Βλάχοι (Αρμάνοι) στην Ουγγαρία/Miskolc 18ος -19ος αιώνας....

15
Βλάχοι (Αρμάνοι) στην Ουγγαρία/Miskolc 18 ος -19 ος αιώνας. (Μοσχόπολης- Εμμανουήλ Γκόζντου- Deak Ferenc) O μεγάλος μαικήνας Εμμανουήλ Γκόζντου που είχε φιλικές σχέσεις με τον Αντρέα Σιαγκούνα ήταν Βλάχος(Αρμάνος) με καταγωγή από την Μακεδονία. Κατά το πρώτο μισό του 18 ου αιώνα, τα μέλη της τότε οικογένειας ήταν πλούσιοι έμποροι, εγκατεστημένοι στην Μοσχόπολη, ένα κέντρο με μεγάλη οικονομική και πολιτιστική άνθηση στα Νότια της σημερινής Αλβανίας. Η Μοσχόπολη που δικαίως αποκαλέστηκε ΄΄η Φλωρεντία των Βαλκανίων΄΄ αντιπροσώπευε μέχρι το δεύτερο μισό του 18 ου αιώνα το σημαντικότερο κέντρο των Βλάχων. Με δεδομένη την επιμέλεια και την επιδεξιότητα των κατοίκων της καθώς και μίας επιτυχούς πορείας, μέσα από ευνοϊκές περιστάσεις η Μοσχόπολη έφθασε κατά τον 17 ο και 18 ο αιώνα να είναι το σημαντικότερο πολιτιστικό κέντρο των Βλάχων. Σε ντοκουμέντα των τοπικών αρχείων της Βουδαπέστης η Μοσχόπολη αναφέρεται σαν "Urbs Amplisima" που θα πει μεγαλούπολης. Λέγεται δε , ότι ήταν η μεγαλύτερη πόλη όλης της Ελλάδας και περίπου όλης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μετά την Κωνσταντινούπολη. Κατά τον Pouqueville, η Μοσχόπολη το 1788 είχε 53.000 κατοίκους. Εξειδικευμένοι, τολμηροί έμποροι και με τεράστιες διασυνδέσεις, οι γιοί της Μοσχόπολης βρίσκονταν στην κορυφή του εμπορίου της Βαλκανικής Χερσονήσου.

description

Οι Μοσχοπολίτες Βλάχοι στο Miskolc/Ουγγαρία κατά τιν 18ο-19ο αιώνα. (Gojdu -Deak Ferenc)

Transcript of Βλάχοι (Αρμάνοι) στην Ουγγαρία/Miskolc 18ος -19ος αιώνας....

Βλάχοι (Αρμάνοι) στην Ουγγαρία/Miskolc 18ος -19ος αιώνας.(Μοσχόπολης- Εμμανουήλ Γκόζντου- Deak Ferenc)

O μεγάλος μαικήνας Εμμανουήλ Γκόζντου που είχε φιλικές σχέσεις με τον Αντρέα Σιαγκούνα ήταν Βλάχος(Αρμάνος) με καταγωγή από την Μακεδονία. Κατά το πρώτο μισό του 18ου αιώνα, τα μέλη της τότε οικογένειας ήταν πλούσιοι έμποροι, εγκατεστημένοι στην Μοσχόπολη, ένα κέντρο με μεγάλη οικονομική και πολιτιστική άνθηση στα Νότια της σημερινής Αλβανίας. Η Μοσχόπολη που δικαίως αποκαλέστηκε ΄΄η Φλωρεντία των Βαλκανίων΄΄ αντιπροσώπευε μέχρι το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα το σημαντικότερο κέντρο των Βλάχων.Με δεδομένη την επιμέλεια και την επιδεξιότητα των κατοίκων της καθώς και μίας επιτυχούς πορείας, μέσα από ευνοϊκές περιστάσεις η Μοσχόπολη έφθασε κατά τον 17ο και 18ο αιώνα να είναι το σημαντικότερο πολιτιστικό κέντρο των Βλάχων. Σε ντοκουμέντα των τοπικών αρχείων της Βουδαπέστης η Μοσχόπολη αναφέρεται σαν "Urbs Amplisima" που θα πει μεγαλούπολης. Λέγεται δε , ότι ήταν η μεγαλύτερη πόλη όλης της Ελλάδας και περίπου όλης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μετά την Κωνσταντινούπολη.

Κατά τον Pouqueville, η Μοσχόπολη το 1788 είχε 53.000 κατοίκους. Εξειδικευμένοι, τολμηροί έμποροι και με τεράστιες διασυνδέσεις, οι γιοί της Μοσχόπολης βρίσκονταν στην κορυφή του εμπορίου της Βαλκανικής Χερσονήσου.

Σχεδόν οτιδήποτε προϊόν εξαγάγονταν από την Τουρκία μέσω της Αδριατικής περνούσε πρώτα από τα χέρια τους καθώς κατείχαν και τον απόλυτο έλεγχο για την εισαγωγή και διάθεση των οποιονδήποτε προϊόντων που εισαγάγονταν ειδικά από την Γερμανία ή τις άλλες δυτικές χώρες μέσω των λιμανιών της Αδριατικής ή άλλων ελεγχόμενων σημείων εισόδου. Ήταν οι έμποροι που είχαν αναρίθμητες εμπορικές διασυνδέσεις με το Εξωτερικό. Επίσης από βιομηχανικής άποψης η Μοσχόπολη ήταν η πόλη όπου μέρα και νύχτα παράγονταν όλα τα είδη των προϊόντων που πουλιόνταν παντού εντός και εκτός της χώρας. Οι Βιοτέχνες ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες. Ο Γκούντας απαρίθμησε 14 τέτοια σωματεία άριστα οργανωμένα και τον καιρό εκείνο η Μοσχόπολη είχε την όψη των μεγάλων ευρωπαϊκών εμπορικών κέντρων.Στα μεγάλα και εκτεταμένα παζάρια υπήρχε μία πολύ ζωηρή κίνηση, ένα αδιάκοπο πηγαινέλα δίκην μυρμηγκοφωλιάς, το ίδιο πράγμα τότε το έβλεπε κάποιος μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ασίας. Οι κάτοικοι ήταν απορροφημένοι από τις δουλειές τους. Η αλληλογραφία και οι παραγγελίες έφθαναν από όλα τα μέρη της Βαλκανικής Χερσονήσου και της Ευρώπης, η οποία έπρεπε γρήγορα να διαπεραιωθεί, να γίνει πάντοτε η εκφόρτωση στα καραβάνσεραϊα (Χάνια) και να φορτωθούν τα μεταποιημένων προϊόντων προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι αποθήκες βόγκιζαν κάτω από το βάρος της πληρότητας και οι βιοτεχνίες δουλεύανε νυχθημερόν. Το εμπόριο της Αλβανίας ήταν αποκλειστικά κάτω από τον δικό τους έλεγχο είτε από τα μέρη αυτά ή από τα λιμάνια της Αδριατικής.Στις εμπορικές εκθέσεις και κατά τις ημέρες που γίνονταν τα παζάρια εμφανίζονταν έμποροι και Αλβανοί

που έρχονταν απ’ όλες της επαρχίες. Λόγω αυτής της έντονης εμπορικής κίνησης η Μοσχόπολη γίνεται το βλάχικο πλουσιότερο κέντρο της Βαλκανικής Χερσονήσου. Σ’ αυτή την πόλη τo χρυσάφι ρέει κατά κύματα. Ο πλούτος ήταν τόσο μεγάλος, ώστε λέγεται ότι οι γυναίκες φορούσαν παπούτσια στολισμένα με χρυσά φλουριά, επίσης λένε, ότι οι χειρολαβές από τις σκούπες ήταν από χρυσάφι. Χτισμένη πάνω σε πέντε λόφους, σε μια έκταση περίπου 3 χιλιομέτρων, η Moσχόπολη ζούσε στην πολυτέλεια και στον πλούτο. Πολλά δε από τα σπίτια των Μοσχοπολιτών ήταν πραγματικά παλάτια, φτιαγμένα από μάρμαρο και περιβαλλόμενα από εντυπωσιακές αυλές. Από τις βρύσες και τα κεφαλόβρυσα, σε κάθε γωνιά του δρόμου έτρεχε γάργαρο κρυστάλλινο νερό.Πάνω από 50 εκκλησίες ανύψωναν προς τον ουρανό με καμάρι το μεγαλείο τους και τα καμπαναριά τους. Ανάμεσα σ’ αυτές διακρίνονταν με ένα τελείως συγκεκριμένο τρόπο η Μητρόπολη για την εντυπωσιακή της εμφάνιση, τον πλούτο της και την τέχνη της. Παράλληλα πρόβαλαν την ύπαρξη τους τα μνημειακά κτίρια που στέγαζαν όπως π.χ. την΄΄ Νέα Ακαδημία΄΄ φυτώριο του πολιτισμού για ολόκληρη την Βαλκανική Χερσόνησο. Εδώ δίδαξε ο Ηπειρώτης Χρύσανθος, Σεβαστός Λεοντιάδης από την Καστοριά, Γρηγόριος, ο Μοσχοπολίτης, ο Θεόδωρος Καβαλλιώτης, ο Ιερομόναχος Κωνσταντίνος Μοσχοπολίτης και άλλοι πολλοί. Η Ακαδημία και η βιβλιοθήκη της Μοσχόπολης ιδρύθηκαν στις αρχές του 18ου αιώνα. Εκεί το 1731 δημιουργήθηκε και το δεύτερο τυπογραφείο στον χώρο του υπόδουλου ελληνισμού (μετά από αυτό της Κωνσταντινούπολης), , με

πρωτοβουλία του ιερομόναχου Γαβριήλ Κωνσταντινίδη, το οποίο για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξε και το μοναδικό. Στα πιεστήρια αυτού του τυπογραφείου έχει τυπωθεί μία πληθώρα από συγγράμματα. Τις μέρες του μεγαλείου η Μοσχόπολη υπήρξε το σημείο έλξης όλων των Βλάχων. Γεμάτοι περιέργεια έρχονταν από όλα τα μέρη που κατοικούσαν οι Βλάχοι αλλά και από άλλα διαφορετικά μέρη για να επισκεφθούν την Μέκα των Βλάχων, την πόλη με τις 70 εκκλησίες, που ήταν ντυμένες με τα πανάκριβα στολίδια τους, και με αριστουργήματα από ασήμι που τα έκαναν Βλάχοι αργυροχρυσοχόοι. Κατέφθαναν καβάλα στα άλογα και στα μουλάρια τους για να προσκυνήσουν στα πλούσια μοναστήρια. Τις μέρες που γίνονταν οι πανηγύρεις και οι εκθέσεις έρχονταν στις μεγάλης λαμπρότητας εκκλησίες και τη Μητρόπολη για να θαυμάσουν τις εικόνες και τα πανάκριβα άμφια των ιερέων, τα όμορφα στολίδια και τα περίτεχνα γλυπτά. Συνέρρεαν για να θαυμάσουν τα μαρμάρινα παλάτια με τους όμορφους κήπους και τα σιντριβάνια, στην πόλη της πολυτέλειας, των γραμμάτων, των τεχνών και της υψηλής επιστήμης, όλα καρπός μίας ευλογημένης εργασίας: ήρθαν να ζήσουν τις κομψές γυναίκες, να θαυμάσουν και να μιμηθούν την ευγένεια τους , την πολυπόθητη ενδυμασία και τις τουαλέτες. Μικροί και μεγάλοι λάτρεις της πνευματικής καλλιέργειας και της ευγενούς δόξης, σπεύδουν από παντού, για να ακούσουν στην νέα Αθήνα τους μεγάλους δάσκαλους και τον λαμπρό νέο Θεόδωρο Καβαλιώτη από την Νέα Ακαδημία, να ξεδιψάσουν την φιλομάθεια τους και να λουστούν από το φως των πλούσιων βιβλιοθηκών, να θαυμάσουν από κοντά τα νέα τυπογραφία, τις παλαιές θεωρίες και τα υψηλά κηρύγματα: να ακούσουν τα κηρύγματα των μεγάλων

ιεραρχών και μελετητών, να δουν και να αισθανθούν από όσο το δυνατό ποιο κοντά την αγιότητα και το μεγαλείο του Πατριάρχη Ιωάσαφ αυτού του μεγάλου συμπατριώτη τους. Στην Μοσχόπολη μέσα σε μία εκκλησία κοντά στην αυτοκρατορική πύλη υπάρχει ένας θρόνος που στηρίζεται σε δύο φοβερά λιοντάρια με τα στόματα ανοιχτά και τις γλώσσες πεταμένες προς τα έξω με ανατριχιαστικά κέρατα. Στην πλάτη του θρόνου είναι χαραγμένο με χρυσά γράμματα το όνομα "G o j d u " / Γκόζντου. Αποτελεί την αρχαιότερη μαρτυρία για την ύπαρξη αυτής της οικογένειας στην Μοσχόπολη.

Κατά τον 18ο αιώνα η Βαλκανική Χερσόνησος υφίστανται λεηλασίες από τους Τούρκους. Τότε οι Βλάχοι και οι Γραικοί της Μακεδονίας αναγκάστηκαν να φύγουν πλημμυρίζοντας κατά κύματα τις χώρες βορείως του Δουνάβεως π.χ. την Ουγγαρία , Γαλικία και Πολωνία. Η διαδικασία της μετανάστευσης κατά κύριο λόγο έλαβε χώρα το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης από τον Αλί Πασά των Ιωαννίνων. Η καταστροφή έγινε σε δύο περιόδους το 1769 και το 1788. Πάρα πολλοί Βλάχοι μετανάστευσαν στην Αψβουργκή Αυτοκρατορία. Η διοίκηση της Αντιβασιλείας της Ουγγαρίας έδωσε εντολή στα συνοριακά περάσματα, να συγκεντρωθούν στοιχεία από τους τότε Οθωμανούς υπηκόους σχετικά με την ηλικία, εθνότητα, οικογενειακή κατάσταση κλπ. Με το διάταγμα ανοχής του 1781 που εξέδωσε ο Αυτοκράτορας Ιωσήφ ο 2ος , έπαιρνε υπό την προστασία του αυτούς όλους που συνεισέφεραν στην Αυτοκρατορία πολλά και πραγματικά οφέλη με τη άσκηση του μεγάλο κρατικού εμπορίου. Οι Βλάχοι μετά την λήψη της

υπηκοότητας έπρεπε να καταθέσουν όρκο πίστης μπροστά στους άρχοντες της Ουγγρικής Διαίτης. Γεγονός με το οποίο επικυρώνονταν μία καθ’ όλα νόμιμη πράξη. Σαν ξένοι υπήκοοι υπάγονταν σε ειδικό καθεστώς ,διαφορετικό από τους άλλους κατοίκους της χώρας και επειδή λόγω του επαγγέλματος, σαν εμπορευόμενοι, ήταν χρησιμότατοι, τυγχάνουν δε μίας ιδιαίτερης φροντίδας, και τους δόθηκαν επί πλέον ειδικά προνόμια.Οι κοινότητες των Βλάχων έχουν θεωρηθεί στη Ουγγαρία καθώς επίσης και στο Μπανάτ και την Τρανσυλβανία σαν ελληνικές κοινότητες και τα μέλη τους Έλληνες. Οι Έλληνες (Γραικοί) και οι Βλάχοι (Αρμάνοι) έμποροι εφόσον τόσο η εθνική όσο και θρησκευτική ταυτότητα ήταν παρόμοια για να προστατεύσουν τα επαγγελματικά τους συμφέροντα δημιούργησαν από κοινού επαγγελματικά σωματεία της αποκαλούμενες ΄΄Κομπανίες΄΄. Όλοι αυτοί οι Βλάχοι τους οποίους οι Ούγγροι αποκαλούσαν(görög) Γραικούς, δηλαδή έμποροι, τους εύρισκες διασκορπισμένους και παρόντες σε όλες τις Έμπορο-πανηγύρεις και μεγάλες πόλεις της Ουγγαρίας. Σε γενικές γραμμές οι Βλάχοι ήταν δίγλωσσοι, όπου τα Βλάχικα ήταν η μητρική τους γλώσσα και τα Ελληνικά ήταν η γλώσσα της κουλτούρας, της θρησκευτικής λατρείας και της επικοινωνίας σε επίσημες υποθέσεις. Στην καινούργια τους πλέον πατρίδα οι Βλάχοι (Αρμάνοι ) μετέφεραν μαζί τους μία μακρά και μεγάλη εμπειρία και κεφάλαια τα οποία αξιοποίησαν πολύ γρήγορα, δημιουργώντας σχεδόν παντού ένα καταλυτικό παράγοντα για την δημιουργία μίας αστικής τάξης εμπόρων και ανθρώπων με χρηματοπιστωτικές εμπειρίες και επενδυτές.

Η επίδραση τους δεν ήταν άσχετη, ιδιαίτερα επί του πληθυσμού των πόλεων όπου τέθηκαν οι βάσεις του εμπορίου.Οι Βλάχοι(Αρμάνοι) που ήταν εγκαταστημένοι σ’ αυτά τα εδάφη δεν περιορίστηκαν μόνο στην ενασχόληση τους με το εμπόριο αλλά συνεισφέρανε πάρα πολλά και στην διατήρηση και στην ενίσχυση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πολλές είναι οι εκκλησίες που χτίστηκαν με δική τους πρωτοβουλία και μετά τις προικοδότησαν με εικόνες, καμπάνες, άμφια και πολλά εκκλησιαστικά βιβλία. Στο τέλος του 18ου αιώνα θα μπορούσε κάποιος ν’ απαριθμήσει 19 Ελληνικές εκκλησίες και παρεκκλήσια.Ανεγέρθηκαν ιεροί ναοί στην Oradea, Vac, Balassagyarmat, Zimony Karcag, Kecskemet, Leva, Miskolc, Bichiş, Ungvâr, Pesta, Szentes και Tokaj. και παρεκκλήσια στο Gyongyos, Dioszeg, Nagykanizsa, Sibiu, Shopron και Nagyszombat.

Η οικογένεια Γκόζντου ξεκίνησε από την Μοσχόπολη της Μακεδονίας μαζί με την οικογένεια των Σίνα, Πίλτα, Δούμπα κ.α. και εγκαταστάθηκαν αρχικά στην Πολωνία. Όμως μετά το μοίρασμα της Πολωνίας σε Ρωσία, Πρωσία και Αυστρία αυτοί οι Βλάχοι κατέβηκαν νοτιότερα στην Ουγγαρία και εγκαταστάθηκαν σε όλες τις σημαντικές πόλεις σαν τραπεζίτες και έμποροι. Η οικογένεια Γκόζντου σύμφωνα με την διαδρομή της στην ξενιτιά εγκαθίσταται αρχικά στο Miskolc όπου είχε μείνει και η οικογένεια των Σιαγκούνα. Στην ιστοριογραφία της Ρουμανίας αναφέρεται, ότι το 1606 κάποιες οικογένειες Βλάχων(Αρμάνων) εγκατασταθήκαν στο Miskolc.Οι ιστορικοί της Ουγγαρίας μας αναφέρουν επίσης σαν ημερομηνία εγκατάστασης σ’ αυτόν τον τόπο

τις αρχές του 17ου αιώνα. Οι Βλάχοι του Miskolc κατάγονταν από την Μοσχόπολη, Γκράμποβο, Lunca και Civara. Εργατικοί και έξυπνοι έγιναν πλούσιοι έμποροι . Αποκτούν το δικαίωμα να ασκήσουν αποκλειστικά και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το λιανικό και το υπαίθριο εμπόριο. Το έτος 1720 ιδρύεται η ΄΄Ελληνική Εμπορική Κομπανία΄΄ του Miskolc.Τα μέλη της κομπανίας μιλούσαν τόσο τα Ελληνικά όσο και τα Βλάχικα. Όλο το εμπόριο της ξυλείας και του κρασιού καθώς και οι εξαγωγές αυτών βρίσκονταν στα χέρια των Βλάχων τόσο στο Tokaj, όσο και στο Miskolc. Ειδικά αυτές οι εξαγωγές κατευθύνονταν προς την Πολωνία και ιδιαίτερα στο Poznan και Lublin. Κάποιες οικογένειες που ήταν εγκαταστημένες στο Poznan και Lublin ήρθαν από την Πολωνία στο Miskolc σαν μεγάλοι έμποροι π.χ. οι αδελφοί Grabovsky Atanasie Mutovsky. Naumsi, Evreta, Shaguna. και κάποιος Circu-Kasakovici μαζί και με πολλούς άλλους των οποίων τα ονόματα δεν μας είναι γνωστά . Επίσης δεν μας είναι γνωστό και για ποιο λόγο εγκαταστάθηκαν στη Ουγγαρία ειδικά δε στην Πέστη και Miskolc, πολύ πιθανόν είναι o λόγος το ότι οι εξαγωγές ελέγχονται καλύτερα από τα μέρη αυτά. Είχαν εμπορικές , διασυνδέσεις με την Βιέννη και εμπορεύονταν δημητριακά και βοοειδή, σύχναζαν πολύ σε εκθέσεις και πανηγύρεις της Βιέννης, της Πέστης, Nagyszombat και Debrecen καθώς φρόντιζαν να είναι και παρόντες στα εβδομαδιαία πανηγύρια της Hegyalja. Οι Έλληνες(Γρακοί και Βλάχοι) έμποροι εγκαταστημένοι στο Miskolc ήταν πολύ πλούσιοι. Στο κέντρο αυτού του τόπο ενοικίαζαν και ανέγειραν περίπου 200 οικοδομές και αποθήκες. Σχεδόν όλες οι αποθήκες, τα καφενεία και τα οινοπωλεία βρίσκονταν στα χέρια τους. Στο Miscolk δημιουργήθηκε μία δυνατή κοινότητα Βλάχων. Γύρω

στα 1730 ήταν παρόντες σ’ αυτήν την πόλη της βόρειας Ουγγαρίας περίπου 300 Βλάχοι έμποροι με τις οικογένειες τους.Εδώ είχαν τον δικό τους ξεχωριστό κύκλο, το σχολείο τους και την εκκλησία τους. Πλούσια και θεοσεβούμενα άτομα ανήγειραν στο Miscolk, και μόνο με δικά τους λεφτά μία από τις ποιο όμορφες ορθόδοξες Ελληνικές εκκλησίες της Ουγγαρίας. Νιώθουν περήφανοι και με ζήλο λόγω της καταγωγής και του παρελθόντος τους. Ακλόνητοι στις πατροπαράδοτες πεποιθήσεις τους με επιχειρηματική σύνεση, διατηρούν με ιεροτελεστία τις παραδόσεις τους και τα έθιμα του σπιτιού και δεν ανακατεύονται με ξένες εθνότητες. Ομιλούνε με τρυφερότητα για την μακρινή πατρίδα, η εικόνα της Μοσχόπολης είναι ζωντανή στην μνήμη τους.Oι γέροντες αφηγούνται πολλές φορές κάποιες από τις θαυμάσιες ιστορίες για την ξακουστή αυτή σε όλη την Βαλκανική Χερσόνησο και την υπόλοιπη Ευρώπη πόλη.Από το στόμα τους τα μικρά παιδιά ακούγανε με έκπληξη ότι πολύ μακριά απ’ εδώ στα σύνορα της Μακεδονίας με την Αλβανία , υπήρχε ακόμη πριν λίγο καιρό μία πόλη με 60.000 κατοίκους με περίπου 70 εκκλησίες και ανώτατες σχολές, με κατοίκους μορφωμένους και πλούσιους. Ήταν δε τόσο ο πλούτος, η αφθονία και η λάμψη που οι γυναίκες φορούσαν παπούτσια στολισμένα ΄΄με χρυσό΄΄ και χρησιμοποιούσαν σκούπες με χρυσές χειρολαβές. Στην συνέχεια αφηγούνταν τα θλιβερά χρόνια της εξορίας, όταν ολόκληρη η Μοσχόπολη μεταβλήθηκες σε ερείπια. Μία , μία καταστράφηκαν και η Νικουλίτσα το Λινοτόπι, Linca και Γκράμποβα, Σίπισχα και το Βηθοκούκι και όλα τα άλλα μέρη που βρίσκονταν στον δρόμο των

εισβολέων. Σ’ αυτά τα εκπληκτικής ομορφιάς μέρη, εφορμήσανε οι βάρβαροι, υποκινούμενοι από την στέρηση και τον περιορισμό, αψηφώντας τον κίνδυνο σε κάθε βήμα τους . Tα παιδιά ακούγανε με ορθάνοιχτα τα μάτια σαν να ήταν ένα παραμύθι.Μετά που η εκκλησία τους η οποία αναγέρθηκε από την κοινότητα των Βλάχων στην εποχή της πρώτης εγκατάστασης τους στο Miskolc πάλιωσε και άρχισε να καταρρέει, αποφάσισα το 1785 να χτίσουν μία άλλη καινούργια με αρχιτέκτονα τον Johann Adami. Το χτίσιμο υπό τις οδηγίες του αρχιτέκτονα διήρκησε μέχρι το 1806. Η εκκλησία ζωγραφίστηκε από τον Θεοδόσιο Γιανίνκα (Teheodosim Ianinka). Το 1791 καθαγιάστηκε το εικονοστάσιο, που ήταν το ομορφότερο σε όλη την κεντρική Ευρώπη, που είχε ένα ύψος από 16 μέτρα και περιείχε παραπάνω από 87 εικόνες που φιλοτεχνήθηκαν από τον Βιεννέζο Anton Kuchelmeister. Από τον ίδιο καλλιτέχνη ζωγραφίστηκαν και οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό.

Η εκκλησία η οποία είναι μία από τις ομορφότερες ορθόδοξες εκκλησίες της Ουγγαρίας τα θυρανοίξεια έγιναν το 1806 από το επίσκοπο της Βούδας Διονύσιο ΠόποβιτςΣτην πρόσοψη της εκκλησίας του Miskolc σαν πράξη ανάμνησης, τοποθετήθηκε μία επιγραφή στα Ελληνικά που γράφει: Αυτή η εκκλησία της Αγίας Τριάδας ξεκίνησε το1785 κατά την εποχή του παντοδύναμου Αυτοκράτορα Φραγκίσκου του 2ου και βασιλέα της Ουγγαρίας και τελείωσε το 1806 με χρηματοδότηση των αδελφών Βλάχων εκ Μακεδονίας. Στην περίπτωση των ελληνικών παροικιών της αυτοκρατορίας, σε όλα τα προνόμια και

τα πολλά εκκλησιαστικά έγγραφα γίνεται λόγος για Έλληνες (Γραικούς ) και Βλάχους (Αρμάνους) "Griechen und Walachen στα γερμανικά. Όμως στη επιγραφή της εκκλησίας στο Miskolc ήταν ο λόγος που γίνονταν ήταν μόνο για τους Βλάχους (Αρμάνους).Η εκκλησία κτίστηκε με έξοδα των Βλάχων (Αρμάνων), ανάμεσα στους δωρητές εμφανίζεται και κάποιος πρόγονος του Εμμανουήλ Γκόζντου με το όνομα Ναούμ Γκόζντου, συναντάμε επίσης τα ονόματα των οικογενειών Grabovsky. Muciu. Shaguna, Diamandi. Roja. Boiagi. Pescariu. Ghica. Gojdu. Mocioni. κλπ. Αυτά τα ονόματα που τα συναντάμε και στους κόλπους της κοινότητας της Πέστης αποτελούν απόδειξη των στενών συγγενικών δεσμών ανάμεσα στις δύο Βλάχικες (Αρμάνικες ) κοινότητες

Deak Ferenc, ήταν πολιτικός και διετέλεσε υπουργός δικαιοσύνης της Ουγγαρίας τον αποκαλούσαν δε ΄΄ Ο σοφός άνθρωπος του Έθνους΄΄.Ήταν ανεψιός του Deâk Peter, συνταγματάρχη των Ουσάρων και γιος του Crabor.Αυτός έχει σχέση με την οικογένεια της οποίας οι πρόγονοι έφεραν τόσο στην Μακεδονία ,όσο και στο Miskolc το όνομα Πεσκαρίου (Pescariu).Είχαν φιλικές σχέσεις με τον Εμμανουήλ Γκόζντου. Κατά τον 19ο αιώνα σε ένα έντυπο της Τρανσυλβανίας και Ουγγαρίας εγένετο αναφορά στην βλάχικη(αρμάνικη) καταγωγή του Deak Ferenc και του Eotvos Jozsef. Παρά κάτω σας αποδίδουμε μία σύντομη παράγραφο από το αναφερόμενο άρθρο. ΄΄Κατά την πάροδο του χρόνου πολλοί Βλάχοι (Αρμάνοι) ουγγαροποιήθηκαν ο Φραγκίσκος Deak μέγας ανήρ

του Ουγγρικού κράτους, συγγραφέας του Αυστρο-Ουγγρικού συμβιβασμού του 1868 ήταν Βλάχος (Αρμάνος ) από το Miskolc.Ενώ αρχικά σαν παιδί έφερε το όνομα Pescariu, μετά την είσοδό του στο σχολείο οι καθηγητές του έδωσαν το όνομα Deak. Ο Deak ποτέ δεν απαρνήθηκε την καταγωγή του αλλά ούτε και ποτέ την επιβεβαίωσε επίσημα. Κατά την ακόλουθη συνομιλία του Ολτεάνου μακαρίτη επισκόπου της Οραντέας (Oradea-mare) και του Deak, συνομιλία που έλαβε χώρα στην Βουδαπέστη μετά το 1860 στην βίλλα του Stefan Nedeczky, ο ανεψιός από αδελφή του Deak θα μας διαφωτίσει σχετικά με αυτό το ζήτημα. Κατά την διάρκεια γεύματος, ο επίσκοπος απευθύνθηκε προς τον Deak με τα λόγια:Feri bátyám (στα ουγγρικά ,αδελφέ μου Francisc) ο κύριος Alexandru έγραψε στην εφημερίδα του την ΄΄ Ομοσπονδία΄΄ότι κατάγεσαι από Βλάχους (Αρμάνους)!Ο Deak λίγο στεναχωρημένος και δίδοντας το χέρι απαντά : "Leider/ δυστυχώς (την γερμανική αυτήν έκφραση την χρησιμοποιούν πολύ συχνά οι Ούγγροι) nem tudok oláhul ! (δεν γνωρίζω τα Βλάχικα (Αρμάνικα). Ο επίσκοπος Olteanu, ο οποίος υπήρξε προστατευμένος του Deak - γεγονός που ΄΄ ο όμορφος επίσκοπος ΄΄ όπως τον αποκαλούσε ο κόσμος , έκανε δώρο στον Deak μία βίλλα στην Βουδαπέστη στην οποία έζησε μέχρι το θάνατο του — δήλωσε πολλές φορές ενώπιον πολλών φίλων , ότι η όψη και οι τρόποι του Deak προδίδουν την Βλάχικη ( Αρμάνικη ) καταγωγή του.Ο Βαρόνος Eotvos, υπήρξε υπουργός δημοσίων έργων και συγγραφέας ενός νόμου για τις εθνότητες, πιέζοντας

τους Ούγγρους με τον τρόπο αυτό στο ευαίσθητο σημείο τους, ήταν και αυτός Βλάχικης (Αρμάνικης) καταγωγής.Αυτό δήλωσε ο κύριος Al. Roman, μέλος της ρουμάνικης Ακαδημίας, ένας ποιο απόμακρος συγγενής της οικογένειας Eotvos: Το όνομα Eotvos, που σημαίνει (αργυροχόος ή χρυσοχόος), προέρχεται από το γεγονός , ότι οι πρόγονοι του Βαρόνου Eotvos, όπως και πολλοί άλλοι Βλάχοι (Αρμάνοι) τον καρό εκείνο ήταν αργυροχρυσοχόοι, όταν ήλθαν λοιπόν στην Ουγγαρία βαπτίστηκαν κατά τον ουγγρικό έθιμο Eotvos, δηλαδή αργυροχρυσοχόος.Στους κόλπους της κοινότητας του Miskolc εγκαταστάθηκαν μόνιμα και έκαναν εμπόριο με κάποιον Μιχαήλ μέλος της οικογένειας Μοτσιόνη, ο οποίος είχε σαν σύζυγο την Αικατερίνη, κόρη του Ιωάννου Μοτσιόνη, και μητέρα των περίλαμπρων αδελφών Αλεξάνδρου και Ευγενίου Μοτσιόνη. Μέλη της κοινότητας των Βλάχων (Αρμάνων) του Miskolc έκαναν κατά το πρότυπο άλλων κοινοτήτων δωρεές για τον πολιτισμό, οργανώσανε φιλανθρωπικές εκδηλώσεις και ένα πλήθος σημαντικών προσωπικοτήτων προήλθε από αυτήν την κοινότητα.Γιώργος Πράπας

Παρακάτω αναφερόμαστε σε κείμενα των Ρουμάνων της Τρανσυλβανίας που προσπαθούν να οικειοποιηθούν αυτές της απαράμιλλης αξίας προσωπικότητες , εμφανίζοντας προπαγανδιστικά , ότι δήθεν πρωταρχικό τους μέλημα ήταν η ανάταση του λαού της Τρανσυλβανίας στα αγαθά του διαφωτισμού. Ασφαλώς και βοηθήθηκαν από αυτούς τους άνδρες χωρίς αυτό , όμως να σημαίνει ότι πέρα και

κατά κύριο λόγο δεν αισθάνονταν Βλάχοι (Αρμάνοι) και παράλληλα υπήκοοι της Ουγγαρίας η οποία τους παρείχε κάθε δυνατότητα να εξελιχθούν και ακόμα να καλύψουν ανώτατα αξιώματα του κράτους που τους φιλοξένησε κατά τις δύσκολες εποχές της μετανάστευσης.

΄΄ Οι Τρανσυλβανοί είναι εκείνοι που γνωρίζουν καλά τον ιστορικό σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι Βλάχοι (Αρμάνοι) όταν ήλθαν στην Αυστρο-Ουγγαρία.Και λένε ότι ο Ρουμανικός λαός της Τρανσυλβανίας κατά την διαδικασία της αφύπνισης είδε τον εαυτό του στερημένο και ακαλλιέργητο χωρίς ηγέτες που θα τους καθοδηγούσαν στο σωστό δρόμο, ώστε να κάνει και αυτός χρήσει το δώρου της ελευθερίας των λαών.

„"Και να την δεδομένη στιγμή εμφανίζονται στο αγώνα του εθνικού στίβου οι σημαντικές προσωπικότητας των Βλάχων (Αρμάνων)Σιαγκούνα, και Μοτσιόνη και μετά τα γεγονότα του 1848 ο μεγάλος ευεργέτης Γκόζντου, υπήρξαν φύλακες άγγελοι , υπερασπιστές και βοηθοί. Αυτές οι οικογένειες που είναι Βλάχικες (Αρμάνικες) τον αιώνα που μας πέρασε εγκατέλειψαν την Μακεδονία και βρήκαν αναγκαστικά μία άλλη πατρίδα .Εδώ η πρόνοια φρόντισε τους δώσε τον ρόλο του ηγέτη εκείνων που έψαχναν για βοήθεια.Ο Θεός δούλεψε ακούραστα!Το ίδιο εκφράσθηκε και Valeriu Branişte: Επειδή χωρίς ηγέτες ο λαός αυτός πορεύονταν στην αξιολύπητη ζωή του…. .΄΄ Τότε η Θεία πρόνοια μας έφερε άνδρες Βλάχους (Αρμάνους) με τεράστιο πολιτισμό και βαθειά πατριωτικά συναισθήματα έτοιμοι να παλέψουν και να θυσιασθούν , άνδρες που τοποθετήθηκαν στη ηγεσία του λαού και

ειδικά στην κεφαλή της ευσεβούς ανατολικής Ορθοδόξου εκκλησίας και έγραψαν ένδοξες σελίδες στη ιστορία της εξέλιξης του λαού μας. Να θυμόμαστε από τα πολλά ονόματα μόνο αυτά τα τρία Shaguna, Mocsonyi και Gojdu. Φανταστείτε ότι αν αφαιρέσουμε αυτά τα τρία ονόματα από την ιστορία της εξέλιξης μας κατά τον περασμένου αιώνα και απ’ όλη την ιστορία μας αυτού του αιώνα, αυτό θα μοιάζει πολύ σαν την περίπτωση που θα είχαμε ένα αερόστατο από το οποίο αφαιρέσαμε το υδρογόνο. Δεν έχει σημασία πόσο μεγάλη ήταν η τραγωδία που οδήγησε αυτές τις εργατικές, τίμιες και θεοσεβούμενες οικογένειες πιστές στην αρχαίες εστίες τους, αναγκάζοντας τους να πάρουν την βαρύ δρόμο της εξορίας για να βρεθούν σ’ άλλο κόσμο και που δεν ήξεραν ότι θα φτάσουν τόσο ψηλά. Τόσο μεγάλη υπήρξε η τύχη μας ώστε τα βλαστάρια όλων αυτών των οικογενειών έδωσαν σε εμάς τους αποκεφαλισμένους την πολυπόθητη ηγεσία, ηγούμενοι μίας θεϊκής αποστολής, γίνανε ηγέτες ενός εγκαταλειμμένου λαού, οι ηγέτες μας , άνδρες της πρόνοιας που μας έβγαλαν από το σκοτάδι στο φως .Τα ονόματα τους πρέπει να γραφούν με χρυσά γράμματα στην σελίδα των λαμπρών προσωπικοτήτων στο βιβλίο της εθνικής Αναγέννησης εκφράζοντας έτσι την μεγάλη αλλά και βαθιά τους ευγνωμοσύνη της ψυχής του λαού μας.Εμείς σήμερα δεν έχουμε ένα αξιοσημείωτο εθνικό ίδρυμα εκκλησιαστικό , πολιτιστικό ή πολιτικό που να μη κουβαλάει την σφραγίδα αυτής της παρέμβασης, που ήταν η ανώτερη παρέμβαση στην εξέλιξη μας.