Τα κενά … κι άλλα σκόρπια συναισθήματα · Ένα τεράστιο...

Post on 12-Sep-2019

11 views 0 download

Transcript of Τα κενά … κι άλλα σκόρπια συναισθήματα · Ένα τεράστιο...

Τα κενά...

Χάρης Γαντζούδης

κι άλλα σκόρπιασυναισθήματα

Τα κενά…κι άλλα σκόρπια συναισθήματα

ISBN: 978-618-81129-6-4 © Χάρης Γαντζούδης

Θεσσαλονίκη 2014

Χάρης ΓαντζούδηςΤα κενά… κι άλλα σκόρπια συναισθήματα

ISBN: 978-618-81129-6-4© Χάρης ΓαντζούδηςΘεσσαλονίκη 2014e-mail: mpampis160@yahoo.gr

Εξώφυλλο-σχέδια: Ελένη Παπανικολάου

εκδοτική επιμέλεια: Δήμος Χλωπτσιούδηςe-mail: chldimos@gmail.com___________________Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση τηςποιητικής συλλογής «Τα κενά … κι άλλα σκόρπιασυναισθήματα» μόνο με τη σύμφωνη γνώμη τουποιητή και του εκδότη.

έργα του ιδίου:

Οι πρώτες σελίδες

(διηγήματα, ΣΑΙΤΑ, 2012)

Κύκλοι στη θάλασσα … κι άλλες ιστορίες

(διηγήματα, MICROSTORY.GR, 2013)

Δικό μου, δικό μου

(παραμύθι, MICROSTORY.GR, 2013)

Για μια Πόλη (νουβέλα, BOOKSTARS, 2013)

Μα δε θέλω αδερφάκι

(παραμύθι, BOOKSTARS, 2014]

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΒήματαΘάλασσα

Τα κενά Γνώριμα νερά

ΣιωπηλάΤόπος κρυφός

Δεν μ’ αρέσει το ξημέρωμαΚι είπα

ΑπολογισμόςΣτης μνήμης το ταξίδι

ΘύμησηΑπωθημένα

Μικρή ΠαρηγοριάΝεκρώσιμη ακολουθία

79

111315171921232527293133

ΌνειραΑτέλειωτη ελευθερία

ΘέαΤο λίγο

ΒαρίδιαΘάλασσα μοναξιάς

Ξεχείλιζε η ευτυχία...Γνώριμο παιχνίδι

Ας είναι...Η ζεστασιά της συνήθειας

35363840414243444546

…κι άλλα σκόρπια συναισθήματα

τα κενά

μέρος πρώτο

Τα κενά

Βήματα

Εκείνος κι η σιωπή!

Κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους.

Κι είχε μάθει με φωνές

να περνά τις βραδινές του ώρες.

Τώρα,

μόνο αναμνήσεις

σκορπισμένες στο πάτωμα.

Και τα βήματά του

– αθόρυβα –

ακροβατούν ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα.

Δίχως σκοπό.

Δίχως κατεύθυνση.

Μόνο ξόδεμα

στο βωμό της αναζήτησης απαντήσεων.

Και τα βράδια περνούσαν

και μόνο βήματα.

Δίχως σκοπό.

Δίχως κατεύθυνση.

Μόνο ξόδεμα.

77

88

Θάλασσα

Κι είχε μια ομορφιά η θάλασσα,

ίδια εσύ…

Κι έφταναν τα κύματα:

άλλοτε ήρεμα,

ακουμπούσαν απαλά τα πέλματα

κι άλλοτε αγριεμένα

έφταναν μέχρι το λαιμό

και μ’ έπνιγαν.

Κι είχε μια ομορφιά η θάλασσα,

ίδια εσύ…

99

1010

Τα κενά

Αν το θες,

μπορείς να φύγεις.

Μα μη χαθείς.

Άσε σημάδια στο

μονοπάτι της φυγής σου.

Κι ένα παράθυρο ανοιχτό,

στη νέα σου ζωή για μένα.

Να τρυπώνω τις μέρες που

η ανάγκη να σε δω

θα με λυγίζει.

Και σου υπόσχομαι πως

Θα ’ναι για λίγο.

Μια στιγμή θα είναι.

Ίσα να παίρνω δύναμη

για να αντέχω τα κενά

της απουσίας.

1111

Γνώριμα νερά

Σου φανερώθηκα.

Χωρίς δισταγμό

ξεμπρόστιασα τα μύχια της ψυχής

μπροστά στα μάτια σου.

Μυστικό, δεν κράτησα κανένα.

Εγωισμό δε θέλησα να βάλω εμπόδιο.

Και σου πα σ’ αγαπώ.

Και μου ’πες πως μ’ αγαπάς κι εσύ.

Κι αναθάρρεψε η ψυχή.

Και σου είπα έλα να τ’ αλλάξουμε όλα.

Και μου ’πες πως μ’ ακολουθείς χωρίς επιφύλαξη.

Μα πριν προλάβουν να ανάψουν

της νίκης οι πυρσοί,

έκανες πίσω.

Όλα σου τα λόγια σωριάστηκαν

στο κύλισμα του φόβου.

Μπορεί και να μη θέλησες να παλέψεις

με τα κύματα

που κάθε νέο φέρνει.

Κι έμεινες να ξοδεύεσαι

σε γνώριμα νερά.

1313

1414

Σιωπηλά

Σιωπηλά,

σ’ ακούω κι απόψε

να μιλάς για όσα έχεις περάσει:

για τον πόνο, την απόρριψη, το ψέμα…

Σιωπηλά,

σ’ ακούω κι απόψε

να κλαις, να δικαιολογείς τη στάση σου,

κι ο λυγμός σου πνίγει τις καταλήξεις.

Νομίζω είπες μ’ αγαπάς.

Σιωπηλά,

σ’ ακούω κι απόψε

μα μην παίρνεις

– σε παρακαλώ –

αυτή μου τη σιωπή για αδυναμία.

Μια αναμέτρηση είναι

με τα όρια μου.

1515

1616

Τόπος κρυφός

Παίρνω μορφή και σχήμα,

σε τόπο κρυφό.

Σε τόπο που τα βλέμματα

των άλλων δεν φτάνουν.

Σε τόπο γυμνό.

Που όλα τα περιττά λείπουν.

Σε τόπο ξηρό.

Που μόνο η ψυχή μου

βρίσκει τρόπο ν’ ανθίζει.

Κι υποφέρω αλήθεια,

τη στιγμή που κάποιο χέρι

με τραβά και με επαναφέρει

στον κόσμο σας.

1717

1818

Δεν μ’ αρέσει το ξημέρωμα

Δεν μ’ αρέσει το ξημέρωμα.

Με το φως σβήνουν τα όνειρα

Και μπαίνει η λογική οδηγός.

Μαραίνονται οι επιθυμίες

κι ανθίζει η συνήθεια.

Με το φως του χάθηκες κι εσύ

κι άφησες τη μοναξιά

να κοιμάται πλάι μου.

1919

2020

Κι είπα

Κι είπα,

δε θα ξαναβγώ,

μα πάλι απόψε

στους ίδιους δρόμους χάνομαι.

Κι είπα,

δε θα ξανά αφεθώ

στα συναισθήματα

που η νύχτα προκαλεί στην ψυχή μου,

μα πάλι λαχταρώ

της ηδονής το μούδιασμα.

Κι είπα πολλά,

μα πως να ντύσεις

με τις λογικής τα ρούχα

την επιθυμία του κορμιού.

2121

2222

Απολογισμός

Απολογισμός.

Μόνος, μετρά τις σιωπές του:

Δε θα πω, δε θα αισθανθώ,

δε θα μοιραστώ, όχι, δε θα αποκαλύψω

τις βρώμικες πράξεις μου στους άλλους.

Θα πληγωθούν, θα πονέσουν.

Πίσω από πόρτες βαριές,

ερμητικά κλειστές

και με τα αντικλείδια πεταμένα,

συνομιλούσε με τις στιγμές του:

ανάσες βαριές, ηδονικοί ψίθυροι,

ιδρώτας σε κορμιά κολλημένα.

Στιγμές που σβήνουν

στο πρώτο φως της μέρας,

μην τύχει και κάποιος γίνει μάρτυρας τους.

Και τι έμεινε απ’ το μέτρημα;

Μόνο μοναξιά.

Κανείς άλλος δε στάθηκε.

2323

Στης μνήμης το ταξίδι

Κάθε φορά,

που ο ήλιος κάνει βουτιά

και χάνεται στη δύση,

το σκοτάδι που έρχεται

γεννά στο μυαλό μου τη μορφή σου.

Κι αφήνομαι στης μνήμης το ταξίδι.

Σε όνειρα, γέλια και στις ενώσεις μας.

Κι ας μην ονειρεύομαι πια,

κι ας μη γελώ,

κι ας λείπει το κορμί σου.

2525

2626

Θύμηση

Όχι,

το σκοτάδι δε το μπορώ.

Οι νύχτες είναι θάνατος!

Τις μέρες τις θαμπώνω

με φως και θορύβους

Τις νύχτες όμως δε μπορώ.

Πνίγομαι!

και σεργιάνι βγαίνω,

στης πόλης τα στενά περιθώρια

αναζητώντας τη γεύση του καινούργιου

σε χείλη άγνωστα.

Φιλί, να σταματήσει

έστω για λίγο τη θύμηση.

Να σταματήσω κι εγώ να καρτερώ

τη ζεστασιά της ύπαρξής σου

δίπλα μου κι απόψε.

2727

Απωθημένα

Τώρα,

που η δροσιά της πρώτης νιότης

γλιστρά απ’ τα κύτταρα του σώματος

και πέφτει σε χώμα ξηρό.

Τώρα,

που ο ενθουσιασμός του μικρού παιδιού

καταλαγιάζει μέσα μου,

νιώθω,

να βυθίζομαι σε μαύρη τρύπα

και να παλεύω να σωθώ

απ’ τις φωτιές της θλίψης μου

για όσα δεν τόλμησα.

2929

3030

Μικρή Παρηγοριά

Για το ψέμα,

τις πληγές,

την αδικία,

το κακό

θυμό

δεν ένιωθε.

Καμία εκδίκηση

δε λαχταρούσε η ψυχή του.

Μόνο ένα φιλί.

Για αυτό διψούσε.

Λίγο πριν την έξοδο.

Λίγο πριν το φινάλε.

Μικρή παρηγοριά,

στης θλίψης του το δρόμο.

3131

3232

Νεκρώσιμη ακολουθία

Νεκρή η αγάπη.

Υπέκυψε στα τραύματά της.

Ένα βράδυ που οι λέξεις

βγήκαν αβίαστα

από χείλη ήρεμα.

Σαν αλήθειες που κρύβονταν καιρό

στο βυθό ψεύτικων αγγιγμάτων

και ψιθύρων.

Ακίνητη, γαλήνια.

Σε φέρετρο στολισμένο

με λόγια κι υποσχέσεις.

Κάποιος γέλασε,

κάποιος έκλαψε

κατά την έξοδο της

νεκρώσιμης ακολουθίας.

3333

μέρος δεύτερο

…κι άλλα σκόρπια συναισθήματα

3434

Όνειρα

Συνήθιζε να περπατά σκυφτός.

Το βλέμμα του στο χώμα.

Οι ώμοι του,

καμπουριασμένοι.

Ασήκωτο το βάρος των επιλογών του.

Κι όμως,

εκείνος εξακολουθούσε

να βλέπει ουρανούς

να χαράζουν μέσα από τη λάσπη.

Κι ελπίδες

να φτερουγίζουν

πίσω απ’ τα μαύρα σύννεφα.

Έτσι άντεχε

τις μέρες,

τις νύχτες.

Ντύνοντας την πραγματικότητα

με όνειρα.

3535

Ατέλειωτη ελευθερία

Πρωί.

Κρύο.

Προσπαθούσε να βρει τη δύναμη.

Άναψε τσιγάρο.

Τέλειωσε.

Άναψε κι άλλο,

μέχρι που το πήρε απόφαση.

Πλησίασε το σπίτι,

στο οποίο είχε ζήσει

τις μεγαλύτερες συγκινήσεις

της ζωής του.

Στην είσοδο άφησε

ένα μικρό κουτί.

Τα απομεινάρια του έρωτά του.

Γύρισε την πλάτη.

Πήρε βαθιά ανάσα.

Έφυγε, χωρίς να κοιτάξει πίσω του.

Ένιωθε σίγουρος, ανάλαφρος.

Ένιωσε μια ατέλειωτη ελευθερία

να τον τυλίγει.

Βράδυ.

3636

Κρύο.

Στεκόταν στο ίδιο σημείο.

Στην είσοδο του σπιτιού

στο οποίο είχε ζήσει

τις μεγαλύτερες συγκινήσεις

της ζωής του

κι αναρωτιόταν

τι να την κάνει την τόση ελευθερία.

3737

Θέα

«Μη με πληγώσεις»,

ψιθύρισε κι ο φόβος του

μην πονέσει,

καθησυχάστηκε με μια αγκαλιά

κι ένα φιλί και δεν είδε το

μαχαίρι.

Μέχρι που

-σε ανύποπτη στιγμή κι ενώ καμία

αντίσταση δε μπορούσε να προβάλει,

εξουθενωμένος απ’ το παθιασμένο

πάλεμα στα σεντόνια–

το ένιωσε στο σώμα του.

Και τώρα ήταν η στιγμή,

το χτύπημα να ανταποδώσει.

Μέρες και νύχτες διάλεγε προσεκτικά

τα λόγια, τις λέξεις

που θα έλεγε.

Θα προκαλούσε πόνο.

Θα έπαιρνε εκδίκηση.

Μα όλα σβήστηκαν,

ξεχάστηκαν. Οι λέξεις

3838

έχασαν τη δύναμή τους,

καθώς του χαμογέλασε.

Και σε αυτή τη θέα,

δεν πρόσεξε για ακόμη μια φορά

το μαχαίρι.

3939

Το λίγο

Δεν μιλούν.

Δεν ακούνε.

Κάποιο τυχαίο άγγιγμα.

Κάποιες φευγαλέες ματιές.

Ίσως και κάτι παραπάνω.

Λίγο παραπάνω.

Το πολύ δε το αντέχουν οι άνθρωποι,

πια.

Το λίγο θέλουν,

το γρήγορο,

τη σπίθα.

Όχι τη φωτιά.

Κι ας ποθούν να καούν.

Είναι κι αυτός ο χρόνος,

που όλο τρέχει

χωρίς σταματημό…

4040

Βαρίδια

Βαρίδια στις τσέπες της ψυχής,

οι αμαρτίες μας.

Εμπόδιο σε κάθε πέταγμα

προς το φως.

Και παραμένουμε εγκλωβισμένοι

στις φυλακές των ανηλεών αναμάρτητων και

το φως όλο και ξεμακραίνει.

4141

Θάλασσα μοναξιάς

Ανελέητος ο πόνος

της στιγμής

που χάνεις το κορμί

πάνω στο οποίο

χαρές και λύπες,

ελπίδες κι όνειρα

είχες ακουμπήσει.

Και τρέμει η ψυχή,

στη θάλασσα της μοναξιάς

που ανοίγετε μπροστά της.

4242

Ξεχείλιζε η ευτυχία...

Βρεθήκαμε μετά από καιρό.

Καλεσμένοι ενός παλιού γνωστού μας.

Συνδετικός μας κρίκος.

Καθόσουν αναπαυτικά.

Μιλούσες και γελούσες δυνατά.

Η προσοχή όλων πάνω σου.

Μέσα από τα καλά σου ρούχα,

ξεχείλιζε η ευτυχία.

Μα δεν κατάφερε να καλύψει,

τη θλίψη των ματιών σου.

4343

Γνώριμο παιχνίδι

Γνώριμο παιχνίδι:

κλείνει το φως, κάθεται στο σκοτάδι,

ανάβει τσιγάρο, κρατά για λίγο

τη φωτιά αναμμένη.

Στον απέναντι τοίχο παρατηρεί

τη σκιά του.

Μπορεί να διακρίνει κάθε λεπτομέρεια.

Το αίμα, την απελπισία, την απόγνωση.

Κι όμως,

δε φωνάζει,

δε μιλά,

σιωπηλός περιμένει.

Γνώριμο το παιχνίδι.

Ξέρει πως το ξημέρωμα,

θα χαμογελά ξανά,

απελπισμένα.

4444

Ας είναι...

Κάθε χαρά,

την κρατούσε αλυσοδεμένη στη γη.

Ίσως γιατί φοβόταν το μετά.

Ίσως γιατί το ήξερε.

Ίσως γιατί οι λύπες

είχαν ποτίσει βαθιά

την ψυχή του και ξέχασε να χαίρεται.

Ας είναι…

4545

Η ζεστασιά της συνήθειας

Κρυώνει.

Το σώμα του τρέμει.

Μα αρνείται τη ζεστασιά της συνήθειας.

Ρίχνει μια ματιά πίσω του.

Μια αγκαλιά τον περιμένει στον καναπέ.

Γεμίζει την ψυχή του η μυρωδιά της.

Την ξέρει καλά.

Τόσο που πια δεν αντέχει

την τόση γνώση.

Και παραμένει στο κρύο.

Με το βλέμμα του

ν’ ακολουθεί τα βήματα

άγνωστων περαστικών.

Ίσως κάποια να τον πείσουν

να τα ακολουθήσει.

4646

4747

Ευχαριστίες

Ένα τεράστιο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στη ζωγράφο Ελένη Παπανι-

κολάου για την τιμή που μου έκανε να συνοδεύσει τα

ποιήματα του πρώτου μέρους με τα έργα της.

Ο Χάρης Γαντζούδης

γεννήθηκε στο Αγρίνιο

το 1985.

Διηγήματα, ποιήματα,

παραμύθια, συνεντεύ-

ξεις και άλλα κείμενά

του έχουν δημοσιευτεί

στο διαδίκτυο.

Έχει συμμετοχές σε αρκετές συλλογικές

συγγραφικές προσπάθειες:

«Tweet _ Stories _ Λογοτεχνία σε 140

χαρακτήρες» [OPENBOOK, 2012]

«Τριάντα τρία» [MICROSTORY.GR , 2013]

“Μια παράξενη Κυριακή” [ ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑ, 2013]

“Ένα ταξίδι αλλιώς” [ΣΑΙΤΑ, 2013]

4848

Χάρης ΓαντζούδηςΤα κενά… κι άλλα σκόρπια συναισθήματα

ISBN: 978-618-81129-6-4© Χάρης ΓαντζούδηςΘεσσαλονίκη 2014e-mail: mpampis160@yahoo.gr

Εξώφυλλο-σχέδια: Ελένη Παπανικολάου

εκδοτική επιμέλεια: Δήμος Χλωπτσιούδηςe-mail: chldimos@gmail.com___________________Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση της ποι-ητικής συλλογής «Τα κενά … κι άλλα σκόρπια συ-ναισθήματα» μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του συγ-γραφέως και του εκδότη.

Αν το θες,

μπορείς να φύγεις.

Μα μη χαθείς.

Άσε σημάδια στο

μονοπάτι της φυγής σου.

Κι ένα παράθυρο ανοιχτό,

στη νέα σου ζωή για μένα.

Να τρυπώνω τις μέρες που

η ανάγκη να σε δω

θα με λυγίζει.

Και σου υπόσχομαι πως

θα’ ναι για λίγο.

Μια στιγμή θα είναι.

Ίσα να παίρνω δύναμη

για να αντέχω τα κενά

της απουσίας.