Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

31

Click here to load reader

Transcript of Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Page 1: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΘEMA EΡΓΑΣΙΑΣ : Η κρίση του περιεχομένου του σχολικού βιβλίου των

θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου, με βάση τη φαινομενολογική προσέγγιση

ΤΜΗΜΑ :

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ:

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:

ΙΟΥΛΙΟΣ 2010

1

Page 2: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Περιεχόμενα:

Περίληψη………………………………………………………… σελ. 3

Εισαγωγή:…………………………………………...…………… σελ. 4

Κυρίως Θέμα:…………………………………………………………...

1. Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες ………………σελ. 5-8

2. Η φαινομενολογική προσέγγιση και τα κριτήρια της …………… σελ. 8-12

3. Το βιβλίο των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου…………………… σελ. 13-16

4. Η υπεροχή του Χριστιανισμού στο μάθημα των θρησκευτικών της Β΄

Λυκείου ……………………………………………………………..σελ. 16-19

Συμπεράσματα:………………………………………………… ….σελ.20

Βιβλιογραφία:…… ………………………………………………… σελ 21

2

Page 3: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Περίληψη

Θρησκεία είναι η σχέση του ανθρώπου με το θείο, η οποία αποτελεί ένα

φαινόμενο του πολιτισμού. Όπως καθετί γίνεται αντικείμενο επιστημονικής έρευνας, έτσι

κι η θρησκεία εμπίπτει στην αρμοδιότητα του κλάδου που ονομάζεται "Φαινομενολογία

της Θρησκείας". Έργο της φαινομενολογίας είναι η συγκριτική διερεύνηση του

θρησκευτικού φαινομένου μέσα στην ιστορία του πολιτισμού. Στόχος παραμένει ο

διάλογος μεταξύ των ποικίλων θρησκειών για την αποφυγή του φανατισμού που απειλεί

την ελευθερία και την ανθρωπιά όλων μας στον πλανήτη γη σήμερα. Στόχος αυτής της

εργασίας είναι η φαινομενολογική προσέγγιση του βιβλίου των θρησκευτικών της Β΄

Λυκείου. Για αυτό στο πρώτο κεφάλαιο θα κάνουμε μια εισαγωγή στην θρησκευτική

ετερότητα και τις άλλες μαθησιακές προσεγγίσεις (ερμηνευτική προσέγγιση, διαλεκτική

προσέγγιση και συνκειμενική προσέγγιση). Στο δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας θα

αναφερθούμε αναλυτικά στην φαινομενολογία, στα κριτήρια της και στις μεθόδους που

ακολουθεί. Στο τρίτο κεφάλαιο της εργασίας θα ασχοληθούμε με την προσέγγιση του

βιβλίου των θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου με βάση την φαινομενολογική θεωρία. Θα

δούμε που εφαρμόζεται αυτή η προσέγγιση με βάση τον οδηγό σπουδών και το

αναλυτικό πρόγραμμα του υπουργείου παιδείας (κυρίως στα θρησκεύματα ), και θα

αναλύσουμε τους λόγους που πρέπει να εφαρμοστεί η φαινομενολογική προσέγγιση

στην μαθησιακή διαδικασία. Στο τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας θα αναλύσουμε εις

βάθος το περιεχόμενο του βιβλίου των θρησκευτικών και θα αναδείξουμε την υπεροχή

του χριστιανισμού σε αυτό.

3

Page 4: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Εισαγωγή

Τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότερο, η θρησκεία εντάσσεται στα

ατομικά χαρακτηριστικά των ευρωπαίων πολιτών. Στα Ευρωπαϊκά κράτη, η ανεξιθρησκία

και η ελευθερία συνείδησης είναι συνταγματικά και νομικά περιφρουρημένη. Όμως, η

παγκοσμιοποίηση δημιουργεί εθνοκεντρικές και θρησκειοκεντρικές αμυντικές κινήσεις, η

οικονομική μετανάστευση αλλάζει τη σύσταση των πληθυσμών, οι θρησκείες

χρησιμοποιούνται ως επιχείρημα ή άλλοθι στις συρράξεις της σύγχρονης ιστορίας. Η

επαναφορά των θρησκειών στο προσκήνιο βρίσκει, συχνά, τα μέλη της Ευρωπαϊκής

κοινωνίας απληροφόρητα γι’ αυτές και απροετοίμαστα για τη συμβίωση. Η θρησκευτική

διάσταση της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης κατανοεί τη θρησκεία ως κοινωνικό,

πολιτιστικό και πολιτικό φαινόμενο. Η ελευθερία συνείδησης και θρησκευτικών επιλογών

δεν περιορίζεται πλέον στην ιδιωτική σφαίρα. Βασικός σκοπός της εκπαίδευσης στην

Ελλάδα είναι να διαμορφώσει πολίτες οι οποίοι «…ανεξάρτητα από φύλο και καταγωγή,

να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν

δημιουργικά.» (Νόμος 1566, άρθρο 1). Στα απαραίτητα στοιχεία της ολοκληρωμένης

προσωπικότητας ανήκουν η σφαιρική πληροφόρηση και το κριτικό πνεύμα. Και στα

εφόδια για μια δημιουργική ζωή χρειάζονται η νηφαλιότητα, ο αλληλοσεβασμός, η

ανεκτικότητα και η αποδοχή του δικαιώματος στην ετερότητα, στοιχεία απαραίτητα για

τη διατήρηση της εθνικής και ευρωπαϊκής ταυτότητας. Απώτερος σκοπός αυτής της

εργασίας είναι η εστίαση στην αλλαγή μαθησιακής διαδικασίας στην παράδοση των

θρησκευτικών στο σχολείο. Ιδιαίτερη σημασία θα δοθεί στις λέξεις « διάλογος» και «

ελευθερία»

4

Page 5: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

ΚΥΡΙΩΣ ΘΕΜΑ

1. Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότερο, η θρησκεία εντάσσεται στα ατομικά

χαρακτηριστικά των ευρωπαίων πολιτών. Στα Ευρωπαϊκά κράτη, η ανεξιθρησκία και η

ελευθερία συνείδησης είναι συνταγματικά και νομικά περιφρουρημένη. Όλες οι

Ευρωπαϊκές κοινωνίες παρουσιάζουν σε κάποιο βαθμό ετερότητα ή πολλαπλότητα στο

χώρο των θρησκειών, των αξιών και του πολιτισμού. Κατ’ αρχάς, υπάρχει μια

πολλαπλότητα που αντιστοιχεί στην αισθητή πολιτισμική ετερότητα, παρούσα σε πολλές

δυτικές κοινωνίες, συχνά ως αποτέλεσμα της μετανάστευσης ή της παρουσίας

αυτοχθόνων (όπως οι Σάμι στη Νορβηγία). Αυτή η μορφή πολλαπλότητας, που εστιάζει

σε διαφορετικές ομάδες μέσα σε μια κοινωνία, έχει ονομαστεί «παραδοσιακή

πολλαπλότητα». 1

Μια άλλη μορφή πολλαπλότητας αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι στις σύγχρονες

δυτικές κοινωνίες, οι άνθρωποι είναι συχνά σε θέση να επιλέξουν αξίες και ιδέες από

ποικίλες πηγές. Όσον αφορά τη θρησκεία, οι άνθρωποι ενδεχομένως αναφέρουν ότι

προέρχονται από ένα συγκεκριμένο θρησκευτικό υπόβαθρο, αλλά δεν αποδέχονται πια

μερικές από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις που ακολουθούν οι «ορθόδοξοι» πιστοί. Έτσι,

για παράδειγμα, ένας μετά-νεωτερικός Χριστιανός, ενδεχομένως θεωρεί τη θρησκεία

περισσότερο ως πνευματικό και ηθικό τρόπο ζωής, παρά ως παραδοσιακό σύστημα

πίστης. Δεν είναι σπάνιο να βρεθούν άνθρωποι που δίνουν αξία στη μία ή στην άλλη

μορφή πνευματικότητας, ενώ την ίδια ώρα απορρίπτουν παραδοσιακά θρησκευτικά

πιστεύω. Αυτοί οι άνθρωποι συχνά συνθέτουν μια προσωπική ιδεολογία με στοιχεία από

διαφορετικές θρησκευτικές και πνευματικές πηγές, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιούν

πλειάδα πολιτιστικών ιδεών και πρακτικών. Αυτή η μορφή πολλαπλότητας έχει

ονομαστεί από μερικούς «μοντέρνα» ή «μεταμοντέρνα» πολλαπλότητα. 2

1 Ε. Περσέλης, Το μάθημα των θρησκευτικών στις χώρες της Ευρωπ.‘Ενωσης, Σύναξη 65/1998, σσ. 39-40.2 J. Keast, Θρησκευτική ετερότητα και διαπολιτισμική εκπαίδευση: ένα βοήθημα για τα σχολεία, μτφ Ν. Χαραλαμπίδου – Α. Βαλλιανάτος, Συμβούλιο της Ευρώπης 2007, σελ. 33

5

Page 6: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Η εσωτερική πολιτική, τα συστήματα κοινωνικής ασφάλειας, οι κοινωνικές σχέσεις

και οι τρόποι οργάνωσης της καθημερινότητας επηρεάζονται από τη θρησκευτική

ετερότητα. Η διαχείρίση της θρησκευτικής ετερότητας, για να είναι καρποφόρα, δε

μπορεί να περιοριστεί στην δημόσια εκπαίδευση. Η διαπολιτισμική εκπαίδευση, ως

ιδιαίτερη προσέγγιση των πολιτισμικών διαφορών, μπορεί να μας δώσει τη δυνατότητα

να αντιμετωπίσουμε με καλύτερο τρόπο τις προκλήσεις της θρησκευτικής ετερότητας

στις Ευρωπαϊκές κοινωνίες σήμερα. Ορισμένες αρχές που πρέπει να διέπουν την

διαπολιτισμική εκπαίδευση είναι: ανεκτικότητα, που περιέχει τον σεβασμό για τους

άλλους, αμοιβαιότητα, ως απαραίτητος τρόπος σκέψης, κοινωνική δεξιότητα και

κοινωνικές συμπεριφορές, όπως η ικανότητα υποχώρησης, η δεξιότητα της έκφρασης

γνώμης και η μετριοπάθεια στη δημόσια έκφραση της ταυτότητας που να λαμβάνει

υπόψη της την αξιοπρέπεια του άλλου.3

Yπάρχουν επίσης ορισμένες προϋποθέσεις που είναι ζωτικής σημασίας για μια

διαπολιτισμική εκπαίδευση που λαμβάνει υπόψη της τη θρησκευτική ετερότητα.

Μερικές διαχειρίζονται ατομικές έννοιες (όπως η ενσυναίσθηση και η αποστασιοποίηση)

που μπορούν να ενσωματωθούν σε διάφορες διδακτικές διαδικασίες και να βοηθήσουν

τους νέους να κατανοήσουν ο ένας τον άλλον με καλύτερο τρόπο. Άλλες αναφέρονται

περισσότερο σε μια συνεργατική και ομαδοσυνεργατική μαθησιακή διαδικασία (για

παράδειγμα η συνεργατική μάθηση και η δημιουργία «ασφαλούς χώρου») και

προσφέρουν σκέψεις και ιδέες που είναι ιδιαίτερα κατάλληλες για την εξερεύνηση δια-

θρησκευτικών και διαπολιτισμικών θεμάτων. Επιπλέον υπάρχουν ορισμένες μαθησιακές

προσεγγίσεις που παρέχουν διαφορετικούς τρόπους ώστε οι νέοι να καταστούν ικανοί να

αναπτύξουν μια γνήσια κατανόηση των άλλων και να ενθαρρύνουν τους άλλους να

εκφράσουν την άποψή τους την πρακτική που οι ίδιοι χρησιμοποιούν: Η

φαινομενολογική προσέγγιση, η ερμηνευτική προσέγγιση, η διαλεκτική προσέγγιση και

η συνκειμενική προσέγγιση.4

Σκοπός της ερμηνευτικής προσέγγισης είναι να παρέχει μεθόδους που να

εξελίσσουν την κατανόηση διαφορετικών θρησκευτικών παραδόσεων, κατάλληλες να

χρησιμοποιηθούν από όλα τα παιδιά σχολικής ηλικίας. Σύμφωνα με την ερμηνευτική

3 Στο ίδιο, σελ. 484 Ε, Περσέλης, Πολιτισμική ετερότητα και σχολική θρησκευτική αγωγή στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, σελ. 4-7

6

Page 7: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

προσέγγιση οι θρησκευτικές παραδόσεις θα πρέπει να παρουσιάζονται όχι ως ομοιογενή

και κλειστά συστήματα, αλλά με τρόπο ώστε να αναγνωρίζεται η ετερότητα στο

εσωτερικό των θρησκειών και η μοναδικότητα του κάθε μέλους, καθώς και το γεγονός

πως κάθε πρόσωπο είναι αντικείμενο πολλών επιρροών και δεν θα πρέπει να περιμένει

κάποιος ότι οι μαθητές θα αφήσουν κατά μέρος τις πεποιθήσεις τους (όπως στη

φαινομενολογία), αλλά θα πρέπει να συγκρίνουν τις αντιλήψεις τους, με τις αντιλήψεις

των άλλων.5

Σύμφωνα με την διαλεκτική προσέγγιση ο διάλογος ανταποκρίνεται σε έναν

αριθμό λειτουργιών, που μπορεί να είναι αθροιστικές, και ασφαλώς δεν αποκλείει η μία

την άλλη. Συνιστούν διαφορετικές πλευρές του όλου, ή ακριβέστερα, ο διάλογος

διέρχεται από διάφορα στάδια. Το μοντέλο, λοιπόν, αντικατοπτρίζει μια δυναμική

διαδικασία και βοηθά στον διδακτικό και μαθησιακό διάλογο. Γι’ αυτό, ο διάλογος

αποτελεί πρακτικό εκπαιδευτικό εργαλείο και προσπαθεί να ξεκαθαρίσει τους

αντικειμενικούς στόχους κάθε μορφής εκπαίδευσης που έχει σκοπό να εξασφαλίσει την

ειρήνη, θρησκευτική ή άλλη. Για να επιτύχει, η προσέγγιση προϋποθέτει έναν πιο ακριβή

ορισμό του «πραγματικού» διαλόγου. Όσοι διαλέγονται και αναζητούν την πρόοδο στην

κατεύθυνση που εκτέθηκε παραπάνω, πρέπει να ακούνε ο ένας τον άλλον. Αυτό μπορεί

να είναι αναντίρρητο, όμως τα πράγματα δεν γίνονται συνήθως έτσι. Ο σεβασμός για τον

άλλον αποτελεί πρωταρχική επιδίωξη της θεωρίας του διαλόγου.6

Η συνκειμενική προσέγγιση λαμβάνει υπόψη το γεγονός πως η γνώση είναι

συνκειμενικά περιορισμένη και πως κάθε άνθρωπος βλέπει τη ζωή από διαφορετική

οπτική και δεν μπορεί να απελευθερωθεί από αυτό, παρά μόνο με συνειδητή προσπάθεια.

Η συνκειμενική προσέγγιση εξετάζει τα γυαλιά που δίνει ο πολιτισμός στους ανθρώπους

να φορέσουν, για να κοιτάξουν τον κόσμο μέσα από αυτά. Η καθολική αντίληψη

θεωρείται ότι είναι το κύριο αντικείμενο της συνκειμενικής προσέγγισης, αλλά για την

επίτευξη αυτού του κοινού στόχου, προτείνει έναν διαφορετικό δρόμο από κάποιου

είδους παγκόσμια ή Ευρωπαϊκή προσέγγιση. Η συνκειμενική προσέγγιση επιδιώκει να

χρησιμοποιήσει τις εμπειρίες που έχουν τα παιδιά από τη ζωή τους έξω από το σχολείο,

από την καταγωγή τους και τις τοπικές τους κοινωνίες. Οι εμπειρίες αυτές είναι συχνά

ασαφείς και ομοιόμορφες, όμως είναι απόλυτα πολύτιμες για εκπαιδευτική χρήση.

5 Στο ίδιο, σελ. 876 Στο ίδιο, σελ. 101

7

Page 8: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Μπορεί πάνω τους να κτισθεί γνώση, και η γνώση αυτή είναι ουσιαστική, αφού

συνδέεται με τη δική τους ζωή-κόσμο. Τα σχολεία έχουν σκοπό να εφοδιάσουν τα παιδιά

με επαρκείς ικανότητες για να ζήσουν στις δικές τους τοπικές κοινότητες. Τα παιδιά

διδάσκονται τρόπους να αναζητούν και να αναγνωρίζουν θησαυρούς θρησκευτικής

πίστης και πράξης στις κοινότητές τους.7

2. Η φαινομενολογική προσέγγιση και τα κριτήρια της

Η φαινομενολογία διατυπώθηκε από τον Edmund Husserl (1859-1938) ως

προσέγγιση εναλλακτική στο θετικό εμπειρισμό για τη μελέτη της ανθρώπινης εμπειρίας.

Ο Husserl προσπάθησε να αναπτύξει μια φιλοσοφική μέθοδο η οποία θα ήταν

απαλλαγμένη από κάθε παραδοχή, και η οποία θα περιέγραφε τα ίδια τα φαινόμενα, με

το να εστιάζεται αποκλειστικά σε αυτά, χωρίς να αναφέρεται σε ερωτήματα όσο αφορά

την αιτία τους ή την εγκυρότητα / πραγματικότητα τους. Η φαινομενολογία μπορεί να

οριστεί ως η άμεση διερεύνηση και περιγραφή των φαινομένων (δηλαδή των δομών της

συνείδησης) όπως βιώνονται στη συνείδηση, χωρίς θεωρίες όσο αφορά την αιτιακή τους

εξήγηση, και με όσο το δυνατόν περισσότερη ελευθερία από προκαταλήψεις, που δεν

έχουν εξεταστεί, και από προϋπάρχουσες υποθέσεις. Η φαινομενολογία αφορά τον

κόσμο όπως μας παρουσιάζεται. Στόχος της είναι να επιστρέψουμε «στα ίδια τα

πράγματα» και να βάλουμε σε παρένθεση αυτά που θεωρούμε ότι ήδη γνωρίζουμε. 8

Η φαινομενολογία, δηλαδή, αφορά τον κόσμο όπως βιώνεται από τα ανθρώπινα

όντα, μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια και σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Εστιάζεται

στα φαινόμενα που παρουσιάζονται στη συνείδηση καθώς συνδεόμαστε με τον κόσμο

γύρω μας. Από αυτήν την οπτική, δεν έχει νόημα να θεωρούμε τον κόσμο των

αντικειμένων και των υποκειμένων ως κάτι διαφορετικό από αυτό το οποίο βιώνουμε. Ο

σκοπός της φαινομενολογικής μελέτης είναι να παραγάγει μια, κατά το δυνατόν, πλήρη

περιγραφή των φαινομένων της καθημερινής εμπειρίας, με απώτερο στόχο να διαχωρίσει

7 Στο ίδιο, σελ. 1098 Ε. Αυδή, Εισαγωγή στην φαινομενολογία, διαθέσιμο στην ηλ. διεύθυνση http://www.psy.auth.gr/index.php?option=com_docman&task=cat_view&gid=235&Itemid=132&mosmsg=You+are+trying+to+access+from+a+non-authorized+domain.+%28www.google.gr%29, σελ. 1 άμεσα προσβάσιμο στις 16/07/10

8

Page 9: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

τις όψεις των φαινομένων που σχετίζονται με συγκεκριμένες περιστάσεις από την ουσία

τους, η οποία θεωρείται ότι παραμένει σταθερή και αναλλοίωτη. 9

Η υπερβατική φαινομενολογία αποσκοπεί στο να μελετήσει επιστημονικά τα

φαινόμενα όπως παρουσιάζονται στη συνείδηση, να τα εξηγήσει σε συνάρτηση με τα

συστατικά του και τα πιθανά του νοήματα, και να οδηγήσει στην κατανόηση της ουσίας

της εμπειρίας. Τα βασικά μεθοδολογικά κριτήρια της φαινομενολογίας είναι τα εξής : η

υπέρβαση της φυσικής στάσης, η διαίσθηση, η προθετικότητα, ο κόσμος της ζωής, η

διϋποκειμενικότητα. Ένας στόχος, και μια βασική μέθοδος, της (υπερβατικής)

φαινομενολογικής έρευνας είναι η υπέρβαση τη ς «φυσικής στάσης», δηλαδή η

υπέρβαση του δικτύου των παραδοχών από το οποίο αντλούμε για να νοηματοδοτήσουμε

τον κόσμο και την εμπειρία μας.10

Στη λεγόμενη «υπερβατική στάση» ο μελετητής βάζει σε παρένθεση το δίκτυο

των παραδοχών, των θεωριών και των προκαταλήψεων που έχει σε σχέση με το

φαινόμενο που μελετά, ώστε να επιτύχει μια αλλαγή στάσης απέναντι σε αυτό και να

πλησιάσει την ουσία του. Eπίσης η φαινομενολογία βασίζεται στη θέση ότι για την

απόκτηση της γνώσης που αφορά την ανθρώπινη συνείδηση και εμπειρία, δεν αρκεί η

λογική, αλλά ότι η κατανόηση μπορεί να βρεθεί μέσα στην εμπειρία, στα συναισθήματα,

στις πράξεις και στις αντιλήψεις μας. Αυτή η στάση έχει περιγραφεί και ως διαίσθηση.

Η διαίσθηση αποτελεί μια πρωταρχική, εγγενή δυνατότητα να γνωρίζει κανείς για την

ανθρώπινη εμπειρία, ελεύθερα από καθημερινές εντυπώσεις και τη φυσική στάση.

Θεωρείται βασικός τρόπος γνώσης, καθώς με αυτή μπορούμε να περιγράψουμε τα

πράγματα όπως ακριβώς μας εμφανίζονται. Από την άλλη η προθετικότητα είναι στενά

συνυφασμένη με την υπερβατική φαινομενολογία του Husserl. 11

Στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη η έννοια της πρόθεσης αναφέρεται στον

προσανατολισμό του νου προς κάποιο αντικείμενο. Με βάση την προθετικότητα, η

διερεύνηση θεωρείται ως σχέση ανάμεσα στο παρατηρητή και το αντικείμενο

παρατήρησης, η οποία διαμεσολαβείται από το νόημα το οποίο αποδίδεται σε αυτό. Η

προθετικότητα, δηλαδή, είναι ένα σχεσιακό φαινόμενο, όπου η συνείδηση και το

αντικείμενο αποτελούν ένα όλο. Ο κόσμος της ζωής είναι η ενότητα ανώτερης τάξης, 9 J. Keast, ό.π. σελ. 8510 Ε. Αυδή, ό.π. σελ. 2 11 Διαθέσιμο στην ηλ. διεύθυνση http://elzin.wordpress.com/2009/05/13 η-φαινομενολογίαη-διυποκειμενικότη/, άμεσα προσβάσιμο στις 16/07/10

9

Page 10: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

εκτός της οποίας δεν μπορεί να γίνει κατανοητή καμία ανθρώπινη δραστηριότητα και

αποτελεί τη βάση κάθε επιστημονικής διερεύνησης. Η διϋποκειμενικότητα είναι κατά τον

Husserl ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να γνωρίσουμε τους άλλους είναι μεσώ της

ενσυναισθηματικής κατανόησης. Η ενσυναισθηματική κατανόηση είναι μια κατηγορία

προθετικότητας, που συνίσταται από την εμπειρία μου της εμπειρίας του άλλου, σε μια

σχέση συν-παρουσίας.12

Η φαινομενολογική μέθοδος για την απόκτηση κατανόησης περιλαμβάνει τρεις

διακριτές φάσεις: την εποχή, τη φαινομενολογική αναγωγή και την φαντασιακή

παραλλαγή. Η Εποχή απαιτεί την αναστολή των προϋπάρχουσων παραδοχών, των

κρίσεων και των ερμηνειών μας για το φαινόμενο, ώστε να επιτρέψουμε στον εαυτό μας

να αποκτήσει πλήρη επίγνωση αυτού που βρίσκεται μπροστά μας. Η λέξη «Εποχή» έχει

τις ρίζες της στο αρχαίο ελληνικό ρήμα «επέχω», και πρωτοεισάχθηκε από τους

σκεπτικούς φιλοσόφους: σημαίνει ότι είμαι ανοιχτός, επιφυλάσσομαι ως προς το να

πάρω θέση σε σχέση με κάτι. Εποχή σημαίνει το να συγκρατείται κανείς από το να

κρίνει, το να κρατά κάποια απόσταση από το συνήθη, καθημερινό τρόπο αντίληψης των

πραγμάτων. Στη λεγόμενη «φυσική στάση» θεωρούμε δεδομένο ότι αυτό το οποίο

αντιλαμβανόμαστε στη φύση όντως υπάρχει έτσι, και ότι παραμένει όπως το

αντιλαμβανόμαστε. Σε αντίθεση, η Εποχή απαιτεί έναν νέο τρόπο να βλέπει κανείς τα

πράγματα, έναν τρόπο που σημαίνει ότι πρέπει κανείς να μάθει να βλέπει αυτό που

βρίσκεται μπροστά του, και όχι αυτό που περιμένει ότι θα δει. Στην Εποχή, οι

καθημερινοί τρόποι να βλέπουμε τα πράγματα μπαίνουν στην άκρη και προσπαθούμε να

«ξαναεπισκεφτούμε» τα φαινόμενα με ένα φρέσκο, ανοιχτό και «αφελή» τρόπο.13

Η Εποχή αποτελεί το απαραίτητο πρώτο βήμα στη φαινομενολογική διερεύνηση.

Η Εποχή δημιουργεί μια μοναδική φιλοσοφική μοναξιά, η οποία είναι απαραίτητη για

μια πραγματικά ριζοσπαστική φιλοσοφία. Σε αυτή τη διαδικασία πρέπει να βάλουμε στην

άκρη οποιαδήποτε αναφορά στους άλλους, στις αντιλήψεις, στις προτιμήσεις, στις

κρίσεις και στα συναισθήματά τους. Μέσα από την Εποχή γινόμαστε πιο δεκτικοί και

ανοικτοί στην εμπειρία και στη γνώση. Αν και η Εποχή πολύ σπάνια επιτυγχάνεται

πλήρως, η ενέργεια, η προσοχή και η δουλειά που περιλαμβάνει η εμπλοκή μας στο

στοχασμό και στο διάλογο με τον εαυτό, όπως και η πρόθεσή μας, μειώνουν σημαντικά

12 Στην ίδια ηλ. διεύθυνση 13 ? Ε. Αυδή,ό.π. σ.σ. 3-4

10

Page 11: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

την επήρεια των σκέψεων και προκαταλήψεών μας. H Εποχή είναι το πρώτο βήμα προς

τη γνώση, με το να προσπαθεί κανείς να δει τα πράγματα όπως είναι, όπως δηλαδή

εμφανίζονται στη συνείδηση. Το δεύτερο βήμα είναι η υπερβατική-φαινομενολογική

αναγωγή. Σε αυτή τη διαδικασία μπαίνει σε παρένθεση κάθε παραδοχή γύρω από την

πραγματική υπόσταση του αντικειμένου και αναφορά σε αυτήν, και ο μελετητής

εστιάζεται μόνο στην ίδια την πράξη της συνείδησης.14

Στη φαινομενολογική αναγωγή περιγράφουμε το φαινόμενο στην πληρότητά του.

Μέσα από αυτή τη διαδικασία προσδιορίζουμε τα συστατικά της εμπειρίας του

φαινομένου. Το φαινόμενο γίνεται αντιληπτό και περιγράφεται στην ολότητά του, με όσο

μεγαλύτερη λεπτομέρεια γίνεται, όσο αφορά τα θεμελιώδη του συστατικά τα οποία

συνιστούν την εμπειρία αυτή στη συνείδηση, και σαν να το βιώνουμε για πρώτη φορά.

Στόχος είναι να περιγράψουμε αυτό το οποίο βλέπουμε, όχι μόνο όσο με όρους του

εξωτερικού αντικειμένου, αλλά περιγράφοντας και την εσωτερικά πράξη συνείδησης,

την εμπειρία ως έχει, το ρυθμό και τη σχέση ανάμεσα στο φαινόμενο και στον εαυτό,

χρησιμοποιώντας γλώσσα που αποδίδει την «υφή» της εμπειρίας. Τα βήματα που

συνιστούν τη φαινομενολογική αναγωγή περιλαμβάνουν: το να βάζει κανείς σε

παρένθεση το σημείο εστίασης της έρευνας, την οριζοντοποίηση, δηλαδή κάθε πρόταση

αντιμετωπίζεται αρχικά σαν να έχει την ίδια αξία με κάθε άλλη, και μόνο αργότερα

διαχωρίζονται οι «ορίζοντες νοήματος», οι ορίζοντες ομαδοποιούνται σε θέματα, και οι

ορίζοντες και τα θέματα οργανώνονται σε μια συνεκτική περιγραφή του φαινομένου. Η

φαντασιακή παραλλαγή ακολουθεί την υπερβατική-φαινομενολογική αναγωγή, και έχει

ως στόχο να αποδώσει τις δομικές ουσίες της εμπειρίας, δηλαδή να σχηματίσουμε μια

εικόνα των συνθηκών που χρειάζονται για να λάβει χώρα κάποια εμπειρία και οι οποίες

συνδέονται με αυτήν. 15

Ο στόχος είναι να φτάσει κανείς σε μια δομική περιγραφή της εμπειρίας, στους

παράγοντες που εξηγούν αυτό το οποίο βιώνεται, με άλλα λόγια το «πώς» το οποίο

αναφέρεται σε συνθήκες που φωτίζουν το «τι» της εμπειρίας. Στην φαντασιακή

παραλλαγή χρησιμοποιείται ελεύθερα η φαντασία, κάθε προοπτική είναι δυνατή και η

είσοδός της στη συνείδηση είναι επιτρεπτή. Στη φαντασιακή παραλλαγή κινούμαστε

από τον κόσμο των πραγμάτων και των μετρήσιμων οντοτήτων, προς τα νοήματα και τις

14 Στο ίδιο, σελ. 415 Στο ίδιο, σ.σ. 4-5

11

Page 12: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

ουσίες. Η ελεύθερη φαντασία συνδυάζεται και εναλλάσσεται με το στοχασμό, για την

επεξεργασία των δυνατοτήτων. Τα βήματα της φαντασιακής παραλλαγής

περιλαμβάνουν: να μεταβάλλονται συστηματικά τα πιθανά δομικά νοήματα, που

βρίσκονται «κάτω» από τα νοήματα που έχουν περιγραφεί, να αναγνωρίζονται τα θέματα

ή τα πλαίσια που εξηγούν την παρουσία του φαινομένου, να λαμβάνονται υπόψη οι

παγκόσμιες δομές που πλαισιώνουν τα συναισθήματα και τις σκέψεις όσο αφορά ένα

φαινόμενο, όπως είναι η δομή του χρόνου, του χώρου, της υλικότητας, της αιτιότητας,

της σχέσης με τον εαυτό ή με τους άλλους και να αναζητούνται παραδείγματα τα οποία

αποδίδουν με ζωντάνια τα αμετάβλητα δομικά θέματα και τα οποία διευκολύνουν την

ανάπτυξη μιας δομικής περιγραφής του φαινομένου. Το τελικό βήμα στη

φαινομενολογική έρευνα είναι η διαισθητική απαρτίωση των θεμελιωδών δομικών

περιγραφών σε μια ενωμένη διατύπωση της ουσίας της εμπειρίας του φαινομένου ως

σύνολο. Η έννοια της ουσίας, όπως διατυπώνεται από τον Husserl, είναι η συνθήκη ή η

ποιότητα χωρίς την οποία το πράγμα δε θα ήταν αυτό που είναι. 16

3. Το βιβλίο των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου

16 Στο ίδιο, σ.σ 5-6

12

Page 13: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Στο Λύκειο βασικός σκοπός του μαθήματος των Θρησκευτικών σύμφωνα με το

αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών είναι η γνωριμία με τα βασικότερα θέματα της

ορθόδοξης πίστης μέσα από την λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας και η κριτική και

αντικειμενική ενημέρωση για θέματα παραθρησκευτικών φαινομένων ή εξωχριστιανικών

λατρειών. Ακόμη, επιδιώκεται η γνωριμία με τη θρησκεία ως πανανθρώπινο φαινόμενο,

ο συστηματικός τρόπος παρουσίασης του Χριστιανισμού και ιδιαίτερα της Ορθοδοξίας, η

ενημέρωση για την κριτική, αμφισβήτηση και άρνηση της χριστιανικής πίστης καθώς και

η γνωριμία με τα κυριότερα θρησκεύματα του κόσμου. Τέλος αναλύονται μια σειρά από

θέματα χριστιανικής ηθικής με επίκεντρο την ελευθερία, ευθύνη και ακεραιότητα του

ανθρώπινου προσώπου και με κριτικές αναφορές στα σύγχρονα προβλήματα του

ανθρώπου και της κοινωνίας ολοκληρώνουν τη διδασκαλία του θρησκευτικού

μαθήματος στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.  17

Πιο συγκεκριμένα το βιβλίο των θρησκευτικών της Β’ Λυκείου έχει σκοπό να με

βάση τις οδηγίες του Υπουργείου παιδείας και την φαινομενολογική προσέγγιση να

γνωρίσουν οι μαθητές υπεύθυνα και από κάθε δυνατή πλευρά τη θρησκεία ως

πανανθρώπινο φαινόμενο, να μελετήσουν κατά τρόπο συστηματικό, τα καίρια και

ουσιώδη στοιχεία του Χριστιανισμού, ιδιαίτερα της Ορθοδοξίας, να τους δοθεί η

ευκαιρία να ενημερωθούν για την κριτική, την αμφισβήτηση ή και την άρνηση της

χριστιανικής πίστης και τέλος, να πληροφορηθούν έγκυρα για τα κυριότερα μη

χριστιανικά Θρησκεύματα σύμφωνα με την φαινομενολογική προσέγγιση. 18

Στο πρώτο κεφάλαιο για τον Χριστιανισμό ο σκοπός σύμφωνα με το πρόγραμμα

σπουδών και την φαινομενολογική προσέγγιση είναι οι μαθητές: να μελετήσουν με

τρόπο συστηματικό τα καίρια και ουσιώδη του Χριστιανισμού, ιδιαίτερα της

Ορθοδοξίας. Να εμβαθύνουν στο δυναμικό, απελευθερωτικό και μεταμορφωτικό

χαρακτήρα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, να ενημερωθούν για την κριτική, την

αμφισβήτηση ή και την άρνηση της χριστιανικής πίστης και να μάθουν πώς αυτές

αντιμετωπίζονται με αντικειμενικότητα, τιμιότητα και πνεύμα αυτοκριτικής, να

αποκτήσουν, τέλος, μια κατά το δυνατόν σφαιρική εικόνα για την αξία και την προσφορά

17 Ε. Περσέλης, Κατήχηση και Παιδεία, μελετήματα χριστιανικής θρησκευτικής αγωγής, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2003, σελ. 15718 Στο ίδιο σελ. 158

13

Page 14: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

του Χριστιανισμού και – επαρκώς ενημερωμένοι, ελεύθερα και ενσυνείδητα – να πάρουν

απέναντί του, αν το θελήσουν, υπεύθυνη προσωπική θέση.19

Στο δεύτερο κεφάλαιο για τα κυριότερα Θρησκεύματα, όπου εφαρμόζεται

κυρίως και η φαινομενολογική προσέγγιση, ο σκοπός είναι να πληροφορηθούν οι

μαθητές έγκυρα για τα κυριότερα μη χριστιανικά Θρησκεύματα να τα συγκρίνουν

στοιχειωδώς με τον Χριστιανισμό, να επισημάνουν σ’ αυτά θέσεις, αναζητήσεις και

απαντήσεις ζωής, να εκτιμήσουν μέσα από την ποικιλία της θρησκευτικής ετερότητας

τον διάλογο των πολιτισμών και τις ιδιαιτερότητες αλλά και τις δυνατότητες κάθε 

θρησκευτικής παράδοσης στο σύγχρονο κόσμο και, τέλος να μάθουν έμπρακτα να

σέβονται τις θρησκευτικές δοξασίες και πολιτιστικές εκφράσεις των άλλων το οποίο

είναι βασικό στοιχείο της φαινομενολογικής προσέγγισης.20

Είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί αυτή η φαινομενολογική προσέγγιση στην

μαθησιακή διαδικασία προκειμένου να επιτευχθεί η ολοκληρωμένη ενημέρωση των

μαθητών γύρω από τις θρησκείες Στο νέο περιβάλλον του πλουραλισμού η χριστιανική

θεολογία καλείται να διαλεχτεί δημιουργικά με την πολιτιστική και θρησκευτική

ποικιλομορφία του σύγχρονου κόσμου.21 Οφείλει να επανεύρει την αληθινή

οικουμενικότητα και ανεκτικότητά της, για να προσπεράσει τη μισαλλοδοξία και το

φανατισμό. Ο φανατικός είναι εκείνος που σφιχταγκαλιάζει την αλήθεια τόσο πολύ, ώστε

τελικά την πνίγει. Η αλήθεια, λοιπόν, δεν είναι ανάγκη να εκλαμβάνεται ως δογματισμός

και αποκλειστικότητα αλλά ως ερμηνευτική πρόταση και δυνατότητα να προσέλθει σε

διάλογο και σχέση με τον άλλον. 22

Η ορθόδοξη θεολογία οφείλει να πραγματοποιήσει ένα δημιουργικό άνοιγμα προς

τον πολυπολιτισμικό κόσμο μας, προσλαμβάνοντας τα προβλήματα και τους

προβληματισμούς του. Χρειάζεται μια νέα προσέγγιση των σημερινών κοινωνικών και

πολιτιστικών πραγματικοτήτων, μέσα από μια θεολογία της ετερότητας, που δεν θα έχει

ωστόσο τίποτε κοινό με το πνεύμα του συγκρητισμού. Είναι όντως ανάγκη στις μέρες

μας η Ορθοδοξία να προχωρήσει πιο πέρα και από την νεωτερικότητα και να αποδεχθεί

19 Α. Νίκας, Τα θρησκευτικά στα σχολεία, Έξοδος 15(19)/1995, σσ. 6-8.20 Στο ίδιο, σελ. 921 Ε. Περσέλης, Προοπτικές της Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού πολιτισμικού και εκπαιδευτικού γίγνεσθαι, στο συλλ. τόμο Η Ελληνορθόδοξη Παιδεία και Αγωγή στην Ευρώπη της Τρίτης Χιλιετίας, Πρακτικά Παγκρήτιου Θεολογικού Συνεδρίου, 15-17 Οκτωβρίου 1998, έκδ.Κοινοφελούς Ιδρύματος Παναγία η ακροτηριανή Ι. Μ. Ιεραπύτνης και Σητείας, Σητεία 2000, σσ. 73-75.22Ε. Περσέλης, Κατήχηση και Παιδεία, ό.π. σελ. 166

14

Page 15: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

τον πλουραλισμό και την ετερότητα των άλλων κατά τέτοιο τρόπο ώστε  ταυτόχρονα να

μην υποτιμά, συμβιβάζει, πολύ δε περισσότερο εγκαταλείπει την ορθόδοξη

αυτοσυνειδησία και ετερότητα. Στοιχεία μιας τέτοιας θεολογίας της

πολυπολιτισμικότητας ως αλληλοσεβασμός, αποδοχή και ειρηνική συνύπαρξη με την

θρησκευτική ή όποια άλλη ετερότητα, είναι διάσπαρτα μέσα στη Βίβλο και τα πατερικά

κείμενα. Απαιτείται σαφώς μία άλλη νοοτροπία και ένας άλλος προσανατολισμός για την

αναγνώρισή τους.23

Τα Θρησκεύματα είναι δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο ομαδοσυνεργατικής

μάθησης, συνθετικής εργασίας και σχεδίων εργασίας με την μέθοδο projects από την

πλευρά των μαθητών. Η διαθεματική και διαθρησκειακή προσέγγιση μπορεί να αποβεί

χρήσιμη στο πλαίσιο μιας σφαιρικής, ανοικτής και διαλογικής συνάντησης των

πολιτισμών και των θρησκειών στο σύγχρονο και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Ο

διδάσκων εμπνέει, καθοδηγεί, συντονίζει και υποβοηθεί τους μαθητές στις παραπάνω

μεθόδους μάθησης με τη χρήση κατάλληλου εποπτικού υλικού (λογισμικά, ντοκιμαντέρ,

ταινίες, εικόνες κ.ά.) και σχετική βιβλιογραφία. 24

Αρκετές ερωτήσεις του διδακτικού βιβλίου προσφέρονται για την επεξεργασία

του μαθήματος ή για την εξέτασή του στη τάξη, ενώ άλλες είναι δυνατόν να

χρησιμοποιηθούν για τις ωριαίες γραπτές εξετάσεις. Εξάπαντος, ο διδάσκων που

γνωρίζει τα προβλήματα και τις δυνατότητες κάθε σχολικής τάξης είναι δυνατό να

αναδιατάσσει και να προσαρμόζει τη μέθοδο της διδασκαλίας του στις πραγματικές

συνθήκες και ανάγκες. Η όποια προφορική αξιολόγηση των μαθητών εξυπακούεται ότι

πρέπει να συνδέεται οργανικά με τη διδασκαλία και επιπλέον να έχει χαρακτήρα

ευρύτερου διαλόγου και όχι μιας «στενής και αποστειρωμένης» εξέτασης

λεπτομερειακών γνωστικών στοιχείων. Ειδικότερα τα εισαγωγικά θέματα έχουν σκοπό οι

μαθητές να συζητήσουν εισαγωγικά για τα μεγάλα προβλήματα και ερωτήματα στη ζωή

του ανθρώπου και του κόσμου να κάνουν μια πρώτη τοποθέτηση απέναντι στα πιο

κρίσιμα ερωτήματα να συσχετίσουν τα υπαρξιακά αυτά ζητήματα με τη ζωή τους και να

αναζητήσουν και εντοπίσουν την απάντηση της εκκλησιαστικής εμπειρίας.25

23 Σπ. Τρωϊαννός, Η θρησκευτική εκπαίδευση στο πλαίσιο του ατομικού δικαιώματος θρησκευτικής ελευθερίας, στο συλλ. τόμο Χαριστήριο-ΣύμμεικταΠαπαχατζή, 1989, σελ. 287.24 Ε. Περσέλης, Χριστιανική αγωγή και Σύγχρονος κόσμος, Εκδ. Αρμός, Αθήνα 1994, σ.σ. 239-24025 Στο ίδιο, σ.σ 220-221

15

Page 16: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

4. Η υπεροχή του Χριστιανισμού στο μάθημα των θρησκευτικών της Β

Λυκείου

Παραπάνω περιγράψαμε τους σκοπούς του μαθήματος των θρησκευτικών

σύμφωνα με την φαινομενολογική προσέγγιση και τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών

του Λυκείου, ωστόσο διαβάζοντας το βιβλίο των θρησκευτικών της Β Λυκείου είναι

ξεκάθαρη η υπεροχή του Χριστιανισμού στις σελίδες του. Ενώ το αναλυτικό πρόγραμμα,

ορίζοντας με σαφήνεια τους σκοπούς του θρησκευτικού μαθήματος και δημιουργεί

τις προϋποθέσεις για ένα σύγχρονο μάθημα, ικανό να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και τις

απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας, αυτό δε φαίνεται να γίνεται πράξη στη σχολική

διαδικασία. Σε αντίθεση με το σκοπό του μαθήματος που θεωρείται η γνώση του θρησκευτικού

φαινομένου, του χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας, ώστε οι μαθητές να τοποθετηθούν

υπεύθυνα, πολλές φορές κύριο μέλημα, ιδίως στα εγχειρίδια του Λυκείου, φαίνεται να είναι η

ανάδειξη της υπεροχής της Ορθοδοξίας έναντι των άλλων, με έναν τρόπο μανιχαϊστικό .

Έτσι όμως το μάθημα οδηγείται σε ένα απολογητικό περιεχόμενο, με αρκετά

παραδοσιαρχικά στοιχεία που το εγκλωβίζουν και δε βοηθούν στην ανάδειξη της

ζωογόνου πατερικής σκέψης που δημιουργούσε την παράδοση. Η χειρότερη μορφή

αυτού του είδους Θρησκευτικών είναι η αντιπαράθεση στοιχείων, που ενώ

αναδεικνύουν την θεωρητική σκέψη της Ορθοδοξίας, χρησιμοποιούν για τους άλλους

συγκεκριμένες ιστορικές πρακτικές ή αγνοούν τελείως τη δική τους προσφορά . 26

Πιο συγκεκριμένα ολόκληρο το βιβλίο αποτελείται από 311 σελίδες. Η εισαγωγή, και

από τα περιεχόμενα περιλαμβάνει 25 σελίδες με συγκεκριμένη θεματολογία.

Αναλυτικότερα ασχολείται με τα εξής θέματα: Ερωτήματα μπροστά στα μεγάλα

ζητήματα της ζωής. Η θρησκεία ως πανανθρώπινο φαινόμενο και ο ρόλος της μέσα στη

ζωή και στην ιστορία των λαών, Το ζήτημα για το θεό ( Αυτό το κεφάλαιο αποτελείται

από 3 υποκεφάλαια 7 σελίδων που στο μεγαλύτερο μέρος πραγματεύονται στην αγία

26 Ν. Παύλος, Τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου θρησκευτικού μαθήματος, διαθέσιμο στην ηλ. διεύθυνση http://elearningtheology.wordpress.com/2009/08/ άμεσα προσβάσιμο στις 16/07/10

16

Page 17: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Γραφή, στο τι λεει ο απόστολος Παύλος, ο Ιησούς και κάποιοι Πατέρες της

Εκκλησίας.)27

Το Β’ μέρος του βιβλίου έχει τίτλο:«Ο Χριστιανισμός: ουσία – προσφορά –

αμφισβήτηση» ( μέχρι τη σελίδα 152 το θέμα αφορά τον χριστιανισμό ). Από εκεί και

πέρα έχουμε 18 σελίδες για την αθεΐα. Παραθέτει ένα μικρό μέρος των απόψεων του

Φόϋερμπαχ, του Μαρξ και του Νίτσε και του Φρόυντ ασκώντας τους κριτική με βάση τη

χριστιανική θεώρηση των πραγμάτων. Ακολουθούν άλλα παρόμοια θέματα (πάντα σε

σχέση με τον χριστιανισμό) και φτάνουμε στη σελίδα 177 όπου μπαίνουμε στο θέμα: «Η

σχέση ελληνισμού και χριστιανισμού από τα παλιά μέχρι σήμερα» Ακολουθεί το

κεφάλαιο: «Ποια η σχέση μεταξύ Χριστιανισμού και πολιτισμού» Οι 6 σελίδες

συμπεραίνουν στο τέλος ότι ο χριστιανισμός δεν αντιτίθεται προς την πρόοδο. Σειρά

παίρνει το κεφάλαιο: «Ο θρησκευτικός φανατισμός και η μισαλλοδοξία». Επίσης 6

σελίδες που διαπιστώνουν φανατισμό και μισαλλοδοξία κυρίως στο Ισλάμ αλλά και σε

όλα τα αιρετικά χριστιανικά κινήματα για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι: «Ο

φανατισμός, λοιπόν, δεν μπορεί να έχει καμία απολύτως σχέση με την αληθινή χριστιανική

πίστη…» Ακολουθεί το κεφάλαιο: «Ανεξιθρησκία: ανάγκη ή πολυτέλεια και κίνδυνος;»

Είναι χαρακτηριστικό το σημείο που λεει ότι στην Ελλάδα με βάση το Σύνταγμα (άρθρο

13) υπάρχει ανεξιθρησκία αλλά επειδή η πλειοψηφία των Ελλήνων είναι Ορθόδοξοι

Χριστιανοί, το Σύνταγμα προστατεύει την Ορθοδοξία από τον προσηλυτισμό των άλλων

χριστιανικών ομάδων και ξένων θρησκειών. Σειρά παίρνουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά

όπου προς το τέλος υπόκειται μια «ανεξίθρησκη» επίθεση και κατηγορείται για

φανατισμό, μισαλλοδοξία, διαστρέβλωση του χριστιανισμού, ενώ κατηγορεί τους

οπαδούς της ομάδας αυτής ότι Οι επόμενες 76 σελίδες είναι συνολικά αφιερωμένες στα

άλλα θρησκεύματα. 28

Αφιερώνει: Από εκεί και πέρα ξεκινούν μέχρι το τέλος κεφάλαια με τίτλους: «Η

κοινωνική και πολιτική διάσταση στα άλλα θρησκεύματα και στο χριστιανισμό», και

«Γενικές διαπιστώσεις από την εξέταση των έξω και πέρα από το χριστιανισμό

θρησκευμάτων και παραθρησκευτικών φαινομένων». (Σύνολο 17 σελίδες.)

Συμπερασματικά είναι φανερό ότι ένα βιβλίο παρότι δημιουργήθηκε με βάση το

27 Διαθέσιμο στην ηλ. διεύθυνση http://mihalismihail.blogspot.com/2008/06/blog-post_30.html, άμεσα προσβάσιμο στις 16/07/1028 Στην ίδια ηλ. διεύθυνση

17

Page 18: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

πρόγραμμα σπουδών για να επιτύχει την ελευθερία στην θρησκεία αφιερώνει σύνολο 231

σελίδες για τον Χριστιανισμό και 76 για τα άλλα θρησκεύματα.29

29 Στην ίδια ηλ. διεύθυνση

18

Page 19: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Συμπεράσματα

Η ορθόδοξη θεολογία οφείλει να πραγματοποιήσει ένα δημιουργικό άνοιγμα προς τον

πολυπολιτισμικό κόσμο μας, προσλαμβάνοντας τα προβλήματα και τους

προβληματισμούς του. Χρειάζεται μια νέα προσέγγιση των σημερινών κοινωνικών και

πολιτιστικών πραγματικοτήτων, μέσα από μια θεολογία της ετερότητας, που δεν θα έχει

ωστόσο τίποτε κοινό με το πνεύμα του συγκρητισμού. Είναι όντως ανάγκη στις μέρες

μας η Ορθοδοξία να προχωρήσει πιο πέρα και από την νεωτερικότητα και να αποδεχθεί

τον πλουραλισμό και την ετερότητα των άλλων κατά τέτοιο τρόπο ώστε  ταυτόχρονα να

μην υποτιμά, συμβιβάζει, πολύ δε περισσότερο εγκαταλείπει την ορθόδοξη

αυτοσυνειδησία και ετερότητα. Στοιχεία μιας τέτοιας θεολογίας της

πολυπολιτισμικότητας ως αλληλοσεβασμός, αποδοχή και ειρηνική συνύπαρξη με την

θρησκευτική ή όποια άλλη ετερότητα, είναι διάσπαρτα μέσα στη Βίβλο και τα πατερικά

κείμενα. Απαιτείται σαφώς μία άλλη νοοτροπία και ένας άλλος προσανατολισμός για την

αναγνώρισή τους. Μια άλλη ερμηνευτική προσέγγιση μπορεί να αναδείξει και να φωτίσει

καίριες πτυχές της θεολογίας της ετερότητας. Στο κέντρο του διαλόγου θα πρέπει να

βρίσκονται οι άνθρωποι των άλλων θρησκειών και ιδεολογιών και όχι αφηρημένα και

απρόσωπα συστήματα. Να γίνεται αποδεκτός ο πλουραλισμός των ιδεών, των σκέψεων,

της ζωής και των δομών. Ο Θεός, άλλωστε δεν άφησε κρυφά σημάδια του υπάρχουν και

στους άλλους πολιτισμούς και τις θρησκείες. Τούτο δεν συνιστά σαφώς κάποια

ανερμήνευτη φυσική  αναγκαιότητα αλλά υπογραμμίζει τη θετική αξία της ετερότητας

μέσα στην  πρόνοια του Θεού να αποκαλύπτεται και να συνομιλεί με την ποικιλομορφία

του κόσμου του. Το χρέος της αναζήτησης της ενότητας και πολλές άλλες παράμετροι

της θεολογίας της Εκκλησίας μπορούν να συνεισφέρουν στη δημιουργική και έμπρακτη

απάντησή της στις νέες συνθήκες της παγκοσμιοποίησης και της πολυπολιτισμικότητας.

Η πολυπολιτισμικότητα των συγχρόνων κοινωνιών προκαλεί την Ορθοδοξία να

ανακαλύψει μέσα από την ετερότητά της τα στοιχεία ταυτότητας και όχι αντίθεσης με

άλλες συλλογικότητες που επιμένουν στην ετερότητά τους για να συνυπάρξουν ειρηνικά

και δίκαια στον ίδιο ζωτικό χώρο.

Βιβλιογραφία

19

Page 20: Θρησκευτική ετερότητα και μαθησιακές διαδικασίες

Keast J, Θρησκευτική ετερότητα και διαπολιτισμική εκπαίδευση: ένα βοήθημα για τα σχολεία, μτφ Ν. Χαραλαμπίδου – Α. Βαλλιανάτος, Συμβούλιο της Ευρώπης 2007

Νίκας A. , Τα θρησκευτικά στα σχολεία, Έξοδος 15(19)/1995

Περσέλης E. , Πολιτισμική ετερότητα και σχολική θρησκευτική αγωγή στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα

Περσέλης E. , Κατήχηση και Παιδεία, μελετήματα χριστιανικής θρησκευτικής αγωγής, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2003

Περσέλης Ε, Το μάθημα των θρησκευτικών στις χώρες της Ευρωπ.‘Ενωσης, Σύναξη 65/1998

Περσέλης E. , Προοπτικές της Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού πολιτισμικού και εκπαιδευτικού γίγνεσθαι, στο συλλ. τόμο Η Ελληνορθόδοξη Παιδεία και Αγωγή στην Ευρώπη της Τρίτης Χιλιετίας, Πρακτικά Παγκρήτιου Θεολογικού Συνεδρίου, 15-17 Οκτωβρίου 1998, έκδ. Κοινοφελούς Ιδρύματος Παναγία η ακροτηριανή Ι. Μ. Ιεραπύτνης και Σητείας, Σητεία 2000

Περσέλης Ε. , Χριστιανική αγωγή και Σύγχρονος κόσμος, Εκδ. Αρμός, Αθήνα 1994

Τρωϊαννός Σπ., Η θρησκευτική εκπαίδευση στο πλαίσιο του ατομικού δικαιώματος θρησκευτικής ελευθερίας, στο συλλ. τόμο Χαριστήριο-ΣύμμεικταΠαπαχατζή, 1989

Ηλεκτρονική βιβλιογραφία ( άμεσα προσβάσιμη στις 16/07/10)

Αυδή Ε., Εισαγωγή στην φαινομενολογία, διαθέσιμο στην ηλ. διεύθυνση http://www.psy.auth.gr/index.php?option=com_docman&task=cat_view&gid=235&Itemid=132&mosmsg=You+are+trying+to+access+from+a+non-authorized+domain.+%28www.google.gr%29

Παύλος Ν. , Τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου θρησκευτικού μαθήματος, διαθέσιμο στην ηλ. διεύθυνση http://elearningtheology.wordpress.com/2009/08/

http://elzin.wordpress.com/2009/05/13 η-φαινομενολογίαη-διυποκειμενικότη/ ,

Διαθέσιμο στην ηλ. διεύθυνση http://mihalismihail.blogspot.com/2008/06/blog-post_30.html

20