vlachadi2

147
1 Μαρία Βλαχάδη ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ Αθήνα, 2007

Transcript of vlachadi2

Page 1: vlachadi2

1

Μαρία Βλαχάδη

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ

Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ

Αθήνα, 2007

Page 2: vlachadi2

2

Page 3: vlachadi2

3

Μαρία Βλαχάδη

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ

Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ο Σ

Αθήνα, 2007

Page 4: vlachadi2

4

Α’ Έκδοση, Αθήνα, 2007

ISBN 978-960-8256-73-3

Εκδόσεις Ηρόδοτος – Δημήτριος Κ. ΣταμούληςΟμήρου 34GR 10672Tηλ. 21.03.62.63.48Email: [email protected] site: www. herodotos.net

Page 5: vlachadi2

5

Περιεχόμενα

Εισαγωγή ............................................................................................ 7

Κεφάλαιο 1Εθνική και πολιτιστική ταυτότητα1.1 Η έννοια της εθνικής ταυτότητας ............................................ 131.2 Λειτουργίες της εθνικής ταυτότητας ........................................ 261.3 Η έννοια της πολιτισμικής ταυτότητας .................................. 28

Κεφάλαιο 2Ευρώπη2.1 Η ιδέα της Ευρώπης .................................................................... 372.2. Οι ρίζες της Ευρώπης.................................................................. 382.3. Η Ευρώπη ως ιδέα, περιεχόμενο και ιστορική συνέχεια....... 42

Κεφάλαιο 3Ευρωπαϊκή Ενοποίηση3.1. Η μακρόχρονη πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση..... 593.2 Από το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ως τη

Συνθήκη του Άμστερνταμ ......................................................... 653.3.Η πορεία προς τη Συνθήκη του Άμστερνταμ.......................... 773.4.Έως το 1945 .................................................................................... 773.5.Η σύγχρονη ευρωπαϊκή ιδέα ..................................................... 833.6.Κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα ...................................................... 85

Κεφάλαιο 4Ελληνική πολιτισμική ταυτότητα και Ευρώπη4.1.Η ελληνική πολιτισμική ταυτότητα και οι μετασχη-

ματισμοί της .................................................................................. 1154.2.Το ερώτημα του πολιτισμικού αφελληνισμού ....................... 127

Επίλογος.............................................................................................. 137Βιβλιογραφία ..................................................................................... 140

Page 6: vlachadi2

6

Page 7: vlachadi2

7

Εισαγωγή

Το όνομα Ευρώπη, προερχόμενο από την αρχαιοελληνική μυθολογία, συνδέθηκε με τα πιο μελανά γεγονότα της ιστορίας της ανθρωπότητας: Η Ευρώπη των γραμμάτων και των τε-χνών αλλά και η Ευρώπη του σκοταδισμού και της μισαλλο-δοξίας. Η Ευρώπη της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δι-καιωμάτων αλλά και η Ευρώπη του ολοκληρωτισμού και του Ολοκαυτώματος.

Η ήπειρος που γέννησε τον Διαφωτισμό, τον Ανθρωπισμό και τόσα άλλα πνευματικά και καλλιτεχνικά ρεύματα, γέννησε και δύο παγκόσμιους και καταστροφικούς πολέμους. Τη θέση των ερειπίων των δύο πολέμων κατέλαβε η ελπίδα για ειρήνη, πρόοδο και ευημερία της Ευρώπης, όπως οριοθετήθηκε στο πλαίσιο του οράματος για την οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το σύνθημα «από τη διαιρεμένη Ευρώπη στην Ενωμέ-νη Ευρώπη» ήχησε σαγηνευτικά σε μια περίοδο που οι ευρωπα-ϊκοί λαοί προσπαθούσαν να ανακάμψουν και να ανασυγκρο-τηθούν. Η διακήρυξη του Robert Schuman1, που υιοθετούσε τηνιδέα του Jean Monnet σύμφωνα με την οποία «η Ευρώπη θα χτιστεί «πετραδάκι πετραδάκι», με μικρά, αλλά συγκεκριμένα επιτεύγματα, που θα δημιουργήσουν προοδευτικά μια αλλη-λεγγύη μεταξύ των χωρών», είχε μεγάλη απήχηση και έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία μιας «ευρωπαϊκής ομοσπονδίας».

Σήμερα η Ευρώπη μοιάζει να βρίσκεται πολύ κοντά στην

1 Η Διακήρυξη του Schuman φαίνεται πως ήταν τελικά μια πιο προ-

χωρημένη θέση καθώς άξονας της πρότασης Μonnet ήταν η δημι-

ουργία προοδευτικώς μιας εκ των πραγμάτων αλληλεγγύης μεταξύ

των κρατών, ενώ ο Schuman έκανε λόγο για αναγκαιότητα να τεθούν

οι βάσεις προς μια «ευρωπαϊκή ομοσπονδία». Αυτό συνάγεται από το

ακόλουθο απόσπασμα της Διακήρυξης της 9ης Μαΐου 1950 του Schuman:

«Η Ευρώπη δεν θα γίνει μονομιάς ούτε συνολικά. Θα γίνει με επι-

τεύγματα, που θα δημιουργήσουν μια εκ των πραγμάτων αλλη-

λεγγύη.,. Με τη θέση από κοινού της βασικής παραγωγής και την ί-

δρυση μιας νέας ανώτατης αρχής, οι αποφάσεις της οποίας θα δε-

σμεύουν τη Γαλλία, τη Γερμανία και τις χώρες που θα προσχωρήσουν,

η πρόταση αυτή θα θέσει τις πρώτες συγκεκριμένες βάσεις μιας ευρω-

παϊκής ομοσπονδίας που θα είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ει-

ρήνης».

Page 8: vlachadi2

8

υλοποίηση του οράματος του Schuman και του Monnet. Η Συν-θήκη του Μάαστριχτ, το 1992, σηματοδότησε «ένα νέο στάδιο της διαδικασίας προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», μια νέα πορεία «προς μια ολοένα στενότερη ένωση των λαών της Ευ-ρώπης»2. Με τη μετάβαση από την ΕΟΚ στην Ευρωπαϊκή Ένω-ση εκδηλώθηκε η βούληση για μια Ευρώπη των λαών, όπου για πρώτη φορά η ευρωπαϊκή σύγκλιση δεν αποτελεί προϊόν μόνο της οικονομικής ανάπτυξης αλλά μιας ευρύτερης πολιτικής στο κέντρο της οποίας βρίσκεται ο πολιτισμός και η προώθηση της ιδέας μιας κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας.

Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να διερευνηθεί ο ρόλος που καλείται να διαδραματίσει ο πολιτισμός στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης καθώς αποτελεί πλέον το βασι-κό μέσο άσκησης της πολιτικής των Βρυξελλών που αποσκοπεί στην ενίσχυση του αισθήματος του ανήκειν στην ίδια κοινότη-τα. Παράλληλα, εξετάζεται η θέση της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό πολιτισμικό γίγνεσθαι και οι επιπτώσεις της κοινοτικής πολι-τιστικής πολιτικής για τη χώρας μας. Το ενδιαφέρον της έρευ-νας εστιάζεται συγκεκριμένα στα προγράμματα, τα μέτρα και τις δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν τον πολιτι-σμό και λειτουργούν ως βασικό μέσο προώθησης της πολιτι-σμικής επικοινωνίας, αλληλοκατανόησης και πολυμορφίας. Η Ε.Ε. έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερα πλούσια πολιτική για τον πο-λιτισμό, που, σαφώς, δεν είναι δυνατόν να αναλυθεί διεξοδικά. Για τον λόγο αυτό, μελετώνται οι βασικοί άξονες αυτής της πο-λιτικής, προκειμένου να γίνει αντιληπτή η στρατηγική που α-κολουθεί η Ε.Ε. για την ενίσχυση του πολιτισμικού τομέα. Μια στρατηγική που, όπως θα δούμε παρακάτω, έχει στόχους όχι μόνο πολιτισμικούς και πολιτικούς, αλλά και οικονομικούς δε-δομένου ότι οι πολιτιστικές βιομηχανίες έχουν και οικονομικές προεκτάσεις καθοριστικές για την ανάπτυξη και την ανταγω-νιστικότητα της ευρωπαϊκής αγοράς.

Τα ερωτήματα που αναλύονται και διερευνώνται στην πα-ρούσα μελέτη είναι:

Τι είδους Ευρώπη οικοδομούμε και γιατί; Μπορεί να αποτελεί, τελικά, η οικονομική και πολιτική

2 Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, Μάαστριχτ, 7 Φεβρουαρίου

1992, Επίσημη Εφημερίδα C 340 της 10/11/1997, σ.σ. 145-172.

Page 9: vlachadi2

9

ενοποίηση το έναυσμα και τη βάση για τη δημιουργία μιας «Ευρώπης των κρατών», μιας «υπερ-εθνικής ομο-σπονδίας» που θα έχει τα θεμέλιά της στον πολιτισμικό πλουραλισμό, την ισοτιμία των εταίρων, την πολυμορ-φία και τις επιμέρους εθνικές ταυτότητες, υπερβαίνο-ντας τις ιστορικές διαφορές και τις εθνοπολιτισμικές ιδι-ομορφίες των κρατών-μελών;

Έχει το «νέο ευρωπαϊκό πρότυπο», που αντικατοπτρίζε-ται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και επιθυμούν διακαώς να ενισχύσουν και να διαφυλάξουν τα 25 κράτη-μέλη, τα θεμέλιά του σε κοινές αξίες, πολιτισμό και ιστορία που συμμερίζονται οι Ευρωπαίοι;

Υπάρχει μια αναγνωρίσιμη και συνεκτική «ευρωπαϊκή ταυτότητα» και ποια είναι τα χαρακτηριστικά της;

Αποτελεί η ποικιλία των εθνικών και περιφερειακών πολιτισμικών ταυτοτήτων την κινητήρια δύναμη της «ευρωπαϊκότητας» και αν όντως ισχύει αυτό, σε ποιο βαθμό αντιφάσκει με την επιδίωξη συγκρότησης μιας κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας;

Ποια είναι η ευρωπαϊκή πολιτική για τον πολιτισμό; Η ένταξή μας-οικονομική και νομισματική- στην Ευρω-

παϊκή Ένωση σημαίνει και την πολιτισμική μας αφο-μοίωση, την απώλεια της ιδιαιτερότητας και συνεπώς της ταυτότητάς μας ή είναι δυνατό να διατηρήσουμε την ελληνικότητά μας ενώ ταυτοχρόνως θα αναπτύσσεται η ευρωπαϊκότητά μας;

Θεωρήθηκε απαραίτητος ο προσδιορισμός εννοιών όπως ε-θνική ταυτότητα, πολιτισμική ταυτότητα, ευρωπαϊκή και ελλη-νική ταυτότητα, ευρωπαϊκή ιδέα και πολιτισμός, ελληνικός πο-λιτισμός και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ακολούθως, η μελέτη επικεντρώνεται σε ιστορικές, οικονομικές, πολιτικές, κοινωνιο-λογικές και νομικές θεωρήσεις που προετοίμασαν το έδαφος για το επίπεδο της έρευνας και της ανάλυσης.

To ερευνητικό επίπεδο εστιάσθηκε στην παρουσίαση και ανάλυση της πολιτικής της Ε.Ε. στον χώρο της πολιτισμικής κληρονομιάς, που αποσκοπεί στη δημιουργία μιας κοινής ευ-ρωπαϊκής ταυτότητας μεταξύ των κρατών- μελών.

Page 10: vlachadi2

10

Η επεξεργασία του θεωρητικού υπόβαθρου της έρευνας, έ-γινε στη βάση της πλούσιας σχετικής ελληνικής και ξένης βι-βλιογραφίας. Η διαδικασία αυτή ήταν αναγκαία προκειμένου να αναλυθούν σε βάθος ορισμένοι θεμελιώδεις επιστημονικοί όροι, που αποτελούν τους βασικούς άξονες πάνω στους οποί-ους στηρίζεται η έρευνα.

Βασικό, επίσης, εργαλείο για την έρευνα αποτέλεσαν οι δι-κτυακοί τόποι των υπηρεσιών και των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Πρόκειται για τις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες, τις βάσεις δεδομέ-νων, τα αρχεία, τις εκδόσεις, τα δελτία τύπου, τα πρακτικά συ-νόδων του Συμβουλίου, τις ηλεκτρονικές ενημερωτικές εκδό-σεις της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου, τις εκθέσεις ευρω-βουλευτών. Σημαντικές πηγές που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην έρευνα ήταν η Υπηρεσία Επίσημων Εκδόσεων της Ε.Ε., η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ειδικότερα η Γενική Γραμματεία της Επιτροπής, η Υπηρεσία Τύπου και Επικοινωνιών, η Υπηρεσία Αρχείων, η Eurostat, η Γενική Διεύθυνση Εξωτερικών Σχέσεων και Γενική Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Πολιτισμού της Επι-τροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ειδικότερα η Γραμμα-τεία Πληροφοριών του, η Υπηρεσία Τύπου, η Επιτροπή Πολιτι-σμού, Νεότητας, Παιδείας, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητι-σμού καθώς και η Υπηρεσία Αρχείων του Ευρωπαϊκού Κοινο-βουλίου.

Ο πρώτος θεματικός άξονας αναφέρεται στην ιδέα της Ευ-ρώπης με την έννοια της διαμόρφωσης μιας κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας -εκπορευόμενης από τις επιμέρους εθνικές ταυτό-τητες-, της προσέγγισης των όρων «Ευρώπη» και «Ευρωπαίος» από πλευράς ιστορικής και περιεχομένου καθώς και του προσ-διορισμού της σύγχρονης σημασίας της ευρωπαϊκής ιδέας. Με τον τρόπο αυτό μελέτησα τις μεταμορφώσεις της Ευρώπης και τα στάδια μέσα από τα οποία έχουν περάσει τα κράτη της μέ-χρι να φτάσουν στο σημείο που βρίσκονται σήμερα: στη δημι-ουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην προσπάθεια διαμόρ-φωσης ενιαίας ευρωπαϊκής ταυτότητας.

Ο δεύτερος θεματικός άξονας αναφέρεται στα ζητήματα της διαμόρφωσης της ελληνικής ταυτότητας. Συγκεκριμένα, το εν-

Page 11: vlachadi2

11

διαφέρον εστιάστηκε στους ιδεολογικούς άξονες στους οποίους συγκροτήθηκε η εθνική μας ταυτότητα παράλληλα με τα στά-δια εξέλιξής της. Η διαδικασία αυτή ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη καθώς ήταν απαραίτητη η μελέτη των διισταμένων απόψεων που άπτονται της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, εφόσον η Ελ-λάδα εντάσσεται σε μια ευρύτερη ομοσπονδία κρατών, την Ευ-ρωπαϊκή Ένωση, όπου επιδιώκεται η συγκρότηση μιας ενιαίας ταυτότητας.

Ο τρίτος θεματικός άξονας αναφέρεται στην ανάλυση και αξιολόγηση της ευρωπαϊκής πολιτικής για τον πολιτισμό. Απο-τελεί έναν από τους βασικούς άξονες στους οποίους στηρίζεται η έρευνα, καθώς τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύς λόγος για την προστασία των ιδιαίτερων πολιτισμικών ταυτοτήτων των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα της Ελ-λάδας.

Page 12: vlachadi2

12

Page 13: vlachadi2

13

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Εθνική και Πολιτισμική Ταυτότητα

1.1. Η έννοια της εθνικής ταυτότηταςΗ έννοια της ταυτότητας είναι δύσκολο να οριστεί, μια και η

ίδια η λέξη διέπεται από μια αμφισημία. Αφενός, υποδηλώνει μια ισότητα ή μια απόλυτη ομοιότητα μεταξύ ατόμων, ομάδων απόψεων, πραγμάτων, συμβόλων τα οποία ταυτίζονται αντί-στοιχα το ένα με το άλλο. Αφετέρου, παραπέμπει σε εκείνο το σύνολο των χαρακτηριστικών που διαφοροποιούν. Και σε αυτά παρεμβάλλεται η αμφιβολία: «ταυτότητα σημαίνει αυτό που κάποιος ισχυρίζεται πως είναι3.»

Η ταυτότητα περικλείει πάντοτε τη διαφορετικότητα, τη σχέση μας με τους Άλλους και με τον κόσμο. Η ταυτότητα των ομάδων δεν μπορεί να αφαιρεθεί από την εσωτερική της πολυ-πλοκότητα ούτε από τις σχέσεις της με το εξωτερικό περιβάλ-λον. Δεν υπάρχει από μόνη της αλλά γίνεται από δάνεια και ανταλλαγές. είναι το αποτέλεσμα συναντήσεων και διασταυ-ρώσεων.

Η «ταυτότητα» δεν μπορεί παρά να διαθέτει ορισμένα βασι-κά χαρακτηριστικά, τα οποία επιτρέπουν τον ορισμό της. Σύμ-φωνα με τον Μπερκ αυτά είναι4:

Η συνέχεια και ο μετασχηματισμός. Κάθε ταυτότητα υφί-σταται έναν εσωτερικό μετασχηματισμό, δηλαδή μια ανανέω-ση και μια αλλαγή που βοηθούν την εξέλιξή της στο χρόνο.

Μέσα στην ταυτότητα το υποκειμενικό και αντικειμενικό συνδέονται διαρκώς. Μια ταυτότητα διαφορετική από τη δική μου δεν περιέχει το προσωπικό υποκειμενικό μου στοιχείο, εί-ναι αντικειμενική σε σχέση με μένα. Το υποκειμενικό και το αντικειμενικό δεν είναι παρά δύο όψεις της ταυτότητας, οι ο-ποίες είναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους.

3 Για την έννοια της ταυτότητας βλ. Βρύζας Κωνσταντίνος, Παγκόσμια

Επικοινωνία και Πολιτιστικές Ταυτότητες, Gutenberg, Αθήνα 1997, σ.σ.

169-172.4 Βλ. Berque J., «Identitès collectives et sujets de Γ historie», στο Identitès

collectives et relations iner- culturelles, επιμ. Guy Michaud,, SPRL, Bruxelles

1978, σ.σ. 11-18.

Page 14: vlachadi2

14

Η ταυτότητα είναι ενεργός. Κάθε στοιχείο της επηρεάζει αλλά και ταυτόχρονα υφίσταται τις επιδράσεις όλων των άλ-λων.

Η ταυτότητα είναι ένα σύνολο. Μια ολότητα που συνδυάζει διαφορετικά στοιχεία.

Όλες οι συνιστώσες της ταυτότητας διακρίνονται από μια μεταβλητότητα. Μεταβλητότητα των περιεχομένων της μέσα στις μορφές της, των μορφών της μέσα στα περιεχόμενά της.

Η ταυτότητα, λοιπόν, ενός κοινωνικού συνόλου έχει χαρα-κτήρα δυναμικό και διακρίνεται από μια συνεχή μεταβολή και όχι από στατικότητα. Αναπροσαρμόζεται διαρκώς στο πλαίσιο της διαλεκτικής σχέσης που συνδέει το συγκεκριμένο κοινωνι-κό σύνολο με τον περιβάλλοντα χώρο. Με άλλα λόγια, η ταυ-τότητα διαμορφώνεται μέσα σε δίκτυα κοινωνικών σχέσεων που συγκροτούν το περιβάλλον της και εκφράζεται με πολλα-πλές μορφές. Υπάρχει μια πολλαπλότητα στην ταυτότητα, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη τόσο με το ιδιαίτερο κοινω-νικό περιβάλλον όσο και με τις διάφορες κοινωνικές καταστά-σεις μέσα στις οποίες ζει και δρα το άτομο5. Πάνω σε αυτή τη βάση, ερμηνεύονται οι αντιφάσεις που παρατηρούνται στη συ-μπεριφορά και στις πεποιθήσεις με τις οποίες τα άτομα συνδέ-ονται με την τάξη, την κοινωνική θέση και το φύλο. Ταυτόχρο-να, κάθε άτομο αναπαριστά διαφορετικές πλευρές της πολλα-πλής αίσθησης της ταυτότητας σύμφωνα με το ρόλο του στις ιδιαίτερες κοινωνικές περιστάσεις μέσα στις οποίες λειτουργεί, όπως για παράδειγμα ως άνδρας ή γυναίκα, ως επικεφαλής μι-ας ομάδας ή ως απλό μέλος, ως γονέας ή εξαρτημένο μέλος της οικογένειας.

Δύο είναι οι κύριοι άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέ-φεται η αναπροσαρμογή της ταυτότητας. Ο πρώτος συνίσταται από τα σύνολα που συγκροτούν τον κοινωνικό περίγυρο, από τον οποίο διαφοροποιείται το αυτοπροσδιοριζόμενο σύνολο ως αυτοτελές. Ο δεύτερος περιλαμβάνει τα πολιτιστικά στοιχεία που συνθέτουν κάθε φορά τη βάση της διαφοροποίησης και της αντιδιαστολής. Να σημειωθεί εδώ ότι ο όρος «πολιτιστικά στοι-χεία» ερμηνεύεται με την ευρύτερη ανθρωπολογική έννοια του

5 Woolf Stuart, Ο εθνικισμός στην Ευρώπη, Θεμέλιο, Αθήνα 1999, κεφ.

«Εθνική ταυτότητα, εθνική συγκρότηση και εθνικισμός», σ. 64.

Page 15: vlachadi2

15

πολιτισμού, που περικλείει ολόκληρη την κληρονομιά ενός συ-νόλου, δηλαδή όλα όσα δημιουργεί ένα κοινωνικό σύνολο και μεταβιβάζει από τη μια γενιά στην άλλη με διαδικασίες κοινω-νικές κι όχι βιολογικές6.

Σύμφωνα με τον Stuart Woolf, «η εθνική ταυτότητα είναι μια αφηρημένη έννοια, η οποία συνοψίζει τη συλλογική έκφραση μιας υποκειμενικής ατομικής αίσθησης του να ανήκεις σε μία κοινωνικοπολιτική ομάδα -το εθνικό κράτος»7. Οι ιστορικοί, λοιπόν, και οι κοινωνικοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η ε-θνική ταυτότητα θεμελιώθηκε πάνω στη βάση της δημιουργίας του έθνους. Για να υποστηριχθεί η θέση αυτή αναπτύχθηκαν δύο προσεγγίσεις που φωτίζουν το θέμα από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες. Η πρώτη επικεντρώθηκε στη σκόπιμη και σχε-διασμένη δράση του κράτους ενώ η δεύτερη τόνισε τις σχεδόν αναπόφευκτες συνέπειες του εκσυγχρονισμού8.

Οι υπέρμαχοι της πρώτης προσέγγισης δέχονται ότι οι πιέ-σεις οι οποίες προέκυπταν από τον εκδημοκρατισμό των ευρω-παϊκών κοινωνιών, την αναδιοργάνωση της παγκόσμιας οικο-νομίας και τον αναπτυσσόμενο διεθνή ανταγωνισμό, ενίσχυ-σαν τον ρόλο του κράτους και το ώθησαν να δημιουργήσει στε-νούς δεσμούς με το έθνος. Όπως επισημαίνει ο Βαλλερστάιν, σχεδόν πάντα το κράτος προηγείται του έθνους και όχι το α-ντίστροφο. Από τη στιγμή που θα αναγνωρισθεί η κυριαρχία του, το κράτος επιδιώκει να καλλιεργεί το «εθνικό αίσθημα» για να αποφύγει τον κίνδυνο της εσωτερικής αποδιοργάνωσης και για να αντεπεξέλθει στην εξωτερική απειλή. Και καταλή-

6 Τσαούσης Δ. Γ., «Ελληνισμός και Ελληνικότητα- Το πρόβλημα της νεο-

ελληνικής ταυτότητας», στο Ελληνισμός και Ελληνικότητα- Ιδεολογικοί

και Βιωματικοί Άξονες της Νεοελληνικής Κοινωνίας, Επιμέλεια Δ. Γ.

Τσαούση, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1998, σ. 17.7 Woolf Stuart, Ο εθνικισμός στην Ευρώπη, Θεμέλιο, Αθήνα 1999,κεφ. «Ε-

θνική ταυτότητα, εθνική συγκρότηση και εθνικισμός», σ. 59.8 Hobsbawm E. J., Έθνη και Εθνικισμός από το 1870 μέχρι σήμερα- Πρό-

γραμμα, μύθος, πραγματικότητα, Μ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1994 και

Weber E, Peasants into Frenchmen. The Modernization of rural

France, Λονδίνο 1977. Gellner Ernest, «Έθνη και Εθνικισμός», Αλε-

ξάνδρεια, Αθήνα 1992 και Smith Anthony D., Theories of Nationalism,

Λονδίνο 1971.

Page 16: vlachadi2

16

γει ο Βαλλερστάιν ότι «τα έθνη, οι φυλές και οι εθνικές ομάδες δεν συνιστούν αρχέγονες και αμετάβλητες πραγματικότητες αλλά αποτελούν ιστορικά προϊόντα της κοσμο-οικονομίας»9.

Ακόμη και σε παλαιά κράτη, όπως η Γαλλία, έγινε αισθητή η ανάγκη να μετατρέψουν τους «αγρότες σε Γάλλους», να απορ-ροφήσουν το πλήθος των τοπικών ταυτοτήτων και να συγκρα-τήσουν τις διαιρέσεις της γαλλικής κοινωνίας εντός του γαλλι-κού πατριωτισμού. Αν οι πολιτικές ελίτ ενός παλαιού κράτους, όπως η Γαλλία, ένιωσαν ότι ήταν επιτακτική ανάγκη να προ-καλέσουν στους πολίτες το αίσθημα της ταύτισής τους με το έθνος τους, το ζήτημα αυτό προέβαλε ακόμη πιο επιτακτικό για τους κυβερνώντες των νέων εθνικών κρατών και κυρίως εκείνων που γεννήθηκαν σε εδάφη που προηγουμένως ανήκαν σε διαφορετικά κράτη. Διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις, διοικητικές πρακτικές και οικονομικά κωλύματα έπρεπε να αποτελέσουν τους συνεκτικούς κρίκους μιας νέας εθνικής ταυ-τότητας. Αξιοσημείωτος ήταν ο ρόλος των εθνικών συμβόλων -όπως οι σημαίες, οι εθνικοί ύμνοι, οι ήρωες, οι προγονικοί πα-τέρες, τα μνημεία, τα σχολικά εγχειρίδια, οι θρησκευτικές τε-λετουργίες, οι παραδόσεις- στη δόμηση της αυτής της νέας ταυ-τότητας. Μέσω αυτών των συμβόλων παρατηρήθηκε μια σκό-πιμη προσπάθεια επανάληψης, ακόμη και ανακάλυψης, ηθών και εθίμων του παρελθόντος, ακόμη και της ίδιας της ιστορίας, προκειμένου να αναπτυχθεί μεταξύ των υπηκόων η ιδέα της κοινής πολιτισμικής κληρονομιάς, άρα και της ενότητας του έθνους10.

Στον αντίποδα της παραπάνω προσέγγισης για την οικοδό-μηση του έθνους, συναντούμε μια δεύτερη, περισσότερο ευέλι-κτη, που αντιλαμβάνεται την εθνική ταυτότητα ως μια πολιτι-

9 Βλ. Βαλλερστάιν L, «Η οικοδόμηση των λαών: ρατσισμός, εθνικισμός,

εθνισμός» στο φυλή, έθνος τάξη, σ.σ. 107-131 καθώς και Βρύζας

Κωνσταντίνος, Παγκόσμια Επικοινωνία και Πολιτιστικές Ταυτότη-

τες, Gutenberg, Αθήνα 1997, κεφ. «Πολιτιστικές Ταυτότητες», σ. 202.10 Για τον καταλυτικό ρόλο των εθνικών συμβόλων στην ενίσχυση της

εθνικής συνείδησης αλλά και για τους τρόπους που χρησιμοποιήθη-

καν προκειμένου να δημιουργηθεί η αίσθηση της εθνικής ενότη-

τας, βλ. Hobsbawm E. J., - Ranger T. E., (επιμ.), The invention of Tradition,

Λονδίνο 1977.

Page 17: vlachadi2

17

σμική κατασκευή, η οποία υπόκειται σε συνεχείς αλλαγές, ως μια διαδικασία που εξαρτάται και προκύπτει από κοινωνικές σχέσεις και ως εκ τούτου δεν αποκλείει άλλες ταυτότητες. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη δεύτερη αυτή θέση, ο εκσυγχρονισμός, και όχι το κράτος, συνετέλεσε στη διαμόρφωση της εθνικής συ-νείδησης των ατόμων. Για το Stuart Woolf και τον K.W. Deutsch, οι δυνάμεις της αγοράς και το μοντέρνο κράτος συνετέλεσαν στο να διαρραγούν τα συστήματα αξιών που χαρακτήριζαν τις παραδοσιακές κοινωνίες και μαζί τους οι οικογενειακοί και το-πικοί δεσμοί. Το γεγονός ότι οι άνθρωποι μετακινούνταν πε-ρισσότερο και μάθαιναν γράμματα, ενθάρρυνε νέες μορφές κοινωνικής επικοινωνίας. Για τον Gellner, η μετάβαση στη βιο-μηχανική κοινωνία και οι δομικές αλλαγές που τη συνόδευσαν ώθησαν τα άτομα να αποκτήσουν τις απαιτούμενες ικανότητες και δεξιότητες ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν και υποχρέωσαν το κρά-τος να αναπτύξει ένα συγκεκριμένο εκπαιδευτικό σύστημα. Μέσα από το μονοπώλιο που το κράτος είχε στην εκπαίδευση, αντικατέστησε προηγούμενα συστήματα αξιών με μια νέα αί-σθηση ταύτισης με το έθνος- κράτος και τον πατριωτισμό. Από αυτή τη θέση του Gellner προκύπτει μια εξήγηση γιατί στις ά-νισα και ατελώς εκσυγχρονισμένες χώρες στάθηκε δύσκολο να αναπτυχθεί μια αίσθηση εθνικής ταυτότητας.

Κατά τον Anthony D. Smith, «η έννοια της εθνικής ταυτότη-τας εμπεριέχει την αίσθηση μια πολιτικής κοινότητας -έστω και υποτυπώδους. Η πολιτική κοινότητα με τη σειρά της συνε-πάγεται τουλάχιστον κάποιους κοινούς θεσμούς κι έναν κοινό κώδικα δικαιωμάτων και καθηκόντων για όλα τα μέλη της. Ε-πίσης, υποδηλώνει την ύπαρξη ενός σαφούς κοινωνικού χώρου, μιας αρκετά καθαρά οριοθετημένης εδαφικής περιοχής, με την οποία τα μέλη της ταυτίζονται και στην οποία αισθάνονται ότι ανήκουν11.»

Τα παραπάνω χαρακτηριστικά αντικατοπτρίζουν το δυτικό πρότυπο για το έθνος, όπως το ορίζει ο Smith, το οποίο αποτέ-λεσε και την κατευθυντήρια γραμμή για τον τρόπο που αντι-

11 Smith Anthony D., Εθνική Ταυτότητα, Οδυσσέας, Αθήνα 2000, «Τα στοι-

χεία της 'εθνικής' ταυτότητας» που περιλαμβάνεται στο κεφ. 1 «Εθνική

και άλλες ταυτότητες», σ.σ. 23-32.

Page 18: vlachadi2

18

λαμβανόμαστε σήμερα την έννοια του έθνους. «Το δυτικό μο-ντέλο της εθνικής ταυτότητας», του «έθνους του πολίτη», αντι-λαμβάνεται τα έθνη ως πολιτισμικές κοινότητες των οποίων τα μέλη είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με μύθους, κοινές ιστορικές μνήμες, σύμβολα και παραδόσεις. Ακόμη και στις περιπτώσεις όπου εμφανίζονται νέες ομάδες ατόμων, κυρίως μετανάστες, με τις δικές τους κουλτούρες και πολιτισμικές καταβολές, χρειάστηκε να περάσουν πολλές γενιές μέχρις ότου αυτοί, τα παιδιά και τα εγγόνια τους γίνουν αποδεκτοί, όσο αυτό ήταν εφικτό, από το νέο πολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο εντά-χθηκαν. Συμπερασματικά, οι συνιστώσες του δυτικού μοντέλου του έθνους είναι η κοινή εδαφική επικράτεια, η νομικο-πολιτική κοινότητα, πολιτική ισότητα και ισότητα απέναντι στο νόμο και κοινή πολιτική κουλτούρα και ιδεολογία.

Κατά τον Stuart Woolf, είναι φανερό ότι η δημιουργία ενός σαφώς οριοθετημένου εθνικού εδάφους, που θα έχει τα δικά του πολιτικά σύνορα, ευνόησε μεσοπρόθεσμα την κατασκευή μιας εθνικής συνείδησης. Στα περισσότερα εθνικά κράτη, τόσο τα παλαιά όσο και τα καινούρια, καθώς διευρυνόταν η πρακτι-κή της πολιτικής συμμετοχής, η κοινωνία των πολιτών σταδια-κά αποκτούσε μία επικράτεια εδαφικά προσδιορισμένη τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια σφαίρα. Εντυπωσιακή ήταν η εξάπλωση σε εθνική κλίμακα πολιτικών και κοινωνικών ορ-γανώσεων, ομάδων επαγγελματιών, πολιτικών κομμάτων και λοιπών συνδικάτων. «Η συναίσθηση του κοινού συμφέροντος αποτέλεσε μια ολοένα και ισχυρότερη και συμπαγή βάση οικο-δόμησης της εθνικής ταυτότητας.»

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όμως, έχει να εξετάσουμε, έστω και συνοπτικά, και την έννοια του έθνους που γεννήθηκε στον α-ντίποδα της Δύσης και του μοντέλου του έθνους που αυτή κυο-φόρησε. Πρόκειται για ένα μοντέλο του έθνους που πήρε σάρ-κα και οστά στην Ανατολική Ευρώπη και την Ασία και το οποίο δεν δίστασε να αμφισβητήσει την κυριαρχία του δυτικού μο-ντέλου, προσθέτοντας νέα δεδομένα, εναρμονισμένα με τις δι-αφορετικές συνήθειες και τις ιστορικές πορείες των μη δυτικών κοινωνιών12.

12 Smith Anthony D., Εθνική Ταυτότητα, Οδυσσέας, Αθήνα 2000, «Τα

στοιχεία της εθνικής ταυτότητας» που περιλαμβάνεται στο κεφ. 1 «Ε-

Page 19: vlachadi2

19

To «μη δυτικό μοντέλο του έθνους» εμφανίστηκε στο προ-σκήνιο ως η «εθνοτική αντίληψη του έθνους», δίνοντας βαρύ-τητα στους κοινούς προγόνους και τη γηγενή κουλτούρα. Σε αντίθεση με τη δυτική αντίληψη για το έθνος, η «εθνοτική α-ντίληψη» δεν δίνει στο άτομο την ελευθερία να επιλέξει το έ-θνος στο οποίο επιθυμεί να ανήκει. Δηλαδή, εξακολουθεί ανα-πόφευκτα το άτομο να αποτελεί οργανικό μέλος της κοινότη-τας στην οποία γεννήθηκε ανεξάρτητα από το αν μεταναστεύ-σει σε κάποια άλλη κοινότητα. Με αυτόν τον τρόπο δίνεται έμ-φαση στην κοινή καταγωγή και όχι στην εδαφική επικράτεια. Αυτή η κοινή καταγωγή καθιστά όλα τα μέλη του έθνους α-δέρφια και αναπτύσσει μεταξύ τους συγγενικούς δεσμούς που τα διαφοροποιούν από τους ξένους. Παράλληλα, έντονο είναι το λαϊκό ή δημώδες στοιχείο, όπου ο λαός αποτελεί το αντικεί-μενο των εθνικιστικών φιλοδοξιών, στο όνομα του οποίου οι ηγέτες καλλιεργούν τις εθνικιστικές τους βλέψεις. Τέλος, εξέ-χουσα θέση στο εθνοτικό μοντέλο καταλαμβάνει η ντόπια λαϊ-κή κουλτούρα και κυρίως η γλώσσα και τα έθιμα. Δημιουργώ-ντας μια πλατιά διαδεδομένη επίγνωση των μύθων, της ιστο-ρίας και των γλωσσικών παραδόσεων της κοινότητας, κατόρ-θωσαν να αποκρυσταλλώσουν την ιδέα του εθνοτικού έθνους στη συνείδηση των μελών. Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του Hobsbawm ότι η εθνικότητα «σχεδόν πάντοτε συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με κοινή καταγωγή και προέλευση, από τις ο-ποίες υποτίθεται ότι προέρχονται τα κοινά χαρακτηριστικά των μελών της εθνοτικής ομάδας».

Αξίζει να σημειωθεί ότι πίσω από τα δύο παραπάνω αντα-γωνιστικά μοντέλα του έθνους εντοπίζεται μία συνισταμένη κοινών πεποιθήσεων αναφορικά με τα συστατικά του. Εδώ συ-γκαταλέγεται η ιδέα ότι τα έθνη είναι εδαφικά οριοθετημένες πληθυσμιακές μονάδες και ότι πρέπει να διαθέτουν τη δική τους πατρίδα. ότι τα μέλη τους μοιράζονται μια κοινή κουλτού-ρα, κοινούς ιστορικούς μύθους και μνήμεςκαθώς και αμοιβαία νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις στο πλαίσιο ενός κοινού νομικού συστήματος' ότι τα έθνη, τέλος, διαθέτουν ένα κοινό σύστημα καταμερισμού εργασίας και παραγωγής και επιτρέ-πουν την κινητικότητα των μελών τους εντός του εδάφους

θνική και άλλες ταυτότητες», σ.σ. 23-32.

Page 20: vlachadi2

20

τους.Σύμφωνα με τον Smith, η ύπαρξη αυτών των κοινών παρα-

δοχών επιτρέπει να καθοριστούν τα εξής θεμελιώδη χαρακτη-ριστικά της εθνικής ταυτότητας13:

α. μια ιστορική εδαφική επικράτεια (η πατρίδα), β. κοινοί μύθοι και ιστορικές μνήμες, γ. μια κοινή, δημόσια κουλτούρα, δ. κοινά νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις για όλα τα μέ-

λη, και ε. κοινή οικονομία και ελευθερία μετακίνησης εντός της επι-

κράτειας.

Όπως επισημαίνει ο Ernest Gellner, μόνο υπό αυτή την προ-ϋπόθεση -την αναγνώριση από τα μέλη ορισμένων νομικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έναντι των υπολοίπων μελών της ομάδας- ένα σύνολο ανθρώπων, όπως οι κάτοικοι μιας συ-γκεκριμένης εδαφικής επικράτειας ή οι ομιλούντες μια δεδομέ-νη γλώσσα, μεταλάσσεται σε έθνος με διακριτή ταυτότητα. Αυτό που τους μετατρέπει σε έθνος είναι η αλληλοαναγνώρισή τους ως μελών ενός τέτοιου συνόλου. Δηλαδή, δύο άνθρωποι ανήκουν στο ίδιο έθνος αν, και μόνο αν, αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλον ως μέλος του ίδιου έθνους. Με άλλα λόγια, σύμφω-να με το συγκεκριμένο «βουλησιαρχικό» ορισμό του έθνους, «έθνη εποίησεν ο άνθρωπος», αφού, κατά τον Gellner, «τα έθνη είναι κατασκευάσματα των ανθρώπινων πεποιθήσεων και δε-σμών και μορφών αλληλεγγύης.» Στον αντίποδα, παρατίθεται «ο πολιτισμικός ορισμός», ο οποίος θεωρεί ότι «δύο άνθρωποι

13 Ο Stuart Woolf υποστηρίζει ότι «ιστορικά, η εθνικότητα σπανίως ορί-

στηκε με αυστηρούς όρους αίματος και συγγένειας. Μόνο σε ακραίες

περιπτώσεις, όπως από το ναζισμό ή από το σέρβικο και τον κροατικό

εθνικισμό σήμερα. Άλλωστε, οι όροι αυτοί είναι και βιολογικά ακατάλ-

ληλοι, δεδομένης της συνεχούς μετακίνησης και της διασποράς των

φυλών και των πληθυσμών ανά τους αιώνες (με την εξαίρεση ίσως της

Ισλανδίας)», βλ. Woolf Stuart, Ο εθνικισμός στην Ευρώπη, Θεμέλιο, Α-

θήνα 1999, κεφ. «Η φιλελεύθερη φάση του εθνικισμού», σ. 37.

Hobsbawm E. J., Έθνη και Εθνικισμός από το 1870 μέχρι σήμερα- Πρό-

γραμμα, μύθος, πραγματικότητα, Μ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1994.

Page 21: vlachadi2

21

ανήκουν στο ίδιο έθνος, αν και μόνο αν, μοιράζονται τον ίδιο πολιτισμό.» Το ίδιο, δηλαδή, βασικό σύστημα ιδεών, συμβόλων, συνειρμών και τρόπων συμπεριφοράς και επικοινωνίας. Βέβαι-α, ο Gellner υπογραμμίζει ότι πρόκειται για δύο προσωρινούς ορισμούς, οι οποίοι αφενός μεν υποδεικνύουν ένα στοιχείο με πραγματική βαρύτητα στην κατανόηση του εθνικισμού, αφετέ-ρου, όμως, δεν είναι επαρκείς.

Συνεπώς, οι δύο παράγοντες που προαναφέρθηκαν, η βού-ληση και ο πολιτισμός, δεν αρκούν για την κατασκευή μιας θεωρίας της εθνικότητας. Και αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:

Αφενός, ακόμα και αν η βούληση αποτελούσε το βασικό συ-στατικό δόμησης του έθνους, αποτελεί ταυτόχρονα το θεμέλιο λίθο για τόσα άλλα πράγματα, ώστε να μην είναι δυνατόν ναορίσουμε το έθνος με αυτόν τον τρόπο. Ας μην ξεχνάμε ότι η βούληση ή η συναίνεση είναι αναμφίβολα σημαντικοί παράγο-ντες στο σχηματισμό των περισσότερων ομάδων, άλλοτε μι-κρών και άλλοτε μεγάλων, όπως οι λέσχες, οι συμμορίες, οι παρέες, τα κόμματα, οι σύνδεσμοι και οι πάσης φύσεως κοινό-τητες. Ο μόνος λόγος για τον οποίο ο ορισμός αυτός κεντρίζει το ενδιαφέρον μας είναι γιατί στη νεότερη εθνικιστική εποχή, οι εθνικές οντότητες αποτελούν αγαπημένα αντικείμενα ταύ-τισης σε αντιδιαστολή με άλλα είδη των ομάδων που λησμο-νούνται πολύ εύκολα. Παρ' όλα αυτά, ένας ορισμός προσκολ-λημένος στις παραδοχές και συνθήκες μιας εποχής δεν μπορεί να βοηθήσει στην εξήγηση της εμφάνισης αυτής της εποχής.

Αφετέρου, η εθνικότητα θα ήταν αδύνατο να οριστεί με γνώμονα τον κοινό πολιτισμό, καθώς η ανθρώπινη ιστορία α-νέκαθεν διακρινόταν από πολιτισμικές διαφοροποιήσεις. Τα πολιτισμικά σύνορα είναι άλλοτε αυστηρά και άλλοτε ρευστά και η διαμόρφωσή τους είναι άλλοτε απλή και καθαρή και άλ-λοτε πολύπλοκή και δαιδαλώδης. Έτσι, αυτός ο πλούτος της διαφοροποίησης δεν εναρμονίζεται είτε με τα σύνορα πολιτι-κών οντοτήτων με πεδίο δικαιοδοσίας πραγματικών μορφών εξουσίας είτε με τα όρια πολιτικών οντοτήτων που αναδύθη-καν υπό το πρίσμα της δημοκρατίας, της συναίνεσης και της θέλησης.

To ερώτημα, λοιπόν, που προκύπτει είναι το εξής: Πώς μπο-ρούν να οριστούν τα έθνη;

Page 22: vlachadi2

22

«Τα έθνη μπορούν να οριστούν μονάχα με βάση την εποχή του εθνικισμού», τονίζει ο Gellner, «και όχι, όπως θα περίμενε κανείς, αντίστροφα». Δεν ισχύει η άποψη ότι «η εποχή του ε-θνικισμού» αποτελεί απλώς την αφύπνιση ή την πολιτική αυ-τοεπιβεβαίωσης κάθε έθνους. Σύμφωνα με τον Gellner δημι-ουργός της εθνικής ταυτότητας είναι ο εθνικισμός. Τη θέση αυ-τή διατυπώνει λακωνικά ως εξής: «ο εθνικισμός δεν είναι η α-φύπνιση των εθνών προς την αυτοσυνείδηση. επινοεί έθνη εκεί όπου δεν υπάρχουν -χρειάζεται, όμως, κάποια προϋπάρχοντα διακριτικά γνωρίσματα για να τα επεξεργαστεί, ακόμα και αν αυτά είναι αποκλειστικά αρνητικά....»31. H θεωρία του για τη δημιουργία των εθνών συνοψίζεται στη ρήση ότι «τα έθνη γεν-νιούνται από τον εθνικισμό και όχι το αντίστροφο». Και επε-κτείνει τη σκέψη του λέγοντας ότι η ιστορικά κληροδοτούμενη πληθώρα των πολιτισμών και ο πολιτισμικός πλούτος χρησι-μοποιούνται από τον εθνικισμό πολύ επιλεκτικά με αποτέλε-σμα να επέρχεται ο ριζικός μετασχηματισμός τους.

Ακολούθως, είναι δυνατόν να αναβιώσουν νεκρές γλώσσες, να εφευρεθούν παραδόσεις, αποκαθιστώντας εντελώς φαντα-στικές αρχέγονες καθαρότητες. Σε καμία περίπτωση, όμως, αυτή η πολιτισμικά ευφάνταστη πλευρά της εθνικιστικής ιδεο-λογίας δεν θα πρέπει να οδηγήσει στο λανθασμένο συμπέρα-σμα ότι «ο εθνικισμός είναι ένα τυχαίο, τεχνητό, ιδεολογικό εφεύρημα, το οποίο θα μπορούσε να μην είχε προκύψει, αν αυ-τοί οι καταραμένοι, πολυπράγμονες και ενοχλητικοί Ευρωπαίοι διανοητές, ανίκανοι να αφήσουν τα πράγματα στην ησυχία τους, δεν το είχαν μηχανευτεί και δεν το είχαν εγχύσει μοιραία στις φλέβες των κατά τα άλλα βιώσιμων πολιτικών κοινοτή-των». Ένα τέτοιο συμπέρασμα θα ισοδυναμούσε με την παρα-δοχή της άποψης ότι τα έθνη υπάρχουν από την ίδια τη φύση και απλώς περιμένουν να «αφυπνιστούν» από τη νάρκη τους με τη βοήθεια του εθνικιστή «αφυπνιστή».

Ο εθνικισμός, όμως, δεν είναι η επιβεβαίωση αυτών των υ-ποθετικά φυσικών και δεδομένων οντοτήτων ούτε η αφύπνιση μιας λανθάνουσας δύναμης. Στην πραγματικότητα είναι η α-ποκρυστάλλωση νέων οντοτήτων, οι οποίες αντικατοπτρίζουν τις επικρατούσες συνθήκες, παρά το γεγονός ότι θεμελιώνο-νται στα πολιτισμικά, ιστορικά και άλλα κληροδοτήματα του

Page 23: vlachadi2

23

προεθνικιστικού κόσμου. Και οι πολιτισμοί τους οποίους ισχυ-ρίζεται πως υπερασπίζεται και αναβιώνει αποτελούν συχνά δικές του επινοήσεις ή τους τροποποιεί τόσο πολύ που γίνονται αγνώριστοι.

Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι ως επιστέγασμα των απόψεών του, ο Gellner θεωρεί πως «τα έθνη, ως φυσικός, θεό-σταλτος τρόπος ταξινόμησης των ανθρώπων, ως ένα εγγενές καίτοι πολύ αργοπορημένο πολιτικό πεπρωμένο, είναι μύθος' ο εθνικισμός, που άλλοτε παίρνει προϋπάρχουσες κουλτούρες για να τις μετατρέψει σε έθνη, άλλοτε τις εφευρίσκει, συχνά δε τις εξαλείφει, αυτός είναι καλώς ή κακώς μια πραγματικότητακαι μάλιστα σε γενικές γραμμές αναπόφευκτη».

Με αφετηρία τη θέση του Gellner ότι «ο εθνικισμός δεν είναι η αφύπνιση των εθνών προς την αυτοσυνείδηση. επινοεί έθνη εκεί όπου δεν υπάρχουν...», ο Benedict Anderson κάνει λόγο για τις «φαντασιακές κοινότητες». Υποστηρίζει πως το μειονέκτη-μα της παραπάνω διατύπωσης έγκειται στο ότι ο Gellner επι-θυμεί διακαώς να αποδείξει ότι ο εθνικισμός ενδύεται ψευδή προσχήματα, ώστε «εξομοιώνει την 'επινόηση' με τη 'χάλκευση' και την 'πλαστότητα' με τη 'φαντασιακή σύλληψη' και τη 'δημιουργία'. Με αυτόν τον τρόπο υπονοεί ότι υπάρχουν «αλη-θινές» κοινότητες που πλεονεκτούν σε σχέση με το έθνος.»

To έθνος, εθνικότητα και, κατ' επέκταση, ο εθνικισμός έχουν αποδειχθεί, όπως υπογραμμίζει ο Anderson, δύσκολα στον ορι-σμό και την ανάλυσή τους. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει «ενώ ο εθνικισμός έχει ασκήσει τεράστια επιρροή στο σύγχρο-νο κόσμο, η προοπτική διατύπωσης μιας πειστικής θεωρίας φαίνεται αχνή». Εξίσου σημαντική είναι και η άποψη του Hugh Seton-Watson, συγγραφέα μιας μελέτης για τον εθνικισμό, ο οποίος παρατηρεί το εξής: «Τελικά, οδηγούμαι στο συμπέρα-σμα ότι δεν μπορεί να επινοηθεί ένας επιστημονικός ορισμός του έθνους. Όμως, το φαινόμενο υπήρξε και υπάρχει» .

Έχοντας, λοιπόν, υπ' όψιν τις δυσκολίες ορισμού του έθνους, ο Anderson προχωρά να προτείνει τον ακόλουθο: «Έθνος απο-τελεί μια ανθρώπινη κοινότητα που φαντάζεται τον εαυτό της ως πολιτική κοινότητα, εγγενώς οριοθετημένη και ταυτόχρονα κυρίαρχη».

Αποτελεί μια φαντασιακή κοινότητα επειδή κανένα μέλος,

Page 24: vlachadi2

24

ακόμα και του μικρότερου έθνους, δεν θα γνωρίσει ποτέ τα πε-ρισσότερα από τα υπόλοιπα μέλη, δεν θα τα συναντήσει ούτε καν θα ακούσει γι' αυτά, όμως ο καθένας έχει την αίσθηση του συνανήκειν. Ο Ρενάν αναφέρθηκε σε αυτή τη φαντασιακή λει-τουργία όταν έγραψε με κάποιο σαρκασμό ότι: «Η πεμπτουσία του έθνους βρίσκεται στο ότι τα μέλη του έχουν πολλά κοινά καθώς και στο ότι έχουν ξεχάσει πολλά». Στην πραγματικότη-τα, κατά τον Anderson, «κάθε κοινότητα που είναι μεγαλύτερη από ένα χωριό όπου οι άνθρωποι έχουν προσωπική επαφή (και ίσως ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση) είναι φαντασιακή». Και συμπληρώνει τονίζοντας ότι «οι κοινότητες δεν διακρίνο-νται μεταξύ τους από την πλαστότητα ή τη γνησιότητά τους, αλλά από τον τρόπο με το οποίο γίνονται αντιληπτές από τη φαντασία».

Στον ορισμό που δίνει ο Anderson για το έθνος, η φαντασία συλλαμβάνει το έθνος ως κοινότητα, διότι ανεξάρτητα από την ουσιαστική ανισότητα που κυριαρχεί σε κάθε κοινότητα, αυτό νοείται πάντα ως μια βαθιά οριζόντια σχέση. Και είναι αυτό το αίσθημα της αδελφοσύνης που δίνει τη δυνατότητα σε τόσα εκατομμύρια ανθρώπους, τους τελευταίους δύο αιώνες, όχι τό-σο να σκοτώνουν, όσο να είναι πρόθυμοι να δίνουν τη ζωή τους για τόσο περιορισμένες φαντασιώσεις.

Η εθνικότητα, η ιδιότητα, δηλαδή, του να ανήκει κανείς σε ένα έθνος, καθώς επίσης και ο εθνικισμός, είναι πολιτισμικές κατασκευές μιας συγκεκριμένης μορφής. Η δημιουργία τους στα τέλη του 18ου αιώνα ήταν το αυθόρμητο απόσταγμα συ-γκεκριμένων ιστορικών συγκυριών. Όπως υποστηρίζει ο Anderson στη δεδομένη αυτή χρονική στιγμή, η φαντασιακή σύλληψη των νέων κοινοτήτων έγινε δυνατή χάρη σε μια αλ-ληλεπίδραση μεταξύ ενός συστήματος παραγωγής και παρα-γωγικών σχέσεων (καπιταλισμός), μιας τεχνολογίας των επι-κοινωνιών (τυπογραφία) και της ποικιλίας των ανθρώπινων γλωσσών. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ο καπιταλισμός εξυπηρέτησε τη «συνάρθρωση» των συναφών καθομιλουμέ-νων γλωσσών, ο οποίος με γνώμονα τη γραμματική και το συ-ντακτικό, δημιούργησε έντυπες γλώσσες που μπορούσαν χάρη στη μηχανική αναπαραγωγή τους να διαδοθούν μέσω της αγο-ράς. Αυτές οι έντυπες γλώσσες είναι που έθεσαν τα θεμέλια

Page 25: vlachadi2

25

της εθνικής συνείδησης. H συνάντηση, λοιπόν, του καπιταλι-σμού και της τυπογραφικής τεχνολογίας (print capitalism) με την ποικιλία της ανθρώπινης γλώσσας γέννησε μια νέα μορφή φαντασιακής κοινότητας που προετοίμασε το σύγχρονο έθνος. Αυτά τα στοιχεία συνετέλεσαν ώστε να οριστούν τα έθνη ως φαντασιακές, πλην όμως πολιτικές, κοινότητες. Αλλά και αφό-του ορίστηκαν ως τέτοια, τα έθνη μπόρεσαν να μεταφυτευ-θούν, με ποικίλους βαθμούς αυτοσυνείδησης, σε μια μεγάλη ποικιλία κοινωνικών εδαφών, να συγχωνεύσουν και να συγ-χωνευθούν με μια ποικιλία πολιτικών και ιδεολογικών μορφω-μάτων. Ο Anderson τονίζει με έμφαση ότι «η εποχή μας έχει ταυτιστεί τόσο πολύ με αυτά τα συγκεκριμένα πολιτισμικά κα-τασκευάσματα» με αποτέλεσμα «η εθνική υπόσταση να είναι παγκοσμίως η πλέον νομιμοποιημένη αξία στην πολιτική ζωή του καιρού μας».

To βασικό, λοιπόν, χαρακτηριστικό του σύγχρονου έθνους και οτιδήποτε συνδέεται με αυτό είναι ότι πρόκειται για κάτι νέο. Αυτό γίνεται πιο κατανοητό, παρά το γεγονός ότι η αντί-θετη υπόθεση, δηλαδή ότι η εθνική ταυτότητα είναι τρόπον τι-νά φυσική αρχέγονη και διαρκής ώστε να προηγείται της ιστο-ρίας, έχει πολλούς υποστηρικτές.

Κατά συνέπεια, η ταυτότητα ενός κοινωνικού συνόλου βρί-σκεται σε άμεση συνάρτηση με την ιστορία και τον μύθο, δύο παράγοντες που προσδίδουν την αίσθηση της συνέχειας στο χρόνο και της ενότητας στο χώρο. Η συνέχεια αυτή αλλάζει μορφές και αναπροσδιορίζεται κάθε φορά με γνώμονα την ε-κάστοτε σχέση του «εμείς» προς τους «άλλους» ή τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του «εμείς». Η εθνική ταυτότητα εξαρτάται τόσο από το ποιους αποκλείει όσο και από το ποιους περικλείει. Ο «ξένος» του οποίου ο αποκλεισμός αποτελεί μια προϋπόθεση της εθνικής ανεξαρτησίας ή η εθνική μειονότητα της οποίας οι αξιώσεις απειλούν την εθνική ενότητα είναι οι δύο αντίθετοι πόλοι πάνω στους οποίους σφυρηλατείται η εθνική συνοχή μέ-σα στις ιστορικές διαδικασίες δημιουργίας του έθνους.

Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι η εθνική ταυτότητα και το έθνος είναι σύνθετες κατασκευές που συγκροτούνται από ένα πλή-θος συστατικών -εθνοτικών, πολιτισμικών, εδαφικών, οικονο-μικών και νομικο-πολιτικών- που βρίσκονται σε μία σχέση αλ-

Page 26: vlachadi2

26

ληλεξάρτησης. Τα μέλη των κοινοτήτων συνδέονται με δε-σμούς αλληλεγγύης εκπορευόμενους και βασιζόμενους σε κοι-νές μνήμες, μύθους και παραδόσεις. Αυτή η πολύπλευρη δύ-ναμη της εθνικής ταυτότητας αποδεικνύεται αν παρατηρήσου-με ορισμένες από τις λειτουργίες που επιτελεί για τις ομάδες και τα άτομα.

1.2 Λειτουργίες της εθνικής ταυτότητας

Ο Anthony Smith διακρίνει τις λειτουργίες της εθνικής ταυ-τότητας με βάση τις επιπτώσεις τους σε «εξωτερικές» και «ε-σωτερικές». Οι εξωτερικές λειτουργίες είναι εδαφικές, οικονο-μικές και πολιτικές. Τα έθνη εντάσσονται σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό χώρο μέσα στον οποίο τα μέλη καλούνται να ζήσουν και να εργαστούν και οριοθετούν μια ιστορική εδαφική επικρά-τεια που τοποθετεί την κοινότητα στο χρόνο και το χώρο. Επί-σης, επιτρέπουν στα άτομα τη δημιουργία «ιερών κέντρων» που λειτουργούν ως αντικείμενα πνευματικού και ιστορικού προσκυνήματος και αποκαλύπτουν τη μοναδικότητα της «ηθι-κής γεωγραφίας» κάθε έθνους.

Από οικονομικής πλευράς, η εθνική ταυτότητα λειτουργεί ως ο παράγοντας που καθορίζει τα μέλη και τους πόρους του έθνους, εκπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τα ιδεώδη της ε-θνικής αυτάρκειας. Ως προς τον πολιτικό τομέα, η εθνική ταυ-τότητα αποτελεί τον θεμέλιο λίθο του κράτους και, κατ' επέ-κταση, της συγκρότησης του κρατικού μηχανισμού. Το ίδιο ι-σχύει και στην περίπτωση που τα έθνη δεν έχουν δική τους κρατική οντότητα, οπότε η εθνική ταυτότητα δρα προς την κα-τεύθυνση της συγκρότησης πολιτικών ισοδύναμων. Η εθνική ταυτότητα και η εθνική βούληση του συνόλου επηρεάζουν και καθορίζουν το εθνικό συμφέρον, που λειτουργεί και ως γνώμο-νας για την εκλογή κυβερνήσεων, την επιλογή των πολιτικών προσώπων και τη ρύθμιση της πολιτικής τους συμπεριφοράς.

Η κυρίαρχη, όμως, πολιτική λειτουργία της εθνικής ταυτό-τητας συνίσταται στη διαδικασία νομιμοποίησης των κοινών νομικών δικαιωμάτων των μελών και των αντίστοιχων υπο-χρεώσεων που απορρέουν από τους νομικούς θεσμούς, αμφό-τεροι εκ των οποίων καθορίζουν τις ιδιαίτερες αξίες και τον

Page 27: vlachadi2

27

χαρακτήρα του έθνους και αντικατοπτρίζουν τα ήθη και έθιμα του λαού. Στην εποχή μας, η επίκληση της εθνικής ταυτότητας έχει αναδειχθεί σε κύριο μέσο νομιμοποίησης του κοινωνικού καθεστώτος και της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Εκτός από τις εξωτερικές λειτουργίες, οι εθνικές ταυτότητες επιτελούν και ορισμένες εσωτερικές λειτουργίες που απευθύ-νονται στα μέλη της κοινότητας. Η πιο σημαντική από όλες εί-ναι η δημιουργία των κατάλληλων προϋποθέσεων για την κοι-νωνικοποίησή τους και τον χαρακτηρισμό τους ως «μέλη του έθνους». Στις μέρες μας, ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται μέσω των υποχρεωτικών δημόσιων εκπαιδευτικών συστημάτων, μέ-σω των οποίων ενσταλάζεται η αφοσίωση τόσο στο έθνος και όσο και σε μια διακριτή, ομοιογενή κουλτούρα.

Τα άτομα αναπτύσσουν μεταξύ τους δεσμούς καθώς μοιρά-ζονται κοινές αξίες, σύμβολα και παραδόσεις. Η χρήση συμβό-λων υπενθυμίζει στα μέλη την κοινή κληρονομιά και την πολι-τισμική τους συγγένεια ενώ η αίσθηση της κοινής ταυτότητας και του «ανήκειν» μεταβάλλει το έθνος σε μια ομάδα ικανή να αντιμετωπίσει επιτυχώς τις δυσκολίες .

Τέλος, η αίσθηση της εθνικής ταυτότητας αποτελεί το εργα-λείο για τον αυτοπροσδιορισμό του ατόμου εντός της κοινότη-τας. Μέσω της κοινής, μοναδικής κουλτούρας αποκτούμε τη δυνατότητα να μάθουμε «ποιοι είμαστε» μέσα στο σύγχρονο κόσμο. Όπως υποστηρίζει ο Smith, ανακαλύπτοντας εκ νέου αυτή την κουλτούρα «ανακαλύπτουμε και πάλι» εμάς τους ίδι-ους, τον «αυθεντικό μας εαυτό» - ή τουλάχιστον αυτό πίστεψαν πολλά από τα απομονωμένα και αποπροσανατολισμένα άτο-μα που εξαναγκάστηκαν να παλέψουν με τις τεράστιες αλλα-γές και τις αβεβαιότητες του σύγχρονου κόσμου.

Αυτή ακριβώς η διαδικασία αυτοπροσδιορισμού του ατόμου, παρ' όλο που θεωρείται «το κλειδί» της εθνικής ταυτότητας, εί-ναι ταυτόχρονα και το στοιχείο που προκαλεί μεγάλο προβλη-ματισμό. Αν λάβουμε υπόψη το ευρύ φάσμα των ανθρώπινων στάσεων και αντιλήψεων, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γε-γονός ότι τόσο οι υπέρμαχοι όσο και οι επικριτές του εθνικι-σμού δεν έχουν κατορθώσει να συμφωνήσουν ως προς τα κρι-τήρια του εθνικού αυτοπροσδιορισμού και της τοποθέτησης του ατόμου στο έθνος. Η αναζήτηση του εθνικού εαυτού και η σχέ-

Page 28: vlachadi2

28

ση του με το άτομο παραμένει το πλέον προβληματικό στοιχείο του εθνικισμού.

Στο πλαίσιο αυτής της ρητορικής, η κύρια κατηγορία που δι-ατυπώνεται η κατηγορία ότι εξ ονόματος της «εθνικής ταυτό-τητας» οι λαοί φάνηκαν πρόθυμοι να περιορίσουν τις ελευθερί-ες των άλλων. Ο εθνικισμός τους προετοίμασε να ποδοπατή-σουν τα πολιτικά και θρησκευτικά δικαιώματα των εθνοτικών, φυλετικών και θρησκευτικών μειονοτήτων που δεν αφομοιώ-θηκαν από το έθνος. Με παρόμοιο τρόπο έδρασε εις βάρος των διακρατικών σχέσεων. Το ιδεώδες του έθνους, που από τη Δύ-ση, την πατρίδα του, μεταφυτεύθηκε σε ολόκληρο τον πλανήτη έφερε μαζί του σύγχυση, αστάθεια, συγκρούσεις και τρόμο, ι-διαίτερα σε περιοχές με μικτό εθνοτικό ή θρησκευτικό χαρα-κτήρα. Ο εθνικισμός, το δόγμα που καθιστά το έθνος αντικεί-μενο κάθε πολιτικού εγχειρήματος και την εθνική ταυτότητα μέτρο κάθε ανθρώπινης αξίας, αμφισβητεί από τα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης την ιδέα της ενωμένης ανθρωπότητας, μιας παγκόσμιας κοινότητας. Αντ' αυτών προτείνει μια στενή, φορτισμένη με εντάσεις και ενστάσεις νομιμοποίηση για την πολιτική κοινότητα, η οποία αναπόφευκτα στρέφει τις διάφο-ρες πολιτισμικές κοινότητες τη μία εναντίον της άλλης14.

Η εθνική ταυτότητα, ως κυρίαρχη μορφή συλλογικής ταυτό-τητας, συνδέεται στενά με την κουλτούρα. Κάθε κουλτούρα τείνει να συγκροτήσει μια συλλογική ταυτότητα, που δεν είναι άλλη από τη λεγόμενη «πολιτισμική ταυτότητα». Η πολιτισμι-κή ταυτότητα, ως προϊόν του συλλογικού κοινωνικού ιστού, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

1.3 Η έννοια της πολιτισμικής ταυτότητας

Η πολιτισμική ταυτότητα είναι η κουλτούρα που εξασφαλί-ζει τη συνοχή και τη διατήρηση της ομάδας. Προσφέρει ένα πλαίσιο αναφοράς από όπου εκπορεύονται μοντέλα συμπερι-φοράς, τα οποία ρυθμίζουν τόσο τις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της ομάδας όσο και τις σχέσεις της ομάδας με τις άλλες ομάδες.

14 βλ. Smith Anthony D., Εθνική Ταυτότητα, Οδυσσέας, Αθήνα 2000, «Λει-

τουργίες και προβλήματα της εθνικής ταυτότητας» που περιλαμβάνε-

ται στο κεφ 1 «Εθνική και άλλες ταυτότητες», σ. 34.

Page 29: vlachadi2

29

Πριν, όμως, προχωρήσουμε να εξετάσουμε τις διαστάσεις αυτού που αποκαλούμε «πολιτισμική ταυτότητα», θα ήταν ι-διαίτερα χρήσιμο να προσπαθήσουμε να αποσαφηνίσουμε τη σύγχυση που εντοπίζεται ανάμεσα στις έννοιες της «κουλτού-ρας» (culture) και του «πολιτισμού» (civilization), καθώς και οι δύο χρησιμοποιούνται ποικιλοτρόπως.

Ο όρος «culture» έχει πολλές σημασίες. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 12ου αιώνα και σήμαινε μαζί με τη θρησκευτική λατρεία -έννοια που γρήγορα εγκαταλείφθηκε-την καλλιεργημένη γη. Ως καλλιέργεια του πνεύματος παρου-σιάστηκε στα μέσα του 16ου αιώνα. Ο όρος «civilization» εμφα-νίστηκε μόλις τον 18ο αιώνα για να γίνει σαφής η διάκριση α-νάμεσα στον «πολιτισμένο» και τον «βάρβαρο». Η πρόοδος και οι νέες κτήσεις που προστίθενται στον κατάλογο των Ευρω-παίων αποικιοκρατών, καθιστούν τον «πολιτισμό» έκφραση της δυτικής συνείδησης. Αίφνης, το πρόταγμα έγινε η «οικου-μενικότητα» των δυτικών αξιών και ο «εκπολιτισμός» το πρό-σχημα για την κατάκτηση νέων εδαφών15.

Για πολλούς συγγραφείς οι έννοιες «civilisation» και «culture» συμπίπτουν σημασιολογικά. Η χρήση του όρου πα-ραπέμπει σε ένα ανώτερο επίπεδο κουλτούρας και υποδηλώνει το επίπεδο προόδου της ανθρωπότητας. Με γνώμονα αυτά, ένα σύνολο ατόμων, ή ακόμη κι ένας λαός, κατατάσσονται στην κατηγορία των «πολιτισμένων» ή των «απολίτιστων».

Άλλοι συγγραφείς, δεν επιλέγουν τη διάκριση σε «πολιτι-σμένους» και «απολίτιστους», αλλά έχουν ως βάση την ανάλυ-ση των εκδηλώσεων της κοινωνικής ζωής και εντάσσουν ορι-σμένα στοιχεία είτε στο πλαίσιο της έννοιας «πολιτισμός» είτε στο πλαίσιο της έννοιας «κουλτούρα». Σύμφωνα με την κατη-γοριοποίηση αυτή, η «κουλτούρα» ως έννοια μπορεί να αναφέ-

15 Για τις σημασίες των όρων «κουλτούρα» και «πολιτισμός», βλ. Βρύζας

Κωνσταντίνος, Παγκόσμια Επικοινωνία και Πολιτιστικές Ταυτότητες,

Gutenberg, Αθήνα 1997, κεφ. «Πολιτιστικές Ταυτότητες», σ. 174 . Το

Μείζον Ελληνικό Λεξικό του Τεγόπουλου-Φυτράκη (1997) ορίζει τον

πολιτισμό ως εξής: «πολιτισμός». ο βαθμός ανάπτυξης των υλικών και

πνευματικών συνθηκών της κοινωνικής ζωής του ανθρώπου// το σύνολο

των υλικών και πνευματικών δημιουργημάτων του ανθρώπου σε ορισμέ-

νη χώρα ή εποχή.

Page 30: vlachadi2

30

ρεται σε ιδεολογίες, θρησκευτικές πεποιθήσεις, επιτεύγματα των τεχνών, δηλαδή σε διάφορες εκφράσεις της ζωής, ενώ ο «πολιτισμός» προσδιορίζει της κοινωνική οργάνωση και τις τε-χνικές.

Ο όρος «κουλτούρα» δημιουργεί διαφορετικές συσχετίσεις ανάλογα με το σε τι αναφερόμαστε όταν τον χρησιμοποιούμε, ανάλογα με το αν αναφερόμαστε στην ανάπτυξη ενός ατόμου, μιας ομάδας ή τάξης ή μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ο Τ. S Eliot υποστηρίζει ότι «η κουλτούρα ενός ατόμου εξαρτάται από την κουλτούρα μιας ομάδας ή τάξης, όπως και ότι η κουλτούρα μι-ας ομάδας ή τάξης εξαρτάται από την κουλτούρα ολόκληρης της κοινωνίας στην οποία αυτή η ομάδα ή η τάξη ανήκει. Επο-μένως, αυτό που έχει πρωταρχική σημασία είναι η κουλτούρα της κοινωνίας και είναι η έννοια του όρου «κουλτούρα» σε σχέ-ση με ολόκληρη την κοινωνία». Η χρήση του όρου «κουλτού-ρα», καθεαυτή, με την έννοια κάποιου ιδεώδους προς το οποίο συνειδητά πρέπει να πρέπει να στοχεύουν οι ανθρώπινες υπο-θέσεις, είναι σχετικά πρόσφατη. Η «κουλτούρα» είναι σχετικά εύκολο να κατανοηθεί όταν έχουμε να κάνουμε με την καλ-λιέργεια του ατόμου σε σχέση με την κουλτούρα της ομάδας και της κοινωνίας. Η κουλτούρα της ομάδας, επίσης, αποκτά μια σαφή σημασία σε αντιδιαστολή με τη λιγότερο ανεπτυγμέ-νη κουλτούρα του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας. Η δια-φορά που υπάρχει ανάμεσα στις τρεις αυτές εφαρμογές του όρου μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή αν αναρωτηθούμε ως ποιο σημείο, σε σχέση με το άτομο, την ομάδα και το κοινω-νικό σύνολο, «ο συνειδητός σκοπός του να επιτευχθεί η κουλ-τούρα έχει ένα οποιοδήποτε νόημα». Και ο Eliot καταλήγει επι-σημαίνοντας ότι «ένα μεγάλο μέρος της σύγχυσης που επικρα-τεί θα μπορούσε να αποφευχθεί, αν θα παύαμε να θέτουμε σαν σκοπό της ομάδας αυτό που δεν μπορεί παρά να αποτελεί σκοπό ενός ατόμου μόνο και αν θα παύαμε να θεωρούμε ως σκοπό του συνόλου της κοινωνίας αυτό που δεν μπορεί παρά να αποτελεί το σκοπό μιας ομάδας και μόνο»16.

Αξιοσημείωτη για τους Έλληνες είναι η γλωσσική ιδιαιτερό-τητα που σχετίζεται με τις παραπάνω έννοιες. Συγκεκριμένα,

16 Για τις έννοιες της κουλτούρας βλ. T.S. Eliot, Σημειώσεις για τον ορισμό

της κουλτούρας, Πλέθρον, Αθήνα.

Page 31: vlachadi2

31

στην ελληνική γλώσσα με τη χρήση της λέξης «πολιτισμός» ορίζεται ταυτόχρονα και ο πολιτισμός ως κατάσταση, δηλαδή αυτό που σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες θα λεγόταν civilisation, και ο πολιτισμός ως ειδική στάση, δηλαδή ο πολιτι-σμός ως culture.

Ο πολιτισμός θα μπορούσε να οριστεί ως το συλλογικό αυ-τονόητο των δραστηριοτήτων μιας κοινωνίας και των νοοτρο-πιών του καθημερινού βίου. Από την άλλη πλευρά, ο πολιτι-σμός (culture) παραπέμπει στις καλές τέχνες και τα γράμματα, κάτι που αφορά στους δημιουργούς του πολιτισμού, στους θε-ωρητικούς του πολιτισμού και στους απλούς χρήστες του πολι-τισμού. Θα μπορούσε, λοιπόν, από τη μια πλευρά να χαρακτη-ριστεί ο πολιτισμός ως «η καλλιέργεια του καλού γούστου, η αισθητική καλλιέργεια, και από την άλλη, ως πνευματικότητα, δηλαδή μια ειδική, πιο επεξεργασμένη στάση απέναντι στα μείζονα ερωτήματα σχετικά με την Ιστορία και τη ζωή που α-πασχολούν τον άνθρωπο».

Η «κουλτούρα» ως όρος διακρίνεται από μία ασάφεια και μια πολλαπλότητα στη χρήση, γεγονός που ελλοχεύει τον κίν-δυνο διαφορετικών και ποικίλων ερμηνειών. Παρ' όλα αυτά, η κουλτούρα δεν είναι πλέον συνυφασμένη μόνο με τα γράμμα-τα και τις τέχνες αλλά αντικατοπτρίζει τις πρακτικές ενός κα-θημερινού τρόπου ζωής και συμμετέχει άμεσα στη διαμόρφω-ση της κοινωνικής πραγματικότητας.

Σύμφωνα με τον Ρ. Ουίλλιαμς, η κουλτούρα χωρίζεται σε τρία επίπεδα 63: τη «βιωμένη κουλτούρα», δηλαδή την κουλ-τούρα όπως τη ζουν οι άνθρωποι σε έναν ορισμένο τόπο και χρόνο. την «καταγεγραμμένη κουλτούρα», η οποία περιλαμβά-νει τόσο την τέχνη όσο και τα καθημερινά γεγονότα μιας επο-χής. την «κουλτούρα της επιθετικής παράδοσης», η οποία συν-δέει τη βιωμένη κουλτούρα με τις κουλτούρες διαφορετικών εποχών.

Είναι γεγονός ότι η παράδοση συμμετέχει ενεργά στη διαδι-κασία συγκρότησης και διαμόρφωσης της ταυτότητας κάθε ε-θνικού σχηματισμού. Αυτό, όμως, που αποκαλείται «παράδο-ση», στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι μια επιλεκτική και μυθοποιημένη εκδοχή του παρελθόντος, με αποτέλεσμα ορισμένα στοιχεία της παράδοσης τονίζονται σκοπίμως ενώ

Page 32: vlachadi2

32

άλλα υποβαθμίζονται ή και αγνοούνται. Η επιλεκτική παρά-δοση, λοιπόν, είναι μια εκδοχή του παρελθόντος, η οποία χρη-σιμοποιείται ως εργαλείο επικύρωσης του παρόντος και σύνδε-σής του με το παρελθόν, δίνοντας την αίσθηση μιας προδιαγε-γραμμένης συνέχειας.

Η κουλτούρα είναι ένα σύστημα ιδεών και αξιών που κληρο-δοτείται από γενιά σε γενιά, το περιεχόμενο της οποίας μετα-βάλλεται με την πάροδο του χρόνου καθώς επηρεάζεται και επηρεάζει την κοινωνική δράση των ατόμων. Εδώ ακριβώς εμ-φανίζεται η έννοια της πολιτισμικής ταυτότητας, η οποία είναι μια διαδικασία συνεχούς διαπραγμάτευσης και όχι κάτι δεδο-μένο και στατικό.

Με γνώμονα αυτό, καταλήγουμε ότι κάθε κουλτούρα έχει την ιδιαιτερότητά της. Διακρίνεται από μια σειρά χαρακτηρι-στικών , τα οποία συγκροτούν ένα συνεκτικό πολιτισμικό σχή-μα, ικανό να ενσωματωθεί από ένα υποκείμενο. Ωστόσο, οι διάφορες κουλτούρες του πλανήτη, δεν είναι απομονωμένες και αυτόνομες αλλά διέπονται από μια δυναμική σχέση αλλη-λεπίδρασης.

Κάθε κουλτούρα είναι επίσης το αποτέλεσμα ενός εσωτερι-κού συσχετισμού δυνάμεων. Πρόκειται για μια πάλη των ομά-δων με στόχο τη διανομή των ταυτοτήτων, την αναγνώριση, η οποία επεκτείνεται και στο εσωτερικό μιας δεδομένης κουλ-τούρας, που αυτοπροσδιορίζει και συγκροτεί μια κοινότητα. Η κουλτούρα, ως συλλογική ταυτότητα, είναι διαρκώς το αντικεί-μενο αγώνων για αναγνώριση και υπόκειται σε ένα συνεχή επαναπροσδιορισμό. Η ταυτότητα ενός συνόλου αποσαφηνίζε-ται μόνο μέσα από μια διαδικασία αντιπαραθέσεων με τις ταυ-τότητες γειτονικών ομάδων. Όλες οι τοπικές κουλτούρες είναι στην πραγματικότητα προϊόντα πολιτισμικής επιμειξίας. Και αυτή η επιμειξία είναι που γεννά την πολιτισμική ποικιλομορ-φία, απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη του διαπολιτι-σμικού συστήματος.

Θα μπορούσε, λοιπόν, κανείς να υποστηρίξει ότι η έννοια της πολιτισμικής ταυτότητας διέπεται από μία αμφισημία, ενώ το περιεχόμενό της είναι διφορούμενο. Κι αυτό γιατί η πολιτι-σμική ταυτότητα του κάθε ατόμου συγκροτείται αφενός από το γεγονός ότι ανήκει κάποιος σε μια ομάδα και αφετέρου από

Page 33: vlachadi2

33

ένα σύνολο ατομικών ιδιοτήτων, οι οποίες διακρίνουν και την ατομικότητα του καθενός. Πρόκειται για αμετάβλητα δεδομέ-να όπως το φύλλο αλλά και για μεταβαλλόμενα ή για δεδομέ-να που μπορούν να αλλάξουν όπως το εκπαιδευτικό επίπεδο.

Δύο είναι οι βασικές θεωρητικές κατευθύνσεις που εκπορεύ-ονται από δύο αντίθετες αντιλήψεις για τον πολιτισμό και την πολιτισμική ταυτότητα, ο κουλτουραλισμός και ο κονστρουκτι-βισμός. «Ο κουλτουραλισμός προτείνει τον πολιτισμό ως έναν διαχρονικά σταθερό και συνεκτικό σύνολο πολιτιστικών χαρα-κτηριστικών -όπως η γλώσσα, η θρησκεία, τα έθιμα- που προσ-διορίζουν με τρόπο αποκλειστικό μια συγκεκριμένη κοινότητα. Ο κουλτουραλισμός συνέβαλε στη δημιουργία των δύο πιο ση-μαντικών στη σύγχρονη εποχή πολιτικών κοινοτήτων, του λαού και του έθνους, αποτελώντας την πρώτη συστηματική διατύπωση του εθνοτικού δόγματος, της αξίωσης δηλαδή κάθε έθνους να αποτελεί αυτόνομη πολιτική οντότητα, πάνω στο οποίο βασίστηκε τόσο η ανάπτυξη του ευρωπαϊκού εθνικισμού τον 19ο αιώνα όσο και η σύγχρονη έξαρση της πολιτικής της ταυτότητας. Η δημιουργία του εθνικού κράτους καθιέρωσε την άμεση συνάρτηση της πολιτικής ταυτότητας από την πολιτι-στική. Η ιδιότητα του πολίτη ορίστηκε στη βάση της συμμετο-χής του στην πολιτιστική κοινότητα, στο έθνος, ενώ, ταυτόχρο-να, η πολιτική εξουσία νομιμοποίησε τον εαυτό της ως εγγυητή της εθνικής ταυτότητας και κατοχύρωσε την επικράτειά της μέσω της εδαφοποίησης του πολιτισμού σε χώρο πολιτικό. Α-κολούθως, η ομογενοποιητική πολιτιστική πολιτική του εθνι-κού κράτους παρήγαγε ταυτόχρονα τεχνητές πλειοψηφίες αλ-λά και περιθωριοποιημένες και υποβαθμισμένες μειονότητες, ενώ εγκαθιστώντας την εθνική ταυτότητα ως βασικό πολιτικό και πολιτιστικό δεσμό και θεσμό, απαξίωσε ή απέκλεισε άλλες μορφές ταυτότητας, καθιστώντας τη διαφορά, τόσο εντός όσο και εκτός του εθνικού εδάφους, μειονέκτημα. Κατά συνέπεια, ο ορισμός του κουλτουραλισμού για το έθνος ως μία ταυτόχρονα φυσική οντότητα και πολιτισμική κοινότητα, δημιουργεί έναν αγεφύρωτο ανταγωνισμό μεταξύ των τελευταίων καθώς αυτές είναι αδύνατον να συμπέσουν παρά μόνο σε απόλυτα απομο-νωμένες και κλειστές κοινωνίες.»

Στο αντίποδα, «ο κονστρουκτιβισμός έχει δύο βασικές αφε-

Page 34: vlachadi2

34

τηρίες: Πρώτον, την έμφαση στην τεχνητότητα των διαφορετικών

συλλογικοτήτων, όπως της κοινότητας, του λαού, της φυλής και της τάξης.

Δεύτερον, στην παραδοχή ότι ο πολιτισμός δεν υφίσταται ως ένα μονολιθικό, κοινά αποδεκτό και σταθερό σύστημα συμβό-λων και αξιών, αλλά μάλλον ως ο εγγενώς διαφοροποιημένος και ιστορικά δυναμικός τρόπος με τον οποίο νοηματοδοτούμε τον κόσμο και τη θέση μας μέσα σ' αυτόν. Απορρίπτοντας έτσι την αντίληψη του κουλτουραλισμού για την πολιτιστική ταυτό-τητα ως μια εγγενή, αντικειμενική ιδιότητα του υποκειμένου την οποία οφείλει στο γεγονός ότι ανήκει σε μια διακριτή, φυ-σική, υπεριστορική πολιτιστική κοινότητα, ο κονστρουκτιβι-σμός επανορίζει την πολιτιστική ταυτότητα ως σχέση ταυτο-ποίησης με μια κοινότητα που προσδιορίζεται τεχνητά και αυ-θαίρετα, στο πλαίσιο των κοινωνικών και πολιτικών συμφερό-ντων.»

Όταν γίνεται λόγος για την πολιτισμική ταυτότητα, αναφε-ρόμαστε τόσο σε μία κληρονομούμενη παράδοση όσο και σε μία βιωμένη παράδοση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως συμβαίνει σε όλα τα έθνη, η πολιτισμική ταυτότητα συγκροτεί-ται από ένα συνεκτικό σύνολο ιδιαίτερων πολιτισμικών χαρα-κτηριστικών, που δεν υφίσταται ως ένα μονολιθικό και αμετά-βλητο σύστημα συμβόλων και αξιών αλλά ως ιστορικά δυναμι-κός τρόπος με τον οποίο οι Έλληνες νοηματοδοτούμε τον κό-σμο και τη θέση μας μέσα σε αυτόν. Τα χαρακτηριστικά αυτά, που αποτελούν τις συνιστώσες και τα θεμέλια στα οποία έχει δομηθεί η ελληνική πολιτισμική ταυτότητα, είναι η γλώσσα, η θρησκεία, ο λαϊκός μας πολιτισμός, η πεζογραφία, η τέχνη, η αρχιτεκτονική, το θέατρο, η μουσική, η κοινή ιστορία και η ε-θνική συνείδηση που συμμεριζόμαστε όλοι μας. Η έννοια και το περιεχόμενο της ελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας παρα-πέμπει επίσης και στην έννοια της εθνικής ταυτότητας ως πο-λιτισμικής κατασκευής. Πρόκειται για το σύνολο των πολιτι-σμικών στοιχείων μέσω των οποίων συγκροτείται ή αναγνωρί-ζεται σήμερα η ταυτότητα του ελληνισμού ως εθνικής πολιτι-σμικής οντότητας.

Η έννοια της πολιτισμικής ταυτότητας μπορεί να αντιμετω-

Page 35: vlachadi2

35

πισθεί από δύο οπτικές γωνίες, οι οποίες αντίστοιχα καθορί-ζουν το αρνητικό ή θετικό περιεχόμενό της. Από τη μια πλευ-ρά, η άκριτη προγονολατρεία και η προσκόλληση σε μια εξιδα-νικευμένη παράδοση οδηγεί στο σοβινισμό, υποθάλπει και υ-ποδαυλίζει την εμφάνιση εθνικών και θρησκευτικών φανατι-σμών, οι οποίοι δρουν αρνητικά για την εικόνα του εκάστοτε έθνους ή ομάδας που λειτουργεί με αυτά τα δεδομένα. Από την άλλη πλευρά, η μίμηση και η υιοθέτηση ξενόφερτων προτύ-πων, που δεν είναι συμβατά με το πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο εισάγονται, έχουν ως αποτέλεσμα την πολιτισμική αλ-λοτρίωση.

Κατά συνέπεια, η σχέση κάθε έθνους με την παράδοση και το πολιτισμικό παρελθόν του δεν πρέπει να είναι σχέση εξάρ-τησης αλλά ούτε και απόρριψης. Η παράδοση αποτελεί το θε-μέλιο λίθο πάνω στον οποίο οικοδομείται ένα έθνος και από αυτήν εξαρτάται η διαιώνισή του μέσα στο χρόνο. Η παράδοση και η μνήμη είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους και η ταυτότητα θεμελιώνεται πάνω σε αυτήν ακριβώς τη μνήμη. Κανένα κοινωνικό σύνολο, κανένα έθνος δεν μπορεί να επι-βιώσει χωρίς μνήμη και ιστορία. Σε καμία περίπτωση, όμως, αυτό δεν ενισχύει την τυφλή εμμονή στο παρελθόν. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θεωρηθεί εξίσου επικίνδυνο με την ολοκληρω-τική απώλεια της ιστορικής μνήμης. «Η ανάσυρση του παρελ-θόντος είναι απαραίτητη. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι το πα-ρελθόν πρέπει να κατευθύνει το παρόν, αντίθετα είναι αυτό που πρέπει να χρησιμοποιεί το παρελθόν όπως θέλει».

Κάθε έθνος οφείλει να σέβεται την παράδοσή του, να τη με-ταλαμπαδεύει και να την κληροδοτεί από γενιά σε γενιά. Ω-στόσο, η παράδοση δεν πρέπει να καταστεί ένα αμετάβλητο, στείρο και στατικό σύνολο χαρακτηριστικών αλλά να προσαρ-μόζεται στη σύγχρονη πραγματικότητα. Όσον αφορά τη στάση απέναντι στις ξένες πολιτισμικές επιρροές, δεν πρέπει να ακο-λουθείται η οδός της πλήρους και άκριτης αφομοίωσης αλλά αντίθετα η δημιουργική προσαρμογή τους στο πολιτισμικό πε-ριβάλλον κάθε κοινωνικού συνόλου. Εκείνο που χρειάζεται να επιτευχθεί είναι ο εμπλουτισμός της καθημερινής πρακτικής των ατόμων και των ομάδων τόσο με την αξιοποίηση των ζω-ντανών στοιχείων της παράδοσης, όσο και με τη δημιουργική

Page 36: vlachadi2

36

αφομοίωση και προσαρμογή των «εισαγόμενων» πολιτισμικών προϊόντων μέσω μιας αδιάκοπης πολιτιστικής δημιουργίας και ανανέωσης.

Στις μέρες μας, που η Ευρωπαϊκή Ένωση αριθμεί πλέον 25 μέλη, εγείρεται το ζήτημα της διατήρησης της ενότητας μέσα στην πολυμορφία και της ανάδειξης της κοινής παράδοσης. Η διαμόρφωση μιας ενιαίας ευρωπαϊκής ταυτότητας είναι εξαιρε-τικά κρίσιμη για την επίτευξη του οράματος της ολοκλήρωσης πάνω και πέρα από την πολιτιστική πολυμορφία των κρατών μελών της. Πράγματι, το σχέδιο σύγκλισης των ευρωπαϊκών χωρών, σε ένα κοινό σύστημα αρχών, κανόνων και πολιτικής, αποτελεί το σημαντικότερο κεφάλαιο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Ποια, όμως, είναι η Ευρώπη ως ιδέα, περιεχόμενο και ιστορική συνέχεια; Ποιες οι ρίζες τις και πώς προσδιορίζεται γεωγραφι-κά;

Page 37: vlachadi2

37

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ευρώπη

2.1 Η ιδέα της Ευρώπης

Η επιτάχυνση των διαδικασιών σύγκλισης των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιούργησε όλες τις απαραίτητες προϋ-ποθέσεις για οικονομική, νομισματική και πολιτική ενοποίηση.Άμεση συνέπεια ήταν να γεννηθούν βασικά και καίρια ερωτή-ματα σχετικά με τον όρο «Ευρώπη», τη σημασία του καθώς και τις διαφορετικές ερμηνείες του.

Τι είδους Ευρώπη οικοδομούμε και γιατί; Πώς σχετίζεται αυτή η «νέα Ευρώπη» με τα πρότυπα και

τις εμπειρίες από την ευρωπαϊκή ιστορία; Υπάρχουν χαρακτηριστικές διακριτές «κληρονομούμε-

νες ευρωπαϊκές αξίες»; Ποιος είναι ο ρόλος της «ευρωπαϊκής ταυτότητας» και

ποιες είναι οι εικόνες ενός κοινού ιστορικού παρελθό-ντος;

Μπορεί να ορισθεί η Ευρώπη σε σχέση με κάποιους άλ-λους «μη ευρωπαϊκούς» παράγοντες; Τι είναι τελικά «ευρωπαϊκό» και τι «μη ευρωπαϊκό»;

Τι ακριβώς σημαίνει ο όρος «Ευρώπη» και τι σημαίνει το να «είσαι Ευρωπαίος»;

Είναι ορθή η αναφορά στην έννοια της «ευρωπαϊκής ι-δέας» και στην έννοια της «ιστορίας της Ευρώπης» και ποιος είναι ο ρόλος τους σήμερα;

Πώς θα διασωθούν και ως ποιο βαθμό οι εθνικές ταυτό-τητες και ως ποιο βαθμό οι εθνικές ταυτότητες και ο πο-λιτισμικός πλούτος των επιμέρους εθνικών της ενοτή-των, ιδιαίτερα των μικρότερων;

Η διερεύνηση των όρων «έννοια της Ευρώπης», «ευρωπαϊκές αξίες» και «ευρωπαϊκή ταυτότητα» αναπόφευκτα έχει εγείρει αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις και έντονους προβληματι-σμούς. Οι απόψεις γύρω από την ιδέα της Ευρώπης διίστανται και κάθε πλευρά υποστηρίζει τη δική της θέση προβάλλοντας

Page 38: vlachadi2

38

τα αντίστοιχα τεκμηριωμένα επιχειρήματα. Όλες, όμως, αυτές οι ερωτήσεις τονίζουν τις αιχμηρές και αντιπαραβαλλόμενες απόψεις για το τι αντιπροσωπεύει η Ευρώπη. Ταυτόχρονα, βα-σίζονται στην προϋπόθεση ότι η ιδέα της Ευρώπης περιστρέφε-ται γύρω από το σύμπλεγμα τριών αλληλένδετων εννοιών:

Υπάρχει κάτι που ονομάζεται «Ευρώπη».Οι Ευρωπαίοι διατηρούν μια αντίληψη για τους εαυτούς τους

ότι είναι Ευρωπαίοι. Αυτοπροσδιορίζονται, δηλαδή, με μία δική τους «ευρωπαϊκή ταυτότητα».

2.2 Οι ρίζες της Ευρώπης

Κατά τους αρχαίους χρόνους, ο όρος «Ευρώπη» εμπεριείχε δύο έννοιες: μία μυθολογική και μία γεωγραφική, ενώ ποικίλες είναι οι υποθέσεις που έχουν διατυπωθεί σχετικά με την ετυ-μολογία της λέξης. Αν και κανείς από τους ετυμολογικούς ορι-σμούς δεν έχει υιοθετηθεί ως ο ακριβέστερος και ορθότερος, αναμφισβήτητο είναι το γεγονός ότι λέξη «Ευρώπη» έχει ρίζα την ελληνική λέξη «ευρύς».

Η αντίληψη της Ευρώπης ως γυναίκας είναι ένα χαρακτηρι-στικό της ελληνικής μυθολογίας. Συγκεκριμένα, ο Ησίοδος (770 π.Χ), στη Θεογονία, αναφερόμενος στη γενεαλογία του δωδε-κάθεου, παρουσιάζει την Ευρώπη ως την κόρη του Ωκεανού και της Θέτιδος, μητέρας των ποταμών, και την Ασία ως μία από τις αδερφές της. Ο πιο γνωστός, όμως, μύθος, σχετικά με την Ευρώπη υποστηρίζει ότι έτσι ονομαζόταν η κόρη του βασιλιά των Φοινίκων17. Ο Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώ-πων, ερωτεύεται την κοπέλα και μεταμορφώνεται σε ταύρο για να μπορέσει να την πλησιάσει. Τη συναντά σε μια παραλία, όπου παίζει με τους φίλους της, και καταφέρνει να την κάνει να καθίσει στην πλάτη του. Ξαφνικά το ζώο σηκώνεται στα πόδια του, διασχίζει τη θάλασσα καλπάζοντας και φτάνει στην Κρήτη, παίρνοντάς την μαζί του. Εκεί ο Δίας ανακτά την αν-θρώπινη μορφή του και αποκτά τρία παιδιά από την Ευρώπη. Η απαγωγή της Ευρώπης ήταν ένα από τα δημοφιλή μοτίβα που αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης στις πλαστικές τέχνες και την αρχαία ελληνική γραμματεία της κλασικής περιόδου.

17 Ομήρου Ιλιάδα, Ραψωδία στίχος 321.

Page 39: vlachadi2

39

Η καταγωγή της Ευρώπης δεν έχει κάποιο πρότυπο ούτε κάποια ιδρυτική αρχή. Η ελληνική και η λατινική αρχή προέρ-χονται από την περιφέρειά της και είναι προγενέστερες από αυτή. Η χριστιανική αρχή προέρχεται από την Ασία και θα δια-δοθεί στην Ευρώπη κατά τα τέλη της πρώτης χιλιετηρίδας. Οι πρώτες μαρτυρίες για γεωγραφικές χρήσεις της Ευρώπης ανά-γονται στους αρχαίους χρόνους, συνδέονται διαδοχικά με διά-φορα τμήματα του ελλαδικού χώρου και πάντα σε αντιδιαστο-λή με την Ασία και την Αφρική. Όλες αυτές οι αρχές πριν συν-δεθούν και αντιπαρατεθούν, πρόκειται να αναμιχθούν μέσα στο πλήθος των λαών που υφίστανται τις πολιτιστικές επιρ-ροές των εκάστοτε κατακτητών τους.

Αν ερευνήσουμε την Ευρώπη σε βάθος, δεν θα βρούμε ένα πνεύμα ενότητας και συνοχής. Αυτό συμβαίνει γιατί κάθε γνώρισμά της κρύβει μέσα του και το αντίθετό του. Δηλαδή, αν η Ευρώπη είναι το δίκαιο, είναι ταυτόχρονα και η δύναμη' αν είναι η δημοκρατία, είναι και η καταπίεση. αν είναι η πνευμα-τικότητα, είναι και η υλικότητα. Πρόκειται, λοιπόν, για μια έν-νοια αβέβαιη, που γεννιέται και βιώνεται μέσα σε ρήξεις και μεταμορφώσεις. Η ιδέα της Ευρώπης, ακριβώς ως προς αυτό το αβέβαιο, το αντιφατικό που τη χαρακτηρίζει, θα αποτελέσει αντικείμενο του προβληματισμού μας και θα δοκιμάσουμε να αποσαφηνίσουμε την περίπλοκη ταυτότητά της.

Οι περιορισμένες γνώσεις των αρχαίων συγγραφέων, σε συνδυασμό με τις αντιφάσεις και τα μυθολογήματα των με-σαιωνικών κοσμογράφων και γεωγράφων δεν βοήθησαν στο σαφή γεωγραφικό προσδιορισμό της Ευρώπης.

Ο διαχωρισμός του τότε γνωστού κόσμου σε δύο ηπείρους αποτελούσε για τους Αρχαίους Έλληνες το μέσο για να θεω-ρούν τον πολιτισμό τους ανώτερο των υπολοίπων που ήκμαζαν την ίδια περίοδο στην Ασία. Σε αυτό, ουσιαστικό ρόλο διαδρα-μάτισε η έννοια του «βαρβάρου». Η ελληνική λέξη «βάρβαρος» προσδιόριζε αυτούς που δεν ομιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Κατά βάθος, όμως, παρέπεμπε όχι μόνο στην άγνοια της γλώσσας αλλά και στην αδυναμία συγκρότησης οργανωμένων έννομων κοινοτήτων, όπως η «πόλη -κράτος», γεγονός που ή-ταν η ουσιαστική παράμετρος διάκρισης του εκλογικευμένου ατόμου από άλλα πλάσματα. Οι «βάρβαροι», λοιπόν, χαρακτη-

Page 40: vlachadi2

40

ρίζονταν από άγνοια της ελληνικής γλώσσας και διαφοροποι-ούνταν από τους Έλληνες, όντας μέλη κοινωνιών οι οποίες δεν προσομοίαζαν στο σχήμα «πόλη-κράτος». Μάλιστα, ο ίδιος ο Ηρόδοτος κάνει αυτή την κατηγοριοποίηση σε «Έλληνες» και «βάρβαρους» στον πρόλογο του πρώτου τόμου της «Ιστορίας» του18.

Η σύγκριση ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία και στους κατοίκους τους ήταν ένα θέμα προσφιλές για την αρχαία ελ-ληνική γραμματεία. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα το έργο του Ιπποκράτη που γράφτηκε τον 5ο π.Χ. αιώνα. Διαχωρίζει εμφανώς τους Έλληνες από τους Βαρβάρους καθώς η θεμελιώ-δης διχοτόμηση μεταξύ Ανατολής και Δύσης αντικατοπτριζό-ταν στην Ασία και την Ευρώπη αντίστοιχα. Οι διαφορές ανά-μεσα στις δύο ηπείρους οφείλονταν σύμφωνα με τον Ιπποκρά-τη, στις κλιματολογικές συνθήκες, οι οποίες επηρέαζαν την ποιότητα του πνεύματος και εν μέρει την πολιτική κατάσταση. Στην ουσία, ο Ιπποκράτης αντιπαραβάλλει τους Έλληνες με τους Ασιάτες αλλά, παράλληλα, εντοπίζει διαφορές και με τους Ευρωπαίους επισημαίνοντας ότι πηγάζουν από τις κλιμα-τολογικές συνθήκες.

Έχοντας ως γνώμονα τα συμπεράσματα του Ιπποκράτη, ο Αριστοτέλης προχωρά με τη σειρά του σε μια σύγκριση Ευρω-παίων και Ασιατών, τοποθετώντας τους Έλληνες στο ενδιάμε-σο. Αναφερόμενος στην Ευρώπη, ο Αριστοτέλης πιθανώς να κάνει λόγο για τις περιοχές που βρίσκονται βόρεια της Ελλά-δας, ειδικότερα γύρω από την Κασπία Θάλασσα.

Εν κατακλείδι, για τους αρχαίους Έλληνες οι όροι «Ευρώπη» και «Ασία» δεν είχαν ιδιαίτερη πολιτική σημασία και βαρύτητα, με εξαίρεση ίσως τον Ισοκράτη, ο οποίος μιλώντας για την α-ντίθεση Περσίας και Ελλάδας, συνέδεσε την πρώτη με την Α-σία και τη δεύτερη με της Ευρώπη.

Ακόμα και οι Βυζαντινοί εστίαζαν το ενδιαφέρον τους στο νότιο και μεσογειακό τμήμα της ηπείρου ή σε περιοχές μόνο της άμεσης και έμμεσης κυριαρχίας ή της παραδοσιακής επιρ-ροής της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Αλλά και οι συγγραφείς της μεσαιωνικής Δύσης εξακολουθούσαν να είναι

18 Για τον διαχωρισμό μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων βλ. Ηροδότου Ιστο-

ρία, 1ος τόμος.

Page 41: vlachadi2

41

προσκολλημένοι σε μεγάλο βαθμό στις παραδοσιακές θεωρή-σεις της πτολεμαϊκής γεωγραφίας19. Για τους νεότερους , ακό-μα και για τους σύγχρονους γεωγράφους, οι δυσκολίες συνδέο-νταν -και συνδέονται ακόμα- με τον προσδιορισμό των ανατο-λικών γεωγραφικών συνόρων της Ευρώπης.

Ήταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία η πρώτη μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη; Η απάντηση είναι αρνητική γιατί ενώ ήταν πράγματι η υπερδύναμη της εποχής, η ισχύς της ξεπερνούσε τα όρια της Ευρώπης και εκτεινόταν και σε άλλες ηπείρους (Ασία και Α-φρική). Οι ρωμαϊκές κτήσεις μετατόπισαν το κέντρο ισορροπίας της Ευρώπης πιο δυτικά καθώς η Ρώμη έγινε το πολιτικό κέ-ντρο του τότε γνωστού κόσμου η υπερδύναμη στη θέση της Αθήνας. Ο εθνοκεντρισμός της Ρώμης θεμελιώθηκε στην ιδέα όχι της ενωμένης Ευρώπης αλλά της «αιώνιας πόλης» ως επί-κεντρο του κόσμου. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν η πρώτη μεγάλη δύναμη που περιέκλειε στα σύνορά της το μεγαλύτερο τμήμα της Ευρώπης αλλά και η Ρώμη δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «ευρωπαϊκό βασίλειο». Και αυτό γιατί στηριζόταν στον έ-λεγχο των δρόμων του εμπορίου γύρω από τη λεκάνη της Με-σογείου. Επρόκειτο, δηλαδή, για μια ναυτική αυτοκρατορία α-ποτελούμενη από τμήματα της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. Ούτε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο ρωμαϊκός πο-λιτισμός ιδιαίτερα ευρωπαϊκός, γεγονός που επιτεινόταν με την πάροδο του χρόνου.

Εξάλλου, τόσο ο ελληνικός όσο και ο ρωμαϊκός κόσμος -που αποτελούν τις βάσεις της ευρωπαϊκής κληρονομιάς) είναι από πολιτική και γεωγραφική άποψη αποκλειστικά ευρωπαϊκοί. Και οι δύο είναι ιστορικά φαινόμενα που αναπτύχθηκαν γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου, σε περιοχές της νότιας Ευρώπης , της Δυτικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα αντιπαραθέσεων μεταξύ των λαών της βόρειας και της δυτικής με τη νότια και μεσογειακή Ευρώπη. Το γεγο-νός αυτό, μάλιστα, έκανε ορισμένους να διαχωρίζουν ιστορικά την Ευρώπη σε δύο τμήματα: στο νότιο και αρχαιότερο (γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου και με κυρίαρχο τον ελληνορω-μαϊκό κόσμο και την «κληρονομιά» του) και στο βόρειο και νεό-

19 Καραγεώργος Β., «Ο όρος Ευρώπη στις μεσαιωνικές πηγές», Αντίδωρον

Πνευματικόν (Τιμητ. ΤόμοςΓερ. Κονιδάρη), Αθήνα 1981, σ.σ. 10-13.

Page 42: vlachadi2

42

τερο (από τη Βρετανία ως τη Μαύρη Θάλασσα ή την Κασπία, με κυρίαρχο το αγγλοσαξονικό και το γερμανικό στοιχείο).

Από τον 18ο αιώνα, έπειτα από την είσοδο της ρωσικής αυ-τοκρατορίας στο δυτικό πολιτικό και πολιτιστικό σύστημα α-ξιών, οι Δυτικοευρωπαίοι συγγραφείς άρχισαν να αποδέχονται το γεγονός ότι η Ευρώπη γεωγραφικά εκτείνεται ως τον Καύ-κασο και τα Ουράλια Όρη, ή ακόμη και ως την Κασπία Θάλασ-σα. Με άλλα λόγια, τώρα πλέον περιλαμβανόταν το μέγιστο τμήμα της ευρύτατης περιοχής, η οποία κατά τη διάρκεια της προεπαναστατικής περιόδου αποκαλούνταν «Ευρωπαϊκή Ρω-σία».Οι προσπάθειες, εξάλλου, των Σοβιετικών γεωγράφων να προσδιορίσουν τα «εσωτερικά σύνορα» του ευρωπαϊκού τμήμα-τος της Ε.Σ.Σ.Δ. απέβλεπαν, προπάντων μετά τον Β' Παγκό-σμιο Πόλεμο, στην επέκταση των ορίων αυτών προς τα ανατο-λικά. Έπειτα από τα γεγονότα του 1989, τη διάλυση της Σοβιε-τικής Ένωσης, την πλήρη ανεξαρτητοποίηση των ως τότε Ομό-σπονδων Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και τη σχετική χειραφέ-τηση των Αυτόνομων Δημοκρατιών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η συζήτηση για το σημείο μέχρι το οποίο ορίζονται τα ανατολι-κά σύνορα της Ευρώπης πήρε άλλη τροπή. Και αυτό γιατί τα δυτικότερα κράτη της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. έχουν επιδοθεί σε μία αγωνιώδη προσπάθεια να αποδείξουν τον «ευρωπαϊκό» χαρα-κτήρα της γεωγραφικής τους θέσης, με απώτερο στόχο τη συ-στοίχισή τους με εκείνους του δυτικοευρωπαϊκούς οργανισμούς που θα διευκολύνουν τη μελλοντική τους ένταξη στην Ευρω-παϊκή Ένωση.

Αυτό, λοιπόν, που αρχικά ονομάστηκε Ευρώπη δεν είναι κα-θόλου η Ευρώπη. Είναι το βόρειο «πέραν» του αρχαίου κόσμου. Παρ' όλο που έχει ήδη κατοικηθεί από τους προϊστορικούς χρό-νους, δεν έχει ακόμα εισέλθει στην Ιστορία, ενώ έχει ήδη αρχί-σει η παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Εντούτοις, θα ορμήσει μέσα στον καταιγισμό των βαρβαρικών επιδρομών που εξαπλώνονται από την Ανατολή ως τη Δύση και από το Βορρά ως το Νότο, που αλληλομάχονται και τελικά διαμελί-ζουν τη δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Με αφετηρία αυτούς τους λαούς θα σταθεροποιηθεί και διαφοροποιηθεί ένα μωσαϊ-κό αμέτρητων εθνοτήτων, εγκατεστημένων σε μια εξαιρετική ανομοιογένεια εδαφών. Αν εξαιρέσουμε την Ανατολική Αυτο-

Page 43: vlachadi2

43

κρατορία, από τον 5ο μέχρι τον 8ο αιώνα κυριαρχεί ένα χάος από βαρβαρικά βασίλεια, μια τεράστια συρραφή πληθυσμών, εκ των οποίων οι μεν κατάγονται από το προϊστορικό υπό-στρωμα, μερικοί είναι λατινοποιημένοι, άλλοι γερμανικοί, άλ-λοι δε ασιατικοί.

Κατά συνέπεια, δεν μπορούμε να ορίσουμε την ιστορική Ευ-ρώπη από τα γεωγραφικά της σύνορα. Ούτε όμως μπορούμε και να ορίσουμε τη γεωγραφική Ευρώπη με ιστορικά σύνορα συγκεκριμένα και αμετάβλητα. Αυτό σημαίνει ότι δεν ορίζεται από τα σύνορά της που είναι συγκεχυμένα και μεταβαλλόμενα αλλά από την πρωτοτυπία της που είναι η έλλειψη ενότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα προβλήματα του γεωγραφικού προσδιορισμού της συναρτώνται κατά περιόδους με τα με το ζήτημα της «ευρωπαϊκότητας» και με τα ιστορικοπολιτικά της επιχειρήματα. Ακόμη και σήμερα προκαλεί έντονες συζητήσεις το θέμα των ιστορικών «συνόρων» της Ευρώπης στη χερσόνησο του Αίμου κατά τη νεότερη και σύγχρονη εποχή.

Διαπιστώνουμε ότι τίποτα δεν προόριζε την Ευρώπη να γίνει ιστορική οντότητα. Και όμως έγινε.

2.3 Η Ευρώπη ως ιδέα, περιεχόμενο και ιστορική συνέχεια

Η πρώτη με διακριτά χαρακτηριστικά γνωρίσματα «ιδέα της Ευρώπης» με τη δική της ιστορία και έννοια αναδύεται με τη Γαλλική Επανάσταση. Δεν την εντοπίζουμε με σαφήνεια ούτε στις ελληνοκεντρικές απόψεις των αρχαίων Ελλήνων ούτε στους Ελληνιστικούς χρόνους, στην εξάπλωση του χριστιανι-σμού στον τότε γνωστό κόσμο και στην «οικουμενικότητα» της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Η συνείδηση της κοινής χριστιανικής κληρονομιάς και η ρω-μαϊκή αυτοκρατορική παράδοση θα αλληλοσυγκρούονται στη διάρκεια του Μεσαίωνα στη συνείδηση των ηγεμόνων και των απλών ανθρώπων, γεγονός που θα οδηγήσει στη διαμόρφωση μιας «εσωτερικής» ενότητας του χριστιανικού μεσαιωνικού κό-σμου (Christiana Communitas, Christiana societas). Σε αντίθεση μάλιστα με τη βυζαντινή Ανατολή όπου η Ορθοδοξία συνέδΕ.Ε.τους πιστούς σε μια παραδοσιακή κοινότητα πίστης, στη Δυτι-κή Ευρώπη η «Christianitas» δεν περιορίστηκε αυστηρά στο

Page 44: vlachadi2

44

θρησκευτικό της περιεχόμενο: Ήδη από τις αρχές του 5ου αιώ-να, ιδιαίτερα από την εποχή του De Civitate Dei (412-426) του Αγίου Αυγουστίνου, το «σώμα των χριστιανών» (Corpus Christianorum) είχε αρχίσει να εξελίσσεται σε μια περισσότερο σύνθετη θρησκευτικοπολιτική κοινότητα.

Αυτό που ενδυνάμωνε την ιδέα της "Respublica Christiana" ήταν η ανάγκη για συσπείρωση των «πιστών» έναντι των «α-πίστων». Η ανάγκη εκείνη -που εκφραζόταν με τη διάκριση των Χριστιανών έναντι των βαρβάρων- αναζωπύρωνε διαρκώς το όραμα της θρησκευτικής ενοποίησης του χριστιανικού κό-σμου. Αλλά η αντίληψη για τη χριστιανική ενότητα δεν περιο-ριζόταν μόνο στα στενά πολιτικά και γεωγραφικά πλαίσια. Εί-χε ένα χαρακτήρα οικουμενικό γι' αυτό και δεν ήταν -και δεν μπορούσε να είναι- «ευρωπαϊκή», αφού δεν συμβιβαζόταν εξ ορισμού με κανενός είδους γεωγραφικούς περιορισμούς και πολιτικές περιχαρακώσεις20.

Κατά τη διάρκεια των μεσαιωνικών χρόνων, ολοκληρώνεται ο εκχριστιανισμός της Ευρώπης. Από τότε η ευρωπαϊκή ταυτό-τητα παρουσιάζεται μέσα από την χριστιανική ταυτότητα. Αλ-λά ο Χριστιανισμός δεν γεννήθηκε στην Ευρώπη. Η θρησκεία αυτή προέρχεται από την Ιουδαία, διαδόθηκε πρώτα στη Μικρά Ασία, έπειτα στα παράλια της Μεσογείου και πολύ αργότερα στην Γηραιά Ήπειρο. Οι αραβικές κατακτήσεις είναι εκείνες που εξισλαμίζοντας την Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική ε-γκλωβίζουν για αιώνες το Χριστιανισμό στην Ευρώπη.

Οι πρώτες χρήσεις της "Europa" με σημασίες που εμπεριέ-χουν πολιτικό περιεχόμενο και όχι γεωγραφικό εντοπίζονται τον 8ο μ.Χ αιώνα στην καρολίδεια αυτοκρατορία. Παλαιότερη πηγή αποτελεί ένα χρονικό του Ισίδωρου του Νεότερου από το Badajoz του 794, όπου γίνεται μνεία σε ένα αξιοσημείωτο γεγο-νός της ιστορίας της μεσαιωνικής Ευρώπης: τη νίκη του Καρό-λου Μαρτέλλου στο Poitiers το 732 εναντίον των Αράβων. Πε-ριγράφοντας ο Ισπανός χρονικογράφος με συντομία τη μάχη, χαρακτηρίζοντας τους άνδρες του Μαρτέλλου, που είχαν στρα-τολογηθεί από διάφορες χώρες, ως "Europeenses". Τριάντα χρό-

20 Χασιώτης Ιωάννης Κ., Αποζητώντας την ενότητα στην πολυμορφία: Οι

απαρχές της ευρωπαϊκής ενότητας από το τέλος του Μεσαίωνα ως τη

Γαλλική Επανάσταση, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 43.

Page 45: vlachadi2

45

νια μετά τη μάχη, ο ίδιος γράφει: «Βγαίνοντας το πρωί από τα σπίτια τους οι Ευρωπαίοι αντικρίζουν τις καλοστημένες σκηνές των Αράβων»21.

Η χρήση, λοιπόν, του όρου «Ευρώπη» έγινε συχνότερη στα χρόνια του Καρλομάγνου (768-814 μ.Χ). Η δημιουργία της αυ-τοκρατορίας του και η προσπάθειά του να καλλιεργήσει την αίσθηση της ενότητας μεταξύ των υπηκόων του ώθησε πολ-λούς πρώιμους ιστορικούς να θεωρούν τη συγκεκριμένη ιστο-ρική περίοδο ως το «σημείο γέννησης της Ευρώπης». Ο Φρά-γκος μονάρχης αποκαλείται «ο σεβαστός αρχηγός της Ευρώ-πης» (Europae veneranda apex) και « βασιλιάς, πατέρας της Ευ-ρώπης» (rex, pater Europae) και η επικράτειά του αντιπροσω-πεύει, τον 9ο αιώνα, ολόκληρη σχεδόν τη Δυτική Ευρώπη. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί υποδηλώνουν ότι η "Europa" των καρολι-δών δεν αντιστοιχούσε πια στα προγενέστερα ευρύτερα ρωμαι-ο-αυτοκρατορικά σχήματα. Πάντως, η χρήση του "Europa", τό-σο στο χρονικό του Ισίδωρου όσο και στους τίτλους του Καρλο-μάγνου και των διαδόχων του, δεν αποτελεί ένδειξη για τη συ-νειδητοποίηση κάποιας ιδιαίτερης «ευρωπαϊκής ταυτότητας» αλλά παραμένει ακόμα γεωγραφικός όρος. Η ιδεολογική, λοι-πόν, βάση για τη συνένωση ποικίλων λαών που συμπεριλάμ-βανε η επικράτεια του Καρλομάγνου δεν θα πρέπει να συνδε-θεί με την «ευρωπαϊκότητα» αλλά με τη χριστιανική και ρωμα-ϊκή «οικουμενικότητα». Βέβαια, πολλοί μελετητές υποστηρί-ζουν ότι το βασίλειο του Καρλομάγνου συνέπιπτε, με απόλυτη σχεδόν ακρίβεια, γεωγραφικά με την «Ευρώπη των έξι»22 που συγκροτήθηκε τη δεκαετία του '50.

Παρά το γεγονός ότι η καρολίδεια αυτοκρατορία αναφέρεται ως η «πρώτη ενωμένη Ευρώπη», ενείχε κάποιους περιορισμούς όσον αφορά στην ευρωπαϊκή ενότητα. Καταρχήν, οι Φράγκοι δεν είχαν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρη την Ευρώπη και η αί-σθηση της ενότητας που επεδίωκαν να επιβάλλουν -πολλές φορές και με βίαια και βάρβαρα μέσα- δεν ήταν η ευρωπαϊκή ενότητα με το ουσιαστικό νόημα της λέξης. Επίσης, η Ιβηρική

21 Μορέν Εντγκάρ, Να σκεφτούμε την Ευρώπη, Εξάντας, Αθήνα 1991,

κεφ. 2 «Η Μεσαιωνική Ευρώπη», σ. 52.22 Reuter, Timothy, "Medieval Ideas of Europe and their modern historians"

στο History WorkshopJournal, τευχ. 33, σ.σ. 176-196.

Page 46: vlachadi2

46

Χερσόνησος, η Βρετανία, η Σκανδιναβία, τα ανατολικά τμήμα-τα της κεντρικής Ευρώπης και τα Βαλκάνια παρέμειναν εκτός της φραγκικής επικράτειας.Το πιο καίριο σημείο, όμως, είναι ότι ο Καρλομάγνος κατόρθωσε να δημιουργήσει μια αυτοκρα-τορία ενώνοντας διάφορους λαούς αλλά ταυτόχρονα καλλιέρ-γησε μια διχοτόμηση της ευρύτερης Ευρώπης, με αποκορύφω-μα το Σχίσμα των δύο Εκκλησιών, Ανατολικής και Δυτικής. Θα ήταν, λοιπόν, υπερβολή να θεωρηθεί το βασίλειο του Καρλο-μάγνου ως η αφετηρία της ευρωπαϊκής σύγκλισης. Η ιδεολογι-κή βάση για τη συνένωση των ποικίλων λαών που συμπερι-λήφθηκαν στην καρολίδεια επικράτεια δεν θα πρέπει να συ-σχετιστεί με την «ευρωπαϊκότητα» αλλά με τη χριστιανική και ρωμαϊκή «οικουμενικότητα», καθώς ο ίδιος επιχείρησε να τις εξισώσει και να γίνει αυτός που θα συνεχίσει τη δυτική χριστι-ανο-ρωμαϊκή παράδοση.

To συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η ενότητα και η ι-δέα ενός ενοποιημένου κράτους προερχόταν από δύο πηγές στη μεσαιωνική Ευρώπη: από τη μία πλευρά την ιδέα μιας χρι-στιανικής κοινότητας και από την άλλη πλευρά την κληρονο-μιά της «οικουμενικότητας» της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Για τον λόγο αυτό εν μέρει, η χρήση του όρου «Ευρώπη» έπαιρνε διάφορες μορφές. Αναφερόμενοι στην ενότητα της ηπείρου, ο-ρισμένοι συγγραφείς εννοούσαν την πολιτική ενότητα, άλλοι την πνευματική ενότητα, αυτή των διανοουμένων. Για πολ-λούς, η Ευρώπη σήμαινε την ενότητα του χριστιανικού κόσμου, ταυτιζόταν με το Χριστιανισμό, ενώ για κάποιους αποτελούσε μια γεωγραφική ολότητα. Παράλληλα, η αίσθηση της ενότητας ήταν λανθάνουσα στη συμπεριφορά και στις πράξεις των Ευ-ρωπαίων απέναντι στον εξωτερικό εχθρό, για παράδειγμα α-πέναντι στο Ισλάμ, στους Μογγόλους ή τους Τούρκους. Κανέ-να, δηλαδή, από τα συμφέροντα εντός της επικράτειας της Γη-ραιάς Ηπείρου δεν συνιστούσε επαρκές κίνητρο που θα ωθούσε προς μία ευρωπαϊκή σύγκλιση.

Από τον 12ο μ.Χ αιώνα, ο όρος «Ευρώπη» αποκτά νέες δια-στάσεις. Αντί για μια περιορισμένη έννοια, επικράτησε μια ευ-ρύτερη αντίληψη της «χριστιανικής οικουμενικότητας» που ταίριαζε καλύτερα στις ανάγκες της Εκκλησίας. Ετυμολογικά,

Page 47: vlachadi2

47

η «Ευρώπη» δεν περιείχε κάποιο συναισθηματικό βάρος σε α-ντίθεση με τη Χριστιανοσύνη.

Αν κάποιο είδος ενότητας ενυπήρχε στη μεσαιωνική Ευρώ-πη, αφορούσε περισσότερο το πολιτισμικό παρά το πολιτικό επίπεδο. Κοινοί παρονομαστές ήταν οι παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα -όπως τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, ο φεουδαλισμός και η κουλτούρα των ιπποτών. Ο μοναχός Bartholomaeus Anglicus έγραφε το 13ο αιώνα ότι όπως τα παλιά χρόνια η πόλη των Αθηνών ήταν η μητέρα των γραμμάτων και των τεχνών, η τροφός των φιλοσόφων και όλων των επιστημών, έτσι ήταν το Παρίσι τότε (το 13ο αι. μ.Χ) όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη.

Η ευρωπαϊκή ενότητα που επικρατούσε κατά το Μεσαίωνα προερχόταν κατά κύριο λόγο από την «οικουμενικότητα της Χριστιανοσύνης» παρά από κοινές αποδεκτές πολιτικές από-ψεις. Αντιπροσωπευτική είναι η σύνοψη του Bartlett για την «ευρωπαϊκότητα» της Ευρώπης: «Ως το 1300 η Ευρώπη υπήρχε ως μία αναγνωρίσιμη πολιτισμική ολότητα. Αυτό μπορούσε να περιγραφεί με περισσότερους από έναν τρόπους αλλά κάποια κοινά χαρακτηριστικά της πολιτισμικής της όψης ήταν οι άγιοι, τα ονόματα, τα νομίσματα, οι καταστατικοί χάρτες, οι εκπαι-δευτικές πρακτικές.. Περί τα τέλη της μεσαιωνικής περιόδου, οι ονομασίες της Ευρώπης και οι κουλτούρες της ήταν περισσότε-ρο ομοιόμορφες από ποτέ. Οι ηγέτες της Ευρώπης κατασκεύα-σαν νομίσματα και εξαρτιόνταν από την Ανώτατη Δικαστική Αρχή. Οι γραφειοκράτες της Ευρώπης μοιράζονταν την κοινή εμπειρία μιας ανώτερης εκπαίδευσης. Αυτό ήταν ο εξευρωπαϊ-σμός της Ευρώπης».

Μόλις τον 14ο αιώνα η λέξη «Ευρώπη» άρχισε να χρησιμο-ποιείται ευρέως από έναν μεγάλο αριθμό διανοουμένων και συγγραφέων. Από εδώ και στο εξής η Ευρώπη ταυτίζεται με τη Χριστιανοσύνη -δηλαδή Ευρωπαίοι είναι όσοι ενστερνίζονταν το Χριστιανισμό- ενώ εμφανή πλέον είναι τα φαινόμενα της οικονομικής ύφεσης, της κοινωνικής αναταραχής και γενικότε-ρα της πολιτικής και θρησκευτικής κρίσης που θα κυριαρχούν στο προσκήνιο ως το τέλος του 15ου αιώνα. Έπειτα από το θά-νατο του Καρλομάγνου, η ιδέα της Χριστιανοσύνης απορροφά την ιδέα της Ευρώπης και οι διχασμοί της Χριστιανοσύνης τη

Page 48: vlachadi2

48

διαλύουν. Ο Χριστιανισμός θριαμβεύει, εκδιώκοντας τα υπό-λοιπα θρησκεύματα και μαζί τους κάθε αμφιβολία και αίρεση εναντίον του. Αξιοσημείωτο γεγονός εκείνης της εποχής απο-τελούν οι Σταυροφορίες. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι οι Σταυροφόροι θεωρούν τον εαυτό τους αλλά και θεωρούνται από τους Βυζαντινούς και τους Μωαμεθανούς όχι ως Ευρωπαί-οι αλλά ως Φράγκοι. Πράγματι, δεν είναι η Ευρώπη που επιχει-ρεί μια πρώτη εξωτερική αποίκιση. Είναι ο Χριστιανισμός που επιδιώκει να επιστρέψει στις ρίζες του. Βέβαια, κατά τη διάρ-κεια των Σταυροφοριών, λαμβάνουν χώρα πολιτιστικές επι-δράσεις που κατευθύνονταν από τους εξευγενισμένους Άραβες προς άκαμπτους Φράγκους ιππότες.

Ο 15ος αιώνας και οι Νεότεροι Χρόνοι διαχωρίζουν την Ευ-ρώπη από τον Χριστιανισμό. Συγκεκριμένα, διαδίδεται η Χρι-στιανοσύνη στην Αμερική και η λαϊκή σκέψη στην Ευρώπη. Επομένως, μόνο η μεσαιωνική Ευρώπη μπορεί να ταυτιστεί με το Χριστιανισμό. Εντούτοις, όμως, και αυτή δεν παύει να είναι ετερογενής και διασπασμένη. Η θρησκεία που την ενώνει ταυ-τόχρονα τη διαιρεί. Ας μην ξεχνάμε ότι τον χωρισμό μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Αυτοκρατορίας ακολουθεί το οριστικό σχίσμα μεταξύ Ορθοδοξίας και Καθολικισμού.

Την ίδια εποχή, σημειώνονται ανακατατάξεις που σηματο-δοτούν την εμφάνιση της εκρηκτικής Ευρώπης. Είναι για το ξέ-σπασμα της Μεταρρύθμισης σε συνδυασμό με τη διάδοση των ιδεών, που ευνοείται από την ανακάλυψη της τυπογραφίας. Εί-ναι το ξέσπασμα της Αναγέννησης μεταξύ Πίστης, Θρησκείας και Ανθρωπισμού. Είναι το οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό ξέσπασμα και η δημιουργία των Εθνικών Κρατών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όρος «Ευρώπη», ο οποίος από το 15ο αιώνα και έπειτα άρχισε να απομακρύνεται από την έννοια της Χριστιανοσύνης, χρησιμοποιήθηκε κατά τους νεότερους χρόνους με βάση τα εξής23:

Α. Για να εμφυσήσει στους Ευρωπαίους την αίσθηση ότι συ-νανήκουν, συμμετέχουν και μοιράζονται έναν κοινό πολι-τισμό αλλά ταυτόχρονα και για να θωρακιστούν έναντι έξωθεν απειλών, κυρίως έναντι των Τούρκων.

23 Burke Peter, "Did Europe exist before 1700 ?" στο History of European Ideas,

τόμ. 1, 1980, σ.σ. 21-29.

Page 49: vlachadi2

49

Β. Οι Ευρωπαίοι ταξιδιώτες ήταν πεπεισμένοι, έπειτα από τις περιπλανήσεις τους σε όλο τον κόσμο, για την ανωτερό-τητα του ευρωπαϊκού πολιτισμού συγκρινόμενου με τους πολιτισμούς των άλλων ηπείρων.

Γ. Οι διαφωνίες μεταξύ των διαφόρων πολιτικών κομμάτων και φατριών που γεννήθηκαν στην Ευρώπη τόνιζαν την άμεση ανάγκη για ύπαρξη ενότητας και ασφάλειας στη Γηραιά Ήπειρο.

Κατά τον 16ο και 17ο αιώνα, το Εθνικό Κράτος γίνεται από-λυτος άρχων απέναντι σε κάθε αρχή που θα ήθελε να είναι ανώτερη από αυτό. Ο Λόγος του κράτους υπερβαίνει στο εξής την υπερεθνική θρησκεία και το κράτος επιτυγχάνει να θέτει συχνά υπό την εξουσία του μια Εκκλησία, η οποία έχει τη τάση να ταυτίζεται με το έθνος, κυρίως στην Ευρώπη της Μεταρ-ρύθμισης. Χαρακτηριστικό είναι ότι η γενίκευση του όρου Ευ-ρώπη, σε βάρος του όρου Χριστιανοσύνη, αντιστοιχεί ακριβώς στην πλήρη ηγεμονία των Εθνικών Κρατών. Έτσι από τον 16ο μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα, τα Εθνικά Κράτη καταλαμβά-νουν την ευρωπαϊκή σκηνή, όχι μόνο απομακρύνοντας κάθε ελπίδα μιας αυτοκρατορικής ή θεοκρατικής παλινόρθωσης, μα και κατορθώνοντας να εμποδίσουν κάθε ηγεμονία ενός μόνο κράτους επί της Ευρώπης.

Με πολύ εύστοχο τρόπο ο Εντγκάρ Μορέν σημειώνει ότι «η σύγχρονη Ευρώπη διαμορφώνεται χάνοντας τον Αρχαίο Κόσμο (πτώση του Βυζαντίου 1453), ανακαλύπτοντας τον Νέο Κόσμο (1492) και αλλάζοντας τον Κόσμο (Κοπέρνικος 1473-1543). Η σύγχρονη Ευρώπη ξεπηδά από τη μεταμόρφωση κι αρχίζει το πέταγμά της πάνω στον Κόσμο, όπως ένα φτερωτό έντομο που βγαίνει από μια χρυσαλλίδα. Αυτό που κυοφορούσε το τέλος του Μεσαίωνα παίρνει νέα μορφή και νέα δύναμη. Είναι τα μο-ναρχικά κράτη, ο αστισμός στις πόλεις, ο εμπορικός, χρηματι-στικός και ήδη βιομηχανικός καπιταλισμός. Η μεσαιωνική Ευ-ρώπη εμπεριείχε ήδη διασπάσεις και ρήξεις. Η σύγχρονη Ευ-ρώπη ανατινάζει τη Χριστιανοσύνη και διαμορφώνεται μέσα σε αυτό το ξέσπασμα».

Πρόκειται για το ξέσπασμα της Μεταρρύθμισης το ξέσπα-σμα της Αναγέννησης μεταξύ Πίστης και Λόγου, Θρησκείας και Ανθρωπισμού' είναι το οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό

Page 50: vlachadi2

50

ξέσπασμα' είναι το ξέσπασμα της Ευρώπης σε εθνικά κράτη. Η γενίκευση του όρου «Ευρώπη» σε βάρος του όρου «Χριστιανο-σύνη»αντιστοιχεί ακριβώς στην πλήρη ηγεμονία των εθνικών κρατών. Παραδόξως, κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, η έν-νοια «Ευρώπη» ενώνει μια ήπειρο τεμαχισμένη σε κράτη που σχεδόν αδιάλειπτα διεξάγουν πολέμους μεταξύ τους. Αντι-στοιχεί, δηλαδή, στην εποχή που συζευγνύει τις εθνικές ηγεμο-νίες, τους πολέμους, το Δίκαιο των ανθρώπων, την ισορροπία των δυνάμεων. Οι πόλεμοί της εμποδίζουν κάθε ενοποιητική ηγεμονία και συντηρούν τον πολυκεντρισμό. «Όταν, όμως, τα Εθνικά Κράτη μετατραπούν σε Έθνη-Κράτη, όταν οι πόλεμοι γίνουν μαζικοί και ολότελα εθνικοί, όταν οι πρόοδοι στον εξο-πλισμό επιτρέψουν τις εκατόμβες σε μεγάλη κλίμακα, τότε λοιπόν η Ευρώπη θα φθάσει στο απόγειό της και θα βυθιστεί στην άβυσσο».

Η επαναστατική Γαλλία του 18ου αιώνα είναι το πρώτο ολο-κληρωμένο μοντέλο Έθνους-Κράτους. Έκτοτε, το Έθνος-Κράτος καθίσταται ταυτόχρονα η πηγή, η βάση μιας νέας κα-θαρά σύγχρονης θρησκείας. Το Έθνος-Κράτος μεταβάλλεται σε μυθική κοινότητα, όπου οι πολίτες γίνονται τα «παιδιά της πατρίδας», αδελφωμένοι και ασπαζόμενοι την ίδια θρησκεία. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι με αφετηρία αυτό το μυθικό, συ-ναισθηματικό και θρησκευτικό σύμπλεγμα αναπτύσσεται το ισχυρότατο συναίσθημα της Πατρίδας- Οίκου και ότι με απαρ-χή την εθνική αδελφοσύνη μπόρεσε να ξεπηδήσει η ιδέα του «κοινού αίματος».

Για το Ναπολέοντα, η ιδανική Ευρώπη είναι η «Γαλλική Ευ-ρώπη». Κατά την άποψή του, η Γαλλία μπορούσε να ηγηθεί των υπολοίπων εθνών-κρατών, γεγονός που θα μετέτρεπε την Ευρώπη σε ομοσπονδιακό κράτος της ή σε τμήμα της ανερχό-μενης γαλλικής αυτοκρατορίας. Το Παρίσι θα γινόταν η μη-τρόπολη της Ευρώπης και η γαλλική η κυρίαρχη εθνικότητα. Η κοσμοπολίτικη Ευρώπη θα ήταν υποταγμένη στον γαλλικό πολιτισμό. Αυτή η εξομοίωση της Γαλλίας με την Ευρώπη θεω-ρήθηκε από τους διανοούμενους του 18ου αιώνα ένα πρωτό-γνωρο φαινόμενο καθώς η Γαλλία αντιπροσώπευε τον πολιτι-σμό και το ευρωπαϊκό ιδεώδες par excellence. Στα τέλη του 18ου αιώνα, αυτή η φιλογαλλική ευφορία προκάλεσε γενικευμένη

Page 51: vlachadi2

51

αντίδραση σε ό,τι σχετιζόταν με τη συγκεκριμένη χώρα, κυρίως με τη γλώσσα και τον πολιτισμό, ιδιαίτερα στις Κάτω Χώρες, τη Γερμανία και τη Βρετανία. Το όνειρο του Ναπολέοντα για μια ενωμένη Ευρώπη υπό την ηγεμονία της Γαλλίας δεν πραγμα-τοποιήθηκε ποτέ. Εξόριστος στο νησί της Αγίας Ελένης το 1816, παραδέχθηκε με πικρία ότι τα ιδανικά του δεν ήταν τίποτε άλ-λο από ένα ευχάριστο όνειρο, μια ουτοπία την εποχή που ο ε-θνικισμός, οι συντηρητικές αρετές και η αδιαφορία ήταν φαι-νόμενα διαδεδομένα στην Ευρώπη.

Η ευρωπαϊκή «ισορροπία» του 18ου αιώνα ανατρέπεται κατά τη διάρκεια του 19ου. Τη μοναρχία ελέω Θεού διαδέχονται οι συνταγματικές μοναρχίες και οι δημοκρατίες, ενώ έκδηλος εί-ναι ο πολλαπλασιασμός των ευρωπαϊκών Εθνών-Κρατών και η γενικευμένη αφύπνιση των υπόδουλων εθνοτήτων που απο-βλέπουν στη χειραφέτησή τους. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι η Ευ-ρώπη του 19ου αιώνα αποτελεί το μεγαλύτερο επιθετικό παρά-γοντα των Νεότερων Χρόνων.

Οι σαρωτικές αλλαγές που έλαβαν χώρα στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα σηματοδότησαν τη λήξη μιας περιόδου για την Ευρώπη, όπου η Γηραιά Ήπειρος αντιμετωπι-ζόταν ως μια πολιτισμική και πολιτική ολότητα με κοινή ιστο-ρική και πνευματική κληρονομιά. Αυτή, όμως, η θεώρηση της Ευρώπης δεν είχε κάποια λογική βάση, γεγονός που έγινε α-ντιληπτό κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Αντιθέτως, άρχισε να επικρατεί μία νέα αντίληψη που δεν είχε τις ρίζες της στο ιστορικό παρελθόν.

Κάτω από την επίδραση των δημοκρατικών ιδεωδών που εμφανίστηκαν γύρω στο 1840, επήλθε μια σημαντική αλλαγή στην ιστορική αντίληψη για την ιδέα της Ευρώπης. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα η καταγωγή της σύγχρονης Ευρώπης ή-ταν αναπόφευκτα συνδεδεμένη με την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η επικράτηση του Χριστιανισμού θεωρήθηκε το εναρκτήριο σημείο του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Παράλληλα, εμφανίζεται και διαδίδεται ευρέως η έννοια του ευρωπαϊκού πολιτισμού ως ανώτερου σε σχέση με τους πολιτι-σμούς των άλλων ηπείρων, ενώ το ζήτημα της «ευρωπαϊκότη-τας» αποτελούσε το αγαπημένο αντικείμενο των διανοούμε-νων. Η πίεση που ασκούσαν στη Δύση οι οθωμανικές κατακτή-

Page 52: vlachadi2

52

σεις χρησίμευσαν για την επισήμανση των στοιχείων που πι-στοποιούσαν την «ιδιαιτερότητα» των ευρωπαϊκών κοινωνιών έναντι των «Άλλων». Ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ιδεολογικού κλίματος στην Ευρώπη από την Αναγέννηση ως τα μέσα τουλάχιστον του 17ου αιώνα έπαιξε η αντιπαράθεση της «οικογένειας» των χριστιανικών λαών με το Ισλάμ, επειδή είχε την αφετηρία της στον Μεσαίωνα, αλλά και επειδή απέ-κτησε άμεσο και δραματικό χαρακτήρα από τις πρώτες κιόλας δεκαετίες του 15ου αιώνα.

Ο μουσουλμανικός κόσμος, και ιδιαίτερα ο οθωμανικός, α-ποτέλεσαν ουσιώδη παράγοντα που καλλιέργησε αρνητικά την πεποίθηση περί θρησκευτικής και πολιτιστικής ιδιαιτερότητας των ευρωπαϊκών λαών και στη συνέχεια στην ενίσχυση ενός πνεύματος συναντίληψης μεταξύ τους. Ο δεύτερος σημαντικός παράγοντας που ενδυνάμωσε την αντίληψη περί ευρωπαϊκής «διαφοράς» ήταν οι νέοι κόσμοι που ανακαλύπτονταν με την αποικιοκρατία αλλά και οι «παλιές» εξωευρωπαϊκές κοινωνίες που, άρχισαν να κερδίζουν την εκτίμηση της ευρωπαϊκής δια-νόησης.

Η εκτίμηση για τις εξωτικές κοινωνίες των υπερπόντιων χω-ρών άρχισε να εμφανίζεται από την πρώτη κιόλας φάση των ισπανικών εξερευνήσεων με το Χριστόφορο Κολόμβο. Το γεγο-νός ότι η Ευρώπη ή η Δύση κυριολεκτικά κυριάρχησε στο μεγα-λύτερο μέρος της γήινης σφαίρας ενίσχυσε και ενισχύθηκε από αυτό που ο Edward W. Said ονόμασε «Οριενταλισμό», «τον τρόπο δηλαδή που αντιλαμβάνονται οι Ευρωπαίοι την ιδιαίτερη θέση που κατέχει η Ανατολή μέσα στη δυτικοευρωπαϊκή ε-μπειρία.».

Ο Οριενταλισμός δεν μακριά από αυτό που ο Denis Hey έχει αποκαλέσει «ιδέα της Ευρώπης», μια συλλογική έννοια που ο-ρίζει «εμάς» του Ευρωπαίους σε αντίθεση προς όλους «εκεί-νους» τους μη Ευρωπαίους, και στην πραγματικότητα, ο Said υποστηρίζει, ότι το κυρίαρχο συστατικό της ευρωπαϊκής κουλ-τούρας είναι αυτό ακριβώς που την έκανε ηγεμονική τόσο ε-ντός όσο και εκτός Ευρώπης: «η ιδέα της ευρωπαϊκής ταυτότη-τας ως ανώτερης σε σύγκριση με όλους τους μη ευρωπαϊκούς λαούς και κουλτούρες»24.

24 Βλ. Χασιώτης Ιωάννης Κ., Αποζητώντας την ενότητα στην πολυμορφί-

Page 53: vlachadi2

53

Έτσι, η περίοδος της ανάπτυξης των θεσμών και του περιε-χομένου του Οριενταλισμού συμπίπτει ακριβώς με την περίοδο της ραγδαίας ευρωπαϊκής επέκτασης. Από το 1815 ως το 1914, η άμεση ευρωπαϊκή αποικιακή κυριαρχία επεκτάθηκε από το 35% της επιφάνειας της γης στο περίπου 85%. Οι επιπτώσεις ήταν εμφανείς σε όλες τις ηπείρους, αλλά ιδιαίτερα στην Ασία και την Αφρική. Οι δύο μεγαλύτερες αυτοκρατορίες, η βρετανι-κή και η γαλλική, όσο σύμμαχοι και εταίροι ήταν, άλλο τόσο υπήρξαν θανάσιμοι ανταγωνιστές. Αιτία ήταν οι αποικίες στην Ανατολή που συχνά αποτελούσαν αντικείμενο διαμάχης λόγω της γειτνίασης και της αλληλεπίδρασής τους. Αλλά ήταν στην Εγγύς Ανατολή, στις αραβικές χώρες, όπου το Ισλάμ υποτίθε-ται ότι καθόριζε τα πολιτισμικά και φυλετικά χαρακτηριστικά, εκεί που οι Βρετανοί και οι Γάλλοι συναντήθηκαν μεταξύ τους αλλά και με την Ανατολή με τους πιο έντονους, πιο περίπλο-κους και οικείους δεσμούς. Αν εξαιρέσουμε το Ισλάμ, η Ανατο-λή ήταν για την Ευρώπη μέχρι το 19ο αιώνα μια περιοχή με συ-νεχή ιστορία αδιαμφισβήτητης δυτικής κυριαρχίας. Αυτό ισχύει καταφανώς για τη βρετανική παρουσία στην Ινδία, για την πορτογαλική στις Ανατολικές Ινδίες, στην Κίνα και την Ιαπω-νία, για τις γαλλικές και τις ιταλικές εμπειρίες σε διάφορα τμήματα της Ανατολής. Μόνο η αραβική και η ισλαμική Ανα-τολή εκπροσώπησε έναντι της Ευρώπης μια ανεπίλυτη πρό-κληση σε πολιτικό, πνευματικό και, κάποια στιγμή τουλάχι-στον, οικονομικό επίπεδο.

Παράλληλα, η γένεση των εθνών-κρατών, που δρούσαν ως ανεξάρτητες πολιτικές οντότητες, δεν άφηνε πολλά περιθώρια για τη διαμόρφωση μιας κοινής ευρωπαϊκής πορείας. Η ιδέα της οικονομικής σύγκλισης, της δημιουργίας μιας κοινότητας εθνών, περιφερειών και ανθρώπων, άρχιζε πια να κερδίζει έ-δαφος καθώς το ενδεχόμενο μιας οικονομικής συμμαχίας ήταν για τους ηγέτες ελκυστικό. Παρ' όλα αυτά, η ιδέα αυτή παρέ-μεινε λανθάνουσα κατά το 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα αλλά αναζωπυρώθηκε στα χρόνια που ακολούθησαν τον Δεύ-τερο Παγκόσμιο Πόλεμο, χαράζοντας τον δρόμο για τη δημι-ουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η ευρωπαϊκή «ισορροπία»

α: Οι απαρχές της ευρωπαϊκής ενότητας από το τέλος του Μεσαίωνα

ως τη Γαλλική Επανάσταση, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1999, κεφ. Γ.

Page 54: vlachadi2

54

του 18ου αιώνα διαταράσσεται κατά τη διάρκεια του 19ου. Την μοναρχία της Θείας δικαιοσύνης διαδέχονται οι συνταγματικές μοναρχίες και οι δημοκρατίες, ενώ έκδηλος είναι ο πολλαπλα-σιασμός των ευρωπαϊκών Εθνών-Κρατών και η γενικευμένη αφύπνιση των υπόδουλων εθνοτήτων αποβλέπουν στη χειρα-φέτησή τους. Ο εκβιομηχανισμός της Ευρώπης κατά τη διάρ-κεια του 19ου αιώνα επέφερε ριζικές αλλαγές και συνέβαλε στη δημιουργία και την καταστροφή ενός αισθήματος «ευρω-παϊκότητας». Από τη μια πλευρά, η ανάπτυξη των μέσων επι-κοινωνίας καθώς και η καθιέρωση ενός πληρέστερου εκπαι-δευτικού συστήματος που οδήγησε ένα μεγάλο αριθμό ατόμων σε μια αρτιότερη γνώση της γεωγραφίας και της πολιτικής της Ευρώπης. Από την άλλη πλευρά, το περιεχόμενο της «ευρωπα-ϊκότητας» υποτιμήθηκε καθώς ο εκβιομηχανισμός συνδέθηκε άμεσα με τη διαδικασία οικοδόμησης των εθνών, γεγονός που δεν οδήγησε σε μια σταθερότητα στην Ευρώπη αλλά αντιθέτως συνετέλεσε στη γέννηση του εθνικισμού και των επιπτώσεων που τον ακολούθησαν.

Ο 20ος αιώνας σηματοδοτείται από ολέθριες πολεμικές συ-γκρούσεις και ανακατατάξεις, οι οποίες διαδραματίζουν κατα-λυτικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας νέας ευρωπαϊκής συνείδη-σης και ταυτότητας καθώς και στη συγκρότηση της ενιαίας Ευ-ρώπης. Τα Έθνη-Κράτη μπορεί, τώρα πια, να διαθέτουν μια ε-νότητα, εντούτοις χαρακτηρίζονται από εθνική, οικονομική και πολιτιστική ετερογένεια.

Στο πολιτικό επίπεδο, οι τάσεις αυτές εκφράστηκαν στο ε-σωτερικό της Ευρώπης με τη μορφή ενός κραυγαλέου εθνικι-στικού σωβινισμού και με τη μορφή του ιμπεριαλισμού. Ο νέος ευρωπαϊκός διεθνισμός των διανοουμένων και των σοσιαλι-στών αποτελούσε στην ουσία προνόμιο μιας μικρής μειοψηφί-ας. Με άλλα λόγια, από το 1914 ως το 1945, η έννοια της Ευρώ-πης ως ολότητα, με κύριο χαρακτηριστικό την ενότητα, δια-βρώνεται, με αποτέλεσμα το ξέσπασμα των δύο παγκοσμίων πολέμων και τις καταστροφικές τους συνέπειες.

Πριν, λοιπόν, από τη Γαλλική Επανάσταση, ο όρος Ευρώπη χρησιμοποιόταν αποκλειστικά για να προσδιορίσει γεωγραφι-κά την ήπειρο. Κατά τους αρχαιοελληνικούς χρόνους, είχε συ-σχετιστεί με την έννοια της ελευθερίας, τον 15ο αιώνα με τη

Page 55: vlachadi2

55

Χριστιανοσύνη, τον 16ο αιώνα με την «πολιτική της ισορροπίας των δυνάμεων» και τον 18ο αιώνα με τον πολιτισμό.

Αυτοί, όμως, οι συσχετισμοί δεν μπορούν να θεωρηθούν σταθεροί και χρονικά αμετάβλητοι. Μάλλον πρόκειται για χρονικούς και εννοιολογικούς προσδιορισμούς που εισάγονται κατά καιρούς στο δημόσιο διάλογο σχετικά με την Ευρώπη σε διάφορα ιστορικά επίπεδα. Έπειτα από τη Γαλλική Επανάστα-ση και τις τεράστιες αλλαγές που επέφερε στο πολιτικό, κοι-νωνικό και ιδεολογικό επίπεδο, εκ των πραγμάτων επικράτησε η άποψη να αντιμετωπίζονται τα φαινόμενα και οι αντιλήψεις ως προϊόντα της ιστορικής εξέλιξης. Η ιστορική αυτή θεώρηση χρησιμοποιήθηκε τόσο για να υπερασπιστεί παραδοσιακές ευ-ρωπαϊκές αξίες και το status quo όσο και για να ενθαρρύνει το μέλλον και τις νέες προοπτικές που διανοίγονταν για τη Γη-ραιά Ήπειρο.

Άμεσο επακόλουθο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και της Ρωσικής Επανάστασης ήταν να εμφανίζεται η Ευρώπη ως ένας πολιτισμός που διέρχεται κρίση: οι παλιές αξίες θρυμμα-τίστηκαν, ενώ η πολιτική και η κοινωνία έμοιαζαν να ακου-μπούν σε σαθρά θεμέλια. Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι διανοού-μενοι προέβαλαν διαφορετικά οράματα για μία «νέα Ευρώπη», παρόλο που ο εθνικισμός της παλαιάς Ευρώπης εξακολουθού-σε να κυριαρχεί στην πολιτική σκέψη.

Στα χρόνια που ακολούθησαν αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον εθνικισμό να υπόκειται σε διαρκή αμφισβήτηση και με τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση να κυρι-αρχούν στην πολιτική και ιδεολογική σκηνή, παρατηρούνται κινήσεις προς την κατεύθυνση της οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας στη Δυτική Ευρώπη. Πρόκειται για τις πρώτες προσπάθειες προς την ευρωπαϊκή σύγκλιση, με την έννοια της ουσιαστικής συμμετοχής των κρατών και όχι απλώς με τη δια-κήρυξη ιδεαλιστικών σχεδίων για την Ευρώπη. Για πρώτη φορά τίθενται επί τάπητος ζητήματα όπως η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ο ρόλος των εθνικών κρατών στη σύγχρονη Ευρώπη, η ευρωπα-ϊκή ταυτότητα, η κοινή συνείδηση και η σύγχρονη ερμηνεία της «ιδέας της Ευρώπης».

Από τους αρχαιοελληνικούς χρόνους μέχρι σήμερα, η ιδέα της Ευρώπης εκτείνεται σε δύο επίπεδα και περιστρέφεται γύ-

Page 56: vlachadi2

56

ρω από δύο ευρεία θέματα: από τη μία πλευρά «η Ευρώπη και οι άλλοι» -όπου ο όρος «άλλοι» αναφέρεται στους Ασιάτες, τους Τούρκους, τους Ρώσους και τους Αμερικανούς, λειτουργώντας σε αντιπαράθεση- και από την άλλη, η Ευρώπη αντιμετωπίζε-ται ως μία «κοινοπολιτεία εθνών», ως μία Ευρώπη που μοιρά-ζεται κοινές πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές αξίες, ως μία Ευρώπη που χαρακτηρίζεται από μία ομοιογένεια μέσα στην ποικιλομορφία της. Καθώς προχωρούμε στον 21ο αιώνα, όλες οι παλιές ταυτίσεις της Ευρώπης, όπως ο γεωγραφικός προσδιορισμός, η εξίσωση με την πολιτική ελευθερία, ο συσχε-τισμός με τη Χριστιανοσύνη, η σύνδεση με την κουλτούρα και τον πολιτισμό, όλες ενώνονται με μία σύγχρονη σχέση.

Ο ορισμός της Ευρώπης που επικρατεί στις μέρες μας είναι «ενότητα μέσα στην πολυμορφία». Η Ευρώπη παρουσιάζεται ως η ήπειρος που δεν υπέκυψε ποτέ σε ένα και μόνο ηγέτη, που δεν ενδύθηκε έναν και μοναδικό πολιτισμό αλλά που βρίσκεται σε μία διαρκή συζήτηση σχετικά με τις ρίζες της, τις αξίες της και τον πολιτισμό της. Με άλλα λόγια, είναι ένας ζωντανός οργανισμό σε συνεχή μεταβολή και εγρήγορση. Για το λόγο αυτό, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι διαθέτει ένα σταθερό πυρήνα, μια συγκροτημένη, διαμορφωμένη και αμετάβλητη πολιτιστική ταυτότητα.

Πολύ εύστοχα ο Μορέν ορίζει τη σύγχρονη Ευρώπη ως τον καρπό μιας μεταμόρφωσης και δεν έχει παύσει να ζει διαρκώς η ίδια μεταμορφώσεις: «από την Ευρώπη των Κρατών στην Ευ-ρώπη των Εθνών-Κρατών, από την Ευρώπη της «ισορροπίας ισχύος» στην Ευρώπη της παρεκτροπής, από την εμπορική Ευ-ρώπη στη βιομηχανική Ευρώπη, από την Ευρώπη του απογείου στην Ευρώπη της αβύσσου, από την Ευρώπη κυρίαρχο του κό-σμου στην υπό κηδεμονία επαρχία Ευρώπη. Η ταυτότητά της, κατ' αυτόν τον τρόπο, δεν ορίζεται ενάντια στις μεταμορφώ-σεις, αλλά μέσα στις μεταμορφώσεις».Και είναι οι μεταμορφώ-σεις αυτές μέσα από τις οποίες πέρασε και περνά η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Μια διαδικασία που κυοφορήθηκεμέσα από ένα πλήθος ιδεών και αντιλήψεων σχετικά με αυτό που σήμερα ονομάζεται «Ευρωπαϊκή Ένωση»25.

25 Μορέν Εντγκάρ, Να σκεφτούμε την Ευρώπη, Εξάντας, Αθήνα 1991, κεφ.

4 «Μια αβάσιμη βάση», σ.σ. 78-79.

Page 57: vlachadi2

57

Page 58: vlachadi2

58

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Ευρωπαϊκή Ενοποίηση

3.1 Η μακρόχρονη πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση

Η σύγχρονη Ευρώπη συγκροτήθηκε μέσα από πολέμους, συγκρούσεις και ανακατατάξεις. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώ-να η Ευρώπη δεν έχει ύπαρξη παρά μόνο μέσα από τις διαιρέ-σεις και τους ανταγωνισμούς, οι οποίες, κατά κάποιο τρόπο, την παρήγαγαν και τη διαφύλαξαν. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη είναι ένα σύμπλεγμα (complexus) του οποίου το χαρακτηριστι-κό είναι να συγκεντρώνει δίχως να συγχέει τις μεγαλύτερες ποικιλομορφίες και να συνδέει αδιάρρηκτα τις αντιθέσεις.

Η πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση είναι το αποτέλε-σμα πολιτικών, ιστορικών και ιδεολογικών ζυμώσεων που έγι-ναν ιδιαίτερα έντονες από τις αρχές του 20ου αιώνα. Μολονότι η Ευρώπη είναι μια ήπειρος με πολλούς και διαφορετικούς λαούς και γλώσσες, το σχέδιο της ενοποίησης είναι διαρκές και πολύ παλιό. Στη διάρκεια του Μεσαίωνα και μέχρι τον 17ο αιώνα, λόγω της αντίθεσης προς τον μουσουλμανικό κόσμο, και κυρίως προς τους Τούρκους μιλούσαν μόνο για ένωση της Χριστιανοσύνης. Αυτήν ονειρευόταν ο Καρλομάγνος και ο Κά-ρολος ο Ε' της Γερμανίας (1519-1555), και συζητούσαν γι' αυτό, παρ' όλο που η Χριστιανοσύνη ήταν διαιρεμένη σε Ορθόδοξους, Καθολικούς και Διαμαρτυρόμενους που έτρεφαν μίσος οι μεν για τους δε και, πολλές φορές, έρχονταν σε ρήξεις και αιματη-ρές διαμάχες.

Είναι στη διάρκεια του 18ου αιώνα που εξαπλώνεται ο όρος «Ευρώπη». Τότε εμφανίζεται ο όρος «εξευρωπαϊσμός» που δη-λώνει την προτίμηση για κάτι που είναι καθαρά ευρωπαϊκό. Αργότερα, το ρήμα «εξευρωπαΐζω» μαρτυρεί τη συνείδηση ότι η Ευρώπη παρέχει στον κόσμο καλύτερο πολιτισμό. Και ενώ τα μεγάλα κράτη επιβεβαιώνουν την παρουσία τους, ενισχύονται και συγκρούονται, μερικοί ουτοπιστές αρχίζουν να ονειρεύο-νται τις «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης». Έπειτα από τη Γαλλική Επανάσταση, τους ναπολεόντειους πολέμους και το ξύπνημα των εθνικισμών, η ευρωπαϊκή ιδέα χλωμιάζει, όσο κι

Page 59: vlachadi2

59

αν την υπερασπίζεται φλογερά ο Βίκτωρ Ουγκώ.Δεν θα αναβιώσει παρά μόνο μέσα από τις εκατόμβες του Α'

Παγκόσμιου Πολέμου (1914-1918). Ο παραλογισμός αυτής της σύγκρουσης, το τεράστιο μέγεθος των καταστροφών και των βιαιοτήτων αναζωπυρώνουν τη γεωπολιτική συζήτηση πάνω στην ανάγκη μιας ευρωπαϊκής ένωσης. Η συζήτηση αυτή ξεκι-νά από τη συνειδητοποίηση της παρακμής της Ευρώπης, αλλά και τη δυναμική εμφάνιση στο προσκήνιο των Ηνωμένων Πο-λιτειών, που αναδεικνύονται σε μεγάλη δύναμη, σε βάρος των ευρωπαϊκών κρατών, στα οποία άλλωστε ξεκίνησε η βιομηχα-νική επανάσταση και τα οποία ηγεμόνευαν σε πραγματικές αποικιακές αυτοκρατορίες, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλί-α, η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, και, σε μικρότερο βαθμό, η Ιταλία.

Στα 1917, ο Βρετανός R.W Seton - Watson ίδρυσε το περιοδικό "New Europe", στο οποίο διατυπώνονταν απόψεις που συνέπι-πταν με τις θέσεις του αμερικανού προέδρου Woodrow Wilson. H «Νέα Ευρώπη» αντιμετώπισε θετικά τις επιδιώξεις της Ελ-λάδας για την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας και ανέ-πτυξε πολύ στενή σχέση με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενι-ζέλο. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύνδεσμοι μεταξύ του Βενιζέλου και του αγγλικού Υπουργείου Εξωτερικών ήταν στελέχη της «Νέας Ευρώπης». Στρατηγικός στόχος ήταν η ευαισθητοποίηση της βρετανικής κυβέρνησης αλλά και γενικότερα της κοινής γνώμης για τον καταλυτικό ρόλο των Βαλκανίων και της Νοτι-οανατολικής Ευρώπης προς όφελος των βρετανικών συμφερό-ντων.

Ήδη από το 1915, η επιτυχία στη Γερμανία και την Αυστρία του βιβλίου του Friedrich Naumann «Mitteleuropa» που μετα-φράστηκε ως Κεντρική Ευρώπη, απέδειξε το πόσο οι άνθρωποι έψαχναν να βρουν κάποιο ανώτερο νόημα στον πόλεμο που συνεχιζόταν. Ο Naumann, με πολύ πειστικό τρόπο, κατάφερε να δει κάτι το θετικό στις στερήσεις και να παρουσιάσει το ό-ραμα ενός πιο ευτυχισμένου αύριο. Τα τελευταία λόγια του βι-βλίου του Naumann περιγράφουν γλαφυρότατα τις εμπειρίες που οδήγησαν στη γέννηση του οράματός του: «Η 'Mitteleuropa' είναι ο καρπός του πολέμου. Καθίσαμε μαζί στην οικονομική φυλακή του πολέμου, πολεμήσαμε μαζί, είμαστε

Page 60: vlachadi2

60

αποφασισμένοι να ζήσουμε μαζί!»26.Ο Naumann ισχυρίστηκε ότι η δημιουργία της Mitteleuropa

θα καθίστατο πολιτική ανάγκη. Τα χαρακώματα θα παρέμε-ναν η δεσπόζουσα μορφή άμυνας στο μέλλον και τέτοιες αμυ-ντικές δομές θα αντικαθρεφτίζονταν στα πρότυπα της οικονο-μικής συνεργασίας. Ο ίδιος δεν περίμενε ότι ο πόλεμος θα οδη-γούσε σε ειρήνη ή αρμονία που θα διαρκούσε στην Ευρώπη και παρόλο που δεν θα απέκλειε μια συμφιλίωση με τη Γαλλία κά-ποια στιγμή στο απόμακρο μέλλον, η Γαλλία φαινόταν προς το παρόν να σχετίζεται πολύ στενά με την Βρετανία. Έτσι, ορα-ματίστηκε μια μεταπολεμική Ευρώπη με δύο «Σινικά τείχη» οι-κονομικού και στρατιωτικού χαρακτήρα που διέτρεχαν την ή-πειρο από βορρά προς νότο, ένα μεταξύ Γερμανίας και Γαλλί-ας, το άλλο κάπου μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας. Το κύριο μέ-λημά του η αποφυγή ενός τρίτου τείχους μεταξύ Γερμανίας και Αυστρο-Ουγγαρίας, πράγμα που θα εξασθένιζε και τις δύο δυ-νάμεις. Για τα μικρότερα δε έθνη της Ευρώπης, ο Naumann πε-ρίμενε οι αμυντικές δαπάνες και ο οικονομικός συγκεντρωτι-σμός να καταστήσουν την επιβίωσή τους αδύνατη χωρίς συμ-μαχίες με τις μεγάλες δυνάμεις, κι έτσι δέχτηκε τα Βαλκανικά κράτη και, ενδεχομένως αργότερα, και την Ιταλία στην Κεντρι-κή του Ευρώπη.

To υπερκράτος που οραματίστηκε ήταν μια σχετικά χαλαρή συνομοσπονδία ασχολούμενη πρωταρχικά με οικονομικά θέ-ματα - δημιουργώντας μια τεράστια Κεντρο-Ευρωπαϊκή κοινή αγορά - και άμυνα. Ο Naumann περίμενε ο στρατιωτικός ιμπε-ριαλισμός να οδηγήσει σε μια κατά πολύ ελεγχόμενη και ενο-ποιημένη οικονομία τόσο σε περιόδους ειρήνης όσο και πολέ-μου. Η Mitteleuropa αποτελούσε ακριβώς το μέσο που δικαιο-λογούσε τους οικονομικούς αυτούς σκοπούς.

Μάλιστα, για το σχέδιό του αυτό αναζήτησε και εντόπισε ι-στορικές ρίζες στη μεσαιωνική Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και στο Γερμανικό Έθνος. Οραματιζόταν μια κεντρο-ευρωπαϊκή πολιτιστική και πολιτική κοινότητα, που παίρνει μια σύγχρονη, φιλελεύθερη δημοκρατική δομή στο πλαίσιο

26 H 'Mitteleuropa' ήταν μια από τις πολλές εναλλακτικές θέσεις της

Γερμανίας για τη διαμόρφωση της εξωτερικής της πολιτικής κατά

το διάστημα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.

Page 61: vlachadi2

61

πάντοτε της γερμανικής υπεροχής. Παραδεχόταν ότι το σταθε-ρό αυτό καθεστώς θα φαινόταν σε πολλούς ως απώλεια της ατομικής ελευθερίας και ότι θα συνέτεινε σε αισθήματα γερ-μανικής αντιδημοτικότητας και σε άλλες χώρες. Θεωρούσε ότι η τάση προς ένα κράτος αποτελούσε μια ιστορική αναγκαιότη-τα όπως ήταν και ο συγκεντρωτισμός της ανθρωπότητας σε μεγάλα ανταγωνιστικά σύνολα μέχρι την εμφάνιση (σε ένα ακαθόριστο μέλλον) κάποιων «Ηνωμένων Πολιτειών του πλα-νήτη».

Ο Naumann νουθετούσε ανοχή προς τα μικρότερα έθνη της Mitteleuropa. Εύρισκε τα αιτήματα για την αναγκαστική 'Γερμανοποίηση' των εθνών αυτών επιζήμια και περιττά, σε βαθμό δε που επαίνεσε ακόμη και τους Εβραίους που ήταν κα-λοί μεσολαβητές και δάσκαλοι μιας σωστής προσέγγισης όσον αφορά κάποια συνεργασία στην εργασία και τις επιχειρήσεις. Οι Εβραίοι, και όλα τα μικρά έθνη, παρατήρησε, αγωνίστηκαν πιστά στον πόλεμο και συνεπώς θα έπρεπε να τύχουν πλήρους κατανοήσεως. Κάποια υπερεθνική Κεντροευρωπαϊκή ταυτότη-τα θα έπρεπε να δημιουργηθεί, ισχυριζόμενος ότι οι άνθρωποι της κεντρικής Ευρώπης - σε αντίθεση με τους Γάλλους και τους Βρετανούς - ήταν ακόμα νέοι και συνεπώς εύπλαστοι. Οι 'Κέντρο-ευρωπαίοι' (Mitteleuropeans) επρόκειτο να είναι πιστοί τόσο προς το έθνος τους όσο και προς την ευρύτερη γη των πα-τεράδων τους -μοντέλο που έβλεπε, εν μέρει, να λαμβάνει σάρκα και οστά στην Αυστροουγγαρία.

Ο Naumann δέχτηκε σκληρή κριτική και δριμεία επίθεση για τις θέσεις που διατύπωνε στο έργο του. Οι Γερμανοί εθνικιστές του καταλόγισαν ότι εγκατέλειπε τα 'φυσιολογικά' ιμπεριαλι-στικά αιτήματα των Γερμανών ενώ, αντίθετα, οι Σοσιαλδημο-κράτες βρήκαν το πρόγραμμά του ιμπεριαλιστικό, καίτοι οι ίδι-οι ήταν γενικά μετριοπαθείς στις επικρίσεις τους. Άλλοι πάλι τον επέκριναν ότι κοπίαζε σκληρά για μια κέντρο-ευρωπαϊκή αυτάρκεια που θα είχε σαν αποτέλεσμα την απομόνωση της περιοχής από το ελεύθερο διεθνές εμπόριο.

Οι απόψεις του Naumann βρήκαν υποστηρικτές στους μι-κρούς, μη προνομιούχους πληθυσμούς της Αυστρο-Ουγγαρίας, που απαιτούσαν την πλήρη ανεξαρτησία τους από την αυτο-κρατορική επιρροή. Μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες που

Page 62: vlachadi2

62

πρωταγωνίστησε στον αγώνα αυτό ήταν και Τσέχος φιλόσοφος T.G. Masaryk (1850-1937), o οποίος πίστευε ότι η ανεξαρτησία της Τσεχοσλοβακίας δεν θα ήταν εφικτή παρά μόνο αν αποτε-λούσε παράμετρο ενός ευρύτερου σχεδίου για την ανατολικο-κεντρική Ευρώπη. Η κατάρρευση το τσαρικού καθεστώτος και η εμφάνιση του Γούντροου Ουίλσον στην παγκόσμια σκηνή έδωσε στον Masaryk την ευκαιρία να παρουσιάσει τόσο μια ε-ξήγηση του πολέμου όσο κι ένα μεταπολεμικό πρόγραμμα για την Ευρώπη, πράγμα που το έκανε σε βιβλίο, το οποίο ονόμασε και πάλι «Η Νέα Ευρώπη»27, και το οποίο εκδόθηκε το 1918.

Ο Masaryk περιέγραψε μια Ευρώπη που βρισκόταν στα μέσα ενός τεράστιου πολιτιστικού και πολιτικού μετασχηματισμού -από τις μεσαιωνικές και αυταρχικές μορφές εξουσίας (τις ο-ποίες απεκάλεσε 'θεοκρατία') έως τις σύγχρονες δημοκρατίες. Στη σύγχρονη δημοκρατία, είπε, η ελευθερία εκφράζεται τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και συλλογικά, ως δικαίωμα αυτοδιά-θεσης του κάθε έθνους. Έτσι, ο Masaryk μπορούσε να ερμηνεύ-σει τον πόλεμο ως τίποτε λιγότερο από το λογικό αποκορύφω-μα της σύγκρουσης μεταξύ 'θεοκρατίας' και δημοκρατίας. Mε το σκεπτικό αυτό η Ρωσική επανάσταση τον Μάρτη του 1917 έγινε ιδιαίτερα αποδεκτή από τον Masaryk.

Αυτό που πρότεινε τελικά ήταν μια 'νέα Ευρώπη' αποτελού-μενη από μια επιμήκη ζώνη μικρών κρατών-εθνών, εκτεινόμε-νη από τη Γερμανία ως τη Ρωσία. Την παρουσίασε ως εκπλή-ρωση των εθνικών ιδανικών που ενυπάρχουν στη σύγχρονη δημοκρατία, χωρίς να παραβλέπει τις επεκτατικές πολιτικές και διαθέσεις της Ρωσίας και της Γερμανίας. Ο Masaryk εξακο-λουθούσε να εμμένει πως η νέα Ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων θα έπρεπε να είναι δημοκρατική όσον αφορά στη συνεργασία, ανοιχτή διπλωματία και τους αφοπλισμούς, κατά τη σημασία που προσδίδει στους όρους αυτούς ο Ουίλσον. Οραματιζόταν όμως και μια μελλοντική τάση προς κάποια περιφερειακή και αργότερα παν-Ευρωπαϊκή συνεργασία. Ισχυριζόταν ότι μόνο ελεύθερα και ανεξάρτητα έθνη θα μπορούσαν να ενταχθούν

27 Το πρόγραμμα του Masaryk για μια 'νέα Ευρώπη' ήταν ένα περίεργο

κράμα δημοκρατικού ιδεαλισμού και πολιτικής σκοπιμότητας ,βλ.

Kevin Wilson & Jan van der Dussen, The history of the idea of Europe,

Routledge, London 1996.

Page 63: vlachadi2

63

σε τέτοιες υπερεθνικές δομές ως ίσοι εταίροι και επέμενε ότι δεν θα υπήρχε καμιά σύγκρουση ανάμεσα στη συλλογική και ατομική δημοκρατία. Γνώριζε, ασφαλώς, ότι θα ήταν αδύνατο να δημιουργηθούν εθνολογικά καθαρές χώρες-έθνη και για να καταστήσει το σχέδιό του αποδεκτό, εισήγαγε τη διάκριση α-νάμεσα σε έθνη και εθνικότητες ή εθνικές μειονότητες και πρότεινε ότι η πλήρης προστασία των δικαιωμάτων αυτών των μειονοτήτων ήταν απαραίτητη για την αποφυγή συγκρούσεων.

Τον Οκτώβρη του 1918, δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ μια Κε-ντρο-Ευρωπαϊκή Δημοκρατική Ένωση με αντιπροσώπους από δώδεκα Ευρωπαϊκά έθνη και τον Masaryk ως προεδρεύοντά της. Η ένωση, η οποία διαλύθηκε σε σύντομο χρονικό διάστη-μα, ήταν κυρίως ένα εργαλείο προπαγάνδας και καθότι η ορ-γάνωση δεν είχε καμιά σαφή εντολή από την Ευρώπη περιορί-στηκε σε καλέσματα για οικονομική συνεργασία ως βασική προϋπόθεση για την ομοσπονδιοποίηση.

Ο Masaryk έδωσε μεγάλη έμφαση στον πολιτικό ρόλο της Αμερικής και στον κοινό ευρω-αμερικανικό πολιτισμό. Από την άποψη αυτή, οι απόψεις του είναι περισσότερο «Δυτικές» παρά παραδοσιακά «Ευρωπαϊκές». Οι ορίζοντές του ποτέ δεν ξεπέ-ρασαν τις κουλτούρες που βασίζονται στο Χριστιανισμό και τις Ευρωπαϊκές παραδόσεις. Καταδίκασε την Τουρκία ως ξένη προς τον πολιτισμό και βάρβαρη και δεν ανάφερε τίποτε για το αποικιακό σύστημα ή για διεύρυνση της αρχής της εθνικής αυ-τοδιάθεσης και στις μη Ευρωπαϊκές κουλτούρες.

Τόσο στο πρόγραμμα του Naumann όσο και του Masaryk, τα στοιχεία της σκοπιμότητας και των εθνικιστικών συμφερόντων είναι ιδιαίτερα φανερά. Ωστόσο, και οι δύο άνδρες προσπάθη-σαν να αντιμετωπίσουν προβλήματα-κλειδιά που εμφανίζο-νται στην Ευρώπη. Για τον Naumann, ο εκσυγχρονισμός υπήρ-ξε ο κινητήρας της ιστορίας και περίμενε από αυτόν να απαιτεί συγκεντρωτισμό και μεγάλης κλίμακας οικονομική και στρα-τιωτική συνεργασία. Το πρόγραμμά του «Κεντρική Ευρώπη» αποπειράθηκε να δημιουργήσει τις πρόσφορες πολιτικές δομές που ήταν κατάλληλες, εν πρώτοις, για τους Γερμανούς. Υποτί-μησε σαφώς τη δύναμη του Εθνικισμού, τόσο μεταξύ των Γερ-μανών και Γερμανο-Αυστριακών συμπολιτών του, οι οποίοι δείχθηκαν πολύ διστακτικοί να μοιραστούν οποιαδήποτε εξου-

Page 64: vlachadi2

64

σία με τους «κατώτερους» λαούς της Ανατολής, όσο και μεταξύ εκείνων των μικρών εθνών που προτιμούσαν την ανεξαρτησία από έναν συνεταιρισμό. Ο Masaryk, επίσης, εστίασε την προ-σοχή του και στον εκσυγχρονισμό.

3.2 Από το τέλος του A' Παγκοσμίου Πολέμου ως τη Συν-θήκη του Άμστερνταμ

Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου και στον απόηχο των κατα-στροφικών συνεπειών του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο κόμης Richard Coudenhove- Kalergi επικρίνοντας τη «μη οργανική και μηχανιστική δομή» της Κοινωνίας των Εθνών, επεσήμανε ότι η Κοινωνία των Εθνών δεν είχε τη δυνατότητα να επιβάλλει την ειρήνη στην Ευρώπη, εξαιτίας της προσήλωσης των κρατών-μελών στην αρχή του εθνικού συμφέροντος αλλά και της ανα-παραγωγής σχέσεων εξουσίας και εξάρτησης στους ίδιους τους κόλπους της. Θεωρούσε ότι μόνο η προσαρμογή της Κοινωνίας των Εθνών στο ομοσπονδιακό σύστημα των ΗΠΑ θα είχε τη δυνατότητα να σώσει την Ευρώπη από την προϊούσα οικονομι-κή και γεωπολιτική παρακμή της και να προασπίσει τα συμφέ-ροντά της έναντι της ιμπεριαλιστικής Αγγλίας, των Η.Π. Α και της Σοβιετικής Ένωσης.28

Κατά τη γνώμη του Coudenhove- Kalergi, η διαδικασία της ευρωπαϊκής ομοσπονδιοποίησης έπρεπε να κλιμακωθεί σε τρία διαδοχικά επίπεδα:

Το πρώτο επίπεδο αφορούσε στην ίδρυση ενός «Πανευρωπα-ϊκού Γραφείου» με αρμοδιότητα τη σύγκλιση των τακτικών συ-νελεύσεων των συμβαλλομένων κρατών.

Το δεύτερο επίπεδο προέβλεπε τη σύνδεση των συμβαλλό-μενων κρατών με ένα σύμφωνο υποχρεωτικής διαιτησίας στις

28 Για τις θέσεις του Coudenhove- Kalergi βλ. Κόκκινος Γιώργος, Αναζη-

τώντας την ενότητα στην πολυμορφία- Οι αντινομίες της ευρωπαϊκής

πολιτικής κουλτούρας και η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, Μεταίχμι-

ο, Αθήνα 2000, κεφ. Γ' «Σπερματικές μορφές της Ευρωπαϊκής Ενοποίη-

σης: Θεσμικές πρωτοβουλίες στην πορεία για μια εναλλακτική ευρω-

παϊκή πολιτική ουτοπία» - «Η ιδέα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης από

τις αρχές του 20ου αιώνα έως τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο» σ.σ. 142-

143.

Page 65: vlachadi2

65

περιπτώσεις διακρατικών διαφορών, αλλά και εγγύησης του εδαφικού status quo.Στο τρίτο επίπεδο γινόταν λόγος για τη βαθμιαία συγκρότη-

ση μιας «Πανευρωπαϊκής Τελωνειακής Ένωσης», η οποία θα αποτελούσε τον πυρήνα της μελλοντικής ευρωπαϊκής ομο-σπονδίας.

Η ορθολογική και τεχνοκρατική αυτή προσέγγιση της διαδι-κασίας πολιτικής και οικονομικής σύγκλισης των ευρωπαϊκών κρατών είχε όμως ως πλαίσιο αναφοράς μια ευρωκεντρική θεώρηση του πολιτισμού, που εξιδανίκευε το δυτικό κόσμο, απαξίωνε την πολιτισμική ετερότητα και είχε ως ιδεολογικό υπόβαθρο τον αντιδραστικό μοντερνισμό.

Για την εξυπηρέτηση των σκοπών του, ο Coudenhove-Kalergi ίδρυσε το 1922 την ένωση 'Pan-Europa'. Το 1923 εξέδωσε το περιοδικό 'Pan-Europeanism', ενώ το 1924 δημοσίευσε το «Πανευρωπαϊκό Μανιφέστο» και τον Οκτώβριο του 1926 συ-γκάλεσε στη Βιέννη το πρώτο Πανευρωπαϊκό Συνέδριο.

Για τον Coudenhove- Kalergi η Ευρώπη ήταν μια δεδομένη οντότητα, την ισχύ της οποίας δεν χρειάστηκε να διαπραγμα-τευτεί ποτέ. Παρατήρησε ότι η ιστορική εποχή της Ευρωπαϊκής παγκόσμιας ηγεμονίας είχε παρέλθει και ότι δεν ίσχυε πια η κυριαρχία της λευκής φυλής. Ωστόσο, προκειμένου να βγει η Ευρώπη από την παρακμή, ήταν αναγκαίος ο εκσυγχρονισμός του πολιτικού συστήματος, ο οποίος θα έπρεπε να συνίσταται σε μια διευρυμένη συνεργασία, αντί για την παραδοσιακή α-ναρχία, αφού η τεχνολογική πρόοδος είχε καταστήσει παρω-χημένα τα μικρά και συγκρουόμενα έθνη. Ακόμα και οι απο-καλούμενες Ευρωπαϊκές υπερδυνάμεις ήταν ως τώρα ανεπαρ-κείς, καθώς ο κόσμος έμελλε να χωριστεί σε σφαίρες επιρροής. Οι παλιές ευρωπαϊκές δυνάμεις έδωσαν τη θέση τους σε ομο-σπονδιακά οργανωμένες παγκόσμιες δυνάμεις, όπως η περί-πτωση της Αμερικής, της Σοβιετικής Ένωσης και της Βρετανική αυτοκρατορία. Μόνο η ηπειρωτική Ευρώπη δεν είχε αναπτύξει μιας τέτοιας μορφής οργάνωση.

Ο Coudenhove- Kalergi γνώριζε πολύ καλά τις δυσκολίες ο-ρισμού της Ευρώπης. Απέρριψε γεωγραφικά κριτήρια ως ακα-τάλληλα, εφόσον η Ευρώπη ήταν μόνο το δυτικό τμήμα της τε-ράστιας ευρασιατικής ηπείρου, χωρίς κανένα φυσικό ανατολι-

Page 66: vlachadi2

66

κό όριο. Από την άλλη πλευρά, οι πολιτιστικοί και οι πολιτικοί ορισμοί επιδέχονταν ιστορική αναθεώρηση από την εποχή των αρχαίων Ελλήνων και μετέπειτα. Πολιτιστικά, η Ευρώπη εξα-πλώθηκε σε όλες τις ηπείρους, πράγμα που επέτρεψε κάμποσα νέα "παγκόσμια πεδία δυνάμεων" που έχουν τις ρίζες τους στον αυτό πολιτισμό, αλλά σε οξεία αντίθεση προς αυτή την φανερή πολιτιστική επιτυχία, η Ευρώπη, ως πολιτική οντότητα, δεν υπήρχε. 'Paneuropa' ήταν η ονομασία που προσέδωσε ο Coudenhove- Kalergi σε αυτή τη φιλόδοξη πολιτική Ευρώπη για να τη διακρίνει από τη γεωγραφική και πολιτιστική Ευρώπη.

Η «Πανευρώπη» αυτή άφηνε έξω τόσο την Βρετανία όσο και τη Ρωσία. Η Βρετανία είχε "ξεκόψει από την Ευρώπη" και είχε καταστεί μια πολιτική ήπειρος από μόνη της, πολύ μεγάλη και ισχυρή για να συμπεριληφθεί στην «Πανευρώπη». Πάντως, οι μεταξύ των δύο σχέσεις έπρεπε να βασίζονταν στη συνεργασία και εγγυήσεις αλληλοάμυνας και αμφότερες έπρεπε να μοιρά-ζονται «το Ευρωπαϊκό πολιτιστικό έργο». Ο Coudenhove-Kalergi ήταν πολύ πιο επικριτικός έναντι της Ρωσίας. Με το να επιλέξει τον δρόμο των Μπολσεβίκων, η Ρωσία γύρισε τις πλά-τες στις δημοκρατικές αρχές που τώρα επικρατούσαν στην Ευ-ρώπη, κι έτσι η οριακή γραμμή μεταξύ των νεοϊδρυθέντων α-νατολικοευρωπαϊκών δημοκρατιών και της Ρωσίας θα πρέπει να σημάνει το ανατολικό τέλος της «Πανευρώπη». Επίσης, η Ρωσία έβλεπε τον εαυτό της ως μια συγκεκριμένη Ευρω-ασιατική οντότητα και ως ένα ανεξάρτητο πεδίο παγκόσμιας δύναμης.

Η κύρια λειτουργία της «Πανευρώπης» ήταν η διασφάλιση της ειρήνης: στο εσωτερικό της Ευρώπης, με τη δημιουργία μιας υπερεθνικής δομής βασιζόμενης στην υποχρεωτική διαιτησία και την πολυμερή συνεργασία, μειώνοντας συνεπώς τον κίνδυ-νο παραμεθόριων συγκρούσεων μέσω εξασθένισης της σπου-δαιότητας των συνόρων. Εξωτερικά δε, μέσω μιας Πανευρωπα-ϊκής αμυντικής συμμαχίας που προστατεύει τα μικρά Ευρωπα-ϊκά έθνη από εξωτερικές απειλές, κυρίως από τη Ρωσία.

Η ευρωπαϊκή οικονομία ήταν βασικός παράγοντας στην ε-πιχειρηματολογία του Coudenhove- Kalergi. Όπως το έβλεπε, η οικονομική αυτάρκεια και ένας ολέθριος αγώνας εξοπλισμών ανάμεσα σε πολλές μικρές Ευρωπαϊκές πολιτείες θα κρατούσε

Page 67: vlachadi2

67

την ήπειρο σε μόνιμη κατάσταση κρίσης και δεν θα επέτρεπε την ανάκαμψή της από τον πόλεμο. Η «Πανευρώπη» θα μπο-ρούσε να καταστήσει τις περισσότερες αμυντικές δαπάνες ά-χρηστες και θα προήγαγε την οικονομική ανάπτυξη με τη δη-μιουργία μιας 'κοινής αγοράς' χωρίς εσωτερικούς τελωνειακούς φραγμούς.

Ο Coudenhove- Kalergi θα έπρεπε προφανώς να λάβει υπό-ψη τη νέα μεταπολεμική Ευρώπη με την τάση προς μικρά κρά-τη-έθνη παρά ως τεράστιες υπερεθνικές μονάδες. Τα έθνη δεν αποπέμπονταν ως άσχετα προς την ευρωπαϊκότητα. Απενα-ντίας, ολόκληρη η σύγχρονη κουλτούρα ήταν ριζωμένη στην εθνικότητα και η αρχή της εθνικότητας έπρεπε να είναι σεβα-στή. Ο Coudenhove- Kalergi πρότεινε, σε πραγματικές βάσεις, ότι το status quo των μεταπολεμικών συνόρων έπρεπε να γίνει σεβαστό, αλλά και ότι οι εθνικές μειονότητες θα έπρεπε να προστατεύονται από έναν κοινό Ευρωπαϊκό "Καταστατικό Χάρτη Ανοχής". Από μια ευρύτερη οπτική γωνία, τα προβλή-ματα που αφορούσαν στην εθνικότητα θα μειώνονταν μέσω τόσο της οικονομικής όσο και της πολιτικής ενοποίησης καθώς και από την διείσδυση δημοκρατικών αρχών: οι δεσμοί μεταξύ ιθαγένειας και εθνικών δεσμών θα ελαττώνονταν και τα σύνο-ρα θα έχαναν σταδιακά τη σπουδαιότητά τους.

Με άλλα λόγια, η «Πανευρώπη» του Coudenhove- Kalergiήταν ένα καταπληκτικό κράμα ουτοπισμού μεγάλης κλίμακας, ισχυρούς πολιτικής ανάλυσης και ευδιάκριτου πραγματισμού. Πρότεινε, για παράδειγμα, τη χρήση της Αγγλικής ως δεύτερη κοινή γλώσσα της Ευρώπης, εφόσον θα ήταν αδύνατο να επι-λυθούν οι αντιζηλίες μεταξύ των κυριοτέρων γλωσσών της η-πείρου και έκανε την πρόβλεψη ότι η Αγγλική θα γινόταν το υπερισχύον μέσο επικοινωνίας, ούτως ή άλλως. Ιδεαλιστής στο 'πιστεύω' του στην Ευρωπαϊκή αδελφοσύνη και στη δυνατότη-τα μιας παγκόσμιας αρμονίας μέσω κάποιας ισορροπίας των υπερδυνάμεων, δέχτηκε επίσης χωρίς δισταγμό το αποικιακό σύστημα, θεωρώντας ότι η Αφρική δεν είχε δώσει καμιά κουλ-τούρα εφάμιλλη με τις τέσσερεις παγκόσμιες κουλτούρες που αναγνώριζε: Ευρωπαϊκή, Αραβική, Ινδική και Κινέζικη.

Η Παν-Ευρωπαϊκή Ένωση που δημιουργήθηκε το 1923 απέ-κτησε σύντομα τοπικά αποκλάδια σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώ-

Page 68: vlachadi2

68

ρες και καταβλήθηκαν τεράστιες προσπάθειες να πειστούν οι πολιτικοί και οι διαμορφωτές γνωμών να υποστηρίξουν το κί-νημα. Ο Γαλλικός μεταπολεμικός ευρωπαϊσμός προσανατολι-ζόταν πάνω απ' όλα σε θέματα ασφαλείας και κινούνταν γύρω από τις γαλλο-γερμανικές σχέσεις. Αναπόφευκτα, τα πρώτα χρόνια του μεσοπολέμου κυριαρχούνταν από έναν αντι-γερμανικό εθνικισμό. Εξίσου σημαντική την περίοδο αυτή και η συμβολή του Aristide Briand (1862 -1932), πολιτικού που πρω-ταγωνίστησε στη γαλλική πολιτική σκηνή από το 1909 ως το θάνατό του.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα σχέδια της πανευρωπαϊκής συ-νεργασίας επιχείρησαν να τα σφετεριστούν πρώτα ο φασισμός κι έπειτα ο ναζισμός. Κατά τη διάρκεια, μάλιστα, του Β' Πα-γκοσμίου Πολέμου οι θιασώτες του ναζισμού επιχείρησαν να επιβάλλουν από κοινού με τις συνεργαζόμενες κυβερνήσεις της κατεχόμενης ηπείρου, αλλά και με μερικούς διανοούμενους της εποχής, τη δική τους «Ευρωπαϊκή Οικονομική Ένωση» και, στη συνέχεια, την εθνικοσοσιαλιστική αντίληψη της «Νέας Ευ-ρώπης». Ο Χίτλερ σπάνια έκανε χρήση της ιδέας της Ευρώπης. Βέβαια, οι Ναζί συχνά και πολύ αποτελεσματικά έκαναν χρή-ση της ιδέας της Ευρώπης στην προπαγάνδα τους τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επίσης, η ίδια η επιτυ-χία των πρώτων γερμανικών πολεμικών επιχειρήσεων δη-μιούργησε, τρόπον τινά, μια ενωμένη ηπειρωτική Ευρώπη στην οποία η Γερμανία κατάφερε να εξασφαλίσει έναν υψηλό βαθ-μό οικονομικού συντονισμού. Χαρακτηριστική ήταν η ομιλία του Χίτλερ το 1936, στην οποία χρησιμοποίησε μια φράση που θα γινόταν δημοφιλής: «ο Ευρωπαϊκός Οίκος» - ένας οίκος ό-που η Γερμανία θα επέβαλε την τάξη.

Ο όλεθρος που προκάλεσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος αναζωπύρωσε την ιδέα της ενοποίησης. Δύο παράγοντες γεω-πολιτικού χαρακτήρα ώθησαν προς αυτή την κατεύθυνση. Κα-τά πρώτο λόγο, και εξαιτίας του Ψυχρού Πολέμου, η ύπαρξη μιας ισχυρής απειλής, που αντιπροσώπευε η Σοβιετική Ένωση. Κατά δεύτερο λόγο, η εξασθένιση των ευρωπαϊκών κρατών, που είτε ηττήθηκαν στον πόλεμο, όπως η Ιταλία και η Γερμα-νία -η οποία και τεμαχίστηκε-, είτε υποχρεώθηκαν να εγκατα-λείψουν τις αποικιακές τους κτήσεις, όπως η Μεγάλη Βρετανία,

Page 69: vlachadi2

69

η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ολλανδία. Οι δύο αυτοί παράγοντες μαζί, καθώς και οι πιέσεις από τις ΗΠΑ και η σοβιετική επέμ-βαση στη Βουδαπέστη το 1956, ωθούν έξι ευρωπαϊκά κράτη (Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο) να υπο-γράψουν το 1957 τη Συνθήκη της Ρώμης, με την οποία δημι-ουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα29.

Ήδη από τον Ιούνιο του 1944 έκανε την εμφάνισή της στη Λυών η «Ευρωπαϊκή Κοινοβουλευτική Επιτροπή. Το 1946, ο Τσώρτσιλ, σε ομιλία του στη Ζυρίχη υποστήριξε ότι η δημιουρ-γία των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» ήταν επιτακτική ανάγκη και ότι που διατύπωσε σε διάφορες αφορμές ο διακε-κριμένος Έλληνας διεθνολόγος, επανειλημμένα Υπουργός Ε-ξωτερικών και εκπρόσωπος της Ελλάδας στην Κοινωνία των Εθνών, Νικόλαος Πολίτης (1872-1942).

Η ενωμένη Ευρώπη του Churchill περιελάμβανε τις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης ενώ για την Αγγλία πρότεινε έναν πιο ανεξάρτητο ρόλο. Το Δεκέμβριο του 1946, ύστερα από πρω-τοβουλία του Ολλανδού Henri Brugmans, ενσωματώθηκαν 50 περίπου διαφορετικές οργανώσεις και προέκυψε η «Ένωση των Ευρωπαίων Φεντεραλιστών», μέλη της οποίας ήταν ο Γάλλος Edouard Herriot και ο Βέλγος Van Zeeland.

Με την έλευση του ψυχρού Πολέμου και το μοίρασμα της Ευρώπης και της Γερμανίας στα δύο, τα σχέδια μιας πανευρω-παϊκής ενοποίησης κατέστησαν εξωπραγματικά. Από το 1947, οι Η.Π.Α. άρχισαν να ασχολούνται ενεργά με την ενδυνάμωση της δυτικής Ευρώπης. Την ίδια στιγμή, στη Γερμανία (1 Αυγού-στου 1947) περίπου 10.000 πολίτες ιδρύουν την «Ευρωπαϊκή Ένωση». Για πρώτη φορά το ιδεώδες της ευρωπαϊκής ενοποίη-σης και η ιδέα της ευρωπαϊκής συνεργασίας για την αμοιβαία οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και τη διασφάλιση της ει-ρήνης μετατράπηκε σε αίτημα των πολιτών των ευρωπαϊκώνκρατών.

Την 1 Ιανουαρίου 1948, το Βέλγιο, η Ολλανδία και το Λου-ξεμβούργο, έφτασαν σε μια κοινή συμφωνία στον τομέα της ασφάλειας και άμυνας, συγκροτώντας μια τριμερή τελωνειακή

29 Προστέθηκαν αργότερα η Ιρλανδία, η Δανία, η Μεγάλη Βρετανία

(1973), η Ελλάδα (1981), η Πορτογαλία και η Ισπανία (1986), η Αυστρία,

η Σουηδία και η Φιλανδία (1995).

Page 70: vlachadi2

70

ένωση, τη BENELUX. Στις 17 Μαρτίου 1948, η Αγγλία και η Γαλλία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής γερμανικής απειλής ή της επέκτασης του σοβιετι-κού κινδύνου, συγκρότησαν έναν ευρύτερο αμυντικό μηχανι-σμό, διευρύνοντας το πλαίσιο της «Πράξης Σύνδεσης της Δου-κέρνης» που υπεγράφη το 1947. Σε συνεργασία, λοιπόν, με το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο υπέγραψαν στις Βρυξέλλες την ομώνυμη συνθήκη. Η συνθήκη αυτή θα είχε πε-νταετή διάρκεια και όριζε ένα πλαίσιο τόσο οικονομικής και κοινωνικής συνεργασίας όσο και αμυντικής αλληλοβοήθειας. Ταυτόχρονα, προτεινόταν η δημιουργία θεσμού Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου30 και διεύρυνση της τελωνειακής και οικονομι-κής ένωσης των ευρωπαϊκών κρατών.

Στις 16 Απριλίου 1948 ιδρύθηκε ο «Ευρωπαϊκός Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης» (Ο.Ο.Σ.Α.) , που εί-χε ως αφετηρία το σχέδιο Marshall (5/6/1947). Ταυτόχρονα, ό-μως, είχε ως στόχο τη δημιουργία μηχανισμών αλληλεξάρτη-σης των οικονομιών των ευρωπαϊκών κρατών ώστε να δημι-ουργηθούν σταδιακά οι κατάλληλες συνθήκες αφενός για την οικονομική και πολιτική ενοποίηση τα ων κρατών της Ευρώπης και αφετέρου για τη συγκρότηση ενός συμπαγούς μετώπου ε-ναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.

Στη δυτική Ευρώπη, ένας από τους κύριους στόχους των ο-παδών της ευρωπαϊκής ομοσπονδοποίησης ήταν η οικοδόμηση ενός υπερεθνικού οργανισμού από τον οποίο προέκυψε το 1949 το Συμβούλιο της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, στις 5 Μαΐου 1949, ιδρύθηκε στο Λονδίνο το Συμβούλιο της Ευρώπης με τη συμμε-τοχή των κρατών που είχαν υπογράψει τη Συνθήκη των Βρυ-ξελλών, δηλαδή της Μ. Βρετανίας, της Γαλλίας, του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου. Εκτός των πέντε πα-ραπάνω κρατών, στο Συμβούλιο της Ευρώπης συμμετέχουν η Σουηδία, η Νορβηγία, η Δανία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Ελλάδα (απεβλήθη από αυτό το 1969 και επανήλθε το 1975), η Τουρκία, η Ισλανδία (από το 1950), η Γερμανία (από το 1951), η Αυστρία

30 Βλ. Winston Churchill, 19 Σεπτεμβρίου 1946, Πανεπιστήμιο Ζυρίχης,

στο Kevin Wilson & Jan van der Dussen, The history of the idea of Europe,

Routledge, London 1996, κεφ. 3 "Europe since 1945: crisis to renewal",

σ. 165.

Page 71: vlachadi2

71

(από το 1956), η Ελβετία (από το 1963), η Μάλτα (από το 1965), η Κύπρος (από το 1969), η Πορτογαλία (από το 1976), η Ισπανία και το Λιχτενστάιν. Η Γαλλία και η Ιταλία πρότειναν ο νέος οργανισμός να ονομαστεί «Η Ευρωπαϊκή Ένωση», αλλά η Με-γάλη Βρετανία καταψήφισε τη συγκεκριμένη πρόταση στη συ-νάντηση του Λονδίνου, στις 29 Ιανουαρίου 1949.

To κύριο θέμα των συζητήσεων κατά τα τέλη της δεκαετίας του '40 και τις αρχές του '50 στο ζήτημα της ευρωπαϊκής "ενο-ποίησης" ήταν ο ανταγωνισμός μεταξύ δύο γραμμών: Η Βρετα-νία ήθελε μια περιορισμένης μορφής διακυβερνητική συνεργα-σία, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης ήθελε μια πιο μα-κροπρόθεσμη, μεγαλεπήβολη, υπερεθνική ενοποίηση που βα-σίζεται σ' ένα ομοσπονδιακό σχήμα. Πράγμα που συνεπάγετο την εγκαθίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ώστε η πολι-τική οργάνωση της Ευρώπης να υπερβεί το επικρατούν μωσαϊ-κό των εθνών-κρατών.

Στις Μαΐου 1950, ο υπουργός εξωτερικών της Γαλλίας Robert Schuman έπεισε τη γαλλική κυβέρνηση να αποδεχτεί και να προωθήσει το Σχέδιο Monnet,140 ενώ το 1951, στο Παρίσι, έξι χώρες (Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Ιταλία και Δυτική Γερμανία) υπέγραψαν συμφωνία και δημιούργησαν την «Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα» (ΕΚΑΧ) - τον πρώτο υπερεθνικό οργανισμό της Ευρώπης και πρόδρομο της «Ευρώπης των έξι». Το 1952, τα κοινοβούλια των κρατών που συμμετείχαν στην ΕΚΑΧ επικύρωσαν τη συμφωνία και Πρόε-δρος της Κοινοπραξίας εξελέγη ο Jean Monnet, ο οποίος αργό-τερα ίδρυσε την «Επιτροπή Δράσης για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης» και εστίασε τις προσπάθειές του στην προετοι-μασία και υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Κοινής Αγοράς και της Euratom. H EKAX άρχισε ουσιαστικά να λειτουργεί στις 10 Φε-βρουαρίου 1953.

Η αρχική ιδέα του Jean Monnet για μια τομεακή ενοποίηση με υπερεθνικές εξουσίες απέβλεπε, κατά πρώτον, στο να ξεπε-ραστεί η παλιά εχθρότητα ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμα-νία. Ήταν όμως και μέρος μιας σταδιακής προσέγγιση προς μια γενική ευρωπαϊκή ενοποίηση, ήτοι ενοποίηση σε συγκεκρι-μένους τομείς με την ελπίδα ότι το ένα θέμα θα οδηγούσε στο άλλο προς την κατεύθυνση μιας γενικής ενοποίησης. Το κύριο

Page 72: vlachadi2

72

κίνητρο ήταν πολιτικό: να εγγυηθεί μια διαρκούσα ειρήνη α-νάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία. Η πρότασή του ήταν ότι οι πόροι γαιάνθρακα και σιδήρου της δυτικής Ευρώπης θα έπρεπε να ενταχθούν σε μια κοινοπραξία και να συνδιοικούνται από μια υπερεθνική αρχή. Αυτό θα βελτίωνε την κατάσταση στην αγορά μειώνοντας τους τελωνειακούς δασμούς και άλλους φραγμούς και, ειδικότερα, θα χειριζόταν την αστάθεια που προκαλούσαν η έλλειψη γαιάνθρακα και η υπερπρομήθεια σι-δήρου. Το σχέδιο εκπονήθηκε από τον ίδιο το Jean Monnet. Κα-τά τη δική του αντίληψη, η ένωση γαιάνθρακα και σιδήρου θα πρέπει να είναι μόνο το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της πολιτικής ενοποίησης. Η «Ευρωπαϊκή Κοινοπραξία Άνθρακα και Σιδήρου» περιείχε διάφορες θεσμικές καινοτομίες μακρό-χρονης σπουδαιότητας: μια υπερεθνική αρχή (η Ανώτερη Αρ-χή) με σημαντικές εξουσίες, άμεσα έσοδα για την κοινότητα υπό τη μορφή φορολογίας και ως εκ τούτου λιγότερη εξάρτηση από τις χώρες-μέλη, ένα Κοινοβούλιο και ένα Δικαστήριο που θα είχε ως έργο να αποφασίζει για τη νομιμότητα οποιασδήπο-τε ενέργειας της Ανώτερης Αρχής.

To 1950 παρουσιάστηκε το σχέδιο για τη συγκρότηση της «Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας» (European Defense Community), το οποίο βασίστηκε σε εισήγηση του Jean Monnetκαι στην πρωτοβουλία του πρωθυπουργού της Γαλλίας Renι Pleven. Το σχέδιο ήταν μια προέκταση της ΕΚΑΧ και του Συμ-φώνου Αμυντικής Συνεργασίας των Βρυξελλών.

Ήδη από το 1946 είχε εμφανιστεί στο προσκήνιο και η ιδέα του De Gaulle για το ρόλο της Ευρώπης ως «τρίτου πόλου», δη-λαδή ως εξισορροπητικού παράγοντα μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Υπέρμαχος της «Ευρώπης των πατρίδων», υπήρξε σφοδρός πο-λέμιος της «υπερεθνικής Ευρώπης» γιατί θεωρούσε ότι ένα τέ-τοιο δημιούργημα θα οδηγούσε σε άψυχες δομές συνεργασίας και θεσμούς επιρρεπείς στην αμερικανική χειραγώγηση. Αντι-θέτως, η «Ευρώπη των πατρίδων» δεν θα υποχρέωνε τα συμ-βαλλόμενα κράτη να εκχωρήσουν κυριαρχικά τους δικαιώμα-τα, αλλά θα αναπτυσσόταν μεταξύ τους μια διακρατική συ-νεργασία σε θέματα ασφαλείας, οικονομίας και πολιτισμού, η οποία θα υπερέβαινε τις οδυνηρές συνέπειες των δύο παγκο-σμίων πολέμων και στη συνέχεια θα λειτουργούσε ως «τρίτος

Page 73: vlachadi2

73

πόλος». «Η γερασμένη Ευρώπη», όπως έλεγε, «η οποία για αιώνες υπήρξε το κέντρο του κόσμου, είχε τη δύναμη να απο-τελέσει και πάλι τον συνδετικό κρίκο της διχοτομημένης αν-θρωπότητας της ψυχροπολεμικής εποχής».

Στη δεκαετία του '50, η ώθηση προς την ευρωπαϊκή ενοποίη-ση λειτουργούσε ως η απάντηση της Δυτικής Ευρώπης στα κομμουνιστικά καθεστώτα της Ανατολικής.. Αλλά και οι ΗΠΑ δεν έμειναν αμέτοχες στην προσπάθεια δημιουργίας της Ενω-μένης Ευρώπης, υπέρ της οποίας συνηγορούσαν. Η Γαλλία α-νέλαβε την πολιτική διεκπεραίωση του ευρωπαϊκού εγχειρήμα-τος, συνδυάζοντάς το φυσικά με τη δική της εξωτερική πολιτι-κή. Η έννοια της ενωμένης Ευρώπης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από το αμερικανικό Πεντάγωνο με την ομιλία του στρατηγού Marshall (25 Ιουνίου 1947) και με σκοπό να φράξει τον δρόμο στο « σοβιετικό επεκτατισ μό».

Στη δεκαετία του '60, ο γαλλο-γερμανικός άξονας της Ευρώ-πης θεμελιώθηκε πάνω στην από κοινού υιοθέτηση των αρχών της πραγματικής σύγκλισης των εθνικών οικονομιών, στόχος που ονομάστηκε «διαρθρωτική εναρμόνιση» για όλα τα κράτη-μέλη. Ο Στρατηγός De Gaulle επέβαλε από τις αρχές της δεκα-ετίας την αντίληψη της Ευρώπης ως συνεργασίας μεταξύ κρα-τών - εθνών. Η Ευρώπη ήταν γέννημα των λαών και των ε-θνών της, των εθνικών κρατών που ήταν οργανωμένα με πολι-τικές και πολιτειακές δομές. Μόνο μέσω των υπαρκτών εθνι-κών θεσμών της η Ευρώπη θα μπορούσε να συγκροτηθεί σε ε-νιαίο σύνολο. Ο ευρωπαϊστής Giscard d' Estaing συμφώνησε ότι η Ευρώπη θα ήταν «ένωση κρατών με αρμοδιότητες που τα κράτη της εκχωρούν με σκοπό να ασκούνται από κοινού»144. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, καταλυτικό ρόλο στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης διαδραμάτισε η ισχύς των κρατών- μελών.

Από τις αρχές του '70, με την ανατροπή του De Gaulle και την άνοδο των κεντρώων πολιτικών, μεταβλήθηκε το περιεχό-μενο τη Ευρώπης και επέστρεψε στον προ De Gaulle ορισμό. Οι ιδέες του «ευρωπαϊκού καταμερισμού των έργων», της «ευρω-παϊκής οικονομικής ολοκλήρωσης» και της Ευρώπης ως «ενιαί-ου οικονομικού συνόλου» αντικατέστησαν στον στόχο της πο-λιτικής ενοποίησης και της εναρμόνισης των εθνικών κρατών.

Page 74: vlachadi2

74

Η μεταγκωλλική Ευρώπη άρχιζε ήδη να εγκαταλείπει διακριτι-κά τον στόχο της πολιτικής ενοποίησης των ευρωπαϊκών εθνι-κών εξουσιών. Τώρα πλέον προτεραιότητα είχε η οικονομική ολοκλήρωση που ήταν αποτέλεσμα συγκερασμού των θέσεων Ευρώπης και Αμερικής. Η οικονομική προτεραιότητα καθησύ-χαζε την Αμερική ενώ άφηνε την Ευρώπη να ελπίζει. Ο Raymond Barre, ως Γάλλος Επίτροπος στις Βρυξέλλες, διευκρί-νισε νέα γαλλική αντίληψη περί Ευρώπης: «απ' ευθείας άσκη-ση κοινής πολιτικής από τις Βρυξέλλες με ίδιους πόρους, χωρίς τον έλεγχο των κρατών-εθνών. Η γαλλική θέση υπονομεύθηκε από την αγγλοσαξωνική θεωρία περί 'ζώνης ελεύθερου εμπορίου'».

Έπειτα από την κρίση της ευρω- σκλήρυνσης της δεκαετίας του '80, ο Jacques Delors προέβαλε μια ιδέα που θα λειτουργού-σε ως κινητήριος μοχλός για την ενοποίηση: την αγορά και το νόμισμα. Ο Delors, δηλαδή, με τη διπολική στρατηγική της με-γάλης εσωτερικής αγοράς και της νομισματικής ενοποίησης, έβγαλε την Ευρώπη από το αδιέξοδο. Έτσι, μέσω της ιδέας της νομισματικής ενοποίησης, θα επιταχύνονταν οι διαδικασίες της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης. «Με την κάλυψη του Delors, η Τhatcher επέβαλε την αρχή της εθνικής ισοσκέλι-σης των ευρωπαϊκών δοσοληψιών κάθε χώρας- μέλους. Οι ΗΠΑ μέσω του παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, επέβαλαν την απογύμνωση κάθε έννοιας ευρωπαϊκής πολιτικής είτε στη βιομηχανία και στις υπηρεσίες».

Η Συνθήκη της Ρώμης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικο-νομικής Κοινότητας, σηματοδοτεί τις προσπάθειες για τη μετα-τροπή των οικονομικών και τελωνειακών συνασπισμών σε πο-λιτικούς οργανισμούς. Από τις προσπάθειες αυτές προέκυψε αρχικά, το 1967, η συγχώνευση στην «Ευρωπαϊκή Επιτροπή» των εκτελεστικών οργάνων της ΕΟΚ, της Κοινοπραξίας Άν-θρακα και Χάλυβα και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (EURATOM). Ακολούθησε, από το 1972 και εξής, η διεύρυνση της Κοινότητας στην κυρίως οικονομική συνένωση των Οκτώ. Τελικά, ο αρχικά οικονομικός αυτός οργανισμός α-πέκτησε σταδιακά δύναμη καθώς και σαφής κάπως πολιτικές προοπτικές, έναν προσανατολισμό που είχαν ήδη επιζητήσει οι οραματιστές της ευρωπαϊκής ενοποίησης από το τέλος του Με-

Page 75: vlachadi2

75

σαίωνα και εξής. Έτσι, οι Οκτώ - στους οποίους στο μεταξύ προστέθηκε και η Ελλάδα- μετεξελίχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) των 12, των 15 και σε μερικά χρόνια των 25 κρα-τών-μελών.

Έπειτα από την πτώση του τείχους του Βερολίνου, την ένω-ση των δύο Γερμανιών και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, άλλαξαν τα γεωπολιτικά δεδομένα της Ευρώπης. Χαρακτηρι-στικό ήταν το διάγγελμα του Προέδρου Μιτεράν, στα τέλη του 1989, όπου έθετε εκτός του οράματος μιας 'παν-Ευρωπαϊκής' συνομοσπονδίας τη Σοβιετική Ένωση. Η Γαλλία εστίαζε ορι-στικά την προσοχή της στην ΕΚ, και τώρα ο Μιτεράν μιλούσε για 'ολόκληρη την Ευρώπη'. Αυτό δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί ως υποχώρηση από το πρόγραμμα της ΕΚ, αλλά ως μια από-πειρα να προσδώσει στην ΕΚ έναν διαφορετικό σκοπό, ένα πλατύτερο νόημα. Η συνομοσπονδία αποτελούσε στόχο, όρα-μα, αλλά θα χρειαζόταν να περάσει πολύς καιρός πριν μια συ-νομοσπονδιακή Ευρώπη μπορέσει να λειτουργήσει ως μια απο-τελεσματική πολιτική μονάδα. Η κατάρρευση του σοβιετικού οικοδομήματος το 1989 και η Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1991 σηματοδότησαν τη μεγάλη μεταλλαγή της ευρωπαϊκής δυνα-μικής. Οι ευρωπαϊκές χώρες αποδεσμεύθηκαν από το θεώρημα της «συνοχής» και της «εναρμόνισης» - που διατυπώθηκε τόσο στη Συνθήκη της Ρώμης (1957)όσο και στην ευρωπαϊκή προ-βληματική της δεκαετίας του '60 και του '70, ακόμη και του '80-και προσχώρησαν στο γερμανικό σχήμα της «σύγκλισης» με-ταξύ ανεξάρτητων εταίρων , οι οποίοι εμμένουν στην αυτοτέ-λειά τους, επιδιώκοντας τη νομισματική σύγκλιση όχι ως σύνο-λο αλλά σε εθνική κλίμακα και βασιζόμενοι ο καθένας στις δι-κές του δυνάμεις κι όχι στην ενοποιητική δύναμη του συνόλου. Η θέσπιση του ευρώ δεν συνιστά υπόδειγμα κοινής ευρωπαϊ-κής πολιτικής, εφ' όσον προϋποθέτει όχι ευρωπαϊκή στήριξη αλλά εθνική: κάθε χώρα- μέλος στηρίζει με δικές της δυνάμεις το μέρος της νομισματικής σταθερότητας που της αντιστοιχεί, χωρίς χρηματιστική αλληλεγγύη των εταίρων. Παρά την ενιαία μορφή του, το ευρώ συνιστά στην πράξη «αθροιστικό νόμι-σμα», όχι ομοσπονδιακό και χωρίς ενιαίο ευρωπαϊκό μηχανι-σμό σταθεροποίησης.

Μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού και μέσα σε λι-

Page 76: vlachadi2

76

γότερο από τρία χρόνια, 17 νέα κράτη εμφανίστηκαν στην Α-νατολική Ευρώπη. Μια πραγματικά νέα ήπειρος αναδύθηκε ξαφνικά, με πλήθος προβλήματα κάθε είδους. Μερικά από αυ-τά χωρίς προηγούμενο, όπως η αποδιάρθρωση των οικονομιών του κεντρικού σχεδιασμού άλλα, πολύ αρχαϊκά, εμπνευσμένα από την ιδεολογία «γης και αίματος» και μυστικιστικές ανα-δρομικές ταυτίσεις, που προκαλούν στα Βαλκάνια και στον Καύκασο φονικούς εθνοτικούς πολέμους.

Αυτές οι μεγάλων διαστάσεων αναταραχές δεν αφήνουν α-νεπηρέαστο το δυτικό μέρος της Γηραιάς Ηπείρου. Την υπο-χρεώνουν να ξαναθυμηθεί την κοινοτική αλληλεγγύη και την αφήνουν αντιμέτωπη, ταυτόχρονα, με την επάνοδο του εθνικι-σμού και την κρίση του σοσιαλισμού. Τα προβλήματα αυτά έρ-χονται σε μια στιγμή που οι πολίτες αμφισβητούν την ευρωπα-ϊκή οικοδόμηση και αναρωτιούνται κατά πόσο είναι εφικτή η δημιουργία μιας ομοσπονδίας κρατών με διαφορετικές εθνικές και οικονομικές ταυτότητες.

Με το ξεκίνημα του Ψυχρού Πολέμου, η Ευρώπη άρχισε όλο και περισσότερο να νοείται ως δυτική Ευρώπη, ακόμη και η δυ-τική Ευρώπη όπως εκπροσωπούνταν από τους έξι αρχικούς συ-νυπογράφοντες της Συνθήκης της Ρώμης.

3.3 Η πορεία προς τη Συνθήκη του Άμστερνταμ

Στο επίπεδο της κουλτούρας, ιδεολογίας και ταυτότητας, η ιδέα της Ευρώπης από τα μέσα της δεκαετίας του '80 φαινόταν ότι ανακτούσε μια αίσθηση δυναμισμού. Για μια ακόμη φορά η Ευρώπη πρόβαλε σαν μια θετική ιδέα, που οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να επιδιώκουν την υλοποίησή της, να τη διατηρούν και να την υπερασπίζονται. Με γνώμονα αυτό, η διαδικασία της ενοποίησης μέσα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας α-πέκτησε ένα νέο ρυθμό.

Η ΕΚ έπρεπε να διατηρήσει την πορεία προς την ενοποίηση ή να πέσει - στην προκειμένη περίπτωση, όχι στο έδαφος αλλά τουλάχιστον- στη βασική γραμμή μιας τελωνειακής ένωσης. Όσον αφορά στο θέμα αυτό, ιδιαίτερη συζήτηση έχει γίνει για την «Ευρωσκλήρωση» που εκφράζει τον φόβο ότι η Ευρώπη θα μείνει πίσω στη νέα τεχνολογική επανάσταση και θα χάσει την

Page 77: vlachadi2

77

σχετική της θέση στην παγκόσμια οικονομία. Οι φόβοι αυτοί, παράλληλα πιθανώς και με τις ανησυχίες που προέκυπταν από τις εντάσεις μεταξύ των υπερδυνάμεων, έμελλαν να απο-βούν η κινητήρια δύναμη πίσω από την προσπάθεια, κατά τα μέσα της δεκαετίας του '80, να προσδώσουν μια νέα ώθηση στη διαδικασία της ενοποίησης. Η πιο σημαντική πρωτοβουλία ή-ταν μια σειρά συνεδριάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το 1985, το οποίο ενέκρινε τα σχέδια θεσμικής αναμόρφωσης της ΕΚ καθώς και το σχέδιο για τη δημιουργία μιας ενιαίας εσωτε-ρικής αγοράς μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1992. Σε ένα αριστούρ-γημα συμβολικής πολιτικής, ορίστηκε η ονομασία ώσπου μια πολιτική πραγματικότητα - η Ευρώπη μετά το Μάαστριχτ- δη-μιουργήθηκε και όλοι οι πρωταγωνιστές της διεθνούς και της εσωτερικής πολιτικής εξαναγκάστηκαν να συνάψουν σχέσεις με αυτή. Μολονότι αναμενόταν πως το όλο πρόγραμμα θα υ-λοποιούταν έως το 1992, η ώθηση που έδωσε το πρόγραμμα εί-χε ένα αποτέλεσμα. Κατά την περίοδο του 1988-89, το πρό-γραμμα διευρύνθηκε περισσότερο με το αποκαλούμενο σχέδιο Ντελόρ για μια νομισματική ένωση. Κι έτσι, η ευρωπαϊκή συ-νεργασία, που δεν έμελλε να συμβεί έως τα τέλη της δεκαετίας του '80 και ενυπήρχε αλλά αφανώς στο Ευρωπαϊκό Νομισματι-κό Σύστημα από τα τέλη της δεκαετίας του '70, τέθηκε σε ε-φαρμογή - αν και θα πρέπει να ειπωθεί ότι με μεγάλη δυσκο-λία επιτεύχθηκε συμφωνία κατά την πρώτη φάση.

Στις αρχές του 1990, τα σχέδια αυτά συμπληρώθηκαν από μια γαλλο-γερμανική πρόταση για κάποιας μορφής πολιτική ένωση της ΕΚ. Στη διάσκεψη του Μάαστριχτ, τον Δεκέμβριο του 1991, παρά τις επιφυλάξεις, άρχισε η πορεία για μια οικο-νομική και πολιτική ένωση. Έκτοτε, το δημοψήφισμα της Δανί-ας, τον Ιούνιο του 1992, που απέρριψε τη Συνθήκη του Μάα-στριχτ, και η νομισματική κρίση του Οκτωβρίου, η οποία οδή-γησε την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο να εγκαταλείψουν το Μηχανισμό των Συναλλαγματικών Ισοτιμιών, έχουν δημιουρ-γήσει κάποια αβεβαιότητα - αλλά όποιοι κι αν είναι οι πολιτι-κοί καυγάδες που προκύπτουν από αυτό, μπορεί να ειπωθεί ότι, από τα μέσα της δεκαετίας του '80, η ΕΚ έχει αναλάβει ση-μαντικές πρωτοβουλίες και δημιούργησε τολμηρές προοπτικές για την ίδια.

Page 78: vlachadi2

78

Ο έξω κόσμος έβλεπε, όλο και περισσότερο, την ΕΚ και την Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία ως πολιτικούς πρωταγωνι-στές. Μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι αυτό ήταν σημαντικό για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας και για αναπλή-ρωση των δυνάμεων προς ενοποίηση. Πάντως, η ιστορία της ενοποίησης δεν θα πρέπει να ειδωθεί ως μια αργή, εσωτερική διαδικασία εκμάθησης των προϋποθέσεων συνεργασίας και ανακάλυψης του τρόπου με τον οποίο θα ξεπεραστεί η εθνική αδράνεια. Υπάρχει μια διαλεκτική μεταξύ της θεωρίας της λει-τουργικότητας και των πιέσεων επί της Ευρώπης από άλλους πρωταγωνιστές, κυρίως τις ΗΠΑ, που «βοήθησε» στην ενίσχυ-ση της διαδικασίας ενοποίησης. Είναι εμφανές ότι η αμερικανι-κή πίεση για ενότητα στη δυτική Ευρώπη βοήθησε στον σχημα-τισμό μιας βασικής κοινότητας στον οικονομικό τομέα. Αυτό ήταν φυσικό καθώς έπειτα από την κατάρρευση των καθεστώ-των της Ανατολικής Ευρώπης, το «αντίπαλον δέος» -η Σοβιετι-κή Ένωση- έπαψε να υφίσταται και ένας νέος «αντίπαλος» α-ναδύθηκε για τις ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα ζητήματα αυ-τά παίχτηκαν στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, όπου το ζωτικής σημα-σίας σημείο απετέλεσε το πώς το καθένα από τα μέλη της Ευ-ρώπης διάκειτο έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Μια Ευρώπη πιεζόμενη, κατά αρχές της δεκαετίας του '80, από την αναθέρ-μανση του Ψυχρού Πολέμου ακολουθήθηκε, κατά τα τελευταία έτη της δεκαετίας του '80, από ένα ορισμένο κενό εξουσίας. Οι απόπειρες για την άρθρωση μιας ενιαίας «ευρωπαϊκής φωνής» ήταν τα αποτελέσματα και των δύο καταστάσεων.

Η δημόσια συζήτηση για την Ευρώπη έλαβε μεγάλες δια-στάσεις κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '80 και των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του '90. Στο διάστημα αυτό, η έννοια της Ευρώπης έγινε λέξη-κλειδί και κεντρικό πεδίο μάχης ιδεών. Χαρακτηριστική ήταν η ανάπτυξη τριών διαφορετικών θέσεων για τη σημασία του όρου «Ευρώπη», με αποτέλεσμα να προκύ-ψουν τρεις θεωρίες από τις οποίες γεννήθηκαν τρεις «Ευρώ-πες», η γερμανική, η γαλλική και ρωσική.

3.4 Έως το 1945

Τριάντα ένα χρόνια μόνο χωρίζουν το 1914 από το 1945. Μι-

Page 79: vlachadi2

79

κρό το χρονικό διάστημα που όμως περιέκλειε δύο παγκόσμι-ους πολέμους, σειρά από τεράστιες πολιτικο-κοινωνικές ανα-ταραχές και συγκλονιστικές μεταπτώσεις σε όλους τους τομείς του βίου. Ήταν μια εποχή των άκρων που οδήγησε την Ευρώπη από μια κατάσταση παγκόσμιας ανωτερότητας σχεδόν στην εξάντληση. Η πνευματική ζωή δεν ήταν λιγότερο ταραχώδης από τον κόσμο που την περιέβαλε και ενδεχομένως να φαίνε-ται αδύνατο να αναγνωρίσει κανείς μια κυρίαρχη ιδέα για την Ευρώπη εν μέσω όλων αυτών. Ωστόσο, στο υλικό που πραγμα-τευόμαστε εδώ, εκδηλώνεται μια ξεχωριστή έννοια με ανατρε-πτική δύναμη. Από όλες τις απόψεις που συνέβαλαν στην έν-νοια της Ευρώπης της περιόδου αυτής, η εθνική διάσταση ήταν κρίσιμη και καθόρισε τον χαρακτήρα όλης της επιχειρηματο-λογίας.

Πρώτον, ο πολιτικός βίος της περιόδου διαφεντεύεται από έναν καταστρεπτικά «πομπώδη» εθνικισμό που συνόδευε, αν δεν προήγαγε, και τους δύο πολέμους και κατά το διάστημα του μεσοπολέμου χαρακτήριζε τη συμπεριφορά των περισσό-τερων πρωταγωνιστών της Ευρωπαϊκής σκηνής.

Δεύτερον, ακόμη και οι άνθρωποι που ήσαν απαλλαγμένοι από τον εθνικιστικό σωβινισμό, αποδέχτηκαν ανεπιφύλακτα «την εθνική αρχή». Η Ευρώπη των Βερσαλλιών θεμελιώθηκε 'πάνω σε αυτόν και απετέλεσε για πολλούς πρωταγωνιστές ένα ζωτικής σημασίας βήμα για την πραγμάτωση των πανάρ-χαιων Ευρωπαϊκών ιδεών της ελευθερίας και της ισότητας.

Τρίτον, κι εκείνοι που εφιστούσαν την προσοχή κατά της μι-κροπρέπειας του έθνους-κράτους επηρεάζονταν κι αυτοί σε μεγάλο βαθμό από αυτή την επιχειρηματολογία. Ο Coudenhove - Kalergi και ο Ortega y Gasset - μεγάλοι συνήγοροι για μια «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης» - εξέτασαν το έ-θνος-κράτος ως ένα ενδιάμεσο βήμα στην πορεία για τη δημι-ουργία ενός κοινού Ευρωπαϊκού έθνους, ένα έθνος στο οποίο όλοι οι κατοικούντες σε αυτό θα ένοιωθαν εθνικά προσαρτη-μένοι. Το 1932, στην Ιταλία, ο σημαίνων φιλελεύθερος ιστορι-κός Benedetto Croce (1866-1952) έγραφε: «... ακριβώς όπως ε-βδομήντα χρόνια πριν, ένας Ναπολιτάνος από το παλιό βασί-λειο ή ένας Πιεντμοντέζος του υπο-Αλπινικού βασιλείου έγι-ναν Ιταλοί, όχι απαρνούμενοι αυτό που ήταν, αλλά εξυψώνο-

Page 80: vlachadi2

80

ντάς το και ενσωματώνοντάς το σε αυτή τη νέα ύπαρξη, έτσι και οι Γάλλοι, Γερμανοί και Ιταλοί και όλοι οι άλλοι θα εξυψώ-σουν τον εαυτό τους για να γίνουν Ευρωπαίοι και οι σκέψεις τους θα στρέφονται στην Ευρώπη, και οι καρδιές τους θα χτυ-πούν γι αυτή, όπως έκαναν για τις μικρότερές τους πατρίδες, τις οποίες δεν θα έχουν ξεχάσει, αλλά θα αγαπούν περισσότε-ρο»31.

Η Ευρώπη εθεωρείτο πρωταρχικά ως το πεδίο συνεργασίας των εθνών παρά, ομάδων καταναλωτών ή παραγωγών, τοπι-κών κοινοτήτων ή ομάδων συμφερόντων που αφοσιώνονται σε συγκεκριμένα θέματα. Υπήρξαν, ασφαλώς, προσπάθειες να τονιστούν οι υπερεθνικές κοινότητες ενδιαφερόντων αλλά, σε γενικές γραμμές, η Ευρώπη που βασιζόταν σε ισχυρισμούς ό-πως η αλληλεγγύη των εργαζομένων, Καθολικών, ειρηνιστών κ.ο.κ. σχεδόν αναπόφευκτα κατέληγε να είναι παγκόσμια πα-ρά ευρωπαϊκή.

Στην «εσωτερική» πολιτική ζωή της Ευρώπης εμφανίστηκε σύγκρουση ανάμεσα, αφενός, στις δυνατές τάσεις προς μια παραγωγή μεγάλης κλίμακας, οικονομικό συγκεντρωτισμό και διεθνή αλληλεξάρτηση και, αφετέρου, την φαινομενικά αόρατη 'εθνική αρχή'. Ο Stefan Zweig - ένας από τους λίγους διανοού-μενους που παρέμενε τελείως άτρωτος απέναντι στον εθνικι-σμό - σε ένα δοκίμιο του 1932, Der europaische Gedanke in seinerhistorischen Entwicklung («Η ιδέα της Ευρώπης στην ιστορική της πορεία»), που ήταν αφιερωμένο στα ενοποιητικά στοιχεία της ευρωπαϊκής κουλτούρας, θλίβονταν για τη διαπάλη μεταξύ των ανθρώπων που διαπίστωνε γύρω του:

«... αν ήμουν να προσπαθούσα να διατυπώσω την πνευματι-κή κατάσταση σήμερα, θα έλεγα ότι η παρούσα ώθηση για έ-νωση της Ευρώπης έχει να κάνει περισσότερο με πράγματα παρά με τους ανθρώπους.»32

Τα περισσότερα σχέδια για Ευρωπαϊκή ενότητα, από τον Naumann έως την προπαγάνδα των Ναζί, τόνιζαν την ανάγκη για οικονομική συνεργασία και για μια προσαρμογή σε έναν

31 Rijksbaron A., Roobol W. H., Weisglas M., (επιμ.) Europe from a cultural

perspective, The Hague, Nijgh and Van Ditmar Universitair, Χάγη 1987, σ.

67.32 Βλ. Zweig Stefan, Zeit und Welt, Στοκχόλμη 1943, σ. 348.

Page 81: vlachadi2

81

κόσμο παγκόσμιου ανταγωνισμού. Παράλληλα όμως υπήρχε και μια απροθυμία παραχώρησης της εθνικής κυριαρχίας για τη δημιουργία τελωνειακών ενώσεων και κοινών αγορών. Α-πεναντίας, η οικονομική αυτάρκεια είχε προτεραιότητα και ταίριαζε γάντι με τον πολιτικό εθνικισμό. Οι απόπειρες για ε-νοποίηση είτε αγνόησαν το δίλημμα, και προσπάθησαν να το εξαλείψουν μεταθέτοντας τις εθνικές πεποιθήσεις σε ένα η-πειρωτικό επίπεδο (Coudenhove - Kalergi), είτε σιωπηρώς ή ρη-τώς υπολόγιζε στην ηγεμονία της μεγάλης δύναμης προσδίδο-ντας το staus του δορυφόρου, μόνο, στα μικρότερα έθνη (Naumann, «Νέα Ευρώπη» των Ναζί).

Ο σύγχρονος πολιτισμός δεν περιορίστηκε στην υπονόμευση των θεμελίων της εθνικής αυτάρκειας, διέβρωσε επίσης και τις πολιτικές αξίες της Ευρώπης του δεκάτου ενάτου αιώνα. Η μα-ζική παραγωγή δημιούργησε μια μαζική κοινωνία και μια πο-λιτική της μάζας, που έκανε ότι μπορούσε για να καταστρέψει τις αρχές που κατέστησαν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό δυνατό. Δεν επιθυμούσαν όλοι όμως να θάψουν τον «παρακμάζοντα αστικό φιλελευθερισμό» και να επιλέξουν τις ολοκληρωτικές λύσεις. Πολλοί δημοκράτες διέκριναν κάποια αλήθεια στο ρητό του Μαρξ σχετικά με τον αστό ότι ανοίγει τον δικό του τάφο, και αφέθηκε μετέωρος όταν ζητήθηκε μια δυναμική εναλλα-κτική λύση έναντι του Κομμουνισμού ή του Φασισμού. «Ο με-γαλύτερος κίνδυνος για την Ευρώπη είναι η κούραση», είπε ο Husserl, αλλά το κάλεσμά του για μια αναγέννηση της Ευρώ-πης μέσω ενός «ηρωισμού του λόγου» δεν είχε κανένα αποτέ-λεσμα από τον νέο «μαχητικό Ευρωπαϊκό ανθρωπισμό» που επιθυμούσε ο Mann.

Τελικά, ο σύγχρονος πολιτισμός φανέρωσε στην Ευρώπη ότι δεν ήταν πια το αδιαφιλονίκητο κέντρο εξουσίας του κόσμου. Η Ευρώπη ήταν τώρα μόνο ένα από τα διάφορα πεδία εξουσίας της οικουμένης, προϋπόθεση που χρησιμοποιείται συχνά σε επιχειρήματα για Ευρωπαϊκή ενότητα, αλλά που δεν γίνεται ακόμη πλήρως κατανοητό33.

33 Βλ. Ηusselr Ε., The Vienna Lecture, Appendix I: «Philosophy and the cri-

sis of European humanity» στο The Crisis of European Sciences and Tran-

scendental Phenomenology, Evanston, Northwestern University Press,

1970.

Page 82: vlachadi2

82

Στα προηγούμενα έγινε αναφορά στη διχοτόμηση ανάμεσα σε προγράμματα και αντιλήψεις για την Ευρώπη, τονίζοντας τον αναλυτικό σκοπό των δύο εννοιών. Ο στόχος ήταν να διευ-κρινιστούν οι διαφορετικές όψεις ενός πολυσύνθετου φαινομέ-νου, αλλά προφανώς οι δύο διαστάσεις περιέχονταν η μία μέσα στην άλλη. Αν η διάκριση αποδειχτεί ότι είναι εφαρμόσιμη για την περίοδο που πραγματευόμαστε εδώ, είναι πιθανώς γιατί τα πολιτικά προγράμματα για την Ευρώπη απείχαν τόσο εντυπω-σιακά πολύ από μια οποιαδήποτε πρακτική εφαρμογή που θα μπορούσαν να απομονωθούν για ανάλυση. Τόσο πολιτικά όσο και πνευματικά, η «ευρωπαϊκότητα» βίωσε μια δυσπραγία και οι λίγοι που ακόμα ενδιαφέρονταν αρκετά και επέμεναν να δουν την Ευρώπη ως μια οντότητα ήταν τόσο προκατειλημμέ-νοι με τη διαγνωστική διαδικασία που δεν τους έμενε καιρός να προτείνουν πραγματικές θεραπείες.

3.5 Η σύγχρονη ευρωπαϊκή ιδέα

Η «ευρωπαϊκή ιδέα» αποτελεί μία έννοια που χαρακτηρίζε-ται από ένα εύπλαστο και ιστορικά μεταβαλλόμενο περιεχόμε-νο. Κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, οι δύο έν-νοιες της «ευρωπαϊκής ιδέας» συνέκλιναν επιτυχώς στην προ-σπάθεια των ηγετών να ασκήσουν επιρροή στη διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη. Επίσης, συνδέθηκαν ακόμη περισσότερο με τους κυριότερους, ανά εποχή, πολιτι-κούς αστερισμούς και θα μπορούσε κανείς να διακρίνει, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '80, μια συγκεκριμένη λογική προς τη «Γαλλική Ευρώπη», τη «Γερμανική Ευρώπη» και τη «Ρωσική Ευρώπη». Με άλλα λόγια, οι αντιλήψεις για την Ευ-ρώπη μετατράπηκαν σε ισχυρά μέσα άσκησης πολιτικής, πά-ντα όμως εκπορευόμενες από την πολιτική σκέψη και τις πα-ραδόσεις αλλά και ταυτόχρονα προσαρμοσμένα στις πολιτικές ανησυχίες και προβλήματα της κάθε χώρας.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι είναι ευδιάκριτος ένας ανταγωνισμός ανάμεσα σε δύο παραδόσεις. Από τη μία πλευ-ρά τις πιο «ρομαντικές οργανικές έννοιες της ευρωπαϊκής ταυ-τότητας», που θέτουν τη ευρωπαϊκή συνέχεια, συνοχή και τις

Page 83: vlachadi2

83

κοινές κληρονομούμενες αξίες, στις οποίες και βασίζονται για τη συγκρότηση μιας πολιτικής για την Ευρώπη. Από την άλλη πλευρά, τις πιο «ρασιοναλιστικές»34 και πολιτικές έννοιες μιας ευρωπαϊκής πολιτικής αντιπαράθεσης, η οποία έχει τεχνοκρα-τικά θεμέλια και εξυπηρετεί συγκεκριμένους στόχους ή βασί-ζεται σε συγκεκριμένες κοινές πολιτικές αξίες, απέναντι στις οποίες οι πολίτες μιας «ευρωπαϊκής δημοκρατίας» δεσμεύονται και νομιμοποιούνται.

Επίσης, παρατηρείται μια ένταση ανάμεσα στις προσπάθει-ες που καταβάλλονται προς την οικοδόμηση μιας Ευρώπης στη βάση των κληρονομούμενων αξιών και στις προσπάθειες συ-γκρότησης μιας Ευρώπης σε αντιδιαστολή με τους «Άλλους», το εξωευρωπαϊκό στοιχείο, που για πολλούς θεωρείται σοβαρή «απειλή».

Πολλοί πιστεύουν ότι στην εποχή μας η ευρωπαϊκή ιδέα αρ-χίζει να παραπαίει. Βέβαιο είναι ότι η υποστήριξη της κοινής γνώμης και των ανθρώπων του πνεύματος συνιστά προϋποθέ-σεις απολύτως καθοριστικές για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τον Γάλλο ιστορικό Robert Frank, «η ευ-ρωπαϊκή ιδέα έχει περιέλθει σήμερα σε σχετική παρακμή». Με άλλα λόγια, το ευρωπαϊκό μέλλον παραμένει επί του παρόντος αδιευκρίνιστο, ενώ το ευρωπαϊκό παρελθόν εξακολουθεί να είναι απροσδιόριστο. Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να απο-φευχθεί αν η ευρωπαϊκή πεποίθηση ήταν ισχυρή και ανεπιφύ-λακτη. Όπως σημειώνει ο Γάλλος ιστορικός Jean- Claude Rioux,«παρά τα βαγόνια συνεδρίων και τον πολλαπλασιασμό ερευ-νητικών κέντρων και πιστώσεων, η ανεπάρκεια ευρωπαϊκής πίστης της κοινής γνώμης συνεπάγεται ότι μέχρι σήμερα δεν διαθέτουμε μια ενιαία ευρωπαϊκή ιστορία με αξιόλογο βάρος απέναντι στις εθνικές ιστορίες των ευρωπαϊκών χωρών ούτε και απέναντι στη συγκριτική ευρωπαϊκή ιστορία».

Η νέα ενωμένη Ευρώπη πρέπει να έχει τις ρίζες της στο συ-γκερασμό των παραπάνω προσεγγίσεων. Στις μέρες μας, α-ναμφισβήτητα γίνεται αντιληπτή μια διαρκώς αυξανόμενη σύ-

34 Ole Waever (« romantic», organic concepts of a European «identity») βλ.

«Europe since 1945: crisis to renewal- The idea of Europe» που

περιλαμβάνεται στο The History of the Idea of Europe, The Open Uni-

versity, Routledge, revised edition London 1995, σ. 209.

Page 84: vlachadi2

84

γκριση μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής, ακολουθούμενη από μία διαλεκτική σχετικά με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα και την ευρωπαϊκή άμυνα. Μπορεί να μην υπάρξει ακριβής ορι-σμός των «ευρωπαϊκών αξιών» αλλά είναι εμφανής σε έναν συνεχώς μεγαλύτερο αριθμό ατόμων θα καλλιεργηθεί η πε-ποίθηση ότι υπάρχει αυτό που πολλοί αποκαλούν «ευρωπαϊκή παράδοση». Ταυτόχρονα, οι διανοούμενοι που επισημαίνουν αδιάκοπα ότι δεν υπάρχει η πεμπτουσία της Ευρώπης θα προ-σπαθήσουν να διατηρήσουν τη σκέψη τους ελεύθερη από τέ-τοιου είδους προβληματισμούς ενώ θα ενστερνιστούν την ιδέα μιας γενικής ενδυνάμωσης της εικόνας της Ευρώπης και της ουσίας να είναι κάνεις Ευρωπαίος, να ανήκει στην Ευρώπη και να συμμερίζεται μια ευρωπαϊκή ταυτότητα.

3.6. Κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα

Ορισμένοι αντιμετωπίζουν την Ευρώπη ως ένα ιδεώδες που εγκυμονεί κινδύνους με την έννοια ότι κάθε έθνος έχει τη δική του ιστορία και παράδοση και όλα τα ευρωπαϊκά κράτη διακρί-νονται από οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές. Κάθε φορά, λοιπόν, που τίθεται ζήτημα δημιουργίας μιας υπερ-εθνικής κοινότητας των Ευρωπαίων πολιτών, εμφανίζονται στο προ-σκήνιο οι διαφορετικές πολιτιστικές παραδόσεις που θεωρού-νται από πολλούς ως τροχοπέδη για τη συγκρότησή της. Πολ-λές φορές προβάλλονται ως εμπόδια και οι καθιερωμένες δια-κρίσεις μεταξύ ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου, ανατολικής και δυτικής Ευρώπης, Καθολικών, Διαμαρτυρομένων και Ορθοδό-ξων.

Δύο είναι τα κυρίαρχα ερμηνευτικά σχήματα μεταξύ των οποίων αμφιταλαντεύεται ο ορισμός της «ευρωπαϊκής ταυτό-τητας». Το πρώτο ερμηνευτικό σχήμα βασίζεται στην ιδέα ότι «η ευρωπαϊκή πολιτισμική ταυτότητα, και κατ' επέκταση η θε-σμική συγκρότηση της ευρωπαϊκής ενότητας, συνιστούν διανο-ητικές και πολιτικές κατασκευές, οι οποίες παραπέμπουν στη διαδικασία γένεσης των σύγχρονων εθνών-κρατών και απο-σκοπούν στην αναγωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ενιαίο πο-λυεθνικό και πολυπολιτισμικό κρατικό μόρφωμα με ιστορική δυναμική». Τα επιχειρήματα που αναπτύσσονται με τον γνώ-

Page 85: vlachadi2

85

μονα αυτό, επικρίνουν τον μύθο της ενιαίας και συμπαγούς ευρωπαϊκής ταυτότητας.

Καταρχήν, η ευρωπαϊκή ήπειρος διακρίνεται από πολιτισμι-κή ετερογένεια και πολυμορφία. Η ταυτότητα του Ευρωπαίου πολίτη ισορροπεί από τη μία πλευρά ανάμεσα στις εθνοθρη-σκευτικές και γλωσσικές ιδιαιτερότητες και από την άλλη, στη συνείδηση της ευρωπαϊκής συνοχής και αλληλεγγύης. Παράλ-ληλα, όλες οι μέχρι σήμερα απόπειρες ενοποίησης των ευρω-παϊκών κρατών ήταν απόρροια συγκεκαλυμμένων εθνικιστι-κών στρατηγικών με απώτερο στόχο τη διαμόρφωση μιας ευ-ρωπαϊκής ταυτότητας επιβεβλημένης άνωθεν από διάφορους παράγοντες και υπό αυτή την έννοια είχαν καταναγκαστικό χαρακτήρα. Στον αντίποδα της ενοποίησης προέβαλλε δυναμι-κά η πολιτισμική περιχαράκωση των επιμέρους εθνικών ταυ-τοτήτων και η ευλαβική τήρηση της πολιτισμικής τους παρά-δοσης, υπογραμμίζοντας έτσι την πολιτισμική ιδιαιτερότητα και αυτονομίας και την έννοια της πολυπολιτισμικότητας και το σεβασμο της εθνικής και πολιτισμικής διαφοράς.

Στο πλαίσιο που η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση εκπορεύεται από την ανάγκη του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού των ευρωπαϊ-κών λαών και είναι αποτέλεσμα πολιτικής βούλησης, η ευρω-παϊκή ιδέα διαμορφώνεται πάνω σε πέντε άξονες. Αυτοί είναι η γεωγραφική θέση, η χριστιανική θρησκεία, η μοναδικότητα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, η κοινή ιστορία και το ιδεώδες μιας ενιαίας πολιτικής οντότητας. Εφόσον, η πολιτισμική ενότητα ή ο συγκερασμός των πολιτισμικών αντιθέσεων των ευρωπαϊκών λαών δεν αποτελούν το θεμέλιο λίθο της ευρωπαϊκής ιδιαιτε-ρότητας, αλλά αντίθετα αυτή βασίζεται στην πολιτισμική ποι-κιλομορφία της Γηραιάς Ηπείρου, η ποικιλομορφία αυτή πρέ-πει να ενισχύεται και να επεκτείνεται σεβόμενη την πολιτισμι-κή ιδιαιτερότητα και πολυμορφία. Ταυτόχρονα, όμως, ο σεβα-σμός της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας πρέπει να επιτρέπει την αμφίδρομη επικοινωνία ανάμεσα στις πολιτισμικές ταυτότη-τες. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη λειτουργία της Ευρωπαϊ-κής Ένωσης ως πολιτική κοινότητα και υπερεθνικός οργανι-σμός είναι η συγκρότηση μιας στοιχειώδους συνεκτικής βάσης που θα διασφαλίζεται μέσα από ένα ευρύ φάσμα πολιτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών δικαιωμάτων.

Page 86: vlachadi2

86

To δεύτερο ερμηνευτικό σχήμα35 εκλαμβάνει ως «δεδομένη την ύπαρξη κοινής ευρωπαϊκής πολιτισμικής ταυτότητας, η οποία διακρίνεται δήθεν με σαφήνεια από την εκάστοτε πολι-τισμική ετερότητα. Προσεγγίζει, δηλαδή, την Ευρώπη ως αυ-θύπαρκτη ιστορική οντότητα, ως 'κοινότητα κουλτούρας και ιστορίας', που αφυπνίζεται από την ιστορική αναγκαιότητα, προκειμένου να διαδραματίσει τον εντεταλμένο ιστορικό της ρόλο». Υπό αυτό το πρίσμα, οι διαδικασίες της οικονομικής και της πολιτικής ενοποίησης των ευρωπαϊκών κρατών είναι το αποτέλεσμα, οι οποίες αρθρώνονται σε τέσσερις επιμέρους φάσεις.

Κατά την πρώτη φάση, τα έθνη της Δυτικής Ευρώπης, κατά κύριο λόγο, συνειδητοποιούν τη γεωγραφική, φυλετική και πο-λιτισμική ενότητά τους. Στο πλαίσιο αυτής της συνειδητοποίη-σης υπερτιμάται η Δύση έναντι του υποδεέστερου «Άλλου».

Η δεύτερη φάση εκτείνεται χρονικά από το τέλος του Α' Πα-γκοσμίου Πολέμου ως την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης, το 1957. Οι καταστροφικές συνέπειες που άφησαν πίσω τους οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση του ρόλου της Ευρώπης στο διεθνές στερέωμα, τροφοδοτούν τις πρώτες οργανωμένες προσπάθειες συνεργασίας μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών.

Η τρίτη φάση ξεκινά στις 25 Μαρτίου 1957, με την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικο-νομικής Κοινότητας, και τελειώνει στις 7 Φεβρουαρίου 1992, με την υπογραφή της Συνθήκης του Maastricht. H ημερομηνία αυ-τή σηματοδοτεί την έναρξη λειτουργίας της ενιαίας ευρωπαϊ-κής αγοράς και τη μετατροπή της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) σε Ευρωπαϊκή Ένωση. Η περίοδος αυτή δια-κρίνεται από τις έντονες προσπάθειες προς την κατεύθυνση της οικονομικής ενοποίησης και της υπερεθνικής πολιτικής ορ-γάνωσης.

35 Κόκκινος Γιώργος, Αναζητώντας την ενότητα στην πολυμορφία-Οι

αντινομίες της ευρωπαϊκής πολιτικής κουλτούρας και η ιδέα της ευρω-

παϊκής ενοποίησης, Μεταίχμιο, Αθήνα 2000, κεφ. Γ' «Σπερματικές μορ-

φές της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης: Θεσμικές πρωτοβουλίες στην πορεία

για μια εναλλακτική ευρωπαϊκή πολιτική ουτοπία- Θεωρίες της αφύ-

πνισης και της κατασκευής της ευρωπαϊκής ταυτότητας», σ.σ. 125-129.

Page 87: vlachadi2

87

Τέλος, η τέταρτη φάση έχει ως αφετηρία τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, που υπεγράφη την 1η Μαΐου 1999 και διαπραγ-ματεύεται τη διεύρυνση των παραμέτρων της Συνθήκης του Maastricht. Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της φάσης είναι οι έ-ντονες διεργασίες για την πολιτική ενοποίηση των ευρωπαϊκών κρατών. Πρόκειται για μια διαδικασία που στηρίζεται, από τη μία, στο δίπολο της υπερεθνικής ολοκλήρωσης και από την άλλη, στο σεβασμό της πολιτισμικής πολυμορφίας των κρα-τών- μελών. Αυτό είναι εμφανές από την προσπάθεια των ευ-ρωπαίων ηγετών για την αναδιοργάνωση της Ε.Ε., με τη θέ-σπιση κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας καθώς και με την ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα των θεσμικών οργάνων.

Είναι, όμως, δυνατόν να γραφτεί μια «κοινή ιστορία» για το «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι»; Χαρακτηριστική είναι η απάντηση ενός δημοσιογράφου του πρακτορείου «Νόβοστι» της Μόσχας, ο οποίος όταν, γύρω στα τέλη του 1989, ρωτήθηκε ποια θεω-ρούσε ότι ήταν τα όρια του «κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού» απά-ντησε ότι, προφανώς, η Σιβηρία περιλαμβάνεται στα όριά της, μια και είναι το ίδιο ρωσική όσο και η Ρωσία. Όσο για τον Καύ-κασο ή την κεντρική Ασία, πρόσθεσε, εφ' όσον η Ευρώπη αντι-μετωπίζει το ενδεχόμενο να δεχτεί στους κόλπους της τηνΤουρκία, στο όνομα ποιας αρχής θα έπρεπε να εξαιρεθούν οι λαοί του Καυκάσου;

To παράδειγμα αυτό υπογραμμίζει τον τεχνητό χαρακτήρα των κάθε λογής οριοθετήσεων και των ταξινομήσεων. Σήμερα με τις ανακατατάξεις που συμβαίνουν στα κράτη της Ανατολι-κής Ευρώπης, αποτελεί αναγκαιότητα η γεω-ιστορική ανάλυση του ευρωπαϊκού χώρου. Μια τέτοια καταγραφή είναι εξίσου απαραίτητη τόσο για την Κεντρική, τη Δυτική όσο και για τη Νότια Ευρώπη. Η Χώρα των Βάσκων, η Φλάνδρα, η Σικελία -μερικά μόνο παραδείγματα ανάμεσα στα πολλά- βιώνουν σή-μερα συγκρούσεις που δεν έχουν αντιμετωπιστεί αποτελεσμα-τικά.

Στην καταγραφή αυτών των συγκρούσεων καθώς και στην περιδιάβαση του χώρου θα πρέπει να προστεθεί απαραίτητα μια αναφορά που να αντιπαραθέτει τις διαφορετικές μνήμες των λαών, κοινοτήτων και εθνών αλλά και Εκκλησιών, διε-

Page 88: vlachadi2

88

θνών οργανώσεων κ.ά. Για παράδειγμα, η ιστορία μιας κατα-κτητικής και κυρίαρχης Ευρώπης όπως παρουσιάστηκε από τους Ευρωπαίους μελετητές θα μπορούσε να αντιπαραβληθεί με μιαν άλλη ιστορία της Ευρώπης, όπως τη βλέπουν οι «Άλ-λοι», αυτοί που βρίσκονται εκτός ευρωπαϊκών συνόρων, οι Ιν-διάνοι, οι Αφρικανοί, οι Άραβες.

Η μελέτη της ευρωπαϊκής ιστορίας έχει αποδείξει περίτρανα ότι όλοι εκείνοι οι παράγοντες που λειτούργησαν ενισχυτικά υπέρ της διαμόρφωσης μιας κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας -δηλαδή οι γλωσσικές διαφορές, η θρησκευτική πολυμορφία, οι διαφορετικές αξίες και παραδόσεις, τα ήθη και έθιμα- ήταν και αυτοί που λειτούργησαν αποτρεπτικά.

Τρεις ήταν οι πιο χαρακτηριστικές απόπειρες προς την ενό-τητα της ευρωπαϊκής ηπείρου, στις οποίες αποδείχτηκε περί-τρανα ότι, κάθε φορά, τα έθνη υπερίσχυσαν των προσπαθειών ενότητας, ενοποίησης ή ομοσπονδιοποίησης. Η πρώτη έγινε από το Χριστιανισμό έπειτα από το «διαζύγιο» Ανατολής και Δύσης κατά τη βυζαντινή εποχή. Η προσπάθεια αυτή διεκόπη από τη Μεταρρύθμιση. Τις παλιές αντιθέσεις ανάμεσα στη Μεσόγειο και τον περίγυρό της αντικατέστησαν οι αντιθέσεις Ανατολής και Δύσης και αργότερα στη Δύση, η αντίθεση ανά-μεσα στις χώρες του Βορρά και του Νότου.

Η δεύτερη απόπειρα ενοποίησης ήταν εκείνη που έγινε την εποχή του Διαφωτισμού, με τη διάδοση μιας ενιαίας παιδείας στις ευρωπαϊκές ελίτ. Αλλά και αυτή έπεσε θύμα των δημο-κρατικών και εθνικών κινημάτων που γεννήθηκαν από τη Γαλλική Επανάσταση. Κατόπιν, οι ναπολεόντειοι πόλεμοι ώ-θησαν τις διάφορες εθνικές ταυτότητες να αντιμάχονται η μία την άλλη. Τέλος, οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι συνέτριψαν την οικονομική ενότητα που είχε επιβάλει ο θρίαμβος του καπιτα-λισμού.

Η πορεία προς την οικονομική ενοποίηση είχε ως αναπάντε-χη συνέπεια να αναθερμάνει τον εθνικισμό σε κράτη που άρ-χισαν να αισθάνονται ότι απειλούνται, εφ' όσον οι πληθυσμοί τους ένιωσαν ότι κινδύνευε η ίδια τους η ύπαρξη. Κατ' επέκτα-ση, η κίνηση αυτή αναζωογόνησε τις περιφέρειες επαρχίες ή εθνότητες μέσα στους κόλπους των μεγάλων κρατών. Το ίδιο ισχύει και σήμερα που η ενοποίηση μέσω της επιστήμης και της

Page 89: vlachadi2

89

επικοινωνίας αλλά και μέσω της οικονομίας, υποδαυλίζουν κι-νήσεις αντίθετες προς κάθε είδους ενοποίηση. Είναι σίγουρο ότι οι τεχνοκράτες, που στις Βρυξέλλες οικοδομούν την ενωμέ-νη Ευρώπη, εθελοτυφλούν αν δεν διαβλέπουν ότι η ευρωπαϊκή οικοδόμηση είναι εκ των προτέρων καταδικασμένη αν δεν λά-βει υπ' όψιν της τις πραγματικές ανάγκες των κοινωνικών ο-μάδων και των λαών των οποίων η πολιτισμική παράδοση κιν-δυνεύει να αφομοιωθεί από την πολιτισμική ομογενοποίηση.

Αρκεί να θυμηθούμε ότι μπορεί μεν η προσπάθεια για την ευρωπαϊκή ενοποίηση να αναθερμάνθηκε πάνω στα ερείπια που άφησε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και στην ανάγκη των λαών να ζήσουν σε μια ειρηνική ήπειρο, αλλά η ιδέα αυτή του Jean Monnet συνδέθηκε με ένα πολιτικό σχέδιο το οποίο επε-ξεργάστηκαν οι Αλτσίντε ντε Γκάσπαρι, ο Robert Schuman και ο Conrad Adenauer, ο στόχος των οποίων, στα 1950, ήταν να φράξει τον δρόμο στην άνοδο του κομμουνισμού. Φυσικά, κα-τόπιν εξελίχθηκε σε ένα σχέδιο με στόχο την οικονομική δια-σφάλιση της Ευρώπης. Ύστερα, ξαναπέκτησε πολιτική διάστα-ση ενώπιον των κινδύνων που αντιπροσώπευε η σοβιετική δύ-ναμη και η αμερικανική οικονομία. Τους παλιότερους φόβους ήρθε να αντικαταστήσει η απειλή από την πανίσχυρη ιαπωνι-κή οικονομία. Αποτέλεσμα είναι σήμερα, ακόμη και έπειτα από την εξαφάνιση της σοβιετικής απειλής, να μην ξέρουμε πια ε-ναντίον ποιου ακριβώς θέλουμε να οικοδομήσουμε την Ευρώ-πη.

Μπορεί ο 20ος αιώνας να σηματοδοτήθηκε από το επίτευγμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, δεν πρέπει, ωστόσο, να λησμο-νούμε και την απάνθρωπη πλευρά του. Αυτή που «εφηύρε» τονθάλαμο αερίων και τον ολοκληρωτικό πόλεμο, την κρατικά ορ-γανωμένη γενοκτονία και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, την πλύση εγκεφάλου και την χειραγώγηση ολόκληρων πληθυ-σμών. Αυτός ο αιώνας «παρήγαγε» περισσότερα θύματα, πε-ρισσότερους πεσόντες στρατιώτες, περισσότερους δολοφονη-μένους πολίτες, νεκρούς αμάχους, περισσότερους πολιτικούς κρατούμενους από όσους θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. Εδώ ακριβώς τοποθετείται το ερώτημα που διατύπωσε εύλογα ο Habermas: «Μήπως διδαχθήκαμε από τις καταστροφές του

Page 90: vlachadi2

90

πρώτου μισού του 20ου αιώνα;»36. Και αμέσως δίνεται η απά-ντηση: «Οι λαοί που συμμετείχαν άμεσα και υπέστησαν τις κα-ταστροφές χρειάστηκαν ασφαλώς δεκαετίες για να συνειδητο-ποιήσουν την έκταση του τρόμου που αισθάνονταν μόνο θολά, του τρόμου που κορυφώθηκε με τη συστηματική εξόντωση των Εβραίων της Ευρώπης. Αλλά αυτό το έστω απωθημένο σοκ α-πελευθέρωσε στη συνέχεια δυνάμεις και τελικά επέτρεψε σω-στές εκτιμήσεις, οι οποίες στο δεύτερο μισό του αιώνα οδήγη-σαν στην καμπή του τρομακτικού δράματος. Για τα έθνη που το 1914 έσυραν τον κόσμο σε έναν πόλεμο χωρίς τεχνολογικούς περιορισμούς και για τους λαούς που μετά το 1939 βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα μαζικά εγκλήματα ενός ιδεολογικά απεριό-ριστου εξοντωτικού πολέμου το έτος 1945 σημαδεύει μια κα-μπή, μια στροφή προς το καλύτερο».

Ένας από τους κυρίαρχους στόχους και πολιτικές της Ευρω-παϊκής Ένωσης είναι να εντοπιστούν και να προβληθούν τα «κοινά ιδεώδη» των ευρωπαίων πολιτών, όλες αυτές οι ιδέες και οι αξίες που συγκροτούν την «πολιτισμική κοινότητα» των λαών των κρατών μελών. Ένα από τα πιο ακανθώδη θέματαπου ταλανίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι και αυτό του ορι-σμού της «ευρωπαϊκής ταυτότητας», και ειδικότερα της «ευρω-παϊκής ιθαγένειας», ενώ απασχολεί ιδιαίτερα η εγκαθίδρυση των συνόρων, εντός των οποίων θα «επικρατήσει». Τα τελευ-ταία χρόνια, η έννοια της ευρωπαϊκής ιθαγένειας προσεγγίζε-ται μέσα από την «πολιτισμική ιθαγένεια», καθώς έχει διαπι-στωθεί ότι η οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής πολιτικής κοινότη-τας δεν θα είναι ποτέ εφικτή αν δεν στηρίζεται στην πολιτισμι-κή ποικιλομορφία των κρατών- μελών και στη δημιουργία μιας, όσο αυτό είναι δυνατό, πολιτισμικής ενότητας.

Η πολιτισμική ιθαγένεια είναι μία ευρεία έννοια, η οποία ε-πιδέχεται διάφορες ερμηνείες στην Ευρώπη. Η Soledad Gaia ε-πιχειρεί τον ακόλουθο ορισμό: «πρόκειται για μια σειρά ουσια-στικών δικαιωμάτων, τα οποία οφείλουν να καθιστούν δυνατή την ανάπτυξη περισσότερο εύκαμπτων και πλουραλιστικών τρόπων έκφρασης. Και προσθέτει: «αν δεχθούμε την πολυμορ-

36 Βλ. Habermas Jϋrgen, Ο μεταεθνικός αστερισμός, Πόλις, Αθήνα 2003,

κεφ. 3 «Μπορούμε να διδαχθούμε από τις καταστροφές; Μια αναδρομή

στο σύντομο 20ο αιώνα ως προσπάθεια διάγνωσης της εποχής», σ. 80.

Page 91: vlachadi2

91

φία και τον πολυκεντρισμό ως σφραγίδες του ευρωπαϊκού πο-λιτισμού, το ερώτημα που προκύπτει είναι με ποιον τρόπο θα κάνουμε τον επικοινωνιακό πλουραλισμό εφικτό και ποια επί-σημα και ανεπίσημα δίκτυα είναι πιθανότερο ότι θα προωθή-σουν τη συμμετοχή των πολιτών στην ευρωπαϊκή πολιτική και κοινωνική κοινότητα»37.

Είναι ευδιάκριτη μια «ευρωπαϊκή ταυτότητα» δομημένη πά-νω σε συγκεκριμένες αξίες και κοινό ιστορικό παρελθόν; Στην Ευρώπη δεν υπήρχε μία, υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη πολλές συλλογικές ταυτότητες. Η πλειονότητα των Ευρωπαίων, άν-θρωποι από όλα τα κοινωνικά στρώματα και κάθε μορφωτικού επιπέδου, περιφρονούσαν ανέκαθεν ως κατώτερους όχι μόνο τους Αφρικανούς, τους Ασιάτες και τους Εβραίους, αλλά και ορισμένους άλλους Ευρωπαίους· όσους θεωρούσαν, κατά και-ρούς, υπανάπτυκτους - άρα, μη Ευρωπαίους.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο τρόπος με τον οποίο οι Ευ-ρωπαίοι διαχωρίζουν την ήπειρό τους ακόμη και σήμερα, ταξι-νομώντας και ιεραρχώντας τα τμήματά της με αξιοθαύμαστη μεροληψία. Η Ανατολική Ευρώπη περιφρονείται ως οπισθο-δρομική και υπανάπτυκτη, ενίοτε ως ορθόδοξη, ακόμη και ως σλαβική. Στη Νότια Ευρώπη εξάλλου κατατάσσονται οι χώρες των οποίων οι κοινωνίες και οι οικονομίες θεωρούνται, ακόμη και σήμερα, σχετικά καθυστερημένες: η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ελλάδα, για ορισμένους ακόμη και η Ιταλία του Νότου. Η Βαλκανική χερσόνησος απορρίπτεται βεβαίως ως μία κόλαση οικονομικής ένδειας, σοβινιστικού μίσους και αλληλοσπαραγ-μού, πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης και του κόσμου ολόκληρου. Και από την άλλη πλευρά τοποθετείται η Ευρώπη της Δύσης και του Βορρά: εξελιγμένη, ανεπτυγμένη, πλούσια, προοδευτι-κή, πειθαρχημένη, εργατική, παραγωγική, μορφωμένη, με μία-λέξη, «πολιτισμένη».

Οι διαχωρισμοί αυτοί περιέχουν κάποια ψήγματα αλήθειας· όπως είναι, π.χ., η σχετική οικονομική και κοινωνική στέρηση ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών ή οι υπαρκτές ενδοβαλκανικές αντιπαλότητες. Αυτά τα ψήγματα αλήθειας επικαλούνταν α-

37 Garc|ia Soledad, «Είδωλα της Ευρώπης», στο Ελληνική Πολιτισμική

Ταυτότητα και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών

Μελετών, Αθήνα 1993, σ. 131.

Page 92: vlachadi2

92

νέκαθεν όσοι νομιμοποιούσαν έτσι την περιφρόνηση της «πο-λιτισμένης» Ευρώπης για την «απολίτιστη», αντιστρέφοντας και συγκαλύπτοντας ταυτοχρόνως την ιστορική αλήθεια: ότι η στέρηση ορισμένων χωρών της «άλλης» Ευρώπης οφείλεται, κατά ένα μεγάλο μέρος, στον αποκλεισμό τους από την «πολι-τισμένη»· στο ότι ήταν ιστορικά πεδία ανταγωνισμών και οικο-νομικής εκμετάλλευσης, πολέμων ή και κατακτήσεων.

Ακραίο παράδειγμα ενδοευρωπαϊκού σοβινισμού είναι η σχέση της Ρωσίας με τη λοιπή Ευρώπη. Από τον 19ο αιώνα και ύστερα, οι Δυτικοευρωπαίοι απέδωσαν στην «Πολική Άρκτο» μια επίφοβη επεκτατική επιθετικότητα. Και ο μεν ρωσικός πανσλαβισμός υπήρχε στη σκέψη ορισμένων Ρώσων, όπως υ-πήρχαν και ο πανγερμανισμός και το μεγαλείο της Γαλλίας και η βικτοριανή βρετανική ανωτερότητα και το μεγαλείον της ελ-ληνικής φυλής. Η δε ρωσική επιθετικότητα ήταν ευθέως ανά-λογη με τη δυτική: αυτήν που υπέστη η Ρωσία στους τέσσερις μείζονες ευρωπαϊκούς πολέμους των δύο τελευταίων αιώνων, με αποκορύφωμα τις αντίστοιχες εισβολές επί ρωσικού εδά-φους: τη ναπολεόντεια, την κριμαϊκή, την αντικομμουνιστική του 1917 και, τέλος, τη χιτλερική.

Αυτά δεν καθιστούν, βεβαίως, την «Αγία Ρωσία» περισσότε-ρο ή λιγότερο αγία από τη λοιπή Ευρώπη: σημαίνουν απλώς ότι οι επιθετικότητες αντανακλώνται αμοιβαίως, όπως και οι ιδεο-λογίες και οι συλλογικές ταυτότητες· και ότι μια ιδεολογία ευ-ρωπαϊκής ταυτότητας που θα απέκλειε τη Ρωσία λόγω «επιθε-τικότητας» θα ήταν τόσο κίβδηλη όσο μια άλλη που θα απέ-κλειε τη Γερμανία για τον ίδιο λόγο. Αλλά οι πολιτικές αυτές προκαταλήψεις ριζώνουν πολύ βαθύτερα: στο συλλογικό ασύ-νειδο της Ευρώπης, αν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Οι Δυτικοευρω-παίοι αντιμετώπιζαν ανέκαθεν τους Ρώσους ως μία μάζα «ημι-ευρωπαίων» ημιβάρβαρων Σλάβων. Οι προκαταλήψεις αυτές παραμένουν ολοζώντανες ακόμη και στις μέρες μας, παρά την καταλυτική παρουσία, στην ιστορία της Ευρώπης, του Τουρ-γκένιεφ, του Ντοστογέφσκι, του Πούσκιν, του Τολστόι, του Τσέχοφ, του Ναμπόκοφ· παρά τον Σκριάμπιν, τον Τσαϊκόφσκι, τον Στραβίνσκι, τον Σοστακόβιτς· παρά τους πρωτοπόρους της αφηρημένης τέχνης, τον Καντίνσκι και τον Μάλεβιτς - για να αναφέρουμε μόνο λίγα από τα γνωστότερα ονόματα της ιστο-

Page 93: vlachadi2

93

ρίας των γραμμάτων και των τεχνών. Ή μήπως δεν είναι αυτή η ιστορία ευρωπαϊκή; Ή μήπως τα ονόματα αυτά δεν περιλαμ-βάνονται στον ευρωπαϊκό πολιτισμό; Και δεν θα ήταν άραγε κίβδηλη μια ιδεολογία ευρωπαϊκής ταυτότητας που θα απέ-κλειε τη Ρωσία λόγω κουλτούρας, λόγω μιας δήθεν θεμελιώ-δους πολιτισμικής διαφοράς; Και γιατί άραγε δεν θα έπρεπε, με την ίδια λογική, να αποκλειστούν, π.χ. η Πολωνία, οι βαλτικές χώρες, η Φινλανδία, η Ιρλανδία, η Κύπρος;

Σύμφωνα, με ορισμένους επιφανείς Ευρωπαίους, το ευρωπα-ϊκό όραμα του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου, από το Victor Hugo ως τον Paul Valery, έχει κάποια σημασία αλλά μάλλον δεν πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψιν γιατί έχει ρίζες ελ-ληνορωμαϊκές. Η Ευρώπη, δηλαδή, θα πρέπει να αποβάλει από τους κόλπους της και να αγνοήσει τις ιστορικές καταβολές που προέρχονται από την Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο. Πρω-τεργάτης σε αυτό είναι ο γάλλος ιστορικός Jean Baptiste Duroselle, ο οποίος -με κοινοτική επιχορήγηση- καθιέρωσε ως έναρξη της ευρωπαϊκής ιστορίας την εποχή του Καρλομάγνου. Αυτός, επίσης, επέβαλε την άποψη ότι η ιστορία δεν είναι οι ι-δέες, η παιδεία, το πνεύμα και οι τέχνες αλλά απλώς και μόνον τα μνημεία. Τα αρχαία επικά δημιουργήματα, οι αρχαίες τρα-γωδίες, η φιλοσοφία, τα μαθηματικά και η γεωμετρία, οι πολι-τικές θεωρίες, ο Πυθαγόρας και ο Ηράκλειτος, η αμφιβολία και η πίστη, το γνώθι σαυτόν τίθενται αυτομάτως εκτός ευρωπαϊ-κής ιστορίας. Ο Duroselle εισηγήθηκε, επίσης, ότι «η έννοια 'ευρωπαϊκή ταυτότητα' είναι ενοχλητική, εφ' όσον δεν υπάρχει μία ευρωπαϊκή παιδεία αλλά πολλές»38.

Με άλλα λόγια, κάποιοι αποκλείουν από το «Μουσείο της Ευρώπης» ένα μεγάλο κομμάτι του λεγόμενου ευρωπαϊκού πο-λιτισμού, τον αρχαιοελληνικό και το βυζαντινό, που θεωρού-νται - και χρησιμοποιούνται για την άσκηση πολιτικής, ειδικό-τερα ο αρχαιοελληνικός- ένας από τους θεμέλιους λίθους της σύγχρονης «ευρωπαϊκής ταυτότητας». Έτσι, λοιπόν, δεν έχουν θέση στην Ευρώπη, η αρχαία Ελλάδα, η Ρώμη και το Βυζάντιο, που είναι «αντιευρωπαϊκοί πολιτισμοί», επειδή «η διχοτόμηση Ελλήνων και βαρβάρων απέκλειε τη δημιουργία ευρωπαϊκής

38 Βεργόπουλος Κώστας, Ποιος φοβάται την Ευρώπη - Ανατομία ενός μύ-

θου, Νέα Σύνορα -Λιβάνης, Αθήνα 2000, σ.σ. 87- 88.

Page 94: vlachadi2

94

συνείδησης» - συνείδησης, που δεν την ευνόησε ούτε η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Και, φυσικά, απορρίπτεται και η συνέχεια των Ελλήνων και Ρωμαίων, το Βυζάντιο, που ήταν «εχθρός της Ευ-ρώπης, αντίστοιχος με το Ισλάμ και την Ασία»...

Για να είμαστε «Ευρωπαίοι» θα πρέπει να γνωρίζουμε τα κοινά μας στοιχεία, την καταγωγή μας, ποια είναι, όπως λένε, η «ταυτότητά» μας ως Ευρωπαίων - να καλλιεργήσουμε, δηλα-δή, ένα αίσθημα αυτογνωσίας. Είναι η προϋπόθεση για να δια-τηρήσουμε από το παρελθόν και από το παρόν ό,τι μας αξίζει, να απορρίψουμε όσα καταδικάζουμε ή απλώς δεν εγκρίνουμε· να αναμορφώσουμε έτσι, όλοι μαζί, την ευρωπαϊκή μας ταυτό-τητα· και να οικοδομήσουμε ως πολίτες της Ευρώπης ένα κα-λύτερο μέλλον.

Διαπιστώνεται σήμερα, 47 χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης, ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για ευρωπα-ϊκή πατρίδα με την έννοια της εθνικής πατρίδας και τα συναι-σθήματα αυτοθυσίας και αυταπάρνησης που αυτή εγείρει στους πολίτες κάθε κράτους. Οι Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν την Ευρώπη με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με την εθνική τους πα-τρίδα. Δεν βλέπουν σε αυτή τα εθνικά τους σύμβολα, τα οποία παραπέμπουν σε ένα συγκεκριμένο πολιτιστικό υπόβαθρο, ού-τε γεννά εκείνο το έντονο και αδιαφιλονίκητο συναίσθημα πα-τριωτισμού και προάσπισης των εθνικών συμφερόντων. Κι αυ-τό ακριβώς είναι το τρωτό σημείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αδυναμία να συγκροτήσει μια ισχύ τέτοιου βεληνεκούς.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο ευρωπαϊκός πατριωτισμός αναχαιτίζεται επίσης καταλυτικά από την α-πουσία στόχων και οράματος, πέραν των οικονομικών και κυ-ρίως των νομισματικών δεικτών. Κατά τη διάρκεια της συζήτη-σης περί Ευρώπης στη γαλλική Εθνοσυνέλευση, ο πρώην Πρό-εδρος της Δημοκρατίας Giscard d' Estaing επεσήμανε ότι η «α-πουσία ευρωπαϊκών στόχων έχει οδηγήσει σε υποβάθμιση του πολιτιστικού προσώπου της Ένωσης, ώστε η Ευρώπη να μην αιφνιδιάζεται με την ενδεχόμενη επέκτασή της προς την Τουρ-κία». Ενόσω διατηρείται και ενισχύεται αβεβαιότητα για το πο-λιτισμικό υπόβαθρο της μελλοντικής Ευρώπης, πώς είναι δυ-νατό να αναφέρονται σε αυτή μαζικά πολιτικά κινήματα που από τη φύση τους συνδέονται με οράματα και ιδανικά επί ορι-

Page 95: vlachadi2

95

σμένου εδάφους; Μέχρι σήμερα, τα σύνορα της Ευρώπης δεν ορίζονται σαφώς, είναι ρευστά. Όμως, τα ευδιάκριτα σύνορα, η ιστορία και η γεωγραφία, είναι οι κινητήριες δυνάμεις του ευ-ρωπαϊκού πατριωτισμού. Κι εφόσον πρωτεύον για τη συγκρό-τηση της ευρωπαϊκής ταυτότητας είναι το πολιτιστικό στοιχείο, δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει απόλυτη σύγκληση σε μια Ευρώπη με τόσο μεγάλη πολιτιστική πολυμορφία. Ο Γάλλος Πρωθυπουργός Jospin, στο ζήτημα του ευρωπαϊκού πατριωτι-σμού, απαντά ως εξής: «Δεν γνωρίζω αν υπάρχει μια αδιάκοπη όλο και στενότερη ενοποίηση μεταξύ των λαών της Ευρώπης. Δεν γνωρίζω αν ευσταθεί η έννοια 'ευρωπαϊκή κοινωνία' ούτε η έννοια 'ευρωπαϊκή ψυχή'. Δεν γνωρίζω αν μετά από 50 χρόνια τα έθνη μας πρόκειται να συγχωνευθούν στο ευρωπαϊκό χω-νευτήρι. Πάντως μπορώ να διαβεβαιώσω ότι σήμερα δεν βρι-σκόμαστε σε αυτό το σημείο κι επίσης ότι εγώ τουλάχιστον δεν θα ευχόμουν να φτάσουμε εκεί. Δεν επιθυμούμε καθόλου η ευ-ρωπαϊκή ιδιότητα να μας στερεί την ιδιαίτερη εθνικότητά μας. Παραμένουμε πιστοί στα εθνικά δημοκρατικά μας πλαίσια. Άραγε τα οικονομικά συμφέροντα θα μπορέσουν στο μέλλον να δημιουργήσουν αίσθημα ευρωπαϊκής ταυτότητας; Δεν το γνωρίζω!». Οι απαντήσεις αυτές υποχρέωσαν την εφημερίδα Le Monde να συμπεράνει: «Η ευρωπαϊκή ταυτότητα αποβαίνει στην εποχή μας όλο και λιγότερο προφανής μέσα σε μια Ευ-ρώπη όλο και περισσότερο αβέβαιη, με κύρια ανεπίλητα προ-βλήματα τη δημιουργία ευρωπαϊκών θεσμών, τον καθορισμό ευρωπαϊκών συνόρων, την προσαρμογή της ηπείρου στην πα-γκοσμιοποίηση»39.

Πού άραγε μπορεί να στηριχθεί σήμερα η ευρωπαϊκή ταυτό-τητα; Όχι στο επιχείρημα της ύπαρξης μιας ιστορικής κοινότη-τας. Κάθε ταυτότητα είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ιστορία και η ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου είναι γεμάτη με διχασμούς και πολέμους. Χρειάζεται ιδιαίτερη τόλμη από την πλευρά των Ευρωπαίων να διαγράψουν από την ιστορική τους μνήμη αυτό το τραυματικό παρελθόν και να οικοδομήσουν ένα ενιαίο ευ-ρωπαϊκό μέλλον που θα στηρίζεται στην ανοχή και στον σεβα-

39 Εφημερίδα Le Monde, 22 Μαρτίου 2000, στο Βεργόπουλος Κώστας, Ποι-

ος φοβάται την Ευρώπη Ανατομία ενός μύθου, Νέα Σύνορα-Λιβάνης,

Αθήνα 2000, σ. 67.

Page 96: vlachadi2

96

σμό των μεταξύ τους διαφορών. Σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθώντας να πείσει τους πολίτες της ότι έχουν μια ενιαία ευρωπαϊκή ταυτότητα, παραμερίζει ουσιαστικά ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας, προκειμένου να νομιμοποιήσει εύκολα και σύντομα τους νέους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η Ευ-ρωπαϊκή Ένωση για να ευδοκιμήσει χρειάζεται να διαμορφώ-σει μια ρεαλιστική ευρωπαϊκή ταυτότητα στηριγμένη στην ι-στορία και όχι στην προκατάληψη.

Η ιστορική γνώση είναι ο μόνος τρόπος να λήξουν όλες αυ-τές οι ατέρμονες συζητήσεις σχετικά με το «λίκνο» του ευρω-παϊκού πολιτισμού στην Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, αλλά και τη μεταγενέστερη μετατόπισή του στη Δύση και στον Βορ-ρά, για τις «απαρχές» της ευρωπαϊκής ιδέας και τελικά για τα ιστορικά σύμβολα της σημερινής Ευρώπης. Η Ευρώπη δεν είναι η αντανάκλαση ενός μόνο πολιτισμού που γεννήθηκε σε τόπο μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Το ιστορικό σύμβολο της Ευρώπης δεν μπορεί να είναι ούτε η Αθήνα του Περικλέους ού-τε η δημοκρατία της Ρώμης· ούτε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ού-τε η συνέχειά της, δυτική ή βυζαντινή· ούτε η Ευρώπη των κα-θεδρικών ναών ούτε η νεότερη Δυτική Ευρώπη και ο πολιτι-σμός της. Η Ευρώπη είναι ένα σύμπλεγμα διαφορετικών πολι-τισμικών δομών, διακρίνεται από μία πολυμορφία παραδόσεων και αξιών, που συνθέtουν από κοινού ένα οργανικό σύνολο. Η ενσωμάτωση των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης δημιουργεί νέα δεδομένα ως προς τη συγκρότηση ενός κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμικού υπόβαθρου.

Ως αποτέλεσμα είναι πιθανόν να ελλοχεύουν κίνδυνοι για τους πολιτισμούς των μειονοτήτων στο μέλλον. Συγκεκριμένα, οι πολιτισμικές μειονότητες είναι δυνατόν να μην έχουν τρόπο έκφρασης στην ενωμένη Ευρώπη. Αξιοσημείωτο είναι το γεγο-νός ότι η πολιτισμική παραγωγή τείνει να είναι ακριβότερη για τις πολιτισμικές μειονότητες, καθώς απαιτείται η μετάφρασή τους σε μία από τις γλώσσες της πλειοψηφίας, ώστε να γίνουν γνωστά στο ευρύτερο κοινό. Στο σημείο αυτό ελλοχεύει ο κίν-δυνος οι πολιτισμικές παραγωγές και δημιουργίες των κοινο-τήτων αυτών να μένουν στην αφάνεια και με την πάροδο του χρόνου πιθανόν να εξαφανίζονται. Προκειμένου να αποφευ-χθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο και να διατηρηθεί η πολιτισμική

Page 97: vlachadi2

97

ποικιλομορφία, προέκυψε έντονο το αίτημα για έναν Ευρωπαϊ-κό Πολιτισμικό Χάρτη πρόσθετο στον Κοινωνικό. Οι στόχοι του Πολιτισμικού Χάρτη θα είναι «να εφαρμόσει μία νομική τάξη μέσω ενός συστήματος ποσοστώσεων προκειμένου να προστα-τευτούν οι πολιτισμικές μειονότητες και να ενθαρρυνθεί ένα εξισορροπημένο δίκτυο ευρωπαϊκών πολιτισμικών σχέσεων, οι οποίες θα ανακούφιζαν τον αυξανόμενο ριζοσπαστικό χαρα-κτήρα των πολιτισμικών συγκρούσεων».

Η έντονη προσπάθεια που καταβάλλεται από την πλευρά των Βρυξελλών για τη δημιουργία πολιτισμικής ιθαγένειας συμβαδίζει με τον διακαή πόθο για την ενίσχυση της περιφε-ρειακής συνείδησης και των περιφερειακών θεσμών με απώτε-ρο στόχο να ενδυναμωθεί η ευρωπαϊκή ενότητα και σταθερό-τητα. Το βασικό επιχείρημα σε αυτή την περίπτωση είναι ότι, «μπροστά στις φυγόκεντρες εθνικές δυνάμεις που λειτουργούν σήμερα στην Ανατολική Ευρώπη κάτω από διάφορες εθνικι-στικές σημαίες, η περιφερειακή διάσταση είναι δυνατό να προ-σφέρει ένα νέο μέσο ολοκλήρωσης, παράλληλο με αυτό των εθνικών και υπερεθνικών οργανώσεων. Η περιφερειακή συνεί-δηση δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως οπισθοδρόμηση σε μία παθολογική έκφραση εθνικής συνείδησης αλλά αντιθέτως ως μία κίνηση προς μία πιο δυναμική μορφή οικονομικής και πολιτισμικής ολοκλήρωσης».

Στην Ευρώπη σημειώνεται μια αξιόλογη ανάπτυξη τόσο των παραδοσιακών όσο και των νέων πολιτισμικών ρευμάτων, τα οποία συνεργάζονται με φορείς της εκπαίδευσης, των τεχνών και των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Στόχος είναι η διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς του καθώς και των πολιτισμι-κών χαρακτηριστικών των κρατών και η διατήρηση και διάδοσή τους εντός των ορίων της διευρυμένης Ευρώπης. Οι περιφερει-ακές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλούνται να στρα-φούν στην ενίσχυση των τοπικών-εθνικών πολιτισμικών δι-κτύων, διότι η σύγχρονη Ευρώπη είναι απαραίτητο να οικοδο-μηθεί πάνω στον άξονα της πολιτισμικής ποικιλομορφίας των κρατών- μελών της. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα θεωρήσει κάθε εταίρος ότι συμμετέχει ενεργά στην συγκρότηση μιας «ευρωπαϊκής κοινωνίας των εθνών», όπου μέσω της πολιτιστι-κής του ετερογένειας συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας ευρω-

Page 98: vlachadi2

98

παϊκής ταυτότητας.To καίριο, λοιπόν, ερώτημα που τοποθετείται στο επίκεντρο

αυτής της έντονης συζήτησης περί κοινής ευρωπαϊκής ταυτό-τητας είναι αν τελικά η Ευρωπαϊκή Ένωση θα γίνει ένα υπερε-θνικό κράτος ή μία ομοσπονδία εθνικών κρατών. Μπορούμε, δηλαδή, να μιλάμε για ευρωκεντρισμό ή για ευρωπλουραλισμό;

Η απάντηση δεν είναι απλή και εύκολη. Τη στιγμή που ο καθένας βλέπει την Ευρώπη σαν τη σπηλιά των θησαυρών του μέλλοντος, να που το όραμα και η ιδέα της Ευρώπης αρχίζουν να κλυδωνίζονται και οι πολίτες αρχίζουν να αντιμετωπίζουν με καχυποψία την ενοποίηση των κρατών και την προοπτική να υπερβούν τα εθνικά τους όρια. Σαν η Ευρώπη να μην ήταν παρά ένα ιδεολογικό τέχνασμα, μια σύλληψη μεταβλητή, που δεν μπορούμε να την προσδιορίσουμε με ακριβή γεωγραφικά ή ιστορικά κριτήρια αλλά απλώς σε συνάρτηση με άμεσες πολι-τικές αναγκαιότητες.

Διαβάζοντας τους ιστορικούς εκείνους για τους οποίους «στο βάθος του Ευρωπαίου υπάρχει μια ζωική ορμή και ένστικτο (...) μια ορμή κυριαρχίας του κόσμου, του κόσμου που βρίσκεται έξω από τον άνθρωπο, του κόσμου που βρίσκεται έξω από τα πράγματα» καταλαβαίνουμε πόσο διφορούμενο είναι το μοτίβο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Πόσο μπορεί να χρησιμεύσει ως κάλυμμα -και πρόσχημα- για να μεταμφιέσει τις δυσάρεστες πραγματικότητες. Με αυτόν τον τρόπο φωτίζονται οι λόγοι για τους οποίου ο ναζισμός χρησιμοποίησε ευρωπαϊκές αναφορές. Ο Γκέμπελς ήταν αυτός που επαναλάμβανε κάθε μέρα ότι το νόημα αυτού του πολέμου είναι το μέλλον της ίδιας της Ευρώ-πης. Στο Παρίσι, στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, γίνο-νταν ευρωπαϊκές εκθέσεις και ένα από τα ιδεολογικά στηρίγ-ματα των συνεργατών του κατακτητή ήταν ή συγκρότηση μιας «νέας Ευρώπης».

Υπάρχει, βέβαια, ένας αρκετά ελκυστικός δρόμος για να ε-πιλυθούν οι αντιθέσεις που εκρήγνυνται κάθε φορά που επι-χειρείται μια ανάλυση αναζητώντας το νόημά τους. «Πρέπει να ξαναγράψουμε την Ιστορία», υπογραμμίζει ο Εντγκάρ Μορέν, «όπως το κάνει κάθε γενιά, σε συνάρτηση με τις εμπειρίες που βιώνει στο παρόν.,.Πρέπει να δράσουμε ανάδρομα από το πα-ρόν στο παρελθόν για να μάθουμε τα κοινά που υπάρχουν, όχι

Page 99: vlachadi2

99

όμως σε πείσμα των διαφορών μας, αλλά κυρίως μέσα στις δι-αφορές και τους ανταγωνισμούς μας, και να δώσουμε σε εκείνο που μπορεί να φαίνονταν δευτερεύον ή επουσιώδες μια σημα-σία ή μιαν αξία κυρίαρχη για μας»204. Αυτή η τόσο σχετικιστι-κή αντίληψη της Ιστορίας ανοίγει την πόρτα σε όλες τις λαθρο-χειρίες σχετικά με το παρελθόν, που λειτουργούν σε συνάρτη-ση με τις ανάγκες του παρόντος και τους στόχους που θέτουμε για το μέλλον. Από εδώ και στο εξής, εφ' όσον το μέλλον πρέ-πει να είναι η ενοποίηση της Ευρώπης, είναι απαραίτητο να «αναπλάσουμε» και να ξανασκεφτούμε το παρελθόν.

Καταρχήν, ο καθένας μπορεί κατά βούληση να δει στο πα-ρελθόν της Ευρώπης αυτό που θέλει για το μέλλον της. Έτσιγια τον Πάπα, «η Ευρώπη είναι μια χριστιανική ήπειρος» και «ο Χριστιανισμός είναι αυτός που εδραίωσε τον πολιτισμό της και που θεμελίωσε την κοινή ταυτότητα των ευρωπαϊκών λαών». Καθώς, όμως, είναι θεμιτές και οι αντιφατικές θέσεις, ο Εντ-γκάρ Μορέν αντιθέτως υποστηρίζει ότι «η ευρωπαϊκή κουλτού-ρα. είναι κατά κύριο λόγο μια κουλτούρα εντελώς εκκοσμικευ-μένη»206. Για άλλους το μεγαλείο της Ευρώπης δεν μπορεί να αναδειχθεί παρά μόνο αν αυτή ανασυνδεθεί με τις ρίζες της, αν θυμηθεί ότι «η Ελλάδα υπήρξε το σπέρμα της Ευρώπης και μήτρα της η Ρώμη».

Αυτή η «χρηστική» ανάγνωση της ευρωπαϊκής ιστορίας το-ποθετεί την Ιστορία σε πλήρη εξάρτηση από τους «ιδεολό-γους», ποικίλει ανάλογα με τις «ιδεολογίες». Και φτάνει στην άποψη που επεξεργάζονται ορισμένοι ιστορικοί, άποψη που συνδέεται στενότατα και πολιτικά με την ιδέα που θέλουν να έχουν για τη σημερινή Ευρώπη. Αποτέλεσμα είναι να βρίσκο-νται στην καρδιά της αντίθεσης που διαβρώνει τον ιστό των ευρωπαϊκών αξιών κι αφήνει να φανεί η βαρβαρότητα του Ο-λοκαυτώματος. Στόχος τους είναι να το εξοβελίσουν, να το πε-τάξουν έξω από την Ευρώπη, γεγονός που αθωώνει ταυτόχρο-να και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και τη Γερμανία και παράλ-ληλα επιτρέπει να ξαναβρεθεί η ιστορική συνέχεια ανάμεσα στο μυθικό παρελθόν μιας Ευρώπης πλούσιας σε ανθρωπιστι-κές αξίες και το παρόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άλλωστε δεν είχαν ήδη από παλιά, ακόμη και από τον καιρό του Ψυχρού Πολέμου, παρατηρήσει ότι τα κομμουνιστικά κράτη της Ανα-

Page 100: vlachadi2

100

τολικής Ευρώπης ακολουθούσαν με κάποιες μικρές διαφορές, τα ίχνη των συνόρων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Αυ-τοκρατορίας του Καρλομάγνου.

To ουσιαστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευ-ρωπαϊκή Ένωση είναι το εξής: πώς θα διατηρηθεί και ως ποιο βαθμό, μετά την ολοκλήρωση-ενοποίηση, η ανεξαρτησία και η κυριαρχία των κρατών- μελών της Ένωσης, ιδιαίτερα των μι-κρότερων και ασθενέστερων, αλλά και πώς θα διασωθούν και ως ποιο βαθμό οι εθνικές ταυτότητες, ο πολιτιστικός πλούτος και η ποικιλομορφία των κρατών. Η μεγαλύτερη, λοιπόν, δυ-σκολία έγκειται στον καθορισμό των ορίων μεταξύ εθνικώνκρατών και Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο συγκερασμό του εθνικού συμφέροντος με το πανευρωπαϊκό. Αυτό το ζήτημα ήταν και η αχίλλειος πτέρνα όλων των σχεδίων, των πρωτοβουλιών και των κινήσεων για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Χαρακτηριστικό είναι ότι όλες οι συζητήσεις σχετικά με τη θέση του «εθνικού κράτους» στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολυεθνικού σχήματος γίνονται σε κλίμα έντονων αντιπαραθέσεων.

Οι πολέμιοι της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης υποστηρίζουν ότι η διαδικασία της ολοκλήρωσης υποδαυλίζει τον σύνδεσμο που υπάρχει μεταξύ ατόμου και εθνικής ταυτότητας κι αυτό γιατί η ενοποίηση δεν αναζητείται ως απλή διεθνική ένωση, ως διπλα-σιασμός και μόνο των επιμέρους εθνικών κυριαρχιών αλλά ως υπερεθνική ένωση, δηλαδή ως ολοκλήρωση που υπονομεύει τις επιμέρους εθνικές κυριαρχίες. Στο πλαίσιο της Ε.Ε, δίπλα στον πολίτη κάθε έθνους- κράτους, αναδύεται και μία νέα ιδιότητα, αυτή του «ευρωπαίου πολίτη». Και στην έννοια αυτή είναι που εντοπίζουν κάποιοι την απάρνηση της εθνικής κυριαρχίας, η οποία αποτελεί συστατικό στοιχείο του έθνους-κράτους. Από την άλλη πλευρά, δεν είναι ακόμη ορατή μια συγκροτημένη «ευρωπαϊκή πολιτιστική ταυτότητα», πάνω στην οποία θα μπορούσε να εδραιωθεί η ιδιότητα του «ευρωπαίου πολίτη». Κατά συνέπεια, αναπτύσσεται μια διαλεκτική με μια σειρά ε-ρωτημάτων σχετικά με το λεγόμενο πολύ-πολιτισμικό χαρα-κτήρα της Ε.Ε.

Στους κύκλους των «αντι-ευρωπαϊστών» είναι διάχυτη η ά-ποψη ότι όσοι μιλούν για μια ολοκληρωμένη, ενοποιημένη Ευ-ρώπη, που ταυτόχρονα διαφυλάσσει και σέβεται τις επιμέρους

Page 101: vlachadi2

101

εθνικές ταυτότητες, είναι σαν να ξεχνούν ότι οι τελευταίες, οι εθνικές ταυτότητες, είναι κυρίως πολιτικές ταυτότητες. Δια-μορφώθηκαν ιστορικά στη σκιά των εθνικών κρατών και, συ-νεπώς, μια διαδικασία υπονόμευσης των τελευταίων θα επη-ρεάσει τις πρώτες. Θεωρούν, δηλαδή, δεδομένη την υπέρβαση ή την ισοπέδωση των επιμέρους εθνικών ταυτοτήτων.

Έτσι, οδηγούνται σε άλλα ερωτήματα που αφορούν στη ρευ-στή και αόριστη ακόμη έννοια του «ευρωπαίου πολίτη», η ο-ποία θα στηρίζει την ιδιότητά του όχι στη συμμετοχή του στις επιμέρους κρατικές - εθνικές ταυτότητες, όχι πια στις εθνικές ταυτότητες, αλλά στην «υπό κατασκευή» ευρωπαϊκή ταυτότη-τα. Αυτή η «ευρωπαϊκή ταυτότητα» διαμορφώνεται και δια μέ-σου μιας σύγκρουσης με την εθνική ταυτότητα, καθώς υπο-στηρίζουν ότι η ολοκλήρωση της πρώτης προϋποθέτει την απο-δυνάμωση της δεύτερης. Και αναπτύσσεται, ακόμη, παραλύο-ντας εκείνη την ενεργητική, συνεκτικά, εσωτερικά δομημένη διάσταση της εθνικής ταυτότητας ως υπέρτερης ταυτότητας. Γιατί η εθνική ταυτότητα, ούσα άμεσα συνδεδεμένη με το «οι-κείο» εθνικό κράτος, μπορούσε να διατηρεί το συνεκτικό νόημά της. Αντίθετα, το αρκετά μεγάλο μέγεθος της Ευρωπαϊκής Έ-νωσης δεν βοηθά στη συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής ταυτότη-τας με συνοχή.

Ωστόσο, πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι αυτό το μο-ντέλο του «άυλου ευρωπαίου πολίτη», που είναι απών από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, έχει αρχίσει ήδη να αποσυνθέτει το συ-νεκτικό ιστό που συνέδΕ.Ε. ιστορικά την ιδιότητα του πολίτη με την εθνική ταυτότητα. Αυτή η αποδόμηση του συνεκτικού ι-στού των εθνικών ταυτοτήτων και της ιστορικά διαμορφωμέ-νης ιδιότητας του πολίτη μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια της κυριαρχικού ρόλου της εθνικής ταυτότητας έναντι άλλων ταυ-τοτήτων.

Για όλους εκείνους που θεωρούν ότι η ευρωπαϊκή ολοκλή-ρωση συνεπάγεται αυτόματα και απώλεια των επιμέρους εθνι-κών ταυτοτήτων, η αμφίσημη έννοια του ευρωπαίου πολίτη λειτουργεί καταλυτικά, επιταχύνοντας τη διάχυση των ταυτο-τήτων, την αποσύνδεση από την εθνική ταυτότητα και την α-νάπτυξη πολύπλοκων σχέσεων με την Ένωση. Η ιδιότητα του «ευρωπαίου πολίτη» μπορεί να προκαλέσει μια γεωγραφική

Page 102: vlachadi2

102

διεύρυνση που θα οδηγήσει στη διάσπαση των ταυτοτήτων. Αυτό που είναι ενδιαφέρον, και ταυτόχρονα επισφαλές, στον «ευρωπαίο πολίτη» είναι ότι πια δεν θα αναφέρεται σε μια συ-γκεντρωμένη και ομοιογενή σφαίρα πολιτικής εξουσίας, θα υπερβαίνει τα όρια του έθνους-κράτους και θα κινείται σε μια ευρύτερη πολιτική σφαίρα, ίσως και ασαφή. Έτσι, η ιδιότητα του ευρωπαίου πολίτη μπορεί να ιδωθεί ως ένα βήμα προς μια νέα αντίληψη της πολιτικής, η οποία βρίσκεται ταυτόχρονα ε-ντός και πέρα από την έννοια της πολιτικής που ορίζει το έ-θνος-κράτος.

Βέβαια, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες προκειμένου να αναστρέψουν την αρνητική στάση ορισμένων απέναντι στη συγκρότηση μιας ο-μοσπονδίας κρατών. Για τον λόγο αυτό, οι δράσεις της Ευρωπα-ϊκής Επιτροπής συμβάλλουν στην οικοδόμηση μιας ευρωπαϊ-κής κοινωνίας χρησιμοποιώντας ως βάση τον πολιτισμό και στηριζόμενη στην πολιτισμική πολυμορφία των διαφόρων χω-ρών μέσω της δημιουργίας ευρωπαϊκών δομών, προγράμμα-των, ανταλλαγές φοιτητών, εκπαιδευτικών, ερευνητών, προω-θώντας την ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων και προγραμμά-των. Ταυτόχρονα, επικαλούνται τα πολιτικά και οικονομικά οφέλη που απορρέουν από τη δημιουργία μιας ομοσπονδίας ευρωπαϊκών κρατών.

To δίλημμα της Ευρώπης και έθνους μπορεί να ειδωθεί ότι προκαλείται, κατά τον πιο βασικό τρόπο, από την ένταση με-ταξύ, αφενός, της οικονομίας που γίνεται όλο και περισσότερο παγκόσμια και, αφετέρου, οι πολιτιστικές κοινότητες να χαρα-κώνονται, αν όχι γενικά, τουλάχιστον να μην είναι σε θέση να παρατείνονται απείρως. Ο Nathan Gardels αναφέρθηκε στην ένταση μεταξύ πάτριου πολιτισμού και δορυφορικού πολιτι-σμού:

α) Να πάει κανείς για έναν συμβιβασμό σε ένα ενδιάμεσο επίπεδο, π.χ μια Ευρώπη που να είναι αρκετά μεγάλη ώ-στε να αποτελέσει τη βάση της οικονομίας και αρκετά μι-κρή να αποτελέσει μια κοινότητα και να έχει πολιτιστική ταυτότητα.

β)Στο μέλλον, θα μπορούμε να είμαστε εθνικιστές σε ορι-σμένα θέματα και Ευρωπαίοι σε άλλα, και παγκόσμιοι

Page 103: vlachadi2

103

πολίτες δε σε άλλα θέματα. μερικές φορές πιστοί στην πόλη, άλλες φορές να μας ενδιαφέρει περισσότερο η ε-παγγελματική μας ταυτότητα ή αυτή που απορρέει από άλλες μας ιδιότητες; Από αυτή την οπτική γωνία, ο δι-πλασιασμός στην Ευρώπη και το έθνος θα είναι απλά μέ-ρος μιας γενικευμένης πολλαπλότητας.

Καμιά απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι απο-λύτως ικανοποιητική και πλήρης. Η οικονομία δεν μπορεί να συγκρατηθεί στο ευρωπαϊκό επίπεδο και η πολιτιστική ταυτό-τητα σίγουρα δεν μπορεί να αναχθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η πλήρης αποσύνθεση της ατομικής ταυτότητας σε μόρια ταυτό-τητας ενδεχομένως να μην ελέγχεται ψυχολογικά -μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμα παράδειγμα διαφωτιστικού «πιστεύω» σε ορθολογικούς ανθρώπινους προσανατολισμούς, παράγο-ντας και πάλι μια συναισθηματική αντίδραση στην αίσθηση του νοήματος και του ανήκειν.

To ευρωπαϊκό ιδεατό οικοδόμημα, που άρχισε να κατα-σκευάζεται με αφετηρία τη μεταπολεμική περίοδο, είχε ως στόχο τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας που θα α-φομοίωνε τις προκαταλήψεις της προσκόλλησης στις εθνικές ταυτότητες, στο όνομα των οποίων υποτίθεται ότι έγιναν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι. Σήμερα, η οικονομική και νομισματική ένωση των κρατών- μελών σηματοδοτεί το επιστέγασμα της διαδικασίας που δρομολογήθηκε από το 1951, αποκαλύπτει, όμως, ταυτόχρονα, τις αδυναμίες του «ευρωπαϊκού ιδεατού οι-κοδομήματος», τόσο στο επίπεδο της αρχικής σύλληψής του όσο και σε αυτό της υλοποίησής του.

«Η Ευρώπη οικοδομείται με βάση τον ανταγωνισμό και μέ-σω αυτού. Ως συνασπισμός για την προώθηση των αναπτυγ-μένων ευρωπαϊκών οικονομιών στο διεθνή καταμερισμό εργα-σίας, θα διασφαλίσει την υπόστασή της από την οικονομική της αποτελεσματικότητα εντός ενός διεθνούς πεδίου ανταγω-νισμού, όπου οι συναρθρώσεις ποικίλων εθνικο-πολιτισμικών στοιχείων και παραγωγικών τεχνικών κατασκευάζουν νέες ε-θνικές παραγωγικές ταυτότητες.» Από την άλλη πλευρά, προ-κειμένου να οικειοποιηθεί το προνόμιο του κληρονόμου του ευ-ρωπαϊκού ιδεώδους, πρέπει να εναρμονίσει την κοινωνική και

Page 104: vlachadi2

104

πολιτική φυσιογνωμία της με την παράδοση της δημοκρατίας και την οικουμενικότητας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, παράδοσης εντός της οποίας οι ταυτότητες αναγνωρίζονται ως ισοδύναμες. Επίσης, η αξιολογική ουδετερότητα απέναντι στην πολιτισμική διαφορά μπορεί να θεωρηθεί ως υποχώρηση ενός πολιτισμικού ευρωκεντρισμού, στηρίζεται όμως στη δυτικοκε-ντρική δημοκρατική παράδοση, ενώ είναι αμφίβολο αν η ίδια η έννοια της πολιτισμικής διαφοράς μπορεί να απομονωθεί ως αναλυτική κατηγορία στο πλαίσιο μιας οικουμενικοποιημένης ιστορίας.

Πολλοί θεωρούν ότι οι αντιστάσεις που εκδηλώνονται στο εσωτερικό των επιμέρους κρατών μελών δείχνουν ότι υπάρ-χουν περιορισμένες πιθανότητες για την «αφύπνιση» μιας κοι-νής ευρωπαϊκής μνήμης, ανάλογης με εκείνες που στήριξαν τις εθνογενέσεις του προηγούμενου αιώνα, ικανής να στηρίξει την οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως μιας νέας συλλογικό-τητας που θα απελευθερώσει τους πολίτες της από τα εμπόδια των εθνικών κοινωνικών σχηματισμών και των συνόρων τους. Ούτε, φυσικά, η άρση της γεωπολιτικής ασυνέχειας μπορεί να αναγορεύσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ευρωπαϊκή συλλογικό-τητα. Μπορεί, όμως, να κατασκευάσει νέα, εξωτερικά σύνορα, εγκλωβίζοντας την ευρωπαϊκή ταυτότητα σε μια συνεχώς δι-ευρυνόμενη μέσω των διαδοχικών εντάξεων νέων μελών, πά-ντοτε όμως γεωγραφική, αναφορά. Μια τέτοια ευρωπαϊκή ταυ-τότητα θα τείνει να νομιμοποιήσει τις άνισες σχέσεις στο εσω-τερικό της Ε.Ε και να παράγει στο εξωτερικό της περιβάλλον νέους ανταγωνισμούς και ιεραρχίες.

Η Ευρώπη είναι μια ονομασία που παραπέμπει σε μια παλιά κοινή καταγωγή -σε μια γεωγραφική και ιστορική πραγματικό-τητα που έλκει το όνομά της από την ελληνική αρχαιότητα-, το περιγραμμα μιας γεωγραφικής επικράτειας που τείνει να ταυ-τιστεί, μεσω των διαδοχικών εντάξεων, με αυτό της ευρωπαϊ-κής ηπείρου και ένα ευρωπαϊκό ιδεώδες που διεκδικεί τη δυνα-τότητα της συγχώνευσης εθνικών ιστοριών και πολιτισμών, σε έναν «κοινό τόπο».Ο τόπος αυτός δεν έχει τη μεταφορική ευρύ-τητα της «Δύσης», της «δυτικής σκέψης» ή του «δυτικού κό-σμου». Οριοθετείται σε μια ιδέα στενότερου εύρους: στην ιδέα της γεωγραφικής «Ευρώπης». Έτσι, ο χάρτης της Ευρωπαϊκής

Page 105: vlachadi2

105

Ένωσης εμφανίζεται να αποκαθιστά τη συνέχεια σε μια παλιά καταγωγή, περιχαρακώνοντας εντός του γεωγραφικού του πε-ριγράμματος μια ευρωπαϊκή συλλογικότητα και ταυτότητα καθώς και τους νόμιμους κληρονόμους μιας πνευματικής και πολιτισμικής κληρονομιάς.

Η αληθινή ουσία της Ευρώπης θα ήταν, λοιπόν, η «υπερ-εθνικότητα» και ταυτόχρονα ο τρόπος διάρθρωσης, η δυναμική του ανταγωνισμού, των ανταλλαγών και της αμοιβαίας πρό-κλησης των διαφόρων πολιτισμών. Εκτός από τα «κοινά ταμεί-α», αυτό που διαμορφώνει την Ευρώπη είναι η μορφή και οι αμφίδρομες σχέσεις, που την καθιστούν ένα είδος συνεχούς κί-νησης, ένα οικοδόμημα που ασταμάτητα βρίσκεται υπό κατα-σκευή. Εξ ου και το δίδαγμα της ιστορίας ότι «η Ευρώπη γενικά αντιμετωπίζεται πολύ λιγότερο ως αντίσταση στους συγγενείς πολιτισμούς και πολύ περισσότερο από μιαν εσωτερική οπτική, ως η σχέση μεταξύ των διαφορετικών της μερών, ως ένας α-νταγωνισμός.» Ανταγωνισμός, βέβαια, αλλά ανταγωνισμός που υπακούει σε μορφές οργάνωσης ενός εσωτερικού πλουρα-λισμού, τον οποίο συναντάμε πάλι στην έννοια της «αρμονίας» των εθνών.

Η ιστορία των ιδεών στην Ευρώπη είναι διάσπαρτη από πληθώρα σχεδίων εσωτερικής δόμησης της ηπείρου: από το «μεγαλειώδες σχέδιο» των «Συνετών και βασιλικών οικονο-μιών» του Συλλύ μέχρι τον λόγο του Αριστείδη Μπριαντ μπρο-στά στην Κοινωνία των Εθνών, χωρίς να ξεχνάμε το «Δοκίμιον επί της αιωνίου ειρήνης» του Καντ. Αλλά, για δύο περίπου αιώ-νες, εσωτερική δόμηση σήμαινε δόμηση του συνόλου του κό-σμου. Οι δύο αυτοί αιώνες που πέρασαν ανάμεσα στην αρχή της πτώσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη σύσταση της Σοβιετικής Ένωσης, είναι οι αιώνες στη διάρκεια των ο-ποίων η Δυτική Ευρώπη δεν χρειάστηκε να ασχοληθεί παρά μόνο με τον εαυτό της, αφού δεν ήταν το αντικείμενο καμιάς εξωτερικής απειλής.

To τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου σημειώνει μια ριζική στροφή, κατά το ότι η Ευρώπη -για την ακρίβεια η εκτός της σοβιετικής σφαίρας επιρροής Ευρώπη- δεν αποτελεί πια ένα σύνολο που αναλώνεται αποκλειστικά στις εσωτερικές αμοιβαίες αλληλεπιδράσεις. Από τη στιγμή εκείνη, η Ευρώπη

Page 106: vlachadi2

106

εντάσσεται σε ένα παγκόσμιο σύστημα που σημαδεύεται από την ηγεμονία των δύο υπερδυνάμεων και την αναδίπλωση στον εαυτό της που προκαλείται από την κατάργηση της αποι-κιοκρατίας.

To μέγα ζήτημα που απασχολεί από κοινού την Ευρώπη -η ανάγκη αποτροπής μια για πάντα του ενδεχόμενου ενός ενδο-ευρωπαϊκού πολέμου- αποκρυσταλλώθηκε στο Συνέδριο της Χάγης το 1948 ενέπνευσε εξίσου Γερμανούς, Βέλγους, Γάλ-λους, Ιταλούς και Ολλανδούς χριστιανοδημοκράτες και σοσι-αλδημοκράτες και τους οδήγησε να συστήσουν το Συμβούλιο της Ευρώπης, της Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) και στη συνέχεια την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότη-τα (ΕΟΚ). Αλλά οι θεσμικές αυτές κατασκευές είχαν κατά βάση αμυντικό χαρακτήρα. Το ζήτημα ήταν να οργανωθούν, υπό την αμερικανική πυρηνική ομπρέλα και την κηδεμονία του ΝΑΤΟ, πόλοι οικονομικής και δημοκρατικής σταθερότητας, αλλά και όργανα στρατηγικού σχεδιασμού προς όφελος της Δυτικής Ευ-ρώπης ώστε να απαντηθεί η απειλή από την πλευρά της Μό-σχας και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρήθηκαν εμπλεκόμενο μέρος και αποτέλεσαν μάλιστα το σημαντικότερο παράγοντα της ευρωπαϊκής συνεννόησης. Θασταθεροποιήσουν αργότερα αυτή τους τη θέση με την απόλυτα δικαιωματική συμμετοχή τους στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ). Και με το ξεκίνημα της δεκαετίας του '80, η οικονομική άνοδος της Ιαπωνίας και της Νοτιοανατολικής Ασίας, στο πλαίσιο της αυξανόμενης διε-θνοποίησης των συναλλαγών, μείωσε ακόμη περισσότερο την ικανότητα της Ευρώπης να συνειδητοποιήσει τον εαυτό της με ακόμα πιο αυτόνομο τρόπο.

Ωστόσο, η από το 1989 διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης και η χειραφέτηση των πρώην λαϊκών δημοκρατιών της Ανατολι-κής Ευρώπης ξαναμοίρασε θεαματικά τα χαρτιά. Αναδύθηκε ένας τεράστιος ηπειρωτικός χώρος για τον οποίο οι ηγέτες κλήθηκαν να μεριμνήσουν. Μπορούσε να βγει κάτι καινούριο με βάση τα παλιά υλικά; Τα εργαλεία εργασίας που σφυρηλα-τήθηκαν στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου -με άλλα λόγια, η ΕΟΚ, που μετεξελίχθηκε σε Ευρωπαϊκή Ένωση, και το ΝΑΤΟ-ήταν τα κατάλληλα; Ήταν δυνατόν να διατηρηθούν έτσι όπως

Page 107: vlachadi2

107

ήταν, αλλάζοντας μόνο τη σύνθεση και την αποστολή τους; Ακριβώς, αυτή είναι η αντίληψη που έχει υπερισχύσει μέχρι σήμερα και ή υπεροχή της οφείλεται σε δύο λόγους: αφ' ενός τα ιστορικά γεγονότα εξελίσσονται με τόσο αστραπιαία ταχύτητα τα τελευταία χρόνια, που δεν αφήνουν παρά ελάχιστα περιθώ-ρια στοχασμού και αναθεώρησης των πραγμάτων εξ αρχής.αφετέρου, οι υπάρχοντες δεσμοί έχουν σταθερά εδραιωθεί και έχουν μεταβληθεί σε μηχανές που παράγουν αποτελέσματα μη αναστρέψιμα.

Έτσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ επιθυμούν να διευ-ρύνουν τα όριά τους πέρα από την υφιστάμενη περίμετρο. Για την Ε.Ε η πανάκεια φέρει το όνομα «διεύρυνση»: 16 μέλη για το 1995 και λίγο αργότερα 25 με τις κατατεθειμένες υποψηφιότη-τες της Κύπρου, της Μάλτας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, και τις υποψηφιότητες από τη Δημοκρατία της Τσεχίας, της Σλοβακίας, της Σλοβενίας της Κροατίας, των κρατών της Βαλ-τικής κ.ά. Όσον αφορά στο ΝΑΤΟ, όχι μόνο δεν εξαφανίστηκε τώρα που ο κύριος λόγος ύπαρξής του, η Σοβιετική Ένωση, έχει εξαφανιστεί, αλλά αντίθετα ενισχύει την παρουσία του με ένα καινούριο θεσμό τη «Σύμπραξη για την Ειρήνη» με τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Η διπλή αυτή κίνηση πήρε σάρκα και οστά, λιγότερο λόγω δεδηλωμένης επιθυμίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑ-ΤΟ, και περισσότερο ως απάντηση στις απαιτήσεις των κρατών που θεώρησαν ότι αποκλείονται από την ευρωπαϊκή ενσωμά-τωση. Ωστόσο, αυτή η διπλή κίνηση έχει και αμυντικό χαρα-κτήρα.

Από νομικής και πολιτικής πλευράς, η Ευρώπη μέχρι σήμε-ρα δεν αποτελεί παρά ένα σύνολο κρατών - εθνών που συνερ-γάζονται μεταξύ τους. Πίσω από την ομοσπονδιακή πρόσοψη, την οποία σηματοδότησε η οικονομική ενοποίηση των περισσο-τέρων κρατών-μελών, παραμένουν ως στυλοβάτες οι εθνικές κυβερνήσεις. Μετά τη διεύρυνση των 10 επιπλέον χωρών, η πο-λιτική ενοποίηση αποβαίνει ακόμη πιο δύσκολη. Στην ομιλία του στο γερμανικό Κοινοβούλιο τον Ιούνιο του 2000, ο Γάλλος πρόεδρος Chirac παραδέχτηκε ότι «ζήτημα ίδρυσης Ευρωπαϊ-κού Κράτους δεν τίθεται και ότι συνεπώς η πολιτική ενοποίηση δεν υπάρχει ως στόχο στο εγγύς μέλλον». Ο Γερμανός πρόε-

Page 108: vlachadi2

108

δρος Rau, στην εφημερίδα "Die Welt" (Σεπτέμβριος 2000), ενώ πλειοδότησε προς την κατεύθυνση «νέας ευρωπαϊκής ομο-σπονδιακής τάξης», διαβεβαίωσε ταυτόχρονα ότι είναι «απολύ-τως αναγκαία η διατήρηση της εθνικής ταυτότητος, των εθνι-κών παραδόσεων, των ιστορικών και εθνικών ιδιαιτεροτήτων». Ο Tony Blair, στη Βαρσοβία στις 6 Οκτωβρίου 2000, απέρριψε την ιδέα της πολιτικής ενοποίησης ως βάση του Ευρωπαϊκού Κράτους. Την ίδια στιγμή, παρά τις όποιες αντιδράσεις των ευ-ρωπαίων ηγετών, προχωρά ή διαδικασία θέσπισης του Ευρω-παϊκού Συντάγματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πρόεδροι τηςΓαλλίας και της Γερμανίας με τον όρο «Σύνταγμα» δεν εννοούν δημιουργία ευρωπαϊκών θεσμών αλλά απλή «Χάρτα Θεμελιω-δών Δικαιωμάτων του Ευρωπαίου Πολίτη».

Παρ' όλα αυτά, ελάχιστα είναι τα θετικά βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής σύ-γκλισης. Χαρακτηριστικά είναι τα δημοσιεύματα της γαλλικής εφημερίδας Liberation επισήμανε το φαινόμενο της «διγλωσσί-ας και της υποκρισίας των σημερινών Ευρωπαίων ηγετών», ενώ η εφημερίδα Le Monde αποφαίνεται ότι «η σημερινή Ευ-ρώπη έχει καταντήσει μια 'κατεψυγμένη ζώνη, αποκεντρωμέ-νη, χωρίς ζωντάνια και δυναμισμό».

Η Γαλλία, η περισσότερο ευρώφιλη χώρα, προωθεί θεαματι-κές «ενισχυμένες συνεργασίες» κρατών- μελών σε εκούσια βά-ση, μετατρέποντας την Ευρώπη σε απλό γεωγραφικό- νομι-σματικό πλαίσιο παρά σε συνασπισμό χωρών με ξεχωριστή πολιτική οντότητα. Ο γερμανός Υπουργός Εξωτερικών Joschka Fisher υποστηρίζει ότι «το κλασικό ευρωπαϊκό εθνικό κράτος είναι σήμερα πολύ μικρό για να αντεπεξέλθει στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης. Στην υποτιθέμενη «μεταεθνική» εποχή μας, τονίζει ο ίδιος, με ιδεολογική κάλυψη του Jϋrgen Habermas, οι εξουσίες των εθνικών κρατών μετατοπίζονται στην Ευρώ-πη». Το θεώρημα αυτό θα ήταν άψογο αν οι λειτουργίες του εθνικού κράτους ανατίθεντο σε κάποιο συνολικό ευρωπαϊκό οικοδόμημα και ασκούνταν στο όνομα της ενιαίας ευρωπαϊκής κυριαρχίας, γεγονός το οποίο δεν συμβαίνει.

Συμπερασματικά, μέχρι σήμερα, μόνο τα ευρωπαϊκά έθνη με τις αντίστοιχες εθνικές κυβερνήσεις και τα εθνικά κοινο-

Page 109: vlachadi2

109

βούλια νομιμοποιούνται για την άσκηση αρμοδιοτήτων. Καμιά δημοκρατική αρμοδιότητα, εξουσία και πολιτική ευθύνης δεν ασκούνται εκτός των ορίων του Κράτους - Έθνους. Ορισμένοι σπεύδουν απερίσκεπτα να διαβεβαιώνουν την παρακμή του Κράτους- Έθνους. Το ενδεχόμενο, όμως, αυτό συνεπάγεται και την αδυναμία δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ευρώπης. Θα ήταν εύλογο να υποθέσει κάποιος ότι η έννοια «εθνική κυριαρ-χία» αντικαθίσταται εύκολα με την έννοια «ευρωπαϊκή κυρι-αρχία» λόγω των ιστορικών εξελίξεων και ανακατατάξεων. Αλλά οι θιασώτες του «τέλους του Κράτους- Έθνους» προπα-γανδίζουν επίσης την αδυναμία συγκρότησης «ευρωπαϊκής κυ-ριαρχίας», λόγω της παγκοσμιοποίησης. Χαρακτηριστική είναι η ομιλία του πρωθυπουργού της Βρετανίας Tony Blair κατά την οποία τόνισε ότι «η Ευρώπη οικοδομείται στους ήδη υπάρχο-ντες πυλώνες των Κρατών - Εθνών, τους οποίους προεκτείνει και πιθανώς υπερβαίνει, αλλά σε καμιά περίπτωση στην κατά-λυσή τους».

«Όλα τα ευρωπαϊκά θέματα έχουν σήμερα διαβρωθεί από το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη μελλοντική αρχιτεκτονική της Ευρώπης», διαπιστώνει η εφημερίδα Le Monde. Ο Γάλλος Υπουργός Εξωτερικών Vedrine δεν παύει να διαβεβαιώνει: «Πρώτα η μεταρρύθμιση των θεσμών κι έπειτα το μέλλον της Ευρώπης». Όμως, τι είδους θεσμοί μπορούν ά-ραγε να θεμελιωθούν, ενόσω η μελλοντική μορφή της Ευρωπα-ϊκής Ένωσης παραμένει ασαφής και αβέβαιη; Από την άλλη πλευρά, ακριβώς πάνω στη μελλοντική μορφή της Ευρώπης εδράζονται οι περισσότερες και βαθύτερες διαφωνίες ανάμεσα στους ευρωπαίους εταίρους. Ο Gunter Verheugen, Επίτροπος για θέματα διεύρυνσης, προειδοποιεί ότι «στο εξής θα πρέπει όλες οι ευρωπαϊκές αποφάσεις να λαμβάνονται με δημόσιο και δημοκρατικό διάλογο και όχι εσπευσμένα όπως έγινε με τη θέ-σπιση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος». Στις συζητήσεις για το μέλλον της Ευρώπης παρενέβη επίσημα η Βρετανία με την ομιλία του Tony Blair στη Βαρσοβία στις 6 Οκτωβρίου 2000. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός τάχθηκε υπέρ μιας ενωμένης και ισχυρής Ευρώπης των Κρατών - Εθνών, υπέρ της ευρωπαϊκής υπερδύναμης, αλλά εναντίον κάθε ιδέας ευρωπαϊκού υπερκρά-τους. Αποστασιοποιήθηκε από τη θέση της Γαλλίας και της

Page 110: vlachadi2

110

Γερμανίας. Το παράδοξο είναι ότι ο ηγέτης του «σοσιαλιστικού» κόμματος επικαλέστηκε τις «εθνικιστικές» θέσεις του στρατη-γού De Gaulle, προκειμένου να τεκμηριώσει την τοποθέτησή του που βασίζεται στην ανεπιφύλακτη αποδοχή της πλήρους κυριαρχίας των Κρατών - Εθνών. Αντιτάχθηκε, επίσης, και στην ιδέα του ευρωπαϊκού Συντάγματος με την αυστηρά νομι-κή έννοια. Αυτό που η Ευρώπη χρειάζεται δεν είναι ένα λει-τουργικό Σύνταγμα, αλλά «διακήρυξη γενικών πολιτικών αρ-χών». Όσον αφορά το έργο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Blair υποστήριξε ότι θα πρέπει να τεθεί υπό επιτήρηση από μια δεύ-τερη Ευρωπαϊκή Βουλή, αποτελούμενη από εκπροσώπους των Εθνικών Κοινοβουλίων, ώστε να ελέγχονται δημοκρατικά οι πρωτοβουλίες της ιδίως στους τομείς της κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Ο ίδιος εκτιμά ως απαράβατη αρχή «Κά-θε χώρα-μέλος να εκπροσωπείται σε όλα τα όργανα», ενώ α-ποδέχεται τις «ενισχυμένες συνεργασίες», απορρίπτει κατηγο-ρηματικά τόσο την έννοια του πρωτοποριακού πυρήνα» επί όλων των θεμάτων, όπως βέβαια και την ιδέα της Ευρώπης των πλειόνων ταχυτήτων.

Υπό τους όρους αυτούς, είναι φανερό ότι ευρωπαϊκή ενοποί-ηση με άξιο λόγου περιεχόμενο κινδυνεύει να αναβάλλεται συνεχώς. Συνεπώς, η ευρωπαϊκή προβληματική, αντί να προω-θείται αποβαίνει όλο και πιο επιφανειακή: ο αρχικός στόχος της πολιτικής ενοποίησης μεταφράστηκε γρήγορα σε στόχο οι-κονομικής συνοχής και ολοκλήρωσης. Στη συνέχεια ο στόχος της συνοχής παρακάμφθηκε, με την προτεραιότητα στο νόμι-σμα και στα θέματα εμπορίου, ενώ στη θέση της συνοχής τίθε-ται πλέον ο στόχος της απλής σύγκλισης των δεικτών των ε-θνικών οικονομιών. Η πολιτική ενοποίηση έχει μετατεθεί για πολύ αργότερα, όπως επίσης έχουν μετατεθεί για αργότερα τόσο η συνοχή του ευρωπαϊκού οικονομικού συνόλου όσο και η πραγματική σύγκληση των εθνικών συνόλων.

Παλαιότερα, η Ευρώπη ήταν μια έννοια συγκεχυμένων εδα-φικών ορίων και μεταβλητών ιστορικών ορίων. Σήμερα, είναι συγκεχυμένα τα πολιτιστικά όρια διότι ο ευρωπαϊκός πολιτι-σμός απλώθηκε κι εξαπλώνεται στον κόσμο. Αυτό που απομέ-νει στην Ευρώπη είναι η ποικιλία των υπερεθνικών πολιτισμών και εθνικών πολιτισμών που ο καθένας είναι σφραγισμένος

Page 111: vlachadi2

111

από μια πρωτότυπη γλώσσα. Απομένει επίσης μια εξαιρετική ετερομορφία μικρο-πολιτισμών, απόρροια της εθνικής υφής της Ευρώπης μετά από τις σπουδαιότερες εισβολές, ενώ αυτά τα πλούτη έχουν διασωθεί από την ημιτελή εθνική ενότητα, συμπεριλαμβανομένων και των πολύ παλαιών εθνών όπως είναι η Αγγλία και η Γαλλία.

Όσον αφορά τις συνιστώσες της «νέας ευρωπαϊκής ταυτότη-τας» μπορούμε να πούμε ότι η Ευρώπη αποτελεί χωριστή ιστο-ρική κατηγορία, επειδή πρόκειται για μια σύνθετη ιστορική πραγματικότητα της οποίας τα ηθικά, θρησκευτικά, πολιτιστι-κά και πολιτικά χαρακτηριστικά είναι αυτά που της προσέδωσε η ως τώρα ιστορία των λαών της. Τα χαρακτηριστικά αυτά υ-περβαίνουν και τα παλαιότερα γεωγραφικά και θρησκευτικά σύνορα, αλλά και τα εθνικά όρια, τουλάχιστον όπως αυτά σχηματοποιήθηκαν και καθιερώθηκαν με βάση τις ως τώρα ιστορικές εξελίξεις. Όσο η ύπαρξη ορισμένων αξιών κοινών σε όλη τη Γηραιά Ήπειρο μπορεί να δημιουργήσει σε κάποιον την αίσθηση ότι ανήκει στο ίδιο πολιτισμικό σύνολο, άλλο τόσο οι διαφορές γλωσσών και κουλτούρας στους κόλπους της απαγο-ρεύουν κάθε παραμορφωτική ταξινόμηση. Μόνο η υπομονετι-κή οικοδόμηση μιας κοινής βάσης, ενός πραγματικού πανηπει-ρωτικού χώρου θα επέτρεπε να ξεπεράσουμε στο μέλλον, χω-ρίς ωστόσο να τις αρνηθούμε, τις ταυτότητες που εκφράζουν σήμερα τα έθνη, συγκροτημένα ή όχι σε κράτη. Και, επομένως, να μεταφράσουμε μέσα στην πραγματικότητα την παμπάλαια ουτοπία της ενότητας της Ευρώπης. Αν θέλουμε, λοιπόν, να οικοδομήσουμε την ενιαία Ευρώπη θα πρέπει να διατηρήσουμε ταυτόχρονα και την ιδιαιτερότητα των εθνών. Αυτό σημαίνει ότι ο προσανατολισμός προς μια ομοσπονδιακή Ευρώπη, που θα στηρίζεται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό και πολιτισμικό δί-κτυο, είναι η ιδανικότερη λύση. Αυτό είναι το μάθημα που μπορούμε να διδαχθούμε από την Ιστορία, προκειμένου να μην επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος.

Ιδιαίτερη είναι η περίπτωση της Ελλάδας, η οποία ανήκει στο χώρο των μικρών κρατών, και καλείται να λειτουργήσει ως ισότιμη με τους μεγάλους εταίρους. Η διαδικασία οριστικής έ-νταξης της Ελλάδας στη ζώνη του «ευρώ», και κατ' επέκταση στην ισχυρή ευρωπαϊκή οικογένεια, επαναφέρει στο προσκήνι-

Page 112: vlachadi2

112

ο, πιο έντονα από ποτέ, ένα πολυσυζητημένο θέμα που προκα-λεί αντιφατικές απόψεις στην κοινή γνώμη. Στον τύπο και τα άλλα μέσα μαζικής ενημέρωσης, πολιτικοί και άνθρωποι του πνεύματος καλούνται να αποσαφηνίσουν τις θέσεις τους ανα-φορικά με τα ακόλουθα καίρια ερωτήματα:

Η ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σημαίνει και την πο-λιτισμική μας αφομοίωση, τον αφελληνισμό μας, την απώλεια της ιδιαιτερότητας και συνεπώς της ταυτότητάς μας;

Είναι δυνατό να διατηρήσουμε την ελληνικότητά μας ενώ ταυτοχρόνως θα αναπτύσσεται η ευρωπαϊκότητά μας;

Page 113: vlachadi2

113

Page 114: vlachadi2

114

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Ελληνική Πολιτισμική Ταυτότητα και Ευρώπη

4.1 Οι μετασχηματισμοί της ελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας

To περιεχόμενο της ελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας πε-ριλαμβάνει το σύνολο των πολιτισμικών στοιχείων μέσω των οποίων συγκροτείται ή αναγνωρίζεται σήμερα η ταυτότητα του ελληνισμού ως εθνικής πολιτισμικής οντότητας. Αυτό το σύνο-λο ιδιαίτερων πολιτισμικών χαρακτηριστικών δεν υφίσταται ως ένα μονολιθικό και αμετάβλητο σύστημα συμβόλων και αξιών αλλά ως ιστορικά δυναμικός τρόπος με τον οποίο εμείς οι Έλ-ληνες νοηματοδοτούμε τη θέση μας μέσα στον κόσμο. Τα χα-ρακτηριστικά αυτά, που αποτελούν τις συνιστώσες και τα θε-μέλια στα οποία έχει δομηθεί η ελληνική πολιτισμική ταυτότη-τα, είναι η γλώσσα, η θρησκεία, ο λαϊκός μας πολιτισμός, η πε-ζογραφία, η τέχνη, η αρχιτεκτονική, το θέατρο, η μουσική, η κοινή ιστορία και η εθνική συνείδηση που συμμεριζόμαστε όλοι μας.

Τα βασικά ιδεολογήματα που χαρακτηρίζουν την ελληνική εθνική ταυτότητα έχουν ως εξής:

Οι Έλληνες έχουν ως πρωταρχική αντίληψη για τον εαυτό τους τον ελληνοκεντρισμό, ο οποίος δεν επιτρέπει τη μερική ταύτισή τους με στοιχεία οποιασδήποτε άλλης εθνικότητας.

Οι Έλληνες έχουν την πεποίθηση ότι ο αρχαιοελληνικός πο-λιτισμός αποτελεί δικό τους μονοπώλιο και θεωρούν κατά συ-νέπεια εαυτούς σημείο αναφοράς για τη διεθνή κοινότητα και την ανθρωπότητα γενικότερα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, τόσο η εθνική πολιτική της χώρας, όσο και η καθημερινή αντίληψη των κατοίκων της, να μην λαμβάνουν υπόψη στις σχέσεις τους με τους «άλλους» τις διεθνώς έγκυρες εθνικές αξιώσεις ή διεκ-δικήσεις συμφερόντων40. Ως εκ τούτου, οι Έλληνες αισθάνο-

40 Πασχαλίδης Γ., «Η πολιτισμική ταυτότητα ως δικαίωμα και ως απειλή-

Η διαλεκτική της ταυτότητας και η αμφιθυμία της κριτικής» στο «Ε-

μείς» και οι «Άλλοι» - Αναφορές στις τάσεις και τα σύμβολα, Εθνικό

Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Τυπωθήτω, Αθήνα 1999, σ.σ. 73-83.

Page 115: vlachadi2

115

νται πολλές φορές ότι οι αξιώσεις τους δεν τυγχάνουν της δέ-ουσας προσοχής και συνεπώς έχουν ζημιωθεί από εχθρούς ή και φίλους καθώς κανείς δεν είναι πρόθυμος να προσπαθήσει να κατανοήσει τα αιτήματά τους.

Οι Έλληνες που δεν ταυτίζονται απολύτως με το εθνοκε-ντρικό μοντέλο πρέπει να απομονωθούν. Οι διαδικασίες κοι-νωνικής ένταξης δεν ισχύουν για αυτούς.

Δεδομένων αυτών των ουσιαστικών στοιχείων που χαρα-κτηρίζουν τον τρόπο με τον οποίο προσδιορίζουν οι Έλληνες την εθνική τους ταυτότητα, γίνεται σαφές ότι οι τελευταίοι ε-λάχιστα έχουν επηρεαστεί μέχρι στιγμής από το στόχο της ευ-ρωπαϊκής ταυτότητας ή την τάση παγκόσμιας ομογενοποίησης των πολιτισμικών μοντέλων.

Οι σύγχρονοι Έλληνες δεν φαίνεται να θέλουν να λάβουν υπ' όψιν τους -σχετικά με τους τρόπους οργάνωσης της κοινω-νίας τους- το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία έλκει την ιστορι-κή της θεμελίωση από τη μορφή που είχε αποκτήσει από την περίοδο της βίαιης ενσωμάτωσής της στο γεωπολιτικό, οικονο-μικό και ιδεολογικό χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Αυτό σημαίνει ότι η σύγχρονη ελληνική κοινωνία δεν γνώ-ρισε τις μεγάλες ιστορικές μεταβολές που οδήγησαν τις άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες στην ανάδυση του καπιταλισμού και τη συγκρότηση των εθνικών κοινοβουλευτικών κρατών. Εκτός αυ-τού, η ελληνική κοινωνία απέκτησε τους κοινοβουλευτικούς της θεσμούς και τους αντιπροσωπευτικούς τρόπους άσκησης πολιτικής στο πλαίσιο ενός ιδεολογικού συστήματος αντιλή-ψεων, των οποίων το περιεχόμενο έχει διπλή προέλευση. Το ιδεολογικό υπόβαθρο μέσω του οποίου αντιλαμβάνονται και ενεργούν οι σύγχρονοι Έλληνες, μετά την Επανάσταση του 1821, αυτοπροσδιορίζονται, πρώτον, από ό,τι ονομάζεται ελλη-νική παράδοση, και, δεύτερον, από τις θεμελιώδεις ιδέες της συγκρότησης των εθνικών κρατών της Ευρώπης, οι οποίες ε-παναπροσδιοριζόμενες από τη Γαλλική Επανάσταση, έφτασαν ως την Ελλάδα και προσαρμόστηκαν στην ελληνική πραγματι-κότητα. Είναι, επίσης, γεγονός ότι ένα μέρος αυτού που ονομά-ζουμε παραδοσιακή ελληνική κυρίαρχη ιδεολογία είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ελληνική Ορθοδοξία41.

41 Βλ. Παπαρίζος Αντώνης, «Η ταυτότητα των Ελλήνων, τρόποι αυτο-

Page 116: vlachadi2

116

Η εθνική και ειδικότερα η πολιτισμική ταυτότητα της Ελλά-δας διακρίνονται από μία πολυμορφία, που έχει τις ρίζες της στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, ενώ έχουν υποστεί ποικίλους μετασχηματισμούς κατά τη διάρκεια της πορείας τους ανά τους αιώνες. Βέβαια, οι Έλληνες, τηρουμένων των αναλογιών, έχουν κατορθώσει να εμφυσήσουν μια αίσθηση κοινού τόπου στους ετερογενείς πληθυσμούς της νότιας Βαλκανικής και στους Έλ-ληνες της διασποράς. Συνενώνοντας διαφορετικές και δια-σκορπισμένες σε πολλά περιβάλλοντα κοινωνικές ομάδες, αν-θρώπους διαφόρων εθνικοτήτων, που προέρχονταν από άλλες γείτονες περιοχές, κοσμοπολίτικα κέντρα, εκκλησίες, μονα-στήρια ή την ύπαιθρο, οι οποίοι κάποτε αποτελούσαν τον οθω-μανικό ελληνισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κατόρθω-σαν να δημιουργήσουν ένα ενιαίο περιβάλλον για το Νεοελλη-νισμό. Παράλληλα, μέσω μιας γλώσσας σύγχρονης, παρήγα-γαν μια εθνική αφήγηση και δημιούργησαν έναν λογοτεχνικό κώδικα, στοιχεία απαραίτητα για την πανελλήνια ένωση.

Για μία περίοδο εκατό περίπου χρόνων, οι Νεοέλληνες βασί-στηκαν σε επιχειρήματα που σχετίζονταν με τη χρονική τους συνέχεια από την Αρχαία Ελλάδα ως το Βυζάντιο και το σύγ-χρονο κόσμο. Χρησιμοποίησαν το επιχείρημα της συνέχειας για να οριοθετήσουν μια επιθυμητή εδαφική επικράτεια. Η φιλο-λογία, η αρχαιολογία και η φιλοσοφία εξαίρουν την κλασική Ελλάδα ως τη λαμπρότερη στιγμή του Ελληνισμού, ενώ ο Νεο-ελληνισμός δρα εξ ορισμού στο σκοτάδι του παρόντος, έξω, δη-λαδή, από τη δύναμη και το μεγαλείο του παρελθόντος του. Γι' αυτό, πολλοί συγγραφείς, ένιωσαν την ανάγκη να απαντή-σουν, έμμεσα ή άμεσα, στην «ευρωπαϊκή συζήτηση κατά πόσο είμαστε -εμείς οι Έλληνες- απόγονοι των αρχαίων ή όχι». Συ-χνότερα, η απάντησή τους ήταν μια εκ νέου διατύπωση του σύγχρονου αινίγματος του Ελληνισμού: της διπλής του υπό-στασης, ως πολιτισμικού τόπου «τυφλού στη γεωγραφία» -που υπάρχει όπου ισχύουν οι ελληνικές αξίες- και ως σύγχρονης

προσδιορισμού και η επίδραση της ελληνικής Ορθοδοξίας», στο «Ε-

μείς» και οι «Άλλοι»- Αναφορά στις τάσεις και τα σύμβολα, Εθνικό Κέ-

ντρο Κοινωνικών Ερευνών, Τυπωθήτω, επιμέλεια Χρ. Κωνσταντοπού-

λου, Λ. Μαράτου-Αλιπράντη, Δ. Γερμανός, Θ. Οικονόμου, Αθήνα 1999,

σ.σ. 135-151.

Page 117: vlachadi2

117

γεωπολιτικής οντότητας, «οικοπέδου και αποικίας», που κατα-λαμβάνει το νοτιότερο και φτωχότερο σημείο του χάρτη της δυτικής Ευρώπης.

Ως τα τέλη του 18ου αιώνα, η προσπάθεια των Γερμανών, Γάλλων και Άγγλων λογίων είχε ως αποτέλεσμα να τυπωθούν όσα από τα έργα των Ελλήνων κλασικών συγγραφέων έχουν διασωθεί, μαζί με τις απαραίτητες φιλολογικές και λεξικογρα-φικές προσθήκες. Το τελευταίο τέταρτο του αιώνα, ένας μικρός αριθμός νέων ελληνόφωνων χριστιανών, οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν σπουδάσει ή ταξιδέψει έξω από τα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, απέκτησε πρόσβαση σε αυτό το παρελθόν. «Με υψηλό φρόνημα, χάρη στο φιλελληνισμό στα κέντρα του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού, ανέλαβαν τον «από-βαρβαρισμό» των νεότερων Ελλήνων, δηλαδή το μετασχηματι-σμό τους σε όντα αντάξια του Περικλή και του Σωκράτη.42»

Η Ελληνική Επανάσταση και ο αγώνας της απελευθέρωσης από τον τουρκικό ζυγό καλλιεργεί στη συνείδηση των Ελλήνων τη δημιουργία ενός νέου κράτους. Η εποχή αυτή διέπεται από το Κοραϊκό πρόταγμα της μετακένωσης ή της ευρωπαϊκής αε-ρογέφυρας προς την αρχαία Ελλάδα. Ο Αδαμάντιος Κοραής περιγράφει γλαφυρά τους πρώιμους οπαδούς του ελληνικού εθνικισμού, στον οποίο κυριαρχούσαν διανοούμενοι και επιχει-ρηματίες:

«Σε πόλεις που ήταν λιγότερο φτωχές, που είχαν κάποιους ευκατάστατους κατοίκους και μερικά σχολεία, και επομένως κάποια άτομα τα οποία μπορούσαν τουλάχιστον να διαβάσουν και να κατανοήσουν τους αρχαίους συγγραφείς, η επανάσταση ξεκίνησε νωρίτερα και μπόρεσε να απλωθεί πιο γρήγορα και πιο εύκολα. Σε κάποιες απ' αυτές τις πόλεις, υπάρχουν ήδη με-γαλύτερα σχολεία και έχει εισαχθεί σ' αυτά η μελέτη των ξέ-νων γλωσσών και ακόμη των επιστημών που διδάσκονται στην Ευρώπη (sic). Οι πλούσιοι χρηματοδοτούν την εκτύπωση βιβλί-ων που έχουν μεταφραστεί από ιταλικά, γαλλικά, γερμανικά και αγγλικά. στέλνουν με δικά τους έξοδα στην Ευρώπη νέους ανθρώπους που θέλουν να σπουδάσουν. δίνουν στα παιδιά

42 Βλ. Άντερσον Μπενεντίκτ, Φαντασιακές Κοινότητες - Στοχασμοί για

τις απαρχές και τη διάδοση του εθνικισμού, Νεφέλη, Αθήνα 1997, σ.

116.

Page 118: vlachadi2

118

τους μια καλύτερη εκπαίδευση, χωρίς να εξαιρούν τα κορίτσια.. »43.

Η ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, το 1828, χαρακτηρίστη-κε από την παρουσία μιας νεοελληνικής ταυτότητας, που α-ντλούσε τη νομιμοποίησή της από τις ρίζες του αρχαίου ελλη-νικού πολιτισμού, αποστασιοποιημένη από την επίδραση του Διαφωτισμού και των ευρωπαϊκών ιδεών. Έτσι, ως όνομα του νέου κράτους επιλέχθηκε το αρχαιοπρεπές «Ελλάς», αντί για το παραδοσιακό, βυζαντινής καταγωγής «Ρωμιοσύνη»264, ως επίσημη γλώσσα θεσπίστηκε η αρχαΐζουσα καθαρεύουσα και η πρωτεύουσα μετακινήθηκε από το Ναύπλιο στην αρχαία πρω-τεύουσα της κλασικής εποχής, την Αθήνα.

Την ίδια εποχή, όμως, που οι Έλληνες διέρχονταν μια ειδυλ-λιακή φάση στις σχέσεις τους με τους αρχαίους, με τον Φαλμε-ράυερ (Jacob Phillipp Fallmerayer, 1790-1861) το νεοελληνικό κράτος δέχεται την πρώτη κρίσιμη αμφισβήτησή του με το επι-χείρημα ότι, αφού το Βυζάντιο δεν διατήρησε στοιχεία του αρ-χαιοελληνικού πολιτισμού, δεν είναι ελληνικό ενώ η εγκατά-σταση των Σλάβων στην Ελλάδα διακόπτει τη φυλετική συνο-χή του γένους. Κατά συνέπεια, οι σύγχρονοι Έλληνες δεν μπο-ρούν να θεωρηθούν απόγονοι των αρχαίων αλλά αντιθέτως ανήκουν στη δεσποτική Ανατολή. Οι Έλληνες, λοιπόν, είναι έτοιμοι να αρχίσουν τον αντιφαλμεραϋερικό αγώνα. Δεν μπο-ρούσαν, όμως, να χρησιμοποιήσουν το ίδιο όπλο με τον αντί-παλό τους. Η απόδειξη της καθαρότητας, ακόμη και αν ήταν δυνατή -όσο εύκολη ήταν η απόδειξη της μη καθαρότητας- δεν θα κάλυπτε παρά μόνο ένα σκέλος του προβλήματος. Η αμφι-σβήτηση της καταγωγής σήμαινε συγχρόνως και αμφισβήτηση του ίδιου του λόγου ύπαρξης του ελληνικού κράτους και, πολύ περισσότερο, των όποιων ελληνικών δικαιωμάτων (πνευματι-κών ή εδαφικών) στο σώμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σήμαινε επίσης αμφισβήτηση της διόδου προς την Ευρώπη, που οι Έλληνες πίστεψαν ότι εξασφάλισαν με το κράτος τους.

Τρεις ήταν οι περιοχές που αναζητήθηκαν οι ελληνικές απο-δείξεις. Στην πρώτη και κύρια, το βάρος έπεσε στους ιστορι-

43 Βλ. Άντερσον Μπενεντίκτ, Φαντασιακές Κοινότητες - Στοχασμοί

για τις απαρχές και τη διάδοση του εθνικισμού, Νεφέλη, Αθήνα 1997,

σ.σ. 124-125.

Page 119: vlachadi2

119

κούς, οι οποίοι κλήθηκαν να αποκαταστήσουν την ελληνική ιστορική συνέχεια: Προκειμένου να αποδειχθεί ότι οι Αρχαίοι Έλληνες ήταν πρόγονοι των σύγχρονων χρειαζόταν να οικο-δομηθεί ένας ελληνικός κόσμος. Με τον τρόπο αυτό θα γινόταν αισθητή η παρουσία του ελληνικού έθνους στο πολιτικό, ιστο-ρικό και πολιτισμικό προσκήνιο44.

Η δεύτερη περιοχή ήταν το ίδιο το παρόν. Τώρα ήταν πιο ε-πιτακτική η ανάγκη για αναζήτηση της αρχαιότητας στα ήθη και τα έθιμα του λαού. «Τα ήθη και τα έθιμα, σε συνδυασμό με την παρουσία των αρχαίων μνημείων, αποκαλύπτουν μιαν ι-διότυπα αρχαΐζουσα πλευρά του παρόντος, ενισχύοντας την άποψη για τον «μυστηριώδη» χαρακτήρα των δεσμών ανάμεσα στους αρχαίους και τους νεότερους και δίνοντας μια χειροπια-στή μορφή στην οικοδομούμενη ελληνική ενότητα.»

Ο τρίτος και συντομότερος τρόπος σύνδεσης της σύγχρονης με την Αρχαία Ελλάδα ήταν η σύγκριση. Βασικός όρος σύγκρι-σης ορίστηκε το 1821, όπου οι Έλληνες ήταν σε θέση να απο-δείξουν έμπρακτα την ελληνική τους καταγωγή. Η αντίκρουση των απόψεων του Φαλμεράυερ πολύ νωρίς ξέφυγε από τα επι-στημονικά της πλαίσια και πέρασε στα χέρια πολιτικών, δημο-σιογράφων, ποιητών.

Για να αντικρούσει τις απόψεις του Φαλμεράυερ, ο μεγάλος ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1853) τροποποιεί το κοραϊκό πρόταγμα και από «ελληνικό» το μετατρέπει σε «ελληνοχριστιανικό». Ο Κ. Παπαρρηγόπουλος μαζί με τονΣπυρίδωνα Ζαμπέλιο (1852) αποκαθιστούν το Βυζάντιο ως α-ναπόσπαστο μέλος της ελληνικής ιστορίας και εξασφαλίζουν έτσι την ενότητα του Ελληνισμού μέσα στο χρόνο. Ο πρώτος, μάλιστα, θεωρεί την προσφορά του Βυζαντίου σημαντικότερη γιατί τότε ενοποιήθηκε πολιτικά ο Ελληνισμός. Η προτίμηση αυτή υποδηλώνει και την προσήλωσή του στη Μεγάλη Ιδέα, που υποσχόταν την ενότητα του Ελληνισμού μέσα στο χρό-νο267. Οι διαφορές ανάμεσά τους είναι πολλές λόγω των δια-φορετικών στάσεων και αντιλήψεων που επικρατούσαν στον περίγυρό τους. Ο χαρακτηριστικός αντιβυζαντινισμός που επι-

44 Σκοπετέα Ε., Το «Πρότυπο Βασίλειο» και η Μεγάλη Ιδέα: Όψεις του ε-

θνικού προβλήματος στην Ελλάδα (1830-1880), Πολύτυπο, Αθήνα 1988,

σ.σ 172-173.

Page 120: vlachadi2

120

κρατούσε στους κύκλους των λογίων της ηπειρωτικής Ελλάδας απουσιάζει από τα Επτάνησα (1830- 1840), αφού τα όρια του ελληνικού κράτους δεν φτάνουν μέχρι εκεί. Ο Ζαμπέλιος το μήνυμα ενότητας του μεσαιωνικού ελληνισμού το αναζητά στη νεοελληνική εθνότητα σε αντίθεση με τον Παπαρρηγόπουλο που το αναζήτησε στην ελληνική μοναρχία. Ο Ζαμπέλιος α-γκαλιάζει αυθόρμητα τον ελληνικό μεσαίωνα ενώ ο Παπαρρη-γόπουλος καταλήγει σε αυτόν μόνο μετά από αρκετή περιπλά-νηση: Στα 1846, έχοντας ήδη σημαντικό έργο πίσω του, δεν έχει εντοπίσει ακόμα στοιχεία ενότητας στο Βυζάντιο. Στα 1853 που εκδίδει την πρώτη μορφή της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, εντάσσει και το Βυζάντιο, υπό τον τίτλο: Το Ανατολικόν Ρωμα-ϊκόν Κράτος μεταβάλλεται εις κράτος ελληνικόν, αλλά μόλις 25 σελίδες σε σύνολο 180. Η διαδρομή που ο Παπαρρηγόπουλος διανύει από το 1853 ως το θάνατό του το 1891 μπορεί να φανεί από το έργο που δεν πρόλαβε να εκδώσει, Τα διδακτικότερα πορίσματα της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, όπου γίνεται ξεκάθαρη η ανατροπή της αρχικής ισορροπίας: 15 σελίδες για τον «αρχαίο ελληνισμό», 24 για τον «μακεδονικό ελληνισμό», 33 για το «χριστιανικό ελληνισμό», 226 για το «μεσαιωνικό ελ-ληνισμό». Πρόκειται, δηλαδή, για μία προσπάθεια των εκπρο-σώπων της ελληνικής διανόησης να διατρανώσουν την πολιτι-σμική και φυλετική συνέχεια του ελληνισμού από τους αρχαί-ους χρόνους ως την εποχή εκείνη.

Παρόλο που δεν υπήρχε λόγιος Έλληνας που να αμφισβητεί την ελληνική συνέχεια, επικρατούσε γενικά μια επιφυλακτικό-τητα να περιγραφεί η συνέχεια αυτή. Ένα ελληνικό Βυζάντιο ήταν βέβαια πολύτιμος κρίκος στην ελληνική πολιτισμική α-λυσίδα, χωρίς μάλιστα η αποκατάστασή του να συνεπάγεται καμιά ριζική αλλαγή στάσης απέναντι στην ίδια τη βυζαντινή παράδοση: δεν σήμαινε, π.χ. ότι οι λόγιοι θα έπαυαν να δυσα-νασχετούν για τη βυζαντινή μουσική και να επικροτούν την αντικατάστασή της από τη δυτικότροπη τετραφωνία. Ο σκοπός ήταν να αποκατασταθεί μεν το ελληνικό Βυζάντιο, χωρίς να όμως να ανακύψουν προβλήματα στον ιστορικό σύνδεσμο με την Ευρώπη κι αυτό ήταν το μείζον πρόβλημα.

Στο μονόπλευρο διάλογο με την Ευρώπη, η αμφισβήτηση της καταγωγής των Ελλήνων λειτούργησε διττά: ήταν όρος

Page 121: vlachadi2

121

πολύ σκληρός, ταυτόχρονα, όμως, και κίνητρο αυτογνωσίας. Οι Έλληνες ήταν αποφασισμένοι να ολοκληρώσουν την ένταξή τους στον πολιτισμένο κόσμο και συνεπώς χρειαζόταν να κα-ταβάλλουν ιδιαίτερη προσπάθεια για την εκπλήρωση του στό-χου τους. Η κοινωνική, οικονομική, πολιτική, πνευματική εξέ-λιξη του ελληνικού κράτους από την ίδρυσή του, μπορούσε να εξιδανικευθεί μόνο αναφορικά με την αντιμετώπιση της προ-κατειλημμένης άγνοιας ή δυσμένειας των Ευρωπαίων για την ελληνική πραγματικότητα. Δεν ήταν μόνο οι Ευρωπαίοι που έβλεπαν με σκεπτικισμό την πορεία της Ελλάδας, αλλά και οι ίδιοι οι Έλληνες. Εκείνοι που υπερασπίζονταν το ελληνικό ό-νομα, δεν είχαν λόγους να κάνουν κάτι τέτοιο μέσα στα όρια της Ελλάδας. γιατί για τους υπόλοιπους συμπατριώτες τους δεν αποτελούσαν τίποτα παραπάνω από την εκάστοτε πολιτι-κή και πνευματική ηγεσία του τόπου, η οποία πάσχιζε να εξα-σφαλίσει τη θέση και τη μελλοντική της πορεία. «Στο δικό της ενεργητικό ήταν που εγγραφόταν κάθε συγκεκριμένο επίτευγ-μα των Ελλήνων και έμμεσα ή άμεσα από αυτή κρεμόταν ηπροσδοκώμενη αίσια τροπή των ελληνικών πραγμάτων.»

Τότε αρχίζει να αναδύεται το όραμα της Μεγάλης Ιδέας -μεκύριο εκφραστή τον Ιωάννη Κωλέττη- που προσδιορίζεται στο πολιτικό πεδίο στο πλαίσιο της αναβίωσης της Βυζαντινής Αυ-τοκρατορίας με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, ενώ στο πολιτισμικό προσδιορίζεται στον «εκπολιτισμό της Ανατολής», ολοκληρώνοντας έτσι την εκστρατεία εκπολιτισμού που είχε αρχίσει αιώνες πριν με τον εκπολιτισμό της Δύσης. Η Μεγάλη Ιδέα βρήκε ευρύτερη απήχηση στις λαϊκές μάζες, καθώς δια-πνεόταν από ένα δυνατό εθνικιστικό μήνυμα, το οποίο καλ-λιέργησε στους Έλληνες το αίσθημα του «συνανήκειν» και την αφοσίωση στο εθνικό ιδεώδες45.

Τρεις ήταν οι διαδοχικές φάσεις στις ερμηνείες που γνώρισε η Μεγάλη Ιδέα το 19ο αιώνα. Στην πρώτη φάση, η Κωνσταντι-νούπολη λειτουργεί ως εθνικό κέντρο και το κυρίαρχο όραμα είναι η Ανατολική η Ελληνική Αυτοκρατορία. Στη δεύτερη, την

45 Βερέμης Θ., «Κράτος κ α ι Έθνος στην Ελλάδα: 1821-1912» στο Ελληνισμός

και Ελληνικότητα- Ιδεολογικοί και Βιωματικοί Άξονες της Νεοελληνικής

Κοινωνίας, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1983, Γ' έκδοση 1998, σ.σ.

59-67.

Page 122: vlachadi2

122

οποία επισημοποιεί η έλευση του Γεωργίου και Ένωση των Ε-πτανήσων με την Ελλάδα, καθιερώνεται ως εθνικό κέντρο η Αθήνα και επιδίωξη η επέκταση των ελληνικών συνόρων. Στην τρίτη, που έρχεται γύρω στα 1870, γίνεται προσπάθεια συμβι-βασμού των δύο κέντρων, πίσω από το σχήμα του ελληνοθω-μανισμού. Οι αντίστοιχες κρίσεις που ταλανίζουν το Βασίλειο στην καθεμιά απ' αυτές τις φασεις είναι ο Κριμαϊκός Πόλεμος, η Κρητική Επανάσταση και η κρίση του 1875-1878.

Η ρομαντική έννοια του «έθνους», ως φυλετική ενότητα, ταυτίστηκε με την υλοποίηση του μοναδικού ιστορικού πεπρω-μένου του ελληνικού λαού. Ένα πεπρωμένο που στο πολιτικό επίπεδο προσδιορίστηκε ως η «Μεγάλη Ιδέα», ως η επανάκτηση δηλαδή της επικράτειας του Βυζαντίου με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, ενώ στο πολιτισμικό προσδιορίστηκε στον «εκπολιτισμό της Ανατολής», ολοκληρώνοντας έτσι τον εκπο-λιτισμό του κόσμου που είχε αρχίσει αιώνες πριν με τον εκπο-λιτισμό της Δύσης.

Οι φιλέλληνες, οι οποίοι θεωρούσαν την Ελλάδα ως πρόγονο της σύγχρονης Ευρώπης, είχαν υιοθετήσει την εθνοκεντρική διάκριση των αρχαίων Ελλήνων ανάμεσα στην απολίτιστη και δεσποτική Ανατολή και στην πολιτισμένη και φιλελεύθερη Δύ-ση. Η διάκριση αυτή χρησιμοποιήθηκε ως μομφή προς κάθε «ανατολικό» στοιχείο που λειτουργούσε ανασταλτικά για την πορεία της Ελλάδας. «Η ευρωπαϊκή αντίληψη για την Ελλάδα ως μία ακαθόριστη μεθοριακή γραμμή ανάμεσα στην Ευρώπη και τη μη-Ευρώπη, ως έναν τόπο αμφίβολης ταυτότητας.

Για όλον τον υπόλοιπο 19ο αιώνα, η ελληνική κοινωνία ι-σορροπούσε σε μια λεπτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην εξάρτησή της από την αναγνώριση και αποδοχή των σημαντι-κών ευρωπαϊκών χωρών και τη διακήρυξη της μοναδικής της πολιτισμικής της αποστολής. Την ίδια στιγμή που το νομικό και εκπαιδευτικό σύστημα οργανώθηκε σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, ολοένα και περισσότεροι πίστευαν ότι πρότυπο και οδηγός του νέου κράτους έπρεπε να είναι οι αρχαίοι ή το Βυζά-ντιο. Η ελληνική πραγματικότητα συγκροτήθηκε πάνω σε ένα ιδεολογικό δίπολο, όπου από τη μία βρισκόταν ο εξευρωπαϊ-σμός και ο εκσυγχρονισμός και από την άλλη ο μεγαλοϊδεατι-σμός και ο αυτοχθονισμός.

Page 123: vlachadi2

123

Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η Αθήνα, η Ακρόπολη και άλλες κλασικές τοποθεσίες, σύμβολα της θετικής στάσης των Ευρωπαίων απέναντι στον Ελληνισμό, συνιστούσαν μία μόνο κατηγορία των στοιχείων που καθόριζαν την ταυτότητα των Νεοελλήνων. Η Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της Ανατο-λικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ήταν σημαντικότερο ορόσημο για τους ελληνόφωνους Ορθόδοξους Χριστιανούς που ζούσαν διάσπαρτοι στα Βαλκάνια, σε επαρχίες του Δούναβη, στη Μι-κρά Ασία, στην Ανατολία και στις ακτές της Μαύρης Θάλασ-σας. Η Κωνσταντινούπολη αναδείχθηκε σε σύμβολο μιας φα-νταστικής πανελλήνιας ένωσης, που ορθώθηκε πάνω στο κοι-νό έδαφος της ελληνικής γλώσσας και της Ορθόδοξης πίστης, σε αντιδιαστολή με τη Δυτική (Λατινική) Χριστιανοσύνη. Αθή-να και Κωνσταντινούπολη χρησιμοποιήθηκαν ως εμβλήματα της προγενέστερης ενότητας στην εθνικιστική επιχειρηματο-λογία πως οι Έλληνες συνιστούν ένα έθνος, όπως ακριβώς και στο παρελθόν. Η αναβίωση του αρχαίου καθώς και του βυζα-ντινού Ελληνισμού εξακολουθούσε να αποτελεί για τους Έλ-ληνες μια προϋπόθεση για την αναγέννηση και την ανάπτυξη του σύγχρονου κράτους τους. Οι Έλληνες είχαν επανειλημμέ-να υποστηρίξει ότι ο πολιτισμός τους θα μπορούσε να αναπτυ-χθεί φυσιολογικά και να ακμάσει μόνο μέσα στα όρια της γεω-γραφικής έκτασης που πήγαζε ιστορικά από τα δύο αυτά ση-μεία προέλευσης

To πρώτο μισό του 20ου αιώνα, «τόσο η ελληνική όσο και η ευρωπαϊκή πολιτισμική συνείδηση διαμορφώνονται στο πλαί-σιο δύο βασικών εξελίξεων: Αφενός, του μοντερνισμού, που δι-ατρέχει και επηρεάζει όλο το φάσμα των τεχνών. Αφετέρου, των πολιτικο-ιδεολογικών συγκρούσεων που κορυφώνονται στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, οδηγώντας στη διάλυση των αποικιοκρατικών αυτοκρατοριών και στη διαμόρφωση των σημερινών εθνικών συνόρων εντός της Ευρώπης»46.

«Έντονη είναι η εθνική έξαψη που διακατέχει την ελληνική εξαιτίας της εμπλοκής της σε πολέμους (Ελληνοτουρκικός

46 Πασχαλίδης Γ. Χαμπούρη- Ιωαννίδου Αικ., Οι διαστάσεις των πολιτι-

στικών φαινομένων, τόμος Α, ΕΑΠ, Πάτρα 2002, κεφ. 3 «Ο Ελληνικός

Πολνπσμός και η σχέση του με τον Ευρωπαϊκό και τον Παγκόσμιο»,

σ.166.

Page 124: vlachadi2

124

1987, Βαλκανικοί 1912-1913, Α' Παγκόσμιος Πόλεμος 1916-1917,Μικρασιατική εκστρατεία 1920-1922) με στόχο την αποκατά-σταση του εθνικού χώρου στα όρια του Βυζαντινού κράτους. Το ναυάγιο, όμως, της «Μεγάλης Ιδέας» και της «εκπολιτιστικής αποστολής» της Ελλάδας στην Ανατολή καθώς και ο «εθνικός διχασμός», προκάλεσαν ένα επώδυνο αίσθημα εθνικής αποτυ-χίας.»

«Η πνευματική ζωή στην Ελλάδα αυτήν την περίοδο ταράσ-σεται από μια νέα εκδοχή της ίδιας βασικής σύγκρουσης που τη δίχασε και τον προηγούμενο αιώνα, εκείνη, δηλαδή, ανάμεσα σε μια εσωστρεφή και ρητά αντι-δυτική έμφαση στην εθνική παράδοση και σε μια εξωστρεφή τάση σύνδεσης με και συμμε-τοχής στα ευρωπαϊκά ρεύματα σκέψης και τέχνης. Κατά συνέ-πεια, οι περισσότεροι από τους καλλιτέχνες που εμπνέονταν από τον μοντερνισμό συνδύασαν τις νεωτερικές ιδέες και ανα-ζητήσεις τους με στοιχεία της αρχαίας και της λαϊκής παράδο-σης, παράγοντας έτσι μια αισθητική μετριοπαθή και συνειδητά 'εξελληνισμένη' εκδοχή μοντέρνας τέχνης. Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της εκδοχής αυτής ήταν στη μουσική ο Καλομοί-ρης, στην αρχιτεκτονική οι Πικιώνης και Μητσάκης, στη ζω-γραφική οι Παρθένης, Τσαρούχης και Χατζηκυριάκος-Γκίκας και στη λογοτεχνία οι Ελύτης, Σεφέρης και Θεοτοκάς.»

Η μεταστροφή του ιδεολογικού υπόβαθρου της ελληνικής κοινωνίας συντελείται μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922. Ο αρχικός στόχος της επέκτασης του ελληνικού κράτους στα όρια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας δεν στέφεται με επι-τυχία και το όραμα της Μεγάλης Ιδέας -της Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών- σε συνδυασμό με την «εκ-πολιτιστική πολιτική» της χώρας στην Ανατολή ναυαγούν. Χα-ρακτηριστικό της εποχής είναι η επανεμφάνιση του διπολισμού που εκπροσωπεί, από τη μία, τη φιλελεύθερη και, από την άλ-λη, τη συντηρητική πλευρά και διχάζει τους πνευματικούς αν-θρώπους του τόπου. Η πρώτη συνηγορεί υπέρ του καταλυτικού ρόλου του ελληνικού πολιτισμού στην οικοδόμηση του ευρωπα-ϊκού, οδηγώντας τον στο αποκορύφωμα της ακμής του, και η δεύτερη είναι προσκολλημένη στα ιδεώδη του λαμπρού εθνι-κού παρελθόντος και τα στερεότυπα της ελληνικής παράδοσης, απορρίπτοντας οποιαδήποτε σχέση και συμμετοχή στα ευρω-

Page 125: vlachadi2

125

παϊκά δρώμενα.Πρόκειται, λοιπόν, για έναν πολιτισμικό εθνικισμό των Ελ-

λήνων λογίων που ξεκίνησε από το 18ο αιώνα και αποτέλεσε το βασικό πολιτισμικό πρόταγμα της γενιάς του '30. Η κυρίαρ-χη ιδέα είναι ότι ο ελληνικός πολιτισμός μπορεί να διαδραμα-τίσει έναν καταλυτικό ρόλο στο σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτι-σμό, καθώς αποτελεί τη φυσική συνέχεια του αρχαίου ελληνι-κού ιδεώδους. Όλη αυτή η σύγκρουση ανάμεσα στην παράδοση και το μοντερνισμό ήταν άμεσα συναρτημένη με τις ιδεολογι-κο-πολιτικές συγκρουσιακές καταστάσεις της εποχής. Η συ-ντηρητική πλευρά πρότεινε μια στατική σύλληψη της ελληνι-κότητας, βασισμένη στα πρότυπα της παράδοσης και στην εξι-δανίκευση του παρελθόντος, ενώ η φιλελεύθερη πλευρά τόνιζε τη δυναμική σύλληψή της ως μια διαρκή εναλλασσόμενη πραγματικότητα. Το καίριο και αγωνιώδες ερώτημα που κυρι-αρχεί στην πνευματική και πολιτική ζωή της Ελλάδας αφορά την πολιτισμική ταυτότητα του Ελληνισμού .

Τρεις μεγάλες πνευματικές φυσιογνωμίες των αρχών του 20ου αιώνα, ο Γιάννης Ψυχάρης (1854-1929), ο Ίων Δραγούμης (1878-1920) και ο Περικλής Γιαννόπουλος (1869-1910), έγιναν εκφραστές της υπέρβαση από το ιδανικό του ταπεινού έθνους στο όραμα ενός υπερβατικού τόπου. Σε συμπλήρωση της Με-γάλης Ιδέας, του νέο-βυζαντινού οράματος της ανάκτησης των χαμένων πατρίδων, που δίνει έμφαση στην ιστορία, τη γεω-γραφία και την πολιτική, ο Ψυχάρης και ο Δραγούμης -που δεν ήταν αντίθετοι στη Μεγάλη Ιδέα-διερεύνησαν τα αποθέματατου ελληνικού ομιλούμενου πολιτισμού, ως ενός σπουδαίου ερ-γαλείου χρήσιμου για την επέκταση. Συγκεκριμένα, ο Δραγού-μης υποστήριζε ότι «δημιουργός του κράτους πάλι το έθνος εί-ναι, το έθνος ολάκερο, και το έθνος πλάθει το κράτος για τους σκοπούς του έθνους, για να μπορέσει ανενόχλητα και σίγουρα να βγάλει σύσσωμο τον πολιτισμό του, να πετάξει το λουλούδι του».

Μια δεύτερη σημαντική στροφή προς την υπερβατικότητα σημειώθηκε από το Δεκέμβριο του 1944 ως τον Οκτώβρη του 1949, στα χρόνια του εμφυλίου. Τώρα, η πολιτισμική αποστολή της διάδοσης της ανωτερότητας του Ελληνισμού, ως ενός φύ-λακα αρκετών αξιών της Δύσης, υπερβαίνει πλήρως την κατα-

Page 126: vlachadi2

126

δικασμένη εξωτερική πολιτική τής επέκτασης των συνόρων της χώρας με σκοπό να περιλάβουν αυτά την εδαφική επικράτεια του έθνους. Καθώς οι Έλληνες εγκατέλειπαν τα αρχικά τους σχέδια να ανακτήσουν περιοχές στα νότια Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία, στις οποίες οι ελληνόφωνοι Ορθόδοξοι αποτελού-σαν κάποτε πλειονότητα, άρχισαν να σχεδιάζουν ένα διαφορε-τικό χάρτη του Ελληνισμού κάτω από σύμβολα δικής τους έ-μπνευσης -ελληνικός Ελληνισμός, Νεοελληνισμός, Ελληνικό-τητα.

Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1949 και του 1950, κα-θώς οι Έλληνες διανοούμενοι έχασαν κάθε ελπίδα να επεκτα-θούν τα γεωγραφικά όρια του κράτους τους, να απελευθερωθεί το «αλύτρωτο» έθνος ή να ενωθούν πολιτικά, εγκατέλειψαν επίσης το ελληνικό κράτος για έναν υπερβατικό Ελληνισμό. Τοποθέτησαν την παράδοση, ένα σώμα της λογοτεχνίας και της τέχνης που αποτελεί την καλύτερη έκφραση της αυτόχθο-νης αισθητικής, στον ορίζοντα του τοπίου. Αυτό το «σχεδόν αφανές προϋπάρχον πλαίσιο» έγινε τελικά ο τόπος του Ελλη-νισμού, από τον οποίο έμελλε να αντλήσει την καταγωγή του ο σύγχρονος πολιτισμός.

Η μεταπολεμική εποχή κυριαρχείται από την επικράτηση του συντηρητικού ρεύματος, όπου, όντας υπέρμαχο της εθνικι-στικής ιδεολογίας, ευνοεί, από κοινού με την αριστερή ιδεολο-γία του λαϊκισμού, την προγονολατρεία και την πολιτισμική εσωστρέφεια. Καταλήγουμε, έτσι, σε έναν «πολιτισμικό εθνικι-σμό»291 συνδυασμένο με μία αντίδραση εναντίον του σύγχρο-νου ευρωπαϊκού πνεύματος και γενικά του εκμοντερνισμού. Το καθεστώς της απριλιανής δικτατορίας (1967-1974) επανέλαβε ουσιαστικά την προγονολατρική ρητορική του Μεταξά, ανα-λαμβάνοντας αυτόκλητα την «αποστολή υπεράσπισης των παραδοσιακών αξιών του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού από τις δυτικές και κοσμικές επιδράσεις που ακολούθησαν τη ρα-γδαία κοινωνική και οικονομική αλλαγή της μεταπολεμικής περιόδου».

Την τελευταία εικοσιπενταετία, η ελληνική κοινωνία έχει γίνει δέκτης ποικίλων μετασχηματισμών, οι οποίοι ενισχύονται μετά την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, το 1981. Την περίοδο αυτή, η πορεία της χώρας προς την ευρωπαϊ-

Page 127: vlachadi2

127

κή ολοκλήρωση αμφιταλαντεύεται και συμπυκνώνεται ανάμε-σα σε δύο ρήσεις: στο «Ανήκομεν εις τη Δύσην» του Κωνστα-ντίνου Καραμανλή και στην παράφραση αυτού, το «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» του Ανδρέα Παπανδρέου. Οι φράσεις αυτές αντικατοπτρίζουν τα αντικρουόμενα ιδεολογικά ρεύμα-τα της εποχής και επηρεάζουν για ένα μεγάλο χρονικό διάστη-μα τις πολιτικές εξελίξεις.

4.2. Το ερώτημα του πολιτισμικού αφελληνισμού

Στις μέρες μας, ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης υποδέχτηκε με θετικά σχόλια την είσοδο της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, ερμηνεύοντας, μάλιστα, ως αυτο-νόητη την έκβαση αυτή, αφού η Ελλάδα αποτελεί το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Παράλληλα, το συγκεκριμένο γεγο-νός έγινε αποδεκτό με εγκαρδιότητα, μια και σήμανε το εναρ-κτήριο λάκτισμα για τον οικονομικό εκσυγχρονισμό του κρά-τους, σηματοδοτώντας την εναρμόνιση με τους ευρωπαϊκούς ρυθμούς ανάπτυξης, όχι σε μία Ευρώπη δύο ταχυτήτων αλλά σε μία Ευρώπη ισότιμων εταίρων.

Η στάση των Ελλήνων σε ό,τι αφορά στην εθνική ή την ευ-ρωπαϊκή ταυτότητα και κατά συνέπεια τη συμμετοχή της χώ-ρας τους στην Ε.Ε. είναι αξιοσημείωτα αντιφατική. Όπως δια-φαίνεται από τα στοιχεία των ερευνών του Ευρωβαρόμετρου που δημοσιεύτηκαν από το 1981 και μετά, η στάση των Ελλή-νων σχετικά με την προσχώρηση της χώρας τους στην Ε.Ε άλ-λαξε, περνώντας από μία μάλλον αρνητική αντιμετώπιση σε μία εξαιρετικά θετική.

Ένας άλλος καθοριστικός παράγοντας στη βάση αυτής της αξιοσημείωτης αλλαγής της κοινής γνώμης είναι το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση εγκατέλειψε το 1985 την αντιφατική και συχνά αρνητική στάση του απέναντι στην Ε.Ε., για να προ-ωθήσει μία πολιτική σαφέστατα υπέρ της Ε.Ε.. Σταδιακά, οι ι-δεολογικές αντιπαραθέσεις του παρελθόντος μειώθηκαν. Στο σύνολο του πολιτικού φάσματος, μόνον το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος (ΚΚΕ) εξακολούθησε να αντιτίθεται στην προ-σχώρηση. Επιπλέον, μία μερίδα των οπαδών του ΠΑΣΟΚ δυ-σκολεύεται να αποδεχτεί την πολιτική στροφή του κόμματός

Page 128: vlachadi2

128

τους και τους περιορισμούς που τίθενται σε κάποιες πολιτικές αποφάσεις λόγω της συμμετοχής στην Ε.Ε..

Η κρίση στα Βαλκάνια μετά τη διάλυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, οι διαφορές μεταξύ Ελλάδας και του πρόσφατα ανακηρυχθέντος κράτους στα βόρεια με την ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονί-ας, καθώς και οι αντικρουόμενες πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης μαζί με την καθημερινή αναμόχλευση από πλευ-ράς των μέσων μαζικής ενημέρωσης των «απειλητικών» εντά-σεων και των πραγματικών ή φανταστικών «κινδύνων», ανα-ζωπύρωσαν τον εθνικιστικό λόγο και δημιούργησαν ένα κλίμα εθνικού «άγχους» που διήρκησε για περισσότερο από τρία χρό-νια. Οι παλιές διαμάχες με την Τουρκία ενίσχυσαν αυτές τις τάσεις. Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως η εθνικιστική συνταγή που χρησιμοποίησαν σχεδόν όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης συνέδραμαν στη δημιουργία ψευδαισθήσεων, συναισθηματικής φόρτισης, αρνητικών ή επιθετικών στάσεων σε ότι αφορά στην αποδοχή των αλλοδαπών και ειδικά της ένταξής τους και ότι, τελικά, αυτή η συνταγή ενίσχυσε μία αμυντική, εσωστρεφή τά-ση άρνησης ο,τιδήποτε δεν είναι ελληνικό. Ωστόσο, παρά τις όποιες διεθνείς συγκυρίες, οι Έλληνες δεν εμφανίζονται ιδιαί-τερα ανήσυχοι σχετικά με την απώλεια της εθνικής τους ταυ-τότητας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ε-νοποίησης. Έξι στους δέκα ερωτηθέντες θεωρούν ότι η εθνική ταυτότητα μπορεί να συνυπάρξει με την ευρωπαϊκή.

Παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις όμως, δεν λείπουν οι φωνές διαμαρτυρίας, οι οποίες δεν σταματούν να τονίζουν με έμφαση τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το έθνος μας, καθώς η συμμετοχή μας στην Ενωμένη Ευρώπη ισοδυναμεί με απώλεια της πολιτισμικής μας ταυτότητας, με άμεση συνέπεια τον «α-φελληνισμό» και τον «εξευρωπαϊσμό» μας. Με δεδομένο ότι οι σχέσεις της Ελλάδας και της Ευρώπης ήταν διαρκώς σχέσεις παρεξηγήσεως, αλληλοθαυμασμού και αλληλοδυσπιστίας, οι φωνές αυτές υποστηρίζουν πως οι Δυτικοευρωπαίοι ουδέποτε χώνεψαν το γεγονός ότι ολόκληρος ο ευρωπαϊκός πολιτισμός προήλθε από τον Ελληνισμό και στηρίχθηκε στον Ελληνισμό, ενώ αυτοί «παράδερναν στο σκοταδισμό του Βατικανού, το ο-ποίόν στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου στην απόκρυψι και στην κατα-

Page 129: vlachadi2

129

δίκη της Αρχαιοελληνικής Γνώσεως. »47.Με τις φωνές αυτές συντάσσεται και ο Αρχιεπίσκοπος Χρι-

στόδουλος, ο οποίος υποστηρίζει ότι φυσικά η ολοκλήρωση της Ε.Ε. δεν είναι λάθος, είναι όμως επικίνδυνη. Και προσθέτει ότι «τώρα που οι εθνικές ταυτότητες είναι μοιραίο και αναμενόμε-νο να καταρρεύσουν πρέπει να δούμε τι θα κάνουμε, ώστε ο Ελληνισμός να μην τις ακολουθήσει στην εξαφάνιση. Σήμερα ο Ελληνισμός κινδυνεύει να απορροφηθεί μέσα στην ευρωπαϊκή χοάνη. Ο μόνος τρόπος να σωθεί είναι να απορροφήσει. Στη νέα πραγματικότητα που δημιουργείται υπάρχουν μόνο δύο δυνατότητες, δύο ρόλοι: ο ρόλος του σφουγγαριού που απορ-ροφά και ο ρόλος του νερού που απορροφάται. Για να επιβιώσει σήμερα ένας λαός πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις:

α) να έχει πληθυσμιακό όγκο, β) να είναι φορέας μεγάλης ισχύος και γ) να είναι κέντρο πρότυπης κουλτούρας. Ο Ελληνισμός ε-

πεβίωσε, μολονότι ζούσε από 15 αιώνων μέσα σε πολυε-θνικούς κρατικούς οργανισμούς, επειδή ακριβώς εκάλυ-πτε την τρίτη προϋπόθεση: ήταν το κέντρο μιας κουλτού-ρας που την ήθελαν και την χρειάζονταν και οι άλλοι λαοί. Σήμερα όμως;

Ο Νέος Ελληνισμός δεν έχει τη δύναμη να σταθεί ισότιμα πλάι στον αρχαίο και στον βυζαντινό πρόγονό του. Σήμερα πρέπει να καταλάβουμε ότι η μοναδική μας δυνατότητα επιβί-ωσης είναι να ξαναγίνουμε φορείς μιας ιδιαίτερης πνευματικό-τητος, χρήσιμης και σε μας και στους άλλους λαούς, πρότυπης και δημιουργικής. Δεν έχουμε μέλλον αν απλώς συνεχίσουμε να δείχνουμε τον Παρθενώνα ή τις ωραίες ακρογιαλιές μας. Δεν έχουμε δυνατότητες ούτε πληθυσμιακής υπεροχής ούτε άλλου είδους ισχύος. Τέτοιες δυνατότητες άλλωστε δεν είχαμε ποτέ στην ιστορία μας. Ενα μόνο γνωρίζαμε: ήμασταν φορέας πνεύματος. Σε όλους τους άλλους τομείς είμαστε πίθηκοι της Ευρώπης. Στο πνεύμα υπήρξαμε οι δάσκαλοί της. Μόνο η Εκ-κλησία είναι σε θέση να δώσει στον Έλληνα τη νέα ταυτότητά του, που θα έχει πνευματικό χαρακτήρα και ταυτόχρονα θα

47 Βλ. Δενδρινός Ανδρέας, Ελλάδα και Ευρώπη, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα

1998, σ. 51.

Page 130: vlachadi2

130

τον κρατά, με βάση την ελληνορθόδοξη παράδοση, ως ιδιαίτε-ρη οντότητα Γένους, με το κοινοτικό πνεύμα που είναι η καρδιά της Εκκλησίας μας... Η Εκκλησία πρέπει να καταλάβει ότι ο απομονωτισμός, οι περιχαρακώσεις, που κάποτε περιέσωσαν τον πολιτισμό μας, σήμερα συνιστούν μεθόδους εθνικής κατα-στροφής. Δεν θα πρέπει η Εκκλησία να απομονώσει τον Έλλη-να από την Ευρώπη, ούτε όμως και να τον παραδώσει σε αυ-τήν48.»

Η στάση των Ελλήνων απέναντι στο εννοιολογικά «διαφο-ρετικό» επηρεάζεται αρνητικά σε περιόδους κοινωνικής και οι-κονομικής κρίσης, καθώς και σε περιόδους σημαντικών εξελί-ξεων, τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η αξιόλογη αύξηση του αριθμού των μεταναστών και των πολιτικών προ-σφύγων από το 1988 και μετά μετέτρεψε την Ελλάδα από χώρα με μεγάλο ποσοστό μετανάστευσης σε χώρα υποδοχής μετα-ναστών και αιτούντων πολιτικού ασύλου, δίχως την παροχή της απαραίτητης υλικής και θεσμικής υποδομής. Τη μετέτρεψε επίσης από χώρα με υψηλό ποσοστό εθνικής ομοιογένειας στις περισσότερες περιοχές, σε μία χώρα όπου οι αλλοδαποί (νόμι-μοι και παράνομοι) έχουν εγκατασταθεί σε ολόκληρη την εθνι-κή επικράτεια και μπορεί να διαταράξουν σε κοινωνικό επίπε-δο τη δεδομένη ασφαλή ισορροπία (πρωταρχικά στην επαρχία), επηρεάζοντας κατά συνέπεια τη στάση και συμπεριφορά των Ελλήνων.

Πριν το τεράστιο μεταναστευτικό ρεύμα κατακλύσει την ελ-ληνική πραγματικότητα, οι Έλληνες τηρούσαν γενικά μια αό-ριστα φιλελεύθερη στάση απέναντι στους μετανάστες. Αυτή η μεγάλη ανεκτικότητα υπερίσχυε παρά το γεγονός ότι τέτοιου είδους φιλελεύθερες αντιλήψεις έρχονταν συχνά σε αντίφαση με τις εθνοκεντρικές προκαταλήψεις του εθνικού «εαυτού». Οι ξένοι γίνονταν αποδεκτοί εφόσον η παρουσία τους δεν έθετε υπό αμφισβήτηση τις προσωπικές σχέσεις, τις εργασιακές σχέ-σεις, τα ήθη ή τα έθιμα. Αναπτύχθηκε μια γενικότερη αδιαφο-ρία και ανεκτικότητα σε ό,τι αφορά στις διαφορές πολιτισμού, συνηθειών και συμβολικών ταυτοτήτων.

Η μαζική εμφάνιση μεταναστών και προσφύγων προκάλεσε

48 Βλ. Άρθρο του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου «Ο Ελληνισμός και η Ευ-

ρώπη», Το Βήμα, 19/1/1997

Page 131: vlachadi2

131

όμως μια ταχύτατη ιδεολογική μεταστροφή. Μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι η πρότερη ανεκτικότητα απέναντι στους ξένους στηριζόταν περισσότερο σε μια αδιαφορία ή άγνοια, παρά σε μια ευαισθησία σε ό,τι αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα ή σε βαθύτερους δεσμούς με διαφορετικά πολιτισμικά πρότυπα. Ωστόσο, το σημερινό φαινόμενο της ξενοφοβίας αποτελεί μάλ-λον περισσότερο αντίδραση απέναντι στις συγκυρίες και σε μία διάχυτη κοινωνικο-οικονομική ανασφάλεια, παρά μια σταθερή αλλαγή ιδεολογίας και συμπεριφοράς.

Η μισαλλοδοξία απέναντι στους ξένους εντάθηκε από το 1990 μέχρι το 1993 Το ποσοστό των Ελλήνων που θεωρούσε υ-περβολική την παρουσία των μεταναστών διπλασιάστηκε, περνώντας από 29% σε 57%. Επιπλέον, 31% δήλωνε ότι δεν θα πρέπει να επιτραπεί σε καμία περίπτωση μεταναστευτικό ρεύ-μα από την Ανατολική Ευρώπη, ενώ 57% υποστήριζε ότι θα έ-πρεπε να επιτραπεί αποκλειστικά με περιορισμούς301. Τέλος, η αυξημένη ξενοφοβία αντικατοπτρίζεται από το γεγονός ότι σε διάστημα δύο ετών, από το 1990 έως το 1992, ο αριθμός των α-τόμων που θεωρούσαν ότι (με εξαίρεση τους πολίτες της Ε.Ε.)τα δικαιώματα των αλλοδαπών θα πρέπει να περιοριστούν πέ-ρασε από το 27% στο 35%, ενώ το 19% δήλωνε ότι δεν επιθυ-μούσε η Ελλάδα να φιλοξενεί αιτούντες πολιτικού ασύλου.

Για πολλούς από τους εκπροσώπους της πολιτικής και της διανόησης αλλά και για ένα μεγάλο τμήμα της Εκκλησιαστι-κής Ιεραρχίας, η Ελλάδα είναι μία χώρα που σταδιακά μεταλ-λάσσεται σε επαρχία της Ευρώπης, χωρίς να υπάρχει συνειδη-τοποίηση από τις ηγετικές ομάδες ότι η μακραίωνη ιστορική διαδρομή του Ελληνικού Έθνους υπάρχει φόβος να καταλήξει σε μια ευημερούσα αποικία καταναλωτών με εξαφάνιση των πολύτιμων ιδεωδών που συγκροτούν διαχρονικά την ιστορική ταυτότητα του ελληνικού πολιτισμού. Όπως τονίζουν, μπροστά σε αυτές τις αλλοτριωτικές επιρροές ο ελληνισμός είναι πλέον ανυπεράσπιστος και κινδυνεύει με αφανισμό. Δεν διστάζουν, μάλιστα, να μιλούν για απορρόφηση της νεοελληνικής εθνικής ιδιαιτερότητας μέσα σε μια ευρύτερη κοινότητα, την ευρωπαϊ-κή. Η δε ελληνική ταυτότητα θα παραμείνει μια απλή γλωσσι-κή και πολιτισμική ιδιαιτερότητα στο πλαίσιο του νέου ευρω-παϊκού imperium.

Page 132: vlachadi2

132

Οι «Κασσάνδρες» της Ελλάδας επισείουν τον κίνδυνο εξα-φάνισης του ελληνικού στοιχείου μέσα στην ευρωπαϊκή παν-σπερμία. Κινδυνεύουμε, δηλαδή, να χάσουμε την ταυτότητά μας ή τη θρησκεία μας ή ακόμη «να γίνουμε εργάτες της Ευ-ρώπης». Κάνουν τεράστιο λάθος όσοι έχουν την πεποίθηση αυ-τή. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν πιστεύουν στις δυνατό-τητες και τα επιτεύγματα των Ελλήνων. Δεν πρόκειται να χα-θούμε στην ευρωπαϊκή πανσπερμία γιατί έχουμε γερό πολιτι-στικό υπόβαθρο και θεμέλια.

Τα ερωτήματα που τίθενται στο προσκήνιο ανάγονται, από ορισμένους, σε κρίσιμους προβληματισμούς που ταλανίζουν τους Έλληνες. Ποια «κοινή ευρωπαϊκή ιστορία» θα διδάσκονται τα Ελληνόπουλα στα ευρωπαϊκά σχολεία; Τι είδους κοινότητα αντιλήψεων, συνθηκών, γλώσσας, θρησκευτικών «πιστεύω» και θεσμών θα μας επιτρέψει να διατηρήσουμε τη συλλογική και ατομική μας ταυτότητα και αυτοσεβασμό, στοιχεία απα-ραίτητα για την επιβίωσή μας; Σε ποια κιβωτό γλωσσική, θρη-σκευτική, ιστορική, θεσμική θα στηρίζονται τα συλλογικά «συμφωνημένα υπονοούμενα» για να εξασφαλίζεται το ελάχι-στο της άρρητης επικοινωνίας; Το θέμα παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις όταν πρόκειται για τον τρόπο προφοράς του νέου ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος. «Ευρώ», κατά το ελληνικό αλφάβητο από όπου προέρχεται και το όνομα της Ευρώπης, ή «Γιούρο», κατά το λατινικό;

Οι απαντήσεις στα συγκεκριμένα ερωτήματα υποθάλπουν και ενισχύουν μια κινδυνολογία που προδιαθέτει αρνητικά την κοινή γνώμη και είναι δυσανάλογα μεγάλη με το κλίμα εξευ-ρωπαϊσμού που επικρατεί τελευταία χρόνια στη χώρα μας. Συ-χνά παρακολουθούμε στα μέσα ενημέρωσης πολιτικούς να α-νταλλάσσουν κατηγορίες περί «εθνικής μειοδοσίας» και περί καπήλευσης της παράδοσης, που θυσιάζεται στο βωμό του οι-κονομικού συμφέροντος. Παράλληλα, γινόμαστε μάρτυρες ε-νός εθνικού παραληρήματος, όπου εκπρόσωποι της διανόησης και της ανώτατης, κυρίως, εκκλησιαστικής ιεραρχίας σημειώ-νουν με έμφαση το μεσσιανικό ρόλο του Ελληνισμού στην Ευ-ρώπη και τον κόσμο συνδυάζοντας τον με μια τελετουργική αναφορά στις «αλησμόνητες χαμένες πατρίδες». Επισημαίνουν ότι η σχέση της Ελλάδας με την υπόλοιπη Ευρώπη περιορίζεται

Page 133: vlachadi2

133

στα πολιτικά και οικονομικά πλαίσια ή σε αυτά με τα οποία οι οικονομικοί παράγοντες της Ελλάδας συνδέονται με την Ευ-ρώπη και σπανίως αναγνωρίζεται ο πρωτοποριακός παράγο-ντας της Ελλάδας στον σχηματισμό του ευρωπαϊκού πολιτι-σμού.

Περισσότερο αισθητή γίνεται από τους Έλληνες όλων των ηλικιών η απειλή ότι άλλοι από το Βορρά και τη Δύση συνωμο-τούν για να αποκληρώσουν τους Νεοέλληνες από το παρελθόν τους, παρουσιάζοντας αυθαίρετες ερμηνείες της ελληνικής ι-στορίας ή υποτιμώντας τον Ελληνισμό -όπως οι ξένοι παλαιό-τερα περιφρονούσαν τους Νεοέλληνες, όταν θεωρούσαν τον Ελληνισμό κάτι ξεχωριστό:

«Παραβλέποντας, υποτιμώντας, αγνοώντας όλες τις ιδιαιτε-ρότητες του ελληνικού πολιτισμού, μας κακόμαθαν να θεω-ρούμε τη χώρα μας ως ένδοξο ερείπιο αναμφισβήτητο, μοναδι-κό και υποχρεωτικά πασίγνωστο. Οι καιροί στο μεταξύ άλλα-ξαν, η νεότερη γενιά των πρακτικών σπουδών και του κέρδους ήλθε στα πράγματα και με τον περίφημο ρεαλισμό και ορθο-λογισμό που τη διακρίνει έκρινε διαφορετικά το 'πράγμα'. Η Ελλάς ως λήμμα είναι κάτι μεταξύ άλλων.49»

Πέρα από την Ελλάδα βρίσκει κανείς «τον λόγο του Ελληνι-σμού» υιοθετώντας νέους κοινούς τόπους παράλληλα με τον καθιερωμένο τόπο του πλούσιου παρελθόντος της Ελλάδας. Η σύγχρονη Ευρώπη, αναζητώντας τρόπους για να επιβεβαιώσει την ενότητά της, σεβόμενη παράλληλα τις διαφορές, αναφέρε-ται περιστασιακά στην Ελλάδα ως εκπρόσωπο των μικρότερων εθών της κοινότητας. Στον υποχωρητικό λόγο μιας ενωμένης Ευρώπης, η Ελλάδα γίνεται ο κοινός τόπος μιας μικρής χώρας που έχει εκουσίως ανοίξει τα σύνορά της στα ρεύματα από το Βορρά, χωρίς όμως να τους επιτρέπει να αλλοιώσουν με την παρουσία τους το χαρακτηριστικό τοπικό της χρώμα. Ένα αξι-οσημείωτο παράθεμα προέρχεται από την αξιόλογη ομιλία του τότε προέδρου της Ε.Ε., Jacques Delors, στην Αθήνα, το Μάιο του 1992.

Από την πλευρά των Ευρωπαίων ηγετών παρατηρείται μία έντονη προσπάθεια να επικαλύψουν το άρμα των διαδικασιών

49 Βλ. Λεοντή Άρτεμις, Τοπογραφίες Ελληνισμού-Χαρτογραφώντας την

πατρίδα, Scripta, Αθήνα 1998, κεφ. 3

Page 134: vlachadi2

134

σύγκλισης με το πέπλο μιας «κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας», ώστε, με αρωγό την πολιτισμική πολυμορφία, να επιτευχθεί η ενοποίηση των κρατών-μελών κάτω από μια πολιτισμική και κατ' επέκταση οικονομική ομπρέλα. Όσο, λοιπόν, προχωρεί η διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης τόσο μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στον πολιτισμό και την πολιτιστική πολιτική. Αυτό οφείλεται σε δύο προφανείς λόγους: Πρώτον, στην ανά-γκη η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, η σύγκλιση στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση να επενδυθεί με έναν ιδεολογικού χαρα-κτήρα λόγο για την κοινή ευρωπαϊκή πολιτισμική ταυτότητα. Μια κοινή αντίληψη για την πολιτισμική κληρονομιά υποτίθε-ται ότι εύκολα οδηγεί σε μια κοινή αντίληψη για το μέλλον. Δεύτερον, στο γεγονός ότι σήμερα πια, στη μετανεωτερική ε-ποχή, στην κοινωνία της πληροφορίας, το πεδίο του πολιτι-σμού, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το πεδίο των οπτικοακου-στικών, προσφέρεται για την ανάπτυξη ποικίλων δραστηριοτή-των, την πραγματοποίηση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Παρ' όλα αυτά, όμως, και παρότι κυρίως με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ που προσέθεσε το άρθρο 128 στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, που το τροποποίησε ελαφρώς με το άρθρο 151.Αν και γίνονται ουσιαστικά βήματα για τη συγκρότηση ενός ισχυρού θεσμικού πλαισίου εφαρμογής της πολιτιστικής πολιτικής, ο πολιτισμός, ως αντικείμενο ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξα-κολουθεί να είναι κάτι το δευτερεύον και το επικουρικό. Βέβαι-α, η «διακριτικότητα» του άρθρου 128 έχει και τη θετική της όψη, καθώς, αφενός μεν, αναγνωρίζεται η σημασία της εθνικής πολιτισμικής ταυτότητας, αφετέρου, δε, αναγνωρίζεται, εμμέ-σως πλην σαφώς, σε θεσμικό επίπεδο η πολιτισμική ισοτιμία των κρατών-μελών, ανεξάρτητα από τι συμβαίνει στην πραγ-ματικότητα. Δεν πρέπει, άλλωστε, να αγνοούμε το γεγονός ότι στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν σοβαρές πο-λιτισμικές ανισότητες, ιδιαίτερα σε βάρος των μικρότερων κρα-τών και των λιγότερο ομιλούμενων γλωσσών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι γλώσσες εργασίας στην Ευρωπαϊκή Έ-νωση, αντί για 25, που είναι οι επίσημες γλώσσες, είναι τελικά μόνο δύο ή μία, ενώ η εφημερίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλί-

Page 135: vlachadi2

135

ου τυπώνεται σε τρεις μόνο γλώσσες. Τείνουμε να καταλήξου-με σε μια lingua franca, που είναι η αγγλική γλώσσα50.

Συνεπώς, μια ονομασία που παραπέμπει σε μια «παλιά κοι-νή καταγωγή» -καθώς η Ευρώπη αποτελεί μια γεωγραφική και ιστορική πραγματικότητα που έλκει το όνομά της από την ελ-ληνική αρχαιότητα-, μια γεωγραφική επικράτεια (αυτή της Ευ-ρωπαϊκής Ένωσης) που, λόγω των διαδοχικών εντάξεων, τείνει να ταυτιστεί με ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο και ένα ευρωπαϊ-κό ιδεώδες που διεκδικεί τη δυνατότητα συγχώνευσης εθνικών ιστοριών και πολιτισμών δεν είναι αρκετά για να μιλάμε για έναν ευρωπαϊκό πολιτισμό ο οποίος θα αντικατοπτρίζει μια υπερεθνική ευρωπαϊκή ομοσπονδία.

Θεωρώντας τη δημιουργία μιας εθνικής ταυτότητας και τη νέα προοπτική της παράλληλης δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας, η αντιδιαστολή Ανατολής/ Δύσης και παράδοσης εκσυγχρονισμού βρίσκονται ξανά στο προσκήνιο. Ο εκσυγχρο-νισμός γίνεται αντιληπτός ως απρόσωπος, άκαμπτος και εισα-γόμενος, αποτελεί όμως κι ένα αναπόφευκτο μοντέλο που λει-τουργεί ως πανάκεια για τα προβλήματα της ελληνικής κοινω-νίας. Η παράδοση θεωρείται οικεία, εντόπια, αυθεντική και εν-δογενής, ταυτόχρονα όμως και υπεύθυνη για τη βαθύτατη κρί-ση σε κάθε επίπεδο της ελληνικής κοινωνικής οργάνωσης.

Σήμερα, τόσο διεθνώς όσο και στην Ευρώπη, γίνεται πολύς λόγος για την πολυπολιτισμικότητα. Η συζήτηση αυτή έχει ι-διαίτερη σημασία για την Ελλάδα. Οι αλλαγές ως προς τη στά-ση όχι μόνο των αρχών, αλλά κι ενός ευρύτερου τμήματος του πολιτικού σώματος θα μπορούσαν να εστιασθούν σε τρεις δια-φορετικούς άξονες. Πρώτον, η αποδοχή της ηθικής της πολυ-πολιτισμικότητας σε σχέση με το παρελθόν θα σημάνει την αναγνώριση και την ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς όλων των εθνοτήτων που άκμασαν στον ελλαδικό χώρο. Και η αναγνώριση αυτή πρέπει να είναι ανεξάρτητη από πολιτικές σκοπιμότητες και ιστορικές συγκυρίες. Δεύτερον, σε σχέση με το παρόν θα σημάνει τη συνειδητοποίηση του γεγονότος ό,τι η εθνοτική, η θρησκευτική και γενικά πολιτισμική ομοιογένεια

50 Βλ. Βενιζέλος Ευάγγελος, «Η γλωσσική ισοτιμία των κρατών-μελών

της Ευρωπαϊκής Ένωσης» στο Διαχρονία και Συνέργεια - Μια πολιτική

Πολιτισμού, Καστανιώτης, Αθήνα 1998, σ.σ. 193-198.

Page 136: vlachadi2

136

δεν είναι αναγκαία προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας. Τρίτον, σε ό,τι αφορά το μέλ-λον των υπαρχουσών μειονοτήτων συνεπάγεται τον έμπρακτο σεβασμό όλων των πολιτισμικών μονάδων που εγκαθίστανται για διάφορους λόγους στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια και προσπαθούν με κάθε τρόπο να αποκρύψουν τη διαφορά τους. Η ιδέα της πολυπολιτισμικότητας μοιάζει να εγκλωβίζεται α-νάμεσα σε μια ρηχή και επιπόλαιη αντίληψη πολιτισμικής πο-λυχρωμίας από τη μια και σε ένα πιεστικό πολιτικό πρόβλημα από την άλλη που το αναγνωρίζουμε μόνο ως πρόβλημα κοι-νωνικής σταθερότητας ή κρατικής ακεραιότητας. Το αποτέλε-σμα είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση δεν μπορεί παρά να είναι ιδιαίτερα ατυχές.

Page 137: vlachadi2

137

Επίλογος

Ζούμε σε μια εποχή που δεν ευνοεί τη διαφορετικότητα. Αν μας ενδιαφέρει να προστατεύσουμε την κληρονομιά μας, τότε πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι και η δική μας η ταυτότητα δεν είναι παρά μία ανάμεσα σε πολλές άλλες. Μπορεί εδώ να αναρωτηθούμε: μα δεν αξίζει η δική μας να διασωθεί περισσό-τερο από τις άλλες; Μπορεί να αξίζει, μπορεί και όχι. Όμως αυ-τό δεν έχει καμία σημασία, γιατί το συγκεκριμένο ερώτημα δενκρίνεται αναγκαστικά με κάποιο κριτήριο αξίας, και, στονβαθμό που κρίνεται από ένα τέτοιο κριτήριο η απορρόφηση της αξίας μπορεί να γίνει δίχως τη συνδρομή κάποιας εξακριβώσι-μη κοινότητας- φορέα της αξίας αυτής. Αν η ιδιαιτερότητά μας έχει σημασία, τότε έχει σημασία στο βαθμό που την έχει για μας. Άρα για να στηρίξουμε την πολιτισμική μας ιδιαιτερότητα σε ένα εξ υποθέσεως πολιτισμικά ισοπεδωτικό περιβάλλον, θα πρέπει να αναδείξουμε τη σημασία της κάθε πολιτισμικής ιδι-αιτερότητας.

To να είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε μαζί με άλλους, δεν είναι ατυχία, όπως έχουμε συνηθίσει άκριτα να πιστεύουμε, αλλά μοναδική ευκαιρία να αναγνωρίσουμε και να αναστοχα-στούμε πάνω στον εαυτό μας. Είναι μια ευκαιρία αξιοποίησης των καρπών της συμβίωσης και κοινής ιστορικής εμπειρίας που από κανένα άλλο προϊόν της παγκόσμιας ή ευρωπαϊκής πολι-τισμικής υπεραγοράς δεν μπορεί να υποκατασταθεί. Επιδει-κνύοντας τον δέοντα σεβασμό στον «άλλον» αναζωογονούμε και ταυτόχρονα επαναδιαπραγματευόμαστε έναντι του πα-ρελθόντος και τους όρους συγκρότησης της δικής μας ταυτότη-τας.

Τελικά, κινδυνεύουμε από έναν επικείμενο «πολιτισμικό αφελληνισμό»; Η παραδοχή αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα καθώς ο ελληνικός πολιτισμός είναι ανεξά-ντλητος και αποτελεί «είδος προς εξαγωγή», έχει, δηλαδή, να προσφέρει πολλά στον ευρωπαϊκό χάρτη των πολιτισμικών α-ξιών. Απαραίτητο είναι όσοι ασχολούνται με τα θέματα του πολιτισμού στην Ελλάδα να μην είναι μόνο προσκολλημένοι στο ένδοξο παρελθόν των μαρμάρων αλλά να κοιτάζουν με

Page 138: vlachadi2

138

ποιον τρόπο μπορεί σήμερα η Ελλάδα να συμμετέχει στην πα-γκόσμια πολιτιστική κοσμογονία, που συντελείται όχι βέβαια μονάχα με την ελληνική πολιτισμική μας κληρονομιά αλλά και με την ενθάρρυνση νέων δημιουργών πολιτισμού που ψάχνουν να δώσουν νόημα στην εθνική μας πολιτιστική ταυτότητα -στην ελληνικότητά μας-, έτσι ώστε στο οικουμενικό πολιτισμι-κό οικοδόμημα να έχει βάλει ένα μικρό πετραδάκι και η Ελλά-δα με τη δική της, σύγχρονη πολιτιστική εισφορά. To βέβαιο είναι ότι μέσα σε αυτό το πλέγμα των εξελίξεων, είναι εφικτό εμείς οι Έλληνες να διατηρήσουμε την «ελληνικότητά» μας ενώ ταυτόχρονα θα αναπτύσσεται η «ευρωπαϊκότητά» μας. Τα οράματα στην Ελλάδα αφορούν τον τρόπο ένταξης της ελληνι-κής κοινωνίας στο συνολικό ευρωπαϊκό πολιτιστικό γίγνεσθαι της εποχής. Δηλαδή, δεν έχουμε στη χώρα μας οράματα ούτε ελιτίστικά ούτε αποχωριστικά, με φιλοδοξία την εθνική αναδί-πλωση και την εσωστρέφεια. Αν στην Ελλάδα υπάρχει κάποιο σύνδρομο, αυτό είναι ότι, εφ' όσον οι Έλληνες θεωρούν τη χώ-ρα τους μητέρα του «ευρωπαϊκού πολιτισμού», συμπεριφέρο-νται με σύνδρομο ανωτερότητας προς τον υπόλοιπο κόσμο: δεν χαράσσουν διαχωριστικές γραμμές, αλλά η Ελλάδα ως «μητέ-ρα του ευρωπαϊκού πολιτισμού», αγκαλιάζει όλα τα θεωρούμε-να «τέκνα» της με μοναδικό σκοπό να συμπλέει μαζί τους. Το βασικό άγχος του Έλληνα δεν είναι να απομονωθεί αλλά να βρίσκονται αδιαλείπτως μαζί με τους άλλους.

Συνεπώς, στο πλαίσιο όμως της Ενωμένης Ευρώπης η χώρα μας έχει μία ακόμη ιδιαίτερη αποστολή. Η Ελλάδα, με την υ-περχιλιετή πολιτισμική της παράδοση, είναι εκ των πραγμά-των κιβωτός πνεύματος και πολιτισμού. Ο πολιτισμός είναι ό,τι πολυτιμότερο μπορούμε να προβάλλουμε και να «εξάγουμε» χρησιμοποιώντας κατά παράφραση τον οικονομικό αυτό όρο , γιατί είναι ο τομέας στον οποίο έχουμε διακριθεί, τον γνωρί-ζουμε και μπορούμε να τον αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Για την ευόδωση αυτού του στόχου είναι κατα-λυτική η συνεισφορά των ανθρώπων της επιστήμης και των γραμμάτων, της πνευματικής ηγεσίας του τόπου. Οι άνθρωποι του πνεύματος μιλούν την ίδια γλώσσα και γι' αυτό μπορούν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο να ασκήσουν επιρροή στους πολιτικούς ηγέτες και να εργαστούν από κοινού για το

Page 139: vlachadi2

139

ευρωπαϊκό όραμα. Για να γίνει όμως αυτό το όραμα πραγματι-κότητα, είναι απαραίτητη η συσστράτευση όλων μας, ώστε ο κάθε πολίτης, με τον δικό του τρόπο, να συμβάλει ουσιαστικά τοποθετώντας από ένα μικρό λίθο για την ανύψωση του ευρω-παϊκού οικοδομήματος.

Page 140: vlachadi2

140

Βιβλιογραφία

Garcia Soledad, «Είδωλα της Ευρώπης», στο Ελληνική Πολιτι-σμική Ταυτότητα και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1993.

Gellner Ernest, «Έθνη και Εθνικισμός», Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1992.

Eliot T.S, Σημειώσεις για τον ορισμό της κουλτούρας, Πλέθρον, Αθήνα 1980.

Hobsbawm E. J., «Έθνη και Εθνικισμός από το 1870 μέχρι σήμε-ρα- Πρόγραμμα, μύθος, πραγματικότητα», Μ. Καρδαμί-τσας, Αθήνα 1994.

Hobsbawm Eric, Η εποχή των άκρων, Θεμέλιο, Αθήνα 1999.Koder J., «Ο όρος ‘Ευρώπη' ως έννοια χώρου στη βυζαντινή ι-

στοριογραφία», Βυζάντιο και Ευρώπη. Α' Αιεθνής Βυζαντι-νολογική Συνάντηση, Δελφοί 20-24 Ιουλίου 1985, επιμ. Α. Μαρκόπουλος, Αθήνα 1987.

Voyenne Ernard, Ιστορία της Ευρωπαϊκής Ιδέας, Payot, Παρίσι 1964.

Gernot Erler, Muller Rolf Dieter , Urlich Rose, Schnabel Thomas,Uberschar Gerd R. , Wette Wolfram, H ταχυδακτυλουργική εξαφάνιση της ιστορίας, εκδόσεις La Decouverte, Παρίσι 1988.

Woolf Stuart, Ο εθνικισμός στην Ευρώπη, Θεμέλιο, Αθήνα 1999.Άντερσον Μπενεντίκτ, Φαντασιακές Κοινότητες - Στοχασμοί

για τις απαρχές και τη διάδοση του εθνικισμού, Νεφέλη, Αθήνα 1997.

Βακαλόπουλος Απόστολος, Ο χαρακτήρας των Ελλήνων-Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα, Ιδιωτική, 1994.

Βαλούκος Στάθης, Ελληνική Τηλεόραση: Οδηγός Τηλεοπτικών Σειρών 1967-1998, Αιγόκερως, Αθήνα 1998.

Βαμβούκας Μ. - Καλογιαννάκκη Π., Η Ευρώπη και η πολιτιστι-κή κληρονομιά, Γρηγόρης, Αθήνα 1995.

Βέικος Θεόφιλος, Εθνικισμός και Εθνική Ταυτότητα, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999.

Βενιζέλος Ευάγγελος, Διαχρονία και Συνέργεια- Μια πολιτική πολιτισμού, Καστανιώτης, Αθήνα 1998.

Page 141: vlachadi2

141

Βεργόπουλος Κώστας, Παγκοσμιοποίηση. ΗΜεγάλη Χίμαιρα, Νέα Σύνορα - Α. Α. Λιβάνη, 1999.

Βεργόπουλος Κώστας, Ποιος φοβάται την Ευρώπη - Ανατομία ενός μύθου, «Νέα Σύνορα», Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 2000.

Βερέμης Θ., «Κράτος και Έθνος στην Ελλάδα: 1821-1912» στο Ελληνισμός και Ελληνικότητα- Ιδεολογικοί και Βιωματικοί Άξονες της Νεοελληνικής Κοινωνίας, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1983, Γ' έκδοση 1998.

Βουδούρη Δάφνη, Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στην προοπτική της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς, Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών, Παπαζήσης, Αθήνα 1992.

Βρύζας Κωνσταντίνος, Παγκόσμια Επικοινωνία και Πολιτιστι-κές Ταυτότητες, Gutenberg, Αθήνα 1997.

Γασπαρινάτος Κ., Ιωαννίδης L, Τσακίρης Κ., Η κατάσταση του συστήματος κινηματογραφικής διανομής στην Ελλάδα, Ε-θνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), Αθήνα, Απρίλι-ος 2000.

Δενδρινός Ανδρέας, Ελλάδα και Ευρώπη, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα 1998.

Δημητρακόπουλος Φ., Βυζάντιο και Νεοελληνική Αιανόηση στα μέσα του 19ου αιώνα, Καστανιώτης, Αθήνα 1996.

Δορμπαράκης Π.Χ, Λεξικό της Νεοελληνικής, ετυμολογικό, ερ-μηνευτικό, Σπουδή, Αθήνα 1993.

Ιωακειμίδης Παναγιώτης, Το μέλλον της Ευρώπης, Σιδέρης, Αθήνα 2001.

Κόκκινος Γιώργος, Αναζητώντας την ενότητα στην πολυμορ-φία- Οι αντινομίες της ευρωπαϊκής πολιτικής κουλτούρας και η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, Μεταίχμιο, Αθήνα 2000.

Κόνσολα Ν. Ντόρα, Η διεθνής προστασία της παγκόσμιας πο-λιτιστικής κληρονομιάς, Παπαζήση, Αθήνα 1995.

Μπερτζές Άνταμς, Αιαμελισμένη Ευρώπη - Η νέα ηγεμονία στην Ανατολή, Μπουκουμάνης, Αθήνα 2001.

Παπαρίζος Αντώνης, «Η ταυτότητα των Ελλήνων, τρόποι αυ-τοπροσδιορισμού και η επίδραση της ελληνικής Ορθοδοξί-ας», στο «Εμείς» και οι «Άλλοι»- Αναφορά στις τάσεις και τα συμβολα, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Τυπωθήτω,

Page 142: vlachadi2

142

επιμέλεια Χρ. Κωνσταντοπούλου, Λ. Μαράτου-Αλιπράντη, Δ. Γερμανός, Θ. Οικονόμου, Αθήνα 1999, σ.σ. 135-151.

Πασχαλίδης Γ., «Η πολιτισμική ταυτότητα ως δικαίωμα και ως απειλή- Η διαλεκτική της ταυτότητας και η αμφιθυμία της κριτικής» στο «Εμείς» και οι «Άλλοι» - Αναφορές στις τάσεις και τα σύμβολα, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Τυ-πωθήτω, Αθήνα 1999.

Πασχαλίδης Γ. & Χαμπούρη- Ιωαννίδου Αικ., Οι διαστάσεις των πολιτιστικών φαινομένων, τόμος Α' «Εισαγωγή στον Πολι-τισμό», Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 2002.

Σκοπετέα Ε., Το «Πρότυπο Βασίλειο» και η Μεγάλη Ιδέα: Όψεις του εθνικού προβλήματος στην Ελλάδα (1830-1880), Πολύ-τυπο, Αθήνα 1988.

Σμιθ Άντονυ, Εθνική Ταυτότητα, Οδυσσέας, Αθήνα 2000.Στογιαννίδου Μ.., «Πολυπολιτισμικότητα και Παγκοσμιοποίη-

ση: Η κατασκευή της Ευρώπης» στο «Εμείς» και οι «Άλλοι» -Αναφορές στις τάσεις και τα σύμβολα, Εθνικό Κέντρο Κοι-νωνικών Ερευνών, Τυπωθήτω, Αθήνα 1999, σ.σ. 121-134.

Στουρέ Λίννερ, Η γέννηση της Ευρώπης, Προσκήνιο, Αθήνα 1999.

Συλλογικό Έργο, Πολιτιστική Ταυτότητα και στρατηγική τουΕλληνισμού, Γνώση, Αθήνα 1995.

Ταίηλορ Τσαρλς, Πολυπολιτισμικότητα, Πόλις, Αθήνα 2000.Τροβά Ε., Η έννοια του πολιτιστικού περιβάλλοντος κατά το

Σύνταγμα του 1975/86, Σάκκουλας, Αθήνα 1992.Τσαούσης Δ. Γ, «Ελληνισμός και Ελληνικότητα- Το πρόβλημα

της νεοελληνικής ταυτότητας», στο Ελληνισμός και Ελλη-νικότητα- Ιδεολογικοί και Βιωματικοί Άξονες της Νεοελλη-νικής Κοινωνίας, Επιμέλεια Δ. Γ. Τσαούση, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1998.

Τσάτσος Δημήτρης, Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία- Για μια ένωση λαών με ισχυρές πατρίδες, Καστανιώτης, Αθήνα 2001.

Φούγιας Μ. Γ., Το ελληνικό υπόβαθρο του ευρωπαϊκού πολιτι-σμού. Οι ελληνικές ρίζες της Ευρώπης, «Νέα Σύνορα» - Εκ-δοτικός Οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 1999.

Χασιώτης Ιωάννης Κ., Αποζητώντας την ενότητα στην πολυ-μορφία: Οι απαρχές της ευρωπαϊκής ενότητας από το τέλος του Μεσαίωνα ως τη Γαλλική Επανάσταση, Παρατηρητής,

Page 143: vlachadi2

143

Θεσσαλονίκη 1999.Χατζηβασιλείου N., Ευρωπαϊκή Ένωσις, Αθήνα 1932.Χατζηγάκης Σωτήρης, Η ελληνική ταυτότητα στη νέα τάξη,

Καστανιώτη 2002.

Άρθρα σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά

Balzaretti Rosa 'Τhe creation of Europe' στο 'History Workshop Journal', τεύχος. 33, 1992.

Burke Peter, "Did Europe exist before 1700 ?" στο History of European Ideas, τεύχος 1 1980.

Campbell Edwina S., "Reviews: The New Europe", στο History ofEuropean Ideas, τεύχος 21 No4, July 1995, σ.σ. 551-553.

Delanty Gerard, "The frontier and identities of exclusion inEuropean History", στο History of European Ideas, τεύχος 22,No2, 1996, σ.σ. 93-103.

Delanty Gerard, 'The limits and possibilities of a EuropeanIdentity. A critique of cultural essentialism' στο Philosophyand Social Critisism, τεύχος 21, No 4, 1995.

Delgado- Moreira Juαn, "Cultural Citizenship and the creation ofEuropean Identity",, Electronic Journal of Sociology, Ministryof Education, Madrid 1997.

Emanuel Susan, "A community of culture? The Europeantelevision channel", History of European Ideas, τεύχος 21 No2,Ιούλιος 1995, σ.σ. 169-176.

Gardels Nathan, 'Two concepts of Nationalism: an interview withIsaiah Berlin', στο The New York Times Review of Books, 21Νοεμβρίου 1991, σ.σ. 19-23.

Garton Ash T., 'Mitteleuropa?' στο DAEDALUS: Journal of theAmerican Academy of Arts and Sciences, 119 (1), Χειμώνας 1990.

Guth Klaus, "Pilgrimages in Contemporary Europe: Signs ofnational and universal culture", στο History of European Ideas, τεύχος 20 N. 4-6, Φεβρουάριος 1995, σ.σ. 831- 835.

Hardt- Mautner Gerlinde, 'How does one become a goodEuropean? The British press and European Integration' στο 'Cultural Dynamics- Discourse and Society', Sage Publication,Λονδίνο 1995.

Page 144: vlachadi2

144

Kaitatzi- Whitlock S., "Pluralism and Media Concentration inEurope: Media Policy as industrial policy" European Journal ofCommunication, τεύχος 11, No 4, Sage, σ.σ. 453- 483, Λονδίνο 1996.

Malcolm N., «The 'common European home' and Soviet EuropeanPolicy», International Affairs, 65(4), 1989, σ.σ. 659-676.

Malcolm N., "Soviet Policy Perspectives on Western Europe", TheRoyal Institute of International Affairs, Routledge, Λονδίνο1989a.

Maud S. Mandel, "One Nation Indivisible: Contemporary WesternEuropean Immigration Policies and the Politics ofMulticulturalism", Diaspora, 4/1 (1995), σ.σ. 89- 103.

Parker W.H, «Europe: How Far?», The Geographical Journal, τεύ-χος 126, 1960.

Reuter, Timothy, "Medieval Ideas of Europe and their modernhistorians" στο History Workshop Journal, τεύχος. 33.

Rupnik J., 'Central Europe or Mitteleuropa' στο DAEDALUS: Journal of the American Academy of Arts and Sciences, τεύχος119 Io 1, 1990.

Shenfield S., 'Between Moscow and Brussels: the future of EasternEurope' στο Dιtente, τεύχος 15, 1989, σ.σ. 7-8.

Smith Anthony, 'National Identity and the idea of European Unity'στο ‘International Affairs', τεύχος 28, 1992.

Swedberg Richard, "The idea of «Europe» and the origin of theEuropean Union-Sociological Approach" στο Zeitschrift fϋr Sociologie, τεύχος 23, 1994. Thompson Martyn P., "Ideas ofEurope during the French Revolution and Napoleonic Wars"στο Journal of the History of Ideas, τεύχος 55, 1994.

Waever O., 'Three competing Europes: German, French, Russian'στο International Affairs, τεύχος 66, Νο 3.

Παναγιωτοπούλου Ρόη, "Greeks in Europe:Antinomies in national identities" στο Journal of Modern Greek Studies, τεύ-χος 15, νούμερο 2, Οκτώβριος 1997, σ.σ. 349-370. Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, "Enlighted Concepts in the Dark. Power andFreedom, Politics and Society" στο Journal of Modern Greek Studies, τεύχος 9, 1991, σ.σ. 60-61.

Αφιέρωμα «Ιθαγένεια και εθνική ταυτότητα», Ευρωπαϊκή Έκ-φραση, τεύχος 47.

Page 145: vlachadi2

145

Woolf Stuart, «Υπάρχει ενότητα στην ευρωπαϊκή ιστορία και ταυτότητα;», μετάφραση Γιώργου Κόκκινου, στο «Σύγχρονα Θέματα» ,Ιούλιος - Δεκέμβριος 1996.

Γιαννής Νίκος, «Ο φεντεραλισμός σε αντίστιξη με τον πολιτι-σμός της κυριαρχίας: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και Ευρωπαϊκή Ένωση» στο περιοδικό Τετράδια Πολιτικής Επι-στήμης, τεύχος 1, Φθινόπωρο 2002, σ.σ. 92-119.

Δημαράς Κ.Θ., Της Μεγάλης ταύτης Ιδέας (ανάτυπο από το πε-ριοδικό Ιατρολογοτεχνική Στέγη, Άνοιξη 1970), σ.8.

Δώδος Δ., Καφετζής Π., Λυριντζής Χ., Νικολακόπουλος Η., Σπουρδαλάκης Μ., Τσουκαλάς Κ. και Βούλγαρης Γ., Minorities in Greece: The perception of Aliens and theConstitution of Otherness, Έρευνα, Ίδρυμα Μελετών Λα-μπράκη, Αθήνα 1993.

Ηρακλείδης Αλέξης, «Οι εικόνες του εθνικού 'εαυτού' και του 'άλλου' στις διεθνείς σχέσεις: η περίπτωση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής», στο Σύγχρονα Θέματα, περ. β', τεύ-χος 54, 1995, σ.σ. 28-29.

Θεοδωρίδης Πέτρος, «Όψεις της ευρωπαϊκής ταυτότητας- Προ-βλήματα και προοπτικές στη διαμόρφωση των πολιτικών ταυτοτήτων» στο περιοδικό Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτι-κής Επιστήμης, τεύχος 10, Νοέμβριος 1997, σ.σ. 179-183.

Ιωακειμίδης Π.Κ., «Το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Η ανά-γκη για μια συνολική προσέγγιση» αφιέρωμα «Η Ευρωπαϊ-κή Ένωση ως πολιτικό σύστημα» στο περιοδικό Ελληνική Επιθεώρηση ΠολιτικήςΕπιστήμης, Δεκέμβριος 2002, τεύχος 20, σ.σ. 120-135.

Στενός Σήφης, «Ελλάδα και Αύση», στο περιοδικό ΑΡΔΗΝ, α-φιέρωμα Αναζητώντας Ταυτότητα, τεύχος 14ο- 15ο, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1998, σ.σ. 30-33.

Τσινισιζέλης Μιχάλης I, «Σκέψεις για την Ευρώπη» στο περιο-δικό Τετράδια Πολιτικής Επιστήμης, τεύχος 1, Φθινόπωρο 2002, σ.σ. 120-142.

Επίσημες εκδόσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Europeans' participation in cultural activities», A Eurobarometersurvey carried out at the request of European Commission, Eu-

Page 146: vlachadi2

146

rostat, Executive Summary by Rosario Spadaro, The EuropeanOpinion Research Group, EEIG, April 2002.

Unesco, Statistical Yearbook, 1975.Ευρωβαρόμετρο 1994α, Trend Variables 1974-1993, Special Issue,

May 1994, σ.σ. 75-76.Ευρωβαρόμετρο Νο 37,Ιούνιος 1992α, σ. Α54,Ευρωβαρόμετρο Νο 37,Ιούνιος 1992α, σ. Α54.Ευρωβαρόμετρο Νο 37,Ιούνιος 1992α, σ. Α65.Ευρωβαρόμετρο Νο 39, Ιούνιος 1993α, σ. Α53.Ευρωβαρόμετρο Νο 40, Δεκέμβριος 1993β, σ. Α73.Ευρωβαρόμετρο Νο 43, Φθινόπωρο 1995, σ. Β14.Κείμενα σχετικά με τον πολιτιστικό τομέα στο επίπεδο της Ευ-

ρωπαϊκής Ένωσης 1993-1997, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Γενική Γραμματεία DG J Παιδεία και Νεότητα-Πολιτισμός- Οπτικοακουστικά Μέσα, Υπηρεσία Επίσημων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 1998.

Οικοδομώντας την Ευρώπη των λαών- Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Πολιτισμός, Γενική Διεύθυνση Τύπου και Επικοινωνί-ας, Υπηρεσία Επίσημων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινο-τήτων, Λουξεμβούργο 2002.

Εκδόσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ευρωπαϊκός Διάλογος- Ενημερωτική επιθεώρηση του Ευρωπα-ϊκού Κοινοβουλίου, 1/2003. Ευρωπαϊκός Διάλογος- Ενημερω-τική επιθεώρηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, 2/2002. Ευ-ρωπαϊκός Διάλογος- Ενημερωτική επιθεώρηση του Ευρωπα-ϊκού Κοινοβουλίου, 1/2002.

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Μάρτιος 2001/03Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Φεβρουάριος

2001/02Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Ιανουάριος 2001/01Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Δεκέμβριος 2000/12Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Νοέμβριος 2000/11Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Οκτώβριος 2000/10Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Σεπτέμβριος 2000/9Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Ιούλιος 2000/7

Page 147: vlachadi2

147

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Ιούνιος 2000/6Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Μάιος 2000/5Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Απρίλιος 2000/4Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Νέα της Συνόδου, Μάρτιος 2000/3Newsletter τόμος 13, αριθ. 1/2004