Ο Δαίμονας που με Κατοικεί

Post on 06-Apr-2016

234 views 0 download

description

Ποιήματα 2014

Transcript of Ο Δαίμονας που με Κατοικεί

Νικόλας Χουέρβοςchouervos@gmail.comhttp://issuu.com/chouervos

Η εικονα στο εξώφυλλο και στο εσωτερικό οπισθόφυλλο προέκυψε από την επεξεργασία σχεδίου του Enki Bilal που βρήκα σκαναρισμένο στο δίκτυο. Τα μάτια στο οπισθόφυλλο είναι από τα Δάκρυα του Man Ray. Το ρόδο είναι το μαύρο και το φεγγάρι κόκκινο.

Η σειρά των ποιημάτων είναι χρονολογική.

Ο Δ Α Ι Μ Ο Ν Α ΣΠ Ο Υ Μ Ε Κ Α Τ Ο Ι Κ Ε Ι

Νικόλας Χουέρβος

Θεσσαλονίκη 2014

Ποιήματα 2010-2014

3

Η Καρφίτσα

Μια γάτα γρατζούνισε τον ουρανόΆφρισε η νύχτα άσπρο αίμα

Κάπως έτσι βρέθηκε στα χέρια μουεκείνο το αστέρι

Έλεγαν οι άνθρωποιΑυτά είναι τα πλάσματα των ξένων ουρανώνκι έχουν τις διαστάσεις τους ασύλληπτες

Όμως το δικό μου ήτανένα συνηθισμένο αστέριστο μέγεθος μιας καρφίτσας

με τη φλόγα της λάμψης τουπυρπόλησε το χρόνο

4

Τα Κόκαλα

Είναι το αίμα που ξεράθηκεσε γάζα αποβλήτωνδημόσιου νοσοκομείουαπό ένα σχεδόν θανάσιμοτραύμα

Δεν είναι το τραύμαούτε η σκοτεινή αιτίαπου το γέννησε

Είναι η θαμπάδαπέτρας στεγνήςαπομεινάριηλιόλουστης ακρογιαλιάςκαλοκαιριού ανθρωπινότηταςηδονής κι ελευθερίας

Δεν είναι το καλοκαίριούτε η λαμπρή αιτίαπου το γέννησε

Είναι η ασύλληπτη ορμήπου χύνονται στη θάλασσα

η σάρκα τα ζουμιάτα κόκαλατου χρόνου

5

Ανάμνηση

Όταν σαν άγαλμαακίνητος ραγίζωδιασχίζω εκτάσεις αχανείςχωρίς σημάδια τόπου και ορίζοντακαταδύομαι με την ορμή του ονείρουστον ουρανό σου

Όταν σαν άγαλμααμίλητος ραγίζωσυνομιλώ με τους νεκρούςκαι στους απόντες ψιθυρίζωγια το απερίγραπτο που αντηχείσε κάθε των ματιών μουχτύπο

Όταν σαν άγαλμααόρατος ραγίζωσε βλέπωσ’ ένα γυάλινο κυκλωτικό φεγγάριπιο αληθινή από το χρόνοπιο σάρκινη από το φως

στη φλόγα της ανάμνησηςπερίλαμπρη φυλακισμένη

6

Βρώμικο Γυαλί

Εκφωνητές της νεκρικής σιγήςΠυροβολούν στον αέραΠετυχαίνουν τον ουρανόΓκρεμίζουν τον ορίζοντα

Όταν οι έμποροι του τίποτακατέχουνε τα πάντα μας

Όταν τίποτα είναι τα μάτια μαςκαι το σπασμένο όνειροπου τα καταδιώκει

Όταν τίποτα είναι τα χέρια μαςκαι το χώμα που σκάβουν γέρικα σκυλιάμονάχα για να θάψουν

Όταν τίποτα μας οδηγεί να πράττουμε εναντίονμε τόση μανία προς τα έξωπρος τα μέσα μας

Όταν τίποτα είναι όλα αυτά τα υπέροχα πράγματαπου λείπουν ανάμεσά μας

Να σήμερα τίποτα ο ήλιοςκι η νύχτα σπασμένη στα δυο

χωρίς τα κακά μαντάταχωρίς νερό το φεγγάριχωρίς τις μεγάλες απουσίες

7

κι εσύ να ρωτάς τα χαράματατην υγρή σιωπή της ασφάλτουβυθισμένος πάντοτε στην ίδια απορία

κι όλος ο κόσμοςένα βρώμικο γυαλίέτοιμο να σπάσει

ΝA ΣΠΑΣΕΙ!

8

Η Επιβίωση

Με τη στάθμη του χρόνουστα χείλη

Ανόητη ασφυξίακατατρώει τον ουρανό

Η σελήνη αιμορραγείκαμένο λάστιχο

Ανάποδα γύρισε η θάλασσα

Αλήθεια στεγνήνεκρή σαν κόκαλα

Ένα κουτάβι ουρλιάζειστα δόντια της νύχτας

Αγώνας για την ανάσα

Τέρατα θα γεννηθούν!

κι εμείς επιβιώνονταςστα δίχτυα του ονείρου

9

Βραζιλία

Σε αυτόν τον κόσμο

η Βραζιλία είναι μια χώραπου κατοικείται από Βραζιλιάνους

η Γηένα λουλούδιστο κέντρο της νύχτας

κι οι άνθρωποισημείαμε άσκοπα βέλη

Όμως στον Δαίμονα που με κατοικεί

η Βραζιλία είναιένα μικρό κορίτσισε υπερωκεάνιο μπουκάλι

η Γη ένα γυάλινο μπαλόνιπου καθρεπτίζει τον πόνομε υπερβολικό χαμόγελο

κι οι άνθρωποιένας Άνθρωποςμε σπασμένη καρφίτσα

10

Το Ακόντιο

Φορούσε μια ξεχειλωμένη μπλούζαμε λευκές και σκούρες οριζόντιες ρίγεςπου δεν της πήγαινε καθόλου

Κανένα ρούχο δε ταίριαζεστο σκεβρωμένο της κορμίέτσι σκυφτή όπως καμπούριαζε

με το βλέμμα στα χώματαμάζευε τα σκουπίδιατα ευτελή εκκρίματα

λαδωμένων κορμιώνπλαστικών μαλλιώνγυάλινων ματιώνστη χάρτινη μουσικήτης υποχρεωτικής χαράς

Όμως μέσα της είχε ένα ακόντιο ψηλόκατάρτι θα το έλεγες χωρίς πανίή κοντάρι θεόρατο ανύπαρκτης σημαίας

αν δεν είχε κομματιαστείστο ταξίδι τηςαπό τη γένναμέχρις αυτόν τον ξένο τόποτων μαρμάρινων ονείρων

11

Την άλλη μέρα ήρθε ο Θάνατοςντυμένος με ένα γαλάζιο ψέμακαι τη γύρευε

Δεν την ξέρουμε - κανείς δεν την ήξερε

Πρώτη φορά που σήκωσε το βλέμμαΚράτησε το ακόντιο σφιχτά

Κάνετε λάθος Κύριε

είπε σφουγγίζοντας τα μάρμαρααπό το αίμα

12

Ο Βροχοποιός

Τον βλέπειςστέκεται εκεί

φοράει τα ρούχα τουέχει τα χέρια τουτα δικά του εργαλεία

Δε μιλάειΜιλάει ασταμάτητα

Ένα μπαλόνι φουσκώνειαπό τα μάτια του

Φουσκώνει τα λόγιατη σιωπή του

Σηκώνεται κάποια στιγμήπηγαίνει προς τη θάλασσα

Βυθοβατεί στα σκοτεινά νεράσυνομιλεί με τους πνιγμένουςτους ρωτάει με πραγματικό ενδιαφέρον:

-Φτάνει ως εδώ το Φως;

13

Εκείνοι δεμένοι από τα πόδια με σχοινίκαι με τα μάτια κάτασπραέχουν την κουβεντούλα τους

-Ναι, ευχαριστούμε

Βγαίνει με έναν ωκεανό στο στόμα

Τον βλέπειςστέκεται εκεί

Φοράει τα άστραμέσα από τα ρούχα τουΈχει τα φτερά τουτους δικούς του ανέμους

Δε μιλάειΜιλάει ασταμάτητα

Ένα μπαλόνι φουσκώνειαπό τα μάτια του

και μια πύρινη βροχήανεπανάληπτων στιγμώνδιαπερνά το κέλυφοςτου χρόνου

14

Διάπλους

Ο Χρόνος μας επισκέπτεται τον καθένα ξεχωριστά

Γεννήθηκα από μια ερώτησηόταν δε γνώριζες το αίνιγμα που έθεσεςΗ κλωστή που κρέμεται από το στόμα μουβγαίνει από το δικό σου στόμα

Ξηλώθηκαν οι ραφές του νοήματοςΓέμισαν τα χέρια μου κόκκινα νεράΤο μονοπάτι με ακολουθεί ένα ποτάμι μαύρο λάδιΚρατιέμαι από ένα δέντρο που ρίζωσε στον ουρανό

Ο Τόπος είναι άτοποΒρισκόμαστε μονάχα στον ορίζονταΠηγαίνουμε ανάποδαΚαλύτερα αγέννητοι παρά ορφανοίΟι νεκροί δεν πεθαίνουν σαν τους άλλους που χάνονται

Είναι καιρός να κοιτάξουμε δίπλα μαςΈνα θηρίο με κίτρινα δόντια μας συνοδεύει

Η Νύχτα συνθλίβει το τσιμέντοΣκέπασαν το φεγγάρι με μια βρώμικη σαμπρέλαΑυτό που το καίει είναι η ατμομηχανή του ονείρου μου

15

Είχα ξεχάσει ότι έχεις σώμα στην ψυχή σουΌταν σκοντάφτεις απορώΜια φορά σε είδα να πέφτεις – Θυμάσαι;Ήταν μια εποχή χωρίς αποστάσειςΤώρα η κοσμική ροή με τα σύγχρονα δίκτυαΦάγαμε τα μυρμήγκια που τρώγανε το μήλο μας

Κι ύστερα τα τετριμμένα:

Μνημεία του Χρόνου αναδύονται πελώριακαι συντρίβονται μέσα στην ίδια νύχταΆλλοι ουρανοί τόποι θέασης του υπαρκτού ονείρουΔράματα που πνίγονται στο γέλιοΗ Ηδονή της δεύτερης ύπαρξης

Χωρίς ανάσα διασχίζοντας τον Ήλιο

16

Το Λουλούδι

Όταν έκοψα εκείνο το λουλούδι

το έβαλα στην κάνηκι έριξασημαδεύοντας την καρδιά

Το κεφάλι του θύματος αποκόπηκε από το υπόλοιπο σώμα εκσφενδονίζοντας με ένα σφύριγμα από το παρελθόν ένα λευκό συνεχές πηκτό υγρό σα βλέννα τινάζονταν και κατρακυλούσε χτυπώντας πότε με δύναμη και πότε με απορία στην ίδια πάντα διάσταση το σώμα γύρναγε ακέφαλο με τα χέρια απλωμένα έπιανε κάποτε το κεφάλι το έβαζε στο λαιμό μα εκείνο δεν εφάρμοζε καλά έτριζε και τινάζονταν πάλι συνεχίζοντας την ασυγκράτητη καταβύθισή του

Στη θέση της καρδιάς υπήρχεένα μαύρο στόμα με γυάλινα δόντιαπου κατάπινε το αίμα

-Κοίταξε πως με κατάντησες, ούρλιαξε

όχι το κεφάλιούτε το σώμααλλά η φωνή τουςπου είχε πλέον σκεπάσει το χώμα

Λουλούδι τώρα δεν υπήρχε πουθενά

17

Το Ίζημα

Ό,τι απέμεινε από τη θάλασσα

Η απέραντη ξέρα της σιωπήςΤο σκοτεινό κατακάθι του χρόνουπου πέφτει

Τυφλώνει το φως που εγκαταλείπεις

Ολόγυρα το μισοσκόταδοτο μισοφώς

μισή ζωήνα μην αντέχεις τη χαρά

η φλόγα σου αντί τους άλλουςνα ζεσταίνεινα σου καίει τα σωθικά

18

Το Ποτάμι

Ανοίγω πάντα μια πόρτα χτισμένηστο Tίποτα

ένα ανύπαρκτο ποτάμι κυλάει από πίσωασυγκράτητο

και τα ανύπαρκτα ψάρια τουεφορμούν προς την ύπαρξη

Ένα χέρι τεντωμένομέσα από το χώμαέξω από το σώμακρατάει το φεγγάρι δεμένοσα χαρταετό

κι ένα τεντωμένο κόκαλοέξω από το φωςμέσα στο σώμακρατάει το φεγγάρι πνιγμένο

Ό,τι φυσάει είναι καταβύθιση

H θλίψη είναι ένα γλυκό μετάξιπου τυλίγει το χρόνο

και κανένας πνιγμόςδεν υπήρξε τελευταίος

19

καθώς ο βυθόςη μελωδία των χρωμάτωνη λάμψη των ήχωνη γεύση του πνεύματος

και σ’ οποιονδήποτε ευδοκιμείτο λουλούδι της ελευθερίας

η αγάπη με το πραγματικό της όνειρο

20

Το Τσεκούρι

Το βράδυ ακούςπίσω από τον τοίχοτο αίμα να τρέχει

Κάποιος σκαλίζει με τα δάχτυλα τον Ουρανό

Τη μέρα δε μιλάςΗ κόλαση γιορτάζει

Μπότες πατάνε στις λάσπες κεφάλιακι ένα μαύρο πανί σκεπάζει τον ορίζοντα

Δεν υπάρχει κανείς από την άλλη μεριά

Το τηλέφωνο είναι νεκρόκαι το φως είναι ένας κανίβαλοςχωρίς αποδέκτη

Μονάχα εκείνοι που πόνεσαν ρώτησαν τη ζωήκαι τη συγχώρεσαν

Σου είπα μείνε εδώθα συνηθίσουμε το χώμα

Όμως εσύ φοράς την καθημερινή σου θλίψηΠηγαίνεις στο καθημερινό σου καφενείοκαι παραγγέλνεις τον καθημερινό σου πνιγμό

21

Μια δίνη του χρόνουκαρφώνει την ηδονή στην αμνησία

και στον πάτο ο Ήλιοςμε το τσεκούρι τουπαραμονεύει

22

Εντός

Η απώλεια του αινίγματος

είναι ένας καταρράκτης χωρίς μάτιαένα καρφί θαμμένο στο κατακάθι του χρόνου

Η αστείρευτη ανάγκη να ρωτάςχωρίς καμιά ελπίδα για ήχομε την επίμονη σιωπήσαν τ’ άστρα να απαιτείςμία καινούργια μέρα

Οι άνθρωποισαν τα δέντρα περπατάνεπρος τον ουρανό

Από εκείνον που φύτρωσεμε το ένα πόδι στο σύννεφοκαι με τ’ άλλο ριζωμένο στο άπειρο

έκοψαν το κλαδίμέσα του βρήκαν ένα παιδίκρατούσε τον ήλιο με κλωστήέκοψαν το παιδί

Πέτρινο σκοτάδιστάζει ο αέρας σάπιο κρέας

23

Ψάχνουμε την ασχήμια μες στην ομορφιάΟ ένας το μίσος να μισεί κι άλλος να το αγαπά

Μα δεν υπάρχει ουρανός χωρίς άνθρωπο!

Τα άστρα εντόςΗ φωτιά εντόςΗ απόδραση εντόςΗ ζωή εντόςτου άλλου

24

Το Θαύμα

Αυτός ο κόσμος είναι ένας άνθρωπος που έχασε τη Γη

Το μεσημέρι αποκοιμιέται μέσα στη ξερή βροχή

Σκάβει τη νύχτα λυσσασμένος για νερό

Χώματα σκεπάζουνε τον Ουρανό

Ο Ήλιος φέρνει τη σφαγή

Πτώση στην έκταση του Χρόνου

Να κι ένα Θαύμα!

Ανυπαρξία εν Ζωή

25

Το Νησί

Να βγάλω τα δόντια από το αίνιγμαΤο σιδερένιο ύφασμα που σκέπασε τη θάλασσαΤον καθρέπτη με την ανάστροφη λεπίδαΤο ασήμαντο που γιγαντώνεται σα μάρμαροκαι το βαθύ κενό που εκτείνεται χωρίς σταματημό

Τη χαρά τη βρίσκω μεσ’ στα κύματαστον πνιγμό που αποφεύγεταιμε ένα τίναγμα απ’ το βυθότο άστρο ν’ αγκαλιάζω

μα στο αγαπημένο μου Νησίποτέ δεν πλησιάζω

26

Το Μαξιλάρι

Πάλι θα σε δωνα οργώνεις το μαξιλάρι μουνα ξεριζώνεις τις πέτρεςτο γυαλίτον ίσκιο

Στις πέτρες που πετάνεφυτρώνουν τα δάση που αντιστέκονται

Άθραυστη κληρονομιάη σκοτεινιάπαλέτα των άστρων

Κυριαρχεί η θύελλα που αποφύγαμε

Τα λουλούδια που βαστάνετην γη στον ουρανό

Τα μάτια που έλκουντα κύματα του ήλιου

Κι ο ορίζοντας που κατοικείη τάση της ύπαρξης

Η βαρύτητα του Κόσμουείναι μια διάσταση της όρασης

27

Κι εγώ λοιπόνεπίμονα εδώθα σκαρφαλώνω στις κορυφές των δέντρων μουθα ατενίζω μακριάμέσα μου τον ορίζοντα

Πάλι θα σε δωνα οργώνεις το μαξιλάρι μουνα ξεριζώνεις τις πέτρεςτο γυαλίτον ίσκιο

28

Το Πηγάδι

Έχεις ένα μαύρο πηγάδι χαραγμένο στο αίμα σου

Μέσα του πέφτειχάνεται μέσα του ο χρόνος

Άηχη πέτρα σε κενό μνήμης

Η σιωπή με το σφυρί τηςκαρφώνει νοήματα στο κορμί

Υπάρχει πάντα ένα σκαλί βαθύτερα στο σκοτάδικαι μην ανησυχείς για το σπασμένο γόνατογια το σπασμένο μάτιένα φτερούγισμα είναι η λάμψη

Μέλισσα του φεγγαριούκαι της φωτιάς συλλέκτρια

σε βρίσκω πάλι μες στις φλόγεςμες στο κύμα που σπάει τη νύχτα στο βράχο

Καβαλάρισσα της αστραπήςτων άστρων συμπολίτισσα

Έτσι όπως διασχίζεις το χρόνοκάποια νύχτα θα περάσεις τη θάλασσα για ουρανόκαι θα πνιγείς στα άστρα

29

Μάγισσα του πηγαδιού της λάμψηςστην πυρά σου μάγια δεν έκανεςκαι σ’ έκαψε

Έχεις ένα μαύρο πηγάδι χαραγμένο στο αίμα σου

Κάποτε μέσα του έλαμψεέσπασε μέσα του το φεγγάρι

30

Ακροβάτες

Μετακινούμενοι διαρκώςστο ίδιο σημείοβαθύτερα κι εκτενέστερα προς τη καύση

Θυμάσαι θα λέμεαιωρούμενοι από τ’ άστραακροβάτες του χρόνου

χωρίς δίχτυχωρίς χώμαχωρίς σώμα

χωρίς πτώμα

31

Το Κέντημα

Απ’ έξω η μοίρα με το βελόνι τηςΑπό μέσα το φιτίλι της ψυχήςΜάταια επιχειρείς να υπερασπιστείς τα δάση σουΗ ζωή πλέκει τους δικούς της εμπρησμούς

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Η Καρφίτσα 3Τα Κόκαλα 4Ανάμνηση 5Βρώμικο Γυαλί 6Η Επιβίωση 8Βραζιλία 9Το Ακόντιο 10Ο Βροχοποιός 12Διάπλους 14Το Λουλούδι 16Το Ίζημα 17Το Ποτάμι 18Το Τσεκούρι 20Εντός 22Το Θαύμα 24Το Νησί 25Το Μαξιλάρι 26Το Πηγάδι 28Ακροβάτες 30Το Κέντημα 31