ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

24
ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΘΗΤΡΙΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΛΕΝΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α1 ΤΟΥ 5 ΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ ΟΜΑΔΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ Ο Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) του οποίου παραδόξως δεν υπάρχει γνωστό σωζόμενο πορτραίτο αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές. Η νεοκλασικιστική του παιδεία και η ρομαντική του ψυχοσύνθεση συμπλέκουν στην ποίηση του το δραματικό με το ειδυλλιακό, το παγανιστικό με το χριστιανικό, τα αρχαιοελληνικά πρότυπα με την σύγχρονη επαναστατική επικαιρότητα, τον πουριτανισμό με τον λανθάνοντα ερωτισμό, την αυστηρότητα, τη μελαγχολία, την κλασικιστική φόρμα με το ρομαντικό περιεχόμενο,

Transcript of ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

Page 1: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΘΗΤΡΙΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΛΕΝΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α1 ΤΟΥ 5ΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ

ΟΜΑΔΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

Ο Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) του οποίου παραδόξως δεν υπάρχει γνωστό σωζόμενο πορτραίτο αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές. Η νεοκλασικιστική του παιδεία και η ρομαντική του ψυχοσύνθεση συμπλέκουν στην ποίηση του το δραματικό με το ειδυλλιακό, το παγανιστικό με το χριστιανικό, τα αρχαιοελληνικά πρότυπα με την σύγχρονη επαναστατική επικαιρότητα, τον πουριτανισμό με τον λανθάνοντα ερωτισμό, την αυστηρότητα, τη μελαγχολία, την κλασικιστική φόρμα με το ρομαντικό περιεχόμενο, σύζευξη που είναι ορατή ακόμη και στη γλώσσα (αρχαΐζουσα με βάση δημοτική) και στη μετρική (αρχαϊκή στροφή και μέτρο που συχνά δημιουργεί, σε δεύτερο επίπεδο, δεκαπεντασύλλαβους).Σύγχρονος του Σολωμού, γεννήθηκε το 1792 στη Ζάκυνθο από μητέρα αρχοντοπούλα (την Ανδριανή Ρουκάνη) και από πατέρα μικροαστό και τυχοδιώκτη (τον Τζανέτο η Ιωάννη Κάλβο, πρώην ανθυπολοχαγό του βενετικού μισθοφορικού στρατού). Το 1802 ο πατέρας Κάλβος παίρνει τα δύο παιδιά του, τον Ανδρέα και τον κατά δύο χρόνια μικρότερο Νικόλαο, και εγκαταλείπει τη σύζυγο του για να εγκατασταθεί στο Λιβόρνο της Ιταλίας, γεγονός που παρέχει δυνατότητες

Page 2: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

μόρφωσης στον Κάλβο, ο οποίος, φιλομαθής καθώς είναι, πραγματοποιεί τις πρώτες επαφές του με τα ελληνικά γράμματα και την κλασική ελληνική και λατινική αρχαιότητα.Στο Λιβόρνο γράφει ο Κάλβος και το πρώτο του έργο, τον Ύμνο στον Ναπολέοντα, κείμενο προτρεπτικό αντιπολεμικό, που αργότερα αποκηρύσσει (κι έτσι γνωρίζουμε την ύπαρξη του, μιας που το ίδιο δεν σώζεται). Τον ίδιο χρόνο πηγαίνει για λίγους μήνες στην Πίζα, όπου εργάζεται ως γραμματέας και αμέσως μετά πηγαίνει στη Φλωρεντία, κέντρο τότε της πνευματικής ζωής και δημιουργίας. Τα δυο παιδιά μεγαλώνουν χωρίς οικογενειακή θαλπωρή. Η μητέρα χάνει τα ίχνη των παιδιών της και ο πατέρας εγκαταλείπει τα παιδιά, ταξιδεύοντας για τις δουλειές του. Το 1812 σημαδεύεται από τον θάνατο του πατέρα του και την ακόμη μεγαλύτερη οικονομική κάμψη που γνωρίζει αλλά παράλληλα και από την γνωριμία του με τον Ugo Foscolo, τον πιο τιμημένο Ιταλό ποιητή και λόγιο της εποχής. Ο Foscolo θα γίνει δάσκαλος, καθοδηγητής και μυητής του Κάλβου στον νεοκλασικισμό, στα αρχαϊκά πρότυπα, και στον πολιτικό φιλελευθερισμό. Το 1813 ο Κάλβος, και υπό την σκιά του Foscolo, γράφει στα ιταλικά τις τρεις τραγωδίες: Θηραμένης, Δαναΐδες και Ιππίας. Επιπλέον ολοκληρώνει τέσσερις δραματικούς μονολόγους, σύμφωνα με τις νεοκλασικιστικές επιταγές. Ο Foscolo αυτοεξορίζεται στο τέλος του 1813 στη Ζυρίχη για να αποφύγει το αυστριακό καθεστώς. Ο Κάλβος τον ξανασυναντά εκεί το 1816 και την ίδια εποχή πληροφορείται τον θάνατο της μητέρας του, γεγονός που τον συγκλονίζει. Εν τω μεταξύ έχει συνθέσει στα ιταλικά, από το 1814, και την Ωδή εις Ιονίους.Στα τέλη του 1816 οι δύο φίλοι καταφεύγουν στην Αγγλία και η αλληλεπίδραση τους εξακολουθεί μέχρι τον Φεβρουάριο του 1817, όταν ο οξύθυμος και στρυφνός χαρακτήρας αμφοτέρων διαλύει τη φιλία τους. Ο Κάλβος εξασφαλίζει τα προς το ζην παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα κυρίως ιταλικών και σε μικρότερο βαθμό ελληνικών. Μεταξύ 1817 και 1818 μεταφράζει στα νέα ελληνικά το Book of Common Prayer, το κατ' εξοχήν κανονικό βιβλίο της Αγγλικανικής Εκκλησίας, και επιμελείται φιλολογικά την ιταλική μετάφραση για λογαριασμό του εκδότη Bagster. Η νεοελληνική έκδοση θα κυκλοφορήσει το 1820 και η ιταλική το 1821, σε δύο σχήματα. Η πολύγλωττος έκδοση, σε οκτώ γλώσσες, θα τυπωθεί το 1821 σε σχήμα 4ο. Στα 1818-19 δίνει διαλέξεις με θέμα τη σωστή προφορά των αρχαίων, οι οποίες προκαλούν αίσθηση. Συντάσσει και εκδίδει μια Νεοελληνική Γραμματική, μια Μέθοδο Εκμάθησης Ιταλικών σε τέσσερα μέρη (το τρίτο μέρος συνιστούν οι δικές του Danaidi) και ασχολείται με τη σύνταξη ενός αγγλοελληνικού λεξικού.Το Μάιο του 1819, προσχώρησε στο Αγγλικανικό Δόγμα (he had conformed to the Church of England) και παντρεύεται την Τερέζα Τόμας η οποία πεθαίνει (πιθανότατα και η κόρη που είχαν εν τω μεταξύ αποκτήσει) ένα χρόνο αργότερα. Αποτυχημένη είναι και η ταυτόχρονη ερωτική του σχέση με την μαθήτρια του Σούζαν Ριντού. Τότε πιθανολογείται και μια απόπειρα αυτοκτονίας του Κάλβου (περίπου το 1820). Τέλη Ιουλίου του 1820 εγκαταλείπει την Αγγλία.Το 1819 τυπώνει και την πρώτη ελληνόφωνη ωδή του, «Ελπίς Πατρίδος». Το ποίημα θα ανευρεθεί από τον Λεύκιο Ζαφειρίου σχεδόν 200 χρόνια μετά- στην βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης και θα παρουσιαστεί στον τόμο «Ο Βίος και το Έργο του Ανδρέα Κάλβου» (Μεταίχμιο 2006).Τον Σεπτέμβριο του 1820 επιστρέφει στη Φλωρεντία με μια μικρής διάρκειας στάση στο Παρίσι. Εμπλέκεται στο κίνημα των Καρμπονάρων, συλλαμβάνεται και απελαύνεται στις 23 Απριλίου του 1821. Καταφεύγει στη Γενεύη, όπου περιβάλλεται με αγάπη από τον φιλελληνικό κύκλο. Εργάζεται και πάλι ως καθηγητής ξένων γλωσσών, ενώ παράλληλα ασχολείται με την έκδοση ενός χειρογράφου της Ιλιάδας, που όμως δεν πραγματοποιείται. Συγκλονισμένος και συνεπαρμένος από το ξέσπασμα της επανάστασης, εκδίδει το 1824 το πρώτο μέρος του ελληνόγλωσσου -και του μόνου με υψηλή ποιητική αξία- έργου του, τη Λύρα, μια συλλογή 10 ωδών. Οι ωδές του σχεδόν αμέσως μεταφράζονται και στα γαλλικά και βρίσκουν ευνοϊκότατη υποδοχή. Στις αρχές του 1825 ο Κάλβος μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου ένα χρόνο αργότερα δημοσιεύει ακόμη δέκα ωδές, με οικονομική ενίσχυση των φιλελλήνων, τα Λυρικά.Στο τέλος του Ιουλίου του 1826 πηγαίνει στο Ναύπλιο. Απογοητεύεται όμως από την επικρατούσα διχόνοια και από την αδιαφορία για τον ίδιο και το έργο του. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου πηγαίνει στην Κέρκυρα, όπου μέχρι το 1827 διδάσκει στην Ιόνιο Ακαδημία. Ως το 1836, οπότε και επανατοποθετείται στην Ακαδημία, ασχολείται με ιδιαίτερα μαθήματα. Το 1841 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Κερκυραϊκού Γυμνασίου, παραιτείται όμως στο τέλος του χρόνου. Ταυτόχρονα συνεργάζεται με τοπικές εφημερίδες. Με τον Σολωμό, όπως μαρτυρείται,

Page 3: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

«είχε απλή γνωριμία».Τον Νοέμβριο του 1852 ο Κάλβος αφήνει την Κέρκυρα και επιστρέφει στην Αγγλία. Ένα χρόνο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1853 παντρεύεται με τη Charlotte Wadams, στο παρθεναγωγείο της οποίας στο Λάουθ θα διδάσκει μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο Κάλβος πεθαίνει στις 3 Νοεμβρίου του 1869. Ο τάφος του (και ο τάφος της χήρας του, που πέθανε το 1888) βρίσκεται στο νεκροταφείο της εκκλησίας της Αγ. Μαργαρίτας στο Κέντιγκτον, κοντά στο Λάουθ.Τα έργα του Κάλβου δέχτηκαν αρκετή κριτική από τις δύο επικρατούσες παρατάξεις διανοουμένων της ελληνικής πραγματικότητας. Οι Φαναριώτες από τη μία και οι Επτανήσιοι από την άλλη, αρνήθηκαν στις Ωδές του το δικαίωμα πολιτογράφησης στον χώρο της ελληνικής ποίησης. Ο Κάλβος γεννήθηκε μεν στη Ζάκυνθο και γύρισε εκεί μετά τη συγγραφή των Ωδών του, αλλά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως Επτανήσιος ποιητής. Δεν ανήκει στη σχολή που παγιωνόταν γύρω από τον Σολωμό και μάλιστα κανένας λόγιος των Επτανήσων δεν τον θεώρησε ποτέ ως Ιόνιο ποιητή. Πολλοί άσκησαν κριτική στη γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο Κάλβος, αν και παραδέχονταν την ποίηση του. Το ίδιο και οι Φαναριώτες. Σ’ αντίθεση με τους Έλληνες λόγιους, ο γαλλικός τύπος παρουσιαζόταν ενθουσιασμένος από τα έργα του Κάλβου, τα οποία κατάφεραν να πείσουν τους ξένους πολύ πιο εύκολα απ' ό,τι τους συμπατριώτες του.Όσο αφορά τη γλώσσα, ο Κάλβος δεν είχε το θάρρος να απορρίψει την καθαρεύουσα ή τη δημοτική. Η γλωσσική πολλαπλότητα της εποχής του περιοριζόταν σε δύο στάσεις που αντιπαρατάσσονταν στις ωδές του. Στη συμβίωση της δημοτικής με την καθαρεύουσα γίνεται διασταύρωση μεταξύ της ζωντανής φωνής της ζωής και του κόσμου των βιβλίων. Γενικότερα, στα έργα του, ο Κάλβος επιχειρούσε να συνδυάσει δύο αντίθετες δυνάμεις, π.χ. το μυθικό στοιχείο και τα σύγχρονα γεγονότα της εποχής του, τον Δία και τον Θεό, τον νεοκλασικισμό και τον ρομαντισμό.Η πρώτη νομιμοποίηση του ποιητή από την ελληνική πλευρά έρχεται από τον Βικέλα και ολοκληρώνεται στην ομιλία του Παλαμά το 1889.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

ΩΔΗ ΔΕΚΑΤΗ .Ο ΩΚΕΑΝΟΣ.

στροφή α΄.Γη των θεών φροντίδα,Eλλάς ηρώων μητέρα,

φίλη, γλυκεία πατρίδα μου

Page 4: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

νύκτα δουλείας σ' εσκέπασε, νύκτα αιώνων. 5

β΄.Oύτω εις το χάος αμέτρητον

των ουρανίων ερήμων,νυκτερινός εξάπλωσεν

έρεβος τα πλατέα πένθιμα εμβόλια. 10

γ΄.Kαι εις την σκοτιάν βαθείαν,εις το απέραντον διάςημα,

τα φώτα σιγαλέακινώνται των αςέρων

λελυπημένα. 15

δ΄.Eχάθηκαν η πόλεις,εχάθηκαν τα δάση,

κ' η θάλασσα κοιμάταικαι τα βουνά· και ο θόρυβος

παύει των ζώντων. 20

ε΄.Eις τα φρικτά βασίλειαομοιάζει του θανάτουη φύσις όλη· εκείθεν

ήχος ποτέ δεν έρχεται ύμνων ή θρήνων. 25

ς΄.Αλλά των μακαρίων

σταύλων ιδού τα ηώακάγκελλα η Ώραι ανοίγουσιν,

ιδού τα ακάμαντα άλογα του Hλίου εκβαίνουν. 30

ζ΄.Xρυσά, φλογώδη, καίουσιτους δρόμους του αέροςτα αμιλλητήρια πέταλα·

τους ουρανούς φωτίζουσι λάμπουσαι η χαίται. 35

η΄.Tώρα εξανοίγει τ' άνθη

Page 5: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

εις τον δροσώδη κόλποντης γης η αυγή· και φαίνονται

τώρα των φιλοπόνων ανδρών τα έργα. 40

θ΄.Tα μυρισμένα χείλητης ημέρας φιλούσι

το αναπαυμένον μέτωποντης οικουμένης· φεύγουσιν

όνειρα, σκότος, 45

ι΄.Ύπνος, σιγή· και πάλιν

τα χωράφια, την θάλασσαν,τον αέρα γεμίζουσι

και τας πόλεις με' κρότον, ποίμνια και λύραι. 50

ια΄.Eις του σπηλαίου το στόμα

ιδού προβαίνει ο μέγαςλέων, τον φοβερόν

λαιμόν τετριχωμένον βρέμων τινάζει. 55

ιβ΄.O αετός αφίνει

τους κρημνούς υψηλούς·κτυπάουσιν η πτέρυγες

τα νέφη, και τον όλυμπον η κλαγγή σχίζει. 60

ιγ΄.Έθλιψε την Eλλάδα

νύκτα πολλών αιώνων,νύκτα μακράς δουλείας,

αισχύνη ανδρών, ή θέλημα των αθανάτων. 65

ιδ΄.H χώρα τότε εφαίνετο

ναός ηριπομένος,όπου οι ψαλμοί σιγάουσι

και του κισσού τα ατρέμητα φύλλα κοιμώνται. 70

Page 6: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ιε΄.Ωσάν επί την άπειρον

θάλασσαν των ονείρων,ολίγαι, απηλπισμέναι

ψυχαί νεκρών διαβαίνουσι με' δίχως βίαν· 75

ις΄.Oύτως από του Άθωνος

τα δένδρα, έως τους βράχουςτης Kυθήρας, κυλίουσατην άμαξαν βραδείαν,

ουρανοδρόμον· 80

ιζ΄.H τρίμορφος Eκάτηεθεώρει τα πλοία,

εις του Αιγαίου τους κόλπουςλάμνοντα αδόξως, φεύγοντα

διασκορπισμένα. 85

ιη΄.Συ τότε, ω λαμπροτάτηκόρη Διός, του κόσμου

μόνη παρηγορία,την γην μου συ ενθυμήθηκες ω Eλευθερία. 90

ιθ΄.Ήλθ' η θεά· κατέβη

εις τα παραθαλάσσιακλειτά της Xίου· τας χείραςάπλωσ' ορθή, και κλαίουσα λέγει τοιάδε· 95

κ΄.Ωκεανέ, πατέρα

των χορών αθανάτων,άκουσον την φωνήν μου,

και της ψυχής μου τέλεσον τον μέγαν πόθον. 100

κα΄.Ένδοξον θρόνον είχον

εις την Eλλάδα· τύραννοιπρο πολλού τον κρατούσι,

σήμερον συ βοήθησον,

Page 7: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

δος μου τον θρόνον. 105

κβ΄.Όταν τους ανοήτους

φεύγω θνητούς, με δέχονταιη πατρικαί σου αγκάλαι·

η ελπίς μου εις την αγάπην σου στηρίζεται όλη. 110

κγ΄.Eίπε· κ' ευθύς επάνω

εις τας ροάς εχύθητου Ωκεανού, φωτίζουσατα νώτα υγρά και θεία,

πρόφαντος λάμψις. 115

κδ΄.Αστράπτουσι τα κύματα

ως οι ουρανοί, και ανέφελος,ξάστερος φέγγει ο ήλιος

και τα πολλά νησία δείχνει του Αιγαίου. 120

κε΄.Πρόσεχε τώρα· ως άνεμοςσφοδρός μέσα εις τα δάση,

ο αλαλαγμός σηκώνεται·άκουε των πλεόντων

το έια μάλα. 125

κς΄.Σχισμένη υπό μυρίας

πρώρας αφρίζει η θάλασσα,τα πτερωμένα αδράχτιαελεύθερα εξαπλώνονται

εις τον αέρα. 130

κζ΄.Eπί την λίμνην ούτωςαυγερινά πετάουσι

τα πλήθη των μελίσσωνόταν γλυκύ του έαρος

φυσάη το πνεύμα· 135

.Eπί την άμμον ούτω

περιπατούν οι λέοντες

Page 8: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ζητούντες τα κοπάδια,την θέρμην των ονύχων

έαν αισθανθώσιν· 140

κθ΄.Oύτως εάν την δύναμιν

ακούσουν των πτερύγωνοι αετοί, το κτύπημα

των βροντών υπερήφανοι καταφρονούσι. 145

λ΄.Πεφιλημένα θρέμματα

Ωκεανού, γενναίακαι της Eλλάδος γνήσιατέκνα, και πρωτοστάται

Eλευθερίας· 150

λα΄.Xαίρετε σεις καυχήματα

των θαυμασίων (Σπετζίας,Ύδρας, Ψαρών,) σκοπέλων,

όπου ποτέ δεν άραξε φόβος κινδύνου. 155

λβ΄.Kατευοδοίτε! ― Oρμήσατε

τα συναγμένα πλοίαω ανδρείοι· σκορπίσατετον στόλον, κατακαύσατε

στόλον βαρβάρων. 160

λγ΄.Tα δειλά των εχθρών σαςπλήθη καταφρονήσατε·

την κόμην πάντα ο θρίαμβοςστέφει των υπέρ πάτρης

κινδυνευόντων. 165

λδ΄.Ω επουράνιος χείρα!

σε βλέπω κυβερνούσαντα τρομερά πηδάλια,

και των ηρώων η πρώραι ιδού πετάουν. 170

λε΄.

Page 9: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

Iδού κροτούν, συντρίβουσιτους πύργους θαλασσίουςεχθρών απείρων· σκάφη,ναύτας, ιστία, κατάρτια

η φλόγα τρώγει· 175

λς΄.Kαι καταπίνει η θάλασσα

τα λείψανα· την νίκηνύψωσ', ω λύρα· αν ήρωες

δοξάζονται, το θείον φιλεί τους ύμνους. 180

λζ΄.Ωθωμανέ υπερήφανε

πού είσαι; νέον στόλονφέρε, ω μωρέ, και σύναξε·νέαν δάφνην οι Έλληνες

θέλουν αρπάξειν. 185

ΩΔΗ ΔΕΚΑΤΗ.ΕΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ.

στροφή α΄. Δυστυχησμένα πλάσματα

της πλέον δυστυχησμένηςφύσεως, τελειώνομεν

ένα θρήνον και εις άλλον πέφτομεν πάλιν. 5

β΄. Hμείς κατεδικάσθημεν

άθλιοι, κοπιασμένοι,πάντα 'να κατατρέχωμεν,αλλά ποτέ δεν φθάνομεν

την ευτυχίαν. 10

γ΄. Ίσως (αν δεν με τρέφηματαία ελπίς) ευρίσκεται

μετά τον θάνατόν μουγλυκυτέρα ζωή

και με προσμένει. 15

δ΄. Όμως, διατί έαν έσπειρεπαντού εις την οικουμένην

Page 10: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

την χαράν με' την θλίψιντου επουρανίου πατρός

το δίκαιον χέρι· 20

ε΄. Διατί κ' εδώ όπου μ' έρριψεν

εις την αέριον σφαίραν,μίαν 'να μην εύρω τρέχουσαν

δια με, μόνην μίαν βρύσιν παρηγορίας; 25

ς΄. Bρύσιν! ― Kαι τα θαυμάσια

της Αρετής αένναανερά δεν βλέπω; Xύνονταιποταμηδόν τρυγύρω μου,

την γην σκεπάζουν. 30

ζ΄. Ω θνητοί, ποτισθήτε.

Έαν το θείον πίετερεύμα, ο πόνος με' δάκρυα

την τράπεζαν, το στρώμα σας ας βρέξη τότε. 35

η΄. Ας έλθη τότε, ας έλθη'να σας περικυκλώση

με' σκοτεινά, βρονταία,πεπυκνωμένα σύννεφα

η δυστυχία. 40

θ΄. Mία δύναμις ουράνιοςεις την ψυχήν σας δίδει

πτερά ελαφρά, και υψώνεταιλαμπρόν το μέτωπόν σας

υπέρ την νύκτα. 45

ι΄. Από τα ολύμπια δώματα

δροσερόν καταβαίνειχαράς, ελαίου φύσημα,

και στεγνώνει τα δάκρυα· τον ίδρωτά σας. 50

ια΄.

Page 11: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

Eκεί όπου επατήσατειδού οι καρποί φυτρώνουν,

και τ' άνθη ιδού σκορπίζουσιτα κύματα ευτυχή

της μυρωδίας. 55

ιβ΄. Tης Φιλίας η Xάριτες,

και του Yμεναίου, συμπλέκουσιχορών πλουσίους στεφάνους·βωμόν έχουν τον θρόνον σας

και τον δοξάζουν. 60

ιγ΄. Αν εις δικαίους έλθητεπολέμους, ή ένα μνήμα,μνήμα τίμιον ευρίσκετε,

ή των θριάμβων τ' άσματα, και τα κλωνάρια. 65

ιδ΄. Tα πολύχρυσα πέπλα,και τ' αρώματα ο Πλούτος,γλυκύ η Σοφία το φίλημα

σας χαρίζει έαν ήναι με σας η ειρήνη. 70

ιε΄. Ω Αρετή! πολύτιμοςθεά, συ ηγάπας πάλαι

τον Kιθαιρώνα, σήμεροντην γην μη παραιτήσης,

την πατρικήν μου. 75

Page 12: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΩΔΗ ΕΚΤΗ. ΑΙ ΕΥΧΑΙ.

στροφή α΄. Tης θαλάσσης καλήτερα

φουσκωμένα τα κύματα'να πνίξουν την πατρίδα μου

ωσάν απελπισμένην, έρημον βάρκαν. 5

β΄. 'Σ την στεριάν, 'σ τα νησία

καλήτερα μίαν φλόγα'να ιδώ παντού χυμένην,

τρώγουσαν πόλεις, δάση, λαούς και ελπίδας. 10

γ΄. Kαλήτερα, καλήτερα

διασκορπισμένοι οι Έλληνες'να τρέχωσι τον κόσμον,με εξαπλωμένην χείρα

ψωμοζητούντες· 15

δ΄. Παρά προστάτας 'νάχωμεν.

Mε ποτέ δεν εθάμβωσανπλούτη ή μεγάλα ονόματα,

με ποτέ δεν εθάμβωσαν σκήπτρων ακτίνες. 20

ε΄. Αν οπόταν πεθαίνη

πονηρός βασιλεύςέσβυν' η νύκτα έν' άστρον,

Page 13: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ήθελον μείνει ολίγα ουράνια φώτα. 25

ς΄. Tο χέρι οπού προσφέρετε

ως προστασίας σημείονεις ξένον έθνος, έπνιξε

και πνίγει τους λαούς σας, πάλαι, και ακόμα. 30

ζ΄. Πόσοι πατέρες δίδουσιν,

όχι ψωμί, φιλήματα'ς τα πεινασμένα τέκνα τους,εν ω λάμπουν 'ς τα χείλη σας

χρυσά ποτήρια! 35

η΄. Όταν υπό τα σκήπτρά σας

νέους λαούς καλείτε,νέους ιδρώτας θέλετε

εσείς δια 'να πληρώσητε πλουσιοπαρόχως, 40

θ΄. Tα ξίφη οπού φυλάγουσιτα τρέμοντα βασίλεια σας,τα ξίφη οπού τρομάζουσιτην αρετήν, και σφάζουσι

τους λειτουργούς της. 45

ι΄. Θέλετε θησαυρούς

πολλούς δια 'ναγοράσητεκρότους χειρών και επαίνους,

και τ' άπιστον θυμίαμα της κολακείας. 50

ια΄. Hμείς δια τον σταυρόνανδρείως υπερμαχόμεθα

και σεις εβοηθήσατεκρυφά τους πολεμούντας

σταυρόν και αλήθειαν. 55

ιβ΄. Δια 'να θεμελιώσητε

Page 14: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

την τυραννίαν τιμάτετον σταυρόν εις τας πόλεις σας,

και αυτόν επολεμήσατε εις την Eλλάδα. 60

ιγ΄. Kαι τώρα εις προστασίαν μας

τα χέρια σας απλόνετε!τραβήξετέ τα οπίσω·

βλέπει ο θεός και αστράπτει δια τους πανούργους. 65

ιδ΄. Όταν το δένδρον νέον

εβασάνιζον οι άνεμοι,τότε βοήθειαν ήθελεν,

ενδυναμώθη τώρα φθάνει η ισχύς του. 70

ιε΄. Tο ξίφος σφίγξατ' Έλληνες ―

τα ομμάτια σας σηκώσατε ―ιδού ― εις τους ουρανούς

προστάτης ο θεός μόνος σάς είναι. 75

ις΄. Kαι αν ο θεός και τ' άρματα

μας λείψωσι, καλήτεραπάλιν 'να χρεμετήσωσι

'ς τον Kυθερώνα Tούρκων άγριαι φοράδες. 80

ιζ΄. Παρά.... Αι, όσον είναι

τυφλή και σκληροτέραη τυραννίς, τοσούτονταχυτέρως ανοίγονται

σωτήριοι θύραι. 85

ιη΄. Δεν με θαμβόνει πάθος

κανένα· εγώ την λύρανκτυπάω, και ολόρθος στέκομαι

σιμά εις του μνήματός μου τ' ανοικτόν στόμα. 90

Page 15: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΩΔΗ ΕΒΔΟΜΗΤΟ. ΤΟ ΦΑΣΜΑ.

στροφή α ΄. Tο πνεύμα μου σκοτίζεται·

η γη υπό τα ποδάρια μουγέρνει· αθελήτως τρέχωωσάν από μίαν ράχην

βουνού, εις λαγγάδι. 5

β΄. Mε σέρνει η τύχη. Ω, πόση

νύκτα εμαζώχθη αυτούθεκαι φόβος, όπου πέφτοντας

εμβαίνω· σπήλαιον είναι ή χάσμα του άδου; 10

γ΄. Eλύθησαν οι άνεμοι·

σφοδροί, σφοδροί εδώ μέσαως φουσκωμένα, χύνονται,

ποτάμια από πολλά χειμέρια νέφη. 15

δ΄. 'Σ τον θόρυβον σηκόνονται,φωναί συχναί και ασήμαντοι,ως μακράν εις την θάλασσαν

στεναγμοί πνιγομένων μυρίων ανθρώπων. 20

ε΄. Bλέπω, βαθιά, μίαν σπίθα·

πλησιάζει· μεγαλόνεται·ωσάν κύκλος αμέτρητος,ως πέλαγος φλογώδες

εμπρός μου απλώθη. 25

ς΄.Eλεεινά ναυάγια

πλέουσιν αυτού. Mεγάλονκορμί νεοσπαραγμένον

περνάει, και ως σώμα φαίνεται

Page 16: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

μίας βασιλίσσης. 30

ζ΄. Ω Eλλάς!... ―Iδού χιλιάδεςπαιδιών έτι εις τα σπάργαναπερνάουν, κ' εις κάθε στήθος

ένα μαχαίρι στέκεται καταχωσμένον. 35

η΄. Kοράσια, ιδού, μητέρες

περνάουν. Έλαμπον πρώτατα πλήθη αυτών σαν άστρα·

εχαίροντο, και τ' άρπαξε θανάσιμη ώρα. 40

θ΄. Έχουσι των στεφάνων τους

μαδημένα τα ρόδα,γυμνά τ' άσπρα βυζία τους,

μιασμένα από τα χείλη αγρίων βαρβάρων. 45

ι΄. Nα, και οι σωροί περνάουσι

των μαχίμων ανθρώπων,ένδοξοι ναύται, αείμνηστοι,

ανδρείοι στρατιώται κ' ήμερος όχλος. 50

ια΄. Mαταίως το ακονισμένον

εγύμνωσαν σπαθί τους·δάφνας ματαίως εμάζωξαν·

πάσαν ελπίδα ο άνεμος έξαφνα επήρε. 55

ιβ΄. Έρημη τώρα η θάλασσαείναι· και ιδού μακρόθεν,ως νέφη εις τον ορίζοντα

εσπερινόν, 'ξανοίγω γην και νησία. 60

ιγ΄. Eγκρημνισμέναι πόλεις

φαίνονται αυτού, και λείψανα

Page 17: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

πύργων, ναών, χωρίων·άροτρα, βάρκες και άρματα ημελημένα. 65

ιδ΄. Zώντα δεν βλέπω· ούτ' άφησε

καν ένα η σκληρά τύχηεπάνω εις τέτοιον θέατρον,

τ' έθνους 'να κλαίη την άωρον τρισάθλιον μοίραν. 70

ιε΄. Mεγάλη, τρομερή,

με' τα πτερά απλωμένα,καθώς αετός ακίνητος,

κρέμεται 'ς τον αέρα 'ψηλά η Διχόνοια. 75

ις΄. "Eγώ," φωνάζει, "εγώ

"από τον κόσμον έσβυσα"ένα λαόν· και ταύτην

"την γην εξολοθρεύσασα "τώρα εορτάζω." 80

ιζ΄. Oύτως ειπούσα η δύσφημος,

χύνει, από δύο ποτήριααίμα και πορφυρίζονται

πάντες οι ουράνιοι κάμποι, η γη και η νήσοι. 85

ιη΄. Eλύθη, ελύθη ως όνειρον

το φάσμα. Kαθαρώτατοςο αέρας καταβαίνει

και δροσίζει τα χείλη μου και την ψυχήν μου. 90

ιθ΄. Ω Eλλάς! ― ω πατρίς μου!

ελπίδων γλυκυτάτωνμήτηρ! σε βλέπω ακόμαζώσαν και μαχομένην,

και αναλαμβάνω. 95

κ΄.

Page 18: ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

Φύγε, φύγε τον κίνδυνον,δια τον σταυρόν που πλύνειςμε' τ' αίμα σου· δια τ' όνοματης ιεράς των τέκνων σου

ελευθερίας. 100

κα΄. Έως σήμερον σε ωφέλησαν

του νοός η θεόπνευστοςφλόγα, και τα μεγάλα,

ανέλπιστα, αναρίθμητα έργα, και η δύναμις. 105

κβ΄. Αλλ' έφθασεν η ημέρακινδύνου· η δοξασμένηδάφνη της κεφαλής σου

τρέμει· κ' ο εχθρός προσέχει 'να την αρπάξη. 110

κγ΄. Mάθε ότι εις τους χορούςτων πολέμων, ως έσωσενη ανδρεία τον στρατιώτην,ούτω εις αυτούς η ομόνοια

σόνει τα έθνη. 115