Εικονικότητα

20
Ο ρόλος των θεσμών ως φρένο στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας 1

description

Law, Economics

Transcript of Εικονικότητα

Ο ρόλος των θεσμών ως φρένο στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας

Εργασία στα πλαίσια του μαθήματος «Οικονομικές Πολιτικές και Εξελίξεις

στην Ελληνική Οικονομία»

1

Έρχονται από έναν κόσμο όπου η μόνη τους απασχόληση είναι να εντείνουν τα βάσανα τους

και τα βάσανα των άλλων στο μέγιστο βαθμό, και αν λάβει κανείς υπόψιν του πως κάνουν

αυτή την δουλειά μόνο τέσσερις χιλιάδες χρόνια, θα πρέπει να παραδεχθούμε πως είναι

ιδιαίτερα καλοί σε αυτό. Σίγουρα για να πετύχουν τον επιθυμητό σκοπό τους, τους βοηθάνε οι

ατελείς θεσμοί και τα διεστραμμένα πάθη που έχουν κληρονομήσει.

Charles R. Maturin

Η παρούσα εργασία έχει ως θέμα την επίδραση των θεσμών στην ανάπτυξη της

ελληνικής οικονομίας. Στο 1ο μέρος της εργασίας γίνεται μία θεωρητική αναφορά στην

σύγχρονη προσέγγιση για τον ρόλο των θεσμών στην οικονομική μεγέθυνση. Στο 2ο

μέρος αναλύονται οι βασικοί θεσμοί της ελληνικής οικονομίας καθώς και οι άμεσες

επιδράσεις τους στην οικονομία. Τέλος στο 3ο μέρος της παρούσας εργασίας

παρατίθενται τελικά συμπεράσματα και παρατηρήσεις.

2

Α μέρος: Ο ρόλος των θεσμών στην οικονομική ανάπτυξη.

Οι σημαντικότεροι μελετητές της οικονομικής μεγέθυνσης1 έχουν διαπιστώσει

την σημασία των θεσμών στην αναπτυξιακή δυναμική των οικονομιών. Εισάγοντας στην

ανάλυση την έννοια του ιστορικού χρόνου συμπεριλαμβάνουμε κατ΄ ουσίαν και το

ιστορικό παρελθόν της εκάστοτε οικονομίας, το οποίο προβάλλεται στο παρόν μέσω των

θεσμών. Οι θεσμοί δεν είναι τίποτα άλλο από την αποτύπωση στο παρόν (χρόνος t) των

παρελθουσών επιλογών (χρόνος t-1), καθώς και την κατανομή της δύναμης των εκάστοτε

ομάδων που αλληλοεπιδρούν στα πλαίσια μιας κοινωνίας. Ο Acemoglu 2 (2004)

διαχωρίζει τους θεσμούς σε δυο γενικά είδη: ι) Αυτούς που προωθούν το κράτος δικαίου

και βελτιώνουν το οικονομικό περιβάλλον και κατά συνέπεια συμβάλουν θετικά στην

μεγέθυνση και ιι) αυτούς που διαιωνίζουν συνθήκες ανισότητας, την προσοδοθηρία, και

τον αποκλεισμό. Ο Βαϊτσος3 (2009) υποστηρίζει ακόμα πιο συγκεκριμένα πως τα βασικά

είδη θεσμών σε μία σύγχρονη οικονομία είναι η Αγορά και το Κράτος που ενσωματώνουν

το σύνολο των πολιτικών και οικονομικών θεσμών. Οι οικονομικοί θεσμοί είναι οι

κανόνες του παιχνιδιού στον οικονομικό χώρο ενώ οι πολιτικοί οι κανόνες

διακυβέρνησης στην πολιτική πραγματικότητα (North 1990). Σύμφωνα με τον Acemoglu

οι θεσμοί επηρεάζουν τις παραγωγικές και επενδυτικές αποφάσεις διαμορφώνοντας

κίνητρα και νόρμες και επηρεάζουν το μέγεθος της παραγωγής και την κατανομή των

πλουτοπαραγωγικών πόρων στο παρόν και το μέλλον. Επίσης «διαφορές στους

οικονομικούς θεσμούς […] αποτελούν την αιτία των αντίστοιχων διαφορών στις

μακροοικονομικές επιδόσεις» (Βαϊτσος 2009) και ταυτόχρονα διαμορφώνουν τα κίνητρα

λειτουργίας και τις σχετικές τιμές της οικονομίας (Πετράκης 2011). Συνεπώς μέσω της

ανάλυσης των θεσμών μπορούν να εξηγηθούν οι λόγοι για τους οποίους μία οικονομία

κλειδώνει σε ένα μονοπάτι χαμηλότερων επιδόσεων από αυτό που θα δικαιολογούσαν οι

πλουτοπαραγωγικοί πόροι και οι παραγωγικές δυνατότητες της ή τον λόγο για τον οποίο

χώρες, οι πολίτες των οποίων έχουν ίδια γενετικά χαρακτηριστικά, διαφέρουν τόσο

αισθητά μεταξύ τους κάτω από την επίδραση διαφορετικών θεσμών και πολιτικών

συστημάτων, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με την Βόρεια και την Νότια Κορέα ή με

τον διαχωρισμό της Γερμανίας σε ανατολική και δυτική. Οι θεσμοί συγκροτούνται από

3

τις εκάστοτε ομάδες που έχουν τον πολιτικό έλεγχο και άρα εξυπηρετούν το συμφέρον

τους υπό τον περιορισμό των πραγματικών οικονομικών συνθηκών. Πιο αναλυτικά

εμφανίζεται μία σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ των πολιτικών θεσμών και της de jure

πολιτικής δύναμης με αποτέλεσμά να δημιουργείται το εξής πλέγμα: Η κατανομή πόρων

την χρονική στιγμή t-1 διαμορφώνει την de facto πολιτική εξουσία που με την σειρά της

διαμορφώνει τους Πολιτικούς Θεσμούς. Οι Πολιτικοί θεσμοί αφενός επηρεάζουν την de

jure Πολιτική εξουσία και τους Οικονομικού Θεσμούς και συνεπώς καθορίζουν την

οικονομική επίδοση και αφετέρου την κατανομή πόρων την t+1, δηλαδή την μελλοντική

κατανομή πόρων4. Το παραπάνω νοητικό σχήμα αποδεικνύει το γεγονός πως οι θεσμοί

έχουν την τάση να αναπαράγουν τις συνθήκες που συνετέλεσαν στην δημιουργία τους

και κατά συνέπεια το σύστημα φαίνεται να ισορροπεί σε μία κατάσταση που αναπαράγει

τις ήδη υπάρχουσες σχέσεις εξουσίας. Το πρόβλημα είναι πως το δεν εξηγεί ενδογενώς

τις βίαιες ανατροπές που λαμβάνουν χώρα ανά τακτά χρονικά διαστήματα και

διαρρηγνύουν τις παρελθούσες κοινωνικές σχέσεις. Η απλούστερη λύση είναι να

υποθέσουμε πως η κατανομή των πόρων την t+1του παραπάνω σχήματος δεν εξαρτάται

μόνο από τους Πολιτικούς Θεσμούς αλλά και από την Οικονομική Επίδοση, η οποία με

την σειρά της δεν εξαρτάται μόνο από τους πολιτικούς θεσμούς αλλά και από εξωγενείς

παράγοντες όπως η τεχνολογία, η ακόμα και η φάση του οικονομικού κύκλου πάνω στην

οποία βρίσκεται η οικονομία5. Έτσι για παράδειγμα μπορούμε να ερμηνεύσουμε την

άνοδο της αστικής τάξης ως αποτέλεσμα της αύξησης της δυναμικής των οικονομικών

επιδόσεων που προήλθαν από το εμπόριο και την βιομηχανία σε σχέση με την ισχύ των

αριστοκρατικών πολιτικών θεσμών.

4

Β Μέρος: Θεσμοί και η μακροοικονομική επίδοση της ελληνικής οικονομίας

Β.1 Ιστορική συσχέτιση της μεταβολής των θεσμών και της μεγέθυνσης

Μετά τον Β΄ΠΠ η ελληνική οικονομία εισήλθε σε μία φάση δυναμικής

μεγέθυνσης η οποία είχε διάρκεια από τις αρχές της δεκαετίας του 50 μέχρι και την το

1973 και την Πετρελαϊκή Κρίση. Σε αυτά τα σχεδόν 25 χρόνια η Ελλάδα είχε ρυθμούς

μεγέθυνσης πολύ πάνω από τον μέσο όρο των χωρών του OECD και έναν σταθερό

πληθωρισμό της τάξης περίπου του 4% ετησίως. Από το 1973 και μετά παρουσιάστηκε

το φαινόμενο ενός επίμονου και σταθερά υψηλού πληθωρισμού ο οποίος συνδυαζόταν

με ισχνούς ρυθμούς μεγέθυνσης της οικονομίας και κάποιες περιόδους ύφεσης. Έχει

υποστηριχθεί (Αλογοσκούφης 1995) πως η δυσμενής μεταβολή της οικονομίας σχετίζεται

άμεσα με τις μεταβολές στο πολιτικό σκηνικό την συγκεκριμένη περίοδο. Το πολιτικό

σύστημα πριν το 1974 είχε αυταρχικό χαρακτήρα και χαρακτηριζόταν από συγκέντρωση

των εξουσιών και παρεμβάσεις στην οικονομική και πολιτική ζωή με κορύφωση φυσικά

αυτής της τάσης την Δικτατορία. Η οικονομική πολιτική ήταν σφιχτή, το τραπεζικό

σύστημα υπόκειτο σε αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, και οι διαχειριστικοί έλεγχοι από

κρατικούς φορείς διατηρούσαν σταθερούς τους μισθούς6 και τις τιμές, εκτοπίζοντας τα

εργατικά συνδικάτα και επιβάλλοντας έλεγχο στην τραπεζική πίστη7. Αποτέλεσμα των

παραπάνω ήταν υψηλά κέρδη των επενδυτών, σε ένα περιβάλλον που κυριαρχούσε το

σύμπλεγμα κράτους επιχειρήσεων και τραπεζών. Από το 1974 και έπειτα η πετρελαϊκή

κρίση, η κατάρρευση του Bretton Woods και η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού

ανέστρεψε την κατάσταση. Μεγάλες επιχειρήσεις κρατικοποιήθηκαν και ακολουθήθηκαν

έντονες πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος. Παράλληλα οι έλεγχοι επί της οικονομίας

συνεχίστηκαν και συνοδευθήκαν από αύξηση της φορολογίας, και συνεπώς μείωση της

κερδών του κεφαλαίου. Οι πολιτικές αυτές συνδυάστηκαν με μείωση του ρυθμού

μεγέθυνσης της οικονομίας και αύξηση πληθωρισμού και του δημοσίου χρέους της

χώρας. Παράλληλα παρατηρήθηκε μείωση της καθαρής επένδυσης και αύξηση του

εργατικού κόστους. Καταλήγοντας αυτή την ιστορική αναδρομή μπορούμε να

5

συμπεράνουμε πως την περίοδο 1974-1981 η ελληνική οικονομία είδε να

διαφοροποιούνται τρεις βασικές μεταβλητές. Το ενεργειακό κόστος της αυξήθηκε, το

σύστημα των σταθερών ισοτιμιών έσπασε και κυρίως η πολιτικοί θεσμοί της χώρας

φιλελευθεροποιήθηκαν. Οι 2 πρώτοι παράγοντες είναι εξωγενή σοκ και ως τέτοιοι

ερμηνεύονται, ο τρίτος όμως καταδεικνύει την σημασία που είχε η μεταβολή των

πολιτικών συνθηκών στην πραγματική οικονομία για την επόμενη δεκαετία

Β.2 Ανάλυση των βασικών θεσμών της σύγχρονης ελληνικής οικονομίας

Η ελληνική οικονομία τα τελευταία 20 χρόνια και μέχρι την έναρξη της κρίσης του

2008 χαρακτηριζόταν από σχετικά υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης, σχεδόν 2%

περισσότερο από τον Μ.Ο. των υπολοίπων χωρών της ΕΕ. Παράλληλα εμφανιζόταν ένα

επίμονο έλλειμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών με συνέπεια την μακροχρόνια

επιβάρυνση της χώρας με ένα δυσβάσταχτο δημόσιο χρέος, το οποίο εν μέσω της

μακροοικονομικής ανισορροπίας που έπληττε την διεθνή οικονομία οδήγησε την χώρα

στην χρεοκοπία. Σε παρόμοια κατάσταση περιήλθαν επίσης η Πορτογαλία, η Ιρλανδία,

και η Ισπανία, ενώ το σύνολο των χωρών της Νότιας Ευρώπης αντιμετώπισε δυσκολίες

στην επαναχρηματοδότηση του χρέους τους. Ενδιαφέρον όμως έχει η εξέλιξη της κρίσης

στις τρεις αυτές χώρες. Η Πορτογαλία και η Ιρλανδία δεν επλήγησαν τόσο σφοδρά από

την κρίση σε σχέση με την ελληνική οικονομία, καθώς δεν εισήλθαν σε τόσο βαθιά

ύφεση, ενώ τα ποσοστά ανεργίας τους παρέμειναν σε χαμηλότερα επίπεδα. Μία εξήγηση

αυτού του φαινομένου αποτελεί η ιδιότυπη φύση των θεσμών της ελληνικής οικονομίας

και ο τρόπος που αυτοί οι θεσμοί επηρεάζουν την μεγέθυνση της χώρας καθώς και την

δυνατότητα της να αντιπαρέρχεται δυσμενείς καταστάσεις.

Πολιτικοί Θεσμοί

Το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει 3 βασικά χαρακτηριστικά. Πρώτον είναι

δικομματικό, δεύτερον η διάκριση μεταξύ εξουσιών είναι υποτυπώδης και τρίτον δεν

υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος των πολιτών πάνω στους κυβερνώντες. Αναλυτικότερα, ο

δικομματισμός στην Ελλάδα είναι διαχρονικό φαινόμενο και αναπαράγεται από την

6

πόλωση που χαρακτηρίζει την κοινωνία και φυσικά από το επιλεγμένο εκλογικό

σύστημα. Η εξάρτηση της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας από την πολιτική

έχει σαν αποτέλεσμα να μην υπάρχει εσωτερικός έλεγχος των κυβερνητικών αποφάσεων,

ενώ ταυτόχρονα να παρατηρούνται φαινόμενα ανομίας και διαφθοράς από πολιτικά

πρόσωπα. Ο λόγος που έχει επιτραπεί αυτή η εκτροπή του συστήματος είναι ο

συστηματικός αποκλεισμός των πολιτών από την πληροφόρηση και από τις ανοικτές

δημοκρατικές διαδικασίες. Οι πολίτες έχοντας ελλιπή πληροφόρηση, δεν μπορούν να

δράσουν ορθολογικά και αντιδρούν εισάγοντας τον εαυτό τους εντός του κομματικού

συστήματος, επιδιώκοντας με αυτό τον τρόπο πρόσβαση στα κέντρα λήψης αποφάσεων

και κατά συνέπεια επιδιώκουν να θεμελιώσουν σχέσεις ασύμμετρης πληροφόρησης με

τους συμπολίτες τους και με σκοπό να αποκομίσουν κέρδη. Συνέπεια αυτού είναι η

πλήρη κομματικοποίηση των επιμέρους παικτών της κοινωνίας και αντικατάσταση της

ατομικής ορθολογικής σκέψης με την συνισταμένη των προσδοκιών των μερών που

απαρτίζουν το εκάστοτε διακριτό ( και αντίπαλο με τα άλλα) κομματικό σύστημα. Ως

παράδειγμα μπορούμε να φέρουμε την υποστήριξη πολιτικών που διαιωνίζουν την

γραφειοκρατία, από ανθρώπους που δουλεύουν σε παραγωγικούς τομείς που πλήττονται

από αυτή ή ακόμα την υποστήριξη πολιτικών που αντιβαίνουν στα ταξικά συμφέροντα

τους. Από την στιγμή που οι πολίτες δεν μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα τους στον

έλεγχο είναι επόμενο να εμφανίζονται φαινόμενα διαφθοράς και ασυδοσίας από την

πολιτική εξουσία, ενώ η πολιτική ισχύς μετατοπίζεται από τους ψηφοφόρους στις

εκάστοτε ομάδες πίεσης, οι οποίες μπορούν λόγω της έντονης δραστηριοποίησης τους να

επηρεάζουν την λήψη αποφάσεων προς όφελος τους, αποσπώντας έτσι προσόδους από

το κοινωνικό πλεόνασμα. Αποτέλεσμα όλων τω παραπάνω είναι η κατανομή των πόρων

της κοινωνίας να διαμορφώνεται προς όφελος αυτών που συσχετίζονται στενά με την

κυβερνητική εξουσία και επειδή, όπως έχει ήδη αναλυθεί στο Α, μέρος οι θεσμοί έχουν

την τάση σε κατάσταση ισορροπίας να αναπαράγουν τον εαυτό τους το πολιτικό

σύστημα διασφαλίζει την διατήρηση των κεκτημένων του με τους εξής τρόπους:

Δημιουργεί ένα πολύπλοκο νομοθετικό πλαίσιο και ένα κράτος το οποίο βασίζεται σε μία

απαρχαιωμένη γραφειοκρατική βάση αδιαπέραστη από οποιεσδήποτε μεταρρυθμιστικές

προσπάθειες. Το νομοθετικό πλαίσιο επιδρά άμεσα στην προστασία των δικαιωμάτων

7

ιδιοκτησίας, είναι άρα λογικό επακόλουθο πως ένα δύσχρηστο νομοθετικό σύστημα θα

δημιουργεί μία τάση για συσκότιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με τον τους

δείκτες της Παγκόσμιας Τράπεζας η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις σε ότι

αφορά την προστασία των δικαιωμάτων, και ιδιαίτερα σε ότι αφορά τα δικαιώματα

πνευματικής ιδιοκτησίας. Συνέπεια αυτών είναι η διάχυση αβεβαιότητας στην οικονομία

λόγω έλλειψης αξιόπιστης πληροφόρησης και κατά συνέπεια αύξηση του κόστους για

την απόκτηση της ,στρέβλωση των επιχειρηματικών κινήτρων, και δημιουργίας ενός

αποθαρρυντικού επενδυτικού περιβάλλοντος.

[Σχήμα 2]

Πηγή: http://worldjusticeproject.org/rule-of-law-index

Οικονομικοί Θεσμοί

Είναι επόμενο πως ένα κράτος που χαρακτηρίζεται από συστημικές παθογένειες, και την

ίδια στιγμή παρεμβαίνει στην οικονομία με ενεργό τρόπο θα επιφέρει στρεβλώσεις στην

πραγματική οικονομία και θα διαταράσσει τις μακροοικονομικές επιδόσεις της χώρας.

Αυτές οι στρεβλώσεις μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως εξής: Πρώτον σύμφωνα με τον

OECD η κρατική παρέμβαση στην ελληνική οικονομία είναι έντονη σε σχέση με τις

8

υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Το κράτος παρεμβαίνει στον επιχειρηματικό τομέα, και

παράλληλα σημαντικοί κλάδοι βρίσκονταν ή εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από

κρατικό έλεγχο όπως για παράδειγμα τα τυχερά παίγνια, η εταιρείες ύδρευσης και η

ΔΕΗ. Επίσης μεγάλη είναι η παρέμβαση του κράτους στους τομείς την ενέργειας και στο

σιδηροδρομικό δίκτυο. Οι κρατικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν σημαντικά ελλείματα

λόγω της αναποτελεσματικής λειτουργίας τους με αποτέλεσμα να εμφανίζεται το

φαινόμενο του εκτοπισμού ιδιωτικών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών από τους

αναποτελεσματικούς δημόσιους φορείς, για τους οποίους επίσης απαιτείται συνεχής

παροχή κρατικής επιχορήγηση για την επιβίωση τους (Ράπανος 2009). Επίσης η αγορά

εργασίας χαρακτηρίζεται από στρεβλώσεις όπου από την μία υπάρχουν κλειστά

επαγγέλματα τα οποία αποκλείουν την ελεύθερη μετακίνηση του εργατικού δυναμικού

μεταξύ των διαφόρων κλάδων και από την άλλη οι ελεγκτικοί μηχανισμοί είναι μη

αποτελεσματικοί με αποτέλεσμα να εμφανίζονται φαινόμενα αδήλωτης εργασίας, μη

τήρησης των κανόνων προστασίας και υπαμοιβής των εργαζομένων. Δεύτερον η

γραφειοκρατία εμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την επιχειρηματική δραστηριότητα.

Σύμφωνα με μελέτες του της Παγκόσμιας Τράπεζας (Doing Business June 2013) η

Ελλάδα βρίσκεται στην 72η θέση από 189 χώρες στην ευκολία με την οποία μπορεί

κάποιος να ξεκινήσει ή να λειτουργήσει μία επιχείρηση. Κατά συνέπεια η επιχειρηματική

δραστηριότητα πλήττεται ιδιαίτερα με κυριότερο θύμα την μικρή καινοτόμα και

εξαγωγικά προσανατολισμένη επιχείρηση, η οποία βρισκόμενη αντιμέτωπη με τον διεθνή

ανταγωνισμό πρέπει να κινείται γρήγορα και αποδοτικά. Τρίτον το σύμπλεγμα

φοροεισπρακτικών μηχανισμών και κράτους πρόνοιας είναι αναποτελεσματικό. Τα

φορολογικά έσοδα της χώρας υστερούν σημαντικά σε σχέση με τον μέσο όρο των

υπολοίπων. Είναι εμφανής η αδυναμία είσπραξης φόρων, ιδιαίτερα από κάποιες

επαγγελματικές ομάδες όπως οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οδηγεί την φορολογική

πολιτική να υπερφορολογεί τους υπόλοιπους, ενώ παράλληλα είναι ευρεία η χρήση των

έμμεσων φόρων. Οι έμμεσοι φόροι καταργούν την προοδευτικότητα του φορολογικού

συστήματος, επιβαρύνοντας έτσι περισσότερο τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα και

άρα καταργούν την έννοια της φορολογικής δικαιοσύνης, ενώ σύμφωνα με τα στατιστικά

στοιχεία τα έσοδα παραμένουν περιορισμένα.( Πετράκης 2011) Παράλληλα δημιουργούν

9

κίνητρα για δημιουργία παράλληλης οικονομικής δραστηριότητας και για αύξηση της

φοροδιαφυγής και κατά συνέπεια επιβαρύνουν την οικονομία με μη φανερά κόστη

συναλλαγών. Η αδυναμία είσπραξης φορολογικών εσόδων σε συνδυασμό με ένα μεγάλο

κοινωνικό κράτος προκαλεί διαχρονικά ελλείματα και κατά συνέπεια αύξηση του

δημοσίου χρέους. Το κοινωνικό κράτος στις Μεσογειακές χώρες είναι ο κυριότερος

τρόπος αναδιανομής του εισοδήματος και μείωσης της φτώχειας (Πετράκης 2011). Η

ανάγκη όμως για ένα μεγάλο κοινωνικό κράτος συνδυάζεται στην περίπτωση της

Ελλάδας με χαμηλή αποτελεσματικότητα εκροών κατατάσσοντας την Ελλάδα 23η στον

σχετικό δείκτη (Πετράκης 2010), με συνέπεια την μη αποτελεσματική κατανομή των

πόρων εντός του συστήματος.

Τα παραπάνω τεκμηριώνουν τα αποτελέσματα της Global Competitiveness Report 2013-

2014 όπου η Ελλάδα κατατάσσεται 91 σε σύνολο 148 χωρών στην ανταγωνιστικότητα.

Στα θετικά της χώρας είναι οι επαρκείς υποδομές, το υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο των

εργαζομένων και η καλή τους υγεία. Αντίθετα μεγάλη υστέρηση παρατηρείται σύμφωνα

με την έκθεση στην αποτελεσματικότητα των θεσμών και των αγορών αγαθών,

υπηρεσιών και εργασίας καθώς και στο εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο καινοτομίας και

R&D. Σε ότι αφορά τους θεσμούς το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη

εμπιστοσύνης στους πολιτικούς που προκαλείται από μεροληψία στις αποφάσεις τους και

η αναποτελεσματικότητα των κρατικών δαπανών.

Τελικά Συμπεράσματα:

Το αρχικό ερώτημα που τέθηκε σε αυτή την εργασία είναι εάν οι θεσμοί λειτουργούν σαν

φρένο στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η απάντηση είναι αναμφίβολα θετική.

Εάν διαχωρίσουμε την οικονομία από τους θεσμούς της, θα παρατηρούσαμε πως ο

συνδυασμός της υψηλής εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού, τα επαρκή επίπεδα

συσσωρευμένου κεφαλαίου και υποδομών και το σχετικά ευνοϊκό μακροοικονομικό

περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε η ελληνική οικονομία για σχεδόν μία εικοσαετία θα

αποτελούσαν εγγύηση για την αντοχή της ακόμα και σε κρίσεις όπως αυτή του 2008 και

έπειτα. Όμως είναι γνωστό πως ακολουθήθηκε ένα άλλο μονοπάτι. Τα επίμονα

10

ελλείματα, ο υψηλός πληθωρισμός ( σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ) και η

χαμηλή εισροή Ξένων Άμεσων Επενδύσεων είναι η απόδειξη του ρόλου που

διαδραμάτισαν οι θεσμοί στην επιβράδυνση και πιθανά στην κατάρρευση της ελληνικής

οικονομίας. Τα ελλείματα και ο πληθωρισμός αποτελούν ενδείξεις πως η μεγέθυνση στην

ελληνική οικονομία προήλθε όχι από εξαγωγική δραστηριότητα ή από μία

ανταγωνιστική βιομηχανία η οποία έκανε επενδύσεις σε εργατικό δυναμικό και έρευνα

και ανάπτυξη, αλλά από εξωτερικό δανεισμό, εισροές από τα ευρωπαϊκά ταμεία και από

τους τομείς υπηρεσιών, όπως ο τουρισμός (Pelagidis 2010). Το χαμηλό επίπεδο ΞΑΕ

δείχνει πως το επιχειρηματικό περιβάλλον δεν ήταν κατάλληλο για ανάπτυξη

επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η γραφειοκρατία, τα διοικητικά βάρη, η συσκότιση

δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και ο συστηματικός κίνδυνος που παρουσιάζει διαχρονικά η

χώρα (Πετράκης 2011) λειτουργούν ανασταλτικά για επενδύσεις με μακροχρόνιο

προσανατολισμό. Συνακόλουθο γεγονός είναι οι χαμηλές επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες

καθώς και η κυριαρχία ενός μοντέλου μικρομεσαίων επιχειρήσεων που προσφέρουν

κυρίως μη εμπορεύσιμα αγαθά. Οι μικρές επιχειρήσεις έχουν πολύ μικρές αντοχές στις

οικονομικές αναταράξεις και δεδομένης της χαμηλής καινοτομίας δεν προσφέρουν στην

χώρα ένα ξεκάθαρο συγκριτικό πλεονέκτημα. Είναι επόμενο λοιπόν να αναγκαστεί ο

δημόσιος τομέας να συμβάλει στην διατήρηση της οικονομικής μεγέθυνσης ως μέσο

απορρόφησης του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού (Πετράκης 2011) και με συνέπεια

να επιβαρύνονται τα δημόσια οικονομικά και εν τέλει το δημόσιο χρέος να γίνει μη

βιώσιμο. Μπορεί κάποιος να σχολιάσει πως παρατηρείται στην χώρα ένα ιδιότυπο είδος

ηθικού κινδύνου, που δεν συνδέεται με την ανάληψη υπερβολικού ρίσκου, αλλά με την

πλήρη αποστροφή προς τον κίνδυνο. Πιο απλά, οι πλειοψηφία των δρώντων στην

πραγματική οικονομία αποστρεφόταν τις υψηλές αποδόσεις που αποδίδει η καινοτόμα

και μακροπρόθεσμη επιχειρηματική δραστηριότητα, ανέμενε όμως πως τις αποδόσεις

που χάνει λόγω μη ανάληψης ρίσκου θα τις έπαιρνε από το κράτος με κάποια άλλη

μορφή, για παράδειγμα υψηλή σύνταξη, κάποιο επίδομα σε ότι αφορά τους ανθρώπους, η

μέσω επιδοτήσεων και χαμηλότοκων δανείων σε ότι αφορά τις επιχειρήσεις. Μία

περίπτωση δηλαδή που η μη ανάληψη ιδιωτικού ρίσκου διαχέει στην οικονομία μεγάλο

κίνδυνο. Το γεγονός πως η χώρα διατήρησε το αξιόχρεο για κάποιο χρονικό διάστημα

11

οφείλεται στην θετική οικονομική συγκυρία και κυρίως στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα.

Όταν ο ένας από τους δυο αυτούς παράγοντες εξέλειψε το οικοδόμημα κατέρρευσε.

Επίσης πρέπει να συνυπολογίσουμε και την επίδραση που έχει το ελλιπές θεσμικό

περιβάλλον εκτός της οικονομίες. Το εκπαιδευτικό σύστημα, το σύστημα υγειονομικής

περίθαλψης, και άλλοι τομείς ζωτικής σημασίας για την κοινωνία λειτουργούν

αναποτελεσματικά τόσο σε επίπεδο παροχών όσο και από άποψη διαχείρισης των πόρων.

Η ικανότητα των διαφόρων φορέων του δημοσίου να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες είναι

περιορισμένη και ο συγκεντρωτισμός που ασκείται από την κεντρική διοίκηση καθιστά

απαγορευτική την διαφοροποίηση. Οι πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί έχουν

διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορούν να ανταποκριθούν σε μία

επικουρική προσέγγιση που με τόση επιτυχία εφαρμόζεται στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο.

Η διαχείριση στις υποθέσεις κάθε φορέα, είτε αυτές αφορούν την μάθηση, είτε την

δημόσια ασφάλεια θα πρέπει να διαμορφώνονται σε τοπικό επίπεδο ανταποκρινόμενα

στις τοπικές ανάγκες και με βάση τις δυνατότητες και τις ιδέες των εκάστοτε στελεχών.

Με αυτόν τον τρόπο θα αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και θα μπορεί να εφαρμόζεται με

σωστό τρόπο η αξιολόγηση.

Κλείνοντας πρέπει να γίνει και ένα σχόλιο για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που

γίνονται στην χώρα. Δεν νοείται να επιχειρηθεί η επανάκτηση της ανταγωνιστικότητας

της χώρας μόνο μέσω της εσωτερικής υποτίμησης. Το θεσμικό περιβάλλον της χώρας

παραμένει τροχοπέδη σε όλες τις προσπάθειες ανασυγκρότησης. Είναι επιτακτική η

ανάγκη της μείωσης της γραφειοκρατίας και η απλοποίηση της νομοθεσίας, καθώς

επίσης και η μείωση του παρεμβατισμού του κράτους στην οικονομία ώστε η χώρα να

επανακάμψει και να κερδίσει την χαμένη της ανταγωνιστικότητα.

Σημειώσεις :

12

1.Βλέπε Karl Marx, Thorstein Veblen κλπ. Και τους σύγχρονους Daron Acemoğlu και Douglass North

2. Institutions as a fundamental cause of long-run growth Daron Acemoğlu, Simon Johnson, and James Robinson May 2004

3. Αρχές αναπτυξιακής οικονομικής Κωστής Βαΐτσος εκδόσεις Κριτική 2009

4. Βλ. Βαΐτσος (2009) και Πετράκης( 2011) σ 212

5. Διάλεξη Π. Πετράκη Τρίτη 1/7/14

6 The two faces of Janus: institutions, policy regimes and macroeconomic performance in Greece George Alogoskoufis 1995

7 ο.π..

Βιβλιογραφία:

Άρθρα:

Institutions as a fundamental cause of long-run growth Daron Acemoglu, Simon Johnson, and James Robinson May 2004

The two faces of Janus: institutions, policy regimes and macroeconomic performance in Greece George Alogoskoufis 1995

Θεσμοί και Οικονομική Ανάπτυξη Β. Ράπανος 2008. Μέγεθος και εύρος δραστηριοτήτων του δημοσίου τομέα Β. Ράπανος ΙΟΒΕ 2009 The Greek Paradox of Falling Competitiveness and Weak Institutions in a High

GDP Growth Rate Context (1995-2008) Theodore Pelagidis

Βιβλία:

Πετράκης Π., (2011), Η Ελληνική Οικονομία και η Κρίση: Προκλήσεις και Προοπτικές

Πετράκης Π., (2011), Η Ελληνική οικονομία: Προκλήσεις (μέχρι το 2010),

Αρχές αναπτυξιακής οικονομικής Κωστής Βαΐτσος εκδόσεις Κριτική 2009

Πηγές Από το Internet World Economic Forum (2013), The Global Competitiveness Report 2013–2014.

Rule of Law /Country Profile/ Greece

Doing Business 2014 (http://www.doingbusiness.org/rankings)

Περιεχόμενα:

13

Α Μέρος: Ο ρόλος των θεσμών στην οικονομική ανάπτυξη σελ 3

Β Μέρος: Θεσμοί και η μακροοικονομική επίδοση της ελληνικής οικονομίας σελ 5

Β.1 Ιστορική συσχέτιση των μεταβολών των θεσμών και της μεγέθυνσης σελ5

Β.2 Ανάλυση των βασικών θεσμών της σύγχρονης ελληνικής οικονομίας σελ6

Γ. Μέρος: Τελικά συμπεράσματα σελ10

[Καθαρό μέγεθος χωρίς σχήματα 9 σελίδες]

14