3lyk-glyfad.att.sch.gr3lyk-glyfad.att.sch.gr/.../uploads/2015/05/Xoros.docx · Web viewΛέγει,...

39
ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ Ένα από τα αρχαιότερα και σημαντικότερα εκφραστικά μέσα στη ζωή των ανθρώπων είναι ο χορός. Σε κάθε σημαντική στιγμή της ζωής τους για να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους, καταφεύγουν στη μουσική και το χορό. Οι απλοί άνθρωποι δεν χορεύουν για να κάνουν τέχνη, αλλά για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, να δείξουν τον πόνο ή τη χαρά τους. Η μεταφυσική τους αγωνία θεραπευόταν με τη θρησκεία που εκδηλωνόταν με ύμνους, λατρευτικούς χορούς και τελετές. Επίσης, η προετοιμασία για τους αγώνες και τους πολέμους περιελάμβανε και πολεμικούς χορούς. Ο γάμος συνοδευόταν από χορό και μουσική, ενώ, όταν η ζωή έφτανε στο τέρμα της, η μουσική της νεκρικής ακολουθίας και τα μοιρολόγια αποχαιρετούσαν τον άνθρωπο. Οι παραδοσιακοί μας χοροί μας προσφέρουν επικοινωνία, ψυχαγωγία, άσκηση και εκπαίδευση. Είναι το μέσο έκφρασης έντονων συναισθημάτων και ο πιο σημαντικός σύνδεσμος με τις παραδόσεις μας. Οι Παραδοσιακοί χοροί για τους Έλληνες της διασποράς είναι μέρος της ζωής τους, είναι η επαφή τους με την πατρίδα. Οι ρίζες του χορού στην Ελλάδα εντοπίζονται περίπου το 1.000 π.Χ. . Οι Έλληνες από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους είχαν άμεση σχέση με το χορό. Στην αρχαιότητα ο όρος δηλώνει το χώρο που χόρευαν και τραγουδούσαν οι αρχαίοι. Σήμερα χορός ονομάζεται το σύνολο των ρυθμικών κινήσεων και συσπάσεων του σώματος, αυτό που αποκαλούσαν στην αρχαιότητα όρχηση ή χορεία . Στην αρχαία Ελλάδα ο χορός ήταν ένα από τα βασικότερα στοιχεία της εκπαίδευσης των νέων. Στην αρχαία Σπάρτη, για παράδειγμα, ο χορός αποτελούσε μέρος της σκληρής στρατιωτικής εκπαίδευσης των νέων Σπαρτιατών. Οι θρησκευτικοί χοροί αποτελούσαν μέρος των θρησκευτικών τελετών και μυστηρίων των αρχαίων Ελλήνων. Στις θεατρικές παραστάσεις επαγγελματίες χορευτές, δηλαδή οι ορχηστές, εκτελούσαν τους χορούς στην τραγωδία, στην κωμωδία και στο σατιρικό δράμα. Αλλά και στον ιδιωτικό τους βίο οι αρχαίοι Έλληνες χόρευαν στα συμπόσια και στους γάμους, ενώ οι θρηνωδοί εκτελούσαν τους χορούς του πένθους. Η Τερψιχόρη, μια από τις εννέα μούσες ήταν γι’ αυτούς η προστάτιδα του χορού. Οι πληροφορίες που έχουμε για τον χορό στην Αρχαία Ελλάδα είναι αρκετές για να

Transcript of 3lyk-glyfad.att.sch.gr3lyk-glyfad.att.sch.gr/.../uploads/2015/05/Xoros.docx · Web viewΛέγει,...

ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ.

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Ένα από τα αρχαιότερα και σημαντικότερα εκφραστικά μέσα στη ζωή των ανθρώπων είναι ο χορός. Σε κάθε σημαντική στιγμή της ζωής τους για να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους, καταφεύγουν στη μουσική και το χορό. Οι απλοί άνθρωποι δεν χορεύουν για να κάνουν τέχνη, αλλά για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, να δείξουν τον πόνο ή τη χαρά τους. Η μεταφυσική τους αγωνία θεραπευόταν με τη θρησκεία που εκδηλωνόταν με ύμνους, λατρευτικούς χορούς και τελετές. Επίσης, η προετοιμασία για τους αγώνες και τους πολέμους περιελάμβανε και πολεμικούς χορούς. Ο γάμος συνοδευόταν από χορό και μουσική, ενώ, όταν η ζωή έφτανε στο τέρμα της, η μουσική της νεκρικής ακολουθίας και τα μοιρολόγια αποχαιρετούσαν τον άνθρωπο. Οι παραδοσιακοί μας χοροί μας προσφέρουν επικοινωνία, ψυχαγωγία, άσκηση και εκπαίδευση. Είναι το μέσο έκφρασης έντονων συναισθημάτων και ο πιο σημαντικός σύνδεσμος με τις παραδόσεις μας. Οι Παραδοσιακοί χοροί για τους Έλληνες της διασποράς είναι μέρος της ζωής τους, είναι η επαφή τους με την πατρίδα.

Οι ρίζες του χορού στην Ελλάδα εντοπίζονται περίπου το 1.000 π.Χ. . Οι Έλληνες από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους είχαν άμεση σχέση με το χορό. Στην αρχαιότητα ο όρος δηλώνει το χώρο που χόρευαν και τραγουδούσαν οι αρχαίοι. Σήμερα χορός ονομάζεται το σύνολο των ρυθμικών κινήσεων και συσπάσεων του σώματος, αυτό που αποκαλούσαν στην αρχαιότητα όρχηση ή χορεία. Στην αρχαία Ελλάδα ο χορός ήταν ένα από τα βασικότερα στοιχεία της εκπαίδευσης των νέων. Στην αρχαία Σπάρτη, για παράδειγμα, ο χορός αποτελούσε μέρος της σκληρής στρατιωτικής εκπαίδευσης των νέων Σπαρτιατών. Οι θρησκευτικοί χοροί αποτελούσαν μέρος των θρησκευτικών τελετών και μυστηρίων των αρχαίων Ελλήνων. Στις θεατρικές παραστάσεις επαγγελματίες χορευτές, δηλαδή οι ορχηστές, εκτελούσαν τους χορούς στην τραγωδία, στην κωμωδία και στο σατιρικό δράμα. Αλλά και στον ιδιωτικό τους βίο οι αρχαίοι Έλληνες χόρευαν στα συμπόσια και στους γάμους, ενώ οι θρηνωδοί εκτελούσαν τους χορούς του πένθους. Η Τερψιχόρη, μια από τις εννέα μούσες ήταν γι’ αυτούς η προστάτιδα του χορού. Οι πληροφορίες που έχουμε για τον χορό στην Αρχαία Ελλάδα είναι αρκετές για να κατανοήσουμε την θέση του χορού στην Ελληνική κοινωνία. Ξέρουμε πως υπήρχαν πολλά συγγράμματα που περιέγραφαν τους χορούς, τους ταξινομούσαν κατά είδη και εξηγούσαν την προέλευσή τους. Σποραδικές φράσεις, ονόματα και αναφορές για χορευτικές σκηνές βρίσκει κανείς στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη, τον Πλούταρχο, τον Ξενοφώντα, στον Αριστοφάνη και τους Τραγικούς. Σχετικά με τη προέλευση της λέξης χορός υπάρχουν οι παρακάτω εκδοχές: α. ότι προέρχεται από τη λέξη χορονός που σημαίνει την εγκύκλιο κίνηση (κύκλος). β. ότι προέρχεται από την λέξη χώρος, δηλαδή τον κατάλληλο τόπο για την εκτέλεση των χορών. Σημειώνεται ότι στα Ομηρικά έπη βρίσκουμε τη λέξη ευρύχορος και καλλίχορος

πόλις που σημαίνει τη πόλη με χώρους ευρείς και κατάλληλους για την εκτέλεση των χορών.

Β. Ο ΧΟΡΟΣ ΣΤΗ ΔΗΜΩΔΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Αναμφισβήτητα, οι Νεοελληνικοί Παραδοσιακοί χοροί αποτελούν συνέχεια των αρχαίων. Είναι δίκαιο, λοιπόν, κάθε φορά που αναφερόμαστε στους χορούς της νεότερης Ελλάδας να προσθέτουμε ότι προέρχονται από την ορχηστική παράδοση των Ελλήνων της αρχαιότητας. Βέβαια, η ίδια η έννοια του χορού είναι σε μας πολύ πιο στενή απ’ ότι στους αρχαίους. Στην σημερινή κοινωνία το κέντρο βάρους του χορού είναι στα πόδια, γι’ αυτό, όταν θέλουμε να μάθουμε έναν χορό, ζητάμε να μάθουμε τα βήματα. Στις αρχαίες όμως κοινωνίες, όπως και στις πρωτόγονες, χορός ήταν μια πιο ευρεία έννοια, ανεξάρτητη πολλές φορές από τις κινήσεις του σώματος. Μπορούσε κανείς να χορεύει με τα χέρια μόνο ή με το κεφάλι (όπως βλέπουμε σε χορούς της Άπω Ανατολής) ή στεκόμενος απλώς όρθιος (όπως οι τελευταίοι χορευτές στο Τσάμικο). Και βέβαια μπορούσε να χορεύει χωρίς καν οι κινήσεις να είναι ρυθμικές.

Είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε την ακριβή χρονολόγηση και τον δημιουργό των σημερινών Ελληνικών παραδοσιακών χορών, διότι χορογράφος είναι ο λαός. Έχουμε όμως σοβαρές ενδείξεις ότι ορισμένοι από τους Νεοελληνικούς χορούς αποτελούν συνέχεια των αρχαίων και δεν έπαψαν να χορεύονται στην Ελλάδα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, με τις ίδιες κινήσεις, το ίδιο σχήμα, την αυτή έκφραση, την ίδια λαβή και το ίδιο μουσικό μέτρο.

Πρώτη σοβαρή ένδειξη αποτελεί ο χορός που περιγράφει ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβασιν ( 6.1.5) : ἐπεὶ δὲ σπονδαί τε ἐγένοντο καὶ ἐπαιάνισαν , ἀνέστησαν πρῶτον μὲν Θρᾷκες καὶ πρὸς αὐλὸν ὠρχήσαντο σὺν τοῖς ὅπλοις καὶ ἥλλοντο ὑψηλά τε καὶ κούφως καὶ ταῖς μαχαίραις ἐχρῶντο : τέλος δὲ ὁ ἕτερος τὸν ἕτερον παίει , ὡς πᾶσιν ἐδόκει πεπληγέναι τὸν ἄνδρα : ὁ δ᾽ ἔπεσε τεχνικῶς πως .

Λέγει, λοιπόν, ο Ξενοφών ότι στο συμπόσιο πρώτοι σηκώθηκαν και χόρεψαν οι Θράκες μαζί με τα όπλα τους και σύμφωνα με τη μελωδία που έπαιζε ο αυλητής, ενώ συγχρόνως, πηδούσαν ψηλά και χρησιμοποιούσαν τα μαχαίρια τους. Στο τέλος δε, όπως φάνηκε σ’ όλους, ο ένας από τους δύο χορευτές χτυπάει με το μαχαίρι του τον άλλο. Ο δε άλλος έπεσε κάτω με τέχνη. Μήπως και σήμερα δεν βλέπουμε τις ίδιες ακριβώς χορευτικές κινήσεις, την ίδια επιδεξιότητα, επιθετικότητα και προσποίηση στους δύο Πόντιους χορευτές που κρατούν μαχαίρια και χορεύουν σύμφωνα με τη μελωδία της Ποντιακής λύρας;

Όπως στο χορό που περιγράφει ο Ξενοφώντας έτσι και στο χορό «μαχαίρια» που χορεύουν οι σημερινοί Πόντιοι, ο ένας χορευτής χτυπάει δήθεν τον άλλον με το μαχαίρι, εκείνος πέφτει κάτω και προσποιείται το σκοτωμένο, ενώ ο νικητής συνεχίζει το χορό. Οι δύο χοροί, λοιπόν, έχουν άμεση σχέση και ο ένας αποτελεί συνέχεια του άλλου.

Άλλη ένδειξη είναι ο χορός που ο Λουκιανός ονομάζει “Όρμον” και περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες. Ο όρμος είναι χορός κοινός των εφήβων και των παρθένων όπου χορεύουν ο ένας κοντά στον άλλον και σχηματίζουν αληθινό “Όρμον”. Σέρνει το χορό ο έφηβος και χορεύει επιδεικνύοντας με τις κινήσεις του πράξεις νεανικές και όσα θα πράξει μετά στον πόλεμο. Ακολουθεί η παρθένος που δείχνει στις άλλες να χορεύουν κόσμια. Κατ’ αυτόν τον τρόπο πλέκεται ο όρμος από σωφροσύνη και ανδρεία. Το σχήμα του χορού (όρμος = περιδέραιο = κύκλος) οι κόσμιες κινήσεις των παρθένων και οι επιδεκτικές του

εφήβου που μπαίνει μπροστά, όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα, και τέλος η θέση των χορευτών (ο εις παρά τον άλλον) μας οδηγούν στο σημερινό συρτό ή καλαματιανό που χορεύεται σε όλη την Ελλάδα. Άλλη μαρτυρία για την αρχαία καταγωγή του συρτού χορού μας δίνει και η επιγραφή του 1ου μ.Χ. αιώνα από θρησκευτικό πανηγύρι στη Βοιωτία, στο ιερό του Απόλλωνος που βρισκόταν στο όρος Πτώο κοντά στην Κωπαΐδα. Η μαρμάρινη επιγραφή, που στήθηκε προς τιμή κάποιου Επαμεινώνδα, αναφέρει τα εξής: “τάς πατρίους πομπάς μεγάλας και τήν τών συρτών πάτριον όρχησιν θεοσεβώς επετέλεσε”. Η λέξη “πάτριος” που χρησιμοποιείται μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι συρτοί χοροί υπήρχαν πολύ πιο μπροστά από τον 1ο αιώνα και κληροδοτήθηκαν στους αρχαίους προγόνους μας από τους πατέρες τους.  Βλέπουμε δε ότι η επιγραφή αναφέρεται σε πολλούς συρτούς χορούς, κάτι δηλαδή που συναντάμε και σήμερα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Ο Λουκιανός μνημονεύει τον χορό Γέρανο που κατά τον Πλούταρχο επινοήθηκε από το Θησέα. Έλεγαν πως όταν ο Θησέας έφτασε στη Δήλο από την Κρήτη, όπου είχε σκοτώσει το Μινώταυρο, αφού προσέφερε ευχαριστήρια θυσία, χόρεψε μαζί με τους νέους, που είχε λευτερώσει, το χορό αυτό. Τον ίδιο χορό χορεύουν και σήμερα στην Τσακωνιά της επαρχίας Κυνουρίας του Ν. Αρκαδίας με το όνομα Τσακώνικος ή Γέρανος. Για τους Νεοέλληνες ο χορός έχει ξεχωριστή σημασία. Ο κάθε χορός δεν επινοήθηκε από κάποιον ειδικό, δεν το γέννησε η φαντασία ενός ειδήμονα, αλλά τον έπλασε η ψυχή του λαού. Δημιουργήθηκε από ανθρώπους, οι οποίοι μη γνωρίζοντας ανάγνωση και γραφή και μη διαθέτοντας άλλη μόρφωση, χόρευαν και τραγουδούσαν για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Οι πολεμιστές για να δηλώσουν τη χαρά και την ικανοποίηση ύστερα από μια νίκη, η μάνα τον πόνο και την πίκρα για τον θάνατο του παιδιού της, η γυναίκα τη θλίψη και την απόγνωση για τον σκοτωμένο άντρα της. Οι Ελληνικοί χοροί διαμορφώθηκαν από την ωραιότητα του τοπίου, τις ήπιες κλιματολογικές συνθήκες, την πλεονεκτική γεωγραφική θέση μεταξύ ανατολής και δύσης, στοιχεία που συνέβαλαν γενικότερα στη δημιουργία ενός ανώτερου πνευματικού πολιτισμού.

Γέρανος_αναπαράσταση σε αγγείο 500 – 600 π.Χ

Οι Ελληνικοί χοροί αγνοούν τη κίνηση της λεκάνης και επικεντρώνονται στην ευστάθεια, τη σταθερότητα, την ανάδειξη της ωραιότητας και της πλαστικότητας του ανθρώπινου σώματος, χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αντίληψης για το αισθητικά ωραίο και των Αρχαίων Ελλήνων. Ο περίφημος Σιμωνίδης λέει για το χορό ότι είναι “βωβή ποίησις”. Ο Λεσβώναξ ο Μυτιληναίος αποκαλούσε τους χορευτές “χειροσόφους”, διότι κινούσαν τα χέρια τους με σοφία. Ο Λουκιανός λέει ότι ο μεγαλύτερος έπαινος για το χορό είναι ότι κατορθώνει να δίνει στα μέλη συγχρόνως ευκαμψία και δύναμη,

γεγονός παράδοξο, ως να κατόρθωνε κάποιος να ενώσει σε ένα σώμα τη δύναμη του Ηρακλή και την απαλότητα της Αφροδίτης. Ο ίδιος θεωρούσε την όρχηση “γυμνασίων τό κάλλιστον άμα και ευρυθμότατον”.

Ο Σωκράτης όχι μόνο μιλούσε επαινετικά για το χορό, αλλά ήθελε να τον μάθει, αποδίδοντας μεγάλη τιμή και σημασία στην ευρυθμία, το θέλγητρο της μουσικής και στη χάρη των κινήσεων. Ο ίδιος επαινούσε το χορό σαν “παμμερή άσκηση” σε αντίθεση με το δρόμο, με τον οποίο οι γυμναζόμενοι “τά σκέλη μέν παχύνονται, τούς δέ ώμους λεπτύνονται” και σε αντίθεση με την πυγμαχία, με την οποία οι πυγμάχοι “τούς ώμους μέν παχύνονται, τά δέ σκέλη λεπτύνονται”1. Ο Ανακρέων, επίσης, λέγει για το χορό: “Άν δ’ ο γέρων χορεύη, τρίχας γέρων μέν έστιν, τάς δέ φρένας νεάζει”.

Οι παραδοσιακοί μας χοροί, μας προσφέρουν επικοινωνία, ψυχαγωγία, άσκηση και εκπαίδευση. Είναι το μέσο έκφρασης έντονων συναισθημάτων κάθε Έλληνα ανεξάρτητα από την καταγωγή του. Ο παραδοσιακός χορός αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και ζωντανότερα στοιχεία του λαϊκού μας πολιτισμού. Έτσι έχουμε ομάδες ανθρώπων που έχουν κοινή καταγωγή και συνδέονται με κοινές παραδόσεις, κοινά ήθη και έθιμα και τις ονομάζουμε πολιτισμικές κοινότητες. Κάθε πολιτισμική κοινότητα έχει τους δικούς της τοπικούς χορούς οι οποίοι διαφέρουν από πόλη σε πόλη ή από χωριό σε χωριό. Αυτή η διαφορά των χορών οφείλεται σε λόγους όπως το κλίμα, ο τρόπος ζωής των κατοίκων, οι πόλεμοι, οι καταστροφές και άλλα.

Γ. ΤΥΠΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΡΧΗΣΗΣ.

Και ο Σωκράτης, είπε: «Είδατε πως ο ωραίος τούτος νέος ,όταν κάνει τις κινήσεις αυτές , φαίνεται ακόμα ωραιότερος απ’ ότι όταν μένει ήσυχος;» Και ο Χαρμίδης είπε: «Μοιάζεις να επαινείς τον χοροδιδάσκαλο». «Ναι, μα το Δία», είπε ο Σωκράτης, «γιατί και κάτι ακόμα παρατήρησα επιπλέον, ότι κανένα μέρος του σώματός του δεν είναι αργό, αλλά γυμνάζονται ταυτόχρονα και ο τράχηλος και τα πόδια και τα χέρια, όπως πρέπει να χορεύει εκείνος που θέλει να έχει το σώμα του πιο εύπλαστο. Κι εγώ φίλε Συρακούσιε, με πολλή ευχαρίστηση θα μάθαινα από εσένα τις κινήσεις». Και όταν εκείνος ρώτησε: «Τι θα κάνεις, άραγε;», ο Σωκράτης είπε: «Θα χορεύω, μα το Δια». Τότε όλοι 1 καὶ ὁ Σωκράτης εἶπεν: εἴδετ᾽, ἔφη, ὡς καλὸς <ὁ> παῖς ὢν ὅμως σὺν τοῖς σχήμασιν ἔτι καλλίων φαίνεται ἢ ὅταν ἡσυχίαν ἔχῃ; καὶ ὁ Χαρμίδης εἶπεν: ἐπαινοῦντι ἔοικας τὸν ὀρχηστοδιδάσκαλον. [16] ναὶ μὰ τὸν Δί᾽, ἔφη ὁ Σωκράτης: καὶ γὰρ ἄλλο τι προσενενόησα, ὅτι οὐδὲν ἀργὸν τοῦ σώματος ἐν τῇ ὀρχήσει ἦν, ἀλλ᾽ ἅμα καὶ τράχηλος καὶ σκέλη καὶ χεῖρες ἐγυμνάζοντο, ὥσπερ χρὴ ὀρχεῖσθαι τὸν μέλλοντα εὐφορώτερον τὸ σῶμα ἕξειν. καὶ ἐγὼ μέν, ἔφη, πάνυ ἂν ἡδέως, ὦ Συρακόσιε, μάθοιμι τὰ σχήματα παρὰ σοῦ. [17] καὶ ὅς, τί οὖν χρήσῃ αὐτοῖς; ἔφη. ὀρχήσομαι νὴ Δία. ἐνταῦθα δὴ ἐγέλασαν ἅπαντες. καὶ ὁ Σωκράτης μάλα ἐσπουδακότι τῷ προσώπῳ, γελᾶτε, ἔφη, ἐπ᾽ ἐμοί; πότερον ἐπὶ τούτῳ εἰ βούλομαι γυμναζόμενος μᾶλλον ὑγιαίνειν ἢ εἰ ἥδιον ἐσθίειν καὶ καθεύδειν ἢ εἰ τοιούτων γυμνασίων ἐπιθυμῶ, μὴ ὥσπερ οἱ δολιχοδρόμοι τὰ σκέλη μὲν παχύνονται, τοὺς ὤμους δὲ λεπτύνονται, μηδ᾽ ὥσπερ οἱ πύκται τοὺς μὲν ὤμους παχύνονται, τὰ δὲ σκέλη λεπτύνονται, ἀλλὰ παντὶ διαπονῶν τῷ σώματι πᾶν ἰσόρροπον ποιεῖν; [18] ἢ ἐπ᾽ ἐκείνῳ γελᾶτε, ὅτι οὐ δεήσει με συγγυμναστὴν ζητεῖν, οὐδ᾽ ἐν ὄχλῳ πρεσβύτην ὄντα ἀποδύεσθαι, ἀλλ᾽ ἀρκέσει μοι οἶκος ἑπτάκλινος, ὥσπερ καὶ νῦν τῷδε τῷ παιδὶ ἤρκεσε τόδε τὸ οἴκημα ἐνιδρῶσαι, καὶ χειμῶνος μὲν ἐν στέγῃ γυμνάσομαι, ὅταν δὲ ἄγαν καῦμα ᾖ, ἐν σκιᾷ; [19] ἢ τόδε γελᾶτε, εἰ μείζω τοῦ καιροῦ τὴν γαστέρα ἔχων μετριωτέραν βούλομαι ποιῆσαι αὐτήν; ἢ οὐκ ἴστε ὅτι ἔναγχος ἕωθεν Χαρμίδης οὑτοσὶ κατέλαβέ με ὀρχούμενον; ναὶ μὰ τὸν Δί᾽, ἔφη ὁ Χαρμίδης: καὶ τὸ μέν γε πρῶτον ἐξεπλάγην καὶ ἔδεισα μὴ μαίνοιο: ἐπεὶ δέ σου ἤκουσα ὅμοια οἷς νῦν λέγεις, καὶ αὐτὸς ἐλθὼν οἴκαδε ὠρχούμην μὲν οὔ, οὐ γὰρ πώποτε τοῦτ᾽ ἔμαθον, ἐχειρονόμουν δέ: ταῦτα γὰρ ἠπιστάμην. [20] νὴ Δί᾽, ἔφη ὁ Φίλιππος, καὶ γὰρ οὖν οὕτω τὰ σκέλη τοῖς ὤμοις φαίνει ἰσοφόρα ἔχειν ὥστε δοκεῖς ἐμοί, κἂν εἰ τοῖς ἀγορανόμοις ἀφισταίης ὥσπερ ἄρτους τὰ κάτω πρὸς τὰ ἄνω, ἀζήμιος ἂν γενέσθαι. καὶ ὁ Καλλίας εἶπεν: ὦ Σώκρατες, ἐμὲ μὲν παρακάλει, ὅταν μέλλῃς μανθάνειν ὀρχεῖσθαι, ἵνα σοι ἀντιστοιχῶ τε καὶ συμμανθάνω. Ξενοφών, Συμπόσιον, 2. 17-20.

γέλασαν. Και ο Σωκράτης με πολύ σοβαρό πρόσωπο είπε: «Γελάτε μαζί μου; Για ποιο από τα δυο; Επειδή θέλω περισσότερο να είμαι υγιής , γυμνάζοντας το σώμα μου παρά να τρώω και να κοιμάμαι ευχαρίστως, ή επειδή επιθυμώ τέτοιου είδους ασκήσεις, ώστε να μην παχαίνουν τα πόδια μου και οι ώμοι μου να αδυνατίζουν, όπως παθαίνουν οι δολιχοδρόμοι, ούτε να παχαίνουν οι ώμοι μου και ν’ αδυνατίζουν τα πόδια μου, όπως συμβαίνει στους πυγμάχους, αλλά ασκώντας όλο το σώμα να του δίνω ισορροπημένη μορφή; Ή μήπως γελάτε με τούτο, ότι, δηλαδή, δεν θα μου χρειαστεί να ζητήσω σύντροφο στην γυμναστική, ούτε μπροστά στο πλήθος γέρος άνθρωπος να ξεντύνομαι, αλλά θα μου αρκεί δωμάτιο επτάκλινο, όπως ήταν αρκετό αυτό το οίκημα και γι’ αυτόν τον νεαρό εδώ να ιδρώσει από τις ασκήσεις, και τον χειμώνα θα γυμνάζομαι κάτω από την στέγη , ενώ με τις μεγάλες ζέστες στη σκιά; Ή πάλι γελάτε με τούτο, ότι, επειδή έχω κοιλιά πιο μεγάλη απ΄όσο πρέπει, θέλω να την κάνω μικρότερη; Ή μήπως δεν ξέρετε πως ο Χαρμίδης από δω πρόσφατα με βρήκε πρωί-πρωί να χορεύω;» «Ναι, μα τον Δια» ,είπε ο Χαρμίδης, «και στην αρχή βέβαια τρόμαξα και φοβήθηκα, μήπως έχεις τρελαθεί. Επειδή όμως, σε άκουσα να λες τα ίδια με αυτά που λες τώρα, όταν γύρισα και εγώ στο σπίτι μου, δεν χόρευα, βέβαια, γιατί ποτέ δεν έμαθα να χορεύω, αλλά κουνούσα τα χέρια μου, επειδή αυτό ήξερα να κάνω». «Ναι, μα τον Δια», είπε ο Φίλιππος, «γιατί πραγματικά φαίνεται να έχεις τόσο αρμονικά τα πόδια με τα χέρια σου, ώστε εγώ νομίζω ότι και αν, όπως και οι αγορανόμοι τα ψωμιά, ζύγισες τα κάτω συγκρίνοντας προς τα επάνω , δεν θα ζημιωνόσουν σε τίποτα». Και ο Καλλίας είπε: «Σωκράτη, εμένα να προσκαλέσεις, όταν πρόκειται να μάθεις να χορεύεις, να στέκομαι απέναντι σου και να μαθαίνουμε μαζί».

Η ονομασία των χορών προέρχεται κυρίως από τον τρόπο με τον οποίο χορεύεται ο καθένας ή από τη γεωγραφική περιοχή στην οποία έχει πρωτοχορευτεί. O ζωναράδικος, για παράδειγμα, πήρε το όνομά του απ’ το γεγονός ότι οι χορευτές πιάνονται από τα ζωνάρια τους. Η σβαρνιάρα (καραγκούνα), από τον τρόπο που κινείται η κοπέλα που τον χορεύει. Η ζαχαρούλα, από το όνομα μιας κοπέλας. O αντικριστός από την αντικριστή θέση των χορευτών. O ζαγορίσιος ή συρτός χανιώτικος, είναι χοροί που χορεύονται στο Ζαγόρι της Ηπείρου και στα Χανιά της Κρήτης αντίστοιχα κι από εκεί πήραν το όνομά τους. Οι παραδοσιακοί ελληνικοί χοροί, λόγω της ποικιλίας που παρουσιάζουν, χωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες. Αυτές είναι: Ανάλογα με το θέμα τους χωρίζονται σε:· Θρησκευτικούς· Πολεμικούς ή πυρρίχιους· Ερωτικούς· Πολεμο-ερωτικούς χορούς·

Ανάλογα με το σχήμα τους χωρίζονται σε:· Κυκλικούς· Αντικριστούς χορούς

Τους κυκλικούς χορούς τους συναντάμε σε ανοικτό κύκλο και πιο σπάνια σε κλειστό. Αντικριστοί χοροί ή καρσιλαμάδες λέγονται οι χοροί, όπου οι χορευτές στέκονται αντικριστά σε δυο σειρές απέναντι-αντικριστά. Υπάρχουν βέβαια και οι χοροί, όπως το ζεϊμπέκικο, που χορεύεται από ένα άτομο, ή ο χορός των μαχαιριών που χορεύεται από δύο άτομα.Ανάλογα με το φύλο χωρίζονται σε:

· Ανδρικούς· Γυναικείους· Μικτούς

Ανάλογα με τον τόπο, χωρίζονται σε:· Πανελλήνιους ή εθνικούς· Τοπικούς.

Οι πανελλήνιοι χοροί είναι ο συρτός-καλαματιανός και ο τσάμικος ή κλέφτικος. Τοπικοί χοροί είναι οι ηπειρώτικοι, οι θρακιώτικοι, οι νησιώτικοι, οι κρητικοί, οι χοροί της Μακεδονίας, οι ποντιακοί και άλλοι. Ο κάθε χορός χορεύεται διαφορετικά, έχει τη δική του μουσική και το όνομά του έχει κάποια σημασία. Τα σύμβολα του χορού είναι τα βήματα. Οι ελληνικοί Παραδoσιακοί χοροί είναι αναρίθμητοι, δεν έχουν τέλος.Πολλά και τα οφέλη αυτών των χορών στην ανάπτυξη των παιδιών και την διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Με την προσθήκη στοιχείων του λαϊκού πολιτισμού, μέσα από τον οποίο εκφράζονται έντονα συναισθήματα για τον τόπο και το λαό, την ιστορία του, τη λεβεντιά του καλλιεργείται το σώμα και ο νους μας.

Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι χοροί, όπως της βόρειας Ελλάδος, οι οποίοι φέρουν αλληλεπιδράσεις με χορούς των γειτονικών λαών (βαλκανικών) και χορεύονται με διάφορες κατά τόπους παραλλαγές σε όλη την βαλκανική περιοχή. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως σε μερικά νησιά, η αλληλεπίδραση προέρχεται από την ύπαρξη της εκάστοτε δύναμης κατοχής (Ενετοκρατία, Φραγκοκρατία, Τουρκοκρατία). Οι παραδοσιακοί χοροί στην Ελλάδα παρουσιάζουν τεράστια ποικιλία. Κάθε περιοχή της Ελλάδας έχει τους δικούς της χορούς, οι οποίοι διαφέρουν ακόμη και από χωριό σε χωριό. Αυτή η διαφορά των χορών οφείλεται σε λόγους, όπως ο τρόπος ζωής των κατοίκων, το κλίμα, οι πόλεμοι και οι καταστροφές και άλλοι. Η ονομασία κάθε χορού προκύπτει από την ονομασία της περιοχής που χορεύεται, από τα λόγια του τραγουδιού, από την θέση των χεριών, από κάποια αντικείμενα που χρησιμοποιούνται, όπως για παράδειγμα το μαντήλι. Ο τρόπος εκτέλεσης διαφέρει ανάμεσα στους άντρες και στις γυναίκες.

Δ. ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ

Η Ελληνική παραδοσιακή φορεσιά χαρακτηρίζει και διακρίνει τους ανθρώπους κάθε περιοχής. Έχει φτιαχτεί για να εντυπωσιάζει και όχι να αναδεικνύει το κορμί. Τα πλούσια υλικά, η ποικιλία στο κέντημα, στο στόλισμα και στο ράψιμο, δημιουργούν την προσωπική σφραγίδα κάθε περιοχής. Οι περισσότερες φορεσιές αποτελούνται από: Το πουκάμισο πού δε λείπει από καμιά ελληνική φορεσιά. Το καφτάνι, καβάδι, άντερί, σαγιά (είδη φορέματος – πανωφοριού, φτιαγμένα συνήθως από πολύτιμη στόφα), ή το γιουρντί, σιγκούνι κλπ., (είδη αμάνικων ή και μανικωτών πανωφοριών από σαγιάκι, μάλλινο δηλαδή νεροτριβιασμένο υφαντό ύφασμα). Το φουστάνι, τσούκνα (είδη φορεμάτων με ή χωρίς μέση). Το ζωνάρι, τη ζώνη και την ποδιά. Το κοντογούνι, γιλέκι κλπ. (είδη κοντών μανικωτών ή αμάνικων ζακέτων). Τα διάφορα εσώρουχα και μικροεξαρτήματα. Τα πολύπλοκα κεφαλοκαλύμματα και κεφαλοδέματα, κυρίως νυφικά. – συχνά σύμβολα αποτροπής, καρπερότητας κλπ. – πού διευθετούνται με ξεχωριστή πάντα προσοχή, συνήθως από γυναίκες που η κοινότητα θεωρεί ειδικές. Τα πολύτιμα ή άλλα στολίδια-κοσμήματα. Τις κάλτσες και τα παπούτσια.

Αντίθετα, τα αντρικά ενδύματα είχαν πιο απλή διακόσμηση και περιορισμένο χρωματολόγιο. Κύριο αντρικό ένδυμα ήταν το κοντό πουκάμισο (πουκαμίσα), που φοριόταν με μεγάλες πλεκτές λευκές κάλτσες ή με παντελόνι. Στα νησιά και στα παράλια συνήθιζαν τη βράκα, ένα φουφουλωτό παντελόνι. Oι πολεμιστές φορούσαν τη φουστανέλα, μια πολύπτυχη μακριά φούστα.

Στην επανάσταση του 1821 το ρούχο αυτό διαδόθηκε πολύ και

αργότερα αποτέλεσε την αντρική εθνική ενδυμασία.

Ε. Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΡΧΗΣΗΣ.

Αλήθεια, ποιος Έλληνας δεν έχει πεταχτεί από την θέση του με τις πρώτες νότες της μουσικής, στους ξεσηκωτικούς σκοπούς της παραδοσιακής μας μουσικής. Γιατί οι ήχοι του κλαρίνου, κυλάνε μέσα στο αίμα μας και στο άκουσμά τους ξυπνά ο Έλληνας. Η μουσική καλεί,

σε κινήσεις τόσο γνώριμες εδώ και αιώνες, μικρούς και μεγάλους που δεν χρειάζονται καν εκπαίδευση, απλά ακούν την μουσική και χορεύουν. Δεν αργούν να σχηματισθούν κυκλικοί σχηματισμοί, από λεβέντες νέους και λυγερόκορμες κοπέλες αλλά και υπερήφανους ασπρομάλληδες, που εκτελούν περήφανα όμορφες φιγούρες.

Ας ξεκινήσουμε το ταξίδι μας στην παράδοση:

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ1. Παρά την μακραίωνη ιστορία της η Πελοπόννησος δεν έχει να επιδείξει

πληθώρα παραδοσιακών χορών κι αυτό γιατί επικρατεί μια αντιφατική πολιτιστική πραγματικότητα η οποία εκτείνεται από τη συντηρητικότητα κάποιων απομονωμένων περιοχών μέχρι τον άκρο εκσυγχρονισμό. Για τον λόγο αυτό θα αναφερθούμε εδώ στους δυο ξεχωριστούς της χορούς, τον Αραχωβίτικο και τον Τσακώνικο,  ενώ μιας και το όνομά τους παραπέμπει σ’ αυτήν την περιοχή, θα σημειώσουμε εδώ και τους πανελλήνιους χορούς τον  Καλαματιανό και τον Τσάμικο. Στις περιοχές της Τσακωνιάς, της Μάνης, διατηρούνται εθιμικά στοιχεία παλιότερου πολιτισμού (Μανιάτικο μοιρολόι, τσακώνικη διάλεκτος). Τα κλέφτικα, τα ιστορικά τραγούδια και της τάβλας αφθονούν, ενώ οι χοροί που συναντούμε είναι κατεξοχήν ο καλαματιανός, στα τρία, ο τσάμικος, ο τσακώνικος και εθιμικοί χοροί όπως ο χορός του ΑηΓιώργη από τη Νεστάνη της Αρκαδίας. Το Πελοποννησιακό τραγούδι αποτέλεσε έτσι ένα πολύτιμο στοιχείο της ιστορίας μας κρατώντας ζωντανή την εθνική μνήμη και εθνική συνείδηση του τόπου μας. Το περιεχόμενο τον τραγουδιών αυτών είναι επαναστατικό, εθνικιστικό, κλέφτικο, ιστορικό αλλά και ελπιδοφόρο, ακριτικό, ερωτικό, μοιρολόι. Τα μουσικά όργανα που συνόδευαν το τραγούδι στη Πελοπόννησο είναι το κλαρίνο, το νταούτο, το νταούλι, ο αυλός και η πίπιζα. Αργότερα χρησιμοποίησαν και βιολί. Όμως αυτά που επικράτησαν ήταν το κλαρίνο και το λαούτο. XOΡΟΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ: Α. ΚΑΛΑΜΑΤΙΑΝΟΣ: Το όνομα Καλαματιανός το πήρε όχι από την πόλη της Καλαμάτας αλλά από τον τίτλο του τραγουδιού

Mωρ΄Καλαματιανούλα’’. Άγνωστος είναι ο δημιουργός του. Το όνομα του προέρχεται από την Πελοπόννησο, όπου και δημιουργήθηκε. Πολλές όμως είναι οι θεωρίες που διατυπώθηκαν για την

αρχαία του προέλευση. Αυτή φαίνεται από απεικονίσεις σε αγγεία, καθώς επίσης και από τοιχογραφίες που παρουσιάζουν μερικά χαρακτηριστικά του βήματα ή φιγούρες. Το ότι οι χορευτές κρατούν ο ένας τον καρπό του άλλου, μας βοηθάει να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι ο καλαματιανός έχει κάποια σχέση με κάποιον από τους χορούς των αρχαίων προγόνων μας. Ο ευχάριστος ρυθμός του και τα απλά βήματά του τον καθιέρωσαν σαν τον δημοφιλέστερο Ελληνικό χορό και χορεύεται σε όλη την Ελλάδα από άνδρες και γυναίκες.

Β. ΤΣΑΜΙΚΟΣ: Ο Τσάμικος είναι από τους πιο λεβέντικους παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς. Χορεύεται σε κύκλο με ρυθμό 3/4. Παλιότερα τσάμικο χορεύονταν μόνο από άνδρες, αλλά στη σύγχρονη εποχή παίρνουν μέρος και γυναίκες. Η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από τη λέξη τσάμης, που σημαίνει

"ψηλός", και αναφέρεται μεταφορικά στο λεβέντικο ανάστημα που κατά παράδοση διαθέτουν οι χορευτές, αφού "τσάμι" λέγεται το έλατο ή πεύκο σε ορισμένες περιοχές. Κατά άλλη εκδοχή η ονομασία προέρχεται από την Τσαμουριά, περιοχή της Θεσπρωτίας στην Ήπειρο. Ονομάζεται επίσης και Κλέφτικος, καθώς χορεύονταν από τους Κλέφτες την εποχή της Τουρκοκρατίας.Στην Ελλάδα, κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, ο τσάμικος ήταν ο χορός που εξέφραζε τους κλεφταρματολούς, γι’ αυτό τον συναντάμε και με το όνομα «κλέφτικος». Σε πολλές περιπτώσεις ο χορός παραγγέλνεται στην μουσική ορχήστρα με το όνομα του τραγουδιού, όπου οι στίχοι και η μελωδία αντιπροσωπεύουν αυτόν που το παρήγγειλε (π.χ. «Ένας λεβέντης χόρευε», «Νταλιάνα», «Να ’ταν τα νιάτα δυο φορές» κλπ.).

Γ.TΣΑΚΩΝΙΚΟΣ

Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες στην Τσακωνιά της επαρχίας Κυνουρίας, του Νοµού Αρκαδίας, από την οποία πήρε και τ' όνοµά του, µε λαβή των χεριών από τους αγκώνες (αγκαζέ). Ο χορός αναπαριστάνει την είσοδο και έξοδο του Θησέα από το λαβύρινθο. Γι' αυτό, όταν χορεύεται, κουλουριάζει όπως το φίδι. Είναι ο χορός που χόρεψε ο Θησέας µε τους συντρόφους του, όπως έμεινε να λέγεται παραδοσιακά. Όταν όμως θέλει να ξεκουλουριάσει, ο πρωτοχορευτής γυρίζει αμέσως δεξιά µε την πλάτη προς τους υπόλοιπους. Όταν ξεκουλουριάσουν, οι δύο πρώτοι χορευτές, κάνουν καμάρα για να περάσουν οι άλλοι από κάτω.Το ότι ο χορός χορεύεται στην Τσακωνιά, δεν πρέπει να µας φαίνεται καθόλου παράξενο, από το γεγονός ότι πολλές φορές έγιναν μετακινήσεις από την Κρήτη στην Πελοπόννησο και από την Πελοπόννησο στην Κρήτη, ανάλογα βέβαια µε τις συνθήκες που δημιουργούσαν οι πόλεμοι και οι καταστροφές.

ΗΠΕΙΡΟΣ

Αυτό που χαρακτηρίζει γενικά τους Ηπειρώτικους χορούς σε ότι αφορά το ύφος ήταν οι περιορισμένες και συγκρατημένες κινήσεις. Ο τρόπος όμως εκτέλεσης διέφερε ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες. Τα βήματα των γυναικών ήταν πιο στρωτά και μικρά κι εκτελούνταν σ’ ολόκληρο το πέλμα, χωρίς ένταση, άρσεις,

πηδήματα και καθίσματα. Λίκνισμα του σώματος δεν συγχωρούνταν, ενώ το κεφάλι παρέμενε σκυμμένο ως ένδειξη σεμνότητας. Επίσης δεν υπήρχαν για τις γυναίκες περιθώρια αυτοσχεδιασμού και τα βήματα έπρεπε να ακολουθούνται αυστηρά. Αντίθετα οι άνδρες χορευτές είχαν την άνεση να κινηθούν εντονότερα, να κάνουν μεγαλύτερα βήματα με αναπλάσεις και άρσεις. Επίσης το ελεύθερο δεξί χέρι του πρωτοχορευτή μπορούσε να κινείται μπρος – πίσω, τεντωμένο ή λυγισμένο και να ακουμπάει στον αυχένα ή τη μέση του. Μια τέτοια κίνηση –φυσικά- ήταν αδιανόητη για τις γυναίκες.  Χοροί που συναντάμε συχνά στην Ήπειρο είναι: μενούσης, γιατρός, κοφτός. Η μουσική παράδοση της Ηπείρου αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους πολιτιστικούς θησαυρούς της Ελλάδας. Διακρίνεται από το μελωδικό και αρμονικό χρώμα που την περιβάλλει. Οι μελωδικές γραμμές είναι σύντομες, ο ήχος είναι λυπητερός, ακόμα και τα τραγούδια με εύθυμο σκοπό ή με σατιρικό περιεχόμενο ηχούν “βαριά”. Η άγρια λιτότητα του ορεινού τοπίου δεν μπορούσε παρά ν' αντανακλάται μέσα στη μουσική, ακόμα κι όταν ο καλλιτέχνης δημιουργούσε  τα χαρακτηριστικά στολίδια και τσακίσματα.

Κοφτός

Ηπειρώτικος χορός, που εξυμνεί την ανδρεία και την παλληκαριά. Είναι ζωηρός και λεβέντικος. Το όνομά του το πήρε από το απότομο σταμάτημα της μουσικής, κάθε 22 βήματα, όπου ο χορευτής σταματάει την κίνηση και σηκώνει τα χέρια του προς τα πάνω. Το σταμάτημα αυτό είναι αρκετό, για να θαυμάσουν και να καμαρώσουν όλοι το παράστημά του. Τα 22 βήματα τα μετράμε σε τρία εξάρια και ένα τεσσάρι. Το δεύτερο βήμα έρχεται πάντοτε πίσω από το δεξί πόδι, Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες με λαβή απ' τις παλάμες και λυγισμένους τους αγκώνες προς τα πάνω. Το μέτρο του χορού είναι τα 2/4. Τα βήματά του είναι σαν του Καλαματιανού. Αρχική θέση είναι η προσοχή.

Φυσούνι

Χορεύεται στην Πρέβεζα, κυρίως από γυναίκες, με λαβή των χεριών απ' τους ώμους. Το όνομά του το πήρε από κάποιο αέρα, που φυσάει στην περιοχή αυτή. Γι' αυτό και ο ρυθμός του χορού είναι γρήγορος, σε αντίθεση βέβαια με τους άλλους Ηπειρώτικους χορούς. Αποτελείται από 16 βήματα, που μετράμε σε οχτάρια. Αρχική θέση είναι η προσοχή, με μικρή στροφή του σώματος προς τα δεξιά. Το μέτρο του χορού είναι τα 9/8.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΗ Μακεδονία με βάση τη μουσικοχορευτική της παράδοση χωρίζεται σε Δυτική και Ανατολική. Στη Δυτική χορευτική Ενότητα ανήκουν και οι χοροί της Κεντρικής Μακεδονίας.Στη Δυτική Μακεδονία διακρίνονται δύο κύριες κατηγορίες βάσει της μελωδικής ρυθμικής και χορευτικής πραγματικότητας. Η μία είναι αυτή των ορεινών νοτίων και δυτικών περιοχών του Ολύμπου, που μοιάζει με το Θεσσαλοηπειρώτικο ύφος τραγουδιών χορών και ρυθμών και η άλλη είναι των πεδινών και αστικών περιοχών της Πιερίας του Ρουμουλκιού, της Βέροιας,

της Νάουσας, της Κοζάνης, της Σιάτιστας, της Καστοριάς και της Φλώρινας με καθαρά τοπικό χαρακτήραΟι υπόλοιπες περιοχές της Δυτ. Μακεδονίας, αυτές που γεωγραφικά ανήκουν στην Κεντρική, παρουσιάζουν μεγαλύτερο ρυθμολογικό ενδιαφέρον εξαιτίας των πολύπλοκων σχημάτων τα οποία μοιάζουν με αυτά των γειτόνων της Βαλκανικής. Εδώ έχουμε ρυθμούς γκάιντας, τοπικά χασάπικα, και χορούς στα τρία. Στα χωριά της Κεντρικής Μακεδονίας εκτός από τους ντόπιους κατοικούν και πρόσφυγες από τον Πόντο, την ανατολική Ρωμυλία, τη Μακεδονία, καθώς και Βλάχοι. Όλες αυτές οι ομάδες χρωματίζουν όπως είναι φυσικό με το δικό τους τρόπο την χορευτική παράδοση της περιοχής. Στις περιοχές αυτές ο πρωτοχορευτής έχει την ευθύνη της χορευτικής ομάδας, την οποία μπορεί να οδηγήσει κατά βούληση, διαγράφοντας διάφορα χορευτικά σχήματα, έξω από την αυστηρά καθορισμένη και σχηματοποιημένη κυκλική μορφή.Σε ορισμένους χορούς, οδηγεί την ομάδα σε λαβυρινθικές σχηματοποιήσεις, (π.χ. γκάιντα, ντούσκο, μποέμ’τσα κ.ά.), όπου ανάλογα με το χορό παρατηρείται και διαφορετική λαβυρινθική απεικόνιση. Φαίνεται πως τα σχήματα αυτά, μεταφέρουν στοιχεία μύησης αρχαίων μυστηρίων, όπου ο μυούμενος μάθαινε για το ανώδυνο πέρασμα από τη ζωή στο θάνατο, για την προστασία των ζωντανών από τους νεκρούς, των νεκρών από τα αόρατα πνεύματα, για τη διαδικασία της γονιμικής ιερουργίας κ.ά.Πολλοί χοροί της Μακεδονίας έχουν το χαρακτηριστικό γνώρισμα να ξεκινάνε με πολύ αργό ρυθμό και να καταλήγουν σε πολύ γρήγορο ρυθμό. Π.χ Γκάιντα, Μάρενα, Στάνκενα, Σουλεϊμάνοβο, Γκέϊκο κ.α Η μουσική ,ο χορός και οι παραδοσιακές φορεσιές δέχτηκαν επιρροές και από τις υπόλοιπες Βαλκανικές περιοχές. Μερικοί αντιπροσωπευτικοί χοροί είναι Συρτός Μακεδονίας, Γερακίνα, Παρτάλος, Καστοριανός, Αντικριστός, Μπεράτι.Η μακεδονική ενδυμασία είναι χαρακτηριστική για τη μεγάλη ποικιλία της με έντονα τα στοιχεία της βυζαντινής κληρονομιάς και των ξενικών επιδράσεων, τα οποία εντοπίζονται ιδιαίτερα στηγυναικεία φορεσιά. Κοινό στοιχείο της γυναικείας και ανδρικής ενδυμασίας είναι το πουκάμισο, του οποίου η καταγωγή ανάγεται στον αρχαίο ελληνικό χιτώνα. Τα γυναικεία πουκάμισα παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον για τον κεντητό τους διάκοσμο, καθώς και οι μαντήλες, τα φέσια, οι ποδιές, οι ανδρικοί και γυναικείοι επενδύτες, μακρείς (πιρπιρί) ή κοντοί (σιγκούνια, φέρμελες, κοντογούνια). Και στην ενδυμασία ο ρόλος των χρωμάτων και των διακοσμητικών θεμάτων είναι καθοριστικός, γιατί το χρώμα δεν αποτελεί μόνο διακριτικό κοινωνικής τάξης αλλά και ηλικίας και οικογενειακής κατάστασης.Τα διακοσμητικά θέματα ερμηνεύονται ως σύμβολα με διάθεση ‘φυλακτική’-μαγική, και σε συνάρτηση με την πολιτιστική στάθμη της κοινωνικής ομάδας. Για παράδειγμα, ορισμένα μοτίβα (πετεινάρια, κουκουνάρια, δέντρα) στα νυφιάτικα ρούχα συνδέονται από την αρχαιότητα με την έννοια της γονιμότητας. Ο πλούτος και η ομορφιά της γυναικείας παραδοσιακής φορεσιάς της Μακεδονίας είναι απερίγραπτος!Η Μακεδονία είναι μια περιοχή που εντυπωσιάζει με την ποικιλία των τοπικών της φορεσιών! Στις γυναικείες φορεσιές της Μακεδονίας είναι σημαντικό να τονιστεί η παρουσία ενος ιδιαίτερου εξωτερικού ενδύματος, του "σαγιά". 'Σαγιά" ονομάζουμε το πανωφόρι με την κεντητή διακόσμηση που αποκαλύπτεται οταν ανασκουμπωθούν προς τα πίσω τα δυό μπροστινά φύλλα. Φορεσιές με "σαγιά" συναντούμε στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης (Αλεξάνδρεια-Επισκοπή-Ασβεστοχώρι-Πυλαία) στην περιοχή του Δρυμού αλλά και στην Ορεινή Σερρών,στο Βώλακα Δράμας και στη Φλώρινα,χωρίς όμως να συνδέονται σε σχήμα ή ύλη με τους "σαγιάδες " της περιοχής Θεσσαλονίκης.

Κάτω απο το "σαγιά" υπάρχουν κατά κανόνα πουκάμισο, διακοσμητικά μανίκια, ενδιάμεσο φόρεμα, ζωνάρι, ποδιά και κάποιο ιδιαίτερα σύνθετο κεφαλόδεμα.

ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑΗ Μακεδονία είναι, ίσως, η πιο πλούσια περιοχή της Ελλάδας όσον αφορά στη μουσική παράδοση. Περιοχή που αποτελούσε πάντοτε σταυροδρόμι πολιτισμών, δεν θα μπορούσε να μην αποτελέσει και χωνευτήρι ακουσμάτων. Σήμερα το σήμα κατατεθέν της παραδοσιακής μουσικής της Μακεδονίας είναι τα ξακουστά σε όλο τον κόσμο “χάλκινα”. Τα χάλκινα είναι τα όργανα που χρησιμοποιούσαν οι περιφερόμενες κομπανίες, σε όλη σχεδόν τη Μακεδονία. Αν και ο ρυθμός τους διαφέρει από περιοχή σε περιοχή, τα χάλκινα πνευστά όργανα είναι παντού τα ίδια: κλαρίνο, τρομπόνι, τρομπέτα και κορνέτα συνοδεύονται από το νταούλι και το τύμπανο με πιατίνι, και δημιουργούν τον χαρακτηριστικό ήχο της μακεδονικής παραδοσιακής μουσικής.Όμως πώς προέκυψαν αυτές οι λαϊκές μπάντες χάλκινων πνευστών στη Μακεδονία και  δεν τις συναντάμε αλλού στην Ελλάδα; Σύμφωνα με μουσικολογικές μελέτες το συγκεκριμένο φαινόμενο άρχισε να κάνει  σταδιακά την εμφάνιση του στην Μακεδονία στις αρχές του 20ου αιώνα. Όσον αφορά στη γενεσιουργό αιτία του, οι γνώμες διίστανται. Το πιο πιθανό σενάριο αναφέρει ότι οι μπάντες χάλκινων πνευστών προέκυψαν από την διάλυση των μουσικών τμημάτων του τουρκικού στρατού κατά την άτακτη αποχώρησή του  κατά την απελευθέρωση της Μακεδονίας το 1912. Οι κάτοικοι της Μακεδονίας εκτιμώντας τον ξεχωριστό ήχο αυτών των οργάνων, αρχικά τα ενέταξαν αρμονικά στην παραδοσιακή μουσική ωστόσο με την πάροδο των ετών εκτόπισαν τελικά παλαιότερα όργανα όπως ο ζουρνάς, οι φλογέρες και τα καβάλια.Μια άλλη εκδοχή, η οποία συγκεντρώνει όμως μικρότερες πιθανότητες, κάνει λόγο για εισαγωγή των πνευστών οργάνων στη Μακεδονία από εύπορους Μακεδόνες της Ευρώπης που επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα. Μεγαλωμένοι στο αστικό περιβάλλον των ευρωπαϊκών πόλεων, οι άνθρωποι αυτοί ίδρυσαν μουσικούς συλλόγους στα πρότυπα των μεγάλων ορχηστρών της Ευρώπης. Έτσι, σταδιακά τα πνευστά όργανα από αυτές τις ορχήστρες βγήκαν από τα ωδεία στους δρόμους και τα καλντερίμια και έγιναν κομμάτι της μουσικής παράδοσης της Μακεδονίας.Σήμερα, η περιοχή της Γουμένισσας διατηρεί τη μεγαλύτερη παράδοση στα χάλκινα και τα λεγόμενα Χάλκινα της Γουμένισσας, η μπάντα του Αλέξανδρου Ζώρα, έχει καθιερωθεί μουσικά σε ολόκληρη την Ελλάδα, πραγματοποιώντας συναυλίες σε εμβληματικούς χώρους όπως το Ηρώδειο και το Μέγαρο Μουσικής.Μερικοί αντιπροσωπευτικοί χοροί είναι Συρτός Μακεδονίας, Γερακίνα, Παρτάλος, Καστοριανός, Αντικριστός, Μπεράτι

ΓΕΡΑΚΙΝΑΓυναικείος χορός που χορεύεται στη Νιγρίτα Σερρών. Την ονομασία του οφείλει στα λόγια του τραγουδιού που αναφέρονται σε μια όμορφη νέα, τη Γερακίνα. Σύμφωνα με την παράδοση η Γερακίνα, προσπαθώντας να αντλήσει νερό από ένα πηγάδι, έπεσε μέσα και δεν κατάφερε να σωθεί παρά τις προσπάθειες

του αγαπημένου της. Η ιστορία έγινε θρύλος και με τον καιρό εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους χορούς.Ο χορός αποτελείται από τρία μέρη, και η λαβή των χεριών είναι από τις παλάμες με τα χέρια κάτω. Στο πρώτο μέρος γίνονται 12 βήματα προς τα δεξιά, ενώ τα χέρια πηγαίνουν στον δεξί ώμο της προηγούμενης και το αριστερό στη μεσολαβή και 12 βήματα προς τ’ αριστερά, αλλάζοντας χέρια. Στο δεύτερο μέρος γίνονται δύο 6άρια με μέτωπο προς το κέντρο του κύκλου, ενώ στο 3ο μέρος γίνονται 22 κινήσεις επιτόπου, παλαμάκια και κινήσεις του κορμού αριστερά-δεξιά.

ΘΕΣΣΑΛΙΑΟι θεσσαλικοί χοροί είναι «αδικημένοι» από τα χορευτικά συγκροτήματα. Σπάνια βλέπουμε ομάδες να παρουσιάζουν χορούς από τη Θεσσαλία (εκτός κάποιων εξαιρέσεων) και τα λίγα που έχουμε δει, είναι τα πιο “γνωστά”.Ίσως από αγνοία άλλων, ίσως επειδή η περιοχή έχει αργούς, ως επί το πλείστον, χορούς και δεν προσφέρουν θέαμα, ίσως επειδή το τραγούδι είναι απαραίτητο για να παρουσιαστούν. Όπως όλοι οι θεσσαλικοί χοροί έτσι και της επαρχίας Ελασσόνας είναι, οι μεν ορεινοί, σταθεροί, δυναμικοί, επιβλητικοί ενώ οι πεδινοί είναι ήρεμοι, στρωτοί, αργοί είναι επηρεασμένοι από Βλάχους, Σαρακατσάνους, Ήπειρο, Ρούμελη και δυτική Μακεδονία, ενώ το Πήλιο από την νησιώτικη παράδοση λόγω Σποράδων. Υπάρχουν δε ολόκληρα χωριά και περιοχές που κατοικούνται από πρόσφυγες από μικρά Ασία, Πόντο, ανατολική Θράκη και κρατούν την δική τους παράδοση. Συνήθως οι χοροί συνοδευόνταν από τραγούδι δίχως μάλιστα τη συνοδεία μουσικών οργάνων. Τα τραγούδια αυτά αναφέρονται σε κλεφταρματολούς , σε γεγονότα της τότε εποχής, τον τρόπο ζωής , την εργασία κ.τ.λ. Τα μουσικά όργανα που υπήρχαν στην Θεσσαλία -όταν αυτά υπήρχαν- ήταν το βιολί και από τις αρχές του αιώνα το κλαρίνο , το λαούτο, το σαντούρι και το ντέφι με τα ζήλια δηλ. ο νταιρές. Βέβαια, κατά τόπους υπήρχαν και άλλα όργανα που τα συναντάμε και σε άλλες περιοχές όπως τα χάλκινα που είχε το Λιβάδι (Βλάχοι) και η Τσαριτσάνη, ζουρνάδες, νταούλια, γκάιντες, κτλ. εννοείται ότι προϋπήρχε όλων η φλογέρα. Tα ρούχα τώρα, οι φορεσιές, διέφεραν και από τόπο σε τόπο και από βουνό σε κάμπο και από πλούσιο σε φτωχό, όπως παντού άλλωστε. Εξαιρώ γενικώς το Πήλιο, γιατί σε όλα και μουσική και χορούς και ρούχα διαφέρει από την υπόλοιπη Θεσσαλία.Χαρακτηριστική είναι η φορεσιά που όλοι ξέρουμε, η καραγκούνα, που όμως αντιπροσωπεύει μονό την εκεί περιοχή δηλ. τα πεδινά των Τρικάλων και της Καρδίτσας οπου υπάρχουν και ζουν καραγκούνηδες. Κάθε τόπος ,λοιπόν, έχει τη δική του φορεσιά ίσως και κάθε χωριό. Στην Ελασσόνα έχουμε φορεσιές από το Δρυμό, που είναι το πιο κοντινό μέρος που διασωθήκαν ρούχα, την Κρανιά, όπου έχουν το μπουρμπούλι, μια ιδιαιτερότητα στο μαντήλι, το Μικρό Ελευθεροχώρι, η ποταμιά(περιοχή κατά μήκος του Ελασσονίτη ποταμού νότια) που έχει διαφορετική ενδυμασία, η Βερδικούσια και τα βλαχοχώρια, το Λιβάδι με την ξεχωριστή κυρατζήδικη στολή για τους άνδρες και το καιρούκι, ειδικό δέσιμο του μαντηλιού με μεγάλες καρφίτσες για τις γυναίκες. τα Καλύβια και ο Κοκκινοπηλός όπου οι φορεσιές μοιάζουν με των υπολοίπων βλάχων, με τα κουκάκια κτλ.

Σβαρνιαρα -Καραγκούνα

Είναι μια μορφή συρτού στα δύο με έντονο «σουστάρισμα». Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες, ελεύθερα και με κατεύθυνση προς τη φορά του κύκλου. Η ονομασία του χορού προέρχεται από τα βήματά του που είναι βαριά, σβαρνιστά. Συνήθως χορεύεται χωρίς λαβή με τους άνδρες να έχουν τα χέρια είτε στην έκταση είτε το ένα χέρι ελεύθερο και το άλλο πίσω στη μέση, ενώ οι γυναίκες έχουν τα χέρια στη μεσολαβή.Σ’ ορισμένες όμως περιοχές, χορεύουν πιασμένοι από τις παλάμες και με λυγισμένους τους αγκώνες.

ΘΕΣΣΑΛΙΑ - ΜΠΕΡΑΤΙΑνδρικός και γυναικείος χορός που συναντάται και στην Ήπειρο. Είναι χορός «συγκαθιστός» και χορευόταν συνήθως στους γάμους, όταν οι συγγενείς συνόδευαν τη νύφη και το γαμπρό στην εκκλησία. Γι’ αυτό και δεν έχει καθορισμένο σχήμα και διακρίνεται για την ελευθερία και την μεγάλη ποικιλία των βημάτων του. Τα βήματα του χορού είναι έξι και χορεύονται τρία δεξιά και τρία αριστερά ή και τα έξι προς τα εμπρός. Εντούτοις ο χορευτής είχε το περιθώριο να αυτοσχεδιάσει με

καθίσματα, στροφές, χτυπήματα κλπ.

ΘΡΑΚΗΗ Θράκη είναι περιοχή της Βαλκανικής Χερσονήσου στα ΒΑ της Ελλάδας.

Κατά την προ-ομηρική περίοδο περιλάμβανε επίσης τη Ν Μακεδονία και μέρος της Θεσσαλίας. Σήμερα είναι μοιρασμένη ανάμεσα σε τρία γειτονικά κράτη: Ελλάδα, Τουρκία, Βουλγαρία.

Η Θράκη περιλαμβάνει τρεις νομούς: Έβρου, Ξάνθης και Ροδόπης. Ο λαός της Θράκης κατά τον Ηρόδοτο, ήταν ο μεγαλύτερος, μετά από τους Ινδούς. Ο ίδιος ιστορικός τους διαιρούσε σε βαρβάρους, που ζούσαν πάνω από τον Αίμο, και σε πολιτισμένους, που κατοικούσαν στα νότια, μεταξύ Μακεδονίας, Αιγαίου και Προποντίδας. Κατά τη μυκηναϊκή εποχή είχαν ανώτερο πολιτισμό από τον ελληνικό. Απ' αυτούς έμαθαν οι Έλληνες τη γεωργική, οχυρωτική και πολεμική τέχνη. Από τα σπουδαιότερα αρχαία έθιμά τους ήταν η πολυγαμία, η ταφή της γυναίκας μετά το θάνατο του συζύγου της, η εξαγορά της νύφης από το γαμπρό κλπ. Οι σπουδαιότεροι από τους θεούς που λάτρευαν ήταν ο Ερμής, ο

Διόνυσος και η Άρτεμη. Απ' αυτούς κληρονόμησαν οι Έλληνες τη λατρεία του Δωδεκάθεου. Με τη δημιουργία των ελληνικών αποικιών στα παράλια της Θράκης μεταδόθηκε στη χώρα ο ελληνικός πολιτισμός και έτσι, κατά τους ιστορικούς χρόνους, οι Θράκες εξελληνίστηκαν και η χώρα τους έγινε ελληνική Η γεωγραφική της θέση, λοιπόν, προσδιορίζει τις συγγένειες της μουσικής και των χορών της με τις αντίστοιχες μουσικές και χορούς των γειτονικών λαών. Το μουσικο-χορευτικό ιδίωμα της Θράκης παρουσιάζει ένα ξεχωριστό χρώμα, μέσα από μια έντονη μουσική, χορευτική και εθιμική παράδοση.

Διατηρούνται ακόμη μέχρι σήμερα τα αναστενάρια, τα κουρμπάνια, οι μεταμφιέσεις του

δωδεκαημέρου, και της αποκριάς, το έθιμο του αγιόγιαννου και της τζαμάλας, καθώς και έθμιμα με μιμικές παραστάσεις γονιμικού χαρακτήρα, που συνοδεύονται και με τους ανάλογους χορούς.. Μεγάλος στάθηκε ο επηρεασμός των εθίμων και της μουσικής από τα Μικρασιατικά παράλια στα οποία εντοπίζονται κοινοί μουσικοχορευτικοί τύποι.

Το ιδιαίτερο αυτό ύφος της Θράκης, οι ιδιάζουσες μελωδικές γραμμές, καθώς και οι κινήσεις των χορών δίνουν στην περιοχή μια ιδιαιτερότητα που διαφέρει πολύ από αυτή του υπόλοιπου Ελλαδικού χώρου.

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣΟ χώρος της ενδυματολογίας στην περιοχή της Θράκης παρουσιάζει μία

εντυπωσιακή ποικιλομορφία. Οι ενδυματολογικές ιδιαιτερότητες της κάθε ενδυμασίας, διαφοροποιούν και τονίζουν το χαρακτήρα της κοινωνικής ομάδας από την οποία προέρχεται. Η ενδυμασία ως ενδυματολογικό σύνολο, σε συνάρτηση με τη διακοσμητική αντίληψη των επί μέρους εξαρτημάτων της, που εκφράζεται μέσα από διαφορετικά υλικά, σχήματα και χρώματα, δίνουν την ιδιαίτερη αισθητική της κάθε ομάδας.Σε πιο απομακρυσμένες όμως περιοχές και κυρίως στα χωριά, άντρες και  γυναίκες ήταν ντυμένο με παραδοσιακές φορεσιές.Οι γυναικείες φορεσιές μοιάζει να έχουν φτιαχτεί για να εντυπωσιάσουν παρά για να αναδείξουν την ομορφιά του κορμιού. Αντίθετα ,λοιπόν, με την ανδρική

ενδυμασία, η οποία παρουσιάζεται ως ένα ενιαίο, κοινό ένδυμα, η γυναικεία ενδυμασία της Θράκης παρουσιάζει μεγάλες διαφοροποιήσεις μέσα στο χώρο. Τα γυναικεία ρούχα αποτελούσαν ένα κώδικα επικοινωνίας που δήλωναν την κοινωνική θέση ή την κοινωνική κατηγορία της γυναίκας. Το κάθε εξάρτημα, το χρώμα, η διακόσμηση, η μορφή του ενδύματος, όλα αποτελούσαν μηνύματα αναγνωριστικά που δήλωναν αδιάψευστα τη θέση της γυναίκας στην παραδοσιακή κοινωνία. Οι ελεύθερες είχαν ρούχα με ζωηρά χρώματα και πλούσια κεντίδια. Οι κορδέλες στολισμένες με πούλιες μόνο για τις ελεύθερες και τις νιόπαντρες, τα κόκκινα «σαλένια» ή «μπουχασένια» μόνο για τις νύφες, που θα τα φορούσαν 40 ημέρες μετά το γάμο. Ο κεφαλόδεσμος σεμνός για τις ηλικιωμένες, λουλουδιασμένες μαντίλες και σιργκούνια για τις ελεύθερες. Για τις νύφες λουλούδια και γκιρλάντες, καρφίτσες και τέλια πολλά. ‘Όλα την ημέρα του γάμου λαμπερά., πλούσια,

καλορίζικα, σύμβολα  και ευχές για τη νέα ζωή της γυναίκας και την εξασφάλιση της γονιμότηταςΑνδρικη φορεσια

Οι Θρακιώτες όλοι φορούν ποτούρια. Το ποτούρι είναι είδος ανοιχτού δηλαδή φαρδιού παντελονιού που φορέθηκε μόνο στη Θράκη και που ονοματολογικά χαρακτήριζε όλη τη Θρακιώτικη ανδρική ενδυμασία. ‘Ηταν φτιαγμένο από σαγιάκι, μάλλινο δίμιτο ύφασμα της νεροτριβής (είδος τσόχας), συνήθως καφέ χρώματος, για την καθημερινή ενδυμασία, μαύρου χρώματος για  την επίσημη φορεσιά. H ανδρική ενδυμασία της Θράκης

αποτελείτο επίσης από το πουκάμισο . Πάνω από το πουκάμισο φορούσαν αμάνικα γιλέκα που ήταν από σαγιάκι και άλλα ήταν ανοιχτά και άλλα κλειστά ανάλογα με την περιοχή. Υπήρχαν και πανωφόρια κοντά μανικωτά  γιλέκα που ήταν και αυτά από σαγιάκι μαύρο ή σκουρογάλαζο ή καφετί. Τις κρύες όμως μέρες του χειμώνα φορούσαν τη γούνα, είδος παλτού σαγιακένιου, με γούνινη επένδυση εσωτερικά (προβιά). Το εξάρτημα αυτό χαρακτήριζε την οικονομική κατάσταση αυτού που το φορούσε. Στα πόδια φορούσαν  τσουράπια πλεκτά. Τις γιορτές φορούσαν τα κουντούρια ή γεμενιά παπούτσια που αγόραζαν. Τα αγοραστά υποδήματα δίνονταν κυρίως σαν δώρα γάμου και φορέθηκαν με τις Θρακιώτικες φορεσιές από τα τέλη του 19ου αιώνα κυρίως. Η ανδρική ενδυμασία συμπληρωνόταν με το μακρύ μάλλινο δίμιτο ζωνάρι, κροσσωτό στις δύο στενές πλευρές. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των ανδρικών ενδυμασιών της Θράκης είναι το κεφαλοκάλυμμα. Πρόκειται για ένα μαύρο ή σκουρογάλαζο ζωνάρι, μήκους περίπου 2 μέτρων, μάλλινο ή βαμβακερό, το οποίο τύλιγαν ολόγυρα στο κεφάλι, αφήνοντας να κρέμεται στην πλάτη η μία κροσσωτή άκρη. Το κάλυμμα αυτό αντικαταστάθηκε από το καλπάκι, μαύρο βελούδινο ή αστρακάν καπέλο με δύο κουμπιά.

ΧΟΡΟΙΟι χοροί της Θράκης παρουσιάζονται πλούσιοι σε αριθμό και εντυπωσιακοί στο τρίπτυχο κίνηση, λόγος, μελωδία. Η ιδιάζουσα ακόμη συμμετρία κινήσεων του σώματος, σε συνδυασμό με συντονισμένα στην ίδια οξύτητα από τους χορευτές ζωηρά επιφωνήματα, είναι στοιχεία που προσδίδουν ξεχωριστά εντυπωσιακό χαρακτήρα στους θρακικούς χορούς.Οι χοροί είναι κυκλικοί, αντικριστοί και μεικτοί και έχουν διάφορες ονομασίες, κυρίως από τον τρόπο ή από τις

περιστάσεις που χορεύονται, από ιδιαίτερα τοπικά γεγονότα, από εναρκτήριους στίχους τραγουδιών που τους συνοδεύουν κ.λ.π.Οι πιο συνηθισμένοι είναι:

Ζωναράδικος .  Μεικτός χορός, από άντρες και γυναίκες, εντυπωσιακός με μεγάλη διάδοση σ’ όλη τη Θράκη. Οφείλει την ονομασία του στο γεγονός ότι οι χορευτές πιάνονται ο ένας από τον άλλο από τα ζωνάρια. Χορεύεται κυκλικά. Μπροστά μπαίνουν οι άντρες και ακολουθούν οι γυναίκες.

Συγκαθιστός. Ιδιαίτερα σημαντικός χορός, από άντρες και γυναίκες. Χορεύεται στους γάμους, όταν πηγαίνουν να πάρουν τη νύφη, επίσης σε πανηγύρια και άλλα γλέντια. Την ονομασία του οφείλει στο ότι το βήμα του χορευτή ημικάθεται μια στο δεξιό και μια στο αριστερό πόδι.

Χασάπικος Πολίτικος ή Μακελάρης .  Θεωρείται πολεμικός χορός. Τη σημερινή ονομασία του έλαβε, επειδή ήταν ο χορός που συνηθιζόταν ιδιαίτερα από τη συντεχνία των μακελάρηδων ( των χασάπηδων).Αντικριστός ή Καρσιλαμάς .  Χορός με μεγάλη διάδοση (καρσί= αντίκρυ). Συνηθίζεται ιδιαίτερα στις γαμήλιες τελετές και διασκεδάσεις. Στην παραδοσιακή εκτέλεση του χορού, οι γυναίκες κρατούν μαντήλι από δυο διαγώνιες άκρες, με τεντωμένα η λυγισμένα τα χέρια στους αγκώνες και κινούν τα χέρια δεξιά - αριστερά ή περιστρέφουν το μαντήλι κυκλικά στη μια κατεύθυνση, ώσπου να διπλωθεί & μετά αυτό ξεδιπλώνεται στην αντίθετη κίνηση.Μαντηλάτος. Χορός αντικριστός, συνήθως από έναν άντρα και μια γυναίκα. Οφείλει την ονομασία του στο μαντήλι που κρατούν οι χορευτές.

ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ  ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣΤο  όνομα  των  Θρακών  είναι  συνδεμένο  από  τα  πανάρχαια  χρόνια  με  την  τέχνη  της  μουσικής.  Ο  Όμηρος  αναφέρει  ότι  η  λατρεία  των  Μουσών  ξεκίνησε  από  τη  Θράκη  και  σύμφωνα  με  τον  Στράβωνα  οι  Θράκες  μετέφεραν  τη  μουσική  παντού  : «Μέχρι  της  Ινδικής  εκείθεν  και  την  πολλήν  μουσικήν  μεταφέρουσιν».Και  στους  νεότερους  χρόνους  όμως  οι  Θράκες,  διακρινόμενοι  για  την  αγάπη,  την  έφεση  αλλά  και  την  ικανότητά  τους  στη  μουσική,  έπλασαν  ιδιαίτερους   μουσικούς  δρόμους,  χρησιμοποιώντας,  ειδικά  από  τους  βυζαντινούς  χρόνους   και  έπειτα,  τα  ηχοχρώματα  των  βυζαντινών  μελών,  όπως  αυτά  είχαν  διαμορφωθεί  μέχρι  τότε. Χαρακτηριστικά  ο  μεγάλος  Θρακιώτης   καλλιτέχνης  τραγουδιστής,  Χρόνης  Αηδονίδης  αναφέρει  ότι :  «…Η  μουσική  της  Θράκης,  ειδικά  της  ανατολικής,  είναι  συνυφασμένη  με  το  βυζαντινό  τραγούδι…».Ειδικότερα  η  μουσική  της  Ανατολικής  Θράκης  είναι  πρόσχαρη  με  έντονη  μελωδικότητα,  και  μοιάζει  με  τη  Μικρασιατική  μουσική  και  ιδιαίτερα  της  Πόλης  που  και  αυτή  είναι  έντονα  επηρεασμένη   από  τη  βυζαντινή  μουσική  παράδοση.Η  Ανατολική  Θράκη  χρησιμοποιεί,  κατά  βάση,  βυζαντινά  όργανα,  όπως:◦ Κανονάκι◦ Ούτι.◦ Πολίτικη  λύρα.◦ Κρουστά ( Μάσα, Νταούλι,  Τουμπελέκι,  Τζαμάρα)

ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΡΩΜΥΛΙΑΣτα γραμματόσημα των σχεδίων 1881 και 1884 αναγράφεται το όνομα της επαρχίας με Λατινικούς, Ελληνικούς και Κυριλλικούς χαρακτήρες.Με το όνομα Ανατολική Ρωμυλία ή Ρουμυλία ονομάστηκε επίσημα η περιοχή της βόρειας Θράκης από τη Συνθήκη του Βερολίνου (1878) με την οποία και μετετράπηκε η θρακική αυτή περιοχή σε αυτόνομη επαρχία, υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σήμερα ανήκει στην Βουλγαρία, και εκτείνεται από τη Φιλιππούπολη ως τις ακτές του Εύξεινου πόντου.

ΜπαϊντούσκαΕίναι ζωηρός χορός που χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σ’ ολόκληρη τη Θράκη. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την ερμηνεία γης ονομασίας του χορού. Αν η λέξη έχει σλαβική καταγωγή, τότε σημαίνει πάει ίσια, ενώ, αν η ρίζα της λέξης είναι τούρκικη, τότε σημαίνει τον άνθρωπο που δεν περπατά ίσια, κουτσαίνει χωρίς να είναι κουτσός.Ο χορός έχει δέκα βήματα, τα οποία τα χωρίζουμε σε τρία μέρη: Αντίθετα από τη φορά, επιτόπου και προς τη φορά. Η λαβή είναι από τις παλάμες, με τα χέρια κάτω

ΧΟΡΟΙ ΑΙΓΑΙΟΥΤο Αιγαίο αποτέλεσε Ελληνικό χώρο αφ’ ότου οι Έλληνες υπερπηδώντας από νωρίς το εμπόδιο της θάλασσας μετακινήθηκαν κατά κύματα προς την ανατολή για να εγκατασταθούν ως άποικοι στις Μικρασιατικές ακτές, αφήνοντας στα νησιά τα σημάδια της διάβασης ή της εγκατάστασής τους. Η απαρχή της μουσικοχορευτικής ιστορίας του Αιγαίου χάνεται σε μυθικές θεωρήσεις, συνδεδεμένη με την γέννηση του Απόλλωνα, του Δια, του

Ορφέα και της Σαπφώς. Η πλούσια μουσική και χορευτική ζωή στο Αιγαίο της αρχαιότητας μαρτυριέται εκτός από τις γραπτές πηγές και από πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων. Η σύγκλιση της Ανατολής και Δύσης στα νησιά του Αιγαίου, η πολιτιστική αντιπαράθεση αυτών των δύο κόσμων, η ιστορία, οι δυσκολίες και οι διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες διαμόρφωσαν μια μουσικοχορευτική κατηγορία εντελώς διαφορετική από αυτήν της υπόλοιπης Ελλάδας. Οι χοροί του Αιγαίου είναι γενικά χοροί ομαδικοί, με επικρατέστερο χορευτικό σχήμα αυτό του ανοικτού ή κλειστού κύκλου. Παράλληλα συναντάται η έννοια του χορευτικού ζευγαριού (αντρών μεταξύ τους ή γυναικών μεταξύ τους ή άντρα και γυναίκας) που χορεύει αντικριστά (καρσιλαμάδες ή ζεμπέκικο) ή ζευγαρωτά (μπάλοι). Χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Αιγαιοπελαγίτικου νησιώτικου χορού είναι η «ελαφράδα» που παρατηρείται στην εκτέλεση των κινήσεων, η χρησιμοποίηση του «σουσταρίσματος» που γίνεται στα γόνατα, τα πηδήματα των πρωτοχορευτών που γίνονται χαμηλά και παράλληλα προς το έδαφος και η γενικότερα

παρατηρούμενη ποικιλία στην έκφραση. Αυτά όλα αντιπαρατίθενται προς το χορευτικό ύφος της στεριανής Ελλάδας, το οποίο χαρακτηρίζεται από βαρύτητα, δυναμικές στηρίξεις σε όλο το πέλμα, βήματα σκληρά και έντονα με μεγάλο άνοιγμα, αργές και βαριές ρυθμικές αγωγές, απότομες στάσεις, βαθιά καθίσματα, απότομα άλματα κάθετα προς το έδαφος. Όπως είναι φυσικό όμως κι εδώ έχουμε διαφοροποιήσεις από νησί σε νησί, ακόμα και από χωριό σε χωριό του ίδιου νησιού. Έτσι, για παράδειγμα, μπορούμε να αναφερθούμε στη «βαριά και αυστηρή» σούστα της Καρπάθου, στην «ανάλαφρη και πηδηχτή» σούστα της Ρόδου, στην αντικριστή «ήρεμη» σούστα της Σύμης και ούτω καθεξής.O Ικαριώτικος είναι ένας ιδιαίτερα γνωστός σε όλη την Ελλάδα, νησιώτικος, παραδοσιακός χορός όπως και το τραγούδι που τον συνοδεύει, με καταγωγή τους την Ικαρία.Υπάρχουν δύο ικαριώτικοι χοροί:1)ο αυθεντικός ικαριώτικος (στην πραγματικότητα τέσσερα διαφορετικά τραγούδια-σκοποί, που συνολικά ή ξεχωριστά αποτελούν τον ικαριώτικο χορό), που χορευουν οι Ικαριώτες στα παραδοσιακά πανηγύρια τους. Συγκεκριμένα είναι οι σκοποί (χωρίς στίχους) ο τσαμούρικος,ο ραχιώτικος και ο περαμαρίτικος και το τραγούδι "πέρα στου χωριού τη βρύση" ή και "Η συμπεθέρα".2)Το τραγούδι "Ικαριώτικος" (Η αγάπη μου στην Ικαριά) (Κονιτόπουλος, Πάριος κα)Σύγχυση δημιουργείται συχνά μεταξύ των δύο εκδοχών. Πολύς κόσμος πιστεύει ότι το τραγούδι "Η αγάπη μου στην Ικαριά" είναι ο (παραδοσιακός ) Ικαριώτικος χορός, πράγμα το οποίο είναι ανακριβές.Σαν χοροί είναι εξαιρετικά όμοιοι (στην πραγματικότητα ίδια βήματα με διαφορετικό ρυθμό και τρόπο)Στον Ικαριώτικο χορό οι χορευτές πιάνονται ψηλά από τους ώμους. Τα όργανα που παίζουν τον Ικαριώτικο, παραδοσιακά είναι η Τσαμπούνα ή τσαμπουνοφυλάκα, το βιολί και σε πιο σύγχρονες εκδοχές και η κιθάρα. Στα ικαριώτικα πανηγύρια που γίνονται όλο το καλοκαίρι (και όχι μόνο) στο νησί του Ικάρου, η εκδοχή 2 (η αγάπη μου στην Ικαρια) δεν ακούγεται καθόλου από τις παραδοσιακές ορχήστρες του νησιού. Αυτό ερμηνευεται απο αρκετούς ως αποφυγή σύγχυσης του πραγματικού ικαριώτικου με το τραγούδι.Αντ'αυτού , σε όλα τα ικαριώτικα πανηγύρια την τιμητική του φυσικά έχει ο ικαριώτικος (εκδοχή 1) όπου παίζεται και χορευεται με πάθος αρκετές φόρες κατά τη διάρκεια του πανηγυριού απο πλήθος κόσμου.

ΧΟΡΟΙ ΙΟΝΙΟΥΕπτάνησα ή Ιόνια νησιά ονομάζεται το συγκρότημα νησιών στα δυτικά της ηπειρωτικής Ελλάδας, στο Ιόνιο πέλαγος, που περιλαμβάνει τα νησιά Κέρκυρα, Λευκάδα, Κεφαλονιά, Ιθάκη, Ζάκυνθο, Παξούς και Κύθηρα. Το τελευταίο βρίσκεται στη νότια πλευρά του ακρωτηρίου Μαλέας της Πελοποννήσου και υπάγεται σήμερα στην επαρχία Πειραιά του νομού  Αττικής. Γύρω όμως από τα βασικά αυτά νησιά υπάρχει ένα πλήθος ακόμα από μικρότερα νησάκια. Από την Ιστορία γνωρίζουμε ότι τα Επτάνησα δεν

γνώρισαν την τουρκική κατοχή. Γνώρισαν όμως την ενετική και την αγγλική. Αυτός είναι ο λόγος που τα νησιά του Ιονίου ανέπτυξαν τα ευρωπαϊκά μουσικά ρεύματα και κυρίως το Ιταλικό. Ότι συνέβαινε στις μεγάλες ιταλικές πόλεις, μετά από λίγο περνούσε και στα νησιά. Βέβαια, εκτός της μουσικής και τα άλλα καλλιτεχνικά και φιλοσοφικά ρεύματα περνούσαν το Ιόνιο και έμπαιναν στα σαλόνια των αστών των πόλεων και των νησιών. Με την πάροδο του χρόνου, η μουσική των αστών πέρασε και στον απλό κόσμο και έτσι όλα τα νησιά πια ζούσαν με αυτή τη μουσική. Μια παράδοση λέει ότι τα Επτάνησα δέχτηκαν και την επιρροή των κρητικών που έφυγαν από το νησί τους τον 17ο αιώνα και γι΄ αυτό στα χωριά των Ιονίων συναντάμε ένα μουσικό ιδίωμα - μείγμα ιταλικού και κρητικού είδους. Στα νησιά του Ιονίου αναπτύχθηκαν οι συμφωνικές ορχήστρες, οι φιλαρμονικές, οι μαντολινάτες και οι χορωδίες, γιατί είδος έκφρασης των νησιών ήταν η όπερα, η καντσονέττα, το ιταλικό bel canto, η χορωδιακή μουσική και η μαντολινάτα –λίγο αργότερα. Μικρή εξαίρεση αποτελεί η Λευκάδα, στα χωριά της οποίας είχε αναπτυχθεί κυρίως το παραδοσιακό κλαρίνο, λόγω της μικρής απόστασης που τη χώριζε από τη Στερεά Ελλάδα και την Ήπειρο. Στην ορχήστρα (ζυγιά) που συνοδεύει τον χορό, κυριαρχούν η κιθάρα και το βιολί αλλά και το λαούτο (με μακρύ χέρι, το ελληνικό). Στη Ζάκυνθο προστίθενται η πίπιζα και το νταούλι. Στη Λευκάδα η παραδοσιακή ορχήστρα είναι όπως στη στεριανή Ελλάδα: κλαρίνο, βιολί, λαούτο ή κιθάρα.Το ύφος χαρακτηρίζεται από πολλά δυτικά στοιχεία, παιγμένα όμως με λαϊκό τρόπο – τα όργανα παίζουν την ίδια μελωδία με τη φωνή και αυτό δείχνει τη στενή σχέση που έχει η φωνή με τα όργανα. Φυσικά δεν λείπουν τα γεμίσματα και οι φιοριτούρες.Η χρήση του δοξαριού στο βιολί δεν είναι κοφτή, δεν αλλάζουν δοξαριά σε κάθε νότα. Ο τρόπος παιξίματος είναι δυτικός. Οι μουσικοί επιζητώντας το πολυφωνικό στοιχείο, παίζουν πολλές φορές σε 3ες (πρίμο – σεκόντο). Η κιθάρα είναι συνοδευτικό όργανο. Το λαούτο πότε συνοδεύει και πότε ακολουθεί τη μελωδία του βιολιού. Το μαντολίνο και η κιθάρα (τα δύο αυτά λαουτοειδή) δεν ανήκουν στο νεοελληνικό λαϊκό instrumentarium.Ως προς την θεματογραφία των έργων των επτανησίων συνθετών, αν και συναντάμε συχνά τίτλους από την Επανάσταση του 1821 και τον αγώνα για την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, παρατηρούμε ότι τα έργα αυτά δεν έχουν ελληνικό χρώμα. Η έκπληξη στα Επτάνησα είναι η Λευκάδα που η μουσική και οι χοροί της είναι επηρεασμένα από την γειτονική της Ήπειρο. Βασικότεροι χοροί της είναι ο συρτός, ο τσάμικος, χοροί τύπου στα τρία, ο σταυρωτός,  ο τοπικός

μπάλλος  και γενικά διμερείς χοροί με το πρώτο μέρος τους δομημένο σε ρυθμό 4/8 και το δεύτερο στα 2/4 και σε γοργότερο τέμπο.Η Κέρκυρα είναι το νησί που δέχτηκε σε μεγαλύτερο βαθμό τη δυτική επίδραση. Οι χοροί της – ως επί το πλείστον  γυναικείοι – συρτοί και κυκλικοί παίρνουν το όνομά τους από τον τόπο προέλευσής τους  ή από το τραγούδι που τους συνοδεύει.Η Ζάκυνθος νησί με πλούσια μουσική και χορευτική παράδοση, φέρνει έκδηλες συνάφειες με το δυτικό πολιτισμό εξαιτίας της γειτνίασης με την Ιταλία και των αντίστοιχων κατοχών από τους Βενετσιάνους, τους Γάλλους και τους Άγγλους. Τα τραγούδια της ονομάζονται «αρέκιες» και έχουν τις ρίζες τους στην Αρχαία και Βυζαντινή Ελλάδα. Τα αγροτικά της τραγούδια έχουν γρήγορο ρυθμό και χορεύονται με τους αντιστοίχους λαϊκούς χορούς.Παρ’ όλο που η Ζάκυνθος στη Χώρα, δέχτηκε τις πολιτιστικές επιδράσεις της Δύσης, όπως π.χ. την καντάδα στο τραγούδι της, τις καντρίλιες, το βαλς, την πόλκα και τη μαζούρκα στους χορούς της, στα ορεινά χωριά της διατηρήθηκαν

οι παραδοσιακές μορφές του πολιτισμού της.

Γυναικεία ενδυμασία: Επειδή στη γυναικεία

στολή υπήρχαν πολλές παραλλαγές, έγινε μια προσπάθεια να περιγραφούν οι ενδυμασίες, που είχαν κοινά στοιχεία στα περισσότερα χωριά. Πάντως η μεγαλύτερη διαφορά που τις ξεχώριζε ήταν στο δέσιμο του κεφαλομάντηλου. Οι γυναίκες εσωτερικά φορούσαν: α)Την ποκαμίσα β) Την καμιζόρα ή μισοφόρι γ) Το βρατσί ή βρακί, φαρδί, συνήθως καμποτένιο, κεντημένο στις κάτω άκρες. Στη μέση έδενε με βρακοζώνα. Εξωτερικά φορούσαν: α) Το μπούστο β) Τα μπρουτζούκια γ) Τη φούστα ή ποδιά δ) Το ζακετάκι ή σαμάρι ή καμουχάς ε)

Τον τσερβέ στ) Τη στόφα ή στηθόπανο ή γεμενί ζ) Στο κεφάλι φορούσαν τη σκούφα ή ντουβέτα, από πάνω το πεσέτο και το στρούντζο ή στρουγγί, για να σφίγγει τα μαλλιά. Από πάνω φορούσαν το σαρίκι ή κεφαλομάντηλο.

Οι γυναίκες τις καθημερινές ως επί το πλείστον φορούσαν ζακετάκι και μακρύ ως τους αστραγάλους εξωτερικό μισοφόρι. Μπροστά φορούσαν κοντή μπροστέλλα (ποδιά). Στο κεφάλι φορούσαν το μαντήλι, που εξείχε πάνω από το μέτωπο ή και σκούφια μεγάλη, που άφηνε ελεύθερο μόνο το πρόσωπο για να μην τις μαυρίσει ο ήλιος. Οι νυφικές στολές έμοιαζαν με τις γιορτινές ήταν όμως φτιαγμένες με μεγαλύτερη επιμέλεια και πολλά – πολλά κεντήματα.

Αντρική νησιώτικη Σε όλα τα νησιά η αντρική φορεσιά είναι ίδια με μικρές παραλλαγές.

Πρόκειται για την φορεσιά τύπου ΒΡΑΚΑ. Χαρακτηρίζεται ως ιστορικό ένδυμα, γιατί φορέθηκε από τους αγωνιστές των νησιών μας. Αποτελείται από:

Το βαμβακερό άσπρο πουκάμισο. Τη βράκα ''ΠΛΑΤΟΒΡΑΚΙ'' από βαμβακερό μπλέ ή μαύρο ύφασμα. Το ζωνάρι βαμβακερό ριγωτό. Το γιλέκο σταυρωτό από βελούδο χρυσοκέντητο εμπρός και με πολύχρωμες κλωστές στην πλάτη. Το βρίσκουμε δίχρωμο ένα χρώμα εμπρός, ένα πίσω, μονόχρωμο ίδιο μπρος πίσω αλλά και ολόμαυρο. Στα πόδια φοράνε κάλτσες, μάλλινες η βαμβακερές, άσπρες η μαύρες, ανάλογα την εποχή και το νησί. Ο κεφαλόδεσμος ανάλογα το νησί είναι το φέσι με φούντα, μαντήλι, γούνινο ή τσόχινο καλπάκι, ψαθάκι.

Χαρακτηριστικοί Χοροί είναι:Άη Γιώργης, Τσιριγώτικος, Μηλιά, Κερκυραϊκός, Μέρμηγκας, Συρτός Κεφαλονιάς, Μπάλος Λευκάδας

Ο συρτός Ζακυνθινός, που χορεύεται απλούστερα στα ορεινά και πιο σύνθετα στα πεδινά μέρη του νησιού, η άμοιρη, κυκλικός μιμητικός και σατιρικός χορός, ο οποίος εντάσσεται στα δρώμενα της αποκριάς παράλληλα με τις  «ομιλίες», τις μοναδικές αυτές Ζακυνθινές θεατρικές παραστάσεις. Άλλος χορός είναι ο σταυρωτός, μια παραλλαγή του Ζακυνθινού Συρτού, ο κυνηγός, ο μεγάλος Ζακυνθινός ή γέρανος, χορός ιδιαίτερα των υψηλών κοινωνικών τάξεων και ο Γιαργητός, ανδρικός χορός των χωρικών.

Άη Γιώργης Χορεύεται στην Κέρκυρα από γυναίκες που κρατούν μεγάλα μαντήλια, τα οποία μετακινούν δεξιά και αριστερά όταν σταυρώνουν αντίστοιχα τα πόδια. Οφείλει την ονομασία του στα λόγια του τραγουδιού τα οποία τον συνοδεύουν:«Κάτω στον Άη Γιώργη στο κρύο το νερό σκοτώσαν τον Γιαννάκη τον ακριβό υιό…»Όλα τα βήματα είναι ισόχρονα και η λαβή είναι από τις παλάμες με τα χέρια τεντωμένα κάτω.

ΠΟΝΤΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙΟνομάζονται

οι παραδοσιακοί χοροί των Ποντίων. Κάποιοι από αυτούς χορεύονται και από Πόντιους της σημερινής Τουρκίας (όπου ονομάζονται horon,χορόν).

Πιο γνωστοί ποντιακοί χοροί είναι ο πολεμικός χορός σέρα, τον οποίο πολλοί ταυτίζουν με τον αρχαίο πυρρίχιο και ο χορός πιτσάκ ή χορός των μαχαιριών.

Στους ποντιακούς χορούς, οι άνδρες και οι γυναίκες σχηματίζουν συνήθως κύκλο και πιάνονται από τους καρπούς. Χορεύουν με στητό το σώμα, τα πόδια ελαφρά ανοιχτά και τα χέρια άλλοτε υψωμένα και άλλοτε με λυγισμένους τους αγκώνες. Το σώμα ακολουθεί, με πιστά ρυθμικές και συγχρονισμένες κινήσεις (ιδίως των γλουτών), τα μικρά βήματα των ποδιών. Οι ποντιακοί χοροί εκτελούνται με συνοδεία μουσικής από κεμεντζέ που παίζει ο κεμεντζετζής (λυράρης), ο οποίος συχνά στέκεται στο κέντρο του κύκλου. Κατά τις υπαίθριες γιορτές, η μουσική προέρχεται από τουλούμ (ασκί, γκάιντα) και ταούλ (νταούλι, ζουρνά) ή κεμεντζέ και ντέφι.

Τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιεί ο ποντιακός λαός είναι έγχορδα, όπως η λύρα, πνευστά, το αγγείο ή φλογέρα, και κρουστά, το νταούλι. Είναι όργανα παραδοσιακά που τα κατασκευάζουν ειδικοί λαϊκοί τεχνίτες. Είναι τα κυρίως μουσικά όργανα των Ποντίων.

Αποκλειστικός συνοδός του τραγουδιού συχνά είναι η λύρα. Η λύρα, ο λόγος, και η μελωδία, δεμένα σφιχτά με το ρυθμό, μιλούν με τον πιο πειστικό τρόπο στην καρδιά του ποντιακού λαού. Δεν έχουν ανάγκη από επιπλέον καλλιτεχνική κάλυψη.

Σπανιότερη είναι η χρήση άλλων οργάνων, όπως το κλαρίνο ή το βιολί.

Στον Πόντο υπήρχε ενδυματολογική πολυφωνία. Σήμερα αντιπροσωπευτική γυναικεία ποντιακή ενδυμασία θεωρούνται τα ζουπούνας, ενώ ανδρική η ζίπκα. Η κατασκευή μιας «ποντιακής φορεσιάς» εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια συγκρότησης μιας εθνοτοπικής ποντιακής ταυτότητας μετά την Ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923.

Η ανδρική ενδυμασία

Πουκάμισο: λευκό, βαμβακερό ή λινό, μακρυμάνικο ένδυμα, μέχρι τη μέση, ανοιχτό μπροστά (καμίσ’). Βράκα: λευκό, βαμβακερό ή λινό, φαρδύ ένδυμα μέχρι τον αστράγαλο (ίστονη, ίστονιν). Με μια λέξη τα δύο εσώρουχα λέγονταν καμισόβρακα.Γελέκ, τζαμντάν: Αμάνικο ένδυμα, βαμβακερό ή τσόχινο, μέχρι τη μέση, σταυρωτό ή σχιστό μπροστά.Ζιπούνα ή ζουπούνα, καπακλίν, ισλούκ: Ένδυμα μέχρι τη μέση, με μανίκια, μάλλινο, βαμβακερό ή μεταξωτό, κούμπωνε απλά ή σταυρωτά.Σαλβάρ, καραβάνα, ποτούρ, τσαγτσίρ, ισρούπασι: Εξωτερική βράκα μέχρι τους αστραγάλους, από ευρωπαϊκή τσόχα ή ντόπιο σάλι, με πολλές πτυχές μπροστά και πίσω, χωρίς ουρά.2Ζωνάρ’, ατζάμσαλιν, τζιζιλίν, ταραπολόζ’: Ζώνη μήκους 3-4 μ. και πλάτους

0,50 μ.3 Συχνά υπήρχε και στενή δερμάτινη ζώνη που κούμπωνε με πόρπη μπροστά (καίσ’).Επενδύτης κοντός μανικωτός (κοτσίκ’ στην Αργυρούπολη, σαλταμάρκα και αμπάς στη Λιβερά, τσόχα, γαζεκίν στην Αδυσσό).Επενδύτης ποδήρης

Η γυναικεία ενδυμασίαΤυπολογικά εντάσσεται στις "φορεσιές με το καβάδι".7 Συστατικά της στοιχεία ήταν:Καμίσ’: Μακρύ και φαρδύ, λευκό βαμβακερό, λινό ή μεταξωτό ένδυμα. Το στήθος το συγκρατούσαν με λωρίδα λευκού βαμβακερού που έδενε στην πλάτη πάνω από το πουκάμισο και κάτω από τη ζουπούνα ή σπάνια κατάσαρκα (στηθοπάνν’, επανωκάμισον, γιαχαλούχ).Βρακίν, αντζοφόρ’, λώμμαστην Αδυσσό: Λινή ή

βαμβακερή, μακριά ως τους αστραγάλους, πολύπτυχη βράκα, με δαντέλα ή κέντημα στις άκρες των μπατζακιών.Σαλβάρ’, σαρβάλ’, σαλβαρόπον: Βράκα μακριά, βαμβακερή ή μάλλινη. 

Ζιπούνα ή ζουπούνα, εντερή: Ένδυμα μακρύ, βαμβακερό, μάλλινο,8 με κόψιμο παρόμοιο με της βυζαντινής δαλματικής.9 Ανοιχτή στο στήθος (ελλειψοειδώς στη Λιβερά), κούμπωνε στη μέση. Τα δύο μπροστινά φύλλα σταύρωναν και άνοιγαν ψηλά στο πλάι, αφήνοντας να φαίνεται το σαλβάρι.10 Στο πάνω μέρος της ζουπούνας κεντούσαν με γαϊτάνια σχηματοποιημένο πτηνό, την τρυγόν’. Σπαλέρ’, σπαρέλ’: Ύφασμα φοδραρισμένο με άσπρο πανί, με γαϊτάνι στα τελειώματα, κάλυ

ΧΟΡΟΙ

Το κότσαρι είναι ένας από τους γνωστότερους ποντιακούς χορούς και ίσως ο περισσότερο φημισμένος ποντιακός χορός μετά τον χορό σέρρα. Οι χορευτές πιάνονται από τους ώμους σε κύκλο ή ημικύκλιο. Τα βήματα-μέτρα του χορού είναι οκτώ και χωρίζονται σε δύο χορευτικές εικόνες. Ο χορός κότσαρι παραδοσιακά ήταν αντρικός χορός. Σήμερα συμμετέχουν σε αυτόν και γυναίκες. Το όνομα του χορού προέρχεται από τον τρόπο που χορεύεται. Συγκεκριμένα, τα δύο κουτσά βήματα (κοτσά)εκτελούνται στα πρώτα τέσσερα μέτρα του χορού με χτύπημα της φτέρνας (ποντιακά κότσ')στο έδαφος.Το κότσαρι είναι χορός του ανατολικού Πόντου από το Καρς όπως των περιοχών της Αργυρούπολης και του Παϊπούρτ, αλλά κυρίως χορευόταν από τους Έλληνες του Καυκάσου.

ΟΙ ΧΟΡΟΙ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣΟι χοροί της Κρήτης εκφράζουν

τον πλούσιο εσωτερικό κόσμο του λαού της . Με το χορό και το τραγούδι ο Κρητικός εκδηλώνει τα συναισθήματά του, τον ενθουσιασμό, την απογοήτευση, την αγάπη και τον έρωτα .

Εντούτοις, παρ’ όλο που το χορευτικό ρεπερτόριο των Κρητών είναι πλούσιο, χοροί όπως ο απανωμερίτης, το μικρό μικράκι, ο

αγκαλιαστός, ο ζερβόδεξος, ο πριμνια-νός, ο τριζάλης, ο κουτσαμπαδιανός, κ.α. έχουν παραμεριστεί λόγω της εξέλιξης. Παρ’ όλο που όλοι οι κρητικοί χοροί χορεύονται σ’ ολόκληρο το νησί και έχουν τις ρίζες τους στις αρχαίες μινωικές τελετές κάθε χορός έχει και κάτι ξεχωριστό. Υπάρχει δε μια άγραφη παράδοση που τους κατατάσσει κατά επαρχίες. Έτσι ο συρτός θεωρείται χορός της Δ. Κρήτης (Ν.Χανίων), η σούστα της Κεντρικής και Δυτικής (Ν. Ρεθύμνου, Ν Ηρακλείου, ο μαλεβιζιώτης της Κεντρικής (Ν.Ηρακλείου) και το πεντοζάλι της Ανατολικής Κρήτης (Ν. Λασιθίου).

Σήμερα οι πιο διαδεδομένοι και αγαπητοί χοροί της Κρήτης είναι πέντε: O Συρτός ή Χανιώτης Ο Μαλεβιζιώτης ή Καστρινός Ο Σιγανός Το Πεντοζάλι Η Σούστα

Οι πέντε λοιπόν διαδεδομένοι χοροί, επικράτησαν επειδή τα βήματα σε σχέση με των τοπικών είναι πιο δυναμικά ή πιο τεχνικά και παρουσιάζουν ιδιομορφία στο ύφος του χορευτή. Σε κάποιους από τους πέντε αυτούς χορούς μπορεί να συναντήσουμε παραλλαγές. Δεν είναι λάθος ούτε άλλος χορός, απλά η διαφορά βρίσκεται σε κάποια από τα βήματα ή καμία φορά στο στυλ.

Η κρητική φορεσιά αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της λαογραφίας της Κρήτης. Οι άνδρες φορούν βράκα με σαλβάρια, τον επενδυτή, γελέκο, μεϊντάνι, ζώνη, καρτσόνια και καπότο, επίσης ασημένιο μαχαίρι στη μέση, βουργίδι και κρατούν κατσούνα. Άλλες φορές αντί βράκα φορούν κυλότα σε τύπο στρατιωτικό που μπαίνει μέσα στα στιβάνια (τις μαύρεςμπότες που συμπληρώνουν την ενδυμασία), γελέκο με φαρδιά ζώνη και κρουσάτο μαντίλι.

Οι γυναίκες φορούν φούστα με σάκο, κατινάκι (φόρεμα με μπούστο ραμμένο σε πλατιά φούστα), τζεμπέρι στο κεφάλι, μπροστοποδιά, σαλβάρι (μακριά βράκα), ποκαμίσα και μαύρα παπούτσια, καθώς και πολλά χρυσαφικά κυρίως λίρες. Η χειροποίητη κιλότα αποτελεί παραδοσιακή Κρητική ενδυμασία, η οποία αντικατέστησε την βράκα μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Η ενδυμασία αυτή φορέθηκε κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης επί Κρητικής Πολιτείας. Η κιλότα φοριέται με μαύρο πουκάμισο, γιλέκο, πλατιά υφαντή ζώνη, μαύρο μαντίλι στο κεφάλι και στιβάνια

Τα παραδοσιακά λαϊκά μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται σήμερα στην Kρήτη, για την απόδοση της μουσικής, των χορών και των τραγουδιών της, άλλα σε μεγαλύτερο βαθμό κι άλλα σε μικρότερο, είναι το λαγούτο, το βιολί, η λύρα, η βιολόλυρα, το μαντολίνο, η κιθάρα, το μπουλγαρί, η μ(π)αντούρα, η ασκομ(π)αντούρα, το χαμπιόλι και το νταουλάκι. Οι τεκμηριωμένες πληροφορίες σχετικά με τη χρονολόγηση της παρουσίας των περισσοτέρων από αυτών στην Kρήτη ανάγονται, κυρίως, στην περίοδο της Bενετοκρατίας, προέρχονται από διάφορες πηγές (εικονογραφικές, φιλολογικές, αρχειακές, αναφορές ιερωμένων της εποχής, απομνημονεύματα, νοταριανά έγγραφα κ.ά.) και αφορούν το νταουλάκι, το χαμπιόλι, τη μ(π)αντούρα, την ασκομ(π)αντούρα, το λαγούτο, το βιολί και την κιθάρα, καθώς και άλλα μουσικά όργανα (τσίτερες, κλαδοτσύμπανα, τρομπέτες, άρπες, μπάσα κ.λπ.) των οποίων η χρήση δεν επιβίωσε. Για τη λύρα, το μπουλγαρί και το μαντολίνο τα εμπεριστατωμένα στοιχεία είναι υστερότερα. Αρχίζουν από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Τέλος, η βιολόλυρα είναι όργανο της εποχής του μεσοπολέμου.Στην Kρήτη υπήρχαν δύο τύποι λύρας.  Tο λυράκι, που έδινε οξύ και διαπεραστικό ήχο, κατάλληλο για χορό και η βροντόλυρα, μεγαλύτερη σε μέγεθος, ιδανική για την πολύωρη συνοδεία τραγουδιού. Από τους δύο τύπους αυτούς προήλθε η σύγχρονη κοινή λύρα.

Αντιπροσωπευτικοί Χοροί

1. ΣιγανόςΛέγεται και Χορός του Θησέα ή Χορός της Νύφης. Πιστεύεται ότι αποτελεί αναπαράσταση της πορείας του Θησέα μέσα στο Λαβύρινθο. Οι χορευτές είναι σφιχταγκαλιασμένοι και βαδίζουν με μικρά σιγανά βήματα, με τον πρωτοχορευτή να φαίνεται ότι σέρνει την ανθρώπινη αυτή αλυσίδα προσπαθώντας να την οδηγήσει έξω από το Λαβύρινθο στη σωτηρία. Σιγά σιγά μετατρέπεται σε γρήγορο πεντοζάλη ίσως για να μας δείξει τη χαρά τους για τη σωτηρία τους χωρίς αυτό να έχει διευκρινιστεί.Χορός της Νύφης γιατί χορεύεται στους γάμους με το γαμπρό μπροστά και τη νύφη δίπλα του. Σήμερα όμως ως Χορός της Νύφης θεωρείται περισσότερο ο Συρτός.Ο Σιγανός χορευόταν παλιά με τα χέρια σταυρωτά. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας είχε γίνει ο χορός της φιλίας, της ενότητας , της ανθρώπινης αλυσίδας που θα τους οδηγούσε στην ελευθερία.Κατά την παράδοση την εποχή της Τουρκοκρατίας οι αγάδες καλούσαν σε γλέντια τους χριστιανούς και έβαζαν τις γυναίκες να χορεύουν στους οντάδες.Έριχναν όμως στο πάτωμα ρόβι με αποτέλεσμα οι γυναίκες να γλιστρούν και να πέφτουν και έτσι να τις κοροϊδεύουν και να τις «κάνουν χάζι» όπως έλεγαν τότε. Οι άντρες τότε έλεγαν στους οργανοπαίχτες που στην πλειοψηφία τους ήταν χριστιανοί να παίζουν το «Σιγανό» χωρίς να ξέρουμε αν προϋπήρχε ή δημιουργήθηκε τότε για το σκοπό αυτό. Οι γυναίκες πιάνονταν τότε με τα χέρια χιαστί και χόρευαν αργά έτσι ώστε να μην πέσουν.Άλλη εκδοχή θέλει τους Τούρκους στην Τουρκοκρατούμενη Κρήτη να έχουν απαγορέψει στους Κρητικούς να χορεύουν επαναστατικούς χορούς. Έτσι οι Κρητικοί εφεύραν το Σιγανό που μοιάζει πολύ στα βήματα με το Πεντοζάλη για να μην ξεχάσουν το σπουδαίο αυτό χορό.Στη σημερινή του μορφή οι χορευτές πιάνονται πλέον από τους ώμους. Ο Σιγανός αποτελεί την εισαγωγή στο Πεντοζάλη. Υπάρχουν πλήθος μελωδίες, οι γνωστές μας «κοντυλιές», που αποδίδουν το χορό οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από το Λασίθι και τις ανατολικές επαρχίες του Ηρακλείου, γι’αυτό και ο Σιγανός θεωρείται χορός της ανατολικής Κρήτης και ειδικότερα του νομού Λασιθίου.

2. Συρτός -ΧανιώτικοςΕίναι ίσως ο πιο δημοφιλής χορός σήμερα στην Κρήτη. Λέγεται και σερτός,

χανιώτικος ή χανιώτης καθώς η διάδοση και η γέννησή του (όπως θα δούμε παρακάτω) με τη μορφή που τον συναντάμε σήμερα έγινε στο νομό Χανίων και ειδικότερα στην επαρχία Κισσάμου, γι’αυτό θα τον ακούσομε και κισσαμίτικο. Αποκαλείται επίσης και « χορός της αγάπης» . Σερτός ή συρτός ονομάζεται γιατί τα πόδια του χορευτή σέρνονται στο έδαφος χωρίς να χάσουν την επαφή τους με τη γη, την οποία οι Κρήτες λάτρεψαν ως θεά.

Ο χορός ήταν και είναι ιεροτελεστικός. Ο πρώτος που σέρνει κάνει τα τσαλίμια του σεμνά και με δεξιοτεχνία αλλά ποτέ με εναέρια πετάγματα και ακροβατικά. Ο δεύτερος ακολουθεί και συμμετέχει στα τσαλίμια του πρώτου , ενώ οι άλλοι απλώς ακολουθούν περπατώντας μέχρι να έρθει η σειρά τους να πιάσουν κι αυτοί πρώτοι στην κεφαλή του χορού, συμβολίζοντας έτσι τον καπετάνιο και τα παλικάρια του που σε περίπτωση που σκοτωθεί αναπληρώνεται από τους συντρόφους του. Στο ξεκίνημά του ο χορός ήταν καθαρά ανδρικός.

Στις μέρες μας η αυστηρή δομή του χορού έχει χαθεί. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες πιασμένους από τις παλάμες στο ύψος των ώμων και με πλήθος φιγούρες ξένες προς τα πατήματα και το νόημα του χορού.

Σιγά σιγά ο συρτός πέρασε στις γειτονικές επαρχίες και από εκεί με τη συμβολή των ιερών τεράτων της κρητικής μουσικής Ανδρέα Ροδινού, Θανάση Σκορδαλού, Κώστα Μουντάκη αλλά και αρκετών άλλων επικράτησε ολοκληρωτικά σε παγκρήτιο επίπεδο.

Σήμερα μάλιστα θεωρείται ότι έχει αντικαταστήσει το Σιγανό και έχει πάρει τη θέση του ως Χοροί της Νύφης.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Επιλέξαμε το θέμα της εργασίας μας, γιατί μοιραζόμαστε την ίδια αγάπη για τους παραδοσιακούς μας χορούς και έχουμε την βαθειά πεποίθηση πως η ενασχόληση των μαθητών μας με αυτούς θα τους φέρει σε επαφή με ένα μέρος του πλούτου της ελληνικής μας παράδοσης και της πολύπλευρης προσφοράς της στη νέα γενιά.

Πολλά και τα οφέλη αυτών των χορών στην ανάπτυξη των παιδιών και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους.

Οι Παραδοσιακοί μας χοροί μας προσφέρουν επικοινωνία, ψυχαγωγία, άσκηση και εκπαίδευση. Είναι το μέσο έκφρασης έντονων συναισθημάτων για τον τόπο και το λαό, την ιστορία του, τη λεβεντιά του καλλιεργείται το σώμα, ο νους μας, και είναι ο πιο σημαντικός σύνδεσμος με τις παραδόσεις μας. Οι Παραδοσιακοί χοροί για τους Έλληνες της διασποράς, είναι μέρος της ζωής τους, είναι η επαφή τους με την πατρίδα.

Σε όλους τους λαούς και σε όλες τις εποχές, ο χορός κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στις καρδιές των ανθρώπων. Όπως κάθε μορφή έκφρασης, πηγάζει από τα αισθήματα, τις σκέψεις και τις δραστηριότητες τους, που τις εκφράζει με ένα ξεχωριστό σημειολογικό τρόπο. Είναι, όπως έχει πει η σπουδαία χορογράφος Μάρθα Γκράχαμ, «η κρυμμένη γλώσσα τους σώματος». Προβάλλει τις αξίες, την πίστη και τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που συνθέτουν την κοινωνία.

Σηματοδοτεί τις επίσημες κοινωνικές και οικογενειακές στιγμές, ενισχύει την κοινωνική αλληλεγγύη και επιτρέπει να εκφραστεί το ομαδικό συναίσθημα. Αντανακλά τις πολιτισμικές συνθήκες και τις κοινωνικές αξίες που τον διαμορφώνουν και συμβάλλουν στον αυτοπροσδιορισμό και τις διαμόρφωση της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας. Το είδος του χορού αλλά και η θέση, οι κινήσεις και το ύφος των χορευτών συνδέονται άμεσα με την ηλικία, το φύλο και την κοινωνική τους θέση.

Όσον αφορά στις κινήσεις των χορευτών, σε όλους τους παραδοσιακούς μας χορούς οι άντρες έχουν ελευθερία κινήσεων, μπορούν να κινούν τα χέρια και τα πόδια έντονα, να κάνουν φιγούρες με άρσεις, πηδήματα, καθίσματα και χτυπήματα των ποδιών. Αντίθετα, τα βήματα των γυναικών και πιο στρωτά και μικρά, χωρίς ένταση. Υπερβολικές κινήσεις δεν επιτρέπονται, ενώ τα χέρια ήταν συνήθως στη μέση ή χαλαρά προτεταμένα μπροστά ή ακουμπούσαν τους μηρούς. Οι κινήσεις αυτές συνδέονται άμεσα με την ταυτότητα του ρόλου του κάθε φύλου στην παραδοσιακή κοινωνία. Η ελευθερία, η προσωπική επιλογή, η ανάγκη για επίδειξη σωματικής ρώμης και ψυχικής δύναμης, η κοινωνική ισχύς σε νομικά, πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα χαρακτήριζαν το αντρικό φύλο. Η σεμνότητα, η υποταγή στο θέλημα του πατέρα ή του άνδρα, ο κοινωνικός περιορισμός, η εξάρτηση και η αδυναμία λήψης αποφάσεων σημαντικών για την ίδια της τη ζωή, όπως η επιλογή του συζύγου, συνδέονταν άμεσα με τη θέση της γυναίκας.

Η θέση του κάθε χορευτή στον κύκλο εκφράζει στοιχεία για την ατομική και κοινωνική του ταυτότητα. Στο χορευτικό σχήμα του ανοιχτού κύκλου, που απαντάει σε πολλές περιοχές, διακρίνουμε στην κορυφή, στην αρχή του κύκλου, τον πρωτοχορευτή ή μπροστάρη. Ο πρωτοχορευτής είναι αυτός που ελέγχει την κίνηση του κύκλου και είναι μόνος που έχει το ελεύθερο να κάνει τις φιγούρες

που θέλει. Έτσι, μπορεί να κάνει παραλλαγές του βασικού βήματος, να χτυπήσει τα πόδια του ή να πηδήξει, να κάνει μια πρωτοχορευτής δηλαδή, εκφράζει μέσα στο χορό την ατομικότητα, ενώ οι υπόλοιποι το συλλογικό πνεύμα.

Η ικανότητα του ήταν να μπορεί με το σώμα του «να συνομιλεί με τα όργανα», να εξιστορεί, να διηγείται. Να δείχνει χορεύοντας ότι είναι ερωτευμένος, ότι νοσταλγεί, ότι επιθυμεί, ότι πολεμάει. Αλλά και τη μεγάλη λύπη, ο καλός χορευτής μπορούσε να τη χορέψει και να ηρεμήσει, να λυτρωθεί, έστω για λίγο. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Ζορμπά: « Αφεντικό έχω πολλά να σου πω… έχω πολλά να σου πω, μα δεν το πάει η γλώσσα μου. Θα τα χορέψω λοιπόν». Και συνεχίζει: «Ένας δαίμονας είναι μέσα μου και μου φωνάζει χόρεψε, έτσι ξεπλαντάζω. Μια φορά πέθανε το παιδί μου σηκώθηκα πάλι και χόρεψα». Οι άλλοι είπαν «τρελάθηκε ο Ζορμπάς». Μα εγώ ήξερα πως, αν δε χόρευα εκείνη τη στιγμή, θα τρελαινόμουνα».

Σε πολλούς χορούς η ιεράρχηση των χορευτών μέσα στον κύκλο προτάσσει τους γεροντότερους, μετά ακολουθούσαν οι παντρεμένοι, οι νεότεροι και τέλος τα παιδιά. Σε πολλά χωριά το χορό άνοιγαν οι ιερείς και οι προύχοντες. Η σειρά αυτή καταδεικνύει την κοινωνική θέση και το κύρος της κάθε ομάδας. Η σχέση των παιδιών με τον χορό ήταν ιδιαίτερη.

Στην Ήπειρο η συμμετοχή της κοπέλας στο δημόσιο χορό δηλώνει ότι βρίσκεται σε ηλικία γάμου και ότι η οικογένεια της είναι έτοιμη να δεχθεί τα πρώτα προξενιά. Στην ηλικία των 14 χρονών περίπου φρόντιζαν οι γονείς να βγάλουν τις κόρες στο χορό των πανηγυριών, όπου αυτές έπρεπε να δείξουν ότι ξέρουν να χορεύουν. Τα παιδιά δέχονταν συνεχώς ερεθίσματα που σχετίζονταν όχι μόνο με το χορό αλλά και με το σύνολο των μορφών και των εκφράσεων της παραδοσιακής τους κοινωνίας. Συμμετέχοντας στις τελετουργικές και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις της κοινότητας τους τραγουδούσαν μαζί τη χαρά, τη λύπη, την ξενιτιά, μοιράζονταν την κοινή αντίληψη για τον γάμο, τη ζωή, το θάνατο, την αγάπη.

Ο χορός για τους νέους ήταν ενωτικός κρίκος του παλαιού και του νέου, του χθες και του αύριο. Ο χορός ως γλώσσα έκφρασης και επικοινωνίας των νέων έδινε τη δυνατότητα αντίληψης και ταξινόμησης του περιβάλλοντος κόσμου μ έναν ιδιαίτερο τρόπο. Η αυτογνωσία και η κοσμογνωσία με μέσο τον χορό άρχιζε με την αρχή της ζωής του παιδιού μέσω της εποπτικής γνώσης του σώματος του. Γνώριζε το σώμα του ως ολότητα και αποκτούσε σχέση μαζί του μέσω της κιναίσθησης και της εκφραστικής του κίνησης. Γνώριζε τις σκέψεις του, τους συλλογισμούς του και μέσα από το χορό ελευθέρωνε τη δημιουργική του φαντασία.

Πέρα όμως από τα φύλα και τις κοινωνικές ομάδες ο χορός καταδείκνυε τα ιδιαίτερα πολιτιστικά χαρακτηριστικά των κοινωνιών και διαμόρφωνε ανάλογα την ταυτότητα των ατόμων.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Ιωάννα Παπαντωνίου, "Συμβολή στη μελέτη της γυναικείας ελληνικής παραδοσιακής φορεσιάς", Εθνογραφικά 1, Ναύπλιο 1978.

2. Αφροδίτη Κούρια, "Η παράσταση της ελληνικής φορεσιάς στα χαρακτικά των ευρωπαϊκών περιηγητικών εκδόσεων (15ος-19ος αι.)",Εθνογραφικά 7, Ναύπλιο 1989.

3. Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια.4. άρθρο από το Pontios Akritas ΠΟΝΤΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ~ pontios

akritas http :// pontiosakritas . blogspot . com / p / blog -

page _27. html # ixzz 3 Mc 6 I 0 BkD  PONTIOS AKRITAS http :// www . pontiosakritas . blogspot . com /  

5. Αποσπάσματα από το βιβλίο του Ιωάννη ΤσουχλαράκηΤΑ ΛΑΪΚΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ, Αθήνα 2004

6. Βλαστός Π. -Σημειώσεις_ (1992). Η κρητική ενδυμασία το 19 ο αιώνα . Επιμέλεια: Λ. Καούνη. Ημερολόγιο. Έκδ. Λυκείου Ελληνίδων Ρεθύμνης. Ρέθυμνο.

7. Κρητική Επιθεώρηση .(εφημ). Φωνή αγωνίας της Σοφίας Ηλιάκη για την παραδοσιακή φορεσιά μας . 18/8/2005.

8. Τσουχλαράκης Ι.-Θ . (1997). Η ιστορία και η λαογραφία της κρητικής φορεσιά ς. Κλασικές εκδόσεις.

9. Φραγκάκι Ευ . (1960). Η λαϊκή τέχνη της Κρήτης, αντρική φορεσιά. Αθήνα.10. Φραγκάκι Ευ . (1960). Η λαϊκή τέχνη της Κρήτης, γυναικεία φορεσιά.

Αθήνα.11. Φραγκάκι Ευ . (1964). Η φορεσιά της Κρήτης στο ΗΩΣ-Κρήτη, Αφιέρωμα

επιθεώρησης. Αθήνα.

12. Kείμενο από το βιβλίο "Μιάν βολάν τσ΄έναν τσαιρόν ήτον..." του Γιάννη Κολλιάρου)

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΛΥΚΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ

Στις 02 -12 -2014 η ομάδα των μαθητών της Β΄ Λυκείου που συμμετέχουν στο Πολιτιστικό Πρόγραμμα «Παραδοσιακοί Χοροί» επισκέφτηκε το Μουσείο Ιστορίας της Ελληνικής Ενδυμασίας στο Λύκειο Ελληνίδων και συγκεκριμένα την Έκθεση «100 χρόνια μιας ζωντανής συλλογής». Η ομάδα ξεναγήθηκε στην έκθεση και ενημερώθηκε για την Ιστορία του Λυκείου και την πορεία της ενδυματολογικής συλλογής του Μουσείου.

Κατάλογος Μαθητών της ομάδαςΓιαμαίου Πολυξένη Β1Γιαμαίου Αντωνία Β1Γιώτη Δήμητρα Β1Γεωργούλα Παυλίνα Β1 Βεργίτση Δήμητρα Β1Βεργίτση Φωτεινή Β1Δημητρίου Δημήτρης Β1Βερυκοκίδης Απόστολος Β1Κουκά Μαρία Β2Καρβούνη Βασιλική Β2Καραΐσκος Κωνσταντίνος Β2

Παναγοπούλου Ειρήνη Β3Νικολάου Βάσια Β3Μουδάτσου Αγγελική Β3Μουράτι Ευγενία Β3Μπίρλια Χριστίνα Β3Πνευματικού Βαρβάρα Β3Σίσκα Ευσταθία Β4Στρατάκη Ευαγγελία Β4Ταγκλή Γεωργία Β4Τριανταφύλλου Σοφία Β4Σουκάρασι Σαμπρίνα Β4Σταυριανουδάκη Αγγελική Β4