Σταύρος Αμπελάς Ποίηση 1993 2013

Post on 07-Apr-2016

229 views 3 download

description

Συγκεντρωτική έκδοση της ποίησης του Σταύρου Αμπελά των ετών 1993-2013

Transcript of Σταύρος Αμπελάς Ποίηση 1993 2013

1

ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΜΠΕΛΑΣ

ΠΟΙΗΣΗ 1993-2013

2

Περιεχόμενα

Ο Σταυρός Των Ποιητών, 1992_____________ ___σελ. 3 Με νεκρούς τους ποιητές, 2000_________________>> 6 Αναβάλλοντας, 2001_________________________>> 33 Εν ακαρεί, 2001_____________________________>> 43 Ηλιοτόπια, 2001_____________________________>> 52 Εαρινή Ισημερία, 2004________________________>> 64 Κόκκινη θάλασσα, 2007_______________________>> 72 Fuga, 2011__________________________________>> 84 Ρεφρέν, 2013________________________________>> 100

Σταύρος Αμπελάς Αγίου Λαζάρου 82 29100 Ζάκυνθος email: ampelast@hotmail.com Ιστοσελίδα Ποίησης: http://users.sch.gr/ampelast

3

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ (1993)

Πάντα εκεί

Στο φως του κεριού στη μοιρασιά των άστρων ήλιος στην άμμο, κόκκος. Ένα πράσινο χαμογελαστό τριφύλλι ίσως η σιωπή ίσως η γαλήνη. Στα μεσάνυχτα των πειραματισμών μια εκδορά δευτερολέπτου. Μια σπιθαμή επανάστασης. Μια γουλιά γλυκό νερό στην αρμύρα του ωκεανού. Μια καλημέρα στο ξημέρωμα των αιώνων. Μα πάντα εκεί.

4

Βρεγμένη Κυριακή

Γεμίσανε τις φλέβες μου μ’ ατσάλι πυρακτωμένο σαν τη βρεγμένη Κυριακή στις δεκαεφτά και ντύσανε το σώμα μου με πλαστικό συνθετικό μετατρέποντας τη σάρκα μου σ’ ηλεκτρικά καλώδια σημάτων. Συσσώρευσαν στον ξαφνιασμένο μου εγκέφαλο στο κουρασμένο, ζαλισμένο μου μυαλό ξένες φωνές, επαναλήψεις, αριθμούς για να κοπεί το νήμα της απόδρασης σε σένα. Μου τσάκισαν τα νεύρα μ’ αφαιρέσαν τις αρθρώσεις για να ‘μαι σ’ ετοιμότητα πιστός σ’ ανώτερα όντα. Με κλείσαν στο κελί της μεγαλοσύνης μου κάποια βρεγμένη Κυριακή στις δεκαεφτά που ακόμα βρέχει να στάζω την ψυχή μου στο χαρτί μετρώντας λαίμαργα λεπτά για να σ’ ακούσω. Μου άδειασαν στ’ άδειο μου χέρι δέκα ονόματα με μάτια σαν και τα δικά μου να κοιτάζουν τη βροχή βρεγμένα να μουλιάζουν στην πλημμύρα της νεκρικής σιωπής στη σκονισμένη αλάνα. Πριν λίγο βούλιαξα τον ήλιο προς τη δύση πέρα απ’ την ανατολή που σήμερα τυλίχτηκε μ’ ομίχλη γεμίζοντας το σώμα μου με τη φωνή σου. Η βρεγμένη Κυριακή στις δεκαεφτά μ’ αφήνει κι εσύ κοντά μου, θερμή σκέψη κι όλο βρέχει, βρέχει. Καληνύχτα.

5

ΜΕ ΝΕΚΡΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΟΙΗΤΕΣ (2000)

Το υπόγειο

Κάθε βράδυ γυρνώντας σπίτι ανεβαίνω σκάλες, αμέτρητες σκάλες, τόσες που πλαγιάζω κατάκοπος να κοιμηθώ. Και κάθε πρωί έχω την ίδια απορία: πως γίνεται να ξυπνώ μέσα σ’ ένα υπόγειο;

6

Θερμοπύλες

Φτύνουν το μέλλον μου όσοι πιστεύω θυμίζοντάς μου πόσο νέος πέθανα πόσο νεκρός γεννήθηκα. Βοηθήστε με να χτίσω κι εγώ έναν Παρθενώνα ή έστω να γκρεμίσω το μικρό δάχτυλο ενός μαρμάρινου Θεού. Τώρα που οι Θερμοπύλες έχουν γυάλινους φρουρούς και την Ιθάκη μπορείς να τη βρεις και στους πιο φτηνούς χάρτες.

Αγώνας

Σε ποιον στίβο κατεβαίνεις; ποιον καλόν αγώνα να αγωνισθείς; που έχουν οι αφέτες τα πιστόλια τους γεμάτα, είν’ οι κριτές αλλήθωροι και το νήμα του τερματισμού συρματόσχοινο χοντρό να κόψει το λαιμό σου.

7

Δεν είμαστε εμείς...

Δεν είμαστε εμείς είν’ οι σκιές μας πάνω σε ξερολιθιές που άλλοι πέτρα την πέτρα σώριασαν κάτω από έναν ξένο ήλιο που λίγο λίγο με το φως του μας ξεθωριάζει.

Σιωπή

Δεν έχει αιτία αυτή η σιωπή δεν έχει λόγο. Είναι μια λίμνη που μας περιβάλλει κι είμαστε βότσαλα καθισμένα στον πυθμένα της σκεπασμένα από την λάσπη της. Μικρά, θαμμένα βότσαλα που ‘χαν την αυταπάτη πως μπορούν να την ταράξουν.

8

Στίγματα

Μας καθορίζουν κάτι ασήμαντα συμβάντα σαν στίγματα αόρατα στο μάτι της αιωνιότητας. Κι εμείς που θα μπορούσαμε να μη χαθούμε έτσι αναίτια κι ανώφελα χανόμαστε κουβαλώντας τα σαν αποδείξεις της αθωότητάς μας.

Φύγαν...

Φύγαν που πήγαν; οι μέρες με τα σαν ανοιχτά ροδοπέταλα στήθια. Μα θα ξανάρθουν. Θαμμένες σε ξανθούς γιαλούς θα τις ξεθάψουν μικρά παιδιά παίζοντας με τα κουβαδάκια τους.

9

Μενεξεδένιες νύχτες

Μενεξεδένιες νύχτες, φεύγουνε. Στη γωνιά στρίβει με το καροτσάκι του ο ήλιος πλανόδιος να πουλήσει τις ώρες. Το εκμαγείο της νύχτας σπάζει. Τι μας φέρνει; Ποια μορφή είχε το πρόσωπό μας πριν την τελευταία ανάσταση; Στα ράφια τοποθετημένες οι απαντήσεις: λ ι γ ο σ τ ε ύ ο υ μ ε .

Πού είναι εκείνο το παιδί...

Πού είναι εκείνο το παιδί με το απονεκρωμένο νευρικό σύστημα. Τώρα ένα ξεγδαρμένο κορμί που αποκαλύφθηκε ο υποδόριος ιστός. Όπου τ’ αγγίξεις πονάει.

10

Χίμαιρες

Θα περνάς σκυφτός με βήμα αργό μετρώντας τα πλακάκια του πεζοδρομίου με την ελπίδα να τα βρεις λιγότερα από χθες γιατί όλη η ζωή ένα λάθος που δεν έγινε.

Ίλιον

Ψάχνοντας για το χαμένο Ίλιον τρυπώ τα μάτια μου κι οι νύμφες απ’ τις εφτασφράγιστες κόρες μου δραπετεύοντας μ’ αμανέδες μου τουρκεύουν την Τροία.

11

Συνάντηση

Ο χρόνος λιγόστεψε το μολύβι του πάνω στα πρόσωπά μας. Δυσδιάκριτα χαραγμένες πια στο μέτωπο οι παιδικές μας ζωγραφιές. Παίζοντας κρυφτό κρυφτήκαμε για λίγα χρόνια σ’ άλλες πολιτείες κι ήρθαμε τώρα εδώ να πούμε το φτου ξελεφτερία.

Ισοβίτες

-Εσείς δε γνωρίσατε πόλεμο δε γνωρίσατε πείνα δε γνωρίσατε φυλακή. -Μα όταν θα έρθει ο πόλεμος δε θα βρει παρά μονάχα αιχμαλώτους κι η πείνα πνευματικούς λιμούς κι όταν θα μας οδηγούν στη φυλακή θα έχουμε ήδη εκτίσει ολόκληρη την ποινή της ζωής μας.

12

Γυμνό τοπίο

Γύρω γύρω σπίτια και στη μέση έν' ακρογιάλι χωρίς θάλασσα. Γύρω γύρω σπίτια και στη μέση ένα πουλί χωρίς ουρανό. Γύρω γύρω σπίτια και στη μέση ένα δέντρο χωρίς χώμα. Γύρω γύρω σπίτια και στη μέση ένας άνθρωπος χωρίς ζωή.

Ο ήλιος

Κατοικία μου είναι το σούρουπο την ώρα εκείνη που ο ήλιος γείρει ενώ οι ακτίνες του ακόμα κρατούν. Κι αν ψάχνεις να με βρεις είμαι εκείνος ! ο ήλιος ! ο ήλιος , που δεν υπάρχει.

13

Νυχτερινή αναμονή

Απόψε θα σε περιμένω δίπλα στη σιγανή φωτιά μιας καρδιάς να ‘ρθείς όλη ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι απ’ τον αρραβώνα των Θεών. Ακούω τα βήματά σου στα σκαλοπάτια της ζωής μου γεμάτα ερχομό να μουδιάζουν το χειμώνα και προσμένω ν’ ανθίσουν στην πόρτα μου τα χτυπήματά σου για να κλέψει τα παράθυρά μου ο ωκεανός και ν’ ανατείλει το τραγούδι του ο ήλιος.

Το λάθος

Μόνοι, ιδρωμένοι, σχεδόν γυμνοί. Κοντά στη θάλασσα πάνω στα χόρτα δίπλα στου τρένου τις γραμμές. Και το δικό μας λάθος ποιο; Που αφήσαμε τον έρωτα στο μουσκεμένο χώμα. Και πέταξε ρίζες φύτρωσε και έγινε λουλούδι κι άνθισε στο καλοκαίρι μέσα. Κι ήρθε ο χειμώνας και το μάρανε.

14

Εικόνισμα

Δε θέλω απόψε να σε δώσω του ανέμου. Θέλω Παναγιά Παρθένα να σε κρεμάσω στο προσκεφάλι μου γιατί φουρτουνιάζει η νύχτα κι ο καιρός γύρισε τ’ ανάποδα κι όλο γίνομαι και πιο παιδί.

Ave Caesar

Το παιχνίδι του έρωτα το έμαθες στις ρωμαϊκές αρένες αφήνοντας να πέσει απ’ τα χέρια το μαντίλι σου.

Σ’ αναζητώ

Σ’ αναζητώ μέρες τώρα. Μαζί με σένα και το ποίημα. Δεν ξέρω πια τι απ’ τα δυο πιότερο αναζητώ. Δεν ξέρω πια τι απ’ τα δυο πιότερο είσαι.

15

Στρόβιλος

Τώρα θα είσαι άνεμος σηκώνοντας σαν αδειανό πουκάμισο τα μυστικά σου.

Η βροχή

Η βροχή είναι δώρο για τους λίγους που δεν πονάν από την αφόρητη έλλειψη της άνοιξης. Που πίσω απ’ τα κλειστά της κάμαρας και όχι της ψυχής παραθυρόφυλλα τη βλέπουν.

Ψευδαίσθηση

Πρέπει να σβήσω μια θέα απ’ του μυαλού μου το μπαλκόνι που μετά τις κυριακάτικες βροχές ο καθαρός ορίζοντας μου φέρνει. Γιατί είναι ένας απατηλός αντικατοπτρισμός φερμένος απ’ την απόσταση του χρόνου.

16

Όταν έρχεσαι...

Όταν έρχεσαι μεσ’ απ’ τους δρόμους του καλοκαιριού με δυο φεγγάρια για μάτια ασημώνει ο Θεός τον κόσμο και σ’ αγγίζω σε κάθε φύλλο του δέντρου και σε κάθε φύσημα τ’ αγέρα με τα λόγια μου τραγούδι πρωτοτραγουδισμένο.

Χειρουργείο

Ο ασθενής με μια ανοιχτή πληγή στο στήθος που αιμορραγεί στεναγμούς. Ο χρόνος της επέμβασης μεγάλος ίσως και μια ολόκληρη ζωή. Θα χρειαστούν πολλές φιάλες απ’ την αγάπη σου. Χειρουργικό κρεβάτι ο έναστρος ουρανός. Χειρούργος ο χρόνος. Νυστέρι το αντίο σου.

17

Το όνειρο

Έξω απ’ την πόρτα μου περνά η πομπή. Βάζω το σακάκι μου κι έρχομαι. Θα σας προφτάσω. Αν δεν είναι από κείνα τα όνειρα που όλο τρέχεις να ξεφύγεις κι όλο στο ίδιο σημείο βρίσκεσαι.

Πεταλουδίτσες

Ο φανοστάτης του δρόμου που γύρω του γυρνούν οι πεταλούδες της νύχτας. Όμοια σαν τις άλλες, τις πραγματικές τις καίει, τις τσουρουφλίζει τις ζαρώνει. Κι εκεί στο φως μπρος στα έκπληκτα μάτια όλων τις εξαφανίζει. Μόνο την ξαφνική κάθετη πτώση τους βλέπεις σαν αεροπλάνο που πέφτει ή σαν αυτοκίνητο που στριγκλίζοντας οι τροχοί χάνεται στο σκοτάδι.

18

Ενόραση

Βλέπω την όμορφη ουσία του ανθρώπου που κυλά απ’ τα δάχτυλα στο άγγιγμα απ’ τα χείλη στο φιλί απ’ το μυαλό στη σκέψη και βάφει τα γκρίζα σύννεφα λευκά τη γλυκιά ώρα της βροχής κάθε που ξημερώνει φθινόπωρο όταν η ψυχή μου σαν άσπρο περιστέρι ξεκολλά απ’ το παράθυρο και πετά.

Ιδιοκτησίες

Αυτή η θάλασσα αυτά τα δέντρα αυτή η απέναντι ξηρά δεν είναι δικά μου. Όταν φύγω μπορεί να μην ξαναγυρίσω να μην τα ξαναδώ. Κι αν με αναζητήσουν τι θα τους πω; Δεν καταλαβαίνει η θάλασσα από ιδιοκτησίες.

19

Ήλιος ξυπόλυτος...

Ήλιος ξυπόλυτος με πληγιασμένες τις πατούσες κοιμάται με τη θάλασσα φιλά το φουσκωμένο στήθος της ο έρωτάς τους σηκώνεται στον ουρανό φεγγάρι κόκκινο.

Βάρκιζα

Η θάλασσα μας έγλειφε τα πόδια κι ο ήλιος κρεμασμένος στη δαντέλα της εκλιπαρούσε να μη δύσει. Κι άναβε στης γης το καντήλι η νύχτα άναβε στις καρδιές μας το αεράκι του καλοκαιριού και στης σελήνης το μοναχικό ναό αρχινάγαμε την προσευχή με των λιγόφωτων άστρων το κομποσχοίνι.

20

Πεντέλη

Όλη μέρα πάσχιζα πίσω απ’ τους πράσινους λόφους να διακρίνω τη θάλασσα. Μα η ζεστή, βαριά ατμόσφαιρα αχνίζοντας δε μ’ άφηνε. Μόνο κατά το βράδυ όταν το φεγγάρι φωτεινό και μεγάλο ανέβηκε στον ουρανό φάνηκε στο βάθος σαν νεογέννητο παιδί να ροδίζει το πέλαγο.

Μεσοπέλαγα

Αν τώρα σκαρφαλώσω στην κουπαστή και βάλω ένα τέλος πηδώντας στις αργυρές ανταύγειες του φεγγαριού ερωτική απογοήτευση κάποιοι θα πουν άλλοι επαγγελματική αποτυχία. Κανείς δεν θα υποπτευθεί το φεγγάρι.

21

Αγκυροβόλιο

Ζηλεύω τους ναυτικούς που επιστρέφουν με την κούραση του ταξιδιού ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Εγώ αναλώθηκα να συνάζω προμήθειες όλο και για πιο μακρύ ταξίδι υπολογίζοντας. Κι από το μεγάλο βάρος άρχισε το καράβι να μπατάρει και μες στο λιμάνι κινδυνεύει να βουλιάξει.

Προπαρασκευή

Πάντα με βρίσκει το ταξίδι απροετοίμαστο. Να φτιάχνω βαλίτσες να βγάζω διαβατήρια να χάνομαι σε χάρτες. Και οι εποχές περνούν γρήγορα. Και κει που ξεκινήσαμε να πάμε καλοκαίρι τώρα έχει φανεί χειμώνας.

22

Πρόσκληση

Στα ταξίδια μου ελάτε ως ναυτικοί ως καπετάνιοι ή ως απλοί συνταξιδιώτες. Στα ταξίδια μου ελάτε ως ναυαγοί.

Διαίρει και βασίλευε

Παλεύω με το κάθε λεπτό. Το ξεμοναχιάζω και το νικώ βασισμένος στο μόνο του μειονέκτημα τη μικρή διάρκεια ζωής. Μα όταν έρχονται σε ομάδες κατά ώρες, κατά μέρες κατά μήνες υποχωρώ και νιώθω πως χάνω.

23

Λάθος δρόμος

Δεν ωφελεί να κάνεις μπροστά ούτε πίσω, ούτε δεξιά. Σ’ όλες τις οδούς την ίδια ονομασία θα βρεις: «λάθος δρόμος». Μα μην πανικοβάλλεσαι γιατί δε βρίσκεσαι απλώς σε λάθος δρόμο. Βρίσκεσαι σε λάθος πόλη και ίσως, ίσως και σε λάθος ζωή.

Διπλή αντίστιξη

Εγώ ο πρώην ηχηρός με λέξεις εύηχες μα άηχες τη μελωδία μου συνθέτω πάντα τονίζοντας το μέρος το ασθενές σε μέτρο ελλειπτικό με συνεχές ντιμινουέντο. Κι η απάντησή σου παύσεις.

24

Εκφράζομαι με λόγια απλά.

Εκφράζομαι με λόγια απλά γιατί απευθύνομαι στο παιδικό εκείνο κομμάτι της ψυχής των ανθρώπων που ακόμα ξεχωρίζει τα πράγματα απ’ τη μυρωδιά και το χρώμα τους.

Πάνω στο κρεβάτι μια κηλίδα φως απ’ τη νύχτα που αιμορράγησε. Με φως μας εμβόλισε η μέρα και το σκοτεινό μας πλοίο βυθίστηκε στα βάθη της αυγής.

25

Τις Κυριακές στο χρυσό βουτιέται τ’ αργυρό σκεύος του κόσμου κι επιχρυσώνεται. Μας γέννησε το πέλαγος φασκιώνοντας σε γαλάζιες γάζες το απέραντο.

Σπατάλη

Όταν αξόδευτα τα χρόνια σου κρατάς. Όταν στο κελάρι σε μεγάλα βαρέλια το λάδι της ζωής σου συσσωρεύεται, η πιο μεγάλη σπατάλη είναι ο θάνατος

26

Επίσκεψη

Οι ώρες μας πήγαν στους τόπους που ο αέρας με τα πεσμένα φύλλα κρατούν τα σκήπτρα και λίγα μόνο νεκρά πλαστικά λουλούδια ανθούν μες στο χειμώνα.

Χιλιάδες μάτια με σβησμένες τις κόρες, σαν ν’ αντάμωναν καράβι, όλο λαχτάρα μας ρωτούσαν για τους Μεγαλέξανδρους.

Κι εμείς τους ρωτούσαμε για το δικό τους άγνωστο κόσμο, την τεράστια αυτή νερορουφήχτρα που μας κλέβει στα σπλάχνα της όλα αυτά που οι ώρες όλο και μεγαλώνουν, όλο και πιο δικά μας κάνουν, τα δικά μας από πρώτα, απ’ την πρώτη στιγμή της δημιουργίας τους και της δημιουργίας μας.

Και στο ερώτημά μας σφραγίζονταν οι πλάκες μ’ έναν κωφό θόρυβο, ένα συννεφιασμένο πάταγο.

Και φτάσαμε εκεί, που άλλοτε δεν υπήρχαν βαρείς συλλογισμοί και ήταν τα παράθυρα ανοιχτά και τα τραγούδια μεγάλα.

Κι είδα τις φίλες να μιλούν κι η μια να μην ακούει. Κι αυτή που μιλούσε δε μιλούσε, έκλαιγε κι η άλλη δεν

έκλαιγε, γελούσε. Κι ώρα πολλή κράτησε ο ανύπαρκτος διάλογος, ώρα πολλή

που λεπτό δεν ήταν. Είπαμε για τα λευκά απογεύματα, πριν απ’ τις λευκές νύχτες

και τα τραπέζια, τα στρωμένα με τα κεντητά τραπεζομάντιλα. Είπαμε για το φως που φώτιζε το πρόσωπο, πριν το πρόσωπο

βυθιστεί στο σκοτάδι, και μαζί πλανηθήκαμε στους δρόμους. Και φτάσαμε εκεί. Εκεί που ένα βράδυ βρήκες μια μεγάλη πόρτα και άξαφνα,

χωρίς να ρωτήσεις κανέναν, με τη γνωστή σου αφέλεια την άνοιξες «την άνοιξες και μπήκες».

Και ένα μόνο ματωμένο αντίο άφησες στην άσφαλτο για να ξηγήσεις την απόφασή σου εκείνη.

27

Εις μνήμην του δασκάλου μου

Κώστα Σαμψαρέλου

Το κρεβάτι

Αυτό το κρεβάτι ήταν χωράφι σπαρμένο με τους σπόρους το πόνου και της θλίψης. Και το κορμί σου πάνω του αργολιώνοντας έγινε λίπασμα για να καρπίσει ο θάνατος. Να ‘ρθείς ξανά την άνοιξη

Να ‘ρθείς ξανά την άνοιξη με την παλιά σου μορφή. Θα σου φυλάξω ως τότε σ’ ένα μικρό κουτί όλες τις αναμνήσεις που μου χάρισες. Θα μου δείχνεις τα χέρια σου τα πόδια σου πόσο νέος ήσουν πόσο ζωντανός. Μόνο να ‘ρθείς μέρα γιατί τη νύχτα σας ονομάζουν φαντάσματα.

28

Το σπίτι I

Δε γνώριζε τι ήταν κλειδαριά αυτό το σπίτι, δε γνώριζε τι ήταν κλειδιά. Αρκούσε να σπρώξεις την πόρτα που κι αυτή τις περισσότερες φορές ήταν ορθάνοιχτη για να μπεις. Μια μικρή προέκταση της θάλασσας. Το ίδιο ανοιχτό το ίδιο ζωντανό και θορυβώδες. Τώρα το γέμισαν λουκέτα. Τώρα κι η θάλασσα φαντάζει αλλιώς.

Το σπίτι II

Κλείδωσαν την πόρτα με λουκέτο. Μας κλείδωσαν τις αναμνήσεις τα δροσερά απογεύματα τις νύχτες του αγέρα. Μας άφησαν δικό μας όλον τον υπόλοιπο κόσμο. Μάταιο. Γιατί δικό μας είναι μόνο εκείνο το μικρό κλειδωμένο σπίτι στην ακρογιαλιά.

29

Η αυλή σου χορτάριασε...

Η αυλή σου χορτάριασε. Άνθρωποι μπαίνουν, βγαίνουν λεηλατούν ό,τι τους είναι χρήσιμο απ’ το εγκαταλειμμένο σπίτι. Τις αναμνήσεις όμως κανείς δεν τις άγγιξε μένουν πάνω στο τραπέζι που έγραφες. Τώρα κι αυτό έχει χάσει το ένα του πόδι όπως κι εσύ πριν το μοιραίο. Η θάλασσα στη μοναξιά μουρμουρίζει τις ιστορίες που κάτω απ’ το φεγγαρόφωτο κρυφάκουγε.

Γύρισε κι αυτή η σελίδα...

Γύρισε κι αυτή η σελίδα κι απ’ τη μια της πλευρά είχε μια μεστή, βαθιά ζωή γεμάτη πόνο και έρωτα μνήμη και ιστορία πειράγματα και τραγούδια. Κι απ’ την άλλη λίγο χορταριασμένο χώμα.

30

Στο κοιμητήριο

Αύριο θα ‘ρθω να σε συναντήσω κάτω απ’ το παγωμένο μάρμαρο. Μα εκεί δε θα βρω εσένα θα βρω τα παιδικά μου χρόνια τα παιδικά μου όνειρα παγωμένα μαρμαρωμένα.

Την επομένη

Ήμουν κι εγώ εκεί ήταν κι άλλοι πολλοί ίσως να ήσουν κι εσύ.

31

Απουσία

Σε πήρε η θάλασσα. Μια νύχτα φούσκωσε μπήκε στην αυλή σου και χάθηκες. Το αποδεικνύει η αλμύρα. Δεν μπορεί να είναι από δάκρυα. Δεν είχες κανέναν να σε κλάψει.

Σε κείνο το μέρος ήσασταν μόνοι οι δυο. Εσύ και η θάλασσα. Στο τέλος σμίξατε.

Τώρα που είσαι

Τώρα που είσαι ένα κομμάτι κάγκελο δίπλα στη θάλασσα ένα λευκό πανί στο βάθος του ορίζοντα πες μου που θα ξεχειμωνιάζουν πια τα καλοκαίρια; Σε ποια γωνιά της χορταριασμένης σου αυλής θα κλωσάει τα αυγά της η άνοιξη;

32

Μονοπόδαρος άγγελος

Ήρθε στον ύπνο μου ο μονοπόδαρος άγγελος. Ήταν νέος πολύ, χαρούμενος κι όλο ενέργεια. Τα πόδια του τα είχε και τα δυο. Πίσω του το γκρεμισμένο κτίριο έστεκε ξανά στη θέση του. Οι γέροι μουσικοί είχαν γίνει πάλι παιδιά και κρατώντας στα χέρια τα μικρά τους όργανα κελαηδούσαν σαν πουλιά. Αυτός κοιτούσε πέρα μακριά. έτοιμος να ξεκινήσει μια συμφωνία ή έναν πόλεμο. Στο πλάι μου εκείνη που ποτέ δε γνώρισα. Του την σύστησα τον χαιρέτησα εγκάρδια όλο χαρά που τον είδα τόσο καλά μετά το θλιβερό γεγονός του θανάτου του κι έφυγα γρήγορα σαν κυνηγημένος γιατί αντίθετα μ’ όλα αυτά που είχαν τόσο πολύ προς το καλύτερο αλλάξει εγώ ήμουν πάντα ο ίδιος και θα μου ήταν εξαιρετικά δύσκολο να του εξηγήσω όσα μετά την αναχώρησή του συνέβησαν αφού για τους νεκρούς ο χρόνος είναι μια γελοία δικαιολογία.

33

ΑΝΑΒΑΛΛΟΝΤΑΣ (2001)

Κάθε λεπτό

Κάθε λεπτό ψάχνω να βρω το λάθος δρόμο που μ' έφερε εδώ σε μια πολιτεία που οι άνθρωποι μιλούν μια ξένη γλώσσα κι όλο βραδιάζει και πάντα στην τρύπια τσέπη βρίσκω το απόκομμα ενός ποιήματος.

Προσμένω το καλοκαίρι

Προσμένω το καλοκαίρι που η θάλασσα είναι καλή με τους νεκρούς και δεν πληγώνει την ευαίσθητή τους σάρκα γιατί θέλω να 'μαι ωραίος όταν με βρουν κι όσοι δε μ' αγάπησαν πριν να μ' αγαπήσουν τότε.

34

Πεθαίνουμε μόνοι

Πεθαίνουμε μόνοι όπως ζήσαμε. Όλοι αυτοί γύρω μας δεν είναι παρά απλοί θεατές του θανάτου μας. Αργότερα σε πολυτελή εστιατόρια διασκεδάζοντας θα συζητούν για την ερμηνεία του τέλους μας.

Η πύλη

Έξω απ' την πύλη του θανάτου συνωστίζονται πολλοί με δέος και θαυμασμό κοιτώντας κείνον π' αγέρωχος κι υψιτενής τολμά και τη διαβαίνει.

35

Αντίστροφη μέτρηση

Ο χρόνος δε λειτουργούσε ποτέ προς τα μπρος πάντα προς τα πίσω. Εμείς ξεγελάμε τον εαυτό μας βάζοντας τα ρολόγια να λειτουργούν αντίστροφα για να μη δούμε το τέλος που πλησιάζει.

Χρόνο με το χρόνο

Χρόνο με το χρόνο μένουμε όλο και πιο μόνοι. Χάνουμε τις ημερομηνίες τους τόπους, τις ώρες των προκαθορισμένων συναντήσεων και βρισκόμαστε σε άδειες πλατείες με γερασμένα αγάλματα.

36

Μποέμ

Με βλέπεις να γυρνώ σαν τον τρελό μέσα στο κρύο με δυο τρεις λέξεις φθαρμένες ριγμένες πάνω μου κι είναι αυτές το μόνο ρούχο για τις καθημερνές και για τις σχόλες για τις γιορτές και για τα πένθη.

Αν ανάμεσα

Αν ανάμεσα σε αυτοκίνητα που κορνάρουν σε μηχανές που βουίζουν σε πληγωμένους που ουρλιάζουν κάποιος ψιθυρίσει δυο τρεις στίχους η ψυχή μου θα τους νιώσει και θα κλάψω για την τόση ομορφιά.

37

Μεταλλάξεις

Πέφτουν τα χέρια πέφτουν τα πόδια πονούν τα νέα. Άλλοι γίνονται τέρατα σωστά άλλοι όμορφοι σαν Θεοί και στην όχθη μιας λίμνης υψώνουν το μαγευτικό αλλά μάταιο τραγούδι τους για έναν μελλοθάνατο κύκνο.

Μες στις τόσες χιλιάδες

Μες στις τόσες χιλιάδες δυο τρεις είναι που παλεύουν με τα κύματα κι αυτοί όχι για να σωθούν μα για να φέρουν στην ακτή το μήνυμα πως το καράβι μας βουλιάζει.

38

Το πεπρωμένο

Άρχισε ο λύκος μες στο δάσος να ουρλιάζει και τα πρόβατα κλεισμένα στο μαντρί. Μα ένα την περίφραξη πηδά και στο σκοτάδι χάνεται στο κάλεσμα της άγριας και πρωτόγονης φύσης του με θάρρος να δοθεί.

Ναυάγιο το ναυάγιο

Ναυάγιο το ναυάγιο έφτασα σε σένα. Σώμα από μάρμαρο λευκό δέρμα στιλπνό βλέμμα σπινθηροβόλο κι από τότε μένω μαζί σου στο βυθό κάτω από ένα στρώμα κοραλλιών και θαλάσσιων ανεμώνων.

39

Εξαπάτηση

Μου 'παν πως ήμουν καράβι που στα ήσυχα νερά μιας γαλανής θάλασσας έριξε άγκυρα. Μα εγώ ανακάλυψα πως ήμουν κατάδικος και σ' ένα λασπώδη βάλτο έσουρνα απ' το πόδι της σκληρής φυλακής μου τη σιδερένια μπάλα.

Νικητής

Ας βγάλει κάποιος απ' το λαιμό του τη θηλειά κι ας του φορέσει στα μαλλιά δάφνης στεφάνι. Κέρδισε επάξια στο στίβο της ζωής το θάνατό του.

40

Ατονάλ

Στη μέση της παράστασης θα σηκωθώ θα βγάλω τα γυαλιά μου το καπέλο, το παλτό θα δείξω σε όλους το λευκό μου σκελετό προκαλώντας στην ορχήστρα μια τέτοια παραφωνία που το κοινό θα ξεσπάσει σ' ένα χειροκρότημα θερμό.

Θα πετάξω

Κάποια μέρα θα πετάξω. Δεν ξέρω που θα βρω τα φτερά αν θα είναι λευκά ή μαύρα μέρα ή νύχτα άνοιξη ή φθινόπωρο μα θα πετάξω. Θα σας αφήσω για ενθύμιο ένα πούπουλο κι ένα κομμάτι ουρανό. Θα πετώ ανάμεσά σας μα εσείς θα πιστεύετε πως είμαι μίλια μακριά έτσι που δε σηκώνετε τα μάτια από το χώμα.

41

Το δάκρυ

Το δάκρυ των ανθρώπων. Πάνω εκεί μπορείς να διαβάσεις με της ψυχής τη μικροσκοπική γραφή των περασμένων ημερών τα πετρωμένα γεγονότα.

Δίπλα μου περνούν

Δίπλα μου περνούν επικίνδυνοι, τρομαχτικοί με τη δηλητηριώδη τους γλώσσα τα φλογοβόλα τους μάτια άνθρωποι σαν και σένα σαν και μένα κουβαλώντας πάνω τους το θάνατό μου.

Κάποιος παίζει

Κάποιος παίζει μια μονότονη φριχτή μουσική χτυπώντας με το κοφτερό του νύχι της εύθραυστης ζωής μου το τεντωμένο νήμα.

42

Καλοκαιρινό επεισόδιο -Συγνώμη να σας ρωτήσω κάτι. -Παρακαλώ. -Γιατί κοιτάζετε τόσο επίμονα την κόρη μου; -Γιατί η κόρη σας κυρία μου είναι υπέροχα όμορφη κι ελκυστική κι εγώ είμαι ζωγράφος και ψάχνω για μοντέλο. -Α! ωραία τότε, να συναντηθούμε στο ατελιέ σας για να τη ζωγραφίσετε. -Λυπάμαι πολύ μα εγώ δε ζωγραφίζω με χρώματα αλλά με λέξεις και το ατελιέ μου βρίσκεται εδώ μέσα στο κεφάλι μου και η κόρη σας έχει ήδη πάρει τη θέση της σε αυτό και θα μου ποζάρει για όλες τις επόμενες ημέρες.

Οι ωδίνες της ποίησης

Είναι ωραίο να κρατάς στα χέρια το νεογέννητο ποίημα καθώς το ροζ του προσωπάκι σου χαμογελά. Οι ωδίνες όμως πριν έχουν σπαράξει την καρδιά κι εμείς τίκτουμε σε άθλια σκοτεινά δωμάτια σαν τις παλιές γυναίκες του χωριού μακριά απ' τα βλοσυρά μάτια των ανθρώπων τον καρπό της παράνομης σχέσης μας με το όνειρο.

43

ΕΝ ΑΚΑΡΕΙ (2001)

Γυμνό φεγγάρι

Φοβάμαι τους ανθρώπους που δεν κοιτάζουν το φεγγάρι στα μάτια τις νύχτες του Αυγούστου που είναι ολόγυμνο.

Όσοι μας πλήγωσαν

Όσοι μας πλήγωσαν θα μας ξαναπληγώσουν σε μια προσπάθεια να μας κάνουν καλύτερους ποιητές.

Έπεσε στη θάλασσα

Έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε δένοντας στο λαιμό του ένα άστρο.

44

Ψυχή παιδί

Τοίχους υψώνει η ψυχή σας μα η δική μου παιδί τους δρασκελάει.

Τα ουρλιαχτά της νύχτας

Μη φοβηθείς τα ουρλιαχτά της νύχτας. Είναι το τραγούδι της ψυχής μου που μαθητεύει στην ανάγνωση του πόνου.

Η κραυγή

Κι όσοι ακούσετε στα ποιήματά μου την κραυγή θα βγείτε στο παράθυρο να ουρλιάξετε μαζί μου;

45

Απολογισμός

Η παρουσία μου σ' αυτόν τον κόσμο άφησε τα ίχνη μιας παραμορφωμένης πατούσας σ' ένα μολυσμένο βούρκο.

Παρακαταθήκη

Παιδί μου όταν θα 'ρθεις θα βρεις γραπτά που θα εξηγούν γιατί απέτυχα γιατί έπαιξα τη ζωή μου στα χαρτιά.

Όταν σε συναντήσω

Όταν σε συναντήσω Θεέ μου θα σου φέρω ένα δείγμα απ' τα όνειρά μου να δεις πως θα 'θελα τον κόσμο μου να φτιάξεις.

46

Σύννεφο

Θέλω να γίνω ένα σύννεφο μαλακό κι αφράτο και πάνω μου να κοιμηθεί όλος ο κόσμος έναν ύπνο γαλήνιο κι ατάραχο.

Απορία

Τη θάλασσα θέλω να βρω να τη ρωτήσω αφού με γέννησε τι μ' άφησε στα ξένα χέρια της ξηράς να μεγαλώνω;

Η ποίηση έρχεται...

Η ποίηση έρχεται τη νύχτα και γεμίζει με φτερά και πούπουλα το άλλο μισό σκληρό μου στρώμα.

47

Κάθε λέξη

Κάθε λέξη έχει το δικό της ήχο όπως οι καμπάνες. Αν κατέχεις τη τέχνη να τους αναγνωρίζεις μια καινούργια γιορτή σημαίνει μέσα σου.

Φιαλίδια αρωμάτων

Αδειάζει ο κόσμος σε κενά κατοικούν οι άνθρωποι σε γυάλινα μπουκαλάκια ξεθυμασμένων αρωμάτων.

Άτεχνα αγάλματα

Μας μιλούν αγάλματα μετρίων γλυπτών εξασκημένα στην απομνημόνευση απλών μονοσύλλαβων λέξεων

48

Ο νεκρός

Στη θέση του λεωφορείου ένας νεκρός σηκώνουν τα πράγματά του τον βοηθούν να κατέβει στο πιο κοντινό νεκροταφείο.

Προτεραιότητα

Οι δρόμοι γίναν νεκροταφεία. Στα σταυροδρόμια έξαλλοι νεκροί καυγαδίζουν για την προτεραιότητα στο θάνατο.

Οι ποιητές πεθαίνουν

Οι ποιητές πεθαίνουν στο δρόμο μ' έναν κόμπο στο δάχτυλο από κάποιο ραντεβού που ξέχασαν.

49

Αποδράσεις

Οι άνθρωποι πεθαίνουν κρεμασμένοι στο συρματόπλεγμα μιας ανύπαρκτης χώρας δραπετεύοντας απ' το πουθενά.

Χαρτοπαίκτης

Τη ζωή μας παίζει στα ζάρια ένας Θεός χαρτοκλέφτης.

Η ανέμη

Η ανέμη όλο γυρίζει γυρίζει γυρίζει και το παραμύθι δεν αρχίζει.

50

Νυχτερινός ήλιος

Όλη νύχτα κοιτώ τον ήλιο στα μάτια. Το πρωί γυρνώ στους δρόμους

τυφλός.

Αντίγραφο

Μες στο σκοτάδι θα ζωγραφίσω το πρόσωπό μου και θα 'ναι αυτό τ' αντίγραφό μου το πιο πιστό.

Θλιβερά υποκατάστατα

Ο Διάβολος απέθανε. Θλιβερά υποκατάστατα ερίζουν για το θρόνο της κόλασης.

51

Υπολείμματα

Απ' όλον αυτόν τον πόνο δε θα μείνει τίποτα δυο τρεις λέξεις μόνο κι αυτές για πράγματα άλλα που δεν κλάψαμε.

Πραιτόριο

Δε θα σε ξεχάσω είπες κι όλοι οι πετεινοί λάλησαν ταυτόχρονα γιατί η αγάπη είναι του καθενός μας το πραιτόριο.

Τ' αθάνατο νερό

Τα όνειρά μας ξαποσταίνουν πίνουν τ' αθάνατο νερό κι όμως πεθαίνουν.

Αυτόπτης μάρτυρας

Τα ποιήματα αυτά τα καταθέτω ενόρκως ως ο μόνος αυτόπτης μάρτυρας της αυτοκτονίας μου.

52

ΗΛΙΟΤΟΠΙΑ (2001)

Νυχτοπούλι

Είμαι μόνος χωρίς το βλέμμα σου σαν δυσοίωνο νυχτοπούλι που ταράζει τον ύπνο των ανθρώπων με τη βραχνή του φωνή.

Χειμωνιάτικη νύχτα

Η σκέψη σου με βασανίζει δε χωράς σε κανένα ποίημα μα δεν μπορώ έτσι άστεγη απόψε που κάνει τόσο κρύο να σ' αφήσω.

53

Ανοιξιάτικη χλόη

Τ' όνειρο μ' εγκατέλειψε σε μια στυγνή πραγματικότητα κι εσύ αρνείσαι να γίνεις ανοιξιάτικη χλόη πάνω σου να κυλιστώ μήπως και βρω τη χαμένη μου παιδικότητα.

Λευκό πουκάμισο

Είσαι όμορφη μες στο λευκό σου πουκάμισο σαν να κερνάς καφέ τα άστρα.

Κάτι λευκό

Θέλω να φτιάξω κάτι λευκό απόψε όπως ένα σπίτι στην ακρογιαλιά κι εκεί να σε γνωρίσω στην πιο καλή μου φίλη: τη θάλασσα.

54

Ηχοι

Μοιάζουμε όλοι με ήχους εγώ της βροχής εσύ της θάλασσας.

Θάλασσά μου

Θάλασσά μου κι αν είσαι μίλια μακριά ο αγέρας φέρνει ως εδώ τη μυρωδιά σου κι όλα τριγύρω καλοκαίρι.

Αχυρένια φωλιά

Κοντά σου βρίσκω τη ζεστή αχυρένια φωλιά μου και γίνομαι ξανά πουλί.

55

Αν ήμουν πουλί...

Αν ήμουν πουλί θα πέταγα κι εκεί στο δωμάτιό σου πάνω απ' το κρεβάτι σου θα εγκαθιστούσα το καλοκαίρι.

Μέσα στα χέρια σου

Κάποτε είχες στα χέρια σου ένα πουλί και το ζέσταινες με την αναπνοή σου. Δεν έχει σημασία αν έγινε αϊτός ή περιστέρι. Τώρα εκεί ψηλά στον ουρανό κάνοντας κύκλους θα κρώζει πάντα το όνομά σου.

56

Το νησί (α')

Πάμε να φύγουμε μαζί για ένα νησί που δεν υπάρχει. Έτσι κι αλλιώς το μόνο αληθινό σ' αυτόν τον κόσμο είμαστε οι δυο μας.

Το νησί (β')

Υπάρχει ένα νησί το δικό μας το νησί με τις ακρογιαλιές τους γλάρους τις λευκές του εκκλησιές. Πάντα οι δυο μας θα συναντιόμαστε λαθραία εκεί. Και κανείς ποτέ όσο κι αν ψάξει δε θα μπορέσει να το βρει.

57

Η φωνή σου...

Η φωνή σου μπορεί ν' αλλάξει τον κόσμο. Τη θάλασσα να κάνει ουρανό. Κι εγώ που έρμο ψάρι στα μαύρα βάθη κολυμπώ μ' ένα σου γέλιο πουλί να γίνω να πετώ.

Η ποίηση μακριά σου...

Η ποίηση μακριά σου είναι νησί χωρίς λιμάνι που βλέπει τα πλοία να προσπερνούν.

58

Απόψε ταξιδεύεις

Απόψε ταξιδεύεις με το φεγγαρόφωτο με την αστροφεγγιά. Στην κάμαρά μου μπαίνεις σαν σκιά.

Κάμαρα της ανατολής...

Ο ήλιος κοιμάται στην αγκαλιά σου. Το πρωί σαν κλέφτης πηδά απ' το παράθυρο στον κήπο της ανατολής.

Δε χωράς πουθενά

Δε χωράς πουθενά. Ξεχειλίζεις απ' τα μάτια μου απ' τα ρούχα μου από τα δάχτυλά μου. Προσπαθώ να σε κρύψω να μη σε δει κανείς μα όλοι καταλαβαίνουνε πως έκλεψα τον ήλιο.

59

Όσο κι αν καίγεται...

Όσο κι αν καίγεται σε εκατομμύρια βαθμούς ο ήλιος δυο μάτια είναι που του χαρίζουνε το φως. Θαυματουργή εικόνα

Το πρόσωπό σου θαυματουργή εικόνα. Το περιφέρω στου μυαλού μου τα σοκάκια να ησυχάσουν της ψυχής μου οι φουρτούνες.

Η άνοιξη

Ο χειμώνας είναι η βροχή το βράδυ που έρχεται νωρίτερα η θάλασσα που ανεβαίνει ως τις άδειες καρέκλες. Η άνοιξη είσαι απλά, εσύ.

60

Μ' αγκαλιάζεις...

Μ' αγκαλιάζεις και τα κτίρια γίνονται βουνά οι άνθρωποι δέντρα και τ' αυτοκίνητα πουλιά που χαρούμενα γύρω μας πετούν και τραγουδάνε. Μαργαρίτα

Σου δίνω το χέρι μου. Το παίρνεις για μαργαρίτα κι ένα ένα σαν πέταλα μαδάς τα δάχτυλά μου. Στο τέλος πάντα σ' αγαπώ μα δεν μπορώ πια να σ' αγγίξω.

61

Ένα κουτί καραμέλες

Στην τσέπη μου ένα κουτί καραμέλες. Τις φύλαγα για σένα μα σε πίκρανε τόσο ο καιρός. Λιώσανε ζάρωσαν κύλησαν πάνω στα γράμματά σου που κουβαλάω πάντοτε μαζί μου. Δεν είναι ευανάγνωστα πια μα είναι τόσο γλυκά.

Το κοχύλι

Τώρα που θ' αποσύρεσαι απ' τη ζωή μου σαν θάλασσα τι κοχύλια θα βρω στον πυθμένα να κάνω βούκινο το όνομά σου.

62

Δέντρο γυμνό

Πρέπει να ζήσω λοιπόν χωρίς εσένα σαν δέντρο γυμνό σε ξεραμένη γη για να θυμίζω σε όλους πως κάποτε πέρασε από εδώ η άνοιξη.

Πώς μπόρεσες...

Πώς μπόρεσες να μ' αφήσεις μόνο σ' αυτό το δάσος που καίγεται εσύ που ήσουν θάλασσα και μ' ένα σου κύμα μπορούσες να σβήσεις τη φωτιά να κάνεις την πυρκαγιά που με κατακαίει ένα ναυάγιο ξεχασμένο στο βυθό.

63

Θα 'ρθουν ξανά;

Πες μου θα ΄ρθουν ξανά οι μέρες οι παλιές να μου χαρίζεις τον ήλιο σαν ένα πορτοκάλι κι εγώ απ' τη χαρά μου να το δαγκώνω λαίμαργα με τη φλούδα;

Αυτή που αγάπησα

Μπορεί να φύγεις να χαθείς να ξεχαστείς ν' αλλάξεις μα για χρόνια η μορφή σου θα περιδιαβάζει στα ποιήματά μου -το ρούχο σου στον άνεμο- με την έπαρση ενός ονείρου μιας ανάμνησης. Οι λέξεις θα σε δείχνουν στους περαστικούς αναγνώστες και θα ψιθυρίζουν: είναι αυτή που αγάπησε.

64

ΕΑΡΙΝΗ ΙΣΗΜΕΡΙΑ (2004)

Ο χαμένος

Αν μια φορά χάσεις το δρόμο πάει χάθηκες. Μπορεί να φτάσεις τελικά στον προορισμό από άλλους δρόμους πιο πολύπλοκους να δεις ομορφιές που οι άλλοι ποτέ τους δε θα δούνε μα για αυτούς θα είσαι πάντα ο χαμένος.

65

Δέντρο της αυλής

Είχα ένα δέντρο στην αυλή μου μα κάθε βράδυ λίγο, λίγο μες στον ύπνο μου το έκοβα. Τώρα στη ρίζα του κάθομαι και κλαίω κι ο ήλιος πυρώνει το κορμί μου.

Άνθρωποι τυφλοί

Άνθρωποι τυφλοί πηγαίνουν στα ψαχτά τα πρόσωπα ψηλαφώντας για την ομορφιά με δάχτυλα κομμένα απ’ τις δαγκωματιές.

Κομπογιαννίτες

Πονά το όνειρο όταν το ξεριζώνουν σαν δόντι χαλασμένο κι είν’ όλοι τους γιατροί κομπογιαννίτες.

66

Διάθλαση

Διάθλαση Έξω απ’ το κορμί μου σπαθί κι από μέσα ρόδο.

Βρικόλακες

Στους δικούς μου βρικόλακες καρφώνω ένα τριαντάφυλλο στο στήθος.

Σάπιο σχοινί

Ένα σάπιο σχοινί ριγμένο απ’ το παράθυρο του πύργου της ύπαρξης η ποίηση και πασχίζω ν’ ανέβω.

67

Λέξεις κλειδιά

Λέξεις κλειδιά που ανοίγουν θύρες κουδουνίζοντας.

Ανταμοιβή

Θεέ μου βάλε λίγο ήλιο στο πιάτο μας λίγη θάλασσα στο ποτήρι μας μοχθήσαμε και σήμερα σκληρά για το ποίημα.

Ακυβέρνητος

Αιώνια ταξιδεύω με μια μικρή βαρκούλα δίχως πανιά, τιμόνι και κουπιά όπου με πάει της θάλασσας το λίκνισμα και του ανέμου τ’ απαλό μουρμουρητό που γνωρίζουν καλύτερα της ψυχής μου τον κρυφό προορισμό.

68

Στο λιμάνι

Βγαίνοντας απ’ το πλοίο βρήκα τον εαυτό μου να με περιμένει στην ίδια θέση που τον άφησα φεύγοντας μόνο λίγο πιο νέο και γυρνώντας πίσω να κοιτάξω δεν υπήρχε πλοίο μόνο η θάλασσα.

Το στίγμα

Έδωσα το στίγμα μου και τώρα ήρεμος και σιωπηλός δίχως της πρώτης ώρας την ταραχή και φασαρία προσμένω τους επίδοξους εξερευνητές να βρουν στο βυθό το άδειο μου κουφάρι.

Της θάλασσας παιδί

Όταν ξεχνιέμαι στην ακρογιαλιά η μάνα μου ανησυχεί γιατί κατά βάθος γνωρίζει πως είμαι της θάλασσας παιδί και κάποια μέρα κοντά της θα γυρίσω.

69

Κλοπή

Τούτη τη θάλασσα θέλω να τη μοιραστώ μαζί σου σαν ένας κλέφτης που δεν αντέχει να σηκώσει μόνος το βάρος μιας τόσο μεγάλης κλοπής.

Μπλοκ ιχνογραφίας

Μπλοκ ιχνογραφίας. Νησί που λάθος αποτυπώσαμε κι όλες οι γραμμές μας φύγαν κατά τη θάλασσα.

Μέσ’ απ’ τη θάλασσα

Μέσ’ απ’ τη θάλασσα βαθιά οι φωνές των λουομένων στην ακρογιαλιά μοιάζουν με φωνές ναυαγών που βουλιάζουν στην ξηρά.

70

Το ποδήλατο

Το παιδί θυσιάζει το ποδήλατό του στο μεσημέρι. Πάρ’ το ήλιε και κάν’ το κύμα να κρατά για πάντα την ισορροπία η θάλασσα.

Προθήκη

Στην προθήκη σε βάζο φυλαγμένο ένα κομμάτι αφρισμένης θάλασσας απ’ τη δεξιά πλευρά πλώρης ναυαγίου.

Το σχήμα

Μου ‘δωσε ο Θεός τη φωνή των λουλουδιών για να μ’ ακούνε τις νύχτες τ’ αστέρια και να ‘ρχονται να ζωγραφίζουν πάνω στο άδειο μου κρεβάτι το σχήμα του κορμιού σου.

71

Έκσταση

Ξυπόλυτη σε σπασμένων άστρων τα θραύσματα πάνω χορεύεις. Δώσ’ μου να πιω απ’ το σπασμένο σου ποτήρι του έρωτα κρασί και κομμάτια από γυαλί.

Θα σου κλέψω τα μάτια

Θα σου κλέψω τα μάτια να μην αντικρίζουν των ανθρώπων την ασχήμια και θα τα στείλω ψηλά στον ουρανό να βλέπουν μόνο βουνά και θάλασσα και να λάμπουν σαν αστέρια.

Ο έρωτάς μας

Ο έρωτάς μας στην ακρογιαλιά έσπειρε μικρά, μικρά καλοκαίρια.

72

ΚΟΚΚΙΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ (2007)

Η θάλασσα πλάι μου

Θα ‘θελα πάντα να βαδίζω δίπλα στη θάλασσα. Να μ’ ακολουθεί στο πλάι μου σαν σκυλί πιστό. Κι όταν το βράδυ επιστρέφω σπίτι έξω απ’ την πόρτα να με περιμένει το πρωί να βγω.

73

Το τούνελ

Αδιέξοδο. Βαδίζω στο σκοτάδι. Το παρήγορο είναι πως συνεχίζω να προχωρώ. Δεν ξέρω όμως για πόσο ακόμη. Από στιγμή σε στιγμή μπορεί να δω κάποιο φως. Μπορεί όμως και στο τέρμα του να συντριφτώ.

Ήμερα δέντρα

Ό,τι δρόμο και να πάρω ουράνιο, θαλάσσιο γκρεμνούς, κακοτοπιές στου σπιτιού μου το στρωτό σοκάκι καταλήγω. Φαίνεται στης αυλής μου τα ήμερα δέντρα είμαι ταμένος κι άλλος κόσμος δε μου μέλλει.

74

Σύμπαν

Με ηλικία πια σχεδόν όση το σύμπαν μπορώ να συνομιλώ σαν ίσος προς ίσον μαζί του. Να θέτω όρους να απαιτώ ανταλλάγματα. Τώρα ξέρω! Η επιβίωσή του εξαρτάται και από εμένα.

«Τα πάντα ρει»

«Τα πάντα ρει». Κανείς δεν μπήκε δυο φορές στο ίδιο ποτάμι. Κι αν το ποτάμι μετατραπεί γύρω σου σε λίμνη ακίνητη. Τότε βαπτίζεσαι; ή πνίγεσαι;

75

Κρύπτη

Μα δεν μπορείς να τραγουδήσεις μέσα απ’ την κρύπτη σου πρέπει να βγεις γυμνός στους δρόμους να δείξεις σε όλους του σώματός σου τις πληγές κυρίως αυτή τη μεγάλη που έχεις μπροστά στο στήθος σου ίσως να τους αφήσεις κιόλας να βάλουν μέσα το βρώμικό τους δάχτυλο κι ας σε μολύνουν γιατί ‘ναι όλοι τους άπιστοι Θωμάδες και γιατί ο καλύτερος τάφος για τα πουλιά είναι ο ουρανός.

Η κύστη

Μια κύστη γεμάτη αίμα ο ποιητής. Ανησυχείς προσέχεις. Την σπας λερώνεσαι. Ξοφλάς μια και καλή μαζί της.

76

Γύρη

Ο νους μου γύρη κι εσύ αύρα φθινοπωρινή. Τον πήρες. Που τον πας; Τι θα τον κάνεις; Πράσινα λιβάδια και λουλούδια. Ω, αβέβαιη μοίρα των ερωτευμένων.

Όμορφα πλάσματα

Όμορφα πλάσματα στη θάλασσα της μουσικής και του κορμιού σας τις γραμμές χαμένα κάτω από το νερό χορεύετε και στην επιφάνεια σαν τα δελφίνια μόνο για να πάρετε αναπνοή ανεβαίνετε.

77

Αδόκητος

Ο θάνατός σου μου χάρισε μια λέξη τη λέξη αδόκητος. Χωρίς αυτόν ποτέ δε θα έψαχνα στο λεξικό για να τη βρω. Βέβαια η ζωή σου αξίζει πολύ περισσότερο από μια λέξη. Μα τώρα πια για μένα σ’ αυτή τη λέξη θα ζεις για πάντα εσύ.

Αχίλλειος πτέρνα

Η ζωή μου ένα φύλλο χαρτί που καίγεται. Τι θ’ απομείνει; Ίσως μια άκρη του -εκεί που το κρατούσες καθώς του έβαζες φωτιά- με μια μισοκαμένη λέξη αφορμή για εικασίες γραφής Αχίλλειος πτέρνα του θανάτου.

78

Φοίνικας

Είσαι πλασμένη από φωτιά και αγέρα κι όσο δυναμώνει ο αγέρας τόσο φουντώνει η φωτιά και μέσα σου και γύρω σου όλα τα καις κι οι πέτρες κοντά σου ανασαίνουν και λιώνουν και σαν τον Φοίνικα μέσα απ’ τις φλόγες σου ξαναγεννιέσαι.

Γιρλάντα

Είσαι ένα βέλος που διαπερνά στη σειρά όλη την ανθρωπότητα τη δένει με χρυσή κλωστή απ’ τις καρδιές και την κρεμά σαν γιρλάντα γύρω από τον ήλιο.

79

Στην ακρογιαλιά

Είσαι εδώ σε βλέπω που τρέχεις που φεύγεις, που έρχεσαι μα μέσα και πίσω από σένα βλέπω τις πέτρες τα δέντρα, τη θάλασσα μα μέσα και πίσω από σένα βλέπω το χρόνο πικρά να μου χαμογελά.

Σπηλιά του πόνου

Σου χάρισα ένα βουνό με τη μεγάλη σπηλιά του πόνου να μπεις μέσα να κρυφτείς αγρίμι κυνηγημένο.

Αντίζηλοι

Μην ψάχνεις να βρεις άλλες γυναίκες αντίζηλες. Τούτα τα ποιήματα είναι που σε χώρισαν από μένα γιατί ‘σουν απ’ αυτά πολύ πιο όμορφη.

80

Η σκάλα

Είναι μια σκάλα που δε βγάζει πουθενά. Ανέβηκα λες κι όταν σε ρωτάνε πού χαμηλώνεις τα μάτια.

Καινούργιο ρούχο

Η φωτιά θα μπορούσε να σας μιλήσει καλύτερα για τα ποιήματά μου. Η φλόγα θα σας τα τραγουδά. Τέλος θα μπω κι εγώ σαν μέσα σε καινούργιο ρούχο.

Το παιδί

Μια σταγόνα νερό που ο ένας στου άλλου το χέρι περνά με προσοχή μη σπάσει ο υδάτινος κόσμος μέσα τους.

81

Το σκοτάδι

Το σκοτάδι είναι μια φυλακή δίχως κάγκελα απ’ όπου κανείς δεν μπορεί να αποδράσει.

Άνοιξη

Άνοιξη και μέσα μου ανθίζει σαν σπόρος κρυμμένος στων χαλασμάτων τη ρωγμή η ποίηση.

Καθώς θα φεύγεις

Καθώς θα φεύγεις θα σ’ ακολουθώ κι ένα, ένα πίσω σου θα ρίχνω τα ποιήματά μου στους τέσσερις ανέμους σκορπώντας όλα τα υπάρχοντά μου.

82

Νότα, νότα

Νότα, νότα φθόγγο, φθόγγο αναπλάθω το είδωλό σου. Τελικά δεν είσαι κορμί είσαι τραγούδι.

Μέσα στα αίματα

Μέσα στα αίματα δώρα λουλούδια και τα κομμένα χέρια του έρωτα.

Προδοσία

Η προδοσία είναι ουράνιο σώμα που ταξιδεύει φλεγόμενο στο διάστημα. Κάθε βράδυ υψώνοντας τα μάτια βλέπεις τη φωτεινή του πορεία στον ουρανό.

83

Ο Ξένος

Κάποτε ήρθε ο Ξένος. Εδώ είπε θα μείνω δίπλα σου. Κάναμε τις αναγκαίες συστάσεις μέσα στα μάτια του και ξεκινήσαμε μια μακρά κι εποικοδομητική συνεργασία που μια μέρα πήρε αναπάντεχα τέλος.

Κόκκινη θάλασσα

Επιστρέφω σε σένα στο άδειο σου πουκάμισο που όλοι οι ανέμοι του τυραννούν το κορμί μου και το κενό του εισχωρεί βαθιά στη μοναξιά μου και κάθε κύτταρό μου ανθεί ένα ματωμένο δάκρυ κι όλος φλόγα χάνομαι σε μια κόκκινη θάλασσα.

84

FUGA 2011

ΤΟ ΜΕΛΤΕΜΑΚΙ

Ήρθ’ ένα μελτεμάκι κι όλα στην παραλία

-βάρκες τραπέζια- τα σάρωσε

κι όλοι κάναν τον σταυρό τους τι θαύμα είναι και τούτο.

Σκεύος

Γνωρίζεις άραγε τι είναι η ομορφιά που διάλεξε για σκεύος το κορμί σου; Ποιος άγνωστος δρόμος σ’ έφερε εδώ; Χαμένη μοιάζεις μες στο θαύμα.

85

Αν μπορούσα

Αν μπορούσα να ρίξω τα φράγματα να περάσω τα εμπόδια να διανύσω τα διαστήματα να καταλύσω τον ψεύτη χρόνο που οικτρά με παραμορφώνει και σένα κρατά μακριά. Θάλασσα κι ουρανός φως και σκοτάδι να γίνουν ένα κι ελεύθερα να πλέουμε στην παντοκρατορία το νοός. Εσύ που είσαι ένα ελάχιστο τραγούδι μια ανεπαίσθητη άνοιξη μπορείς να μου διδάξεις την αρχή και το τέλος του κόσμου μ’ ένα λουλούδι λησμονιάς στα χείλη έναν ανθό αμεριμνησίας στα μαλλιά.

86

Ανυποψίαστη ανηφορίζεις

Ανυποψίαστη ανηφορίζεις το μεγάλο δρόμο και το πέλαγο χρυσίζει απ’ τα σγουρά σου τα μαλλιά ο ήλιος σκύβει και προσκυνά την αφοβιά σου κι οι χάριτες τραγουδάνε τη ζωηρή σου περπατησιά. Για σε η χαρά κι ο έρωτας για σε η σγουρή κληματαριά ο τροπαιοφόρος άνεμος και της ζωής το θαύμα. Μη δίνεις το χέρι σου στα μελλούμενα. Και μόνο η λέξη μοίρα είναι μια ήττα αβάσταχτη. Το λεπτό που δεν έχει ταίρι βρίσκεται πάνω απ’ τον καθένα μας. Ζητιανεύοντας έρχεται πάντα ο χρόνος.

Το μυστικό βουνό

Πηγή ζωής π’ ανάβλυσες δυόσμο και βασιλικό στο νάμα σου θα πιω της λήθης το νερό μαζί σου ν’ ανεβώ το μυστικό βουνό δίχως γυρισμό.

87

Να σε ταξιδέψω

Να σε ταξιδέψω τίποτα να μην ρωτάς μόνο να βλέπεις τον κόσμο γύρω μας να γίνεται ελάχιστος και να μας προσκυνά.

Θεοί!

Μη φοβηθείς ο Ποσειδώνας με την τρίαινα κι ο Δίας με τους κεραυνούς αν στάθηκαν μπροστά σου τρελοί απ’ την ομορφιά σου.

Αλύτρωτος

Να σε τραγουδήσω δεν μπορώ ούτε να κλάψω. Αγέρας παίρνει τα τραγούδια μου η θάλασσα τα δάκρυά μου. Ανέκφραστος αλύτρωτος ο πόνος της καρδιάς μου.

88

Καθάρια πηγή

Μια καθάρια γάργαρη πηγή έτρεχε όλο το καλοκαίρι δίπλα στη θάλασσα.

Ευδία

Τα φαντάσματα είχαν κρυφτεί. Τα τρόμαξε η θάλασσα κι ο ήλιος. Στο δάσος σεργιανούσαν ξωτικά παίζοντας μουσική.

Το πρώτο βήμα

Το πρώτο βήμα είναι να με δεις το δεύτερο να μη σε τρομάζει η ασκήμια μου. Τότε ίσως θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για όνειρα και ουρανό κι άλλα ανώδυνα ερωτικά παιχνίδια.

89

Σκυτάλη

Σου δίνω τη σκυτάλη και σε προσκυνώ. Εγώ ψάλλοντας κι εσύ θάλλοντας θα νικήσουμε το χρόνο

Όρια

Δεν ξέρω πού σταματά η αγάπη πού ξεκινάει ο έρωτας. Ίσως εκεί που τελειώνει η θάλασσα κι αρχίζει ο ουρανός.

Λεωφόρος

Δεν γνωρίζεις τον πόνο της καρδιάς μόνο τη χαρά και τη μεγάλη λεωφόρο ενώ για μένα στενεύουν συνεχώς τα όρια

90

Αόρατα νήματα

Τα αόρατα νήματα που με κόπο οι ματιές μας έπλεξαν ένα ένα ο καιρός τα κόβει.

Ομορφιά

Με τρομάζει η ομορφιά φουσκώνει, αγριεύει σαν κύμα όλο πιο βίαια στα βράχια με πετά.

91

FUGA

Άμμος έγινε η καρδιά μου που σε κλεψύδρα κλεισμένη

το χρόνο της απουσίας μετρά.

Σωματοποίηση

Είναι τ’ αγέννητα ποιήματα που ρίχνοντας γέφυρες σε φέρνουν πιο κοντά σωματοποιώντας την απουσία σου. Η πάλη με το κενό δημιουργεί μικρά σύμπαντα που σφύζουν από ζωή και έρωτα.

Ο θρίαμβος

Ο θρίαμβος. Η κεφαλή μου επί πίνακι. Τα επινίκια σε κυκλικούς χορούς. Το έπαθλο του νικητή ο έρωτάς σου.

92

Χρυσή σιωπή

Όλα τα λόγια της αγάπης τα ‘γραψα πάνω στην άμμο. Χρυσή σιωπή σκέπασε τα μάτια σου. Ανυποψίαστη σαν δέντρο περπάτησες πάνω στη θάλασσα.

Το χιόνι

Το χιόνι σκληρό σαν πέτρα μαύρο σαν σκοτάδι. Γέμισε την αυλή. Κάλυψε την πόρτα τα παράθυρα. Μ’ εγκλώβισε μέσα στο άδειο σπίτι. Κι εσύ νιφάδα που την πήρε ο βοριάς.

Γέλιο

Κάθε λέξη μαχαιριά και γέλιο. Το χέρι οδηγούν τα μεγάλα σου μάτια.

93

Χαμηλά τείχη

Χαμηλά τείχη που περνώ για να σε βρω στην άλλη πλευρά του ονείρου.

Χαμένες στιγμές

Τόσες χαμένες στιγμές που τα κορμιά μας για να μεταδώσουν στον κόσμο το ρεύμα του έρωτα δεν ενώθηκαν.

Παραδοχή

Πότε θα ‘ρθείς με την παραδοχή του λάθους. Θα ‘χω τα μάτια στραμμένα μακριά απ’ το φως. Λησμονημένος αγέρας στα μαλλιά σου και φωνές νερών που άγγιζα με τα δάχτυλα το μεσημέρι.

94

Το μέτρο

Παν μέτρον άριστον μέτρια άμετρα μετριοπάθεια αμετροέπεια παντού το μέτρο καθώς το ορίζουν οι εκάστοτε καιροί οι εκάστοτε άνθρωποι ο βηματισμός των ευδαιμόνων κι εμείς τα μέτρα του χωρισμού και της έλλειψης δεν μπορέσαμε να ορίσουμε.

Ρίψασπις

Σε βλέπω πάντα να φεύγεις καλπάζοντας δίχως ασπίδα και σπαθί. Μόνο τον ήλιο καρφωμένο στα μαλλιά.

Χρυσός

Κάποια στιγμή ένα αστέρι θα πέσει ανάμεσα στα πόδια σου. Θα σκύψεις να το σηκώσεις και θα λάμψεις στους ουρανούς χρυσός.

95

Σύντροφοι

Ψάχνω να βρω τους παλιούς καλούς νεκρούς που με συντρόφευαν στα ακίνητα ταξίδια μου χαρίζοντάς μου μικρές καλοκαιρινές ιστορίες. Βαρέθηκα τους ζωντανούς με όψη θυμωμένη γιατί δεν έμαθαν ακόμα να πετάνε. Παλιές ιστορίες θα μου πεις μα η Άνοιξη ψάχνει πάντα τέτοιες αθέατες ρωγμές να κάνει την εμφάνισή της σαν τα μάτια της γάτας που ξαφνικά γυαλίζουν στο σκοτάδι. Και το μολύβι ώρες ώρες μεταμορφώνεται σε πεταλούδα πετά ένα γύρω στο δωμάτιο και τελικά κάθεται πάνω στο τετράδιο που εν το μεταξύ έχει μεταμορφωθεί σε λουλούδι.

96

Τροία

Σ’ έφερα στην ακρογιαλιά να δεις πως σαπίζει η σάρκα των πλοίων. Να δεις τον τυφλό μάντη Τειρεσία και τη σφαγμένη Ιφιγένεια. Στην Τροία ανάμεσα σε όμορφα κορίτσια με χρυσά ποτήρια πίνουν κρασί που τους κερνάει ο θάνατος. Μ’ ένα δίχτυ να σφυρίζει πάνω απ’ το κεφάλι μας πολεμήσαμε.

Αποκαθήλωση

Κι έρχεται μετά η αποκαθήλωση αυτό που λένε συμβιβασμός ή επιβίωση ή μετά θάνατον ζωή και ζωντανός νεκρός αναπολείς την ευκαιρία που είχες να πεθάνεις.

97

Οδυσσέας

Οι παγιδευμένοι μέσα μου σύντροφοι προσμένουν -τυφλός πια- το μεγάλο βράχο να κυλήσω.

Το αίμα των αιώνων

Το αίμα των αιώνων έγινε σύννεφο κι ομίχλη. Παντού η ταγγή του αποφορά. Και ματωμένοι ως το κόκαλο επιστρέφουμε απ’ τους δρόμους τρομάζοντας στο σπίτι τα παιδιά το μέτρημα των πληγών πιάνοντας απ’ την αρχή ξανά.

98

Δολιοφθορά

Η ζωή με πολεμά με φτηνά κόλπα και τεχνάσματα. Επιστρατεύει γελοία υποκείμενα. Ποντάρει στην κούραση και την παραίτηση. Ένας ανορθόδοξος πόλεμος δολιοφθοράς.

Το παιχνίδι των λέξεων

Το παιχνίδι των λέξεων. Μια λέω εγώ χίλιες μ’ απαντούν τα χίλια πρόσωπα της μοναξιάς.

Χρόνος

Ο χρόνος τελικά ίσως και να είναι φίλος. Δύστροπος σκληρός εκδικητικός μα στο τέλος μια έγκυρη γνώμη θα στην πει όταν όλοι γύρω σιωπούν ή ψεύδονται.

99

Προς ομοτέχνους

Α! κύριε, κύριε Μαλακάση, ποιος θα βρεθή να μας δικάση;

Σιγά, σιγά, θα μείνω χωρίς ούτε μια λέξη στην αφιλόξενη επικράτεια της σιωπής κατηγορούμενος για πλαστοπροσωπία να χαίρονται οι ψευδομάρτυρες κι οι μαστροποί.

Ο πόνος του καλλιτέχνη

Αυτοί είναι ταγεράκι και βιτρίνα. Λυπούνται μόνο για το δεύτερο εξοχικό και το σκάφος που δεν έχουν. Δεν ξέρουν τι θα πει να σκορπάς να χαραμίζεις τη ζωή σου να πονάς για άυλα πράγματα που σε σφίγγουν σαν μέγγενη δίχως περιθώριο επιλογής.

100

Ασφυξία

Τι λίγοι και μικροί που αποδειχθήκαμε. Πήγαμε να πιάσουμε το νήμα από κει που το ‘κοψε ο σεισμός κι εν τέλει δεν κάναμε βήμα προς τα μπρος παρά μείναμε στην ίδια θέση να στριφογυρίζουμε αυτάρεσκα γύρω απ’ τον εαυτό μας και το νήμα κουβάρι στο λαιμό που πάει να μας πνίξει. Μα ίσως να μην υπήρξε νήμα ποτέ μόνο μια λεπτή κλωστή αόρατη απ’ τους πολλούς που κάποιοι τρελοί και τολμηροί έδεσαν στον ουρανό.

101

ΡΕΦΡΕΝ 2013

Αυτοί με τα σβησμένα μάτια

Κι αυτοί με τα σβησμένα μάτια προχωρούν μπροστά χαράζοντας πορεία αφήνοντας πίσω μια σειρά νεκρά περιστέρια τα χαμένα μας χρόνια.

Πόλεμος

Δεν υπάρχει τρόπος να επιστρέψουμε στη μήτρα. Πρέπει να πολεμήσουμε άοπλοι το θηρίο. Στην πρώτη γραμμή εκεί που τα κορμιά τ’ αλέθει αδιάκριτα ο μύλος.

102

Κούρος

Ευθυτενής, γαλήνιος, στωικός διασχίζει τους αιώνες σαν βασιλιάς κι όλοι παραμερίζουν και προσκυνούν γιατί ατενίζει αγέρωχος με ελαφρό μειδίαμα πέρα απ’ τη ζωή το τρομερό μυστήριο του θανάτου.

Η ώρα της κρίσης

Στον Θ. Π.

Την ώρα της κρίσης θα μετρήσει πόση ζωή καθένας με τόλμη πέταξε. Κι οι δειλοί θα ριχτούν για πάντα στην κόλαση της αμφιβολίας.

103

Ρεφρέν

Αν μπορούσα να γυρίσω πίσω να κρατήσω κάποια να διορθώσω άλλα να αλλάξω τα περισσότερα. Τι νόημα έχει χωρίς επαναλήψεις χωρίς ένα da capo. Τουλάχιστον το ρεφρέν. Εκεί γίναν τα πιο μεγάλα λάθη. Να μην πάει το τραγούδι μας χαμένο.

Σαράντα κύματα

Πέρασε η ζωή μου απ’ τα σαράντα κύματα μα το κορμί μου αταξίδευτο σαπίζει στον γιαλό.

Δημοπρασία

Η τιμή ξεκίνησε από πολύ ψηλά. Όσο περνούσε η ώρα έπεφτε και πιο χαμηλά. Όλοι αγωνίζονταν να δώσουν και κάτι λιγότερο. Εγώ με ηδονή παρακολουθούσα το πόσο φτηνά τελικά θα με πουλούσαν.

104

Πιάσε το χέρι μου

Πιάσε το χέρι μου. Αυτό το χέρι που τρέμει από τα λάθη και τα αμαρτήματα. Αυτό το χέρι που θα ‘πρεπε να έχει κοπεί να έχει λιώσει να έχει πεταχτεί στα σκουπίδια. Πιάσε το κι οδήγησέ το. Δεν ξέρω γιατί μα πρέπει να με συγχωρέσεις. Αυτό το βούρκο δεν είναι δικό μου δημιούργημα ούτε δικό σου. Αυτό το βούρκο είναι η πιο καθαρή η πιο αγνή η πιο άσπιλη πλευρά της ζωής.

105

Κεραυνός

Θα θελα να κρατώ κεραυνό. Να τον ρίχνω και να πιάνει φωτιά. Όμως έχω μόνο ένα παγωμένο χέρι.

Το βάρος

Είναι φορές που οι άνθρωποι σαν από θαύμα σηκώνουν το βάρος που σώριασαν πάνω μου και φεύγουν μακριά αφήνοντάς με υπέροχα ελεύθερο.

Χαμηλός ουρανός

Προχωρώ σκυφτός κάτω από έναν χαμηλό ουρανό που με συνθλίβει.

106

Σαλώμη

Έλα λοιπόν αφού το θες γυμνή στα όνειρά μου. Το κορμί σου σαν μαχαίρι πια δε με πονά. Μπορώ να το αντικρύσω ακόμα και με κρυφή χαρά ίσως και με συμπόνια. Ο χρόνος ένα ένα έριξε τα επτά σου πέπλα. Έτσι γυμνή πια τι μπορείς να μου ζητήσεις;

Αλυσίδες της μνήμης

Τις αλυσίδες της μνήμης δεν μπόρεσες ποτέ μες στην αδύναμη ψυχή σου να σηκώσεις. Γι αυτό και πάντα δραπέτευες κρυφά από τα περασμένα.

107

Από ψηλά

Κι εγώ είμαι ένα πουλί που πετά ψηλά πάνω απ’ το κεφάλι σου δίχως να το νιώθεις όπως δε νιώθεις την ανάσα σου.

Δροσιά

Περνάς δίπλα μου σαν σύννεφο κι εγώ διψασμένος ρουφώ κρυφά τη δροσιά σου.

Μουσική και ποίηση

Η μουσική έχασε ή παραιτήθηκε ή για άγνωστο λόγο από μικρό με εκδικείται. Είναι όμως στιγμές που πιάνει απ’ το χέρι τη μεγάλη της αντίζηλο την ποίηση και την οδηγεί σ’ ανεξερεύνητα μονοπάτια.

108

Λέξεις ιαματικές

Λίγες λέξεις έσπειρα. Κάποιες βγήκαν ιαματικές. Άλλοι λένε το νερό άλλοι το χώμα. Ισχνή σοδειά μα να σου τύχει... ένα θαύμα.

Χαμένο παιχνίδι

Μην προσπαθήσεις να τα πεις όλα. Χάθηκε το παιχνίδι. Αυτοί που απευθύνεσαι γνωρίζουν ήδη τα περισσότερα.

Ακριβό τίμημα

Το τίμημα ακριβό σε πόνο, σε ζωή, σε χρόνο. Το ωφέλημα δυσανάλογα μικρό. Φίλοι καλοί απ’ της ζωής μου το χαμηλό ποιητικό μετερίζι παντοτινά σας χαιρετώ. Στο μέλλον η σιωπή τις σκέψεις μου θα ορίζει.