chimeres 013

32

description

chimeres zine

Transcript of chimeres 013

Page 1: chimeres 013
Page 2: chimeres 013

συντακτική οµάδα: σελιδοποίη ση : επικοινωνία:

baph om e t com ze radd ["περιοδικό χίµαιρες"

com ze radd εξώφυλλο: τ.θ. 42080, τ.κ. 12101]

δικαίος ch aos_jv [m ail@ ch im e re s.gr]

stam e n_fe son

copyle ft: επιτρέ πεται η αναδ η µοσίευση υλικού, χωρίς τη ν άδεια τη ς συντακτικής

οµάδας, σε έ ντυπα και άλλα µεσα, που λειτουργούν µε άδεια copyle ft.

διανοµή:

αθήνα

[βιβλιοπω λεία: αλφειός, βαβέ λ, ελεύθερος τύπος, εναλλακτικό, λεµόνι,

πρωτοπορεία, ναυτίλος, solaris, tilt - cafe /bar: αθήναιο, αστάρι, µικρό,

ποδήλατο - γενικά: µικρό µουσικό θέ ατρο, nosotros]

θεσσαλονίκη

[βιβλιοπω λεία: m e tropolis, σπ η λιά των com ics - δισκοπω λεία: λωτός -

cafe /bar: σπίρτο]

πειραιάς

[βιβλιοπω λεία: unde rground - cafe /bar: le m on]

περιστέ ρι

[cafe /bar: µικρό, intro]

...στα ασφυκτικά µονοπάτια προβάρουµε τον άναρχο χορό µας, τις µάσκες

τη ς οµοιοµορφίας καταστρέ φουν οι µεταµορφώσεις µας, τη σιω πή τη ς ενοχής

διακόπτουν οι µελω δικοί ολολυγµοί µας, στο περιθώριο µιας άδειας σελίδας

αναδύονται µε ορµή, νη φάλια, οργισµ έ να κι αέ ναα: οι χίµαιρέ ς µας

Page 3: chimeres 013
Page 4: chimeres 013

Η ατμόσφ αιρα ε ίναι ζε στή, αλλά όχι αποπνιχτική.Παντού Σκοτάδι...

Το μόνο που βλέπω ε ίναι ένα βλέμμα ακριβώς απέναντι,δυο μάτια να ανοιγοκλε ίνουν.

Δε ν μπορώ να διακρίνω τίποτα άλλο.

Αλλά αυτό το βλέμμα ε ίναι τόσο φ ω τε ινό...και δε ν ξέρω γιατί, μα κοιτάζε ι ε μένα .

(νιώθω παγιδε υμένος)ένα ρίγος με διαπε ρνά κάθε τόσο...(νιώθω υπέροχα) ια άφ ατη αγαλλίαση...

Τώρα το βλέμμα γυρίζε ι αργά, βασανιστικά σχε δόν,και κοιτάζε ι τον τοίχο ακριβώς απέναντι.Αποφ ασιστικά, σταθε ρά.

Μια τρύπα ανοίγε ι στο σημε ίο ε κε ίνο και σιγά-σιγάένα παράθυρο σχηματίζε ται.Κλε ιστό, ε ρμητικά κλε ιστό.

Το βλέμμα ε πιστρέφ ε ι σε 'μένα .

Σηκώνομαι. Αργά στην αρχή, πιο γρήγορα με τά.Πιο γρήγορα καθώς πλησιάζω το παράθυρο.Παραπατάω στη διαδρομή.Πέφ τω .Με το ένα μου χέρι πιάνω τον ε αυτό μου και τον σηκώνω ξανά όρθιο.

Σέρνομαι, αλλά τα καταφ έρνω .Απλώνω το χέρι και προσπαθώ να το ανοίξω .(ξέρω πω ς το βλέμμα ε ίναι τώρα καρφ ω μένο στην πλάτη μου)Γυρίζω το χε ρούλι με όση δύναμη μου έχε ι απομε ίνε ι.(ακούω μια βαθιά αναπνοή πίσω μου)

Page 5: chimeres 013

Σπασμω δικές κινήσε ις... Φ όβος, άγχος.Το παράθυρο ανοίγε ι.Φ ω ς... όχι πολύ, λίγο στην αρχή... μα τόσο ορμητικό.Τα μάτια μου κλε ίνουν, δε ν αντέχουν.(έχε ι κιόλας αρχίσε ι να με τυφ λώνε ι)Ένας λογικός άνθρω πος θα προσπαθούσε να το κλε ίσε ι(τι όμορφ ο φ ω ς)αλλά όχι ε γώ...

Αισθάνομαι τα μάτια μου να καίγονται.Νω χε λικά το φ ω ς διαχέε ται μέσα στο δω μάτιο.Διαθλάται στη σκόνη που σηκώθηκε απ' τα βήματά μου.

Κάθομαι ε κε ί ακίνητος και παρατηρώ τη σκιά μου.Θέλω να γυρίσω τώρα , αλλά φ οβάμαι.Ξέρω πω ς το βλέμμα ε ίναι ακόμα ε κε ί, αλλά θέλω να σιγουρε υτώ.

Με την άκρη του ματιού μου παρατηρώ έναν καθρέφ τη στον τοίχο,λίγο πιο κε ι απ' το σημε ίο που στέκομαι.Μια λάμψη στο μυαλό μου, μια μοναδική ε υκαιρία .Κοιτάζω αποφ ασιστικά τον καθρέφ τη...

Ένα χαμόγε λο διαγράφ ε ται στο πρόσω πό μου.Πόνος αφ όρητος(ε ίχα καιρό να χαμογε λάσω )διαπε ρνά όλο μου το σώμα .

Ένα δω μάτιο γε μάτο συναισθήματα ...Δύο μάτια , ένας κόσμος ολόκληρος...

Page 6: chimeres 013

Απόγε υμα στο Νησί. Καθώς προχω ρώ αφ ηρημένος στην ακρογιαλιά

βλέπω να με πλησιάζε ι από μακριά, ο παλιός Φ άρος.

Ε γκαταλε λε ιμμένος από χρόνια , στέκε ται, στην άκρη ε κε ί του

κόλπου, ακίνητος με μόνη του πια συντροφ ιά τους γλάρους.

Ακούω όμω ς φ ω νές. Τρία παιδιά βρίσκονται ε κε ί. Τα δύο απ' αυτά

παίζουν με ταξύ τους, ε νώ το άλλο στέκε ται μόνο του λίγα μέτρα

παρακάτω . Κοντοζυγώνω , μα σαν με αντιλαμβάνε ται το παιδάκι,

μου γυρνά απότομα την πλάτη του. Ησυχία , αλλά όχι για πολύ, αφ ού

με τά από λίγο το παιδί ξε σπά σε αναφ ιλητά.

- Γιατί κλαις κοριτσάκι μου?

- Δε ν κλαίω !

- Μα πω ς, αφ ού...

- Να , έχασα τη μπάλα μου.

- Ε , αυτό ε ίναι όλο? Θα ψάξουμε μαζί να τη βρούμε .

- Αποκλε ίε ται!

- Δε ν σε καταλαβαίνω .

- Φ οβάμαι.

- Τι ε ννοε ίς?

- Μμμ... Ε νώ έπαιζα με τις φ ίλε ς μου, κατά λάθος έδω σα μια

κλω τσιά στη μπάλα μου και αυτή πήγε κι έσπασε το παράθυρο του

1ου ορόφ ου στον Φ άρο.

- Σιγά, αυτό ήταν όλο. Ο Φ άρος ε ίναι ε γκαταλε λε ιμμένος ε δώ και

χρόνια . Κανε ίς δε ν πρόκε ιται να σε τιμω ρήσε ι που έσπασε ς το τζάμι.

- Το ξέρω . Αλλά δε ν φ οβάμαι αυτό κυρία , παρά τις ιστορίε ς που

λέγονται γι' αυτόν τον στοιχε ιω μένο Φ άρο.

- Μα αυτά δε ν ε ίναι παρά ιστορίε ς που έλε γαν οι παππούδε ς μας, για

να ε ίμαστε φ ρόνιμα παιδιά, όπω ς ακριβώς ε ίσαι τώρα κι ε σύ.

Το παιδάκι με κοίταξε ε πιφ υλακτικά και αφ ού ανασήκω σε με

δυσπιστία τους ώμους του, συνέχισε ατάραχο να κλαίε ι.

Δε ν ε ίχα πολλές ε πιλογές. Μην αντέχοντας άλλο να το ακούω ,

άνοιξα αποφ ασιστικά την πόρτα και μπήκα μέσα . Ε υτυχώς, που από

συνήθε ια , όποτε ε πισκέπτομαι αυτή την πλε υρά του Νησιού πάντα

έχω μαζί μου έναν φ ακό. Ω ς γνω στών, από αυτή την πλε υρά

Page 7: chimeres 013

νυχτώνε ι γρηγορότε ρα .

Ανε βαίνω τις σκάλε ς. Πάε ι καιρός από τότε που ε ίχα ξανάρθε ι στον

Φ άρο, δε ν θυμάμαι σχε δόν τίποτα . Φ τάνω γρήγορα στον 1ο όροφ ο

και ψάχνω για τη μπάλα . Μάταια , δε φ αίνε ται πουθε νά. Πε ρίε ργο,

ψιθυρίζω , και κατε υθύνομαι προς το παράθυρο. Ανατριχιάζω , το

τζάμι δε ν ε ίναι σπασμένο. Κοιτάω δε ιλά απ' έξω ε λπίζοντας, μα τα

παιδιά δε ν βρίσκονται πια ε κε ί...

Πανικός. Σκέφ τομαι ότι δε ν πρέπε ι να με καταβάλε ι ο πανικός.

Πηγαίνω προς τα κάτω . Κατε υθύνομαι προς την ε ίσοδο του Φ άρου.

Δυστυχώς, ε ίναι όπω ς το πε ρίμε να . Δε ν υπάρχε ι πια πόρτα . Στη θέση

της έχουν τοποθε τηθε ί χτισμένα τούβλα .

Ω ραία ... Και τώρα τι κάνουμε? Τριγυρνώ δε ξιά κι αριστε ρά,

ψάχνοντας και ε γώ δε ν ξέρω για τι. Ώ σπου βρίσκω , απρόσμε να ε ίναι

η αλήθε ια , σκάλε ς που οδηγούν όμω ς παραδόξω ς προς τα κάτω .

Πε ρίε ργο, τόσα χρόνια δε ν ήξε ρα ότι ο Φ άρος διαθέτε ι υπόγε ιο.

Γνω ρίζοντας ότι δε ν έχω και πολλές ε πιλογές αρχίζω να κατε βαίνω .

Το φ ω ς λιγοστε ύε ι σταδιακά, οπότε αναγκάζομαι να ανάψω τον

φ ακό μου. Θε ω ρώ ότι βρίσκομαι κάτω από την ε πιφ άνε ια της γης

αλλά παρ' όλα αυτά, ανά τακτά διαστήματα συναντώ παράθυρα .

Παράθυρα καλυμμένα ε ξω τε ρικά με χώμα και πέτρε ς. Ε νώ για

πε ρισσότε ρη ασφ άλε ια , λε ς και θα μπορούσε κάποιος να τα ανοίξε ι,

έχουν τοποθε τηθε ί κάγκε λα .

Κουράστηκα . Τόση ώρα κατε βαίνω αυτές τις αναθε ματισμένε ς

σκάλε ς και ακόμα δε ν έχω καταλήξε ι κάπου. Και σαν να μην έφ ταναν

όλα αυτά, ο φ ακός μου αρχίζε ι να τρε μοπαίζε ι. Ε ίναι μάλλον ώρα να

γυρίσω πίσω .

Αλίμονο! Με το που δοκιμάζω να ανέβω το πρώτο σκαλοπάτι, το

σκηνικό αλλάζε ι πάλι. Ο Φ άρος αρχίζε ι να διογκώνε ται καθώς τώρα

πια δε ν υπάρχε ι μόνο μία σκάλα που οδηγε ί προς τα πάνω αλλά ένα

ολόκληρο συνονθύλε υμα . Κάθε μονοπάτι χω ρίζε ται σε τρία

ε πιμέρους που με τη σε ιρά τους διακλαδίζονται για να δώσουν μία

Page 8: chimeres 013

πληθώρα ε πιλογών προς τη σω στή έξοδο.

Δε ν ε ίναι δυνατόν, κάποιος πρέπε ι να παίζε ι μαζί μου. Ο φ ακός μου

σβήνε ι και καθώς το σκοτάδι με πε ρικυκλώνε ι, κάθομαι στο πρώτο

σκαλοπάτι που συναντώ. Φ έρνω τα χέρια μου στο πρόσω πό μου.

Κλε ίνω τα μάτια μου και προσπαθώ να κατανοήσω τι πραγματικά

μου συμβαίνε ι. Ανώφ ε λο...

Νιώθω τα μάτια μου υγρά να ανοίγουν. Κλαίω . Ε ίναι το μόνο που μου

απόμε ινε να κάνω . Κλαίω ε λε ύθε ρα και χαίρομαι γι' αυτό. Κλαίω όσο

πιο δυνατά μπορώ χω ρίς αναστολές και δίχω ς να ντρέπομαι γι'

αυτούς που ίσω ς με παρακολουθούν.

Φ ω ς, αμυδρό στην αρχή αλλά σταδιακά αυξάνε ται. Σκουπίζω λίγο

τα μάτια μου για να βλέπω καλύτε ρα . Μια πόρτα ανοίγε ι σιγά σιγά,

τρίζοντας.

- Μαρίνα ...

Φ ω νή οικία , μα ταυτόχρονα και μακρινή. Αλήθε ια , πόσα χρόνια ε ίχα

να τον ακούσω ;

- Μαρίνα , κορίτσι μου σήκω , ξημέρω σε . Ο ι φ ίλε ς σου ε ίναι κάτω και

σε πε ριμένουν να παίξε τε με την καινούργια σου μπάλα ...

Page 9: chimeres 013

Βαμμένο με κε ρί ε μπιστοσύνης,

ξε χώριζε το άνθος τω ν αιώνω ν.

Πλε υρίσαμε θε ότητα . Η γύρις

ησύχασε τη δίψα τω ν αγώνω ν.

Που ε ίμε θα οικτρά αγνοημένοι,

χρω μάτισε ακόμη ένα λουλούδι.

Ο ι λίγοι μας οι πόθοι ορισμένοι.

Η μόδα τους, πλε κτό κόκκινο τούλι.

Στις άνοιξε ς ε τοίμω ν ε νδυμάτω ν,

τα χέρια μας ε ξε ίχαν τρομαγμένα .

Τα πιότε ρα τα βάσανα τω ν Ά σσω ν

δε ζήλε ψαν φ ρονίμω ν κε κτημένα .

Αγκάλιασε φ ουλάρι την ε στία

τω ν ύμνω ν που σιω πούσε ηδυπαθή.

Κε ρδίσαμε μια ώριμη ε ξορία .

Το άστρο τω ν θε ών για κάθε ε υχή.

Που μύρισε καχύποπτα το χώμα ,

τριάδε ς σχηματίσανε κορμιά.

Ανώνυμα στη δύναμη καδρόνια

ζητιάνε υαν απόλυτη χαρά.

Το πε ίραμα , στιγμή τω ν ε ρω τύλω ν,

ε ξαίσια δε λέασε τις σάρκε ς.

Και μέρισε , βασίλε ιο γραικύλω ν,

τη μέθη που ε ρώτε υε τις μάχε ς.

Συντρίμμια δε ν αρέσουν ποιητές.

Το μέλλον να ξε χάσε ι το αγκάθι

που άφ ηνε στους κήπους ε ραστές.

Μαβί πολιτισμένο μονοπάτι!

Κρυμμένη τω ν παλαιομοδιτών,

πατρίδα μου μικρή και αφ ηρημένη.

Θε οί να με βαστάξουν! Ο αγών

ξε ράθηκαν κι η πίστη μου η έρμη.

Ε υθύνη πε ριττή κι η μοναξιά μου.

Θα πίνε ται ε πίσημα ω στόσο.

Αθέατη ορίζε ι τη γε νιά μου.

Η γε ύση της παλιά, το κράτος όσο!

Ανέλε γκτη αρχή αυτή η φ οβία .

Πιο ξένο το κε ρί να μην κρατήσε ι!

Τη μέρα να γλυκάνε ι, αδυναμία

του ήλιου, κάποια γη να μην κε ρδίσε ι.

Έρω τε ς τω ν καιρών γονατισμένοι,

το κόκκινο στε φ άνι στις ματιές,

ας φ έρουμε απανταχού οι έρμοι

της κύησης και δη, οι ποιητές..

Υ.Γ. Αφ ιε ρω μένο στα κρίνα της ζω ής, στους Ά σσους (πρώτους & έσχατους),

μα και, σε όποιον άνθρω πο ποιε ί και έχε ι δική του αλήθε ια!

Page 10: chimeres 013

"Πάε ι. Αυτό ε ίταν.

Χάθηκε η ζω ή μου φ ίλε

μέσα σε κίτρινους ανθρώπους

βρώμικα τζάμια

κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.

'Αρχισα να γέρνω

σαν ε κε ίνη την ιτιούλα

που σούχα δε ίξε ι στη στροφ ή του δρόμου.

Και δε ν ε ίναι που θέλω να ζήσω .

Ε ίναι το γαμώτο που δε ν έζησα".

Η κατε ρίνα γώγου γε ννήθηκε στην αθήνα την 1η ιουνίου του 19 40.

Σπούδασε στη δραματική σχολή του τάκη μουζε νίδη και στις σχολές

χορού τω ν πράτσικα , ζουρούδη και βαρούτη. Ε ργάστηκε από μικρή

ηλικία σε παιδικούς θε ατρικούς θιάσους και στον κινηματογράφ ο,

κυρίω ς σε ταινίε ς της φ ίνος φ ιλμ. Όντας πνε ύμα ανήσυχο όμω ς, δε ν

έμε ινε ε κε ί.

Το αγοροκόριτσο του παλιού ε λληνικού κινηματογράφ ου

κυκλοφ όρησε στις αρχές της δε καε τίας του 19 80 το πρώτο της

βιβλίο με τίτλο “τρία κλικ αριστε ρά” . Το ανέμε λο κορίτσι του

σε λιλόιντ κραύγαζε κραυγή με γάλη, ώριμη γυναίκα πια ηλικιακά και

με το πρόσω πο της απε λπισίας για δέρμα της. Ά νθρω πος

υπε ρκινητικός με μυαλό που δούλε υε συνέχε ια στο κόκκινο, γνώρισε

από νω ρίς την μέσα ήττα . Ίσω ς γι' αυτό η φ ω νή της βρήκε τέτοια

απήχηση στη νε ολαία της ε ποχής.

Ήταν ένα σώμα που έζησε ξέφ ρε να σχε δόν τα πάντα κι ένα μυαλό

που κάηκε τε λικά από την ανημποριά του ν' αντιμε τω πίσε ι το φ ονικό

σύστημα αξιών της ε ποχής, που ε πέβαλλε τις ζω ές – φ ω τοτυπίε ς.

Έγινε μια τε ράστια κραυγή, μια ηχώ απε λπισίας, την οποία , ε κε ίνα

τα χρόνια τουλάχιστον, οικε ιοποιήθηκε κατά το πλε ίστον ο

(ιδε ολογικός) χώρος τω ν ε ξαρχε ίω ν.

Page 11: chimeres 013

Ο λόγος της ε ίναι έξω από φ όρμε ς και κυρίω ς έξω από τα όρια του

κινούμε νου, κατά τω ν ε ποχών, ήθους. Ήταν ασυμβίβαστος. Η

κατε ρίνα , φ ω νάζε ι, βρίζε ι, κλαίε ι, ουρλιάζε ι, κομματιάζε ται.

Αυθε ντική όπω ς ο πόνος. Απόλυτη όπω ς το αδιέξοδο.

Το 19 86, η κατε ρίνα έλε γε : "Δε ν θέλω να γίνω με λό, δε ν πουλάω τα

παιδικά μου χρόνια , ούτε τα πρόσφ ατα ... Ε λπίζω . Αν δε ν ε λπίζω ε γώ,

ποια θα ε λπίζε ι; Ε ίμαι μάχιμη. Ουαί και αλίμονο αν αυτό δε ν ε ίναι ναι

στη ζω ή. Έγραφ α γιατί ήταν μια αναγκαιότητα για μένα . Μια κίνηση

για να μην αυτοκτονήσω . Τώρα μου έχε ι πε ράσε ι. Δε ν θέλω να

αυτοκτονήσω , έχω φ ύγε ι από αυτό. Αισθάνομαι ανασφ αλής γιατί

βγαίνω και μιλάω χω ρίς να έχω τίποτα , χω ρίς να ανήκω πουθε νά..."

Η κατε ρίνα αποτε λε ί ένα ξε χω ριστό κε φ άλαιο στην ε λληνική ποίηση.

Η αιώνια έφ ηβος, η οργισμένη, η πιο σπαρακτικά ραγισμένη φ ω νή

της γε νιάς της. Μια ποιήτρια που έγραφ ε για να μην ε κραγε ί, που

ε ίχε κάνε ι τον πόνο και το παράπονο στίχους, κι αυτοί οι στίχοι

ήταν πάνω απ' όλα αληθινοί.

Όπω ς έχε ι ε ιπω θε ί “Η κατε ρίνα γώγου έκανε ποίηση σε μια ε ποχή

που οι άλλοι “ποιητές” έκαναν δημόσιε ς σχέσε ις. Πάνω απ' όλα

ήταν η ίδια ποίηση. Ανάμε σα σε χάπια , ποτά, σβησμένα τσιγάρα ,

φ τω χογε ιτονιές, προδοσίε ς..."

Το σίγουρο ε ίναι ότι η κατε ρίνα ήταν ένας ασυμβίβαστος άνθρω πος,

κάποια που δε ν άντε χε όλο αυτό τον πόνο και την αθλιότητα γύρω

της, και έβγαζε ποιητικές κραυγές μπας και ξυπνήσουν οι

χαρτοφ υλακένιοι άνθρω ποι. Ο ι κραυγές της δε ν πήγαν χαμένε ς,

αφ ού όλο και πε ρισσότε ροι νέοι άνθρω ποι διαβάζουν την ποίησή

της, όλο και πε ρισσότε ροι αληθινοί άνθρω ποι την ανακαλύπτουν.

Page 12: chimeres 013

Η ζω ή όμω ς δε ν χαρίζε ται... Προσπάθησε να αντιμε τω πίσε ι τα

πράγματα ω ς θε ατρίνα . Μόνο που σ' αυτήν την πε ρίπτω ση τη μάσκα

τη φ ορούσε για να αντέχε ι τον καθρέφ τη. Δε ν της χαρίστηκε ούτε ο

θάνατος. Τη βρήκαν στο δρόμο. Η τε λε υταία υπε ρβολική δόση (3

οκτω βρίου του 19 9 3). Από όλε ς τις προηγούμε νε ς (πόνο, πε ίνα ,

απόγνω ση, διω γμό) ε ίχε γλυτώσε ι. Αυτή ε ίναι η γώγου. Ένας

άνθρω πος γε μάτος ζω ή αλλά που δε ν τον άφ ησαν να ζήσε ι, τον

πνίξανε . Κατε ρίνα τουλάχιστον τώρα ε λπίζω να ε ίσαι ε λε ύθε ρη.

"Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια . Στο μυαλό ε ίναι ο στόχος, το νου σου ε;"...

Η μοναξιά...

Η μοναξιά...

δε ν έχε ι το θλιμένο χρώμα στα μάτια

της συννε φ ένιας γκόμε νας.

Δε ν πε ριφ έρε ται νω χε λικά κι αόριστα

κουνώντας τα γοφ ιά της στις αίθουσε ς συναυλιών

και στα παγω μένα μουσε ία .

Δε ν ε ίναι κίτρινα κάδρα παλαιών "καλών" καιρών

και ναφ θαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς

με νε ξε λιές κορδέλε ς και ψάθινα πλατύγυρα .

Δε ν ανοίγε ι τα πόδια της με πνιχτά γε λάκια

βοιδίσο βλέμα κοφ τούς αναστε ναγμούς

κι ασορτί ε σώρουχα .

Η μοναξιά.

Έχε ι το χρώμα τω ν Πακιστανών η μοναξιά

και με τριέται πιάτο-πιάτο

μαζί με τα κομμάτια τους

στον πάτο του φ ω ταγω γού.

Στέκε ται υπομονε τικά όρθια στην ουρά

Μπουρνάζι - Αγ. Βαρβάρα - Κοκκινιά

Τούμπα - Σταυρούπολη - Καλαμαριά

Κάτω από όλους τους καιρούς

με ιδρω μένο κε φ άλι.

Ε κσπε ρματώνε ι ουρλιάζοντας κατε βάζε ι μ' αλυσίδε ς τα τζάμια

Page 13: chimeres 013

κάνε ι κατάληψη στα μέσα παραγω γής

βάζε ι μπουρλότο στην ιδιοχτησία

ε ίναι ε πισκε πτήριο τις Κυριακές στις φ υλακές

ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι ε παναστάτε ς

πουλιέται κι αγοράζε ται λε φ τό λε φ τό ανάσα ανάσα

στα σκλαβοπάζαρα της γης - ε δώ κοντά ε ίναι η Κοτζιά-

ξυπνήστε πρω ί.

Ξυπνήστε να τη δε ίτε .

Ε ίναι πουτάνα στα παλιόσπιτα

το γε ρμανικό νούμε ρο στους φ αντάρους

και τα τε λε υταία

ατε λε ίω τα χιλιόμε τρα Ε ΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-ΚΕ ΝΤΡΟΝ

στα γατζω μένα κρέατα από τη Βουλγαρία .

Κι όταν σφ ίγγε ι το αίμα της και δε ν κρατάε ι άλλο

που ξε πουλάν τη φ άρα της

χορε ύε ι στα τραπέζια ξυπόλυτη ζε μπέκικο

κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της

ένα καλά ακονισμένο τσε κούρι.

Η μοναξιά

η μοναξιά μας λέω . Για τη δική μας λέω

ε ίναι τσε κούρι στα χέρια μας

που πάνω από τα κε φ άλια σας γυρίζε ι γυρίζε ι γυρίζε ι γυρίζε ι

Page 14: chimeres 013

Μπήκα και χτύπησα το ε ισιτήριό μου. Κάθισα . «Νομοταγής πολίτης»,

«φ ιλήσυχος». Πάντα . Δε σκέφ τηκα ποτέ να συντρίψω έτσι απλά ότι

νοιώθω να με πε ριορίζε ι. Ποτέ δε ν έκανα την παραπάνω αυτή σκέψη

που θα με χω ρίσε ι απ’ το ανούσιο και την ανία της ε ποχής μας...

Πάντα κλε ισμένος στο δω μάτιο που έχτισαν για 'μένα να παραμένω

ε κε ί και να αφ ουγκράζομαι τη ζω ή 24 ώρε ς το 24ω ρο. Πότε θα

ξε σπάσω ; Το έχω στ' αλήθε ια ανάγκη. Να φ τύσω κατάμουτρα όσα

μίσησα ... Όσα μου καταστρέφ ουν την κάθε μέρα . Την κάθε στιγμή.

Ένας πλανόδιος μουσικός μπήκε με ρικές στάσε ις με τά από ‘μένα .

Φ λάουτο. Ααααχ... Γαλήνη. Μέσα στη βουή, την τόση φ ασαρία ένα

όργανο που βγάζε ι γλυκές με λω δίε ς σαν της σιω πής... Νότε ς που

ταξίδε ψαν απ’ τα δέντρα και τις πε διάδε ς, τα βουνά, τους βοσκούς

και τα κε λαρυστά νε ρά ήρθαν ω ς ε δώ για να με συναντήσουν. Σ’

ε υχαριστώ... Δε ν ξέρω τ’ όνομά του. Κοιτάω στ’ αριστε ρά. Μια

τε ράστια έντονα φ ω τισμένη διαφ ήμιση με φ τιασιδω μένε ς

«καλλιτέχνιδε ς» και «καλλιτέχνε ς». Αψε γάδιαστα πρόσω πα με

χρώματα κλόουν στο απαλότε ρο τους. Ο πλανόδιος μουσικός

συνέχισε να παίζε ι... Κοίταξα γύρω και όπω ς μάντε ψα : όλοι ήταν

αδιάφ οροι. Έμοιαζε μουσικός καταδικασμένος στη μοναξιά του. Σ’

αυτή την σκληρή μοναξιά που ένας καλλιτέχνης νοιώθε ι όταν

φ ανε ρώνε ι την ψυχή του σε ακροατήριο χω ρίς ψυχή. Μια άλλη

φ ω τε ινή διαφ ήμιση τώρα τραβούσε σε όλους την προσοχή. Νοιώθω

την ανάγκη να δώσω μια και να πυροβολήσω αυτό το ψέμα . Να βάλω

φ ω τιά σε όσα πε ριβάλλουν την ουσία μας. Σε όσα με σάρκα και ψέμα

κρύβουν την αλήθε ια μας. Να λιώσουν ε κε ί μπροστά στα μάτια μου

και να ξέρω πω ς δε ν θα τα ξαναδώ.

Πόσοι θα πουν αυτόν τον άνθρω πο ζητιάνο...;

Μα ποιος στ’ αλήθε ια ε ίναι ο ζητιάνος; Αυτός;; Αυτός που απέμε ινε

με το μικρό, ταπε ινό του φ λάουτο να παίζε ι τις πιο γλυκές του

με λω δίε ς στα λε ω φ ορε ία ή αυτά τα τόσο ε κνε υριστικά

χαμογε λαστά, φ ω τισμένα πρόσω πα της ε πιγραφ ής; Ποιος ζητιάνε ψε

Page 15: chimeres 013

τη δόξα και τον πλούτο; Ποιος ε μφ ανίζε ται συνε χώς μπροστά στα

αποχαυνω μένα μας μάτια ζητιανε ύοντας φ ήμη; Ποιος έπνιξε την

«τέχνη» - την ψυχή του στα σκατά για τα λε φ τά; Τόσε ς κι άλλε ς

τόσε ς σκέψε ις... Δε ν άντε ξα . Η αηδία υπε ρχε ίλισε στο μυαλό μου.

Χαμογέλασα ... Έδω σα 50 λε πτά στον μουσικό και κατέβηκα .

Έψαξα αρκε τή ώρα για να βρω μια πέτρα στα μέτρα που ήθε λα .

Πήγα κοντά στην ε πιγραφ ή...

...Αντίο Ζητιάνοι Πολυτε λε ίας!

Page 16: chimeres 013

gard e nin black

Page 17: chimeres 013
Page 18: chimeres 013

Ήταν κυριακή μεσημέρι, ο καιρός μουντός, σ’ όλο τον ουρανό απλω νόταν ένα γκριζογάλανο χρώμα , έχανες την αίσθηση του χρόνου δεν ήξερες αν ήταν πρω ί ή απόγευμα . Ντύθηκα ελα φ ρά και κίνησα για τη δεξαμενή. Στο δρόμο πήρα την ε φ ημερίδα μου, όπω ς κάθε κυριακή. Ανέβηκα τα σκαλοπάτια , κοίταξα γύρω μου, και να ένα τραπέζι δίπλα στο παγκάκι ήταν άδειο. Κίνησα προς τα ’κει. Μα μαζί μου κίνησε και ένα άλλο άτομο. «Μόνος είστε;», με ρώτησε . «Ν αι», του απάντησα . «Θα σας πείραζε να καθίσω μαζί σας;». Γύρισα και κοίταξα : τα υπόλοιπα τραπέζια ήταν κατειλημμένα κι εγώ δυσφ όρησα στην ιδέα μιας συζήτησης πριν τον πρώτο μου κα φ έ. Π αρ’ όλα αυτά του είπα ότι δεν έχω πρόβλημα . Και καθίσαμε . Π αράγγειλα κα φ έ κι αυτός σκέτο τσάι. Υπολόγισα ότι θα ήταν στην ίδια ηλικία με 'μένα (λόγω τω ν γκρίζω ν κροτάφ ω ν). Βαρέθηκα να τον παρατηρώ, δηλαδή δεν ήθελα να καταλάβει ότι τον παρατηρώ. Και άνοιξα την ε φ ημερίδα μου. Αυτός κρατούσε ένα βιβλίο, δεν το άνοιξε όμω ς, κοιτούσε τα περιστέρια , που είχαν πάθει ανοσία στους ανθρώπους αλλά όχι και στις γάτες που καραδοκούσαν ανάμεσα στα πόδια τω ν θαμώνω ν.

Ξα φ νικά γύρισε και μου χαμογέλασε . «Τώρα θα πει το όνομά του», σκέφ τηκα , αλλά αυτός μου ζήτησε απλώς την ώρα . «Τρεις και μισή», του απάντησα , κι αυτός με ένα βουβό ευχαριστώ προσηλώθηκε πάλι στα περιστέρια . Δεν πέρασε πολλή ώρα και άκουσα μια φ ω νή νεανική δίπλα μου: «Ν ίκο, χίλια συγγνώμη». Ήταν μια ψηλή κοπέλα είκοσι με είκοσι δύο. Δεν πειράζει της είπε αυτός. Ά φ ησε τα λεφ τά κάτω από το πιατάκι του μισοτελειω μένου τσαγιού. «Θα τα ξαναπούμε», μου είπε . Την έπιασε αγκαζέ και κατηφ όρισαν προς το κέντρο. Τότε κι εμένα μ’ έπιασε μια περιέργεια γι’ αυτό το άτομο που μέχρι το βράδυ της κυριακής τον σκεφ τόμουνα . Η μορφ ή του είχε σφ ηνω θεί στο κεφ άλι μου. Π ράγμα περίεργο δεν ήταν δα και η πρώτη φ ορά που καθόμουν μ’ έναν άγνω στο για να μου κάνει τόση εντύπω ση. Π ίεσα τον εαυτό μου ν’ ανατρέξει στο παρελθόν πράγμα οδυνηρό για 'μένα . Υπέμεινα τον πόνο που μου προκάλεσε η σκέψη μου στην είσοδό μου στο νεκροτομείο (πρώτη φ ορά). Αν θυμάμαι καλά η κρύα ατμόσφ αιρα δεν μ’ είχε αγγίξει. Ε γώ ένοιω θα τόση ζεστασιά. Άνετα θα έσκυβα να το φ ιλήσω (στα τυφ λά) κι ας μην έβρισκα τα πρω τινά του χείλη

Page 19: chimeres 013

μα στη θέση τους ένα ανοιγμένο σάπιο λουλούδι. Ο μόνος παρείσακτος εκείνη τη στιγμή δεν ήταν οι άνθρω ποι της ασφ άλειας (δύο τον αριθμό) ούτε ο νοσοκόμος, μα μια γυναίκα που είχε γαντζω θεί από πάνω μου.

Όταν άνοιξε η πόρτα για να φ ύγουμε έμπαινε κι ένα άλλο ζευγάρι. Ένας άντρας στύλω σε το βλέμμα του πάνω μου. Π άγω σα άρχισα να τρέμω . Ήταν από εκείνες τις ματιές που όταν συναντιούνται η ψυχή μένει γυμνή, ο πόνος; Ο καημός; Π οιος ξέρει που οφ είλεται. Μου φ άνηκε σταθερός και συνετός, τότε και τώρα . Έβαλα στο πλυντήριο τα άπλυτα , άνοιξα την τηλεόραση και συνάμα το ραδιόφ ω νο. Όποτε ένοιω θα μοναξιά έτσι έκανα . Οι ημέρες πέρναγαν, εγώ ήμουν συντάκτης σ’ ένα περιοδικό και παράλληλα έγρα φ α και κανένα πεζό. Για να περνάει η ώρα , όπω ς έλεγα στους φ ίλους μου. «κω νσταντίνε , έλα απόψ ε στο s idne y» - σ’ ένα στέκι καλλιτεχνών – «έχει πάρτυ, φ έρε και την κάκια». «κάλια , αντώνη», είπα γιατί πάντα ξεχνούσε τα ονόματα τω ν γυναικών.

Το βράδυ πήγα στο s idne y, μόνος, χω ρίς κάλια – κάκια . «Α, τον αγαπητό μου κω νσταντίνο! Έλα στην παρέα μας», μου φ ώναξαν, μα εκεί που κίνησα να πάω είδα τον μυστηριώδη νίκο. Καθόταν σε μια παρέα και χαμογελούσε αινιγματικά. «Π οιος είναι αυτός που κοιτά τον νίκο;» Χάιδεψ ε με το βλέμμα της το σταυρό του πουκαμίσου (σαν να γελούσε πονηρά) σταμάτησε τη ματιά της στους καρπούς του. Κι έσφ ιξε το μπράτσο του νίκου. Έσκυψ ε σε απόσταση ενός χιλιοστού από το λευκό κολάρο, του ψ ιθύρισε δροσίζοντας τα κόκκινα χείλη της με το άρω μα της κολόνιας του. «Π οιος είναι αυτός νίκο;» Ε ίδε την κλασική παγω μένη ματιά του να κοιτά τον τύπο απέναντι κι αυτόματα να ζεσταίνει. Της έκανε εντύπω ση αυτό, όπω ς κι ότι δεν κίνησε προς το μέρος του.

«Ν α σηκώσω το χέρι μου ή να μην το σηκώσω; Ν α , τώρα με κοιτάζει. Θα πάω προς το μέρος του. Ένα γεια δε χαλάει τίποτα . Ας του χαμογελάσω καλύτερα , θα καταλάβει». Του χαμογέλασα και εκείνος με αντιχαιρέτισε με κούνημα του κεφ αλιού του. Μετά πλησίασε στην παρέα του. Ε ίχαμε σχεδόν το ίδιο ύψος, αυτό που είχα προλάβει να παρατηρήσω από εκείνη την απρόοπτη συνάντησή

Page 20: chimeres 013

μας ήταν ότι δεν είχε αλλάξει και πολύ. Άραγε θυμόταν τόσο καθαρά όσο εγώ εκείνη την τόσο μακρινή στιγμή; Π ου είχαμε ξαναϊδω θεί; «Έλα νίκο», του είπε η ξανθιά κοπέλα δίπλα του. Τον αγκάλιασε και άρχισαν να λικνίζονται στο ρυθμό της μουσικής με μικρά βήματα . Ε ίχε περάσει πολλή ώρα μα το μαγαζί, λόγω γενεθλίω ν, θα κρατούσε το πάρτυ μέχρι το ξημέρω μα . Ο νίκος κουράστηκε . «Π αιδιά, εγώ λέω να φ εύγω». «Κι εγώ», πετάχτηκε η νεαρή ξανθιά. «Θα σου τηλεφ ω νήσω». «Ε λπίζω σύντομα», του είπε περιπαικτικά γιατί γνώριζε τις συνήθειές του με το τηλέφ ω νο πολύ καλά: απλούστατα το σιχαινόταν. Της έδω σε ένα πεταχτό φ ιλί, στάθηκε λίγο να μιλήσει με τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού κι έφ υγε . Όταν μπήκε στο αμάξι έβαλε μπρος και σκέφ τηκε να κάνει μια βόλτα ω ς τον λυκαβηττό. Θα πετύχαινε το ξημέρω μα , κι αυτό τον χαροποιούσε ιδιαίτερα . Όταν έφ τασε στη μεγάλη πλατεία του θεάτρου, κατέβηκε και κοίταξε την πόλη. Έκανε κρύο, αλλά αυτό δεν μπορούσε να τον σταματήσει και να μείνει μέσα στη "ζεστασιά του". Άναψ ε ένα τσιγάρο και κοίταξε την ανατολή. Ο ήλιος με ξεθω ριασμένα χρώματα πρόβαλε τη μορφ ή του πίσω απ’ τα μαύρα σύννεφ α . Το αχνό φ ω ς του δεν έφ τανε να ζεστάνει ούτε μια καρδιά. Στο κατέβασμα τον έπιασαν οι πρώτες ψ ιχάλες και στο μπάσιμο του σπιτιού του, ενός παλιού αρχοντικού στην πλάκα , η μπόρα είχε πλημμυρίσει όλο το δρόμο. "Ν α πάρει", είπε και άρχισε να γδύνεται. Κόντευε πια τα σαράντα και δεν ήταν κανένα παιδαρέλι. Ξάπλω σε κι έκλεισε τα μάτια . Ε ίχε μια γεύση μαρτίνι και τσιγάρου στο στόμα , που σιγά σιγά γινόταν ξινίλα . Αναστέναξε . Ένα αχνό φ ω ς έμπαινε από τις γρίλιες τω ν βενετσιάνικω ν παντζουριών, φ ω τίζοντας τη φ ω τογρα φ ία ενός παιδιού τεσσάρω ν-πέντε χρονών. 19 73, 25 σεπτεμβρίου, ώρα 8 π .μ. Ένα πούλμαν νηπιαγω γείου συγκρούστηκε με μια πετρελαιοφ όρο νταλίκα . Απ’ τη σύγκρουση προκλήθηκε φ ω τιά, κάηκαν ο οδηγός του πούλμαν και δύο παιδιά τεσσάρω ν-πέντε χρονών. Τα υπόλοιπα τραυματίστηκαν βαριά. Χαμογέλασε .

"Ο καιρός σήμερα δεν είναι για μηχανή", στραβομουτσούνιασε . Έκλεισε το παράθυρο του έκτου ορόφ ου, πήγε στην κουζίνα και καθάρισε ένα μήλο. Κοίταξε το ημερολόγιο του. "25 σεπτεμβρίου σήμερα", δάγκω σε το μήλο του κι άρχισε να παίρνει ένα τηλέφ ω νο.

Page 21: chimeres 013

Μετά από λίγους χτύπους, βγήκε ο αυτόματος τηλεφ ω νητής. "Γεια , είμαι στο παρίσι. Θα γυρίσω στις πέντε οκτω βρίου. Ά φ ησε το όνομά σου μετά από τον χαρακτηριστικό ήχο. Έλενα ." Έκλεισε γρήγορα το ακουστικό και κάθισε στην πολυθρόνα . "Π οτέ δεν είσαι στις 25 σεπτεμβρίου εδώ", είπε δυνατά. "Φ οβάσαι την αντιμετώπιση, έλενα; Με 'μένα και κάτι νεκρό;" Ήταν κυριευμένος από ένα διάχυτο μίσος. Με την έλενα είχαν παντρευτεί πριν από 13 χρόνια . Ο γάμος τους όμω ς κράτησε μόνο έξι. Ε ίχαν συναντηθεί στη γαλλία , εκεί παντρεύτηκαν κι εκεί κάνανε την α φ ροδίτη, ένα πανέμορφ ο κοριτσάκι. Η μοίρα όμω ς δεν θέλησε να ζήσει πολύ αυτό το τρυφ ερό πλάσμα . Και μετά, μετά τον άφ ησε και η έλενα .

"Κω νσταντίνε , έχεις μπερδέψ ει τους ρόλους. Ε κτός του ότι δεν με βοηθάς καθόλου, μου έχεις δώσει το ρόλο της κόρης. Μα είμαι η γυναίκα σου. Δεν μπορείς να μου φ έρνεις παιχνίδια , να μου κάνεις μπάνιο και να με ταΐζεις. Στην αρχή το δέχτηκα , μα τώρα έχω κουραστεί κι εγώ"."Ε ίστε φ τυστές, έλενα , ολόιδιες." "Αυτό δεν σημαίνει ότι ζει μέσα από 'μένα . Π ρέπει να δεις ψυχίατρο." Αυτές ήταν οι τελευταίες της λέξεις, έπειτα γύρισε και μου 'κλεισε την πόρτα .Σηκώθηκε και βγήκε έξω . Τι κι αν έβρεχε; Αυτός θα ανέβαινε στη μηχανή.

"Μουστα φ ά, μουστα φ ά, το γάλα σου." Ένας χοντρός γάτος με λευκές και ξανθές πιτσιλιές έτρεξε στο α φ εντικό του. "Καλό παιδί", του είπε και του έδω σε το γάλα του μέσα στο πήλινο μπολ. Στάθηκε και τον κοίταξε . "Σου έκανα στείρω ση και κοίτα πώς έγινες, χοντρομπαλά!" Ακούστηκε το τηλέφ ω νο. Σκέφ τηκε να μη το σηκώσει, αλλά τελικά το ανέβαλε . "Ε μπρός;" "Έλα ρε νίκο, δεν τα 'μαθες;" Ήταν ο εκδότης του. "Το βιβλίο σου έγινε ανάρπαστο. Σκεφ τόμαστε σοβαρά την επανέκδοση του. Έλα ρε , μ' ακούς;" Δεν περίμενε απάντηση και συνέχισε απτόητος. "Οι υπόλοιποι εκδοτικοί οίκοι έχουν σκάσει. Άσε πια τον ξένιο, τον θυμάσαι; Αυτός, βρε παιδί μου, ακόμα το θεω ρεί γελοίο. Κριτικός σου λέει ο άλλος. Τι θα έλεγες για καμιά συνέντευξη; Λέω να αλλάξουμε το εξώφ υλλο, εσύ;" Ο νίκος δεν τον άκουγε . Τα μάτια του είχαν στυλω θεί στην πρω ινή ε φ ημερίδα . "Σήμερα είναι 25 σεπτεμβρίου;", ρώτησε . "Ρε

Page 22: chimeres 013

νίκο, με δουλεύεις;" "Απάντησε μου." "Ν αι, 25. Α, να κι ο λάκης, κλείνω και τα λέμε μετά. Άντε μεγάλε!", κι έκλεισε . Τα μάτια του νίκου δεν έβλεπαν τώρα πια την ημερομηνία στην ε φ ημερίδα , δεν άκουγε το γουργουρητό του μουστα φ ά κι ούτε τον αισθανόταν που τριβόταν στα πόδια του. Π έρασε κάμποση ώρα για να σηκω θεί, να φ υσήξει τη μύτη του, να τρίψ ει τα μάτια του και ν' αρχίσει επιτέλους να ντύνεται. Όταν έφ τασε στο νεκροτα φ είο κατέβηκε απ’ το αμάξι του και κίνησε με γρήγορο βήμα προς τον τάφ ο που τόσο καλά γνώριζε πια . Μέσα του είχε ένα αίσθημα ανακούφ ισης ο καιρός δεν ήταν κατάλληλος για επισκέψ εις και ήταν σχεδόν μόνος του ανάμεσα σε ένα σω ρό λευκούς σταυρούς. "Γεια σου, ερρίκο", είπε και κάθισε στο πέτρινο πεζούλι. Άρχισε να μιλά λες και τον είχε δίπλα του, να του λέει ότι συνάντησε τον μπαμπά της α φ ροδίτης, να του λέει για τις νέες κατακτήσεις του, για το βιβλίο. Μόνο η μαμά δεν ξέρω που βρίσκεται είπε τελειώνοντας ενώνοντας τη ματιά του με τη δικιά του.

Ο αέρας λες κι ήθελε να ξεριζώσει τα πανύψηλα κυπαρίσσια , μα το μόνο που κατάφ ερνε ήταν να κόβει ορισμένα μαραμένα πια λουλούδια . Στο ένα του χέρι κρατούσε ένα μεγάλο μπουκέτο αγριολούλουδα , και στο άλλο ένα χαρτί με ένα ποίημα , πάντα της πήγαινε κάτι δικό του και της διάβαζε . Δεν άκουγε το βουητό του αέρα , μόνο αισθανόταν στο πρόσω πό του το δυνατό φ ύσημα του. Ε ίχε φ ορέσει τα w alk m an του για να είναι "εκτός τόπου και χρόνου", όπω ς έλεγε πάντα η έλενα . Τοποθέτησε το μπουκέτο στο βάζο και έβαλε τα χέρια στις τσέπες του μπουφ άν του. Όρθιος, κοιτάζοντας μια το μπουκέτο και μια την αόρατη μορφ ή της άφ ηνε το σπαραγμό του να καθοδηγείται από τους μικρούς τυφ ώνες, να χτυπιέται μαζί με τις κορφ ές. Όπω ς στεκόταν έμοιαζε ατάραχος. Ένας μαύρος σταυρός μαζί με τους λευκούς που τον περιέβαλαν. Έβγαινε από τη μεγάλη καγκελόπορτα , όταν είδε τον νίκο. "Γεια !" του φ ώναξε . Αυτός γύρισε και τον κοίταξε . Σήκω σε το χέρι του και τον χαιρέτησε , μα δε στάθηκε ούτε μια στιγμή. Με γρήγορο βήμα και σκυφ τό κεφ άλι, μπήκε στο αμάξι του κι έφ υγε . Ο κω νσταντίνος ανέβηκε στη μηχανή του. Κίνησε για τα γρα φ εία του περιοδικού. Ο καιρός ήταν μουντός, κατάλληλος για περίεργες σκέψ εις, όπω ς: "Αν είναι κρίμα να πεθαίνεις πριν ζήσεις ή να ζεις πεθαίνοντας."

Page 23: chimeres 013

Πε ρπατώντας χθε ς

στο ονε ιροδρόμιο του μυαλού μου ε ίδα μια οπτασία .

Ήταν η συνήθης μορφ ή της νε ράιδας τω ν παιδικών μου ονε ίρω ν.

Μα που ήσουν τόσο καιρό; Αποκρίθηκα .

Σε τίνος τα όνε ιρα τρύπω σε ς πάλι και με λησμόνησε ς;

Η νε ράιδα όμω ς απαρασάλε υτη, όπω ς τότε .

Μόνο που τώρα ήταν δύσθυμη.

Για πρώτη φ ορά ένιω σα δίπλα της μία απύθμε νη αμηχανία

και συνάμα φ όβο.

Ά ξαφ να , η πλε ιάδα ονε ίρω ν που κάναμε μαζί πέρασε μπρος μου

και ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια μου,

ε νώ η νε ράιδα άρχισε να απομακρύνε ται ψιθυρίζοντας:

Το κατώφ λι τω ν ονε ίρω ν σου το διάβαινα αδιάκοπα ,

καθώς άκουγα το κάλε σμα της ψυχής σου,

τότε φ τε ρούγιζε , τώρα έρπε ι.

Τότε το θόλω μα του μυαλού μου διαδέχτηκε η διαύγε ια .

Ξε ψύχησαν τα όνε ιρά μου, σκέφ τηκα ζαλισμένος,

και μαζί τους έφ υγα κι ε γώ.

Όμω ς, όπω ς ο ήλιος με τά τη βροχή, έτσι και η νε ράιδα

ήρθε να με λυτρώσε ι από τη λήθη τω ν ονε ίρω ν μου.

Υ.Γ.: Για αυτούς που σταμάτησαν να ονε ιρε ύονται:

Ε πανε κκίνηση ονείρων, ώστε τα χαλάσματα της ψυχής

να μετατραπούν σε ανάχωμα μιας νέας ζωής

Page 24: chimeres 013

Ακω κή

η φ ύσις του ανθρώπου.

Δυνατή,

κατάβαθη κι ακραία η ψυχή.

Το πόρισμα τ’ αγέρα

ξηλώνε ι τις καλοσύνε ς τρόπου.

Θλίβομαι.

Το κέρασμα π’ άγδυτο

με βαθιά αγαθοε ργία προσφ έρε ι,

ματώνε ι.

Ά λλη νότα κι άλλα μέρη!

Αρχάριο, ξε νίζε ι

κι άστυλο.

Κοίτα με .

Η απλοϊκή μου όψη

αισθητικά, πόσο πονά!

Υποδηλώνε ι το παρε λθόν.

Στα χρόνια , λόγχη.

Ά λλε ς συνήθε ιε ς, ξένε ς,

ακόμη πλάνε ς.

Παστρικές του έθνους ρίμε ς

έσυραν κηδε ία .

Καλλονή,

με βαμμένα κόκκινα

τα νύχια τω ν χε ιρών της,

γυμνή στα βράχια ,

αγνάντε υε η πένα .

Η ε ικών κε ραμική.

Καλά δουλε μένη,

αποπλάνησε .

Το στήριγμα ε πάνω στον τροχό

ατίμαζε ,

συλλάβιζε τη βαριά της σημασία .

Ξε χασμένη ακακία!

Στο απόλυτο

του ξένου τω ν βε λούδω ν,

μνήμη κε ίτε ται νε κρά.

Βυθίστηκε ς

και πόσο μακριά

του κόσμου τω ν καινούργιω ν!

Page 25: chimeres 013

1.

Κάποτε πίστε υα ότι μου 'φ τανε να φ αίνομαι καλός

2.

Όλη η ζω ή μια υποταγή

και ο καπνός που φ ε ύγε ι απ 'τα χε ίλη πριν χορτάσουν

ξέπλυμα ηρώω ν, γέννημα αθώω ν

που μια πηγή ούτε και αυτοί δε πρόλαβαν να φ τάσουν

3.

Μην γίνε σαι γραφ ικός ρε φ ίλε ...

4.

Μα πριν χαθώ

μέσα στο δάκρυ σου σταγόνα θα δω θώ

στο πρόσω πο σου μια φ ορά θα κυληθώ

και πριν προλάβε ις να μ’ αγγίξε ις θα ξε φ ύγω

5.

Ε ίσαι γλοιώδης...

6.

Τα ε πίγε ια αγαθά δε ν ε ίναι ω ραία .

Και τα ε πουράνια δε ν υπάρχουν.

Που ε ίναι τα μυαλά που ‘χα παρέα;

Μ ε τους τυφλούς πια συνυπάρχουν.

7.

Το bridge δε ν έχε ι καμία σχέση με την τύχη...

8.

Στίχοι βγαλμένοι για ώρε ς στημένοι

στο πε δίο βολής της πνοής σου

ψάχνουν γαλήνη μα δε τους αφ ήνε ι

στιγμή σε ησυχία η μορφ ή σου

9 .

Ξε ρνώ στα μούτρα τω ν οπαδών σας...

10.

Γε ννιέμαι. Η ίδια μου η γέννηση στον τοίχο θα με στήσε ι

Γιατί ε ίναι η ζω ή μια αδύναμη και ασθε νική αιώρα

Μα ε γώ το ξέρω από την αρχή πω ς κάποια ώρα

Το φ αγω μένο της σκοινί θα με γκρε μίσε ι

1.

Κάποτε πίστε υα ότι μου 'φ τανε να φ αίνομαι καλός

2.

Όλη η ζω ή μια υποταγή

και ο καπνός που φ ε ύγε ι απ 'τα χε ίλη πριν χορτάσουν

ξέπλυμα ηρώω ν, γέννημα αθώω ν

που μια πηγή ούτε και αυτοί δε πρόλαβαν να φ τάσουν

3.

Μην γίνε σαι γραφ ικός ρε φ ίλε ...

4.

Μα πριν χαθώ

μέσα στο δάκρυ σου σταγόνα θα δω θώ

στο πρόσω πο σου μια φ ορά θα κυληθώ

και πριν προλάβε ις να μ’ αγγίξε ις θα ξε φ ύγω

5.

Ε ίσαι γλοιώδης...

6.

Τα ε πίγε ια αγαθά δε ν ε ίναι ω ραία .

Και τα ε πουράνια δε ν υπάρχουν.

Που ε ίναι τα μυαλά που ‘χα παρέα;

Με τους τυφ λούς πια συνυπάρχουν.

7.

Το bridge δε ν έχε ι καμία σχέση με την τύχη...

8.

Στίχοι βγαλμένοι για ώρε ς στημένοι

στο πε δίο βολής της πνοής σου

ψάχνουν γαλήνη μα δε τους αφ ήνε ι

στιγμή σε ησυχία η μορφ ή σου

9 .

Ξε ρνώ στα μούτρα τω ν οπαδών σας...

10.

Γε ννιέμαι. Η ίδια μου η γέννηση στον τοίχο θα με στήσε ι

Γιατί ε ίναι η ζω ή μια αδύναμη και ασθε νική αιώρα

Μα ε γώ το ξέρω από την αρχή πω ς κάποια ώρα

Το φ αγω μένο της σκοινί θα με γκρε μίσε ι

Page 26: chimeres 013

“Δε ν ε ίναι η δική μου μνήμη που κυριαρχε ί στις ταινίε ς μου. Tο να

πε ι κανε ίς ότι οι ταινίε ς μου ε ίναι αυτοβιογραφ ικές, ε ίναι μια

αβασάνιστη κρίση, μια βιαστική ταξινόμηση. Έχω ε πινοήσε ι σχε δόν

τα πάντα : παιδική ηλικία , προσω πικότητα , νοσταλγίε ς, όνε ιρα ,

αναμνήσε ις, για την καθαρή απόλαυση του να μπορέσω να τις

αφ ηγηθώ. M ε την έννοια του ανέκδοτου, της πραγματικής

βιογραφ ίας, στις ταινίε ς μου δε ν υπάρχε ι τίποτα . Aυτό που ξέρω

ε ίναι ότι ε πιθυμώ να αφ ηγηθώ. Πραγματικά, η αφ ήγηση ε ίναι το

μόνο παιχνίδι με το οποίο αξίζε ι να παίζε ι κανε ίς. Eίναι ένα παιχνίδι,

που για μένα , για την φ αντασία μου, για την φ ύση μου, έχε ι την δική

του αναγκαιότητα ” .

~ fe de rico fe llini

Γε ννημένος στο ρίμινι της ιταλίας, το 19 20, ο fe llini παίρνε ι το

βάπτισμα του πυρός στα κινηματογραφ ικά δρώμε να της ε ποχής

δίπλα στον robe rto ross e llini, συμμε τέχοντας ουσιαστικά έτσι στη

δημιουργία θε με λιω δών ταινιών του με ταπολε μικού ε υρω παϊκού

κινηματογράφ ου όπω ς το “rom a citta ape rta” (19 45) και “paisa” (

19 46), ω ς συν-σε ναριογράφ ος αλλά και ω ς βοηθός σκηνοθέτη. H

γνω ριμία και η φ ιλία του αυτή με τον ros s e llini θα τον ε πηρρε άσε ι

σημαντικά στην με λλοντική του πορε ία .

Η πρώτη ταινία την οποία σκηνοθε τε ί αποκλε ιστικά ο fe llini, ε ίναι

ο “sce icco bianco” (“λε υκός σε ίχης” ) το 19 52. Όπου μας παρουσιάζε ι

ένα ζε υγαράκι από την ε παρχία , την βάντα και τον ιβάν, που

καταφ θάνουν στη ρώμη, για γαμήλιο ταξίδι. Και ε νώ ο σχολαστικός

ιβάν, ε ίναι ε ντε λώς απορροφ ημένος με τις κονφ ορμιστικές του

δραστηριότητε ς, η βάντα ε πω φ έλε ιται της ε υκαιρίας για να ψάξε ι

τον λε υκό σε ίχη. Τον λατρε υτό πρω ταγω νιστή δηλαδή, μιας σε ιράς

φ ω τορομάντζω ν που δημοσιε ύε ται σ' ένα πε ριοδικό ε υρε ίας

κατανάλω σης.

Το σκηνοθε τικό αυτό ντε μπούτο του, κάθε άλλο παρά

ε πιτυχημένο, χαρακτηρίστηκε . “Η απόπε ιρα του fe llini ω ς σκηνοθέτη

ε ίναι αναμφ ίβολα χω ρίς ε ρέθισμα ” , ε ίναι τα σχόλια τω ν κριτικών

της ε ποχής, με αποτέλε σμα η ταινία να αποσυρθε ί απ' όλε ς σχε δόν

τις αίθουσε ς μέσα σε λίγε ς μόνο ημέρε ς. Ανάμε σα στις αιτίε ς της

ολοκληρω τικής αποτυχίας, προστίθε ται και η αληθινή αντιπάθε ια

Page 27: chimeres 013

που ο ηθοποιός albe rto sordi, προκαλούσε στο κοινό του

κινηματογράφ ου.

Ε ίναι κι αυτός ένας από τους λόγους για τους οποίους ο fe llini,

θέλοντας πάλι τον Sordi και στην ε πόμε νη ταινία του, τους

“vite lloni” , αντιμε τω πίζε ι πολλές δυσκολίε ς στην πραγματοποίησή

της και όταν με τά από πολλές ατυχίε ς η ταινία φ τάνε ι στο τέλος, το

όνομα του albe rto sordi συνε χίζε ι να αποτε λε ί ένα σοβαρό πρόβλημα

στη διανομή. Κρίνε ται λοιπόν απαραίτητο ν' αφ αιρέσουν τ' όνομά

του από τα προγράμματα καθώς και από τις πρώτε ς 50 κόπιε ς της

ταινίας...

O ι χώροι του fe llini, δρόμοι, ηλιόλουστε ς πλατε ίε ς,

μισοφ ω τισμένα νυχτε ρινά σοκάκια , συνοικιακά θέατρα , παλιές

κινηματογραφ ικές αίθουσε ς, έρημε ς παραλίε ς διαπε ρνούνται όλοι

από την πνοή του φ ανταστικού, ε ίναι ακαθόριστοι, διφ ορούμε νοι,

στοιχε ιω μένοι θαρρε ίς. O φ ε λινικός κόσμος ε ίναι μια αυλή τω ν

θαυμάτω ν.

Βρισκόμαστε σε μια μικρή παραλιακή πόλη της ρομάνια . Το

καλοκαίρι κοντε ύε ι να τε λε ιώσε ι. Μια νε ροποντή διακόπτε ι τη

γιορτή όπου τε λικά ο ρικάρντο βρίσκε ι την ε υκαιρία να ε πιδε ιχτε ί

σαν τραγουδιστής. Μέσα στην αναταραχή που ακολουθε ί

ανακαλύπτουν ότι η σάντρα , αδε ρφ ή του μοράλντο, ε ίναι έγκυος

από τον φ άουστο. Ο ι γονε ίς συμφ ω νούν να ε πανορθώσουν με γάμο. Η

μικρή πολιτε ία ξαναπέφ τε ι στην ε παρχιακή με λαγχολία του χε ιμώνα .

Αν και δε ν ε ίναι πια τόσο νέοι, οι φ ίλοι του φ άουστο πε ρνούν τις

μέρε ς τους άσκοπα , χαζε ύοντας στα καφ έ και κάνοντας παιδικά

αστε ία ε νώ συντηρούνται από τις οικογένε ιές τους. Ε ίναι οι

“vite lloni” (τα “βουτυρόπαιδα ” ).

19 52, οι “vite lloni” προβάλλονται στην βε νε τία ακριβώς ένα

χρόνο με τά τον “λε υκό σε ίχη” . Για τον fe llini ε ίναι η αληθινή και

πρώτη, με γάλη ε πιτυχία . Πω ς γε ννήθηκε όμω ς αυτό το

πολυβραβε υμένο φ ιλμ; Λοιπόν, η βασική ιστορία γράφ τηκε μέσα σε

15 πε ρίπου μέρε ς. Τα χε ιμω νιάτικα βράδια , οι πε ρίπατοι στο τέλος

του φ θινοπώρου με τη θάλασσα κρυμμένη από την ομίχλη, τα

βλακώδη και άγρια αστε ία τω ν φ ίλω ν, η μυθική προσμονή του

Page 28: chimeres 013

καλοκαιριού, όλα αυτά δε ν ε ίναι παρά οι αναμνήσε ις του fe de rico

από το ρίμινι.

O fe llini υπήρξε ένας απόλυτος κινηματογραφ ικός δημιουργός. M ε

το έργο του δε ν απε ικόνισε απλώς την πραγματικότητα , αλλά

κατασκε ύασε , με τα ίδια του τα χέρια , έναν φ ανταστικό κόσμο από

σκιές και φ ω ς, πνε ύματα και φ αντάσματα , κατοικημένο από

υπάρξε ις φ υσιολογικές, αλλά ταυτόχρονα και φ αντασιόπληκτε ς.

Χαρακτηριστικό παράδε ιγμα , αποτε λε ί το “la strada” (19 54).

Η αυλαία ανοίγε ι με τον ζαμπανό (anth ony q uin), έναν τσιγγάνο

που δίνε ι παραστάσε ις στις πλατε ίε ς τω ν χω ριών. Πρω τόγονος και

βίαιος, αγοράζε ι για λίγα χρήματα την αφ ε λή αλλά και ε υαίσθητη

τζε λσομίνα (giulie tta m as ina) από την φ τω χή οικογένε ιά της. Μαζί

πια , θα συνε χίσουν τη νομαδική ζω ή τους. Η ταινία δε ν ε ίναι παρά

μια τε ράστια , οργανω μένη φ αντασία , που οδε ύε ι στους

σκονισμένους δρόμους, της απίθανα μοναχικής μιζέριας,

καταλαμβάνοντας έτσι μια αδιάφ ορη και απολίτικη χώρα .

Ακολουθούν το 19 55 οι “Il bidone ” (“σκιές του υπόκοσμου” ).

Πανούργοι και κακοντυμένοι απατε ώνε ς, κάνουν ε δώ την ε μφ άνιση

τους. Αλλά σχε δόν πάντα τε λε ιώνουν τις δουλε ιές τους αναίμακτα ,

λόγω δε ιλίας. Πορτρέτο αισχρών ε γκληματιών, οι “σκιές του

υπόκοσμου” ε ίναι μια ταινία “ε ίδους” , από αυτές που πάντα

αρέσκε ται να δημιουργε ί ο fe llini.

Φ τάνουμε έτσι στις “le notti di cabiria” (“νύχτε ς της καμπίρια ” ).

Το σχέδιο αυτής της ταινίας ο fe de rico το δουλε ύε ι πολύ καιρό. Η

πρώτη ιδέα ανάγε ται στο '47, όταν ε ίχε προτε ίνε ι στον ros s e llini να

γυρίσουν την ιστορία μιας πόρνης. Για να γράψε ι το σε νάριο, ο fe llini

διε ξάγε ι μια έρε υνα στους χώρους που θα πε ριέγραφ ε η ταινία , ε νώ

προσκαλε ί και τον pie r paolo pasolini να συνθέσε ι τους διαλόγους. Η

καμπίρια ε ίναι μια φ τω χή πόρνη, άδολη και ε ύθραυστη, που ποτέ

στη ζω ή της δε ν υπήρξε τυχε ρή. Ένας φ ίλος της προσπάθησε να την

σκοτώσε ι για να βάλλε ι στο χέρι τα χρήματά της. Ο ι συναδέλφ ισσές

της, την κοροιδε ύουν. Ένας γνω στός ηθοποιός την ταπε ινώνε ι αφ ού

την ε ξαπατά με την θρυλική ματαιοδοξία της ε πιτυχίας του. Ε νώ

στη διάρκε ια μιας υστε ρικής θρησκε υτικής τε λε τής, η καμπίρια

Page 29: chimeres 013

προσε ύχε ται να γίνε ι ένα θαύμα , ώστε να αλλάξε ι η μοίρα της και

όλα να ξαναπάρουν το δρόμο τους. Η οριστική κόπια της ταινίας

προβάλε ται τον μάρτη του '57 στο φ ε στιβάλ τω ν καννών, όπου και

σημε ιώνε ι με γάλη ε πιτυχία .

Ο μαρτσέλο ρουμπίνι ε ίναι ένας δημοσιογράφ ος που αρθρογραφ ε ί

σ' ένα έντυπο σκανδάλω ν, παρ' όλο που ε λπίζε ι να μπορέσε ι κάποτε

να γράψε ι σοβαρά πράγματα . Για ε πτά μέρε ς κι άλλε ς τόσε ς νύχτε ς

γίνε ται ο ξε ναγός σ' ένα ταξίδι της ρω μαικής ζω ής. Η “dolce vita”

κάνε ι πρε μιέρα στις ιταλικές αίθουσε ς, τον φ ε βρουάριο του 19 60. Η

ε πιτυχία στο κοινό συμβαδίζε ι με τις πολε μικές. Στην πρώτη

προβολή η ταινία γιουχάρε ται και με ρικοί φ τύνουν τον fe llini που

(για κακή του τύχη) βρίσκε ται στην αίθουσα . Ο ι πλέον τρέχουσε ς

κατηγορίε ς αφ ορούν την ανηθικότητα που πιστε ύουν ότι προω θε ί η

ε ν λόγω ταινία . Η ταινία προσβάλλε ται από τα ε πίσημα όργανα της

καθολικής ε κκλησίας ε νώ η υπόθε ση φ τάνε ι ακόμα και στη βουλή. Η

ταραχή τω ν πολε μικών φ υσικά βοηθά την τε ράστια ε μπορική

ε πιτυχία της ταινίας, αλλά ε μποδίζε ι μια σαφ ή κριτική ανάλυση, την

συγκε κριμένη χρονική στιγμή.

Ν ε ολογισμοί, που ανθίστανται ακόμα , δε ίχνουν πόσο ο

σκηνοθέτης ε πηρρε άστηκε και ε πηρρέασε τα ιταλικά ήθη του

με ταπολέμου. Ε υγε νε ίς θλιβε ρά παρατε ταγμένοι στους

ε ρε ιπω μένους πύργους τους, μυστικές ε μφ ανίσε ις,

διανοουμε νίστικε ς συγκε ντρώσε ις και πάε ι λέγοντας... Ε ίναι

ολόκληρη η ιταλία του '50 που ανακαλε ίται, ε δώ. Με την αφ ε λή

ε πιθυμία της για ζω ή, με την χυδαιότητα που σήμε ρα μας φ αίνε ται

παραμυθένια , με το γούστο στο καλό ντύσιμο, την ε υχαρίστηση που

προσφ έρε ι ένα καθαρό ρούχο, ο πε ρίπατος το βράδι με το

αυτοκίνητο, το χάζε μα κάτω από τις αναμμένε ς λάμπε ς του καφ έ.

Όλα αυτά, ο fe llini δε ν τα ε φ ήβρε , αλλά τα θυμήθηκε ...

“Στοχασμός έντονα δημιουργικός με θέμα την αδυναμία της

δημιουργίας” ε ίναι τα πρώτα σχόλια που συνοδε ύουν την ε πόμε νη

ταινία του fe llini. Ε νώ χαρακτηριστικό παραμένε ι το γε γονός της

ε πιλογής του τίτλου της. Στην καρτέλα που ο fe llini κρατά τις

σημε ιώσε ις του, ανάμε σα στα συνηθισμένα του σκίτσα , ε ίχε

κακογραφ ε ί ένα με γάλο οκτώ και ½, γιατί ακριβώς ε κε ίνο το σχέδιο

Page 30: chimeres 013

ήταν το όγδοο και μισό φ ιλμ, κι έτσι λοιπόν έμε ινε και για τίτλος.

Ο γκουίντο ανσέλμι ε ίναι ένας γνω στός σκηνοθέτης που πε ρνά

μια πε ρίοδο θε ραπε ίας σε κάποια ιαματικά λουτρά. Στα όνε ιρά του

συσσω ρε ύονται ε φ ιάλτε ς, παιδικές μνήμε ς και αισθήματα ε νοχής

που πηγάζουν από μια καθολική παιδε ία . Ε τοιμάζε ι μια καινούργια

ταινία και όπω ς ε ίναι φ υσικό σε τέτοιε ς πε ριπτώσε ις, γύρω του

στροβιλίζονται κάθε λογής άτομα που θα μπορούσαν να έχουν σχέση

μ' αυτήν. Το “8 ½” προβάλλε ται τον φ λε βάρη του 19 63.

Πίσω βέβαια απ' όλα αυτά, βρίσκονται οι ονε ιρικές συνθέσε ις του

nino rota που θα 'πρε πε , τουλάχιστον ε δώ, να τον θυμηθούμε , γιατί η

μουσική ε πένδυση με την οποία στόλισε το “8 ½” , έμε ινε από τις

πλέον μνημε ιώδης. Ο rota, συνθέτης της μουσικής όλω ν τω ν

ταινιών του fe llini από τους καιρούς του “sce icco bianco” (“λε υκός

σε ίχης” ) μέχρι την “prova d' orch e stra” (“πρόβα ορχήστρας” ),

δημιούργησε και τα μουσικά “σχόλια ” πολλών άλλω ν σκηνοθε τών,

όπω ς οι “notti bianch e ” (λε υκές νύχτε ς” ), “rocco e i suoi frate lli” (“ο

ρόκο και τ' αδέρφ ια του” ) και ο “gattopardo” (“γατόπαρδος” ) του

luch ino visconti.

Ε ίναι όμω ς σίγουρο, ότι το όνομά του μένε ι άρυκτα δε μένο μ'

αυτό του fe llini και με ρικά από τα πιο γνω στά μοτίβα (από το “la

strada” μέχρι το “8 ½” ) ξαναφ έρνουν αίφ νης, σαν νότα που

δραπε τε ύε ι σιω πηλά, έναν κόσμο γε μάτο κλόουν, οξύθυμε ς

καλόγριε ς, ανήσυχους κομπάρσους, ε ρε ιπω μένε ς τέντε ς τσίρκω ν κι

ό,τι άλλο μπορε ί κανε ίς να φ ανταστε ί.

“Tί ε ίναι μια ταινία αρχικά; Μια υποψία , μια υπόθε ση αφ ήγησης,

σκιές ιδε ών, ακαθόριστα συναισθήματα . Και όμω ς, σ' ε κε ίνο το

πρώτο ανε παίσθητο άγγιγμα , η ταινία μοιάζε ι ήδη να ε ίναι ο ε αυτός

της, ολοκληρω μένη ζω τική, πάναγνη. O πε ιρασμός να την αφ ήσε ις

έτσι, σ' αυτήν την άσπιλη διάσταση ε ίναι πολύ με γάλος. Ολα θα

ήταν πιο απλά, και ποιος ξέρε ι, ίσω ς και πιο σω στά. Όμω ς όχι, η

φ ιλοδοξία , η ανία , η κλίση, οι συμφ ω νίε ς, οι ρήτρε ς τω ν

συμβολαίω ν, σε υποχρε ώνουν να τη γυρίσε ις. Και να λοιπόν, η

τε λε τουργία αρχίζε ι...”

~ fe de rico fe llini

Page 31: chimeres 013

«η ζωή µας έ χει δείξει ότι η αγάπ η δεν είναι να κοιτάνε δύο άνθρω ποι ο

έ νας τον άλλον, αλλά να κοιτάζουν µαζί προς τη ν ίδια κατεύθυνση .»

~ saint-e xupéry

Page 32: chimeres 013