12906

2
Είδος: Εφημερίδα / Κύρια Ημερομηνία: Κυριακή, 21-03-2010 Σελίδα: 19,22 (1 από 2) Μέγεθος: 1211 cm ² Μέση κυκλοφορία: 2230 Επικοινωνία εντύπου: (210) 3616.702 Λέξη κλειδί: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ Η θεωρία των κοινωνικών τάξεων ιου Pierre Bourdieu ^| την κοινωνιολογική θεωρία του 1 I P.Bourdieu η κοινωνική τάξη υπάρχει 1 ' δύο φορές, μια αντικειμενικά οε σχέση f με τον όγκο, τη σύνθεση και τη σταθεροί . τητα στον χρόνο των κεφαλαίων που / j κατέχουν οι φορείς των ταξικών θέσεων ^^k και μια δεύτερη με αναφορά στην πεII ρισσότερο ή λιγότερο σαφή κοινωνική αναπαράσταση της ταξικής συνθήκης, η οποία έχει 6ιωθεί από τα δρώντα υποκείμενα και η οποία δομεί γενεσιουργά συστήματα διαφόρων πρακτικών, παραμένοντας ταυτόχρονα ένα ταξικό διακύβευμα. Στην κλασσική πλέον μελέτη του, με τίτλο «Η διάκριση: Κοινωνική κριτική της καλαίσθητης κρίσης» (εκδόσεις Πατάκη), η ταξική δομή προσλαμβάνεται από τον P.Bourdieu ως ένα αντικειμενικό δίκτυο θέσεων, οι οποίες είναι συστηματικά συνδεδεμένες η μια με την άλλη σε όρους κατανομής πολιτιστικού και οικονομικού κεφαλαίου δια μήκους επαγγελματικών θέσεων. To μοντέλο της ταξικής δομής του P.Bourdieu μπορεί να αναπαρασταθεί σαν ένας χώρος αποτελούμενος από τρεις ορθογώνιους άξονες. Στον πρώτο και σημαντικότερο, οι θέσεις πάνω στο επαγγελματικό σύστημα διαφοροποιούνται ανάλογα με το συνολικό όγκο του οικονομικού και πολιτιστικού κεφαλαίου των φορέων αυτών των θέσεων. Ο δεύτερος άξονας διαφοροποιεί θέσεις εντός ταξικών τοποθεσιών. Σ' αυτόν, οι τάξεις διαιρούνται εσωτερικά ανάλογα με τη σύνθεση του κεφαλαίου των φορέων τους, δηλαδή αε συνάρτηση με την υπεροχή του οικονομικού ή πολιτιστικού κεφαλαίου εντός του συνόλου των πραγματικά χρησιμοποιούμενων πόρων και εξουσιών. Τέλος ο επαγγελματικός καταμερισμός της εργασίας διαφοροποιείται κατά μήκος ενός τρίτου άξονα μέσα από μια δομική πραγμάτευση της ροής του χρόνου. Συγκροτημένος κυρίως από δείκτες του οικονομικού και του πολιτιστικού κεφαλαίου της πατρογονικής δομής, ο άξονας αυτός διαφοροποιεί θέσεις σε συνάρτηση με τις ακολουθούμενες τροχιές των φορέων τους. Με άλλα λόγια, σε αντιστοιχία με την αλλαγή η τη σταθερότητα, την οποία βίωσαν στον όγκο και τη σύνθεση του κεφαλαίου τους στη διάρκεια του χρόνου. Η εξέταση των δεδομένων, που συγκεντρώθηκαν για τους σκοπούς της 'Διάκρισης' εντός του γαλλικού κοινωνικού σχηματισμού των δεκαετιών του 1960 και 1970, υποδεικνύει στον P.Bourdieu, ότι με επίκεντρο τον πρώτο άξονα διαφοροποίησης τα μέλη επαγγελματικών κατηγοριών όπως οι εργοστασιάρχες, τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του ιδιωτικού τομέα και οι καθηγητές πανεπιστημίου καταλαμβάνουν αλληλεπικαλυπτόμενες θέσεις στο ανώτερο άκρο αυτού του άξονα, και επομένως μοιράζονται την ίδια ταξική θέση. Συνολικά ομαδοποιημένες αυτές οι κατηγορίες συγκροτούν την 'κυρίαρχη τάξη'. Οι χειρώνακτες εργάτες και οι μισθωτοί αγρότες καταλαμβάνοντας αλληλεπικαλυπτόμενες θέσεις στο άλλο άκρο του άξονα, μοιράζονται ρα ταξική θέση η οποία βρίσκεται αε ανταγωνιστική σχέση με τα επαγγέλματα που συγκροτούν την κυρίαρχη τάξη. To σύνολο αυτών των κυριαρχούμενων κατηγοριών συγκροτούν την 'εργατική τάξη' ή τις 'λαϊκές τάξεις'. Στο διάστημα μεταξύ αυτών των ακραίων τοποθεσιών, εντοπίζονται αλληλεπικαλυπτόμενες επαγγελματικές κατηγορίες όπως οι ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, τεχνικοί, μεσαία διοικητικά στελέχη, υπάλληλοι γραφείου και δάσκαλοι της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι συνθέτουν την 'μικροαστική τάξη', όπως την αποκαλεί ο P.Bourdieu. Βάσει του δεύτερου άξονα, δηλαδή της σύνθεσης του κεφαλαίου προκύπτουν νέες διαιρέσεις. Εντός της κυρίαρχης τάξης οι φορείς επαγγελμάτων με αυξημένο πολιτιστικό κεφάλαιο συγκριτικά με το οικονομικό, όπως οι δημιουργοί έργων τέχνης βρίσκονται οε ανταγωνισμό με τους εργοδότες της βιομηχανίας και γενικά με εκείνες τις επαγγελματικές κατηγορίες, οι φορείς των οποίων υπερισχύουν σε οικονομικό κεφάλαιο αλλά έχουν χαμηλό πολιτιστικό κεφάλαιο. Στα πλαίσια της παραπάνω σχέσης κυριαρχούν τα επαγγέλματα που κατέχουν το μεγαλύτερο οικονομικό κεφάλαιο. Τοποθετημένα ενδιαμέσως αυτών των δύο διαμετρικά αντίθετων άκρων εντός της κυρίαρχης τάξης είναι τα επαγγέλματα, των οποίων οι κάτοχοι εμφανίζουν σχετικά συμμετρική δομή πόρων, όπως τα ανώτερα στελέχη του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και οι μηχανικοί. Με αντίστοιχο τρόπο, η μικροαστική τάξη διαφοροποιείται μεταξύ ιδιοκτητών μικρών επιχειρήσεων που υπερισχύουν σε οικονομικό κεφάλαιο και δασκάλων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι υπερέχουν σε πολιτιστικό κεφάλαιο. Στο ενδιάμεσο αυτών των κατηγοριών εντοπίζονται επαγγελματικές θέσεις όπως οι τεχνικοί, οι υπάλληλοι γραφείου και οι γραμματείς. Αναφορικά με τον τρίτο άξονα διαφοροποίησης, δηλαδή την αλλαγή ή τη σταθερότητα, την οποία βίωσαν στον όγκο και στη σύνθεση του κεφαλαίου τους στη διάρκεια του χρόνου μέσω της έρευνας του κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα μέλη των ελεύθερων επαγγελμάτων, τα υψηλά διοικητικά στελέχη καθώς και οι καθηγητές των ανώτερων εκπαιδευτικών βαθρ'δων είναι πολύ πιθανό συγκριτικά με άλλα μέλη της κυρίαρχης τάξης να είχαν γεννηθεί ae αυτή την τάξη. Στην προσπάθεια να συλλάβει τις συγκρούσεις και τον ανταγωνισμό μεταξύ των ατόμων και των ομάδων ο P.Bourdieu εισάγει την έννοια του πεδίου, ως ένα μεταφορικό τρόπο σύλληψης της κοινωνικής πραγματικότητας. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνει μια δομική ερμηνεία του κοινωνικού χώρου. Εντός του πεδίου των κοινωνικών τάξεων, τα άτομα που καταλαμβάνουν τις διάφορες θέσεις υποβιβάζονται στον ρόλο απλών φορέων των δομικών σχέσεων, οι οποίες είναι συμπυκνωμένες στις θέσεις αυτές. Στα πλαίσια αυτού του πεδίου, τα άτομα καταλαμβάνουν καθένα ξεχωριστά μια περισσότερο η λιγότερο πλεονεκτική θέση και είναι προορισμένα να έρθουν οε ρα διαδικασία ανταγωνισμού και σύγκρουσης. Έχοντας ορίσει με τον τρόπο που αναφέραμε παραπάνω τις θέσεις των κοινωνικών τάξεων μέσα στο κοινωνικό πεδίο, ο P.Bourdieu εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται οι πρακτικές των ατόμων και των ομάδων με τις θέσεις αυτές. Για το λόγο αυτό επινοεί και εισάγει στο ερμηνευτικό του σχήμα την έννοια του habitus, η οποία του επιτρέπει να θεμελιώσει έναν έμμεσο αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ θέσεων στο κοινωνικό χώρο και πρακτικών των δρώντων υποκειμένων. Η έννοια του habitus περιγράφει ένα κοινωνικά συγκροτημένο σύστημα προδιαθέσεων που διαμορφώνονται μέσα από το βίωμα μιας συγκεκριμένης ταξικής συνθήκης, η οποία χαρακτηρίζει μια συγκεκριμένη θέση στον κοινωνικό χώρο. Σύμφωνα με τον P.Bourdieu, οι έξεις είναι «δομημένες δομές προδιατεθειμένες να λειτουργήσουν ως δομούσες δομές, ως γενεσιουργές και οργανωτικές δηλαδή αρχές των πρακτικών και των αναπαραστάσεων, οι οποίες μπορούν να προσαρμόζονται αντικειμενικά στον σκοπό τους δίχως να στοχεύουν συνειδητά σε αυτούς.» * Από την πιο πάνω διατύπωση του P.Bourdieu προκύπτει ότι οι πρακτικές σε ένα πρώτο επίπεδο απορρέουν από ρα προ - στοχαστική βάση χωρίς την ορθολογική επεξεργασία εκτιμήσεων αναφορικά με τα αποτελέσματα τους. Εξαιτίας αυτών των ενσωματωμένων συστημάτων προδιαθέσεων τα δρώντα υποκείμενα δεν είναι τόσο ελεύθερα όσο θέλουν να νομίζουν. Οι επιλογές τους καθορίζονται σε αντιστοιχία, με τις κοινωνικές εμπειρίες τους σε ένα υπόβαθρο συνδυαστικό της εθνότητας, της θρησκείας, της γνώσης, της κοινωνικής τάξης, του φύλου κ.λπ. Έτσι, το ταξικό habitus γίνεται κατανοητό ως το σύνολο των ενσωματωμένων διαμέσου της κοινωνικοποίησης δομών, οι οποίες παίζουν ένα ρόλο δομουσών δομών για την τοποθέτηση των ατόμων μέσα στην κοινωνία και που την ίδ}α στιγμή διαιωνίζουν την διάκριση εντός αυτής. Η έννοια του habitus, ως ένα σύστημα από 'σχήματα' προδιαθέσεων δεν μπορεί να παρατηρηθεί άμεσα και γι' αυτόν τον λόγο ο P.Bourdieu επιχειρεί να το κατανοήσει ερμηνευτικά. Αναζητά εντός κάθε τάξης και ταξικής μερίδας το ιδιαίτερο 'σχήμα' ή 'αρχή' που προσανατολίζει τη δαπάνη του οικονομικού και του κοινωνικού κεφαλαίου των μελών της, με τέτοιο τρόπο ώστε να συγκροτούνται διακριτικά σημεία ενός τρόπου ζωής. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης του εντός της κυρίαρχης τάξης εκείνοι που υπερέχουν σε οικονομικό κεφάλαιο, όπως οι βιομήχανοι εκφράζουν την 'αίσθηση της διάκρισης' μέσω της επιδίωξης πολυτελών αγαθών σε αντιδιαστολή με τους ταξικούς ομολόγους τους, όπως οι καθηγητές της ανώτατης εκπαίδευσης, οι οποίοι εξαιτίας του χαμηλού οικονομικού κεφαλαίου τους επιδίδονται σε ένα πολιτιστικό 'ασκητισμό' προσανατολισμένο προς διανοητικές μορφές πολιτισμού που είναι περισσότερο απαιτητικές και λιγότερο δαπανηρές. Η μικροαστική τάξη τοποθετείται σε μια θέση κυριαρχούμενου, όμως τα μέλη της ζουν με την φιλοδοξία να ενταχθούν στην κυρίαρχη τάξη. To διακριτικό σημείο των μελών της είναι η έντονη προσδοκία ανόδου στην κλίμακα της κοινωνικής ιεραρχίας. Εξαιτίας αυτής της ταξικής χους συνθήκης, η επιλογή τους να υιοθετούν συμπεριφορές και να συχνάζουν σε μέρη που δεν συνάδουν με τις αντικειμενικές δυνατότητες και το habitus της τάξης τους παύει να αποτελεί www.clipnews.gr

description

.

Transcript of 12906

Page 1: 12906

Είδος: Εφημερίδα / ΚύριαΗμερομηνία: Κυριακή, 21-03-2010Σελίδα: 19,22 (1 από 2)Μέγεθος: 1211 cm ²Μέση κυκλοφορία: 2230Επικοινωνία εντύπου: (210) 3616.702

Λέξη κλειδί: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ

Η θεωρία των κοινωνικών τάξεων ιου Pierre Bourdieu ^|

την κοινωνιολογική θεωρία του 1 I P.Bourdieu η κοινωνική τάξη υπάρχει 1 ' δύο φορές, μια αντικειμενικά οε σχέση f με τον όγκο, τη σύνθεση και τη σταθεροί

. τητα στον χρόνο των κεφαλαίων που / j κατέχουν οι φορείς των ταξικών θέσεων ^^k

και μια δεύτερη με αναφορά στην πεII ρισσότερο ή λιγότερο σαφή κοινωνική

αναπαράσταση της ταξικής συνθήκης, η οποία έχει 6ιωθεί από τα δρώντα υποκείμενα και η οποία δομεί γενεσιουργά συστήματα διαφόρων πρακτικών, παραμένοντας ταυτόχρονα ένα ταξικό

διακύβευμα. Στην κλασσική πλέον μελέτη του, με τίτλο

«Η διάκριση: Κοινωνική κριτική της καλαίσθητης κρίσης» (εκδόσεις Πατάκη), η ταξική δομή

προσλαμβάνεται από τον P.Bourdieu ως ένα αντικειμενικό δίκτυο θέσεων, οι οποίες είναι συστηματικά συνδεδεμένες η μια με την άλλη σε όρους κατανομής πολιτιστικού και οικονομικού

κεφαλαίου δια μήκους επαγγελματικών θέσεων. To μοντέλο της ταξικής δομής του P.Bourdieu μπορεί να αναπαρασταθεί σαν ένας χώρος αποτελούμενος από τρεις ορθογώνιους άξονες. Στον πρώτο και σημαντικότερο, οι θέσεις πάνω στο επαγγελματικό σύστημα διαφοροποιούνται

ανάλογα με το συνολικό όγκο του οικονομικού και πολιτιστικού κεφαλαίου των φορέων αυτών των θέσεων. Ο δεύτερος άξονας διαφοροποιεί θέσεις εντός ταξικών τοποθεσιών. Σ' αυτόν, οι τάξεις διαιρούνται εσωτερικά ανάλογα με τη σύνθεση του κεφαλαίου των φορέων τους, δηλαδή αε συνάρτηση με την υπεροχή του οικονομικού ή πολιτιστικού κεφαλαίου εντός του συνόλου των πραγματικά χρησιμοποιούμενων

πόρων και εξουσιών. Τέλος ο επαγγελματικός καταμερισμός της εργασίας διαφοροποιείται

κατά μήκος ενός τρίτου άξονα μέσα από μια δομική πραγμάτευση της ροής του χρόνου. Συγκροτημένος κυρίως από δείκτες του οικονομικού

και του πολιτιστικού κεφαλαίου της πατρογονικής δομής, ο άξονας αυτός διαφοροποιεί

θέσεις σε συνάρτηση με τις ακολουθούμενες τροχιές των φορέων τους. Με άλλα λόγια, σε αντιστοιχία με την αλλαγή η τη σταθερότητα, την οποία βίωσαν στον όγκο και τη σύνθεση του κεφαλαίου τους στη διάρκεια του χρόνου.

Η εξέταση των δεδομένων, που συγκεντρώθηκαν για τους σκοπούς της 'Διάκρισης' εντός

του γαλλικού κοινωνικού σχηματισμού των δεκαετιών του 1960 και 1970, υποδεικνύει στον P.Bourdieu, ότι με επίκεντρο τον πρώτο άξονα διαφοροποίησης τα μέλη επαγγελματικών κατηγοριών

όπως οι εργοστασιάρχες, τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του ιδιωτικού τομέα και οι καθηγητές πανεπιστημίου καταλαμβάνουν αλληλεπικαλυπτόμενες

θέσεις στο ανώτερο άκρο αυτού του άξονα, και επομένως μοιράζονται την ίδια ταξική θέση. Συνολικά ομαδοποιημένες αυτές οι κατηγορίες συγκροτούν την 'κυρίαρχη τάξη'. Οι χειρώνακτες εργάτες και οι μισθωτοί αγρότες καταλαμβάνοντας αλληλεπικαλυπτόμενες

θέσεις στο άλλο άκρο του άξονα, μοιράζονται ρα ταξική θέση η οποία βρίσκεται αε ανταγωνιστική

σχέση με τα επαγγέλματα που συγκροτούν την κυρίαρχη τάξη. To σύνολο αυτών των

κυριαρχούμενων κατηγοριών συγκροτούν την 'εργατική τάξη' ή τις 'λαϊκές τάξεις'. Στο διάστημα μεταξύ αυτών των ακραίων τοποθεσιών,

εντοπίζονται αλληλεπικαλυπτόμενες επαγγελματικές κατηγορίες όπως οι ιδιοκτήτες

μικρών επιχειρήσεων, τεχνικοί, μεσαία διοικητικά στελέχη, υπάλληλοι γραφείου και δάσκαλοι

της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι συνθέτουν την 'μικροαστική τάξη', όπως την αποκαλεί

ο P.Bourdieu. Βάσει του δεύτερου άξονα, δηλαδή της

σύνθεσης του κεφαλαίου προκύπτουν νέες διαιρέσεις. Εντός της κυρίαρχης τάξης οι φορείς

επαγγελμάτων με αυξημένο πολιτιστικό κεφάλαιο συγκριτικά με το οικονομικό, όπως οι

δημιουργοί έργων τέχνης βρίσκονται οε ανταγωνισμό με τους εργοδότες της βιομηχανίας και

γενικά με εκείνες τις επαγγελματικές κατηγορίες, οι φορείς των οποίων υπερισχύουν σε οικονομικό κεφάλαιο αλλά έχουν χαμηλό πολιτιστικό κεφάλαιο.

Στα πλαίσια της παραπάνω σχέσης κυριαρχούν τα επαγγέλματα που κατέχουν το

μεγαλύτερο οικονομικό κεφάλαιο. Τοποθετημένα ενδιαμέσως αυτών των δύο διαμετρικά

αντίθετων άκρων εντός της κυρίαρχης τάξης είναι τα επαγγέλματα, των οποίων οι κάτοχοι εμφανίζουν σχετικά συμμετρική δομή πόρων, όπως τα ανώτερα στελέχη του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και οι μηχανικοί. Με αντίστοιχο τρόπο, η μικροαστική τάξη διαφοροποιείται

μεταξύ ιδιοκτητών μικρών επιχειρήσεων που υπερισχύουν σε οικονομικό κεφάλαιο και δασκάλων

της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι υπερέχουν σε πολιτιστικό κεφάλαιο. Στο ενδιάμεσο

αυτών των κατηγοριών εντοπίζονται επαγγελματικές θέσεις όπως οι τεχνικοί, οι υπάλληλοι

γραφείου και οι γραμματείς. Αναφορικά με τον τρίτο άξονα διαφοροποίησης,

δηλαδή την αλλαγή ή τη σταθερότητα, την οποία βίωσαν στον όγκο και στη σύνθεση του κεφαλαίου τους στη διάρκεια του χρόνου μέσω της έρευνας του κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα μέλη των ελεύθερων επαγγελμάτων, τα υψηλά διοικητικά στελέχη καθώς και οι καθηγητές των ανώτερων εκπαιδευτικών βαθρ'δων είναι πολύ πιθανό συγκριτικά με άλλα μέλη της κυρίαρχης τάξης να είχαν γεννηθεί ae αυτή την τάξη.

Στην προσπάθεια να συλλάβει τις συγκρούσεις και τον ανταγωνισμό μεταξύ των ατόμων και

των ομάδων ο P.Bourdieu εισάγει την έννοια του πεδίου, ως ένα μεταφορικό τρόπο σύλληψης της κοινωνικής πραγματικότητας. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνει μια δομική ερμηνεία του κοινωνικού χώρου. Εντός του πεδίου των κοινωνικών τάξεων,

τα άτομα που καταλαμβάνουν τις διάφορες θέσεις υποβιβάζονται στον ρόλο απλών φορέων των δομικών σχέσεων, οι οποίες είναι συμπυκνωμένες

στις θέσεις αυτές. Στα πλαίσια αυτού του πεδίου, τα άτομα καταλαμβάνουν καθένα ξεχωριστά μια περισσότερο η λιγότερο πλεονεκτική

θέση και είναι προορισμένα να έρθουν οε ρα διαδικασία ανταγωνισμού και σύγκρουσης.

Έχοντας ορίσει με τον τρόπο που αναφέραμε παραπάνω τις θέσεις των κοινωνικών τάξεων

μέσα στο κοινωνικό πεδίο, ο P.Bourdieu εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται οι πρακτικές των ατόμων και των ομάδων με τις θέσεις αυτές. Για το λόγο αυτό επινοεί και εισάγει στο ερμηνευτικό του σχήμα την έννοια του habitus, η οποία του επιτρέπει να θεμελιώσει έναν έμμεσο αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ θέσεων στο κοινωνικό χώρο και πρακτικών των δρώντων υποκειμένων.

Η έννοια του habitus περιγράφει ένα κοινωνικά συγκροτημένο σύστημα προδιαθέσεων

που διαμορφώνονται μέσα από το βίωμα μιας συγκεκριμένης ταξικής συνθήκης, η οποία χαρακτηρίζει μια συγκεκριμένη θέση στον κοινωνικό

χώρο. Σύμφωνα με τον P.Bourdieu, οι έξεις είναι «δομημένες δομές προδιατεθειμένες να λειτουργήσουν ως δομούσες δομές, ως γενεσιουργές

και οργανωτικές δηλαδή αρχές των πρακτικών και των αναπαραστάσεων, οι οποίες μπορούν να προσαρμόζονται αντικειμενικά στον σκοπό τους δίχως να στοχεύουν συνειδητά σε αυτούς.» *

Από την πιο πάνω διατύπωση του P.Bourdieu προκύπτει ότι οι πρακτικές σε ένα πρώτο επίπεδο απορρέουν από ρα προ - στοχαστική

βάση χωρίς την ορθολογική επεξεργασία εκτιμήσεων αναφορικά με τα αποτελέσματα τους. Εξαιτίας αυτών των ενσωματωμένων συστημάτων προδιαθέσεων τα δρώντα υποκείμενα

δεν είναι τόσο ελεύθερα όσο θέλουν να νομίζουν. Οι επιλογές τους καθορίζονται σε αντιστοιχία, με τις κοινωνικές εμπειρίες τους σε ένα υπόβαθρο συνδυαστικό της εθνότητας, της θρησκείας, της γνώσης, της κοινωνικής τάξης, του φύλου κ.λπ. Έτσι, το ταξικό habitus γίνεται κατανοητό ως το σύνολο των ενσωματωμένων διαμέσου της κοινωνικοποίησης δομών, οι οποίες παίζουν ένα ρόλο δομουσών δομών για την τοποθέτηση των ατόμων μέσα στην κοινωνία και που την ίδ}α στιγμή διαιωνίζουν την διάκριση εντός αυτής.

Η έννοια του habitus, ως ένα σύστημα από 'σχήματα' προδιαθέσεων δεν μπορεί να παρατηρηθεί

άμεσα και γι' αυτόν τον λόγο ο P.Bourdieu επιχειρεί να το κατανοήσει ερμηνευτικά. Αναζητά

εντός κάθε τάξης και ταξικής μερίδας το ιδιαίτερο 'σχήμα' ή 'αρχή' που προσανατολίζει τη δαπάνη του οικονομικού και του κοινωνικού κεφαλαίου των μελών της, με τέτοιο τρόπο ώστε να συγκροτούνται διακριτικά σημεία ενός τρόπου ζωής.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης του εντός της κυρίαρχης τάξης εκείνοι που υπερέχουν σε οικονομικό κεφάλαιο, όπως οι βιομήχανοι εκφράζουν την 'αίσθηση της διάκρισης'

μέσω της επιδίωξης πολυτελών αγαθών σε αντιδιαστολή με τους ταξικούς ομολόγους τους, όπως οι καθηγητές της ανώτατης εκπαίδευσης, οι οποίοι εξαιτίας του χαμηλού οικονομικού κεφαλαίου

τους επιδίδονται σε ένα πολιτιστικό 'ασκητισμό' προσανατολισμένο προς διανοητικές

μορφές πολιτισμού που είναι περισσότερο απαιτητικές και λιγότερο δαπανηρές.

Η μικροαστική τάξη τοποθετείται σε μια θέση κυριαρχούμενου, όμως τα μέλη της ζουν με την φιλοδοξία να ενταχθούν στην κυρίαρχη τάξη. To διακριτικό σημείο των μελών της είναι η έντονη προσδοκία ανόδου στην κλίμακα της κοινωνικής ιεραρχίας. Εξαιτίας αυτής της ταξικής χους συνθήκης, η επιλογή τους να υιοθετούν συμπεριφορές

και να συχνάζουν σε μέρη που δεν συνάδουν με τις αντικειμενικές δυνατότητες και το habitus της τάξης τους παύει να αποτελεί

www.clipnews.gr

Page 2: 12906

Είδος: Εφημερίδα / ΚύριαΗμερομηνία: Κυριακή, 21-03-2010Σελίδα: 19,22 (2 από 2)Μέγεθος: 1211 cm ²Μέση κυκλοφορία: 2230Επικοινωνία εντύπου: (210) 3616.702

Λέξη κλειδί: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ

ΣΥΙΝέΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛίήΑ 5

Η θεωρία των κοινωνικών τάξεων του Pierre Bourdieu

αντίφαση. Ο τρόπος ζωής τους είναι οργανωμένος γύρω από την προσδοκία της 'κοινωνικής ανόδου'.

Η ζωή στις λαϊκές τάξεις σύμφωνα με τον P.Bourdieu είναι

οργανωμένη γύρω από την αναγκαιότητα. To διακριτικό γνώρισμα των μελών της είναι η 'επιλογή του αναγκαίου' είναι οι απλοί και ταπεινοί άνθρωποι, οι οποίοι εξαιτίας του χαμηλού οικονομικού

και πολιτιστικού τους κεφαλαίου απορρίπτουν πολυτελή

γούστα και οι επιλογές τους γίνονται με κύριο κριτήριο την χρησιμότητα. Αυτός ο ρεαλισμός τους αναφορικά με τα καταναλωτικά

πρότυπα, σύμφωνα με τον P.Bourdieu συμβάλλει επίσης στο να καθιερώνεται η θέση τους ως κυριαρχούμενοι στην κλίμακα της κοινωνικής ιεραρχίας.

Η ελιτίστικη αυτή θέση έχει δεχθεί έντονη κριτική. Χαρακτηριστικά,

ο Θ. Αλεξίου υποστηρίζει ότι στο βαθμό που ο P.Bourdieu βλέπει την κοινωνία ως πεδίο

ατομικών ανταγωνισμών, εξατομικεύει και την ύπαρξη του κοινωνικού

κεφαλαίου, απαξιώνοντας «το συλλογικό κεφάλαιο της

εργατικής τάξης (κοινωνικοί αγώνες, πολιτιστικές παραδόσεις,

συλλογική μνήμη, οργανωτικές ικανότητες, εργασιακές δεξιότητες

κ.ά.), αποκλείοντας έμμεσα τη δυνατότητα σ' αυτήν να εμφανίζεται

ως κοινωνικό υποκείμενο. Και όμως μέσω του συλλογικού της κεφαλαίου, το οποίο είναι ενσωματωμένο στους συνδικαλιστικούς

και πολιτικούς της φορείς ... η εργατική τάξη και τα εργατικά

στρώματα απέκτησαν κοινωνική ταυτότητα και κοινωνική συνείδηση

και μετατράπηκαν από υποκείμενο σε αντικείμενο της ιστορίας».

Η κύρια αδυναμία στο θεωρητικό σχήμα του P.Bourdieu

περιστρέφεται γύρω από την χρήση της έννοιας του κεφαλαίου. Η

διάκριση μεταξύ οικονομικού και πολιτιστικού κεφαλαίου είναι αρκετά

ασαφής και ασύμβατη με την

έννοια όπως θεμελιώθηκε από τον Μαρξ. Συγκεκριμένα, θεωρεί ως κεφάλαιο το σύνολο των πραγματικά

χρησιμοποιούμενων πόρων και εξουσιών και επομένως η εργατική δύναμη ενός μισθωτού μπορεί να θεωρηθεί κεφάλαιο. Δυνητικά ως κεφάλαιο μπορεί να εννοηθεί οποιαδήποτε κοινωνική πρακτική είναι ικανή να δηρουργεί

πλούτο από την στιγμή που θα ενεργοποιείται στα πλαίσια ρας αγοράς. Συνεπώς, το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της θεωρίας του P.Bourdieu, δηλαδή η προσπάθεια

θεμελίωσης κοινωνικών τάξεων στη βάση της κατοχής πολιτιστικού

κεφαλαίου είναι ταυτόχρονα και πηγή των μεγαλύτερων

αδυναμιών της καθώς δεν τεκμηριώνεται η διαδικασία μέσα από

την οποία το πολιτιστικό κεφάλαιο παράγει υπεραξία και επομένως εκμετάλλευση.

Συμπερασματικά, το μοντέλο επαγγελματικού καταμερισμού της εργασίας το οποίο συγκροτεί ο P.Bourdieu αναπαριστά ένα

ξεχωριστό σύστημα αντικειμενικών σχέσεων ανάμεσα στους ποικίλους

δυνατούς συνδυασμούς από τις mo σημαντικές ' 'εξουσίες και πόρους" σε ένα δεδομένο κοινωνικό σχηματισμό ανεξάρτητα

από αυτούς. Ωστόσο στο βαθμό που οι σχέσεις αυτές περιγράφονται

με όρους κυριαρχίας και στο επίπεδο της αγοράς εργασίας όπου το οικονομικό και πολιτιστικό κεφάλαιο παρουσιάζονται σαν απλά αγαθά προς ανταλλαγή, το ταξικό μοντέλο του P.Bourdieu δεν αναδεικνύει το είδος των παραγωγικών σχέσεων που υποστηρίζουν

την κυριαρχία στο πεδίο της αγοράς και της κατανάλωσης

προϊόντων. To αναλυτικό εργαλείο που περιγράφει τα προηγούμενα

φαινόμενα και συνδέει αιτιωδως την υλική ευημερία της μιας τάξης σε σχέση με ρα άλλη είναι η έννοια της εκμετάλλευσης, η οποία ωστόσο περιθωριοποιείται ως συγκροτησιακό στοιχείο της ανάλυσης των ταξικών δομών στο μοντέλο του P.Bourdieu.

* Bourdieu Ρ. (1980),Η αίσθηση της πρακτικής, μτφρ. Θ. Παραδέλλης,

Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σ.88

www.clipnews.gr