Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο...

9

description

 

Transcript of Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο...

Page 1: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
Page 2: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

Τίτλος Πρωτοτύπου: La casa de Bernarda Alba by Federico Garcia Lorca, Spain 1936.

ISBN: 978-618-5144-69-2

Εκδόσεις Vakxikon.grΒιβλιοπωλείο του ΒακχικόνΑσκληπιού 17, 106 80 Αθήνατηλ. 210 [email protected]

© για την Ελληνική γλώσσα, 2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr

Σειρά: Βακχικόν Πεζά - 29

Πρώτη Έκδοση: Ιούνιος 2015

Δεύτερη Έκδοση: Μάιος 2016

Σχεδιασμός Έκδοσης & Εξωφύλλου: Vakxikon.gr

Page 3: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

ΠΡΟΣΩΠΑ

Μπερνάρντα, 60 χρονώνΑνγκούστιας (κόρη), 39 χρονώνΜαγκνταλένα (κόρη), 30 χρονών

Αμέλια (κόρη), 27 χρονώνΜαρτίριο (κόρη), 24 χρονών

Αντέλα (κόρη), 20 χρονώνΜαρία Χοσέφα (μητέρα της Μπερνάρντα), 80 χρονών

Πόνθια, 60 χρονώνΥπηρέτρια, 50 χρονών

Ζητιάνα με μικρό κοριτσάκιΠρουντένσια (γειτόνισσα της Μπερνάρντα)

Γυναίκες της κηδείαςΚορίτσι

Γυναίκα 1Γυναίκα 2Γυναίκα 3Γυναίκα 4

Ο ποιητής σημειώνει ότι αυτές οι τρεις πράξεις έχουν την πρό-θεση του φωτογραφικού ντοκουμέντου.

Page 4: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ

Λευκό δωμάτιο στο εσωτερικό του σπιτιού της Μπερνάρντα. Χοντροί τοίχοι. Πόρτες με αψίδες και κουρτίνες από γιούτα, τραβηγένες στο πλάι με βολάν και φούντες. Καρέκλες από καλάμια. Κάδρα με τοπία παράξενα, με νύμφες ή θρυλικούς βασιλιάδες. Καλοκαίρι. Μια μεγάλη, βαριά σιωπή απλώνεται στη σκηνή. Με το σήκωμα της αυλαίας η σκηνή είναι άδεια. Ακούγονται καμπάνες να χτυπούν.

(Μπαίνει η Υπηρέτρια)

Υπηρέτρια: Αυτές οι καμπάνες μου τρυπούν τα μηνίγγια.Πόνθια: (Εμφανίζεται τρώγοντας ψωμί και σαλάμι) Είναι πάνω από δυο ώρες που χτυπάνε πένθιμα. Ήρθαν παπάδες απ’ όλα τα χωριά. Η εκκλησία ήταν πανέμορφη. Η Μαγκνταλένα λιπο-θύμισε στην πρώτη ακολουθία.Υπηρέτρια: Αυτή απέμεινε πιο μοναχή απ’ όλες.Πόνθια: Aυτή ήταν η μόνη που αγαπούσε τον πατέρα τους. Αχ, Δόξα να ’χει ο Κύριος που μείναμε λίγο μόνες. Ήρθα να φάω.Υπηρέτρια: Άμα σ’ έβλεπε η Μπερνάρντα..!Πόνθια: Επειδή τώρα αυτή δεν τρώει, θέλει να πεθάνουμε όλες από την πείνα! Τέτοιος δικτάτορας είναι! Τέτοιος τύρρανος! Δεν πα’ να λέει. Άνοιξα το βάζο της με τα σαλάμια. Υπηρέτρια: Δε μου δίνεις κανένα για την κορούλα μου, Πόν-θια;Πόνθια: Αμέ. Μπες και πάρε και μια χούφτα ρεβίθια. Σήμερα δεν παίρνει τίποτα χαμπάρι.Φωνή: Μπερνάρντα!Πόνθια: Η γριά! Είναι καλά κλειδωμένη;Υπηρέτρια: Δυο φορές το γύρισα το κλειδί.

Page 5: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

5ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ

Πόνθια: Έπρεπε να βάλεις και το σύρτη. Έχει κάτι δάχτυλα σαν λοστάρια.Φωνή: Μπερνάρντα!Πόνθια: Έρχεται! (Στην υπηρέτρια) Καθάρισε καλά παντού. Αν η Μπερνάρντα δεν τα δει όλα να λάμπουν θα μου ξεριζώ-σει και τα λίγα μαλλιά που μου ’χουν απομείνει.Υπηρέτρια: Αμάν αυτή η γυναίκα!Πόνθια: Όλους όσους είναι κοντά της τους βασανίζει. Είναι ικανή να κάθεται πάνω στην καρδιά σου και να σε βλέπει να πεθαίνεις έναν ολόκληρο χρόνο, χωρίς να βγάλει ούτε στιγ-μή αυτό το κρύο χαμόγελο που ’χει φορέσει πάνω στο απαί-σιο κεφάλι της. Πήγαινε γυάλισε τ’ ασημικά!Υπηρέτρια: Ματώσανε τα χέρια μου να τα τρίβω συνέχεια.Πόνθια: Αυτή είναι η πιο καθαρή. Η πιο αξιοπρεπής. Η πιο ανώ-τερη. Ο καημένος ο άντρας της βρήκε επιτέλους ανάπαυση.

(Οι καμπάνες σταματούν)

Υπηρέτρια: Ήρθαν όλοι οι συγγενείς;Πόνθια: Οι δικοί της μόνο. Το σόι του άντρα της τη μισεί. Ήρ-θαν να δουν τον νεκρό και να τον αποχαιρετήσουν.Υπηρέτρια: Έχουμε αρκετές καρέκλες;Πόνθια: Υπεραρκετές. Κάθονται και στο πάτωμα. Από τότε που πέθανε ο πατέρας της Μπερνάρντα κανείς τους δεν ξα-ναπάτησε το πόδι του μέσα σ’ αυτό το σπίτι. Δεν θέλει να την παρακολουθούν μες στο βασίλειό της. Απαίσια γυναίκα!Υπηρέτρια: Εσένα σου φέρεται καλά.Πόνθια: Τριάντα χρόνια τώρα πλένω τα σεντόνια της. Τριάντα χρόνια τώρα τρώω τα αποφάγια της. Νύχτες να την προσέχω να μη βήξει. Μέρες ολόκληρες να κοιτάζω απ’ τις γρίλιες κατα-σκοπεύοντας τους γείτονες για να της λέω τα κουτσομπολιά. Μια ζωή χωρίς μυστικά μεταξύ μας, παρ’ όλ’ αυτά, μακάρι χί-λιες καρφίτσες να της σκίσουνε τα μάτια!

Page 6: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

6 ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ

Υπηρέτρια: Για όνομα!Πόνθια: Είμαι όμως καλή σκύλα κι εγώ. Γαβγίζω όποτε μου πει και δαγκώνω τις φτέρνες όσων ζητούν ελεημοσύνη όπο-τε με διατάξει. Οι γιοι μου δουλεύουν στα χωράφια της κι είναι πια κι οι δυο παντρεμένοι, όμως μια μέρα θα φτάσω στο αμήν.Υπηρέτρια: Κι εκείνη τη μέρα…Πόνθια: Εκείνη τη μέρα θα κλειστώ μαζί της σ’ ένα δωμάτιο και θα τη φτύνω στα μούτρα για έναν ολόκληρο χρόνο. «Μπερνάρ-ντα, για αυτό και για εκείνο και για τ’ άλλο», μέχρι να την κατα-ντήσω σαν σαύρα πατημένη απ’ τα παιδιά, γιατί αυτό ακριβώς είναι, κι αυτή κι όλο της το σόι. Και μη νομίζεις ότι ζηλεύω τη ζωή της. Έχει ξεμείνει με πέντε γυναίκες, πέντε άσχημες κόρες κι αν εξαιρέσεις την Ανγκούστιας, τη μεγαλύτερη, που την έχει από τον πρώτο της άντρα κι έχει λεφτά, οι υπόλοιπες μόνο δα-ντέλες και λινά πουκάμισα έχουν και για κληρονομιά ψωμί και σταφύλια.Υπηρέτρια: Μακάρι να ’χα κι εγώ όσα έχουν αυτές!Πόνθια: Εμείς έχουμε τα χέρια μας και μια τρύπα στη γη.Υπηρέτρια: Τόση μόνο γη αναλογεί σ’ όσους δεν έχουν τίποτα.Πόνθια: Αυτό το κρύσταλλο έχει πάνω στίγματα.Υπηρέτρια: Ούτε με το σαπούνι, ούτε με το πανί δεν μπορώ να τα βγάλω.

(Χτυπούν οι καμπάνες)

Πόνθια: Η τελευταία ακολουθία. Θα πάω ν’ ακούσω. Μου αρέ-σει πολύ όπως ψέλνει ο παπάς. Όταν λέει το «Πάτερ ημών» η φωνή του ανεβαίνει, ανεβαίνει, ανεβαίνει, θυμίζει στάμνα που γεμίζει στάλα - στάλα με νερό. Στο τέλος, βέβαια, κάνει κοκκοράκι αλλά είναι χάρμα να τον ακούς! Κανένας όμως δεν είναι σαν τον Τροντσαπίνο, τον παλιό νεωκόρο. Έψελνε στην κηδεία της μάνας μου, θεός συγχωρέστην. Έτριζαν οι τοίχοι κι

Page 7: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

7ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ

όταν έλεγε το «αμήν» ήταν σαν να ’χε μπει λύκος μέσα στην εκκλησία. (Τον μιμείται) Αμήηην (Την πιάνει βήχας).Υπηρέτρια: Καλέ θα σπάσεις τις χορδές σου.Πόνθια: Κάτι άλλο θα σπάσω! (Φεύγει γελώντας)

(Η υπηρέτρια καθαρίζει. Χτυπάνε οι καμπάνες)

Υπηρέτρια: Ντιν, νταν, ντον. Ντιν, νταν, ντον. Θεός συγχω-ρέστον!Ζητιάνα: (Mαζί μ’ ένα κοριτσάκι) Δόξα να ’χει ο Κύριος!Υπηρέτρια: Ντιν, νταν, ντον. Και να μας περιμένει για πολλά χρόνια ακόμα! Ντιν, νταν, ντον.Ζητιάνα: (Δυνατά και λίγο εκνευρισμένη) Δόξα να ’χει ο Κύ-ριος!Υπηρέτρια: (Εκνευρισμένη) Εις τον αιώνα των αιώνων!Ζητιάνα: Ήρθα για τ’ αποφάγια.

(Οι καμπάνες σταματούν)

Υπηρέτρια: Τη βλέπεις την πόρτα που βγάζει στο δρόμο; Τ’ αποφάγια σήμερα θα τα πάρω εγώ.Ζητιάνα: Εσύ έχεις κάποιον να σε φροντίζει. Το κοριτσάκι μου κι εγώ είμαστε ολομόναχες.Υπηρέτρια: Ολομόναχα είναι και τα σκυλιά κι επιβιώνουν.Ζητιάνα: Πάντα μου τα δίνουν.Υπηρέτρια: Άντε φύγε από ’δω. Ποιος σου ’πε να μπεις εδώ μέσα; Μου λερώσατε το πάτωμα με τα βρωμοπόδαρά σας. (Φεύγουν. Η υπηρέτρια καθαρίζει) Πατώματα λουστραρισμέ-να με ξύδι, εταζέρες, κιονοστάτες, σιδερένια κρεβάτια, μόνο και μόνο για να βασανιζόμαστε εμείς που ζούμε σε καλύβες από χώμα κι έχουμε μόνο ένα πιάτο κι ένα κουτάλι. Μακάρι να ’ρθει η μέρα που δεν θα έχει μείνει ούτε ένας από μας για να τα διηγηθεί. (Αρχίζουν πάλι να χτυπάνε οι καμπάνες) Ναι, ναι,

Page 8: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

8 ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ

χτυπήστε τις καμπάνες! Φέρτε την κάσα με τις χρυσές γωνί-ες, που ’χει μεταξωτά μαξιλαράκια για να τη μεταφέρουν! Στο ίδιο μέρος θα καταλήξουμε κι εσύ κι εγώ. Δεν πας στο διάο-λο, Αντόνιο Μαρία Μπεναβίδες, σφιγμένος μέσα στο μάλλινο κοστούμι σου και τις ακριβές σου μπότες! Μωρέ δεν πας στο διάολο! Δεν μπορείς πια να γυρίσεις για να μου σηκώσεις το μεσοφόρι πίσω από την αυλόπορτα.

(Από το βάθος της σκηνής αρχίζουν να μπαίνουν δυο-δυο οι γυναίκες της νεκρικής πομπής με μεγάλες μαντήλες, φού-στες και μαύρες βεντάλιες. Μπαίνουν με αργό ρυθμό μέχρι να γεμίσουν τη σκηνή)

Υπηρέτρια: (Ξεσπάει σε θρήνο) Αχ, Αντόνιο Μαρία Μπενα-βίδες, δεν θα ξαναδείς αυτούς τους τοίχους, ούτε θα ξανα-φάς ψωμί σ’ αυτό το σπίτι! Απ’ όλους τους υπηρέτες σου εγώ ήμουν αυτή που σ’ αγαπούσε πιο πολύ! (Τραβώντας τα μαλ-λιά της) Γιατί να ζήσω να σε δω να φεύγεις; Γιατί να ζήσω;

(Οι διακόσιες γυναίκες σταματούν να μπαίνουν κι εμφανίζε-ται η Μπερνάρντα με τις πέντε κόρες της)

Μπερνάρντα: (Στην υπηρέτρια) Σιωπή!Υπηρέτρια: (Kλαίγοντας) Μπερνάρντα!Μπερνάρντα: Λιγότερες τσιρίδες και περισσότερα έργα. Έπρε-πε να έχεις φροντίσει το μέρος εδώ να είναι πιο καθαρό για το πένθος μας. Φύγε. Δεν έχεις θέση εσύ εδώ. (Η υπηρέτρια φεύγει με λυγμούς) Οι φτωχοί είναι σαν τα ζώα. Σαν να είναι φτιαγμέ-νοι από διαφορετικό υλικό.Γυναίκα 1: Κι οι φτωχοί αισθάνονται θλίψη.Μπερνάρντα: Ναι, αλλά την ξεχνούν αμέσως μπροστά σε ένα πιάτο ρεβίθια.Κορίτσι 1: Πρέπει να φας για να ζήσεις.

Page 9: Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα [Β' έκδοση] - Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

9ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ

Μπερνάρντα: Στην ηλικία σου δεν μιλάνε μπροστά στους με-γαλύτερους.Γυναίκα 1: Μικρή, βούλωστο!Μπερνάρντα: Δεν παίρνω μαθήματα εγώ από κανέναν. Κα-θίστε. (Κάθονται. Παύση) (Έντονα) Μαγκνταλένα, σταμάτα να κλαις. Αν θες να κλάψεις, πήγαινε να χωθείς στο κρεβάτι σου. Με άκουσες;Γυναίκα 2: Ξεκίνησες τις δουλειές στα χωράφια;Μπερνάρντα: Από χτες.Γυναίκα 3: Ο ήλιος καίει σα μολύβι.Γυναίκα 1: Χρόνια είχαμε να δούμε τέτοια ζέστη.

(Παύση. Κάνουν όλες αέρα με τις βεντάλιες)

Τέλος τoυ δείγματος της έκδοσης Vakxikon.gr.

Απολαύσατε το preview;

Αγοράστε την έκδοση τώρα