το λαό σου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τέτοιο εμπόριο σαν το σημερινό είδανε ωρέ αυτά τα μέρη άλλη φορά

Τέτοιες μανιφατούρες ποιος τις ονειρεύτηκε πριν από μένα Φτώχεια βρήκα πλούτη έφερα

Τσαπατσουλιά και ρεμπελιό βρήκα τάξη έφερα Χωριατιά βρήκα πολιτισμό έφερα έργα

μαστορικά έφερα γιατροσόφια έφερα τηλεσκόπια μικροσκόπια έφερα Τι θέλει λοιπόν και

με κατατρέχει και με ρημάζει ο πεζεβέγκης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Θέλει λέει να φύγουν οι Οθωμανοί και να μείνουνε μοναχοί τους οι

Χριστιανοί

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ποιος τους πειράζει ωρέ τους Χριστιανούς σαν κάθονται στ αυγά τους Ωρέ

Μάνθο Οικονόμου ωρέ Θανάση Βάγια Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν είστε που να σας φάει το

μαύρο φίδι

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Φιλία και εμπιστοσύνη δε σας χάρισα Μινίστρους μου δε σας έκανα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ Κυρά Βασιλική Ρωμιά δεν είσαι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Με την ευχή της Παναγιάς Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Σα βασίλισσα δε σ έχω ωρέ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Να σαι καλά Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Η γλώσσα που μιλούμε σε τούτο το σεράι των Ρωμιών η γλώσσα δεν είναι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Άλλη γλώσσα δεν ακούω εδώ μέσα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ [στους άλλους] Σχολειά ρωμαίικα δεν υποστηρίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εκκλησιές χριστιανικές δε χτίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας λείπει ωρέ Ρωμιοί και μου βγαίνετε στο κλαρί Σπίτια έχετε καλύτερα

από τα δικά μας γυναίκες όμορφες παντρεύεστε φαΐ τρώτε παράδες μαζεύετε στο

γκουβέρνο σάς παίρνουμε παπάδες έχετε δασκάλους έχετε Γιατί ωρέ δεν ησυχάζετε Γιατί

με παιδεύει και μου καίει τις θημωνιές μου ο εντεψίζης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Οι δύστηνοι ομογενείς μου Γαληνότατε ευρήκαν προσφάτως λέξιν

δαιμονικήν όπου πολλά ετάραξε τινάς εξ αυτών Λιμπερτά είναι ο όρος εις την αρχαίαν

γλώσσαν των Ελλήνων ελευθερία

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι αξίζει ωρέ αυτό το λιμπερτά μπροστά σ όλα τα καλά που έχετε σαν

κάθεστε φρόνιμα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Αποσπάσματα από το Θούριο του Ρήγα Βελεστινλή

laquoΕλάτε μ έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν

να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν

Συμβούλους προκομμένους με πατριωτισμόν

Να βάλωμεν εις όλα να δίδουν ορισμόν

Οι Νόμοι νάν ο πρώτος και μόνος οδηγός

Και της Πατρίδος ένας να γένη αρχηγός

Γιατί κ η αναρχία ομοιάζει τη σκλαβιά

Να ζούμε σα θηρία ειν πλιο σκληρή φωτιάraquo

Ανδρέας Κάλβος Ωδαί laquoΕις Σάμονraquo

Όσοι το χάλκεον χέριβαρύ του φόβου αισθάνονταιζυγόν δουλείας ας έχωσιΘέλει αρετήν και τόλμηνη ελευθερία

β

Αυτή επτέρωσετον Ίκαρονmiddot και αν έπεσενο πτερωθείς κ επνίγηθαλασσωμένοςmiddot

γ

Αφ υψηλά όμως έπεσεκαι απέθανεν ελεύθεροςΑν γένης σφάγιον άτιμονενός τυράννου νόμιζεφρικτόν τον τάφον

ΠΑΠΑΣ (κοιτάει προς τα παιδιά)

Όταν διαβάζω τον Αδαμάντιο Κοραή τον Ρήγα Βελεστινλή τον Ανδρέα Κάλβο τότε ήθελα

να έχω κοντά μου όλο το υπόδουλο γένος μας μάρτυρα και της αγανάκτησής μου και των

δακρύων μου δακρύων αληθινών δακρύων απαρηγόρητων τα οποία μου φέρνει η

ανάμνηση ότι έτσι και οι πρόγονοί μου οι αμίμητοι αρχαίοι Έλληνες ήξευραν να τιμούν τη

σοφία

Δύστυχη πατρίδα Ως πότε θα υποφέρουν τα τέκνα σου Πότε θα έρθει η Μεγάλη Στιγμή

Σκηνή δεύτερη Αφηγητής Ξάνθος Σκουφάς Τσακάλωφ

(συνεχίζει να διαβάζει)

laquohellip και η Μεγάλη Στιγμή έφτασε Η πιο Ιερή Στιγμή από όλεςraquo

(κοιτάει το κοινό και απrsquo έξω)

Τα παλικάρια ορκίζονται laquoΕλευθερία ή Θάνατοςraquohellip Τα παλικάρια ορκίζουν οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ο Εμμανουήλ Ξάνθος ο Νικόλαος Σκουφάς και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ

Ξάνθος laquoΟρκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) οικειοθελώς ενώπιον του αληθινού Θεού ότι θα είμαι για όλη μου τη ζωή απόλυτα πιστός στην Εταιρεία

Σκουφάς Ορκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) ότι θα τρέφω στην καρδιά μου αδιάλλακτο μίσος κατά των τυράννων της Πατρίδας μου κατά των οπαδών και κατά των ομοφρόνων τους Θα ενεργώ πάντα με τρόπο που να τους βλάπτει και όταν το επιτρέψουν οι εξελίξεις θα συμβάλλω στην πλήρη καταστροφή τουςraquo

Τσακάλωφ Ορκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) εις εσέ ω ιερά και αθλία πατρίς Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους σου ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν τα ταλαίπωρα τέκνα σου Εις τα ίδια μου δάκρυα τα οποία χύνω κατ αυτήν την στιγμήν Εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλος εις εσέ Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου και η ευτυχία σου ανταμοιβή των κόπων μουraquo

Αφηγητής (συνεχίζει να διαβάζει)

Όμως οι όρκοι της Φιλικής Εταιρείας δόθηκαν σε μια ιδιαίτερα δυσμενή για την ελληνική υπόθεση στιγμή Το 1815 νικήθηκε οριστικά ο Ναπολέοντας και οι φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης παραμερίστηκαν Τότε ιδρύθηκε η Ιερή Συμμαχία με πρωτοβουλία των νικητών (κυρίως της Αυστρίας της Ρωσίας και της Πρωσίας) οι οποίοι επιθυμούσαν να διατηρηθεί το laquoπαλαιό μοναρχικό καθεστώςraquo Για τον λόγο αυτό ήταν αντίθετοι σε κάθε επαναστατική κίνηση καταδικάζοντάς την ως επικίνδυνη Η Ιερή Συμμαχία λοιπόν καταδικάζει την ελληνική Επανάσταση Και τότεhellip

Ξάνθος laquoΚατάλαβα τότε πως ότι κάνουμε θα το κάνουμε μόνοι μας και ότι δεν έχουμε καμία ελπίδα από τους ξένους Ας είναιhellip Θα στείλουμε επιστολές παντού στους δικούς μας και θα τους κατηχήσουμε στο σκοπό μας για να είμαστε όλοι έτοιμοι Εικοστή πέμπτη Μαρτίου θα είναι η μέρα της Γενικής Επανάστασηςraquo

Και οι τρεις μαζί laquoΕλευθερία ή Θάνατοςraquo

Σκηνή Τρίτη

Αφηγητής (διαβάζοντας)

laquoΑπομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 99 laquoΗ αποτυχία της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και η θυσία του Ιερού Λόχουraquo

laquohellip Έτσι πιεσμένος από τις καταστάσεις ο αρχηγός της επανάστασης Αλέξανδρος Υψηλάντης περνάει τον παραπόταμο του Δούναβη τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τελικά τη σημαία της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας Δύο μέρες αργότερα στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδει επαναστατική προκήρυξη με τον τίτλο laquoΜάχου υπέρ πίστεως και πατρίδοςraquo και συγκροτεί τον Ιερό Λόχοhellip

(Κοιτώντας με απορία το κοινό) Νομίζω ότι για τον ιερό λόχο έχει γράψει ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος

Α Κάλβος

Ο Ιερός Λόχος ήτο στρατιωτικό σώμα που ιδρύθηκε από τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη στη Φωξάνη πόλη στα όρια της Μολδαβίας με τη Βλαχία στα μέσα Μαρτίου του 1821 και συγκροτήθηκε από εθελοντές σπουδαστές των ελληνικών παροικιών της Μολδοβλαχίας και της Οδησσού κυρίως Ήταν η πρώτη οργανωμένη στρατιωτική μονάδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και του ελληνικού στρατού γενικότερα Ο Υψηλάντης πίστευε πως οι νεαροί αυτοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν την ψυχή του στρατού του Γιrsquo αυτό τους ονομάτισε από το κλασικό όνομα του Ιερού Λόχου των Θηβών

Οι άνδρες του Ιερού Λόχου ήτο πεζοί και ιππείς εφοδιασμένοι με καραμπίνες και ξιφολόγχες Έφεραν στολές που αποτελούσαν μίγμα ελληνικής και ευρωπαϊκής στολής από μαύρο ύφασμα καλούμενοι εξ αυτού μελανοφόροι ή μαυροφόροι φέροντας επίσης στο μαύρο πηλίκιο τρίχρωμο λοφίο (ως εθνόσημο) κάτω από το οποίο υπήρχε η φράση Ελευθερία ή Θάνατος και το σήμα της νεκροκεφαλής με χιαστί οστά σαν σύμβολο της νίκης πάνω στον θάνατο

Η σημαία του Ιερού Λόχου ήτο τρίχρωμη το κόκκινο συμβόλιζε τον πατριωτισμό το λευκό την αδελφοσύνη και το μαύρο τη θυσία Στη μία πλευρά της σημαίας αναγραφόταν το ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ και υπήρχε η εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Στην άλλη πλευρά υπήρχε η εικόνα του Φοίνικα αναγεννόμενου από τις φλόγες και αναγραφόταν ΕΚ ΤΗΣ ΣΤΑΚΤΗΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ

Αφηγητήςhellip (κοιτώντας με περίσκεψη το κοινό) η Αναγέννηση όμως δεν ήταν γραφτό να έρθει ακόμα

(διαβάζοντας) laquoΈτσι χάθηκε μέσα σε λίγη ώρα μία από τις γλυκύτερες ελπίδες της Ελλάδας ο Ιερός Λόχος Αλλά έστω και αν νικήθηκε αφού εγκαταλείφθηκε μόνος και τόσο ολιγάριθμος απέναντι σε υπεράριθμο εχθρό επιβεβαίωσε υπό την ηγεσία πατριώτη και

γενναιόψυχου αρχηγού του Αλέξανδρου Υψηλάντη τι μπορεί να κατορθώσει το πατριωτικό αίσθημα η στρατιωτική τάξη και η αγάπη προς κάθε τι το ευγενές νέων καλής ανατροφής έστω κι αν αυτοί μόλις είχαν επιστρατευθεί και μόλις είχαν διδαχθεί τη χρήση της λόγχης Ως τέτοιος ο νέος Ιερός Λόχος αναδείχθηκε αντάξιος της τιμής του αρχαίου και όπως εκείνος γράφτηκε στην αρχαία ελληνική ιστορία έτσι και αυτός γράφτηκε στη νέα γενόμενος σε μικρογραφία το πιστό αντίγραφο του πρωτοτύπου

(κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Ευτυχισμένες οι ψυχές των ιερολοχιτών Με όση προθυμία και τιμή προσήλθατε σφάγια ιερά υπέρ της πατρίδας με τόση χάρη να δεχθείτε από τις ουράνιες δυνάμεις την τιμή εκείνη την οποία ως οφειλή προσφέρει στο όνομα και τη μνήμη σας το σύνολο των γνήσιων βλαστών της Ελλάδαςraquo

Κάλβος

Εις τον Ιερόν Λόχον

laquoΑς μη βρέξη ποτέτο σύννεφον και ο άνεμοςσκληρός ας μη σκορπίσητο χώμα το μακάριονπου σας σκεπάζει

Ω γνήσια της ΕλλάδοςΤέκνα ψυχαί που επέσατεεις τον αγώνα ανδρείωςτάγμα εκλεκτών Ηρώωνκαύχημα νέον

Αλλ αν τις απεθάνηδιά την πατρίδα η μύρτοςείνε φύλλον ατίμητονκαι καλά τα κλαδιάτης κυπαρίσσουraquo

Ας το δροσίση πάντοτεμε τ αργυρά της δάκρυαη ροδόπεπλος κόρηΚαι αυτού ας ξεφυτρώνουναιώνια τ άνθη

Σας άρπαξεν η τύχητην νικητήριον δάφνηνκαι από μυρτιάν σας έπλεξεκαι πένθιμον κυπάρισσονστέφανον άλλον

Σκηνή τέταρτη αφηγητής πασάς τέσσερα άτομα στο σεράι δύο Σουλιώτισσες

Αφηγητής (κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Μπορεί η επανάσταση να απέτυχε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες όμως η φλόγα της επανάστασης ολοένα θέριευε και φούντωνε όπως στο ηρωικό Σούλι

(διαβάζοντας και φορώντας τα γυαλιά) Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 199 laquo Ο Αλή πασάς και το ηρωικό Σούλι) hellip

Οι άγραφοι νόμοι των Σουλιωτών

laquoΤα έθιμα και οι θεσμοί των Σουλιωτών υποχρέωναν κάθε πατριώτη να είναι ευσπλαχνικός προς τους ομογενείς και τους ομοθρήσκους του και σε κάθε περίπτωση να τους βοηθά Να είναι επίσης πιστός στη θρησκεία του και άσπονδος εχθρός της οθωμανικής τυραννίας Όποιος ήταν δειλός στον πόλεμο όλοι τον περιφρονούσαν Επίσης κατέκριναν όποιον είχε πληγωθεί στην πλάτη γι αυτό και οι ηλικιωμένοι που ήταν γονείς γενναίων ανδρών συνήθιζαν να περηφανεύονται στις συναναστροφές τους και να λένε Ευχαριστώ το Θεό γιατί τα παιδιά μου σκοτώθηκαν η τραυματίσθηκαν στη μάχη και κανένας δεν χτυπήθηκε από πίσω Αυτά πίστευαν για τη γενναιότητα και τη δειλία και γι αυτό οι Σουλιώτες ποτέ δεν έδειχναν τα νώτα τους στους εχθρούς αλλά έπρεπε ή να νικήσουν ή να σκοτωθούν ένδοξαraquo

Στα γράμματα που τους έστελνε συχνά-πυκνά ο Αλή πασάς για να παραδοθούν αυτοί και ο αρχικλέφτης ο Κατσαντώνης η απάντηση ήταν πάντα η ίδια

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ (διαβάζει το γράμμα) Βεζύρ Αλή Πασά σε χαιρετούμεν

Η πατρίς μας είναι απείρως γλυκυτέρα και από τα πουγκεία σου και από τους ευτυχείς τόπους τους οποίους υπόσχεσαι να μας δώσεις Όθεν ματαίως κοπιάζεις επειδή η ελευθερία μας δεν πωλείται ούτ αγοράζεται σχεδόν με όλους τους θησαυρούς της γης παρά με το αίμα και θάνατον έως του τελευταίου Σουλιώτου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Αχ μες στη μαυρίλα ξεροψήνομαι Μες στην όχτρητα και την προδοσία τρώω τη ζωή μου Γιατί ωρέ με πολεμούνε άνθρωποι συντοπίτες μου Γιατί μου σκοτώνουνε τους τσοχανταραίους μου Γιατί μου καταστρέφουνε το βιος μου Γιατί μου πίνει το αίμα αυτός ο χαΐνης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης Μιλάτε ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Κλέφτης είναι Πασά μου πόλεμο κάνει Τι ήθελες να κάνει

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Γιατί να είναι Κλέφτης ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ξέρω εγώ γιατί είναι Κλέφτης Έτσι του σφύριξε Μάζεψε καμπόσους ο

τσαχπίνης κι έπιασε το βουνό και κάνει τον καπετάνιο

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Μου καψε πάλι τις θημωνιές μου ο αγιογδύτης Τη θροφή των παλικαριών

μου από το στόμα τους την πήρε Καταστροφή μεγάλη μου καμε Και για ποιον ωρέ τα

μαζεύω εγώ τ αγαθά μου με το αίμα της καρδιάς μου Για το λαό δεν τα μαζεύω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ κυβερνώ ποιος κυβερνά

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ πλουτίζω ποιος πλουτίζει

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για ποιον ωρέ Βασιλική χτίζω γέφυρες δρόμους λιμάνια κάστρα Για ποιον

κάνω πολέμους

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Για μας Πασά μου για το λαό σου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τέτοιο εμπόριο σαν το σημερινό είδανε ωρέ αυτά τα μέρη άλλη φορά

Τέτοιες μανιφατούρες ποιος τις ονειρεύτηκε πριν από μένα Φτώχεια βρήκα πλούτη έφερα

Τσαπατσουλιά και ρεμπελιό βρήκα τάξη έφερα Χωριατιά βρήκα πολιτισμό έφερα έργα

μαστορικά έφερα γιατροσόφια έφερα τηλεσκόπια μικροσκόπια έφερα Τι θέλει λοιπόν και

με κατατρέχει και με ρημάζει ο πεζεβέγκης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Θέλει λέει να φύγουν οι Οθωμανοί και να μείνουνε μοναχοί τους οι

Χριστιανοί

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ποιος τους πειράζει ωρέ τους Χριστιανούς σαν κάθονται στ αυγά τους Ωρέ

Μάνθο Οικονόμου ωρέ Θανάση Βάγια Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν είστε που να σας φάει το

μαύρο φίδι

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Φιλία και εμπιστοσύνη δε σας χάρισα Μινίστρους μου δε σας έκανα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ Κυρά Βασιλική Ρωμιά δεν είσαι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Με την ευχή της Παναγιάς Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Σα βασίλισσα δε σ έχω ωρέ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Να σαι καλά Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Η γλώσσα που μιλούμε σε τούτο το σεράι των Ρωμιών η γλώσσα δεν είναι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Άλλη γλώσσα δεν ακούω εδώ μέσα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ [στους άλλους] Σχολειά ρωμαίικα δεν υποστηρίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εκκλησιές χριστιανικές δε χτίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας λείπει ωρέ Ρωμιοί και μου βγαίνετε στο κλαρί Σπίτια έχετε καλύτερα

από τα δικά μας γυναίκες όμορφες παντρεύεστε φαΐ τρώτε παράδες μαζεύετε στο

γκουβέρνο σάς παίρνουμε παπάδες έχετε δασκάλους έχετε Γιατί ωρέ δεν ησυχάζετε Γιατί

με παιδεύει και μου καίει τις θημωνιές μου ο εντεψίζης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Οι δύστηνοι ομογενείς μου Γαληνότατε ευρήκαν προσφάτως λέξιν

δαιμονικήν όπου πολλά ετάραξε τινάς εξ αυτών Λιμπερτά είναι ο όρος εις την αρχαίαν

γλώσσαν των Ελλήνων ελευθερία

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι αξίζει ωρέ αυτό το λιμπερτά μπροστά σ όλα τα καλά που έχετε σαν

κάθεστε φρόνιμα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή δεύτερη Αφηγητής Ξάνθος Σκουφάς Τσακάλωφ

(συνεχίζει να διαβάζει)

laquohellip και η Μεγάλη Στιγμή έφτασε Η πιο Ιερή Στιγμή από όλεςraquo

(κοιτάει το κοινό και απrsquo έξω)

Τα παλικάρια ορκίζονται laquoΕλευθερία ή Θάνατοςraquohellip Τα παλικάρια ορκίζουν οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ο Εμμανουήλ Ξάνθος ο Νικόλαος Σκουφάς και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ

Ξάνθος laquoΟρκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) οικειοθελώς ενώπιον του αληθινού Θεού ότι θα είμαι για όλη μου τη ζωή απόλυτα πιστός στην Εταιρεία

Σκουφάς Ορκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) ότι θα τρέφω στην καρδιά μου αδιάλλακτο μίσος κατά των τυράννων της Πατρίδας μου κατά των οπαδών και κατά των ομοφρόνων τους Θα ενεργώ πάντα με τρόπο που να τους βλάπτει και όταν το επιτρέψουν οι εξελίξεις θα συμβάλλω στην πλήρη καταστροφή τουςraquo

Τσακάλωφ Ορκίζομαι (επαναλαμβάνουν όλοι) εις εσέ ω ιερά και αθλία πατρίς Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους σου ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν τα ταλαίπωρα τέκνα σου Εις τα ίδια μου δάκρυα τα οποία χύνω κατ αυτήν την στιγμήν Εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλος εις εσέ Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου και η ευτυχία σου ανταμοιβή των κόπων μουraquo

Αφηγητής (συνεχίζει να διαβάζει)

Όμως οι όρκοι της Φιλικής Εταιρείας δόθηκαν σε μια ιδιαίτερα δυσμενή για την ελληνική υπόθεση στιγμή Το 1815 νικήθηκε οριστικά ο Ναπολέοντας και οι φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης παραμερίστηκαν Τότε ιδρύθηκε η Ιερή Συμμαχία με πρωτοβουλία των νικητών (κυρίως της Αυστρίας της Ρωσίας και της Πρωσίας) οι οποίοι επιθυμούσαν να διατηρηθεί το laquoπαλαιό μοναρχικό καθεστώςraquo Για τον λόγο αυτό ήταν αντίθετοι σε κάθε επαναστατική κίνηση καταδικάζοντάς την ως επικίνδυνη Η Ιερή Συμμαχία λοιπόν καταδικάζει την ελληνική Επανάσταση Και τότεhellip

Ξάνθος laquoΚατάλαβα τότε πως ότι κάνουμε θα το κάνουμε μόνοι μας και ότι δεν έχουμε καμία ελπίδα από τους ξένους Ας είναιhellip Θα στείλουμε επιστολές παντού στους δικούς μας και θα τους κατηχήσουμε στο σκοπό μας για να είμαστε όλοι έτοιμοι Εικοστή πέμπτη Μαρτίου θα είναι η μέρα της Γενικής Επανάστασηςraquo

Και οι τρεις μαζί laquoΕλευθερία ή Θάνατοςraquo

Σκηνή Τρίτη

Αφηγητής (διαβάζοντας)

laquoΑπομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 99 laquoΗ αποτυχία της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και η θυσία του Ιερού Λόχουraquo

laquohellip Έτσι πιεσμένος από τις καταστάσεις ο αρχηγός της επανάστασης Αλέξανδρος Υψηλάντης περνάει τον παραπόταμο του Δούναβη τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τελικά τη σημαία της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας Δύο μέρες αργότερα στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδει επαναστατική προκήρυξη με τον τίτλο laquoΜάχου υπέρ πίστεως και πατρίδοςraquo και συγκροτεί τον Ιερό Λόχοhellip

(Κοιτώντας με απορία το κοινό) Νομίζω ότι για τον ιερό λόχο έχει γράψει ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος

Α Κάλβος

Ο Ιερός Λόχος ήτο στρατιωτικό σώμα που ιδρύθηκε από τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη στη Φωξάνη πόλη στα όρια της Μολδαβίας με τη Βλαχία στα μέσα Μαρτίου του 1821 και συγκροτήθηκε από εθελοντές σπουδαστές των ελληνικών παροικιών της Μολδοβλαχίας και της Οδησσού κυρίως Ήταν η πρώτη οργανωμένη στρατιωτική μονάδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και του ελληνικού στρατού γενικότερα Ο Υψηλάντης πίστευε πως οι νεαροί αυτοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν την ψυχή του στρατού του Γιrsquo αυτό τους ονομάτισε από το κλασικό όνομα του Ιερού Λόχου των Θηβών

Οι άνδρες του Ιερού Λόχου ήτο πεζοί και ιππείς εφοδιασμένοι με καραμπίνες και ξιφολόγχες Έφεραν στολές που αποτελούσαν μίγμα ελληνικής και ευρωπαϊκής στολής από μαύρο ύφασμα καλούμενοι εξ αυτού μελανοφόροι ή μαυροφόροι φέροντας επίσης στο μαύρο πηλίκιο τρίχρωμο λοφίο (ως εθνόσημο) κάτω από το οποίο υπήρχε η φράση Ελευθερία ή Θάνατος και το σήμα της νεκροκεφαλής με χιαστί οστά σαν σύμβολο της νίκης πάνω στον θάνατο

Η σημαία του Ιερού Λόχου ήτο τρίχρωμη το κόκκινο συμβόλιζε τον πατριωτισμό το λευκό την αδελφοσύνη και το μαύρο τη θυσία Στη μία πλευρά της σημαίας αναγραφόταν το ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ και υπήρχε η εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Στην άλλη πλευρά υπήρχε η εικόνα του Φοίνικα αναγεννόμενου από τις φλόγες και αναγραφόταν ΕΚ ΤΗΣ ΣΤΑΚΤΗΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ

Αφηγητήςhellip (κοιτώντας με περίσκεψη το κοινό) η Αναγέννηση όμως δεν ήταν γραφτό να έρθει ακόμα

(διαβάζοντας) laquoΈτσι χάθηκε μέσα σε λίγη ώρα μία από τις γλυκύτερες ελπίδες της Ελλάδας ο Ιερός Λόχος Αλλά έστω και αν νικήθηκε αφού εγκαταλείφθηκε μόνος και τόσο ολιγάριθμος απέναντι σε υπεράριθμο εχθρό επιβεβαίωσε υπό την ηγεσία πατριώτη και

γενναιόψυχου αρχηγού του Αλέξανδρου Υψηλάντη τι μπορεί να κατορθώσει το πατριωτικό αίσθημα η στρατιωτική τάξη και η αγάπη προς κάθε τι το ευγενές νέων καλής ανατροφής έστω κι αν αυτοί μόλις είχαν επιστρατευθεί και μόλις είχαν διδαχθεί τη χρήση της λόγχης Ως τέτοιος ο νέος Ιερός Λόχος αναδείχθηκε αντάξιος της τιμής του αρχαίου και όπως εκείνος γράφτηκε στην αρχαία ελληνική ιστορία έτσι και αυτός γράφτηκε στη νέα γενόμενος σε μικρογραφία το πιστό αντίγραφο του πρωτοτύπου

(κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Ευτυχισμένες οι ψυχές των ιερολοχιτών Με όση προθυμία και τιμή προσήλθατε σφάγια ιερά υπέρ της πατρίδας με τόση χάρη να δεχθείτε από τις ουράνιες δυνάμεις την τιμή εκείνη την οποία ως οφειλή προσφέρει στο όνομα και τη μνήμη σας το σύνολο των γνήσιων βλαστών της Ελλάδαςraquo

Κάλβος

Εις τον Ιερόν Λόχον

laquoΑς μη βρέξη ποτέτο σύννεφον και ο άνεμοςσκληρός ας μη σκορπίσητο χώμα το μακάριονπου σας σκεπάζει

Ω γνήσια της ΕλλάδοςΤέκνα ψυχαί που επέσατεεις τον αγώνα ανδρείωςτάγμα εκλεκτών Ηρώωνκαύχημα νέον

Αλλ αν τις απεθάνηδιά την πατρίδα η μύρτοςείνε φύλλον ατίμητονκαι καλά τα κλαδιάτης κυπαρίσσουraquo

Ας το δροσίση πάντοτεμε τ αργυρά της δάκρυαη ροδόπεπλος κόρηΚαι αυτού ας ξεφυτρώνουναιώνια τ άνθη

Σας άρπαξεν η τύχητην νικητήριον δάφνηνκαι από μυρτιάν σας έπλεξεκαι πένθιμον κυπάρισσονστέφανον άλλον

Σκηνή τέταρτη αφηγητής πασάς τέσσερα άτομα στο σεράι δύο Σουλιώτισσες

Αφηγητής (κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Μπορεί η επανάσταση να απέτυχε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες όμως η φλόγα της επανάστασης ολοένα θέριευε και φούντωνε όπως στο ηρωικό Σούλι

(διαβάζοντας και φορώντας τα γυαλιά) Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 199 laquo Ο Αλή πασάς και το ηρωικό Σούλι) hellip

Οι άγραφοι νόμοι των Σουλιωτών

laquoΤα έθιμα και οι θεσμοί των Σουλιωτών υποχρέωναν κάθε πατριώτη να είναι ευσπλαχνικός προς τους ομογενείς και τους ομοθρήσκους του και σε κάθε περίπτωση να τους βοηθά Να είναι επίσης πιστός στη θρησκεία του και άσπονδος εχθρός της οθωμανικής τυραννίας Όποιος ήταν δειλός στον πόλεμο όλοι τον περιφρονούσαν Επίσης κατέκριναν όποιον είχε πληγωθεί στην πλάτη γι αυτό και οι ηλικιωμένοι που ήταν γονείς γενναίων ανδρών συνήθιζαν να περηφανεύονται στις συναναστροφές τους και να λένε Ευχαριστώ το Θεό γιατί τα παιδιά μου σκοτώθηκαν η τραυματίσθηκαν στη μάχη και κανένας δεν χτυπήθηκε από πίσω Αυτά πίστευαν για τη γενναιότητα και τη δειλία και γι αυτό οι Σουλιώτες ποτέ δεν έδειχναν τα νώτα τους στους εχθρούς αλλά έπρεπε ή να νικήσουν ή να σκοτωθούν ένδοξαraquo

Στα γράμματα που τους έστελνε συχνά-πυκνά ο Αλή πασάς για να παραδοθούν αυτοί και ο αρχικλέφτης ο Κατσαντώνης η απάντηση ήταν πάντα η ίδια

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ (διαβάζει το γράμμα) Βεζύρ Αλή Πασά σε χαιρετούμεν

Η πατρίς μας είναι απείρως γλυκυτέρα και από τα πουγκεία σου και από τους ευτυχείς τόπους τους οποίους υπόσχεσαι να μας δώσεις Όθεν ματαίως κοπιάζεις επειδή η ελευθερία μας δεν πωλείται ούτ αγοράζεται σχεδόν με όλους τους θησαυρούς της γης παρά με το αίμα και θάνατον έως του τελευταίου Σουλιώτου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Αχ μες στη μαυρίλα ξεροψήνομαι Μες στην όχτρητα και την προδοσία τρώω τη ζωή μου Γιατί ωρέ με πολεμούνε άνθρωποι συντοπίτες μου Γιατί μου σκοτώνουνε τους τσοχανταραίους μου Γιατί μου καταστρέφουνε το βιος μου Γιατί μου πίνει το αίμα αυτός ο χαΐνης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης Μιλάτε ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Κλέφτης είναι Πασά μου πόλεμο κάνει Τι ήθελες να κάνει

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Γιατί να είναι Κλέφτης ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ξέρω εγώ γιατί είναι Κλέφτης Έτσι του σφύριξε Μάζεψε καμπόσους ο

τσαχπίνης κι έπιασε το βουνό και κάνει τον καπετάνιο

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Μου καψε πάλι τις θημωνιές μου ο αγιογδύτης Τη θροφή των παλικαριών

μου από το στόμα τους την πήρε Καταστροφή μεγάλη μου καμε Και για ποιον ωρέ τα

μαζεύω εγώ τ αγαθά μου με το αίμα της καρδιάς μου Για το λαό δεν τα μαζεύω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ κυβερνώ ποιος κυβερνά

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ πλουτίζω ποιος πλουτίζει

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για ποιον ωρέ Βασιλική χτίζω γέφυρες δρόμους λιμάνια κάστρα Για ποιον

κάνω πολέμους

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Για μας Πασά μου για το λαό σου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τέτοιο εμπόριο σαν το σημερινό είδανε ωρέ αυτά τα μέρη άλλη φορά

Τέτοιες μανιφατούρες ποιος τις ονειρεύτηκε πριν από μένα Φτώχεια βρήκα πλούτη έφερα

Τσαπατσουλιά και ρεμπελιό βρήκα τάξη έφερα Χωριατιά βρήκα πολιτισμό έφερα έργα

μαστορικά έφερα γιατροσόφια έφερα τηλεσκόπια μικροσκόπια έφερα Τι θέλει λοιπόν και

με κατατρέχει και με ρημάζει ο πεζεβέγκης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Θέλει λέει να φύγουν οι Οθωμανοί και να μείνουνε μοναχοί τους οι

Χριστιανοί

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ποιος τους πειράζει ωρέ τους Χριστιανούς σαν κάθονται στ αυγά τους Ωρέ

Μάνθο Οικονόμου ωρέ Θανάση Βάγια Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν είστε που να σας φάει το

μαύρο φίδι

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Φιλία και εμπιστοσύνη δε σας χάρισα Μινίστρους μου δε σας έκανα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ Κυρά Βασιλική Ρωμιά δεν είσαι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Με την ευχή της Παναγιάς Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Σα βασίλισσα δε σ έχω ωρέ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Να σαι καλά Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Η γλώσσα που μιλούμε σε τούτο το σεράι των Ρωμιών η γλώσσα δεν είναι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Άλλη γλώσσα δεν ακούω εδώ μέσα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ [στους άλλους] Σχολειά ρωμαίικα δεν υποστηρίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εκκλησιές χριστιανικές δε χτίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας λείπει ωρέ Ρωμιοί και μου βγαίνετε στο κλαρί Σπίτια έχετε καλύτερα

από τα δικά μας γυναίκες όμορφες παντρεύεστε φαΐ τρώτε παράδες μαζεύετε στο

γκουβέρνο σάς παίρνουμε παπάδες έχετε δασκάλους έχετε Γιατί ωρέ δεν ησυχάζετε Γιατί

με παιδεύει και μου καίει τις θημωνιές μου ο εντεψίζης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Οι δύστηνοι ομογενείς μου Γαληνότατε ευρήκαν προσφάτως λέξιν

δαιμονικήν όπου πολλά ετάραξε τινάς εξ αυτών Λιμπερτά είναι ο όρος εις την αρχαίαν

γλώσσαν των Ελλήνων ελευθερία

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι αξίζει ωρέ αυτό το λιμπερτά μπροστά σ όλα τα καλά που έχετε σαν

κάθεστε φρόνιμα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή Τρίτη

Αφηγητής (διαβάζοντας)

laquoΑπομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 99 laquoΗ αποτυχία της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και η θυσία του Ιερού Λόχουraquo

laquohellip Έτσι πιεσμένος από τις καταστάσεις ο αρχηγός της επανάστασης Αλέξανδρος Υψηλάντης περνάει τον παραπόταμο του Δούναβη τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τελικά τη σημαία της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας Δύο μέρες αργότερα στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδει επαναστατική προκήρυξη με τον τίτλο laquoΜάχου υπέρ πίστεως και πατρίδοςraquo και συγκροτεί τον Ιερό Λόχοhellip

(Κοιτώντας με απορία το κοινό) Νομίζω ότι για τον ιερό λόχο έχει γράψει ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος

Α Κάλβος

Ο Ιερός Λόχος ήτο στρατιωτικό σώμα που ιδρύθηκε από τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη στη Φωξάνη πόλη στα όρια της Μολδαβίας με τη Βλαχία στα μέσα Μαρτίου του 1821 και συγκροτήθηκε από εθελοντές σπουδαστές των ελληνικών παροικιών της Μολδοβλαχίας και της Οδησσού κυρίως Ήταν η πρώτη οργανωμένη στρατιωτική μονάδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και του ελληνικού στρατού γενικότερα Ο Υψηλάντης πίστευε πως οι νεαροί αυτοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν την ψυχή του στρατού του Γιrsquo αυτό τους ονομάτισε από το κλασικό όνομα του Ιερού Λόχου των Θηβών

Οι άνδρες του Ιερού Λόχου ήτο πεζοί και ιππείς εφοδιασμένοι με καραμπίνες και ξιφολόγχες Έφεραν στολές που αποτελούσαν μίγμα ελληνικής και ευρωπαϊκής στολής από μαύρο ύφασμα καλούμενοι εξ αυτού μελανοφόροι ή μαυροφόροι φέροντας επίσης στο μαύρο πηλίκιο τρίχρωμο λοφίο (ως εθνόσημο) κάτω από το οποίο υπήρχε η φράση Ελευθερία ή Θάνατος και το σήμα της νεκροκεφαλής με χιαστί οστά σαν σύμβολο της νίκης πάνω στον θάνατο

Η σημαία του Ιερού Λόχου ήτο τρίχρωμη το κόκκινο συμβόλιζε τον πατριωτισμό το λευκό την αδελφοσύνη και το μαύρο τη θυσία Στη μία πλευρά της σημαίας αναγραφόταν το ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ και υπήρχε η εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Στην άλλη πλευρά υπήρχε η εικόνα του Φοίνικα αναγεννόμενου από τις φλόγες και αναγραφόταν ΕΚ ΤΗΣ ΣΤΑΚΤΗΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ

Αφηγητήςhellip (κοιτώντας με περίσκεψη το κοινό) η Αναγέννηση όμως δεν ήταν γραφτό να έρθει ακόμα

(διαβάζοντας) laquoΈτσι χάθηκε μέσα σε λίγη ώρα μία από τις γλυκύτερες ελπίδες της Ελλάδας ο Ιερός Λόχος Αλλά έστω και αν νικήθηκε αφού εγκαταλείφθηκε μόνος και τόσο ολιγάριθμος απέναντι σε υπεράριθμο εχθρό επιβεβαίωσε υπό την ηγεσία πατριώτη και

γενναιόψυχου αρχηγού του Αλέξανδρου Υψηλάντη τι μπορεί να κατορθώσει το πατριωτικό αίσθημα η στρατιωτική τάξη και η αγάπη προς κάθε τι το ευγενές νέων καλής ανατροφής έστω κι αν αυτοί μόλις είχαν επιστρατευθεί και μόλις είχαν διδαχθεί τη χρήση της λόγχης Ως τέτοιος ο νέος Ιερός Λόχος αναδείχθηκε αντάξιος της τιμής του αρχαίου και όπως εκείνος γράφτηκε στην αρχαία ελληνική ιστορία έτσι και αυτός γράφτηκε στη νέα γενόμενος σε μικρογραφία το πιστό αντίγραφο του πρωτοτύπου

(κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Ευτυχισμένες οι ψυχές των ιερολοχιτών Με όση προθυμία και τιμή προσήλθατε σφάγια ιερά υπέρ της πατρίδας με τόση χάρη να δεχθείτε από τις ουράνιες δυνάμεις την τιμή εκείνη την οποία ως οφειλή προσφέρει στο όνομα και τη μνήμη σας το σύνολο των γνήσιων βλαστών της Ελλάδαςraquo

Κάλβος

Εις τον Ιερόν Λόχον

laquoΑς μη βρέξη ποτέτο σύννεφον και ο άνεμοςσκληρός ας μη σκορπίσητο χώμα το μακάριονπου σας σκεπάζει

Ω γνήσια της ΕλλάδοςΤέκνα ψυχαί που επέσατεεις τον αγώνα ανδρείωςτάγμα εκλεκτών Ηρώωνκαύχημα νέον

Αλλ αν τις απεθάνηδιά την πατρίδα η μύρτοςείνε φύλλον ατίμητονκαι καλά τα κλαδιάτης κυπαρίσσουraquo

Ας το δροσίση πάντοτεμε τ αργυρά της δάκρυαη ροδόπεπλος κόρηΚαι αυτού ας ξεφυτρώνουναιώνια τ άνθη

Σας άρπαξεν η τύχητην νικητήριον δάφνηνκαι από μυρτιάν σας έπλεξεκαι πένθιμον κυπάρισσονστέφανον άλλον

Σκηνή τέταρτη αφηγητής πασάς τέσσερα άτομα στο σεράι δύο Σουλιώτισσες

Αφηγητής (κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Μπορεί η επανάσταση να απέτυχε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες όμως η φλόγα της επανάστασης ολοένα θέριευε και φούντωνε όπως στο ηρωικό Σούλι

(διαβάζοντας και φορώντας τα γυαλιά) Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 199 laquo Ο Αλή πασάς και το ηρωικό Σούλι) hellip

Οι άγραφοι νόμοι των Σουλιωτών

laquoΤα έθιμα και οι θεσμοί των Σουλιωτών υποχρέωναν κάθε πατριώτη να είναι ευσπλαχνικός προς τους ομογενείς και τους ομοθρήσκους του και σε κάθε περίπτωση να τους βοηθά Να είναι επίσης πιστός στη θρησκεία του και άσπονδος εχθρός της οθωμανικής τυραννίας Όποιος ήταν δειλός στον πόλεμο όλοι τον περιφρονούσαν Επίσης κατέκριναν όποιον είχε πληγωθεί στην πλάτη γι αυτό και οι ηλικιωμένοι που ήταν γονείς γενναίων ανδρών συνήθιζαν να περηφανεύονται στις συναναστροφές τους και να λένε Ευχαριστώ το Θεό γιατί τα παιδιά μου σκοτώθηκαν η τραυματίσθηκαν στη μάχη και κανένας δεν χτυπήθηκε από πίσω Αυτά πίστευαν για τη γενναιότητα και τη δειλία και γι αυτό οι Σουλιώτες ποτέ δεν έδειχναν τα νώτα τους στους εχθρούς αλλά έπρεπε ή να νικήσουν ή να σκοτωθούν ένδοξαraquo

Στα γράμματα που τους έστελνε συχνά-πυκνά ο Αλή πασάς για να παραδοθούν αυτοί και ο αρχικλέφτης ο Κατσαντώνης η απάντηση ήταν πάντα η ίδια

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ (διαβάζει το γράμμα) Βεζύρ Αλή Πασά σε χαιρετούμεν

Η πατρίς μας είναι απείρως γλυκυτέρα και από τα πουγκεία σου και από τους ευτυχείς τόπους τους οποίους υπόσχεσαι να μας δώσεις Όθεν ματαίως κοπιάζεις επειδή η ελευθερία μας δεν πωλείται ούτ αγοράζεται σχεδόν με όλους τους θησαυρούς της γης παρά με το αίμα και θάνατον έως του τελευταίου Σουλιώτου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Αχ μες στη μαυρίλα ξεροψήνομαι Μες στην όχτρητα και την προδοσία τρώω τη ζωή μου Γιατί ωρέ με πολεμούνε άνθρωποι συντοπίτες μου Γιατί μου σκοτώνουνε τους τσοχανταραίους μου Γιατί μου καταστρέφουνε το βιος μου Γιατί μου πίνει το αίμα αυτός ο χαΐνης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης Μιλάτε ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Κλέφτης είναι Πασά μου πόλεμο κάνει Τι ήθελες να κάνει

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Γιατί να είναι Κλέφτης ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ξέρω εγώ γιατί είναι Κλέφτης Έτσι του σφύριξε Μάζεψε καμπόσους ο

τσαχπίνης κι έπιασε το βουνό και κάνει τον καπετάνιο

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Μου καψε πάλι τις θημωνιές μου ο αγιογδύτης Τη θροφή των παλικαριών

μου από το στόμα τους την πήρε Καταστροφή μεγάλη μου καμε Και για ποιον ωρέ τα

μαζεύω εγώ τ αγαθά μου με το αίμα της καρδιάς μου Για το λαό δεν τα μαζεύω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ κυβερνώ ποιος κυβερνά

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ πλουτίζω ποιος πλουτίζει

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για ποιον ωρέ Βασιλική χτίζω γέφυρες δρόμους λιμάνια κάστρα Για ποιον

κάνω πολέμους

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Για μας Πασά μου για το λαό σου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τέτοιο εμπόριο σαν το σημερινό είδανε ωρέ αυτά τα μέρη άλλη φορά

Τέτοιες μανιφατούρες ποιος τις ονειρεύτηκε πριν από μένα Φτώχεια βρήκα πλούτη έφερα

Τσαπατσουλιά και ρεμπελιό βρήκα τάξη έφερα Χωριατιά βρήκα πολιτισμό έφερα έργα

μαστορικά έφερα γιατροσόφια έφερα τηλεσκόπια μικροσκόπια έφερα Τι θέλει λοιπόν και

με κατατρέχει και με ρημάζει ο πεζεβέγκης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Θέλει λέει να φύγουν οι Οθωμανοί και να μείνουνε μοναχοί τους οι

Χριστιανοί

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ποιος τους πειράζει ωρέ τους Χριστιανούς σαν κάθονται στ αυγά τους Ωρέ

Μάνθο Οικονόμου ωρέ Θανάση Βάγια Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν είστε που να σας φάει το

μαύρο φίδι

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Φιλία και εμπιστοσύνη δε σας χάρισα Μινίστρους μου δε σας έκανα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ Κυρά Βασιλική Ρωμιά δεν είσαι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Με την ευχή της Παναγιάς Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Σα βασίλισσα δε σ έχω ωρέ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Να σαι καλά Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Η γλώσσα που μιλούμε σε τούτο το σεράι των Ρωμιών η γλώσσα δεν είναι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Άλλη γλώσσα δεν ακούω εδώ μέσα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ [στους άλλους] Σχολειά ρωμαίικα δεν υποστηρίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εκκλησιές χριστιανικές δε χτίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας λείπει ωρέ Ρωμιοί και μου βγαίνετε στο κλαρί Σπίτια έχετε καλύτερα

από τα δικά μας γυναίκες όμορφες παντρεύεστε φαΐ τρώτε παράδες μαζεύετε στο

γκουβέρνο σάς παίρνουμε παπάδες έχετε δασκάλους έχετε Γιατί ωρέ δεν ησυχάζετε Γιατί

με παιδεύει και μου καίει τις θημωνιές μου ο εντεψίζης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Οι δύστηνοι ομογενείς μου Γαληνότατε ευρήκαν προσφάτως λέξιν

δαιμονικήν όπου πολλά ετάραξε τινάς εξ αυτών Λιμπερτά είναι ο όρος εις την αρχαίαν

γλώσσαν των Ελλήνων ελευθερία

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι αξίζει ωρέ αυτό το λιμπερτά μπροστά σ όλα τα καλά που έχετε σαν

κάθεστε φρόνιμα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

γενναιόψυχου αρχηγού του Αλέξανδρου Υψηλάντη τι μπορεί να κατορθώσει το πατριωτικό αίσθημα η στρατιωτική τάξη και η αγάπη προς κάθε τι το ευγενές νέων καλής ανατροφής έστω κι αν αυτοί μόλις είχαν επιστρατευθεί και μόλις είχαν διδαχθεί τη χρήση της λόγχης Ως τέτοιος ο νέος Ιερός Λόχος αναδείχθηκε αντάξιος της τιμής του αρχαίου και όπως εκείνος γράφτηκε στην αρχαία ελληνική ιστορία έτσι και αυτός γράφτηκε στη νέα γενόμενος σε μικρογραφία το πιστό αντίγραφο του πρωτοτύπου

(κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Ευτυχισμένες οι ψυχές των ιερολοχιτών Με όση προθυμία και τιμή προσήλθατε σφάγια ιερά υπέρ της πατρίδας με τόση χάρη να δεχθείτε από τις ουράνιες δυνάμεις την τιμή εκείνη την οποία ως οφειλή προσφέρει στο όνομα και τη μνήμη σας το σύνολο των γνήσιων βλαστών της Ελλάδαςraquo

Κάλβος

Εις τον Ιερόν Λόχον

laquoΑς μη βρέξη ποτέτο σύννεφον και ο άνεμοςσκληρός ας μη σκορπίσητο χώμα το μακάριονπου σας σκεπάζει

Ω γνήσια της ΕλλάδοςΤέκνα ψυχαί που επέσατεεις τον αγώνα ανδρείωςτάγμα εκλεκτών Ηρώωνκαύχημα νέον

Αλλ αν τις απεθάνηδιά την πατρίδα η μύρτοςείνε φύλλον ατίμητονκαι καλά τα κλαδιάτης κυπαρίσσουraquo

Ας το δροσίση πάντοτεμε τ αργυρά της δάκρυαη ροδόπεπλος κόρηΚαι αυτού ας ξεφυτρώνουναιώνια τ άνθη

Σας άρπαξεν η τύχητην νικητήριον δάφνηνκαι από μυρτιάν σας έπλεξεκαι πένθιμον κυπάρισσονστέφανον άλλον

Σκηνή τέταρτη αφηγητής πασάς τέσσερα άτομα στο σεράι δύο Σουλιώτισσες

Αφηγητής (κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Μπορεί η επανάσταση να απέτυχε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες όμως η φλόγα της επανάστασης ολοένα θέριευε και φούντωνε όπως στο ηρωικό Σούλι

(διαβάζοντας και φορώντας τα γυαλιά) Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 199 laquo Ο Αλή πασάς και το ηρωικό Σούλι) hellip

Οι άγραφοι νόμοι των Σουλιωτών

laquoΤα έθιμα και οι θεσμοί των Σουλιωτών υποχρέωναν κάθε πατριώτη να είναι ευσπλαχνικός προς τους ομογενείς και τους ομοθρήσκους του και σε κάθε περίπτωση να τους βοηθά Να είναι επίσης πιστός στη θρησκεία του και άσπονδος εχθρός της οθωμανικής τυραννίας Όποιος ήταν δειλός στον πόλεμο όλοι τον περιφρονούσαν Επίσης κατέκριναν όποιον είχε πληγωθεί στην πλάτη γι αυτό και οι ηλικιωμένοι που ήταν γονείς γενναίων ανδρών συνήθιζαν να περηφανεύονται στις συναναστροφές τους και να λένε Ευχαριστώ το Θεό γιατί τα παιδιά μου σκοτώθηκαν η τραυματίσθηκαν στη μάχη και κανένας δεν χτυπήθηκε από πίσω Αυτά πίστευαν για τη γενναιότητα και τη δειλία και γι αυτό οι Σουλιώτες ποτέ δεν έδειχναν τα νώτα τους στους εχθρούς αλλά έπρεπε ή να νικήσουν ή να σκοτωθούν ένδοξαraquo

Στα γράμματα που τους έστελνε συχνά-πυκνά ο Αλή πασάς για να παραδοθούν αυτοί και ο αρχικλέφτης ο Κατσαντώνης η απάντηση ήταν πάντα η ίδια

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ (διαβάζει το γράμμα) Βεζύρ Αλή Πασά σε χαιρετούμεν

Η πατρίς μας είναι απείρως γλυκυτέρα και από τα πουγκεία σου και από τους ευτυχείς τόπους τους οποίους υπόσχεσαι να μας δώσεις Όθεν ματαίως κοπιάζεις επειδή η ελευθερία μας δεν πωλείται ούτ αγοράζεται σχεδόν με όλους τους θησαυρούς της γης παρά με το αίμα και θάνατον έως του τελευταίου Σουλιώτου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Αχ μες στη μαυρίλα ξεροψήνομαι Μες στην όχτρητα και την προδοσία τρώω τη ζωή μου Γιατί ωρέ με πολεμούνε άνθρωποι συντοπίτες μου Γιατί μου σκοτώνουνε τους τσοχανταραίους μου Γιατί μου καταστρέφουνε το βιος μου Γιατί μου πίνει το αίμα αυτός ο χαΐνης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης Μιλάτε ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Κλέφτης είναι Πασά μου πόλεμο κάνει Τι ήθελες να κάνει

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Γιατί να είναι Κλέφτης ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ξέρω εγώ γιατί είναι Κλέφτης Έτσι του σφύριξε Μάζεψε καμπόσους ο

τσαχπίνης κι έπιασε το βουνό και κάνει τον καπετάνιο

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Μου καψε πάλι τις θημωνιές μου ο αγιογδύτης Τη θροφή των παλικαριών

μου από το στόμα τους την πήρε Καταστροφή μεγάλη μου καμε Και για ποιον ωρέ τα

μαζεύω εγώ τ αγαθά μου με το αίμα της καρδιάς μου Για το λαό δεν τα μαζεύω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ κυβερνώ ποιος κυβερνά

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ πλουτίζω ποιος πλουτίζει

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για ποιον ωρέ Βασιλική χτίζω γέφυρες δρόμους λιμάνια κάστρα Για ποιον

κάνω πολέμους

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Για μας Πασά μου για το λαό σου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τέτοιο εμπόριο σαν το σημερινό είδανε ωρέ αυτά τα μέρη άλλη φορά

Τέτοιες μανιφατούρες ποιος τις ονειρεύτηκε πριν από μένα Φτώχεια βρήκα πλούτη έφερα

Τσαπατσουλιά και ρεμπελιό βρήκα τάξη έφερα Χωριατιά βρήκα πολιτισμό έφερα έργα

μαστορικά έφερα γιατροσόφια έφερα τηλεσκόπια μικροσκόπια έφερα Τι θέλει λοιπόν και

με κατατρέχει και με ρημάζει ο πεζεβέγκης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Θέλει λέει να φύγουν οι Οθωμανοί και να μείνουνε μοναχοί τους οι

Χριστιανοί

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ποιος τους πειράζει ωρέ τους Χριστιανούς σαν κάθονται στ αυγά τους Ωρέ

Μάνθο Οικονόμου ωρέ Θανάση Βάγια Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν είστε που να σας φάει το

μαύρο φίδι

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Φιλία και εμπιστοσύνη δε σας χάρισα Μινίστρους μου δε σας έκανα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ Κυρά Βασιλική Ρωμιά δεν είσαι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Με την ευχή της Παναγιάς Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Σα βασίλισσα δε σ έχω ωρέ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Να σαι καλά Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Η γλώσσα που μιλούμε σε τούτο το σεράι των Ρωμιών η γλώσσα δεν είναι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Άλλη γλώσσα δεν ακούω εδώ μέσα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ [στους άλλους] Σχολειά ρωμαίικα δεν υποστηρίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εκκλησιές χριστιανικές δε χτίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας λείπει ωρέ Ρωμιοί και μου βγαίνετε στο κλαρί Σπίτια έχετε καλύτερα

από τα δικά μας γυναίκες όμορφες παντρεύεστε φαΐ τρώτε παράδες μαζεύετε στο

γκουβέρνο σάς παίρνουμε παπάδες έχετε δασκάλους έχετε Γιατί ωρέ δεν ησυχάζετε Γιατί

με παιδεύει και μου καίει τις θημωνιές μου ο εντεψίζης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Οι δύστηνοι ομογενείς μου Γαληνότατε ευρήκαν προσφάτως λέξιν

δαιμονικήν όπου πολλά ετάραξε τινάς εξ αυτών Λιμπερτά είναι ο όρος εις την αρχαίαν

γλώσσαν των Ελλήνων ελευθερία

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι αξίζει ωρέ αυτό το λιμπερτά μπροστά σ όλα τα καλά που έχετε σαν

κάθεστε φρόνιμα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή τέταρτη αφηγητής πασάς τέσσερα άτομα στο σεράι δύο Σουλιώτισσες

Αφηγητής (κοιτώντας το κοινό και απrsquo έξω) Μπορεί η επανάσταση να απέτυχε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες όμως η φλόγα της επανάστασης ολοένα θέριευε και φούντωνε όπως στο ηρωικό Σούλι

(διαβάζοντας και φορώντας τα γυαλιά) Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σελ 199 laquo Ο Αλή πασάς και το ηρωικό Σούλι) hellip

Οι άγραφοι νόμοι των Σουλιωτών

laquoΤα έθιμα και οι θεσμοί των Σουλιωτών υποχρέωναν κάθε πατριώτη να είναι ευσπλαχνικός προς τους ομογενείς και τους ομοθρήσκους του και σε κάθε περίπτωση να τους βοηθά Να είναι επίσης πιστός στη θρησκεία του και άσπονδος εχθρός της οθωμανικής τυραννίας Όποιος ήταν δειλός στον πόλεμο όλοι τον περιφρονούσαν Επίσης κατέκριναν όποιον είχε πληγωθεί στην πλάτη γι αυτό και οι ηλικιωμένοι που ήταν γονείς γενναίων ανδρών συνήθιζαν να περηφανεύονται στις συναναστροφές τους και να λένε Ευχαριστώ το Θεό γιατί τα παιδιά μου σκοτώθηκαν η τραυματίσθηκαν στη μάχη και κανένας δεν χτυπήθηκε από πίσω Αυτά πίστευαν για τη γενναιότητα και τη δειλία και γι αυτό οι Σουλιώτες ποτέ δεν έδειχναν τα νώτα τους στους εχθρούς αλλά έπρεπε ή να νικήσουν ή να σκοτωθούν ένδοξαraquo

Στα γράμματα που τους έστελνε συχνά-πυκνά ο Αλή πασάς για να παραδοθούν αυτοί και ο αρχικλέφτης ο Κατσαντώνης η απάντηση ήταν πάντα η ίδια

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ (διαβάζει το γράμμα) Βεζύρ Αλή Πασά σε χαιρετούμεν

Η πατρίς μας είναι απείρως γλυκυτέρα και από τα πουγκεία σου και από τους ευτυχείς τόπους τους οποίους υπόσχεσαι να μας δώσεις Όθεν ματαίως κοπιάζεις επειδή η ελευθερία μας δεν πωλείται ούτ αγοράζεται σχεδόν με όλους τους θησαυρούς της γης παρά με το αίμα και θάνατον έως του τελευταίου Σουλιώτου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Αχ μες στη μαυρίλα ξεροψήνομαι Μες στην όχτρητα και την προδοσία τρώω τη ζωή μου Γιατί ωρέ με πολεμούνε άνθρωποι συντοπίτες μου Γιατί μου σκοτώνουνε τους τσοχανταραίους μου Γιατί μου καταστρέφουνε το βιος μου Γιατί μου πίνει το αίμα αυτός ο χαΐνης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης Μιλάτε ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Κλέφτης είναι Πασά μου πόλεμο κάνει Τι ήθελες να κάνει

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Γιατί να είναι Κλέφτης ωρέ

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ξέρω εγώ γιατί είναι Κλέφτης Έτσι του σφύριξε Μάζεψε καμπόσους ο

τσαχπίνης κι έπιασε το βουνό και κάνει τον καπετάνιο

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Μου καψε πάλι τις θημωνιές μου ο αγιογδύτης Τη θροφή των παλικαριών

μου από το στόμα τους την πήρε Καταστροφή μεγάλη μου καμε Και για ποιον ωρέ τα

μαζεύω εγώ τ αγαθά μου με το αίμα της καρδιάς μου Για το λαό δεν τα μαζεύω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ κυβερνώ ποιος κυβερνά

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Όταν εγώ πλουτίζω ποιος πλουτίζει

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για ποιον ωρέ Βασιλική χτίζω γέφυρες δρόμους λιμάνια κάστρα Για ποιον

κάνω πολέμους

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Για μας Πασά μου για το λαό σου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τέτοιο εμπόριο σαν το σημερινό είδανε ωρέ αυτά τα μέρη άλλη φορά

Τέτοιες μανιφατούρες ποιος τις ονειρεύτηκε πριν από μένα Φτώχεια βρήκα πλούτη έφερα

Τσαπατσουλιά και ρεμπελιό βρήκα τάξη έφερα Χωριατιά βρήκα πολιτισμό έφερα έργα

μαστορικά έφερα γιατροσόφια έφερα τηλεσκόπια μικροσκόπια έφερα Τι θέλει λοιπόν και

με κατατρέχει και με ρημάζει ο πεζεβέγκης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Θέλει λέει να φύγουν οι Οθωμανοί και να μείνουνε μοναχοί τους οι

Χριστιανοί

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ποιος τους πειράζει ωρέ τους Χριστιανούς σαν κάθονται στ αυγά τους Ωρέ

Μάνθο Οικονόμου ωρέ Θανάση Βάγια Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν είστε που να σας φάει το

μαύρο φίδι

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Φιλία και εμπιστοσύνη δε σας χάρισα Μινίστρους μου δε σας έκανα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ Κυρά Βασιλική Ρωμιά δεν είσαι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Με την ευχή της Παναγιάς Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Σα βασίλισσα δε σ έχω ωρέ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Να σαι καλά Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Η γλώσσα που μιλούμε σε τούτο το σεράι των Ρωμιών η γλώσσα δεν είναι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Άλλη γλώσσα δεν ακούω εδώ μέσα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ [στους άλλους] Σχολειά ρωμαίικα δεν υποστηρίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εκκλησιές χριστιανικές δε χτίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας λείπει ωρέ Ρωμιοί και μου βγαίνετε στο κλαρί Σπίτια έχετε καλύτερα

από τα δικά μας γυναίκες όμορφες παντρεύεστε φαΐ τρώτε παράδες μαζεύετε στο

γκουβέρνο σάς παίρνουμε παπάδες έχετε δασκάλους έχετε Γιατί ωρέ δεν ησυχάζετε Γιατί

με παιδεύει και μου καίει τις θημωνιές μου ο εντεψίζης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Οι δύστηνοι ομογενείς μου Γαληνότατε ευρήκαν προσφάτως λέξιν

δαιμονικήν όπου πολλά ετάραξε τινάς εξ αυτών Λιμπερτά είναι ο όρος εις την αρχαίαν

γλώσσαν των Ελλήνων ελευθερία

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι αξίζει ωρέ αυτό το λιμπερτά μπροστά σ όλα τα καλά που έχετε σαν

κάθεστε φρόνιμα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Ο λαός Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για ποιον ωρέ Βασιλική χτίζω γέφυρες δρόμους λιμάνια κάστρα Για ποιον

κάνω πολέμους

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Για μας Πασά μου για το λαό σου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τέτοιο εμπόριο σαν το σημερινό είδανε ωρέ αυτά τα μέρη άλλη φορά

Τέτοιες μανιφατούρες ποιος τις ονειρεύτηκε πριν από μένα Φτώχεια βρήκα πλούτη έφερα

Τσαπατσουλιά και ρεμπελιό βρήκα τάξη έφερα Χωριατιά βρήκα πολιτισμό έφερα έργα

μαστορικά έφερα γιατροσόφια έφερα τηλεσκόπια μικροσκόπια έφερα Τι θέλει λοιπόν και

με κατατρέχει και με ρημάζει ο πεζεβέγκης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Θέλει λέει να φύγουν οι Οθωμανοί και να μείνουνε μοναχοί τους οι

Χριστιανοί

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ποιος τους πειράζει ωρέ τους Χριστιανούς σαν κάθονται στ αυγά τους Ωρέ

Μάνθο Οικονόμου ωρέ Θανάση Βάγια Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν είστε που να σας φάει το

μαύρο φίδι

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Φιλία και εμπιστοσύνη δε σας χάρισα Μινίστρους μου δε σας έκανα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ Κυρά Βασιλική Ρωμιά δεν είσαι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Με την ευχή της Παναγιάς Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Σα βασίλισσα δε σ έχω ωρέ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Να σαι καλά Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Η γλώσσα που μιλούμε σε τούτο το σεράι των Ρωμιών η γλώσσα δεν είναι

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Άλλη γλώσσα δεν ακούω εδώ μέσα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ [στους άλλους] Σχολειά ρωμαίικα δεν υποστηρίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εκκλησιές χριστιανικές δε χτίζω

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΓΙΑΣ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας λείπει ωρέ Ρωμιοί και μου βγαίνετε στο κλαρί Σπίτια έχετε καλύτερα

από τα δικά μας γυναίκες όμορφες παντρεύεστε φαΐ τρώτε παράδες μαζεύετε στο

γκουβέρνο σάς παίρνουμε παπάδες έχετε δασκάλους έχετε Γιατί ωρέ δεν ησυχάζετε Γιατί

με παιδεύει και μου καίει τις θημωνιές μου ο εντεψίζης αυτός ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Οι δύστηνοι ομογενείς μου Γαληνότατε ευρήκαν προσφάτως λέξιν

δαιμονικήν όπου πολλά ετάραξε τινάς εξ αυτών Λιμπερτά είναι ο όρος εις την αρχαίαν

γλώσσαν των Ελλήνων ελευθερία

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι αξίζει ωρέ αυτό το λιμπερτά μπροστά σ όλα τα καλά που έχετε σαν

κάθεστε φρόνιμα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω και να συγκρίνω Είμαι υπάλληλος Δια τον

υπάλληλον τίποτε προσφιλέστερον δεν επιτρέπεται να υπάρχει από την υπεράνω αυτού

κειμένην εξουσίαν

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι θα το κάνουν ωρέ αυτό το λιμπερτά αν ποτές τους το δώσει ο

Σατανάς

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κανείς δεν το εστοχάσθη Υπέρτατε Βεζίρη Αυτό όπου τους συμβαίνει είναι

έξαρσις φαντασιοκοπία βακχεία παραφροσύνη ίσως ή έρως

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Για μια λέξη το λοιπόν για μια παλαβομάρα μ αφανίζει αυτός ο

μπερμπάντης ο Κλέφτης ο Κατσαντώνης

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Άτιμος κόσμος

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Ωρέ για κοιτάτε με στα μάτια

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΓΙΑΣ ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ ΓΙΟΥΣΟΥΦ Μάλιστα Πασά μου

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Τι σας έχω όλους εσάς και σας καμαρώνω ωρέ Αμέσως θα μου τονέ φέρετε

δεμένο ειδαλλιώς δε σας βλέπω καλά πολύ καιρό ακόμα Καταλάβατε ωρέ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Φυσικώ τω λόγω οι εδώ παρόντες στρατηγοί είναι πλέον αρμόδιοι δια το

προκείμενον

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Εσύ ωρέ Βελή Γκέκα που με τηράς σα χάχας δική σου δουλειά είναι τούτη

Δερβέναγας δεν είσαι Τι καρτεράς και δεν γκρεμίζεσαι να κάνεις το θέλημα του αφέντη

σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Πασά μου το κατέχεις καλά πως τρία χρόνια άλλη δουλειά δεν κάνω παρά

να κυνηγώ τον Κατσαντώνη σ όλα τα βουνά της Ρούμελης Δέκα λαβωματιές έχει το κορμί

μου τις μισές απ του Κατσαντώνη το χέρι τις πήρα

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ Και τι κατάφερες ωρέ με τις δέκα λαβωματιές σου

ΒΕΛΗ ΓΚΕΚΑΣ Ότι μπορούσε να κάνει άνθρωπος το κανα μα τον Αλλάχ Ζωντανός ο

Κατσαντώνης δεν πιάνεται Θεριό είναι Μονάχα πεθαμένος θα πιαστεί αν πιαστεί ποτές

Αφηγητής (διαβάζοντας από μέσα) Κι όμως ο Κατσαντώνης πιάστηκεhellip Το Σούλι έπεσεhellip ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκιhellip κι έμεινε γνωστό ως σύμβολο της υπέρτατης θυσίαςhellip

(απrsquo έξω) Και οι Σουλιώτισσες θρηνούνhellip- γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτηςhellip- Όχι μόνο αυτούςhellip Αλλά τα παιδιά τους θρηνούνhellip (με κοφτή ανάσα) ακόμηhellip ζωντανάhellip στο βράχοhellip στο Ζάλογγοhellip

ΛΕΝΩ Ἔσεῖς ὅπου τὸν εἴδετε ψηλὰ στὰ κορφοβούνιαἐλᾶτε νὰ τοῦ στήσετε τραγοῦδι μοιρολόγιΤὸν Κατζαντώνη πιάσανε κλάψτε αδερφές μου κλάψτε

ΔΕΣΠΩ Σταλαματιὰ-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά μας πέφτουνκι ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Παράπονο μας ἔπιασεν ὄχι θανάτου φόβοςκαὶ κλαίοντας κι ὁ Σαμουήλ εἰς τό ῾να του τὸ χέριτὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ᾿ ἄλλο τὴ λαβίδαἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζηὉ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλοςτὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε ndash στο Κούγκι καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει

Κι ἐκεῖ ποὺ ἔψαλλ᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή τουτοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ laquoσήμερον Υἱὲ Θεοῦraquoφωνὲς ἀκούονται χτυπιές ἀλαλαγμός ἀντάραΠλακώσανε οἱ ἄπιστοι laquoκαλόγερε τί κάνειςraquoἘσήκωσε τὰ μάτια τοῦ ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότοκαὶ στάζ᾿ ἀπ᾿ τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλιμία φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ᾿ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμαἈστροπελέκια ἐπέσανε βροντάει ὁ κόσμος ὅλοςλάμπει στὰ γνέφ᾿ ἡ ἐκκλησιά λάμπει τὸ μαῦρο ΚούγκιΤί φοβερὴ κεροδοσὰ πὄλαβε στὴ θανή τουτὸ Σούλι τὸ κακότυχο καὶ τί καπνὸ λιβάνι

ΛΕΝΩ (τα χέρια σε στάση προσευχής)

laquoΚυρὰ Φανερωμένη μου παρηγοριὰ τοῦ κόσμουβοήθα με τὴν πανόρφανη Τ ἅγιο σου χέρι δός μουγιὰ ν ἀνεβῶ στὸ βράχο σου Δὲν ἦλθες μὲς στὸ βράδυὡσὰν αχτίδ ἀνέλπιστη στὸ μαῦρό μου τὸν ἅδηκ ἐσφόγγισες τὸ δάκρυ μου καὶ μοὖπες σύ Κυρά μουνὰ πάρω τὸ παιδάκι μου στὴν ἔρημη ἀγκαλιά μουκαὶ νὰ τὸ φέρω νὰ τὸ δῇς Παρθένε βόηθησέ με

Τὰ γόνατά μου ἐδείλιασαν κατέβα πρόφθασέ μεΜὤφαγ ἡ θάλασσα ἡ σκληρὴ τὸ Λάμπρο μου στὰ ξέναἩ δυστυχιὰ μ ἐμάρανε Μὴν ἀρνηθῇς κ ἐμέναΔυνάμωσέ με τὴ φτωχή Γιὰ ἰδές με Θερμασμένητρεῖς μέρες θεονήστικη νεκρή ξεψυχισμένηΚυρά μου Ἐπάγωσ ἡ καρδιά μουΣύντρεξε μὰνα τοὐρανοῦ σύντρεξε τὸ παιδί μουΠαρθένε μου ἐχιονίστηκε Θὰ νὰ σβυστῇ μαζί μουraquo

Αφηγητής (διαβάζει από μέσα)

Καὶ ξαναγύρισε μὲ μιᾶς κι έπεσε απrsquo τα βράχιαμὲ τὸ παιδί στὴν ἀγκαλιά ἡ Δέσπω ἡ πικραμμένηἘπάνωθέ της τοῦ βορειᾶ τὰ σύγνεφα ἀρμενίζουνκι οὔτε δὲ στέκουν νὰ τὴν δοῦν Τὸν κόρφο της φωτίζουνκρύαις ἀχτῖδες φεγγαριοῦ ποὺ ἐδῶ κ ἐκεῖ προβαίνουνσὰν ἀπὸ μάτι νεκρικό χωρὶς νὰ τὴ θερμαίνουνΣιμά της τρέχει τὸ νερό γοργό γοργό δροσᾶτολαλοῦν τ ἀηδόνια ξέγνοιαστα μὲς στὴ μυρτιά στὸ βάτοτὰ δένδρα εἶν ἀνθοστόλιστα παντοῦ χαρὰ κ ἐλπίδακι ὡς τόσο ἀμοιρολόγητη χωρὶς ταφὴ καὶ δάκρυμιὰ χήρα μάνα ἕνα παιδί πεθαίνουν σὲ μιὰν ἄκρη

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή Πέμπτη

Αφηγητής (απrsquo έξω) Κι οι αγώνες στο Αιγαίο Στα ναυτικά νησιά Στην Ύδρα στις Σπέτσες στα Ψαρά

(από μέσα) Ο Μακρυγιάννης γράφει και ξαναγράφει επιστολές στους καπεταναίους

laquoΕντιμότατοι κύριοι καπεταναίοι του ελληνικού στόλου

laquoΟ ιερός ούτος πόλεμος γίνεται υπέρ της πατρίδος Αύτη η θεία εποχή την οποίαν ο Θεός ευλόγησεν είναι σωτηρία του χριστιανικού γένους Ο ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους κατά των τυράννων του και η αποστολή του στόλου μας γίνεται με αποκλειστικό σκοπό να πλήξουμε τον κοινό εχθρό ώσπου να αποκτήσουμε τα δίκαια και την ελευθερία μας Όλες οι έννοιες μας πρέπει να είναι προσηλωμένες σ αυτόν τον σκοπό του οποίου την υλοποίηση επιθυμούμε και βέβαια θα επιτύχουμε εάν οδηγηθούμε με φρονήματα άξια ελευθέρων ανδρών Ευσεβείς απόγονοι ανδρειοτάτων προγόνων κάτοικοι των νήσων σηκωθήτε πιάσετε τα όπλα διά την κοινήν ελευθερίαν Όσοι έχετε καράβια μικρά και μεγάλα αρματώσετέ τα και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους Μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας Ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδαraquo

(προς το κοινό) laquoΕίστε Έλληνες και το καθήκον σας καλεί Αίσχος κι ανεξίτηλη ντροπή θα είναι για σας εάν μείνετε αδιάφοροι σ αυτήν την ευκαιρίαraquo

(συνεχίζοντας προς το κοινό) Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ αυτό το όνομα πολέμα για την Πατρίδα Μη φοβάσαι τι θα πουν οι συγγενείς σου Η μητέρα σου ο πατέρας σου όλα τ αδέλφια σου αντί να σε μοιρολογήσουν αν πέσεις για την Πατρίδα θα μιμηθούν το παράδειγμα του Ξενοφώντος το παράδειγμα της Σπαρτιάτισσας μητέρας και αν για μια στιγμή κλάψουν και πενθήσουν πάντα θα τους παρηγορεί η αξιοθαύμαστη απόφασή σου εφ όσον εσύ χωρίς καμιά άλλη αιτία παρά μέσα από την αγάπη τη φιλία και κάθε ησυχία που σε περιβάλλουν ξεκινάς εν τούτοις και τραβάς προς τον υπέροχο σκοπό Αριστόδημε ο φοίνιξ σου φωνάζει Μάχου υπέρ πατρίδος Μη διστάζεις μη δειλιάζεις με τη σκέψη ότι μπορεί να είσαι ο τελευταίος Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας φκιάξε αργυρές ασπίδες ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα Τι το όφελος να καλοζείς και να σπουδάζεις στα ξένα να γίνεις μεγάλος και τρανός στα ξένα και να στερείσαι για πάντα την Πατρίδα σουraquo

Αφηγητής (ξαναφοράει τα γυαλιά και ξαναδιαβάζει από μέσα)

laquoΚαι οι καπεταναίοι αλλά και οι καπετάνισσες ανταποκρίνονται Στην Επανάσταση άλλωστε του 1821 εξίσου σημαντική υπήρξε και η συμβολή των γυναικών οι οποίες βοήθησαν με κάθε τρόπο Η Μαντώ Μαυρογένους διέθεσε όλη την πατρική της περιουσία στον Αγώνα παρά τις συμβουλές και τις προτροπές της οικογενείας της

Μαντώ (με έκπληξη) Ποια είναι η σκέψη σου

Υψηλάντης Η συλλογή ξάγρυπνο με κράτησε Ύπνος δεν σφάλησε διόλου τα μάτια μου

Μαντώ Τι είναι όπου τη σκέψη σου βαραίνει Μήπως οι βάρδιες του νησιού μας αγνάντεψαν Τούρκικη αρμάδα Μη στα δικά μας τα καράβια στα τσούρμα τους κάποιο κακό συνέβη Κάνα πικρό απ τη στεριανή Ελλάδα μαντάτο

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Υψηλάντης (κουνώντας το κεφάλι) Άκουσε Μαντώ Βλέπω πως η σκέψη πέρα απ της καρδιάς σου το περιεχόμενο δεν σε βγάζει Όμως εγώ για άλλο θέμα ήρθα εδώ Την Πατρίδα όλοι την αγαπάμε Το Αιγαίο ελεύθερο όλοι το θέλουμε Όμως εσύ Μαντώ το παράκανες

Μαντώ Υπάρχει όριο και φραγμός στης Πατρίδας την αγάπη Εσύ υπασπιστής του τσάρου τέτοια λόγια Εσύ αδερφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη που έκλεισαν οι Τούρκοι στις φυλακές της Βιέννης

Υψηλάντης Οι Υψηλάντηδες αφού το θέλεις έτσι δεν έζησαν ποτέ στη φτώχεια και στη στέρηση Κι όμως εσύ εκεί οδηγείς την οικογένειά σου Η μητέρα σου είναι πολύ πικραμένη μαζί σου Ανησυχεί Διαμαρτύρεται Τα σπίτια στο νησί σου τα πούλησες Τα κτήματα στην Τήνο τα ίδια Τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι Μαντώ

Μαντώ Η Πατρίδα μου να ελευθερωθεί και μου είναι αδιάφορο τι θ απογίνω εγώ

Υψηλάντης Σφίξε λίγο το χέρι σου Μαντώ και κράτα ότι απούλητο έχει μείνει Μια Μαυρογένη στη φτώχεια να ζει δεν ταιριάζει

Μαντώ Και τα καράβια τα καινούργια πώς θα γίνουνε Τα τσούρμα τι θα φάνε Και πώς θα πληρωθούν Και μπαρουτοβόλα πώς θrsquo αγοράσουμε κι άλλα Οι δεκαέξι λόχοι από τα παλληκάρια του νησιού μας είναι έτοιμοι να πολεμήσουν Τ όνειρο σάρκα να πάρει Η Λευτεριά Μονάχα αυτή Κι όλα γιrsquo αυτή ν

Υψηλάντης Κι είναι λίγες οι θυσίες που μέχρι τώρα έχεις κάνει θυσίασες περιουσία τρανταχτή Πολέμησες με το σπαθί στο χέρι έτοιμη να σκοτωθείς όταν οι Αλγερινοί πήγαν να πατήσουν το νησί μας Όλοι το είπαν τότες laquoΆξια καπετάνισσα η Μαντώ Η νίκη ήταν δική τηςraquo

Μαντώ (διακόπτοντας) Η νίκη ήταν του Σταυρού

Υψηλάντης Αρμάτωσες καράβια και πολέμησες στην Εύβοια στο Πήλιο στη Φωκίδα Και σαν γύρισες ξανά στο νησί μας σαν ήρωα αληθινό σε δέχτηκαν όλοι οι νησιώτες Σε ζητωκραύγασαν τα πλήθη Χτύπησαν χαρμόσυνα οι καμπάνες Σημαίες ανέμιζαν παντού Με δάφνες και ροδοπέταλα ραίνανε το πέρασμα σου Κι ένα στεφάνι δάφνινο σου φόρεσαν οι πρόκριτοι στην τιμημένη κεφαλή σου Δεν σου φτάνουν τόσοι αγώνες τόσες θυσίες τόσες δόξες

(Η Μαντώ ακούει αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι Μικρή σιωπή)

Μαντώ (οργισμένα και με έκπληξη) Με πικραίνεις Τι τα θέλεις και τα θυμάσαι όλα αυτά Τι είνrsquo αυτά μπροστά στο μεγάλο χρέος Μπροστά στο τίμημα της Λευτεριάς

Υψηλάντης (σε τόνο αυστηρό) Σου τα λέω για να σου πω πως φθάνει ως εδώ Αν συνεχίσεις έτσι οδηγείς όλους μας σε μια βέβαιη καταστροφή

Μαντώ Ας αφήσουμε τότε τους Τούρκους να σφάζουν να ατιμάζουν να ρουφούν το αίμα της φυλής μας Να γκρεμίζουν εκκλησίες να ποδοπατούν Σταυρούς να βεβηλώνουν τ άγια Όχι Το είπα απ την αρχή κι απόφαση το πήρα θα τα διαθέσω όλα Ζωή καταγωγή περιουσία Δεν έφυγα από την Τεργέστη για να ρθω εδώ ψυχρός θεατής της επανάστασης των Ελλήνων Ήρθα να διαθέσω όλα τα υπάρχοντα μου χάριν του ιερού αγώνος της Ελευθερίας Ότι κι αν μου κοστίσει

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Αφηγητής (από μέσα) Η επανάσταση στα νησιά γνώρισε και τις χειρότερες αλλά και τις καλύτερες στιγμές της που μνημονεύτηκαν αιώνια από τον ποιητή Ανδρέα Κάλβο Στις 21 Ιουνίου του 1824 τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί των Ψαρών και το κατέστρεψαν ολοκληρωτικά Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του νησιού (συνολικός πληθυσμός 30000) σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν η έγιναν πρόσφυγες Την απάντηση έδωσε ο Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας

Εις Ψαρά του Ανδρέα Κάλβου

Ἰδοὺ τὰ πολυτάραχα

κύματα τῆς θαλάσσης

Ιδού ἰδοὺ τῶν ἀμώμων

Ψαρῶν δικαιοτάτων

αι τραχεῖαι πέτραι

Οὕτως τὰ μὲν θηκάρια

σορηδὸν ἐρριμμένα

κρύπτουν τὴν γῆν τοὺς βράχους

Ο δὲ σιδηροχάρμης

ἄφοβος Ἄρης

κινεῖ τὴν νῆσον Χίλια

πολέμου χάλκεα ὄργανα

βροντούνmiddot εἰς τὸν ἀέρα

τῶν ξίφων μύριαι γλῶσσαι

λάμπουν κλονοῦνται

Μία βοὴ σηκώνεται

μία μόνη ἐπιθυμία

καὶ ὡσὰν ἀκτίνα οὐράνιος

ὡς φλόγα εἰς δάση εὐάνεμα

καίει τὰς καρδίας

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

laquoὙπὲρ γονέων καὶ τέκνων

ὑπὲρ τῶν γυναικῶν

ὑπὲρ πατρίδος πρόκειται

καὶ πάσης της Ἑλλάδος

ὅσιος ἀγῶνας

Θαλπτήριον τῆς ἡμέρας

φῶς διὰ πάντοτε χαῖρεmiddot

καὶ σεῖς ὁποὺ εὐφραίνετε

μὲ φωνὴν ἠδυόνειρον

τῆς γῆς τὰ τέκνα

Ὦ πατρίς τὴν ἑκούσιον

δέξου θυσίανraquo -Αστράπτει-

Σεισμὸς πολέμου ἀκούεται

Ὑπὸ τύμβον ὑψήνορα

ἥρωες κοιμῶνται

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον

ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη

προσφέρει δυὸ στεφάνουςmiddot

ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα

κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα

Κάλβος Ύμνος εις τον Κανάρη

laquoΣτενόν στενόν το πέλαγος

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

ο τρόμος κάμνει

Πέφτει ένα καράβι επάνω εις τ άλλο και συντρίβονται

Πνίγονται οι ναύται

Έξω από την θαλάσσιον πυρκαγιά νικήτριαι

ιδού πάλιν εκβαίνουν

σωσμέναι οι δύο κατάμαυροι

θαυμάσιαι πρώραι

Πώς από τα μάτια μου

ταχέως εχάθη ο στόλος

Πλέον δεν ξανοίγω τώρα

παρά καπνούς και φλόγας

ουρανομήκεις

ΚΑΝΑΡΗ - και τα σπήλαια

της γης εβόουν Κανάρη -

Και των αιώνων τα όργανα

Ίσως θέλει αντηχήσουν Πάντα-

Κανάρηraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή έκτη

Αφηγητής (από μέσα) τα δημοτικά τραγούδια αποτελούν πηγαία έκφραση του συναισθήματος του λαού Εκφράζουν κορυφαίες στιγμές του Αγώνα όπως την άλωση της Τριπολιτσάς και την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Η άλωση της Τριπολιτσάς

Ήταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη

όταν για την Τριπολιτσάν εκίνησrsquo ο Κιαμίλης

Νύχτα σελώνει τrsquo άλογο νύχτα το καλιγώνει

και εις το δρόμο το Θεό παρακαλεί και λέει

Θεέ μrsquo εκεί τους προεστούς εκεί τους δεσποτάδες

να εύρω στο κεφάλι τους να πάρουν τους ραγιάδες

να μην σηκώσουν άρματα και πάνε με τους κλέφτες

Σαν έφτασε και οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρο

Κολοκοτρώνης φώναξεν από το μετερίζι

- Προσκύνησε Κιαμίλπεη στους Κολοκοτρωναίους

να σου χαρίσω τη ζωή εσέ και τα παιδιά σου

εσέ και τα χαρέμια σου κιrsquo όλην τη γενιά σου

Μπουλούκπασης εφώναξε νrsquo απάνrsquo από την τάμπια

Έχουμε κάστρα δυνατά και βασιλιά στην Πόλη

έχουμrsquoανδρείο στράτευμα και Τούρκους παλικάρια

που τρώνε πέντε στο σπαθί και δέκα στο τουφέκι

και δεκαπέντε στrsquoάλογο διπλούς στο μετερίζι

- Τώρα να ιδήτε φώναξε τότrsquo ο Κολοκοτρώνης

να ιδήτrsquo ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια

πώς πολεμούν οι Έλληνες και πελεκούν τους Τούρκους

ΤρίτηΤετράδη θλιβερή Πέφτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωσε ndashποτέ να μη rsquoχε φέξειndash

έβαλαν οι Γραικοί βουλή το Κάστρο να πατήσουν

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια

Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου

να πας τα χαιρετίσματα ς του Δράμαλη τη μάννα

Της Ρούμελης οι μπέηδες του Δράμαλη οι αγάδες

ς το Δερβενάκι κείτονται ς το χώμα ξαπλωμένοι

Στρώμά χουνε τη μαύρη γης προσκέφαλο λιθάρια

και γι απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς πίσω ο Κολοκοτρώνης

και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά ς τα χέρια

Γράμματα πάνε κ έρχονται ς των μπέηδων τα σπίτια

Κλαίνε ταχούρια για άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους

κλαίνε μανούλες για παιδιά γυναίκες για τους άνδρες

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή Έβδομη

Αφηγητής (από μέσα) η δημοτική ποίηση όμως εξέφρασε και το πένθος του λαού για τους μεγάλους αγωνιστές

Του Μάρκου Μπότσαρη (Δημοτικό Τραγούδι)

laquoΘρήνος μεγάλος γένεται μέσα στο Μεσολόγγι

τον Μάρκο παν στην εκκλησιά το Μάρκο παν στον τάφο

ξηντα παπάδες παν μπροστά και δέκα δεσποτάδες

κι από μεργιά Σουλιώτισσες τόνε μοιργιολογάνεraquo

Του Καραϊσκάκη (δημοτικό τραγούδι)

laquoΣαν τα σαΐνια ρίχτηκαν στα τούρκικα ταμπούρια

Δέκα ταμπούρια έπηραν στα δώδεκα πηγαίνουν

Κακό μαντάτο ακούσθηκε μεσ από τα ταμπούρια

Τον Αρχηγό μας λάβωσαν πικρά φαρμακωμένα

Κι απ τ άλογό του έπεσε και πάλ οπίσ ανέβη

Ψηλή φωνίτσα εφώναξε ν ακούση το ασκέρι

- Έλληνες μην κιοτεύετε Έλληνες μη σκορπάτε

- Εγώ δεν έχω τίποτε μόν είμαι λαβωμένος

Για πάρτε με και σύρτε με στο έρημο τσαντήρι

Να πλύνω τη λαβωματιά και πάλ οπίσω νάρθω

Τον κλαίει η μαύρη Ρούμελη τον κλαίει ο κόσμος

Τον κλαίουν όλ οι Έλληνες και οι καπιταναίοιraquo

Του Παπαφλέσσα (δημοτικό τραγούδι)

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται

κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες

- Άϊντε παιδιά να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Κι αρχίσανε τον πόλεμο απrsquo την αυγή ως το βράδυ

Μπραϊμης βάνει την φωνή λέγει του παπά Φλέσσα

- Εύγα Φλέσσα προσκύνησε με ούλο σου τrsquo ασκέρι

- Δεν σε φοβούμrsquo Μπραήμ πασά στο νουν μου δεν σε βάνω

κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι

Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του

- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια

Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι

Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή όγδοη

Αφηγητής (απrsquo έξω) ποιος είναι αυτός ο Ιμπραήμ πασάς στο Μανιάκι

(διαβάζει από μέσα)

laquoΕμφύλιες διαμάχες

Από το φθινόπωρο του 1823 έως τις αρχές του 1825 η Επανάσταση δοκιμάστηκε σκληρά από τις διαμάχες και τις έριδες ανάμεσα στους Έλληνες επαναστάτες Προσωπικά συμφέροντα τοπικές διενέξεις και μικροψυχίες απείλησαν να καταστρέψουν όσα με τόσες θυσίες και κόπους είχαν κερδηθεί στα πεδία των μαχών τα δύο πρώτα χρόνια Χρειάστηκε να αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ Πασάς για να διαπιστώσουν οι Έλληνες πόσο κακό είχαν κάνει μονάχοι τους στην εθνική υπόθεση Οι παρακάτω στροφές από τον laquoΎμνο εις την Ελευθερίαraquo του Διονύσιου Σολωμού εκφράζουν τα αισθήματά του για τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων

Μαθητής laquoΎμνος εις την Ελευθερία στροφές 144-145

laquoη Διχόνοια που βαστάει

Ένα σκήπτρο η δολερή

Καθενός χαμογελάει

Πάρ το λέγοντας και σύ

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

Έχει αλήθεια ωραία θωριά

Μην το πιάστε γιατί ρίχνει

Εισέ δάκρυα θλιβεράraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο Ιμπραήμ ήταν ο πολιορκητής του Μεσολογγίου

(Από μέσα) Οι συνθήκες διαβίωσης στο πολιορκημένο Μεσολόγγι

laquoΕρευνώντας με τη σειρά όλα τα σπίτια βρήκαμε αρκετές ποσότητες αλεύρι Αυτό μοιράστηκε μ ένα φλιτζάνι ως μέτρο Εμοίρασαν κι από ένα φλιτζάνι κουκιά Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν αυτό το λίγο κουκί και αλεύρι στον τέντζερη και να βάνουν μέσα και καβούρια Ένας γιατρός εμαγείρευσε το σκύλο του με λάδι από το οποίον είχαμε αρκετό και επαινούσε το φαγί του ότι ήταν το πιο νόστιμο Οι στρατιώτες τότε πια άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλο ή γάτα έβρισκαν στο δρόμο Όμως από τις 15 του Μάη αρχίσαμε τις πικραλήθρες χορτάρι της θάλασσας Το βράζαμε πέντε φορές ως ότου έβγαινε η πικράδα και το τρώγαμε με ξίδι και λάδι σαν πατάτα αλλά και με ζουμί από καβούρια Επιδοθήκαμε και

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

στους ποντικούς και ήταν τυχερός αυτός που μπορούσε να πιάσει έναν Βατράχια δυστυχώς δεν βρίσκαμε Από την έλλειψη τροφής αύξαιναν οι αρρώστιες πονόστομος και αρθρίτιδαraquo

Μαθητής Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και σχεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανόνισμα το πολύmiddot

και πολλές γυναίκες Μεσολογγίτισσες περπατούσαν τριγύρω ζητιανεύοντας για τους άνδρες τους για τα παιδιά τους για τ αδέλφια τους που πολεμούσανε

Στην αρχή ντρεπόντανε νά βγουνε και προσμένανε να βραδιάσει για ν απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες Γιατί είχανε παλιά δούλους και γίδια και πρόβατα και βόιδια πολλά

Ακολούθως βιαζόντανε και συχνοκοιτάγανε από το παραθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά βγουνε Αλλά όταν επερισσέψανε οι ανάγκες εχάσανε την ντροπή και τρέχανε ολημερίς

Και όταν εκουραζόντανε καθόντανε στ ακρογιάλι και συχνά σηκώνανε το κεφάλι ν ακούσουνε γιατί φοβόντανε μη πέσει το Μεσολόγγι

Και τις έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα στα σταυροδρόμια στα σπίτια στα ανώγεια και τα χαμώγεια στις εκκλησίες στα ξωκλήσια ζητιανεύοντας Και ελαβαίνανε χρήματα πανιά για τους λαβωμένους

και δεν τους έλεγε κανένας το όχι γιατί οι ερωτήσεις των γυναικών ήτανε τις περισσότερες φορές συντροφευμένες από τις κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας

Και οι πλέον πάμφτωχοι βγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo

Σκηνή ένατη

Αφηγητής Έτσι ποτισμένο με ανδρείο αίμα ρίζωσε το δένδρο της ελευθερίας Άνοιξε ο δρόμος με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου δοξάστηκαν οι αγώνες με τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού και η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τους λαούς της Ευρώπης

Μαθητής laquoΕνώ μελετούσα αυτά και ετοιμαζόμουνα για το ταξίδι στην Αίγινα μαζί με τους οπλαρχηγούς κι ήμαστε μαζεμένοι ο αέρας έφερε στ αυτιά μου μεγάλο κρότο δυνατότερο κι από κανόνια Λίγο αργότερα ήρθε και η είδηση ότι ο στόλος των τριών Δυνάμεων κατανίκησε το στόλο του εχθρού στο λιμάνι του Νεόκαστρου Είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τη χαρά εκείνης της ημέρας Δεν ξέραμε τι να κάνουμε πώς να δείξουμε τη χαρά μας και συγχαίραμε ο ένας τον άλλο Αυτή την ημέρα περίμεναν όλοι οι γέροντες και οι πατέρες μας αυτοί που πέθαναν απελπισμένοι αυτοί που έπεσαν στο Μεσολόγγι στην Αθήνα Ο ήχος των πυροβόλων απλώθηκε και πέρασε τα φαράγγια και τα βουνά και πάνω από τον Όλυμπο κι έφθασε στην Ήπειρο και σε όλη τη Μεσόγειοraquo

Αφηγητής (απrsquo έξω) Ο laquoΎμνος εις την Ελευθερίανraquo γράφηκε από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό το 1823 στη Ζάκυνθο Αποτελείται από 159 τετράστιχες στροφές και μελοποιήθηκε το 1828 από τον Νικόλαο Μάντζαρο Το 1864 οι δύο πρώτες στροφές του καθιερώθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας από τον βασιλιά Γεώργιο τον Α

laquoΣε γνωρίζω από την κόψη

του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη

που με βια μετράει τη γη

Απ τα κόκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά

και σαν πρώτα ανδρειωμένη

χαίρε ω χαίρε Ελευθεριάraquo