Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

11
(1883 1957) Ο Καζαντζάκης γεννήθηκε το 1883 στην Κρήτη και πέθανε στη Γερμανία το 1957. Ως μαθητής γυμνασίου φοίτησε για λίγο σε φράγκικο σχολείο στη Νάξο λόγω της Κρητικής Επανάστασης, αλλά επέστρεψε και τελείωσε το γυμνάσιο στην Κρήτη. Ακολουθούν οι νομικές σπουδές στην Αθήνα (1902), το 1906 γίνεται αριστούχος διδάκτορας της Νομικής και το 1912 υπηρέτησε ως εθελοντής στον πόλεμο. Είναι δημοτικιστής, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου, τον ενδιαφέρει η εκπαίδευση και συγγράφει πέντε αναγνωστικά. Στο έργο του συχνά διερευνώνται παιδαγωγικές απόψεις, όπως: «[…] δεν μπορούσαμε πια ν’ ακούμε για οξείες και περισπωμένες. Κι ίσια ίσια ένα πουλί είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολειού και κελαηδούσε. Τότε ένας μαθητής, χλωμός, κοκκινομάλλης, που ’χε έρθει εφέτο στο χωριό, Νικολιό τον έλεγαν, δε βάσταξε, σήκωσε το δάχτυλο:—Σώπα, δάσκαλε, φώναξε. σώπα, δάσκαλε, ν’ ακούσουμε το πουλί!» (Αναφορά στον Γκρέκο, «Δημοτικό Σκολειό», σελ. 69). Ο Καζαντζάκης έζησε σε ταραγμένη εποχή για την Ελλάδα και τον κόσμο . Θήτευσε σε διάφορες κοσμοθεωρίες, αλλά επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τη φιλοσοφία του Νίτσε και του Μπερκσόν και από τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου. Η γραφή του Καζαντζάκη είναι δυναμική και παραστατική. Οι μικροϊστορίες που αφηγείται αποτελούν υλικό για να οδηγηθεί είτε στην αναζήτηση της ελληνικότητας είτε στη μεταφυσική αγωνία σχετικά με τον σκοπό του ανθρώπου, το χρέος και τον θάνατο. Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι πνεύμα παθιασμένο, ένας ανιχνευτής της ζωής, ένας περιηγητής του κόσμου (η ψυχή του «αλάνισσα του απέραντου γοργόνα»), ένα ρωμαλέο πνεύμα με βαθιές ανησυχίες, που όσο διείσδυε στο απέραντο, τόσο το απρόσιτο μεγάλωνε , ένα κράμα αισθησιασμού και πνευματικότητας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το έργο του είναι έργο ιδεών που επιδιώκει να συγκροτήσει έναν ιδανικό κόσμο, έναν κόσμο ουτοπικό, όπου πλεονάζει η αγωνία για τον άνθρωπο. Στη γραφή του, διαπλέκεται η εμπειρία με τον στοχασμό, με πορεία από τα πράγματα στις υψηλές ιδέες, στην ελευθερία, στο νόημα της ζωής, στα υπαρξιακά ερωτήματα, στην εσωτερική Κραυγή, στον Ανήφορο και στο Χρέος. Ο Καζαντζάκης, που είναι άριστος χειριστής της ελληνικής γλώσσας και αναζητάει την ελληνικότητα στη διαχρονική μας παράδοση, λόγια και λαϊκή, γράφει στη δημοτική με πολλά κρητικά ιδιώματα. Από το 1906, αρχίζει να εκδίδει τα πρώτα του έργα. Ασχολείται με τη φιλοσοφία, τη μετάφραση, το θέατρο, την ποίηση. Θεωρούσε έργο της ζωής του την Οδύσσεια με 33333 στίχους. Έγινε γνωστός από την ταξιδιωτική λογοτεχνία του και κυρίως από τα μυθιστορήματα. Χρηματίζει διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως επί Ελ. Βενιζέλου κατά τα έτη 1920- 22. Από το 1926, ταξιδεύει πολύ και γράφει. Έτσι, προέκυψαν τα Ταξιδεύοντας. Από το 1942 έως το 1953, μεταφράζει μαζί με τον καθηγητή Ι. Κακριδή την Ομήρου Ιλιάδα, το γνωστό σχολικό βιβλίο. Το 1949 αρχίζει να γράφει τα έργα του Καπετάν Μιχάλης και Αδερφοφάδες με αναφορά στον εμφύλιο. Σημαντικό έργο του είναι και η Αναφορά στον Γκρέκο. Το 1951 γράφει το μυθιστόρημα Ο Τελευταίος Πειρασμός και το 1954 το Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά. Το 1956 γράφει το έργο Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, που γίνεται κινηματογραφικό σενάριο το 1957. Μετέφρασε Νίτσε, Μπίχνερ, Πλάτωνα, Δάντη, Ου. Τζέημς κ.ά. Επίσης, το έργο του μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες. Εργάστηκε ως σύμβουλος σε θέματα λογοτεχνίας στην Ουνέσκο και τιμήθηκε με το βραβείο ειρήνης.

Transcript of Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

Page 1: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

(1883 – 1957)

Ο Καζαντζάκης γεννήθηκε το 1883 στην Κρήτη και πέθανε στη Γερμανία το 1957. Ως μαθητής γυμνασίου φοίτησε για λίγο σε φράγκικο σχολείο στη Νάξο λόγω της Κρητικής Επανάστασης,

αλλά επέστρεψε και τελείωσε το γυμνάσιο στην Κρήτη. Ακολουθούν οι νομικές σπουδές στην Αθήνα (1902), το 1906 γίνεται αριστούχος διδάκτορας της Νομικής και το 1912 υπηρέτησε ως εθελοντής στον πόλεμο. Είναι δημοτικιστής, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου, τον ενδιαφέρει η

εκπαίδευση και συγγράφει πέντε αναγνωστικά. Στο έργο του συχνά διερευνώνται παιδαγωγικές απόψεις, όπως:

«[…] δεν μπορούσαμε πια ν’ ακούμε για οξείες και περισπωμένες. Κι ίσια ίσια ένα πουλί είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολειού και κελαηδούσε. Τότε ένας μαθητής, χλωμός, κοκκινομάλλης, που ’χε έρθει εφέτο στο χωριό, Νικολιό τον έλεγαν, δε βάσταξε, σήκωσε το

δάχτυλο:—Σώπα, δάσκαλε, φώναξε. σώπα, δάσκαλε, ν’ ακούσουμε το πουλί!» (Αναφορά στον Γκρέκο, «Δημοτικό Σκολειό», σελ. 69).

Ο Καζαντζάκης έζησε σε ταραγμένη εποχή για την Ελλάδα και τον κόσμο. Θήτευσε σε διάφορες κοσμοθεωρίες, αλλά επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τη φιλοσοφία του Νίτσε και του Μπερκσόν και από τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου. Η γραφή του Καζαντζάκη είναι δυναμική

και παραστατική. Οι μικροϊστορίες που αφηγείται αποτελούν υλικό για να οδηγηθεί είτε στην αναζήτηση της ελληνικότητας είτε στη μεταφυσική αγωνία σχετικά με τον σκοπό του

ανθρώπου, το χρέος και τον θάνατο. Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι πνεύμα παθιασμένο, ένας ανιχνευτής της ζωής, ένας περιηγητής του κόσμου (η ψυχή του «αλάνισσα του απέραντου γοργόνα»), ένα ρωμαλέο πνεύμα με βαθιές ανησυχίες, που όσο διείσδυε στο απέραντο, τόσο το

απρόσιτο μεγάλωνε , ένα κράμα αισθησιασμού και πνευματικότητας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το έργο του είναι έργο ιδεών που επιδιώκει να συγκροτήσει έναν ιδανικό κόσμο, έναν κόσμο

ουτοπικό, όπου πλεονάζει η αγωνία για τον άνθρωπο. Στη γραφή του, διαπλέκεται η εμπειρία με

τον στοχασμό, με πορεία από τα πράγματα στις υψηλές ιδέες, στην ελευθερία, στο νόημα της

ζωής, στα υπαρξιακά ερωτήματα, στην εσωτερική Κραυγή, στον Ανήφορο και στο Χρέος.

Ο Καζαντζάκης, που είναι άριστος χειριστής της ελληνικής γλώσσας και αναζητάει την ελληνικότητα στη διαχρονική μας παράδοση, λόγια και λαϊκή, γράφει στη δημοτική

με πολλά κρητικά ιδιώματα.

Από το 1906, αρχίζει να εκδίδει τα πρώτα του έργα. Ασχολείται με τη φιλοσοφία, τη μετάφραση, το

θέατρο, την ποίηση. Θεωρούσε έργο της ζωής του την Οδύσσεια με 33333 στίχους. Έγινε γνωστός από την ταξιδιωτική λογοτεχνία του και κυρίως από τα μυθιστορήματα. Χρηματίζει διευθυντής στο

Υπουργείο Περιθάλψεως επί Ελ. Βενιζέλου κατά τα έτη 1920-22. Από το 1926, ταξιδεύει πολύ και γράφει. Έτσι, προέκυψαν τα Ταξιδεύοντας. Από το 1942 έως το 1953, μεταφράζει μαζί με τον καθηγητή Ι. Κακριδή την Ομήρου Ιλιάδα, το γνωστό σχολικό βιβλίο. Το 1949 αρχίζει να γράφει τα

έργα του Καπετάν Μιχάλης και Αδερφοφάδες με αναφορά στον εμφύλιο. Σημαντικό έργο του είναι και η Αναφορά στον Γκρέκο. Το 1951 γράφει το μυθιστόρημα Ο Τελευταίος Πειρασμός και το

1954 το Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά. Το 1956 γράφει το έργο Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, που γίνεται κινηματογραφικό σενάριο το 1957. Μετέφρασε Νίτσε, Μπίχνερ, Πλάτωνα, Δάντη, Ου. Τζέημς κ.ά. Επίσης, το έργο του μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες.

Εργάστηκε ως σύμβουλος σε θέματα λογοτεχνίας στην Ουνέσκο και τιμήθηκε με το βραβείο ειρήνης.

Page 2: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

Γραμματολογική τοποθέτηση του έργου

Στο μυθιστόρημα Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, που αρχίζει να γράφει από το 1941, ο

χρόνος της αφήγησης μετατίθεται και στην προπολεμική περίοδο και ο χώρος είναι η Κρήτη.

Πρόκειται για μυθιστόρημα πολυδιαβασμένο και πολυμεταφρασμένο με διάχυτη βιωματικότητα,

όπως άλλωστε και σε όλο το έργο του Καζαντζάκη. Εδώ, κυριαρχεί η περσόνα του Ζορμπά, ενός

αντινοησιαρχικού ανθρώπου. Το έργο στήνεται πάνω στην αντίθεση δύο βασικών χαρακτήρων,

του πνευματικού και του ανθρώπου με τη ζωική δύναμη, και φαίνεται ότι υπερέχει ο

βιταλισμός του Νίτσε που εκπροσωπείται από τον Ζορμπά. Η γυναίκα στο έργο του

Καζαντζάκη άλλοτε είναι σκεύος ηδονής, διάβολος της αμαρτίας, άλλοτε ανελεύθερη, που

προσκολλάται στον άντρα, όπως η Λόλα στον Ζορμπά, ή όπως η άλλοτε κοσμοπολίτισσα Μαντάμ

Ορτάνς, που παρακαλεί τον Ζορμπά να την παντρευτεί. Βέβαια από τα πορτρέτα των γυναικών δεν

λείπει και η αγιοποιημένη Παναγιά. Ο ήρωας Ζορμπάς βρίσκει τον παράδεισο στη γη, στη γυναίκα,

στις απολαύσεις και στο χορό και λυτρώνεται από τη διαπάλη ψυχής και σώματος, π.χ. «Χύθηκε

στο χορό […]. Τίναζε η ψυχή το κορμί, μα αυτό έπεφτε. […]»

Κριτική για το έργο Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά

«Η γραφή του σε ύφος του προφορικού λόγου, με το καθημερινό λεξιλόγιο, το στοχασμό και τη

λαϊκή θυμοσοφία για τη ζωή και τα προβλήματά της αναμιγνύει το σοβαρό με το ευτράπελο και

γίνεται ένα ύφος γκροτέσκο […]. Ανάμεσα στους στοχασμούς προέχει εκείνος που αφορά το νόημα

της ελευθερίας, το οποίο διαπερνά όλα τα έργα του, όπως και τα έργα Αλέξης Ζορμπάς και

Αναφορά στο Γκρέκο, και αποκρυσταλλώνεται στο ταφικό του επίγραμμα “Δεν ελπίζω τίποτα, δεν

φοβάμαι τίποτα, είμαι λεύτερος”. Το επιτύμβιο επίγραμμα συνομιλεί με τον Λουκιανό

(Δημώνακτος Βίος, §19-20), με τον Κορνάρο (Ερωτόκριτος, Ε1017-1022) και ενδοκειμενικά με

την Ασκητική, το Βραχόκηπο, τον Αλέξη Ζορμπά: “Του λόγου αφεντικό, έχεις μακρύ σπάγγο, πας

κι έρχεσαι, θαρρείς πως είσαι λεύτερος. μα το σπάγγο δεν τον κόβεις. Κι άμα δεν κόψεις το

σπάγγο…” (Αλέξης Ζορμπάς σελ. 354). […] Το θέμα της ελευθερίας παρουσιάζεται με

αναβαθμούς ως την απόλυτη αναγκαιότητα “-Λεύτεροι./ -Λευτερωμένοι κι από τη λευτεριά πιο

πέρα” (Αναφορά στον Γκρέκο, σελ. 592)».

(Χρ. Αργυροπούλου, 2004, «Καζαντζάκης και Οικουμενικότητα, από τη γραφή στο στοχασμό

του Ν. Καζαντζάκη», Θαλλώ, τεύχος 15, Χανιά: σελ. 200)

Νοηματική απόδοση

Ο Ζορμπάς και ο συγγραφέας επιστρέφουν από την κηδεία της Μαντάμ Ορτάνς . Είναι και οι

δύο σιωπηλοί και πικραμένοι. Ο Ζορμπάς κρατούσε το κλουβί με τον παπαγάλο της Ορτάνς.

Page 3: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

Τελικά, κάθισαν στην παραλία και παρά την κούρασή τους δεν ήθελαν να κοιμηθούν. Τότε ο

Ζορμπάς, στραμένος προς τον ουρανό, είπε πως τον προβλημάτιζει εμφάνιση ενός αστερισμού και

με αυτό ως αφορμή ρώτησε το συγγραφέα για το δημιουργό των αστεριών, για το σκοπό της

δημιουργίας και το ανερμήνευτο του θανάτου. Ο συγγραφέας δηλώνει άγνοια στο θέμα αυτό και ο

Ζορμπάς διαμαρτύρεται. Πώς είναι δυνατόν ένας μορφωμένος άνθρωπος να μην μπορεί να

απαντήσει. Ο συγγραφέας τονίζει πως τα βιβλία δε δίνουν απάντηση σε τέτοια ζητήματα· απλώς

εκφράζουν την αγωνία του ανθρώπου γι’ αυτά. Μάλιστα, για να βοηθήσει τον αγανακτισμένο

Ζορμπά να καταλάβει ότι πέρα από τη γνώση και την αρετή υπάρχει το δέος, του παραθέτει ένα

μύθο, όπου ο άνθρωπος είναι σκουλήκι που βαδίζει σ’ ένα πελώριο δέντρο. Το δέντρο είναι το

σύμπαν, τα φύλλα του τα αστέρια και τα φύλλα με τα σκουλήκια είναι η γη. Με τον τρόπο αυτό ο

συγγραφέας προσπαθεί να εξηγήσει την ασημαντότητα του ανθρώπου μέσα στο σύμπαν. Τονίζει

πως άλλοι άνθρωποι ερμηνεύουν με τη θρησκεία την ύπαρξή τους και άλλοι δέχονται τα πράγματα

ως έχουν. Ο Ζορμπάς ομολογεί ότι δε φοβάται το θάνατο, τονίζει όμως πως ο άνθρωπος πρέπει να

είναι ελεύθερος και είναι ελεύθερος, όταν είναι υπεύθυνος για τη ζωή του. Και με τα λόγια αυτά

αποκοιμιέται. Ο συγγραφέας όμως δεν κοιμάται. Βυθίζεται στις σκέψεις του και βλέπει το σύμπαν

να ωριμάζει και να αλλάζει, να βγάζει από μέσα του ό,τι κρυφό έχει. Μόνο όταν ξημέρωσε, έφυγε

από μπροστά του το θαύμα αυτό του ουρανού και ξαναγύρισε στην πραγματικότητα.

Ενδεικτικές επισημάνσεις

1.Η Δομή του έργου

1."Προχωρούσαμε...να κοιμηθούμε".

πλαγιότιτλος: Η πορεία του συγγραφέα-αφηγητή και του Ζορμπά προς το ακρογιάλι

2."Καθίσαμε...φτάνει".

πλαγιότιτλος: Ο διάλογος των δύο σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη

3."Ζεστός νοτιάς...Ξημέρωνε".

πλαγιότιτλος: Η περισυλλογή και η ενόραση του συγγραφέα.

2.Αφηγηματικοί τρόποι

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί στο διήγημά του ποικιλία αφηγηματικών τρόπων:

Αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο (μίμηση). Ο αφηγητής δραματοποιημένος-

ομοδιηγητικός, αποτελεί δηλαδή ένα από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα της ιστορίας –

στοιχείο που ενισχύει την αίσθηση ότι όσα διαβάζουμε αποτελούν προσωπικό βίωμα του αφηγητή. Η αφήγηση δίνεται με εσωτερική εστίαση. Ο αφηγητής, δηλαδή, που είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας έχει περιορισμένο γνωστικό πεδίο και μας αφηγείται τα

γεγονότα έχοντας γνώση μόνο όσων αντιλαμβάνεται ο ίδιος, χωρίς να γνωρίζει σκέψεις και συναισθήματα των άλλων ηρώων, όπως θα συνέβαινε αν ήταν παντογνώστης.

Χρόνος της αφήγησης: ο αφηγητής μας δίνει τα γεγονότα σε γραμμική σειρά, χωρίς δηλαδή να προκύπτουν αναχρονίες με αναδρομικές ή πρόδρομες αφηγήσεις Ρυθμός της αφήγησης: στα διαλογικά σημεία, που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του

εξεταζόμενου αποσπάσματος, έχουμε ταύτιση του χρόνου της αφήγησης με το χρόνο της ιστορίας και άρα δημιουργία «σκηνής».

Εφόσον η αφήγηση εναλλάσσεται με το διάλογο, υπάρχει μεικτός τρόπος αφήγησης. Διάλογος στο μεγαλύτερο μέρος του αποσπάσματος, στοιχείο που ενισχύει τη ζωντάνια ,

την παραστατικότητα, τη φυσικότητα και την αυθεντικότητα του κειμένου. Ο διάλογος με

Page 4: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

την παρεμβολή του μύθου υπηρετούν την πρόθεση του συγγραφέα να μετουσιώσει το φιλοσοφικό στοχασμό σε μυθιστορηματικό λόγο.

Περιγραφή σε μικρότερο βαθμό (όπως και η αφήγηση και ο εσωτερικός μονόλογος)

Εσωτερικός μονόλογος όπου γίνεται καταγραφή προσωπικών σκέψεων.

3.Χρόνος-χώρος

Δίνονται κατά την αφήγηση της πορείας των δύο ηρώων προς το ακρογιάλι.

Χρόνος: παρελθοντικός, νύχτα ως το ξημέρωμα (το σκοτάδι, η σιγαλιά και το μυστήριο

δημιουργούν μια υποβλητική ατμόσφαιρα)

Τόπος: ο δρόμος, ένα ακρογιάλι της Κρήτης (το ευρύ πέλαγος και ο έναστρος ουρανός

αισθητοποιούν το άπειρο του σύμπαντος)

Πρόκειται για έναν ευρηματικό χωροχρόνο, που με τη μοναξιά του ωθεί στην περισυλλογή και

γεννά ερωτήματα υπαρξιακά και αγωνίες για τις άρρητες αλήθειες.

4.Τα πρόσωπα

Ο συγγραφέας: Άνθρωπος του πνεύματος, της γνώσης και της θεωρίας, γεμάτος ανησυχίες,

διανοούμενος, στοχαστικός, φιλόσοφος, σοβαρός, με ευγενικούς τρόπους. Γνωρίζει τη ζωή

μέσα από τα βιβλία. Μέσα από την περιπέτεια της γνωριμίας του με τον Ζορμπά αναζητάει

μια εμπειρία χρήσιμη για τη σκέψη του.

Ο Ζορμπάς: Αγνός, αμόρφωτος, άνθρωπος του μόχθου, δυνατός, ρωμαλέος, αυθόρμητος,

εξωστρεφής, χωρίς ευγενικούς τρόπους. Στηρίζεται μόνο στην εμπειρία της ζωής. Κλείνει

μέσα του τον κόσμο της ελευθερίας, της ζωτικής δύναμης, του σφρίγους, της ορμής και του

πάθους για τη ζωή. Κινείται από το ένστικτο και το συναίσθημά του, είναι απόλυτα

ελεύθερος και έτοιμος για κάθε παράτολμη πράξη. Αποτελεί την αντίθεση προς το

συγγραφέα, αυτό που ο συγγραφέας θα ήθελε να ήταν, αν μπορούσε.

Οι δύο μαζί συνθέτουν ολόκληρο το φάσμα της ζωής: σκέψη – δράση, έργο – λόγος, πράξη –

θεωρία.

5.Οι μεταφυσικές ανησυχίες του Ζορμπά (τι είχε προηγηθεί – ποιες είναι)

Ο αφηγητής και ο Ζορμπάς φτάνοντας στην Κρήτη θα μείνουν στο μικρό ξενοδοχείο της

μαντάμ Ορτάνς, μιας γαλλίδας που πέρασε τα χρόνια της προσφέροντας ερωτικές απολαύσεις σε γενναιόδωρους άντρες. Ο Ζορμπάς θα συνάψει ερωτική σχέση μαζί της και παρά το σύντομο του δεσμού τους θα την αγαπήσει πραγματικά. Έτσι, όταν η μαντάμ Ορτάνς αρρωστήσει και πεθάνει, ο

ήρωας του μυθιστορήματος θα αισθανθεί έντονα την απώλειά της και θα μπει σε μια διαδικασία μεταφυσικής αναζήτησης σχετικά με το νόημα της ζωής και του θανάτου. Ο προβληματισμός του

ήρωα, βέβαια, είναι συνηθισμένος για τους ανθρώπους, όταν έρχονται αντιμέτωποι με το θάνατο κάποιου αγαπημένου προσώπου, καθώς ένα τέτοιο γεγονός μας υπενθυμίζει πάντοτε τη θνητότητά μας.

Στην επιστροφή από την κηδεία της μαντάμ Ορτάνς, τη νύχτα, ώρα που ο άνθρωπος ησυχάζει και μόνο η φύση εξακολουθεί να δίνει τα δικά της διακριτικά σημάδια της ζωής, ο Ζορμπάς, που

είναι ιδιαίτερα πικραμένος από το χαμό της αγαπημένης του, έχει καθίσει αμίλητος μαζί με τον συγγραφέα στη θάλασσα και παρατηρούν τον ουρανό με τις καρδιές βαριές από τη θλίψη. Κάθονται στα βότσαλα της παραλίας, μη θέλοντας να ενδώσουν στον ύπνο, που θα συνιστούσε μια

εύκολη φυγή. Ο Ζορμπάς κοιτάζοντας τα αστέρια κατακλύζεται από μια σειρά ερωτημάτων: τι μπορεί να συμβαίνει στο απώτατο αυτό σημείο του σύμπαντος, ποιος είναι ο δημιουργός όλων αυτών, για ποιο λόγο έχει δημιουργήσει όλα όσα μας περιβάλλουν και το σημαντικότερο γιατί να

πεθαίνουμε. Οι ανησυχίες του Ζορμπά αποτελούν επί της ουσίας προβληματισμούς που

Page 5: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

απασχολούν όλους τους ανθρώπους κάποια στιγμή, καθώς τόσο η γενικότερη σκοπιμότητα της ζωής όσο και η πικρή συνειδητοποίηση της θνητότητας, συνιστούν διαχρονικά ερωτήματα. Ο Ζορμπάς στρέφεται προς το συγγραφέα για να βρει απάντηση στις απορίες που τον βασανίζουν.

6.Η αξίωση του Ζορμπά να πάρει από το συγγραφέα απάντηση στα ερωτήματά του

Ο Ζορμπάς έχοντας περάσει τη ζωή του δουλεύοντας και αναζητώντας εμπειρίες, δεν έχει

κατορθώσει να μελετήσει και να αποκτήσει μόρφωση, γι’ αυτό και θεωρεί ότι ο συγγραφέας που

είναι ιδιαίτερα μορφωμένος οφείλει να γνωρίζει τις απαντήσεις στα ερωτήματα που τον απασχολούν. Η αδυναμία, όμως, του συγγραφέα να απαντήσει στις ανησυχίες αυτές του Ζορμπά

του προκαλούν αγανάκτηση και επανάσταση μιας και θεωρεί πως αν δεν μπορεί να πάρει απάντηση από κάποιον που έχει μελετήσει τόσο πολύ στη ζωή του, πώς θα μπορέσει ο ίδιος να βρει απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα που βαρύνουν την ψυχή του.

Ο Ζορμπάς θεωρεί πως ο συγγραφέας θα έπρεπε να γνωρίζει ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο γεννιόμαστε. Ο συγγραφέας όμως, όπως είναι λογικό, δεν μπορεί να απαντήσει σ’ ένα ερώτημα το

οποίο από τη φύση του λαμβάνει απάντηση μόνο μέσα από την προσωπική διαδρομή κάθε ανθρώπου και δέχεται εν τέλει διαφορετική απάντηση για κάθε άνθρωπο.

Η αγωνία που εκφράζει η έκκληση του Ζορμπά, η ένταση της επιθυμίας, της ανάγκης του για

μιαν απάντηση, συγκλονίζει το συγγραφέα.

7.Η παρεμβολή του μύθου (εικόνας) και η εξήγησή του

Ο συγγραφέας θέλοντας να περιγράψει στον Ζορμπά την ιδιαίτερη φύση της ζωής και την παρόμοια κατάσταση άγνοιας που διακατέχει όλους τους ανθρώπους σχετικά με το μυστήριο της

ύπαρξης, χρησιμοποιεί μια εικόνα παρμένη από τη φύση, που είναι οικεία στο Ζορμπά κι εύληπτη. Παρουσιάζει τους ανθρώπους ως μικρά σκουλήκια που βρίσκονται πάνω σ’ ένα φύλλο ενός τεράστιου δέντρου. Το φύλλο στο οποίο βρίσκονται οι άνθρωποι είναι η γη, τα υπόλοιπα φύλλα

είναι τα αστέρια και το δέντρο είναι το σύμπαν. Τα σκουληκάκια μη έχοντας συνολική εποπτεία του χώρου δεν έχουν άλλο τρόπο να κατανοήσουν το χώρο γύρω τους από το να γευτούν και να

περιεργαστούν το φύλλο στο οποίο βρίσκονται. Οι πιο γενναίοι άνθρωποι, όπως σχολιάζει ο συγγραφέας, φτάνουν μέχρι την άκρη του φύλλου και κοιτάζουν κάτω στο χάος, μαντεύοντας τον γκρεμό που βρίσκεται εκεί.

Η αδυναμία των ανθρώπων να κατανοήσουν πλήρως τόσο το χώρο στον οποίο βρίσκονται όσο και τον λόγο της ύπαρξής τους είναι εύλογη, μιας και η μηδαμινότητα τους σε σχέση με το αχανές

σύμπαν δεν τους επιτρέπει να αντιληφθούν πλήρως την αλήθεια της ζωής. Είναι δύσκολο για τους ανθρώπους, οι οποίοι μπροστά στο χωρίς όρια σύμπαν μοιάζουν εντελώς ασήμαντοι, να μπορέσουν να γνωρίσουν πραγματικά την ουσία του σύμπαντος αλλά και τον πραγματικό λόγο της ύπαρξης –

αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει αιτιολόγηση για την ύπαρξη των ανθρώπων. Όπως, δηλαδή, τα σκουλήκια που έχουν μερική γνώση του δέντρου, ένα μόλις φύλλο απ’ όλο το δέντρο, έτσι και οι

άνθρωποι γνωρίζουν ένα ελάχιστο μέρος του σύμπαντος και συνεπώς κατανοούν μέρος μόνο της πραγματικότητας.

8.Ο «ιερός τρόμος» και οι δυνατές αντιδράσεις των ανθρώπων σ’ αυτόν κατά το συγγραφέα

Ο ιερός τρόμος, είναι η κατάσταση δέους και υπαρξιακού φόβου ανάμεικτου με σεβασμό στην οποία περιέρχονται οι άνθρωποι όταν επιχειρούν να αντικρίσουν την ύπαρξη στην ολότητά της. Οι άνθρωποι όταν συνειδητοποιούν τη μηδαμινότητα που τους διακρίνει σε σχέση με το άπειρο

σύμπαν, αισθάνονται αβοήθητοι και παντελώς ανίσχυροι. Στο οριακό σημείο ,όπου το γνώριμο συναντάται με το άγνωστο κάποιοι τρομάζουν και αναζητούν έρεισμα - παρηγοριά και ενίσχυση σε

μια ισχυρότερη δύναμη, στη θρησκεία, στο θεό, είτε αποδέχονται την κατάσταση στην οποία βρίσκονται , καταφάσκωντας μπροστά σε μια πραγματικότητα υπέρτερή τους, ανεξάρτητη από τη βούλησή του και συμφιλιώνονται με αυτή λέγοντας «Μου αρέσει».

Page 6: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

9.Ποια είναι η αντίδραση του Ζορμπά; Ο Ζορμπάς ακούγοντας τις δύο πιθανές αντιδράσεις, όπως τις παρουσιάζει ο συγγραφέας,

δηλώνει πως δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να αντικρίσει τη θνητότητά του, το ενδεχόμενο του θανάτου του και να πει πως του αρέσει. Είναι πάντοτε έτοιμος να κοιτάξει κατάματα το θάνατο,

χωρίς να τον φοβηθεί, αλλά δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να συναινέσει σε αυτόν, δεν πρόκειται ποτέ να τον αποδεχτεί και να δηλώσει, όπως κάνουν άλλοι άνθρωποι, ότι του αρέσει. Ο Ζορμπάς θεωρεί πως όντας ελεύθερος να διαχειριστεί τη ζωή του όπως ο ίδιος επιθυμεί, έχει το δικαίωμα να

μη συναινέσει στο θάνατο. Γνωρίζει, βέβαια, πως ο θάνατος είναι αναπόφευκτος αλλά δεν θεωρεί ότι θα πρέπει και να συμφωνεί με αυτή την κατάληξη.

10.Το νόημα της φράσης «Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η ποίηση»

Ο Καζαντζάκης παρουσιάζοντας την κατάσταση στην οποία περιέρχονται οι άνθρωποι όταν συνειδητοποιούν τη μηδαμινότητά τους αλλά και την αδυναμία τους να κατανοήσουν πλήρως την

αλήθεια της ύπαρξης, παρουσιάζοντας τον ιερό αυτό τρόμο, σκέφτεται ότι εκείνη τη στιγμή αρχίζει η ποίηση. Τη στιγμή, δηλαδή, που ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με το φόβο που του προκαλεί η άγνοια του για τον κόσμο, η αδυναμία του αλλά και η επίγνωση του θανάτου του, δεν

έχει πια άλλο τρόπο να εκφράσει και να εκτονώσει αυτά του τα συναισθήματα παρά την ποίηση, εκεί όπου η λογική δίνει τη σκυτάλη στη φαντασία, στο ένστικτο, στην ενόραση. Εκεί που η σκέψη

του ανθρώπου αδυνατεί να δώσει απαντήσεις, ο άνθρωπος καταφεύγει στην ποιητική έκφραση, στη δημιουργική δύναμη του ποιητικού λόγου, όχι τόσο για να βρει απαντήσεις όσο για να αντιμετωπίσει κατά κάποιο τρόπο τα έντονα συναισθήματα που τον κατακλύζουν. Η ποίηση

λειτουργεί περισσότερο ως μέσο προσέγγισης του φόβου που προκαλείται στον άνθρωπο και όχι ως μέσο επίλυσης των αναζητήσεών του, υπό την έννοια πως σε κάποιες από αυτές τις ανησυχίες δεν μπορούν επί της ουσίας να δοθούν απαντήσεις ή λύσεις.

11.Ο «μεγάλος κίνδυνος» στον οποίο αναφέρεται ο συγγραφέας – η αντίδραση των ανθρώπων

απέναντι σ’ αυτόν Ο μεγάλος κίνδυνος αναφέρεται στο πώς θα διαχειριστούν οι άνθρωποι τη συνειδητοποίηση ότι

η ύπαρξή τους είναι μηδαμινή μπροστά στο δίχως όρια σύμπαν. Από τη στιγμή που αντικρίζουν την άβυσσο και αντιλαμβάνονται πως είναι αβοήθητοι και εντελώς ανίσχυροι σ’ έναν κόσμο άγνωστο

και απέραντο, ξεκινά ο κίνδυνος για την προσωπική τους υπόσταση. Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να αποδεχτεί το γεγονός ότι δεν έχει κανέναν έλεγχο στο τι συμβαίνει γύρω του και το κυριότερο ότι δεν γνωρίζει πραγματικά τι συμβαίνει στο αχανές αυτό σύμπαν; Πώς μπορεί ο άνθρωπος να βρει

έναν τρόπο να αποδεχτεί την ασημαντότητά του, αλλά και τη θνητότητά του και να συνεχίσει τη ζωή του, χωρίς να επιτρέψει στο φόβο να τον αποθαρρύνει;

Μπροστά στο μεγάλο κίνδυνο κάποιοι άνθρωποι ζαλίζονται, παραμιλούν και μοιάζουν ανίκανοι να διαχειριστούν τη συγκλονιστική αυτή συνειδητοποίηση. Άλλοι εναποθέτουν τις ελπίδες τους και ζητούν παρηγοριά σε μια δύναμη μεγαλύτερη από αυτούς, στο Θεό. Η θρησκεία έρχεται να

καταλαγιάσει τους φόβους του ανθρώπου, δίνοντας την υπόσχεση πως όλα βρίσκονται υπό τον έλεγχο και την εποπτεία μιας πανίσχυρης και πανάγαθης θεότητας.

Κάποιοι άνθρωποι, βέβαια, αντικρίζουν με θάρρος το απέραντο σύμπαν, συμβιβάζονται με την πλήρη αδυναμία και άγνοιά τους και λένε με γενναιότητα «Μ’ αρέσει». Η τρίτη αυτή επιλογή προκαλεί, πάντως, την αντίδραση του Ζορμπά, ο οποίος συσχετίζοντας την αδυναμία του

ανθρώπου με το θάνατο, δηλώνει πως μπορεί να μη φοβάται το θάνατο και τη θνητότητά του, αλλά ποτέ δεν πρόκειται να πει πως του αρέσει.

12.Το νόημα της φράσης «να μετουσιώνεις το αναπόφευγο σε δικιά σου λεύτερη βούληση»

Page 7: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

(Η ουσία της ελευθερίας κατά το Ζορμπά) Ο συγγραφέας μπροστά στην άρνηση του Ζορμπά να αποδεχτεί το θάνατο, σκέφτεται πως ο

μόνος δρόμος προς τη λύτρωση είναι να μετουσιώνουν οι άνθρωποι το αναπόφευκτο σε δική τους

ελεύθερη βούληση. Με τη σκέψη αυτή ο Καζαντζάκης εννοεί πως τις μεγάλες αλήθειες της ύπαρξης που ο άνθρωπος δεν μπορεί με κανένα τρόπο να τις αποτρέψει, όπως και κυρίως το

θάνατο, θα πρέπει ο άνθρωπος να τις αντιμετωπίζει με θάρρος και να τις εκλαμβάνει εν τέλει ως δικές του επιλογές, ως αποτέλεσμα προσωπικής τους θέλησης. Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος θέτει σε εφαρμογή το σημαντικότερο στοιχείο της ύπαρξής του, την ελευθερία που έχει στο να

καθορίζει τη μοίρα του. Παρόλο που το πεπρωμένο είναι αναπόφευκτο και ο θάνατος δεδομένος , κατά το συγγραφέα, προτιμότερο να τον αντικρίζουμε ως απόρροια προσωπικής μας επιλογής παρά

ως τη μοιρολατρική κατάληξη της ύπαρξής μας, καθώς στην πρώτη περίπτωση τουλάχιστον έχουμε την αίσθηση πως ελέγχουμε οι ίδιοι τη ζωή μας.

[Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως στο διάλογο μεταξύ των δύο ανδρών, ο Ζορμπάς δεν κατανοεί πάντοτε πλήρως τα λεγόμενα του αφηγητή, γι' αυτό και οι απαντήσεις του δεν

καθρεφτίζουν το πραγματικό νόημα των σκέψεων του αφηγητή. Ο Ζορμπάς έχει περιορισμένη μόρφωση και αντιλαμβάνεται εν μέρει μόνο τις ιδέες του Καζαντζάκη.]

13.Γλώσσα – Ύφος

Η γλώσσα του κειμένου είναι απλή, λαϊκή, δημοτική με ορισμένα κρητικά ιδιώματα

(«αφεντικό», «τι πάει να πουν», «γούρλωσαν», «Σφάξε με, αγά μου, ν’ αγιάσω!»). Ο διάλογος είναι

φυσικός με τύπους από διάφορα μέρη της Ελλάδας, κυρίως όμως από την Κρήτη («έρχουνταν»,

«κιντύνου», «ασκώθηκε», «αναπόφευγο», «πωρικό», «δεχούμουν», «θρο», «τζερτζεβατικά»,

«κουκουβιστός»).

Το ύφος είναι άμεσο, ζωηρό, παραστατικό, συναισθηματικά φορτισμένο, λυρικό.

14.Εκφραστικά μέσα

Εικόνες:

α)Δύο σύντροφοι που βαδίζουν μέσα στη σιγαλιά της νύχτας (οπτικοακουστική και

κινητική)αναδίδει την πίκρα και το αίσθημα της ματαιότητας που άφησε διάχυτα ο θάνατος με το πέρασμά του

β)Έναστρος ουρανός(οπτική)προβάλλεται η απεραντοσύνη και το μυστήριο του σύμπαντος και δημιουργείται η κατάλληλη ατμόσφαιρα για την ανάπτυξη της φιλοσοφικής συζήτησης.

γ)Εικόνα στο μύθο (λυρική)Δείχνει τη μικρότητα του ανθρώπου μπροστά στην απειρία και το μυστικισμό που διακρίνει το σύμπαν.

Μεταφορές: «τα σπίτια μαυρολογούσαν», «το φαρμάκι της μέρας ετούτης», « Παρομοιώσεις: «αναβρυτά, σαν παιχνιδιάρικα νερά», «κρατώντας σα φανάρι το κλουβί»,

«σα μια φυγή σε ώρα κιντύνου», «δε θ’ απλώσω εγώ στο χάρο το λαιμό μου σαν αρνί»

Προσωποποιήσεις: «Ένας φοβερός αστερισμός ανέβηκε από το βουνό», «η φωνή του ασκώθηκε επίσημη»

Αντίθεση: στοχαστική ηρεμία συγγραφέα – πάθος, φλόγα, ζωική ορμή του Ζορμπά

15.Στοιχεία Ρεαλισμού στο μυθιστόρημα

Βασικά χαρακτηριστικά ρεαλισμού:

α) δείχνει μια τάση προς την αντικειμενικότητα

Page 8: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

β) αφήνει τα γεγονότα να μιλήσουν μόνα του

γ) παρουσιάζει κοινές εμπειρίες και

δ) επιλέγει κοινά θέματα.

16. Παράλληλα κείμενα

1ο Παράλληλο κείμενο: «Ασκητική» (απόσπασμα), του ίδιου συγγραφέα

Αποχαιρέτα τα πάντα κάθε στιγμή. Στύλωνε τη ματιά σου αργά, παθητικά στο καθετί και λέγε:

Ποτέ πια!

Αγνάντευε γύρα σου: Όλα τούτα τα κορμιά που κοιτάς θα σαπίσουν. Σωτηρία δεν υπάρχει. Κοίταξε: Ζούνε, δουλεύουν, αγαπούν, ελπίζουν. Κοίταξε πάλι: Τίποτα δεν υπάρχει!

Ανεβαίνουν από τα χώματα οι γενεές των ανθρώπων και ξαναπέφτουν πάλι στα χώματα. Σωριάζεται, πληθαίνει, ανεβαίνει ως τον ουρανό η αρετή κι η προσπάθεια του ανθρώπου.

Που πάμε; Μη ρωτάς! Ανέβαινε, κατέβαινε. Δεν υπάρχει αρχή, δεν υπάρχει τέλος. Υπάρχει η τωρινή τούτη στιγμή, γιομάτη πίκρα, γιομάτη γλύκα, και τη χαίρουμαι όλη. Καλή είναι η ζωή, καλός ο θάνατος, η Γης στρογγυλή και στερεή, σα στήθος γυναικός στις

πολυκάτεχες παλάμες μου. Νίκος Καζαντζάκης, «Ασκητική»

"Σταμάτησα. Ήθελα να πω: «Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η ποίηση», μα ο Ζορμπάς δε θα καταλάβαινε και σώπασα.

-Τι αρχίζει; ρώτησε ο Ζορμπάς με λαχτάρα. Γιατί σταμάτησες; -...Αρχίζει ο μεγάλος κίντυνος, Ζορμπά, είπα. Άλλοι ζαλίζουνται και παραμιλούν, άλλοι μοχτούν να βρουν μιαν απάντηση, που να τους στυλώνει την καρδιά και λένε: "Θεός". Άλλοι κοιτάζουν από

την άκρα του φύλλου το γκρεμό ήσυχα, παλικαρίσια και λένε: «Μου αρέσει». Ο Ζορμπάς συλλογίστηκε κάμποση ώρα∙ βασανίζουνταν να καταλάβει.

-Εγώ, είπε τέλος, κοιτάζω κάθε στιγμή το θάνατο, τον κοιτάζω και δεν φοβούμαι. Όμως και ποτέ, ποτέ δε λέω: Μου αρέσει. Όχι, δε μου αρέσει καθόλου! Δεν είμαι λεύτερος; Δεν υπογράφω! Σώπασε, μα γρήγορα φώναξε πάλι:

-Όχι, δε θ' απλώσω εγώ στο χάρο το λαιμό μου σαν αρνί και να του πω: «σφάξε με, αγά μου, ν' αγιάσω!»

Δε μιλούσα. Στράφηκε, με κοίταξε ο Ζορμπάς θυμωμένος. -Δεν είμαι λεύτερος; ξαναφώναξε. Δε μιλούσα. Να λες «Ναι»! στην ανάγκη, να μετουσιώνεις το αναπόφευγο σε δικιά σου ελεύθερη

βούληση -αυτός, ίσως, είναι ο μόνος ανθρώπινος δρόμος της λύτρωσης. Το 'ξερα, και γι αυτό δε μιλούσα."

Νίκος Καζαντζάκης, «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»

Ερώτηση: Πώς αντιμετωπίζει ο Καζαντζάκης το θάνατο στα δύο κείμενά του;

2ο Παράλληλο κείμενο:

Κωστής Παλαμάς, [Σαν των Φαιάκων το καράβι…](1895)

Σαν των Φαιάκων το καράβι η Φαντασία

χωρίς να την βοηθάν πανιά και λαμνοκόποι κυλάει...κι είναι στα βάθη της ψυχής μου τόποι πανάρχαιοι κι ασάλευτοι σαν την Ασία

Page 9: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

Πεντάγνωμοι κι απόκοτοι σαν την Ευρώπη σα μαύρη γη Αφρική με σφίγγει η απελπισία

κρατώ μιαν άγρια μέσα μου Πολυνησία και πάντα ένα Κολόμβο παίρνω το κατόπι

Και τα τεράστια της ζωής και τα λιοπύρια

των τροπικών τα γνώρισα

και με των πόλων τυλίχτηκα τα σάβανα

και χίλια μύρια

ταξίδια εμπρός μου ξάνοιξαν τον κόσμο όλο

και τι είμαι; χόρτο ριζωμένο σ' ένα σβόλο

απάνω που ξεφεύγει κι απ' τα κλαδευτήρια.

Ο Παλαμάς στο ένατο αυτό σονέτο των Πατρίδων, απλώνεται σε διάφορες περιοχές του κόσμου -

πατρίδες του κι αυτές, αλλά νοερές- με τις οποίες τον συνδέουν πολλά κοινά. O Παλαμάς δεν

ταξίδεψε ποτέ στο εξωτερικό, αλλά φανατικός βιβλιόφιλος, γνώρισε τον κόσμο κάνοντας πολλά

νοερά ταξίδια μέσα από βιβλία. Παρουσιάζεται εδώ, πέρα από τα στενά εθνικά όρια, σαν ένα

πνεύμα οικουμενικό

Ερώτηση:

Ποιες ομοιότητες παρατηρείτε ανάμεσα στο ποίημα του Κωστή Παλαμά και στο απόσπασμα

από τον «Αλέξη Ζορμπά» του Νίκου Καζαντζάκη όσον αφορά στις φιλοσοφικές αναζητήσεις

που εμπεριέχουν;

Και μία ρήση του συγγραφέα που θα πρέπει να κατανοήσουμε και να ακολουθούμε…

Πάντα , με αγώνα , πολύ σιγά , προχωράει το φως. Το ξέρουμε , και γι αυτό δουλεύουμε με

υπομονή και πείσμα . Ξέρουμε , στο τέλος το φως θα νικήσει .

Ν. Καζαντζάκης

Page 10: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ ΣΤΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ο Νίκος Καζαντζάκης στην «Ασκητική» πραγματεύεται, μεταξύ άλλων, και το σημαντικό θέμα του θανάτου, που απασχολεί πάντοτε τη σκέψη των ανθρώπων, καθώς ο θάνατος αποτελεί το φυσικό

τέλος της ανθρώπινης διαδρομής. Ο θάνατος απειλεί διαρκώς την ύπαρξή μας και μπορεί εν δυνάμει να επέλθει ανά πάσα στιγμή, γεγονός που προκαλεί φόβο σε πολλούς ανθρώπους και τους αδρανοποιεί, ενώ για άλλους λειτουργεί ως κίνητρο και ως μια συνεχής υπενθύμιση πως η ζωή μας

είναι επισφαλής, γι’ αυτό και πρέπει να τη γευόμαστε στην πληρότητά της, τώρα που έχουμε την ευκαιρία.

Ο Καζαντζάκης στην Ασκητική ακολουθεί τη δεύτερη επιλογή, καθώς θεωρεί ότι ο θάνατος είναι δεδομένος και αναπόφευκτος, γι’ αυτό και η μοναδική μας επιλογή είναι να τον αποδεχτούμε και να ζήσουμε το παρόν με ό,τι μας προσφέρει είτε αυτό είναι χαρά είτε λύπη. Ο συγγραφέας δεν

αποζητά μόνο την ευτυχία, μιας και κάτι τέτοιο θα ήταν ουτοπικό, αλλά είναι έτοιμος να γευτεί και τις πίκρες της ζωής, οι οποίες ούτως ή άλλως είναι συνυφασμένες με την ανθρώπινη ύπαρξη. Η σκέψη του Καζαντζάκη είναι σαφής, ο θάνατος είναι η μοναδική κατάληξη για όλους, γι’ αυτό

και το μόνο που έχουμε, το μόνο που μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο είναι το «τώρα», το οποίο θα πρέπει να το χαιρόμαστε και να το απολαμβάνουμε είτε μας έρχεται γεμάτο χαρές είτε

γεμάτο λύπες. Το ίδιο θέμα ο Καζαντζάκης το πραγματεύεται και στο μυθιστόρημά του «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», όπου παρουσιάζει τον ήρωά του να αντιδρά μπροστά στη δήλωση του αφηγητή

ότι κάποιοι άνθρωποι αποδέχονται τη θνητότητά τους και φτάνουν μάλιστα στο σημείο να λένε πως τους αρέσει. Ο Ζορμπάς, κρίνοντας το θέμα από τη δική του οπτική, ισχυρίζεται πως δε φοβάται το

θάνατο, πως είναι πάντοτε έτοιμος να τον αντικρίσει, χωρίς να τον φοβηθεί, αλλά ποτέ δεν θα έφτανε στο σημείο να τον αποδεχτεί και να πει πως του αρέσει η προοπτική του θανάτου του. Ο Ζορμπάς θεωρεί απαράδεκτη τη λογική των ανθρώπων που όχι μόνο δεν τους τρομάζει η ιδέα του

θανάτου, αλλά φροντίζουν κάποτε και να τον επισπεύσουν. Για τον Ζορμπά ο θάνατος είναι βέβαια κάτι που δεν μπορούμε να το αποφύγουμε, αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα πρέπει και να το

επιδιώξουμε: -Όχι, δε θ' απλώσω εγώ στο χάρο το λαιμό μου σαν αρνί και να του πω: «σφάξε με, αγά μου, ν' αγιάσω!» Ο Ζορμπάς εδώ παρερμηνεύει τα λόγια του αφηγητή και θεωρεί πως οι άνθρωποι που μπροστά στη

συνειδητοποίηση της θνητότητάς τους λένε «Μ’ αρέσει», είναι πρόθυμοι να πεθάνουν ακόμη και πρόωρα, χωρίς να αντιλαμβάνεται πως οι άνθρωποι αυτοί απλώς βρίσκουν στην ιδέα του θανάτου

ένα ισχυρό κίνητρο για να ζήσουν ακόμη πληρέστερα τη ζωή τους. Οι άνθρωποι που αποδέχονται θετικά την ιδέα του θανάτου, είναι αυτοί που παρουσιάζονται έτοιμοι να ζήσουν όσο πιο έντονα γίνεται και όχι αυτοί που θα επιδιώξουν να πεθάνουν νωρίτερα απ’ ό,τι πρέπει.

Με τους ανθρώπους αυτούς ταυτίζεται και ο αφηγητής ο οποίος εκφράζει τη σκέψη ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να λένε «Ναι» στην ανάγκη, μετουσιώνοντας το αναπόφευκτο σε δική τους

ελεύθερη βούληση. Με τη σκέψη αυτή ο Καζαντζάκης παρουσιάζει μια δυναμική στάση απέναντι στη ζωή, κατά την οποία οι άνθρωποι δε θα πρέπει να αντικρίζουν μοιρολατρικά την πορεία τους και να αφήνουν το φόβο του θανάτου να τους αδρανοποιεί. Οι άνθρωποι θα πρέπει να θέτουν την

Page 11: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ν.Καζαντζάκη

ελευθερία τους πάνω απ’ όλα, ακόμη κι από το θάνατο, τον οποίο θα πρέπει να τον περικλείουν στα πλαίσια της προσωπικής τους βούλησης, όχι ως κάτι το αναπόφευκτο, αλλά ως απόρροια μιας δικής τους επιλογής. Το τέλος της ζωής θα φτάσει όχι γιατί έτσι πρέπει, αλλά γιατί ο άνθρωπος θα έχει

εξαντλήσει τις δυνάμεις του, θα έχει απολαύσει κάθε στιγμή της ζωής του, φτάνοντας ο ίδιος στο τέλος του, μη έχοντας πια άλλες δυνάμεις για να δοθεί στη ζωή. Ο θάνατος για τον Καζαντζάκη

δεν είναι μια κατάληξη στην οποία φτάνουμε μοιρολατρικά και αδρανείς, ο θάνατος είναι το τέλος στο οποίο οδηγούμαστε αφού πρώτα ζήσουμε τη ζωή μας όσο πληρέστερα μπορούμε.