ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - 2lyk-evosm.thess.sch.gr2lyk-evosm.thess.sch.gr/oldsite/ergasies/04.pdf ·...

93
1

Transcript of ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - 2lyk-evosm.thess.sch.gr2lyk-evosm.thess.sch.gr/oldsite/ergasies/04.pdf ·...

  • 1

  • 2

    ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

    Πρώτη ενότητα: Ο Τρωϊκός πόλεµος

    ∆εύτερη ενότητα: Οι ∆ώδεκα Θεοί του Ολύµπου

  • 3

    πρώτη ενότητα

    Ο ΤΡΩΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

  • 4

    Οι βασικοί ήρωες του πολέµου

    Αγαµέµνονας

    Μενέλαος

    Αχιλλέας

    Οδυσσέας

    Πάτροκλος

    ∆ιοµήδης

    Πρίαµος

    Έκτορας

    Πάρης

  • 5

    Τα αίτια του πολέµου

    ριν από πάρα πολλά χρόνια, στα βάθη των αιώνων, οι άνθρωποι είχαν σταµατήσει να σέβονται τους θεούς και είχαν γίνει τόσοι πολλοί, ώστε η θεά Γη δεν µπορούσε πια να τους σηκώσει στο στήθος της. Η θεά παραπονέθηκε στον

    ∆ία για το πρόβληµά της και εκείνος, για να την ξεκουράσει, έσπειρε διαµάχες µεταξύ των θνητών που οδήγησαν στο Θηβαϊκό πόλεµο που είναι γνωστός ως "Επτά επί Θήβας", στον οποίο πολλοί άνθρωποι έπεσαν στα πεδία των µαχών. Φαίνεται όµως πως το πρόβληµα δεν είχε λυθεί οριστικά. ∆εν πέρασε πολύς καιρός και οι άνθρωποι ξανάγιναν πολλοί. Αµήχανος ο ∆ίας µπροστά στην επανεµφάνιση του προβλήµατος ζήτησε τη συνδροµή και άλλων θεών. Ο Μώµος, ο γιος της Νύχτας, -κατ' άλλους της Θέµιδας τον συµβούλεψε να συλλάβει το σχέδιο ενός µεγάλου πολέµου, που αργότερα θα γινόταν γνωστός ως Τρωικός πόλεµος.

    Για την προετοιµασία του σχεδίου αυτού έπρεπε σε πρώτη φάση να γίνουν δυο πράγµατα: Από τη µια να φέρει στον κόσµο ο ίδιος ο ∆ίας µια πανέµορφη κόρη και από την άλλη να υποχρεωθεί η Νηρηίδα Θέτιδα, την οποία έτσι κι αλλιώς ο ∆ίας ήθελε να εκδικηθεί, επειδή είχε αποκρούσει παλιότερα τις δικές του προτάσεις- να παντρευτεί µ' έναν κοινό θνητό, τον Πηλέα. Έτσι κι έγινε. Από τη συνεύρεση του ∆ία µε τη Λήδα γεννήθηκε η Ελένη, που δεν άργησε να γίνει γνωστή για την υπέροχη οµορφιά της, ενώ παράλληλα άρχισαν να γίνονται οι προετοιµασίες για τους γάµους της Θέτιδας µε τον Πηλέα. Τα δύο αυτά γεγονότα έδωσαν τις βασικές αφορµές για τη διεξαγωγή του θρυλικού πολέµου, που οδήγησε στην καταστροφή της Τροίας και στο χαµό αναρίθµητων ανθρώπων.

  • 6

    Οι γάµοι της Θέτιδας µε τον Πηλέα έγιναν στο Πήλιο. Προσκεκληµένοι ήταν όλοι οι θεοί µε µοναδική εξαίρεση την Έριδα, που την αγνόησαν. Τότε εκείνη, θυµωµένη πάρα πολύ για την προσβολή που της έγινε, θέλησε να εκδικηθεί. Έριξε λοιπόν στη µέση του γαµήλιου τραπεζιού ένα χρυσό µήλο, που έφερε την επιγραφή "Για την ωραιότερη", θέλοντας έτσι να προκαλέσει αναστάτωση και διχόνοια µεταξύ των θεών. Και όπως ήταν φυσικό η Ήρα, η Αθηνά και η Αφροδίτη, οι τρεις πιο µεγάλες θεές του Ολύµπου, διεκδίκησαν χωρίς καθυστέρηση καθεµιά για τον εαυτό της το χρυσό µήλο, που αποτελούσε ένα είδος βραβείου οµορφιάς. Η επιλογή ήταν δύσκολη, γι' αυτό ο ∆ίας διέταξε τον Ερµή να πάει µαζί µε τις θεές στο όρος Ίδα και να συναντήσει το δευτερότοκο γιο του βασιλιά της Τροίας Πρίαµου, τον Πάρη, για να διαλέξει εκείνος ποια από τις θεές έπρεπε να προτιµηθεί για το βραβείο οµορφιάς. Βλέποντας ο Πάρης, που έβοσκε ανυποψίαστος τα κοπάδια του πατέρα του, να τον πλησιάζουν οι θεοί, το έβαλε στα πόδια κατατροµαγµένος. Γρήγορα όµως αναθάρρησε µε την παρέµβαση του Ερµή, που του ανακοίνωσε την προσταγή του ∆ία και πλησίασε τις τρεις θεές θαµπωµένος από την οµορφιά τους. Κι εκείνες βέβαια, θέλοντας η καθεµιά να τον πάρει µε το µέρος της, να τον πείσει πως εκείνη είναι η οµορφότερη και πιο άξια να πάρει το βραβείο, τόνιζαν τις ιδιαίτερες χάρες τους και υπόσχονταν ανάλογα δώρα η καθεµιά στον Πάρη, αν της έδινε το χρυσό µήλο. Έτσι, η Ήρα έλεγε πως ήταν η γυναίκα του θεού τον οποίο σέβονταν και υπάκουγαν όχι µόνο οι θνητοί αλλά και όλοι οι άλλοι θεοί και του υποσχόταν πως στο βασίλειό του θα ανήκε όλη η Ασία και η Ευρώπη. Η Αθηνά παινευόταν για τη σοφία της και την ικανότητά της στο ακόντιο και υποσχόταν πως θα τον έκανε ανίκητο πολεµιστή. Η Αφροδίτη µιλούσε για τον ερωτικό πόθο που µόνο εκείνη ήξερε να ξυπνάει στις καρδιές των θεών και ανθρώπων και υποσχόταν να του δώσει ως σύζυγο την πιο όµορφη γυναίκα του κόσµου, που κατά γενική οµολογία ήταν η Ελένη, η κόρη του ∆ία και της Λήδας. Ο Πάρης γοητευµένος όχι µόνο από την ξεχωριστή οµορφιά της Αφροδίτης αλλά και από το δώρο που εκείνη του υποσχέθηκε, της παρέδωσε το χρυσό µήλο, ενώ οι δυο άλλες θεές, η Ήρα και η Αθηνά, έφυγαν φανερά δυσαρεστηµένες µε την επιλογή του.

  • 7

    Η ωραία Ελένη

    ην Ελένη µεγάλωνε στην αυλή του ο βασιλιάς της Σπάρτης Τυνδάρεος, που νόµιζε ότι ήταν πραγµατικά δική του κόρη. Η ξεχωριστή της οµορφιά δεν άργησε να γίνει αφορµή να απαχθεί σε µικρή ηλικία από τον Θησέα, που την έφερε στην

    Άφιδνα της Αττικής και απέκτησε µαζί της µια κόρη, την Ιφιγένεια. Όταν όµως ο Θησέας κατέβηκε στον Άδη (άλλη ονοµασία του θεού Πλούτωνα αλλά και του κάτω κόσµου) για την απαγωγή της Περσεφόνης, τα αδέλφια της, ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, κατάφεραν να την ελευθερώσουν και να τη φέρουν στην αυλή του πατέρα τους. Τώρα όµως είχε γίνει πια γνωστή η οµορφιά της νέας γυναίκας σε όλη την Ελλάδα και άρχισαν να καταφθάνουν στο παλάτι του θνητού πατέρα της Ελένης µνηστήρες ή εκπρόσωποί τους, που προσπαθούσαν να την εξασφαλίσουν για λογαριασµό τους.

    Μπροστά σε τόσες υποψηφιότητες, ο βασιλιάς Τυνδάρεος βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση, καθώς γνώριζε καλά πως, όποιον και να διάλεγε για σύζυγο της κόρης του, θα έκανε εχθρούς όλους τους υπόλοιπους. Από τη δύσκολη αυτή θέση τον έβγαλε ο Οδυσσέας, που ζήτησε ως αντάλλαγµα για τη συνδροµή του την Πηνελόπη, την ανιψιά του βασιλιά, για σύζυγο. Συµβούλεψε λοιπόν ο Οδυσσέας τον Τυνδάρεο να πείσει τους υποψήφιους γαµπρούς να αφήσουν την Ελένη να διαλέξει µόνη της το σύζυγό της. Πριν όµως κάνει η Ελένη την επιλογή της, έπρεπε όλοι να ορκιστούν ότι θα τιµωρήσουν εκείνον

  • 8

    που τυχόν θα επιχειρούσε να την αποσπάσει από τη συζυγική εστία. Όλοι ορκίστηκαν µε προθυµία, µε εξαίρεση τον ίδιο τον Οδυσσέα και τον Αχιλλέα, που ήταν πολύ νέος για να προβάλει αξιώσεις. Και τότε η Ελένη διάλεξε για σύζυγό της τον Μενέλαο, γεγονός που βόλευε τον Τυνδάρεο παρά πολύ, όχι µόνο γιατί ο Μενέλαος ήταν ο πιο πλούσιος από όλους τους Αχαιούς, αλλά και γιατί τον υποστήριζε ως υποψήφιο ο αδερφός του ο Αγαµέµνονας, που είχε παντρευτεί την άλλη κόρη του Τυνδάρεου, την Κλυταιµνήστρα. Και όταν σκοτώθηκαν ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, κλήθηκε ο Μενέλαος να γίνει βασιλιάς της Σπάρτης. Το σχέδιο για τον Τρωικό πόλεµο πήγαινε καλά. Οι ηγεµόνες των Αχαιών, µε λιγοστές εξαιρέσεις, είχαν δεσµευθεί µε όρκους να υπερασπιστούν µια γυναίκα, η οποία ήταν γραφτό να απαχθεί από τον άντρα της, γιατί αποτελούσε το "δώρο" µιας θεάς σ' έναν θνητό.

  • 9

    Η αρπαγή της ωραίας Ελένης Αφροδίτη, είχε υποσχεθεί στον Πάρη την οµορφότερη γυναίκα. Όταν λοιπόν ανακοίνωσε στην οικογένειά του την επιθυµία του να ταξιδέψει, δεν έφερε κανένας αντιρρήσεις, αν και τα αδέρφια του, ο Έλενος και η

    Κασσάνδρα, που κατείχαν τη µαντική τέχνη, προφήτεψαν ότι ένα τέτοιο ταξίδι θα είχε ως συνέπεια την καταστροφή της Τροίας. Οι προφητείες αυτές δε στάθηκαν ικανές να τον σταµατήσουν. Είχε άλλωστε µε το µέρος του την Αφροδίτη, που του έδωσε µάλιστα το γιο της τον Αινεία ως συνοδό για το ταξίδι. Έτσι ο Φέρεκλος κατασκεύασε για λογαριασµό του Πάρη πλοία, γιατί οι Τρώες δεν ασχολούνταν ως τότε µε τη θάλασσα εξαιτίας κάποιου παλιού χρησµού που έλεγε πως η καταστροφή θα ερχόταν από τη θάλασσα. Όταν τα πλοία ετοιµάστηκαν, ξεκίνησε ο Πάρης µε κατεύθυνση το παλάτι του Μενέλαου στη Σπάρτη.

    Φτάνοντας εκεί, ο Μενέλαος τον υποδέχτηκε θερµά και µε όλες τις τιµές που προβλέπονταν από τους κανόνες της φιλοξενίας. ∆έκα µέρες αργότερα όµως αναγκάστηκε ο Μενέλαος να πάει στην Κρήτη, για να κηδέψει τον παππού του, τον Κατρέα. Πριν φύγει, έδωσε την εντολή στη γυναίκα του να φροντίσει τους ξένους όσο γίνεται καλύτερα. Χωρίς να την εµποδίζει τίποτα πια, εκπλήρωσε η Αφροδίτη την υπόσχεσή της στον Πάρη. Εκµεταλλευόµενος ο Πάρης την απουσία του Μενέλαου έβαλε την Ελένη στα καράβια του, παίρνοντας µαζί του και µεγάλο µέρος των θησαυρών του παλατιού, καθώς και µερικές δούλες της Ελένης (ανάµεσά τους τη µητέρα του Θησέα Αίθρα και την αδερφή του συντρόφου του Θησέα Πειρίθου, την Κλυµένη ) κι έφυγε.

    Η Ελένη εγκατέλειψε στο παλάτι την εννιάχρονη κόρη της, την Ερµιόνη. Το ταξίδι του γυρισµού στην Τροία δεν ήταν όµως τόσο εύκολο για τον Πάρη και τη συνοδεία του. Οδηγηµένα τα πλοία από κακοκαιρίες, που έστειλε η Ήρα, έφτασαν στη Σιδώνα αρχικά. Κατόπιν κρύφτηκαν για αρκετό καιρό στην Κύπρο και στη Φοινίκη, γιατί δεν ήξεραν αν τους κυνηγούν. Μετά από αρκετές περιπέτειες έφτασαν ωστόσο στην Τροία, όπου ο Πάρης επισηµοποίησε τη σχέση του µε την Ελένη.

  • 10

    Γυρίζοντας ο Μενέλαος, που είχε ειδοποιηθεί από την Ίριδα, στο παλάτι του, το βρήκε άδειο όχι µόνο από γυναίκα αλλά και από τα υπάρχοντά του. Η παραβίαση των πατροπαράδοτων νόµων της φιλοξενίας και η εξύβριση του Μενέλαου από τον Πάρη προκάλεσε την οργή και την αγανάκτηση και του ίδιου του Μενέλαου και του αδερφού του του Αγαµέµνονα, στον οποίο αµέσως προσέφυγε. Μόλις ξεπέρασαν την πρώτη έκπληξη, έστειλαν πρεσβεία στην Τροία, απαιτώντας από το βασιλιά της τον Πρίαµο να τους δώσει και την κλεµµένη γυναίκα αλλά και τους θησαυρούς που είχαν αρπαχτεί από το παλάτι του Μενέλαου. Η πρεσβεία γύρισε άπραχτη, καθώς ο Πρίαµος αρνήθηκε κατηγορηµατικά, θέλοντας προφανώς να κάνει το χατίρι του γιου του. Όταν η προσπάθειά τους αυτή δεν ευδοκίµησε, κατάλαβαν ότι δεν είχαν άλλη επιλογή από τον πόλεµο.

  • 11

    Συγκέντρωση των ελληνικών δυνάµεων

    ρχισε να στέλνει λοιπόν ο Αγαµέµνονας απεσταλµένους στους άλλοτε µνηστήρες της Ελένης υπενθυµίζοντάς τους τον όρκο που είχαν δώσει στον Τυνδάρεο και επιπλέον χρησιµοποιώντας το επιχείρηµα ότι κανείς από τους

    Έλληνες βασιλιάδες δε θα µπορούσε στο µέλλον να είναι σίγουρος για τη γυναίκα του, αν η τιµωρία του βέβηλου δεν ήταν παραδειγµατική. Πάντως είναι γεγονός ότι ο Αγαµέµνονας εξανάγκασε αρκετούς να µετάσχουν στην εκστρατεία κατά της Τροίας, καθώς ήταν ο ισχυρότερος µεταξύ των Ελλήνων ηγεµόνων. Υπήρχε άλλωστε και η Ήρα, που δεν εννοούσε να ξεχάσει την προσβολή που της έγινε στον αγώνα οµορφιάς και ήθελε οπωσδήποτε να εκδικηθεί τον Πάρη για την επιλογή του. Ταυτόχρονα, ο ίδιος ο Μενέλαος πήγε προσωπικά στην Πύλο για να εκθέσει το πρόβληµα και τις προθέσεις του στον πιο ηλικιωµένο βασιλιά, τον Νέστορα, και στο γιο του, τον Αντίλοχο. Εκείνοι δέχτηκαν αµέσως να τον ακολουθήσουν και κίνησαν όλοι µαζί, µε τη συνοδεία του Παλαµήδη, για την Ιθάκη, για να πείσουν το βασιλιά της, τον Οδυσσέα, να εκστρατεύσει κι αυτός µαζί τους.

    Ο Οδυσσέας, που δεν είχε δεσµευτεί µε όρκο, ήθελε µε κάθε τρόπο να κρατηθεί µακριά από την πρόσκληση αυτή, γιατί ο µάντης Αλιθέρσης του είχε προφητέψει ότι, αν ακολουθούσε, θα ξαναγύριζε στο σπίτι του µόνο ύστερα από είκοσι ολόκληρα χρόνια και µετά από πολλές περιπέτειες. Προσπαθώντας λοιπόν να αποφύγει τη συµµετοχή του στην εκστρατεία, προσποιήθηκε τον τρελό. Φτάνοντας οι άλλοι αρχηγοί στο σπίτι του, τον βρήκαν να έχει ζέψει στο άροτρό του ένα βόδι κι ένα άλογο, να φορά ο ίδιος ένα σκουφί στο

  • 12

    κεφάλι, παρουσιάζοντας µια µάλλον αναξιοπρεπή εικόνα του εαυτού του. Και σαν να µην έφταναν όλα αυτά, έριχνε στο αυλάκι αλάτι αντί για σπόρο. Ο Παλαµήδης ωστόσο δεν ξεγελάστηκε από το τέχνασµα του Οδυσσέα και για να αποκαλύψει την προσποίησή του και στους άλλους, τοποθέτησε το µικρό Τηλέµαχο µπροστά στο άροτρο. Ο Οδυσσέας αναγκάστηκε να σταµατήσει τα ζώα και να υποσχεθεί ότι θα τους ακολουθούσε. Τον Παλαµήδη όµως δεν τον συγχώρεσε ποτέ και τελικά το µίσος αυτό που του είχε ο Οδυσσέας το πλήρωσε ο Παλαµήδης µε τη ζωή του.

    Σειρά είχε τώρα ο Αχιλλέας. Η µητέρα του, η Θέτιδα, σαν θεά που ήταν, ήξερε ότι αν πάει στον πόλεµο, δε θα ξαναγυρίσει. Γι' αυτό τον έστειλε σε ηλικία εννιά χρονών στη Σκύρο, στο βασιλιά Λυκοµήδη, να µεγαλώσει µε τις κόρες του στο γυναικωνίτη του παλατιού. Ντυνόταν γυναικεία και ήταν γνωστός µε τον όνοµα Πύρρα, επειδή ήταν ξανθός. Κατά την παραµονή του εκεί ερωτεύτηκε µια βασιλοπούλα, τη ∆ηιδάµεια, που του χάρισε ένα γιο, τον Νεοπτόλεµο . Η παρουσία του Αχιλλέα στην αυλή του Λυκοµήδη δεν ήταν εξακριβωµένη, η συµµετοχή του όµως στην εκστρατεία ήταν απαραίτητη, γιατί υπήρχε ο χρησµός πως χωρίς τον Αχιλλέα η Τροία δε θα έπεφτε στα χέρια των Αχαιών.

    Έτσι, κίνησε ο Οδυσσέας για τη Σκύρο, για να διαπιστώσει αν πράγµατι κρυβόταν ο Αχιλλέας εκεί. Πήρε µαζί του και γυναικεία φορέµατα και κοσµήµατα, κάτω από τα οποία είχε κρύψει µια ασπίδα κι ένα σπαθί. Με την πρόφαση ότι ήθελε να προσφέρει δώρα στις βασιλοπούλες, πέρασε στα διαµερίσµατα των γυναικών. Κι ενώ οι κόρες του Λυκοµήδη περιεργάζονταν τα δώρα τους, έβαλε να ηχήσουν σάλπιγγες σαν να ήταν να γίνει µάχη. Τότε ο Αχιλλέας έχοντας το ένστικτο του πολεµιστή, άδραξε τα όπλα που υπήρχαν µέσα στα φορέµατα. Με την κίνησή του αυτή αποκαλύφθηκε και αναγκάστηκε να τους ακολουθήσει και να πάρει µέρος στην εκστρατεία επικεφαλής των Μυρµιδόνων

    ∆ύο από τους Αχαιούς βασιλιάδες στάθηκαν ωστόσο πιο τυχεροί στην προσπάθειά τους να αποφύγουν τον πόλεµο. Ο Εχέπωλος από τη Σικυώνα χάρισε στον Αγαµέµνονα µια ξακουστή φοράδα, την Αίθη. Σε αντάλλαγµα ο βασιλιάς των Μυκηνών δεν τον πίεσε να έρθει µαζί του. Ένας άλλος πάλι, ο βασιλιάς της Κύπρου Κινύρας, υποσχέθηκε στους απεσταλµένους του Αγαµέµνονα πενήντα καράβια πλήρως επανδρωµένα. Όταν όµως ήρθε η ώρα να

  • 13

    εκπληρώσει την υπόσχεσή του, έστειλε µόνο ένα καράβι και µαζί µ' αυτό σαράντα εννιά πήλινα καραβάκια µε κούκλους αντί για ναύτες. Καθώς πλησίαζε η ώρα της συγκέντρωσης του στρατού απ' όλα τα µέρη της Ελλάδας, ο Αγαµέµνονας ζήτησε, όπως συνηθιζόταν, χρησµό από το µαντείο των ∆ελφών για τις προοπτικές της εκστρατείας. Η απάντηση που έλαβε ήταν πως, όταν οι πιο αντρειωµένοι από τους αρχηγούς των Αχαιών µαλώσουν µεταξύ τους, αυτό θα είναι καλό σηµάδι για την έκβαση του πολέµου.

  • 14

    Η αναχώρηση Αυλίδα της Βοιωτίας, που βρισκόταν στο στενό του Ευρίπου, ορίστηκε ως τόπος συγκέντρωσης του στρατού των Αχαιών. Η προσέλευση των 100.000 ή σύµφωνα µε άλλους 135.000 ανδρών και των 1.186 πλοίων ολοκληρώθηκε περίπου δυο χρόνια µετά την απαγωγή της

    Ελένης. Μόλις συγκεντρώθηκαν όλοι, αποφάσισαν να προσφέρουν θυσίες στους θεούς. Καθώς όµως θυσίαζαν κάτω από ένα µεγάλο πλάτανο, πετάχτηκε ένα φίδι από το βωµό, ανέβηκε σ' ένα από τα πιο ψηλά κλαδιά του πλάτανου και φτάνοντας σε µια φωλιά µε οκτώ νεογέννητα σπουργίτια, άρχισε να τα τρώει. Εκείνα νιώθοντας τον επικείµενο χαµό τους, τιτίβιζαν απελπισµένα, ενώ η µητέρα τους φτερούγιζε ολόγυρα ανίκανη να σταµατήσει το χαµό των παιδιών της. Αφού το φίδι κατασπάραξε τα πουλάκια το ένα µετά το άλλο, άρπαξε και τη µητέρα τους και την έφαγε κι αυτή. Αµέσως µετά το φίδι πέτρωσε. Το περιστατικό αυτό το εξέλαβαν οι Αχαιοί ως θεϊκό σηµάδι και ανέλαβε να το ερµηνεύσει ο µάντης Κάλχας, λέγοντας ότι τα εννιά πουλιά που έφαγε το φίδι ήταν τα εννιά χρόνια που θα χρειαστεί να πολεµήσουν µπροστά στα τείχη της Τροίας. Στο δέκατο χρόνο η πόλη θα γινόταν δική τους.

    Μετά την ολοκλήρωση των θυσιών µπήκαν οι Αχαιοί στα καράβια τους και ξεκίνησαν για την Τροία. Επειδή όµως δεν ήξεραν το δρόµο, αποβιβάστηκαν στη Μυσία βασιλιάς της οποίας ήταν ο Τήλεφος, ο γιος του Ηρακλή. Έχοντας την εντύπωση ωστόσο ότι βρίσκονταν στο σωστό µέρος, επιδόθηκαν σε λεηλασίες και καταστροφές. Ο Τήλεφος δεν αδράνησε και αντεπιτέθηκε µε το στρατό του. Στη µάχη που ακολούθησε σκοτώθηκαν πολλοί. Τραυµατίστηκε µάλιστα και ο ίδιος ο Τήλεφος, όταν υποχωρώντας µπροστά στη θέα του Αχιλλέα µπλέχτηκε σ' ένα κλήµα αµπελιού κι έπεσε. Τότε τον πρόλαβε ο Αχιλλέας και τον πλήγωσε µε το κοντάρι, που του είχε δώσει ο Κένταυρος Χείρωνας, στο µηρό. Αν και τραυµατισµένος ο Τήλεφος, κατάφερε να απωθήσει τους Αχαιούς και τους ανάγκασε να µπουν στα καράβια τους και να φύγουν. Μόλις αποµακρύνθηκαν από τη στεριά, δυνατή κακοκαιρία σκόρπισε τα πλοία τους και αναγκαστικά γύρισε ο καθένας στον τόπο του όπως µπορούσε.

  • 15

    Η ανασυγκρότηση των δυνάµεων ρειάστηκαν άλλα οκτώ χρόνια, για να µπορέσουν να ανασυγκροτήσουν τις δυνάµεις τους οι Αχαιοί και να ξανασυγκεντρωθούν. Το τραύµα που είχε προκαλέσει ο Αχιλλέας µε το κοντάρι του στο µηρό του Τήλεφου δε

    γιατρευόταν. Ο Τήλεφος ζήτησε χρησµό από το µαντείο του Απόλλωνα στη Λυκία και πήρε την απάντηση πως αυτός που τον είχε πληγώσει θα τον θεράπευε. Γνωρίζοντας ότι είχε πληγωθεί από τον Αχιλλέα, ο Τήλεφος ξεκίνησε για την Ελλάδα. Για να µην τον αναγνωρίσουν όµως, ντύθηκε ζητιάνος. Και πραγµατικά έφτασε στο Άργος, όπου συναντήθηκε αρχικά µε τη γυναίκα του Αγαµέµνονα, την Κλυταιµνήστρα, και της ζήτησε να του δώσουν την πιο ταπεινή δουλειά στο παλάτι.

    Εκείνο τον καιρό µάλιστα ήταν µαζεµένοι στο Άργος οι Έλληνες ηγεµόνες και προσπαθούσαν να αποφασίσουν, αν έπρεπε να εκστρατεύσουν ξανά κατά της Τροίας ή όχι. Ο Μενέλαος από τη µια επέµενε πως η τιµωρία των Τρώων ήταν απαραίτητη, γιατί οι Έλληνες, καθώς έλεγε, δεν έπρεπε να επιτρέψουν στους βαρβάρους να τους φέρονται όπως στους δούλους τους. Ο Αγαµέµνονας από την άλλη φοβόταν την πιθανότητα µιας δεύτερης άκαρπης προσπάθειας, καθώς εξακολουθούσαν να αγνοούν την ακριβή θέση της Τροίας. Οι γνώµες των άλλων αρχηγών µοιράζονταν ανάµεσα στις δυο αυτές απόψεις. Κανείς δεν έκρυβε ωστόσο το µίσος του για τον Τήλεφο, εξαιτίας του οποίου η πρώτη εκστρατεία είχε λήξει τόσο άδοξα.

    Βλέποντας ο Τήλεφος ότι οι Αχαιοί δεν τον συµπαθούσαν ιδιαίτερα, θέλησε να προετοιµάσει το έδαφος για την επικείµενη αποκάλυψή του. Παρουσιάστηκε στους Αχαιούς ως φτωχός ζητιάνος που δε συµπαθούσε τους Μυσούς, γιατί όταν προσάραξε στη χώρα τους, του επιτέθηκαν, του άρπαξαν τη βάρκα και τον πλήγωσαν. Από την άλλη, είπε, δεν πρέπει να παραγνωρίζει κανείς πώς ό,τι έκαναν ο Τήλεφος και οι Μυσοί, θα το έκανε κάθε λαός υπερασπιζόµενος τη χώρα του από ξένους εισβολείς. Παρά τη ρητορική του ικανότητα, η πραγµατική του ταυτότητα αποκαλύφθηκε και ο κίνδυνος για τη ζωή του ήταν άµεσος. Τότε εκείνος για να σωθεί, άρπαξε το µικρό Ορέστη, το γιο του Αγαµέµνονα, και κάθισε ικέτης στο βωµό του ∆ία. Οι Αχαιοί εξάλλου δεν µπορούσαν να τον σκοτώσουν, γιατί υπήρχε χρησµός που έλεγε πως ο Τήλεφος θα τους οδηγούσε στην Τροία. Για το λόγο αυτόν και µετά τη µεσολάβηση της Κλυταιµνήστρας επήλθε

  • 16

    η συµφιλίωση του Τήλεφου µε τους Αχαιούς, που χάρηκαν ιδιαίτερα, όταν τους µίλησε για την ελληνική καταγωγή του.

    Ο Αχιλλέας όµως εξακολουθούσε να αρνείται να του γιατρέψει την πληγή. Τότε ο Οδυσσέας έδωσε για µια ακόµη φορά τη λύση λέγοντας πως ο Τήλεφος είχε πληγωθεί από το κοντάρι του Αχιλλέα κι όχι από τον Αχιλλέα. Έξυσε λοιπόν λίγη σκουριά από το κοντάρι πάνω στο τραύµα και ο Τήλεφος θεραπεύτηκε. Για να ευχαριστήσει τους Αχαιούς που τον γιάτρεψαν, ο Τήλεφος δέχτηκε να τους δείξει το δρόµο για την Τροία. Αρνήθηκε ωστόσο κατηγορηµατικά να λάβει και ο ίδιος µέρος σ' αυτήν λέγοντας πώς η σύζυγός του, η Λαοδίκη, ήταν κόρη του Πρίαµου και δεν επιθυµούσε να επιτεθεί στην πόλη από την οποία καταγόταν η γυναίκα του.

  • 17

    Η θυσία της Ιφιγένειας στην Αυλίδα νωρίζοντας πια το δρόµο για την Τροία, το βασικότερο εµπόδιο για την πραγµατοποίηση της εκστρατείας είχε

    ξεπεραστεί. Τα προβλήµατα ωστόσο δεν έλειψαν ως την τελευταία στιγµή. Αν και ο στρατός είχε µαζευτεί πάλι στην Αυλίδα και οι τελευταίες προετοιµασίες για την εκστρατεία

    είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί, για µεγάλο χρονικό διάστηµα δεν παρουσιαζόταν ο κατάλληλος καιρός για ν' ανοίξουν πανιά. Γι' αυτό ο Αγαµέµνονας έκανε τάµα στη θεά Άρτεµη το πιο όµορφο γέννηµα εκείνης της χρονιάς. Η Άρτεµη φάνηκε αρχικά να αποδέχεται την προσφορά του Αγαµέµνονα. Μια µέρα ωστόσο βγήκε ο βασιλιάς για κυνήγι και ανυποψίαστος µπήκε σ' ένα άλσος που ήταν αφιερωµένο στην Άρτεµη. Εκεί ξετρύπωσε ένα ελαφάκι πανέµορφο. Χωρίς να διστάσει, σκότωσε το ιερό ζώο και επιπλέον καυχήθηκε πως και η ίδια η Άρτεµη δε θα µπορούσε να σώσει το ζώο από την καταπληκτική ευστοχία του. Μετά την ανόσια αυτή πράξη επικράτησε πλήρης άπνοια και ο στρατός άρχισε να ανυποµονεί. Ο Κάλχας, ο µάντης του στρατού, αποκάλυψε ότι υπαίτιος της οργής της θεάς ήταν ο Αγαµέµνονας και ότι έπρεπε να θυσιαστεί η πρωτότοκη κόρη του στο βωµό της για να την εξευµενίσουν.

    Βέβαια ο Αγαµέµνονας θα προτιµούσε να ξεχάσουν την εκστρατεία και να γυρίσουν στα σπίτια τους, αλλά η επιµονή του στρατεύµατος, που ήθελε να δράσει, ήταν ισχυρότερη από τις δικές του επιθυµίες. Πώς όµως θα ξεγελούσε την κόρη του την Ιφιγένεια; Πόσο µάλλον τη γυναίκα του την Κλυταιµνήστρα; Μετά από προτροπή µάλλον του Οδυσσέα αποφάσισε να την καλέσει στην Αυλίδα για να παντρευτεί µε τον Αχιλλέα τάχα. Και πράγµατι ήρθε η Ιφιγένεια στην Αυλίδα µαζί µε τη µητέρα της και τον αδερφό της τον Ορέστη. Γρήγορα όµως έµαθαν τον πραγµατικό λόγο, για τον οποίο τους κάλεσαν. Οργισµένος ο Αχιλλέας που είχαν κάνει χρήση του ονόµατός του για τέτοιο σκοπό και µάλιστα χωρίς καν να τον έχουν ρωτήσει, προσπαθεί µε κίνδυνο της ζωής του να αποτρέψει τους Αχαιούς από µια τέτοια πράξη.

    Η προσπάθειά του αυτή όµως δεν έφερε αποτέλεσµα. Τελικά η Ιφιγένεια αποφασίζει να προσφέρει τον εαυτό της και προχωρεί µόνη της στο βωµό µε το στήθος της γυµνό, για να δεχτεί το µαχαίρι από το χέρι του θύτη Κάλχα. Όλοι γυρίζουν τα πρόσωπά τους αλλού ή τα σκεπάζουν για να µη δουν τι θα επακολουθήσει. Μόνο ο Κάλχας

  • 18

    βλέπει το θαύµα που γίνεται τη στιγµή ακριβώς της σφαγής. Στη θέση της Ιφιγένειας είχε βάλει η θεά ένα ελάφι, λίγο πριν το µαχαίρι χτυπήσει το σώµα της νέας. Και το ελάφι αυτό είναι που τελικά θυσιάζεται για να εξασφαλιστεί η εύνοια της θεάς. Και η θυσία έχει γίνει αποδεκτή. Τώρα τίποτα δεν µπορούσε να σταµατήσει τους Αχαιούς. Ο στόλος τους µπορεί πια να αποπλεύσει από την Αυλίδα. Όσο για την Ιφιγένεια, η θεά τη µετέφερε στη χερσόνησο της Ταυρικής (στη σηµερινή Κριµαία) και την έκανε ιέρεια στον εκεί ναό της.

  • 19

    Πανιά για την Τροία

    στόλος των Αχαιών στο ταξίδι για την Τροία σταµάτησε στη ∆ήλο, όπου οι Αχαιοί συνάντησαν το βασιλιά του νησιού και ιερέα του πατέρα του, Απόλλωνα, τον Άνιο. Η µητέρα του, η Ροιώ, κλείστηκε για τιµωρία σε µια κασέλα και

    ρίχτηκε στη θάλασσα από τον πατέρα της, τον Στάφυλο, όταν εκείνος έµαθε πως ήταν έγκυος. Τελικά η Ροιώ βγήκε σ' ένα ακρογιάλι της Εύβοιας, όπου γέννησε ένα γιο. Τον ονόµασε Άνιο, για να θυµάται όσα πέρασε για χάρη του. Αφού ο θεός πατέρας του τον έφερε στη ∆ήλο, παντρεύτηκε τη ∆ωρίππη, που του χάρισε τρεις κόρες, την Οινώ, τη Σπερµώ και την Ελαΐδα. Οι κόρες αυτές, γνωστές ως Οινότροποι, είχαν πάρει από τον παππού τους, τον ∆ιόνυσο, το χάρισµα να µετατρέπουν το χώµα που άγγιζαν η πρώτη σε κρασί, η δεύτερη σε γέννηµα και η τρίτη σε λάδι. Ο Άνιος λοιπόν πρότεινε στους Αχαιούς να µείνουν στη ∆ήλο, γιατί, σαν µάντης που ήταν, ήξερε ότι το κάστρο της Τροίας θα έπεφτε µετά από 10 χρόνια. Τη διατροφή του στρατού θα την αναλάµβαναν οι κόρες του. Οι Αχαιοί αρνήθηκαν την ευγενική προσφορά του βασιλιά της ∆ήλου, απέσπασαν ωστόσο την υπόσχεσή του να τους στείλει τις κόρες του, αν τυχόν τους έλειπαν οι τροφές στη διάρκεια της πολιορκίας.

    Επόµενος σταθµός στο ταξίδι τους ήταν το νησί Χρύση, πάνω στο οποίο είχε ιδρύσει ο Ιάσονας βωµό για τη θεά Χρύση. Η θεά αυτή φύλαγε τον Ελλήσποντο και έπρεπε οι Αχαιοί να την εξευµενίσουν. Την ακριβή θέση του νησιού την ήξερε µόνο ο Φιλοκτήτης, ο γιος του Ποίοντα και της ∆ηµώνασσας, που είχε ακολουθήσει τον Ιάσονα στην Αργοναυτική εκστρατεία. Μόλις όµως έφτασαν εκεί οι Αχαιοί και άρχισαν τη θυσία, ένα φίδι δάγκωσε τον Φιλοκτήτη στο πόδι. Η πληγή κακοφόρµισε και ανέδινε τόση κακοσµία, που δεν µπορούσε κανείς να την ανεχτεί. Με προτροπή του Οδυσσέα τον έβγαλαν τελικά

  • 20

    στη Λήµνο, ενώ κοιµόταν αποκαµωµένος, και τον άφησαν εκεί ολοµόναχο. Αρχηγός των επτά πλοίων του Φιλοκτήτη έγινε τότε ο νόθος γιος του Οϊλέα, ο Μέδοντας.

    Λίγο πριν φτάσουν στην Τροία, οι Αχαιοί άραξαν στο νησί Τένεδος για να ξεκουραστούν. Ο βασιλιάς του νησιού Τένης, γιος µάλλον του Απόλλωνα, είχε όµως άλλη γνώµη και άρχισε να τους ρίχνει βράχους. Τότε ο Αχιλλέας τον σκότωσε µε το σπαθί του, ξεχνώντας τη συµβουλή της µητέρας του να µη σκοτώνει γιους του Απόλλωνα. Στη συνέχεια κυνήγησε την αδερφή του Τένη, την Ηµιθέα, εκείνη όµως κρύφτηκε µέσα στη γη. Τελικά αποβιβάστηκαν όλοι οι Αχαιοί στο νησί και ο Αγαµέµνονας οργάνωσε µεγάλο συµπόσιο προς τιµή των Αχαιών ηγεµόνων. ∆εν κάλεσε όµως τον Αχιλλέα από τους πρώτους κι εκείνος παρεξηγήθηκε και απειλούσε να τα µαζέψει και να γυρίσει στην Ελλάδα. Οι άλλοι αρχηγοί προσπάθησαν να εξοµαλύνουν τα πράγµατα, ενώ ο Οδυσσέας θέλησε να τον φέρει στο φιλότιµο λέγοντας ότι στην πραγµατικότητα φοβόταν τον Έκτορα. Τελικά, µε την παρέµβαση της Θέτιδας, συµφιλιώθηκε µε τον Αγαµέµνονα.

    Σύντοµα όµως ξέσπασε νέα ζωηρή φιλονικία ανάµεσα στον Αχιλλέα και στον Οδυσσέα, για τον τρόπο µε τον οποίο θα έπαιρναν την Τροία. Ο ένας µιλούσε για παλικαριά, ο άλλος για δόλο. Ο Αγαµέµνονας τους άκουγε και χαιρόταν, γιατί θυµήθηκε το δελφικό χρησµό ότι η φιλονικία µεταξύ των αντρειωµένων θα ήταν καλό σηµάδι για την έκβαση του πολέµου.

  • 21

    Άφιξη στην Τροία - Πρώτες µάχες και διαπραγµατεύσεις

    φήνοντας πίσω τους το νησί Τένεδος οι Αχαιοί έφτασαν επιτέλους στο ακρογιάλι της Τροίας. Κανείς τους όµως δεν τολµούσε να αποβιβαστεί και να πατήσει το πόδι του στην τρωική γη, γιατί όλοι ήξεραν την προφητεία της Θέτιδας

    ότι ο πρώτος Αχαιός που θα πατούσε τη γη της Τροίας θα πέθαινε αµέσως. Ο Οδυσσέας, πολυµήχανος όπως πάντα, πέταξε την ασπίδα του και µετά πήδηξε πάνω της. Ξεθαρρεύοντας ο αρχηγός των Θεσσαλών, ο Πρωτεσίλαος, πήδηξε δεύτερος νοµίζοντας ότι ο χρησµός θα επαληθευόταν µε το θάνατο του Οδυσσέα.

    Ο Πρωτεσίλαος πολέµησε γενναία και σκότωσε αρκετούς από τους Τρώες που είχαν µαζευτεί για να δυσκολέψουν τους Αχαιούς κατά την αποβίβαση.

    Λίγο αργότερα όµως έπεσε νεκρός από το χέρι του Έκτορα, για να επαληθευτεί ο χρησµός που σωστά είχε ερµηνεύσει ο Οδυσσέας. Ο θάνατος του Πρωτεσίλαου λύπησε πολύ τους Αχαιούς, γιατί ήταν σ' όλους γνωστό πως ο Πρωτεσίλαος έφυγε για την Τροία την επόµενη µέρα του γάµου του. Ωστόσο οι Αχαιοί δεν πτοήθηκαν από το θλιβερό αυτό γεγονός.

    Η µάχη βρισκόταν τώρα σε πλήρη εξέλιξη, καθώς οι Αχαιοί προσπαθούσαν µε όλες τους τις δυνάµεις να δηµιουργήσουν προγεφυρώµατα στην ακρογιαλιά, για να πραγµατοποιήσουν την απόβασή τους. Πρωτοστατούσε ο Αχιλλέας, που σε κάποια στιγµή θα βρεθεί αντιµέτωπος µε τον Κύκνο, το γιο του Ποσειδώνα και της Καλύκης, ο οποίος είχε πάρει το χάρισµα από τον πατέρα του να µην πληγώνεται από χάλκινο όπλο. Τελικά ο Αχιλλέας κατάφερε να τον σκοτώσει χτυπώντας τον µε µια πέτρα στο κεφάλι. Βλέποντας οι Τρώες τον Κύκνο να πέφτει νεκρός πανικοβλήθηκαν, υποχώρησαν άτακτα και κλείστηκαν στην Τροία. Τότε οι Αχαιοί αποβιβάστηκαν µε την ησυχία τους και στρατοπέδευσαν προς τη µεριά του Ελλήσποντου. Για να µη σαπίσουν τα πλοία τους, τα έβγαλαν στη στεριά.

  • 22

    Αφού ολοκλήρωσαν την εγκατάστασή τους και θέλοντας µέχρι την τελευταία στιγµή ν' αποφύγουν τον πόλεµο, οι Αχαιοί έστειλαν πρεσβεία στην Τροία σε µια ύστατη προσπάθεια να επιτευχθεί ειρηνική λύση του προβλήµατος. Την πρεσβεία αποτελούσαν ο Μενέλαος µε τον Οδυσσέα. Τους δυο Αχαιούς φιλοξένησε ο δηµογέροντας της Τροίας Αντήνορας, που είχε την άποψη ότι το δίκιο ήταν µε το µέρος των Αχαιών. Όταν τελικά παρουσιάστηκε η πρεσβεία των Αχαιών στη συνέλευση των Τρώων, ζήτησε από αυτούς να επιστρέψουν στο δικαιούχο την Ελένη και όλους τους θησαυρούς που είχε αρπάξει ο Πάρης από το παλάτι του Μενέλαου. Τα αιτήµατα αυτά συνάντησαν την κατηγορηµατική απόρριψη από τον Πάρη, ο οποίος είχε δωροδοκήσει έναν από τους σηµαντικότερους δηµογέροντας της Τροίας, τον Αντίµαχο, για να υποστηρίξει τις δικές του θέσεις.

    Παίρνοντας λοιπόν το λόγο ο Αντίµαχος πρότεινε να µην ικανοποιήσουν τα αιτήµατα των Αχαιών και να εκτελέσουν τους δυο απεσταλµένους που ήταν παρόντες.

    Ο κίνδυνος για τη ζωή του Μενέλαου και του Οδυσσέα ήταν άµεσος. Από τη δύσκολη θέση τους έβγαλε ο Αντήνορας, που τους φυγάδευσε κρυφά. Και βέβαια το συµπέρασµα που έβγαλαν οι Αχαιοί από αυτή την προσπάθεια για συµβιβασµό, ήταν ότι δεν υπήρχε άλλη λύση από τον πόλεµο.

  • 23

    Η πολιορκία

    ετά την αποτυχηµένη προσπάθεια για ειρήνη, οργάνωσαν οι Αχαιοί την πολιορκία της Τροίας που δεν ήταν τόσο ασφυκτική ώστε να µην µπορούν οι κάτοικοι της πόλης να πηγαίνουν στα χτήµατά τους ή να

    ασχολούνται µε τις όποιες άλλες αγροτικές ή κτηνοτροφικές εργασίες τους έξω από τα τείχη. Βέβαια έπρεπε να είναι πάντα προσεχτικοί, γιατί, αν έπεφταν στα χέρια των Αχαιών, τους περίµενε ο θάνατος ή η αιχµαλωσία. Έτσι σε κάποια ενέδρα συνέλαβε ο Αχιλλέας τον Λυκάονα, νόθο γιο του Πρίαµου, όταν εκείνος πήγε στα χτήµατα του πατέρα του. Ο Αχιλλέας του χάρισε τη ζωή, τον έδωσε όµως στον Πάτροκλο για να τον πουλήσει στο σκλαβοπάζαρο της Λήµνου.

    Αυτός τον πούλησε στον Εύηνο, το γιο του Ιάσονα, για ένα µεγάλο ασηµένιο κρατήρα. Τελικά τον εξαγόρασε ο φίλος του ο Ηετίωνας από την Ίµβρο, πληρώνοντας πολλά λύτρα.

    Σε κάποια άλλη στιγµή είχε στήσει ο Αχιλλέας ενέδρα σε µια πηγή. Εκεί πλησίασαν ο Τρωίλος, ο µικρότερος γιος του Πρίαµου, για να ποτίσει το άλογό του, και η Πολυξένη, η αδερφή του, για να πάρει νερό. Ο Αχιλλέας πετάχτηκε τότε µπροστά τους και τα δυο παιδιά τροµαγµένα το έβαλαν στα πόδια. Πήρε ο Αχιλλέας στο κυνήγι τον Τρωίλο και, παρόλο που ήταν πεζός, τον πρόλαβε και τον γκρέµισε από το άλογο. Τον πήγε στο ναό του Θυµβραίου Απόλλωνα, εκεί όπου σύµφωνα µ' ένα µύθο απέκτησαν το χάρισµα της µαντικής η Κασσάνδρα και ο Έλενος, και τον αποκεφάλισε. Την προσπάθεια του

  • 24

    παιδιού να ξεφύγει την είχαν δει από τα τείχη ο δηµογέροντας Αντήνορας και ένας από τους σκοπούς, ο Πολίτης, γιος του Αντήνορα, ο οποίος έτρεξε µε άλλους Τρώες για να τον σώσουν. Ήταν όµως ήδη πολύ αργά. Όταν έφτασαν κοντά στον Αχιλλέα, εκείνος τους πέταξε το κοµµένο κεφάλι. Τότε οι Τρώες θέλησαν να τον εκδικηθούν για τη βάρβαρη πράξη του, γλίτωσε όµως µε την παρέµβαση των θεών.

    Αναφέρεται επίσης ότι ο Αχιλλέας εξέφρασε την επιθυµία να δει από κοντά τη γυναίκα, για χάρη της οποίας πολεµούσε, δηλαδή την Ελένη. Ήταν άλλωστε ο µόνος από τους Αχαιούς ηγεµόνες που δεν την είχε δει. Μαθαίνοντας την επιθυµία του αυτή η µητέρα του η Θέτιδα ήρθε σε συνεννόηση µε την Αφροδίτη και η συνάντηση πραγµατοποιήθηκε χωρίς να το αντιληφθούν ούτε οι Αχαιοί ούτε οι Τρώες. ∆εν είναι γνωστό τι ειπώθηκε και τι έγινε σ' αυτή τη συνάντηση, πάντως το πιο πιθανό είναι να έµεινε και ο Αχιλλέας έκθαµβος από την οµορφιά της.

    Από το περιθώριο των πολεµικών επιχειρήσεων δεν έλειπαν, καθώς φαίνεται, και διάφορα παιχνίδια, για να διασκεδάζουν κάπως οι πολεµιστές. Έτσι, σε µια ανάπαυλα της µάχης, κάθισαν ο Αχιλλέας και ο Αίας για να ξεκουραστούν και άρχισαν να παίζουν πεντάγραµµα, ένα παιχνίδι που είχε επινοήσει µάλλον ο πολύ εφευρετικός Παλαµήδης για την ψυχαγωγία του ελληνικού εκστρατευτικού σώµατος και το οποίο παιζόταν µε µετακινούµενους πεσσούς πάνω σε πέντε γραµµές. Είχαν απορροφηθεί οι δυο ήρωες τόσο πολύ από το παιχνίδι τους, ώστε δεν αντιλήφθηκαν ότι τους πλησίαζαν οι Τρώες. Τελικά κατάφεραν ν' αµυνθούν µε την παρέµβαση της Αθηνάς.

  • 25

    Οι δυσκολίες αρχίζουν

    τη διάρκεια του ένατου χρόνου του πολέµου ξέσπασαν ταραχές στις τάξεις του στρατού των Αχαιών. Η αφορµή

    δόθηκε, όταν άρχισαν να τους λείπουν τα τρόφιµα.

    Τα αίτια όµως ήταν βαθύτερα. Η νοσταλγία για την πατρίδα φούντωνε µέσα στις καρδιές τους, ενώ είχαν αρχίσει πια να κουράζονται από έναν πόλεµο χωρίς τέλος. Οι προσπάθειες του αρχιστράτηγου Αγαµέµνονα να αποτρέψει το χειρότερο δεν ευδοκίµησαν και οι Αχαιοί κατέβηκαν στην παραλία να ρίξουν τα πλοία στη θάλασσα για να φύγουν. Τους σταµάτησε όµως ο Αχιλλέας.

    Και για να εκλείψει η κύρια αφορµή των ταραχών, δηλαδή η έλλειψη τροφίµων, έστειλαν οι Αχαιοί µετά από ανάλογη πρόταση του Νέστορα τον Παλαµήδη στο νησί ∆ήλος, για να φέρει τις κόρες του βασιλιά και ιερέα του Απόλλωνα του Άνιου, τις Οινοτρόπους, που είχαν τη θαυµατουργή ικανότητα να µετατρέπουν το χώµα σε τροφή όπως είδαµε και πιο πριν.

  • 26

    Επιδροµές τα προηγούµενα χρόνια εξασφάλιζαν οι Αχαιοί ηγεµόνες τα απαραίτητα εφόδια για το στρατό τους κάνοντας µικρές εκστρατείες και επιδροµές σε πόλεις που βρίσκονταν στα περίχωρα της Τροίας και στα γύρω νησιά. Στις επιχειρήσεις

    αυτές όµως δεν περιορίζονταν στην αρπαγή τροφίµων αλλά έκλεβαν και πολύτιµα αντικείµενα, πουλούσαν τους άντρες σε σκλαβοπάζαρα ή τους σκότωναν, έπαιρναν τις γυναίκες ως παλλακίδες στις σκηνές τους. Πρωτοστατούσε στις επιδροµές αυτές ο Αχιλλέας, που είχε στο ενεργητικό του την καταστροφή έντεκα πόλεων γύρω από την Τροία και δώδεκα άλλων στα απέναντι νησιά.

    Στην επιδροµή στη Λέσβο, µας λέει η Οδύσσεια, αναµετρήθηκε ο Οδυσσέας µε το Φιλοµηλείδη στην πάλη και τον νίκησε προκαλώντας ενθουσιασµό στις τάξεις των Αχαιών. Από τη Λέσβο έφερε ο Αχιλλέας επτά παλλακίδες, από τις οποίες έξι πήρε ο Αγαµέµνονας και µια µόνο κράτησε ο Αχιλλέας για τον εαυτό του, την κόρη του Φόρβαντα, τη ∆ιοµήδη.

    Αναφέρονται τρεις από τις πόλεις στα περίχωρα της Τροίας που κατέλαβε ο Αχιλλέας, η Πήδασος, η Υποπλάκια Θήβα και η Λυρνησσός. Η Πήδασος, που τότε ακόµα λεγόταν Μονηνία, ήταν χτισµένη σε µια πολύ καλά οχυρωµένη θέση στις όχθες του ποταµού Σατνιόη, γι' αυτό οι αλλεπάλληλες επιθέσεις του Αχιλλέα και των Αχαιών δεν έφερναν αποτέλεσµα. Όταν πια είχε αποφασιστεί να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες, µια κοπέλα από την πόλη, η Πηδάση, που τον είχε ερωτευτεί, του έστειλε µήνυµα γραµµένο πάνω σ' ένα µήλο πως έπρεπε να συνεχίσει την πολιορκία, γιατί η πόλη βασανιζόταν από δίψα. Και πράγµατι, ύστερα από λίγο η πόλη παραδόθηκε εξαιτίας της λειψυδρίας και ο Αχιλλέας σε ανάµνηση της προδοσίας µετονόµασε την πόλη σε Πήδασο.

    Η Υποπλάκια Θήβα ήταν χτισµένη κάτω από το βουνό Πλάκος, γι' αυτό και λεγόταν Υποπλάκια. Ο βασιλιάς της, ο Ηετίωνας, είχε επτά γιους και µια κόρη, την Ανδροµάχη, που την είχε παντρέψει µε τον Έκτορα.

    Τον καιρό που ο Αχιλλέας πολιορκούσε τη Θήβα, έτυχε να βρίσκεται εκεί η Χρυσηίδα, κόρη του ιερέα του Απόλλωνα Χρύση, που

  • 27

    τη φιλοξενούσε η αδερφή του Ηετίωνα Ιφινόη. Τελικά η Θήβα κυριεύτηκε και ο Αχιλλέας σκότωσε το βασιλιά και τους γιους του και πήρε ως σκλάβες στη σκηνή του τη γυναίκα του Ηετίωνα και τη Χρυσηίδα. Τον Ηετίωνα τον έθαψε µε τιµές, τη βασίλισσα την εξαγόρασε µε λύτρα ο πατέρας της από τον ίδιο και τη Χρυσηίδα την πήρε ο Αγαµέµνονας ως παλλακίδα στη σκηνή του. Ο Αχιλλέας βρήκε σε µια επιδροµή τον Αινεία να βόσκει τα κοπάδια του στο βουνό Ίδα. Τροµαγµένος εκείνος από το κακό συναπάντηµα έτρεξε για να σωθεί.

    Ο Αχιλλέας τον καταδίωξε αλλά ο Αινείας πρόλαβε να φτάσει στη Λυρνησσό. Τότε επιτέθηκε στην πόλη και την κυρίεψε σκοτώνοντας το βασιλιά της, τον Μύνητα, τους τρεις γιους του και τον αδερφό του τον Επίστροφο. Τη γυναίκα του τη Βρισηίδα την έφερε στο στρατόπεδο και ο Αγαµέµνονας του την παραχώρησε ως παλλακίδα. Όσο για τον Αινεία, αυτός κατάφερε για µια ακόµη φορά να ξεφύγει µε την παρέµβαση φυσικά των θεών.

  • 28

    Ο θάνατος του Παλαµήδη Παλαµήδης ήταν γιος του Ναύπλιου και της Ησιόνης. Εξαιρετικά εύστροφος, επινοητικός και εφευρετικός ο Παλαµήδης, ξεπερνούσε κατά πολύ τον Οδυσσέα, ο οποίος τον εχθρευόταν από την πρώτη κιόλας στιγµή, όταν ο

    Παλαµήδης, που είχε έρθει µαζί µε τον Νέστορα και τον Μενέλαο στην Ιθάκη, αποκάλυψε το πονηρό του τέχνασµα, µε το οποίο ήθελε να αποφύγει τον πόλεµο.

    Οι εξαιρετικές ικανότητες του Παλαµήδη φάνηκαν και αργότερα σε άλλες περιπτώσεις. Όταν στην Αυλίδα ο στρατός παραπονέθηκε για την άδικη και άτακτη διανοµή των συσσιτίων, ο Παλαµήδης ανέλαβε να οργανώσει τη µοιρασιά, ώστε να γίνεται ακριβοδίκαια και σε τακτά χρονικά διαστήµατα. Κι όταν πάλι στη διάρκεια του ένατου χρόνου του πολέµου έλειψαν οι τροφές από το αχαϊκό στρατόπεδο, αυτός ήταν που πήγε να φέρει από τη ∆ήλο τις κόρες του βασιλιά Άνιου.. Φρόντισε ακόµα και για την ψυχαγωγία των ελληνικών στρατευµάτων επινοώντας ένα παιχνίδι µε πεσσούς. Ο Παλαµήδης είχε έτσι κερδίσει ξεχωριστή θέση στις καρδιές των Αχαιών και ο Οδυσσέας, εκτός από την εχθρότητα, είχε κάθε λόγο να νιώθει και ζήλια, µια που η ύπαρξη του Παλαµήδη εµπόδιζε τον ίδιο να παινεύεται πως ήταν ο πιο εφευρετικός και πολυµήχανος µεταξύ των Αχαιών.

    Η ευκαιρία που αναζητούσε ο Οδυσσέας για να εξολοθρεύσει τον Παλαµήδη µε δολοπλοκίες δεν άργησε να του δοθεί. Κάποτε αιχµαλώτισε ο Οδυσσέας ένα δούλο που έφερνε χρυσάφι στο σύµµαχο των Τρώων, τον Σαρπηδόνα, τον αρχηγό των Λυκίων. Υποχρέωσε τότε το δούλο να γράψει στη γλώσσα του ένα γράµµα, στο οποίο ο Πρίαµος απευθυνόµενος στον Παλαµήδη έλεγε πως είχε στείλει όσα είχαν συµφωνήσει και πως τον ευχαριστούσε που είχε βοηθήσει τους Τρώες. Άφησε το δούλο να φύγει, αλλά έστειλε κάποιον που τον σκότωσε πριν προλάβει να αποµακρυνθεί πολύ. Έστειλε µήνυµα κατόπιν στον Αγαµέµνονα πως είχε δει σηµαδιακό όνειρο που του υποδείκνυε να µετακινηθεί όλος ο στρατός από τις µόνιµες εγκαταστάσεις του σε άλλη θέση για στρατιωτικές ασκήσεις.

    Στο διάστηµα που έλειπε ο στρατός, έβαλε ο Οδυσσέας κάποιον να θάψει το χρυσάφι που πήρε από το δούλο στη σκηνή του

  • 29

    Παλαµήδη. Όταν βρέθηκε το πτώµα του δούλου και διαβάστηκε η επιστολή που ήταν γραµµένη στη γλώσσα του, κινήθηκαν, όπως ήταν φυσικό, υποψίες εναντίον του Παλαµήδη.

    Για να ξεκαθαρίσουν τα πράγµατα, διέταξε ο Αγαµέµνονας, µε υπόδειξη φυσικά του Οδυσσέα, να γίνει έρευνα στη σκηνή του Παλαµήδη. Το χρυσάφι που βρέθηκε θαµµένο εκεί αποτελούσε αδιάσειστη απόδειξη της ενοχής του ήρωα και στο δικαστήριο που ακολούθησε δεν µπόρεσε να υπερασπίσει αποτελεσµατικά τον εαυτό του. Αφού κρίθηκε ένοχος προδοσίας, καταδικάστηκε σε θάνατο µε λιθοβολισµό.

    Όταν τα έµαθε όλα αυτά ο πατέρας του Παλαµήδη, ο Ναύπλιος, ήρθε στην Τροία για να µάθει από πρώτο χέρι τι ακριβώς έγινε και να αναζητήσει τυχόν ευθύνες, καθώς δεν µπορούσε να πιστέψει πως ο γιος του ήταν προδότης. Όλοι οι Αχαιοί όµως τον αγνόησαν και κανείς δεν ασχολήθηκε µε τους προβληµατισµούς του. Τότε ο Ναύπλιος επέστρεψε στην Ελλάδα αποφασισµένος να τους εκδικηθεί µε όποιον τρόπο µπορούσε. Έτσι, όσο καιρό έλειπαν οι Αχαιοί από τα σπίτια τους, επισκεπτόταν ο Ναύπλιος τις γυναίκες τους, την Κλυταιµνήστρα του Αγαµέµνονα, τη Μήδα του Ιδοµενέα και την Αιγιάλεια του ∆ιοµήδη και τις ωθούσε σε συζυγικές απιστίες.

    Το ίδιο προσπάθησε και µε την Πηνελόπη, αλλά δεν τα κατάφερε. Μπόρεσε όµως να πείσει αρκετούς φιλόδοξους άντρες να µείνουν στο παλάτι του Οδυσσέα ως υποψήφιοι γαµπροί και να του τρώνε την περιουσία. Κι όταν αργότερα πληροφορήθηκε ο Ναύπλιος πως τέλειωσε ο πόλεµος και οι Αχαιοί γυρίζουν στην Ελλάδα, βρήκε την ευκαιρία να πάρει πιο άµεση εκδίκηση. Άναψε φωτιές στο βουνό Καφηρέας για να νοµίζουν οι Αχαιοί πως φτάνουν σε λιµάνι και να τσακίζονται πάνω στα βράχια. Κι όσοι επιζούσαν από τα ναυάγια αυτά, τους σκότωνε ο ίδιος ο Ναύπλιος.

  • 30

    Η οργή του Αχιλλέα (Ιλιάδα)

    Χρύσης, ο ιερέας του Απόλλωνα, έρχεται στο στρατόπεδο των Αχαιών για να εξαγοράσει την κόρη του, τη Χρυσηίδα, που είχε πιάσει αιχµάλωτη ο Αχιλλέας κατά την άλωση της Υποπλάκιας Θήβας και είχε κρατήσει ο αρχιστράτηγος

    Αγαµέµνονας στη σκηνή ως παλλακίδα. Σύσσωµος ο στρατός των Αχαιών φαίνεται να συµφωνεί, µόνο ο Αγαµέµνονας αρνείται κατηγορηµατικά, φέρεται µε ασέβεια στον ιερέα και τον ξαποστέλνει µε απειλές. Ο Χρύσης φεύγει οργισµένος και προσεύχεται στον Απόλλωνα παρακαλώντας τον να κάνει κακό στους Αχαιούς που τον πρόσβαλαν. Πράγµατι, ο θεός παίρνει θέση έξω από το ελληνικό στρατόπεδο και ρίχνει αλύπητα τα βέλη του για εννιά µέρες, σκοτώνοντας ζώα και ανθρώπους. Τότε ο Αχιλλέας ζητάει να γίνει συνέλευση των Αχαιών, όπου ο µάντης Κάλχας αποκαλύπτει την αιτία του κακού. Για να επανορθώσουν, λέει, πρέπει να δώσουν τη Χρυσηίδα πίσω στον πατέρα της χωρίς λύτρα και να προσφέρουν στο θεό Απόλλωνα πλούσιες θυσίες.

    Ο Αγαµέµνονας δέχεται να αποχωριστεί την παλλακίδα του, ζητά όµως από τους Αχαιούς να του δώσουν άλλο δώρο. Ο Αχιλλέας του αντιγυρίζει ότι δεν υπάρχουν λάφυρα που να µην έχουν µοιραστεί και πως πρέπει να κάνει υποµονή µέχρι να πέσει η Τροία. Ο

  • 31

    Αγαµέµνονας κάνει επίδειξη δύναµης δηλώνοντας ότι θα πάρει, και µε τη βία αν χρειαστεί, το δώρο όποιου Αχαιού θέλει, ακόµα και τη Βρισηίδα από τη σκηνή του Αχιλλέα. Ο καβγάς µεταξύ τους φουντώνει διαρκώς, µέχρι που κάποια στιγµή ο Αχιλλέας πάνω στο θυµό του αναρωτιέται αν πρέπει να σκοτώσει τον Αγαµέµνονα εκείνη τη στιγµή. Ενώ όµως επιχειρεί να βγάλει το σπαθί του από τη θήκη, τον σταµατά η Αθηνά. Ο Αχιλλέας δέχεται τελικά να δώσει τη Βρισηίδα στον Αγαµέµνονα, δηλώνει όµως ότι θα αποσυρθεί από τη µάχη.

    Ο Οδυσσέας επιστρέφει τη Χρυσηίδα στον πατέρα της, µιλώντας του γλυκά για να τον εξευµενίσει και η Βρισηίδα οδηγείται στη σκηνή του Αγαµέµνονα. Στενοχωρηµένος ο Αχιλλέας για την προσβολή που του έγινε, ζητά από τη µητέρα του να πείσει τον ∆ία να αφήσει τους Τρώες να νικούν. Πράγµατι, µόλις γυρίζουν οι θεοί στον Όλυµπο, η Θέτιδα µιλά στον ∆ία και αποσπά την υπόσχεση ότι θα ικανοποιηθεί το αίτηµα του γιου της.

    Ο ∆ίας στέλνει τη νύχτα στον Αγαµέµνονα, που κοιµάται, τον Όνειρο µε τη µορφή του Νέστορα, για να του πει πως ήρθε τάχα η ώρα να κυριεύσει την Τροία. Ο ∆ίας βάζει µ' αυτόν τον τρόπο σε ενέργεια το σχέδιό του να ηττηθούν οι Αχαιοί, για να γίνει πιο έντονη η απουσία του Αχιλλέα από τη µάχη. Ο Αγαµέµνονας ξεγελιέται πράγµατι, αλλά πριν ξεσηκώσει τους Αχαιούς για γενική επίθεση, θέλει να δοκιµάσει το ηθικό τους.

    Στη συνέλευση που ακολουθεί λέει πως µάταια αγωνίζονται εννιά χρόνια τώρα και πως καλύτερα είναι να φύγουν αµέσως, όπως τον πρόσταξε ο ∆ίας. Οι Αχαιοί ξεγελιούνται και πάνε να ρίξουν τα καράβια στη θάλασσα.

    Με την προτροπή της Αθηνάς τους σταµατά ο Οδυσσέας και µόνο τον Θερσίτης που επιµένει, τον χτυπά µε το σκήπτρο τόσο πολύ που βάζει τα κλάµατα εκείνος και προκαλεί άφθονο γέλιο στους Αχαιούς. Η συνέλευση επαναλαµβάνεται, τώρα που η ένταση εκτονώθηκε. Μιλούν ο Οδυσσέας, ο Νέστορας και ο Αγαµέµνονας και φαίνεται πως όλοι θέλουν να συνεχίσουν τον πόλεµο, έστω και χωρίς τη συµµετοχή του Αχιλλέα, γιατί η νίκη είναι κοντά. Γίνεται λοιπόν γενικό προσκλητήριο, οι ηγεµόνες παρατάσσουν τα στρατεύµατά τους και προετοιµάζονται για µάχη. Το ίδιο γίνεται και στο

  • 32

    στρατόπεδο των Τρώων, καθώς έχουν ειδοποιηθεί από την Ίριδα ότι οι Αχαιοί ετοιµάζουν µεγάλη επίθεση.

  • 33

    Η µονοµαχία του Πάρη και του Μενελάου

    ι δυο στρατοί συναντιούνται και ο Πάρης προκαλεί έναν από τους Αχαιούς ήρωες, όποιον ήθελε, να µονοµαχήσει µαζί του. Αµέσως προθυµοποιείται ο Μενέλαος. Μόλις τον βλέπει

    ο Πάρης, προσπαθεί να φύγει. Τον σταµατά ο Έκτορας που τον κατηγορεί για τη δειλία του, ενώ οι συµπολίτες του αποδεκατίζονται.

    Έτσι ο Πάρης δέχεται να µονοµαχήσει. Προτείνει µάλιστα να σταµατήσει ο πόλεµος και η έκβαση της µονοµαχίας να κρίνει ποιος από τους δυο θα κρατήσει την Ελένη και τους κλεµµένους θησαυρούς. Όλοι συµφωνούν και χαίρονται που θα τελειώσει ο πόλεµος. Αποφασίζεται µάλιστα να δώσουν επίσηµους όρκους οι δυο αρχηγοί, ο Αγαµέµνονας και ο Πρίαµος. Στο µεταξύ η Ίριδα παίρνει τη µορφή της Λαοδίκης και πληροφορεί την Ελένη πως ο Μενέλαος και ο Πάρης θα µονοµαχήσουν για χάρη της. Αµέσως εκείνη πάει στα τείχη για να δει τον πρώην άντρα της, έστω και από µακριά. Εκεί είναι µαζεµένοι όλοι οι δηµογέροντες της Τροίας, που θαυµάζουν την ξεχωριστή οµορφιά της. Εκεί είναι και ο Πρίαµος, που της µιλά µε λόγια γλυκά και καλοσυνάτα και της ζητά πληροφορίες για τους διάφορους Αχαιούς που βλέπει. Η Ελένη του δείχνει τον Αγαµέµνονα, τον Οδυσσέα, τον Αίαντα τον Τελαµώνιο και τον Ιδοµενέα.

    Εκείνη τη στιγµή ειδοποιούν τον Πρίαµο πως τον περιµένουν για να δώσει επίσηµο όρκο εκ µέρους της Τροίας. Οι όρκοι δίνονται

  • 34

    και ο Πρίαµος αποσύρεται, γιατί δεν αντέχει να δει το γιο του στο φονικό αγώνα.

    Η µονοµαχία αρχίζει και γρήγορα φαίνεται πως ο Μενέλαος θα νικήσει. Την ώρα όµως που έπνιγε τον Πάρη µε το λουρί της περικεφαλαίας του, τον τραβά η Αφροδίτη από το πεδίο της µάχης και τον πηγαίνει στο παλάτι.

    Στη συνέχεια παίρνει τη µορφή γερόντισσας και πάει στην Ελένη, για να της πει πως τη ζητά ο Πάρης. Εκείνη πηγαίνει κοντά του και τον συµβουλεύει να µην ξαναχτυπηθεί µε τον Μενέλαο, γιατί είναι ανώτερός του. Ο Πάρης θέλει να τα ξεχάσουν όλα τώρα και να κοιµηθούν µαζί, ενώ ο Μενέλαος µάταια ψάχνει να βρει τον Πάρη στις τάξεις των Τρώων.

    Οι θεοί κάνουν συνέλευση στον Όλυµπο και αποφασίζουν να συνεχιστεί ο πόλεµος και να παραβούν οι Τρώες τους όρκους. Για το σκοπό αυτόν πλησιάζει η Αθηνά µε τη µορφή του Λαοδόκου, του γιου του Αντήνορα, τον Πάνδαρο και τον πείθει να τοξέψει τον Μενέλαο, ενώ ακόµα ισχύουν οι σπονδές. Ο Μενέλαος τραυµατίζεται ελαφρά και το τραύµα του θα περιποιηθεί ο Μαχάονας. Οι ελπίδες όµως για ειρηνική επίλυση του προβλήµατος αποτελούν πια όνειρο απατηλό. Γίνονται προετοιµασίες για τη µάχη και οι συγκρούσεις αρχίζουν.

    Αρχίζουν σφοδρές µάχες στις οποίες πρωτοστατεί ο ∆ιοµήδης, που σκοτώνει πάρα πολλούς Τρώες και ανάµεσά τους τον Πάνδαρο. Τραυµατίζει τον Αινεία και είναι τόση η ορµή και η αυτοπεποίθησή του, που δε διστάζει να τραυµατίσει και δυο θεούς, την Αφροδίτη και τον Άρη.

    Ο ∆ιοµήδης ανταµώνει στο πεδίο της µάχης µε τον Γλαύκο, τον πιστό σύντροφο του Σαρπηδόνα. Ενώ ετοιµάζονται να χτυπηθούν, διαπιστώνουν ότι οι παππούδες τους συνδέονταν µε φιλία. Γι' αυτό ανταλλάσσουν δώρα και χωρίζουν σαν φίλοι. Οι συγκρούσεις ωστόσο συνεχίζονται και η νίκη φαίνεται να γέρνει µε το µέρος των Αχαιών. Γι' αυτό ο Έλενος παρακινεί τον Έκτορα να αφήσει τη µάχη και να ψάξει να βρει τη µητέρα τους την Εκάβη, για να κάνει εκείνη θυσία στη θεά Αθηνά, µήπως και πειστεί η θεά να συγκρατήσει κάπως τον ∆ιοµήδη. Πράγµατι, ο Έκτορας συναντά τη µητέρα του και στη συνέχεια πηγαίνει στα διαµερίσµατα του Πάρη, για να τον πείσει να

  • 35

    γυρίσει στη µάχη. Έπειτα ψάχνει να βρει τη γυναίκα του και ενώ πια έχει απελπιστεί πως δε θα τη βρει, πέφτει τυχαία πάνω της. Είναι η τελευταία φορά που ο Έκτορας βλέπει τη γυναίκα του και το γιο του. Αποχαιρετά τη γυναίκα του και, καθώς κατευθύνεται προς το πεδίο της µάχης, συναντιέται µε τον Πάρη και προχωρούν µαζί.

  • 36

    Η µάχη συνεχίζετε ι µάχες συνεχίζονται καθώς ο Έκτορας µε τον Πάρη µπαίνουν στις τάξεις των Τρώων. Ο Απόλλωνας και η Αθηνά συµφωνούν να σταµατήσουν οι συγκρούσεις

    προσωρινά και µε πρόταση του Απόλλωνα αποφασίζουν να βάλουν την ιδέα στον Έκτορα να προτείνει µονοµαχία µε έναν από τους Αχαιούς ήρωες, όποιον ήθελε. Ο Έκτορας κάνει πραγµατικά τη σχετική πρόταση, κανείς όµως από τους Αχαιούς δεν τολµά να απαντήσει στην πρόκληση. Από φιλότιµο σηκώνεται ο Μενέλαος, τον σταµατά όµως ο αδερφός του Αγαµέµνονας µε την παρατήρηση ότι ο Έκτορας είναι ανώτερός του. Τελικά, ο Νέστορας καταφέρνει µε τα εύστοχα λόγια του να εµφυσήσει θάρρος και αυτοπεποίθηση στις καρδιές των Αχαιών κι έτσι απαντούν εννιά Αχαιοί στην πρόκληση του Έκτορα. Με κλήρο ορίζεται ο Αίας ο Τελαµώνιος να εκπροσωπήσει τους Αχαιούς. Η µονοµαχία διαρκεί πολύ και τελικά οι κήρυκες τη διακόπτουν. Σύµφωνα µε τα έθιµα της εποχής ανταλλάσσουν δώρα. Ο Έκτορας προσφέρει το αργυροκαρφωµένο σπαθί του και ο Αίας τη λαµπροπόρφυρη ζώνη του.

    Το ίδιο βράδυ ο Αγαµέµνονας παραθέτει γεύµα για τους Αχαιούς ηγεµόνες. Εκεί ο Νέστορας προτείνει να σταµατήσει ο πόλεµος για µια µέρα για να µαζέψουν τους νεκρούς και να χτίσουν προστατευτικό τείχος γύρω από το στρατόπεδο και τα καράβια τους. Η πρότασή του γίνεται δεκτή από όλους. Την ίδια στιγµή γίνεται συνέλευση των Τρώων, όπου ο δηµογέροντας Αντήνορας υπογραµµίζει ότι οι Τρώες έγιναν επίορκοι και προτείνει να δώσουν στους Αχαιούς την Ελένη και όλα τα κλεµµένα αγαθά. Ο Πάρης δηλώνει πως είναι διατεθειµένος να επιστρέψει µόνο τους κλ�