eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff...

54
Νικόλαος Πατσαντάρας Επ. Καθ. Αθλητικής Κοινωνιολογίας ‘’Η αθλητική αγωνιστική επικοινωνία μεταξύ προσαρμογής και απόκλισης. Μια ’’νεοσυστημική’’ διερευνητική προσέγγιση στο φαινόμενο της φαρμακοδιέγερσης(Doping)’’. 1.Eισαγωγικές σκέψεις. Η διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης, το Doping, εμφανίζεται στις λειτουργικές προοπτικές του αγωνιστικού αθλητισμού 1 , ενισχυμένη ουσιαστικά από την «επικοινωνιακή λογική» 2 του, ως μέσον αναστολής μίας επικείμενης δυσλειτουργίας του συστήματος όσον αφορά τις επιδόσεις του. Η χρήση όμως αυτού του μέσου γίνεται αντιληπτή αφ’ ενός ως παράγοντας υπέρμετρης γι’ αυτό και ανεξέλεγκτης αύξησης της περιπλοκότητας του συστήματος και αφ’ ετέρου για πολύ σοβαρούς λόγους, ως απόκλιση από το ’’αρχέγονο’’ σύστημα αξιών του αγωνιστικού αθλητισμού, το οποίο άλλοτε πραγματικά και άλλοτε υποθετικά κατευθύνει, ή πρέπει να κατευθύνει, τις αθλητικές-αγωνιστικές επικοινωνιακές πρακτικές και δράσεις. Οι πολλαπλές, στο πνεύμα αυτό, επιλογές προς δράση και κοινωνική επικοινωνία που διατίθενται, ήτοι η ολοένα αυξάνουσα δυνητική 1 Την έννοια ’αγωνιστικός αθλητισμός’ την χρησιμοποιούμε αντ’ αυτής του αθλητισμού των επιδόσεων- υψηλών επιδόσεων, ή ως συνώνυμη με αυτήν. 2 Η αθλητική αγωνιστική επικοινωνία, (η έννοια του κοινωνικού επικοινωνιακού ενεργήματος στα πλαίσια της ’Νεοσυστημικής θεώρησης’ αντικαθιστά εν πολλοίς την έννοια της’κοινωνικής δράσης’), πραγματώνεται όπως τονίσαμε στο κεφάλαιο περί διαφοροποίησης στα πλαίσια μιάς ’ιδιαίτερης λογικής’, στα πλαίσια ενός ’ιδιαίτερου επικοινωνιακού κωδικού’, του κωδικού ’ Νίκη-Ηττα’, επι τη βαση του οποίου διαφοροποιείται νοηματικά από άλλες κοινωνικές περιοχές. Βλ. Πατσαντάρας, Ν. 1995.

Transcript of eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff...

Page 1: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Νικόλαος Πατσαντάρας

Επ. Καθ. Αθλητικής Κοινωνιολογίας

‘’Η αθλητική αγωνιστική επικοινωνία μεταξύ προσαρμογής και απόκλισης.

Μια ’’νεοσυστημική’’ διερευνητική προσέγγιση στο φαινόμενο της

φαρμακοδιέγερσης(Doping)’’.

1.Eισαγωγικές σκέψεις.

Η διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης, το Doping, εμφανίζεται στις λειτουργικές προοπτικές του αγωνιστικού αθλητισμού1, ενισχυμένη ουσιαστικά από την «επικοινωνιακή λογική»2του, ως μέσον αναστολής μίας επικείμενης δυσλειτουργίας του συστήματος όσον αφορά τις επιδόσεις του. Η χρήση όμως αυτού του μέσου γίνεται αντιληπτή αφ’ ενός ως παράγοντας υπέρμετρης γι’ αυτό και ανεξέλεγκτης αύξησης της περιπλοκότητας του συστήματος και αφ’ ετέρου για πολύ σοβαρούς λόγους, ως απόκλιση από το ’’αρχέγονο’’ σύστημα αξιών του αγωνιστικού αθλητισμού, το οποίο άλλοτε πραγματικά και άλλοτε υποθετικά κατευθύνει, ή πρέπει να κατευθύνει, τις αθλητικές-αγωνιστικές επικοινωνιακές πρακτικές και δράσεις. Οι πολλαπλές, στο πνεύμα αυτό, επιλογές προς δράση και κοινωνική επικοινωνία που διατίθενται, ήτοι η ολοένα αυξάνουσα δυνητική κατάσταση του συστήματος για ’τελεστική περιπλοκότητα’, είναι αδύνατο να γίνουν άμεσα αντικείμενο αθλητικής επιστημονικής επεξεργασίας, κυρίως επειδή ο αγωνιστικός αθλητισμός, όπως γενικά όλες οι επιμέρους κοινωνικές περιοχές, εμφανίζει ’έλλειμμα γνωσιακής περιπλοκότητας’υπό την έννοια μιας ανεπάρκειας επεξεργασίας της, απέναντι ή σε σχέση με την περιβαλλοντική γνωσιακή περιπλοκότητα.

Φυσικά στα πλαίσια της αθλητικής επιστήμης προσωποποιώντας την απόκλιση, ανάγοντας δηλ. το πρόβλημα στον ’Άνθρωπο-αθλητή’, με επίκεντρο τη συνείδηση, το ’ψυχικό σύστημα’, το οποίο στα πλαίσια της διερευνητικής μας προσέγγισης γίνεται αντιληπτό ως ’περιβάλλον’, αναζητούμε τη λύση στη δημιουργία ’ηθικής συνείδησης’. Αναζητούμε επομένως τη λύση σε έναν εσωτερικά ρυθμιζόμενο αυτοπεριορισμό των επιλογών προς κοινωνική επικοινωνία και δράση, τουτέστιν στα πλαίσια μιας υποκειμενικής διεργασίας.

To ερώτημα όμως είναι εάν μπορούμε σήμερα να επηρεάσουμε, κατά πόσο και με ποιόν τρόπο μία κοινωνική διεργασία, όπως η αθλητικοαγωνιστική, στα πλαίσια της οποίας το ’Υποκείμενο’ 1 Την έννοια ’αγωνιστικός αθλητισμός’ την χρησιμοποιούμε αντ’ αυτής του αθλητισμού των επιδόσεων- υψηλών επιδόσεων, ή ως συνώνυμη με αυτήν.2 Η αθλητική αγωνιστική επικοινωνία, (η έννοια του κοινωνικού επικοινωνιακού ενεργήματος στα πλαίσια της ’Νεοσυστημικής θεώρησης’ αντικαθιστά εν πολλοίς την έννοια της’κοινωνικής δράσης’), πραγματώνεται όπως τονίσαμε στο κεφάλαιο περί διαφοροποίησης στα πλαίσια μιάς ’ιδιαίτερης λογικής’, στα πλαίσια ενός ’ιδιαίτερου επικοινωνιακού κωδικού’, του κωδικού ’ Νίκη-Ηττα’, επι τη βαση του οποίου διαφοροποιείται νοηματικά από άλλες κοινωνικές περιοχές. Βλ. Πατσαντάρας, Ν. 1995.

Page 2: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

δεν γίνεται αντιληπτό ως συστατικό της στοιχείο αλλά ως μέσον, ως φορέας ρόλων και ιδιοτήτων, δηλ. ως ’περιβαλλοντικός παράγοντας’. Οι προσπάθειες διερεύνησης του προβλήματος σε προσωπικά-υποκειμενικά επίπεδα, μολονότι δεν είναι τυχαίες ή συμπτωματικές εφόσον η ηθική αποτελούσε πάντα, έστω και πολλές φορές ρητορικά, κατ’ εξοχή ρυθμιστικό και πλοηγικό παράγοντα της αγωνιστικής αθλητικής επικοινωνίας, εν τούτοις όπως φαίνεται από την αθλητική κοινωνική πραγματικότητα, οδηγούν σε αδιέξοδο.

Στόχος της παρούσης αθλητικής κοινωνιολογικής θεωρητικής διερεύνησης, ο οποίος και την διαφοροποιεί από άλλες συγγενούς ενδιαφέροντος3, είναι η μεταφορά του προβληματισμού από τα ατομικά επίπεδα κοινωνικής επικοινωνίας και δράσης δηλ. από τον αθλητή στα επίπεδα της ’επικοινωνιακής λογικής του συστήματος’ του αγωνιστικού αθλητισμού.4 Εξ άλλου θεωρούμε ότι αποστολή της αθλητικής κοινωνιολογικής σκέψης δεν είναι να δώσει άμεσες απαντήσεις, αλλά να μεταφέρει τον προβληματισμό που αφορά μία αθλητική κοινωνική διεργασία σε εκείνα τα θεωρητικά πλαίσια στα οποία μπορεί αυτή να διερευνηθεί πιο αποτελεσματικά και περισσότερο γόνιμα και στα επίπεδα αυτά να θέσει τα ερωτηματικά της. Για μια τέτοια επιδίωξη ως πλέον κατάλληλη εμφανίζεται η ’Νέο-συστημική θεωρία’ και κυρίως ’η θεωρία των αυτοαναφερόμενων συστημάτων’5 του N. Luhmann, η οποία ως πολυδαίδαλη θεωρητική κατασκευή ενισχύει την ικανότητα του ανθρώπου-παρατηρητή να συλλαμβάνει την περιπλοκότητα του σημερινού αθλητικού αγωνιστικού κόσμου, δι’ αναγωγής να την μειώνει και τέλος να την κατανοεί.

2. Προσδιορισμός του προβλήματος

Η φαρμακοδιέγερση εμφανίζεται, στα πλαίσια του αθλητισμού των επιδόσεων, ως ένα πρόβλημα υψηλής περιπλοκότητας επειδή κυρίως εμφανίζεται ως ένας εξειδικευμένος τύπος κοινωνικής δράσης και κοινωνικής επικοινωνίας, με τον οποίο επιδιώκεται να προσεγγιστούν με μη αποδεκτούς τρόπους και μέσα, ιδιαίτερα αποδεκτοί κοινωνικά σκοποί και στόχοι. Τα συνεχώς αυξανόμενα σκάνδαλα με κορύφωση αυτά των ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας το 2004 και του

3 Στη διεθνή αθλιτικο-κοινωνιολογική βιβλιογραφία, αν και συναντάμε μεγάλο αριθμό διερευνητικών προσπαθειών και προβληματισμών,(π.χ. βλ. χαρακτηριστικά Malloy C. D et al.2000 και Τannsjo, T. et al.2000), συναντάμε σπανιότατα προσπάθειες συστηματικής διερεύνησης του προβλήματος της φαρμακοδιέγερσης, στα πλαίσια μιας σύγχρονης κοινωνιολογικής θεωρίας. Εξαίρεση μπορεί να αποτελέσουν οι τοποθετήσεις του K. H. Bette (βλ. βιβλιογραφία) ο οποίος όμως προσεγγίζει ενιαία την αθλητική κοινωνική περιοχή. 4 Μολονότι η διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης αφορά όλα τα επίπεδα του αθλητισμού,το ενδιαφέρον μας επικεντρώνεται στον αγωνιστικό αθλητισμό-πρωταθλητισμό,επειδή εκεί εντοπίζεται κυρίαρχα το πρόβλημα, το οποίο θέτει υπό αμφισβήτηση το «αξιακό» και κανονιστικό σύστημα γενικά του αθλητισμού. 5 Ως ’αυτοαναφερόμενα συστήματα’ χαρακτηρίζονται εκείνα τα συστήματα τα οποία κατά τη συγκρότηση των στοιχείων τους, της δομής τους και κατά την ανέλιξη των επικοινωνιακών ενεργημάτων τους, παραπέμπουν νοηματικά στον ’ίδιο τους τον εαυτό’. Αυτοαναπαράγουν δηλ. σε όλες τις διαδικασίες των το ’ίδιο και το αυτό νόημα’. Στο πνεύμα αυτό τίθεται βέβαια και το πρόβλημα περί κοινωνικής νοηματικής αυτοτέλειας του αθλητισμού, η οποία αποτελεί και προϋπόθεση για την αναγωγή του σε ’αυτοαναφερόμενο’ κοινωνικό σύστημα. Ο Luhmann (1986), την διαδικασία αυτή παραγωγής και αναπαραγωγής των στοιχείων από τα οποία συγκροτείται ένα σύστημα ακριβώς από τον δια-συσχετισμό των ίδιων αυτών στοιχείων την προσδιορίζει και ως ’αυτοποίηση’(Autopoiesi). Προς τούτο βλ. και σε πιό αναλυτική και πιό εκλαϊκευμένη διάσταση Morel, J. 1992, σελ. 173-195.

Page 3: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Πεκίνου το 2008, εμφανίζουν τον αγωνιστικό αθλητισμό και κυρίως τον πρωταθλητισμό ως μια κοινωνική περιοχή, ως ένα κοινωνικό σύστημα στα πλαίσια του οποίου, ενώ άλλοτε κυριαρχούσε (φαινομενικά τουλάχιστον)6 η παρουσία οικουμενικά, καθολικά αποδεκτών κοινωνικών και ηθικών αξιών, τώρα να συνδέεται με απάτες, βλάβες της υγείας των αθλητών, ακόμα και με τις αιτίες πολλές φορές ενός αιφνίδιου θανάτου.

Η ιδιαιτερότητα της φαρμακοδιέγερσης θεμελιώνεται στο γεγονός ότι εδώ η ανθρώπινη φύση, το ανθρώπινο σώμα ως φορέας μιας εξαιρετικά σπουδαίας ανθρωπιστικά και πολιτισμικά7 επίδοσης, δηλαδή της αθλητικής επίδοσης τοποθετείται στο επίκεντρο της απόκλισης.8 Η φαρμακοδιέγερση γίνεται αντιληπτή στην προσέγγισή μας ως παράγοντας μετασχηματισμού τόσο του εσωτερικού περιβάλλοντος του αγωνιστικού αθλητισμού (σχέσεις αθλητών, προπονητών και παραγόντων), καθώς επίσης και των σχέσεών του με το εξωτερικό περιβάλλον (σχέσεις αγ. αθλητισμού με οικονομία, πολιτική, εκπαίδευση κλπ.). Για παράδειγμα, στο πολιτικό στερέωμα υπάρχει σύγχυση και επανεξετάζεται μια χωρίς προβληματισμό επικουρική οικονομική ενίσχυση των αθλητικών ομοσπονδιών και γενικά των αθλητικών οργανισμών από το κράτος. Πολλοί γονείς που μέχρι πρότινος αναγνώριζαν τον αθλητισμό ως μια περιοχή ’’υγιούς κοινωνικοποίησης’’9

επανεξετάζουν τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις τους και είναι διστακτικοί ή και ’’αρνούνται’’ την απαραίτητη οικογενειακή επικουρική βοήθεια και υποστήριξη των συλλόγων, που ήταν και παραμένει ουσιαστική προϋπόθεση μιας πρώιμης προπονητικής προετοιμασίας που στοχεύει στη μετέπειτα προσέγγιση μεγιστοποιημένων αθλητικών επιδόσεων. Αξιόπιστες εμπειρικές-αναλυτικές διερευνήσεις είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν επειδή το πρόβλημα της χρήσης φαρμακευτικών ουσιών ανελίσσεται τυπικά στα πλαίσια μιας ’’δομικής μυστικότητας’’10. Το πρόβλημα αυτό καθιστά έτσι ανενεργές τις συνηθισμένες μεθόδους της εμπειρικής αθλητικής κοινωνιολογικής έρευνας.

6 Η ιστορία του Doping αρχίζει το 1869(βλ. Diem 1960 σελ.62 και 290).Αποχτάει όμως χαρακτήρα προβλήματος για την αθλητική κοινωνική περιοχή το 1965,αφού οι πρώτες επιδόσεις που σχετίστηκαν με την διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης ήταν εκείνες αμερικανών αθλητών το 1960 στους ολυμπιακούς αγώνες της Ρώμης. Στους αντίστοιχους αγώνες του Μεξικού(1968) το πρόβλημα επιδεινώνεται και σε αυτούς του Μονάχου(1972) αποχτάει πλέον ανεξέλεγκτο χαρακτήρα και προσδιορίζεται από τους θεσμικούς εκπροσώπους του αγωνιστικού αθλητισμού κυρίως λόγω αδυναμίας επίλυσής του, ως ’σύμπτωμα’ του επαγγελματικού αθλητισμού. Εδώ θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι με αυτόν τον τρόπο ’αναθεματίστηκαν’ οι συσχετισμοί της οικονομίας με τον αθλητισμό, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί μια ανορθόδοξη, μιά άναρχη σχέση μεταξύ των δύο αυτών κοινωνικών περιοχών, με σοβαρά επακόλουθα για την αθλητική κοινωνική περιοχή (βλ. αναλυτικά, Patsantaras 1994). Το 1972 τα αναβολικά μπαίνουν στην λίστα απαγορευμένων ουσιών της IAAF και το 1976 της ΔΟΕ.7 Η αθλητική και ιδιαίτερα η αγωνιστική αθλητική πράξη θεωρείται και προσδιορίζεται ως genuin ανθρωπιστική πράξη.Βλ. χαρακτηριστικά Court/Holmann (1998), σελ. 97-105.8 Για την σχέση του ανθρώπινου σώματος και της κοινωνικής του χρήσης ή «εκμετάλευσης»,ιδιαίτερα στα πλαίσια της προοδευτικής μοντερνοποίησης των κοινωνιών, αλλά κυρίως της οριακής και πολλές φορές της πέραν των «φυσικών» ορίων «εργαλειοποίησής» του, κυρίως από το αγωνιστικό μέρος του αθλητικού συστήματος, βλ. μεταξύ άλλων Bette 1989 και την εκεί προτεινόμενη βιβλιογραφία.9 Η κοινωνική περιοχή του αγωνιστικού αθλητισμού εθεωρείτο και θεωρείται, αλλά πλέον υπό προϋποθέσεις, ως κατ’ εξοχήν χώρος «υγιούς κοινωνικοποίησης». Βλ. σχετικά μεταξύ άλλων Baur 1999,σελ.461-465.Heinemann 1983,σελ.192-196. 10 Ο όρος αυτός παραπέμπει στα πλαίσια της προσπάθειάς μας στην έννοια «ενδεχόμενο» ή «ενδεχομενικότητα» όσον αφορά την ανέλιξη της αθλητικο-αγωνιστικής επικοινωνίας και αναδύεται ως συστατικό της στοιχείο.

Page 4: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Οι προσπάθειες εξάλλου και στα πλαίσια γενικά της αθλητικής επιστήμης απομείωσης της φαρμακοδιέγερσης σε φαινόμενο διολίσθησης που εντοπίζεται ή οριοθετείται στα επίπεδα επικοινωνίας και δράσης του αθλητή, δηλ. προσπάθειες ’προσωποποίησης του φαινομένου’ δεν μπορούν να θεωρηθούν ικανοποιητικές για τη διερεύνηση του προβλήματος. Μια μεμονωμένη και μονοσήμαντη επεξεργασία του προβλήματος σε αυτά τα πλαίσια, κοινωνιολογικά πείθει πολύ λίγο επειδή ακριβώς δεν λαμβάνονται υπόψη α) ο κοινωνικός χαρακτήρας της αγωνιστικής αθλητικής επικοινωνίας, β) οι αλληλο-συσχετισμοί των εκάστοτε εμπλεκόμενων σε αυτήν διαφορετικών επιμέρους κοινωνικών δομών11 και προοπτικών και γ) η επιρροή της ατομικής αθλητικής δράσης από εντός και εκτός του συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού συλλογικά νοηματικά πρότυπα.

Μάλιστα, απ’ ότι δείχνει η αθλητική κοινωνική πραγματικότητα, όταν μετασχηματίζονται μεμονωμένα περιστατικά σε συνυπολογιζόμενες περιπτώσεις, ακριβώς επειδή δεν αποτελούν αυτά την εξαίρεση αλλά τον κανόνα, τότε συνίσταται ιδιαίτερα στην αθλητική κοινωνιολογική έρευνα να αναλύσει την εσωτερική λογική και τους λειτουργικούς τρόπους εκείνων των μηχανισμών του συστήματος οι οποίοι υποκινούν δομικά μία τέτοιου είδους επικοινωνιακή πρακτική και δράση στον αθλητισμό των υψηλών επιδόσεων.12

Η φαρμακοδιέγερση στα πλαίσια αυτά δεν μπορεί να αξιολογηθεί και να εκτιμηθεί ως ένα απροσδόκητα συμπτωματικό, απροσδόκητα τυχαίο γεγονός, μια απρόσμενη ’’ηθική απόκλιση’’,13 αλλά ως ένα φυσικό επακόλουθο της συγκεκριμένης εξελικτικής πορείας του αθλητικού συστήματος. Σε αυτές τις αναλυτικές προοπτικές αποκαλύπτεται ένα μεγάλο ρεπερτόριο προς διερεύνηση όπως π.χ. το έλλειμμα ’’αναστοχασμού’’, το οποίο σήμερα αναδεικνύεται ως μέγιστο πρόβλημα του αγωνιστικού αθλητικού συστήματος. Ας μη ξεχνούμε όμως ότι στα σημερινά εξελικτικά επίπεδα που κινείται γενικά το αθλητικό σύστημα, διανοίγεται ένα πολύ ευρύ φάσμα δυνατοτήτων προς επιλογή των μέσων σχετικά με την επίτευξη ενός στόχου, στην προκειμένη περίπτωση την μεγιστοποίηση της αθλητικής επίδοσης και κυρίως την προσέγγιση, την διασφάλιση της ’’Νίκης’’. Το δεδομένο αυτό αναδεικνύεται ως πρόβλημα το οποίο φανερώνει την αδυναμία κυρίως του αθλητισμού των επιδόσεων για απομείωση της

11 Οι κοινωνικές δομές εδώ πέραν των άλλων, γίνονται αντιληπτές ως προϋποθέσεις μεθόδων κοινωνικοποίησης. Γιά τον ουσιαστικό συσχετισμό δομής και κοινωνικοποίησης στον αθλητισμό, στα πλαίσια της «Νέο-συστημικής θεώρησης» Βλ. κυρίως Cachay K.,Thiel A. 2000,σελ.186-205 και Bette 1999.12 Για τον προσδιορισμό ενός επικοινωνιακού ενεργήματος ή δράσης στον αθλητισμό «ως αποκλίνουσας» βλ. αναλυτικά Πατσαντάρας 1997,σελ.57-67.13 Η φαρμακοδιέγερση προσδιορίζεται στα πλαίσια των αθλητικών-επιστημονικών συζητήσεων ως κατ’ εξοχήν ηθικό πρόβλημα, ως ηθική πρόκληση και απόκλιση. Φυσικά και η Ηθική του Αθλητισμού έχει ως αποστολή μεταξύ άλλων την ποιοτική αξιολόγηση των αθλητικών-αγωνιστικών επικοινωνιακών ενεργημάτων. Θεωρούμε όμως ότι σήμερα το πρόβλημα της φαρμακοδιέγερσης αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για όλο το εύρος της Αθλητικής Επιστήμης, ιδιαίτερα στα επίπεδα έκφρασής της, που είναι και οφείλεται να είναι «συνεργατικά». Το τι είναι ’’σωστό’’ και τι είναι ’’λάθος’, (η χρήση των δύο αυτών εννοιών αναπαριστά και τον σύγχρονο κώδικα ηθικών προβληματισμών), είναι ένα ερωτηματικό το οποίο κατά την άποψή μου, αφορά όλο το εύρος της Αθλητικής επιστήμης, όλες τις συνιστώσες αυτήν, επί μέρους επιστήμες. Η σωστή επιλογή των μέσων, π.χ. για την προσέγγιση ενός «πολιτισμικού αγαθού» όπως είναι η αθλητική επίδοση, κατανοείται ως μια απόφαση η οποία αντλεί την κανονιστική της, την λειτουργική της, την ηθική της ισχύ αλλά και νομιμότητα, όχι μεμονωμένα από την Αθλητική Ηθική, την Αθλητική Κοινωνιολογία, τη Λειτουργική Ανατομία, το Αθλητικό Δίκαιο κ.τ.λ., αλλά από όλο το φάσμα της Αθλητικής Επιστήμης. Βλ.αναλυτικά Patsantáras 1998,Πατσαντάρας 1997.

Page 5: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

παραγόμενης και κυρίως της εισρέουσας από το περιβάλλον του συστήματος εξελικτικής περιπλοκότητας και του μετασχηματισμού της σε ιδιάζουσες επιλογές επικοινωνίας και δράσης σύμφωνα με τα ιδιαίτερα νοήματά του, τα οποία και διαφοροποιούν την κοινωνική αυτή περιοχή από άλλες.

3. Η διαδικασία ’εξορθολογισμού’ της αθλητικής αγωνιστικής δράσης

Η διαδικασία εξορθολογισμού (επιστημονικοποιήση, τεχνο-γνωστική υποστήριξη κλπ.) που συνεχώς επιταχύνεται αν και με καθυστέρηση στον αγωνιστικό αθλητισμό14, απομυθοποιεί το σύστημα15και εκτοπίζει νοηματικά τις μυθικές ηθικές επικλήσεις που ως σημείο αναφοράς έχουν την συνείδηση, μάλιστα δια μίας ’’απολυτοποίησης’’ ηθικών αξιών εντός του αθλητισμού, στις οποίες αποδίδονταν και αποδίδεται ακόμα και σήμερα τόσο στα πλαίσια των θεσμικών οργανωτικών σχημάτων αλλά και σε επίπεδο θεσμικών εκπροσώπων εξ υπαρχής χαρακτήρας προσανατολισμού όσον αφορά την αθλητική αγωνιστική επικοινωνία16. Στη βάση αυτή, όταν

14 Η διαδικασία π.χ. δομικού εκ-μοντερνισμού του αθλητικού συστήματος πραγματοποιήθηκε και πραγματοποιείται ακόμη και σήμερα σε σχέση με άλλες κοινωνικές περιοχές ’’ανορθόδοξα’’, με χρονική καθυστέρηση και με αποτέλεσμα πολλές φορές να συσχετίζεται καιροσκοπικά με το περιβάλλον, γεγονός που μπλοκάρει π.χ. την σχετική του αυτονομία.15 Ο εξορθολογισμός της αγωνιστικής αθλητικής δράσης, σύμφωνα π.χ. με τους εκπροσώπους «της κριτικής θεωρίας», (βλ. χαρακτηριστικά για την αθλητική κοινωνική περιοχή Habermas 1958,227-228,Rigauer 1969,Gehlen 1965,Prokop 1971κ.τ.λ.), αδιάφορος προς την ποιότητα και τους τρόπους προσέγγισης της αθλητικής επίδοσης αφιερώνει το δυναμικό του στη δημιουργία νοήματος διαμέσου μιας μέτρησης, μιας ποσοτικοποίησης των στοιχείων που την συνθέτουν χωρίς να αφήνει περιθώρια ανθρωπιστικών προβληματισμών, αφανίζοντας με τον τρόπο αυτόν τον Άνθρωπο-αθλητή. Οι απόψεις αυτές απετέλεσαν τη βάση για άσκηση έντονης κριτικής στις εξελικτικές τάσεις γενικά του αθλητισμού (βλ.αναλυτικά Patsantáras 1994,σελ.63-99). Στα πλαίσια αυτά θεωρείται επαναστατική η θεωρητική παρεμβολή του Luhmann, στη βάση της οποίας ο παραγκωνισμένος από τον ’εκμοντερνισμό’ του αθλητικού συστήματος ’παράγοντας Ανθρωπος’, επανέρχεται ως το κυρίαρχο και απαραίτητο για την βιωσιμότητά του, σχετικό του περιβάλλον.

16 Σίγουρα με τον εξορθολογισμό της κοινωνικής αυτής περιοχής δι-ανοίχθηκαν αναρίθμητες δυνατότητες επιλογών και κατά συνέπεια αβεβαιότητες και ανασφάλειες όσον αφορά την αθλητική πράξη, με αποτέλεσμα να μην έχουν αποδέκτες οι εκκλήσεις που επιδιώκουν να αποδώσουν στις υπέρτατες αξίες, στα επονομαζόμενα ’’αθλητικά ιδεώδη’’, την ουσιαστικότερη λειτουργία του αγωνιστικού αθλητισμού αυτή δηλαδή της πλοήγησης των επικοινωνιακών ενεργημάτων, της αθλητικο-αγωνιστικής επικοινωνιακής πράξης. Ο αγωνιστικός αθλητισμός δεν είναι πλέον δυνατό σήμερα να προσεγγισθεί αναλυτικά ως ένα απλό, ιδεολογικά απλουστευμένο σύστημα αλλά ως ένα περίπλοκο σύστημα. Αυτό το αναφέρουμε επειδή θεωρούμε ότι τουλάχιστον ο αγωνιστικός αθλητισμός βρίσκεται σε στάδια ολοκλήρωσης του ιστορικο-κοινωνικού του μετασχηματισμού σε μια αυτοαναφορική, τελεστικά κλειστή, συσχετική δομή. Δηλαδή, παρέχει την δυνατότητα μιας σταθερότητας προσδοκιών, (σε αυτό συντελεί και η διαδικασία της

Page 6: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

ζητείται ή επιβάλλεται στο αθλητικό αγωνιστικό σύστημα να αξιολογήσει συγκεκριμένα γεγονότα, κυρίως να ’’αυτό-προβληματιστεί’’, ανασύρεται ως πεδίο αναφοράς ένα επιλεκτικό και κατά τις περιστάσεις ’’εξιδανικευμένο’’ αθλητικό παρελθόν,17το οποίο φυσικά τις περισσότερες φορές δεν αντανακλά πραγματικά γεγονότα και τουλάχιστον δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ως πεδίο ανεύρεσης λύσεων όσον αφορά τα σημερινά περίπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζει το αθλητικό σύστημα στο σύνολό του. Η διαδικασία εξορθολογισμού φυσικά δεν πραγματοποιείται συμπτωματικά και τυχαία18,αλλά έρχεται ως αναγκαιότητα την οποία παράγει και επιβάλλει το περιβάλλον του αθλητισμού.19

φαρμακοδιέγερσης), όσον αφορά την επικοινωνιακή του λογική και είναι αυτή η σταθερότητα των προσδοκιών η οποία του προσδίδει μια συγκεκριμένη ταυτότητα [(η προσδοκία της Νίκης ή μιάς μεγιστοποιημένης αθλητικής επίδοσης (Rekord), είναι αυτό που παραμένει ως σταθερή προσδοκία, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό περιβάλλον-π.χ, οι ομοσπονδίες επιχορηγούν τους πρώτους αθλητές, τις πρώτες ομάδες, το ίδιο και οι πολιτείες, το ίδιο και οι οικονομικοί οργανισμοί, κλπ)]. Δηλαδή σε όλα τα επίπεδα επικοινωνίας του συστήματος εντοπίζεται αυτή η σταθερότητα των προσδοκιών. Η βιωσιμότητα του αγωνιστικού αθλητισμού, τουλάχιστον όπως μέχρι σήμερα υφίσταται, εξαρτάται κυριολεκτικά από την ικανότητά του να διαμορφώνει, να παράγει και να σταθεροποιεί προσδοκίες. Η διαδικασία αυτή είναι αποτέλεσμα της εξαιρετικά σπουδαίας διατήρησης και διασύνδεσης τρεχουσών επικοινωνιακών ενεργημάτων, τα οποία κατανοούνται ως προϋποθέσεις διαμόρφωσης προσδοκιών. Εάν σταματήσει η επικοινωνιακή αυτή ροή, τότε τελειώνει και η κοινωνική διάδραση, μπλοκάρεται η δυνατότητα επικοινωνίας. Μια συνεχής ροή επικοινωνίας για τον αγωνιστικό αθλητισμό(π.χ.η φαρμακοδιέγερση συνηγορεί προς αυτήν την κατεύθυνση, ανεξάρτητα εάν είναι αρμόζουσα ή όχι σε σχέση με το ρητορικά υφιστάμενο αξιακό σύστημα), κατανοείται ως σταθεροποιητικός παράγοντας όσον αφορά την παραγωγή περιβαλλοντικών προσδοκιών και όχι μόνο. Είναι λοιπόν εξαιρετικής σπουδαιότητας η δυνατότητα νοηματικής διασύνδεσης των τρεχουσών επικοινωνιών. Για τις αντιλήψεις αυτές στα πλαίσια της νεοσυστημικής θεώρησης βλ.Luhmann 1984,σελ.397-Willke 1989,σελ.30 και για τον συσχετισμό τους με την αθλητική-κοινωνιολογική σκέψη και θεωρία, Patsantaras 1994.

17 Μια συστηματική ενασχόληση συσχετισμού της προσέγγισης μεγιστοποιημένων αθλητικών επιδόσεων και μιας εκ των υστέρων αντιλαμβανόμενης ή καταγγελλόμενης μεθόδου της φαρμακοδιέγερσης, οδηγεί στην διαμόρφωση μιας άποψης, και κυρίως μιας κατάστασης, σύμφωνα με την οποία θα έπρεπε να γραφτεί ξανά η ιστορία του μοντέρνου (ή νεωτερικού) και κυρίως του μεταμοντέρνου (ή μετανεωτερικού), αγωνιστικού αθλητισμού. Μολονότι το πρόβλημα είναι γνωστό όπως αναφέρθηκε, εντός της κοινωνικής περιοχής του αθλητισμού ήδη από την δεκαετία του 60, δεν επιδιώχθηκε, τουλάχιστον μέχρι την δεκαετία του 90 κάποια συστηματική επεξεργασία του προβλήματος και αυτό επειδή πέραν των αθλητών, πολλοί είναι εκείνοι που επωφελήθηκαν από την κοινωνική σημαντικότητα της αθλητικής επίδοσης, όπως π.χ. (υψηλά ιστάμενοι αθλητικοί παράγοντες, πολιτικοί, προπονητές οι οποίοι ανέχθηκαν την φαρμακοδιέγερση και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις την υπεδείκνυαν ως επιλογή). Βλ. λεπτομερώς για την εμπλοκή θεσμών πέραν του αθλητισμού στην διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης αλλά και για αθλητικές επιδόσεις που εκ των υστέρων αμφισβητήθηκαν Sehling M. 1989. Από την δεκαετία του ‘90 ωστόσο, επιδιώχθηκε δια της εντατικοποίησης των ελέγχων να αλλάξει η κατάσταση. Η απευθείας όμως και χωρίς ενδιάμεσους αθλητικούς-κοινωνικούς προβληματισμούς μεταφορά της προβληματικής περί φαρμακοδιέγερσης στα πλαίσια της ηθικής του αθλητισμού ή του δικαίου ή της αθλητιατρικής δεν ήταν και δεν είναι δυνατόν να μας οδηγήσει σε ανεύρεση στρατηγικών λύσεων. (Το πρόβλημα της χρήσης φαρμακευτικών ουσιών προσδιορίζεται στα πλαίσια παραδοσιακών θεωριών της αθλητικής επιστήμης ως κατ’ εξοχήν ηθικό πρόβλημα ,με αποτέλεσμα να περιορίζεται δραστικά η δυνατότητα επεξεργασίας ή η επίλυση του προβλήματος, κυρίως επειδή δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε οι εξελικτικοί μετασχηματισμοί του αγωνιστικού αθλητισμού, ούτε ο εξορθολογισμός-εκλογίκευση της αθλητικής-αγωνιστικής επικοινωνίας. Βλ. χαρακτηρισρικά Caysa Volker 1999(σελ.719-726) και την εκεί προτεινόμενη βιβλιογραφία. Πιστεύουμε όπως προαναφέρθηκε, ότι η ποιοτική-ηθική αξιολόγηση της αθλητικής αγωνιστικής δράσης στα πλαίσια της διαδικασίας εξορθολογισμού της κοινωνικής περιοχής του αθλητισμού είναι υπόθεση της

Page 7: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Σήμερα κατά την άποψη της πλειοψηφίας των αθλητικών επιστημόνων, αμφισβητούνται βασικές αξίες του συστήματος κυρίως από τους πρωτεύοντες και οριακούς ρόλους,20 δηλαδή αθλητές, προπονητές, παράγοντες. Η φαρμακοδιέγερση όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ως μία ’’οριακή απόκλιση’’ η οποία σχετίζεται απλά και μόνο με τις ιδιοσυγκρασίες, ιδιομορφίες των αθλητών ή ως μία διαδικασία η οποία μπορεί να ελεγχθεί από τον ρόλο του κριτή ή του διαιτητή ως ’’ανεξάρτητου τρίτου’’ στα πλαίσια του αθλητικού ανταγωνισμού. Η φαρμακοδιέγερση προσδιοριζόμενη ως μορφή απόκλισης, μάλιστα ως ’εξελικτική μορφή απόκλισης’, δείχνει ότι η αμφισβήτηση του ρητορικά διακηρυσσόμενου και μυθοπλαστικά προσδιοριζόμενου συστήματος αξιών του αθλητισμού και οι συγκρούσεις που δημιουργεί,

αθλητικής επιστήμης στο σύνολό της. Βλ. αναλυτικά, Πατσαντάρας Ν. 1997, σελ.99-110).

18 Στον αγωνιστικό αθλητισμό όπως αναφέρεται από πολλούς ερευνητές, η διαδικασία εξορθολογισμού κινείται σε ένα κοινωνικά-περιβαλλοντολογικά προκαθορισμένο ιδεολογικό πλαίσιο και ταυτίζεται σήμερα με έναν οικονομικό εξ-ορθολογισμό ο οποίος οδηγεί σε ανορθολογισμούς καταστρεπτικούς για τον άνθρωπο-αθλητή. Η εκλογίκευση της αθλητικής-αγωνιστικής επικοινωνιακής πρακτικής, ως τμηματική μορφή κοινωνικής εκλογίκευσης, υποτάσσεται σήμερα στην κοινωνικά κυρίαρχη οικονομική εκλογίκευση. Η οικονομική πραγματικότητα έχει ισοπεδώσει και αλλάξει τα δεδομένα στον αθλητισμό καθιστώντας, πχ. την αθλητική επίδοση ισοδύναμη προς το χρήμα, με αποτέλεσμα μια αθλητική-αγωνιστική δραστηριότητα να έχει νόημα μόνο εάν μπορεί να ενεργοποιήσει οικονομικούς συνειρμούς και να παράξει οικονομικό αποτέλεσμα. (βλ. αναλυτικά Patsantaras 1994,σελ.63-99) Σήμερα η ηθική βάση και ουσία του αγωνιστικού αθλητισμού έχει πλέον μετασχηματιστεί και από κοινωνιολογική άποψη βρισκόμαστε μπροστά στο φαινόμενο μιας συνεχώς αυξανόμενης άμβλυνσης της ηθικής ως ρυθμιστικού παράγοντα των σχέσεων στον αθλητισμό και μιας συνεχώς αυξανόμενης προσπάθειας απόδοσης στο δίκαιο του ρυθμιστικού ρόλου όσον αφορά τους συσχετισμούς της αγωνιστικής αθλητικής δράσης και επικοινωνίας, στοιχείο και επακόλουθο της υπέρ-οργάνωσης του συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού.

19Για παράδειγμα η οικονομικοποίηση-εμπορευματοποίηση κυρίως των αθλητικών-αγωνιστικών επικοινωνιακών ενεργημάτων, επειδή πραγματοποιήθηκε ’’άναρχα’’ και επωφελώς για τον αγωνιστικό αθλητισμό, δηλ. εις βάρος του αθλητισμού και προς όφελος της καιροσκοπικά δραστηριοποιούμενης οικονομίας, μετασχημάτισε και την αντίληψη περί αξιών γενικά στον αθλητισμό. Μέχρι το 1981 π.χ. ο ολυμπιακός αθλητισμός ήταν κατά κανόνα δομικά διασφαλισμένος στη σχέση του με την οικονομία, δηλ. δεν μπορούσε επίσημα, δομικά να συσχετισθεί η αθλητική αγωνιστική δράση με την οικονομία, με την οικονομική δράση,, ενώ το ’’αθλητικό ήθος’’, ως εσωτερικός μηχανισμός έλεγχου, ως πλοηγικός

Page 8: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

ξεπερνούν τα όρια ανοχής του συστήματος. Το γεγονός αυτό μπορεί να γίνει ευκρινέστερα κατανοητό από την αθλητική κοινωνιολογική σκέψη και κυρίως στα αναλυτικά πλαίσια της διαφοροποίησης του αθλητικού συστήματος, αφού είναι επακόλουθο μεταβολής-μετασχηματισμού όλων εκείνων των κοινωνικών όρων και προϋποθέσεων (π.χ. υλικών-οικονομικών) στη βάση των οποίων δημιουργήθηκε ένα αθλητικό αγωνιστικό αξιολογικό σύστημα.21

4. Aνέλιξη του προβληματισμού στα πλαίσια της ’νέο-συστημικής θεώρησης’

Ο αθλητισμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα διαφοροποιημένο κοινωνικό μέρος εφόσον στα πλαίσια της κοινωνικής αυτής περιοχής εντοπίζεται μία ’’ιδιότυπη’’ μορφή, μία ιδιαίτερη λογική κοινωνικής δράσης και κοινωνικής επικοινωνίας, κατά την ανέλιξή της οποίας αντανακλώνται ιδιαίτερα νοήματα τα οποία οριοθετούν και διαφοροποιούν την επιμέρους αυτή περιοχή από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.

Η αποδοχή του αθλητισμού, ως μία διαφοροποιημένη κοινωνική περιοχή, δημιουργεί τις δυνατότητες αλλά και τις προϋποθέσεις ’’λειτουργικής ένδο-διαφοροποίησης’’22, αποτέλεσμα της οποίας είναι και ο αθλητισμός των επιδόσεων. Στα πλαίσια αυτής της ένδο-διαφοροποίησης αναπτύσσει μια συγκεκριμένη μορφή ίδιο-περιπλοκότητας, όσον αφορά τους εντός και εκτός συσχετισμούς του. Η άποψη αυτή υποδηλώνει ότι δεν μπορούμε να ταυτίσουμε το ’’νόημα’’ ή τη ’’λογική’’ π.χ. της επικοινωνίας στον αθλητισμό των επιδόσεων, με το νόημα ή την λογική των επικοινωνιακών δραστηριοτήτων οι οποίες πραγματώνονται στην κοινωνική περιοχή του μαζικού αθλητισμού. Η προαγωγή π.χ. της υγείας των αθλητών,-τριών δεν αποτελεί και ούτε γίνεται

παράγοντας των αθλητικών επικοινωνιακών ενεργημάτων, βασιζόμενο στην αποδοχή και εσωτερίκευση αθλητικών αξιών θεωρούταν, ανερεύνητα βέβαια πολλές φορές, κάτι το αυτονόητο και για τον ποιοτικό προσδιορισμό της αθλητικής αγωνιστικής επικοινωνίας ή δράσης. Η διαδικασία εξ-ορθολογισμού όμως, καθιστά κατά πολύ ανεπαρκή τον εσωτερικό έλεγχο ως ρυθμιστικό μέσον ή μέσον ελέγχου των σχέσεων στον αθλητισμό των επιδόσεων, ιδιαίτερα δε στην προβληματική μας για την φαρμακοδιέγερση.

2019Ως οριακός ρόλος εδώ κατανοείται ο ρόλος εκείνος ο οποίος δια των επικοινωνιακών ενεργημάτων του, αντανακλά ή οφείλει να αντανακλά το ιδιαίτερο νόημα, (εδώ θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και τις αξίες), του εστιακού συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού. 21Οι κοινωνικές προϋποθέσεις δια-συσχετισμού του συστήματος τόσο με τον εστιακό του χώρο, όσο και με το σχετικό του περιβάλλον, έχουν παύσει να είναι απλές και πλήρως εποπτεύσιμες από τα μέχρι τώρα διαθέσιμα μέσα και ρόλους του συστήματος και γίνονται πολυσύνθετες και περίπλοκες. Το σύστημα του αγωνιστικού αθλητισμού γίνεται ολοένα περιπλοκότερο επειδή διαθέτει πολύμορφες και αλληλοεξαρτώμενες δυνατότητες επικοινωνίας και απόφασης απέναντι σε όσες συνθήκες του περιβάλλοντος του γίνονται αντιληπτές. Για την διαδικασία της διαφοροποίησης στον αθλητισμό βλ. λεπτομερώς Patsantaras 1994,σελ.35-63.

22 Βλ. αναλυτικά γιά την διαδικασία ’’Διαφοροποίησης του Αθλητισμού’’,αλλά και γιά την ’’Διαδικασία εσωτερικής Διαφοροποίησης’’ του συστήματος Patsantaras 1994,σελ. 52-63, Bette 1989, Cachay 1988.

Page 9: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

αντιληπτή ως στόχος των αθλητικών αγωνιστικών επικοινωνιακών δραστηριοτήτων, σίγουρα όμως μπορεί και πρέπει να γίνει αντιληπτή ως προϋπόθεση πραγμάτωσης των στόχων της.

Η μετα-νεωτερική κοινωνική πραγματικότητα του αγωνιστικού αθλητισμού, μπορεί λοιπόν να γίνει πληρέστερα κατανοητή στα αναλυτικά επίπεδα σύγχρονων θεωριών, οι οποίες μας παρέχουν ’’έννοιες- εργαλεία’’23 που καθιστούν ικανό τον ενδιαφερόμενο να διερευνήσει υπό αυτές τις καινούργιες προϋποθέσεις περισσότερο ’’αντικειμενικά’’ την περίπλοκη αυτή κοινωνική περιοχή. Στα πλαίσια της νεο-συστημικής θεωρίας διαπιστώνεται ότι κατά τα εξελικτικά24 στάδια του αγωνιστικού αθλητισμού δημιουργούνται και εμφανίζονται νέοι συσχετισμοί των στοιχείων του, διαφορετικά πρότυπα αθλητικής επικοινωνίας, άλλα στερεότυπα, τα οποία μπορούν να προσεγγιστούν διερευνητικά με έννοιες όπως νόημα25, περιπλοκότητα26, όρια27, ταυτότητα,28 και αναστοχασμός29 .

Είναι γνωστό ότι αντιλήψεις περί αθλητικών κοινωνικών στερεότυπων καταλαμβάνουν έναν τεράστιο νοηματικό χώρο στους αθλητικούς-κοινωνιολογικούς προβληματισμούς, αφού αυτά τα στερεότυπα, επηρεάζουν σε κυρίαρχα μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές αλλά και αυτές ακόμα τις βαθύτερες προσωπικές εκδηλώσεις του ατόμου. Tα κοινωνικά αθλητικά πρότυπα ως μέρος της δομής του αθλητισμού των επιδόσεων επομένως και ως ουσιαστικοί παράγοντες αντανάκλασης-

23 Τις έννοιες τις χρησιμοποιούμε για να αντιληφτούμε τον κόσμο, την κοινωνία. Είναι ένα εργαλείο για γνώση. Όπως υπογραμμίζει ο Μ. Weber για να κατανοήσουμε πραγματικά αιτιώδεις συναρτήσεις, κατασκευάζουμε ανύπαρκτες. Μόνο έτσι είναι δυνατή η σύλληψη της ιδιομορφίας των κοινωνικών-πολιτισμικών φαινομένων.

24 Τα εξελικτικά στάδια του αθλητικού συστήματος τα αντιλαμβανόμαστε ως εκείνες τις διαδικασίες «αυτο-οργάνωσης» κατά τις οποίες το σύστημα αυξάνει το εύρος της επεξεργάσιμης περιπλοκότητας κατά τις φάσεις δια-συσχετισμού του με το περιβάλλον. Βλ. κυρίως γενικά για τα εξελικτικά στάδια των κοινωνικών συστημάτων Luhmann 1978,420-430,Willke 1991.25 Ο όρος,η έννοια νόημα αναφέρεται στα προσιδιάζοντα στο αθλητικό σύστημα κριτήρια επί τη βάση των οποίων διαχωρίζεται το συναφές, το ’’νοηματικά ανήκον’’, από το μη συναφές, από το νοηματικά ’’μή ανήκον’’ όσον αφορά π.χ. τις επιλογές, τους τρόπους ανέλιξης των επικοινωνιακών ενεργημάτων, τις λήψεις αποφάσεων, τους συσχετισμούς ή μη με τα περιβάλλοντα συστήματα κ.τ.λ. Για πληρέστερη κατανόηση της δύσκολης γιά την νεο-συστημική θεώρηση έννοιας του νοήματος, βλ.Luhmann 1970,σελ. 121 κ.εξ.-1970, σελ.84κ.εξ. -1977σελ. 21-1975- 1984, Willke 1991σελ.,193.26 Με την έννοια της ’’περιπλοκότητας’’ προσδιορίζεται ο βαθμός της πολυμορφίας, της δικτύωσης και του μεγέθους των συνεπειών, των συνεπακόλουθων ενός (εδώ του αθλητικού) πεδίου αποφάσεων. Αυτό σημαίνει ότι η αναγκαιότητα της βιωσιμότητας του αθλητικού συστήματος επιβάλει ’’απίθανες’’ επιλογές και συνδυασμούς δυνητικών συμβάντων. Αναλυτικά βλ.Luhmann 1975 σελ.210-215-Willke 1989,σελ.71-81-Patsantaras 1994,37-39 και την εκεί προτεινόμενη βιβλιογραφία.27 Tα ’’όρια’’ του αθλητικού συστήματος, κατανοούνται ως η συνάφεια εκείνη των επιλεκτικών μηχανισμών η οποία θέτει τα κριτήρια επί τη βάσει των οποίων διακρίνονται οι αθλητικές από τις μη αθλητικές διαδράσεις και επικοινωνίες. Δηλ. η έννοια ’’όρια’’ του συστήματος παραπέμπει πρωτίστως σε νοηματικά όρια .Βλ.κυρίως Luhmann 1977,σελ.14-7-Willke 1991,σελ.63-98. 28 Ως ταυτότητα του συστήματος μπορούμε να αναφέρουμε το σύνολο όλων εκείνων των επικοινωνιακών ενεργημάτων (συναφειών, αλληλεξαρτήσεων) τα οποία διαμορφώνουν την ιδιαιτερότητα της αρχιτεκτονικής (δομικής) του μορφής και παράγουν και αναπαράγουν την σταθερότητα των προσδοκιών. Βλ. Patsantaras 1994,37-39 και την εκεί προτεινόμενη βιβλιογραφία.29 Ως ’’αναστοχαστική λειτουργία’’ του αγωνιστικού αθλητισμού κατανοείται πέραν της δυνατότητας για ’’αυτο-θεματοποίηση’’ και η διαδικασία στα πλαίσια της οποίας κατά την ανέλιξη των επικοινωνιακών ενεργημάτων του λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις βιωσιμότητας των περιβαλλοντικών παραγόντων (π.χ. του ανθρώπινου σώματος) οι οποίοι αποτελούν και τις προϋποθέσεις πραγμάτωσής των. Βλ. Patsantaras 1994.

Page 10: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

ενεργοποίησης ή και απόρριψης αθλητικών αξιών, κυρίως λειτουργούν ως μία ’’αόρατη αρχή’’ η οποία ασκεί έντονες επιδράσεις στην αθλητική αγωνιστική πρακτική, οριοθετώντας και κυρίως πολλές φορές περιορίζοντας νοηματικά την δυνατότητα του υποκειμένου, του αθλητή για αυτόνομη δράση. Στο πνεύμα αυτό η διαδικασία της διαφοροποίησης και κυρίως του εμπορικού εξορθολογισμού των αθλητικών-αγωνιστικών επικοινωνιακών δραστηριοτήτων, δημιουργώντας άλλα ατομικά και συλλογικά πρότυπα, ενδέχεται και είναι φυσικό να θέσει σε νοηματική αμφισβήτηση την ισχύ συγκεκριμένων αξιών. Κυρίως αυτό συμβαίνει όταν δεν γίνονται αντιληπτές οι αξίες ως συστατικά νοηματικής ιδιαιτερότητας30 της περιοχής του αγωνιστικού αθλητισμού αλλά ως ’’ανασταλτικοί’’ παράγοντες συγκεκριμένων λειτουργικών στόχων. Μια τέτοια αντίληψη σε συνδυασμό με την εκλογίκευση της αθλητικής δράσης αλλά και με τον επικοινωνιακό κωδικό του συστήματος, περιορίζει δραστικά το χώρο υποκειμενικής αυτονομίας και έκφρασης.

Ως αποτέλεσμα έχουμε να συλλαμβάνεται το άτομο-αθλητής πολύ λιγότερο σαν συγκεκριμένη ανεξάρτητη προσωπικότητα και πολύ περισσότερο σαν φορέας ενός ορισμένου κοινωνικού ρόλου. Δηλαδή, εμφανίζεται στα πλαίσια αυτά, μια πρωτοκαθεδρία του ρόλου, των κοινωνικών ιδιοτήτων του υποκειμένου, απέναντι στο άτομο, απέναντι στο υποκείμενο, η οποία δεν αφήνει δεν δικαιολογεί πολλά περιθώρια αποκλίσεων, κυρίως όσον αφορά την προσέγγιση συγκεκριμένων στόχων ή την διεκπεραίωση συγκεκριμένων αποστολών. Στο πνεύμα αυτό ο ’’παράγοντας Άνθρωπος’’, το υποκείμενο παραγκωνίζεται από την αθλητική-αγωνιστική κοινωνική διεργασία, ουσιαστικά δηλ. δεν λαμβάνεται υπόψη, υπό την έννοια ότι δεν αποτελεί συστατικό της στοιχείο.31

Το επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας οφείλεται επομένως να στραφεί στον προβληματισμό περί της λογικής, ή καλύτερα της επικοινωνιακής λογικής του συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού διακρίνοντας την επαρκώς από την ’’λογική των μελών’’ που το απαρτίζουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν λαμβάνονται υπόψη τα πρόσωπα ως φορείς δράσης με τις δικές τους στρατηγικές, επινοήσεις, προθέσεις κλπ.. Η διαφορά εδώ είναι ότι λαμβάνονται υπόψη μέχρι του σημείου που η δράση τους συμπλέει με την επικοινωνιακή λογική, τη λογική του τελεστικού τρόπου, των τελεστικών επικοινωνιών, δράσεων και στόχων του συστήματος.32

30Θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι τα συστήματα αξιών των κοινωνιών ή των επιμέρους κοινωνικών περιοχών μεταβάλλονται ι στο χρόνο και στο χώρο. Η μεταβολή αυτή συνήθως δεν κατανοείται ως διαδικασία εξαφάνισης, διάλυσης ή διαγραφής συγκεκριμένων κοινωνικών αξιών, παρά αναφέρεται στην αλλαγή όσον αφορά την ιεράρχηση τους, την ενεργοποίησή τους στα πλαίσια της κοινωνικής επικοινωνίας. Η μεταβολή αυτή επιβάλει επομένως ως αναγκαιότητα έναν επίκαιρο επαναπροσδιορισμό τους. 31 Το αθλητικό αγωνιστικό σύστημα, στα αναλυτικά αυτά πλαίσια, όπως κάθε κοινωνικό σύστημα, δεν κατανοείται ως άθροισμα ατόμων, δεν απαρτίζεται, δεν συγκροτείται από συγκεκριμένους ανθρώπους, αλλά από επικοινωνιακά ενεργήματα. Βλ. αναλυτικά όσον αφορά το αθλ. σύστημα Patsantaras 1994,35-63 και Bette 1999, 15-75 και 75-84. Αλλά για την κατανόηση αυτής της ’’επαναστατικής’’για τη σύγχρονη κοινωνιολογική θεωρία θέσης Βλ. κυρίως Luhmann 19984,κυρίως σελ. 92 και1992 σελ.11-68 και Willke 1991,σελ.51-96.

Page 11: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

5. Ο ’’καταναγκασμός’’ του αθλητισμού των υψηλών επιδόσεων απέναντι στον

αθλητή

Στα πλαίσια της θεωρητικής σύλληψης και κατασκευής στη βάση της οποίας ο αγωνιστικός αθλητισμός συγκροτείται από επικοινωνιακές πράξεις, από επικοινωνίες, τα υποκείμενα προσδιορίζονται ως περιβαλλοντικοί παράγοντες, ανήκουν δηλ. στο περιβάλλον του αθλητισμού.33 Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι κατακερματίζεται ή διαγράφεται η ’’αξία Άνθρωπος’’ από τον αθλητικό ρόλο. Αντίθετα τονίζεται στα θεωρητικά αυτά πλαίσια με τον τρόπο αυτό η αναγκαιότητα π.χ. του σώματος ως ουσιαστικού περιβαλλοντικού παράγοντα για την ύπαρξη του συστήματος. Κοινωνικά συστήματα τα οποία υφίστανται από επικοινωνίες και όχι ως επικοινωνίες, παρατηρούν τον ’’περιβαλλοντικό παράγοντα Άνθρωπο’’ όχι όπως προκύψει, αλλά τον ανασκευάζουν, τον αναπαριστούν στα πλαίσια της εξειδικευμένης κωδικοποίησής τους.

32 Στα αναλυτικά πλαίσια και στις προοπτικές της Συστημικής Θεωρίας, ο άνθρωπος ως ’’σωματική και ως ψυχική οντότητα’’ αποτελεί και είναι περιβάλλον, μιας κοινωνίας ή μιας επιμέρους κοινωνικής περιοχής, η οποία υφίσταται από ’’επικοινωνίες’’ από ’’επικοινωνιακά ενεργήματα’’. Αυτό το θεμελιώδες αξίωμα της νεοσυστημικής κοινωνιολογικής θεώρησης, παρανοείται και διερμηνεύεται από πολλούς λανθασμένα επειδή δεν λαμβάνουν υπόψη την εξίσου θεμελιώδη εξήγηση ότι τα κοινωνικά συστήματα δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς περιβάλλον. Μια κοινωνία, ένα κοινωνικό σύστημα φυσικά και δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ένα φυσικό-οργανικό και ψυχικό ανθρώπινο περιβάλλον, χωρίς τις διαδικαστικές υποδομές των διάφορων επιπέδων της ζωής και χωρίς μια συνείδηση που είναι σε θέση να ’’αντιλαμβάνεται’’. Ο ’’Άνθρωπος’’ στη νεο-συστημική κοινωνιολογική σκέψη δεν περιθωριοποιείται, δεν διαγράφεται, αλλά μόνο και μόνο επειδή λαμβάνεται ουσιαστικά υπόψη ταξινομείται διαφορετικά, λαμβάνεται υπόψη με ένα διαφορετικό, αλλά εξαιρετικά σπουδαίο και αποτελεσματικό τρόπο. Αναδεικνύεται και προσδιορίζεται ως περιβαλλοντικός παράγοντας, ιδιαίτερα δε γιά το αγωνιστικό αθλητικό σύστημα ως ’’σωματο-ψυχική’’ οντότητα η οποία είναι απαραίτητη προϋπόθεση δυνατότητας και πραγμάτωσης αθλητικής-αγωνιστικής κοινωνικής επικοινωνίας. Το υποκείμενο στα πλαίσια αυτά είναι αναντικατάστατο για τα κοινωνικά συστήματα. Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει το δεδομένο ότι η κοινωνία ή η αθλητική κοινωνική περιοχή είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από μια συνάθροιση ατόμων και των σωμάτων τους. Η κοινωνία στα πλαίσια της νεο-συστημικής θεώρησης κατανοείται ως ένα υπερ-περίπλοκο σύστημα στα πλαίσια του οποίου διαφοροποιήθηκαν επιμέρους, ξεχωριστές ’’αυτο-αναφερόμενες επικοινωνιακές συνάφειες’’, διά των οποίων ’’επιχειρούνται’’ ξεχωριστές ’’λειτουργίες’’, στη βάση εξειδικευμένων κωδικών και προγραμμάτων και οι οποίες πραγματώνονται ανεξάρτητα από το ψυχικό και βιολογικό (ανθρώπινο) περιβάλλον, αλλά συμβιώνουν, μάλιστα οφείλουν να συμβιώνουν με αυτό για να μπορούν να συνεχίζουν να υπάρχουν. Βλ. αναλυτικά Luhmann 1975 και Luhmann 1976,507-532.

33 Στα πλαίσια της νεο-συστημικής θεωρητικής διερεύνησης επιδιώκεται ένας επαναπροσδιορισμός ’’ του υποκειμένου’’ διαμέσου μιάς ’’απο-υποκειμενικοποίησης’’ της κοινωνικής εν γένει δράσης. Επιχειρείται μια κατανόηση του ρόλου του υποκειμένου σε κοινωνικά επίπεδα με την αποδόμηση του ίδιου του υποκειμένου. Το εγχείρημα αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μονάχα στη βάση μιάς ’’ριζοσπαστικής διαφοροποίησης’’ βιολογικών, ψυχικών και κοινωνικών συστημάτων από τη μια και μια μετατόπιση των αναφορικών αναλύσεων από υποκείμενο και συνείδηση, σε κοινωνία και επικοινωνία. Βλ. Bette 1999,110.

Page 12: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Το σώμα στα θεωρητικά αυτά πλαίσια ανάλυσης, με τις φυσιο-οργανικές μεθόδους ανάπτυξής του δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο παρατήρησης από τη συνείδηση. Είναι κοντά, αλλά ωστόσο παραμένει ’’κάτι το μακρινό’’, μάλιστα ιδιόρρυθμα μακρινό με την έννοια του ’’ανεξέλεγκτου’’. Το σώμα μόνο σε συγκεκριμένες καταστάσεις μπορεί να ’’ηνιοχηθεί’’, ενώ σε άλλες αρνείται των ’’παρεμβατικών επιθυμιών’’ της συνείδησης, αποτελώντας γι’ αυτήν ένα ’’μαύρο κουτί’’, (black box) και αναπαριστώντας ταυτόχρονα τη λογική και την κλειστότητα ’’ζωντανών’’ συστημάτων.34Εάν και εφόσον οποιοδήποτε κοινωνικό σύστημα μαζί και το αθλητικό, αντιδρά σε καταστάσεις του ανθρώπινου σώματος, το πραγματώνει αυτό στα πλαίσια του τελεστικού του τρόπου, δηλ. στα επίπεδα της επικοινωνίας. Τα τυπικά συστήματα διάδρασης του αγωνιστικού αθλητισμού όπως π.χ. η προπόνηση και ο αγώνας, μολονότι σαφέστατα και φανερά μπαίνουν στη διαδικασία φυσιο-οργανικές παράμετροι, λειτουργούν ουσιαστικά στη βάση ’’επικοινωνιακών στόχων’’. Δηλαδή και όταν παρεμβάλλεται το σώμα, ’’προσκρούει’’ κάποιος αναμφίβολα σε επικοινωνιακά δεδομένα τα οποία απελευθερώνουν εξειδικευμένα σύνδρομα δράσης. Και για τον αθλητισμό λοιπόν ως κοινωνικό σύστημα το οποίο έχει εξειδικευθεί στην παραγωγή συγκεκριμένων επιδόσεων του σώματος, το ίδιο το σώμα καθώς επίσης και η συνείδηση των συμμετεχόντων γίνονται αντιληπτοί ως περιβαλλοντικοί παράγοντες στους οποίους προσφεύγει, ανατρέχει επιλεκτικά.35

Άνθρωπος και κοινωνία συνδέονται μεταξύ τους στην βάση ’’δομικών ζεύξεων’’, συμβιωτικών μηχανισμών και αλληλο-διεισδυτικών μεθόδων. Το σώμα στα πλαίσια αυτά είναι μία ’’παράμετρος’’, ένα ’’μέγεθος’’ το οποίο επηρεάζεται άμεσα από κοινωνικές μεθόδους μεταβολών. Το αθλητικό σύστημα, ως διαφοροποιημένη κοινωνική περιοχή ανεξαρτήτου βαθμού και μορφής διαφοροποίησης, διατηρεί το σώμα παρόν στο πανόραμα κοινωνικής επικοινωνίας.36

Στον αγώνα ή και στην προπόνηση το ουσιώδες και σπουδαίο είναι ότι δεν πραγματοποιείται μία απλή ή μια συμπτωματική χρήση του σώματος, αλλά η συστηματική εντελώς ορθολογικοποιημένη εργαλειοποίησή του από ειδικούς και σε ειδικά πλαίσια, με τη βοήθεια επιλεγμένων και προμελετημένων προγραμμάτων. Ένα σώμα το οποίο δεν θέλει ή δεν μπορεί να προσαρμοσθεί στους διαφοροποιημένους από το αθλητικό σύστημα χρονικούς και κοινωνικούς ορίζοντες, το οποίο ’’σιωπά’’ απέναντι στις περιβαλλοντικές προσδοκίες, δεν έχει λόγο ύπαρξης σε μία κοινωνική περιοχή η οποία ενδιαφέρεται για εξειδικευμένα σώματα, όσον αφορά τη δυνατότητά τους να παράγουν αθλητικές επιδόσεις. Συνείδηση και κορμί οφείλουν να συνεργάζονται στα πλαίσια του κωδικού του συστήματος για να μπορέσει να λάβει χώρα η αθλητική-αγωνιστική επικοινωνία.37 Ο αθλητισμός υψηλού επιπέδου σύρει το σώμα στις δικές του επικοινωνιακές λογικές, αναγκάζοντάς το να πειθαρχήσει στις ’’ίδιο-κανονικότητές’’ του, διαφορετικά παραμένει αυτό άνευ σημασίας. Το σύστημα παρατηρεί το ’’Υποκείμενο-Αθλητή’’ και το σώμα του, μόνο στα πλαίσια της αυτοαναφορικότητάς του, του επικοινωνιακού του κωδικού. Σε διαφορά όμως με τη διαχρονικότητα του ’’επικοινωνιακού κωδικού του συστήματος Νίκη-Ήττα’’, ο περιβαλλοντικός παράγοντας ’’ανθρώπινο σώμα’’ εξαντλώντας τα φυσικά όρια αναδεικνύεται σε παράγοντα αβεβαιότητας όσον αφορά κυρίως τις μεγιστοποιημένες επιδόσεις

34 Βλ. Bette 1999,110.35 Βλ. Bette 1999,113.36 Βλ.Luhmann 1984.37Βλ. Bette 1999,σελ.141

Page 13: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

του . Στα πλαίσια αυτά η θεματική ’’αθλητική επίδοση’’ και κυρίως ‘’μεγιστοποιημένη αθλητική επίδοση (ρεκόρ)’’, εκφράζει τι είναι ’’χρήσιμο’’ και τι πρέπει να παραγκωνίστεί από το ’’προσωπικό περιβάλλον’’. Ο αγωνιστικός αθλητισμός, δια των κυρίων ρόλων του για παράδειγμα τους προπονητές, παρακολουθεί, παρατηρεί όλα τα ψυχικά και φυσιο-οργανικά συστήματα, αναφορικά με τη χρησιμότητά τους στο πλαίσιο του κωδικού του. Στο πνεύμα αυτό οι αξιώσεις του συστήματος απέναντι στο σώμα δεν έχουν περιορισμό. Όμως για να αποφύγουμε μία λανθασμένη κατανόηση όλων αυτών, προς αποφυγή παρανοήσεως θέλουμε να τονίσουμε ότι η ’’τελεστική κλειστότητα’’ του συστήματος απέναντι στον παράγοντα ’’Άνθρωπο’’ είναι απαραίτητη προϋπόθεση της δυνατότητας για ’’επακόλουθη ανοιχτότητα’’, για ανέλιξη προβληματισμού δηλαδή που αφορά τον Άνθρωπο.

Όπως φαίνεται μόνο έτσι μπορούμε να εισάγουμε διερευνητικά και αποτελεσματικά στον προβληματισμό μας το ανθρώπινο σώμα, μεταφέροντας ταυτόχρονα τον ηθικό προβληματισμό στο κοινωνικό επίπεδο όχι ως ’’αφηρημένο πρέπει’’ αλλά ως συστατικό και προϋπόθεση πραγμάτωσης αθλητικής-αγωνιστικής επικοινωνίας, δηλ. ως ’’βιωμένο είναι’’.38 Επίσης με τον τρόπο αυτό τονίζεται η αυτονομία των ’’ψυχικών συστημάτων’’, απέναντι στο σύστημα του αθλητισμού των επιδόσεων. Αυτό σημαίνει, όπως οι πραγματικότητες δείχνουν, ότι οι αθλητές έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν ελεύθερα την φαρμακοδιέγερση ή όχι, ως τρόπο-μέθοδο των τελεστικών πρακτικών τους χωρίς συνειδησιακά ερωτήματα εφόσον η επιλογή αυτή ενισχύεται από κάποια ουσιαστική, μάλιστα πρωτεύουσα αθλητική αξία (π.χ. ίσες ευκαιρίες όπως θα διαπιστώσουμε στην συνέχεια) και εφόσον δια της διαδικασίας αυτής νοηματικά αναφέρονται στη ’’λογική’’ νοηματικής αυτό-αναπαραγωγής του συστήματος, στη θετική αξία του επικοινωνιακού κωδικού, δηλαδή στην προσέγγιση της αθλητικής ’’Νίκης’’.

Επιδίωξή μας είναι να τονίσουμε εδώ την υπερατομική ανώνυμη επίδραση μιας ανεξάρτητης από την οντότητα άνθρωπος τελεστικής ή εγχειρηματικής λογικής του συστήματος του αθλητισμού των επιδόσεων, μιας ’’αόρατης αρχής’’(Δομή) όπως προαναφέραμε, η οποία κυριολεκτικά υπάρχει και ανελίσσεται από ότι μέχρι τώρα δείχνουν οι κοινωνικές αθλητικές πραγματικότητες χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο παράγοντας ’’Άνθρωπος’’. Όταν λοιπόν αναφερόμαστε στη λογική του αθλητισμού των επιδόσεων, δεν αναφερόμαστε στις επικοινωνιακές πρακτικές επιμέρους αθλητών, αλλά στην ιδιο-δυναμική του συστήματος και στους ιδιαίτερους επικοινωνιακούς και τελεστικούς τρόπους-μεθόδους των ενεργημάτων του. Έτσι μπορεί να αναδειχθεί, να γίνει κατανοητή αυτή η λειτουργικά εξειδικευμένη και διαφοροποιημένη κοινωνική περιοχή, ως μια ιδιαίτερη περιοχή κοινωνικής διάδρασης και επικοινωνίας, η οποία αναδεικνύει ως νοηματική τη δράση των συμμετεχόντων μόνο όταν αυτή γίνεται αντιληπτή ως επιδίωξη προσέγγισης της Νίκης, δια μιας κατά το δυνατό μεγιστοποιημένης αθλητικής επίδοσης, η οποία αποτελεί και την κεντρική της αξία και ως τέτοια αναγνωρίζεται αυτή και από το περιβάλλον.39

38 Βλ. προς τούτο Patsantaras, N./Kamberidou,I. 2004.39 Αυτό που κυρίως διαφοροποιεί, (για την μέθοδο-διαδικασία της Διαφοροποίησης του Αθλητισμού στα πλαίσια της νέο-συστημικής θεωρίας βλ.Ρatsantáras 1994,σελ.35-63), αναδεικνύει και ταυτόχρονα παρέχει στον αγωνιστικό αθλητισμό τη δυνατότητα σύναψης επιλεκτικών σχέσεων με το περιβάλλον είναι η αθλητική επίδοση, η οποία αναγνωρίζεται και ως η ’’κεντρική αξία’’ του συστήματος. Ανάλογα όμως με το θεωρητικό πλαίσιο προσέγγισης και του αντίστοιχου νοηματικού προσδιορισμού των κοινωνικών αξιών, αλλά κυρίως εξ αιτίας των διαφορετικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων, (συνήθως, αν όχι πάντα, η

Page 14: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Είναι αυτή η κεντρική αξία η οποία παράγει προσδοκίες και εγείρει το κοινωνικό ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, εάν ένας αθλητής δεν επιδιώκει την μεγιστοποιημένη επίδοση με στόχο τη νίκη, αποκλίνει από την επικοινωνιακή λογική του συστήματος και η δράση του δεν έχει κανένα νόημα ούτε για το περιβάλλον του συστήματος, αλλά κυρίως ούτε για το ίδιο το σύστημα. Αυτή η ’’ιδιαίτερη επικοινωνιακή λογική ή λογική κοινωνικής δράσης’’ υπάρχει και διακηρύσσεται σε σχήματα ’’ιδιαίτερων κωδικών’’, ’’θεματικών’’, ’’προγραμμάτων’’ και αξιών.40 Στην κοινωνική περιοχή του αθλητισμού των επιδόσεων εντοπίζεται μία αμετάβλητη όσον αφορά και τη ’’χρονικότητά της’’, μία αυτοδύναμη λογική κοινωνικής δράσης, η οποία μεταφέρεται στα κοινωνικά-δομικά επίπεδα από εξειδικευμένους ρόλους.

Στα πλαίσια αυτά ο ελκυστικός κοινωνικά επικοινωνιακός κωδικός (Νίκη/Ήττα) του αγωνιστικού αθλητισμού είναι το χαρακτηριστικό εκείνο στοιχείο που τον αναδεικνύει σε πλουραλιστικό φορέα και ’’μέσο’’ επιδόσεων άλλων, κυρίως πρωτευόντων κοινωνικών συστημάτων (π.χ.οικονομίας,πολιτικής κ.τ.λ.). Υπό το δεδομένο αυτό η αγωνιστική αθλητική αντιπαράθεση δεν είναι απλά και μόνο ένα ’’αθλητικό παιχνίδι’’, όπως τονίζεται και από πολλούς σύγχρονους ερευνητές στα πλαίσια της αθλητικής επιστήμης,41 αλλά μια εκλογικευμένη διαδικασία τελεστικών επικοινωνιακών πρακτικών η οποία αναπαράγει μία ιδιαίτερη επικοινωνιακή λογική αυτό-αναφέρεται δηλ. σε μια ιδιαίτερη λογική κοινωνικής επικοινωνίας, που εντοπίζεται μόνο στα πλαίσια της διαφοροποιημένης κοινωνικής περιοχής του αγωνιστικού αθλητισμού και συσχετίζεται ακολούθως με νοήματα άλλων κοινωνικών περιοχών (π.χ. της πολιτικής, της οικονομίας, της εκπαίδευσης κ.τ.λ.). Στα αναλυτικά αυτά επίπεδα δεν μπορεί να γίνει λειτουργικά πραγματοποιήσιμη, μία μετατόπιση, μία μεταφορά όσον αφορά π.χ. την ποιοτική αξιολόγηση της αγωνιστικής αθλητικής δράσης σε καθαρά ηθικά πλαίσια. Η

ερμηνεία πού δίνεται στις κοινωνικές αξίες εξαρτάται άμμεσα από τη λογική του συστήματος-ερευνητή που παρατηρεί και κυρίως από την γνωσιακή του δομή. Βλ.Willke 1991,σελ.213 και για τον μετασχηματισμό των αξιών στον αθλητισμό βλ.Patsantáras 1994,σελ.27-35), στην περί αξιών συζήτηση στον αθλητισμό αναδεικνύονται διαφορές οι οποίες οδηγούν σε πρακτικά προβλήματα, αφού οι κοινωνικές ή ηθικές αξίες ως δυναμικά μεγέθη εμφανίζουν δυνατότητες για διαφορετικές ερμηνείες. Το γεγονός αυτό αντανακλάται στην κοινωνική περιοχή του αγωνιστικού αθλητισμού ως πρόβλημα όχι μόνο ιδεολογικού (π.χ. σήμερα διαπιστώνεται και ιδεολογικά η ουσιαστικά ακλόνητη αναγνώριση και πρωτοκαθεδρία της οικονομίας, όσον αφορά τα περιβάλλοντα τον αθλητισμό σχετικά κοινωνικά συστήματα) αλλά και οργανωτικού χαρακτήρα.

40 Βλ. γενικά για τις τοποθετήσεις αυτές Luhmann 1990,σελ.75-101. Στα πλαίσια αυτά προσδιορίζεται ο αγωνιστικός αθλητισμός, ως ένα «διαφοροποιημένο επιμέρους κοινωνικό σύστημα» του αθλητικού συστήματος, το νόημα του οποίου και κυρίως η μορφή και το νοηματικό περιεχόμενο της απορρέουσας δράσης και επικοινωνίας, κυριολεκτικά προσδιορίζεται, ανελίσσεται και πλοηγείται από τον αθλητικά εξειδικευμένο κωδικό «Νίκη-Ηττα»,του οποίου οι δύο πόλοι, οι δύο αξίες (θετική> Νίκη- αρνητική <Ηττα) καθορίζουν τον νοηματικό της ορίζοντα εντός του οποίου αυτή πραγματώνεται, διερμηνεύεται και αξιολογείται. Βλ. Πατσαντάρας 1995,σελ.145-152,Patsantaras 1994,σελ.50-Schimank 1988,σελ.185-190,Bette 1989,σελ.171.41 Βλ. χαρακτηριστικά στην νεώτερη βιβλιογραφία, Heringer 1990,ο οποίος προσδιορίζει τον αθλητικό αγώνα αμιγώς ως παιχνίδι. Το παιχνίδι μπορεί να αποτελεί ένα συστατικό του ’’επίσημου’’, στα πλαίσια θεσμικών διαστάσεων αθλητικού αγώνα ,το οποίο μπορεί να ενεργοποιείται συνήθως ρητορικά κατά τις περιστάσεις, αλλά δεν καθορίζει αυτό τα νοηματικά του περιεχόμενα.

Page 15: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

’’διαφορά’’ μεταξύ των δύο πόλων του κωδικού παραπέμπει σε καθαρά αθλητικά κριτήρια τα οποία παρέχουν στο λειτουργικό κωδικό του συστήματος έναν υψηλού επιπέδου ’’αμοραλισμό’’. Τα επικοινωνιακά ενεργήματα τα οποία ανελίσσονται στα πλαίσια αυτά είναι φυσικό να μην εμφανίζουν ’’ικανότητα αντίδρασης’’, σε ηθικές εκκλήσεις απ’ όπου και αν προέρχονται αυτές. Η ’’διαφορά’’ η οποία παράγεται στα πλαίσια μιας αγωνιστικής αθλητικής αντιπαράθεσης πληροφορεί το ενδιαφερόμενο κοινό σχετικά με αθλητικές επιδόσεις και όχι για ηθικά ή ’’βιοχημικά’’ επιτεύγματα’.42 Όταν ντοπάρονται οι αθλητές και η απόκλιση αποκρύπτεται στα ’’βάθη’’ του φυσιο-οργανικού συστήματος, του σώματος, ο αθλητισμός των επιδόσεων ’’κρατάει’’ μολαταύτα την υπόσχεσή του ότι δε θα διαταραχθεί η διαδικασία επιμερισμού των αξιών του κωδικού, την οποία ελέγχει ο θεατής δια των αντιληπτικών του ικανοτήτων.43

Ερωτηματικά προφανώς, ή ηθικοί προβληματισμοί σε αυτά τα πλαίσια της σχέσης του συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού, ή καλύτερα των ιδιότυπων εγχειρηματικών του τρόπων, με τον άνθρωπο ανάγεται επομένως στις σχέσεις του συστήματος με το περιβάλλον του, δηλαδή εδώ το ανθρώπινο υποκείμενο.

Στον προβληματισμό μας περί φαρμακοδιέγερσης αυτό το δεδομένο, συνδεόμενο με ερωτηματικά περί δυνατοτήτων αναστοχαστικών λειτουργιών, μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: λαμβάνει ο αγωνιστικό αθλητισμός υπόψη του, ’’σέβεται’’, γνωρίζει και μπορεί να αξιολογήσει τις συνθήκες υπό τις οποίες επιβιώνουν και αναπτύσσονται τα συστήματα που τον περιβάλλουν; Αυτό-περιορίζει δηλαδή τους εγχειρηματικούς του τρόπους ούτως ώστε να είναι δυνατή η βιωσιμότητα του σχετικού του περιβάλλοντος δηλ. του ανθρώπινου σώματος, δια του οποίου πραγματώνονται τα επικοινωνιακά ενεργήματα και οι επιδόσεις του συστήματος. Ο προβληματισμός μας δηλαδή δεν αποσκοπεί να προσδιορίσουμε την διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης ως ’’καλή ή κακή’’, ως ’’σύννομη’’ ή ’’παράνομη’’ για το σύστημα χρησιμοποιώντας τον παραδοσιακό ηθικό κώδικα, αλλά και ούτε ως ’’σύννομη ή παράνομη’’ χρησιμοποιώντας τον δικαιικό κώδικα, παρά αποσκοπεί να διευκρινίσει κατά πόσο η διαδικασία αυτή, σε ποιο μέτρο και υπό ποιες προϋποθέσεις καθίσταται δυσλειτουργική, δηλαδή α-νοηματική για τις επιδόσεις του συστήματος.

Στα αναλυτικά αυτά επίπεδα κατά την διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης δεν εντοπίζεται χειραγώγηση του ανθρώπου από άνθρωπο, αλλά αναδεικνύεται με σαφή τρόπο ότι π.χ. τα υψηλότατα όρια των επιδόσεων που θέτουν οι ομοσπονδίες ως προϋπόθεση συμμετοχής των αθλητών σε εθνικές ή διεθνείς διοργανώσεις είναι αυτά ενδεχομένως που καταναγκάζουν τον αθλητή να κάνει μια επιλογή ’’απόκλισης’’ για να προσαρμοστεί στα στάνταρτ λειτουργικότητας του συστήματος. 44

42 Με την τοποθέτηση μας αυτή δεν επιδιώκουμε μια διαγραφή του ηθικού περιεχομένου της αθλητικής-αγωνιστικής δράσης. Αντίθετα επιδιώκουμε να εισάγουμε τον ηθικό μας προβληματισμό με άλλους τρόπους και μεθόδους οι οποίοι όμως θα σχετίζονται με την μετα-νεωτερική αθλητική πραγματικότητα. Θεωρούμε ως απαραίτητο στοιχείο την ποιοτική αξιολόγηση, ως συστατικό αξιοπιστίας της αθλ. επίδοσης όχι μόνο για ηθικούς λόγους αλλά και κυρίαρχα λειτουργικούς. Οσον αφορά τους τρόπους προσέγγισης μιάς τέτοιας δυνατότητας βλ.χαρακτηριστικά Patsantaras 1999,σελ.566-569. 43Βλ. Bette 1999,σελ. 126 44 Εδώ θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι τα στάνταρτ λειτουργικότητας του συστήματος πιθανόν να δημιουργούνται ή να έχουν δημιουργηθεί με τη χρήση απαγορευμένων ουσιών, χωρίς να έγινε αυτό αντιληπτό. Ή και άν έγινε, όπως πληροφορούμαστε από την ιστορικότητα του φαινομένου,(βλ. χαρακτηριστικά γιά πολλά παραδείγματα μεταξύ άλλων, Berendonk, 1991), να αποκρύφτηκε για πολλούς λόγους.

Page 16: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Τα τελευταία χρόνια, οι διερευνήσεις όπως αυτές περί φαρμακοδιέγερσης όταν πραγματοποιούνται σε παρελθόντα, σε ’’παραδοσιακά’’, θεωρητικά πλαίσια τα οποία δεν έχουν τη νοηματική χωρητικότητα επεξεργασίας τέτοιων περίπλοκων προβλημάτων οδηγούν σε αδιέξοδο. Οφείλουμε λοιπόν να μετατοπίσουμε, να μεταφέρουμε τον προβληματισμό μας σε μεταμοντέρνα, σε μετά-νεωτερικά θεωρητικά πλαίσια.45

Η αποδοχή της κοινωνικής περιοχής του αθλητισμού ως ένα σχετικά αυτόνομο46 κοινωνικό σύστημα, ως αποτέλεσμα ευρύτερων κοινωνικών μετασχηματισμών, επαναστατικοποιεί κυριολεκτικά και με ακραίο πολλές φορές τρόπο, τα βιώματα και τις δυνατότητες του υποκειμένου για επικοινωνιακές δράσεις σε όλες τις εσωτερικά διαφοροποιημένες περιοχές του αθλητικού συστήματος. Αντικειμενικά η εσωτερική διαφοροποίηση της αθλητικής κοινωνικής περιοχής διεύρυνε και το φάσμα επιλογών όσον αφορά τις μεθόδους και τις διαδικασίες προσέγγισης της ’’Νίκης’’ ή της μεγιστοποίησης της αθλητικής επίδοσης. Κλιμακωτά επίσης στα πλαίσια αυτά διαλύθηκε ιδιαίτερα τη δεκαετία του 80 και μετέπειτα ο παραδοσιακά διαμορφωμένος αθλητικός κόσμος, με ταυτόχρονη εμφάνιση εντός αυτού μιας κατά ρόλους ’’τμηματοποίησης’’ του υποκειμένου. Οι μετασχηματισμοί στους οποίους καταναγκάζεται για να παραμείνει βιώσιμο, το αθλητικό σύστημα, ιδιαίτερα στα επίπεδα των υψηλών επιδόσεων, προκαλούν και μια μεταρρύθμιση της αθλητικής βιωματικής υποκειμενικότητας, η οποία ανελίσσεται πλέον στα πλαίσια του καταναγκασμού τυπικών οργανισμών, εντός των οποίων κατά κανόνα, θεωρητικά και πρακτικά, απενεργοποιούνται οι προσδοκίες περί ’’αυτοπραγμάτωσης’’47 του υποκειμένου. Το υποκείμενο ως φορέας του αθλητικού ρόλου στον αγωνιστικό αθλητισμό έρχεται αντιμέτωπο συνήθως με πολύ αντιφατικές εντός και εκτός συστήματος προσδοκίες αλλά και δυνατότητες48 οι οποίες αυξάνουν την αναγκαιότητα ελέγχου της αθλητικής επίδοσης, χωρίς να υπάρχει φυσικά και εγγύηση ότι π.χ. με τον εξωτερικό έλεγχο θα επιλυθεί το πρόβλημα.49 Με μέτρα καταστολής όπως προτείνει π.χ. το αθλητικό δίκαιο χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη χαλαρή δομή που μέχρι σήμερα εμφανίζουν οι περισσότεροι αθλητικοί θεσμοί δεν λύνεται το πρόβλημα. Στην πλειονότητά τους εμφανίζονται ή μάλλον λειτουργούν οι αθλητικοί οργανισμοί ως ’’άτυπα’’ ή στην καλύτερη περίπτωση ως ’’τυπικά με χαλαρή δομή’’

45 Patsantaras Ν. 1994 και 2005 , Bette 1989, Schimank 1988.46 Η έννοια της ’’αυτονομίας’’ του αγωνιστικού αθλητισμού γίνεται συνοπτικά κατανοητή ως: α) η διαμόρφωση επιμέρους εκλογικεύσεων, πολλές φορές αντιφατικών σε σχέση με τα άλλα αθλητικά υποσυστήματα (π.χ. μαζικός, σχολικός ή ερασιτεχνικός αθλητισμός) και β) η ανεξαρτησία από το περιβάλλον όσον αφορά την ’’κλειστότητα των επικοινωνιακών του ενεργημάτων’’, ήτοι της εσωτερικής δομής αυτό-ρύθμισης του. Αυτονομία λοιπόν δεν σημαίνει απομόνωση από το περιβάλλον αλλά έχει να κάνει με την αυτορύθμιση των εξαρτήσεων ή των μη εξαρτήσεων του αγωνιστικού αθλητισμού από αυτό.47 Βλ. προς τούτο αναλυτικά Patsantaras 1994,σελ.99-110.Ο κοινωνικός χώρος του αθλητισμού των επιδόσεων εθεωρείτο, αλλά σήμερα μπορεί να θεωρηθεί φυσικά υπό όρους, ως ένας χώρος αυτοπραγμάτωσης του Υποκειμένου αλλά και χώρος σπουδαίων ευρύτερων κοινωνικών διεργασιών και κοινωνικής επικοινωνίας. Βλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως για το λόγο αυτό αποδίδεται στην αθλητική επίδοση ο χαρακτήρας μιας κοινωνικής, μιάς πολιτισμικής αξίας. Η αθλητική επίδοση, ως ’’κοινωνικο-πολιτισμική αξία’’, (βλ. χαρακτηριστικά Gueldenpfenning 2001,σελ.41-69), απ’ ότι δείχνουν μέχρι τώρα τα γεγονότα, παρά τον μετασχηματισμό των αξιών στον αθλητισμό, παρά τις άπειρες επικρίσεις που δέχεται και σχετίζονται με τους τρόπους, τις μεθόδους προσέγγισής της, δεν έχασε την κοινωνική της σημαντικότητα.

48Βλ.Patsantaras 1994.49Ο Bette, (1999,σ. 233),τεκμηριώνει πολύ συστηματικά την άποψη αυτή.

Page 17: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

οργανωτικά σχήματα, γεγονός που σημαίνει ότι αμβλύνεται έτσι η δυνατότητα αλλά και η αποτελεσματικότητα μίας εκλογικευμένης εξωτερικής παρέμβασης. Δηλαδή δεν μπορούν να αναζητηθούν ευθύνες από συγκεκριμένους αθλητικούς ρόλους παρά μόνο από τον αθλητή. Ωστόσο η επιβολή και κυριαρχία στον αθλητισμό ’’αυτοαναφορικά ευθυγραμμισμένων εκλογικεύσεων’’ ανακατατάσσει τις προϋποθέσεις επιδόσεων του συστήματος απαλλάσσοντάς τες εν μέρει από την ασφυκτική πίεση ηθικού προβληματισμού και αφήνοντας βέβαια προς το παρόν ανοιχτό και για αυτό απειλητικό για την ’’εξειδικευμένη νοηματική συγκρότηση’’ του συστήματος, το ερωτηματικό περί της ποιότητας της αθλητικής επίδοσης, περί της αξίας, της χρησιμ΄τητας που έχει αυτή τόσο για το σύστημα όσο και για το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.

Η προσέγγιση της ’’Νίκης’’ ή μίας μεγιστοποιημένης αθλητικής επίδοσης με ανεπίτρεπτα, όσον αφορά τον αθλητικό ηθικό κώδικα, ή τον κανονιστικό κώδικα50 μέσα, δείχνει δια της εμπλοκής σε αυτή κυρίαρχων αθλητικών ρόλων ότι π.χ. την φαρμακοδιέγερση την παρήγαγε το ίδιο το σύστημα και αποτελεί στην ουσία μια δυνατότητα επιλογής.51 Ως συνέπεια έχουμε να γίνεται ο αθλητισμός των επιδόσεων περιπλοκότερος, οι τρόποι και οι δυνατότητες προσέγγισης της μέγιστης επίδοσης να αυξάνονται με ταυτόχρονη όμως διάλυση των παραδοσιακών αθλητικών προτύπων. Από την άλλη πλευρά οι νέες δυνατότητες για νέες επιλογές δημιουργούν κρίση ανασφάλειας και προσανατολισμού για το σύστημα, ιδιαίτερα όταν οι πρωτεύοντες ρόλοι καταλαμβάνονται από μη επαγγελματίες.52

Η ολοένα αυξανόμενη για το αθλητικό σύστημα διεύρυνση του φάσματος επιλογών για επικοινωνιακές πρακτικές, η αυξανόμενη δηλ. δυνατότητα τελεστικής περιπλοκότητας, όπως δείχνει η διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης αναδεικνύεται ως πρόβλημα για το ίδιο αφού είναι πολύ δύσκολο να γίνουν αυτές οι επιλογές αντικείμενο ποιοτικής επεξεργασίας χωρίς μια περαιτέρω αύξηση της γνωσιακής περιπλοκότητας της κοινωνικής περιοχής του αγωνιστικού αθλητισμού.53 Το φαινόμενο της φαρμακοδιέγερσης, ως αποτέλεσμα μετά-εξέλιξης του αγωνιστικού αθλητισμού σε σύστημα βασιζόμενο στην επιστημονική γνώση, στηρίζεται σε μια περίπλοκη εφαρμογή γνώσης η οποία μπορεί να ελεγχθεί και να πλοηγηθεί από θεσμικούς ρόλους και θεσμικές στρατηγικές που επίσης βασίζονται σε γνώση. Η πολιτεία π.χ. ή το πολιτικό

50 Οι αθλητικοί κανόνες επιβάλλουν ένα συγκεκριμένο είδος τάξης και ορίζουν τα πλαίσια εντος των οποίων πραγματώνεται η αθλητική-αγωνιστική πράξη. Οι αθλητικοί κανόνες απλά διασφαλίζουν την συνοχή του αγωνιστικού αθλητικού συστήματος, εκφράζουν την αναγκαιότητα συντήρησης και αναπαραγωγής του ιδιαίτερου νοήματος του, αλλά δεν μπορούμε να τους αποδώσουμε, όπως έχει προαναφερθεί, τον χαρακτήρα κυρίαρχου και μοναδικού παράγοντα πλοήγησης του ’’αθλητικού-αγωνιστικού πράττειν’’.

51 Το τι είναι επιτρεπτό και το τι ανεπίτρεπτο όσον αφορά τις φαρμακευτικές ουσίες δεν είναι και ούτε μπορεί να γίνει με σαφήνεια προσδιορίσιμο. Για αυτό και ο προβληματισμός εξαντλείται στα πλαίσια μιας χρεωκοπημένης, όπως δείχνει πολλές φορές η αθλητική πραγματικότητα, ηθικότητας που χαρακτηρίζει τον αγωνιστικό αθλητισμό.52 Για το ’’πώς’’ προσδιορίζεται ο επαγγελματικός ρόλος στον αθλητισμό βλ.Patsantaras 1994 και Πατσαντάρας 1999.53 Οι διαδικασίες του αναστοχασμού ή της αυτοθεματοποίησης, που προτείνονται ακολούθως για ένα γόνιμο και αποτελεσματικό προβληματισμό όσον αφορά το Doping, προάγονται και είναι επακόλουθο μιάς υπερ-αναπτυγμένης γνωσιακής ικανότητας, η οποία προβάλλεται στους εντός και εκτός διασυσχετισμούς του αγωνιστικού αθλητικού συστήματος, ως γνωσιακή-γνωστική περιπλοκότητα.

Page 18: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

σύστημα ειδικότερα, αλλά και οπoοιοιδήποτε άλλοι θεσμοί επικαλούνται από εκπροσώπους του αθλητικού συστήματος για επικουρική βοήθεια όσον αφορά την ’’προστασία’’ ενός ’’πολιτισμικού αγαθού’’ όπως είναι αυτό της αθλητικής επίδοσης, έχουν πολύ περιορισμένες δυνατότητες, στα πλαίσια κυρίως της σχετικής σήμερα αυτονομίας και αυτορρύθμισης του συστήματος. Μία ’’αρρύθμιστη’’ τελεστική περιπλοκότητα, τουλάχιστον ως τέτοια εμφανίζεται σήμερα το Doping, ως επακόλουθη συνέπεια θα έχει μια μετάλλαξη του αγωνιστικού αθλητισμού. Ως λύση προτείνεται η δημιουργία θεσμικών ρόλων αυξημένης γνωσιακής περιπλοκότητας δια των οποίων θα είναι δυνατή η μετατροπή της πληροφορίας (π.χ. όσον αφορά την ικανότητα του σώματος να παράγει αθλητικές επιδόσεις) σε έν-στοχες στρατηγικές δράσης54, ενισχύοντας έτσι τους αναστοχαστικούς μηχανισμούς γενικά του αθλητικού συστήματος, στο πνεύμα ενός αυτοπεριορισμού των εξειδικευμένων δυνατοτήτων εργαλειοποίησης κυρίως του ανθρώπινου σώματος.

Στην αθλητική επιστήμη η ανάλυση των δυνατοτήτων για εξεύρεση στρατηγικών λύσεων που θα συντελέσουν στην έξοδο από το δίλημμα αυτό είναι μονομερής. Ενώ λοιπόν μιλάμε για το ανθρώπινο υποκείμενο, επιδιώκοντας να αναλύσουμε το πρόβλημα στη βάση ενός εσωτερικά ρυθμιζόμενου αυτοπεριορισμού δηλ. δια της ηθικής συνείδησης, δεν καταπιανόμαστε καθόλου με το σύστημα στην ολότητά του το οποίο υφίσταται πέραν των υποκειμένων και ασκεί ασφυκτική πίεση σε αυτά κατά την διαδικασία επιλογής για συγκεκριμένη επικοινωνία και δράση. Ιδιαίτερα από τις διασυνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις του αγωνιστικού αθλητισμού με σχετικά περιβάλλοντα συστήματα (π.χ. οικονομία, αθλητική βιομηχανία, πολιτική κλπ) μεγαλώνει ολοένα η πίεση από την μία να παράγει το σύστημα προσδοκίες π.χ. για μεγιστοποιημένες επιδόσεις, εξάλλου αυτή είναι μια από τις νοηματικές ιδιαιτερότητες του αγωνιστικού αθλητισμού και από την άλλη να λυθεί το πρόβλημα της φαρμακοδιέγερσης από τη στιγμή φυσικά που το ίδιο το σύστημα θεωρεί και προσδιορίζει την διαδικασία αυτή ως απόκλιση.

Οι οικονομικοί θεσμοί υπό τις συνθήκες αυτές απαιτούν ’’καθαρές νίκες’’, καθαρές επιδόσεις, (όπως αυτές προσδιορίζονται από το ίδιο το σύστημα και όχι από το σχετικό περιβάλλον, από την στιγμή που το περιβάλλον δεν παρεμβαίνει ή δεν μπορεί να παρέμβει στην «αναφορική κλειστότητα»55 των ενεργημάτων του συστήματος), οι οποίες όμως έρχονται στο προσκήνιο μόνο από καθαρούς αθλητές. Το γεγονός ότι καθαροί αθλητές είναι συνήθως αυτοί οι οποίοι όχι δεν είναι ’’ντοπαρισμένοι’’ αλλά δεν εντοπίζονται ή δεν προσδιορίζονται ως τέτοιοι από τους θεσμούς και τις διαδικασίες ελέγχου του αθλητισμού, εκφράζει μία από τις σημαντικότερες ’’παραδοξότητες’’ του συστήματος.56

54 Από την κοινωνιολογική σκέψη προτείνονται ήδη από το παρελθόν τέτοια μοντέλα. Βλ. π.χ.Etzioni 1975,κεφ.6-9. 55 Με την έννοια ’’αναφορική κλειστότητα’’ των ενεργημάτων του αγωνιστικού αθλητισμού εννοούμε εδώ την εσωτερική ανοχή που μπορεί να επιδείξει σε ασύμβατες για το ίδιο προοπτικές και ταυτόχρονα την δυνατότητα που έχει για να δημιουργεί και να διαμορφώνει στόχους επικοινωνίας και δράσης οι οποίοι δεν είναι αμιγή παράγωγα εξωτερικών δεδομένων ή πιέσεων, αλλά απορρέουν ως ικανότητα αντίδρασης από την εσωτερική του δομή, από την νοηματική ιδιαιτερότητα του συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού, η οποία σαφώς και δεν επηρεάζεται άμεσα από την ενδεχομενικότητα του περιβάλλοντος. Για την έννοια της «αναφορικής κλειστότητας» των ενεργημάτων ενός κοινωνικού συστήματος βλ. κυρίως Willke 1991,σελ.61-71. 56 Παραδοξότητες αυτής της μορφής εμφανίζονται ως επακόλουθα των εξελικτικών μετασχηματισμών της κοινωνικής περιοχής του αγωνιστικού αθλητισμού. Γιά πληρέστερη κατανόηση αυτής της έννοιας στα

Page 19: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Τα όρια του αθλητή όσον αφορά την προσέγγιση αθλητικών επιδόσεων και ανεξάρτητα από τα ’’όρια’’ του συστήματος του αθλητισμού των υψηλών επιδόσεων57, προσδιορίζονται αλλά και οριοθετούνται, κυρίως από βιολογικές παραμέτρους. Έτσι σε πιεστικές καταστάσεις εύκολα μπορεί να δημιουργηθεί μία σύγκρουση, μια αντίφαση μεταξύ των ’’φυσικών αποθεμάτων του κορμιού’’ που θεωρούνται προϋπόθεση παραγωγής αθλητικών επιδόσεων και της διαδικασίας ’’παραγωγής’’ εντός και εκτός του συστήματος προσδοκιών. Επειδή οι φυσικές ικανότητες του κορμιού να παράγει επιδόσεις δεν είναι ανεξάντλητες, προσκρούουν δηλ. κάποια στιγμή σε φυσικά όρια όπως τουλάχιστον μέχρι σήμερα γνωρίζουμε, μπλοκάρεται έτσι και η αέναη παραγωγή προσδοκιών στο εντός και εκτός περιβάλλον. Αυτό φυσικά ισχύει όσον αφορά προσδοκίες για ’μεγιστοποιημένες επιδόσεις’ (ρεκόρ). Πρέπει να επισημάνουμε όμως ότι το νοηματικό περιεχόμενο της ’Νίκης’, δηλ. της θετικής αξίας του επικοινωνιακού κωδικού του συστήματος δεν ταυτίζεται πάντα με μία μεγιστοποιημένη επίδοση, ή και αν συμβαίνει αυτό αρχίζει και γίνεται ’’σπάνιο φαινόμενο’’58 τουλάχιστον σε πολλά αθλήματα. Δηλαδή σε μία αγωνιστική αθλητική αντιπαράθεση η ’’ποσοτικοποίηση του αποτελέσματος’’ έχει μεταβαλλόμενο και επεξηγηματικό χαρακτήρα σε σχέση με τις αξίες του κωδικού, οι οποίες κάθε φορά και πέραν της ’’ποσοτικοποίησης της επίδοσης’’ έχουν διαφορετικό νόημα και σημασία για το περιβάλλον.

Αυτή η χρονική διαφορετικότητα π.χ. της ’’Νίκης’’ και όχι η μεγιστοποιημένη επίδοση, το ρεκόρ, είναι ο καθοριστικός παράγοντας συνέχειας και ’’βιωσιμότητας’’ του αγωνιστικού αθλητισμού. Ωστόσο όμως οφείλεται να ληφθεί ουσιαστικά υπόψη το κοινωνικό μέρος και εδώ αναφερόμαστε στην κοινωνική πίεση που ασκείται στο σύστημα από εντός και εκτός σχετικά περιβάλλοντα συστήματα (π.χ. αθλητικοί, πολιτικοί, οικονομικοί παράγοντες κ.τ.λ.), των οποίων η πίεση αυτή υπό μορφή προσδοκιών υπερφορτώνει το σύστημα και αυτό με την σειρά του καταναγκάζει τους πρωτεύοντες ρόλους του να κάνουν επιλογές οι οποίες τουλάχιστον στα πλαίσια ενός ’’παραδοσιακά’’ προσδιοριζόμενου αθλητικού ήθους να θεωρούνται, να ερμηνεύονται και λογικά φυσικά να προσδιορίζονται ως αποκλίνουσες.

6. Προσαρμογή δια της Απόκλισης;

πλαίσια της Νέο-συστημικής θεώρησης βλ.Luhmann 1984,σελ.84,59 και 306-310,επίσης Luhmann 1990,σελ.268.57 Τα όρια του αγωνιστικού αθλητισμού γίνονται κατανοητά όπως προαναφέραμε, ως η συνάφεια επιλεκτικών μηχανισμών οι οποίοι θέτουν και τα κριτίρια σύμφωνα με τα οποία διακρίνονται και διαφοροποιούνται οι ανήκουσες στο σύστημα επικοινωνίες, από ’’έτερες’’. Ως συνάφεια τέτοιων επιλεκτικών μηχανισμών μπορεί να χαρακτηρισθούν εδώ τα κανονιστικά πλαίσια ή άλλοι θεσμικοί μηχανισμοί που σκοπό έχουν να διασφαλίζουν τη νοηματική ιδιαιτερότητα της αθλητικής αγωνιστικής δράσης. Επομένως όταν αναφερόμαστε στα ’’όρια’’ του αγωνιστικού αθλητισμού αναφερόμαστε σε ’’νοηματικά όρια’’. Γενικά για τα όρια των κοινωνικών συστημάτων βλ. κυρίως Luhmann 1984,σελ.285-310 και Willke 1991,σελ.191.58 Εάν λάβουμε υπόψη την δυνατότητα που παρέχεται από την σύγχρονη τεχνολογία για ακριβή μέτρηση της απειροελάχιστης διαφοράς μιάς αθλητικής επίδοσης σήμερα στην κλίμακα «cm-gr-sec», τότε η διηνεκής εμφάνιση μεγιστοποιημένων επιδόσεων δεν αποτελούν σπάνιο φαινόμενο.

Page 20: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Πρωταρχικά με την έννοια της προσαρμογής μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την απλούστερη μορφή συσχετισμού μεταξύ αθλητικού αγωνιστικού συστήματος και σχετικού κοινωνικού περιβάλλοντος. Στα πλαίσια αυτά για να μπορεί να διασφαλίσει κοινωνική βιωσιμότητα το σύστημα οφείλει να εκπληρώνει τις προσδοκίες που το ίδιο δημιουργεί, το ίδιο ’’παράγει’’ στο περιβάλλον του. Στις εξελικτικές τάσεις της νεοσυστημικής θεώρησης, ήτοι της θεώρησης περί ’’αυτοαναφερόμενων συστημάτων’’59 τίθεται επίσης το ερωτηματικό της δυνατότητας προσαρμογής του σχετικού περιβάλλοντος στο αθλητικό σύστημα τουλάχιστον όσον αφορά την δημιουργία κατάλληλων συνθηκών ’’συνδιαλλαγής’’ στη βάση ’’δια-συσχετισμού’’ των εκατέρωθεν επικοινωνιακών πρακτικών με σκοπό την ’’αλληλο-βιωσιμότητα’’. Το σύστημα στις θεωρητικές αυτές προοπτικές οι οποίες δημιουργούν τα πλαίσια φυσικά για ένα αντίστοιχα ’’σωστό πράττειν’’, μπορεί να προσαρμοστεί επιλεκτικά στο περιβάλλον εάν το περιβάλλον ’’προσαρμόζεται’’ στην διαφορετικότητα που προτάσσει, εάν προτάσσει60, το σύστημα ως προϋπόθεση, ως βάση δια-συσχετισμού. Αυτό είναι εφικτό όταν το σύστημα και το περιβάλλον παρέχουν δυνατότητες δια-συσχετισμού οι οποίες δεν αλλοιώνουν την ιδιαίτερη ταυτότητα, το ιδιαίτερο νοηματικό περιεχόμενο της εκατέρωθεν ανελισσόμενης επικοινωνίας και δράσης. Εδώ υπεισέρχεται ως κυρίαρχη προϋπόθεση αυτής της διαδικασίας η δυνατότητα ’’αναστοχασμού’’ και του αθλητικού συστήματος και των σχετικών περιβαλλοντικών συστημάτων.61 Αυτό σημαίνει ότι αθλητισμός των επιδόσεων εάν προσδιορισθεί ως ένα περίπλοκο, αυτό-αναφερόμενο κοινωνικό σύστημα δεν έχει να προσαρμοστεί μόνο σε περιβαλλοντικά δεδομένα. Αντίθετα για

59 Εδώ χρησιμοποιούμε την έννοια της αυτοαναφοράς στο πνεύμα ότι ο αθλητισμός ως περίπλοκο κοινωνικό σύστημα συνιστά πρόβλημα και για τον ίδιο του τον εαυτό στα πλαίσια των εξελικτικών του μετασχηματισμών. Για το λόγο αυτό υποχρεούται να αναπτύξει λειτουργίες όπως αυτή της αυτοθεματοποίησης, (φυσικά για την υπερ-περίπλοκη αυτή διαδικασία-λειτουργία,είναι αναγκαία μια υπερ-περίπλοκη γνωσιακή δομή,η οποία σαφώς και συνδέεται άμμεσα με τις επιδόσεις της Αθλητικής Επιστήμης στο σύνολό της όσον αφορά την αθλητική αγωνιστική δράση και οι οποίες σήμερα τουλάχιστον σχετικά με τον προβληματισμό περί φαρμακοδιέγερσης, είναι επιεικώς συγκεχυμένες), η οποία ως διαδικασία αναπαραγωγής της ενότητας του συστήματος είναι προϋπόθεση για την δυνατότητα ύπαρξης ευνοϊκών για το σύστημα περιβαλλοντικών επαφών. Δηλαδή επιλεκτικών ετεροαναφορών, κυρίως με το κατ’ εξοχή σχετικότατο και απολύτως απαραίτητο ως προϋπόθεση ύπαρξής του περιβάλλον, πού είναι το ανθρώπινο σώμα. Η αθλητική αγωνιστική δράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσον πλοήγησης του ανθρώπινου σώματος. Το ερώτημα είναι προς ποιά κατεύθυνση. Από το σημείο αυτό και μετά αρχίζουν οι παιδαγωγικοί προβληματισμοί π.χ. για την επινόηση, τουλάχιστον όπως τώρα εμφανίζεται, μιάς ’’ολυμπιακής παιδείας’’ ή καλύτερα, από το σημείο αυτό μπορούν να ξεκινήσουν. Ο αγωνιστικός αθλητισμός εάν αναλυθεί στα πλαίσια της θεώρησης περί ’’αυτοαναφερόμενων-αυτοποιούμενων συστημάτων’’ του N.Luhmann, δηλ. προσδιορισθεί ως αυτοαναφορικό σύστημα, σημαίνει ότι δεν επιδέχεται αυθαίρετων παρεμβάσεων από το σχετικό του περιβάλλον αλλά συνεπικουρεί και το ίδιο το σύστημα για να δεχτεί τις οποιεσδήποτε αλλά κυρίως, εάν έχει προσεγγίσει ικανά επίπεδα περιπλοκότητας, τις επιλεγόμενες από το ίδιο περιβαλλοντικές παρεμβάσεις.

60 Πολλές φορές το αγωνιστικό αθλητικό σύστημα ’’αυτοκαταργεί’’ τη νοηματική του κυρίως διαφορετικότητα και ιδιαιτερότητα χάριν του περιβαλλοντικού συσχετισμού π.χ. χάριν της τηλεοπτικής αναμετάδοσης.61 Η διατύπωση αυτή εκφράζει ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία μετάβασης από ’’το παράδειγμα σύστημα περιβάλλον’’ (βασικός εκπρόσωπος αυτής της ’’κοινωνιολογικής θεώρησης’’ είναι ο T.Parsons), στο ’’παράδειγμα των αυτοαναφερόμενων συστημάτων’’ (βασικός εκπρόσωπος αυτής της ’’κοινωνιολογικής θεώρησης’’ είναι ο Ν. Luhmann).

Page 21: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

να αποκτήσει αυτή την ικανότητα για επιλεκτική περιβαλλοντική προσαρμογή οφείλει να προσαρμοστεί, (αυτό είναι πραγματοποιήσιμο μόνο δια της διαδικασίας της ’’αυτο-θεματοποίησης’’), κατά την εξελικτική του πορεία στην περιπλοκότητα που το ίδιο έχει αναπτύξει, αλλά κυρίως στα επακόλουθα αυτής, όπως στην ’’ενδεχομενικότητα’’ που χαρακτηρίζει τις επικοινωνιακές του πρακτικές, δίχως να μετασχηματίζεται η νοηματική τους ιδιαιτερότητα. Δηλαδή το αθλητικό αγωνιστικό σύστημα όπως υφίσταται σήμερα οφείλει να συνυπολογίζει μη προβλέψιμες καταστάσεις, ανεπάρκειες ποιοτικού προσδιορισμού και εσωτερικές συγκρούσεις όσον αφορά τα τελεστικά του επικοινωνιακά ενεργήματα, κυρίως δε αυτά των πρωτευόντων ρόλων του, ήτοι ιεραρχικά αθλητών, προπονητών και παραγόντων.

Εάν δεν αναπτύξει ’’προγράμματα’’62 και οργανωτικές δομές οι οποίες να μπορούν να απομειώνουν την ιδιοπεριπλοκότητά του ούτως ώστε να είναι σε θέση να μπλοκάρει επικοινωνιακά ενεργήματα ή δράσεις που το ίδιο το σύστημα χαρακτηρίζει ως αποκλίνουσες, ανεξάρτητα από τον στόχο ο οποίος μπορεί να είναι η προσαρμογή στο περιβάλλον δια της εκπλήρωσης προσδοκιών, δεν θα έχει την δυνατότητα να παρακολουθεί τους περιβαλλοντικούς μετασχηματισμούς χωρίς να θέτει ζήτημα αναγκαστικής και συνεχούς αλλαγής της βασικής του δομής ούτως ώστε να μπορεί να προσαρμόζεται στα γενικότερα εξελικτικά κοινωνικά δεδομένα δηλ. στις ισχύουσες κοινωνικές πραγματικότητες. Προσαρμογή σε ένα συχνά και απρόβλεπτα μετασχηματιζόμενο περιβάλλον προϋποθέτει επομένως υψηλές δομικές ευλυγισίες από το σύστημα του αγωνιστικού αθλητισμού, το οποίο όσον αφορά τους προβληματισμούς περί της ποιότητας των επιδόσεών του είναι εγκλωβισμένο σε μια δυσδιάκριτη κοινωνικά ’’δέσμη’’ ηθικών εκκλήσεων.63 Μία βασική αιτία αυτής της κατάστασης έχει να κάνει με το έλλειμμα ’’γνωσιακής περιπλοκότητας’’ που χαρακτηρίζει το σύστημα και τα επακόλουθα είναι πέραν του εδώ κυρίαρχου προβληματισμού μας πολλά και σημαντικότατα (π.χ. ο ’’ερμαφρόδιτος’’ επαγγελματισμός των κυρίαρχων ρόλων του συστήματος).

62 Το αγωνιστικό αθλητικό σύστημα όπως δείχνουν τα γεγονότα δεν έχει εξελίξει προγράμματα και αν έχει αυτά στις υπάρχουσες δομές είναι δυσλειτουργικά όσον αφορά τη ρύθμιση της ’’ποιοτικής’’ ταξινόμησης των ενεργημάτων του, χωρίς να θέτει ερωτηματικά σχετικά με την ενότητα και συνεχή παρουσία του ’’επικοινωνιακού κωδικού’’ του. Βλ. για παράδειγμα τα γεγονότα σχετικά με την ’’ανεξάρτητη αρχή ελέγχου’’ για το Doping στους ολ. αγώνες της Αθήνας. Τα γεγονότα αυτά υπογραμμίζουν ταυτόχρονα την αδυναμία του ολυμπιακού αθλητισμού να επιλύσει τα προβλήματα που οι ίδιοι οι πρωτεύοντες ρόλοι του δημιουργούν με τις επιλογές τους όσον αφορά τον τελεστικό τρόπο των ενεργημάτων τους. Έτσι διακυβεύεται και η σχετική του αυτονομία και υπογραμμίζει με αυτόν τον τρόπο τη συνεχή του, όμως πλέον όχι και απαραίτητη εξάρτηση απο την πολιτεία όσον αφορά την επίλυση προβλημάτων που δημιουργεί η ’’ιδιοπεριπλοκότητά’’ του. Με αυτό τον τρόπο δεν επιτυγχάνεται επαρκώς ή επιτυγχάνεται ανορθόδοξα η ανέλιξη της αυτοαναφορικότητάς του. Είναι άκρως απαραίτητη η ανάπτυξη προγραμμάτων, τα οποία ως αντίστοιχα προς τον κωδικό λειτουργικά ισοδύναμα θα κινητοποιήσουν εκείνες τις πλευρές, εκείνες τις εκδοχές της αυτοαναφορικότητάς του, επί τη βάσει των οποίων θα είναι δυνατή μιά παρουσίαση της ’’ταυτολογίας’’ (π.χ. η Νίκη είναι Νίκη) και της ’’παραδοξότητας’’ (π.χ .η Νίκη δεν είναι Νίκη), των θεμελιακών ενεργημάτων του (π.χ.της προπονητικής ή αγωνιστικής διάδρασης) 63 Εδώ θα θέλαμε να τονίσουμε ότι η αθλητικο-αγωνιστική επικοινωνία και δράση δεν έγινε, άν και επιδιώχθηκε πολλές φορές (αναφέρουμε παραδειγματικά τις προσπάθειες του Coubertin), ποτέ αντιληπτή στις σύγχρονες κοινωνίες (και ούτε είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτή σήμερα, βλ. αναλυτικά Patsantaras 1994). Επιστημονικά δεν της προσδόθηκε ποτέ ο χαρακτήρας ’’πρωτεύουσας κοινωνικής λειτουργίας’’, στο πνεύμα ότι δεν μπορούν να υφίστανται κοινωνίες χωρίς αγωνιστικό αθλητισμό ή εγείροντας την αξίωση ότι μπορεί να μετασχηματίσει ή να αντικαθρεφτίσει ο αγωνιστικός αθλητισμός την κοινωνική πραγματικότητα. Οι ’’ρητορείες’’ ή οι αντιλήψεις αυτής της μορφής που κυριαρχούν ακόμα και σήμερα στην κοινωνική περιοχή του αγωνιστικού αθλητισμού, δείχνουν ότι ο χώρος αυτός είναι ’’εύφορος’’ για εποικισμό από την αθλητική-παραγοντική ή την πολιτική-κομματική δημαγωγία.

Page 22: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

Οι υποτιμημένοι στα πλαίσια της Αθλητικής Επιστήμης θεωρητικοί διερευνητικοί προβληματισμοί, θα έπρεπε ίσως να ληφθούν σοβαρότερα υπόψη, ιδιαίτερα στα πλαίσια του ελλείμματος γνωσιακής περιπλοκότητας που χαρακτηρίζει την περιοχή του αγωνιστικού αθλητισμού, για την ανεύρεση ενδεδειγμένων λύσεων, κυρίως όταν θέτουν και διαπραγματεύονται ερωτηματικά όπως: Ποιά είναι η σχέση του συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού με το ’’σχετικότερο περιβάλλον’’ του που είναι το ανθρώπινο σώμα και γενικά με την οντότητα ’’Άνθρωπος’’; Έχει να προβάλει πέραν του κωδικού του ’’Νίκη/Ηττα’’, άλλα λειτουργικά ισοδύναμα και για μία περαιτέρω ποιοτική αξιολόγηση των επιδόσεών του;

7. Η δυνατότητα και οι προϋποθέσεις του αγωνιστικού αθλητικού συστήματος

για αναστοχαστική λειτουργία.

Στα εξελικτικά επίπεδα που κινείται σήμερα ο αθλητισμός των επιδόσεων αυξάνεται η περιπλοκότητα των επικοινωνιακών του πρακτικών. Αναζητώντας λοιπόν λύσεις για το πρόβλημα της φαρμακοδιέγερσης δεν πρέπει να μας διαφεύγει η αρχή αυτή, η οποία μας υπενθυμίζει ότι οι περιβαλλοντικές παρεμβάσεις όπως π.χ. από το πολιτικό σύστημα, δεν διανοίγουν και τις καταλληλότερες προοπτικές για τον ανωτέρω σκοπό. Η ’’νοηματική πλοήγηση’’ των αθλητικών-αγωνιστικών επικοινωνιακών πρακτικών προς συγκεκριμένες αξίες, όπως επίσης ο έλεγχος, ο ποιοτικός προσδιορισμός αυτών των πρακτικών, είναι ’’ένδο-συστημική υπόθεση’’.

O αγωνιστικός αθλητισμός ως περίπλοκο σύστημα αναδεικνύεται στα πλαίσια αυτά σε πρόβλημα και για τον εαυτό του εάν δεν μπορεί να ελέγξει την περιπλοκότητα που ο ίδιος παράγει. Όταν αναφερόμαστε στις αναστοχαστικές του λειτουργίες αναφερόμαστε στις δυνατότητες που έχει ή μπορεί να αναπτύξει για την πλοήγηση της παραγόμενης από το ίδιο περιπλοκότητας των επικοινωνιακών του πρακτικών. Αναφερόμαστε σε δυνατότητες για ’’αυτό-θεματοποίηση’’, αναφερόμαστε στην ενεργή παρουσία μιας διαδικασίας δια της οποίας επιδιώκεται κυρίως η λήψη ’’μέτρων προφύλαξης’’ που σχετίζονται με τις προϋποθέσεις ύπαρξης και γενικά με την βιωσιμότητα των σχετικών του περιβαλλοντικών συστημάτων, από τα οποία εξαρτάται κυριολεκτικά η ύπαρξή του. Στη προκειμένη περίπτωση αναφερόμαστε στη βιωσιμότητα του ανθρώπινου σώματος, της ’’ανθρώπινης φύσης’’ όσον αφορά τη δυνατότητα παραγωγής επιδόσεων και όχι μόνο.64Στα αφηρημένα επίπεδα που κινείται ο προβληματισμός περί ’’υποκειμένου’’ στα πλαίσια της νεο-συστημικής θεώρησης, ως μόνος τρόπος, ως μόνη μέθοδος και δυνατότητα να συμπεριληφθεί αυτό γενικά στο αθλητικό κοινωνικό γίγνεσθαι, σε συνδυασμό με την επικέντρωση του ενδιαφέροντος της κοινωνικής-επιστημονικής προσοχής σε κοινωνικά γεγονότα, εμφανίζεται το ανθρώπινο σώμα ως περιβαλλοντικός παράγοντας. Συσχετισμοί και διασυνδέσεις μεταξύ των δύο επιπέδων αναφοράς (δηλ. αθλητικο-αγωνιστικού συστήματος-64 Γενικά γιά την ’’αναστοχαστική λειτουργία’’ στα πλαίσια της κοινωνιολογικής σκέψης βλ.κυρίως Luhmann 1984,σελ.252,373-375,470,601-617, Luhmann 1992,σελ.84,199,204,274,528-555.Επίσης Willke 1991, σελ.27,57,71-75 και 180.

Page 23: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

ανθρώπινου σώματος) μπορούν να πραγματοποιηθούν με την δημιουργία ’’συμβιωτικών μηχανισμών’’. Π.χ. στην διαδικασία επιλογής των μέσων στα πλαίσια της προπονητικής πράξης το πλεόνασμα των δυνατοτήτων τις οποίες παρέχει το περιβάλλον, διαφοροποιείται και οριοθετείται65 από την ύπατη αξία της ανθρώπινης ύπαρξης, αυτή της υγείας. Η υγεία στα πλαίσια αυτά γίνεται αντιληπτή ως το κυρίαρχο συστατικό ενεργοποίησης της αναστοχαστικής λειτουργίας του αγωνιστικού αθλητισμού και ως μέσον, ως σημείο αναφοράς ανάπτυξης συμβιωτικών συσχετισμών μεταξύ συστήματος και ανθρώπινου σώματος.66 Πρακτικά αυτό είναι εφικτό δια της ανάπτυξης ενημερωτικών προγραμμάτων και προγραμμάτων μέριμνας, για την υγεία των αθλητών, από ’’σύνολο ειδικών’’67 και σε όλα τα επίπεδα της αθλητικής αγωνιστικής οργάνωσης, αρχής γενομένης από τους συλλόγους. Η ανάπτυξη μίας τέτοιας μορφής γνωστικής περιπλοκότητας καθιστά δυνατή αλλά και προϋποθέτει ταυτόχρονα την ’’αυτό-θεματοποίηση’’, η οποία εμπεριέχει ως συστατικό της στοιχείο και τον αυτοπεριορισμό68 του αγωνιστικού αθλητικού πράττειν, με γνώμονα τις προϋποθέσεις ’’επιβίωσης’’ (στο πνεύμα πάντα της ικανότητας για υψηλές αθλητικές επιδόσεις), του ουσιαστικότερου περιβαλλοντικού παράγοντα σχετικά με την πραγμάτωσή του και ύπαρξή του, δηλ. του ανθρώπινου σώματος. Η σχέση του συστήματος με το σώμα δεν είναι δυνατό να διερευνηθεί με βάση τον προαναφερθέντα επικοινωνιακό κωδικό του συστήματος (Νίκη-Ήττα)69. Δεν μπορεί να πραγματωθεί στη βάση της

65 Η οριοθέτηση αυτή δηλώνεται από το σύστημα στον προβληματισμό μας περί φαρμακοδιέγερσης ως αναγκαιότητα η οποία μπορεί να εκπληρωθεί διά της «ανάπλασης» (βλ. γενικά για την δυνατότητα αυτή των κοινωνικών συστημάτων Willke 1991,σελ.60), των περιβαλλοντικών δυνατοτήτων (π.χ.βιοχημικών ανακαλύψεων σχετικών με την επιρροή σε βιολογικούς παραμέτρους), εντός των δικών του ιδιαίτερων νοηματικών περιεχομένων, εντός της δικιάς του ’’ευαισθησίας’’ και από λειτουργική άποψη που έχει με τον περιβαλλοντικό παράγοντα ’’ανθρώπινο σώμα, επί τη βάσει των οποίων διαφοροποιείται και από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Προϋπόθεση μιάς τέτοιας ’’αναπλαστικής διαδικασίας’’ είναι η η ποιοτική ιδιοπεριπλοκότητα (δημιουργία υπερ-αναπτυγμένων γνωσιακών δομών, με την μορφή ρόλων και θέσεων εμπειρογνωμόνων, συμβουλευτικών επιτροπών κ.τ.λ.) του συστήματος γιά την ανάπτυξη της οποίας έχει την ευθύνη η Αθλητική Επιστήμη στο σύνολό της, ως συνεργατική επιστήμη όσον αφορά την έκφρασή της , σχετικά με περίπλοκα προβλήματα όπως αυτό της φαρμακοδιέγερσης.66 Εδώ θέλουμε να τονίσουμε, αν και το έχουμε προαναφέρει, ότι η προαγωγή της υγείας δεν αποτελεί λειτουργικό στόχο του αθλητικο-αγωνιστικού συστήματος. Σίγουρα όμως αποτελεί προϋπόθεση, την πιο ουσιαστική μάλιστα, για την πραγμάτωση των αθλητικο-αγωνιστικών επικοινωνιακών ενεργημάτων.67 Ο ρόλος του ειδικού στον αθλητισμό γενικά είναι μια πολύ συγκεχυμένη και παρεξηγημένη έννοια. Βλ. χαρακτηριστικά περί της «παραγωγής ειδικών ρόλων» στο αθλητικό σύστημα Patsantaras 1994,σελ.131-158 και Πατσαντάρας 2004,σημειωσεις πανεπιστημιακών παραδόσεων «Θεσμική χαλαρότητα του ποδοσφαίρου και προπονητική δράση» 68 Η ικανότητα αυτοπεριορισμού γενικά των κοινωνικών συστημάτων (βλ. σχετικά Willke 1991,σελ.133-136),τουτέστιν και του αγωνιστικού αθλητισμού, στα πλαίσια αυτά αναδεικνύεται ως «ικανότητα και επίτευγμα» μαζί ,η οποία εάν αναχθεί σε μέτρο του «αθλητικού πράττειν», μόνο τότε μπορεί να αποτελέσει ο «εξορθολογισμός» του συστήματος πεδίο και βάση μιάς ανώτερης και αποτελεσματικότερης μορφής ορθολογικότητάς του. Δηλ η ορθολογικότητα του αθλητικού πράττειν (π.χ.όσον αφορά τα προς διάθεση μέσα γιά την προσέγγιση στόχων),μόνο διασυνδεόμενη με αναπτυσσόμενους από το σύστημα αναστοχαστικούς μηχανισμούς μπορεί να αποτελέσει μιά προς την σωστή κατεύθυνση εξελικτική διαδικασία. Σε αντίθετη περίπτωση το σύστημα θα οδηγηθεί σε αδιέξοδο, σε μορφές αποσύνθεσης και ’’νοηματικής μετάλλαξης’’. Φυσικά όλα είναι πιθανά και εξαρτώνται από την γνωστική περιπλοκότητα του αγωνιστικού αθλητικού συστήματος, κυρίως δε από την ’’εργαλειοποίησή της’’, από τη χρήση της. Η φαρμακοδιέγερση ως επακόλουθο πρόβλημα μιά επαύξησης στα πλαίσια αυτά, της τελεστικής περιπλοκότητας του συστήματος μπορεί να ’’αναχαιτισθεί’’ μονάχα με αναστοχαστικούς μηχανισμούς και αυτό για καθαρά ορθολογικούς λόγους. 69 Ο επικοινωνιακός κωδικός του αγωνιστικού αθλητισμού, διαφοροποιεί τα επικοινωνιακά του ενεργήματα από ’’έτερα’’, χωρίς όμως να μας δίνει πληροφορίες γιά να μπορούμε να κατανοήσουμε τον τρόπο πού ρυθμίζονται αυτά. Αυτό σημαίνει ότι οι αξίες του κωδικού δεν είναι και δεν μπορούν να

Page 24: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

λογικής κερδίζει το σύστημα, χάνει το περιβάλλον, δηλ. το σώμα. Στα πλαίσια όμως μιας ’’δια-συστημικής συνάφειας’’ μπορούν να αναπτυχθούν συμβιωτικοί μηχανισμοί π.χ. στρατηγικές δράσεις, οι οποίοι χωρίς να αποκλείουν το ’’εργαλειακό αθλητικό πράττειν’’, θα καλλιεργούν αναστοχαστικά τη σχέση μεταξύ αθλητικού ρόλου και ανθρώπινης φύσης περιορίζοντας το πεδίο δράσης του αθλητικού ρόλου σε εκείνες τις επιλογές που καθιστούν βιώσιμο το σχετικό του και απαραίτητο περιβάλλον, εδώ το ανθρώπινο σώμα, με αποτέλεσμα συνδυαστικά οφέλη.

Ο αναστοχασμός χαρακτηρίζει κατ’ αυτό τον τρόπο την ικανότητα του αθλητικού συστήματος να αυτοθεματοποιείται και να αντιλαμβάνεται εαυτόν υπό προϋποθέσεις, ως γόνιμο περιβάλλον εκπλήρωσης προσδοκιών άλλων κοινωνικών συστημάτων. Η αυτοθεματοποίηση αυτή του δίνει τη δυνατότητα να προβληματιστεί για τις προϋποθέσεις διατήρησης της νοηματικής ιδιαιτερότητας της αθλητικής αγωνιστικής επικοινωνίας, αλλά και συντονισμού της πολύμορφης τελεστικής περιπλοκότητας των μερών του η οποία παράγεται από τον μεγάλο βαθμό ενδεχομενικότητας που σήμερα τα χαρακτηρίζει. Στα πλαίσια αυτά ως συστατικό στοιχείο του αναστοχασμού αναδεικνύεται και ο λειτουργικός αυτοπεριορισμός του συστήματος. Αυτοπεριορισμός μέσου συντονισμού των επιλογών δράσης, δια του μπλοκαρίσματος του πλεονάσματος δυνατοτήτων που έρχονται σε σύγκρουση με τα ιδιαίτερα νοήματά του. Στις προοπτικές αυτές από όσες δυνατότητες επικοινωνιακών πρακτικών έχει προς διάθεση, επιλέγει εκείνη που δεν θα του αποδώσει το μέγιστο, αλλά το μέγιστο βέλτιστο όφελος σε διαρκή βάση, φυσικά στα πλαίσια της επικοινωνιακής λογικής του η οποία ορίζεται από τον επικοινωνιακό κωδικό του. Αυτή η διαδικασία έχει το χαρακτήρα δυνατότητας απομείωσης της τελεστικής του περιπλοκότητας.. Όμως για να πραγματοποιηθεί μίας τέτοιας μορφής αυτοθεματοποίηση ως μέρος της αναστοχαστικής λειτουργίας του αθλητικού συστήματος προϋποτίθενται υπέρ- αναπτυγμένες γνωσιακές δομές, (πράγμα που αναμφίβολα δεν διαθέτει το αθλητικό σύστημα, τουλάχιστον στις παρούσες καταστάσεις ή και αν διαθέτει δεν ανελίσσονται στα πλαίσια μιας ενιαίας αθλητικής-επιστημονικής θεωρίας) με την μορφή ρόλων, θέσεων ή επιμέρους ενοτήτων (προγράμματα, συμβουλευτικές επιτροπές, επιστημονικό σύστημα κ.τ.λ.).

Ακόμα και όταν υπάρχουν ή εάν υπάρξουν αυτά τα συστατικά στις κρατούσες χαλαρές δομές συγκρότησης των οργανωτικών του σχημάτων και στις υπάρχουσες καιροσκοπικές λογικές μυστικών δομών, όσον αφορά την προσέγγιση π.χ. της μεγιστοποιημένης επίδοσης, που κυριαρχούν στον αγωνιστικό αθλητισμό, αυτά καθίστανται ανενεργά (π.χ. WADA). Έτσι καθίσταται ανενεργή και η δυνατότητα ανάλυσης και αξιολόγησης των δυνητικών πράξεων του ίδιου του συστήματος, σε σχέση με τις ανεκτές συνέπειες και τα παράγωγα προβλήματα στο σχετικό περιβάλλον του π.χ. στη ’’φυσική ανθρώπινη οντότητα’’. Στα πλαίσια αυτά οφείλεται να συμπεριληφθεί ως κυρίαρχο συστατικό της εκλογικευμένης λειτουργικότητας του συστήματος, με την μορφή προγραμμάτων κυρίως, η ανάγκη εκδημοκρατισμού και ’’εκπολιτισμού των εξελικτικών του τάσεων’’. Η ανάγκη εκπολιτισμού των θεσμικών και οργανωτικών του σχημάτων ούτως ώστε να απεμπλακούν οι στόχοι των από τους ’’εγωκεντρικούς λειτουργικούς προσανατολισμούς’’ του συστήματος, υπό την προστασία των οποίων πραγματώνονται ιδιοτελή και καιροσκοπικά προσωπικά συμφέροντα, εις βάρος του ’’Ανθρώπινου Υποκειμένου’’ και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Μόνο έτσι θα μπορέσει η κοινωνική περιοχή του αθλητισμού των

αποτελέσουν κριτήριο και για τον ποιοτικό-ηθικό προσδιορισμό της αθλητικο-αγωνιστικής επικοινωνίας και δράσης. Βλ. Πατσαντάρας 1995, σελ.145-152.

Page 25: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

επιδόσεων να αναπτύξει έναν αποτελεσματικό προβληματισμό για το ανθρώπινο σώμα και γενικότερα για το ’’Ανθρώπινο Υποκείμενο’’.

8. Διαδυκτίωση της απόκλισης-Δυνατότητα ελέγχου-Επακόλουθα.

Στη διαδικασία, στη μέθοδο της φαρμακοδιέγερσης εμπλέκονται πάντα διαφορετικά πρόσωπα και θεσμοί, τα οποία καθορίζουν τη χρήση της, παρατηρούν τις αντιδράσεις και καθορίζουν την καθημερινή πρακτική εφαρμογή της. Αθλίατροι, βιοχημικοί, προπονητές και άλλοι εξειδικευμένοι ρόλοι διερευνούν και εξελίσσουν μεθόδους απόκρυψης των νεο-παραγόμενων ουσιών από τους ελέγχους. Αθλητικοί παράγοντες οργανώνουν και παρέχουν κάλυψη στην όλη διαδικασία. Πολιτικοί, εξαιτίας της κοινωνικής σημαντικότητας της αθλητικής επίδοσης, προάγουν τη φαρμακοδιέγερση αν και όχι δημόσια τουλάχιστον δια της σιωπηλής αποδοχής. Αυτό σημαίνει ότι λειτουργικά ένας έλεγχος ο οποίος διενεργείται από πρόσωπα και θεσμούς που εμπλέκονται τα ίδια ή μάλλον καρπώνονται τα ίδια τα οφέλη μιας σπουδαίας αθλητικής επίδοσης, είναι αναξιόπιστος. Εξάλλου είναι αυτά τα ίδια πρόσωπα και οι θεσμοί οι οποίοι παρακωλύουν τον αμερόληπτο έλεγχο από μία κατά κάποιο τρόπο ’’ουδέτερη’’ αρχή (π.χ.WADA) όπως έδειξαν τα γεγονότα στο 2004. Επίσης πολλά γεγονότα έχουν δείξει πως και νομικά μπορεί να ’’ξεγλιστρήσει’’ από τις κατηγορίες ή τις κυρώσεις ένας ’’ντοπαρισμένος’’ αθλητής. 70

Ενώ σε ολοκληρωτικά κοινωνικά συστήματα, κατά το παρελθόν (π.χ. DDR) βιώναμε την υπόθεση του Ντόπινγκ σε κρατικά θεσμικά πλαίσια, στις δημοκρατικές κοινωνίες δυτικού τύπου η διαδικασία αυτή λειτουργεί στην βάση της αρχής ’’της αποκεντρωμένης αυτό-οργάνωσης της απόκλισης’’. Έτσι δημιουργούνται άτυπα κοινωνικά δίκτυα όπου κυριαρχεί η μυστικότητα ως έκφραση αλληλεγγύης μεταξύ των ενδιαφερομένων ενώ πολλές φορές όπως δείχνουν τα μέχρι τώρα γεγονότα, πραγματοποιείται με δομική κάλυψη, είτε από εκπροσώπους της πολιτείας, είτε από εκπροσώπους των αθλητικών ομοσπονδιών.71 Αυτές οι άτυπες μικρές ομάδες επειδή οι εμπλεκόμενοι είναι ίσως επιφανείς αθλητικοί ή πολιτικοί παράγοντες, παρακάμπτουν την επίσημη πολιτική των ομοσπονδιών, αλλά καλυπτόμενοι μυστικά συνήθως από αυτές, υπονομεύουν τις περί αθλητικής ηθικής διακηρύξεις και παραστάσεις και τις αντικαθιστούν με

70 Βλ.αναλυτικά Voy 1991,κυρίως κεφ.17.71Για παράδειγμα αναφέρουμε τις ’’δημόσιες συζητήσεις’’ οι οποίες έλαβαν χώρα μετά τα γεγονότα σχετικά με τον Κ.Κεντέρη και την Κ.Θάνου. Το φαινόμενο αυτό φυσικά δεν είναι μοναδικό. Βλ.χαρακτηριστικά,Bette 1999, σελ.228-230.

Page 26: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

ένα λειτουργικό ήθος το οποίο φυσικά δεν γίνεται επίσημα αποδεκτό και για αυτό και δεν διακηρύσσεται δημόσια 72 Δηλαδή το δυσδιάκριτο πάντα κλασσικό αθλητικό ήθος καταλύεται χάριν της λειτουργικότητας του συστήματος με αποτέλεσμα να παίρνει η διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης βαθμηδόν την ποιότητα μιας αυτό-αναπαραγόμενης μεθόδου, (η απόκλιση γεννά απόκλιση κ.ο.κ.), η οποία κατά κάποιο τρόπο νομιμοποιείται ως επιλογή από την υπαρκτή αναφορικότητα των αθλητικών-αγωνιστικών επικοινωνιακών ενεργημάτων στον κωδικό της Νίκης.

Η εξωτερική πίεση υπό την μορφή των αυξανόμενων ελέγχων είναι εύλογο να δημιουργεί, να παράγει περισσότερη δομική μυστικότητα, σιωπηλή συνοχή των ντοπαρισμένων αθλητών και να σταθεροποιείται έτσι η διαδικασία της απόκλισης.

9. Η φαρμακοδιέγερση ως ’’ενδεχομενική δράση’’. Η σύγκρουση μεταξύ

’’παραδοσιακού’’ και ’’λειτουργικού αθλητικού ήθους’’.

Στο σύγχρονο αγωνιστικό αθλητισμό οι επιλογές προσέγγισης μιας μεγάλης αθλητικής επίδοσης είναι ανοιχτές, πολλές και υπόκεινται, όπως δείχνει ο προβληματισμός περί φαρμακοδιέγερσης σε αποφάσεις που είναι ανάλογες των έσω-δυνατοτήτων μιας συγκεκριμένης αθλητικής περιοχής και των περιβαλλοντικών περιστάσεων. Για το λόγο αυτό οι αποφάσεις αυτές έχουν ενδεχομενικό χαρακτήρα. Η επιλογή της διαδικασίας της φαρμακοδιέγερσης ως μορφή επικοινωνιακής πρακτικής, παράγει συγκρούσεις στο σύστημα, γιατί ουσιαστικά γίνεται αντιληπτή ως απόκλιση, (αυτό σημαίνει ότι αναζητούνται πρωτίστως τρόποι καταστολής του φαινομένου, δηλ. κατασταλτικοί μηχανισμοί πράγμα ίσως ακατόρθωτο στα πλαίσια της λειτουργικής διαφοροποίησης των κοινωνιών) και όχι ως ενδεχομενικός τρόπος δράσης ο οποίος επιβάλλει στο σύστημα να προβεί σε αναθεωρήσεις, αξιολογήσεις και λήψεις αποφάσεων σε αντιστοιχία με τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Δηλαδή να δημιουργήσει και να ενεργοποιήσει αποτελεσματικούς μηχανισμούς αναστοχασμού και αυτοθεματοποίησης. Σίγουρα όπως αυτό επιβεβαιώνεται από τα γεγονότα τα υπάρχοντα κανονιστικά πλαίσια του συστήματος δεν

72Αθόρυβα όμως από ότι έδειξαν τα γεγονότα στο 2004 γίνεται σιγά - σιγά αποδεκτό από τις κοινωνίες οι οποίες γνωρίζουν ότι οι μεγάλες αθλητικές επιδόσεις συνήθως πραγματώνονται και με την χρήση φαρμακευτικών υποκατάστατων και για τον λόγο αυτό ζητούν υπό αυτές τις προϋποθέσεις, ’’με τον τρόπο τους’’, ισόνομη μεταχείριση των αθλητών. Αναφέρουμε παραδειγματικά τις πρωτοφανείς αντιδράσεις του κόσμου κατά την εκκίνηση του τελικού των 200 μέτρων στο ολυμπιακό στάδιο.

Page 27: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

μπορούν να ελέγξουν την κατάσταση. Η φαρμακοδιέγερση θα πρέπει να γίνει αντιληπτή ως μία από τις πολλαπλές ενδεχομενικότητες του συστήματος η οποία αναπτύσσεται και καλλιεργείται από την επιμέρους εκλογίκευση των αθλητικών-αγωνιστικών επικοινωνιακών πρακτικών. Δηλαδή ως μία ενδεχομενική μορφή δράσης που γίνεται προβληματική από την στιγμή που δεν είναι δυνατή η πλοήγησή της, ο έλεγχός της, η ρύθμισή της, εξαιτίας κυρίως και πέραν των άλλων της μυστικότητας της ανέλιξής της. Αυτή η ανεξέλεγκτη φυσικά ενδεχομενικότητα της αγωνιστικής αθλητικής δράσης, οδηγεί εύκολα σε επιλογές που φυσικά έχουν στόχο ένα βραχυπρόθεσμο μαξιμαλιστικό όφελος. Η φαρμακοδιέγερση στα πλαίσια αυτά, ως ενδεχομενικός τρόπος αθλητικής δράσης, αναδεικνύεται ως μέγιστο πρόβλημα αφού εάν δημοσιοποιηθεί και εφόσον ορίζεται από το ίδιο το σύστημα του αγωνιστικού αθλητισμού ως απόκλιση, σημαίνει πρακτικά διάψευση των εντός και εκτός του συστήματος προσδοκιών. Αυτό φυσικά, πέραν του κυρίαρχου προβληματισμού περί της υγείας των αθλητών, έχει και κάποια άλλα επακόλουθα. Για παράδειγμα, το ότι οι ’’χρηματοδότες’’ προτιμούν να χρησιμοποιούν οργανωτικά αθλητικά σχήματα και όχι πρόσωπα ως μέσον προσέγγισης στόχων, ενισχύοντας οικονομικά σωματεία ή διοργανώσεις συνήθως και αποφεύγοντας τους αθλητές, σημαίνει ότι το περιβάλλον, εδώ δηλ. οι οικονομικοί θεσμοί, αναγνωρίζουν τις ενδεχομενικές και μέχρι σήμερα σχεδόν ανεξέλεγκτες δυνατότητες των επικοινωνιακών πρακτικών που έχει στη διάθεσή του το σύστημα ως αποτέλεσμα της εξελικτικής του περιπλοκότητάς του και αυτό το δεδομένο εκλαμβάνεται ως αίσθηση, ως πεδίο ανασφάλειας και αβεβαιότητας όσον αφορά κάποιους συσχετισμούς. Δηλαδή το σχετικό περιβάλλον αναπτύσσοντας ορισμένες προσδοκίες συνυπολογίζει και το ενδεχόμενο διάψευσης αυτών των προσδοκιών. Οι φυσιολογικές δυσκολίες αποσαφήνισης στα πλαίσια αυτά, των επιτρεπόμενων μέσων για την επιδίωξη ενός κατά τα άλλα θεμιτού σκοπού (αθλητική νίκη, μεγιστοποίηση της αθλητικής επίδοσης), πέραν των άλλων σοβαρών προβλημάτων, δημιουργεί και πρόβλημα προσαρμογής τόσο σε ατομικό αλλά και σε θεσμικό επίπεδο.

Ενώ σε επίπεδα συστήματος η με κάθε μέσο μεγιστοποίηση της επίδοσης αναδεικνύεται ως ενδεχομενική δυνατότητα, που έχει το νόημα της προσαρμογής στους περιβαλλοντικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς, σε ατομικό επίπεδο η φαρμακοδιέγερση, ως επιλογή δράσης, φανερώνει τη συνειδητή αντίθεση του αθλητή στο μέχρι σήμερα ισχύον σύστημα αξιών του αθλητισμού και τους περιορισμούς που αυτό συνεπάγεται.73 Γενικά το σύστημα του αθλητισμού των επιδόσεων, υφίσταται και διαμορφώνεται σε μια κοινωνική πραγματικότητα, σε αυτή των κοινωνιών δυτικού τύπου, της οποίας ένα από τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά είναι η ύπαρξη κλίματος καθολικής ηθικής ανοχής και σχετικοποίησης των αξιολογικών αναφορών του ανθρώπου, τουλάχιστον όπως αυτές οι αναφορές προσδιορίζονται μέχρι σήμερα. Στα αναλυτικά αυτά πλαίσια η δράση του ’’ντοπαρισμένου’’ αθλητή εκφράζει μια ’’ηθική ευελιξία’’, που όμως προσδιορίζεται από το ίδιο το σύστημα ως ένας ’’αμοραλισμός’’. Μιας τέτοιας μορφής

73Σε επίπεδα αλληλο-συσχετισμού των κοινωνικών συστημάτων, ως βασικός ενοποιητικός συντελεστής του αθλητισμού με το περιβάλλον του δηλ. με άλλα συστήματα μπορεί να θεωρηθεί, (ας χρησιμοποιήσουμε παρελθούσες αλλά πάντα παρούσες και εύκολα κατανοητές ορολογίες), η ’’κυρίαρχη ιδεολογία’’ η οποία διαπερνάει όλες τις μορφές της κοινωνικής- πολιτισμικής έκφρασης τουτέστιν και την αθλητική. Σήμερα η κυρίαρχη αυτή ιδεολογία διαμορφώνεται ουσιαστικά όπως έχουμε προαναφέρει, από τον οικονομικό κωδικό. Ετσι καθίσταται κοινωνικά-νοηματικά σημαντική η οποιαδήποτε κοινωνική δράση μόνον όταν αυτή έχει άμεσο ή έμμεσο οικονομικό αποτέλεσμα. Στα πλαίσια αυτά κάποιες σημαντικές κοινωνικές αξίες που προσέδιδαν (έστω και ανερεύνητα), κοινωνική σημαντικότητα κατά το παρελθόν κυρίως στον αγωνιστικό αθλητισμό, αναδεικνύονται σήμερα ως ’’δυσλειτουργικές’’ από το ίδιο το σύστημα ,όσον αφορά τις επιδόσεις του.

Page 28: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

αμοραλισμός, σίγουρα μπορεί να ευδοκιμήσει σε περιόδους κρίσεων προσανατολισμού και κοινωνικών μετασχηματισμών, όπως οι περίοδοι των δύο τελευταίων κυρίως δεκαετιών που βιώνει το αθλητικό σύστημα στο σύνολό του. Ο ντοπαρισμένος αθλητής λοιπόν δεν είναι μια ’’αιωρούμενη κοινωνική φιγούρα’’ που αποκλίνει συμπτωματικά και τυχαία, αλλά εμφανίζεται στο κοινωνικό πεδίο ως ένας κοινωνικός ρόλος, ο οποίος βρίσκεται σ’ ένα κομβικό σημείο σύγκλισης κοινωνικών προσδοκιών, με την έννοια μίας προσωπικής, πολιτικής, οικονομικής κ.τ.λ. ’’εργαλειοποίησης’’, εκμετάλλευσης της αθλητικής-αγωνιστικής δράσης, οι οποίες διαμορφώνουν, ορίζουν και τα πλαίσια πραγμάτωσης των επικοινωνιακών του πρακτικών, ενώ ταυτόχρονα με ’’κομψό’’74 τρόπο τον ωθούν στη χρήση φαρμακευτικών υποκατάστατων ή άλλων απαγορευμένων ουσιών, δηλ. τον ωθούν στην απόκλιση. Η προοδευτικά αυξανόμενη κοινωνική σημαντικότητα του αθλητισμού των επιδόσεων ως επακόλουθο κυρίως μίας οικονομικοποίησης, πολιτικοποίησης, επιστημονικοποίησης και της μαζικής εκμετάλλευσης-εργαλειοποίησής του από τα ΜΜΕ, έχει οδηγήσει την αγωνιστική αθλητική δράση σε συμπτώματα ’’νοηματικής υπερφόρτωσης’’. Το επακόλουθο είναι ότι σε επισφαλείς βιογραφικές καταστάσεις πολλοί αθλητές επιδιώκουν να προσαρμοσθούν στις απαιτήσεις του ίδιου του συστήματος αλλά και σε αυτές του περιβάλλοντος, δια της απόκλισης. Δηλαδή με τη χρήση αναβολικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών. Ο ντοπαρισμένος αθλητής χωρίς να παραβαίνει ορατά-αντιληπτά από το περιβάλλον τα ισχύοντα κανονιστικά τυπικά πλαίσια ανέλιξης της αγωνιστικής αθλητικής δράσης, παραβιάζει το άγραφο σύστημα αθλητικών αξιών (Fair Play). Στο πνεύμα αυτό το ’’Doping’’ μπορεί να θεωρηθεί ως απόκλιση από το παραδοσιακά οριζόμενο fair play. Όμως από τη στιγμή που όλοι υποθέτουν ότι οι υψηλού επιπέδου αθλητές μονάχα με αυτό τον τρόπο προσεγγίζουν μεγιστοποιημένες επιδόσεις, μπορεί να κατανοηθεί ως διαδικασία η οποία νοηματικά ενισχύεται ή δικαιολογείται από την πρώτη στην ιεραρχία του συστήματος αξιών αξία του συστήματος, αυτή της ’’επί ίσοις όροις’’ συμμετοχή, των ίσων ευκαιριών, η οποία θεωρητικά αλλά και πρακτικά θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως καθοριστικός παράγοντας πλοήγησης των επικοινωνιακών τελεστικών τρόπων του στα πλαίσια του αθλητικού ανταγωνισμού. Η αποκλινόμενη δράση γίνεται έτσι αντιληπτή ως αντίδραση ή ως προσπάθεια προσαρμογής, χάριν μίας αξίας, σε μια ’υποθετικά’ συγκροτούμενη αθλητική-αγωνιστική κοινωνική πραγματικότητα. Η υπόθεση και μόνο ότι όλοι οι υψηλού επιπέδου αθλητές ντοπάρονται, δημιουργεί όμως ένα φάσμα για επιλογές και έτσι η υπόθεση αυτή και μόνο παράγει αδιαμφισβήτητα τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά μία νέα αθλητική-αγωνιστική κοινωνική πραγματικότητα. Οι αθλητές, κυρίως όταν έχουν επενδύσει πολλές ελπίδες σε μια μεγάλη αθλητική διάκριση βρίσκονται αντιμέτωποι με το ερωτηματικό: ή εγκαταλείπουν τον πρωταθλητισμό ή ντοπάρονται. 75 Δηλαδή ο αθλητής που επιλέγει το’’Doping’’ αισθάνεται μια πίεση από τις δομές του συστήματος και αναζητά, ενισχυμένος όλως παραδόξως από θεμελιώδεις αξίες του συστήματος, άλλες επιλογές δράσης από τη στιγμή που έχουν και εάν έχουν, εξαντληθεί τα φυσικά αποθέματα ή οι επινοήσεις αποτελεσματικότερων προπονητικών προγραμμάτων, ως μέσον και ως προϋπόθεση προσέγγισης και πραγμάτωσης της καλύτερης δυνατής ή της μεγιστοποιημένης επίδοσης. Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να μας οδηγήσουν σε μια αναθεώρηση της χρόνιας προσπάθειας ’’υπερφόρτωσης’’, όπως π.χ. αυστηρής παιδαγωγικοποίησης ακόμα και σήμερα της αθλητικής αγωνιστικής δράσης, καθώς επίσης και της διαχρονικής υπαγωγής της, όσον αφορά την ποιοτική της αξιολόγηση σε ένα ανεπίκαιρο, 74 Ο Bette(1999σελ.230),τεκμηριώνει πολύ εύστοχα την «κομψότητα» των μεθόδων της φαρμακοδιέγερσης.75 Βλ τις υπέρ και κατά θέσεις όπως παρουσιάζονται από τους Court/Holmann 1999,σελ.99-102.

Page 29: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

όσον αφορά τις κοινωνικές πραγματικότητες, γι’ αυτό και αναποτελεσματικό, αθλητικό ήθος.76

Η μέθοδος της φαρμακοδιέγερσης ως διαδικασία ελαχιστοποίησης των μειονεκτημάτων του αθλητή κατά την αγωνιστική αντιπαράθεση δημιουργεί δυνατότητες εγκαθίδρυσης ενός ’’αντί-ήθους’’ που υποστηρίζεται κατά έναν παράδοξα ειρωνικό τρόπο, (η γενίκευση του προβλήματος οδηγεί σε αυτήν την επιλογή πολλούς αθλητές υψηλού επιπέδου), από ουσιαστικές αξίες του αγωνιστικού αθλητισμού όπως αυτή των ’’ίσων ευκαιριών’’ που προαναφέραμε.77 Υπό αυτές τις προϋποθέσεις δημιουργούνται προβλήματα σε αυτούς που είναι αρνητικοί απέναντι στην φαρμακοδιέγερση από την στιγμή που καθιερώνεται αυτή ’’αθόρυβα’’ και ανεξέλεγκτα, ως ’’μετα-νεωτερική παρέμβαση’’ στον αθλητισμό των επιδόσεων και όχι μόνο. Για παράδειγμα προπονητές οι οποίοι είναι αγκιστρωμένοι όσον αφορά τη δράση τους στο κλασσικό αθλητικό ήθος, στα υψηλά πολλές φορές ’’μυθοποιημένα’’ παιδαγωγικά ιδεώδη του αθλητισμού, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα σχετικά με την επαγγελματική τους καριέρα αφού συνήθως παραγκωνίζονται και αντικαθίστανται από τους ’’επιτυχημένους’’, δηλαδή από αυτούς που δεν έχουν ηθικές αναστολές78. Η φαρμακοδιέγερση στο πνεύμα αυτό, ως γνωστική μέθοδος και διαδικασία μπορεί να γίνει αντιληπτή ως νοηματικό συστατικό του επαγγελματικού αθλητικού ρόλου, ως αναγκαιότητα επειδή έχουν μετασχηματιστεί οι περιβαλλοντικές προϋποθέσεις, οι δυνατότητες και επίσης οι προσδοκίες σχετικά με την αθλητική επίδοση.

Η σύγκρουση του παραδοσιακού αθλητικού ήθους με τη ριζοσπαστική σε σχέση με αυτό, αυτοαναφορικότητα του σημερινού αγωνιστικού αθλητισμού, παράγει όπως δείχνει το φαινόμενο της φαρμακοδιέγερσης, από την στιγμή που ο αθλητής το επιλέγει συνειδητά, ένα νέο είδος αθλητικής επικοινωνίας και δράσης το οποίο φυσικά ενισχύεται νοηματικά και από κυρίαρχες αθλητικές-αγωνιστικές αξίες και από τον επικοινωνιακό κωδικό του συστήματος. Αυτή η μορφή δράσης δείχνει ταυτόχρονα την χαλαρή σχέση του αγωνιστικού αθλητισμού με τα θεωρούμενα

76 Για την μέθοδο θεμελίωσης ενός επίκαιρου αθλητικού ήθους βλέπε Patsantaras, 1999. Θα θέλαμε επίσης να τονίσουμε ότι η φαρμακοδιέγερση, εάν προσδιορισθεί και ως μορφή ’’ανομίας’’, η οποία εκφράζει μια σοβαρή κρίση προσανατολισμού, μια μορφή δράσης η οποία απενεργοποιεί θεμελιώδεις αξίες του αθλ. συστήματος, φυσικά και δεν μπορεί να καταπολεμηθεί με μεθόδους, με ποινές και κυρώσεις όπως μέχρι σήμερα επιδιώκεται. Αυτό γίνεται πληρέστερα κατανοητό κυρίως εάν λάβουμε υπόψη το δεδομένο ότι η ταχύτητα με την οποία κινείται η σύγχρονη π.χ.Βιοτεχνική-Βιοχημεία όσον αφορά τις επιστημονικές ανακαλύψεις κ.τ.λ., προηγείται πάντα της δημιουργίας κέντρων ελέγχου που θα μπορούν να ανιχνεύσουν κάποιες ουσίες, οι οποίες εκ των υστέρων χαρακτηρίζονται ως απαγορευμένες. Οι μορφές ελέγχου του αθλητισμού όσον αφορά τα επικοινωνιακά του ενεργήματα, υπολείπονται και θα υπολείπονται ’’τεχνο-γνωστικά’’ αυτών των εξελίξεων. Εδώ ταιριάζει για τον αθλητισμό στα πλαίσια αυτά ο όρος του W.Ogburn(βλ.Patsantaras 1994), «πολιτισμική καθυστέρηση».

77 Το νόημα των ίσων ευκαιριών αντικατοπτρίζει την ιδέα του μοντέρνου, του νεωτερικού αθλητισμού να διοργανώνει και να παρουσιάζει μια σύγκριση επιδόσεων κάτω από προϋποθέσεις και συνθήκες οι οποίες είναι ίδιες για όλους τους συμμετέχοντες.78 Σε σχέση με τον συλλογισμό αυτό, πρέπει να τονίσουμε ότι οφείλεται να ληφθεί υπόψη στα πλαίσια της αθλητικής επιστήμης εκείνος ο προσδιορισμός τού αθλητικού ήθους, ο οποίος θα το ξεμπλέξει από ένα επιλεκτικά και κατά τας περιστάσεις εξιδανικευμένα προσδιοριζόμενο αθλητικό παρελθόν.

Page 30: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

ως ισχύοντα και ρητορικά διακηρυσσόμενα παρελθόντα, παραδοσιακά αξιακά του συστήματα. Η φαρμακοδιέγερση μετονομάζεται στα πλαίσια αυτά συμπλήρωμα διατροφής, συστατικό ενίσχυσης της προπονητικής διαδικασίας κλπ., ενώ θεωρείται, όπως προαναφέραμε και σε σχέση με την αξία ’’των ίσων ευκαιριών’’, ως μία μέθοδος αποφυγής ενός ενδεχόμενου μειονεκτήματος .

10.Συμπερασματικές απόψεις.

Η ανακάλυψη χημικών ουσιών χρησίμων για την θεραπεία πολλών ασθενειών και για την κατασκευή πολλών φαρμάκων πολλαπλής χρήσης, θεωρείται ως θρίαμβος της ανθρώπινης ύπαρξης. Από τη στιγμή όμως που η χρήση χημικών ουσιών που ανακαλύπτονται και σχετίζονται με την δυνατότητα της ανθρώπινης φύσης να προσεγγίσει μεγάλες αθλητικές επιδόσεις περνάει στο κατώφλι της αθλητικής κοινωνικής περιοχής, τότε η διαδικασία αυτή που αποτελεί μέρος της έννοιας της προόδου, προσδιορίζεται ως απόκλιση, ως παράπτωμα και στις μέρες μας πολλές φορές επιδιώκεται να χαρακτηριστεί ως ποινικό αδίκημα. Κατά πόσο συνιστά αδίκημα όμως η πρόοδος, το επίτευγμα που επιτυγχάνεται σε μια κοινωνική περιοχή να εφαρμόζεται και σε μια άλλη;

Ο σημαντικός στόχος της νεο-συστημικής αυτής αθλητικής κοινωνιολογικής διερεύνησης, ήταν να μεταφέρει τους προβληματισμούς, τους σχετικούς με την διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης στα αναλυτικά πλαίσια μιας ενιαίας και επίκαιρης, όσον αφορά την κοινωνική αθλητική αγωνιστική πραγματικότητα, θεωρίας, η οποία μπορεί να καθιστά επιστημονικά δυνατή την παρατήρηση. Επίσης να εισάγει και αυτό είναι το σημαντικότερο, τη θέση περί ’’αναστοχαστικών λειτουργιών’’ του αγωνιστικού αθλητισμού ως αναγκαίο συστατικό για τη βιωσιμότητα του, αποπλέκοντας έτσι από την ’’προαίρεση του υποκειμένου’’, π.χ. τους λειτουργικούς προβληματισμούς του και γενικά την ύπαρξή του ή την αναζήτηση λύσεων σχετικά με τα περίπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζει στην συγκεκριμένη εποχή που ζούμε και στα πλαίσια της οποίας το ’’Υποκείμενο’’ υποτιμάται ή παραγκωνίζεται στις περισσότερες εκφράσεις της κοινωνικής επικοινωνίας και δράσης.

Στα αναλυτικά πλαίσια που ακολουθήσαμε αναδείχθηκε το ακόλουθο παράδοξο. Η φαρμακοδιέγερση, (σε διασυσχετισμό ή οχι με την υγεία των αθλητών,-τριών φυσικά αυτό αποτελεί ένα καυτό ερώτημα), μπορεί να θεωρηθεί λειτουργικά ως ’’προσιδιάζουσα’’ στο σύστημα επιλογή αναφορικά με τις επιδόσεις του. Κανονιστικά όμως και ηθικά ως απόκλιση. Μια κατά τις περιστάσεις επίκληση όμως της ’’Ηθικής’’ σε επισφαλείς για τον αγωνιστικό αθλητισμό καταστάσεις δημιουργεί ένα εύλογο και ουσιαστικό ερωτηματικό. Επειδή οι ηθικοί προβληματισμοί που αφορούν τον αθλητή ως υποκείμενο, σχετίζονται άμεσα και με την ’’ηθική

Page 31: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

των θεσμικών-οργανωτικών σχημάτων’’ τα οποία αυτός εκπροσωπεί, (ο αθλητής βασικά ως ρόλος υποτάσσεται στην επικοινωνιακή λογική του συστήματος, του θεσμού) και συνήθως, αν όχι πάντα, εμπλέκονται στην διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης, γιατί μέχρι σήμερα δεν αναζητάτε ηθική ευθύνη στη θεσμική διάσταση του αγωνιστικού αθλητισμού, γιατί δεν επιβάλλονται συστηματικά, όσον αφορά τη φαρμακοδιέγερση π.χ. και σε άλλους εμπλεκόμενους θεσμικούς ρόλους ή σε θεσμούς τους οποίους εκπροσωπεί ο αθλητής (εκτός ελαχίστων περιπτώσεων), στα πλαίσια μιας αγωνιστικής αντιπαράθεσης.79

Η φαρμακοδιέγερση εμφανίζεται, ως ’’αναδυτική ιδιότητα’’ των στοιχείων του αθλητικού-αγωνιστικού συστήματος και του συσχετισμού αυτών με περιβαλλοντικούς παράγοντες. Δηλαδή εμφανίζεται ως μια, ίσως αναγκαία επιλογή ανάμεσα σε ενδεχομενικές δυνατότητες. Ο προβληματισμός ωστόσο δείχνει ότι στο αθλητικό σύστημα λείπουν οι αναστοχαστικοί μηχανισμοί, τα προγράμματα, τα ρυθμιστικά μέσα με τα οποία καθίσταται δυνατός ο συντονισμός, αλλά κυρίως ο περιορισμός των πολλαπλών ενδεχομενικοτήτων, οι οποίες φυσικά είναι αποτέλεσμα των εκρηκτικών εξελίξεων και μετασχηματισμού των επιμέρους εκλογικεύσεων του αγωνιστικού αθλητικού συστήματος. Εάν μάλιστα λάβουμε υπόψη τη σχετική αυτονομία του αθλητικού συστήματος δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι είναι καθαρά και μόνο υπόθεση της πολιτείας να θεσπίσει νόμους κατά των φαρμακευτικών ουσιών στον αθλητισμό, αφού αυτό είναι κυρίαρχα υπόθεση των αθλητικών θεσμών οι οποίοι εμπλέκονται στον αγωνιστικό αθλητισμό.80 Η διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης δείχνει με ένα σαφή τρόπο ότι ο αντιλαμβανόμενος ’’ως ισχύων ηθικός νόμος’’ γίνεται ανεπαρκής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το δίκαιο θα λύσει και το πρόβλημα, απλά μπορεί να το κάνει συμβατό με τις εξελίξεις. 81 Από

79 Περί της «ηθικής των θεσμών» στον αθλητισμό και τον προσδιορισμό των ως «ηθικές οντότητες» βλ.Hubig C.1998,σελ.258-264.80Ο παρεμβατικός ρόλος του κράτους φυσικά στα αθλητικο-αγωνιστικά δρώμενα πιστεύουμε ότι σήμερα είναι κατ’ ουσία ανάλογος του μεγέθους των κρατικών επιχορηγήσεων και όχι ερμηνειών των συνταγματικών άρθρων. Οσον αφορά δε τη νομική περιπλοκότητα του φαινομένου της φαρμακοδιέγερσης, βλέπε μεταξύ άλλων Sehling 1999.81 Ο ’’ανώτερος βαθμός λογικής επεξεργασίας’’ ,θεμελίωσης και αιτιολόγησης του δικαίου, ο οποίος ερμηνεύεται κοινωνιολογικά δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε ούτε μεγαλύτερη ένταση εσωτερικής δέσμευσης ούτε σταθερότερο ή διαφανή προσανατολισμό της ανθρώπινης κοινωνικής εν προκειμένω αθλητικο-αγωνιστικής επικοινωνίας ή δράσης προς κάποιες ’’απόλυτες’’ αξίες. Και αυτό επειδή η λογική αξιολόγηση που βασίζεται το δίκαιο είναι αναπόσπαστα δεμένη και με την έννοια του καθήκοντος το οποίο προϋποθέτει κυρίαρχα στον αθλητισμό την λογική αναγνώριση μιάς ηθικής υποχρέωσης( Βλ. π.χ. Jonas 1984,ο οποίος αναφέρεται στο πνεύμα αυτό, για την έννοια της «ευθύνης», ιδιαίτερα για δράσεις, εδώ ισχύει αυτό και για την αγωνιστική δράση, οι οποίες ’’παρεμβαίνουν’’ δραστικά στο μέλλον). Στα πλαίσια αυτά η ποινικοποίηση της αθλητικής πράξης τουλάχιστον όσον αφορά την φαρμακοδιέγερση δεν θεωρούμε ότι θα λύσει το πρόβλημα, αλλά δεν μπορούμε να προσμένουμε και λύσεις από την ηθική τουλάχιστον εάν λάβουμε υπόψη τα πλαίσια που ανελίσσεται η ηθική σκέψη σήμερα στα πλαίσια της αθλητικής επιστήμης, γιατί εδώ δεν πρόκειται για κάποια κατάσταση όπου η εθιμική ισχύς κάποιων κανόνων κλονίσθηκε και αμφισβητείται και παρεμβαίνει το δίκαιο για να τις στηρίξει (εδώ φυσικά και δεν υπονοούμε με κανένα τρόπο ότι η ηθική είναι σκοπός του δικαίου), αλλά πρόκειται για τις επιδόσεις του ίδιου του αθλητικού συστήματος που το καθιστούν βιώσιμο σε ένα συνεχώς μετασχηματιζόμενο περιβάλλον. Επίσης θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι δεν είναι οι κανόνες δικαίου που διαμορφώνουν το περιεχόμενο της αθλητικής πραγματικότητας, χωρίς βέβαια να υποτιμάται ο γενικότερος διαμορφωτικός ρόλος του δικαίου όσον αφορά την μορφοποίηση της πραγματικότητας και αριστοτεχνικά έχει υπογραμμισθεί από τον Μ. Weber.

Page 32: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

τη στιγμή που το αθλητικό σύστημα όμως ξεμπλέκεται από τις έννοιες του απλού, του ιδεολογικά και οργανωτικά απλουστευμένου και γίνεται περίπλοκο δεν μπορούν να αποδοθούν σε υπέρτατες ηθικές αξίες λειτουργίες προσανατολισμού της αθλητικής-αγωνιστικής επικοινωνίας και δράσης. Δεν μπορούμε φυσικά να ισχυρισθούμε ότι αντανακλά αυτή ή μπορεί να εκφράσει μια αναλλοίωτη ηθική βάση της ανθρώπινης ύπαρξης, (π.χ. προς αυτήν την κατεύθυνση προσανατολίστηκαν εν πολλοίς οι απόψεις περί ’’ολυμπιακής δράσης’’ του Coubertin82), που είναι σταθερή και αμετάβλητη στο χώρο και στο χρόνο, επομένως ανεξάρτητη από τις μεταβαλλόμενες συνθήκες της κοινωνικής αθλητικής πραγματικότητας.

Ο πλουραλισμός των επιλογών, η ενδεχομενικότητα των επικοινωνιακών πρακτικών στον αθλητισμό των επιδόσεων83 αποσταθεροποιεί το σύστημα στις παρούσες δομές, ενώ παράγει μια ’’αίσθηση αμηχανίας’’ απέναντι στα υπαρκτά και για αυτό αναπόφευκτα νέα δεδομένα. Σήμερα βιώνουμε ένα γενικότερο κοινωνικό μετασχηματισμό στα πλαίσια του οποίου το αγωνιστικό αθλητικό σύστημα γίνεται περιπλοκότερο χωρίς όμως να έχει φτάσει σε εκείνα τα επίπεδα ελέγχου της περιπλοκότητας που του δίνεται η δυνατότητα αυτοθεματοποίησης. Η περιπλοκότητα του περιβάλλοντος στο πνεύμα επιλογών όσον αφορά τις επικοινωνιακές του πρακτικές, εισβάλλει έτσι εύκολα και αβίαστα στο σύστημα και απειλεί την νοηματική του συγκρότηση και ιδιαιτερότητα.84 Κάθε μορφή όμως αθλητικής-αγωνιστικής επικοινωνίας και δράσης που αποκλίνει από συγκεκριμένα κανονιστικά ή ηθικά περιεχόμενα αλλά ’’συμμετέχει’’ θετικά στις επιδόσεις του συστήματος, δηλ. εφόσον λειτουργεί εκλογικευμένα όσον αφορά τους στόχους για το σύστημα, ενδέχεται και μπορεί να δημιουργήσει άλλα καινούργια ’’αξιακά’’ περιεχόμενα, άλλα καινούργια αθλητικά-αγωνιστικά πρότυπα.

Με την φαρμακοδιέγερση ή με άλλες γενετικές-τεχνικές μεθόδους ίσως στο μέλλον να εμφανιστεί στο προσκήνιο αναμφισβήτητα μιας νέας ποιότητας χειραγώγηση των όρων, των προϋποθέσεων προσέγγισης της αθλητικής Νίκης ή της μεγιστοποιημένης αθλητικής επίδοσης. Οι κίνδυνοι για την υγεία των πρωταθλητών δεν μπορούν σίγουρα να παραβλεφθούν και βεβαίως δεν είναι εντελώς απροσδιόριστοι, ούτε μη αναγνωρίσιμοι. Όμως εξαιτίας της μυστικότητας της μεθόδου δεν έχουν συζητηθεί δημόσια αλλά και ούτε συμπεριλήφθησαν επαρκώς μέχρι σήμερα τουλάχιστον στις αναστοχαστικές λειτουργίες του συστήματος του αγωνιστικού αθλητισμού.

Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος ιδιαίτερα της κοινωνιολογικής ανάλυσης στον αθλητισμό, αλλά και της αθλητικής επιστήμης στο σύνολό της, οφείλεται να μετατεθεί από το εν μέρει επισφαλές ζήτημα του προσανατολισμού της επιμέρους αθλητικής πράξης, στο κυρίαρχο ζήτημα της

82 Bλ. Πατσαντάρας 2004.83 Αυτό ισχύει για όλα τα τμήματα του αθλητισμού αφού η ενότητα που σηματοδοτούσε η έννοια αθλητισμός δεν υπάρχει πλέον. Σήμερα μπορούμε να μιλάμε για προσπάθεια ενοποίησης μιας αντιθετικής νοηματικά ηθικής ποικιλότητας, για μια ενότητα της ποικιλότητας. Δηλ. στα πλαίσια της διαδικασίας ’’εσωτερικής διαφοροποίησης’’ του αθλητικού συστήματος έχουμε ως φυσικό επακόλουθο και την πιθανότητα ’’νοηματικών συγκρούσεων’’ των επί μέρους διαφοροποιημένων περιοχών π.χ. μαζικού αθλητισμού και αγωνιστικού αθλητισμού κ.τ.λ. Οι συγκρούσεις αυτές είναι φυσικό εξελικτικό επακόλουθο και μπορούν να νοηματοδοτήσουν εκρηκτικούς και απρόσμενους μετασχηματισμούς. Γιά το νόημα τέτοιου είδους συγκρούσεων βλ. τις κλασικές τοποθετήσεις των Dahrendorf 1972 και Coser 1965.84 Εδώ τίθεται το πρόβλημα στο προσδιορισμό των ’’νοηματικών ορίων’’ του μετανεωτερικού αγωνιστικού αθλητικού συστήματος.

Page 33: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

πλοήγησης των τμηματικών εκλογικεύσεων του συστήματος. Το φαινόμενο της φαρμακοδιέγερσης παρουσιάζει με διδακτικό τρόπο ότι γενικά ο οργανωμένος αθλητισμός ακόμα δεν έχει καταφέρει να προστατέψει τα μέλη του από την λογική μιας συνεχώς αυξανόμενης μεγιστοποίησης των επιδόσεων όπως επίσης και από τους καταναγκασμούς του εξωτερικού περιβάλλοντος. Η προοδευτικά αυξανόμενη κοινωνική σημαντικότητα της αθλητικής επίδοσης ως αποτέλεσμα σήμερα κυρίως μιας οικονομικοποιήσης της αθλητικής δράσης, έχει οδηγήσει κατάδηλα σε συμπτώματα υπερφόρτωσης στα επίπεδα των δρόντων, με συνέπεια αρκετοί αθλητές σε επισφαλείς βιογραφικές καταστάσεις να επιδιώκουν να προσαρμοστούν στα δεδομένα αυτά δια της απόκλισης. Όσον αφορά δε τα θεσμικά όργανα ελέγχου, υπάρχει και το διηνεκές όπως προαναφέρθηκε πρόβλημα, παρασκευής νέων συστατικών ή χρήσης άλλων συνθέσεων από ουσίες οι οποίες δεν ανιχνεύονται από τους ελέγχους.

Η διαδικασία της φαρμακοδιέγερσης δεν είναι δυνατόν όπως διαπιστώσαμε να προσδιορισθεί ως ένα απλό πρόβλημα του αγωνιστικού αθλητισμού, αλλά ως μία διαδικασία η οποία δημιουργεί μία νέα αθλητική κατάσταση, μια ’’νεοφανή κοινωνική αθλητική πραγματικότητα’’. Ουσιαστικά η σχέση μεταξύ της αξίας ’’ίσες ευκαιρίες’’ και φαρμακοδιέγερσης όπως αναφέρεται όμως στα πλαίσια της διερεύνησής μας δημιουργεί τη νέα πραγματικότητα του αγωνιστικού αθλητισμού.

Ο αθλητισμός των επιδόσεων ως κοινωνικό σύστημα έχει εξειδικευθεί στην παραγωγή συγκεκριμένων επιδόσεων του σώματος, αλλά το ίδιο το σώμα καθώς επίσης και η συνείδηση των συμμετεχόντων γίνονται αντιληπτοί, όπως διαπιστώνεται στα πλαίσια της μετανεωτερικής κοινωνικής πραγματικότητας, ως περιβαλλοντικοί παράγοντες στους οποίους προσφεύγει, ανατρέχει επιλεκτικά. Ο αγωνιστικός αθλητισμός σύρει έτσι το κορμί στις δικές του επικοινωνιακές λογικές, αναγκάζοντάς το να πειθαρχήσει στις ’’ιδιο-κανονικότητές’’ του, διαφορετικά παραμένει αυτό άνευ σημασίας. Το σύστημα ’παρατηρεί το ’’Υποκείμενο-Αθλητή’’ και το κορμί του, μόνο στα πλαίσια της αυτοαναφορικότητάς του, του επικοινωνιακού του κωδικού. Σε διαφορά όμως με το χωρίς τέλος ρολάρισμα του επικοινωνιακού κωδικού του συστήματος (Νίκη-Ήττα),ο περιβαλλοντικός παράγοντας ’’ανθρώπινο σώμα’’ εξαντλώντας τα φυσικά όρια αναδεικνύεται σε παράγοντα αβεβαιότητας, σε ’’αχίλλειο πτέρνα’’ του συστήματος, όσον αφορά τις επιδόσεις του.

Το αθλητικό αγωνιστικό σύστημα οφείλει, όπως φαίνεται στα πλαίσια αυτής της ανάλυσης, να εγκαταλείψει την ’’αποικιοκρατική σχέση’’ που έχει αναπτύξει με το ανθρώπινο σώμα στα τωρινά εξελικτικά του επίπεδα και να συνδιαλλαγεί μαζί του.

Οι ομοσπονδίες θέτουν όρια επιδόσεων τα οποία είναι προσεγγίσιμα σύμφωνα με την ομολογία πολλών αθλητών υψηλού επιπέδου μόνο με την χρήση ’’ουσιών’’, ενώ ταυτόχρονα επισύρουν τιμωρίες μέχρι και δια βίου αποκλεισμό από τις αθλητικές αγωνιστικές διοργανώσεις σε αθλητές που εντοπίζονται ντοπαρισμένοι.85 Εδώ εμφανίζεται παραδειγματικά μία από τις

85 Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα του κοντινού παρελθόντος αναφέρουμε την άποψη της παγκοσμίου επιπέδου για την εποχή της Γερμανίδας αθλήτριας της Δισκοβολίας L Westermann,ότι για να ’’πιάσει’’ το όριο συμμετοχής για τους ολυμπιακούς αγώνες του Montreal(1976),θα έπρεπε να κάνει χρήση αναβολικών, οι υπεύθυνοι αθλητικοί παράγοντες της απάντησαν ότι εάν δεν ντοπαριστεί δεν θα πρέπει να τρέφει ελπίδες για συμμετοχή στους συγκεκριμένους αγώνες. Βλ.Lenk/Pilz 1989,σελ 60.O Breivik (1987,σελ.93 και 1992) και ιδιαίτερα η Berendonk (1991) αναφέρουν πολλά αντίστοιχα παραδείγματα.

Page 34: eclass.uoa.gr · Web viewΒλ.αναλυτικά μεταξύ άλλων Brinkhoff 1998,σελ.252-258 και Singer 1998,σελ.406-410. Στα πλαίσια αυτά και κυρίως

’’παραδοξότητες’’ του συστήματος δια του παραγκωνισμού του κλασσικά οριζόμενου αθλητικού ήθους από τους καταναγκασμούς του ίδιου του συστήματος, χωρίς όμως να χάνει αυτό την σημασία του για την ποιοτική αξιολόγηση της αγωνιστικής αθλητικής επικοινωνίας ή δράσης. Επομένως στις παρούσες χρονικές περιόδους και υπό αυτές τις προϋποθέσεις, οι δυνατές λύσεις του προβλήματος μπορούν να αναζητηθούν στα πλαίσια μιας ’’αθλητικής-επιστημονικής συζήτησης’’86 που σκοπό θα έχει την γεφύρωση των σχέσεων έντασης μεταξύ ατομικού αθλητικού ήθους και καταναγκασμού του συστήματος που είναι αποτέλεσμα του εξελικτικού του μετασχηματισμού. Επίσης θα θέλαμε να επισημάνουμε το διαφορετικό καθεστώς που συναντάμε όσον αφορά τους κανόνες και κανονισμούς κατά της φαρμακοδιέγερσης τόσο μεταξύ των εθνικών ομοσπονδιών που συγκροτούν τα διαφορετικά αθλήματα καθώς επίσης και μεταξύ των διεθνών ομοσπονδιών αλλά και της ΔΟΕ. Υφίσταται δηλαδή ένα ανομοιόμορφο σύμπλεγμα κανόνων και κανονισμών, το οποίο κατά την άποψή μας έχει άμεση σχέση με τον διαφορετικό βαθμό οικονομικοποίησης, αλλά και κοινωνικότητας των αθλημάτων. Ωστόσο η κατάσταση αυτή επιδεινώνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα. Η κατάσταση αυτή δυσχεραίνει τη διαδικασία ενιαίου χαρακτήρα λήψης αποφάσεων σχετικών με την φαρμακοδιέγερση. Εδώ υφίσταται αναγκαιότητα εναρμόνισης, ιδιαίτερα δε από την ΔΟΕ.87

86 Patsantaras 1999,566-569.Franke 1994,67.Haas 2001,175-179.Roessler 2001,179-205.87 Γιά την διαφορετικότητα των αντιλήψεων μεταξύ των εθνικών ή διεθνών αθλητικών ομοσπονδιών βλ. μεταξύ άλλων Viewieg, K. 2003.