Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

6

Click here to load reader

Transcript of Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

Page 1: Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

1

5Ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ

ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

ΜΙΧΑΗΛ ΜΟΥΚΑ

Α’ ΛΥΚΕΙΟΥ

Επιμέλεια φιλολόγου

Σχωρτσιανίτη Σταυρούλας

Ιανουάριος 2014

ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΟ ΤΗΣ

ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΜΟΥΤΖΑΝ-ΜΑΡΤΙΝΕΓΚΟΥ

Ζάκυνθος

Page 2: Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

2

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΟ ΤΗΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΜΟΥΤΖΑΝ-ΜΑΡΤΙΝΕΓΚΟΥ

(1801-1832)

Α. Σύντομο βιογραφικό

H Ελληνίδα λογοτέχνης, Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου1, γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1801 στη

Ζάκυνθο. Γονείς της ήταν ο Φραγκίσκος Μουτζάν και η Αγγελική Σιγούρου, που προέρχονταν από

δύο από τις παλιότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Ζακύνθου.

Από πολύ μικρή η Μουτζάν είχε ιδιαίτερη κλίση στη μάθηση και με προσωπική μελέτη έμαθε αρχαία

ελληνικά, ιταλικά και γαλλικά. Ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και ήταν από τις πρώτες Ελληνίδες

συγγραφείς.

Προσωπογραφίεςτης Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου

Β.-Έργα που την απεικονίζουν

Το σπουδαιότερο έργο της ήταν η «αυτοβιογραφία της». Επίσης, έγραψε πάνω από 15 θεατρικά

έργα και συνέθεσε κάποια ποιήματα στα ελληνικά και στα ιταλικά, ενώ μετέφρασε στα ιταλικά, έργα

από την αρχαία ελληνική γραμματεία.

Από τα έργα της αυτά έχουν σωθεί μία κωμωδία με τίτλο «Φιλάργυρος», ο πρόλογος μιας

πραγματείας «Περί Οικονομίας», τα ποιήματα «Ωδή εις το πάθος του Ιησού Χριστού και Εις την

Θεοτόκον» και αποσπάσματα μεταφράσεων από τον «Προμηθέα Δεσμώτη», την «Οδύσσεια» και

τις «ικέτιδες».

Η αυτοβιογραφία της, που πρωτοεκδόθηκε το 1881, αποτελεί το πρώτο σημαντικό δείγμα

γυναικείας γραφής και συνεισφοράς στη νεοελληνική γραμματεία. Το έργο της αυτό περιέγραφε

όχι μόνο τη δική της εμπειρία και ζωή, αλλά μέσα απ’ αυτή και την ζωή των υπολοίπων γυναικών

που έζησαν τον 19ο αιώνα κάτω από την ανδρική κηδεμονία, με τη σκληρότητα και τους γνωστούς

περιορισμούς της ελευθερίας που άγγιζαν τα όρια της δουλείας.

Προσωπογραφία της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου

1 Πηγή: Βικιπαίδεια - ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Page 3: Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

3

Ο χαρακτήρας της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου:

Ήταν μια πολύ ευαίσθητη χριστιανική ψυχή που αγαπούσε με θέρμη την πατρίδα της. Τη διέκρινε ο

αλτρουισμός και η αλληλεγγύη. Ήταν κοινωνικός άνθρωπος και ιδιαίτερα έξυπνη γυναίκα που της

άρεσε η διασκέδαση, ο περίπατος και η κοινωνική συναναστροφή με τους άλλους ανθρώπους.

Θα λέγαμε ότι σκεφτόταν πολύ πιο μπροστά από την εποχή της γιατί διέθετε ικανότητα διείσδυσης

στα δεδομένα και τα γεγονότα, στοιχείο που λειτούργησε μεν θετικά στο συγγραφικό της έργο,

αλλά και αρνητικά, συνάμα, στο χαρακτήρα της, επειδή αντιλαμβάνονταν πάρα πολύ καλά την

ανάγκη να κατακτήσει την αναγνώριση και την καταξίωση ώστε, να βελτιωθεί η ζωή της. Αυτό ήταν

που την οδηγούσε στη θλίψη γιατί δεν μπορούσε να ανεχτεί τη υποβαθμισμένη κοινωνική θέση της

γυναίκας μέσα στη συντηρητική κοινωνία της καταπίεσης και της περιφρόνησης, που βίωναν οι

γυναίκες της Ζακύνθου.

Αυτό φαίνεται καθαρά μέσα στην αυτοβιογραφία της, στην οποία εντοπίσαμε τη λαχτάρα της για

μια έντονη κοινωνική ζωή , όχι μόνο για την ίδια αλλά και για τις άλλες γυναίκες.

«Κοιτώντας τους 4 τοίχους του δωματίου της που την κρατούσαν «φυλακισμένη» και τα μακριά

φορέματα που ήταν υποχρεωμένη να φοράει στο πλαίσιο μιας έντονα συντηρητικής κοινωνίας,

όπως εκείνη της Ζακύνθου, συνειδητοποίησε την πραγματικότητα και έπεσε σε μελαγχολία. Η ίδια,

δεν ήθελε το γάμο από το φόβο της ανδρικής κακομεταχείρισης που οδηγούσε σε μόνιμη σκλαβιά,

μέσα στο σπίτι, χωρίς διασκέδαση, δυνατότητα εκκλησιασμού, περιπάτου ή άλλη κοινωνική επαφή

με ανθρώπους και χωρίς την παραμικρή ελπίδα να αλλάξει η ζωή της.

Συνεχώς ρωτούσε νοερά τον εαυτό της: Πως είναι δυνατόν να πεθάνω χωρίς να εκπληρώσω το

σκοπό για τον οποίο ο θεός με έφερε στον κόσμο;, ενώ παράλληλα οραματίζονταν μια ζωή

ευτυχισμένη και ενάρετη που δεν μπορούσε να κατακτήσει…

Να τονίσουμε, ότι οι συνθήκες αυτής της ιδιότυπης σκληρότητας και σκλαβιάς αφορούσαν το

σύνολο του γυναικείου πληθυσμού της Ζακύνθου, χωρίς εξαίρεση. Οι γυναίκες εκεί, υπέφεραν εξ

ίσου με την Ελισάβετ Μαρτινέγκου και οι περισσότερες βυθίζονταν, αργά και βασανιστικά, στη

μελαγχολία.

Αυτές οι στενάχωρες σκέψεις έφεραν τη συγγραφέα σε απόγνωση με αποτέλεσμα να αποφασίσει

ότι θα ήταν καλύτερα να πάει να ζήσει σε μοναστήρι παρά να ζει μέσα σε μια οικογενειακή ιδιότυπη

σκλαβιά, προϊόν ενός ανεπιθύμητου γι’ αυτήν γάμου. Ο αδελφός της και ο θείος της, στους

οποίους εμπιστεύτηκε τη σκέψη της αυτή την αποπήραν κι έτσι κλείστηκε στο σπίτι της. Μπροστά σε

τέτοια αδιέξοδα, αποφάσισε να φύγει κρυφά από το νησί, αλλά αφού απέτυχε, επέστρεψε ξανά και

αναγκάστηκε να παντρευτεί (καλοκαίρι του 1831) τον Νικόλαο Μαρτινέγκο ο οποίος απαίτησε και

πήρε μεγάλη προίκα, όπως άλλωστε συνηθίζονταν εκείνη την εποχή.

Πορτρέτο της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου

Page 4: Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

4

Γ.- Αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία της:

Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου, «Αυτοβιογραφία»

Απόσπασμα Α΄από τη σελίδα 37:

«Εις τούτον τον καιρόν, δηλαδή τη 25 Μαρτίου 1821, την ηµέραν του Ευαγγελισµού, έρχεται ο ποτέ

διδάσκαλός µου Θεοδόσιος ∆ηµάδης, και µας κάµνει γνωστόν µε πολλήν του χαράν πως οι

Γραικοί ανήγειραν τα όπλα εναντίον των Οθωµανών, πως η Πάτρα και οι πλησίον της χώρες ήδη

είχον σείσει τον ζυγόν της σκλαβιάς και πως οι επίλοιπες χώρες κατά την συµφωνίαν ίσως, είχαν

τότε καµωµένον το ίδιον, αλλά, ως πλέον µακράν, ακόµη η είδησις δεν ήτον φθασµένη εις την

Ζάκυνθον.

Εγώ εις τα λόγια του άκουσα το αίµα µου να ζεσταίνει, επεθύµησα από καρδίας να ήθελεν ηµπορώ

να ζωστώ άρµατα, επεθύµησα από καρδίας να ήθελε ηµπορώ να τρέξω διά να δώσω βοήθειαν εις

ανθρώπους, όπου δι’ άλλο –καθώς εφαίνετο– δεν επολεµούσαν, παρά διά θρησκείαν και διά

πατρίδα και διά εκείνην την ποθητήν ελευθερίαν, η οποία, καλώς µεταχειριζόµενη, συνηθά να

προξενεί την αθανασίαν, την δόξαν, την ευτυχίαν των λαών.

Επεθύµησα, είπα από καρδίας, αλλά εκοίταξα τους τοίχους του σπιτιού, όπου µε εκρατούσαν

κλεισµένην, κοίταξα τα µακρά φορέµατα της γυναικείας σκλαβίας και ενθυµήθηκα πως είµαι

γυναίκα, και περιπλέον γυναίκα Ζακυνθία, και αναστέναξα, αλλά δεν έλειψα όµως από το να

παρακαλέσω τον Ουρανόν διά να ήθελε τους βοηθήσει να νικήσουν, και τοιούτης λογής να

αξιωθώ και εγώ η ταλαίπωρος, να ιδώ εις την Ελλάδα επιστρεµµένην την ελευθερίαν και, µαζί µε

αυτήν, επιστρεµµένας εις τας καθέδρας τους τας σεµνάς Μούσας, από τας οποίας η τυραννία

των Τούρκων τόσον και τόσον καιρόν τας εκρατούσε διωγµένας».

Απόσπασμα Β΄από τη σελίδα 38:

«Όχι να υπάγω να ησυχάσω (σ.σ. στο μοναστήρι) –διατί δεν ηθέλησαν οι συγγενείς µου– όχι να

υπανδρευθώ –διατί εγώ δεν ήθελα– έπρεπε λοιπόν να µείνω διά παντός εις το σπίτι. ∆ιά παντός εις

το σπίτι! Α! τούτος ο στοχασµός µε έκαµνε να τροµάζω· εγώ έβλεπα καλά πως τούτο το σπίτι εξ

αποφάσεως ήθελε να µου προξενήσει γλήγορον και κακόν θάνατον. Μέρα και νύκτα κλεισµένη,

χωρίς να δύναµαι να πηγαίνω µήτε εις την εκκλησίαν, µήτε εις περιδιάβασιν, χωρίς να έχω την

παραµικράν ξεφάντωσιν, χωρίς να έχω πλέον ελπίδα διά να αλλάξω ζωήν, χωρίς να ακούω άλλην

οµιλίαν παρά εκείνην του πατρός µου (επειδή ο αδελφός µου και ο θείος µου ή ολίγον ή τίποτε

συνοµιλούσαν µαζί µε εµάς τες γυναίκες), ο οποίος άλλο δεν έκανε, παρά να λέγει τα πλέον

δυστυχισµένα και µελαγχολικά λόγια όπου ποτέ να ειπώθησαν, ήσαν όλα πράγµατα, όπου µου

έδιναν µίαν µεγαλοτάτην θλίψιν και στεναχωρίαν, πάθη οπού γλήγορα εξ αποφάσεως έµελλε να µε

γκρεµνίσουν εις το µνήµα».

Παρατήρηση:

Στο δεύτερο απόσπασμα, αποκαλύπτεται καθαρά η καταπίεση των νέων γυναικών εκείνης της

εποχής στη Ζάκυνθο, όπου ήταν υποχρεωμένες να αποδέχονται τις επιλογές των συγγενών, ακόμα

και για τα απολύτως προσωπικά θέματα όπως είναι «ο έρωτας και ο γάμος».

Επίλογος

Η συνειδητοποίηση του αποκλεισμού της Ελισάβετ Μουτζάν από κάθε δημιουργική ή συλλογική

προσπάθεια, έφτασε στην κορύφωση το δράμα που ζούσε, ενώ, ήδη την βάραινε και η αγωνία για

την τύχη των πνευματικών της δημιουργημάτων τα οποία αγαπούσε σαν παιδιά της.

Θεωρούσε μάλιστα το θάνατό της λιγότερο οδυνηρό από το θάνατο των συγγραμμάτων της και

ο πόθος της ήταν να τα διασώσει δίνοντάς τα σε κάποιον σπουδαίο άνθρωπο που ήξερε να τιμά

και όχι να περιφρονεί τα πνευματικά δημιουργήματα.

Τελικά, η μόνιμη στενοχώρια και η θλίψη, ήταν που την οδήγησαν στο θάνατο, ο οποίος ήρθε γι’

αυτή πολύ νωρίς (σε ηλικία μόλις 31 ετών), στις 9 Νοεμβρίου του 1832, δύο βδομάδες μετά την

γέννηση του γιου της, Ελισαβέτιου, ο οποίος το 1881 εξέδωσε, για πρώτη φορά, τα συγγράμματά

της.

Page 5: Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

5

Ερώτηση Α

Ποιο είναι το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο του κειμένου (να ληφθεί υπόψη ότι η συγγραφέας του,

ανήκει στην Επτανησιακή σχολή).

Απάντηση:

Ιστορικό πλαίσιο:

Η συγγραφέας έζησε σε μια δύσκολη ιστορικά εποχή -αν και η Ζάκυνθος δεν είχε κατακτηθεί από

τους Οθωμανούς- και σε ένα κλίμα όπου ο υπόλοιπος Ελληνισμός στέναζε κάτω από τον

Οθωμανικό ζυγό, ζώντας μέσα στη φτώχεια, τον τρόμο, την καταπίεση, σε απάνθρωπες συνθήκες

δεχόμενος πρωτοφανείς διώξεις, χωρίς καμιά απολύτως ελευθερία ή άλλα δικαιώματα.

Στο άκουσμα της φήμης ότι ξέσπασε η επανάσταση του 1821, η συγγραφέας λαχταρούσε να

ζωστεί με άρματα και να μπει στον αγώνα για να υπερασπίσει τα κοινά ιδανικά των ελλήνων, που

ήταν η θρησκεία, η πατρίδα και η λευτεριά. Ποθούσε όσο τίποτε άλλο την ελευθερία (όχι μόνο τη

δική της κοινωνική ελευθερία, αλλά και των άλλων γυναικών της Ζακύνθου, καθώς και τη λευτεριά

συνολικά του ελληνικού λαού από τον όποιο ζυγό). Πίστευε μάλιστα ότι η ελευθερία, μπορεί να

χαρίσει στους ανθρώπους αθανασία, δόξα και ευτυχία.

Αν και η ελληνική επανάσταση του ‘21 κατάφερε να αποτινάξει τον Οθωμανικό ζυγό και να φέρει

στην Ελλάδα την πολυπόθητη ελευθερία, δεν έφερε ταυτόχρονα και την ελευθερία, που ποθούσαν

οι γυναίκες -από τον ανδρικό ζυγό- ιδιαίτερα στα Επτάνησα, παρά το γεγονός ότι οι Επτανήσιοι

είχαν την ευχέρεια να ταξιδεύουν για εμπορικούς σκοπούς και να αποκτούν πλούτο και κουλτούρα

από τους άλλους Ευρωπαϊκούς λαούς. Ο δημιουργικός άνεμος που έπνεε στη Ζάκυνθο, -λόγω και

του ότι δεν ήταν υποταγμένη στους τούρκους-, δεν ήταν αρκετός για να αλλάξει τη νοοτροπία τους

κι έτσι, οι γυναίκες συνέχιζαν να ζουν μέσα στην καταπίεση και τη βαρβαρότητα του κοινωνικού

κατεστημένου.

Κοινωνικό πλαίσιο:

Οι κοινωνικές συνθήκες ήταν επίσης σκληρές και μερικές φορές απάνθρωπες γιατί στον 19ου

αιώνα και ειδικότερα κατά το χρονικό διάστημα που έζησε η συγγραφέας (από το 1801 μέχρι το

1832) οι γυναίκες ζούσαν περίπου σαν δούλες, μόνο με υποχρεώσεις και χωρίς δικαιώματα. Αν και

γενικά στην Ευρώπη επικρατούσαν ανάλογες συνθήκες ειδικά στα Επτάνησα, επικρατούσε μια

νοσηρή νοοτροπία σε βάρος των γυναικών. Ειδικότερα, για μια νέα γυναίκα, όπως ήταν η Ελισάβετ

Μουτζάν-Μαρτινέγκου, που αναζητούσε την ελευθερία και την έκφραση, αφού τότε οι γυναίκες

ήταν αποκομμένες από κάθε κοινωνική δραστηριότητα και έπρεπε να μένουν κλεισμένες στα σπίτια

τους, μέσα στους 4 τοίχους του δωματίου που τις κρατούσαν «φυλακισμένες». Την εποχή εκείνη,

επικρατούσε περιορισμός των προσωπικών ελευθεριών των γυναικών, με τη μόρφωση να μην

είναι δεδομένη, αλλά ζητούμενο ακόμα και για τις κόρες των εύπορων ή και μορφωμένων

οικογενειών που είχαν την ευχέρεια να ταξιδεύουν συχνά για δουλειές στο εξωτερικό.

Η ενδυμασία τους έπρεπε να είναι υπερβολικά αυστηρή και υποχρεωτική με μακριά φορέματα, στο

πλαίσιο μιας συντηρητικής Ζακυνθινής κοινωνίας.

Ο θεσμός του γάμου ήταν για τις τότε γυναίκες συνώνυμο της σκληρότητας και της καταπίεσης. Ο

φόβος της ανδρικής κακομεταχείρισης που οδηγούσε σε μόνιμη σκλαβιά (μέσα στο σπίτι, χωρίς

διασκέδαση, δυνατότητα εκκλησιασμού, περιπάτου ή άλλης κοινωνικής συναναστροφής και

χωρίς την παραμικρή ελπίδα να αλλάξει η ζωή τους) έκανε τις γυναίκες να απεχθάνονται το γάμο.

Στη διπλανή προσωπογραφία, του Χαράλαμπου Παχή, απεικονίζεται μια

Κερκυραία κόρη με τη θλίψη έντονα ζωγραφισμένη στα μάτια της, δείγμα

των ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών που βίωναν τότε (τον 19ο αιώνα) οι

γυναίκες, κυρίως στα Επτάνησα.

Page 6: Εργασία Ελισάβετ Μαρτινέγκου | Μούκας Μιχάλης

6

Ερώτηση Β

Πως ορίζεται η θέση της γυναίκας στο κείμενο;

Απάντηση:

Ζούσαν μέσα σε μια οικογενειακή ιδιότυπη σκλαβιά, Γενικά επικρατούσε η απόγνωση γιατί όχι μόνο

ο σύζυγος αλλά και τα αδέλφια τους και οι πατεράδες φέρνονταν στις γυναίκες με πρωτοφανή

περιφρόνηση και σκληρότητα, σαν να ήταν δούλες. Υπηρετούσαν τους άνδρες της οικογένειας ως

υπηρέτριες και δεν είχαν δικαίωμα να διαλέξουν τον άνδρα τους. Αντίθετα, ο άνδρας είχε δικαίωμα

να τις θεωρεί αντικείμενο εκμετάλλευσης ζητώντας προίκα που αν δεν του δίνονταν, τις

δυσφημούσε.

Ακόμη, δεν μπορούσαν ούτε καν να διατυπώσουν την γνώμη τους για κανένα θέμα και ήταν

υποχρεωμένες να ακούν σιωπηλές τις υποδείξεις και συμβουλές των αδελφών και πατεράδων.

Η ευτυχία υπήρχε μόνο στα όνειρα των γυναικών και δεν μπορούσαν να την κατακτήσουν.

Είναι εμφανές ότι τότε οι γυναίκες ζούσαν μέσα στη δυστυχία, τη θλίψη και τη μελαγχολία, χωρίς

καμιά ελπίδα, ενώ η θέση τους στην οικογένεια αλλά και στην κοινωνία καταλάμβανε την τελευταία

βαθμίδα.

Σημείωση:

Δυστυχώς όμως, ακόμη και σήμερα συνεχίζονται οι διακρίσεις φύλου, σε πάρα πολλές χώρες. Η

σκληρή καταπίεση των γυναικών τις έχει καταδικάσει να ζουν χωρίς ελευθερίες και στοιχειώδη

ατομικά δικαιώματα, γεγονός που αποτελεί στις μέρες μας τεράστια οπισθοδρόμηση και όνειδος

που καθηλώνουν την ανάπτυξη και την εξέλιξη του πολιτισμού μας.

Φυσικά, αυτό συνιστά κι έναν απαράδεκτο αναχρονισμό που πρέπει οπωσδήποτε να εξαλειφθεί.

Στην επίτευξη αυτού του στόχου, οφείλουμε όλοι μας να αναλώσουμε το μέγιστο των

δυνατοτήτων και δυνάμεών μας.

Σημ: Η παρούσα εργασία έγινε με την καθοδήγηση και

επιμέλεια της φιλολόγου καθηγήτριάς μου, κας Σχωρτσιανίτη Σταυρούλας,

την οποία ευχαριστώ θερμά.

Μιχαήλ ΜΟΥΚΑΣ

Μαθητής της Α’ τάξης

του 5ου Γεν. Λυκείου-Αμαρουσίου

Μαρούσι, Ιανουάριος 2014