Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

11
2.1 Γενικά χαρακτηριστικά της αριστοκρατικής κοινωνίας την αρχαϊκή εποχή (8 ος 6 ος αι. π.Χ.) 2.1.1 Κοινωνική οργάνωση Μετά από τρεις αιώνες (11 ος 9 ος αι. π.Χ.) που αποκαλείται «ελληνικός Μεσαίωνας» ή ομηρική εποχή, ο ελληνικός κόσμος εισέρχεται σε μία νέα περίοδο, γνωστή ως αρχαϊκή εποχή (8 ος 6 ος αι. π.Χ.). Το κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς που επικρατούσε σε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις εκείνης της εποχής ήταν η αριστοκρατία. Κοινωνικές τάξεις της αριστοκρατικής κοινωνίας (αρχαϊκής εποχής) 1. Ευγενείς (άριστοι, ευπατρίδες, καλοί, ιππείς, άριστοι). Στήριζαν τη δύναμή τους στην καταγωγή που την ανήγαγαν σε θεούς και ήρωες (κληρονομικό δικαίωμα), ήταν μεγαλογαιοκτήμονες (πλούσιοι), έφεραν όπλα, έκτρεφαν άλογα και μάχονταν (πολεμούσαν, μονοπωλούσαν στον στρατιωτικό τομέα), είχαν τη δυνατότητα να καλλιεργήσουν το πνεύμα τους (παιδεία), μονοπωλούσαν την πολιτική, θρησκευτική και δικαστική εξουσία, την οποία ασκούσαν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους στηριζόμενοι στην ερμηνεία ενός εθιμικού δικαίου. 2. Δημιουργοί (τεχνίτες), ασχολούνται με διάφορα επαγγέλματα, όπως, υφαντουργοί, σιδηρουργοί, κεραμοποιοί, χτίστες κ.ά. 3. Αγρότες, άλλοι μικροί και μεγάλοι γαιοκτήμονες, άλλοι ακτήμονες (γεωργικοί εργάτες), άλλοι πλούσιοι, άλλοι φτωχοί. 4. Νέα τάξη (μεσαία τάξη), που ασχολείται με το εμπόριο και τη βιοτεχνία και με βάση το νόμισμα, το οποίο κάνει την εμφάνισή του στα τέλη του 7 ου αι. π.Χ.. 4. Δούλοι, συνέπεια της οικονομικής ανάπτυξης. Οι ευγενείς, οι δημιουργοί και οι έμποροι καταφεύγουν στην εργασία των δούλων. Προέρχονται από αιχμαλώτους πολέμου, από επιδρομές στη Θράκη και τη Μ. Ασία και γενικότερα από περιοχές με τις οποίες οι Έλληνες ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις. 2.1.2 Οικονομικοί παράγοντες και «εμπορική τάξη» Δεν μπορούμε να μιλάμε για τη δημιουργία μίας νέας αμιγούς τάξης εύπορων εμπόρων ή τεχνιτών, καθώς οι εμπορικές δραστηριότητες συνδέονταν άρρηκτα με τις γεωργικές. Όσοι πλούτιζαν με το εμπόριο ή αγόραζαν γη για να ανταγωνιστούν τους ευγενείς ή αναζητούσαν μέσα από την επανάσταση ευκαιρία να αποκτήσουν γη με τη βία. Εξάλλου, η αρχαία οικονομία ήταν κυρίως αγροτική. Αυτό που δημιουργείται είναι μια νέα τάξη ανθρώπων που βελτιώνει τη θέση της και διαμαρτύρεται για τον αποκλεισμό της από τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας. Έτσι έχουμε τους εύπορους-ευγενείς και τους εύπορους-μη ευγενείς που διακρίνονται μόνο από το κριτήριο της καταγωγής. Οι τελευταίοι είχαν αποκτήσει συνήθειες και απόψεις που δε διέφεραν από εκείνες των ευγενών και ένιωθαν ότι ο αποκλεισμός τους από την πολιτική εξουσία ήταν αυθαίρετος. Το νόμισμα και η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων Η χρήση του νομίσματος οδήγησε: 1) στην κατάργηση της ανταλλαγής σε είδος, 2) η αποθήκευση του πλούτου και η μεταφορά του γίνεται ευκολότερη. Η συσσώρευση του πλούτου σε είδος ήταν περιορισμένη και τα χρέη των αγροτών είχαν κάποια όρια. Όταν ο πλούτος άρχισε να υπολογίζεται σε ασήμι και χρυσό τα όρια της συσσώρευσης καταργήθηκαν. Αποθηκεύουν έτσι όσο ασήμι ή χρυσό ήθελαν. Οι φτωχοί μπορούσαν να πάρουν εύκολα δάνειο αλλά όσοι δεν μπορούσαν να εξοφλήσουν το χρέος τους έχαναν και τα κτήματά τους και την προσωπική τους ελευθερία και έτσι μεγάλωνε το χάσμα ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς. Δραστηριότητα 4 Αιτίες δυσαρέσκειας προς την αριστοκρατία : 1. Η εξαθλίωση και τα χρέη των αγροτών, 2. Η οικονομική ανάπτυξη που κατανέμει άνισα τον πλούτο, 3. Διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πλούσιων και φτωχών, 4. Φιλονικίες ανάμεσα στους αριστοκράτες για την εξουσία, 5. Η μη διεύρυνση του κοινωνικού και πολιτικού σώματος, 6.

description

ελπ 20 σημειωσεις, τομος Α, κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Transcript of Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Page 1: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

2.1 Γενικά χαρακτηριστικά της αριστοκρατικής κοινωνίας την αρχαϊκή εποχή (8ος

– 6ος

αι. π.Χ.)

2.1.1 Κοινωνική οργάνωση

Μετά από τρεις αιώνες (11ος

– 9ος

αι. π.Χ.) που αποκαλείται «ελληνικός Μεσαίωνας» ή ομηρική εποχή, ο

ελληνικός κόσμος εισέρχεται σε μία νέα περίοδο, γνωστή ως αρχαϊκή εποχή (8ος

– 6ος

αι. π.Χ.). Το κοινωνικό και

πολιτικό καθεστώς που επικρατούσε σε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις εκείνης της εποχής ήταν η αριστοκρατία.

Κοινωνικές τάξεις της αριστοκρατικής κοινωνίας (αρχαϊκής εποχής)

1. Ευγενείς (άριστοι, ευπατρίδες, καλοί, ιππείς, άριστοι). Στήριζαν τη δύναμή τους στην καταγωγή που την

ανήγαγαν σε θεούς και ήρωες (κληρονομικό δικαίωμα), ήταν μεγαλογαιοκτήμονες (πλούσιοι), έφεραν όπλα,

έκτρεφαν άλογα και μάχονταν (πολεμούσαν, μονοπωλούσαν στον στρατιωτικό τομέα), είχαν τη δυνατότητα να

καλλιεργήσουν το πνεύμα τους (παιδεία), μονοπωλούσαν την πολιτική, θρησκευτική και δικαστική εξουσία, την

οποία ασκούσαν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους στηριζόμενοι στην ερμηνεία ενός εθιμικού δικαίου. 2.

Δημιουργοί (τεχνίτες), ασχολούνται με διάφορα επαγγέλματα, όπως, υφαντουργοί, σιδηρουργοί, κεραμοποιοί,

χτίστες κ.ά. 3. Αγρότες, άλλοι μικροί και μεγάλοι γαιοκτήμονες, άλλοι ακτήμονες (γεωργικοί εργάτες), άλλοι

πλούσιοι, άλλοι φτωχοί. 4. Νέα τάξη (μεσαία τάξη), που ασχολείται με το εμπόριο και τη βιοτεχνία και με βάση το

νόμισμα, το οποίο κάνει την εμφάνισή του στα τέλη του 7ου

αι. π.Χ.. 4. Δούλοι, συνέπεια της οικονομικής

ανάπτυξης. Οι ευγενείς, οι δημιουργοί και οι έμποροι καταφεύγουν στην εργασία των δούλων. Προέρχονται από

αιχμαλώτους πολέμου, από επιδρομές στη Θράκη και τη Μ. Ασία και γενικότερα από περιοχές με τις οποίες οι

Έλληνες ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις.

2.1.2 Οικονομικοί παράγοντες και «εμπορική τάξη»

Δεν μπορούμε να μιλάμε για τη δημιουργία μίας νέας αμιγούς τάξης εύπορων εμπόρων ή τεχνιτών, καθώς οι

εμπορικές δραστηριότητες συνδέονταν άρρηκτα με τις γεωργικές. Όσοι πλούτιζαν με το εμπόριο ή αγόραζαν γη

για να ανταγωνιστούν τους ευγενείς ή αναζητούσαν μέσα από την επανάσταση ευκαιρία να αποκτήσουν γη με τη

βία. Εξάλλου, η αρχαία οικονομία ήταν κυρίως αγροτική. Αυτό που δημιουργείται είναι μια νέα τάξη ανθρώπων

που βελτιώνει τη θέση της και διαμαρτύρεται για τον αποκλεισμό της από τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας.

Έτσι έχουμε τους εύπορους-ευγενείς και τους εύπορους-μη ευγενείς που διακρίνονται μόνο από το κριτήριο της

καταγωγής. Οι τελευταίοι είχαν αποκτήσει συνήθειες και απόψεις που δε διέφεραν από εκείνες των ευγενών και

ένιωθαν ότι ο αποκλεισμός τους από την πολιτική εξουσία ήταν αυθαίρετος.

Το νόμισμα και η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων

Η χρήση του νομίσματος οδήγησε: 1) στην κατάργηση της ανταλλαγής σε είδος, 2) η αποθήκευση του πλούτου

και η μεταφορά του γίνεται ευκολότερη. Η συσσώρευση του πλούτου σε είδος ήταν περιορισμένη και τα χρέη των

αγροτών είχαν κάποια όρια. Όταν ο πλούτος άρχισε να υπολογίζεται σε ασήμι και χρυσό τα όρια της

συσσώρευσης καταργήθηκαν. Αποθηκεύουν έτσι όσο ασήμι ή χρυσό ήθελαν. Οι φτωχοί μπορούσαν να πάρουν

εύκολα δάνειο αλλά όσοι δεν μπορούσαν να εξοφλήσουν το χρέος τους έχαναν και τα κτήματά τους και την

προσωπική τους ελευθερία και έτσι μεγάλωνε το χάσμα ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς.

Δραστηριότητα 4

Αιτίες δυσαρέσκειας προς την αριστοκρατία: 1. Η εξαθλίωση και τα χρέη των αγροτών, 2. Η οικονομική ανάπτυξη

που κατανέμει άνισα τον πλούτο, 3. Διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πλούσιων και φτωχών, 4. Φιλονικίες

ανάμεσα στους αριστοκράτες για την εξουσία, 5. Η μη διεύρυνση του κοινωνικού και πολιτικού σώματος, 6.

Page 2: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Καταπιεστική συμπεριφορά αριστοκρατικών καθεστώτων, 7. Η ανικανότητα των αριστοκρατών να

αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που εμφανίζονται στις αρχές του 7ου

αι. π.Χ..

Δραστηριότητα 5

Κοινωνικά και οικονομικά αίτια της κρίσης της αρχαϊκής κοινωνίας (τέλη 7ου

αι. π.Χ.): 1. Δημογραφική αύξηση και

κατακερματισμός της έγγειας ιδιοκτησίας, 2. Υπερχρέωση των μικροαγροτών και συσσώρευση της γης σε λίγους,

3. Διακοπή των περιοδικών αναδασμών της γης. Όλα αυτά οδήγησαν τους χρεωμένους αγρότες, που μη

μπορώντας να εξοφλήσουν τα χρέη τους έχαναν τα κτήματά τους και την προσωπική τους ελευθερία, να ζητούν

αναδασμό της γης και κατάργηση των χρεών. 4. Απουσία της αλληλεγγύης που προϋπήρχε στα πρωτόγονα γένη,

5. Οικονομική και κοινωνική ανεξαρτησία των δημιουργών, 6. Ανάπτυξη του εμπορίου και η εμφάνιση του

νομίσματος, 7. Δημιουργία των δούλων ως νέο είδος κεφαλαίου, 8. Η εμφάνιση μίας νέας τάξης ανθρώπων, οι

εύποροι (αγρότες)- μη ευγενείς οι οποίοι συμμετείχαν στον πόλεμο και αξίωναν συμμετοχή στα κοινά. Η νέα αυτή

τάξη μαζί με τους υπερχρεωμένους αγρότες ήρθαν αντιμέτωποι με τους αριστοκράτες που κατείχαν ταυτόχρονα

τη γη και την πολιτική εξουσία.

2.1.3 Στρατιωτικοί παράγοντες

Φάλαγγα οπλιτών

Η υιοθέτηση της οπλιτικής φάλαγγας ως πολεμικής τεχνικής στα μέσα του 7ου

αι. π.Χ. αποτέλεσε το στρατιωτικό

παράγοντα που συνέβαλε στην κρίση της αριστοκρατικής κοινωνίας (για τους κοινωνικούς και οικονομικούς

παράγοντες βλ. δραστηρ. 5). Η ανάγκη για υπεράσπιση της χώρας από ξένους εισβολείς απαιτεί σχετικά

αριθμητική υπεροχή, αύξηση, δηλαδή, του αριθμού αυτών που συμμετέχουν στον πόλεμο. Η λύση δόθηκε με την

υιοθέτηση της φάλαγγας στην οποία συμμετέχουν όλοι εκείνοι που διαθέτουν την οπλιτική ικανότητα (δηλαδή,

τα οικονομικά μέσα να προμηθευτούν από μόνοι τους τον οπλισμό και να είναι σωματικά υγιής). Με τον τρόπο

αυτό διευρύνεται η πολεμική ιδιότητα, η οποία παύει να αποτελεί προνόμιο μίας μικρής αριστοκρατίας και

γίνεται το προνόμιο ενός ευρύτερου κοινωνικού σώματος, και έτσι από την κοινωνία των αρίστων μεταπηδάμε

σταδιακά στην κοινωνία των οπλιτών, στην πόλη των οπλιτών.

Η φάλαγγα αποτελείται από βαριά οπλισμένους πεζούς, τους οπλίτες. Οι ηρωικές-ατομικές μονομαχίες, που

επιδίωκαν το προσωπικό κλέος, παραχώρησαν τη θέση τους στην παράταξη κατά στοίχους. Το σημαντικό ζήτημα

ήταν να μείνει αδιάσπαστη η γραμμή του σχηματισμού. Η φάλαγγα επιβάλει μία συλλογική μάχη, όπου η νίκη

ανήκει σε όλους. Στηρίζεται στην αρχή της ισότητας (στο πεδίο της μάχης και στο μοίρασμα των λαφύρων και της

γης που κατακτάται) και της εναλλαγής (αντικατάσταση όσων συμμετέχουν).

Η πολεμική ισότητα που επέβαλε η οπλιτική φάλαγγα στο πεδίο της μάχης δημιούργησε το αίτημα για ίσα

δικαιώματα στην πολιτική ζωή. Η πολεμική ιδιότητα γίνεται καθήκον όλων όσων συμμετέχουν στο νέο σώμα των

πολιτών και η πόλη ενσωματώνει τον πόλεμο στην πολιτική και εξομοιώνει τον πολίτη με τον πολεμιστή. Το

πρότυπο του νέου πολίτη τον υποχρεώνει να συμμετέχει σε όλες τις πολιτικές, στρατιωτικές, κοινωνικές και

θρησκευτικές δραστηριότητες της πόλης.

2.1.4 Πολιτικές εξελίξεις

Τίποτα

2.2 Πολιτική και κοινωνία στην αρχαϊκή και κλασική Αθήνα (7ος

– 4ος

αι. π.Χ.)

Page 3: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

2.2.1 Πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Αθήνα κατά τον 7ο αι. π.Χ.

Η ζωή στην Αττική τον 7ο αι. π.Χ. ήταν καθαρά αγροτική, ενώ το πολιτικό και κοινωνικό καθεστώς που

επικρατούσε ήταν η αριστοκρατία. Αυτοί που διοικούσαν την πόλη ήταν οι εννέα άρχοντες με ετήσια

εναλλασσόμενη θητεία:

1. Ο επώνυμος άρχων, έδινε το όνομά του στο έτος και κατείχε τη μέγιστη εξουσία,

2. Ο βασιλιάς, με θρησκευτικά καθήκοντα,

3. Ο πολέμαρχος, αρχηγός του στρατού,

4. Οι έξι θεσμοθέτες (ή νομοθέτες), με δικαστικές αρμοδιότητες.

Άλλο διοικητικό σώμα ήταν ο Άρειος Πάγος. Πρόκειται για ένα συμβούλιο που αποτελούνταν από ισόβια μέλη τα

οποία είχαν διατελέσει άρχοντες και δεν είχαν υποπέσει σε κάποιο παράπτωμα κατά τη διάρκεια της θητείας

τους.

Η πολιτική διαίρεση της κοινωνίας περιελάμβανε τρεις τάξεις που προσεγγίζουν τη στρατιωτική διαίρεση:

1. Οι ιππείς, κάτοχοι αλόγων, μόνο αυτοί υπηρετούσαν ως άρχοντες, δικαστές ή ιερείς.

2. Οι ζευγίτες, λέγονταν έτσι, πιθανότατα από το ζεύγος βοδιών ή από το ζεύγος της φάλαγγας. Περιλαμβάνει

τους αγρότες μεσαίων κλήρων οι οποίοι μπορούσαν να εφοδιαστούν με την πανοπλία του οπλίτη.

3. Οι θήτες, ιδιοκτήτες μικρών κλήρων ή ακτήμονες γεωργικοί εργάτες οι οποίοι υπηρετούσαν ως ψιλοί (δηλαδή

ελαφρά οπλισμένοι).

Η κοινωνική διαίρεση της κοινωνίας περιελάμβανε τρεις τάξεις:

1. Οι ευπατρίδες, ήταν οι ευγενείς που αποτελούσαν τη στρατιωτική αριστοκρατία των μεγαλογαιοκτημόνων και

είχαν το αποκλειστικό προνόμιο της εξουσίας.

2. Οι δημιουργοί, που ασκούσαν διάφορα επαγγέλματα, ήταν τεχνίτες, ψαράδες, έμποροι, χειροτέχνες, οι οποίοι

ζούσαν στο περιθώριο της κοινωνίας των πολιτών.

3. Οι γεωμόροι ή αγροίκοι, που περιλαμβάνει την ευρύτερη τάξη των αγροτών, δηλαδή ιδιοκτήτες μεσαίων και

μικρών κλήρων, ακτήμονες γεωργικούς εργάτες και χρεωμένους αγρότες, με τους τρεις τελευταίους να

αποτελούν την πλειοψηφία. Γενικά χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες: α) σε αυτούς που ζούσαν με δάνεια και για να

ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους έβαζαν ως υποθήκη ή το κτήμα τους ή τον εαυτό τους και την οικογένειά

τους, δηλαδή την προσωπική ελευθερία τους (δανείζειν επί σώμασι), β) σε αυτούς που για να ανταποκριθούν στις

υποχρεώσεις του κλήρου τους ή των δανείων τους, ενοικίαζαν τη γη άλλων. Από την καλλιέργεια έδιναν ένα

μέρος της σοδειάς ως μίσθωμα και με το μέρος που κρατούσαν οι ίδιοι έπρεπε να εξοφλήσουν τα χρέη τους και

να ζήσουν. Οι αγρότες αυτοί ονομάζονταν εκτήμοροι. Δεν ξέρουμε εάν έδιναν το 1/6 ή τα 5/6 της παραγωγής

τους, πάντως αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του δήμου. Όσοι οφειλέτες, είτε ως δανειζόμενοι είτε ως

εκτήμοροι, δεν μπορούσαν να αποδώσουν το μίσθωμα ή να εξοφλήσουν τα χρέη τους έχαναν τη γη τους (αυτοί

που είχαν) και μπορούσαν να πουληθούν ως δούλοι οι ίδιοι και οι οικογένειές τους.

Κύλωνας

Page 4: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Μεταξύ 636 και 630 π.Χ., ο Κύλωνας, αριστοκράτης Αθηναίος κατέλαβε την Ακρόπολη και επιχείρησε να γίνει

τύραννος. Το εγχείρημά του απέτυχε, καθώς οι Αθηναίοι έφτασαν από την ύπαιθρο και μαζί με τους

αριστοκράτες τον έδιωξαν και σκότωσαν πολλούς από τους οπαδούς του. Η σημαντικότερη αιτία αποτυχίας του

Κύλωνα ήταν η έλλειψη σοβαρής δυσαρέσκειας των χωρικών, οι οποίοι προτίμησαν την αριστοκρατική

διακυβέρνηση από οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική λύση. Η πράξη αυτή αποτελεί την πρώτη πολιτική παρέμβαση

του δήμου.

Δράκοντας

Τροποποιήσεις Δράκοντα (624 ή 621 π.Χ., τέλη 7ου

αι.): 1) προσπάθησε να κωδικοποιήσει και να διατυπώσει

γραπτώς τους νόμους, 2) επέκτεινε το πολιτικό δικαίωμα και σε άλλες τάξεις πλουσίων και σ’ αυτούς που έφεραν

όπλα, 3) διαχώρισε τον φόνο εκ προμελέτης από τον ακούσιο και απαγόρευσε την αυτοδικία/ανθρωποκτονία

λόγω εκδίκησης. Ο Άρειος Πάγος θα εκδίκαζε τις υποθέσεις αυτές και θα τιμωρούσε τον ένοχο.

Επί Δράκοντα γίνεται προσπάθεια να αντικατασταθεί το εθιμικό και οικογενειακό δίκαιο από ένα δίκαιο κοινό για

όλους. Αυτό ενίσχυσε το ρόλο της πόλης και τους ευπατρίδες που αποτελούσαν το συμβούλιο του Άρειου Πάγου.

Παράλληλα, πιστοποιεί τη νομική γέννηση της πόλης, διότι για πρώτη φορά θεσπίζονται νόμοι που ισχύουν για

όλους και δίνεται στο λαό ένας γραπτός κώδικας.

2.2.2 Από την τιμοκρατία (μορφή ολιγαρχίας) στη δημοκρατία

Σόλωνας

Στα τέλη του 7ου

αι. π.Χ. η Αθήνα αντιμετώπιζε εσωτερική κρίση (στάσις) με κύρια αιτήματα τον αναδασμό της γης

και την αποκοπή των χρεών. Ο Σόλων εκλέγεται επώνυμος άρχων το 594 π.Χ. Το μεταρρυθμιστικό έργο του

περιελάμβανε τα εξής:

1. χορήγησε γενική αμνηστία σε όσους είχαν καταδικαστεί για πολιτικά αδικήματα (εκτός τυραννίας),

2. επικύρωσε τους νόμους του Δράκοντα,

3. απαγόρευσε την εξαγωγή σιτηρών, για να κάνει την Αττική αυτάρκη,

4. προχώρησε στην κατάργηση του «δανείζειν επί σώμασι», με αναδρομική ισχύ, δηλαδή ελευθέρωσε όσους

είχαν υποδουλωθεί για χρέη, ενώ όσοι είχαν πουληθεί ως δούλοι εξαγοράστηκαν και ελευθερώθηκαν.

Ταυτόχρονα, απαγόρευσε κάθε μελλοντική υποδούλωση προερχόμενη από δανεισμό που είχε ως υποθήκη την

ατομική ελευθερία,

5. κατήργησε όλα τα χρέη προς το «δημόσιο» και τους ιδιώτες (αποκοπή χρεών, «σεισάχθεια»). Έτσι, δε

συναντάμε πια εκτήμορους και δούλους λόγω χρεών,

6. κατέταξε τους Αθηναίους πολίτες σε 4 εισοδηματικές τάξεις με βάση το τίμημα (φορολογητέο εισόδημα). Τα

δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των πολιτών ρυθμίζονταν σύμφωνα με την τάξη στην οποία άνηκαν και, κατ’

επέκταση, ανάλογα με το ετήσιο εισόδημά τους. Η διάκριση των πολιτών σε 4 τάξεις έγινε με βάση το ετήσιο

εισόδημα τους σε μεδίμνους για τα στερεά γεωργικά προϊόντα και σε μετρητές (ή αμφορείς) για τα υγρά ή σε

χρήμα ανάλογης αξίας (από την άσκηση άλλων επιτηδευμάτων ή εμπορίου).

Οι πεντακοσιομέδιμνοι, όσοι είχαν ετήσιο εισόδημα άνω των 500 μεδίμνων ή είχαν το αντίστοιχο ποσό ως

εισόδημα. Μόνο αυτοί εκλέγονταν στα ανώτερα αξιώματα και στο στρατό υπηρετούσαν ως έφιπποι ή άνηκαν στη

στρατιωτική διοίκηση.

Page 5: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Οι ιππείς (ή τριακοσιομέδιμνοι), με εισόδημα από 300-500 μεδίμνους, είχαν δικαίωμα εκλογής σε μεσαία

αξιώματα και υπηρετούσαν ως ιππείς.

Οι ζευγίτες (ή διακοσιομέδιμνοι), με εισόδημα από 200-300 μεδίμνους, είχαν δικαίωμα εκλογής σε κατώτερα

αξιώματα και στο στρατό υπηρετούσαν ως βαριά οπλισμένοι πεζοί στρατιώτες (οπλίτες).

Οι θήτες, με εισόδημα κάτω των 200 μεδίμνων, ήταν ιδιοκτήτες μικρών κλήρων ή ακτήμονες ημερομίσθιοι

εργάτες (γεωργικοί ή μη). Συμμετείχαν μόνο στην Εκκλησία του Δήμου και στην Ηλιαία, ενώ στο στρατό

υπηρετούσαν ως ψιλοί (ελαφρά οπλισμένοι). Αναπάντητο παραμένει το ερώτημα του πώς περιλήφθηκαν στο

σώμα των πολιτών, καθώς δεν υπηρετούσαν ως οπλίτες.

7. οι άρχοντες εκλέγονταν (από την ανώτερη τάξη και έπειτα από πρόταση του Αρείου Πάγου) από την Εκκλησία

του Δήμου στην οποία συμμετείχαν όλοι οι Αθηναίοι πολίτες άνω των 20 ετών και από τις 4 τάξεις. Η Εκκλησία

του Δήμου είχε το δικαίωμα να τιμωρεί τους άρχοντες και να μην επιτρέπει σε κάποιους να γίνουν μέλη του

Αρείου Πάγου.

8. ο Άρειος Πάγος, τα μέλη του οποίου αποτελούνταν από όσους άνηκαν στην ανώτερη μόνο τάξη, είχε την

ανώτατη δικαστική εξουσία της πόλης για θέματα διαγωγής των πολιτών και των αξιωματούχων, ενώ παράλληλα

εκδίκαζε υποθέσεις φόνου, εμπρησμού και κατάλυσης του πολιτεύματος.

9. ως αντίρροπο του Αρείου Πάγου, θέσπισε τη Βουλή των 400, στην οποία εκλέγονταν 100 μέλη από κάθε φυλή

(ήταν τέσσερις), μέλη που προέρχονταν από τις τρεις πρώτες τάξεις. Το σώμα αυτό είχε προβουλευτική

αρμοδιότητα (αποφάσιζε για τις προτάσεις που θα υποβάλλονταν για συζήτηση στην Εκκλησία του Δήμου).

10. θέσπισε το δικαστήριο της Ηλιαίας ή ορθότερα την εκκλησία της Ηλιαίας που την εποχή εκείνη θα πρέπει να

ήταν η ίδια η Εκκλησία του Δήμου η οποία συνερχόταν με δικαστική εξουσία. Ωστόσο η Ηλιαία ως λαϊκό

δικαστήριο με κληρωτά μέλη είναι δημιούργημα της δημοκρατίας

Με τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα το κριτήριο της καταγωγής για την άσκηση της πολιτικής εξουσίας

αντικαταστάθηκε από αυτό του πλούτου (τιμοκρατία). Αν και το αίτημα του αναδασμού της γης δεν

ικανοποιήθηκε, όλοι οι πολίτες συμμετείχαν στην Εκκλησία του Δήμου και στην Ηλιαία, δηλαδή απέκτησαν έστω

και το ελάχιστο της πολιτικής δύναμης.

Κλεισθένης

Οι μεταρρυθμίσεις, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 501/0 π.Χ., αποσκοπούσαν στην αναδιοργάνωση του πολιτικού

σώματος και στη νέα οργάνωση των εξουσιών.

1. διεύρυνε το πολιτικό σώμα των Αθηναίων εισάγοντας σε αυτό ξένους ή δούλους που κατοικούσαν στην Αττική.

Οι νέοι πολίτες ονομάζονταν «νεοπολίται». Η ενέργεια αυτή επιβεβαιώνει μία νέα αρχή της πόλης: ότι η κατοχή

γης δεν αποτελούσε πλέον κριτήριο για να είναι κάποιος πολίτης.

2. αναδιοργάνωσε τον «πολιτικό» χώρο σύμφωνα με το «γεωγραφικό χώρο». Αντικατέστησε τις τέσσερις

παραδοσιακές φυλές από δέκα τεχνητές. Κάθε μία φυλή περιελάμβανε τρεις τριττύες και δέκα περίπου δήμους.

Συνολικά δημιουργήθηκαν τριάντα τριττύες και 140 δήμοι. Δέκα τριττύες αποτελούσαν το Άστυ, δέκα την

Παραλία και δέκα τη Μεσογαία. Καθεμία από τις δέκα φυλές απαρτίστηκε από τρεις τριττύες, όχι συνεχόμενες

γεωγραφικά, αλλά απομακρυσμένες μεταξύ τους, αφού βρίσκονταν μία στο Άστυ, άλλη στην Παραλία και άλλη

στη Μεσογαία. Η δημιουργία νέων τεχνητών φυλών αποσκοπούσε στην αποδυνάμωση της τοπικής επιρροής των

παλαιών οικογενειών (ευγενών), στη συσπείρωση σε μία μικρο-κοινότητα των κατοίκων των αστικών, αγροτικών

Page 6: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

και παράλιων περιοχών και στην ανάπτυξη αισθήματος ενότητας μεταξύ των μελών της ίδιας φυλής, τα οποία

στον πόλεμο μάχονταν δίπλα-δίπλα.

3. άλλαξε τον ρόλο των δήμων, οι οποίοι από απλές γεωγραφικές υποδιαιρέσεις μετατρέπονται σε

αυτοδιοικούμενες κοινότητες και σε πυρήνες της κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης. Μεταφέροντας τους τομείς της

πολιτικής δραστηριότητας από τις παραδοσιακές φυλές στους δήμους, τους καθιστά τις βασικές μονάδες

διαίρεσης του πολιτικού σώματος. Με την ενσωμάτωση των δήμων στις φυλές, ο Κλεισθένης ήθελε να

καταστήσει τους νέους δήμους ίσους όχι ως προς την έκταση τους, αλλά ως προς τον πληθυσμό τους, αφού κάθε

φυλή είχε την ίδια αντιπροσώπευση στο νέο συμβούλιο των 500. Οι δήμοι είχαν τη δική τους τοπική

αυτοδιοίκηση και πρότειναν υποψήφιους για τα μέλη της Βουλής των 500 και για τα άλλα αξιώματα.

4. διατήρησε κάποια παλαιά πολεμικά και θρησκευτικά πλαίσια: τους ναυκράτορες ως αξιωματούχους του

στόλου (τουλάχιστον μέχρι το 483 π.Χ.), ο αριθμός των οποίων αυξήθηκε σε 50, τις τέσσερις εισοδηματικές τάξεις

του Σόλωνα, οι οποίες καθόριζαν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις και την πρόσβαση στις αρχές της πόλης, τις

παλαιές φρατρίες, ωστόσο, αποψιλωμένες από τις δικαιοδοσίες τους, λειτουργούσαν κυρίως ως θρησκευτικά

σωματεία.

5 δημιουργία της Βουλής των 500, με 50 μέλη από κάθε φυλή τα οποία ορίζονταν από τους δήμους αναλογικά με

τον πληθυσμό τους.

6. αύξησε τη συχνότητα των συνεδριάσεων της Εκκλησίας του Δήμου.

7. κατέστησε του θήτες εκλόγιμους ως μέλη της Βουλής των 500.

Ο Κλεισθένης δεχόταν ότι ο λαός είναι ο καλύτερος κριτής όλων των σημαντικών υποθέσεων, έπρεπε όμως να

οδηγείται από άντρες σοφούς και πλούσιους.

2.2.3 Από την ολοκλήρωση και την ακμή της δημοκρατίας στην κρίση (5ος

– 4ος

αι. π.Χ.)

Από τον Κλεισθένη στον Εφιάλτη

Τα τέσσερα μέτρα που προστάτευαν τη δημοκρατία από την τυραννία ήταν τα εξής: ο νόμος για τον οστρακισμό,

ο όρκος των βουλευτών, ο θεσμός των στρατηγών και ο τρόπος εκλογής των αρχόντων.

Ο νόμος για τον οστρακισμό

Εφαρμόστηκε μετά το 487. Ανήκει στα δημοκρατικά μέτρα που στόχο είχε να απομακρύνει από την πόλη τον

πολίτη εκείνον που φαινόταν πως μπορεί να εγκαθιδρύσει προς όφελός του τυραννία. Κατά τη διάρκεια της 6ης

πρυτανείας γινόταν μία ψηφοφορία με ανάταση του χεριού για να αποφασιστεί εάν ο λαός επιθυμούσε εκείνη τη

χρονιά μία οστρακοφορία. Εάν το αποτέλεσμα ήταν θετικό, τότε κατά τη διάρκεια της 8ης πρυτανείας

ακολουθούσε μία δεύτερη ψηφοφορία, μυστική αυτή τη φορά, όπου υποδεικνυόταν ο πολίτης που θα

καταδικαζόταν. Έπρεπε να υπάρχει απαρτία, ώστε το αποτέλεσμα να έχει χαρακτήρα λαϊκής ετυμηγορίας. Η

ποινή που προβλεπόταν ήταν η ατιμία, δηλαδή στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων και εξορία για δέκα χρόνια.

Μετά από δέκα χρόνια ο ένοχος μπορούσε να επιστρέψει στην Αθήνα και να επανακτήσει τα δικαιώματά του. Η

περιουσία του έμενε άθικτη και μπορούσε να την εκμεταλλευτεί.

Ο όρκος των βουλευτών

Οι βουλευτές δεσμεύονταν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με το νόμο, να αγωνιστούν ενάντια

κάποιου που θέλει να εγκαθιδρύσει τυραννία και να μην υποβάλλουν στη συνέλευση καμιά άνομη πρόταση.

Page 7: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Ο τρόπος εκλογής των αρχόντων

Οι άρχοντες εκλέγονταν με ψηφοφορία, ενώ από το 487 με κλήρωση από κάθε φυλή και μέσα από έναν κατάλογο

10 ατόμων που είχαν επιλεγεί από τους δήμους (πρώτα εκλέγονταν με ψηφοφορία δέκα πολίτες για κάθε θέση

και έπειτα κληρωνόταν ο ένας από τους δέκα, το έτος 487/6 π.Χ. εκλόγιμοι στα αξιώματα των εννέα αρχόντων

γίνονται και οι ιππείς).

Ο αθηναϊκός δήμος στα μέσα του 5ου

αι. π.Χ.

Το 457 π.Χ. οι ζευγίτες γίνονται εκλόγιμοι στα αξιώματα των λεγομένων «εννέα αρχόντων». Πολύ σύντομα

επεκτάθηκε και στους θήτες το δικαίωμα να κληρώνονται στα εν λόγω αξιώματα χωρίς νομοθετική ρύθμιση.

Παράλληλα, όμως, υποβιβάστηκε η σημασία των αξιωμάτων του Άρχοντος και του Πολεμάρχου και μεγάλωσε η

σημασία των Στρατηγών (δέκα, ένας από κάθε φυλή).

Ο Εφιάλτης και οι νόμοι για τον Άρειο Πάγο

Το 462 π.Χ. ο Εφιάλτης αφαίρεσε από τον Άρειο Πάγο σημαντικές αρμοδιότητες οι οποίες μεταβιβάστηκαν στην

Εκκλησία του Δήμου, στη Βουλή των 500 και στην Ηλιαία. Ωστόσο, διατήρησε τις αρμοδιότητες που αφορούσαν

στα θρησκευτικά ζητήματα, καθώς και την εκδίκαση φόνων και εμπρησμών.

Κάποιοι σύγχρονοι μελετητές τού αποδίδουν το θεσμό της «γραφής παρανόμων».

Περικλής

Το σημαντικότερο θεσμικό μέτρο του Περικλή ήταν η μισθοφορά, δηλαδή ο μισθός που δινόταν στους αθηναίους

πολίτες, όταν εκτελούσαν δημόσια λειτουργήματα. Οι πρώτοι που πήραν αυτόν το μισθό ήταν οι ηλιαστές (3

οβολοί για κάθε ημέρα που εκδίκαζαν). Στη συνέχεια, επεκτάθηκε σε όλες τις άλλες αρχές, εκτός ίσως από αυτές

του στρατηγού και των αρεοπαγιτών. Μάλιστα τον 4ο αι. π.Χ. καθιερώθηκε και μισθός για όσους συμμετείχαν στις

συνεδριάσεις της Εκκλησίας του Δήμου (εκκλησιαστικός μισθός). Ο θεσμός αυτός επέτρεπε σε κάθε Αθηναίο

πολίτη, ακόμα και στον πιο φτωχό, να αφιερώνει ένα μέρος του χρόνου του στη δημόσια ζωή της πόλης, και

έκανε την άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων ισότιμη με ένα «επάγγελμα». Ταυτόχρονα, τον έλεγχο της

λειτουργίας του καθεστώτος δεν τον είχαν οι επίλεκτοι Αθηναίοι, καθώς, από τη μία η μισθοφορά επέτρεπε σε

ένα μεγάλο αριθμό Αθηναίων πολιτών να ανέλθουν στα αξιώματα, και από την άλλη η Εκκλησία του Δήμου

συγκαλούνταν τακτικά και αποτελούσε την κυρίαρχη εξουσία.

Ο Περικλής συνέδεσε στενά το δημοκρατικό καθεστώς με την ηγεμονία της Αθήνας στο Αιγαίο. Αναπτύσσοντας

τον αθηναϊκό στόλο και καθιστώντας τον Πειραιά το πρώτο λιμάνι της Μεσογείου, εξασφάλισε στους πιο

φτωχούς πολίτες τα μέσα για να ζήσουν ευπρεπώς. Η ίδρυση στρατιωτικών αποικιών σε νευραλγικά σημεία του

Αιγαίου και η εγκατάσταση εκεί χιλιάδων Αθηναίων πολιτών ως κληρούχων (κληρουχία ήταν μία μορφή

αποικισμού που ικανοποιούσε τα αιτήματα των πιο φτωχών και τους απομάκρυνε από την πόλη χωρίς να χάνουν

τα δικαιώματα του Αθηναίου πολίτη) επέτρεψε στην Αθήνα να ελέγχει την πειθαρχία των σύμμαχων πόλεων και

την παροχή γης στους ακτήμονες Αθηναίους της Αττικής.

Την εποχή του Περικλή οι θεσμοί αγγίζουν την οριστική τους μορφή, στο εξής ελάχιστα θα διαφοροποιηθούν.

Από τον Πελοποννησιακό πόλεμο στην κρίση της δημοκρατίας

Page 8: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Ο Πελοποννησιακός πόλεμος (431-404 π.Χ.) ανέτρεψε την ισορροπία που υπήρχε και προκάλεσε κρίση στην

δημοκρατία της Αθήνας. Οι αντίπαλοι της δημοκρατίας, εκμεταλλευόμενοι στρατιωτικές αποτυχίες, κατάφεραν

δύο φορές να πάρουν την εξουσία.

Η πρώτη ολιγαρχική επανάσταση (καθεστώς των 400) το 411 π.Χ. εμφανίζεται ως συνέπεια της καταστροφικής

εκστρατείας στη Σικελία. Αποτέλεσμα ήταν η κατάργηση της μισθοφοράς και η μείωση του σώματος των πολιτών

σε 5.000. Αυτό το καθεστώς δε λειτούργησε ποτέ και σε αυτό βοήθησε η δυναμική αντίδραση των Αθηναίων

στρατιωτών και ναυτών που βρίσκονταν στη Σάμο.

Το 405/4 π.Χ. μετά τη νίκη του Λυσάνδρου στους Αιγός Ποταμούς και την είσοδο του σπαρτιατικού στόλου στον

Πειραιά, επιτυγχάνεται μια δεύτερη ολιγαρχική επανάσταση (καθεστώς των Τριάκοντα Τυράννων) με στόχο πάλι

την κατάργηση της μισθοφοράς και τη μείωση των πολιτών στους 3.000. Κράτησε μόλις 8 μήνες, καθώς η

αντίδραση των εξόριστων δημοκρατικών στη Θήβα και οι διχόνοιες στους κόλπους των ολιγαρχικών διευκόλυναν

την επανεγκαθίδρυση της δημοκρατίας. Στο εξής οι ολιγαρχικοί εγκατέλειψαν κάθε προσπάθεια ανατροπής του

πολιτεύματος.

Τρία είναι τα στοιχεία που παρατηρούνται την περίοδο αυτή.

1. η πολιτική παραίτηση του δήμου, ο οποίος αδιαφορεί για τις υποθέσεις της πόλης, εκτός και αν επρόκειτο για

κάποιον πόλεμο από τον οποίο θα προέκυπταν οφέλη για τον ίδιο. Αντίθετα, αυτό που προσελκύει το δήμο ήταν

ένας νέος μισθός, ο εκκλησιαστικός, ο οποίος έδινε τη δυνατότητα στον εξαθλιωμένο δήμο να αποφύγει

τουλάχιστον τη μιζέρια. Παράλληλα, τα πρόστιμα, οι δημεύσεις και διάφοροι μισθοί, όπως ο θεωρικός (στην αρχή

ήταν το δικαίωμα εισόδου στο θέατρο που αργότερα κατέληξε σε επιχορήγηση για τους φτωχούς) προσέφεραν

στους φτωχότερους μία μικρή βοήθεια.

2. η δίκες εναντίον των πλουσίων και η παραπομπή με τη μορφή συκοφαντίας (υποβολή καταγγελίας)

πολλαπλασιάζονταν. Καθένας μπορούσε να κατηγορήσει τον ένα ή τον άλλο, εάν η συμπεριφορά του του

φαινόταν ύποπτη ή έκρινε ότι έθετε σε κίνδυνο τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Εάν ο

κατηγορούμενος καταδικαζόταν, η περιουσία του δημευόταν και ένα μέρος της μεταφερόταν σε αυτόν που τον

κατηγόρησε, ενώ με το υπόλοιπο πληρώνονταν οι δικαστές. Ήταν ένα εκβιαστικό μέσο με θύματα όχι πάντα τους

εχθρούς της δημοκρατίας, αλλά συχνά τους πλουσίους. Το φαινόμενο αυτό υπονόμευε την ελεύθερη λειτουργία

των πολιτικών θεσμών και διόγκωνε την πολιτική υποβάθμιση του δήμου.

3. ο αυξανόμενος επαγγελματικός χαρακτήρας της πολιτικής ζωής. Στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής

εμφανίζονται νέοι άντρες που δεν προέρχονταν από την αριστοκρατία η οποία ήταν παραδοσιακά εκπαιδευμένη

στη διοίκηση του κράτους, αλλά από το χώρο των επιχειρήσεων και του χρήματος. Επιδέξιοι στην τέχνη του λόγου

(ρήτορες) και ειδικοί σε τεχνικά θέματα (οικονομικά, πολέμου) κατάφερναν να κερδίζουν τα πλήθη και να

μεταχειρίζονται την Εκκλησία του Δήμου σύμφωνα με τα συμφέροντά τους.

2.2.6 Στρατιωτική ζωή

Όποιος προσπαθούσε να αποφύγει τη στρατιωτική θητεία καταδικαζόταν σε «ατιμία», ενώ η λιποταξία και η

δειλία θεωρούνταν εγκληματικές πράξεις και οι ποινές ήταν εξαιρετικά αυστηρές. Τέλος, η απειθαρχία

τιμωρούνταν με σωματική ή χρηματική ποινή. Αντίθετα, η καλή διαγωγή και η ανδρεία επέφερε τιμές, με τις

μεγαλύτερες να αποδίδονται σε όσους πέθαιναν πολεμώντας για την πόλη.

Κάθε Αθηναίος πολίτης ήταν στρατεύσιμος από το 18ο μέχρι το 60

ό έτος της ηλικίας του. Τα δύο πρώτα χρόνια

(18ο-20

ό), περίοδος που αποκαλούνταν εφηβεία, υπηρετούσαν τη στρατιωτική τους θητεία εκπαιδευόμενοι στα

Page 9: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

όπλα και στις τεχνικές του πολέμου. Από το 20ό έως το 50

ό έτος της ηλικίας τους, οι Αθηναίοι πολίτες

στρατεύονταν μόνο αν το απαιτούσαν οι συνθήκες. Από το 51ο έως το 60

ό έτος αποτελούσαν μαζί με τους

εφήβους (18-20 ετών) ένα είδος εθνοφρουράς, που σε περίπτωση ανάγκης χρησιμοποιούνταν για την άμυνα της

Αττικής (φύλαξη τειχών και φρουρίων). Ανάλογα με τις ανάγκες, η επιστράτευση μπορούσε να είναι γενική ή

μερική, από την οποία εξαιρούνταν οι βουλευτές, οι δικαστές και οι δημόσιοι λειτουργοί. Οι μέτοικοι

υπηρετούσαν στο στρατό ως οπλίτες, κυρίως στη φρουρά της πόλης ή στην περιοχή της Αττικής, και στο στόλο ως

ερέτες, αλλά αποκλείονταν από το ιππικό. Οι δούλοι χρησιμοποιούνταν ως στρατιώτες σε εξαιρετικές μόνο

περιπτώσεις, όπως στο Μαραθώνα. Μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας δημιουργήθηκαν τμήματα δούλων-τοξοτών

που έφταναν τους 1.200 άντρες. Όταν επεκτάθηκε η χρήση του μισθοφορικού στρατού, οι Αθηναίοι πολίτες

υπηρετούσαν μόνο ως εθελοντές, ενώ όσοι υπηρετούσαν στο ιππικό έστελναν μισθωμένους ιππείς.

Η οργάνωση του στρατού βασιζόταν στο σύστημα των 10 φυλών του Κλεισθένη. Φαίνεται πως μέχρι και τη μάχη

του Μαραθώνα (490 π.Χ.), επί κεφαλής του στρατού ήταν ο Πολέμαρχος, έχοντας υπό τις διαταγές του τους δέκα

Στρατηγούς, καθένας από τους οποίους διοικούσε τους οπλίτες της φυλής του οι οποίοι συγκροτούσαν μονάδα

που ονομαζόταν «τάξις». Μετά τα Μηδικά οι αρμοδιότητες του Πολέμαρχου περιορίζονται σε θρησκευτικά και

δικαστικά καθήκοντα. Παράλληλα, αυξήθηκε η δικαιοδοσία των στρατηγών, οι οποίοι συνέχισαν να

αναδεικνύονται διά κλήρου μεταξύ των πολιτών που άνηκαν στην πρώτη τιμοκρατική τάξη (πεντακοσιομέδιμνοι),

όχι όμως κατά φυλές όπως πριν, αλλά μεταξύ όλων των Αθηναίων που άνηκαν στην εν λόγω τάξη. Όπως και πριν

η θητεία τους ήταν ετήσια και είχαν το δικαίωμα της επανεκλογής. Ασκούσαν τα καθήκοντα των γενικών

αξιωματικών κατά ξηρά και κατά θάλασσα (διοίκηση του στρατού και διευθέτηση όλων των πραγμάτων που

αφορούσαν στον πόλεμο). Πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους υποβάλλονταν σε δοκιμασία που αφορούσε την

εξέταση της διαγωγής και του χαρακτήρα τους, ενώ στο τέλος της θητείας τους υποβάλλονταν σε έλεγχο και

απολογισμό του έργου τους από τη Βουλή. Στον πόλεμο συμμετείχαν είτε όλοι μαζί είτε ορισμένοι από αυτούς,

ανάλογα με τις ανάγκες. Τη διοίκηση των πεζών στρατιωτικών μονάδων που σχηματίζονταν κατά φυλές (τάξις)

ανέλαβαν στη θέση των Στρατηγών οι Ταξίαρχοι (εκλέγονταν ένας από κάθε φυλή). Κάθε τάξις είχε δέκα λόχους,

καθένας από τους οποίους διοικούνταν από έναν λοχαγό που τον επέλεγε ο Στρατηγός και αργότερα ο Ταξίαρχος.

Οι ιππείς είχαν χωριστή διοίκηση: δύο Ιππάρχους (καθένας διοικούσε του ιππείς πέντε φυλών) και δέκα

Φύλαρχους (ένας από κάθε φυλή ο οποίος διοικούσε τους ιππείς της φυλής του, όπως ο Ταξίαρχος τους πεζούς

της).

Η φάλαγγα περιελάμβανε όλα τα όπλα σε συνδυασμό. Οι πολίτες των δύο ανώτερων τάξεων αποτελούσαν το

ιππικό, οι ζευγίτες τους οπλίτες (βαριά οπλισμένους πεζούς στρατιώτες) και οι θήτες ως ψιλοί, δηλαδή ελαφρά

οπλισμένοι (επίσης, οι θήτες υπηρετούσαν ως κωπηλάτες στο στόλο). Κάθε οπλίτης, όπως και κάθε ιππέας

συνοδευόταν από έναν υπηρέτη που ονομαζόταν υπασπιστής και ιπποκόμος αντίστοιχα. Από τα μέσα του 5ου

αι.

π.Χ. οι Αθηναίοι οργάνωσαν ένα μόνιμο ελαφρό σώμα πεζικού 1.200 τοξοτών (ψιλοί) που το απάρτιζαν θήτες.

Μετά τις απώλειες που υπέστη το σώμα αυτό κατά τον Πελοποννησιακό, οι πολίτες αντικαταστάθηκαν από

μισθοφόρους. Τέλος, στις αρχές του 4ου

αι. π.Χ. διαμορφώθηκε ένα ειδικό σώμα πεζικού, ανάμεσα στους ψιλούς

και τους οπλίτες, ήταν το σώμα των πελταστών, το όνομα του οποίου προερχόταν από τη μικρή θρακικής

προέλευσης ασπίδα, την «πέλτη».

Στο μέτρο που ο στρατός ταυτιζόταν με το σώμα των πολιτών, οι στρατηγοί ήταν υπεύθυνοι και για την εξωτερική

πολιτική. Ταυτόχρονα, επειδή η πόλη τους εμπιστευόταν και τα υλικά μέσα για να εκπληρώσουν με τον καλύτερο

δυνατό τρόπο τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, έλεγχαν και τη φορολογική πολιτική.

Οι στρατηγοί που κυριαρχούσαν στην Αθήνα τον 5ο και στις αρχές του 4

ο αι. π.Χ. (Θεμιστοκλής, Κίμωνας,

Περικλής-εκλεγόταν για 15 συναπτά έτη, κ.ά.) έπρεπε να είναι και καλοί ρήτορες, ώστε να υπερασπίζονται στην

Εκκλησία του Δήμου την πολιτική τους.

Page 10: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου παρατηρείται μία αλλαγή (βλ. σελ. 35, 3), η οποία γίνεται

εντονότερη τον 4ο αι. π.Χ.. Οι στρατηγοί γίνονται όλο και περισσότερο στρατηγοί με την τεχνική έννοια του όρου,

δηλαδή τεχνίτες του πολέμου, διότι οι μακρινές εκστρατείες τούς απομάκρυναν από την Εκκλησία του Δήμου.

Παράλληλα, η μεγάλη διάρκεια των εκστρατειών και η διεξαγωγή μαχών σε απομακρυσμένες περιοχές είχε ως

συνέπεια να προτιμούνται οι μισθοφόροι (παρέμεναν πιστοί σε αυτόν που τους διοικούσε, όσο βέβαια τους

πλήρωνε), δηλαδή οι επαγγελματίες στρατιώτες αντί του πολίτη-στρατιώτη ο οποίος έδειχνε απροθυμία να

εγκαταλείψει την εργασία του αγροτική ή μη για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Στην ανάπτυξη της μισθοφορίας

συνετέλεσε και η εξέλιξη της πολεμικής τεχνικής. Προτιμούνταν πιο ευέλικτα και επαγγελματικά στρατεύματα

από τη βαριά φάλαγγα των οπλιτών (βλ. και σελ. 17). Οι στρατηγοί, απόντες από την Αθήνα για αρκετά μεγάλα

χρονικά διαστήματα, ασκούσαν αρκετές φορές προσωπική επιλογή που δεν ήταν συμφέρουσα για την πόλη,

άλλοτε εγκωμίαζαν τις υπηρεσίες κάποιου ρήτορα, ώστε να τους υποστηρίξει στην Εκκλησία του Δήμου, ενώ

τέλος προσεταιρίζονταν ένα ξένο ηγεμόνα, ώστε να πληρώσουν τους στρατιώτες τους και να φέρουν εις πέρας

την αποστολή που τους είχε αναθέσει η πόλη. Έτσι εξηγείται γιατί οι στρατηγοί είχαν μπει στο στόχαστρο των

ρητόρων και γιατί είχαν αυξηθεί οι δίκες εναντίον τους τον 4ο αι. π.Χ.

Στην ταύτιση στρατού-πόλης (οπλίτη-πολίτη) θα πρέπει να ληφθούν δύο ζητήματα. Πρώτον, οι οπλίτες την

κλασική εποχή αντιπροσώπευαν ένα μόνο μέρος του πολιτικού σώματος (κάτι λιγότερο από το μισό του συνόλου

των πολιτών στις αρχές του Πελοποννησιακού). Οι υπόλοιποι, οι θήτες, υπηρετούσαν στο στόλο ως κωπηλάτες

την εποχή που η ηγεμονία της Αθήνας στηριζόταν στη ναυτική της δύναμη, δύναμη που αποτέλεσε μία από τις

βάσεις της δημοκρατίας. Συνεπώς, ο στρατός, δηλαδή οι οπλίτες δεν ταυτίζονται με την πόλη, με το σώμα των

πολιτών, ιδιαίτερα εάν υπολογίσουμε και τους μετοίκους που υπηρετούσαν δίπλα στους πολίτες. Το δεύτερο

ζήτημα αφορά τη χρήση μισθοφόρων (βλ. παραπάνω).

2.2.7 Θρησκευτική ζωή

Στην κλασική Αθήνα η λατρεία του δωδεκάθεου αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της λειτουργίας της πόλης.

Όλες οι σημαντικές πράξεις της πολιτικής ζωής περιελάμβαναν μία θυσία στους προστάτες θεούς της πόλης, ενώ

οι γιορτές προς τιμή τους καθόριζαν το πολιτικό ημερολόγιο.

Η αθηναϊκή δημοκρατία λάτρευε ιδιαίτερα την Αθηνά, προστάτιδα της πόλης, στην οποία ήταν αφιερωμένα τα

σημαντικότερα μνημεία της Ακρόπολης: ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο και το ιερό της Νίκης. Στην Ακρόπολη κάθε

τέσσερα χρόνια γινόταν η γιορτή των μεγάλων Παναθηναίων προς τιμή την θεάς Αθηνάς, κατά τη διάρκεια της

οποίας επιβεβαιωνόταν η πολιτική ενότητα της πόλης. Στη γιορτή αυτή, που προσέλκυε πολλούς ξένους,

συμμετείχε όλος ο πληθυσμός της Αθήνας. Νέες κοπέλες ύφαιναν τον πέπλο που προοριζόταν για το άγαλμα της

θεάς.

Αντικείμενο ιδιαίτερης λατρείας αποτελούσε ο θεός Διόνυσος. Σε δύο από τις γιορτές προς τιμή του, τα Λήναια

και τα μεγάλα Διονύσια, τελούνταν και δραματικοί αγώνες, στους οποίους συναγωνίζονταν οι πιο μεγάλοι

ποιητές. Τον 5ο αι. π.Χ. οι αγώνες γίνονταν σε ένα χώρο κατάλληλα διαμορφωμένο κάτω από την Ακρόπολη, ο

οποίος τον 4ο αι. π.Χ. αντικαταστάθηκε από ένα πέτρινο θέατρο. Όλοι οι πολίτες όφειλαν να παρευρίσκονται στις

παραστάσεις προς τιμή του θεού και η απόφασή τους έκρινε το νικητή των αγώνων. Από τα τέλη του 5ου

αι. π.Χ.

θεσμοθετήθηκε το «θεωρικόν», μισθός που δινόταν σε κάθε πολίτη που παρευρισκόταν στο θέατρο και που

μαρτυρά τον πολιτικό χαρακτήρα της λατρείας του Διονύσου.

Η λατρεία της Δήμητρας κατείχε ξεχωριστή θέση στην πόλη των Αθηνών. Κάθε χρόνο στο ναό της, στην Ελευσίνα,

τελούνταν τα Ελευσίνια μυστήρια. Η θεά λατρευόταν ιδιαίτερα από τις γυναίκες και η γιορτή που ήταν

αφιερωμένη προς τιμή της, τα Θεσμοφόρια, αφορούσε αποκλειστικά τις παντρεμένες γυναίκες, συζύγους των

πολιτών.

Page 11: Ελπ 20 Κεφαλαιο 2, ΑΘΗΝΑ

Αυτό που απαιτούνταν από τους πολίτες ήταν να εφαρμόζουν με σχολαστικότητα το τελετουργικό που συνόδευε

όλες τις πράξεις της ζωής του πολίτη. Όσοι το παρέβλεπαν θεωρούνταν ιερόσυλοι, άνθρωποι επικίνδυνοι που

έθεταν σε κίνδυνο την ίδια την πόλη. Για το λόγο αυτό στο νομικό οπλοστάσιο της πόλης υπήρχε η «γραφή

ασεβείας», σύμφωνα με την οποία όποιος ήταν ύποπτος για ασέβεια απέναντι στους θεούς της πόλης

οδηγούνταν στο δικαστήριο (π.χ. Πρωταγόρας, Σωκράτης κ.ά.)

Υπήρχε επίσης ανοχή προς τις ξένες θεότητες που εισάγονταν στην Αθήνα, προς χάρη των σχέσεων που η πόλη

διατηρούσε με «βάρβαρες» χώρες. Στα τέλη του 5ου αιώνα εισήχθη στον Πειραιά η λατρεία της θρακικής

Βενδίδος και τον επόμενο αιώνα παραχωρήθηκαν σε ξένους χώροι για να κατασκευαστούν ναοί της Κύπριας

Αφροδίτης και της αιγύπτιας Ίσιδας. Τον 4ο αι. π.Χ. πολλαπλασιάστηκε η λατρεία περιθωριακών θεοτήτων στην

οποία συνυπήρχαν άντρες με γυναίκες, πολίτες, ξένοι ή και δούλοι, καθώς επίσης και θεότητες όπως η Κυβέλη

και ο Άδωνης που μέχρι τότε ήταν άγνωστες.

Τέλος, η Αθήνα διατηρούσε ισχυρούς θρησκευτικούς δεσμούς με τα πανελλήνια θρησκευτικά κέντρα (Δελφούς,

Ολυμπία, ναό του Ποσειδώνα στον Ισθμό της Κορίνθου) στα οποία έστελνε αντιπροσώπους κατά τη διάρκεια των

εορτών τους.

Δραστηριότητα 25

Βασικές αρχές στις οποίες στηριζόταν η αθηναϊκή δημοκρατία: 1. Ισονομία (όλοι οι πολίτες ήταν ίσοι ενώπιον του

νόμου), 2. Ισηγορία (είχαν ίσα δικαιώματα λόγου στα δικαστήρια και στην Εκκλησία του Δήμου), 3. Ισοτιμία (ήταν

άξιοι να εκλέγουν και να εκλέγονται και ίσοι ως προς τις τιμές, που τους αποδίδονταν όχι σύμφωνα με τη γέννησή

τους-καταγωγή τους, αλλά σύμφωνα με την προσωπική τους αξία).