Γλωσσάριο το καράβι και τη θάλασσααρκάς, άκρόνηον...

34
C:\ARIS\stougiannidis\hypoglossal\50\Chapter\07\637_125_144_glossary2.docx ΑΕΝΑΟΝ Γλωσσάριο το καράβι και τη θάλασσα ΑΡΗ ΣΤΟΥΓΙΑΝΝΙΔΗ Ναυτικών όρων από την κοινή ναυτική φρασεολογία στην επίσημη Ελληνική και τ΄ανάπαλιν Εισαγωγή Το γλωσσάριο βασίστηκε σε ένα παλαιό σύγγραμμα του Γεωργίου Ι. Κοτσοβίλλη με πλήρη τίτλο «Περί ΕΞΑΡΤΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ ΗΤΟΙ Έξέτασις, καταμέτρησις καί άναλογίαι των εμπορικών πλοίων παντός είδους. Άπλαί μέθοδοι του σχεδιάζειν και εξαρτίζειν πλοία και λέμβους, κόπτειν έν αναλογία καί έφαρμόζειν ιστία, σχοινία κλπ. κλπ», ΜΕTA 35 ΕΙΚΟΝΩΝ - ΣΥΣΤΑΣΕΙ TOΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΤΩΝ NAΥTIKΩN ΕΝ ΣΥΡΩ – ΤΥΠ. Ν. ΦΡΕΡΗ 1919 637 . Κάθε λήμμα ο Κοτσοβίλλης το αναφέρει με μια γραμμή χωρισμένη σε δυο με κόμμα με πρώτη τη λέξη της ναυτικής διαλέκτου και μετά την επίσημη ονομασία του καιρού του (αρχαϊζουσα η καθαρεύουσα). Όσοι υπηρέτησαν στο Πολεμικό Ναυτικό θα αναγνωρίσουν λέξεις και φράσεις που ίσχυαν στα πολεμικά πλοία («πόντισον», «άπωσον», «όρθωσον», «σχάζε βαθέως», «εις θέσιν απάρσεως»). Πχ. Μπούνια = Ευδιαίοι Οι λέξεις του ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΥ κατατάσσονται αλφαβητικά κατά την πρώτη λέξη (ναυτ.). Ξαναέγραψα το Ευρετήριο Κοτσοβίλλη από την ανάποδη δηλ. από το επίσημο στο ιδιωματικό ναυτικό λεξιλόγιο 1 . Πχ. Ευδιαίοι = μπούνια Το ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ αποτελεί ξεχωριστό παράρτημα του βιβλίου μου. Πολλές Λέξεις του γλωσσάριου βρίσκονται στα λήμματα και διαθέτουν τον απαραίτητο συνδεσμο. Σαν επισημο λεξιλογιο εννοω αυτό που εισηγηθηκε στα 1858 ο τοτε Υπουργός Ναυτικων Αθνάσιος Ανδρέα Μιούλης με το Τιτλο "ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΝΑΥΤΙΚΟΝ" (9334) που έγραψαν οι πλωτ. Λ. Παλάσκας και πλωτ. Α. Κουνέλας και ο Καθ. Ι. Φίλιππου. Γλωσσάριο Από το ναυτικό ιδίωμα στο Επίσημο ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ Τετάρτη, 7 Μαρτίου 2012 3:12 πμ ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 1

Transcript of Γλωσσάριο το καράβι και τη θάλασσααρκάς, άκρόνηον...

C:\ARIS\stougiannidis\hypoglossal\50\Chapter\07\637_125_144_glossary2.docx

ΑΕΝΑΟΝ

Γλωσσάριο το καράβι και τη θάλασσα

ΑΡΗ ΣΤΟΥΓΙΑΝΝΙΔΗ

Ναυτικών όρων από την κοινή ναυτική φρασεολογία στην επίσημη Ελληνική και τ΄ανάπαλιν

Εισαγωγή

Το γλωσσάριο βασίστηκε σε ένα παλαιό σύγγραμμα του Γεωργίου Ι. Κοτσοβίλλη με πλήρη τίτλο «Περί ΕΞΑΡΤΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ ΗΤΟΙ Έξέτασις, καταμέτρησις καί άναλογίαι των εμπορικών πλοίων παντός είδους. Άπλαί μέθοδοι του σχεδιάζειν και εξαρτίζειν πλοία και λέμβους, κόπτειν έν αναλογία καί έφαρμόζειν ιστία, σχοινία κλπ. κλπ», ΜΕTA 35 ΕΙΚΟΝΩΝ - ΣΥΣΤΑΣΕΙ TOΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΤΩΝ NAΥTIKΩN ΕΝ ΣΥΡΩ – ΤΥΠ. Ν. ΦΡΕΡΗ 1919 637.

Κάθε λήμμα ο Κοτσοβίλλης το αναφέρει με μια γραμμή χωρισμένη σε δυο με κόμμα με πρώτη τη λέξη της ναυτικής διαλέκτου και μετά την επίσημη ονομασία του καιρού του (αρχαϊζουσα η καθαρεύουσα).Όσοι υπηρέτησαν στο Πολεμικό Ναυτικό θα αναγνωρίσουν λέξεις και φράσεις που ίσχυαν στα πολεμικά πλοία («πόντισον», «άπωσον», «όρθωσον», «σχάζε βαθέως», «εις θέσιν απάρσεως»).

Πχ. Μπούνια = ΕυδιαίοιΟι λέξεις του ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΥ κατατάσσονται αλφαβητικά κατά την πρώτη λέξη (ναυτ.).Ξαναέγραψα το Ευρετήριο Κοτσοβίλλη από την ανάποδη δηλ. από το επίσημο στο ιδιωματικό ναυτικό λεξιλόγιο 1. Πχ. Ευδιαίοι = μπούνιαΤο ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ αποτελεί ξεχωριστό παράρτημα του βιβλίου μου.

Πολλές Λέξεις του γλωσσάριου βρίσκονται στα λήμματα και διαθέτουν τον απαραίτητο συνδεσμο.

Σαν επισημο λεξιλογιο εννοω αυτό που εισηγηθηκε στα 1858 ο τοτε Υπουργός Ναυτικων Αθνάσιος Ανδρέα Μιούλης με το Τιτλο "ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΝΑΥΤΙΚΟΝ" (9334) που έγραψαν οι πλωτ. Λ. Παλάσκας και πλωτ. Α. Κουνέλας και ο Καθ. Ι. Φίλιππου.

ΓλωσσάριοΑπό το ναυτικό ιδίωμα στο Επίσημο

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟΤετάρτη, 7 Μαρτίου 20123:12 πμ

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 1

Από το ναυτικό ιδίωμα στο Επίσημο

Ααβαράω, απωθώΑβαρία , ναιηφορίαΑβαρία μεγάλη, Αβαρία γενικήΑβαρία μικρή, Α. μερικήΑβαρία άρμπούρου, το περιττόνΑβαρία πικιού, τέρθροναβαριάτο, ναύθοροναγαθός, κανθόςαγάλια, ήρεμααγαπίζω (έπί πραγμάτων), ένούμαι αγγίζει το τιμόνι, πτερνοκοπείαγεράκι από στερηάς, απόγειος αύρααγέρας, αέρας, άνεμοςαγιουτάντες, όρθωτήρ αγιούτο, βοήθειαάγκουρα, άγκυρα άγκουρα πινέλο, έπικρεμής άγκουρα παραξάρτα, (ρεσπέτο), έφεδρος άγκουρα μέ 2 νύχια, αμφίστομος άγκουρα με 1 νύχι, ετερόστομος άγκουρα καπονιού, επωτίδιος αγκουρέτο, κερκέτης αγκώνας, άγκών αγραντολόγιστον, άλωμάτιστονΑδεια, έγγραφον έπίσημον Άδειον, κενόν Αδειάζω, άπαντλέωΑδειάζω καζάνι η νερά, κενόωΑδράχτι, άτρακτος αερόμετρο, άερόμετροναζιμουθικός (μπούσουλας), διοπτηρίααϊνάς, άκρόνηονακατράμωτο, άκέδρωτον ακράπι, δευτέρα τρόπιςαλλα μαλτέζα λέμβος, Μελιτταία Αλαργάρω, ωθώ, υφίσταμαι Αλάτια καζανιού, καθαλάτωσις Άλειμμα, στέαρ, χρίσις Αλείβω ή αλείφω, χρίω Αλλάζω, άλλάσσω Αλλάζω άραγμα, μεθορμίζωΑλλάζω ρότα, μετοιακίζω Αλυσίδα, άλυσις αμπάνι γέρι, άλίμενον αμπάσο, χαμηλοναμπάρι, κύτοςαμπαρτζής, κυτωρός αμπαντοννάρω, εγκαταλείπω ανάβω, άπτωαναγκαίο, ευμάρεια, ρινωτηρίαανεβάζω στον τόπο, μετεωρίζωαναπλωρίζω, άναπρωρίζωανάποδα, όπισθενανάποδη μπούσουλα, άνάστροφος πυξίςαναφόρι ρεύματος, ανάρρους

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 2

αναφόρι ρεύματος, ανάρρουςανεβαίνω ποτάμι, άναπλέωανέλο, δακτύλιοςανέμη, έξέλικτρονανεμοδόχος, άνεμοδόχοςανεμοζάλη, θύελλαάνεμος άνάπλωρος, άνάπρωροςάνεμος αριστερά, άριστερήνεμοςάνεμος δεξιά, δεξιήνεμοςάνεμος κοντράριος, εναντίοςάνεμος Λίψ, Νότοςανεμόσκαλα, άναβάθρα, κλίμαξ κρεμαστήανεμοστρόβιλος, λαίλαψ, σίφωνανηφόρι ρεύματος, ανάρρουςανοίγω, ανάγομαιανοίγομαι, ανάγομαιανοιχτά, προς την θάλασσαναντένα, κεραίααντενοκάταρτα, σφηνίσκοιαντίπλωρα, άντίπρωρααντιμάμαλο, άνταπέδωσιςαξονας, άξωναπάνω, άνωαπερνώ, περώαπίκο άγκουρα, κάθετοςάπλες, κερούχοι,απλώνω πανιά, άναπεταννύωαποθηκάριος, άποθηκοφύλαξαποθήκη κουπιών, κωπεώναπόνερα πλοίου, ίχνηαράζω, όρμίζομαιαράζω άγκουραν, προσορμίζομαιαργανέλο, προώστης, όνίσκοςαργάτης, εργάτηςαργολάβος, τροφοδότηςαρέτα, άκανθααριά, τροχαλώςαριβάρω, άφικνούμαιαριστερόκουπος, άριστερόκωποςαρκάς, άκρόνηοναρμαδούρα, σκαλμοδόκηαρματόνω, έξαρτίζω, εφοπλίζωαρματωμένο, κατηρτισμένοναρματωσιά, σκεύη νηός, έξάρτιααρμενα, έξαρτισμόςαρμενίζω, πλέωαρμενίζω λασκάδα, εύφορώαρμενίζω μπουρίνα, την εγγυτάτηναρμενίζω με πανιά, ίστιοδρομώαρμενίζω χυτά, κατά φοράναρμενίζω πρύμα, ούρίωςαρμενισιά, ιστιοδρομίαάρμενο, άρμενοναρμίδι, σχοινίδιον κόρακοςαρμπουρέτο, στηλιςαρμπουρέτο πικιού, παραστήλιοναρμπουρίζω, Ιστοθετώαρμπουρίζω τα κουπιά, όρθώ κώπας

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 3

αρμπουρίζω τα κουπιά, όρθώ κώπαςάρμπουρο, ιστός ,άρμπουρο μέσης, μεγάλο, μέγας ιστόςάρμπουρο πρύμης, ιστός έπιδρόμουαρμύς, αρμόςα ρόδου στέκω, άποσαλεύωαρσενικά βελόνια, θοιροίαρχηγός κόφας, ίσταρχοςάσος, άκροτρόπιοναστραγαλιές, αστράγαλοιατμοφράχτης, ρυθμιστήςατμοσωλήνες, άτμαγωγοίαυλάκι (ραγούλου), αύλαξ καρύουαυτιά, ώτίααχτίνες ρόδας, κνημίαιαψηλά πλοίου, έξαλα.

Β

Βαγένι, βυτίονΒάζια, ολκοίΒάζω πλώρη, επιβάλλωΒ. απάνω, αναρτώΒ. καστάνια, κρατώΒ. πανί, έκπεταννύωΒ. πανίά, προσθέτω ιστίαΒάθος, βυθός, βάθοςΒάλλω κορδόνι, παρεμβάλλωβάλλω σκουλαρίκι, τροπόωβάλλω στον τόπο του, εύθετίζωΒαπόρι, άτμόπλοιονβαπόρι μέ φτερό, έλικοφόρονβαπόρι μέ ρόδες, τροχοφόρονβαπόρι ρεμουλκιαδόρος, ρυμουλκόνβαπόρι φαγάνας, άτμοφορτηγις, κάνθαροςβαρδαβέλλα, ίστιούχοςβαρδαλάντσες, λεμβούχοιΒαρδαμάς, παλαμήθρα, δακτυλήθραΒαρδαμάννες, χειραγωγοίΒαρδαμάννες της τέντας, σκηνούχοιΒαρδάρω, προφυλάσσωΒαρδαφόγος, προώστηςΒάρδια, σκοπόςΒάρδια, οί επί της υπηρεσίαςΒαρελάδικο, καδοποιείονΒαρελάς, καδοποιόςΒαρέλι, βυτίονΒαρόμετρο, βαρόμετρονΒάρκα, εφόλκιον ή λέμβος Βάρκα μεγάλη, άκατος Βάρκα μικρή, άκάτιον Βάρκα πέραμα, πορθμείον Βάρκα καπετάνιου, κέλης Βάρκα της φωτιάς, πυρσωρίς Βάρκα μέ 3 λατίνια, λάτις πεντάρμενος Βάρκα μέ 2 λατίνια, λάτις τριάρμενος Βάρκα λατίνι, λάτις ακάτιος

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 4

Βάρκα λατίνι, λάτις ακάτιος Βάρκα μέ 2 πέννες, ώτοειδής ή τετράρμενοςΒάρκα πέννα, ώτοειδής ακάτιος Βάρκα μέ 2 μπούμες, έπιδρομις Βάρκα κότερο, κερκίς Βάρκα μέ 2 ψάθες, διψίαθος Βάρκα ψάθα, ψίαθος Βάρκα αλλά μαλτέζα, σακκολέφη ή ΜελιτταίαΒαρκάρης, εφολκίτης, λεμβούχος, λέμβαρχος, πορθμεύς Βάση μηχανής, βάσις Βάσταγμα, αντοχή, κράτησις Βαστώ, αντέχω, κρατώ, τηρώ Βαστώ απάνω, απάγω ή οίακίζωΒαστώ ρότα, τηρώ πορείαν Βαστώ σοκάρο, απολαμβάνω Βαστώ πλώρη, επέχω Βαστώ τά όρτσα, πλαγιάζω πλοίον Βαστώ τιμόνι, οίακίζω Βατσέλο, κατάφρακτον Βγάζω όξω, εξαίρω Βγάζω το πλοίο στο πέλαγος, εξανάγω Βγαίνω από λιμάνι, έκπλέω Βγάλτης (καιρός), εκπνέων Βεγκάλα, πυρσός (πυροτέχν.) Βελλαστράλια, προίστια Βελόνια, θοιροι Βέντα μπαστουνιού, έπίτονοι Βέντα ράντας, πρόδρομοιΒέργα πινών, ράβδοςΒέργα στρογγυλή, βακτηρίαΒερέμι, παρεντομή, λόξευσιςΒερέμι στρογγυλό, καμπήΒέτα, άκρα Βιάρω, ΙχνογραφώΒίδα, κοχλίαςΒιδολόγι, κοχλιοστρόφιονΒιδολογος, κοχλιοστρόφιονΒιντάριο, βιβλίον απογραφήςΒίντσι, βαρούλκον, γερανόςΒιράρω αργάτη, στρέφωΒιράρω μπόμπα, άπαίρωΒιράρω παλάγκο, παρέλκω ή σπάωΒίστα λόγκα, διόπτρα ή τηλεσκόπιονΒλαμμένο, ναύθορονΒογάρω, εκκινώ, ενεργώΒολεύω, επισκεύαζωΒολεύω σκοινί, σπειρώΒόλτα αργάτη, στροφήΒόλτα μπαμπά, κιονόδεσιςΒόλτα πλοίου, διαδρομήΒόλτα. δίνω, κιονοδετώΒολτατζάρω, διαδρομώΒουβό, δρύοχοςΒουλιάζω, βυθίζομαι, καταποντίζωΒουρλιά, σχοινίον σπάρτινον Βουτώ, βυθίζομαι, καταδύομαι Βουτιά, κατάδυσις Βρατσέρα, γαυλις

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 5

Βρατσέρα, γαυλις Βρεχάμενα πλοίου, ύφαλα Βρίκι ή μπρίκι, πάρων Βρίσκω κάτω, ψαύω τον πυθμένα Βυντίνα, βυτίνη.

ΓΓαβάρα, μυοδρόμων Γάβρια, αμείβων, ίστοθέτης, συγκύπτηςΓαδουρόκομπος, ονόκομβος Γαλέτα, διπυρίτης, έπίμηλον σημαίαςΓαντζιέρης, πρόκωπος Γάντζος βάρκας, κοντός Γ. αλυσίδας, άγκυστρον Γαντζόνω, άγκυρίζω, άγκυστρόνω Γαντζωτός μακαράς, κορακωτός τρόχιλος Γάπια, δόλων [χιλοςΓαπιέρης, θωρακίτης Γαρλίνο, δίπλοκον σχοινίον Γαρμπής, λίψ, Ν Δ. Γάσα, άγκύλη Γάφα, αρπάγη Γκούσα, κράσπεδο ν Γδύνω, γυμνώΓεμάτα, κατά φοράνΓεμίζω, πληρώΓεμίζω τα κανιά, έπιτρέπω. Γεμίζω θάλασσα, θαλασσούμαι Γεμίζω τα ξάρτια, εντείνωΓεμιζω τους στάντζους, προτονίζω Γεμίζω ώς τα μπούνια, ύπερπληρώΓεμιτζής, ναύτης Γεντέκι, ασκός Γεντέκι τραβώ, έλκω πλοίον Γερανός, γεράνι, γερανόςΓερδέλι, κάδος Γερνέ, σταθερώς Γέρνω πλοίον, τοιχίζω, έγκλίνωΓέρνω για καρνάρισμα, τροπίζω γέρσιμο, κλίσις γέφυρα, εξέδρα (πλοίου) γιαλιά κουβέρτας, άναφωτίδεςγιαλιά μπάντας, παραφωτίδες γιαμπάνι-γέρι, άλίμενον γιατσάρω, ελκω ισχυρώς γιαλός, ακτή ή παραλία ή αιγιαλος γιόμα, γεύμα γιωτ, θαλαμηγόνγιου—γιού, έφόλκιον γκιοστέκι, άντηρίς γκιοστέκι μαίστρας, έπίτονος γλίζα, ημιόλιον γλήγορα, ολοταχώς γλώσσα (γης στη θάλασσα), χερσόνησοςγολέτα, μυοπάρωνγολετόμπρικο, μυοπάρων γούμενα, κάμηλος, κάλως

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 6

γούμενα, κάμηλος, κάλως γουμενιά, στάδιονγουργούλα κουπιού, ουράδιον, έλιξ γοφός, ισχίονγραμμή (μπούσουλα), γραμμή γραντί, λώμα, άντίτονον γραντολογώ, λωματίζω γρέγος, μέσης, ΒΑγρεγολεβάντες, μεσαπηλιώτης, ΑΒΑ γρεγοτραμουντάν. μεσοβορρας,ΒΑΒγρεγουλίζει, κλίνει προς ανατολάς γρετίδικο, αύτοσχέδιον, προσωρινον γριλλος, ελιξγρυπος, γρίπος, δίκτυον γριζόλα, πυξιδοθήκή γιάρδα, υάρδα,3 ποδ. Αγγλ. γυρίζω όρτσα, αναστρέφω Γυρίζω μπότζα, ποδιστά, υποστρέφω Γυριστό κλειδί, στρεπτήρ, Γυρνώ, αναστρέφω Γύφτος, σιδερεύς Γωνία, γωνία

ΔΔάγκαμα, σφήνωσιςΔάχτυλος, δάκτυλος, 1/12 Άγγλ.Δείχτης, δείκτης [ποδ.Δέλτα παρκέτα, δελτωτονΔεμένο μέ λεντία, πλαγιόδετονΔεμένο μαζί, άμφίδετονΔεν προφθάνω νερά, ύπεραντλούμαιΔεν τα πέρνω απάνω μου, αστοχώΔένω μαζή, συνάπτωΔένω αγκουρα, αγκυροδετώΔένω στήν πρύμη, άναδένωΔένω στήν αντένα, άναδένωΔένω τήν μορόζα, άκροδετώΔένω απάνω, έπιδένωΔένω μέ λεντία, πλαγιοδετώΔένω μούδα, ντριτσαρόλια, σειροδετώΔένω μπαρμπαρέσα, ουροδετώΛ. τριγύρω, περιάπτωΔένω σχοινί, καθάπτωΔεξιόκουπος, δεξιόκωποςΔέσιμον πανιού, άναδέτης, ενδέτης,Δέσιμον σολόγκου, κρικόδεσμοςΔέσιμον μπίντας, κιονόδεσμοςΔέσιμον λαπάτσας, συμβολονΔέσιμον σκότας, ποδόδεσμοςΔεσπέντσα, ένθέμιονΔέστρες, δέστρα [πλοίαρχοςΔεύτερος, (καπετάνιος) ύπαρχος, ύπο-Διαφορά μπούσουλα, παραλλαγήΔικάταρτο, δίστηλον, δίίστονΔίνω στα πρύμα, παραδίδωΔίνω στα όρτσα, επιδίδωΔίνω φωτιά, έπικαίω

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 7

Δίνω φωτιά, έπικαίωΔιπλός (μακαράς), διπλούςΔιπόντες, δίκροτονΔίφυλλα πορτέλλα, δικλείδας Δίχτυ, δίκτυον ή σαγήνη δοιάκι, οίαξΔόκιμος, δόκιμος άξιωματικος ΝαυτικούΔόντι άγκουρας, άκρόνυχονΔόντι αντένας, οδούςΔόντι σκάτσας, τόρμοςΔουλειά, εργασίαΔουλεύω, εργάζομαιΔουλεύω τα πανιά, επιτρέπωΔρόμος, ταχύτηςΔρόμος πλοίου πορεία.

ΕΕ γι α μόλα ! εία μάλα !Έγχα λέσα ! εια ώ ! Εγρετίδικος, αφαιρετός Έδρα, έδρα Έλικας, έλιξΈμπλεξε, περιεπλάκη Έμπλωρο, κατά πρώραν Εμπορικό καράβι, πλοίον έμπορικόν Έμπουλο, εμβολονΕμπρός, πρόσωΈμπρός μέ δύναμι, ολοταχώς Έμπρυμο, κατά πρυμνανΈξέντριξ, έκκεντρα Έπίκουπος, έπίκωπος Εργολάβος, τροφοδότης Εργοστάσιο, συνεργείον Ερχομός, κατάπλους, άφιξις Ευρίσκω κάτω, ψαύω, πτερνοκοπώ Έχτίμησι, άναμέτρησιςΈχω πλώρη, επέχω.

ΖΖάφτι κάνω, χαρίζομαι, κατισχύωΖεργίνα, κυλιστήριονΖημία, βλάβηΖόρι, βία, δυναμιςΖουμπάς ή ζομπάς, ήλωθητήρΖουνάρι βάρκας, ύπόζωμαΖουνάρι κουπαστής, περιτόνεονΖουρλοί, στέλματαΖύγι, στάθμισμαΖυγόνω, προσγειώΖυγώνω το’ να μέ τάλλο, παραβάλλωΖωνάρι, ζώστρα, (βλ. ζουνάρι).

ΗΗλιοστάσιο, ήλιοστάσιον Ημερη θάλασσα, γαληνιαία Ημερώνει ό καιρός, πραύνεται, κοπάζειΉσυχος καιρός, νηνεμία.

Θ

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 8

ΘΘαλασσομάχος, θαλασσομάχος Θαλασσόνω, θαλασσόω Θελιά, θηλιά, βρόχος Θερμαστάδες, θέρμασται Θερμόμετρο, θερμόμετρονΘεωρία, θεωρία Θηκάρι, φηκάρι, διπλωτόν Θηλικά βελόνια, γομφώσεις Θύρες (ντέντας), παρασκήνια Θωρακωτό, θωρηκτόν.

ΙΙντζα, δάκτυλος, 1/12 Άγγλ. ποδόςισάρισμα, έπαρμαισάρω, αίρωIσάρω βάρκα, άνακρεμώIσάρω πανί, έπαίρω ιστίονIσάρω σημαία, άναπετώIσαρω αγκουρα, έπικρεμώ, άπαίρωΙσια γραμμή, ευθείαIσιο καράβι, ,εύθετονIσια δεμένη λιγαδούρα, πλατύδεσμοςΙσκα, έναυσμα, μύκης.

ΚΚαβαλλικευω ξέρα, προσαράσσωΚαβαλλουρίκι, έπιρραφήΚαβαντζάρω, παραλλάσσωΚαβίλια, κέστραΚαβίλια. σκοινιου, μύουρονΚαβολάργανο, περίτροχονΚάβος στερηάς, άκρωτήριονΚάβος σκοινιού, άκραΚαβοσούλτος, καβοσύρτης, άκροσυρτης Καδένα, άλυσις Κάδδος, κάδδιχος, κάδδοςΚαζάνι, λέβηςΚαθίζω, έξοκέλλω, καθίζωΚαιρός, άνεμοςΚαιρός κοντράριος, ενάντιοςΚαιρός μπούσουλα, ρόμβοςΚαιρός στην μπάντα, πλάγιοςΚαιρός πρύμος, ούριοςΚαλάρισμα νερών, διαρροήΚαλάρισμα διχτύων, δικτυείαΚαλάρω, άφίημι Καλάρω νερά, διαρρέωΚαλάρω πανία, ποδόωΚαλάρω τράτα, δυκτυοβολώΚαλαφάτης, διανάκτηςΚαλαφάτισμα, διάναξιςΚάλμα, γαλήνηΚαλοκαίρι, θέροςΚαλοκαιρινά πανιά, θερινά ιστίαΚαλουμάρισμα, κάθεμαΚαλουμάρω, καθίημι

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 9

Καλουμάρω, καθίημιΚαλούμο, έκταμαΚαλούπι, τύποςΚάμαρα, θάλαμοςΚαμαρί, θαλαμίσκοςΚαμάρια, ζυγά Καμαρίνο, εξέδρα, ύπόστεγονΚαμαρότος, θαλαμηπόλοςΚαμπάρα, μυοπάρωνΚαμπίνα, θάλαμος -Καμπούνι, πρόστεγονΚάμω, κάνω γύρο, κάμπτωΚάμω βόλτες, διαδρομέωΚάμω νερά, διαρρέωΚάμω πανιά, έκπεταννύωΚάμω ακόμα πανιά, προστίθημι ιστίαΚάμω τέντες, ύπερτείνιυ σκηνάςΚάμω πινέλο άγκουρα, έπικρεμώΚάμω σινιάλο, σημαίνωΚαμπανέλι, κιονίσκοςΚάνα ναυπηγική,Κάνα 1 πους Άγγλ.Κάνα Μαλτέζικη, Κάνα Μελίτης 7 ποδ. Άγγλ.Καννάβι, κάνναβις Κανάλι ή στενό, πέρασμαΚανάλι ράγουλου, αύλαξ καρύουΚανάτι, κώθωνΚανόνι, τηλεβόλον, μυδροβόλον Κάνουλα, κρουνός Καντηλίτσα, ύπέρα, κρεμάθρα Καπάκι, πώμαΚαπάκι. αμπαριού, καθέκτης Καπελλαδούρα, τράχηλοςΚαπελλάρω, τραχηλώ Καπέλλωμα, τραχήλωμα Καπετάνιος, πλοίαρχος Καπλαμάς, πρόσθετον Καπλαντίζω, προσθέτω Καπόνια, επωτίδες Καπονιάρω, έπωτίζω Καπονόβετες, σχοινίον συσπάστουΚαπουτσίνος, άναστολεύς Καραβιά, ναυστόλημα Καράβι, πλοίονΚαράβι Βασιλικό, πλοίον Πολεμ. Ναυτ. Καράβι με κουπιά, κωπήρες ή κωπήλατον Καράβι μέ πανιά, ιστιοφόρον Καράβι μέ ατμό, άτμόπλοιον Καραβοκύρης, κυβερνήτης, πλοίαρχοςΚαράβολας, στρόφυγξ, κοχλίας Καραβοτσακίζομαι, ναυαγώΚαραβοτσάκισμα, ναυάγιονΚαράβωμα, εσοχή Καραμάνι, κριός Καραμουσέλι, σύνδεσμος Καραντί, σάλος, θαλασσοταραχή Καραντίνα, κάθαρσις Καρατέλα, ύδροδοχείαΚάρβουνα, άνθρακες

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 10

Κάρβουνα, άνθρακεςΚάρβουνα βαποριού, γαιάνθρακες Κάρβουνα πέρνω, άνθρακεύω Καρβουνίέρα, προτονιςΚαρβουνιάριδες, ανθρακείς Κάργα, έλκυθρα Καργάρισμα πλοίου, κατάκλισις Καργάρω, κατακλίνω Καργέλι, χαλαστήριον Καρένα, καρίνα, τρόπις Καρνάγιο,τροπιστήριον,πακτητήριονΚαρενάρω, τροπίζω Καρλίνο, δίπλοκονΚαρνέρι, συρτής Κάρτα, ρόμβος, τέταρτον Καρτέρι, τετράς, αναμονή Καρτίνι, τεταρτορόμβιον Καρύδι, κάρυονΚαρυδόκομπος, καρυόκομ βος Καρφί, ήλοςΚαρφιά καζανίού, κοινωμάτια Καρψόνω, προστηλώ Κάσα, χρηματοκιβώτιον Κάσαρο, έπίστεγον Κασκαβάλι, έφηλις σχαστήριον Καστάνια βάζω, κρατώ Καστανιόλα, κατοχεύς, κατακλείςΚαταβέλονα, ούρίως Κατεβάζω τσιμπούκι, κατάγωΚατεβάζω βάρκα, χαλώ Κατεβάζω κατάρτι, αφοπλίζω Κατακέφαλη γραμμή, κάθετοςΚαταρτάς, ίστούχος Κατάρτι, ιστός Κατάπρυμα, ουρίωςΚατραμόνω, κεδρώ Κατραμωμένο, κεδρωτον Κατράς, κατράμι, κεδρία Κατρέφτης, κάτοπτρον Κατρέφτης μεγάλος, μέγα κάτοπτρον Κατρέφτης της βάρκας, άβαξ Κατσαβίδι, κοχλιοστρόφιον Κατσάρω, έλκω Κάτσα μαζή !, σύνελκε ! Κατώφλι, ουδός, κατώφλιονΚαψόξυλα, καύσιμα Καφάσι, δικτυωτον Κέρατο (σινιάλο), χελιδόνιονΚερεστές, ξυλεία Κετσές, πίλημα Κεφαλάρι, κορυφή Κεφάλια πλοίου, άκρόνηα Κεφάλια αργάτη, τύμπανα Κεφάλια τιμονιού, πηδόκρανα , Κίκι, κέλης Κιλό, μέτρον σίτου δκ. 20 περίπου Κινώ, εκκινώΚιορμπαστούνι, θαλασσομάχος

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 11

Κιορμπαστούνι, θαλασσομάχος Κιοσελές, βύρσα Κιοσελές κουπιών, άσκωμα Κιούπία καζανιού, αυλοί Κλάν, στυπειοθλίπτης Κλειδί, καραστάτηςΚλειδί γυριστό, στρεπτήρ Κ. (ίλυσίδας, άμμα, κρι.κο.; Κλειδί αλυσίδα, άγκύλιον Κλειδί κόφας, έπιζυγίς Κλειδόνω, συγκρικώ Κλίσι μαγνήτη, άπόκλισις Κλωστή, ράμμα, Κόβω τ' άρμπουρα, αποκόπτω Κοιμισμένο καράβι, κατάκλιτον Κολαούζος, μήτρα και πρόσκοποςΚολατσιό, πρόγευμα Κολατσίζω, προγευματίζωΚολοβός (πλώρης ή πρύμης), κολοβός Κολόμπα, στηλίς, Κολομπύρι, λαιμός Κόλπο, κτύπημα, βλάβη Κολυμπώ, νήχομαι, κολυμβώ Κολύμπι, κολύμβημα Κολώνα, στήλη, ιστός, κύων Κόμπος, σύνδεσμος, άμμα Κόμπος παρκέτας, κόμβος δρομόμετρου Κοντάρια μουσαμά, παραστάται Κοντάρια Γάντζου, κοντοί Κονταίνω ξάρτι, αναλαμβάνω Κοντάρι, κοντός Κοντέντσα, ψυγείον Κόντρας, σίπαρος Κόντρα κουρτελατσίνία, παρασιπάρια Κόντρα καρένα, χέλυσμαΚόντρα μέντζα, παράμεσα Κόντρα μπαστούνι, έπιδορατίς Κόντρα μουστάκια, πορπήναιΚόντρα μαντάρι, παρυπέρα Κόντρα στίγκοι, παρασυστολείς Κόντρα μπράτσο, παρολκοςΚόντρα φλόκος, πρόθοος Κοντραστάρω, παροξύνω, συναμιλ λώμαιΚοντρίνι, επισιπάριον Κόπιτσα, πόρπη Κοραδούρος, υπόστρωμα κοράκι, στείρα, στήμα Κορβέτο, δρόμων Κορδέλλα, ταινία (μέτρον) Κορδόνι, κώλονΚόρκωμο ή κούρκουμο, μήρυμμακορνίζα, κορωνίς κορφος, κόλπος κορφός, σχοινίον μάλλινον κοστιέρα, έπάκτιον κότερο, κέρκουρος κοτσάρω, ένάπτω κότσι, γόνυ

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 12

κότσι, γόνυ κουάρτα, τέταρτονκουαρτίνι, τεταρτορόμβιον κουβέρτα, κατάστρωμα κουβούσι, κάθοδοςκουζίνα, μαγειρείονκουζινέτα, τριβείς κουκέτες, άγκλίματα κουλούρα, σωσίβιον κουλούρι, σπείραμα ή κολλύριον κουμπασιέρα, διαβητοθήκη κουμπάσσο, διαβήτης κούνία, αιώρα κούνιο, ενθετον κουντράστο, διένεξις, άμιλλα Κούντουλα (βάρκα), δίπρωρος, κρε μαστήκουντρινέλια, έπισιπάρια κουπάδες, έρέται κουπαστη πλοίου, περιτόνεον κουπαστή βάρκας, έπισκαλμίςκουπαστή με τρύπες, κωπητήρ κουπιά, κώπαικουπιά των τροχών, πτερά κουπιών αποθήκη, κωπεών κουρζέτες καί Κρουζέτες, δίζυγα κουρζετάδο πλοίο, άθωράκωτονκουρζέτο, ζυγοδόκη κουρτελάτσα, παραδολώνιον κουρτελάτσες, παρίστια κουρτελατσίνι, παραφωσώνιονκουτούκι, δέτηςκούτσα πικιού, γνάθοςκούτσα μπούμας, γναθίακούτσες, δικρόαικουφάρι, σκάφος, σκελετός κουφοσμήλι, κοπτήρ, κοπίς κόφα, θωράκιον κοφάδο, θωρακωτόν κοφας τρύπες, διαπήγματαΚρεμάμενα σκοινιά, ξάρτια Κρεμαστός μπούσουλας, πυξίς κρε μαστή Κρίκος, κρέξ (Κρουζάρω, διαδένω Κύλιντρα, κύλινδροι Κωλόνω, υποχωρώ, ανακρούω, άναποδίζω Κωπηλάτης, έρέτης.

ΛΛαγκέτα, έρκάνη, φραγμός Λαγουδέρα, οίαξ Λαδικό, λιπαντήριον Λαιμός, ισθμός, στένωμα Λάμα σιδερένια, σιδηρέλασμα Λαμαρίνα, έλασμα Λάμνω, έλκω, έλαύνω Λ. ανάποδα, ανακρούω Λάμπα, λαμπτήρ

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 13

Λάμπα, λαμπτήρΛαναρίζω, εριθεύω Λαντζάνα, ρίμα Λάντσο, προπέτεια Λαπάτσες, άμβολα Λασκάδα, αρμενίζω, έφορεύω Λασκάρω αργάτη, αναστρέφω Λ. σκοινί, χαλαρώ, παρεώ Λατίνι, τρίγωνον, λατίνιον Λεβάντες, άπηλιώτης Λεβάρω, ελκω, αίρω Λειαγεριά, νηνεμία Λειψό, έλλειπες Λεντία, πλαγιοδέται Λιανός, λεπτόςΛιγαδούρα, δετηρία, επίδεσμος Λιγαούρα τσαπράζι, στραγγαλόδεσμοςΛιμάνι, λιμήν ταΛιμπάρω, άποφορτόω Λίμπος, άποφορτίς Λίσσο, λείον Λόβερ, έπιδρομίς Λόρδικο πλοίο, θαλαμηγόν Λοστρόμος, ναύκληρος Λουρίδα, λωρίς Λουνάρισμα, σιμότης Λύνω-ομαι, παραλύω, έκλύω-ομαι Λύχνος, φρυκτός, λύχνος.

ΜΜάγερας, μάγειρος, εο/αρεύςΜαγνίτης, μαγνίτηςΜάγουλα, παρειαίΜ. κολώνας, έπιομίδεςΜαγγίόρα πανιά, μείζονα ιστίαΜαγκάρω, σφάλλωΜ. βόλτα στον αργάτη, έλαττόνωΜ. πανιά, έλαττόνω ιστίαΜαδέρι, έπηγκενίςΜαζόνω σκοινί, σπειρώΜ. πανί, πτύσσωΜαϊνάρω, χαλώ, αναστρέφωΜαϊστρα, μεγίστηΜαϊστραλίζει μπούσουλας, κλίνει προς Δ.Μαϊστρος, Σκίρων Μαίστροτραμουντάνα, σκιρωνοβορράς ΒΔ.Μακαράς, τρόχιλος μακαράς μέ φτέρνα, τρόχιλος ύπόστερνοςμακαράς μονός, τρόχιλος άπλούςμακαράς διπλός, τριπλός, τρόχιλος διπλούς, τρι-μακαράς τριπλός, τρόχιλος τρι πλουςμακαράς μέ σκουλαρίκι, τρόχιλος. τροπωτόςμακαράς μέ σίδερο, τρόχιλος σιδηρόδετοςΜακαριτζίδικο, τροχιλοποιείονΜάκενα, (βλέπε) μηχανήΜάκρος, μήκοςΜαλτσίνα, ίστοθέτης

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 14

Μαλτσίνα, ίστοθέτηςΜαναβέλα, σκυτάλη, μανέλαΜάνικα, σωλήνΜάννα (παλάγκου), αρχήΜανούρα (πλοίου), εφοπλισμόςΜανουρα εργασίας, χειρισμός —Μαντάρι, ύπέραΜαντέμια σαβούρας, σόλοιΜαντιζέλα, έκφοροιΜαντίκια, κεροίακεςΜαντοκαμπάνα, έπισύσπαστονΜαντοπόδαρο, κρεμαστήρΜάντος, πολύσπαστονΜάντος πεσκαδούρου, μασχαλιστήρΜαούνα, φορτίς ή φορτηγίςΜαούνα. φαγάνας, κάνθαροςΜάπα, πόρπηΜαραβίλια, επάρτης ή ένθετηςΜαραγκόδεμα, ξυλόδεσμοςΜαραγκός, ξυλουργοςΜαραφούντι, .παραθέτηςΜαργαριτάρι μπούσουλα, αχάτης Μαρνέρος, ναύτης Μάσκα, παρειά Μασκάδο, εύρυ Μαστέλλο, κάδος Ματίζω, συνάπτω ή άμματίζω Μάτισμα, ματισιά ή συνάμμα Ματσαπλί, σύρτης Ματσαπλί. σχιστό, λυκίσκος Ματσόλα, καλοσφύρα Μέ δρόμον, ήμιταχώς Μέντζα, μέσοιΜετζα βόλτα, ήμίδεσμος Μετζάνα, ίστός επιδρόμου Μετζάστρα σημαία, μεσίστιος, πένθιμοςΜενούτο παλαίστρας, μοιρογνωμόνιονΜενούτο. παρκέτας, άμμωτόνΜερεμετίζω, έπισκευάζωΜέρος ονόματος πλοίου, άσπιδίσκηΜεσιακή τέντα, μεσαία σκηνήΜετζαρόλι, άμμωτόνΜηδενικό, αφετηρίαΜηχανή μέ ατμό, άτμομηχανήΜ. μέ έλικα, έλικοφόροςμηχανή μέ ίσια κίνηση, εύθυκίνητοςμηχανή μέ 2 κύλιντρα, δικύλινδροςμηχανή μέ μπαλάντζες, ένζυγοςμηχανή μέ ρόδες, τροχήλατοςμηχανή που φουντάρει, άγκυροβόλοςΜηχανής κτίριο, μηχανοστάσιονΜηχανικός, μηχανικόςΜικροσκόπιο, μικροσκόπιονΜίλι, μίλιον ναυτικον 1852 μέτραΜίλι πού τρέξαμε, δίαρμαΜίλι της παρκέτας, κόμβοςΜιντάρω ξάρτι, αναλαμβάνωΜιρλίνω, μέρμιθος

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 15

Μιρλίνω, μέρμιθοςΜισεμός, άναχώρησιςΜισόκαρτα, ήμιρόμβιονΜοίρες, μοίραιΜολαρισμένο πανί, άνετον ίστίον Μολάρω, διαλύω, άφίημιμολάρω άκρη, άκραφετώμολάρω περ όκιο, άκραφετώ μολάρω κουπιά, έάω ή αίφίημι μολάρω μούδες, λύω σειράς μολάρω πανιά, άνίημιΜόλος, βραχιών προκυμαίας Μολύβι, μόλυβδος Μονοκάταρτο, μονόστηλον Μορόζες, ακρόδια Μούδες, έπιρράματα ή σειραίΜουδαρισμένο, σειρόδετον Μουδάρω, σειροδετώ Μουνουβέλο, βαρούλκον, γερανός Μουράγιο, προκυμαίαΜούρες, πρόποδες Μούρες τρίγκου, ποδωτήρες Μουρέλο, έμβολον Μούρσος, υποστάτης Μουρσελάρω άκτηριάζω, Μουσαμάς, όθόνη Μουσαμας μπάντας, παράρρυμα Μουσαμάς της καθαριστής, ύπόβλημα Μουστάκι, ύπήνη Μούτσος, ναυτόπαις Μπαγέτο, πλεκτον, ρίπος Μπαγέτο. βάρκας, ζώνη Μπαγκέτες, θρανία Μπάγκοι βάρκας, σέλματα Μ. πανιών, παρασκευαστήρια Μπαζάρω, φιλώ, εμβάζω Μπαζαρίνα, μοχλός Μπαίνω, εισπλέω Μπαίνω. στο λιμάνι, ελλιμενίζομαι Μπαινω. στήν ντάνα, στοιχίζομαι Μπακίρι, χαλκός Μπακιρόνω, χαλκόω Μπακίρωμα, έπιχάλκωσις Μπαλαούρος, σχοιναποθήκη Μπαλέστρα, δικάτοπτρον Μπαλόνω, επιδιορθώ Μπάλωμα, επιδιόρθωσις Μπαμπάδες, συστάται Μπαμπάδες γούμενας, κίονες Μπαμπαδέλια, ποδοδέται Μπαμπαέλια. ξύλινα, σταμινάρια Μπάνιος, ποδίσκοςΜπάντα, πλευράΜπάντου, πάντη (αφίνω)Μπάρα, σύρτηςΜπαρκάρω, ΕπιβαίνωΜπαρκάρισμα, έπιβίβασ ι ςΜπάρκο, μυοδρόμων

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 16

Μπάρκο, μυοδρόμωνΜπάρκο. μπέστια, ήμιμυοδρόμωνΜπαρμπαρέσα, ουρόδεσμος, άπολάβειονΜπαρούμα, πεισμάτιον Μπαρούτι, πυρίτιςΜπάσι, περίσσευμαΜπάσιμο, εσοχήΜπαστέκα, έντροχοςΜπαστιγάγιο, πρόσθετονΜπαστούνι, δοράτιονΜπατάρω, αναστρέφω, έξισώΜπατάρισμα, αναστροφή, έξίσωσιςΜπάτης, εισπνέων (άνεμος)Μπατικουλος, άνάγουσαΜπαφίγκος, φώσωνΜπαχαρία, αυραΜπείλίδικο, βασιλικόνΜπελού, σακκολέφηΜπεντένι, μέσονΜπερδεύω, περιπλέκωΜπερντέδες τέντας, παρασκήνιαΜπιαντές, κέληςΜπιγότα, λοβόςΜπικεριές, διαδοκίδεςΜπίμπιλο, στηλιδωτόνΜπίντες, σειραιΜπλέκω, περιπλέκωΜπογιά, βαφήΜπόμπα, βαρούλκονΜπομπάρδα, λιβυρνίςΜπομπρέσο, πρόβολοςΜπόρα, ύετός ραγδαίος, λαίλαψΜπόσικα, ανωφελή, αδύναταΜπόσικα. παίρνω, συνάγωΜπόσικα. κρατώ, απολαμβάνωΜπος[ι]κάρω, χαλαρώΜπότζα ή ποτζα, υπο τον άνεμονΜπότζι, σάλος ή νεύστασιςΜποτζαρει (επί πλοίου), διατοιχίζειΜποτσάρω, εχματίζω, δεσμεύωΜ. σκοινιά, άλληλοδετώ Μποτσέλα βάρκας, εχμάτιαΜπάτσος, έχμαΜπάτσος άγκουρας, άγκυροδέτης Μπάτσος καπονιού, κεφαλοδέτης Μπάτσος νυχιών, ονυχοδέτης Μπάτσος τσιμπουκίού, οχευς Μπάτσος τιμονιού, ζευκτηρία Μπουγάζι, πέρασμα, πορθμός Μπουγέλο, κάδδος Μπούγιο, δέσμη, όγκος Μπούκα λιμανιού, είσοδος, είσπλους Μ. κανονίού, στόμιον τηλεβόλου Μπουκουρέλο, ραφή, συρραφή Μπούμα, έπίδρομος Μπουνάτσα, γαλήνη, νηνεμία Μπούνια, εύδιαίοι Μπουνιές, θριοί, ποδεώνες

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 17

Μπουνιές, θριοί, ποδεώνες Μπουντέλία, στηλίσκοι Μπουράσκα, καταιγίς Μπουργού, τρύπανος Μπουργουτζής, τρυπανητής Μπούρδος, τοίχος Μπούρδα, σάκκος Μπουρίνα, εγγυτάτη –Μπουρίνι, σφοδρός άνεμος καταιγίς Μπουρλότο, πυρπολικόν Μπούσουλας, πυξίς Μ. άζιμουθικος, διοπτηρία Μ. πορείας, εύθυντηρία Μπουταφόρα, ολκός Μπράντες, αιώραι Μπράτσο, ολκός Μπρατσάρω, κερουλκώ Μ. κόντρα, άντιμεθέλκω Μ. σταυρό, έγκαρσώ Μπρατσέρα, γαυλίς Μπρατσόλια, αγκώνες Μπρίκι, πάρων Μπρούλια, συστολείς Μπρουλιάρω, συστέλλω Μυξοί, μυχοί Μυόμματα, μυόμματα.

ΝΝάβε, δρόμωνΝερά πλοίου, ίσαλα Νεροβάρελλο, υδροφόρίον Νεροκουβαλήτρα βάρκα, υδροφόρος Νετάρω άγκουρα, ευτρεπίζωΝέτος, ελεύθεροςΝεύρο μπίντας, νεύρον Νεώριο, νεώριον, νεώσοικος Νόζικα, ναυτική μάχαιρα Νταγιάκι, στήριγμα Ντάίμα, έξακολουθητικώς Ντάνα, στοίχοςΝτενσταντεμόρος, στηλόκρανον Ντεστέκια, άντηρίδες Ντούκες, σπείραι Ντουλγκέρης, λεπτουργός Ντράγα, βυθοκόρος Ντρίτσα κάτσα, ένθεν κάκείθεν Ντριτσάρω, στρέφω Ντύματα, ενδύματα Ντύνω, ενδύω Νύχια, αγκουρας, όνυχες

ΞΞαίνω, έριθεύω, ξαίνω Ξαλαφρόνω, κουφίζω, Ξανά, ανά, πάλινΞανά κάνω σινιάλο, άνασημαίνωΞανά κάνω σινιάλο νύχτας, άναπυρσεύω

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 18

Ξανά κάνω σινιάλο νύχτας, άναπυρσεύω Ξανά κενουργόνω, άνανεώ Ξανά πέρνω βόλτα, έπαναστρέφω Ξανά ρίχνω, έπαναρρίπτω Ξαρματόνω, άποσκευάζω Ξαρμάτωτον, παρωπλισμένον Ξαρμπουρίζω, άφιστώ Ξαρμπούρισμα, άφίστωσις Ξάρτια, έξάρτιαΞαρτόδεμα, ξαρτόκομπος, έπιτονόδεσμοςΞατμίζω, εξάγω τον άτμόν Ξάτμισμα, εξαγωγή ατμού Ξεβιράρω, αναστρέφω Ξεβουλιάζω, άποβυθίζω Ξεγαντζόνω, άπαγκυρίζω Ξεγραντολογώ, άπολωματίζω Ξεδένω, εκλύω Ξεθυμαίνω, διατείνω Ξεκαθίζω, άποκαθίζω .Ξεκάθιαμα, άποκάθισις Ξεκαπελλάρω, άποτραχηλώ Ξεκαπελλάρισμα, άποτραχήλωσις Ξεκαργάρω, άνακλίνω Ξεκαρφόνω, έξηλώ Ξεκινώ, εκκινώ Ξεκλειδόνω άποκρικόω Ξεκοτσάρω, άφάπτω Ξεκοτσάρω αγκουρα, άπαγκυρίζω Ξεμαύζω, έξαμματίζω Ξεκμπακιρόνω, άπσχαλκώ Ξεμποτσάριο, άπεχμάζω Ξεπεσμός, εκπεσμός, έκπτωσις Ξεπερνώ, έκβάλλω, υπερβάλλω, χύνω Ξεπέφτω, εκπίπτω Ξεπέφτω άπό τήν ρότα, αποκλίνω Ξέρα, ύφαλος, ίσαλος, έξαλος Ξεσαβουρόνω, άφερματίζω Ξεστοιβάζω, άποστοιβάζω Ξεστρήφω, άνακλώθω Ξετονίζω, εκτείνω Ξεφεύγω, αποφεύγω, διαφεύγω Ξεχύνω, έκχυνω Ξηλόνω, έξηλώ Ξορίζομαι, έξοθέομαι Ξόρίασμα, έξώθησις, εκπεσμός Ξυλάρμενο, άνίστιον Ξύλο της παρκέτας, δελτωτόν Ξυλοκάρφι (πείρος), γόμφος.

ΟΟκίο, οφθαλμόςΟλα τα πανιά, ιστιοφορίαΟξω φλόκος, έπιπρόθοοςΟξω σκάλα, κλίμαξ, άναβάθραΟργιά, οργυιά 6 Άγγλ. ποδ.οργιά μακαρά, ουράορθή γωνιά, ορθή γωνία

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 19

ορθή γωνιά, ορθή γωνίαόρτσα, προσηνέμωςόρτσα λα μπάντα, άνάπρωραορτσάρω, προσάγωόστρια, νότοςοστριασιρόκος, ευρόνοτος, ΝΑοστρογάρμπης, λιβόνοτος, ΝΔοτάντε, οκτάς ή οκτημόριονούγία, ωα, λέγνον.

Ππάγω άρόδου, προέλκω, εξορμίζομαιπάγω ομπρός, προχωρώπάγω πελάγου, έξανάγωπαίζω τά πανιά, παίζω τά ίστίαπαίρνω σοκάρο, απολαμβάνωπαίρνω απάνω, αναλαμβάνωπαίρνω μέσα τήν αντένα, καθαιρώπαίρνω μ. τήν βάρκα, εντίθημιπαίρνω μ. στο πλοίο, είσέλκωπαίρνω μ. τά κουπιά, άποτίθημιπαίρνω σόπρα, προλαμβάνωπαίρνω κάτω πανί, ύποστέλλωπαίρνω όρτσα βόλτα, αναστρέφωπαίρνω ποδιστά βόλτα, επιδίδωπαίρνω βόλτα, αναστρέφωπαίρνω το πέλαγο, μετεωρίζομαιπαίρνω στο φύλλο, αντιλαμβάνωΠακοτίλία και μπακοτίλια, προμήθειαΠαλάγκο, σύσπαστονπαλάγκο μέ γάντζο, κορακωτόνπαλάγκο καπονιού, επωτίδιονπαλάγκο μέ ποδάρι, έπαγόμενονπαλάγκο ράντας, κερκόπουςΠαλαμάρι, άπόγειον, πείσμαΠαλαμίζω, τροπίζωΠαλινόρουμ, πυξίς παρεκτροπικήΠανί, ίστίον, ύθώνη, πέτασμαπανί Παρκέτας, πρόμετρονπανί στράλίου, άναδρομικόνπανί μέ 2 μούδες, δίσειρονπανί μέ 3 μ. τρίσειρονπανί χωρίς μ. άσειρονΠανιόλο, έπιφράκτηςΠανιών αποθήκη, ιστώνΠάντα, πλευράΠαντερόλι, άνεμοδείκτηςΠαντιέρα, σημαία, (όρα σημαία)παντιέρα ντονιβέντο, άστατοςΠαπαδιά, άβαξΠαπαφίγκος, φώσωνΠαπαφιγκέρης, φωσωνίτηςΠαπούτσι άγκουρας, εμβαθρονπαντιέρα γάβριας (τσαρούχι), εμβαθρονΠαραδέρνω, παρακρούωπαρακύλισμα, διατοίχισμαπαρακυλώ, διατοιχώ

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 20

παρακυλώ, διατοιχώπαραλλαγή, παραλλαγή, άπόκλισιςπαράλληλο, παράλληλος, χάραξ ναυτικόςπαραμάγερας, παραμάγειρος παραξάρτες, παρεξάρτιαπαραπέτο, δρύφρακτονΠαρατιμονίά παροιάκισιςπαρατιμονίζω, παροιακίζωπαρεκτροπή, παρεκτροπή πυξίδοςΠαρέλα, συμβολήπαρέλα αργάτη, άνάγκαστρονΠαρέλιες, σύσκευα (τα)Παρέλια ή παρίλια, σύσκευονΠαρκέτα, δρομόμετρονΠαρκέτο ή παρουκέτο, ακάτιος ίστόςΠαρμάκι δάκτυλος, 1/8 κάνας ναυπ.Πασαδούρος, διαβάθραΠασαδούρου πόδια, αναβολείςΠασαμπάγκος, παράσελμαΠάσαρα, φαλαινίςΠαταράτσα, παράτονοιΠάτος θάλασσας, βυθός πυθμήνΠατρουνάρισμα, περιέλιγμαΠατρουνάρω, περιελίσσωΠάφυλας, φύλλον ορειχάλκουΠάω ανάποδα, άναποδίζωΠείρος, άξωνπείρος ξύλινος, γόμφοςπείρος της βάρκας, ίβδηςΠείρου τρύπα, χείμαρροςΠέλλα, σελίςΠελαγόνω, θαλασσώΠέννα, ίστίον, (όρα βάρκα)Πέραμα, πορθμείονΠέρασμα, δίοδος, πορθμόςΠερασίές ματισιάς, διαίρσειςΠερνώ, διείρωπερνώ ανάμεσα, διεκπλέωπερνώ σκοινί, διαβάλλωπερνώ άπό το φύλλο, άντιλαμβάνωπερνώ άπό σοφράνου, ύπερπλέωπερνώ άπό σταβέντου, ύποπλέωΠεσκαδούρος, μασχαλιστήρπεσκαδούρος (γάντζος), αρπάγηπεσκάρω τήν αγκουρα, άγρευω Πετροπίδια, ύποτρόπιδες Πετσόνω, ένδύω πλοίονπέτσωμα, περίβλημα πέφτω απάνω, εμπίπτω, εμβάλλω πέφτω όξω, έξοκέλλω πηγαιμός, απόπλους, άνάπλους Πηγαίνω κόντρα, έναντιοδρομώ Πήχη, πήχυς ναυπηγ. 3 ποδ.Άγγλ. πήχυς έμπορ. 64/100 μέτρου Πιάνο, λιμενοδείκτης Πιάνει ή θάλασσα, ναυτιάν Πιάνω μέ θελιά, βροχίζω πιάνω σέ λιμάνι, προσεγγίζω

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 21

πιάνω σέ λιμάνι, προσεγγίζω Πικάγιο, στηθούχος Πίκι, κέρας Πιλότος, πλοηγόςΠιλοτίέρα, πιλοτίνα, πλοηγόν πλοίον Πιλοτάγιο, πλοηγία, πρωρίς Πινό, κεραίαΠινελάρω, έπικρεμώ, χρωματίζω πινελάρω τήν αγκουρα, ίσχάζω Πινέα αντένας, άκροκέραια Πινέλο (αγκουρα), ίσχάς πινέλο μπογιάς, χρωστήρ Πίπες (βαγένία), δοχεία Πίπολα (γαλέτας), άπρακτος, ήλακάτη Πίσσα, πίσσα Πισσάδικο, πισσουργείον Πισσόβαρκα, πισσουργίς Πισσόνω, πισσώ Πιστόνι, εμβολευς Πλάτη κουπίού, πλάτη κώπης Πλέξιμο, πλοκή πλέξιμο σκοινιού, σχοινοπλοκία Πλέω ποταμό απάνω, άναπλέω πλέω π. κάτω, καταπλέω Πλοίο μέ ατμό, άτμήρες πλοίο μέ πανιά, ίστιοφόρον πλοίο μέ 1 άρμπουρο, μονόστηλον πλοίο μέ 2,3 ά. δίστηλον, τρίστηλον πλοίο βασιλικό, τού Β. Πολεμ. Ναυτικούπλοίο εμπορικό, τού εμπορ. Ναυτ. πλοίο τού τελωνείου, τελωνίςπλοίο με την πλώρη ή τήν πρύμη, ανισοβύθιοχονΠλώρη, πρώρα πλωρηός, έμπλωροςπνίγω το πανί, συγκρατώ πνίγομαι, θαλασσούμαι ποδάρι, πόδιπους, μέτρον 'Λγγλ.Ποδάρι του παλάγκου, έπάγων ποδίζω, επιδίδω, αναστρέφω ποδιά του πανιού, κύρτωμα Ποδιστά, πόδισμα. έπίδοσις, ύποστροφήποδόσταμο, ποδόστημα ποδοχάρι, πισσεψίς πόμπα, αντλία πομπαρία, άεροσίφωνπόμολο, έπίμηλον πονέντες, ζέφυροςπονεντογάρμπης, λιβοζέφυρος ΔΝΔ. πονεντομαίστρος, σκιρωνοζέφυρος, ΔΒΔ. πόντζα λα μπάντα, κατά πρύμνανΠόντος ‘η πούντος, 1 ο/ο Γαλ. μέτρου ποντόνι (καργαρίσματος), πάκτων ποντόνια, κάτεργα πόρτα καζανιού, θυρίς π. της τέντας, παρασκήνιον πορτέλα, θυρίδεςπορτούζια, ομμάτια ποστάλε, ταχυδρομικόν

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 22

ποστάλε, ταχυδρομικόν πόστα βάλλω, ποιούμαι έναρξιν πόστες τού πλοίου, οστέωσις ποτήρι τρούμπας, ποτήριον πούλι, περικόχλιον Πουδάμισο, περίβλημα πουκάμισο πανιού, έλυτρον Πουνέντες, όρα Πονέντες κλπ. πουντάρω, προσδένω πουντελάκι μπούσουλα, οβελίσκος πουντέλι, στηλίσκος πουντέλι. τής τρότσας, ίστούχος πουρσάδα, ύδρόμετρον πούσι, άχλύς, ομίχλη προβάρω, παράβαλλω, δοκιμάζωπροβιζιόνα, προμήθειαπροσαπόκο, ως έγγιστα, σχεδόν προσέχω τό πανί, σκοπεύωπρόοταγμα, κέλευσμα προστάζω, κελεύω πρόσωπο, όψις, επιφάνεια πρύμα, ούρίως πρύμα αρμενίζω, ούριοδρομώ ,πρυμάτσες, πρυμνήσια πρύμη, πρύμνα, ηπρυμίζω, επουρίζω πρυμηός, έμπρυμος πρύμος καιρός, ούριος άνεμος πρωτοδεύτερα αρμενίζω, ουριοδρομώπύργια, χωνίον

ΡΡάβω, ράπτωράβω πανί, ίστιορραφώράβω σόκορο, συρράπτωΡάγισμα, ραγάςΡάγουλο, κάρυονΡάντα, κέρκοςΡάντζο, αιώραΡάψιμο, ραφήράψιμο μακαρά, κάθαμμαΡεζέρβα, έφεδρίαΡελεβάρισμα, διόπτευσις, άντιστοιχίαΡελεβάρω, διοπτεύωΡελέβο, διόπτευσιςΡέλια τής κόφας, ρίζαι θωρακίουΡεμέτζα, πείσματαΡεμετζάρω, ορμίζωΡεμουλκίο, ρυμούλκησιςΡεμουλκχαδόρος, ρυμουλκόνΡεμουλκίάρω, ρυμουλκώΡεπίδία, ριπίδεςΡεσπέτο, εφεδρείαΡετσίνα, ρητίνηΡετσινόπισσα, ρητινόπισσαΡεφόρτσο, ένδυνάμωσιςΡεφόρτσο πανιού, έπίραμμα

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 23

Ρεφόρτσο πανιού, έπίραμμαΡεφόρτσο σχοινιού, έπίδεμαΡήγλα και ρήγα, κανών, χάραξΡήγλα διπλή, παράλληλοςΡίζα τιμονιού, ρίζα πηδαλίουΡίχνω, ρίπτωΡιχνω στον αργάτη, αποδίδωΡίχνω στο γίαλό καθέλκωΡίχνο στο μπαμπά, κιονοδετώ Ρίχνω σκαντάλιο, βολίζωΡόδα τιμονιού, οίακοστρόφιον Ρόα βαποριού, τροχός Ροδάντσα, ψέλλιον Ρο[υ]κέτα, σκυταλίς, πυροτέχνημα Ρότα, πορείαΡούπι, 1/8 εμπορικού πήχεως Ρουμπί, άντιβολήΡυμουλκιάρω, κτλ.ορα ρεμουλκίάρω

ΣΣαβούρα, ερμαΣαβουρόνω, έρματίζωΣαβούρωμα, έρμάτισιςΣαγίάρω μέσα, προσέλκωΣ. οξω, προτείνωΣάγουλα, σχοινίονΣάγουλα άργατίού, σκυταλοδέτηςΣάγουλα πού μποτσάρει, δέτης, επιδέτηςΣάγουλα τιμονιού, οιακόσχοινονΣάγουλας άκρη, διαδέτηςΣαίτα, κερκίςΣακκούλα, σάκκος Σακκουλέβα, λοίπαδος, σακκολέφηΣακκορράφα, άκέστρα, φορμοραφίςΣακκουλιάζω, διακολπούμαιΣάλα πλοίου, ιχνογράφημαΣαλαμάστρα, πλεκτάνηΣαλαμάστρα μηχανής, παρέμβυσμαΣάλβα βάρκα, σωτηρίας λέμβος –Σάλι, σχεδίαΣάλι καθαρίσματος, πάκτωνΣαλί, ύφασμα σημαίαςΣαλπάρισμα, άπαρσιςΣαλπάρω, άπαίρω, ανασπώΣαλουπίέρης, άκατίχηςΣαμπάνι, άρχάνηΣαμπαχιέρα, έρμαφρόδιτον, γαυλολιβυρνίςΣανιδόσκαλα αποβάθρα Σαραπινό, συσχολεύς Σαντζακόσκοινο, σημαιόσχοινον Σανχάρδο και σταντάρδο, στηλίδιον Σανταρόλια, Στήλοι Σβίγα, στροφείον Σγουρό, διάστροφονΣενιάρω ,ετοιμάζω, παρασκευάζωΣεντίνα, σιφωνοθήκη, αντλοδόκη Σεξιάντε, εξας, έκτημόριον

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 24

Σεξιάντε, εξας, έκτημόριον Σεραμπούνια, παράθριοι Σερβίτσια, καλώδια, έπιχείρια Σερνάμενα, καλούδια, αγόμενα Σέρνω, σύρωΣέρνω από πίσω, έφέλκω, ρυμουλκώ Σέσουλα, άντλίον Σηκώνομαι στα πανιά, άπαίρω Σηκωνωμαι από τον υπνο, εξεγείρομαι Σηκωνωμαι στον ατμό, άπαίρω Σηκώνεται δυνατός αγέρας, έγείρεται σφοδρός άνεμος Σηκώνω ατμό, παρασκευάζω Σηκώνω τό καράβι, προέλκω Σηκώνω τό κουπί, ορθώ Σηκώνω τό τσιμπούκι, ανάγω έπιστήλιον Σημαδούρα καί σαμαδούρα,σημαντήρ Σημάδι, σήμα, σημείον Σημαία παρτέντσας, σ. αναχωρήσεως Σημαία βασιλίκια, σ. βασιλική Σημαία καραντίνας, σ. καθάρσεως Σημαία πιλότου, σ. πλοηγού Σημαία χαιρετισμού, σ. τιμής Σημαια ψαλλιδισμένη, σ. ψαλλιδωτή Σημαιολόγος, σηματολόγιον Σημαιοστόλιση, σημαιοστόλισις Σημείο άναχώρησης, άφετήριον Σημείο. φθασίματος, καθιτήριον Σημείο κινδύνου, σημείον κινδύνου Σιάζω, Ισάζω Σιάρω, σχάζω Σιγά-σιγά, ήρεμαΣιγουράρω, ύφίημι, ασφαλίζω, χαμηλώΣιγουριτά, ασφάλεια Σίγουρος, βέβαιος, ασφαλήςΣίδερο, σίδηρονΣ. μπαστουνί,ού, κλοιόςΣιδεροδεμένος, σιδηρόδετοςΣινιάλο, σήμαΣινιάλο της νύχτας, πυρσείαΣινιάλο αριθμού, άριθμητικόνΣινιάλο αγέρα, άνεμόσημονΣινιάλο καιρού, ρομβόσημονΣιρόκος, εύρόνοτος, ΝΑ.Σιροκολεβάντες, εύραπηλιώτης ΑΝΑσκάλα, κλίμαξσκάλα άπό σκοινί, σχοινοβαθμίς Σκαλιέρες, βαθμίδες Σκαλίερόσκοινο, βαθμιδόσχοινον Σκαλοπάτια, κλιμάτια Σκαλοισιά, Ικρίωμα Σκαμπαβία, πρώτη λέμβος Σκαμπανεβάζω, προνευστάζω Σκαμπανέβασμα, προνεύστασις Σκανταλιάρω, βολίζω Σκαντάλιο βολίς Σκαντάλιο μικρό, χειροβολίς Σκαντζάρω, άλλάσσω, υπερβάλλω Σκαντήλια, στήριγγες Σκάρα, έσχάρα ή νεώλκιον

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 25

Σκάρα, έσχάρα ή νεώλκιον Σκάρα της θάλασσας έσχ. ύποβρύχιος Σκάρα τού καζανιού, πυρεσχάρα Σκαρί, τύλος Σκαρί πλοίου, σχέδιον Στα σκαριά, επί τυλώματος Σκαρμός, σκαλμός και σταμίν Σκάρτο, έλλειπες, έφθαρμένονΣκαρτάρισμα μπούσουλα, παρεκτροπήΣκαρτάρω, παρεκτρέπομαι, χωρίζωΣκαρώνω, έπιτυλώΣκάρωμα, τύλωσιςΣκάτσα, ληνός, οπήΣκάτσα. άρμπουρου, υποστερνίςΣκάτσα μπομπρέσου, κοίτηΣκάψιμο, γλυφήΣκάφη και σκάφος, σκάφη, οςΣκάφη άσπρη, καλαφατισμένονΣκάφη μαύρη, άκαλαφάτιστονΣκελετό, σκελετός, οστέωσιςΣκέλια κόφας, σκέλη θωρακίουΣκέλια της σκάλας, σ. της κλίμακοςΣκέπασμα, έλυτρον, κάλυμμαΣκεπή, σκεπαστήΣκέτος, άπλούςΣκοινάδικο, σχοινοποιείον και σχοινοπωλείονΣκοινί, σχοινίον σκοινί άπό βουρλιά, σπάρτινονσκοινί άπό καννάβι, καννάβινον σκοινί άπό σύρμα, συρμάτινον σκοινί άκατράμωτυ, άκεδρωτον σκοινί κατραμωμένο, κεδρωτόν σκοινί τιμωνίου, οιακόοχοινον σκοινί της παρκέτας, δρομόσχοίνον σκοινί του σκαντάλιου, βολιδόσχοινον σκοινί δεξιά στριμμένο, δεξιόπλοκον σκοινί αριστερά στριμμένο, άριστερόπλοκονσκοινί μέ μία στρίψη, σπαλτσίνα μονόπλοκονσκοινί γαρλίνο, δίπλοκονσκοινί μέ 4 έμπουλα, έντέταρτον σκοινί της σκαλιέρας, βαθμιδόσχοινον σκοινί δια ρεμέτζο, πεισμάτιον Σκόλπο, και σκόλσο, σπάδην, σποδόνισμός Σκοπός, σκοπός, σκοπιωρός Σκότες, πόδες Σκοτίνα, θριός Σκουλαρίκι, ένώτιον Σκούνα μέ σταύρωσιν, ήμιολία σκούνα δίχως σταύρωσιν, έπιδρομίς Σκούντρο, άπώστης Σκούντρισμα, σύγκρουσις Σκουντρώ, συγκρούομαι Σκουπαμάρα, παρακάτιον Σκούπισμα, σάρωσις Σλόου, ηρέμα Σμίγω, ένόνω Σμπείρος, στροφός Σοβραναρισμένος, προσήνεμος

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 26

Σοβραναρισμένος, προσήνεμος Σοβρανάρω, προσηνεμώ Σοβράνου, ύπερηνέμως σοβράνου περνώ, υπερέχω Σοκάρο απολαβήΣοκάρω (γιατσάρω), έλκω, εφαρμόζω Σόκορο, κόμμα Σόπρα, επί, επάνω σόπρα βέντο, προσηνέμως σόπρα γάπία, άνακωχεύω Σοπράρω, άντινεμώΣορόκος, κλπ. εύρος (βλέπε σιρόκος)Σοτοβέντο, ύπηνέμως Σουλίνα, σωλήνΣουρβετάρισμα, ανατροπήΣουρβετάρω, ανατρέπομαιΣούστες, κερούχοιΣοφράνου, προσηνέμωςΣπάγος, μέρμιθος, μήρινθοςΣπαλτσίνα, σχοινίον μονόπλεκτονΣπάσιμο, θραύσιςΣπεράντσα, ίερά άγκυραΣταβέντου, ύπηνέμωςσταβέντου περνώ, ύποπλέωΣταματώ, κρατώΣταμάτισμα, κράτημα, στάσιςΣταντζιέρα, προτονίςΣταντζαβέλα, προτονίς μεγάληΣτάντζος, πρότονοςΣταυροβελονιά, χιαστήΣταυρογάζι, στήθοςΣταυρόκομπος, σταυρόςΣταυρός πρύμης, σταυρόςΣταυρόνωτά πανιά, εγκαρσώ, σταυρώΣταύρωσι (αντένες), σταύρωσιςΣτάφνη, στάθμη, σημείωσιςΣταφνίζω, σταθμίζω, σημειώΣταχτοθήκη, τεφροδόκηΣτεκούμενα, στερεάΣτέκω-ομαι, μένωστέκω στα κουπιά, πτερώστέκω σόπρα γάπια, άνακωχεύωΣ, στα πανιά, μένωστέκω τραβέρσο, άντιμένωστελάδο, στενόνΣτέργιο, στερεά, γηΣτεργιανός, χερσαίοςΣτέρνα, ύδροδόκη, δεξαμενήΣτεφάνι, στεφάνηΣτημόνι, στήμωνΣτηρίζω τ' άρμπουρο μέ ξάρτι, επιτονίζω Στιγκάρω, συστέλλω Στίγκος, συστολεύςΣτοίβασμα, ταξιθέτησις, στοιβασία Στοιβιάζω, στοιβάζω, ταξιθετώΣτόκος, επίπλασμαΣτολίδια πρύμης, άφλαστα Στολίδια πλώρης, άκροστόλια

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 27

Στολίδια πλώρης, άκροστόλιαΣτόπερ, στάσις Στουπί, στυπείον Στραβόξυλο, άγκοίλιον Στράλιο, άν(ίδρομος Σ. τσιμπουκίού, πρότονος Στραλιέρα, άναδρομικόν ίστίονΣτραπόρτο, σκευαγωγόνΣτράτσο, στυπόχαρτον Στρήβω, στρέφω Στρήψιμο, στροφή, ελιγμός Στρήψιμο σκοινιού, συστροφή Στρήψιμο φτερού έλικα, βήμα Στρήτσι, αποθήκη Στρόμπος, κόμβος, κνούτον Στρωμάτσες, παραβλήματα Στρομάτσο, κοίτη Στρώσι, έδρα Στύλος, στύλος Συγύρισμα, διάκοσμος Συρτά, βάδην Σφαλώ, κλείω Σφήνα, Ονυξ Σφυλάτσο, κλώσμα Σχίσιμο πανιών, διάσχισις Σχοινί (βλέπε σκοινί), σχοινίον Σώσιμο, διάσωσις Σώστρα, ασφάλιστρα Σωτρόπι, έσωτρόπιονΣώτροπα, κατ’ ευθείαν γραμμήν.

ΤΤακίμι πανιών, συσκευή ιστίωνΤακίμι αρματωσιάς, σκεύη νηόςΤάκοι, τύλοιΤάκοι άργατιού, τυλώματαΤαλιαμάς, φάλκηςΤαμπάνι, πλήμνηΤαμπούκίο, μεσόστεγονΤαξειδεύω γιαλό, παραπλέωΤαξειδεύω το πέλαγος, πελαγίζωΤαξείδι, πλουςΤαρέσα, πολύσπαστονΤαρσανάς, ναύσταθμος, ναυπηγείον,Τεζάρω πανί, άνατείνωΤεζάρω κουπί, έρείδωΤεζ’αρω τέντα, ξάρτια εντείνωΤηλεσκοπιο, τηλβσκόπιον Τελωνίδα, τελωνίςΤέντα, σκηνήΤέντα βροχής, χειμερινή Τέντα ηλίου καλοκαιριού, θερινή Τέντα της μέσης, μεσαία Tεπές, έπικεφαλίς Τεπόζιτο άτμού, θερμοδοχείον Τεποζιτο. νερού, υδροδόκη, δεξαμενή Τεσαροχάλι, κερκέτης Τεσταντεμόρος, στηλόκρανον

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 28

Τεσταντεμόρος, στηλόκρανονΤέταρτο καιρού, τεταρτορόμβιον Τετραγωνίζω, τετραγωνίζω Τζαβέτα, γόμφος Τζαβετόνω, γομφώ Τζαβέτωμα, γόμφωσις Τζάχτι, βία, δύναμις, έπιφών. ένθαρ. Τζίβα, σχοινίον σπάρτινον, ρύμα Τζιβάδα, διατείνουσα Τζιρούνι κουπίού, έγχειρίδιον Τηραμολάρω, μεθέλκω, αναστρέφω Τηραμόλα εια μάλα!Τίγκα, υπερπλήρης Τιμόνι, πηδάλιον Τιμονιέρα, πηδαλιουχείον Τιμονιέρης, πηδαλιούχος, οίακιστής Τιμονιού τρύπα, πηδοδόκη Τονελάδα, τόνος ή κόρος Τόνκερ, ιππάριον Τόνος, σχοινίον καί κόρος Τόξο της μπαλέστρας, ίτυςΤουράκι, εδώλιον Τουρέλο, έπιστρόφιον Τουρκετίνα, άρτεμωνίς Τουρκέτο, ακάτιος ιστός Τουρνέλα, πλεκτάνη Τραβερσάδα, διάπλους Τραβέρσο, άντιμονή Τραβερσάρω, άντιμένω, διαπλέω,πλαγιάζω Τραβερσάρω μέ ξύλα, μασχαλίζωΤραβέρσες, ζυγίδες Τράβηγμα πλοίου, άνολκή Τραβώ γεντέκι, παρέλκω Τραβώ πλοίο όξω, νεολκώΤραβω κουπί, έλαύνω, ερέσσω, κωπηλατώΤραγάνα, βραχώδης πυθμήν Τρακάρισμα, σύγκρουσις, σύρραξις Τρακάρω, έμβάλλωομαι Τράκος, σύρραξις Τραμπάχτης, άκτεωρός, (πλοίον)Τραμουντάνα, βορράς Τραπέζι πανιού, τραπέζιον Τράτα, αλιευτική μονήρης Τρέγα (πανιά), σταύρωσις Τρέγα (αντένες), κεραίαι Τρέξιμο, ταχύτης Τρέσες της κόφας, διαπήγματαΤρεσες ποδιών βάρκας, υποπόδια Τρέχω, πλέω, τρέχωΤρέχω ομπρός, προπλέω Τρέχω κόντρα έναντιοδρομώ Τρέχω από πίσω, υποπλέω Τρίγκος, άκάτιον Τρίγκες, διάδετα, δεσμοί Τρίδιπλος, τριπλός, τριπλούς Τρικάταρτο, τρίστηλον Τριπόντες, τρίκροτον Τρισίλιο, δίστροφον

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 29

Τρισίλιο, δίστροφον Τροπώνω καί τρουπόνω κουπί, τροπώΤροπωτήρα, τροπωτήρ Τρότσα, άγκοίνηΤρούμπα,αντλία, σίφων, άντλοσίφωνΤρουμπομαρίνα, θαλάσσια σάλπιγξ Τρύπα αργάτη, άργατοπέδη, τρήμα Τρύπα. τού δοίακιού, οπή, τόξονΤρύπα κουβουσιού, θυρίδιον Τρύπα τιμονιού, πηδοδόκη τρύπα μπομπρέσου, κοίτη τρύπα τσιμπουκίού, οπαίοντρύπα καταρτιού, ίστοπέδη τρύπα τού έλικα, στροφεύς τρύπα κυλίντρου, θήκη τρύπα μπαλέστρας, διόπτρατρύπα σημαία, επίσημον, επισείωνΤρυπάνι, τέρετρον, τρύπανον Τρυπώνω, διαρράπτω καί είσδύω Τσακάς, μαχαιρίδιον Τσακιστή, δηκτή Τσαμαδούρα, σημαντήρΤσαμαντάλι μουδας, σειράδιον Τσαμανταλι τέντας, παραδέτης, άναδέτης Τσάπα μαδέρι, έπιγκενίς, ζωστήρ Τσαπράζι, στραγγαλόδεσμος Τσαρούχι, εμβαθρον Τσατάλα, μασχάλη Τσεπχανές, πυριταποθήκηΤσερέκι, 1/32 Κάνας ναυπηγ. Τσέρκι μοιρών, άναγωγεύςΤσέρκι μπαλέστρας, ιτυς Τσέρκι τρίγκας, δεσμόςΤσιγκουνίαρω, ορθώ Τσιμισίρι, πυξος Τσιμπούκι, έπιστήλιον Τσιπάδα, στυπόπλεκτος Τσιρνίκι, σακκολέφηΤσιφουτία, άτλαντες Τσούντα, τερθρία Τσουντάρω, ορθώ Τσίπος, τσίπος, στύπος Τυλίγω καί τειλίζω, είλίσσω

ΥΥάρδα, υάρδα 3 ποδ. Άγγλ.Ύδρόνω, δρόνω καί ξεδρόνω, κοπιάζωΎψηλά πανιά, ανώτερα ιστία του πλοίου, έξαλα Ύψος, ύψος

ΦΦαγάνα, βυθοκόροςΦαγωμένα σκοινιά, πανιά, περιτριβήΦαλάγκχα, φάλαγκεςΦαλιδόνω, ραφιδώΦάλκα, θυρίςΦάλσο, προσωρινόν, ψευδές, πρόσθε τον

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 30

Φάλσο, προσωρινόν, ψευδές, πρόσθε τον Φάλσο μαντιζέλο, παρέκφοροςΦαλσο παταράτσο, έπιπαράτονοςΦανάρι, φανός, φάροςφανάρι αρμπούρου, έφίστιοςφανάρι γυριστό, περιστροφικόςφανάρι ακίνητο, σταθερόςφανάρι τής μπάντας, πλευράςφανάρι τής πλώρης, πρωραίοςφανάρι τής πρύμης, πρυμναίοςφανάρι τού σινιάλου, σημάνσεωνφανάρι τού πικιού, κιρακι.; Φάρδος, πλάτος Φασίνα, κειρία Φασινάρω, κειριώ Φεγγίτης, φωτοθυρίς Φελούκα, έφόλκιον Φεργάδα, φρεγάς, δρόμων Φερμάρω, εντείνω ασφαλίζω Φέρνω ίσία, ίσάζω Φέρσα, φύλλον πανίου Φηκάρι, θήκη, διπλωτόν Φιάμπολα, φιάμουλα, επισείων Φιγούρα, ξόανον, άκρόπρωρον Φιλαδούρι, έντόνιον Φιλάντρα, επισείων Φιλάρετο, αίωροθέσιονΦινέστρα, φεγγίτης, φωτοθυρίς Φλίσι, λαίφος Φλοκέρης, άρτεμωνίτης Φλοκίνι, επιπρόσθον Φλόκος, άρτέμων Φοδράρω, περικαλύπτω Φόδρα πλοίου, έντερόνεια Φόδρες, μαδέρια, έντερονίδες Φόντο ή , φούντο, βυθός, πυθμήν Φορτσάρω κουπί, έρείδω Φ. πανιά, βιάζω Φορτώστρα, φορτωτήρ Φουγλάρος, φουγάρο, καπνοδόχος Φουντάρω, βυθίζω, ποντίζω, αγκυροβολώ Φουντάρισμα, αγκυροβολιά Φουρκάδες, στήριγκες Φούρνος, εστία, κλίβανος Φουρτούνα, τρικυμία Φούσκα, φύσκηΦουσκοθαλασσιά, θάλ. οιδματόεσσαΦρακάρω, εφαρμόζω, προέλκωΦράγκτης, διάφραγμα, παράφραγμαΦτερό (έλικας), έλιξ, πτέρυγες έλικοςΦτέρνα, πτέρναΦτέρνα. κουπίού, ούράδιονΦτερόνω κουπί, πτερώΦύκι ο, φύκοςΦυκίάδα, φυκιώδηςΦύλλο, φύλλονΦύλλο μπακιριρύ, φ. έπιχαλκώσεως Φυλλάρω, καθίημι, μεθέλκω

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 31

Φυλλάρω, καθίημι, μεθέλκω Φυλλίζω σβεννύωΦύρα, έλλειμμα, έλλείπον, υστέρημαΦωτιά, πυρκαίά, πύρ Φωτιά δίνω, επικαίω.

ΧΧαβούζα, νεωδόχος Χαβούζα. κινητή, χτιστή, δεξαμενή Χαβούζας πόρτα, θύρωμα Χαζνές (κάσσα), χρηματοκιβώτιονΧαζιρεύω, παρασκευάζω Χαλκάς, κλοιός, κρίκος Χ. μουράγιου, ναύδετονΧαμηλά πανιά, κατώτερα ΙστίαΧάνω, άπόλυμι, αποβάλλω Χάνω στήν στεργιά, άποκρύπτω γηνΧάρμπα, όγκινωτός ήλος Χαρούπα, χοινικις Χάρτα, χάρτης γεωγραφ. Χάρτα. μπούσουλα, άνεμολόγιον, άνεμοκύκλιονΧαρτί ψαροκόκκαλο, διαφανές Χαρτιά πλοίου, έγγραφα Χελιδόνι, πελεκίνος Χελώνες μολυβιού, χελώναι Χέρι-(μέ)-χέρι, παρά χείραΧέρι. κουπίού, έγχειρίδιονΧέρι. λιγαδούρας, δόμος Χερούλια, λαβαί, χειρολαβαιΧνάρια, ΙχνάριαΧρονόμετρο, χρονόμετρον Χρώμα, χροιά, βαφή Χρώμα. σημαίας, εθνόσημον Χύνω, χύνω, χέω, απορρίπτω Χύνω. στο καλούπι, χωνεύω, τυπώ Χύσι, εκβολή, μερική αβαρίαΧυτά, φορητά, κατά φοράνΧυτήριο, χωνευτήριον Χωνί, χωνίον, στορεύς Χώρισμα, διαχώρισμα, ένδιαίτημα.

ΨΨάθα, ψίαθος, λέμβος, μέτρον σίτουΨαλιδισμένη παντιέρα, ψαλιδωτόν Ψαράδικο, ψαροπούλα, πλ. άλιευτικόν Ψαρεύω, αλιεύω Ψάρι, εμβολή, πλάτυσμα Ψαροκόκκαλο, ραφή χιαστή Ψαροκόκκαλο μπούσουλα, διαφανές Ψηλά του πλοίου, έξαλα ,ψήνω τό ψάρι στα χείλια, βασανίζω Ψηφιά, γράμματα, αριθμοί Ψιλαίνω, λεπτύνω Ψιλό, λεπτόνΨιλοδουλεμμένο, λεπτουργημένονΨιχάλα, ψεκάςΨίχαλο, ψιχίον

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 32

Ψίχαλο, ψιχίον Ψόφιος, νεκρός, αδρανής Ψοφώ, θνήσκωΨοφώ το γραντί, έκστρήφω, χαλαρώΨ.οψώ της πείνας, δίψας, πεινώ, διψώ Ψυχογιός, ναυτόπαις, υίόθετοςΨύχρα, ψύχος, κρύο Ψωμί, άρτος, διπυρίτης Ψωμωμένος, δυνατός, μεστός.

ΩΩρα, ώραΩριμος και ούριμος, ώριμος, πέπειροςΏρίμασμα, πέπανσις Ώρολόι, ώρολόγιονΏς τα μπούνια, Υπερπλήρες

Αντίστροφο Γλωσσάρι

Υπο κατασκευή

Περιεχόμενα

Λήμματα1.Κείμενα 2.Γλωσσάριο3.Βιβλιογραφια 4.

Το ολο εργο αποτελειται από 4 μερη:

Λήμματα

Οι λέξεις που έχουν επιβιώσει στην σημερινη γλώσσα με επεξηγηση για την ετυμολογια τους και το σημερινο τους νοημα. Πιθανως να παραπεμπουν στα κειμενα του βιβλιου ή σε άλλα λήμματα.

Οι λεξεις που είναι εκ φύσεως περιεργες○

Οι λεξεις που δεν έχουν ετυμολογηθεί ή εχουν λανθασμενη ετυμολογια και μπορεσα να βρώ την ετυμολογια τους.

Σημασία (Τι ακριβως σημαίνει η λεξη)

Ετυμολογία (Η ρίζα και η ποεέλευση της λέξης και οι κυριολεκτικες και μεταφορικες σημασίες)

Ξενόγλωσσα (πως λεγεται η λεξη στις ξενες γλώσσες:

Ιταλικά, Αγγλικά, Γαλλικά κα)

Εικόνες

Φράσεις

Παροιμίες

Αναφορές

Συνώνυμα

Συγγενικά

Τεχνη (Πεζογραφία, Ποίηση, Τραγούδι)

Για κάθε λημμα περιλαμβανονται οι εξης παραγραφοι:○

Αλαφαβητικό ευρετήριο των Ναυτικών λέξεων . Ερμηνευονται :

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 33

Ειναι μικρες μελετες, αρθρα, ερευνες κλπ που εχουν κανει διαφοροι μελετητες και ερευνητές. Εχουν παραπομπές στα λήματα και τη βιβλιογραφία. Όταν δεν αναφερονται πηγες σημαινει ότι το κειμενο είναι δικης μου εμπνευσης. Το θεματολογιο των κειμενων προτάσεται και αποτελει κατάλογο αναζήτησης

Κείμενα

Καταλογος των βιβλιων που χρησιμοποιήθηκαν . Όλα τα βιβλια έχουν ένα μοναδικο κωδικο . Ο αριθμος χρησιμποιειται στις παραπομπες στα λημματα και συμβολιζεται ως εκθετης με τα μορφή ββββ.σσσσ οπου ββββ ο αριθμος του βιβλιου και σσσσ ο αριθμος της σελιδας του βιβλιου. Πχ. Αβαρια 9301.123

Ο κωδικος παραπεμπει στον τιτλο : 9301 DIZIONARIO DI MARINERIA Militare ΤΟΜ. Ι (A-L) : ITALIANO FRANCESE E FRANCESE ITALIANO - BARONE GIUSEPPE PARRILLI -NAPOLI - STABILIMENTO TIPOGRAFICO DI PASQUALE ΑMBROSIO - 1866

Βιβλιογραφία

Copyright© 2012 by Aris Stougiannidis

ΑΣ5 ΚΑΡΑΒΙ Page 34