ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #5

Post on 23-Mar-2016

236 views 3 download

description

Με ρωτούσαν καιρό τώρα, "πως Βαγγέλη και δεν έχετε ακόμα κάνει αφιέρωμα σε κάποιον Ποιητή;". Ίσως γιατί μία ΑΦΗ ΓΗ SEE δε στήνεται, απλά γεννιέται αυθόρμητα. Και αυτό το αυθόρμητο ήρθε τώρα με το Κατερινιώ. ● Καλή ανάγνωση και κάντε μας μία χάρη, πριν ξεκινήσετε να διαβάζετε Γώγου, δημιουργήστε κάτι που σας αρέσει να πίνετε και βάλτε κι άλλο ένα γεμάτο ποτήρι δίπλα. Ήταν διψασμένη η Κατερίνα!

Transcript of ΑΦΗ ΓΗ SEE ● ΤΕΥΧΟΣ #5

Περιεχόμενα

5. Έναρξη αφιερώματος Κατερίνας Γώγου

6. Πικρίζουσα σάρκα

16. Διάλογος με τον Νίκο Λυγερό

18. Κατερίνα. Το παιδί του καλοκαιριού

21. Μυαλό κουκούτσι

Νικόλας Στεφαδούρος

22. Εφταψυχόζουμο

26. Γνωμικά περί φυγής

37.Last call to Paris

38. Σοφία ξανθή ακούσωμεν

Σοφία Μαμαλίγκα

60. Photo Playlist

62. Συρία. Ένα βλέμμα.

ΕΚΔΟΤΕΣ:Βαγγέλης Ευαγγελίου: www.vaeva.grΕλίνα Κοντονή: e.kontoni@gmail.com

Το δισεβδομαδιαίο περιοδικό ΑΦΗ ΓΗ SEE διανέμεται ελεύθερα στο Διαδίκτυο, σε μορφή ψηφιακού εντύπου, με άδεια Creative Commons. 1 Σεπτεμβρίου 2013

ISSN: 2241-648X

Συντάκτες - Δημιουργικό - Μοντάζ (in design) - Φωτογραφίες - Επιμέλεια ύλης - Διόρθωση κείμενων αλλά +

ΤΟΠΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: ΕΛΛΑΔΑ

Εξώφυλλο: Στεφανία Βελδεμίρη

Bio: Γεννήθηκα στη Θεσσαλονί-κη το 1973. Όταν ήμουν μικρή, διάβαζα τα βι-βλία του παππού και του μπαμπά μου, γιατί δε μου

πολυάρεσε να παίζω ή και γιατί δεν με έπαιζαν. Έγινα συντηρήτρια αρ-χαιοτήτων και έργων τέχνης και κα-τασκευάζω εκμαγεία και ακριβή αντί-γραφα απολιθωμάτων για μουσεία Φυσικής Ιστορίας σε όλο τον κόσμο. Στον ελεύθερο χρόνο μου ζωγραφίζω με λέξεις καλές και κακές τα ντουβάρια της γειτονιάς μου.

2

Με ρωτούσαν καιρό τώρα, “πως Βαγγέλη και δεν έχετε ακόμα κάνει αφιέρωμα σε κάποιον Ποιητή;”. Ίσως γιατί μία ΑΦΗ ΓΗ SEE δε στήνεται, απλά γεννιέται αυθόρμητα. Και αυτό το αυθόρμητο ήρθε τώρα με το Κατερινιώ.

Ένα όμορφο λοιπόν Αυγουστιάτικο μεσημέρι, λίγες μέρες πριν πεθάνει - τουλάχιστον ημερολογιακά - το καλοκαίρι, παίρνω την Ελίνα τηλέφωνο (λόγω υποχρεώσεων απουσιάζει από τη Σύρο) και της λέω πως έχω την ανάγκη να μας αφηγηθεί ιστορίες, ένα όμορφο κορίτσι. “Ποιο;”, μου λέει με απορία. “Κατερίνα Γώγου”, είπα απλά κι έκλεισε. Ξέραμε πως το 5ο τεύχος, ανήκει στην Κατερίνα.

Φυσικά και θα βρείτε κι άλλα όμορφα πράγματα, όπως συμβαίνει άλλωστε σε κάθε ΑΦΗ ΓΗ SEE. Σας ευχαριστούμε που τώρα πια κάθε 15 ημέρες, έχετε την αγωνία και την ανυπομονησία να γνωρίσετε κάθε νέο τεύχος. Ποτέ δε θα είστε σίγουροι τι θα έρχεται κάθε φορά στο επόμενο.

Καλή ανάγνωση και κάντε μας μία χάρη, πριν ξεκινήσετε να διαβάζετε Γώγου, δημιουργήστε κάτι που σας αρέσει να πίνετε και βάλτε κι άλλο ένα γεμάτο ποτήρι δίπλα. Ήταν διψασμένη η Κατερίνα!

Βαγγέλης ΕυαγγελίουΕλίνα Κοντονή

Αφήγηση πέμπτη

3

4

5

Κ α τ ε ρ ι να γ ω γ ο υσυμβιβαστη

υμνη

φι

ερωμα

Ζωγραφιές Caroline CoberΟι φωτογραφίες της Κατερίνας Γώγου, είναι από το διαδίκτυο.

6

Θα μπορούσα να πε-ριμένω 2 τεύχη ακόμα ώστε να γίνει το συ-γκεκριμένο αφιέρωμα Οκτώβρη, που κλείνουν ακριβώς 20 χρόνια από το θάνατο της Κατερί-νας. Αλλά δεν μπορού-σα να συμβιβαστώ με το ότι όλοι τότε, θα τη θυμηθούν. Με ενο-

χλεί αυτό πολύ. Αλλά δε θα μιλήσω για τους άλλους. Μόνο για την Κατερίνα.

Έχουμε τα ίδια νούμερα στην ηλικία με τη Γώγου. Εκείνη πέθανε στα 53, εγώ ζω στα 35. Πέρασαν 20 χρόνια από το θάνατό της. Και η μόνη εξουσία που σεβόταν θεωρώ, η Κα-τερίνα, ήταν αυτή του Θανάτου. Ήθελε και τόσο πολύ να τον γνωρίσει.

Την Κατερίνα Γώγου, την έχω συνδέσει με σημαντικές ημερομηνίες της ζωής μου. Το 1998 που βρέθηκα σε αναπηρικό καροτσάκι, μετά από σοβαρή εγχείρηση στην σπονδυ-λική στήλη, κυκλοφόρησε το cd των “Magic De Spell” «Τραμπάλα στις ταράτσες ετοι-μόρροπων σπιτιών» όπου εμπεριέχεται και το τραγούδι «Εμένα οι φίλοι μου» σε ποίησή της από τη συλλογή «Τρία κλικ αριστερά». Η συλλογή αυτή εκδόθηκε τη χρονιά που γεννήθηκα, το 1978 και μάλιστα Μάιο. Κάτι άλλο βέβαια που είναι τόσο μα τόσο “μαγι-κό” είναι πως η Κατερίνα έχει και ποίημα με τίτλο “25 Μαΐου” ακριβώς την ημερομηνία δηλαδή που γεννήθηκα. Πόσες πιθανότητες υπήρχαν να συμβεί κάτι τέτοιο άραγε;

Είναι και εκείνα τα μεταφυσικά που συμβαί-νουν κατά καιρούς με κάποιους ανθρώπους,

τα οποία δεν μπορείς να αναλύσεις ή να κα-ταλάβεις, μα να τα βιώσεις και αν σε “βο-λεύουν” να τα θυμάσαι για πάντα.

Θα σας εκμυστηρευτώ κι ένα από αυτά. Στο βιβλίο μου “Τα Λιγαπάτητα” υπάρχει το ποίημα “Εφταψυχόζουμο” το οποίο είναι χαρισμένο στην Κατερίνα Γώγου και στο φι-νάλε γράφω “Δεν είχα ξαναδεί κοπέλα να καίγεται με σεντόνια κόκκινα”. Το ποίημα λοιπόν αυτό δεν γράφτηκε για τη Γώγου, απλά γράφτηκε και όταν ήρθε η ώρα να εκ-δοθεί το βιβλίο μου, ήθελα να βρω ένα ποί-ημα που να μου βγάλει την αίσθηση, πως ταιριάζει με την Κατερίνα. Έτσι κατέληξα να της αφιερώσω το “Εφταψυχόζουμο”. Το βιβλίο εκδόθηκε Μάρτιο του 2011 και 25 Μα-ΐου της ίδιας χρονιάς πέφτει μπροστά στα μάτια μου ποίημά της, από το βιβλίο “Ιδι-ώνυμο” του 1980 (ήμουν 2 ετών τότε και προφανώς έλεγα τις πρώτες μου φράσεις ως μωρό) “Αφού στο ‘χω γράψει στο ‘χω πει / όπου κι αν πάτησα άφηνα αίμα / γι’ αυτό δεν μπορώ ποτέ / πού να σταθώ / κι όλο αλλάζω σεντόνια”. Έτσι επαληθεύθηκα μέ-σα μου πως άξιζε να τις χαρίσω το συγκεκρι-μένο ποίημα που ίσως τελικά και να τη σκε-φτόμουν όταν το έγραφα.

Την Ποιήτρια Κατερίνα Γώγου, μη φαντα-στείτε πως την γνώρισα μικρός. Άργησα πο-λύ θα έλεγα κιόλας. Κάλλιο αργά παρά πο-τέ που λέει κι ο λαός όμως. Κάποια στιγμή όταν άρχισα τέλη του 2006 στην Λευκάδα, να γράφω τα πρώτα ποιήματά μου και να τα δημοσιεύω σε ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, βρέθηκαν κάποιοι άνθρωποι να με ρωτούν αν έχω διαβάσει Κατερίνα Γώγου, διότι τους τη θύμιζα.

του Βαγγέλη Ευαγγελίου

7

Τότε κι εγώ την έψαξα και είδα πως είχαμε κοινό στοιχείο αυτό το αφηγηματικό που δι-αθέτουν τα ποιήματά μας, την αυτόματη γραφή, τον “εμετό”, όπως λέω εγώ, που κά-νουμε πάνω στο χαρτί.

Η ποίηση της Γώγου σε μετακινεί στο βυθό εντός σου - με μακροβούτι ξαφνικό - εκεί όπου δεν μπορείς να διασωθείς από την αυταπάτη και το πρόσχημα. Τίποτα από την πειθαρχία του μπαλέτου δεν έχουν οι λέξεις της και αυ-τό είναι κάτι που μου αρέσει όταν το συνα-ντώ σε ποιήματα. Κάτι άλλο που αγάπησα στην Κατερίνα, είναι πως δεν τα πήγαινε κα-λά με τη μυθοπλασία και έγραφε ό,τι βίωνε, ό,τι ένιωθε..

Είμαι σίγουρος πως αν τα είχε φέρει η ζωή και ζούσα την εποχή που έζησε, θα ήμασταν φί-λοι. Καλοί φίλοι - όχι μαλακίες - και θα την αγαπούσα.

Όποτε την έβλεπα στις ταινίες του κινηματο-γράφου, ένιωθα μελαγχολικά, γινόμουν στε-νοχωρημένος και μετά σοβαρός. Αποκτούσα μειδίαμα, στη συνέχεια χαμογελούσα και αρ-γότερα ξεκαρδιζόμουν μέχρι δακρύων. Όταν άρχισα να την διαβάζω, πάθαινα το ίδιο αλ-λά αντίστροφα.

Στο ραδιόφωνο, την τελευταία 5ετία τουλά-χιστον, της έχω κάνει δεκάδες ιδιαίτερα αφι-ερώματα. Άλλοτε τελείωνε η εκπομπή και είχαμε όλοι μαζί, εγώ και οι ακροατές μία πι-τσιρίκα θλίψη πάνω στα βλέφαρα, να κάνει κούνια ανέμελα και χωρίς καθόλου υψοφοβία και άλλοτε, τη στιγμή που έπαιζε το τελευ-ταίο τραγούδι της εκπομπής, νιώθαμε πως η Κατερίνα δεν πέθανε ποτέ και το κρατούσα-με αυτό το μυστικό ως νανούρισμα, για τις δύσκολες νύχτες που έρχονται.

Σας αφήνω να απολαύσετε το αξιόλογο αυτό αφιέρωμα που δημιουργήθηκε με αφορμή την αγάπη που νιώθω προς την Κατερίνα. Το κο-ρίτσι αυτό με την πικρίζουσα σάρκα. Αν σας αρέσει όμως το πικραμύγδαλο και η ζωή, δα-γκώστε την άφοβα!

«Η Κατερίνα ήταν μια ταραγμένη ψυχή.

Ένιωθε σαν αγρίμι παγιδευμένο, ήταν διαρκώς

σε διωγμό. Μια λέξη μπορούσε να την πληγώσει, μια κίνηση να

την ταπεινώσει.

Δυο μήνες πριν πεθάνει την συνάντησα τυχαία. Ήταν γερασμένη,

σαν μάγισσα από παραμύθι, με άσπρα μαλλιά,

ατημέλητη, με βραχνή φωνή.

Η Κατερίνα πέθανε αγρίμι όπως έζησε

και σαν αγρίμι.»

Νίκος Κούνδουρος.

8

Η Κατερίνα Γώγου, δεν είναι μια περίπτω-ση από εκείνες που βολεύονται εύκολα στη συνείδηση όλων μας. Είναι από αυτούς που αμαρτάνουν και δε ζητάνε άφεση, παρά μό-νο από την ψυχή τους. Είναι από εκείνα τα σκαριά που μένουν αταξίδευτα κι ας ταξι-δεύουν τον κόσμο. Και για ν’ αρχίσω αυτή την ιστορία:

Ήταν ένα μικρό καράβι, που ήταν αταξίδευ-το. Κι έκανε ένα μακρύ ταξίδι, ίσαμε τον θά-νατο… Στέκει απέναντι μου αμίλητη.

Επιφυλακτική: Λοιπόν, τι θες; Μια συνέντευ-ξη για κατανάλωση; Θες να γίνω βορά σε δι-αθέσεις που μισώ;

Επιθετική: Δημοσιογράφος; Είσαι βέβαιη ότι θέλεις μια συνέντευξη με τη Γώγου;

Περήφανη: Και τι δηλαδή; Θαρρείς πως εδώ που βρίσκομαι χωρίς ΤΙΠΟΤΑ, δεν έχω το κουράγιο να πω την αλήθεια;

Απολογητική: Μη και σε κουράζω, με τα δι-κά μου; Είδα, είπα κι έκανα πολλά.

Εξομολογητική: Με φώναζε ο πατέρας στο καφενείο και μου ‘λεγε απειλητικά: «Φύγε κι έλα πίσω σε μια ώρα να σε δείρω». Κι έφευ-γα. Κι έτρεμα. Και παρακαλούσα το Θεό να περάσει γρήγορα εκείνη η μια ώρα. Τυραν-νιόμουν σαν μικρός Χριστός κι έλεγα: πότε θα ‘ρθει η ώρα να με δείρει, να λυτρωθώ! Στο τέλος αποζητούσα την τιμωρία ως λύ-τρωση…

Λυτρωμένη: Έμεινα δύο χρόνια στη σιωπή. Δεμένη σ’ ένα κρεβάτι τρέλας και μοναξιάς. Σώπασα. Έκλαψα. Έπιασα πάτο, μωρέ, και είμαι εδώ μπροστά σου! Ζαλίζομαι ακόμη με το πρώτο ουίσκι. Τα χάπια, που μου ‘δω-σαν οι γιατροί είναι, λένε, βαριά. Δε κυλάω, αλλά και δεν μπορώ ακόμη να σταθώ στον ανήφορο. Κι είναι ανήφορος αδελφέ! Ανή-φορος! Αλλά, κοίτα με! Είναι τέσσερις μή-νες, που καθάρισα με το νοσοκομείο, με τα γιατρικά. Πριν λίγες μέρες πήγα να πιάσω δουλειά στο «Ρόδον». Στη μέση της πρόβας ίδρωνα. Δε μπορούσα να σταθώ.

Άπελπις: …Η μάνα, ολομόναχη σε γηροκο-μείο. Το παιδί το «κρατάνε» στα Εξάρχεια κι εγώ τις νύχτες σηκώνομαι και γράφω στί-χους σαν να ‘ναι μόνο αυτή η γλώσσα που ξέρω να μιλώ…

Πικραμένη: «Με λένε – τ’ όνομα μου βγαίνει από τ’ όνομα του μεγαλύτερου κινδυνευτή της πατρίδας μου – με λένε Οδύσσεια.»

Να σου πω για τους καταραμένους ποιητές. Σκεφτήκατε ποτέ πόσο πολλοί έχουν πε-θάνει τρελοί, μόνοι, ξοφλημένοι, με μια σύ-ριγγα στις φλέβες, κι όμως τόσο ωραίοι, τό-σο μεγάλοι; Να σου πω για την ηρωίνη και τους εμπόρους, που κατέκλυσαν τη ζωή μας. Μπήκαν στα σπίτια μας. Είναι παντού! Για τις φυλακές που κλείνουν κάτι ψυχές λεύ-τερες. Για το ροκ που αντιστέκεται και την παραπληροφόρηση που τσακίζει.

Εγώ! Στον φόβο μπαίνω μέσα. Όταν φο-βάσαι, δεν κρύβεσαι… Τον σωματικό θάνα-το τον έχω βιώσει. Για τον θάνατο της ψυ-χής μου μιλώ… Κι ως τότε, αλλάζω, ψάχνω, μαθαίνω. Ζητάω ακόμη την Ισότητα, την Αδελφότητα, την Αλληλεγγύη, την Ελευθε-ρία. Δεν είμαι σοφή. Ούτε φιλόσοφος, ούτε διανοούμενη. Από εμπειρική γνώση πιστεύω, πως σε κάθε άνθρωπο μένει – με ό,τι όνο-μα του δίνουν - ένας Χριστός. Για μένα Θε-ός είναι η Αλήθεια! Η Κατερίνα Γώγου. Ένα χάρτινο καραβάκι, που ταξιδεύει σε πείσμα όλων. Κουνήστε του το χέρι…

Συνέντευξη στην Ελένη Σπανοπούλου

10

11

«Έχω ένα παράπονο. Άκου το.Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Νικόλας Άσιμος, τον δολοφόνησαν.Τον Παύλο Σιδηρόπουλο το ίδιο.Η μόνη επιζώσα είμαι εγώ».

Μου είχες πει, ότι το να γράφεις και να βγά-ζεις ένα βιβλίο είναι για σένα μια κίνηση αναγκαιότητας, για να μην τρελαθείς, για να μην αυτοκτονήσεις.

Είναι και κάτι άλλο. Εκτί-θεσαι. Βγάζεις την ψυχή σου στο φως. Και υπάρ-χουν κι αυτοί που βλέπουν κι αλληθωρίζουν. Γι αυτό λέω ότι υπάρχει και η δια-πόμπευση.

Δεν είμαστε έτσι κι αλ-λιώς εκτεθειμένοι;

Έτσι κι αλλιώς. Μόνο που τα γραφτά μένουν.

Έλεγες ακόμη, ότι σου συ-νέβησαν κάποια πράγμα-τα που σε καθιστούσαν ανασφαλή. Αισθάνεσαι το ίδιο;

Όχι, νομίζω ότι έχω μεγα-λώσει, και το μεγαλώνω σημαίνει ότι χρειάζομαι όλο και λιγότερα. Για μένα…

Και είναι καλό αυτό;

Ναι, όσο λιγότερα χρειάζεσαι, τόσο αποδε-σμεύεσαι από τις ανασφάλειες σου.

«Προκάλεσα με πάθος τη ζωή» λες σε κά-ποιο στίχο. Πως την προκάλεσες;

Έπαιζα μαζί της. Κι άμα παίζεις με τη ζωή, παίζεις και με το θάνατο - αν και νομίζω ότι το βιβλίο είναι πιο καθαρό από το λό-γο μου. Κάπου λέει: «Λόγος τραυλίζων, ψυχή πάσχουσα».

Τώρα παίζεις με την ζωή;

Νομίζω παίζει αυτή μαζί μου και ίσως να προσπα-θεί να μου μάθει κάτι που δεν το έμαθα και τώρα με παιδεύει, με την έννοια της γνώσης, της πραγμα-τικής γνώσης.

Αλλά αυτή θέλει το χρόνο της για να κατακτηθεί.

Ναι, κι εγώ νομίζω ότι άρ-γησα.

Ο θάνατος σε απασχολεί;

Ναι, πάντα. Είναι αυτό που δεν ξέρω και θέλω να μάθω.

Μόνο που το μαθαίνεις μια και καλή.

Ναι...

Η συνέντευξη που έδωσε η Κατερίνα Γώγου στον Δημήτρη Γκιώνη, δημοσιεύτηκε μία μέρα πριν τα γενέθλιά μου, όταν θα έσβη-να 10 κεράκια. Το 1988.

12

13

Ένα πρωί θα ανοίξω την πόρταίσα ολόισα στη φωτιάκαι θα μπω όπως και χτεςφωνάζοντας φασίστες!!

στήνοντας οδοφράγματα και πετώντας πέτρεςμ’ ένα κόκκινο λάβαροψηλά να γυαλίζει στον ήλιο.Θ’ ανοίξω την πόρτακαι είναι - όχι πως φοβάμαι -μα να, θέλω να σου πω,πως δεν πρόλαβακαι πως εσύ πρέπει να μάθειςνα μην κατεβαίνεις στο δρόμοχωρίς όπλα όπως εγώ

- γιατί εγώ δεν πρόλαβα -γιατί τότε θα χαθείς όπως και εγώ “έτσι” “αόριστα”σπασμένη σε κομματάκιααπό θάλασσα, χρόνια παιδικάκαι κόκκινα λάβαρα.

25 Μαΐου

14

Ένα πρωί θ’ ανοίξω την πόρτακαι θα χαθώ με τ΄ όνειροτης επανάστασηςμες την απέραντη μοναξιάτων δρόμων που θα καίγονται,μες την απέραντη μοναξιάτων χάρτινων οδοφραγμάτωνμε το χαρακτηρισμό- μην τους πιστέψεις! -

Προβοκάτορας.

15

Ένα πρωί θ’ ανοίξω την πόρτα και θα βγωστους δρόμους όπως και χτες.Και δεν θα συλλογιέμαι παράένα κομμάτι από τον πατέρα

κι ένα κομμάτι από τη θάλασσα- αυτά που μ’ άφησαν - και την πόλη.

Την πόλη που τη σάπισαν.Και τους φίλους μας που χάθηκαν.

16

Καφετέρια άδεια. Οι καρέκλες είναι κί-τρινες και τα τραπέζια. Κόσμος δεν υπάρχει. Δύο άνθρωποι μόνο που κά-

θονται ξεχωριστά. Ο ένας από αυτούς ση-κώνεται και πλησιάζει τον άλλο.

Χάρηκα. Του απλώνει το χέρι. Μήπως μπο-ρείτε να μου πείτε πόσα τραπεζάκια είναι γύρω σας, χωρίς βέβαια να τα μετρήσετε;

Γιατί χαρήκατε; Αφού είμαστε άγνωστοι ο ένας για τον άλλον... Τα τραπεζάκια είναι 17 λόγω συμμετρίας, δεν είναι ανάγκη να τα μετρήσουμε.

Μα χάρηκα ήδη, επειδή θα γνωριστούμε!

Κρίμα που τόσο καιρό τα τραπεζάκια ήταν ασύμμετρα και δεν είχαμε καταφέρει να γνωριστούμε. Κάποιο πρόσωπο μπαίνει και κάθεται πίσω από τον ήρωα που μιλάει, χωρίς να δει ποιος είναι. Η Κυρία πίσω μου, πρέπει να φοράει κόκκινα. Ταιριάζει με το άρωμά της. Σας έπεσε η απόδειξη. Αριστε-ρά σας. Στο τακούνι του μαύρου σας δεξιού παπουτσιού.

Έχετε εύκολες χαρές, δεν είστε δύσκολος άν-θρωπος. Μάλλον είστε ποιητής και βλέπετε τα χρώματα αλλιώς... Η δεσποινίς φορά μό-νο πράσινα αλλά αν φύγετε γρήγορα από εδώ μπορεί να τη δείτε και κόκκινη... Έτσι λέει ο Αλβέρτος...

Το καφενείο στην άκρη του ουρανούΣτην Κατερίνα Γώγου

17

Τουλάχιστον μέχρι το ηλιοβασίλεμα της δεσποινίδος, προλαβαίνουμε να πούμε δυο κουβέντες. Όσον αφορά το μικρό κόκκινο λουλούδι, που μοιράστηκε το μυστικό του, δεν με αφορά. Διότι του είχα πει να μην πει τίποτα σε κανέναν και αυτό πήγε και το μοιράστηκε μαζί μου.. Άσε που δεν ήταν τό-σο μικρό όσο λένε. Ήταν πολύ μεγαλύτερο από την ανθρωπότητα!

Θα είναι πολύ μικρή η ανθρωπότητά σας... Αντιμετωπίζετε τα ίδια προβλήματα με έναν άλλο παλιό μου φίλο... τον μικρό πρί-γκιπα... γι’ αυτό μελετά τα ηλιοβασιλέμα-τα... Τα λουλούδια δεν κρατούν μυστικά... είναι η μυθολογία τους μόνο που ξέρει... έτσι λέει ο Νικηφόρος...

Ναι έχετε δίκιο. Πολύ μικρή. Όσο μικρό φαί-νεται το φεγγάρι από εκείνο το σπασμένο παράθυρο πίσω σας. Του δείχνει το παράθυ-ρο. Έχετε παραγγείλει δύο γλυκά του κου-ταλιού. Περιμένετε κανέναν;

Όχι, κανένα... Απλώς σας είδα μόνο και μο-ναχικό κι είπα να σας κεράσω... Ελπίζω να μην σας πείραξε. Είναι υποβρύχιο... λευκό... για να μην έχετε πρόβλημα με τα χρώμα-τα. Σας αρέσει;

Απίστευτο! Μόλις παρήγγειλα κι εγώ υπο-βρύχιο. Το λατρεύω, αν και φοβάμαι την θά-λασσα. Αλλά θα το μοιραστούμε αν θέλε-τε. Ελπίζω να μη σας πειράζει. Εγώ θα σας κεράσω από το ήδη δικό μου ναυάγιο! Αρχί-ζει να βουτάει το κουτάλι στο ποτήρι που τον κέρασε ο άλλος. Κουμπιά γιατί δεν έχει το πουκάμισό σας;

Μην παίζεται με τις λέξεις αν δεν βλέπετε τις σκέψεις. Είναι σημαντικές οι πρώτες διό-τι είναι τα ίχνη του πνεύματος. Η σχέση δεν είναι αμφίδρομη. Όταν σκέφτεστε μιλάτε, αλλά μπορείτε να μιλάτε δίχως να σκέφτε-στε. Σας παρακαλώ μην το κάνετε. Δεν θέ-λω να πνιγείτε ακόμα και σε μεθυσμένο κα-ράβι, γι’ αυτό σας κέρασα υποβρύχιο. Κι αν δεν έχει κουμπιά το πουκάμισό μου είναι γιατί δεν φορώ γραβάτα.

Δεν χρειάζεται να με παρακαλάτε. Κατά-λαβα. Θέλετε να πληρώσετε το λογαρια-σμό! Εντάξει λοιπόν, ας κάνουμε την σούμα. 3 υποβρύχια + 1 ηλιοβασίλεμα + 6 αόρατα κουμπιά, πόσο κάνουν; Ελπίζω να μην κάνα-τε κοπάνες από τα διαλείμματα. Και η δι-κή μου γραβάτα, δεν είναι ακριβώς γραβάτα όπως βλέπετε. Μικρός χαρταετός είναι. Φυ-σήξτε να φύγουμε..

Τα κουμπιά δεν είναι αόρατα αλλά ανύπαρ-κτα... Πατριώτη κράτα τα ρέστα! Αέρα! Φύ-γαμε! Πάμε να κολυμπήσουμε στον ουρα-νό μ’ ένα υποβρύχιο κι ένα χαρταετό για να δούμε τον ήλιο, τον κίτρινο αχινό!

Νίκος ΛυγερόςΒαγγέλης Ευαγγελίου

Με τον Νίκο Λυγερό στο Θησείο

18

Η Κατερίνα ήταν παιδί του καλοκαιριού του 1940. Της πρώ-της μέρας του. Ένα παιδί που δεν άργησε να εξωτερικεύσει την έκφρασή του συμμετέχο-ντας σε θιάσους παιδικούς και αργότερα, όχι πολύ, υποδυό-μενη το χαριτωμένο μα συνά-μα αντιδραστικό κορίτσι στο πλάι του Παπαγιαννόπουλου, του Κωνσταντάρα, της Καρέ-ζη. Δεν έλλειψε και το θέατρο από τη ζωή της, καθώς και οι εκ διαμέτρου αντίθετοι ρόλοι. Από τις εύθυμες επιθεωρήσεις έως τις τραγωδίες με τον θία-σο του Κουν. Έπειτα ήρθε και ο γάμος με τον Παύλο Τάσ-σιο, που έφερε στη ζωή τους τη Μυρτώ..

Φτάνει η μεταπολίτευση και ξε-κινάει να κάνει παρέα με τις ιδέ-ες του Τρότσκι, την Αναρχία και καθετί ριζοσπαστικό. Κάπου εκεί ξεκινά να συναναστρέφεται με καλλιτέχνες των Εξαρχείων, τότε που ξεκινά να αφήνει τη μελάνη της σε μορφή στίχων πάνω στο χαρτί. Τα «τρία κλικ αριστερά» κάνουν παρέα με όσους θα γού-σταραν να διαβάσουν την γεμά-τη πάθος και παράλληλα αιχμη-ρή ποίησή της, τον Μάη του 1978. Αυτή η πρώτη της ποιητική συλ-λογή εκδόθηκε και στο Σαν Φραν-σίσκο, έπειτα από μεσολάβηση του Νάνου Βαλαωρίτη.

Το παιδίτου καλοκαιριού

Της Ελίνας Κοντονή

19

Αποδεικνυόταν πως δεν ήταν ένα αντιδρα-στικό κορίτσι μόνο στις ταινίες του Φίνου. Η «μπέμπα» όπως την αποκαλούσαν οι δικοί της, ήταν φύσει και θέσει επαναστάτρια, μα όπως συμβαίνει στην πλειονότητα τέ-τοιων ανθρώπινων περιπτώσεων βαθιά ευ-αίσθητη και συναισθηματική. Ένα παθια-σμένο πλάσμα που μέσα από το χαρτί μιλούσε για τον έρωτα, την επανάσταση, την ελευθερία.

Ελευθερία που χαρακτήριζε και την στάση της απέναντι στο έργο της. Αποστασιοποι-ημένη από τους λεγόμενους καλλιτεχνικούς και εκδοτικούς κύκλους, αντιδραστική όσο δεν παίρνει με τις κάθε λογής κλίκες. Το 1980 κυκλοφορεί η δεύτερη ποιητική συλλογή της με τίτλο «Ιδιώνυμο» και τρία χρόνια μετά «Το ξύλινο παλτό» και το πνεύμα της κά-νει παρέα μ’ εκείνο των νέων της δεκαετίας του ’80 - μιας δεκαετίας που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την παρακμή της μικροα-στικής κοινωνίας - που αρνούνταν κάθε εί-δους συμβιβασμό και αναγορεύεται σε μού-σα του Αθηναϊκού underground. Και οι τρεις αυτές συλλογές εκδόθηκαν από τον Καστα-νιώτη.

Στίχοι αιχμηροί και λέξεις που λειτουργού-σαν ως προσάναμμα για όλων των λογιών τις επαναστάσεις, κοινωνικές μα περισσότε-ρο υπαρξιακές. Οι ήρωές της άνεργοι, αλήτες, κυνηγημένοι μετανάστες, πόρνες, junkies, υποψήφιοι εργαζόμενοι «που τους κοιτάνε στα δόντια σαν άλογα» όπως έλεγε. Ανα-δείκνυε συμπεριφορές όπως κυνισμός, κατα-πίεση, καταστολή, δημαγωγία, υποκρισία που αν τότε δεν ήταν τόσο έντονα, σίγου-ρα σήμερα αποτελούν τη νέα πραγματικό-τητα. Και στον αντίποδα τον γραφομένων της η πίστη στον άνθρωπο, στο όνειρο και σ’ έναν καλύτερο κόσμο.

Τα Εξάρχεια και η «άγρια νεολαία» της πλα-τεία γίνονται το καταφύγιο της παθιασμέ-νης μα συνάμα ευαίσθητης, της ασυμβίβα-στης ψυχής της. Εκεί συμμετέχει σε πορείες, συγκεντρώσεις, συλλαμβάνεται και ξυλοκο-πείται άγρια από την αστυνομία.

“Γι’ αυτό άμα κάνει κανείς μια κίνηση έτσι

για να μας χαϊδέψεικάνουμε εμείς μια κίνηση πίσω

σα να μη φάμε ξύλο.Γι’ αυτό αν τύχει και μ’ αγαπήσειςπρόσεχε σε παρακαλώ πολύ πολύπώς θα μ’ αγκαλιάσεις. Πονάει εδώ.

Κι εδώ. Κι εκεί. Μη! Κι εδώ.Κι εκεί.”

Το ’86 μηνύει τον τότε αρχηγό της Ελληνι-κής Αστυνομίας Νίκωνα Αρκουδέα για ξυλο-δαρμό από τα ΜΑΤ, σε κάποια διαδήλωση. Τρία χρόνια πριν, το ’83, βγάζει με τον Κάιν, την αφίσα «Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωί-νη», που πια θεωρείται ιστορική. Ανακρίθη-κε επανειλημμένα. Βρέθηκε καταζητούμε-νη ως δήθεν συνεργός σε δολοφονία το 1991. Όμως τίποτα δεν την άγγιζε. Έστελνε επι-στολές σε εφημερίδες υπερασπιζόμενη κα-τηγορούμενους ως τρομοκράτες, ήταν πα-θιασμένη με την πολιτική ένα πάθος όμως που το ξεπέρασαν εκείνο του αλκοόλ και των ναρκωτικών. Την ηρωίνη που έκανε πα-ρέα με τη Μυρτώ και στην προσπάθειά της να την βγάλει από αυτή την παγίδα, μα-γκώθηκε κι εκείνη.. Ένα πλάσμα αυτοκαταστροφικό - όπως συνήθως συμβαίνει με τους άκρως ευαίσθη-τους και ανικανοποίητους - που στην προ-σπάθειά του να ζήσει βρέθηκε να ζητά τη βοήθεια ψυχιάτρων. Γιατί ένιωθε πολύ μό-νη.. Και τα ψυχοφάρμακα αγκαλιά με το αλκοόλ, της την στέρησαν. Έφυγε στις 3 Οκτωβρίου του 1993. Την επό-μενη μέρα την βρήκε ένας φίλος της στο σπίτι της στον Κεραμεικό. Την άφησε στο νοσοκομείο δίχως την οποιαδήποτε πληρο-φορία. Δύο ημέρες αργότερα την αναγνώρι-σε η Μυρτώ.Είχε φύγει και η τελευταία της «Καταρα-μένης Αγίας Τριάδας» των Εξαρχείων. Ήταν πια παρέα με τον Άσιμο και τον Παύλο. Το Κατερινιώ είναι για μένα ένα ποιητικό σύμβολο, που λάτρεψα κυριολεκτικά γνωρί-ζοντας την ανθώπινή του φύση.. Το «ταίρι» της εξίσου αγαπημένης Anne Sexton. Που ποιος ξέρει, ίσως να τα λένε πια μαζί..

21

22

Μη με αγγίζεις, όταν βάφω τα αστέρια μπλε.Υπάρχει κίνδυνος να γίνουν βυθός.Να βυθιστεί το φεγγάρι.Έχεις δει ναυαγισμένο φεγγάριέτοιμο να πεθάνει;Είναι ακριβώς ίδιο με τα μαλλιά σου.Με τα μαλλιά σου,όταν μου πνίγουν τις επιθυμίες.

Το δέρμα σου δηλητηρίασε τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα..

Σε φοβάμαι!Εσένα και τον Έρωταόταν τον έχεις αγκαλιά.Με κοιτάτε και οι 2 σαν να είμαιπαιδί σε κολυμπήθρα.Με βαφτίζετε «Συρτάρι κλειδωμένο».Το κλειδί σε τάφο οικογενειακό..

H άκρη των χειλιών σου, αποκεφάλισε τον Ιωάννη τον Βαπτιστή.

Μη με κοιτάς που είμαι δακρυσμένος.Τα θέλω τα δάκρυα, να τα βάλω στο μίξερ.

Και τα γρανάζια δε θα αντέξουν.Τα πιο σκληρά δάκρυα μου χάρισες..

Ο αστράγαλος σου ανάστησε τον Ιούδα.Για να προδώσει ξανά.

Κάποιον Χρήστο.

Δεν είχα ξαναδεί κοπέλα να καίγεται με σεντόνια κόκκινα.

Να σκοτώνει γάτες για να τις στύψει.Μήπως και πιει 7 ψυχές μαζεμένες..

ΕφταψυχόζουμοΣτην Κατερίνα Γώγου

από το βιβλίο “Τα Λιγαπάτητα”του Βαγγέλη Ευαγγελίου

«Να μη μάθει ποτέ η Μυρτώτα αίτια του θανάτου μου.Μπορείτε να της πείτε πως δεν άντεξατην άνοιξη ή πως πέρασα με κόκκινο.

Ναι. Αυτό είναι πιο πιστευτό.Με κόκκινο. Αυτό να πείτε». Κ.Γ

23

26

Φυγή

Οι άνθρωποι περισσότερο ονειρεύονται ότι επιστρέφουν

παρά ότι φεύγουν. Πάουλο Κοέλο, 1947-,

Βραζιλιάνος συγγραφέας

Στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του ανθρώπου

ξέχασαν δύο δικαιώματα: της αντίρρησης και της φυγής.

Charles Baudelaire, 1821-1867, Γάλλος ποιητής

Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν πριν πεθάνουν από τι

έτρεχαν να ξεφύγουν και προς τα πού και γιατί.

James Thurber, 1894-1964, Αμερικανός χιουμορίστας

Η αυτοκτονία δεν είναι να θέλεις να πεθάνεις. Είναι να

θέλεις να εξαφανιστείς. George Perros, 1923-1978,

Γάλλος συγγραφέας

Ας φύγουμε, μέσα σ’ ένα φιλί, για έναν άγνωστο κόσμο.

Alfred De Musset, 1810-1857, Γάλλος συγγραφέας

27

28

29

ΦυγήΗ Φυγή είναι όλα όσα ξέρουμε για τον παράδεισο και όλα όσα χρειαζόμαστε για την κόλαση. Emily Dickinson, 1830-1886, Αμερικανίδα ποιήτρια

Όταν αγαπάς, πρέπει να φεύγεις. Blaise Cendrars, 1887-1961, Γαλλοελβετός ποιητής

Η πιο μεγάλη τέχνη είναι να ξέρεις να αποχωρείς την κατάλληλη στιγμή. Φρήντριχ Νίτσε, 1844-1900, Γερμανός φιλόσοφος

Η έξοδος βρίσκεται συνήθως εκεί που ήταν η είσοδος. Stanislaw Jerzy Lec, 1906-1966, Πολωνός γνωμικογράφος

Το να επιστρέφεις εκεί που ξεκίνησες δεν είναι το ίδιο με το να μην έχεις φύγει ποτέ. Terry Pratchett, 1948-, Βρετανός συγγραφέας φανταστικών ιστοριών

Ένας «Αναχωρητής» για τους μισούς είναι, αναγκαστικά, για τους άλλους μισούς, ένας «Ερχόμενος». Οδυσσέας Ελύτης, 1911-1996, Ποιητής, Νόμπελ 1979

30

Αν ζούσε τώρα, μπορεί να έβγαινε στην Πα-τησίων με καμία μεγάλη κονκάρδα του Ομπάμα. Ήταν ικανή να το κάνει αυτό και να εκνευρίσει όλους τους επαναστάτες φί-λους της. Αυτό ήταν η Κατερίνα, το πνεύμα της εποχής, το πνεύμα της ημέρας η οποία μέρα τότε είχε τα καλά της και τα κακά της, αλλά πάντως δεν ήταν μία μέρα με την οποία θα βαριόσουν. Ούτε η Κατερίνα ήταν ένα άτομο που μαζί της υπήρχε περί-πτωση να βαρεθείς ποτέ.

Αντώνης Καφετζόπουλος

Της άρεσε να λέγεται “θεατρίνα”. Είχε πεί-σει ακόμα και τον αυστηρό πατέρα μου, αμέσως μετά την κατοχή ενώ δεν είχε να φάει, την πήγε στην καλύτερη σχολή θε-άτρου. Τη σχολή “Μουζανίδου”. Μία πολύ καλή σχολή απ’ ότι μου έλεγε η μπέμπα και το έλεγε και με καμάρι μάλιστα. Έτσι την φωνάζαμε, ήταν η μπέμπα μας. Κά-ποια στιγμή είχε λίγο παρατήσει το θέμα με την ηθοποιία και με φώναξε σπίτι κάτι να μου δείξει και μου διάβασε κάτι ποιήμα-τα που μου φάνηκαν τερατώδη (γέλια) και της είπα ότι θα σου ρίξουνε ντομάτες Κα-τερίνα. Στη συνέχεια απ’ ότι κατάλαβα, εί-χα άδικο. Έβαζε την ψυχούλα της. Όταν έφτιαχνε ένα πύργο, της άρεσε να του ρί-χνει μία σπρωξιά και να τον γκρεμίζει. Έχτι-ζε ένα όνομα στο θέατρο και της άρεσε να το γκρεμίζει. Έχτιζε μία σχέση και της άρε-σε να τη γκρεμίζει. Ένιωθε ότι θα θεωρηθεί βολεμένη και δεν της άρεσε αυτό.

Κώστας Γώγος

Για μένα είναι ο Μαγιακόφσκι των Εξαρχεί-ων, έτσι τη γνώρισα από την ποίησή της και μου έκανε φοβερή εντύπωση ο λόγος της - όταν ήμουν σε νεαρή ηλικία - και η γενναιό-τητα της καρδιάς της.

Σωτηρία Λεωνάρδου.

Τις ποιητικές συλλογές της, τις εικονογρα-φούσε πάντοτε από πορείες και συναυλίες αλληλεγγύης σε αναρχικούς και ποινικούς

κρατούμενους. Φρόντιζε να δένει την ποίη-σή της με τους αγώνες εκείνης της περιόδου. Ήταν μια αναρχική ποιήτρια. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 και στις αρχές της δεκα-ετίας του ‘80, η Κατερίνα Γώγου έτρεχε για κάθε κατατρεγμένο είτε ήταν ποινικός είτε ήταν πολιτικός κρατούμενος, θα έβρισκες πάντα την Κατερίνα σε μία επιτροπή συ-μπαράστασης. Οργάνωνε συναυλίες, έβρι-σκε λεφτά μέσα από τα καλλιτεχνικά κυ-κλώματα τα οποία γνώριζε από τη δουλειά της στον κινηματογράφο και ενίσχυε με κά-θε τρόπο τον αγώνα για την απελευθέρω-ση κρατουμένων.

Μιχάλης Πρωτοψάλτης(Βιβλιοπέλαγος)

31

Σε μια εποχή που κανείς δεν υποστήριζε τραβεστί, ομοφυλόφιλους και τέτοια, η Κα-τερίνα ήταν από τους λίγους ανθρώπους που όταν με κυνηγούσε η αστυνομία για-τί έβγαινε το περιοδικό “Κράξιμο” που είχα τότε, ήταν από τους λίγους που είχε έρθει και στο δικαστήριο να με υποστηρίξει και εί-χε συνεργαστεί με το να μου δώσει κάποια ποιήματά της για το περιοδικό.

Πάολα(Περιοδικό “Κράξιμο”)

Άλλοτε φορούσε ρούχα υψηλού γούστου και άλλοτε σχισμένα. Άλλοτε έδειχνε ότι ενδια-φέρεται να ζήσει και άλλοτε ότι θέλει να πε-θάνει. Κανείς δεν ήξερε ποια είναι η επόμενη κίνησή της. Ένα πρωί είχε έρθει στο βιβλιο-πωλείο της Διδότου, ήταν περίπου επτά και τέταρτο - λίγο πριν ταξιδέψει για τ’ άστρα - και μου είπε, δε σου έχω ζητήσει ποτέ τίπο-τα. Βάλε μου να πιω. Έβλεπε το μπουκάλι με το ουίσκι που ήταν πίσω από το κεφάλι μου και επτά και τέταρτο το πρωί της έβα-λα και ήπιε ουίσκι. Και φεύγοντας μου είπε, «φεύγω πάω για εκεί».

Γιώργος Χρονάς(Οδός Πανός)

Από την εκπομπή τουΣταύρου Θεοδωράκη«Πρωταγωνιστές»

http://youtu.be/mjM6dqvs_TE

32

κι είναι επειδή μια και κάτω κατεβάσαμε όλα τα ξινισμένα κρασιάκαι βγάλαμε τα σωθικά μαςτραγουδώντας γεμάτα παράπονο- παιδιακίσια πράγματα- τον Ιούλιο κάποτε

33

Είναι επειδή είμαστε παρέαμε το παιδί

κι αμέτρητες φορές- αγκαλιά απ’ τη μέση

μετρήσαμε τ’ αμέτρητα τ’ άστρακαι κείνα που λέγανεγια καλύτερα χρόνιατα φάγαμε βγάζοντας

κουβάδες με νερόγια να μπορούν

να ταξιδεύουνε για πάντατα πλοία που δεν άραξαν

Γι’ αυτό άμα κάνει κανείς μια κίνηση έτσι για να μας χαϊδέψει

κάνουμε εμείς μια κίνηση πίσωσα να μη φάμε ξύλο.

Γι’ αυτό αν τύχει και μ’αγαπήσειςπρόσεχε σε παρακαλώ πολύ πολύ

πώς θα μ’ αγκαλιάσεις. Πονάει εδώ. Κι εδώ. Κι εκεί.

Μη! Κι εδώ . Κι εκεί.

34

35

Θα ‘ρθεί καιρός που θ’ αλλάξουντα πράματα. Να το θυμάσαι Μαρία.

Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη- μη βλέπεις εμένα - μην κλαις. Εσύ εισ’ η ελπίδα.

Άκου θά ρθει καιρός που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούςδε θα βγαίνουν στην τύχηΔε θα υπάρχουν πόρτες κλειστέςμε γερμένους απέξω.

Και τη δουλειάθα τη διαλέγουμεδε θα `μαστε άλογανα μας κοιτάνε στα δόντια.

Οι άνθρωποι - σκέψου! -θα μιλάνε με χρώματακι άλλοι με νότες.

36

37

“ Την Κατερίνα Γώγου τη συνάντησα το ‘91 ή το ‘92 στο Παρίσι. Τότε η Γώγου σχεδίαζε μια παράσταση που δεν ανέβασε ποτέ. Το κομμάτι που της αφιερώνω γράφτηκε εκείνη την εποχή, για τη συγκεκριμένη παράσταση. Το είχα φυλάξει με σκοπό κάποτε να το κυκλοφορήσω. Την φράση που έδωσε και τον τίτλο του «Last Call to Paris», την είχα ηχογραφήσει στο αεροδρόμιο, όταν από τα μεγάφωνα ακουγόταν η τελική αναγγελία για την πτήση προς Παρίσι. Όλα αυτά τα χρόνια βρισκόταν κάπου χαμένη στον υπολογιστή μου, μέχρι να τη βρω κατά τύχη και να ανασύρω και τη μελωδία του τραγουδιού. Ταυτόχρονα, στη βιβλιοθήκη ενός φιλικού σπιτιού στη Θεσσαλονίκη, ανακάλυψα μέσα σε ένα παλιό βιβλίο τα χειρόγραφα της Γώγου από το Παρίσι. Μου είχε πει, τότε, πως ήθελε να ονομάσει αυτή τη συλλογή ποιημάτων «Οδύσσεια». Μόλις τα είδα συγκινήθηκα γιατί ήταν σαν να απευθυνόταν σε μένα από εκεί που τώρα βρίσκεται…”

Παύλος Παυλίδης.

38

39

40

41

42

Ο Αντώνης Μποσκοΐτης ανακάλυψε την «καταραμένη», αδιανόητα σκληρή ποίηση της Κατερίνας Γώγου στα 18 του. Την ίδια τη συνάντησε για πρώτη και τελευταία φο-ρά στη ζωή του λίγους μήνες πριν από τον θάνατό της, το καλοκαίρι του 1993, στο κα-φενείο της Βάσως στην πλατεία Εξαρχείων. «Δεν είχα ξαναδεί γυναίκα να πίνει μονοκο-πανιά ένα τεράστιο ποτήρι ούζo! Βρισκόταν στην απόλυτη παρακμή» λέει, προσθέτο-ντας πως ούτε καν κατάλαβε ότι ήταν η Γώγου - του το είπε η παρέα του αργότερα: «Η Κατερίνα Γώγου, η ηθοποιός από τις πα-λιές ταινίες». Και η ποιήτρια.

Η εικόνα της τον σόκαρε. Άρχισε να ανα-ζητεί πληροφορίες και κατάλαβε πώς είχε προκύψει η ψυχολογική και σωματική κα-ταρράκωσή της. Ναρκωτικά, αλκοολισμός, ψυχιατρεία, μια κόρη τοξικομανής...

Γέννημα θρέμμα των Εξαρχείων, η Κατε-ρίνα Γώγου έγινε γνωστή ως κοριτσόπου-λο του ελληνικού κινηματογράφου παίζο-ντας δευτεραγωνιστικούς ρόλους ταινιών της δεκαετίας του 1960. Σύμφωνα με μαρτυ-ρίες, ανέκαθεν ήταν μελαγχολικό πλάσμα, αποτραβηγμένο, αμέτοχο στις πλάκες με-ταξύ των ηθοποιών. Ωστόσο, το πραγμα-τικά δημιουργικό πρόσωπο της Κατερίνας Γώγου αναδύθηκε μετά τη Μεταπολίτευση και μέσα από την απαγγελία των ποιημά-των της σε μουσική Κυριάκου Σφέτσα στην «Παραγγελιά», ταινία του συζύγου της Παύ-λου Τάσιου, ο οποίος την είχε σκηνοθετήσει και στο «Βαρύ πεπόνι», την πρώτη, ίσως, ρε-αλιστική απεικόνιση της μεταπολιτευτικής ελληνικής κοινωνίας.

«Πολλοί προσπάθησαν να ταυτίσουν τη Γώγου με τους “μπιτ” ποιητές» λέει ο Μπο-σκοΐτης. «Η αλήθεια είναι ότι στη συλλο-γή της “Τρία κλικ αριστερά” η Γώγου έχει την προφορικότητα του “Ουρλιαχτού” του Αλεν Γκίσνμπεργκ.

Ηταν το πρώτο επίσημο δείγμα “μπιτ” ποί-ησης στην Ελλάδα και μάλιστα με τρομερή εμπορική απήχηση, ανεξαρτήτως του ότι η ίδια η Γώγου δεν ήταν σύμφωνη με αυτό το κύμα. Δεν θεωρούσε τον εαυτό της μπίτνικ. Ίσως επειδή εκείνη την εποχή ανήκε σε κά-ποια αναρχοαριστερίστικα κινήματα, την ενδιέφερε περισσότερο ο πολιτικοποιημένος λόγος». Γράφει στο ποίημα «Μοναξιά» της συλλογής «Ιδιώνυμο»: «Εχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά/ και μετριέται πιά-το-πιάτο/ μαζί με τα κομμάτια τους/ στον πάτο του φωταγωγού». Τι άλλο αν όχι ει-κόνες του 2012 μας φέρνει στον νου ο στίχος του 1978;

«Μου έλεγε ένας φίλος ότι πριν από δέκα χρόνια ήταν απαγορευτικό για έναν ηθο-ποιό να δώσει εξετάσεις στο Εθνικό με ποί-ημα της Γώγου» μας είπε. «Σήμερα η Γώγου σχεδόν επιβάλλεται, ζητούν τα ποιήματά της που είναι σαν πεζογραφικοί μονόλογοι». Το κυριότερο όμως για τον σκηνοθέτη εί-ναι ότι τα ποιήματά της πλέον αποτελούν «μια αντιφασιστική κίνηση σε ένα κράτος τεράτων όπου επικρατούν ο ρατσισμός και όλα τα φοβικά σύνδρομα - η πλήρης απα-ξίωση και αποκτήνωση της πολιτικής ζωής. Ο λόγος της Γώγου είναι σχεδόν πορνογρα-φικός, αλλά είναι η αλήθεια. Ποιος δεν μπο-ρεί να πει σήμερα ότι η Ελλάδα δεν είναι ένα μπορντέλο; Όταν βιώνεις τον φυλετι-κό ρατσισμό μέσα στο λεωφορείο και όταν βλέπεις νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, να μη χάνουν την ευκαιρία να εκδηλώσουν φασιστοειδή ιδεώδη, δεν μπορείς παρά να ανακαλύψεις τη σημασία αυτών των ποι-ημάτων. Σε μια εποχή που κόσμος χορεύει τον χορό του Ζαλόγγου πέφτοντας από τα μπαλκόνια του, ακόμα και τα πιο σκληρά ποιήματα της Γώγου απηχούν την πραγ-ματικότητα».

Γιάννης ΖουμπουλάκηςΠηγή: www.tovima.gr

«Μου έλεγε ένας φίλος, ότι πριν από δέκα χρόνια ήταν απαγορευτικό για έναν ηθοποιό

να δώσει εξετάσεις στο Εθνικό, με ποίημα της Γώγου»

43

44

Να φυλάξεις μοναχάσε μια μεγάλη φιάλη με νερόλέξεις κι έννοιες σαν κι αυτέςαπροσάρμοστοι, καταπίεση, μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός,για το μάθημα της ιστορίας.

Είναι Μαρία- δε θέλω να λέω ψέματα -δύσκολοι καιροί.

Και θά ‘ρθουνε κι άλλοι.Δεν ξέρω - μην περιμένεις κι από μένα πολλά -τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέωκι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:

45

« Σημασία έχεινα παραμένεις άνθρωπος ».

Θα την αλλάξουμε τη ζωή!Παρ’ όλα αυτά Μαρία.

46

Καμιά φορά ανοίγει η πόρτασίγα σιγά και μπαίνεις. Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμικαι λινά παπούτσια. Σκύβεις βάζειςστοργικά στη χούφτα μου72 φράγκα και φεύγεις.

Έχω μείνει στη θέσηπου μ’ άφησεςγια να με ξαναβρείς. Όμως πρέπει νά `χει περάσειπολύς καιρός γιατί τα νύχια μου μακρύνανε κι οι φίλοι (μου)με φοβούνται.

Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτεςέχω χάσει την φαντασία μουκι όταν ακούω “Κατερίνα”τρομάζω.

Νομίζω πως πρέπεινα καταδώσω κάποιον.

Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματαμε κάποιον που λέγανε πως είσαι συ.

47

Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες, γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.Στο μυαλό είναι ο Στόχος, το νου σου ε;

48

49

50

51

52

53

Δέντρο ήμουνακι έσπασα.Μου ‘σπάσαν όλα τα κλαδιάγιατί εκεί τρέχανετα ξεστρατισμένα παιδιάνα παίξουνε τους κρεμασμένους.

Μπορεί δίκαια...

Προκάλεσα με πάθος τη ζωή.Ασέβησα δυο φορέςγιατί τους ήξερα τους Νόμους.Άσκησα την όραση για μακριάκι έχασα τα κοντινά μου.

54

Κι ούτε να δίνεις συμβουλέςτο πως το κατεβάζω έτσικαι πως σκορπιέμαι έτσι

και να αφήσεις ήσυχα στα μούτρατις μπογιές τις μύξες και τα κλάματα

να τρέξουνε.

55

Θέλω να κουβεντιάσωσ’ ένα καφενείο

που να `χει πόρτα ανοιχτήκαι να μην έχει θάλασσα,

μονάχα άντρες άνεργουςσκόνη με ήλιο και σιωπή

να μπαίνει ο ήλιος στο κονιάκκι η σκόνη μαζί με τα τσιγάρα στα

πλεμόνια μαςκαι ας μην πάρουμε

και σήμερα βρε αδερφέπροφύλαξη για την υγεία μας.

56

57

Πάει. Αυτό ήταν.Χάθηκε η ζωή μου φίλεμέσα σε κίτρινους ανθρώπουςβρώμικα τζάμιακι ανιστόρητους συμβιβασμούς.

Άρχισα να γέρνωσαν εκείνη την ιτιούλαπου σού `χα δείξειστη στροφή του δρόμου.Και δεν είναιπου θέλω να ζήσω.Είναι το γαμώτοπου δεν έζησα.Κι ούτε που θα σε ξαναδώ.

58

59

Σε ενοχοποιούνόχι τόσο οι πράξεις σουσε ενοχοποιούν οι σκέψειςοι σχέσεις σουκάτι χαμόγελα που έσβησεςκάτι μαλακισμένες εικόνες που κουβαλάς,σχεδόν ηλιοβασίλεμα.

Σε ενοχοποιείη αθωότητά σουκαι αυτά που της χρωστάς.Κάτι λάθη και κάτι πάθη.

Και έτσι είσαι ζωγραφισμένοςσ’ ένα κόκκινο μπαλόνι που ανεβαίνει, δε μιλάει,ανεβαίνει πάνω απ’ την πόλη.

Η Κατερίνα είμαι, μωρέ.Πού στην ευχή είσαστε; Πού, ρε;

61

62

Ποια είναι η σχέση μεταξύ Συρίας και μαθηματι-κών; Μια σειρά αθροίσεων που εν συντομία και επιμέρους, εμπεριέχουν, 18 μήνες αιματηρών συ-γκρούσεων, 100 χιλιάδες νεκρούς, 2 εκατομμύρια πρόσφυγες. Με το 1 εκατομμύριο εξ’ αυτών να εί-ναι παιδιά. Παιδιά που έχασαν τα πάντα εκτός από τη ζωή τους. Και για μια ακόμη φορά ακού-με από τον Εκτελεστικό Διευθυντή της UNICEF, Anthony Lake πως, «Το εκατομμυριοστό αυτό παιδί πρόσφυγας, δεν είναι απλώς ένας ακόμη αριθμός», πως «Αυτή είναι μια πραγματική αρ-παγή των παιδιών από το σπίτι τους, ίσως ακόμη και από την οικογένειά τους, μια ανείπωτη φρίκη που τώρα αρχίζουμε να κατανοούμε. Πρέπει να μοιραστούμε όλοι αυτή την ντροπή. Διότι ενώ ερ-γαζόμαστε για να ανακουφίσουμε τον πόνο τον πληγέντων από την κρίση, η παγκόσμια κοινό-τητα έχει αποτύχει στο θέμα της ευθύνης της για τα παιδιά αυτά. Πρέπει να σταματήσουμε και να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας, με πλήρη συνείδη-ση, αν μπορούμε να συνεχίσουμε να απογοητεύ-ουμε τα παιδιά της Συρίας».

Κι ενώ αυτό το εκατομμυριοστό παιδί δεν είναι ένας ακόμη αριθμός, με το μυαλό μου βουτηγ-μένο στο συναίσθημα, συμπεραίνω πως και το προηγούμενο παιδί δεν ήταν. Και το αμέσως προηγούμενο. Κι εκείνο το 1ο διάολε! Μα ακόμα δεν έχουμε σταματήσει να ρωτήσουμε εκείνους τους εαυτούς γιατί απογοητεύσαμε αυτά τα παι-διά, που δεν είναι αριθμοί! Και κακίστε με τώρα που θα πω πως τα παραπάνω λόγια στα εισαγω-γικά είναι ό,τι υποκριτικότερο έχω διαβάσει και πως τα κατατάσσω στην λίστα με τα «παρόμοια» και ανεπαρκή.

Και βρισκόμαστε οι «Δυτικοί» να παρακολου-θούμε από απόσταση ασφαλείας, σοκαρισμένοι, ανήμποροι, μα στην κυριολεξία ελαφρώς αδιά-φοροι από τις οθόνες μας στοπ καρέ πολεμικής ταινίας που όμως θέλουμε να τελειώσει πριν τα ποπ κορν που κρατάμε.

Πότε συνειδητοποιήσαμε πως θέλουμε να τελειώ-σει; Όταν μια επίθεση με χημικά όπλα, μας έκλει-σε τους αεραγωγούς και μείναμε δίχως οξυγόνο. Όταν χάσαμε τον έλεγχο τον κινήσεών μας. Όταν είδαμε μωρά άψυχα στη σειρά, που στην πλειο-ψηφία τους δεν είχαν κάποιον να κλάψει γι’ αυ-τά, γιατί παραδίπλα βρίσκονταν νεκροί και οι γονείς τους. Τότε που σχηματίστηκε ένα 3D «Για-τί» στην οθόνη και μαζί μ’ αυτό οι σκέψεις για επέμβαση, αγκαζέ με τις σκέψεις για το αστάθμη-το «μετά».

Ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα ζήτη-σε από το Κογκρέσο έγκριση περιορισμένης κλί-μακας επιθέσεων κατά της Συρίας. Με τον Αμερι-κανό υπουργό Εξωτερικών, Τζον Κέρι σχεδόν να αυθυποβάλλει λέγοντας πως, έχει την πεποίθηση πως το Κογκρέσο «θα πράξει το σωστό».

συρια. ενα βλεμμα.της Ελίνας Κοντονή

συρια. ενα βλεμμα.

Photo: www.washingtonpost.com

63

Αν λάβουμε υπόψη και τις δηλώσεις του πως, οι Η.Π.Α. επιβεβαίωσαν τη χρήση χημικών καθώς, «Δείγματα από μαλλιά και αίμα βρέθηκαν θετικά στο αέριο σαρίν», τότε είναι πραγματικά αμφίβο-λο αν και κατά πόσο ο Ομπάμα θα αναμένει τα πορίσματα του ΟΗΕ για να προβεί σε επέμβαση στη Συρία. Την ίδια στιγμή που ο γενικός γραμ-ματέας του διεθνούς οργανισμού, Μπαν Κι-μουν θεωρεί την απόφαση του Ομπάμα ως «μέρος μιας προσπάθειας να επιτευχθεί ευρεία διεθνής συναί-νεση για τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται ως απάντηση σε οιαδήποτε χρήση χημικών όπλων» και πως «Η χρήση χημικών όπλων δεν μπορεί να είναι αποδεκτή υπό οιεσδήποτε συνθήκες. Δεν πρέπει να υπάρξει ατιμωρησία και όποιοι διέ-πραξαν ένα τέτοιο τρομερό έγκλημα κατά της αν-θρωπότητας πρέπει να λογοδοτήσουν», με δηλώ-σεις του εκπροσώπου του, Μάρτιν Νεζίρκι.

Την ίδια στιγμή από το Ιράν έρχονται δηλώσεις του Ακμπάρ Χασεμί Ραφσαντζανί (πρώην Προ-έδρου) πως, «Ο λαός έγινε στόχος επιθέσεων με χημικά όπλα από την ίδια του την κυβέρνηση και τώρα πρέπει να περιμένει και επίθεση από ξέ-νους».

Όλοι επιθυμούν να σταματήσουν τον Άσαντ για-τί καταπάτησε τις λεγόμενες «κόκκινες γραμμές» και την ανοχή της διεθνούς κοινότητας ως προς τη χρήση χημικών. Όλοι τελικά επιθυμούν αυτή την επίθεση από τους ξένους. Βέβαια όσοι ζήσαμε το παρελθόν δεν είναι εύκολο να ξεχάσουμε πως το 1988 ο Σαντάμ υποστηρίχτηκε από τους Αμε-ρικάνους ενώ γνώριζαν πολύ καλά πως έκανε τέ-τοιου είδους χρήση και όχι για τον εαυτό του! Αλ-λά ποιος ξέρει; Ίσως η Ανθρωπότητα να έφαγε τα μούτρα της και να έμαθε από τα λάθη της. Όμως έρχομαι πάλι να ρωτώ τον εαυτό μου, μήπως ο ανθρωπισμός της Δύσης προσβάλλεται σε πολύ ειδικές περιστάσεις και μήπως όποτε επενέβη η διεθνής κοινότητα, για λόγους ανθρωπιστικούς, μόνο θετικά δεν ήταν τα αποτελέσματα;

Καθώς επίσης, Ποιο θα είναι πραγματικά το όφε-λος από τον βομβαρδισμό της Συρίας; Το να βά-λει μυαλό ο Άσαντ και να τερματίσει τη χρήση χημικών; Σπασμωδικές και μη μελετημένες κινή-σεις ποιο αποτέλεσμα θα φέρουν;

Κι έχουμε να θυμόμαστε τέτοιου είδους κινήσεις. Σπασμωδικές δίχως μακρόχρονο πλάνο. Αφγα-νιστάν και Ιράκ. Όπου το Βομβαρδίστε, Σκουπί-στε, Τελειώσατε, δεν αποδείχθηκε η ενδεδειγμένη μέθοδος. Όπου εκατομμύρια αμάχων γυναικών και μωρών βρέθηκαν κάτω από κτήρια που κα-τέρρευσαν. Σε καταφύγια στόχους. Και όταν δεν είσαι από εκείνους που δεν τα πάνε καλά με τα μαθηματικά, σπαράζει η ψυχή σου, γιατί αρκεί ένα άψυχο βλέμμα να σκεφτείς και να νιώσεις συνυπεύθυνος.

64

65

ISSN: 2241-648X

Η αυτοκτονία δεν είναι τίποτε άλλο από το έσχατο παράπονο, το πιο απαίσιοπαράπονο γιατην ύπαρξη.

Όσσο 1931-1990,Ινδός Γκουρού