ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού...

74
8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα Στην ελληνική αρχαιότητα (από την γεωμετρική έως την ελληνιστική εποχή, δηλ από τον 10ο αι. π.Χ μέχρι και τον 4ο αι. π.Χ) η ζωή στην πόλη μοιραζόταν ανάμεσα στη δημόσια ζωή που χαρακτηριζόταν από μια έντονη θρησκευτικότητα και στη κοινή ζωή μέσα στην οικογένεια και στον κύκλο των φίλων και γειτόνων. Είτε στο χώρο της οκογένειας είτε στη δημόσια ζωή της πόλης τα παιδιά μάθαιναν από πολύ νωρίς να θεωρούν τις γιορτές και τις θρησκευτικές τελετές ένα αναπόσπαστο μέρος της ζωής τους και ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του λαού. Τα παιδιά παρευρίσκονταν σε όλες τις γιορταστικές εκδηλώσεις που τελούνταν στο χώρο του σπιτιού , είτε δημόσια. Με αυτόν τον τρόπο μεγάλωναν και ανατρέφονταν με ένα θρησκευτικό ιδεώδες, με ήθη και με έθιμα, με πολιτιστικά δρώμενα, με τελετές και με την ιδέα της φιλοξενίας (Rühfel, 1984: 77). Η μεγάλη θνησιμότητα,, τα επακόλουθα των συχνών πολέμων στη οικογενειακή ζωή των αρχαίων Ελλήνων και οι διάφορες πολιτικές αλλαγές στη διάρκεια τω αιώνων υπήρξαν σημαντικοί παράγοντες στη διαμόρφωση του ιδεώδους της ανατροφής και της φροντίδας των παιδιών με στόχο τη δημιουργία καλών και χρήσιμων πολιτών . Το βλέμμα ήταν ουσιαστικά στραμμένο στο μέλλον του παιδιού και μέχρι τον 5ο αιώνα τα παιδιά παρουσιάζονταν σαν ΄΄μικροί ενήλικες΄΄ τόσο στην τέχνη, όσο και στις φιλολογικές πηγές, ενώ χάρη στις αναφορές του Πλάτωνα ,του Αριστοφάνη και του Αριστοτέλη (τον 5ο και 4ο αι. π.Χ) για την ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών ξεκίνησε η ΄΄ανακάλυψη της παιδικής ηλικίας ΄΄στην αρχαιότητα, οπότε το παιδί παρατηρείται με τα χαρακτηριστικά του, τις ποιότητες και τις αδυναμίες του (Müller, 1990: 53-54 & 136). Παρόλο που το παιδί δεν αντιπροσώπευε ένα κοινωνικό ιδεώδες (λόγω των πολλών σωματικών και πνευματικών αδυναμιών που το χαρακτηρίζουν), η φροντίδα του στο χώρο της οικογένειας και η ανάπτυξη δυνατών συναισθηματικών δεσμών ήταν σημαντικοί παράγοντες για την εξασφάλιση τόσο του ΄΄οίκου΄΄όσο και της ΄΄πόλης΄΄, γιατί κάθε παιδί που γεννιόταν και επιβίωνε ήταν ένα μέρος της κληρονομιάς και του μέλλοντος του λαού (Müller, 1990: 11 & 78-79 & 111 & Golden, 1993: 5). Το ουσιαστικό νήπιος φανέρωνε τη στάση της οικογένειας και της κοινωνίας απέναντι στα παιδιά: νήπιος είναι αυτός που δεν κατανοεί τη γλώσσα και την καλλιέργεια των ενηλίκων (Müller, 1990: 108), ενώ το ουσιαστικό παίς έχει ινδοευρωπαϊκές ρίζες και σήμαινε μικρός ή ασήμαντος. Παίς σήμαινε όμως και παιδί και νέος άνθρωπος, ενώ το ουσιαστικό τέκνο προερχόταν από το ρήμα τήκτω (γεννώ) και σήμαινε πάντα παιδί (φιλολογικά και μεταφορικά) και ποτέ νέος άνθρωπος. Παίς καλούνταν ένα παιδί κυρίως από τον πατέρα και τέκνον κυρίως από την μητέρα. Τα νεογέννητα ονομάζονταν νεογνά βρέφη και νεογνά τέκνα, ενώ η περίοδος από παιδί σ΄ενήλικα χαρακτηριζόταν από το ουσιαστικό νεανίσκος ή μειράκιον (Golden,1993: 12-13). Η ελληνική αρχαιότητα συνέδεσε την παιδική ηλικία με το παιχνίδι. Αυτό φανερώνεται στο γλωσσικό επίπεδο με το ουσιαστικό παίς και άλλες λέξεις, όπως: το παίγμα, η παιγνία, το παίγνιον, η παιδιά, που έχουν τις ρίζες τους στο ρήμα παίζω

Transcript of ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού...

Page 1: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

8

ΜΕΡΟΣ Α΄

1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

Στην ελληνική αρχαιότητα (από την γεωµετρική έως την ελληνιστική εποχή, δηλ από τον 10ο αι. π.Χ µέχρι και τον 4ο αι. π.Χ) η ζωή στην πόλη µοιραζόταν ανάµεσα στη δηµόσια ζωή – που χαρακτηριζόταν από µια έντονη θρησκευτικότητα – και στη κοινή ζωή µέσα στην οικογένεια και στον κύκλο των φίλων και γειτόνων. Είτε στο χώρο της οκογένειας είτε στη δηµόσια ζωή της πόλης τα παιδιά µάθαιναν από πολύ νωρίς να θεωρούν τις γιορτές και τις θρησκευτικές τελετές ένα αναπόσπαστο µέρος της ζωής τους και ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του λαού. Τα παιδιά παρευρίσκονταν σε όλες τις γιορταστικές εκδηλώσεις που τελούνταν στο χώρο του σπιτιού , είτε δηµόσια. Με αυτόν τον τρόπο µεγάλωναν και ανατρέφονταν µε ένα θρησκευτικό ιδεώδες, µε ήθη και µε έθιµα, µε πολιτιστικά δρώµενα, µε τελετές και µε την ιδέα της φιλοξενίας (Rühfel, 1984: 77).

Η µεγάλη θνησιµότητα,, τα επακόλουθα των συχνών πολέµων στη οικογενειακή ζωή των αρχαίων Ελλήνων και οι διάφορες πολιτικές αλλαγές στη διάρκεια τω αιώνων υπήρξαν σηµαντικοί παράγοντες στη διαµόρφωση του ιδεώδους της ανατροφής και της φροντίδας των παιδιών µε στόχο τη δηµιουργία καλών και χρήσιµων πολιτών . Το βλέµµα ήταν ουσιαστικά στραµµένο στο µέλλον του παιδιού και µέχρι τον 5ο αιώνα τα παιδιά παρουσιάζονταν σαν ΄΄µικροί ενήλικες΄΄ τόσο στην τέχνη, όσο και στις φιλολογικές πηγές, ενώ χάρη στις αναφορές του Πλάτωνα ,του Αριστοφάνη και του Αριστοτέλη (τον 5ο και 4ο αι. π.Χ) για την ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών ξεκίνησε η ΄΄ανακάλυψη της παιδικής ηλικίας ΄΄στην αρχαιότητα, οπότε το παιδί παρατηρείται µε τα χαρακτηριστικά του, τις ποιότητες και τις αδυναµίες του (Müller, 1990: 53-54 & 136). Παρόλο που το παιδί δεν αντιπροσώπευε ένα κοινωνικό ιδεώδες (λόγω των πολλών σωµατικών και πνευµατικών αδυναµιών που το χαρακτηρίζουν), η φροντίδα του στο χώρο της οικογένειας και η ανάπτυξη δυνατών συναισθηµατικών δεσµών ήταν σηµαντικοί παράγοντες για την εξασφάλιση τόσο του ΄΄οίκου΄΄όσο και της ΄΄πόλης΄΄, γιατί κάθε παιδί που γεννιόταν και επιβίωνε ήταν ένα µέρος της κληρονοµιάς και του µέλλοντος του λαού (Müller, 1990: 11 & 78-79 & 111 & Golden, 1993: 5). Το ουσιαστικό νήπιος φανέρωνε τη στάση της οικογένειας και της κοινωνίας απέναντι στα παιδιά: νήπιος είναι αυτός που δεν κατανοεί τη γλώσσα και την καλλιέργεια των ενηλίκων (Müller, 1990: 108), ενώ το ουσιαστικό παίς έχει ινδοευρωπαϊκές ρίζες και σήµαινε µικρός ή ασήµαντος. Παίς σήµαινε όµως και παιδί και νέος άνθρωπος, ενώ το ουσιαστικό τέκνο προερχόταν από το ρήµα τήκτω (γεννώ) και σήµαινε πάντα παιδί (φιλολογικά και µεταφορικά) και ποτέ νέος άνθρωπος. Παίς καλούνταν ένα παιδί κυρίως από τον πατέρα και τέκνον κυρίως από την µητέρα. Τα νεογέννητα ονοµάζονταν νεογνά βρέφη και νεογνά τέκνα, ενώ η περίοδος από παιδί σ΄ενήλικα χαρακτηριζόταν από το ουσιαστικό νεανίσκος ή µειράκιον (Golden,1993: 12-13).

Η ελληνική αρχαιότητα συνέδεσε την παιδική ηλικία µε το παιχνίδι. Αυτό φανερώνεται στο γλωσσικό επίπεδο µε το ουσιαστικό παίς και άλλες λέξεις, όπως: το παίγµα, η παιγνία, το παίγνιον, η παιδιά, που έχουν τις ρίζες τους στο ρήµα παίζω

Page 2: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

9

(Golden, 1993: 53). Γενικά δεν υπάρχουν σταθεροί χαρακτηριστικοί όροι, που να αναφέρονται στην παιδική ηλικία. Για παράδειγµα στην Αθήνα του τέλους του 4ου αι. και ίσως και νωρίτερα έφηβος θεωρούταν ο νέος άνδρας που ήδη είχε κάνει δύο χρόνια στρατιωτική υπηρεσία, ενώ παίδες καλούνταν τα αγόρια πριν τα 17 ή 18 τους χρόνια δηλ. πριν την εγγραφή τους στον ∆ήµο οπότε γίνονταν επίσηµα πολίτες και τα κορίτσια πριν τον γάµο τους (Golden, 1993: 4 & 184, υποσηµείωση 13 & 187, υποσηµείωση 76).

Την πιο λεπτοµερή συγκέντρωση των ουσιαστικών που ήταν συνυφασµένα µε την παιδική ηλικία στην αρχαιότητα (για το αρσενικό γένος) έκανε ο Σχολιαστής του Αριστοφάνη (στο Βυζάντιο): βρέφος, παιδίον, παιδάριον (το παιδί ήδη περπατά και µιλά), παιδίσκος ή παίς (το παιδί που είναι σε ηλικία εκπαίδευσης), αντιπαίς ή µελλέφηβος ή έφηβος ή µειράκιον, µειράκις ,νεανίσκος, νεανίας κτλ (Golden,1993:14). Άλλα ουσιαστικά που µπορεί να συναντήσει κανείς στα έπη ή σε άλλα είδη ποίησης είναι λ.χ το ουσιαστικό µικρός (σε µια κωµωδία του Μενάνδρου) και µικκός (σε ένα σατυρικό έργο του Αισχύλου), ενώ υπήρχαν και τοπικοί διάλεκτοι: κοραλίσκος (συνώνυµο µε το µειράκιον) στην Κρήτη, κοράσιον (το µικρό κορίτσι) στην Μακεδονία κτλ. Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης χρησιµοποιούν συνήθως τα ουσιαστικά παιδίον, παιδάριον (Golden, 1993: 186, υποσηµείωση 64 & 187, υποσηµείωση 79). Ο Ιπποκράτης (στο Philo.Opif.Mundi 36.105) χωρίζει την ανθρώπινη ζωή σε επτά στάδια, από τα οποία τα τέσσερα πρώτα είναι: το στάδιο του παιδίου (παιδίον 0-7 χρ.), το στάδιο του παιδός (παίς 7-14 χρ.), το στάδιο του µειρακίου (µειράκιον14-21 χρ.) και το στάδιο του νεανίσκου (νεανίσκος 21-28 χρ.), ενώ ο Αριστοτέλης τη χωρίζει σε δύο µέχρι και δέκα στάδια, βασισµένος στην αριθµολογία, στην αστρολογία, στον αριθµό των εποχών του έτους, ή στα δάκτυλα των χεριών κτλ και κάνει µια γενική κατηγοροποίηση των ηλικιών για να µπορεί κανείς - γνωρίζοντας τα συναισθήµατα και τις δράσεις των ανθρώπων των διαφορετικών ηλικιακών κατηγοριών - να µιλά δηµόσια κερδίζοντας φίλους και να επηρεάζει τη γνώµη πολλών ανθρώπων: στην νεανική ηλικία, στην ώριµη και στην γεροντική ηλικία (Golden, 1993: 2).

Η κοινωνική ζωή (η ζωή της πόλης) έπαιζε ένα κεντρικό και σηµαντικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων της αρχαιότητας και οι διαφορές ανάµεσα στα δύο φύλα γινόταν φανερές στον διαχωρισµό των καθηκόντων και των υποχρεώσεών τους. Με αυτή την αντίληψη µεγάλωναν τα παιδιά και έχοντας υπόψη τη στάση αυτή των ανθρώπων κατά την αρχαιότητα είναι δυνατόν να κατανοήσουµε γιατί τέτοια πνεύµατα, όπως ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης τοποθετούσαν τα παιδιά στο ίδιο επίπεδο µε τα ζώα (ο Πλάτων µάλιστα τοποθετούσε τα παιδιά, τις γυναίκες, τους σκλάβους και τα ζώα στην ίδια οµάδα, κοινωνικά κατώτερη από εκείνη τω ανδρών, µε κύριο χαρακτηριστικό ότι είναι πιο επιρρεπείς στις επιθυµίες, στους πόνους και στις ηδονές , όπως λ.χ στα γλυκά και στη µουσική κι ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι, ότι τα µωρά σταµατούν το κλάµα µε ένα κοµµάτι κερήθρας). Αυτός είναι και ο λόγος που κάποια ρήµατα που χρησιµοποιούνταν σε σχέση µε τα παιδιά ήταν συνώνυµα µε πράξεις ζώων λ.χ τα ρήµατα που υποδήλωναν το παιδικό κλάµα ήταν: βρυχαίοµαι και βλεκάνω (βελάζω). Τα παιδιά, οι νέες γυναίκες και οι τυφλοί γέροντες όµως κατανοούν καλύτερα τις επιθυµίες των θεών σε σύγκριση µε τους κοινωνικά ανώτερούς τους, όπως

Page 3: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

10

χαρακτηριστικά διατύπωσε ο Σοφοκλής στο έργο του ΄΄Αντιγόνη΄΄(Golden, 1993: 7 & 8 & 9 & 11).

Τόσο ο Πλάτωνας, όσο και ο Αριστοτέλης αναφέρονται στα έργα τους Νόµοι και Πολιτικά αντίστοιχα στα διάφορα χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας και δίνουν παρακτικές συµβουλές για την ανατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών. Ο Πλάτων (5ος αι. π.Χ) έκανε ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για την ανάπτυξη των παιδιών και τις ανάγκες της παιδικής ηλικίας και τόνισε ότι τα πολύ µικρά παιδιά αγαπούν (τα πανυ σµικρά παιδία) το κουκλοθέατρο, ενώ τα µεγαλύτερα (οι µείζους παίδες) τις κωµωδίες και συµβούλεψε να φασκιώνονται τα παιδιά από την γέννηση µέχρι και το δεύτερο έτος της ηλικίας και µέχρι την ηλικία των τριών να παίρνονται συχνά στην αγκαλιά. Η περίοδος από το τρίτο µέχρι και το έκτο έτος της ηλικίας χαρακτηρίζεται από το παιχνίδι µε άλλα παιδιά και από τα παιχνίδια που γεννά η φαντασία τους, καθώς και από την αρχή απόκτησης αυτοπειθαρχίας. Επίσης είναι ενδιαφέρον να παρατηρηθεί πως ο Πλάτων έδωσε σηµασία σε χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας που θα µπορούσαν να περάσουν απαρατήρητα ή ακόµη και να θεωρηθούν αυτονόητα, όπως λ.χ η απαλότητα του δέρµατος των παιδιών που προέρχεται από το πολύ γάλα που πίνουν κι από την φρέσκια αλλά και σταθερή σύνδεση των ιστών του σώµατος (η οποία µε το πέρασµα των χρόνων, αλλά κι από τους πολέµους αδυνατεί µε επακόλουθο να επέλθει κάποια στιγµή η γεροντική ηλικία). Τα παιδιά είναι επίσης ανώριµα, άπειρα κι αθώα, για αυτό και µπορούν να είναι πιο κοντά στους θεούς και στα φαινόµενα της φύσης (Rühfel, 1984: 139 & Golden, 1990: 20).

Ο Αριστοτέλης (4ος αι. π. Χ) µελέτησε τα παιδιά µε τέτοια προσοχή, που αναφέρθηκε σε εξωτερικά χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας και έδωσε συµβουλές για διαφορετικές ηλικιακές περιόδους, τονίζοντας ότι στην ζωή του παιδιού υπάρχουν οι εξής κρίσιµες περίοδοι: το δεύτερο έτος της ηλικίας, το πέµπτο, το έβδοµο και το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας. Κάποιες από τις συµβουλές του είναι λ.χ να δίνεται στα παιδιά - µέχρι δύο ετών - να πίνουν πολύ γάλα και λίγο κρασί, να βοηθούνται στην άσκηση και να γίνεται η σκληραγώγησή τους στο κρύο, είτε - από δύο ετών µέχρι και το πέµπτο έτος της ηλικίας - είναι καλό να ασκούνται µέσα από το παιχνίδι , το οποίο, όπως και οι ιστορίες που ακούν πρέπει να ελέγχονται από τους παιδονόµους, ενώ από το έβδοµο έτος της ηλικίας πρέπει γενικά να προστατεύονται από απρεπείς συνοµιλίες και εικόνες (Golden, 1993: 20). Κάποιες από τις παρατηρήσεις του ήταν, ότι τα παιδιά αρχικά δεν µπορούν καθόλου να µιλήσουν και αργότερα καλούν κάθε άνδρα ΄΄πατέρα΄΄ και κάθε γυναίκα ΄΄µητέρα΄΄, µέχρι να µάθουν να ξεχωρίσουν τους γονείς τους και να τους αποδώσουν αυτούς τους λεκτικούς χαρακτηρισµούς, ότι το παιδί µυρίζει γλυκά µέχρι την εφηβεία και από αυτό το διάστηµα και πέρα γίνεται ο ιδρώτας του ΄΄αλµυρός΄΄και εντονότερος, ότι η παιδική φωνή είναι υψηλότερη από αυτήν των ενηλίκων και ότι ο παιδικός τρόπος οµιλίας ουσιαστικά γοητεύει τους ενήλικες (γι΄αυτό το λόγο έβαζαν ο Θεόφραστος ή ο Αριστοφάνης (4ος & 5ος αι. π.Χ) κάποιους ήρωές τους να µιλάνε όπως τα παιδιά) και ότι τα αδύναµα χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας µπορούν να ξεπεραστούν, διότι τα παιδιά βρίσκονται σε ανάπτυξη. Γενικά η παιδική ηλικία έχει τόσες αδυναµίες που ΄΄κανείς δεν θα ήθελε να γυρίσει πίσω σ΄αυτήν και τα παιδιά έχουν ελεύθερη θέληση,αλλά όχι προαίρεση και γι΄αυτό το λόγο δεν µπορούν να γνωρίζουν τις έννοιες της ηθικής και της πραγµατικής

Page 4: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

11

χαράς, έχουν βραχυπρόθεσµη µνήµη και τα αγόρια είναι πιο ευέξαπτα απο τους άνδρες, γιατί είναι βιολογικά θερµότερα και υγρότερα (Golden, 1993: 6 & 8 & 9).

Τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Πλάτωνας πίστευαν, ότι τα παιδιά έχουν γενικά περισσότερο πάθος από ότι οι ενήλικες, δεν µπορούν για πολύ ώρα να µείνουν ήρεµα και ότι συχνά κλαίνε, έχουν έναν άστατο χαρακτήρα και είναι πολύ δύσκολο να δαµαστούν και ότι γενικά δεν µπορούν πολύ να κατανοούν, ούτε να κρίνουν και συχνά λένε ανοησίες, διότι δεν έχουν ΄΄φρένα΄΄ (άφρονες). Στην διανοητική αδυναµία των παιδιών αναφέρθηκε και ο Ξενοφώντας (5ος αι. π. Χ) συγκρίνοντας τα αγόρια µε τους άνδρες που είναι ικανοί - λόγω της µεγαλύτερης εξυπνάδας τους - να κάνουν πράξη αυτά που έχουν µάθει και για αυτό το λόγο έχουν και περισσότερη δύναµη (Golden, 1993: 6 & 9& 22).

Παρόλες τις αδυναµίες της παιδικής ηλικίας, η ευτεκνία και η πολυτεκνία θεωρούνταν σηµαντικά στοιχεία για την επίτευξη της ανθρώπινης ευτυχίας. Αυτό το πιστεύω το αντιπροσώπευσαν τόσο οι ποιητές της αρχαϊκής εποχής, όσο και ο Σόλωνας, ακόµη και ο Αριστοτέλης (Golden, 1993: 91), αλλά και όλη η αρχαία ελληνική κοινωνία για την οποία ήταν σηµαντικό να φέρει από πολύ νωρίς τα παιδιά κοντά στην ιδέα της ζωής στην πόλη (κοινή, δηµόσια ζωή) και να τα αναθρέψει µέσα σ΄ένα έντονο θρησκευτικό κλίµα. Η ίδια η πόλη ήταν ουσιαστικά µια ΄΄θρησκευτική κοινότητα΄΄ µε µια πολιούχο θεότητα που για την τιµή και την εύνοιά της τελούνταν διάφορες τελετές και υπήρχαν σηµαντικές γιορτές Η συµµετοχή των παιδιών σε αυτές ήταν ουσιαστικά µια ηθική υποχρέωση απέναντι στην πόλη και στις θεότητες. Η έννοια της οικογένειας δεν υπήρχε στην ελληνική αρχαιότητα (όπως εννοείται σήµερα), µάλιστα δεν υπήρχε καν σαν λέξη, αντίθετα χρησιµοποιούνταν οι όροι οίκος ή οικία και εστία. Τα άτοµα που ζούσαν στην πόλη ανήκαν σε διάφορους οίκους που είχαν κοινούς προγόνους. Πολλοί οίκοι µαζί που έχουν κοινούς προγόνους αποτελούν ένα γένος. Πολλά γένη µαζί δηµιουργούσαν µια φατρία. Πολλές φατρίες µαζί αποτελούσαν µια φυλή (Rühfel, 1984: 77 & 121 & Müller, 1990: 26-27 & Golden, 1993: 23-26).

Η γέννηση ενός παιδιού ήταν ένα γεγονός που τα µέλη του οίκου και της πόλης το αντιµετώπιζαν µε µεγάλο δέος και φόβο, διότι τόσο η ζωή όσο και ο θάνατος συντρόφευαν τη µητέρα και το νεογνό. Οι πόνοι και το αίµα συνδέονταν µε τον θάνατο, η γέννηση και η επιβίωση ενός παιδιού σήµαινε υπευθυνότητα για την οικογένεια και εξασφάλιση του µέλλοντος του οίκου και της πόλης, ενώ η επιβίωση της λεχώνας σήµαινε εξασφάλιση της φροντίδας των αγοριών µέχρι τα επτά τους χρόνια (από αυτήν την ηλικία το αναλάµβανε η κοινωνία των ανδρών) και των κοριτσιών µέχρι την στιγµή του γάµου τους. Ο πιθανός θάνατος της µητέρας ή του παιδιού σε µια γέννα µετέτρεπε τον καθένα που ερχόταν σε επαφή µε αυτό το φαινόµενο σε ΄΄ακάθαρτο΄΄, γι΄ αυτό προστάτευαν την ευηµερία τόσο του οίκου, όσο και της πόλης και φυσικά την ετοιµόγεννη από τα κακά πνεύµατα και τους δαίµονες βάφοντας τα θυρώµατα µε πίσσα κι ετοιµάζοντας στην ετοιµόγεννη ένα ζεστό χώρο (Müller,1990: 56 & 150, υποσηµείωση 1: οι φιλολογικές πηγές που αναφέρονται στα έθιµα της γέννησης προέρχονται από µεταχριστιανικές πηγές). Από την στιγµή που το νεογέννητο πέρασε µε ασφάλεια την πρώτη του δοκιµασία µε τον κίνδυνο του θανάτου δηλ. ζει και είναι γερό, (κάποια είδη εξέτασης για να αποδειχθεί ότι το παιδί ήταν γερό υπήρξαν: το πλύσιµο του νεογέννητου µε κρύο νερό, µε ούρα ή ακόµη και µε κρασί) ταυτίζεται µε τον µελλοντικό του ρόλο στην ζωή

Page 5: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

12

της πόλης για την ευηµερία και την συνέχειά της. Εάν λοιπόν το νεογέννητο ήταν ένα γερό αγόρι κρεµούσαν έξω από την πόρτα του σπιτιού ένα στεφάνι από κλαδί ελιάς, αν ήταν κορίτσι µια δέσµη από µάλλινες κλωστές. Τόσο το στεφάνι από κλαδιά ελιάς, όσο και η δέσµη των µάλλινων κλωστών είχαν προστατευτική δύναµη και αποτροπιαστικό χαρακτήρα για δαίµονες και κακά πνεύµατα και θα έπαιζαν κάποιο ρόλο αργότερα στη ζωή του (τα κλαδιά ελιάς θα έπαιζαν ρόλο στις διάφορες θρησκευτικές του υποχρεώσεις και το µαλλί γενικά θα χρησιµοποιούνταν για τον αργαλειό από το κορίτσι στο χώρο του γυναικωνίτη) (Rühfel, 1984: 33 & Müller,1990: 56 & 59).

Από την στιγµή που η γέννηση ενός παιδιού σήµαινε µια υπευθυνότητα, όχι µόνο για την οικογένεια (τον οίκο), αλλά και για την ίδια την πόλη, το γεγονός αποκτούσε µια συναισθηµατική, κοινωνική και πολιτική αξία. ∆ηλ. το νεογέννητο αποτελούσε όχι µόνο ένα µέλος του οίκου, αλλά και µιας πόλης , για αυτό το λόγο έπρεπε να είναι αποδεκτό από τον κύριον του οίκου (την άρχουσα κεφαλή του οίκου) και η απόφαση αυτή είχε πάντα σχέση µε πολιτικές αρχές, το φύλο του παιδιού (κάποιες φορές αποκλείονταν κορίτσια) και το µέγεθος του ήδη υπάρχοντος οίκου Η απόφαση έπρεπε πάντοτε να παρθεί µε το βλέµµα στραµµένο στην συνέχεια και στην τύχη, όχι µόνο του οίκου, αλλά και της πόλης. Αυτός ήταν κι ο λόγος που επιτρεπόταν στους γέροντες της Σπάρτης να αποφασίσουν, αν τελικά το νεογέννητο είναι γερό κι έτσι άξιο να ζήσει στην πόλη. Στην Αθήνα το νεογέννητο είναι εξαρχής ένα κοινωνικό ον, γιατί είναι µέλος της οικογένειας (του οίκου) και είναι ήδη ένας εκ υποθέσεως πολίτης (όπως τόνιζε ο Αριστοτέλης), εφόσον έχει γεννηθεί από πολίτες, αλλά δεν είναι ενήλικας για να µπορεί να παίρνει αποφάσεις και να αναλαµβάνει υπευθυνότητες (Müller, 1990: 56 & Golden, 1993: 39).

Με δυο τελετές (τα Αµφιδρόµια και η ∆εκάτη) επιβεβαιωνόταν η απόφαση του κυρίου (της άρχουσας κεφαλής του οίκου) για την επίσηµη αποδοχή του παιδιού στην οικογένεια (τον οίκο). Με τα Αµφιδρόµια η οικογένεια, δηλ. όλα τα µέλη του οίκου, υποχρεωνόταν επίσηµα να φροντίσουν για την επιβίωση του παιδιού τους και φανέρωναν επίσης την έγνοια και τη διάθεση φροντίδας για την υγεία και την ευηµερία του παιδιού τους. Με αυτήν την τελετή, το παιδί γινόταν αυτόµατα µέλος της κοινότητας -µια ιδιότητα που δεν µπορούσε ποτέ να χάσει-, εφόσον έγινε αποδεκτό από τον οίκο τα µέλη του οποίου είναι πολίτες. Τα Αµφιδρόµια γιορταζόταν πέντε µέχρι δέκα µέρες µετά από την γέννηση του παιδιού για τον τελετουργικό ΄΄καθαρισµό΄΄ του σπιτιού (στο οποίο γεννήθηκε το παιδί), για την αποδοχή του παιδιού στην οικογένεια-οίκο και συχνά για να του δοθεί ένα όνοµα. Την ηµέρα της τέλεσης των Αµφιδροµίων κρεµούσαν στην πόρτα του σπιτιού το στεφάνι από κλαδί ελιάς ή τη δέσµη των µάλλινων κλωστών και πρόσφεραν στην Άρτεµη τα ρούχα που είχε η λεχώνα στην διάρκεια της γέννας. Επίσης γινόταν ο ΄΄καθαρισµός΄΄ του σπιτιού και όλων όσων θα λάµβαναν µέρος στην τελετή µε πλύσεις τελετουργικές και µε θυσία, ενώ οι συγγενείς και φίλοι έφερναν δώρα ή τα έστελναν (όπως φυλακτά για την φύλαξη του νεογέννητου και της µητέρας, τρόφιµα, όπως χταπόδια, σουπιές, καλαµάρια για την συνεισφορά στο κοινό δείπνο και αγγεία µε παραστάσεις από την ζωή µητέρων και παιδιών κυρίως στον γυναικωνίτη). Με αυτόν τον τρόπο ήταν όλοι έτοιµοι και χωρίς µίασµα για την αποδοχή του νεογέννητου και ο πατέρας µπορούσε - γυµνός και κρατώντας και σηκώνοντας το µωρό ψηλά – να περπατήσει γύρω από την

Page 6: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

13

εστία του σπιτιού (Rühfel, 1984: 32-33 & Müller, 1990: 59 - 61 & Golden, 1993: 23-24).

Οι ευπορότερες οικογένειες στην Αθήνα και στις ιωνικές πόλεις γιόρταζαν την ∆εκάτη δηλ. την τελετή δέκα µέρες µετά τη γέννηση του παιδιού, στην οποία έδιναν επίσηµα στο παιδί ένα όνοµα. Η ∆εκάτη – σε σύγκριση µε τα Αµφιδρόµια – είχε έναν γιορτινότερο χαρακτήρα: οι γυναίκες χόρευαν και προσφέρονταν θυσίες στους θεούς, ετοιµάζονταν ειδικά γλυκίσµατα κι ήταν δυνατόν να λάβουν µέρος σε αυτήν κι άτοµα που δεν ανήκαν στην οικογένεια – προφανώς µετά από πρόσκληση (Rühfel, 1984: 32 & Müller, 1990: 59 & Golden,1993: 24). Τα ονόµατα που δίνονταν στα αγόρια στην ∆εκάτη προέρχονταν συνήθως από ένα σύνθετο ουσιαστικό λ.χ Ηγησίστρατος (αρχηγός στρατού) ή από ένα χαρακτηριστικό του παιδιού λ.χ Πύρρος (κοκκινοµάλλης), είτε από ένα χαρακτηριστικό της ζωής του λ.χ ∆ίδυµος, ενώ τα κορίτσια έπαιρναν θηλυκοποιηµένα ονόµατα, λ.χ Ηγησιστράτη, Πύρρα, ∆ίδυµα. Γενικά, όµως, τα παιδιά καλούνταν µε το πατρώνυµο, για παράδειγµα: ΄΄ Ηγησίστρατος, γιος του Ηγησία, από τον δήµο Κεφαλή΄΄ και σπάνια µόνο µε το µητρώνυµο. Μια τέτοια επιφώνηση ήταν σχεδόν υποτιµητική κι επιτρεπόταν αναγκαστικά εφόσον το παιδί ήταν ορφανό από πατέρα. ∆εν ήταν όµως σπάνια η χρήση του πατρώνυµου και του µητρώνυµου µαζί, ενώ στα τέλη του 6ου αιώνα και στο τελευταίο τρίτο του 5ου αιώνα έπαιρναν τα αγόρια τα ονόµατα των πατέρων τους, συνήθως ονόµατα που παρουσίαζαν ένα χαρακτηριστικό του. Αυτή η συνήθεια προήλθε από την ανάγκη των µελών των οίκων να ενωθούν και να αλληλοστηριχθούν τα µέλη µπροστά στις διάφορες πολιτικές αλλαγές (ιδιαίτερα την µεταρρύθµιση του Κλεισθένη) και στη κρίση του Πελοποννησιακού πολέµου (Golden, 1993: 24-25 & 170 & Cambridge illustrated history, 1998: 123). Ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα φαίνεται στην επιτύµβια στήλη του µικρού χαµογελαστού κοριτσιού που κρατά µια κούκλα µε την επιγραφή: Μελίστω Κτησικράτους Ποταµίου, δηλ. Μελίστω, κόρη του Κτησικράτη από τον ∆ήµο Ποταµός (βλ. Μέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 45, αριθ. εικ.45).

Το παιδί χρειαζόταν όµως να γίνει επίσηµα αποδεκτό και από την πόλη κι αυτό γινόταν µε την εγγραφή του στους καταλόγους της φατρίας. Αυτή η πράξη πραγµατοποιούνταν τελετουργικά στα Απατούρια που διαρκούσαν τρεις µέρες και γιορτάζονταν το φθινόπωρο στην Αθήνα και στις ιωνικές πόλεις. Με τα Απατούρια υποχρεωνόταν στην ουσία ο πατέρας να φροντίσει για την ζωή του γιου και διαδόχου του. Η επίσηµη εγγραφή στους καταλόγους των φατριών γίνονταν µε δύο προσφορές: όταν το παιδί γινόταν ενός έτους, τριών ή τεσσάρων χρόνων, ακόµη και επτά χρόνων πρόσφεραν οι πατέρες το µείον και το κουρείον. Το µείον ήταν ένα πρόβατο αλλά κάθε πατέρας έδινε κι άλλα δώρα: κρασί, γλυκά και χρήµατα. Από όλα αυτά έπαιρνε κι ο ιερέας ένα µερίδιο. Με αυτόν τον τρόπο δεν ήταν το παιδί µόνο απλά εγγεγραµµένο στην φατρία, αλλά και βρισκόταν επίσηµα κάτω από την προστασία του θεού της πόλης. Το κουρείον ήταν η προσφορά µιας τούφας µαλλιών από την κορυφή της κεφαλής του παιδιού και είχε µεγάλη συµβολική σηµασία, διότι η κόµµωση έδειχνε στην αρχαία κοινωνία την ηλικία και την κοινωνική τάξη του ατόµου. Το ίδιο ίσχυε και σε πολλά µέρη της Μεσογείου, ειδικά στην Κρήτη, όπου µια αλλαγή στην κόµµωση συµβάδιζε µε µια αλλαγή και στην κοινωνική τάξη.

Page 7: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

14

Γενικά στα Απατούρια γινόταν φανερή η διαφοροποίηση που επικρατούσε ανάµεσα στα δύο φύλα από την πρώτη κιόλας παιδική ηλικία. Η διαφοροποίηση αυτή ήταν λιγότερο έντονη στον οίκο και συγκεκριµένα στον γυναικωνίτη, εφόσον αγόρια και κορίτσια ζούσαν και ανατρέφονταν µαζί µέχρι την ηµέρα του γάµου τους και µέχρι τότε µάθαιναν και προετοιµάζονταν για τους ρόλους τους ως γυναίκες ενώ τα αγόρια εισάγονταν ουσιαστικά και σταδιακά στην κοινωνία των ανδρών Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης µάλιστα επικροτούσαν αυτή την κοινωνική στάση και την ενδυνάµωναν µε την προτροπή να ξεκινά η εκπαίδευση των αγοριών από τα επτά τους χρόνια µέχρι την εφηβεία, δηλ. µέχρι τα δεκατέσσερά τους χρόνια (Rühfel, 1984: 32 & Müller, 1990: 60 & Golden, 1993: 26-28 & 62 & 72 & 125). Ο διαχωρισµός των κόσµων όµως στους οποίους ζούσαν ξεχωριστά τα αγόρια και τα κορίτσια από µια συγκεκριµένη ηλικία φαίνεται χαρακτηριστικά στις παραστάσεις των αττικών µαρµάρινων επιτυµβίων στηλών, στις οποίες τα αγόρια και τα κορίτσια που έχουν ξεπεράσει την πρώτη παιδική ηλικία παριστάνονται µε χαρακτηριστικές ιδιότητες που συµβολίζονται απο την παρουσία παιχνιδιών: αµαξάκια ή καλάµους µε ρόδα (τροχούς) για τα αγόρια, πάπιες ή χήνες και κούκλες για τα κορίτσια. Στην επιτύµβια στήλη του Φιλοκράτη απεικονίζεται το αγόρι να κρατά τον τροχό του και να παίζει µε τον σκύλο του, ενώ σε άλλη επιτύµβια στήλη απεικονίζεται το κορίτσι να κρατά στην αγκαλιά του µια χήνα και να πιάνει µε τρυφερότητα το ράµφος της (βλ. µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 44, αριθ. εικ.44 & αριθµός καταλόγου 51, αριθ. εικ. 51).

Στον γυναικωνίτη ζούσαν τα βρέφη µαζί µε την µητέρα τους και τα µεγαλύτερα αδέρφια όπου υπήρχε ό,τι χρειαζόταν µια µητέρα για την φροντίδα του βρέφους της (αντικείµενα που και στην σηµερινή εποχή χρησιµοποιούνται), όπως κούνιες, σπάργανα, µπιµπερό, ΄΄περπατήστρες΄΄, ακόµη κι ένα είδος καθίσµατος στο οποίο µπορούσε το παιδί να ΄΄κάνει τις ανάγκες του΄΄ κτλ (Golden, 1990: 17). Μια τέτοια σκηνή προσφέρει η παράσταση µιας ερυθρόµορφης παιδικής οινοχόης του βρέφους που κάθεται στο ειδικό κάθισµα και κρατά στα χέρια του ένα χαρακτηριστικό άθυρµα για την ηλικία του: µια πλαταγή (κουδουνίστρα, ροκάνα). Η σκηνή είναι τόσο χαρακτηριστική που κανείς µπορεί να φανταστεί πως το παιδί µπορεί να κάθεται µε υποµονή και να αποσπάται η προσοχή του από την επιθυµία του λ.χ να σηκωθεί ή να θελήσει µια αγκαλιά, λόγω των ακουστικών ερεθισµάτων που προκαλεί το άθυρµα (βλ. Μέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 223, αριθ.εικ.223). Κάποιες από τις συνήθειες και τις συµβουλές που στην εποχή µας ισχύουν για την ανατροφή και την φροντίδα των βρεφών υπήρχαν επίσης κατά την αρχαιότητα. Η φροντίδα των βρεφών και των παιδιών της πρώτης παιδικής ηλικίας είναι σηµαντική και οι γιατροί της αρχαιότητας συµβούλευαν να θηλάζονται µέχρι το δεύτερο έτος της ηλικίας τους και ίσως ακόµη και παραπάνω, να τους δίνεται λίγη ποσότητα κρασιού µε νερό, κι από τον έκτο µήνα της ηλικίας τους µικρές ποσότητες ψωµιού βουτηγµένου σε γλυκό κρασί. Ο Ιπποκράτης µάλιστα συµβούλευε να τα πλένουν µε ζεστό νερό και θεωρούσε ότι οι µικρές ποσότητες νερωµένου κρασιού ενδυνάµωναν τα παιδιά, τους έδιναν βάρος και ένα καλύτερο χρώµα στο πρόσωπο. Ο Αριστοτέλης αντίθετα συµβούλευε να θηλάζονται πολύ περισσότερο, αντί να τους δίνονται µικρές ποσότητες νερωµένου κρασιού, ενώ ο Πλάτων να τυλίγονται σε σπάργανα µέχρι το δεύτερο έτος της ηλικίας τους και µέχρι το τρίτο έτος της ηλικίας τους να παίρνονται στην αγκαλιά και να µεταφέρονται από τις τροφούς τους, διότι η κίνηση που

Page 8: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

15

µεταδίδεται απευθείας στο παιδί συµβάλλει στην σωµατική και πνευµατική του ανάπτυξη. Ενδιαφέρον είναι, ότι η χρήση σπάργανων και άλλων αυστηρών µεθόδων τυλίγµατος των βρεφών δεν αναφέρεται σε καµία συγκεκριµένη φιλολογική ή εικονογραφική πηγή. Στις παιδικές οινοχόες τα βρέφη και τα πολύ µικρά παιδιά παριστάνονται ως επί το πλείστον γυµνά, ενώ στις επιτύµβιες στήλες της αρχαϊκής και της κλασσικής εποχής παρουσιάζονται τυλιγµένα σε κουβέρτες κι όχι σε σπάργανα. Επίσης σπάνια εικονίζονται δίχρονα ή τρίχρονα παιδιά να βαδίζουν, κάτι που µπορεί να αποδεικνύει, ότι νωρίτερα δεν είχαν τις κατάλληλες δυνατότητες να µάθουν να περπατούν (Rühfel, 1984: 165-166 & Müller, 1990: 71 & Golden, 1993: 17 & 20). Σε αρκετές παραστάσεις απεικονίζονται µικρά παιδιά γυµνά να ΄΄κάνουν στράτα, να µπουσουλούν΄΄ και να περιβάλλονται από αθύρµατα κι αντικείµενα που ταίριαζαν στην ηλικία τους, όπως λ.χ µια απεικόνιση αγάλµατος παρουσιάζεται µια νέα µητέρα να κρατά το γυµνό της βρέφος και να προσπαθεί να του αποσπάσει την προσοχή µε µια πλαταγή (κουδουνίστρα) (βλ.µέρος Β΄ 1.4, αριθµός καταλόγου 222, αριθ.εικ. 222), ενώ σε µια απεικόνιση ερυθρόµορφης παιδικής οινοχόης παριστάνεται ένα µικρής ηλικίας αγόρι να ΄΄µπουσουλά΄΄ προς την πλευρά ενός σκύλου (βλ µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 61, αριθ.εικ. 61).

Παρόλη την έγνοια και την φροντίδα των γονιών, την ασφάλεια που πρόσφερε ο χώρος του γυναικωνίτη και τις θρησκευτικές τελετές για την αποδοχή τους στην οικογένεια και στην πόλη δεν ήταν πάντα δυνατή η επιβίωση των παιδιών στην αρχαία κοινωνία. Κάθε οικογένεια ανέµενε πάντοτε παιδικούς θανάτους, για αυτό το λόγο το επίθετο άωρος (όποιος ή ό,τι πεθαίνει πριν την ώρα του) χρησιµοποιούταν συνήθως για µια ενήλικη νεκρή γυναίκα και σπάνια για ένα 2χρονο παιδί. Υπολογίζεται ότι στην ελληνική κοινωνία (αλλά και αργότερα στην ρωµαϊκή) η παιδική θνησιµότητα άγγιζε το 25% - 35 % στο πρώτο έτος της ζωής (Golden,1993: 83). Η αντιµετώπιση της αρχαίας κοινωνίας σε ό,τι αφορά το θέµα της παιδικής θνησιµότητας προκαλεί ένα πλήθος διαφορετικών γνωµών για την ποιότητα της σχέσης των γονιών και της πόλης απέναντι στα παιδιά. Για παράδειγµα ο Stone, έχοντας υπόψη του, ότι στις προβιοµηχανικές κοινωνίες οι στενοί συναισθηµατικοί δεσµοί µε τα παιδιά ήταν ΄΄επικίνδυνοι΄΄ λόγω της µεγάλης θνησιµότητάς τους (δηλ. οι οικογενειακοί κύκλοι και η ίδια η κοινωνία δεν θα άντεχαν τους συχνούς θανάτους), αµφιβάλλει για την ποιότητα των στενών συναισθηµατικών σχέσεων ανάµεσα σε γονείς και παιδιά και ο Finley συµπληρώνει, ότι δυσκολεύεται να ΄΄µετρήσει΄΄ τον πόνο των γονιών στις ταφές, εφόσον µπορεί να υπήρχαν αρκετές από αυτές στο χώρο του οίκου (Golden, 1993: 82-83 και παραποµπές 4 & 5, σελ.208-209). Το πλήθος όµως των επιτύµβιων στηλών, τα κτερίσµατα σε παιδικούς τάφους, κάποιοι επικήδειοι λόγοι που τόνιζαν την αξία που περιέχει η αγάπη για τους απογόνους, όπως και κάποιες γραπτές αναφορές (λ.χ του Ηροδότου και του Θουκιδίδη που αναφέρουν ότι ο θάνατος ενός παιδιού είναι ό,τι χειρότερο µπορεί να συµβεί σε µια πόλη και του Αριστοτέλη που τονίζει, ότι οι µητέρες εξακολουθούν να αγαπούν τα παιδιά τους και µετά που τα έχουν χάσει), αποδεικνύουν το αντίθετο (Golden, 1993: 86 & 89 & 92). Έλλειψη ευθύνης και φροντίδας για τα παιδιά ή λύπης για τον θάνατό τους δεν αποδεικνύεται από τις ποικίλες παραστάσεις σε αγγεία και επιτύµβιες στήλες του 5ου και 4ου αι. π.Χ, όπου τα παιδιά παρουσιάζονται να συνοµιλούν, να παίζουν ή να

Page 9: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

16

κρατούν τα αγαπηµένα τους παιχνίδια, δηλ. ουσιαστικά παρουσιάζονται σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και εµπιστοσύνης (βλ. µέρος Β΄, 1.4). Ένα τέτοιο περιβάλλον φροντίδας και αγάπης απεικονίζει η σκηνή της ερυθρόµορφης υδρίας του 5ου αι. π.Χ, στην οποία µια µητέρα στεφανώνει το µικρό της αγόρι που κρατά µε το ένα του χέρι το αµαξάκι του. Η µητέρα γονατίζοντας για να σταθεροποιήσει το στεφάνι στο κεφάλι του παιδιού της δηµιουργεί µαζί του οπτική επαφή και αυτό δέχεται την προσοχή και τη φροντίδα της κερδίζοντας την εµπειρία µιας ζεστής και οικείας ανθρώπινης επαφής, κάτι που δεν θα µπορούσε να υπάρξει, εάν αυτή θα σταθεροποιούσε το στεφάνι µένοντας όρθια (βλ.µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 15, αριθ. εικ.15). Τα παιδιά θάβονταν είτε στο χώρο της οικίας, είτε µέσα στα σύνορα της πόλης. Με την ταφή στο χώρο του σπιτιού δείχνουν οι γονείς ότι, ο οίκος είναι έτοιµος να αποδεχθεί κι άλλα παιδιά και ταυτόχρονα ότι, οι ίδιοι δεν είναι πρόθυµοι να αποχωριστούν παντελώς τα αγαπηµένα τους παιδιά, ενώ η τοποθέτηση στον τάφο τους αντικειµένων τα οποία χρησιµοποιούσαν ή µε τα οποία έπαιζαν όσο βρίσκονταν στη ζωή έδειχνε την προσπάθειά των γονιών και των συγγενών να κάνουν λιγότερο οδυνηρό το ταξίδι τους στον Άδη (Golden, 1993: 83 & 85). Στην περίπτωση των παιδικών θανάτων µέσα σε µια οικογένεια δεν υπήρξαν αυστηρές διαφοροποιήσεις ανάµεσα στα δύο φύλα κι αυτή ακριβώς η στάση καθρεπτίζεται στην τέχνη. Οι επιτύµβιες στήλες που έχουν βρεθεί παρουσιάζουν αγόρια και κορίτσια και δείχνουν την τιµή, την αγάπη και την θέληση των γονιών να δείξουν την λύπη τους που έφυγε για πάντα το παιδί τους. Η διαφοροποίηση που υπάρχει σε αυτό το σηµείο αφορά την επιλογή των αντικειµένων που συνόδευαν έναν γιο ή µια κόρη: αντικείµενα (όπως το ΄΄µπιµπερό΄΄) ή ένα άθυρµα (όπως η πλαταγή-κουδουνίστρα) ταίριαζαν και χρησιµοποιούνταν και από τα δύο φύλα και συνδέονταν µε τα βρέφη, όµως µια κούκλα σε έναν τάφο µικρού κοριτσιού και ένας τροχίσκος ή µια παιδική οινοχόη (το χαρακτηριστικό δώρο των αγοριών στην γιορτή των Ανθεστηρίων) στον τάφο ενός αγοριού τονίζει την διαφοροποίηση των δύο φύλων στη ζωή και στο παιχνίδι. Η παρουσία των παιδικών οινοχοών στους τάφους µικρών παιδιών εµπεριέχει ένα ιδιαίτερο τυπικό και συµβολισµό, λ.χ στα βρέφη τοποθετούσαν µια ακόµη πιο µικρή οινοχόη από αυτή που κανονικά θα έπαιρναν εάν είχαν φτάσει στο τρίτο έτος. Για τα νεκρά τρίχρονα ή και µεγαλύτερα σε ηλικία αγόρια η τοποθέτηση αυτών των οινοχοών στους τάφους υπήρξε µια συµβολική πράξη για την ενθύµηση των ευτυχισµένων ηµερών στη ζωή, αλλά κυρίως για την επιβεβαίωση της ευλογίας και της προστασίας τους από τον ∆ιόνυσο ακόµη και στον Άδη, εφόσον επισφραγίστηκε η αποδοχή τους στην θρησκευτική και πολιτική κοινωνία της πόλης (ουσιαστικά των Αθηνών και άλλων ιωνικών πόλεων όπου γιορτάζονταν τα Ανθεστήρια) µε την συµµετοχή τους στα Ανθεστήρια, ενώ για τα βρέφη συµβόλιζε την ελπίδα των γονιών να έχουν τα παιδιά τους στον Άδη µια καλή µοίρα, εφόσον δεν πρόλαβαν να πάρουν όσα δικαιούνταν (Rühfel, 1984: 166-167 & Müller,1990: 76). Η αποδοχή του θρήνου και του πόνου που προκαλεί ο χαµός ενός παιδιού φαίνεται από τα πρώτα κιόλας δείγµατα της τέχνης της γεωµετρικής εποχής (ιδιαίτερα στο τέλος του 8ου αιώνα π.Χ) στην οποία ο θάνατος του µικρού Αστυάνακτα (γιος του Έκτορα και της Ανδροµάχης στην Ιλιάδα του Οµήρου) υπήρξε ένα αγαπητό θέµα στον κύκλο των αγγειογράφων (Müller, 1990: 47 & 79).

Page 10: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

17

Εφόσον όµως το παιδί επιβίωνε, µοίραζε την ζωή του ανάµεσα στην οικογενειακή ζωή και στη συµµετοχή του στη δηµόσια ζωή της πόλης. Η οικογενειακή ζωή των παιδιών, δηλ.η ζωή τους στον οίκο (ή οικία) µαζί µε τους γονείς τους , µε τους παππούδες τους (συνήθως οι γονείς του ενός από τους δύο συντρόφους, κυρίως µετά από χηρεία) και µε όλους τους οικιακούς βοηθούς (που ήταν κυρίως δούλοι και ζούσαν µαζί µε τα παιδιά τους) ήταν κοινή για τα αγόρια και για τα κορίτσια. Τα αδέρφια παρέµεναν µαζί στον γυναικωνίτη και γενικά στο χώρο του σπιτιού, µέχρι τα επτά τους χρόνια . Ο γυναικωνίτης ήταν όµως ουσιαστικά ο χώρος στον οποίο ζούσαν και στον οποίο δέχονταν σχεδόν όλα τα ερεθίσµατα για την ανάπτυξή τους και για την µετέπειτα ζωή τους σαν άνδρες ή γυναίκες - πολίτες µιας πόλης (Golden, 1990: 123). Μέσα στο χώρο του γυναικωνίτη µάθαιναν αγόρια και κορίτσια τους ρόλους τους σύµφωνα µε το φύλο τους στο χώρο του οίκου και στη δηµόσια ζωή. Τα µεγαλύτερα αδέρφια ήταν συνηθισµένο να φροντίζουν τα µικρότερα, κάτι που ήταν ένα ιδιαίτερο καθήκον των κοριτσιών , όπως λ.χ. τονίζει ο Σοφοκλής βάζοντας την Ηλέκτρα να λέει θρηνώντας (όταν πληροφορείται τον θάνατο του αδερφού της Ορέστη) ότι ΄΄σίγουρα αυτός είχε περισσότερη αγάπη για αυτήν από ότι για την µητέρα του, εφόσον αυτήν τον ανέθρεψε΄΄, αλλά και τα µεγαλύτερης ηλικίας αγόρια είχαν ένα ιδιαίτερο βλέµµα φροντίδας για τους µικρότερους αδερφούς τους. Επίσης τα αδέλφια εφόσον έµεναν τα πρώτα χρόνια της ζωής µαζί ήταν φυσικό να µοιράζονταν πολλά. Ένα παράδειγµα αποτελούσε η ώρα του φαγητού, κατά την οποία υπήρχε ένα κύριο γεύµα κι αυτό ήταν το µεσηµεριανό φαγητό, στο οποίο όλα τα µέλη της οικογένειας δεν έτρωγαν µαζί, αλλά οι γυναίκες µε τα παιδιά κι οι άνδρες µόνοι τους ή µε την παρουσία άλλων ανδρών καλεσµένων. Τα αγόρια που βρίσκονταν στην εφηβεία (µειράκια) είχαν τη δυνατότητα κάποιες φορές να γευµατίζουν µε τους άνδρες στο ίδιο χώρο αλλά όχι µαζί µε τον πατέρα τους κι όχι δίπλα στους άνδρες, διότι δεν ήταν ακόµη ενήλικες. Ο Σωκράτης, όµως ευχήθηκε µία πόλη, στην οποία ΄΄η οικογενειακή ζωή να συµπεριλαµβάνει κοινά δείπνα µε την παρουσία των παιδιών ΄΄ (Golden,1993: 33 & 37-38 & 118).

Στην οικογενειακή ζωή ανήκε και η συνεισφορά των παιδιών στην οικονοµία του σπιτιού, µαθαίνοντας από νωρίς ταυτόχρονα και τους ρόλους τους σαν αγόρια και σαν κορίτσια. Η παρατήρηση των ενηλίκων την στιγµή της εργασίας τους ή ακόµη και η συνειδητή εκπαίδευσή τους από αυτούς προετοίµαζαν τα παιδιά για τους µελλοντικούς τους ρόλους στην οικογένεια και στην δηµόσια ζωή της πόλης. Από νωρίς µάθαιναν ότι είναι καθήκον και υποχρέωση η φροντίδα της συνέχειας και της ευηµερίας της πόλης και φυσικά του οίκου. Με αυτόν τον τρόπο γινόταν σχεδόν αυτόµατα η κοινωνικοποίησή τους, εφόσον έρχονταν συχνά σε επαφή και αλληλεπίδραση µε τους ενήλικες στο χώρο του σπιτιού και από το τρίτο έτος της ηλικίας για τα αγόρια και το πέµπτο έτος για τα κορίτσια µε την δηµόσια ζωή της πόλης (όπου ξεκινούσε η επίσηµη ένταξή τους και συµµετοχή τους στην θρησκευτική ζωή της πόλης). Αγόρια και κορίτσια βοηθούσαν λοιπόν στον καθαρισµό των χωραφιών από τις πέτρες (η αρχαία οικονοµία βασιζόταν αρχικά στη γη), αλλά και στον καθαρισµό της οικίας, στην περιποίηση των ζώων, στην συλλογή ξύλων για την φωτιά, κτλ , ενώ ο γιος ενός κεραµοποιού παρατηρούσε και βοηθούσε τον πατέρα του να πλάθει αγγεία, µέχρι την ηλικία που µπορούσε κι ο ίδιος µόνος του να δουλεύει. Τα κορίτσια βοηθούσαν στη φροντίδα του σπιτιού µαθαίνοντας κι έχοντας καθήκοντα που ταίριαζαν στο φύλο τους και το ουσιαστικό θυγάτηρ (κόρη) σήµαινε ΄΄αυτή που

Page 11: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

18

ετοιµάζει το φαγητό΄΄ και έδειχνε ξεκάθαρα ένα από τα καθήκοντά τους: σύµφωνα µε τον Πλάτωνα ήταν η διαχείριση του οίκου, η οικιακή εργασία (ιδιαίτερα µε την παρασκευή ψωµιού και µε την εργασία στον αργαλειό) και η φροντίδα των παιδιών. Αυτός ο ρόλος του κοριτσιού στην Αθήνα της κλασσικής εποχής ενδυναµωνόταν από το γεγονός ότι οι µητέρες παρέµεναν κλεισµένες στον γυναικωνίτη και γενικά στο χώρο του σπιτιού και οι δηµόσιες γιορτές αποτελούσαν για αυτές µια ευκαιρία να εµφανιστούν δηµόσια (αυτό βέβαια ίσχυε κυρίως για τις γυναίκες των υψηλότερων κονωνικών τάξεων, ενώ αυτές των φτωχότερων οικογενειών έπρεπε συχνά όχι µόνο να φροντίζουν την οικία, αλλά και να εργάζονται έξω από αυτήν για την στήριξη της οικονοµίας του σπιτιού). Σχετικά µε τα αγόρια η οικονοµική κατάσταση ενός οίκου επηρέαζε ιδιαίτερα τα καθήκοντα των αγοριών. Ο Πλάτων ανέφερε την περίπτωση των κατοίκων της Μαγνησίας που έστελναν τα 10χρονα αγόρια τους στις διάφορες αγροτικές εργασίες (Golden, 1993: 33-34& 36 & 122 & Cambridge illustrated history, 1998: 132-134). Ένα πήλινο αγαλµατίδιο από την Βοιωτία παρουσιάζει χαρακτηριστικά την εκµάθηση των κοινωνικών ρόλων από ένα παιδί: ένα µικρό κορίτσι παρατηρεί µε προσοχή µια γυναίκα να µαγειρεύει, η οποία του δίνει οδηγίες και το εκπαιδεύει (βλ. µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 178, αριθ.εικ. 178).

Η κοινή συναναστροφή και οι κοινές πράξεις είτε λ.χ σε µια οικιακή εργασία, είτε σε µια ιεροτελεστία ενδυνάµωνε τους δεσµούς µεταξύ γονέων και παιδιών και µεταξύ των αδελφών. Ο Αριστοτέλης µάλιστα αναφέρθηκε στην αγάπη που υπάρχει µέσα σε µια οικογένεια (φιλία). Γενικά κατά την αρχαιότητα αναγνώριζαν τα παιδιά στα πρόσωπα των γονιών τους τα άτοµα εκείνα που τους πρόσφεραν κάτι ή µε τα οποία κάτι έφτιαχναν λ.χ η µητέρα ήταν αυτή που τους πρόσφερε θαλπωρή, φροντίδα και τροφή, ενώ ο πατέρας πήγαινε µαζί τους στον υποδηµατοποιό, στο θέατρο κτλ (Müller, 1990: 112 & Golden, 1993: 29 & 97). Για παράδειγµα ο Ευριπίδης αποκαλούσε τις γυναίκες ΄΄αυτές που αγαπούν από τη φύση τους ιδιαίτερα τα παιδιά (φιλότεκνον) και αγαπούν να διηγούνται παραµύθια και ιστορίες στα παιδιά τους, ενώ κατά τον Αριστοτέλη η φροντίδα των παιδιών δεν ήταν ένα ιδιαίτερο καθήκον των πατέρων. Αυτός ήταν κι ο λόγος που οι δεσµοί µεταξύ των παιδιών και των µητέρων τους ήταν πιο στενοί από ό,τι µε τους πατέρες. Ιδιαίτερα απέναντι στον πατέρα κρατούσαν τα παιδιά µια στάση σεβασµού, αφοσίωσης και υπακοής. Ο Αριστοτέλης ανέφερε, ότι ένας πατέρας χειρίζεται την γυναίκα του όπως τους πολίτες µιας πόλης (πολιτικώς) και τα παιδιά του τα χειρίζεται όπως ένας βασιλιάς (βασιλικώς) και γενικά ότι οι γιοι είχαν ιδιαίτερες υποχρεώσεις απέναντι στους πατέρες τους και για αυτόν τον λόγο δεν µπορούσε η σχέση τους να είναι ισότιµη όπως σε µια φιλία., όµως γενικά οι γονείς είναι εκείνοι που αγαπούν περισσότερο τα παιδιά τους από ό,τι εκείνα µπορούν να τους αγαπήσουν. Αυτό µάλιστα ίσχυε ιδιαίτερα για τις µητέρες και πρόσθεσε ότι τα παιδιά ΄΄δένουν΄΄τους συζύγους µε φιλία και οικειότητα, γιατί έχουν κάτι κοινό και η κοινή κτήση κρατά µαζί τους ανθρώπους, για αυτόν τον λόγο οι άτεκνοι γάµοι µπορούσαν να διαλυθούν πιο εύκολα. Ίδιας γνώµης ήταν και ο Μένανδρος, ο οποίος έγραψε ότι η γέννηση παιδιών είναι ο µεγαλύτερος δεσµός αγάπης (φιλία). Γενικά οι γονείς των παιδιών είχαν συνήθως µεγάλη διαφορά ηλικίας. Ο Πλάτωνας ανέφερε ότι στην Αθήνα (του τέλος 5ου αι. και αρχές 4ου αι. π.Χ) οι γυναίκες άρχιζαν να παντρεύονται από τα 15 τους χρόνια, ενώ οι άνδρες από τα 30 τους χρόνια περίπου, εφόσον σε αυτές της ηλικίες τα κορίτσια κατείχαν σωφροσύνη και τα δύο φύλα την επιµέλεια. Οι σχέσεις των κοριτσιών µε τους πατέρες όµως

Page 12: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

19

χαρακτηρίζονταν από περισσότερη στοργή, ιδιαίτερα όταν οι πατέρες ήταν ηλικιωµένοι, παρόλο που η επικρατούσα στάση της ελληνικής κοινωνίας της αρχαιότητας έδινε περισσότερη αξία στην ύπαρξη των γιων ως συνεχιστών του οίκου (τα κορίτσια µε τον γάµο τους έπρεπε να εγκαταλείψουν τον οίκο τους) και ως υπερασπιστών της πόλης και του έθνους. (Golden,1993: 95 & 97-98 &100 & 102 &108 &122-123 & 164-165 & Cambridge illustrated history, 1998: 100 & 130 & 132)

∆υνατοί δεσµοί αγάπης υπήρχαν κι ανάµεσα στα αδέλφια οι οποίοι εξακολουθούσαν να υπάρχουν και στην ενηλικίωση (Golden, 1993: 128). Μέχρι τα επτά τους χρόνια µοιράζονταν µαζί πολλές ώρες της ηµέρας ανάµεσα στις οποίες σίγουρα υπήρξαν και ώρες παιχνιδιού. Οι εικονογραφικές πηγές παρουσιάζουν αρκετές φορές αγόρια και κορίτσια µαζί και υποτίθεται ότι πρόκειται για αδέρφια ή στενούς συγγενείς (Golden, 1993: 125). Σε αυτές τις απεικονίσεις µπορεί κανείς να δει ένα κορίτσι να κουνά µια κουδουνίστρα για να αποσπάσει την προσοχή ενός µικρού αγοριού (βρέφος), ένα µικρό κορίτσι ακουµπά πάνω σε µια χελώνα, η οποία σέρνεται προς ένα αγόρι που κρατά ένα κλαδί µε φύλλα ή δύο κορίτσια κρατούν έναν κρίκο και ενθαρρύνουν έναν σκύλο να πηδήξει µέσα σε αυτό κτλ (βλ. µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 225, αριθ.εικ. 225 & αριθ.καταλ.58, αριθ.εικ. 58 & αριθ.καταλ.80 , αριθ.εικ. 80).

∆υνατοί δεσµοί αναπτύσσονταν ανάµεσα στα παιδιά και τους παππούδες τους. Τα εγγόνια προστάτευαν, τιµούσαν και σέβονταν τους ηλικιωµένους παππούδες. Ο Ευριπίδης λ.χ βάζει τον Ορέστη να µιλά για την φροντίδα και την τρυφερότητα των παππούδων του Τυνδάρου και Λήδας, οι οποίοι δεν τον τιµούσαν λιγότερο από τους ίδιους τους γιους τους Κάστορα και Πολυδεύκη (Golden, 1993: 138). Τα ουσιαστικά τηθάλλαδους (το αγόρι των παππούδων) και µαµµόθρεπτος (θρεµµένος από την γιαγιά) φανερώνουν τη σηµασία που έπαιζαν οι παππούδες και ιδιαίτερα οι γιαγιάδες στην ανατροφή των εγγονών. Στην κλασσική Αθήνα µόνο το 40% των µητέρων και το 22% των πατέρων µπορούσαν να δουν εγγόνια και λιγότερο από έξι στους δέκα άνδρες που έφταναν στην ηλικία των εξήντα πέντε χρόνων µπορούσαν να δουν τα εγγόνια τους να φτάνουν στο πέµπτο έτος της ηλικίας τους, χωρίς βέβαια να σηµαίνει ότι δεν υπήρχαν και εξαιρέσεις. Γενικά οι σχέσεις µεταξύ παππούδων και εγγονών έµοιαζαν µε εκείνες των γονέων και των παιδιών: ένα µίγµα από συναισθηµατικό κι από χρηστικό χαρακτήρα, διότι η γέννηση εγγονών ήταν ουσιαστικά µια καλή ασφάλιση για την συνέχεια της οικογένειας και των οικογενειακών λατρευτικών υποχρεώσεων, καθώς και για τη φροντίδα των ηλικιωµένων γονιών, όµως δεν ήταν σπάνιο οι παππούδες (κυρίως οι γονείς της γυναίκας) να υιοθετούν εγγόνια όταν αυτά έµεναν χωρίς πατέρα. Λ.χ ο γέροντας Πηλέας θρηνεί το χαµό του γιου του Έκτορα και προσπαθεί να σώσει τον εγγονό του Νεοπτόλεµο. Όταν κι αυτόν τον σκοτώνουν, θρηνεί και παίρνει τον δισέγγονό του και την Ανδροµάχη υπό την προστασία του. Επίσης ήταν ένα συνηθισµένο γεγονός να µένει σε ένα από τα παιδιά του ο ένας από τους δύο εν ζωή ηλικιωµένος γονιός (Golden, 1993: 136-138 & 139 & Cambridge illustrated history, 1998: 136).

Το ιδεώδες όµως όλης της αρχαίας κοινωνίας ήταν να είναι τα παιδιά αµφιθαλείς, δηλ. να έχουν εν ζωή και τους δυο γονείς τους. Η έλλειψη ενός γονιού και ειδικά του πατέρα άλλαζε δραστικά τη ζωή των παιδιών που αυτόµατα θεωρούνταν ΄΄ακάθαρτα΄΄ (εφόσον ήρθαν σε επαφή µε τον θάνατο), βρίσκονταν κάτω από την δυσµένεια κάποιας θεότητας (που προκάλεσε το θάνατο) και έχαναν τον ενήλικο προστάτη και

Page 13: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

20

µαζί του συνήθως την κληρονοµιά. Ο Πλάτων έκανε µάλιστα µια αναφορά για την ύπαρξη φροντίδας των ορφανών από την πλευρά της πόλης (Müller, 1990: 91 & παραποµπή 354).

Επίσης το θέµα της υιοθεσίας παιδιών δεν ήταν άγνωστο στην αρχαία κοινωνία -από την οποία δεν έλειπαν οι συχνοί πόλεµοι και γενικά ήταν η θνησιµότητα µεγάλη- και ήταν µια πράξη εµπιστοσύνης µεταξύ δυο ΄΄ξένων΄΄ οικογενειών (οίκων) που ενδυνάµωνε τους δεσµούς της ξενίας. Η περίπτωση κατά την οποία ένα καινούργιο άτοµο εισερχόταν στον κύκλο της οικογένειας, λ.χ µια νέα σύζυγος, προκαλούσε ένα αίσθηµα φόβου κυρίως από την πλευρά των συγγενών για την στάση του απέναντι στα παιδιά (Golden, 1993: 143-144).

Σε µια οικογένεια όµως δεν µεγάλωναν µόνο τα παιδιά της, αλλά συνήθως µεγάλωναν και τα παιδιά των υπηρετών και των δούλων της. Σε όλη την ελληνική αρχαιότητα οι δούλοι αποτέλεσαν µια σταθερή και πολύχρονη παρουσία στον κύκλο των οικογενειών. Σε πολλές περιπτώσεις αποτελούσαν ουσιαστικά µια σταθερή ανδρική παρουσία που µπορεί να έλειπε σε µια οικογένεια λόγω απουσίας σε πόλεµο ή θανάτου. Αυτός ήταν και ο ουσιαστικός λόγος που τους δίνονταν πολλές φορές το εµπιστευτικό προνόµιο να γίνουν τροφοί και παιδαγωγοί των παιδιών. Ιδιαίτερα στην κλασσική αθηναϊκή κοινωνία ήταν αδύνατον να αποφευχθεί η επαφή των παιδιών της µε τους υπηρέτες και τους δούλους τόσο στο χώρο του οίκου (της οικίας) όσο και στη δηµόσια ζωή της πόλης, διότι απλά αυτοί ήταν πανταχού παρόντες ως αγρότες, οικιακοί υπηρέτες, εργάτες, µεταλλωρύχοι, αστυνόµοι κτλ. Η επαφή τους µε τα παιδιά ήταν άµεση και η ποιότητα αυτής της επαφής φυσικά θα ποίκιλε, για αυτό το λόγο ανέφερε ο Σωκράτης, ότι είναι κάτι φοβερό (δεινόν) να εκπαιδεύεται ένα ελεύθερο αγόρι από έναν δούλο. Ο Μένανδρος συµπλήρωσε, ότι είναι προτιµότερο για ένα ελεύθερο κορίτσι (ελευθέριος) να µεγαλώσει δίπλα σε έναν άξεστο πατέρα, παρά δίπλα σε µια δούλη (µαία), ενώ ο Αριστοτέλης πρότεινε οι παιδονόµοι να προστατεύουν τα παιδιά των ελεύθερων πολιτών από την επαφή τους µε τους δούλους, ώστε ΄΄να µην βλέπουν κι ακούνε πράγµατα που δεν ταιριάζουν σε ελεύθερους πολίτες΄΄. ∆εν ήταν όµως σπάνιο να µεγαλώνουν τα παιδιά µαζί µε τα παιδιά των δούλων, κάτι που ανέπτυσσε δεσµούς που πολλές φορές εξακολουθούσαν να υπάρχουν και όταν ενηλικιώνονταν (στα όρια βέβαια που µπορούσαν να αναπτυχθούν δεσµοί µεταξύ ελεύθερων και δούλων) (Golden,1993: 147-149).

Όµως στην ζωή των παιδιών δεν ανήκαν µόνο τα προαναφερόµενα πρόσωπα, δηλ. οι γονείς, τα αδέλφια, οι παππούδες, οι συγγενείς και οι δούλοι, αλλά γενικά όλη η κοινωνία της πόλης. Ο συνδετικός κρίκος µεταξύ της οικογενειακής ζωής και της κοινωνικής ζωής υπήρξε η θρησκεία, εφόσον κάθε πόλη βρίσκονταν υπό την προστασία κάποιας θεότητας, απέναντι στην οποία είχε ο καθένας µια σειρά λατρευτικών υποχρεώσεων και προς τιµήν της οποίας υπήρχαν διάφορες γιορτές. Εφόσον η πόλη, η θρησκεία και η κοινωνία αποτελούσαν µια ενότητα , οι λατρευτικές εκδηλώσεις δυνάµωναν όχι µόνο την θρησκευτική ζωή της αλλά και την πολιτική, δηλ. τα θρησκευτικά καθήκοντα και οι διάφορες λατρευτικές τελετές ένωναν θρησκευτικά και πολιτικά όλους τους κατοίκους. Αυτή η σύνδεση συµβολιζόταν στο πρόσωπο του βασιλιά, που ήταν ταυτόχρονα και ιερέας, όπως λ.χ στην δηµοκρατική Αθήνα του 5ου αι. π.Χ που ονοµαζόταν άρχων βασιλεύς (Müller,1990: 27). Γενικά όµως σε όλη την ελληνική αρχαιότητα υπήρξε η θρησκεία το στοιχείο εκείνο που

Page 14: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

21

ένωνε τους πολίτες ανεξαρτήτως ηλικίας µε κάτι κοινό κι όλες οι λατρευτικές τελετές χαρακτηρίζονταν από την γενική τους αποδοχή και από την σταθερή επαναληπτικότητά τους και διέπονταν από το κεντρικό θέµα του θανάτου και της αναγέννησης της φύσης σ΄ έναν σταθερό ετήσιο κύκλο. Τα βασικά στοιχεία αυτού του πιστεύω και φυσικά των λατρευτικών τελετών ήταν η ανάπτυξη, η γονιµότητα, η γέννηση και ο θάνατος, η σπορά και ο θερισµός και γενικά ο σταθερός κύκλος των εναλλαγών των εποχών. Οι τελετές µάλιστα που είχαν µια άµεση θεµατική σχέση µε τις εποχές του έτους γιορτάζονταν σε εξίσου σταθερά χρονικά διαστήµατα, τέτοια όπως έχει η ίδια η φύση. Με αυτόν τον τρόπο οι πολίτες ένοιωθαν σαν ένα αναπόσπαστο µέρος της φύσης και τα παιδιά µάθαιναν να ζουν σε αρµονία µαζί της. Οι µύθοι υπήρξαν η θεµατική βάση των θρησκευτικών τελετών, τις ενδυνάµωναν και µετέδιδαν αξίες υπεράνω του ΄΄εγώ΄΄ των ανθρώπων. Αυτοί επεξηγούσαν ουσιαστικά τα πιστεύω των ανθρώπων, τον κόσµο και την κοινωνία.(Müller,1990: 32 & 119). Τα παιδιά µε τη σειρά τους έρχονταν από πολύ νωρίς σε επαφή µε αυτήν την επικρατούσα αντίληψη και οι ενήλικοι φρόντιζαν να ανατρέφονται και να δρουν σύµφωνα µε αυτήν, έχοντας κι αυτά – όπως κάθε πολίτης – θρησκευτικές υποχρεώσεις κα συµµετέχοντας στις διάφορες λατρευτικές τελετές, σε αρκετές από τις οποίες – ιδιαίτερα στην Αθήνα – η παρουσία και η προσφορά τους έπαιζε έναν σηµαντικό ρόλο, εφόσον επικρατούσε η αντίληψη ότι τα παιδιά συµβόλιζαν την αθωότητα, ότι η δύναµη που έχουν µέσα τους είναι παρόµοια µε εκείνη της φύσης και ότι θεωρούνταν αγαπητά στους θεούς. Τα παιδιά έχοντας τη δύναµη της ανάπτυξης είναι πιο µακριά από το θάνατο από ό,τι ένας ενήλικας και για αυτό βρίσκονται πιο κοντά στους αθάνατους θεούς και µπορούσαν σε κάποιες λατρευτικές τελετές να θεωρηθούν αντιπρόσωποι των θεών ή έπαιρναν το ρόλο ιερέων ή σε κάποιες δηµόσιες ποµπές είχαν το δικαίωµα να προαναγγέλουν την άφιξη εποχών -κάτι που ήταν ουσιαστικά θεϊκή αποστολή- (Müller,1990: 110). Ό,τι αφορά τα παιδιά και τις δηµόσιες λατρευτικές τελετές µπορεί να τονιστεί, ότι αυτές υπήρξαν εκπαιδευτικοί χώροι στους οποίους µεταδίδονταν γνώσεις και τα απαραίτητα εφόδια για την είσοδο των παιδιών στον κόσµο των ενηλίκων. Αυτές µετέδιδαν παραδόσεις, νόµους ζωής, πολιτιστικές αξίες, συµπεριφορές µάθησης - που ήταν σηµαντικές για τη ζωή στην κοινότητα - και αντιλήψεις για την ζωή και τον κόσµο µέσα από τους συµβολισµούς της µυθολογίας και της παρατήρησης των εναλλαγών της φύσης στη διάρκεια του χρόνου. Τα παιδιά λαµβάνοντας µέρος σε αυτές µάθαιναν κάτι σηµαντικό για την ζωή της ελληνικής κοινωνίας . Μάθαιναν µε έναν σχεδόν παιγνιώδη τρόπο να παρατηρούν τις αλλαγές της φύσης και τα χαρακτηριστικά της κάθε εποχής, όπως και τη βαθύτερη σηµασία των εποχών του έτους σε σχέση µε τον κύκλο της ζωής και του θανάτου (µέσω του συµβολισµού της σποράς και της συγκοµιδής). Επίσης µάθαιναν ότι όλοι οι άνθρωποι εξαρτώνται από αυτήν την σταθερή λειτουργία της φύσης και πως οι διάφορες εποχές του έτους επηρεάζουν τη ζωή τους λ.χ την άνοιξη όλα ανθίζουν, τα χελιδόνια προαναγγέλουν τον ζεστό καιρό, όλα αναπτύσσονται και καθώς όλα ωριµάζουν έρχεται το φθινόπωρο µε τις συγκοµιδές, ενώ τον χειµώνα οι αγροί αναπαύονται. Τα παιδιά µέσω όλων αυτών των λατρευτικών τελετών (ιδιαίτερα µε τις ποµπές, οπότε τριγυρνούσαν από πόρτα σε πόρτα) έβλεπαν τους ενήλικες να σέβονται και να τιµούν την φύση και τα µηνύµατά της και να τιµούν την φιλικότητα και την φιλοξενία.

Page 15: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

22

Λατρευτικές τελετές (εκδηλώσεις) υπήρξαν οι διάφορες γιορτές, οι θυσίες ,οι δηµόσιες ποµπές, τα κοινά δείπνα, διάφορες τελετές κάθαρσης και κάποιοι τελετουργικοί χοροί. Οι περισσότερες από αυτές τις τελετές είχαν τις ρίζες τους στους µινωϊκούς και µυκηναϊκούς χρόνους (όπου η συµµετοχή σε αυτές ήταν κυρίως προνόµιο των ευγενών), αλλά στην πρώϊµη αρχαϊκή εποχή (650-580 π.Χ) απέκτησαν ουσιαστικά µια ιδιαίτερη σηµασία κι έναν καθαρά θρησκευτικό και κοινωνικό χαρακτήρα (όπου η συµµετοχή σε αυτές ήταν προνόµιο όλων των πολιτών), ενώ µε το πέρασµα των χρόνων µεταδόθηκαν σε όλον τον ελληνικό χώρο (όπου οµιλούνταν η ελληνική γλώσσα και λατρευόταν το ∆ωδεκάθεο. Ο Όµηρος µάλιστα πρόβαλλε ιδιαίτερα την αντίληψη ότι οι γιορτές δεν ήταν µόνο θρησκευτικές τελετές, αλλά κι ένα αυτονόητο στοιχείο της καθηµερινής ζωής. Στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια υπάρχουν αρκετές περιγραφές τέτοιων λατρευτικών τελετών, που δείχνουν την σύνδεσή τους µε την καθηµερινή ζωή των ανθρώπων κι όπου η µουσική υπήρξε πάντα ένα σηµαντικό στοιχείο σε κάθε τελετή. Οι διάφοροι ρυθµοί επηρέαζαν τα συναισθήµατα των συµµετεχόντων και ενδυνάµωναν το αίσθηµα του ΄΄ανήκειν΄΄σε µια κοινότητα, το οποίο ενδυναµωνόταν µε τον χορό, µε τον οποίον µπορούσαν να µάθουν ότι όλοι έχουν µια θεϊκή καταγωγή, να αποφύγουν ή ακόµη και να θεραπεύσουν ασθένειες, να υποστηρίξουν τη γονιµότητα της φύσης και των ανθρώπων και να καταπραϋνουν τα στοιχεία της φύσης (Müller, 1990: 20 & 22 & 119-120).

Ένα παράδειγµα της σηµασίας των λατρευτικών τελετών και του καθήκοντος που αυτές εµπεριείχαν ήταν το γεγονός, ότι τα αγόρια και τα κορίτσια της κλασσικής Αθήνας έπαιρναν µαθήµατα χορού, συµµετείχαν σε χορωδίες και µάθαιναν κάποιο µουσικό όργανο µε σκοπό να προσφέρουν την τέχνη τους στη διάρκεια µιας λατρευτικής τελετής λ.χ σε µια γιορτή, σε µια θυσία κτλ (Rühfel, 1984: 44-45 & 49-50). Μια τέτοια περίπτωση παρουσιάζει η απεικόνιση σε ερυθρόµορφη παιδική οινοχόη ενός αγοριού να παίζει µε τη βάρβιτο στη διάρκεια της γιορτής των Ανθεστηρίων συνοδευόµενος από τον σκύλο του –που µάλιστα µεταφέρει στη ράχη του την µικρή οινοχόη του αγοριού – και ένα πουλί που τον ακολουθεί µαγεµένο από την µουσική του (βλ. µέρος Β , 1.4, αριθµός καταλόγου 64, αριθ. εικ.64).

Η εξασφάλιση της συνέχειας της θρησκείας και κατά επέκταση και της πόλης εξαρτιόνταν από το πόσο τα παιδιά µπορούσαν να νιώσουν ότι ανήκαν στην πόλη και στο έθνος κι αυτός ήταν ένας ουσιαστικός λόγος που οι ενήλικες φρόντιζαν να συµµετέχουν τα παιδιά (από την βρεφική κιόλας ηλικία) στην δηµόσια λατρευτική και κοινωνική ζωή, ώστε µέσα από την παρατήρηση και την µίµηση να µπορούν αργότερα να αναλάβουν υπεύθυνα τις ευθύνες τους σαν πολίτες και µέλη µιας σταθερής θρησκευτικής κοινότητας. Η θρησκεία, λοιπόν ήταν η οδός µέσω της οποίας τα παιδιά έκαναν την είσοδό τους στην ζωή της πόλης και οι ενήλικες όπως ήταν φυσικό αποτελούσαν τα πρότυπα των παιδιών. Ο Πλάτων µάλιστα τόνιζε την σπουδαιότητα να είναι οι ενήλικες στον θρησκευτικό τοµέα καλά πρότυπα για τα παιδιά. Από την πλευρά των παιδιών δεν ήταν σπάνια η µεταφορά στα παιχνίδια τους (παιχνίδια ρόλων – µιµητικά παιχνίδια) όλων όσων είδαν και παρακολούθησαν µε µεγάλη σοβαρότητα και ενδιαφέρον στη διάρκεια κάποιας τελετής (Müller, 1990: 29). Μέσα σ΄όλες αυτές τις διαδικασίες της οικογενειακής ζωής και της έντονης και σταθερής παρουσίας των λατρευτικών τελετών, τα παιδιά επηρεάζονταν άµεσα

Page 16: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

23

πνευµατικά και ψυχικά. Με αυτήν την έννοια οι λατρευτικές τελετές ενδυνάµωναν τους δεσµούς µιας οικογένειας και των κατοίκων µιας πόλης κι όποιος δεν λάµβανε µέρος στις διάφορες λατρευτικές τελετές στεκόταν στην ουσία έξω από την κοινωνία σαν τους φονιάδες, τους εξόριστους και σε σπάνιες περιπτώσεις σαν τις γυναίκες, τους ξένους και τους δούλους. Μάλιστα όποιος δεν γνώριζε να συµπεριφέρεται σε µια τελετή, τότε δεν µπορούσε να ξέρει να συµπεριφέρεται και στην κοινοτική ζωή (Müller, 1990: 27-28). Με αυτόν τον τρόπο η ζωή των παιδιών ουσιαστικά δεν ήταν ξέχωρη από εκείνη του ενήλικα και υπήρχαν πολλές δυνατότητες να µάθουν να νοιώθουν µέλη µιας κοινωνίας λόγω της κοινής συµµετοχής τους και της κοινής πράξης σε µια λατρευτική τελετή. Η ενότητα και η συλλογικότητα, καθώς και στοιχεία φιλίας και αγάπης ήταν δυνατόν να αναπτυχθούν σε τέτοιες περιπτώσεις, διότι ο καθένας έπραττε το ίδιο ή εκφραζόταν όπως όλοι οι άλλοι. Σε ένα τέτοιο κλίµα µάθησης, προσφοράς και δέους απέναντι στην εύνοια των θεοτήτων και των δυνάµεων της φύσης υπήρχαν πολλές ευκαιρίες και δυνατότητες για την κοινωνικοποίηση των παιδιών (Μόller,1990: 10 & 28 & 111 & 117 & 131 & 133 & Golden, 1993: 41).

Μια από τις βασικές οικογενειακές ή δηµόσιες λατρευτικές τελετές υπήρξαν οι αναίµακτες θυσίες και οι θυσίες ζώων. Η συµµετοχή σε αυτές τόσο των κοριτσιών, όσο και των αγοριών ήταν αυτονόητη, διότι µάθαιναν να θεωρούν τη θανάτωση ενός ζώου σαν µια πράξη για το κοινό καλό, εφόσον τα ζώα υπήρχαν για την επιβίωση του ανθρώπου και η θανάτωσή τους προς τιµήν µιας θεότητας θεωρούνταν µια συνειδητή θρησκευτική πράξη και ζούσαν σε µια καθαρά πολεµική κοινωνία, στην οποία το αίµα και η βία συνυπήρχαν. Οι θυσίες γενικά µετέφεραν το συναίσθηµα του ΄΄ανήκειν΄΄ κυρίως στα αγόρια, τα οποία τις ζούσαν σαν προετοιµασία για την εισαγωγή τους στην κοινωνία τω ανδρών, όπου το αίµα και ο θάνατος ήταν µέρος της ζωής τους ως ενηλίκων. Σε αυτές τις θυσίες έπαιζαν κάποια µουσικά όργανα, οδηγούσαν τα ζώα στο βωµό, κρατούσαν τελετουργικά εργαλεία και γενικά βοηθούσαν τον ιερέα σε όλη την διάρκεια της τελετής. Τα κορίτσια λάµβαναν κι αυτά µέρος στις θυσίες κάνοντας όµως αναίµακτες θυσίες κι έχοντας σαν πρότυπα τις ενήλικες γυναίκες, οι οποίες έκαναν συχνά θυσίες στο χώρο της οικίας (Rühfel, 1984: 87-89 & Μüller, 1990: 95 & 119 & Cambridge illustrated history, 1998: 103 & 131).

Το αίσθηµα του ΄΄ανήκειν΄΄ τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια ενδυναµωνόταν όµως κυρίως µε τις γιορτές, στις οποίες λάµβαναν µέρος από την βρεφική τους ηλικία και στις οποίες αναλάµβαναν καθήκοντα και γενικά µε την παρουσία τους επηρέαζαν όλα τα δρώµενα. Σε αυτές φαίνεται ακόµη πιο καθαρά η στάση της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας απέναντι στα δυο φύλα µε τη διαφοροποίηση της σηµασίας, της συµµετοχής και του σκοπού που είχε η κάθε γιορτή για τα αγόρια και τα κορίτσια. ∆ύο θρησκευτικές γιορτές είναι γνωστές (από τις πηγές) στις οποίες λάµβαναν µέρος τα βρέφη µαζί µε τις µητέρες τους: τα Θεσµοφόρια και οι Θιτενίδες. Τα Θεσµοφόρια γιορτάζονταν στην Αθήνα προς τιµήν της ∆ήµητρας και της Περσεφόνης και ήταν µια καθαρά γυναικεία γιορτή µε την οποία οι γυναίκες έδειχναν τη σηµασία που είχε η παρουσία τους για την γονιµότητα της φύσης κα του λαού και ζητούσαν την ευλογία για την γονιµότητα της γης, των αγρών και των ανθρώπων. Στη γιορτή αυτή που κρατούσε τρεις µέρες συµµετείχαν παντρεµένες γυναίκες µε τις κόρες και τα βρέφη τους (τα οποία συµβόλιζαν τα φαινόµενα της γονιµότητας και της

Page 17: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

24

γέννησης) και ήταν αποκλεισµένη η συµµετοχή των ανδρών, των δούλων και των παιδιών. Οι γυναίκες ΄΄κατασκήνωναν΄΄ στην Πνύκα µαζί µε τις κόρες τους και τα βρέφη τους, ενώ οι άνδρες και τα αγόρια έµεναν στο σπίτι, ίσως µαζί µε κάποιους δούλους, αλλά και κάποια κορίτσια για την φροντίδα των πατέρων και των αδερφών (Golden, 1993: 77 & Cambridge, 1998: 105). Οι Θιτενίδες αντίθετα – που γιορτάζονταν στην Σπάρτη προς τιµήν της Άρτεµης Κορυθάλιας (ή κουροτρόφος ή παιδοτρόφος, η οποία προστάτευε τις γυναίκες την ώρα του τοκετού και τα νεογέννητα) – ήταν ουσιαστικά µια γιορτή για την προστασία των αρσενικών βρεφών, τα οποία και µεταφέρονταν στην αγκαλιά των τροφών τους στο ναό της θεάς, ενώ οι υπόλοιποι ενήλικες λάµβαναν µέρος σε τελετές γονιµότητας προς τιµήν του ∆ιονύσου (Müller, 1990: 62-63).

Μια γιορτή στην οποία λάµβαναν µέρος παιδιά και των δυο φύλων ήταν τα τριήµερα Ανθεστήρια, τα οποία τελούνταν κάθε χρόνο στην Αθήνα και σε άλλες ιωνικές πόλεις στα τέλη Φεβρουαρίου προς τιµήν του ∆ιονύσου Λιµναίου. Σε αυτά λάµβαναν µέρος ουσιαστικά όλος ο ανδρικός και γυναικείος πληθυσµός της πόλης συµπεριλαµβανοµένων των δούλων, των τροφών και των παιδαγωγών. Με αυτήν την γιορτή τιµούσαν το πνεύµα της φύσης και οι νεκροί και ενδυναµωνόταν η πίστη για την εξασφάλιση της ετήσιας γονιµότητας και της καρποφορίας της φύσης. Στην πρώτη ηµέρα, στα Πυθοίγια, ανοίγονταν και δοκιµάζονταν τα καινούργια κρασιά και γινόταν ποµπή µε το οµοίωµα ενός καραβιού που συµβόλιζε την επάνοδο του ∆ιονύσου, τον οποίον και παρακαλούσαν να επιτρέψει το φάρµακον αυτό (δηλ. το κρασί) να είναι ακίνδυνο και θεραπευτικό. Στην δεύτερη ηµέρα, στις Χόες, εµφανίζονταν στους δρόµους µασκοφόροι οι οποίοι συµβόλιζαν διάφορα επικίνδυνα πνεύµατα , τους κήρες ή κάρες, από τα οποία οι γονείς προστάτευαν τα παιδιά τους φορώντας τους φυλακτά στους αστραγάλους των ποδιών ή κρεµώντας τα στο στήθος τους, ενώ νωρίς το πρωί έβαφαν τα θυρώµατα µε πίσσα και κρεµούσαν σε αυτά κλαδιά από λευκάκανθο (οι ενήλικοι φυσικά γνώριζαν ότι οι µασκοφόροι δεν ήθελαν να κάνουν σε κανέναν κακό, όµως δύο παραστάσεις σε ερυθρόµορφες παιδικές οινοχόες δείχνουν αγόρια να φοβούνται ή να προσπαθούν να αµυνθούν και γενικά η εµφάνιση µασκοφόρων τους προκαλούσε δέος, χαρά και περιέργεια). Σε αρκετές ερυθρόµορφες παιδικές οινοχόες απεικονίζονται γυµνά µικρά αγόρια που φέρουν φυλακτό στο στήθος ή / και στους αστραγάλους. Συνήθως παίζουν µε κάποια ζώα ή κρατάνε το αγαπηµένο τους άθυρµα (βλ.µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 62, αριθ. εικ. 62 & αριθ. καταλ. 140, αριθ. εικ. 140 & αριθ. καταλ. 128, αριθ. εικ.128). Τα τρίχρονα αγόρια (έχοντας ήδη την ικανότητα της οµιλίας) ήταν την ηµέρα των Χοών απαραιτήτως στεφανωµένα και στην µικρή τους οινοχόη υπήρχε λίγη ποσότητα κρασιού, για να µπορέσουν να λάβουν µέρος στη τελετή οινοποσίας, όπως όλος ο υπόλοιπος ανδρικός πληθυσµός της πόλης, συµπεριλαµβανοµένων και των δούλων και των µασκοφόρων (προς ανάµνηση του µύθου του Ορέστη που ζήτησε φιλοξενία στην Αθήνα και για να µην µολυνθεί όλη η πόλη από το φόνο που είχε διαπράξει επειδή θα έτρωγαν και θα έπιναν µαζί του στο ίδιο τραπέζι, πήρε ο κάθε πολίτης αρσενικού γένους ένα τραπεζάκι και µια οινοχόη, µε αυτόν τον τρόπο η πόλη δεν στέρησε από αυτόν τη φιλοξενία και δεν δέχτηκε το µίασµα). Ουσιαστικά µε αυτό το συµβολικό τους στεφάνωµα και την πρώτη τους συµµετοχή στην τελετή οινοποσίας, καλοσωρίζονταν στον κύκλο των ανδρών και ουσιαστικά και στην θρησκευτική κοινωνία της πόλης τους, ενώ η οριστική τους εγγραφή στους καταλόγους της φατρίας

Page 18: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

25

γινόταν το φθινόπωρο στα Απατούρια. Γενικά η ηµέρα των Χοών ήταν ένα είδος τελετής µύησης (για αυτό και η χρήση των στεφανιών), ενώ µε το κρασί ήθελαν να µεταδώσουν στα παιδιά τις ποιότητες αυτού του δώρου του θεού προς τους ανθρώπους: ευλογία, δύναµη, ισχύ και χαρά και να έχουν σε αυτή τη νέα φάση της ζωής την πατρική προστασία από τον ∆ιόνυσο. Τα κορίτσια δεν στεφανώνονταν και αυτή η µέρα υπήρξε ένα είδος τελετής µύησης, όµως έπαιρναν δώρα και εύχονταν για αυτά την προστασία του θεού, υγεία κα µια ευτυχισµένη ανάπτυξη. Επίσης, αυτήν την ηµέρα αγόρια και κορίτσια λάµβαναν δώρα λ.χ κούκλες, τροχούς, αµαξάκια, ζωντανά ζώα κτλ, συµπεριλαµβανοµένης και µιας µικρής οινοχόης, όπως και οι παραµάνες και οι παιδαγωγοί των παιδιών λάµβαναν δώρα και µισθό. Παραδειγµατικές µπορούν να είναι κάποιες απεικονίσεις, όπως αυτή της ερυθρόµορφης παιδικής οινοχόης, όπου ένα µικρό αγόρι δείχνει σε ένα πουλί (που κάθεται πάνω στο γιορτινό τραπεζάκι) το ΄΄στρεπτόν΄΄, το γλύκισµα που πήρε δώρο στη γιορτή των Ανθεστηρίων (βλ. κεφ. ΙΙΙ4, αριθµός καταλόγου 68, αριθ. εικ. 68). (Rühfel, 1984: 132-133 & 150 & Müller, 1990: 69 & 74-75). Στην τρίτη µέρα των Ανθεστηρίων, στα Χύτρη, γίνονταν θυσίες στον χθόνιο Ερµή (ή Ερµή ψυχοποµπό), για τον οποίον και µαγειρεύονταν σε χύτρες (χάρη στις οποίες ονοµάστηκε και η µέρα) ένα ειδικό έδεσµα µε δηµητριακά όλων των ειδών και µέλι. Την ηµέρα αυτή λάµβανε χώρα µια ακόµη σηµαντική λατρευτική τελετή, στην οποία συµµετείχε όλη η οικογένεια κι ως επί το πλείστον τα κορίτσια και οι γυναίκες: η γιορτή της Αιώρας, η οποία ήταν συνδεδεµένη µε τελετουργικά δρώµενα, όπως το κάψιµο αρωµατικών βοτάνων, το τραγούδι αλήτις (που σήµαινε ΄΄περιπλανώµενη΄΄και αφορούσε το µύθο της Ηριγόνης), το τελετουργικό κούνηµα των παιδιών και των ανύπαντρων νέων γυναικών. Όλα αυτά είχαν σκοπό την µετάδοση θεραπευτικών κι εξαγνιστικών δυνάµεων στους παρευρισκοµένους και σε όλη την οικογένεια µέσω των ρυθµικών κινήσεων της κούνιας (Rühfel, 1984: 125-126 & Golden, 1993: 43 & Cambridge illustrated history, 1998: 105 & Λάζος, 2002: 130). Γενικά το τριήµερο των Ανθεστηρίων έκλεινε µε την συµβολική εκδίωξη των πνευµάτων. Η καθηµερινή ζωή έπαιρνε τον κανονικό ρυθµό της, οι δούλοι και οι εργάτες επέστρεφαν στα καθήκοντά τους και οι µασκοφόροι εξαφανίζονταν (Müller, 1990: 68) (Rühfel, 1984: 125-126 & Müller, 1990: 64-65). Γενικά τα Ανθεστήρια ήταν γενικά µια γιορτή που τα παιδιά περίµεναν µε χαρά. Ολόκληρη η πόλη βρισκόταν σε µια άλλη κατάσταση από την συνηθισµένη, λ.χ γίνονταν γιορτινές προετοιµασίες, οι καθηµερινές εργασίες σταµατούσαν και τα παιδιά είχαν το δικαίωµα να παρευρίσκονται σε όλα τα δρώµενα της γιορτής. Σε πολλές απεικονίσεις αποτυπώνεται αυτή η χαρά των παιδιών, η κινητικότητά τους, η περιέργειά τους. Αυτή η χαρά προερχόταν από όλο το γιορτινό κλίµα των ηµερών, από τα δώρα που λάµβαναν, από τις δυνατότητες να συναντιούνται µε άλλα παιδιά και να παίζουν εφευρίσκοντας νέα παιχνίδια ή παίζοντας µε το άθυρµα που πήραν δώρο λ.χ ένα αµαξάκι, έναν τροχό κτλ. Μια τέτοια χαρά απεικονίζεται στην ερυθρόµορφη παιδική οινοχόη όπου ένα αγόρι µεταφέρει τον συµπαίκτη του µε το αµαξάκι του και γενικά παρουσιάζονται και τα δύο να χαίρονται την γιορτή (βλ. µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 10, αριθ. εικ.10).

∆έκα µέρες µετά τα Ανθεστήρια γιορτάζονταν τα ∆ιάσια, η πιο σηµαντική αττική γιορτή προς τιµήν του Μελίχιου ∆ία , ο οποίος πάντα παριστανόταν σαν ερπετό και µε έντονη παιδικότητα. Τα ∆ιάσια ήταν µια γιορτή ιδιαίτερα αγαπητή στα παιδιά,

Page 19: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

26

κατά την οποία έπαιρναν και δώρα. Σε αυτήν τη γιορτή µάλιστα αναφέρεται ο Αριστοφάνης (στις Νεφέλες), όταν γίνεται λόγος για το αµαξάκι που ο Στρεψιάδης χάρισε στο εξάχρονο γιο του (Golden, 1993: 41 & Cambridge illustrated history, 1998: 107).

Άλλες γιορτές στις οποίες τα παιδιά όχι µόνο λάµβαναν µέρος αλλά είχαν και κάποια θρησκευτικά καθήκοντα ήταν εκείνες οι γιορτές στις οποίες τιµόνταν η καρποφορία της γης και ευλογούνταν οι συγκοµιδές και τα σπίτια των πολιτών. Σε αυτές τις γιορτές το κύριο στοιχείο υπήρξαν οι δηµόσιες ποµπές, οι οποίες έδιναν την ευκαιρία στα παιδιά να γίνουν γνωστά στον κύκλο των γειτόνων κι άλλων γνωστών της οικογένειά τους, ιδιαίτερα τα αγόρια που σε αρκετές απ΄ αυτές έπρεπε να εκπληρώσουν θρησκευτικά τους καθήκοντα. Σπάνια τα κορίτσια λάµβαναν µέρος σε µια δηµόσια ποµπή, όµως σίγουρα έρχονταν σε επαφή µε το όλο έθιµο, όταν άνοιγαν µαζί µε όλη την οικογένεια την πόρτα του σπιτιού τους στα αγόρια, δίνοντάς τους δώρα και προσφορές, προσδοκώντας να µπουν στο σπίτι τους η τύχη και η ευλογία (Müller, 1990: 87 & 112). Οι δηµόσιες ποµπές στις οποίες λάµβαναν µέρος παιδιά γίνονταν λίγο πριν την αρχή µιας συγκοµιδής και µε αυτόν τον τρόπο ανακοίνωναν στις οικογένειες τους, ότι έφτασε η ώρα της. Τα παιδιά µε αυτές τις δηµόσιες περιφορές µπορούσαν να αποδεικνύουν την σύνδεσή τους µε την γονιµότητα της φύσης και των ανθρώπων. Αυτά αποτελούσαν την ελπίδα όλου του λαού κι έτσι οι ευχές που µετέφεραν από σπίτι σε σπίτι ήταν σηµαντικές, διότι αυτές αφορούσαν όχι µόνο την υλική, αλλά και την πνευµατική συγκοµιδή (Müller, 1990: 87).

Γιορτές που συνήθως συµπεριλάµβαναν µια δηµόσια ποµπή λάµβαναν χώρα: τον Μάϊο για την συγκοµιδή των φρούτων (µε δηµόσια ποµπή), στα τέλη Ιουλίου µε αρχές Σεπτεµβρίου για την συγκοµιδή των σιτηρών, τον Οκτώβριο ή Νοέµβριο για την συγκοµιδή γενικά των καρπών της γης, την άνοιξη τα Θαργέλια προς τιµήν του Απόλλωνα και των Ωρών (στη Σάµο), το φθινόπωρο (αµέσως µετά τα Απατούρια) τα Οσχοφόρια προς τιµήν του ∆ιονύσου και τα Πυανόπσια (Πυανέπια, Πυανόπσια) προς τιµήν του Απόλλωνα (Müller, 1990: 84-85).

Τα Οσχοφόρια ήταν µια ευχαριστήρια γιορτή για τον ∆ιόνυσο που χάρισε στους ανθρώπους την ευλογία της αµπέλου. Σε αυτήν γίνονταν αγώνες δρόµου και µια δηµόσια ποµπή µε οσχοφόρους αµφιθαλείς παίδες οι οποίοι κρατώντας κλαδιά αµπέλου βάδιζαν από τον ναό του ∆ιονύσου στην Αθήνα προς το ναό της Αθηνάς στο Φάληρο. Κορίτσια δειπνοφόρεςι µετέφεραν τροφές σε πανέρια και παρίσταναν συµβολικά τις µητέρες που – σύµφωνα µε τον µύθο – αποχαιρέτησαν τα παιδιά τους πριν φύγουν για την Κρήτη µε τον ήρωα Θησέα για να θυσιαστούν στον Μινώταυρο (Golden,1993:48). Τα Πυανέπσια (Πυανόπσια, Πυανέπια) ήταν µια ευχαριστήρια γιορτή για τη συγκοµιδή των φρούτων και προς τιµήν του Απόλλωνα, τον οποίον παρακαλούσαν να τους προστατεύσει από την ακαρπία, την πείνα και οποιοδήποτε κακό. Σ΄αυτήν λάµβαναν µέρος κυρίως αγόρια µικρότερης ηλικίας.. Ένας παίς αµφιθαλής µετέφερε στον ώµο του την Ειρεσιώνη, δηλ. έναν κλάδο ελιάς ή δάφνης τυλιγµένο µε µάλλινες κλωστές και διακοσµηµένο µε µινιατούρες αγγείων και λυρών (που χάριζε ευλογία και προστατευτική δύναµη), την οποία τοποθετούσε µπροστά στην πόρτα του ναού του Απόλλωνα. Τον επόµενο χρόνο γίνονταν η αντικατάσταση της παλιάς Ειρεσιώνη µε µια καινούργια.Την ίδια µέρα τα αγόρια της πόλης λάµβαναν µέρος σε µια δηµόσια

Page 20: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

27

ποµπή κρατώντας την Ειρεσιώνη και δοχεία µε λάδι, µέλι και κρασί, τραγουδώντας το τραγούδι της Ειρεσιώνης και ζητώντας προσφορές από τους οικοδεσπότες που άνοιγαν τις πόρτες των σπιτιών τους (Müller, 1990: 85-86 & 160 για το τραγούδι της Ειρεσιώνης & Golden, 1993: 44). Η Χελιδονία γιορταζόταν ως επί το πλείστον στην Ρόδο µε τον ερχοµό της άνοιξης, για την ευλογία της Φύσης και των σπιτιών και για την προαναγγελία της άνοιξης. Τα αγόρια ντυµένα σαν χελιδόνια (δηλ. µε ασπρόµαυρα ενδύµατα) και κρατώντας ένα πήλινο χελιδόνι, γυρνούσαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας το τραγούδι της χελιδονίας (το οποίο προερχόταν από τη Ρόδο) και λαµβάνοντας δώρα και τρόφιµα από τους οικοδεσπότες (Müller, 1990: 81 & 185 για το τραγούδι της χελιδονίας). Κωρονισίαι ονοµαζόταν το τραγούδι που τραγουδούσαν τα παιδιά στη ποµπή που γινόταν για την υποδοχή του χειµώνα και ήταν αφιερωµένο στον Απόλλωνα, ο οποίος στο τραγούδι εµφανίζεται σαν παιδί και το κοράκι είναι ο αγγελιοφόρος του. Τα αγόρια περπατώντας ξυπόλυτα, έχοντας βάψει µε κάρβουνο τα πρόσωπά τους τριγυρνούσαν από πόρτα σε πόρτα τραγουδώντας το συγκεκριµένο τραγούδι και ζητώντας δώρα σαν αντάλλαγµα για την ευλογία που µεταφέρουν µε την παρουσία τους (Müller, 1990: 83 &186 για το τραγούδι κωρονισίαι). Στην θρησκευτική ζωή των αρχαίων Ελλήνων συµπεριλαµβάνονταν όµως κι άλλες δηµόσιες ποµπές, στις περισσότερες από τις οποίες λάµβαναν µέρος παιδιά και των δύο φύλων. Για παράδειγµα, στην Εύβοια στην ποµπή που γινόταν προς τιµήν του Ασκληπιού λάµβαναν µέρος όλα τα παιδιά κάτω των επτά χρόνων, ενώ ο Παυσανίας αναφέρθηκε σε µια δηµόσια νυχτερινή ποµπή στην Πάτρα προς τιµήν µιας τοπικής θεότητας στην οποία τα παιδιά ήταν στεφανωµένα µε στάχυα. Επίσης στη Σικυώνα, αγόρια και κορίτσια κρατώντας αγαλµατίδια της Άρτεµης και του Απόλλωνα δηµιουργούσαν µια ποµπή που ξεκινούσε από τον ναό του Απόλλωνα και κατέληγε πάλι σε αυτόν, ενώ σε µια άλλη ποµπή προς τιµήν της Χθόνιας ∆ήµητρας συµµετείχαν αγόρια και κορίτσια φορώντας άσπρα ενδύµατα και έχοντας στεφάνια απο λουλούδια (από ένα είδος υακίνθου ονοµαζόµενου κοσµοσάνδαλο) (Rühfel, 1984: 114-115). Στην Αθήνα στη γιορτή των Παναθηναίων προς τιµήν της Αθηνάς γινόταν δηµόσια ποµπή µε την συµµετοχή όλων των κατοίκων της πόλης, συµπεριλαµβανοµένων και των δούλων και µετοίκων και τα κορίτσια που προέρχονταν από οίκους ευγενών κρατούσαν µε ευλάβια τα τελετουργικά καλάθια µε φρούτα και γίνονταν κανηφόρες (Cambridge illustrated history, 1998: 102-103 & 121). Στην Βοιωτία γιορτάζονταν µια φορά το χρόνο τα ∆αίδαλα εις ανάµνησιν της κούκλας που κατασκεύασε ο Αλαλκοµενέας από ξύλο βελανιδιάς για τον ∆ία και την Ήρα (σαν σύµβολο της συµφιλίωσης και της συνέχειας του ιερού τους γάµου). Σύµφωνα µε τον Παυσανία (2ος αι.π.Χ) δεκατέσσερις κούκλες (από τις δεκατέσσερις πόλεις της Βοιωτίας) µεταφέρονταν σε δηµόσια ποµπή από την Πλαταιά µέχρι την κορυφή του Κιθαιρώνα, όπου εκεί καίγονταν τελετουργικά σε µια µεγάλη πυρά (Schmidt, 1977:115). ΄΄∆αίδαλα΄΄ ονοµάζονταν οι αρθρωτές κούκλες (κούκλες µε κινητά µέλη), οι οποίες πήραν το όνοµά τους από τον ∆αίδαλο (Αργυριάδη, 1991: 19). Για τον συγκεκριµένο αριθµό των παιδιών που λάµβαναν µέρος στις δηµόσιες ποµπές, όπως και για το φύλο και την ηλικία τους δεν υπάρχουν συγκεκριµένες πηγές (Müller, 1990: 87). Μια σηµαντική προϋπόθεση που έπρεπε να εκπληρώνουν τα παιδιά ανεξάρτητα από το φύλο τους – και για την οποία υπάρχουν πληροφορίες από τις πηγές - για να µπορέσουν να λάβουν µέρος σε µια λατρευτική τελετή κι ακόµη

Page 21: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

28

περισσότερο για να εκπληρώσουν συγκεκριµένα θρησκευτικά καθήκοντα ήταν να είναι αµφιθαλείς, δηλ. έπρεπε να έχουν εν ζωή και τους δύο γονείς τους. Αυτή η προϋπόθεση ήταν σηµαντική, εφόσον σε όλη την ελληνική αρχαιότητα επικρατούσε η αντίληψη, ότι τα παιδιά που έχουν έρθει σε επαφή µε το θάνατο είναι µιερά , διότι κάτι τέτοιο µπορεί να σήµαινε την δυσµένεια των θεών. Εάν ένα παιδί έχανε τον πατέρα του, τότε έχανε τον φυσικό ενήλικο προστάτη του κι έχανε και το δικαίωµα της κληρονοµιάς (εάν αυτή δεν ήταν επίσηµα εγεγγραµένη). Συγγενείς και φίλοι βοηθούσαν την χήρα και τα παιδιά της. Εκτός όµως από αµφιθαλείς έπρεπε τόσο τα αγόρια όσο και τα κορίτσια να προέρχονται από γνωστές και µε υπόληψη οικογένειες. Η ηλικία τους έπρεπε να κυµαίνεται από τα πέντε µε επτά τους χρόνια µέχρι και τις αρχές της εφηβείας (από την εφηβεία και πέρα χάνεται η παιδική αθωότητα (άρα και οι µαγικές δυνάµεις που η ηλικία αυτή εµπεριέχει). Ο Παυσανίας (2ος αι. π Χ) µάλιστα έγραψε χαρακτηριστικά, ότι τα κορίτσια µπορούσαν να εκτελούν θρησκευτικά καθήκοντα στους ναούς µέχρι τα δώδεκα µε δεκατρία τους χρόνια, ενώ τα αγόρια µέχρι που εµφανιζόταν το πρώτο χνούδι στα πρόσωπά τους (Rühfel, 1984: 96). Με αυτήν την έννοια στην Θήβα ένα αγόρι γινόταν ιερέας για ένα ολόκληρο χρόνο και υπηρετούσε τον Απόλλωνα. Στην ίδια πόλη και προς τιµήν της ίδιας θεότητας τελούταν τα ∆αφνοφόρια, κατά τα οποία ένα αγόρι ντυµένο σαν τον Απόλλωνα (µε χρυσό στεφάνι και µε σανδάλια) µετέφερε την κωπώ (ένα κλαρί ελιάς) σε όλη την πόλη, την οποία στο τέλος τοποθετούσε στον ναό του θεού. Επίσης τα αγόρια λάµβαναν µέρος σε τελετές γάµων. Σε αυτές ένας παίς αµφιθαλής συνόδευε πάντα την νύφη και τον γαµπρό και την επόµενη µέρα µετά τον γάµο, τους έφερνε τα δώρα των συγγενών και των φίλων. Υπευθυνότητα αγοριού ήταν να κόβονται τα ιερά κλαδιά ελιάς στην Ολυµπία για την κατασκευή των στεφανιών των νικητών (Müller,1990: 89 & Golden, 1993: 31).

Οι λατρευτικές υποχρεώσεις των κοριτσιών διέφεραν από αυτές των αγοριών και ξεκινούσαν να τις εκπληρώνουν µε την συµπλήρωση των πέντε τους χρόνων κι εφόσον παρέµεναν στον γυναικωνίτη µέχρι το γάµο τους, (µαθαίνοντας τον κοινωνικό τους ρόλο: εγκυµοσύνη, γέννηση, φροντίδα των παιδιών, οικιακές εργασίες. ώστε να προετοιµαστούν από τις µητέρες τους για τον ρόλο τους ως γυναίκες) αποτελούσαν οι δηµόσιες γιορτές µία ευκαιρία να βρεθούν – επίσηµα - έξω από τον γυναικωνίτη και να νιώσουν ότι ανήκουν σε µια µεγαλύτερη οµάδα από αυτόν, δηλ. ουσιαστικά σε όλη την κοινωνία της πόλης της οποίας ήταν οργανικά µέλη (εφόσον πρόσφεραν εργασία και µ΄αυτόν τον τρόπο έφεραν ευθύνη για την συνέχεια του έθνους) (Golden, 1993: 49 & Cambridge illustrated history, 1998: 116). Γενικά τα κορίτσια µάθαιναν από νωρίς τα χαρακτηριστικά και τη δύναµη της γυναικείας φύσης και µάθαιναν να πιστεύουν στην δύναµη της Άρτεµης (λοχεία – κουροτρόφος Άρτεµις), η οποία τις προστάτευε από όλους τους πόνους και τους κινδύνους που µπορεί να έχει η φύση τους (Vorster, 1983: 58 & Golden, 1993: 104). Έχοντας αυτή την στάση στην Αττική φρόντιζαν οι οικογένειες να στέλνουν τις δεκάχρονες κόρες τους για πενταετή υπηρεσία στο ναό της Άρτεµης στη Βραυρώνα. Εκεί γίνονταν άρκτοι και µάθαιναν να αποδέχονται τις βιολογικές αλλαγές που χαρακτηρίζουν τη γυναικεία φύση και η είσοδός τους στα Βραυρώνια µυστήρια γινόταν µε την θυσία ενός κατσικιού. Ο πέµπτος και τελευταίος χρόνος υπηρεσίας τους ήταν ιδιαίτερα σηµαντικός και για αυτό γιορτάζονταν µε ιδιαίτερη επισηµότητα

Page 22: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

29

και λαµπρότητα. Τα Βραυρώνια µυστήρια υπήρξαν ουσιαστικά τελετές ενήβωσης και προετοιµασίας για τον γάµο (γενικά δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για το είδος των υπηρεσιών τους στο ναό, εκτός ότι δούλευαν στον αργαλειό). Επίσης κάθε τέσσερα χρόνια γιορτάζονταν τα Βραυρώνια και γίνονταν ποµπή από την Αθήνα στην Βραυρώνα. Σε αυτήν λάµβαναν µέρος όλα τα κορίτσια και όλες οι γυναίκες που υπηρέτησαν σαν άρκτοι, ενώ στους άνδρες επιτρεπόταν µόνο να παρακολουθήσουν την ποµπή. Vorster, 1983: 57 & 61-62 & Rühfel,1984: 100 & 106 & Müller, 1990: 102 & Golden, 1993: 48 & 78 & Cambridge illustrated history, 1998: 103).

Μια άλλη λατρευτική υπηρεσία των κοριτσιών - αλλά µόνο των Αθηναίων- ήταν να φροντίζουν σαν Αρρεφόρες το ιερό ελαιόδεντρο της Αθηνάς και να πλέκουν στον αργαλειό το ιερό πέπλο της, τιµώντας παράλληλα και την Αφροδίτη. Οι Αρρεφόρες στο χρόνο της υπηρεσίας τους εκπλήρωναν διάφορα θρησκευτικά καθήκοντα στη διάρκεια κάποιων σηµαντικών τοπικών γιορτών των Αθηνών: στα Αρρεφόρια, στα Χαλκεία και στα Παναθήναια (όλες γιορτές προς τιµήν της Αθηνάς) (Müller, 1990: 98-99 & Cambridge illustrated history, 1998: 103). Τα Αρρεφόρια µυστήρια δεν αποτελούσαν µια δηµόσια γιορτή αλλά ήταν µυστικές ιεροτελεστίες σε σχέση µε τη γονιµότητας τη φύσης και των ανθρώπων, στο τέλος των οποίων – όπως ο Παυσανίας ανέφερε - έφτιαχναν ΄΄ κρυφά πράγµατα ΄΄, τα άρρητα. Επίσης τα Αρρεφόρια ήταν εκτός από µια λατρευτική υπηρεσία και µία υπηρεσία για την οικονοµία της πόλης, διότι η δουλειά στον αργαλειό αναγνωριζόταν δηµόσια. Με αυτόν τον τρόπο η λατρευτική υπηρεσία ενδυνάµωνε το κάθε κορίτσι στο ρόλο του ως γυναίκα και τόνιζε την σηµασία που είχε η ύπαρξή του στην κοινωνία της πόλης, µια και οι γυναίκες γενικά µε την εργασία τους συνέβαλλαν στην οικονοµία της πόλης (Müller, 1990:100 & 118 & Cambridge illustrated history, 1998: 137-138). Άλλα θρησκευτικά καθήκοντα των κοριτσιών της Αττικής υπήρξαν: να γίνουν αλετρίδες, δηλ. άλεθαν σιτηρά για ένα ειδικό γλύκισµα (τα πόπανα) προς τιµήν της Αθηνάς, κανηφόρες (έψηναν γλυκά από σιτάρι και µετέφεραν καλάθια µε τελετουργικά εργαλεία στη γιορτή των Παναθηναίων), εργαστήναι (έπλεκαν τον πέπλο της Αθηνάς), δύο κορίτσια γίνονταν λουτρίδες ή πλυντρίδες κι έπλεναν το άγαλµα της Αθηνάς στην Ακρόπολη, οι δειπνοφόρες µετέφεραν φαγητά σε πανέρια στην διάρκεια της γιορτής των Οσχοφορίων, ενώ την έκτη µέρα του ανοιξιάτικου µήνα Μουνύχιον κορίτσια βάδιζαν πρός το ∆ελφίνιον κρατώντας κλαδιά ελιάς τυλιγµένα µε µάλλινες κλωστές (Golden 1993, σελ.48 & Cambridge illustrated history, 1998: 103).

Γενικά όλες αυτές οι λατρευτικές τελετές -διαµορφώνοντας τη θρησκευτική και κοινωνική ζωή- έπαιζαν ένα σηµαντικό ρόλο στην κοινωνικοποίηση των αγοριών και των κοριτσιών και στην ενσωµάτωσή τους στην δηµόσια ζωή της πόλης και γενικά στον κόσµο των ενηλίκων. Παιδιά κι ενήλικες συµµετέχοντας σε αυτές µάθαιναν από κοινού τους κανόνες και τις αξίες της κοινωνίας και όσα έπρεπε να γνωρίζουν για τη θρησκεία τους, δηλ. ουσιαστικά δεν υπήρχε ένας χωρισµός µεταξύ του κόσµου των ενηλίκων και του κόσµου των παιδιών, εφόσον η παρουσία των παιδιών ήταν έντονη στην καθηµερινή ζωή των ενηλίκων, παρατηρώντας τους στις εργασίες τους και στα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Αυτός ήταν κυρίως ο λόγος που α) οι λατρευτικές τελετές εξακολούθησαν να παίζουν έναν σηµαντικό παιδαγωγικό ρόλο στην ανάπτυξη των παιδιών ακόµη κι όταν εµφανίστηκαν τα πρώτα σχολεία και β) οι ενήλικες (άνδρες και γυναίκες)είχαν ένα είδος ιερού καθήκοντος να ζουν και να φέρονται µε έναν τέτοιο τρόπο που να µπορούν να αποτελέσουν πρότυπα για τα παιδιά.

Page 23: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

30

Ο παιδαγωγικός-εκπαιδευτικός ρόλος των λατρευτικών τελετών αποτέλεσε τη βάση για την ίδρυση των πρώτων σχολείων για ανάγνωση και γραφή στο τέλος του 6ου αι. π. Χ. Αρχικά η γραφή δεν έπαιζε κανένα ρόλο στην εκπαίδευση, εφόσον όλα γίνονταν µέσω της µίµησης και η ίδια η καθηµερινή ζωή ήταν το µέσο που µετέδιδε γνώσεις µέσω της προφορικής παράδοσης. Αυτό µπορεί να κατανοηθεί, εάν γίνει αντιληπτό πόσο αυτονόητη ήταν η συµµετοχή των παιδιών στις λατρευτικές τελετές και πόσο σταθερός ήταν ο ρυθµός επανάληψής τους στη διάρκεια του χρόνου. Με αυτόν τον τρόπο τα παιδιά δεν επηρεάζονταν µόνο πνευµατικά αλλά και ψυχικά από όλες τις λατρευτικές τελετές, είτε αυτές τελούνται στους οίκους είτε δηµόσια (Müller, 1990: 114 & 118 & 130 - 132 & 134-137). Ουσιαστικά δεν υπάρχει καµία αναφορά για µια ισότιµη σχολική εκπαίδευση των αγοριών και των κοριτσιών. Σε όλους τους χρόνους της ελληνικής αρχαιότητας ήταν σηµαντικό να εκπαιδεύονται τα αγόρια ξεχωριστά από τα κορίτσια, εφόσον οι κοινωνικοί τους ρόλοι ήταν διαφορετικοί. Έµφαση δινόταν στη εκπαίδευση των αγοριών λόγω του ρόλου τους ως υπερασπιστών της πόλης και ως συνεχιστών του ονόµατος του οίκου, τα δε κορίτσια ήταν σηµαντικό να µάθουν από νωρίς να φροντίζουν τον οίκο και τα παιδιά, κάτι που κατά επέκταση συνέβαλε στην ευηµερία και στην οικονοµία της πόλης. Γενικά όσα χρόνια τα αγόρια και τα κορίτσια ζούσαν µαζί στον γυναικωνίτη ήταν η ανατροφή και η εκπαίδευσή τους κοινή σε ό,τι αφορούσε την τιµή των θεών, τον σεβασµό των ενηλίκων, την προστασία των οικογενειακών και φιλικών δεσµών, την φιλοπατρία και την φιλοξενία. Στην οµηρική εποχή η εκπαίδευση είχε καθαρά ιδιωτικό χαρακτήρα και ήταν προορισµένη για τους ευγενείς. Τα αγόρια µάθαιναν να εξασκούνται στην αυτοπειθαρχία και στο δίκαιο. Η αθλητική εκπαίδευσή τους από τον παιδοτρίβη αποσκοπούσε στην ενδυνάµωση και στην προετοιµασία τους για το κυνήγι και τον πόλεµο και η µουσική εκπαίδευση από τον κιθαριστή (δηλ. η απαγγελία λυρικών και επικών έργων, το τραγούδι και η εκµάθηση µουσικών οργάνων , όπως κιθάρα, λύρα και φόρµιξ) στην αρετή, ενώ οι κυβιστήρες τα εκπαίδευαν στην τέχνη του χορού. Από το 632 π.Χ. που επιτράπηκε στα αγόρια να λάβουν µέρος στα Ολύµπια καθιερώθηκε σταθερά η γυµναστική εκπαίδευση όλων των αγοριών. Στους επόµενους αιώνες τα αγόρια λάµβαναν µέρος και στους τέσσερις πανελλήνιους αγώνες σαν παίδες, δηλ. στα Ολύµπια, στα Ίσθµια, στα Νέµεα και στα Πύθια. Η εκπαίδευσή τους όµως γινόταν και συµπληρωνόταν από τον παιδαγωγό, συνήθως έναν δούλο- εµπιστοσύνης της οικογένειας., είτε έναν άνδρα – ελεύθερο πολίτη - που εµπιστεύονταν οι γονείς και θεωρούσαν ότι µπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για τα αγόρια τους (Müller, 1990: 121-122 & Golden, 1993: 68 & Cambridge illustrated history, 1998: 136). Οι πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές όµως των µέσων του 8ου αι.π.Χ και του 6ου αι. π.Χ (κυρίως µε την αποδυνάµωση των ευγενών) έφεραν στον τοµέα της ανατροφής και της εκπαίδευσης των αγοριών τους πρώτους προβληµατισµούς στην παιδαγωγική. Τότε εµφανίστηκαν οι σοφιστές, οι οποίοι πρότειναν µια τριετή εκπαίδευση επί χρήµασι µε σκοπό να εκπαιδεύσουν πολιτικούς ικανούς στην ρητορική τέχνη. Ο ∆ηµόκριτος ανέφερε ότι η ικανότητα της σκέψης αποκτάται µε την πρώϊµη εκπαίδευση και µε την εκ φύσεως ικανότητα του ατόµου, ενώ στο τέλος του 6ου π.Χ εµφανίστηκαν τα πρώτα σχολεία στα οποία διδάσκονταν εκτός από µουσική, γυµναστική, χορό και η ανάγνωση και η γραφή. Τον 5ο αι.π.Χ. εµφανίστηκαν οι Πυθαγόρειοι και η Ακαδηµία του Πλάτωνα (δίνοντας κυρίως έµφαση στην φιλοσοφία) κι εξακολούθησε να υπάρχει η ιδιωτική εκπαίδευση των αγοριών αλλά προς το τέλος

Page 24: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

31

του (ύστερη κλασσική εποχή) άρχισαν αρκετά σχολεία να χορηγούνται από την πόλη και να εστιάζουν την εκπαίδευση όχι µόνο στην παροχή τιµής και δέους προς τους θεούς, αλλά και στην προετοιµασία των αγοριών για τα καθήκοντα που θα αναλάµβαναν σαν πολίτες της ίδιας πόλης.. Μάλιστα τα αγόρια της Αθήνας ξεκινούσαν το σχολείο στα επτά τους χρόνια (κάτι που επικροτούσαν τόσο ο Αριστοτέλης, όσο και ο Πλάτωνας) µέχρι το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας τους ανεξάρτητα από την οικονοµική θέση των οικογενειών τους (παρόλο που ο Golden πιστεύει, ότι η µουσική εκπαίδευση ήταν πολυτέλεια για τα αγόρια των φτωχών οικογενειών) για τους ∆ηµοσθένη και Αριστοτέλη αποτελούσε ένα χαρακτηριστικό του δηµοκρατικού πολιτεύµατος. Αυτό το γεγονός γιορταζόταν στις οικογένειες (στους οίκους) µ΄ ένα κάλεσµα σε δείπνο και το κρέµασµα ενός στεφανιού έξω από την πόρτα της οικίας. Στα σχολεία αυτά εξακολουθούσε ο Όµηρος να είναι ουσιαστικά ο ΄΄εκπαιδευτής΄΄ των Ελλήνων και ο Αριστοτέλης ανέφερε ότι στα σχολεία γενικά µάθαιναν γραφή, ανάγνωση και ίσως βασική αριθµητική, γυµναστική, µουσική, καµιά φορά ζωγραφική και σχέδιο (Rühfel, 1984: 38 & Müller, 1990: 115 & Golden, 1993: 62). Ο Πλάτωνας ανέφερε, ότι οι γονείς ζητούσαν από τους δασκάλους να δώσουν έµφαση στην ευκοσµία, δηλ. στην καλή συµπεριφορά των παιδιών τους, από ότι στην εκµάθηση γραµµάτων και µουσικής, ενώ γενικά στην εποχή του – µε την οικοδόµηση των πόλεων και τις νέες πολιτικές δοµές - η θρησκεία κι ο κόσµος των θεών τέθηκαν σε προβληµατισµό µε αποτέλεσµα οι λατρευτικές τελετές να χάσουν την αρχική κεντρική τους σηµασία. Αυτές συνέχισαν όµως να υπάρχουν και απόκτησαν επιπλέον και πολιτικούς στόχους (Müller, 1990: 115 & 123). Επίσης ο Αριστοφάνης αναφέρθηκε στο γεγονός, ότι αγόρια από την ίδια κώµη (δηλ. από το ίδιο προάστιο, από την ίδια περιοχή της πόλης) πήγαιναν στο ίδιο σχολείο, ενώ ο Παυσανίας αναφέρθηκε στον αριθµό των µαθητών των σχολείων οχι µόνο των Αθηνών, αλλά λ.χ της Χίου και των Αστυπαλαίων που ξεπερνούσαν τους εξήντα µε εκατόν είκοσι µαθητές. Στις περιπτώσεις που ο αριθµός των µαθητών ξεπερνούσε κατά πολύ εκείνον των δασκάλων ήταν σηµαντική η παρουσία των παιδαγωγών των παιδιών στις τάξεις, λόγω της συχνής έλλειψης σεβασµού των αγοριών προς το κύρος των δασκάλων. Σε αυτήν την έλλειψη σεβασµού αναφέρθηκαν ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας και ο Αριστοφάνης, όπως και στην χρήση χτυπηµάτων από την πλευρά των δασκάλων για την επιβολή κύρους µέσα στις τάξεις. Από αυτό το φαινόµενο προήλθε το ρήµα παιδεύω (στην αττική διάλεκτο της κλασσικής εποχής) που σήµαινε χτυπώ, εκπαιδεύω, ενώ το ουσιαστικό παιδεία δεν περιέκλειε µόνο το στοιχείο της εκπαίδευσης, αλλά και της κοινωνικοποίησης των αγοριών (Μuller, 1990: 135 & Golden, 1993: 64 & 203, υποσηµείωση 68)

Η πόλη διοργάνωνε τους λεγόµενους αγώνες (στην απαγγελία, στο χορό, στη χρήση ενός µουσικού οργάνου κτλ), χάρη στους οποίους προβαλλόταν η ποιότητα της εκπαίδευσης που πρόσφεραν οι δάσκαλοι και οι γονείς µπορούσαν να παρατηρήσουν εάν η πληρωµή των δασκάλων ήταν ισάξια του εκπαιδευτικού τους έργου. Τέτοιοι αγώνες διοργανώνονταν λ.χ στην Αθήνα στην διάρκεια των Παναθηναίων (που γιορτάζονταν κάθε τέσσερα χρόνια προς τιµήν της Αθηνάς) όπου παιδιά, έφηβοι και άνδρες λάµβαναν µέρος στους αθλητικούς αγώνες. Όµως και τα ίδια τα σχολεία διοργάνωναν σχολικούς αγώνες µε έπαθλο αστραγάλους. Σε µεταγενέστερες πηγές γίνονται αναφορές για αγόρια που προσεύχονται στις Μούσες για την επιτυχία τους στους σχολικούς αγώνες ή για να τις ευχαριστήσουν για την νίκη τους και που

Page 25: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

32

κέρδισαν τους αστραγάλους (Golden, 1993: 65). Στην ελληνιστική εποχή, οι θεσµοί των σχολικών αγώνων εξακολούθησαν να υπάρχουν και µάλιστα τότε δεν λάµβαναν έπαθλο µόνο οι νικητές αλλά και οι δάσκαλοι των αγοριών στην διάρκεια των Παναθηναίων (Müller,1990: 115 & Golden, 1993: 70).

Η εκπαίδευση των κοριτσιών είχε µια άλλη µορφή από εκείνη των αγοριών. Όπως προαναφέρθηκε δινόταν έµφαση στο µελλοντικό τους ρόλο, ιδιαίτερα στην οµηρική εποχή όπου η θέση τους ήταν στον γυναικωνίτη. Οι πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές και συνθήκες επηρέασαν τη στάση της κοινωνίας απέναντι στην εκπαίδευση των κοριτσιών που σύµφωνα µε την Rühfel στη διάρκεια του 5ου αι.π.Χ εκπαιδεύονταν στο χώρο της οικίας από τον παιδαγωγό σε αντίθεση µε τα αγόρια που εκπαιδεύονταν στα δηµόσια σχολεία (Rühfel, 1984: 41). Σύµφωνα µε την Klein και τον Beck, οι εικονογραφικές πηγές του 5ου αι. π.Χ αποδεικνύουν την ύπαρξη σχολείων µουσικής και χορού. Η εκπαίδευσή των παιδιών στα γράµµατα απεικονίζεται λιγότερο, όµως αποδεικνύεται πως µάθαιναν να διαβάζουν και να γράφουν. Τα κορίτσια εκπαιδεύονταν κι ασκούνταν στην µουσική (φλάουτο, λύρα, κιθάρα), στην ποίηση και στο χορό. Χάρη σε αυτήν την εκπαίδευση µπορούσαν να λαµβάνουν µέρος στις χορωδίες κοριτσιών της πόλης και να συµµετέχουν στους αγώνες στη διάρκεια µεγάλων δηµοσίων γιορτών, ενώ ο Πλάτων αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην αξία της εκπαίδευσης των κοριτσιών στο χορό, διότι ο χορός απαιτεί ψυχική πειθαρχία και ηθική στάση. Η συµµετοχή των κοριτσιών σε αθλητικούς αγώνες δεν ήταν δυνατή, εκτός από την Σπάρτη. Όσον αφορά τις φιλίες µεταξύ των κοριτσιών της ίδιας κώµης (που αναπτύσσονταν στα σχολεία αυτά) έφταναν στο τέλος τους ή παρουσίαζαν αλλαγές µε το γάµο τους (εάν ο νέος τους οίκος βρίσκονταν σε άλλη κώµη). Γενικά η ενασχόληση της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας µε τα παιδιά και την εκπαίδευσή τους ήταν πάντοτε συνδεδεµένη µε την έγνοια για το µέλλον και το όφελος της κοινωνίας και η εκπαίδευση ουσιαστικά αποτελούσε ένα σηµαντικό στοιχείο για την διατήρηση του πολιτισµού και του κοινωνικού συστήµατος (Beck, 1975: 55 & Rühfel, 1984: 44 & Müller,1990: 123 & & 136 & Golden, 1993: 74-75 & Cambridge illustrated history, 1998: 130).

Το πιο κοινό στοιχείο όµως µεταξύ αγοριών και κοριτσιών (που ήταν ανεξάρτητο από την κοινωνική και την οικονοµική θέση των οίκων από τους οποίους προέρχονταν) ήταν το παιχνίδι. Ο Πλάτων ανέφερε χαρακτηριστικά πως τα παιδιά αγαπούν να παίζουν και όταν βρίσκονται µαζί µπορούν πάντα να εφευρίσκουν παιχνίδια (Golden, 1993: 54). Γενικά το παιχνίδι των παιδιών ανήκε σε µια σφαίρα στην οποία τα παιδιά µπορούσαν να συµπεριφερθούν ελεύθερα από υποδείγµατα και µακριά από τα βλέµµατα των ενηλίκων (Golden, 1993: 53).

Page 26: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

33

2. Το παιχνίδι στις αρχαίες ελληνικές πηγές

Οι γνώσεις µας για το παιχνίδι της ελληνικής αρχαιότητας στηρίζεται στις γραπτές πηγές και στα στοιχεία που δίνει η αρχαία ελληνική τέχνη. Στα τέλη του 19ου αι. εµφανίστηκαν οι πρώτες µελέτες µε κύριο θέµα τα παιχνίδια και τα αθύρµατα των παιδιών της ελληνικής και ρωµαϊκής αρχαιότητας. Σε αυτές τις µελέτες, όπως και σε αυτές του 20ου αι. γίνεται η χρήση των αρχαίων εκείνων πηγών που αναφέρονται στα παιδικά παιχνίδια και στα αθύρµατα. Οι κυριότερες αρχαίες πηγές είναι τα έργα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και του Αριστοφάνη, στα οποία γίνονται αναφορές στη φύση, στα χαρακτηριστικά και στη σηµασία του παιχνιδιού στη παιδική ηλικία. Σύµφωνα µε την Schmidt οι δύο πρώτες µελέτες που συσχετίζονται µε το θέµα υπήρξαν: το έργο του Lorenz Grasberger, Die leibliche Erziehung bei den Griechen und Römern, 1. Abteilung, Die Knabenspiele, το έτος 1864 και το έργο του L. Becq de Fouquiéres, Les jeux des anciens, το έτος 1873. Και οι δυο συγγραφείς στηρίζονται ως επί το πλείστον στο έργο του Πολυδεύκη. Ο Grasberger (1864) αναφέρθηκε στο παιχνίδι των παιδιών και των εφήβων, ενώ ο Becq αναφέρθηκε και στα παιχνίδια των ενηλίκων. Λίγο αργότερα, το 1877, ο Heinrich Heydemann µε το έργο του ΄΄Die Knöchelspielerin΄΄ περιέγραψε το άγαλµα της ΄΄παίκτριας αστραγάλων΄΄ απο το Palazzo Colonna στη Ρώµη. Στα έργα αυτών όπως και σ΄αυτά των µεταγενέστερων χρόνων (λ.χ του Gerard van Hoorn, De vita atque cultu puerorum, το 1909, του Ludwig Deubner, Spiele und Spielzeug der Griechen, το 1930 και της Kate Mc Knight Elderkin, Jointed dolls in antiquity, επίσης το 1930 και της Anita Klein, Child life in greek art, το 1932) γίνονται περιγραφές των παιχνιδιών της αρχαιότητας χωρίς την ιδιαίτερή τους σύνδεση µε την αρχαία ελληνική τέχνη ή χωρίς κάποια ιδιαίτερη περιγραφή των αναφερόµενων εικονογραφικών πηγών. Από το 1951 µε το έργο Choes and Anthesteria του Gerard van Hoorn κι αργότερα το 1956 µε το έργο Attische Feste του Ludwid Deubner µελετήθηκε το θέµα µε βάση τις αρχαίες φιλολογικές και τις αρχαίες εικονογραφικές πηγές (Schmidt, 1977: 10).

Η αναφορά και η χρησιµοποίηση των αρχαίων πηγών µε την περιγραφή και αποδεικτική χρήση στοιχείων της αρχαίας ελληνικής τέχνης είναι παραδειγµατική στα έργα που εµφανίστηκαν στα µεταγενέστερα χρόνια : της Regine Schmidt, Die Darstellungen von Kinderspielzeug und Kinderspiel in der griechischen Kunst ( 1977 ), της Claudia Müller, Kindheit und Jugend in der griechischen Frühzeit ( 1990 ), του Richard Hamilton, Choes and Anthesteria, Athenian iconography and ritual (1992) και του Marc Golden, Children and childhood in classical Athens ( 1993 ). Σε αυτά τα έργα το θέµα µελετήθηκε από αρχαιολογικής πλευράς και έδωσε σηµαντικά συµπληρωµατικά ιστορικά και πολιτιστικά στοιχεία. Γενικά ο κύριος προβληµατισµός που προκύπτει από αυτές τις µελέτες είναι η ύπαρξη αθυρµάτων που προέρχονται από ανασκαφικά ευρήµατα και η ταυτόχρονη έλλειψη ή η ύπαρξη λίγων εικονογραφικών πηγών για αυτά. Το ίδιο συµβαίνει και για πολλά παιδικά παιχνίδια για τα οποία υπάρχουν αναφορές και περιγραφές σε αρχαίες γραπτές πηγές, όµως δεν υπάρχουν καθόλου εικονογραφικές πηγές ( Schmidt, 1977: 10 ).

Page 27: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

34

Η συµβολή του παιχνιδιού στην ανάπτυξη του παιδιού έχει ήδη µελετηθεί. Τον 5ο και τον 4ο αι. πΧ ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης έθεσαν τις βάσεις της εκπαιδευτικής και µαθησιακής σηµασίας των παιχνιδιών στη ζωή και στην ανάπτυξη του παιδιού. Ο Πλάτων πρώτος ανέλυσε την καταγωγή του παιχνιδιού: ουκούν αυ ταύτης αρχή µεν της παιδιάς το κατά φύσιν πηδάν ειθίσθαι, παν ζώον, το δε ανθρώπινον, ως έφαµεν, αίσθησιν λαβόν του ρυθµού, εγέννησε τε όρχησιν και έτεκεν. Του δε µέλους υποµιµνήσκοντες και εγείροντος τον ρυθµόν κοινωθ΄αλλήλοις, χορείαν και παιδιάν ετεκέτην, ενώ ο Αριστοτέλης τόνισε τη σηµασία να µεταδίδεται η γνώση στα παιδιά σαν παιχνίδι (το δασχολείν συµβαίνει µετά πόνου και συντονίας, δια τούτο δει παιδιάς εισάγεσθαι, καιροφυλακτούντες την χρήσιν) και οι γονείς να δίνουν στα παιδιά τους αθύρµατα για να απασχολούνται και να αναπτύσσουν τη δηµιουργική τους φαντασία (Πολυµενάκου,1984: 27 & ∆αράκη, 1980: 20).

Ο Πλάτων ασχολήθηκε κυρίως µε την επίδραση του παιχνιδιού στην ψυχική ανάπτυξη των παιδιών και θεωρούσε πως η τέχνη είναι κι αυτή ουσιαστικά ένα είδος ΄΄παιδιάς΄΄, εφόσον ο άνθρωπος κάνει τέχνη µόνο για την ευχαρίστησή του. Η παιδιά είναι το αντίθετο της επίµοχθης εργασίας λ.χ της υφαντουργίας ή σκυτοτοµικής και η τέχνη είναι το πιο χαριτωµένο είδος παιχνιδιού του ανθρώπου (παιδιάς θε έχεις ή τι τεχνικώτερον ή και χαριέστερον είδος ή το µιµητικόν;), ενώ γενικά η παιδιά (το παιχνίδι) χαρακτηρίζει το παιδί και πρόκειται για µια ΄΄παιδική απασχόληση του χρόνου΄΄ σε αντίθεση µε τη σπουδή των ενηλίκων που σήµαινε ΄΄σοβαρή απασχόληση΄΄. Της ίδιας γνώµης ήταν κι ο σύγχρονός του Ξενοφώντας (Ανδρόνικος, 1986: 76 & 80 & Golden, 1993: 53 & 109, υποσηµείωση 6). Η αντίληψη που επικρατούσε σε όλη την ελληνική αρχαιότητα για τη φύση του παιχνιδιού, δικαιολογεί τη σηµασία του ρήµατος παίζω που σήµαινε ΄΄παιδική συµπεριφορά ΄΄ και τα παιδιά χωρίζονταν από τη ζωή και τον κόσµο των ενηλίκων λόγω ακριβώς αυτής της συµπεριφοράς (παρόλο που στις λατρευτικές τελετές γινόταν σύνδεση των δύο κόσµων µε την φυσική συµµετοχή των παιδιών σε αυτές). (βλ. µέρος Α΄, 1). Το ρήµα παίζω εµφανίστηκε για πρώτη φορά, στην Οδύσσεια του Οµήρου και δεν ήταν συνδεδεµένο µόνο µε τον κόσµο των παιδιών, αλλά και µε το ανέµελο παιχνίδι και τον χορό των νυµφών (για αυτό το λόγο το ρήµα αυτό ήταν συνώνυµο µε το ρήµα χορεύω) (Gundert, 1966: 13 & 17 & Müller,1990: 78 & 159, υποσηµείωση 273). Γι΄ αυτόν τον λόγο ο Πλάτων θεωρούσε το παιχνίδι µια µη σοβαρή απασχόληση του χρόνου, εφόσον αυτή δεν συµφωνούσε και δεν ταίριαζε µε το ιδανικό των µορφωµένων ενηλίκων και µε την αναφορά του στο ρήµα αθύρω ήθελε να τονίσει την αρχέγονη τάση και την έντονη επιθυµία των παιδιών για κίνηση και τη δυναµικότητά τους. Tο ρήµα αυτό χρησιµοποιήθηκε στην οµηρική εποχή µόνο από τους ποιητές κι από τον ίδιο µόνο µια φορά (στο έργο του Νόµοι) και είχε προφανώς ινδογερµανικές ρίζες και την έννοια της θυελλώδης κίνησης στους δαιµονικούς χορούς µε µάσκες (θούρος, θύω, furor) (Gundert, 1977: 15). Από αυτό το ρήµα προέρχονται και τα ουσιαστικά: η άθυρσις (της αθύρσεως), το αθυρµάτιον και το άθυρµα (που συναντάται και τα στα δύο έπη του Οµήρου). Αντίθετα από το ρήµα παίζω προέρχεται το ουσιαστικό: παιδιά, το οποίο σήµαινε για τον Πλάτωνα: - το παιχνίδι των παιδιών - την συζήτηση µε ελαφρότητα και παιγνιώδη τρόπο

Page 28: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

35

- την παιδεία , κυρίως την µουσική παιδεία - το τραγούδι και το χορό για την υπηρεσία των θεών - ό,τι έχει σχέση µε τον πολιτισµό, π.χ µουσική, ποίηση, διακόσµηση και συρµό (µόδα) - τον παιγνιώδη χαρακτήρα της ρητορικής και της σοφιστικής - τον παιγνιώδη χαρακτήρα της σωκρατικής ειρωνείας - το παιχνίδι της φιλοσοφίας (Ιλιαδ.Ο3.63, Οδυσ.Σ323 & Liddell H., Scott R., 1908: λ. άθυρσις & Βερναρδάκης, 1908: λ. άθυρµα & Gundert, 1977:16).

Ο Πλάτωνας παροµοίασε τη γη µε µια σφαίρα παιδιού, τους θεούς ως φιλοπαίγµονες κι όλους τους ανθρώπους αθύρµατά τους και παρατήρησε πως η ζωή των παιδιών της ηλικίας των τριών µε έξι ετών χαρακτηρίζεται έντονα από το παιχνίδι. Για αυτό το λόγο θα έπρεπε οι παιδονόµοι στην ηλικιακή φάση των δυο µέχρι πέντε χρόνων να ελέγχουν όχι µόνο τις ιστορίες που ακούν τα παιδιά αλλά και τα παιχνίδια τους -εφόσον µέσω αυτών είναι δυνατόν να ασκούνται στην µάθηση και στην ανάπτυξη ικανοτήτων-. Στο έργο του Πολιτεία ανέφερε χαρακτηριστικά, ότι τα παιδιά θα πρέπει να διδάσκονται µέσω του παιχνιδιού (µη βία, ώ άριστε, τους παίδας εν τοις µαθήµασιν, αλλά παίζοντας τρέφε), ενώ ο Αριστοτέλης στο έργο του Πολιτικά συµπλήρωσε: το δασχολείν συµβαίνει µετά πόνου και συντονίας, δια τούτο δει παιδιάς εισάγεσθαι, καιροφυλακτούντες την χρήσιν. (Σακελλάριος, 1952: 6 & Χρυσάφης, 1965: 342 & Πολυµενάκου, 1984: 27-28 & 30 & Golden, 1993: 20 & 53).

Τόσο ο Πλάτων, όσο και ο Αριστοτέλης τόνισαν πως οι ενήλικες θα πρέπει να αξιοποιήσουν την αγάπη των παιδιών για τα παιχνίδια και να διαλέγουν γι΄αυτά τέτοια αθύρµατα που να τα προετοιµάσουν για τους µελλοντικούς ρόλους στη ζωή και στην κοινωνία κι ερµήνευσαν τη φύση του παιχνιδιού σαν ένα προπαρασκευαστικό µέσο του παιδιού για την κατοπινή ζωή του στην κοινωνία (η θεωρία τους υιοθετήθηκε µεταγενέστερα από τους Fröbel και Gross ως θεωρία της ΄΄ προπαρασκευής ΄΄). Ο Πλάτων έδωσε το παράδειγµα του µελλοντικού χτίστη που θα έπρεπε από µικρό παιδί να παίζει χτίζοντας σπιτάκια, ενώ ο Αριστοτέλης αναφέρθηκε στο πρώτο άθυρµα µε το οποίο έρχονται σε επαφή τα βρέφη κι αυτό είναι η πλαταγή (ροκάνα, κουδουνίστρα), η οποία πρόσφερε απαραίτητα ακουστικά και οπτικά ερεθίσµατα για την ψυχοσωµατική τους ανάπτυξη, αποσπούσε την προσοχή τους, έδιωχνε τα κακά πνεύµατα και µε αυτόν τον τρόπο σταµατούσαν το κλάµα. Αυτό το ιδιαίτερο άθυρµα χαρίζονταν στα βρέφη την ηµέρα των Χοών. Ο Σωκράτης επίσης συµφωνούσε µε την επίδραση των παιχνιδιών και αθυρµάτων στην µελλοντική ζωή των παιδιών και ανέφερε πως η επιδεξιότητα ενηλίκων στα παιχνίδια κυβεία και πεττεία αποκτήθηκε, διότι αυτοί ασκήθηκαν επίµονα στα παιχνίδια αυτά από την παιδική τους ηλικία, ενώ οι στωϊκοί φιλόσοφοι έβλεπαν το παιχνίδι σαν αποτέλεσµα του πλεονάσµατος της ζωτικής ενεργητικότητας που υπάρχει σε κάθε άτοµο κι αυτή η θεωρία υιοθετήθηκε απó τους Schiller και Spencer. Στα µεταγενέστερα χρόνια ο Πλούταρχος (2ος αι. µ.Χ) θεώρησε όλα τα παιχνίδια σαν ΄΄ηδύσµατα του πόνου΄΄, θεωρία που πήρε την ονοµασία ΄΄ θεωρία της ανακούφισης΄΄ κι έγινε αποδεκτή από τους Guts Muths & Patrick) (Σακελλάριος, 1952: 6 & Schmidt, 1977: 16 & Flaceliére, 1986: 116 & Müller, 1990: 70 & Golden, 1993: 54-55).

Ενδιαφέρον είναι, ότι σε κάποια παιχνίδια της αρχαιότητας παρατηρείται ένα είδος υποχρεωτικής σύνδεσής τους µε την µελλοντική ζωή των παιδιών στην ζωή της πόλης και γενικά ως µελών ενός έθνους, όπως και µε τους ρόλους τους ως αγοριών και

Page 29: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

36

κοριτσιών. Λ.χ παιχνίδια όπως η ελκυστίνδα και η οστρακίνδα είχαν ουσιαστικά στην ίδια τους τη φύση τα στοιχεία του ελέγχου της δύναµης, της αντοχής, της ριπτικής ικανότητας και της ταχύτητας, ποιότητες που χρειάζονταν ανάπτυξη και εξάσκηση σε µια πολεµική κοινωνία, όπως γενικά εκείνης της ελληνικής αρχαιότητας. Άλλα τέτοια παιχνίδια ήταν η ποσίνδα, που όπως ανέφερε ο Ξενοφώντας προετοίµαζε τα παιδιά για τις απάτες του πολέµου, ενώ η µυίνδα καθρέπτιζε κοινωνικές δοµές και ρόλους. Επίσης η φροντίδα και η απασχόληση των µικρών αδερφών στο γυναικωνίτη έπαιρνε τη µορφή του παιχνιδιού για αυτά (όπως φαίνεται ιδιαίτερα στις απεικονίσεις των ερυθρόµορφων παιδικών οινοχοών), ενώ οι ενήλικες έδιναν στη φύση του παιχνιδιού έναν χρηστικό χαρακτήρα, εφόσον χάρη σε αυτές τις ώρες παιχνιδιού είχαν τη δυνατότητα να ασχοληθούν µε διάφορα άλλα καθήκοντά τους (Golden, 1993: 55-56 & 128).

Γενικά τα παιχνίδια είχαν σε όλη την ελληνική αρχαιότητα µια σηµαντική θέση στη ζωή των ανθρώπων και ιδιαίτερα τον 5ο αι. π.Χ θεωρούνταν σηµαντικά για την διαπαιδαγώγηση του χαρακτήρα, την άσκηση του σώµατος, την ανάπτυξη της κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης, την τέρψη της ψυχής και την προετοιµασία των παιδιών για την µελλοντική ζωή. Χαρακτηριστικά ο Ευριπίδης τόνιζε, ότι τα παιχνίδια προκαλούσαν µεγάλη χαρά στα παιδιά (τίς δ΄ουχί χαίρι νηπίοις αθύρµασιν;), ενώ ο Σοφοκλής είχε ήδη παρατηρήσει τον παιγνιώδη χαρακτήρα των παιδιών, δίνοντας το παράδειγµα του ∆ιονύσου, που, όταν ήταν µικρό παιδί πείραζε τη µύτη και χάιδευε τη φαλάκρα του Σιληνού κι αυτός µε τη σειρά του χαίρονταν και χαµογελούσε (Golden, 1993: 9-10). Ο Γαληνός (2ος αι. µ.Χ) αν και έζησε µεταγενέστερα κι έγραψε για τα οφέλη των σφαιριστικών παιχνιδιών, διατύπωσε µε έναν απλό τρόπο τα ωφέλη που µπορούν γενικά όλα τα παιχνίδια να προσφέρουν: επαινείν προ πάντων εκείνην την άσκησιν, ήτις είναι ικανή και εις το σώµα να δίδη υγείαν και εις τα µέλη του αρµονικήν διάπλασιν και γενναιότητα εις την ψυχήν, προσόντα τα οποία κατέχει όλα, η δια της µικράς σφαίρας παιδιά (Σακελλάριος, 1952: 15 & Πολυµενάκου, 1984: 30).

Σύµφωνα µε τον Grasberger (1864) η συµµετοχή των παιδιών στις διάφορες λατρευτικές τελετές (βλ. µέρος Α΄,1) ενίσχυε τη τάση τους για µίµηση (η µίµηση είναι στην φύση των παιδιών - imitamina vitae: η οποία µεταφέρονταν στα παιχνίδια τους. Λ.χ τα παιδιά έπαιζαν στο σχολείο και συχνά µετέφεραν σκηνές από την γιορτή των Ανθεστηρίων στα παιχνίδια τους. Υπάρχουν δύο χαρακτηριστικά παραδείγµατα απεικονίσεων σε ερυθρόµορφες παιδικές οινοχόες, όπου παριστάνονται αγόρια να µιµούνται µια σκηνή της σχολικής τους ζωής και κάποιας λατρευτικής τελετής στη διάρκεια των Ανθεστηρίων. Ιδιαίτερα η µίµηση σκηνών απó τη θρησκευτική ζωή ήταν δυνατή, διότι τα παιδιά λάµβαναν µέρος σε αυτήν µε σοβαρότητα και µάθαιναν µέσω της παρατήρησης (Grasberger, 1864-1881: 5 & Rühfel, 1984: 52 & Müller, 1990: 29).

Όλες όµως οι αρχαίες γραπτές πηγές συµπληρώνονται ή αποδεικνύονται από τα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Τα θέµατα της αρχαίας ελληνικής τέχνης προέρχονταν κατά κύριον λόγον από τη θρησκεία, την µυθολογία και τις λατρευτικές τελετές και οι εικονογραφικές πηγές για το παιχνίδι προέρχονται κυρίως από την τέχνη της αγγειογραφίας, της γλυπτικής και της µικρογλυπτικής. Χάρη σε αυτές φαίνεται πόσο το παιδί και το συνώνυµό του το παιχνίδι έπαιξαν ένα σηµαντικό ρόλο γενικά σε όλη την αρχαία ελληνική τέχνη, ενώ τα στοιχεία αυτά της τέχνης αποτελούν

Page 30: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

37

ουσιαστικά εικαστικές αποδείξεις για την οικογενειακή ζωή, την κοινωνική και την θρησκευτική ζωή, τις συνήθειες και τις παραδόσεις των παιδιών και των ενηλίκων της ελληνικής αρχαιότητας. Αυτά τα στοιχεία τέχνης διηγούνται τη καθηµερινή ζωή των παιδιών µε τα παιχνίδια τους και όπως είναι φυσικό σε αυτά φανερώνονται στοιχεία του πολιτισµού και της ιστορίας. Τα παιχνίδια που απεικονίζονται στα διάφορα είδη τέχνης παρουσιάζονται ουσιαστικά µε κοινωνικοιστορικές προεκτάσεις και µέσω αυτών φανερώνονται ακόµη και διάφοροι οικονοµικοί παράµετροι, όπως και ο εκπαιδευτικός τους ρόλος. Οι παραστάσεις από την καθηµερινή ζωή είναι εξίσου σηµαντικές και είναι συχνά ζωντανά αποδοσµένες. Οι παραστάσεις αυτές συµπεριλαµβάνουν πολλές σκηνές από τα παιχνίδια των παιδιών και σε αρκετές περιπτώσεις οι σκηνές αυτές προέρχονται και από τη συµµετοχή τους στη γιορτή των Ανθεστηρίων (πρόκειται συγκεκριµένα για τις παραστάσεις στις ερυθρόµορφες παιδικές οινοχόες – βλ. µέρος Β΄,1.4: Από όλα τα είδη τέχνης, οι παραστάσεις των µικρών παιδικών οινοχοών παρουσιάζουν τα καλύτερα δείγµατα απεικονίσεων παιδιών που παίζουν ή παιδιών µε τα αθύρµατά τους. Αυτές µεταφέρουν έντονα την ευχή των ενηλίκων για µια υγιή και γεµάτη ευλογία και πλούτο ζωή των παιδιών. Σύµφωνα µε την Schmidt αυτός είναι κι ο λόγος που τα παιδιά και ιδιαίτερα τα αγόρια απεικονίζονται µε ένα γερό, παχουλό σώµα, φορώντας φυλακτά για τη προστασία τους από κακά πνεύµατα (Schmidt, 1977: 14).

Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι, ότι ο µεγάλος αριθµός των εικονογραφικών πηγών για τα παιδιά και για τα παιχνίδια τους αποδεικνύει την ύπαρξη αγάπης και φροντίδας για αυτά, παρόλο που η αρχαία ελληνική κοινωνία έστρεφε γενικά το βλέµµα της προς την χρηστικότητά των παιδιών στο µέλλον (λ.χ για την φροντίδα των ηλικιωµένων γονιών) (Rühfel, 1984: 9).

Γενικά ο τρόπος απεικόνισης των παιχνιδιών και των παιδιών και η επισήµανση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της φύσης τους (σωµατικές αναλογίες, χαρακτηριστικά προσώπου, είδη ένδυσης, είδη παιχνιδιών µε τα οποία παριστάνονται κτλ) υπήρξαν διαφορετικά στο πέρασµα των αιώνων.

Page 31: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

38

2.1 Είδη Παιχνιδιών

Τα είδη των παιχνιδιών έχουν κατηγοριοποιηθεί µε βάση την σηµασία και το ρόλο τους στην ψυχοσωµατική ανάπτυξη του παιδιού.

Ως προς τα παιχνίδια της αρχαιότητας ήδη ο Αριστοτέλης έκανε µια κατηγοροποίηση: - µιµητικά - προπαρασκευαστικά της ζωής - εριστικά ή µαχητικά - εσπουδασµένα - αυλητικά - σφαιριστικά (Γιαννάκης, 1975: 128).

Ο Grasberger (1864) και η Schmidt R. (1977) χώρισαν επίσης τα παιχνίδια της αρχαιότητας σε κατηγορίες. Ο Grasberger στηρίχτηκε κατεξοχήν στις γραπτές πηγές, ενώ η Schmidt στηρίχτηκε µόνο στα δείγµατα της αρχαίας ελληνικής τέχνης και επιγραµµατικά αναφέρθηκε σε γραπτές πηγές. Ο Grasberger χώρισε τα παιχνίδια σε πέντε κατηγορίες: - στα αλµατικά - στα κινητικά - στα παιχνίδια στόχου - στα αθλητικά και - στα µελωδικά (ή παιχνίδια µε κείµενο και µελωδία) (Grasberger, 1864: 28 & 40 & 55 & 98 & 131).

Η Schmidt χώρισε ουσιαστικά τα παιχνίδια σε δυο κατηγορίες : στα ( γνήσια ) αθύρµατα ( λ.χ σφαίρα, αστράγαλοι, κτλ ) και στα παιχνίδια µε αθύρµατα που µιµούνται ή αναπαριστούν τον κόσµο των ενηλίκων λ.χ αµαξάκι για τα αγόρια, κούκλα για τα κορίτσια, κρίκος για κορίτσια και αγόρια, παρόλο που σπάνια εικονίζονται κορίτσια µ΄αυτό το άθυρµα κτλ ) και έθεσε τον προβληµατισµό για την δυσκολία ενός χωρισµού των παιχνιδιών της αρχαιότητας σε διάφορες κατηγορίες, εφόσον παρατηρείται το φαινόµενο να υπάρχουν για κάποια παιχνίδια µόνο γραπτές πηγές και καµία εικονογραφική απόδειξη. Επίσης παρατηρείται το φαινόµενο της ύπαρξης αθυρµάτων που παίζονται από τα αγόρια και από τα κορίτσια ή αθυρµάτων για τα οποία κάποιο από τα δυο φύλα παίζει, χωρίς να σηµαίνει ότι αυτό δεν επιτρεπόταν στα παιδιά του άλλου φύλου ( λ.χ στις πηγές αναφέρεται η προτίµηση των κοριτσιών για την αιώρα, ,όµως σε µια απεικόνιση αγγείου µε σκηνή του παιχνιδιού ένα µικρό κορίτσι κι ένα µικρό αγόρι παρακαλούνε ενήλικες γυναίκες να τα σηκώσουν ώστε να κάνουν κι αυτά κούνια ) ( βλ. µέρος Β΄, 1.4 ,αριθµός καταλόγου 2, αριθ. εικ.2 ), καθώς και το φαινόµενο της ύπαρξης παιχνιδιών και αθυρµάτων που ανταποκρίνονται κυρίως σε µια ηλικιακή κατηγορία (συγκεκριµένα : στα βρέφη, στα µικρά παιδιά και στα παιδιά και εφήβους ). Τα ζώα –σαν ΄΄ζωντανά αθύρµατα΄΄ των παιδιών – ανταποκρίνονται σ΄ολες τις ηλικιακές κατηγορίες.

Λόγω αυτών των προβληµατισµών η Schmidt κατηγοροποίησε τα παιχνίδια:

Page 32: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

39

- στα κινητικά (σφαίρα, κρίκος, βέµβιξ, αστράγαλοι, αιώρα εφεδρισµός και χαρταετός) - στα επιδεξιότητας (γιογιό, φρούτα) - στα παιχνίδια τύχης (ο δια δακτύλων κλήρος) - στα παιχνίδια µίµησης του κόσµου των ενηλίκων (κούκλα, αµαξάκι, κάλαµον περιβαίνειν) (Schmidt, 1977: 11-12).

Στην µελέτη αυτή λαµβάνονται υπόψη οι προαναφερόµενοι προβληµατισµοί και προστίθεται εκείνος που αφορά την κατηγοροποίηση των παιχνιδιών σε οµαδικά και ατοµικά. Μια τέτοια κατηγοροποίηση είναι γενική και είναι δυνατόν να εµπεριέχει άλλου είδους προβληµατισµούς, λ.χ τα περισσότερα παιχνίδια που παίζονταν ατοµικά µπορούσαν να παιχτούν - µε την παρουσία κι άλλων παιδιών -και οµαδικά (λ.χ δύο αγόρια τρέχουν κρατώντας τους τροχούς τους, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι παίζουν µ΄έναν σκύλο κτλ). Ένας ακόµη προβληµατισµός αφορά την συµµετοχή και την προτίµηση των ενηλίκων για παιδικά παιχνίδια και αθύρµατα, λ.χ γραπτές πηγές αναφέρουν πως ο Ηράκλειτος έπαιζε διάφορα σφαιριστικά παιχνίδια µε αγόρια, ή ο Αλκιβιάδης έπαιζε µε τους γιούς του και ο βασιλιάς της Σπάρτης Αγησίλαος έπαιζε αλογατάκι (κάλαµον περιβαίνειν) µε τον γιό του, ενώ γυναίκες έπαιζαν µε κούκλες στον γυναικωνίτη (Grasberger, 1864: 21 & 29 & Müller, 1990: 78). Στην µελέτη αυτή τα παιχνίδια της αρχαιότητας χωρίστηκαν σε τρείς γενικές κατηγορίες µε βάση όσα προαναφέρθηκαν, τις εικονογραφικές πηγές (βλ. µέρος Β΄, 1.4) και την διαίρεση των παιχνιδιών σε τρείς τύπους σε σχέση µε τη θεωρία του Piaget για τα τρία γνωστικά στάδια ανάπτυξης του παιδιού (βλ. µέρος Γ΄, 2). Οι ονοµασίες των τριών κατηγοριών είναι ίδιες µ΄αυτές του Piaget και τα χαρακτηριστικά τους προσαρµόζονται στα παιχνίδια της αρχαιότητας. Οι τρείς γενικές κατηγορίες των παιχνιδιών είναι: 1. Αισθητηριακά παιχνίδια 2. Μιµητικά ή συµβολικά παιχνίδια 3. Παιχνίδια µε κανόνες Ο χωρισµός των παιχνιδιών της αρχαιότητας στους τύπους των παιχνιδιών του Piaget είναι εφικτός, διότι:

−στη πρώτη κατηγορία ανήκουν όλα τα αθύρµατα που ταιριάζουν στην ηλικιακή κατηγορία των βρεφών. Τα αθύρµατα αυτά –όπως οι γραπτές πηγές τα περιγράφουν και όπως οι εικονογραφικές πηγές δείχνουν- προσφέρουν τα απαραίτητα οπτικοακουστικά ερεθίσµατα, καθώς και τις κινήσεις του τύπου ΄΄πιάνω, σπρώχνω, κυλώ, αρπάζω΄΄ που είναι απαραίτητες για την ψυχοσωµατική ανάπτυξη των παιδιών της ηλικίας αυτής. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν ουσιαστικά όλα τα αθύρµατα που προσφέρουν στα παιδιά αυτές τις δυνατότητες (βλ. πίνακα παρακάτω). Για τα αθύρµατα της πρώτης κατηγορίας υπάρχουν εικονογραφικές πηγές που δείχνουν βρέφη – κυρίως αγόρια µέχρι δυο ετών – να παίζουν µ΄αυτά λ.χ ένα βρέφος κρατά µια πλαταγή, ένα µικρό αγόρι που κάθεται οκλαδόν στο έδαφος κρατά το αµαξάκι του, ένα άλλο µικρό αγόρι κάθεται οκλαδόν στο πάτωµα και µε το ένα του χέρι κρατά µια πλατάγη και µε το άλλο τείνει να πιάσει έναν τροχίσκο κτλ (βλ.µέρος Β΄, 1.4, αριθµός καταλόγου 223, αριθ. εικ.223 & αριθµός καταλόγου 14, αριθµ. εικ.14 & αριθµός καταλόγου 224, αριθ. εικ.224).

Page 33: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

40

Τα αθύρµατα της πρώτης κατηγορίας χωρίζονται (για την ευκολία στην αναγνώριση και κατάταξή τους) σε: - κινητικά - ριπτικά - επιδεξιότητας (ή άσκησης)

-στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν όλα τα αθύρµατα και παιχνίδια που µιµούνται τον κόσµο των ενηλίκων και τον κόσµο που περιβάλλει τα παιδιά (ζωα, φυτά κτλ). Τα παιχνίδια που παίζονται ή τα αθύρµατα που χρησιµοποιούνται ταιριάζουν στην ηλικιακή κατηγορία που απευθύνονται (2-7 χρ.), µια και η χρήση της γλώσσας σ΄αυτά τα είδη παιχνιδιών παίζει έναν σηµαντικό ρόλο. Αθύρµατα της πρώτης κατηγορίας (αισθητηριακά παιχνίδια) εµφανίζονται και σ΄αυτήν την κατηγορία, συχνά σαν ένα είναι µέσο για την δηµιουργία µιµητικών ή συµβολικών παιχνιδιών, λ.χ το αµαξάκι χρησιµοποιείται από ένα αγόρι για τη µεταφορά ενός λαγού ή ένας λαγός πηδά πάνω από έναν τροχό που κρατά ένα αγόρι κτλ (βλ. µέρος Β΄,1.4, αριθµός καταλόγου 6, αριθ. εικ.6 & αριθµός καταλόγου 128, αριθ. εικ.128). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν – εκτός από τα αθύρµατα που µιµούνται τον κόσµο των ενηλίκων και το γύρω περιβάλλον - και τα παιχνίδια µε κείµενο και µελωδία (βλ. πίνακα παρακάτω).

-στην τρίτη κατηγορία ανήκουν όλα τα παιχνίδια που για την πραγµατοποίησή τους χρειάζονται αθύρµατα και σταθερούς κανόνες. Σ΄αυτήν την κατηγορία ανήκουν λ.χ τα παιχνίδια µε τη σφαίρα, τους αστραγάλους κτλ και γι΄αυτά υπάρχουν αναφορές µόνο σε γραπτές πηγές και δεν υπάρχουν εικονογραφικές πηγές που να παρουσιάζουν παιδιά, αλλά εφήβους ή δεν υπάρχει καµία εικονογραφική πηγή. Μια εξαίρεση αποτελεί το άγαλµα του κοριτσιού που παίζει µε αστραγάλους (βλ.κεφ. ΙΙΙ4, αριθµός καταλόγου 31, αριθ. εικ.31). Τα παιχνίδια σ΄αυτήν την κατηγορία χωρίζονται σε: - κινητικά και επιδεξιότητας(-άσκησης) :είναι δύσκολος ο χωρισµός ενός κινητικού παιχνιδιού από ένα παιχνίδι επιδεξιότητας, λ.χ το παιχνίδι ακινητίνδα (κουτσό) είναι ταυτόχρονα κινητικό και επιδεξιότητας-άσκησης - ριπτικά

Γενικά αθύρµατα µπορούν να είναι – εκτός από τα γνωστά παιχνίδια- αντικείµενα (λ.χ βέµβιξ, πέταυρον κτλ) οτιδήποτε µπορεί να προκαλέσει την παιγνιώδη διάθεση του παιδιού: από ένα απλό βότσαλο µέχρι µια κούκλα, από µια σφαίρα µέχρι ένα χειροποίητο καραβάκι. Ο Αριστοφάνης µάλιστα ανέφερε την περίπτωση του γιου του Στρεψιάδη που κατασκεύαζε µόνο του αθύρµατα λ.χ από τσόφλια ροδιών (Golden, 1993: 11).

Στη συνέχεια παρουσιάζονται δυο πίνακες. Στον έναν τα παιχνίδια της αρχαιότητας χωρίζονται στις τρείς προαναφερόµενες κατηγορίες (πίνακας Α) και στον δεύτερο κατατάσσονται τα παιχνίδια (πίνακας Β) σε κατηγορίες ανάλογα µε: - τις ηλικίες των παιδιών (βρέφη, µικρά παιδιά και παιδιά µέχρι δέκα χρόνων) - τις προτιµήσεις των αγοριών και των κοριτσιών - την έντονη σύνδεσή τους µε το θρησκευτικό στοιχείο - την διαχρόνικότητά τους (τη διατήρησή τους µέχρι σήµερα)

Page 34: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

41

Η ταξινόµηση αυτή βασίστηκε στις πληροφορίες που δίνουν οι γραπτές πηγές και στις απεικονίσεις που υπάρχουν (βλ. µέρος Β΄, 1.4).

2.1.1 Πίνακας παιχνιδιών της αρχαιότητας

Πίνακας Α

Αισθητηριακά Μιµητικά ή συµβολικά Παιχνίδια µε κανόνες Παιχνίδια παιχνίδια Κινητικά Κινητικά Άσκησης αµαξίς βασιλήνδα αποδιδρασκίνδα κάλαµος περιβήναι πλαγγών εφεδρισµός κάλαµος µε ρόδα πήλινα παιχνίδια ιππάς αιώρα παιδικές οινοχόες κυνδαλισµός γέρων ή πάππος µιµητικό παιχνίδι κινητίνδα πλαταγή ζώα κολλαβισµός Ριπτικά χειροποίητα παιχνίδια ακινητίνδα αστράγαλοι χαρταετός ασκωλιασµός βέµβιξ διελκυστίνδα δια σχοινίου γιογιό Παιχνίδια µε κείµενο και ελκυστίνδα κύβοι µελωδία ιµαντελιγµός έξεχ΄ω φίλε ήλιε πίτυλος σφαίρα µυίνδα ραθαπυγίζειν σφαιρίδια σχοινοφιλήνδα σκαπέρδα φρούτα φίττα ροίαι χαλκή µυία Επιδεξιότητας χελιδονία Ριπτικά κρίκος χυτρίνδα αφετίνδα πέταυρον χελιχελώνη εποστρακισµός ίυγξ ψηλαφίνδα οστρακίνδα ξυλάκια στρεπτίνδα φρυγίνδα χαλκισµός χαλκίνδα πλαταγώνιον

Page 35: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

42

Πίνακας Β

Ηλικία παιδιών Φύλο παιδιών Θρησκευτικότητα Βρέφη/µικρά παιδιά Αγόρια&Κορίτσια (Ο-7 ετών) αστράγαλοι αστράγαλοι αιώρα αποδιδρασκίνδα αποδιδρασκίνδα ασκωλιασµός ασκωλισµός αφετίνδα βέµβιξ αµαξίς γέρων ή πάππος κρίκος βασιλήνδα γιογιό µιµητικό παιχνίδι βέµβιξ δακτύλων επάλλαξις παιδικές οινοχόες γέρων ή πάππος εφεδρισµός πλαγγών έξεχ΄ω φίλε ήλιε έξεχ΄ω φίλε ήλιε πλαταγή ζώα ζώα σκαπέρδα κάλαµος περιβαίνειν κολλαβισµός σφαίρα κάλαµος µε ρόδα κυνητίνδα χελιδονία κινητίνδα µιµητικό παιχνίδι κολλαβισµός µυίνδα ∆ιαχρονικότητα µιµητικό παιχνίδι πέταυρον αιώρα (κούνια) µυίνδα πήλινα παιχνίδα ακινητίνδα παιδικές οινοχόες πλαταγή αµαξίς πέταυρον πλαταγώνιο αποδιδρασκίνδα πήλινα παιχνίδια ραθαπυγίζειν (κρυφτό) πίτυλος σχοινοφιλήδα ασκωλισµός πλαγγών σφαίρα (κουτσό) πλαταγή χαρταετός αστράγαλοι σφαίρα χυτρίνδα αφετίνδα σχοινοφιλήνδα βασιλήνδα φίττα ροίαι Αγόρια βέµβιξ φρούτα ακινητίνδα γέρων ή πάππος χελιδονία βασιλήνδα γιογιό δια σχοινίου δακτύλων επάλλαξις διελκυστίνδα εποστρακισµός Παιδιά 7-10 ετών ελκυστίνδα έξεχ΄ω φίλε ήλιε αιώρα κάλαµος περιβαίνειν ίυγξ ακινητίνδα κάλαµος µε ρόδα (µαγικός δίσκος) αµαξίς κρίκος ζώα αποδιδρασκίνδα κυνδαλισµός κάλαµος περιβαίνειν

Page 36: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

43

ασκωλιασµός µηλολάνθη (αλογατάκι) αστράγαλοι οστρακίνδα κάλαµος µε ρόδα αφετίνδα πίτυλος (τροχός, ρόδα) βασιλήνδα πλαταγώνιο κινητίνδα βέµβιξ σκαπέρδα κολλαβισµός γέρων ή πάππος στρεπτίνδα κρίκος (τσέρκι) γιογιό χελιδονία µηλολάνθη δακτύλων επάλλαξις µιµητικό παιχνίδι διελκυστίνδα Κορίτσια µυίνδα δια σχοινίου αιώρα οστρακίνδα έξεχ΄ω φίλε ήλιε ίυγξ πέταυρον εποστρακισµός κλεψύδρα πλαγγών ζώα πλαγγών πλαταγή κάλαµος µε ρόδα φίττα ροίαι πλαταγώνιον κινητίνδα χαλκισµός ραθαπυγίζειν κολλαβισµός χελιχελώνη (κλωτσιές) µιµητικό παιχνίδι στρεπτίνδα µηλολάνθη σφαιρίδια µυίνδα (βώλοι) ξυλάκια σφαίρα οστρακίνδα σχοινοφιλήνδα πέταυρον (το µαντηλάκι) πίτυλος φρυγίνδα πήλινα παιχνίδια (παρόµοιο µε πλαγγών πλαταγώνιον) πλαταγώνιον χαλκή µυία σφαιρίδια χαρταετός σφαίρα χελιδονία σχοινοφιλήνδα χειροποίητα παιχ. φρούτα χυτρίνδα φρυγίνδα ψηλαφίνδα χαρταετός χελιδονία χυτρίνδα χειροποίητα παιχνίδια χελιχελώνη ψηλαφίνδα

Page 37: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

44

2.2 Παιχνίδια γνωστά από τις πηγές

1. Αιώρα:

Η αιώρα είναι η σηµερινή κούνια, ένα από τα πιο αγαπηµένα παιχνίδια των παιδιών στην αρχαία Ελλάδα και ιδιαίτερα των κοριτσιών (Flaceliere, 1986: 224 & Γκαζιάνης χ.χρ: 16). Ο Παυσανίας την περιέγραψε να είναι κατασκευασµένη µε µονό ή πολλαπλό σχοινί, του οποίου τα δύο άκρα δένονταν σ΄ένα γερό κλαδί δέντρου, είτε από το υπέρθυρο της πόρτας ή απ΄όπου ήταν δυνατό και το παιδί καθόταν στο καµπύλο σηµείο του σχοινιού. Η αιώρα ονοµαζόταν και σειρά και µπορούσε να αποτελείται από µια απλή σανίδα ή ένα τετράποδο κάθισµα, τα οποία κρέµονταν µε δύο σχοινιά (Klein, 1932: 21& Schmidt, 1977: 57 & Λάζος, 2002: 132-132).

Εκτός από παιχνίδι η αιώρα ήταν και ένα λατρευτικό αντικείµενο στην εορτή της Αιώρας πρός τιµήν του ∆ιονύσου στην Αττική και Ικαρία. Σ΄αυτήν την γιορτή λάµβαναν µέρος παιδιά, έφηβες και ανύπαντρες γυναίκες. Στην διάρκεια της τελετής οι παρευρισκόµενοι τραγουδούσαν το τραγούδι ΄΄αλήτις΄΄ . Η γιορτή είχε εξαγνιστικό-καθαρτικό χαρακτήρα Η τελετή είχε έναν χαρακτήρα ευλογίας για την γονιµότητα των νέων γυναικών, αλλά και για την επιβίωση των παιδιών και γενικά για όλους όσους λάµβαναν µέρος στη γιορτή. Η γιορτή της Αιώρας γιορτάζονταν στην διάρκεια των Ανθεστηρίων κατά την ηµέρα των Χυτρών (Βενιζέλος, 1873: 112 & Deubner, 1956: 118-119 & Schmidt, 1977: 56 & Μuller, 1990: 76-77 & Γκαζιάνης χ.χρ.: 16).

2. Ακινητίνδα:

H ακινητίνδα ήταν παιχνίδι που το έπαιζαν κυρίως τα αγόρια σχολικής ηλικίας (Grasberger, 1864:32). ∆ύο παίχτες έπαιρναν θέση ο ένας απέναντι στον άλλον, όρθιοι και ακίνητοι. Κάθε παίχτης προσπαθούσε µε κινήσεις των χεριών να µετατοπίσει τον αντίπαλό του (Γκαζιάνης, χ.χρ: 31 & ∆αράκη, 1980: 25). Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄η δε ακινητίνδα , άµιλλαν του ακινητεί έχειν είχεν΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 115) (Grasberger, 1864: 31). Σ΄αυτο το παιχνίδι αναφέρθηκε κι ο Αριστοτέλης (Grasberger,1864: 31).

Στις ηµέρες µας παίζεται µε διάφορες µορφές , είτε µε λαβή χεριών τραβώντας ή σπρώχνοντας, είτε χωρίς λαβή απλώς σπρώχνοντας τον αντίπαλο (Χρυσάφης, 1965: 343).

3. Αµαξίς:

Το αµαξάκι ή αµαξίς ήταν από τα πιο αγαπητά παιχνίδια των παιδιών -κυρίως- της προσχολικής ηλικίας. Κατασκευαζόταν συνήθως από ξύλο και το µέγεθός του ποίκιλλε από πολύ µικρά αµαξάκια - µε τα οποία τα παιδιά µετέφεραν γλυκά ή άλλα µικρά αντικείµενα – µέχρι και µεγαλύτερα στα οποία µπορούσαν να καθήσουν ή να στέκονται όρθια και µεταφέρονταν από τον συµπαίκτη τους ή από κάποιο ζώο, όπως έναν σκύλο, δύο τράγους, ένα ελάφι κτλ. Παιζόταν οµαδικά αλλά και ατοµικά (Flaceliιre, 1986:116 & Βενιζέλος, 1873: 52 & Βeck,1975: 25 & Schmidt,1977:104).

Page 38: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

45

Αµαξάκια ήταν το δώρο που έπαιρναν κυρίως τα παιδιά στην γιορτή των Χοών στα Ανθεστήρια και επίσης στην γιορτή ∆ιάσια πρός τιµήν του ∆ία (Hamilton, 1992: 97). Ο Αριστοφάνης έκανε µια ωραία αναφορά σε αυτό το παιχνίδι: ΄΄κάµε την γνώµη του πατέρα σου κι ας σφάλει. Κι εγώ την γνώµη σου έκανα σαν ήσουν εξι χρονών και τραύλιζες. Στα ∆ιάσια σου αγόρασα αµαξάκι µε τα πρώτα λεφτά που ως δικαστής είχα κερδίσει΄΄(Αριστοφη.Νεφέλαι 864 και 880) (Golden, 1993: 41). Αργότερα γίνεται αναφορά του στον Πολυδεύκη (Πολυδ. Ονοµαστικόν, ΙΧ, 168) (Schmidt, 1977: 103).

4. Αποδιδρασκίνδα:

Η αποδιδρασκίνδα ή φυγίνδα (ή φευγίνδα) ή κουπτίνδα είναι το σηµερινό κρυφτό. Ήταν και είναι -µέχρι τις ηµέρες µας- ένα οµαδικό παιχνίδι, αγαπητό από τις µικρές ηλικίες µέχρι και τις µεγαλύτερες (σχολικής ηλικίας). Περιγραφή του παιχνιδιού δίνει ο Πολυδεύκης: ΄΄η δε αποδιδρασκίνδα, ο µεν εν µέσω καταµύων κάθηται ή και τους οφθαλµούς τις αυτού επιλαµβάνει. Οι δε αποδιδράσκουσι διαναστάντος δ΄ επί την εξερεύνησιν, έργον εστίν εκάστω εις τον τόπον εκείνου φθάσαι΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν ΙΧ,117) (Grasberger, 1864: 47). Αυτό το παιχνίδι παίζεται από παιδιά σ΄όλον τον κόσµο µε µικροδιαφορές και είναι από τα λίγα παιχνίδια από την αρχαιότητα, που έχουν διασωθεί αυτούσια ως τις ηµέρες µας και εξακολουθεί να παίζεται µε χαρά (Παπασλιώτης,1854: 13 & Γκαζιάνης ,χ.χρ:21-22).

5. Ασκωλιασµός:

Ο ασκωλιασµός - όπως κι άλλα παιχνίδια στην αρχαιότητα- είχε θρησκευτικές ρίζες: αρχικά υπήρξε αγώνισµα , στο οποίο λάµβαναν µέρος νέοι στην διάρκεια της αγροτικής γιορτής των Ασκωλίων προς τιµήν του ∆ιονύσου. Οι συµµετέχοντες φούσκωναν έναν ασκό και τον άλειφαν µε λάδι ή λίπος. Ο στόχος ήταν να ισορροπήσουν πάνω σε αυτόν για λίγο χρονικό διάστηµα και το έπαθλο ήταν ένας ασκός µε κρασί Η ονοµασία του παιχνιδιού – που είναι ουσιαστικά το σηµερινό κουτσό, δηλ. το πήδηµα στο ένα πόδι – προέρχεται από τον ασκό που χρησιµοποιούνταν στη γιορτή των Ασκωλίων (Χρυσάφης, 1965: 344 & ∆αράκη, 1980: 23-24 & Flaceliere, 1986: 225 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 22). Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄όπερ ασκωλιάζειν ονόµαζον, ήτοι εις µήκος ηµιλλώντο , η ο µεν έδιωκεν ούτους, οι δ΄υπέφευγον επ΄αµφοίν θεόντες, εως τινός τω φεροµένω ποδί ο διώκων δυνηθή τυχείν ή και πάντες επήδων αριθµούντες τα πηδήµατα προσέκειτο γαρ τω πλήθει το νικάν΄΄ (Πολυδ.Ονοµαστικόν IX,122). Ο ίδιος αναφέρθηκε σαφώς στις ΄΄κουτσοδροµίες΄΄, ΄΄κουτσο-κυνηγητό΄΄και ΄΄κουτσοαντοχή΄΄των νεοτέρων χρόνων (Γκαζιάνης,ό.π). Γενικά το κουτσό είναι ένα παιχνίδι, που παίζεται και σήµερα (Χρυσάφης, όπ. & Σακελλάριος, 1952:10).

Page 39: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

46

6. Αστράγαλοι:

Οι αστράγαλοι ήταν ένα από τα πιο γνωστά και αγαπητά παιχνίδια -αντικείµενα για τα παιδιά νηπιακής και σχολικής ηλικίας. Ενήλικοι και κυρίως γυναίκες έπαιζαν µε µεγάλη ευχαρίστηση και ενδιαφέρον µε τους αστραγάλους (∆αράκη, 1980: 26 & Flaceliere, 1986: 116 & 224-225). Η αρχαία ονοµασία τους ήταν ΄΄άστριχος΄΄και ΄΄όστρις΄΄(Γκαζιάνης, χ.χρ:18-19). Οι αστράγαλοι κατασκευάζονταν από πηλό, πέτρα, γυαλί, ακόµη και µέταλλο και σπάνια από χαλκό (Γκαζιάνης, χ.χρ: 18-19 & Klein,1932: 18). Αρκετές φορές χρησιµοποιούσαν τους φυσικούς αστραγάλους, δηλ. εκείνους που προέρχονταν από τα κόκκαλα των ποδιών διαφόρων ζώων (κυρίως αρνιών). Πρόκειται -χωρίς αµφιβολία- για τα σηµερινά ΄΄κότσια΄΄. ΄΄Αστραγαλίζειν΄΄ήταν το ρήµα που χρησιµοποιούσαν οι αρχαίοι για την απασχόληση µε αυτό το παιχνίδι, που για κάποιους µελετητές - όπως τον Fraser - υπήρξε και σαν είδος άθλησης (Fraser ,1966:53). Αναφορά του παιχνιδιού υπάρχει στον Όµηρο (Οµηρ.Ιλ. ραψ.ψ΄, στιχ.87-88) και αναφορά του γίνεται από τον Πλάτωνα και τον Αριστοφάνη (Schmidt, 1977: 44). Μάλιστα ο Σχολιαστής του Πλάτωνα στο Βυζάντιο έγραψε: ΄΄αστραγαλίζειν τους αστραγάλους παίζειν, όπερ και αστρίζειν έλεγον, επεί και τους αστραγάλους άστριας εκάλουν΄΄ (Χρυσάφης, 1965: 352 , όπου Σχολ.Πλατ.Λύσις) και κατά τον Πολυδεύκη ήταν ένα παιχνίδι κυρίως κοριτσιών και γυναικών (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX,116) (Schmidt, 1977: 45).

Οι αστράγαλοι χρησιµοπιούνταν συχνά σαν ζάρια και ήταν αριθµηµένοι στις τέσσερις πλευρές τους. Το κοίλο µέρος είχε τον αριθµό 1 και ονοµαζόταν ΄΄κύων΄΄, ενώ το άλλο µέρος είχε τον αριθµό 6 και ονοµαζόταν ΄΄κώος΄΄ ή ΄΄Αφροδίτη΄΄. Τα άλλα δυο µέρη είχαν τους αριθµούς 3 και 4 (Βενιζέλος, 1873:274-275 & Schmidt, 1977: 45). Κατά τη βυζαντινή εποχή οι αριθµοί 1 και 6 είχαν επίσης τις ονοµασίες ΄΄όνος΄΄ και ΄΄βασιλεύς΄΄ (Κουκουλές, 1948:170). Σε αυτό το παιχνίδι οι παίχτες κάθονταν συνήθως οκλαδόν στο πάτωµα ή στέκονταν γύρω από ένα τραπέζι. Οι αστράγαλοι παίζονταν συνήθως µε τα χέρια ή τους έβαζαν µέσα σε ένα αγγείο - τον λεγόµενο ΄΄πύργο΄΄- (Παπασλιώτης, 1854: 13), ενώ ο πιο απλός τρόπος παιξίµατος µε τους αστραγάλους ήταν: ο κάθε παίχτης είχε από έναν αστράγαλο και προσπαθούσε να τον ρίξει στο έδαφος µε τέτοιο τρόπο, ώστε να πέσει µε την πλευρά ΄΄κώος΄΄ ή ΄΄βασιλεύς΄΄. Πολλές φορές κάθε παίχτης χρησιµοποιούσε τέσσερις αστραγάλους (Κουκουλές, 1948: 170).

Η Klein αναφέρει, ότι αστράγαλοι δίνονταν στα παιδιά σαν έπαινος για την καλή τους συµπεριφορά (Klein,1932:18) κι ο Fraser συµπληρώνει, ότι δίνονταν και σαν έπαινος στα σχολεία κι έκανε µια ενδιαφέρουσα υπόθεση, όσον αφορά τους αστραγάλους που έχουν βρεθεί σε τάφους ή για την απεικόνιση παιχτών σε νεκρικές ληκύθους, ότι οι αστράγαλοι συµβόλιζαν την αντίθεση µεταξύ της οµορφιάς και της νεότητας των παιχτών και της µοίρας που τους έστελνε τόσο νωρίς στον Άδη (Fraser, 1966: 53-54).

Στα νεότερα χρόνια ονοµάστηκαν ΄΄κότσια΄΄, ΄΄βασιλιάδες΄΄ (Μέγας ,:48), ΄΄σίκια΄΄και ΄΄ασίκια΄΄ (Σακελλάριος, 1952: 11), ΄΄βώλοι΄΄, ΄΄βεζύρης΄΄ και ΄΄κουρµέτσι΄΄ (Γκαζιάνης, χ.χρ:18-19) και σύµφωνα µε τις µελέτες του Λουκόπουλου στην Αιτωλοκαρνανία οι αστράγαλοι ονοµάζονταν ΄΄σκορδόµπατσος΄΄, στην Αιτωλία

Page 40: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

47

΄΄βεζύρης΄΄, ενώ στην Καστοριά ΄΄πίντο΄΄ (Λουκόπουλος, 1926: 99-109), ενώ µερικές ονοµασίες από τα παιχνίδια µε αστραγάλους των νεοτέρων χρόνων ήταν ΄΄τα τρία ποδαράκια΄΄, ΄΄το αλωνάκι΄΄ (∆οµοκός Θεσσαλίας) και ΄΄τα αµατάκια΄΄ (Κρήτη) (Βενιζέλος, 1873: 274-275 & Γιαννάκης, 1975: 49).

Σύµφωνα µε τον Grasberger, τα παιχνίδια µε αστραγάλους ήταν αγαπητά κυρίως στον κύκλο των αγοριών και των ανδρών µε εξαιρέσεις κάποια παιχνίδια που παίζονταν κυρίως από κορίτσια, όπως π.χ τα πεντάλιθα (Grasberger, 1864 :73). Αρτιασµός

΄΄Αρτιασµός ή άρτια ή περιττά παίζειν΄΄ είναι η αρχαία ονοµασία για το γνωστό µέχρι σήµερα παιχνίδι ΄΄µονά-ζυγά΄΄. Την ίδια οµοµασία έδιναν στο παιχνίδι κάποιες φορές οι αρχαίοι και ήταν ιδιαίτερα αγαπητό στα αγόρια και στα κορίτσια (Βενιζέλος, 1873:84-85).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄το δ΄αρτιάζειν εν αστραγάλων πλήθει κεκρυµµένων υπο ταιν χεροίν µαντείαν είχεν των αρτίων ή και περιττών΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν ΙΧ, 101).

Ο αρτιασµός ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι και παιζόταν συνήθως µε δύο παίκτες. Ο ένας παίκτης έκρυβε στη παλάµη του τους αστραγάλους και τείνοντας το χέρι του στο συµπαίκτη του ρωτούσε: άρτια ή περιττά; Κάποιες φορές ρωτούσαν απλά: πόσα; (Παπασλιώτης, 1854:17). Ο συµπαίκτης έπρεπε να µαντέψει σωστά, πόσους αστραγάλους έκρυβε στο χέρι του. Συνηθισµένη ήταν η χρήση καρυδιών, αµυγδάλων και κουκιών, αντί για αστραγάλους . Ο Πολυδεύκης έγραψε: ΄΄τούτο δε τούτο και κυάµοις ή καρύοις τε και αµυγδάλοις΄΄(Πολυδεύκης IX ,101) (Γκαζιάνης, χ.χρ: 33, & Κουκουλές, 1948: 169-170 & Χρυσάφης, 1965: 353).

Πεντάλιθα

Τα πεντάλιθα ή πεντέλιθα ήταν ατοµικό ή οµαδικό παιχνίδι που παιζόταν κυρίως από κορίτσια και γυναίκες. Σε περίπτωση που δεν είχαν αστραγάλους χρησιµοποιούσαν βότσαλακαι λιθίδια (πεντελιθίζειν, πενταλιθίζειν). (Βενιζέλος, 1873:274-275 & Κουκουλές, 1948:170 & Grasberger, 1864: 73 & Schmidt, 1977: 49).

Σύµφωνα µε τον Πολυδεύκη: ΄΄τα δε πεντάλιθα, ήτοι λιθίδια ή ψήφοι ή αστράγαλοι, πέντε ανερριπτούντο ώστε επιστρέψαντα την χείρα δεξάσθαι τα αναρριφθέντα κατά το οπισθέναρ ή ει µη πάντα επισταίη των επιστάντων επικειµένων αναιρείσθαι τα λοιπά τοις δακτύλοις. Το δε ρήµα πενταλιθίζειν έστιν τοις Ερµίππου θεοίς, το δ΄όνοµα πεντάλιθα εν ταις Αριστοφάνους Ληµνίαις. Πενταλίθοισι θ΄οµού λεκάνης παραθρα΄θµασιν. Γυναικών δε µάλλον εστι η παιδιά΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν ΙΧ, 126).

Το παιχνίδι αυτό διασώθηκε και στα νεότερα χρόνια µε διάφορες ονοµασίες:πεντεγούλια (Παξοί), αλεκαφίδες (Χανιά), πετράδια (Χίος) και γούλια (Κέρκυρα, Παξοί). Σήµερα είναι γνωστό µε το όνοµα πεντόβολα (Grasberger, 1864:71-74, Λουκόπουλος, 1926:82-85 & Σακελλάριος, 1952:11 & Παπασλιώτης, 1854:20).

Page 41: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

48

Πλειστοβολίνδα

Η πλειστοβολίνδα ή πλειστοβαλίνδα ήταν οµαδικό παιχνίδι, το οποίο παιζόταν από εφήβους και έφηβες (Schmidt, 1977: 45). Στο ειδικό αγγείο για τους αστραγάλους, τον ΄΄φορµίσκον΄΄ (καλαθίσκον) ή τον ΄΄πύργον΄΄ έβαζαν πολλούς αστραγάλους µαζί και όποιος έφερνε κατά την ρίψη τους περισσότερους αριθµούς, κέρδιζε τα χρήµατα τα οποία είχαν βάλει οι παίζοντες(Γκαζιάνης, χ.χρ:26).

Ο Πολυδεύκης αναφέρει: ΄΄ πλειστοβαλίνδαν καλουµένην παιδιάν, ο δε υπερβαλλόµενος τω πλήθει τω µονάδων εµέλλεν αναιρήσεσθαι το επιδιακείµενον αργύριον΄΄ (Πολυδεύκης IX, 95 & VII, 206) (Γκαζιάνης, χ.χρ: ό.π).

Τρόπα

Η τρόπα ήταν οµαδικό παιχνίδι, στο οποίο κάθε παίχτης προσπαθούσε να ρίξει µέσα σε µια λακκουβίτσα – η οποία ήταν σκαµµένη από τα ίδια τα παιδιά στο έδαφος- τους αστραγάλους του (Βενιζέλος, 1873:84-85 & Grasberger, 1864: 68 & Schmidt, 1977: 54).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄η δε τρόπα καλουµένη παιδιά, γίνεται ως το πολύ δι΄αστραγάλων ους αφιέντες στοχάζονται βάθρου τινός εις υποδοχήν της τοιαύτης ρίψεως εξεπίτηδες πεποιηµένου. Πολλάκις δε και ακύλοις και βαλάνοις αντί αστραγάλων οι ρίπτοντες εχρώντο΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 193) και κατά τον Ησύχιο: ΄΄τρόπα, είδος παιδιάς, καθήν στρέφουσι τους αστραγάλους εις το έτερον µέρος΄΄. Το παιχνίδι αναφέρει και ο Αριστοτέλης: ΄΄τρόπα δ΄εστίν η εις βόθινον εκ διαστήµατος βολή΄΄ (Παπασλιώτης, 1854:17).

Η τρόπα παίζεται ακόµη και σήµερα µε τις ονοµασίες: γουβίτσα, λακκουβίτσα, τρούπα, λάκκα και λακκουβάκια. (Κουκουλές, 1948: 169-170 & Γκαζιάνης, χ.χρ.: 33 & Χρυσάφης, 1965: 353).

Ώµιλλα

Η ώµιλλα ήταν το ίδιο ακριβώς παιχνίδι µε την τρόπα , µε τη διαφορά, ότι αντί για λακκουβίτσα, χαράζονταν στο έδαφος ένας κύκλος και σε αυτόν έριχναν αστραγάλους ή καρύδια, φασόλια, µικρά ξυλάκια,ακόµη και κοκκαλάκια. Οποιος κατόρθωνε να πετύχει τον κύκλο, έπαιρνε σαν έπαθλο τους αστραγάλους των άλλων παιχτών ή έπαιρνε κάποιο άλλο έπαθλο (Grasberger, 1864: 65).

Κατά τον Χρυσάφη, το παιχνίδι παρουσίαζε µεγάλες οµοιότητες µε το παιχνίδι εφεντίδα: ΄΄ευρίσκει πολλήν οµοιότητα ταύτη πρός την εφετίνδα και συπεραίνει, οτι εν µεν την ωµίλλη η επιτυχία συνιστάτο εν τω βαλείν το αντικείµενον εντός του κύκλου, εν δε τη εφεντίνδα εν τω τρόπω του αφιέναι το βλήµα΄΄ (Χρυσάφης, 1965:349 & Schmidt, 1977: 53).

Ο Πολυδεύκης έγραψε: ΄΄ώµιλλα, παιδιά τις, όταν κύκλον περιγράψαντες βάλωσιν εις αυτόν κάρκα. Είτα ο εν τω κύκλω µένων λαµβάνει το έπαθλον΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 102) και ο Σουίδας: ΄΄ ώµιλλα παιδιά τις, εν η ο εις τον κύκλον

Page 42: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

49

βαλών κάρυον ώστε εµµείναι νικάν΄΄. Κατά τον Grasberger ήταν ένα παιχνίδι που το έπαιζαν κυρίως τα αγόρια (Grasberger, 1864: 65-67).

Ο Παπασλιώτης αναφέρθηκε στην σύνδεση του παιχνιδιού µε το παιχνίδι εφεδρισµός. Ο ίδιος αναφέρθηκε σε µια παραλλαγή τις ώµιλλας: στο κέντρο του κύκλου τοποθετούσαν καρύδια κα µετά οι παίκτες µε µολυβένιους αστραγάλους προσπαθούσαν να τα ρίξουν όσο πιο µακριά µπορούσαν (Παπασλιώτης, 1854: 17). Στις µέρες µας σώζεται µε την ονοµασία αµάδες και παίζεται συνήθως µε την δεύτερη παραλλαγή, δηλ. µε το να βάλουν οι παίκτες µικρά κεραµίδια, λιθίδια στο κέντρο του κύκλου. Αυτό το παιχνίδι ονοµάζεται σε κάποια µέρη της Ελλάδας ΄΄κύκλος καρυδίων΄΄ ή ΄΄σβίγα΄΄ (Παπασλιώτης, 1854:17-18 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 25 & Παπασλιώτης & Flaceliere, 1986:224-225.

7.Αφεντίνδα:

Η αφεντίνδα είναι το ίδιο ακριβώς παιχνίδι µε την ώµιλλα, όµως αντί για αστραγάλους και καρύδια, χρησιµοποιούσαν όστρακα και µικρές πέτρες (βότσαλα, λιθίδια) (Grasberger, 1864: 63). Ο Πολυδεύκης αναφέρει:΄΄ Η δε αφεντίνδα , ως έστιν εικάζειν, όστρακον αφέντα εις κύκλον εχρήν συµµετρήσασθαι , ως εντός του κύκλου εστί΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 117) (Grasberger, 1864: ό.π).

Στα νεότερα χρόνια συναντάται αυτό το παιχνίδι µε το όνοµα ΄΄αµάδες΄΄ή ΄΄γκαζάκι΄΄ ή ΄΄λαµπάδες (Γκαζιάνης, χ.χρ: 28 & Γιαννάκης, 1975:66-67).

8. Βασιλήνδα:

Η βασιλήνδα ήταν ένα παιχνίδι ρόλων µε κανόνες .Στο παιχνίδι αυτό τα παιδιά εξέλεγαν µε κλήρο έναν από όλη την οµάδα ο οποίος γινόταν ΄΄βασιλιάς΄΄ , ενώ οι υπόλοιποι έπρεπε να τον υπακούν και να τον υπηρετούν. Το ίδιο ίσχυε κι όταν, αντί για βασιλιά εξέλεγαν έναν στρατηγό, έναν αρχηγό κλπ (Χρυσάφης, 1965: 346-347 & & ∆αράκη, 1980: 2 & Πολυµενάκου, 1984: 28 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 35).

Ο Πλάτων έκανε την εξής αναφορά για αυτό το παιχνίδι: ΄΄ο δε αµαρτών και ος αν αεί αµαρτάνη, καθευδείται, ώσπερ φασίν οι παίδες οι σφαιρίζοντες όνος. Ος δ΄αν περιγένηται αναµάρτητος, βασιλεύσει ηµών και επιταύξεστι αν βούληται αποκρίνεσθαι΄΄(Grasberger, 1864: 53).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄Βασιλήνδα µεν ουν εστίν, όταν διακληρωθέντος, ο µεν βασιλεύς τάττη το πρακτέον, ο δε υπηρέτης είναι λαχών πάν το ταχθέν υπεκπονή΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 110) και κατά τον Ησύχιο:΄΄ βασιλήνδα. Παιδιάς είδος, η βασιλέας και στρατιώτας αποµιµούµενοι εχρώντο΄΄(Grasberger, ό.π), ενώ στην βυζαντινή εποχή ο Ευστάθιος στην Οδύσσεια, Ι, 395(1425,42) σηµείωσε: ΄΄βασιλήνδα. Παιδιά τις βασιλέας τινάς αποδεικνύουσα΄΄. Κι ο Σχολιαστής του Πλάτωνα (Schol.Plat.146): ΄΄και ο µεν ηττώµενος όνος εκαλείτο και παν εποίει το προσταχθέν, ο δε νικών βασιλεύς τε ήν και επέταττεν΄΄. Αυτός µάλιστα κατέταξε αυτό το παιχνίδι , σε εκείνα που έπαιζαν κυρίως τα αγόρια. Επίσης ο Ιωάννης ο Χρυσόστοµος (Joan.Chrys.de util.lect.script) έγραψε: ΄΄ίνα µάθης το µέσον των

Page 43: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

50

παιδίων των παιζόντων αρχάς και των αρχών των εχόντων τας αρχάς΄΄ (Κουκουλές, 1948: 174 & Grasberger,1864: 53).

9. Βέµβιξ:

Ο ΄΄βέµβιξ ή στρόβιλος, στρόµβος, κώνος ή ρύµβος ΄΄(στην αττική διάλεκτο) παιζότανε από παιδιά έξι ετών και ήταν διαδεδοµένο σε όλον τον ελλαδικό χώρο. Ήταν η σηµερινή σβούρα (ασβούρα, γυριστάσι, στρουφουλίδα και συστριπάν-όπως καλείται σε διάφορα µέρη της Ελλάδας). Από τον Σχολιαστή του Αισχύλου καλείται ΄΄στρόµβα΄΄ και απο τον Σχολιαστή του Πινδάρου ΄΄στρούµβα΄΄.(Grasberger, 1864: 77 & ∆αράκη, 1980: 27-28).

Ο ρόµβος -όπως και σήµερα- είχε κωνικό σχήµα (κυλινδρικός µε κωνική βάση) (Klein,1932:17) και ήταν ξύλινος -΄΄εκ πύξου΄΄ (Grasberger, 1864: 78), είτε πήλινος , χάλκινος (Klein,1932:17). Ανάλογα µε το µέγεθός του έπαιρνε και κάποιο όνοµα , π.χ. ΄΄βεµβικίδιον΄΄, κλπ. Ο πιο απλός βέµβικας ήταν το κουκουνάρι του πεύκου το οποίο χρησιµοποιούσαν οι φωχότεροι. Η ονοµασία του ήταν τότε ΄΄κώνος΄΄.

Στην Ιλιάδα (XIV 413) γίνεται µια αναφορά για αυτό το παιχνίδι: ΄΄στρόµβον δ΄ως έσσευεν βαλών,περί δ΄έδραµε πάντη ΄΄. Επίσης αναφέρεται κι από τον Σχολιαστή του Πινδάρου στο Βυζάντιο (Schol. Pind.Isth.III, 65, 286b): ΄΄ρόµβος ή κοινώς στρούµβα, ήτις και βέµβιξ λέγεται, αφ΄ου στροµβηδόν΄΄ (Grasberger, 1864: 77).

Στον Αριστοφάνη (Αριστοφ. Όρνιθες ,1461) αναφέρεται σαν ΄΄βέµβιξ΄΄, ενώ στο λεξικό του Ησυχίου σαν ΄΄κώνα΄΄. Ο Σουίδας ο παροιµιογράφος αναφέρει αυτό το παιχνίδι µε την λέξη ΄΄βέµβιξ ή ξύλινος στρόµβος (Hesych.887) και κατά τον Πλάτωνα (Plat.Repl.436d): ΄΄οι στρόβιλοι όλοι εστάσί τε άµα και κινούνται΄΄.

Ο βέµβικας ήταν ένα αγαπητό παιχνίδι για τα παιδιά και ιδιαίτερα στον κόσµο των αγοριών και συνήθως έπαιζαν µε αυτόν εξω από τους χώρους του σπιτιού, στις αυλές, γενικά στην ύπαιθρο. Τον βέµβικα τον έστρεφαν µε δερµάτινο λουρί (΄΄δια µάστιγος σκυτίνης΄΄) και µε κάθε χτύπηµα φώναζαν ΄΄την κατά σαυτόν έλα΄΄. Αυτή µάλιστα η επιφώνηση παρέµεινε σαν παροιµία (Παπασλιώτης, 1854:8-10). Λόγω του µύθου, ότι ο ∆ιόνυσος έπαιζε συχνά µε τον βέµβικα, έπαιζαν µε αυτόν τα αγόρια στα διονυσιακά πανηγύρια (Grasberger, 1864: 79-80).

Στα νεότερα χρόνια ήταν επίσης ένα πολύ αγαπητό παιχνίδι . Σήµερα δεν παίζεται πιά µε αυτήν την µορφή, αλλά υπάρχουν ακόµη µεγάλες πλαστικές ή µεταλλικές σβούρες – κάποιες µάλιστα µε µουσική- για τα παιδιά της πρώτης νηπιακής ηλικίας (Κουλουλές, 1948:176 & Βενιζέλος, 1873: 52 & Χρυσάφης, 1965: 350 & Γιαννάκης, 1975: 6-70 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 16).

10. Γέρων ή πάππος:

Ήταν ένα απλό παιχνίδι, στο οποίο τα παιδιά φυσούσαν και έδιωχναν µακριά ΄΄το στρογγύλον εκείνο εξάνθηµα τη ακάνθης, το οποίον νύν κλέφτην λέγοµεν΄΄. Αυτό το εξάνθηµα ονοµαζόταν στην αρχαιότητα ΄΄γέρων΄΄ή ΄΄πάππος΄΄(Κουκουλές, 1948: 164). (Ο Κουκουλές δεν αναφέρεται σε κάποια συγκεκριµένη πηγή της αρχαιότητας).

Page 44: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

51

11. Γιο-γιό:

Το γιο-γιό ήταν ένας διπλός δίσκος, ξύλινος ή µεταλλικός, συνδεδεµένος µε ενα µπαστουνάκι κυλινδρικό, γύρω από το οποίο τυλιγόταν ένας σπάγγος, που η µια του άκρη ήταν στερεωµένη στο ένα δάκτυλο του χεριού που κρατά το παιχνίδι. Κατά την Schmidt, η ονοµασία ΄΄γιο-γιό΄΄ προέρχεται από την Μαλαισία, ενώ η αρχαία ονοµασία δεν είναι γνωστή. Το παιχνίδι παιζότανε κυρίως από αγόρια (Schmidt, 1977: 81-82). Το παιχνίδι αυτό –µαζί µε την µπάλα, το αµαξάκι και την κούκλα –αποτελεί ένα από τα αθύρµατα µε διαχρονικό χαρακτήρα και έχει βρεθεί σε διαφορετικούς πολιτισµούς (Schmidt, 1977: 82). Σήµερα παίζεται µε τον ίδιο τρόπο και η µόνη διαφορά εµφανίζεται στον τρόπο κατασκευής του παιχνιδιού: ο διπλός δίσκος είναι συνήθως από πλαστικό, σπάνια µεταλλικός. (Flaceliιre, 1986: 225).

12. ∆ακτύλων επάλλαξις:

΄΄∆ακτύλων επάλλαξις΄΄ ή ΄΄ποσίνδα΄΄ήταν παιχνίδι που άρεσε τόσο στα αγόρια, όσο και στα κορίτσια . Ο Ηφαιστίων (Ηφαιστίων, ε,1) ονόµαζε το παιχνίδι αυτό , ΄΄δακτύλων κλήρος΄΄, ενώ ο Αριστοτέλης (Αριστοτ. Περί ενυπν.2) ΄΄δακτύλων επάλλαξις΄΄ (Παπασλιώτης, 1854: 17). Κατά τον Beck και κατά την Schmidt ήταν ενα παιχνίδι µαντείας κι ο στόχος ήταν να µαντέψει ένας από τους δυο παίκτες πρώτος τον σωστό αριθµό δακτύλων του δεξιού χεριού που τέντωναν και οι δυό ταυτόχρονα. Οι παίχτες κρατούσαν µία ράβδο από τις δυο άκρες της και µε κάθε πόντο µετακινούσαν το ένα χέρι τους. Όποιος έφτανε πρώτος στο κέντρο της ράβδου, νικούσε (Beck, 1975: 51 & Schmidt, 1977: 138-139). Μια παραλλαγή ήταν και η εξής: ο ένας παίκτης κρατούσε την παλάµη του κλειστή. Με ενα ορισµένο σύνθηµα , τέντωνε µερικά απο τα δάκτυλά του. Ο άλλος παίκτης έπρεπε µε το ίδιο σύνθηµα να φωνάξει έναν αριθµό. Εάν ο αριθµός συνέπιπτε µε τα τεντωµένα δάκτυλα του αντιπάλου του , κέρδιζε , άν όχι , έχανε (Βενιζέλος, 1873: 276).

Σήµερα παίζεται µια ακόµη παραλλαγή του παιχνιδιού: δυο παιδιά τεντώνουν συγχρόνως τα δάκτυλά τους και συγχρόνως φωνάζουν έναν αριθµό. Όποιος πετύχει να µαντέψει τον αριθµό των δακτύλων, κερδίζει. Εάν κανένας απο τους δύο δεν µαντέψει σωστά , επαναλαµβάνουν την προσπάθεια µέχρις ότου κάποιος κερδίσει (Γκαζιάνης, χ.χρ.: 33).

Χαρακτηριστικά αξίζει να σηµειωθεί, ότι η ΄΄δακτύλων επάλλαξις΄΄ διαδόθηκε και στους Ρωµαίους και σήµερα παίζεται ακόµη στην Ιταλία µε την ονοµασία: mo (r) a, από το λατινικό ρήµα ΄΄micare ΄΄, λέγοντας ΄΄fare alla morra ΄΄ή ΄΄fare al toco΄΄. (Παπασλιώτης, 1854: ό.π & Βενιζέλος 1873: ό.π & Γκαζιάνης, χ.χρ: ό.π).

13. ∆ιελκυστίνδα:

Η ΄΄διελκυστίνδα΄΄ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι, κυρίως για αγόρια, στο οποίο αναφέρεται ο Πλάτωνας (Plat.Thaet.181a) και ο Πολυδεύκης (Πολυδ. Ονοµαστικόν ΙΧ,112 & 118) (Γκαζιάνης, χ.χρ: 30).

Page 45: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

52

Υπήρχαν δύο τρόποι παιξίµατος: µε λαβή από την µέση και µε κράτηµα σχοινιού. Στην διελκυστίνδα µε λαβή από την µέση, έπαιζαν δύο οµάδες παιδιών και είχαν σαν στόχο να παρασύρουν τους αντιπάλους τους προς το µέρος τους. Έτσι, οι παίχτες κάθε οµάδας πιάνονται- κατά παίχτη- γερά από την µέση. Οι αρχηγοί µετά απο σύνθηµα δίνουν τα χέρια και τραβούν µε την οµάδα τους τους αντιπάλους προς το µέρος τους (∆αράκη,1980: 28). Στην διελκυστίνδα µε σχοινί - που αλλιώς ονοµαζοταν ΄΄ιµαντελιγµός΄΄- ο παίχτης κάθε οµάδας παίρνει το σχοινί µε το δεξί του χέρι και µε το σύνθηµα η κάθε οµάδα τραβά για να παρασύρει τους αντιπάλους τους προς το µέρος της. Μόλις ο πρώτος παίχτης της µιας από τις δύο οµάδες περάσει την γραµµή του κέντρου, η οµάδα του έχει νικηθεί .

Στα νεότερα χρόνια παιζόταν συχνά στις αυλές του σχολείου µε την ονοµασία: ΄΄το λουρί΄΄ (Κουκουλές, 1948:179 & Βενιζέλος, 1873: 89 & Σακελλάριος, 1952:10 & Πολυµενάκου, 1984: 29).

14. ∆ια σχοινίου αναρριχάσθαι:

Όπως ακριβώς η ίδια η ονοµασία του παιχνιδιού φανερώνει, τα παιδιά πιάνονταν από ένα σχοινί - το οποιο ήταν αναρτηµένο κάπου ψηλά και σταθερά - και προσπαθούσαν να αναρριχηθούν.

Ο Αριστοφάνης στην ΄΄Ειρήνη΄΄ (Αριστοφ. Ειρήνη 50) και ο Γαληνός στο ΄΄περί υγείας ΄΄(Γαλην. Περί υγείας 8-9) το συνιστούν για την ΄΄ευτονία του σώµατος ΄΄(Βενιζέλος, 1873: 9).

Για το παιχνίδι στα νεότερα χρόνια βλ. Παπασλιώτης, 1854: 11.

15. Ελκυστίνδα:

Η ΄΄ελκυστίνδα΄΄ ήταν ένα παρόµοιο παιχνίδι µε την διελκυστίνδα, µε την διαφορά ότι σ΄αυτό ήταν κανόνας να χαραζόταν µια γραµµή στο έδαφος και οι δύο οµάδες τοποθετούνταν από την µια κι από την άλλη πλευρά της γραµµής . Από την θέση αυτή προσπαθούσαν να τραβήξουν µε τα χέρια τους τους αντιπάλους προς το µέρος τους (Γκαζιάνης, χ.χρ: 30).

Ο Πολυδεύκης αναφέρει: ΄΄δύο δε µοίραι παίδων εισίν έλκουσαι τους ετέρους οι έτεροι, έστ΄αν καθ΄ένα µεταστήσωνναι, παρ΄αυτοίς οι κρατούντες ΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 120) (Γκαζιάνης, χ.χρ: ό.π) κι ο Πλάτωνας ονόµαζε αυτό το παιχνίδι: ΄΄δια γραµµής΄΄(΄΄δια γραµµής παίζειν΄΄) (Plat. Thaet. KZ 181, ΄΄ώσπερ οι εν ταις παλαίστραις δια γραµµής παίζοντες, όταν υπ΄αµφοτέρων ληφθέντες έλκωνται εις ταναντία΄΄) (Γκαζιάνη;, χ.χρ.: ό. π).

Για τα νεότερα χρόνια βλ.Σακελλάριος, 1952:50 & Βενιζέλος,1873: 104-105.

16. Έξεχ΄ ώ φίλε ήλιε:

Η φράση ΄΄έξεχ΄ώ φίλ΄ήλιε΄΄ήταν ουσιαστικά µια επιφώνηση των παιδιών, όταν έβλεπαν τον ήλιο να καλύπτεται από τα σύννεφα. ∆εν ήταν κάποιο συγκεκριµένο

Page 46: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

53

παιχνίδι, αλλά ο Grasbeger (1864: 175) συγκαταλέγει αυτήν την επιφώνηση στα παιχνίδια µε ρυθµικό-µουσικό περιεχόµενο και κείµενο.

17. Εποστρακισµός:

Ο ΄΄εποστρακισµός΄΄ήταν και είναι το γνωστό διασκεδαστικό παραθαλάσσιο παιχνίδι, που παίζεται σε ολόκληρο τον κόσµο κι από όλες τις ηλικίες και είναι το ρίξιµο πλατιών λιθαριών στην επιφάνεια της θάλασσας . Ο στόχος είναι να αναπηδήσουν πολλές φορές µέχρι να βυθιστούν (Grasberger, 1864: 60 & ∆αράκη, 1980: 25-26).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄ο δε εποστρακισµός, όστρακον των θαλαττίων κατά του ύδατος επι πολλής αφιάσιν, αριθµούντες αυτού τα προ του καταδύναι πηδήµατα εν τη υπέρ τω ύδωρ, επιδροµή εκ γαρ του πλήθους των αλµάτων η νίκη τω βάλλοντι΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX,118) (Γκαζιάνης, χ.χρ: 26) κι ο Ησύχιος σηµείωσε: ΄΄εποστρακίζειν. Οστράκοις παίζειν΄΄. Ο Ευστάθιος (Eusth.ad.Iliad.XVIII543) έγραψε: ΄΄και ο εποστρακισµός. Είδος δε ούτος παιδιαίς, καθ΄ην φασίν όστρακα πλατέα ….εως ατονίσαντι δυώσι κατά θαλάσσης, ηδίστην ποιούντα πρόσοψιν΄΄(Grasberger, 1864: 60-61).

Στα νεότερα χρόνια, αλλά και σήµερα ο εποστρακισµός ονοµάζεται: ΄΄δεκαλίστρες΄΄,΄΄πεταλίδια΄΄,΄΄σταταρίδες΄΄,΄΄τσουκαλάκια΄΄, ΄΄ψαράκια΄΄,΄΄πίττες΄΄και ΄΄ψωµάκια΄΄(Κουκουλές, 1948: 178) ή ΄΄παξιµαδάκια΄΄,΄΄καρβέλια΄΄και ΄΄κουταλάκια΄΄ (Γκαζιάνης, χ.χρ: 26).

Σχετικά µε το θέµα βλ.επίσης (Βενιζέλος, 1873: 90 & Χρυσάφης, 1965: 348 & Μέγας, 1939:48-49).

18. Εφεδρισµός:

Ο ΄΄εφεδρισµός΄΄δεν ήταν κάποιο συγκεκριµένο παιχνίδι, αλλά στην ουσία ένα ιδιαίτερο είδος ΄΄τιµωρίας΄΄, που επιβαλλόταν στον χαµένο παίχτη, στο παιχνίδι ΄΄ιππάς΄΄(ή ΄΄εν κοτύλη΄΄) και ΄΄οστρακίνδα΄΄(Grasberger, 1864:57) . Στα νεότερα χρόνια το παιχνίδι πήρε τις ονοµασίες ΄΄καβάλες΄΄, ΄΄πόσα φύλλα έχει το δεντρί΄΄, ΄΄τα σουµάδια΄΄ (Γκαζιάνης, χ.χρ: 27 & Πολυµενάκου, 1984: 28).

Το παιχνίδι ΄΄ιππάς΄΄ έµοιαζε µε την παραλλαγή της ΄΄ώµιλλας΄΄ (βλ.΄΄αστράγαλοι΄΄), µόνο που σε αυτό, οι παίχτες προσπαθούσαν να ανατρέψουν από µακριά ενα λιθάρι -που ονοµαζόταν ΄΄δίορος΄΄. Εάν ο παίχτης δεν κατόρθωνε να ανατρέψει τον ΄΄δίορο΄΄, τότε έπρεπε να πάρει στον ώµο του τον νικητή και να τον µεταφέρει µέχρι το σηµείο που ήταν ο ΄΄δίορος΄΄.Συχνά ο νικητής έκλεινε τα µάτια του ΄΄ίππου΄΄ του µε τα χέρια του (Βενιζέλος, 1873: 101-102).

Σχετικά µε το θέµα βλ. επίσης: Λουκόπουλος, 1926:203 & Βενιζέλος, 1873:89-90 & Βρόντης,1934:389.

19. Ζώα:

Από τις ποικίλες φιλολογικές πηγές (αρχαίες και σύγχρονες) κι από το πλήθος των παραστάσεων σε αγγεία, επιτύµβιες στήλες, πήλινα αγαλµατίδια και σύνολα, φαίνεται,

Page 47: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

54

ότι τα ζώα ήταν πολύ αγαπητά στα παιδιά. Αν µπορεί ένα ζώο να χαρακτηριστεί ΄΄παιχνίδι΄΄, τότε τα ζώα αποτελούσαν µέσα στο πλήθος των παιχνιδιών των παιδιών, το πιο ξεχωριστό απ΄ όλα. Είτε, λοιπόν ζωντανό το ζώο, είτε η πήλινη αποµίµησή του, συντρόφευε τα παιδιά στις ποικίλες δραστηριότητες της καθηµερινής ζωής (Beck, 1975: 49).

Τα πιο αγαπηµένα ζώα των παιδιών ήταν ο σκύλος και τα πουλιά. Αυτά έπαιζαν σηµαντικό ρόλο στην καθηµερινή ζωή τους και µαζί τους ανέπτυσσαν σχέσεις εµπιστοσύνης και ένα είδος φιλίας . Τέτοιες µαρτυρίες έχουµε κυρίως από τις επιτύµβιες στήλες του 4ου και 5ου αι.πΧ.

Ο σκύλος ήταν το πιο αγαπηµένο ζώο των παιδιών. Πιστός και υποµονετικός τα συντρόφευε στα παιχνίδια τους, τα συνόδευε, τα προστάτευε. Οι γονείς - στην εορτή των Ανθεστηρίων χάριζαν ανάµεσα σε άλλα ζώα και παιχνίδια και σκύλους, ο οποίος µε την αφοσίωσή του, την πίστη του, το κουράγιό του και την εξυπνάδα του ήταν ο ιδεώδης σύντροφος των παιδιών. Τα παιδιά µεγάλωναν στον γυναικωνίτη µαζί τους, όπως και µε κατοικίδια πουλιά. Επίσης υπάρχουν απεικονίσεις, όπου σκύλοι φορούν κολλάρα (όπως και στην σηµερινή εποχή και το πιο προσφιλές κι αγαπητό είδος, για µικρούς και µεγάλους ήταν ο µελιταίος σκύλος. Πολλές απεικονίσεις του βρίσκουµε σε αγγεία, επιτύµβιες στήλες, σφραγιδόλιθους κλπ (Klein, 1932: 12 & Schmidt, 1977: 75 & Rühfel, 1984: 142 & 166-167).

Τα πουλιά ήταν τόσο αγαπητά σε µικρούς και µεγάλους, που τόσο ο Πλάτων (Νόµοι VII, 789 bc),όσο κι ο Πλούταρχος (Αλκιβιάδης 10) ανάφεραν, ότι ΄΄παιδιά κι ενήλικες τάιζαν πουλιά , συνήθιζαν να κάνουν βόλτα µαζί τους , κρατώντας τα στα χέρια τους κι έχοντάς τα κάτω απο τον µανδύα τους΄΄, ενώ κόκκαλα πουλιών έχουν βρεθεί σε τάφους παιδιών, κάτι που φανερώνει τους δυνατούς δεσµούς που αναπτύσσονταν ανάµεσά τους και τον χθόνιο χαρακτήρα που αποκτούσαν µε αυτόν τον τρόπο. Πουλιά αφιερώνονταν και σε ιερά και σε πολλά από αυτά έχουν βρεθεί πήλινες αποµιµήσεις τους µε οπή - για να κρέµονταν στα δέντρα των ιερών αλσών (Ruhfel, 1984: 120).

Ο πετεινός ήταν αγαπητό πτηνό των παιδιών (Rühfel, 1984 98) κι ένα από τα συνηθισµένα δώρα που έπαιρναν (κυρίως στα Ανθεστήρια). Σε πολλές παραστάσεις φαίνεται πώς τα παιδιά φρόντιζαν τους πετεινούς ή πώς οι πετεινοί συντρόφευαν τα παιδιά στα παιχνίδια τους π.χ τραβώντας αµαξάκια. Επίσης οι κότες και οι πετεινοί ήταν συνηθισµένα δώρα αγάπης για τα αγόρια - όπως και περιστέρια και λαγοί- και για αυτό συνήθως απεικονίζονταν αγόρια να κρατάνε πετεινούς (Klein, 1932: 11 & Rühfel, 1984: 326, σηµ.69).

Ο γερανός ήταν πολύ αγαπητός στα παιδιά και στις γυναίκες, λόγω της εξυπνάδας του και της αφοσίωσής του. Ζούσε µαζί τους στον γυναικωνίτη κι εκτιµόταν ιδιαίτερα για την εξυπνάδα του, την ηπιότητά του και γενικά για το πόσο οικεία και ήρεµα µπορούσε να συµβιώσει µε τους ανθρώπους µέσα στο σπίτι, δηλ. για την κοινωνική του συµπεριφορά. Ήταν ένα ζώο που αφιερωνόταν συχνά στην ∆ήµητρα (Rühfel, 1932: 32,σηµ.119 & 120).

Η χήνα και η πάπια ήταν πολύ αγαπητές στα παιδιά και τα συντρόφευαν στα παιχνίδια τους. Επίσης θεωρούνταν, ότι υπηρετούσαν την Αφροδίτη (π.χ υπάρχουν

Page 48: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

55

απεικονίσεις, όπου η Αφροδίτη ιππεύει συχνά χήνες) και γι΄αυτό ήταν ένα αγαπητό µοτίβο για τα αγαλµατίδια-προσφορές , δοχεία για την φύλαξη πολυτίµων ελαίων και κρεµών. Πάπιες, χήνες, πελεκάνοι έφταναν καµµιά φορά στο ύψος των παιδιών, όπως φαίνεται στις απεικονίσεις και ταϊζονταν, φροντίζονταν, χαιρετιούνταν, φιλιούνταν από τα παιδιά και περπατούσαν µαζί τους (Schmidt, 1977: 67). Πετεινοί, περιστέρια και λαγοί ήταν τα πιο συνηθισµένα κι αγαπητά δώρα των παιδιών στα Ανθεστήρια κυρίως (Schmidt, 1977: 73) και στα ∆ιάσια (Hamilton, 1992:97).

Χελώνες, ποντίκια, σκαντζόχοιροι, αλλά και πίθηκοι ήταν τα συνηθισµένα κατοικίδια ζώα . Τα ελάφια ήταν επίσης αγαπητά στα παιδιά, για αυτό και τραβούσαν αµαξάκια και ταίζονταν µε αγάπη απο αυτά (Klein, 1932: 12-13 & Schmidt, 1977: 8). Χοίροι -αν και κατοικίδια ζώα- χρησιµοποιούνταν κυρίως για προσφορές και ήταν γνωστά απο τα Οµηρικά κιόλας χρόνια. Αναθηµατικές στήλες µε απεικονίσεις χοίρων από την Μ.Ελλάδα αφιερώνονταν ιδιαίτερα στην ∆ήµητρα (Klein, 1932: 12).

Στις οικίες δεν ήταν σπάνια η παρουσία αιλουροειδών - που στην αρχαία Ελλάδα ήταν αρκετά εξηµερωµένα- . Έτσι, γάτες και άλλα αιλουροειδή -που χαρακτήριζαν σαν ΄΄πάνθηρες΄΄-συντρόφευαν παιδιά κι ενήλικες στην καθηµερινή τους ζωή. Ποντίκια , ορτύκια , νυφίτσες και πίθηκοι είχαν επίσης µια θέση σε αυτήν (Richter 1930:33 & Becq de Fouquieres, 1873:50). Παιδιά ευπόρων οικογενειών είχαν- συνήθως -την δυνατότητα να έχουν αληθινά ζώα , ενώ τα άλλα των φτωχότερων οικογενειών, αρκούνταν- κυρίως -στις πήλινες αποµιµήσεις τους (Becq de Fouquieres, 1873: 49 & Schmidt, 1977: 66-80, & Flaceliιre, 1986: 117 & Πολίτης, 1887: 48-49).

20. Ιµαντελιγµός:

Βλ.το παιχνίδι, αριθ. 13.΄΄∆ιελκυστίνδα΄΄.

21. Ιππάς:

Βλ.το παιχνίδι αριθ.18. ΄΄Εφεδρισµός΄΄.

22. Ιύγξ:

Ο ΄΄ιύγξ΄΄ ήταν ένας µικρός µεταλλικός ή ξύλινος δίσκος ή ρόδα (τροχός), στερεωµένος ανάµεσα σε δύο νήµατα, που µε το σφίξιµο και µε το χαλάρωµά τους, προκαλούνταν ένας χαρακτηριστικός ήχος.

Ήταν ένα παιχνίδι-αντικείµενο για τα µεγαλύτερης σε ηλικία κορίτσια και για τις γυναίκες . Ο ήχος του προκαλούσε το ενδιαφέρον των µωρών, ενώ συχνά οι γυναίκες το χρησιµοποιούσαν για να µαντέψουν το µέλλον τους στην αγάπη (για αυτό και υπάρχουν απεικονίσεις µε Έρωτες να παίζουν µε αυτό) (van Hoorn, 1951: 44 & Rühfel, 1984: 232& Λάζος ,2000:280 ).

Page 49: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

56

23. Κάλαµος (κάλαµον περιβαίνειν):

Το παιχνίδι-αντικείµενο ΄΄κάλαµος΄΄, ήταν και είναι το γνωστό µιµητικό και διασκεδαστικό παιχνίδι για τα αγόρια κυρίως της προσχολικής ηλικίας και κάθε κοινωνικής τάξης (Richter, 1930: 11).Ένα απλό καλάµι ή ξύλο, γίνεται στην φαντασία του παιδιού ενα άλογο και το ίδιο γίνεται ένας αναβάτης. Πολλές φορές έπαιρναν κάποια βέργα για ΄΄µαστίγιο΄΄(Grasberger, 1864: 28-29).

Ο Αλκιβιάδης έµεινε έκπληκτος, βλέποντας τον Σωκράτη να παίζει µαζί µε τα παιδιά του ΄΄κάλαµον περιβαίνειν΄΄ (Fraser, 1966: 45 & Schmidt, 1977: 103), ενώ ο Πλούταρχος, στο ΄΄Βίος Αγησιλάου΄΄(Plutarch, Vit.Ages.,25) έγραψε και περιέγραψε πώς ο βασιλιάς Αγησίλαος έπαιζε µε τα παιδιά του µε τον ΄΄κάλαµον΄΄: ΄΄ήν δε και φιλότεκνος ο Αγησίλαος διαφερόν τως. Και περί εκείνου….οτι µικροίς τοις παιδίοις ούσι κάλαµον περιβεβηκώς ώσπερ, ίππον συνέπαιζεν….αυτός πατήρ παίδων γένηται΄΄(Grasberger, 1864: 28).

Στα νεότερα χρόνια και σήµερα παρέµεινε µε την ονοµασία ΄΄αλογατάκι΄΄ (Γκαζιάνης, χ.χρ: 21, Βενιζέλος, 1873: 53 & Χρυσάφης, 1965:343).

24. Κάλαµος µε ρόδα:

Σε αντίθεση µε τα ΄΄αµαξάκια΄΄ - που χρησιµοποιούνταν από τα παιδιά σαν µεταφορικό µέσο αγαπηµένων κατοικιδίων ζώων ή άλλων συµπαικτών και µε τον ΄΄κάλαµον΄΄(κάλαµον περιβήναι) που αποτελείται από ένα µοναδικό καλάµι - , ο ΄΄κάλαµος µε ρόδα΄΄ ή ΄΄τροχίσκος΄΄, κατασκευάζονταν από ξύλο και συνήθως αποτελούνταν από µια ράβδο και µία ρόδα ή δύο ρόδες και ήταν ένα ΄΄συρόµενο παιχνίδι ΄΄(Fraser, 1966:52 & Schmidt, 1977: 97).

Γενικά το παιχνίδι αυτό ήταν µαζί µε τις παιδικές οινοχόες, το σηµαντικότερο δώρο που έπαιρναν τα αγόρια την ηµέρα των Χοών στην γιορτή των Ανθεστηρίων κι έχουν βρεθεί γύρω στις πενήντα απεικονίσεις του παιχνιδιού κυρίως σε αγγεία και σπάνια σε επιτύµβιες στήλες (Schmidt, 1977, ό.π).

25. Κινητίνδα:

Η ΄΄κινητίνδα΄΄ είναι ένα παιχνίδι, για το οποίο δεν έχουµε σαφείς πληροφορίες . Ο Πολυδεύκης (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 113) έγραψε: ΄΄οι παίζοντες εφιλούνται΄΄ (Παπασλιώτης, 1854: 15). Ο Παπασλιώτης πιστεύει, ότι συνεχίζεται να παίζεται και σήµερα ένα παρόµοιο παιχνίδι, στο οποίο, οι δύο παίχτες δίνουν τα χέρια τους και φιλιούνται σε πολύ γρήγορο ρυθµό και το αστείο στο όλο παιχνίδι είναι, ότι -από την βιασύνη τους - µπορεί - κατά λάθος - να φιληθούν στο στόµα (Παπασλιώτης ,1854:15-16).

26. Κλεψύδρα:

Η ΄΄κλεψύδρα΄΄ ήταν ένα παιχνίδι-αντικείµενο, ιδιαίτερα αγαπητό στα κορίτσια και ήταν µια εφεύρεση του Αριστοτέλη. Με την κλεψύδρα ήταν δυνατόν - µε έναν απλό τρόπο - να εξηγηθεί η αόρατη λειτουργία της κυκλοφορίας του αίµατος (Παπασλιώτης, 1854: 20).

Page 50: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

57

Η κλεψύδρα ήταν ουσιαστικά ένας λεπτός µεταλλικός σωλήνας που τον γέµιζαν µε νερό και κλεινόταν ΄΄ δια του δακτύλου το έτερον των άκρων του και να αναστραφή, ότε δεν κατέπιπτε το εντός αυτού ύδωρ΄΄ (Grasberger, 1864: 97 & Λάζος, 2002: 307).

27. Κολλαβισµός:

Ο ΄΄κολλαβισµός΄΄ ήταν ένα παιχνίδι που παιζότανε από δυο παίχτες. Ο Πολυδεύκης (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 129) έγραψε: ΄΄το δε κολλαβίζειν έστιν, όταν ο µεν πλατείαις ταις χερσί τας όψεις, επιλάβη τας εαυτού, ο δε παίσας ερωτά ποτέρα τετύπτηκεν΄΄. Στον κολλαβισµό, ο ένας παίχτης έκλεινε - µε τις παλάµες του- τα µάτια του και γινόταν ΄΄τυφλός΄΄, ενώ ο άλλος παίχτης τον κτυπούσε και κατόπιν τον ρωτούσε, µε ποιό χέρι τον κτύπησε. Εάν ο ΄΄τυφλός΄΄το έβρισκε, άλλαζαν θέση (Κουκουλές, 1948: 174).

Ο κολλαβισµός παίζεται και σήµερα µε την ονοµασία ΄΄µπίζ΄΄κι έχει µόνο µια µικρή διαφορά: παίζεται µε περισσότερους από δυο παίχτες. Η διαδικασία του παιχνιδιού ΄΄µπίζ΄΄είναι ακριβώς ίδια µε τον ΄΄κολλαβισµό΄΄, µε µία µικρή παραλλαγή: ο ΄΄τυφλός΄΄κλείνει µε το δεξί του χέρι, το δεξί του µάτι, ενώ απλώνει το αριστερό του χέρι. Ένας από την οµάδα των παικτών µετά από συνεννόηση- χτυπά το αριστερό χέρι του τυφλού. Αµέσως τότε όλοι οι παίχτες µαζί σηκώνουν το δεξί χέρι και φωνάζουν ΄΄µπίζ΄΄σαν µέλισσες. Ο τυφλός πρέπει να γυρίσει και να υποδείξει ποιός τον χτύπησε . Αν δεν τον βρεί, παραµένει ΄΄τυφλός΄΄, µέχρι να µαντέψει σωστά (Λουκόπουλος, 1926: 168 & Γιαννάκης, 1975: 71& Γκαζιάνης, χ.χρ: 34).

28. Κρίκος ή τροχός:

Ο ΄΄κρίκος΄΄ της αρχαιότητας ήταν το ΄΄τσέρκι΄΄, ΄΄ρόδα΄΄ ή ΄΄στεφάνι΄΄ των νεοτέρων χρόνων. Ήταν ξύλινος, χάλκινος ή ορειχάλκινος κι έφτανε περίπου στο ύψος του παίκτη κι είχε διάµετρο 0,80-0,90 µέχρι 1,30µ. Οι παίχτες χτυπούσαν τον κρίκο µε µια µικρή σιδερένια ράβδο, τον ΄΄ελατήρα΄΄, που είχε ξύλινη χειρολαβή. Ο ΄΄ελατήρ΄΄άλλοτε ήταν γυριστός, για να σπρώχνουν τον κρίκο κι άλλοτε ίσιος, για να τον κτυπούν. Πολλές φορές τοποθετούσαν σε αυτόν µικρά κρικάκια κι από το θόρυβο που έκανε κατά το κύλισµά του, προήλθε και η ονοµασία του παιχνιδιού ΄΄κρικηλασία΄΄. Ο κρίκος ή τροχός ήταν καθαρά ελληνικής προέλευσης. Οι Ρωµαίοι, µάλιστα το καλούσαν ΄΄το ελληνικό παιχνίδι΄΄και το αγαπούσαν κι αυτοί ιδιαίτερα. Επίσης ο Ευριπίδης στην ΄΄Μήδεια΄΄(Ευρ. Μήδεια, 45) παρουσίασε τα παιδιά της ηρωίδας να επιστρέφουν στο σπίτι τους, αφού ΄΄επαιξαν µε τον τροχόν΄΄(΄΄αλλ΄οίδε παίδες εκ τροχών πεπαυµένοι΄΄) (Παπασλιώτης, 1854:11 & Grasberger, 1864: 81).

Γενικά ο κρίκος ή τροχός ήταν ένα παιχνίδι-αντικείµενο για αγόρια και για άνδρες, ήταν ένα από τα δώρα που έπαιρναν τα παιδιά την ηµέρα των Χοών στα Ανθεστήρια και υπάρχει πολλές απεικονίσεις του. Το άθυρµα αυτό ήταν αγαπητό, διότι εξυπηρετούσε άµεσα την γύµναση του σώµατος. Κατά την µυθολογία όµως, ήταν ένα από τα αγαπηµένα παιχνίδια του ∆ιονύσου, τον οποίον και απεικόνιζαν συχνά µε το άθυρµα σε ανάγλυφα, αγγεία και σφραγιδόλιθους και γενικά έγινε σύµβολο του

Page 51: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

58

Έρωτα και γι΄αυτό το λόγο απεικονίστηκε συχνά ο Γανιµύδης να το κρατά ή να παίζει µ΄αυτό. Επίσης χαρακτηριστικά συµβούλευε ο Ιπποκράτης την χρήση του , ΄΄για να µπορεί να ιδρώνει κανείς µε υγιή τρόπο΄΄ και ΄΄για να διατηρεί την καλή φυσική του κατάσταση΄΄ (Παπασλιώτης, 1854: 10 & Βενιζέλος, 1873: 23 & 90 & Fraser, 1966:52 & Schmidt, 1977: 31-32 & ∆αράκη, 1980: 27 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 17 & 23 & 35).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄τροχός και τροχιλία και δι΄ών οι κάλοι διείρονται, κρίκοι το γάρ κρίκοι ποιητικόν, ίδιον δε το κύκλοι΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 94) (Schmidt, 1977: 31). Υπήρχε κι ένα παιχνίδι, στο οποίο τα παιδιά κυλούσαν µε τα χέρια τους τον κρίκο ή τροχό (τροχόν µιµείσθε). Στα νεότερα χρόνια είχε την ονοµασία ΄΄χειροτροχός΄΄(Γκαζιάνης, χ.χρ: 35).

29. Κύβοι:

Οι ΄΄κύβοι΄΄ήταν και είναι τα γνωστά σε όλους ΄΄ζάρια΄΄. Ήταν µια εφεύρεση του Παλαµήδη, ΄΄του επινοητικού µε τα µεγάλα µάτια, αλλά άτυχου ήρωα΄΄, όπως αναφέρει ο Φιλόστρατος (Φιλόστρατος , Ηρωικός Ι,1), όταν στην Αυλίδα προετοιµάζονταν οι Έλληνες να πλεύσουν εναντίον της Τροίας. Ο Παυσανίας ανέφερε, ότι τους αφιέρωναν στο ναό της Τύχης (Παυσανίας Β20 στον Γκαζιάνη, χ.χρ: 18).

Οι κύβοι λέγονταν και ΄΄πεσσοί΄΄και ήταν - όπως ανέφερε κι ο Σοφοκλής- ΄΄µια τερπνή γιατριά της απραγίας΄΄. Για το θέµα βλ.: Οµήρου Οδύσσεια α΄, στιχ.110-111, Πολυδεύκη Ονοµαστικόν Θ΄97 (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 97), Ησύχιον λ. Πεσσοί, ∆ιογεν.παροιµ.5,41 και Σχολιαστή του Πλάτωνα στο Βυζάντιο τοµ.7.,σελ.820 (΄΄και πεσσοί δε εισίν κύβοι παρά το πίπτειν αυτούς ούτε λεγόµενοι΄΄) (Γκαζιάνης, χ.χρ: 18-19).

∆εν θα γίνει περισσότερη ανάλυση του παιχνιδιού, γιατί ουσιαστικά δεν υπήρξε ποτέ παιδικό παιχνίδι (όπως αποδεικνύεται από τις φιλολογικές πηγές κι από την απουσία παιδιών στην εικονογράφηση).

30. Κυνδαλισµός:

Ο ΄΄κυνδαλισµός΄΄ ή ΄΄κυνδάλη΄΄προέρχεται από την λέξη ΄΄κύνδαλον΄΄, που σηµαίνει ΄΄ξύλινος πάσσαλος΄΄. Ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι, που από την φύση του, ήταν για αγόρια – κυρίως εφήβους-. Κάθε παίχτης έπρεπε να εφοδιαστεί µε ξύλα µυτερά στο ένα άκρο. Οι πιο µακριοί πάσσαλοι είχαν µήκος µισό µέτρο. Στην αρχή ο παίχτης έπαιρνε έναν από τους πασσάλους του και τον έµπηγε στο υγρό έδαφος. Ένας άλλος παίχτης έµπηγε τον δικό του πάσσαλο και προσπαθούσε να βγάλει από την θέση του τον πάσσαλο του πρώτου παίχτη. Με αυτόν τον τρόπο γινόταν νικητής. Νικητές γίνονταν κι αυτοί που µετακινούσαν απλά τους πασσάλους, δηλ. χωρίς να τους βγάλουν εντελώς απο την θέση τους (Grasberger, 1864:55-56).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄ο δε κυνδαλισµός δια παττάλων εστί παιδιά….κατά την κεφαλήν ετέρω παττάλω΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 120) και κατά τον Ησύχιο: ΄΄κυνδάλη, παιδιά τις και οι µεν υποµνηµατισταί κυνδάλας τας σκυτάλας

Page 52: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

59

απέδοσαν….κυνδαλοπαίκτην τον πασσαλιστήν΄΄(Hesych. λ . κυνδάλη), ενώ ο Ευστάθιος αναφέρει: ΄΄ιστέον δε και οτι γλώσσα τις λέγεται κυνδάλου …. Τις δια πασσάλων γινοµένη κυνδαλισµός ελέγετο΄΄(Grasberger, 1864: 55-56). Μάλιστα από αυτό το παιχνίδι προήλθε και η παροιµία: ΄΄ήλω τον ήλον και παττάλω τον πάταλλον΄΄(Παπασλιώτης, 1854:12).

Στη σηµερινή εποχή αυτό το παιχνίδι παίζεται µε την ονοµασία ΄΄παλούκια΄΄, ΄΄καζίκια΄΄ και ΄΄καρφιά΄΄(Γκαζιάνης, χ.χρ: 24-25). Επίσης παίζεται - στις ηµέρες µας -σε διάφορα µέρη της Ελλάδας ένα παρόµοιο παιχνίδι µε τον κυνδαλισµό: είναι η βολή διαφόρων αιχµηρών οργάνων σε υγρό έδαφος και ονοµάζεται ΄΄κράτη΄΄ (Γκαζιάνης, χ.χρ.: ό.π). Μερικοί συγγραφείς συσχετίζουν τον ΄΄κυνδαλισµό΄΄µε την σκοποβολή µε µαχαίρια των αρχαίων Αιγυπτίων και των ακροβατών των διαφόρων ευρωπαϊκών ιπποδροµιών (Γκαζιάνης ό.π).

Σχετικά µε το θέµα βλ. Βενιζέλος, 1873: 89 & Χρυσάφης, 1965: 347, Βρόντης, 1934: 389.

31. Μιµητικό παιχνίδι:

Σ΄αυτήν την κατηγορία ανήκουν όσα παιχνίδια δηµιουργούν τα παιδιά µέσα από την µίµηση σκηνών καθηµερινής ζωής των ενηλίκων, είτε ακόµη και από την δηµόσια ζωή.

32. Μηλολάνθη:

Η ΄΄µηλολάνθη ΄΄ήταν και είναι το παιχνίδι, στο οποίο -κυρίως τα αγόρια- έδεναν µια χρυσόµυγα - ή βίσβιζα- µε µια κλωστή και την άφηναν να πετάξει, κρατώντας την άλλη άκρη της κλωστής. Η αρχαία ονοµασία για την χρυσόµυγα ήταν ΄΄βοµβυλιός΄΄ κι ο Αριστοφάνης αναφέρθηκε στο παιχνίδι αυτό στο έργο του ΄΄ Νεφέλες΄΄: ΄΄αλλ΄αποχάλα την φροντίδ΄ες τον αέρα, λινόδετον ώσπερ µηλολόνθην του ποδός΄΄ (Aristoph.Nubb.761sq.ed Herm.) (Grasberger, 1864: 74 & Βενιζέλος, 1873: 52).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄ην και µηλολάνθη καλούσι ήτοι εκ της ανθήσεως των µήλων η ουν τη ανθήσει γιγνόµενον…..έρικε λέγων λινόδετον ώσπερ µηλολάνθην του ποδός΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX,, 124) και κατά τον Σουίδα: ΄΄ζωύφιον ώ χρώνται εις παιδιάν οι παίδες…..σηµαίνει δε και είδος άνθους΄΄ (Grasberger, 1864: ό.π). Επίσης ο Ησύχιος αναφέρει:΄΄΄είδος κανθάρων, οθς τίνες χρυσοκανθάρους λέγουσι΄΄και ο Ευστάθιος: ΄΄µηλάνθη ζώον εστίν µείζον σφηκός, εκ της ανθήσεως των µηλεών γεννώµενον…..τας χείρας επικροτούντες ΄΄(Eusth. ad Iliad XXIII , 775) και ΄΄εισί γαρ τινες και χαλκαί µύαι, συν νεµόµεναι φασί τοις κανθάροις…..κηρία φασί προστιθένταις αφιάσιν΄΄ (ΧΧΙΙΙ, 1243) (Grasberger, 1864: ό.π).

Το παιχνίδι διασώθηκε µέχρι σήµερα µε τις ονοµασίες: µπουρµπούλους, µπουµπουνιάρηδες, βιζβιζες, ζίνες. Στην Κρήτη διασώθηκε µε την ονοµασία ΄΄κανθαροµαµούνα ΄΄: υπάρχει παρ΄ηµίν κάνθαρος τις έχω ουράν ψαλιδωτήν….κανθαροµαµούνα΄΄, ενώ στην Λέσβο µε την ονοµασία ΄΄ µπαπούροι ΄΄(Παπασλιώτης, 1854:21 & ∆αράκη, 1980, 27).

Σχετικά µε το θέµα βλ. Κουκουλές, 1948: 165-166 & Γκαζιάνης, χ.χρ:34.

Page 53: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

60

33. Μυίνδα:

H ΄΄µυίνδα΄΄ήταν ένα παιχνίδι όµοιο µε την σηµερινή ΄΄τυφλόµυγα΄΄ουσιαστικά µια παραλλαγή της ΄΄χαλκής µυίας΄΄και της ψηλαφίνδας. Η ονοµασία του παιχνιδιού προέρχεται από την λέξη ΄΄µυ΄΄,δηλ. ΄΄χείλη΄΄ή ΄΄µάτια κλεισµένα΄΄κι όχι από την λέξη ΄΄µυία΄΄,δηλ.΄΄µύγα΄΄. Ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι και σε αυτό ένας από τους παίκτες έκλεινε τα µάτια του και κάποιος από τους άλλους παίχτες τον κτυπούσε. Άν κατάφερνε να µαντέψει ποιός ήταν, τότε κέρδιζε (Grasberger, 1864: 43 & Βενιζέλος, 1873: 52 & Λουκόπουλος, 1926: 206-207 & Κουκουλές, 1948:173 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 21). Σε σύγκριση µε τα άλλα δύο παιχνίδια, στην µυίνδα, ο παίχτης δεν έκλεινε τα µάτια του µε µία ταινία, δεν τον χτυπούσε κάποιος απο τους παίχτες ΄΄σκύτεσι βυβλίνοις΄΄ και δεν χρησιµοποιούνταν ο µικρός διάλογος της ΄΄χαλκής µυίας (Grasberger, 1864: 42). Αναφορές υπάρχουν στον Θεόγνωστο:΄΄ µυίνδα, απο το µύειν τους οφθαλµούς και ερωτόµενον λέγει τίνα τάδε και πόσα τάδε, εαν τις πετύχει΄΄(Θεόγν.1353), στον Πολυδεύκη: ΄΄ήτοι καταµύων τις φυλάττου βοά…..µαντευόµενος λέγει, έστ΄άν τύχη΄΄και στον Ησύχιο: ΄΄παιδιά τις, ούτω καλουµένη απο του συµβαίνοντος . Καταµύων γαρ τις τον ερωτώµενον….πάλιν καταµύει΄΄(Grasberger, 1864: 43-44). H ΄΄ψηλαφίνδα΄΄ ήταν µια µικρή παραλλαγή του παιχνιδιού ΄΄µυίνδα΄΄: Σε αυτό το παιχνίδι, όταν η ΄΄µυία΄΄ έπιανε έναν παίχτη, έπρεπε ψηλαφώντας το πρόσωπο και το σώµα του να τον αναγνωρίσει. Εάν οχι δεν άλλαζαν θέσεις και η ΄΄µυία΄΄ συνέχιζε την προσπάθειά της (Γκαζιάνης, χ.χρ: 21).

Στις ηµέρες µας αυτό το παιχνίδι (όπως και η µυίνδα-χαλκή µυία) ονοµάζεται ΄΄τυφλόµυγα΄΄, ΄΄τυφλοπάνα΄΄, ΄΄µουζούρι΄΄ (Γκαζιάνης, χ.χρ: ό.π).

34.Ξυλάκια (ακροχειρισµός):

Τα ΄΄ξυλάκια΄΄σαν παιχνίδια-αντικείµενα ήταν αγαπητά στα κορίτσια και στις γυναίκες -όπως φαίνεται από τις εικονογραφήσεις- (βλ. µέρος Β΄, 1.4). Ήταν παιχνίδια επιδεξιότητας και ισορροπίας. (Beck,1975: 51-53).

Ο Deubner αναφέρεται σ΄αυτό το παιχνίδι µε την ονοµασία ΄΄ακροχειρισµός΄΄ (Deubner, 1959: 242).

35.Οστρακίνδα:

Η ΄΄οστρακίνδα΄΄ ή ΄΄οστρακίου περιγραφή΄΄ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι για αγόρια. Οι παίχτες χάραζαν µια γραµµή στο έδαφος και χωρίζονταν σε δύο αντιµέτωπες οµάδες. Κάθε οµάδα είχε κι από ένα όστρακο, που η µια πλευρά του ήταν αλειµµένη µε πίσσα. Κάθε οµάδα διάλεγε ΄΄µέρα ή νύκτα΄΄(νύξ-ηµέρα) κι ανάλογα ποιά πλευρά φαινότανε µετά από το ρίξιµο του οστράκου (απο κάποιο παίχτη) αυτή η οµάδα κυνηγούσε την άλλη. Οι νικηµένοι αναγκάζονταν να παίξουν τον ΄΄εφεδρισµό΄΄και καλούνταν ΄΄όνοι΄΄ και οι νικητές ΄΄βασιλιάδες΄΄.

Στο Πλάτωνα υπάρχει αναφορά σ΄αυτό το παιχνίδι: ΄΄οστράκου µεταπεσσόντως ίεται φυγή µεταβαλλών….τούτων πολλάκις ηττώντο ή ενίκων΄΄ και ΄΄τούτω δη, ως έοικε,

Page 54: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

61

ουκ οστράκου περιστροφή, αλλά ψυχής περιαγωγή….ιούσης επάνοδον΄΄(Plat.de Rep.VII,521d) (Grasberger, 1864: 57).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄οστρακίνδα δε, όταν γραµµήν ελκύσαντας οι παίδες….επιλέγη νύξ -ηµέρα….και όστρακα περιστροφή το είδος τούτο της παιδιάς΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 111) και κατά τον Σουίδα: ΄΄όστρακον περιστροφή, παροιµία παροιµία επι των ταχέως τι ποιούντων λεγοµένη΄΄ , ενώ κατά τον Ησύχιο: ΄΄παιδιά επι τω οστράκω΄΄και κατά τον Ευστάθιο: ΄΄παροιµία επι ων όποι τύχη µεταβαλλοµένων το οστράκου….ή το πισσηρόν σκοτεινόν΄΄(Eusth.ad Iliad XVIII,543) (Grasberger, 1864: 57-58).

Στα νεότερα χρόνια και στις ηµέρες µας παίζεται το ίδιο παιχνίδι, µε την ονοµασία ΄΄άσπρο -µαύρο΄΄, µόνο που αντί για όστρακο, οι παίχτες χρησιµοποιούν βότσαλο, πέτρα ή οποιοδήποτε πλατύ αντικείµενο κι αντί πίσσα, βάζουν στην µια πλευρά σάλιο κι λένε ΄΄βροχή-ξέρα΄΄, ΄΄άσπρο-µαύρο΄΄,΄΄φτυστό-άφτυστο΄΄, αντί ΄΄νυξ-ηµέρα΄΄ (Richter, 1888: 14 & Λουκόπουλος, 1926: 110-111 & 333 & Χρυσάφης, 1965: 347-348 & Flaceliere , 1986: 225 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 19 & 138).

Ο Παπασλιώτης αναφέρει, ότι αυτό το παιχνίδι διασώζεται στο Μεσολόγγι , µε την ονοµασία ΄΄ψιλό΄΄και ότι στις ηµέρες µας αυτό το παιχνίδι χρησιµοποιείται περισσότερο σαν λάχνιασµα (µελωδικά στιχάκια που φτιάχνονται µε µια φανταστική γλώσσα και πολλές φορές δεν έχουν κάποια σηµασία και µε τα οποία ορίζεται ποιά οµάδα ή ποιό άτοµο ξεκινά ένα παιχνίδι) (Παπασλιώτης,1854: 14).

36.Παιδικές οινοχόες:

Οι παιδικές οινοχόες ήταν µινιατούρες πήλινων οινοχοών και το κατεξοχήν δώρο των παιδιών στην γιορτή των Χοών στην διάρκεια των Ανθεστηρίων. Μάλιστα εκείνη την ηµέρα πουλιούνταν γι΄αυτόν τον σκοπό στην Αγορά. Ο παιγνιώδης χαρακτήρας των παιδικών οινοχοών, φαίνεται στις διάφορες παραστάσεις και σίγουρα στο παιχνίδι ΄΄τρόπα΄΄, στο οποίο τα παιδιά –µε αστραγάλους ή καρύδια, µια µικρή σφαίρα- στόχευαν το στόµιο µια παιδικής οινοχόης Γενικά αγόρια και κορίτσια απεικονίζονται να χαίρονται για τις µικρές τους οινοχόες (Deubner ,1956:97 & Schmidt, 1977: 96-97).

37. Πέταυρον:

΄΄Πέταυρον΄΄ ή ΄΄πέτευρον΄΄ ήταν και είναι η γνωστή ΄΄τραµπάλα΄΄. Από τις απεικονίσεις φαίνεται (βλ. Μέρος Β΄, 1.4), ότι αποτελούνταν από µια απλή σανίδα, η οποία στηριζόταν πάνω σε µία µαρµάρινη βάση ή πάνω σε έναν κίονα ή σ΄ ένα κοµµάτι κορµού δέντρου. Οι παίκτες απεικονίζονται όρθιοι να ισορροπούν πάνω σε αυτήν (Παπασλιώτης, 1854: 20 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 16-17).

38. Πίτυλος:

Το παιχνίδι πίτυλος προέρχεται από το ρήµα ΄΄πιτυλίζειν΄΄, που σηµαίνει ΄΄να στέκεται κανείς στις µύτες των ποδιών΄΄. Τα παιδιά στέκονταν στις µύτες των ποδιών και κρατούσαν τα χέρια ψηλά, κάνοντας κινήσεις ισορροπίας µπρός- πίσω και κατά τον

Page 55: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

62

Πλούταρχο ήταν αγαπητό παιχνίδι των σκληραγωγηµένων Σπαρτιατών (Plutarch, Apophth.Lac.varia16) (Grasberger, 1874: 32).

39. Πήλινα παιχνίδια:

Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν όσα παιχνίδια - αντικείµενα ήταν φτιαγµένα από πηλό. Τα πήλινα παιχνίδια ήταν αγαπητά κυρίως στα παιδιά της προσχολικής ηλικίας. Αυτό γίνεται φανερό από τα παιχνίδια που έχουν βρεθεί σαν κτερίσµατα σε τάφους µικρών παιδιών. Αυτά κυρίως ήταν: πλαταγές (κουδουνίστρες), αλογάκια µε ρόδες, φιγούρες στρατιωτών, µικρά πλοιάρια, µινιατούρες αµαξιών και αποµιµήσεις διαφόρων ζώων. Επίσης πήλινα παιχνίδια ήταν και οι µινιατούρες επίπλων και οικιακών σκευών για το σπίτι της κούκλας των µικρών κοριτσιών (Flaceliere, 1986: 117 & µέρος Β΄, 1.4). Tα πήλινα αλογάκια ήταν τα πιο αγαπητά για τα παιδιά , παρ΄ολο που έχουν βρεθεί πλήθος από πήλινα ελάφια, χοίρους, περιστέρια, κατσίκια, χήνες και κοκκόρια (Fraser, 1966:87).

Πολλά πήλινα παιχνίδια χρησιµοποιούνταν και σαν αφιερώµατα σε ναούς ή και για τελετουργικούς σκοπούς και οι νέες γυναίκες αφιέρωναν πριν από το γάµο τους τα παιχνίδια τους στην Άρτεµη και στην Αφροδίτη και φυσικά πολλά απ΄αυτά ήταν πήλινα (Γκαζιάνης, χ.χρ:15-16).

40.Πλαγγών:

Οι µινιατούρες ανθρώπινων µορφών, αλλά και ζώων και αντικειµένων ήταν πολύ αγαπητές στα παιδιά και τα συντρόφευαν ως την ενηλικίωσή τους και συχνά πέρα από αυτή. Οι νέες γυναίκες αφιέρωναν τις κούκλες τους πριν την τελετή του γάµου τους στην Ήρα (προστάτιδα του γάµου), στην Άρτεµη (θεά της παρθενίας), στις νύµφες ή στην Αφροδίτη και γενικά συµµετείχε ανέκαθεν στην κοινωνική και θρησκευτική ζωή των αρχαίων Ελλήνων (Schmidt, 1977: 114-115 & 127), λ.χ η κούκλα συναντάται στην κοινωνική ζωή σαν παιχνίδι-αντικείµενο για οµαδικό παιχνίδι (σε κουκλοθέατρο, µαριονέττες ή σε µια οµάδα παιδιών που έπαιζε µε τις κούκλες του), είτε ακόµη και σαν ατοµικό παιχνίδι -σαν ένα είδος συναισθηµατικού διαλόγου ανάµεσα στην κούκλα και το παιδί (Αργυριάδη, 1991:15-13). Το παιχνίδι µε την κούκλα είχε όµως και κάποιες εκπαιδευτικές προεκτάσεις, π.χ. την προετοιµασία για την µελλοντική µητρότητα (τάϊσµα, λούσιµο, κοίµισµα ,περίπατος κλπ.).

Η κούκλα παριστάνοντας τον ίδιο τον άνθρωπο, την πραγµατικότητά του, τις κοινοτικές του εµπειρίες και τα γεννήµατα της φαντασίας του, εκτός από παιχνίδι, αποτέλεσε µαζί µε τις µάσκες κι ένα θρησκευτικό-τελετουργικό αντικείµενο για την αναπαράσταση της ζωής των θεών, για θεραπευτικές και ταφικές τελετές κ.ά. (Lexicon der Kunst, 1979:1008-1009).

Οι πρώτες τερακκότες κούκλες-παιχνίδια εµφανίστηκαν γύρω στον 10 αι. π.Χ. ή κατά άλλους µελετητές γύρω στον 6ο αι. π.Χ. Γενικά σε όλη την διάρκεια των ειδωλολατρικών χρόνων, οι περισσότερες κούκλες είχαν έναν συµβολικό χαρακτήρα. Έτσι, π.χ. τα ΄΄∆αίδαλα΄΄του 10ου αι.π.Χ. και οι ΄΄καθιστές γυναίκες µε πέπλο΄΄, σχετίζονταν µε την προσφορά της παρθενίας των µικρών κοριτσιών στην Άρτεµη.

Page 56: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

63

Πολλά ειδώλια των ενηλίκων (που αντιπροσώπευαν κυρίως θηλυκές θεότητες της γονιµότητας και της εστίας) δίνονταν στα παιδιά σαν παιχνίδια κι αυτό αποτελούσε µια συµβολική πράξη για την προστασία και την επίτευξη της γονιµότητας των κοριτσιών (Αργυριάδη, 1991:18).

Οι κούκλες ήταν από τους προϊστορικούς χρόνους χειροποίητες κι αρχικά η κατασκευή της τερακκότας-κούκλας ήταν δευτερεύουσα απασχόληση του κεραµοποιού (ο οποίος κατασκεύαζε κυρίως αγγεία). Από τους µινωικούς, όµως χρόνους ως και την βυζαντινή περίοδο, υπήρξε ξεχωριστό επάγγελµα και οι τεχνίτες αυτοί ονοµάστηκαν - από τους Αττικούς - κοροπλάθοι, κοροπλάστες ή κηροπλάστες από τους υπόλοιπους Έλληνες. Η ονοµασία αυτή προέρχεται απο το πλάσιµο της ΄΄κόρης΄΄, χαρακτηριστικό όνοµα της κούκλας. Γενικά ο τροχός (γνωστός από τα οµηρικά κιόλας χρόνια) βόηθησε περισσότερο στην κατασκευή ενός βασικού σχήµατος, όπως π.χ. ήταν το κορµί µιας κούκλας ή το σχήµα του φουστανιού. Γύρω στον 7ο αι.π.Χ. διαδόθηκε (από την Ιωνία σ΄όλον τον ελλαδικό χώρο και στην Μ.Ελλάδα) η τεχνική του καλουπιού, δεν έπαψε όµως να είναι χειροποίητη (Βενιζέλος, 1873: 51& Schmidt, 1977: 114).

Πλαγγόνα ήταν το κοινότερο όνοµα για µια κούκλα, ενώ άλλες ονοµασίες ήταν: κόρη, νύµφη, γλήνη. Όταν οι κοροπλάθοι επεξεργάζονταν τις κούκλες σε κερί, πηλό ή γύψο, τις ονόµαζαν ΄΄κοροκόσµια΄΄ ή ΄΄κοράλλια΄΄. Όταν τις έφτιαχναν από οστούν (κόκκαλο) ή ξύλο, τις ονόµαζαν ΄΄γλύνες΄΄ κι όταν τις έφτιαχναν από κερί - µε πρόθεση την άσκηση µαγείας- ΄΄δάγυνα΄΄ (ιωνική διάλεκτος) ή ΄΄δαγύες΄΄(δωρική διάλεκτος). Με τις λέξεις ΄΄νύµφη΄΄ και το συνώνυµο ΄΄κόρη΄΄, αποκτούσαν οι κούκλες έναν συµβολικό χαρακτήρα. Οι αρθρωτές κούκλες ονοµάζονταν ΄΄νευρόσπαστα΄΄ή ΄΄νευρόσπαστα αγάλµατα΄΄. Γενικά όλες οι κούκλες πουλόνταν στην αγορά από τους κοροπλάστες (Liddell Scott, 1907: λέξη νευρόσπαστος & Κουκουλές, 1948: 183 & Schmidt, 1977: 18&114 & Αργυριάδη, 1991: 18).

Αρθρωτές ήταν οι κούκλες µε κινητά µέλη και πιστεύεται ότι ο ∆αίδαλος ήταν ο εφευρέτης τους. Αυτές οι κούκλες κατασκευάζονταν από ποικίλα υλικά: ξύλο, πηλός, έβεννος, µάρµαρο, αλάβαστρο, κερί , δέρµα, γύψο, λινάρι και µέταλλο και τα κινητά µέλη της πήλινης κουκλας συνδέονταν µεταξύ τους µε λεπτά σκοινιά ή νήµατα από έντερα ζώων. Οι πήλινες αρθρωτές κούκλες ήταν γενικά οι πιο δηµοφιλείς. Αυτές κατασκευάζονταν από ΄΄οπτή γη΄΄(απλό πηλό), που απλά στέγνωνε ή ψήνονταν σε ειδικούς φούρνους (οπότε ονοµάζονταν τερρακότες) και θεωρούνταν θεϊκές, διότι τα δύο βασικά τους στοιχεία, δηλ. η φωτιά και το χώµα, είχαν θεική καταγωγή (Αργυριάδη, 1991: 16&19).

Όταν φτιάχνονταν από ξύλο, τότε χρησιµοποιούνταν κυρίως οξυά και δρύ. Αυτή ήταν και η αγαπηµένη ύλη των αρχαίων Ελλήνων για την κατασκευή ξοάνων, όπως ονοµάζονταν αυτές οι ξύλινες κούκλες ή ειδώλια, ενώ τις πήλινες και τις κέρινες κούκλες τις χρωµάτιζαν ΄΄τω µίλτω και τω κυανώ΄΄ (ιδιαίτερα το σώµα της αρθρωτής πήλινης κούκλας καλύπτονταν συχνά µ΄ένα λευκό χρώµα ή στο χρώµα του δέρµατος εσώρουχου και τα µαλλιά ζωγραφίζονταν µε κίτρινο ή κόκκινο χρώµα). Μια κούκλα µάλιστα, που έχει βρεθεί, έχει ζωγραφισµένα µπλέ µάτια. (Βενιζέλος, 1873: 51

Page 57: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

64

Πολίτης, 1887: 48 & Elderkin, 1918: 465 & Fraser, 1966: 49 & Schmidt, 1977: 114 & Αργυριάδη, 1991: 16 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 15).

Οι κούκλες χωρίζονται σε διάφορους τύπους:

−στις πήλινες βοιωτικές κωδωνόσχηµες κούκλες του 10ου αι. π.Χ. Αυτές οι κούκλες ονοµάζονταν ΄΄δαίδαλα΄΄ ή ΄΄δαιδαλικά΄΄, θεωρούνται ως ο παλιότερος τύπος κούκλας και στα χρόνια του Ησιόδου και του Οµήρου ως αντικείµενα θρησκευτικής χρήσης. Οµως και τότε, αλλά και µετέπειτα δεν έχασαν την φύση τους ως κούκλες-παιχνίδια. Χαρακτηριστικά αυτού του τύπου κούκλας αποτελούν το κωδωνόσχηµο σώµα, ο µακρόστενος λαιµός, το µικρό κεφάλι, τα ακίνητα άνω άκρα και τα λεπτά κινητά κάτω άκρα. ∆είγµατα αυτού του τύπου κούκλας προέρχονται από την ύστερη γεωµετρική εποχή (Elderkin, 1930: 459: ΄΄εαν χρησιµοποιούνταν µόνο σαν προσφορές σε ναούς δεν θα χρειάζονταν κινητά άκρα ΄΄& Schmidt, 1977: 115).

−στον αρχαϊκής και πρώϊµης κλασσικής εποχής τύπο κούκλας. Αυτές οι κούκλες προέρχονταν από την Αθήνα, την Κόρινθο, την Ρόδο και τα χαρακτηριστικά τους είναι τα κινητά άνω και κάτω άκρα, το µικρό κεφάλι, το λοφίον ή πόλος (είδος καπέλου), ο κοντός χιτώνας που αποδίδεται πλαστικά ή ζωγραφικά. Στην κορυφή του κεφαλιού ήταν δυνατόν να υπήρχε ένα είδος κρίκου, απ΄όπου ήταν δυνατή η ανάρτηση. Σχεδόν όλες οι κούκλες αυτού του τύπου κρατούν στα χέρια τους κρόταλα (αυτές ειδικά ονοµάζονταν ΄΄χορεύτριες΄΄ ή ΄΄χορευτικές΄΄) (Klein,1932: 15 & Schmidt, 1977: 117 & Αργυριάδη, 1991: 20).

& στον κλασσικής και ελληνιστικής εποχής τύπο κούκλας. Τα χαρακτηριστικά αυτού του τύπου είναι παρόµοια µε του τύπου της πρώιµης κλασσικής εποχής: τα άκρα είναι κινητά και δίνεται µεγαλύτερη έµφαση στην όµορφη απόδοση των χαρακτηριστικών της (πρόσωπο, κόµµωση, κοσµήµατα, κρόταλα στα χέρια) (Schmidt, 1977: 118-119).

& στον τύπο της στατικής κούκλας µε ΄΄τα κουτσουρεµένα µέλη΄΄. Αυτές οι κούκλες ήταν ένας τύπος όρθιας (χωρίς άνω και κάτω άκρα-κούκλας) που εµφανίστηκε στην Βοιωτία, στην Σικελία και στην Κυρήνη, γύρω στα 450-440 π.Χ. Ήταν σκόπιµα γυµνές - για να τις ντύνουν τα παιδιά µε διάφορα ρούχα -. Ο τύπος αυτός της κούκλας υπήρξε κι ένα είδος αναθήµατος (Schmidt, 1977: 119 & Αργυριάδη, 1991: 20-21).

& στον τύπο της κούκλας µε κινητά µόνο τα άνω άκρα και µια ελαφριά καθιστική στάση σώµατος. (Schmidt, 1977: 122). Μελετητές υποστηρίζουν, ότι ήταν ΄΄θεατρικές΄΄, δηλ. για χρήση σε σκηνές ιδιωτικών σπιτιών, για διασκέδαση (Smith, Dictionary, λέξη puppa), είτε ήταν γαµήλιες προσφορές (κάποιες φορές µια πρόωρα χαµένη νύφη ενταφιαζόταν µε την κούκλα της), είτε ήταν παιχνίδι παιδικό. Οι κούκλες αυτού του τύπου (τύπου ΄΄Μύρινας΄΄) αποτελούσαν καθαρά θρησκευτικές προσφορές (Εlderkin, 1930: 469 & Klein, 1932:15).

& στον τύπο της καθιστής κούκλας . Ο τύπος αυτός είναι όµοιος µε τον προηγούµενο, µε την διαφορά ότι σ΄αυτόν κάθεται η κούκλα σ΄ένα είδος θρόνου, κρατά κρόταλα, φρούτα κτλ. Συνήθως προέρχεται από τον 4ο. αι.π.Χ. (Schmidt, 1977: 122-124).

Page 58: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

65

& στον τύπο της κούκλας µε ένδυση χορεύτριας. Προέρχεται κυρίως από την πρώιµη ελληνιστική εποχή και το κύριο χαρακτηριστικό της είναι η πλαστική απόδοση φούστας και ότι το πάνω µέρος του κορµού είναι γυµνό (Schmidt, 1977: 125).

& στον τύπο της µαριονέττας, που κατά την Schmidt πρόκειται για παιδικό παιχνίδι κι αυτό αποδεικνύεται από παράσταση επιτύµβιας στήλης κοριτσιού να κρατά κούκλα αυτού του τύπου (Schmidt, 1977: 126-127).

Κατά την Αργυριάδη υπήρχαν και οι µηχανικές κούκλες ή ροµπότ. Η αναφορά τους γίνεται κιόλας στον Όµηρο (Ιλιάδα Σ 375-376 & Σ 417-420). Αργότερα στους ελληνιστικούς χρόνους, οι µηχανικοί κατασκεύαζαν µηχανικές κούκλες ή ολόκληρα συµπλέγµατα µε την χρήση υδραργύρου ή άµµου (΄΄µέθοδος κλεψύδρας΄΄) (Αργυριάδη, 1991:19).

Οι κούκλες που καθαγίαζαν ή πρόσφεραν οι έφηβες και οι νέες γυναίκες (βλ. παραπάνω) ήταν αυτές που είχαν ένα έντονο συµβολικό χαρακτήρα. Αυτές ήταν οι κωδωνόσχηµες δαιδαλικές του 10-8ου αι. π.Χ., οι καθιστές µορφές µε πέπλο των κλασσικών χρόνων κι ελληνιστικών χρόνων και οι κούκλες χωρίς άκρα του 5ου αι. π.Χ. Η αυστηρότητα των περισσότερων - ειδικά των καθιστών µορφών µε πέπλο - είχαν τον συµβολισµό της προστασίας της αγνότητας των κοριτσιών µέχρι την στιγµή του γάµου τους (Αργυριάδη, 1991: 23). Γενικά όλοι οι τύποι κουκλών παρίσταναν γυναίκες και δεν υπήρχαν κούκλες που να απευθύνονταν ιδιαίτερα σε µικρότερες ηλικιακές οµάδες, όπως υπάρχουν σήµερα. Οι κούκλες είχαν γενικά τον ρόλο θηλυκών θεοτήτων γάµου και θανάτου. Στην περίπτωση του πρόωρου θανάτου ενός κοριτσιού ή µιας έφηβης, έπαιρνε η κούκλα τον ρόλο της θηλυκής θεότητας που τις συνόδευε και προστάτευε στην άλλη ζωή και ίσως και τον ρόλο του παιδιού που ποτέ δεν θα µπορέσει να γεννηθεί (Schmidt, 1977: 127).

Σε σχέση µε τα αντικείµενα που συνόδευαν το παιχνίδι µε την κούκλα , έχουν βρεθεί σε ανασκαφές (σαν κτερίσµατα παιδικών τάφων): µινιατούρες επίπλων, σκευών , ενδύµατα . Η ύπαρξή τους µαρτυρείται και σε φιλολογικές πηγές και γενικά έχουν βρεθεί σε ανασκαφές πάνω απο 1000 κούκλες ή άλλες φιγούρες, που προφανώς έπαιζαν τον ρόλο της κούκλας (Βενιζέλος, 1873: 90 & Klein, 1932: 15 & Λουκόπουλος, 1926: 34-35 & Σακελλάριος, 1952:10-14 & Χρυσάφης, 1965:346 και οι παραποµπές του & Αργυριάδη, 1991: 22-23 & Γκαζιάνης, χ.χρ:19).

41. Πλαταγή:

Η πλαταγή ήταν ένα παιχνίδι-αντικείµενο, όµοιο µε την σηµερινή ΄΄κουδουνίστρα΄΄, του οποίου εφευρέτης υπήρξε ο Αρχύτας και ήταν διαφόρων ειδών και µορφών: ένα στεφάνι ή ένας χάλκινος δίσκος γύρω από το οποίο κρέµονταν κρόταλα, κουδουνάκια και στη µέση υπήρχε ένας ξύλινος άξονας Άλλοτε ήταν ένα µικρό ειδώλιο από πηλό ή χαλκό µε την µορφή ενός στρόγγυλου φρούτου ή ενός ζώου µέσα στο οποίο έβαζαν µκρές ψηφίδες, για να προκαλούν θόρυβο (Βενιζέλος, 1873: 51 & Van Hoorn, 1951: 44 & Schmidt, 1977: 16 & Flaceliere, 1986: 116 µε την ονοµασία ΄΄ροκάνα΄΄).

Η πλαταγή ήταν αγαπητή στα µωρά και στα πολύ µικρά παιδιά Οι µητέρες τις χρησιµοποιούσαν, κυρίως τις πήλινες, για να προκαλέσουν το ενδιαφέρον τους , για

Page 59: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

66

να τα ησυχάσουν, είτε απλά για να παίξουν µαζί τους. Επίσης πλατάγες χαρίζονταν στα 3χρονα και 4χρονα παιδιά στην γιορτή των Χοών στα Ανθεστήρια, (όχι ,όµως σε τόσο µεγάλο βαθµό, όπως o κάλαµος µε ρόδα) και ήταν γενικά η πλατάγη το ΄΄πρώτο παιχνίδι, που τα παιδιά µπορούν συνειδητά να αντιληφθούν΄΄-λόγω της ακουστικότητάς του (Schmidt, 1977: 15-16). Γενικά οι πλαταγές ήταν κατεξοχήν παιδικά παιχνίδια, παρ΄όλο που χρησιµοποιούνταν από τους ιερείς του ∆ιονύσου, για να διώξουν - µε το θόρυβό τους-τα κακά πνεύµατα κι αυτό αποδεικνύεται από τον µεγάλο αριθµό χάλκινων και ξύλινων πλαταγών – ιδιαίτερα σε σχήµα ζώων - που έχουν βρεθεί σε παιδικούς τάφους. Κατά την Klein, οι χάλκινες και οι ξύλινες πλατάγες υπήρξαν οι καταλληλότερες για τα παιδικά χέρια, ενώ αυτές από πηλό για τους ιερείς και για τους ενήλικους (για να ηρεµούν τα µωρά) (Klein, 1932: 5 & Fraser,1966: 52).

Ο Αριστοτέλης έγραψε χαρακτηριστικά: ΄΄πρέπει τα παιδιά να είναι απασχοληµένα και δίκαια θεωρούν σαν µια ωραία εφεύρεση του Αρχύτα, την πλαταγή που δίνουν στα µικρά παιδιά , γιατί όσο παίζουν µαζί της , δεν σπάνε τίποτα στο σπίτι, γιατί τα παιδιά δεν µπορούν ούτε στιγµή να σταθούνε φρόνιµα . Είναι, λοιπόν ό,τι πρέπει γι΄αυτά ΄΄(Αριστοτ. Πολιτικά Ε,61 και µετάφραση απο τον Flaceliere ό.π.).

Οι περισσότερες πλατάγες που έχουν βρεθεί χρονολογούνται από τον 6ο αι. π.Χ. και ύστερα (βλ.Μέρος Β΄, 1.4) και για το θέµα, βλ. Βενιζέλος, 1873:51 & Πολίτης, 1887: 48-49 & JDI(Jahrbuch des deutsches Archaelogisches Instituts) 20, 1905:5 & Schmidt, 1977: 15-19 & Γκαζιάνης, χ.χρ:15).

42. Πλαταγώνιον:

Tο ΄΄πλαταγώνιον΄΄ήταν ένα παιχνίδι που παιζόταν συχνά την άνοιξη από παιδιά µεγαλύτερης ηλικίας και από τους νέους και διασώθηκε στα νεότερα χρόνια µε την ονοµασία ΄΄χτυπαριές΄΄, ΄΄τράκες΄΄. Το παιχνίδι αυτό δεν είχε ιδιαίτερους κανόνες, απλά τα παιδιά σχηµάτιζαν έναν δακτύλιο µε την κάµψη του δείκτη και του αντίχειρα του αριστερού χεριού. Επάνω σε αυτόν τοποθετούσαν ενα πέταλο ανεµώνης ή παπαρούνας. Κατόπιν µε την δεξιά παλάµη χτυπούσαν το πέταλο, το οποίο σχιζόταν και έκανε θόρυβο (∆αράκη, 1980: 27 & Γκαζιάνης, χ.χρ.: 34). Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄αλλά και του τηλεφύλλου καλουµένου φύλλα, ει κτύπον ποιήσειεν εύκροτον υποσχιθέν τη πληγή το φύλλον, µέµνησθαι τοις ερωµένοις αυτών υπελάµβανον΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX,127) (Γκαζιάνης, χ.χρ: ό.π).

43. Ραθαπυγίζειν:

Στο παιχνίδι΄΄ραθαπυγίζειν΄΄, τα παιδιά χτυπούσαν τους γλουτούς τους µε τα χέρια τους, είτε -κυρίως - µε τα πόδια τους και δεν είχε ιδιαίτερους κανόνες. Παιζότανε ατοµικά ή οµαδικά και ήταν ένα παιχνίδι που άρεσε στα αγόρια, ενώ στην Σπάρτη , αγόρια και κορίτσια το έπαιζαν για την δυνάµωση των ποδιών τους, αλλά και στους χορούς τους -΄΄βίβασις΄΄-. Το ραθαπυγίζειν δεν είχε µόνο την έννοια του παιχνιδιού-που έδινε στα παιδιά δύναµη και ενθουσιασµό-, αλλά ήταν κι ενα στοιχείο για χορούς, για συµβολισµούς σε δηµόσιες γιορτές ή σκηνές καθηµερινής ζωής, λ.χ ο Αριστοφάνης στους ΄΄Ιππείς΄΄

Page 60: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

67

αναφέρει: ΄΄τας πρεσβείας τ΄απευλάνεις εκ της πόλεως ραθαπυγίζων, ο έστι πύξ και λάξ΄΄(Χρυσάφης, 1965: 343-344 & Λάζος, 2002: 594-595).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄το δε ραθαπυγίζειν σιµώ το ποδί τον γλουτόν παίειν΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν, IX, 126) και κατά τον Ευστάθιο: ΄΄το δε λάξ ένθορεν ισχίω αντί του τω λήγοντι του ποδός µέρει …..ίσως δε και το ποτί πυγάν άλλεσθαι τοιουτόν τι δηλοι , κείµενω παρά το κωµικώ ΄΄ (Eusth.ad Iliad, XI, 535). Ο Ησύχιος αναφέρει: ΄΄ραθαπυγίζειν, ο τίνες σκοµβρίζειν, τω του σκέλους πλάτει παίειν κατά των ισχίων, το εις τον γλουτόν σιµώ το ποδί τύπτειν΄΄(Grasberger, 1864: 33).

Στα νεότερα χρόνια, αλλά και στις ηµέρες µας παρέµεινε µε την ονοµασία ΄΄κλωτσιές΄΄, ΄΄κατραπακιές΄΄ (Χρυσάφης, 1965: ό.π).

44. Σκαπέρδα:

H ΄΄σκαπέρδα΄΄ήταν ένα παιχνίδι που παιζότανε στις διονυσιακές γιορτές και λόγω της αντοχής και δύναµης που απαιτούσε, παιζότανε από αγόρια σχολικής και ιδιαίτερα εφηβικής ηλικίας. Η ΄΄σκαπέρδα΄΄είναι ουσιαστικά η ΄΄κατά ζεύγη διελκυστίνδα΄΄ (βλ.παιχνίδι αριθ.13) µε την εξής λεπτοµέρεια: το σκοινί περνιότανε από την τρύπα ενός ξύλου που το έστειναν όρθιο στο έδαφος. Οι παίχτες - µε γυρισµένες τις πλάτες ο ένας στον άλλον - κρατούσαν ο καθένας από µια άκρη του σκοινιού και τραβούσαν µε όλη τους την δύναµη. Νικητής ήταν εκείνος που ΄΄τραβούσε΄΄τον αντίπαλό του κοντά στο ξύλο.

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄η δε σκαπέρδα, δακόν εν µέσω τρυπήσαντε καταπηγνύουσιν. ∆ια δε του τρυπήµατος διείρται σχοινίον, ου εκατέρωθεν εις εκδέδεται, ου πρός τον δοκόν βλέπων, αλλ΄απεστραµµένος΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν, IX, 116) (Παπασλιώτης, 1854: 11). Από αυτό το παιχνίδι παρέµεινε και µια µεταφορική φράση, για όποιον ΄΄αγωνίζεται στη ζωή πολύ σκληρά ΄΄: ΄΄σκαπέρδαν έλκειν ΄΄ (Βενιζέλος, 1873: 104-105 (υποσηµειώσεις) & Γκαζιάνης,χ.χρ: 29.

45. Στρεπτίνδα:

Η ΄΄στρεπτίνδα΄΄ ήταν οµαδικό παιχνίδι. Τα παιδιά τοποθετούσαν στο έδαφος ένα νόµισµα ή ένα όστρακο κι από µικρή απόσταση προσπαθούσαν να το ανατρέψουν µε κάποιο άλλο νόµισµα , όστρακο ή πλατειές πέτρες (Grasberger, 1864: 63).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄όστρακον οστράκω ή νόµισµα νοµίσµατι τω βληθέντι το κείµενον έστρεφον΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν, IX , 117) (Grasberger, 1864: ό.π).

Στα νεότερα χρόνια, αλλά και στις ηµέρες µας παίζεται το ίδιο παιχνίδι µε τις ονοµασίες:΄΄γυριστάκι΄΄, ΄΄τσικάκι΄΄, στουµπιστό΄΄ και ΄΄τσούκος΄΄ (Βενιζέλος, 1873:90 & Πολυµενάκου,1984: 29 & Γκαζιάνης, χ.χρ:24).

Page 61: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

68

46. Σφαιρίδια:

Τα ΄΄σφαιρίδια΄΄ ήταν οι σηµερινοί ΄΄βώλοι΄΄. Παιδιά κι ενήλικες χρησιµοποιούσαν αυτά τα αντικείµενα για να παίξουν διάφορα παιχνίδια ΄΄βολής- ρίψεως΄΄και για να αντικαταστήσουν τους αστραγάλους ή τα καρύδια (Κουκουλές, 1948: 172). Τόσο ο Κουκουλές, όσο και ο Λουκόπουλος δεν αναφέρουν κάποια πηγή από την αρχαιότητα (Λουκόπουλος, 1926: 59-63 παιχνίδια µε βώλους των νεοτέρων χρόνων).

47. Σφαίρα:

Η ΄΄σφαίρα΄΄ σαν παιχνίδι- αντικείµενο είχε ιδιαίτερη σπουδαιότητα στην καθηµερινή ζωή, αλλά και στις διάφορες γιορταστικές εκδηλώσεις µε δηµόσιο ή όχι χαρακτήρα. Για παράδειγµα, τα σφαιριστικά παιχνίδια αποτελούσαν ενα σηµαντικό µέρος της γυµναστικής στα σχολεία και παίζονταν από κορίτσια και από αγόρια (Grasberger, 1864: 84 & ∆αράκη, 1980: 27).

Η σφαίρα (ή µπάλα, πάλλα ,πίλος ή σφαίριον) ήταν ένα από τα κυριότερα αθύρµατα στην αρχαιότητα. Το όνοµα πάλλα προέρχεται από το ρήµα πάλλω (=αναπηδώ). Μάλιστα ο Όµηρος περιέγραψε δύο όµορφες στιγµές παιχνιδιού µε την σφαίρα: η Ναυσικά παίζει µε τις ΄΄θεραπαινίδες΄΄ της κι ο Αλκίνοος στο παλάτι του οργανώνει µια γιορτή, στην οποία ο Λαοδάµας κι ο Ιλαλιός δείχνουν πόσο κατέχουν την ΄΄σφαιριστική τέχνη΄΄ (Οδύσσεια,VI,100&VIII,370 & Grasberger, 1864: 85 & Σακελλάριος, 1952: 7-8 & Schmidt, 1977:19 & Πολυµενάκου, 1984: 25 & Γκαζιάνης, χ.χρ.: 17). Επίσης ο Πλάτωνας παροµοίαζε την Γη σαν µια µπάλα: ΄΄είναι τοιαύτη η γή αυτή ιδείν , εις τις άνωθεν, ώσπερ αι δωδεκάσκυτοι σφαίραι, ποκίλοις χρώµασι διειληµµένη΄΄ και η ΄΄πάλλα΄΄ ήταν αρχικά φτιαγµένη από νήµα, κοµµάτια υφάσµατος και δέρµατος και µετέπειτα από δέρµα, ενώ η΄΄γέµισή΄΄ της αποτελούνταν από φτερά και νήµατα, τρίχες ζώων, κοµµάτια υφάσµατος και δέρµατος. Επίσης οι σφαίρες ήταν δυνατόν να ήταν χρωµατισµένες, βαµµένες µε φυσικά χρώµατα, ραµµένες µε χρωµατιστά κοµµάτια υφάσµατος, ακόµη και επιχρυσωµένες (Παπασλιώτης, 1854: 14 & Βενιζέλος, 1873: 84&102 & Σακελλάριος, 1952: 7&10 & Schmidt, 1977: 20). Κατά τον Σακελλάριο και τον Γκαζιάνη υπήρχαν σφαίρες φουσκωµένες µε αέρα (Σακελλάριος, 1952:10 & Γκαζιάνης, χ.χρ.: 18).

΄΄Σφαίρα΄΄ήταν η κοινή ονοµασία για το άθυρµα, το οποίο έπαιρνε διάφορες ονοµασίες, ανάλογα µε τον τρόπο κατασκευής του, το µέγεθος, το χρώµα και την ιδιότητά του. Κατά την Schmidt υπήρχαν πέντε είδη σφαιρών: οι µικρές , οι µεσαίου µεγέθους, οι µεγάλες, οι πολύ µεγάλες και οι ΄΄ολοστρόγγυλες΄΄. Ο Πολυδεύκης µάλιστα ονοµάζει την µικρή σφαίρα ΄΄αρπαστά΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν, ΙΧ, 105) και ονοµασίες για τις άλλες σφαίρες ήταν: σφαιρίον, µικρόσφαιρον, µεσόσφαιρον, αδρόσφαιρον (Schmidt, 1977: 19 & Σακελλάριος, 1952: 10), ενώ ανάλογα µε τον τρόπο κατασκευής της ονοµαζόταν: ΄΄αγαθίς΄΄ (΄΄σφαίρα εκ ποικίλων νηµάτων πεποιηµένη-Ησύχιος λ.΄΄πάλλα΄΄), ΄΄συκαµινώδης, δωδεκάσκυτος (Πλούταρχος 2.100 3d), ΄΄ραπτή΄΄ ΄΄θύλακος΄΄ και ΄΄φούλικλον΄΄. Η δωδεκάσκυτος ήταν σφαίρα µε δώδεκα δερµάτινες ΄΄φέτες΄΄, ραµµένη όπως οι σηµερινές. Ανάλογα µε το χρώµα: ΄΄πορφυρένι΄΄ κι ανάλογα µε τις ιδιότητές της: ΄΄ευτρόχαλος΄΄, ΄΄αναβαλλίς΄΄, ΄΄εύκυκλος΄΄(Σακελλάριος, 1952: ό.π).

Page 62: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

69

Τα σφαιριστικά παιχνίδια ήταν αγαπητά και πολύ διαδεδοµένα στην αρχαιότητα και οι παίχτες των παιχνιδιών ονοµάζονταν ΄΄σφαιρισταί΄΄, οι δάσκαλοι των σφαιριστικών παιχνιδιών ΄΄σφαιριστικοί΄΄ η τέχνη ΄΄σφαιριστική΄ ή ΄΄σφαίρισις΄΄ και οι χώροι ΄΄σφαιριστήρια΄΄ ή ΄΄σφαιρίστραι ΄΄ (Σακελλάριος, 1952: 9-10 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 18). Ο Παυσανίας µάλιστα έκανε µια ενδιαφέρουσα παρατήρηση: ότι οι έφηβοι όταν εισέρχονταν στην τάξη των ΄΄σφαιρέων΄΄, εννοούνταν, ότι εισέρχονταν στην τάξη των ανδρών (΄΄οι δε εισίν οι εκ των εφήβων εις άνδρας αρχόµενοι συντελείν΄΄ (Παυσαν.3.146 Συλ.Επιγρ.1368, 1432). Αυτός ο συµβολισµός είχε προφανώς σχέση µε την δυσκολία κάποιων σφαιριστικών παιχνιδιών. Επίσης ο Πλούταρχος (όπως κι ο Παυσανίας) αναφέρουν την παρουσία ΄΄σφαιριστών΄΄ στην Σπάρτη (Plutarch. Lykurg.17, Pausan.III, 14,6) (Grasberger, 1864: 86).

Οι Έλληνες στην αρχαιότητα συνέδεαν γενικά την ΄΄σφαιριστική τέχνη΄΄ µε την τέχνη του χορού και µε το τραγούδι. Από αυτήν την σύνδεση προέρχεται και η ονοµασία ΄΄Ball-Fest/ party΄΄ για τους διάφορους χορούς, π.χ τους αποκριάτικους χορούς. Επίσης και ο χαρακτηρισµός ΄΄Ballade΄΄ για κάθε επικό τραγούδι , ΄΄ballata ΄΄για τα χορευτικά τραγούδια και το λατινικό ρήµα ΄΄ballare΄΄, που σηµαίνει ΄΄χορεύω΄΄. Ο Πλούταρχος αναφέρει την ύπαρξη ΄΄Βαλλαχράδων΄΄ στο Άργος, δηλ. την χορωδία αγοριών για τις διάφορες γιορτές που συµπεριλάµβαναν χορούς και σφαιριστικά παιχνίδια (Plutarch.Quaest.Gr.51), ενώ ο Ευστάθιος αναφέρθηκε επίσης στην σφαιριστική τέχνη: ΄΄ως και πάλαι ποτέ το σφαιρίζειν δια σπουδής ήγετο ούχ απλούν όν ουδέ αυτό…΄΄ (Eusth.ad Odyss.VI,115) (Grasberger, 1864: 85-87).

Οι σφαίρες ήταν ένα αγαπητό άθυρµα των παιδιών στην αρχαιότητα και χαρίζονταν ιδιαίτερα στα 3χρονα παιδιά στην γιορτή των Ανθεστηρίων. Στην επιτύµβια στήλη της Τιµαρέτης γίνεται µια αναφορά στην σφαίρα, που ήταν ένα από τα αγαπηµένα της παιχνίδια: ΄΄Τιµαρέτα προ γάµοιο τα τύµπανα, την τ΄ερατεινήν σφαίραν, τον τε κόµας ρύτορα …ενδύµατ΄Αρτέµιδι΄΄ (Schmidt, 1977: 20).

Ο Πολυδεύκης αναφέρει: ΄΄ήν δε ης εν σφαίρα παιδιάς ονόµατα , επίσκυρος, φαινίνδα, απόρραξις, ουρανία….έξεστι δε και σφαιροµαχίαν ειπείν την επίσκυρον της σφαίρας παιδιάν΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν, IX, 103). Ο ίδιος αναφέρθηκε επίσης στα είδη παιχνιδιών που παίζονταν στην αρχαιότητα µε την σφαίρα (Richter, 1887: 19-30 & Schmidt, 1977: 19-31 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 17-18).

Τα παιχνίδια µε τη σφαίρα που έχουν διασωθεί ως τις ηµέρες µας -αλλά µε άλλη ονοµασία- είναι: ΄΄απόρραξις ή ανακρουσία΄΄, ΄΄αρπαστόν΄΄, ΄΄επίσκυρος ή σφαιροµαχία ΄΄, ΄΄ιππαστί σφαίρισις΄΄, ΄΄ουρανία΄΄ και ΄΄φαινίνδα΄΄.

Συγκεκριµένα:

α) Απόρραξις ή ανακρουσία.

Ο Πολυδεύκης περιγράφει το παιχνίδι αυτό: ΄΄έδειν την σφαίραν ευτόνως πρός το έδαφος ρήξαντα, υποδεξάµενον το πήδηµα της σφαίρης, τη χερί πάλιν αντιπέµψαι και

Page 63: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

70

το πλήθος των πηδηµάτων ηριθµείτο΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 103 -105) (Schmidt, 1977: 19 & 27) κι ο Ευστάθιος αναφέρει: απόρραξις δε, όταν την σφαίραν µή πρός τοίχον αλλά πρός έδαφος σκληρώς φασίν αράττωσιν, ώστε αποκρουοµένην άλλεσθαι πάλιν (Grasberger, 1864: 93).

Κατά τον Γκαζιάνη, στο παιχνίδι αυτό χρησιµοποιούνταν µια σφαίρα φουσκωµένη µε αέρα και είχαν δύο επιλογές παιξίµατος. Η µια επιλογή ήταν να κτυπήσουν δυνατά τη σφαίρα στο έδαφος - ώστε να αναπηδήσει - και µετά την ξανακτυπούσαν µε το χέρι και συνέχιζαν να ΄΄κάνουν όσα περισσότερα πηδήµατα της σφαίρας ΄΄ (Βενιζέλος, 1873: 84-85 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 31). Η άλλη επιλογή, ήταν να κτυπήσουν την σφαίρα σε έναν τοίχο κι ΄΄αριθµούσαν το πλήθος των πηδηµάτων της΄΄ (Παπασλιώτης, 1854:14). Επίσης ο Grasberger ανάφερε, ότι όταν το παιχνίδι αυτό ήταν οµαδικό - γιατί µπορεί να παιχθεί κι ατοµικά -, όποιος κατάφερνε να κτυπήσει την σφαίρα περισσότερες φορές γινότανε ΄΄βασιλιάς΄΄ κι ο άλλος παίχτης ή οι άλλοι παίχτες, ΄΄όνος-όνοι΄΄ (Grasberger, 1864: 92).

Στα νεότερα χρόνια η ΄΄απόρραξις΄΄ ή ΄΄ανακρουσία΄΄πήρε τις ονοµασίες ΄΄ντρίπλα΄΄, ΄΄γκέλ΄΄ και ΄΄απλόν µία -απλόν δύο΄΄(όταν χτυπάει η σφαίρα στον τοίχο). Το παιχνίδι αυτό ήταν κυρίως αγαπητό στα κορίτσια και παίζεται µέχρι σήµερα χωρίς κάποια ιδιαίτερη ονοµασία. (βλ. Παπακυριάκου, 1984: 28-29 & Σακελλάριος, 1952: 9 &14).

β) Αρπαστόν.

Το ΄΄αρπαστόν ΄΄παιζότανε µε µια µικρή σφαίρα, που ονοµαζότανε ΄΄αρπάστιον΄΄ και η ονοµασία του παιχνιδιού προήλθε απο το ρήµα ΄΄αρπάζειν΄΄, ΄΄απράζειν΄΄ (κυριεύω, κατανικώ, καταβάλλω). Ο Πολυδεύκης αναφέρεται στην µικρή σφαίρα , στο αρπάστιον ή αρπαστά (Schmidt, 1977: 19). Ουσιαστικά ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι, στο οποίο κάθε παίχτης έπρεπε να αρπάξει την σφαίρα, χωρίς να του πέσει κάτω στην γή (Grasberger, 1864: 94).

Ο Όµηρος αναφέρθηκε στην επίδειξη των παιδιών του Αλκίνοου µπροστά στον Οδυσσέα: ΄΄οι δ΄επεί ούν σφαίραν καλήν µετά χερσίν έλοντο, πορφυρέην, την σφιν Πόλυβος ποίησε δαίφρων.....ο δ΄από χθονός οψόσ΄αερθείς ρηιδίως µεθέλεσκε, πάρος ποσίν ούδας ικέσθαι΄΄ (Οµήρου Οδύσσεια Θ΄ 372-376) (Χρυσάφης, 1965: 11), ενώ ο Ευστάθιος αναφέρθηκε σε αυτό το παιχνίδι: ΄΄το καλούµενον δια της σφαίρας αρπαστόν΄΄(Eusth. ad Odyss.VIII, 376, 1601,52) (Grasberger, 1864: ό.π). Επίσης το παιχνίδι αυτό συνδέεται µε την ουρανία. Ο Γκαζιάνης υποστηρίζει, ότι είναι το ίδιο, αλλά µε µικρότερη σφαίρα (Γκαζιάνης, χ.χρ: 32).

Στα νεότερα χρόνια το ίδιο παιχνίδι έχει την ονοµασία ΄΄βάρει-βάρει ντούπ΄΄ . Με κάποιες µικρές παραλλαγές το παιχνίδι παιζότανε µε τους παίχτες παραταγµένους σε κύκλο ή σε ΄΄µονή φάλαγγα΄΄ (΄΄αρπαστόν κατά παραγωγή΄΄) (Σακελλάριος, 1952: 9&14&35-36).

γ) Επίσκυρος ή σφαιροµαχία.

Το παιχνίδι αυτό ήταν οµαδικό και οι παίχτες χωρίζονταν σε δυο αντίπαλες ισάρριθµες οµάδες. Χάραζαν µια γραµµή στο έδαφος , την λεγόµενη ΄΄σκύρον΄΄ ή ΄΄λατύπη΄΄(Grasberger, 1864: 89-90) κι επάνω σ΄αυτήν τοποθετούσαν µια σφαίρα.

Page 64: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

71

Στη συνέχεια χάραζαν άλλες δύο παράλληλες γραµµές µε την µεσαία και σε ίση απόσταση απο αυτήν και µε αυτόν τον τρόπο σχηµατίζονταν δύο αντίπαλα ΄΄γήπεδα΄΄, δυο αντίπαλες οµάδες. Ένας παίχτης - προφανώς έβγαινε µε κλήρο - πετούσε µε δύναµη την σφαίρα, ώστε να περάσει την γραµµή της αντίπαλης οµάδας. Οι παίχτες έπρεπε να την πιάσουν , πριν προλάβει να περάσει την γραµµή της οµάδας τους κι όποιος παίχτης περνούσε την τελική γραµµή, δεν µπορούσε να γυρίσει στο γήπεδό του. Νικούσε η οµάδα που κατόρθωνε να παρασύρει όλους τους παίχτες έξω απο την τελική γραµµή (Γκαζιάνης, χ.χρ.: 32-33).

Ο Πολυδεύκης περιέγραψε το παιχνίδι απλά: ΄΄οι σφαιρίζοντες εις δυο διακριθέντες εξεδίωκον αλλήλους βολή σφαίρας ΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 106) και ο Ευστάθιος: ΄΄ επίσκυρος δε η εχρώντο οι παίζοντεςκατά πλήθη , καλουµένη δια τούτο και επίκοινος….βολή σφαίρας αλλήλους εξεδίωκον΄΄ (Grasberger, 1864: 90).

Σχετικά µε το παιχνίδι, βλ. Σακελλάριος, 1952: 9.

δ) Ιππαστί σφαίρισις:

Για αυτό το παιχνίδι δεν υπάρχει φιλολογική µαρτυρία, αλλά µια εικονογραφική σε αττική λήκυθο του 6ου αι.π.Χ, η οποία βρίσκεται στο Ashmolean Museum, Oxford. Η εικονογράφηση δείχνει οτι η ΄΄ιππαστί σφαίρισις ΄΄ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι, στο οποίο οι µισοί παίχτες γίνονταν ΄΄ίπποι΄΄ και οι άλλοι µισοί ΄΄ιππείς΄΄(οι οποίοι και χρησιµοποιούσαν την σφαίρα).

Ο Σακελλάριος αναφέρει , οτι αυτό το παιχνίδι διασώθηκε στα νεότερα χρόνια µε την ονοµασία ΄΄τα µισά΄΄(Σακελλάριος, 1952: 11).

ε) Ουρανία:

Η ΄΄ουρανία ΄΄ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι , αγαπητό και στα δύο φύλα και σε όλες τις ηλικίες. Σε αυτό το παιχνίδι, ένας παίχτης πετούσε την σφαίρα ψηλά και οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να την πιάσουν προτού να πέσει στο έδαφος (Γκαζιάνης, χ.χρ: 31-32).

Ο Όµηρος έκανε µια πολύ ωραία περιγραφή του παιχνιδιού: ΄΄τότε ο Αλκίνοος πρόσταξε τον Λαοδάµα και τον Άλιο, µόνοι να πιάσουν τον χορό, που δεν τους έφτανε κανένας. Κι αυτοί µια κόκκινη σφαίρα στα χέρια τους παίρνουν , που ΄χε φτιαγµένη ο Πόλυβος κι ένας πετούσε , πίσω λυγώντας το κορµί στα σύννεφα τα µαύρα. Κι ο άλλος απ΄τη γή πηδώντας ψηλά στον αέρα , την έπιανε εύκολα προτού στο χώµα πατήσει΄΄ (Οµήρου Οδύσσεια, Θ΄,106) (Σακελλάριος, 1952: 8 & Πολυµενάκου, 1984: 25).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄η δε ουρανία, ο µεν ανακλάσας αυτόν ανερρίπτει την σφαίραν εις τον ουρανόν, τοις δε ην αλλοµένοις φιλοτιµία, πρίν εις γήν αυτήν πεσείν αρπάσαι΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX,106-107), ενώ ο Αριστοφάνης στις ΄΄Σφήκες΄΄ αναφέρει: ΄΄σκέλος ουρανίον γ΄εκλακτίζων , ρίπτε σκέλος ουράνιον (Aristoph. Vesp.1492 & 1530) και ο Ησύχιος: ΄΄όταν την σφαίραν αναβάλλωσιν και την τοιαύτην δε καθόλου παιδιάν ουρανίον καλούσιν και ουρανίζειν΄΄ (Grasberger, 1864: 93 & Σακελλάριος, 1952: ό.π).

Page 65: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

72

Η ΄΄ουρανία ΄΄παίζεται και σήµερα σε διάφορα µέρη της Ελλάδας µε την ίδια ακριβώς ονοµασία ή σαν ΄΄µπάλα στον αέρα΄΄ (Βενιζέλος, 1873: 84-85 & Παπασλιώτης, 1854: 14).

στ) Φαινίνδα ή Εφετίνδα:

Το παιχνίδι αυτό ονοµάστηκε ΄΄φαινίνδα΄΄, από τον Φαινίνδα, ενώ από τον Ησύχιο ονοµάστηκε ΄΄εφετίνδα΄΄, γιατί είχε φενακική καταγωγή και οι παίχτες ΄΄εφενάκιζαν΄΄, δηλ. εξαπατούσαν τους αντιπάλους. Ο ίδιος περιγράφει το παιχνίδι ως εξής: ΄΄Εφετίνδα, είδος παιδιάς, όταν σφαίραν προτείναντες αλλαγή βάλλωσι και πεπόνηται παρά το φενακίζειν΄΄ (Ησύχιος , λέξη ΄΄εφετίνδα΄΄) (Χρυσάφης, 1965: 348 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 31 και σηµείωση: ΄΄φένακες΄΄= προστάτες θεοί των απατεώνων). Επίσης ο Όµηρος έκανε µια σύντοµη αναφορά του παιχνιδιού: ΄΄κι αφού χαρήκαν το φαϊ κι αυτοί και οι παρακόρες βγάλανε τις µαντηλωσιές, να παίξουνε το τόπι. Κι άρχισε πρώτη η Ναυσικά να ρίξει τραγουδώντας (Οµήρου Οδύσσεια, Ζ΄, 101-103) (Σακελλάριος, 1952: 8 & Πολυµενάκου, 1984: 25).

Η ΄΄φαινίνδα΄΄ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι και παιζόνταν ως εξής: οι παίχτες είναι σε κύκλο παραταγµένοι, εκτός απ΄έναν που βρίσκεται στο κέντρο. Οι παίχτες ΄΄πετούν πάσσες΄΄ ο ένας στον άλλον και προσπαθούν ταυτόχρονα να ξεγελάσουν τον παίχτη που είναι µέσα στον κύκλο. Ο κεντρικός παίχτης προσπαθεί µε την σειρά του, να κτυπήσει την σφαίρα στα χέρια του παίχτη, στον αέρα ή στο έδαφος, οπότε αλλάζει θέση µε εκείνον που ευθύνεται για το χτύπηµα της σφαίρας (Grasberger, 1864: 92).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄ετέρω προδείξαντες ετέρω ρίπτουσιν, εξαπατώντες τον οιόµενον΄΄ και ΄΄η δε εφετίνδα, ως έστιν εικάζειν, όστρακον εφέντα εις κύκλον εχρήν συµµετρήσασθαι ως εντός του κύκλου στή΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 117). Επίσης κατά τον Ευστάθιο: ΄΄σκοπητέον δε είπερη κατά σφαίραν αύτη παιδιά η λεγοµένη εφετίνδα εστί….αφιάσι την σφαίραν, ώσπερ φενακίζοντες ΄΄(Eusth.ad Odyss.VI, 115, 1554,35) (Σακελλάριος, 1952: 8 & Χρυσάφης, 1965: 348). Ο Grasberger υποστηρίζει, ότι για αυτό το σφαιριστικό παιχνίδι η ονοµασία ΄΄φαινίνδα΄΄ είναι η σωστότερη, γιατί ετυµολογικά η λέξη ΄΄εφετίνδα΄΄συνδέεται µε ΄΄βολή΄΄και είναι στην ουσία παιχνίδι βολής µε όστρακα ή και µε σφαίρα. (Grasberger, 1864: 92).

Για το θέµα, βλ. επίσης: Βενιζέλος, 1873:84-85.

48. Σχοινάκι:

Το παιχνίδι ΄΄σχοινάκι΄΄ παίζεται µέχρι και σήµερα και είναι αγαπητό κυρίως στα κορίτσια. Στο ατοµικό σχοινάκι ο παίχτης κρατά τα δύο άκρα του σχοινιού και το περιφέρει γύρω από το σώµα του µε αντίστοιχες αναπηδήσεις των ποδιών του. Ανάλογα µε την ικανότητα του παίχτη µπορεί να κάνει διάφορες παραλλαγές στη κίνηση του σχοινιού. Γενικά το παιχνίδι µπορεί να παιχτεί ατοµικά και οµαδικά.

∆εν υπάρχει καµία αναφορά στην αρχαιότητα, όµως σύµφωνα µε την Klein το παιχνίδι µε το σχοινάκι υπήρξε και στην ελληνική αρχαιότητα. Αποδεικτικό στοιχείο αποτελεί µια επιτύµβια στήλη, στην οποία εικονίζεται ένα κορίτσι µε ανασηκωµένα

Page 66: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

73

χέρια και µε τέτοιον τρόπο που µπορεί να υποτεθεί ότι κρατούσε σχοινάκι (Klein, 1932: 20).

Για το θέµα, βλ. επίσης: Γιαννάκης, 1975: 75.

49. Σχοινοφιλήνδα:

Η ΄΄σχοινοφιλήνδα΄΄ ήταν και είναι µέχρι τις ηµέρες µας, ένα πολύ αγαπητό παιχνίδι κυρίως για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, αλλά και σχολικής ηλικίας. Είναι ένα οµαδικό παιχνίδι στο οποίο τα παιδιά κάθονται σε κύκλο και ένα παιδί κρατώντας ένα σχοινί γυρίζει γύρω-γύρω και κάποια στιγµή αφήνει το σχοινί πίσω από κάποιον παίχτη, ο οποίος όταν το αντιληφθεί τρέχει να τον πιάσει γυρίζοντας γύρω από τον κύκλο (Grasberger, 1864: 52).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄η δε σχοινοφιλήνδα κάθηται κύκλος , εις δε σχοίνον έχων λαθών παρ΄αυτώ τίθησι , κάν µεν αγνονίση εκείνος , παρ΄ω κείται περιθέων περί τον κύκλον τύπτεται . ει δε µάθει, περιελαύνει τον θέοντα τύπτων΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 115) (Grasberger, 1864:52).

Στα νεότερα χρόνια οι παίχτες δεν χρησιµοποιούσαν ούτε σχοινί, ούτε µαντήλι , αλλά ΄΄εστετραµµένην ζώνην΄΄, την οποίαν και ονόµαζαν ΄΄στρόπος΄΄, ΄΄στρόφος΄΄, από το ρήµα ΄΄στρέφω΄΄(Λουκόπουλος, 1926:34-35).

Στις ηµέρες µας παίζεται µε τον ίδιο τρόπο, µόνο που αντί για σχοινί, τα παιδιά κρατάνε ένα µαντήλι και το παιδί που το κρατά ονοµάζεται ΄΄τραγουδιστής ΄΄ και γυρίζει γύρω-γύρω τραγουδώντας το δίστιχο: ΄΄αλάτι ψιλό, αλάτι χονδρό, έχασα την µάνα µου και πάω να την βρώ΄΄. Η ονοµασία του παιχνιδιού σήµερα, είναι ΄΄µαντηλάκι΄΄, ΄΄λουρίδα΄΄, ΄΄αλάτι ψιλό-αλάτι χονδρό΄΄, ΄΄λουρίτσα΄΄, ΄΄σχοινάκι΄΄ και στην Ήπειρο ΄΄λωρί΄΄(Βενιζέλος, 1873: 90 & Χρυσάφης, 1965: 346 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 19 &31).

50. Φίττα ροίαι - φίττα µελίαι:

΄΄Φίττα ή ψίττα ροίαι ΄΄, ΄΄φίττα ή ψίττα µαλιάδες΄΄, ΄΄φίττα ή ψίττα µελίαι΄΄ ήταν -σύµφωνα µε τον Γκαζιάνη δύο παιχνίδια κινητικά (΄΄δροµικά ΄΄) και τα προτιµούσαν τα µικρά κορίτσια (Γκαζιάνης, χ.χρ: 23 & Σακελλάριος, 1952: 11).

Κατά τον Πολυδεύκη:΄΄τας γαρ νύµφας ευφηµούσαι, θέουσι παροξύνουσαι αλλήλας εις τάχος΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 122 & 127) (Γκαζιάνης, χ.χρ: ό.π). Από την περιγραφή του Πολυδεύκη φαίνεται, ότι αυτές οι επιφωνήσεις έδιναν το σύνθηµα στους παίκτες (ιδιαίτερα στις παίκτριες) για να ξεκινήσουν το τρέξιµο και το κυνηγητό. Η λέξη ΄΄ψίττα΄΄σηµαίνει ΄΄το τάχυ΄΄, δηλ. το σύντοµο. Ο Lafaye υποστηρίζει ότι τα ονόµατα Ροιαί, Μελίαι, Μαλιάδες ανήκαν µάλλον σε νύµφες (Λάζος, 2000:702).

Page 67: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

74

Ο Grasberger υποστηρίζει, ότι στην πραγµατικότητα δεν επρόκειτο για παιχνίδια, αλλά για µικρά ΄΄παιχνιώδη λαϊκά κειµενάκια΄΄, που πολλές φορές αποτελούσαν την έναρξη κάποιων παιχνιδιών (Grasberger, 1864: 55).

51. Φρούτα (παιχνίδια µε φρούτα):

Φρούτα υπήρξαν – µαζί µε τα παιχνίδια - ένα µέρος των δώρων που έπαιρναν τα παιδιά την ηµέρα των Χοών (στα Ανθεστήρια). Η Schmidt τα συγκαταλέγει στα παιχνίδια-αντικείµενα (στην κατηγορία ΄΄παιχνίδια επιδεξιότητας΄΄) και υπάρχουν κάποιες παραστάσεις, που αποδεικνύουν το παιγνιώδη χαρακτήρα τους στην αρχαία ελληνική κοινωνία, λ.χ µια νέα µητέρα παίζει µε το µωρό της τείνοντάς του ένα ΄΄στρόγγυλο αντικείµενο µε τρία φυλλαράκια΄΄ (Schmidt, 1977: 86). Επίσης η ίδια αναφέρεται και σε ένα παρόµοιο παιχνίδι µε το παιχνίδι ΄΄πλαταγώνιον΄, µόνο που αντί για πέταλο ανεµώνης ή παρούνας, χρησιµοποιούσαν ΄΄µικρά στρόγγυλα φρούτα΄΄, ενώ ο Flaceliere αναφέρεται σε παιχνίδια µε καρύδια (Schmidt, 1977: 85-86 & Flaceliere, 1986: 224-225).

Φρούτα απεικονίζονται συχνά στις παραστάσεις των παιδικών οινοχοών. Αυτά απεικονίζονται κυρίως σαν στρόγγυλα αντικείµενα πάνω στα γιορταστικά τραπέζια των Ανθεστηρίων, είτε στο έδαφος. Κυρίως γίνεται λόγος, για τα µήλα, τα σταφύλια και τα ρόδια.

52. Φρυγίνδα:

Η ΄΄φρυγίνδα΄΄ έχει οµοιότητες µε το παιχνίδι ΄΄πλαταγώνιον΄΄ και σε αυτό τοποθετούσαν ανάµεσα στα δάκτυλα του αριστερού χεριού πετραδάκια ή φασόλια , είτε ακόµη και κουκούτσια από µήλα (αντί για πέταλα) και µε το δεξί χέρι τα χτυπούσαν και πετιόντουσαν ψηλά και µακριά (Grasberger, 1864: 69 & Schmidt, 1977: 88).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄η δε φρυγίνδα , όστρακα τω λείω µεταξύ της αρστεράς χειρός δακτύλων διαθέντες επικρούουσι τα όστρακα τη δεξιά κατα ρυθµόν΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 114) και κατά τον Ησύχιο: ΄΄παιδιάς είδος δια κυάµων΄΄ (Grasberger, 1864:69-70).

53. Χαλκισµός:

Ο ΄΄χαλκισµός΄΄ ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι, αγαπητό στα κορίτσια και στις γυναίκες. Οι παίχτες πετούσαν ένα ίσιο χάλκινο νόµισµα στον αέρα και κατά την περιστροφή του, προσπαθούσαν να το σταµατήσουν επάνω σε ένα δάκτυλο που το τέντωναν οριζόντια (Grasberger, 1864: 70).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄ο µεν χαλκισµός , ορθόν νόµισµα έδει συντόνως περιστρέψαντας επιστρεφόµενον επιστήσαι τω δακτύλω. Ω τρόπω µάλιστα υπερήδεσθαι φασί Φρύνην την εταίραν΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν IX,118) και ο

Page 68: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

75

Ευστάθιος σηµείωσε: ΄΄ιστέον δε οτι εκ του χαλκού κυβευτική τις παιδιά ελέγετο χαλκισµός. ήν δε φασίν αύτη ορυού νοµίσµατος περιστροφή σύντονος. Μεθ ήν έδει τον παίζοντα επέχειν τω δακτύλω το νόµισµα ορθόν και ενίκα ο τούτο κατορθώσας΄΄ (Eusth. ad Odyss.I,185) και ΄΄ δόξει δ΄αν ίσης και ο χαλκισµός -κυβείας είδος- εκ της Χαλκίδος παρωνοµάσθαι. Ουκ έχει δε ούτος , αλλ΄ουν ο χαλκισµός ορθού νοµίσµατος θετέον χαλκού στροφή και σύντονος περιδίνησις , µεθ΄ην έδει τον παίζοντα επέχειν ορθώ τω δακτύλω το νόµισµα εις όσον τάχος πριν ή παταπεσείν. Και ούτος ανύσας εκράτει τον χαλκισµόν και ήν νικητής΄΄ (Eusth. ad Iliad, XVI, 291) (Grasberger, 1864: 70-71).

Ένα παιχνίδι που στην ονοµασία µοιάζει µε τον χαλκισµό, αλλά παίζεται µε διαφορετικό τρόπο είναι η χαλκίνδα . Η χαλκίνδα είναι ένα παιχνίδι που παιζότανε από νέους και νέες κι όχι απο παιδιά και είναι στην ουσία το σηµερινό παιχνίδι ΄΄µονά-ζυγά΄΄ (Grasberger, 1864: 70-71).

Σχετικά µε το παιχνίδι ΄΄χαλκισµός΄΄, βλ. Παπασλιώτης, 1854: 17 & Γκαζιάνης, χ.χρ: 26-28.

54. Χαλκή µυία:

Η ΄΄χαλκή µυία΄΄παιζότανε µε τον ίδιο τρόπο, όπως η ΄΄µυίνδα΄΄, µόνο που σε αυτήν την περίπτωση ο ΄΄τυφλός΄΄έχοντας τα µάτια του καλυµµένα µε µια υφασµάτινη ταινία, φώναζε πως κυνηγάει να πιάσει την ΄΄χαλκή µυία΄΄, ενώ συγχρόνως οι άλλοι παίχτες του απαντούσαν, ότι δεν µπορεί να την πιάσει και τον κτυπούσαν µε σκοινιά (Γκαζιάνης, χ.χρ.: 21 Παπασλιώτης, 1854: 14& Βενιζέλος , 1873: 52).

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄ η δε χαλκή µυία, ταινία τον οφθαλµόν περισφίγξαντες ενός παιδός, ο µέν περιστρέφεται κηρύττων χαλκήν µυίαν θηράσων, οι δ΄αποκρινάµενοι θηράσεις αλλ΄ου λήψεις, σκύτεσι βυβλίνοις παίουσιν αυτόν, εως τινός αυτών λήψεται΄΄ (Πολυδ. Ονοµαστικόν ΙΧ, 21) και κατά τον Ευστάθιο: ΄΄ χαλκή µυία θηράσω. Οι δε κύκλω εστώτες βίβλους ή και ταις χερσί παίοντες αποκρίνονται, αλλ΄ου λήψει. Ου δε αν λάβηται καθίστησιν εκείνοι εις την εαυτού χώραν ΄΄ (Grasberger, 1864: 40 & Σακελλάριος, 1952: 345 & Χρυσάφης, 1965: 344).

Ο Λουκόπουλος αναφέρει ότι το παιχνίδι αυτό διασώθηκε στην Αιτωλία µε την ονοµασία ΄΄το πουλί-το πουλί΄΄ (Λουκόπουλος, 1926: 206-207).

55. Χαρταετός:

Σύµφωνα µε την Schmidt το παιχνίδι αυτό κατασκευαζόταν από ένα κοµµάτι υφάσµατος ή κάποιο άλλο υλικό δεµένο σε σχοινί – σε σύγκριση µε σήµερα που χρησιµοποιείται χαρτί - το οποίο µπορούσε να ανυψωθεί στον αέρα µε τον γρήγορο βηµατισµό του παιδιού που το κρατούσε, όµως η αρχαία ονοµασία του χαρταετού δεν έχει διασωθεί στις φιλολογικές πηγές και έχει βρεθεί µόνο µια απεικόνιση (Schmidt, 1977: 65).

Page 69: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

76

Σχετικά µε το θέµα, βλ. Γκαζιάνης, χ.χρ: 35 & Μέγας, 1939: 48 & Klein, 1932: παραποµπή 278).

56. Χελιδονία:

Η ΄΄χελιδονία΄΄ δεν ήταν ένα συγκεκριµένο παιχνίδι, αλλά ένα έθιµο που γιορταζόταν για την συµβολική υποδοχή της άνοιξης (22 Φεβρουαρίου). Τα αγόρια ντυµένα σαν χελιδόνια (το µπροστινό µέρος του ενδύµατος ήταν άσπρο και το πίσω µέρος ήταν µαύρο), κρατώντας ένα πήλινο χελιδόνι και τραγουδώντας το τραγούδι της χελιδονίας, γυρνούσαν από πόρτα σε πόρτα για να µοιράσουν ευλογίες. Οι οικοδεσπότες τα κερνούσαν γλυκίσµατα, ξηρούς καρπούς και κρασί (Müller, 1990: 81-82)

Η χαρά των παιδιών για τον ερχοµό της Άνοιξης και το καλοσώρισµα των πρώτων χελιδονιών ήταν αφορµή, να συνδέσουν το έθιµο µε το παιχνίδι και το τραγούδι και να ευχηθούν ευλογία στα σπιτικά.

Το τραγούδι της χελιδονίας ήταν:

΄΄ ήλθ΄, ήλθε χελιδών

καλάς ώρας άγουσα

και καλούς ενιαυτούς, επι γαστέρα λευκά

κηπί νώτα µέλαινα.

παλάθαν συ προκύκλει εκ πίονος οίκου

οίνου τε δέπαστρον

τυρώ(ν) τε κάνυστρον.

και πύρωνα χελιδών’και λεκιθίταν

ουκ απωθείται. πότερ΄ απίωµες ή λαβώµεθα;

ει µεν τι δώσεις, ει δε µη, ουκ εάσοµες ή ταν θύραν φέρωµες ή το υπέρθυρον

ή ταν γυναίκα ταν έσω καθηµέναν

µικράν µεν εστί, ραιδίως νιν οίσοµες. αν δη φέρηις τι, µέγα δη τι φέροις. άνοιγ΄, άνοιγε τανθύραν χελιδόνι ου γαρ γέροντές έσµες, αλλά παιδία.΄΄. (Müller,1990: 18).

Page 70: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

77

57. Χειροποίητα παιχνίδια κατασκευασµένα από τα παιδιά:

Για την ύπαρξη αυτών των παιχνιδιών γνωρίζουµε µόνο από φιλολογικές αναφορές. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν όσα παιχνίδια ήταν φτιαγµένα από τα ίδια τα παιδιά µε την φαντασία τους και µε απλά υλικά, όπως ξύλο, κερί, δέρµα, ακόµη και φλούδες από διάφορα φρούτα (όπως ρόδι). Έτσι, έφτιαχναν οµοιώµατα ζώων, αµαξάκια, καράβια, σπιτάκια κ.ά. (Μέγας, 1939: 48).

Ο Αριστοφάνης στις ΄΄Νεφέλες΄΄έγραψε: ΄΄ευθύς γε τοι παιδάριον ον τουτονί, έπλαττεν ενδόν οικίας ναύς τ΄έγλυφον κάκ των σιδίων βατράχους εποίει΄΄ (Αριστοφάνης, Νεφέλαι, 878). Επίσης, από τις πληροφορίες του Πλουτάρχου, γνωρίζουµε ότι ο τύραννος ∆ιονύσιος, όταν ήταν παιδί καθόταν κι έφτιαχνε -για να περνάει η ώρα του - αµαξάκια, λύχνους, καρέκλες και τραπέζια από ξύλο. Κι αυτό, γιατί δεν µπορούσε να παίξει µε άλλα παιδιά, λόγω της καχυποψίας του πατέρα του (Πλούταρχ. ∆ιον. Κεφ.9) (Χρυσάφης, 1952: 351 & Flaceliere,1986: 117) κι ο Λουκιανός σηµείωσε: ΄΄οπότε γαρ αφεθείην υπο των διδασκάλων απολέων αν τον κηρόν ή βόας ή ίππους ή και γη δια ανθρώπους ανέπλαττον΄΄ (Λουκιανός , Ενύπνιον, 2) (Βενιζέλος, 1873: 52).

58. Χελιχελώνη:

Η ΄΄χελιχελώνη΄΄ ήταν ένα οµαδικό παιχνίδι κι αγαπητό στα κορίτσια Οι παίκτριες έκαναν κύκλο στο κέντρο του οποίου καθόταν -σαν µια χελώνα- ένα κορίτσι και γύριζαν γύρω – γύρω απ΄αυτό κάνοντας ένα µελωδικό διάλογο µεταξύ τους. Προφανώς στο τέλος της στιχοµυθίας έπαυε η χελιχελώνη να παριστάνει το ζώο κι έτρεχε να πιάσει ένα άλλο κορίτσι που έπαιρνε τη θέση της (Λάζος, 2000:698).

Ο µελωδικός διάλογος µεταξύ των παιχτών ήταν ο εξής: ΄΄χελιχελώνα, τί ποίεις εν τω µέσω;΄΄ ΄΄µαρύﵴέρια και κρόκαν Μιλάσιαν΄΄ ΄΄ο δ΄εκγονός τευ , τί ποίων απώλετο;΄΄ ΄΄λευκάν αφ΄ίππων εις θάλασσαν άλατο΄΄(Rühfel, 1984: 142)

Κατά τον Γκαζιάνη ήταν ένα παρόµοιο παιχνίδι µε τη χυτρίνδα (βλ. παιχνίδι 58) (Γκαζιάνης, χ.χρ.: 21).

Σχετικά µε το παιχνίδι, βλ. Παπασλιώτης, 1854: 20 (όπου παραποµπή: Πολυδ. Ονοµαστικόν IX, 125), Rühfel, 1984: 199 .

59. Χυτρίνδα:

H ΄΄χυτρίνδα΄΄ ήταν οµαδικό παιχνίδι. Οι παίχτες έκαναν κύκλο στο κέντρο του οποίου καθόταν ένα παιδί, η ΄΄χύτρα΄΄, κι ένα άλλο, ο ΄΄φύλακάς ΄΄της. Ο ΄΄φύλακας΄΄ έπρεπε να προστατεύει την ΄΄χύτρα΄΄ από τα χτυπήµατα και τα τραβήγµατα των άλλων παιχτών που γύριζαν γύρω απ΄αυτήν. Όταν ο φύλακας χτυπούσε ενα παιδί, τότε εκείνο έπαιρνε την θέση του φύλακα (Γκαζιάνης, χ.χρ.: 20).

Page 71: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

78

Κατά τον Πολυδεύκη: ΄΄η δε χυτρίνδα, ο µεν εν µέσω κάθηται και καλείται χύτρα , οι δε τίλλουσιν……αντ΄αυτού κάθηται΄΄(Πολυδ. Ονοµαστικόν, IX,313), κατά τον Ησύχιο: ΄΄παδιά είδος τοιαύτης καθέζεται τις εν µέσω….ο ληφθείς΄΄ και κατά τον Σουίδα: ΄΄χυτρίνδα, παιδιά καθέζεται γαρ ….αντ΄αυτού κάθηται΄΄ (Grasberger, 1864: 49-50).

Η ΄΄χυτρίνδα΄΄, όµως παιζότανε και µ΄εναν άλλον τρόπο: ο ΄΄φύλακας΄΄ τοποθετούσε το αριστερό του χέρι πάνω στο κεφάλι της ΄΄χύτρας΄΄και γύριζε γύρω-γύρω απ΄αυτήν. Οι άλλοι παίχτες τον χτυπούσαν από πίσω , ρωτώντας τον ΄΄τίς την χύτραν; ΄΄κι αυτός απαντούσε ΄΄Εγώ Μίδας ΄΄και προσπαθούσε να κτυπήσει µε το πόδι του ένα από τα παιδιά που τον τριγύριζαν. Εάν αυτό πετύχαινε, άλλαζαν θέση Κατά τον J. Humbert, ο διάλογος των παιχτών ήταν:

΄΄τίς την χύτραν;΄΄ ΄΄αναζεί ΄΄ ΄΄τίς περί χύτραν; ΄΄ ΄΄εγώ Μίδας ΄΄ (Syntaxe grecque, Paris,1960: 439)(Παπασλιώτης, 1854: 20 & Γκαζιάνης, χ.χρ: ό. π). Ο Πολυδεύκης αναφέρει και αυτόν τον τρόπο παιξίµατος: ΄΄Έσθ΄ότε ο µεν έχεται της χύτρας κατά την κεφαλήν …..εκείνος αντ΄αυτού περί την χύτραν περιέρχεται΄΄ (Πολυδ.Ονοµαστικόν, IX, 313) (Γκαζιάνης, χ.χρ: ό.π).

Το παιχνίδι αυτό διασώθηκε και στα νεότερα χρόνια µε τις ονοµασίες ΄΄κλωτσοσκούφι΄΄,΄΄ εψήθη ή ψήθηκε; ΄΄,΄΄χύτρα΄΄, ΄΄µυτζήθρα΄΄, ΄΄φέσας΄΄, ενώ στην Κρήτη µε την ονοµασία ΄΄προζύµι΄΄(Βενιζέλος, 1873: 90 & Λουκόπουλος, 1926: 6 & 78 & Μέγας, 1939: 49 & Σακελλάριος, 1952: 10-11 & Χρυσάφης, 1965: 345-346).

Τα παιχνίδια αυτά µελετήθηκαν ως επι το πλείστον από αρχαιολογικής πλευράς µε βάση τα ανασκαφικά ευρήµατα (αθύρµατα σε παιδικούς τάφους, παραστάσεις σ΄αγγεία, επιτύµβιες στήλες, δείγµατα µικροτεχνίας) και τις πηγές. Οι εργασίες κυρίως αρχαιολόγων αποτελούν ουσιαστικά κι αυτές πηγές για την µελέτη του παιχνιδιού στην αρχαιότητα. Το παιχνίδι διερευνήθηκε όχι τόσο (ή και µόνο) αυστηρά περιγραφικά, αλλά κυρίως στα πλαίσια της διαχρονικής ιστορίας του. Μέσα από µια τέτοια οπτική ήταν δυνατόν να δοθούν επίσης οι συµβολικές διαστάσεις του, δηλ. οι πολιτιστικές, οι κοινωνικο-ανθρωπολογικές προεκτάσεις του, όπως και τα φαινόµενα που συνοδεύουν την ένταξή του στα πλαίσια ιστορικών και οικονοµικών παραµέτρων και να γίνει η συνειδητοποίηση πως γενικά µια µελέτη των παιχνιδιών παρουσιάζει πώς ένας πολιτισµός αντιµέτωπιζε την ύπαρξη των παιδιών (Fraser, 1966: 6).

Η κατηγοροποίηση των παιχνιδιών της αρχαιότητας έγινε κυρίως για το εύχρηστο του αντικειµένου µελέτης, διότι στην αρχαία Ελλάδα το παιχνίδι και το παιχνίδι-αντικείµενο (το άθυρµα) αποτελούσε µέρος της ζωής των παιδιών. Σύµφωνα µε την Schmidt τα παιχνίδια είχαν µια τόσο σηµαντική θέση στη ζωή τους, που αποτέλεσαν αναπόσπαστο µέρος της και η επιλογή, όπως και η προσφορά αθυρµάτων σ΄αυτά δεν ήταν τυχαία. Όλα τα παιχνίδια είχαν µια άµεση και έντονη ή µια τουλάχιστον έµµεση

Page 72: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

79

σύνδεση µε τη θρησκεία και τον λατρευτικό βίο, εφόσον µ΄αυτά είτε έπαιζαν οι ίδιοι οι θεοί (λ.χ ο ∆ιόνυσος όταν έπαιζε µε τον βέµβικα), είτε αυτά χαρίζονταν σε θρησκευτικές γιορτές (λ.χ στα Ανθεστήρια και στα ∆ιάσια τα παιδιά έπαιρναν σαν δώρα τροχούς, αµαξάκια, ζωα κτλ), είτε ακόµη υπήρξαν γιορτές στις οποίες τιµόταν ένα άθυρµα (όπως λ.χ η κούκλα στα ∆αίδαλα) ή χρησιµοποιούνταν για τελετουργικό σκοπό (λ.χ η κούνια στη τελετή της Αιώρας την ηµέρα των Χοών) (Schmidt, 1977: 12-13 & βλ.µέρος Α΄, 1).

Η επιλογή των αθυρµάτων για τα παιδιά ξεκινούσε από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους µε κύριο άθυρµα την πλατάγη που έδιωχνε τα κακά πνεύµατα και την ατυχία. Στο τρίτο έτος της ηλικίας τους (ιδιαίτερα των αγοριών µε την τελετή εισαγωγής τους στην κοινωνία των ανδρών την ηµέρα των Χοών) τους δίνονταν αθύρµατα και παίζονταν παιχνίδια που ταίριαζαν και ανταποκρίνονταν στις ανάγκες των παιδιών εκείνης της ηλικιακής κατηγορίας, τόσο ως προς τη φύση τους, το µέγεθός τους και τα χαρακτηριστικά τους (λ.χ τροχοί, κούκλες κτλ). Τα µεγαλύτερης ηλικίας παιδιά έπαιρναν δώρα παιχνίδια που ανέπτυσσαν την επιδεξιότητά τους και την ταχύτητά τους (λ.χ κρίκοι, γιογιό κτλ). Σύµφωνα µε την Schmidt στην ηλικιακή αυτή φάση ξεκινούσε και η προετοιµασία για την αθλητική εκπαίδευση των αγοριών και τα αθύρµατα αυτά ανέπτυσσαν το ιδεώδες της ευγενούς άµιλλας στη ψυχή τους. Τα µεγαλύτερης ηλικίας αγόρια παρακολουθούσαν πετεινοµαχίες και λάµβαναν µέρος σε αγώνες δρόµου µε τα αµαξάκια τους την ηµέρα των Χοών (Schmidt, 1977: 14).

Ένας ακόµη λόγος που η κατηγοροποίηση των παιχνιδιών της αρχαιότητας έγινε για το εύχρηστο του αντικειµένου φαίνεται από την δυσκολία που παρουσιάζεται στην ύπαρξη ενός αυστηρού διαχωρισµού τους σύµφωνα µε την προτίµησή τους από τα αγόρια και τα κορίτσια. Τα παιχνίδια της αρχαιότητας δεν µπορούν απλά να χαρακτηριστούν ΄΄για αγόρια΄΄ ή ΄΄για κορίτσια΄΄ , όπως είναι επίσης δύσκολο να τους δοθεί ένας και µόνο χαρακτηρισµός ως ΄΄κινητικά΄΄ , ΄΄µιµητικά΄΄ κτλ λ.χ ένα παιχνίδι είναι δυνατόν να έχει κάποια χαρακτηριστικά τόσο των κινητικών, όσο και των παιχνιδιών ρίψης (όπως λ.χ στα παιχνίδια µε τη σφαίρα όπου κανενός είδους αυστηρά όρια δεν µπορούν να υπάρξουν µεταξύ των χαρακτηριστικών των κινητικών και των ριπτικών παιχνιδιών). Παρ΄ολα αυτά, τα παιχνίδια που κατηγοροποιήθηκαν σε αισθητηριακά – κινητικά παιχνίδια, σε µιµητικά ή συµβολικά παιχνίδια και σε παιχνίδια µε κανόνες (όπως φαίνεται στο χαρακτηριστικό πίνακα - βλ.παραπάνω) έχουν τα απαραίτητα χαρακτηριστικά για την συµβολή τους στην ψυχοσωµατική ανάπτυξη του παιδιού. Μ΄αυτήν την έννοια τα παιχνίδια και τα αθύρµατα της αρχαιότητας µπορούν να µελετηθούν κάτω από το πρίσµα των τεσσάρων τοµέων ανάπτυξης του παιδιού: του σωµατικού και ψυχοκινητικού τοµέα (ισχύς, ετοιµότητα, ευκαµψία, ταχύτητα, ακρίβεια, αντοχή, αµφιπλευρικότητα, ισορροπία, λεπτή κινητικότητα ή επιδεξιότητα χεριών και δακτύλων, επιδεξιότητα, ρυθµός ως έννοια της διάρκειας, της επανάληψης, κίνηση κορµού και άκρων, ανάπτυξη αντιληπτικότητας), του γνωστικού - νοητικού τοµέα (δηµιουργικότητα µε την έννοια της εφευρετικής ικανότητας και πρωτοτυπίας, µνήµη, αποκέντρωση της προσοχής µε την έννοια ότι το παιδί στρέφει την προσοχή του σε περισσότερα του ενός χαρακτηριστικά, διατήρηση ποσότητας, όγκου και βάρους, ταξινόµηση, αρίθµηση, γνώση χώρου και χρόνου), του κοινωνικού (συνεργατικότητα, εµπιστοσύνη, αµοιβαίος σεβασµός, πειθαρχία, ικανοποίηση, κοινωνικοποίηση, εκτίµηση, υπευθυνότητα, επικοινωνία, οξυδέρκεια, πρωτοβουλία,

Page 73: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

80

δηµιουργικότητα, αυτοκυριαρχία, αίσθηµα ασφάλειας, δικαιοσύνη, αλληλοβοήθεια) και του συναισθηµατικού τοµέα (αγάπη, επιθετικότητα, φόβος, θάρρος, ηρεµία, εµπιστοσύνη, δυσαρέσκεια, δυσπιστία, ανασφάλεια, ικανοποίηση, χαρά, περιέργεια, αυτοπεποίθηση, ασφάλεια, ψυχαγωγία) (Παρασκευόπουλος Ι, 1985 & Βιβλίο ∆ραστηριοτήτων για το Νηπιαγωγείο, 1990).

Μέσα από την παρουσίαση των παιχνιδιών της αρχαιότητας µε βάση τις πηγές και µέσα από την κατηγοροποίησή τους (βλ. παραπάνω) φαίνεται πως τα παιχνίδια που κατηγοροποιήθηκαν στα αισθητηριακά – κινητικά ανταποκρίνονται κυρίως στα χαρακτηριστικά του σωµατικού - ψυχοκινητικού τοµέα (λ.χ ο βέµβιξ, η σφαίρα, η αιώρα κτλ) απαιτούν ακρίβεια, ισορροπία, ετοιµότητα, κίνηση κορµού και άκρων), ενώ τα παιχνίδια που κατηγοροποιήθηκαν στα µιµητικά ανταποκρίνονται κυρίως στα χαρακτηριστικά του γνωστικού και του συναισθηµατικού τοµέα (λ.χ η πλαγγών, τα ζώα κτλ) χαρακτηρίζονται από τους δεσµούς που αναπτύσσονται ανάµεσα στην κούκλα και στο παιδί ή ανάµεσα στο ζωο και το παιδί, για τα χειροποίητα παιχνίδια απαιτείται δηµιουργικότητα και µνήµη κτλ. Επίσης τα παιχνίδια που κατηγοροποιήθηκαν στα παιχνίδια µε κανόνες ανταποκρίνονται κυρίως στα χαρακτηριστικά του κοινωνικού τοµέα (λ.χ η αποδιδρασκίνδα, ο εφεδρισµός κτλ απαιτούν αυτοπειθαρχία, επικοινωνία, συνεργατικότητα κτλ).

Τα περισσότερα παιχνίδια της αρχαιότητας υπάρχουν µέχρι σήµερα έχοντας την ίδια ή παρόµοια µορφή (λ.χ αιώρα, βέµβικας, τροχός, κτλ), είτε παρέµειναν αυτούσια (λ.χ αποδιδρασκίνδα, σφαίρα, κτλ), είτε άλλαξαν στη µορφή λόγω των διαφορετικών κοινωνικών αλλαγών, λόγω του διαφορετικού υλικού κατασκευής (λ.χ αµαξίς, πλαγγών κτλ). Τα παιχνίδια όµως που δεν διασώθηκαν ως τις ηµέρες µας δεν ήταν δυνατόν να διατηρηθούν λόγω κοινωνικών – οικονοµικών και ιστορικών συνθηκών ή ακριβώς λόγω των συνθηκών άλλαξαν µορφή. Λ.χ παιχνίδια, όπως ο ασκωλιασµός, οι παιδικές οινοχόες, η χελιδονία (εκτός απο τον ∆ήµο Αρναίας Χαλκιδικής) δεν διασώθηκαν διότι υπάρχει έλλειψη σύνδεσης µε την θρησκεία, δηλ οι εορτές ή τα έθιµα µε τα οποία συνδέονταν δεν υπάρχουν πια σήµερα. Επίσης αθύρµατα που µιµούνταν τον κόσµο των ενηλίκων και συγκεκριµένα τα µέσα µεταφοράς εκείνης της εποχής (κάλαµον περιβήναι, κάλαµος µε ρόδα, αµαξίς, πήλινα παιχνίδια, όπως π.χ πλοιάρια, κτλ) διαφοροποιήθηκαν στα µέσα µεταφοράς της εποχής µας: η αµαξίς εξελίχθηκε στα σηµερινά αυτοκινητάκια, ο κάλαµος µε ρόδα (τροχός) εξελίχθηκε στα σηµερινά ποδήλατα κτλ.

Η στάση των παιδιών της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας απέναντι στα παιχνίδια φαίνεται ιδιαίτερα στις εικονογραφικές πηγές, οι οποίες αποτύπωσαν την χαρά και την επιθυµία τους για παιχνίδι, την περιέργειά τους, τη συγκέντρωσή τους σ΄αυτό που κάνουν και τη δηµιουργικότητά τους, καθώς και κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που ταιριάζουν στις διάφορες ηλικιακές κατηγορίες, λ.χ βρέφη απεικονίζονται συνήθως µόνα τους ή µε τη συνοδεία κάποιου µεγαλύτερης ηλικίας παιδιού (συνήθως αδερφής ή αδερφού) ή ακόµη µε την παρουσία ενός ζώου, κάτι που ουσιαστικά ταιριάζει µε τη φάση του µοναχικού παιχνιδιού (που ισχύει για την ηλικακή κατηγορία αυτή), ενώ µεγαλύτερης ηλικίας παιδιά απεικονίζονται να παίζουν συνήθως µ΄ένα ή δύο ακόµη παιδιά του ιδίου φύλου. Η ύπαρξη µάλιστα των µιµητικών παιχνιδιών αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα της επιθυµίας των παιδιών να αφοµοιώσουν αυτά που βίωσαν είτε στο χώρο του οίκου (λ.χ µε την πλαγγόνα), είτε αυτά που αποτύπωσαν

Page 74: ΜΕΡΟΣ Α΄ - Λία Γκασούκα8 ΜΕΡΟΣ Α΄ 1. H θέση του παιδιού στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή κατά την αρχαιότητα

81

στην δηµόσια ζωή τους (µε την παρακολούθηση λατρευτικών εκδηλώσεων και τη συµµετοχή τους σ΄αυτές , στο σχολείο, κτλ, λ.χ µε το παιχνίδι βασιλήνδα, µε τη µίµηση του ΄΄σχολείου΄΄ τους) (Chateau, 1968: 22 & Garvey, 1990: 18 & βλ. µέρος Β΄, 1.4).

Γενικά φαίνεται από τις γραπτές και από τις εικονογραφικές πηγές, ότι τα παιχνίδια της αρχαιότητας ήταν άµεσα συνδεδεµένα µε την παιδική ηλικία και µε την χαρά για την ζωή, την ελευθερία δράσης και την ανάπτυξη της ψυχής, του πνεύµατος και του σώµατος.