ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

24
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ Δ.Π.Μ.Σ. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΑΘΗΜΑ : ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΩΡΟ ΘΕΜΑ: Αρχαιολογικοί χώροι σε αστικά τοπία Σπουδάστρια ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΟΥ Αρχιτέκτων Μηχανικός Συντηρήτρια Αρχαιοτήτων Α Θ Η Ν Α, Σ Ε Π Ε Μ Β Ρ Η Σ 2 0 0 6

Transcript of ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Page 1: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ Δ.Π.Μ.Σ. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ – ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ – ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΑΘΗΜΑ : ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΩΡΟ ΘΕΜΑ: Αρχαιολογικοί χώροι σε αστικά τοπία Σπουδάστρια ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΟΥ Αρχιτέκτων Μηχανικός – Συντηρήτρια Αρχαιοτήτων Α Θ Η Ν Α, Σ Ε Π Ε Μ Β Ρ Η Σ 2 0 0 6

Page 2: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ
Page 3: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εργασία με τίτλο, «Αρχαιολογικοί χώροι σε Αστικά Τοπία»

έγινε στα πλαίσια του μαθήματος Όψεις του Αστικού Τοπίου στο Δημόσιο Χώρο, διδάσκοντες Ι. Πολύζος, Δ. Πολυχρονόπουλος, την ακαδημαϊκή χρονιά 2005-2006, από την σπουδάστρια Μαρία Κάτου.

Έναυσμα της εργασίας αποτέλεσαν σκέψεις από την παρατήρηση του

τρόπου με τον οποίο υπάρχουν και λειτουργούν οι αρχαιολογικοί χώροι στο σύγχρονο αστικό τοπίο της Αθήνας.

Οι αρχαιολογικοί χώροι κατά την αρχαιότητα, που ήταν «ενεργοί», αλλά και σε πιο πρόσφατες εποχές, αποτελούσαν δημόσιους χώρους με συγκεκριμένες λειτουργίες που ενίσχυαν και όριζαν τον δημόσιο χαρακτήρα τους (αγορά, ιερά, δρόμοι, τείχη, τόποι συγκέντρωσης και άσκησης πολιτικής). Σήμερα αποτελούν μνημεία –θεσμοθετημένους δημόσιους χώρους- που όμως συνήθως λόγω της ανάγκης «προστασίας» τους είναι αποκομμένοι από τον αστικό ιστό τόσο χωρικά όσο και νοητικά, με αποτέλεσμα να μην λειτουργούν ικανοποιητικά ούτε ως μνημεία –φορείς μνήμης-, ούτε ως δημόσιοι χώροι.

Βασικό ερώτημα της εργασίας αποτέλεσε το αν ο αστικός σχεδιασμός μπορεί να ξαναδώσει στους αρχαιολογικούς χώρους τον δημόσιο χαρακτήρα τους, να τους εντάξει στην καθημερινή αστική ζωή και να τους ξανακάνει φορείς μνήμης για τους κατοίκους της πόλης.

Για τον σκοπό αυτό γίνεται μια προσπάθεια ορισμού των εννοιών

δημόσιος, αρχαιολογικός χώρος και μνημείο και στη συνέχεια περιγράφεται το πώς λειτουργούσαν αυτοί οι χώροι στο παρελθόν και πώς σήμερα, καθώς και οι διαφορετικές απόψεις σχετικά με τους αρχαιολογικούς χώρους, τη διατήρησή τους και τη λειτουργία τους στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον.

Στη συνέχεια, παρουσιάζονται αντιπροσωπευτικά παραδείγματα τρόπων αντιμετώπισης των αρχαιολογικών χώρων στο αστικό τοπίο. Για τον σκοπό αυτό εξετάζονται τα έργα που έγιναν στην Αθήνα στα πλαίσια του έργου «Ενοποίηση Αρχαιολογικών χώρων», ο σχεδιασμός που έγινε στην πόλη Merida της Ισπανίας καθώς και το ιδιαίτερο παράδειγμα της πλατείας της Νάξου και εξετάζεται το κατά πόσο τα έργα αυτά συνέβαλαν στην ένταξη των μνημείων στην σύγχρονη ζωή της πόλης και στην ενδυνάμωση του δημόσιου χαρακτήρα τους.

Τέλος καταγράφονται κάποιες σκέψεις, συμπεράσματα και ερωτήματα που δημιουργήθηκαν κατά την παρούσα εργασία σε σχέση με το θέμα της ένταξης των αρχαιολογικών χώρων στα σύγχρονα αστικά τοπία και στην καθημερινή ζωή των κατοίκων τους, καθώς και για τον ρόλο που μπορεί να έχει ο αστικός σχεδιασμός στο θέμα που εξετάζεται.

Για την πραγματοποίηση της παρούσας εργασίας χρησιμοποιήθηκε η

βιβλιογραφική έρευνα, η έρευνα στο διαδίκτυο και η επιτόπια παρατήρηση και φωτογράφηση αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας.

Λέξεις κλειδιά: Αρχαιολογικός χώρος, Δημόσιος χώρος, ένταξη αρχαιολογικού χώρου σε αστικό περιβάλλον

Page 4: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ Αρχαιολογικοί θεωρούνται οι χώροι στους οποίους υπάρχουν τεκμήρια

παλαιότερων εποχών όμως κτίρια, δρόμοι, εργαστήρια, ιερά, τείχη κ.ά. Οι αρχαιολογικοί χώροι αποτελούν στην πλειοψηφία τους μνημεία, χώρους δηλαδή που φέρουν μνήμη. Αν και ο όρος μνημείο έχει φορτιστεί με τη διάσταση του επιβλητικού και εντυπωσιακού, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει αυτό, καθώς μνημεία αποτελούν και τα πιο «ταπεινά» τεκμήρια του παρελθόντος. Σύμφωνα με την Χάρτα της Βενετίας (1964) και την Σύμβαση της Γρανάδας (1992) μνημείο είναι κάθε ακίνητο που έχει αρχαιολογικό, ιστορικό, αισθητικό, επιστημονικό, κοινωνικό ή τεχνικό ενδιαφέρον.

Η πλειοψηφία των πόλεων της Ανατολικής Μεσογείου έχουν μια μακραίωνη ιστορία, που συχνά ξεπερνά τα 5000 έτη. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται και πολλές ελληνικές πόλεις, όπως και η Αθήνα. Η μακραίωνη ιστορία όλων αυτών των πόλεων και οι προηγούμενες περίοδοι κατοίκησης, έχουν αφήσει πολλά τεκμήρια στο έδαφος και το υπέδαφός τους. Τα τεκμήρια αυτά «αξιοποιημένα» ή μη αποτελούν τους αρχαιολογικούς χώρους των πόλεων αυτών. Μπορούμε να ορίσουμε δηλαδή τους αρχαιολογικούς χώρους ως δομικά στοιχεία των σύγχρονων πόλεων που προέρχονται από παλαιότερες εποχές και φέρουν ιστορική, πολιτιστική, αισθητική και συναισθηματική αξία (Πετρίδου, 2005).

Ο αστικός χώρος της Αθήνας χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερα πλούσια στρωματογραφία με τεκμήρια που προέρχονται από πολλές περιόδους κατοίκησης, από την εποχή του χαλκού μέχρι σήμερα (Tomilson, 2005), και είναι διάσπαρτος από μικρούς και μεγαλύτερους αρχαιολογικούς χώρους. Η πλειοψηφία των «αξιοποιημένων» αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας χρονολογούνται στην κλασική περίοδο, γεγονός που δεν είναι τυχαίο αλλά οφείλεται σε συνειδητές επιλογές τού τι θεωρείται σημαντικό και τι όχι. Οι χώροι αυτοί αποτελούσαν στην πλειοψηφία τους δημόσιους χώρους της κλασικής αρχαιότητας: ναούς, ιερά, θέατρα, αγορές, νεκροταφεία, δρόμους, στοές και σπανιότερα ιδιωτικούς, όπως κατοικίες ή εργαστήρια.

Τα στοιχεία για το πώς ήταν στην αρχαιότητα οι τοποθεσίες που

σήμερα αποτελούν τους αρχαιολογικούς χώρους είναι ελάχιστα και δεν μπορούν παρά να δώσουν μια αποσπασματική εικόνα τους. Είναι όμως γνωστή η σημασία που είχαν για την αρχαία ελληνική πόλη οι δημόσιοι χώροι, οι τόποι δηλαδή στους οποίους συναθροίζονταν οι πολίτες για να ασκήσουν δημόσιες λειτουργίες όπως η πολιτική, το εμπόριο, η νομοθεσία, η θρησκεία αλλά και η διασκέδαση (Tomilson, 2005). Παράλληλα έχει διαπιστωθεί και η σημασία που έδιναν στην χωροθέτηση αυτών των σημαντικών τόπων. Έτσι συνήθως τα σπουδαία κτίρια και ιδιαίτερα οι ναοί και τα ιερά, τοποθετούνταν σε τοπία με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που συνήθως είχαν και συμβολικές και θρησκευτικές προεκτάσεις (τοπία δίπλα σε ποτάμια, σε τρεχούμενα νερά, σε πηγές, σε δάση και σε συγκεκριμένα είδη φυτεύσεων κ.ά.), ενώ σημαντική εθεωρείτο και η ύπαρξη στον περιβάλλοντα χώρο δέντρων και φυτών που ταυτίζονταν με συγκεκριμένες θεότητες (Μποφίλιας, 2003).

Page 5: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ Ένα από τα ερωτήματα που έχει να απαντήσει ο σύγχρονος μελετητής

είναι το αν οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία πρέπει να διατηρούνται στις σύγχρονες πόλεις ή όχι και στη συνέχεια με ποιό τρόπο θα γίνεται αυτό. Το θέμα είναι ιδιαίτερα περίπλοκο και έχει απασχολήσει πολλούς μελετητές του χώρου.

Ο Άρης Κωνσταντινίδης, με αρκετά ριζοσπαστική αλλά και ρεαλιστική προσέγγιση, θεωρεί ότι: τα πράγματα είναι φθαρτά και η αντικατάσταση του παλαιού από το νέο είναι μια αναπότρεπτη ανάγκη και νόμος ζωής... Αφού η αρχιτεκτονική πλάθει δοχεία ζωής, θα πρέπει να τα βλέπουμε αυτά όχι σαν μνημεία, αλλά σαν ¨έμψυχα όργανα¨, δηλαδή σαν πρόσκαιρες κατασκευές που η ζωή τους είναι περιορισμένη σε χρονική διάρκεια, όσο και η ανθρώπινη ζωή πάνω στη γη» (Πετρίδου, 2005).

Αντίθετες απόψεις εκφράζουν από την άλλη πλευρά οι αρχαιολόγοι και οι μελετητές της αρχαιότητας, οι οποίοι συνήθως είναι και αυτοί που απαιτούν την αυστηρή διαφύλαξη των μνημείων, συχνά σε βάρος της σύγχρονης ζωής.

Υπάρχουν και απόψεις οι οποίες εκφράζουν μια πιο ήπια προσέγγιση για την σχέση του παλιού με το νέο, οι οποίες συνήθως είναι και οι επικρατούσες. Για παράδειγμα ο Δ. Ζήβας (1991), αναγνωρίζει την ανάγκη διατήρησης των μνημείων στον αστικό ιστό, θεωρεί όμως ότι η πλήρης αποκάλυψη των θραυσμάτων του παρελθόντος είναι αδύνατη, αλλά δεν έχει και κανένα νόημα για μια σύγχρονη πόλη. Κρίνει ότι η παρουσία των μνημείων αποτελεί μια σύγκρουση ανάμεσα στο δυναμικό, μεταβαλλόμενο παρόν των πόλεων και στο στατικό και αμετάβλητο παρελθόν τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θεωρεί επιβεβλημένη την σύνθεση του παρόντος με το παρελθόν και την ένταξη των μνημείων στη σύγχρονη ζωή, ούτως ώστε να ενσωματώνουν την ιστορία στην ζωή της πόλης. Θεωρεί ακόμα ότι είναι ζωτικής σημασίας η επιλογή μεταξύ του να διατηρήσουμε τα μνημεία σαν μουσειακά αντικείμενα / εκθέματα / εμπορεύματα ή σαν ζωντανούς οργανισμούς ενταγμένους στο ρυθμό και τις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής. Τέλος ο μελετητής υποστηρίζει ότι το ιστορικό αντικείμενο δεν πρέπει να είναι απομονωμένο, απομακρυσμένο ή δυσπρόσιτο, ούτε περιφραγμένο με κάποιο κιγκλίδωμα, αλλά να τοποθετείται σαν ενεργό στοιχείο στο αστικό περιβάλλον, καθώς η ιστορία που αποτυπώνεται στον χώρο μέσω των μνημείων δεν προορίζεται μόνο για μάθηση, αλλά και για βαθύτερη κατανόηση και βίωση.

Στην ίδια λογική κινούνται και οι απόψεις των μελετητών της «Μελέτης συνολικής Ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Ολυμπιείου», οι οποίοι υποστηρίζουν ότι ο στόχος των έργων πρέπει να είναι να αισθανθεί η πόλη τη μαγεία και το ήθος που εκπέμπει το αρχαίο τοπίο προς τον σημερινό άνθρωπο. Αν ο αρχαιολογικός χώρος δεν μπορέσει να λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο, η απλή συντήρηση των μνημείων της ιστορίας αποτελεί στόχο σημαντικό, που παραμένει ωστόσο στο περιθώριο της εξέλιξης της σημερινής πόλης (Ημερίδα «Ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας: Η διαδικασία υλοποίησης ενός οράματος»).

Page 6: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Οι απόψεις αυτές στηρίζονται και από τα κείμενα για την προστασία

των μνημείων όπως η Χάρτα της Βενετίας (1964) και η Διακήρυξη του Άμστερνταμ (1975). Βασικά άρθρα της Χάρτας της Βενετίας όσο αφορά στην ένταξη των μνημείων στον αστικό ιστό είναι το άρθρο 5 που αναφέρει: «Η συντήρηση των μνημείων ευνοείται πάντοτε από την καταλληλότητά τους να χρησιμοποιηθούν για κάποιο σκοπό ωφέλιμο στην κοινωνία...», το άρθρο 6: «Η συντήρηση του μνημείου συνεπάγεται και την διατήρηση του άμεσου περιβάλλοντός του...» και το άρθρο 4 της Διακήρυξης του Άμστερνταμ: «Μια πολιτική ολοκληρωμένης διαχείρισης μπορεί να πετύχει μόνο όταν ληφθούν υπόψη κοινωνικοί παράγοντες και η πολιτική της διατήρησης σημαίνει επίσης την ένταξη της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στην κοινωνική ζωή»..

Άσχετα όμως από το ποια είναι η θέση που παίρνουμε σχετικά με την

διατήρηση των μνημείων στις πόλεις, η ύπαρξή τους είναι εκ των πραγμάτων δεδομένη, ενώ δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε και το γεγονός ότι επιτελούν ένα ιδιαίτερα σημαντικό έργο και μπορούν να καλύψουν ποικίλες ανάγκες των κατοίκων και γι’ αυτό είναι απαραίτητη η διατήρησή τους. Καταρχήν έχουν διδακτική αξία και ικανοποιούν την ψυχική ανάγκη για σύνδεση με το παρελθόν, ενδυναμώνουν και διατηρούν την τοπική ταυτότητα και την συλλογική μνήμη (Πετρίδου, 2005 / Rossi, 1995). Έχουν ακόμα αισθητική αξία και μπορούν να λειτουργήσουν ώς χώροι κοινής συνάθροισης, επαφής με το φυσικό περιβάλλον, εκτόνωσης και αναψυχής.

Έτσι φαίνεται ότι το θέμα δεν είναι η απομάκρυνση ή όχι των μνημείων από τον αστικό ιστό, αλλά ο τρόπος με τον οποίο θα τα διαχειριστούμε ώστε να μπορούν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της σύγχρονης πόλης και των κατοίκων της.

Page 7: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΛΗ

Οι τρόποι με τους οποίους αντιμετωπίζονται οι αρχαιολογικοί χώροι στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον ποικίλουν και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις επικρατούσες αντιλήψεις κάθε περιόδου, από την αξία που δίνεται σε κάθε αρχαιολογικό τόπο ή μνημείο, αλλά και από το πολιτισμικό υπόβαθρο κάθε μελετητή δηλαδή από τα βιώματα, τις προθέσεις και τους στόχους του. Έτσι στο παρελθόν, αλλά συχνά και σήμερα μιλάμε για «προστασία», «διατήρηση», «μνημειακή αντιμετώπιση» ή «συντήρηση» ενώ οι πιο πρόσφατες προσεγγίσεις μιλούν για «ένταξη», «αξιοποίηση», «εμπορευματοποίηση», «λειτουργική αξιοποίηση» ή «ολοκληρωμένη διατήρηση» των αρχαιολογικών χώρων (Ορφανουδάκης, 1992 / Πετρίδου, 2005).

Στα πλαίσια της «ολοκληρωμένης διατήρησης» των αρχαιοτήτων

εφαρμόστηκε κατά την τελευταία κυρίως δεκαετία η δημιουργία αρχαιολογικών πάρκων (Σύκκα, 2006). Τα αρχαιολογιά πάρκα καταλαμβάνουν μεγάλες εκτάσεις της πόλης, συχνά εκτείνονται παράλληλα με τον σύγχρονο ιστό και στόχο έχουν την προσέλκυση τουριστικών και οικονομικών δραστηριοτήτων σε αυτή και την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της, στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού των πόλεων (Βαΐου, κ.ά. 2004 / Παγώνης, 2004). Τα παραδείγματα από την σύγχρονη πραγματικότητα είναι πολλά και ένα από τα πιο γνωστά είναι το έργο της «Ενοποίησης των Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας», αλλά και τα έργα για την ανάδειξη των ρωμαϊκών μνημείων και την ιστορικότητα της πόλης στην Mérida της Ισπανίας.

Η δημιουργία αρχαιολογικών πάρκων συνδυάζεται συνήθως με την

δημιουργία τουριστικών εγκαταστάσεων και εγκαταστάσεων αναψυχής, ώστε να αποτελέσουν ένα ολοκληρωμένο πόλο προσέλκυσης τουριστών και κατοίκων (Σύκκα, 2006). Η πρακτική αυτή είναι η κυριαρχούσα την τελευταία δεκαετία, δεν σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν αντιρρήσεις. Για παράδειγμα οι μελετητές της «Μελέτης συνολικής ανάδειξης αρχαιολογικών χώρων βόρειας και νότιας κλιτύος Ακρόπολης», αντιτίθενται στην πρόταση ανάδειξης της Διονυσίου Αεροπαγίτου σε άξονα αναψυχής και περιπάτου διαμέσου των αρχαιολογικών χώρων καθώς θεωρούν ότι αυτό θα διασπάσει την ενότητά τους και θα αλλοιώσει την μορφή τού περιβάλλοντος, συμφωνώντας με τις προ πενηνταετίας απόψεις του Κ. Η. Μπίρη (1966, σελ. 395):

… δεν υπάρχουν ειδικοί τρόποι κατασκευής νέων έργων, ούτε κατασκευές που προσαρμόζονται στον χαρακτήρα του αρχαιολογικού χώρου. Αυτά είναι λόγια κούφια και απατηλά... Όταν πια το άβατον (το ιερόν) της πόλεως αυτής θα έχει παραβιαστεί, όταν θα είναι τετελεσμένο γεγονός η μετατροπή του σε χώρο «ευχάριστης παραμονής», σε κοινότατο δημόσιο χώρο, όταν πια θα είναι άσκοπη και θα σιγήσει μοιραία κάθε αντίδραση, ένα ένα θα ξεφυτρώνουν τα κέντρα αναψυχής, κτίρια και εγκαταστάσεις κάθε λογής για τα οποία θα είναι ελκυστικό το περιβάλλον. Οι απόψεις αυτές αν και εμπεριέχουν ένα βαθμό αλήθειας και μπορούν

να μας βάλουν σε προβληματισμούς, αμφισβητούνται σήμερα. Δεν τασσόμαστε βέβαια υπέρ της εμπορευματοποίησης του δημόσιου χώρου γύρω από τα μνημεία πρός όφελος της ψυχαγωγίας, ούτε υπέρ της κατασκευής άσχετων με τους αρχαιολογικούς χώρους κτιρίων. Όμως η άποψη ότι ο αρχαιολογικός χώρος αποτελεί «άβατο», στερεί από τη σύγχρονη πόλη την επαφή με το παρελθόν της και δεν δίνει τελικά σε αυτούς τους χώρους την δυνατότητα να είναι πραγματικά «δημόσιοι» και οικειοποιήσιμοι, αλλά τους καθιστά κυριολεκτικά απροσπέλαστους (άβατους) στους πολίτες.

Page 8: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Παραδείγματα «ολοκληρωμένης διατήρησης» μνημείων σε σύγχρονες πόλεις Η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων στην Αθήνα

Χαρακτηριστικό παράδειγμα σύγχρονης αντιμετώπισης των μνημείων στο κέντρο της πόλης και προσπάθειας ένταξής τους στην αστική ζωή αποτελεί η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας (Χάρτης 1). Τα έργα έγιναν στο σύνολο ουσιαστικά του Ιστορικού Κέντρου της πόλης, και περιλάμβαναν παρεμβάσεις για την ανάδειξη των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων και τη σύνδεσή τους, με στόχο την ανάδειξη του ιστορικού προσώπου της πόλης, αλλά και να αποδείξουν ότι η Αθήνα είναι μια σύγχρονη, ζωντανή πόλη, που ενσωματώνει την ιστορικότητά της στην σημερινή της εξέλιξη. Ταυτόχρονα το έργο αποτέλεσε μια συγκροτημένη προσπάθεια για οικειοποίηση των μνημείων από τους κατοίκους της πόλης και ένταξής τους στη δημιουργική διαδικασία συγκρότησης της νέας πολιτιστικής της ταυτότητας (ΕΑΧΑ).

Τα κυριότερα έργα που έχουν γίνει προς αυτή την κατεύθυνση είναι τόσο αυτά που έγιναν μέσα στους αρχαιολογικούς χώρους για την ανάδειξη και την προστασία τους, αλλά κυρίως αυτά που έγιναν στους δημόσιους χώρους που τα περιβάλλουν ή σε αυτούς που οδηγούν σε αυτά. Δημιουργήθηκε ο «Μεγάλος Περίπατος» που περιλαμβάνει την πεζοδρόμηση των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Αποστόλου Παύλου, Αδριανού και Ερμού, δημιουργήθηκαν πλατώματα και άλλοι υπαίθριοι χώροι κατά μήκος της διαδρομής και έγιναν έργα σε πλατείες και άλλους ελεύθερους δημόσιους χώρους όπως στην Ομόνοια, στο Σύνταγμα, στην Κουμουνδούρου και πιο πρόσφατα στην πλατεία Κεραμεικού. Οι παρεμβάσεις αυτές είχαν στόχο να διευκολύνουν την πρόσβαση στα σπουδαιότερα μνημεία της Αθήνας και σε συνδυασμό με την δυνατότητα θέασής τους από τον «Μεγάλο Περίπατο» να τα κάνουν πιο προσιτά στο ευρύ κοινό. Ο στόχος ουσιαστικά ήταν η δημιουργία ενός «Ανοικτού Μουσείου», στο οποίο οι κάτοικοι της πόλης θα μπορούν να πραγματοποιήουν έναν περίπατο στην ιστορία, χωρίς να φεύγουν από τον αστικό ιστό (εικ1). Οι επιλογές που ακολουθήθηκαν κατά τον σχεδιασμό ήταν πολλές, καθώς κάθε τμήμα του έργου έγινε από ξεχωριστές ομάδες μελετητών κάτω από την επιστασία της εταιρείας Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας. Τα κυριότερα έργα που έγιναν είναι πεζοδρομήσεις και

Page 9: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Χάρτης 1 Τα έργα της ενοποίησης των Αρχαιολογικών χώρων στην Αθήνα

εικ. 1 Ο Μεγάλος Περίπατος – ένας περίπατος στην ιστορία

Τμήμα της Δ. Αρεοπαγίτου, παράλληλο με τον αρχαιολογικό χώρο

Page 10: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

πλακοστρώσεις με κυβόλιθους ή άλλα φυσικά υλικά, φυτεύσεις και διαμόρφωσή τους, δημιουργία υπαίθριων καθιστικών ή πλατωμάτων σε σημεία με θέα προς τα μνημεία, εγκατάσταση φωτισμού, κατασκευή νέων περιφράξεων των αρχαιολογικών χώρων και νέων εισόδων, ενώ δόθηκε και ένα πολύ μεγάλο κομμάτι στην δυτική πλαγιά της Ακρόπολης σε κοινή και ελεύθερη χρήση, ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση από την Ακρόπολη προς την Αρχαία Αγορά και ουσιαστικά η ενοποίηση των δύο αρχαιολογικών χώρων (εικ.2-3).

Το σύνολο των έργων (με εξαίρεση την πρόσβαση από την Ακρόπολη προς την Αρχαία Αγορά), χαρακτηρίζεται από σχεδιασμό υψηλής ποιότητας και είχε σαν αποτέλεσμα την σημαντική αναβάθμιση της αισθητικής εικόνας της πόλης αλλά και της λειτουργίας της.

Μένει λοιπόν να δούμε αν όντως τα έργα έκαναν πιο προσιτά τα μνημεία στην πόλη και πιο οικειοποιήσιμα και αν τελικά κατάφεραν να τα εντάξουν στην σύγχρονη ζωή της Αθήνας. Πόσο άλλαξε η πρόσβαση στα μνημεία; Αυξήθηκε η επαφή των κατοίκων με αυτά και ο βαθμός οικειοποίησής τους; πόσο ενισχύθηκε ο δημόσιος χαρακτήρας τους και η συλλογική μνήμη που φέρουν;

Αν και έχουν περάσει ελάχιστα χρόνια για να κριθεί ένα τέτοιο μεγάλο έργο, υπάρχουν ήδη αρκετές ενδείξεις της αποτελεσματικότητας του εγχειρήματος: Το ιστορικό κέντρο της Αθήνας άλλαξε και τα μνημεία έχουν γίνει πιο προσιτά στο κοινό και στους κατοίκους της πόλης, όχι μόνο στους τουρίστες. Από την άλλη πλευρά πολλά είναι να γίνουν ακόμα, ενώ η ποιότητα των έργων δεν είναι παντού η ίδια. Ιδιαίτερα προβλήματα φαίνεται ότι υπάρχουν στη δυτική κλιτύ της Ακρόπολης, όπου αν και το περιβάλλον είναι ιδιαίτερης αξίας λόγω του αρχαιολογικού, αλλά και του φυσικού πλούτου του, δεν έχουν γίνει ιδιαίτερα έργα. Το αποτέλεσμα είναι να μοιάζει η συγκεκριμένη περιοχή εγκαταλελειμμένη και ως τέτοια αποτελεί τόπο παράνομων δραστηριοτήτων. Το ίδιο ισχύει και για την διαδρομή που συνδέει την Αρχαία Αγορά με την οδό Διονυσίου Αεροπαγίτου, με αποτέλεσμα, ένα ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι του περιπάτου εντός των αρχαιολογικών χώρων να παραμένει αναξιοποίητο και μη οικειοποιήσιμο, έως και απαγορευμένο για το ευρύ κοινό (εικ.4).

Όμως δεν φαίνεται να είναι μόνο η έλλειψη σχεδιασμού που ευνοεί τις παράνομες δραστηριότητες και αποτρέπει την οικειοποίηση του χώρου από τους κατοίκους, καθώς ακόμα και σε περιοχές με σχεδιασμό υψηλής ποιότητας παρατηρούνται αντίστοιχα φαινόμενα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο εξώστης στάσης και θέασης στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού (εικ.5), στον οποίο παρά την μεγάλη σημασία που έχει δοθεί στον σχεδιασμό του επικρατεί ένα συναίσθημα ανασφάλειας1. Ίσως αυτό που λείπει τελικά από αυτούς τους χώρους είναι η πολυλειτουργικότητα και η ύπαρξη λειτουργιών που προσελκύουν κόσμο καθ΄όλη την διάρκεια της ημέρας, η λειτουργία τους δηλαδή ως πραγματικά δημόσιων χώρων.

1 «νωρίς το πρωί και ιδιαίτερα τις καθημερινές δεν είναι ό,τι πιο ευχάριστο να περπατάς εδώ. Το βράδυ είναι ακόμα χειρότερα», συνομιλία με εργαζόμενο του αρχαιολογογικού χώρου του Κεραμεικού.

Page 11: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

εικ.2-3. Η πρόσβαση μεταξύ της Ακρόπολης και της Αρχαίας Αγοράς

εικ.4. Η δυτική κλιτύς της Ακρόπολης, ένας από τους λιγότερο οικειοποιήσιμους αρχαιολογικούς χώρους.

εικ.5 Το πλάτωμα του αρχαιολογικού χώρου του Κεραμεικού, χωρίς σαφή λειτουργία και χρήση

Page 12: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Η πόλη της Mérida στην Ισπανία

Ένα ακόμα παράδειγμα «ολοκληρωμένης διατήρησης» ή «λειτουργικής αξιοποίησης» των μνημείων βρίσκουμε στην πόλη Mérida της Ισπανίας (Ayuntamiento de Mérida) – (Χάρτης 2). Η πόλη που ιδρύθηκε το 25 μ.Χ. από τον Οκτάβιο, αποτελούσε ένα από τα σημαντικά πολιτικά, οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτιστικά κέντρα της ρωμαϊκής περιόδου. Τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι διάσπαρτα στον αστικό ιστό και σε καλή κατάσταση διατήρησης, ενώ η διδακτική και αισθητική τους αξία θεωρείται πολύ μεγάλη, με αποτέλεσμα να κηρυχθεί η πόλη, ως τόπος παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, το 1993, από την UNESCO.

Για την ένταξη των μνημείων στη ζωή της πόλης, αλλά και για την ανάδειξη και την προστασία τους, καθώς και για την τουριστική αξιοποίησή τους έχει γίνει ένας μεγάλος αριθμός έργων στον αστικό ιστό. Καταρχήν στα μνημεία που η κατάσταση διατήρησής τους το επέτρεπε, διατηρήθηκε η αρχική τους χρήση. Τυπικό παράδειγμα αποτελεί το αμφιθέατρο στο οποίο εξακολουθούν να διοργανώνονται θεατρικές παραστάσεις και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις, αλλά και η ρωμαϊκή πεζογέφυρα, της οποίας η χρήση συνεχίζεται αδιάλειπτα από τους ρωμαϊκούς χρόνους μέχρι τώρα. Η διατήρηση των αρχικών χρήσεων των μνημείων εκτός από την κάλυψη των αναγκών της πόλης, καθώς αποτελούν βασικές υποδομές της, είχε στόχο και την διατήρηση της μνημειακής τους αξίας και του δημόσιου χαρακτήρα τους. Παράλληλα έχουν γίνει έργα στον αστικό ιστό για την ανάδειξη των μνημείων, την ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα τους και την απόδοση δημόσιων ελεύθερων χώρων αναψυχής στους κατοίκους και τους επισκέπτες. Έτσι έχουν δημιουργηθεί πεζόδρομοι και μονοπάτια στους περιβάλλοντες χώρους των μνημείων ή και μέσα σε αυτά. Εντυπωσιακό παράδειγμα αποτελούν οι περίπατοι που έχουν δημιουργηθεί κατά μήκος κάτω και πάνω στο ρωμαϊκό υδραγωγείο της πόλης (εικ.6-9).

Στο Αρχαιολογικό μουσείο της πόλης (Museo National de Arte Romano) επιχειρήθηκε ένας ακόμα τρόπος για την σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν. Το μουσείο χτίστηκε πάνω στα ερείπια του ρωμαϊκού αστικού ιστού τα οποία έμειναν ορατά στο δάπεδο της κρύπτης – του υπογείου του μουσείου ώστε να αποτελούν μόνιμη αναφορά των επισκεπτών στο αρχαιολογικό τοπίο (εικ.10).

Η μέθοδος αυτή έχει εφαρμοστεί και σε άλλα κτίρια όπως και στο νέο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας της Αθήνας, με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία.

Page 13: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Χάρτης 2. Ο αστικός ιστός της πόλης Mérida στην Ισπανία, γεμάτος με αρχαιολογικά ευρήματα της ρωμαϊκής εποχής, ενταγμένα λειτουργικά στην σύγχρονη πόλη

εικ.6 – 7: Πεζόδρομοι και μονοπάτια κατά μήκος του υδραγωγείου – ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα του μνημείου και ένταξη στη ζωή της πόλης.

Page 14: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

εικ. 8 Η ρωμαϊκή γέφυρα. Σε διαρκή χρήση από την εποχή της κατασκευής της μέχρι σήμερα.

εικ. 9 Ο ρωμαϊκός ναός της Άρτεμης ως «σκηνικό» του θεάτρου δρόμου.

εικ. 10 Το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης, πάνω στον αρχαίο αστικό ιστό

Page 15: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Η Πλατεία της Παλιάς Μητρόπολης Νάξου (ΥΠ.ΠΟ).

Ένα από τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα ένταξης αρχαιολογικού χώρου στη σύγχρονη ζωή της πόλης, αν και μικρής κλίμακας, αποτελεί η πλατεία της παλαιάς Μητρόπολης της Νάξου (εικ.11). Στο συγκεκριμένο παράδειγμα επιτεύχθηκε η σύνδεση του ιστορικού με το σύγχρονο και η δημιουργία ενός τόπου που εξυπηρετεί τις ανάγκες της σύγχρονη πόλης, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα το παρελθόν. Έτσι ο επισκέπτης εκτός από το ότι βρίσκεται σε ένα εξαιρετικό περιβάλλον αισθάνεται ταυτόχρονα ότι συνυπάρχει το παρόν και το παρελθόν.

Η αντιμετώπιση στην προκειμένη περίπτωση δεν περιλάμβανε την δημιουργία, διαδρομών και πλατωμάτων μέσα ή γύρω από τα αρχαία μνημεία (ίχνη της παλιάς πόλης, θεμέλια του τείχους, εργαστήρια αγγειοπλαστικής κ.ά. – 2η χιλιετία π.Χ.), αλλά τον σχεδιασμό της πλατείας σε δύο επίπεδα, στη στάθμη των αρχαίων και στο επίπεδο της σύγχρονης πόλης. Με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε τόσο η διατήρηση των αρχαίων και προστασία τους κάτω από το στέγαστρο που δημιουργείται όσο και η δημιουργία πλατώματος για την εξυπηρέτηση των κατοίκων. Παράλληλα, τα δύο επίπεδα βρίσκονται εύκολα σε άμεση επαφή, οπτική και πραγματική.

Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι η πλατεία δεν αποτελεί μια αποκομμένη νησίδα μέσα στον αστικό ιστό, αλλά συνδέθηκε οργανικά με την υπόλοιπη πόλη, αλλά και με τα άλλα μνημεία (νησί των Παλατιών, τον Ναό του Απόλλωνα) μέσω πεζοδρόμων, ώστε να λειτουργούν ως ένα σύνολο.

εικ. 11

Η πλατεία

της Παλαιάς

Μητρόπολης στη Νάξο. Ένα επιτυχημένο παράδειγμα ένταξης αρχαιολογικού χώρου, στην ζωή της σύγχρονης πόλης

Page 16: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Συνοψίζοντας, τρείς πρέπει να είναι οι βασικοί στόχοι κατά την

αξιοποίηση ενός μνημείου σε μια σύγχρονη πόλη. Η προστασία της υλικής υπόστασής του, με ταυτόχρονη όμως διαφύλαξη της ιστορικής και συλλογικής μνήμης που φέρει, η λειτουργία του ως δημόσιου χώρου και η ένταξή του στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της σύγχρονης πόλης.

Ένα από τα βασικά αιτήματα κατά την αξιοποίηση ενός μνημείου πρέπει

να είναι η λειτουργία των αρχαιολογικών χώρων ως «δημόσιων». Ο όρος «δημόσιος χώρος» έχει λάβει πολλές ερμηνείες από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και πάντα σε συνάρτηση με το ευρύτερο κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και ιστορικό πλαίσιο: έχει οριστεί ως ο χώρος όπου ασκείται πολιτική δράση (αρχαία ελληνική πόλις, H. Arendt), ως ο χώρος όπου εκτός από την συμμετοχή στα κοινά μπορούν να αναπτυχθούν συλλογικότητες και να δημιουργηθεί ένα κριτικό κοινό που ελέγχει την κρατική εξουσία (J. Habermas), ως ο χώρος όπου ελέγχεται και διοικείται από το κράτος κ.ά (Benhabib, 1998).

Αν και η έννοια του δημόσιου χώρου δεν είναι ξεκάθαρη, γεγονός που γίνεται ακόμα πιο έντονο στις ταχύτατα μεταβαλλόμενες συνθήκες των σύγχρονων πόλεων, θεωρούμε ότι αυτός πρέπει να συγκεντρώνει ορισμένα χαρακτηριστικά όπως: Να επιτρέπει την ελεύθερη πρόσβαση σε όλους χωρίς διακρίσεις και περιορισμούς, να ευνοεί την ανάμιξη διαφορετικών ομάδων και την πολυσυλλεκτικότητα, να αποτελεί τόπο ανάπτυξης της δύναμης των πολιτών και της ελεύθερης έκφρασης, να απευθύνεται τόσο στην καθημερινή ζωή, όσο και στη γιορτή, να είναι οικειοποιήσιμος κ.ά..

Η ένταξη των αρχαιολογικών χώρων στην καθημερινή ζωή της πόλης,

είναι σκόπιμο να σχεδιάζεται με τρόπο σύγχρονο και δημιουργικό. Δεν αρκεί οι αρχαιολογικοί τόποι να απευθύνονται μόνο στους τουρίστες ή να εξυπηρετούν μόνο διδακτικούς σκοπούς. Πρέπει να εντάσσονται στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Παράλληλα η καθημερινή και συνεχής χρήση αυτών των χώρων, όπως και η συνεχής παρουσία κόσμου, μπορεί να λειτουργήσει «προστατευτικά» για τα μνημεία, σαν ένα είδος δηλαδή «κοινωνικής προστασίας».

Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο που μπορεί να έχει ιδιαίτερο ρόλο στον τρόπο διαχείρισης των αρχαιολογικών τόπων του αστικού χώρου και στην ενδυνάμωση του δημόσιου χαρακτήρα τους και της μνήμης που φέρουν είναι η σύνδεσή τους με το περιβάλλον τους. Διαπιστώνεται συχνά ότι η αποκοπή των αρχαιολογικών χώρων από το περιβάλλον τους και τα στοιχεία αυτά που είχαν αποφασιστική σημασία για την χωροθέτησή τους στα συγκεκριμένα σημεία του χώρου, αποτελεί κανόνα για τα μνημεία στην σύγχρονη πόλη. Έτσι χωρίς να καταφεύγουμε σε λύσεις που δεν συνάδουν με την λειτουργία της σύγχρονης πόλης, είναι σημαντικό να προστατεύονται όχι μόνο τα ίδια τα μνημεία, αλλά και το περιβάλλον τους και ιδιαίτερα τα στοιχεία αυτά του φυσικού τοπίου που έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στην απόφαση χωροθέτησης του μνημείου στην συγκεκριμένη περιοχή. Από την άλλη πλευρά όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ζούμε σε μια πόλη του σήμερα, με συγκεκριμένες ανάγκες των κατοίκων και εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής από το παρελθόν. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τα μνημεία και το περιβάλλον τους ως χώρους άβατους, αλλά ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να βρίσκεται η χρυσή τομή μεταξύ του σήμερα και του χθές, της προστασίας των μνημείων και της λειτουργίας τους ως στοιχείων της σύγχρονης πόλης, της διαφύλαξής τους και της λειτουργίας τους ως δημόσιων χώρων. Στη διαφύλαξη των μνημείων των πόλων μπορεί να συμβάλει η παράλληλη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του περιβάλλοντός τους και ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός, ενώ δεν θα πρέπει να γίνεται χωρίς σεβασμό των δικαιωμάτων του τοπικού πληθυσμού (Ορφανουδάκης, 1992).

Page 17: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Για να γίνουν όλα αυτά ίσως απαιτείται όχι μόνο διαφορετική

αντίληψη του σχεδιασμού, αλλά και ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο και διαφορετική παιδεία τόσο για τους σχεδιαστές όσο και για τους κατοίκους της πόλης σε θέματα σεβασμού και προστασίας του περιβάλλοντος και του ιστορικού - μνημειακού πλούτου, δραστηριοτήτων καθημερινής ζωής, τρόπου και ταχύτητας ζωής, συμμετοχής των πολιτών στην αστική διακυβέρνηση κ.ά.

Οι λύσεις για την «ολοκληρωμένη διατήρηση» των μνημείων μπορεί να

είναι τόσο σχεδιαστικές όσο και θεσμικές. Το ζητούμενο είναι η ενεργοποίηση του αρχαιολογικού χώρου και η οργανική του επαφή με τον κάτοικο ή επισκέπτη της πόλης. Οι τρόποι αντιμετώπισης και διαχείρισης των μνημείων που προτείνονται παρακάτω δεν μπορεί να είναι εφαρμόσιμοι παντού, καθώς κάθε μνημείο έχει πολύ διαφορετικές ανάγκες προστασίας, μπορούν όμως να αποτελέσουν ένα σύνολο γενικών αρχών και κατευθύνσεων σχετικών με το θέμα.

Βασικές σχεδιαστικές λύσεις αποτελούν:

1. Οι πολεοδομικές και αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις μικρής κλίμακας που μπορούν να συνδέσουν νοητά ή πραγματικά τα μνημεία με το αστικό περιβάλλον (Πετρίδου, 2005). Κλασικό παράδειγμα εφαρμογής παρεμβάσεων μικρής κλίμακας αποτελούν οι διαφοροποιήσεις των υλικών δαπεδόστρωσης, οι οποίες υπονοούν την ύπαρξη κάποιου μνημείου ή τον άξονα ενός αρχαίου δρόμου π.χ. θεμέλια κατοικίας στην οδό Δ. Αεροπαγίτου, αρχαία οδός αγοράς, στην οδό Αδριανού κ.ά. (εικ.12). Αυτοί οι τρόποι αντιμετώπισης συνήθως έχουν πολύ μικρή συνεισφορά στην ένταξη των μνημείων και στην οικειοποίησή τους καθώς γίνονται δύσκολα αντιληπτοί από τους μη εξοικιωμένους κατοίκους της πόλης, μπορούν όμως να λειτουργήσουν ως υπόμνημα των αρχαιοτήτων που βρίσκονται στο υπέδαφος.

2. Η δημιουργία αρχαιολογικών πάρκων και τόπων αρχαιολογικής και

ιστορικής αξίας, η ενοποίηση δηλαδή των αρχαιολογικών χώρων και η δημιουργία θεματικών πάρκων.

Με την δημιουργία θεματικών αρχαιολογικών πάρκων συνήθως επιτυγχάνεται τόσο η ανάδειξη, όσο και η προστασία και η ένταξη των μνημείων στην καθημερινή ζωή της πόλης, όμως δεν παύουν να υπάρχουν προβληματισμοί γύρω από το θέμα. Θέματα έτσι που πρέπει να απασχολούν τους πολεοδόμους και τους σχεδιαστές, σε μια διαδικασία μετατροπής της πόλης σε «θεματικό πάρκο», είναι τόσο το θέμα της μνήμης και της ιστορίας, όσο και το πώς αυτά μπορούν να συνδυαστούν με το παρόν της πόλης, ούτως ώστε να αποφευχθεί αυτό που τόσο έντονα παρατηρείται στην Αθήνα, δηλαδή «η διαρκής και αμφιθυμική επιστροφή στην ιστορία της και η άμεση εμπλοκή της με το πολεοδομικό γίγνεσθαι της πόλης σε παρόντα χρόνο» (Βαΐου κ.ά. 2004, σελ. 24).

Ένα ακόμα θέμα που θα πρέπει να προβληματίζει τους πολεοδόμους, όπως άλλωστε και σε κάθε επέμβαση στην πόλη, είναι το ποιες θα είναι οι συνέπειες ενός τέτοιου έργου στην οικονομική και κοινωνική ζωή της πόλης. Αν και ο στόχος ενός τέτοιου έργου είναι η ένταξη των μνημείων στην σημερινή ζωή της πόλης και στην καθημερινότητα των κατοίκων της χωρίς περιορισμούς, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι μηχανισμοί της αγοράς μπορούν να οδηγήσουν σε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα. Έτσι δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο σε περιοχές στις οποίες έγιναν έργα να παρατηρείται αύξηση των τιμών των ακινήτων, η οποία μπορεί να συνεπάγεται

Page 18: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

απομάκρυνση δραστηριοτήτων και κοινωνικών ομάδων, ένα είδος δηλαδή gentrification της περιοχής (Βαΐου κ.ά. 2004).

3. Η δημιουργία αρχαιολογικών διαδρομών και περιπάτων (Πετρίδου,

2005) και η δημιουργία διόδων μέσα από τα μνημεία ώστε να αποτελέσουν διαδρομές της πόλης, μπορούν να εντάξουν τους αρχαιολογικούς χώρους στην καθημερινότητα. Ο τρόπος αυτός είναι ο πιο δύσκολα πραγματοποιήσιμος καθώς συχνά εκφράζονται αντιρρήσεις για την προστασία των μνημείων. Πάντως σε περιπτώσεις που έχει εφαρμοστεί όπως στην Νάξο και την Θεσσαλονική είχε θετικά αποτελέσματα και επέτρεψε την οικειοποίηση των μνημείων από τους κατοίκους της πόλης. Τα αποτελέσματα μπορεί να είναι ακόμα καλύτερα όταν οι διαδρομές είναι ελεύθερες και έχουν ελεύθερη πρόσβαση καθ΄όλη την διάρκεια της ημέρας. Η πρόταση αυτή υπήρξε βασικό σημείο των περισσοτέρων μελετών που έγιναν για την ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας (Μελέτη συνολικής ανάδειξης αρχ. Χώρου Ολυμπιείου) στην πράξη όμως δεν εφαρμόστηκε παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις.

4. Ο σχεδιασμός του περιβάλλοντος χώρου των μνημείων ώστε να αποτελεί

δημόσιο χώρο που να επιτρέπει την ευκολότερη πρόσβαση και επαφή, σωματική ή νοηματική με αυτά (εικ.13-15). Ο σχεδιασμός του περιβάλλοντος χώρου πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο που να προσελκύει τους κατοίκους και να δίνει τρόπους οικειοποίησής του μέσω συγκεκριμένων λειτουργιών. Δεν είναι τυχαίο ότι όσο καλά σχεδιασμένα κι αν είναι τα περιβάλλοντα των αρχαιολογικών χώρων η έλλειψη κάποιας συγκεκριμένης λειτουργίας που δίνει ζωή καθ΄όλη την διάρκεια της ημέρας, τα καθιστά τόπους παράνομων δραστηριοτήτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί τόσο η πλαγιά της Ακρόπολης κάτω από τον Άρειο πάγο, όσο και το κατά τα άλλα εξαιρετικά σχεδιασμένο υπαίθριο καθιστικό έξω από τον Κεραμεικό και γενικότερα το τμήμα του πεζοδρόμου μέχρι την Πειραιώς. Αντίθετα σε χώρους που έχουν συνεχή λειτουργία και ζωή, καθώς στεγάζουν και δραστηριότητες της σύγχρονης πόλης όπως η αναψυχή, δεν παρατηρούνται τέτοια φαινόμενα καθώς υπάρχει συνεχής κοινωνικός έλεγχος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο πεζόδρομος της Διονυσίου Αεροπαγίτου τόσο στο κομμάτι που συγκεντρώνει κατοικίες όσο και στο τμήμα που υπάρχουν χρήσεις αναψυχής. Δεν σημαίνει φυσικά αυτό πως κάθε δημόσιος χώρος πρέπει να συγκεντρώνει κέντρα διασκέδασης, κάθε άλλο μάλιστα. Στόχος πρέπει να είναι η πολυλειτουργικότητα και η κοινωνική πολυσυλλεκτικότητα.

Ένα ακόμα όφελος που μπορεί να προκύψει για την πόλη από τον σχεδιασμό του περιβάλλοντος των μνημείων χώρου είναι η απόδοση στον αστικό ιστό ελεύθερων χώρων πρασίνου. Τα μνημεία εκτός από τόπους αναβίωσης της συλλογικής μνήμης και δημόσιας ζωης, μπορούν να αποτελέσουν σημαντικές εστίες πράσινου και να δώσουν στους κατοίκους της πόλης δυνατότητες επαφής με το φυσικό περιβάλλον. Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί ο αρχαιολογικός χώρος του Κεραμεικού με την πλούσια πανίδα, χλωρίδα και τον βιότοπο του Ηριδανού. Το ίδιο θα μπορούσε να ισχύσει και για τον περιβάλλοντα χώρο του Ολυμπιείου, στον οποίο υπάρχει η κοίτη του Ιλισσού και ένα σημαντικό φυσικό περιβάλλον, γεγονός όμως που δεν είναι εφικτό προς το παρόν λόγω της θέσης του συγκεκριμένου χώρου και της αποκοπής του από τον υπόλοιπο αστικό ιστό καθώς περιβάλλεται από σημαντικούς οδικούς άξονες της πόλης με μεγάλο φόρτο κίνησης.

Page 19: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Άλλοι τρόποι ένταξης των μνημείων στην καθημερινή ζωή είναι: 5. Η επανάχρηση των μνημειακών χώρων με λειτουργίες παρόμοιες της

αρχικής ή νέες, ανάλογα με το είδος του μνημείου, ώστε να συμμετέχουν ενεργά στη ζωή μας. Η επανάχρηση εφαρμόζεται κυρίως στα αρχαία θέατρα (εικ.16) και τις βυζαντινές εκκλησίες, θα μπορούσε όμως να εφαρμοστεί και αλλού όπως είχε προταθεί, για παράδειγμα, στο στάδιο της Ολυμπίας. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε η ζωή να συνεχίσει να υπάρχει μέσα στα μνημεία, αφαιρώντας τους έτσι το μνημειακό και σεβάσμιο χαρακτήρα τους και ταυτόχρονα αποτελώντας τον κύριο λόγο για την διατήρησή τους (Ζήβας, 1991).

6. Η διοργάνωση εκδηλώσεων και πολιτιστικών δραστηριοτήτων. Συχνά έχουν διοργανωθεί εκδηλώσεις για το ευρύ κοινό μέσα σε αρχαιολογικούς χώρους (π.χ. συναυλίες στην Ρωμαϊκή Αγορά κ.ά., βραδυές της πανσέληνου σε αρχαιολογικούς χώρους, θεατρικές παραστάσεις, πολιτιστικές εκδηλώσεις, γιορτές για την Καθαρά Δευτέρα στου Φιλοπάπου και στις πλαγιές της Ακρόπολης κ.ά.). Η τακτική χρήσης των μνημείων για εκδηλώσεις ξεκίνησε το 1984 από την Γαλλία και θεσπίστηκε επίσημα το 1991 από το Συμβούλιο της Ευρώπης για τον εορτασμό των Ευρωπαϊκών Ημερών Πολιτιστικής Κληρονομιάς, που γίνεται κάθε χρόνο το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Σεπτεμβρίου. Οι στόχοι των εκδηλώσεων είναι το άνοιγμα προς το πλατύ κοινό μνημείων και χώρων δύσκολα προσβάσιμων τον υπόλοιπο χρόνο και η ένταξη των μνημείων στην κοινωνική ζωή του τόπου, ενώ στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μπαίνει η σχέση του ανθρώπου με το καθημερινό του περιβάλλον των μνημείων (Ευρωπαϊκές ημέρες πολιτιστικής κληρονομιάς).

Η συμμετοχή του κόσμου σε τέτοιες εκδηλώσεις είναι συνήθως πολύ μεγάλη και μπορούμε να πούμε ότι τέτοιες πρακτικές φέρνουν τους κατοίκους της πόλης πιο κοντά στα μνημεία και έτσι αυτά μπορούν να λειτουργήσουν καλύτερα ως φορείς μνήμης και να ενδυναμώσουν το δημόσιο και συλλογικό χαρακτήρα της αστικής ζωής. Παράλληλα όμως οι αντιρρήσεις για τέτοια χρήση των μνημείων είναι πολλές με κυριότερο επιχείρημα την προστασία τους. Στην πράξη όμως η διατήρηση της χρήσης στα μνημεία (βάσει κανόνων), αποτελεί σημαντικό τρόπο προστασίας τους, τόσο για την υλική τους υπόσταση, όσο και για την μνημειακότητά τους (συνεχίζουν να φέρουν μνήμη). Θεωρείται άλλωστε (Ζήβας, 1991), ότι η έκπτωση της λειτουργικής αποστολής ενός μνημείου ή ενός κτιρίου οδηγεί μοιραία και στην έκπτωση της οργανικής σύνθεσης, στην απομόνωση και την αποξένωση, ενώ η περίφραξή του αποτελεί την τυπική μόνο επισήμανση και επισφράγιση αυτού του γεγονότος. Αντίθετα ένα αρχαίο μνημείο που εξακολουθεί να λειτουργεί επανεντάσσεται αναγκαστικά στην λειτουργία της σύγχρονης πόλης και επηρεάζει με την παρουσία του το σύγχρονο περιβάλλον.

Page 20: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

εικ 12 Πεζόδρομος Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Απεικόνιση στο δάπεδο των θεμελίων αρχαίας κατοικίας

εικ. 13 Πλάτωμα εισόδου σε αρχαιολογικό χώρο.

Page 21: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

εικ. 14 - 15 Διαμόρφωση περιβάλλοντος του αρχαιολογικού χώρου σε δημόσιους χώρους αναψυχής, περιπάτου και επαφής με το φυσικό περιβάλλον

εικ. 16 διατήρηση αρχικής χρήσης στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού

Page 22: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

Επίλογος

Θεωρείται επομένως ότι ο αστικός σχεδιασμός έχει τη δυνατότητα να

αποδώσει στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον τους αρχαιολογικού τόπους, με ένα τρόπο διαλεκτικό, ούτως ώστε να διαφυλάξουν τον δημόσιο χαρακτήρα τους, να ενδυναμώσουν την κοινωνική ζωή στην πόλη και παράλληλα να διατηρήσουν την ιστορικότητα και την μνημειακότητα που αυτά φέρουν. Το θέμα βέβαια δεν έχει λύσεις πασπαρτού και η διαχείρηση των μνημείων στον αστικό χώρο δεν μπορεί να γίνεται με δογματικές επιλογές, ούτε μπορούν να υπάρξουν ενιαίοι κανόνες και τρόποι αντιμετώπισης.

Τέλος, μια ιδιαίτερη πτυχή των ανωτέρω προβληματισμών αποτελούν τα

μνημεία της πιο πρόσφατης ιστορίας, τα οποία δεν πρέπει να παραγνωρίζονται. Αντιθέτως θεωρείται δεδομένο ότι πρέπει να τυγχάνουν και αυτά μιας ανάλογης προστασίας και ταυτόχρονα να εντάσσονται στη ζωή της πόλης, χωρίς να της στερούν τίποτα από τον σύγχρονο χαρακτήρα της. Έτσι θα μπορούμε να μιλάμε για μια πόλη με ζωντανή ιστορία, μια πόλη «παλίμψηστο»2, όπου όλες οι διαδοχικές περίοδοι κατοίκησης αφήνουν ζωντανά υπολείμματα σε αυτήν.

2 Η χρήση του όρου «παλίμψηστο» για τις πόλεις που διατηρούν τεκμήρια της ιστορίας τους δεν είναι ορθή με την κυριολεκτική σημασία της λέξης, καθώς παλίμψηστες ονομάζονται οι περγαμηνές των οποίων το αρχικό κείμενο έχει αποξεστεί για να γραφτεί νέο. Κατά αντιστοιχία η πόλη παλίμψηστο θα ήταν αυτή στην οποία τα διαδοχικά στρώματα της ιστορίας θα καταστρέφονταν για να χτιστούν νέα.

Page 23: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ • ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ – ΚΟΛΩΝΙΑ Σ. 2002, «Μετασχηματισμοί της σύγχρονης

ελληνικής πόλης. Νέες χρήσεις και πολιτιστική κληρονομιά», στο Πρακτικά 10ου Πανελληνίου Αρχιτεκτονικού Συνεδρίου, ΤΕΕ, Αθήνα 9-11/12/1999

• ΒΑΪΟΥ ΝΤ., ΜΑΝΤΟΥΒΑΛΟΥ Μ., ΜΑΥΡΙΔΟΥ Μ. 2004, «Αθήνα 2004 – Στα μονοπάτια της παγκοσμιοποίησης;» στο Γεωγραφίες, τ. 7, σελ.13-25

• BENHABIB S. 1998, “Models of Public Space: Hannah Arendt, the Liberal Tradition and Jürgen Habermas”, στο Landes J. Feminism, the publick and the private, Oxford University Press, σελ. 65-99

• BRUNET M. 2005, «Τα αγροτικά τοπία της αρχαίας Ελλάδας», στο Δουκελλής Π. (επ.) Το ελληνικό τοπίο, μελέτες Ιστορικής γεωγραφίας και πρόσληψης του τοπίου, Αθήνα: Εστία, σελ. 79-104

• ΔΟΥΚΕΛΛΗΣ Π. 2005, «Αναζητώντας το τοπίο», στο Δουκελλής Π. (επ.) Το ελληνικό τοπίο, μελέτες Ιστορικής γεωγραφίας και πρόσληψης του τοπίου, Αθήνα: Εστία, σελ. 13-31

• ΖΗΒΑΣ Δ. 1991, Τα μνημεία και η πόλη, Αθήνα • ΜΠΙΡΗΣ Κ. Η. 1966, Αι Αθήναι, Αθήνα: Μέλισσα • ΜΠΟΥΡΑΣ Χ. 1983, Σημειώσεις του μαθήματος «Αποκαταστάσεις

Μνημείων», ΕΜΠ • ΜΠΟΦΙΛΙΑΣ Α. 2003, «Φυτεύσεις και τοποσήματα στην αρχαία Ελλάδα»,

στο Μανωλίδης Κ. (επ.), Ωραίο, φριχτό και απέριττο τοπίον – Αναγνώσεις και προοπτικές του τοπίου στην Ελλάδα, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας: νησίδες, σελ. 109-119

• ΟΡΦΑΝΟΥΔΑΚΗΣ Δ. 1992, Μελέτη Αποκατάστασης Μνημείων και Συνόλων, Πειραιάς

• ΠΑΓΩΝΗΣ Θ. 2004, «Ο φυσικός σχεδιασμός ως μέσο για την προβολή της πόλης: Η νέα φαντασιακή εικόνα της Αθήνας», στο Γεωγραφίες, τ. 7, σελ. 105-111

• ΠΕΤΡΙΔΟΥ Ζ. 2005, Αρχαιολογικοί χώροι, Μνημεία και Ιστορικά σύνολα στο κέντρο της πόλης της Θεσσαλονίκης, Ε.Μ.Π., ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία, εργασία στο μάθημα: Όψεις του αστικού τοπίου στο δημόσιο χώρο.

• ROSSI A. 1995, Επιστημονική Αυτοβιογραφία, Αθήνα: Εστία • ΣΥΚΚΑ Γ. 2006, «Ένα αρχαιολογικό πάρκο στη Νικόπολη», Καθημερινή,

Κυριακή 2 Απριλίου 2006, σελ. 3, τέχνες και γράμματα. • TOMLISON R. 2005, «Το τοπίο της αρχαίας ελληνικής πόλης», στο

Δουκελλής Π. (επ.) Το ελληνικό τοπίο, μελέτες Ιστορικής γεωγραφίας και πρόσληψης του τοπίου, Αθήνα: Εστία, σελ. 59-77

• Πρακτικά ημερίδας Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας: Η διαδικασία υλοποίησης ενός οράματος, Ε.Μ.Π., 15 Μαϊου 2001

• Χάρτα της Βενετίας 1964 • Διακήρυξη του Άμστερνταμ 1975 • Σύμβαση της Γρανάδας 1985

Page 24: ΜΝΗΜΕΙΑ - ΤΟΠΙΟ

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ • ΕΑΧΑ, www.astynet.gr, www.eaxa.gr, τελευταία επίσκεψη 22.09.2006 • Museo National de Arte Romano, Mérida, www.mcu.es/museos/museoarteromano, τελευταία επίσκεψη 22.09.2006 • ΥΠΠΟ, Πλατεία παλαιάς Μητρόπολης Νάξου, www.culture.gr, τελευταία

επίσκεψη 22.09.2006 • Ayuntamiento de Mérida, www.merida.es/legal.asp, τελευταία

επίσκεψη 24.09.2006 • Ευρωπαϊκές ημέρες πολιτιστικής κληρονομιάς, www.culture.gr,

τελευταία επίσκεψη 24.09.2006 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑ • Οι φωτογραφίες 1- 4 και 12-15 είναι της γράφουσας • Η φωτογραφία 5 και ο χάρτης 1 προέρχονται από την ιστοσελίδα της

Εταιρείας Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας (ΕΑΧΑ) • Οι φωτογραφίες 6 – 10 και ο χάρτης 2 προέρχονται από την

ιστοσελίδα του δήμου της Mérida (Ayuntamiento de Mérida) • Η φωτογραφία 11 προέρχεται από την ιστοσελίδα του Υπουργείου

Πολιτισμού (ΥΠΠΟ)